Το έργο τούτο εκόόθηκε για πρώτη φορά το έτος 1966 στις Η.Π.Α. Από τότε επανεκδόθηκε πολλές φορές σ' Ευρώπη και Αμερική. Η μετάφραση έγινε από το αγγλικό πρωτότυπο και είναι πλήρης και χωρίς συντομεύσεις. To c για το αγγλικό κείμενο έχει ο συγγραφέας.
εχδοσεις "καλβοζ»
BARRINGTON MOORE
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Γαοκτήμονες κι αγρότες στη διαμόρφωση του σύγχρονου κόσμου
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Φ.Ρ. ΣΟΦΙΑΝΟΣ — ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΟΥ
ΑΘΗΝΑ 1984
Barrington Moore 0 Barrington Moore γεννήθηκε στην Ουάσιγκτον το 1913. Σπούδασε στο Wiliams College, όπου έμαθε ελληνικά και λατινικά. Από το πανεπιστήμιο του Γέηλ πήρε πτυχίο κοινωνιολογίας. Έ γινε λέ κτορας κοινών ιολογίας και μέλος της διεύθυνσης του κέντρου ερευνών για τις ρωσικές υποθέσεις στο πανεπιστήμιο του Χάρβαντ. Έγραψε: Σοβιετική πολιτική - το δίλλημα της εξουσίας. Τρομοκρατία και πρόοδος - ΕΣΣΔ, Πολιτική εξουσία και κοινωνική θεωρία. Κριτική του καθαρού ενδοτισμού (το έγραψε μαζί με τους Robert P. Wolff και Herbert Marcuse). Δημοσίεψε άρθρα σε διάφορα περιοδικά: 'Σκέψεις πάνω στη βία και την κοινωνική αλλαγή’, Άστυκές εξεγέρσεις: βία και κοινωνική αλλαγή’, Ε πανάστα ση στην Αμερική;’ κ.α. Βραβεύτηκε κ α τ’ επανάλη ψη για το βιβλίο του: Κοινωνικές ρίζες της δικτα τορίας και της δημοκρατίας.
Περιεχόμενα Πρόλογος κι ευχαριστίες........................................................... 10 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Κεφάλαιο I, Η Αγγλία και η συμβολή της βίας στη βαθμιαία εξέλιξη ............................................................................... 91 1. Αριστοκρατικές τάσεις που ευνόησαν την πορεία προς τον καπιταλισμό στην ύπαιθρο........................ 21 2. Οι αγροτικές πλευρές του Εμφυλίου Πολέμου . . . . 33 3. Οι περιφράξεις και η καταστροφή της αγροτιάς . . 40 4. Αριστοκρατική διακυβέρνηση για τον θριαμβευτή καπιταλισμό..................................................................50 Κεφάλαιο II, Εξέλιξη και επανάσταση στη Γ α λ λία ............... 62 1. Διαφορές με την Αγγλία και οι πηγές το υ ς...........62 2. Η ανταπόκριση των ευγενών στην εμπορική γεωρ γία ................................................................................. 67 3. Ταξικές σχέσεις υπό τον βασιλικό απολυταρχισμό . 80 4. Η αριστοκρατική επίθεση και η κατάρρευση του απολυταρχισμού........................................................... 87 5. Η σχέση των αγροτών με τον ριζοσπαστισμό κατά την Επανάσταση ......................................................... 95 6. Οι αγρότες κατά της Επανάστασης: η Βαντέ . . . .120 7. Κοινωνικές συνέπειες της επαναστατικής τρομο κρατίας .......................................................................... 130 8. Ανακεφαλαίωση........................................................... 138 7
Κεφάλαιο III, Ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος■η τελευταία καπιταλιστική επανάσταση................................................ 144 1. Φυτεία και εργοστάσιο: μια αναπόφευκτη σύγκρου ση; ................................................................................. 141 2. Τρεις τύποι αμερικανικής καπιταλιστικής ανάπτυ ξης ................................................................................. 146 3. Προς μια εξήγηση των αιτιών του πολέμου........... 165 4. Η επαναστατική τάση και η αποτυχία της ...........175 5. Η σημασία του πολ έμ ου ............................................ 184 ΜΕΡΟΣ ΔΕΤΤΕΡΟ ΤΡΕΙΣ ΔΡΟΜΟΙ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΤΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ Σημείωση: Προβλήματα στη σύγκριση των ευρωπαϊκών και ασιατικών πολιτικών διαδικασιών................................... 193 Κεφάλαιο IV, Η παρακμή της αυτοκρατορικής Κίνας και η προέλευση της κομμουνιστικής παραλλαγής ..................196 1. Οι ανώτερες τάξεις και το αυτοκρατορικό σύστημα196 2. Η μικροαριστοκρατία και ο κόσμος του εμπορίου .209 3. Η αποτυχία να υιοθετηθεί η εμπορική γεωργία . . .214 4. Η κατάρρευση του αυτοκρατορικού συστήματος και η εμφάνιση των πολέμαρχων..................................... 216 5. Το διάλειμμα του Κουόμιντανγκ και η σημασία τ ο υ ................................................................................. 224 6. Εξέγερση, επανάσταση και α γ ρ ό τ ες........................ 240 Κεφάλαιο V, Ασιατικός φασισμός: Ιαπωνία.............................270 1. Επανάσταση από τα πάνω: η αντίδραση των κυρί αρχων τάξεων στις παλιές και νέες απειλές........... 270 2. Η απουσία αγροτικής επανάστασης ........................ 298 3. Οι διευθετήσεις των Μέιτζι: οι νέοι γαιοκτήμονες και ο καπιταλισμός.....................................................322 4. Πολιτικές συνέπειες: η φύση του ιαπωνικού φασι σμού ............................................................................... 340 Κεφάλαιο VI, Δημοκρατία στην Ασία: η Ινδία και το τίμημα της ειρηνικής αλλαγής.......................................................366 1. Η σημασία της ινδικής εμ πειρ ία ς.............................366 2. Η Ινδία υπό τους Μογγόλους: τα εμπόδια στη δη μοκρατία ...................................................................... 369 3. Η κοινωνία του χωριού: εμπόδια στην εξέγερση . .384 4. Αλλαγές που επιφέρανε οι Βρετανοί ώς το 1857 .397
5. Παξ Μπριτάνικα 1857-1947: ένας παράδεισος για τους γαιοκτήμονες; .....................................................410 6. Μη-βία: ο δεσμός της αστικής τάξης με την αγρο τιά ................................................................................. 429 7. Μία σημείωση για την έκταση και τον χαρακτήρα της αγροτικής βίας .....................................................438 8. Η ανεξαρτησία και το τίμημα της ειρηνικής αλ λαγής .............................................................................446 ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΣΤΝΕΠΑΓΩΓΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ Κεφάλαιο VII, Ο δημοκρατικός δρόμος προς τη σύγχρονη κοινωνία .............................................................................477 Κεφάλαιο VIII, Επανάσταση από τα πάνω και φασισμός . . .499 Κεφάλαιο IX, Οι αγρότες και η επανάσταση.......................... 522 Επίλογος: Αντιδραστική και επαναστατική εικονοπλασία . . . .556 Παράρτημα: Σημείωμα για τις στατιστικές και για την συντη ρητική ιστοριογραφία......................................................... 584 Βιβλιογραφία: ...........................................................................-.600
9
Πρόλογος και ευχαριστίες Το βιβλίο αυτό επιχειρεί να εξηγήσει τους ποικίλους πολιτικούς ρόλους που έπαιξαν οι ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις και η αγροτιά στο μετασχηματισμό των αγροτικών κοινωνιών (ορίζουμε π ς τελευ ταίες απλώς ως κράτη όπου η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού αποζεί από τη γη) σε σύγχρονες βιομηχανικές. Πιο ειδικά, αποτελεί μια προσπάθεια να ανακαλύψουμε τους ιστορικούς όρους κάτω απ ’ τους οποίους η μια ή και οι δυό αυτές αγροτικές ομάδες συνέβαλαν αποφασιστικά στην εμφάνιση των δυτικών κοινοβουλευτικών μορ φών δημοκρατίας και των δικτατοριών της δεξιάς και της αριστερός, δηλαδη των φασιστικών και κομμουνιστικών καθεστώτων. Επειδή κανένα πρόβλημα δεν παρουσιάζεται ποτέ στον μελετητή της ανθρώπινης κοινωνίας στα καλά καθούμενα, αξίζει τον κόπο να εξηγήσουμε γιατί μας απασχόλησε τούτο δω. Αρκετό καιρό προτού αρχίσω την εργασία αυτή πριν δεκα χρόνια και περισσότερα, αντιμε τώπιζα με σκεπτικισμό τη θέση ότι η εκβιομηχάνιση ήταν η κύρια αιτία των ολοκληρωτικών καθεστώτων του 20ου αΙώνα, για τον προφανή λόγο ότι η Ρωσία και η Κίνα ήταν κυρίως αγροτικές χώρες όταν επικράτησαν οι κομμουνιστές. Ακόμα πιο παλιά ήταν η πεποίθη σή μου ότι μια ικανοποιητική θεωρητική κατανόηση των πολίτικων συστημάτων έπρεπε να λάβει υπόψη της τους ασιατικούς θεσμούς και την ασιατική ιστορία. Επομένως, μου φάνηκε ότι θα ήταν τουλάχιστο μια ελπιδοφόρα στρατηγική να ερευνήσουμε ποιά πολιτικά ρεύματα δημιουργήθηκαν στις τάξεις που ζούσαν στήν ύπαιθρο καί νά αφιερώσωμε εξίσου μεγάλη προσοχή στις ασιατικές όσο και στις δυτικές κοινωνίες. Το βιβλίο παρουσιάζει πρώτα (στο πρώτο μέρος) μια ανάλυση της δημοκρατικής και καπιταλιστικής πορείας προς την σύγχρονη εποχή, όπως πραγματοποιήθηκε ο μετασχηματισμός αυτός στην Αγγλία, τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αρχική μου πρόθεση ήταν να συμπληρώσω το κομμάτι αυτό με παρόμοια κεφάλαια για τη Γερμανία και τη Ρωσία για να δείξω ότι οι κοινωνι 10
κές πηγές του φασισμού και του κομμουνισμού στην Ευρώπη διέφε ραν από εκείνες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Με κάπως βαρειά καρδιά αποφάσισα να παραλείψω τα δύο αυτά κεφάλαια, εν μέρει γιατί το βιβλίο ήταν ήδη πολύ εκτενές και εν μέρει επειδή κατά το γράψιμο κυκλοφόρησαν έξοχες αναλύσεις, οπότε μου ήταν αδύνατο να προσθέσω κάτι για να ερμηνεύσω την κοινωνική ιστορία των δύο αυτών χωρών. Παρολ ' αυτά έχω αντλήσει πολλά στοιχεία από το υλικό το σχετικό με τη Γερμανία και τη Ρωσία με σκοπό τη συγκριτική εξεικόνιση και τη θεωρητική' συζήτηση του τρίτου μέ ρους. Η βιβλιογραφία απαριθμεί τις πηγές που διαμόρφωσαν τη βαση της αντίληψής μου για την γερμανική και ρωσική κοινωνική ιστορία. Η παράλειψη της ρητής αναφοράς στη Γζρμανία και τη Ρωσία έχει τουλάχιστον το αντισταθμιστικό πλεονέκτημα ότι επιτρέπει μια πιο εκτεταμένη συζήτηση (στο Β ' μέρος) των ασιατικών εκδηλώσεων του φασισμού, του κομμουνισμού και της κοινοβουλευτικής δημο κρατίας. στην Ιαπωνία, Κίνα και Ινδία, όπου τα αγροτικά προβλή ματα παραμένουν έντονα. Επειδή η ιστορία και η κοινωνική δομή αυ τών των χωρών συχνά είναι εντελώς άγνωστες στους μορφωμένους δυτικούς αναγνώστες, η κριτική ας δείξει κάποια επιείκεια σ ’ ένα συγγραφέα που ίσως γράφει περισσότερα απ ’ όσο θα έπρεπε για κάτι που γνωρίζει λιγότερο καλά απ ’ όσο θα έπρεπε. Σε μια τέτοια επιλογή περιπτώσεων είναι δυνατό να αντιτείνει κανείς ότι το πεδίο είναι πολύ πλατύ για να καλυφθεί αποτελεσματικά από ένα μόνο πρόσωπο και πολύ στενό για να επιτρέπει εύλογες γενικεύσεις. Ό σον αφορά την εκδοχή ότι τό εγχείρημα ήταν πολύ μεγάλο, δεν θα ταίριαζε στον συγγραφέα να πει περισσότερα από το ότι πολλές φορές θα συμφωνούσε ειλικρινά. Η κριτική του δεύτερου τύπου θα μπορούσε να επισημάνει ότι κανένα απ ' τα σχετικά μικρά κράτη - Ελβετία, Σκανδιναυία ή οι Κάτω Χώρες από τη δημοκρατική πλευρά, και οι σχετικά μικρές χώρες του κομμουνιστικού στρατοπέ δου από την άλλη, όπως η Κούβα, οι δορυφόροι της Ανατολικής Ευρώπης, το Βόρειο Βιετνάμ, η Βόρειος Κορέα - δέν υπολογίζεται καθόλου. Πώς είναι δυνατό να κάνουμε γενικεύσεις σχετικά με την ανάπτυξη της δυτικής δημοκρατίας ή του κομμουνισμού αποκλείον τας τις περιοχές αυτές; Δεν ευνοεί τάχα ο αποκλεισμός των μικρότε ρων δυτικών δημοκρατικών κρατών μια κάποια αντιαγροτική προ κατάληψη σ ’ ολόκληρο το βιβλίο; Στην αντίρρηση αυτή υπάρχει, νομίζω, μια απρόσωπη απάντηση. Η μελέτη αυτή συγκεντρώνει την προσοχή της σε ορισμένα σημαντικά στάδια ενός μακρόχρονου II
κοινωνικού προτσές που εκτυλίχτηκε σε πολλές χώρες. Τμήμα του προτσές αυτού ήταν η πραγματοποίηση κοινωνικών ανακατατάξεων με τη βία και μ ' άλλους τρόπους, έτσι που ορισμένες χώρες έγιναν πολιτικοί ηγέτες σε διαφορετικές χρονικές στιγμές κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. Το επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται στις καινοτομίες που οδηγησαν στην πολιτική εξουσία και όχι στο άπλωμα και την αποδοχή θεσμών που σφυρηλατήθηκαν αλλού, εκτός από τήν περίπτωση που έγιναν πηγές σημαντικής δύναμης στην παγκόσμια πολιτική. Το γεγονός ότι οι μικρότερες χώρες εξαρτώνται οικονομικά και πολιτικά από τις μεγάλες και ισχυρές σημαίνει ότι οι αποφασιστικές αιτίες της πολιτικής τους βρίσκονται έξω από τα σύνορά τους. Σημαίνει επίσης ότι τα πολιτικά τους προβλήματα δεν είναι πραγματικά συγκρίσιμα με εκείνα των μεγαλύτερων χωρών. Συνεπώς, μια γενική απόφανση σχετικά με τις ιστορικές προϋποθέσεις της δημοκρατίας ή του ολοκληρωτισμού που να καλύπτει και τις μικρές χώρες και τις μεγάλες θα ήταν πολύ πιθανό τόσο πλατειά ώστε να είναι αφηρημένη και κοινότοπη. Απ ’ αυτή την άποψη, η ανάλυση του μετασχηματισμού της αγροτικής κοινωνίας σε ορισμένες μόνο χώρες προσφέρει ικανοποι ητικά αποτελέσματα και ευρύτερες γενικεύσεις. Είναι σημαντικό, για παράδειγμα, να μάθουμε γιατί η λύση των αγροτικών προβλημάτων συνέβαλε στην εγκαθίδρυση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Αγγλία και γιατί η μέχρι τώρα αποτυχία στη λύση πολύ διαφορετικών προβλημάτων απειλεί τη δημοκρατία στην Ινδία. Επι πλέον, για κάθε χώρα βρίσκει κανείς αιτιακές αλυσίδες που δεν ταιριάζουν εύκολα σε γενικές θεωρίες. Αντίστροφα, η πολύ σχολαστική αφοσίωση στη θεωρία εγκυμονεί πάντα τον κίνδυνο του υπερτονισμού γεγονότων που ταιριάζουν σε μια θεωρία ανεξάρτητα από τη σπουδαιότητά τους για την ιστορία των συγκεκριμένων χωρών. Γι ’ αυτούς τους λόγους, η ερμηνεία του μετασχηματισμού σε διάφορες χώρες καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου. Στην προσπάθεια για την κατανόηση της ιστορίας μιας ορισμέ νης χώρας, μια συγκριτική προοπτική μπορεί να οδηγήσει στην διατύπωση πολύ χρήσιμων και κάποτε νέων ερωτημάτων. Υπάρχουν κι άλλα πλεονεκτήματα. Οι συγκρίσεις μπορούν να χρησιμεύσουν ως ένας χονδρικός αρνητικός έλεγχος των παραδεδεγμένων ιστορικών εξηγήσεων. Και μια συγκριτική προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει σε νέες ιστορικές γενικεύσεις. Στην πράξη, τα χαρακτηριστικά αυτά συνθέτουν ένα ξεχωριστό διανοητικό προτσές και κάνουν μια τέτοια 12
μελέτη να είναι κάτι παραπάνω από συλλογή ετερόκλητων ενδιαφερουσών περιπτώσεων. Για παράδειγμα, όταν παρατηρήσει κανείς ότι οι ινδοί αγρότες έχουν υποφέρει, υλικά, όσα και οι Κινέζοι αγρότες κατά τη διάρκεια του Ι9ου και 20ου αιώνα, χωρίς εν τούτοις να δημιουργήσουν μαζικό επαναστατικό κίνημα, αρχίζει ν ’ απορεί για τις παραδοσιακές ερμηνείες σχετικά με το τι συνέβει στις δυό χώρες και ευαισθητο ποιείται σε παράγοντες που επηρέασαν τις αγροτικές εξεγέρσεις σε άλλες χώρες, με την ελπίδα να διακρίνει γενικές αιτίες. Η. όταν μάθει για τις καταστροφικές συνέπειες που είχε για τη δημοκρατία ο συνα σπισμός αγροτικών και βιομηχανικών ελίτ στη Γζρμανία του Ι9ου καί του πρωίμου 20ου αιώνα - ο πολυσυζητημένος γάμος του σίδερου με τη σίκαλη - απορεί γιατί μια παρόμοια σύζευξη ανάμεσα στο σίδε ρο και το μπαμπάκι δεν απότρεψε τον εμφύλιο πολέμου στις Ηνωμέ νες Πολιτείες· και έτσι έχει κάνει ένα βήμα για τον εντοπισμό συσχε τισμών ευνοϊκών και δυσμενών για την εγκαθίδρυση της σύγχρονης δυτικής δημοκρατίας. Το ότι η συγκριτική ανάλυση δεν υποκαθιστά την λεπτομερή έρευνα ειδικών περιπτώσεων, είναι φανερό. Οι βάσιμες γενικεύσεις μοιάζουν με ένα χάρτη μεγάλης κλίμα κας που παριστάνει μια μεγάλη έκταση, τέτοιο που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ένας πιλότος διασχίζοντας μια ήπειρο. Οι χάρτες αυτοί είναι απαραίτητοι για ορισμένους σκοπούς, όπ<ος ακριβώς οι πιο λεπτομερείς χάρτες είναι αναγκαίοι για άλλους. Οποιος ζητάει ένα προκαταρκτικό προσανατολισμό στη χαρτογραφημένη έκταση, δεν ενδιαφέρεται για την τοποθεσία κάθε σπιτιού και σοκακιού. Ακόμη, εάν κανείς εξερευνά το πεδίο περπατώντας - καί ο συγκριτικός ιστορικός αυτό ακριβώς κάνει τον περισσότερο καιρό - οι λεπτομέ ρειες είναι το πρώτο που μαθαίνει. Η σημασία τους και η σχέση τους προβάλλουν μόνο βαθμιαία. Μπορεί να υπάρξουν μακρόχρονες περίοδοι όπου ο ερευνητής αισθάνεται χαμένος μέσα σε μια συστάδα γεγονότων στα οποία εντρυφούν ειδικοί πού μπλέκονται σε ζωηρές διαμάχες, για το αν η συστάδα αυτή είναι πευκώνας ή τροπική ζούγκλα. Είναι απίθανο να βγει κανείς από τέτοιες συγκρούσεις χωρίς γραντζουνιές και μώλωπες. Καί αν ακόμη κάποιος φτιάξει ένα χάρτη της περιοχής που έχει επισκεφτεί, μπορεί ένας από τους ντόπιους να τον κατηγορήσει, δίκαια, ότι παρέλειψε το δικό του σπίτι και το ξέφωτο, πράγμα που είναι λυπηρό γεγονός, αν μάλιστα ο ερευνητής είχε βρει εκεί πραγματική βοήθεια και ξεκούραση. Η κατακραυγή είναι πιθανό να είναι οξύτερη, αν στο τέλος του ταξιδιού ο εξερευνη 13
τής προσπαθήσει να καταγράψει, με πολλή συντομία, για τους κατοπινούς περιηγητές, τα πιο χτυπητά πράγματα που έχει δει. Αυτό ακριβώς θα προσπαθήσω να κάμω■θα σκιαγραφήσω με πολύ αδρές γραμμές τα κύρια ευρήματα, για να δώσω στον αναγνώστη έναν πραοκαταρκτικό χάρτη της έκτασης που θα εζερευνήσουμε μαζί. Στο φάσμα των περιπτώσεων που εξετάζονται εδώ μπορεί κανείς να διακρίνει κυρίως τρεις ιστορικούς δρόμους από τόν προβιομηχανικό στον σύγχρονο κόσμο. Ο πρώτος α π ' αυτούς περνάει απ ' αυτό που νομίζω ότι αξίζει να ονομαστεί επαναστάσεις της μπουρζουαζίας. Εκτός από το γεγονός ότι ο όρος αυτός είναι κόκκινο πανί για πολλούς λόγιους, λόγω των μαρξιστικών του συμπαραδηλώσεων, έχει καί άλλες ασάφειες και μειονεκτήματα. Παρ ' όλα αυτά, για λόγους που θα φανούν στην πορεία, νομίζω ότι αποτελεί έναν αναγκαίο χαρακτηρισμό για ορισμένες βίαιες αλλαγές που έγιναν στις αγγλικές, γαλλικές και αμερικάνικες κοινωνίες κατά τη διαδικασία του μετασχηματισμού τους σε σύγχρονες βιομηχανικές δημοκρατίες. Οι ιστορικοί τις συνδέουν με την Πουριτανική ‘Επανά σταση (ή τον Αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο, όπως συχνά ονομάζεται επί σης), τη Γαλλική Επανάσταση και τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλε μο. Ένα βασικό χαρακτηριστικό αυτών των επαναστάσεων είναι η εξέλιξη μιας ομάδας σε κοινωνία με ανεξάρτητη οικονομική βάση, η οποία στρέφεται ενάντια στα πατροπαράδοτα εμπόδια για τη δημο κρατική έκφραση του καπιταλισμού. Αν και μεγάλο μέρος αυτής της επαναστατικής ώθησης προήλθε από τις εμπορικές και βιομηχανικές τάξεις των πόλεων, αυτό πολύ απέχει α π ' το να εξαντλεί το θέμα. Οι σύμμαχοι που βρήκε η τάση αυτή της μπουρζουαζίας και οι εχθροί που αντιμετώπισε, διαφέρουν σοβαρά από περίπτωση σε περίπτωση. Οι ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις, με τις οποίες θ ’ ασχοληθούμε κυρίως στην αρχή, είτε αποτέλεσαν ένα σημαντικό τμήμα της καπιτα λιστικής και δημοκρατικής αυτής πλημμύρας, όπως στην Αγγλία, είτε, αν εναντιώθηκαν σ ’ αυτή, σαρώθηκαν μέσα στην αντάρα της επανάστασης ή του εμφυλίου πολέμου. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τους αγρότες. Η κυρία τάση των πολιτικών τους προσπαθειών συνέπεσε με τήν τάση πρός τον καπιταλισμό και την πολιτική δημοκρατία, σε διαφορετική περίπτωση ήταν αμελητέα. Και ήταν αμελητέα είτε γιατί η καπιταλιστική εξέλιξη κατέστεψε την άγροτική κοινωνία είτε γιατί η εξέλιξη αυτή άρχιζε σε μια νέα χώρα, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς πραγματική αγροτιά Ο πρώτος και πρωιμότερος δρόμος, αυτός που περνάει από τις 14
μεγάλες επαναστάσεις και εμφυλίους πολέμους, οδήγησε στον συνδυ ασμό του καπιταλισμού με τη δυτική δημοκρατία. Ο δεύτερος δρόμος ήταν κι αυτός καπιταλιστικός, αλλά κατέληξε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα στο φασισμό. Η Γερμανία και Ιαπωνία είναι οι πιο εκδηλες περιπτώσεις, μολονότι μόνο η δεύτερη εξετάζεται λεπτομε ρώς στην μελέτη αυτή. για τους λόγους που ειπώθηκαν παραπάνω, θα ονομάσω αυτή την μορφή καπιταλιστική και αντιδραστική. Συνοψίζεται σε ένα είδος επανάστασης απ ’ τα πάνω. Στις χώρες αυτές η ορμή της αστικής τάξης ήταν πολύ πιο υποτονική. Αν πήρε καθόλου επαναστατικό χαρακτήρα, η επανάσταση νικήθηκε. Τά μεταγενέστερα τμήματα μιας σχετικά αδύναμης εμπορικής και βιομη χανικής τάξης στηρίχτηκαν σε άντιπολιτευτικά στοιχεία των παλιότερων και ακόμη κυρίαρχων τάξεων, στρατολογημένα κυρίως από την ύπαιθρο για να πραγματοποιήσουν τις πολιτικές και οικονομικές αλλαγές που χρειάζονταν για μια σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία, κάτω από τις ευλογίες ενός ημικοινοβουλευτικού καθεστώτος. Ό μως το αποτέλεσμα, μετά από μια σύντομη και ασταθή περίοδο δημοκρατίας, ήταν ο φασισμός. Ο τρίτος δρόμος είναι, φυσικά, ο κομμουνισμός, όπως εκφράστηκε στη Ρωσία και την Κίνα Οι μεγάλες αγροτικές γραφειοκρατίες των χωρών αυτών χρησιμέυσαν για να αναχαιτίσουν τις εμπορικές και τις μεταγενέστερες βιομηχανι κές τάσεις ακόμα περισσότερο απόσο στις προηγούμενες περιπτώ σεις. Τα αποτελέσματα ήταν δυό λογιών. Κατά πρώτο λόγο οι αστικές αυτές τάξεις ήταν πολύ αδύναμες για να αποτελέσουν έναν έστω ήσσονα συνεταίρο στον τύπο εκσυγχρονισμού που πήρε η Γερμανία και η Ιαπωνία, μολονότι έγιναν προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση. Καί με την απουσία και των πιο δειλών βημάτων προς τον εκσυγχρονισμό διατηρήθηκε μια τεράστια αγροτική μάζα Το στρώμα αυτό. υποκείμενο σε νέους περιορισμούς και πιέσεις καθώς ο σύγχρονος κόσμος το διάβρωνε, αποτέλεσε την κυρία καταλυτική επαναστατική δύναμη που ανέτρεψε την παλιά τάξη και προώθησε τις χώρες αυτές στη σύγχρονη εποχή κάτω από μια κομμουνιστική ηγεσία, που έκαμε τους αγρότες πρωταρχικά της θύματα Τέλος, στην Ινδία μπορούμε να διακρίνουμε ένα τέταρτο γενικό υπόδειγμα που εξηγεί την αδύναμη τάση προς εκσυχρονισμό. Σ ' αυτή τη χώρα μέχρι τώρα δεν έχει συμβεί ούτε καπιταλιστική επανάσταση από τα πάνω ή απο τα κάτω. ούτε αγροτική που να οδηγεί στον κομμουνισμό. Από το άλλο μέρος, εμφανίσθηκαν μερικές τουλάχι στον από τις ιστορικές προϋποθέσεις της δυτικής δημοκρατίας. 15
Υπάρχει ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς με αρκετά μεγάλο παρελθόν που είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλή πρόσοψη. Επειδή η τάση προς εκσυγχρονισμό είναι πολύ αδύνατη στην Ινδία, η περίπτωση αυτή ξεχωρίζει κάποχ; από κάθε θεωρητικό σχήμα που φαίνεται ότι μπορούμε να φτιάξουμε για τις άλλες. Ταυτόχρονα χρησιμεύει ως μέσο ελέγχου της θεμιτότητας τέτοιων γενικεύσεων. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμη όταν προσπαθούμε να κατανοήσουμε τις αγροτικές επανα στάσεις, αφού ο βαθμός της αγροτικής αθλιότητας στην Ινδία, όπου δεν έχει γίνει καμιά αγροτική επανάσταση, είναι περίπου ο ίδιος όπως και στη Κίνα, στην οποία η εξέγερση και η επανάσταση έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο τόσο στους προσύγχρονους όσο και στους πρόσφατους χρόνους. Για να συνοψίσουμε όσο γίνεται περιληπτικά: προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον ρολο των ανώτερων γαιοκτημονικών τάξεων και των αγροτών στις επαναστάσεις της αστικής τάξης που οδήγησαν στην καπιταλιστική δημοκρατία, στις παραμορφωμένες επαναστά σεις της αστικής τάξης που οδήγησαν στο φασισμό και στις αγροτι κές επαναστάσεις που οδήγησαν στον κομμουνισμό. Οι τρόποι με τους οποίους οι ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις και οι αγρότες ανιέδρασαν στην πρόκληση της εμπορικής γεωργίας ήταν αποφασι στικοί παράγοντες για τον καθορισμό του πολιτικού αποτελέσματος. Η εφαρμοσιμότητα των πολιτικών αυτών χαρακτηρισμών, τα στοι χεία που έχουν ή δεν έχουν τα κινήματα αυτά σε διαφορετικές χώρες και διαφορετικούς χρόνους, θα αποσαφηνισθούν, ελπίζω, στήν πο ρεία της συζήτησης που επακολουθεί. Εν τούτοις, ένα σημείο αξίζει να επισημανθεί αμέσως. Μολονότι σε κάθε περίπτωση μόνον ένας πολιτικός σχηματισμός επικρατεί τελικά, είναι πιθανόν να διακρίνου με κι άλλους δευτερεύοντες, που γίνονται κυρίαρχα χαρακτηριστικά σε μια άλλη χώρα. Έτσι, στην Αγγλία κατά τη διάρκεια του τελευταίου μέρους της Γαλλικής Επανάστασης και ώς μετά το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων, υπήρχαν μερικά από τα στοιχεία ενός αντιδραστικού σχηματισμού που μπορούν να αναγνωρισθούν ως κυρίαρχο χαρακτηριστικό στη Γερμανία: Δηλαδή ένας συνασπισμός μεταξύ των παλιότερων γαιοκτημονικών ελίτ και των ανερχόμενων εμπορικών και βιομηχανικών ελίτ, που στρεφόταν κατά των κατώτε ρων τάξεων της πόλης και της επαρχίας (αλλά ήταν κατά καιρούς ικανός να πετύχει σημαντική υποστήριξη από τις κατώτερες τάξεις σε μερικά ζητήματα). Πραγματικά, αυτός ο αντιδραστικός συνδυα σμός στοιχείων παρουσιάζεται με κάποια μορφή σε κάθε κοινωνία 16
που μελετήθηκε, περιλαμβανόμενων και των Ηνωμένων Πολιτειών. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, ο βασιλικός απολυταρχίαμός στη Γαλλία είχε κάποιες απ ’ τις ίδιες αντιδράσεις στην εμπορική ζωή όπως και οι μεγάλες γραφειοκρατικές μοναρχίες της τσαρικής Ρωσίας και της Αυτοκρατορικής Κίνας. Αυτή η παρατήρηση μας ενθαρρύνει να έχουμε κάπως μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στη δυνατότη τα ότι οι εμπειρικά θεμελιωμένες λογικές κατηγορίες μπορεί να ξεπερνούν τις επιμέρους περιπτώσεις. Πάντως υπάρχει πάντα διάσταση ανάμεσα στο σύστημα να εξηγηθεί μια ιδιαίτερη περίπτωση και το αίτημα να αναζητηθούν γενικοί νόμοι, κυρίους γιατί είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ακριβώς πόσο σημαντικό είναι ένα ιδιαίτερο πρόβλημα πριν ολοκληρωθεί η εξέταση όλων των προβλημάτων. Η διάσταση αυτή είναι υπεύθυνη για μια ορισμένη έλλειψη συμμετρίας και κομψότητος στην ανάπτυ ξη για την οποία έλλειψη λυπάμαι, αλλά δεν κατάφερα να την εξαλεί ψω. Πάλι ο παραλληλισμός του συγγραφέα με τον εξερευνητή αγνώ στων χωρών μπορεί να μην είναι λαθεμένος. Αυτός δεν καλείται να ανοίξει μια ομαλή και ευθεία λεωφόρο για τους επόμενους ταξιδιώ τες. Εάν υποτεθεί ότι είναι οδηγός τους, θα πούμε ότι τα κατάφερε εάν κατόρθωσε να αποφύγει τα πισωγυρίσματα που τρώνε χρόνο και τα σφάλματα της πρώτης του εξερεύνησης, εάν δεν οδήγησε τους συντρόφους του μέσα α π " τους χειρότερους θάμνους, και εαν ξεχώρι σε τις πιο επικίνδυνες παγίδες. Εάν κάμει ένα αδέξιο στραβοπάτημα και πέσει σε παγίδα, μπορεί να υπάρξει κάποιος στη συντροφιά που όχι μόνο δεν θα γελάσει σε βάρος του, αλλά και θα του δώσει ένα χέρι για να τον ξαναβάλει στο δρόμο του. Για μια τέτοια ομάδα συντρό φων στην αναζήτηση της αλήθειας έγραψα το βιβλίο αυτό. * ♦ * Το Κέντρο Ρωσικών Ερευνών του Χάρβαρντ μου έδωσε το πολύτιμο δώρο του χρόνου. Επειδή έδειξαν συμπαθητική περιέργεια χωρίς το ελάχιστο ίχνος ανυπομονησίας, είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων σε πολλούς λειτουργούς του Κέντρου, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας των οποίων γράφτηκε το βιβλίο: στους Καθηγητές William L. Longer, Merle Fainsod, Abram Bergson ως διευθυντές, και στον Marshall D. Shulman ως συνδιευθυντή. Ανάμεσα σε πάμπολλες περιστάσεις η Δις Rose Dibenedetto δακτυλογράφησε ξανά και ξανά αμέτρητες σελίδες χειρογράφων, με ανεξάντλητα καλή διάθεση. 17
Στο όλο εγχείρημα ο πολύ καλός μου φίλος καθηγητής Χέρμπερτ Μαρκούζε με τόνωσε με το μοναδικό του μίγμα ενθερμης ενθάρρυνσης και διεισδυτικής κριτικής. ·Μπορεί να με βοήθησε περισσότερο όταν με πίστευε λιγότερο. Ένας άλλος καλός φίλος, ο αείμνηστος καθηγητής Otto Kirchheimer, διάβασε όλο το χειρόγρα φο και επισήμανε μερικές έμμεσες θέσεις που προσπάθησα να τις κάμω σαφείς. Σ ' όλες τις φάσεις η βοήθεια που πρόσφερε η Elizabeth Carol Moore ήταν τόσο βασική και τόσο πλούσια που μόνο ένας σύζυγος και συγγραφέας μπορεί να εκτιμήσει. Κω οι δυό προστρέξαμε ρυχνά και με επιτυχία στην ευφυία και την επινοητικότητα του προσωπικού της Widener Library, ειδικά του κ. Foster Μ. Palmer και της διδος Υ.Τ. Feng. Πολλοί συνάδελφοι με ειδικές εμπειρικές γνώσεις, χάρη στα σχόλιά τους για επιμέρους κεφάλαια, με προφύλαξαν από μερικά ανόητα λάθη και έκαμαν αξιόλογες προτάσεις. Η καλοσύνη τους να μου πουν ότι βρήκαν πνευματική τροφή και παραπέρα ερωτήματα στις ειδικότητές τους ήταν μια πολύτιμη ανταμοιβή. Ανεξάρτητα απ ' τις διευκρινήσεις που θα μπορούσα να κάμω, η μνεία των ονομάτων τους εδώ θα τους ταύτιζε σε κάποιο βαθμό με τις απόψεις μου και θα ήταν ένας άτοπος υπαινιγμός ότι το βιβλίο μου επικροτείται από τον επιστημονικό κόσμο. Έτσι τους ευχαρίστησα ιδιωτικά Χάρη σ ’ κείνους που δεν ονομάζονται εδώ, καθώς επίσης και αυτούς που ονομάζονται, έμαθα ότι η ιδέα μιας κοινότητας μελετητών είναι κάτι περισσότερο από ρητορικό σχήμα B a r r in c t o n M o o r κ . jr.
18
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Επαναστατικές Πηγές της Καπιταλιστικής Δημοκρατίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Η Αγγλία και η Συμβολή της Βίας στη Βαθμιαία Εξέλιξη
1. Αριστοκρατικές τάσεις που εννόησαν την πορεία προς τον
καπιταλισμό στην ύπαιθρο Καθώς αρχίζουμε την ιστορία της μετάβασης από τον προβιο μηχανικό στο σύγχρονο κόσμο εξετάζοντας την ιστορία της πρώ της χώρας που έκαμε το άλμα, σχεδόν αυτόματα έρχεται στο μυαλό μας ένα ερώτημα. Γιατί το προτσές της εκβιομηχάνισης στην Αγγλία κορυφώθηκε με την εγκαθίδρυση μιας σχετικά ελεύθε ρης κοινωνίας; Το ότι η σύγχρονη Αγγλία είναι για πολύ καιρό τέτοια, και ίσως μάλιστα σημαντικά πιο φιλελεύθερη απο τις Ηνωμένες Πολιτείες στους κρίσιμους τομείς της ελευθερίας του λόγου και της ανοχής προς μια οργανωμένη πολιτική αντιπολίτευ ση φαίνεται αρκετά καθαρά. Το αριστοκρατικό στοιχείο στην ανο χή που έδειξαν οι κυρίαρχες τάξεις είναι εξ ίσου φανερό. Η επισή μανση όλων των σημαντικών αιτιών που δημιούργησαν την κατά σταση αυτή ξεπερνά το δικό μας καθήκον, έστω και αν είναι α ναγκαίο να έχουμε στο μυαλό μας άλλες πιθανές αιτίες απ ’ εκείνες που ερευνούμε εδώ για να πετύχουμε μια σωστή θεώρηση. Το κεντρικό θέμα σ ’ αυτό το κεφάλαιο αφορά τον ιδιαίτερο και πολύ σημαντικό ρόλο που έπαιξαν οι τάξεις της υπαίθρου κατά τη μετά βαση προς τη βιομηχανική κοινωνία. Εάν η έμφαση που δίνουμε στη μοίρα των ευγενών και των χωρικών — και των πολυάριθμων ενδιάμεσων διαβαθμίσεων, που ήταν ένα από τα διακριτικά χαρακτηριστικά της αγγλικής κοινωνί ας — προκύπτει από το γενικό σχέδιο αυτού του βιβλίου και από τα ερωτήματα με τα οποία ξεκίνησε, τότε η ανάλυση του υλικού μας αποκαλύπτει έναν άλλο άξονα έρευνας. Δεν είναι ανάγκη να διαβάσει κανείς αγγλική ιστορία για πολύ ή νά είναι περισσότερο
21
σκεπτικιστής από συνήθως στη μελέτη των κλασικών κειμένων γύρω από την επιστημονική μέθοδο για να αναγνωρίσει ότι υπάρχει ένα στοιχείο μύθου στις στερεότυπες αντιλήψεις σχετικά με την παράξενη βρετανική ικανότητα να διευθετούνται οι πολιτι κές και οικονομικές διαφορές με ειρηνικές, νόμιμες και δημοκρατι κές διαδικασίες. Τέτοιες αντιλήψεις είναι μάλλον μερική αλήθεια παρά μύθος. Η απλή διάλυση αυτής της φήμης δεν θα αποσαφηνίσει τα πράγματα. Τα συμβατικά ιστορικά γραφτά που τοποθετούν την αρχή της αγγλικής εκβιομηχάνισης κάπου μετά το 1750 βοηθούν στην διαιώνιση αυτής της μερικής αλήθειας, υπερτονίζοντας την ειρηνική εσωτερική ιστορία, πολύ ειρηνική σε σχέση με τη Γαλλία, κατά τον 18ον και 19ον αιώνα και αφήνοντας στη σκιά την περίοδο της Πουριτανικής Επανάστασης ή του Εμφύλιου Πόλεμου1. Έ σ τω κι αν θέλουμε να σημειώσουμε το γεγονός, πρέπει να αντιμετωπί σουμε το ερώτημα ποιά σχέση υπήρξε μεταξύ βίας και ειρηνικής μεταρρύθμισης: Πρώτα απ ’ όλα στη σύγχρονη δημοκρατία και, πιο γενικά, στον συνολικό μετασχηματισμό από κοινωνίες βασισμένες στη γεωργία σε κοινωνίες που βασίζονται στη σύγχρονη βιομηχα νική τεχνολογία. Οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί που ξέσπασαν στον αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο του 17ου αιώνα προέρχονται από ένα πολύπλοκο προτσές αλλαγών που άρχισε πολλούς αιώνες νωρίτερα. Είναι αδύνατο να πούμε πότε ακριβώς άρχισε, όπως επίσης είναι αδύνατο να αποδείξουμε ότι έπρεπε να πάρει τη μορφή ενός εμφυλίου πολέμου. Ωστόσο ο χαρακτήρας του ίδιου του προτσές είναι αρκετά σαφής. Μια σύγχρονη κοινωνία, χειραφετημένη από την Εκκλησία προχωρούσε αργά μέσα από τη δαιδαλώδη δομή της φεουδαλικής και εκκλησιαστικής τάξης πραγμάτων2. Ειδικότερα 1. Ο Schweinitz, Industrialization 6, (Εκβιομηχάνιση), παρατηρεί: «Οι πολιτι κές μεταρρυθμίσεις που άρχισαν μ* τον Μ εταρ ρυθμιστικό Νόμο (Reform Bill) του 1832 χαι έφεραν πλήρη δημοκρατία στη Μ. Βρετανία έγιναν στον 19ο αιώνα και στις αρχές του 20ου. Αλλά τα μέτρα αυτά πέτυχαν λόγω κυρίως της βαθμιαίας εξέ λιξης των συνταγματικών και κοινοβουλευτικών θεσμών στους αιώνες πριν το 1932». (Η υπογράμμιση δική μου). Αλλου (σελίς 10-11) ο συγγραφέας υποστηρίζει με σύ νεση ότι είναι αδύνατο να επαναλάβουμε τις καπιταλιστικές και δημοκρατικές λύ σεις στα προβλήματα του εκσυγχρονισμού, μια θέση με την οποία συμφωνώ. 2. Φεουδαλισμός σημαίνει κάτι διαφορετικό για τους κοινωνικούς, οικονομι κούς, νομικούς χαι συνταγματικούς ιστοριχούς και οι διαφορετικές απόψεις άλλαξαν κατά διαφορετικές αναλογίες. Βλέπε τη βοηθητιχή συζήτηση στον Cam, "Decline and Fall” , («Παρακμή και Πτώσηη) 216.
22
οστό τον 14ο αιώνα κι εδώ υπάρχουν πολλά σημάδια που δείχνουν την αυξανόμενη σημασία του εμπορίου στην ύπαιθρο και στις πόλεις, την αποσύνθεση του φεουδαλισμού και την αντικατάστασή του από τη σχετικά ήπια παραλλαγή του βασιλικού απολυταρχισμού της Αγγλίας. Και τα δυό πραγματοποιήθηκαν μέσα στο πλαίσιο ενός όλο και βιαιότερου θρησκευτικού ανταγωνισμού που εν μέρει ήταν αντανάκλαση και εν μέρει αιτία των ανησυχιών και των δυσκολιών που αναγκαστικά συνοδεύουν την παρακμή ενός πολιτισμού και την άνοδο ενός καινούριου. Αν και το εμπόριο μαλλιού ήταν από πολύ καιρό γνωστό στην Αγγλία, κατά το τέλος του Μεσαίωνα η χώρα αυτή είχε γίνει η μεγαλύτερη και η πιο σημαντική πηγή εκλεκτού μαλλιού.3 Ο αντίκτυπος από το εμπόριο μαλλιού γινόταν αισθητός όχι μόνο στις πόλεις αλλά και στην ύπαιθρο, πιθανώς ακόμα περισσότερο εκεί, και βέβαια στην πολιτική. Αφού οι αγγλικές αγορές μαλλιού βρίσκονταν στην ηπειρωτική Ευρώπη, και ιδιαίτερα στην Ιταλία και τις Κάτω Χώρες, θάπρεπε να στραφούμε προς την ανάπτυξη των εμπορικών πόλεων για να βρούμε τις απαρχές της δυνατής εμπορικής εξελικτικής τάσης που τελικά επρόκειτο να κυριαρχήσει στην αγγλική κοινωνία. Αν θέλαμε να τα αναλύσουμε αυτά, θα πηγαίναμε πολύ μακριά· είναι ανάγκη μόνο να δεχτούμε την αποφασιστική αυτή επίδραση ως ένα ανεπεξέργαστο δεδομένο για τους σκοπούς μας. Επίσης λειτούργησαν και άλλοι σημαντικοί παράγοντες. Η θανατηφόρα πανούκλα (Black Death) στα 13481349 ξεκλήρισε τον πληθυσμό της Αγγλίας και μείωσε την προσφορά εργασίας. Στο Lollardy, όχι πολύ αργότερα, εμφανίστη καν τα πρώτα δυσοίωνα σημάδια της θρησκευτικής ανταρσίας, για να ακολουθήσει στα 1381 μια σοβαρή αγροτική εξέγερση. Αργότε ρα θα έχουμε την ευκαιρία να εξετάσουμε τις ταραχές αυτές στις κατώτερες τάξεις και τη σημασία τους. Προς το παρόν θα συγκεντρώσουμε την προσοχή μας κυρίως στις ανώτερες τάξεις. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου μέρους του 14ου αιώνα και ενός μεγάλου μέρους από τον 15ο, έγιναν σημαντι κές αλλαγές στη θέση τους. Η γη και οι σχέσεις εξάρτησης που βασίζονταν σ ’ αυτή είχαν πάψει σε μεγάλη έκταση ν ’ αποτελούν τον συνεκτικό δεσμό μεταξύ αφέντη και υποτακτικού. Παρ’ ότι άλλες πλευρές του φεουδαλισμού έμειναν ισχυρές, ο βασιλιάς για 3. Power, Wool Trade (Εμπόριο μαλλιού) 16.
23
πολύ καιρό είχε προσπαθήσει, σε διάφορους βαθμούς επιτυχίας, να χρησιμοποιήσει τους διακανονισμούς αυτούς για δικούς του σκο πούς, ενεργώντας μέσα στα πλαίσιά τους, γιά να ενισχύσει την εξουσία του. Αποκομμένος πια από τις ρίζες του στη γη, ο φεουδαλισμός είχε γίνει παρασιτικός αντλώντας τη δύναμή του από τους ελιγμούς ισχυρών του πλούτου και τους αντελιγμούς της μοναρχίας.4 Οι Πόλεμοι των Ρόδων (1455-1485) αποτέλεσαν για την γαιοκτημονική αριστοκρατία μια κοινωνική μάλλον παρά φυσική κταστροφή, μια αιμορραγία που την εξασθένισε σοβαρά και επέ τρεψε στη δυναστεία των Τυδώρ — που αναδύθηκε α π ’ τον ανταγωνισμό αυτό — να επαναλάβει με μεγαλύτερη επιτυχία το προτσές της παγίωσης της βασιλικής εξουσίας. Με τον Ερρίκο τον 8ο οι πολιτικές και θρησκευτικές αντιλήψεις μπορεί να είχαν ως συνέπεια να ενισχυθεί παραπέρα η εμπορική γεωργία. Ενας μαρξι στής ιστορικός έχει υποστηρίξει ότι οι δημεύσεις των μοναστηριών στα 1536 και 1539 απο τον Ερρίκο τον δον μπορεί να βοήθησαν στην προώθηση καινούριων και εμπορικά ικανών γαιοκτημόνων σε βάρος της παλιότερης αριστοκρατίας και των κεντρόφυγων παραδόσεών της.5 Εν τούτοις φαίνεται πιο πιθανό ότι η βασική σημασία της διακυβέρνησης του Ερρίκου του 8ου ήταν ότι κλόνισε ένα από τα στηρίγματα της παλιάς τάξης πραγμάτων, την εκλλησία, και δημιούργησε ένα προηγούμενο για το οποίο οι διάδοχοί του επρόκειτο να μετανοιώσουν. Ή δη υπόβοσκαν καινούριες αναταρα χές που δεν χρειάζονταν υποστήριξη απ ’ το στέμμα, που όλο και περισσότερο στρεφόταν εναντίον τους επειδή τις θεωρούσε απειλή κατά της ευταξίας. Συνδιασμένη μέ τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη του εμπορίου μαλλιού, η ειρήνη των Τυδώρ δημιούργησε ένα δυναμικό κίνητρο γιά τήν ανάπτυξη μιας εμπορικής ή ακόμα και καπιταλιστικής προοπτικής στην επαρχία. Μαζί με άλλα έργα, η αξεπέραστη μελέτη του R.H. Tawney για την οικονομική ζωή της Αγγλίας πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο δείχνει πως οι δυνάμεις αυτές διέρρηξαν το φεουδαλικό πλαίσιο πολύ πριν τον πόλεμο:
4. Came. "Decline and Fall" 218, 225, 232. 5. Hill, Puritanism (Πουριτανισμός) 34, 35.
24
Στις ταραχώδεις μέρες του 15ου αιώνα η γη είχε ακόμα στρατιωτική και κοινωνική σημασία, ξέχωρα απ ’ την οικο νομική της αξία. Οι άρχοντες ξεχύνονταν επικεφαλής των υποτελών τους για να πείσουν με τα όπλα έναν κακό γείτονα. Και ήταν πιο σημαντικό νάχει κανείς μεγάλο αριθμό δουλο πάροικων παρά μεγάλα χρηματικά έσοδα από τη γη. Η πειθαρχία των Τυδώρ με την αυστηρή απαγόρευση της διατήρησης ιδιωτικών στρατών και της επέμβασης σε αντιδικίες τρίτων, τις διοικητικές της δικαιοδοσίες και την ακούραστη γραφειοκρατία, είχε καταστείλει τον ιδιωτικό πόλεμο με σιδερένια γροθιά και βγάζοντας τα δόντια της φεουδαρχίας είχε κάμει την εξουσία πάνω στο χρήμα πιο σημαντική α π ’ την εξουσία πάνω σ ’ ανθρώπους... [αυτή η αλλαγή...] σημαδεύει τη μετάβαση από την μεσαιωνική αντίληψη για τη γη ως βάση των πολιτικών λειτουργιών και υποχρεώσεων στη σύγχρονη αντιμετώπισή της ως παραγω γικής επένδυσης. Με λίγα λόγια η γαιοκτησία τείνει να εμπορευματοποιηθεί.6
6. Tawney. Agrarian Problem (Αγροτιχό Πρόβλημα), 188-189. Το Ιδιο επίσης χαι ο Hexter. Reappraisals (Επανεκτιμήσεις), 144-145, όπου το Ιδιο γεγονός παρουσιάζεται ως τμήμα μιας κριτικής του υπερτονισμού των οικονομικών παρα γόντων από την πλευρά του Tawney. Μια σύγχρονη χαι σύντομη κριτική του πεδίου που καλύπτει ο Tawney είναι του Thirsk, Tudor Enclosures (περιφράζεις των Tudor). Τονίζοντας ττ,ν ποικιλία των γεωγραφιχών και κοινωνικών όρων που χαθόριζαν τις περιφράξεις, ο συγγραφέας καταλήγει στα ίδια γενικά συμπεράσματα (βλ. σελ. 19-21). Ο Tawney επίσης πρόσεχε να χάνει τέτοιες διακρίσεις. Η κύρια διαφορά εί ναι ότι ο Thirsk υποστηρίζει ότι η φυσική αύξηση του πληθυσμού είναι ένας απ ’ τους πιο σημαντικούς συντελεστές (9). Ο Kerridge, "Depopulation” 212-228, ανα φέρει σοβαρούς λόγους για να δυσπιστούμε στις στατιστικές για τις περιφράξεις. Η βασική του θέση είναι ότι πολλοί α π ' αυτούς που χατηγορήθηχαν για περιφράξεις απαλλάχτηκαν αργότερα και ότι οι στατιστικές είναι υπερβολικές. Δεδομένης της πολιτικής επιρροής που ασκούσαν, αχόμα και υπό τους Τυδώρ, εκείνοι που έχαναν την περίφραξη, το γεγονός αυτό δεν είναι εχπληχτιχό. Αν και τα πραγματικά νού μερα δεν μπορούν να πορθούν στα σοβαρά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πρόβλημα ήταν σοβαρό σε σημαντικά τμήματα της Αγγλίας. Ούτε ο Tawney ούτε ο Kerridge αναφέρονται στη σύντομη κριτική της βιβλιογραφίας που δίνεται στο τέλος της εργασίας του Thirsk. Tudor Enclosures. Μισό αιώνα μετά τον Tawney, σύγχρονες έρευνες τονίζουν αχόμα το δεσμό μεταξύ του εμπορίου μαλλιού και των αγροτικών αλλαγών. Κατά τα μέσα του 16ου αιώνα εν τούτοις, η τάση προς τη στροφή από το σιτάρι στο μαλλί αδυνάτιζε, η γη γινόταν σπανιότερη, η εργασία πιο άφθονη, ενώ οι αγροτικές τιμές ανέβαιναν απότομα. Παρ’ ότι ο χαρακτήρας του εμπορίου μαλλιού
25
Η βασιλική ειρήνη και το μαλλί έπρεπε να συνδυασθούν με ειδικό τρόπο για να κινήσουν μια από τις σημαντικές δυνάμεις που προωθούσαν την Αγγλία προς τον καπιταλισμό και προς την επανάσταση που θα έκανε τον καπιταλισμό πραγματικά δημοκρα τικό. Σε άλλα κράτη, κυρίως στη Ρωσία και στην Κίνα, ισχυροί ηγεμόνες απόβλεπαν στην κατάκτηση πολύ απόμακρων περιοχών. Πραγματικά στην Αγγλία το γεγονός ότι οι επιτυχίες των ηγεμό νων ήταν πολύ περιορισμένες συνέβαλε αποφασιστικά στον τελικό θρίαμβο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ούτε υπάρχει κανένας υποχρεωτικός δεσμός μεταξύ του εμπορίου μαλλιού, ως τέτοιου, και της δημοκρατίας. Κατά την ίδια περίοδο στην Ισπανία, το αποτέλεσμα της αύξησης των προβάτων ήταν το αντίθετο, επειδή τα μεταναστευτικά κοπάδια και οι ιδιοκτήτες τους έγιναν ένα απ ’ τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν από τη συγκεντρωτική Μοναρ χία ως αντιστάθμισμα των τοπικών και χωριστικών τάσεων, και έτσι συνέβαλαν στην ανάπτυξη ενός αποστεωτικού βασιλικού απολυταρχισμού.7 Το κλειδί για την κατανόηση της κατάστασης στην Αγγλία είναι ότι η εμπορική ζωή στην πόλη και στην ύπαιθρο κατά τη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα αναπτύχθηκε κυρίως, αν και όχι εντελώς, κατ ’ αντίθεση προς το στέμμα, για λόγους που θα φανούν στην πορεία. Κάτω από την πίεση των περιστάσεων, η μεσαιωνική αξιολό γηση των οικονομικών πράξεων σύμφωνα με τη συμβολή τους στην υγεία του κοινωνικού οργανισμού άρχισε να καταρρέει. Οι άνθρω ποι έπαψαν να θεωρούν ότι το αγροτικό πρόβλημα ήταν η εξεύρεση της καλύτερης μεθόδου για να κρατήσουν τον πληθυσμό στη γη και άρχισαν να το αντιλαμβάνονται ως ζήτημα καλύτερου τρόπου επένδυσης στη γη. Αρχισαν όλο και περισσότερο να μεταχειρίζον ται τη γη σαν κάτι που μπορούσε να αγοραστεί και να πουληθεί, να χρησιμοποιηθεί και να γίνει αντικείμενο κατάχρησης, με μια λέξη σαν σύγχρονη καπιταλιστική ατομική ιδιοκτησία. Φυσικά, και στη φεουδαρχία επίσης είχε υπάρξει ατομική ιδιοκτησία της γης. Ό μ ω ς σ ’ όλα τα μέρη του κόσμου όπου αναπτύχθηκε η φεουδαρ χία, η κυριότητα της γης συνοδευόταν και περιοριζόταν πάντα από μεγάλη ποικιλία υποχρεώσεων προς άλλα πρόσωπα. Ο τρόπος με άλλαξι, η Ttopcla των τιμών του μαλλιού ήταν σαφώς ανοίιχή μ* σποραδικές απότομις ίιαχυμάνσ€ΐς, από το 1450 έως το 1650. Βλέκ< Bowden, Wool Trade. XVIII, 6, χαι ττίναχα στις σ.λί& ς 219-220. 7. Το Κιο συμκ(ρα(ν« χαι ο Klein.The Mesta, 351-357.
26
τον οποίο εξαφανίστηκαν αυτές οι υποχρεώσεις, και το ποιός επρόκειτο να κερδίσει ή να χάσει, με την αλλαγή, εγινε κρίσιμο πολιτικό ζήτημα σε κάθε χώρα που γνώρισε τον φεουδαλισμό. Στην Αγγλία τα αποτελέσματα φανερώθηκαν νωρίς. Εκεί, πολύ πριν τον Ανταμ Σμίθ, διάσπαρτες ομάδες 'Αγγλων που ζούσαν στην επαρχία άρχισαν να αποδέχονται το ατομικό συμφέρον και την οικονομική ελευθερία ως φυσική βάση της ανθρώπινης κοινωνί ας.® Εν όψει της πλατιά διαδομένης αντίληψης ότι ο οικονομικός ατομικισμός αναπτύχθηκε κυρίως μεταξύ των στοιχείων της αστι κής τάξης, αξίζει τον κόπο να σημειώσουμε ότι οι γαιοκτήμονες που πραγματοποιούσαν τις περιφράξεις πριν α π ’ τον εμφύλιο πόλεμο προλείαναν σε ίσο τουλάχιστο βαθμό το έδαφος γ ι ’ αυτές τις ανατρεπτικές θεωρίες. Έ να από τα πιο χτυπητά σημάδια της νέας κατάστασης ήταν μια άνθηση στην αγορά γης, που άρχισε γύρω στα 1580 και κράτησε περίπου μισό αιώνα. Τα ετήσια μισθώματα ανέβηκαν στο 1/3 του ποσού που είχαν πουληθεί τα κτήματα μερικές δεκαετίες νωρίτερα.4 Μια τέτοια άνθηση θα ήταν πολύ απίθανη χωρίς ριζικές δομικές αλλαγές στην ίδια τη γεωργία και μπορεί να ερμηνευτεί ως συνέπεια των αλλαγών αυτών. 8. Lipson, Economic History (Οικονομική Ιστορία) II, Ixvii-lxviii. Ο Hexter, Reappraisals, 94-95, εκχυδαίζει χαι παραμορφώνει την ανάλυση αυτής της τάσης από τον Tawney, αναφέροντας ότι ο Tawney προσπαθεί να στριμώξει την Πουριτανιχή Επανάσταση σε μια προκαθορισμένη θιωρητική αντίληψη για μια αναπόφευ κτη επανάσταση της μπουρζουαζίας εξυφαίνοντας «τον μύθο ότι ο ερχομός του α στού στην επαρχία έσπασε την παλιά πατριαρχική αγροτική οικονομία και την αντικατέστησε μ ' ένα σκληρό ανηλεή μερκαντιλισμό της μπουρζουαζίας*. Αυτό εί ναι πέρα για πέρα αναληθές. Ολόκληρη η ανάλυση του Tawney τονίζει την περισσό τερο ή λιγότερο αυθόρμητη προσαρμογή των ανώτερων γαιοκτημονικών τάξεων σε μια νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε από την αυξανόμενη σημασία του εμπορίου, του οποίου την κύρια εστία ανάπτυξης την βλέπει στις πόλεις (βλ. Agrarian Problem 408). Αυτό είναι κάτι πολύ διαφορετικό από την απλή μετανάστευση αστών με καινούργιες ιδέες στην ύπαιθρο. Προς επικύρωση των επικρίσεων του ο Hexter παραθέτει σκόρπια αποσπάσματα από το Agrarian Problem, 177-200, και τη μελέ τη του Tawney «Rise οΓ the Gentry», 184-186. Στην πρώτη κιόλας σελίδα της πρώ της παράθεσης του Hexter (Agrarian Problem, 177) ο Tawney έχει γράψει μια από τις πιο εύγλωττες προεοδοποιήσιις κατά της δογματιχής ντετερμινιστιχής ιστοριο γραφίας. Μπορεί να υπάρχουν μεμονωμένες προτάσεις σ ’ αυτά τα μακροσκελή αποσπάσματα που αναφέρουν την αγορά χτημάτων από αστούς χαι την καλλιέργεια τους με βάση εμποριχά κριτήρια- όμως αυτό δεν αποτελεί το άπαν της επιχειρημα τολογίας του Tawney. 9. Βλ.Hexter, Reappraisals, 133.
27
Η πιο σημαντική α π ’ αυτές ήταν οι περιφράξεις. Η ίδια η λέξη έχει μια ποικιλία εννοιών που περιγράφουν εντελώς διαφορε τικά πράγματα, τα οποία συνέβαιναν τότε όλα μαζί και των ο ποίων η σχετική σημασία δεν είναι απόλυτα σαφής. Κατά τη διάρ κεια του 16ου αιώνα το πιο σημαντικό ήταν οι «περιφράξεις που έγιναν από τους φεουδάρχες ή τους καλλιεργητές των μεγάλων κτη μάτων στη γη στην οποία ο πληθυσμός του φέουδου είχε κοινά δι καιώματα ή η οποία βρισκόταν στα ανοιχτά καλλιεργήσιμα χωρά φια.»10 Παρακινημένοι από την προσδοκία των κερδών που Θα μπο ρούσαν να βγουν με την πώληση μαλλιού ή με το νοίκιασμα της γης τους σε κείνους που το πουλούσαν, αυξάνοντας έτσι τα νοίκια τους, οι ιδιοκτήτες των φέουδων βρήκαν μια ποικιλία νόμιμων και μισονόμιμων μεθόδων για να αποστερήσουν τους αγρότες από τα δικαιώματά τους στην καλλιέργεια των ανοιχτών χωραφιών και επί σης από τα δικαιώματά τους να χρησιμοποιούν την κοινοτική γη για τη βοσκή των ζώων τους, να συλλέγουν ξύλα για καύσιμα και τα παρόμοια. Ενώ η έκταση που επηρεάστηκε πραγματικά από τέτοιες περιφράξεις φαίνεται ότι είναι μικρή — λιγότερη από το 1/20 της συνολικής έκτασης των κομητειών όπου κυρίως πραγματοποιήθηκαν περιφράξεις — ήδη το γεγονός αυτό, εάν πραγματικά είναι γεγονός, δεν σημαίνει ότι η κατάσταση σ ’ εκείνους τους τομείς δεν ήταν σοβαρή. Μπορεί κανείς να υποστηρίξει επίσης, όπως δείχνει ο Tawney, ότι ο συνωστισμός στα αστικά κέντρα δεν έχει σημασία για την Αγγλία, γιατί η συνολική έκταση της χώρας διαιρεμένη με τον πληθυσμό αποφέρει μια έκταση περίπου ενός και μισού ακρ για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη. «Το διώξιμο 50 ενοικια στών από 50 κτήματα και η έξωση 50 ενοικιαστών από ένα κτήμα, δίνει ακριβώς τα ίδια στατιστικά αποτελέσματα» — αλλά πολύ διαφορετικά κοινωνικά αποτελέσματα. Τελικά, η πολιτική και κοι νωνική αναταραχή της εποχής εκείνης πρέπει να είχε πραγματική βάση. «Οι κυβερνήσεις δεν φτάνουν στο σημείο να προσβάλουν με ελαφριά καρδιά ισχυρές τάξεις, ούτε μεγάλες ομάδες ανθρώπων εξεγείρονται επειδή μπέρδεψαν ένα καλλιεργημένο χωράφι με βο σκότοπο».11 10. Tawney, Agrarian Problem, 150. Στην αγγλική χρήση, «φάρμχρ» συνήθως σημαΐνιι τον πακτωτή φάρμιρ ή έναν που νοιχιάζ« και καλλι*ργ«1 ένα χτήμα, μ ι ή χωρίς μισθωτή «ργασία,ανάλογα μ£ το ποσό του «φαλαίου που έχ«ι. Πιο σπάνια ο όρος φάρμιρ αναφέρ*ται σ* ένα ιίιοκτήτη. Βλ. The Shorter Oxford English Dictio nary, λέξη «φάρμιρ». 11. Tawney, Agrarian Problem. 264-265, 224.
28
Οπωσδήποτε, ένα σημαντικό τμήμα γης, που προηγούμενα υπαγόταν στούς συνηθισμένους κανόνες που καθόριζαν τις μεθό δους καλλιέργειας, γινόταν γη που η χρήση της ήταν στη διάκριση του ατόμου. Ταυτόχρονα, η εμπορευματοποίηση της γεωργίας σήμαινε πως ο φεουδάρχης άρχοντας — που στη χειρότερη περίπτω ση ήταν ένας άνομος τύραννος και στην καλύτερη ένας δεσποτικός γονιός — μεταβλήθηκε σιγά σιγά σ ’ έναν μεγαλοκτηματία, ο ο ποίος έμοιαζε πιο πολύ μ ’ έναν οξυδερκή επιχειρηματία που εκμε ταλλεύεται τους υλικούς πόρους του κτήματος με γνώμονα το κέρ δος και τήν αποδοτικότητα.12 Οι συνήθειες αυτές δεν ήταν εντελώς καινούργιες στον 16ο αιώνα. Ούτε είχαν επεκταθεί τόσο όπως επρόκειτο να γίνει μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, κατά την διάρκεια του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα. Ούτε περιορίστηκαν στις ανώτερες τάξεις των γαιοκτημόνων. Ξαπλώθηκαν επίσης στα α νώτερα στρώματα των χωρικών. Αυτοί οι τελευταίοι ήταν οι μικροκτηματίες, μια τάξη της οποίας τα όρια βρίσκονταν ανάμεσα στους μικρότερους ευγενείς προς τα πάνω και τους λιγότερο εύπορους χωρικούς πρός τα κά τω .13 Αν και σε καμιά περίπτωση δεν ήταν όλοι τους ελεύθεροι κτηματίες ούτε απολάμβαναν σύγχρονα δικαιώματα ατομικής ιδιο κτησίας στη γη, εξελίσσονταν γοργά προς αυτήν την κατεύθυνση και έτειναν ν ’ αποτινάξουν τα κατάλοιπα των φεουδαλικών υπο χρεώσεων.14 Από οικονομική άποψη ήταν μια «ομάδα φιλόδοξων, επιθετικών, μικρών καπιταλιστών, με συνείδηση ότι δεν είχαν αρκετό πλεόνασμα για να αναλάβουν μεγάλους κινδύνους, που γνώριζαν ότι το κέρδος βρίσκεται συχνά τόσο στην αποταμίευση όσο και στην κατανάλωση, αλλά ήταν αποφασισμένοι να επωφεληθούν από κάθε ευκαιρία, από οπουδήποτε και αν προερχόταν, για να αυξήσουν τα κέρδη τους».15 Τα κτήματά τους μπορεί να έχουν αυξηθεί από 25 σε 200 ακρ σε καλλιεργήσιμες περιοχές και σε 500 ή 600 σε βοσκότοπους. Αν και οι μεγάλοι εκτροφείς προβάτων μπορούσαν, φυσικά, να εργαστούν με χαμηλότερο κόστος κατά μονάδα και να εμπορεύονται το μαλλί τους πιο κερδοφορα, η εκτροφή προβάτων διαξαγόταν σε μεγάλη έκταση από τους μικροκτηματίες και τους ακόμα λιγότερο εύπορους χωρικούς.16 Η αύξη 12. 13. 14. 15. 16.
Tawney, Agrarian Campbell, English Campbell, English Campbell. English Campbell, English
Problem 217, 191 —193. Yeoman. 23-27. Yeoman. Kc?., IV. Yeoman. 104. Yeoman 102, 197-203' Bowden. Wool Trade, VX, 2
29
ση του εμπορεύσιμου σταριού αποτελούσε επίσης μεγάλη πηγή εισοδήματος για τους κτηματίες. Εκείνοι που βρίσκονταν κοντά στο Λονδίνο ή στις αναπτυσσόμενες πόλεις, καθώς επίσης και όσοι είχαν την ευχέρεια των υδάτινων μεταφορών, πρέπει να είχαν τεράστια πλεονεκτήματα απέναντι στους άλλους.17 Οι μικροκτηματίες ήταν η κινητήρια δύναμη που υπόθαλπε τις αγροτικές περιφράξεις. Έχοντας στόχο την καλλιεργήσιμη γη, οι περιφράξεις αυτές ήταν εντελώς διαφορετικές α π ’ εκείνες των φεουδαρχών κτηνοτρόφων. Ή ταν κυρίως μια μορφή οικειοποίησης χερσότοπων και κοινοτικής γης και πολύ συχνά των γειτονικών κτημάτων των γαιοκτημόνων που δεν πρόσεχαν και τόσο την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους. Άλλοτε οι αγροτικές περι φράξεις ήταν αμοιβαίες συμφωνίες για την σταθεροποίηση των μεριδίων και την εγκατάλειψη του συστήματος των λουρίδων στα ανοιχτά χωράφια. Μέσα στα όρια της κατάστασής τους, οι μικροκτηματίες επιθυμούσαν επίσης να απομακρυνθούν απ ’ την παραδο σιακή αγροτική ρουτίνα και να δοκιμάσουν καινούργιες τεχνικές με την προσδοκία του κέρδους.18 Συγκριτικά, οι κτηματίες του 16ου αιώνα μοιάζουν μάλλον με τους κουλάκους του προχωρημένου 19ου αιώνα και ακόμα της μετεπαναστατικής Ρωσίας, μολονότι ζούσανσ’ ένα περιβάλλον πολύ πιο ευνοϊκό για την ατομική επιχείρηση απ ’ όσο οι Ρώσοι όμοιοι τους. Οι μικροκτηματίες γενικά είναι οι ήρωες της αγγλικής ιστο ρίας, οι κουλάκοι οι δειλοί της ρωσικής ιστορίας, γιατί ήταν και συντηρητικοί και σοσιαλιστές, μια αντίφαση που μας αποκαλύπτει πολλά για τις διαφορετικές κοινωνίες και την πορεία τους προς το σύγχρονο κόσμο. Εκείνοι που προώθησαν το κύμα του αγροτικού καπιταλισμού, οι βασικοί νικητές στον αγώνα κατά της παλιάς τάξης πραγμάτων, προέρχονταν από τούς μικροκτηματίες και ακόμα περισσότερο από τις ανώτερες γαιοκτητικές τάξεις. Τα κύρια θύματα της προόδου ήταν, ως συνήθως, οι κοινοί χωρικοί. Αυτό συνέβει όχι γιατί οι άγγλοι αγρότες ήταν ιδιαίτερα άκαμπτοι και συντηρητικοί, ή γαντζωμένοι σε προκαπιταλιστικές και προατομιστικές συνήθειες λόγω άγνοιας και βλακείας, όσο κι αν οι σύγχρονοί τους τους έβλεπαν έτσι. Χωρίς αμφιβολία, η αντοχή των παλιών συνηθειών 17. Campbell, English Yeoman, 179, 184, 192. 18. Campbell, English Yeoman, 87-91, 170, 173. Βλ. <π(σ))ς Tawney, Agrarian Problem. 161-166.
30
έπαιξε κάποιο ρόλο. Αλλά σ ’ αυτή την περίπτωση, όπως και σε πολλές άλλες που πρόκειται να συναντήσουμε στην πορεία της μελέτης ecuτής, είναι αναγκαίο να ρωτήσουμε γιατί παρέμειναν οι παλιές συνήθειες. Είναι αρκετά εύκολο να καταλάβουμε το λόγο. Το μεσαιωνικό σύστημα της γεωργίας στην Αγγλία, όπως και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου, ήταν έτσι ώστε τα κτήματα καθε χωρικού πήραν την μορφή μιας σειράς στενών λουρίδων διασπαρμένων φύρδην - μίγδην ανάμεσα σ ’ εκείνες των συγχωριανών του στα απερίφρακτα ή ανοιχτά χωράφια. Αφού τα ζώα έβοσκαν σ ’ αυτά τα χωράφια μετά το θέρισμα, το θέρισμα έπρεπε να γίνεται περίπου την ίδια εποχή για όλους τους ενδιαφερομένους, και οι δουλειές του αγροτικού κύκλου έπρεπε να είναι λίγο πολύ συντονι σμένες. Μέσα σ ’ αυτά τα πλαίσια υπήρχε κάποια ελευθερία κινήσεων και περιθώρια για ποικιλία,19 αλλά κυρίως υπήρχε έντονη ανάγκη για συλλογική οργάνωση, η οποία εύκολα μπορούσε να μετατραπεί σε έθιμο, που ήταν ο ευκολότερος τρόπος για τον διακανονισμό των ζητημάτων. Η επαναρρύθμιση της χρήσης των λουρίδων σε κάθε εποχή, αν και αυτό συνέβαινε σε ορισμένες περιπτώσεις, θα σήμαινε πράγματι μεγάλο όγκο δουλειάς. Το συμφέρον να υπάρχουν κοινόχρηστα κτήματα ως πηγή παραπανίσιας βοσκής και καυσίμων είναι φανερό. Πιο γενικά, αφού οι άγγλοι αγρότες είχαν κερδίσει για τον εαυτό τους μια σχετικά ζηλευτή θέση, κάτω από την προστασία του εθίμου του φεουδαλικού συστή ματος, δεν είναι παράξενο που πρόσβλεπαν στην προστασία της συνήθειας και της παράδοσης, βλέποντας την ως υδατοφράχτη που μπορούσε να τους υπερασπίσει από την καπιταλιστική πλημμύρα, από την οποία σπάνια ήταν σε θέση να ωφεληθούν.20 Παρά την κάποια βοήθεια, που τους έδινε πότε-πότε η μοναρχία, ο υδατοφράχτης άρχισε να καταρρέει. Στη γλώσσα της εποχής, τα πρόβατα έτρωγαν ανθρώπους. Οι χωρικοί απομακρύ νονταν από τη γη. Καλλιεργημένες λουρίδες και κοινοτικά κτήματα μετατράπηκαν σε βοσκότοπους. ' Ενας και μόνο βοσκός μπορούσε να διευθύνει κοπάδια που έβοσκαν στη γη που κάποτε είχε θρέψει πολλούς ανθρώπους.21 Είναι ίσως αδύνατο να εκτιμήσουμε με ακρίβεια αυτές τις αλλαγές, αν και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήταν 19. Cf. Campbell. English Yeoman, 176-178, tpcuva από τον G.E.Fussell βτις πρώιμις μέΟο&ς χαλλιέργ€ΐας. 20. Tawney, Agrarian Problem,126,128, 130-132. 21. Tawney, Agrarian Problem. 232, 237, 240-241, 257.
31
ουσιώδεις. Ωστόσο, όπως δείχνει ο ίδιος ο Tawney, τα νερά που ξεχύθηκαν στον 16ο αιώνα δεν ήταν παρά μια σταγόνα, σε σύγκριση με τον κατακλυσμό που ακολούθησε όταν ο Εμφύλιος Πόλεμος είχε καταστρέφει τον υδατοφράχτη. Έ τσι, στην Αγγλία οι βασικοί φορείς αυτού που τελικά επρόκειτο να γίνει μια σύγχρονη και κοσμική κοινωνία ήταν κυρίως, την εποχή αυτή, άνθρωποι του εμπορίου που ζούσαν στην επαρχία και στις πόλεις. Εντελώς αντίθετα α π ’ ό,τι συνέβει στη Γαλλία, οι άνθρωποι αυτοί προόδεψαν από μόνοι τους και όχι κάτω από την ομπρέλα της πατερναλιστικής βασιλικής προστασί ας. Κατά καιρούς, φυσικά, μερικοί είχαν την τύχη να συνεργασθούν με το στέμμα, αφού επρόκειτο να αποκτήσουν πλούσια οφέλη. Αλλά, ειδικά καθώς πλησίαζε ο Εμφύλιος Πόλεμος, οι πλουσιότε ροι κάτοικοι της πόλης στρέφονταν κατά των βασιλικών μονοπω λίων, που τα αντιμετώπιζαν εάν όχι ως τροχοπέδη της παραγω γής, τουλάχιστον ως φραγμούς για τις δικές τους φιλοδοξίες.22 Ο θρόνος, την εποχή της Ελισάβετ και των δυό πρώτων Στιούαρτ, έκαμε κάποια προσπάθεια να μετριάσει τ ’ αποτελέσματα των τάσεων αυτών, και για τους χωρικούς και για τις φτωχότερες τάξεις των πόλεων. Μεγάλοι αριθμοί διωγμένων χωρικών γίνονταν απειλή για την ευταξία, ώς το σημείο να συμβαίνουν σποραδικές εξεγέρσεις.23 Ένας προσεχτικός ιστορικός ονομάζει τη βασιλική πολιτική σπασμωδική φιλανθρωπία. Κατά την διάρκεια της Τυραννίας των 11 χρόνων, όταν ο Κάρολος ο A ' κυβέρνησε με τους Strafford και 22. Για την αντίθεση μ ι την Γαλλία Βλ. Industry and Government. Για την επ(θεση των εταιριών χαρτιού βλ. επίσης Lipson, Economic History II, Iviii-lix. 23. Οι ιξιγέρσεις των χωρικών ελάχιστα έχουν προσεχτεί. Ο Tawney Ισως υπερβάλλει τη σχέση τους με τις περιφράξεις. Το καλύτερο υλικό που μπόρεσα να βρω ήταν στον Semenov, Ogorazhivaniya, εώικά 349, 277, 284, 287-291, 300-304, 307, 309, 321, 324, 327. Η ουσία του υλικού αυτού, που περιορίζεται στον 16ο αιώνα, είναι η ακόλουθη. Τπήρξαν τρεις βασικές εξεγέρσεις στις οποίες πήραν μέ ρος οι χωρικοί: 1) Το Προσκύνημα της θείας Χάριτος (Pilgrimage οΓ Grace), 15361537,κυρίως ένα φεουίαλιχέ και αντιβασιλικό κίνημα, στο οποίο οι χωριχοί ξεση κώθηκαν μαζί με τους αφέντες τους. 2) To Devonshire και Cornwall στα 1549, μια οιχονομικά καθυστερημένη περιοχή- και 3) Η περιοχή του Norfolk τον Ιίιο χρόνο, όπου υπάρχει μαρτυρία για κάποια σύνδεση με τις περιφράξεις. Ο Trevor-Roper. "Gentry” , 40, αναφέρει την εξέγερση των χωρικών της κεντρικής Αγγλίας στα 1607 ως «την τελευταία καθαρά αγροτική εξέγερση στην Αγγλία», οπότε εμφανί στηκαν και οι όροι Ισοπείωτές (Levellers)Kai Σκαφτιάδες (Diggers). Και αυτή επί σης στρεφόταν κατά των περιφράξεων.
32
Land χωρίς κοινοβούλιο, η προσπάθεια να εφαρμοστεί η φιλανθρω πία ίσως να είχε γίνει πιο αυστηρή. Βασιλικά δικαστήρια, τέτοια όπως το Δικαστήριο των Άστρων και το Ακυρωτικό Δικαστήριο, παρείχαν στον χωρικό την προστασία που είχε αποκτήσει απέναντι στην έξωση λόγω περιφράξεων.24 Ταυτόχρονα, το στέμμα γέμιζε τις τσέπες του με πρόστιμα, στην προσπάθεια να ενισχύσει την πολιτική αυτή. Διαφορετικά από τη γαλλική μοναρχία, το αγγλικό στέμμα δεν ήταν ικανό να συγκροτήσει μόνο του έναν αποτελεσματικό διοικητικό και νομικό μηχανισμό, ώστε να μπορεί να επιβάλει τη θέλησή του στην επαρχία. Εκείνοι που διατηρούσαν την τάξη στην επαρχία ήταν, γενικά, μέλη της μικροαριστοκρατίας, κατά της οποίας στρεφόταν η προστατευτική πολιτική του στέμματος. Έ τσι, η πρωταρχική συνέπεια της πολιτικής του στέμματος ήταν να ανταγωνιστεί εκείνους που υποστηρίζουν το δικαίωμα να κάνει καθένας ό,τι του άρεσε — και οι οποίοι, από κοινωνική άποψη, σκέφτονταν ευεργε τικά — με την ατομική του ιδιοκτησία. Η βασιλική πολιτική έτεινε να συνενώσει τα εμπορικά στοιχεία της πόλης και της επαρχίας τα οποία ήταν ήδη ενωμένα με πολλούς άλλους δεσμούς, σε μια ενιαία αντιπολίτευση προς το στέμμα.25 Στον αγροτικό τομέα, η αγροτι κή πολιτική των Στιούαρτ ήταν οριστική αποτυχία και βοήθησε στην επίσπευση του Εμφυλίου Πολέμου, μιας σύγκρουσης «μεταξύ ατομικών δικαιωμάτων και Βασιλικής εξουσίας που εμφανιζόταν ως θρησκευτικά επικυρωμένη».26 Ως εδώ θα πρέπει να είναι αρκετά σαφές ποιανών τα ατομικά δικαιώματα διακυβεύονταν και ότι, βέβαια, δεν ήταν εκείνα των αγροτικών μαζών, που ακόμα αποτελούσαν τον συντριπτικό όγκο του πληθυσμού της Αγγλίας. 2. Οι αγροτικές π λευ ρ ές το υ Εμφυλίου Πολέμου Μέσα σ ’ αυτό το γενικό πλαίσιο θα έλεγε κανείς ότι ελάχιστοι λόγοι υπάρχουν για να αμφισβητήσουμε τη θέση ότι τα εμπορικά στοιχεία μεταξύ των γαιοκτητικών ανωτέρων τάξεων και, σε μικρότερη έκταση, μεταξύ των μικροκτηματιών, ήταν από τις 24. Lipeon. Economic History, II, Ixv, 404-405. James, Social Problems, 79, 241-243. 25. Για μια άριστη ανάλυση βλ. Manning, "Nobles” in Aston, ixS., Crisis in Europe, 247-269, ciSuuSrtpa 252, 263. 26. James, Social Policy, 80.
33
κύριες δυνάμεις που αντιπολιτεύονταν τον βασιλιά και τις βασιλι κές προσπάθειες για την διατήρηση της παλιας τάξης πραγμάτων, και έτσι ήταν μια σημαντική αιτία, αν και όχι η μοναδική, που γέν νησε τον Εμφύλιο Πόλεμο. Η ανάπτυξη του εμπορίου στις πόλεις κατά τον 16ο και 17ο αιώνα είχε δημιουργήσει στην αγγλική επαρ χία μια αγορά για τα αγροτικά προϊόντα, θέτοντας έτσι σε κίνηση ένα προτσές που οδηγούσε προς την εμπορική και καπιταλιστική γεωργία στην ίδια την ύπαιθρο. Η επίδραση του εμπορίου δη μιουργούσε όλο και περισσότερο μια καινούρια κατάσταση, στην οποία οι διαφορετικές ομάδες μέσα στην κάθε αγροτική τάξη, καμιά από τις οποίες δεν ξεχώριζε έντονα α π ’ τις άλλες ή από εκείνες των πόλεων, προσαρμόστηκαν με διαφορετικό τρόπο και με ποικίλους βαθμούς επιτυχίας. Τιτλούχοι αριστοκράτες με δαπανη ρές συνήθειες επίδειξης και δεσμούς με την αυλή δυσκολεύονταν γενικά περισσότερο να προσαρμοσθούν αν και μερικοί το κατόρθω σαν.27 Το κύριο αγροτικό σώμα, του οποίου τα πιο επιχειρηματικά μέλη προσαρμόστηκαν με επιτυχία, ήταν εκείνο το μεγάλο και κάπως δυσπροσδιόριστο σώμα κάτω απ ’ το αρχοντολόϊ και πάνω απ ’ τους μικροκτηματίες, με άλλα λόγια, η μικρή αριστοκρατία. Ό μ ω ς η επιτυχία τους δεν οφειλόταν ολοκληρωτικά στις αγροτι κές δραστηριότητες. Ο μικρός αριστοκράτης που κοίταζε μπροστά είχε όλα τα είδη των προσωπικών και επιχειρηματικών δεσμών με τα ανώτερα στρώματα των αστών, με τη γεωγραφική ή την ταξική έννοια.28 Έ τσι, από τη μικρή αριστοκρατία ως τάξη, προήλθαν οι κύριοι εκπρόσωποι της αποφασιστικής ιστορικής τάσης που τροπο ποίησε την δομή της αγροτικής κοινωνίας. Από την άποψη της αντίθεσης μεταξύ διαφορετικών τύπων οικονομίας, κοινωνικής δομής και αντισΓοίχων αντιλήψεων της μικρής αριστοκρατίας και της γαιοκτητικής αριστοκρατίας, υπήρχε ένας αγώνας μεταξύ οικονομιών διαφορετικού τύπου που αντιστοιχούσε περισσότερο στις τοπικές ιδιομορφίες παρά σε κοινωνικές διαιρέσεις. Τπάρχουν 27. Tawney, "Rise of the Gentry". 181. Πάνω σ 1 αυτό το σημ<(ο βλ. την πολύ ιμπιριστατωμένη μιλέτη, που ιμφανίστηκι ινώ το βιβλίο αυτό βρισκόταν στο πκστήριο, του Stone.Grisis of the Aristocracy. κ*φ. IV, ιιίικά 163. Ο συγγραφέας συμπιραΐνιι ότι η συμμιτοχή των χυγτνών στον γρήγορα αναπτυσσόμενο πλούτο της Αγγλίας ιΐχ* μχιωθϊί απότομα και ότι αυτή η αλλαγή στη σχιτική τους οικονο μική θέση, όχι την απόλυτη, ήταν που ϊΐχ* βαρύτητα. 28. Tawney. "Rise of the Gentry" 176, 187, 188.
34
ένα σωρό μικροί αριστοκράτες που μένουν στάσιμοι ή παίρνουν την κάτω βόλτα. Θάταν εύκολο να βρούμε ευγενείς γαιοκτήμονες που προσαρμόζονται στις περιστάσεις και δημιουργούν το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας τους.29 Οι μικροί αριστοκράτες, οι οποίοι «λίμναζαν», προφανώς ήταν εκείνοι που ήταν σχετικά ανίκανοι για τη βελτίωση της οικονομικής τους θέσης πάνω στη γη και που δεν είχαν δεσμούς εμπορικής ή υπαλληλικής φύσης με την πόλη. Αυτοί οι «μουρμούρηδες και κλαψιάρηδες» μπορεί να έδωσαν κάποιο ριζοσπαστικό δυναμικό στον Κρόμβελ και την πουριτανική επανά σταση, αν και η τάση αυτή είχε τις κύριες πηγές της πιο χαμηλά στην κοινωνική κλίμακα.30 Έ τσι, κάτω α π ’ την ορμητική ώθηση του εμπορίου και κάποιας βιομηχανίας, η αγγλική κοινωνία αποδι αρθρωνόταν από πάνω ώς κάτω με τρόπο που άφηνε εστίες ριζοσπαστικής δυσαρέσκειας, που δημιουργούνταν α π ’ τις ίδιες δυνάμεις και που ξεσπούσαν πότε - πότε δημόσια. Καθώς θα δούμε στη πορεία, μια παρόμοια αλληλουχία εξελίξεων χαρακτηρίζει, σε γενικές γραμμές, και τις άλλες μεγάλες σύγχρονες επαναστάσεις, τη γαλλική, τη ρωσική και την κινέζικη. Μέσα σ ’ αυτό το προτσές, καθώς η παλιά τάξη πραγμάτων διαλύεται, τμήματα της κοινωνί ας που εξαφανίζονταν, λόγω των μακροχρόνιων οικονομικών τά σεων, έρχονται στην επιφάνεια και συμβάλλουν πολύ στη βίαιη «χαμαλοδουλειά» της καταστροφής του παλιού καθεστώτος (ancien regime), προετοιμάζοντας έτσι το δρόμο για καινούργιους θε σμούς. Στην Αγγλία η κύρια χαμαλοδουλειά αυτού του τύπου ήταν η 29. Tawnry, "Rise of the Gentry” 186. Η επιτυχία TOuTawney έγκειται στην αναγνώριση και την προσέλκυση της προσοχής στις δομικές αλλαγές της αγγλικής κοινωνίας, αν και η στατιστική θεμιλίωση της επιχειρηματολογίας του είναι πιθανώς το πιο αδύνατο μέρος του. Μπορεί να έχει υπερβάλει τον αριθμύ των τιτλούχων ευγενών που ζημιώθηκαν απο τη νέα κατάσταση, και τον αριθμέ των μικρών αριστοκρατών που επωφεληθηκαν απ ’ αυτήν. Για μια κριτική των στατιστιχών TouTawney, βλ. Cooper. "Counting of Manors", 377-389 και τα παραρτήμα τα για την ερμηνεία των στατιστικών δεδομένων. 30. Βλ. Trevor-Roper, "Gentry", 8, 16, 24, 26, 31, 34, 38, 40, 42, 51. Εδώ η άποψή του αφήνει κενά. Ο Trevor - Roper παρουσΙασε αρκετές αποδείξεις που δείχνουν την ουσιαστική επίδραση του «απλού μικρόΙδιοκτήτη» στο στρατέ του Κρύμβελ. Για τροποποιήσεις της Θέσης του Trevor-Roper, βλ. Yule. Independent*. 48-50, 52, 56, 61, 65, 79, 81, και ειδικά 80, ίπου ο Yule συμφωνεί ότι οι μικρότε ροι ευγενείς δημιούργησαν τον ανεξάρτητο αξιωματιχύ του στρατού. Οξεία κριτική της Θέσης του Trevor-Roper παρουσιάζεται στον Zagorin, "Social Interpretation” . 381, 383, 385, 387.
35
συμβολική πράξη του αποκεφαλισμού του Καρόλου του Αου. Το κύριο αίτημα για δίκαιη τιμωρία του βασιλιά προήλθε από το στρατό. Εδώ οι λαϊκές επιρροές ήταν πολύ έντονες. Προέρχονταν από στρώματα κάτω από τη μικρή αριστοκρατία, πολύ πιθανό από μεροκαματιάρηδες των πόλεων και χωρικούς31. Μέχρι τον καιρό της εκτέλεσης ο Κρόμβελ και οι αξιωματούχοι του είχαν ήδη κατορθώσει να τους αποδυναμώσουν. Την ψήφιση της εκτέλεσης χρειάστηκε να την επιβάλουν στο Κοινοβούλιο με την απειλή του μουσκέτου. Ακόμα και τότε ένας σοβαρός αριθμός (49) αρνηθηκε να δικάσει το βασιλιά. 59 υπόγραψαν τη θανατική καταδίκη. Υπάρχουν ενδείξεις υπεροχής των φτωχότερων μικροαριστοκρατικών μεταξύ των βασιλοκτόνων και των πλουσιότερων μικροαριστοκρατών μεταξύ εκείνων που αρνήθηκαν να δικάσουν το βασιλιά. Αλλά οι δυό ομάδες αλληλοεπικαλύπτονταν σε μεγάλο βαθμό. Μια μηχανική κοινωνιολογική ανάλυση δεν θα έδειχνε καθαρά τα πολι τικά αισθήματα της εποχής.32 Θεωρητικά, η συνταγματική μοναρ χία μπορούσε να είχε επιβληθεί με άλλο τρόπο. Αλλά η τύχη του Κοφόλου του A ' αποτελούσε μια θλιβερή υπόμνηση για το μέλλον. Κανένας μεταγενέστερος άγγλος βασιλιάς δεν προσπάθησε να ξαναπάρει στα σοβαρά τον βασιλικό απολυταρχισμό. Η προσπά θεια του Κρόμβελ να εγκαθιδρύσει δικτατορία φανερώνει μόνο μια απελπισμένη και ανεπιτυχή απόπειρα να μπαλώσει τα πράγματα εκ των υστέρων και δεν μπορεί να συγκριθεί πραγματικά με την ημιδικτατορική φάση της γαλλικής επανάστασης, όπου ακόμα υπήρχαν πολλά να καταστραφούν από το ancien regime. Ούτε ήρθαν στο προσκήνιο τη διάρκεια του Αγγλικού Εμφυλίου Πολέ μου τα πλήθη των χωρικών και των πληβείων, εκείνοι δηλ. που διέπραξαν τη χαμαλοδουλειά της άλλης επανάστασης, εκτός από ορισμένες πολύ σημαντικές συμβολικές πράξεις τους. Τπήρχαν πολλοί δεσμοί που συγκρατούσαν τους εκσυγχρονι στές και τους παραδοσιοκράτες στα ίδια κοινωνικά στρώματα, και σ ’ αυτούς τους δεσμούς ανήκαν οι κοινοί φόβοι απέναντι στις κατώτερες τάξεις, τους «παρακατιανούς». Τέτοιοι δεσμοί μας βοηθούν να εξηγήσουμε το γιατί οι ταξικές συμμαχίες κάθε άλλο παρά σαφείς ήταν σ ’ αυτή την επανάσταση. Ο Κάρολος A ' έκαμε το παν για να προσεταιριστεί την μικροαριστοκρατία. Τπάρχουν 31. Kirlh. Cromwell’s Army, 346-360. 32. Βλ. Yule. Independents, 129 για το πίνακα.
36
ενδείξεις ότι το πέτυχε σε πολύ μεγάλη κλίμακα.33 Παρά την αντί θεση των Στιούαρτ στις περιφράξεις, η υποστήριξη της βασιλικής υπόθεσης από πολλούς πλούσιους μικροαριστοκράτες δεν είναι εκπληκτική. Δύσκολα θα μπορούσε κανένας να περιμένει από αν θρώπους με περιουσία να κλωτσήσουν «ελαφρά τη καρδία» δύο από τα κύρια στηρίγματα, τον βασιλιά και την εκκλησία, που στήριζαν τη κοινωνική τάξη. Τελικά επρόκειτο να τους δεχτούν πάλι με διαφορετική μορφή, πιο ταιριαστή για τις απαιτήσεις τους. Η ίδια αμφίρροπη στάση απέναντι στις πλευρές εκείνες της παλιάς τάξης που υποστήριζαν τα ατομικά δικαιώματα ξαναεμφανίστηκε σε τρεις μεγάλες επαναστάσεις αλλού, που ακολούθησαν τη πουριτανική επανάσταση, καθώς επίσης και στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Από το άλλο μέρος, η πολιτική των αρχηγών της εξέγερσης ήταν ξεκάθαρη και απαρέγκλιτη. Αρνούνταν την ανάμι ξη του βασιλιά και των ριζοσπαστών των χαμηλότερων στρωμά των στα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γαιοκτητών. Τον Ιούλιο του 1641, Το Μακρό Κοινοβούλιο διέλυσε το Star Chamber (Αίθουσα των Άστρων), το κύριο βασιλικό όπλο κατά των γαιοκτημόνων που έκαναν περιφράξεις, καθώς και το γενικό σύμβολο της αυθαίρε της βασιλικής εξουσίας. Τις απειλές των ριζοσπαστών μέσα από το στρατό, από τους Ισοπεδωτές (Levellers) και τους Σκαφτιάδες (Diggers), ο Κρόμβελ και οι συνεργάτες του τις αντιμετώπισαν με σταθερότητα και επιδεξιότητα.34 Καί άλλοι επίσης παράγοντες ευθύνονται για το γεγονός ότι η Πουριτανική Επανάσταση δεν εξελίχτηκε σ ’ ένα ξεκάθαρο αγώνα μεταξύ των ανώτερων και των κατώτερων στρωμάτων. Η πάλη αφορούσε ένα συνδυασμό οικονο μικών, θρησκευτικών και συνταγματικών ζητημάτων. Ό μ ω ς δεν υπάρχουν ακρετές αποδείξεις για να δείξουμε πειστικά το βαθμό στον οποίον συνέπιπταν τα ζητήματα αυτά: Η κοινωνική βάση του πουριτανισμού περιμένει την ανάλυσή της. Αλλά οι ενδείξεις είναι ότι στα ζητήματα αυτά αποκρυσταλλώθηκε μια γνώμη σε διαφορε τικούς καιρούς. Έ τσι, καθώς ξετιλύγονταν τα δραματικά γεγονό τα της Επανάστασης και οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν καταστάσεις που δεν μπορούσαν ούτε να ελέγξουν ούτε να προβλέψουν — με λίγα λόγια, καθώς το προτσές της επαναστατικής πόλωσης προ 33. Ο Zagorin "Social Interpretation” 390, ou-pccvrpcovci τις αχιτιχές cntoSclξιις. Βλ. Hardacre, Royalists, 5-6. 34. Βλ. James, Social Policy, 117-128.
37
χωρούσε και υποχωρούσε — πολλοί από τους μεγάλους και τους μικρούς αισθάνονταν τρομερή αμηχανία και με πολύ μεγάλη δυσκο λία μπορούσαν να φτάσουν σε κάποια απόφαση. Η προσωπική αφοσίωση μπορούσε να υπαγορεύσει μια κατεύθυνση αντίθετη με τις αρχές που το άτομο μισοσυνειδητοποιούσε και αντίστροφα. Στα οικονομικά ο Εμφύλιος Πόλεμος δεν προκάλεσε καμιά μαζική μεταβίβαση έγγειας ιδιοκτησίας από μια ομάδα ή τάξη σε μια άλλη. (Πάνω σ ’ αυτό ο Tawney σχεδόν σίγουρα κάνει λάθος). Οι συνέπειες που είχε στην κατοχή της γης ήταν, πιθανώς, ακόμα μικρότερες απ ’ όσο στη Γ αλλική Επανάσταση, όπου η σύγχρονη έρευνα επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό του Ντε Τοκεβίλ, ότι η ανά πτυξη μιας τάξης ιδιοκτητών αγροτών προηγήθηκε της επανάστα σης και δεν ήταν η συνέπεια της πώλησης των ιδιοκτησιών των εμιγκρέδων. Στην Αγγλία η κοινοβουλευτική παράταξη για πολύ καιρό δεν είχε χρήματα και χρηματοδοτούσε τον πόλεμο εν μέρει αναλαμβάνοντας την εκμετάλλευση βασιλικών κτημάτων και εν μέρει με απευθείας δημεύσεις. Στο μεταξύ, οι αντιπρόσωποι του βασιλιά κατάφεραν να ξαναγοράσουν τα κτήματα, βοηθώντας έτσι τους εχθρούς τους να βελτιώσουν τα οικονομικά τους. Πολύ περισσότερα κτήματα ανακτήθηκαν μετά. Μια μελέτη αυτών των δοσοληψιών στη Νότια Αγγλία, για την οποία ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι έχει ευρύτερες εφαρμογές, δείχνει ότι περισσότε ρα από τα 3 /4 των ιδιοκτησιών που πουλήθηκαν υπό το καθεστώς της Κοινοπολιτείας είχαν επανέλθει στους ιδιοκτήτες τους ώς την Παλινόρθωση. Το 1/4 ανακτήθηκε πριν α π ’ το 1660. Οι αγορα στές των γαιών του βασιλιά και της εκκλησίας δεν φαίνεται ότι κατάφεραν να κρατήσουν τα μετόχια τους μετά την Παλινόρθωση, αν και σ ’ αυτό το σημείο ο συγγραφέας δεν παρέχει στατιστικά στοιχεία.35 Δεν είναι, δυνατό όμως να επικαλεστούμε τη μαρτυρία αυτή για να ενισχύσουμε τη θέση ότι η Πουριτανική Επανάσταση δεν ήταν καθόλου επανάσταση. Οι επαναστατικές της συνέπειες ήταν βαθειές και διαρκείς στο πεδίο των νομικών και κοινωνικών σχέσεων. Μετά την κατάργηση της Star Chamber οι χωρικοί έχα σαν την κύρια προστασία τους από τη συνέχιση των περιφράξεων. Έγιναν μερικές προσπάθειες με τον Κρόμβελ, ειδικά στη μεταγε νέστερη φάση της διακυβέρνησης των υποστράτηγων, για να 35. Thirsk. "Restoration Land Settlement” , 323, 326, 327.
38
ελεγχθούν τα αποτελεσματά τους. Αλλά αυτή ήταν η τελευταία προσπάθεια αυτού του είδους.34 Μολονότι μπορεί να υπάρξει έδα φος για αμφιλογίες σχετικά με τα οικονομικά χαρακτηριστικά των μικροαριστοκρατών που υποστήριξαν την επανάσταση, είναι φανε ρό ποιός κέρδισε τη νίκη. «Με την Παλινόρθωση, αυτός που έκανε τις περιφράξεις ανέτρεψε όλα τα εμπόδια», αν και τα πλήρη απο τελέσματα άργησαν να γίνουν αισθητά.37 Συντρίβοντας την εξου σία του βασιλιά, ο Εμφύλιος Πόλεμος σάρωσε το κύριο εμπόδιο για το γαιοκτήμονα που έκανε περιφράξεις και ταυτόχρονα προετοί μασε την Αγγλία για να κυβερνηθεί από μια «επιτροπή γαιοκτημό νων», μια αρκετά ακριβής, αν και όχι κολακευτική περιγραφή του κοινοβουλίου στον 18ο αιώνα. Οι επικριτές εκείνων που αποκαλούν τον Εμφύλιο Πόλεμο αστική επανάσταση έχουν δίκαιο όταν υποστηρίζουν ότι η σύ γκρουση δεν κατέληξε στην κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την αστική τάξη. Οι ανώτερες τάξεις στην επαρχία διατήρησαν τον σταθερό έλεγχο του πολιτικού μηχανισμού, όπως θα δούμε στην πορεία, όχι μόνο κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα αλλά και μετά τον Μεταρρυθμιστικό Νόμο (Reform Bill) του 1832. Αλλά αν δούμε το ζήτημα σε σχέση με την πραγματικότητα της κοινωνικής ζωής, είναι ασήμαντο. Οι καπιταλιστικές επιδράσεις είχαν εισχω ρήσει και μετασχηματίσει μεγάλο τμήμα της επαρχίας πολύ πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο. Ο δεσμός μεταξύ του γαιοκτήμονα που έκανε περιφράξεις και του αστού ήταν τόσο στενός και εγκάρδιος, ώστε συχνά δυσκολευόμαστε ν ’ αποφασίσουμε που αρχίζει ο ένας και που τελειώνει ο άλλος στις οικογενειακές διακλαδώσεις της εποχής. Το αποτέλεσμα της διαπάλης ήταν μια τεράστια, αν και ανολοκλήρωτη ακόμη, νίκη της συμμαχίας μεταξύ κοινοβουλευτι κής δημοκρατίας και καπιταλισμού. Ό π ω ς ένας σύγχρονος ιστορι κός τοποθετεί το ζήτημα, «η αριστοκρατική τάξη επέζησε, αλλά με καινούργια μορφή, γιατί τώρα η βάση της ήταν περισσότερο το χρήμα παρά η καταγωγή. Και το ίδιο το Κοινοβούλιο έγινε όργανο των γαιοκτητών καπιταλιστών, των Ουίγων και των Τόρρηδων, των δεσμών τους και των συμμάχων τους, των οποίων τα συμφέ ροντα εξυπηρετούσε τώρα το κράτος απαρέγκλιτα».38 Για να κατανοήσουμε το μέγεθος των επιτευγμάτων του 36. James, Social Policy, 118, 120, 122, 124. 37. James, Social Policy, 343. 38. Zagorin, "English Revolution", 681.
39
Εμφυλίου Πολέμου είναι ανάγκη να απομακρυνθούμε από τις λεπτομέρειες και να κοιτάξουμε μπροστά και πίσω. Η διακηρυγμέ νη αρχή της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι ότι η απεριόριστη χρήση της ατομικής ιδιοκτησίας για προσωπικό πλουτισμό αποφέρει αναγκαστικά, μέσω του μηχανισμού της αγοράς, σταθερά αυξανόμενο πλούτο και ευημερία για την κοινωνία συνολικά. Στην Αγγλία, το πνεύμα αυτό θριάμβευσε πραγματικά με «νόμιμες» και «ειρηνικές» μέθοδες οι οποίες, εν τούτοις, ίσως να προκάλεσαν περισσότερη πραγματική βια και οδύνη από τον ίδιο τον Εμφύλιο Πόλεμο, κατά τον 18ο και τις αρχές του 19ου αιώνα, τόσο στην επαρχία όσο και στις πόλεις. Ενώ η «ρχική ώθηση προς τον καπιταλισμό ίσως να προήλθε από τις πόλεις στα βάθη του Μεσαίωνα, προχώρησε στην επαρχία εξίσου ραγδαία όσο και στα αστικά κέντρα, δεχόμενη ένα διαρκές ρεύμα από τις πόλεις που έκαμε τις φλόγες που καταβρόχθιζαν την παλιά τάξη πραγμάτων να ξαπλωθούν στην επαρχία. Τόσο οι καπιταλιστικές αρχές όσο και εκείνες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας αντιβαίνουν άμεσα σ ’ εκείνες που αντικατέστησαν και, σε μεγάλη έκταση, νίκησαν στον Εμφύλιο Π όλεμο: πολιτική εξουσία που απονέμεται απ ’ το θεό και παραγωγή για χρήση μάλλον παρά για ατομικό κέρδος. Χωρίς το θρίαμβο των αρχών αυτών στον 17ον αιώνα είναι δύσκολο να φανταστούμε πως θα μπορούσε η αγγλική κοινωνία να εκσυγχονιστεί ειρηνικά — στο βαθμό που πραγματικά ήταν ειρηνική — κατά τον 18ο και 19ο αιώνα.
3 . Οι περιφράξεις και η καταστροφή της αγροτιάς
Η επαναστατική βια μπορεί να συμβάλει όσο και η ειρηνική μεταρρύθμιση στην εγκαθίδρυση μιας σχετικά ελεύθερης κοινωνί ας, και πραγματικά στην Αγγλία ήταν ο πρόλογος ενός ειρηνικού μετασχηματισμού. Αλλά η ιστορικά σημαντική βία δεν προσλαμ βάνει πάντα τη μορφή της επανάστασης. Συχνά μπορεί να εκδηλω θεί μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας, έστω και μιας νομιμότητας που πολύ απέχει από το δρόμο που ακολούθησε η δυτική συντα γματική δημοκρατία. Τέτοιου είδους επαναστατική βία ήταν οι περιφράξεις που ακολούθησαν μετά τον εμφύλιο πόλεμο και συνε χίστηκαν στη πρώτη βικτωριανή περίοδο. 40
Μισόν αιώνα πριν, πολλοί λόγιοι είδαν τις περιφράξεις του 18ου αιώνα σαν το κύριο τέχνασμα με το οποίο μια σχεδόν παντοδύναμη γαιοκτητική αριστοκρατία κατέστρεψε τον ανεξάρ τητο χωρικό της Αγγλίας.39 Οι μελέτες που επακολούθησαν ανέτρεψαν αργά και υπομονετικά όλες αυτές τις θέσεις. Ελάχιστοι επαγγελματίες ιστορικοί, εκτός ίσως από μερικούς μαρξιστές, θα τη δέχονταν σήμερα. Αναμφισβήτητα η παλιότερη ερμηνεία είναι εσφαλμένη σε λεπτομέρειες και αμφίβολη σε μερικά σημεία κρίσι μα για το κεντρικό ζήτημα. Εν τούτοις οι προηγούμενοι συγγρα φείς άδραξαν σταθερά ένα σημείο που συχνά εξαφανίζεται στις σύγχρονες συζητήσεις: οι περιφράξεις ήταν το τελικό φύσημα που κατέστρεψε την όλη δομή της αγγλικής αγροτικής κοινωνίας που ήταν ενσωματωμένη στο παραδοσιακό χωριό. Ό π ω ς ήδη έχομε δει, η αγροτική κοινωνία είχε δεχτεί πλήγμα τα αρκετά πριν το ξέσπασμα του Εμφυλίου Πολέμου. Ο ίδιος ο πόλεμος εξάλειψε το βασιλιά ως την τελευταία προστασία των χωρικών ενάντια στον σφετερισμό της γης απο τις ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις. Μολονότι η γραφειοκρατία των Τυδώρ και των Στιούαρτ δεν ήταν πολύ αποτελεσματική, σποραδικά τουλάχι στο είχε προσπαθήσει να εμποδίσει την παλίρροια. Μετά τη παλινόρθωση και την Ένδοξη Επανάσταση του 1688, τα τελευ ταία τραντάγματα του σεισμού, η Αγγλία κατέληξε, στον 18ο αιώνα, σε κοινοβουλευτική διακυβέρνηση. Ενώ ο βασιλιάς σε καμιά περίπτωση δεν ήταν απλή διακοσμητική φιγούρα, δεν προσπάθησε να αναμιχθεί στη συνέχιση των περιφράξεων. Τ ο κοινοβούλιο ήταν κάτι περισσότερο από μια επιτροπή γαιοκτημόνων. Τα αστικά εμπορικά συμφέροντα είχαν τουλάχιστο κάποια έμμεση αντιπρο σώπευση, με το σύστημα της περιφερειακής αντιπροσώπευσης.40 Η τοπική κυβέρνηση, με την οποία οι αγρότες έρχονταν άμεσα σε επαφή, ήταν ακόμα πιο σταθερά στα χέρια των μικρών αριστοκρα τών και των τιτλούχων αριστοκρατών α π ’ όσο πριν. Καθώς προχωρούσε ο 18ος αιώνας, η διεξαγωγή των εμπορικών συναλλα γών στις κοινότητες, κάπου 15.000 από τις οποίες σχημάτιζαν τις κυψέλες του αγγλικού πολιτικού σώματος, κατέληξε να οδηγείται όλο και περισσότερο σε αδιέξοδο, χάνοντας έτσι κάθε ίχνος λαϊκού 39. Βλ. για παράίειγμα, τη κλασική μονογραφία των Hammond». Village Labourer χαι Johnson, Disappearance 40. Namier. Kngland, 4, 22, 25.
41
και δημοκρατικού χαρακτήρα που μπορεί να είχε κατά το Μεσαίω να.41 Εξάλλου, το κοινοβούλιο ήταν αυτό που τελικά έλεγχε τη διαδικασία των περιφράξεων. Τυπικά, οι ενέργειες με τις οποίες ένας γαιοκτήμονας εκτελεί μια περίφραξη με νόμο του κοινοβουλί ου ήταν δημόσιες και δημοκρατικές. Πραγματικά, οι μεγάλοι ιδιοκτήτες κατηύθυναν τις διαδικασίες από την αρχή μέχρι το τέλος. Έ τσ ι χρειαζόταν η συγκατάθεση των «τριών τετάρτων έως τεσσάρων πέμπτων» αμέσως προτού το κοινοβούλιο επιδοκιμάσει μια πρόταση για περίφραξη. Αλλά συγκατάθεση τίνος; Η απάντη ση είναι: συγκατάθεση της ιδιοκτησίας, όχι του λαού. Οι ψήφοι δεν μετρούνταν αλλά ζυγίζονταν. Ένας μεγαλοϊδιοκτήτης μπορούσε να συντρίψει μια ολόκληρη κοινότητα μικρότερων ιδιοκτητών και φτωχών χωρικών.42 Η πολιτική και οικονομική ανωτερότητα των μεγαλύτερων γαιοκτημόνων κατά τον 18ο αιώνα εν μέρει ήταν το αποτέλεσμα τάσεων που χρονολογούνταν πολύ πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο, και κυρίως της εξουσίας των τοπικών προκρίτων και της απουσίας ενός ισχυρού γραφειοκρατικού μηχανισμού για τον έλεγ χο της εξουσίας ακόμα και με τους Τυδώρ και Στιούαρτ. Το αποτέλεσμα του ίδιου του Εμφυλίου Πολέμου, εντελώς αντίθετα με εκείνο της Γαλλικής Επανάστασης, ήταν να ενισχυθεί πολύ η θέση των ανώτερων γαιοκτημονικών τάξεων. Ή δη είχαμε την 41. Hammond και Hammond. Village Labourer. 16-17' Johnson, Disappearance. 42. Hammond xou Hammond, Village Labourer, 49-50. Μια μεταγενέστερη μελέτη επιτέθηκε στους Hammonds, γιατί υπερτονίζουν το στοιχείο της διαφθοράς χαι των μεροληψιών στον κοινοβουλευτικό χειρισμό των περιφράξεων. Βλ. Tate, "Members of Parliament” , 74-75. Ο συγγραφέας μελέτησε κάθε περίπτωση για την οποία μπορούσε να βρει μαρτυρίες, για τις συγκεντρώσεις μελών του κοινοβουλίου με αχοπό την μελέτη αιτήσεων για περιφράξεις σε μια περιοχή, στην επαρχία Not tinghamshire. Βρήχε ότι στα 71% των 365 περιπτώσεων που εξετάστηκαν,«δεν φαίνεται λογικό να υποθέσουμε ότι γινόταν αδικία για λογαριασμό του ιδιωτικού συμφέροντος των ενδιαφερομένων μελών, εκτός στο βαθμό που η αδικία πρέπει α ναγκαστικά να συμβεί ώς ένα σημείο όταν. σε μια ταξική κοινωνία, μέλη μιας τάξης νομοθετούν για ζητήματα που αφορούν τις ζωές και τις ιδιοκτησίες εκείνων που έχουν πολύ διαφορετική θέση στο κοινωνικό καθεστώς», (η υπογράμμιση δική μου). Ό τα ν ο συγγραφέας παρατηρεί παραπέρα, ότι «Πιθανώς ένα κοινοβούλιο γαιοκτημόνων ήταν σχεδόν τόσο μεροληπτικό όταν ασχολούνταν με την περίπτωση της διατήρη σης της έγγειος ιδιοκτησίας των αγροτών, όσο θα μπορούσε να είναι ένα κοινοβού λιο ιδιοκτητών ανθρακωρυχείων που εξετάζουν την ανάγκη της μόνιμης ύπαρξης των ιδιοκτητών ανθρακωρυχείων», ο αναγνώστης μπορεί να συμπεράνει ότι ο συγ γραφέας ανασκευάζει την ίδια αυτή θέση.
42
ευκαιρία να παρουσιάσουμε ενδείξεις που φανερώνουν τη σχετικά μικρή αλλαγή στη διανομή της έγγειος ιδιοκτησίας κατά την διάρκεια της Πουριτανικής Επανάστασης.43 Με δύο μόνον εξαιρέ σεις, όλες οι μεγάλες οικογένειες που βρίσκονταν στο Northa mptonshire και Bedfordshire στα 1640 εξακολουθούσαν να είναι εκεί έναν αιώνα αργότερα.44 Έχοντας προσαρμοσθεί από νωρίς στον κόσμο του εμπορίου και μάλιστα παίρνοντας τα ηνία στην πορεία προς τη νεα εποχή, η γαιοκτητική αριστοκρατία της Αγγλίας δεν σαρώθηκε από τις αναστατώσεις που συνόδεψαν την αλλαγή. Μολονότι οι ζωτικοί δεσμοί ανάμεσα στη μπουρζουαζία και την γαιοκτημονική αριστο κρατία ήταν ασθενέστεροι στον 18ο αιώνα παρά με την Ελισάβετ και τη πρώτη περίοδο των Στιούαρτ, η σχέση τους παρέμεινε πολύ στενή.45 Ό π ω ς έχει παρατηρήσει ο Σέρ Lewis Namier, οι αγγλικές άρχουσες τάξεις του 18ου αιώνα δεν ήταν «αγροτικές» όπως οι σύγχρονές τους στη Γερμανία, ενώ ο πολιτισμός που δημιούργησαν δεν ήταν ούτε πολιτισμός της πόλης ούτε της υπαίθρου. Δεν ζούσαν ούτε σε οχυρωμένα κάστρα ούτε σε φεουδαλικά υποστατικά ούτε σε παλάτια της πόλης (όπως στην Ιταλία), αλλά σε κατοικίες χτισμένες στα κτήματά τους.46 Τπάρχει πλατεία ομογνωμία μεταξύ των ιστορικών ότι η περίοδος από το 1688 περίπου μέχρι το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων ήταν η χρυσή εποχή των μεγάλων γαιοκτητικών περιου σιών. Σε σημαντικά τμήματα της χώρας, τα κτήματα ήταν κατασπαρμένα, μερικές φορές σε βάρος των μικρότερων ευγενών και, πράγμα πιο σημαντικό, σε βάρος των χωρικών. Μέχρι τώρα δεν παρουσιάστηκε κανένας που να αρνηθεί τη γενική σημασία των περιφράξεων ή το γεγονός ότι αναρίθμητοι χωρικοί έχασαν τα δικαιώματα τους πάνω στα κοινοτικά εδάφη των χωριών, καθώς οι μεγάλοι γαιοκτήμονες απορρόφησαν τα εδάφη αυτά. Ή ταν μια περίοδος βελτίωσης των αγροτικών τεχνικών. Ό π ω ς π.χ. η αυξημένη χρήση του λιπάσματος, οι νέες καλλιέργειες και η αμειψισπο ρά. Νέες μέθοδες δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν καθόλου σε αγροκτήματα που υπάγονται στους κανόνες της κοινής καλλιέργει 43. Βλ. τις μ«λέτ«ς του Thirsk, που παραΜσαμι παραπάνω. 44. Habakkuk, "English Landownership” 4. 45. Habakkuk, "English Landownership” , 17. 46. Namier, England, 16, βλ. cnlarfi 13. Επίσης Coodwin, cxi. European Nobi lily, Κ*φ. I για την Αγγλία από τον Habakkuk.
43
ας. Η δαπανηρότητα τους τις έχανε δυσκολότερες για τον καλλιερ γητή των μικρών και των μεσαίων ακόμα δυνατοτήτων. Αναμφίβο λα, κατά μεγάλο μέρος η αύξηση στο μέγεθος των κτημάτων οφειλόταν στα υψηλότερα κέρδη και το χαμηλότερο κόστος της μεγαλύτερης μονάδας.47 Οι σύγχρονοι κατάλαβαν με ενθουσιασμό, ίσως υπερβολικό ενθουσιασμό, τα πλεονεκτήματα αυτά. Ό π ω ς και οι όμοιοί τους στις πόλεις και όπως όλοι οι σύγχρονοι επαναστάτες, ο αγροτικός καπιταλιστής δικαιολογούσε την αθλιότητα που προκαλούσε επι καλούμενος τα οφέλη που δημιουργούσε για τη κοινωνία, την ίδια στιγμή που έβγαζε τεράστια προσωπικά κέρδη. Χωρίς αυτές τις ιδέες της ευεργεσίας προς την κοινωνία και τα στοιχεία αλήθειας που περιείχαν, θα ήταν αδύνατο να κτανοήσουμε την ανηλεότητα του κινήματος των περιφράξεων.48 Έ χ ω μιλήσει εδώ σαν να ήταν ο αγροτικός καπιταλιστής ένα πρόσωπο. Στη πραγματικότητα ήταν δυο: ο μεγάλος γαιοκτήτης και ο μεγάλος πακτωτής κτηματίας. Ο μεγάλος γαιοκτήμονας ήταν ένας αριστοκράτης που δεν εργαζόταν με τα χέρια του και συχνά άφηνε τις λεπτομέρειες της διαχείρισης σ ’ έναν επιστάτη, αν και γενικά παρακολουθούσε στενά αυτό το άτομο. Ο Walpole διάβαζε αναφορές από τον οικονόμο του προτού κοιτάξει τα κρατικά έγγραφα. Η μεγάλη συμβολή του γαιοκτήτη στην ανάπτυ ξη της καπιταλιστικής καλλιέργειας ήταν κυρίως νομική και πολιτική. Συνήθως αυτός ήταν που κανόνιζε τις περιφράξεις. Μη έχοντας δουλοπάροικους που να εργάζονται στη γη, γενικά τη νοίκιαζε στους μεγάλους πακτωτές κτηματίες. Πολλοί α π ’ αυτσύς χρησιμοποιούσαν μισθωτή εργασία. Πολύ νωρίς στον 18ο αιώνα οι γαιοκτήτες «ήξεραν μια χαρά τι ήταν ένα καλό κτήμα. ' Ηταν αυτό που το μίσθωναν μεγαλοκαλλιεργητες που κρατούσαν 200 ή περισ σότερα ακρ, οι οποίοι πλήρωναν τα νοίκια τους κανονικά και διατηρούσαν τα μετόχια σε καλή κατάσταση. Οι τρεις πιο σημαντι κές μέθοδες βελτίωσης σ ’ αυτή τη περίοδο ήταν όλες επινοήσεις για την εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού — τη σταθεροποίηση των 47. Mingay, "Size of Farms” 480. 48. Me όλη τους τη συμπάθια για τα θύματα, οι Hammonds άίραξιτν σταθερά το σημείο αυτό, λέγοντας ότι ήταν «ανοησία να είναι κανένας αναγκασμένος να κα νονίσει το βήμα του μ< το αργό βουκολικό ταμπεραμέντο των μικρών κτηματιών, που είχαν συνηθίσει στην απλή και ξεπερασμένη ρουτίνα, και οι οποίοι έβλεπαν με καχυποψία κάθε πρόταση που τους ξένιζε». Βλ. Village Labourer, 36.
44
κτημάτων, την περίφραξη και την αντικατάσταση των ενοικιαστηρίων εφ ’ όρου ζωής με ενοικιαστήρια για ένα περιορισμένο διάστη μα μερικών χρόνων. Στην πράξη αυτές οι μέθοδοι συνδέονταν μεταξύ τους με πολλούς τρόπους».4’ Οι μεγάλοι πακτωτές κτημα τίες πρόσφεραν την οικονομική τους συμβολή. Μολονότι οι εκπακτωτές κουβαλούσαν ένα βαρύ φορολογικό φορτίο — οι πακτωτές βρίσκονταν σε αρκετά ευνοϊκή θέση για να επιβάλουν αυτή τη ρύθμιση — σπάνια προμήθευαν στους ενοικιαστές τους ενεργό κεφάλαιο.60 Ούτε το περίμεναν αυτό οι τελευταίοι. Αλλά οι μεγάλοι πακτωτές μαζί με τους πλούσιους ελεύθερους ιδιοκτήτες και όχι την περιλάλητη μικρή ομάδα των «θαρραλέων γαιοκτημό νων», ήταν οι πραγματικοί σκαπανείς της αγροτικής ανάπτυξης, σύμφωνα με τη γνώμη ενός σημερινού ιστορικού.51 Το χρονικό διάστημα στο οποίο οι αλλαγές αυτές γίνονταν πιο γρήγορα και ολοκληρωμένα δεν είναι εντελώς ξεκάθαρο. Ωστόσο φαίνεται πιο πιθανό ότι το κίνημα των περιφράξεων είχε συγκεν τρώσει σημαντική δύναμη μέχρι το 1760 περίπου. Μπορεί να ανέπτυξε τη μεγαλύτερη ταχύτητά του στη διάρκεια των Ναπολε όντειων Πολέμων, να εξαφανίστηκε μετά το 1832, οπότε και βοήθησε στο να μεταβληθεί η αγγλική επαρχία σε σημείο που να γίνει αγνώριστη. Οι τιμές των τροφίμων που ανέβαιναν και πιθανώς επίσης οι δυσκολίες στην εξεύρεση εργασίας φαίνεται ότι αποτέλεσαν τους κύριους παράγοντες που δελέασαν και μάλιστα ανάγκασαν τους γαιοκτήμονες να μεγαλώσουν τα κτήματά τουί και να ορθολογοποιήσουν την καλλιέργειά τους.52 49. Habakkuk. "English Landownership", lb. Namier. England, 15. 50. Habakkuk. "English .Landownership” , 14. 51. Βλ. Mingay. "Size of Farms», 479, 472, ο οποίος αναφέρεται στην απόδειξη των ταξιδιών του Alhur Young. Αλλου ο Mingay αναφέρει σημαντικές μαρτυρίες που δείχνουν ότι οι πολύ μεγάλοι γαιοκτήμονις δεν ήταν προοδευτικοί από οικονο μική άποψη, επειδή αύξαιναν την ιδιοκτησία τους. Ό ταν το έκαναν, το έχαναν κυ ρίως μέσω πλεονεχτιχών γάμων χαι βάζοντας τα χέρια τους σε δημόσια κεφάλαια. Η τάση προς τις βελτιωμένες μέθοδες καλλιέργειας προήλθε από «δημοσιολόγους, επαρχιώτες αριστοκράτες, απ ’ αυτούς που δούλευαν τα χτήματά τους χαι από με γάλους παχτωτές κτηματίες». Βλ. Mingay. Landed Society, χεφ. III και 166, 171. Η περίφραξη (179) ήταν η κύρια συμβολή του γαιοκτήμονα στην οιχονομιχή πρόο δο. 52. Βλ. Ashlon, Economic History. 40, χαι τον πίναχα των τιμών του σίτου για το 1704-1800 στη σελ. 239. Deane χαι Cole. British Economic Crowth, 94, για ένα πίναχα που δείχνει τον ετήσιο αριθμό των χοινοβουλευτιχών νόμων για τις περι-
45
Έ τσ ι σε μεγάλα τμήματα της Αγγλίας, καθώς το μεγάλο κτή μα γινόταν μεγαλύτερο και λειτουργούσε όλο και περισσότερο με βάση εμπορικές αρχές, τελικά καταστράφηκε η μεσαιωνική αγρο τική κοινότητα. Είναι αρκετά πιθανό, αν και όχι απόλυτα βέβαιο, ότι το κύμα των κοινοβουλευτικών περιφράξεων κατά τον 18ο και τις αρχές του 19ου αιώνα, έδωσε απλώς νομική επικύρωση σε μια διαδικασία διάβρωσης της αγροτικής ιδιοκτησίας που συνεχιζόταν OUC0 καιρό.S3 Γνωρίζουμε από την πείρα άλλων χωρών ότι η διείσ δυση του εμπορίου σε μια αγροτική κοινωνία γενικά θέτει σε κίνη ση μια τάση για τη συγκέντρωση της γης σε λιγότερα χέρια. Αυτή η τάση ήταν δυνατό να παρατηρηθεί στην Αγγλία τουλάχιστο από τον 16ο αιώνα. Στην καρδιά μιας περιοχής που δεινοπάθησε από τις περιφράξεις, τα 70% της γης σ ’ ένα χωριό είχαν αποσπαστεί από την αγροτική οικονομία προτού το χωριό περιφραχτεί με νόμο του Κοινοβουλίου. Μέχρι το 1765 μόνο τρείς οικογένειες στις 10 κατείχαν γη σ ’ αυτή την περιοχή της προχωρημένης βιομηχανίας. Οι υπόλοιποι ήταν εργάτες, πλέκτες, μικρέμποροι. Εβδομήντα μι κροί αγρότες σε λιγότερους από εκατό κατείχαν λιγότερο από το 1/5 ολόκληρης της γης, ενώ μια δωδεκάδα εκλεκτών οικογενειών στην κορυφή κατείχαν τα 3 /5.54 Παρόμοια κατάσταση επικρατού σε πιθανώς σε μεγάλο κομάτι της έκτασης που δεινοπαθούσε από τις περιφράξεις μετά τα μέσα του 18ου αιώνα. Εάν, προκειμένου να ανακαλύψουμε την θιγμένη περιοχή, κοιτάξουμε σ ’ ένα χάρτη της Αγγλίας γραμμοσκιασμένο σύμφωνα με τη συνολική έκταση των επαρχιών στις οποίες έγινε η περίφραξη των κοινών κτημά φράξεις στο 1719-1835. (Από μόνος του ίεν αποτελεΐ παρά μια πολύ χοντρική ένίειξη σχετιχά με τον αριθμό των αγροτών και την έκταση των γαιών που θίχτηκαν). Conner. Common Land, 197' Levy, Large and Smal Holdings, 1 0 ,1 4 ,1 6 ,1 8 ,1 9 . Για μια διαφορετιχή άποψη βλ. Johnson, Disappearance, 87,136. Σημειώστε επίσης την παρατήρηση του Chambers, "Enclosure and Labour Supply” , 325, σημείωση 3. Μια παλιότερη άποψη που τοποθετούσε την εξαφάνιση του μικρού γαιοκτήμονα πριν το 1760, βασιζόταν ιν μέρη στη μελέτη των στοιχείων για τους φόρους πάνω στη γη (όπως παραθέσαμε παραπάνω στον Johnson). Αλλά βλ. αντιρρήσεις που βασίζονται σε τέτοια ScSoμένα από τον Mingay, 'Land Tax Assessments", 381-388. 53. Βλ. Mingay, Landed Society, 99, 180-181, 184, 186. Εάν το συμπέρασμα αυτό είναι σωστό, το κύριο λάθος των Hammods ήταν ο υπερτονισμός των κοινοβου λευτικών περιφράξεων ως τέτοιων. Αντίθετα με τις απόψεις μου, ο Mingay υποτιμά τη οχληρότητα και την έκταση των περιφράξεων. Βλ. Landed Society, 96-99, 179186 268-269 54. Hoskins. Midland Peasant. 217, 219, 226, 227.
46
των, θα διαπιστώσουμε ότι σε περισσότερη από τη μισή χώρα εί χαν γίνει τέτοιες περιφράξεις. Ίσ ω ς η μισή απ ’ αυτή την έκταση, κυρίως στις κεντρικές περιοχές της Αγγλίας, αλλά με μια πλατειά ζώνη που επεκτείνέται προς τα βόρεια, γνώρισε τις σοβαρότερες επιπτώσεις, αρχίζοντας λίγο πιο κάτω α π ’ το 1/3 και φτάνοντας μέχρι το μισό και περισσότερο των εκτάσεων αυτών.55 Ό π ω ς συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες κοινωνικές αναστατώ σεις, είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουμε τη μοίρα εκείνων που έχασαν από την αλλαγή. Εκείνοι που είχαν να υπερασπίσουν δικαιώματα ιδιοκτησίας στην πορεία των διαδικασιών της περίφραξης έτειναν γενικά να ωφεληθούν από την θύελλα περισσότερο από εκείνους που δεν είχαν. Ακόμα, πολλοί μικροϊδιοκτήτες είχαν να σηκώσουν το βάρος σοβαρών δαπανών σχετικών με τις διαδικα σίες των περιφράξεων, καθώς και κεφαλαιακές χρεώσεις για φρά χτες και αποχετεύσεις, που έκαναν την κατάστασή τους επισφα λή.46 Εκείνοι που τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους ήταν αβέβαια μέχρι ανύπαρκτα δεν εμφανίζονται στις ιστορικές μαρτυρίες, γιατί δεν είχαν να υπερασπίσουν δικαιώματα ιδιοκτησίας. «Αυτοί οι ακτήμονες ή ημιακτήμονες εργάτες, μαζί με τους μικρούς πακτωτές που εξαφανίστηκαν με την παγίωση των νέων σχέσεων, αντι προσωπεύουν τα πραγματικά θύματα των περιφράξεων, και, αν δεν τους θυμόμαστε συνεχώς, μπορεί να γίνουν και τα θύματα της στα τιστικής μεθόδου.»57 Αυτά τα κατώτερα στρώματα, πριν τις περι φράξεις είχαν κάποια ποικιλία στην οικονομική και νομική θέση. Οι περισσότερες φτωχές οικογένειες — μικροπακτωτές, για παρά δειγμα — *ίχ«ν μια μικρή κατοικία και το δικαίωμα να καλλιερ γούν μερικές λουρίδες γης καθώς και να διατηρούν ίσως μια αγελά δα, μερικές χήνες ή ένα γουρούνι και τα παρόμοια. Άνθρωποι και ζώα τα κουτσοβόλευαν, και σ ' αυτό τους βοηθούσαν πολύ τα κοινά κτήματα. Για τους μικροαγρότες, και φυσικά για τους ακτήμονες εργάτες οι οποίοι είχαν μόνον εθιμική άλλα όχι νομική κάλυψη στη χρήση των κοινών κτημάτων, η απώλεια αυτού του δικαιώματος ή 55. Βλ. χάρτη για τις περιφράζεις των κοινών αγροτημάτων στον 18ο-19ο αιώνα, <κλ. 20 στον Clapham, Economic History. I. Ο χάρτης βασίζεται στον Con ner, Common Land, που εμφανίστηκε στα 1912 χαι χρησιμοποίησε προηγούμενες μελέτες των οποίων οι στατιστιχές μπορούν κάλιστα να υποβληθούν σε κριτική. 56. Gonner, Common Land, 201-202, 367-369, Hoskins, Midland Peasant, 260. 57. Qiambers, "Enclosure and Labour Supply” , 326, 327. Βλ. επίσης Hoskins, Midland Peaaant, 268.
47
προνομίου σήμαινε καταστροφή. «Η οικειοποίηση για δική τους αποκλειστική χρήση του συνόλου σχεδόν των κοινοτικών χερσότο πων από τους νόμιμους κατόχους σήμαινε ότι το διάφραγμα που χώριζε τη διογκούμενη μάζα των εργατών από την πλήρη προλε ταριοποίηση έπεσε. Χωρίς αμφιβολία ήταν μια λεπτή και ρυπαρή κουρτίνα... αλλά υπήρχε πραγματικά. Και το να τους στερήσουμε αυτό χωρίς να τους δώσουμε κάποιο υποκατάστατο σήμαινε τον αποκλεισμό των εργατών από τα οφέλη τα οποία μόνο με την εντατικοποιημένη εργασία τους μπορούσαν ν ’ αποκτήσουν».58 Έ τσ ι οι φουκαράδες που βρίσκονταν στη βάση της αγροτικής πυραμίδας σαρώθηκαν, είτε για να προστεθούν στη νέα στρατιά των αγροτοεργατών, που για ένα διάστημα χρειάζονταν για να κατασκευάζουν φράχτες, τάφρους, δρόμους, ή να εφαρμόζουν και νούργιες γεωργικές πρακτικές που ακόμα δεν ήταν δυνατόν να εκτελεσθούν από μηχανήματα, είτε για να ενωθούν με τους εξα θλιωμένους εργάτες στις πόλεις, που μαστίζονταν από επιδημίες. Σύγχρονοι μελετητές τείνουν να πιστεύουν ότι οι αποστερημένοι μικροαγρότες και οι ακτημονες εργάτες γενικά παρέμειναν στο έδαφος, ενώ οι υπόλοιποι «αναπορρόφητοι πλεονασματικοί» εργά τες και μικροαγρότες έγιναν βιομηχανικοί εργάτες.59 Ό μ ω ς γενι κά μόνο οι νέοι, οι ανύπαντροι ή οιχωριάτες χειροτέχνες ήθελαν ν ’ αφήνουν το σπίτι τους — και μόνον τέτοια άτομα ζητιούνταν από τους νέους βιομηχανικούς εργοδότες. Οι ώριμοι άνθρωποι με οικογένειες δεν ήταν τόσο εκπαιδεύσιμοι ούτε μπορούσαν να αποσπαστούν τελείως από το πλέγμα σχέσεων της αγροτικής ζωής. Παραμένοντας στη γή, κατέφευγαν στο «τελευταίο τους δικαίωμα» — το δικαίωμα στην κρατική φιλανθρωπία.60 Σ ’ ένα χωριό στο Leicestershire, «όπως σε χιλιάδες άλλες κοινότητες στο Κέντρο και στο Νότο», οι περιφράξεις των κοινών αγρών μαζί με την απώλεια της κοινόχρηστης γης και τις απαιτή σεις της χρηματικής οικονομίας, είχαν ως αποτέλεσμα μια σταθε ρή αύξηση της φορολογίας για τη προστασία των φτωχών, προκειμένου να υποστηριχθούν μέχρι το 1832 «σχεδόν οι μισές οικογένει ες στο χωριό που έπαιρναν τακτικά το επίδομα για τους φτωχούς 58. Chambers, "Enclosure and Labour Supply” , 336. 59. Βλ. για καράδιιγμα Chambers, Enclosure and Labour Supply, 332, 333, 336. 60. Thompson, Making of the Working Class, 222-223.
48
και πολλοί περισσότερες που έπαιρναν επίδομα κατά διαλείμμα τα». Τον προηγούμενο αιώνα αυτές οι οικογένειες ήταν αυτάρκεις, ανεξάρτητοι καλλιεργητές ή όχι και τόσο άποροι μικροπακτωτές, ικανοί να τα βγάζουν πέρα σε μια οικονομία ανοιχτών αγρών.61 Εκεί όπου το σύστήμα των ανοιχτών αγρών λειτουργούσε καλά και πρόσφερε αρκετά α π ’ όσα χρειάζονταν, είχε γίνει η βάση μιας κάποιος οικονομικής ισότητας στο χωριό. Ακόμα, χρησίμευε για να ενισχύσει το δίχτυ των κοινωνικών σχέσεων που βασίζονταν στην διαίρεση της εργασίας που, στην πραγματικότητα, ήταν η κοινωνία του χωριού. Ό τα ν στο παρελθόν η κοινωνία του χωριού ήταν δυνατή, οι αγρότες είχαν αγωνιστεί αποφασιστικά και με αρκετή επιτυχία για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους. Τον 18ο αιώνα, με το τελειωτικό πλήγμα από τις περιφράξεις και τις εμπορικές επιδράσεις αυτοί οι μικροκαλλιεργητές δεν κατάφεραν σε γενικές γραμμές να αντισταθούν ή να ξαναπαλέψουν.62 Έ τσ ι φαίνεται εντελώς καθαρά, ότι, όταν εξαφανίστηκαν τα κοινά αγρο κτήματα και ένα νέο οικονομικό σύστημα άρχισε να επιβάλεται στην επαρχία, η παλιά αγροτική κοινότητα τελικά παραμερίστηκε και διαλύθηκε.63 Μελετώντας το κίνημα των περιφράξεων ως σύνολο και παίρνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της σύγχρονης έρευνας φαίνε ται αρκετά καθαρά ότι, μαζί με την άνοδο της βιομηχανίας, οι περιφράξεις ενίσχυσαν πολύ τους μεγαλύτερους γαιοκτήμονες και έσπασαν την ραχοκοκαλιά της αγγλικής αγροτιάς εξαλείφοντάς την σαν παράγοντα από την βρεταννική πολιτική ζωή. Από την άποψη των αποτελεσμάτων που συζητήσαμε εδώ, αυτό είναι τελικά το αποφασιστικό σημείο. Ακόμα περισσότερο, τον «πλεονασματικό» αγρότη λίγο τον ένοιαζε εάν η έλξη προς τις πόλεις ή τα εργοστάσια ήταν πιο σπουδαία από το ξωπέταγμά του από τον αγροτικό του κόσμο. Και στη μια περίπτωση και στην άλλη ο αγρότης είχε μπλεχτεί σε καταστάσεις που σήμαιναν υποβιβασμό 61. Hoskins.Midland Peasant. 269-270. 62. Ο Ashton, Economic History, 36, ισχυρΕζιται ότι «...*άν μιγάλα πλήθη *1χαν υποστιΐ έξωση, δύσκολα θα μπορούσαν να αώιωχτούν ήσυχα. 'Οπως 8*ν υπάρ χουν μαρτυρίίς αγροτικών ιξιγέρσιων ή έστω τοπικών συγχρούσιων μ* οποκσδήποτι συνέπ(ΐ<ς την ιποχή αυτή. Το προτσές ιΐχ ί χαρακτήρα τριβής». Για την τιλίυταΐα αγροτική ιξέγιρση στα 1830, βλ. Hammond και Hammond, Village Labou rer. Κ»φ. XI, XII. 63. Βλ. Hoskins, Midland Peasant, 249-250, 254-255.
49
και βάσανα σε σύγκριση με την παραδοσιακή ζωή της κοινότητας του χωριού. Το ότι η βία και ο καταναγκασμός που οδήγησαν σ ’ αυτά τα αποτελέσματα επέδρασαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, το ότι έγιναν κυρίως μέσα στο πλαίσιο του νόμον και Τ7)ζ τάξης και τελικά βοήθησαν στην εγκαθίδρυση της δημοκρατίας σε μια σταθε ρότερη βάση, δεν πρέπει να συσκοτίζει το γεγονός ότι επρόκειτο για μαζική βια που ασκήθηκε από τις ανώτερες τάξεις κατά των κατώτερων. 4 . Αριστοκρατική διακυβέρνηση για το δριαμβευτή καπιταλι
σμό Ο ίδιος ο 19ος αιώνας ήταν η εποχή του ειρηνικού μετασχημα τισμού, οπότε η κοινοβουλευτική δημοκρατία παγιώθηκε και διευρύνθηκε. Πρωτού εξετάσουμε τι ρόλο έπαιξαν οι αγροτικές αλλα γές σ ’ αυτό το προτσές, πρέπει να σταματήσουμε λίγο και να δούμε με ποιούς τρόπους η βία του 17ου και 18ου αιώνα — η πρώτη ανοιχτή και επαναστατική, η δεύτερη πιο συγκαλυμμένη και νόμιμη, αλλά όχι λιγότερη βίαιη — προετοίμασε την ειρηνική μετάβαση στη νέα τάξη πραγμάτων τον 19ο αιώνα. Το να διαρρήξουμε τον μεταξύ τους δεσμό σημαίνει να παραποιήσουμε την ιστορία. Το να λέμε ότι ο δεσμός ήταν αναγκαίος και αναπό φευκτος σημαίνει να δικαιώνουμε το παρόν με το παρελθόν, με ένα επιχείρημα που είναι αδύνατο να αποδειχτεί. Το μόνο που μπορεί να κάνει ο κοινωνικός ιστορικός είναι να δείξει τον ενδεχόμενο δεσμό μεταξύ διαφόρων αλλαγών στη δομή της κοινωνίας. Ίσω ς το πιο σημαντικό κληροδότημα του βίαιου παρελθόντος ήταν η ενίσχυση του κοινοβουλίου σε βάρος του βασιλιά. Το γεγονός ότι υπήρχε κοινοβούλιο σημαίνει ότι υπήρχε ένας εύκαμ πτος θεσμός που θεσμοθετούσε, και μια αρένα στην οποία μπορού σαν να μπούν καινούργια κοινωνικά στοιχεία καθώς μεγάλωναν οι απαιτήσεις τους, και ένας θεσμικός μηχανισμός για τον ειρηνικό διακονονισμό των ανταγωνιστικών συμφερόντων μεταξύ αυτών των ομάδων. Εάν το κοινοβούλιο αναδύθηκε μέσα από τον Εμφύλιο Πόλεμο, κυρίως σαν όργανο μιας εμπορικά ικανής γαιοκτητικής ανώτερης τάξης, δεν ήταν μόνον αυτό και, όπως επρόκειτο να δεί ξει η πείρα, μπορούσε να γίνει κάτι πολύ περισσότερο. Το γεγονός ότι αυτή η τάξη είχε αναπτύξει μια οικονομική βάση που την είχε φέρει σε βίαιη αντίθεση με το στέμμα πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο, .SO
είχε μεγάλη σχέση με την ενίσχυση του κοινοβουλίου, ένα ζήτημα που θα φανεί καθαρότερα όταν μπορέσουμε να συγκρίνουμε την πορεία των αγγλικών εξελίξεων με άλλες περιπτώσεις όπου δεν συνέβει κάτι τέτοιο. Ο έντονος εμπορικός τόνος στη ζωή των ανωτέρων γαιοκτητικών τάξεων, τόσο της μικροαριστοκρατίας ό σο και της τιτλούχας αριστοκρατίας, σημαίνει επίσης ότι δεν υπήρ χε μεγάλο συμπαγές μέτωπο αριστοκρατικής αντίθεσης κατά της προόδου της ίδιας της βιομηχανίας. Παρά τις πολλές εκφράσεις αντιθέτων αισθημάτων από τα μέλη τους, είναι σωστό να πούμε ότι το πιο σημαντικός τμήμα των ανωτέρων γαιοκτητικών τάξεων έδρασε σαν πολιτική προφυλακή για τον εμπορικό και βιομηχανικό καπιταλισμό. Αυτό συνέχισαν να το κάνουν με καινούργιους τρό πους κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Η άλλη σοβαρή συνέπεια ήταν η καταστροφή της αγροτιάς. Αν και το συμπέρασμα φαίνεται δυσάρεστο και στυγνό, υπάρχουν γερές βάσεις για να υποστηρίξουμε ότι η συμβολή αυτή στην ειρηνική δημοκρατική αλλαγή μπορεί να υπήρξε το ίδιο σημαντική όσο η ενίσχυση του κοινοβουλίου. Αυτό σημαίνει ότι ο εκσυγχρονι σμός στην Αγγλία μπορούσε να προχωρήσει χωρίς το τεράστιο απόθεμα των συντηρητικών και αντιδραστικών δυνάμεων που υπήρχε σε ορισμένα σημεία στη Γερμανία και Ιαπωνία, για να μην αναφέρουμε την Ινδία. Και ακόμα σήμαινε, φυσικά, ότι η δυνατότη τα να διεκπεραιωθούν αγροτικές επαναστάσεις με τον ρωσικό και κινέζικο τρόπο είχε διαγραφεί α π ’ την ιστορική ατζέντα. Στο τέλος του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου δεν υπήρχε σίγουρα τίποτα το αναπόφευκτο στη νίκη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Πραγματικά, πολύ λίγοι άνθρωποι είχαν κάτι περισ σότερο από μια θολή ιδέα για το τι μπορούσαν να σημαίνουν οι λέξεις ή τι είδος κοινωνίας μπορούσε να βρίσκεται πέρα απ ’ τον ορίζοντα. Στην διάρκεια του 18ου αιώνα το εμπόριο είχε κάνει σημαντική πρόοδο. Άρχισαν να διαφαίνονται αντιθέσεις ανάμεσα στα συμφέροντα των γαιοκτημόνων και των εμπόρων. Σημαντικά στοιχεία του εμπορίου κοίταζαν να προωθήσουν μια επιθετική εξωτερική πολιτική στην αναζήτηση πρώτων υλών και αγορών, ενώ πολλοί μικροαριστοκράτες έκαμαν πίσω από το φόβο των υψηλότερων φόρων σε μια εποχή όπου η έγγεια φορολογία ήταν η κύρια πηγή κρατικών εσόδων. Στο μεταξύ άρχισαν να ακούγονται ριζοσπαστικές φωνές για την ανάγκη να εκσυγχρονιαθεί η απαρχαι ωμένη κοινωνική δομή της Αγγλίας, ειδικά το διεφθαρμένο της 51
Κοινοβούλιο. Το κλισέ ότι η πολιτική του 18ου αιώνα ήταν ένας ανταγωνισμός κλικών χωρίς αντικείμενο είναι πέρα για πέρα λαθεμένο. Τπήρχαν τά ίδια προβλήματα της αντίθεσης μεταξύ νέων και παλιών τύπων κοινωνίας και πολιτισμού όπως στον 17ο αιώνα, μεταφερμένα σε μια καινούργια εποχή, αν και ίσως θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι μετά την απώλεια των αμερικάνι κων αποικιών η Αγγλία βρισκόταν στο χείλος της επαναστατικής δράσης.64 Το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης βάζει τέλος σε κά θε ελπίδα μεταρρύθμισης. Ειδικότερα, μόλις η Επανάσταση ξεπέρασε τη φιλελεύθερη φάση της, όταν η φυγή του Λουδοβίκου του XVI στη Varennes και η επαναιχμαλωσία του «έσκισε το πέπλο των αυταπατών» για μια φιλελεύθερη εξέλιξη και η επανάσταση άρχισε να μπαίνει σε φάση ριζοσπαστική, εκείνοι στην Αγγλία που τη συμπαθούσαν έβρισκαν ότι η θέση τους γινόταν όλο και πιο δυσάρεστη. Ο Πίτ ο νεότερος σταμάτησε κάθε συζήτηση για μεταρρύθμιση. Η Αγγλία άρχισε να μπαίνει σε μια φάση καταστο λής που διήρκεσε μέχρι και μετά τους Ναπολέοντειους Πολέμους. Το βασικό χαρακτηριστικό ήταν ότι η ανώτερη τάξη, τόσο στην πόλη όσο και στην επαρχία, συσπειρώθηκε γύρω απ ’ τα πατριωτι κά και συντηρητικά συνθήματα κατά της απειλής του ριζοσπαστι σμού και της τυραννίας στη Γαλλία και κατά της αμυδρότερης απειλής κατά των προνομίων τους.65 Εάν η απειλή της επανάστα σης και της στρατιωτικής δικτατορίας δεν είχαν τελειώσει με τη μάχη του Βατερλώ, είναι εντελώς απίθανο ότι η Αγγλία θα είχε κάνει κατά τον 19ο αιώνα εκείνα τα αργά και διστακτικά βήματα προς την πολιτική και κοινωνική μεταρρύθμιση που είχε εγκατα64. Αυτή η αριστη επισκόπηση ίείχνει πολύ καθαρά τον ανταγωνισμό μεταξύ έγγειων και εμπορικών συμφερόντων. Βλ. επίσης τον M in^y, Landed Society, 260-262, 265, για τις συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ μεγάλων ιίιοκτητών χαι της μικρής αριστοκρατίας, των κτηματιών και της μέσης αστικής τάξης, η ίυσαρέσχεια της οποίος, ισχυρίζεται, χορυφώθηχε κατά τη διάρκεια του αμερικανικού πολέμου. 65. Αρκετά απ ’ όσα συνέβησαν μοιάζουν με τις αμερικανικές αντιδράσεις κατά της κομμουνιστικής επέκτασης μετά το 1945. Τπάρχει η Ιβια θολούρα σχετιχά με το χαρακτήρα του επαναστατικού εχθρού, η (βια εχμετάλλευση αυτής της θολούρας α π ' τα κυρίαρχα στοιχεία της κοινωνίας, η (βια απογοήτευση χαι φόβος μεταξύ των αρχικών υποστηριχτών της, καθώς η επανάσταση στο εξωτερικό βιέψευσε τις ελπίδες τους. Σε ένα κατοπινό κεφάλαιο και σε συνδυασμό με άλλους τύπους αντιδραστικών κινημάτων θα προσπαθήσω να αναλύσω πληρέστερα αυτή τη φάση.
52
λειφτεί στο τέλος του 18ου αιώνα. Η ύπαρξη αποδεχτών καθεστώ των στην Ευρώπη, η απουσία απειλής απ ’ αυτή την περιοχή ήταν μια α π ’ τις προϋποθέσεις για ειρηνική δημοκρατική εξέλιξη στην Αγγλία. Για να καταλάβουμε γιατί η αντιδραστική φάση ήταν σχετικά αύντομη και γιατί το κίνημα για μια πιο ελεύθερη κοινωνία ξανάρχισε στη διάρκεια του 19ου αιώνα είναι ανάγκη να κοιτάξου με πέρα απ ’ τις γαιοκτητικές τάξεις. Αυτές είχαν φτάσει στο ζενίθ της συνδυασμένης οικονομικής και πολιτικής τους δύναμης πριν τη στροφή του αιώνα. Η ιστορία που ακολούθησε είναι ιστορία άμυνας και οι παραχωρήσεις έγιναν ευκολότερες από το γεγονος ότι το προτσές της διάβρωσης ήταν αργό, και η οικονομική τους βάση παρέμεινε σταθερή. Εδώ οι κοινότοπες μηχανικές μεταφορές είναι παραπλανητικές. Παρ’ ότι τα καπιταλιστικά στοιχεία στις πόλεις «ανέρχονταν», οι ανώτερερς γαιοκτητικές τάξεις δεν «έπεφταν» — τουλάχιστον όχι πριν περάσει πολύς καιρός. Μέχρι το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων, οι πιο σύγχρονοι καπιταλιστές στις πόλεις είχαν ήδη πετύχει συμαντική δύναμη, χάρη στα οικονομικά τους επιτεύγματα, που, όπως τονίζουν τώρα σύγχρονοι ιστορικοί, είχαν πίσω τους μια μακρόχρονη ιστορία. Κάτω α π ’ την ηγεσία των γαιοκτητικών τάξεων, μεγάλο μέρος του δρόμου είχε προλειανθεί γ ι ’ αυτούς. Οι άγγλοι καπιταλιστές του 19ου αιώνα δεν ήταν αναγκασμένοι να βασίζονται σε μια Πρωσία και στους Γιούνκερς τους για να πετύχουν την εθνική τους ενότητα, για να διαρρήξουν τους εσωτερικούς εμπορικούς φραγμούς, να εγκαθιδρύσουν ένα ενιαίο νομικό σύστημα, σύγχρονο νόμισμα, και τις άλλες προϋποθέσεις της εκβιομηχάνισης. Οι πολιτικές σχέσεις είχαν γίνει ορθολογικές και είχε δημιουργηθεί πολύ πριν ένα σύγχρονο κράτος. Με μια ελάχιστη βοήθεια από το κράτος εκείνο, μπορούσαν, καθώς ήταν η πρώτη 100% καπιταλιστική μπουρζουαζία, να μετατρέψουν ένα μεγάλο μέρος ολόκληρης της υδρογείου σε πεδίο εμπορικών επιχειρήσεων. Προσωρινά αναχαιτισμένος κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων, ο αγγλικός βιομηχανικός καπιταλισμός μπόρεσε να απλωθεί, κυρίως με ειρηνικά μέσα, να στηριχθεί σε ε ξωτερικούς πόρους και να κάμει την Αγγλία το εργαστήριο του κόσμου κατά τον 19ο αιώνα. Τα άλλα καπιταλιστικά καθήκοντα, όπως η παραπέρα πειθάρχηση του εργατικού δυναμικού, οι άγγλοι βιομηχανικοί ηγέτες μπορούσαν να τα διεκπεραιώσουν από μόνοι τους με μια ελάχιστη βοήθεια απ ’ το κράτος ή τη γαιοκτητι53
κή αριστοκρατία. Έ πρεπε να κάνουν έτσι, γιατί ο κατασταλτικός μηχανισμός του αγγλικού κράτους ήταν σχετικά αδύνατος, πρά γμα που ήταν συνέπεια του Εμφυλίου Πολέμου, της προηγούμενης εξέλιξης της μοναρχίας και του προσανατολισμού στο ναυτικό μάλλον παρά στο στρατό. Με τη σειρά της, η απουσία μιας ισχυρής μοναρχίας που να στηρίζεται στο στρατό και τη γραφειοκρατία, όπως στην Πρωσία, έκαμε ευκολότερη την εξέλιξη της κοινοβου λευτικής δημοκρατίας. Στο μεταξύ η γαιοκτητική μικροαριστοκρατία και οι ανώτε ρες απ ’ αυτήν τάξεις στην κοινωνική κλίμακα κρατούσαν σταθερά τους μοχλούς της πολιτικής εξουσίας. Στελέχωναν τα Υπουργεία, μονοπωλούσαν την εκπροσώπευση των αγροτικών περιοχών και επίσης μιλούσαν στο Κοινοβούλιο ως αντιπρόσωποι των πόλεων. Σε τοπικό επίπεδο η επιρροή τους έμενε πολύ έντονη. Ό π ω ς έχει δείξει ένας σύγχρονος ιστορικός, η παλιά άρχουσα τάξη ασκούσε ακόμα σταθερό έλεγχο στα μέσα του 19ου αιώνα. «Το πολιτικό σύστημα ήταν ακόμα σε σημαντικό βαθμό το παιχνιδάκι της αριστοκρατίας και της μικροαριστοκρατίας και ιδιαίτερα των κληρονομικών ιδιοκτητών των μεγάλων κτημάτων». Ίσ ω ς ο πυρήνας του συστήματος δεν περιείχε περισσότερα από 1200 πρόσωπα.66 Από τήν άλλη πλευρά χρησιμοποιούσαν αυτούς τους μοχλούς για την αντιμετώπιση σοβαρών προκλήσεων από μέρους των άλ λων τάξεων. Η συγκέντρωση της προσοχής μας στη δύναμη της θέ σης τους μέσα στον επίσημο και ακόμα τον ανεπίσημο μηχανισμό της πολιτικής θα μπορούσε να μας δώσει παραπλανητική εντύπω ση της δύναμης της μικροαριστοκρατίας και της αριστοκρατίας.67 Και αν ακόμα ο Μεταρρυθμιστικός Νόμος του 1832, που έδωσε στους βιομηχανικούς καπιταλιστές την ψήφο, διέψευσε και τις ελπίδες των πιο ένθερμων συνηγόρων του όσο και τους φόβους των πιο ένθερμων αντιπάλων του, η ψήφισή του φανερώνει ότι η μπουρ ζουαζία έδειξε τα δόντια της.68 Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για ττρ 66. Clark. Victorian England, 209-210, 214, 222. 67. Ο Thompson. Landed Society, 273-280, αναγνωρίζει το γεγονός αυτό χαι δίνει λεπτομερή στοιχεία για τον χαρακτήρα αυτής της σχέσης μετά το 1830. Αν και αυτή η πολύ χαλή μελέτη'δημοσιεύτηκε πολύ αργά για μένα ώστε να επωφεληθώ από τα ευρήματά της, χάνει περιττό οτιδήποτε ξεπερνάει μια απλή σχιαγραφία των εξελίξεων του 19ου αιώνα που δίνονται εδώ. 68. Η ηγετική δύναμη πίσω από την προώθηση του ΜεταρρυΘμιστιχού Νόμου
54
κατάργηση των Νόμων περί σίτου στα 1846. Οι ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις δεν έπαθαν καμιά καταστροφή, αλλά έμαθαν τα όρια της δύναμής τους. Παρά τη χαρτιστική αναταραχή, κατά τη δεκαετία 18381848 δεν εκδηλώθηκε καμιά αδιάλλακτη αντίδραση. Είναι αλήθεια ότι η συντηρητική κυβέρνηση, με την προτροπή της βασίλισσας Βι κτωρίας και του Δούκα του Ουέλλινγκτων, χρησιμοποίησε στρα τεύματα, άνοιγε ιδιωτικές επιστολές αναζητώντας πληροφορίες και παρέπεμψε σε δίκη μερικούς από τούς ηγέτες για συνωμοσία, αν και το δικαστήριο έδειξε επιείκεια. Επίσης η συντηρητική κυ βέρνηση εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία για να κατευθύνει μια επί θεση κατά του ημερήσιου ριζοσπαστικού τύπου. Οι Ουίγοι που ή ταν στην εξουσία στην αρχή και στο τέλος αυτής της περιόδου, ήταν πολύ πιο ήπιοι. Ο Λόρδος Τζών Ράσσελ, υπουργός εσωτερι κών, απαγόρεψε την επέμβαση στις μεγάλες συγκεντρώσεις των Χαρτιστών που έγιναν το φθινόπωρο του 1838. Εκτός από σχετικά σύντομες περιόδους, η κυβέρνηση ελάχιστα ασχολήθηκε με τους Χαρτιστές. Τα προσωπικά έγγραφα του Ράσσελ περιέχουν μόνο σποραδικές αναφορές στο κίνημα. Η μοναδική αιματοχυσία έγινε όταν σκοτώθηκαν 22 Χαρτιστές σε μια διαδήλωση, ένα επεισόδιο που, ειρωνικά, έγινε μερικές μέρες αφου ο γενικός αντιπρόσωπος των Ουΐγων είχε καυχηθεί ότι κατέστειλε το κίνημα «χωρίς να χυ θεί ούτε μια σταγόνα αίμα».69 Εφόσον το κίνημα των Χαρτιστών υπερτόνιζε τη βία, αποτελούσε σοβαρή δοκιμασία για τις φιλελεύθερες αρχές. Η σχετικά ήταν οι Ουίγοι, αριστοκράτη μ ι χαρακτηριστικούς οιχογενειαχούς χαι φατριαστι κούς δεσμούς μ( τα «χρηματιστιχά συμφέροντα» στο Σίτυ του Λονδίνου, και μ ' ένα σοβαρό τμήμα βιομηχανιχών συμφερόντων στις βιομηχανικές επαρχίες. Επειδή ήταν ασφαλείς και αριστοκράτες, ήταν έτοιμοι να αποδεχτούν την μεταρρύθμιση προχειμένου να αποφύγουν χειρότερους κινδύνους, δηλ. επαναστατική έχρηξη όπως έγιν* στη Γαλλία το 1830. Ούτε ήταν αντίθετοι στη χρησιμοποίηση βίας, εάν ήταν απαραίτητη. Ο Λόρδος Melbourne στο ΊΓπουργείο Εσωτερικών που ενσάρκωνε την ηγεσία τους, σύντριψε αλύπητα την εξέγερση των εργατών (1830): 9 εργάτες κρεμάστηκαν, 457 εξορίστηκα» χαι σχεδόν άλλοι τόσοι φυλακίστηκαν για διάφορους λόγους. Αρνήθηχε να πάρει θετικά μέτρα για να αναχουφίσει το λαό από τη δυστυ χία. Έ τσι οι ηγέτες των Ου(γων ξεκαθάρισαν τη πρόθεσή τους να χατοχυρώσουν την ιδιοκτησία στην Αγγλία. Βλ. Briggs, Age of Improvement κεφ. V, για μια αναλυση των δυνάμεων που ήταν υπέρ και εκείνων που ήταν κατά της Μεταρρύθμισης, ειδιχά 237, 239, 249-250. Επίσης την πολύ ενδιαφέρουσα χαι διδαχτική βιογραφία από τον Λόρδο O cil, Melbourne. 69. Malher, "Government and Charisls". 375-376, 383, 393-398.
ήπια μεταχείριση που είχε από τις άρχουσες τάξεις μπορεί να αποδοθεί σε τρεις παράγοντες. Είχε διαμορφωθεί τότε έντονα η άποψη να γίνει κάτι για να καταπραϋνθεί η μαζική ανησυχία και επικρατούσε επίσης μεγάλη απροθυμία για την προσφυγή στη βία. Αυτό το ρεύμα με τη σειρά του μπορεί να αναχθεί στην ιστορική εμπειρία της Αγγλίας, τουλάχιστο μέχρι την πουριτανική επανά σταση. Ο Russell ήταν ένας θεωρητικός Ουΐγος, αφιερωμένος στο ιδανικό της ελευθερίας, και φρόντιζε να αποφύγει την παρεμπόδιση της ελεύθερης συζήτησης των πολιτικών ζητημάτων.70 Δεύτερο, η Αγγλία έτσι κι αλλιώς δεν διέθετε ισχυρό κατασταλτικό μηχανι σμό. Τρίτο, ο συνδυασμός της νομοθεσίας για τη βελτίωση της κατάστασης των φτωχών και κάποιος ευνοϊκής στροφής στην οικονομική κατάσταση μπορεί να εκτόνωσε το κίνημα πρωτού μπορέσει να γίνει πραγματικά σοβαρή απειλή. Η κατάσταση στη διάρκεια του πρώτου μισού του 19ου αιώνα και πολύ αργότερα ακόμα, διαφέρει σημαντικά α π ’ εκείνη στη Γερμανία, όπου στην περίοδο εκείνη (και αργότερα επίσης) μια πολύ πιο ανίσχυρη μπουρζουαζία στηριζόταν στη γαιοκτημονική αριστοκρατία για να προστατευθεί από τη λαϊκή δυσαρέσκεια και να περάσει τα αναγκαία πολιτικά και οικονομικά μέτρα για τον εκσυγχρονισμό. Στην Αγγλία το γαιοκτημονικό συμφέρον ως ένα βαθμό συναγωνιζόταν την αστική τάξη για να γίνει δημοφιλές στον λαό και ν ’ αποκτήσει την υποστήριξή του. Μετά το 1840 η γαιοκτητική τάξη βρήκε στην υποστήριξη των εργοστασιακών νόμων έναν πρόσφορο τρόπο για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις των βιομηχάνων κατά των Νόμων Περί Σίτου, αν και θάπρεπε να σημειωθεί ότι υπήρχαν μερικοί φωτισμένοι υποστηρικτές των λιγότερων ωρών εργασίας μεταξύ των ίδιων των βιομηχάνων.71 Έ τσ ι η αδιάλλακτη αντίθεση στην πρόοδο της δημοκρατίας είναι ένα σπάνιο και μάλλον ασήμαντο ρεύμα στη γαιοκτημονική αριστοκρατία της Αγγλίας τον 19ο αιώνα.72 Δεν μπορούμε να βρούμε στην αγγλική ιστορία το αντίστοιχο των γερμανών συντη ρητικών, των οποίων οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποι σηκώθη καν για να χειροκροτήσουν την κραυγαλέα πρόκληση του Herr von Oldenburg auf Januschau: «Ο βασιλιάς της Πρωσίας και ο γερμα 70. Mather, "Govermmenl and Gharisls” , 374. 71. Woodward, Age of Reform, 142. 72. 'Ο τι υπήρχ« οχιτιχά μ* αυτό μπορ*( να PpcOct οτον Turberville, House of Lords, ciS. χ*φ. XI-XIII.
56
νός Αυτοκράτωρ πρέπει πάντα να είναι σε θέση να πει σ ’ έναν οποιοδήποτε υπολοχαγό: 'Πάρε δέκα άνδρες και βομβάρδισε το Ράιχσταγκ’».73 Έ νας από τους λόγους που μια τέτοια σκηνή φαίνεται εξωπρα γματική στην Αγγλία του 19ου αιώνα είναι ότι, διαφορετικά από τους Γιούνκερς, η μικροαριστοκρατία και το στρώμα των ευγενών της Αγγλίας δεν είχε μεγάλη ανάγκη να στηριχθεί σε πολιτικούς μοχλούς για να στηρίξει μια κλονισμένη οικονομική θέση. Ακόμα, η κατάργηση των Νόμων Περί Σίτου δεν είχε τα τρομερά αποτελέ σματα που προφήτευαν μερικοί. Μάλιστα, η κατάσταση της γεωργίας μπορεί να ήταν καλύτερη μετά το 1850 παρά πριν. Οι τιμές συνέχιζαν ν ’ ανεβαίνουν. Η διαχείριση των κτημάτων έπαιρ νε όλο και περισσότερο τα χαρακτηριστικά της διεύθυνσης μιας καπιταλιστικής επιχείρισης, καθώς οι διαχειριστές προσπαθούσαν να επωφεληθούν από τις μεγάλες βελτιώσεις στην αγροτική τεχνι κή που επιτεύχθηκαν στις προηγούμενες δεκαετίες. Φυσικά, υπήρ χε μεγάλη ποικιλία στο σημείο αυτό. Στα ανώτερα κλιμάκια ήταν αρκετά κοινή πρακτική η μεταβίβαση μεγάλου μέρους της ευθύνης σ ’ έναν πράκτορα. Μ ’ αυτό τον τρόπο ο ιδιοκτήτης κέρδιζε χρόνο για ν ’ ασχοληθεί με τα σπόρ, την κουλτούρα και την πολιτική, ενώ το καθήκον του πράκτορα αποκτούσε επαγγελματικό χαρακτήρα. Πάντως, ο μεγάλος γαιοκτήμονας έπαιρνε τις κύριες αποφάσεις ή την ευθύνη γι αυτές, αφήνοντας τη ρουτίνα στους πράκτορες. Μέσα στην μικροαριστοκρατία η επιλογή γινόταν μάλλον ανάμεσα στην προσεκτική διαχείριση από τους ίδιους τους μικροαριστοκράτες και τη μεταβίβαση των υποθέσεων στους δικηγόρους της πόλης, οι οποίοι συχνά ήταν ανίδεοι για τα αγροτικά ζητήματα και οι οποίοι γίνονταν πλούσιοι (όπως νόμιζαν μερικοί μικροαριστοκράτες) με τη φτώχεια του κατόχου.74 Επειδή συμετείχαν στην γενική πρόοδο της βικτωριανής περιόδου και συνέχισαν να απο κτούν αστικά και καπιταλιστικά χαρακτηριστικά, οι ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις είχαν πολύ λιγότερους λόγους από τους ομοίους τους στην ηπειρωτική Ευρώπη να αντιστρατευθούν την πρόοδο του καπιταλισμού ή της δημοκρατίας. Στον 19ο αιώνα, όπως και σε προηγούμενες περιόδους, τα 73. Schorske, German Social Democracy. 168. 74. Clark, Victorian England, 216-217' Thompson, Landed Sosiety, Κιφ. VI, κ θ έ τ ιι την ποικιλία των μχθ<44ων.
57
όρια μεταξύ των πλούσιων ευγενών, των μικροαριστοκρατών και των ανώτερων κλιμακίων των επιχειρηματιών και των επαγγελματιών ήταν ασαφή και ρευστά.75 Σε πολλές ατομικές περιπτώσεις είναι πολύ δύσκολο ν ’ αποφασίσουμε εάν ένα πρόσωπο ανήκει στη μια ή στην άλλη κατηγορία. Αυτή η δυσκολία, η απογοήτευση οποιουδήποτε επιχειρεί μια στατιστική ανάλυση της αγγλικής τα ξικής δομής, συνιστά από μόνη της ένα από τα πιο σημαντικά στοι χεία της δομής αυτής.76 Ποσοτικά, η κινητικότητα μεταξύ επιχειρηματιών και γαιοκτητικής αριστοκρατίας μπορεί να μην ήταν πολύ διαφορετική στην Αγγλία και τη Γερμανία του 19ου αιώνα. Τπάρχει μάλιστα κάποια στατιστική μαρτυρία που φανερώνει ότι ήταν εκπληκτικά μεγαλύτερη στη Πρωσία. Ένας ερευνητής ισχυρίζεται ότι έχει ανακαλύψει ότι στην πρωσική Βουλή των Αντιπροσώπων, για πολλά χρόνια πριν το 1918, ένα ποσοστό που κατά μέσον όρο ήταν κάπως μεγαλύτερο από το 78% προέρχονταν από τις τάξεις των κοινών (Burgertum) και τους νέους ευγενείς. Στη διπλωματία και στη διοίκηση απ ’ την άλλη μεριά, τα πραγματικά κλειδιά της εξουσίας στη Γερμανία, οι αναλογίες των κοινών ήταν αντίστοιχα 38 και 43%. Για την Αγγλία, μια μελέτη του κοινοβουλίου για τα χρόνια 1841-1847 ανακαλύπτει μόνο 40% των μελών με επιχειρη ματικούς δεσμούς, ενώ το υπόλοιπο 60% δεν έχει καθόλου δεσμούς με τον κόσμο των επιχειρήσεων.77 Τπάρχουν ακανθώδη τεχνικά προβλήματα στη χρήση τέτοιων αποδείξεων. Γ ια παράδειγμα, είναι πραγματικά συγκρίσιμες οι στατιστικές στήλες για κάθε χώρα; Είναι σωστό να συγκρίνουμε τα 40% των μελών του αγγλικού κοινοβουλίου που είχαν τους επιχειρηματικούς δεσμούς και τα 78% των πρώσων αντιπροσώπων της βουλής που προέρχον ται από το Burgertum (κοινούς); Είμαι διατακτικός σε μια τέτοια 75. Κατά τη διάρκεια του προχωρημένου 18ου αιώνα υπήρχαν σημάδια έντονοι ανταγωνισμού μεταξύ της παλιύτίρης γαιοχτημονιχής τάξης που ήταν προσχολλημμένη στο μονοπώλιο της τοπιχής πολιτικής εξουσίας, χαι των νέων βιομηχάνων. Αργότερα αυτοί απορροφήθηχαν, συχνά ειρηνιχά. Από το άλλο μέρος, ο άνθρωπος που χατείχε μια μικρή επιχείρηση παρέμεινε έξω από το κύκλο των τζέντλεμεν μέ χρι και σήμερα. 76. Βλ. το ενδιαφέρον παράρτημα για τα ιμποριχά συμφέροντα της μιχροαριστοχρατίας, μια μιλέτη αυτών που συμμετείχαν στο κοινοβούλιο μεταξύ 1841 και 1847, από τον Ayddotte, στον Clark, Victorian England, 290-305. 77. Για τη Γερμανία, βλέπε φον Preradovich, "Fuhrungsshichten", 164- για την Αγγλία, Aydelolte στον Clark, "Victorian England". 301.
58
ενέργεια, αλλά πιστεύω πως, και αν ακόμα τα τεχνικά προβλήματα μπορούσαν να λυθούν, πάλι δε θα κάναμε αξιόλογη πρόοδο. Έ να μέτρο της κοινωνικής κινητικότητας που είναι καθαρά ποσοτικό μας λέει σχετικά λίγα για την κοινωνική ανατομία και τις λειτουργίες της. Στην Πρωσία του 19ου αιώνα, τα μέλη της μπουρζουαζίας που συνδέονταν με την αριστοκρατία υιοθετούσαν γενικά τις συνήθειες και την εξωτερική εμφάνιση της δεύτερης. Μάλλον η αντίθετη σχέση υπήρχε στην Αγγλία. Έ τσι, αν είχαμε ένα τεχνικά τέλειο μέτρο της κινητικότητας, που να έδινε μια ταυτόσημη αριθμητική έκφραση της ταξικής ώσμωσης στην Αγ γλία και Πρωσία, θα μπορούσαμε να κάνουμε ολέθριο λάθος λέγοντας ότι οι δυό χώρες ήταν όμοιες στο σημείο αυτό. Οι στατιστικές είναι παραπλανητικές παγίδες για τον απρόσεχτο αναγνώστη, όταν παραβλέπουν τη δομή μέσα στην οποία γίνεται η κοινωνική μετακίνηση. Καθώς τώρα οι στατιστικές είναι της μόδας, αξίζει τον κόπο να τονίσουμε το σημείο αυτό. Οι άνθρωποι που κατέχουν την εξουσία δεν την ασκούν αναγκαστικά μόνο για τα συμφέροντα της τάξης απ ’ την οποία προέρχονται, ειδικά όταν η κατάσταση αλλάζει. Τπήρχε μια τάση για την υιοθέτηση αριστοκρατικών χαρα κτηριστικών από την εμπορική και βιομηχανική ελίτ της Αγγλίας. Ό λες οι εκθέσεις για την Αγγλία πριν το 1914, και ώς ένα βαθμό και έπειτα απ ’ αυτή τη χρονολογία, δίνουν την έντονη εντύπωση ότι πράσινοι ωκεανοί από άκρ και ένα εξοχικό σπίτι ήταν απαραί τητα για την πολιτική και κοινωνική ευυποληψία. Αλλά από το 1870 περίπου και μετά, τα αγροκτήματα γίνονταν όλο και περισ σότερο σύμβολα κοινωνικής θέσης μάλλον παρά θεμέλια της πολιτικής εξουσίας. Εν μέρει επειδή το τέλος του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου και η άνοδος της ατμοπλοίας άρχισαν να διευκολύνουν τη διάθεση του αμερικανικού σταριού στην Ευρώπη, αυτή την περίοδο παρουσιάστηκε μια αγροτική κάμψη, η οποία άρχισε σοβαρά να διαβρώνει την οικονομική βάση του ανώτερου γαιοκτημονικού στρώματος.7® Χοντρικά το ίδιο πράγμα συνέβει στη Γερμανία, και ακόμα μια φορά είναι διδακτικό να παρατηρούμε την Αγγλία σε αντιπαραβολή με τις εξελίξεις στη Γ ερμανία. Εκεί οι γιούνκερς ήταν ικανοί να χρησιμοποιούν το κράτος στην προ σπάθεια τους να διατηρήσουν τη θέση τους και επίσης να σχηματί 78. Ο Thompson, Landed Society, 308-318, συζητάιι τη διαφορττιχή «πίπτω-τη της ΰφισης στους διάφορους τομ(1ς των έγγιιων συμφιρόντων.
59
σουν ένα ενιαίο αγροτικό μέτωπο με τους αγρότες - ιδιοκτήτες στην υπόλοιπη Γερμανία. Ποτέ η Γερμανία δεν γνώρισε μια εμπει ρία ανάλογη με την κατάργηση των Νόμων Περί Σίτου. Αντίθετα, σημαντικοί τομείς της βιομηχανίας μπήκαν στον χορό του «γάμου σιδήρου και σίκαλης» (που ολοκληρώθηκε με το δασμό του 1902), κερδίζοντας σαν μερίδιό τους από τη συναλλαγή, ένα πρόγραμμα ναυτικής ανάπτυξης. Η όλη σύμπραξη των συμφερόντων των γιούνκερς, των αγροτών και των βιομηχάνων, γύρω από ένα ιμπε ριαλιστικό και αντιδραστικό πρόγραμμα είχε καταστροφικά απο τελέσματα για τη γερμανική δημοκρατία. Στην Αγγλία του προ χωρημένου 19ου αιώνα, ο συνδυασμός αυτός απότυχε να εκφρα στεί. Η ιμπεριαλιστική πολιτική στην Αγγλία είχε ήδη μια μακρό χρονη ιστορία πίσω της. Αποτελούσε μια εναλλακτική κατάστα ση, ίσως ακόμη ένα παρεπόμενο της πολιτικής του ελεύθερου εμπορίου μάλλον παρά ένα εντελώς νέο κοινωνικό φαινόμενο που εμφανίστηκε στον προχωρημένο καπιταλισμό.79 Σχετικά με τα αγροτικά προβλήματα, οι συντηριτικές κυβερνήσεις του 18741879 πήραν μόνο ορισμένα κατευναστικά μέτρα. Και οι φιλελεύθε ροι επίσης από το 1880 κι εδώ, άφησαν τα πράγματα να τραβήξουν το δρόμο τους ή επιτέθηκαν ενεργητικά κατά των αγροτικών συμφερόντων.80 Με λίγα λόγια, επέτρεψαν στη γεωργία να βράσει στο ζουμί της, δηλαδή να αυτοκτονήσει αξιοπρεπώς με τη βοήθεια μερικών ρητορικών δακρύων. Αυτό θα ήταν σχεδόν αδιανόητο αν ώς εκείνη την εποχή τα ανώτερα αγγλικά στρώματα δεν είχαν πάψει σε μεγάλο βαθμό να είναι αγροτικά. Η οικονομική βάση είχε γίνει βιομηχανική και εμπορική. Ο Ντισραέλι και οι διάδοχοί του έδειξαν ότι, με μερικές μεταρρυθμίσεις, μπορούσε να διατηρηθεί κάποια λαϊκή βάση για το συντηρητισμό μέσα σ ’ ένα δημοκρατικό πλαίσιο. Επρόκειτο βέβαια να δοθούν κι άλλοι αγώνες, όπως η επίθεση του Λόυντ Τζώρτζ κατά των τιτλούχων γαιοκτημόνων με τον προϋπολογισμό του 1909 και η συνταγματική κρίση που προέκυψε α π ’ αυτό. Αλλά μέχρι αυτή τη περίοδο, παρά την οξύτητα, το αγροτικό πρόβλημα και το ζήτημα της εξουσίας της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα, για να παραχωρήσει τη θέση του σε νέα ζητήματα που συγκεντρώνον 79. Βλ. το λαμπρό άρθρο από τους Gallagher χαι Robinson "Imperialism of Kree Trade” . 1-15. 80. Clark, Victorian England. 247-249.
60
ταν στην απόσπασή της συναίνεσης του βιομηχανικού εργάτη στους όρους του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού. Καθώς μελετούμε τον 19ο αιώνα, ποιοί παράγοντες ξεχωρί ζουν σαν υπεύθυνοι για την πρόοδο της Αγγλίας προς τη δημοκρα τία; Εκείνοι που κληροδοτήθηκαν από ένα βίαιο παρελθόν έχουν ή δη αναφερθεί: ένα σχετικά δυνατό και ανεξάρτητο κοινοβούλιο, ένα εμπορικό και βιομηχανικό συμφέρον, το όχι σοβαρό αγροτικό πρόβλημα. Ά λλοι παράγοντες προσιδιάζουν ειδικά στον 19ο αιώ να. Κυβερνώντας μέσα στο πλαίσιο του γρήγορα αναπτυσσόμενου βιομηχανικού καπιταλισμού, οι ανώτερες γαιοκτητικές τάξεις απορρόφησαν καινούργια στοιχεία την ίδια στιγμή που συναγωνί ζονταν μ ’ αυτά για τη λαϊκή υποστήριξη — ή τουλάχιστον απέφυγαν μια σοβαρή ήττα χάρη στις έγκαιρες παραχωρήσεις. Μια τέτοια πολιτική ήταν αναγκαία, αφού απούσιαζε οποιοσδήποτε δυνατός κατασταλτικός μηχανισμός. Ή ταν εφικτή, γιατί η οικο νομική θέση των αρχουσών τάξεων διαβρωνόταν αργά και με τρό πο που τους επέτρεπε να μεταπηδήσουν χωρίς μεγάλη δυσκολία από τη μια οικονομική βάση στην άλλη. Τελικά, η πολιτική που ήταν αναγκαία και εφικτή πραγματοποιήθηκε, γιατί οι ηγέτες που ήταν στα πράγματα είδαν και χειρίστηκαν τα προβλήματα αρκετά έγκαιρα και επιδέξια. Δεν υπάρχει ανάγκη να αρνηθούμε την ιστορική σημασία των μετριοπαθών και έξυπνων πολιτικών. Αλλά είναι ανάγκη να κατανοήσουμε την κατάσταση μέσα στην οποία εργάστηκαν, κατάσταση που δημιουργήθηκε σε μεγάλο βαθμό από ανθρώπους που κι αυτοί ήταν έξυπνοι, αλλά σπάνια μετριοπαθείς.
61
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΤΤΕΡΟ
Εξέλιξη και Επανάσταση στη Γαλλία
1. Διαφορές μ ε την Αγγλία και οι πηγές τους
Ανάμεσα στους αποφασιστικούς παράγοντες για την εξέλιξη της δημοκρατίας στην Αγγλία ήταν η ανεξαρτησία της γαιοκτημονικής μικροαριστοκρατίας και των ευγενών από το στέμμα, η υιοθέτηση από τη μεριά τους της εμπορικής γεωργίας, που εν μέρει ήταν αντίδραση στην ανάπτυξη μιας εμπορικής και βιομηχανικής τάξης με την δίκιά της οικονομική βάση, και η εξάλειψη του προβλήματος των αγροτών. Η γαλλική κοινωνία μπήκε στο σύγ χρονο κόσμο από ένα πολύ διαφορετικό μονοπάτι. Αντί να ανοίξει το δρόμο με σοβαρό, ανεξάρτητο τρόπο, η γαλλική αριστοκρατία ή πιο συγκεκριμένα η ηγετική της μερίδα, έγινε ένα διακοσμητικό εξάρτημα του βασιλιά. Μολονότι η τάση αυτή αντιστράφηκε στο δεύτερο μέρος του 18ου αιώνα, η τελική συνέπεια ήταν η κατα στροφή της αριστοκρατίας. Αντί για μια ανώτερη γαιοκτημονική τάξη που να στρέφεται προς την εμπορική γεωργία κατά το αγγλι κό πρότυπο, βρίσκουμε στη Γαλλία της μοναρχίας των Βουρβόνων κυρίως μια τάξη ευγενών που ζει απ ’ τα όσα μπορεί ν’ αποσπάσει απ ’ τους χωρικούς μέσω των υποχρεώσεων πού είχαν επιβληθεί στους τελευταίους. Αντί για την καταστροφή της ιδιοκτησίας των αγροτών διακρίνουμε την βαθμιαία της παγίωση πριν και μετά την επανάσταση. Τ ο εμπόριο και η βιομηχανία στη Γ αλλία υστερούν σε σχέση με εκείνα της Αγγλίας. Ό λες οι κύριες δομικές μεταβλητές και οι ιστορικές τάσεις στη γαλλική κοινωνία του ancien regime διαφέρουν πολύ από κείνες στην Αγγλία του 16ου μέχρι του 18ου αιώνα. Τ ο πώς και γιατί υπήρχε ομοιότητα στο πολιτικό αποτέλε σμα κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα, αποτελεί, μαζί με κάποιες σημαντικές διαφορές, το βασικό αίνιγμα που θα προσπα 62
θήσω να ξεδιαλύνω σ ' αυτό το κεφάλαιο. Αφού χωρίς την επανά σταση είναι πολύ απίθανο να υπήρχε ομοιότητα, αυτό το μεγάλο γεγονός θα είναι το βασικό αντικείμενο της ανάλυσης. Σε σύγκριση με την αντιστοιχή της στην Αγγλία τον 18ο αιώνα, η γαλλική αριστοκρατία ζούσε σε μεγάλο βαθμό από φόρους που συγκέντρωναν σε είδος ή σε χρήμα από τους χωρικούς τους. Η προέλευση της διαφοράς αυτής ανάγεται αρκετά πίσω, στο σύθαμπο της γαλλικής ιστορίας, έτσι ώστε είναι ασύνετο για έναν ερασιτέχνη να προσπαθήσει να διεισδύσει βαθιά σ ’ αυτή, ειδικά μάλιστα όταν ο μεγάλος γάλλος ιστορικός Marc Bloch σήκωσε τα χέρια του μάλλον παράπρότεινε μια εξήγηση. Αρκεί να πούμε ότι, μέχρι τον προχωρημένο 14ο αιώνα και κατά τον 15ο, πολλά από τα βασικά χαρακτηριστικά είχαν ήδη αρχίσει να φαίνονται: Έ νας φεουδάρχης ο οποίος έδινε σχετικά λίγη προσοχή στην καλλιέργεια του κτήματός του, που ήταν μάλλον μικρό σε μέγεθος. Τα κτήματα φαίνεται ότι μίκραιναν καθώς οι μεγαλοφεουδάρχες παραχωρούσαν κομμάτια τους σε μικρές δόσεις στους χωρικούς, με ανταμοιβή ένα μερίδιο από τη σοδιά. Ό που ήταν δυνατό ο γαιοκτήμονας προτιμούσε να ξεφορτώνεται τα κτήματά του χοντρικά και σε πολλές περιπτώσεις με όρους που έδειχναν ότι έλπιζε να τα επανακτήσει κάποτε στο μέλλον. Αλλά κάτι τέτοιο δεν ήταν πάντοτε κατορθωτό. Ο ευγενής ήταν συχνά πολύ μακριά, στον πόλεμο, ενώ ήταν δύσκολο να βρεθούν χέρια για να δουλέψουν τη γη. Η καλύτερη λύση για πολλούς φαίνεται ότι ήταν να ρίχνουν το βάρος της καλλιέργειας όσο ήταν δυνατό σ ’ εκείνους τους πακτωτές που θα μπορούσαν να δουλέψουν μεγάλες μονάδες ή, πιο συχνά, κατ’ ευθείαν στους αγρότες.1 Κάπως νωρίτερα η γαλλική αριστοκρατία είχε αρχίσει να αποκτά μια πιο καθορισμένη νομική θέση, με κανόνες που προσδιορίζονταν αυστηρά από το νόμο.2 Τ α δυό αυτά χαρακτηριστικά, της πιο καθορισμένης, έστω και κάθε άλλο παρά αποκρυσταλλωμένης, νομικής θέσης και της εξάρτησης από τους φόρους του αγρότη, επρόκειτο να διακρίνουν τη γαλλική αριστοκρατία από την αγγλική μικροαριστοκρατία σ ’ όλη την υπόλοιπη ιστορία της. Σε μια πολύ πρώιμη περίοδο ο 1. Duby. Economic rurall. II. 572-599. Bloch. Hisloirc rurale. I. 95-105. H έχθιση του Duby γραμμένη πιρίπου τριάντα χρόνια μιτά από ιχείνη του Bloch, ciναι γινιχά παρόμοια, (αν χαι πιο λιπτομιρής), ιχτός του ότι τοποθετεί τις κύριε; τάσεις ενάμισυ αιώνα αργότερα. 2. Bloch "Pass^ de la noblr>se” 366.
63
αγρότης είχε καταφέρει να ξεφύγει από την προσωπική δουλειά, επωφελούμενος κυρίως από τη ζήτηση για εργασία στην επαρχία, που αύξανε καθώς οι αναπτυσσόμενες πόλεις πρόσφεραν τη δυνα τότητα ενός άλλου τρόπου ζωής. Μέχρι την εποχή της επανάστα σης οι αγρότες βρίσκονταν κοντά στη de facto απόκτηση δικαιωμά των ιδιοκτησίας.3 Πίσω α π ’ αυτή τη συνέχεια υπήρχαν επίσης σημαντικά στοιχεία αλλαγής. Το σύστημα της μεγάλης ιδιοκτησίας που λειτουργούσε με δουλοπάροικους, όπως ήδη έχουμε δει, άρχισε να τροποποιείται τουλάχιστο από το δεύτερο μέρος του 14ου αιώνα κι έπειτα. Κατά το τέλος του Μεσαίωνα και στη διάρκεια της πρώιμης σύγχρονης περιόδου, συγκεκριμένα ίσως τον 16ο αιώνα, οπότε μια αύξηση στη προσφορά του χρυσού και ασημιού φαίνεται ότι ανέβασε τις τιμές, υπάρχουν ενδείξεις για κάποια επερχόμενη κρίση στα φαιουδαρχικά εισοδήματα. Μεγάλα τμήματα της παλιάς πολεμικής αριστοκρατίας, η noblesse d’ έρέε (αριστοκρατία του ξίφους), καταστράφηκαν. Η υπονόμευση των οικονομικών τους θεμελίων μπορεί να διευκόλυνε τους βασιλιάδες και τους ταλαντού χους υπουργούς τους να επεκτείνουν τη βασιλική εξουσία, ένα προτσές που κορυφώθηκε στη μακρόχρονη βασιλεία του Λουδοβί κου του 14ου (1643-1715). Φυσικά, οι ευγενείς δεν δέχτηκαν τη μοίρα τους παθητικά. Αντιμέτωποι με την καταστροφή, πολλοί προσπάθησαν να αντιδράσουν, να πάψουν να είναι ραντιέρηδες και να ανασυγκροτήσουν το υποστατικό.4 Αλλά γενικά δεν είχαν την οικονομική βάση, όπως είναι το εμπόριο του μαλλιού, που έκανε εφικτή μια τέτοια πολιτική στην Αγγλία. Τα μέλη της μπουρζουαζίας που είχαν κάνει λεφτά στις πόλεις και άρχισαν να αποκτούν γη από τους ξεπεσμένους ευγενείς είχαν κάποια μεγαλύτερη επιτυχία. Το προτσές άρχισε στον 15ο αιώνα και συνεχίστηκε σ ’ ολόκληρο τον 18ο. Με την εισροή αυτού του αστικού πλούτου έγινε κάποια ανασυγκρότηση των μεγάλων κτη μάτων. Σε ορισμένα μέρη της Γαλλίας δημιουργήθηκε μια κατά σταση που είχε κάποιες ομοιότητες με την Αγγλία, καθώς οι νέοι ιδιοκτήτες ζούσαν και διηύθυναν τα κτήματά τους αποβλέποντας στο κέρδος. Ό μ ω ς η ομοιότητα είναι επιφανειακή. Στη Γαλλία 3. Bloch, Historie rurale, I, 120-121. Βλ. Histoire economique. 1 ,1 2 5 ,1 2 9 ,για τη χιιραφέτηση των δουλοπαροίκων. Lefebvre, Etudes, 251. 4. Η Εκτός από τον Duby. Economic rurale, βλ. S<e, Histoire economique. I, 93· και κυρίως Bloch, Histoire rurale. I, 107, 111-112, 134-135, 150-153.
64
του 17ου αιώνα, όπως κι αργότερα,το κέρδος προερχόταν όχι από τήν πώληση προϊόντων στην αγορά, άλλα όπως πριν, από την είσπραξη πακτωμάτων από τους αγρότες. Καθώς παρατήρησε ο Bloch, η ευκαιρία για την απόκτηση κέρδους από ένα μεγάλο κτήμα προερχόταν από τη συλλογή μιας σειράς μικρών «δοσιμάτων», μερικών απ ’ αυτά σε είδος, από μια σειρά μικρών μονάδων. Αν και το καθήκον αυτό μπορούσε να ανατεθεί σ ' ένα μεσίτη, η καλύτερη προοπτική επιτυχίας προερχόταν από την προσεκτική, λεπτομερή, και μάλλον ανέντιμη διαχείριση.* Η κατάσταση αυτή ήταν ιδανική για τους δικηγόρους, και μάλιστα από πολλές απόψεις. Τα πλοκάμια της βασιλικής γραφει οκρατίας χρειάζονταν δικηγόρους στον αγώνα κατά των παλιών ευγενών. Και ο πλούσιος μπουρζουάς που αποκτούσε γη μεταπηδούσε σε ανώτερους κοινωνικούς κύκλους είτε με την απόκτηση ενός τίτλου ευγενείας ή με την αγορά κάποιος γραφειοκρατικής θέσης (office ή charge).6 Αν και η noblesse de robe (αριστοκρατία της τηβέννου) συχνά ήταν ενοχλητική για το βασιλιά, — μόνο ο Λουδοβίκος 14 ος ήταν έγκαιρα έτοιμος να τους μεταχειριστεί με σκόπιμη περιφρόνηση — δημιούργησε ένα από τα κύρια όργανα της απολυταρχίας στην πάλη της με τις τοπικιστικές τάσεις και την παλιά πολεμική αριστοκρατία. Καθώς υπήρχαν, συχνά, ικανοποιη τικά έσοδα για τη βασιλική γραφειοκρατία, ειδικά στον 18ο αιώνα που ο βασιλικός έλεγχος χαλάρωσε, τα πλεονεκτήματά της μπορεί να συνέβαλαν στην ελάττωση οποιοσδήποτε τάσης να λειτουργήσει ένα φέουδο σύμφωνα με τα αγγλικά πρότυπα. Πάντως η «απόδοση» του μεγάλου κτήματος ήταν μια σχετι κά περιορισμένη υπόθεση. Ύστερα, τα κτήματα αυτά δεν ήταν τό σο κοινά στη Γ αλλία όπως στην Αγγλία ή την ανατολική Γερμανία. Μεγάλα τμήματα της χώρας βρίσκονταν στα χέρια των αγρο τών. Έ τσι, το σύστήμα στο σύνολό του ήταν διαρθρωμένο με τέ τοιο τρόπο ώστε συνυπήρχαν μεγάλες και μικρές μονάδες.7 Η Γ αλ λία δεν γνώρισε κανένα εκτεταμένο κίνημα περιφράξεων.8 Μόνο στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα άρχισε ν ’ αλλάζει η κατάσταση. Η παρακμή της noblesse d’ έρέβ ήταν μέρος του ίδιου προτσές με το οποίο ο βασιλιάς παγίωσε και επέκτεινε την εξουσία του. 5. 6. 7. 8.
Bloch. Hisloire rurale. I. 142-143, 145, 149-150- II, 169-170. Cdhring, FudaliiSi, 69-70. Bloch. Hisloire rurale. I, 154. S<e, Hisloire iconomique. I, 395
65
Στην πορεία του 16ου αιώνα και ύστερα, ο βασιλιάς αποστέρησε τους ευγενείς από πολλές α π ’ τις δικαστικές τους λειτουργίες, έπαιρνε στρατιώτες και φόρους από τα εδάφη τους, γενικά ανακα τευόταν στις υποθέσεις τους, και τους ανάγκαζε να υποταχθούν στα παρλαμέντα του.’ Μέχρι την εποχή του Λουδοβίκου 14ου η ταξη των ευγενών φαινόταν ότι είχε ξεπέσει σ ’ ένα ρόλο μεγαλό σχημης αχρηστίας στις Βερσαλλίες ή ειρηνικής φυτοζωίας στις επαρχίες. Εντούτοις, η εντύπωση αυτή είναι κάπως απατηλή. Είναι βέβαιο ότι ο βασιλιάς Ή λιος τους είχε κάνει ακίνδυνους σε μεγάλο βαθμό. Αλλά έπρεπε να κάμει ορισμένες θυσίες που μόνο εν μέρει ήταν πλεονεκτικές για το στέμμα. Μπορούσε να εξασφαλίσει σε πολλούς καλές θέσεις στην Εκκλησία, η οποία είχε τεράστια εισοδήματα, τον καιρό εκείνο πολύ μεγαλύτερα από εκείνα του κράτους. Σε ανταπόδοση για τη βοήθεια της Εκκλησίας, που περιποιούνταν ένα τμήμα των ευγενών, ο βασιλιάς προστάτευε την Εκκλησία κατά των αιρέσεων.10 Μια συνέπεια ήταν η ανάκληση του Διατάγματος της Νάντης. Μια δεύτερη μορφή του κόστους για το στέμμα ήταν ο πόλεμος. Αν και ο Λουδοβίκος απομάκρυνε τους ευγενείς απο τον πυρήνα της πολιτικής εξουσίας, τους παρέδωσε το στρατό και την Εκκλησία.11 Ο διαρκής πόλεμος ήταν το μόνιμο θέμα συζήτησης μεταξύ των ευγενών στην αυλή και βοήθησε να δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα αφοσίωσης προς το βασιλιά.13 Το σύστημα της υποχρεωτικής επιδεικτικής κατανάλωσης στις Βερσαλλίες κατέστρεψε πολλούς ευγενείς. Στις επαρχίες επίσης η έρευνα του Κολμπέρ που έγινε μέσω εποπτών, αποκάλυψε ότι η φτώχεια ήταν διαδομένη.13 Έ τσ ι είναι δελεαστικό να συνδέσουμε το βασιλικό απολυταρχισμό και την αποτυχία να στεριώσει η εμπορική γεωργία, αφού και οι δυό αυτοί παράγοντες αλληλοενισχύονταν για μια μακρόχρονη περίοδο. Μέχρι πολύ πρόσφατα οι αναφορές των ιστορικών, για μια λαμπρή και παρασιτική αριστοκρατία στο Παρίσι και για έναν ευγενή της υπαίθρου που αργοσβήνει αυτάρεσκα μέσα σε μια βαλτωμένη γεωργία. 9. Sfe, Hisluir- &onomique. I, 83, Sagnac, Sociili franfaise, I, 209-210. 10. Sagnac, Soci
66
υποδήλωναν μια τέτοια εξήγηση του υπόβαθρου της επανάστασης και της εξαφάνισης της αριστοκρατίας με την επαναστατική βία. Το έργο ενός αμερικανού καθηγητή, του Robert Forster, που άρχισε να δημοσιεύεται το 1960, έχει τροποποιήσει σοβαρά αυτή τη συνηθισμένη εικόνα. Επιτρέποντάς μας, να εντοπίσουμε με μεγα λύτερη ακρίβεια τις δομικές διαφορές μεταξύ του εκσυγχρονισμού στην αγγλική και τη γαλλική επαρχία, η έρευνα αυτή συνέβαλε σημαντικά στην κατανόηση του πλαισίου και των συνεπειών της επανάστασης. Αφού ο ρόλος της εμπορικής γεωργίας είναι κρίσι μος για το γενικό θέμα του βιβλίου αυτού, καλό θα είναι να σταματήσουμε για λίγο και να εξετάσουμε από κοντοί την κατά σταση. 2.
Η ανταπόκριση των ευγενών στην εμπορική γεωργία
Για το δεύτερο μέρος του 17ου αιώνα και την πρώτη δεκαετία του 18ου αιώνα, δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε τη θέση ότι η τάση προς την εμπορική γεωργία ήταν αδύνατη σε σύγκριση με εκείνη στην Αγλλία, όχι μόνο μέσα στην τάξη των ευγενών αλλά γενικά στη Γαλλία. Ό π ω ς και στην Αγγλία, το κεντρικό αγροτικό πρόβλημα ήταν να προμηθεύονται σιτηρά οι τάξεις που έτρωγαν ψωμί χωρίς να καλλιεργούν σιτάρι. Το εμπόριο σίτου παρουσίαζε μια εικόνα στασιμότητας, εκτός από κάποια τάση να παράγεται σιτάρι για τη διάθεση στις περιοχές που ήταν κοντά στις μεγάλες πόλεις. Εκεί φαίνεται πως οι κυρίως επωφελούμενοι ήταν οι πλουσιότεροι αγρότες μάλλον παρά η γαιοκτημονική αριστοκρα τία. Γενικά οι περιοχές διάθεσης τω ν‘γεωργικών προϊόντων δεν επεκτείνονταν πέρα από τη γειτονιά μερικών μεγάλων πόλεων και ορισμένων αποθηκών εξαγωγής στα σύνορα. Μόνο το Παρίσι αντλούσε προϊόντα από μια σημαντική σε έκταση ενδοχώρα. Το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας έκανε τις προμήθειές του από κοντινές περιοχές.14 Η γενική σύλληψη του προβλήματος των σιτηρών συνίστατο στον έλεγχο μιας περιορισμένης προσφοράς από μια περιορισμένη περιοχή. Η έλξη μερικών μεγάλων πόλεων γινόταν κυρίως αισθητή σε περιόδους στενότητας, οπότε γινόταν αποσυνθετικός παράγον 14. Usher, Crain Trade, στον οποίο οι πίναχίς ίιίχνουν την κατάσταση ανάμτσα στα 1660 χαι 1710.
67
τας.15 Στο δεύτερο μέρος του 17ου «ιών* και το πρώτο μέρος του 18ου, οι έμποροι και οι αντιπρόσωποί τους σε μερικές περιοχές κυρίως κοντά στο Παρίσι, υιοθέτησαν τη πρακτική να διατρέχουν την επαρχία για να αγοράζουν κάθε πλεόνασμα που μπορούσαν να βρουν. Η πρακτική αυτή προκαλούσε έντονη δυσαρέσκεια, επειδή έφερνε αναταραχή στις τοπικές πηγές προσφοράς και αναπτύχθηκε σε αντίθεση προς τα κρατούντα έθιμα και προς τη νομοθεσία.16 Αν και οι πλούσιοι ιδιοκτήτες μεγάλων κτημάτων μπορούσαν να παίρνουν σιτάρι με τη μορφή των φεουδαλικών φόρων για να το διαθέτουν μέσω εμπορικών αποστολών στις πόλεις, οπωσδήποτε ήταν εντελώς κοινή πρακτική ν ’ αγοράζουν σιτάρι από τους πλουσιότερους αγρότες, μια σαφής ένδειξη ότι ανταγωνίζονταν με επιτυχία τον ευγενή για την κατάκτηση μιας περιορισμένης αγο ράς.17 Εάν υπήρχαν επιχειρηματικοί γαιοκτήμονες στη Γ αλλία του όψιμου 17ου και πρώιμου 18ου αιώνα που σε ορισμένα κτήματα ακολούθησαν τον αγγλικό τρόπο, ξέφυγαν από την προσοχή των ιστορικών. Πιθανώς υπήρχαν μερικοί, αλλά είναι πολύ απίθανο να είχαν μεγάλη σημασία. Ό τα ν τα εμπορικά πλεονεκτήματα έγιναν πιο σημαντικά στη διάρκεια του 18ου αιώνα, ο γάλλος ευγενής ανταποκρίθηκε μ ’ έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Μελετώντας μόνο το εμπόριο του σιταριού διατρέχουμε τον κίνδυνο να δώσουμε μια πολύ παραπλανητική εντύπωση. Τ ο κρασί ήταν ένα εμπορικό προϊόν και μάλιστα πολύ σημαντικό. Πραγμα τικά, το κρασί ήταν για τη γαλλική γεωργία, ίσως ακόμα και για τη γαλλική κοινωνία του 18ου αιώνα συνολικά, ό,τι ήταν το μαλλί για την αγγλική γεωργία και κοινωνία στον 16ο και 17ο αιώνα. Ένας μελετητής που ρέπει προς τη στατιστική έχει υπολογίσει ότι σε μια συνηθισμένη χρονιά κατά το δεύτερο μισό του παλιού καθεστώ τος (ancien regime) η Γ αλλία παρήγε αρκετό κρασί, κάπου τριάντα εκατομμύρια hectolitres (εκατόλιτρα) για να εξασφαλίζει φορτίο για ολόκληρο τον αγγλικό εμπορικό στόλο της εποχής.18 Ή ταν το ίδιο αδύνατο να πιεί ένας άνθρωπος όλο το κρασί που μπορού σε να παράγει σ ’ έναν χρόνο όσο και να φορέσει όλο το μαλλί που 15. Usher, Crain Trade, 5, 11, 17. 16. Usher, Grain Trade. 20, 21, 25-26, 42-43, 101, 105-106. 17. Usher, Grain Trade, 7, 8, 16, 87, 88, 91, 93. 18. Labrousse, Grise de I' iconomie. I, 208. Απ ' (Sri γνωρίζω μόνο δυό μέρη από τα έξι που υποσχέθηχι ιμφανίατηχαν. Έ τσι Stv υπάρχουν αποδι(ξ«ς για κάποιίς γΓνυκΰσεις του Labrousse.
68
μπορούσε να πάρει απ τα ζώα του. Έ τσ ι το να καλλιεργήσει σταφύλια ή να εκθρέψει πρόβατα σημαίνει να προωθηθεί στην αγο ρά, να εξαρτηθεί από τις αποφάσεις βασιλιάδων και καγκελλαρίων και να προσπαθήσει να τους επηρεάσει, να βρίσκει τις επιχειρημα τικές μέθοδες και τα λογιστικά βιβλία πιο ταιριαστά από τη beau geste (ευγενική χειρονομία), το ξίφος, το largesse (πεσκέσι) και τους άλλους αριστοκρατικούς τρόπους. Αλλά οι ομοιότητες στα ματάνε εδώ και δεν γνωρίζουμε τι πραγματικά συμβαίνει. Οι οικονομικές και πολιτικές συνέπειες του εμπορίου του κρασιού και της εκτροφής προβάτων είναι εντελώς διαφορετικές. Ο διακεκριμένος γάλλος οικονομικός ιστορικός C.E. Labrousse, που φαίνεται ότι συνδυάζει τον γαλλικό ενθουσιασμό με την αμερικανι κή μανία της στατιστικής, προσπάθησε να αποδείξει με ογκώδεις στατιστικές ότι μια μακρόχρονη ύφεση στο εμπόριο του κρασιού ήταν ένας αποφασιστικός παράγοντας για την γενικά καθυστερη μένη κατάσταση της γαλλικής οικονομίας και την έκρηξη της επαναστασης. Για μένα το αποτελεσμα είναι περισσότερο εντυπω σιακό ι^αρά συντριπτικό. Ο δεσμός με την βιομηχανική καθυστέρη ση δεν έχει αποδειχτεί. Οι δύο ογκώδεις μελέτες του, μόνο μικρό μέρος του όλου έργου του όπως αρχικά σχεδιάστηκε, περιορίζονται σχεδόν ολοκληρωτικά σε αγροτικά ζητήματα. Ενώ είναι ευχάριστο να θεωρούμε την οινοποσία σαν μια τουλάχιστο δυνητική θεραπεία της οικονομικής καθυστέρησης, μερικά γεγονότα που παρατίθενται από τον ίδιο το Labrousse δείχνουν πως, για τη Γαλλία του 18ου αιώνα, η προοπτική αυτή δεν ήταν ρεαλιστική. Τα 9/10 του κρασιού, υπολόγισε, καταναλώνονταν στην ίδια τη Γαλλία. Η αμπελοκαλλιέργεια γινόταν σ ’ ολόκληρη τη Γ αλλία: από τριάντα δύο g£n£ralites ή φορολογικές περιφέρειες του ancien regime, μόνο τρεις στο βορρά και στα βορειοδυτικά δεν ήταν οινοπαραγωγικές περιοχές.14 Οι άσχημες μεταφορές, η καλλιέργεια του αμπελιού που διαδόθηκε σ ’ ολόκληρη τη χώρα, το γεγονός ότι το περισσότε ρο κρασί πινόταν στη Γ αλλία — όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρα σμα ότι το περισσότερο κρασί ήταν vin ordinaire (κοινό κρασί), πιθανώς πολύ χειρότερο από σήμερα, και όχι ένα προϊόν πολυτε λείας, από το οποίο μπορούσε να κάμει κανένας περιουσία και να προωθήσει την οικονομία. Τα κρασιά που απέδιδαν σημαντικό εμπορικό κέρδος φαίνεται 19. l-abroussr. Crisr de Γ teonomi'. 586, 207.
69
ότι παράγονταν στις ίδιες περιοχές της Γαλλίας όπως σήμερα. Τα πλεονεκτήματα της εγγύτητας με τις υδάτινες οδικές αρτηρίες πρέπει να είχαν δώσει στο λιμάνι του Μπορντώ ένα τεράστιο πλεονέκτημα στη διάρκεια του 18ου αιώνα. Το κρασί δημιουργού σε την οικονομική βάση για μια πολύ εύπορη και εμπορικά πολύ ικανή τάξη ευγενών στο Μπορντώ και γύρω απ ’ αυτό στη διάρκεια του 18ου αιώνα. Τα σταφύλια μετατρέπονταν σε χρυσό και ο χρυσός σε ένα σωρό ωραίες πολιτιστικές εκδηλώσεις που κάλυ πταν όλο το χώρο από ολόδροσες χορεύτριες μέχρι το Esprit de lois (Πνεύμα των νόμων) του Μοντεσκιέ. (Ο διακεκριμένος αυτός φιλόσοφος ήταν μερικές φορές αυτό που οι σύγχρονοι θα ονόμαζαν υποστηρικτής του λόμπυ της οινοβιομηχανίας.)20 Από μόνα τους τα κέρδη από το κρασί σταματούν εδώ, όπως φαίνεται ότι έγινε στο Μπορντώ. Η αμπελουργία δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση της υφαντουργικής βιομηχανίας, όπως μπορεί η εκτροφή των προ βάτων. Ούτε και μπορεί να θρέψει τον αστικό πληθυσμό όπως κά νει η καλλιέργεια του σίτου. Εν πάσει περιπτώσει, η τάση για την αλλαγή προέρχεται από τις πόλεις και 6χι από την επαρχία. Ό ,τ ι συμβαίνει στην επαρχία γίνεται σημαντικό κυρίως μέσα από τις κοινωνικές αλλαγές που αγγίζουν ή δεν αγγίζουν την αγροτιά, που εξακολουθεί να είναι η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού στα πρώτα στάδια της βιομηχανικής ανάπτυξης. Η αμπελουργία στη Γαλλία δεν δημιούργησε εκείνο το είδος των αλλαγών μεταξύ των αγροτών, όπως μαζικές περιφράξεις, που στην Αγγλία ήταν η συνέπεια της εμπορικής γεωργίας. Η αμπελοκαλλιέργεια, ειδικά στην περίοδο πριν α π ’ τα τεχνητά λιπάσματα, ήταν αυτό που οι οικονομολόγοι ονομάζουν εντατική ως προς την εργασία γεωργία, και απαιτούσε μεγάλον αριθμό ειδι κευμένων αγρεργατών, και σχετικά μικρές ποσότητες κεφαλαί ου με τη μορφή γης ή εργαλείων. Η αγγλική περίπτωση γενικά είχε σχεδόν αντίστροφο χαρακτήρα. Έ τσι, η γαλλική αγροτική κοινωνία στον 18ο αιώνα ήταν ικανή να ανταπεξέλθει στα προβλή ματα της εντατικής ως προς την εργασία γεωργίας εντελώς ικανοποιητικά — από την άποψη της αριστοκρατίας, εάν όχι από την άποψη της αγροτιάς. Επειδή υπάρχει ελάχιστη διαφορά μετα ξύ των κοινωνικών δομών σε μια προοδευμένη οινοπαραγωγική περιοχή και στις σιτοπαραγωγικές περιοχές όπου οι εμπορικές 20. Forster. "Noble Wine Producers", 19, 25, 33.
70
επιρροές είχαν διεισδύσει και είχαν γίνει έντονες, μπορούμε εδώ να παρακαμψουμε τις λεπτομέρειες. Η ουσιαστική διάκριση είναι εντελώς απλή: Ο γάλλος αριστοκράτης κρατούσε τον αγρότη στη γη και χρισημοποιούσε φεουδαλικούς μοχλούς για να αποσπάσει μεγαλύτερο προϊόν. Μετά, ο ευγενής πουλούσε την παραγωγή στην αγορά. Στην περί πτώση του κρασιού, τα νομικά προνόμιά του ήταν ιδιαίτερα χρήσιμα, αφού μέσω αυτών μπορούσε να κάνει πολλά για να εμποδίσει τους αγρότες να φέρνουν κρασί στο Μπορτώ, όπου μπορούσε να ανταγωνισβεί το κρασί που προερχόταν από ένα φεουδαρχικό πύργο. Επειδή δε είχαν το προνόμιο να φέρνουν κρασί στην πόλη, καθώς επίσης και τους πόρους για να αναβάλουν την πώληση μέχρι την πιο ευνοϊκή στιγμή, οι μικρότεροι παραγωγοί έκριναν αναγκαίο να πουλούν το κρασί τους στον ευγενή γαιοκτή μονα.21 Στο Μπορντώ του 18ου αιώνα, μεγάλες περιουσίες βασισμέ νες στο κρασί υπήρχαν μόνο μεταξύ των μελών της noblesse de robe, της δικαστικής αριστοκρατίας, των οποίων η καταγωγή ήταν κυρίως αστική, αν και για πολλές αριστοκρατικές οικογένειες αυτού του είδους στη Γ αλλία του 18ου αιώνα, συνολικά, η αστική προέλευση μπορούσε να είναι μια υπόθεση που ανήκε στο μακρινό παρελθόν. Η παλιά στρατιωτική αριστοκρατία, η noblesse d’6p£e, δεν ήταν ούτε πλούσια ούτε επιφανής. Και φαίνεται ότι αυτοί αποτελούσαν τη συντριπτική μάζα των 400 και κάτι αριστοκρατι κών οικογενειών στη περιοχή του Μπορντώ. Λίγοι μόνον ήταν καλοστεκούμενοι στη κοινωνία του Μπορντώ. Οι περισσότεροι ζούσαν μέσα ή κοντά σε αποτελματωμένες αστικές περιφέρειες, συχνά σε πύργους σκιασμένους από λεύκες ή ήταν κρυμμένοι μακριά, στα χωριά. Σταροχώραφα με έκταση περίπου 100 ακρ και βασιλικές επιχορηγήσεις μερικών εκατοντάδων λιβρών εξασφάλι ζαν τη βάση μιας ζωής που δεν ήταν ούτε στερημένη ούτε πλουσιοπάροχη, αλλά εξαιρετικά επαρχιακή. Οι κοινοτικοί άρχον τες, πολλοί α π ’ αυτούς απόμαχοι αξιωματικοί του στρατού, δεν είχαν εισόδημα περισσότερο από 3.000 λίβρες το χρόνο, σχεδόν πένητες με τα μέτρα του εύπορου ευγενή, με τους αμπελώνες που του εξασφάλιζαν την ευημερία του.22 Τελικά, σ ’ αυτή την περιοχή η αντίθεση ανάμεσα στην παλιά αριστοκρατία και την νεότερη no 21. Forster, "Noble Wine Producers” , 26. 22. Forster, "Noble Wine Producers” , 19-21.
71
blesse dp robe ήταν χτυπητή. Και πρέπει να υπήρχαν πολλοί ευγενείς σ ’ ολόκληρη τη Γαλλία που έμοιαζαν μ ’ αυτούς τους κοινοτικούς άρχοντες. Πολύ πιθανό οι μή επιχειρηματίες ευγενείς να ήταν πλειοψηφία — υποπτεύομαι μάλιστα συντριπτική πλειοψηφία — αν και ακόμα δεν υπάρχει απόδειξη που θα μπορούσε να επιβεβαιώσει το σημείο αυτό. Ό τα ν παρατηρεί κανείς την αντίθε ση αυτή, στο μυαλό ενός σημερινού κοινωνιολόγου έρχονται σχεδόν αυτόματα ορισμένα ερωτήματα. Τπήρχε κάποιο είδος νομικών και πνευματικών φραγμών που εμπόδισαν την noblesse d’ipie ν ’ ασχοληθεί πετυχημένα με το εμπόριο; Πόσο σημαντικά ήταν αυτά τα εμπόδια για την εξήγηση των οικονομικών και πολιτικών χαρακτηριστικών των γάλλων ευγενών ή του γεγονότος ότι η μεγάλη επανάσταση τους συνέτριψε; Αθροιστικές μαρτυρίες με οδηγούν να δώσω μια κατηγορημα τική αρνητική απάντηση σ ’ αυτό το ερώτημα και να υποστηρίξω ότι είναι λάθος να ρωτάει κανείς κάτι τέτοιο, εάν επιθυμεί να κατα νοήσει το δεσμό μεταξύ οικονομικών και πολιτικών αλλαγών. Και ο Μάρξ και ο Βέμπερ έχουν παραπλανήσει τους οπαδούς τους, ιδιαίτερα εκείνους που προσπαθούν να είναι σχολαστικά επιστημο νικοί, σε μερικά από τα ζητήματα αυτά, παρ ’ ότι η συμβολή τους σε άλλους τομείς είναι σίγουρα ανεκτίμητη. Αλλά ας δούμε πρώτα τις ενδείξεις. Πολιτιστικά και νομικά εμπόδια υπήρχαν σίγουρα με τη μορφή της αριστοκρατικής προκατάληψης κατά του εμπορίου και του υποβιβασμού, δηλαδή ότι κάθε ευγενής που καταπιανόταν με μια υποδεέστερη απασχόληση έχανε την κοινωνική του θέση ως ευγενής. Η νομοθεσία σχετικά με τον υποβιβασμό εφαρμοζόταν κυρίως στο αστικό εμπόριο και τη βιομηχανία. Σκόπευε να διαχω ρίσει τις μεγάλης κλίμακας δραστηριότητες, όπως το χοντρεμπό ριο και το διεθνές εμπόριο, που η μοναρχία το ενθάρρυνε δραστήρια (μερικές φορές παρά τις αντιρρήσεις της Τρίτης Τάξης) από τις μικρές, όπως η λειτουργία ενός μαγαζιού λιανικής πώλησης, οι οποίες απαγορεύονταν. Στη γεωργία υπήρχε ένας σαφής νόμος που ανανεώθηκε στα 1661, και που απαγόρευε την εργασία ενός ευγενή σε περισσότερο από ένα μικρό κομμάτι της γης του, τέσσερα charrues ή τέσσερις φορές την έκταση που μπορούσε να δουλευτεί με ένα μόνο αλέτρι.23 Η κύρια δύναμη που διατήρησε τους νόμους 23. Lavisse, Histoire, VII, 1, 378. Carrt. Noblesse, 135-138.
72
αυτούς και την κοινή γνώμη που τους υποστήριξε ήταν η μοναρχία. Ακόμα και με τον Λουδοβίκο 14ο η πολιτική σ ’ αυτό το πεδίο ήταν διφορούμενη και θολή. Η μοναρχία επιζητούσε μια ευημερούσα τάξη ευγενών σαν διακοσμητικό εξάρτημα του στέμματος και σαν βοήθεια για τη διατήρηση των ανθρώπων στις θέσεις τους, και σε πολλές περιπτώσεις ανησυχούσε όταν αντιλαμβανόταν ότι μεταξύ των ευγενών υπήρχαν φτωχοί. Αλλά το στέμμα δεν ήθελε να εγκαθιδρύσουν οι ευγενείς μια ανεξάρτητη οικονομική βάση, που θα μπορούσε να τους κάνει ικανούς ν ’ αμφισβητήσουν την βασιλική εξουσία. Η προκατάληψη κατά της προσπάθειας να πλουτίσει κανείς έξω από τήν καλλιέργεια των κτημάτων ήταν πιθανώς πολύ ισχυρή στα ανώτερα στρώματα των ευγενών και εκείνων που υπάγονταν έστω και λιγότερο άμεσα στα ήθη της αυλικής ζωής. Μια ράθυμη και γεμάτη μηχανορραφίες ζωή στις Βερσαλλίες θα ήταν ασφαλώς πολύ πιο συναρπαστική από το να επιτηρεί κανείς αγελάδες και χωρικούς και θα δίδασκε τον άνθρωπο γρήγορα να δυσανασχετεί με τη μυρωδιά της κοπριάς στα παπούτσια του. Από την άλλη μεριά, πολλοί αριστοκράτες παρέκαμπταν τους νόμους, κάνοντας τις περιουσίες τους στις Δυτικές Ινδίες, εργαζόμενοι συχνά με την αξίνα στο χέρι επικεφαλείς των δικών τους ομάδων νέγρων. Μετά θα μπορούσαν να επιστρέψουν στις Βερσαλλίες ή στο Παρίσι για να συμμετάσχουν στην αυλική ζωή. Με άλλα λόγια, η πετυχημένη, εμπορική καλλιεργητική επίδοση συνεπαγόταν για την υψηλή αρι στοκρατία μια προσωρινή απόσπαση από τη γαλλική κοινωνία.24 Σ το πρώτο τέταρτο του 18ου αιώνα η γενική προκατάληψη κατά των μειωτικών απασχολήσεων φαίνεται ότι ήταν πολύ έντονη: Ο Carri παραθέτει ένα υλικό από γράμματα της εποχής που συμπερι λαμβάνουν την περίπτωση ενός Δούκα, ο οποίος άνοιξε ένα μαγαζί που πουλούσε καρυκεύματα, και ξεσήκωσε τον φθόνο της συντε χνίας των μπαχαροπωλών. Ό τα ν το πράγμα πήρε δημοσιότητα, τα χαμίνια έτρεχαν πίσω από το Δούκα και φώναζαν «II a chi6 au lit»25 (τάκανε απάνω του). Αργότερα, ένα μεγάλο τμήμα της κοι νής γνώμης μεταστράφηκε προς την αντίθετη κατεύθυνση, ευνοϊκή για τις εμπορικές δραστηριότητες της αριστοκρατίας. Η Αγγλία και οτιδήποτε αγγλικό, μαζί και η αγγλική πρακτική, έγινε πολύ 24. Carri, Noblesse, 140, 149, 152. 25. Noblesse. 137-138.
73
της μόδας στους υψηλούς κύκλους και είχε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα αρκετή επίδραση στην πολιτική. Έ γινε ένας σκληρός χαρτοπόλεμος με παμφλέτες σχετικά με το αν αυτό το εμπόριο ταίριαζε ή όχι στους ευγενείς. Με το πέρασμα του χρόνου οι νόμοι που το απαγόρευαν κατέληξαν να 'παρακάμπτονται πλατιά. Πολ λοί αριστοκράτες ανακατεύονταν σε εμπορικές επιχειρήσεις, κρυμ μένοι πίσω από άλλα ονόματα.26. Αυτά όλα τα γεγονότα δείχνουν ότι τα πολιτιστικά και νομικά ε| πόδια είχαν γίνει πολύ λιγότερο σημαντικά στη διάρκεια του 1 »ου αιώνα. Για τον επαρχιώτη ευγενή, ο οποίος κυρίως μας ενδιαφέρει εδώ, αυτά ήταν σε μεγάλο βαθμό νεκρό γράμμα. Καθώς τόνιζε τότε μια σύγχρονη παμφλέτα, όταν ο επαρχιακός ευγενής πουλούσε το σιτάρι του, το κρασί, τα ζώα ή το μαλλί του κανένας δεν τον κατηγορούσε για ξεπεσμό.27 Ό που είχε την ευκαιρία, ή ίσως θα μπορούσε κανείς να πει τον πειρασμό να το κάνει, η αρι στοκρατία του ξίφους έδειχνε απροθυμία να κάμει χρήματα απ ’ το εμπόριο. Κοντά στην Τουλούζη, μια περιοχή όπου μπορούσε κανένας ν ’ αποχτήσει σοβαρά κέρδη από τη καλλιέργεια του σταριού, οι συνήθειες και τα ήθη της παλιάς τάξης των ευγενών έγιναν εντελώς επιχειρηματικά και δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν από τους σχεδόν - μπουρζουάδες ευγενείς της τηβέννου.28 Μιλών τας ο Forster γενικά για την επαρχιακή αριστοκρατία προβάλλει την ακόλουθη θέση: Απέχοντας πολύ από ένα αργόσχολο πληκτικό και εξαθλιω μένο hobereau (μικρογαιοκτήμονα), ο επαρχιακός ευγενής ήταν πολύ πιθανό να είναι ένας δραστήριος, έξυπνος και εύπορος γαιοκτήμονας. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί υποδηλώ νουν κάτι περισσότερο από ένα φουσκωμένο πορτοφόλι. Εξυπονοούν μια στάση προς την οικογενειακή περιουσία που χαρακτηρίζεται από την οικονομία, την πειθαρχία και την αυστηρή διαχείριση και που συνήθως υπονοείται με τον όρο «αστός».29 Από μια τέτοια μαρτυρία είναι εντελώς φανερό ότι η νομοθε26. 27. 28. 29.
74
Noble.-se. 141-142, 145-146. Noblesse. 142. Korsler. Nobililv of Toulouse. 26-27. Korslrr. 'T he Provincial Noble", 683.
σία και η προκατάληψη σαν τέτοιες δεν εμπόδισαν ουσιαστικά τη διάδοση μιας εμπορικής νοοτροπίας και στη γαλλική γαιοκτημονι κή αριστοκρατία. Δεν είναι εδώ η κατάλληλη θέση να αναζητήσου με την εξήγηση της υποτιθέμενης καθυστέρησης της γαλλικής γεωργίας σε σχέση μ ’ εκείνη της Αγγλίας. Ηταν λοιπόν τόσο καθυστερημένη; Πόσο αντιπροσωπευτικός ήταν ο ευγενής που σκιαγραφήθηκε από τον Forster; Η απάντηση σε μια τέτοια σειρά ερωτήσεων προς το παρόν δεν μπορεί παρά να είναι δοκιμαστική. Εάν ήταν δυνατό να βρούμε κάποιο δείκτη του βαθμού της εμπορικής διείσδυσης στη γεωργία και να σχεδιάσουμε τις διαφορές σ ’ ένα χάρτη της Γαλλίας του προχωρημένου 18ου αιώνα, θα μπορούσαμε βέβαια να βρούμε κομμάτια γης όπου αυτό που θα μπορούσε να ονομασθεί «πνεύμα του αγροτικού καπιταλι σμού» ήταν πολύ ισχυρό. Η επιτέλεση ενός τέτοιου καθήκοντος θα ήταν πολύ κοπιαστική και, από την άποψη των ερωτημάτων που μπήκαν εδώ, καθόλου διαφωτιστική. Οι στατιστικές από μόνες τους δεν θα λύσουν το πρόβλημά μας, γιατί είναι κυρίως ποιοτικό. Εδώ πρόκειται για κάτι περισσότερο από την εμφάνιση μιας νέας ψυχολογικής τάσης και των πιθανών αιτίων της. Εκείνοι που ακολουθούν τον Βέμπερ, ειδικά εκείνοι που κάνουν αφετηρία της ανάλυσής τους ένα αφηρημένο κίνητρο για επιτυχία, παραμελούν τη σημασία του κοινωνικού και πολιτικού πλαίσιου μέσα στο οποίο εκδηλώνονται αυτές οι αλλαγές. Τ ο πρόβλημα δεν είναι απλώς εάν οι γάλλοι ευγενείς της υπαίθρου προσπάθησαν να διοικήσουν τα τσιφλίκια τους αποδοτικά και να πουλήσουν τη παραγωγή τους στην αγορά. Ούτε είναι απλώς πόσοι ευγενείς ανέπτυξαν μια τέτοια δραστηριότητα. Το κεντρικό ερώτημα είναι εάν, ενεργών τας έτσι, άλλαξαν ή όχι τη δομή της αγροτικής κοινωνίας με τρόπο παρόμοιο όπως σ ’ εκείνα τα μέρη της Αγγλίας όπου το κίνημα των περιφράξεων ήταν δυνατότερο. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι απλή και καθοριστική: Δεν την άλλαξαν. Εκείνοι οι ευγενείς που αντιπροσώπευαν την αιχμή της εμπορικής προόδου στη γαλλι κή επαρχία προσπαθούσαν ν ’ αποσπάσουν περισσότερα από τους αγρότες. Ευτυχώς ο Forster μας παρουσίασε μια λεπτομερή μελέτη της αριστοκρατίας σ ’ ένα τμήμα της Γαλλίας, στην επισκοπή της Τουλούζης, όπου η εμπορική ώθηση ήταν ισχυρή και όπου η καλλιέργεια του σίτου για τήν αγορά ήταν μια κα τ’ εξοχή ευγενής απασχόληση. Η έκθεσή του μας επιτρέπει να προσεγγίσουμε με
αρκετή ακρίβεια τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ της εξελισσόμενης μικροαριστοκρατίας στην Αγγλία και της όχι λιγότερο επιχειρηματικής αντίστοιχής της στη Γαλλία. Στη νότια Γ αλλία και, ίσως πιο πλατιά απ ’ ότι αναγνωρίζε ται, σε άλλα μέρη της Γαλλίας το κίνητρο για την καλλιέργεια σταριού προορισμένου για την αγορά ήταν πολύ ισχυρό. Ο πληθυ σμός, σε πανεθνική και τοπική κλίμακα, αυξανόταν γρήγορα. Το ίδιο και οι τιμές του σταριού σ ’ αυτή την περιοχή. Οι τοπικές πολιτικές πιέσεις είχαν φέρει μεγάλη βελτίωση στις μεταφορές, επιτρέποντας την πώληση σταριού σε μεγάλη απόσταση από την Τουλούζη και σε ποσότητες που ήταν σημαντικές με τα μέτρα του 18ου αιώνα. Σε όλα αυτά τα σημεία η κατάσταση ήταν βασικά παρόμοια με εκείνη της Αγγλίας. Οι ευγενείς της Τουλούζης, εκείνοι του ξίφους όπως και εκείνοι της τηβέννου (robe), όπως ήδη έχουμε παρατηρήσει, προσαρμόστηκαν με εξίσου μεγάλη επιτυχία στις περιστάσεις που είχαν βοηθήσει να δημιουργηθούν, όπως και οι ανοιχτόμυαλοι μικροαριστοκράτες της Αγγλίας.30 Ίσω ς ένα με γάλο μερίδιο των εισοδημάτων των κατοίκων της Τουλούζης προερχόταν από πακτώματα. Αφού ένα μεγάλο μέρος αυτών ήταν νοίκια για τα τσιφλίκια του Languedoc, και επειδή η περιοχή ήταν πρωταρχικά γεωργική με μια αδύνατη και καθυστερημένη αστική τάξη, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που έμπαινε στις τσέ πες τους βασιζόταν ακόμα στο στάρι.31 Ο τρόπος με τον οποίο η αριστοκρατία της Τουλούζης διεξήγαγε την καλλιέργεια για την αγορά ήταν, α π ’ την άλλη μεριά, τελείως διαφορετικός από εκείνον της αγγλικής μικροαριστοκρατίας. Εκτός από την εισαγωγή του καλαμποκιού τον 16ο αιώνα ως βοσκής για τα ζο' α, που αύξησε πολύ την ποσότητα του σταριού που μπορούσε να διοχετευθεί στην αγορά, δεν έγιναν σημαντικές τεχνικές καινοτομίες. Η γεωργία συνέχιζε να διεξάγε ται βασικά μέσα στο ίδιο τεχνικό και κοινωνικό πλαίσιο, όπως κα τά το Μεσαίωνα. Πιθανώς γεωγραφικοί παράγοντες, διαφορές στο έδαφος και το κλίμα, εμπόδισαν την αλλαγή,3’ αν και υποψιάζομαι ότι οι πολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες ήταν πιο σημαντικοί. Σε πολύ αδρές γραμές αυτό που συνέβει μπορεί να εκφραστεί πολύ 30. Forster, Nobility of Toulouse, 47-48, 68-71. Εχτάς αν υπάρχει άλλη ένδει ξη, οι συγκρίσεις μ ι την Αγγλία είναι ϊικές μου. 31. Forster, Nobility of Toulouse, 11Θ-119. 115, 22-24. 32. Forster Nobilily of Toulouse, 41-42, 44, 62.
76
απλά: Οι ευγενείς χρησιμοποιούσαν το κυρίαρχο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο για να αποσπούν από τους αγρότες περισσότερο στάρι και να το πουλούν. Εάν οι ευγενείς δεν ήταν ικανοί να το κάμουν αυτό και να υπερνικήσουν την απροθυμία των αγροτών να αποχωρισθούν το σιτάρι τους, οι κάτοικοι των πόλεων δεν θα είχαν να φάνε τίποτα.33 Με τρόπο που θυμίζει αυτό που ίγινε, περισσότερο από έναν αιώνα αργότερα, σε μέρη της Κίνας και της Ιαπωνίας, οι αγρότες αφήνονταν ν ’ ασχολούνται με τη γη, αλλά κάτω από μια σειρά υποχρεώσεων που επέτρεπαν στους ευγενείς, οι οποίοι έγιναν στην πραγματικότητα εμπορικοί γαιοκτήμονες, να αποκομίζουν ένα μεγάλο μερίδιο α π ’ τη συγκομιδή. Εδώ βρίσκεται η κύρια διαφορά από τη κατάσταση της Αγγλίας. Οι ευγενείς της Τουλούζης, αντί θετα με κείνους σε πολλά άλλα μέρη της Γαλλίας, είχαν σχεδόν τη μισή γη και αποκόμιζαν τη μερίδα του λέοντος από τα αυστηρά αγροτικά έσοδα που απέφερε το κτήμα. Αλλά το ίδιο το τσιφλίκι ήταν σπασμένο σε μια σειρά μικρά χωράφια.34 Σ ’ αυτά τα μικρά χωράφια οι χωρικοί συνέχιζαν να ζουν. Μερικοί, γνωστοί σαν maitre valets (αρχηϋπηρέτες) έπαιρναν ένα μικρό αγροτόσπιτο, βόδια, λίγα πρωτόγονα εργαλεία και μια ετήσια αμοιβή σε στάρι και νόμισμα. Ολόκληρη η συγκομιδή του σταριού πήγαινε στα κελλάρια του άρχοντα. Για ένα μη προσεχτικό παρατηρητή, ο maitre valet με το καλύβι του μπορεί να μοιάζει μ ’ ένα αγρότη που καλλιεργούσε το μικρό του κτήμα με τη βοήθεια της οικογένειάς του. Πιθανώς ακόμα να φαινόταν σαν χωρικός: Ο Forster μας λέει ότι είχε αρκετό κύρος, γιατί συχνά η οικογένεια του είχε δουλέψει στο κτήμα του τσιφλικά γενιές ολόκληρες. Με αυστη ρούς οικονομικούς όρους, πάντως, ήταν ένας μισθωτός εργάτης.35 Άλλοι αγρότες δούλευαν στη γη για το γαιοκτήμονα ως επίμορ τοι. Θεωρητικά ο άρχοντας και ο ενοικιαστής μοίραζαν τη συγκο μιδή μεταξύ τους ισοδύναμα. Στη πρακτική η συμφωνία βάραινε όλο και περισσότερο προς όφελος του άρχοντα, εν μέρει γιατί ο άρχοντας κατάφερνε με την άσκηση των φεουδαλικών δικαιωμά των του ν ’ αρπάζει τη μερίδα του λέοντα στα κατοικίδια ζώα, που αποτελούσαν το κύριο αγροτικό κεφάλαιο της περιοχής. Η αύξηση του πληθυσμού επίσης ευνόησε τον άρχοντα με την αύξηση του 33. Forsler, Nobilily of Toulouse, 66. 34. Forster, Nobilily of Toulouse, 35, 38-39, 40-41. 35. Forsler, Nobilily of Toulouse, 32-33, 55-56.
77
ανταγωνισμού για κτήματα.36 Στην πράξη, επίσης, η διαφορά μεταξύ του maitre valet και του επίμορτου ήταν μικρή. Η βασική μονάδα παραγωγής ήταν η mltairie, ένα κτήμα των 35-70 ακρ, που το δούλευε μια μόνο αγρο τική οικογένεια είτε σαν μισθωτοί εργάτες είτε σαν επίμορτοι. Στήν περίπτωση των πλουσιότερων ευγενών η μονάδα της γαιο κτησίας μπορούσε να είναι μεγαλύτερη και να περιλαβαίνει πολλές mltairies. Η συντριπτική πλειοψηφία των κτημάτων των ευγενών λειτουργούσαν μ ’ αυτόν τον τρόπο. Επίσης το νοίκιασμα της γης σ ’ ένα μεγάλον κτηματία για πακτώματα, δηλαδή η αγγλική πρα κτική, υπήρξε στην περιοχή, αλλά ήταν σπάνιο.37 Το σύστημα αυτό της διατήρησης των αγροτών στη γη σαν εργατικής δύναμης ενισχύθηκε με νομικούς και πολιτικούς θεσμούς κληροδοτημένους απ ’ τον φεουδαλισμό, αλλά τα δικαιώματα αυτά είχαν μικρότερη σημασία ως πηγή εισοδήματος στην επισκοπή της Τουλούζης. Πάντως το δικαίωμα της φεουδαλικής δικαιοσύνης, για παρά δειγμα, αποτελούσε έναν αποτελεσματικό τρόπο εξαναγκασμού των ασυνεπών ενοικιαστών να πληρώνουν, και ήταν μέρος του συ νόλου των πολιτικών κυρώσεων που επέτρεπαν στην τάξη των ευ γενών να αποσπά το οικονομικό της πλεόνασμα.38 Σύντομα οι αγρότες επρόκειτο να βρουν συμμάχους που θα τους έδιναν τη δυ νατότητα να κυριέψουν αυτά τα πολιτικά μετερίζια της αριστο κρατίας και να σακατέψουν την τελευταία. Αντίθετα με την Αγγλία, οι εμπορικές επιδράσεις που διείσδυσαν στην γαλλική επαρχία δεν υπονόμευσαν και δεν κατέστρεψαν το φεουδαλικό πλαίσιο. Πάντως, εμφύσησαν καινούργια ζωή στις παλιές δομές, αν και κατά τρόπο που τελικά είχε καταστροφικές συνέπειες για την τάξη των ευγενών. Αυτό είναι το μάθημα που μπορεί να αποκομίσει ένας από τις λεπτομερείς μελέτες του For ster, καθώς επίσης και από τις παλιότερες πηγές και πιο γενικές περιγραφές, εάν τις εξετάσει με τα συμπεράσματα που βγαίνουν από πιο λεπτομερείς περιγραφές. Εάν προσπαθήσουμε να φαντα στούμε την κατάσταση στη Γαλλία σα σύνολο, κατά το τέλος του ancien regime, αυτό που πιθανώς θα δούμε είναι, α π ’ τη μια μεριά μια σειρά αγροτών που δουλεύουν στη γη, και τον ευγενή που αποκομίζει ένα μερίδιο απ ’ αυτό που παρήγαγαν αυτοί, άμεσα με 36. Forster, Nobility of Toulouse, 56-58, 77-87. 37. Forster, Nobility of Toulouse, 32-34, 40-44 , 58. 38. Forster, Nobility of Toulouse. 29, 34-35.
78
τη μορφή του προϊόντος ή έμμεσα με τη μορφή του χρήματος. Είναι πολύ πιθανό ότι οι παλιότερες κλασικές περιγραφές υποτιμούν την έκταση στην οποία ο ευγενής συνέβαλε σ ’ αυτό που οι οικονομολόγοι θα ονόμαζαν διαχειριστική συμβολή στο συνολικό προϊόν. Ό μ ω ς ο ευγενής είχε μπλεχτεί σε μια παράξενη κατάστα ση. Οποιαδήποτε κι αν ήταν η πολιτική και κοινωνική συμβολή του κάτω από το φεουδαλικό καθεστώς, με τη μορφή της κατοχύρω σης της πολιτικής τάξης και ασφάλειας, την είχαν καρπωθεί οι βασιλικοί αξιωματούχοι, αν και ο ίδιος μπορούσε να κρατήσει μερικά δικαιώματα τοπικής δικαιοσύνης και να τα εκμεταλλευτεί για οικονομικούς σκοπούς. Ούτε και ήταν τότε ακόμα ένας ολοκλη ρωμένος καπιταλιστής κτηματίας. Ουσιαστικά αυτό που είχε ο γαιοκτήτης ήταν μερικά δικαιώματα ιδιοκτησίας, των οποίων η ουσία συνίστατο σε ορισμένες αξιώσεις, που μπορούσαν να ικανο ποιηθούν μέσω του κατασταλτικού μηχανισμού αυτού του κράτους, για ένα προνομιακό μερίδιο από το οικονομικό πλεόνασμα. Μολο νότι, με τυπικούς και νομικούς όρους, το βάρος των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας βρισκόταν στη γη, και γη ήταν αυτό που περιέγραφαν οι προσεχτικά φυλαγμένοι τίτλοι ιδιοκτησίας του ευγενούς (terri ers), αυτή ήταν χρήσιμη στον ευγενή μόνο στο βαθμό που οι αγρότες παρήγαν ένα εισόδημα γ ι ’ αυτόν. Έ τσι, θα μπορούσε να συγκεντρώνει το εισόδημα του με το σύστημα της μορφής, που εφαρμοζόταν σε 2/3 ώς 3/4 της Γαλλίας. Οι επίμορτοι συχνά έμοιαζαν με τους μικρούς αγρότες propri6taires (ιδιοκτήτες) οι οποίοι, αν ήταν τυχεροί, μπορούσαν να νοικιάσουν μικρά κομμάτια γης σε μια βάση κολληγιάς, ώστε να προσθέσουν κάτι στήν ανεπαρκή απόδοση των δικών τους σπιθαμιαίων χωραφιών.39 Συνήθως η γη μεταβιβαζόταν σε αγρότες των οποίων τα μετόχια ήταν σπάνια μεγαλύτερα από 10-15 εκτάρια.40 Σε μερικές περιο χές οι ευγενείς εισέπρατταν εισόδημα από τους αγρότες χάρη στο δικαίωμά τους να συλλέγουν μια σειρά φεουδαλικούς φόρους, χωρίς να κατέχουν κανένα μεγάλο κτήμα.41 Οι κύριες δυνάμεις, που δημιούργησαν τις οικονομικές σχέσεις 39. Βλ. Lefebvre, Etudes, 164, 210-211. SEe, Histoire Economique, I. 175. Boi>, Paysans de I'Ouest, 432-433, όπου o Bois TovCjci την συμφωνία του μ€ άλλους μ ιλ π ητές ότι για τον αγρότη το πιο σημαντικό ήταν η ουνολιχή απόδοση μάλλον παρά ο τύπος του δικαιώματος να δουλιύ» τη γή. 40. S<e, Histoire Economique, I, 178. 41. Cdhring, Feudalist, 68.
79
που μόλις περιγράψαμε, ήταν οι καπιταλιστικές επιδράσεις που εκπέμπονταν από τις πόλεις και οι πολύχρονες προσπάθειες της μοναρχίας να κρατήσει υπό έλεγχο την τάξη των ευγενών. Ό π ω ς και στην Αγγλία, οι σχέσεις με τα εμπορικά και βιομηχανικά στοιχεία και με το βασιλιά είχαν αποφασιστική επίδραση στον καθορισμό των χαρακτηριστικών της αριστοκρατίας. Επίσης, όπως και στην Αγγλία, η ανταπόκριση στο νέο κόσμο του εμπορίου και της βιομηχανίας συμπεριλάμβανε μια πολύ σημαντική συγχώνευση μεταξύ των ανώτερων γαιοκτημονικών τάξεων και της μπουρζου αζίας. Αλλά αν αυτές οι αφηρημένες μεταβλητές, βασιλιάς, αρι στοκρατία και μπουρζουαζία ήταν οι ίδιες και στις δυό χώρες, ο ποιοτικός τους χαρακτήρας και οι μεταξύ τους σχέσεις ήταν πολύ διαφορετικές. Στην Αγγλία η συμμαχία επαρχίας και πόλης στρε φόταν κυρίως κατά του στέμματος, όχι μόνο πριν τον εμφύλιο πόλεμο αλλά και αρκετά μετά στη κατοπινή περίοδο. Στη Γ αλλία η συμμαχία έγινε μέσω του στέμματος, με πολύ διαφορετικές πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες. 3.
Ταξικές σχέσεις νη ό τον βασιλικό απολνταρχισμό
Μια ματιά στο εμπόριο, στη βιομηχανία και στη ζωή της πόλης στο απόγειο του γαλλικού βασιλικού απολυταρχισμού, στον 17ο αιώνα, είναι αρκετή για να διερωτηθεί κανείς από πού μπορού σε να προέλθει η δύναμη για να γεννηθεί μια αστική και καπιταλι στική επανάσταση στον 18ο αιώνα, και αν εκείνοι που χαρακτηρί ζουν έτσι τη Γαλλική Επανάσταση μπορεί να έχουν πέσει θύματα μιας θεωρητικής φρεναπάτης, ένα ζήτημα που θα συζητήσουμε αρκετά διεξοδικά αργότερα. Κάτω από τη μοναρχία του 17ου αιώνα η γαλλική μπουρζουαζία δεν ήταν η εμπροσθοφυλακή του εκσυγχρονισμού που θα μπορούσε να παρέσερνε μαζί της και την επαρχία προς τον αόρατο ακόμα κόσμο του βιομηχανικού καπιτα λισμού, κάτι που στην Αγγλία είχε ήδη συμβεί. Αντίθετα, εξαρτιόταν σοβαρά από τη βασιλική εύνοια, υπαγόταν στη βασιλική διαιτησία και προσανατολιζόταν προς την παραγωγή όπλων και ειδών πολυτελείας για μια περιορισμένη πελατεία.42 Εκτός από τον μεγαλύτερο βαθμό ελέγχου και το υψηλότερο επίπεδο τεχνολο γίας, ειδικά στις στρατιωτικές τέχνες, η κατάσταση μοιάζει με την 42. Nef, Industry and Government, 88.
80
κατοπινή Ιαπωνία του Tokugawa ή ακόμα και με την Ινδία των ημερών του Akbar κάπως περισσότερο απ ’ όσο με την Αγγλία της ίδιας περιόδου. Πολιτικά επίσης η κοινοτική ζωή υπαγόταν σε βασιλικούς ελέγχους που αύξαναν συνεχώς έπειτα από την αποκα τάσταση της ειρήνης και της τάξης υπό τον Ερρίκο IV. Μολονότι υπήρξε μια σύντομη δημοτική επαναβίωση στη διάρκεια του Fron de (κινήματος της Σφενδόνης) στο Μπορντώ, στη Μασσαλία, στη Λυών και στο Παρίσι, ο Λουδοβίκος XIV αποφάσισε να μην ανεχτεί πια αντιπολίτευση α π ’ τις bonnes villes (καλές πόλεις). Στα παλιότερα τμήματα της Γαλλίας οι βασιλικοί έλεγχοι αναπτύχθη καν γρήγορα στις μέρες του. Ο βασιλιάς κρατούσε τις επαρχίες μέσω των πόλεων, αν και υπήρχαν αρκετές τοπικές ιδιομορφίες, και επέτρεπε μερικές φορές κοινοτικές εκλογές αλλά διόριζε άμεσα ή έμμεσα το Δήμαρχο.43 Από τα προηγούμενα είναι φανερό ότι, κάτω από το Λουδοβί κο XIV, η ώθηση για την εγκαθίδρυση των βάσεων μιας σύγχρονης κοινωνίας, δηλαδή ενός ενωμένου κράτους και ακόμα μερικών συνηθειών όπως η ακρίβεια και η υπακοή, προήλθε πολύ περισσό τερο από τη βασιλική γραφειοκρατία παρά από την αστική τάξη. Ωστόσο αυτό σπάνια αποτελούσε σκόπιμη πρόθεση του στέμμα τος. Την εποχή εκείνη η πραγματική λειτουργία του γαλλικού πολιτεύματος ήταν να διατηρεί την τάξη, να επιβλέπει την οικο νομία και να αποσπά από τη γαλλική κοινωνία οποιουσδήποτε πόρους μπορούσε για να υποστηρίξει τη βασιλική πολιτική του πολέμου και του μεγαλείου. Από τα δυό, ο πόλεμος ήταν πολύ πιο δαπανηρός από τη μεγαλοπρέπεια, αν και είναι αδύνατες οι ακρι βείς μετρήσεις. Εννοείται ότι η βασιλική γραφειοκρατία του Λουδοβίκου XIV ήταν πολύ λιγότερο αποτελεσματική στην εκπλή ρωση αυτών των καθηκόντων α π ’ ότι ο διοικητικός μηχανισμός ενός κράτους του 20ου αιώνα. Η γαλλική βασιλική διοίκηση αντιμετώπιζε την ίδια δυσκολία που βασάνιζε άλλες αγροτικές γραφειοκρατίες, όπως εκείνες της Τσαρικής Ρωσίας, της Μογγολικής Ινδίας και της Αυτοκρατορικής Κίνας. Στις προβιομηχανικές κοινωνίες ήταν πρακτικά αδύνα το να παραχθεί και να αποσπασθεί αρκετό οικονομικό πλεόνασμα, για να καταβληθεί στα μέλη των μελών της γραφειοκρατίας ένας μισθός που θα μπορούσε να εξασφαλίσει την πραγματική τους 43. Sagnac, Soci
81
εξάρτηση από το στέμμα. Και άλλες μέθοδες πληρωμής είναι δυνατές, όπως η παραχώρηση προσόδων από καθορισμένα εδάφη ή το σχέδιο των Κινέζων να επιτρέπουν τη διαφθορά, ώστε να καλύπτεται η διαφορά μταξύ ενός εισοδήματος που ν ’ ανταποκρίνεται στην κοινωνική θέση του λειτουργού και αυτού που η μοναρχία μπορεί να πληρώσει σε μισθούς. Οι έμμεσες αποζημιώ σεις όπως αυτές, εντούτοις, περικλείνουν τον κίνδυνο της χαλάρω σης του ελέγχου από το κέντρο και ενθαρρύνουν την εκμετάλλευση που μπορεί να ξεσηκώσει τη λαϊκή αγανάκτηση. Η γαλλική μο ναρχία προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα αυτό πουλώντας θέσεις στη γραφειοκρατία. Αν και η πρακτική αυτή δεν περιοριζόταν στη Γαλλία, η έκταση στην οποία η γάλλοι βασιλιάδες κατέφευγαν σ ’ αυτήν και ο τρόπος με το οποίο η πρακτική αυτή όχι μόνο εισχώ ρησε σ ’ ολόκληρη τη βασιλική γραφειοκρατία αλλά και επηρέασε επίσης το χαρακτήρα της γαλλικής κοινωνίας συνολικά, διακρίνει αποφασιστικά τη Γαλλία από άλλες χώρες. Η γαλλική κοινωνία του 17ου και 18ου αιώνα μας παρουσιάζει ένα καθαρό μίγμα αντα γωνιστικών γνωρισμάτων που οι συγγραφείς μερικές φορές τα θεωρούν σαν τυπικά Δυτικά και τυπικά Ανατολικά. Φεουδαλισμός, μπουρζουαζία και γραφειοκρατία. Η πώληση των αξιωμάτων συ νοψίζει αυτό το μίγμα των εμπορικών και προεμπορικών θεσμών και αποτελούσε επίσης μια προσπάθεια να τους συμφιλιώσει. Για πολύν καιρό η πώληση των αξιωμάτων είχε πολιτικό νόημα. Στο βαθμό που αυτό επέτρεπε στη μπουρζουαζία την προσπέλαση στη βασιλική διοίκηση δημιουργούσε συμμαχίες μέσα σ ’ αυτή την τάξη.44 Ίσω ς με τις γαλλικές συνθήκες να ήταν ένα αναπόφευκτο μέσο για τη δημιουργία της βασιλικής εξουσίας, ώστε να παραγκωνιστεί η παλιότερη αριστοκρατία και να ανατραπούν οι φεουδαλικοί φραγμοί για να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο κράτος. Και, από την άποψη του βασιλιά, ήταν μια σημαντική πηγή εσόδων και μια φτηνή μέθοδος διοίκησης, αν και κανένα απ ’ τα χαρακτηριστικά αυτά δεν ήταν πλεονεκτικό για τη γαλλική κοινωνία συνολικά.45 Ταυτόχρονα υπήρχαν εγγενή πλεονεκτήματα που με το πέρα σμα του χρόνου έγιναν περισσότερο σημαντικά. Η πώληση ενός αξιώματος σήμαινε στην πραγματικότητα ότι η θέση γινόταν μια 44. Gfihring, AmterkSuflichlceit, 291. 45. Δϊν c (ναι δυνατέ να αποκτήσου μ* αχριβι(ς, αριθμούς. Αλλά βλ. τις ιχτιμήσ*ις του Cehring για τον όψιμο 17ο αιώνα.
82
μορφή ατομικής ιδιοκτησίας που πέρναγε από πατέρα σε γιό. Έ τσ ι ο βασιλιάς έτεινε να χάνει τον έλεγχο πάνω στους υποτακτι κούς του. Η περίφημη «paulctte» του 1604 στη Βασιλεία του Ερρί κου του IV παραχώρησε πλήρη δικαιώματα ιδιοκτησίας στους κα τόχους των αξιωμάτων, σε ανταπόδοση για τη πληρωμή ενός φό ρου, κι έτσι επισφράγισε την μετάβαση από το γραφειοκρατικό α ξίωμα στην ιδιοκτησία. Για να αντιμετωπίσουν αυτή τη κατάστα ση οι βασιλιάδες κατέφυγαν, χαρακτηριστικά, στον διορισμό νέων αξιωματούχων, των επιθεωρητών, οι οποίοι παρακολουθούσαν τις δραστηριότητες των άλλων.46 Ακόμα και αυτά τα αξιώματα με το χρόνο έμμεσα έγιναν εμπορεύσιμα.47 Στην αρχή η κοινωνική θέση του ευγενή που αποκτούνταν με την αγορά ενός αξιώματος, περιοριζόταν στο πρόσωπο του αγορα στή. Μετά έγινε κληρονομική. Με τον Λουδοβίκο XIV εξαλείφτη κε ο κανόνας που απαιτούσε τρεις γενιές στο ίδιο αξίωμα για την επικύρωση της κληρονομικότητας της ευγενείας. Αφού τα υψηλά αξιώματα έτειναν να παραμένουν έτσι κι αλλιώς στην ίδια οικογέ νεια, η αλλαγή ήταν κυρίως συμβολική.48 Η δίψα της μπουρζουαζί ας για ιδιοκτησία κορέσθηκε σημαντικά μέσω της βασιλικής γραφειοκρατίας, ενώ οποιαδήποτε τάση προς την πολιτική ανεξαρ τησία αμβλυνόταν με την μετατροπή του μπουρζουά σε αριστοκρά τη. Αργότερα η πλευρά αυτή επρόκειτο να περιορίσει σοβαρά τη δύναμη προσαρμογής της μοναρχίας και να οδηγήσει τη γαλλική κοινωνία στα πιο πιεστικά προβλήματα. Στον κολοφώνα του απολυταρχισμού, οι αντιφάσεις και τα παράδοξα του συστήματος ήταν ήδη ορατά. Χωρίς την προσφυγή στην πώληση των αξιωμάτων, «το μάννα που ποτέ δεν λείπει», ο Λουδοβίκος XIV θάπρεπε πιθανώς ν ’ αναζητήσει τη συγκατάθεση του έθνους μέσω των'Γενικών Τάξεων για να σηκώσει χρήματα.49 Έ τσ ι η πώληση των αξιωμάτων ήταν η βάση της ανεξαρτησίας του βασιλιά από την αριστοκρατία, και από οποιοδήποτε αποτελε σματικό έλεγχο α π ’ το κοινοβούλιο. Ή ταν το βασικό στήριγμα του βασιλικού απολυταρχισμού. Ταυτόχρονα η πράξη υπονόμευε την ανεξαρτησία του βασιλιά. Είναι πολύ παράδοξο ότι ο πιο ισχυρός βασιλιάς στην Ευρώπη, 46. 47. 48. 49.
Gfihring, AmlerkSuflichkeit, Ctfhring. Amlerkiiuflichkeit, Gtfhring, Amterk&'uflichkeil, Lavisse. Hisloire. VII, 1, 3,
290. 301. 293-294. 69.
83
εναντίον του οποίου δεν ήταν διανοητή καμιά εσωτερική αντίστα ση, παρουσιάζεται στους ιστορικούς ανίκανος να εξασφαλίσει την υπακοή, έτσι ώστε έπρεπε να θεωρεί την ανυπακοή τελείως φυσιολογική.50 Εάν, στα πρωιμότερα στάδια της ανάπτυξης της μοναρχίας, η πώληση των αξιωμάτων είχε βοηθήσει στη συμπαράταξη της μπουρζουαζίας με την μοναρχία για να επιτεθούν κατά του φεουδα λισμού, η συνεχιζόμενη προσφυγή σ ' αυτό το μέσο αποκάλυπτε όλο και περισσότερο ότι, παράλληλα, εμφυσούσε φεουδαλικά χα ρακτηριστικά στη μπουρζουαζία. Στα 1665 ο Κολμπέρ υποστή ριξε την πρότασή του να καταργήσει την πώληση αξιωμάτων με το επιχείρημα ότι το ποσό των χρημάτων που δεσμευόταν στο παζάρεμα για τα αξιώματα θα μπορούσε έτσι να διοχετευθεί στο πραγματικό εμπόριο, που θα ήταν χρήσιμο για το κράτος. Τποστήριζε ότι το ποσό αυτό θα μπορούσε να είναι τόσο όση η αξία όλων των γαιών στο βασίλειο.51 Χωρίς αμφιβολία ο ισχυρισμός του Κολμπέρ ήταν υπερβολικός. Αλλά η θέση του ότι το σύστημα αποσπούσε ενέργεια και πόρους από το εμπόριο και τη βιομηχανία είναι, αναμφίβολα, σωστή. Εξάλλου, εξασφαλίζοντας στον κοινό μπουρζουά έναν τίτλο ευγενείας, και καθιστώντας αδύνατη την στενή παρακολούθηση των δραστηριοτήτων του, η πώληση αξιω μάτων βοηθούσε στη δημιουργία ενός πνεύματος συντεχνιακής συνείδησης, στεγανότητας από εξωτερικές επιδράσεις, και ένα esprit de corps (σωματειακή νοοτροπία). Οι κάτοιχοι του αξιώματος εξασφαλίστηκαν από τις βασιλικές επιρροές και έγιναν φανατικοί υπερασπιστές των τοπικών συμφερόντων και των κατεστημένων προνομίων. Το προτσές αυτό είναι πολύ πιο ορατό στα παρλαμέντα (parlements), δικαστικά όργανα που είχαν αποκτήσει σημαντική διοικη τική δύναμη και που σαν τέτοια είναι γνωστά ακόμα και στην Αμε ρική του 20ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα είχαν προ σφέρει ένα από τα κύρια όπλα του βασιλιά κατά των ευγενών. Την εποχή του Fronde και μετά, παρουσιάζονταν σαν το μοναδικό προ 50. Ο Lavisse, Histoire, VII, 1, 367' Sognac. Soci
84
πύργιο της ελευθερίας κατά του απόλυτου δεσποτισμού. Μέχρι τον 18ο αιώνα είχαν γίνει η κύρια έπαλξη της αντίδρασης και των προ νομίων, «το ανυποχώρητο φράγμα, πάνω στο οποίο μάταια έσπαζε το μεταρρυθμιστικό πνεύμα του αιώνα».52 Ά λλα συντεχνιακά σώ ματα χρησιμοποίησαν τα παρλαμέντα στον αγώνα με τον βασιλιά. Σύμφωνα με την κλασική, σήμερα, μελέτη για τα προβλήματα αυ τά του Martin Gohring, τα παρλαμέντα έδωσαν στη μοναρχία το τελευταίο σπρώξιμο που την ανάτρεψε.53 Έ να επισόδειο σ ’ αυτόν τον ανταγωνισμό, δηλαδή η προσπάθεια του Λουδοβίκου XV και του καγκελλαρίου του Maupeou να καταργήσουν την πώληση α ξιωμάτων και την εξαγορά της δικαιοσύνης, αξίζει ν ’ αναφερθεί εδώ, γιατί φωτίζει το πρόβλημά μας. Το επεισόδιο έγινε το 1771, λίγο πρίν το θάνατο του Λουδοβί κου XV, και αμέσως ξεσήκωσε θύελλα αντιθέσεων. Καθοδηγούμε νη από τους ευγενείς η αντιπολίτευση μιλούσε για τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου, την ελευθερία του ατόμου και την πολιτική ελευθερία, ακόμα και για το κοινωνικό συμβόλαιο. Ο Βολταίρος διείδε την υποκρισία και υποστήριξε τον Maupeou. Έ τσ ι κι αλλιώς αποστρεφόταν τα parlements, γιατί ήταν διώχτες όχι μόνο του Calas αλλά επίσης των διανοούμενων όπως εκείνος.54 θ α ήταν λάθος να υποτιμήσουμε την εμφάνιση επαναστατι κών συνθημάτων στην υπηρεσία μιας αντιδραστικής υπόθεσης, θεωρώντας την απλώς ως προσπάθεια ενός ιδιοτελούς προνομιού χου να δικαιωθεί με οποιοδήποτε πρόσφορο επιχείρημα. Οπωσδή ποτε, ένα μυαλό όχι κατώτερο από του Μοντεσκιέ υπεράσπισε την πώληση αξιωμάτων σαν μέρος της περίφημης θεωρίας του για τις επεμβαίνουσες δυνάμεις. Ό π ω ς τονίζει ο Gohring, οι ιδέες του απαραβίαστου της ιδιοκτησίας και της ελευθερίας του ατόμου δέχτηκαν έντονη ώθηση απ ’ αυτή τη συγκεκριμένη ιστορική κατά σταση.55 Δεν ήταν ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία περίπτωση που ένας άκαμπτος αριστοκράτης, γατζωμένος από αντιδραστικά προ νόμια, βοήθησε στη διάδοση επαναστατικών ιδεών. Ακόμα θάταν δύσκολο να βρούμε μια πιο ζωντανή απόδειξη της αλληλοδιείσδυσης των γραφειοκρατικών, φεουδαλικών και καπιταλιστικών χαρα 52. 53. 54. 55.
Cobban, ''Parlements of France” , 72. Cdhring, AmlerkAuflichkeil, 306. Lavisse, Histoire, VIII, 2, 397-401. Ο τόμος αυτός ctvai από τον H. Carri. Amlerk&uflichkeit, 309-310.
85
κτηριστικών που χαρακτηρίζουν τη γαλλική κοινωνία του προχω ρημένου 18ο αιώνα από την εμφάνιση τέτοιων ιδεών σ ’ αυτή τη συνάρτηση. Ό ταν πέθανε ο Λουδοβίκος ο XV, φάνηκε ότι η μεταρρύθμιση του Maupeou θα μπορούσε να πετύχει.56 Ο Λουδοβίκος XVI ανέβηκε στο θρόνο στα 1774. Μια από τις πρώτες πράξεις της βασιλείας του ήταν να ανατρέψει το έργο του Maupeou και να αποκαταστήσει το status quo. Αυτό είναι από τα πιο χτυπητά γεγονότα που οδήγησαν ένα αριθμό ιστορικών, περιλαμβανομένου ακόμα και του σοσιαλιστή Ζωρές, να συμμεριστούν την άποψη ότι ένας δυνατός βασιλιάς θα μπορούσε να εμποδίσει την επανάσταση και να οδηγήσει τη Γαλλία στο δρόμο του εκσυγχρονισμού με ειρηνικά μέσα.57 Αν και είναι αδύνατο να απαντήσει κανείς στο ερώτημα αυτό, ο προβληματισμός πάνω σ ’ αυτό μας αναγκάζει να προβάλουμε άλλα ερωτήματα που αποκαλύπτουν τα κρίσιμα ζητή ματα. Ποιές ακριβώς εναλλακτικές λύσεις ήταν πράγματι διαθέσι μες στη μοναρχία, ας πούμε όταν πεθάνε ο Λουδοβίκος XIV στα 1715; Ποιές πολιτικές εξελίξεις είχε ήδη αποκλείσει η πορεία της προηγούμενης ιστορίας; Ή ταν απίθανο ότι η γαλλική κοινωνία μπορούσε να γεννήσει ένα κοινοβούλιο γαιοκτημόνων με αστική χροιά παρμένη α π ’ τις πόλεις κατά τον αγγλικό τρόπο. Η ανάπτυξη της γαλλικής μοναρ χίας είχε αποστερήσει σε μεγάλο βαθμό τις ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις από την πολιτική ευθύνη και αποσπούσε σε μεγάλο βαθμό τους αστούς από τους στόχους τους, χρησιμοποιώντας τους για δικούς της σκοπούς. Αυτό όμως δεν ήταν αναγκαστικά η μόνη δυνατότητα. Το να κατανοήσουμε τις εναλλακτικές λύσεις που α νοίγονταν στο στέμμα είναι πιο δύσκολο. Οπωσδήποτε, αν ο βασι λιάς επρόκειτο να επιδιώξει οποιαδήποτε δραστική πολιτική, θα έπρεπε να ξανασφυρηλατήσει ένα αποτελεσματικό όργανο διακυβέρνησης, μια ανανεωμένη γραφειοκρατία. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε την κατάργηση της πώλησης αξιωμάτων, και της αργυρώ νητης δικαιοσύνης, και κάποια αναθεώρηση του φορολογικού συ στήματος ώστε να κατανέμεται το βάρος περισσότερο ισομερώς και να συλλέγονται τα κρατικά έσοδα πιο αποδοτικά, θ α ήταν επί σης αναγκαίο να περιορισθεί τουλάχιστο για κάποιο χρόνο, η δαπα 56. Lavish. Hisloire. VIII. 2, 402. 57. Jauris Hisloire socialisle, VI, 37. Βλ. επίσης Malhiez, Revolution Franpiise I, 18, 21, ο οποίος ικφράζιι μια παρέμοια άποψη αλλά μ ι μιγαλΰτιρις αμφφολίχς.
86
νηρή πολιτική του πολέμου και της μεγαλοπρέπειας. Ακόμη θάπρεπε να παραμεριστούν τα σοβαρά εσωτερικά εμπόδια που υπήρχαν ακόμα για το εμπόριο και να εκσυγχρονισθεί σημαντικά το νομικό σύστήμα για να επιτρέψει την αύξηση του εμπορίου και της βιομηχανίας, που άρχισε να δείχνει μερικά σημάδια ανεξάρτητης ζωτικότητας προς το τέλος του 18ου αιώνα. Διακεκριμένοι πολι τικοί από τον Κολμπέρ μέχρι τον Τυργκώ, υλοποίησαν μεγάλα μέ ρη αυτού του προγράμματος. Σαν μια εξήγηση για την αποτυχία της μοναρχίας, μπορούμε να αποκλείσουμε γρήγορα οποιοδήποτε επιχείρημα αναφέρεται στο γεγονός ότι στο διανοητικό κλίμα του καιρού εκείνου κανένας α π ’ όσους είχαν μια θέση με επιρροή δεν μπορούσε να δει το πρόβλημα. Τ ο είδαν πολύ καθαρά. Τ ο ότι θα υπήρχε ισχυρή αντίσταση από τα επενδυμένα συμφέροντα είναι ο λοφάνερο, όμως θάταν δύσκολο να ισχυριστούμε ότι τα εμπόδια αυτά ήταν ανυπέρβλητα. Ή ταν άραγε πιο σοβαρά από εκείνα που αντιμετωπίστηκαν από τον Ερρίκο τον IV κατά την σφυρηλάτηση της γαλλικής ενότητας; Προς το παρόν είναι αρκετό να δείξουμε την κατεύθυνση προς την οποίαν οδηγούν τέτοιοι συλλογισμοί. Θεωρητικά η Γ αλλία θα μπορούσε να είχε ακολουθήσει το συντηρητικό δρόμο εκσυγχρονι σμού, κατά τον πρότυπο της Γερμανίας ή της Ιαπωνίας. Τότε όμως, για λόγους που μπορούν να εκτεθούν στην πορεία ολόκληρου του βιβλίου, είναι πιθανό ότι τα εμπόδια προς τη δημοκρατία θα είχαν γίνει ακόμα μεγαλύτερα. Πάντως η μοναρχία δεν επεδίωξε μια σταθερή πολιτική και δεν επέζησε. Τα αγροτικά προβλήματα έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στη δημιουργία αυτού του αποτελέ σματος. 4.
Η αριστοκρατική επίδεση και η κατάρρευση τον απολντ αρχισμού
Κατά τη διάρκεια του δευτέρου μισού του 18ου αιώνα, η γαλλική επαρχία γνώρισε την αντίδραση των ευγενών και απόκτη σε την εμπειρία ενος σύντομου και περιορισμένου κινήματος περιφράξεων. Το να ονομάσουμε την αντίδραση αυτή φεουδαρχική είναι παραπλανητικό. Αυτό που γινόταν, όπως έχουμε δει νωρίτε ρα σ ’ αυτό το κεφάλαιο, ήταν μια διείσδυση εμπορικών και καπιταλιστικών πρακτικών στη γεωργία με τη βοήθεια φεουδαλικών μεθόδων. Τέτοιες διαδικασίες διαδραματίζονταν από πολύ 87
καιρό, αλλά απλώθηκαν περισσότερο στο δεύτερο μέρος του 18ου αιώνα. Μια από τις μορφές που πήρε η διείσδυση αυτή ήταν η αποκατάσταση των φεουδαλικών δικαιωμάτων και φόρων εκεί όπου είχαν παραγκωνιστεί. Μερικοί ιστορικοί της οικονομίας βλέ πουν τις πηγές της στην σταθερά αυξανόμενη ανάγκη των ευγενών για ρευστό χρήμα.se Αρκετή από τη πίεση μπορεί να προήλθε απ ’ αυτούς που πρόσφατα έγιναν ευγενείς και που κράτησαν μια πιο εμπορική και λιγότερο πατριαρχική στάση προς τα τσιφλίκια τους, γατζωμένοι απ ’ τη διοίκηση, εκμεταλλευόμενοι παλιά φεουδαλικά δικαιώματα και, όπου ήταν δυνατό, δημιουργώντας καινούργια.59 Το οικονομικό χαρακτηριστικό αυτής της αναζωπύρωσης φαίνεται ότι ήταν οι προσπάθειες των αρχόντων να καρπωθούν ένα μεγαλύ τερο μέρος από τη συγκομηδή των αγροτών για να το πουλήσουν. Η απόκτηση του ελέγχου της γης των αγροτών ήταν δευτερεύον στοιχείο σε σχέση με το κάρπωμα της σοδιάς. Οι φεουδαλικοί φόροι που πληρώνονταν σε είδος, είχαν την καλύτερη απόδοση μεταξύ των αγροτικών εισοδημάτων, εν μέρει επειδή η είσπραξη ήταν ευθέως ανάλογη με την σοδιά.60 Ο τονισμός των καθαρά οικονομικών πλευρών θα σήμαινε πάντως, ότι παραβλέπουμε το κύριο ζήτημα. Καθώς τόνισα επα νειλημμένα σ ’ αυτές τις σελίδες, οι φεουδαλικές δομές συνδυασμέ νες με εκείνες του βασιλικού απολυταρχισμού, συνιστούσαν τους πολιτικούς μηχανισμούς μέσω των οποίων η γαλλική γαιοκτητική αριστοκρατία αποσπούσε έναν οικονομικό πλεόνασμα α π ’ τους αγρότες. Χωρίς αυτούς τους πολιτικούς μηχανισμούς το οικονομι κό σύστημα στην επαρχία δεν μπορούσε να λειτουργήσει. Αυτή ήταν η συγκεκριμένη σημασία του προνομίου. Ή ταν επίσης το ουσιαστικό χαρακτηριστικό που ξεχώριζε τη γαλλική αριστοκρα τία από τις ανώτερες αγγλικές γαιοκτημονικές τάξεις, οι οποίες ανέπτυξαν εντελώς διαφορετικές μέθοδες για την απόσπαση του πλεονάσματος. Επίσης, σ ’ αυτό το σημείο είναι που οποιαδήποτε απλουστευμένη εκδοχή του μαρξισμού, οποιαδήποτε άποψη ότι η οικονομική βάση προσδιορίζει κάπως αυτόματα το πολιτικό επ<Λ58. Sfr. Histoire lconomk|ue, I. 189. 59. Gohring, Feudalist, 72-73. 60. Labrousse. Mouvement des prix. 378, 381-382, 420-421. Καθώς νομίζω ο Labrousse έχ*ι πιθανώς ilxio σχιτιχά μ« τη γτνιχή τάση, αλλά αμφιβάλλω αν η στατιστική του μέτρηση ((ναι αχριβής. Διν προσπάθησα να συνοψίσω τις μ(τρήσιις του. Τα θισμιχά ιιρήματα του Forster (νισχύουν το συμπέρασμα του Labrousse.
88
κοδόμημα, μπορεί να μας παραπλανήσει. Ο πολιτικός μηχανισμός ήταν αποφασιστικός, και οι αγρότες την εποχή της επανάστασης φανέρωσαν εκπληκτικό πολιτικό ένστικτο, όταν φρόντιζαν να συν τρίψουν αυτά τα γρανάζια και τους μοχλούς, ένα ένστικο που δεν το έδειχναν πάντα, όπως θα δούμε σύντομα. Βοηθώντας στην ανεπα νόρθωτη συντριβή αυτών των μοχλών, συνέβαλαν στην καταστρο φή του ancien regime. Η σημασία της αντίδρασης των ευγενών, θα επέμενα, βρίσκεται στην όποια ώθηση έδωσε σ ’ αυτές τις πολιτι κές αλλαγές. Το κίνημα των περιφράξεων ήταν μια πιο ανοιχτή μορφή καπιταλιστικού μετασχηματισμού στη γεωργία. Ο μετασχηματι σμός αυτός άρχισε να δυναμώνει κατά το δεύτερο μέρος του 18ου αιώνα, αν και ποτέ δεν απλώθηκε τόσο όσο στην Αγγλία, εκτός ίσως α π ’ τη Νορμανδία όπου υπήρχανυφαντουργικέςβιομηχανίες, ειδικά στην περιοχή του Caux, οι οποίες αναπτύχθηκαν και στην πόλη και στην επαρχία.61 Έ τσ ι το γαλλικό κίνημα των περιφράξεων ήταν εν μέρει μια ανταπόκριση στο εμπόριο, όπως στην Αγγλία. Αλλά στη Γ αλλία, ενώ διαρκούσε, ήταν πολύ περισσότερο ζήτημα κυβερνητικής πολιτικής και θεωρητικών συζητήσεων στα σαλόνια, ενώ αντίθετα στην Αγγλία αποτελούσε ένα ντόπιο κίνημα μέσα στην αριστοκρατία. Οι φυσιοκράτες κατόρθωσαν για ένα διάστημα να εισακουστούν από σημαντικούς αξιωματούχους και η πολιτική προωθήθηκε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα.62 Καθώς η κυβέρνηση συναντούσε αντίσταση, η πολιτική αυτή οπισθοχω ρούσε. Η τελευταία ορμή ξεθύμανε ώς τα 1771. Η διστακτικότητα ήταν η κυρία νότα του ancien r£gime κοντά στο τέλος του.63 Η επίθεση των φυσιοκρατών διήρκησε περισσότερο. Για πολύ καιρό δεν τολμούσαν να επιτεθούν κατά του φεουδαλισμού. Αλλά στα 1776, όταν ήταν υπουργός ο Turgot, ο φίλος του και υπουργός Boncerf πρότεινε, τουλάχιστο για την επόμενη γενιά, την οικονομι κή απολύτρωση από τους φεουδαλικούς φόρους.64 Έ τσ ι ο καπιταλισμός διέρρεε στη γαλλική επαρχία από κάθε δυνατή χαραμάδα, με τη μορφή του καπιταλισμού μέσω της αντίδρασης των αρχόντων, με τη μορφή μιας επίθεσης κατά του 61. Bloch. Hisloire rurale. I, 210, 212. 62. Bloch, "Individualisme agraire” , 350, 354-356, 360 C6hring, FendalitSl, 76, 80. 63. Bloch. Hisloirr rurale, I. 226. Bloch. "Individualisme agraire” , 381. 64. Cehring. Feudalilfil. 92.
89
φεουδαλισμού, και κάτω α π ’ τη σημαία της «προόδου» και του «ορθού λόγου», μέσα από το κίνημα των περιφράξεων, που είχε επίσημη υποστήριξη. Η πιο γρήγορη διείσδυση έπρεπε να περιμέ νει τα μέτρα της Επανάστασης, και ακόμα και πολύ αργότερα χρειαζόταν δράση. Μερικά δικαιώματα κοινής βοσκής, για παρά δειγμα, δεν είχαν εξαλειφτεί μέχρι το 1889.6S Αν και η περιορισμένη καπιταλιστική διείσδυση απέτυχε κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα να επαναστατικοποιήσει τη γεωργία ή να αφανίσει τους αγρότες, ήρθε με τέτοιο τρόπο ώστε αύξησε πολύ απότομα την εχθρότητα των αγροτών για το ancien regime. Οι αγρότες φθονούσαν την αύξηση των φεουδαλικών φόρων και την επαναφορά των παλιών φόρων από τους έξυπνους δικηγόρους. Ακόμα πιο σπουδαίο, το φλερτάρισμα της κυβέρνησης με τις περιφράξεις έστρεψε τοος αγρότες κατά της μοναρχίας. Πολλά υπομνήματα των κοινοτήτων στα 1789 απαιτούσαν ενεργητικά την αποκατάσταση της παλιάς τάξης και την ανάκληση των διαταγμάτων για τις περιφράξεις.66 Η συνέπεια ήταν να ενθαρρυνθεί η ενότητα της Τρίτης Τάξης, να στραφούν πολλοί αγρότες κι ένα τμήμα των κατοίκων της πόλης πιο ενεργητικά ενάντια στη παλιά τάξη. Οι τάσεις αυτές διαφωτίζουν σε μεγάλο βαθμό το ερώτημα γιατί οι πιο εύποροι αγρότες της Ευρώπης έγιναν σημαντική επαναστατική δύναμη. Μέσω των παρλαμέντων, τα ανώτερα κλιμάκια της noblesse de robe ενίσχυαν και ενέτειναν την αντίδραση των αρχόντων. Προηγούμενα, όπως έχουμε δει, η βασιλική γραφειοκρατία είχε χρησιμεύσει για να προσελκύσει εμπορικό πλούτο προς όφελος της βασιλικής υπόθεσης. Ωστόσο, είχε επίσης σαν συνέπεια να μετα τρέψει ένα μικρό αλλά ικανό τμήμα της μπουρζουαζίας σε ένθερμο υπερασπιστή των προνομίων, τα οποία θεωρούσαν σαν ατομική ιδιοκτησία προσαρτημένη στο άτομο. Πάλι εδώ οι καπιταλιστικοί τρόποι σκέψης και δράσης διέρρεαν μέσα από τους πόρους της παλιάς τάξης. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, αυτές οι τάσεις συνεχίστηκαν και εντάθηκαν. Α π ’ το 1715 υπήρχαν σημάδια ότι η νεότερη δικαστική αριστοκρατία είχε πε ίύχει τη γενική αποδοχή της, ότι κατέρρεαν οι φραγμοί σταθερά, και ότι στην πραγματικό τητα η Γ αλλία θα έβλεπε σύντομα μια μόνη τάξη ευγενών να υπε 65. Bloch."Individualism^ agrairr", 549-550. 66. Gi'hring, FfudalitSl, 82-84, 96. Lrfcbvir, Eludes, 255-257.
90
ρασπίζεται μια σειρά προνομίων ενάντια στις βασιλικές και λαϊκές αφισβητήσεις. Το 1730 η συμμαχία ήταν πια πολύ ευδιάκριτη.67 Αφού η παλιά τάξη των ευγενών είχε στερηθεί οποιαδήποτε θεσμι κή βάση που την έκανε ικανή ν ’ αμφισβητήσει αποτελεσματικά το βασιλιά, και αφού η νεότερη ομάδα κατείχε τη βάση αυτή με το σύ στημα των ανακτοβουλίων, το παλιότερο στρώμα θεώρησε ανα γκαίο να δώσει την κοινωνική του συγκατάθεση για χάρη των πολι τικών πλεονεκτημάτων του. Καθώς ο τρόπος ζωής των δυό κοινω νικών ομάδων γινόταν όλο και πιο όμοιος, οι δυσκολίες επίσης ελαττώνονταν σταθερά.68 Με τον Λουδοβίκο XVI ο δικαστικός μη χανισμός του βασιλιά συνέχισε να λειτουργεί σαν μεγάλο στρατο λογικό κέντρο που ενσωμάτωνε πλούσιους κατοίκους των κοινοτή των σ ’ αυτό το τμήμα του κατεστημένου που αποτελούσε την ε στία της αντίθεσης προς τη μεταρρύθμιση. Από τους 943 par· lementaires (εκπρόσωποι παρλαμέντων) που στρατολογήθηκαν κατά την περίοδο 1774-1789 και που ήταν στην υπηρεσία στα 1790, όχι λιγότεροι από τους 394 ή 42% ήταν προηγούμενα roturiers (κοινοί άνθρωποι), οι οποίοι έγιναν ευγενείς χάρη στις νέες τους θέσεις.69 Σαν αντάλλαγμα για τη συμμετοχή της στον συνασπισμό ανάγκης για τον οποίο μιλάμε, η παλιότερη τάξη των ευγενών κατόρθωσε να διατηρήσει μερικές θέσεις κλειδιά. Προς το τέλος του ancien regime κατόρθωσε να υψώνει όλο και περισσότερους φραγμούς στη δύναμη του χρήματος. Τα υψηλά αξιώματα και ο στρατός ήταν οι τομείς όπου η εξουσία του χρήματος εξαντλούσε τα όρια της.70 Μέχρι τη δεκαετία του 1780 ο αριστοκρατικός συνασπισμός σαν σύνολο είχε «καταστρέψει τον Maupeou και τον Turgot, είχε ανακτήσει κάθε επισκοπή στο βασίλειο, είχε επιβάλει τον κανόνα να διορίζονται μόνον ευγενείς στους ανώτερους βαθμούς στον στρατό, και είχε υποχρεώσει τη μοναρχία σε μια περίφοβη, τελικά μοιραία φροντίδα για τα προνομιούχα συμφέροντα».71 67. Ford, Rob*· and Sword, 199-201. 68. Ford, Robe and Sword, 250-251 χαι Κεφ. XI. 69. O Ford. Robe and Sword, 145-146, αναλύει ένα κείμενο από τον Jean Egrei απ ’ τον οποίον έχουν πορθεί οι αριθμοί. 70. Cehring, Feudalilfil, 74. Το ζήτημα θα απαιτούσε περισσότερο λεπτομερή έρευνα. Ο Cdhring, περιλαβαίνει χαι τους διχαστές επίσης σ ’ αυτή τη κατηγορία. Αλλά η μαρτυρία του Egrel που παρατίθεται απο τον Ford στην προηγούμενη υποσημείωση δημιουργεί αμφιβολίες σ ’ αυτό το σημείο. 71. Ford, Robe and Sword, VII.
91
Αυτή η απορρόφηση πολλών αστών στις τάξεις των ευγενών μας κάνει να αμφιβάλουμε για τη συνηθισμένη εξήγηση της επανάστασης: Ό τ ι ένας σπουδαίος λόγος ήταν ο κλειστός χαρα κτήρας της γαλλικής αριστοκρατίας, κλειστός δηλαδή σε σύγκριση με τα ρευστά όρια και την εύκολη εισδοχή που επικρατούσε τον ίδιο καιρό στην Αγγλία. Η μαρτυρία που μόλις συζητήσαμε δείχνει ότι η αντίφαση αυτή ήταν κυρίως μια νομική τυπικότητα. Στην πραγματικότητα, η εισδοχή στην αριστοκρατία μπορεί να μην παρουσίασε πιο δύσκολα εμπόδια στη Γαλλία του προχω ρημένου 18ου αιώνα α π ’ όσο στην Αγγλία της ίδιας περιόδου. Οι στατιστικές λείπουν. Εδώ όμως αντιμετωπίζουμε και πάλι ένα ζήτημα για το οποίο οι ποσοτικές μετρήσεις αποτυχαίνουν να διεισδύσουν στις σημαντικές ποιοτικές διαφορές. Ό πω ς τονίσαμε παραπάνω, η συνολική κατάσταση που χαρακτήριζε την προς τα πάνω κινητικότητα και συγχώνευση ήταν διαφορετική για τις δυό χώρες. Στην Αγγλία η συγχώνευση γινόταν σε μεγάλο βαθμό εξω από την ακτίνα επιρροής της μοναρχίας και κατά του βασιλιά. Οι γαιοκτήμονες που έκαναν τις περιφράξεις δεν ήθελαν να ανακατεύ εται ο βασιλιάς στις υποθέσεις των αγροτών τους. Οι πλούσιοι κάτοικοι των πόλεων δεν ήθελαν να κάνει κερδοσκοπικές επιχειρή σεις με την περιουσία του, εκχωρώντας την στους ευνοουμένους του. Σημαντικά τμήματα αυτών των τάξεων στην Αγγλία ούτε χρειάζονταν ούτε ήθελαν πολιτικά όπλα δανεισμένα από το οπλο στάσιο ενός νεκρού φεουδαλισμού ή βασιλικού απολυταρχισμού. Στη Γ αλλία, απ ’ το άλλο μέρος, η μοναρχία μετέτρεψε τους κοι νούς σε γαιοκτήμονες αριστοκράτες που χρειάζονταν φεουδαρχική προστασία. Αυτό τους έκανε σθεναρούς υπερασπιστές του προνο μίου και ισχυρούς αντιπάλους των σποραδικών προσπαθειών της μοναρχίας για τη μεταρρύθμιση. Η μοναρχία ενήργησε κατά τέτοιο τρόπο ώστε δημιούργησε εχθρούς μεταξύ των τμημάτων της μπουρζουαζίας που δεν ταυτίζονταν με τη παλιά τάξη. Εν τω μεταξύ αυτοί οι αστοί γίνονταν δυνατότεροι. Μέχρι τώρα δεν κίνησαν την προσοχή των ιστορικών και των κοινωνιολό γων στον ίδιο βαθμό όπως οι ευγενείς και οι αγρότες.72 Πάντως μερικά σημεία σημαντικά για την ανάλυσή μας ξεχωρίζουν. Βασικά ο αιώνας ήταν αιώνας μεγάλης οικονομικής προόδου για το 72. Εξαφιση ([ναι ο Barber, Bourgeoisie in Eighteenth Century France, αλλά οι οιχονομική θίμίλίωση civai (λλ«ιτής.
92
εμπόριο και τη βιομηχανία. Το εξωτερικό εμπόριο αυξήθηκε ιδιαίτερα, ακόμα πιο γρήγορα μάλιστα α π ’ ότι στην Αγγλία.73 Για τα τελευταία χρόνια του καθεστώστος υπάρχει διαφορετική γνώ μη. Ο C.E. Labrousse ο οποίος έχει κάνει μια λεπτομερή μελέτη των τιμών, βλέπει την περίοδο από το 1778 περίπου και μετά σαν περίοδο μεγάλης ύφεσης που επέδρασε τόσο στη βιομηχανία όσο και στη γεωργία.74 Σε μια παλιότερη εργασία, ο Henri S£e περιγράφει τις δυό τελευταίες δεκαετίες της παλιάς τάξης σαν περίοδο στην οποία δόθηκε κάποια ώθηση στη μεγάλη βιομηχανία, αν και ακόμα η Γ αλλία ήταν πίσω σε σχέση με την Αγγλία κατά το ξέσπασμα της επανάστασης, αφου ξεκίνησε από μια θέση πολύ πιο καθυστερημένη απο την αντίπαλό της στην αντικρυνή όχθη της Μάγχης.75 Ο κυβερνητικός έλεγχος της βιομηχανίας παρέμεινε πολύ σημαντικός κατά τον 18ο αιώνα, αν και η πληθώρα των διαταγμάτων υποδηλώνει ότι οι διακανονισμοί δεν ήταν πολύ αποτελεσματικοί. Στο δεύτερο μισό του αιώνα ο κυβερνητικός έλεγχος ελαττώθηκε.76 Έ τσ ι το εμπόριο και, σε λιγότερη έκταση, η βιομηχανία διεύρυναν την κοινωνική βάση που απαιτούσε τον παραμερισμό των παλιών φραγμών στο εμπόριο και την παραγω γή· Ο Turgot λειτούργησε σαν επίσημος αντιπρόσωπος αυτών των δυνάμεων. Έδρασε σαν σταθερός οπαδός του φωτισμένου δεσποτισμού και της ελευθερίας της παραγωγής και των ανταλλαγών τόσο στη βιομηχανία όσο και στη γεωργία. Μια ματιά στις μεταρρυθμίσεις που αποπειράθηκε και στην αντίθεση που ξεσήκω σαν, μας βοηθάει να εκτιμήσουμε την ισχή των δυνάμεων που βρίσκονταν πίσω από μια κλασική εκδοχή του καπιταλισμού, που βασιζόταν δηλαδή στην ατομική ιδιοκτησία και τον ελεύθερο ανταγωνισμό χωρίς τη βοήθεια προκαπιταλιστικών θεσμών. Το πρόγγραμμά του, από το οποίο μόνο ένα μέρος πραγματοποιήθη73. Labrousse, Crisf de IVeonomie, XXVII. XXVIII, XLVIII. Στη σιλ. 38 ο συγ γραφέας επισύρει την προσοχή στο γεγονός ότι το εξωτερικό εμπόριο στο τελευταίο τρίτο του 18ου αιώνα βασιζόταν στην επανεξαγωγή των αποικιακών προϊό ντων, κύριως ζάχαρη και καφέ, κι έτσι Scv μπορεί να θεωρηθεί σαν ένδειξη οποιοσ δήποτε βελτίωσης της εγχώριας παραγωγής. Βλ. επίσης SEe, Histoire. Economique, II, 14-15. Περισσότερες λεπτομέρειες στο Evolution commercial?, 245-249. 74. Crise de IVeonomie. 32, 36. 75. Evolution commercial, 303-305. 76. SEe. Histoire Economique, I, 348, 351. Labrousse, Crise, I.
93
κε, περιλάβαινε μια μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος, ελεύθερο εμπόριο στο σιτάρι (που άρχισε με το διάταγμα της 13ης Σεπτεμβρίου 1774), την κατάργηση του corvie (αγγαρείας), πε ριορισμό των συντεχνιών, και των ελεύθερη επιλογή της απα σχόλησης από τους εργάτες.77 Η πολιτική του Turgot ανταγωνιζό ταν τους μικροκαταναλωτές τροφίμων που ταλαιπωρήθηκαν πολύ από την αύξηση των τιμών που ακολούθησαν το εμπόριο του σταριού. Σ ’ ολόκληρη τη χώρα ξέσπασαν εξεγέρσεις· μερικοί διαδηλωτές μάλιστα όρμησαν στον περίβολο των Βερσαλλιών και ζητούσαν να εξαναγκασθούν οι φουρνάρηδες να ελαττώσουν τις τιμές του ψωμιού με τρόπο που προμηνύει τα προβλήματα της επανάστασης στο αποκορύφωμα της τρομοκρατίας. Μολονότι ο Λουδοβίκος XVI κράτησε σθεναρή στάση σ ’ αυτή τη περίπτωση, το επεισόδιο αυτό δεν ανέβασε τις μετοχές του Turgot στην αυλή.78 Προφανώς υπήρχε ακόμα μια έντονη λαϊκή απαίτηση για μια ελεγχόμενη οικονομία μιας πολύ ξεπερασμένης έκδοσης, δηλαδή της μορφής στην οποία η έμφαση δεν δινόταν στην αύξηση της παραγωγής αλλά όπου μια καλοπροαίρετη εξουσία εξασφάλιζε μια «δίκαιη» διανομή των αναγκαίων στους φτωχούς. Το αίσθημα αυτό, βασισμένο στα χαμηλότερα στρώματα των αγροτών και των πληβείων των πόλεων, των περίφημων sans-culottes (αβράκω των), επρόκειτο να γίνει η κύρια πηγή των ριζικών μέτρων στην ίδια την επανάσταση. Επιπρόσθετα, η πρόταση του Turgot ξεσή κωσε την αντίθεση εκείνων των χρηματιστικών παραγόντων πού κέρδιζαν απ ’ τη διαφθορά της γραφειοκρατίας και των βιομηχάνων που αγανακτούσαν με την άρνησή του να προστατέψει τη γαλλική βιομηχανία, ιδιαίτερα τη βιομηχανία μπαμπακιού και του σιδήρου, από τον εξωτερικό ανταγωνισμό ή να απαγορεύσει την εξαγωγή πρώτων υλών που χρειάζονταν για τη βιομηχανία.7’ Ο συνασπισμός των συμφερόντων κατά του Turgot είναι ακόμα μια ένδειξη ότι οι δυνάμεις που ζητούσαν να σπάσουν τους κλονισμένους φραγμούς του φεουδαλισμού και να εγκαθιδρύσουν κάτι που να μοιάζει με ατομική ιδιοκτησία και ελεύθερο συναγωνι σμό, απείχαν πολύ από το να είναι οι κυρίαρχες στην γαλλική κοινωνία τις παραμονές της επανάστασης, έστω και αν ισχυροποι 77. Lavisse, Histoire, IX, 1, 28, 43, 45. 78. Lavisse, Histoire, IX, 1, 32, Βλ. Mathiez, Vie chire, για τις χατοπινότιρις ιξιλίξεις. 79. Lavisse. Histoire. IX. I, 40.
94
ούνταν κατά τη διάρκεια μεγάλου μέρους του 18ου αιώνα. Το να μιλάμε για την Επανάσταση σαν αστική και καπιταλιστική με την απλή έννοια είναι καθαρέ λάθος. Ό π ω ς έγινε στη Γ αλλία, ο καπιταλισμός συχνά φορούσε μια φεουδαλική μάσκα, ειδικά στην επαρχία. Η απαίτηση για δικαιώματα ιδιοκτησίας μέσα στα πλαίσια του επικρατούτος συστήματος ήταν πολύ ισχυρή, όπως φανερώνουν οι πωλήσεις αξιωμάτων και η αντίδραση των αρχόν των. 0 καπιταλισμός, όπως καταλάβαινε ο Ζωρές, ο μεγάλος σοσιαλιστής ιστορικός της επανάστασης, χωρίς να βγάζει τ ’ αναγκαία συμπεράσματα, εισχώρησε στο ancien regime τροποποι ώντας το κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ν ’ ανταγωνιστεί σημαντικά τμήματα των προνομιούχων τάξεων καθώς και τους χωρικούς, που τους έστρεψε κι αυτούς κατά της μοναρχίας. Εν μέρει γι ’ αυτό το λόγο η ριζοσπαστική ορμή που στήριξε την επανάσταση, βασισμέ νη στους sans-culottes και σε τμήματα της αγροτιάς, ήταν σαφώς και έντονα αντικαπιταλιστική. Οι πλούσιοι αγρότες, όπως θα δούμε, καθόριζαν τα όρια μέχρι τα οποία μπορούσε να προχωρήσει ο ριζοσπαστικός αντικαπιταλισμός. Τελικά οι δυνάμεις που βρί σκονταν πίσω από την ατομική ιδιοκτησία, απελευθερωμένες από τα παλιά δεσμά, κατέκτησαν σημαντικούς θριάμβους στην πόλη και στην επαρχία. Για να πετύχουν τη νίκη οι καπισταλιστές χρειάζονταν συχνά τη βοήθεια των άσπονδων εχθρών τους. 5.
Η σχέση των αγροτιάν με τον ριζοσπαστισμό νάσταση
κατά
την επ α
Μέχρι αυτό το σημείο η ανάλυση προσπάθησε να φωτίσει την προέλευση τόσο της ακαμψίας όσο και των αιτημάτων για αλλαγή που βαθμιαία συσσωρεύθηκαν στις κυρίαρχες τάξεις. Αναλύοντας την ίδια την επανάσταση, τα γεγονότα επιβάλλουν κάποια αλλαγή της εστίας της προσοχής μας και τη συγκέντρωσή της στις κατώτερες τάξεις. Η γαλλική κοινωνία έσπασε από πάνω μέχρι κάτω καθώς η μοναρχία, για θεσμικούς και προσωπικούς λόγους, γινόταν όλο και περισσότερο ανίκανη να ελέγχει τις διασπαστικές δυνάμεις που συζητήσαμε στα προηγούμενα μέρη. Η κατάρρευση αύξησε τις λανθάνουσες δυσαρέσκειες μεταξύ των κατώτερων τάξεων και επέτρεψε σ ’ αυτές να έλθουν στην επιφάνεια. Υπάρ χουν ενδείξεις ότι η δυσφορία σιγόβραζε για κάμποσο καιρό. Οι αγροτικοί ξεσηκωμοί στους οποίους πήραν μέρος και οι πληβείοι 95
των πόλεων, δημιούργησαν το ιστορικό του 17ου αιώνα. Αυτοί συνέβησαν σε διάφορα μέρη της Γαλλίας στα 1639, 1662, 1664, 1670, 1674 και 1675.80 Από μόνη της όμως η λαϊκή αγανάκτηση δε μπορούσε να δημιουργήσει μια επανάσταση. Εάν αυξήθηκε ακριβώς πριν την επανάσταση, δεν είναι απόλυτα σαφές. Πολύ πιθανό κάτι τέτοιο να έγινε. Πάντως, μόνο όταν τα βάσανα του λαού συνέπιπταν έστω και για λίγο με κείνα των πιο ισχυρών ομάδων θα βοηθούσαν στη συντριβή της μοναρχίας μέσα στη φωτιά, το αίμα και τον καπνό. Οι αιτίες των νωρίτερων ξεσπασμάτων, η φύση του κόσμου της αγροτιάς, τα προβλήματα εκείνων που αποτελούσαν τον μεγά λο όγκο του γαλλικού λαού δεν φαίνονται παρά αμυδρά στις μελέ τες των μεγάλων ημερών του βασιλικού απολυταρχισμού.81 Καθώς πλησιάζει η επανάσταση, παρουσιάζονται περισσότερες λεπτομέ ρειες μέχρι που τουλάχιστο μερικά από τα βασικά γνωρίσματα της αγροτικής κοινωνίας διακρίνονται αρκετά καθαρά. Με την απουσία του είδους της εμπορικής επανάστασης που έγινε στην Αγγλία ή της φεουδαλικής αντίδρασης, όπως εκείνη που συνέβει στη Πρω σία, και επίσης στη Ρωσία για εντελώς διαφορετικούς λόγους, πολ λοί γάλλοι αγρότες είχαν γίνει στην πραγματικότητα μικροί ιδιο κτήτες. Αν και είναι α&ίνατο να δώσουμε ακριβείς αριθμούς αυτών των cogs de paroisse (μεγαλοαγροτών) — οι όμοιοί τους θα ονομασθούν κουλάκοι σ ’ ένα κατοπινότερο στάδιο στη Ρωσία — ήταν οπωσδήποτε μια ουσιαστική και πολύ σημαντική μειοψηφία. Η μεγάλη πλειοψηφία των αγροτών στιβαζόταν κάτω απ ’ αυτούς με ανεπαίσθητες διαβαθμίσεις, που άρχιζαν από κείνους που είχαν μικρούτσικα lopins de lerre (κομμάτια γης), μέχρι εκείνους που δεν είχαν τίποτα εντελώς και ζούσαν σαν αγροτοεργάτες. Έ χ ει κανείς την εντύπωση — αλλά δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια εντύπωση — ότι ο αριθμός των μικροκατόχων γης και των ακτημόνων αυξανόταν αργά και σταθερά τουλάχιστο για δυό αιώνες. 0 Lefebvre ισχυρίζεται ότι μέχρι το 1789 η μεγάλη πλειοψηφία των ιδιοκτητών γης δεν είχε αρκετή γη για να ζήσει και ήτα'· αναγκασμένη να εργαστεί για άλλους ή να βρει κάποια 80. S<e, Histoire feonomique, I, 214-215. Sagnac, Social# franfaise, I, 139-143. Αφθονο υλιχό στον Porchnev, Soul*vemenls popoulaires. 81. Βλ. ττχ. Coubert, Beauvais, που ouyxcvrpuvci πίρισσόττρο στατιστικές πληροφορ!«ς για μια μόνο πιριοχή και 8cv ι(ναι πολύ βιαφωτιστιχός για τη λιιτουργία των θχσμών.
%
βοηθητική ασχολία. Πάλι, γενικοί αριθμοί δεν υπάρχουν. Ό μ ω ς σε πολλά μέρη της χώρας οι οικογένειες που δεν είχαν καθόλου γη μπορεί να κυμαίνονταν από το 20 ώς το 70% του αγροτικού πληθυσμού.82 Μπορεί κανείς να διακρίνει δυό μεγάλα αιτήματα μεταξύ των φτωχότερων αγροτών. Πρώτα, και ίσως πάνω α π ’ όλα, ήθελαν ένα χωράφι αν δεν είχαν καθόλου, ένα κάπως μεγαλύτερο εάν κάτι είχαν. Δεύτερο, επιθυμούσαν να διατηρήσουν εκείνα τα ειρηνικά έθιμα της κοινότητας του χωριού που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντά τους. Οι φτωχοί αγρότες δεν είχαν γενική προσήλωση στην κοινότητα του χωριού. ' Οταν έβλεπαν την ευκαιρία για να αποκτή σουν ένα κομμάτι γης με τη μοιρασιά των κοινών γαιών του χωριού κατά τη διάρκεια της επανάστασης χάλαγαν τον κόσμο για να το πετύχουν. Κυρίως ήταν οι πλούσιοι αγρότες που εμπόδιζαν το τεμάχισμα των κοινοτικών γαιών, εν μέρει γιατί οι πλούσιοι αγρότες ήταν συχνά οι μόνοι που χρησιμοποιούσαν τα κοινοτικά κτήματα για βοσκή για τα κοπάδια τους με τα οποία δούλευαν τις φάρμες τους.83 Από το άλλο μέρος, ορισμένες κολλεκτιβιστικές πρακτικές ήταν σημαντικές για τους φτωχούς αγρότες. Το πιο αξιόλογο ήταν το δικαίωμα του vaine pature. Σε καλλιεργημένη περιοχή το δικαίωμα αυτό ήταν μέρος του αρχαίου ανοιχτού αγροτικού συστήματος που επικράτησε σε μεγάλο βαθμό στη Γ αλλία με την απουσία ενός ισχυρού κινήματος περιφράξεων. Τ α καλλιεργημένα χωράφια ήταν σε ζώνες που περιέβαλαν τα σπίτια -ου αποτελούσαν το χωριό. Ό λη αυτή η γη έπρεπε να περάσει καθε στάδιο του αγροτικού κύκλου ταυτόχρονα, μια πρακτική γνωστή στη Γ αλλία σαν assolement forci (υποχρεωτική αμειψι σπορά), και στις γερμανόφωνες περιοχές σαν Flurzwang. Μετά τη συλλογή της σοδιάς τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη, όπως παρατηρεί παραστατικά ο Bloch, πήγαιναν για ύπνο, και τα ζώα περιπλανόνταν ελεύθερα στα ξέφραγα χωράφια. Στα λειβάδια που χρησιμο ποιούνταν για την καλλιέργεια σανού, που μέχρι τότε μπορούσε να είναι ιδιοκτησία του άρχοντα, του χωριού συνολικά, ή του εύπορου αγρότη, μια παρόμοια διευθέτηση επικρατούσε σε πολλές περιο χές: Μετά τη συλλογή του σανού τα λειβάδια ανοίγονταν, ώστε τα ζώα να φάνε τα νέα γεννήματα. Για τους φτωχότερους αγρότες το 82. Lefebvre, Eludes, 209-212. 83. Cobban, Social Interpretation, 112-117: διορθώνει την διαδομένη άποψη ότι οι φτωχοί αγρότες αντιδρούσαν στη μοιρασιά των κοινών γαιών.
97
δικαίωμα του vaine pSture ήταν σημαντικό, γιατί εμποδίζονταν να χρησιμοποιήσουν όσο ήθελαν τις κοινοτικές γαίες. Ακόμα και όταν δεν είχαν άλογα και αλέτρια, ήταν πιθανό να έχουν μια αγελάδα ή πρόβατα και μερικές κατσίκες που τις χρησιμοποιούσαν για το κρέας ή για να βγάλουν λίγα χρήματα. Τα δικαιώματα του σταχυολογήματος, όταν οι ορδές των φτωχών αγροτών μπορούσαν να κατακλύζουν τα χωράφια για ορισμένες μέρες κάτω από τα ανυπόμονα βλέμματα των ιδιοκτητών των χωραφιών, και τα δικαιώματα της συλλογής καυσίμων και ζώων από τα δάση, ήταν επίσης σημαντικά γι αυτούς.84 Η πολιτική συνέπεια ήταν το ρήγμα μέσα στην αγροτιά και μια πολύ αξιοσημείωτη αποσύνθεση της αγροτικής κοινότητας. Ό π ω ς σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου, οι φτωχότεροι αγρότες στη Γ αλλία ήταν τα κύρια θύματα, καθώς οι δυνάμεις του εκσυγ χρονισμού διασπούσαν την παλιά κοινωνία του χωριού που καθόρι ζε τον καταμερισμό της εργασίας και παρείχε σ ’ αυτούς ένα μέτριο αλλά αναγνωρισμένο μέρος μέσα στο μικρό τους κόσμο από αμνημονεύτων χρόνων. Αν και τα γαλλικά χωριά, από τα οποία υπήρχαν πολλοί και διάφοροι τύποι, υπόφεραν γενικά αργότερα και λιγότερο από τα αντίστοιχα στην Αγγλία, και για διαφορετικούς λόγους, εντούτοις η κοινωνία αυτή δεχόταν μια πολύ αισθητή επί θεση, καθώς ο 18ος αιώνας βάδιζε προς το τέλος του.8* Η κατά σταση της φτωχής αγροτιάς οδήγησε πολλούς σε βίαιες θεωρίες περί ισότητας. Γ ι ’ αυτούς ο εκσυγχρονισμός σήμαινε ότι οι αγρό τες που ευημερούσαν, τους εμπόδιζαν να μοιράσουν τη γη (περιλαμβανομένης κι εκείνης που έγινε διαθέσιμη μέσω των δημεύσεων κατά τη διάρκεια της επανάστασης) και τους έκαναν να λιμοκτο 84. Γ ία μια διαφωτιστιχή γινιχή πιριγραφή των χολλαιτιβιστιχών πρακτικών χαι της αντίστασης που σηχώθηχι ιναντίον τους Βλ. Bloch, "Individualisme agraire” ciiixa 330-332, 523-527. Στο «ΧιυταΙο απόσπασμα ο Bloch παρατηριί ότι η στοίση των φτωχών απέναντι στο μοίρασμα των κοινοτικών γαιών διέφιρι ανάλογα μ ι τις π(ριστάσ«ς, ενώ οι κινήσιις για την ανάκληση των κοινών δικαιωμάτων μέ σω των πιριορισμένων πιριφράξίων γΓνιχά τους έθιγαν. Βλ. ιπίαης στον Lefebvre, "Paysans du Nord", 72-114 για τα συλλογικά δικαιώματα, και 424-430 για την βίωσή τους κατά τη διάρκιια της επανάστασης. Η επίκαιρη μαρτυρία του Lefebvre οδηγιΐ στο Ιδιο γενιχό συμπέρασμα: ότι δηλαδή οι φτωχοί συχνά ήθιλαν να μοιρά σουν τα κοινά χτήματα του χωριού, αλλά γατζώνονταν σι άλλα κοινά δικαιώματα. 85. Μπορούμε να παρακολουθήσουμε πολλές λεπτομέρειες της διαδικασίας αυτής για μια μόνη περιοχή σ* μια άριστη αφήγηση του Saint Jacob, "Paysans de la Bourgoghe” . ειδικά 435-573.
98
νούν με τους περιορισμούς στα δικαιώματα του σταχυολογήματος και της βοσκής σαν μέρος της τάσης προς σύγχρονες μορφές ατομι κής ιδιοκτησίας στη γη. Στον κολοφώνα της επανάστασης ο ριζο σπαστισμός στις πόλεις μπορούσε να συμβαδίζει με τον ριζοσπα στισμό στην ύπαιθρο, κι αυτό είναι ένα στοιχείο που μας βοηθάει να εξηγήσουμε το βάθος και τη βια της γαλλικής επανάστασης σε σύγκριση με την προηγούμενη στην Αγγλία. Δεν υπήρχε μόνο'μια αγροτική επανάσταση που τραβούσε το δρόμο της, άλλοτε συμπλέοντας και άλλοτε καταπολεμώντας την επανάσταση των πόλεων και της πρωτεύουσας. Τπήρχαν τουλάχιστον δυό αγροτικές επανα στάσεις, η μια της αγροτικής αριστοκρατίας και η άλλη της μεγαλύτερης και πιο διασκορπισμένης πλειοψηφίας, κάθε μια με το δικό της δρόμο και επίσης, από καιρό σε καιρό, με τη συμπαράταξή της ή την αντίθεσή της με τα επαναστατικά κινήματα των πόλεων. Επανερχόμενοι τώρα στα ανώτερα στρώματα της αγροτιάς, φαίνεται αρκετά καθαρά ότι οι δυσαρεστημένοι προήλθαν από την ενδιάμεση θέση: Α π ’ αυτούς δηλαδή που κατείχαν τη γη χωρίς πραγματικά να τους ανήκει.84 Ό π ω ς είναι πασίγνωστο, η νομική και κοινωνική θέση της γαλλικής αγροτιάς, τουλάχιστο στα ανώ τερα επίπεδά της, υπαγόταν σε λιγότερους κατασταλτικούς περιο ρισμούς απ ’ ότι σε οποιαδήποτε άλλη μεγάλη χώρα στην ηπειρω τική Ευρώπη. Πολλοί αγρότες ήταν προσωπικά ελεύθεροι. Στον βαθμό που μπορούμε να διακρίνουμε τις απαιτήσεις τους, όπως αντανακλώνται στα cahiers, μπορούμε να δούμε ότι κυρίως ήθελαν να εξαλείψουν τις αυθαίρετες εκδηλώσεις του φεουδαλικού συστή ματος, που είχαν ενταθεί στα τελευταία χρόνια της παλιάς τάξης πραγμάτων. Εντελώς αντίθετα από τη μουρζουαζία, αυτοί δεν επιτέθηκαν κατά της κοινωνικής θέσης και των ειδικών προνομίων της τάξης των ευγενών.87 Αντίθετα, συχνά τους αναγνώριζαν ρητά, γεγονός που φανερώνει ότι δεν μπορούσαν να συλλάβουν οποιαδή ποτε γενική σύνδεση μεταξύ των προνομίων των ευγενών και των δικών τους προβλημάτων. Προφανώς, στα 1789 θα ήταν εκπληκτι κό αν οι αγρότες μετατρέπονταν σε ενεργητική επαναστατική δύναμη. Οι εκπλήξεις αυτές δεν επρόκειτο ν ’ αργήσουν. Μια ώθηση προήλθε α π ’ τις ενέργειες των ευγενών και τις ταλαντεύσεις του βασιλιά που προηγήθηκαν και επακολούθησαν τη 86. Gehring. Feudalital, 57-58, 60. 87. C6hring, Feudalital, 115-116.
99
συνέλευση των Γ ενικών Τάξεων. Φυσικά οι αγρότες ούτε καταλά βαιναν ούτε νοιάζονταν πολύ για ζητήματα τέτοια όπως η ψηφοφο ρία κατά τάξη, ή η ψηφοφορία κατ’ άτομο, που συντάραζαν την υπόλοιπη Γ αλλία. Ούτε και ήταν πολύ πιθανό ότι ενδιαφέρονταν σοβαρά για τα αδύνατα οικονομικά των Βουρβόνων και τήν προοπτική της χρεωκοπίας. Η κατανομή του φορολογικού βάρους στις διάφορες τάξεις δεν μπορούσε να τους συγκινήσει πολύ περισσότερο. Ο αγρότης ενδιαφερόταν για το δικό του μερίδιο στο φόρο, στο δικό του χωριό, που διέφερε από μέρος σε μέρος έτσι ώστε τον επιμερισμό του να τον καταλαβαίνουν μόνο οι ειδικοί:88 Από το άλλο μέρος όλα αυτά τα ζητήματα αναστάτωναν πολύ σοβαρά ένα μεγάλο τμήμα του μορφωμένου λαού των πόλεων. Οι ευγενείς προσπαθούσαν να αναλάβουν το κράτος μέσω του μηχανι σμού των Γενικών Τάξεων, μια φυσική συνέχιση αυτού που είχαν προσπαθήσει να κάνουν στη διάρκεια της αποκαλούμενης φεουδαλικής αντίδρασης. Η απροθυμία τους να συμβιβαστούν σ ’ αυτά τα ζητήματα μετέτρεψε προς στιγμή αυτό που δεν ήταν παρά μια νομική ετικέττα για όσους δεν ήταν ούτε ευγενείς ούτε κληρικοί — η Tiers Etat (Τρίτη Τάξη) — σε κάτι που έμοιαζε σαν ένας ενιαίος πολιτικός νους. Πολλοί από τους πλουσιότερους, και ειδικά τους φιλελεύθε ρους ευγενείς που έπαιξαν επιφανή ρόλο στη πρώτη φάση της επανάστασης, επιθυμούσαν πολύ να προβούν σε ουσιαστικές παρα χωρήσεις. Στα αγροτικά ζητήματα ήθελαν να θυσιάσουν ακόμα μερικά από τα καταπιεστικά φεουδαρχικά δικαιώματα χωρίς απο ζημίωση. Η αντιδραστική καταπίεση που προσωρινά σφυρηλάτησε την Tiers Etat προερχόταν πιθανότατα σε μεγάλο βαθμό από την πληθώρα των μικρών αρχόντων, οι οποίοι κατασπαταλούσαν τα έσοδά τους και δεν είχαν ούτε τη θέληση ούτε την ικανότητα ούτε την ευκαιρία να διευθύνουν τις υποθέσεις τους σαν κοινοί, έστω και άν είχαν αποζημιωθεί για την απώλεια των φεουδαρχικών δικαιω μάτων.89 Ά λλες τάσεις ήταν πιο συγκυριακές. Στα 1786 η γαλλική κυ βέρνηση είχε ελαττώσει σοβαρά τους δασμούς της για τις αγγλικές 88. Οι κλασικές παρατηρήβιις σχετικά μ ι τον καταθλιπτιχό χαρακτήρα της φορολογίας κάτω από την παλιά τάξη πραγμάτων μπορεί να έχουν κάποια υπερβολή. Ο Goubert, Beauvais, 152, τονίζει τον βασικά δίκαιο χαρακτήρα του συστήματος <ττην περιοχή που μελέτησε. 89. Lrfrbvrr, Eludes, 258.
100
βιομηχανίες, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την απόλυση πολ λών εργατών. Επηρέασε επίσης τους αγρότες σε μερικές περιοχές γιατί μειώθηκε ή εξαλείφθηκε η εξωτερική απασχόληση. Έ να διάταγμα του 1787 κατάργησε τους περιορισμούς στο εμπόριο των σιτηρών, μαζί κι εκείνους που απαιτούσαν από τους καλλιεργητές να φέρνουν το σιτάρι τους στη τοπική αγορά. Η συγκομιδή το φθι νόπωρο του 1788 ήταν καταστρεπτικά μικρή. Ο χειμώνας που ακολούθησε ήταν ασυνήθιστα ξηρός, ενώ η άνοιξη έφερε μεγάλες θύελλες και πλημμύρες.90 Οι φυσικές καταστροφές συνδυάστηκαν με την πολιτική αβεβαιότητα και αγωνία μέχρι το καλοκαίρι του 1789, με αποτέλεσμα να τροφοδοτήσουν τον πανικό και τα αγρο τικά ξεσπάσματα σε πολλά μέρη της Γαλλίας. Η ριζοσπαστική δύναμη της αγροτιάς άρχισε να φαίνεται. Αν και οι ταραχές που κορυφώθηκαν στον Grande Peur (Μεγάλος Τρόμος) πήραν διαφορετικές μορφές στα διάφορα μέρη της Γαλλίας, η αντίθεση στο φεουδαλισμό βγήκε στην επιφάνεια παντού. Ακόμα και κει όπου οι χωρικοί δεν ξεσηκώθηκαν, αρνούνταν τις φεουδαλικές τους υποχρεώσεις.41 Κάθε είδους ψίθυροι οργίαζαν. Οι φόβοι για μια αριστοκρατική συνωμοσία, όχι εντελώς ξεκάρφω τοι, διευκόλυναν τους αγρότες να κερδίσουν την υποστήριξη των φτωχότερων τάξεων των πόλεων. Καθώς η εξουσία της κεντρικής κυβέρνησης χειροτέρευε, η Γ αλλία φαινόταν ότι κομματιαζόταν σ ’ ένα σύνολο μικρών πόλεων και κοινοτήτων. Η κατάλυση της δημόσιας τάξης έκαμε τους ισχυρούς και εύπορους πολίτες που ανήκαν στην αστική τάξη να καλοδεχτούν τους φιλελεύθεους ευγενείς στις τάξεις τους. Από το άλλο μέρος, οι φτωχότερες τάξεις δεν τους εμπιστεύονταν και προσπαθούσαν να τους ξεφορ τωθούν. Έ τσι, στις περιοχές όπου επικρατούσε ο πανικός, οι μεσαίοι ιδιοκτήτες της πόλης και της επαρχίας σχημάτισαν τοπι κές ομάδες άμυνας για να προστατευθούν από τις συμμορίες και τους ληστές, για τους οποίους θεωρούσαν ότι τους εξαπέλυε στην επαρχία η υπονομευτική αριστοκρατία.92 Από την άλλη μεριά, εκεί όπου υπήρξαν πραγματικές αγροτι κές εξεγέρσεις και jacqueries (εξεγέρσεις αγροτικών περιοχών) δεν υπήρχε Grande Peur.93 Στις περιοχές αυτές ο αγρότης που δρούσε 90. 91. 92. 93.
Lefebvre, Lefebvre, Lefebvre. Lefebvre,
Grand Peur, 13-14. Cfihring, FeudalitSl, 129. Grande Peur, 119. Grande Peur, 30, 31, 103-105, 109, 157-158. Grande Peur. 165-167, 246.
101
ήταν ο ληστής. Δεν χρειάζεται και δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι ο ληστής ήταν το όργανο του αριστοκράτη. Η κλιμακωμένη αγροτική βία φόβισε τη μπουρζουαζία, ιδιαίτερα εκείνους για τους οποίους τα φεουδαλικά δικαιώματα ήταν εξίσου ιερά και όσια όσο οποιαδήποτε άλλη μορφή ιδιοκτησίας και τους έριξε στην αγκαλιά των ευγενών. Μετά την έφοδο κατά της Βαστίλλης, η μπουρζουαζία σε μερικές περιοχές, ειδικά στην Αλσατία όπου οι εξεγέρσεις ήταν ιδιαίτερα βίαιες, συνεργάστηκε ολόψυχα με τις προνομιούχες τάξεις για να τις καταστείλει.’4 Η επανάσταση είχε ήδη αποδεσμεύσει κοινωνικές δυνάμεις που ανυπομονούσαν να την τερματίσουν. Η αντεπανάσταση είχε ένα είδος ηγεσίας στο Παρίσι και ασκούσε επιρροή με τον βασιλιά. Προς στιγμή η επιτυχία φαινόταν δυνατή. Στις 11 Ιουλίου του 1789, ο Νεκέρ καθαιρέθηκε εσπευσμένα και εξορίστηκε από τη Γαλλία. Οι ευγενείς είχαν δείξει σημάδια ότι ήταν απρόθυμοι να αποδεχτούν τη νίκη της Τρίτης Τάξης, που είχε αποσχιστεί από τις Γ ενικές Τάξεις παίρνοντας μαζί της τον κλήρο και 47 ευγενείς για να σχηματίσει τη Συντακτική Συνέλευση, που τυπικά εγκαθιδρύθηκε στις 7 Ιουλίου 1789. Τα στρατεύματα συγκεντρώνονταν γύρω α π ’ το Παρίσι. Η επαρχία ήταν ταραγμένη για τους λόγους που έχουμε δει. Απειλούταν λιμός. Τπήρχαν υποψίες ότι ο βασιλι άς σχεδίαζε πραξικόπημα. Η Συντακτική Συνέλευση περίμενε το χειρότερο. Τη στιγμή εκείνη ένας λαϊκός ξεσηκωμός έσωσε τη μετριοπαθή επανάσταση από τη συνθηκολόγηση και την προώθη σε. Ο λαός του Παρισιού δεν είχε πρόθεση να περισώσει τη Συνέλευση. Το έκαμε όμως «αντανακλαστικά» και με τη μορφή της αμυντικής αντίδρασης. Ο πανικός ήταν συνεχής εκείνες τις μέρες, η πρώτη έκφραση του Grande Peur. Βλέποντας το Παρίσι περικυκλωμένο &πό βασιλικά στρατεύματα και «ληστές» και φοβούμενες ότι θα βομβαρδίζονταν και θα παραδίνονταν στη λεηλασία, οι μά ζες των πολιτών ύψωσαν οδοφράγματα και αναζήτησαν όπλα, παίρνοντας 32.000 τουφέκια από τον Οίκο των Απομάχων. Το πρωί της 14ης πήγαν να βρουν περισσότερα όπλα στη Βαστίλλη και κατέληξε να κάνουν έφοδο κατά του περιβόητου σύμβολου της αυθαίρετης εξουσίας.’5 Με την κατάληψη της Βαστίλλης και το σύντομο κύμα της 94. L<>l>bvre, Grande Peur, 56, 139. 95. Lefebrr, Revolution franfaisr, 125-126, 134-135.
102
λαϊκής εκδίκησης που επακολούθησε φάνηκαν ήδη, όπως τονίζει ο Lefebvre, ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά του ριζοσπαστικού στοιχείου της Γ αλλικής Επανάστασης: Ο φόβος των αντεπαναστατικών συνωμοσιών, η αμυντική εξέγερση των μαζών, κυρίως φτωχών χωρικών και μεροκαματιάρηδων, και η Θέληση να τιμωρή σουν και να καταστρέψουν τους εχθρούς τους.94 Τα χαρακτηριστικά αυτά φανερώνονταν σε κάθε σοβαρή λαϊκή έξαρση της επανάστασης. Είναι γνωστό ότι η επανάσταση άρχισε με μια επίθεση των ευγενών και ριζοσπαστικοποιήθηκε περισσότε ρο καθώς προχωρούσε. Ό λο και πιο ριζοσπαστικά τμήματα της μπουρζουαζίας έρχονται στην εξουσία και ακολουθούσαν όλο και πιο ριζοσπαστική πολιτική μέχρι λίγο πριν την πτώση του Ροβεσπιέρου στις 9 Θερμιδώρ ή 27 Ιουλίου 1794. Κάθε φορά που οι συντηρητικές δυνάμεις, οι οποίες φυσικά ήταν όλο και λιγότερο συντηρητικές και αποτελούσαν διαφορετική ομάδα κάθε φορά, προσπαθούσαν να σταματήσουν την επανάσταση, μια ριζοσπαστι κή επίθεση από τα κάτω τις έσπρωχνε προς τα εμπρός. Τρεις μεγάλες λαϊκές εξεγέρσεις τρεις περίφημες journ6es, σημάδεψαν αυτή τη σειρά των αριστερών κίνήσεων. Η πρώτη ήταν η έφοδος κατά της Βαστίλλης στις 14 Ιουλίου του 1789. Η δεύτερη ήταν ή έφοδος των Tuileries (Κεραμεικού) στις 10 Αυγούστου 1792, η οποία οδήγησε στην εκτέλεση του Λουδοβίκου XVI. Η τρίτη εξέγερση, στις 31 Μαΐου του 1793, έγινε με παρόμοιες αλλά περισσότερο σοβαρές περιστάσεις και ήταν μέρος της αλυσίδας των γεγονότων που οδήγησαν στην Τρομοκρατία και στη σύντομη υπεροχή του Ροβεσπιέρου. Η πρωταρχική δύναμη πίσω από κάθε τέτοια έξαρση προερχόταν από τους παρισινούς sans-culottes. Κάθε τέτοιο κίνημα πετύχαινε στο βαθμό που μπορούσε να κερδίσει την ενεργητική υποστήριξη της επαρχίας. Ό τα ν αυτή η υποστήριξη σταμάτησε, όταν οι απαιτήσεις των sans-culottes ήρθαν σε αντίθεση με κείνες των ιδιοκτητών αγροτών, η ορμή που κινούσε την ριζοσπαστική επανάσταση ξεθύμανε και τα τελευταία σκιρτήματα της στις πόλεις καταστάλθηκαν εύκολα. Είναι, επομένως, σωστό να υποστηρίξουμε ότι η αγροτιά ήταν ο διαιτητής της επανάστασης, αν και όχι η κύρια κινητήρια δύναμή της. ' Εστω όμως και αν δεν ήταν η βασική κινητήρια δύναμη, ήταν πολύ σημαντική, σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη γι αυτό που, αναδρο 96. Revolution franfaiste, 133.
103
μικά, φαίνεται σαν η πιο σπουδαία και διαρκής επιτυχία της επανάστασης, δηλαδή η κατάλυση του φεουδαλισμού. Για να συνοψίσουμε την αφήγηση, η κατάληψη της Βαστίλλης ήταν σημαντική με μια συμβολική έννοια πεβίσσότερο παρά σαν συγκεκριμένη πολιτική ή στρατιωτική νίκη. Τ ο θανάσιμο χτύπημα που δόθηκε κατά του φεουδαλισμού μερικές βδομάδες αργότερα, την περίφημη νύχτα της 4ης Αυγούστου 1789, κατέληξε να γίνει πιο σημαντικό και, όπως μόλις τώρα δείξαμε, ανάγεται άμεσα στις αγροτικές εξεγέρσεις. Η Συντακτική Συνέλευση βρισκόταν σε δύσκολη θέση. Τ α μέλη της ήταν κυρίως άνθρωποι του νόμου και της τάξης που είχαν σωθεί από μια λαϊκή εξέγερση. Οι σημαίνοντες ιδιοκτήτες γενικά δεν επιθυμούσαν να βλέπουν τους αγρότες σε έξαψη. Αλλά εάν στρέφονταν προς τον βασιλιά και σε ό,τι είχε απομείνει από τον βασιλικό μηχανισμό για την αποκατάσταση της τάξης, θα έπεφταν στα χέρια των αδιάλλακτων στοιχείων της αριστοκρατίας και θα κατέστρεφαν τα κέρδη της επανάστασης. Σ ’ αυτή τη κατάσταση μια μειοψηφία κατόρθωσε να μανουβράρει τη Συνέλευση και να την κάνει να περάσει τα διατάγματα. Αν και το κείμενο της διακήρυξης αρχίζει με την διαβεβαίωση ότι η Συνέλευση κατέλυσε εξ ολοκλήρου τον φεουδαλισμό, κάτι τέτοιο ήταν υπερβολή. Η κατάργηση εκείνων των φεουδαλικών δικαιωμάτων που βασίζονταν στη γη υπάχτηκε σε πληρωμές αποζημίωσης, πράγμα που σήμαινε ότι θα επιζούσαν, έστω για λίγο χρόνο. 'Αλλα υπολείμματα, περιλαμβανομένων και τιμητι κών προνομίων, επέζησαν επίσης. Μόνο αργότερα, σε πιο ριζοσπα στικές φάσεις της επανάστασης, η κατοπινή νομοθεσία αποτέλειωσε ένα μεγάλο μέρος από το έργο της εξάρθρωσης των υπολειμμά των της φεουδαλικής δομής, συνεχίζοντας έτσι φυσικά, όπως τόνιζε ο Ντέ Τοκεβίλ, το έργο του βασιλικού απολυταρχισμού. Πάντως η Συνέλευση ψήφισε την ισότητα ενώπιον του νόμου, την κατάργηση των φεουδαλικών υποχρεώσεων που βασίζονταν σε πρόσωπα (χω ρίς αποζημίωση), την ισότητα στον επιμερισμό της ποινής, το δικαίωμα εισδοχής όλων στις δημόσιες υπηρεσίες, την κατάργηση της πώλησης των αξιωμάτων και την παύση της δεκάτης (χωρίς αποζημίωση). Αυτά ήταν αρκετά για να δικαιολογήσουν τα αποτε λέσματα της περίφημης αυτής ευκαιρίας σαν «πιστοποιητικό θα νάτου του ancien regime».97 97. Lefebvre. Revolution franfaisc, 140-141. Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι οι
104
Ας τονίσουμε ότι αυτό δεν ήταν καθόλου μια ξαφνική πράξη αυθόρμητης γενναιοδωρίας. Η Συνέλευση ενεργούσε με το πιστόλι στον κρόταφο, με τη μορφή των λαϊκών εξεγέρσεων.98 Το να πια στούμε από αφορμές σαν αυτή, όταν οι ανώτερες τάξεις έδειξαν προθυμία να προβούν σε παραχωρήσεις, αποσπώντας τες από το γενικό τους πλαίσιο, για να υποστηρίξουμε ότι ο επαναστατικός ριζοσπαστισμός δεν ήταν αναγκαίος θα σήμαινε ότι παραποιούμε εντελώς την κατάσταση. Επίσης και η δεύτερη ριζοσπαστική φάση προκλήθηκε από μια προσπάθεια αντίδρασης. Η ίδια ιστορία επαναλείφθηκε, αλλά με μεγαλύτερη ένταση. Η απόπειρα φυγής του βασιλιά, που ματαιώ θηκε στο Βαρέν (20-25 Ιουνίου 1791), κατέστρεψε οποιαδήποτε δυνατότητα μπορούσε να υπήρχε ώστε η επανάσταση να σταμα τήσει σε μια συνταγματική μοναρχία και διακυβέρνηση από τις ανώτερες τάξεις, όπως στην Αγγλία. Ο πόλεμος ξέσπασε την άνοιξη του 1792. Οι ηγέτες των Γιρονδίνων, που εξέφραζαν σε μεγάλο βαθμό τα εμπορικά και εφοπλιστικά συμφέροντα, επιζήτη σαν τον πόλεμο για να διαδώσουν το επαναστατικό ευαγγέλιο καθώς επίσης και για πιο υλικούς λόγους. Ο Λαφαγιέτ σκόπευε να χρησιμοποιήσει τον πόλεμο ακριβώς για τον αντίθετο λόγο, δηλα δή να παλινορθώσει την τάξη. Ο κίνδυνος ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος ήταν πραγματικός." Από το Νοέμβρη του 1791 και μετά έγιναν μια σειρά λαϊκές εξεγέρσεις σε πολλά μέρη της επαρχίας, που εξέφραζαν τη διαμαρτυρία κατά της εξαγωγής σίτου επαναστατικοί ηγέτες προχωρούσαν μάλλον πιο προσεχτικά στην κατάργηση της παραδοσιακής πρακτικής μεταξύ των αγροτών. Η Συντακτική Συνελεύση 8cv προσπάθησε να χαταργήσει την assolement forci (υποχρεωτική αμειψισπορά), την υποχρέωση κάθε μέλους του χωριού να οργώνει, να σπέρνει και να θερίζει ταυτόχρο να με τα υπόλοιπα, μέχρι τις 5 Ιουνίου 1791. Και κατόπιν το έκανε τόσο έμμεσα μ ’ ένα ίιάταγμα που επέτρεπε στον ιδιοκτήτη την ελεύθερη επιλογή της συγκομιδής. Ούτε η Συντακτική Συνέλευση ούτε η Συμβατική κατάργησε την vaine pjlure obligaloire (υποχρεωτική ελεύθερη βοσχή), το αντίστοιχο δικαίωμα να αφήνονται τα ζώα σε καλλιεργημένα χωράφια εφ’ όσον η συγκομιδή είχε συγκεντρωθεί. Βλ. Bloch, Individualisme agraire, 544-545. 98. Lefebvre, Grande Peur, 246-247, και Revolution francaise 113, 119. Σχετικά με τις παραχωρήσεις της 4ης Αυγούστου ο Μαρά έγραφε, «Στο φως που σκορπούσαν οι φλόγες των πυρπολημένων πύργων απαρνήθηχαν, τάχα μεγαλόψυχα, το προνόμιο να χρατάνε αλυσοδεμένους ανθρώπους που είχαν ήδη ανακτήσει τήν ελευθερία τους με τη βία». Μετάφραση στο Postgale, έκδοση Revolution, 27. 99. Lefebvre, Revolution franfaise, 225, 227-228, 243.
105
σε μια περίοδο μεγάλης στενότητας. Αυτή καθεαυτή η ιδέα να στέλνεται το στάρι έξω απ ’ τη χώρα — τη στιγμή που κόστιζε περισσότερο στη Γ αλλία απ ’ όσο στο εξωτερικό — ήταν φυσικά παράλογη. Οι στάσεις, μολονότι κατεστάλησαν χωρίς μεγάλη δυ σκολία, αποκάλυπταν το βαθμό της διέγερσης και της αταξίας. Οι φτωχοί κάτοικοι της πόλης επίσης χτυπήθηκαν σκληρά από τον αυξανόμενο πληθωρισμό.100 Στρατιωτικές ατυχίες προστέθηκαν στην έντονα ταραγμένη ατμόσφαιρα. Τ ο πραξικόπημα που ξεκα θάρισε το δρόμο, η έφοδος κατά TouTuileries και η περίφημη σφα γή των Ελβετών Φρουρών στις 10 Αυγούστου 1792, ήταν πάλι έργο του πλήθους του Π αρισιού, κυρίως των φτωχών αγροτών, μεροκαματιάρηδων κλπ.101 Αν και το Παρίσι ήταν το κέντρο, το λαϊκό και ριζοσπαστικό κίνημα πήρε ενεργητική υποστήριξη από τις επαρχίες. Τέτοια ήταν η περίπτωση του πολεμικού και επανα στατικού τραγουδιού του Ροζέ ντέ Λίλ, που τραγουδιόταν από τα γιακοβίνικα τάγματα στη πορεία τους από τη Μασσαλία για να έλθουν σε βοήθεια των συντρόφων τους στο Παρίσι. Η εξέγερση της 10ης Αυγούστου δεν ήταν καθόλου Παρισινή, όπως εκείνη της 14ης Ιουλίου, αλλά εθνική.102 Η συνέπεια στην εθνική πολιτική ήταν η δυναμική παραίτηση της Νομοθετικής Συνέλευσης που είχε αντικαταστήσει τη Συντα κτική τον Οχτώβρη του 1791’ η δίκη του Λουδοβίκου XVI, η οποία δεν έγινε παρά το τέλος του 1792' και πιο άμεσα η λαϊκή εκδίκηση στις σφαγές του Σεπτέμβρη του 1792. Οι σφαγές αυτές φαίνεται πως είχαν αρχίσει αυθόρμητα, όπως γίνονται πάντα οι μαζικές ενέργειες. Έ να πλήθος που περίμενε άρπαξε και εκτέλεσε επί τόπου έναν αριθμό κρατουμένων που ήταν υπό φρούρηση. Μετά οι σφαγές απλώθηκαν στις φυλακές. Έχασαν τη ζωή τους κάπου 1100-1400, ως επί το πλείστον κοινοί κλέφτες, πόρνες, πλαστογράφοι και αλήτες. Μόνο περί το 1/4 ήταν παπάδες, ευγενείς ή «πολιτικοί» κάθε είδους.103 Παρόμοιες σκηνές επαναλήφθηκαν σε άλλες γαλλικές πόλεις. Οι σφαγές είναι σημαντικές κυρίως επειδή αποκαλύπτουν την τυφλότητα και τον παραλογισμό της λαϊκής εκδίκησης. Η Τρομοκρατία, της οποίας υπήρξαν ο πρόλογος και η 100. Mathiez, Vie chire, 59-71, ciS. 67. Lefebvre, Revolution franfaise, 241. 101. O Rude, Crowd, παρέχιι λιπτομιριίς πληροφορίίς για την οΰνΟιση του πλήθους του Παρισιού, για τις μ(γαλΰτ(ρις Journles της Επανάστασης. 102. Lfebvre, Revolution franfaise, 246. 103. Rude, Crowd, 109-110.
106
οποία παρουσιάστηκε στην επόμενη φάση, ήταν πιο οργανωμένη και λιγότερο αστάθμητη σ τ’ αποτελέσματά της. Σα συνέπεια των εξεγέρσεων στη διάρκεια του 1791-1792, οι αγρότες είχαν κατακτήσει σημαντικά κέρδη μέχρι το καλοκαίρι του 1792. Στις 25 Αυγούστου καταργήθηκαν οι φεουδαλικοί φόροι, χωρίς αποζημίωση εάν δεν υπήρχε πια ο αρχικός τίτλος. Μ ’ έναν άλλο νόμο στις 28, τα χωριά πήραν πίσω τα κοινά εδάφη τους, αυτά που ο άρχοντας είχε σ<|5ετεριστεί. Έ να άλλο διάταγμα επιζητούσε να διευκολύνει το αγροτικό προλεταριάτο στην από κτηση γης, ορίζοντας την αγορά των δημευμένων ιδιοκτησιών των £migr£ (αυτοεξόριστων) κατά μικρές μονάδες. Στο ίδιο το Παρίσι ο Δήμος κατέγραψε τους ανέργους για να εργαστούν στα οχυρωματι κά έργα.104 Με τα μέτρα αυτά η κυβέρνηση έκαμε ένα βήμα προς την ικανοποίηση μερικών από τις απαιτήσεις της εξαθλιωμένης πλειοψηφίας των μικρών ιδιοκτητών και των ακτημόνων στην επαρχία, σε μια προσπαθειά της να τους προσδέσει στα συμφέρον τα της επανάστασης. Επρόκειτο όμως μόνο για μια χειρονομία που έγινε με κρύα καρδιά. Η επαναστατική κυβέρνηση στο Παρίσι παλινωδούσε στο κρίσιμο ζήτημα του μοιράσματος των κοινών γαιών και εκείνων των εμιγκρέδων, μεταξύ των μικρών αγροτών. Το αποτέλεσμα ήταν να ενταθεί η ρήξη ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς. Οι πλούσιοι νεοδημιουργημένοι αγρότες διακή ρυξαν ότι το να δώσουν ιδιοκτησία στους ακτήμονες ήταν το ίδιο σαν το loi agraire (αγροτικό Νόμο): σήμαινε κοινοκτημοσύνη της έγγειας ιδιοκτησίας.105 Εν τω μεταξύ η αβεβαιότητα της κυβέρνησης προήγαγε την κυκλοφορία των ριζοσπαστικών ιδεών μεταξύ της αγροτιάς. Οι 104. Lefebvre. Revolution franfaise, 254. 105. Cobban. Social Interpretation. 115. Βλ. επίσης Bourgin, εκδ. Partage des biens communeaux. xvii. για παραπέρα λεπτομέρειες της νομοθεσίας. Ο λόγος του Προέδρου της Επιτροπής Γεωργίας (337-373) είναι μια αποκαλυπτική προσπά θεια να συνδυαστούν οι χαρακτηριστικές καπιταλιστικές αντιλήψεις για την πρόοδο στη γεωργία, μέσω της ατομικής ιδιοκτησίας και της κατάργησης των κοινών γαιών 4 I'anglaise (αλα-αγγλιχά) με μια προσπάθεια να ικανοποιηθούν οι απαιτή σεις των φτωχών. «Εντούτοις κύριοι, εάν το δίκαιο της ιδιοκτησίας είναι ιερέ, και η υπόθεση της φτώχειας είναι επίσης ιερή», παρατηρεί σ ’ ένα σημείο (360). Ξεφυλλί ζοντας έναν αριθμό αναφορών που τυπώθηκαν στο Bourgin πείστηκα ότι η ερμηνεία του Cobban για τις απαιτήσεις των αγροτών είναι σωστή και ότι αυτή που επικρατεί σχετικά με την αντίθεση των φτωχών στη διανομή των κοινών είναι εσφαλμένη.
107
εχθροί του αγροτικού ριζοσπαστισμού συγκέντρωναν αυτές τις ιδέες κάτω απ ’ την επιγραφή - φόβητρο: loi agraire. Η ισότητα της ιδιοκτησίας ήταν πιθανώς η ιδέα που ασκούσε την πιο πλατειά έλξη μεταξύ των φτωχών αγροτών. Τπήρχαν όμως κι άλλες ιδέες που ξεπερνούσαν τις αντιλήψεις της ατομικής ιδιοκτησίας, μέσα στο πλαίσιο των οποίων έμειναν οι επαναστατικοί ηγέτες, ακόμα και στην επόμενη και πιο ριζοσπαστική φάση. Αυτές αποτελούσαν ένα μίγμα χριστιανικών και κολλεκτιβιστικών ιδεών. Είναι δύσκο λο να πούμε πόση ακριβώς απήχηση βρήκαν μεταξύ των αγροτών όχι μόνο λόγω της απουσίας ιστορικών στοιχείων αλλά και λόγω της ωμής καταστολής. Ο Carnot, που μισούσε τους ριζοσπάστες, αναμφίβολα υπερέβαλλε όταν έγραφε, στις 7 Οκτωβρίου 1792 από το Μπορντώ, ότι η ιδέα του loi agraire είχε σκορπίσει παντού τον τρόμο.106 Είναι φανερό ότι ο αγροτικός ριζοσπαστισμός τρόμαζε τις αρχές. Σ ’ ένα φλογερό λόγο του στη Συμβατική ο Bar£re ζήτησε να αναληφθεί δράση ώστε να γίνει σαφές στην επαρχία ότι και οι παραμικρότερες επιθέσεις κατά της ιδιοκτησίας δεν θα γίνονταν ανεκτές. Την άλλη μέρα, στις 18 Μαρτίου 1793, η Συμβατική επικύρωσε την θανατική ποινή για όσους κηρύσσουν το loi agraire.107 Ωστόσο διασώθηκαν σημαντικά στοιχεία από τις αντιλήψεις αυτές, που «ραίνεται ότι ήταν σχετικές με τις ανάγκες των φτωχών αγροτών και ότι ικανοποιούσαν μερικές από τις ανάγκες τους αυτές. ' Ετσι, είναι σημαντικό να εξετάσουμε αυτό το υπόγειο ριζοσπαστικό ρεύμα με κάποια προσοχή. Η πρώτη ριζοσπαστική επίθεση ξεσηκώθηκε σε συνδυασμό με τις εξεγέρσεις για τις υποτιθέμενες εξαγωγές σταριού που αναφέραμε λίγο πριν ως μέρος του υπόβαθρου του ξεσηκωμού της 10ης Αυγούστου 1792. Στην πορεία αυτών των ταραχών οι αγρότες των γειτονικών κοινοτήτων σκότωσαν έναν πλούσιο βυρσοδέψη του Etampes στο Beauce. Η περίπτωση αυτή αναστάτωσε ολόκληρη τη Γ αλλία. Η κηδεία του έγινε εθνική γιορτή. Εντούτοις, ένας γιακοβίνος παπάς από τα περίχωρα, ο Pierre Dolivier, είχε το θάρρος να αντιταχθεί σ ’ αυτό το κύμα των αισθημάτων. Τον Μάη του 1792 παρουσίασε στη Νομοθετική Συνέλευση μια αναφορά, με την οποία κατηγορούσε το θύμα σαν πλούσιο και άπληστο πρόσωπο, 106. ΑναφΙριται από τον Guerin, Lull? de classes. I, 350. 107. Έ να μαχροοχιλές απόσπααμα από την ομιλία του BarAre μποριΐ να PpcBcl στον Soreau, "Revolution franfaise el le proletariat rural” , 121-122.
108
υποστηρίζοντας ότι ήταν κερδοσκόπος στο στάρι και ότι του άξιζε αυτή η τύχη. Στο σημείο αυτό ο Dolivier προχώρησε τόσο ώστε να ζητάει όχι μόνο έλεγχο των τιμών προς όφελος των φτωχών και πεινασμένων αλλ’ επίσης και να επιτεθεί κατά του ίδιου του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. «Μόνο το έθνος είναι ο πραγματικός ιδιοκτήτης της γης του».108 0 Mathiez σωστά επισημαίνει το αρχαϊκό στοιχείο στη σκέψη του Dolivier. Ο Λουδοβίκος 14ος είχε αξιώσει να είναι ο κύριος της ιδιοκτησίας των υπηκόων του. Τ ώρα το έθνος είχε επιβληθεί στο βασιλιά. Από το άλλο μέρος, υπάρχει επίσης ένα σημείο στον Dolivier και τους διαδόχους του που εντυπωσιάζει τον σημερινό αναγνώστη σαν πολύ μοντέρνο: ότι το κράτος έχει την υποχρέωση να φροντίζει ώστε η λιγότερο εύπορη πλειοψηφία των πολιτών να μη λιμοκτονεί, και η υποχρέωση αυτή ξεπερνάει τα εγωιστικά δικαιώματα και συμφέροντα της ιδιοκτη σίας. Υπερασπίζοντας τη βίαιη δράση των εξαγριωμένων αγροτών και επιτιθέμενος κατά της ιδιοκτησίας, ο Dolivier τάραξε τη συνέ λευση. Ό μ ω ς ο Ροβεσπιέρος μίλησε υπέρ του ιερωμένου με τρόπο που και προεικάζει και αντιφάσκει με τη κατοπεινή του συμπερι φορά στη διάρκεια- της Τρομοκρατίας. Επιτέθηκε ενάντια σ ’ ολόκληρη τη τάξη της άπληστης μπουρζουαζίας, που δεν είχε δει στην επανάσταση τίποτα άλλο παρά μια ευκαιρία να διαδεχτεί τους ευγενείς και τον κλήρο και η οποία υπεράσπιζε τον πλούτο με την ίδια σκληρότητα που οι προνομιούχες τάξεις είχαν υπερασπι στεί την καταγωγή.109 Έ τσι, οι ιδέες των ακραίων ριζοσπαστών δεν ήταν εντελώς ασυμβίβαστες με τις ιδέες των μικροΐδιοκτητών που εκφράζονταν α π ’ τον Ροβεσπιέρο. Μετά την έφοδο στιςΤιιΐΙβΓΪββ, παρόμοιες ιδέες αναπτύχθηκαν σε άλλα μέρη της Γαλλίας με σποραδικές αλλά ανεπιτυχείς προσπάθειες να υλοποιηθούν. Ένας άλλος παπάς είπε στους ενορίτες του, « τ’ αγαθά θα είναι κοινά, δεν θα υπάρχει παρά μια κάβα, μια σιταποθήκη απ ’ όπου ο καθένας θα μπορεί να παίρνει αυτο που θα έχει ανάγκη». Συμβούλευε το ποίμνιό του να ιδρύσει κοινά καταστήματα από τα οποία θα μπορούσαν να πάρουν ό,τι χρειάζονταν και επομένως να καταργήσουν το χρήμα. Σε σχέση μ ’ 108. Αναφέρ€ται a n ' τον Mathiez, Vie ch£re, 73. 109. Γ ιι την ιοτορία του Dolivier βλ. Mathiez, Vie ch*re, 66· γι« τη δολοφονία σίλ. 72-76 στον ίδιο τον Dolivier.
109
αυτό πρέπει να θυμηθούμε ότι ο πληθωρισμός είχε κιόλας κάνει τις τιμές να καλπάζουν και ότι ένα τμήμα της αγροτιάς κατανάλωνε περισσότερη τροφή α π ’ όση παρήγε από την ιδιοκτησία του. Φυσικά οι ακτήμονες δεν διέθεταν καθόλου τα μέσα για να παράγουν την τροφή τους. Αλλού ένας κάτοικος της Λυών, αυτή τη φορά ένας αστός, επεξεργάστηκε και δημοσίευσε ένα λεπτομερεια κό σύστημα για την εθνικοποίηση των βασικών αναγκών. Το κράτος έπρεπε να αγοράζει τη σοδειά σε σταθερές τιμές. Ύστερα να διασφαλίζει τους αγρότες από τις διακυμάνσεις της αγοράς, να την αποθηκεύει σε greniers d’abondance (σιταποθήκες αφθονίας) και ακόμα να μοιράζει το ψωμί σε σταθερές τιμές. Η ιδέα αυτή μοιάζει με τον «μόνιμο στιβολώνα» των πιο πρόσφατων χρόνων, αν και ο δεύτερος ήταν μια αντίδραση στην υπερπαραγωγή και όχι στην έλλειψη. Έ να άλλο φυλλάδιο, που ήταν πολύ περισσότερο θρησκευτικό, επέσειε την οργή του Ιεχωβά για τον αλαζονικό πλούσιο και επικαλούταν στο όνομά του «το νόμο των Φράγκων... τον ΑΓΡΟ ΤΙΚΟΙ». Ό π ω ς οι άγγλοι ριζοσπάστες τον καιρό της πουριτανικής επανάστασης, ο συγγραφέας του φυλλαδίου προσέβλεπε σ ’ ένα μυθικό παρελθόν και προσπαθούσε ν ’ αποδείξει ότι οι Γαλάτες και οι Γερμανοί αναδιένειμαν τη γή τους κάθε χρόνο.110. Είναι εύκολο να δούμε ότι μερικά βασικά θέματα διαπνέουν όλες αυτές τις ριζοσπαστο<ές αγροτικές διαμαρτυρίες. Αυτές αποβλέπουν είτε στην κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας είτε στον αυστηρό περιορισμό της μέσα σε πλαίσια ισότητας. Δεύτερο, προτείνουν να παρθούν μέτρα για να αντιμετωπισθούν οι μεταπτώ σεις της αγοράς, όπως είναι η αποθήκευση των αποθεμάτων και η ελεύθερη διανομή των προϊόντων σε τοπική κλίμακα ή στις πιο συστηματοποιημένες greniers d’abondance. Οι κάτοικοι της πόλης ίσως έτειναν περισσότερο να υπερασπίζουν την επίδειξη της γκιλοτίνας σαν τρόπο για την απόκτηση των αναγκαίων της ζωής από τα άπληστα και απρόθυμα χέρια.111 Εδώ βρίσκεται η ρίζα τω νκατοπινών διαιρέσεων. Προς το παρόν είναι αρκετό να επισημά110. Mathiez, Vie chire, 90-94. Οι παραθέσεις του συγγραφέα από τον Καΐσαρα και Τάκιτο δείχνουν ότι δύσκολα μπορούσε να ήταν αγρότης ο (βιος. Από το άλλο μέρος φαίνεται καθαρά ότι οι ιξισωτιχές πρακτικές που επικρατούσαν στους αγρότις (όπως οι vaine pfiture) και οι (πιθέσιις εναντίον τους πρέπει να είχαν δώσει ώθηση να βρεθεί δικαιολογησή τους σε ιστοριχά προηγούμενα. 111. Mathiez. Vie ch*re. 91-92.
110
νουμε ότι ο αγροτικός ριζοσπαστισμός ήταν φανερά μια απάντηση όχι μόνο στις ταραγμένες συνθήκες του καιρού, αλλά επίσης και στην διείσδυση του καπιταλισμού στην επβρχία. Ό λη η ορμή των ιδεών αυτών στρέφεται ενάντια σ ’ εκείνους οι οποίοι πλούτισαν χρησιμοποιώντας την αγορά. Αυτό που χρειαζό ταν ο λαός φαινόταν πως ήταν πολύ δαπανηρό και πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί. Οι φτωχοί αγρότες, ακόμα κι εκείνοι που δεν ήταν και τόσο φτωχοί, μπορούσαν να συμφωνήσουν με τους sans culottes των πόλεων σ ’ αυτές τις απλές θέσεις. Στο βαθμό που τα συμφέροντα αυτών των ομάδων συνέπιπταν η ριζοσπαστική επα νάσταση μπορούσε να συντηρεί τη φωτιά κάτω από την επανάστα ση που γινόταν στο όνομα της ατομικής ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Επίσης η επανάσταση της μπουρζου αζίας χρειαζόταν τη βοήθεια της ριζοσπαστικής επανάστασης, όπως ήδη έχουμε δει σε συνδυασμό με τα γεγονότα της 14ης Ιουλίου και της 4ης Αυγούστου του 1789. Μέχρις ενός σημείου οι δυό επαναστάσεις — στη πραγματικότητα μια συνένωση πολλών μικρών σε δυό μεγαλύτερα και ευδιάκριτα ρεύματα — μπορούσαν να συμπορεύονται και να αλληλοενισχύονται. Ό μ ω ς οι δυό αυτές επαναστάσεις ήταν βασικά ανταγωνιστικές, πράγμα που οφειλόταν στις αντίθετες στάσεις τους προς την ιδιοκτησία: Η αντίθεση εκείνων που έχουν ιδιοκτησία και εκείνων που δεν έχουν.112 Ό τα ν το ριζοσπαστικό ρεύμα αποχωρίστηκε και οι ιδιοκτήτες δεν χρησι μοποιούσαν πια τη βοήθειά του, η επανάσταση παρέλυσε. Η τελική σύγκλιση και ο διαχωρισμός των ριζοσπαστών και των ανθρώπων της ιδιοκτησίας είναι το προτσές που έχουμε να αναλύσουμε στη τρίτη φάση. Η τελική ριζοσπαστική ώθηση, όπως και οι προγενέστερες,
112. Το να ονομάζουμι τους sans culottes των πόλιων προλιταριάτο ή αχόμα πρωτοπρολίταριάτο σ ' αυτό το σημιίο της γαλλιχής ιστορίας, όπως χάνιι ο Guerin στο Lutle de classes, (πάλη των τάξιων) μου φαίνιται ιντιλώ ς παραπλανητικό. Η όλη ριζοσπαστική ώθηση προήλθι κυρίως από μια σιιρά στρωμάτων που συνωθούνταν στο πιριθώριο της Ιστορίας, ένα φαινόμτνο χαρακτηριστικό των συγχρόνων παναστάσιων, όπως ιλπίζω να διίζω στην ποριία. Είναι της μόδας να χριτιχάρουμι τον Guerin για την παρανόησή του χωρίς να προσπαθούμι να την αντιχαταστήσουμι μ* μια συν(κτιχή ίρμηνίία. Βρίσκω ότι αυτή η κριτιχή ι(ναι μιχρόχαρδη και θα ήθελα να εχφράσω δημόσια το χρέος μου στο Cuerin. Χωρίς το βιβλίο του, και φυσικά χωρίς το Vie chire του Mathiez, δ*ν θα μπορούσα να ιίχα γράψει αυτές τις σιλίδες.
111
άρχισε με μια λαϊκή εξέγερση στο Παρίσι στο τέλος του Μάη του 1793. Και πάλι ήταν μια αντίδραση σε ένα πραγματικό κίνδυνο. Το Μάρτη ο στρατηγός Dumouriez είχε γίνει προδότης μετά την ήττα του από τους Αυστριακούς. Έκλεισε μ ’ αυτούς ανακωχή για να βαδίσει προς το Παρίσι, να ανεβάσει τον Λουδοβίκο XVII στο θρόνο και να επαναφέρει το Σύνταγμα του 1791.113 Η βασιλική εξέγερση βρισκόταν υπό εξέλιξη στη Βανδέα. Η Μασσαλία είχε γίνει το θύμα των αντίπαλων των sans-culottes και των αντι-γιακοβίνων και είχε ξεφύγει από τον έλεγχο των επαναστατών.114 Η εξέγερση του Μάη ήταν μια καλοστημένη ενέργεια, «η καλύτερα οργανωμένη journle της επανάστασης» που επέτρεψε στο πιο ριζοσπαστικό κομμάτι της μπουρζουαζίας, που καθοδηγούταν από τον Ροβεσπιέρο, να υπερισχύσει πάνω στους Γιρονδίνους.115 Εν τω μεταξύ ο ριζοσπαστισμός των φτωχών του Παρισιού είχε αρχίσει να αρθρώνεται τον ίδιο περίπου καιρό που οι διασκορ πισμένοι θύλακες του αγροτικού ριζοσπαστισμού έρχονταν στο φως στην επαρχία. Η πολιτική των Γιρονδίνων, που προσπαθούσαν να αφήσουν τις τιμές των τροφίμων να βρουν τη φυσική τους ισορροπία μέσω της λειτουργίας της προσφοράς και της ζήτησης στη μέση του πολέμου και της επανάστασης, οδήγησε σε κοινή δυστυχία όλους μαζί, μικρούς τεχνίτες, μεροκαματιάρηδες εργάτες και γενικά τον λαό του Παρισιού — με μια λέξη τους sans-culottes. Ο πληθωρισμός χειροτέρευε την κατάσταση· βρισκόταν σε λει τουργία μια διαδικασία που θα έριχνε το κόστος του πολέμου στις πλάτες των φτωχών.116 Μέχρι το Γενάρη του 1793, ακόμα και οι Γιρονδίνοι ηγέτες θεώρησαν αναγκαίο να ομολογήσουν ότι η τιμή του σταριού δεν θα έπεφτε από μόνη της.117 Τέτοια ήταν η κατάσταση όταν ο Jacques Roux και οι enragls (λυσσασμένοι) άρχισαν να στρέφουν την προσοχή τους στο Παρίσι. Οι ιδέες τους ήταν πάντως απλούστερες από εκείνες των αγροτι κών ριζοσπαστών, που πριν λίγο συζητήσαμε, και συνοψίζονταν σε δυό προτάσεις: 1) Ελευθερία του εμπορίου, που ήταν στα χέρια 113. Lefebvre. Revolution franfaise, 334. 114. Lefebvre. Revolution fran(aise, 334. 115. Lefebvre, Revolution fran
112
των κερδοσκόπων και προκαλούσε σοβαρά βάσανα στους φτωχούς. 2) Θάπρεπε να χρησιμοποιηθεί η βία για να μτίεΐ τέρμα στην κερδοσκοπία. Γπήρχε επίσης ένα σημαντικό οπισθοδρομικό στοι χείο. Σε μια στιγμή, τον Ιούνιο του 1793, ο Jacques Roux αντιπαράθεσε μπροστά στην ίδια τη Συμβατική, την άνεση που υπήρχε κάτω από το ancien regime με την άθλια ζωή του λαού κάτω από μια επανάσταση που υποτίθεται ότι έγινε για χάρη του. ' Εφτασε στο σημείο να εκφράσει τη νοσταλγία του για την εποχή που οι πατερναλιστικοί διακανονισμοί προφόλαγαν τους φτωχούς απ ’ την υποχρέωση να πληρώνουν δυό και τρεις φορές την αξία των στοιχειωδών αναγκών τους. Το πρόγραμμα του Jacques Roux, αν μπορεί να ονομαστεί έτσι, δεν προχώρησε πέρα από τις αντιλήψεις αυτές. Αλλά και μόνο αυτά που είπε σήμαιναν ότι αμφισβήτησε το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και της νομιμότητας ολοκληρης της επανάστασης, και φυσικά χρειαζόταν θάρρος για κάτι τέτοιο.118 Έ τσι, και οι κάτοικοι της πόλης και οι αγρότες ριζοσπάστες αισθάνονταν μια κοινή εχθρότητα στο σημείο αυτό κατά των πλούσιων, οι οποίοι κέρδιζαν από την επανάσταση, και κατά των αδυσώπητων μηχανισμών της αγοράς. Παραπέρα ενδείξεις ότι ο αγροτικός και ο αστικός ριζοσπαστισμός επιδίωκαν στόχους συμβιβάσιμους μεταξύ τους προέρχονται από μια σημαντική λεπτομέ ρεια που αναφέρει Mathiez σχετικά με την εξέγερση στις 31 του Μάη 1793. Πριν μερικούς μήνες είχαν έρθει στο Παρίσι αντιπρό σωποι από τις f£d6r£s (ομοσπονδίες) των 83 departements (δια μερισμάτων). Αν και οι ηγέτες των Γιρονδίνων έλπιζαν να χρησι μοποιήσουν την ομάδα αυτή στον αγώνα της κατά της Παρισινής Κομμούνας και των Ορεινών, οι αντιπρόσωποι έπεσαν στην επιρ ροή των enragis119 (λυσσασμένων). Το ότι οι επαρχώτες αυτοί, τους οποίους οι Γ ιρονδίνοι έλπιζαν να χρησιμοποιήσουν, ήταν ευαίσθητοι σε τέτοιες ιδέες, δείχνει τη γενική δύναμη του αντικαπιταλιστικού ριζοσπαστισμού στη κρίσιμη αυτή περίσταση. Πιθανώς γι ’ αυτό το λόγο οι Ορεινοί, λίγο μετά την εξέγερση της 31 Μαίου 1793, θεώρησαν φρόνιμο να κάνουν σημαντικές παραχωρήσεις στην αγροτιά. Στις 3 Ιουνίου θεσμοθετήθηκε η 118. Mathiez. Vie chirr, 212, 218, μ ι οιτιταμένις παραθέσκς απέ τον Roux. Για μια πληρέατιρη ανάλυση της χοινωνιχής αύιΛίσης χαι των προσβοχιών των sans-culottes βλ. Soboul, Sans-culotlrs, ιιδιχά II. 119. Mathiez. Vie chire, 120-121.
113
πώληση της ιδιοκτησίας των Imigrls κατά μικρές μονάδες, εξοφλη τέες σε 10 χρόνια. Στις 10 η θεληματική μοιρασιά των κοινών γαιών του χωριού μεταξύ των κατοίκων — είναι άγνωστο αν πραγματοποιήθηκε ποτέ αυτό — και στις 17 Ιουλίου, η κατάργη ση, χωρίς αποζημίωση, όλων των υπολειμάτων των φεουδαλικών δικαιωμάτων.120 Για να συνοψίσουμε τη σημασία της εξέγερσης και των γεγονότων που την συνοδεύουν, η επανάσταση της μπουρ ζουαζίας είχε σπρωχθεί έντονα προς τα αριστερά κάτω α π ’ τη ριζοσπαστική πίεση και αναγκάστηκε να απεμπολήσει τους μετρι οπαθείς (πράγμα που πήρε δραματικό χαρακτήρα με τη σύλληψη των 31 Γιρονδίνων βουλευτών στις 2 Ιουνίου) ενώ οι ριζόσπαστες της πόλης και οι αγρότες συμπορεύονταν ακόμα, έστω και σε άτακτο σχηματισμό. Τ ο λαϊκό ξεσήκωμα βοήθησε ώστε να δημιουργηθεί η ηρωική και απελπιστική περίοδος της επανάστασης, η Τρομοκρατία και η ονομαζόμενη δικτατορία της Επιτροπής Δημόσιας Ασφάλειας, ένας νέος στρατός, η οπισθοχώρηση των δυνάμεων που είχαν συμμαχήσει κατά της Γαλλίας πέρα από τον Ρήνο, η ήττα της αντεπανάστασης στη Βανδέα. Φυσικά, στην πραγματικότητα, η δικτατορία της Επιτροπής Δημόσιας Ασφάλειας ήταν μια ετοι μόρροπη και πρωτόγονη διακυβέρνηση με τα μέτρα του 20ου αιώνα. Τα τεχνικά μέσα επικοινωνίας και μεταφοράς απέκλειαν τον κεντρικό έλεγχο της οικονομίας. Δεν πάρθηκαν μέτρα πανεθνι κής κλίμακας για τον εξορθολογισμό της κατανάλωσης του πληθυ σμού.121 Η αποτυχία αυτή να επιβληθεί έλεγχος στην κατανάλωση τροφίμων ήταν μια από τις κύριες αιτίες που οι sans-culottes των πόλεων δεν υποστήριξαν τελικά τον Ροβεσπιέρο. Στον αγροτικό τομέα, τα κεντρικά προβλήματα ήταν ο επισιτισμός, πρώτα του στρατού, ύστερ» του Παρισιού και των μεγάλων πόλεων και τελικά η διασφάλιση της διαμετακόμισης του από περιοχές όπου υπήρχε πλεόνασμα σε περιοχές με μικρή προσφορά. Η τελευταία πλευρά ήταν η συνέχιση, κάτω από νέες και επαναστατικές συνθήκες, μιας δυσκολίας που για πολύ είχε βασανίσει την παλιά τάξη. Για τη λύση αυτών των προβλημάτων η επαναστατική κυβέρνηση κατέφυγε στις επιτάξεις και στους ελέγχους των τιμών. Σε πολλές περιπτώσεις η επίταξη σήμαινε απλώς και μόνο 120. Lefebvre, Revolution franfaise. 344. Cobban, Social Inlerpelalion. 121. Lefebvre, Paysanst du Nord, 647. Για μια άριστη γϊνιχή ανάλυση του προγράμματος ιλέγχου της Επιτροπής βλ. Mathiez. Vie chire. Μέρος III, xcp. III.
114
μεταβιβάσεις σ ’ ένα γειτονικό διαμέρισμα, ή σ ’ ένα ένοπλο τμήμα που δρούσε στη γειτονική περιοχή.122 Συγκρούσεις αρμοδιοτήτων ταλάνιζαν συνεχώς το περίπλοκο διοικητικό σύστημα. Πολύ συχνά οι εκπρόσωποι της Επιτροπής Δημόσιας Ασφάλειας έπαιρναν το μέρος των τοπικών συμφερόντων σε αντίθεση μεν εκείνα του Παρισιού και της επανάστασης.123 Ό μω ς, παρά την ισχυρή αντί σταση και σύγχυση, το σύστημα λειτουργούσε: Προμήθευε τρόφιμα στις πόλεις και στο στρατό, έσωσε την επανάσταση και εμπόδισε το λιμό. Η πατριωτική και επαναστατική ανάγκη υπερνίκησε τους θεωρητικούς δισταγμούς των ηγετών, οι οποίοι ήταν ενθουσι ώδεις οπαδοί του οικονομικού φιλελευθερισμού.124 Παρά τις πεποιθήσεις αυτές, η πίεση της άμεσης ανάγκης οδήγησε σε μερικά σκόρπια πειράματα που σκόπευαν σε σοσιαλι στική κατεύθυνση και τα οποία είναι σημαντικά σαν προάγγελοι των συλλογικών αγροκτημάτων του 20ου αιώνα. Γινόταν κάποια συζήτηση για τη μετατροπή των μεγάλων τσιφλικιών, που τα είχαν δημεύσει από τους Imigrfc, σε εθνικά κτήματα ή σε κάποια μορφή κοινοτικής επιχείρησης για την διατροφή των πόλεων.125 Σαν μέρος της lev6e en masse ή της εθνικής στρατολογίας που θεσμοθετήθηκε στις 23 Αυγούστου του 1793, η κυβέρνηση προ σπάθησε ώστε οι κάτοχοι των δημευμένων τσιφλικιών να διοχετεύ σουν την παραγωγή σε εθνικές αποθήκες, greniers d’abodance, πραγματοποιώντας έτσι, αν και πιθανώς όχι συνειδητά και σκόπι μα, μια από τις κεντρικές ιδέες του αγροτικού ριζοσπαστισμού. Εντούτοις η προσπάθεια κατέληξε σε αποτυχία.126 Οι πλουσιότεροι αγρότες, εκείνοι που παρήγαν ένα σημαντικό πλεόνασμα πάνω α π ' τις ανάγκες τους, ήταν εκείνοι που αισθάνον ταν πιο έντονα την επίπτωση των ελέγχων της Επιτροπής Δημό σιας Ασφάλειας και εκείνοι που αποτελούσαν την κύρια εστία αντίστασης. Μολονότι η αντικληρική νομοθεσία είχε κάνει μερι κούς αγρότες να ανησυχούν από το 1790 ακόμα (όταν θεσμοθετή θηκε το Πολιτικό Σύνταγμα του Κλήρου), ήταν τα κατεπείγοντα μέτρα του 1793-1794, που αφορούσαν την προσφορά των τροφί μων, εκείνα που έστρεψαν ένα μεγάλο μέρος α π ’ αυτούς ενάντια 122. 123. 124. 125. 126.
Mathiez. Vie chire, Mathiez. Vie chire. Mathiez, Vie chire, Mathiez. Vie chire. Mathiez, Vie chire.
479. 464-470, 477. 483-484. 436. Βλ. cnUrr* 423-425. 462, 464.
115
στην επανάσταση. Ως παραγωγοί, οι αγρότες ξέφευγαν από το σύστημα ελέγχου των τιμών. Αυτό ήταν σχετικά εύκολο- πραγμα τικά, παρά τις προσπάθειες για την παρεμπόδιση των λαθραίων πωλήσεων υπήρχαν μάλλον ελάχιστοι κίνδυνοι. Ο εξαναγκασμός των χωρικών απ ’ το παλιό καθεστώς να φέρνουν την παραγωγή τους στην αγορά δεν υπήρχε πια.127 Αντιδρώντας προς τις διαφυγές και προς τις επιτακτικές ανάγκες, η κυβέρνηση έσφιγγε τα λουριά. Η επίταξη άρχισε με το να επιτρέπεται στους αγρότες να κρατούν αρκετά για τις οικογένειές τους και για σπόρο, ένας ελαστικός διακανονισμός που οι αγρότες τον τέντωναν όταν μπορούσαν. Η Συμβατική γρήγορα κατάργησε το reserve familiale (οικογενειακό απόθεμα) στις 25 Μπρυμαίρ (15 Νοεμβρίου 1793).128 Στα χωριά οι προσπάθειες της κυβέρνησης να βρει σιτάρι και να επιβάλει την πώλησή του μέσω νομικών καναλιών και σε νόμιμες τιμές, ενισχυμένες με την απειλή της γκιλοτίνας και ίσως με ανοιχτά μέτρα κατά των παπάδων, ελάχιστα έμοιαζαν με προσωρινά πολεμικά μέτρα. Η ριζοσπαστική φάση της επανάστασης ήταν, σε πολλά μέρη, μια άμεση επίθεση κατά των εύπορων αγροτών, έστω και αν ήταν σύντομη και σποραδική.129 Ίσ ω ς το χειρότερο α π ’ όλα, οι κάτοικοι της πόλης και οι «περιθωριακοί» — συχνά πολύ πιο ανηλεείς από τους διοικητές και τους φοροσυλλέκτες της μοναρχίας — ήταν οι πρωταρχικοί της εκφραστές στην επαρχία, κάποτε υπο στηριγμένοι από έναν επαναστατικό στρατό. Στο κορύφωμα της «Λαϊκής Τρομοκρατίας», δηλαδή μεταξύ της υιοθέτησης του ma ximum g£n£ral στις 15 Σεπτεμβρίου 1793 και της εκτέλεσης του Hubert και των άλλων ηγετών των sans-culottes στις 24 Μαρτίου 1794, η κυβέρνηση επέτρεψε τον σχηματισμό του επαναστατικού «στρατού», σκοπός του οποίου ήταν περισσότερο να συλλέγει στά 127. Lefebvre, Paysans· du Nord, 648, 671. Αν και ot πληροφορ(*ς του Lefebvre προέρχονται μόνο α π ' το βορρά, clvat πολύ πιθανό ότι ot συνθήχις αυτές κυριαρ χούσαν πολύ πλατιά. 128. Mathiez Vie chire, 471. Εδώ κι αλλού η ημερομηνία σι παρενθέσεις δίνει αυτή που μ ι το Γρηγοριανό ημερολόγιο αντιστοιχεί στην ημιρομηνία του Επανα στατικού ημερολογίου και α ντιπρ ό σ ω πο ι τους υπολογισμούς μου, με βάση τον αντίστοιχο πίναχα που δίνεται από τον Soboul στο Sans-culottes 1159-1160. Ιστορικοί της επανάστασης έχουν την ενοχλητιχή συνήθεια να δίνουν τις ημερομηνί ες χωρίς ν ’ αναφέρουν το χρόνο' χαι όταν το χάνουν μόνο σύμφωνα μ ι το Επανα στατικό ημερολόγιο, η πιθανότητα κάποιου λάθους civai σημαντιχή. 129. Lefebvre, Paysans du Nord, 846-847.
116
ρι παρά να πολεμάει τον έχθρό.130 Τ ο έκδηλο και αποφαστικό γεγονός της ριζοσπαστικής φάσης είναι αυτό: Οι sans-culottes των πόλεων είχαν καταφέρει να σπρώξουν τους γιακοβίνους ηγέτες σε πολιτική που έσωζε μεν την επανάσταση, αλλά με το κόστος της μεταστροφής των αγροτών εναντίον της. Η ριζοσπαστική φάση θα μπορούσε να πήγαινε μακρύτερα εάν η κυβέρνηση στο Παρίσι ήταν ικανή να στηριχθεί στη μάζα των φτωχότερων αγροτών κατά των πλουσιότερων. Ό μ ω ς η περιορισμένη ικανότητα και θέληση της κυβέρνησης να ενισχύσει τον έλεγχο των τιμών συνέβαλε στην παρεμπόδιση αυτού του σχίσματος. Οι αυξανόμενες τιμές δημιούργησαν δυσκολία στους μικροϊδιοκτήτες κτηματίες, που είχαν λίγα να πουλήσουν, και στους αγροτοεργάτες, που έπρεπε ν ’ αγοράσουν τουλάχιστον μέρος της τροφής τους. Αυτοί υπόφεραν τα περισσότερα από τη βία του maximum. Για ένα διάστημα η κατάστασή τους παρέμεινε ανεκτή, σύμφωνα με τις λεπτομερείς και ολοκληρωμένες μελέτες του Lefebvre για τον Βορρά, γιατί η τιμή του ψωμιού αυξανόταν λιγότερο γρήγορα από τα ημερομίσθια. Ο Lefebvre υποστηρίζει πως κατά το τέλος του 1793 οι ομάδες αυτές βρίσκονταν σε χειρότερη κατάσταση από τους κατοίκους της πόλης.131 Στο βαθμό που οι συνθήκες αυτές επικράτησαν κι αλλού στην επαρχία, απέτρεψαν την ριζοσπαστική υποστήριξη της επανάστασης και εξασθένισαν τον αγροτικό ριζοσπαστισμό. Με τα μέτρα που πρότειναν τον Μάρτη του 1794, λίγο πριν απ ’ την εκτέλεση των ηγετών των sans-culottes, ο Ροβεσπιέρος και ο Σαιν-Ζυστ έδειχναν ότι είχαν συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι χρειαζόταν να ενισχύσουν την κυβέρνησή τους με παραχωρή σεις προς τους φτωχούς αγρότες. Το εάν οι προτάσεις που έκαμαν τότε, και οι οποίες είναι γνωστές σαν διατάγματα του Βαντόζ,132 ήταν ή όχι κάτι περισσότερο από ένας πολιτικός ελιγμός είναι ακόμα συζητήσιμο. Αυτό που φανερώνει αυτό το επεισόδιο είναι 130. Gulrin, Lutle de classes. I, 166-168, 189-191. Σύμφωνα μ* τον Cobb. Armies rlvolulionnaires, II 403, η αντίσταση ήταν ισχυρότερη στις περιοχές που ήταν πλούσιες σε σιτάρι. Σε άλλες συχνά καλοδέχονταν το στρατό σαν φορέα δικαιοσύνης κατά των χερδοσχόπων, των πλουσίων εμπόρων χαι των κτηματιών. Εντούτοις, η κύρια πληροφορία του Cobb αφορά τις λαϊκές αντιδράσεις σε μικρές πόλεις μάλλον παρά μεταξύ των (διων των αγροτών. 131. Lefebvre, Paysans du Nord, 673, 678, 651-652, 702. 132. Βλ. Lefebvre, Questions agraires, 1-3, 43-45.
117
ότι ο Ροβεσπιέρος και ο Σαιν-Ζυστ ήξεραν πολύ λίγα σχετικά με τα προβλήματα των αγροτών και ότι οι προτάσεις τους κάθε άλλο παρά ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις τους, οι οποίες εκφράζονταν με αναφορές που το γενικό περιεχόμενό τους πρέπει να είχαν πληροφορηθεί οι επαναστατικοί ηγέτες.133 Και αν ακόμα είχαν θελήσει να κάνουν κάτι περισσότερο, ο Ροβεσπιέρος και ο Σαιν-Ζυστ είχαν πολύ μικρά περιθώρια για να ελιχθούν. Η γη που δήμευσαν από τους £migr£s δεν παρείχε αρκετά για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των φτωχών. Τ ο μοίρασμα της διαθέσιμης γης και η παροχή της με ευνοϊκούς όρους στη μάζα των μικρών και ακτημόνων αγροτών θα είχε ελαττώσει ακόμα περισσότερο την αξία των assignat (ομόλο γα).134 Θα ήταν πολύ δύσκολο, ίσως αδύνατο, να ικανοποιηθούν οι εκφρασμένες επιθυμίες των μικρότερων αγροτών χωρίς να μπουν εμπόδια στην αστική και καπιταλιστική επανάσταση. Ό π ω ς ήταν τα πράγματα, κι αυτές ακόμα οι ήπιες προτάσεις συνάντησαν ισχυρή αντίδραση στη Συμβατική και στην Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας κι έτσι δεν κατέληξαν πουθενά. Έ τσι, στη διάρκεια της ριζοσπαστικής φάσης οι ανάγκες και οι προσδοκίες των sans-culottes της πόλης τελικά ήρθαν σε άμεση και ανοιχτή σύγκρουση με όλα τα στρώματα της επαρχίας. Το κύριο σύμπτωμα ήταν η χειροτέρευση των ανταλλαγών μεταξύ της πόλης και της επαρχίας, ειδικά του εφοδιασμού της πόλης, ένα πρόβλημα που επρόκειτο να ασκήσει επίσης μεγάλη επίδραση στη πορεία και στις συνέπειες της ρωσικής επανάστασης. Το χειμώ να του 1793-1794, η οικονομική κατάσταση των sans-culottes του Παρισιού χειροτέρεψε απότομα, καθώς οι αγρότες, αγανακτισμένοι από τις επιδρομές των οργανώσεων των sans-culottes στην επαρχία, έφερναν όλο και λιγότερα.135 Μια κυβερνητική έρευνα όταν γινόταν η δίκη του Hebert, φανέρωσε ότι οι αγρότες δεν έφερναν πια τρόφιμα στο Παρίσι γιατί διάφορα άτομα πήγαιναν στην επαρχία για να αγοράζουν την παραγωγή σε τιμές μεγαλύτε ρες απ * τις επίσημες. Φυσικά η διέξοδος αυτή ήταν προσιτή μόνο σ ’ εκείνους τους Παριζιάνους που διέθεταν χρήματα. Από το άλλο μέρος, οι αγρότες παραπονούνταν ότι ήταν ανώφελο να πηγαίνουν στο Παρίσι, αφού δεν μπορούσαν να καλύψουν εκεί τις ανάγκες 133. Lefebvre, Questions agraires, 57, 129. 134. Lefebvre, Questions agraires, 55. Βλ. ιπίσης στο Paysansdu Nord του Ιδιου, 915. 135. Lefebvre, Revolution fran(aise, 373-374. Soboul. Sans-culottes.
118
τους.136 Ούτε και περιοριζόταν στο Παρίσι η κατάσταση αυτή. Σ ’ άλλα μέρη της Γαλλίας το εμπορικό κέντρο έκλεισε για τους ξένους, ενώ οι έμποροι του χωριού έβρισκαν πως δεν μπορούσαν να προμηθευτούν αυτά που χρειάζονταν.137 Μαρξιστές ιστορικοί εξηγούν την αποτυχία της ριζοσπαστι κής επανάστασης και την δραματική πτώση του Ροβεσπιέρου με τον ισχυρισμό ότι μια επανάσταση της μπουρζουαζίας δεν μπορού σε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των Παριζιάνων sans-culot tes ·138 Αν και εν μέρει είναι διαφωτιστική, η εξήγηση αυτή μου φαίνεται μεταφυσική και μονόπλευρη. Είναι αλήθεια ότι οι sans culottes δεν ξεσηκώθηκαν να υπερασπίσουν τον Ροβεσπιέρο και ότι ο ίδιος ο Ροβεσπιέρος δεν ζήτησε πραγματικά τη βοήθεια τους κατά τη διάρκεια της κρίσης, αν και άλλοι προσπάθησαν να τους ξεσηκώσουν. Η αποδοκιμασία των sans-culottes ήταν σαφώς ο άμεσος λόγος της πτώσης του Ροβεσπιέρου. Η μαζική υποστήριξη του είχε πάψει. Αλλά γιατί έπαψε η μαζική αυτή υποστήριξη; Στο σημείο αυτό, το να μιλάμε για σύγκρουση μεταξύ της επανάστα σης της μπουρζουαζίας και μιας πιο ριζοσπαστικής δημιουργεί σύγχυση. Ο Ροβεσπιέρος και η Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας είχαν δείξει ότι επιθυμούσαν να ξεπεράσουν τα όρια μιας επανά στασης που γινόταν για χάρη της ατομικής ιδιοκτησίας. Τ ο άσχημο ήταν ότι η πολιτική αυτή, αν και λειτουργούσε αρκετά καλά για να διασφαλίσει τη στρατιωτική νίκη, έφερε την επαρχία σε άμεση συγκρουση με τους φτωχούς της πόλης και μάλιστα κατά τρόπο που να επιδεινώνει μάλλον παρά να καταπραύνει την αθλιότητα του κατοίκου της πόλης. Στην πραγματικότητα η επαναστική ορμή των sans-culottes δεν εκφυλίσθηκε με την εκτέλεση του Ροβεσπιέρου. Μετά τον Θερμιδώρ και την κατάργηση των τελευταίων κατάλοιπων των οικο νομικών ελέγχων, η υλική θέση του φτωχού του Π αρισιού χειροτέ ρεψε ακόμα παραπέρα. Οι φτωχοί ανταπάντησαν με στάσεις την Άνοιξη του 1795, ίσως ακόμα πιο βίαιες από τις μεγάλες επανατατικές μέρες στις 14 Ιουλίου 1789, 10 Αυγούστου 1792 και στις 31 Μαΐου 1793. Ο λαός εισέβαλε στην αίθουσα της Συμβατικής, σκότωσε ένα από τα μέλη της και ύψωσε το κεφάλι του στην κορφή 136. Mathiez, Vie chire, 557. 137. Lefebvre. Paysans du Nord, 652, 672. 138. Gu£rin. Lutte de classes, II, κεφ. XIV. Soboui, Sans-culottes, 1025-1035clvai πιο συγκεκριμένο χαι 5ΐ€ΐσ5υτιχ<5.
119
ενός παλουκιού.13* Ό μ ω ς ο επαναστατικός αυτός πυρετός δεν έφερε αποτελέσματα. Η επαρχία αρνήθηκε να κινηθεί για χάρη του Παρισιού. Ούτε και η επαναστατική κυβέρνηση έχει κανένα λόγο να κάνει παραχωρήσεις στον ριζοσπαστισμό. Ο βασιλιάς είχε βγει απ ’ το παιχνίδι, το ίδιο και η τάξη των ευγενών, όπως φαινόταν, και τα επαναστατικά στρατεύματα ήταν νικητές στα μέτωπα. Έ τσ ι οι δυνάμεις της τάξης και της ιδιοκτησίας μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το στρατό, πράγμα που έγινε (και ο οποίος κινήθηκε για πρώτη φορά κατά της λαϊκής επανάστασης) για να συντρίψουν το τελευταίο ισχυρό ξεσήκωμα των sans-culottes.140 Η καταστολή που ακολούθησε εγκαινίασε τη Λευκή Τρομοκορατία. Ανεξάρτητα από το πόσο ριζοσπαστική ήταν η πόλη, δεν μπορούσε να κάμει τίποτα χωρίς τη βοήθεια των αγροτών. Η ριζοσπαστική επανάσταση είχε τελειώσει. 6.
Οι αγρότες κατά της Επανάστασης: η Βαντέ
Προτού εξετάσουμε τις γενικές συνέπειες της ριζοσπαστικής ορμής της επανάστασης, είναι χρήσιμο να σταματήσουμε για λίγο για ν ’ αναλύσουμε τη βίαιη αγροτική αντίσταση στην περίφημη αντεπανάσταση της Βαντέ. Σιγοβράζοντας για λίγο καιρό κάτω α π ’ την επιφάνεια, ξέσπασε σ ’ ανοιχτό πόλεμο το Μάρτη του 1793 και κράτησε μέχρι το 1796. Εξασθενημένες απομιμήσεις της εκδηλώθηκαν σε κατοπινές πολιτικές κρίσεις με την πτώση του Ναπολέοντα στα 1815 και με την προχειροσχεδιασμένη νομιμόφρονη εξέγερση του 1832. Η αντεπανάσταση της Βαντέ είναι έ να ιδιαίτερα ενδιαφέρον θέμα, γιατί είναι η μοναδική μεγάλη αγρο τική εξέγερση που κατευθυνόταν ενάντια σ ’ αυτό που χαλαρά ονο μάζεται Αριστερά. Οι εξεγερμένοι αγωνίζονταν με τις ιαχές «Ζήτω ο Βασιλεύς και οι καλοί μας ιερείς! Θέλουμε το Βασιλέα μας, τους ιερείς μας και το παλιό καθεστώς.»141 Μπορεί να είναι ση μαντικό το ότι σ ’ αυτές τις στιγμές αυθορμητισμού παρέλειψαν να ζητήσουν την επιστροφή των ευγενών, αν και οι αγρότες αποδέ χονταν touc ευγενείς ηγέτες. Παρατηρώντας τα πράγματα από λί 139. Guerin, Lutte de classes, II, 330-331. 140. Guerin, Lulte de classes, II, 331-338. Lefebvre, Revolution Fran^aise, 426-428. 141. Tilly. Vendee, 317.
120
γο πιο κοντά, βλέπουμε ότι το παράδοξο μιας φαινομενικά συντη ρητικής αγροτικής επανάστασης διαλύεται. Η κύρια ορμή της αντεπανάστασης ήταν αντικαπιταλιστική, κατά των εμπόρων και των βιομηχάνων που βρίσκονταν στις γειτονικές πόλεις και εκείνων που ήταν διασκορπισμένοι στην καρδιά της ίδιας της Βαντέ. Με την βίαιη άρνηση του καπιταλισμού που απλωνόταν, η αντεπανά σταση της Βαντέ μοιάζει με τις μεγάλες αγροτικές εξεγέρσεις, την κύρια λαϊκή δύναμη που εξουθένωσε τα παλιά καθεστώτα της Ρ ω σίας και της Κίνας πριν από τις κομμουνιστικές νίκες του 20ου αιώνα. Φυσικά υπήρχαν ειδικά χαρακτηριστικά για τη Γ αλλία και για μια εποχή προτού εμφανιστούν τα μαρξιστικά αντικαπιταλιστικά κινήματα. Ό π ω ς μόλις τώρα είδαμε, ο αντικαπιταλισμός αποτελούσε ισχυρή δύναμη στη γαλλική επαρχία. Ποιοί όμως παράγον τες του επέτρεψαν και τον υποκίνησαν να ξεσπάσει με τη μορφή μιας πραγματικής αντεπανάστασης; Προκειμένου να βρουν την απάντηση σ ’ αυτήν την ερώτηση δύο μελετητές έχουν μελετήσει εντατικά κατά τί διέφερε η γαλλι κή κοινωνία στη Βαντέ από εκείνες των γειτονικών περιοχών που προσχώρησαν στο κύριο ρεύμα της επανάστασης.142 Οι ερευνητές απόδειξαν πολύ πειστικά ότι υπήρχαν διαφορές. Η αντεπαναστατική περιοχή ήταν εκείνη στην οποία δεν είχε διεισδύσει η εμπορική γεωργία. Οι αγρότες δεν ζούσαν σε χωριά περιτριγυρισμένα από ανοιχτά χωράφια που εκτείνονταν σε χαρακτηριστικές ζώνες, αλλά σε απομονωμένα ξεχωριστά αγροκτήματα ή σε διασκορπισμένα χωριουδάκια, καλλιεργημένα κομμάτια γης περιτριγυρισμένα με φυσικούς φράχτες. Οι αγροτικές τεχνικές ήταν στάσιμες. Ευγενείς κατείχαν περισσότερη από τη μισή γη χωρίς να ζουν σ ’ αυτή την περιοχή. Στις γειτονικές «πατριωτικές» και επαναστατικές περιο χές οι εμπορικές επιρροές ήταν έντονες, αλλά παράλληλα επικρα τούσε το παλιό σύστημα των πολλών χωριών που είναι στοιβα γμένα μαζί και των ανοιχτών αγρών. Οι ευγενείς είχαν λιγότερη επιρροή, αλλά ήταν πιο πολυάριθμοι. Με τις πληροφορίες που διαθέτουμε σήμερα θα ήταν δυνατό να 142. Tilly. VVndA*. και Bois. Paysans dr I'Oursl. To βιβλίο του Tilly συγχιντρώvci τη προσοχή του στις διαφορές μεταξύ των αντΕπαναστατιχών χαι Πατριωτιχών περιοχών στη Νότια Anjou. Το βφλ(ο του Bois αφορά στα διαμερίσματα του Sarlhr. Και τα δυό αντιπροσωπεύουν μια σύγκλιση των ιστορικών χαι κοινωνιολο γικών προσεγγίσεων.
121
σκιαγραφήσουμε ένα σχετικά πλήρες πορτραίτο της κοινωνίας της Βαντέ και την διαφορά της από τις γύρω περιοχές που ήταν πιστές στην επανάσταση. Ό μ ω ς οι διαφορές αυτές στην κοινωνική δομή δίνουν πραγματικά κάποια απάντηση στο ερώτημά μας; Πάνω σ ’ αυτό έχω σοβαρές αμφιβολίες. Θα μας διαφώτιζαν αν η βιβλιογρα φία έδειχνε ότι υπήρχε κάποιο είδος αντίθεσης, σύμφυτης με τις μεταξύ τους σχέσεις. Για παράδειγμα, εάν υπήρχαν ενδείξεις ότι η πιο εμπορική περιοχή χρειαζόταν σταθερά αυξανόμενες ποσότητες γης και έτσι καταπατούσε εδάφη της Βεντέ, θα ήταν εύκολο να πιστέψουμε ότι αργά ή γρήγορα θα ξέσπαγε ένας πολύ σοβαρός αγώνας. Ό μ ω ς εκείνοι που έχουν μελετήσει το πρόβλημα δεν επιχειρούν πραγματικά να επιχειρηματολογήσουν έτσι. Αυτό που δείχνει πράγματι η βιβλιογραφία είναι η ύπαρξη διαφορών και το γεγονός της σύγκρουσης. Ο δεσμός μεταξύ αυτών των δυό, η σύνδεση μεταξύ των ειδικών τύπων της κοινωνίας και το πολιτικό γεγονός μιας αντεπαναστατικής έκρηξης, τουλάχιστο για μένα, είναι θολά.143 Στο επόμενο κεφάλαιο θα αντιμετωπίσουμε ένα παρόμοιο πρόβλημα σε μεγαλύτερη κλίμακα, όταν προσπαθήσουμε να συλλάβουμε την σύνδεση μεταξύ της δουλείας των φυτειών και του βιομηχανικού καπιταλισμού στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλε μο. Από μόνες τους οι κοινωνικές και οικονομικές διαφορές ποτέ δεν εξηγούν τη σύγκρουση. Στην περίπτωση της Βαντέ, μια γενική θεώρηση υποδηλώνει εύκολα δυό πιθανές συνδέσεις μεταξύ των κοινωνικών τάσεων στην περιοχή και στην αντεπαναστατική εξέγερση. Είναι φυσικό να υποψιαστούμε ότι το βάρος των ευγενών πάνω στους αγρότες μπορεί να ήταν ουσιαστικά ελαφρύτερο σ ’ αυτό το μέρος της Γαλλίας. Παρόμοια, μπορούσε να υποπτευθεί κανείς ότι η ανάπτυ ξη του εμπορίου και της βιομηχανίας, είτε στην ίδια τη Βαντέ είτε στις γειτονικές περιοχές που κάπως θα είχαν διεισδύσει σ ’ αυτή, 143. Ο Bois, Paysan* de I'Ouesl, (στο III βιβλίο) προσπαθεί πολύ πιο χαθαρά από τον Tilly να συνδέσει tu; κοινωνικές διαφορές με την πολιτική συμπεριφορά. Πάντως ποιές ακριβώς πολιτικές συνέπειες βγήκαν «από την κοινωνική προσωπι κότητα της αγροτιάς» παραμένει αχόμα αινιγματικό. Εδώ και αλλού δεν έχω την πρόθεση να παίξω το φτηνό παιχνίδι του εντοπισμού λογικών κενών στα αποτελέ σματα των ερευνητών που εργάστηκαν σκληρά. Η πραγματική αξιοποίηση της έρευνας των άλλων ανθρώπων (σε αντίθεση προς την απλή συνόψιση και την αναπαραγωγή) αργά ή γρήγορα καταλήγει στην τοποθέτηση ερωτημάτων που ξεπερνούν τις ρητές απαντήσεις. Η σκληρή τους εργασία είναι αυτό που κάνει δυνατή την κατανόηση αυτών των ερωτημάτων.
122
μπορούσε πραγματικά να είχε γίνει βαθμιαία σ ’ αυτό το πλαίσιο με τρόπο που να έκαμε τους κατοίκους της πόλης ιδιαίτερα καταπιεστικούς και επιθετικούς προς τα κατώτερα στρώματα. Καμιά υπόθεση δεν βρίσκει αρκετή θεμελίωση στις μαρτυρίες που υπάρχουν. Και μάλιστα οι μαρτυρίες αυτές μας οδηγούν στην αντί θετη κατεύθυνση. Αφού όλες οι πηγές τονίζουν την απομόνωση της Βαντέ και την μεγάλη απόσταση από τις βασικές δυνάμεις που εκσυγχρόνιζαν τη Γ αλλία, τη μοναρχία και τα εμπορικά ρεύματα, η γενική ιδέα της εμπορικής διείσδυσης και της συνακόλουθης κοινωνικής δυσα ρέσκειας γρήγορα φαίνεται αβάσιμη. Είναι βέβαιο πως υπήρχε μια υφαντουργική βιομηχανία διεσπαρμένη μέσα σε πόλεις στην καρ διά της Βαντέ, η οποία ασχολούταν με την κατασκευή ωραίων λινών για αγορές εκτός της περιοχής. Στα χρόνια πριν το 1789 υπήρχε μια πραγματική ύφεση στα υφαντά, που χτύπησε σκληρά τους υφαντουργούς. Υπάρχουν ενδείξεις ότι μερικοί υφαντουργοί έγιναν γ ι ’ αυτό το λόγο σφοδροί αντίπαλοι της μπουρζουαζίας. Εντούτοις οι μαρτυρίες σχετικά με τους υφαντουργούς είναι διφο ρούμενες και αντιφατικές.144 Επί πλέον η σύνδεσή τους με τους αγρότες, τη μάζα του πληθυσμού, ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Αντίθε τα με άλλα μέρη της Γαλλίας οι αγρότες της Βαντέ δεν αναλάβαιναν επαγγελματικές απασχολήσεις για να συμπληρώσουν τα κέρδη τους. Οι άνθρωποι ήταν είτε αγρότες είτε υφαντουργοί. Γ ενικά η εμπορική οικονομία, όπως είδαμε, υπήρχε παράλληλα με την αγροτική χωρίς να έχει και μεγάλη συνάφεια μ ’ αυτήν. Το να μιλάμε για αστική εκμετάλλευση της επαρχίας σ ’ αυτή την περιοχή θα παραποιούσε τις μαρτυρίες. Κυρίως είχε αποκτηθεί μια ορισμένη ποσότητα γης από εύπορες οικογένειες της μπουρζουα ζίας των πόλεων. Σε μερικά τμήματα της Βαντέ η απόκτηση γης ήταν πραγματικά σημαντική.145 Από το άλλο μέρος αυτό το προτσές συνεχίστηκε σε πολλά μέρη της Γ αλλίας χωρίς να δη μιουργήσει αντεπανάσταση. Συνολικά, η σχέση μεταξύ των κατοί κων των πόλεων και των αγροτών πριν την έκρηξη της επανάστα σης πολύ λίγα προσφέρει που να εξηγούν τα αιματηρά γεγονότα του 1793. Εκείνα που έρχονται μετά είναι άλλη ιστορία. Το βάρος του φεουδαλικού καθεστώτος για τους αγρότες 144. Βλ. Tillv. Vender, 136-137, 219-224. Boi>. Pavsan* de lOueM, 620-621. 145. Tilly. Vend*·. 54 , 55, 71, 81, 144. Boi*. Pay^n* He IOue»l, 628-629.
12:*
είναι πιο δύσκολο να εκτιμηθεί. Σ ’ αυτό το τμήμα της Γαλλίας οι ευγενείς κατείχαν μεγάλη έκταση γης — στη καρδιά της αντεπανά στασης, τη μερίδα του λέοντος, περίπου τα 60%.144 Οι περισσότε ροι από τους ευγενείς απουσίαζαν. Η σύγχρονη έρευνα έχει καταρρίψει την αντίληψη ότι η νομιμοφροσύνη προς τους αριστοκράτες που ζούσαν ανάμεσά τους και συμμετείχαν στην αγροτική ζωή τους, παρακίνησε τους αγρότες να σηκώσουν τη σημαία της αντεπανάστασης.147 Το εισόδημα των ευγενών προερχόταν από το νοίκιασμα της γης τους στους αγρότες. Πολλοί ευγενείς προσλάβαιναν μεσίτες με πλήρη απασχόληση, οι οποίοι ήταν στοιχεία της μπουρζουαζίας. (Είναι ελάχιστα πιθανό ότι η κατάσταση αυτή μπορούσε να είχε γίνει αιτία μιας ιδιαίτερα έντονης εχθρότητας προς την μπουρζουαζία, γιατί υπήρχε και σε άλλα μέρη της Γαλλίας). Δεν είναι ξεκάθαρο εαν τα νοίκια αυξήθηκαν στα τελευταία χρόνια του ancien regime. Αν και λέγεται ότι οι απόντες ευγενείς ενδιαφέρονταν κυρίως για ένα σταθερό εισόδημα, είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί θάπρεπε να ήταν λιγότερο εκτεθιμένοι στον πειρασμό της επιδεικτικής κατανάλωσης από άλλους απόντες. Τπάρχουν επίσης μερικά σημάδια φεουδαρχικής αντίδρα σης και μια γενική σκλήρυνση προς το τέλος.148 Μερικές ενδείξεις ίσως φανερώνουν ότι η επιβάρυνση ήταν ελαφρότερη: Στα cahiers του 1789 υπάρχουν μάλλον λιγότερα παράπονα για αυστηρά «φεουδαρχικά» ζητήματα από τις αντεπαναστατικές περιοχές παρά από τις γειτονικές. Από το άλλο μέρος, καθώς δείχνει ο Tilly, το γεγονός αυτό σημαίνει απλώς ότι ομάδες που επέκριναν τα προνόμια των ευγενών δεν είχαν μεγάλο βάρος στις δημόσιες συσκέψεις που οδηγούσαν στο σχεδίασμα των cahi ers. Με άλλα λόγια οι κριτικές φωνές μπορεί να ήταν απρόθυμες να μιλήσουν κάτω από τη σκιά του άρχοντα και των πρακτόρων του. Επί πλέον υπήρχε μια σημαντική κριτική που σχετιζόταν με άλλες στενά συγγενικές πλευρές του ancien regime, για τις οποίες τα cahiers δεν αποκαλύπτουν καμιά ιδιαίτερα αισθητή έλλειψη τοπικών δυσαρεσκειών. Διατυπώνονται σχεδόν όλα τα κλασικά παράπονα.149 Έ τσ ι έχουμε πολύ λίγα στοιχεία για να πούμε ότι οι αγροτικές 146. 147. 148. 149.
124
Tilly, Tilly, Tilly. Tilly.
Vend*·, V end*. Vendie. Vendie.
77-75. 77, 119-120. 122-123, 125, 131. 177-183.
σχέσεις ήταν πιο ευνοϊκές για τους αγρότες στις αντεπαναστατικές περιοχές, τουλάχιστο στο ζήτημα του αυστηρά οικονομικού βά ρους. Ό π ω ς παρατηρήσαμε παραπάνω, μια βασική υποτιθέμενη διαφορά την οποίαν επικαλούνται συχνά παλιότεροι συγγραφείς — η υποτιθέμενη συγκατοίκηση των ευγενών με τους αγρότες και η συμμετοχή τους σε μια κοινή πολιτιστική ατμόσφαιρα — έχει αποδειχτεί ότι είναι μύθος. Πάντως υπήρχε μια πλευρά των αγροτικών σχέσεων που ήταν αρκετά χαρακτηριστική στην αντεπαναστατική περιοχή για να τη θεωρήσουμε ίσως ικανή να εξηγή σει ώς ένα σημείο το φαινόμενο Βαντέ. Αντίθετα με την γειτονική πατριωτική επαρχία, όπου οι αγρότες ζούσαν σε μεγάλα χωριά και καλλιεργούσαν τα ανοιχτά χωράφια που ήταν χωρισμένα σε λουρίδες, η καρδιά της αντεπαναστατικής περιοχής ήταν γη όπου γίνονταν περιφράξεις. Το πότε και το γιατί γίνονταν οι περιφράξεις δεν φαίνεται στη βιβλιογραφία που έχω εξετάσει, μολονότι είναι σαφές ότι το σύστημα των ξεχωριστών αγρών ήταν από αμνημονεύτων χρόνων μέρος της κατεστημένης τάξης πραγμάτων όταν ξέσπασε η επανάσταση. Οι αγρότες πάκτωναν κτήματα από τους ευγενείς, σε μέγεθος γενικά 20 έως 40 εκτάρια, μάλλον μεγάλα με τα γαλλικά μέτρα, αν και υπήρχαν και μικρότερες μονάδες. Η σίκαλη ως υποκατάστατο ήταν γενικά η κύρια σοδειά. Οι εκπακτώσεις γίνονταν για περιόδους πέντε, επτά ή εννιά χρόνων. Παρά το γεγονός ότι ήταν ενοικιαστές, όχι ιδιοκτήτες, οι μεγαλύτεροι καλλιεργητές, εκείνοι που μπορού σε να περιμένει κανείς ότι θα έδιναν τον πολιτικό τόνο στην επαρ χία, ήταν ικανοί να ανανεώνουν πολύ εύκολα τις συμφωνίες. Συχνά η οικογένειά τους κατείχε την ίδια γη επί γενεές.150 Η πολιτική σημασία αυτού του γεγονότος είναι, θα έλεγα, ότι οι πιο εύποροι χωρικοί, στις περιοχές που επρόκειτο να γίνουν αντεπαναστατικές, είχαν ήδη μερικά α π ’ τα κύρια οφέλη της ατομικής ιδιοκτησίας στη γη. Δεν υπάγονταν στις συλλογικές αποφάσεις του χωριού σχετικά με τις περίοδες του οργώματος, της σποράς και του θερισμού και της επιστροφής των ζώων στα χωράφια μετά τη συλλογή της σοδειάς. Τις αποφάσεις αυτές μπορούσε να τις πάρει μόνος του ο καλλιεργητής. Και, αν ήταν καλός πακτωτής, μπορούσε να παραδώσει τη γη στην επόμενη γενιά. Ο πεισματικός ατομικισμός και η ανεξαρτησία του αγρότη 150. Tilly, Vend*!, 67-68, 114-115, 121, 125.
125
της Βαντέ, μάλλον δεν είναι κάποιο φιλολογικό στερεότυπο, αφού είχε ισχυρές ρίζες στην κοινωνική τάξη πραγμάτων της επαρχίας, με την σχεδόν ατομική ιδιοκτησία της και τα διασκορπισμένα σπίτια. Σε πολλές περιπτώσεις ένας άνθρωπος δεν έβλεπε τους γείτονές του για πολύ καιρό.151 Εάν ερχόταν σ ’ αυτούς τους αγρότες από τα έξω ένα επαναστατικό κύμα υπέρ της αδέσμευτης ατομικής ιδιοκτησίας κατά τρόπο που να σημαίνει όχι πια νοίκια για τους ευγενείς, δεν είναι παράλογο να υποστηρίξουμε ότι Θα το καλοδέχονταν. Αλλά τί άλλο Θα μπορούσαν να περιμένουν από μια τέτοια επανάσταση; Κάτω απ ’ αυτούς, αξίζει να το σημειώσουμε, δεν υπήρχε ένα προρελαταριάτο εργατών διψασμένο για γη, ώστε να προωθηθεί η επανάσταση προς τ ’ αριστερά όταν θα έφτανε.152 Από το άλλο μέρος, τί θα συνέβαινε εάν η επανάσταση αποτύχαινε να καταργήσει τα νοίκια και επέβαλε περισσότερους φόρους στους αγρότες α π ’ όσους η παλιά τάξη; Και τί θα συνέβαινε εάν η επανάσταση διευκόλυνε την αρπαγή της γης από τη μπουρζουαζία; Και τελικά, τί θα συνέβαινε αν η επανάσταση ερχόταν σαν συνολική επίθεση κατά της αγροτικής κοινωνίας; Ό λ α αυτά πραγματικά συνέβησαν. Τα νοίκια ήταν μια «αστική» μορφή ιδιοκτησίας και συνέχισαν να εισπράττονται μέχρι την αντεπανάσταση και ίσως αργότερα. Ό τα ν η αξία του assignat (ομόλογο για την ασφάλεια των ιδιο ποιημένων εκκλησιαστικών γαιών) έπεσε, οι γαιοκτήμονες έπαιρ ναν τα νοίκια τους σε είδος και μπορεί έτσι να τα είχαν αυξήσει κά πως. Η κατάργηση των πιο τυπικών «φεουδαρχικών» υποχρεώ σεων δεν φαίνεται να βοήθησε τους αγρότες. Ό τα ν καταργήθηκε η δεκάτη, οι γαιοκτήμονες απλώς αύξησαν τα νοίκια τους κατά το αντίστοιχο ποσό.153 Η επαναστατική κυβέρνηση αποσπούσε πολύ περισσότερα σε φόρους α π ’ όσα το ancien regime. Θεωρητικά έπρεπε να υποστούν το βάρος αυτό οι γαιοκτήμονες. Υπάρχουν εν δείξεις ότι πρακτικά το έριξαν στους πακτωτές.154 Η επαναστατι κή φορολογική πολιτική, εντούτοις, πιθανώς να μην ήταν το απο φασιστικό στοιχείο, αφού σχεδόν το ίδιο συνέβει και σε άλλα μέρη της Γ αλλίας. Αυτό που ενδιέφερε κυρίως στις ειδικές συνθήκες της 151. 152. 153. 154.
126
Βλ. Bois, Paysans de l’Ouest, 610-617. Tilly, Vendie, 79. Bois, Paysans de I’Quesl, 628, 633. Tilly Vendie.201. Bois. Paysans de I'Ouest, 632-633.
Βαντέ, ήταν η επίθεση κατά του κλήρου, γιατί αποτελούσε μέρος μιας γενικής επίθεσης: οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής. Μια φάση της επίθεσης ήταν η εσπευσμένη ανασυγκρότηση της τοπικής κυβέρνησης στη Βαντέ το 1790. Το κύριο αποτέλεσμα ήταν να εγκατασταθεί ένας νεοεκλεγμένος αξιωματούχος, ο δήμαρ χος, σαν εκπρόσωπος της τοπικής κοινωνίας, της κοινότητας. Σε πολλές περιπτώσεις οι κάτοικοι απάντησαν με έναν αποκαλυπτικό τρόπο, εκλέγοντας τον εφημέριο σαν δήμαρχο. Ο εφημέριος ήταν ο φυσικός ηγέτης στη Βαντέ γιατί βρισκόταν στο κέντρο των σχετικά λίγων κυκλωμάτων συνεργασίας που υπήρχαν σ ’ αυτή την κοινω νία των απομονωμένων αγροικιών και των διάσπαρτων μικρών χωριών. Οι θρησκευτικές εκδηλώσεις ήταν η σημαντικότερη αφορ μή που οι αγρότες έρχονταν σε επαφή στη Βαντέ, μια κατάσταση εντελώς αντίθετη με κείνη που επικρατούσε στο κοινό χωριό, όπου οι αγρότες συναναστρέφοντας ολημερίς. Σχεδόν κάθε τυπική οργά νωση στην οποία μπορούσε να ανήκει ένας επαρχιώτης — σχολείο, αδελφότητα, επισκοπή, φιλανθρωπικό σωματείο και φυσικά η ίδια η εκκλησία — ήταν θρησκευτική. Ό ,τ ι χρήματα έδινε ο άρχοντας για αγαθοεργίες, τα διαχειριζόταν ο εφημέριος. Ουσιαστικά αυτός ήταν ο κύριος των εσωτερικών υποθέσεων της κοινότητας κατά την πρώτη επαναστατική περίοδο.lss Η επίκληση των ιδιαίτερων θρησκευτικών αισθημάτων των αγροτών της Βαντέ για την εξήγη ση του γεγονότος ότι ακολούθησαν τους παπάδες στην αντεπανά σταση είναι σφαλερός τρόπος να εξετάζουμε την κατάσταση. Πολύ πιθανόν τα αισθήματα αυτά να ήταν δυνατότερα εδώ. Αλλά εάν πραγματικά ήταν, τί άλλο μπορούσε να τα έχει διατηρήσει ζωντα νά εκτός από το γεγονός ότι ο εφημέριος έπαιζε ειδικό ρόλο στην χαρακτηριστικά αγροτική κοινωνία, ότι δηλαδή έκανε πράγματα τα οποία πολλοί χωρικοί ήθελαν να γίνουν για προφανείς λόγους; Μια επίθεση κατά του εφημέριου ήταν επίθεση στο υπογάστριο της αγροτικής κοινωνίας. Η κύρια επαναστατική επίθεση ήρθε με τη μορφή της κατάλη ψης των εκκλησιαστικών ιδιοκτησιών και με την απαίτηση να ορκίζονται οι ιερείς πίστη στη νέα κυβέρνηση της Γαλλίας. Σ ’ αυτό το μέρος της Γ αλλίας τα αποτελέσματα άρχισαν να γίνονται αισθητά στα 1790, δηλαδή ταυτόχρονα με την επίθεση κατά των κοινοτήτων. Η πώληση των εκκλησιαστικών ιδιοκτησιών οδήγησε 155. Tilly. Ver.die, 103-110, 155. Bois, Paysans de I’OuesI, 614-615.
127
σε μια πολύ σοβαρή αρπαγή της γης από την μπουρί .ιυαζία. Οι πλουσιότεροι αγρότες έκαμαν κάποια προσπάθεια να βάλουν στο χέρι κάποιες ιδιοκτησίες και έχασαν. Έ νας αριθαός αγοραστών δεν ήταν ξένοι αλλά τοπικοί έμποροι, συμβολαιογράφοι και αξιωματούχοι, εκείνοι δηλαδή που ήταν υπεύθυνοι να μετουσιώσουν τις γενικές μεταρρυθμίσεις της επανάστασης σε άλλαγές στις αγροτι κές τους κοινότητες.156 Αν και η αρπαγή της γης ήταν σημαντική, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι ήταν αποφασιστική. Ο εφημέριος στην καρδιά της Βαντέ, αν και άνθρωπος με κύρος, γενικά ζούσε μόνο α π ’ τη δεκάτη.157 Έ τσ ι είναι απίθανο ότι ήταν πολλή η γη που εξαφανίστηκε κάτω από τα μάτια των αγροτών. Τ ο κεντρικό πρόβλημα ήταν η απάντηση να παίρνει ο εφημέρι ος όρκο πίστης στην επαναστατική κυβέρνηση, και, αν αρνιόταν, η προσπάθεια να τον αντικαταστήσουν από κάποιο ξένο. Ο όρκος δόθηκε στα 1791 στην περιοχή αυτή. Πρακτικά ολόκληρος ο κλήρος αρνήθηκε στις περιοχές εκείνες που επρόκειτο να γίνουν τα κύρια κέντρα της αντεπανάστασης, ενώ στις γειτονικές πατριωτι κές περιοχές αυτοί που αρνήθηκαν ήταν λιγότεροι από τους μισούς.158 Νέοι ιερείς που είχαν δώσει τον όρκο και είχαν σταλεί εκεί από τα έξω, γρήγορα βρέθηκαν σε πλήρη απομόνωση μέσα σ ’ έναν εχθρικό πληθυσμό και, το χειρότερο, σε σοβαρό φυσικό κίνδυνο. Εν τω μεταξύ ο πληθυσμός συνέρρεε σε μυστικές λειτουργίες, μερικές σε κλειστές και εγκατελειμμένες εκκλησίες, αλλά όλο και πιο συχνά σε αποθήκες και σε ανοιχτά χωράφια, σε κάθε μέρος όπου δεν μπορούσε να τους βρει ένας ντόπιος πατριώτης. Μυστικές λειτουργίες σημαίνει ενθουσιώδεις.159 Εδώ γινόταν το ρήγμα με την άρχουσα νομιμότητα. Με μια κίνηση, η κοινωνία που ήταν ένας κόσμος που θεωρούνταν αυτονόητος και δεδομένος πέρασε ακέραιη στον κόσμο που αντιπροσώπευε την αντεπανάσταση. Η προσπά θεια να επιβληθεί η στρατολόγηση στα 1793 δεν έκαμε τίποτα άλ λο από το να υποδαυλίσει μια κατάσταση ήδη εκρηκτική. Φτάσαμε στο τέλος της ιστορίας μας. Στις επαναστάσεις, όπως και στις αντεπαναστάσεις και τους 156. Tilly. Vandie. 232 επίσης 206, 211-212, και Bois. Pay^n- de IOu<*t, 650. Στην περιοχή που μελετήβηχε α π ' τον Βοί> τα ξένα στοιχεία της μπουρζουαζίας ήταν οι νικητές στον αγώνα για τις ιδιοκτησίες αυτές. 157. Tillv. Vand*·. 105. 158. Χάρτες στον Tillv. WndA*. 238-240. 159. Tillv. Vend*·. 252-257.
128
εμφυλίους πολέμους, φτάνει μια κρίσιμη στιγμή που οι άνθρωποι αναγνωρίζουν ξαφνικά ότι έχουν αποκοπεί αμετάκλητα από τον κόσμο που έχουν γνωρίσει και αποδεχτεί σε όλη τους τη ζωή. Γ ια διαφορετικές τάξεις και άτομα αυτή η στιγμιαία αναλαμπή μιας νέας και τρομερής αλήθειας έρχεται στις διαδοχικές στιγμές της κατάρρευσης του επικρατούντος συστήματος. Ακόμα, υπάρχουν μοναδικές στιγμές και αποφάσεις — η έφοδος σ ’ ένα παλάτι, ο αποκεφαλισμός ενός βασιλιά, και αντίστροφα η ανατροπή ενός επαναστάτη δικτάτορα — μετά από τις οποίες δεν υπάρχει επιστροφή. Μέσα από τις πράξεις αυτές ένα νέο έγκλημα γίνεται η βάση της νέας νομιμότητας. Τεράστια τμήματα του πληθυσμού γίνονται μέρος μιας νέας τάξης πραγμάτων. Τα χαρακτηριστικά αυτά η αντεπανάσταση της Βαντέ τα μοιραζόταν με άλλες βίαιες κοινωνικές αναστατώσεις, έστω και συχνά στη μικρή κλίμακα της ενορίας ή της κοινότητας. Εκείνο που μάλλον προσιδιάζει σ ’ αυτήν είναι ο απλός μετασχηματισμός της ισχύουσας κοινωνικής οργάνωσης στην επαρχία, από νόμιμη και αποδεκτή τάξη που ήταν σε έδρα της εξέγερσης. Δεν βρίσκω κανένα σημάδι στη βιβλιογραφία για τη διάλυση της παλιάς κοινωνίας σε μάζες περιπλανώμενων ατόμων, επαναστατικών πληθών και την αντίστοιχη σφυρηλάτηση νέων επαναστατικών οργανώσεων και νέων μορφών αλληλεγγύης, διαδικασίες τις οποίες οι κομμουνιστές, σε μια μεταγενέστερη εποχή, επρόκειτο να μάθουν, μέσα από δοκιμασίες και σφάλματα, να χρησιμοποιούν για τους σκοπούς τους. Π άντως σε πολλά απ ’ τα χαρακτηριστικά της η αντεπανάσταση της Βαντέ προδιαγράφει αυτό που επρόκειτο να συμβεί καθώς ο καπιταλισμός διέβρωνε τις παλιές αγροτικές κοινωνίες. Μπορούμε να παραλείψόυμε την εξιστόρηση της σύγ κρουσης, αφού το τι συνέβει προηγούμενα περιέχει τα βασικά διδάγματα που μας ενδιαφέρουν εδώ. Είναι αρκετό να πούμε ότι η καταστολή της αντεπανάστασης ήταν η πιο αιματηρή εσωτερική πράξη στο γαλλικό επαναστατικό δραμα. Ας επιστρέφουμε σε μια γενική εκτίμηση της επαναστατικής τρομοκρατίας, στην οποία η εκδίκηση που πάρθηκε από τους αγρότες και ενάντια σε αγρότες απαίτησε ένα τεράστιο και τραγικό φόρο αίματος.
129
7 . Κοινωνικές συνέπειες της επαναστατικής τρομοκρατίας
Η εμπειρία της τρομοκρατίας και της γαλλικής επανάστασης γενικά έδωσε μια ισχυρή ώθηση σ ’ εκείνο το πολύ σημαντικό ρεύμα της δυτικής πολιτικής σκέψης που αντιδρά στην πολιτική βία οποιασδήποτε μορφής. Ακόμα και σήμερα πολλοί μορφωμένοι άνθρωποι είναι πιθανό να θεωρούν την τρομοκρατία σαν δαιμονική έκρηξη οχλοκρατικής βίας, που δεν κάνει διάκριση στην επιλογή των θυμάτων της, αργότερα σαν έκφραση τυφλού μίσους και εξτρεμισμού, και μάλιστα σαν έκφραση μιας ειδικής ουτοπικής νοοτροπίας που βρίσκεται στη ρίζα του ολοκληρωτισμού του 20ου αιώνα. Θα προσπαθήσω ν ’ αποδείξω ότι η ερμηνεία αυτή είναι μια διαστρεβλωμένη καρικατούρα. Ό π ω ς όλες οι καρικατούρες, η αντίληψη αυτή περιέχει κάποια αληθινά στοιχεία, χωρίς τα οποία η τελική εικόνα δεν θα είχε σχέση με την πραγματικότητα. Ό π ω ς δείχνουν τα θύματα των σφαγών του Σεπτέμβρη — κυρίως φτωχοί άνθρωποι που έτυχε να βρίσκον ται στη φυλακή όταν ξέσπασε ο όχλος — το λαϊκό μίσος μπορούσε να εκραγεί με ξαφνικές πράξεις τυφλής εκδίκησης. Πάντως, μια ψυχρή ανάλυση δεν μπορεί να σταματήσει με τρόμο σ ’ αυτό το σημείο. Είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε τις αιτίες. Αυτές βρίσκο νται σαφώς στις δύσκολες περιστάσεις της στιγμής και στην μακρόχρονη ταπείνωση και καταπίεση στην οποία υποβαλλόταν η μάζα του λαού που βρισκόταν στον πυθμένα της κοινωνικής τάξης πραγμάτων. Το να αγανακτούμε για τις σφαγές του Σεπτέμβρη και να ξεχνάμε τα δεινοπαθήματα που τις προκάλεσαν δείχνει μεροληπτικότητα. Μ ’ αυτή τήν έννοια δεν υπάρχει κανένα μυστήριο εδώ. Με μια άλλη υπάρχει. Ό π ω ς θα δούμε πολύ πιο καθαρά αρ γότερα, όταν θα μελετήσουμε την Ινδία, τα λαϊκά βάσανα δεν δη μιουργούν πάντα και αναγκαστικά επαναστατικές εκρήξεις, και οπωσδήποτε δεν δημιουργούν επαναστατική κατάσταση. Το πρό βλημα όμως αυτό ας παρακαμφθεί εδώ. Προς το παρόν μπορούμε να επισημάνουμε ότι η λαϊκή απελπισία και οργή αποτελούσαν κα τανοητές αντιδράσεις στις περιστάσεις. Για να γίνει η τρομοκρατία όργανο πολιτικής, δηλαδή για να δημιουργήσει σημαντικά πολιτικά αποτελέσματα, έπρεπε η λαϊκή παρόρμηση να υπαχθεί σε ένα ορθολογικό και κεντρικό έλεγχο. Η παρόρμηση αυτή προήλθε κυρίως από τους sans-culotles. Από πολύ νωρίς υπήρχε κάτι περισσότερο απλό μίσος στην κραυγή «ζήτω η 130
γκιλοτίνα». Ή ταν μια διαμαρτυρία κατά των λειτουργιών της α γοράς που δημιουργούσαν ανείπωτη αθλιότητα και ένας πρωτόγο νος τρόπος εξαναγκασμού των πλούσιων κερδοσκόπων να ξεράσουν τα αποθησαυρισμένα αγαθά. Αν και η κατάσταση και οι απαιτήσεις των φτωχών αγροτών συμπορεύονταν για ένα διάστημα με εκείνες των φτωχών της πόλης, οι αγρότες δεν αποτελούσαν καθόλου αξιόλογη δύναμη που να στηρίζει την οργανωμένη τρομοκρατία του 1793-1794. Η αγροτική βια έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη Γαλλική Επανάσταση, ειδικά σα δύναμη που συνέβαλε στην απο σύνθεση της φεουδαρχικής πρακτικής, αλλά κυρίως στις πρώτες φάσεις. Ό π ω ς έδειξαν οι εξελίξεις, οι λαϊκές και γραφειοκρατικές τάσεις ήταν εν μέρει συγχωνευμένες και εν μέρει αντιφατικές. Ουσιαστικά αυτό που συνέβει ήταν ότι ο Ροβεσπιέρος και οι Ορεινοί (Montagne) που ενστερνίσθηκαν ένα μεγάλο μέρος του προγράμματος των sans-culottes, περιλαμβανομένης της τρομο κρατίας σε μαζική κλίμακα, προσπάθησαν να το χρησιμοποιήσουν για δικούς τους σκοπούς και με το χρόνο έστρεψαν τα όπλα κατά των λαϊκών δυνάμεων.160 Γενικά οι συνέπειες ήταν ορθολογικές. Λεπτομερείς έρευνες δείχνουν ότι η τρομοκρατία χρησιμοποιήθηκε κυρίως κατά των αντεπαναστατικών δυνάμεων και ήταν αγριότερη εκεί όπου η αντεπανάσταση ήταν δυνατότερη.161 Βέβαια υπήρχαν εξαιρέσεις και αδικίες. Ό μω ς η τρομοκρατία, στα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά της, δεν ήταν αιματοχυσία που γινόταν για να δώσει ευχαρίστηση σε τίποτα αρρωστημένα μυαλά. 160. Ο Culrin. Lulie dr classes, αναπτύσσει αυτή την εξέλιξη πολλές λεπτομέρειες. 161. Greer, Incidence of the Terror. Οι δύο χάρτες της Γαλλίας που χρησιμοποιήθηχαν σαν προμετωπίδα μας αναφέρουν το χομμάτι αυτά της ιστορίας με χαταπληχτιχή σαφήνεια. Ο ένας δείχνει τις περιοχές της αντεπανάστασης χαι των εισβολών, ταξινομώντας τα διαμερίσματα από περιοχές χωρίς επικίνδυνες ταραχές μέχρι περιοχές με συνθήκες εμφυλίου πολέμου, που συνεπέφεραν ευρύτερες στρατι ωτικές επιχειρήσεις. Ο άλλος χάρτης δείχνει τον αριθμέ των εκτελέσεων, χατατάσσόντας τα διαμερίσματα από εχείνα με λιγύτερες από 10 μέχρι εκείνα με περισσότερες από 100. Με την ευνόητη εξαίρεση του Παρισιού η σύνδεση είναι εξαιρετικά στενή. Η σύνδεση αυτή μεταξύ αντεπανάστασης και του αριθμού των εκτελέσεων συνθέτει, χατά την άποψή μου, μια πειστική μαρτυρία χατά της γενιχής θέσης του Greer ότι το ρήγμα στη γαλλική κοινωνία ήταν διαρκές χαι ότι η τρομο κρατία δεν ήταν όργανο ταξιχού πολέμου, ένα ζήτημα που συζητήθηχε πληρέστερα στο Παράρτημα.
131
Μέσα στη Γαλλία οι αντεπαναστατικές δυνάμεις είχαν δυό διακεκριμένες γεωγραφικές βάσεις, τη Βαντέ και τις εμπορικές πόλεις και λιμάνια της Λυών, Μασσαλίας, Τουλώνας και του Μπορντώ. Η αντίθεση μεταξύ αυτών των δύο εστιών της αντεπα νάστασης ρίχνει αποκαλυπτικό φως στον χαρακτήρα της ίδιας της επανάστασης. Η Βαντέ ήταν το μέρος όπου οι εμπορικές και οι σύγχρονες επιρροές είχαν διεισδύσει ελάχιστα και οι νοτιότερες πολιτείες, η περιοχή όπου είχαν διεισδύσει περισσότερο. Στη Βαντέ, όπως μπορούσε να περιμένει κανείς, η τρομοκρατία απαί τησε τον μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων. Η κατάσταση στο Νότο ήταν σχεδόν ακριβώς η αντίθετη, ειδικά στη Λυών όπου η βιομηχα νία μεταξιού είχε προχωρήσει μέχρι το σημείο να σακατέψει τους βιοτέχνες και να δημιουργήσει ένα πρώτο σύγχρονο προλεταριάτο. Σε μεγάλη έκταση της νότιας Γαλλίας, το πλουσιότερο εμπορικό στοιχείο στις πόλεις έδειξε μια ισχυρή τάση να συμπορευτεί με την τάξη των ευγενών και τον κλήρο, ελπίζοντας να χρησιμοιποιήσει τους Γιρονδίνους και το ομοσπονδιακό κίνημα σαν σφήνα για την αποκατάσταση της μοναρχίας. Καθώς η επανάσταση γινόταν πιο ριζοσπαστική, σε πολλές από τις πόλεις αναπτύχθηκε ένας αμφίρ ροπος αγώνας. Η Λυών, η Μασσαλία, η Τ ουλών και το Μπορντώ έπεσαν κάτω από τον έλεγχο του πλουσιότερου στοιχείου που είχε συμμαχήσει με τις προνομιούχες τάξεις και στράφηκαν κατά της επανάστασης. Η ανακατάληψη από την Επανάσταση πήρε διαφο ρετικές μορφές, που εξαρτήθηκαν από τις τοπικές περιστάσεις και προσωπικότητες. Προχώρησε ειρηνικά στο Μπορντώ. Στη Λυών έγινε άγρια πάλη και αργότερα μια από τις πιο αιματηρές κατα στολές της τρομοκρατίας.162 Οι εκτελέσεις στη Βαντέ και στα Λι μάνια ήταν, εντούτοις, μόνο μιά δευτερεύουσα πλευρά της κόκκινης τρομοκρατίας συνολικά. Λιγότερα από 17.000 θύματα πέθαναν με εκτελέσεις που έγιναν από την επαναστατική εξουσία. Πόσοι πέ θαναν στη φυλακή και αλλού, και που ήταν επίσης πραγματικά θύ ματα της επανάστασης, δεν το γνωρίζουμε. Ο Greer υπολογίζει ότι 35.000-40.000 άτομα συνολικά μπορεί να έχασαν τη ζωή τους σαν άμεσο αποτέλεσμα της επαναστατικής καταστολής ένα νούμερο που ο Lefebvre θεωρεί εντελώς λογικό.163 Το ότι αυτό το λουτρό 162. Βλ. Greer. Incidence of the Terror. 7, 101-103, 30, 36, 120. O Greer προσφέρει μι» σειρά αξιόλογες τοπικές μονογραφίες για την οικονομία και την κοινωνική δομή. 163. Greer. Incidence of the Terror. 26-27, 37. lefebvre. Klxoliiliun francai>e.
132
αίματος είχε τις τραγικές του και άδικες πλευρές, κανένας σοβαρός στοχαστής δεν θα το αρνηθεί. Ό μω ς κρίνοντάς το, πρέπει να πά ρουμε υπόψη τις καταπιεστικές πλευρές της κοινωνικής τάξης πραγμάτων προς τις οποίες αποτελούσε αντίδραση. Η κατεστημέ νη κοινωνική δομή εισπράττει πάντα χρόνο με το χρόνο τον τραγι κό φόρο σε μη αναγκαίους θανάτους. Θα ήταν διαφωτιστικό να υ πολογίζαμε το ποσοστό θνησιμότητας στο ancien regime από πα ράγοντες όπως ο λιμός που είναι δυνατό να αποφευχθεί και η αδι κία, εάν αυτό ήταν καθόλου δυνατό. Πρόχειρα, φαίνεται πολύ απί θανο να ήταν κατώτερη από την αναλογία 0,0016, την οποία δίνει ο αριθμός 40.000 του Greer, όταν έχουμε ένα πληθυσμό γύρω στα 24 εκατ., τον χαμηλότερο που παραθέτει ο Greer164 Νομίζω μάλι στα ότι ήταν πολύ μεγαλύτερτν Τα νούμερα καθ’ εαυτά μπορούν ν ’ αμφισβητηθούν. Το συμπέρασμα στο οποίο οδηγούν είναι λιγότερο αμφισβητήσιμο: Το να παραφουσκώνουμε τον τρόμο της επανα στατικής βίας, ξεχνώντας τη φρίκη των «ομαλών» συνθηκών, είναι καθαρή υποκρισία. Ωστόσο ο αναγνώστης, που αισθάνεται ότι υπάρχει κάτι το απάνθρωπο σ ’ αυτό το ισοζύγιο των θλιβερών στατιστικών, δεν κάνει εντελώς λάθος. Εστω και αν ήταν τέλειες, δεν θα απαντούσαν σε μερικά από τα πιο σπουδαία και δύσκολα ερωτήματα. Ή ταν αναγκαία η τρομοκρατία και η αιματοχυσία της επανάστασης; Τί δημιούργησε αυτή; Μπορούμε να κλείσουμε με μερικά σχόλια σ ’ αυτά τα ερωτήματα. Η ριζοσπαστική επανάσταση ήταν ένα οργανικό τμήμα της επανάστασης υπέρ της ατομικής ιδιοκτησίας και των δικαιωμά των του ανθρώπου, εφ’ όσον σε πολύ σημαντικό βαθμό ήταν μια αρνητική αντίδραση στην επανάσταση της μπουρζουαζίας. Τα αντικαπιταλιστικά στοιχεία στην-επανάσταση των sans-culottes και οι διαμαρτυρίες των φτωχότερων αγροτών ήταν αντίδραση στα δεινά που προέκυπταν από το σταθερό άπλωμα των καπιταλιστι κών χαρακτηριστικών στην οικονομία κατά τη διάρκεια της τελευ ταίας φάσης του ancien regime και της ίδιας της επανάστασης. Το να θεωρούμε τους ριζοσπάστες σαν εξτρεμιστική συμμορία και εξάμβλωμα της φιλελεύθερης και αστικής επανάστασης, σημαίνει να μην εμβαθύνουμε στη μαρτυρία αυτή. Το ένα ήταν αδύνατο 404-405. 164. Greer, Incidence of the Terror.
133
χωρίς το άλλο. Επίσης είναι ολοφάνερο ότι η επανάσταση της μπουρζουαζίας δεν θα είχε πάει τόσο μπροστά, όπως έγινε, χωρίς την πίεση από τους ριζοσπάστες. Τπήρχαν πολλές περιπτώσεις όπως έχουμε δει, όπου οι συντηρητικοί της στιγμής προσπάθησαν να σταματήσουν την επανάσταση. Η πραγματική τραγωδία είναι ότι απέτυχαν, θα μπορούσε να πει ο δημοκρατικός αντίπαλος της βίας. Εάν είχαν πετύχει, για να συνεχίσουμε το επιχείρημα του μετριοπαθούς, η Γαλλική Επανά σταση θα είχε τελειώσει με τη μορφή του συμβιβασμού, όπως έγινε στην Αγγλική Επανάσταση μέχρι το 1689, η δημοκρατία θα μπορούσε να είχε εγκαθιδρυθεί βαθμιαία, με τον ίδιο περίπου τρόπο οπως και στην Αγγλία, αποτρέποντας την περιττή αιματο χυσία στη Γαλλία και τις επακόλουθες αναστατώσεις. Έ στω και αν τελικά η θέση αυττΛ δεν μπορεί ν ’ αποδειχτεί, αξίζει μια σοβαρή απάντηση. Το κύριο επιχείρημα εναντίον της έχει ήδη δοθεί με αρκετές λεπτομέρειες. Η κοινωνική δομή της Γαλλίας ήταν θεμε λιακά διαφορετική και γι ’ αυτό απέκλειε τον ειρηνικό εκείνο μετα σχηματισμό — ο οποίος όπως είδαμε στην πραγματικότητα ήταν κάθε άλλο παρά ειρηνικός — που γνώρισε η Αγγλία τον 18ο και 19ο αιώνα. Με μια λέξη είναι πολύ δύσκολο ν ’ αρνηθούμε ότι, προκειμένου η Γ αλλία να μπει στο σύγχρονο κόσμο μέσα από τη δημοκρατι κή διαδικασία, έπρεπε να περάσει μέσα απ ’ τη φωτιά της επανά στασης, περιλαμβανομένων των βίαιων και ριζοσπαστικών φάσε ων. Η σύνδεση αυτή φαίνεται σ ’ εμένα τουλάχιστο τόσο στενή, όσο είναι δυνατό ν ’ αποδειχτεί από οποιαδήποτε ιστορική έρευνα, έστω κι αν είναι βέβαιο ότι θ ’ αμφισβητηθεί, όσο υπάρχουν ιστορικοί διαφορετικών πεποιθήσεων. Σε όποιον δέχεται ένα τέ τοιο συμπέρασμα είναι νόμιμο να θέσουμε το δεύτερο ερώτημα. Ποιά ήταν η ορατή συμβολή όλης αυτής της αιματοχυσίας και της βίας στους δημοκρατικούς θεσμούς; Δεν μπορούμε να παραλληλίσουμε εντελώς την συμβολή της βίας στη δημοκρατική βαθμιαία εξέλιξη στην περίπτωση της Γαλλικής Επανάστασης και στην περίπτωση της Πουριτανικής Επανάστασης. Οι ίδιοι οι πόλεμοι του Ναπολέοντα αποκλείουν μια τέτοια ερμηνεία. Για ν * αναφέρουμε μια άλλη πλευρά, μελετητές της Γ αλλίας του 20ου αιώνα θεωρούν τα τραύματα που άφησε η επανάσταση σαν μια από τις κύριες αιτίες της αστάθειας των 134
γαλλικών πολιτικών θεσμών. Πάντως ορισμένες αλλαγές στη γαλλική κοινωνία που τις προκάλεσε η επανάσταση τελικά ήταν ευνοϊκές για την ανάπτυξη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Η επανάσταση τραυμάτισε θανάσιμα το όλο πλέγμα των αριστοκρατικών προνομίων, τη μοναρχία, τη γαιοκτημονική αρι στοκρατία και τα φεουδαλικά δικαιώματα, ένα σύμπλεγμα που συγκροτούσε την ουσία του ancien regime. Και το έκαμε στο όνομα της ατομικής ιδιοκτησίας και της ισότητας ενώπιον του νόμου. Το να αρνηθούμε ότι η πρωταρχική τάση και οι κύριες συνέπειες της επανάστασης ήταν αστικές και καπιταλιστικές σημαίνει να παίζου με την κολοκυθιά. Αυτό που είναι συζητήσιμο στην άποψη ότι ήταν μια επανάσταση της μπουρζουαζίας είναι κάθε επιχείρημα του τύπου ότι μια σχετικά συμπαγής ομάδα εμπορικών και βιομη χανικών συμφερόντων είχε αποκτήσει αρκετή οικονομική δύναμη στο τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα για να παραμερίσει τα φεουδαρχικά ερείπια κυρίως με δικές της προσπάθειες, για να εγκαινιάσει μια περίοδο βιομηχανικής επέκτασης. Η θέση αυτή, όταν διατυπώνεται έτσι, υπερτιμά σε μεγάλο βαθμό την ανεξάρτη τη επίδραση αυτών των συμφερόντων. Το ότι το τελικό αποτέλε σμα όλων αυτών των δυνάμεων που βρίσκονταν σε λειτουργία ήταν η νίκη ενός οικονομικού συστήματος ατομικής ιδιοκτησίας και ενός πολιτικού συστήματος θεμελιωμένου στη νομική ισότητα — ου σιαστικά χαρακτηριστικά των Δυτικών Κοινοβουλευτικών Δημο κρατιών — και ότι η επανάσταση ήταν κρίσιμο στοιχείο σ ’ αυτή τη γενική εξέλιξη, είναι αναμφίβολες αλήθειες, έστω και αν είναι γνωστές. Είναι αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια της Παλινόρθωσης ένας Βουρβόνος βασιλιάς βασίλεψε για μιάμιση δεκαετία, από το 1815 έως το 1830, και η παλιά γαιοκτημονική αριστοκρατία ξανακέρδι σε προσωρινά πολλά α π ' όσα είχε χάσει. Μερικοί μελετητές υπολογίζουν ότι επανακτήθηκε η μισή έγγεια ιδιοκτησία που χάθηκε στην επανάσταση. Βέβαια ήταν η κυρίαρχη, και μάλιστα η μόνη πολιτική ομάδα στη Γαλλία. Στην πραγματικότητα αυ+ό ήταν ο αφανισμός της. Η αποτυχία να μοιραστεί την εξουσία με την haute bourgeoisie, (μεγαλοαστική τάξη) ή να κάμει την τάξη αυτή σύμμαχό αντί εχθρό της, ήταν ένας σημαντικός λόγος της επανάστασης του 1830. Στο σημείο αυτό η παλιά αριστοκρατία εξαφανίστηκε από την πολιτική αρένα σαν συνεκτική και αποτελε
σματική πολιτική ομάδα, έστω και αν διατήρησε σημαντινό κοινω νικό κύρος για αρκετό χρόνο μετά.165 Από την άποψη των ερωτημάτων που θέτουμε σ ’, αυτό το βιβλίο, η κατάλυση της πολιτικής εξουσίας της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας συνθέτει το πιο σημαντικό προτσές στην πυρεία του γαλλικού εκσυγχρονισμού. Τελικά, σε μεγάλο βαθμό αν και όχι εντελώς, ανάγεται στην αντίδραση της γαλλικής αριστοκρατίας στα προβλήματα της γεωργίας σε μια όλο και περισσότερο εμπορι κή κοινωνία. Ο βασιλικός απολυταρχισμός ήταν ικανός να καταπραυνει και να ελέγξει μια αριστοκρατία που δυσκολευόταν στην εγκαθίδρυση μιας ανεξάρτητης οικονομικής βάσης. Η επανάσταση αποτέλειωσε το έργο των Βουρβόνων, όπως αναγνώρισε πρό πολλού ο Ντε-Τοκεβίλ. Η συνέπεια ήταν η καταστροφή μιας από τις απαιραίτητες κοινωνικές βάσεις των δεξιών αυταρχικών καθε στώτων που φανερώνουν μια έντονη τάση να κορυφωθούν στο φασισμό κάτω από τον αντίκτυπο της προχωρημένης βιομηχανίας. Σ ’ αυτή την πολύ πλατειά προοπτική η γαλλική επανάσταση παρουσιάζεται σαν ένα μερικό υποκατάστατο ή ιστορική εναλλα κτική λύση στην ανάπτυξη μιας εμπορικής γεωργίας απελευθερω μένης από προβιομηχανικά χαρακτηριστικά. Όπου η ορμή της αστικής επανάστασης ήταν αδύνατη ή άκαρπη, οι συνέπειες σε άλλες μεγάλες χώρες ήταν ο φασισμός ή ο κομμουνισμός. Αχρη στεύοντας μια από τις σπουδαιότερες αιτίες ενός τέτοιου αποτελέ σματος, την επιβίωση της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας ώς τη σύγχρονη εποχή, και κάνοντας το αυτό στο τέλος του 18ου αιώνα, η γαλλική επανάσταση συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στη Γαλλία. Έ τσι, στο ζήτημα της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας, η συνει σφορά της επανάστασης φαίνεται ότι ήταν ευνοϊκή και μάλιστα αποφασιστική. Ό μ ω ς αυτά τα ίδια τα προτσές που κατέστρεφαν την γαιοκτητική αριστοκρατία δημιουργούσαν επίσης την μικροαγροτική ιδιοκτησία. Απ ’ αυτή την άποψη οι συνέπειες ήταν πολύ πιο αμφίσημες. Ο Lefebvre μας υπενθυμίζει ότι η πώληση της γης που δημεύτηκε από την εκκλησία και τους emigres δεν ήταν η πηγή της αγροτικής ιδιοκτησίας, η οποία ανάγεται πολύ πιο πίσω στην γαλλική ιστορία. Πραγματικά, η μπουρζουαζία ήταν σε γενικές γραμμές η πρώτη που θα κέρδιζε από τις πωλήσεις, αν και τοπικά 165. Βλ. Lhommr. Grande bourgeoisie. 17-27.
136
υπήρχαν σημαντικές αυξήσεις στην αγροτική ιδιοκτησία.166 Ταυτό χρονα η αγροτική αριστοκρατία ωφελήθηκε πολύ από την επανά σταση. Εντούτοις η εμπειρία των επιτάξεων, η προσπάθεια να τεθούν ανώτατα όρια στις τιμές του σίτου και η ενθάρρυνση που δόθηκε στους μικρούς ιδιοκτήτες και στους αγροτοεργάτες στην διάρκεια της ριζοσπαστικής φάσης της επανάστασης, έστρεψε το ανώτερο στρώμα των αγροτών αποφασιστικά κατά της δημοκρα τίας. Η κληρονομιά αυτή ήταν ολέθρια για πολύ καιρό.167 Σχετικά με την αγροτική κοινωνία κατά τον 19ο και ακόμα κατά τον 20ον αιώνα υπάρχουν λιγότερο σίγουρες πληροφορίες απ ’ ότι για τον 18ο αιώνα.168 Ωστόσο οι επόμενες γενικεύσεις στηρί ζονται σε σοβαρές ενδείξεις. Πρώτα, οι αγρότες που είχαν επιρροή δεν νοιάζονται καθόλου για την δημοκρατία καθ ’ εαυτή. Ζητούσαν αποτελεσματικές εγγυήσεις για την περιουσιακή και κοινωνική θέση τους στα χωριά τους. Συγκεκριμένα, οι απαιτήσεις αυτές σήμαιναν εγγυήσεις ενάντια σε κάθε σοβαρή πρόκληση προς την ιδιοκτησία που αποκτήθηκε μέσω της vente des biens nalionaux (πώληση των εθνικών αγαθών) από αριστοκρατικές πηγές ή προς οποιεσδήποτε ριζοσπαστικές αντιλήψεις που απόβλεπαν έστω και έμμεσα στην ανακατανομή της ιδιοκτησίας. Κατά δεύτερο λόγο, η συνεχιζόμενη πρόοδος της καπιταλιστικής βιομηχανίας έτεινε να υποσκάψει τη μικρή αγροτική ιδιοκτησία, η οποία μειονεκτούσε σε παραγωγή για την αγορά. Οι αγροτικοί αντιπρόσωποι παραπονούνταν συχνά ότι οι όροι του εμπορίου ήταν εναντίον τους. Γι ’ αυτόν το συνδυασμό αιτιών, η αγροτική ιδιοκτησία είχε αμφίπλευ ρες συνέπειες. Φαίνεται σαν απειλή για τη μεγάλη ιδιοκτησία — τόσο με τις καπιταλιστικές όσο και με τις προκαπιταλιστικές αριστοκρατικές μορφές — και σαν εξωτερικό προπύργιο που προ στατεύει αυτή την ιδιοκτησία. Στον 20ο αιώνα αυτός ο αμφίπλευ ρος χαρακτήρας της παρουσιάζεται εντονότερα εκεί που οι αγρότες υποστηρίζουν το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Τελικά αυτό το παράδοξο είναι περισσότερο φαινομενικό 166. Lefebvre. Eludes, 232, 237, 239, 242. 167. Lefebvre. Paysans du Nord, 911-912, 915-916. 168. Οι γινικιύσΐΐς που ακολουθούν βασίζονται κυρίως στα γραφτά του Lefebvre χαι του Auge-l,aribl. Politique agricole. Hunter, Peasantry and Crisis in France. Και σι δυο διαφοριτιχά άρθρα απ<4 τον Wright, "Agrarian Syndicalism in Postwar France" και "(Catholics and Peasantry in France”. Για πρέσφατις σκίψιις σ ’ αυτό το ζήτημα βλ. Wrigiil. Rural Revolution in France.
137
παρά πραγματικό. Σαν προκαπιταλιστική ομάδα, οι αγρότες πα ρουσίαζαν συχνά ισχυρές αντικαπιταλιστικές τάσεις. Στην πορεία της έρευνας θα προσπαθήσω να δείξω τους όρους, κάτω απ ’ τους οποίους αυτές οι τάσεις παίρνουν αντιδραστικές ή επαναστατικές μορφές. 8. Ανακεφαλαίωση
Το κεντρικό νόημα που κατόρθωσα να διακρίνω στην προέλευ ση, την πορεία και τις συνέπειες της Επανάστασης είναι ότι η βίαιη κατάλυση του ancien regime ήταν ένα κρίσιμο βήμα για τη Γ αλλία στο μακρύ δρόμο προς τη Δημοκρατία. Είναι αναγκαίο να υπο γραμμίσουμε το σημείο ότι το βήμα ήταν κρίσιμο για τη Γαλλία, γιατί τα εμπόδια που αντιμετώπισε η δημοκρατία ήταν διαφορετι κά από εκείνα στην Αγγλία. Η γαλλική κοινωνία δεν έβγαλε και πιθανώς δεν μπορούσε να βγάλει ένα κοινοβούλιο γαιοκτημόνων με αστικά χαρακτηριστικά, όπως στην Αγγλία. Προηγούμενες τάσεις στη Γαλλία είχαν κάνει τις ανώτερες τάξεις εχθρό της φιλελεύθε ρης δημοκρατίας και όχι τμήμα της επερχόμενης δημοκρατικής ορ μής. Έ τσι, για να θριαμβεύσει η δημοκρατία στη Γ αλλία, ορισμέ νοι θεσμοί έπρεπε να παραμεριστούν. Υποστηρίζοντας ότι τέτοια ήταν η σύνδεση, δεν σημαίνει ότι ισχυριζόμαστε οτι η γαλλική ι στορία ήταν αναπόφευκτα προορισμένη να κορυφωθεί στη φιλελεύ θερη δημοκρατία ή ότι η επανάσταση ήταν με οποιαδηποτε έννοια αναπόφευκτη. Απεναντίας, υπάρχουν λόγοι να υποστηρίζει κανείς ότι το όλο προτσές μπορούσε να είχε λειτουργήσει πολύ διαφορετι κά και ότι, γι ’ αυτό το λόγο, η επανάσταση ήταν ακόμα περισσότε ρο αποφασιστική. Κάτω από τις συνθήκες του βασιλικού απολυταρχισμού οι γαλλικές γαιοκτημονικές τάξεις προσαρμόστηκαν στη βαθμιαία διείσδυση του καπιταλισμού, ασκώντας μεγαλύτερη πίεση στους αγρότες, αφήνοντάς τους εν τω μεταξύ σε μια κατάσταση που έμοιαζε με την de facto ιδιοκτησία ανθρώπων. Περίπου μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα ο εκσυγχρονισμός της γαλλικής κοινωνίας έγινε μέσω του στέμματος. Σαν μέρος αυτής της διαδικασίας ανα πτύχθηκε ένα μέτωπο μεταξύ των ευγενών και της μπουρζουαζίας εντελώς διαφορετικό από εκείνο στην Αγγλία. Το μέτωπο αυτό συμπτύχθηκε με τη μεσολάβηση της μοναρχίας μάλλον παρά ενάν τια σ ’ αυτήν και κατέληξε, για να εκφραστούμε συνοπτικά έστω 138
και χωρίς μεγάλη ακρίβεια, στον «εκφεουδαλισμό» ενός σημαντι κού τμήματος της μπουρζουαζίας, παρά αντίστροφα. Το τελικό α ποτέλεσμα επρόκειτο να περιορίσει πολύ σοβαρά την ελευθερία δράσης του στέμματος, την ικανότητά του να αποφασίζει ποιά τμήματα της κοινωνίας θα σήκωναν ποιά βάρη. Ο περιορισμός αυ τός, ο οποίος επιτάθηκε από τον ελαττωματικό χαρακτήρα του Λουδοβίκου XVI, θα έλεγα, ήταν ο κύριος παράγοντας που επέφερε την επανάσταση, περισσότερο από οποιαδήποτε εξαιρετικά σοβα ρή σύγκρουση συμφερόντων διαφορετικών τάξεων ή ομάδων. Χω ρίς την επανάσταση, ο συνασπισμός αυτός των ευγενών και της μπουρζουαζίας θα μπορούσε να είχε συνεχιστεί και να είχε οδηγησει τη Γ αλλία σε μια μορφή συντηρητικού εκσυγχρονισμού από τα πάνω, παρόμοιο στις βασικές του γραμμές με αυτό που έγινε στη Γερμανία και την Ιαπωνία. Ό μω ς η επανάσταση τα εμπόδισε όλα αυτά. Δεν ήταν μια επανάσταση της μπουρζουαζίας με την περιορισμένη έννοια της κατάληψης της πολιτικής εξουσίας από μια μπουρζουαζία που ήδη είχε πάρει στα χέρια της τα αποφασιστικά κλειδιά της οικονομικής εξουσίας. Τπήρχε μια ομάδα αυτής της μορφής μέσα στις τάξεις της μπουρζουαζίας, αλλά η προηγούμενη ιστορία του βασιλικού απολυταρχισμού την είχε εμποδίσει να γίνει αρκετά δυνατή για να υλοποιήσει τα σχέδιά της μόνη της. Αντίθετα, τμήματα της μπουρζουαζίας ανυψώθηκαν στο επίπεδο της εξουσίας με την υπο στήριξη των ριζοσπαστικών κινημάτων των πληθυσμών της πόλης, που αποδεσμεύτηκαν με την κατάλυση της τάξης και της μοναρ χίας. Αυτές οι ριζοσπαστικές δυνάμεις επίσης εμπόδισαν την επα νάσταση να πισωγυρίσει ή να σταματήσει σ ’ ένα σημείο που βό λευε αυτά τα τμήματα της μπουρζουαζίας. Εν τω μεταξύ οι αγρό τες, κυρίως το ανώτερο στρώμα σ ' αυτό το σημείο, επωφελήθηκαν από την κατάσταση για να επιβάλουν τη διάλυση του φεουδαλικού συστήματος πράγμα που ήταν η κύρια επιτυχία της επανάστασης. Για ένα διάστημα ο αγροτικός και ο αστικός ριζοσπαστισμός, που ήταν ένα αντιφατικό μίγμα μικρής ιδιοκτησίας και ξεπερασμένων κολλεκτιβίστικων στόχων, μπορούσαν να συμπορεύονται, όπως έγινε στις πιο ριζοσπαστικές φάσεις της επανάστασης. Αλλά η α νάγκη να τραφούν οι φτωχότεροι κάτοικοι των πόλεων και τα επα ναστατικά στρατεύματα τους οδήγησε ενάντια στα συμφέροντα των πιο εύπορων αγροτών. Η αυξανόμενη αντίσταση από τους α γρότες στέρησε τους παρισινούς sans-culottes από την τροφή. 139
πράγμα που απέσυρε τη λαϊκή υποστήριξη του Ροβεσπιέρου και έ φερε τη ριζοσπαστική επανάσταση σε αδιέξοδο. Οι sans-culottes έ καμαν την επανάσταση της μπουρζουαζίας. Οι αγρότες καθόρισαν πόσο μακριά μπορούσε να πάει. Ο ημιτελής χαρακτήρας της επα νάστασης, από το άλλο μέρος, ένα κενό που μπορεί να αναχθεί σε μεγάλο βαθμό στη δομή της γαλλικής κοινωνίας στον προχωρημένο 18ο αιώνα, σήμαινε ότι θα πέρναγε πολύς καιρός προτού εγκαθιδρυθεί στη γαλλική κοινωνία μιά πλήρης καπιταλιστική δημοκρα τία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Ο Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος: Η τελευταία καπιταλιστική επανάσταση
1. Φ ντεία χαι εργοστάσιο: μια αναπόφευκτη σύγκρουση;
Οι κύριες διαφορές μεταξύ του αμερικάνικου δρόμου προς την σύγχρονη καπιταλιστική δημοκρατία και εκείνου που ακολουθήθηκε από την Αγγλία και τη Γαλλία προέρχονται από το αργότερο ξεκίνημα της Αμερικής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αντιμετώπι σαν το πρόβλημα της διάλυσης μιας σύνθετης και βαθιά ριζωμένης αγροτικής κοινωνίας, με φεουδαλική ή γραφειοκρατική μορφή. Από πολύ νωρίς η εμπορική γεωργία ήταν σημαντική, όπως στις φυτείες καπνού της Βιρτζίνια, και γρήγορα κυριάρχησε καθώς η χώρα αποικιζόταν. Οι πολιτικοί ανταγωνισμοί μεταξύ μιας προεμπορικής γαιοκτημονικής αριστοκρατίας και μιας μοναρχίας δεν αποτέλεσαν στοιχείο της αμερικανικής ιστορίας. Ούτε η αμερικά νικη κοινωνία είχε ποτέ μια μαζική τάξη αγροτών που να συγκρίνεται μ ’ εκείνη της Ευρώπης και Ασίας.1 Γ ι ’ αυτούς τους λόγους μπορεί να υποστηριχθεί ότι η αμερικανική ιστορία δεν έχει επανά σταση που να συγκρίνεται με την πουριτανική και γαλλική επανά σταση, ούτε, φυσικά, με τη ρωσική και κινεζική του 20ου αιώνα. Ό μ ω ς έχουν γίνει δυό μεγάλες ένοπλες εξεγέρσεις στην ιστορία 1. 'Οπως συμβαίνει μ ι πολλούς τέτοιους όρους, είναι αδύνατο να ορίσουμι τη λέξη αγροτιά μι απόλυτη ακρίβεια, γιατί οι διακρίσεις δεν έχουν ξεκάθαρα όρια μέσα στην ίδια την κοινωνική πραγματικότητα. Μια προηγούμενη υπαγωγή σε μια ανώτερη γαιοκτημονική τάξη αναγνωρισμένη και κατοχυρωμένη νομικά, η οποία, εντούτοις, δεν χρειάζεται πάντα να απαγορεύει το κίνημα που αναπτύσσεται έξω απ ’ αυτήν, έντονες πολιτιστικές διακρίσεις, και ένας σημαντικός βαθμός de faclo κατοχής της γης, συνθέτουν τα κύρια χαρακτηριστικά της αγροτιάς. Έ τσι οι νέγροι που παίρνουν μερίδιο από τη σοδειά στο σημερινό Νότο θα μπορούσαν να θεωρηθούν σαν τάξη αγροτών στην αμερικανική κοινωνία.
I VI
μας, η αμερικανική επανάσταση και ο εμφύλιος πόλεμος, από τις οποίες η δεύτερη ήταν μια από τις πιο αιματηρές συγκρούσεις στη σύγχρονη ιστορία μέχρι τότε. Είναι ολοφάνερο ότι και οι δυό έχουν καθορίσει σημαντικά τον τρόπο που οι Ηνωμένες Πολιτείες εξε λίχθηκαν ώς τα μέσα του 20ου αιώνα στην κορυφαία βιομηχανική καπιταλιστική δημοκρατία. 0 εμφύλιος πόλεμος θεωρείται γενικά ότι χωρίζει βίαια την αγροτική και τη βιομηχανική εποχή στην αμερικανική ιστορία. Γ ι ’ αυτό, στο κεφάλαιο αυτό θα συζητήσουμε τις αιτίες του και τις συνέπειές του από τήν άποψη του εάν ήταν ή όχι ένα βίαιο ρήγμα στην παλιότερη κοινωνική δομή, που να οδηγεί στην εγκαθίδρυση της πολιτικής δημοκρατίας και, επομένως, εαν σ ’ αυτό το σημείο μπορεί να συγκριθεί με την πουριτανική και γαλλική επανάσταση. Πιο γενικά, ελπίζω να δείξω τη θέση του στην εξελικτική αλληλουχία των μεγάλων ιστορικών εξεγέρσεων που αυθαίρετα μπορούμε να θεωρήσουμε ότι αρχίζει με τους πολέ μους των χωρικών στη Γερμανία τον 16ο αιώνα, συνεχίζεται με την πουριτανική, γαλλική και ρωσική επανάσταση, και κορυφώνεται στην κινέζικη επανάσταση και στα κινήματα του καιρού μας. Τ ο συμπέρασμα στο οποίο φτάσαμε μετά από πολυ δισταγμό, συνοψίζεται στην άποψη ότι ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος ήταν η τελευταία επαναστατική επίθεση από μέρους αυτού που θεμιτά μπορούμε να ονομάσουμε αστική καπιταλιστική δημοκρα τία. Η δουλεία στις φυτείες του Νότου, αξίζει να το πούμε από τώρα, δεν ήταν οικονομική τροχοπέδη για το βιομηχανικό καπιτα λισμό. Μάλιστα το αντίθετο μπορεί να είναι το σωστό. Βοήθησε στην προαγωγή της αμερικανικής βιομηχανικής ανάπτυξης στα πρώτα στάδια. Ό μ ω ς η δουλεία αποτελούσε εμπόδιο για μια πολιτική και κοινωνική δημοκρατία. Τπάρχουν αντιρρήσεις σ ’ αυτή την ερμηνεία. Εκείνες που προέρχονται από το χαρακτήρα του αποδεικτικού υλικού θα τις διαπραγματευθούμε διεξοδικότερα στην πορεία της ανάλυσης. Άλλες είναι βαθύτερες και, όπως θα προσπαθήσω να δείξω στο τέλος του κεφαλαίου, δεν θα εξαφανί ζονταν, ανεξάρτητα από τις ενδείξεις που θα μπορούσε να υπάρξουν. Πέρα από ζητήματα χώρου και χρόνου, που αφήνονται στη διάθεση του αναγνώστη όπως και του συγγραφέα, υπάρχουν αντι κειμενικοί λόγοι να προσπεράσουμε την αμερικανική επανάσταση με μερικά σύντομα σχόλια. Αφού δεν κατέληξε σε καμιά βασική αλλαγή στην κοινωνική δομή, δικαιούμαστε να ρωτήσουμε εάν I 12
αξίζει να αποκαλείται επανάσταση. Κατά βάθος ήταν ένας αντα γωνισμός μεταξύ των εμπορικών συμφερόντων της Αγγλίας και της Αμερικής, παρ ’ ότι βέβαια έπαιξαν ρόλο και πιο ιδεαλιστικά κίνητρα. Ο ισχυρισμός ότι η Αμερική είχε μια αντιαποικιακή επανάσταση μπορεί να είναι καλή προπαγάνδα, αλλά είναι κακή ιστορία και κακή κοινωνιολογία. Το διακριτικό χαρακτηριστικό των αντιαποικιακών επαναστάσεων του 20ου αιώνα είναι η προ σπάθεια να εγκαθιδρυθεί ένας νέος τύπος κοινωνίας με ουσιαστικά σοσιαλιστικά στοιχεία. Η αποτίναξη του εξωτερικού ζυγού είναι ένα μέσο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Τα όποια ριζοσπα στικά ρεύματα που υπήρξαν στην αμερικανική επανάσταση ήταν στο μεγαλύτερό τους μέρος ανίκανα να βγούν στην επιφάνεια. Το κυριότερο αποτέλεσμά της ήταν η προαγωγή της ενοποίησης των αποικιών σε μια μοναδική πολιτική οντότητα και ο διαχωρισμός αυτής της οντότητας από την Αγγλία. Η αμερικανική επανάσταση μπορεί να μας εκπλήττει πότε πότε σαν ένα καλό παράδειγμα του αμερικανικού (ή κάποτε αγγλοσαξωνικού) πνεύματος συμβιβασμού και συνδιαλλαγής. Ό χι όμως και ο εμφύλιος πόλεμος* αυτός αποτελεί μια αιματηρή τομή στην όλη εξέλιξη. Γιατί συνέβει αυτό; Γιατί η πολυπαινεμένη ικανότητά μας για διευθέτηση των διαφορών, μας εγκατέλειψε σ ’ αυτό το σημείο; Ό π ω ς το πρόβλημα της ανθρώπινης κακίας και της πτώσης της Ρώμης για τον Ά γιο Αυγουστίνο, το ζήτημα αυτό γοητεύει από πολύ καιρό τους αμερικανούς ιστορικούς. Π ίσω απ ’ την ολη συζήτηση φαίνεται ότι κρύβεται μια ευνόητη ανησυχία. Για ένα διάστημα η συζήτηση περιστρεφόταν συχνά γύρω απ ’ το εάν η όχι ο πόλεμος ήταν δυνατό ν ’ αποφευχθεί. Η σημερινή γενιά των ιστορικών έχει πάψει να ικανοποιείται μ ’ αυτή την τοποθέτη ση του προβλήματος. Για πολλούς το ζήτημα θεωρείται απλώς σημασιολογικό, αφού, εάν και οι δυό πλευρές είχαν θελήσει να υποταχθούν χωρίς αγώνα, δεν θα γινόταν πόλεμος.2 Το να αποκα2. Ο Donald στον πρόλογο για τους Randall χαι Donald. Civil War. vi. Πλήρω; θεμελιωμένη χαι μ ι μια άριστη βιβλιογραφία, η γενική αυτή επισκόπηση προσφέρει έναν πολύ βοηθητικά οδηγέ για την σημερινή κατάσταση της ιστορικής γνώμης. Μια διαφωτιστιχή γενική επισκόπηση των παλιότερων συζητήσεων μπορεί να βρεθεί στον Beale. "Causes of ihe Civil War” (1946). 0 Slampp. Cause-, of the Civil War (1959), παρέχει μια διασαφηνιστιχή συλλογή των τοτινών χαι σημερινών ιστορικών γραπτών σχετικά μ ι τις αιτίες του πολέμου. Στον πρόλογέ του (σελ. vi) ο Slampp επαναλαμβάνει την παρατήρηση του Beale, που έγινε περισσότερο από
143
λουμε το πρόβλημα αυτό σημασιολογικό σημαίνει ότι αποφεύγου με το πραγματικό ερώτημα: Γιατί υπήρχε απροθυμία να υποταχθεί είτε η μια πλευρά ή και οι δυο; Μπορεί να είναι χρήσιμο να θέσουμε το ερώτημα με λιγότερο ψυχολογικούς όρους. Υπήρχε, μήπως, με κάποια αντικειμενική έννοια, μια θανάσιμη σύγκρουση μεταξύ των κοινωνιών του Βορρά και του Νότου; Η πλήρης σημασία του ερωτήματος αυτού θα αναδειχθεί πιο καθαρά όταν προσπαθήσουμε να απαντήσουμε πάνω στη βάση συγκεκριμένων γεγονότων παρά μέσα α π ’ τη θεωρητική συζήτηση. Ουσιαστικά ρωτάμε εάν οι θεσμικές προϋπο θέσεις για τη λειτουργία μιας οικονομίας των φυτειών βασισμένης στη δουλεία, συγκρούονταν σ ’ οποιοδήποτε σημείο με τις αντί στοιχες απαιτήσεις για τη λειτουργία ενός καπιταλιστικού βιομη χανικού συστήματος. Υποθέτω ότι, τουλάχιστο κ α τ’ αρχήν, είναι αδύνατο να ανακαλύψουμε ποιές ήταν πραγματικά αυτές οι απαι τήσεις με τον ίδιο αντικειμενικό χαρακτήρα που ένας βιολόγος μπορεί να αποκαλύψει για κάθε ζωντανό οργανισμό τις αναγκαίες συνθήκες για την αναπαραγωγή και την επιβίωση, όπως ορισμένο είδος διατροφής, βαθμούς υγρασίας, και τα παρόμοια. Θάπρεπε επίσης να είναι σαφές, ότι οι απαιτήσεις ή οι δομικές προϋποθέσεις για την δουλεία των φυτειών και για τον πρώιμο βιομηχανικό καπιταλισμό εκτείνονται πολύ πέρα από τις οικονομικές δομές καθ ’ εαυτές και οπωσδήποτε φτάνουν ώς την περιοχή των πολιτι κών θεσμών. Οι δουλοκτητικές κοινωνίες δεν έχουν τις ίδιες πολι τικές μορφές όπως εκείνες που βασίζονται στην ελεύθερη εργασία. Ό μ ω ς, για να επανέλθουμε στο κεντρικό μας ερώτημα, υπάρχει λόγος που τις κάνει να συγκρούονται; Θα μπορούσε κανείς να ξεκινήσει με μια γενική αντίληψη ότι υπάρχει μια σύμφυτη σύγκρουση μεταξύ του δουλοκτητικού και καπιταλιστικού συστήματος της τυπικά ελεύθερης μισθωτής εργα σίας. Μολονότι αυτό είναι ένα κρίσιμο μέρος του ζητήματος, δεν ταιριάζει σα γενική πρόταση από την οποία έπεται η αναγκαιότη τα του εμφύλιου πολέμου. Ό π ω ς θα φανεί σύντομα, το μπαμπάκι που παραγόταν από την εργασία των δούλων έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη όχι μόνο του αμερικανικού καπιταλισμού ίέκα χρόνια πριν, ότι η συζήτηση παραμένει χωρίς συμπέραυμα ενώ σύγχρονοι ιστορικοί συχνά επαναλαμβάνουν απλώς τις μεροληπτικές θέσεις που ϊιατυπώνονταν εκείνη την εποχή.
ΙΗ
αλλά επίσης και του αγγλικού. Οι καπιταλιστές δεν είχαν αντίρρη ση ^α αποκτήσουν εμπορεύματα παραγμένα από δούλους, αφού μπορούσε να πραγματοποιηθεί κέρδος με την κατεργασία και τη μεταπώλησή τους. Από στενά οικονομική άποψη, η μισθωτή εργασία και η δουλεία των φυτειών περικλείουν τόσες προϋποθέ σεις για εμπορικές και συμπληρωματικές πολιτικές σχέσεις όσες και για σύγκρουση. Μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημά μας με μια προσωρινή άρνηση: Δεν υπάρχει αφηρημένη γενική αιτία γιατί έπρεπε να συγκρουστούν ο Βορράς και ο Νότος. Με άλλα λόγια, έπρεπε να παρουσιαστούν ειδικές ιστορικές περιστάσεις, για να εμποδίσουν μια συμφωνία μεταξύ μιας αγροτικής κοινωνίας βασισμένης στην ανελεύθερη εργασία και ενός ανερχόμενου βιομη χανικού καπιταλισμού. Για να βρούμε ενδείξεις ποιές μπορούσαν να ήταν οι περιστά σεις αυτές, είναι χρήσιμο να ρίξουμε μια ματιά σε μια περίπτωση όπου υπήρξε μια συμφωνία μεταξύ των δυό αυτών τύπων υποκοινωνιών μέσα σε μια ευρύτερη πολίτικη ενότητα. Εάν γνωρίζουμε τι είναι αυτό που κάνει δυνατή μια συμφωνία, τότε επίσης γνωρίζου με κάτι σχετικά με τις περιστάσεις που θα μπορούσε να την κάνει αδύνατη. Για μια φορά ακόμα, το γερμανικό παράδειγμα είναι επιβοηθητικό και δηλωτικό. Η γερμανική ιστορία του 19ου αιώνα φανερώνει καθαρά ότι η προηγμένη βιομηχανία μπορεί να συμπο ρεύεται κάλλιστα με μια μορφή γεωργίας που έχει ένα πολύ καταπιεστικό σύστημα εργασίας. Οπωσδήποτε ο γερμανός γιούνκερ δεν ήταν εντελώς δουλοκτήτης. Και η Γ ερμανία δεν ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά πού ακριβώς βρίσκονταν οι αποφαστικές διαφορές; Οι γιούνκερς κατόρθωσαν να τραβήξουν με το μέρος τους τους ανεξάρτητους αγρότες και να σχηματίσουν μια συμμαχία με τομείς της μεγάλης βιομηχανίας που επιθυμούσαν ολόθερμα να δεχτούν τη συνδρομή τους για να κρατήσουν τους βιομηχανικούς εργάτες στη θέση τους, χάρη σ ’ ένα συνδυασμό καταπίεσης και πατερναλισμού. Η συνέπεια, μακροπρόθεσμα, ήταν μοιραία για τη δημοκρατία στη Γερμανία. Η γερμανική εμπειρία δείχνει ότι εάν η σύγκρουση μεταξύ του Βορρά και του Νότου είχε αποφευχθεί με συμβιβασμό, ο συμβιβα σμός θα γινόταν σε βάρος της μελλοντικής δημοκρατικής εξέλιξης στις Ηνωμένες Πολιτείες, μια πιθανότητα που, στο βαθμό που γνωρίζω, κανένας αναθεωρητής ιστορικός δεν έχει εξετάσει. Αυτό μας δείχνει επίσης προς τα που πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα
μας. Γιατί οι βόρειοι καπιταλιστές δεν είχαν ανάγκη τους νότιους «γιούνκερς» για να εγκαθιδρύσουν και να ενισχύσουν τον βιομηχα νικό καπιταλισμό στις Ηνωμένες Πολιτείες; Μήπως ήταν οι πολιτικοί και οικονομικοί δεσμοί που έλειπαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ υπήρχαν στη Γερμανία; Τπήρχαν άλλες και διαφο ρετικές ομάδες στην αμερικανική κοινωνία, όπως ανεξάρτητοι καλλιεργητές, στη θέση των αγροτών; Πού και πώς διατάσσονταν οι κύριες ομάδες στις αμερικανικές συνθήκες; Είναι καιρός πια να εξετάσουμε από πιο κοντά το αμερικανικό σκηνικό.
2. Τρείς τύ π ο ι αμερικανικής κα π ιτα λιστικής ανάπτυξης Μέχρι τό 1860 οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αναπτύξει τρεις εντελώς διαφορετικούς τύπους κοινωνίας σε διαφορετικά τμήματα της χώρας: Ο Νότος με την ανάπτυξη του μπαμπακιού· η Δύση, μια γη ελεύθερων κτηματιών και το γρήγορα εκβιομηχανιζόμενο Νοτιοανατολικό τμήμα. Ο διαχωρισμός και η συνεργασία των διαφορετικών τύπων σε καμιά περίπτωση δεν ακολουθούσαν πάντα αυτή τη διάταξη. Οπωσδήποτε, από την εποχή του Χάμιλτον και του Τζέφερσον υπήρξε μια διελκυστίνδα μεταξύ των αγροτικών και των αστικών εμπορικών και χρηματιστικών συμφερόντων. Η επέκταση της χώρας προς τα δυτικά δημιούργησε για μια στιγμή την εντύπωση, με τον Πρόεδρο Τζάκσον στα 1830, ότι οι αρχές της αγροτικής δημοκρατίας, πρακτικά ένα απόλυτο ελάχιστο κεντρικής εξουσίας και μια τάση να ευνοούνται οι χρεώστες έναντι των πιστωτών, είχαν πετύχει μια διαρκή νίκη πάνω σε κείνες του Αλεξάνδρου Χάμιλτον. Εντούτοις ακόμα και στα χρόνια του Τζάκσον η αγροτι κή δημοκρατία είχε σοβαρές δυσκολίες. Δυό στενά συνδεδεμένες εξελίξεις επρόκειτο να την καταστρέψουν: Η παραπέρα ανάπτυξη του βιομηχανικού καπιταλισμού στα βορειοανατολικά και η δημι ουργία μιας εξαγωγικής αγοράς για το μπαμπάκι του Νότου. Αν και η σημασία του μπαμπακιού για το νότο είναι γνωστή, η σημασία του για την καπιταλιστική ανάπτυξη συνολικά είναι λιγότερο γνωστή. Μεταξύ του 1815 και του 1860 το εμπόριο μπαμπακιού άσκησε αποφασιστική επίδραση στον ρυθμό ανάπτυ ξης της αμερικανικής οικονομίας. Μέχρι το 1830 περίπου ήταν η πιο σήμαντική αιτία για την ανάπτυξη της πρώτης βιομηχανίας σ ’ 146
αυτή τη χώρα.3 Ενώ η εγχώρια αγορά παρέμεινε σημαντική, οι εξαγωγές μπαμπακιού έγιναν ένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό περί που εκείνη την εποχή.4 Κατά το 1849, το 64% της σοδειάς του μπαμπακιού πήγαινε στο εξωτερικό, κυρίως στην Αγγλία.5 Από το 1840 μέχρι την εποχή του Εμφυλίου Πολέμου, η Μεγάλη Βρεταννία αντλούσε από τις νότιες πολιτείες τα 4 /5 όλων των εισαγωγών μπαμπακιού.6 Ετσι είναι σαφές ότι η φυτεία που λειτουργούσε με τη δουλεία δεν αποτελούσε αναχρονιστικό εξάμβλωμα για τον βιομηχανικό καπιταλισμό. Ή ταν ένα οργανικό τμήμα του συστή ματος αυτού και μια απ ’ τις πρώτες του κινητήριες δυνάμεις στον κόσμο ευρύτερα. Στην κοινωνία του Νότου, οι φυτείες και οι δουλοκτήτες ήταν μια πολύ μικρή μειοψηφία. Μέχρι το 1850 μπορεί να υπήρχαν λιγότεροι από 350.000 δουλοκτήτες σ ’ έναν συνολικό πληθυσμό περίπου 6 εκατομ. στις δουλοκτητικές περιοχές.7 Με τις οικογένειές τους οι δουλοκτήτες αριθμούσαν ίσως το πολύ το 1/4 του λευκού πληθυσμού. Ακόμα και μέσα σ ’ αυτήν την ομάδα μόνο μια μικρή μειοψηφία κατείχε τους περισσότερους δούλους: ένας υπολογισμός για το 1860 επιβεβαιώνει ότι το 7% των λευκών κατείχαν τα 3/4 των μαύρων δούλων.8 Η καλύτερη γη έτεινε να περιέλθει στα χέρια τους, καθώς επίσης και η ουσία του πολιτικού ελέγχου.’ Στο φάσμα των κοινωνικών στρωμάτων αυτή η ελίτ των φυτειοκτητών περνούσε βαθμιαία σε καλλιεργητές που καλλιερ γούσαν τη γη με μερικούς δούλους, σ ’ ένα μεγάλο αριθμό μικρών ιδιοκτητών χωρίς δούλους κι έφτανε μέχρι τους φτωχούς λευκούς της ενδοχώρας των οποίων η γεωργική ασχολία περιοριζόταν σ ’ ένα νωχελικό σκάψιμο σε λυμφατικά σιτοχώραφα. Οι φτωχοί λευκοί ήταν έξω από την οικονομία της αγοράς. Πολλοί από τους μικρότερους καλλιεργητές δεν ξεπερνούσαν την περιφέρειά της.10 Οι πιο εύποροι καλλιεργητές φιλοδοξούσαν να αποκτήσουν λίγο περισσότερους νέγρους και να γίνουν ιδιοκτήτες φυτειών σε μεγα 3. Norih. Economic Growth, 67, 167, 189. 4. Norlh. Economic Growth, 194. 5. Gales, Farmer's Age, 152. 6. Rondall και Donald, Gvil War, 36. 7. Rondall και Donald, Civil War, 67. 8. Αναφέρεται a n i τον Hacker, Triumph of American Capitalism. 228. Τα νούμερα του Rondall και του Donald μοιάζουν μ ’ αυτά. 9. Cates, Farmer's Age, 151, 152. 10. North, Economic Growth, 130.
147
λύτερη κλίμακα. Η επιρροή της μεσαίας τάξης μπορεί να μειώθηκε μετά την εποχή του Τζάκσον, αν και υπάρχει μια ολόκληρη σχολή νοτίων ιστορικών που προσπαθούν να ρομαντικοποιήσουν τον μικροϊδιοκτήτη και τον «απλό λαό» του παλιού Νότου σαν τη βάση μιας δημοκρατικής κοινωνικής τάξης.11 Αυτό πιστεύω ότι είναι ανοησία. Σε όλες τις εποχές και χώρες, αντιδραστικοί, φιλελεύθε ροι και ριζοσπάστες έχουν σχεδιάσει τα δικά τους πορτραίτα για την αγροτιά έτσι ώστε να ταιριάζουν στις θεωρίες τους. Το στοιχείο αλήθειας που κρύβεται σ ’ αυτήν την ιδιαίτερη αντίληψη είναι ότι οι μικρότεροι καλλιεργητές στο Νότο γενικά αποδέχονταν την πολιτική ηγεμονία των μεγάλων ιδιοκτητών φυτειών. Συγγρα φείς μαρξιστικής χροιάς ισχυρίζονται ότι αυτή η ενότητα μέσα στην κάστα των λευκών αντιστρατευόταν τα πραγματικά οικονο μικά συμφέροντα των μικρών καλλιεργητών, και πραγματοποιήθηκε μόνο γιατί ο φόβος των Νέγρων συσπείρωνε τους λευκούς. Αυτό είναι πιθανό, αλλά αμφίβολο. Οι μικροί ιδιοκτήτες σε πολλές περιπτώσεις ακολουθούν την ηγεσία των μεγάλων, όταν δεν υπάρ χει φανερή εναλλακτική λύση και όταν υπάρχει κάποια ευκαιρία να γίνουν μεγάλοι ιδιοκτήτες. Αφού η δουλεία των φυτειών ήταν το κυρίαρχο γεγονός της ζωής του Νότου, είναι αναγκαίο να εξετάσουμε τις λειτουργίες του συστήματος για να ανακαλύψουμε εάν δημιουργούσε σοβαρές προστριβές με το Βορρά. Μια εκτίμηση που γρήγορα μπορούμε να κάνουμε είναι ότι η δουλεία ήταν σχεδόν βέβαιο πως δεν κόντευε να εκλείψει από εσωτερικές αιτίες. Είναι αβάσιμη η θέση ότι ο πόλεμος δεν ήταν «αναγκαίος» με την έννοια ότι αργά ή γρήγορα τα αποτελέσματα θα επιτυγχάνονταν με ειρηνικά μέσα και έτσι δεν θα γινόταν πραγματική σύγκρουση. Για να εξαφανιστεί από την αμερικανική κοινωνία η δουλεία, ήταν απαραίτητη η ένοπλη βία για να την εξαφανίσει. Στο ζήτημα αυτό οι καλύτερες ενδείξεις πραγματικά προέρ χονται από το Βορρά, όπου η ειρηνική χειραφέτηση κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου αντιμετώπισε σχεδόν ανυπέρβλη τες δυσκολίες. Πολιτείες που είχαν δουλεία δυσανασχέτησαν και εξέφρασαν ανησυχία, όταν ο Λίνκολν προσπάθησε να εισαγάγει ένα 11. Owslry, Plain Folk. 138-142. Η μελέτη αυτή μ ι εντυπωσιάζει σαν φολχλοριστιχή χοινωνιολογία που παραλείπει σχεδόν έλα τα σχετικά πολιτικά χαι οικονομικά ζητήματα.
148
μετριοπαθές σχέδιο χειραφέτησης με αποζημίωση των προηγούμε νων κατόχων. Ο Λίνκολν αναγκάστηκε να αποσύρει το σχέδιο.12 Η Διακήρυξη της Χειραφέτησης (1 Ιανουαρίου 1863), όπως είναι γνωστό εξαιρούσε τις δουλοκτητικές πολιτείες της Ένωσης και τις περιοχές του Νότου που ελέγχονταν από την Ένωση. Δηλαδή, χειραφετούσε τους δούλους, με τα λόγια ενός σύγχρονου άγγλου παρατηρητή (Λόρδος Ράσσελ, πρόγονος του Μπέρναρντ Ράσσελ) μόνο «εκεί όπου οι επίσημες αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών δεν έχουν καμιά δικαιοδοσία».13 Εάν η ειρηνική χειραφέτηση αντιμε τώπισε αυτές τις δυσκολίες στο Βορρά, οι δυσκολίες που αντιμε τώπιζε στο Νότο δεν χρειάζονται σχόλια. Οι κρίσεις αυτές μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η δουλεία ήταν οικονομικά κερδοφόρα. Ο συγγραφέας μιας πρόσφατης μονο γραφίας, υποστηρίζει πειστικά ότι η δουλεία συνεχιζόταν στο Νότο πρωταρχικά γιατί ήταν οικονομικά κερδοφόρα. Τους ισχυρι σμούς των Νοτίων, ότι έχαναν χρήματα από τη λειτουργία της, τους απορρίπτει ως μέρος των εκλογικεύσεων μέσω των οποίων οι εκπρόσωποι των Νοτίων προσπαθούσαν να βρουν μια ηθική δικαί ωση της δουλείας, μια πρώιμη εκδοχή του εκπολιτιστικού βάρους του λευκού ανθρώπου. Επειδή ντρέπονταν να δικαιολογήσουν τη δουλεία με απροκάλυπτες οικονομικές αιτίες, πράγμα που θα τους είχε κάνει να μοιάζουν με παραδόπιστους Γιάνκηδες οι Νότιοι προτιμούσαν να ισχυρίζονται ότι η δουλεία ήταν φυσική μορφή της ανθρώπινης κοινωνίας, ωφέλιμη για τον δούλο και για τον κύριο.14 Πιο πρόσφατα όμως, δύο οικονομολόγοι δυσαρεστημένοι με τις ενδείξεις πάνω στις οποίες στηρίζονταν οι προηγούμενες μελέτες — κυρίως αποσπασματικές και ελλιπείς αναφορές στις πρώτες δραστηριότητες των φυτειών — προσπάθησαν να βρουν την απά ντηση ερευνώντας γενικότερες στατιστικές πληροφορίες. Προκειμένου να ανακαλύψουν αν η δουλεία ήταν περισσότερο ή λιγότερο επικερδής από άλλες επιχειρήσεις, συγκέντρωσαν στατιστικές σχετικά με τις μέσες τιμές των δούλων, τα επιτόκια για τον δανει σμό δούλων, το κόστος της συντήρησης των δούλων, την απόδοση ανά δούλο, το κόστος αγοράς του μπαμπακιού, τις τιμές του μπα μπακιού και άλλα σχετικά στοιχεία. Αν και είμαι κάπως επιφυλα 12. Randall χαι Donald. Civil War. 374, 375. 13. Randall και Donald. Civil War, 380-381. 14. Slampp, Peculiar Institution, tiS ixi « φ . IX.
149
κτικός σχετικά με την αξιοπιστία και την αντιπροσωπευτική αξία των πρότυπων στατιστικών, τα συμπεράσματά τους συμφωνούν με άλλες εκτιμήσεις και είναι τόσο κοντά στην πραγματικότητα όσο μπορεί να πετύχει κανείς κατ ’ αυτόν τον τρόπο. Κι αυτοί επίσης θεωρούν ότι η δουλεία των φυτειών απέδιδε, και μάλιστα ότι ήταν ένα αποδοτικό σύστημα που αναπτύχθηκε στις περιοχές που ήταν οι πιο κατάλληλες για την παραγωγή μπαμπακιού και άλλων βα σικών προϊόντων. Εν τω μεταξύ οι λιγότερο παραγωγικές περιοχές στο Νότο συνέχιζαν να παράγουν δούλους και να εξάγουν τους παραπανήσιους στις βασικές περιοχές που παρήγαγαν βασικά προϊό ντα.15 Το να γνωρίζουμε ότι η δουλεία των φυτειών συνολικά ήταν κερδοφόρα είναι σημαντικό, αλλά δεν φτάνει. Υπήρχαν διαφορές χρόνου και χώρου μεταξύ των κατόχων των φυτειών, που είχαν σημαντικές πολιτικές συνέπειες. Μέχρι την εποχή που ξέσπασε ο πόλεμος η δουλεία των φυτειών είχε γίνει χαρακτηριστικό του Κάτω Νότου. Είχε εξαφανιστεί από την φυτεία του καπνού πριν το 1850, κυρίως γιατί δεν υπήρχαν μεγάλα πλεονεκτήματα για επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας. Στο Μαίριλαντ, Κεντάκυ, και Μισούρι ακόμα και ο όρος «φυτεία» είχε γίνει σχεδόν απαρχαιω μένος πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο.16 Το 1850 μπορούσε να βγάλει κανείς γερά κέρδη, κυρίως στις παρθένες περιοχές. Στην αρχή μέρη, όπως η Αλαμπάμα και ο Μισισιπής πρόσφεραν τέτοιες ευκαιρίες. Μετά το 1840 και το Τέξας. Ακόμη και στα παρθένα εδάφη, ο καλύτερος τρόπος να κάνει κανείς χρήματα ήταν να ξεπουλήσει και να μετακινηθεί προτού εξαντληθεί το έδαφος.17 Στο βαθμό που η δουλεία των φυτειών μεταφερόταν από το Νότο προς τη Δύση, δημιουργούσε ένα σοβαρό πολιτικό πρόβλημα. Μεγάλα τμήματα της δύσης δεν είχαν ακόμα αποικισθεί ή ήταν αραιοκατοικημένα. Αν και η ανάπτυξη του μπαμπακιού είχε φανερούς περιορισμούς κλίματος και εδάφους, κανένας δεν μπορού σε να είναι βέβαιος ποιοί ακριβώς ήταν οι περιορισμοί. Εάν ξαπλωνόταν η δουλεία, μπορούσε να ανατραπεί η ισορροπία μεταξύ των ελεύθερων και δουλοκτητικών πολιτειών — κάτι που 15. Conrad και Meyer. "Economics of Slavery” 95-130. Βλ. ειδικά 97 για τη γενική θέση. 16. Nevins, Ordeal, I, 423. 17. Cales, Farmer’s Age, 143. Cray, Agriculture in Southern United States, II, κεφ. XXXVII, XXXVIII, για περισσότερες πληροφορίες.
150
φυσικά είχε σημασία μόνον εάν η διαφορά μεταξύ μιας κοινωνίας με δουλεία και μιας χωρίς δουλεία είχε σημασία. Μέχρι το 1820 το πρόβλημα ήταν ήδη οξύ, αν και επιτεύχθηκε μια διευθέτησή του με τη Συμφωνία του Μισούρι, η οποία εξισορροπούσε την καταχώ ριση του Μισούρι σαν δουλοκτητικής πολιτείας μ ’ εκείνη του Maine σαν ελεύθερης πολιτείας. Από τότε και μετά, το πρόβλημα ξέσπαγε συνεχώς. Επίσημα πολιτικά παζαρέματα υποτίθεται ότι τακτοποιούσαν οριστικά το ζήτημα, για να οξυνθεί πάλι μετά από λίγο. Το αποτέλεσμα της δουλείας στις περιοχές που αποικίστηκαν εν μέρει και που ακόμα δεν είχαν γίνει Πολιτείες, συνέβαλε πολύ στην έκρηξη του πολέμου. Η σύμφυτη αβεβαιότητα της κατάστασης πολύ πιθανό μεγέθυνε υπερβολικά τις οικονομικές συγκρούσεις. Η μεταναστευτική τάση της οικονομίας των φυτειών ήταν σημαντική και από άλλες απόψεις επίσης. Καθώς οι φυτείες του μπαμπακιού παρήκμασαν στον παλιό Νότο, δημιουργήθηκε κάποια τάση προσαρμογής στην κατάσταση με τον πολλαπλασιασμό των δούλων. Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η έκταση στην οποία έγινε αυτό. Ό μω ς υπάρχουν τουλάχιστον ορισμένες ενδείξεις ότι δεν ήταν αρκετή για να ικανοιποιήσει τις απαιτήσεις. Το κόστος των δούλων αύξανε αρκετά σταθερά από το 1840 μέχρι το ξέσπασμα του πολέμου. Η τιμή του μπαμπακιού έτεινε επίσης να αυξάνεται, αλλά με πολύ σημαντικότερες διακυμάνσεις. Μετά τον οικονομικό πανικό του 1857, η τιμή του μπαμπακιού έπεσε, ενώ η τιμή των δούλων συνέχισε να ανεβαίνει απότομα18. Οι δούλοι δεν μπορούσαν να εισάγονται νόμιμα, και ο αποκλεισμός φαίνεται ότι ήταν αρκετά αποτελεσματικός. Μαζί με τις σκέψεις των Νοτίων για επανάλη ψη του δουλεμπορίου, σκέψεις που εκφράζονταν πολύ συχνά λίγο πριν την τελική έκρηξη των εχθροπραξιών, μια τέτοια μαρτυρία αποδείχνει την σοβαρή έλλειψη εργατικών χεριών που αντιμετώπι ζε το σύστημα των φυτειών. Πόσο σοβαρή; Σ ’ αυτό είναι πολύ 18. Βλ. πίνακα στου Phillips. Life and l-abor. 177, και στην ανάλυση τη; δήθεν υπερχαπιταλιστιχοποίησης της εργατικής δύναμη; στον Conrad χαι Mever, "Kconomie> of Slavery", 115-118. Αχόμα χαι αν ο χάτοχο; τη; φυτεία; δεν ήταν μπλεγμένο; σ ' ένα δίχτυ που ο ίδιο; έστησε — η θέση του Phillips, την οποίαν αντιμάχονται οι Conrad χαι Meyer, είναι αρχετά σαφή;, χαι δεν το αρνούνται οι δυό αυτοί συγγραφείς, ότι πολλοί ιδιοχτήτε; φυτειών πραγματιχά αντιμετώπιζαν αυξανόμενο εργατικό κόστος. Βλ. παραπέρα, Nevins. Ordeal. I. 480, για μερικέ; σύγχρονε; απόψει;.
151
δύσκολο ν ’ απαντήσουμε. Μια και οι καπιταλιστές πάντα ανησυ χούν μήπως η εργασία είναι ανεπαρκής, θάναι φρόνιμο να κρίνουμε τα παράπονα των Νοτίων σ ’ αυτό το ζήτημα με κάποια επιφυλα κτικότατα. Είναι πολύ αμφίβολο ότι το σύστημα των φυτειών ήταν έτοιμο να καταρρεύσει εξαιτίας του οικονομικού στραγγαλι σμού α π ’ τους Βορείους. Μέχρι τώρα το επιχείρημα ότι οι απαιτήσεις της οικονομίας των φυτειών ήταν πηγή οικονομικής σύγκρουσης με τον βιομηχανι κό Βορρά δεν κατορθώνει να γίνει πολύ πειστικό. Εξ άλλου δεν ήταν καπιταλιστής ο ιδιοκτήτης φυτειών; Ο Nevin παρατηρεί σωστά: «Μια μεγάλη φυτεία ήταν τόσο δύσκολο να λειτουργεί όσο ένα σύγχρονο πολύπλοκο εργοστάσιο, με το οποίο από πολλές απόψεις μοιάζει. Ριψοκίνδυνες μέθοδες δεν μπορούσαν να γίνουν ανεκτές. Χρειαζόταν συνεχής προγραμματισμός και επίμονη φρον τίδα».19 Δεν μπορούσε, επομένως, να ήταν τελείως δυνατή για τον ιδιοκτήτη της φυτείας η συνύπαρξή του με τον εξ ίσου υπολογιστι κό καπιταλιστή αδελφό του στο Βορρά; Κατά την αντίληψή μου θα ήταν εντελώς δυνατή, εάν το μοναδικό πρόβλημα ήταν οι αυστηρά ορθολογικοί οικονομικοί υπολογισμοί. Ό μω ς, στο ρυθμό του Μάξ Βέμπερ, η ορθολογική και υπολογιστική όψη, η θεώρηση του κόσμου με όρους λογαριασμών και ισοζυγίων, μπορεί να υπάρξει σε μια μεγάλη ποικιλία κοινωνιών, μερικές από τις οποίες μπορεί να αντιμάχονται η μια την άλλη σε άλλα ζητήματα.20 Ό π ω ς ήδη έχουμε παρατηρήσει εξετάζοντας τη γαλλική αριστοκρατία, αυτός ο τύπος αντίληψης δεν είναι από μόνος του αρκετός για να δημιουργήσει μια βιομηχανική επανάσταση. Και φυσικά δεν έγινε στο Νότο, όπου η αστική ανάπτυξη, πέρα από μερικά μεγάλα κέντρα όπως η Ν. Ορλεάνη και το Τσάρλεστον, παρέμεινε πολύ πίσω από την υπόλοιπη χώρα. Ο Νότος είχε τότε έναν καπιταλι στικό πολιτισμό, αλλά δεν ήταν ακριβώς πολιτισμός της μπουρ ζουαζίας. Οπωσδήποτε δεν βασιζόταν στη ζωή της πόλης. Και αντί να αμφισβητήσει τήν ιδέα ότι η κοινωνική θέση του ατόμου βασίζεται στην καταγωγή του, όπως έκαμε η ευρωπαϊκή μπουρ ζουαζία όταν αμφισβήτησε το δικαίωμα των αριστοκρατιών να κυ Ι'Λ I Ι ι .ΙιμΙ .1 4JU. 20. Η περιγραφή του Nevinj- για τη φυτεία είναι καταπληκτικά όμοια με τις ορΙΙολογικές μέθοδες υπολογισμού που επικρατούσαν, έστω και χωρίς τη χρήση της γραφής στο μεσαιωνιχέ αγγλικό τιμάριο. Βλ. τη ζωντανή περιγραφή του Bennett, l.ife on the English Manor, 186-192, ειδ. 191.
βερνούν, οι ιδιοκτήτες του Νότου ανάλαβαν την υπεράσπιση του κληρονομικού προνομίου. Εδώ βρισκόταν μια πραγματική διαφορά και ένα πραγματικό πρόβλημα. Η αντίληψη ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι ερχόταν σε αντίθεση με τα γεγονότα της καθημερινής εμπειρίας για τους περισσότερους Νότιους, γεγονότα που οι ίδιοι είχαν δημιουργήσει για ευνόητους και επαρκείς λόγους. Κάτω από την πίεση της κριτικής των Νότιων και εν όψει των τάσεων σε παγκόσμια κλίμακα για την κατάργηση της δουλείας, οι Νότιοι δημιούργησαν ένα ολόκληρο θεωρητικό οικοδόμημα για να δικαιολογήσουν το σύστημά τους. Οι ιδέες της μπουρζουαζίας για την ελευθερία, οι ιδέες της αμερικανικής και γαλλικής επανάστασης, έγιναν επικίν δυνα ανατρεπτικές θεωρίες για το Νότο, γιατί χτύπαγαν το κεντρικό νεύρο του συστήματος του Νότου, δηλαδή τη δουλοκτη σία. Για να συλλάβει ένας Βόρειος του 20ου αιώνα πως πρέπει να αισθανόταν ένας Νότιος ιδιοκτήτης φυτειών, πρέπει να καταβάλει κάποια προσπάθεια. Θάκανε καλά να ρωτήσει πώς θα αισθανόταν ένας φτασμένος αμερικανός επιχειρηματίας του 1960, εάν η Σοβιε τική Ένωση ήταν εκεί που είναι ο Καναδάς και γινόταν μέρα με τη μέρα όλο και πιο δυνατή. Να φανταστεί, ακόμα ότι ο κομμουνι στικός γίγαντας ρητόρευε με ιδεολογικούς όρους (ενώ η κυβέρνηση θα αρνιόταν ότι οι δηλώσεις αυτές αντανακλούσαν την αληθινή πολιτική) και συνεχώς έκανε προκλήσεις και διοχέτευε πράκτορες. Η αδιαλλαξία και η ανησυχία των Νοτίων δεν ήταν απλώς εκφράσεις μιας πολεμοχαρούς μειοψηφίας. Στην έκκλησή του για συμβιβασμό μεταξύ των δυο παρατάξεων ο Henry Clay, ο πιο διάσημος από τους νότιους μετριοπαθείς, έκαμε αυτή την αποκα λυπτική και πολύ γνωστή δήλωση: «Εσείς Βόρειοι αποβλέπετε στη σιγουριά και την ασφάλεια, ενώ η πυρκαϊά που σας περιέγραψα μαίνεται στις δουλοκτητικές πολιτείες... στη μια κλίμακα, έτσι, βλέπουμε το συναίσθημα, το συναίσθημα, μόνο το συναίσθημαστην άλλη την ιδιοκτησία, την κοινωνική εργασία, τη ζωή, και όλα όσα κάνουν τη ζωή επιθυμητή και ευτυχισμένη».21 Καθώς ο βιομηχανικός καπιταλισμός'στέριωνε όλο και περισ σότερο στο Βορρά, οι συνειδητοποιημένοι Νότιοι φρόντιζαν να ανακαλύπτουν και να τονίζουν οποιαδήποτε αριστοκρατικά και προβιομηχανικά χαρακτηριστικά μπορούσαν να βρουν στη δίκιά 21. Αναφέρεται σε μετάφραση, στον \r\in * . Onlral. I. 267.
I.Vi
τους κοινωνία: ευγένεια, χάρη, καλλιέργεια, ευρύτητα πνεύματος απέναντι στην εικόνα του φιλάργυρου Βορρά. Λίγο πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο, επικρατούσε η ιδέα ότι ο Νότος παρήγε με το μπαμπάκι την κύρια πηγή του αμερικανικού πλούτου, στον οποίο οι Βόρειοι επέβαλλαν φόρο. Ό π ω ς δείχνει ο Nevins, οι ιδέες αυτές αντιστοιχούσαν στις φυσιοκρατικές θεωρίες ότι τα κέρδη της βιομηχανίας και του εμπορίου προέρχονται από τη γη.22 Τέτοιες ιδέες εμφανίζονται παντού καθώς στεριώνει η εκβιομηχάνιση, ώς ένα βαθμό ακόμα και χωρίς εκβιομηχάνιση. Η επέκταση της εμπορικής γεωργίας σε μια προεμπορική κοινωνία γεννά διάφορες μορφές ρομαντικής νοσταλγίας, όπως ο θαυμασμός των Αθηναίων για τη Σπάρτη ή ο θαυμασμός της προχωρημένης δημοκρατικής Ρώμης για τις υποτιθέμενες αρετές της πρώτης περιόδου. Οι εκλογικευμένες ερμηνείες των Νοτίων περιείχαν σημαντι κό ποσοστό αλήθειας. Διαφορετικά θάταν πολύ δύσκολο να γίνουν πιστευτές. Γπήρχαν διαφορές στον πολιτισμό των Βορείων και των Νοτίων, διαφορές της μορφής που αναφέραμε. Και οι Βόρειοι πραγματοποιούσαν πράγματι κέρδη, και μεγάλα μάλιστα απ ’ το εμπόριο του μπαμπακιού. Χωρίς αμφιβολία υπήρχε μεγαλύτερος βαθμός καθαρής φενάκης στις εκλογικεύσεις των Νοτίων. Οι υποτιθέμενες αριστοκρατικές και προεμπορικές ή αντιεμπορικές αρετές της αριστοκρατίας των φυτειών βρίσκονταν στα αυστηρά οικονομικά κέρδη της δουλείας. Να προσπαθήσουμε να ξεχωρίσου με το αληθινό από το ψεύτικο είναι εξαιρετικά δύσκολο, πιθανώς αδύνατο. Για τους σκοπούς μας δεν είναι αναγκαίο. Και μάλιστα αν κάναμε κάτι τέτοιο μπορεί να θολώναμε το ζήτημα παραλείποντας σημαντικές σχέσεις. Είναι αδύνατο να μιλάμε για τους καθαρά οικονομικούς παράγοντες σαν τις κύριες αιτίες του πολέμου, όπως πάλι είναι αδύνατο να μιλάμε για τον πόλεμο σαν συνέπεια κυρίως ηθικών διαφορών πάνω στο θέμα της δουλείας. Τα ηθικά ζητήματα ανέκυψαν από οικονομικές διαφορές. Η δουλεία ήταν το ηθικό πρόβλημα που θέρμανε πολύ το πάθος και των δυό πλευρών. Χωρίς την άμεση διαπάλη των ιδεών πάνω στο ζήτημα της δουλείας, τα γεγονότα που οδηγούν στον πόλεμο και ο ίδιος ο πόλεμος είναι εντελώς ακατανόητα. Ταυτόχρονα είναι ολοφάνερο ότι οικονομικοί παράγοντες δημιούργησαν στο Νότο μια οικονομία στηριγμένη στη δουλεία, όπως ακριβώς οικονομικοί παράγοντες δημιούργησαν σε 22. Nevin>. Kmargrnrr of Lincoln, I, 218.
ΙΓ>4
άλλα μέρη της χώρας διαφορετικές κοινωνικές δομές με συγκρουόμενα ιδανικά. Μ ’ αυτά δεν εννοούμε ότι απλώς το γεγονός της διαφοράς προκάλεσε αναπόφευκτα τον πόλεμο. Πάρα πολλοί άνθρωποι στο Νότο και στο Βορρά δεν νοιάζονταν για τη δουλεία ή ενεργούσαν σα να μη νοιάζονταν. Ο Nevins προχωράει τόσο ώστε να ισχυρίζε ται ότι οι εκλογές του 1859 έδειξαν πως τουλάχιστο τα 3/4 του έθνους αντιτίθεντο στις ριζοσπαστικές ιδέες υπέρ ή κατά της δουλείας ακόμα κι εκείνη τη σχεδόν τελευταία στιγμή.23 Και αν ακόμα η εκτίμησή του υπερβάλλει τη δύναμη των ουδετέρων αισθημάτων, μια από τις πιο εντυπωσιακές πτυχές του Εμφυλίου Πολέμου είναι η αποτυχία αυτής της μάζας, που ήταν αδιάφορη, να τον εμποδίσει. Επίσης αυτό το σημαντικό τμήμα της κοινής γνώμης είναι που έχει οδηγήσει ευφυείς ιστορικούς, όπως το Beard, να αμφιβάλουν για τη σημασία της δουλείας ως προβλήματος. Νομίζω ότι αυτό είναι σφάλμα, και μάλιστα πολύ σοβαρό. Οπωσ δήποτε η αποτυχία και η εγκατάλειψη της μετριοπάθειας συνθέτει ένα κεντρικό στοιχείο της Ιστορίας, ένα στοιχείο στο οποίο όσοι συμπαθούσαν τους Νότιους έχουν ρίξει αρκετό φως. Για να προκό ψει μια κατάσταση που να κάνει πιθανό τον πόλεμο έπρεπε να γί νουν αλλαγές και σε άλλα τμήματα της χώρας, εκτός από το Νότο. Η κύρια ώθηση για την ανάπτυξη του καπιταλισμού στον ίδιο το Νότο μέσα στη δεκαετία του 1830 προήλθε, όπως έχουμε δει, από το μπαμπάκι. Κατά τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας ο ρυθμός της βιομηχανικής ανάπτυξης επιταχύνθηκε τόσο πολύ ώστε οι βορειοανατολικές Πολιτείες έγιναν βιομηχανική περιοχή. Η επέκταση αυτή σταμάτησε την εξάρτηση της αμερικανικής οικο νομίας από ένα μόνον αγροτικό προϊόν. Οι βορειοανατολικές και οι δυτικές Πολιτείες, που στο παρελθόν προμήθευαν στο Νότο αρκε τή από τη τροφή του και συνέχιζαν να κάνουν το ίδιο, έγιναν λιγότερο εξαρτημένες από το Νότο και, περισσότερο μεταξύ τους, το μπαμπάκι παρέμεινε σημαντικό στοιχείο για τη βόρεια οικονομία, αλλά έπαψε να την κυριαρχεί.24 Με βάση την αξία της παραγωγής του, το μπαμπάκι ερχόταν ακόμα δεύτερο μεταξύ των βιομηχανι κών προϊόντων του Βορρά στα 1860. Από το άλλο μέρος, ο Βορράς μέχρι τότε παρήγε μεγάλη ποικιλία βιομηχανικών αγαθών, γενικά, 23. FW rgrnrr of [..coin. II. 68. 24. North. Economic Growth. 204-206.
155
πάντως σε μικρά εργοστάσια. Έ να υψηλό ποσοστό της παραγω γής προοριζόταν να καλύπτει τις ανάγκες μιας αγροτικής κοινότη τας: αλεύρι, ξυλεία, μπότες, και παπούτσια, ανδρικό ρουχισμό, σί δηρο, δέρμα, μάλλινα είδη, λικέρ και μηχανήματα.25 Ό π ω ς θα δούμε σε λίγο, η βιομηχανική παραγωγή των Βορείων κατέληξε να ανταλλάσσεται σε πολύ μεγάλο ποσοστο με τις γρήγορα αναπτυσ σόμενες δυτικές περιοχές της χώρας. Αν και η μείωση της εξάρτησης του Βορρά από το μπαμπάκι του Νότου και η ανάπτυξη κάποιου οικονομικού ανταγωνισμού ήταν κυρίαρχες τάσεις, υπάρχουν άλλες που αξίζουν την προσοχή μας. Αυτό δε θα μας κάνει να υπερτονίσουμε τις"χωριστικές τάσεις. Στη σχέση τους με την οικονομία των φυτειών,οι βορειοανατολι κές πολιτείες πρόσφεραν υπηρεσίες χρηματοδότησης, μεταφοράς, ασφάλειας και εμπορίας.26 Ο όγκος του εξαγομένου μπαμπακιού έφευγε από τα βόρεια λιμάνια, από τα οποία η Ν. Υόρκη ήταν το πιο σημαντικό. Έ τσ ι — και αυτό ήταν πηγή προστριβών — τα εισοδήματα των Νοτίων ξοδεύονταν σε μεγάλη έκταση στο Βορρά για την μίσθωση υπηρεσιών για την εμπορία του μπαμπακιού, για την αγορά όσων αναγκαίων για τις φυτείες δε μπορούσαν να παραχθούν επί τόπου, και, όχι σε μικρό ποσοστό, για διακοπές των πλούσιων ιδιοκτητών. Επιπλέον, και ο Βορράς και η Δύση πουλού σαν ακόμα βιομηχανικά προϊόντα και τρόφιμα στον Νότο. Η δεκαετία του 1880 ήταν η ακμή του ατμοπλοϊκού εμπορίου του Μισισιπή.27 Το πιο σημαντικό α π ’ όλα, η αποδοτικότητα των κλωστοϋφαντουργικών εργοστασίων βελτιώθηκε, σε σχέση με τον εξωτερικό συναγωνισμό, μεταξύ του 1820 και της έκρηξης του πολέμου. Από το 1830 και μετά οι Ηνωμένες πολιτείες μπορούσαν να εισέλθουν στην εξαγωγική αγορά.28 Εάν η ώθηση αυτή ήταν ισχυρότερη, τα συμφέροντα των Βορείων και Νοτίων θα μπορούσε να πλησίαζαν περισσότερο και, θεωρητικά, ο πόλεμος μπορούσε να μη γινόταν. Πραγματικά, τα επιχειρηματικά συμφέροντα απείχαν πολύ από το να κάνουν τους Βόρειους πολεμοχαρείς συνήγορους ε νός πολέμου απελευθερωτικού ή ακόμα ενός πολέμου για την ' Ε νωση. Δεν έχει γραφτεί ακόμα29 ικανοποιητική μελέτη των πολιτι 25. Norlh. Kconomir Crowitr. 159-160. 26. Norlh, Kconomir Growth, 68. 27. Norlh, Kconomir Growth. 103. 28. North, Kronomir Growlh. 161. 29. Ό π ω ς βτη περίπτωση της γαλλιχής μπουρζουαζίας πριν από την ιπανά-
I.V)
κών στάσεων και δραστηριοτήτων των βορείων βιομηχάνων. Πάει πολύ όμως να δεχτούμε την ιδέα ότι οι βόρειοι βιομήχανοι ανυπομονούσαν να χρησιμοποιήσουν τους μοχλούς της ομοσπονδια κής κυβέρνησης προς όφελος των καθαρά οικονομικών της συμφε ρόντων. Αυτό που ο βόρειος καπιταλισμός απαιτούσε από κάθε κυβέρ νηση ήταν η προστασία και η νομιμοποίηση της ατομικής ιδιοκτη σίας. Χρειάστηκαν, εντούτοις, κάποιες πολύ ειδικές περιστάσεις για να κάμουν τις φυτείες και τους δούλους του Νότου να φαίνονται σαν απειλή γι αυτό το θεσμό. Αυτό που επίσης ζητούσαν οι βόρειοι καπιταλιστές ήταν μια σχετική κυβερνητική βοήθεια στη διαδικα σία συσσώρευσης του κεφαλαίου και της λειτουργίας μιας εμπορευματικής οικονομίας: Πιο συγκεκριμένα, κάποια δασμολογική προστασία, βοήθεια για την εγκατάσταση ενός διχτύου μεταφορών (που βέβαια δεν έγινε με αυστηρά ηθικούς κανόνες — αν και πολλά από τα μεγάλα σιδηροδρομικά σκάνδαλα έγιναν αργότερα), γερό νόμισμα κι ένα κεντρικό τραπεζιτικό σύστημα. Πάνω α π ’ όλα, οι ικανότεροι βόρειοι ηγέτες είθελαν να ασκούν το εμπόριο χωρίς να σκοτίζονται για τα πολιτικά και επαρχιακά σύνορα. ' Ηταν περή φανοι που ήταν πολίτες μιας μεγάλης χώρας, όπως και άλλοι επί σης, και στην τελική κρίση της αποσκίρτησης αντέδρασαν εναντίον της προοπτικής μας βαλκανοποιημένης Αμερικής.30 Το οικονομικό ζήτημα που δημιούργησε τη μεγαλύτερη ανη συχία ήταν οι δασμοί. Από τότε που η αμερικανική βιομηχανία άρχισε να κάνει αξιοσημείωτη πρόοδο κάτω από σχετικά χαμηλούς δασμούς μετά το 1846, η απαίτηση των Βορείων για υψηλότερους δασμούς και η αντίθεση των Νοτίων σ ’ αυτούς φαίνεται στην αρχή στάση, δεν έχω βρει μια καλή μονογραφία που να ασχολείται μ ι τα αποφασιστικά πολιτικά και οικονομικά ζητήματα. Ο Koner, Bussiness and Slavery, είναι πολύ χρήσιμο; μέχρι εκεί που πηγαίνει αλλά δε μπορεί κανείς να στηριχτεί σ ’ αυτόν για μια γενική ανάλυση, γιατί συγκεντρώνει το ενδιαφέρον του στα επιχειρηματικά συμφέροντα της Ν. 1’όρκης που είναι στενά συνδεδεμένα με το Νότο. Ο συγγραφέας είναι ένας γνωστός μαρξιστής αλλά στη μελέτη του αυτή δε φαίνεται να δείχνει καθόλου δογματικό:. Χρειάζεται να μελετηθούν τα βιομηχανικά συμφέροντα στη Πενσυλβανία και τη Μασα/ουσέτη, αλλά ούτε και εδώ υπάρχουν ικανοποιητι: ές μελέτες. 30. Για τα αισθήματι σχετικά με την ένωση βλ. Nivens. Ordeal. II. 1V1 και για την σύγχρονη εκδοτική γνώμη τον Slampp, Causes of Civil War. 49-54. Η επιλογή από τον Buffalo. Cunrirr. Απρίλης 27, 1861 (σελ. 52-53) είναι ενδιαφέρουσα για την πρωτοφασιστική τον γλώσσα.
σαν ψευδοπρόβλημα, σαν κάτι που οι άνθρωποι φιλονεικούν όταν στην πραγματικότητα καίγονται για κάτι άλλο. Εάν η νότια βιομηχανία άνθιζε, τί ανάγκη είχε για πολιτική προστασία; Η όλη θέση ότι ο Νότος προσπαθούσε να ασκήσει κάποιο είδος βέτο πάνω στη βιομηχανική πρόοδο των Βορείων αρχίζει να φαίνεται πολύ αμφίβολη μόλις θέσει κανείς το ερώτημα αυτό. Μια προσεχτικότε ρη ματιά στη χρονική αλληλουχία περιορίζει κατά πολύ το μυστή ριο, αν και θα είναι αναγκαίο να ξανασυζητήσουμε το ζήτημα όταν θα έχουμε αναφέρει κι άλλα σχετικά δεδομένα. 'Εγινε μια πολύ γρήγορη βιομηχανική ανάπτυξη μετά το 1850. Ό μω ς εκδηλώθη καν προβλήματα σε ορισμένες περιοχές, σιδήρου και υφαντουργίας, στα μέσα της τελευταίας δεκαετίας πριν τον πόλεμο. Στις υφαν τουργίες του Λανκασάιρ είχαν μάθει να παράγουν φτηνά εμπορεύ ματα, πιο φτηνά από ότι τα εργοστάσια της Νέας Αγγλίας. Μεταξύ 1846 και 1856 οι εισαγωγές των εμπριμέ μπαμπακερών ανήλθαν από 13 εκατομ. γυάρδες σε 114 εκατομ. και εκείνων του καθαρού τσιτιού από 10 εκατομ. σε 90 εκατ. Στα 1857 έγινε ένα σοβαρό οικονομικό κράχ. Έ να δασμολόγιο που πέρασε εκείνη τη χρονιά, αντανακλώντας τις πιέσεις των Νοτίων, δεν έφερε ανακούφιση και τελικά μείωσε τους φόρους σ ’ εκείνες τις δυό περιοχές.31 Εν μέρει επειδή ήρθαν μετά από μια περίοδο ευημερίας και γρήγορης ανάπτυξης, φαίνεται ότι τα γεγονότα αυτά προκάλεσαν βαθειά αγανάκτηση στους βόρειους βιομηχανικούς κύκλους. Επίσης οι βόρειοι καπιταλιστές χρειάζονταν αρκετούς εργά τες, που να δουλεύουνε με ημερομίσθια συμφερτικά για τους εργοδότες. Εδώ βρισκόταν ένα σοβαρό κώλημα. Η ελεύθερη γη . ρος τη δύση έτεινε να αποσπά εργάτες, ή τουλάχιστο έτσι νόμιζαν πολλοί άνθρωποι. Και μια μεγαλύτερη απειλή πίσω από το σύστημα του Τζάκσον ήταν η ενεργητική συμμαχία των ιδιοκτη τών, «των μηχανικών» ή εργατών και των ελεύθερων καλλιεργη τών κατά της οικονομίας και βιομηχανίας στα βορειοανατολικά. Πού λοιπόν να βρεθούν οι εργάτες; Και πώς το βόρειο κεφάλαιο, θα διέσπαζε την οικονομική του και πολιτική του περικύκλωση; Οι βόρειοι πολιτικοί και οικονομικοί ηγέτες βρήκαν μια λύση που 31. Nevins, Emergence at Lincoln, 1. 225-226. Στην τελική του εκτίμηση των αιτιών του πολέμου, ο Nevins υποτιμά το ρόλο του δασμού χαι γενικά τους οικονομικούς παράγοντες. Βλ. Emergence of Lincoln, II, 465-466. Πάνω σ ’ αυτά θα πούμε περισσότερα αργότερα, αλλά τουλάχιστον για το δασμό το επιχείρημά του μου φαίνεται αντιφατιχό.
158
τους έδωσε τη δυνατότητα να αποσπάσουν τους δυτικούς καλλιερ γητές από το Νότο και να τους προσεταιριστούν αυτοί για λογαριασμό τους. Οι σημαντικές αλλαγές στην οικονομία και την κοινωνική δομή της Δύσης επέτρεψαν τις μεταβολές αυτές. Είναι αναγκαίο να τις εξετάσουμε από πιο κοντά σε λίγο. Ό μ ω ς μπορεί να καταλάβουμε τη σημασία τους αμέσως: Επωφελούμενοι από τις τάσεις αυτές, οι Βόρειοι καπιταλιστές απελευθερώθηκαν από κάθε ανάγκη να στηρίζονται στους νότιους «γιούνκερς» προκειμένου να κρατήσουν τους εργάτες στον τόπο τους. Ίσω ς, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον παράγοντα, οι τάσεις αυτές έβαλαν τη βάση για τον ένοπλο αγώνα και ευθυγράμμισαν τους αντιπάλους κατά τέτοιο τρόπο ώστε η ανθρώπινη ελευθερία να πετύχει μια μερική νίκη. Μεταξύ του τέλους των Ναπολεόντειων Πολέμων και της έκρηξης του Εμφυλίου Πολέμου, οι περιοχή που σήμερα είναι γνωστή σαν μεσοδυτικές πολιτείες, αλλά που τότε ήταν απλώς Δύση, αναπτύχθηκε από γη των σκαπανέων σε γη της εμπορικής καλλιέργειας. Πράγματι, πολλοί από εκείνους που έζησαν στην τραχειά εποχή του πιονιέρου φαίνεται πως την είχαν εγκαταλείψει γρήγορα για να την παινέψουν άλλοι. Εμπορεύσιμα πλεονάσματα τροφίμων, με τα οποία αγοράζονταν μερικά χρειώδη και ακόμη λιγότερα είδη πολυτελείας, εμφανίστηκαν από πολύ νωρίς. Μέχρι το 1830 η μεγάλη ποσότητα αυτού του πλεονάσματος διοχετευό ταν στον Νότο για να θρέψει την πιο εξειδικευμένη οικονομία εκείνης της περιοχής, μια τάση που επρόκειτο να συνεχιστεί, αλλά έχασρ τη σημασία της όταν η ανατολική αγορά έγινε πιο σημαντι κή.32 Στηριγμένοι ακόμα σχεδόν αποκλειστικά στους δικούς τους πόρους, οι μικροί ανεξάρτητοι καλλιεργητές στο πρώτο τρίτο του 19ου αιώνα επιθυμούσαν να αποσπάσουν τον έλεγχο των δημοσίων γαιών από τους πολιτικούς στην Ουάσιγκτον, οι οποίοι κερδοσκο πούσαν στη γη σε μεγάλη κλίμακα ή ήταν αδιάφοροι για τις αξιώσεις και τις ανάγκες της Δύσης. Επιζητούσαν τοπική αυτονο μία, μερικές φορές σε βάρος των εύθραυστων δεσμών που τους συνέδεαν με την Ενωση.33 Συμπαθούσαν τις επιθέσεις του Τζάκσον και των ανατολικών ακροπόλεων του πλούτου και σχημάτισαν τη 32. North. Economic Growth. 143, 67-68, 102. 33. Beard χαι Beard, American Civilization, I, 535-536.
159
μια πτέρυγα της επιφανειακά πληβειακής συμμαχίας που κυβερ νούσε τότε τη χώρα. Η ανάπτυξη της βιομηχανίας στην Ανατολή και η συνακόλου θη αύξηση της πραγματικής ζήτησης σιταριού και κρέατος απ ’ τη Δύση άλλαξε την κατάσταση αυτή. Τα κύματα της επέκτασης προς τη Δύση στα 1816-1818, 1832-1836, 1846-1847 και 18501856 αντανακλούν την αυξανόμενη αποδοτικότητα του σιταριού, του καλαμποκιού και των παραγώγων τους.34 Από τη δεκαετία του 1830 και μετά υπήρξε ένας βαθμιαίος αναπροσανατολισμός της δυτικής παραγωγής προς την ανατολική παραλία. Η «επανάστα ση των μεταφορών», η αύξηση των καναλιών και των σιδηροδρό μων, έλυσε το πρόβλημα της μεταφοράς μέσω των βουνών δίνοντας νέα διέξοδο στα δυτικά γεωργικά προϊόντα. Το εμπόριο της Δύσης με το Νότο δεν μειώθηκε καθόλου, αλλά αντίθετα αυξήθηκε. Αυτό που άλλαξε ήταν οι αναλογίες, που βοήθησαν το πλησίασμα Δύσης και Βορρά.35 Η ζήτηση για τα αγροτικά προϊόντα βαθμιαία μετασχημάτισε τη κοινωνική δομή και τις ψυχολογικές στάσεις της Δύσης κατά τέτοιο τρόπο ώστε να γίνει δυνατή μια νέα διάταξη. Οι αντιλήψεις των πρώτων ατομικιστών μικροκαπιταλιστών, χαρακτηριστικές για τις βορειοανατολικές πολιτείες, απλώθηκαν μέχρι το κυρίαρχο ανώτερο στρώμα των δυτικών καλλιεργητών. Κάτω από τις τεχνολογικές συνθήκες της εποχής, το οικογενειακό κτήμα ήταν ένας αποδοτικός κοινωνικός μηχανισμός για την παραγωγή σταρι ού, καλαμποκιού, χοίρων και άλλων εμπορεύσιμων προϊόντων.36 «Καθώς τα γρήγορα μεταφορικά μέσα έφερναν την αγροτική παραγωγή στις ανατολικές αγορές, όπου πουλιόταν φέρνοντας άμεσες εισπράξεις», λέει ο Beard σ ’ ένα από τα πολλά αποσπάσματα που συλλαμβάνουν σε μερικές προτάσεις την ουσία μιας βα σικής κοινωνικής αλλαγής «καθώς οι σιδηρόδρομοι, ο αυξανόμενος πληθυσμός, και οι καλοί δρόμοι μεγάλωναν την αξία της γης, τα σπίτια από τούβλο και τα λυόμενα άρχισαν να αντικαθιστούν τις καλύβες από κορμούς* με βαθειά πολιτική σημασία η ευημερία έ τεινε να καταπνίξει το πάθος για «εύκολο χρήμα» και να μετριάσει το παλιό μίσος για τις τράπεζες. Τελικά, πέρα α π ’ τα βουνά οι 34. North, Economic Growth, 136 χ«ι χάρτης στην 137. 35. North. Economic Growth, 103, 140-141. 36. North, Economic Crowth. 154.
160
ψαλμωδίες των πετυχημένων κτηματιών σκέπαζαν τους θρήνους των φτωχών λευκών...»37 Μια άλλη συνέπεια ήταν το άπλωμα και το βάθαιμα του αισθήματος εναντίον της δουλείας. Ίσω ς αυτό να οφειλόταν στην εδραίωση του οικογενειακού κτήματος σαν πετυ χημένου εμπορικού εγχειρήματος στο δυτικό έδαφος.38 Εδώ υπάρ χουν απορίες, αφού το οικογενειακό κτήμα που διευθύνεται χωρίς δούλους ήταν πολύ κοινό και στο Νότο, άν και φαίνεται ότι ήταν λιγότερο εμπορική υπόθεση και περισσότερο επιχείρηση αυτοσυν τήρησης. Πάντως είναι φανερό ότι, ανεπτυσσόμενο έξω από τη σκιά της φυτείας και εξαρτημένο κυρίως από τα οικογενειακά μέλη για εργασία, το δυτικό σύστημα καλλιεργείας δημιούργησε μεγά λο φόβο ανταγωνισμού από τη δουλεία.39 Πριν τα μέσα του 19ου αιώνα, οι νότιοι ιδιοκτήτες φυτειών, που κάποτε είχαν καλοδεχτεί τους δυτικούς κτηματίες σαν συμμά χους κατά της πλουτοκρατίας του Βορρά, κατέληξαν να βλέπουν το άπλωμα της ανεξάρτητης καλλιέργειας σαν απειλή για τη δουλεία και το σύστημά τους. Προηγούμενες προτάσεις για το μοίρασμα των δυτικών γαιών με ευνοϊκους όρους για το μικρό καλλιεργητή είχαν έρθει σε αντίθεση με τις ανατολικές παραλιακές περιοχές που φοβούνταν τη μετανάστευση και την απώλεια εργασίας, περιλαμβανομένων ακόμη μερικών περιοχών στο Νότο, όπως της Βόρειας Καρολίνας. Οι πρωτοβουλίες για την υποστήριξη της ελεύθερης γης είχαν προέλθει από το Νότο. Με την εγκαθίδρυση της εμπορικής καλλιέργειας στις δυτικές περιοχές, οι συσχετισμοί αυτοί άλλαξαν. Πολλοί Νότιοι επετέθηκαν με μανία κατά των ριζοσπαστικών ιδεών της παροχής εδαφών σε καλλιεργητές που θα «κατάστρεφαν» την περιοχή.40 Τα συμφέροντα των φυτειών στη Γερουσία έπληξαν τον Homestead Bill (Οικιστικό Νόμο) του 1852. Οχτώ χρόνια αργότερα ο πρόεδρος Μπουκάναν απόρριψε ένα πα ρόμοιο μέτρο, προς ευχαρίστηση όλων σχεδόν των νοτίων βουλευ 37. Beard χαι Beard. American Gvilizalion, I, 638, Nevins, Ordeal, II κεφ. V, VI, αναφέρει ουσιαστιχά την Ιδια ιστορία. 38. Έ νας χάρτης της κατανομής των εταιριών για την κατάργηση της δουλείας στα 1847 (Nevins, Ordeal, I, 141) δείχνει ότι αυτές ήταν σχεδόν εξίσου πυκνές στο Οχάϊο, Ινδιάνα, Ιλλινόΐς, όσο στη Μασαχουσέτη. 39. Βλ. Nevins, II, 123. Καθώς η υποστήριξη για το Seward ήταν δυνατή στην αγροτική Ν. Τόρχη (Nevins. Ordeal, I, 347) υπάρχει λόγος να υποψιαζόμαστε ότι το ίδιο αίσθημα ήταν έντονο στους ανατολιχοΰς καλλιεργητές. 40. Zahler, Eastern Workingmen, 178-179, 188. Ειδ. σημείωση 1, σελίς 179.
161
τών που ήταν ανίσχυροι να εμποδίσουν την ψήφισή του.41 Η αντίδραση του Βορρά στις αλλαγές της δυτικής αγροτικής κοινωνίας ήταν πιο σύνθετη. Οι ιδιοκτήτες των εργοστασίων των Βορείων δεν ήταν αυτομάτως έτοιμοι να παραχωρήσουν γη σε οποιονδήποτε τη ζητούσε, επειδή αν γινόταν αυτό μπορούσε να ελαττωθεί ο αριθμός των εργατικών χεριών, που θα εμφανίζονταν στις πόρτες των εργοστασίων. Η εχθρότητα των Νοτίων προς τη Δύση έδωσε στο Βορρά μια ευκαιρία συμμαχίας με τον κτηματία, αλλά τέτοια που οι Βόρειοι άργησαν να την εκμεταλλευθούν. Ο συνασπισμός δεν έγινε πολιτική δύναμη παρά αργά, με την πλατ φόρμα των ρεπουμπλικάνων του 1860 που βοήθησε τον Λίνκολν να φτάσει στο Λευκό Οίκο, αν και μια πλειοψηφία των ψηφοφόρων της χώρας δεν τον ενέκρινε. Η προσέγγιση φαίνεται ότι ήταν δουλειά των πολιτευτών και δημοσιογράφων μάλλον παρά των επιχειρηματιών. Η πρόταση για το άνοιγμα των δυτικών γαιών στους μικρότερους αποίκους πρόσφερε ένα μέσο, ώστε ένα κόμμα, προοδεμένο στα συμφέροντα εκείνων που είχαν ιδιοκτησία και μόρφωση, μπορούσε να το χρησιμοποιήσει για να εξασφαλίσει μαζική υποστήριξη, ειδικά μεταξύ των εργατών της πόλης.42 Η ουσία του παζαρέματος ήταν απλή και άμεση: το εμπόριο επρόκειτο να ενισχύσει την απαίτηση του καλλιεργητή για γη, απαίτηση δημοφιλή και στους κύκλους της βιομηχανικής εργατικής τάξης, με αντάλλαγμα την υποστήριξη των υψηλότερων δασμών. «Ψήφισε ένα αγρόκτημα - ψήφισε ένα δασμό» ήταν τα συνθήματα των ρεπουμπλικανικών συναθροίσεων στα I860.43 Μ ’ αυτόν τον τρόπο κατέληξε να γίνει ένας «γάμος μετξύ του σιδήρου και της σίκαλης» για να ρίξουμε μια ακόμη ματιά στο γερμανικό συνδυα σμό βιομηχανίας και γιούνκερς — αλλά με τους δυτικούς οικογενει ακούς καλλιεργητές, όχι την γαιοκτημονική αριστοκρατία, και έτσι με διαμετρικά αντίθετες πολιτικές συνέπειες. Μέσα στον Εμφύλιο Πόλεμο υπήρχαν αντιρρήσεις για το πάντρεμα αυτό και επιθυμίες για διαζύγιο. Στα 1861 ο C.J. Vallandigham, υπέρμαχος των 41. Beard και Beard, American Civilization, I, 691-692. Περισσότερες λεπτομέ ρειες για τη στάση στο Κογχρέσο στον Zahler, Eeastem Workingmen, Κεφ. IX. 42. Zahler, Eeaslern Workingmen, 178. 43. Beard χαι Beard, American Gvilization, I, 692. Για περισσότερες πληροφο ρίες για το βάθρο αυτής της προσέγγισης, που αντιπροσώπευε μια σημαντική ανατροπή των προηγούμενων ιδεών που κυριαρχούσαν στην Ανατολή, βλ. Zahler, Eeaslern Workingmen, 185- Nevins, Emergence of Lincoln, I, 455.
162
μικροκαλλιεργητών, μπορούσε ακόμα να υποστηρίζει ότι «ο Νότος των φυτειών ήταν ο φυσικός σύμμαχος της δημοκρατίας του Βορρά και ειδικά της Δύσης», γιατί ο λαός του Νότου ήταν αγροτικός λαός.44 Ό μ ω ς αυτές ήταν φωνές α π ’ το παρελθόν. Αυτό που έκαμε δυνατή την ανακατάταξη, πέρα από τις αλλαγές στο χαρακτήρα της δυτικής αγροτικής κοινωνίας, ήταν οι ειδικές περιστάσεις της βιομηχανικής ανάπτυξης στα βορειοανατολικά. Η ύπαρξη της ελεύθερης γης έδωσε άλλη μορφή στις σχέσεις μεταξύ καπιταλι στών και εργατών στα πρώτα στάδια του αμερικανικού καπιταλι σμού, στάδια που στην Ευρώπη σημαδεύτηκαν από την ανάπτυξη των βίαιων ριζοσπαστικών κινημάτων. Εδώ η ενέργεια που στην Ευρώπη θα διοχετευόταν στη συγκρότηση συνδικαλιστικών ενώσε ων και στη διατύπωση επαναστατικών προγραμμάτων πήγε σε σχέδια που έδιναν ένα ελεύθερο κτήμα σε κάθε εργάτη, είτε το ήθελε είτε όχι. Τέτοιες προτάσεις θεωρούνταν ανατρεπτικές σε μερικούς συγχρόνους.45 Το πραγματικό αποτέλεσμα της μετανά στευσης προς τη Δύση, πάντως, ήταν η ενίσχυση των δυνάμεων του πρώιμου ανταγωνιστικού και ατομικιστικού καπιταλισμού με το ξάπλωμα του ενδιαφέροντος για την ιδιοκτησία. Ο Beard υπερβάλ λει όταν λέει ότι οι ρεπουμπλικάνοι πέταξαν την εθνική επικρά τεια στο πεινασμένο προλεταριάτο «σαν ένα δώρο πιο σημαντικό από τον άρτο και τα θεάματα», μετά από το οποίο το σοσιαλιστικό κίνημα βυθίστηκε στην αφάνεια.46 Δεν υπήρχε καιρός να γίνουν όλα αυτά. Ο ίδιος ο Εμφύλιος Πόλεμος, όπως παρατηρεί μερικές προτάσεις παρακάτω, εξασθένισε το ρεύμα του ριζοσπαστισμού. Και πως ακριβώς βοήθησε η δυτική γη τον ανατολικό εργάτη πριν από τον Εμφύλιο Πόλεμο, αυτό παραμένει ανοιχτό ζήτημα. Ή δη οι κερδοσκόποι έβαζαν τα χέρια τους σε μεγάλες εκτάσεις αυτής της γης. Ούτε είναι πιθανό ότι οι πραγματικά φτωχές ανατολικές πολιτείες μπορούσαν ν ’ αφήσουν τα ορυχεία και τους πάγκους των εργοστασίων για να αγοράσουν ένα μικρό κτήμα, να το εξοπλίσουν έστω και με απλά εργαλεία, και να το διευθύνουν επικερδώς, έστω και αν ωφελούνταν από την προοπτική ότι άλλοι θα μπορούσαν να το κάνουν. 44. Beard και Beard. American Civilization. 1. 677. 45. Beard και Beard. American Civilization. I. 648-649. 46. Beard xxi Beard. American Civilization. 1. 751.
163
Παρ’ όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, υ.-άρχει πολλή αλήθεια στην περίφημη θέση του Turner σχετικά με τη σημασία των συνόρων για την αμερικανική δημοκρατία. Βρίσκεται στην αναδι άταξη των κοινωνικών τάξεων και γεωγραφικών τομέων που η ανοιχτή Δύση δημιούργησε, τουλάχιστο προσωρινά. Ο δεσμός μεταξύ της βόρειας βιομηχανίας και των ελεύθερων καλλιεργητών απέκλειε προς το παρόν την κλασική αντιδραστική λύση για τα προβλήματα του αναπτυσσόμενου εκβιομηχανισμού. Μια τέτοια συμμαχία θα είχε γίνει μεταξύ των βορείων βιομηχάνων και των νοτίων ιδιοκτητών φυτειών κατά των δούλων, των μικροτέρων καλλιεργητών και των βιομηχανικών εργατών. Κάτι τέτοιο δεν είναι αφηρημένη υπόθεση. Ελάχιστες δυνάμεις έσπρωχναν προς αυτή την κατεύθυνση πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο, και έγινε ένα μόνιμο και κυρίαρχο χαρακτηριστικό στο αμερικανικό πολιτικό τοπίο από το τέλος της ανασυγκρότησης κι ύστερα. Στις συνθήκες της αμερικανικής κοινωνίας, των μέσων του 19ου αιώνα, κάθε ειρηνική λύση, καθε νίκη της μετριοπάθειας, της λογικής και της δημοκρατικής διαδικασίας θα ήταν αναγκαία αντιδραστική λύση.47 Θάπρεπε να γίνει σε βάρος των Νέγρων, όπως πραγματικά έγινε έτσι κι αλλιώς, εκτός αν πάρουμε στα σοβαρά την αντίληψη ότι περισσότερα από 100 χρόνια πριν οι Βόρειοι και οι Νότιοι ήταν έτοιμοι να εγκαταλείψουν τη δουλεία και να ενσωματώσουν τους Νέγρους στην αμερικανική κοινωνία. Ο δεσμός μεταξύ βόρειας βιομηχανίας και δυτικών καλλιεργητών, που προετοιμαζόταν από καιρό αλλά πραγματοποιήθηκε ξαφνικά, προς το παρόν έκανε πολλά για να εξαλείψει την προοπτική μιας άμεσα αντιδραστικής λύσης των οικονομικών και πολιτικών προβλημάτων της χώρας προς χάρη του κυρίαρχου οικονομικού στρώματος. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο έφερε τη χώρα στο χείλος του Εμφυλίου Πολέμου.
47. Σκιαγραφώντας τη λατινοαμερικανική εμπειρία ο t'lkins. Slavrrv, 194-197, παρουσιάζει «ένα κατάλογο προϋποθέσεων» που θα μπορούσε να είχε βοηθήσει στην εξάλειψη της δουλείας χωρίς αιματοχυσία: Να εκχριστιανίσουν τους δούλους, να διασφαλίσουν την ιερότητα της οικογενείας, του δούλου, να επιτρέψουν στο δούλο να χρησιμοποιεί τον ελεύθερο χρόνο του για να συγκεντρώσει τα χρήματα της εξα γοράς του. Τα μέτρα αυτά όμως μου φαίνονται πολύ αντιδραστικά, μια μορφή μιχροπαραχωρήσεων μέσα στα πλαίσια της δουλείας.
1Μ
3. Προς μια εξήγηση των αιτιών τον πολέμου
Η διάταξη των κύριων κοινωνικών ομάδων στην αμερικανική κοινωνία στα 1860 συμβάλλει πολύ στην ερμηνεία του χαρακτήρα του πολέμου ή των προβλημάτων που μπορούσαν ή όχι να έλθουν στην επιφάνεια — πιο απλά γιατί θα μπορούσε να γίνει ένας τέτοιος πόλεμος. Μας λέει τι ήταν πιθανό εάν επρόκειτο να γίνει πόλεμος. Από μόνη της η διάταξη δεν μας λέει πολλά για το γιατί τελικά έγινε αυτός ο πόλεμος. Τώρα που μερικά από τα σχετικά δεδομένα είναι μπροστά μας, είναι δυνατό να συζητήσουμε με μεγαλύτερο όφελος το ζήτημα του εάν ή όχι υπήρχε μια σύμφυτη θανάσιμη σύγκρουση μεταξύ Βορρά και Νότου. Ας πάρουμε τις οικονομικές ανάγκες των δύο συστημάτων, μια προς μια με τη σειρά τους. 1) κεφαλαιϊκές ανάγκες. 2) ανάγκες για εργασία και 3) ανάγκες συνδεδεμένες με την εμπορία του τελικού προϊόντος. Αν και το σημείο αυτό είναι ανοιχτό σε αμφισβητήσεις, είναι δυνατό να ανακαλύψουμε ορισμένες επεκτατικές πιέσεις στην οικονομία των φυτειών. Καινούρια παρθένα εδάφη ήταν αναγκαία για τα μεγαλύτερα δυνατά κέρδη. Ετσι υπήρχε κάποια πίεση από την πλευρά των κεφαλαιϊκών αναγκών. Υπάρχουν αντίστοιχες ενδείξεις ότι υπήρχε στενότητα στη προσφορά εργασίας. Περισσό τεροι δούλοι θα ήταν πολύ ωφέλιμοι. Τελικά, για να λειτουργήσει το όλο σύστημα, το μπαμπάκι και, σε μικρότερο βαθμό, άλλα βασικά προϊόντα έπρεπε να έχουν μια καλή τιμή στη διεθνή αγορά. Η βόρεια βιομηχανία χρειαζόταν ένα ορισμένο βαθμό βοήθει ας από την κυβέρνηση σε ό,τι θα μπορούσε να ονομάζεται γενικό κόστος κεφαλαιϊκής συγκρότησης και τη δημιουργία ενός ευνοϊκού θεσμικού περιβάλλοντος: ένα σύστημα μεταφορών, δασμολόγιο, και ένα αρκετά στέρεο νόμισμα, έτσι ώστε οι χρεώστες και γενικά οι μικροί άνθρωποι να μην έχουν υπερβολικά πλεονεκτήματα. (Κάποιος πληθωρισμός από το άλλο μέρος, που θα διατηρούσε σε ανοδική κίνηση τις τιμές, θα ήταν πιθανώς μάλλον καλόδεχτος, τότε όπως και τώρα). Από την άποψη της εργασίας η βιομηχανία -χρειαζόταν τυπικά ελεύθερους ημερομίσθιους εργάτες, αν και δεν είναι εύκολο να αποδείξουμε ότι η ελεύθερη εργασία είναι αναγκα στικά ανώτερη από εκείνη της δουλείας σ ’ ένα βιομηχανικό σύστημα, εκτός από το γεγονός ότι πρέπει κανείς να έχει χρήματα 165
για να αγοράσει <5,τι παράγει η βιομηχανία. Ό μ ω ς ίσως αυτό είναι επαρκής λόγος. Τελικά, φυσικά, η αναπτυσσόμενη βιομηχανία χρειαζόταν μια επεκτεινόμενη αγορά, η οποία εξασφαλιζόταν ακό μα την περίοδο εκείνη σε μεγάλη έκταση από τον αγροτικό τομέα. Η Δύση τροφοδοτούσε μεγάλο μέρος της αγοράς αυτής και μπορεί να θεωρηθεί σαν τμήμα του Βορρά προς χάρη αυτού του πρόχειρου μοντέλου. Είναι δύσκολο να κατανοήσουμε οποιαδήποτε πραγματικά σοβαρή δομική ή «θανάσιμη» σύγκρουση σ ’ αυτή την ανάλυση των βασικών οικονομικών αναγκών, αν και σκόπιμα έχω προσπαθήσει να στρέψω το μοντέλλο σ ’ αυτή τη κατεύθυνση. Είναι απαραίτητο να θυμόμαστε εδώ, καθώς σωστά τονίζουν οι αναθεωρητές ιστορι κοί του Εμφυλίου Πολέμου, ότι κάθε μεγάλο κράτος είναι γεμάτο από ανταγωνισμούς συμφερόντων. Η σκληρή διαπάλη, οι φιλονι κίες και η αρπαγή, μαζί με την αδικία και την καταπίεση, είναι η κοινή τύχη των ανθρώπινων κοινωνιών σ ’ ολόκληρη την κατα γραμμένη Ιστορία. Είναι ολοφάνερα παραπλανητικό να επισημάνουμε αυτά τα γεγονότα λίγο πριν από μια βίαιη εξέγερση, όπως ο Εμφύλιος Πόλεμος, και να τα θεωρήσουμε σαν τις αποφασιστικές αιτίες του πολέμου. Για να το ξαναπούμε, θάταν αναγκαίο να δείξουμε ότι ο συμβιβασμός ήταν αδύνατος με τη φύση της κατάστασης. Από την μέχρι τώρα ανάλυση ωστόσο δεν φαίνεται να είναι έτσι. Το περισσότερο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι μια αύξηση στην περιοχή της δουλείας θα έβλαφτε πολύ τους ελεύθε ρους καλλιεργητές της Δύσης. Αν και οι περιοχές όπου κάθε είδος καλλιέργειας θα ήταν αποδοτικό καθορίζονταν από το κλίμα και τη γεωγραφία, κανένας δε μπορούσε να είναι βέβαιος που βρίσκονταν αυτές, χωρίς να προσπαθήσει να τις ανακαλύψει. Ακόμα, αυτός μόνο ο παράγοντας δε φαίνεται επαρκής για να δικαιολογήσει τον πόλεμο. Η βιομηχανία του Βορρά θα ήταν εξίσου ικανοποιημένη με μια αγορά φυτειών στη Δύση, όπως και με οποιαδήποτε άλλη, εαν όλο το ζήτημα ήταν οι τέτοιου είδους υπολογισμοί, και, πολύ πιθανό, η σύγκρουση θα μπορούσε να αποφευχθεί. Οι ανάγκες των Βορείων στο πεδίο της κεφαλαιϊκής υποδομής, η απαίτηση για εσωτερικές βελτιώσεις, ένα δασμολόγιο κλπ, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι απειλούσαν καίρια την οικονομία των Νοτίων. Οπωσδήποτε, πολλοί περιθωριακοί ιδιοκτήτες φυτειών, υπόφεραν· κι αυτό έχει κάποια σπουδαιότητα. Αλλά εάν η κοινωνία των Νοτίων διεθυνόταν από τους περισσότερο πετυχημένους ιδιοκτή 166
τες φυτειών, ή εάν η επιρροή αυτή δεν ήταν τίποτα περισσότερο από πολύ σημαντική, ο λαουτζίκος θα θυσιαζόταν για χάρη ενός συμβιβασμού. Στο ζήτημα της σχέσης της εργασίας των δούλων προς την ελεύθερη δεν υπήρχε πραγματική οικονομική σύγκρουση, γιατί οι περιοχές ήταν γεωγραφικά χωρισμένες. Οποιαδήποτε περιγραφή που έχω συμβουλευτεί δείχνει, ότι το εργατικό δυναμι κό των Βορείων ήταν χλιαρό έως εχθρικό στο θέμα του αγώνα ε ναντίον της δουλείας. Πέρα από τη σύγκρουση μεταξύ των ελεύθερων καλλιεργητών στη Δύση και του συστήματος των φυτειών, το πιο βέβαιο που μπορεί κανείς να πει με αυστηρά οικονομικούς όρους είναι, ότι για τον Νότο η αποσκίρτηση δεν ήταν μια τελείως παράλογη πρόταση, κυρίως γιατί ο Νότος δε χρειαζόταν πολλά από κείνα που πραγμα τικά είχε να προσφέρει ο Βορράς. Βραχυπρόθεσμα ο Βορράς δε μπορούσε να αγοράσει πολύ περισσότερο μπαμπάκι απ ’ αυτό που ήδη αγόραζε. Το περισσότερο που μπορούσε να είχε προσφέρει ο Βορράς θα ήταν να άνοιγε ξανά το δουλεμπόριο. Γίνονταν συζητή σεις για την κατάληψη της Κούβας για την προμήθεια δούλων, και ακόμα υπήρξαν κάποιες σποραδικές ενέργειες. Ό π ω ς έδειξαν εντελώς πρόσφατα γεγονότα, μια τέτοια κίνηση, κάτω από άλλες περιστάσεις, θα μπορούσε να είναι εξαιρετικά δημοφιλής σε όλα τα τμήματα της χώρας. Την εποχή εκείνη όμως φαίνεται ότι αυτό δεν ήταν ούτε πολιτικά συνετό ούτε πρακτικά εφαρμόσιμο. Για να συνοψίζουμε, τα αυστηρώς οικονομικά ζητήματα ήταν, πολύ πιθανώς, διαπραγματεύσιμα. Τότε γιατί έγινε ο πόλεμος; Περί τίνος επρόκειτο; Η έκδηλη ανεπάρκεια μιας αυστηρά οικονο μικής εξήγησης — θα υποστηρίξω ωστόσο σε λίγο ότι οι βασικοί λόγοι ήταν οικονομικοί — έχει οδηγήσει τους ιστορικούς στην αναζήτηση άλλων. Τρεις κύριες απαντήσεις μπορούν να ξεχωρί σουν στη βιβλιογραφία. Η μια είναι ότι ο Εμφύλιος Πόλεμος ήταν βασικά μια ηθική σύγκρουση για τη δουλεία. Αφού μεγάλα και με επιρροή τμήματα της κοινής γνώμης στο Βορρά και στο Νότο αρνούνταν να πάρουν ριζική θέση υπέρ ή κατά της δουλείας, η εξήγηση αυτή μας οδηγεί σε δυσκολίες, όπως εκείνες που ο Beard και άλλοι προσπάθησαν να περιγράψουν στις έρευνές τους για τις οικονομικές αιτίες. Η δεύτερη απάντηση προσπαθεί να ξεπεράσει όλες τις δυσκολίες, θεωρώντας ότι όλα τα προβλήματα στην πραγματικότητα ήταν διαπραγματεύσιμα και ότι η τυφλότητα των πολιτικών οδήγησε σ ’ ένα πόλεμο, τον οποίον η μάζα του πληθυ 167
σμού στο Βορρά και το Νότο δεν ήθελε. Η τρίτη απάντηση συγκε ντρώνεται στην προσπάθεια να σπρώξει αυτή τη συλλογιστική κάπως μακρύτερα, αναλύοντας πώς έπαθε εμπλοκή ο πολιτικός μηχανισμός που εξασφάλιζε την ομοψυχία της αμερικανικής κοι νωνίας και έτσι επέτρεψε την έκρηξη του πολέμου. Σ ’ αυτή τους τη προσπάθεια, εντούτοις, οι ιστορικοί τείνουν να υποτροπιάσουν σε μια εξήγηση βασισμένη σε ηθικές αιτίες.48 Κάθε μια από τις εξηγήσεις, περιλαμβανομένης και εκείνης που τονίζει τους οικονομικούς παράγοντες, μπορεί να επιστρατεύ σει ένα σωρό στοιχεία για υποστήριξή της. Κάθε μια περιέχει ένα ποσοστό αλήθειας. Να σταματήσουμε όμως στην παρατήρηση αυ τή, σημαίνει να ικανοποιηθούμε με το διανοητικό χάος. Το καθήκον μας είναι να συσχετίσουμε αυτά τα ποσοστά αλήθειας, να κατανοή σουμε το όλο, προκειμένου να καταλάβουμε τη συνάφεια και τη σημασία των επιμέρους αληθειών. Το ότι μια τέτοια αναζήτηση είναι ατέλειωτη, το ότι οι αποκαλυμμένες σχέσεις από μόνες τους είναι μόνο μερικές αλήθειες, δεν σημαίνει ότι θάπρεπε να εγκαταλειφθεί η έρευνα. Για να επιστρέψουμε στους οικονομικούς παράγοντες, είναι παραπλανητικό, έστω και αν κάποτε είναι αναγκαίο, να τους πάρουμε ξεχωριστά από τους άλλους που έχουν πολιτικό, ηθικό και κοινωνικό χαρακτήρα κλπ. Παρόμοια, είναι ανάγκη, για να είναι πιο εύληπτη η ανάλυσή μας, να διασπάσουμε ένα προς ένα τα ζη τήματα σε άλλες σειρές — όπως η δουλεία σαν τέτοια, η δουλεία στις διάφορες επικράτειες, ο δασμός, το νόμισμα, ο σιδηρόδρομος και άλλες εσωτερικές βελτιώσεις, ο υποτιθέμενος φόρος υποτέλειας του Νότου στο Βορρά. Ταυτόχρονα το σπάσιμο σε ξεχωρι 48. Ο Nevins τονίζει τους ηθικούς όρους την (δια στιγμή που αναφέρει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονταν γι αυτούς, ένα παράδοξο που, στο βαθμό που μπορώ να χαταλάβω, δεν το αντιμετωπίζει άμεσα. Βλ. Emergence of Lincoln II, 462-471, για τη γενική του ερμηνεία' για τη πλατιά διαδομένη επιθυμία για ειρήνη, στο ίδιο 63, 68. Ό μ ω ς ο Nevins πραγματιχά μας δίνει πολύ υλικό που είναι χρήσιμο στην προσπάθεια για τη λύση του παράδοξου. Για μια περιεκτική έκθεση της θέσης ότι οι πολιτικοί ήταν υπεύθυνοι, βλ. το απόσπασμα από το, Lincoln the Liberal Statesman του Randall, που ξανατυπώθηκε από τον Stampp. Canses of the Gvil War, 83-87. Oi Nichols, Disruption of American Democracy, και Craven, Crowth of Southern Nationalism, παρουσιάζουν παραλλαγές της τρίτης θέσης. Κα νένας συγγραφέας, πρέπει να σημειωθεί, δεν παρουσιάζει μια αμιγή εκδοχή ή μια συνοπτική τεκμηρίωση μιας ειδιχής εξήγησης. Είναι ζήτημα έμφασης, αλλά πολύ έντονης έμφασης.
168
στές κατηγορίες εν μέρει νοθεύει αυτό που περιγράφεται, γιατί τα μεμονωμένα άτομα ζούσαν μέσω όλων αυτών των πραγμάτων μαζί, και άτομα που ήταν αδιάφορα για ένα ζήτημα μπορούσαν να συγκινούνται για κάποιο άλλο. Καθώς ο δεσμός μεταξύ των διαφόρων ζητημάτων γινόταν φανερός, το ενδιαφέρον απλωνόταν μεταξύ των συνειδητοποιημένων ανθρώπων. Ακόμα και αν ενα ξεχωριστό ζήτημα ήταν διαπραγματεύσιμο (πράγμα αμφίβολο), συλλογικά και ως ενότητα ήταν σχεδόν αδύνατο να το διαπραγματευθεί κανείς και αποτελούσαν πράγματι ενότητα, και έτσι τα έβλεπαν πολλοί σύγχρονοι, γιατί ήταν εκδηλώσεις ολόκληρων κοινωνιών. Ας αρχίσουμε πάλι την ανάλυση κάτω απ ’ αυτό το πρίσμα. Κ α: ’ αρχή, για οικονομικούς και γεωγραφικούς λόγους, η αμερι κανική κοινωνική δομή αναπτύχθηκε προς διαφορετικές κατευθύν σεις κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Στο Νότο αναπτύχθηκε μια αγροτική κοινωνία βασισμένη στη δουλεία των φυτειών. Ο βιομη χανικός καπιταλισμός εγκαθιδρύθηκε στα Βορειοανατολικά και σχημάτισε δεσμούς με μια κοινωνία θεμελιωμένη στην καλλιέργεια με βάση την οικογενειακή εργασία στα Δυτικά. Με τη Δύση ο Βορράς δημιούργησε μια κοινωνία κι ένα πολιτισμό, οι αξίες των οποίων συγκρούονταν ολο και περισσότερο με εκείνες του Νότου. Το πιο επίμαχο ζήτημα ήταν η δουλεία. Έ τσ ι μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον Nevins ότι τα ήθικά ζητήματα ήταν αποφα σιστικά. Ό μ ω ς τα ζητήματα αυτά είναι ακατανόητα χωρίς τις οικονομικές δομές που τα δημιούργησαν και τα ανέπτυξαν. Μόνο εάν είχαν αναπτυχθεί στο Νότο αισθήματα υπέρ της κατάργησης της δουλείας, θα υπήρχε έδαφος να θεωρήσουμε τα ηθικά αισθήμα τα σαν ανεξάρτητο παράγοντα από μόνα τους. Τ ο θεμελιακό ζήτημα ήταν όλο και περισσότερο εάν ο μηχανι σμός της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θάπρεπε να χρησιμοποιηθεί για να υποστηρίξει τη μια ή την άλλη κοινωνία. Αυτή τη σημασία είχαν μερικά ζητήματα που φαινομενικά ήταν απλώς τεχνικά, ό πως ο δασμός, και αυτό ήταν που φλόγιζε με πάθος τον ισχυρισμό των Νοτίων ότι πλήρωναν φόρο υποτέλειας στο Βορρά. Αυτό που επίσης έκανε κρίσιμο το ζήτημα της δουλείας στις περιφέρειες ήταν το ζήτημα της εξουσίας στο κέντρο. Οι πολιτικοί ηγέτες γνώριζαν ότι η αποδοχή μιας δουλοκτητικής ή ελεύθερης πολιτείας θα μπορούσε να ανατρέψει την ισορροπία προς τη μια ή την άλλη μεριά. Το γεγονός ότι η αβεβαιότητα αποτελούσε ένα σύμφυτο 169
στοιχείο της κατάστασης, στα ακατοίκητα ή εν μέρει αποικισμένα εδάφη στη Δύση, μεγέθυνε σε μεγάλο βαθμέ τις δυσκολίες για την ϊπίτευξη ενος συμβιβασμού. ' Ηταν όλο και περισσότερο αναγκαίο για τους πολιτικούς ηγέτες και των δυό πλευρών να είναι σε κατάσταση ετοιμότητας, για κάθε κίνηση ή μέτρο που μπορούσε να αυξήσει τα πλεονεκτήματα των άλλων. Σ ’ αυτό το ευρύ πλαίσιο, η άσκηση ενός βέτο που αποπειράθηκαν οι Νότιοι για τη πρόοδο των Βορείων μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ως ένα σημαντικό αίτιο του πολέμου. Η άποψη αυτή δικαιώνει επίσης, όπως ελπίζω, την αναθεωρη τική θέση ότι πρωταρχικά επρόκειτο για ένα πόλεμο πολιτικάντη δων, ακόμη ίσως για πόλεμο δημεγερτών, εάν οι όροι δεν παίρνονται απλώς σαν καταχρηστικά επίθετα. Σε μια σύνθετη κοινωνία με ένα προχωρημένο καταμερισμό εργασίας, και ειδικά σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, είναι ειδικό και αναγκαίο καθήκον των πολιτικών, δημοσιογράφων και, μόνο σε κάποιο μικρότερο βαθμό, του κλήρου να ενδιαφέρονται και να είναι ευαίσθητοι για γεγονότα που επηρεάζουν τη κατανομή της εξουσίας στην κοινω νία. Αυτοί είναι επίσης εκείνοι που προσφέρουν τα επιχειρήματα, καλά και άσχημα, τόσο για την αλλαγή της κοινωνικής δομής όσο και για τη διατήρηση των πραγμάτων όπως έχουν. Αφού είναι χρέος τους να επαγρυπνούν για τις δυνητικές αλλαγές, ενώ άλλοι είναι ολότελα απορροφημένοι α π ’ τη βιοπάλη, είναι χαρακτηριστι κό του δημοκρατικού συστήματος ότι οι πολιτικοί συχνά είναι μεμψίμοροί και εντείνουν τη διαίρεση. Ο ρόλος του σύγχρονου δημοκρατικού πολιτικού είναι ειδικά παράδοξος, τουλάχιστο επι φανειακά. Κάνει ό,τι κάνει έτσι, ώστε οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι αναγκασμένοι να νοιάζονται για τα πολιτικά. Γιαυτόν τον ίδιο λόγο, συχνά αυτός αισθάνεται την ανάγκη να ξεσηκώσει την κοινή γνώμη για κινδύνους πραγματικούς και μή. Απ ’ αυτήν την άποψη επίσης, η αποτυχία της τότε σύγχρονης κοινής γνώμης να σταματήσει την πορεία προς τον πόλεμο γίνεται κατανοητή. Σημαίνουσες προσωπικότητες και στο Βορρά και στο Νότο αποτελούσαν τον πυρήνα της μετριοπαθούς γνώμης. Ηταν εκείνοι που στις ομαλές εποχές είναι ηγέτες στην κοινωνία τους — «οι δημιουργοί της κοινής γνώμης», όπως θα ήταν πιθανό να τους αποκαλέσει ένας σύγχρονος μελετητής της κοινής γνώμης. Σαν ευνοούμενοι της άρχουσας τάξης, και κυρίως ενδιαφερόμενοι για την απόκτηση χρημάτων, ζητούσαν να «θάψουν» το ζήτημα της 170
δουλείας μάλλον παρά να αναζητήσουν δομικές μεταρρυθμίσεις, καθήκον που οπωσδήποτε ήταν πολύ δύσκολο. Το Σύμφωνο ClayWebster του 1850 ήταν μια νίκη για την ομάδα αυτή. Πρόβλεπε αυστηρότερους νόμους στο Βορρά σχετικά με την επιστροφή των δραπετών δούλων και την εισδοχή πολλών νέων Πολιτειών στην ένωση: Της Καλιφόρνιας σαν ελεύθερου κράτους, του Νέου Μεξι κού και της Ούταχ σε κάποια μελλοντική χρονολογία, με ή χωρίς δουλεία όπως θα καθόριζαν τα συντάγματά τους κατά το χρόνο της εισδοχής.49 Κάθε προσπάθεια να ανασυρθεί το ζήτημα της δουλείας στην επιφάνεια και να αναζητηθεί καινούργια λύση είχε ως συνέ πεια ένας μεγάλος αριθμός από τις ομάδες αυτές να πάψουν να είναι μετριοπαθείς. Αυτό συνέβει όταν ο Γερουσιαστής Stephen A. Douglas έθεσε τέρμα στον Συμβιβασμό του 1850 τέσσερα μόνο χρόνια αργότερα, αναμοχλεύοντας ξανά το ζήτημα της δουλειάς στις επικράτειες. Μολονότι πρότεινε με το Νόμο του Κάνσας Νεμπράσκα ν ’ αποφασίζουν οι ίδιοι άποικοι πάνω στο πρόβλημα κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μετέστρεψε, τουλάχιστο προσωρι νά, πλατιά τμήματα της κοινής γνώμης των Βορείων από τις μετριοπαθείς απόψεις στις απόψεις που ήταν συναφείς προς την κατάργηση της δουλείας. Στο Νότο, η υποστήριξή του δεν ξεπέρασε πολύ τα μέτρια επίπεδα.50 49. Σχετικά μ ι τις κοινωνικές ομάδες που υποστήριξαν το Σύμφωνο στο Νότο βλ. Nevins. Ordeal. I, 315, 357, 375. Στην σιλ. 357 παρατηρώ: «Το... μεγαλύτερο στοιχείο ήταν ένα σώμα μετριοπαθών.... που πίστευαν στα δικαιώματα τόσο του Νότου όσο και της ένωσης, αλλά ήλιαζαν ότι μπορούσαν να συμφιλιωθούν». Με άλλα λόγια, ήθελαν να έχουν και την πίττα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο. Για τις γενιχές αντιδράσεις και εκείνες στο Βορρά, βλ. Nevins Ordeal, I, 346, 293-294, 348. Περισσότερες λεπτομέρειες για τις επίλεκτες επιχειρηματικές αντιδράσεις στο Foner, Business and Slavery, κεφαλ. 2-4. Η ανησυχία σχετικά με τους δραπέτες δούλους, και στο Βορρά και στο Νότο, φαίνεται ότι ήταν μεγαλύτερη σε πολιτείες όπου το πρόβλημα είχε ελάχιστες πιθανότητες να προκύψει. Αλλά ήταν ο Clay και ο Webster που έδωσαν τη μαρτυρία για τη θέση αυτή. Βλ. Nevins, Ordeal I, 384. 50. Για τις αντιδράσεις στη πρόταση του Douglas στο Βορρά και το Νότο βλ. Nevins Ordeal. II, 121, 126-127, 133-135, 152-154, 156-157. Μια συμπαθητική μεταχείριση του Douglas μπορεί να βρεθεί στην Craven, Coming of the Civil War, ειδ. 325-331, 392-393. Για την υπόθεση Κάνσας-Νεμπράσχα, ο Craven επικροτεί τη θέση ότι άτιμοι Βόρειοι πολιτικοί υποχίνησαν το ζήτημα της δουλείας σαν ψευ δοπρόβλημα. Για τις συζητήσεις Λίνχολν-Douglas υποστηρίζει ότι οι μεγαλόστομοι ηθικοί δισταγμοί του Λίνχολν είχαν σαν αποτέλεσμα να κάνουν τον Douglas να φαί νεται εντελώς αδιάφορος για τα ηθικά ζητήματα. Η μεταχείριση αυτή είναι διαμε τρικά αντίθετη με εκείνη του Nevins. Σχολιάζοντας τη δράση του Douglas για την
171
Γενικά οι μετριοπαθείς είχαν τις κοινές αρετές που πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι είναι αναγκαίες για τη διεξαγωγή δημοκρα τικού έργου: θέληση για συμβιβασμό και για κατανόηση της άποψης του αντιπάλου, δηλ. για πραγματιστική αντίληψη. Αυτοί ήταν οι αντίθετοι από τους δογματικούς. Ό λα αυτά στη πραγμα τικότητα συνοψίζονται σε μια άρνηση να κοιτάξουν τα γεγονότα κατάματα. Προσπαθώντας κυρίως να παραμερίσουν τα ζητήματα της δουλείας, ήταν ανίκανοι να επηρεάσουν ή να ελέγξουν το πλήθος των γεγονότων που δημιουργούνταν από την κατάσταση που υπήρχε κάτω από την επιφάνεια.51 Κρίσεις τέτοιες, όπως οι ανακίνηση του ζητήματος της δουλείας μ ι τον Νόμο του Κάνσας - Νεμπράσκα, ο Nevins παρατηρεί (Ordeal II. 108): « 'Οταν η αγανάκτηση φούσκωνε όπως ο ωκεανός που μαστιγώνεται από τη καταιγίδα, αυτός (ο Douglas) εκπλησσόταν. Το γεγονός ότι οι ακατανίκητες παλιρροιακές δυνάμεις στην Ιστορία tivai ηθικές δυνάμεις πάντα διαφεύγει από έναν άνθρωπο αδύνατων ηθικών αντιλήψεων». Αυτό ϊίναι πανηγυριχή ρητορική, όχι ιστορία. Οι πετυχημένοι πολιτικοί ηγέτες πρέπει να αμφιρρέπουν ηθικά στις προσπάθειές τους να συμβιβάσουν αντιμαχόμινες ηθικά δυνά μεις. Οι ιστορικοί που έρχονται μετά, μετατρέπουν τους πολιτικούς που νιχούν σε ηθιχούς ήρωες. Γενικά ο Nevins δεν υποκύπτει σε μια τέτοια ανοησία. 51. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1858-1859 υπήρχαν έτοιμα σχέδια στο Νότο για τη δημιουργία ενός νέου χόμματος, που χαρακτηριζόταν από τον Nevins. Emergence of [Jncoln. II, 59, σαν «συντηρητικό, εθνικό, υπέρμαχο της ένωσης, κομμά που θα παραμέριζε το ζήτημα της δουλείας, θα κατάγγελνε όλους τους οπαδούς του διαχωρισμού, θα προωθούσε ένα ευρύ πρόγραμμα εσωτερικών βελτιώ σεων, και θα ξεπερνούσε τους Δημοκρατιχούς στο επίπεδο της ανασυγχρότησης». Στηριζόταν σε σημαίνοντες ανθρώπους, πολιτικούς ηγέτες, δημοσιογράφους, προ σπαθούσε να συσπειρώσει τους μιχροκαλλιεργητές ενάντια στους μεγάλους δούλοκτήτες, αλλά ελάχιστα αναπτύχθηκε. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας φάσης, όταν οι οπαδοί του διαχωρισμού δημιουργούσαν γεγονότα, η κύρια αντίθεση φαίνεται ότι προερχόταν από χείνους που είχαν άμεσους εμπορικούς δεσμούς με το Βορρά, δηλ. εμπόρους και επαγγελματίες σε μερικά νότια λιμάνια, και από τους μικρότερους καλλιεργητές. Βλ. Nevins. Emergence of Lincoln. II. 322, 323, 324, 326. Οι επιχειρηματικοί κύκλοι της Ν. Τόρκης τα είχαν χαμένα. Αφού είχαν γίνει σθεναροί υπερασπιστές του Συμβιβασμού του 1850, κατέληξαν σχεδόν οπαδοί της κατάργη σης, υποστηρίζοντας το Νόμο του Κάνσας-Νεμπράσχα του Douglas, για να ξαναμεταστραφούν μετά από λίγο. 'Ο πως παρατηρεί ο Koner (Business and Slavery 138), «Αχόμα από το 1850, η μεγάλη πλειοψηφία των εμπόρων της Ν. Τόρχης είχε λειτουργήσει με τήν αυταπάτη ότι ο αυτονομιστιχός αγώνας θα δικαιονόταν με τον καιρό αρκεί μόνο οι "πολιτικοί και οι φανατιχοΓ' νάφηναν κατά μέρος τα διαφιλονεικούμενα ζητήματα». Η επιθυμία αυτή να αποφύγουν τα ακανθώδη προβλήματα φαίνεται ότι αποτελούσε το μοναδικό σταθερό στοιχείο στην άποψή τους. Η αναταραχή ήταν άσχημη για τις επιχειρήσεις. Στις 10 Οκτωβρίου του 1857, η Herald ανάγγελνε (Koner. Business and Slavery, 140-41): «Το νέγριχο ζήτημα
172
ανταγωνισμοί για το Κάνσας «που αιμορραγούσε», ο οικονομικός πανικός του 1857, η μελοδραματική προσπάθεια του John Brown να μπει επικεφαλής μιας επανάστασης των δούλων και πολλές άλλες, διέβρωσαν τη μετριοπαθή θέση, αφήνοντας τα μέλη της όλο και περισσότερο ανοργάνωτα και συγχυσμένα. Η πραγματιστική λογική που προσπαθεί να λύσει τα προβλήματα αγνοώντας τα επίμονα, μια στάση που συχνά (με αυταρέσκεια) θεωρείται σαν η ουσία της αγγλο-σαξωνικής μετριοπάθειας, αποδείχτηκε εντελώς ανεπαρκής. Μια στάση, ένα διανοητικό πλαίσιο χωρίς ρεαλιστική ανάλυση και πρόγραμμα, δεν είναι αρκετή για να λειτουργήσει η δημοκρατία. Έ σ τω και αν η πλειοψηφία μοιράζεται αυτή την αντίληψη. Η ομοθυμία από μόνη της δε σημαίνει πολλά. Εξαρτάται από το σε τι αναφέρεται η ομοθυμία αυτή. Τελικά, καθώς προσπαθεί κανένας να κατανοήσει την αμερι κανική κοινωνία σα σύνολο, προκειμένου να συλλάβει τις αιτίες και τη σημασία του πολέμου, είναι χρήσιμο να θυμάται ότι η αναζήτη ση των πηγών της διαφωνίας θολώνει αναγκαστικά ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος. Σε κάθε πολιτική ενότητα που υπάρχει για πολύ καιρό, πρέπει να υπάρχουν αιτίες για τη δημιουργία της ενότητας αυτής. Πρέπει να υπάρχουν λόγοι που οι άνθρωποι αναζητούν τη διευθέτηση των αναπόφευκτων διαφορών τους. Είναι δύσκολο να βρούμε μια περίπτωση στην Ιστορία όπου δυό διαφορε τικές περιοχές ανέπτυξαν οικονομικά συστήματα βασισμένα σε διαμετρικά αντίθετες αρχές και παρέμεναν ακόμα κάτω από μια κεντρική κυβέρνηση η οποία να ασκούσε πραγματική εξουσία και στις δυό περιοχές. Δε μπορώ να σκεφτώ καμιά.52 Σε μια τέτοια κατάσταση θάπρεπε να υπάρχουν πολύ ισχυρές συνεκτικές δυνά μεις για να αντισταθμίζουν τις χωριστικές τάσεις. Οι ενωτικές δυνάμεις φαίνεται ότι ήταν αδύνατες στα μέσα του 19ου αιώνα στης Ηνωμένες Πολιτείες, αν και πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να πρέπει να παραχωρήσει τη θέση του στα σπουδαιότερα ζητήματα ενός ασφαλούς νομίσματος, γερών πιστώσεων, χαι μιας σταθερής και διαρκούς ασφάλειας, της βάσης, πάνω στην οποία να μπορούν να στηριχτούν όλα τα εμπορικά και επιχειρη ματικά συμφέροντα της χώρας». Πάνω σ ' αυτό το σχέδιο, τουλάχιστο, μπορούσαν να συμφωνήσουν οι μετριοπαθείς του Βορρά και του Νότου. Με τον καιρό πάνω σ ' αυτή την πλατφόρμα ξεπεράστηκε ο Εμφύλιος Πόλεμος και οι συνέπειές -ου. 52. Η Βρετανική Κοινοπολιτεία μπορεί να είναι η πιο έκδηλη ενδεχόμενη περίπτωση. Η διάσπασή της σε ανεξάρτητες μονάδες στα τελευταία πενήντα χρόνια ενισχύει τη παραπάνω άποψη.
173
διογκώσει κανείς την αδυναμία τους γιατί συνέβει ο Εμφύλιος Πόλεμος. Το εμπόριο είναι ένας φανερός παράγοντας που μπορεί να δημιουργήσει δεσμούς μεταξύ των διαφόρων τμημάτων μιας χώ ρας. Το γεγονός ότι το μπαμπάκι του Νότου πήγαινε κυρίως στην Αγγλία είναι, βέβαια, πολύ σημαντικό. Σήμαινε ότι ο δεσμός με το Βορρά ήταν αντίστοιχα αδύνατος. Η αγγλική μεροληψία υπέρ του Νότου κατά την διάρκεια του ίδιου του πολέμου είναι γνωστή. Ό μως αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να ρίξουμε πολύ βάρος προς τη κατεύθυνση του εμπορίου σαν ενός στοιχείου διαίρεσης. Ό π ω ς έ δειξα νωρίτερα, τα εργοστάσια του Βορρά άρχιζαν να χρησιμο ποιούν περισσότερο μπαμπάκι. Ό τα ν η αγορά της Δύσης έπεσε απότομα μετά το κράχ του 1857, οι νεοϋορκέζοι έμποροι βασί ζονταν για ένα διάστημα περισσότερο στους δεσμούς τους με το Νότο.53 Με μια λέξη, η κατάσταση στο εμπόριο άλλαξε. Εάν ο πό λεμος είχε αποτραπεί, οι ιστορικοί που αναζητούν κατά πρώτο λό γο οικονομικές αιτίες δε θα είχαν δυσκολία στην εξεύρεση μιας εξήγησης. Μολονότι ήταν σημαντικό το γεγονός ότι το μπαμπάκι ακόμα ένωνε το Νότο περισσότερο με την Αγγλία παρά με το Βορρά, μπορεί να ήταν πιο σημαντικές δυό άλλες πλευρές της κατάστασης. Η μια έχει ήδη αναφερθεί: η απουσία οποιασδήποτε απειλής κατά της βιομηχανικής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στο Βορρά από μέρους μιας ισχυρής ριζοσπαστικής εργατικής τάξης. Δεύτερο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν ισχυρούς εξωτερικούς εχθρούς. Σ ’ αυτό η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική από εκείνη που αντιμετώπιζαν η Γ ερμανία και η Ιαπωνία, όπου και οι δυό είχαν τις δικές τους εμπειρίες για τις κρίσεις που συνόδεψαν τον πολιτικό εκσυγχρονισμό κάπως αργότερα, το 1871 η Γερμανία, το 1868 η Ιαπωνία. Γι αυτό το συνδυασμό αιτιών, δεν υπήρχαν πολλές προϋ ποθέσεις για τον χαρακτηριστικό συντηρητικό συμβιβασμό των αγροτικών και βιομηχανικών ελίτ. Δεν υπήρχαν πολλοί λόγοι που να κάνουν τους ιδιοκτήτες τών βόρειων εργοστασίων και των νότιων δούλων να συγκεντρωθούν κάτω από το έμβλημα της Ιερότητας της Ιδιοκτησίας. Και για να συνοψίσουμε με απελπιστική συντομία, οι τελικές αιτίες του πολέμου πρέπει να βρεθούν στην ανάπτυξη των διαφορε 53. Foner, Business and Slavery, 143.
174
τικών οικονομικών συστημάτων που οδήγησαν σε διαφορετικούς (όμως πάντα καπιταλιστικούς) πολιτισμούς με αντιμαχόμενες θέσεις για το ζήτημα της δουλείας. Ο δεσμός μεταξύ του βόρειου καπιταλισμού και της δυτικής γεωργίας συνέβαλε ώστε να γίνει περιττή για ένα διάστημα η χαρακτηριστική αντιδραστική συμμαχία μεταξύ των ελίτ της πόλης και της γαιοκτησίας και έτσι και ο μοναδικός συμβιβασμός που μπορούσε να είχε αποφύγει τον πόλε μο. (Επίσης ήταν ο συμβιβασμός που τελικά σταμάτησε τον πόλεμο). Δυό παραπέρα παράγοντες έκαναν τον συμβιβασμό εξαι ρετικά δύσκολο. Το μέλλον της Δύσης φαινόταν αβέβαιο κατά τέτοιο τρόπο ώστε να κάνει αβέβαιη την κατανομή της εξουσίας στο κέντρο, επιτείνοντας και μεγαλοποιώντας όλους τους λόγους της δυσπιστίας και της διχόνοιας. Δεύτερο, όπως ήδη παρατηρή σαμε, οι κύριες δυνάμεις συνοχής στην αμερικάνικη κοινωνία, αν και συνέχεια δυνάμωναν, ήταν ακόμα πολύ αδύνατες. 4 . Η επαναστατική τάση και η αποτυχία της
Για τον Εμφύλιο Πόλεμο καθ ’ εαυτόν, είναι περιττό να πούμε περισσότερα από μερικές λέξεις, αφού το πιο σημαντικό πολιτικό γεγονός, η Διακήρυξη της Χειραφέτησης, έχει ήδη αναφερθεί. Ο πόλεμος αντανακλούσε το γεγονός ότι οι κυρίαρχες τάξεις της αμερικανικής κοινωνίας είχαν κοπεί σαφώς στα δυό, πολύ πιο καθαρά απ ’ ότι το κυρίαρχο στρώμα στην Αγγλία την εποχή της Πουριτανικής Επανάστασης ή εκείνο στη, Γαλλία την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης. Σ ’ αυτές τις δυό μεγάλες αναστατώσεις οι διαιρέσεις μέσα στις άρχουσες τάξεις έκαμαν ικανές τις ριζοσπα στικές τάσεις να ξεπεταχτούν απ ’ τα χαμηλότερα στρώματα, πολύ περισσότερο στη περίπτωση της Γ αλλικής Επανάστασης απ ’ όσο στην Αγγλία. Στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο δεν υπήρξε πραγματικά συγκρίσιμη ριζοσπαστική τάση. Τουλάχιστο στο μεγαλύτερό τους μέρος οι λόγοι μπορούν εύκολα να γίνουν αντιληπτοί: Οι αμερικανικές πόλεις δεν έβριθαν από καταπιεσμένους βιοτέχνες και δυναμικούς sans-culottes Έ σ τω και εάν όχι άμεσα, η ύπαρξη των δυτικών εδαφών μείωνε την εκρηκτική δύναμη. Κατά δεύτερο λόγο, τα υλικά για μια αγροτική πυρκαγιά έλειπαν. Αντί για αγρότες στη βάση της κλίμακας, ο Νότος είχε κυρίως μαύρους δούλους. Αυτοί είτε δε μπορούσαν είτε δεν ήθελαν να εξεγερθούν. Για το σκοπό μας δεν έχει σημασία τι 175
απ ’ τα δυό συνέβαινε. Μολονότι υπήρχαν σποραδικά ξεσπάσματα των δούλων, δεν είχαν πολιτικές συνέπειες. Καμιά επαναστατική τάση δεν προήλθε α π ’ αυτό το τμήμα.54 Ό ,τ ι έμοιαζε κάπως με επαναστατική ώθηση, δηλαδή μια προσπάθεια να μεταβληθεί βίαια η κατεστημένη κοινωνική τάξη πραγμάτων, προήλθε από τον βόρειο καπιταλισμό. Στην ομάδα που είναι γνωστή σαν Ριζοσπάστες Ρεπουμπλικάνοι, οι ιδέες της κατάργησης της δουλείας ανακατώθηκαν με τα βιομηχανικά συμ φέροντα για να ανάψουν μια σύντομη επαναστατική σπίθα η οποία διαδόθηκε και έσβησε σε μια λάσπη διαφθοράς. Αν και οι ριζοσπά στες ήταν ένα αγκάθι στα πλευρά του Λίνκολν κατά τη διάρκεια Ton πολέμου, αυτός μπόρεσε να οδηγήσει τον πόλεμο σε μια πετυχημένη στρατιωτική έκβαση, κυρίως στη βάση της διαφύλαξης της Ένωσης, δηλαδή χωρίς καμία σοβαρή απειλή κατά των δι καιωμάτων ιδιοκτησίας των Νοτίων. Για μια σύντομη περίοδο, περίπου τρία χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, 1865-1868, οι Ριζοσπάστες Ρεπουμπλικάνοι κράτησαν την εξουσία στο νικηφό ρο Βορρά και εξαπόλυσαν επίθεση κατά του συστήματος των φυ τειών και των υπολειμμάτων της δουλείας. Ηγετικά μέλη αυτής της ομάδας θεωρούσαν τον πόλεμο σαν μια επαναστατική διαπάλη μεταξύ ενός προοδευτικού καπιταλι σμού και μιας αντιδραστικής αγροτικής κοινωνίας βασισμένης στη δουλεία. Στο βαθμό που η σύγκρουση μεταξύ του Βορρά και του Νότου είχε πραγματικά τέτοιο χαρακτήρα, μιας σύγκρουσης της οποίας μερικές από τις πιο σημαντικές μάχες δόθηκαν αφ’ ότου σταμάτησε ο πραγματικός πόλεμος, αυτό οφειλόταν στους Ριζο σπάστες Ρεπουμπλικάνους. Από την προοπτική των εκατό χρόνων που πέρασαν, φαίνονται σαν τα τελευταία επαναστατικά σκιρτή ματα που ανήκουν αυστηρά στη μπουρζουαζία και είναι αυστηρά καπιταλιστικά, οι τελευταίοι απόγονοι των μεσαιωνικών κατοί κων της πόλης που άρχισαν την εξέγερση κατά των φεουδαρχικών αρχόντων τους. Τα επαναστατικά κινήματα από τον Εμφύλιο Πόλεμο και μετά ήταν αντικαπιταλιστικά ή, στην περίπτωση που δεν ενίσχυαν τον καπιταλισμό, φασιστικά και αντεπαναστατικά. Από τους ιδεολόγους οπαδούς της κατάργησης και τους ριζοσπάστες οπαδούς της ελεύθερης γης, μια μικρή ομάδα ρεπουμ54. Ο γνωστός μαρξιστής φιλόλογος Aplheker, συγκεντρώνίΐ τις π ιρ ιπ τώ η ις αυτές στο American Negro Slave Revolts, Κεφ. XV.
176
πλικάνων πολιτικών θεωρούσε τήν ιδέα της δουλείας σαν αναχρο νιστικό «υπόλειμμα ενός ετοιμοθάνατου κόσμου 'του βαρώνου και δουλοπάροικου, του ευγενή και δούλου’». Τον ίδιο τον Εμφύλιο Πόλεμο τον κατανοούσαν σαν μια ευκαιρία να ξεριζώσουν και να καταστρέψουν τον καταπιεστικό αυτόν αναχρονισμό, προικειμένου να ξαναχτίσουν το Νότο κατ ’ εικόνα και ομοίωση του δημοκρατι κού και προοδευτικού Βορρά, βασισμένου στον «ελεύθερο λόγο, στον ελεύθερο μόχθο, στα σχολεία και στις κάλπες». Αν και οι δημόσιες δηλώσεις του ήταν κάπως ηπιότερες, ο ηγέτης των Ριζοσπαστών Ρεμπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων Thaddeus Stevens, έγραφε ιδιαιτέρως στο νομικό του σύμβουλο ότι αυτό που χρειαζόταν η χώρα ήταν κάποιος στην εξουσία (δηλαδή όχι ο Λίνκολν) «με επαρκή οξύνοια και επαρκές ηθικό θάρρος για να χειριστεί αυτά τα γεγονότα σαν ριζοσπαστική επανάσταση και να αναμορφώσει τους θεσμούς μας... Αυτό θα σήμαινε την ερήμωση του Νότου καθώς επίσης και την χειραφέτηση και τον επαναποικισμό της μισής Ηπείρου...» Αυτό που έδωσε δύναμη στο κίνημα και το απόσπασε απ ’ το χώρο των θορυβωδών αλλά άκαρπων συζητή σεων, ήταν το γεγονός ότι συνέπεσε με τα συμφέροντα σημαντικών τμημάτων της κοινωνίας των Βορείων.55 Το ένα ήταν η νηπιακή βιομηχανία σιδήρου και ατσαλιού της Πενσυλβανίας. Έ να άλλο ήταν μια σειρά συμφερόντων που αφορούσαν τους σιδηροδρόμους. Ο Stevens ενεργούσε σαν ένας ισορροπιστής του Κογκρέσσου και για τα δυό αυτά συμφέροντα, παίρνοντας κι απ ’ τους δυό κύκλους που τα εκπροσωπούσαν χρηματικές ενισχύσεις σύμφωνα με την κρατούσα πολιτική ηθική.56 Οι Ριζοσπάστες Ρεπουμπλικάνοι δέ χονταν επίσης σημαντική ενίσχυση από τους Βόρειους εργάτες. Έ στω και αν οι εργάτες του Βορρά ηταν πολύ ψυχροί στην προπαγάνδα για την κατάργηση της δουλείας, επειδή φοβούνταν τον ανταγωνισμό των Νέγρων και θεωρούσαν τους οπαδούς της κατάργησης από τη Νέα Αγγλία σαν υποκριτές αντιπροσώπους των ιδιοκτητών μύλων, υποδέχτηκαν μ ’ ενθουσιασμό τις ριζοσπα στικές ιδέες της δασμολογικής προστασίας και της επιβράδυνσης της εργασίας όταν πληρώνονταν στο πληθωρισμένο νόμισμα του Βορρά.57 Από το άλλο μέρος τα χρηματιστικά και εμπορικά 55. Βλ. την άριστη μελέτη του Short reed 'T he Anlislavery Radicals", 65-37, τιδιχότιρα 68-69, από τον οποίον έχουν παρθιί οι παρατηρήσιις at ιισαγωγιχά. 56. Current. Old Thad Slevens. 226-227, 312, 315-316. 57. Βλ. Ravback, "American Workingman and Anlislaverv Crusade", 152-163.
177
συμφέροντα έδειχναν ενθουσιασμό για τους ριζοσπάστες. Μετά τον Πόλεμο, οι ιδεολόγοι ριζοσπάστες στράφηκαν κατά «της πλουτοκρατίας του Βορρά».*8 Έ τσι, η ριζοσπαστική επίθεση δεν αντιπροσώπευε μια ενιαία καπιταλιστική επίθεση κατά του συστήματος των φυτειών. Ή ταν ένας συνασπισμός εργατών, βιομηχάνων και κάποιων σιδηροδρομι κών συμφερόντων, στην περίοδο της μεγαλύτερης τους δύναμης. Ωστόσο δεν θάπρεπε να την αποκαλέσουμε επιχειρηματικό και μάλιστα προοδευτικό καπιταλισμό* προσέλκυε τις πιο δημιουργι κές (και φιλισταΐκές) δυνάμεις που αργότερα άρεσαν του Veblen στην αμερικάνικη κοινωνία, και απωθούσε εκείνες που τον δυσαρεστούσαν: τους σνόμπ χρηματιστές που έκαναν τα χρήματά τους πουλώντας αντί να εργάζονται. Με τον Thaddeus Stevens και τους συνεργάτες του, ο συνασπισμός αυτός είχε μια ικανή πολιτική ηγεσία και αρκετή νοημοσύνη, ώστε να μπορεί να έχει μια γενική στρατηγική. Οι ριζοσπάστες είχαν μια εξήγηση για το που πήγαι νε η κοινωνία και για το πώς θα μπορούσαν να επωφεληθούν απ ’ το γεγονός αυτό. Γ ι ’ αυτούς ο Εμφύλιος Πόλεμος ήταν, τουλάχιστο δυνητικά, μια επανάσταση. Η στρατιωτική νίκη και η δολοφονία του Λίνκολν, που την υποδέχτηκαν με σχεδόν ασυγκάλυπτη χαρά, τους έδωσε μια σύντομη ευκαιρία να προσπαθήσουν να την κάνουν πραγματική. Πάλι ο Thaddens Steveus πρόσφερε την ανάλυση καθώς επίσης και την καθημερινή πολιτική ηγεσία. Ουσιαστικά η στρατηγική του συνοψιζόταν στην κατάληψη του μηχανισμού της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, προς όφελος των ομάδων των οποίων ήταν αντιπρό σωπος. Για να γίνει αυτό ήταν αναγκαίο ν ’ αλλάξει η κοινωνία του Νότου, μήπως και ο παλιός τύπος της ηγεσίας του συστήματος των φυτειών επέστρεφε στο Κογκρέσο και ματαίωνε την αλλαγή. Ό ποια μικρή επαναστατική τάση υπήρξε σ ’ όλο τον αγώνα προήλθε από την ανάγκη αυτή. Ο Stevens είχε αρκετή κοινωνιολο γική διορατικότητα να δει ποιό ήταν το πρόβλημα και να αναζητή σει το κατάλληλο φάρμακο, καθώς επίσης και αρκετό νεύρο για να καταβάλει μια προσπάθεια. Στις αγορεύσεις του στα 1865 ο Stevens παρουσίασε στο γενικό κοινό και στο Κογκρέσο μια εκπληκτικά συνοπτική ανάλυ ση και πρόγραμμα δράσης. Ο Νότος έπρεπε να χρησιμοποιηθεί σαν 58. Sharkey, Money, Class and Parly, 281-282, 287-289.
178
καταχτημένος λαός, όχι σαν μια σειρά πολιτειών που είχαν εγκαταλείψει κατά κάποιο τρόπο την Ένωση και που τώρα επρόκειτο να τις καλοδεχτούν πίσω. «Τα θεμέλια των θεσμών τους, των πολιτικών, κοινοτικών και κοινωνικών, πρέπει να συντρίβουν και να ξαναφτιαχτούν, αλλιώς όλο το αίμα μας και το χρήμα μας θα έχει ξοδευτεί μάταια. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν τους μεταχειριστούμε και τους κρατήσουμε σαν κατακτημένο λαό».59 Δεν θάπρεπε να τους επιτραπεί να επιστρέφουν, υποστήριζε, «μέχρις ότου το Σύνταγμα θα έχει τροποποιηθεί τόσο ώστε να γίνει όπως σκόπευαν οι εμπνευστές του και έτσι, ώστε να εξασφα λιστεί η διαρκής υπεροχή του Κόμματος της Ένωσης», δηλαδή των Ρεπουμπλικάνων.60 Εάν οι νότιες πολιτείες δεν «ανασυγκροτούνταν» — αυτός ο αποκαλυπτικός ευφημισμός για την επανάσταση απ ’ τα πάνω έχει περάσει από τότε σ ’ όλους τους μετέπειτα ιστορικούς — θα μπορούσαν εύκολα να συντρίψουν το Βορρά, υπολόγισε προσεχτικά και ανοιχτά ο Stevens, και έτσι θα καθιστούσε ικανό το Νότο να κερδίσει την ειρήνη αφού είχε χάσει τον πόλεμο.61 Απ ’ αυτές τις εκτιμήσεις, προήλθε το πρόγραμμα της ανα συγκρότησης της κοινωνίας του Νότου από την κορφή μέχρι τη βάση. Ο Stevens ήθελε να αποδυναμώσει τους ιδιοκτήτες των φυτειών με τη δήμευση των μεγάλων κτημάτων πάνω από 200 άκρ, «έστω και αν κάτι τέτοιο οδηγεί (του Νότιους) ευγενείς στην εξορία». Κατ ’ αυτόν τον τρόπο, υποστήριζε, παραθέτοντας στατι στικές, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα αποκτούσε αρκετή γη για να δώσει σε κάθε νέγρικο νοικοκυριό κάπου 40 άκρ.62 «40 ακρ και ένα άλογο», έγινε με τον καιρό το σύνθημα για να δυσφημήσουν τις τά χα ουτοπικές ελπίδες των μόλις απελευθερωμένων Νέγρων. Ό μως οι Ριζοσπάστες Ρεπουμπλικάνοι δεν ήταν ουτοπικοί, ούτε βέ βαια ο Stevens. Η απαίτηση για την ολοκληρωτική αγροτική με ταρρύθμιση αντανακλούσε τη ρεαλιστική συνείδηση ότι τίποτα άλ λο δεν θα έσπαζε τη δύναμη των ιδιοκτητών των φυτειών. Αυτοί είχαν ήδη ξεκινήσει να ανακτήσουν την παλιά τους δύναμη με άλλα μέσα, κάτι που ήταν ικανοί να κάνουν γιατί οι Νέγροι ήταν οικονο 59. Λόγος στις 6 Σιττημβρίου του 1865, στο Λάνκαστ*ρ και Πινσυλβανία όπως SIvrrai στον Current, Old Thad Stevens, 215. 60. Reconstruction, Speech, December 18, 1865, σιλ. 5. 61. Reconstruction, Speech, December 18, 1865, σ*λ. 5. 62. Speech of September 6, 1865, στον Current, Old Thad Stevens 215.
179
μικά ανίσχυροι. Ό λα αυτά τουλάχιστον μερικοί ριζοσπάστες τα είδαν εντελώς καθαρά. Και υπάρχουν ενδείξεις ότι το μοίρασμα των παλιών φυτειών για να δοθούν στους Νέγρους μικρά κτήματα ήταν κατορθωτό. Στά 1864 και 1865, οι βόρειες στρατιωτικές αρ χές έκαμαν δύο πειράματα μέσα σ ’ αυτά τα πλαίσια, προκειμένου να φροντίσουν για το ενοχλητικό πρόβλημα χιλιάδων απόρων Νέ γρων. Ξανάδωσαν τα δημευμένα κτήματα και τα εγκαταλειμμένα εδάφη σε περισσότερους από 40.000 Νέγρους οι οποίοι λέγεται ότι είχαν πετύχει στο δούλεμα της γης σαν μικροαγρότες, ώσπου ο πρόεδρος Τζόνσον επέστρεψε τα κτήματα στους προηγούμενους λευκούς κατόχους.63 Ακόμα, η εμπειρία της δουλείας σπάνια ωφε λούσε για να πρεοτοιμάσει τους Νέγρους να χειρίζονται τις υποθέ σεις τους σαν μικροί αγροτικοί καπιταλιστές. Ο Stevens είχε συνεί δηση αυτού και αισθανόταν ότι οι Νέγροι θα χρειάζονταν επίβλεψη από τους φίλους του στο Κογκρέσο για πολύ χρόνο στο μέλλον. Ταυτόχρονα είδε ότι, χωρίς μια ελάχιστη οικονομική διασφάλιση και στοιχειώδη πολιτικά δικαιώματα, περιλαμβανομένου του δι καιώματος ψήφου, λίγα μπορούσαν να κάνουν για τους εαυτούς τους ή για τα συμφέροντα του Βορρά.64 Με λίγα λόγια, η ριζοσπαστική έκδοση της ανασυγκρότησης κατέληξε να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική δύναμη του Βορρά για να εξαφανίσει την αριστοκρατία των φυτειών και να δημιουρ γήσει ένα πανομοιότυπο καπιταλιστικής δημοκρατίας, διασφαλί ζοντας τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και ψήφου για τους Νέγρους. Τπό το πρίσμα των συνθηκών του Νότου τότε, αυτό ήταν πραγμα τικά επαναστατικό. Έναν αιώνα αργότερα, το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα των Νέγρων δεν απαιτεί περισσότερα α π ’ αυτό και στην πραγματικότητα ούτε καν όλα αυτά, αφου δεν δίνεται έμφαση στο οικονομικό στοιχείο. Εάν επαναστάτης είναι αυτός που προηγείται της εποχής του, τότε ο Stevens ήταν τέτοιος. Ακόμα και οι συμπαθούντες Βόρειοι έμειναν κατάπλη κτοι. Ο Horace Greeley, εκδότης της New York Tribune, που από πολύν καιρό συμπαθούσε την υπόθεση της κατάργησης της δουλεί 63. Slampp. Reconstruction. 123, 125-126. 64. «Χωρίς το διχαίωμα της ψήφου στις κατοπινές δουλοχτητιχές πολιτείες, (δεν αναφέρομαι στις ελεύθερες πολιτείες), πιστεύω <5τι οι δούλοι ήταν πολύ χαλύτερα στη δουλεία». — Rfconslrunion. Speech. December 18, 1865, σελ. 6 χαι 8.
180
ας, έγραφε σε ανταπάντηση της ομιλίας του Stevens στις 6 Σεπτεμβρίου 1865, «... διαμαρτυρόμαστε εναντίον κάθε πολέμου κατά της ιδιοκτησίας των Νοτίων... γιατί η πλουσιότερη τάξη των Νοτίων, επειδή είναι πιο φωτισμένη και ανθρώπινη από τους αμαθείς και χυδαίους, είναι λιγότερο εχθρική προς τους μαύρους.»65 Οι κακές προαισθήσεις του Greeley υπαινίσσονται τι επρόκειτο να συμβεί όταν σημαίνοντες άνθρωποι του Βορρά και του Νότου ετοιμάζονταν να παραβλέψουν τις διαφορές τους και, με μια άλλη περίφημη συμφωνία, να αφήσουν τους Νέγρους να κάνουν ότι μπορούσαν για τη λευτεριά τους. Δεν είναι επομένως εκπληκτικό ότι η ήττα επήλθε γρήγορα για τους ριζοσπάστες ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, για ό,τι ήταν ριζοσπαστικό στο πρόγραμμά τους, μόλις συγκρούστηκαν με τα συμφέροντα ιδιοκτησίας των Βορείων. Οι ριζοσπάστες ήταν ανί κανοι να επιβάλουν τη δήμευση στα διατάγματα ανασυγκρότησης του 1867 ενάντια στη θέληση των πιο μετριοπαθών ρεπουμπλικάνων. Στη Βουλή το μέτρο των «40 άκρ» του Stevens πήρε μόνο 37 ψήφους.66 Το αίσθημα των Βορείων δεν ήταν σε θέση να ανεχθεί μια απρόκλητη επίθεση κατά της ιδιοκτησίας, ούτε και την επαναστα τική ιδιοκτησία, ούτε καν στο όνομα της καπιταλιστικής δημοκρα τίας. To Nation προειδοποιούσε ότι «ένα μοίρασμα των εδαφών των πλουσίων μεταξύ των ακτημόνων... θα κλόνιζε το όλο κοινωνι κό και πολιτικό μας σύστημα, έτσι που δύσκολα θα μπορούσαμε να συνέλθουμε χωρίς την απώλεια της ελευθερίας». Η αποτυχία της αγροτικής μεταρρύθμισης ήταν μια αποφασιστική ήττα και ξερί ζωσε την καρδιά του ριζοσπαστικού προγράμματος. Χωρίς τη μεταρρύθμιση των γαιοκτητικών σχέσεων το υπόλοιπο μέρος του προγράμματος δεν μπορούσε να είναι κάτι παραπάνω από κατα πραϋντικό ή ερεθιστικό, ανάλογα από τη σκοπιά που το βλέπει ο καθένας. Το να πούμε ότι η αποτυχία αυτή ξεκαθάρισε το δρόμο 65. Απόσπααμα από το φύλλο της 12 Σεπτέμβρη 1865, από τον Current, Old Thab Stevens, 216-217. 0 Greeley επίσης άσκησε κριτική στον Stevens επειδή δεν συμπεριέλαβε σ ' εκείνη την ομιλία στο πολιτικό του πρόγραμμα το ζήτημα της ψήφου, πράγμα που το έκανε στην κατοπινή του, κυρίως φαίνεται υπό την πίεση του Γερουσιαστή Charles Summer της Μασαχουσέτης. Δεν έχω προσπαθήσει να παρου σιάσω διαφορές γνωμών μέσα στις τάξεις των Ριζοσπαστών, αλλά συγκέντρωσα την προσοχή μου στον Stevens ως την πιο επαναστατική μορφή, καθώς επίσης ως τον στρατηγικότερο νου, όταν το κίνημα βρισκόταν στο κορύφωμά του. 66. Current, Old Thad Stevens. 233.
181
για την τελική επικράτηση των νοτίων λευκών γαιοκτημόνων, και των άλλων συμφερόντων ιδιοκτησίας, μπορεί ωστόσο νάναι υπερ βολή.67 Οι ριζοσπάστες δεν είχαν καταφέρει ποτέ ούτε καν να φράξουν τον δρόμο. Η αποτυχία τους, στη στιγμή εκείνη, αποκάλυψε τους περιορισμούς που η αμερικανική κοινωνία επέβαλλε στην επαναστατική τάση. Με την απουσία της δήμευσης και της αναδιανομής της γης, το σύστημα των φυτειών αναζωογονήθηκε μέσω ενός νέου συστή ματος εργασίας. Αρχικά έγιναν προσπάθειες με την ημερομίσθια εργασία. Αυτές απέτυχαν, τουλάχιστον μερικά, γιατί οι Νέγροι έτειναν να εισπράττουν τους μισθούς στους νεκρούς μήνες και να κρύβονται όταν επρόκειτο να συλλέξουν το μπαμπάκι. Έ τσ ι έγινε μια πλατειά στροφή προς το σύστημα συμμετοχής στη σοδειά, πράγμα που έδωσε στους ιδιοκτήτες φυτειών ανώτερη δυνατότητα ελέγχου του εργατικού τους δυναμικού. Η αλλαγή ήταν σημαντική. Ό π ω ς θα δούμε στην πορεία, η συμμετοχή στη σοδειά σε πολλά μέρη της Ασίας είχε καθιερώσει ένα τρόπο απόσπασης πλεονάσμα τος από τους αγρότες μέσω οικονομικών μάλλον παρά πολιτικών μεθόδων, αν και οι δεύτερες είναι συχνά απαραίτητες για να στηρίζουν τις πρώτες. Έ τσ ι είναι διαφωτιστικό όταν βλέπουμε να εμφανίζονται παρόμοιες μορφές στην Αμερική χωρίς την προηγού μενη ύπαρξη αγροτικής τάξης. Ο επαρχιακός έμπορας άλλαξε τοπικά την αμερικανική κατά σταση, αν και παρόμοιες μέθοδοι εφαρμόζονταν επίσης στην Κίνα και αλλού. Ο επαρχιακός έμπορας συχνά ήταν ο μεγάλος κάτοχος φυτειών. Παραχωρώντας είδη μπακαλικής στον πακτωτή και στον επίμορτο, χρεώνοντάς τους με πολύ υψηλότερες τιμές από τις κοινές του λιανικού εμπορίου έλεγχε την εργατική δύναμη. Οι πακτωτές και οι επίμορτοι δεν μπορούσαν να εμπορευτούν με κανένα άλλο κατάστημα, αφού δεν είχαν πίστωση σε κανένα άλλο και, συνήθως, δεν είχαν μετρητά.68 Κ α τ’ αυτόν τον τρόπο οι οικονομικοί δεσμοί υποκατέστησαν εκείνους της δουλείας για πολλούς Νέγρους. Πόση πραγματική βελτίωση, εάν υπήρχε τέ τοια, σήμαινε η αλλαγή, είναι πολύ δύσκολο να πει κανείς. Ό μ ω ς 67. Βλ. την άριστη εξιστόρηση στον Slampp. Reconstruction, 128-130' η παρένθεση από το Nation (Έθνος) βρίσκεται στη σίλ. 130. 68. Βλ. Shannon. American Karmers'Movemenl*. 53 για μια συνοπτική πϊρι γραφή.
182
θάταν λάθος να υποστηρίξουμε ότι οι κάτοχοι των φυτειών ευημερούσαν πολύ κάτω από το καινούργιο σύστημα. Το κύριο αποτέλε σμα φαίνεται ότι ήταν να γίνει ο Νότος, ακόμη περισσότερο, οικονομία της μονοκαλλιέργειας απ ’ όσο πρώτα, καθώς ο τραπεζί της πίεζε τον ιδιοκτήτη της φυτείας και αυτός πίεζε τον ξωμάχο να αυξήσει τη σοδειά που μπορούσε να μετατραπεί γρήγορα σε ρευστό.69 Η πολιτική ανάρρωση προχωρούσε παράλληλα με την οικονο μική, ενισχύοντας η μια την άλλη μάλλον, παρά έχοντας κάποια απλή σχέση αιτίας και αποτελέσματος. Δεν χρειάζεται εδώ να εξιστορήσουμε τις πολιτικές μεταπτώσεις και μεταστροφές των διαδόχων των προπολεμικών ηγετικών ομάδων στο Νότο καθώς αναζητούσαν πολιτική στήριξη, αν και αξίζει να σημειωθεί ότι οι «κατεργάρηδες» — λευκοί δοσίλογοι θα ονομάζονταν σήμερα — περιλάβαιναν πολυάριθμους ιδιοκτήτες φυτείας, έμπορους και ακό μη βιομηχανικούς ηγέτες.70 Έ να σημαντικό ποσοστό βίας, που ίσως αποδοκιμάζοταν από τα καλύτερα στοιχεία μολονότι κι αυτό είναι αμφισβητήσιμο, βοήθησε να «μπουν στη θέση τους» οι Νέγροι και να αποκατασταθεί η ολοκληρωτική υπεροχή των Λευκών.71 Εν τω μεταξύ οι βιομήχανοι και οι άνθρωποι των σιδηροδρόμων επηρέαζαν ολο και περισσότερο τις υποθέσεις των Νοτίων.72 Με μια λέξη, οι μετριοπαθείς επανακτούσαν την εξουσία, το κύρος και την επιρροή στο Νότο, οπως επίσης και στο Βορρά. Είχε μπει το θεμέλιο για μια συμμαχία αυτών πέρα από τα προηγούμενα μέτωπα των μαχών. Τυπικά είχε ολοκληρωθεί στα 1876, όταν οι αμφισβητούμενες εκλογές με υποψήφιους τους Hayes και Tilden διευθετήθηκαν με το να επιτραπεί στον ρεπουμπλικάνο Hayes να αναλάβει το αξίωμα, σε αντάλλαγμα για την εξάλειψη των κατά λοιπων του καθεστώτος κατοχής των Βορείων. Τπό την πίεση των ριζοσπαστικών αγροτών στη Δύση και των ριζοσπαστικών εργα τών στην Ανατολή, το κόμμα του πλούτου, της ιδιοκτησίας και των προνομίων στο Βορρά ήταν έτοιμο να εγκαταλείψει το τελευταίο πρόσχημα ότι υποστήριζε τα δικαιώματα των ακτημόνων και της 69. Randall χαι Donald, Civil War, 549-551. 70. Randall χαι Donald, Civil War, 627-629, σχιαγραφε( αυτές τις μανούβρες. 71. Randall χαι Donald. Civil War, 680-685. 72. Woodward, Reunion and Reaction, 42-43. To χεφ. II Slvci μιας πρώτης τάξης ανάλυση του ίλου προτσές της μετριοπαθούς ανοικοδόμησης.
183
καταπιεσμένης νέγρικης εργατικής τάξης.73 'Οταν οι Νότιοι «γιούνκερς» δεν ήταν πια δουλοκτήτες και είχαν αποκτήσει κάποια χροιά αστών επιχειρηματικών και όταν οι Βόρειοι καπιταλιστές αντιμε τώπιζαν ταραχές από τους ριζοσπάστες, ο κλασ-κός συντηρητικός συνασπισμός ήταν κατορθωτός. Έ τσι ήρθε η θερμιδώρ για να νε κρώσει την «Δεύτερη Αμερικανική Επανάσταση». 5. Η σημασία το υ πολέμου Ή ταν όμως επανάσταση; Ό χ ι βέβαια με την έννοια της λαϊκής εξέγερσης κατά των καταπιεστών. Η εκτίμηση της σημασί ας του Εμφυλίου Πολέμου, η ένταξή της σε μια ιστορία που ακόμη δημιουργείται, είναι τόσο δύσκολη υπόθεση όσο ο προσδιορισμός της αιτίας του και της πορείας του. Μια έννοια της Επανάστασης είναι η βίαιη καταστροφή των πολιτικών θεσμών που επιτρέπουν σε μια κοινωνία να ακολουθήσει μια νέα πορεία. Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, ο βιομηχανικός καπιταλισμός προχώρησε με άλματα. Αυτό ήταν πραγματικά εκείνο που ο Charles Beard είχε στο μυαλό του όταν επινόησε την περίφημη φράση: «Η Δεύτερη Αμερικανική Επανάσταση». Ή ταν όμως η έκρηξη της βιομηχανι κής καπιταλιστικής ανάπτυξης συνέπεια του Εμφυλίου Πολέμου; Και ποιά είναι η συμβολή στην ανθρώπινη ελευθερία, όταν όλοι, ακόμη και οι πιο συντηρητικοί, αναφέρονται στη λέξη επανάσταση; Η ιστορία της 14ης Νομοθετικής Τροποποίησης (Fourteenth Amendment) που απαγορεύει στις πολιτείες να αποστερήσουν από κάθε άτομο τη ζωή, την ελευθερία ή την ιδιοκτησία, συνοψίζει την αμφιβολία σ ’ αυτό το ζήτημα. Ό π ω ς γνωρίζει κάθε μορφωμέ νο πρόσωπο, η 14η Τροποποίηση συνέβαλε ελάχιστα στην προ στασία των Νέγρων και τεράστια στην προστασία των εταιριών. Η θέση του Beard, ότι τέτοια ήταν η αρχική πρόθεση εκείνων που σχεδίασαν την τροποποίηση, έχει απορριφτεί από μερικούς.74 Αυτό καθ ’ εαυτό το ζήτημα είναι ασήμαντο. Για τις συνέπειες δεν υπάρ χει αμφιβολία. Τελικά ο τρόπος που ο καθένας εκτιμά τον Εμφύλιο Πόλεμο εξαρτάται από την εκτίμηση της ελευθερίας στη σύγχρονη αμερικανική κοινωνία και από τη σχέση μεταξύ των θεσμών του 73. Woodward, Reunion and Reaction. 36-37. 74. Randall χαι Donald, Gvil War, 583. BX. titUrrfi 783-784 για μια ιπισχύτπ)ση της φιλολογίας.
184
προχωρημένου βιομηχανικού καπιταλισμού και του Εμφυλίου Πο λέμου. Ακόμα κι ένα ολόκληρο βιβλίο δύσκολα θα χρησίμευε για να αποδείξει τις θέσεις αυτές. Δεν θα κάνω τίποτα περισσότερο από το να προσπαθήσω να σκιαγραφήσω μερικές από τις πιο σημαντι κές πλευρές. Ορισμένες πολύ σημαντικές πολιτικές αλλαγές συνοδεύουν και ακολουθούν τη νίκη των Βορείων. Μπορούν να συνοψιστούν στην παρατήρηση ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έγινε προπύργιο της ιδιοκτησίας, κυρίως της μεγάλης ιδιοκτησίας, και παράγοντας που συντέλεσε στην πραγματοποίηση της βιβλικής ρήσης «να δοθεί σ ’ αυτόν που έχει». Το πρώτο καθήκον ήταν η διαφύλαξη της ίδιας της ένωσης, που σήμαινε, καθώς η Δύση αποικίσθηκε ολόκληρη μετά τον πόλεμο, μια από τις μεγαλύτερες εσωτερικές αγορές του κόσμου. ' Ηταν επίσης μια αγορά προστατευμένη από τους υψηλό τερους δασμούς που καταγράφονται στην ιστορία του Έθνους.75 Χάρη στη 14η Τροποποίηση η ιδιοκτησία απολάβαινε προστασία απέναντι στις πολιτειακές κυβερνήσεις που είχαν ανεπιθύμητες αξιώσεις α π ’ αυτή. Παρόμοια το νόμισμα λειτουργούσε σε γερές βάσεις, περνώντας μέσω του εθνικού τραπεζικού συστήματος και της ανάληψης των ειδικών πληρωμών. Εάν τα μέτρα αυτά έβλαψαν τους δυτικούς κτηματίες, τόσο πολύ όσο υποθέσανε κάποτε, είναι αμφίβολο. Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτοί τα πήγαιναν καλά κατά τη διάρκεια του πολέμου και για λίγο χρόνο μετά.76 Οπωσδήποτε αποζημιώθηκαν κάπως με το άνοιγμα των δημοσίων κτήσεων στη Δύση (Νόμος του 1862 για την εγκατάσταση των αποίκων), αν και σ ’ αυτό ακριβώς το ζήτημα είναι που η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έγινε πράκτορας της βιβλικής ρήσης που μόλις αναφέραμε. Οι σιδηρόδρομοι πήραν τεράστιες παροχές και επίσης η διάθεση των δημοσίων κτήσεων σχημάτισε τη βάση των μεγάλων περιουσιών με την ξυλεία και τα ορυχεία. Τελικά, σαν αποζημίωση προς τη βιομηχανία που μπορούσε να έχανε εργάτες κατ ’ αυτόν τον τρόπο, 75. Το Δασμολόγιο του Morrill του 1861, ήταν η αρχή μιας απότομης ανόδου των δασμών. ' Υψωσι τον μέσο δασμό από 20% της αξίας σε 47%, περισσότερο από δυό φορές δηλαδή α π ’ το επίπεδο του 1860. Προορισμένο αρχικά να υψώσει τα κρατικά έσοδα κατά τον πόλεμο, εγκαθίδρυσε τον προστατευτισμό στην αμερικανι κή οικονομική πολιτιχή. Οι Νόμοι του 1883, 1890, 1894 και 1897 παραχωρούσαν ακόμη μεγαλύτερη προστασία. Βλ. Davis και άλλους, American Economic History, 322-323. 76. Sharkey, Money, Class, and Party, 284-285, 303.
185
η ομοσπονδιακή κυβέρνηση συνέχισε να κρατάει ανοιχτές τις πόρτες στην μετανάστευση (Νόμοι για τη μετανάστευση του 1864). Ό π ω ς το τοποθετεί ο Beard, «όλα όσα προσπάθησαν να πετύχουν δυό γενιές Ομοσπονδιακών και Ουίγων είχαν κερδηθεί μέσα σε τέσσερα σύντομα χρόνια και μάλιστα ακόμη περισσότε ρα»77. «Τέσσερα σύντομα χρόνια» είναι θεωρητική υπερβολή. Με ρικά από τα μέτρα αυτά αποτελούσαν επίσης τμήμα της Ανα συγκρότησης (1865-1876), και η ανάληψη των ειδικών πληρωμών δεν έγινε μέχρι το 1879. Αυτό όμως είναι μικρολεπτομέρεια, αφού η Ανασυγκρότηση αποτελούσε οριστικά μέρος του όλου αγώνα. Εάν κανείς ανατρέξει στο παρελθόν και συγκρίνει τι συνέβει με το πρόγραμμα των ιδιοκτητών των φυτειών του 1860: ομοσπονδιακή ενίσχυση της δουλείας, όχι υψηλοί προστατευτικοί δασμοί, όχι επιχορηγήσεις ούτε υψηλοί φόροι για τη δημιουργία εσωτερικών βελτιώσεων, όχι εθνικό τραπεζικό και νομισματικό σύστημα,78 τότε η άποψη ότι η έκβαση του πολέμου ήταν μια νίκη του βιομηχανικού καπιταλισμού πάνω στην τροχοπέδη της οικονομίας των φυτειών, μια νίκη που χρειάστηκε για να ολοκληρωθεί αίμα και σίδερο, γίνεται πραγματικά πολύ πειστική. Ό τα ν όμως ξανασκεφτούμε το ζήτημα μπορεί να πάψουμε να είμαστε τόσο σίγουροι. Αξίζει να σημειωθεί ότι η θέση του Beard είναι πολύ αμφίσημη. Αφού εξιστορεί τις νίκες του βόρειου καπι ταλισμού, που μόλις συνοψίσαμε παραπάνω, παρατηρεί: «Τα κύρια οικονομικά αποτελέσματα της Δεύτερης Αμερικανικής Επα νάστασης που σημειώσαμε μέχρι τώρα, θα μπορούσαν να είχαν διατηρηθεί εάν δεν είχε συμβεί ένοπλη σύγκρουση...»79 Ό μ ω ς οι απόψεις του Beard δεν αμφισβητούνται παρά στο βαθμό που τα προκλητικά γραφτά ενός πρώτης τάξης ιστορικού ρίχνουν φως στα ζητήματα αυτά. Τρία συναφή επιχειρήματα μπορούν να προσκομι στούν για να αμφισβητήσουμε τη θέση ότι ο Εμφύλιος Πόλεμος ήταν επαναστατική νίκη για τη βιομηχανική καπιταλιστική δημο κρατία και αναγκαίος για τη νίκη αυτή. Πρώτα, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι δεν υπάρχει πραγματικός δεσμός μεταξύ 77. Beard και Beard. American Civilization II. 105 βλ. σελ. 105-115 για μια επισκόπηση των μέτρων που συνοψίσαμε παραπάνω. Επίσης Hacker. Triumph of American Capitalism. 385-379, για μια παρόμοια και από μερικές απόψεις πιο συνοπτική ανάλυση. 78. Beard και Beard. American Civilization II, 29. 79. Beard και Beard. American Civilization, II, 115.
186
του Εμφυλίου Πολέμου και της συνακόλουθης νίκης του βιομηχανι κού καπιταλισμού. Το να επιχειρηματολογήσουμε υπέρ του δεσμού αυτού σημαίνει να πέσουμε θύματα του σφάλματος του post hoc, ergo propter hoc («Το σόφισμα που συνίσταται στο να συμπεραί νουμε ότι υπάρχει μια αιτιακή σύνδεση μεταξύ δύο γεγονότων, από το μόνο γεγονός ότι το ένα συνέβει έπειτα από το άλλο» βλ. λεξ. Lalande σελ. 1272 Σ.τ.Μ .). Δεύτερο, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι οι αλλαγές αυτές πραγματοποιήθηκαν από μόνες τους μέσα από το συνηθισμένο προτσές της οικονομικής ανάπτυξης και δεν χρειαζόταν κανένας εμφύλιος πόλεμος για να τις πραγματο ποιήσει.80 Τελικά, θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει κανείς, στη βάση της μαρτυρίας που συζητήθηκε προηγούμενα διεξοδικά στο κεφάλαιο αυτό, ότι οι οικονομίες του Βορρά και του Νότου δεν βρίσκονταν πραγματικά σε σοβαρό ανταγωνισμό μεταξύ τους: Στην καλύτερη περίπτωση ήταν συμπληρωματικές, στη χειρότερη απότυχαν να συνδεθούν μεταξύ τους εξαιτίας τυχαίων περιστάσε ων, όπως το γεγονός ότι ο Νότος πουλούσε πολύ από το μπαμπά κι του στην Αγγλία. Ό λ α αυτά τα επιχειρήματα θα έπαιρναν αποτελεσματική απάντηση, μόνο εάν ήταν δυνατό να δείξει κανείς ότι η κοινωνία του Νότου, κυριαρχούμενη από τη φυτεία, αποτελούσε ένα απαγο ρευτικό εμπόδιο για την εγκαθίδρυση της βιομηχανικής καπιταλι στικής δημοκρατίας. Οι ενδείξεις που υπάρχουν φανερώνουν ότι η δουλεία των φυτειών ήταν εμπόδιο για τη δημοκρατία, τουλάχιστο για κάθε ιδέα της δημοκρατίας που περικλείει τους στόχους της ανθρώπινης ισότητας, έστω και την περιορισμένη μορφή της ισότητας των ευκαιριών, και της ανθρώπινης ελευθερίας. Αντίθετα δεν δείχνουν καθόλου ότι η δουλεία των φυτειών αποτελούσε εμπόδιο για τον βιομηχανικό καπιταλισμό σαν τέτοιον. Και η συγκριτική αναφορά δείχνει σαφώς ότι ο βιομηχανικός καπιταλι σμός μπορεί να εγκαθιδρυθεί σε κοινωνίες που δεν διακηρύττουν αυτούς τους στόχους ή, για να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί, όπου οι στόχοι αυτοί δεν είναι τίποτα περισσότερο από κάποιο δευτε80. Cochran, "Did the Civil War Retard Industrialization?” 148-160, μου φαίνιται παραλλαγή της άποψης αυτής χαι των προηγοΰμτνων επιχειρημάτων. Διν την βρίσχω πειστική, γιατί απλώς δείχνει, μι βάση τη στατιστική, άτι ο Εμφύλιος Πόλεμος προσωρινά διέκοψε την βιομηχανική ανάπτυξη. Μόνον επιτροχάδην και εξωτεριχά αγγίζει το πρόβλημα των βιομηχανικών αλλαγών που (εγώ) νομίζω ότι αποτελούν το κέντρο του προβλήματος.
187
ρεύον ρεύμα. Η Γερμανία και η Ιαπωνία πριν το 1945 είναι οι κύριες αποδείξεις της θέσης αυτής. Μια φορά ακόμη η έρευνα μας οδηγεί πίσω σε πολιτικά ζητήματα και τους ανταγωνισμούς μεταξύ δύο διαφορετικών ειδών πολιτισμών: από τη μια του Νότου, και από την άλλη του Βορρά και της Δύσης. Τα αγροτικά συστήματα που καταδυναστεύουν την εργασία, και ιδιαίτερα η δουλεία των φυτειών, είναι πολιτικά εμπόδια σ ’ ένα ιδιαίτερο είδος καπιταλισμού, σ ’ ένα ειδικό ιστορι κό στάδιο: ανταγωνιστικό δημοκρατικό καπιταλισμό πρέπει να τον αποκαλέσουμε, λόγω της έλλειψης ακριβέστερου όρου. Η δουλεία ήταν απειλή και εμπόδιο σε μια κοινωνία που πραγματικά ήταν ο κληρονόμος της Πουριτανικής, Αμερικανικής και Γαλλικής Επα νάστασης. Η Νότια κοινωνία βασιζόταν στον κληρονομικό προσ διορισμό της ανθρώπινης αξίας. Ό π ω ς στη Δύση, ο Βορράς, αν και βρισκόταν στο προτσές της αλλαγής, πρέσβευε ακόμα τις ιδέες της ισότητας των ευκαιριών. Και στις δύο περιοχές οι ιδέες ήταν αντα νακλάσεις των οικονομικών δομών, που τους έδωσαν πολλή από την ακτινοβολία και τη δύναμή τους. Μέσα στην ίδια πολιτική ενό τητα ήταν, νομίζω, φύσει αδύνατο να εγκαθιδρυθούν πολιτικοί και κοινωνικοί θεσμοί που να ικανοποιούσαν και τις δυό. Εάν ο γεω γραφικός διαχωρισμός ήταν πολύ μεγαλύτερος, αν π.χ. ο Νότος ή ταν μια αποικία, το πρόβλημα κατά πάσαν πιθανότητα θα ήταν σχετικά απλό να λυθεί τότε σε βάρος των Νέγρων. Το ότι η νίκη του Βορρά, έστω και με όλες τις αμφιλεγόμενες συνέπειές της, ήταν μια πολιτική νίκη για την ελευθερία σε σύγκριση με το τι θα ήταν μια νίκη του Νότου, φαίνεται αρκετά καθαρά ώστε να μην απαιτεί εκτεταμένη.ανάλυση. Χρειάζεται να σκεφτούμε μονάχα τι θα είχε συμβεί εάν το σύστημα των φυτειών του Νότου ήταν ικανό να εγκαθιδρυθεί στη Δύση κατά τα μέσα του 19ου αιώνα και να περικυκλώσει τις βορειοανατολικές πολιτείες. Στην περίπτωση αυτή οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν στη θέση μερικών υπανάπτυκτων χωρών σήμερα, με μια οικονομία λατιφουντίων, μια κυρίαρχη αντιδημοκρατική αριστοκρατία, και μια αδύνατη και εξαρτημένη εμπορική τάξη, ανίκανη και χωρίς θέληση να προχωρήσει σε μια πολιτική δημοκρατία. Χοντρικά, τέτοια ήταν η ρωσική περίπτωση, αν και με μικρότερη εμπορική έμφαση στη γεωργία της στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Μια ριζοσπα στική έκρηξη ή μια παρατεταμένη περίοδος ημιαντιδραστικής δικτατορίας θα ήταν πολύ πιο πιθανή από μια σταθερή πολιτική 188
δημοκρατία, με όλα τα μειονεκτήματα της και τις ανεπάρκειες. Η συντριβή της δουλείας ήταν ένα αποφασιστικό βήμα, μια πράξη τουλάχιστο εξίσου σημαντική όσο η συντριβή της απόλυτης μοναρχίας στον Αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο και τη Γαλλική Επανά σταση, ένα ουσιαστικό προαπαιτούμενο για παραπέρα προόδους. Ό π ω ς σ ’ αυτές τις βίαιες ανατροπές, τα βασικά επιτεύγματα στον Εμφύλιο Πόλεμο ήταν πολιτικά με τη πλατειά σημασία του όρους. Οι κατοπινές γενεές στην Αμερική επρόκειτο να αποπειρα θούν να δώσουν οικονομικό περιεχόμενο στο πολιτικό πλαίσιο, να ανυψώσουν το επίπεδο του λαού σε κάποια ιδέα ανθρώπινης αξιοπρέπειας, δίνοντάς του τα υλικά μέσα για να αποφασίζει τη τύχη του. Οι συνακόλουθες επαναστάσεις στη Ρωσία και Κίνα είχαν τον ίδιο σκοπό, έστω και αν σε μεγάλο βαθμό τα μέσα εξαφάνισαν και διέστρεψαν τους σκοπούς. Μέσα σ ’ αυτό το πλαί σιο, πιστεύω, πρέπει να τοποθετηθεί ο Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος για να εκτιμηθεί κατάλληλα. Το ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση βρισκόταν έξω από την επιχείρηση για την ενίσχυση της δουλείας δεν ήταν μικρή υπόθεση. Είναι εύκολο να φανταστούμε τις δυσκολίες που θα είχε αντιμετω πίσει η οργανωμένη εργασία, για παράδειγμα, στη προσπάθειά της να πετύχει νομική και πολιτική αποδοχή στα επόμενα χρόνια, εάν δεν είχε σαρωθεί το εμπόδιο αυτό. Στην έκταση που οι επόμενες κινήσεις, για την επέκταση των συνόρων και του νοήματος της ελευθερίας, αντιμετώπισαν εμπόδια από το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου κι έπειτα, αυτό έγινε σε μεγάλο βαθμό λόγω του ανολο κλήρωτου χαρακτήρα της νίκης που κατακτήθηκε στα 1865 και των συνακόλουθων τάσεων για ένα συντηρητικό συνασπισμό μετα ξύ των συμφερόντων της ιδιοκτησίας στο Βορρά και στο Νότο. Αυ τή η ατέλεια ενσωματώθηκε στη δομή του βιομηχανικού καπιταλι σμού. Η παλιά καταπίεση επανήλθε σε μεγάλο βαθμό στο Νότο με καινούργιες και πιο καθαρά οικονομικές μορφές, ενώ νέες μορφές εμφανίστηκαν εκεί και στο υπόλοιπο των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς ο βιομηχανικός καπιταλισμός αναπτυσσόταν και απλωνό ταν. Εάν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν ενδιαφερόταν πια να επιβάλει τους νόμους για τη φυγή των δούλων, συναινούσε ή λειτουργούσε ως όργανο νέων μορφών καταπίεσης. Σ ’ ότι αφορά τους Νέγρους, μόνο σε εντελώς πρόσφατα χρόνια έχει αρχίσει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση να κινείται πρός την αντίθετη κατεύθυνση. Καθώς γράφονται οι γραμμές αυτές, έχει 189
φουντώσει στις Ηνωμένες Πολιτείες ένας οξύτατος αγώνας για τα πολιτικά δικαιώματα των Νέγρων, ενας αγώνας που πιθανώς θα έχει διακυμάνσεις στα προσεχή χρόνια. Είναι ένας αγώνας που αφορά πολύ περισσότερους από τους ίδιους τους Νέγρους. Λόγω των ιδιομορφιών της αμερικανικής ιστορίας, ο κεντρικός πυρήνας της κατώτερης τάξης της Αμερικής είναι οι άνθρωποι με μαύρο δέρμα. Ως το μόνο μεγάλο τμήμα της αμερικανικής κοινωνίας με δραστήριους υποπρονομιούχους, οι Νέγροι, προς το παρόν, είναι σχεδόν η μοναδική πηγή για τη στρατολόγηση ανθρώπων που θα προσπαθήσουν ν ’ αλλάξουν την πιο ισχυρή καπιταλιστική δημο κρατία στο κόσμο. Εάν η δύναμη αυτή θα καταλήξει κάπου, εάν θα διασπαστεί και θα εξατμιστεί ή θα συμπράξει με άλλους δυσαρεστημένους για να επιτευχθούν σημαντικά αποτελέσματα, είναι μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Κατά βάση, ο αγώνας των Νέγρων και των λευκών συμμάχων τους αφορά ταυτόχρονα την ικανότητα της καπιταλιστικής δημο κρατίας να εκπληρώσει τις ευγενικές διακηρύξεις της, κάτι που καμιά κοινωνία δεν έχει κάμει ποτέ. Εδώ πλησιάζουμε στην έσχα τη αμφιλογία που επικρατεί στην εκτίμηση και ερμηνεία του Εμ φυλίου Πολέμου. Είναι κάτι που επαναλαμβάνεται στην πορεία της Ιστορίας. Είναι κάτι περισσότερο από σύμπτωση το γεγονός ότι δύο διάσημοι πολιτικοί ηγέτες ελεύθερων κοινωνιών αποφάσι σαν να εκφράσουν τις ιδέες τους σε λόγους προς τιμήν αυτών που έπεσαν, παρόλο που χωρίζονται χρονικά από δυό χιλιάδες χρόνια. Για το κριτικό ιστορικό, και ο Περικλής και ο Λίνκολν ήταν αμφιλεγόμενες μορφές, εφ* όσον συγκρίνει αυτό που έκαμαν και αυτό που συνέβει, με το τι είπαν και σίγουρα ελπίσανε. Η διαμάχη γύρω από το τι εξέφραζαν δεν έχει τελειώσει και μπορεί να μη τελειώσει μέχρις ότου το ανθρώπινο γένος πάψει να κατοικεί στη γη. Καθώς διεισδύει κανείς όλο και βαθύτερα για να λύσει τα διφορούμενα της ιστορίας, τελικά τα βρίσκει στον εαυτό του και τους συνανθρώπους του, καθώς επίσης και στα υποτιθέμενα νεκρά γεγονότα της ιστορίας. Βρισκόμαστε αναπόφευκτα στη μέση της παλίρροιας και της άμπωτης των γεγονότων αυτών και παίζουμε κάποιο ρόλο, αδιάφορο πόσο μικρό και ασήμαντο σαν άτομα σ ’ αυτό που το παρελθόν θα καταλήξει να σημαίνει για το μέλλον.
190
Μ ΕΡΟΣ ΔΕΤΤ ΕΡΟ
Τρεις Δρόμοι προς το Σύγχρονο Κόσμο στην Ασία
ΣΗΜ ΕΙΩΣΗ
Προβλήματα στη Σύγκριση των Ευρωπαϊκών και Ασιατικών Πολιτικών Διαδικασιών
Υπήρχε μια εποχή, στο πρόσφατο παρελθόν ακόμα, όπου πολλοί ευφυείς διανοητές πίστευαν ότι υπήρχε μονάχα μια βασική πορεία προς το κόσμο της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας, μια πορεία που οδηγούσε στον καπιταλισμό και την πολιτική δημοκρα τία. Η εμπειρία των τελευταίων πενήντα χρόνων κατέρριψε την αντίληψη αυτή, αν και έντονα ίχνη μιας μονογραμμικής ιδέας παραμένουν, όχι μόνο στη μαρξιστική θεωρία, αλλ ’ επίσης και σε μερικά γραφτά δυτικών για την οικονομική ανάπτυξη. Η δυτική δημοκρατία είναι μόνο ένα αποτέλεσμα, και μάλιστα ένα αποτέλε σμα που προέκυψε από ειδικές ιστορικές περιστάσεις. Οι επανα στάσεις και οι εμφύλιοι πόλεμοι που συζητήθηκαν στα τρία προηγούμενα κεφάλαια, αποτέλεσαν σημαντικό τμήμα της διαδι κασίας που οδήγησε στη φιλελεύθερη δημοκρατία. Ό π ω ς ήδη έχουμε δει, υπήρχαν έντονες αποκλίσεις μέσα στην ίδια γενική γραμμή εξέλιξης που οδήγησε στη καπιταλιστική δημοκρατία σε Αγγλία, Γαλλία, και Ηνωμένες Πολιτείες. Ό μ ω ς υπάρχουν πολύ μεγαλύτερες διαφορές από εκείνες που υπάρχουν μέσα στη δημο κρατική οικογένεια. Η γερμανική ιστορία αποκαλύπτει ένα τύπο ανάπτυξης που κορυφώθηκε στο φασισμό, η ρωσική ιστορία ένα τρίτο. Η δυνατότητα μιας τελικής σύγκλισης μεταξύ των τριών τύπων δεν είναι κάτι που μπορεί ν ’ αποκλεισθεί αβασάνιστα. Βέβαια υπάρχουν μερικές απόψεις, από τις οποίες όλες οι βιομηχα νικές κοινωνίες μοιάζουν μεταξύ τους και διαφέρουν από τις αγρο τικές κοινωνίες. Πάντως, εάν πάρουμε την έβδομη δεκαετία του 20ου αιώνα σαν σκοπιά για τη θεώρησή μας, αναγνωρίζοντας πάντα ότι, όπως όλες οι οπτικές γωνίες έτσι κι αυτή, παίρνεται αυθαίρετα, τότε προκύπτει η μερική αλήθεια ότι λειτουργεί και ο μη δημοκρατικός, ακόμα και ο αντιδημοκρατικός εκσυγχρονισμός. 193
Για λόγους που θα γίνουν πιο σαφείς στα επόμενα κεφάλαια, ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να είναι λιγότερο αληθινός για μορφές εκσυγχρονισμού που κορυφώνονται στο φασισμό και στον κομουνι σμό. Αυτό παραμένει να το δούμε και δεν μας αφορά εδω. Αυτό που είναι πέρα απο κάθε αμφιβολία, είναι ότι με πολύ διαφορετικά μέσα και η Γ ερμανία και η Ρωσία κατόρθωσαν να γίνουν ισχυρά βιομηχανικά κράτη. Κάτω από την πρωσική ηγεσία η Γ ερμανία κατάφερε να πραγματοποιήσει στον 19ο αιώνα μια βιομηχανική επανάσταση από τα πάνω. Η όποια τάση υπήρχε προς μια αστική επανάσταση — και 6,τι ήταν επαναστατικό δεν ήταν αστικό — εξέλειψε στα 1848. Ακόμα η ήττα του 1918 άφησε ουσιαστικά χαρακτηριστικά του προβιομηχανικού κοινωνικού συστήματος ανέ παφα. Το τελικό, αν όχι αναπόφευκτο, αποτέλεσμα ήταν ο φασι σμός. Στη Ρωσία η τάση προς τον εκσυγχρονισμό πριν το 1914 ήταν πολύ πιο λίγο αποτελεσματική. Εκεί, όπως ο καθένας γνωρί ζει, μια επανάσταση, της οποίος η κύρια καταλυτική δύναμη προήλθε από τους αγρότες, κατέστρεψε τις παλιές άρχουσες τά ξεις, που ακόμα, αργά μέχρι το 1917, ήταν κυρίως αγροτικές, για να ανοίξουν το δρόμο στην κομμουνιστική παραλλαγή μιας βιομη χανικής επανάστασης από τα πάνω. Ό λ α αυτά τα γνωστά γεγονότα εξυπηρετούν την προσπάθεια να προβάλουν την άποψη πως λέξεις όπως δημοκρατία, φασισμός, κομμουνισμός (και επίσης δικτατορία, ολοκληρωτισμός, φεουδα λισμός, γραφειοκρατία) προέκυψαν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ιστορίας. Μπορούν να εφαρμοστούν στους ασιατικούς πολιτικούς θεσμούς χωρίς να διαστρεβλωθούν και να γίνουν αγνώριστες; Τη στιγμή αυτή δεν είναι απαραίτητο να πάρουμε θέση στο γενικό ερώτημα εάν είναι δυνατό ή όχι να μεταφέρονται ιστορικοί όροι από ένα πλαίσιο και μια χώρα σ ’ ένα άλλο, ανεξάρτητα από τη παρατήρηση ότι χωρίς κάποιο βαθμό μεταφερσιμότητας, η ιστορι κή συζήτηση διασπάται σε μια άχρηστη περιγραφή άσχετων επει σοδίων. Σε αυστηρό φιλοσοφικό πεδίο τα ερωτήματα αυτά είναι ά γονα και άλυτα, και οδηγούν μονάχα σε κουραστικά λογοπαίγνια σαν υποκατάστατο της προσπάθειας να δει κανείς τι συνέβει πραγ ματικά. Μου φαίνεται ότι υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια για να κάνουμε διάκριση ανάμεσα σε επιφανειακές και ουσιαστικές ιστο ρικές ομοιότητες, και μπορεί να είναι χρήσιμο να πούμε μερικές λέξεις γ ι ’ αυτές. Επιφανειακές και συμπτωματικές ομοιότητες είναι εκείνες 194
που δεν συνδέονται με άλλα σημαντικά γεγονότα ή που οδηγούν σε παρανόηση της πραγματικής κατάστασης. Για παράδειγμα, ένας συγγραφέας που θα εύρισκε ομοιότητες στα πολιτικά στύλ του στρατηγού Ντε Γκώλ και του Λουδοβίκου XIV — ας πούμε την αυστηρή επιβολή του εθιμοτυπικού σεβασμού — θα αναφερόταν σε παραπλανητικά μικροπράγματα, εάν το έκανε σαν κάτι περισσότε ρο από αστείο. Οι διαφορετικές κοινωνικές βάσεις της εξουσίας τους, οι διάφορες μεταξύ της γαλλικής κοινωνίας του 17ου και 20ου αιώνα, είναι πολύ πιο σημαντικές απ ’ αυτές τις επιφανειακές ομοιότητες.1 Από το άλλο μέρος, εαν βρούμε ότι και στη Γ ερμανία και στην Ιαπωνία πριν το 1945 υπήρχε μια ολόκληρη σειρά τυχαία σχετιζομένων θεσμικών πρακτικών, των οποίων η δομή και η προέλευση είναι όμοιες, δικαιολογούμαστε να ονομάζουμε αυτή τη σύνθετη μονάδα με το όνομα του φασισμού και στις δυό περιπτώ σεις. Το ίδιο είναι αληθινό για τη δημοικρατία και το κομμουνισμό. Η φύση των δεσμών πρέπει να προσδιοριστεί με την εμπειρική έρευνα. Είναι πολύ πιθανό ότι από μόνα τους τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά που συγκροτούν το κομμουνισμό, φασισμό ή την κοινοβουλευτική δημοκρατία αδυνατούν να δώσουν μια επαρκή εξήγηση των κύριων πολιτικών χαρακτηριστικών της Κίνας, Ια πωνίας και Ινδίας. Ειδικοί κρίκοι της ιστορικής αιτιακής αλληλου χίας, που δεν ταιριάζουν σε κανένα αναγνωρίσιμο σύνολο συμβάν των, μπορεί να έχουν ουσιαστικό μερίδιο στο ερμηνευτικό βάρος. Τέτοια είναι η περίπτωση στη μελέτη των δυτικών κοινωνιών δεν υπάρχει λόγος να περιμένουμε να είναι διαφορετικά τα πράγματα καθώς στρεφόμαστε προς την Ασία.
1. Εάν ήταν δυνατό να δειχτεί ότι οι ομοιότητες μεταξύ του Ντε Γκώλ χαι του Λοδοβίχου XIV ήταν πράγματι συμπτώματα χαι επακόλουθα ενός βαθύτερου χαι πιο σημαντιχού δεσμού. Θα έπαυαν να είναι επιφανειακές. Δε μπορεί κανείς να αποκλείσει από πριν τη δυνατότητα τέτοιων ανακαλύψεων. Οι γλωσσικές παρα δρομές φαίνονταν μηδαμινές ώσπου ο Φρόυντ αποκάλυψε το δεσμό τους με σοβαρά ανθρώπινα ζητήματα. Αχόμα μια φορά είναι αναγκαίο να τονίσουμε ότι τέτοια ζητήματα μπορούν να διευθετηθούν μόνο μέσα απ ’ τη μελέτη των γεγονότων.
195
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Η Παρακμή της Αυτοκρατορικής Κίνας κπ· η Πμοίλευση της Κομμουνιστικής Παραλλαγήσ
1.
Οι ανώτερες τάξεις και το αυτοκρατορικό σύστημα
Πριν πολλά, πολλά χρόνια υπήρχε στη Κίνα μια σχολή φιλο σόφων, των οποίων οι δοξασίες αναζητούσαν κάποια «αποκατά σταση των ονομάτων». Προφανώς πίστευαν ότι η αρχή της πολι τικής και κοινωνικής σοφίας ήταν να ονομάζονται τα πράγματα με τα σωστά τους ονόματα. Εκείνοι που μελετούν τη Κίνα σήμερα βρίσκονται μπροστά σ ’ ένα παρόμοιο καθήκον. Τ α ονόματα για τα οποία φιλονεικούν είναι λέξεις όπως «μικροαριστοκρατία», «φεου δαλισμός» και «γραφειοκρατία». Αυτό που κρύβεται πίσω α π ’ αυτή τη συζήτηση της ορολογίας είναι το κρίσιμο σημείο με το οποίο πρέπει να αρχίσει η έρευνά μας: Πώς συνδέονταν με τη γη οι ανώτερες τάξεις σ ’ αυτή την κοινωνία, όπου η συντριπτική πλειο ψηφία ήταν καλλιεργητές; Η δύναμή τους και η εξουσία τους στη ριζόταν τελικά στον έλεγχο της γαιοκτησίας ή ήταν ένα προϊόν των γραφειοκρατικών τους πόστων που ήταν σχεδόν μονοπωλιακά; Εάν ήταν συνδυασμός των δύο, ποιά ήταν η φύση αυτού του συνδυα σμού; Επειδή το ζήτημα αυτό έχει άμεσες επιπτώσεις στο πολιτι κό πλέγμα εκείνης της εποχής, θάναι καλό να τις φέρουμε στην επιφάνεια, με την ελπίδα ότι διευκολύνεται μια ακριβής κατανόηση του τρόπου που πραγματικά λειτουργούσε η αυτοκρατορική Κίνα. Μερικοί δυτικοί μελετητές τονίζουν το γραφειοκρατικό χαρα κτήρα της κινέζικης αυτοκρατορίας και παρασιωπούν το δεσμό μεταξύ της αυτοκρατορικής υπηρεσίας και της γαιοκτησίας. Μια τέτοια ερμηνεία εξυπηρετεί το διπλό σκοπό να δώσει έδαφος αφ’ ενός για να ασκηθεί κριτική στη μαρξιστική αντίληψη ότι η πολιτική εξουσία πηγάζει από την οικονομική εξουσία, και αφ’ ετέρου για να ασκηθεί κριτική στα σύγχρονα κομμουνιστικά κράτη 1%
θεωρώντας τα σαν πισωγύρισμα σε μια μορφή δήθεν ανατολικού δεσποτισμού.1 Οι μαρξιστές και ειδικά οι κινέζοι κομμουνιστές από το άλλο μέρος, πραγματεύονται την αυτοκρατορική περίοδο και ακόμα την περίοδο του Κουόμιταγκ σαν μια μορφή φεουδαλι σμού, εννοώντας μια κοινωνία στην οποία το μεγαλύτερο μέρος της γης κατέχεται από γαιοκτήμονες των οποίων το κύριο εισόδημα προέρχεται από τα νοίκια.2 Δίνοντας μικρή έμφαση στον γραφει οκρατικό της χαρακτήρα, οι μαρξιστές παρασιωπούν ασύμφορες ομοιότητες με δικές τους πρακτικές. Ο φεουδαλισμός, αν όχι τίπ ο τ’ άλλο, είναι ακόμα λιγότερο επαρκής χαρακτηρισμός από την γραφειοκρατία. Δεν υπήρχε σύστημα δουλείας στην αυτοκρα τορική Κίνα, ενώ υπήρχαν μόνο πολύ περιορισμένες παραχωρήσεις γης σ ’ αντάλλαγμα για στρατιωτικές υπηρεσίες. Παρ’ όλα αυτά η μαρξιστική έμφαση της αριστοκρατικής γαιοκτησίας δικαιώνεται πλήρως, όπως θα δούμε. Με λίγα λόγια μου φαίνεται ότι οι δυτικοί λόγιοι αγωνίζονται απελπισμένα ν ’ αρνηθούν το δεσμό μεταξύ γαιοκτησίας και πολιτικού αξιώματος, ενώ οι μαρξιστές προσπαθούν εξ ίσου απελπισμένα να αποκαταστήσουν έναν τέτοιο δεσμό. Τί ήταν λοιπόν ο δεσμός αυτός; Ποιά ήταν τα αποφασιστικά χαρακτηριστικά της κινέζικης κοινωνίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας μεγάλης δυναστείας των Μαντσού (1644-1911); Πώς ενσωματώθηκαν τα δομικά αυτά χαρακτηριστικά στην επακόλουθη ανάπτυξη της Κίνας που κορυφώθηκε στα μισά του 20ου αιώνα με την κομμουνιστική νίκη; Ποιά χαρακτηριστικά της κινέζικης γαιο κτημονικής ανώτερης τάξης μας βοηθούν να αναζητήσουμε την απουσία οποιασδήποτε ισχυρής τάσης προς την κοινοβουλευτική δημοκρατία, καθώς κατέρρεε το αυτοκρατορικό σύστημα; 1. Η πιο γνωστή απόδοση της θέσης αυτής είναι το Oriental Despotism του Willfogel. 2. Δεν έχω δει ο ίδιος τις Κινέζικες κομμουνιστικές ιστορικές πραγματεί ες. Για μια επισκόπηση βλ. Keuerwerker, Xhima's History in Marxian Dress», 323-353. Τις ρωσικές πηγές σ ’ αυτί το πρόβλημα που πρόεκυψε εδώ τις βρήκα απογοητευτικές. Για την περίοδο των Μαντσού δε/ κατόρθωσα να ανακαλύψω οποιαδήποτε σοβαρή έρευνα, εκτός από μερικά πρόσφατα άρθρα που παρατίθενται παρακάτω. Για την περίοδο 1911-1949 που εξετάζεται από λιγότερο κοντά, οι ρωσικές μελέτες δεν δίνουν καμιά ένδειξη ότι ήταν λιγότερο ξεχομμένη α π ' ότι συνέβαινε στην επαρχία (στα κινέζικα Σοβιέτ καθώς επίσης χαι στήν εθνικιστική επικράτεια) α π ' ότι οι έρευνες των Δυτικών. Ούτε η ερμηνείες που δίνουν φαίνεται να είναι λιγότερο γελοίες από τις δικές μας.
197
Εδώ ξεχωρίζουν μερικά απλά σημεία, πάνω στα οποία υπάρ χει πλατειά συμφωνία και τα οποία μας επιτρέπουν να δώσουμε ορισμένες προκαταρκτικές έννοιες. Πρώτα α π ’ όλα, πολύ προτού αρχίσει η ιστορία μας, η κινέζικη πολιτεία είχε εξαλείψει το πρόβλημα μιας ανήσυχης αριστοκρατίας δεμένης με τη γη. Οι φάσεις μέσα από τις οποίες έγινε ο τεράστιος αυτός μετασχηματι σμός δεν μας αφορούν. Ν ’ αναφέρουμε μονάχα ότι το περίφημο σύστημα των εξετάσεων που βοηθούσε τον αυτοκράτορα να στρα τολογήσει μια γραφειοκρατία με την οποία θα πολεμούσε την αριστοκρατία, έπαιξε κάποιο ρόλο σ ’ αυτόν.3 Εάν η αριστοκρατία αυτή ήταν φεουδαλική, εάν το προηγούμενο στάδιο της κινέζικης κοινωνίας, πριν από την πρώτη της ενοποίηση κάτω από τους Τσίν κατά τη διάρκεια του τρίτου αιώνα π.Χ., μπορεί να ονομαστεί φεουδαλικό, αυτά είναι ζητήματα που μπορούν να παραμεριστούν ανώδυνα.4 Από το άλλο μέρος, είναι ανάγκη να δώσουμε πολλή προσοχή στο πρόβλημα του εάν ή όχι μια γαιοκτητική αριστοκρατία συνέχι σε να υπάρχει κάτω από την πρόσοψη του διοικητικού συγκεντρω τισμού κατά τη διάρκεια της εποχής των Μαντσού ή την δυναστεία των Τσίν, όπως γενικά είναι γνωστή μεταξύ των σινολόγων. Καθέ νας θα συμφωνούσε για την ύπαρξη μιας τάξης πλουσίων γαιοκτη μόνων, αν και θα προέκυπταν προβλήματα ως προς το πού διαχω ρίζονται οι πλούσιοι και οι απλώς εύποροι. Παρόμοια, πλατειά συμφωνία υπάρχει για την ύπαρξη μιας τάξης αξιωματούχων και λογίων. Και πάλι υπάρχουν προβλήματα οριοθέτησης μέσα στην ομάδα αυτή, αν και η διάκριση μεταξύ εκείνων που είχαν και εκεί νων που δεν είχαν κάποιο ίχνος ακαδημαϊκής παιδείας ήταν έντονη. Τπάρχει επίσης συμφωνία στο ότι οι δύο ομάδες αλληλοεπικαλύπτονταν και δεν ήταν απόλυτα όμοιες. Τπήρχαν τουλάχιστο σχετι κά πλούσιοι γαιοκτήμονες που δεν διέθεταν κανένα τύπο ακαδη μαϊκού βαθμού, και αντίθετα αυτοί που διέθεταν ακαδημαϊκή διά κριση χωρίς έγγεια ιδιοκτησία. Ο ακριβής βαθμός της αλληλοεπικάλυψης είναι αβέβαιος.5 3. Τπάρχει μια καλή και συνοπτική ιστορία του συστήματος των εξετάσεων στον Franke, Reform and Abolition of Examination System. Έ χω πάρει τα πληροφοριαχά στοιχεία από τη σελ. 7. 4. Για μια συζήτηση η οποία γενιχά αντιτίθεται στις θέσεις του Wittfogel βλ. Eberhard, Conquerors and Rulers. 5. Επιπρόσθετα με τις πηγές που αναφέρονται στην επόμενη υποσημείωση.
198
Αν σταματήσουμε όμως σ ’ αυτή τη συμφωνία σημαίνει ότι συσκοτίζουμε την ουσία. Και αν ακόμη είχαμε πληροφορίες για την ακριβή αναλογία των ατόμων που ανήκαν και στις δύο ομάδες, τα οποία ήταν και γαιοκτήμονες και αξιωματούχοι ή λόγιοι, πάλι δεν θα ξέραμε πάρα πολλά. Κανένας φυσιολόγος δεν θα ικανοποιούταν με το να γνωρίζει τι ποσοστό του ανθρωπίνου σώματος είναι κόκκαλο και τι ποσοστό είναι μύες. Θέλει να γνωρίζει πώς λει τουργούν μαζί τα κόκκαλα και οι μύωνες στη διαδικασία των σω ματικών δραστηριοτήτων. Το ίδιο είδος γνώσης είναι απαραίτητο για να καταλάβουμε το δεσμό μεταξύ της έγγειος ιδιοκτησίας, των ακαδημαϊκών τίτλων και του πολιτικού αξιώματος στην Κίνα. Ο μηχανισμός που συνέδεε όλα αυτά ήταν η οικογένεια, ή ακριβέστερα η πατριαρχική γραμμή. Στις πιο παραγωγικές περιο χές, από αγροτική άποψη, ειδικά στο νότο η γενεαλογική γραμμή ήταν πιο εκτεταμένη και είναι γνωστή ως πάτριά. Η οικογένεια ως κοινωνικός μηχανισμός λειτουργούσε κατά τον ακόλουθο τρό πο. Περιουσίες που αποκτούνταν μέσω της αυτοκρατορικής υπη ρεσίας επενδύονταν στη γη, μια πρακτική που συνεχίστηκε στους σύγχρονους χρόνους. Καθένας συγκέντρωνε την ιδιοκτησία αυτή για χάρη της γενεαλογικής γραμμής του. Με τη σειρά της κάθε οικογένεια με αριστοκρατικές αξιώσεις έπρεπε να την αξιοποιήσει έχοντας στους κόλπους της κάποιον κάτοχο ακαδημαϊκού τίτλου, ή ένα μελλοντικό τέτοιο κάτοχο, τον οποίο συντηρούσε και βοηθούσε με την εντελώς δικαιολογημένη ελπίδα ότι θα αποκτούσε κάποια επίσημη θέση που θα την χρησιμοποιούσε για να προαγάγει τον υλικό πλούτο της οικογενείας. Μέσω του αυτοκρατορικού αξιώμα τος ο λόγιος, αναπλήρωνε ή επέκτεινε την οικογενειακή περιουσία και διατηρούσε έτσι την κοινωνική θέση της οικογένειας κλείνοντας τον κύκλο. Η πάτριά λειτουργούσε κατά τόν ίδιο τρόπο, αν και σαν μεγαλύτερη ομάδα περιλάβαινε μια σημαντική αναλογία απλών χωρικών. Ενώ η τάξη των αξιωματούχων θεωρητικά ήταν ανοιχτή και στον φτωχότερο χωρικό με ταλέντο και φιλοδοξία, η απουσία οποιουδήποτε πλατειού συστήματος λαϊκής εκπαίδευσης έκανε απαραίτητο να έχει ο μαθητής την αρωγή μιας πλούσιας οικογέ νειας για τα πολλά χρόνια της άγονης μελέτης. Κάποτε μια πλού σια οικογένεια, της οποίας τα παιδιά δεν διέθεταν ακαδημαϊκή ικα νότητα, μπορούσε να ενισχύει ένα έξυπνο αγόρι από φτωχό περι βλ. (Jiang. Income. 125, 142, 146.
199
βάλλον. Έ τσ ι ο δεσμός μεταξύ αξιώματος και πλούτου μέσω του γενεαλογικού δένδρου ήταν ένα από τα πιο σπουδαία χαρακτηρι στικά της κινέζικης κοινωνίας. Για τους λόγους αυτούς δικαιολο γείται να χαρακτηρίσουμε αυτή την ανώτερη τάξη των λογίων αξιωματούχων και των γαιοκτημόνων ως αριστοκρατία.6 Υπάρ χουν επίσης και άλλες σημαντικές πλευρές του δεσμού που θα φα νούν εάν κοιτάξουμε από κοντά την κάθε μια με τη σειρά. Χωρίς να θεωρούμε ότι ο ρόλος των γαιοκτημόνων ήταν περισσότερο ή λιγότερο σημαντικός από εκείνον των αξιωματούχων, μπορούμε ν ’ αρχίσουμε α π ’ αυτόν. Το πρώτο ερώτημα που ανακύπτει είναι πώς κατόρθωνε να έχει τους χωρικούς να δουλεύ ουν γι ’ αυτόν με την απουσία των φεουδαλικών καταναγκασμών. Αν και λείπουν οι λεπτομέρειες και το θέμα είναι από αυτά που οι λόγιοι πρέπει ακόμη να εξετάσουν, η γενική απάντηση είναι αρκε 6. Βλ. Balizs. "Aspects significatifs", 81, 84-85. Η αναλυτική αυτή διατριβή είναι απαραίτητη για τα προβλήματα που προέχυψαν εδώ. Κάποιο υλιχό για τη φυλή βρίαχιται στον Liu. Clan Rules, 110, 129, 140. Βλ. επίσης Chang. Chinese Gentry, 186 χαι to Income, 42. Στη Δύση γίνεται μια σημαντιχή συζήτηση του όρου «αριστοκρατία» για την κινέζικη ανώτερη τάξη. Αν χαι εκείνοι που θα μπορούσε να την αρνηθούν λόγω δυτικών χαι ιδιαίτερα αγγλικών προκαταλήψεων έχουν κάποιους πειστιχούς λό γους, φαίνεται σχολαστικό να φοβηθούμε τη λέξη αυτή, αφού έχει περάσει σε πλατειά χρήση για να υποδηλώνει την γαιοχτημονική ανώτερη τάξη στη Ρωσία καθώς επίσης χαι στην Κίνα. Βλ. Ho, ladder of Success, 40, για επιχειρήματα κατά της χρήσης της για την Κίνα. Για έναν ορισμό της αριστοκρατίας που επιζητεί να διακρίνει την χατοχή ακαδημαϊκού τίτλου από τη γαιοκτησία βλ. Chang, Gentry. Η επιθεώρηση του Freedman στο Pacific Affairs. XXIX. 78-80, δείχνει τις δυσκολίες που περιορίζουν τον ορισμό των ακαδημαϊκών τιτλούχων. Ο Ho. Ladder of Success, 38-41, διαφέρει από τον Chang σε αποφασιστικά σημεία, όπως στην κοινωνική κατάσταση εκείνων που αγόραζαν τους βαθμούς χαι των κατόχων των στοιχειωδών βαθμών. Καθώς έχει λίγες πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση, το βιβλίο πολύ λίγο συμβάλλει στα προβλήματα που ανέχυψαν εδώ. Η ανάλυσή του για τον πλούτο, ως μια πλευρά της κοινωνικής κινητικότητας, περιορίζεται στο δευτερεύον πρόβλημα του εμπορικού πλούτου, χωρίς να λέει σχεδόν τίποτα για τον έγγειο πλούτο. Σ ’ αυτό και σε άλλα ζητήματα είμαι ευτυχής να αναγνωρίσω ένα ειδικό χρέος στον Owen l.attimore, που μου έδωσε λεπτομεριαχά γραφτά σχόλια για μια προηγούμενη έκδοση του κεφαλαίου αυτού. Μερικά από αυτά, που με εντυπωσίασαν ως πολύ διεισδυτικά αφού είχα διαβάσει αρκετές πρόσθετες πηγές, έχουν ενσωμα τωθεί σχεδόν επί λέζει στο κείμενό μου. Επειδή οι μαρτυρίες αλλού μου φαίνεται ότι δείχνουν προς μια διαφορετική κατεύθυνση, η συνήθως αθώα φράση ότι δεν φέρει καμιά ίυθύνη για απόψεις που εκφράζονται εδώ αντανακλά την πραγματιχή κατάσταση.
200
τά σαφής: με τους διακανονισμούς του ενοικιοστασίου που δεν δια φέρουν ουσιαστικά από εκείνους του σύγχρονου καπιταλισμού. Με κάποιες διαφορές κατά περιοχή το νοίκιασμα ουσιαστικά ήταν μια μορφή συμμετοχής στη σοδειά συμπληρωμένη με μισθωτή εργα σία, τουλάχιστο μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα.7 Ο γαιοκτήμονας, που αναμφίβολα ήταν πιο ξεχωριστή μορφή σε μερικές περιοχές από όσο σε άλλες, παρείχε γη και οι χωρικοί παρείχαν εργασία. Η σοδειά μοιραζόταν μεταξύ τους. Επειδή ο γαιοκτήμονας σπάνια παρείχε γη με τον ίδιο τρόπο που ένας χωρικός παρείχε εργασία, έ χουμε ήδη μια καλή αφετηρία για τις υπηρεσίες που προέρχονται από την αυτοκρατορική γραφειοκρατία: αυτή διασφάλιζε τον έλεγ χο πάνω στη γη.8 Ενας πλούσιος χωρικός που δεν είχε καμιά αξίω ση για ακαδημαϊκή παιδεία, αλλά μπορούσε να ελπίζει για το γιό του, Θα εργαζόταν στα χωράφια όπως και κάθε άλλος. Ό μ ω ς ο λό γιος δεν εργαζόταν με τα χέρια του. Αν και οι λόγιοι - γαιοκτήμο νες ζούσαν στην επαρχία αντίθετα απ ’ τους Άγγλους και Γερμανούς ομολόγους τους (ακόμα και μερικούς από τους Ρώσους και Γ άλλους) δεν φαίνονταν να είχαν παίξει κανέναν απολύτως ρόλο στην πραγματική καλλιέργεια, ούτε καν επιθεωρητικό.4 Η κοινω 7. Δεν μπόρεσα να ανακαλύψω καμιά μονογραφιχή πραγματεία. Μια σύντο μη ιστορική χαι γεωγραφική μελέτη μπορεί να βρεθεί στον Ho. Population. 217, 226. Σημείωσε επίσης Qiang. Income. 127' Hsiao, Rural China, 384, 385, 389. 0 Hsiao έχει χτενίσει τεράστια μάζα υλιχού, αρχετό α π ' αυτό προέρχεται από τοπι κές εφημερίδες- το σταχυολόγησε χαι το ταχτοποίησε με χάποια τάξη, με ελάχιστα σχόλια χαι με πάρα πολλή άμεση παράθεση. Το αποτέλεσμα χοντριχά είναι παρό μοιο με ένα ντοσιέ από εφημερίδες χαι παρατηρήσεις ταξειδιωτών για τη σκοτεινή πλευρά της αμεριχανιχής πολιτικής. Στο βαθμό που θυμάται χανείς ότι τέτοια υλικά υπερτονίζουν την ελαφρά φωτεινή πλευρά της κοινωνίας — βασικά ελαττώ ματα σπάνια μνημονεύονται άμεσα, εκτός από τις περιπτωσιαχές παρατηρήσεις κάποιου οξυδερκή ταξειδιώτη — ένα τέτοιο βιβλίο' είναι εξαιρετικά χρήσιμο, πιο χρήσιμο από τις προσπάθειες συλλογής αμφιβόλων στατιστικών, που συχνά αποχρύβουν την πραγματιχή λειτουργία του συστήματος. Πραγματιχά θα μπορούσε χανείς να βρει μια περίπτωση όπου ενα βιβλίο σαν του Hsiao παρέχει καλύτερο υλι κό για τον κοινωνιολόγο από πολλές λαμπρές μονογραφίες που διυλίζουν τα γεγο νότα μέσω μιας θέσης ανεξάρτητα από την τιμιότητα και την εξυπνάδα του συγ γραφέα. Και θάταν τρομερό να πρέπει να διαβάσουμε πολλές σαν χι αυτήν. 8. Ενας σοβιετιχός λόγιος, ο Khokhlov. "Agrarnye otnosheniva", 110, ισχυρί ζεται ότι γύρω στα 1812,το 80% της καλλιεργημένης γης χατεχόταν από τις ανώτερες τάξεις, ενώ οι χωριχοί κρατούσαν το υπόλοιπο 20%. Αν και τα νούμερα είναι αμφίβολα δεν φαίνεται να υπάρχουν λόγοι να αμφιβάλλουμε ότι η μερίδα του λέοντος βρισκόταν στην κατοχή της πρώτης ομάδας. 9. θεωρητικά η εντύπωση αυτή μπορούσε να στηρίζεται στην απουσία
20!
νική τους θέση εκφράζει την οξύτερη α π ’ όλες τις αντιθέσεις σε σχέση με τον γιαπωνέζο φεουδάρχη, όπως θα δούμε στην πορεία. Πολλές απ ’ τις διαφορές στην πολιτική τύχη της Κίνας και Ιαπω νίας, σήμερα και παλιότερα, μπορούν να αναχθούν στη διάκριση αυτή. Αν και υπάρχουν συχνές αναφορές στην αγορά και την πώληση του ρυζιού σε αρκετά μεγάλη κλίμακα, είναι ασφαλές συμπέρασμα ότι η συμμετοχή στη σοδειά αποτελούσε τον κυρίαρχο τύπο, με τον γαιοκτήμονα να παίρνει το μερίδιό του σε γέννημα (ρύζι στο νότο, στάρι καί άλλα σιτηρά στο βορρά) μάλλον παρά σε χρήματα. Ακόμα και ο αυτοκράτορας ήταν ένας μεγαλογαιοκτήμονας που συγκέντρωνε γεννήματα από τους υπηκόους του.10 Εάν το αυτοκρατορικό σύστημα βασιζόταν σε τέτοια μεγάλη έκταση σε συλλο γές σε είδος, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι το σύστημα αυτό επικρατούσε πολύ πλατιά αλλού. Αφού ένας πλούσιος γαιοκτήμο νας δεν θα μπορούσε να φάει όλο το ρύζι που συγκέντρωνε από τους χωρικούς, θα ’πρεπε να πουλήσει ένα μέρος του πλεονάσματος. Αυτό όμως ήταν δευτερεύουσα υπόθεση και σίγουρα όχι ζωτικής σημασίας. Σ ’ αυτή τη δομή οι γαιοκτήμονες είχαν ένα ορισμένο συμφέ ρον σ ’ αυτό που εύκολα ονομάζεται υπερπληθυσμός. Ένας παραπανίσιος αριθμός χωρικών ανέβαζε τα νοίκια για τον γαιοκτήμονα. Εάν ένας πεινασμένος χωρικός ήθελε να προσφέρει τη μισή σοδειά πληροφόρησης. Αλλά η φυλετική γενεαλογία που παρατίθεται από τον Chang. Income, 127, το θεωρεί πλεονέκτημα να αποφεύγεται η διεύθυνση. Η στάση προς την χειροναχτική εργασία κάνει πολύ απίθανο ότι ο λόγιος μπορούσε ποτέ να δείξει σ ' ένα χωρικό πώς να χάνει ένα τμήμα της εργασίας του. Ό πω ς δείχνεται παραχάτω, η «οικονομική» συνεισφορά του πλούσιου γαιοκτήμονα ήταν να αποχτάει με τεχνάσματα την εύνοια της κυβέρνησης. 10. Στη ακμή της δυναστείας των Μαντσού τα κυβερνητικά πλοία τα μετέφε ραν μέσω της Μεγάλης Διώρυγας, ένα μηχανικό κατόρθωμα συγκρίσιμο με τις πυραμίδες. Η αυτοχρατορική αυλή, ένας τεράστιος αριθμός λογίων - αξιωματούχων και μερικές από τις αυτοχρατοριχές ένοπλες δυνάμεις, εξαρτούνταν σοβαρά από το ετήσιο ταξίδι των πλοίων για τον εφοδιασμό τους σε τρόφιμα. Hinlon, Crain Tribute System, ειδικά 5, 97. To σύστημα εκφράζει μια αποχαλυπτιχή αντίθεση με την προμήθεια των σιτηρών στην πόλη του Παρισιού στην αντίστοιχη περίοδο του βασιλικού απολυταρχισμού. Το παρισινό σύστημα ήταν εντελώς ανοργάνωτο, παράνομο, και έξω από κάθε αποτελεσματικό διαχειριστικό έλεγχο, και εξαρτούνταν σχεδόν ολοκληρωτικά από το κίνητρο μιας χρηματικής οικονομίας χαι την ιδιωτική φιλαργυρία.
202
προκειμένου να έχει γη να καλλιεργήσει, ένας ακόμη πιο πεινασμένος θα ήθελε να προσφέρει τριπλάσιο ποσό. Φυσικά ένας τέτοιος ανταγωνισμός δεν ήταν το μόνο γνώρισμα αυτής της σχέσης. Και τα ήθη και το ενδιαφέρον του γαιοκτήμονα για την ποιότητα των ενοικιαστών του τον εμπόδιζαν να σφίγγει τα λουριά όσο θα μπορούσε. Επίσης το ενδιαφέρον του γαιοκτήμονα να έχει πολυάρι θμους χωρικούς ως, τουλάχιστο εν δυνάμει, ενοικιαστές ήταν απο φασιστικό στοιχείο της κατάστασης. Δύο χαρακτηριστικά αξίζουν ιδιαίτερη προσοχή. Η πληθυσμιακή πίεση θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα του γαιοκτήμονα μόνο εφ’ όσον υπήρχε μια ισχυρή κυβέρνηση που να διασφαλίζει την τάξη, να εγγυάται τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και να εξασφαλίζει την συλλογή των ενοικίων του. Αυτό ήταν το καθήκον της αυτοκρατορικής γραφειοκρατίας. Έ τσι, ο υπερπληθυσμός δεν ήταν μια απλή αριθμητική αναλογία μεταξύ γης και ανθρώπων, αλλά στην Κίνα, όπως στην Ιαπωνία και Ινδία, είχε ειδικές οικονομικές και πολιτικές αιτίες. Δεύτερο, οι θεσμικές αιτίες, προηγούνται κατά πολύ από τη δυτική καταλυτική εισβολή. Το αυτοκρατορικό ενδιαφέρον μήπως η αυξανόμενη πληθυσμιακή παλίρροια σπάσει τα αναχώματα που υπήρχαν στην κινέζικη κοινωνία και σαρώσει ολόκληρο το σύστημα, άρχισε να φανερώνεται πριν ακόμα το τέλος του δευτέρου τετάρτου του 18ου αιώνα." Έ τσ ι η πίεση του πληθυσμού πάνω στη γη δεν είναι, όπως έχουν ισχυριστεί μερικοί μαρξιστές, απλώς η συνέπεια της δυτικής εισβολής ούτε μόνο της ανάσχεσης της εκβιομηχάνισης, της καταστροφής των εθνικών χειροτεχνιών και της «προσκόλλησης» των ανθρώπων στη γη. Ό λ α αυτά συνέβησαν — και ενέτειναν σε μεγάλο βαθμό μια κατάσταση που ήδη υπήρχε. Ό μ ω ς ο παρασιτικός γαιοκτήμονας, τον οποίο θα συναντήσουμε με διαφορετικές μορφές και σε διαφο ρετικές φάσεις ανάπτυξης στην Ιαπωνία και Ινδία, υπήρχε και στην Κίνα, πριν από τη δυτική εισβολή. Ό π ω ς δείξαμε ήδη, ο γαιοκτήμονας εξαρτιόταν από την αυτοκρατορική γραφειοκρατία για την διασφάλιση των δικαιωμάτων της ιδιοκτησίας του και την επιβολή της συλλογής των ενοικίων σε είδος και ρευστό.12 Η γραφειοκρατία εξυπηρετούσε τους σκο 11. Ho, Population, 266-268. Μιριχά διαφωτιστιχά χίΙμΓνα πιριέχονται στο Lee, Economic History, 416, 417, 419, 420. 12. Λιπτομιριαχές πληροφορίις στον Hsiao, Rural China, 86-395.
203
πούς του με πολλούς άλλους σημαντικούς τρόπους. Ο γαιοκτήμο νας ενδιαφερόταν σοβαρά για την κατάλληλη άρδευση ώστε να είναι ικανοί οι ενοικιαστές ν ’ αναπτύξουν καλές σοδειές. Έ τσ ι οι τοπικές γαιοκτημονικές οικογένειες πίεζαν σταθερά την κυβέρνηση να κατασκευάζει συστήματα ελέγχου των υδάτων, κάτι που μπο ρούσαν να το κάνουν αποτελεσματικά μόνο αν κάποιο μέλος είχε κάποιον ακαδημαϊκό βαθμό και τις επίσημες επαφές που μόνο ένα τέτοιος βαθμός έκανε εφικτές.13 Αυτός ο τύπος παρασκηνιακής δραστηριότητας φαίνεται ότι ήταν η κύρια οικονομική συμβολή του γαιοκτήμονα, παίρνοντας τη θέση της άμεσης επίβλεψης στην πορεία του αγροτικού κύκλου. Τα μεγαλύτερα σχέδια επαρχιακής κλίμακας ήταν έργο των γαιοκτημονικών κλικών της επαρχίας. Τ α αυτοκρατορικά σχέδια ήταν έργο ακόμα πιο ισχυρών κλικών με πανεθνική διάσταση. Ό π ω ς έχει παρατηρήσει ο Owen Latlimore, πίσω από κάθε αυτοκρατορικό σχέδιο ήταν ένας ισχυρός υπουργός και πίσω από κάθε υπουργό ένα ισχυρό σώμα γαιοκτημόνων. Τα γεγονότα αυτά, μου φαίνεται, τοποθετούν τις ιδέες του ελέγχου των υδάτων και της ανατολικής γραφειοκρατίας στο σωστό πλαί σιο.14 Δεύτερο η γραφειοκρατία μάλλον παρά η ίδια η γη πρόσφερε τα μεγαλύτερα υλικά κέρδη.15 Με την απουσία του θεσμού των 13. Hsiao. Rural China. 284-287, 292. Βλ. επίσης Dh'u, Local Government, χεφ. X. 14. Βλ. Lattimore, "Industrial Impact on China". 106-107. Τα γραφτά του Chang, Income, 49, από μια πολύ διαφορετιχή άποψη από του Latlimore. τονίζουν επίσης την τοπική προέλευση των αρδευτιχών έργων. 15. Αυτή είναι η κεντριχή ιδέα του Chang. Income. Το γεγονός ότι οι καλύτερες σοδειές έπρεπε να δίνονται στη γραφειοκρατία δεν αντιφάσχει προς την άποψη ότι η γαιοκτησία συγκροτούσε την κύρια οικονομική βάση της αριστοκρατίας, αφού οι σοδειές αυτές, όπως ο ίδιος ο Chang δείχνει, πήγαιναν σε μια μιχρή ομάδα. Πράγματι, η ίδια γενίκευση θα ταίριαζε χαι για τους Tudor και Stuart στην Αγγλία. Στη σελ. 147, ο Chang ισχυρίζεται ότι μόνο μια μικρή αναλογία της αριστοκρατίας στον 19ο αιώνα έπαιρνε το κύριο εισόδημά της από τη γη. Αυτό που δείχνουν τα δεδομένα του είναι ότι μια μικρή αναλογία τον εισοδήματος της αριστοκρατίας συνολικά προερχόταν από το νοίκιασμα της γης, αυτό όμως είναι ένα διαφορετι κό ζήτημα. Δεν βρίσκω νούμερα που να δείχνουν πόσοι από τους ευγενείς δεν ήταν γαιοκτήμονες. Πιθανώς να υπήρχε ένας σημαντικός αριθμός μεταξύ των χαμηλότερων βαθμίδων, οι sheng-viian, τους οποίους ο Ηο δεν τους θεωρεί πραγμα τικούς ευγενείς. Ο Qiang συμπεραίνει ότι το εισόδημα από το νοίκι μπορεί να ήταν χάπου μεταξύ 34 χαι 29% από αυτό που συνολικά έπαιρνε η αριστοκρατία (πίνακα; 41 σελ. 329) και το οποίο είναι πάντα ένα σημαντικό ποσό. Και όπως ο Chang τονί ζει συνετά, οι στατιστιχές είναι χάθε άλλο παρά αξιόπιστες.
204
πρωτοτοκίων, μια πλούσια οικογένεια θα μπορούσε να ξεπέσει στην φτώχεια σε μερικές γενεές μέσω της ισομερούς διαίρεσης της κληρονομιάς. Ο βασικός τρόπος να εμποδίσει αυτήν την κακοτυχία ήταν να στείλει κάποιον με ακαδημαϊκές ικανότητες στη γραφειο κρατία. Πλουτίζοντας κα τ’ αυτόν τον τρόπο, τυπικά μέσω παρά νομης αλλά κοινωνικά αποδεχτής δωροδοκίας, το μέλος αυτό θα μπορούσε να συμβάλει στην οικογενειακή περιουσία. Η πρακτική να αγοράζει κανείς γη σαν επένδυση και να απομακρύνεται απ* αυτήν μετά από μια καριέρα σ ’ ένα δημόσιο αξίωμα ήταν εντελώς κοινή. Η γραφειοκρατία αποτελούσε έναν εναλλακτικό τρόπο για την ιδιοποίηση ενός οικονομικού πλεονάσματος, από τους χωρικούς και τους κατοίκους της πόλης, για τον οποίο θα πούμε περισσότερα σε λίγο. Γ ενικά η γραφειοκρατία φαίνεται ότι ήταν πιο ισχυρή και αποτελεσματική από την γαιοκτησία, αν και η μια δεν μπορούσε να υπάρξει χωρίς την άλλη. Ο έγγειος πλούτος προερχόταν έξω από την γραφειοκρατία και εξαρτιόταν από την γραφειοκρατία για την ύπαρξη του. Σ ’ αυτό το ζήτημα η κριτική μιας απλουστευμένης μαρξιστικής άποψης έχει σοβαρή βάση. Τελικά, για τον γαιοκτή μονα τα δόγματα του Κουμφούκιου και το σύστημα των εξετάσεων πρόσφεραν νομιμότητα, τουλάχιστο στα δικά του μάτια, στην ανώτερη κοινωνική του θέση και την απαλλαγή από την χειρωνα κτική εργασία, εφόσον κάποιο μέλος της οικογένειας, ή κάποιος υιοθετημένος έξυπνος νέος, κατόρθωνε ν ’ αποκτήσει έναν ακαδη μαϊκό βαθμό. Εκτός από τα δημόσια έργα, κυρίως τά αρδευτικά προγράμ ματα που ήδη αναφέραμε, το πρωταρχικό καθήκον της αυτοκρατορικής γραφειοκρατίας στην πραγματικότητα ήταν η διατήρηση της ειρήνης και η συλλογή των φόρων που μετατρέπονταν σε βιβλία, πίνακες ζωγραφικής, ποίηση, ερωμένες και τα παρόμοια που και σ ’ άλλους πολιτισμούς κάνουν τη ζωή πιο υποφερτή για τις ανώτερες τάξεις. Το πρόβλημα της διατήρησης της ειρήνης στην Κίνα ήταν κυρίως εσωτερικό ζήτημα πριν την διείσδυση των Δυτικών, η οποία άρχισε ουσιαστικά κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, όταν η εσωτερική παρακμή είχε ήδη κάνει μια από τις περιοδικές της Πάντως, αυτό είναι ένα τεχνικό και κάπως διυτερεΰον ζήτημα. Η έγγιια ιδιο κτησία βέβαια χρϊίαζόταν τη γραφιιοκρατία για να υποστηρίζϊΐ τα δικαιώματά της και συχνά προέχυπτι από μια καριέρα στη γραφιιοκρατία. Απ ' ότι ξέρω Stv υπάρχιι διαφωνία σ ' αυτό το σπουδαίο ζήτημα.
205
εμφανίσεις.16 Συνολικά η εξωτερική απειλή περιοριζόταν σε περιο δικές κατακτήσεις από τους βαρβάρους. Ό τα ν αυτοί κατακτούσαν αρκετό χώρο και εγκαθίδρυαν νέα δυναστεία, προσαρμόζονταν στο επικρατούν κοινωνικό πρότυπο. Κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορικής περιόδου, οι κινέζοι κυβερνήτες δεν αντιμετώπισαν το πρό βλημα του συνεχούς στρατιωτικού ανταγωνισμού με περισσότερο ή λιγότερο ίσους όρους με τους άλλους κυβερνήτες. Έ τσ ι ο μόνιμος στρατός δεν απορροφούσε μεγάλο ποσοστό των εθνικών πόρων ού τε δημιουργούσε παραμορφώσεις στην εξέλιξη του κράτους, όπως έγινε στη Γαλλία και ακόμα περισσότερο στη Πρωσία. Ούτε το πρόβλημα της διατήρησης της ειρήνης ήταν ζήτημα ελέγχου των ισχυρών βαρώνων στο εσωτερικό, αν και υπήρχαν κάποιες ομοιό τητες σε κάποια φάση παρακμής. Μάλλον ήταν πρόβλημα κατα πίεσης των χωρικών, τόσο σκληρής ώστε να αποκόβονται και να γίνονται ληστές ή να τροφοδοτούν μια ανταρσία υποκινημένη από δυσαρεστημένα στοιχεία της ανώτερης τάξης. Η απουσία κάποιου αποτελεσματικού μηχανισμού για την παρεμπόδιση μιας τέτοιος εκμετάλλευσης μπορεί να αποτέλεσε μια από τις θεμελιώδης δομικές αδυναμίες του συστήματος. Ή ταν συμφέρον της δυναστείας να συλλέγονται οι φόροι δίκαιο και αποτελεσματικά. Αλλά είχε ελάχιστα μέσα να διασφαλίσει την πραγματοποίηση της συλλογής των φόρων, και πολύ περιορισμένο προσωπικό. Από το άλλο μέρος ο μεμονωμένος αξιωματούχος είχε ισχυρό κίνητρο να γεμίζει τις τσέπες του όσο καλύτερα μπορούσε, αποφεύγοντας απλώς τους κατάφορους εκβιασμούς και δωροδοκί ες που θα δημιουργούσαν σκάνδαλο και θα έβλαπταν έτσι την καριέρα του. Τ ο σημείο αυτό αξίζει να εξεταστεί από πιο κοντά. Σε κάθε προβιομηχανική κοινωνία, η προσπάθεια να εγκαθι-
16. Η ανάλυση του δυναστικού κύκλου ([ναι πέρα από την αρμοδιότητα του συγγραφέα. Σύγχρονοι σινολόγοι έχουν την τάση να αρνούνται ότι η κινέζιχη ιστο ρία ήταν βασιχά αμίτάβλητη για δυό χιλιάδις χρόνια, ισχυριζόμινοι ότι αυτό ϊίναι μια αυταπάτη οφ*ιλόμτνη στην άγνοιά μας. Πάντως σ ' έναν μη ιιβιχό φαίνιται cvTtλώς καθαρά ότι, σ< σύγκριση μ ι την Ευρώπη, ο χινέζιχος πολιτισμός πράγματι παρέμιινι σ» μιγάλο βαθμό στατικός. Ποιές αλλαγές υπάρχουν στην Κίνα που να συγχρίνονται μ ι την δυτική διαδοχή της πόλης-κράτους, της παγκόσμιας αυτοκρα τορίας, του φιουβαλισμού, του βασιλικού απολυταρχισμού και της σύγχρονης βιο μηχανικής κοινωνίας; Πάρτι την αρχιτικτονιχή. Τπάρχιι στην Κίνα καμιά παραλ λαγή μέσα στο χρόνο συγκρίσιμη μ* τον Παρθτνώνα, τον Καθεδρικό Ναό της Σάρτρ, τις Βιρσαλλίις, τον ουρανοξύστη;
206
δρυθεί μια μεγάλης κλίμακας γραφειοκρατία καταλήγει γρήγορα στο πρόβλημα ότι είναι πολύ δύσκολο να αποσπαστούν αρκετοί πόροι από τον πληθυσμό για να πληρώνονται οι μισθοί και έτσι να εξαρτηθούν οι αξιωματούχοι από τους ανωτέρους τους. Ο τρόπος που οι κυβερνήτες προσπαθούν να ξεπεράσουν τη δυσκολία αυτή είχε τρομερή επίπτωση στην όλη κοινωνική δομή. Η γαλλική λύση ήταν η πώληση των αξιωμάτων, η ρωσική, ταιριασμένη στην τεράστια έκταση της ρώσικης γης, ήταν η παραχώρηση των τσιφλικιών με τους δουλοπάροικους σ ’ αντάλλαγμα υπηρεσιών στην τσαρική υπαλληλία. Η κινέζικη λύση ήταν να επιτραπεί περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτά ή δωροδοκία. Ο Μάξ Βέμπερ παραθέτει ένα υπολογισμό, ότι το παράνομο εισόδημα ενός αξιωματούχου ανερχόταν περίπου στο τετραπλάσιο του κανονικού του μισθού. Κάποιος σύγχρονος ερευνητής καταλήγει στο πολύ υψηλό τερο νούμερο του 16 ή 19 φορές περίπου του κανονικού του μισθού.17 Πιθανώς το ακριβές ποσό θα παραμείνει ιστορικό μυστι κό. Μπορούμε να αρκεστούμε στην βεβαιότητα ότι ήταν μεγάλο. Φυσικά η πρακτική αυτή ουσιαστικά μείωνε την αποτελεσματικότητα του ελέγχου από το κέντρο, η οποία παράλλαζε σημαντι κά σε διαφορετικές ιστορικές περίοδες. Ο αξιωματούχος που βρι σκόταν στην χαμηλότερη βαθμίδα της κλίμακας, διευθύνοντας ένα hsien, που συνήθως περιλάβαινε μια οχυρωμένη πόλη και την επαρχία που την περιέβαλλε, θεωρητικά ευθυνόταν τουλάχιστον για 20.000 ανθρώπους και συχνά για πιο πολλούς.18 Σαν προσωρι νός κάτοικος της περιοχής, συνήθως τρία περίπου χρόνια, δεν μπορούσε πιθανώς να γνωρίσει τις τοπικές συνθήκες. Εάν επρόκειτο να γίνει κάτι, θά ’πρεπε να γίνει με την συναίνεση και την υποστήριξη των τοπικών παραγόντων, δηλαδή των εύπορων λογίων - γαιοκτητών, οι οποίοι στο κάτω - κάτω ήταν «δικοί-του άν θρωποι». Άμεσες επαφές με τους χωρικούς φαίνεται ότι σχεδόν δεν υπήρχαν. Αστυνομικοί υπάλληλοι από την δικαστική υπηρεσία (yamen), μια κατώτερη τάξη ανθρώπων αποκλεισμένη από τις ε ξετάσεις και την βελτίωση της τύχης τους, έκαναν την αγγαρεία της συλλογής των φόρων, παίρνοντας τη μερίδα τους καθ’ οδόν.19 Φαίνεται σωστό να πούμε ότι το σύστημα ήταν εκμεταλλευτικό σε 17. Weber "Konfuzianismus und Taoismus", I, 344. Chang, Income, 30, 42. 18. Ch'u, Local government, 2. 19. Ch’ii, Local government, χιφ. IV, χαι ocX. 137.
207
υψηλό βαθμό με την αυστηρά αντικειμενική έννοια, ότι δηλαδή αποσπούσε από την κοινωνία περισσότερα απ ’ όσα της απέδιδε με την μορφή των παρεχόμενων υπηρεσιών. Από το άλλο μέρος, επει δή έπρεπε να είναι εκμεταλλευτικό για να λειτουργεί σ ’ όλη του την έκταση, έπρεπε επίσης ν ’ αφήνει τον κατώτερο πληθυσμό να τα βγάζει πέρα μόνος του όπως μπορούσε. Δεν υπήρχε καμιά πιθα νότητα να διοργανωθεί η καθημερινή ζωή του λαού κατά τον τρόπο που το κάνουν τα σύγχρονα ολοκληρωτικά καθεστώτα, ή όπως το κάνουν, σε μικρότερο βαθμό, τα τυπικά δημοκρατικά καθεστώτα σε μια μακρόχρονη περίοδο έκτακτης εθνικής ανάγκης. Γίνονταν μάταιες προσπάθειες για να ελεγχθεί η ζωή του’λαού, όπως θα πούμε πιο κάτω. Αλλά η προμελετημένη σκληρότητα σε μαζική κλίμακα, ήταν, σε σύγκριση με την αδιαφορία και τον εγωισμό, πέ ρα από την δυνατότητα του συστήματος.20 Προτού συζητήσουμε πιο ειδικά προβλήματα, συνδεδεμένα με την επιθανάτια αγωνία αυτού του συστήματος, θα είναι χρίσιμο να σημειώσουμε ένα επιπλέον δομικό χαρακτηριστικό, εν μέρει λόγω του συγκριτικού του ενδιαφέροντος σε σχέση με την Ιαπωνία. Το σύστημα των εξετάσεων έτεινε να προκαλεί μια υπερπροσφορά επίδοξων γραφειοκρατών, ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια.21 Στη βάση του επίσημου συστήματος διαβάθμισης υπήρχε ένας τεράστι ος αριθμός υποψηφίων για ακαδημαϊκό βαθμό (sheng - yuan), μια μεταβατική ομάδα μεταξύ εκείνων που είχαν τα προσόντα να κρατήσουν ένα αξίωμα και των κοινών. Εάν αυτοί θά ’πρεπε να υπολογιστούν σαν κανονικά μέλη της τάξης των ευγενών ή όχι είναι ζήτημα αμφισβητούμενο μεταξύ των ειδικών. Η δύσκολη θέση τους, στη βάση της κλίμακας των προνομίων, μας θυμίζει την αντί στοιχη των κατώτερων τάξεων των Σαμουράι στην Ιαπωνία κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Και οι δυό αποτελούσαν πυρήνες αντί θεσης στο κυρίαρχο σύστημα. Ενώ στην Ιαπωνία μια σημαντική μειοψηφία στην ομάδα αυτή τροφοδοτούσε κατά πολύ την τάση προς τον εκσυγχρονισμό, στην Κίνα η ενέργεια αυτή αναλώθηκε κυρίως σε άκαρπες εξεγέρσεις και επαναστάσεις μέσα στο κυρίαρ 20. Το ζήτημα δεν μπορεί να πάει πολύ παραπέρα. 'Ο ταν απειλούνταν, ατομι κά ή συλλογικά, οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν την τρομοκρατία, όπως και καθένας άλλος. Το ψήσιμο των ζωντανών στο λάδι ήταν μια από τις τιμωρίες που σημείωσα. Βλ. επίσης De Croot. Sectarianism and Religions Perseculious, μια διδακτική αντί δραση στην πρώιμη δυτική εζειδανιχεύση της Κίνας. 21. Ho. Ladder of Success. 220-221.
208
χο πλαίσιο.*2 Αναμφίβολα το περιοριστικό αποτέλεσμα του συστή ματος των εξετάσεων ήταν εν μέρει υπεύθυνο για τη διαφορά. Αλλά οι αιτίες πάνε πιο βαθιά. Έχουν σχέση με τον τρόπο με τον οποίο η κινεζική ιστορία κατέπνιξε τον εκσυγχρονισμό, ώσπου ήταν πια πολύ αργά για την τμηματική υιοθέτησή του. Μπορούμε τώρα να στραφούμε σε μερικές πιο πρόσφατες όψεις του τεράστιου αυτού προβλήματος. 2.
Η μικροαριστοκρατία και ο κόσμος τον εμπορίου
Η αυτοκρατορική κινέζικη κοινωνία δεν δημιούργησε ποτέ ένα αστικό εμπόριο και μια βιομηχανική τάξη που να μπορεί να συγκριθεί μ ’ εκείνη που αναπτύχθηκε κατά τα τελευταία στάδια του φεουδαλισμού στη Δυτική Ευρώπη, αν και κατά καιρούς υπήρχαν μερικά τέτοια ξεκινήματα. Η αυτοκρατορική επιτυχία στην ενοποίηση της χώρας μπορεί να θεωρηθεί σαν μια από τις πιο φανερές αιτίες για τη διαφορά αυτή. Στην Ευρώπη η σύγκρουση μεταξύ Πάπα και Αυτοκράτορα, μεταξύ βασιλιάδων και ευγενών, βοήθησε τους εμπόρους στις πόλεις να διαρρήξουν την κρούστα της παραδοσιακής αγροτικής κοινωνίας, γιατί αποτελούσαν μια αξιό λογη πηγή δύναμης σ ’ αυτόν τον πολύπλευρο ανταγωνισμό. Είναι αξιοπρόσεκτο πως στην Ευρώπη το αποφασιστικό βήμα προς τον καινούργιο κόσμο έγινε πρώτα στην Ιταλία, όπου το φεουδαλικό σύστημα επίσης απομάκρυνε τα φιλόδοξα άτομα από το εμπόριο.23 Η πλευρά αυτή είναι ευδιάκριτη σε μια από τις κατοπινότερες άκαρπες προσπάθειες προς την εμπορική επέκταση κατά τη διάρ κεια του 15ου αιώνα. Ένας γάλλος ιστορικός προχωράει τόσο ώστε να μιλάει για μια «μεγάλη χρηματιστική μπουρζουαζία», συναγωνιζόμενη την αριστοκρατία για την πρώτη θέση την περίοδο αυτή, αλλά προσθέτει ενδεικτικά ότι αυτή η καινούργια μπουρζου αζία κατεύθυνε τα παιδιά της προς τις εξετάσεις.24 Ένας άλλος ιστορικός κάνει την ενδιαφέρουσα υπόθεση, ότι η διάδοση της τυπογραφίας μπορεί να είχε αυξήσει τις απορροφητικές ικανότητες του συστήματος των μανδαρίνων. Η τυπογραφία επέτρεψε σε 22. Hsiao. Rural China. 448, 450. 473. 479. Ho. Udder of Surens. 35-36. 23. Βλ. Pirenne. Hisloire feonomiijue. 365-372, για μια περιληπτική επιαχόπιοη των πολιτικών παραγόντων στο τέλος του 13ου αιώνα. 24. Masplro and Ksrarra. Institutions de la Chine. 131.
209
μερικούς μικρότερους εμπόρους ν ’ αποκτήσουν επαρκή φιλολογική παιδεία για να αποκτήσουν μια επίσημη θέση. Αν και η δαπάνη των εξετάσεων παρέμεινε ένα σημαντικό εμπόδιο, η εισδοχή στα επί σημα αξιώματα έγινε κάπως ευκολότερη. Παρουσιάζει μερικές εντυπωσιακές μαρτυρίες για την ελκυστικότητα της αυτοκρατορικής υπηρεσίας. Πολλοί από τους εμπόρους αυτούς ευνουχίζονταν για να απολαύσουν, ως ευνούχοι, κάποια θέση κοντά στο θρόνο. Ό σοι ευνουχίζονταν απολάβαιναν ένα ειδικό πλεονέκτημα, επειδή είχαν ήδη τη μόρφωση που στους κοινούς ευνούχους απογορεύονταν να επιδιώξουν.25 Ερευνώντας λίγο βαθύτερα κάποιος, μπορεί εύκολα να κατα λάβει ότι οι επικερδείς δραστηριότητες αντιπροσώπευαν μια επι κίνδυνη απειλή για τους λόγιους - αξιωματούχους, γιατί συγκρο τούσαν μια εναλλακτική κλίμακα κύρους και μια εναλλακτική πηγή νομιμότητας για την υψηλή κοινωνική θέση. Καμιά κομφουκιανή ιδεολογία και καμιά νομοθεσία κατά της πολυτέλειας δεν μπορού σε να περιμένει κανείς ότι θα απέκρυβε για πάντα το απλό γεγονός ότι κάποιος που έκανε πολλά χρήματα μπορούσε ν ’ αγο ράσει τα πράγματα που κάνουν τη ζωή ωραία, συμπεριλαμβανομένης ακόμα και της υπόληψης. Εάν αφηνόταν να ξεφύγει η κατάστα ση από τα χέρια τους, όλη η κλασική παιδεία που αποκτήθηκε κο πιαστικά θα γινόταν άχρηστη και επιβλαβής. Πίσω α π ’ αυτή τη σύγκρουση των πολιτισμών και των αξιολογικών συστημάτων, και στη ρίζα της, υπήρχαν ισχυρά υλικά συμφέροντα. Η παράδοση σαν τέτοια αποτελούσε έναν αδύναμο φραγμό για το εμπόριο. Ό σοι ή θελαν μπορούσαν να βρούν δικαίωση γι ’ αυτό στους κομφουκιανούς κλασικούς.26 Πάντως η αριστοκρατία ήταν αρκετά διορατική βρα χυπρόθεσμα, για να φροντίσει ώστε η κατάσταση να μην ξεφύγει από τα χέρια της. Φορολογούσε το εμπόριο για να αποσπάσει τα κέρδη για τον εαυτό της. ' Η το μετέτρεψε σε κρατικό μονοπώλιο και διατηρούσε τις πιο επικερδείς θέσεις για τον εαυτό της. Το εμπόριο του αλατιού ήταν το πιο σημαντικό μονοπώλιο. Η στάση των αξιωματούχων ήταν κυρίως εκμεταλλευτική. Το εμπόριο, όπως η γη, ήταν κάτι που αρμεγόταν προς όφελος μιας καλλιεργη μένης ανώτερης τάξης. Βλέπουμε και πάλι ότι η αυτοκρατορική γραφειοκρατία χρησίμευσε ως όργανο για την απομύζηση των πό 25. Kbrthard. China* Gfschirhlr. 280-282. 26. (Jiang. Income. 154-155.
210
ρων του λαού και την παράδοσή τους στα χέρια των κυβερνητών, οι οποίοι εν τω μεταξύ φροντίζουν να ελέγχουν όποιες εξελίξεις θα μπορούσε να απειλήσουν τα προνόμιά τους. Με την παρακμή του αυτοκρατορικού μηχανισμού, που έγινε ορατή πριν το τέλος του 18ου αιώνα, η ικανότητά του να απορροφά και να ελέγχει τα εμπορικά στοιχεία αναπόφευκτα μειωνόταν. Α κόμη και αν το αυτοκρατορικό σύστημα ήταν σε πλήρη ακμή, δεν θα μπορούσε να αντισταθεί στις νέες δυνάμεις που το υπονόμευαν. Γιατί πίσω από τις δυνάμεις αυτές ακολούθησε η στρατιωτική και διπλωματική απειλή της Δύσης, που αμβλυνόταν μόνο καθώς η λαιμαργία της μιας δύναμης εμπόδιζε την πλεονεξία των αντιπά λων της. Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα η παραδοσιακή εξουσία του λόγιου - αξιωματούχου είχε καταλυθεί στις παράκτιες πόλεις. Εκεί είχε ήδη εμφανιστεί μια νέα υβριδική κοινωνία, στην οποία η εξουσία και η κοινωνική θέση δεν στηριζόταν σίγουρα στα χέρια εκείνων που διέθεταν κλασική μόρφωση.27 Μετά το τέλος του Πολέμου του Οπίου στα 1842, οι κομπραδόροι απλώθηκαν σ ’ 6λα τα ανοιχτά λιμάνια της Κίνας. Οι άνθρωποι αυτοί με μια ποικιλία ιδιοτήτων χρησίμευαν ως μεσάζοντες μεταξύ της παρακμάζουσας κινέζικης υπαλληλίας και των ξένων εμπόρων. Η θέση τους ήταν ασταθής. Με σκοτεινές μέθοδες μπορούσαν να συσσωρεύουν μεγά λες περιουσίες για να ζουν μια καλλιεργημένη και άνετη ζωή. Από το άλλο μέρος, πολλοί Κινέζοι τους καταδίκαζαν σαν υπηρέτες των ξένων κακών που κατέστρεφαν τα θεμέλια της κινέζικης κοινω νίας28. Από το σημείο αυτό και μετά, ένα μεγάλο μέρος της κινέζι κης κοινωνικής και διπλωματικής ιστορίας, αποτελάται από κινέ ζικες προσπάθειες να διατηρηθεί υπό έλεγχο η υβριδική αυτή κοι νωνία και αντίθετες προσπάθειες από ισχυρότερες δυνάμεις να την χρησιμοιποιήσουν σαν αιχμή για τα εμπορικά και πολιτικά τους συμφέροντα. Ό τα ν η κινέζικη βιομηχανία άρχισε να προχωράει από μόνη της με βήματα κατά τη δεκαετία του 1860, το έκανε κάτω από τη συνεχή σκιά της επαρχιακής αριστοκρατίας, η οποία τότε έλπιζε να χρησιμοποοιήσει τη σύγχρονη τεχνολογία για τους δικούς της αποσχιστικούς σκοπούς. Τα στρατιωτικά προβλήματα ήταν στο 27. Για το όλο προτσές, βλ. Lattimore. Industrial Imparl. 28. Wright. Las I Stand of Chinese Conservatism. 84, 146-147. Lew και Shih. Chinese Business Class, 24.
211
προσκήνιο, και οι πρώτες βιομηχανικές εγκαταστάσεις αφορούσαν αποκλειστικά στρατιωτικές υποθέσεις, όπως οπλοστάσια, ναύ σταθμοι και τα παρόμοια. Εξωτερικά η κατάσταση μας θυμίζει την εμποροκρατική περίοδο στη δυτική κοινωνική ιστορία, λόγω του ενδιαφέροντος των κυβερνητών για τις μορφές της βιομηχανίας που θα μπορούσε να ενισχύσει την εξουσία τους. Οι διαφορές όμως είναι πολύ πιο σημαντικές. Στην Ευρώπη οι κυβερνήσεις ήταν ισχυρές και γίνονταν ισχυρότερες. Στην Κίνα η δυναστεία των Μαντσού ήταν αδύνατη. Μια εμποροκρατική πολιτική όπως του Κολμπέρ ήταν ανέφικτη, γιατί το εμπορικό και βιομηχανικό στοι χείο ήταν ξένο και σε μεγάλο βαθμό εκτός αυτοκρατορικού ελέγ χου. Η κύρια κινέζικη τάση προς την εκβιομηχάνιση προήλθε από επαρχιακές εστίες εξουσίας και πολύ λίγο από την αυτοκρατορική κυβέρνηση.29 Έ τσι, ήταν περισσότερο ένας διαβρωτικός παρά ενοποιητικός παράγοντας. Μπορεί να περιμένει κανείς ότι τα εμπο ρικά και βιομηχανικά στοιχεία εν τω γίγνεσθαι θα στραφούν για προστασία σε οποιεσδήποτε πολιτικές ομάδες έχουν την πραγμα τική εξουσία. Εάν αυτός είναι ο βασιλιάς, πάει καλά. Η εξουσία του θα αυξηθεί. Εάν είναι ένας τοπικός αξιωματούχος, το αντίθετο θα είναι αλήθεια. Οι μαρξιστές υπερβάλλουν πολύ τον τρόπο που η δυτικοί ιμπεριαλιστές κατέπνιξαν την βιομηχανική ανάπτυξη στην Κίνα. (Οι εθνικιστές στην Ινδία επίσης χρησιμοποιούν τον βολικό αυτόν αποδιοπομπαίο τράγο). Τίποτα δεν θα μπορούσε να ’χει γί νει χωρίς την προηγούμενη φθοροποιό επίδραση καθαρά εσωτερι κών δυνάμεων. Μέχρι το 1910 η κινέζικη επιχειρηματική τάξη δεν είχε αρχίσει να δείχνει οριστικά σημάδια αποδέσμευσης από την επίση μη επιρροή και κυριαρχία.30 Μια πρόσφατη μελέτη δίνει την εντύ πωση ότι ο κινέζος έμπορος βρισκόταν στο σωστό δρομο προς την χειραφέτηση από την ξένη εξάρτηση κατά το τέλος του 19ου αιώνα.31 Ωστόσο, οι αποφασιστικές περιοχές παρέμειναν στα ξένα χέρια για πολύ περισσότερο. Η συνολική ιθαγενής εμπορική και βιομηχανική ορμή παρέμενε μηδαμινή. Λέγεται ότι μέχρι το τέλος του αυτοκρατορικού καθεστώτος υπήρχαν κάπου 20.000 «εργο 29. Feuerwerker, China's Early industrialization. I, 12-13. Levy xai Shih, Chinese Business Class, 27, 29. 30. Levy και Shih, Chinese Business Class, 50. 31. Allen και Donnithorne, Western Enterprise, 37, 49.
212
στάσια» στην Κίνα. Απ ’ αυτά μόνο 363 χρησιμοποιούσαν μηχανι κή δύναμη. Τα υπόλοιπα χρησιμοποιούσαν μονάχα ανθρώπινη ή ζωϊκή δύναμη.32 Έ τσ ι η Κίνα, όπως η Ρωσία, μπήκε στη σύγχρονη εποχή με μια μέση τάξη αριθμητικά μικρή και πολιτικά εξαρτημένη. Το στρώμα αυτό δεν ανέπτυξε μια ανεξάρτητη ιδεολογία από μόνο του, όπως έγινε στη δυτική Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά έπαιζε σημαντικό ρόλο στην υπονόμευση του καθεστώτος των μανδαρίνων και προκάλεσε τη δημιουργία νέων πολιτικών ομάδων στην προ σπάθεια να το αντικαταστήσει. Η ανάπτυξη της τάξης αυτής κατα μήκος των παραλίων συνδυάστηκε με το κομμάτιασμα της αυτο κρατορίας σε περιφερειακές σατραπείες, κατά τρόπο που προδιέγραφε τον συνδυασμό των ρόλων της «μπουρζουαζίας» και των μιλιταριστών στην ακμή της πολεμικής αριστοκρατίας (χοντρικά 1911-1927) και στη συνέχεια στην περίοδο του Κουόμινταγκ. Έ να πρώιμο παράδειγμα (1870-1895) της γενικής αυτής εξέλι ξης είναι ο Li Hung-chang, ο οποίος για 25 χρόνια «κινήθηκε προς τον αυτοπρόσωπο έλεγχο των εξωτερικών υποθέσεων, τον έλεγχο της προσόδου από τα τελωνεία, το μονοπώλιο της πολεμικής παραγωγής και τον πλήρη έλεγχο των ενόπλων δυνάμεων στο βόρειο μισό της αυτοκρατορίας».33 Παραπέρα έγινε βαθμιαία μια σημαντική ανάμιξη μεταξύ τμημάτων της τάξης των ευγενών (και αργότερα οι διάδοχοί τους κατέληξαν να γίνουν γνήσιοι γαιοκτήμο νες) και των αστών ηγετών στο εμπόριο, στη χρηματοδότηση και στη βιομηχανία.34 Το αμάλγαμα αυτό πρόσφερε το κύριο κοινωνικό υπόβαθρο της Κουόμινταγκ, μιας προσπάθειας να αναβιώσει η ουσία του αυτοκρατορικού συστήματος, δηλ. πολιτική υποστήρι ξη του γαιοκτημονισμού με ένα συνδυασμό γκαγκστερισμού που να προσιδιάζει στην Κίνα, και ενός επιχρίσματος ψευτο-κομφουκιανισμού που φανέρωσε ενδιαφέρουσες ομοιότητες με τον δυτικό φασι σμό, όπως θα πούμε λεπτομερέστερα αργότερα. Ο συνδυασμός αυ τός προέκυψε σε πολύ μεγάλο βαθμό από την αποτυχία των ευγε νών να περάσουν από προβιομηχανικές σε εμπορικές μορφές καλ λιέργειας. Οι αιτίες της αποτυχίας αυτής θα μας απασχολήσουν τώρα. 32. Feuerwerker, China’s Early Industrialization. 5. 33. Feuerwerker, China's Early Industialization, 13. 34. Levy χαι Shih, Cinese Business Class, 50. Lang, Chinese Family 97.
213
3.
Η αποτυχία να υιοθετηθεί η εμπορική γεωργία
Μια πολιτιστική και ψυχολογική εξήγηση, του τύπου ότι η μεθοδική επιδίωξη του κέρδους, ακόμα και στη γεωργία, ήταν αντίθετη με την κομφουκιανη ιδέα της στυλιζαρισμένης αργίας, γρήγορα μας οδηγεί σε δυσκολίες. Η δυτική βιβλιογραφία, μου φαίνεται, έχει υπερτονίσει τη σημασία της συγκαταβατικής στάσης του κινέζικου ανώτερου στρώματος προς τους δυτικούς βαρβά ρους. Ό π ω ς αναφέρθηκε στο προηγούμενο μέρος, εκεί όπου η κινέζικη αριστοκρατία είχε την ευκαιρία να υιοθετήσει τον τεχνικό πολιτισμό της Δύσης και ακόμα μερικές από τις κοινωνικές της συνήθειες, υπήρχαν πολλοί εκπρόσωποί της που δεν δίσταζαν να το κάνουν. Γράφοντας για την πρώτη φάση της δυτικής επίδρασης ένας προσεχτικός μελετητής σημείωσε ότι «μια καταφανής φάση της περιόδου πριν το 1894 ήταν η εγκαινίαση βιομηχανικών και μηχανολογικών επιχειρήσεων από τα επιφανή μέλη της επίσημης τάξης, εκείνης δηλ. της ομάδας που συνήθως θεωρούμε στη Δύση ότι συγκροτείται από υπερσυντηρικούς».35 Ένας πιο πρόσφατος μελετητής έχει αναφέρει ότι μεταξύ των σοβαρών κινέζων στοχα στών του 1890, η μελέτη της δυτικής τεχνολογίας θεωρούνταν σχεδόν σαν πανάκεια για την οικονομική καθυστέρηση της Κίνας.36 Εάν υπήρχε κάποιος πολιτιστικός φραγμός για την τεχνολογική βελτίωση, δεν φαίνεται ότι ήταν ανυπέρβλητος. Αφού η κινέζικη ανώτερη τάξη έδειχνε σημαντικό ενδιαφέρον για την τεχνολογία, για στρατιωτικούς και βιομηχανικούς σκοπούς, θα μπορούσε να περιμένει κανείς αναγκαστικά ότι θάπρεπε να έδειχνε ακόμα μεγα λύτερο ενδιαφέρον για την γεωργία, γιατί ήταν τόσο αποφασιστική για τον τρόπο της ζωής της συνολικά. (Πρακτικά μπορούμε να εί μαστε βέβαιοι ότι μια τέτοια εξήγηση θα είχε ήδη δοθεί εάν είχε στεριώσει μια τεχνικά προχωρημένη εμπορική γεωργία). Αντίθε τα, με μερικές τυχαίες εξαιρέσεις που περιορίζονται σε προγραμ ματικές δηλώσεις, δεν έδειχνε τέτοιο ενδιαφέρον.37 Μια πιο πειστική εξήγηση μπορεί να συναχθεί από μια εξέτα ση των υλικών και πολιτιστικών όρων που υπήρχαν στην Κίνα την εποχή που ασκούσε τήν καταλυτική του επίδραση ο σύγχρονος κό σμος. Μολονότι υπήρχαν πόλεις στην Κίνα, δεν υπήρξε ένας γρή 35. Cameron, Reform Movement, 11. 36. Feuerwerker, China's Early Industrialization, 37 37. Feuerwerker, China's Early Industrialization, 34.
214
γορα αυξανόμενος αστικός πληθυσμός, με μια κάπως διαδομένη και αυξανόμενη ευημερία που να μπορούσε να ενεργήσει σαν κίνη τρο για την ορθολογοποίηση της παραγωγής για την αγορά. Κρί νοντας από την κατάσταση μιας μεταγενέστερης περιόδου, η γειτνίαση με μια πόλη ή ένα εμπορικό κέντρο κυρίως χρησίμευε για να υποκινεί την ανταλλαγή κηπευτικών, την καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών που θα μπορούσαν να φτάσουν στην αγορά με το χέ ρι. Η αυτοκρατορική πολιτική στις πρώτες εργώδεις μέρες της δυ ναστείας μπορεί να αντετίθετο στο σχηματισμό μεγάλων τσιφλικών. Αλλά στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα τέτοια μεγάλα αγρο κτήματα κυριαρχούσαν σε ολόκληρα μέρη της αυτοκρατορίας.38 Αν και το σημείο αυτό θα σήκωνε παραπέρα έρευνα, φαίνεται ότι ένα μεγάλο τσιφλίκι ήταν συχνά απλώς μια συσσώρευση μικρών ιδιο κτητών, δηλ. αποτελούνταν από περισσότερους χωρικούς, οι ο ποίοι έτσι έδιναν στον ιδιοκτήτη μεγαλύτερο συνολικό νοίκι. Εδώ προσεγγίζουμε την καρδιά του προβλήματος. Η κινέζικη σχέση γαιοκτήμονα — ενοικιαστή ήταν πολιτικό επινόημα για την απόσπαση οικονομικής υπεραξίας από τους χωρικούς και την μετατροπή της σε πολιτιστικές ανέσεις. (Τι έπαιρναν και τι δεν έπαιρναν οι χωρικοί από τη σχέση αυτή είναι μια σημαντική πλευρά που μπορούμε να την παραμελήσουμε προς στιγμήν). Με την απουσία μιας μεγάλης αστικής αγοράς, δεν υπήρχε σοβαρή αιτία για ν ’ αλλάξουν τα πράγματα, και ήταν ίσως ακόμα λιγότερο πιθανό να υπάρξει μια τέτοια αγορά. Τα φιλόδοξα και ενεργητικά άτομα κάτω από την αυτοκρατορία αποκτούσαν ένα γραφειοκρα τικό πόστο για να επαυξήσουν τα οικογενειακά στρέμματα. Φυσικά η γεωργία δεν παρέμεινε εντελώς στάσιμη κατά τη διάρκεια του τελευταίου μέρους του 19ου αιώνα και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου. Καθώς αναπτυσσόταν, η ζωή της πόλης α σκούσε μακροπρόθεσμες επιδράσεις στον αγροτικό τομέα, μερικές από τις οποίες τράβηξαν την προσοχή μας, ενώ άλλες θα τις μελε τήσουμε παρακάτω. Εδώ χρειάζεται μόνο να σημειώσουμε κάτι σημαντικό. Τπό συνθήκες μιας απλής τεχνολογίας και άφθονης ερ γασίας, δεν ήταν ανάγκη για τον κινέζο γαιοκτήμονα να ορθολογοποιήσει την παραγωγή στο κτήμα του για να παράγει για την αγο ρά της πόλης. Εάν το κτήμα του βρισκόταν στο προάστιο μιας πό 38. Jamieson και άλλοι, "Tenure of Land in China” , 100. Khokhlov, "Agtarnye otnosheniya” , 110.
215
λης, ήταν πολύ πιο απλό και εύκολο γι ’ αυτόν ν ’ αποτραβηχτεί και να νοικιάσει το κτήμα του σε χωρικούς νοικιαστές, αφήνοντας τον ανταγωνισμό για τη γη να υψώνει τα εισοδήματά του με πολύ μικρή προσπάθεια από μέρους του. Όμοια, οι πιο εύποροι κάτοι κοι της πόλης μπορούσαν να βρουν εύκολα μια επικερδή επένδυση στη γή. Οικονομικά, το προτσές αυτό σημαίνει την ανάπτυξη του γαιοκτημονισμού των «απόντων» γαιοκτημόνων κοντά στις πό λεις. Κοινωνιολογικά, αυτό συνέβαλε στην τμηματική συγχώνευση των τμημάτων της πρώην αριστοκρατίας και των πλούσιων στοι χείων στις πόλεις. Ό μ ω ς η κατάσταση αυτή μπορούσε να στεριώ σει μόνο στο βαθμό που μπορούσαν να βρεθούν πολιτικές μέθοδες για να ενεργοποιούν τους χωρικούς και να συγκεντρώνουν νοίκια α π ’ αυτούς. Αρκετά γρήγορα το πρόβλημα αυτό επρόκειτο να αποδειχτεί άλυτο. Έ τσι, δεν φαίνεται πως κάποια έμφυτη έλλειψη προσαρμοστι κότητας εμπόδισε την Κινέζικη αριστοκρατία να περάσει με επι τυχία στο σύγχρονο κόσμο. Πιο σημαντική ήταν η έλλειψη κινήτρου και η παρουσία στην ιστορική αυτή κατάσταση άλλων ευκολότερων εναλλακτικών λύσεων. Για πολύ διάστημα δεν υπήρχε αρκετά αναπτυγμένη αγορά, που να δικαιολογεί την προσπάθεια. Ό τα ν και όπου εμφανίστηκε η αγορά, μετέτρεψε τους ευγενείς σε ραντιέρηδες με πολιτικούς μάλλον δεσμούς παρά σε αγροτικούς επιχει ρηματίες. Μόνο μια μειοψηφία έκαμε το βήμα αυτό. Ό μ ω ς η μειοψηφία αυτή διαμόρφωσε την ηγετική πρωτοπορία μιας ισχυρής ιστορικής τάσης. Παίρνοντας υπόψη τις συνθήκες που αντιμετώπι σαν, είναι πολύ δύσκολο να δούμε τι άλλο θα μπορούσαν να είχαν κάμει. Ό π ω ς και η παρακμή κάθε άρχουσας τάξης, η μοίρα της κι νέζικης αριστοκρατίας, από τις πιο απωθητικές άρχουσες τάξεις στην ιστορία, έχει κάτι το τραγικό. 4.
Η κατάρρευση του αυτοχρατοριχού συστήματος χαι η εμ φάνιση των πολέμαρχων
Σ ’ 6λες τίς μεγάλες χώρες της Ευρώπης υ ανταγωνισμός μεταξύ των ευγενών και του στέμματος ήταν για πάρα πολύ καιρό ένα από τα αποφασιστικά στοιχεία της πολιτικής. Παντού, ακόμα και στη Ρωσία, μπορεί κανείς να κατανοήσει σε κάποιο βαθμό τήν εξέλιξη των νομικών τάξεων, αυτών που οι γερμανοί ιστορικοί ονομάζουν Stand?, διακοινωνικών ομάδων με σημαντικό βαθμό 216
συντεχνιακής συνείδησης και με δημόσια αναγνωρισμένα προνόμια, που στρέφονταν με ζήλο ενάντια σ ’ άλλες ομάδες και ειδικά κατά ■του στέμματος. Η επίθεση του εκσυγχρονισμού επηρέασε τον ανταγωνισμό αυτό κατά πολλούς τρόπους ανάλογα με το χρόνο και τις συνθήκες μέσα στις οποίες άρχισε. Στην Αγγλία ήταν ευνοϊκός για την ανάπτυξη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Στην ηπει ρωτική Ευρώπη ήταν λιγότερο ευνοϊκός ή ακόμα και δυσμενής, αν και συνήθως υπήρχε σε κάποιο βαθμό κάποια αριστοκρατική φιλε λεύθερη αντιπολίτευση. Κατά τη διάρκεια της περιόδου που συζητάμε, οι κινέζικες γαιοκτημονικές ανώτερες τάξεις δεν ανέπτυξαν καμιά σημαντική αντίθεση αρχών προς το αυτοκρατορικό σύστημα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπήρξαν μερικοί που πήραν τις δυτικές κοινοβουλευ τικές αντιλήψεις σαν διανοητικό παιχνίδι, αλλά δεν υπήρξε πολιτι κό αντιπολιτευτικό κίνημα με σημαντικές ρίζες στις κινέζικες συνθήκες. Παρουσιάστηκαν κάποιες περιστάσεις που ευνόησαν μια τέτοια εξέλιξη. Η κινέζικη τάση των αξιωματούχων — αναφέρομαι στους κατόχους ενός βαθμού, είτε γαιοκτήμονες ήταν είτε όχι — είχε ένα δυνατό αίσθημα αυτονομίας, καθώς επίσης προνόμια και ελευθερίες αναγνωρισμένες από τον αυτοκράτορα και, σε ση μαντικό βαθμό, από πλατιά τμήματα του κοινού.39 Στην φεουδαλική Ευρώπη οι αριστοκράτες δημιούργησαν κοινωνικά και οικονομι κά προνόμια και ένα αίσθημα αυτονομίας, θεσμούς που μερικοί ι στορικοί θεωρούσαν σοβαρό στοιχείο της τάσης που κορυφώθηκε στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Στην Κίνα κάθε τέτοια τάση αντιμετώπιζε πολύ μεγαλύτερα εμπόδια. Η γαιοκτημονική ιδιο κτησία στην κινέζικη κοινωνία δεν θα χρησίμευε εύκολα ως βάση για πολιτική εξουσία ξεχωριστή από τον πολιτικό μηχανισμό που την έκανε να αποδίδει. Τ ο αυτοκρατορικό σύστημα δεν ήταν μόνον ένας τρόπος να κάνει την ιδιοκτησία να αποδίδει, αλλά επίσης και τρόπος να αποκτήσει κανείς ιδιοκτησία. Το γεγονός ότι γενικά οι περιστάσεις απέκλεισαν την ανάδει ξη μιας φιλελεύθερης αριστοκρατικής αντιπολίτευσης, μείωσε την ευκαμψία για ανταπόκριση της Κίνας σε μια συνολικά νέα ιστορι 39. Καλή σύντομη πιρίληψη στον Ch'u. Local Covrrnmrnl. 173-175. Ο Ho. Laddrr of Success. 99, ισχυρίζιται ότι μέλη της ίδιας ιξιταστιχής τάξης αποχαλοόνταν μιταξΰ τους αϊίλφοί χαι ότι αυτή η πλασματική σνγγίνιχή σχέση συχνά πιρνούσι στην ιπέμινη γινιά.
217
κή πρόκληση και μας βοηθάει να εξηγήσουμε ένα νέο χαρακτηρι στικό που συναντάμε στην κινέζικη περίπτωση, δηλ. την σχεδόν πλήρη αποσύνθεση της κεντρικής κυβέρνησης. Έ να καθεστώς, πολλά από τα βασικά χαρακτηριστικά του οποίου διήρκεσαν επί αιώνες, κατέρρευσε μέσα σε λιγότερα από εκατό χρόνια κάτω από τα κτυπήματα της Δύσης. Τπήρξε βέβαια κάποια σύντομη φάση στη ρώσικη αντίδραση σε κάπως παρόμοιες πιέσεις, κατά την οποία η κεντρική κυβέρνηση εξαφανίστηκε. Αλλά στη Ρωσία, από την άποψη των βασικών κοινωνικών τάσεων, η περίοδος της κατάρρευσης δεν ήταν σχεδόν τίποτα περισσότερο από ένα επεισόδιο. Αντίθετα, στην Κίνα, η τελική περίοδος της αναρχίας διήρκεσε πολύ περισσότερεο. Θα μπορούσε κανείς να την χρονολογήσει τουλάχιστον από την ανακή ρυξη της Δημοκρατίας, στα 1911, μέχρι την τυπική νίκη της Κουομιτάνγκ στα 1927. Το τελευταίο εγκαινίασε μια αδύναμη αντιδραστική φάση, που θα συζητηθεί λεπτομερέστερα παρακάτω και που επίσης διαφέρει από τη ρωσική εμπειρία, αφού επακο λούθησε μάλλον παρά προηγήθηκε της κατάρρευσης. Στο υποκεφά λαιο αυτό θα προσπαθήσω να αναδείξω μερικές από τις αιτίες της αποσύνθεσης και να επισύρω την προσοχή στους τρόπους με τους οποίους τα ανώτερα στρώματα κατάφεραν να διασωθούν καθώς το παλιό οικοδόμημα συντριβόταν πάνω από τα κεφάλια τους. Η κυβέρνηση των Μαντσού αντιμετώπισε ένα σοβαρό δίλημ μα κατά τη διάρκεια του τελευταίου μισού αιώνα της διακυβέρνη σής της. Από το ένα μέρος, χρειαζόταν μεγαλύτερες προσόδους για να εξουδετερώσει την εσωτερική ανταρσία και να αντιμετωπίσει εξωτερικούς εχθρούς. Από την άλλη μεριά, δεν μπορούσε να απο κτήσει την πρόσοδο αυτή χωρίς να καταστρέψει το όλο σύστημα των προνομίων των ευγενών. Η απόκτηση αρκετών προσόδων θα απαιτούσε την ενθάρρυση του εμπορίου και της βιομηχανίας. Το γεγονός ότι οι ξένοι διηύθυναν τα τελωνεία έκανε μια τέτοια πολιτική ακόμα πιο δύσκολη. Η αύξηση των κυβερνητικών προσό δων θα έκανε επίσης απαραίτητη την εισαγωγή ενός αποτελεσμα τικού φορολογικού συστήματος και το σταμάτημα της συνήθειας των αξιωματούχων να τσεπώνουν τη μερίδα του λέοντος από αυτά που έπαιρνε η κυβέρνηση από τους υπηκόους της. Έ τσ ι η κυβέρνη ση θά ’πρεπε να εξαλείψει μια σημαντική πηγή εισοδήματος των ευγενών και να ενθαρρύνει την ανάπτυξη μιας κοινωνικής τάξης που αναπόφευκτα θα ανταγωνιζόταν όλο και με μεγαλύτερη επιτΟ218
χία την τάξη των ευγενών. Εφ’ όσον όμως η κυβέρνηση η ίδια βασιζόταν στην τάξη των ευγενών, μια τέτοια πορεία ήταν πολύ απίθανη.40 Ένας οξυδερκής και ισχυρός κυβερνήτης όπως ο Μπίσμαρκ έχει την πολυτέλεια ν ’ απομακρύνει από κοντά του ένα σημαντικό τμήμα των υποστηρικτών του στην πορεία της επιδίω ξης μιας πολιτικής που ελπίζει ότι θα επιτύχει μεγαλύτερα οφέλη και ισχυρότερα θεμέλια για το καθεστώς. Η νίκη σ ’ ένα τέτοιο παιχνίδι εξασφαλίζει στον πολιτικό μια εξέχουσα θέση στα εγχει ρίδια της ιστορίας, στη «κρίση της ιστορίας» την οποία όλοι οι πολιτικοί επικαλούνται. Κανένας κυβερνήτης δεν μπορεί να κάνει χωρίς το κύριο σώμα υποστηρικτών του ούτε μπορεί να του ζητή σει να κάνει πολιτική αυτοκτονία. Το να λέμε ότι η επιτυχής μεταρρύθμιση στην Κίνα του 19ου αιώνα ήταν απίθανη κάτω από τις περιστάσεις εκείνες δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση παρέλειψε να κάμει κάποιες προσπάθειες. Ούτε η κυβέρνηση ούτε η αριστοκρατία δεν αφέθηκαν να παρασυρθούν από την παλίρροια της ιστορίας. Τπήρξαν προσπάθειες για μεταρρύθ μιση, η αποτυχία των οποίων χρησιμεύει να δείξουμε τα απαγο ρευτικά εμπόδια που αντιμετώπιζαν οι κυβερνήτες. Η πιο ενεργητική προσπάθεια, η οποία περιγράφεται σε μια διαφωτιστική μονογραφία της Mary C. Wright, κράτησε δώδεκα χρόνια από το 1862 έως το 1874 και είναι γνωστή ως Παλινόρθω ση του T’ung-chih. Οι διακεκριμένοι αξιωματούχοι οι οποίοι κατηύθυναν το κίνημα, αντιμετώπισαν τα προβλήματα της εσωτερι κής εξέγερσης και της εξωτερικής επίθεσης με μια αποφασιστική οπισθοδρομική πολιτική. Μια κύρια πλευρά της πολιτικής τους συνίστατο στις προσπάθειες να δυναμώσουν τη θέση της τάξης των ευγενών. Σεβάστηκαν σχολαστικά τα νομικά και οικονομικά της προνόμια, αποκατέστησαν το status quo ante στους τίτλους για τη γη, εκεί όπου η επανάσταση τους είχε καταργήσει, και χρησιμο ποίησαν τις φορολογικές διευκολύνσεις κατά πρώτο λόγο για το βόλεμα των γαιοκτημόνων. Το εμπόριο και την επιχειρηματι κή δραστηριότητα τα μεταχειρίζονταν σαν «παρασιτικά υπερσαρκώματα» πάνω σε μια τακτοποιημένη αγροτική κοινωνία.41 Χωρίς καθόλου να είναι επιλήσμονες των οικονομικών και κοινωνικών 40. Βλ. Wright, Last Stand, 184-190. Cameron. Reform Movement. 163. Morse Trade and Administration, στο οποίο το xcip. IV «ξίζιι να διαβαστεί. 41. Wright. Last Stand. 129, 167.
219
προβλημάτων της κοινωνίας τους, μιλούσαν κυρίως με ηθικούς όρους για την εξεύρεση του «κατάλληλου» ανθρώπου με «κατάλλη λο» χαρακτήρα για να κάμει το «κατάλληλο»' όπουτο «κατάλλη λο» φυσικά ήταν προδιορισμένο με κομφουκιανούς όρους. Μια τέ τοια εξόγκωση της παραδοσιακής ρητορικής παρουσιάζεται συχνά όταν μια άρχουσα τάξη βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση. Αν και η Παλινόρθωση του T’ung-chih πέτυχε για λίγο, αυτή η ίδια η επιτυχία μπορεί να επέσπευσε το τέλος, ενδυναμώνοντας προσωρι νά εκείνες τις δυνάμεις που εναντιόνονταν περισσότερο σε μια θεμελιακή αναδιάρθρωση της κινέζικης κοινωνίας. Κ ατ’ αυτόν τον τρόπο, οι αντιπρόσωποι της Παλινόρθωσης μπορεί να έχουν συμβάλει στη βίαιη ανατροπή των ταξικών και κοινωνικών θεσμών που επιζητούσαν να αποκαταστήσουν. Η πνοή των μεταρρυθμίσεων που έγιναν υπό την Αυτοκράτειρα Dowager στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, ήταν διαφορετικού χαρακτήρα και αναδείχνει μια άλλη πλευρά του προβλήματος. Μπορούμε μόνο ν ’ αναφέρουμε τις προσπάθειές της να εκσυγχρονί σει το εκπαιδευτικό σύστημα και να καταργήσει το σύστημα των εξετάσεων. Επακολούθησε στα 1906 η διακήρυξη πίστης του θρόνου στην αρχή της συνταγματικής κυβέρνησης, αν και η αρχή αυτή δεν θα έμπαινε σε εφαρμογή αν δεν ετοιμάζοταν πρώτα η χώρα. Παράλληλα αυτή πρότεινε και έκαμε ορισμένες ενεργητικές προσπάθειες να πετύχει μια μεταρρύθμιση της γραφειοκρατίας. Ό τα ν τα σχέδιά της επέσυραν πρωτοφανή αντίθεση, απόλυσε τέσσερις από τους έξι υπουργούς της στο Μεγάλο Συμβούλιο, δείχνοντας ότι δεν αστειευόταν.42 Αν και η έξαρση αυτή της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας δεν κατέληξε πουθενά, αν και βρίσκεται σε σχεδόν κωμική αντίθεση με την προηγούμενη συμπε ριφορά αυτής της ευέξαπτης υπέρ αντιδραστικής και επιδέξιας δολοπλόκου, το να προσπεράσουμε το γεγονός αυτό με ένα χαμό γελο σαν μια χειρονομία χωρίς νόημα θα σήμαινε να παρερμηνεύσουνε ένα αποκαλυπτικό επεισόδιο. Ο τύπος των ενεργειών της φανερώνει έντονα ότι ο πραγματικός της στόχος ήταν η εγκαθίδρυ ση μιας ισχυρής κεντρικής γραφειοκρατικής κυβέρνησης, πάνω στην οποία θα μπορούσε να ασκεί άμεσο προσωπικό έλεγχο, χοντρικά προς την κατεύθυνση της Γερμανίας ή Ιαπωνίας.43 42. Cameron. Hefurm, 103, 105. Βλ. επίσης. Bland χαι Blarkhousr. China, 431432. 43. Για παραπέρα μαρτυρίες σ ’ αυτό το σημείο, βλ. το διάταγμα της 21ης
220
Τ ο κύριο σημείο, από τη σκοπιά μας, είναι ότι η κοινωνική βά ση για ένα τέτοιο καθεστώς έλειπε στην Κίνα — ακόμα περισσότε ρο απ ’ ότι στη Ρωσία. Το κεντρικό χαρακτηριστικό τέτοιων καθε στώτων, όπως δείχνει επίσης η εμπειρία της Ιταλίας και της Ισπανίας, είναι ο συνασπισμός μεταξύ τμημάτων των παλιών αρχουσών τάξεων της υπαίθρου, που έχουν σοβαρή πολιτική δύνα μη και κλονισμένη οικονομική θέση, με μια ανερχομένη εμπορική και βιομηχανική ελίτ με κάποια οικονομική δύναμη αλλά με πολι τικά και κοινωνικά μειονεκτήματα. Στην Κίνα την εποχή αυτή, οι εθνικές αστικές εμπορικές ομάδες δεν ήταν αρκετά ισχυρές για να γίνουν χρήσιμος συνεταίρος για μια τέτοια συμμαχία. Επρόκειτο να περάσει ένα τέταρτο του αιώνα πρωτού μπορέσει να πραγματο ποιηθεί μια τέτοια προσπάθεια κάτω από νέους οιωνούς, εκείνους του Κουόμιτανγκ, με κάποια τουλάχιστο προοπτική επιτυχίας. Το έδαφος είχε ετοιμαστεί κατά τη διάρκεια του δευτέρου τρίτου του 19ου αιώνα, όταν έγιναν σημαντικές μεταβολές στο χαρακτήρα και τη θέση της τάξης των ευγενών. Το ιδεώδες του κομφουκιανού λογιοτατισμού, και μαζί μ ’ αυτό το παραδοσιακό σύστημα της κοινωνικής θέσης στην Κίνα συνολικά, κατέρρεε, τη στιγμή που η υλική βάση του ρόλου του λογίου - αξιωματούχου και η σημασία του στην κινέζικη κοινωνία ελαττωνόταν σταθερά. Εί χαμε ήδη την ευκαιρία να σημειώσουμε την παράξενη αμηχανία της κυβέρνησης — στριμωγμένης ανάμεσα στην ανάγκη για επιπρόσθε τη πρόσοδο και τον φόβο της εξασθένισης της θέσης των ευγενών. Τ α μέσα στα οποία κατέφυγε συνέβαλαν στην τελική κατάρρευση του καθεστώτος. Στην αναζήτηση της για έσοδα, αφού η εξέγερση του Taiping (1850-1866) είχε ερημώσει τεράστιες περιοχές της Κίνας, η κυβέρνηση άνοιξε κάπως πλατύτερα την πίσω πόρτα για της υπηρεσίες του κράτους, αφήνοντας περισσότερα πρόσωπα να αγο ράζουν ένα βαθμό αντί να τον αποκτούν μέσω της κανονικής οδού των εξετάσεων.44 Αν και νέοι και πλούσιοι νεοσύλλεκτοι δεν κατέκλυζαν τήν ιεραρχία, το κύρος των εξετάσεων μειώθηκε και έτσι κλονίστηκε ένα παλιό στήριγμα του παλιού καθεστώτος. Η τυπική κατάργηση του συστήματος των εξετάσεων, μετά τις προσπάθειες να εκσυγχρονιστεί που δεν απέδωσαν περισσότερο Ιανουαρίου 1901, που δίνιται από τους Bland και Backhouse, China, 419-424, ιιδιχά 423. 44. Qiang, Chinese Gentry, 111, 141.
221
από ανταγωνισμό των παραδοσιακών λογίων που φοβούνταν ότι οι γνώσεις τους θα έπαυαν να ζητούνται, έγινε με τη διακήρυξη στα 1905. Καθώς τίποτα δεν υπήρχε να το αντικαταστήσει το σύστήμα κλυδωνιζόταν για μερικά χρόνια κάτω από τη δίκιά του ορμή. Καθώς η δυνατότητα να ασκηθεί ο παραδοσιασός έλεγχος του λόγου ελαττωνόταν και η δύναμη της κεντρικής κυβέρνησης αδυνά τιζε, η αριστοκρατία αναλαβαίνει στα χέρια της τον έλεγχο των τοπικών υποθέσεων όλο και περισσότερο, προϊδεάζοντας την μακρά περίοδο του χάους και του αδελφοκτόνου πολέμου που δεν τέλειωσε πραγματικά παρά με την κομμουνιστική νίκη στα 1949. Σε πολλά μέρη της χώρας η αριστοκρατία απλώς συγκέντρωνε τους φόρους της και απαγόρευε σε άλλους να πληρώσουν στην κεντρική κυβέρνηση.4S Επιβάλλοντας τον περίφημο likin, ένα φόρο που συκεντρωνόταν από καταστηματάρχες και ταξιδευτές εμπόρους, η αυ τοκρατορική κυβέρνηση ενέτεινε τις διαβρωτικές τάσεις. Ο φόρος ήταν μέτρο πρώτης ανάγκης για να εξευρεθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια σαν αποτέλεσμα της εξέγερσης του Taiping εφ’ όσον δεν μπορούσαν να συγκεντρωθούν με παραδοσιακές μεθόδους. Δεν εί ναι εκπληκτικό πού πολλοί ηγέτες της παλινόρθωσης ευνοούσαν τον φόρο likin προτιμώντας τον από ένα βαρύτερο φόρο για τη γη.46 Ο έλεγχος του φόρου ξέφευγε από τα χέρια της αυτοκρατορικής κυβέρνησης, ενώ ο ίδιος ο φόρος συνέχισε να προσφέρει μια οικονο μική βάση για νέες περιφερειακές εξουσίες, πρότυπα της περιόδου των πολέμαρχων.47 Το τέλος της δυναστείας των Μαντσού στα 1911, και η ανακήρυξη της δημοκρατίας στα 1912, απλώς έδωσε έμμεση συνταγματική αναγνώριση στο γεγονός ότι η πραγματική εξουσία είχε περάσει στα χέρια των τοπικών σατραπών, όπου θα παρέμεινε τουλάχιστο για μια μισή ακόμα δεκαετία. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής σημαντικά τμήματα της παλιάς αριστοκρατίας γατζώθηκαν στην εξουσία είτε μεταμφιεσμένοι σε στρατηγούς ή συμμαχώντας με ξεχωριστούς στρατιωτικούς. Ο όλος κοινωνικός και πολιτιστικός μηχανισμός που τους είχε δώσει νομιμότητα είχε συντριβεί χωρίς ελπίδα αποκατάστασης. Οι διάδοχοί τους επρόκειτο να γίνουν απλοί γαιοκτήμονες γκάγκστερ, ή συνδυασμός και των 45. Chang, Chinese Caiiry, 46, 66, 70. 46. Wright, Last Stand. 168-169. 47. Beal, Origin of Likin, 41-44. Chang, Chinese Gentry, 69.
222
δύο, μια τάση που λειτουργούσε υπόγεια στους αυτοκρατορικούς χρόνους. Τπήρχε μια σχέση συμβίωσης μεταξύ του γαιοκτήμονα και του πολέμαρχου γκάγκστερ. Αυτό φαίνεται καθαρά στις λειτουρ γίες του συστήματος των επιτάξεων, των φόρων σε εργασία και εί δος, που συνέχισαν να είναι ο κύριος τρόπος με τον οποίο εξα ναγκάζονται οι αγρότες να συντηρούν τις ελίτ στην επαρχία. Οι έμποροι επίσης έπαιξαν το ρόλο τους, προϊδεάζοντας το συνασπι σμό μεταξύ εμπορικών ομάδων και γιαοκτημόνων που στήριζε το Κουόμιντανγκ. Θεωρητικά, οι στρατιωτικές επιτάξεις βασίζονταν στο φόρο πάνω στη γη· το σύστημα ήταν πολύ εύκαμπτο, κυρίως σε βάρος του χωρικού, ο οποίος έχασε μεγάλο μέρος της προστασίας που κά ποτε απολάβαινε από τους αυτοκρατορικούς αξιωματούχους και τον κώδικα της περιορισμένης «νόμιμης» εκμετάλλευσης, χειροτέ ρευση που ήδη είχε αρχίσει από αρκετό καιρό. Έ να ποσό δυό cat ties αλευριού θα μπορούσε να γίνει δύο και μισό* τρεις catties σανού μπορούσαν να μετατραπούν σε έξη· τέσσερα κάρρα σε 16 κλπ. Οι έμποροι σιτηρών, συνεννοημένοι με τους επιτάκτες και ενεργώντας συχνά σαν πράκτορες την γαιοκτημόνων, μπορούσαν να αποκομί σουν κέρδος πληρώνοντας το ποσό που χρώσταγαν και μετά ανεβάζοντας τις τιμές του σταριού, μοιράζοντας τη διαφορά μετα ξύ της σταθερής τιμής και της τιμής αγοράς. Καμιά φορά οι επιτά ξεις συνεχίζονταν, έστω και αν τα στρατεύματα είχαν αποχωρήσει. Μεγάλοι γαιοκτήμονες, συχνά και οι ίδιοι στρατιωτικοί, γενικά ανάγκαζαν τους ενοικιαστές τους να πληρώνουν τις επιτάξεις γ ι ’ αυτούς.48 Αν και υποπτεύομαι ότι οι πηγές από τις οποίες έχουν παρθεί οι πληροφορίες αυτές μπορεί να υπερβάλουν τη δυσαρέ σκεια των αγροτών,δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία για την ύπαρξη τρομακτικών δεινών, που προκαλούσαν άνθρωποι σε αν θρώπους. Αφήνοντας τη θέση των χωρικών, για να την συζητήσουμε ό ταν πρέπει, μπορούμε να σημειώσουμε ορισμένα πιό γενικά χαρα κτηριστικά της εποχής των πολέμαρχων. Τό σύστημα των επιτά 48. Agrarian China, 101-109.Το άρθρο από το οποίο έχει παρθ<1 αυτό εμφανί στηκε στα 1931. Παρά την κάποια μαρξιστική προκατάληψη σε πολλές από τις με λέτες αυτές, αποτελ«( μια χρήσιμη πηγή πληροφοριών για μια περίοδο λίγο γνω-
223
ξεων αντιπροσώπευε τη συνέχεια της σχέσης της αριστοκρατίας προς την πολιτική κάτω από τους μανδαρίνους, όπου η πολιτική δύναμη γέννησε και ενίσχυσεΤην οικονομική για να γεννήσει με τη σειρά της πολιτική δύναμη μια φορά ακόμα. Με την εξαφάνιση της κεντρικής κυβέρνησης η ανώτερη γαιοκτημονική τάξη έχασε έναν από τους κύριους μηχανισμούς που είχαν συμβάλει στη διατήρηση της κινέζικης κοινωνίας στο αρχαίο της καλούπι, έστω και παρα μορφωμένης από σοβαρά ρήγματα και ραγίσματα. Σ τα πρώτα χρό νια, σύμφωνα με κάποιες πηγές, η κοινωνία είχε συνέλθει, καθώς η αριστοκρατία και οι χωρικοί επεξεργάστηκαν ένα καινούργιο modus vivendi και ήρθε στην εξουσία μια καινούργια και αυστηρή δυνα στεία. Στον 20ο αιώνα λειτούγησαν νέες δυνάμεις και οι διάδοχοι της παλιάς άρχουσας τάξης θα στρέφονταν με επιτυχία σε νέους συμμάχους. Τέτοια είναι η περίπτωση του Κουόμντανγκ, στην τύ χη του οποίου μπορούμε τώρα να αναφερθουμε. 5. Το διάλειμμα τον Κονόμιντανγχ χαι η σημασία τον Μέχρι τη δεκαετία του 1920, τα εμπορικά και βιομηχανικά συμφέροντα είχαν γίνει σημαντικός παράγοντας στην κινέζικη πολιτική και κοινωνική ζωή, αν και η συνεχής εξάρτηση απο τους ξένους και η υπαγωγή τους στα αγροτικά συμφέροντα τα ανάγκασε να παίξουν έναν πολύ διαφορετικό ρόλο από τα αντίστοιχα δυτικο ευρωπαϊκά. Εν τω μεταξύ, όπως θα φανεί λεπτομερέστερα σε λίγο, ένα τμήμα των γαιοκτημόνων κοντά στα λιμάνια, αριθμητικά μι κρό αλλά πολιτικά σημαντικό, είχε αρχίσει να ανακατώνεται με την τάξη αυτή και να μετατρέπεται σε ραντιέρηδες. Επίσης οι ερ γάτες της πόλης είχαν κάνει την εμφάνισή τους στην ιστορική σκη νή με θυελλώδη και βίαιο τρόπο. Μέσα σ ’ αυτές τις συνθήκες έδρασε το Κουόμινταγκ. Η ιστο ρία της ανόδου του στην εξουσία έχει ειπωθεί πολυ συχνά για να χρειάζεται λεπτομερή επανάληψη εδώ.49 Αν και ακόμη κάπως θο λά, λόγω των αμφισβητήσεων, τα ουσιαστικά σημεία για τον σκο πό μας φαίνεται να είναι τα ακόλουθα. 49. To "Chinese Revolution" του Holcombe clvai μια πρωτοπόρα μ(λέτη. Το 'Tragedy of the Revolution" του Isaacs μου f atvcrai η καλύτερη γ*νιχή (ξιστόρηση. Τα "Chines Communism" του Schwartz και "Stalin's Failure” του Brandi , ρίχνουν παραπέρα φως στη ρωσική και κινέζικη κομμουνιστική δράση κατά τη ίιάρκιια της περιόδου αυτής.
224
Με σημαντική εσωτερική κομμουνιστική και σοβιετική υπο στήριξη, το Κουόμινταγκ μέχρι τα τέλη του 1927 είχε αποκτήσει τον έλεγχο ενος σημαντικού τμήματος της Κίνας, δρώντας με βάση του το Νότο. Μέχρι τη στιγμή αυτή η επιτυχία του οφειλόταν κυρίως στην ικανότητά του να χαλιναγωγεί και να ελέγχει τα κύματα των δυσαρεστημένων χωρικών και εργατών. Ετσι το κοινωνικό πρόγραμμα του Κουόμινταγκ το ξεχώριζε απο τους πολέμαρχους και του προσέδινε κάποιο πλεονέκτημα πάνω τους. Για μια περίοδο είχαν φουντώσει οι ελπίδες ότι η στρατιωτική δύναμη του Κουόμινταγκ θα μπορούσε να υπερισχύσει πάνω στους πολέμαρχους και να ενώσει την Κίνα στη βάση ενός επαναστατικού προγράμματος. Δεν επρόκειτο να γίνει έτσι, αν και η τυπική ενοποίησ πραγματοποιήθηκε. Η μερική επιτυχία του Κουόμινταγκ έφερ· στην επιφάνεια λανθάνουσες συγκρούσεις μεταξύ των ανομοιογε νών στοιχείων που ένα πρόγραμμα εθνικιστικής ενοποίησης προ σωρινά τα είχε συνταιριάσει. Οι ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις, οι οποίες πρόσφερναν αξιωματικούς για τις ένοπλες δυνάμεις, όλο και περισσότερο ανησυχούσαν μήπως οι χωρικοί τους έδιωχναν από τη γη. Αρκετά ειρωνικοί οι κινέζοι κομμουνιστές, έπειτα από κάποιες υποδείξεις της Μόσχας, υποστήριζαν τους διαδόχους της α ριστοκρατίας στην κρίσιμη αυτή κατάσταση, με τη δικαιολογία ότι η εθνική επανάσταση προηγούνταν της κοινωνικής.50 Ο ρόλος των εμπόρων της πόλης και των χρηματοδοτών είναι λιγότερο σαφής.51 Ό μ ω ς δεν θα μπορούσε να είναι ευτυχέστεροι από τους ευγενείς σχετικά με την προοπτική μιας νίκης του Κουόμινταγκ με αριστερό πρόγραμμα. Μέσα σ ’ αυτές τις συνθήκες, ο Τσιάγκ-Κάι-σεκ, ο οποίος ασκούσε σταθερό έλεγχο σ ' ένα σημαντικό τμήμα των στρατιωτι κών δυνάμεων κατάφερε να αποδεσμευτεί από την επανάσταση, μέσα σ ’ ένα βόρβορο μηχανορραφιών και με μια σειρά στρατιωτι κών πραξικοπημάτων. Πρός το τέλος αυτής της αποδέσμευσης ο Τσιάγκ στράφηκε κατά των αγροτών εφαρμόζοντας το κλασικό υπόδειγμα της αγροτο-αστικής συμμαχίας. Στις 12 Απριλίου 50. Brandt, Stalin’s Failure, 106-107, 125. 51. Έ νας δημοσιογράφος ισχυρίζεται πως ο Τσιάγκ είχε την υπόσχεση για σο βαρή οικονομική υποστήριξη από τραπεζικούς παράγοντες και εμπόρους στη Σαγχάη, οι οποίοι συμφωνούσαν να προσφέρουν χρήματα κατανοώντας ότι η νέα κυβέρνηση θα ήταν σαφώς αντ (κομμουνιστική. Βλ. Berkov, Strong Man of China, 64.
225
1927, οι πράκτορές του, μαζί με άλλους τοπικούς, περιλαμβανομένων εκείνων της γαλλικής, βρεταννικής και γιαπωνέζικης αστυνο μίας και στρατιωτικών δυνάμεων, ανάλαβαν μια μαζική επίθεση κατά των εργατών, διανοουμένων και άλλων που κατηγορούνταν ότι συμπαθούν τους κομμουνιστές.52 Εν τούτοις ο Τσιάγκ και η στρατιωτική του μηχανή δεν ήταν ένα απλό παθητικό όργανο της συμμαχίας αυτής. Επίσης στάφηκε κατά των ίδιων καπιταλιστι κών στοιχείων, υπαγάγωντάς τους σε δημεύσεις και αναγκαστικά δάνεια και σε απειλές φυλάκισης και εκτελέσεων.53 Η νίκη του Τσιάγκ εγκαινίασε μια νέα φάση στην κινέζικη πολιτική ζωή. Τόσο με Χόγια όσο και με έργα, το Κουόμινταγκ έδωσε προτεραιότητα στην εθνική ενοποίηση σαν κάτι που έπρεπε να προηγηθεί της πολιτικής και αγροτικής μεταρρύθμισης. Στην πραγματικότητα, αυτό σήμαινε την αναζήτηση μιας λύσης του αγροτικού προβλήματος μέσω των στρατιωτικών δυνάμεων, δηλ. την κατάπνιξη της ληστείας και του κομμουνισμού. Πάει πολύ να ισχυρίζεται κανείς ότι η προοπτική αυτή ήταν ανέλπιδη από την αρχή. Ο εκσυγχρονισμός έγινε κάτω από αντιδραστική αιγίδα και με σοβαρά κατασταλτικά μέτρα στην Ιαπωνία καθώς επίσης και στη Γ ερμανία, μια χώρα η οποία επίσης αντιμετώπιζε το πρόβλη μα της εθνικής ενοποίησης. Οπωσδήποτε τα προβλήματα που αντιμετώπισε η Κίνα ήταν ασύγκριτα πιο δύσκολα. Αν θελήσουμε να προσδιορίσουμε τις αγροτικές όψεις με κάθε λεπτομέρεια, γρήγορα θα σκοντάψουμε στην έλλειψη στοιχείων, ειδικά στη σχεδόν πλήρη απουσία διαθέσιμων στατιστικών, χάσμα πολύ ευρύτερο στην περίπτωση της Κίνας από τις άλλες χώρες που μελετάμε στο βιβλίο αυτό. Πάντως το βασικό περίγραμμα του προβλήματος είναι εντελώς σαφές. Το πρώτο σημείο που αξίζει να παρατηρήσουμε είναι αρνητικό. Εκτός ίσως από μερικές περιοχές, η Κίνα, μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν ήταν μια χώρα όπου μια τάξη αριστοκρατών ιδιοκτητών τεράστιων κτημάτων εκ μεταλλευόταν μια μάζα φτωχών χωρικών και ακτημόνων εργατών. Η υπογράμμιση του γεγονότος αυτού εν τούτοις θα διαστρέβλωνε σοβαρά την εικόνα της πραγματικότητας. Κάτω από την καταλυ τική πίεση του προοδευμένου εμπορίου και της βιομηχανίας, η Κί 52. Isaacs, Tragedy οΓ the Revolution, κ*φ. II. Ο ρόλος των ξένωνΧυνάμιωντκριγράφιται στη σιλίία 180. 53. Isaacs. Tragedy of the Revolution. 181.
226
να προχωρούσε σταθερά προς ένα σύστημα ερήμην ιδιοκτητών με όλο και μεγαλύτερες διαφορές στον πλούτο. Η αλλαγή αυτή ήταν πιο φανερή στις παράκτιες περιοχές, ειδικά κοντά στις μεγάλες πόλεις. Σε πολλά τμήματα του εσωτερικού, επίσης, τα προβλήμα τα της εκπάκτωσης ήταν έντονα, αν και εκεί φαίνεται ότι αποτελούσαν μάλλον την κληρονομιά των προηγούμενων πρακτικών πα ρά τις συνέπειες των νέων δυνάμεων.54 Το ότι η κινέζικη γεωργία αποσχολούσε τεράστια ποσότητα ανθρώπινης εργασίας και πολύ μικρή με τη μορφή δαπανηρών εργαλείων ζώων — μερικές πλού σιες οικογένειες στο σιτοβολώνα του Βορρά είχαν άλογα — είναι γεγονός τόσο πολύ γνωστό που δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνε ται. Ως συνήθως, ο Tawney τοποθετεί το ζήτημα στην πολιτική και κοινωνική του συνάφεια με ρέουσα κλασική γλώσσα. Τ ο διακριτικό σημάδι της κινέζικης γεωργίας, παρατηρεί, ήταν «η οικονομία χώρου, οικονομία υλικών, οικονομία εργαλείων, οικονομία φορβής, οικονομία καυσίμων, οιικονομία άχρηστων προϊόντων, οικονομία των πάντων εκτός από τα δάση, τα οποία έχουν λεηλατηθεί με πλήρη αδιαφορία, με αποτέλεσμα την καταστροφή του εδάφους και της εργασίας των ανθρώπινων υπάρξεων, τις οποίες οι κοινωνικές συνήθειες έκαναν άφθονες και η αφθονία φτηνές».55 Με την απουσία μιας παράδοσης προνομιούχων φεουδαλικών κτημάτων, η σχέση μεταξύ γαιοκτήμονα και ενοικιαστή περιείχε έντονα στοιχεία επιχειρηματικού συμβολαίου. Ό μ ω ς ήταν ακόμα ένα προβιομηχανικό εμπορικό συμβόλαιο, σοβαρά επηρεασμένο από το τοπικό έθιμο. Έ τσ ι η στατιστική κατηγορία της ενοικίασης κάλυπτε μια πλατειά ποικιλία καταστάσεων. Μερικοί γαιο κτήμονες που είχαν υπερφορτωθεί με χρέη αγοράζοντας γη, μπο ρούσε να ήταν σε χειρότερη θέση από πολλούς ενοικιαστές. Από την άλλη μεριά, εκείνοι που νοίκιαζαν γη μπορούσαν να είναι είτε εύπορα πρόσωπα με διαθέσιμα μετρητά και εργαλεία ή φτωχοί α γρότες με λίγη ή καθόλου γη, των οποίων η κακοτυχία μπορούσε να τους ρίξει σε συνθήκες που πλησίαζαν τη δουλεία.56 Εκτιμήσεις σαν κι αυτές δείχνουν τη δυσκολία της σύνδεσης των ειδικών όρων 54. Tawney. Land and Ubour, είναι η καλύτερη επιδιόρθωση. Burk, Land Utili zation. περιέχει χάποιες χρήσιμες στατιστικές πληροφορίες που συγκεντρώθησαν με την καθοδήγηση του Burk. 55. Tawney. [.and and Labour, 48. 56. Tawney, U nd and Labour. 63. 65. China-l'.S. Agricultural Mission. Rrpurl. 53. Agrarian China. 59.
227
γαιοκτήμονας και χωρικός με οντοιαδήποτε γενική αντίληψη για τις κοινωνικές άξεις. Επίσης κανένας δεν πρέπει να πέσει θύμα και της αντίθετης αυταπάτης: Ό τ ι δηλαδή δεν μπορεί κανείς να μιλάει για κοινωνικές τάξεις, επειδή τα στατιστικά δεδομένα δεν κατορ θώνουν να τις αναδείξουν καθαρά. Η έκταση στην οποία υπήρχε εκρηκτική ταξική πάλη στην επαρχία, είναι ένα πιο περίπλοκο πρόβλημα στο οποίο θα έρθουμε στην πορεία. Μερικές στατιστικές εκτιμήσεις αξίζει να επισύρουν την προσοχή του αναγνώστη. Κατά το τέλος του πρώτου τέταρτου του 20ου αιώνα η γη στην Κίνα είχε γίνει, σχεδόν ολοκληρωτικά, ατο μική ιδιοκτησία. Το κράτος κατείχε μόνο το Ί% περίπου. Σχεδόν όλα τα υπόλοιπα 93% βρίσκονταν στα χέρια ατόμων. Α π ’ αυτά περίπου τα 3/4 κατέχονταν από τον ίδιο τον κτηματία και περίπου το 1/4 νοικιαζόταν.57 Με πρώτη ματιά τέτοια νούμερα θα μπορού σε να φαίνεται ότι δείχνουν πως το νοίκιασμα δεν ήταν σοβαρό πρό βλημα. Μια κατάταξη κατά περιφέρειες μας λέει κάτι διαφορετικό. Στις σιτοπαραγωγικές περιοχές του Βορρά, η ιδιοκτησία αριθμού σε περίπου τα 7 /8 της γης σύμφωνα με την πιο αξιόπιστη εκτίμηση.58 Το τέτοιο νοίκιασμα, καθώς γινόταν συνήθως, έπαιρνε τη μορφή της συνεταιρικής πάκτωσης. Γ ενικά το προτιμούσαν οι πα κτωτές σε περιοχές όπου υπήρχε μεγάλος κίνδυνος, από πλημμύρες η ξηρασίες.s* Στο φως της επακόλουθης επικράτησης των κομμου νιστών, σε πολλά μέρη του Βορρά, δυσπιστώ για τις στατιστικές αυτές αλλά αδυνατώ να κάμω περισσότερα από το να αναφέρω την ύπαρξη του προβλήματος. Σύμφωνα με μια πηγή, η γεωκτημοσύνη ήταν διαδομένη και βαθιά ριζωμένη στην κοινωνική δομή μιας πε ριοχής στην βορειοανατολική Κίνα που αργότερα μπήκε κάτω από κομμουνιστικό έλεγχο.60 Στο Νότο, ιδιαίτερα στις ορυζοπαραγωγές περιοχές, ο γαιοκτι/ίυηνας ήταν πολύ πιο σημαντική μορφή. Σε 57. Buck. Land Utilization. 9. Σύγχρινε Κίνα-ΗΠΑ, Αγροτική Αποστολή, Έ κ θεση, 17. 58. Buck, Land L'liliza'ion. 194. 59. Κίνα - ΗΠΑ. Αγροτική Αποστολή, Έκθεση 55. 60. Crook και Crook. Revolution in a Chinese Village. 3, 12, 13, 27-28. Η μελέ τη αυτή, που έγινε από ένα Καναδό και ένα Ά γγλο με την προστασία των κομμου νιστών στα 1948, έχει το πλεονέκτημα ότι δεν καλύπτει την αδύνατη πλευρά της διακυβέρνησης του Κουόμινταγχ. Αν και οι συγγραφείς διατηρούν πρότυπα επιστημονιχής αντικειμενικότητας και το βιβλίο δεν είναι κατά κανένα τρόπο κομμουνι στική πραγματεία, διασθάνομαι ότι έχουν αποδεχτεί χάπως άκριτα των κομμουνιστιχή εκδοχή για το πρόσφατο παρελθόν του χωριού.
22Η
πολλές επαρχίες, η έκταση της νοικιασμένης γης έφτανε τα 40% και πάρα πάνω, αν και στην ορυζοπαραγωγό περιοχή συνολικά τα 3/5 της γης κατέχονταν ακόμα.61 Κοντά στις μεγάλες πόλεις η έγ γεια ιδιοκτησία που τη δούλευαν οι ιδιοκτήτες της ήταν πραγματι κά σπάνια. Εδώ ο απών γαιοκτήμονας, συλλέγοντας φόρους κυρίως σε ρευστό, είχε γίνει χαρακτηριστική μορφή μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, αν όχι νωρίτερα.62 Έ τσ ι ο χάρτης περιγράφει μια κοινή ιστορική περίπτωση, δηλ. μια κοινωνία στην οποία οι εμπορικές επιρροές κατάτρωγαν την αγροτική ιδιοκτησία και συγκέντρωναν τον πλούτο στα χέρια ενός νέου κοινωνικού σχηματι σμού, ενός μίγματος μεταξύ τμημάτων της παλιάς άρχουσας τάξης και νέων ανερχόμενων στοιχείων των πόλεων. Καθώς το μίγμα αυτό αποτελούσε την κύρια κοινωνική βάση του Κουόμινταγκ, η αγροτική του πολιτική απόβλεπε στη διατή ρηση ή την αποκατάσταση του status quo. Επί πλέον, η παρουσία του κομμουνιστικού αντίπαλου με de facto ανεξαρτησία έτεινε να πολώσει την κατάσταση και να κάνει την πολιτική του Κουό μινταγκ πιο αντιδραστική και καταπιεστική. Ένας αμερικανός μελετητής που συμπαθεί το Κουόμινταγκ δίνει αυτόν τον γενικό χαρακτηρισμό: «οι κομμουνιστές δρουν σαν οι κληρονόμοι των προσωρινά φανατικών αγροτικών εξεγέρσεων: η εθνική κυβέρνηση και το Κουόμινταγκ σαν οι κληρονόμοι των ανερχόμενων μανδαρί νων».63 Βέβαια η εκτίμηση της συνολικής κατάστασης δεν είναι οπωσδήποτε ακριβής. Αλλού ο ίδιος γράφει στη βάση της άμεσης παρατήρησης: Αφού [το Κουόμινταγκ]... δεν προάγει τον αγροτικό ταξικό πόλεμο, οι προϋπάρχουσες ταξικές σχέσεις συνεχί ζονται. Το κόμμα και η Κυβέρνηση έχουν προσπαθήσει, όχι πάντα αποτελεσματικά ή με συνέπεια, να πραγματοποιή σουν τα προγράμματα της αγροτικής μεταρρύθμισης... Το Κουόμινταγκ ανέχθηκε πλατιά το σύστημα της συμμετοχής στη σοδειά, την ανεπάρκεια εδάφους, την τοκογλυφία και τον αγροτικό δεσποτισμό — γιατί όλα αυτά τα βρήκε να υπάρ 61.Buck. Land Utilization. 194 χάρτης οτη σιλ. 195. 62. Tawney. Land and Labour. 37-38. Κίνα-ΗΠΑ, Αγροτική Αποστολή, Έ κ θεση, 55. 63. Linrharger. China of Chiang, 233.
229
χουν και είχε καταπιαστεί με την συγκρότηση μιας εθνικής κυβέρνησης, ενός σύγχρονου στρατού, που να χρηματοδο τούνται επαρκώς και με το ξερίζωμα μερικών από τα χειρό τερα κακά, όπως όπιο, ληστές και κομμουνιστές...64 Στο απόσπασμα αυτό ο συγγραφέας αποδέχεται ολοκληρωτι κά της δηλώσεις του Κουόμινταγκ σχετικά με τους λόγους της πολιτικής του. Πάντως το απόσπασμα αποτελεί σημαντική μαρτυ ρία από ένα μάρτυρα φιλικά διακείμενο προς το Κουόμινταγκ σχετικά με το ότι η πολιτική του αποσκοπούσε στη διατήρηση του status quo στην επαρχία, πράγμα που από μόνο του συνιστά μια μορφή ταξικού πολέμου. Η αδυναμία του Κουόμινταγκ να κάνει μια σοβαρή θεώρηση των αγροτικών σχέσεων δεν σημαίνει ότι δεν πραγματοποιήθηκε καμιά βελτίωση. Από καιρό σε καιρό, το Κουόμινταγκ εξέδιδε διατάγματα και προκηρύξεις που σκόπευαν στη βελτίωση της κατάστασης της αγροτιάς.65 Σε μερικές περιοχές, όπως στο Σετσουάν, επιτεύχθηκαν πραγματικές βελτιώσεις, όταν η κυβέρνηση του Κουόμινταγκ έβαλε τέρμα στις καταχρήσεις του τοπικού στρατηγού.66 Σε ένα αριθμό περιφερειών, σύμφωνα με^μια αμερι κανική επίσημη έκθεση, οι γαιοκτήμονες έπαιρναν κατά μέσον όρο το 1/3 των ακαθάριστων αγροτικών εισπράξεων, ή μόλις λιγότερα από το 35,5% που κάποτε είχαν τεθεί σαν ανώτατο όριο από τους κομμουνιστές και το Κουόμινταγκ στη νομοθεσία.67 Τα φιλελεύθε ρα στοιχεία μπορούσαν να προωθήσουν τις προσπάθειές τους για μια βαθμιαία μεταρρύθμιση, όπως το κίνημα αγροτικής ανασυ γκρότησης, οι οποίες γίνονταν ανεκτές στο βαθμό που παρέμεναν «πολιτικά αβλαβείς». Ο σκοπός του κινήματος ανασυγκρότησης ή ταν «η βελτίωση ολόκληρης της κοινότητας χωρίς την επαναστατικοποίηση της ταξικής της δομής».68 Παρόμοιο ήταν το «ζωντανό κοινωνικό εργαστήριο» του Ting Hsien στη Βόρεια περιφέρεια με 64. Linebargcr. China of (Jiiang. 147-148. 65. Mcpixa α π ' αυτά συνοψίζονται α π ’ τον Lamb. Agratian Movement. 45-46, 78-79. 66. I.inebarger. China of (liiang. 222. 67. Κίνα-ΗΠΑ. Αγροτική Αποστολή, ΈκΑιση 56. Η ημχρομηνία του νόμου του Κουόμινταγκ 8cv SIScTai. 68. Linrbarger. China of Chiang, 218-219. Ο χαρακτηρισμός ϊίναι του Unebar· (ter.
230
40.000 κατοίκους όπου για πρώτη φορά οι διανοούμενοι πλησίαζαν σκόπιμα το λαό.6’ Το ζήτημα που προκύπτει εντελώς καθαρά τόσο από φιλικές όσο και από εχθρικές μαρτυρίες είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις του Κουόμινταγκ δεν ήταν αποτελεσματικές, καθόσον δεν προχωρού σαν στη μεταβολή του ελέγχου της τοπικής ζωής από τις ελίτ. Σε περιοχές που δεν θίχτηκαν από την προσπάθεια μεταρρύθμισης δεν υπήρχε ζήτημα συνοχής της εξουσίας. Ακόμα και μια τόσο φιλική πηγή όπως ο Linebarger παρατηρεί ότι «πολλά hsien βρίσκονται κάτω από τοπικούς μηχανισμούς που επιτρέπουν στους πλούσιους συντηρητικούς να αποφεύγουν τις φορολογικές πληρωμές, να λη στεύουν τα κυβερνητικά κεφάλαια και να καταπιέζουν τις γνήσιες αγροτικές οργανώσεις».70 Σε πλατειές εκτάσεις της Κίνας, το τέ λος του αυτοκρατορικού καθεστώτος δεν επέφερε θεμελιακές αλ λαγές στον πολιτικό και οικονομικό ρόλο των ανώτερων γαιοκτη μονικών τάξεων. Αυτές συνέχισαν να συμπεριφέρονται κατά τον ί διο τρόπο στις χαλαρά ενωμένες σατραπείες του Κουόμινταγκ ό πως έκαναν κάτω από τους πολέμαρχους και τη δυναστεία των Μαντσού. Πηγές με κριτική στάση απέναντι στο Κουόμινταγκ αναδείχνουν το σημείο αυτό ακόμα πιο καθαρά. Συζητώντας μια αναθεώρηση ενός νόμου για τη γη που εκδόθηκε από το Κουό μινταγκ στα 1937 και που σκοπός του ήταν η ενθάρρυνση των αγροκτημάτων, ένας κινέζος συγγραφέας παρατηρεί ότι η πολιτική εξουσία στο χωριό παρέμενε στα χέρια της προηγούμενης αριστο κρατίας. « Έ τσ ι δεν μπορεί να περιμένει κανείς ότι οι κύριοι αυτοί θα πραγματοποιήσουν με κάποια συνέπεια την πακτωτική πολιτι κή ενός νέου νόμου που θα έτεινε να χαλαρώσει την ασφυκτική οι κονομική λαβή με την οποία κρατούν αιχμάλωτη την αγροτιά».71 Όμοια, μια μελέτη μιας τοπικής κυβέρνησης έδειξε ότι οι εκλογι κές διαδικασίες δεν είχαν μπει σε εφαρμογή στο επίπεδο του hsien (ή κομητείας) στις περισσότερες επαρχίες, πράγμα που οφείλεται όχι μόνο στην συνεχή αναταραχή των καιρών αλλά επίσης στο μποϋκοτάζ των διαδικασιών τόσο από τους τοπικούς όσο και από 69. Linebarger, China οΓ (Chiang, 218-219. Βλέπε επίσης την έκθεση για την κοινότητα αυτή από τον Gamble. Ting HMen. Mrtoptl νάναι σημαντικό ότι η κοινω νική δομή της κοινότητας αυτής σπάνια ((ναι ορατή πίσω από τον όγχο των στατι στικών δεδομένων της μελέτης αυτής. 70. China of Chiang. 220. 71. Agrarian China. 155, αναφέρει ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στα 1937.
231
τους ανώτερους αξιωματούχους της κυβέρνησης.72 Συχνά οι γαιο κτήμονες, σύμφωνα με μια άλλη πηγή, απειλούσαν να κατηγορή σουν τους ενοικιαστές, οι οποίοι επέμεναν στην ελάττωση του ενοι κίου, ότι είναι κομμουνιστές, πράγμα για το οποίο μπορούσε να συλληφθούν.73 Φυσικά, η κατάσταση κατά πάσα πιθανότητα δεν ήταν παντού τόσο άσχημη, όπως θα μπορούσε να φανερώνουν οι σκόρπιες αυτές κριτικές. Το γεγονός ότι μπορούσαν να δημοσιεύονται στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’30 είναι καθαυτό σημαντικό, ειδικά ό ταν θυμηθούμε την αιματηρή καταστολή του Chiang λίγα χρόνια πριν. Ανθρωπολογικές μελέτες πολλών κινέζικων κοινοτήτων κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής δείχνουν ότι πατριαρχικές απόψεις και θεσμοί συνέχισαν σε πολλά μέρη να κρατούν υπό έλεγχο τις πιο στυγνές μορφές εκμετάλλευσης. Ως τμήμα της ίδιας εικόνας, εντούτοις, επιβεβαιώνουν τη συνέχεια της διακυβέρνησης των πρώην αριστοκρατικών σε τοπικό επίπεδο. Έ τσ ι ξανατονίζουν το συμπέρασμα ότι η αγροτική πολιτική του Κουόμινταγκ συνοψιζό ταν σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί το παλιό καθεστώς. Υπήρχαν σημαντικές περιφερειακές παραλλαγές στο βαθμό που οι παλιότεροι θεσμοί επιβίωσαν στην περίοδο του Κουόμιν ταγκ. Ό π ω ς ήδη σημειώθηκε, οι περιφερειακές αυτές διαφορές αντανακλούν διαδοχικά στάδια της ιστορικής εξέλιξης. Σε μερικά απόμακρα εσωτερικά χωριά, αποδεχόμενες αυτό που στους Δυτι κούς θα μπορούσε να φανεί σαν τρομακτικά χαμηλό βιοτικό επίπε δο, μερικές ηγετικές οικογένειες μπορούσαν ακόμα να αποκτούν κάποια α π ’ τα χαρακτηριστικά μιας αργόσχολης τάξης, όπως απαλλαγή από φυσική εργασία και προκόλληση σε μια ευδαιμονιστική φιλοσοφία, σε μερικές περιπτώσεις υποβοηθημένες απ ’ το κάπνισμα οπίου, αν και τους έλειπε το ιδανικό της κλασικά μορφω μένης αριστοκρατίας.74 Στο άλλο άκρο της κλίμακας θα μπορούσε νά ’ναι ένα χωριό κοντά σε μια μεγάλη πόλη, όπου τα ίχνη της προηγούμενης αριστοκρατίας πρακτικά έχουν εξαφανιστεί αλλά όπου οι απόντες γαιοκτήμονες από την πολιτεία είχαν καταλήξει να κατέχουν τα 2/3 του υπεδάφους, αφήνοντας την «ιδιοκτησία» του επιφανειακού εδάφους στον καλλιεργητή.75 Σ ’ ένα άλλο χωριό, 72. 73. 74. 75.
232
Βλέπε Shen, "Local Government” , 190-191, για ένα βιδαχτιχό επεισόδιο. Agrarian China, 147. Το αρχιχό άρθρο εμφανίστηχ* στα 1932. Γ ια ένα παράδειγμα, βλέπε Fei χαι Chang, Earlhbound China, 19,81-84, 92. Βλέπε την πρωτοπόρα μελέτη που έγινε από τον Fei χατά τη διάρκεια της
εν τούτοις, όχι μακριά α π ’ την ΝαγκΙν το οποίο μελετήθηκε ακρι βώς πριν την κομμουνιστική κατάληψη, η επιβίωση της προηγού μενης άρχουσας τάξης και κάποιων από τις Ιδιες μέθοδες διατήρη σης της θέσης της φαίνεται πολύ πιο καθαρά. Εκεί η κατάσταση ενός «τζέντλεμαν» ήταν τέτοια που μόνο πλούσιοι γαιοκτήμονες μπορούσαν να έχουν. Επίσης, και παρ ’ όλα αυτά, η εξουσία των γαιοκτημόνων έφτανε μόνο τόσο όσο η τοπική φρουρά μπορούσε να επεκτείνει την προστασία της, σημαντικό σημάδι των καιρών. Πε ριοχές στην άκρη της κομητείας αποσπασμένες από την πολιτική εξουσία της πόλης, «περιφρονούσαν τους γαιοκτήμονες και δεν πλήρωναν νοίκι».74 Τα γεγονότα αυτά μας λένε πολλά για την πραγματική σχέση μεταξύ της στρατιωτικής εξουσίας, της μπουρ ζουαζίας και των πλούσιων γαιοκτημόνων ή νεο-αριστοκρατίας κατά τη διάρκεια του τελευταίου μέρους της περιόδου του Κουό μινταγκ.78 Ά λλες μαρτυρίες για την επιβίωση των προηγούμενων ανώτε ρων γαιοκτημονικών τάξεων και της συνεχιζόμενης πολιτικής τους σημασίας προέρχονται από την στρατηγική πολιτική του Κουόμιν ταγκ πριν, προ και κατά τον πόλεμο με την Ιαπωνία. Είναι πολύ γνωστό ότι τα εμπορικά και βιομηχανικά συμφέροντα απότυχαν να σημειώσουν σημαντικές προόδους κάτω από το Κουόμινταγκ. Με πρώτη ματιά, το γεγονός αυτό θα μπορούσε να αποδοθεί στον γιαπωνέζικο αποκλεισμό και κατοχή. Ό μ α xjt 6 δύσκολα μπορεί να εξαντλεί το θεμα, αφού ο αποκλεισμός άρχισε μόνο στα 1937. Ένας σημαντικός παράγοντας φαίνεται ότι ήταν η συνεχιζόμενη αγροτική αντίθεση στον μετασχηματισμό της Κίνας σέ βιομηχανι κή δύναμη. Ένας στρατιωτικός ιστορικός χωρίς και την ελάχιστη συμπάθεια για τον μαρξισμό σημειώνει ότι, προτού αρχίσει ο πό λεμος, η Κίνα προτιμούσε να εισάγει τα οποιαδήποτε εφόδια της φαίνονταν αναγκαία παρά να συγκροτήσει μια εθνική βιομηχανική βάση.78 Η τακτική στο πεδίο της μάχης παρόμοια αντανακλούσε δεκαετίας του 1930, Peasant Life, 9-10, 185,191. Γιο τη σημασία της δυαδικής κα τοχής του εδάφους ο Fei συμφωνεί μ ι τον Tawney, Land and Labour 36-38. 76. Fried, Fabric of Chinese Society, 7, 17, 101, 196. 77. Για περισσότερες πληροφορίες για την επιβίωση της προηγούμενης άρχου σας τάξης στις νέες συνθήχες, βλέπε Μ. C. Yang, Qiinese Village, 1 ,183-186. Σ ' έ να άλλο χωριό χοντά στην Καντώνα σύμφωνα με τον C.K.Yang, Village in Transi tion, 19, υπήρχε ένας άνεργος χα&ηγητής της παραδοσιακής παιδείας. Οι μεγάλοι γαιοκτήμονες ζούσαν στην πολιτεία χαι δεν συμμετείχαν στην αγροτική εργασία. 78. Liu, Military History, 155.
233
την κοινωνική δομή της Κίνας, αν και ο Lin δεν καταλήγει σ ’ αυτό το αρκετά φανερό συμπέρασμα. Με την απουσία ανώτερων όπλων, η Κίνα απλώς χρησιμοποιούσε μάζες αγροτικού δυναμικού, πιέ ζοντας τους στρατιώτες της να είναι γενναίοι στην υπεράσπιση της πατρίδας. Αυτή η «στάση θανάτου» κατέληξε σε τεράστιες απώ λειες. Μόνο οι μάχες του 1940 λέγεται ότι κόστισαν στους Κινέ ζους το 28% των δυνάμεων τους. Η ίδια πηγή εκτιμά ότι κατά μέ σον όρο τα 23% του συνόλου των ικανών για πόλεμο ανδρών ποι επιστρατεύθηκαν στα 8 χρόνια του πολέμου σκοτώθηκαν ή τραυ ματίσθηκαν.711 ' Ετσι θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς πως οποιοδήποτε προβιομηχανικό κράτος που βρισκόταν στην ίδια κατάσταση θα είχε υποστεί προσεγγιστικά την ίδια εμπειρία. Η αντίρρηση αυ τή, νομίζω, παραβλέπει το κύριο ζήτημα: Η Κίνα παρέμεινε προ βιομηχανική σε μεγάλο βαθμό γιατί οι διάδοχοι της αριστοκρατίας διατήρησαν την ουσία του πολιτικού ελέγχου. Ας αλλάξουμε τώρα την εστία της προσοχής μας και ας εξετάσουμε το καθεστώς του Κουόμινταγκ από την άποψη της συγκριτικής θεσμικής ιστορίας. Καθώς απομακρινόμαστε από τις λεπτομέρειες (αν και θα θέλαμε να είχαμε πολλές περισσότερο ακριβείς α π ’ ό,τι έχουμε), οι δύο δεκαετίες της διακυβέρνησης του Κουόμινταγκ παρουσιάζουν κάποια από τα ουσιώδη χαρακτηριστι κά της αντιδραστικής φάσης της ευρωπαϊκής ανταπόκρισης στην εκβιομηχάνιση, περιλαμβανομένων και σημαντικών ολοκληρωτι κών χαρακτηριστικών. Η κύρια κοινωνική βάση του Κουόμινταγκ, όπως ήδη έχουμε δει, ήταν ένας συνασπισμός*, ή ίσως καλύτερα, μια μορφή ανταγωνιστικής συνεργασίας μεταξύ των διαδόχων της αριστοκρατίας και των αστικών, εμπορικών, οικονομικών και βιο μηχανικών συμφερόντων. Το Κουόμιντανγκ, μέσω του ελέγχου των μέσων βίας, χρησίμευε σαν ο δεσμός που συγκρατούσε τον συ νασπισμό. Ταυτόχρονα ο έλεγχος της βίας το έκανε ικανό να εκβιά ζει τον καπιταλιστικό τομέα των πόλεων και να ενεργοποιεί τον κυβερνητικό μηχανισμό άμεσα και έμμεσα. Και απ ’ τις δυό αυτές απόψεις το Κουόμινταγκ έμοιζε με το N.S.D.A.P του Χίτλερ. Υπάρχουν, εντούτοις, σημαντικές διαφορές και στις κοινωνι κές βάσεις και στις ιστορικές περιστάσεις που ξεχώριζαν το Κουό μινταγκ από τα ευρωπαϊκά του αντίστοιχα. Οι διαφορές αυτές μας βοηθούν να εκτιμήσουμε τον σχετικά αδύνατο χαρακτήρα της 79. Military History. 145.
234
κινέζικης αντιδραστικής φάσης. Αντίστοιχα, το καπιταλιστικό στοιχείο ήταν πάρα πολύ πιο αδύνατο. Μπορούμε να υποθέσουμε σίγουρα ότι η γιαπωνέζικη κατοχή των παράκτιων πόλεων μείωσε την επιρροή της ομάδας αυτής ακόμα παραπέρα. Τελικά, η γιαπω νέζικη εισβολή, μολονότι έδινε ένα άμεσο στόχο στο εθνικιστικό αίσθημα, εμπόδισε δραστικά την αντιδραστική φάση της Κίνας από το να γίνει εξωτερικά επεκτατική, όπως συνέβει κάτω από τον γερμανικό, ιταλικό και γιαπωνέζικο φασισμό. Για τους λόγους αυτούς, η κινεζική αντιδραστική και πρωτοφασιστική φάση μοιάζει με εκείνη της Ισπανίας του Φράνκο, όπου μια αγροτική ελίτ επίσης κατάφερε να διατηρηθεί στη κορυφή αλλά δεν μπορούσε να ασκήσει μια επιθετική εξωτερική πολιτική, περισσότερο απ ’ ό,τι συνέβει με τις αντίστοιχες φάσεις στη Γερμανία ή στην Ιταλία. Στη σφαίρα της ιδεολογίας, όπου τα ρεαλιστικά επιχειρήματα είναι κάπως λιγότερο πιεστικά, μπορεί κανείς να παρατηρήσει τις πιο χτυπητές ομοιότητες μεταξύ της κινεζικής αντιδραστικής περιόδου και των ευρωπαϊκών αντίστοιχών της. Κατά τη διάρκεια της επαναστατικής του φάσης πριν την κατάκτηση της εξουσίας, το Κουόμινταγκ είχε ταυτιστεί με την εξέγερση του Ταϊπίν. Μετά την κατάκτηση της εξουσίας και με την εμφάνιση του Τσιάγκ Κάισεκ σαν του πραγματικού ηγέτη, το κόμμα έδειξε το πραγματικό του πρόσωπο: ταυτίσθηκε με το αυτοκρατορικό σύστημα και την φαινομενική του επιτυχία κατά τη διάρκεια της παλινόρθωσης του 1862-1874,80 μια μεταστροφή που μας γέρνει στο νου την αρχική συμπεριφορά του ιταλικού φασισμού. Μετά τη νίκη, το δόγμα έγινε ένα παράξενο αμάλγαμα καμφουκιανών στοιχείων και απομειναριών παρμένων από τη δυτική φιλελεύθερη σκέψη. Η τελευταία, ό πως είναι γνωστό, είχε μπει μέσω της επίδρασης του Sun Yat-sen, ο οποίος παρέμενε ο πλέον ονειροπόλος πρόγονος του κινήματος. Οι αναλογίες με τον ευρωπαϊκό φασισμό προκύπτουν κυρίως από το οργανωτικό σχήμα και την ποικίλη έμφαση που ο Τσιάγκ Κάισεκ, ή εκείνοι που έγραφαν τις θεωρητικές του προκηρύξεις, έδιναν σ ’ αυτά τα σκόρπια στοιχεία. Η κύρια διάγνωση των προβλημάτων της Κίνας τοποθετού νταν σε ήμι-κομφουκιανές ηθικές και φιλοσοφικές κοινοτοπίες, οι οποίες θεωρούσαν ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά μετά την 80. Wright. Last Stand, 300. Γ ία μια δΐίίσδυτιχή ανάλυση των αυστηρά χινιζιχών όψίων του δόγματος του Κουόμινταγκ, βλ. 301-312.
235
επανάσταση του 1911, επειδή τάχα ο κινεζικός λαός δεν σκεφτόταν σωστά. Ο Τσιάγκ ισχυρίστηκε στα 1943 ότι οι Κινέζοι γενικά εί χαν αποτύχει να κατανοήσουν την αληθινή σοφία της βαθειάς φιλο σοφικής ρήσης του Sun Yat-sen ότι«η κατανόηση είναι δύσκολη, η δράση είναι εύκολη», και ακόμα θεωρούσαν ότι «η κατανόηση είναι εύκολη,η δράση είναι δύσκολη». Το μοναδικό συγκεκριμένο στοι χείο στη διάγνωση είναι η ζημιά που επέφεραν στη Κίνα η εξωτε ρική επικυριαρχία και οι άνισες συμφωνίες, με μερικά σχόλια για την αδυναμία και τη διαφθορά της δυναστείας των Μαντσού.·' Πρακτικά δεν αναλύονται πουθενά οι κοινωνικοί και οικονομικοί παράγοντες που είχαν φέρει τη Κίνα στο τοτινό της χάλι. Η ανά δειξη των παραγόντων αυτών με οποιοδήποτε ειλικρινή τρόπο θα συνεπαγόταν τον σοβαρό κίνδυνο της αποξένωσης από την υποστή ριξη της ανώτερης τάξης. Έ τσι, στην έλλειψη οποιασδήποτε ρεα λιστικής ανάλυσης και σε μερικές από τις αιτίες αυτής της έλλει ψης το δόγμα του Κουόμινταγκ μοιάζει με τον ευρωπαϊκό φασι σμό. Το ίδιο αληθεύει για τις προτάσεις του Κουόμινταγκ για μελλοντική δράση. Τπάρχουν σποραδικές παρατηρήσεις, σκόρπιες μέσα στο ημιεπίσημο βιβλίο του Τσιάγκ για την σημασία των πό ρων ζωής του Λαού, ένας όρος που εν μέρει χρησίμευε σαν ευφημι σμός για τα αγροτικά ζητήματα. Αλλά, όπως έχουμε ήδη σημειώ σει, στη πραγματικότητα πολύ λίγα έγιναν, ή έστω προτάθηκαν, για να λυθεί το πρόβλημα, ϊπή ρχε επίσης ένα δεκάχρονο σχέδιο εκβιομηχάνισης, πάλι όμως ήταν κάτι που έμεινε σχεδόν μόνο στα χαρτιά. Αντίθετα, η έμφαση δινόταν στην ηθική και ψυχολογική μεταρρύθμιση απ ’ τα πάνω, αλλά χωρίς κοινωνικό περιεχόμενο και η διάγνωση και το σχέδιο δράσης συνοψίζονται σ ’ αυτές τις προτά σεις από τον Τσιάγκ Κάι-σεκ: Α π ’ ό,τι έχει λεχθεί ξέρουμε ότι το κλειδί για την επιτυχία της εθνικής ανασυγκρότησης πρέπει να βρεθεί σε κάποια αλλαγή της κοινωνικής μας ζωής, και με τη σειρά της η αλλαγή της κοινωνικής μας ζωής εξαρτάται απ ’ εκείνους οι οποίοι έχουν όραμα, δύναμη θέλησης, ηθική πεποίθηση και ένα αίσθημα ευθύνης και οι οποίοι, μέσω της σοφίας τους και των προσπαθειών τους, οδηγούν το λαό μιας πόλης, περιφέ 81. Q uant Kai-Shrk. dim a's Dolinv. Κιφαλ. I xoi II.
2.16
ρειας, επαρχίας, ή ολόκληρης της χώρας σ ’ ένα νέο δρόμο μέχρις ότου ο λαός εξοικειωθεί μ ’ αυτόν ασυναίσθητα. Ό π ω ς ήδη έχω τονίσει, η εθνική και κοινωνική ανασυγκρό τηση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί εύκολα, αρκεί η νεο λαία σ ’ ολόκληρο το έθνος να αποφασίσει να εκτελέσει αυτά που άλλοι δεν τολμούν να εκτελέσουν, να υπομείνει αυτά που οι άλλοι δεν μπορούν να υπομείνουν....82 Η ομοιότητα γίνεται ακόμα πιο έντονη καθώς παρατηρούμε την οργανωτική μορφή που υποτίθεται ότι θα πάρει ο ηρωικός αυ τός ελιτισμός, δηλ. το ίδιο το Κουόμινταγκ. Παρ’ όλα αυτά υπάρ χει μια σημαντική διαφορά. Το Κουόμινταγκ ήταν κοντότερα στην ιδέα του εν όπλοις έθνους. Καθένας υποτίθετο ότι συγκινείται εξ ί σου από τη δύναμη των ιδανικών του και το ηθικό παράδειγμα των ηγετών του. Μολονότι η ιδέα ενός κόμματος που ν ’ αγκαλιάζει τα πάντα αναγόταν στον Sun Yat-sen, είχε ένα ορισμένο τακτικό πλεονέκτημα. Ο Τσιάγκ φρόντιζε να κρατάει την πόρτα ανοιχτή για τους κομμουνιστές, με την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να συγχωνευθούν με την οργάνωσή του.83 Τελικά το Κουόμινταγκ, όπως τα ευρωπαϊκά ολοκληρωτικά κόμματα και της δεξιάς και της αριστεράς, παρέμεινε μια πολύ μικρή μειοψηφία μέσα στο λαό.84 Ο διακηρυγμένος σκοπός της ηθικής και ψυχολογικής αυτής μεταρρύθμισης και η φαινομενική οργανωτική της ενσάρκωση ήταν φυσικά η στρατιωτική εξουσία. Με την σειρά της, η στρατιωτική εξουσία επρόκειτο να πετύχει την εθνική ενοποίηση. Ξανά και ξα νά, ο Τσιάγκ τοποθετούσε τη στρατιωτική ενοποίηση πρώτη, σαν την προϋπόθεση για οποιαδήποτε άλλη μεταρρύθμιση. Η κύρια δι καιολογία του Τ σιάγκ γι ’ αυτήν την άποψη έχει μια κάποια ολο κληρωτική χροιά. Ο Τσιάγκ παραθέτει την άποψη του Sun Yat-sen ότι ο Ρουσσώ και η γαλλική επανάσταση δεν μπορούσαν να χρησι μεύσουν σαν πρότυπα για τη Κίνα, γιατί οι Ευρωπαίοι τότε δεν εί χαν ελευθερία ενώ οι Κινέζοι σήμερα είχαν υπερβολική. Οι Κινέζοι, σύμφωνα με μια αγαπημένη μεταφορά του Τσιάγκ και του Sun, έμοιαζαν με ένα σωρό από χαλαρή άμμο, έτοιμα θύματα του ξένου 82. Qiina's Destiny, 212. 83. Qiina's Destiny, 212-216, 219-221, 233. 84. Linebarger, China of Chiang. 141-142, μ€ την απουσία επίσημων δεδομένων εκτιμάει τα μέλη περίπου σε 2 εχατ.
237
ιμπεριαλισμού. «Για να αντισταθούμε στην εξωτερική καταδυνά στευση», συνεχίζει ο Τσιάγκ παραθέτοντας άμεσα τον Sun, «πρέ πει να απαλλαγούμε από τήν ιδέα της 'ατομικής ελευθερίας’ και να ενωθούμε σ ’ ένα ισχυρέ συνεκτικό σώμα, σαν μια στέρεη μάζα του σχηματισμένη από μίγμα τσιμέντου και άμμου». Ο Τσιάγκ το διευρύνει αυτό με το παρακάτω σχόλιο: Με άλλα λόγια, εάν το ϊθνος του Chunghua [δηλ. η Κί να] πρόκειται να παγιωθεί σε μια ισχυρή μονάδα για την εθνική άμυνα, τόσο στέρεη όσο ο βράχος, είναι αυτονόητο ότι τα άτομα δεν μπορούν να απολαμβάνουν υπερβολική ελευθε ρία σαν να ήταν χαλαρή άμμος και, για'να το θέσουμε πιο συγκεκριμένα, μπορούμε να πούμε ότι η Κίνα πρέπει να εξε λιχτεί σε μια ισχυρή εθνική αμυντική μονάδα εάν θέλει να πετύχει την τελική νίκη στον πόλεμο αυτό, και στη μεταπο λεμική περίοδο, μαζί με τα άλλα ανεξάρτητα και ελεύθερα έθνη του κόσμου, να διασφαλίσει μια διαρκή παγκόσμια ειρή νη και να εργαστεί για την απελευθέρωση του ανθρώπου. Έ τσι...η υπερβολική προσωπική ελευθερία... δεν μπορεί να επιτραπεί είτε κατά τη διάρκεια του πολέμου είτε της μετα πολεμικής περιόδου.Μ Τρια χαρακτηριστικά ξεχωρίζουν σ ’ αυτή τη σύντομη επισκό πηση του δόγματος του Κουόμινταγκ οπως μορφοποιήθηκε από τον Τσιάγκ-Κάι-σεκ. Το πρώτο είναι η σχεδόν πλήρης απουσία κά θε κοινωνικού και οικονομικού προγράμματος που να αντιμετωπί ζει τα προβλήματα της Κίνας και μάλιστα μια πολύ εμφανής τυπι κή αποφυγή της πραγματικότητας των προβλημάτων αυτών. Τα λόγια για την «πολιτική κηδεμονία» και τη προετοιμασία για την δημοκρατία ήταν κυρίως θεωρητικά. Η πραγματική πολιτική σκόπευε στην όσο το δυνατό μικρότερη διατάραξη των υφισταμέ νων κοινωνικών σχέσεων. Μια τέτοια πολιτική δεν απέκλειε τον εκβιασμό και τις αναγκαστικές συνεισφορές από κάθε τομέα του πληθυσμού που πρόσφερε κατάλληλο στόχο. Οι γκάγκστερ κάνουν το ίδιο στις αμερικανικές πόλεις, χωρίς καμιά ουσιαστική προσπά θεια να ανατραπεί η υπάρχουσα κοινωνική τάξη, από την οποία τε λικά εξαρτιώνται. Το δεύτερο χαρακτηριστικό μπορεί να θεωρήσει 85. China’* DfMiny. 208.
2.1Η
κανείς ότι είναι η απόκρυφη της απουσίας ειδικών πολιτικών και κοινωνικών στόχων, μέσω μερικών αρκετά χονδροειδών προσπα θειών να επαναβιώσουν τα παραδοσιακά ιδανικά σε μια κατάσταση που για πολύ καιρό υπονόμευε όλο και περισσότερο την κοινωνική βάση των ιδανικών αυτών. Μια και η καθηγήτρια Mary C. Wright έχει υποστηρίξει το σημείο αυτό πειστικά και με άφθονες συγκε κριμένες μαρτυρίες στο The Last Stand of Chinese Conservatism, εμείς χρειάζεται να θυμήσουμε μονάχα ότι αυτή η διαστρεβλωτική πατριωτική εξιδανίκευση του παρελθόντος είναι ένα από τα κύρια στίγματα του δυτικού φασισμού. Το τρίτο και τελευταίο χαρακτη ριστικό είναι η προσπάθεια του Κουόμινταγκ να λύσει τα προβλήματά του μέσω της στρατιωτικής δύναμης, πάλι σημαντικό χαρα κτηριστικό του ευρωπαϊκού φασισμού. Ο τονισμός των τριών αυτών χαρακτηριστικών δεν σημαίνει ότι το Κουόμινταγκ ταυτιζόταν με τον ευρωπαϊκό φασισμό ή με προηγούμενα αντιδραστικά κινήματα. Η ταυτότητα ουδέποτε συμ βαίνει στην ιστορία και ούτε εδώ είναι η περίπτωση αυτή. Το ζήτημά μας είναι ότι οι ομοιότητες αυτές συνθέτουν ένα συγγενικό σύνολο που είναι σημαντικό όχι μόνο για να καταλάβουμε την Κίνα αλλά και γενικά για την δυναμική των ολοκληρωτικών κινημάτων. Με άλλα λόγια, δεν έχουμε εδώ μια χαλαρή συλλογή επεισοδιακών ομοιοτήτων, από τις οποίες ορισμένα δευτερεύοντα κινέζικα χαρα κτηριστικά τυχαίνει να μας θυμίζουν μερικά βασικά ευρωπαϊκά. Σαν ξεχωριστή σύνθετη ενότητα, αυτά κυριάρχησαν για μια περίο δο στο πολιτικό, κοινωνικό και διανοητικό κλίμα τόσο της Ευρώ πης όσο και της Κίνας. Η προσπάθεια του Κουόμινταγκ να σπρώξει την Κίνα μέσα α π ’ τον αντιδραστικό δρόμο στο σύγχρονο κράτος κατέληξε σε πλήρη αποτυχία. Το ίδιο απότυχε, μια παρόμοια και πιο ελπιδοφόρα προσπάθεια στη Ρωσία. Και στις δυο χώρες η αποτυχία αυτή ή ταν η άμεση αιτία και ο προάγγελος των κομμουνιστικών θριάμ βων. Στη Ρωσία οι κομμουνιστές πέτυχαν να δημιουργήσουν μια πρώτης τάξης βιομηχανική δύναμη. Στην Κίνα το αποτέλεσμα εί ναι ακόμα κάπως αμφίβολο. Και στις δύο περιπτώσεις πάλι, η α γροτική επανάσταση και εξέγερση συνέβαλε αποφασιστικά στην προώθηση των χωρών αυτών προς το κομμουνιστικό μονοπάτι του εκσυγχρονισμού, αντί για την αντιδραστική ή τη δημοκρατική πα ραλλαγή του καπιταλισμού. Στην Κίνα η συμβολή αυτή ήταν ακό μα πιο σημαντική απ ’ όσο στη Ρωσία. Οπωσδήποτε είναι καιρός
να εξετάσουμε πιο προσεχτικά τον ρόλο των αγροτών στους τερά στιους αυτούς μετασχηματισμούς. 6.
Εξέγερση, επανάσταση χαι αγρότες
Η συχνότητα των αγροτικών εξεγέρσεων στην Κίνα είναι πο λύ γνωστή. 0 Fitzgerald καταγράφει έξι σοβαρές στην μακρά ιστο ρία της Κίνας πριν το 1900.86 Υπήρχαν πολλές άλλες τοπικές και αποτυχημένες. Εδώ θα προσπαθήσω να δείξω μερικούς από τους κύριους λόγους που η προσύγχρονη κινεζική κοινωνία έρεπε προς τις αγροτικές εξεγέρσεις, περιορίζοντας τη συζήτηση κυρίως στην τελευταία φάση της δυναστείας των Μαντσού, αν και είναι πιθανό πως πολλοί από τους παράγοντες που πρόκειται να συζητηθούν λειτουργούσαν επίσης κατά τη διάρκεια προηγούμενων δυνα στειών, αλλά το σημείο αυτό βρίσκεται έξω από τον σκοπό του έρ γου αυτού και μάλιστα έξω από τήν αρμοδιότητα του συγγραφέα. Μπορούμε παρ ’ όλα αυτά να σημειώσουμε το γεγονός ότι ήταν ε ξεγέρσεις και όχι επαναστάσεις, δηλ. δεν μετέβαλαν τη βασική δο μή της κοινωνίας. Δεύτερο, θα προσπαθήσω να δείξω πώς αυτή η πρωταρχική δομική αδυναμία διευκόλυνε μια πραγματική επανά σταση κάτω από την επίδραση νέων ρευμάτων που δημιουργήθηκαν από την ορμή του εμπορίου και της βιομηχανίας κατά τη διάρ κεια του 19ου και 20ου αιώνα. Η όλη υπόθεση συνθέτει μια πολύ διαφωτιστική αντίθεση προς την Ινδία, όπου οι αγροτικές εξεγέρ σεις στη προσύγχρονη περίοδο ήταν σχετικά σπάνιες και τελείως αναποτελεσματικές και όπου ο εκσυγχρονισμός φτώχυνε τους αγρότες, τουλάχιστον όσο στην Κίνα και για μια πολύ μεγάλη χρο νική περίοδο. Η αντίθεση προς την Ιαπωνία είναι επίσης διαφωτιστική, αν και λιγότερο χτυπητή. Εκεί οι κυβερνήτες ήταν ικανοί να ελέγχουν τις παρορμήσεις προς την αγροτική εξέγερση που γεννήθηκε στη διαδικασία του εκσυγχρονισμού, εν μέρει γιατί η γιαπω νέζικη αγροτική κοινωνία ήταν οργανωμένη πάνω σε αρχές διαφο ρετικές από εκείνες της Κίνας. Η επιτυχία τους στη συνέχεια επέ τρεψε στην Ιαπωνία να ακολουθήσει ένα αντιδραστικό υπόδειγμα εκσυγχρονισμού το οποίο, όπως στη Γερμανία, κορυφώθηκε με το φασισμό. Προτού συζητήσουμε για την αγροτιά στην Κίνα, είναι χρήσι 86. Revolution in China, 13.
240
μο να θυμηθούμε ότι η πολιτική δομή της Κίνας, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, φανέρωνε ορισμένες σοβαρές αδυναμίες που έχουν μόνο μια πολύ έμμεση σύνδεση με την αγροτιά και μπορεί να θεω ρηθούν πιο σωστά ότι οφείλονται στον χαρακτήρα και την οργάνω ση του κυρίαρχου στρώματος των γαιοκτημόνων και αξιωματούχων. Έ χ ω ήδη αναφέρει ορισμένους λόγους για τους οποίους το τμήμα αυτό τις κινέζικης κοινωνίας γενικά απότυχε να προσαρ μοστεί στον σύγχρονο κόσμο του εμπορίου και της βιομηχανίας. Τπάρχουν επίσης αρκετά σαφείς ενδείξεις κάποιου μειονεκτήματος στον πολιτικό μηχανισμό της παραδοσιακής Κίνας. Στο τοπικό τους περιβάλλον και ως γαιοκτήμονες, οι ευγενείς χρειάζονταν ένα αυτοκρατορικό σύστημα αρκετά ισχυρό για να επιβάλει την εξου σία τους πάνω στους αγρότες. Ταυτόχρονα, ενέργειες που ήταν α ναγκαίες για να γίνει ισχυρό το αυτοκρατορικό σύστημα έρχονταν σ ’ αντίθεση με τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα της τοπικής αρι στοκρατίας. Αυτοί ήταν πολύ απρόθυμοι στην πληρωμή του φόρου που τους αναλογούσε και, γενικά, ήθελαν τα τοπικά ζητήματα να ρυθμίζονται σύμφωνα με το δικό τους συμφέρον.87 Σχετικά με την κατάσταση αυτή ο περιφερειακός δικαστής δεν μπορούσε να κάμει πολλά. Καθώς η διαφθορά εξαπλωνόταν και η χρησιμότητα της κεντρικής κυβέρνησης γινόταν λιγότερο φανερή, οι κεντρόφυγες τάσεις αύξαιναν, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο. Από την άποψη του άμεσου προβλήματος μας, τα πιο σημαντι κά δομικά ελαττώματα ήταν μια σειρά αδυναμιών στους δεσμούς που ένωναν την αγροτιά με τις ανώτερες τάξεις και με το κυρίαρχο καθεστώς. Ό π ω ς δείξαμε παραπάνω, μέλη της αριστοκρατίας δεν φαίνεται να έπαιζαν κάποιο ρόλο στον αγροτικό κύκλο, ούτε καν επιστατικό, πράγμα που θα τους πρόσδινε κάποια νομιμοποίηση σαν ηγετών της αγροτικής κοινότητας. Πραγματικά μια από τις κύριες διαφορές μεταξύ ενός αριστοκράτη γαιοκτήτη στην Κίνα και ενός απλώς πλούσιου γαιοκτήμονα φαίνεται πως ήταν το ότι ο αριστοκράτης απόφευγε κάθε μόλυνση α π ’ την χειρωνακτική εργασία και αφιερωνόταν στη μελέτη και τις τέχνες. Η αριστοκρα τία συναλλασσόταν με την κυβέρνηση για να βελτιωθεί η άρδευση. Αν και τα αποτελέσματα ήταν οπωσδήποτε ορατά στους αγρότες, και μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η αριστοκρατία έβαζε τα δυ νατά της για να εντυπωσιάσει τους αγρότες για ό,τι είχε κάνει γι ’ 87. Hsiao. Rural China. 125-127.
241
αυτούς, από την ίδια του τη φύση κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να αποτελεί μια συνεχή ή συχνά επαναλαμβανόμενη δραστηριότητα. Σε κάθε περιοχή είναι δυνατόν να σκαφτούν ορισμένα μόνο αρδευ τικά αυλάκια. Επιπλέον, καθώς οι διαθέσιμοι πόροι της κεντρικής κυβέρνησης και πολλών ακόμη τοπικών μειώνονταν, γινόταν δυ σκολότερο να διατηρηθούν τα παλιά σχέδια σε λειτουργία και αδύ νατο να δημιουργηθούν καινούργια. Ο πολύ γνωστός έλεγχος της αστρονομικής γνώσης από μέ ρους της αριστοκρατίας, γνώσης που ήταν αναγκαία για τον καθο ρισμό του χρόνου εκτέλεσης των διαφόρων καθηκόντων του αγρο τικού κύκλου, μας έρχεται στο νου καθώς αναζητούμε τις δυνατές οικονομικές συμβολές που θα μπορούσε να είχαν νομιμοποιήσει τη θέση τους. Αν και το θέμα θα σήκωνε παραπέρα έρευνα — γενικά χρειαζόμαστε περισσότερες και σταθερότερες πληροφορίες για τη σχέση μεταξύ των αγροτών και της αριστοκρατίας — υπάρχουν πολλοί λόγοι να αμφιβάλλουμε ότι το μονοπώλιο τους ήταν πολύ σοβαρό κατά τον 19ο αιώνα.88 Επιπλέον οι αγρότες, γενικά μέσα από τη δική τους πρακτική εμπειρία, αποκτούν πάντα πλούσιες γνώσεις για κάθε πλευρά του αγροτικού κύκλου: τον καλύτερο χρό νο και τοποθεσία για τον κάθε τύπο καλλιέργειας, για την συγκο μιδή της κ.ο.κ. Και μάλιστα οι γνώσεις αυτές εμπεδώνονται τόσο σταθερά από την πείρα και οι κίνδυνοι που συνοδεύουν την απόκλι ση α π ’ αυτές θεωρούνται τόσο μεγάλοι για τους περισσότερους αγρότες, ώστε οι σύγχρονες κυβερνήσεις συναντούν σοβαρές δυσκο λίες να πείσουν τους αγρότες να μεταβάλουν τη ρουτίνα τους. Έ τσ ι φαίνεται αρκετά πιθανό ότι μάλλον οι αστρονόμοι προσάρ μοζαν τις γνώσεις που είχαν σ ’ αυτό που έκαναν ήδη οι αγρότες, παρά αντίστροφα- και ότι στους σύγχρονους καιρούς δεν έκαναν τί ποτα που να φαίνεται στον αγρότη σαν απόλυτα αναγκαίο. Τί έκανε λοιπόν η κυβέρνηση για τον αγρότη; Οι σύγχρονοι δυτικοί κοινωνιολόγοι τείνουν ίσως να παραλείψουν σαν αδύνατη την απάντηση ότι πρακτικά δεν έκανε τίποτα, που μου φαίνεται είναι και η σωστή. Θεωρούν πως οποιοσδήποτε θεσμός που διαρκεί για πολύ χρόνο δεν μπορεί να είναι εντελώς επιζήμιος για κείνους 88. Ή Ισως άλλοτε. Βλέπε Eberhard. Conquerors and Rulers. 22-23. To Rural China του Hsiao, που είναι τρομερά αξιόλογο tv μέρει γιατί συγκεντρώνει aJia. ρίτως κάθε είδος πληροφορίας που θα μπορούσε νάχει οποιαδήποτε αξία για τα προ βλήματα του κοινωνικού ελέγχου στην επαρχία, δεν αναφέρει καθόλου το χαρακτη ριστικό αυτό.
242
που ζουν κάτω απ ’ αυτόν (πράγμα που μου φαίνεται ότι δεν αντέ χει στον τεράστιο όγκο τόσο της ιστορικής όσο και της σύγχρονης πείρας) και έτσι επιχειρούν μια μάλλον απελπισμένη έρευνα για κάποια «λειτουργία» που ο εν λόγω θεσμός πρέπει να επιτελούσε. Δεν είναι ο κατάλληλος χώρος εδώ για να συζητήσουμε τις μεθό δους ή τον τρόπο με τον οποίο οι συνειδητές και ασύνειδες παραδο χές καθορίζουν τα ερωτήματα που ανακύπτουν σε κάθε επιστημο νική έρευνα. Πάντως φαίνεται πιο ρεαλιστικό να υποθέσει κανείς ότι οι μεγάλες μάζες του λαού, και ειδικά οι αγρότες, απλώς δέ χονται το κοινωνικό σύστημα κάτω απ ’ το οποίο ζουν χωρίς να ενδιαφέρονται για την ισορροπία των ωφελειών και των ζημιών, βέ βαια χωρίς την ελάχιστη σκέψη για το αν θα μπορούσε να υπάρξει κάτι καλύτερο, παρά μόνο και μέχρις ότου κάτι συμβεί που να α πειλεί και να καταστρέψει την καθημερινή τους ρουτίνα. Έ τσ ι εί ναι εντελώς δυνατό γι* αυτούς να αποδέχονται μια κοινωνία μέσα στην οποία η λειτουργία τους δεν είναι άλλη παρά να αποτελούν τα θύματα. Θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι η αυτοκρατορική γρα φειοκρατία, όταν λειτουργούσε καλά, όπως τον 17ο και 18ο αιώνα, διασφάλιζε το νόμο και την τάξη, ενισχύοντας ένα αντικει μενικό πρότυπο δικαιοσύνης πολύ πιο προχωρημένο από εκείνο που επικρατούσε στα περισσότερα μέρη της σύγχρονης Ευρώπης. Αυτό είναι αρκετά αληθινό, όμως η λειτουργία της δικαιοσύνης και η ενίσχυση του νόμου και της τάξης είχαν πολύ μικρή επίδραση στους αγρότες. Θεωρητικά, βέβαια, οι περιπτώσεις εγκλημάτων, ανθρωποκτονίας, ληστείας, κλοπής, μοιχείας και απαγωγής μπο ρούσαν να αναφέρονται στον περιφερειακό δικαστή οποτεδήποτε. Έ νας δικαστής έφτασε στο σημείο να επιτρέπει στο λαό να χτυπάει το γκόγκ στην έδρα του σαν τρόπο έκφρασης της παρά κλησης για ακρόαση. Η «περίοδος των εργασιών για τους κτημα τίες» εξαιρούνταν σαν χρόνος όπου καμιά αστική υπόθεση δε γινόταν αντικείμενο ακρόασης.w Τέτοια γεγονότα δίνουν την εντύ πωση ότι τάχα ο δικαστικός έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή του λαού. Παρατηρώντας προσεκτικότερα τα πράγματα, βλέπει κανείς γρήγορα πόσο απίθανο θα ήταν κάτι τέτοιο. Αυτός ο δικαστής ήταν υπεύθυνος για την απονομή δικαιοσύνης, ακόμα και για τις πιο μηδαμινές μορφές της, πάνω σε πολλές χιλιάδες πρόσωπα. Η έδρα 89. ΟΓϋ, Local Government. 118-119.
243
του ήταν εγκατεστημένη στην οχυρωμένη πόλη που χρησίμευε ως έδρα μιας περιφέρειας. Κανονικά δεν είχε καμιά εντελώς άμεση επαφή με τους αγρότες.*0 Ό ποια επαφή υπήρχε γινόταν μέσω των κυβερνητικών υπαλλήλων, τα κατακάθια του πληθυσμού που σχετί ζονταν με τα εγκληματικά στοιχεία, και ήταν σε μεγάλη έκταση εκμεταλλευτική. Είναι πιθανό ότι από καιρό σε καιρό θα μπορούσε να εμφανισθεί ενώπιον του δικαστή κάποια περίπτωση ανθρωπο κτονίας μεταξύ των αγροτών. Αλλιώς η επαφή ήταν πραγματικά ελάχιστη. Οι αγρότες στην οικογένεια και τη φυλή είχαν τους δι κούς τους διακανονισμούς για τη διατήρηση της τάξης και την ά σκηση της δικαιοσύνης σύμφωνα με τα δικά τους φώτα. Δεν χρειά ζονταν τον αυτοκρατορικό μηχανισμό παρά μόνο για να κρατούν τους λαφυραχυγούς και τους ληστές μακριά από τι σοδειές τους. Ό μ ω ς η ίδια η ληστεία, σε αρκετά μεγάλη κλίμακα για ν ’ αποτελεί σοβαρή απειλή για τους αγρότες, ήταν σε μεγάλο βαθμό η συ νέπεια της εκμεταλλευτικής υπαλληλίας. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η αυτοκρατορική γραφειοκρατία γινόταν όλο και λιγότερο ικανή να διατηρήσει έστω και ένα ελάχιστο τάξης σε μεγάλες εκτάσεις της Κίνας, καθώς η δίκιά της πολιτική συνέβαλλε στην πρόκληση αγροτικών ξεσηκωμών. Και για να συνοψίσουμε την μέχρι τώρα συζήτηση, τα στοι χεία μας οδηγούν αποφασιστικά στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση και οι ανώτερες τάξεις δεν εκτελούσαν καμιά λειτουργία που να θεωρείται από τους αγρότες σαν ουσιαστική για τη ζωή τους. Έ τσι ο δεσμός μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων ήταν αδύνα μος και σε μεγάλο βαθμό τεχνητός- κινδύνευε να διαραγεί κάτω από οποιαδήποτε σοβαρή ένταση. Υπήρχαν τρεις τρόποι με τους οποίους το αυτοκρατορικό καθεστώς προσπαθούσε να αντισταθμίσει τον τεχνητό χαρακτήρα του δεσμού αυτού. Ο ένας ήταν το σύστημα των σιταποθηκών, δηλ. τοπικών και αυτοκρατορικών αποθεμάτων σταριού που μπορούσε να διανεμηθεί στον πληθυσμό σε περιόδους έλλειψης. Οι κυβερνή τες αντιλαμβάνονταν σαφέστατα το δεσμό μεταξύ πείνας και α γροτικής εξέγερσης, αν και η πείνα δεν ήταν η μοναδική αιτία της εξέγερ^της, όπως θα δούμε αρκετά καθαρά στην πορεία. Εντούτοις, το σύστήμα των δημόσιων σιταποθηκών κατέρρευσε και σε μεγάλο βαθμό εγκαταλείφθηκε τον 19ο αιώνα, όταν χρειαζόταν περισσό 90. <}Γιϊ. Ixical (fO\ernment 116. 151.
2W
τερο από κάθε άλλη φορά. Πιθανώς η κύρια αιτία ήταν η έλλειψη κάθε βραχυπρόθεσμου κέρδους για τους ευγενείς και τους εύπορους γαιοκτήμονες με το να πουλούν σιτάρι στην κυβέρνηση ή να το προσφέρουν δωρεάν. Επίσης οι περίοδοι της έλλειψης ήταν καιροί όπου εκείνοι που διέθεταν σιτάρι μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τεράστια κέρδη.91 Μια δεύτερη διευθέτηση ήταν το περίφημο «πάο-τσιά», σύστημα αμοιβαίας επίβλεψης, που μοιάζει και προη γείται κατά πολύ των σύγχρονων ολοκληρωτικών μεθόδων. Δέκα νοικοκυριά συγκεντρώνονταν σ ’ ένα «πάο», με ένα κύριο αρμόδιο να αναφέρει την συμπεριφορά των μελών του. Ένας αριθμός α π ’ αυτά τα «πάο» (ο αριθμός παράλλαζε κατά καιρούς) συνενώνονταν σε μια παρόμοια ομάδα με παρόμοιες αρμοδιότητες κ.ο.κ. σε μια ανερχόμενη ιεραρχία. Ή ταν μια προσπάθεια επέκτασης της επιβλεπτικής εξουσίας του περιφερειακού δικαστή. Σύγχρονοι μελε τητές της Κίνας κρίνουν ότι το σύστημα «πάο» ήταν τελείως ανα ποτελεσματικό.92 Η αμοιβαία επιτήρηση μπλεκόταν με τη συλλο γή των φόρων, πράγμα που σπάνια θα μπορούσε νάναι προσφιλές για τους αγρότες. Οποιαδήποτε τέτοια διευθέτηση εξαρτάται για την αποτελεσματικότητά της από την κατανομή των κοινών ατό μων που έχουν αρκετά συμφέροντα στο σύστημα, ώστε να το κά νουν ικανό να τους εξαναγκάσει να παίζουν τον όχι ζηλευτό ρόλο των σπερμολόγων και αρκετό σεβασμό μέσα στον πληθυσμό ώστε να μαθαίνουν τι συμβαίνει. Οι συνθήκες αυτές, μπορεί κανείς να συμπεράνει, δεν συναντούνταν πλατιά στην Κίνα των Μαντσού. Ο τρίτος διακανονισμός επίσης θυμίζει τη σύγχρονη ολοκληρωτική πρακτική, το σύστημα hsiang-yueh της περιοδικής διαφώτισης του πληθυσμού με την κομφουκιανή ηθική. Προφανώς η πρακτική άρχι σε στον 17ο αιώνα. Πολλοί αυτοκράτορες την έπαιρναν εντελώς σοβαρά. Τπάρχουν άφθονα στοιχεία ότι ο πληθυσμός δεν την έβλε πε έτσι, και μάλιστα θεωρούσε τις διαλέξεις αυτές σαν μεγαλό στομες ανοησίες. Αν και διάρκεσε μέχρι το 1865, το σύστημα των διαλέξεων εκφυλίστηκε σε κενό φορμαλισμό που δεν παίρνονταν στα σοβαρά ούτε από τους αξιωματούχους που έπρεπε να τις κά νουν, ούτε από το λαό που έπρεπε να τις ακούει.93 Ο όλος συνδυασμός της κοινωνικής πολιτικής, της επιτήρησης 91. Hsiao. Rural China. *»φ. V, 8ivci λεπτομέρειες της λειτουργίας του βυστηματος. 92. ΟΓιϊ, Local Covrrnmrnl. 151-152. Hsiao. Rural China. 26-30, 43-49, 55. 93. Hsiao. Rural China. χ(φ. VI.
245
και της λαϊκής διαπαιδαγώγησης στα δόγματα συνθέτει ένα αποκα λυπτικό πρόδρομο της σύγχρονης ολοκληρωτικής πρακτικής. Κατά τη γνώμη μου δείχνουν πειστικά ότι τα κεντρικά χαρακτηριστικά του ολοκληρωτικού συμπλέγματος υπήρχαν στον προ-σύγχρονο κόσμο. Αλλά σε αγροτικές κοινωνίες, προτού η σύγχρονη τεχνολο γία κάνει τα ολοκληρωτικά όργανα πολύ πιο αποτελεσματικά και προτού δημιουργήσει νέες μορφές δεκτικότητας στα θέλγητρά της, το ολοκληρωτικό σύμπλεγμα δεν ήταν παρά ένα θνησιγενές έμ βρυο. ' Ενας τέταρτος δεσμός μεταξύ των αγροτών και της ανώτερης τάξης ήταν η πάτριά, η οποία φαίνεται πως ήταν πιο αποτελεσμα τική στο να προσδένει τους χωρικούς στην κυρίαρχη τάξη πραγμά των: Η πάτριά, όπως μπορεί να θυμάται ο αναγνώστης, ήταν μια ομάδα ανθρώπων που ισχυρίζονταν ότι προέρχονται από ένα κοινό πρόγονο. Μολονότι τα ζητήματα της πάτριάς διεκπεραιώνονταν από τα αριστοκρατικά της μέλη, η πάτριά περιλάβαινε ένα μεγάλο αριθμό αγροτών. Είχε κανόνες συμπεριφοράς που επαναλαμβά νονταν προφορικά στις γραφικές γιορτές, όταν συγκεντρώνονταν ό λα τα μέλη και επαναβεβαίωναν φανερά τον δεσμό τους ως μελών μια συλλογικής οντότητας. Μέσω της πάτριάς ορισμένες κομφουκιανές ιδέες, όπως ο σεβασμός για τους μεγαλύτερους και τους προγόνους, μεταβιβάζονταν στους αγρότες. Μερικές τουλάχιστο απ ’ αυτές τις ιδέες ήταν συμβιβάσιμες με την δομή της αγροτικής κοινωνίας. Ο σεβασμός των γερόντων ήταν βέβαια μια απ ’ αυτές λόγω της αξίας της συσσωρευμένης πείρας σ ’ ένα κόσμο πολύ αρ γής κοινωνικής αλλαγής. Εδώ μπορούμε να παρατηρήσουμε μια από τις ισχυρότερες δυνάμεις που δημιουργούσαν τον αγροτικό συντηρητισμό. Η ιερή γη, που αποτελούσε συλλογική ιδιοκτησία, έδινε στην πάτριά την ουσιαστική της οικονομική βάση. Η γη μπο ρούσε να νοικιάζεται σε φτωχότερα μέλη, σε τιμή χαμηλότερη από την τρέχουσα της αγοράς. Σε μερικές περιπτώσεις η γη αυτή εξασφάλιζε τα μέσα, με τα οποία ικανά αλλά φτωχά μέλη της πά τριάς μπορούσαν ν ’ αποκτήσουν κλασική μόρφωση και να προωθη θούν στον κόσμο της υπαλληλίας, κι έτσι να πλουτίσουν τους συλ λογικούς πόρους της πάτριάς. Χωριά στα οποία οι πάτριες ήταν ισχυρές, ειδικά εκείνα στα οποία οι κάτοικοι αποτελούσαν μια μο ναδική πάτριά, αναφέρονται ότι είχαν γίνει πολύ πιο συνεκτικές και στέρεες μονάδες ή κοινότητες από άλλα. Αν και οι πατριές υπήρχαν και στον Βορρά, ήταν πολύ ισχυρότερες στον αγροτικά πλουσιότε 246
ρο Νότο, και γενικά ήταν ένα φαινόμενο που συνόδευε μια σχετική γεωργική ευμάρεια.94 Έ τσ ι πατριές δεν υπήρχαν παντού. Από την άλλη μεριά, η πάτριά δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια διευρυμένη έκδοση της πατρογραμμικής και πατροτοπικής γενεαλο γίας, με έντονα πατριαρχικά χαρακτηριστικά που ήταν πολύ δια δομένη στις ανώτερες τάξεις. Επομένως, φαίνεται ασφαλές να υποθέσουμε ότι στ ’ άλλα μέρη της Κίνας, όπου οι πατριές δεν κυ ριαρχούσαν, υπήρχαν πολυάριθμες μικρότερες γενεαλογικές σειρές που περιέκλειαν αριστοκρατικά και αγροτικά νοικοκυριά και ότι επίσης εξυπηρετούσαν τον ίδιο σκοπό: να συνδέσουν τους κυβερνώντες με τους κυβερνώμενους. Γ ενικά λοιπόν, η πάτριά και το πατρογραμμικό σόι παρουσιά ζονται ως ο μοναδικός σημαντικός δεσμός μεταξύ του ανώτερου και χαμηλότερου στρώματος στην κινέζικη κοινωνία. Σαν τέτοια, δεν θάπρεπε να υποτιμηθεί η σημασία τους, αν και όπως θα φανεί στην πορεία, η πάτριά είχε δυό όψεις: μπορούσε επίσης να χρησι μεύσει σαν ο κεντρικός μηχανισμός που ενώνει τις εξεγερμένες ομάδες. Η γενική αδυναμία του δεσμού μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων, σε σύγκριση με άλλες κοινωνίες, εκτός από τη Ρωσία η οποία είχε εξίσου συχνές αγροτικές εξεγέρσεις, φαίνεται σίγουρη, τουλάχιστο στην περίοδο των Μαντσού και, θα έλεγα, ερμηνεύει σε σημαντικό βαθμό το γεγονός ότι η αγροτική εξέγερση ήταν ενδημική στην κινέζικη κοινωνία. Μήπως όμως υπήρχαν και δομικές πλευρές της αγροτικής κοινότητας καθ’ εαυτής, που θα μπορούσαν να εξηγήσουν το αξιοσημείωτο αυτό χαρακτηριστικό της κινέζικης πολιτικής; Στο σημείο αυτό πολύ λίγες άμεσες πληροφορίες υπάρχουν που να αφορούν την ίδια την περίοδο των Μαντσού. Εντούτοις αρ κετοί ανθρωπολόγοι έχουν κάνει καλές επιτόπιες μελέτες των σύγχρονων κινέζικων χωριών, περιλαμβανομένων και μελετών για μερικά χωριά στο εσωτερικό, μακριά από τις σύγχρονες επιδρά σεις. Α π ' αυτές μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για την προηγούμενη περίοδο, αφού παραλείψουμε τα γεγονότα εκείνα που οφείλονται καθαρά στις πρόσφατες επιδράσεις. Τ ο κινέζικο χωριό, το βασικό κύτταρο της αγροτικής κοινωνί ας στην Κίνα όπως κι αλλού, προφανώς δεν είχε συνεκτικότητα σε σύγκριση με τα χωριά της Ινδίας, Ιαπωνίας και ακόμα πολλών 94. Βλέπε Hsiao. Rural Qiina, 326-329 χαι Liu, Clan Rules.
247
μερών της Ευρώπης. Υπήρχαν πολύ λιγότερες ευκαιρίες να συνε ργάζονται πολυάριθμα μέλη του χωριού σ ’ ένα κοινό καθήκον, κα τά τρόπο που να δημιουργεί τις συνήθειες και τα αισθήματα της αλληλεγγύης.95 Έμοιαζε περισσότερο με μια οικιστική συνάθροι ση πολυάριθμων αγροτικών νοικοκυριών παρά με μια ζωντανή και λειτουργική κοινότητα, αν και ήταν λιγότερο ατομιστική απ ’ όσο, για παράδειγμα, το σύγχρονο νοτιο-ιταλικό χωριό όπου η ζωή φαίνεται ότι ήταν ένας ειρηνικός αγώνας όλων εναντίον όλων.94 Ακόμα υπάρχει κάτι περισσότερο από πολιτική ρητορεία στις συχνές δηλώσεις Σουν Γιάτ-σεν και του Τσιάνγκ Κάι-σεκ, ότι η κινέζικη κοινωνία έμοιαζε με σωρό άμμου. Στο χωριό η πρωταρχική μονάδα οικονομικής παραγωγής (καθώς επίσης και κατανάλωσης) ήταν το νοικοκυριό, ένας άνδρας με τη γυναίκα του και τα παιδιά.97 Ο διακεκριμένος ανβρωπολόγος Fei έχει ισχυριστεί ότι η χρήση της τσάπας στην καλλιέργεια ριζοχώραφων μετέτρεψε το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας σε πολύ ατομικιστική υπόθεση. «Η ομαδική εργασία δεν αποφέρει περισσό τερο από το άθροισμα των ατομικών προσπαθειών. Δεν αυξάνει επίσης και τόσο την αποδοτικότητα.»98 Αν και για τη σιτοπαραγγική περιοχή του Βορρά διαθέτουμε λιγότερο λεπτομερείς πληρο φορίες, βασικά και εκεί επικρατούσε το ίδιο σύστημα εντακτικής ανθρώπινης εργασίας σε μια σειρά μικρών σκόρπιων χωραφιών και ο ίδιος τύπος αγροτικής κοινωνίας.99 Έ τσ ι είναι μάλλον απίθανο ότι μόνο η τεχνολογία ευθύνεται για τήν σχετικά μικρή ανάπτυξη της συνεργατικής πρακτικής. Υπήρχε πάντως κάποια συνεργασία και τα σύντομα σχετικά σχόλια στις πηγές προσφέρουν μια εξήγηση στο γιατί δεν υπήρξε περισσότερη. Η καλλιέργεια του ρυζιού, για νάναι πιο αποδοτική, χρειάζεται μεγάλες ποσότητες εργασίας την περίοδο που τα νεαρά 95. Για μια γ*νιχή ανάλυση της οΰνίιαης αυτής βλέπι Homan». The Human 96. Βλέπ* Banfield. Moral Basis of a Backward Society. 97. Βλέπε Lang. Chinese Family. 17, 155, 138-141' για τις οιχογένειες at ircριοχές υπο«Ιμ*νις at εμπορικές επιδράσεις, βλέπι Fei. Peasant Life. χεφ. I ll χαι σι λ. 169-171. Yang, Village in Transition, 32, 37, 91-92. 98. Fei, Peasant Life. 170, 172, χαι 162-163, για μια ζωηρή απειχύνιση της μεταφύτευσης του ρυζιού μ ι την ρυθμιχή συνεργασία της οικογένειας σα να ήταν μια εργατική ομάδα. 99. Gamble. Ting Hsien, ctvai έντονα στατιστιχ4. Μάλλον πιο διασαφηνιστιχέ είναι το Revolution in a Chinere Village των Crook, χαι Crook cii. 1-5.
24#
σπορόφυτα μεταφυτεύονται, καθώς και κατά την εποχή της συγκο μιδής. Στην πορεία θα δούμε την πολύ αποτελεσματική οργάνωση με την οποία το γιαπωνέζικο χωριό κατόρθωνε να αντιμετωπίζει το πρόβλημα αυτό και την πολύ ανεπαρκή οργάνωση που επικρατεί ακόμα σε πολλά τμήματα της Ινδίας. Οι Κινέζοι αντιμετώπισαν την ανάγκη αυτή με πολλούς τρόπους. Μπορούσαν να ανταλλάζουν εργασία μεταξύ τους, ρυθμίζοντας τις ημερομηνίες του φυτέματος έτσι ώστε η συγκομιδή να μην φτάνει στην ίδια φάση ωρίμανσης ταυτόχρονα, κι έτσι να υπάρχει καιρός να βοηθήσει κανείς τον συγγενή του. Οι ανταλλαγές εργασίας μέσα στις συγγενικές ομάδες θεωρούνταν πιο επιθυμητές.100 Αν το συγγενολόι δεν μπορούσε να προσφέρει αρκετή εργασία σε κρίσιμες φάσεις του αγροτικού κύκλου, νοικιάζονταν επιπλέον εργατικά χέρια. Η παραπανήσια εργασία προερχόταν από τρεις πηγές. Η μια ήταν από τους τοπικούς αγρότες, οι οποίοι είχαν πολύ λίγη γη για να ενισχύσουν τις οικογένειές τους.101 Η ύπαρξη της ομάδας αυτής επέτρεπε σε κείνους που διέθεταν αρκετή γη να αναγκάσουν τους άλλους να εργαστούν γι ’ αυτούς μέσα στο πλαίσιο του κυρίαρχου κοινωνικού και πολιτικού συστήματος. Μια δεύτερη πηγή εργασίας ήταν εκείνοι που δεν είχαν καθόλου γη, και μια τρίτη οι άνθρωποι που δεν μπορούσαν να εξασφαλίζουν τα προς το ζειν από την ανεπαρκή γη τους σε μια φτωχότερη απόμακρη περιοχή. Στα μέσα της δε καετίας του 1930, πολλοί μετανάστες εργάτες προέρχονταν από διάφορες εθνότητες («περιπλανώμενες ψυχές», «άνθρωποι των πλοίων»), πλάνητες οι οποίοι έπαιρναν πολύ χαμηλή αμοιβή δια τηρώντας τα τοπικά μεροκάματα χαμηλά. Κατά καιρούς μερικοί ακτήμονες Κινέζοι από μια άλλη περιφέρεια μπορούσαν να εγκαθί στανται στο χωριό αλλά, καθώς δεν είχαν δεσμούς πάτριάς ούτε πρόσβαση σε κάποιο κομμάτι γης, ζούσαν μοναχοί τους έξω από το ρεύμα της ζωής του χωριού.102 Ό σ ο το εργατικό δυναμικό ήταν άφθονο και πλεονασματικό 100. Fei και Chang. Earlhbound China 36, 144, 64-65. Yang, Village in Transi tion. 265. 101. Βλέπε Fei xai Chang, Earlhbound China, 299, όπου οι συγγραφείς εκτιμούν ότι το ποσοστό των καλλιεργητών που δεν μπορούσαν να βοηθήσουν τις οικογένειές τους από τη γη, στα τέσσερα χωριά που μελετήθηκαν, έφτανε περίπου τα 70%. Βλέπε επίσης στο ίδιο 60-63, για τις πηγές της επιπλέον εργασίας σ ' ένα καθυστε ρημένο χωριό. 102. Fei και Chang. Earlhbound China. 58-62. Yang, Village in Transition. 11, 5152, 101, 149.
249
λόγω της κατάστασης που μόλις περιγράψαμε, δεν είναι εκπληκτι κό ότι η οικονομική συνεργασία μεταξύ οποιασδήποτε ομάδας ατόμων στο κινέζικο χωριό δεν είχε τη συνεχή ή θεσμική βάση που ακόμα υπάρχει στην Ινδία, κάτω από το σύστημα της κάστας, και στην Ιαπωνία με διαφορετική μορφή. Στην προ-σύγχρονη Κίνα οι όροι για την ανταλλαγή ή την μίσθωση παραπανήσιας εργασίας ήταν ρευστοί, προσωρινοί και μη δεσμευτικοί. Αυτό ίσχυε στο Βορρά καθώς επίσης και στους οριζώνες του Νότου.103 Ακόμα και μεταξύ των στενών συγγενών, οι ανταλλαγές εργασίας συζητιούν ταν και διακανονίζονταν ξανά κάθε χρόνο και, σε περιόδους αιχμής των εργασιών, οι γαιοκτήμονες μπορούσαν να περιμένουν μέχρι την τελευταία στιγμή για να μισθώσουν έξτρα εργάτες με τα χαμηλό τερα ημερομίσθια. Η μοναδική τακτική δραστηριότητα που απαιτούσε συνεργα σία ήταν ο διακανονισμός της παροχής του νερού. Εδώ πρόκειται περισσότερο για ζήτημα μοιρασιάς ενός σπάνιου πόρου παρά για συνεργασία σ ’ ένα κοινό καθήκον και συχνά κατέληγε σε διαμάχες μέσα στο χωριό ή μεταξύ πολλών χωριών.104 Εντελώς αντίθετα πάλη από την Ιαπωνία και από την προσύγχρονη Ευρώπη, οι κύριες αποφάσεις στον αγροτικό κύκλο παίρνονταν από το ατομικό νοικοκυριό. Δεν υπάρχει κανένα ίχνος έστω και κάποιος μακρινής ομοιότητας με το Flurzwang: πρακτική κάτω από την οποία αποφάσιζε η κοινότητα του ευρωπαϊκού χωριού πότε όλα της τα χωράφια θάπρεπε να γίνουν βοσκές για το χειμώνα — κοινή γη διαθέσιμη για όλους — και πότε οι χωριστές ζώνες θά ’πρεπε να αποδοθούν πάλι στην ιδιωτική ευθύνη για όργωμα και σπορά. Η κινέζικη ιδιοκτησία επίσης διατηρούνταν σε ζώνες διάσπαρτες σ ’ ολόκληρη την έκταση του χωριού. Αλλά η σπανιότητα των ζώων και η έντονη πίεση για γη απέκλεισαν την ευρωπαϊκή αυτή πρακτική ακόμα και στις βόρειες σιτοπαραγωγικές περιοχές. Αφού οι ιστορικοί της Ρωσίας και της Ιαπωνίας έχουν τονίσει το σημαντικό ρόλο που έπαιξε η συλλογική ευθύνη για τους φόρους στη δημιουργία των αλληλέγγυων χωριών, που ήταν χαρακτηριστι κό των χωρών αυτών, αξίζει τον κόπο να επιστήσουμε την προσοχή στο γεγονός ότι το αυτοκρατορικό σύστημα στην Κίνα επίσης 103. Βλέπι Crook χαι Crook. Revolution in a Chinese Village, 63. Camble, Ting Hsien. 221-222. 104. Hsiao. Rural China.
250
επέβαλε την συλλογική ευθύνη.105 Στο βαθμό που μαρτυρίες από μια μεταγενέστερη περίοδο μας διαφωτίζουν, το κινέζικο σύστημα δεν κατάληξε σε παρόμοια αποτελέσματα. Προφανώς οι φορολογι κές πρακτικές, από μόνες τους, είναι ανεπαρκείς για να δημιουργή σουν συνεκτικές κοινωνίες στο χωριό, αν και χωρίς αμφιβολία αποτελούν σημαντικό παράγοντα. Για δικούς της σκοπούς, όπως έχουμε δει, η Αυτοκρατορία προσπάθησε να δημιουργήσει ένα αίσθημα αλληλεγγύης μέσω του pao-chia. Η γενικά παραδεκτή αποτυχία του pao-chia στην Κίνα, και η μεγαλύτερη επιτυχία στην Ιαπωνία μιας παρόμοιας διευθέτησης βασισμένης στο κινέζικο μοντέλο, ενισχύει σημαντικά τη θέση ότι η συνεκτικότητα ήταν αδύνατη στα παραδοσιακά κινέζικα χωριά των αυτοκρατορικών χρόνων. Είναι πολύ πιθανόν ότι η εντύπωση του πρόχειρου τυχαίου ατομικισμού και της ελάχιστα οργανωμένης συνεργασίας είναι κάπως υπερβολική, πράγμα που οφείλεται στην ανάγκη να στηρι ζόμαστε στις αφηγήσεις των ανθρωπολόγων από αρκετά πρόσφα τους καιρούς. Πάντως είναι πολύ απίθανο ότι τα βασικά δομικά γνωρίσματα της ζωής του χωριού ήταν θεμελιακά διαφορετικά στους αυτοκρατορικούς χρόνους από εκείνα που παρατηρήθηκαν πρόσφατα. Το σύστημα της συμμετοχής στη συγκομιδή και η αφιέρωση της ανώτερης τάξης στην στυλιζαρισμένη σχόλη, με την ανάγκη της για μια εργατική δύναμη που να μην ήταν υποχρεωμένη να τήν επιτηρεί άμεσα, όλα καταλήγουν σε διακανονισμούς όμοιους μ ’ εκείνους που μόλις σκιαγραφήσαμε εδώ. Έ τσ ι οι πολιτικές ανάγκες των ανώτερων τάξεων συνδυάστηκαν με τις γεωργικές πρακτικές για να δημιουργήσουν ένα συνδυασμό αγροτικού ατομι κισμού και πλεονασματικής εργασίας, που οδηγεί σε μια σχετικά ατομιστική αγροτική κοινωνία. Με τις παρατηρήσεις αυτές δεν θέλω να πω ότι το κινέζικο χωριό ήταν πάντα μια μικρογραφία πολέμου του καθένα εναντίον όλων. Υπήρχε τουλάχιστο μια περιορισμένη αίσθηση συλλογικότητας. Το χωριό συνήθως είχε ένα ναό και πολάριθμες εορταστικές εκδηλώσεις όπου σε κάποιο βαθμό μπορούσαν να συμμετάσχουν οι καλόπιστοι χωρικοί. Επίσης, με την τοπική ολιγαρχία των πρου χόντων το χωριό εύρισκε γενικά ένα αποτελεσματικό μέσο για την διευθέτηση των φιλονεικιών μεταξύ των κατοίκων και για την πρόληψη των εκρήξεων επιθετικότητας που παρατηρείται σε 105. Hsiao. Rural China. 60, 84-86, 96 χαι ciStxa 100.
251
ομάδες ανθρώπων που ζουν πολύ κοντά. Μια ένδειξη αυτής της μορφής της κοινότητας είναι το γεγονός ότι πολλά χωριά απέκλει αν αυστηρά τους ξένους από την κοινοτική ζωή. Η αιτία ήταν απλή: δεν υπήρχε αρκετή γη για να εξασφαλίζουν όλοι τη ζωή τους. Σ ’ αυτό το σημείο συναντάμε μια άλλη βασική αρχή της κινέζικης κοινωνίας: η κατοχή της γης ήταν απαραίτητη προϋπό θεση για να είναι κανείς πλήρες μέλος του χωριού. Έχουμε ήδη σημειώσει πως η γη πρόσφερε τη βάση για τις δραστηριότητες της πάτριάς. Το ίδιο αληθεύει στη μικρότερη κλίμακα της οικογένειας. Εφ ’ όσον η οικογένεια ήταν η πρωταρχική μονάδα της οικονομικής παραγωγής, η απασχόληση με τη γη συντελούσε στην ενίσχυση και τη σταθεροποίηση των συγγενικών δεσμών.106 Η όλη κομφουκιανή ηθική του υιϊκού σεβασμού ήταν αδύνατη χωρίς ιδιοκτησία και ή ταν πολύ πιο χαλαρή μεταξύ των φτωχών χωρικών. Μάλιστα η οικογενειακή ζωή ήταν συχνά αδύνατη γ ι ' αυτούς. Σ ’ αντίθεση με την κατάσταση που επικρατούσε για πολύ καιρό στη δυτική κοινωνία, οι φτωχότεροι αγρότες στην Κίνα είχαν λιγότερα παιδιά και φυσικά ακόμα λιγότερα α π ’ αυτά ενηλικιώνονταν.107 Πολλοί δεν μπορούσαν να παντρευτούν καθόλου. Τα σύγχρονα κινέζικα χωριά είχαν ένα αριθμό «μαγκούφηδων», γεροντοπαλλήκαρων πο λύ φτωχών για να παντρευτούν. «Αυτοί ήταν αντικείμενο οίκτου και χλευασμού στα μάτια των χωριατών, των οποίων η ζωή είχε επίκεντρο την οικογένεια»108 και φυσικά, ήταν οι φτωχοί που πουλούσαν τα παιδιά τους, κυρίως κορίτσια αλλά σποραδικά και αγόρια, γιατί ήταν αδύνατο να τα αναθρέψουν. Με μια λέξη, η ακτημοσύνη σήμαινε: όχι οικογένεια, όχι θρησκεία. Αυτό βέβαια είναι λίγο ακραίο. Τπήρχε κάποια θέση, έστω και μικρή και αβέβαιη, για τον ακτήμονα αγροτοεργάτη στο κινέζικο χωριό, αν και η κατάσταση που επικρατούσε γενικότερα επέβαλε στους αγρότες που δεν είχαν γη να συμπληρώνουν τους πόρους τους δουλεύοντας για τους πλουσιότερους γείτονες. Πάντως η παλιότερη αντίληψη που υπήρχε ανάμεσα στους μελετητές, ότι δήθεν η πατριαρχική ηθική ένωνε την κινέζικη κοινωνία μέσα από εκατομμύρια αγροτικές οικογένειες είναι σε 106. Yang. Village in Transition, 80, 91-92. 107. Yang, Village in Transition, 17-19. Βλέπ< ιπίβης Crook χαι Crook. Revolu tion in a Chinese Village, 7-11, για μια γτνιχά παρόμοια κατάσταση στο χωριό της Βόρϊΐας Κίνας. 108. Yang, Village in Transition 51.
252
μεγάλο βαθμό ανεδαφική. Η πατριαρχική αυτή εικόνα ήταν ένα πολυτελές αριστοκρατικό ιδανικό που βρισκόταν πέρα από τις δυνατότητες των περισσότερων αγροτών. Στο βαθμό που υπήρχε στους αγρότες, δεν πρόσφερε παρά μια δικαιολογία για τον μικροδεσποτισμό μέσα στην αγροτική οικογένεια, που ήταν προϊόν μιας μίζερης ζωής. Η κινέζικη αγροτική οικογένεια είχε κλεισμένη μέσα της μια ισχυρή εκρηκτική δύναμη, την οποία επρόκειτο να πυροδοτήσουν στην κατάλληλη ευκαιρία οι κομμουνιστές.109 Για να συνοψίζουμε, η συνεκτικότητα της κινέζικης αγροτικής κοινωνίας φαίνεται ότι ήταν σημαντικά μικρότερη από εκείνη των άλλων αγροτικών κοινωνιών και ότι είχε εξαρτηθεί πολύ σοβαρά από την ύπαρξη κάποιος αποδοτικότητας στην έγγεια ιδιοκτησία. Στην Ινδία, για να το πούμε πάλι εκ των προτέρων, το σύστημα της κάστας πρόσφερε κάποια βάση για τους ακτήμονες εργάτες και τους έδενε στον καταμερισμό της εργασίας μέσα στο χωριό, ενώ η λειτουργία των κυρώσεων εξαρτιόνταν λιγότερο άμεσα από την ύ παρξη ιδιοκτησίας. Η πολιτική σημασία τέτοιων διαφορών παρου σιάζει περίπλοκα προβλήματα εκτίμησης, ειδικά όταν θυμηθεί κα νείς το γεγονός ότι οι ρωσικές αγροτικές εξεγέρσεις ήταν ενδυμικό φαινόμενο για την τσαρική κοινωνία, αν και οι αγρότες είχαν αναπτύξει ισχυρούς θεσμούς αλληλεγγύης. Πραγματικά υπάρχουν μορφές αλληλεγγύης που προάγουν την αγροτική επανάσταση και άλλες που την εμποδίζουν. Αυτό είναι ένα γενικότερο ζήτημα, την συζήτηση του οποίου μεταθέτουμε για αργότερα. Στην Κίνα η δομή της αγροτικής κοινωνίας, μαζί με την αδυναμία των δεσμών που ενώνουν την αγροτιά και τις ανώτερες τάξεις, μας βοηθά να εξηγήσουμε γιατί η Κίνα δοκιμαζόταν ειδικά από την αγροτική επανάσταση, καθώς επίσης και μερικά απ ’ τα εμπόδια και τους περιορισμούς των επαναστάσεων αυτών. Αυτό μας δείχνει τα χαρακτηριστικά της δομής της κινέζικης κοινωνίας που θα ξεπρόβαλαν όλο και περισσότερο κατά τη διάρκεια του 19ου και του 20ου αιώνα καθώς η φτώχεια πίεζε όλο και εξουθενω«κότερα πολλά τμήματα της χώρας. Τότε οι δεσμοί θα έσπαγαν. Αγρότες θα ξέκοβαν από τις εστίες τους, θα περιπλανούνταν και θα γίνονταν ληστές. Αργότερα θα στρατολογούνταν για τα στρατεύ ματα των τοπικών πολέμαρχων. Η κινέζικη κοινωνία ήταν έτοιμη 109. Γ ία την αρχιτά έντονη δυσαρέσχιια μιταξύ των νέων χαι των γυναικών κά τω απ6 το παραδοσιακέ οικογϊνίΐαχί σύστημα, στην πόλη και το χωριέ βλ. Yang. Chinese Family, 192-193, 201.
253
να επιτρέψει τη δημιουργία τεράστιων μαζών ανθρώπινων ναυαγί ων, προσάναμμα που πήρε εύκολα φωτιά από μια επαναστατική σπίθα. Από το άλλο μέρος η εξέγερση απαιτεί κάτι περισσότερο απο την καταστροφή των κυρίαρχων κοινωνικών δεσμών απαιτεί επί πλέον τη διαμόρφωση νέων τύπων αλληλεγγύης και νομιμότη τας. Κάτι τέτοιο ήταν δύσκολο στην Κίνα, επειδή οι αγρότες δεν ήταν συνηθισμένοι να συνεργάζονται πέρα από τα όρια της οικογέ νειας ή της πάτριάς. Το καθήκον αυτό είναι ακόμα πιο δύσκολο στην περίπτωση μιας επανάστασης που προσπαθεί να εγκαινιάσει ένα νέο είδος κοινωνίας. Αν δεν έχουν συμπέσει ορισμένες τυχαίές περιστάσεις — τυχαίες με την έννοια ότι δεν προέρχονταν από κάτι που διαδραματιζόταν στην ίδια την Κίνα — οι κομμουνιστές μπο ρεί να μην είχαν λύσει ποτέ αυτό το πρόβλημα. Μια εξέταση των συγκεκριμένων μορφών που πήρε η βία, στην προχωρημένη αυτοκρατορική περίοδο και μετά, θα μας βοηθήσει να δόσουμε μεγαλύ τερη σημασία σ ’ αυτές τις αναγκαστικά γενικές παρατηρήσεις. Ακόμα και σε «ομαλούς» καιρούς η ανεπάρκεια του αυτοκρατορικού συστήματος για τη διατήρηση της ειρήνης και της ασφά λειας στην επαρχία έκαμε τους κατοίκους εύκολα θύματα αυτού που λόγω της έλλειψης μιας καλύτερης λέξης μπορούμε να ονομά σουμε απλά γκανγκστερισμό, δηλ. της χρησιμοποίησης της βίας για την καταλήστευση του πληθυσμού αδιακρίτως, χωρίς το ελάχιτγο ενδιαφέρον για την αλλαγή του πολιτικού συστήματος, ούτε fia την αντικατάσταση των παλιών κυβερνητών από νέους. Είναι ανάγκη να προφυλαχτούμε από τη ρομαντικοποίηση του ληστή σαν φίλου του φτωχού, όσο και από την αποδοχή της επίσημης εικόνας. Είναι χαρακτηριστικό πως οι κάτοικοι συναλλάσσονταν με τους ληστές για να μένουν ήσυχοι. Πολύ συχνά οι τοπικοί αριστοκράτες ηγέτες τα πήγαιναν καλά με τους ληστές. Τπήρχαν επαγγελματίες και κληρονομικοί ληστές.110 Σ ’ αυτό δεν υπάρχει τίποτα το αξιο περίεργο. Ο γκανγκστερισμός είναι πιθανό να αναπτύσσεται εκεί όπου οι δυνάμεις του νόμου και της τάξης είναι ανίσχυρες. Ο ευρω παϊκός φεουδαλισμός ήταν ένας γκανγκστερισμός που είχε γίνει ο ίδιος κοινωνία και απαιτούσε τον σεβασμό μέσω των αντιλήψεων του ιπποτισμού. Ό π ω ς δείχνει η άνοδος του φεουδαλισμού μέσα από την παρακμή του ρωμαϊκού διοικητικού συστήματος, αυτή η μορφή της αυτοβοήθειας που μετατρέπει τους άλλους σε θύματα 110. Hsiao. Rural China. 430, 456, 462, 465.
254
κα τ’ αρχήν αντιφάσκει με τις λειτουργίες ενός στέρεου γραφειο κρατικού συστήματος. Μια γραφειοκρατία για να επιβιώσει πρέπει να αποκτήσει το μονοπώλιο στη δημιουργία των θυμάτων και να το κάνει αυτό με μια ορθολογική αρχή, η οποία στην Κίνα προσφερόταν από τον κομφουκιανισμό. Καθώς το αυτοκρατορικό σύστημα ζέπεσε στις σατραπείες των στραταρχών, αδύναμες και προσωρινά ενωμένες κάτω από το Κουόμινταγκ, το όλο σύστημα γινόταν όλο και πιο γκανγκστερικό και όλο και πιο αντιλαϊκό. Στους χρόνους των Μαντσού η διαχωριστική γραμμή μεταξύ του απλώς ληστρικού συμμοριτισμού και της οργανωμένης εξέγερ σης ήταν οπωσδήποτε λεπτή. Δεν αρκεί για μια εξέγερση να είναι ικανή να προσελκύει ένα σταθερό ρεύμα ατόμων από τα αγροτικά χωριά, πράγμα που ήταν σχετικά εύκολο κάτω από τις συνθήκες της αγροτικής κοινωνικής δομής της Κίνας. Για μια αρχή αυτό θα μπορούσε να είναι απαραίτητο. Από μόνο του όμως δεν μπορούσε να κάμει περισσότερα από το να προσφέρει μια σταθερή στρατολόγηση για τη ληστεία. Για να εξελιχθεί σε σοβαρή απειλή, μια εξέγερση πρέπει να αποκτήσει μια εδαφική βάση ανεξάρτητη από την κυβέρνηση, και η περιοχή αυτή πρέπει να επεκτείνεται συνε χώς. Η απόκτηση μιας εδαφικής βάσης με τη σειρά της προϋποθέ τει ότι πρέπει να πάρεις με το μέρος σου όλο το χωριό. Στην Κίνα αυτό σήμαινε να κάμεις τους τοπικούς προύχοντες, μαζί και το ντόπιο αριστοκράτη, να συνεργαστούν, καθώς και να προσφέρουν καλύτερες συνθήκες στους αγρότες. Δυστυχώς δεν υπάρχει καμιά καλή μονογραφία για τη μεγάλη εξέγερση των Taiping στην δεκαετία του 1850 που να είναι γραμμένη από κάποιο μελετητή ευαίσθητο στα προβλήματα της κοινωνικής δομής. Τπάρχει όμως μια διαφωτιστική μελέτη της εξέγερσης των Nien (1853-1858), που προσωρινά συνεργάστηκε με τους επαναστάτες Taiping. Η εξιστόρηση αυτή μας επιτρέπει να κατανοήσουμε κάποιες από τις αιτίες και τους περιορισμούς της παραδοσιακής εξέγερσης στο 19ο αιώνα. Μερικά σχόλια για την περίπτωση αυτή θα είναι επομένως χρήσιμα. Ό π ω ς άλλες εξεγέρσεις του 19ου αιώνα, έτσι και εκείνη των Nien ήταν η συνέπεια της αυτοκρατορικής παρακμής και συνέβαλε στην ένταση και επιτάχυνση της διαδικασίας. Η κακή διοίκηση και η πείνα, που κάποτε επιτεινόταν από μεγάλες φυσικές καταστρο φές με τη μορφή των πλημμυρών που έκαναν πολλούς α π ’ τους αγρότες να περιπλανώνται μακριά από τις εστίες τους, ήταν από 255
τις άμεσες αιτίες τέτοιων εκρήξεων. Σ ’ ένα βαθμό οι πλημμύρες δεν ήταν απλώς φυσικές καταστροφές, είχαν μια πολιτική και κοινωνική προέλευση που ξεκινούσε από την πλατειά παραμέληση των αναχωμάτων και των συστημάτων ελέγχου των ποταμών.111 Επειδή η αυτοκρατορική κυβέρνηση ήταν ανίκανη να προστατεύσει τις τοπικές κοινότητες από τις λεηλασίες, οι ληστές πήραν στα χέρια τους την τοπική άμυνα, φορολογούσαν το λαό, και αναλάβαιναν τη διοίκηση. Στην περιφέρεια της Nien οι στασιαστές ύψωσαν χωμάτινα τείχη γύρω απο τα χωριά. Μυστικές εταιρίες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη σύνδεση αυτή, προσποιούμενες ότι βοηθούσαν την άμυνα των χωρικών κάθε φορά που τα χωριά φιλονεικούσαν μεταξύ τους. Εν τω μεταξύ η τοπική αριστοκρατία κέρδιζε τον έλεγχο των περιφερειακών ενόπλων δυνάμεων. Η κεντρική κυβέρ νηση θεώρησε αναγκαίο να χρησιμοποιήσει τη μια τοπική στρατι ωτική δύναμη εναντίον της άλλης που είχε εξεγερθεί ανοιχτά, αλλά η τακτική αυτή τελικά εξασθένισε τη δύναμή της και την εξουσία της ακόμα παραπέρα. Οι δυό αυτοί παράγοντες, οι μυστικές εταιρίες και η ύπαρξη στρατιωτικών μονάδων υπό την αριστοκρα τία, έβγαλαν την εξέγερση από την κατηγορία της απλής λη στείας.112 Η Nien επεξέτεινε τη βάση της παίρνοντας χωριά περιφρα γμένα από χωμάτινα τείχη, δηλ. ήδη σε μεγάλο βαθμό αποσπασμέ να από την εξουσία της κεντρικής κυβέρνησης. Οι στασιαστές έπεισαν τους ντόπιους προύχοντες να συνεργαστούν, αφήνοντας τους την εξουσία μ ’ αυτό τον όρο, πράγμα που φαίνεται ότι ήταν η συνηθισμένη περίπτωση. Αν σε μια περιοχή υπήρχαν αξιωματούχοι που έμεναν πιστοί προς την κυβέρνηση,εξευτελίζονταν δημό σια. Η πάτριά, αξίζει να σημειωθεί, αποτελούσε τη βάση της οργάνωσης των στασιαστών. Μόνο πλούσιες και με επιρροή οικο γένειες πρόσφεραν αρκετή υποστήριξη και πελατεία για να αξίζει τον κόπο η προσχώρησή τους. Εν τούτοις δεν ήταν μόνον αυτό' η νομιμοφροσύνη της πάτριάς αποτελούσε τη βάση της ακλόνητης πίστης στους ηγέτες της εξέγερσης από τη μεριά της αγροτιάς.113 Αν και οι στασιαστές δούλευαν κυρίως μέσα από την κυρίαρχη κοι 111. Σ ’ αυτό το σημείο βλέπε επίσης Hinlon. Crain Tribute. 16-23, για την αλ λαγή της ροής του Κίτρινου Ποταμού. 112. Chiang, Nien Rebellion, τομ. V-VII. 17, 32. Η εισαγωγή του Renville είναι ιδιαίτερα χρήσιμη. 113. Chiang. Nien Rebellion. 38-42, 48, 113.
256
νωνική οργάνωση, είχαν ένα στοιχειώδες οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα. Η ανακούφιση του πεινασμένου λαού, όπως αντιλήφθηκαν, ήταν το κλειδί για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του. Έ διναν έμφαση στην παραγωγή του σταριού και κριθαριού στη γενέ τειρά τους. Η πάλη για τον θερισμό έγινε ένα σημαντικό στοιχείο στις πεδιάδες, στα όρια της περιφέρειάς τους.114 Πιθανώς κάτω από την επιρροή των Taiping, έβαλαν μπροστά μια ανεπεξέργαστη έκδοση της αγροτικής μεταρρύθμισης, μοιράζοντας εξ ίσου τη σο δειά και περιορίζοντας την εξουσία των μεγαλύτερων γαιοκτη μόνων.115 Εδώ συναντάμε κάποιους απ ’ τους περιορισμούς της εξέγερ σης κάτω α π ’ το παραδοσιακό σύστημα, που οι κομμουνιστές επρόκειτο να ξεπεράσουν, αν και όχι χωρίς δυσκολία. Η αριστοκρα τική συμμετοχή και ηγεσία περιόριζε τη δυνατότητα κάθε πραγμα τικής αλλαγής. Επί πλέον, το σύστημα της Nien ήταν ουσιαστικά ληστρικό, αφού αποκτούσε τις ποσότητες των τροφίμων από επιδρομές σε άλλες περιοχές, που έτσι τις ανταγωνιζόταν.116 Αυτό αποτελούσε αυτοϋπονόμευση. Έ τσ ι είναι εύκολα να καταλάβουμε γιατί δεν ταυτίζονταν όλες οι ντόπιες ομάδες με τους στασιαστές. Μερικοί επιδίωκαν «ουδέτερη αυτοάμυνα»' άλλοι μάλιστα μάχον ταν με την αυτοκρατορική πλευρά.117 Κάπως παρόμοιοι παράγον τες φαίνεται ότι λειτούργησαν στην περίπτωση της εξέγερσης των Taiping. Αρχικά οι κάτοικοι σε πολλές περιοχές τους νόμιζαν για καλύτερους από τους αυτοκρατορικούς τους κυβερνήτες. Αργότε ρα, καθώς οι στασιαστές αποδείχτηκαν ανίκανοι να επιφέρουν πραγματικές βελτιώσεις, και ίσως καθώς οι επιτάξεις που έκαναν στον αγώνα τους κατά της κυβέρνησης γίνονταν όλο και επαχθέ στερες, έχασαν πολλή από τη λαϊκή τους υποστήριξη.118 Για πολύν καιρό οι αυτοκρατορικές δυνάμεις υιοθέτησαν μια καθαρά στρατιωτική πολιτική απέναντι στους Nien, προσπαθών τας μάταια να καταστρέψουν τα χωμάτινα τείχη. Τελικά ο μέγας αυτοκρατορικός υπουργός, Tseng Kuo-fan, ο οποίος φαίνεται ότι αποτελεί έναν παραλίγο Μπίσμαρκ για τις κινέζικες συνθήκες, πέτυχε να νικήσει χρησιμοποιώντας αντάρτικη τακτική. Εργάστη 114. 115. 116. 117. 118.
Chiang. Nien Rebellion, 41. Chiang. Nien Rebellion. 37. Chiang. Nien Rebellion. VII. XII. XIII. Chiang. Nien Rebellion. 90. Hsiao. Rural China. 183, 200-201, 483-484.
257
κε επίσης και πρόσφερε συγκεκριμένα οφέλη στους αγρότες: υπο στήριξη για την καλλιέργεια και ειρήνη σε μια περίοδο όπου αυτοί είχαν κουραστεί από τις ταραχές. Προς το τέλος, το χρήμα και η προοπτική της τροφής στις κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις οδήγησε πολλούς να παραδοθούν.119 Η εξέγερση, η οποία είχε αρ χίσει το χειμώνα του 1852-1853, τελικά τέλειωσε στα 1868. Έ να από τα πιο χτυπητά χαρακτηριστικά από την άποψη των προβλήμάτων μας, είναι ότι και οι στασιαστές και οι αυτοκρατορικές αρ χές μπορούσαν να χειραγωγήσουν την τοπική κοινωνική δομή πε ρίπου με τον ίδιο βαθμό ευκολίας ή δυσκολίας. Φαίνεται ότι τα «οργανωτικά όπλα» δεν ήταν αποφασιστικά. Πολύ πιο βασικά ή ταν τα βάσανα της αγροτιάς. Οι μεταστροφές στη νομιμοφροσύνη των αγροτών χειραγωγημένες και επιταχυμένες και από τις δυό πλευρές, καθόρισαν και την έκρηξη και το τέλος της εξέγερσης. Έ τσ ι το πλαίσιο της παραδοσιακής κινέζικης κοινωνίας ενθάρρυνε την εξέγερση, αλλά και έβαλε σοβαρούς περιορισμούς σ ’ αυτό που μπορούσε να πραγματοποιήσει. Θα μπορούσε να ανατρέ ψει μια δυναστεία, οπότε, όπως παρατηρεί μια κινέζικη πηγή, οι μεταγενέστεροι ιστορικοί θα έβγαζαν ασπροπρόσωπη την όλη εξέγερση120 Ή θα μπορούσε να καταλήξει σε μια χειρότερη μορφή καταπίεσης και θα εκφυλιζόταν βαθμιαία καθώς οι αυτοκρατορι κές δυνάμεις θα ξαναποκτούσαν επιφανειακά τον έλεγχο της κατάστασης. Μόνο όταν η επίδραση του σύγχρονου κόσμου είχε καταστρέψει το εποικοδόμημα με τους τρόπους που δείξαμε νωρίτερα, έγινε δυνατή μια πραγματική επαναστατική προσπά θεια. Ας προσπαθήσουμε τώρα να καταλάβουμε τι πρόσφερε ο ερχομός του σύγχρονου κόσμου στον αγρότη, ο οποίος αποτελούσε τη βάση αυτής της δομής. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα παρουσιάστηκαν σκόρπια αλλά αλάθευτα σημάδια μιας χειροτέρευσης της οικονομικής κατά στασης του αγρότη: εγκατάλειψη της καλλιέργειας, χειροτέρευση των αρδευτικών συστημάτων, αυξανόμενη αγροτική ανεργία. Αν και σημάδια της κατάντιας του αγρότη βρίσκονταν πρακτικά σε κάθε τμήμα της αυτοκροτορίας, ίσως περισσότερο στις βόρειες επας/ίες από αλλού, ο κατά περιοχή διαφορισμός της Κίνας δημιουργεί εξαιρέσεις σε κάθε γενίκευση. Μερικές επαρχίες συνέ 119. Chiang. Nien Rebellion. 101-107, 116-117. 120. Hsiao. Rural China. 484.
258
χισαν να ευημερούν και να έχουν αφθονία, ενώ άλλες λιμοκτονούσαν ή βρίσκονταν κοντά σε κατάσταση λιμού.121 Η αγροτική χειροτε χνία, ένα σημαντικό συμπλήρωμα των ισχνών πόρων των αγροτών κι ένας τρόπος για την απασχόληση της πλεονασματικής εργατικής δύναμης στην κενή περίοδο του αγροτικού κύκλου, δεχόταν σοβαρά κτυπήματα από την εισβολή των φτηνών δυτικών υφασμάτων. Τυπικές περιγραφές μέχρι τους εντελώς πρόσφατους χρόνους έχουν δώσει έμφαση και πιθανώς έχουν υπερτονίσει το γεγονός αυτό. Είναι αυτονόητο ότι οι αγρότες με τον καιρό έβρισκαν άλλη απασχόληση: ανθρωπολογικές μελέτες των σύγχρονων χωριών συχνά τονίζουν τη σημασία των βιοτεχνικών απασχολήσεων σαν μια μικρή αλλά ζωτική προσθήκη στη συντήρηση των αγροτών.122 Πάντως, για μια περίοδο, η καταλυτική επίδραση ήταν αναμφίβο λα σοβαρή σε πολλές περιοχές. Η εξάπλωση του όπιου, η οποία ενθαρρύνθηκε στην αρχή από τη Λύση και αργότερα από τους Γιαπωνέζους, συνέβαλε στον παραπέρα εκφυλισμό, καθώς επίσης και στην απροθυμία για την επιδίωξη βελτιώσεων. Εν τω μεταξύ, κοντά στις παράκτιες πόλεις και κατά μήκος των μεγάλων ποταμών, η ντόπια αγορά του χωριού έδωσε τη θέση της στη μεγάλη αγορά της πόλης, ενώ οι επιδράσεις μιας εμπορευματικής οικονομίας εισέδυαν όλο και πιο βαθιά στις αγροτικές περιοχές. Ως θεσμός, η εμπορευματική και χρηματική οικονομία υπήρχε από παλιά στην Κίνα. Οι αλλαγές αυτές δεν έφεραν κάτι το ολοκληρωτικά καινούργιο. Στη δεκαετία του 1930 η μερίδα του λέοντος στην παραγωγή δεν πήγαινε ακόμα μακρύτερα από την τοπική αγορά της πόλης ή το πολύ από το περιφερειακό (hsien) εμπορικό κέντρο.123 Ακόμα, η αυξανόμενη σημασία της αγοράς κατόρθωνε να δημιουργεί πολλά από τα ίδια κοινωνικά και πολιτι κά ρήγματα στην παλιά δομή που παρατηρούνταν σε μια πρωιμότερη φάση της ευρωπαϊκής ιστορίας. Καθώς η αγορά εξελισσόταν προς ένα επαρκέστερο και συγκεντρωτικά οργανωμένο θεσμό, ο αγρότης έχανε έδαφος και η διαπραγματευτική του θέση χειροτέ ρευε. Χωρίς αποθέματα και φυτοζωώντας κοντά στο όριο της συντήρησης, ο αγρότης συχνά έπρεπε να πουλά αμέσως μετά την συγκομιδή όταν οι τιμές έπεφταν. Ό π ω ς μπορούσε κανείς να 121. Hsiao. Rural China, 396-407, «S. 397. 122. Crook xat Crook. Revolution in a Chines»· Village. 4’ Fei χαι Chang. Earlhbound China, 173-177. 123. Buck. Land L'tilizalion. 349.
259
περιμένει στην Κίνα, όπου οι ευκολίες μεταφοράς και αποθήκευσης ήταν λιγοστές, οι εποχιακές διακυμάνσεις στις τιμές ήταν ισχυρές. Το χάλι του αγρότη ευνοούσε τον εργοδότη και τον κερδοσκόπο, οι οποίοι γενικά συνασπίζονταν με το γαιοκτήμονα. Οι εργοδότες είχαν μεγαλύτερα αποθέματα, ευρύτερες πηγές πληροφόρησης και καλύτερες ευκαιρίες συνδυασμού α π ’ ότι οι αγρότες. Μερικές' φορές ήταν καλά οργανωμένοι σε μια συντεχνία που καθόριζε τις τιμές και απαγόρευε την πλειοδοσία μεταξύ των μελών της.124 Καθώς οι αγρότες χρεώνονταν, έπρεπε να δανείζονται συχνά με πολύ υψηλούς τόκους. Ό ταν δεν μπορούσαν να τους ξεπληρώ σουν, ήταν αναγκασμένοι να μεταβιβάζουν τον τίτλο της γης σ ’ ένα γαιοκτήμονα, παραμένοντας στη γη για να την δουλέψουν ε π ’ αόριστο. Ό λες αυτές οι διαδικασίες είχαν τις πιο σοβαρές συνέπει ες τους στις παράκτιες επαρχίες. Από κει επίσης ξεπήδησε η εξέγερση των αγροτών του 1927, ο μεγαλύτερος ξεσηκωμός από τον καιρό της εξέγερσης των μακρυμάλληδων Taipings, σύμφωνα με τον ιστορικό της Harold Isaacs.125 Από τη σκοπιά της σύνδεσης μεταξύ ιδιοκτησίας και κοινωνι κής συνοχής, ίσως η πιο σημαντική πλευρά των αλλαγών που μας απασχολούν ήταν η δημιουργία μιας μάζας περιθωριακών αγροτών που βρίσκονταν στην βάση της κοινωνικής ιεραρχίας του χωριού. Σύγχρονες επιτόπιες μελέτες δείχνουν πως αυτοί σε αγρότες έφταναν περίπου τους μισούς ή και περισσότερους κατοίκους.126 Το ποσοστό της αύξησης (αν υπάρχει τέτοια), μπορεί να αντιπροσω πεύει αυτό στον 19ο αιώνα, δεν μπορούμε ακόμα να το μάθουμε. Αλλά είναι φανερό ότι αντιπροσώπευαν ένα δυνητικά εκρηκτικό υλικό.127 Ή ταν περιθωριακοί όχι μόνο με την φυσική έννοια της επιβίωσης κοντά στο χείλος της λιμοκτονίας, αλλά επίσης και με την κοινωνιολογική σημασία, ότι δηλ. η μείωση της ιδιοκτησίας σήμαινε πως οι δεσμοί που τους συνέδεαν με την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων γίνονταν όλο και πιο ισχυοί. Πραγματικά οι δεσμοί 124. Tawney, Land and Labour, 56-57. 125. Tragedy of the Chinese Revolution, 221' περαιτέρω δεδομένα για τη σύνδε ση μ* τις κοινωνικές αλλαγές στις παράκτιες περιοχές στον Tawney, Land and Labour, 74. Lang, Chinese Family, 64, 178. 126. Yang, Village in Transition, 61-62, 41, 44-45' Fei και Chang, Earlhbound China. 299, 300. 127. Για τους αυτοκρατοριχούς φόβους σ ’ αυτί το ζήτημα βλέπε Hsiao, Rural China, 395-396, 687-688 (σημ. 84).
260
τους με το χωριό ήταν πιθανώς χαλαρότεροι απ ’ ό,τι θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει με βάση τις ανθρωπολογικές εκτιμήσεις, επειδή οι μελέτες αυτές έπρεπε να διεξάγονται σε περιοχές όπου επικρατούσε ακόμα ο νόμος, η τάξη και σταθερότητα. Εκτεταμέ νες περιοχές της επαρχίας ζούσαν τις ωδίνες της επανάστασης ή ή ταν κάτω από τον έλεγχο των ληστών. Έ τσ ι η μαζική βάση της επανάστασης που άρχισε στα 1927 και κορυφώθηκε στην κομμου νιστική νίκη του 1949 ήταν οι ακτήμονες αγρότες. Ούτε στην Κίνα ούτε στη Ρωσία υπήρχε ένα τεράστιο αγροτικό προλεταριάτο που να δουλεύει στα σύγχρονα καπιταλιστικά αγροκτήματα που ήταν πηγή πολλών αγροτικών εξεγέρσεων στην Ισπανία, Κούβα και πιθανώς αλλού. Η κατάσταση ήταν επίσης διαφορετική από εκείνη στη Γ αλλία του 1789, όπου υπήρχαν πολλοί ακτήμονες αγρότες, αλλ ’ όπου η επανάσταση στην επαρχία προήλθε από το ανώτερο στρώμα της αγροτιάς,το οποίο έβαλε φραγμούς στην επανάσταση όταν αυτή έδειχνε σημάδια ότι ξεπερνούσε τα όρια της επικύρωσης των δικαιωμάτων της ιδιοκτησίας και της εξάλειψης των φεουδαλικών υπολειμμάτων. Η μαζική φτώχεια και η εκμετάλλευση δεν είναι από μόνες τους αρκετές για να δημιουργήσουν επαναστατική κατάσταση. Πρέπει ακόμα να είναι αισθητή η αδικία που εδράζεται στην κοινωνική δομή, δηλ. να υπάρχουν είτε νέες απαιτήσεις εις βάρος των θυμάτων ή κάποιος λόγος ώστε τα θύματα να αισθάνονται ότι οι παλιότερες απαιτήσεις δεν δικαιολογούνται άλλο πια. Η παρακ μή των ανώτερων τάξεων στην Κίνα πρόσφερνε αυτό το απαραίτη το συστατικό. Ο αριστοκράτης δεν διέθετε πια τον raison d’etre (λόγο ύπαρξης) του και κατέληξε καθαρά και ξάστερα να είναι ένας γαιοκτήμονας τοκογλύφος. Το τέλος του συστήματος των εξετά σεων σήμανε το τέλος της νομιμότητας του, καθώς και του κομφουκιανού συστήματος που τον στήριζε. Είναι αρκετά αμφίβο λο σε ποιό βαθμό οι αγρότες είχαν ποτέ τους αποδεχτεί πραγματι κά το σύστημα αυτό. Ό π ω ς έδειξε ο Μάξ Βέμπερ, η θρησκεία των μαζών ήταν ένας συνδυασμός ταοϊσμού και μαγείας, που ταίριαζε περισσότερο στις δικές τους ανάγκες. Ακόμα μερικές κομφουκιανές ιδέες διείσδυσαν μέσω της πάτριάς. Πάντως ο αυτοσεβασμός που εξασφάλιζε την αυτοπεποίθηση των ιθυνουσών τάξεων απέναντι στους αγρότες είχε σε μεγάλο βαθμό διαλυθεί. Ό λα τα είδη των σκοτεινών ελίτ, εκβιαστές, γκάγκστερ και τα παρόμοια, βάλθηκαν να γεμίσουν το κενό που δημιουργήθηκε με 261
την κατάρρευση του προηγούμενου κυρίαρχου στρώματος. Με την απουσία μιας ισχυρής κεντρικής εξουσίας, η ιδιωτική βία έγινε ακράτητη και συστηματική, έτσι ώστε οι γαιοκτήμονες να συνεχί ζουν τη σύνθλιψη του αγρότη. Πολλοί γαιοκτήμονες μετακινήθηκαν στην πόλη όπου απολάβαιναν μεγαλύτερη προστασία. Εκείνοι που έμειναν στην επαρχία μετέτρεψαν τις κατοικίες τους σε φρούρια και μάζευαν τα δανεικά τους και τα νοίκια τους με το όπλο στο χέρι.128 Φυσικά δεν ήταν όλοι οι γαιοκτήμονες έτσι. Είναι πολύ πιθανό ότι μόνο μια μικρή μειοψηφία συμπεριφερόταν έτσι, αν και κρίνοντας από ανθρωπολογικές αναφορές, εκείνοι που ενερ γούσαν έτσι πιθανόν να ήταν οι πιο ισχυρές και με επιρροή μορφές της περιοχής. Οι πατριαρχικές σχέσεις συνέχισαν να υπάρχουν πα ράλληλα με την ωμή και απαίσια εκμετάλλευση. Αυτή ήταν αρκετά απλωμένη, ώστε να συμβάλει στο κατρακύλισμα πολλών τμημά των της Κίνας σε μια δυνητική εκρηκτική κατάσταση, που θα έδινε την ευκαιρία στους κομμουνιστές. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι τώρα στην Ινδία δεν έχει γίνει ένας ανάλογος εκφυλισμός των ανώτερων τάξεων. Λέγοντας ότι υπήρχε μια επαναστατική κατάσταση δεν ση μαίνει ότι η πυρκαγιά ήταν έτοιμη να ανάψει από μόνη της. Η συντηρητική μισοαλήθεια ότι «ξένοι δημεγέρτες» υποκινούν ανταρ σίες και επαναστάσεις — μια μισοαλήθεια που γίνεται ψέμα, γιατί αγνοεί τους όρους που κάνουν αποτελεσματικούς τους δημεγέρτες — βρίσκει σοβαρή επιβεβαίωση από τα κινέζικα δεδομένα. Σε πολυάριθμες περιγραφές της ζωής του χωριού, δεν έχω συναντήσει καμιά ένδειξη ότι οι αγρότες ήταν έτοιμοι να οργανωθούν αποτελε σματικά ή να κάνουν οτιδήποτε από κοινού για τα προβλήματά τους. Η αντίληψη ότι τα χωριά βρίσκονταν σε ανοιχτή εξέγερση προτού εμφανιστούν οι κομμουνιστές στο προσκήνιο δεν ανταποκρίνεται στις περισσότερες μαρτυρίες που μας δίνουν οι ανθρωπο λογικές μελέτες.129 Εκείνοι που έβρισκαν απαράδεκτη την κατά128. Yang. Village in Transition. κεφ. VII. Crook χαι Crook. Revolution in a Chi nese Village, χιφ. II. 129. Διευθυνόμενες κάτω από την προστασία του Κουόμινταγκ χαι at ειρηνικές περιοχές, οι μελέτες των ανθρωπολόγων, εκτός απ ’ αυτήν των Crooks, ένα εγγενές στοιχείο μεροληψίας, που επιτείνεται από τις μεθοδολογικές προκατασκευές, πολύ στρυφνές για να τις συζητήσουμε εδώ. Έ στω όμως και υποβαθμισμένη γ ι ' αυτούς τους λόγους, η μαρτυρία τους παραμένει πολύ σημαντική και επιβεβαιώνεται από άλλα δεδομένα, όπως η αποτυχία των χομμουνιστών να αποκτήσουν πλατύ έρεισμα πριν τη γιαπωνέζιχη κατοχή.
262
στάση πολύ πιθανόν να άφηναν τα χωριά τους, σε πολλές περιπτώ σεις για να ενωθούν με τους ληστές, με τα στρατεύματα των τοπικών στρατηγών και σιγά-σιγά με τις σταθερά αναπτυσσόμενες κομμουνιστικές δυνάμεις. Μέσα στο παλιό πλαίσιο του χωριού, υπήρχε ελάχιστη αυθόρμητη προσπάθεια των χωρικών για να κάνουν κάτι. Ό π ω ς ακριβώς και στους χρόνους των Μαντσού, οι αγρότες χρειάζονταν την εξωτερική ηγεσία προτού μπορέσουν να στραφούν ενεργητικά κατά της υπάρχουσας κοινωνικής δομής. Όσον αφορά το ίδιο το χωριό, είναι σχεδόν σίγουρο ότι η κατάσταση μπορούσε να χειροτέρευε ώσπου οι περισσότεροι κά τοικοι να πεθάνουν στον επόμενο λιμό. Αυτό ακριβώς συνέβει πολλές φορές. Οι παρατηρήσεις αυτές δεν υπονοούν στο ελάχιστο ότι οι κινέζοι αγρότες ήταν εκ γενετής ηλίθιοι ή ότι τους έλειπε η πρωτοβουλία και το θάρρος. Η συμπεριφορά των επαναστατικών στρατευμάτων, ακόμα αν κάνουμε την απαραίτητη έκπτωση από την προπαγάνδα και τις επαναστατικές μεγαλοστομίες, φανερώνει εντελώς το αντίθετο. Το νόημα τους είναι απλώς πως, μέχρι και την τελευταία στιγμή σε πολλές περιοχές, τα πλοκάμια της παλιάς τάξης πραγμάτων ήταν τυλιγμένα γύρω από το άτομο με αρκετή δύναμη για να το εμποδίζουν να ενεργεί σαν μεμονωμένη μονάδα ή, πολύ συχνά, ακόμη και να προσφέρεται για μια τέτοια δράση. Η έλλειψη συνεκτικότητας στο κινέζικο χωριό, που συζητήθηκε νωρίτερα σ ' ένα άλλο πλαίσιο, μπορεί να βοήθησε τους κομμουνι στές με το να επιτρέψει να περνά στις κομμουνιστικές περιοχές ένα σταθερό ρεύμα νεοσύλλεκτων. Επίσης τους διευκόλυνε να σπάσουν και να μεταβάλουν την παλιά δομή του χωριού. Χρειάζονται πιο ακριβείς πληροφορίες για οποιαδήποτε σταθερή εκτίμηση. Ετοι μόρροπη οπως ήταν η παλιά τάξη πραγμάτων, δεν θα εξαφανιζό ταν με την αυθόρμητη δράση στο χωριό σαν τέτοιο. Το ίδιο, φυσι κά, συνέβει σ ’ όλες τις μεγάλες σύγχρονες επαναστάσεις. Ακόμα και η είσοδος του Κινέζικου Κομμουνιστικού Κόμμα τος σ ’ αυτό το σκηνικό της πλατειάς απελπισίας και παρακμής δεν ήταν ικανή από μόνη της να δημιουργήσει μια θεμελιακή αλλαγή. Το κόμμα ιδρύθηκε στα 1921. Δεκατρία χρόνια αργότερα, οι κομμουνιστές ήταν υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουν το κύριο εδα φικό τους στήριγμα στο Kiangsi, και να επιχειρήσουν την περίφημη Μεγάλη Πορεία στο απομακρυσμένο Yenan. Η τύχη τους, κατά την κρίση μερικών ιστορικών, ήταν η χειρότερη δυνατή. Πάνω α π ’ 263
όλα είχαν αποδείξει ότι, είχαν μεγάλη ικανότητα να επιζούν: πέντε μεγάλες στρατιωτικές επιθέσεις του Τσιάγκ μεταξύ 1930 και 1933 είχαν αποτύχει να τους ξεριζώσουν. Αλλ ’ όμως δεν μπόρεσαν να επεκτείνουν την εδαφική τους βάση ή να αποκτήσουν σημαντική επιρροή έξω από τις περιοχές που άμεσα έλεγχαν. Σε κάποιο βαθμό η αποτυχία των κομμουνιστών μέχρις εδώ είναι εξηγήσιμη λόγω της λαθεμένης στρατηγικής τους. Μέχρι τα 1926 δεν είχαν αρχίσει να δείχνουν κανένα σοβαρό ενδιαφέρον για την χρησιμοποίηση των αγροτών ως τη βάση ενός επαναστατικού κινήματος.130 Μετά τη ρήξη με τον Τσιάγκ Κάι-σεκ στα 1927, το κόμμα προσπαθούσε ακόμα να κερδίσει δύναμη μέσω των προλε ταριακών εξεγέρσεων στις πόλεις, με καταστρεπτικές και αιματη ρές συνέπειες. Αν και η εγκατάλειψη αυτού του στοιχείου της μαρξιστικής ορθοδοξίας και η υιοθέτηση της στρατηγικής του Μάο, της στήριξης δηλ. στην αγροτιά, ήταν αναγκαία, χρειάζονταν περισσότερα για να φέρουν την επιτυχία.131 Οπωσδήποτε ήταν αναγκαίο να υιοθετήσουν μια ηπιότερη στάση απέναντι στους εύπορους αγρότες, πολιτική που δεν υιοθετήθηκε μέχρι τα 1942, μολονότι υπήρχαν ενδείξεις πολύ νωρίτερα.132 Αν και όλες αυτές οι αλλαγές ήταν σημαντικές, είναι απίθανο ότι από μόνες τους θα είχαν επιτρέψει στους κινέζους κομμουνιστές να κερδίσουν μια επαναστατική νίκη.Το αποφασιστικό στοιχείο ήταν η γιαπωνέζικη κατάκτηση και η κατοχική πολιτική του ξένου κατακτητή. Σ ’ αντίδραση προς τη γιαπωνέζικη κατοχή, οι αξιωματούχοι της Κουόμινταγκ και οι γαιοκτήμονες μετακινήθηκαν από την επαρχία στις πόλεις, αφήνοντας τους αγρότες να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Δεύτερο, οι συνεχείς εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του γιαπωνέζικου στρατού και η γενοκτονία, μετάτρεψαν τους αγρό τες σε μια συμπαγή μάζα. Έ τσι οι Γιαπωνέζοι διεκπεραίωσαν δυό ουσιαστικά επαναστατικά καθήκοντα για λογαριασμό των κομμου νιστών, δηλαδή την εξάλειψη των παλιών ελίτ και την σφυρηλάτη130. Ch en. Mao. 107-108. 131. Schwartz, Chinese Communism' πιστεύεται ότι είναι ο πρώτος που ανέδειζε την ιστορία της στροφής αυτής στην στρατηγική και που τόνισε τη σημασία των ευ νοϊκών εξωτερικών περιστάσεων. 132. Για ορισμένα αποφασιστικά σημεία, βλέπε ChVn, Mao, 162' Brandi και άλ λοι Documentary History. 39-40, 224-226, 275-285. Πρέπει να θυμάστε οτι ειδικά σ ' εκείνους τους χαώδεις καιρούς ό,τι θεσπιζόταν και ό,τι γινόταν αμέσως κάθε άλ λο παρά το ίδιο ήταν.
264
ση της αλληλεγγύης μεταξύ των καταπιεσμένων.133 Αρνητικές μαρτυρίες ενισχύουν σοβαρά το επιφανειακά παράδοξο αυτό συμ πέρασμα. Ό που οι Γιαπωνέζοι ή τα ανδρείκελά τους έδοσαν στους αγρότες κάποια ασφάλεια, οι αντάρτικες οργανώσεις δεν προόδε ψαν. Πραγματικά, οι κομμουνιστές δεν μπόρεσαν να εγκαθιδρύσουν αντάρτικες βάσεις σε περιφέρειες που δεν είχαν άμεση εμπειρία α π ’ τον γιαπωνέζικο στρατό.134 Ό σο σημαντική κι αν ήταν η γιαπωνέζικη συμβολή, είναι απαραίτητο να την κατανοήσουμε στην σωστή της προοπτική. Το να δούμε σ ’ αυτή τη συνεργασία μεταξύ των μαχόμενων αντιπά λων κάποιο είδος διαβολικής συνωμοσίας μεταξύ Γιαπωνέζων και κομμουνιστών είναι φυσικά ανόητο. Οι περιστάσεις ευνόησαν τουί κομμουνιστές, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τα πλεονεκτήματά τους και κατά των Γ ιαπωνέζων και κατά της Κουόμινταγκ, η οποία εκδήλωνε ισχυρές τάσεις συνεργασίας και φυσικά δεν επιθυμούσε να δει τον πόλεμο να κορυφώνεται σε μια κοινωνική επανάσταση.135 Ο πόλεμος επέτεινε την επαναστατική κατάσταση και την έφερε στο προσκήνιο. Από την άποψη της κινέζικης κοινωνίας και πολιτι κής, ο πόλεμος ήταν ένα τυχαίο γεγονός. Από την άποψη του παιχνιδιού των πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων στον κόσμο συνολικά, ελάχιστα ήταν τυχαίος. Ό π ω ς ακριβώς στην περίπτωση της νίκης των μπολσεβίκων στη Ρωσία, την οποία μερικοί ιστορι κοί βλέπουν σαν τυχαίο προϊόν του Πρώτου Παγκόσμιου Πόλεμου, η αναπόφευκτη ανάγκη της απομόνωσης ορισμένων τομέων της ιστορίας που είναι προσιτοί σε ανάλυση μπορεί να οδηγήσει σε ορι σμένες μερικές αλήθειες, παραπλανητικές και ακόμα λαθεμένες, αν κάποιος δεν τις τοποθετήσει στη σωστή τους συνάφεια. Μπορούμε να κλείσουμε με μερικά σχόλια για τον τρόπο με τον οποίο οι κομμουνιστές χρησιμοποίησαν τα ρήγματα στο χωριό για να καταστρέψουν τα απομεινάρια της παλιάς τάξης πραγμά των. Ευτυχώς έχουμε δυό καλές μελέτες διαφορετικών χωριών στο Βορρά και στο Νότο κατά την περίοδο της κομμουνιστικής επικρά τησης, που μας δείχνουν τις διαδοχικές φάσεις και τα προβλήματα αυτού του προτσές. Το βορεινό χωριό ήταν στη συνοριακή περιφέρεια Shansi-Ho133. Johnson. Peasant Nationalism. ciS. 70, 110, 48-609, 116-117. 134. Johnson, Peasant Nationalism. 66-67, 146. 135. Johnson. Peasant Nationalism. 120.
26">
peh-Shantung-Honan όπου οι κομμουνιστές μπόρεσαν να αποκτή σουν ένα στήριγμα και να συνδυάσουν τον κοινωνικο τους αγώνα με την εθνική αντίσταση κατά των Γιαπωνέζων. Αφού τα πλουσιότε ρα στοιχεία άτην περιοχή, μαζί και τα υπολείμματα της εξουσίας της Κουόμινταγκ, ταυτίστηκαν με τους Γιαπωνέζους προκειμένου να περισώσουν την ιδιοκτησία τους, οι κομμουνιστές κέρδισαν ένα σοβαρό πλεονέκτημα ώστε να μπορέσουν να συνδυάσουν το κοινω νικό τους πρόγραμμα, που τον καιρό εκείνο ήταν πολύ μετριοπα θές, με την αντίσταση ενάντια στην ξένη καταπίεση. Βήμα προς βήμα μπόρεσαν να οικοδομήσουν τη δίκιά τους πολιτική οργάνωση κάτω απ ’ αυτήν που υπήρχε. Αυτή συνδυάστηκε μ ’ ένα πρόγραμ μα που έδινε ωφέλη σε πολυάριθμους φτωχούς αγρότες και έριχνε το βάρος στους πλουσιότερους. Αρχικά το πρόγραμμα κατάργησε τις εισπράξεις που προηγούμενα έμπαιναν στις τσέπες της Κουό μινταγκ και ανακατένειμε τα νέα βάρη της οργάνωσης των μετόπι σθεν χοντρικά σύμφωνα με την ικανότητα πληρωμής. Το νέο σύνθημα ήταν: «εκείνοι που έχουν πλούτη συνεισφέρουν πλούτη. Εκείνοι που έχουν εργασία συνεισφέρουν εργασία». Μια αποφασι στική κρίση ανέκυψε ακριβώς όταν οι Γιαπωνέζοι απείλησαν να επιβάλουν ένα φόρο στο χωριό. Θέτοντας το ζήτημα αν ο φόρος θά έπρεπε να πληρώνεται με το γιαπωνέζικο σύστημα της ίσης εισφοράς ή με το κομμουνιστικό σύστημα που έριχνε το βάρος στον πλούσιο, οι κομμουνιστές αρχικά χώρισαν το χωριό ανοιχτά σε πλούσιους και φτωχούς. Εν τω μεταξύ οι κομμουνιστές ανάγκαζαν τους αγρότες να κρύβουν το στάρι τους σε σπηλιές και να ετοιμά ζονται να εκκενώσουν την περιοχή. Επειδή οι πλούσιοι δεν το έκαναν αυτό, τώρα βρίσκονταν εκτεθειμένοι στον κίνδυνο να έρθουν οι Γιαπωνέζοι και να πάρουν όλα τα σιτάρια τους. Έ τσι συμμορ φώθηκαν με την κομμουνιστική πρόταση. Η σημασία του επεισοδί ου βρίσκεται στο ότι δείχνει πώς οι κομμουνιστές, όπως οι παλιότεροι επαναστάτες, μπορούσαν να καταφέρουν ολόκληρα χωριά και περιοχές να συντάσσονται με το μέρος τους και να αποδέχονται τη διοίκησή τους, καθώς επίσης και πώς οι Γιαπωνέζοι συνέβαλαν στη σφυρηλάτηση μιας νέας αλληλεγγύης για τους κομμουνιστές. Αλλά οι κομμουνιστές πήγαν πολύ μακρύτερα. Αν και χρησιμοποιούσαν τήν παλιά και διαβλητή ηγεσία, δημιούργη σαν νέες οργανώσεις μεταξύ των φτωχών αγροτών κι ακόμα μεταξύ των γυναικών, που ήταν η πιο καταπιεσμένη ομάδα στην κινέζικη κοινωνία. Πάνω α π ’ όλα, στο πρόγραμμά τους για τοπική 266
οικονομική αυτάρκεια, όπως έδειξε η εγκαθίδρυση της συνεργατι κής και πολλών άλλων μορφών, παρουσίαζαν στους αγρότες συ γκεκριμένες εναλλακτικές λύσεις αντί της υποταγής και της λιμο κτονίας. Η βαθειά αγροτική μεταρρύθμιση ήταν κάτι που μπορού σε να περιμένει. Ό ταν έγινε, συνδυάστηκε με εκδίκηση κατά των δοσιλόγων και των προηγούμενων καταπιεστών. Διαβάζοντας την περιγραφή αυτή είναι εύκολο να καταλάβουμε την επαναστατική ορμή της αντίστασης κατά των Γ ιαπωνέζων και την κομμουνιστι κή σαρωτική νίκη κατά της Κουόμινταγκ.136 Μερικά χρόνια αργότερα η κομμουνιστική επανάσταση έφτασε στο Nanching, ένα μικρό χωριό κοντά στην Καντώνα, όχι με τη μορφή της βοήθειας στην αντίσταση κατά των Γιαπωνέζων, αλλά από τα πάνω. Μια καταστροφική έκρηξη που προκλήθηκε από τους υποχωρούντες εθνικιστές στρατιώτες, οι οποίοι ανατίναξαν την ατσάλινη γέφυρα του ποταμού Pearl, δόνησε τα παράθυρα του χωριού και ανάγγειλε την πτώση της παλιάς κυβέρνησης. Σε μερικές μέρες παρουσιάστηκαν καλά οπλισμένα αποσπάσματα κομμουνιστών στρατιωτών που τοιχοκολλούσαν ανακοινώσεις α ναγγέλλοντας την εκμηδένιση της προηγούμενης πολιτικής εξουσί ας και απαιτώντας από το προηγούμενο κυβερνητικό προσωπικό να παραμείνει στις παλιές του θέσεις, μέχρις ότου τα καθήκοντά τους και τα έγγραφα μεταβιβαστούν στο νέο προσωπικό. Μετά δέκα μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων πολύ λίγα συνέβηκαν, εμφανίστηκαν τα στελέχη για τη διεξαγωγή της αγροτικής μεταρ ρύθμισης, τρεις άντρες και μια γυναίκα 19 με 24 χρονών, σκεπά ζοντας την αστική τους καταγωγή «κάτω από βρώμικες σταχτιές φόρμες και σκόπιμες προσπάθειες να μιμηθούν τον τρόπο ζωής των αγροτών».137 Απ ’ τη στιγμή που άρχισε η διαδικασία προχώρησε γρήγορα στην καταστροφή της παλιάς τάξης πραγμάτων και στη λήψη προκαταρτικών μέτρων για τη δημιουργία μιας νέας, όλα γίνονταν με κυβερνητική κατεύθυνση. Ουσιαστικά συνοψιζόταν στην από σπαση της γης από τους πλούσιους και στη μεταβίβασή της στους φτωχούς. «Η γενική στρατηγική ήταν να ενώσουν τους φτωχούς 136. Crook και Crook. Revolution in a Chinese Village. κ*φ., I-V, ciS. 31-37. 137. Yang. Village in Transition. 167, 134. Είναι μια πλουοιότιρη καιπληρίστιρη μονογραφία από την μχλίτη των Crook. Ακόμα, (ίναι ϊντιλώ ς αντικειμενική και ίσως η καλύτερη από της μονογραφίες για τη ζωή του χωριού.
267
αγρότες, τους αγροτοεργάτες και τους μεσαίους αγρότες και να ουδετεροποιήσουν τη στάση των πλούσιων αγροτών, έτσι ώστε να απομονωθούν οι γαιοκτήμονες».118 Το αποτέλεσμα ήταν μάλλον διαφορετικό. Αν και οι κομμουνιστές χρησιμοποιούσαν κατηγορίες που λογικά αντιστοιχούσαν καλά στην κοινωνική πραγματικότητα του χωριού, η κύρια συνέπεια ήταν μια γενική αβεβαιότητα, ακόμα και μεταξύ των φτωχών αγροτών, που ήταν οι αμεσότερα ωφελη μένοι, αλλά φαίνεται πως ήταν το ίδιο αβέβαιοι όσο κι οι άλλοι για το πόσο επρόκειτο να διαρκέσει όλη αυτή η υπόθεση. Προηγούμενα υπήρχε κρυφό και καταπιεσμένο μίσος μεταξύ των δύο άκρων: ο πλούσιος εκμεταλλευτικός και σκληρός γαιοκτήμονας και οι πα κτωτές τ.ου. Κάτω από το νέο σύστημα ολόκληρο το χωριό χωρί στηκε μεθοδικά σε δυό τμήματα, όπου το ένα στράφηκε ενάντια στο άλλο.139 Μια πλευρά αξίζει ειδική αναφορά, γιατί ρίχνει φως στις λειτουργίες της προ-κομμουνιστικής περιόδου, καθώς επίσης και στην κομμουνιστική τακτική. Η γη ανακατανεμήθηκε όχι στην οικογένεια σαν σύνολο, αλλά σε κάθε μέλος σε μια ισομερή βάση, ανεξάρτητα από ηλικία και φύλο. Έ τσ ι οι κομμουνιστές διέσπα σαν το χωριό α π ’ τη βάση του, εξαλείφοντας το δεσμό μεταξύ έγγειος ιδιοκτησίας και συγγένειας. Καταστρέφοντας την οικονο μική βάση των συγγενικών δεσμών, ή τουλάχιστο αδυνατίζοντάς τους σε μεγάλο βαθμό, οι κομμουνιστές αποδέσμευσαν ισχυρούς ανταγωνισμούς ανάμεσα στις τάξεις, τις ηλικίες και τα φύλα. Μέχρι τότε η πάλη των αγροτών κατά των γαιοκτημόνων, των πακτωτών κατά των συλλεκτών του πακτώματος, των θυμάτων κατά των ντόπιων παληκαράδων, δεν είχε γίνει τόσο ανοιχτή και οδυνηρή. Τ ο τελευταίο που συνέβει ήταν να στραφούν οι νέοι κατά των ηλικιωμένων. Ακόμα και εδώ βγήκε στη φόρα η έχθρα που υπέβοσκε επί αιώνες.140 Το κομμουνιστικό καθεστώς σφυρηλάτησε ένα νέο δεσμό μεταξύ του χωριού και της εθνικής κυβέρνησης. Έγινε φανερό σε κάθε αγρότη ότι η καθημερινή του ζωή εξαρτούταν από μια εθνική πολιτική εξουσία. Μέσω του νέου αυτού δεσμού οι κομμουνιστές άντλησαν από το χωριό, όπως υπολογίζει ο C.K. Yang, ακόμα περισσότερα α π ’ όσα είχαν πάρει πριν οι γαιοκτήμονες και η 138. Yang. Village in Transition. 133. 139. Yang. Village in Transition. 145. 140. Yang. Village in Transition. 178-179.
268
Κουόμινταγκ. Ταυτόχρονα το καινούργιο και μεγαλύτερο βάρος κατανεμήθηκε πολύ πιο ισόμερα α π ’ ό,τι γινόταν προηγούμενα.141 Ό λες αυτές οι αλλαγές ήταν προσωρινές και μεταβατικές. Η καταστροφή της παλιάς τάξης πραγμάτων, η σφυρηλάτηση νέων δεσμών με την κυβέρνηση, η απόσπαση περισσότερων πόρων από τους αγρότες, μπορούσαν νάναι μόνο προπαρασκευαστικά στοιχεία για τη λύση του βασικού προβλήματος, που ήταν η αύξηση του οικονομικού προϊόντος μέσα σ ’ ένα κόσμο ένοπλων ανταγωνιζόμενων γιγάντων. Αυτό το κομμάτι της ιστορίας βρίσκεται έξω από το στόχο του βιβλίου αυτού. Στην Κίνα, ακόμα περισσότερο απ ’ όσο στη Ρωσία, οι αγρότες πρόσφεραν το δυναμίτη που τελικά σύντριψε την παλιά τάξη. Ακόμα μια φορά πρόσφεραν την κύρια κινητήρια δύναμη για τη νίκη ενός κόμματος αφοσιωμένου στην πραγματοποίηση, μέσω της ανηλεούς τρομοκρατίας, μιας, υποτί θεται, αναπόφευκτης φάσης της ιστορίας, στην οποία η αγροτιά θα έπαυε να υπάρχει.
141. Village in Transition. 174-175, 158-159.
269
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Ασιατικός Φασισμός: Ιαπωνία
1.
Επανάσταση από τα πάνω: η αντίδραση των κυρίαρχων τά ξεων στις παλιές και νέες απειλές
Κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα, στην Ιαπωνία, την Κίνα και τη Ρωσία ανέβηκαν στην εξουσία νέες κυβερνήσεις οι οποίες έβαλαν τέλος σε μια παρατεταμένη περίοδο εσωτερικής αταξίας και συγκρούσεων. Στη Ρωσία και την Κίνα η αποκατάσταση της ειρήνης και της τάξης ήταν η αρχή (στο βαθμό που μπορούμε ποτέ να μιλάμε για αρχές στην ιστορία), μιας μακρόχρονης διαδικασίας που κορυφώθηκε με τις αγροτικές επαναστάσεις. Οι αγροτικές γραφειοκρατίες στις δυό αυτές χώρες αναχαίτισαν την ανάπτυξη μιας τάξης ανεξάρτητων εμπόρων και βιομήχανων. Υπεραπλου στεύοντας κάπως, μπορούμε να πούμε ότι, λόγω της απουσίας αστικής επανάστασης έγινε αγροτική επανάσταση, που με τη σειρά της άνοιξε το δρόμο για τον εκσυγχρονισμό μέσα σε ολοκληρωτικό πολιτικό πλαίσιο. Η εξέλιξη της Ιαπωνίας, από την άλλη μεριά, ακολούθησε μια τελείως διαφορετική πορεία, πιο κοντινή σε κείνη της Γερμανίας. Αν και οι εμπορικές επιρροές υπονόμευαν την αγροτική δομή και δω επίσης, όπως στη Γερμανία, δεν υπάρχει τίποτα που αξίζει να ονομαστεί πετυχημένη αστική επανάσταση. Κι οι Γιαπωνέζοι κατάφεραν να περιορίσουν και να εκτρέψουν την αγροτική δυσαρέσκεια, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εμποδίσουν την αγροτική επανάσταση. Μέχρι το τέλος της τρίτης δεκαετίας του 20ου αιώνα το αποτέλεσμα μοιάζει πολύ έντονα με τον ευρωπαϊκό φασισμό. Τί εξηγεί τη διαφορά μεταξύ της πορείας του εκσυγχρονισμού στην Ιαπωνία και εκείνης στη Ρωσία και Κίνα; Αμέσως ο φεουδα λισμός μας έρχεται στο νου σαν μια πιθανή εξήγηση. Ο φεουδαλι σμός ήταν μια ξεθωριασμένη ανάμνηση και στη Ρωσία και στην 270
Κίνα, «ν μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι υπήρξε καθόλου, πράγμα που αποτελεί θέμα διαφωνίας μεταξύ των μελετητών. Η γιαπωνέ ζικη εχδοχή του φεουδαλισμού, από την άλλη μεριά, επιβίωσε και παρέμεινε εύρωστη στη διάρκεια μεγάλου μέρους του 19ου αιώνα. Επειδή η Ιαπωνία είναι επίσης η μόνη ασιατική χώρα που είχε ήδη γίνει σοβαρή βιομηχανική δύναμη στην τρίτη δεκαετία του 20ου αιώνα, η υπόθεση ότι ο φεουδαλισμός προσφέρει το κλειδί γίνεται πολύ ελκυστική.1 Στο βαθμό που ο φεουδαλισμός στην Ιαπωνία βοήθησε ώστε να γίνει δυνατό να αποσπασθεί ένα τμήμα των παλιών κυρίαρχων τάξεων από την επικρατούσα τάξη πραγμάτων και να πραγματοποιήσει μια επανάσταση από τα πάνω, προκειμένου να επιφέρει τις κοινωνικές αλλαγές που ήταν αναγκαίες για τη βιομηχανική πρόοδο, πραγματικά αποτελεί σημαντικό στοιχείο της εξήγησης. Πάντως είναι ανάγκη να δούμε γιατί ήταν δυνατό αυτό και ακριβώς πώς σχετιζόταν το όλο προτσές του εκσυγχρονι σμού με τον φεουδαλισμό, όπως αυτός υπήρχε στην Ιαπωνία. Για την εξήγηση όσο και για την αξιολόγηση του μετασχημα τισμού αυτού είναι ουσιαστικό να θυμηθούμε τα όρια της παρούσας ιστορικής μας προοπτικής. Έ π ειτα από εκατό χρόνια, ή ίσως σε πολύ λιγότερο καιρό, ο μερικός χαρακτήρας της κοινωνικής και βιομηχανικής επανάστασης στην Ιαπωνία, και ιδιαίτερα η πολύ περιορισμένη «επανάσταση» της Αυτοκρατορικής Παλινόρθωσης στα 1868, μπορεί να φαίνεται ότι ήταν η ουσία της τραγωδίας της Ιαπωνίας. Αξίζει να θυμηθούμε εδώ ότι οι σύγχρονοι ιστορικοί 1. Για μια πρόσφατη συζήτηση των ομοιοτήτων και των ίιαφορών μεταξύ ευ ρωπαϊκού και γιαπωνέζικου φεουδαλισμού, βλέπε Hall. 'Teudaliam in Japan", 15-51. Η αντίληψη άτι υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ γιαπωνέζικου φεουδαλισμού και της συνακόλουθης υιοθέτησης της δυτικής πρακτιχής είναι αρκετά κοινή μεταξύ των ανατολιχολόγων, αν και δεν έχω βρει καμιά λεπτομεριακή εξέταση της φύσης του δεμσού. Στο τέλος της εποικοδομητικής του διατριβής, "Japanese Feudalism” , ο Coulburn, έχδ. Feudalism in History, 46-48, Edwin 0 . Reischauer καταγράφει πολλά χαρακτηριστικά του γιαπωνέζικου φεουδαλισμού, που υποθέτει ότι μπορεί να διευ κόλυναν τη γιαπωνέζικη μετάβαση στους σύγχρονους κοινωνικούς θεσμούς. Ενα α π ' αυτά, η ισχυρή εθνική συνείδηση, μου φαίνεται ότι είναι ακριβώς το αντίθετο του φεουδαλισμού. Έ να άλλο, η ανεξάρτητη ανάπτυξη της καπιταλιστικής επιχείρησης μέσα στο φεουδαλισμό, επίσης αναφέρεται στην ανάπτυξη των αντιφεουδαλιχών θεσμών μάλλον παρά είναι κληροδότημα του φεουδαλισμού. Ό μω ς η γιαπωνέζικη περίπτωση ενισχύει τη θέση ότι ο καπιταλισμός μπορεί να εγκαθιδρυθείπιο εύκολα μέσα σ ' ένα φεουδαλικό σύστημα παρά σε μια αγροτική γραφειοκρατία. Ο κατάλο γος του Reischauer συνοψίζει το κληροδότημα της γιαπωνέζικης ιστορικής εμπειρί ας σαν σύνολο, χαι όχι εχείνο του Γιαπωνέζικου φεουδαλισμού.
271
κάθε άλλο παρά ενθουσιώδεις είναι για την επιτυχία του Μπίσμαρκ να συνδυάσει το παλιό και το καινούργιο στη Γερμανία. Από την άλλη μεριά, η σύγχρονη κινέζικη κοινωνία, παρά τις σοβαρές δυσκολίες και υποχωρήσεις δείχνει σημάδια ότι πάει μπροστά. Μαθαίνοντας από τα σοβιετικά σφάλματα, η Κίνα θα μπορούσε λογικά να ξεπεράσει τη Ρωσία. Φυσικά είναι αδύνατο να προεξο φλήσουμε μελλοντικές εξελίξεις. Αλλά τουλάχιστο μπορούμε να αποφύγουμε τη μυωπική αντίληψη να θεωρούμε τη δική μας προο πτική ως δεδομένη. Είναι ανοησία να αντιμετωπίζουμε τη γιαπω νέζικη αντίδραση στην πρόκληση του σύγχρονου κοσμου σαν επιτυ χία και την κινέζικη σαν αποτυχία. ' Εχοντας αυτά κατά νού, ας προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε ποιά χαρακτηριστικά της προσύγχρονης γιαπωνέζικης κοινωνίας έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην πορεία προς τον εκσυγχρονισμό. Κά θετες όσο και οριζόντιες ρωγμές παρουσιάστηκαν καθώς η παλιά τάξη πραγμάτων διαβρωνόταν και ήταν ίσως και οι δυό εξ ίσου ση μαντικές. Επί πλέον υπήρχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ δυτικού και γιαπωνέζικου φεουδαλισμού. Αυτό όμως παραμένει τρομερά αφηρημένο· είναι ανάγκη να σκύψουμε στις πραγματικές λειτουρ γίες της κοινωνίας για μια ειδική χρονική περίοδο, αν θέλουμε να δούμε τι πραγματικά σημαίνουν οι παρατηρήσεις αυτές. Με τη νίκη του στη μάχη του Σεκιγκαχάρα, το 1600, ο Τοκουγκάουα Ιεγιάσου, ένας από τους πιο διάσημους κυβερνήτες στη γιαπωνέζικη ιστορία, έβαλε τέρμα στην περίοδο των αντιμαχόμενων φεουδαρχών και εγκαινίασε μια περίοδο εσωτερικής ειρή νης. Από τυπικά πολιτική άποψη το καθεστώς αυτό, γνωστό στους ιστορικούς ως Σογκουνάτο των Τοκουγκάουα, διάρκεσε μέχρι την Παλινόρθωση του Αυτοκράτορα στα 1868.2 Η κατευθυντήρια πολιτική ιδέα του Σογκουνάτου ήταν στατική: η διατήρηση της ειρήνης και της τάξης. Η κοινωνία διαιρέθηκε καθαρά σε κυβερνώντες και κυβερνώμενους. Οι τελευταίοι ήταν κυρίως αγρότες, τους οποίους οι κυρίαρχες πολεμικές τάξεις έβλεπαν κυρίως ως όργανο που δουλεύει τη γη και παράγει φόρους για όφελος τους.3 Σε ανταπόδοση, όταν το σύστημα λειτουργούσε καλά, οι αγρότες απολάβαιναν κάποιο βαθμό οικονομικής ασφάλειας και πολιτικής 2. Ά ριστη γενικά περιγραφή στον Sansom, Short Cultural History, χεφ. XXI. ΒλΙπε επίσης το Western World and Japan του [£ιου, κεφ. IX. Πηγής για πιο ειδιχά σημεία θα δοθούν παραχάτω. 3. Asakava, "Notes on Village Government, I” , 260, 278.
272
δικαιοσύνης. Ό σο ήταν δυνατό, μέσα από μια ποικιλία τεχνασμά των που ξεκινούσαν από αυστηρά διατάγματα κατά της πολυτέλει ας μέχρι το αμπάρωμα της Ιαπωνίας α π ’ ολες σχεδόν τις επαφές με τον έξω κόσμο, ανάμεσα στα 1639 και τον ερχομό του στόλαρχου Πέρρυ στά 1854, οι κυβερνήτες προσπαθούσαν να καταστείλουν κάθε επιρροή που θα μπορούσε να υπονομεύσει την κατεστημένη τάξη πραγμάτων. Οι έμποροι στις πόλεις, με τους οποίους θ ’ ασχοληθούμε στην πορεία, έγιναν με τον καιρό μια από τις κύριες πηγές αναστάτωσης κι ανησυχίας για τους κυβερνήτες. Μέσα στις κυρίαρχες ομάδες υπήρχαν σημαντικές διαβαθμί σεις και διακρίσεις. Ο Αυτοκράτορας ήταν μια σκιώδης και απομο νωμένη μορφή, ικανός στο τέλος μόνο να μετατρέπει το γόητρο σε πραγματική εξουσία — για άλλους. Ο Σογκούν (Shogun) κρατούσε τα ηνία της εξουσίας μέσα σ ’ ένα σύστημα που έμοιαζε με τον απολυταρχισμό του Roi Soleil (βασιλιά Ηλιου) πολύ περισσότερο απ ’ όσο οι αποκεντρωτικοί φεουδαλικοί θεσμοί της πρώιμης ευ ρωπαϊκής ιστορίας. Μαζύ με διάφορους κλάδους της οικογένειας Τοκουγκάουα και τους άμεσους υποτελείς του, ο Σογκούν κατείχε μεταξύ του 1/4 και 1/5 της γεωργικής γης της χώρας, αντλώντας το μεγαλύτερο τμήμα των πόρων του από την πηγή αυτή.4 Για να διαχειρίζεται τις εκτάσεις που κατείχε, προσέλαβε περί τους 40 επιστάτες με κανονικούς μισθούς.5 Έ τσ ι, όπως συνέβαινε και στη Δυτική Ευρώπη τον ίδιο καιρό, ο γιαπωνέζικος φεουδαλισμός ήταν εμποτισμένος με ισχυρή δόση γραφειοκρατία»;. Ορισμένα σημεία στο σύστημα εξουσίας των Τοκουγκάουα αξίζει να σημειωθούν. Πρώτα-πρώτα, αντιπροσώπευε μια προ σπάθεια να επιβληθεί κάποιος βαθμός κεντρικής γραφειοκρατικής εξουσίας πάνω σε μια κομματιασμένη φεουδαρχική πολιτεία, προσπάθεια στην οποία σημαντικό ρόλο έπαιξε η εκμετάλλευση του ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων τιμαρίων. Δεύτερο, αυτός ο θρυματισμός δεν επρόκειτο να ξεπεραστεί ποτέ εξ ολοκλήρου. Ό τα ν το πολίτευμα Τοκουγκάουα βρέθηκε σε αυξημένες δυσκο λίες στα μέσα του 19ου αιώνα, μερικά από τα πιο σημαντικά κάθε τα ρήγματα ήταν ίδια μ ’ εκείνα που έκλεισαν χάρη στο σύστημα που εγκαθιδρύθηκε στα 1600. Αμέσως κάτω απο τον Σογκούν στην ιεραρχία, ερχόταν το 4. Allen. Shorl Kronomir Hislorv. 10. 5. Asakawa. "Notes on Village Government. I". 261.
273
μικρό σώμα τον μεγάλων αρχόντων νταϊμύο (daimyo).6 Στα 1614 υπήρχαν 194 α π ’ αυτούς και μόνο 266 αμέσως πριν την Παλινόρ θωση του 1868. Στην τελευταία χρονολογία το μεγαλύτερο τιμά ριο είχε καταγραφεί ότι παρήγε 1.022.700 koku (1 κόκου = 40 γα λόνια περίπου) ρυζιού. Ο μέσος όρος ήταν περίπου 70.000 «κό κου».7 Κάτω από τον νταϊμύο ήταν το κύριο σώμα των σαμουράι ή πολεμιστών, μεταξύ των οποίων υπήρχαν μεγάλες διαβαθμίσεις στην εξουσία και στον πλούτο.8 Μαζί με τις οικογένειες τους υπολογίζονται ότι αριθμούσαν γύρω στα δυό εκταομμύρια άτομα ή περίπου το 1/6 του συνολικού πληθυσμού στις παραμονές της Παλινόρθωσης.9 Τυπικά ήταν στρατιωτικοί ακόλουθοι των νταϊμύο και έπαιρναν α π ’ αυτούς μια ετήσια αμοιβή σε ρύζι. Το Σογκουνάτο των Τοκουγκάουα, κάνοντάς τους απολήπτες αμοι βών, τους απέκοψε από τις ανεξάρτητες βάσεις της εξουσίας στην επαρχία και εξάλειψε μ ’ ένα χτύπημα μια από τις κύριες πηγές της πολιτικής αστάθειας της προηγούμενης περιόδου.10 Ταυτόχρονα, με την επιβολή της ειρήνης, το Σογκουνάτο στέρησε τους σαμουράι από κάθε πραγματική λειτουργία μέσα στη γιαπωνέζικη κοινωνία και συνέβαλε στη δημιουργία μιας ομάδας — των εξαθλιωμένων σαμουράι — που έπαιξε κεντρικό ρόλο στην τελική του ανατροπή. Οι μέρες που ο στρατιώτης σε καιρό ειρήνης καλλιεργούσε τη δική του γη είχαν παρέλθει προ πολλού. Από το 1887 ήδη, ο Χιντεγιόσι, ο μέγας στρατηγός που βοήθησε να θεμελιωθεί το καθεστώς Τοκουγκάουα, είχε διακηρύξει ότι όλοι οι αγρότες έπρεπε να παραδώσουν τα όπλα τους. Το μέτρο δεν σκόπευε μόνο 6. Ταξινομούνταν σε τρεις ομάδες, σύμφωνα με τη συγγένεια τους προς τον οίκο του Tokugawa. Βλέπε τη συζήτηση στον Craig, (liosh u, 17-21. 7. Asakawa, "N oto on Village Covermenl. II". 160. To ένα koku ισοδύναμε! με ελάχιστα λιγότερο από 5,2 αμερικανικοί μπούσελ. Το γεγονός ότι ένα τιμάριο χαταγράφηχε στα 70.000 koku δεν σήμαινε ότι ο κύριος του εισέπραττε τόσο ετήσιο εισόδημα, αλλά απλώς ότι η γη ήταν θεωρητικά ιχανή να παράγει τόσο πολύ ρύζι. Σ ' αυτό το σημείο, βλέπε Ramming. "Wirlsrhafllirh l.age der Samurai." 4. Γ ια περισσότερες λεπτομέρειες, ιδιαίτερα για τη γεωγραφική κατανομή των υψη λών ή χαμηλών φόρων και για τις εξ αυτού πολιτικές συνέπειες, βλέπε Beaslev. "Keudal Revenue", 255-271. 8. Για περισσότερες λεπτομέρειες σ ' αυτές τις κατατάξεις, βλέπε Ramming, "WirlM-hafllirhc 1-age der Samurai", 4-5. 9. Allen. Short Kronomir History. II. 10. Snilh Agratian Origin*. I.
274
να εξαλείψει τον κίνδυνο μιας ένοπλης αγροτιάς αλλά και να δώσει έμφαση στην σαφήνεια και στη σταθερότητα των ταξικών διακρί σεων.11 Κατά συνέπεια το δικαίωμα να φέρει ξίφος έγινε η πρωταρχική διάκριση μεταξύ ενός σαμουράι και ενός πλούσιου αγρότη.12 Ό ταν ήταν μακριά από την αυλή του Σογκούν ο νταϊμύο ή άρχοντας ζούσε περιστοιχισμένος από τους σαμουράι του, σε μια πόλη με οχυρό κάστρο. Λίγα αγροτικά χωριά απείχαν περισσότερο από 20 μίλια από μια τέτοια πόλη.13 Οι οχυρές πόλεις ήταν τα ντόπια κέντρα, μέσα από τα οποία η τάξη των πολεμιστών αποσπούσε από τους αγρότες, με τη μορφή των φόρων, το οικονομικό πλεόνασμα για να συντηρηθεί. Ουσιαστικά το φοροσυλλεκτικό σώμα το αποτελούσαν δύο σειρές αξιωματούχων. Εκείνοι που επάνδρωναν τα κεντρικά γραφεία στο κάστρο ή η γειτονική πόλη και οι περιφερειακοί δικαστές, που ήταν διασκορπισμένοι γύρω από το τιμάριο.14 Σε ειρηνικούς καιρούς πάντως το σύστημα λειτουργούσε με αξιοσημείωτα μικρή χρήση βίας. Μέσα στα τιμάρια, οι μεγάλοι φεουδάρχες ασκούσαν την εξουσία σύμφωνα με τη δική τους έμπνευση. Εν τούτοις δεν μπορούσαν να ανεγείρουν καινούργιους πύργους, να κόβουν νόμι σμα, να ναυπηγούν πολεμικά πλοία ή να κανονίζουν γάμους χωρίς την επικύρωση του Σογκούν. Το ότι τα τιμάρια συνέχισαν να αποτελούν ξεχωριστές μονάδες φαίνεται από το γεγονός ότι και οι 16 μεγάλοι Οίκοι που υπήρχαν στο έτος 1664 συνέχισαν να διοι κούν τα τιμάριά τους μέχρι την τυπική κατάργηση του φεουδαλι σμού στα 1871. Στις αρχές, βέβαια, ο Σογκούν επέμβαινε ελεύθερα στις τοπικές υποθέσεις των τιμαρίων, δημεύοντας και μεταβιβά ζοντας εκτάσεις σε μεγάλη κλίμακα. Μετά τα μέσα του 17ου αιώ να, όταν το σύστημα είχε κλονιστεί και η θέση του Σογκούν φαινό ταν ασφαλής, η πολιτική των διαδόχων, έγινε πιο προσεκτική και οι παρεμβάσεις στις εσωτερικές υποθέσεις ενός τιμαρίου πολύ σπανιότερες.15 Τέτοιο, λοιπόν, σε σύντομη σκιαγραφία, ήταν το καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε από το Σογκουνάτο Τοκουγκάουα. Ό π ω ς έχουμε δει, ήταν μια σχετικά συγκεντρωτική και στενά 11. 12. 13. 14. 15.
SanM>m. Shorl Cultural History. 430. Smith. .Agrarian Origins. 179. Smith, Agrarian Origins, 68. Smith. .Agrarian Origins, 202. Murdoch. History of Japan. I ll, 20-22.
275
ελεγχόμενη μορφή φεουδαλισμού, “τόσο πολύ που ένας παλιότερος συγγραφέας το αποκαλεί αστυνομικό κράτος,16 προσδιορισμός, που χωρίς αμφιβολία φαινόταν πολύ πιο ταιριαστός στα 1900 α π ’ όσο μετά τους Χίτλερ και Στάλιν. Αν και ο προσδιορισμός αυτός φαίνεται σήμερα ακατάλληλος, το καθεστώς Τοκουγκάουα δεν ή ταν ένα σύστημα απ ’ το οποίο θα μπορούσε να αναπτυχθεί η θεω ρία και η πρακτική της ελεύθερης κοινωνίας, όπως είναι γνωστή στο σύγχρονο δυτικό πολιτισμό. Ο πρωιμότερος γιαπωνέζικος φεουδαλισμός, επίσης, δεν είχε χαρακτηριστικά που στην Δύση συ νέβαλαν σημαντικά στην εξέλιξη αυτή. Στον φεουδαλικό δεσμό που ένωνε τον κύριο και τον υποτελή, το στοιχείο του συμβολαίου ήταν πολύ αδύναμο στην Ιαπωνία* τα στοιχεία της νομιμοφροσύνης και του καθήκοντος προς τους ανώτερους, απ ’ την άλλη μεριά, έπαιρ ναν μεγάλη έμφαση.17 Οι δυτικές αναλύσεις για την αντίθεση αυτή κάνουν τον γιαπωνέζικο φεουδαλικό δεσμό να φαίνεται πιο αρχέγονος, λιγότερο αντικειμενικός και ορθολογικός α π ’ ό,τι το ευρω παϊκό του ισοδύναμο. Βασιζόταν περισσότερο στο άγραφο έθιμο και στην τελετουργική εφαρμογή· είχε το χαρακτήρα μιας πλασμα τικής συγγενικής σχέσης, κάτι πολύ συνηθισμένο στη γιαπωνέζικη κοινωνία, και στηριζόταν λιγότερο απ ’ όσο στην Ευρώπη στο γρα φτό ή προφορικό συμβόλαιο για να εξειδικεύει τα ατομικά καθή κοντα ή προνόμια.18 Οι ντόπιες τάσεις προς αυτή την κατεύθυνση ενισχύθηκαν παραπέρα χάρη στην εισαγωγή της κομφουκιανής φι λοσοφίας, η οποία είχε σχεδόν τη θέση κατεστημένης θρησκείας. Ό τα ν τα πλοία του στόλαρχου Πέρρυ εμφανίστηκαν στα 1854, το σύστημα Τοκουγκάουα είχε ήδη υποστεί σοβαρή φθορά. Η πα ρακμή της παλιάς τάξης, μαζί με τις προσπάθειες να περισωθούν τα προνόμια της αγροτικής ελίτ, είχαν ήδη δώσει ώθηση σε κάποιες από τις κοινωνικές δυνάμεις που τελικά κατέληξαν στο καθε στώς που έριξε τις μοιραίες βόμβες του στο Πέρλ Χάρμπορ στα 1941. Οι παράγοντες που δημιούργησαν αυτή την παρακμή και το ξανάνιωμα ήταν πολλοί και περίπλοκοι. Η ακριβής τους φύση και η σχετική τους σημασία θα παραμείνει για πολύ καιρό ίσως ζήτημα διαφωνίας μεταξύ των ειδικών. Παρ ’ όλα αυτά, για τους σκοπούς μας δεν θα ήταν πολύ παραπλανητικό να πούμε ότι ουσιαστικά 16. Kukuda, Ce>ellschaftliche und Wirlsohaftlirhe Knlwickrlung, Κιφ. IV. 17. Sansom. History of Japan, I, 359-360, 368. 18. Hall, "feudalism in Japan", 33-34.
276
αναλύονται σε δύο: ειρήνη και πολυτέλεια. Η ειρήνη επέτρεψε την εμφάνιση ενός εμπορικού τρόπου ζωής όχι μόνο στις πόλεις αλλά επίσης και στην επαρχία. Παρ ’ ότι ακόμα επιτηρούνταν στενά, οι εμπορικές επιρροές διάβρωσαν μεγάλο μέρος του φεουδαλικού οικοδομήματος. Ακριβώς όπως το σύστημα των Τοκουγκάουα μπορεί να εκπλήσσει τον συγκριτικό ιστορικό σαν ένα είδος που κινείται κάπου μεταξύ της συγκεντρωτικής αγροτικής γραφειοκρα τίας της Κίνας και του πολύ χαλαρότερου φεουδαλισμού της μεσαιωνικής Ευρώπης, έτσι και η ικανότητα της γιαπωνέζικης κοινωνίας του 18ου και 19ου αιώνα να συγκρατήσει τα διαχωριστικά και καταστροφικά αποτελέσματα του εμπορίου, πέφτει κάπου μεταξύ των δυό αυτών άκρων. Σε σημαντική έκταση η ειρήνη και η πολυτέλεια ακτινοβο λούνταν από το κέντρο της πολιτείας των Τοκουγκάουα. Ακριβώς όπως ο Λουδοβίκος 14ος ανάγκασε τους ευγενείς του να μένουν στις Βερσαλλίες, έτσι και ο Σογκούν απαιτούσε από τον νταϊμύο να περνά ορισμένες περιόδους στην πρωτεύουσα Έ ντο.19 Ώ ς ένα σημείο τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια και στις δυό περιπτώσεις. Με την ενθάρρυνση των διαφόρων μορφών πολυτελούς επίδειξης ο Σογκούν αδυνάτιζε τη θέση των ευγενών του και ταυτόχρονα έδινε ώθηση στις εμπορικές τάξεις στις πόλεις. Οι δαπάνες των νταϊμύο αυξάνονταν καθώς ήταν υποχρεωμένοι να διατηρούν κατοικία και στην πατρίδα τους και στην ' Εντο. Για την εγκατάστασή τους στην πρωτεύουσα και τα έξοδα του ταξιδιού για τους ίδιους και τη μεγάλη ακολουθία τους έπρεπε να πληρώνουν σε μετρητά, χωρίς νά ’χουν το δικαίωμα να κόψουν νόμισμα. Οι δαπάνες αυτές επιβάρυναν σοβαρά τα οικονομικά πολλών τιμαρίων. Για να πλη ρώνει ο νταϊμύο αναγκαζόταν συνήθως να στέλνει το επιπλέον ρύζι και τ ’ άλλα τοπικά προϊόντα στην αγορά, χρησιμοποιώντας τις υπηρεσίες του εμπόρου.20 Συχνά ο φεουδάρχης αριστοκράτης εξαρτιόταν από τον έμπορο για τις πιστώσεις, ενώ ο έμπορος από την άλλη μεριά εξαρτιόταν από τον νταϊμύο για πολιτική προστασία. Η οικονομική θέση του σαμουράι που εξαρτιόταν α π ’ τον νταϊμύο προφανώς χειροτέρεψε κάτω από το καθεστώς Τοκουγκά ουα, ειδικά μετά τα μισά της βασιλείας τους. Οι ενδείξεις εν 19. Η απαίτηση για τη διαμονή παρέμεινε σε πλήρη λειτουργία μέχρι το 1862, όταν η εγκατάλειψή της προϊδέαζε το τέλος της εξουσίας του Toltugawa. Βλέπε Murdoch. History of Japan. III. 723. 20. Sheldom. Merchant Class, 18.
τούτοις, δεν είναι και τόσο σαφείς· ένας από τους τρόπους με τους οποίους νταϊμύο προσπαθούσε να καλύψει τις δαπάνες του ήταν να κάνει περικοπές στους μισθούς των σαμουράι.21 Η περικοπή των μισθών έγινε πραγματοποιήσιμη μόνο στους χρόνους των Τοκουγ κάουα. Εξασφαλισμένος με την ειρήνη και την εξουσία του Σογ κούν ο νταϊμύο δεν χρειαζόταν πια να στηρίζεται τόσο πολύ στους υποτελείς του και μπορούσε να κάνει τη θυσία αυτή. Οποιαδήποτε κι αν ήταν η πραγματική οικονομική κατάσταση των σαμουράι, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η θέση του μέσα στη γιαπωνέζικη κοινωνία χειροτέρευε. Έ να καλό εισόδημα σε ρύζι για τον σαμουράι ήταν απλώς η υλική βάση για τη ζωή ενός πολεμιστή. Κάτω από την αναγκαστική ειρήνη των Τοκουγκάουα, ο πολεμιστής δεν είχε προφανώς να εκτελέσει καμιά σημαντική λειτουργία. Εν τω μεταξύ, άλλες μορφές κύρους, βασισμένες στον πλούτο των εμπόρων, άρχιζαν να ανταγωνίζονται τις στρατιωτικές αρετές. Η παλιά ηθική υπονομευόταν, αν και μέχρι τότε δεν είχε αντικατασταθεί από καμιά άλλη. Σημάδια των αλλαγών αυτών άρχισαν να παρουσιάζονται ήδη από την αρχή του 18ου αιώνα. Η απώλεια της λειτουργίας τους ως πολεμιστών, μαζί με την εισδοχή του εμπορίου, έβαλαν σε μεγάλη δοκιμασία τη νομιμοφρο σύνη πολλών σαμουράι, παραγκωνίζοντας τους ψυχολογικά και κυριολεκτικά. Ενώ μπορούμε να μεταχειριστούμε σαν φιλολογική υπερβολή την παρατήρηση ενός συγγραφέα των αρχών του 19ου αιώνα ότι «οι σαμουράι μισούν τους κυρίους τους σαν τους χειρότε ρους εχθρούς τους» σε σχέση με την πρακτική της περικοπή των μισθών, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι τα ψαλιδίσματα αυτά προκαλούσαν έντονη και πλατειά δυσφορία.22 Και για να γίνουν τα πράγματα ακόμα δυσκολότερα, απαγορευόταν στους πολεμιστές να ασχολούνται με οποιαδήποτε μορφή εμπόριου. Παρ ’ ότι πολλοί παρέβαιναν την απαγόρευση για να καλύψουν τις ανάγκες τους, όσο πλούτο και να κέρδιζαν με τον τρόπο αυτό, σπάνια θα συνέβαλε στο αίσθημα ασφάλειας τους σαν σαμουράι.23 Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, πολλοί πολεμιστές απλώς έκο βαν τους δεσμούς τους και γίνονταν «ρονίν», ανεξάρτητοι πλάνη21. Κάποια διδομένα στον Ramming, "Wirlschaftliche Lage der Samurai”, 3435. 22. Ramming, "Wirlschaftliche Lage der Samurai” , 7. 23. Βλέπι Sheldon. Merchant Class, 32; Ramming, "Wirlschaftliche Lage der Samurai," 10.
278
τες, συχνά έτοιμοι για οποιαδήποτε βίαια επιχείρηση, μια ομάδα που συνέβαλε στην αναστάτωση της τελευταίας περιόδου των Τοκουγκάουα. Το Τσόσου, το τιμάριο που έπαιξε κεντρικό ρόλο στην Αυτοκρατορική Παλινόρθωση του 1868, ήταν ένα μεγάλο καταφύγιο για τους «ρονίν».24 Η ιδέα της απαλλαγής από τους δυ τικούς «βαρβάρους» ασκούσε έντονη έλξη στους ανθρώπους αυ τούς. Πολλοί εναντιώνονταν στο άνοιγμα νέων λιμανιών γιατί «δεν θα υπήρχε πια ελπίδα να διώξουμε τους βαρβάρους., θάπρεπε να, διπλώνουμε το αριστερό γόνατο πάνω στο δεξί, να γράφουμε παράλληλα προς τη σελίδα και να χρησιμοποιούμε το βρωμερό τους ημερολόγιο».25 Έ τσ ι οι χαμηλότερες βαθμίδες των σαμουράι συγκροτούσαν μια ανεξέλεγκτη πηγή βίας, μια «λούμπεν αριστο κρατία», διαθέσιμη για ποικίλους αντιδραστικούς σκοπούς, αλλά βέβαια όχι για επανάσταση αγγλικού ή γαλλικού τύπου. Σε μερικούς από τους κρίσιμους στρατιωτικούς αγώνες που συνόδευσαν την Αυτοκρατορική Παλινόρθωση αυτοί μοιράστηκαν περίπου ισοδύναμα και στις δυό πλευρές.26 Αν δεν υπήρχε εξωτερική απειλή και μεγάλη πολιτική επιδεξιότητα στην κορυφή, αυτή η δυνητικά εκρηκτική δύναμη, αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο η PaxTokugawa είχε μεταβάλλει βαθιά τη θέση της πολεμικής τάξης, θα μπορούσε να είχε εξαρθρώσει τη γιαπωνέζικη κοινωνία και να προκαλέσει επιστροφή στη φεουδαλική αναρχία. Οι έμποροι «τσονίν» ήταν οι άμεση άν όχι η τελική πηγή των διαβρωτικών αυτών επιρροών πάνω στην παλιά τάξη πραγμάτων. Ο ρόλος τους στη γιαπωνέζικη κοινωνία φανερώνει πολλές ομοιό τητες με τον ρόλο των Ιουδαίων στην όψιμη μεσαιωνική Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Ισπανία. Με πολύ γενικούς όρους μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τη σχέση μεταξύ της πολεμικής αριστοκρατίας και των εμπόρων σαν σχέση συμβιωτικού ανταγωνισμού. Οι νταϊμύο ή ο σαμουράι εξαρτούνταν από τον έμπορο προκειμένου να μετατρέψουν το ρύζι και άλλα αγροτικά προϊόντα που παράγονταν από τους αγρότες σε ρευστό και να τους εφοδιάσουν με πολλά από τα χρεώδη και τις ανέσεις για το αριστοκρατικό στύλ ζωής τους. Ο έμπορος, από την άλλη μεριά, εξαρτούταν από την πολεμική αριστοκρατία που του παρείχε πολιτική ανοχή και προστασία για να απασχοληθεί με το εμπόριο, παρακμιακό και γενικά παρασιτικό 24. Murdoch, History of Japan. I ll, 737. 25. Αναφέριται στον Murdoch, History of Japan, III, 720. 26. Craig. 'T h e Restoration Movement", 187-197, ciS. 190-191.
279
τρόπο ζωής σύμφωνα με τον κώδικα ηθικής του πολεμιστή. Χωρίς να σπάσουν με οποιοδήποτε τρόπο τους φεουδαλικούς περιορι σμούς, ή έστω να το προσπαθούν, οι έμποροι βελτίωσαν ουσιαστι κά τη θέση τους σ ’ αυτή τη σχέση, ώσπου μέχρι το τέλος της περιόδου είχαν γίνει ο κύριος συνεταίρος. Μια α π ’ τις συνέπειες ήταν ότι οι αυστηροί φραγμοί μεταξύ των τάξεων, από τους οποίους το σύστημα του Τοκουγκάουα εξαρτούσε σε μεγάλο βαθμό την σταθερότητά του, έδειξαν σοβαρά ση μάδια κατάρρευσης. Πολεμιστές γίνονταν έμποροι και αντίστροφα. Αν η τάση αυτή αυξήθηκε ή όχι σ ’ ολόκληρη την περίοδο δεν το γνωρίζουμε, αν και φαίνεται πιθανό, σε γενικές γραμμές, ότι έτσι έγινε.27 Στις αρχές του 19ου αιώνα, από μια ομάδα 250 εμπορικών οικογενειών, 48, δηλαδή σχεδόν μια στις πέντε, είχαν προγόνους σαμουράι. Φτωχεμένοι σαμουράι παραγκωνίζουν καμιά φορά το μεγαλύτερο γιο τους, και υιοθετούσαν σαν κληρονόμο τους το γιό ενός πλούσιου έμπορου. Αν και ο Σογκούν Γιοσιμούνε στις αρχές του 18ου αιώνα απαγόρευε την πώληση της θέσης του σα μουράι, η απαγόρευση γρήγορα έγινε νεκρό γράμμα.28 Μόνο μετά τις αρχές του 18ου αιώνα οι φεουδάρχες κυβερνή τες συνειδητοποίησαν ότι οι έμποροι αντιπροσώπευαν μια απειλή για την εξουσία τους. Τότε, όμως, ήταν πολύ αργά, παρόλο που η οικονομική πρόοδος των εμπόρων είχε σε μεγάλο βαθμό αναλώσει τη δύναμή της.29 Πραγματικά, πρόσφατα γραφτά δίνουν την εντύ πωση ότι οι φεουδάρχες κυβερνήτες θα μπορούσαν ίσως να συγκρατήσουν την απειλή αυτή και να διατηρήσουν κάποια μορφή ισορρο πίας, έστω και κάπως διαφορετική, από την αρχική φάση της περιόδου Τοκουγκάουα, για κάμποσο καιρό, αν τα δυτικά πολεμικά πλοία δεν είχαν κάνει τη δυσοίωνη εμφάνισή τους στη γιαπωνέζικη σκηνή.30 Οπωσδήποτε η φεουδαλική αριστοκρατία είχε ορισμένα όπλα που μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει, και το έκανε, κατά των εμπόρων: άμεση δήμευση, αναγκαστικά δάνεια (που όλο και γίνον ταν πιο συχνά προς το τέλος του καθεστώτος Τ οκουγκάουα) και άρνηση να ξεπληρώσουν τα χρέη. Το αποτέλεσμα των μέτρων 27. Ο Sheldon, Merchant Class, 6, αναφέρει ότι οι έμποροι των απογόνων των σαμουράι ήταν πολυάριθμοι χαι πετυχημένοι στα πρώτα χρόνια του Toltugawa. 28. Honjo, Social and Economic History, 204-205. 29. Sheldon, Merchant Class, 165. 30. Διαφωτιστιχή a t σύνεση μ ’ αυτό, είναι η ανταλλαγή απόψεων μχταξύ των Dore και Sheldon στη Journal of Asian Studies, XVIII, 507-508, και XIX 238-239.
280
αυτών, και ειδικά της δήμευσης, στο τελευταίο μέρος της περιόδου ήταν απλώς να γίνουν οι έμποροι πιο απρόθυμοι για χαριστικά δά νεια.31 Μια και η αριστοκρατία ήταν σοβαρά, αν όχι ολοκληρωτικά, εξαρτημένη από τα δάνεια αυτά, αποδείχτηκε αδύνατο να συντρί ψει τους εμπόρους. Η ασφυκτική πίεση, που πολλοί έμποροι ασκούσαν από καιρό σε καιρό σε τμήματα της τάξης των ευγενών, προκαλούσε ευνόητη μνησικακία μεταξύ των τελευταίων και άλλων τμημάτων της γιαπωνέζικης κοινωνίας που είχαν ευχέρεια να εκφρασθούν. Κατά τρόπο που θυμίζει της ευρωπαϊκές φυσιοκρατικές αντιλήψεις της ίδιας εποχής και τον αντισημιτισμό αργότερα, μερικοί γιαπωνέζοι στοχαστές υποστήριζαν ότι οι ευγενείς και οι αγρότες ήταν τα μόνα χρήσιμα μέλη της κοινωνίας. «Οι έμποροι, α π ’ την άλλη μεριά, επιτελούν ασήμαντο έργο... (και) η κυβέρνηση αν δεν θα έπρεπε να χολοσκάσει αν καταστρέφονταν».32 Ό π ω ς ήδη δείξαμε, η κυβέρνηση του Σογκούν, από καιρό σε καιρό προσπάθησε να εφαρμόσει αυτές ή παρόμοιες ιδέες. Στη σύγκρουση αυτή μεταξύ μιας φθίνουσας στρατιωτικής αριστοκρατίας και ενός ανατέλλοντος εμπορικού συμφέροντος, μπορούμε να σημειώσουμε τις απαρ χές εκείνου του αντικαπιταλιστικού πλαισίου που επρόκειτο να γίνει τόσο κυρίαρχο στη γιαπωνέζικη παραλλαγή του φασισμού. Μολονότι η σύγκρουση μεταξύ της φεουδαλικής αριστοκρα τίας και των εμπόρων αποτελεί μια πολύ σημαντική πλευρά του υπόβαθρου των κατοπινών εξελίξεων, θα ήταν σοβαρά παραπλανη τικό να τονίσουμε μόνο την πλευρά αυτή. Διαφορετικά από τη Δυτική Ευρώπη, η Ιαπωνία δεν ανέπτυξε αυτοδιοικούμενες πόλεις με καταστατικούς χάρτες που να εκφράζουν με συγκεκριμένους όρους την πολιτική και νομική τους ανεξαρτησία από την φεουδαλική εξουσία που τις περιέβαλλε. Υπήρχαν βέβαια κάποια ελπιδοφόρα ξεκινήματα προς αυτή την κατεύθυνση στις αρχικές φάσεις του καθεστώτος Τοκουγκάουα. Αλλά καθώς το καθεστώς παγιωνόταν σε μια μορφή συγκεντρωτικού φεουδαλισμού, αποδυνάμω νε τις τάσεις αυτές. Αυτή η «επαναφεουδαλικοποίηση» όπως αποκαλείται μερικές φορές, επέβαλε αυστηρούς περιορισμούς στους εμπόρους, περικλείνοντάς τους προσεκτικά μέσα στη φεουδαλική τάξη πραγμάτων, όπου όπως πίστευαν οι κυβερνήτες, δεν μπορού 31. Sheldon. Merchant Class. 119, 122-123. 32. Αναφέρεται α π ί τον Sheldon, Merchant Class, 105
281
σαν να βλάψουν.33 Τ ο κλείσιμο της χώρας, με τα διατάγματα του 1633-1641, είχε τη συνέπεια να περιοριστεί η πρωτοβουλία των εμπόρων, εν μέρει με την εξουδετέρωση του κινήτρου των εξωτερι κών επαφών και του συναγωνισμού.34 Ό π ω ς ήδη έχουμε σημειώσει, η κύρια ορμή της εμπορικής ανάπτυξης είχε ξεθυμάνει σε μεγάλο βαθμό περίπου 100 χρόνια μετά την επιβολή της Παξ Τοκουγκά ουα. Μετά απ ’ αυτό, υπήρχε μια τάση των εμπόρων να στρωθούν και να απολαύσουν τους καρπούς της επιχείρησης, καθώς επίσης και να γαντζωθούν σε δοκιμασμένες και αποτελεσματικές μεθόδους επιχειρηματικής δραστηριότητας. Για το σκοπό μας δεν υπάρχει ανάγκη να συζητήσουμε με παραπέρα λεπτομέρειες τον μηχανισμό των πολιτικών ελέγχων πάνω στους εμπόρους, που επινόησαν οι κυβερνήσεις Τοκουγκάουα. Είναι αρκετό να σημειωθεί ότι ήταν αρκετά αποτελεσματικοί, ιδιαίτερα στην πρώτη περίοδο, και έτσι, σαν συνέπεια, η ανύψωση των εμπόρων σε οικονομική δύναμη ήταν «μια μυστική, παράνομη σχεδόν κίνηση».35 Οι πολιτικοί αυτοί έλεγχοι έκαμαν τον γιαπωνέζο έμπορο μια εξαρτημένη μορφή στην κοινωνία, έστω και αν υπήρχαν περιπτώσεις όπου η οργή του μπορούσε να κάνει έναν νταϊμύο να τρέμει. Φυσικά υπήρχαν σημαντικές παραλλαγές. Οι έμποροι της Οζάκα ήταν λιγότερο εξαρτημένοι από τους εμπόρους της πρωτεύ ουσας Έ ντο.36 Και στο δεύτερο μέρος της περιόδου, αποδείχτηκε ότι οι επαρχιώτες έμποροι εξαρτούνταν λιγότερο από φεουδαρχι κές σχέσεις για τις ύλες τους και τις αγορές, απ ’ ό,τι οι παλιότεροι μονοπωλητές της πόλης.37 Είναι επίσης αλήθεια, ότι σε μερικές από τις τέχνες και τις ελαφρότερες χαρές της ζωής οι έμποροι ανέπτυξαν μερικά διακριτι κά κοινωνικά χαρακτηριστικά και γούστα που θυμίζουν τις προπουριτανικές πλευρές του εμπορικού πολιτισμού στη Δύση. Ό μ ω ς ο εμπορικός αυτός πολιτισμός που έφτασε στην ακμή της άνθησης τους μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα, δεν ήταν από μόνος του πραγ ματική απειλή για το σύστημα Τοκουγκάουα.3®Ουσιαστικά, η ανε 33. 34. 35. 36. 37. 38.
282
Sheldon. Sheldon. Sheldon. Sheldon. Sheldon. Sheldon.
Merrhanl Class. 8, 25. 37. Merchant Class. 20-^4. Merrhanl Class. 32-36. Merrhanl. Class. 88. 92. 108. Merrhanl. Class. 163 Merrhanl Class. 99.
κτή αυτή ακολασία, περιορισμένη κυρίως σε μια συνοικία της πρω τεύουσας, χρησίμευε σαν δικλείδα ασφαλείας. Αν μη τι άλλο, βοη θούσε στη διατήρηση μάλλον παρά στην καταστροφή του ancien re gime.39 Για όλους αυτούς τους λόγους οι γιαπωνέζοι έμποροι της περιόδου Τοκουγκάουα εμποτίστηκαν με τη φεουδαλική ηθική. Απότυχαν ολοκληρωτικά να αναπτύξουν κάποια ιδεολογία με την οποία να αντιπαραταχθούν στο παραδοσιακό καθεστώς. Ο Ε. Her bert Norman έψαξε μέσα σε πολλά και ποικίλα γιαπωνέζικα γραφτά «για να ανακαλύψει αν κανένας συγγραφέας είχε ριψοκινδυνεύσει να εκφράσει κάποια θεμελιωμένη και διεισδυτική κριτική των πιο καταπιεστικών πλευρών του γιαπωνέζικου φεουδαλισμού, της κοι νωνικής του ακαμψίας, του πνευματικού σκοταδισμού, της σχολα στικής του στειρότητας, του υποβιβασμού των ανθρώπινων αξιών, και της στενής, εικόνας που έδινε στον εξωτερικό κόσμο».40 Αν και μπόρεσε να βρει σε χρονικά καϊ φιλολογικά γραφτά μερικές σκόρπιες εκφράσεις απέχθειας για τη σκληρότητα της φεουδαλικής καταπίε σης, δεν μπόρεσε να βρει έστω ένα στοχαστή με επιρροή που να έκα με μετωπική επίθεση κατά του συστήματος ως συνόλου.41 Η αποτυχία της γιαπωνέζικης εμπορικής τάξης να αναπτύξει μια κριτική άποψη συγκρίσιμη με εκείνη που γεννήθηκε στη Δύση, δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να εξηγηθεί με ψυχολογικούς συντελε στές ή με κάποια ιδιόρρυθμη αποτελεσματικότητα του γιαπωνέζι κου συστήματος αξιών.42 Τέτοιες εξηγήσεις είναι λογικά ίδιες με την περίφημη εξήγηση των αποτελεσμάτων του οπίου, που δήθεν οφείλονται στις «υπνωτικές» του ιδιότητες. Παραμένει το θεμελιώ δες ερώτημα: γιατί επικράτησε αυτή η ιδιαίτερη άποψη όπου κι όταν επικράτησε; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ιστορική: οι συνθήκες κάτω α π ’ τις οποίες η γιαπωνέζικη εμπορική τάξη αναπτύχθηκε από τον 17ο αιώνα και μετά. Η απομόνωση της 39. Norman. "Ando Shoeki", 75. 40. "Ando Shoeki", 2. 41. Τελικά o Norman προτιμά να διερμηνεύσει με σημαντικές λεπτομέρειες ένα γιατρό των αρχών του 18ου αιώνα, τον Ando Shoe ki, που ομολογουμένως ήταν ένας απομονωμένος στοιχαστής, χωρίς επιρροή τον χαιρό που ζούσε ή αργότερα. Η κύρια εργασία του Ando Shorki δεν δημοσιεύτηκε ποτέ και αν και μολονότι ασκεί κριτική στο φεουδαλισμό, δίνει μια αίσθηση ουτοπικού αγροτικού πρωτογονισμού μάλλον παρά κριτικής της «μπουρζουαζία;» για τη σύγχρονη Ιαπωνία. Βλέπε «Ando Shoeki», κεφ, I και 100-110. 224-226, 242-243. 42. Για μια τέτοια ερμηνεία, βλέπε Bellah. Tokugawa Religion.
2H.'i
χώρας, η συμβιωτική σχέση μεταξύ του πολεμιστή και του εμπόρου, και η μακρόχρονη πολιτική κυριαρχία του πολεμιστή, φαίνεται ότι αποτελούν τα ουσιώδη στοιχεία για οποιαδήποτε εξήγηση του περιορισμένου ορίζοντα των εμπόρων. Μια μεγάλη μερίδα του πλούτου που έρεε στα βαλάντια του εμπόρου αρχικά το αντλούσε η πολεμική αριστοκρατία από τους αγρότες. Στη συνέχεια θα πρέπει να συζητήσουμε κάπως διεξοδικά τους παράγοντες που εμπόδισαν τους γιαπωνέζους αγρότες να γίνουν επαναστατική δύναμη σαν τους Ρώσους ή τους Κινέζους ομολόγους τους. Εδώ η συζήτηση θα περιοριστεί στο αγροτικό ζήτημα, όπως το κατανοούσαν οι κυρίαρχες τάξεις και όπως επιδρούσε στα συμφέροντά τους. Με τους φόρους, λοιπόν, η αγροτική μάζα συντηρούσε το υπόλοιπο του πληθυσμού, όπως συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό σε κάθε αγροτικό κράτος. Λόγιοι κύκλοι μέσα στις τάξεις τις πολεμικής αριστοκρατίας πιάστηκαν από το γεγονός αυτό για να ισχυριστούν ότι ο αγρότης αποτελούσε το θεμέλιο της υγιούς κοινωνίας — εννοώντας φυσικά με τον όρο «υγιής» την κοινωνία εκείνη όπου κυρίαρχοι ήταν οι σαμουράι. Αυτή είναι η χαρακτηριστική συνθημα τολογία μιας αγροτικής αριστοκρατίας την οποία απειλούσαν τα εμπορικά συμφέροντα. Ο θαυμασμός για την αγροτιά ήταν μια έμμεση επίκριση για τον έμπορο. Το χιλιοειπώμενοκυνικόγνωμικό «οι αγρότες είναι σαν τους σουσαμένιους σπόρους όσο τους πιέζεις, τόσο περισσότερο λάδι βγάζουν», αποδίδει σωστότερα την πραγμα τική σχέση των σαμουράι προς την αγροτιά.4' Καθώς παρατηρεί ξερά ο Sir George Sansom, οι Τοκουγκάουα είχαν μεγάλη εκτίμηση για τη γεωργία αλλά πολύ λίγη για τους γεωργούς. Στις αρχές της δεκαετίας του 1860 το αγροτικό ζήτημα μπλέχτηκε με το πρόβλημα της δημιουργίας ενός σύγχρονου στρατού. Η λύση του ζητήματος αυτού αφορούσε όχι μόνο την ανεξαρτησία της Ιαπωνίας ως κυρίαρχου κράτους, αλλά και τον ίδιο τον χαρακτήρα της κοινωνίας. Στην ουσία η κυβέρνηση έπρεπε να αποφασίσει αν θα οπλίσει ή όχι τον αγρότη για να υπερασπίσει την Ιαπωνία από τον εξωτερικό εχθρό. Στα 1863 βολιδοσκόπησε τους ανώτερους διοικητικούς αξιωματούχους της για τη σκοπιμότητα του βήματος αυτού. Αποκαλυπτικά αποσπάσματα από τις απαντή σεις εκφράζουν δυό βασικές ανησυχίες με το ότι ο νταϊμύο στα τιμά 43. Ramming. "Wirlsrhafllirhe 1-age der Samurai” . 28.
284
ρια θα μπορούσε να στρέψει τη δύναμη αυτή κατά της κυβέρνησης Τοκουγκάουα και ότι οι ίδιοι οι αγρότες θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή κινδύνου για την κατεστημένη τάξη.44 Και οι δυό φόβοι έμελλε να δικαιωθούν. Η εξουσία των αρχών πάνω στους αγρότες ήταν πιο αδύνατη σε περιοχές που ελέγχονταν άμεσα από τον Σογκούν α π ’ όσο σε μερικές περιοχές των παράμερων τιμαρίων, ειδικά στοΤσόσου. Οι περιοχές που ελέγχαν πλήρως οι Τοκουγκάουα περιλάβαιναν τις μεγάλες πόλεις Έ ντο και Οζάκα, από τις οποίες ξεκινούσαν οι εμπορικές επιρροές. Από την άλλη μεριά οι ηγέτες του Τσόσου με ένα έξυπνο σύστημα προϋπολογισμών και φορολογίας, κατόρθωσαν να διατηρήσουν την οικονομική τους ανεξαρτησία και έτσι να αποφύγουν να πέσουν στα χέρια των χρηματοδανειστών και των εμπόρων της Οζάκα. Εν μέρει γι ’ αυτό το λόγο η αγροτική βάση και οι παραδοσιακοί φεουδαλικοί δεσμοί παρέμειναν σχετικά ισχυροί στο Τ σόσου.45 Αν και σημειώθηκαν μερικές σοβαρές αγροτικές εξεγέρσεις στο Τσόσου πολύ νωρίτερα (στα χρόνια 1831-1836), μόνο όταν στα 1864 τα ξένα πολεμικά πλοία βομβάρδισαν τα οχυρώματα του Τσόσου οι ιθύνοντες του τιμαρίου πείστηκαν για την αναγκαιότητα να γίνουν μεταρρυθμίσεις δυτικού τύπου και υπο στήριζαν ότι και οι αγρότες ακόμα έπρεπε να οπλιστούν. Με το σχηματισμό των μονάδων αυτών στο Τσόσου οι υπέρ του Αυτοκράτορα δυνάμεις απόκτησαν σημαντική βάση για τη δύναμή.46 Σε άλλα τμήματα της Ιαπωνίας οι αγρότες αποτέλεσαν ένα αντιφεουδαλικό και μάλιστα αμυδρά επαναστατικό στοιχείο στο κίνημα της Παλινόρθωσης. Τα μεταγενέστερα χρόνια της περιόδου Τοκουγκάουα χαρακτηρίστηκαν από πολυάριθμα ξεσπάσματα α γροτικής βίας με ουσιαστική αντιφεουδαλική χροιά. Έ σ τω και άν φαινομενικά δεν είχαν πολύ σαφείς πολιτικούς στόχους, ήταν μια απειλή για τους κυβερνώντες. Μια λεπτομερειακή μονογραφία γ ι ’ αυτές τις εξεγέρσεις αναφέρει ένα σύνολο περίπου χίλιων τέτοιων περιπτώσεων κατά τη διάρκεια ολόκληρης της περιόδου, η πλειοψη φία των οποίων παρουσίαζε άμεση σχέση μεταξύ των αγροτών και της κυρίαρχης τάξης που τους έλεγχε. Έ να διάγραμμα της συχνότητας τους δείχνει απότομη αύξηση στα τελευταία χρόνια της 44. Norman. Soldipr and Peasant 73. 45. Craig. Choshu, κιφ. II, 355-356. 46. Craig. Choshu, 55-58, 135, 201-203, 278-279.
285
εποχής αυτής, δηλ. από το 1772 ώς το 1867.47 Τα αυτοκρατορικά στρατεύματα ενισχύονταν πότε-πότε από τους εξεγερμένους αγρό τες στις στρατιωτικές συγκρούσεις που συνόδεψαν την Παλινόρθω ση. Στην επαρχία Ετσίγκο, για παράδειγμα, εξήντα χιλιάδες οπλισμένοι αγρότες απόκλεισαν τον διοικητή των πιστών στους Τοκουγκάουα δυνάμεων σ ’ εκείνη την περιοχή. Σ ’ άλλες περιοχές πάλι οι διοικητές των αυτοκρατορικών δυνάμεων εκμεταλλεύονταν τα αντιφεουδαλικά αισθήματα με μεθόδους που θυμίζουν σύγχρονο ψυχολογικό πόλεμο. Σε μια περίπτωση: «Ο Ειρηνοποιός και στρατάρχης του Τοσάντο τοιχοκόλλησε πινακίδες σε εμφανή σημεία και μοίρασε προκηρύξεις προορισμένες για τους αγρότες και τους εμπορευόμενους σ ’ αυτά τα χωριά, προσκαλώντας τους να παρουσιαστούν στους τοπικούς διοικητές του αυτοκρατορικού στρατού και να καταγγείλουν την τυραννία και την σκληρότητα των προηγού μενων διοικητών του καθεστώτος Τοκουγκάουα. Ειδικά α πευθύνονταν στους πιο φτωχούς, στα ορφανά, τις χήρες και σε κείνους που είχαν διωχθεί από τις φεουδαρχικές αρχές. Σε όλους τους παραπονούμενους υποσχέθηκαν προσεκτική και ευμενή ακρόαση, και αναφερόταν ακόμη ότι οι ένοχοι αξιωματούχοι θα τιμωρούνταν.48 Φυσικά το ήπια επαναστατικό στοιχείο δεν ήταν η μόνη αγροτική συμβολή. Οι αγρότες πολέμησαν και στις δυό πλευρές του αγώνα για την Παλινόρθωση, για μια ποικιλία λόγων. Ό π ω ς θα δούμε αργότερα, υπήρχε επίσης ένα ισχυρό αντιδραστικό στοιχείο, όχι μόνο μεταξύ των αγροτών αλλά και μεταξύ άλλων υποστηρικτών του Αυτοκράτορα, που πρόβαλε ως πρότυπο ένα αγνό και μυθικό φεουδαλικό παρελθόν. Η συνύφανση αυτών των στοιχείων είναι που προσδίνει στην Παλινόρθωση των Μέιτζι τον πρωτεϊκό, και όσον αφορά το άμεσο γεγονός, τον κάπως ατελή χαρακτήρα της. Ο αναγνώστης θα έχει αναγνωρίσει ασφαλώς ώς εδώ ότι η Παλινόρθωση δεν ήταν καθόλου ένας καθαρά ταξικός ανταγωνι σμός· και βέβαια όχι μια επο&άσταση της μπουρζουαζίας, όπως μερικοί γιαπωνέζοι συγγραφείς, αν και απ ’ όσο γνωρίζω κανένας 47. ΒογΙοπ, Peasant Uprisings 19, 18, 207 48. Norman, Soldier and Peasant. 38-39.
286
δυτικός, έχουν υποστηρίξει. Σε κάποιες από τις αποφασιστικές της πλευρές ήταν ένας φεουδαλικός ανταγωνισμός παλιάς μορφής μεταξύ της κεντρικής εξουσίας και των τιμαρίων.49 Και τα τιμάρια που καθοδηγούσαν την πάλη κατά του Σογκούν, όχι μόνο το Τσόσου, αλλά επίσης και το Σατσούμα — η «Πρωσία της Ιαπωνίας», για την οποία γνωρίζουμε αρκετά λιγότερα — ήταν τιμάρια όπου η παραδοσιακή αγροτική κοινωνία και οι φεουδαλικοί δεσμοί παρέμειναν σχετικά ποιό ισχυρότερα.40 Σε χτυπητή αντίθεση με κάποια α π ’ τα μεγαλύτερα τιμάρια, τα οικονομικά των Τ οκουγκάουα γίνονταν όλο και πιο ετοιμόρροπα προς το τέλος της περιόδου και, κατά την κρίση πολλών ιστορικών, συνέβαλαν στην τελική κατάρρευση του Σογκουνάτου. Αλλά όπως συνήθως συμβαίνει με ένα ancien r£gime, οι οικονομικές δυσκολίες δεν ήταν παρά συμπτώματα βαθύτερων αιτιών. Ο εξωτερικός κίνδυνος αύξανε καθημερινά την ανάγκη του Σογκουνάτου για προσόδους — και για ένα στρατό που φαινόταν να αποτελεί απειλή για τους Τοκουγκάουα, αν όχι για τους ηγέτες του Τσόσου. Ο έμπορας δεν μπορούσε να πιεστεί υπέρμετρα, γιατί κινδυνεύει να ψοφήσει η «κότα με τα χρυσά αυγά». Η μόνη άλλη πηγή ήταν ο αγρότης, ο οποίος είχε δείξει αυξανόμενη ανησυχία κάτω από τις επιβαρύνσεις που υπήρχαν. Μολονότι οι ρωγμές και τα προβλήματα αυτά σχημάτισαν τη βάση της Παλινόρθωσης, στα γεγονότα που οδήγησαν σ ’ αυτήν, περίπου από το 1860 και μετά, παρέμειναν σε δεύτερη μοίρα. Η συνεχώς παρούσα απειλή εξωτερικής ένοπλης επέμβασης βοήθησε ώστε η Παλινόρθωση να γίνει συμβολική πράξη, έτσι που πολλές ομάδες μπορούσαν να την υποστηρίξουν για μια μεγάλη ποικιλία αντιφατικών αιτιών. Απο μόνη της η Παλινόρθωση δεν ήταν ιδιαίτερα αποφασιστική, και για μερικά χρόνια οι συνέπειες για το μέλλον της γιαπωνέζικης κοινωνίας δεν ήταν σαφείς. Οι ανταγωνι σμοί που την συνόδευαν πολύ λίγο είχαν το χαρακτήρα προγραμμα 49. Έ νας γάλλος μ*Xcτη τής, γράφοντας για τα τιμάρια κατά την Τίλιυταία φάση του Tokugawa, ισχυρίστηκι ότι η ιξουσία του Shogun *1χ* πραγματική πέρα ση μόνο κοντά στις φρουρές. Ό σο πιο μακριά τα ξ ίίιυ ϊ κανένας από το Edo, τόσο πιρισοότιρο παρουσιαζόταν το πνιύμα της ανιξαρτησίας και της ιδιαιτιρότητας. Βλέπε Couranl, "Clans japonais", 43. 50. Για το παραδοσιακό αγροτικό σύστημα βλέπι Norman, Soldier and Peasant, 58-65. Salsuma ήταν η γη tou goshi, ιπαρχιακός άρχοντας μ*ταξύ αγρότη και σαμουράι, και υπόλιιμμα από τις μέρις πριν τον Tokugawa.
287
τικών συγκρούσεων μεταξύ σαφώς καθορισμένων ομάδων συμφε ρόντων. Γι ’ αυτούς τους λόγους, η εξιστόρηση των χρόνων αυτών δεν φαίνεται σ ’ένα δυτικό τίποτα περισσότερο απο ένας μπερδεμέ νος ιστός απο ίντριγκες, περίπλοκες και άσκοπες. Φαίνονται έτσι, θα έλεγα, ακριβώς γιατί οι κύριοι πρωταγωνιστές μέσα στην άρχουσα τάξη συμφωνούσαν γενικά για το τί ήθελαν: την έξωση του ξένου και ένα ελάχιστο ενόχλησης για το status quo. Ώ ς την τελευταία στιγμή, σύμφωνα με μια κλασική αφήγηση51, ο Αυτοκράτορας ήθελε να ενεργεί μέσω του Σογκουνάτου σε αντίθεση προς τα «εξτρεμιστικά» και «άτακτα» στοιχεία — με μια λέξη, ενάντια σε κάθε τι που υποδήλωνε επαναστατική αλλαγή. Έ τσ ι το ερώτημα στην πραγματικότητα γίνεται: Ποιός θα έβγαζε το φίδι από την τρύπα; Έ να μεγάλο μέρος του ανταγωνι σμού συγκεντρωνόταν στο ποιός θα μπορούσε να επωμισθεί την τολμηρή αυτή πράξη — αν μπορούσε να εκτελεστεί. Στον ανταγω νισμό αυτό το Σογκουνάτο είχε το τρομερό μειονέκτημα της πολιτικής ευθύνης. Ό π οτε το Σογκουνάτο αποτύχανε να τηρήσει μια υπόσχεση, που ήταν ίσως αδύνατο να τηρηθεί, δηλ. να διώξει τον βάρβαρο σε μια ορισμένη προθεσμία, η ανικανότητά του γινόταν φανερή. Οι αντίπαλοι του Σογκούν, από την άλλη μεριά, φυσιολογι κά έκλιναν προς ένα πρόσωπο που να είναι «υπεράνω πολιτικής». Ό π ω ς και κάθε άλλος παράγοντας, τα μειονεκτήματα της πολιτι κής ευθύνης σε μια αδιέξοδη κατάσταση συνέβαλαν στην τελική ήττα του Σογκούν.52 Στο σημείο αυτό μπορεί να είναι χρήσιμο να εκτιμήσουμε με πιο γενικούς όρους τα αίτια της Παλινόρθωσης. Το βασικό, πιστεύω, ήταν η σταδιακή διάβρωση του φεουδαλικού οικοδομή ματος από την αύξηση του εμπορίου, που με τη σειρά της οφειλόταν στην εδραίωση της ειρήνης και της τάξης. Μαζί με την εξωτερική διείσδυση, η διάβρωση αυτή δημιούργησε προβλήματα για τη λύση των οποίων η Παλινόρθωση αποτελούσε ένα σημαντικό βήμα. Οι πολιτικά αντιδραστικές πλευρές της λύσης εξηγούνται σε μεγάλο βαθμό από το είδος των ομάδων που προσέλκυσε το αυτοκρατορικό κίνημα. Μια ήταν τμήμα της τάξης των ευγενών στην αυτοκρατορι κή αυλή. Μιαν άλλη την ανοτελούσαν μερικοί δυσαρεστημένοι ηγέτες τιμαρίων όπου οι φεουδαλικοί θεσμοί φαίνεται ότι ήταν 51. Β λ ίπ. Murdoch. History of japan. III. 733. 52. Γ ια μια αφήγηση των κύριων γίγονότων, βλέπι Craig. diSshii, κιφ. IX και Murdoch. History οΓ lapan. III. χιφ. ΧΥΊΙΙ-ΧΙΧ.
2Η8
ιδιαίτερα ισχυροί. Οι σαμουράι, που ήταν δυσαρεστημένοι από τους κυρίους τους, αλλά καθόλου από την φεουδαλική κοινωνία σαν τέτοια, επίσης συνέβαλαν σημαντικά. Ανάμεσα στα εμπορικά στοιχεία, οι συντηρητικοί έμποροι παλιού τύπου ήταν εχθρικοί προς την ιδέα του ανοίγματος της χώρας, επειδή θα αύξαινε ο ανταγωνι σμός γι ’ αυτούς. Γ ενικά οι έμποροι δεν έπαιζαν ενεργητικό ρόλο στον ίδιο τον αγώνα, αν και τα συμφέροντα των Μιτσούι βρίσκονταν και από τις δυό πλευρές του φράχτη.53 Μόνο στους αγρότες, αλλά και πάλι όχι στο σύνολό τους, μπορεί κανείς να βρεί σημάδια αντίθεσης προς τους φεουδαλικούς θεσμούς. Από ιδεολογική άποψη, η παλινόρθωση πραγματοποιήθηκε κάτω α π ’ το έμβλημα του πα ραδοσιακού συμβολισμού, κυρίως κομφουκιανού. Ό π ω ς έχουμε δει, η παλιά τάξη πραγμάτων δεν αντιμετώπισε άμεση πνευματική πρόκληση, τουλάχιστο μια πρόκληση που να προέρχεται από τα εμπορικά συμφέροντα. Από την άποψη των ομάδων που υποστήριξαν την Παλινόρθω ση, αυτό που είναι εκπληκτικό δεν είναι ότι η νέα κυβέρνηση έκανε τόσα λίγα, αλλ ’ ότι έκανε τόσα πολλά. Ό π ω ς θα δούμε σύντομα, η κυβέρνηση Μέιτζι (1868-1912), όπως είναι γνωστό το νέο καθε στώς, έκανε πολλά σημαντικά βήματα για να ανοικοδομήσει την Ια πωνία κατ ’ εικόνα της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας. Τί πα ρακίνησε αυτή την σε μεγάλο βαθμό, φεουδαλική επανάσταση να εκπληρώσει ένα πρόγραμμα που είχε αναμφίβολα πολλά προοδευτι κά χαρακτηριστικά; Οι αιτίες δεν είναι δύσκολο να βρεθούν και έχουν τονιστεί από πολλούς ιστορικούς της Ιαπωνίας. Τπήρξε κάποια με ταστροφή στον χαρακτήρα της άρχουσας τάξης, αν και αυτός είναι ί σως δεύτερης σημασίας παράγοντας. Αφού οι διαχωριστικές γραμ μές στη γιαπωνέζικη κοινωνία ήταν κάθετες καθώς επίσης και ορι ζόντιες, επέτρεψαν σ ’ ένα τμήμα της άρχουσας τάξης της υπαίθρου να αποσπαστεί από το σύστημα Τοκουγκάουα και να αναλάβει μια επανάσταση απ ’ τα πάνω. Απ ’ αυτή την άποψη η εξωτερική απειλή ήταν αποφασιστική. Κάτω από την ενοποιητική της δύναμη, η νέα κυβέρνηση έδρασε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διαφυλάξει τα προνόμια ενός μικρού τμήματος της ελίτ, να ξανοίξει ευκαιρίες για άλλους, και να διασφαλίσει την εθνική επιβίωση. Από το 1868 και μετά, οι νέοι κυβερνήτες της Ιαπωνίας, βγαλμένοι σε σημαντικό βαθμό μέσα από τις εφεδρείες των 53. Sheldon. Merchant Class. 162, 172.
289
σαμουράι, που είχαν ζημιωθεί κάτω από το παλιό καθεστώς, αντιμετώπισαν δύο μεγάλα προβλήματα. Το ένα ήταν η οικοδόμηση ενός σύγχρονου συγκεντρωτικού κράτους. Το άλλο ήταν η δημιουρ γία μιας σύγχρονης βιομηχανικής οικονομίας. Και τα δύο ήταν αναγκαία για να επιζήσει η Ιαπωνία ως ανεξάρτητο κράτος. Και τα δυό αυτά προβλήματα μαζί συμπυκνώθηκαν στην εξάρθρωση της φεουδαλικής κοινωνίας και στην ανόρθωση μιας σύγχρονης στη θέση της. Τέτοιος τουλάχιστο είναι ο τρόπος που εμφανίζεται το πρό βλημα στους κοινωνικούς ιστορικούς, με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της εκ των υστέρων σοφίας. Σπάνια είναι αυτός ο τρόπος με τον οποίο εμφανίστηκε το πρόβλημα στους σύγχρονους. Πολλοί είχαν ενωθεί με το κίνημα για να «παλινορθώσουν τον Αυτοκράτορα — να διώξουν τους βαρβάρους», με την ελπίδα να εφαρμόσουν μια νέα και καλύτερη έκδοση φεουδαλισμού. Η διατύ πωσή μας είναι πολύ αφηρημένη και πολύ συγκεκριμένη. Πολύ αφηρημένη στο ότι, γενικά, οι άνθρωποι που υποστήριζαν την Παλινόρθωση στα πρώτα χρόνια των Μέιτζι δεν επιθυμούσαν να αποκτήσουν οποιοδήποτε είδος σύγχρονου κράτους, αλλά ένα κρά τος που θα διατηρούσε όσο ήταν δυνατό τα πλεονεκτήματα που η άρχουσα τάξη είχε απολαύσει κάτω από το ancien regime, περικόβοντας μόνο όσα χρειάζονταν (και στην πράξη κατέληξαν να ’ναι πάρα πολλά) για να διατηρηθεί το κράτος, αφού αλλιώς θα έχαναν τα πάντα. Πολύ συγκεκριμένη πάλι στο ότι δίνει την εντύπωση ενός ειδικού ενιαίου προγράμματος εκσυγχρονισμού.Οι ηγέτες της πρώ της περιόδου της I απωνίας των Μέιτζι δεν ήταν δογματικοί ιδεολόγοι, εκτοξευμένοι σαν τους ρώσους μαρξιστές στην αρένα της πολιτικής ευθύνης. Πάντως αν θυμάται κανείς τα χαρακτηριστικά αυτά, αυτή η ιδέα του καθήκοντος που αντιμετώπιζαν οι ηγέτες Μέιτζι θα χρησιμεύσει να αναδείξει σημαντικά γεγονότα της περιό δου, της συνέπειές της και τον αλληλοσυσχετισμό τους. Έ να πολύ σημαντικό πρώτο βήμα προς τη δημιουργία μιας αποτελεσματικής κεντρικής κυβέρνησης έγινε τον Μάρτη του 1869,όταν τα μεγάλα δυτικά τιμάρια Τσόσου, Σατσούμα, Χίζενκαι Τόσα «εθελοντικά» πρόσφερ,αν τα εδάφη τους στο θρόνο, δηλώνον τας ταυτόχρονα «Πρέπει να υπάρξει ένα κεντρικό κυβερνητικό σώμα και μια καθολική εξουσία, που πρέπει να διατηρηθούν ανέπαφα». Αυτή πρέπει να ήταν μια πολύ κρίσιμη στιγμή. Σαφώς η Παλινόρ θωση θα μπορούσε να μην ήταν τίποτα περισσότερο από μια 290
ανακατανομή της εξουσίας μέσα στο φεουδαλικό σύστημα. Γιατί τότε οι ηγετικοί φεουδάρχες έκαναν αυτό το βήμα; Η μεγαλοψυχία και η προνοητικότητα μπορεί να έπαιζαν κάποιο ρόλο, όπως ισχυρίζονται μερικοί ιστορικοί, αν και εγώ είμαι πολύ σκεφτικός για την σπουδαιότητά τους. Πολύ πιο σημαντικό μπορεί να ήταν το γεγονός ότι επιτράπηκε στους νταϊμύο να κρατήσουν τα μισά τους εισοδήματα μετά τις εκτεταμένες διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν α π ’ αυτό το βήμα, αν και αυτό δεν αποτέλεσε την τελική λύση.54 Ένας ακόμη πιο σημαντικός υπολογισμός ήταν ο φόβος από μέρους αυτών των^τιμαριούχων ότι, αν δεν έκαναν αυτό το κοινό βημα, κάποια άλλη ομάδα από τους επαρχιακούς ηγέτες θα έπαιρνε τη θέση των Τ οκουγκάουα. Τ ο ίδιο το Σατσούμα τότε έτρε φε ακριβώς τέτοιες φιλοδοξίες.55 Με άλλα λόγια η εχθρότητα, με ταξύ των μνηστήρων της εξουσίας δυνάμωσε τα χέρια μιας κεντρι κής εξουσίας που μέχρι τότε ήταν αρκετά αδύναμη. Προς το παρόν, η κυβέρνηση δεν ήταν έτοιμη να θέσει τις νέες δυνάμεις της σε δοκιμασία και άφησε τους πρώην φεουδάρχες ηγέτες στη θέση τους ως αυτοκρατορικούς αντιπροσώπους με τον τίτλο του κυβερνήτη. Μόνο δύο χρόνια αργότερα εντούτοις, τον Αύγουστο του 1871, πήρε την τελική απόφαση να αναγγείλει,μ’ ένα σύντομο διάταγμα, ότι τα φεουδαλικά κτήματα επρόκειτο να γίνουν μονάδες τοπικής διαχείρισης (νομαρχίες) κάτω από την Κεντρική Κυβέρνη ση. Λίγο μετά, με μια κίνηση που θύμιζε τις μεθόδους των Το κουγκάουα, διέταξε όλους τους πρώην νταϊμύο να αφήσουν τα κτή ματά τους και να εγακτασταθούν με τις οικογένειες τους στην πρω τεύουσα. Πραγματικά η ομοιότητα είναι κάτι περισσότερο από τυ χαία.56 Οι Τοκουγκάουα με τη νίκη τους στα 1600 είχαν βάλει τα θεμέλια ενός σύγχρονου συγκεντρωτικού κράτους. Οι Μέιτζι ολο κλήρωσαν τη διαδικασία. Την ίδια περίοδο που εδραιωνόταν πολιτικά, η κυβέρνηση πέρασε μια ολόκληρη σειρά μέτρων των οποίων τα αποτελέσματα 54. Sansom, Western World and Japan. 323-324, 327-328. 55. Sansom. Western World and Japan. 324, όπου ο συγγραφέας προσθέτει ένα διασαφηνιστικό γενικό σχόλιο, που αναφέρει ότι ο περίφημος Όρκος του Χάρτη του 1868, το πρώτο «συνταγματικό» ντοκουμέντο της Ιαπωνίας που πρόβλεπε συνελεύσεις και ανοικτές συζητήσεις, δεν ήταν «παραχώρηση στο ανερχόμενο δημοκρατικό αίσθημα, αλλά μια διασφάλιση απέναντι στην άνοδο μιας ξεχωριστής φεουδαλικής ομάδας». 56. Sansom. Western World and Japan, 326.
291
Sev θα φαίνονταν καθαρά παρά μόνο αργότερα. Ο γενικός τους στόχος ήταν να σαρρωθούν οι φεουδαλικές τροχοπέδες που εμπόδι ζαν την ελεύθερη κίνηση προσώπων και εμπορευμάτων κι έτσι να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη σε καπιταλιστική βάση. Το 1869 η κυβέρ νηση διακήρυξε την ισότητα ενώπιον του νόμου για τις κοινωνικές τάξεις, κατέλυσε τους τοπικούς φραγμούς στο εμπόριο και την επι κοινωνία, επέτρεψε την ελευθερία της συγκομιδής και, επίσης, επέ τρεψε στα άτομα να αποκτούν δικαιώματα ιδιοκτησίας στη γη.57Αν και η γη είχε ήδη αρχίσει να ξεφεύγει από τα φεουδαλικά δεσμά κά τω από τους Τοκουγκάουα, τώρα μπορούσε να πάρει τον χαρακτήρα ενός εμπορεύματος που πουλιέται και αγοράζεται όπως κάθε άλλο, με σοβαρές συνέπειες για την υπόλοιπη κοινωνία που θα το συζητή σουμε στην πορεία. Για να μπορέσουν οι μετασχηματισμοί αυτοί να πραγματοποι ηθούν ειρηνικά και από τα πάνω, αντί μέσα από μια λαϊκή επανάσταση, ήταν αναγκαίο να δοθεί σημαντική αποζημίωση τουλάχιστο στα βασικά στοιχεία της παλιάς τάξης πραγμάτων. Στα 1869 η κυβέρνηση είχε επιτρέψει στους νταϊμύο να εισπράττουν τα μισά απ ’ τα εισοδήματά τους με αντάλλαγμα την παράδοση των τιμαρίων τους. Μια τέτοια γενναιοδωρία δεν μπορούσε να συνεχι στεί. Η ελευθερία της κυβέρνησης για ελιγμούς ήταν περιορισμένη. Στα 1871 η προσπάθεια να αναθεωρηθούν οι συμφωνίες κατά τρόπο που να επιτρέπουν ένα αυξανόμενο πρόσθετο εισόδημα, δεν πέτυχε. Στα 1876 η κυβέρνηση θεώρησε αναγκαίο να επιβάλει μια αναγκα στική μείωση στις προσόδους των νταϊμύο και στους μισθούς των σαμουράι. Μολονότι όλοι, εκτός από τους ελάχιστα σημαντικούς νταϊμύο, είχαν αρκετά ευνοϊκή μεταχείριση, οι μικρότεροι φεουδάρ χες και η πλειοψηφία των σαμουράι δεινοπάθησαν.ΜΣτην πραγμα τικότητα, τότε, η νέα κυβέρνηση αντάμειψε καλά μόνο μερικούς από τους βασικούς υποστηρικτές της. Από την άλλη μεριά, οι Μέιτζι θεώρησαν αναγκαίο να απαρνηθούν τους δυσαρεστημένους σαμου ράι, μια σημαντική πηγή της ενέργειας που είχε ανατρέψει την παλιά τάξη. 57. Allen, Short Economic History, 27. Σύμφωνα μ ί τον Norman, Japan's Emergence, 137, η νομική απαγόριυση για το πούλημα της γης 8cv ϊξαλιίφτηκί μέχρι το 1872. 58. Sansom, Western World and Japan, 327-328. Για πιρισσότιρίς πληροφορί(ς οχιτιχά μι τις οικονομικές πλευρές του προβλήματος, βλέπ£ Allen Short Economic History, 34-37. To ζήτημα θα βυζητηθιΙ παρακάτω.
292
Η μείωση των μισθών των σαμουράι ήταν απλώς η κορύφωση μιας μακρόχρονης τάσης.Τελικά οι Μέιτζι αποτέλειωσαν απλώς τη διαδικασία της καταστροφής των σαμουράι που, όπως έχουμε δει, είχε ήδη προχωρήσει κατά τη διάρκεια της περιόδου Τοκουγκάουα. Ο εκσυγχρονισμός στην Ιαπωνία δεν είχε ως συνέπεια την επα ναστατική εξόντωση κάποιου τομέα της άρχουσας τάξης. Αντί γ ι ’ αυτό, σημειώθηκε μια μακρόχρονη διαδικασία ευθανασίας που κράτησε τρεις αιώνες. Ο σαμουράι έχασε εντελώς σχεδόν την κοινωνική του θέση με τη διακήρυξη της ισότητας μπροστά στο νόμο, αν και επιτρεπόταν στους σαμουράι να φέρουν έναν τίτλο χωρίς περιεχόμενο, να ονομάζονται δηλαδή «σίζόκου» (πρώην σαμουράι), τίτλος που δεν συνεπαγόταν κανένα δικαίωμα ή απαλ λαγή. Μέσα στην Pax Tokugawa είχαν ήδη χάσει τη λειτουργία τους σαν πολεμιστές. Η θέσπιση της στρατιωτικής θητείας στα 1873 εξάλειψε στην πράξη όλες τις διακρίσεις που του είχαν απομείνει σ ’ αυτό τον τομέα. Τέλος, η θέσπιση δικαιωμάτων εγγείας ιδιοκτησίας, όπως παρατηρεί ο Σάνσομ (Sansom), χτύπησε θανά σιμα την αλαζονεία και τα προνόμια των φεουδαρχών, μια και η φεουδαλική κοινωνία στηριζόταν στην εργασία του αγρότη και στην κατοχή της γης από το φεουδάρχη59. Ό λ ’ αυτά καθόλου δεν έμοιαζαν με όσα επιδίωκαν οι σαμουράι όταν υποστήριζαν την Παλινόρθωση. Πολλοί από κείνους που συνέβαλαν στην ανατροπή των Τοκουγκάβα πιθανότατα το έκαναν με την πρόθεση να μεταβάλουν μάλλον το φεουδαλικό σύστημα προς όφελός τους παρά να το καταστρέψουν.60 Επομένως, δεν είναι καθόλου περίεργο που φεουδαλικές δυνάμεις εξεγέρθηκαν και επιτέθηκαν στο νέο καθεστώς, όταν έγιναν σαφείς οι προθέσεις του και άρχισαν να εφαρμόζονται τα νέα μέτρα. Η Εξέγερση Σατσούμα το 1877 ήταν ο τελευταίος αιματηρός σπασμός της παλιάς τάξης πραγμάτων. Ως μέρος αυτού του τελικού παροξυσμού, ή μάλλον ως άμεσος γόνος του ετοιμοθάνατου φεουδαλισμού, εμφανίστηκε το πρώτο οργανωμένο «φιλελεύθερο» κίνημα της Ιαπωνίας. Οι οιωνοί δεν θα μπορούσαν να είναι λιγότερο αίσιοι61. 59. Western World and Japan, 330. 60. Scalapino, Democracy, 36. 61. Για λιτττομίρίΐις πάνω στην προέλευση του «φιΧ(λιυθ(ρισμού· βλέπ€ Ike "Beginnings of Political Democracy” , 55-58, 61, 65' Scalapino, Democracy. 44-49, χαι 57-58 για την ιστορική καταγωγή του «Τζιγιούτο» (Φιλελιύθίρο
293
Αφού κατέπνιξε την Εξέγερση των Σατσούμα, η κυβέρνηση Μέιτζι κράτησε σταθερά τα ηνία στα χέρια-της. Μέσα σε εννέα χρόνια κατάφερε να εξαρθρώσει τον φεουδαλικό μηχανισμό και να τον αντικαταστήσει με ορισμένες από τις βασικές δομές της σύγχρονης κοινωνίας. Αυτή ήταν πράγματι μια επανάσταση από τα πάνω και πραγματοποιήθηκε με σχετικά λίγη χρήση βίας, σε σύγκριση με τις αριστερές επαναστάσεις της Γαλλίας τον 18ο αιώνα και της Ρωσίας και της Κίνας τον 20ό. Από κάθε άποψη, ήταν σημαντικό επίτευγμα για μια κυβέρνηση που ήταν αναγκα σμένη να ελίσσεται ανάμεσα στους ανταγωνισμούς των μεγάλων φέουδων, χωρίς να διαθέτει ώς τα 1873 δικό της στρατό και έχοντας αναγκαστικά κύρια φροντίδα της, όπως παρατηρεί ο Σανσόμ, να εξασφαλίσει την επιβίωσή της και πολύ λιγότερο να προσδιορίσει την πολιτική και κοινωνική της ταυτότητα. Διάφοροι παράγοντες συντέλεσαν στην επιτυχία των Μέιτζι. Οι νέοι κυβερνήτες χρησιμοποίησαν σοφά τις ευκαιρίες προς όφελός τους. Ό π ω ς είδαμε, έκαναν μεγάλες υλικές παραχωρήσεις στους «νταϊμύο» (daimyo) και αργότερα τόλμησαν να έρθουν σε αντίθεση με τους σαμουράι. Σ ’ ό,τι αφορά τη μείωση των μισθών των σαμουράι, είναι δύσκολο να δούμε τι άλλο θα τους επιτρέπανε να κάνουν σ ’ αυτό το σημείο τα οικονομικά μέσα τους. Κι ακόμα, απέφυγαν ν ’ αναμιχθούν πρόωρα σ ’ έναν εξωτερικό πόλεμο. Σ ’ ένα βαθύτερο επίπεδο ιστορικής αιτιότητας, το καθεστώς Τοκουγ κάουα είχε ήδη υπονομεύσει με την πολιτική του την κυριαρχία του πολεμιστή και προετοίμαζε το δρόμο για ένα συγκεντρωτικό κράτος, χωρίς ταυτόχρονα να δημιουργήσει ένα καταλυτικό επανα στατικό δυναμικό. Το καθεστώς Μέιτζι ήταν λοιπόν η συνέχεια προηγούμενων τάσεων και, όπως θα δείξει η υπόλοιπη ανάλυσή μας, άφησε άθιχτο μεγάλο μέρος από τις υπάρχουσες δομές. Τ έλος, ο θεσμός της Αυτοκρατορίας, όπως έχουν τονίσει πολλοί Ιάπωνες Κόμμα) στο οποίο θα αναφερθώ στην τιλική παράγραφο. Μερικές χρήσιμες παρατηρήσεις υπάρχουν επίσης στα βιβλία Japan's Emergence του Norman, 85-86, 174-175, χαι Western World and Japan του Sansom, 333. Για πολλούς Ιάπωνες ο φιλελευθερισμός πήγαινε ζευγαρωτά μ* τα δυτιχά πυροβόλα όπλα, μέρος της δυτικής μαγείας μ ι την οποία χαι η Ιαπωνία ήλπιζε να γίνει χι αυτή δυνατή χαι να κατανιχήσει τους βαρβάρους. Η δημοκρατία ήταν κυρίως μια τεχνική, με την οποία da επιτύγχανε αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε ολοκληρωτική κοινή συναίνεση. Τπάρχουν εδώ μερικοί ενδιαφέροντες παραλληλισμοί με μερικές αμερικανικές αντιλήψεις περί αντιανατρεπτικής πολιτικής και κομμουνισμού.
294
ιστορικοί, πρόσφερε ένα πόλο συσπείρωσης για τις κατά βάση συντηρητικές δυνάμεις και ένα σταθερό πλαίσιο νομιμότητας, μέ σα στο οποίο μπορούσαν να γίνουν οι αναγκαίες διευθετήσεις. Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση, ας σταθούμε για να επανε ξετάσουμε την πρόταση με την οποία άρχισε αυτό το κεφάλαιο, ότι δηλαδή ο φεουδαλισμός αποτελεί το κλειδί στη διαφοροποίηση του νεότερου πεπρωμένου της Ιαπωνίας, της Ρωσίας και της Κίνας. Βέβαια είναι φανερό ίσως, ότι οι διαφορές στην εσωτερική κοινωνική διάρθρωση αποτελούν μόνο μία μείζονα μεταβλητή, αν και εξαιρετικά σημαντική. Τπάρχουν επίσης διαφορές χρονικές, καθώς και διαφορές στις εξωτερικές συνθήκες κάτω από τις οποίες οι παλιότεροι θεσμοί κατέρρευσαν και προσαρμόστηκαν στη σύγ χρονη εποχή. Για την Ιαπωνία, η γνωριμία με τη Δύση ήταν κάτι σχετικά ξαφνικό. Η υπεροχή του δυτικού οπλισμού και της τεχνολογίας έγινε φανερή σε πολλούς ιάπωνες ηγέτες πολύ γρήγορα. Το πρόβλημα της εθνικής επιβίωσης και η ανάγκη να πάρουν τα κατάλληλα μέτρα για να την προασπίσουν, τους έσπρωξε στην πρώτη γραμμή με δραματική ταχύτητα. Η Κίνα, στην οποία θα περιορίσουμε αυτές τις προκαταρτικές συγκριτικές παρατηρήσεις για λόγους απλότητας, φαινόταν να διαθέτει αρχικά μια ανωτερό τητα απέναντι στη Δύση. Για αρκετό καιρό οι ηγέτες της μπορού σαν να αντιμετωπίζουν τους εκπρόσωπους του δυτικού πολιτισμού με ευγενική περιέργεια και περιφρόνηση. Με την πάροδο του χρόνου, και κατά ένα μέρος γι ’ αυτό το λόγο, οι Δυτικοί κατάφεραν να κερδίσουν σημαντικό εδαφικό έρεισμα στη Κίνα. Μόνο βαθμιαία έγινε φανερή στην πράξη η ανεπάρκεια του αυτοκρατορικού συστή ματος. Σε κρίσιμες στιγμές η Δύση διάλεξε να υποστηρίξει τη δυ ναστεία Μαντσού ενάντια σ ’ εσωτερικούς εχθρούς, όπως κατά την εξέγερση Ταϊπίνγκ, κι αυτός ήταν ένας παράγοντας που έκανε ακόμα πιο αργό το ξύπνημα των ηγετών της Κίνας απέναντι στους κινδύνους που τους απειλούσαν. Ό τα ν οι ιθύνοντες κύκλοι συνει δητοποίησαν τους κινδύνους, ας πούμε την εποχή της εξέγερσης των Μπόξερ, η διαδικασία της παρακμής της δυναστείας είχε προ χωρήσει πάρα πολύ για να μπορεί ν ’ αναχαιτισθεί. Για να ανταπεξέλθει στα εξωτερικά κι εσωτερικά προβλήμα τα που αντιμετώπιζε στα τέλη του 19ου αιώνα, η κινέζικη γραφειοκρατία θα έπρεπε να ενθαρρύνει το εμπόριο και να διευρύ νει τη φορολογική βάση. Αλλά με μια τέτοια πολιτική θα υπονό 295
μευε την ηγεμονία των λόγιων-αξιωματούχων και όλης της στατι κής αγροτικής τάξης πραγμάτων. Έ τσ ι οι αξιωματούχοι και οι προνομιούχες οικογένειες συνέχισαν να ιδιοποιούνται τους πόρους της χώρας, καθώς ο κεντρικός μηχανισμός κατέρρεε. Οι τοπικοί πολέμαρχοι των αρχών του 20ου αιώνα αντικατέστησαν την αυτοκρατορική γραφειοκρατία της προηγούμενης περιόδου. Θα ήταν δυνατό ένας από αυτούς τους πολέμαρχους να καθυποτάξει τους άλλους και να ξαναενώσει την Κίνα, για να εγκαινιάσει μια πολιτικά αντιδραστική φάση με κάποιο βαθμό βιομηχανικού εκσυγχρονισμού. Ο Τσιανγκ Κάι-σεκ φάνηκε κάποτε ότι πλησίαζε να το πετύχει. Αν είχε συμβεί αυτό, οι ιστορικοί ίσως να τόνιζαν τώρα τις ομοιότητες μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας και όχι τις διαφορές. Θα υπήρχε ο σημαντικός παραλληλισμός ότι ένα τμήμα της κοινωνίας αποσπάστηκε από την υπόλοιπη για να αναλάβει την διακυβέρνηση και να εφαρμόσει μια συντηρητική παραλλαγή του εκσυγχρονισμού. Τπήρχε όμως ποτέ πραγματικά μια τέτοια δυνατότητα «στα χαρτιά», όπως θά ’λεγε ένας χαμένος παίκτης; Δεν μπορεί να δοθεί κατηγορηματική απάντηση. Ωστόσο υπήρχαν σημαντικοί ενάντιοι παράγοντες. Εκτός από τις διαφορές ανάμεσα στην κινέζικη γραφειοκρατία και τον γιαπωνέζικο φεουδαλισμό υπήρχε, και πάλι εδώ, ο παράγοντας της κατάλληλης συγκυρίας. Ό τα ν ο Τσιάνγκ προσπάθησε να ενώσει την Κίνα, είχε ν ’ αντιμετωπίσει μια επιθετική επεκτατική Ιαπωνία. Τπήρχε επίσης, για να ξαναγυρίσουμε στις εσωτερικές διαφορές, η αντίθεση στο χαρακτήρα και τη νοοτροπία ανάμεσα στο μανδαρίνο και τον σαμουράι, δυό μορφές που αντιπροσωπεύουν ριζικά διαφορετικές ιστορικές εμπει ρίες. Το ειρηνικό ιδεώδες του ευγενούς-λογίου-αξιωματούχου αποδεικνυόταν όλο και λιγότερο κατάλληλο για την αντιμετώπιση της πρόκλησης του σύγχρονου κόσμου. Η μοίρα του πολεμικού ιδεώδους στην Ιαπωνία ήταν ουσια στικά διαφορετική. Οι κυρίαρχες τάξεις αναζητούσαν τρόπους να επανακτήσουν τις περιουσίες τους. Αν απαλλάσσονταν από ορισμέ νες αναχρονιστικές ιδέες φεουδαλικής τιμής, μπορούσαν να κάνουν καλή χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας με τον εμπειροπόλεμο τρόπο, που τους ήταν οικείος. Ό π ω ς έδειξε η εξέγερση Σατσούμα δεν ήταν εύκολο να απαλλαγούν από το φεουδαλικό ρομαντισμό. Αλλά μπορούσε να γίνει και έγινε. Από τ ’ άλλο μέρος, σε τί θα ήταν δυνατό να χρησιμεύσει η μοντέρνα τεχνολογία στον κινέζο 296
λόγιο-αξιωματούχο με την κλασική παιδεία; Δεν τον δίδαξε πώς να χειρίζεται τους ανθρώπους ώστε να εξασφαλίζει την ειρήνη. Στην καλύτερη περίπτωση μπορούσε να του προσφέρει μια πηγή χρηματισμού, που διέφθειρε το σύστημα, ή να χρησιμέψει σαν παιχνίδι και διασκέδαση. Από την σκοπιά του μανδαρίνου, δεν ήταν ιδιαίτερα επιθυμητή για τους χωρικούς, γιατί θα τους έκανε τεμπέληδες και απείθαρχους. Έ τσ ι η φεουδαλική στρατιωτική παράδοση στην Ιαπωνία πρό σφερε στην αρχή την κατάλληλη βάση για μια αντιδραστική παραλλαγή της εκβιομηχάνισης, παρόλο που μακροπρόθεσμα αυτή αποδείχτηκε μοιραία. Στην προ-σύγχρονη κοινωνία και κουλτούρα της Κίνας δεν υπήρχε βάση, πάνω στην οποία να αναπτυχθεί ένας μιλιταριστικός πατριωτισμός γιαπωνέζικου τύπου. Σε σύγκριση με την Ιαπωνία, ο αντιδραστικός εθνικισμός του Τσιάνγκ Κάι-σεκ φαινόταν χλωμός κι ασθενικός. Μόνο όταν η Κίνα άρχισε να μεταπλάθει τους δικούς της θεσμούς κατά τα κομμουνιστικά πρότυπα, δημιουργήθηκε πράγματι μια ισχυρή συναίσθηση απο στολής. Άλλωστε, παρόλο τον συγκεντρωτισμό της διακυβέρνησης των Τοκουγκάουα, οι φεουδαλικές μονάδες στην Ιαπωνία διατη ρούσαν ακόμα την ξεχωριστή τους λειτουργική ταυτότητα. Τα ια πωνικά φέουδα ήταν ανεξάρτητα κύτταρα, που πιθανώς θα μπο ρούσαν να επιβιώσουν αρκετά ικανοποιητικά αν είχαν διαχωριστεί από τον κρατικό μηχανισμό των Τοκουγκάουα. Αυτό που αποκόμι ζαν οι ηγέτες τους από την pax Tokugawa ήταν η ειρηνική απόλαυ ση αριστοκρατικών προνομίων. Ό τα ν το σύστημα, ως σύνολο, άρχισε ξαφνικά να απειλείται, δεν ήταν πολύ δύσκολο για μερικούς από τους φεουδάρχες να αποσπαστούν και να πραγματοποιήσουν ένα πραξικόπημα. Έ τσι η Αυτοκρατορική Παλινόρθωση είχε μερικά από τα χαρακτηριστικά ενός πετυχημένου Fronde. Αλλά ένας καλύτερος παραλληλισμός, που επισήμανε πριν πενήντα χρόνια ο Thorstein Veblen στο βιβλίο του «Imperial Germany and the Industrial Revolution», είναι ίσως η Πρωσία. Παρόλο που υπάρχουν σημαντικές διαφορές, η βασική ομοιότητα έγκειται στην ικανότητα ενός τμήματος της γαιοκτημονικής ϊριστοκρατίας να προωθεί την εκβιομηχάνιση ενάντια στη θέληση των πιο οπισθοδρομικών μελών της, για να συναγωνιστεί με άλλες χώρες, καθώς και στην καταστροφική κορύφωση της πορείας αυτής στα μέσα του 20ου αιώνα. Η επιβίωση φεουδαλικών παραδόσεων με ισχυρό 297
στοιχείο γραφειοκρατικής ιεραρχίας είναι κοινή τόσο στη Γ ερμανία όσο και στην Ιαπωνία. Τις ξεχωρίζει από την Αγγλία, τη Γ αλλία και τις Η.Π.Α., όπου ο φεουδαλισμός είχε ξεπεραστεί ή απουσίαζε εντελώς και όπου ο εκσυγχρονισμός συντελέστηκε νωρίς και κάτω από την αιγίδα δημοκρατικών θεσμών — κατά βάση — και με όλα τα αναγκαία χαρακτηριστικά μιας αστικής επανάστασης. Από αυτή την άποψη, η Γερμανία και η Ιαπωνία διαφέρουν επίσης από τη Ρωσία και την Κίνα, που ήταν φεουδαλικές πολιτείες. Επομένως, δεν είναι ο ίδιος ο φεουδαλισμός, τουλάχιστον ο φεουδαλισμός ως χωριστή γενική κατηγορία, που αποτελεί το κλειδί για να κατανοήσουμε πώς η γιαπωνέζικη κοινωνία μπήκε στη σύγχρονη εποχή. Στον φεουδαλισμό πρέπει κανείς να προσθέ σει τον ξεχωριστό παράγοντα της χρονικής συγκυρίας. Κατά δεύ τερο λόγο, ήταν η ιδιαίτερη παραλλαγή του γιαπωνέζικου φεουδα λισμού, με τα ουσιώδη γραφειοκρατικά στοιχεία, που έκανε δυνατό το άλμα. Ο ειδικός χαρακτήρας του γιαπωνέζικου φεουδαλικού δεσμού, που απέδιδε πολύ μεγαλύτερη έμφαση στο γόητρο και τη στρατιωτική αφοσίωση στο καθήκον α π ’ όσο στις ελεύθερα επιλεγμένες συμβατικές σχέσεις, σήμαινε ότι απουσίαζε μία από τις κινητήριες δυνάμεις που στήριζαν τη δυτική παραλλαγή των ελεύθερων θεσμών. Κι ακόμα, το γραφειοκρατικό στοιχείο στην γιαπωνέζικη πολιτεία είχε ως χαρακτηριστικό αποτέλεσμα μια πειθήνια και άτολμη μπουρζουαζία, ανίκανη να αμφισβητήσει την παλιά τάξη πραγμάτων. Τα αίτια της έλλειψης σοβαρής πνευματι κής αμφισβήτησης βρίσκονται βαθύτερα στη γιαπωνέζικη ιστορία, αλλά αποτελούν μέρος του ίδιου φαινόμενου. Οι πνευματικές και κοινωνικές αμφισβητήσεις, που κίνησαν τις δυτικές αστικές επανα στάσεις, στην Ιαπωνία ήταν αδύναμες μέχρι ανύπαρκτες. Τέλος, σ ’ όλη τη διάρκεια της μετάβασης και μέχρι την εποχή της βιομηχανι κής κοινωνίας οι κυρίαρχες τάξεις ήταν ικανές να συγκρατούν και να παροχετεύουν τις ανατρεπτικές δυνάμεις που ξεπηδούσαν από την αγροτιά. Ό χ ι μόνο δεν υπήρξε αστική επανάσταση, αλλά δεν υπήρξε ούτε αγροτική επανάσταση. Θα προσπαθήσουμε τώρα να κατανοήσουμε γιατί και πώς στάθηκε δυνατό να δαμαστεί η αγρο τιά στην Ιαπωνία. 2.
Η απουσία αγροτικής επανάστασης Τρεις αλληλένδετοι παράγοντες ευθύνονται ίσως για την
298
απουσία αγροτικής επανάστασης κατά τη μετάβαση από την αγροτική στη βιομηχανική κοινωνία στην Ιαπωνία. Κατά πρώτο λόγο, το φορολογικό σύστημα των Τοκουγκάουα φαίνεται ότι ήταν τέτοιο ώστε να αφήνει ένα αυξανόμενο πλεόνασμα σ ’ όσους αγρότες ήταν αρκετά παραγωγικοί. Μ ’ αυτό τον τρόπο βοηθούσε στην τόνωση της παραγωγής, που άρχισε να αυξάνει στα τέλη της περιόδου Τ οκουγκάουα και συνέχισε ν ’ ανεβαίνει και κάτω από την κυβέρνηση Μέιτζι. Δεύτερο, σε αντίθεση με την Κίνα, στη γιαπω νέζικη αγροτική κοινωνία υπήρχε στενός δεσμός ανάμεσα στην αγροτική κοινότητα και τον φεουδάρχη, καθώς και τον ιστορικό του διάδοχο, τον εκπακτωτή. Ταυτόχρονα, και πάλι σε αντίθεση με την Κίνα (παρόλο που οι σχετικές πληροφορίες για την Κίνα είναι ελλιπείς) η γιαπωνέζικη αγροτική κοινότητα διέθετε ένα ισχυρό σύστημα κοινωνικού ελέγχου που ενσωμάτωνε στο slat us quo τους πραγματικά ή δυνητικά δυσαρεστημένους. Αυτό ήταν συ νέπεια ενός ειδικού καταμερισμού εργασίας, συνδυασμένου με το σύστημα ιδιοκτησίας, με τους όρους κατοχής κτημάτων και με τους τρόπους κληρονομιάς που επικρατούσαν κατά τα τέλη της περίοδου Τοκουγκάουα. Τρίτο, αυτό το σύνολο θεσμών αποδείχτηκε προσαρμόσιμο στην εμπορευματοποιημένη γεωργία, με τη βοήθεια κατασταλτικών μηχανισμών, κληρονομημένων από το παλιό καθε στώς, όσο και νέων, προσαρμοσμένων σε μια σύγχρονη κοινωνία. Το στοιχείο-κλειδί στη μετάβαση ήταν η εμφάνιση μιας νέας τάξης κτηματίων, στρατολογημένων σε μεγάλο βαθμό από τους χωρι κούς, που χρησιμοποίησαν τους κρατικούς και παραδοσιακούς μηχανισμούς της αγροτικής κοινότητας για να αποσπούν ρύζι από τους γεωργούς και να το πουλούν στην αγορά. Η μετάβαση από τις φεουδαλικές διευθετήσεις στη μίσθωση (πάκτωση) της γης είχε μερικά πλεονεκτήματα για τους αγρότες που βρίσκονταν χαμηλά στην κοινωνική κλίμακα. Γενικά, αποδείχτηκε ότι ήταν δυνατό να μεταφερθούν στη νέα φάση στοιχεία από την παλιά τάξη πραγμάτων και να ενσωματωθεί μια αγροτική οικονομία μέσα σε μια βιομηχανική κοινωνία, με τίμημα το φασισμό. Η μετάβαση δεν ήταν εύκολη. Υπήρχαν περίοδοι όπου ήταν αδύνατο να προβλέψει κανείς αν οι κυρίαρχες τάξεις θα καταφέρναν να τα βγάλουν πέρα. Βίαιη αντίδραση από τους χωρικούς υπήρχε σε αρκετά μεγάλο βαθμό. Γ ια διάφορους λόγους, η σημερινή γενιά δυτικών ιστορικών τείνει να ελαχιστοποιήσει τη σημασία της αγροτικής δυσαρέσκειας. Επομένως σωστό θα ήταν να συνοψίσου 299
με ιστορικά στοιχεία προτού εξετάσουμε με λεπτομέρειες τις κοινωνικές ροπές και σχέσεις στην ύπαιθρο. Αν γίνει αυτό αμέσως, μπορεί να μας βοηθήσει ν ’ αποφύγουμε τις αυταπάτες σ ’ ότι αφορά το «αναπόφευκτο». Για αστική επανάσταση μου φαίνεται πράγματι ότι δεν μπορούσε να γίνει λόγος. Αλλά υπάρχουν πολύ λιγότεροι λόγοι να πιστέψουμε ότι μια αγροτική επανάσταση ήταν αδύνατη. Τα τελευταία χρόνια της περιόδου Τοκουγκάουα χαρακτηρί ζονταν, όπως είδαμε, από πολυάριθμα ξεσπάσματα αγροτικής βίας. Παρόλο που είναι φυσικά αδύνατο να προσδιορίσουμε τις αντικειμενικές περιστάσεις, που προκάλεσαν πολλούς από αυτούς τους ξεσηκωμούς, κι ακόμα περισσότερο τα κίνητρα των αυτουρ γών τους, υπάρχουν σημαντικά στοιχεία που δείχνουν ότι η εισβολή των εμπορικών επιδράσεων έπαιξε σημαντικό ρόλο. Οι έμποροι έγιναν στόχος σε πολλές περιπτώσεις. Π.χ., στα 1783-1787, μετά από απανωτές κακές συγκομιδές, οι χωρικοί των δυτικών επαρχιών ξεσηκώθηκαν ενάντια στους εμπόρους, που είχαν γίνει κτηματίες αποκτώντας γη σε αντάλλαγμα για τα εμπορεύματα και τα χρήμα τα που δάνειζαν στους χωρικούς. Κατά ένα μέρος επίσης, οι χωρι κοί ξεσηκώθηκαν και εναντίον αξιωματούχων των επαρχιών, που, ίσως εκπρόσωποι της κυρίαρχης τάξης, εισέπρατταν τους φόρους, κατασκόπευαν τους γεωργούς και έβαζαν πρόσθετους φόρους για δικό τους όφελος62. Αργότερα, το 1823, σε ένα από τα φέουδα των Τοκουγκάουα, 10.000 γεωργοί επαναστάτησαν εξαιτίας της δια φθοράς του τοπικού διοικητικού αξιωματούχου, που είχε συμ μαχήσει με τους έμπορους ρυζιού. Σε ένα παρόμοιο μεγάλο ξεση κωμό, η αφορμή της εξέγερσης φαίνεται πως ήταν ότι οι τοπικοί αξιωματούχοι είχαν προσευχηθεί για να είναι κακή η συγκομιδή και προσπάθησαν να εξοργίσουν τον θεο - δράκοντα — όλα αυτά για να ανέβουν οι τιμές63. ' Ηδη στα μέσα της περιόδου Τ οκουγκάουα (μέ σα του 19ου αιώνα), αρχίζουμε ν ’ ακούμε για μισθωτικές διαφο ρές64, μια μορφή διαμάχης που επρόκειτο να παίξει πολύ πιο ση μαντικό ρόλο μετά την Παλινόρθωση. Η άμεση βία δεν ήταν το μόνο όπλο που χρησιμοποίησαν οι αγρότες. Μερικοί, όπως έκayav κι οι ρώσοι αγρότες, «ψήφιζαν με τα πόδια τους» πριν καν ακούσουν τι σημαίνει ψηφοφορία, παρόλο 62. Borlon, Peasant Uprisings, 18-19. 63. Borlon, Peasant Uprising, 27-28. 64. Borlon, Peasant Uprisings, 31-32.
300
που οι ευκαιρίες μετακίνησης ήταν πολύ περιορισμένες σε σύγκριση με τη Ρωσία. Σε μερικές περιοχές η αντίδραση αυτή έπαιρνε πολύ μεγάλες διαστάσεις: οι κάτοικοι ενός ή δύο χωριών εγκατέλειπαν μαζικά τα σπίτια τους — μια σημαντική απόδειξη της αλληλεγ γύης στο γιαπωνέζικο χωριό. 'Εφθαναν στο γειτονικό φέουδο ή επαρχία και παρακαλούσαν τον γαιοκτήμονα να τους επιτρέψει να μείνουν στη γη του. Σύμφωνα με τον Μπόρτον, υπάρχουν μαρτυ ρίες για 106 τέτοιες μαζικές αποχωρήσεις, που οι περισσότερεί έγιναν στο Σικόκου.65 Τα στοχεία του Μπόρτον δείχνουν πολύ καθαρά ότι η παρείσφρηση εμπορευματικών σχέσεων μέσα στη φεουδαλική οργάνωση της υπαίθρου δημιουργούσε συνεχώς σοβαρά προβλήματα για τους κυβερνήτες. Τπήρχαν τρία κύρια νήματα που κινούσαν τη βία των αγροτών: η αντίθεση στο φεουδάρχη, στον έμπορο και στον ανερχόμενο εκπακτωτή. Στο βαθμό που αυτοί οι θεσμοί συνδέονταν, το αγροτικό κίνημα γινόταν σαφώς επικίνδυνο. Ένας λόγος που η κυβέρνηση Μέιτζι μπόρεσε να ηρεμήσει τα πνεύματα ίσως να ήταν ότι αυτή η αλληλοσύνδεση ήταν σχετικά αδύναμη στην κύρια εδαφική βάση του αυτοκρατορικού κινήματος, το μεγάλο φέουδο Τσόσου. Για ένα διάστημα, αμέσως μετά την παλινόρθωση, ο κίνδυνος συνέχισε να αυξάνει. Οι αγρότες είχαν πάρει την υπόσχεση ότι όλα τα κρατικά κτήματα (εκτός από εκείνα των ναών) θα τους μοιράζονταν. Αλλά γρήγορα διαπίστωσαν ότι η υπόσχεση αυτή ήταν ψεύτικη και ότι το φορολογικό τους βάρος δεν θα ελάφραινε. Φαινόταν βέβαιο ότι δεν είχαν να κερδίσουν τίποτα από το νέο καθεστώς. Οι αγροτικές εξεγέρσεις έφθασαν σε μια κορύφωση βίας το 1873, τη χρονιά που επιβλήθηκε νέα φορολογία στη γη66, την οποία θα συζητήσουμε αργότερα σε σχέση με τα προβλήματα των κτηματιών. Κατά την πρώτη δεκαετία του καθεστώτος Μέιτζι έγιναν πάνω από 200 αγροτικές εξεγέρσεις, περισσότερες α π ’ όσες σε οποιαδήποτε δεκαετία στο καθεστώς Τοκουγκάουα. «Ποτέ στους νεώτερους χρόνους», λέει ο T.C. Smith, που δεν έχει καμιά τάση να υπερτονίζει την αγροτική βία, «δεν έχει φτάσει η Ιαπωνία τόσο κοντά στην κοινωνική επανάσταση»67. Τ ο κυρίαρχο θέμα στο αγροτικό κίνημα των δέκα εκείνων ετών 65. ΒογΙοπ. Peasant Uprisings. 31. 66. Norman. Japan’* Emrrgenre. 71-72. 67. Political Change. 30.
301
ήταν «η πεισματική αντίθεση στη πάκτωση, την τοκογλυφία και την υπερβολική φορολογία», η συνηθισμένη αντίδραση του χωρικού στην έφοδο καπιταλιστικών σχέσεων στην ύπαιθρο68. Αυτή η αρνητική αντίδραση ήταν πολύ έντονη στην Ιαπωνία. Πολλοί σαμουράι έσπευσαν να εκμεταλλευτούν τήν γνώση της ψυχολογίας του χωρικού που είχαν και έφτασαν να μπουν επικεφαλής αγροτι κών εξεγέρσεων ενάντια στην κυβέρνηση. Αυτό ήταν δυνατό γιατί, όπως θα δούμε, οι σαμουράι ήταν τα κύρια θύματα της Παλινόρθω σης. Ό τα ν αναλάμβαναν την ηγεσία οι σαμουράι, το αγροτικό κί νημα εμποδιζόταν να γίνει αποτελεσματική επαναστατική δύναμη. Η μείωση των φόρων στα 1877 σημάδεψε το τέλος του πρώτου και πιο σοβαρού κύματος αγροτικής εξέγερσης69. Το δεύτερο ξέσπασμα στα 1884-1885 ήταν περισσότερο τοπική υπόθεση, περιορισμένη στις ορεινές περιοχές βόρια του Τόκιο, γνωστές για την παραγωγή μεταξιού και την υφαντουργία. Εκεί, πολλά αγροτικά νοικοκυριά που εργάζονταν με το σύστημα φασόν, αποκόμιζαν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους από αυτές τις πηγές. Μετά τη διάλυση του Τζιγιούτο, του πρώτου «φιλελεύθε ρου» κινήματος της Ιαπωνίας, ορισμένοι τοπικοί ριζοσπαστικοί πυρήνες, απογοητευμένοι από την αποσκίρτηση των ηγετών τους και κεντρισμένοι από τις συνεχείς οικονομικές δυσκολίες, στράφη καν στην ανοιχτή εξέγερση70. Σε μια νομαρχία, την Τσιτσίμπου, το ξέσπασμα ήταν τόσο άγριο που έμοιαζε με εμφύλιο πόλεμο σε μικρογραφία και χρειάστηκαν αρκετά μεγάλες προσπάθειες από το στρατό και τη στρατιωτική αστυνομία για να κατασταλεί, αφού βρήκε πλατειά λαϊκή απήχηση. Σε έναν από τους πολλούς παρό μοιους και ταυτόχρονους ξεσηκωμούς, ακούστηκαν ξεκάθαρα επα ναστατικά συνθήματα και δημόσιες διακηρύξεις με συγκεκριμένους στόχους, όπως μείωση της φορολογίας και αναθεώρηση του νόμου περί στρατολογίας. Π άντως είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα κι αυ τή η ομάδα αυτοαποκλήθηκε πατριωτική εταιρία (Aikoku Seirisha, Πατριωτική Φιλαλήθης Εταιρία). Παντού, ωστόσο, η κυβέρνηση κατάφερε να καταστείλει τις εξεγέρσεις. Η κύρια συνέπεια ήταν να διευρύνει το χάσμα ανάμεσα στους νεόπλουτους της επαρχίας, 68. ('.( Norman. Japan's Emergence, 75. 69. Norman. Japan's Emergenre, 72, 75. 70. Ike, Beginnings of Political Drinorrary. 164. 1 λέπι χιφ. XIV για μια αναφορά στον ξεσηκωμέ στο σύνολό του.
:«>2
κυρίως τους νέους κτηματίες, και τα φτωχότερα στρώματα της αγροτιάς. Λίγο αργότερα, στα 1889, η κυβέρνηση δημοσίευσε το νέο σύνταγμα, το οποίο περιόριζε το δικαίωμα ψήφου μόνο στους πολίτες με περιουσία. Από έναν πληθυσμό γύρω στα 50 εκατομμύ ρια, μόνο 460.000 περίπου απόκτησαν δικαίωμα ψήφου71. Ο αγρο τικός ριζοσπαστισμός δεν έμελλε να αποτελέσει ξανά σοβαρό πρόβλημα μέχρι τις μισθωτικές διαμάχες που ακολούθησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι αγροτικές εξεγέρσεις που περιγράψαμε τεκμηριώνουν την ύπαρξη μιας αρκετά σθεναρής αντίστασης στην μετάβαση από το προ-σύγχρονο αγροτικό σύστημα σ ’ ένα νέο. Αντανακλούν πολλές από τις συνηθισμένες δυσκολίες της μετάβασης στον καπιταλισμό και την εμπορευματική αγροτική οικονομία στην ύπαιθρο. Γιατί δεν ήταν πιο σοβαρές; Για ν ’ απαντήσουμε σ ’ αυτό το ερώτημα είναι απαραίτητο να εξετάσουμε από πιο κοντά την αγροτική κοινωνία και τις αλλαγές που έγιναν σ ’ αυτή. Ό π ω ς σε όλες τις αγροτικές κοινωνίες, οιγιαπωνέζοι αγρότες παρήγαγαν το μεγαλύτερο μέρος του οικονομικού πλεονάσματος που συντηρούσε τις ανώτερες τάξεις, ενώ οι μέθοδοι απόσπασης αυτού του πλεονάσματος αποτελούσαν τον πυρήνα όλων των πολιτικών και κοινωνικών προβλημάτων. Ο καθηγητής Ασακάβα, (Asakawa) ένας διακεκριμένος ιστορικός της παλιότερης γενιάς, έ χει παρατηρήσει ότι το πρώτο πρόβλημα της επαρχιακής διοίκη σης στο καθεστώς Τοκουγκάουα ήταν η συλλογή των φόρων. «Δεν υπήρχαν παρά ελάχιστα σημεία των νόμων που ίσχυαν στα χωριά που να μην έχουν σχέση, άμεση ή έμμεση, με το θέμα της φορολο γίας· ελάχιστοι τομείς του όλου οικοδομήματος της φεουδαλικής εξουσίας και της εθνικής ευημερίας έμεναν ανεπηρέαστοι από τη λύση αυτού του θεμελιώδους προβλήματος»72. Στο φεουδαλικό σύ στημα φορολογίας οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό ο σφιχτοδεμένος χαρακτήρας του γιαπωνέζικου χωριού, που έχει εντυπωσιάσει πολλούς και διαφορετικών τάσεων ιστορικούς και σύγχρονους παρατηρητές. Ταυτόχρονα, η γιαπωνέζικη φεουδαλική δομή έδενε στενά τους χωρικούς με τους αφέντες τους. Ο κύριος φόρος ήταν ο φόρος της γης, που επιβαλλόταν όχι 71. Ike. Beginnings of Political Demorlarv. 188. 72. on Village Government. Γ , 269.
:io.i
πάνω στον χωρικό ως άτομο, αλλά στην επίσημα καθορισμένη δυνητική παραγωγικότητα κάθε κτήματος. Από την επίσημη σκοπιά ο χωρικός ήταν ένα όργανο για να κάνει το χωράφι να δίνει όσα έπρεπε73. Μέχρι πολύ πρόσφατα, αυθεντίες πάνω στην Ιαπω νία πίστευαν ότι, γενικά, ο φεουδάρχης της εποχής Τ οκουγκάουα, πιεζόμενος να κάνει μεγαλύτερες δαπάνες στην πρωτεύουσα του Σογκούν και αλλού, χρησιμοποιούσε το μηχανισμό της επαρχιακής διοίκησης για να αποσπά όλο και μεγαλύτερο πλεόνασμα από την αγροτιά74. Λεπτομερής έρευνα των επιπτώσεων της φορολογίας σε πολλά χωριά σε διάφορες περιοχές της Ιωπωνίας έδειξε ότι αυτό το συμπέρασμα δεν στέκεται καθόλου. Αυτό που φαίνεται ότι ίσχυε είναι ότι το ποσόν που πήγαινε στη φορολογία παρέμενε σχεδόν στάσιμο, ενώ η παραγωγικότητα της γεωργίας αυξανόταν ση μαντικά. Η συνέπεια ήταν να μένει μεγαλύτερο ποσό χρημάτων στα χέρια του χωρικού75. Το φορολογικό σύστημα «τιμωρούσε» τους αγρότες που δεν κατάφεραν να βελτιώσουν την παραγωγή τους και ευνούσε όσους αύξαναν την παραγωγικότητά τους. Παρόλο που οι λεπτομέρειες της λειτουργίας του είναι σκοτεινές, είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι ένα φορολογικό σύστημα, που έπαιρνε ένα σταθερό ποσό προϊό ντος από κάθε αγρόκτημα χρόνο με το χρόνο, μπορεί να έχει αυτό το αποτέλεσμα. Δεν ξέρουμε πώς ακριβώς οι γιαπωνέζοι χωρικοί καταμέριζαν το φόρο, που επιβαλλόταν στο χωριό συνολικά ανά λογα με την εκτίμηση του φεουδάρχη για την απόδοση του κάθε κτήματος. Αλλά υπάρχουν αρκετά ισχυρές ενδείξεις ότι το φορολο γικό σύστημα ενθάρρυνε την αύξηση της παραγωγής76. Επίσης, δεν υπάρχουν ενδείξεις για περιοδική ανακατανομή των κτημάτων μα ζί με τα χρέη που τα βάραιναν, όπως αυτή που γινόταν στο ρωσικό χωριό. Χωρίς να υπάρχει συνειδητή πρόσθεση λοιπόν, φαίνεται ότι το φορολογικό σύστημα και η αγροτική πολιτική στο καθεστώς Τ οκουγκάουα, έτσι όπως εφαρμοζόταν τόσο από την κυρίαρχη τά ξη όσο κι από τους ίδιους τους αγρότες, ήταν «ποντάρισμα πάνω στον ισχυρό». Επιπλέον, η διάρθρωση της γιαπωνέζικης κοινωνίας ήταν τέτοια ώστε να επιβάλει ορισμένους φρα*>ούς στην ανάπτυξη ενός 73. 74. 75. 76.
304
Asakawa, "Notes on Village Government. I” , 277. Cf Norman, Japan's Emergece, 21. Smith, 'Xand Tax", 3-19, 5-6, 8,10. Smith. 'Xand Tax" 4, 10-11.
επαναστατικού δυναμικού μέσα στην αγροτιά. Μερικοί α π ’ αυτούς τους φραγμούς εντοπίζονται στη λειτουργία του συστήματος συλ λογής φόρων του καθεστώτος Τοκουγκάουα. Ο χωρισμός του πο λεμιστή από τη γη (που επιβλήθηκε κατά την πρώτη περίοδο Τοκουγκάουα) σήμαινε ότι οι οικονομικές υποχρεώσεις των αγρο τών προς την κυβέρνηση εμφανίζδνταν σαν δημόσιοι φόροι προς την κυβέρνηση μάλλον παρά σαν προσωπικά χρέη προς τον φεουδάρχη. Η αγγαρεία, η άμισθη αναγκαστική προσωπική εργασία, βαθμιαία ενσωματώθηκε στην αγγαρεία για το δημόσιο77. Οπωσδήποτε, αυ τή η μορφή που έπαιρναν οι δημόσιες υποχρεώσεις συντέλεσε ώστε να διευκολυνθεί για τους αγρότες η μετατόπιση της νομιμοφροσύ νης από τον φεουδάρχη στο σύγχρονο κράτος όταν ήρθε ο καιρός να γίνει αυτό, με την μεταρρύθμιση Μέιτζι. Παράλληλα μ ’ αυτά τα γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά που της έδιναν το χαρακτήρα μιας «απρόσωπης» κυβέρνησης πέρα και πάνω από τους αγρότες, η κυβέρνηση Τοκουγκάουα διατήρησε ακόμα πιο σημαντικά φεουδαλικά και πατερναλιστικά χαρακτηρι στικά που επιτρέψανε στους άρχοντες πολεμιστές να απλώσουν τα πλοκάμια τους μέσα στην αγροτική κοινωνία. Για να κάνουν πιο αποτελεσματικό το σύστημα συλλογής φόρων και πατερναλιστικής επίβλεψης της ζωής του χωριού, οι κυβερνήτες Τοκουγκάουα νεκρανάστησαν το αρχαίο κινέζικο σύ στημα διοίκησης του χωριού που είναι γνωστό σαν «Πάο». Στην Κίνα αυτό το τέχνασμα να διαιρούνται τα νοικοκυριά του χωριού σε μικρές ομάδες που αναλάμβαναν την ευθύνη για τη συμπεριφορά των μελών τους, φαίνεται ότι ποτέ δεν γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Στην Ιαπωνία ήταν γνωστό, από την εποχή που εισάχθηκαν πολλά δάνεια στοιχεία από την Κίνα, τον 7ο αιώνα, αλλά δεν ήταν παρά μια πρακτική που μόλις φυτοζωούσε, όταν το καθεστώς την πήρε και την επέβαλε σ ’ ολόκληρο τον αγροτικό και αστικό πληθυσμό κάτω από την εξουσία του. Ο Ασακάβα βεβαιώνει ότι κάθε κάτοι κος του χωριού, όποια κι αν ήταν η θέση ή η περιουσία του, ήταν αναγκασμένος να συμμετέχει σε μια πενταμελή ομάδα και η υ ποχρέωση αυτή τηρούνταν αυστηρά. Συνήθως η πενταμελής ομάδα αποτελούνταν από πέντε γείτονες «πατερ-φαμίλιας» με δική τους γη, μαζί με τα μέλη των οικογενειών τους, τους υπηρέτες και τους 77. Asakawa, "Notes on Village Government, Γ , 277.
305
κολλήγους τους78. Από τ« μέσα περίπου του 17ου αιώνα, επικρά τησε το έθιμο η κάθε πενταμελής ομάδα να υπόσχεται με όρκο ότι θα εκτελεί τις εντολές του άρχοντα, επαναλαμβάνοντας τις εντολές αυτές με τη μορφή που είχαν δοθεί79. Ο θεσμός της «ομάδας των πέντε» συμπληρώθηκε με την καθιέρωση δημόσιων κηρυγμάτων και την τοιχοκόλληση ανακοινώ σεων στα χωριά, όπου οι χωρικοί προτρέπονταν να συμπεριφέρονται καλά. Συχνά συναντά κανείς σε σύγχρονα συγγράμματα παρα τηρήσεις για το γεγονός ότι αυτές οι δημόσιες προτροπές αρκούσαν σχεδόν από μόνες τους για να εξασφαλίζουν την τάξη και την ησυ χία. Ό π ω ς προσπαθώ να αποδείξω, υπήρχαν άλλοι και ισχυρότε ροι λόγοι γι ’ αυτή την πειθαρχία, γι ’ αυτή την τάξη, αν και υπήρ ξαν περίοδοι που διαταράχθηκε σοβαρά. Ό π ω ς καινά ’ναι, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στο κείμενο μιας από αυτές τις ανα κοινώσεις, γιατί πιθανόν να μετριάζει αυτή την εντύπωση της «φυ σικής» τάξης και πειθαρχίας. Παρόλο που υπάρχει μια αναφορά στον Βούδα σ ’ αυτή την ανακοίνωση από τα μέσα του 17ου αιώνα, ο τόνος είναι εντελώς κομφουκιανός: «Να σέβεσαι τους γονείς σου. Η πρώτη αρχή της υιϊκής ευσέβειας είναι να διατηρείσαι υγιής. Οι γονείς χαίρονται ιδιαίτερα όταν απέχεις από το πιοτό και τους καβγάδες, όταν αγαπάς τους νεότερους αδελφούς σου και υπακούς τους μεγαλύτερους. Αν τηρείς την παραπάνω αρχή, θα έχεις την ευλογία των θεών και του Βούδα' αν βαδίζεις στον σωστό δρόμο, η γη σου θα σου δώσει καλές συγκομιδές. Α π ’ τ ’ άλλο μέρος, αν γίνεις αμελής και τεμπέλης, θα καταντήσεις φτωχός και χρεωμένος και θά καταλήξεις στην κλεψιά. Τότε θα σ ’ αρπάξει το χέρι του νόμου και θα σε δέσει με σχοινί και θα σε κλείσει σε κλουβί και ίσως σε κρεμάσει. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, σκέψου την απελπισία των γονιών σουΙ Κι επιπλέον, η γυναίκα σου, τα παιδιά σου, τ ’ αδέρφια σου, όλοι θα πρέπει να υποστούν ταλαιπωρίες εξαιτίας του εγκλήματός σου». Οι συμβουλές συνεχίζονται με κάποιες παρατηρήσεις για τις υλικές ανταμοιβές για την καλή συμπεριφορά και φτάνει σε μια 78. Asakawa. Notes on Village Government, 1", 267. 79. Asakawa. "Notes on Village Government, I". 268.
306
κατακλείδα με αυτήν την αποκαλυπτική παραίνεση: «Πράγματι, η ζωή του γεωργού είναι η πιο ασφαλής, εφόσον πληρώνει τακτικά τους φόρους του. Κράτησε λοιπόν, πάντα στο μυαλό αυτές τις συμβουλές...»80 Με την πενταμελή ομάδα και τα άλλα τεχνάσματα, αναγκαζό ταν όλο το χωριό να ενδιαφέρεται ενεργά για τη συμπεριφορά της κάθε οικογένειας. Γάμος, υιοθεσία, διαδοχή και κληρονομιά ελέγ χονται ουσιαστικά. Οι χωρικοί υποχρεώνονταν να επιτηρούν και να διορθώνουν τη συμπεριφορά ο ένας του άλλου, διευθετώντας τις διαφορές τους όσο ήταν δυνατό με αμοιβαίους συμβιβασμούς. Στους χωρικούς απαγορευόταν αυστηρά να κατέχουν πυροβόλα όπλα, να φέρουν ξίφη, να μελετούν τους κομφουκιανούς κλασικούς ή να ακολουθούν νεωτεριστικές θρησκευτικές πρακτικές81. Ένα άλλο κανάλι ελέγχου περνούσε από τον αρχηγό του χωριού. Στα περισσότερα χωριά το αξίωμα του αρχηγού περ νούσε από πατέρα σε γιό μαζί με την αρχηγία της οικογένειας ή το αναλάμβαναν, κυκλικά, οι ισχυρότερες οικογένειες82. Ο διορι σμός του αρχηγού από τόν φεουδάρχη ή κάποιον αξιωματούχο του συνηθιζόταν επίσης σε πολλές περιοχές*3. Μόνο σε χωριά όπου υπήρχαν ισχυρές εμπορικές επιρροές, όπου η παραδοσιακή δομή είχε αρχίσει να αποσυντίθεται, εμφανίζεται η συνήθεια να εκλέγε ται ο αρχηγός84. Ο φεουδάρχης έκανε ό,τι ήταν δυνατό για να εξυψώσει και να ενισχύσει το αξίωμα και την εξουσία του αρχηγού, του ηγέτη της μικρής αυτής ολιγαρχίας που ήταν το χωριό στην εποχή Τοκουγκά ουα. Η εξουσία του αρχηγού στηριζόταν βασικά σε μια προσεκτική χειραγώγηση της κυρίαρχης κοινής γνώμης στο χωριό. Αντί να απομονωθεί από αυτήν την κοινή γνώμη, σε περίπτωση κρίσης ο αρχηγός συντασσόταν με το χωριό εναντίον του φεουδάρχη, παρόλο που η συνέπεια ήταν σίγουρα σχεδόν ο θάνατος. Τέτοιες όμως περιστάσεις ήταν εξαιρετικές. Γενικά ο αρχηγός ήταν το άτομο 80. Παρατίθιται στο βιβλίο του Takizawa. "Penetration of Money Economy" 118. 81. 82. 83. 84.
Asakawa, "Notes on Village Gonerment, I", 275. Smith, Agratian Origins, 58. Asakawa, "Notes on Village Gonerment, II", 167. Smith, Agrarian Origins, 58.
307
που συμβίβαζε τα συμφέροντα του φεουδάρχη με εκείνα των ηγετικών οικογενειών του χωριού με βάση κάποια συναίνεση για το κοινό καλό85. Το γιαπωνέζικο χωριό εκδήλωνε μια έντονη απαίτηση για ομοφωνία που θυμίζει το ρωσικό «ζμπόρνοστ». Στις προσωπικές υποθέσεις δινόταν δημόσιος χαρακτήρας, για να μην οδηγήσουν σε αποκλίνουσα συμπεριφορά ή ιδέες. Εφόσον οποιοδήποτε μυστικό ήταν αυτόματα ύποπτο, κάθε άνθρωπος που είχε να διεκπεραιώσει μια ιδωτική υπόθεση με κάποιον σε άλλο χωριό υποχρεωνόταν συχνά να τη διεκπεραιώνει μέσω του αρχηγού του. Τ ο κουτσομπο λιό, η απομόνωση και άλλες σοβαρότερες κυρώσεις, όπως το να μαζεύονται έξω από την πόρτα ενός χωρικού και να χτυπούν τα κατσαρολικά τους όλοι μαζί, ή ακόμα και ο εξοστρακισμός (που σήμαινε την αποκοπή του χωρικού από την ανθρώπινη κοινότητα έτσι που γρήγορα να λιμοκτονήσει ή να γίνει παράνομος), όλα βοηθούσαν να δημιουργηθεί μια πειθαρχία πολύ πιο αυστηρή απ ’ οποιαδήποτε έχουν διεκτραγουδήσει σύγχρονοι δυτικοί διανοούμε νοι. Ο αρχηγός έπρεπε πρώτα να γνωρίσει τη γνώμη της κοινότη τας συζητώντας μαζί με τις άλλες ισχυρές προσωπικότητες του χωριού, προτού εκφράσει τη δική του γνώμη για οποιοδήποτε σημαντικό θέμα. Οι χωρικοί έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους για να αποφύγουν τις ανοιχτές διαφωνίες. Ο Σμίθ αναφέρει ένα χωριό όπου, σε περίοδο μετά τον Β ' Παγκ. Πόλεμο μάλιστα, τα μέλη της συνέλευσης του χωριού συναντήθηκαν ιδιαίτερα μια μέρα πριν από τη δημόσια συνεδρία με σκοπό να είναι ομόφωνες οι αποφάσεις. Έ τσ ι και ο αρχηγός της εποχής Τοκουγκάουα έφερνε σε επαφή τα αντίπαλα μέρη μιας διαμάχης για τα σύνορα των χωραφιών, για να συμβιβαστούν. Μόνο όταν θα είχε επιτευχθεί ο συμβιβασμός και θα είχε κανονιστεί η υπόθεση, θα εξέδιδε εκείνος τη «διαταγή»84. Το σύστημα φορολογίας, μαζί με τα πολιτικά και κοινωνικά μέσα ελέγχου που το συνόδευαν, ήταν η κύρια εξωτερική πηγή αλληλεγγύης μέσα στο γιαπωνέζικο χωριό. Τπήρχαν και άλλες εξίσου σημαντικές εσωτερικές πηγές: πρώτα-πρώτα το σύστημα οικονομικής συνεργασίας και, σε στενή σύνδεση μ ’ αυτό, η διάρ θρωση των συγγενικών υποχρεώσεων και των κληρονομικών κανό85. Smith. Agrarian Origins. 59-60. 86. Smith. .Agrarian Origins. 60-64.
308
Παρόλο που δεν υπάρχουν ενδείξεις για κάποιο σύστημα συλλογικής καλλιέργειας, η γη ανήκε στο χωριό, που διαφύλασσε για τα μέλη του το αποκλειστικό δικαίωμα να την καλλιεργούν87. Τα κοινά χωράφια προμήθευαν τις οικογένειες του χωριού με καυσόξυλα, ζωοτροφές, κοπριά και οικοδομικά υλικά. Αντίθετα με την κοινοτική γη στην Ευρώπη, δεν αποτελούσαν δυνητική εφεδρία για τους πιο φτωχούς χωρικούς αλλά υπάγονταν στον ουσιαστικό έλεγχο των πιο πλούσιων νοικοκυριών88. Επίσης, η διανομή του νερού για την καλλιέργεια του ρυζιού ήταν ένα κρίσιμο ζήτημα για όλο τό χωριό. Ό σο σημαντικά κι αν ήσαν, τα προβλήματα της άρδευσης δεν αρκούν ίσως για να εξηγήσουν από μόνα τους το είδος της αλληλεγγύης που χαρακτηρίζει το γιαπωνέζικο χωριό. Έ χου με δει ότι η άρδευση στα χωριά της Κίνας δεν δημιουργούσε κάποιο σημαντικό βαθμό αλληλεγγύης. Ακόμα και στην εποχή Τοκουγκά ουα, η γιαπωνέζικη καλλιέργεια ρυζιού απαιτούσε μεγάλη και κα λά οργανωμένη εργατική δύναμη για την ανοιξιάτικη φύτευση. Το ρύζι δεν σπερνόταν απευθείας στους αγρούς αλλά σε ειδικά φυτώ ρια απ ’ όπου τα νεαρά φυτά μεταφυτεύονταν αργότερα. Η δουλειά αυτή έπρεπε να γίνει μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα για να μην υποστούν βλάβη τα φιντάνια. Τεράστιες ποσότητες νερού ήταν απαραίτητες για να αυξηθεί η συνοχή του εδάφους και να γίνει κατάλληλο ώστε να δεχτεί τα φυτώρια. Επειδή λίγα ρυζοχώραφα μπορούσαν να πάρουν την απαραίτητη ποσότητα νερού ταυτόχρο να, αναγκαστικά πλημμύριζαν και φύτευαν τους αγρούς τον ένα μετά τον άλλο, περιορίζοντας τον διαθέσιμο χρόνο για τη φύτευση του κάθε αγρού σε λίγες ώρες. Για να γίνει η μεταφύτευση στο διάστημα αυτό ήταν απαραίτητη μια εργατική δύναμη πολύ μεγα λύτερη α π ’ όση μπορούσε να διαθέσει η κάθε οικογένεια8’. Οι γιαπωνέζοι χωρικοί αντιμετώπιζαν το πρόβλημα των εργατικών χεριών, που ήταν οξύτερο στη ρυζοκαλλιέργεια αλλά δεν υπήρχε μόνο εκεί, με το σύστημα των συγγενικών και κληρονο μικών δεσμών, που το επέκτειναν με τεχνάσματα μισο-συγγένειας και ψευδο-συγγένειας όπου χρειαζόταν. Στα περισσότερα χωριά 87. Smith. .Agrarian Origins. 36. 88. Smith. .Agrarian Origins, 24, 42, 182-183. 89. Η σύναψη αυτή πάρθηχε, λέξη προς λέξη σχεδόν, από το βιβλίο του Smith. Agrarian Origins, 50-51. Τα περισσύτερα από τα χαθαρώς τεχνικά προβλήματα παραμένουν τα ίδια στην σημερινή Ιαπωνία. Βλέπε HtMrrl'ley χαι άλλοι, Villagr Japan, χεφ. 7.
309
του 17ου αιώνα, ένας, δύο ή περισσότεροι κλήροι ήταν πολύ μεγαλύτεροι από τους υπόλοιπους. Μέρος από την εργατική δύναμη για την καλλιέργεια αυτών των κλήρων εξασφαλιζόταν με την επέκταση της οικογένειας πέρα από τα όρια που συνηθιζόταν στους μικρούς κλήρους, με το να μένουν στην οικογένεια οι νεότερες γενιές μετά το γάμο καθώς και μέλη πλάγιων γραμμών συγγένειας. Ό τα ν η οικογένεια δεν αρκούσε, όπως συχνά συνέβαινε, οι κάτοιχοι των μεγάλων κλήρων κατέφευγαν συνήθως σε δύο λύσεις. Σε μερικούς ανθρώπους, γνωστούς ως «νάγκο» ή με άλλες τοπικές ονομασίες, έδιναν μικρούς κλήρους με χωριστές κατοικίες σε αντάλλαγμα για την προσφορά εργασίας. Η άλλη λύση ήταν να χρησιμοποιούν κληρονομικούς υπηρέτες («γκέμιν» ή «φουντάι»), πρόσωπα που μαζί με τα παιδιά περνούσαν από γενιά σε γενιά στην υπηρεσία μιας οικογένειας.90 Τόσο οι μικροκληρούχοι όσο και οι κληρονομικοί υπηρέτες αφομοιώνονταν σε μεγάλο βαθμό μέσα στον μεγάλο κλήρο που τον καλλιεργούσαν κλάδοι του αρχικού οικογενειακού δέντρου. Οι οικονομικές τους σχέσεις ήταν όμοιες σε είδος αλλά όχι σε βαθμό. Ο Σμίθ, κύρια πηγή των πληροφοριών μας αυτών, μας εφιστά την προσοχή να μη θεωρήσουμε τους μικροκληρούχους σαν χωριστή τάξη. Διακρίνονται μόνο από τυπική, νομική άποψη. Οικονομικά και κοινωνικά η θέση τους μοιάζει με τη θέση των μελών των πλάγιων κλάδων της οικογένειας91. ' Ετσι, το γιαπωνέζικο χωριό της εποχής εκείνης δεν ήταν ένας όμιλος αυτόνομων γεωργικών μονάδων. Αντίθετα, ήταν ένα σύνολο αμοιβαία εξαρτημένων μονάδων, μικρών και μεγάλων. Οι μεγάλοι κληρούχοι διέθεταν ένα απόθεμα κεφαλαίου με τη μορφή εργαλεί ων, ζώων, σπόρων, ζωοτροφών, λιπασμάτων κ.λ.π. από το οποίο οι μικρότεροι μπορούσαν να αντλήσουν από καιρό σε καιρό. Σε αντάλλαγμα οι μικροί πρόσφεραν εργασία92. Ο διαχωρισμός του κεφαλαίου από την εργασία, όσον αφορά την ιδιοκτησία, και ο επανασυνδυασμός τους μέσα στην παραγωγική διαδικασία, εμφα νίζει μερικές ομοιότητες με τον κόσμο του βιομηχανικού καπιταλι σμού. Η μελέτη εκατό περίπου μητρώων του 17ου αιώνα από χωριά όλων των περιοχών της Ιαπωνίας αποκαλύπτει ότι στα 90. Smilh. Agraiian Origin*. 8-11. 91. Smilh. Agrarian Origin*. 46, 49. 92. Smilh. .Agrarian Origin*. 50.
.Ή0
περισσότερα χωριά 40-80% των κληρούχων αρώσιμης γης ήταν χωρίς δικό τους σπίτι93. Από τ ’ άλλο μέρος οι πατερναλιστικές και μισο-συγγενικές σχέσεις ανάμεσα στους κατόχους των μεγάλων κλήρων και τους προμηθευτές εργασίας βοηθούσε στο να εμποδίζε ται η εμφάνιση ταξικών συγκρούσεων στο χωριό. Θα ήταν δύσκολο να ισχυριστούμε ότι οι μεγαλοκληρούχοι διέθεταν κάποιο είδος μονοπωλίου της εξουσίας, αν και το σύστημα αναμφισβήτητα είχε τις εκμεταλλευτικές πλευρές του — ας σημειωθεί ότι οι μικροκληρούχοι συνήθως δεν μπορούσαν να καλλιεργήσουν ρύζι στα φτωχά εδάφη που τους παραχωρούσαν94. Σε δύσκολους καιρούς οι μεγαλοϊδιοκτήτες όφειλαν να βοηθήσουν τους εξαρτημένους απ ’ αυτούς μικροκληρούχους. Επιπλέον, η δυνατότητα άρνησης βοήθειας κατά την κρίσιμη περίοδο της συγκομιδής του ρυζιού θα πρέπει να αποτελούσε σημαντικό όπλο στα χέρια αυτών που προμήθευαν εργασία, έστω κι αν μια τέτοια άρνηση απαιτούσε πολύ πειστική δικαιολόγηση για να γίνει αποδεκτή από την κοινή γνώμη στο χωριό95. Μερικές παρατηρήσεις πάνω στην ιδιοκτησία και την κληρο νομιά θα βοηθήσουν να ολοκληρωθεί αυτή η σκιαγράφηση του χωριού της προ-σύγχρονης εποχής. Ό π ω ς έχουμε δει, οι μικροκληρούχοι, πολλοί από τους οποίους δεν είχαν δική τους κατοικία, καλλιεργούσαν μικρά κομμάτια γης που ήταν αδύνατο να θρέψουν την οικογένειά τους χωρίς την ανταλλαγή της εργασίας τους με άλλα αγαθά96. Γυρίζοντας στους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες, μαθαί νουμε ότι ενώ η ιδιοκτησία μπορούσε να μοιραστεί ανάμεσα στους κληρονόμους, το αξίωμα του αρχηγού της οικογένειας δεν μπορού σε. Το κληρονομικό σύστημα ήταν άνισο και η κοινή γνώμη αποδοκίμαζε κι εμπόδιζε την επίδειξη, απρεπούς γενναιοδωρίας προς τα «παρακλάδια» της οικογένειας. Η αιτιολογία της ανισοκατανομής ήταν ότι ανακούφιζε τον βασικό πυρήνα της οικογένειας από την υποχρέωση να διατρέφει «επιπλέον» μέλη. Κρατώντας την περισσότερη γη και βολεύοντας τα «επιπλέον» μέλη με μικρά χωράφια, ο κύριος κλάδος της οικογένειας μπορούσε να εξασφαλί ζει για τον ευαυτό του έναν ικανοποιητικά μεγάλο κλήρο και 93. 94. 95. 96.
Smith. Smith. Smith. Smith.
Agrarian Agrarian Agrarian Agrarian
Origins, Origins. Origins, Origins,
42. 25-26. 51. 48.
311
επαρκή εργατική δύναμη97. Οι πολιτικές συνεπαγωγές της αγροτικής κοινωνίας της περι όδου Τοκουγκάουα είναι αρκετά προφανείς. Σίγουρα δεν μπορεί κανείς να εξηγήσει την απουσία μιας ολοκληρωμένης αγροτικής επανάστασης σ ’ εκείνα τα ταραγμένα χρόνια σαν συνέπεια κάποιας σχετικής ισότητας στους αγροτικούς κλήρους. Εκείνο που βοηθού σε στη διατήρηση της σταθερότητας ήταν μάλλον μια σειρά από δεσμούς που συνέδεαν τους άκληρους μ ’ εκείνους που είχαν περιουσία. Η προ-σύγχρονη γιαπωνέζικη αγροτική κοινότητα δίνει πολλές ενδείξεις ότι υπήρξε ένας πανίσχυρος μηχανισμός ενσωμάτωσης και ελέγχου των πραγματικά ή δυνητικά δυσαρεστημένων ατόμων. Επιπλέον τα επίσημα ή ανεπίσημα κανάλια ελέγχου ανάμεσα στο φεουδάρχη και τους χωρικούς φαίνεται ότι λειτουρ γούσαν πολύ αποτελεσματικά. Ο φεουδάρχης μπορούσε να κάνει γνωστή τη θέλησή του και οι χωρικοί να δείξουν ώς ποιά σημείο ήταν διατεθειμένοι να υπακούσουν μέσα από σαφώς αναγνωρι σμένες διαδικασίες. Δίνεται η εντύπωση ότι η κοινωνία Τοκουγκά ουα, όταν λειτουργούσε καλά, αποτελούνταν από μια σειρά κατιούσες και διακλαδισμένες αλυσίδες ισχυρών ηγετών μαζί με τις κλίκες των στενών ακολούθων τους, που συνδέονταν από την κορυφή ώς τη βάση με πατριαρχικούς και προσωπικούς δεσμούς, οι οποίοι έδιναν τη δυνατότητα σ ’ όσους είχαν ανώτερη θέση να μαθαίνουν ώς ποιό σημείο ακριβώς μπορούσαν να πιέσουν εκείνους που βρίσκονταν αποκάτω. Ίσω ς υπήρχε ένας>ιδιαίτερα φεουδαλικός χαρακτήρας σ ’ αυτή τη δομή, παρόλο που είναι επίσης χαρα κτηριστική οποιασδήποτε σταθερής ιεραρχίας. Τ ο κλειδί της κοινωνικής δομής του προ-σύγχρονου γιαπωνέ ζικου χωριού ήταν η ανταλλαγή εργασίας με κεφάλαιο και αντί στροφα, χωρίς την απρόσωπη μεσολάβηση της αγοράς αλλά διαμέ σου της συγγένειας. Η επικράτηση της αγοράς άλλαξε αυτές τις διευθετήσεις, αν και αυτές άφησαν τη σφραγίδα τους στη μεταγε νέστερη γιαπωνέζικη αγροτική κοινωνία μέχρι τις μέρες μας. Το επόμενο έργο μας είναι, λοιπόν, να ιχνηλατήσουμε τις συνέπειες της αγοράς ή, πιο γενικά, της ανάπτυξης της εμπορικής αγροτικής οικονομίας και ιδιαίτερα των πολιτικών συνεπειών αυτού του μετασχηματισμού, που άρχισαν να γίνονται αισθητές από την πε ρίοδο Τοκουγκάουα. 97. Smilh. Agrarian Origins, 37-40, 42-45.
312
Κατά το δεύτερο μισό της περιόδου Τοκουγκάουα σημειώθη καν πολύ σημαντικές βελτιώσεις της γεωργικής τεχνικής. Μετά το 1700 άρχισαν να εμφανίζονται γνήσια επιστημονικές πραγματείες πάνω στη γεωργία, σε περίεργη σύμπτωση με παρόμοιες εξελίξεις στην Αγγλία. Μετά από μερικές τυπικές υποκλίσεις στο κομφουκιανό δόγμα της αρμονίας με τη φύση, οι πραγματείες αυτές έμπαιναν αμέσως στο καθαρά πρακτικό θέμα της βελτίωσης των αποδοτικότητας της φύσης. Τπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η γνώση που προιοθείται σ ’ αυτές τις πραγματείες πέρασε «φιλτρα ρισμένη» κάτω στους αγρότες. Τα κύρια κίνητρα στα οποία αναφέρονταν ήταν το συμφέρον, αλλά της οικογένειας, όχι το ατομικό. Ούτε υπήρχε καμιά αναφορά σε έννοιες όπως η ευημερία της κοινωνίας ή του κράτους9*. Η λεπτομερής περιγραφή των τεχνικών βελτιώσεων θα μας οδηγούσε πολύ μακριά από το κύριο θέμα μας, εκείνο της πολιτι κής μεταβολής. Είναι ακρετό να αναφέρουμε τις βελτιώσεις στην άρδευση, που αύξησαν την αξιοποίηση των ορυζώνων και την παραγωγή ρυζιού, τη χρήση εμπορικών λιπασμάτων που αντικατέ στησαν το χόρτο που έκοβαν στις βουνοπλαγιές και το ποδοπατού σαν μετά στα χωράφια, και την εφεύρεση μιας νέας αλωνιστικής μεθόδου που έλεγαν ότι θέριζε το ρύζι δέκα φορές πιο γρήγορα από την παλιά μέθοδο99. Εκείνο που είναι πολύ σημαντικό για τη έρευνά μας είναι ότι αυτές οι μεταβολές, σε αντίθεση με την εντυπωσιακή μηχανική επανάσταση που σάρωσε την αμερικάνικη γεωργία τα τελευταία εκατό χρόνια, αύξησε μάλλον παρά μείωσε την συνολική αναγκαία ποσότητα εργασίας για τις καλλιέργειες στην Ιαπωνία. Παρόλο που τεχνικές βελτιώσεις όπως τα λιπάσμα τα του εμπορίου και η νέα αλωνιστική μέθοδος ελάττωσαν το φόρτο εργασίας κατά τις περιόδους αιχμής της σποράς και του θερισμού, η συνολική εργασία δεν μειώθηκε, γιατί οι γιαπωνέζοι στράφηκαν σε διάφορες μορφές διπλής καλλιέργειας. Οι περίοδοι αιχμής για τις νέες καλλιέργειες συγχρονίστηκαν έτσι ώστε να συμπίπτουν όσο ήταν δυνατό με τις περιόδους ύφεσης των παλιών καλλιεργειών. Έ τσ ι το γενικό αποτέλεσμα ήταν να μοιραστεί περισσότερη δουλειά με μεγαλύτερη ισομέρεια στη διάρκεια της χρονιάς100. 98. Smith, Agrarian Origins. 87-88, 92. 99. Smith, Agrarian Origins, 97-102. 100. Smith. Agrarian Origins. 101-102, 142-143.
313
Κατά ένα μέρος ως αποτέλεσμα της αυξημένης γεωργικής παραγωγής, η ανταλλαγή αγαθών μέσω της αγοράς απλωνόταν όλο και περισσότερο στις αγροτικές περιοχές. Τ ο ίδιο συνέβει και με τη χρήση του χρήματος, παρόλο που το χρήμα σαν τέτοιο ήταν γνωστό από πολύ καιρό: ένας κορεάτης πρέσβυς του 15-^ αιώνα ανάφερε ότι οι ζητιάνοι και οι πόρνες δεν δέχονταν τίπ ο τ’ άλλο. Μέχρι τα τέλη της περιόδου Τοκουγκάουα, εδραιωμένες αγορές που λειτουργούσαν με διαλείμματα δέκα ημερών, μπορούσαν να βρεθούν και στις πιο απομακρυσμένες και καθυστερημένες περιο χές101. Παρόλο που υπάρχουν ενδείξεις ότι είχε αναπτυχθεί σε με γάλο βαθμό η αγροτική αυτάρκεια, που εξακολούθησε να υπάρ χει και κατά την περίοδο Μ έιτζι102, είναι φανερό ότι η Ιαπωνία, αντίθετα προς την Κίνα, είχε αρχίσει ήδη από τον 18ο αιώνα να κάνει πολύ ουσιαστικά βήματα, εντελώς μόνη της, στο δρόμο της εξέλιξής της σε ένα σύγχρονο έθνος. Μεγάλο μέρος της διαφοράς αυτής μπορεί να αποδοθεί στην pax Tokugawa που έρχεται ο ’ αντί θεση με την αταξία που επικρατούσε στην Κίνα κάτω από τη δυνα στεία Μαντσού, που ήταν ήδη σε παρακμή εκείνο τον καιρό. Εν τω μεταξύ η πρόοδος της οικονομίας είχε εκτεταμένες συνέπειες στη μεταβολή του παραδοσιακού συστήματος των μεγά λων κλήρων με τους δορυφόρους τους, και στην αντικατάστασή τους με οικογενειακά αγροκτήματα και συνομαδώσεις εκπακτωτών-πακτωτών. Η κύρια αιτία ήταν η αυξανόμενη στενότητα αγροτικών εργατικών χεριών. Η ανάπτυξη του αγροτικού εμπορί ου και της βιομηχανίας σήμαινε ότι οι ιδιοκτήτες μεγάλων κλήρων έπρεπε να δίνουν περισσότερη γη στους εξαρτημένους απ ’ αυτούς μικροκληρούχους για να τους συγκρατήσουν από την έλξη των πό λεων. Ακόμα, οι μικροκληρούχοι («νάγκο») έβρισκαν όλο και πε ρισσότερες ευκαιρίες να κερδίζουν χρήματα με τη χειροτεχνία. Η μισθωτή εργασία άρχισε να αντικαθιστά τις παλιότερες μορφές. Ως νομική κατηγορία και αργότερα ως οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, ο εξαρτημένος μικροκληρούχος εξαφανιζόταν από την ύπαιθρο. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ελάχιστα υπο λείμματα αυτής της τάξης είχαν απομείνει. Η γενική τάση ήταν να ανέρχονται οι μικροκληρούχοι στην κοινωνική κατηγορία των ξε χωριστών οικογενειών, μερικοί σαν ιδιοκτήτες, αλλά οι περισσότε 101. Smilh. Agrarian Origins. 72-73. 102. Smilh. Agrarian Origins. 72.
HIV
ροι σαν πακτωτές103. Μια παράλληλη διαδικασία οδήγησε σε παρόμοια αποτελέ σματα στην περίπτωση των κληρονομικών υπηρετών, την άλλη κύ ρια πηγή εργατικής δύναμης για τους μεγαλοκληρούχους, έξω από την οικογένεια. Εδώ επίσης η επιρροή της αγοράς απελευθέρωσε τον εργάτη γης από τις παραδοσιακές και οικογενειοκρατικές σχέσεις, αν και το κέρδος του σε ανεξαρτησία ήταν ελάχιστο. Στο μισθωτικό «συμβόλαιο» συχνά εμπλέκονταν και χρέη που κρατού σαν τον πρώην υπηρέτη εξαρτημένο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, το βασικό πλεονέκτημα της στενότητας εργασίας ήταν υπέρ του εργάτη γης. Μέχρι τα τέλη της περιόδου Τοκουγκάουα, η μισθωτή γεωργική εργασία είχε γίνει κάτι συνηθισμένο. Η στενό τητα ανέβαζε την τιμή της και την απελευθέρωνε από τους παραδοσιακούς περιορισμούς. Έ τσι οι αργές βελτιώσεις της οικο νομικής κατάστασης του πρώην μικροκληρούχου και του κληρονο μικού υπηρέτη βοήθησαν στην ταχύτερη ανάπτυξη της πακτωτικής αγροκαλιέργειας104. Έ ω ς τα μέσα του 18ου αιώνα η στροφή προς την πακτωτική αγροκαλλιέργεια είχε γίνει μια πανίσχυρη τάση105. Οι μεγάλοι ιδιοκτήτες γης, μισό αιώνα νωρίτερα, είχαν ήδη αναγνωρίσει ότι το υψηλό κόστος της εργασίας με τις μεταβαλλόμενες μορφές της είχε κάνει αδύνατη την αποδοτική διαχείριση των μεγάλων κλήρων. Το κόστος εργασίας όχι μόνο συνέχισε να αυξάνει στη διάρκεια του επόμενου αιώνα αλλά, φθάνοντας στα μέσα του 19ου αιώνα, πολλοί μισθωτοί εργάτες γης που ανακάλυπταν ότι μπορούσαν να θρέψουν την οικογένειά τους με το εισόδημά τους και μόνο, δεν δούλευαν καλά για τους ιδιοκτήτες γης και συχνά εξαφανίζονταν χωρίς προειδοποίηση όταν τους χρειάζονταν περισσότερο. Οι συνθήκες αυτές ευνοούσαν το μικρό οικογενειακό αγρόκτημα, που καλλιεργούσαν πακτωτές, πρώην εξαρτημένοι μικροκληρούχοι106. Καθώς οι μεγάλες μονάδες έδιναν τη θέση τους σε μικρές που τις δούλευαν μισθωτές γεωργοί, οι μεγαλοϊδιοκτήτες γης μπορούσαν να διατηρούν και σε μερικές περιπτώσεις να αυξάνουν τα κέρδη τους από τη γη. Τώρα οι πακτωτές ήταν αναγκασμένοι να 103. 104. 105. 106.
Smilh. Smilh. Smith. Smilh.
Agrarian Agrarian Agrarian Agrarian
Origin*. Origins. Origins. Origins.
33, 34, 83, 133, 134, 137. 108-118, 120, 123. 5, 132. 127, 131-132, 124.
315
επωμίζονται το ολοένα και πιο βαρύ φορτίο των λιπασμάτων και άλλων εξόδων της καλλιέργειας, πράγμα που αντιμετώπιζαν με δύο τρόπους: συμπιέζοντας το βιοτικό τους επίπεδο και αυξάνον τας το εισόδημά τους με χειροτεχνικές ασχολίες, καθώς το εμπό ριο και η βιομηχανία άρχιζαν να αναπτύσσονται107. Το τελικό αποτέλεσμα, λοιπόν, ήταν όχι η εξαφάνιση των μεγάλων κλήρων, αλλά μια αλλαγή στη μέθοδο εκμετάλλευσής τους, από ένα σύστημα βασισμένο στην οικογένεια και τα παρα κλάδια της σ ’ ένα σύστημα βασισμένο στην μίσθωση. Η μονάδα καλλιέργειας έγινε μικρότερη* η μονάδα ιδιοκτησίας, αν μη τι άλλο, έγινε μεγαλύτερη. Ο Σμιθ υπογραμμίζει ότι οι μεγαλοϊδιοκτήτες όχι μόνο δεν διέλυσαν τους μεγάλους κλήρους τους αλλά τους επέκτειναν, αφού ανακάλυψαν τη λύση του προβλήματός τους στην πακτωτική καλλιέργεια108. Οι πατερναλιστικές σχέσεις αντικαταστάθηκαν σιγά σιγά με τις εκρηκτικές σχέσεις εκπακτωτήπακτωτή, καθώς μια τάξη κτηματιών ξεπηδούσε μέσα από την αγροτιά — και όχι τόσο, όπως φαίνεται, μέσα από την αριστοκρα τία — ως αποτέλεσμα της εμφάνισης της εμπορικής καλλιέργειας. Τα νέα προβλήματα που δημιούργησε αυτή η σχέση θα μάστιζαν την Ιαπωνία για πολύν καιρό. Ό π ω ς μπορούσε να προεξοφληθεί με βάση την εμπειρία άλλων χωρών, οι νέες εμπορικές σχέσεις δημιούργησαν κάποια τάση προς τη συγκέντρωση της γης σε λιγότερα χέρια και το σπάσιμο των παραδοσιακών οικογενειοκρατικών σχέσεων μέσα στην αγροτική κοινότητα109. Εκείνο που έχει σημασία για την Ιαπωνία ωστόσο, είναι ότι αυτές οι τάσεις δεν προχώρησαν πολύ μακριά. Μετά την επικράτηση της πακτωτικής αγροκαλλιέργειας ως λύσης στα προβλήματα της εμπορευματικής γεωργίας, οι σχέσεις ιδιοκτησίας ελάχιστα μεταβλήθηκαν για ένα αιώνα περίπου. Σε πείσμα μερι κών αρχικών σημαδιών που προμήνυαν κάποια διαδικασία απαλλο τρίωσης των κτημάτων των αγροτών, τέτοια απαλλοτρίωση δεν έγινε. Ούτε και οι αγρότες ξεσηκώθηκαν για να απαλλοτριώσουν τις κυρίαρχες τάξεις στη γιαπωνέζικη κοινωνία. Ώ ς τα μέσα του 19ου αιώνα, ωστόσο, η εισαγωγή των εμπορευματικών σχέσεων στην αγροτική οικονομία είχε δημιουργήσει μια επικίνδυνη κατά107. Smith, Agrarian Origins. 127-131. 108. Smith, Agrarian Origins. 126, 131, 141. 109. Smith, Agrarian Origins. 145-146, 149, 157-163.
316
στάση για την παλιά τάξη πραγμάτων και κληροδότησε σοβαρά προβλήματα στο καθεστώς Μέιτζι. Τα πρώτα βήματα της Ιαπωνίας προς τη βιομηχανική κοινω νία κατά την αρχική φάση του καθεστώτος Μέιτζι έγιναν με το γνωστό τρόπο της απόσπασης περισσότερων οικονομικών πόρων από τα κατώτερα στρώματα του πληθυσμού. Ό π ω ς και στη Σοβιετική Ρωσία, ήταν κυρίως ο γιαπωνέζος αγρότης που πλήρω σε γι ’ αυτό που οι μαρξιστές ονόμαζαν πρωταρχική συσσώρευση, τη συγκέντρωση αρκετού κεφαλαίου για να πραγματοποιηθεί το άλμα από την αγροτική στη βιομηχανική κοινωνία. Αλλά, σε μεγά λο βαθμό εξαιτίας των διαφορετικών συγκυριών κάτω από τις ο ποίες το καθεστώς Μέιτζι πραγματοποίησε την εκβιομηχάνιση, η ιαπωνική εμπειρία ήταν το αντίθετο ακριβώς της σοβιετικής. Η νέα κυβέρνηση χρειαζόταν μια τακτική και σίγουρη πηγή εσόδων. Η Φορολογία της Γης που υιοθετήθηκε το 1873, ήταν ί σως η μόνη οικονομικά και πολιτικά εφαρμόσιμη λύση κάτω από αυτές τις συνθήκες. Οι αγρότες προμήθευαν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων στην κυβέρνηση110. Από τη στιγμή που η κυβέρνηση ανέλαβε το κύριο βάρος για τα πρώτα βήματα της εκβιομηχάνισης — για να την παραδώσει στους ιδιώτες μετά από λίγα χρόνια — οι αγρότες πράγματι πλήρωσαν για τα αρχικά στάδια της βιομηχανι κής ανάπτυξης. Από τ ’ άλλο μέρος — κατά την κρίση σύγχρονων μελετητών — η έγγεια φορολογία των Μέιτζι δεν αποτελούσε μεγαλύτερη επιβάρυνση σε σχέση με το φόρο της εποχής Τοκουγ κάουα. Η νέα κυβέρνηση απλώς τον οδήγησε σε νέα κανάλια, επιτυγχάνοντας έτσι τον εκσυγχρονισμό χωρίς να επιδεινώνει το βιοτικό επίπεδο του αγρότη111. Αυτό ήταν δυνατό να γίνει, γιατί η γεωργική παραγωγικότητα συνέχιζε να αυξάνει, όπως γινόταν και κάτω από το καθεστώς Τ οκουγκάουα112. Αυτή η αύξηση θα συνεχι ζόταν σ ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της γιαπωνέζικης ιστορίας που πραγματευόμαστε σ ’ αυτό το βιβλίο. Τπολογίζεται ότι η συγκομι δή διπλασιάστηκε ανάμεσα στα 1880 και 1940113. Θα πρέπει να 110. Σύμφωνα μ ι τον Smith ("Political (Change". 25) γύρω στο 78% του συνήθους εισοδήματος της κυβέρνησης μεταξύ 1868-1880 προερχόταν από τους εγγείους φόρους. Δες επίσης, στο ίδιο, σελ. 73, 82. 111. Smith. Agrarian Origin·.. 211. 112. Για μερικά στοιχεία βλέπε Morris. "Problem of Peasant Agricultural" 361-362. 113. Dore. I^nd Reform. 19.
HIT
αποφεύγει κανείς να φτάσει σε αισιόδοξα συμπεράσματα για τη δυνατότητα ενός μη επαναστατικού δρόμου προς την εκβιομηχάνι ση βασιζόμενος σ ’ αυτά τα γεγονότα. Η Ιαπωνία πλήρωσε για την αποτυχία της να εκσυγχρονίσει την αγροτική της διάρθρωση — και πλήρωσαν και άλλες χώρες όταν τα γιαπωνέζικα στρατεύματα εισέβαλαν μέσα στην Κίνα και οι γιαπωνέζικες βόμβες έπεφταν πάνω στα αμερικάνικα πλοία. Για τους αγρότες, η άμεση οικονομική συνέπεια ήταν να ενισχυθούν ορισμένες τάσεις εμφανείς ήδη από την περίοδο Το κουγκάουα. Ο χωρικός έπρεπε να διαθέτει μετρητά για να πληρώ σει τους έγγειους φόρους και έτσι εξαρτήθηκε περισσότερο από τα σκαμπανεβάσματα της αγοράς και από τον τοκογλύφο του χωριού που συνήθως ήταν ο μεγαλύτερος κτηματίας της περιοχής. Πολλοί χωρικοί χρεωκόπησαν και έχασαν τα κτήματά τους. Ο αριθμός τους είναι ένα σημείο διαφωνίας μεταξύ των ειδικών. Παρόλο που το νέο καθεστώς είχε παραχωρήσει δικαιώματα ιδιοκτησίας στους χωρικούς, στην νέα κατάσταση ο μικροαγρότης συχνά έβγαινε χα μένος, γιατί είχε μόνο τη μνήμη και την προφορική παράδοση για να στηριχθεί, ενώ ο «νόμος» — στο πρόσωπο του αρχηγού του χω ριού ή των αξιωματούχων — έπαιρνε γενικά το μέρος του μεγαλοϊδιοκτήτη114. Ό λοι αυτοί οι παράγοντες βοήθησαν να ενισχυθεί η θέσ·) του κτηματία σε βάρος του πακτωτή ή του μικροκληρούχου. Αποτελούσαν επίσης μια συνέχιση του παραδοσιακού προτύπου της στήριξης στον δυνατό και τον φρόνιμο, που είναι ίσως ένας από τους λόγους που απέτυχε η αντίσταση των αγροτών σ ’ αυτά τα μέτρα115. 114. Το αν οι χωρικοί υπέφιραν κι αυτοί από την καταστροφή της γιαπωνέζι κης οικοτιχνίας (Ιναι πιο ανοιχτό a t αμφιβολ((ς. Η σημιρινή άποψη πολλών ίυτικών μιλϊτητώ ν ιίναι ότι, «νώ μπορι( να υπήρξαν πολλές σοβαρές δυσκολ(*ς, οι νέις ιξαγωγές αγροτικών προϊόντων, όπως το τσάι, το μ*τάξι χαι το ρύζι, ισοφάρι σαν μ ι το παραπάνω αυτές τις απώλιιις. 115. Βλέπι Norman, Japane’s Emergence, 138-144, χαι την χριτιχή στον Norman από τον Morris στο "Problem of the Peasant Agriculturist” , 357-370. Παρόλο που η ιιχόνα που ilvci ο Norman για τη δυστυχία του αγρότη ιξαιτίας της αυξανόμ(νης έκθϊσής του στην αγορά μποριΐ να ((ναι παρατραβηγμένη, ιγώ βλέπω μ< σχιιττιχισμό τις στατιστικές που προβάλλκ ο Morris για ν ' απο& ίξιι ότι υπήρξαν (λάχιστις ή και καθόλου δυσχολίις. Τα συμπιράσματά του στηρίζονται στις αμφισβητοΰμινες υποθέσιις: 1) ότι η αυξανόμινη παραγωγικότητα (ξακολουθοΰσ( να ((ναι μοιρασμένη όπως πριν (σ(λ. 362) χαι 2) ότι η χρηματική οιχονομ(α (σχυ( ήίη πλήρως στην ύπαιθρο —μια υπόθ(ση που αντικροΰουν παρατηρητές της (ποχής (σιλ. 360, 364). 'Οπως σημ(ΐών(ται παραχάτω, ο Norman τ(λιχά αναγνω-
318
Η νομοθεσία των Μέιτζι και η δράση των οικονομικών παραγόντων δεν είχε ως συνέπεια να απαλλοτριωθούν μαζικά τα κτήματα των αγροτών, παρόλο που υπήρχαν κάποιες τάσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Οι κύριες συνέπειες ήταν αντίθετες: η ενίσχυση και η νομιμοποίηση του κτηματία και η νομιμοποίηση της κατοχής του αγρότη πάνω στο κτήμα του, είτε ως πακτωτή είτε ως ιδιοκτήτη. Δεν υπήρξε μαζική έξοδος προς τις πόλεις ούτε σημαντική επέκταση της μονάδας της καλιεργούμενης γης116. Η τακτική που ακολούθησε η κυβέρνηση Μέιτζι ήταν συντη ρητική με την έννοια ότι δεν είχε καμιά πρόθεση να παραχωρήσει εξουσία σε οποιαδήποτε άλλη τάξη. Ταυτόχρονα, παρατηρούν σύγχρονοι μελετητές, ήταν επαναστατική με την έννοια ότι έσπασε τις φεουδαλικές διακρίσεις και φρόντισε να ενσωματώσει τους χωρικούς σε μια συντηρητική πολιτική δομή. Έ να πολύ σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση ήταν η υιοθέτηση της στρατιωτι κής θητείας (1872-1873)1,7. Έ να άλλο ήταν η καθιέρωση ενός συστήματος γενικής και υποχρεωτικής εκπαίδευσης, που θεσπί στηκε με το Αυτοκρατορικό Διάγγελμα του 1890. Ώ ς το 1894, το 61,7% των ικανών παιδιών φοιτούσε στο δημοτικό σχολείο' λίγο μετά την αρχή του 20ου αιώνα όλα τα παιδιά πήγαιναν σχολείο. Εκτός από τις βασικές γνώσεις της ανάγνωσης και της γραφής, τα γιαπωνεζάκια έπαιρναν μεγάλες δόσεις πατριωτικής κατήχησης1,8. Έ τσι, τα επαναστατικά χαρακτηριστικά ήταν μέρος της κυβερ νητικής πολιτικής να παίρνει από τη Δύση εκείνα τα χαρακτηριστι κά του πολιτισμού της που φαίνονταν απαραίτητα στους έξυπνους Ιάπωνες για τη δημιουργία ενός ισχυρού εθνικού κράτους. Η αντίθεση ανάμεσα στα επαναστατικά και τα συντηρητικά χαρακτη ριστικά είναι περισσότερο φαινομενική παρά πραγματική. Φυσικά υπήρχαν πολλές οξύτατες διαφωνίες ανάμεσα στους ιάπωνες ηγέ ρίζιι ότι δ*ν έγιν* ικτεταμένη απαλλοτρίωση ίων κτημάτων των αγροτών. 116. Norman, Japan’s Emergence. 149, 153. 117. Πάνω σ ' αυτό το ζήτημα, βλέπι Norman. "Soldier and Peasant” . Πρόκιιται για μια πολύ διαφωτιστική πραγματιία, παρόλο που, όπως τονίζιι και ο Sansom στον πρόλογο (σιλ. xi), το να ονομάζιις τις αγροτικές ιξιγέρσίΐς της τ€λιχής ττιριόδου του καθίστώτος Τοκουγκάουα και των αρχών της πιριόδου Μέι τζι «αναπτυσσόμτνη αντιφχουδαρχιχή και δημοκρατική ιπανάσταση» που αναχαιτΐοβηχ* μ ι τη θέσπιση της στρατιωτικής θητ€ΐας, σημαΐνιι ότι πιστώνιις τους ξισηκωμούς αυτούς μ ι πολιτικούς στόχους που δτν ιπικυρώνονται από τα αποδιιχτικά στοιχ<(α. 118. Scalapino, Democracy, 295-298.
319
τες για το τί ακριβώς ήταν απαραίτητο γ ι ’ αυτό το σκοπό. Μια μικρή μειοψηφία μπορεί και να ένοιωθε έλξη προς τη Δύση εξαιτίας δικών της συμφερόντων. Ό π ω ς και νά ’ναι, είναι παρα πλανητικό να δίνει κανείς μεγάλη σημασία σ ’ αυτές τις συζητήσεις και διαφωνίες. Για να γίνει η Ιαπωνία ένα ανεξάρτητο σύγχρονο έθνος, χρειαζόταν έναν πληθυσμό που να μπορεί να διαβάζει και να γράφει τουλάχιστον όσο χρειαζόταν για να χειρίζεται τα μοντέρνα μηχανήματα, κι ένα στρατό που να μπορεί να πολεμά τους εχθρούς στο εξωτερικό και να επιβάλει την τάξη στο εσωτερικό. Μια τέτοια πολιτική δεν μπορεί κανείς να τη χαρακτηρίσει επαναστατική. Τελικά λοιπόν, η πολιτική των Μέιτζι ισοδυναμούσε με τη χρησιμοποίηση του αγρότη ως πηγής για την καπιταλιστική συσσώρευση. Αυτό με τη σειρά του απαιτούσε το ακόμη μεταλύτερο άνοιγμα της αγροτικής οικονομίας στις εμπορικές επιδράσεις και την άρση μερικών από τα εμπόδια που είχαν επιβληθεί κατά την προσπάθεια να ενσωματωθούν οι αγρότες μέσα σ ’ ένα συνεκτι κό κράτος. Η εξάρθρωση του φεουδαλισμού από τα πάνω δεν ήταν τόσο αυτοσκοπός όσο ένα μέσο για άλλους σκοπούς. Ανασκοπώντας την εξέλιξη αυτή ως σύνολο, μπορούμε να διακρίνουμε σαφέστερα και πιο συγκεκριμένα μερικούς από τους λόγους που συντελέστηκε χωρίς επαναστατική εξέγερση. Η συνε χής άνοδος της αγροτικής παραγωγικότητας είχε ζωτική σημασία για να γίνει ομαλά η όλη μετάβαση. Αυτή η άνοδος βέβαια απαιτεί μια προσπάθεια εξήγησης, που ανήκει μάλλον στην επόμενη ενότητα. Μία συνέπεια πάντως ήταν ότι δεν υπήρξε μεγάλη πείνα στις πόλεις για να παράγει πληβείους συμμάχους του αγροτικού ριζοσπαστισμού — όπως έγινε στην Γαλλική Επανάσταση. Ούτε υπήρξε στις πόλεις κάποια ουσιαστική αστική αντιφεουδαλική τάση που σε συνασπισμό με τα πιο μετριοπαθή αγροτικά αιτήμα τα να συντελούσε στην ανατροπή της παλιάς τάξης πραγμάτων. Η επικράτηση της αγοράς, μάλιστα, έδοσε έγγεια ιδιοκτησία στα φτωχότερα στρώματα των αγροτών, έστω και με τη μορφή μισθωμένης γης. Η φυσική κατοχή μεγαλύτερου μέρους γης απ ’ όσο πριν έδρασε πιθανότατα σαν σταθεροποιητικός παράγοντας. Ο ρόλος του νέου κτηματία στην εμφάνιση του καπιταλισμού, που θα συζητήσουμε σε συντομία, είναι προφανής. Σε μεγάλο βαθμό η ομάδα αυτή ξεπήδησε από την τάξη των πλούσιων χωρικών που η δύναμή τους αυξανόταν συνεχώς κατά τα τέλη της περιόδου 320
Τοκουγκάουα και που, κατά την άποψη μερικών ιστορικών, συνέ βαλαν σημαντικά στο κίνημα της Παλινόρθωσης. Ίσω ς τα μέλη αυτά της αγροτικής ελίτ που έγιναν ιδιοκτήτες γης να συμμαζεύ τηκαν μετά και να έγιναν πολιτικά ακίνδυνοι. Επιπρόσθετα ένας μεγάλος αριθμός απ ’ αυτούς απέκτησε εμπορικά ενδιαφέροντα κι έτσι δεν ήταν αντίθετοι προς τις ουσιώδεις αλλαγές που υπέστει η παλιά τάξη πραγμάτων. Γ ενικά όμως οι πλούσιοι ιδιοκτήτες γης δεν είχαν καμιά επιθυμία να διαταράξουν το ολιγαρχικό σύστημα του γιαπωνέζικου χωριού από το οποίο αυτοί κυρίως επωφελού νταν. Μόλις οι πιο φτωχοί χωρικοί και οι πακτωτές άρχισαν να προβάλουν ριζοσπαστικά αιτήματα κατά την περίοδο Μέιτζι, οι πλούσιοι χωρικοί στράφηκαν εναντίον τους119. Έ τσ ι η γιαπωνέζι κη αγροτική κοινωνία στην ιστορικά κρίσιμη φάση της διέθετε ση μαντικές ασφαλιστικές δικλείδες ενάντια σε κάθε σοβαρό αντικαπιταλιστικό ξέσπασμα και σε κάθε αντίθεση προς τις νέες κοινωνι κές ροπές. Αν υπήρχαν φραγμοί στις αντικαπιταλιστικές «υπερβολές», υπήρχαν επίσης ασφαλιστικές δικλείδες για τις αντιφεουδαλικές. Ο διαποτισμός του γιαπωνέζικου χωριού από τις φεουδαλικές επιδράσεις μέσω του συστήματος αμοιβαίου ελέγχου της πενταμε λούς ομάδας και μέσω του αρχηγού του χωριού ήταν πολύ σημαντι κός απ ’ αυτή την άποψη. Αυτά τα φρένα για τις αντιφεουδαλικές επιρροές μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε μια επικίνδυνη συσσώ ρευση δυσαρέσκειας, και προφανώς έτσι έγινε σε ορισμένες περιο χές όπου οι φεουδαλικές και οι νεοεμφανιζόμενες εμπορικές επι δράσεις συνδυάστηκαν έτσι ώστε να δώσουν στους χωρικούς ό,τι το χειρότερο από τους δύο κόσμους — έναν καταπιεστικό συνδυασμό που δεν υπήρχε στην κύρια βάση του αυτοκρατορικού κινήματος (Τσόσου). Η σύγκρουση ανάμεσα σ ’ ένα φεουδαλικό σύστημα που ακόμα είχε σημαντική ζωτικότητα και τις εμπορικές επιδράσεις που στα θερά το υπονόμευαν έδοσε στο καθεστώς Μέιτζι περιθώριο για ελιγμούς. Ό ταν οι σαμουράι κατά καιρούς έμπαιναν επικεφαλής κάποιος αγροτικής εξέγερσης, ήταν σίγουρα επικίνδυνοι. Αλλά τε λικά, οι Μέιτζι, χρησιμοποιώντας τον αγροτικό στρατό κληρωτών, είχαν τη δυνατότητα να κατευθύνουν τα αντιφεουδαλικά αισθήματα 119. Για μια διιιαδυτοο) ανάλυση του ρόλου των πλούσιων χωρικών πριν και μετά την Παλινόρθωση, βλέπι Smilh. "Landlords and Rural Capitalists” .
321
όπως τους σύμφερε, καθώς δείχνει και η καταστολή της εξέγερσης Σατσούμα, της μεγαλύτερης απειλής που γνώρισε η νέα κυβέρνη ση. Παρόλο που κατά καιρούς η κατάσταση γινόταν επικίνδυνη, η κυβέρνηση, ελισσόμενη ανάμεσα στις αντιθέσεις που χώριζαν τόσο τους εχθρούς όσο και τους συμμάχους της, κατάφερνε να επιβιώνει και να σταθεροποιείται. Παρόλο που είναι αμφίβολο αν η απειλή από τους ξένους πέρασε στη συνείδηση πολλών αγροτών, έπαιξε πράγματι σημαν τικό ρόλο στην πορεία των γεγονότων και συντέλεσε στη συντηρη τική της έκβαση. Οι επαναστατικές δυνάμεις στην ιαπωνική κοι νωνία δεν ήταν αρκετά ισχυρές, ώστε να σαρώσουν από μόνες τους τα εμπόδια προς τον εκσυγχρονισμό. Αλλά μπορούσαν και πρά γματι έδωσαν μια περιορισμένη βάση υποστήριξης για τέτοια μέτρα, όταν οι ηγέτες τα έπαιρναν για να εξασφαλίσουν τη δική τους εξουσία μέσα από τη δημιουργία ενός δυνατού κράτους. 3.
Οι διευθετήσεις των Μέιτζι: Οι νέοι γαιοκτήμονες και ο κα πιταλισμός
Για τις κυρίαρχες τάξεις, επίσης, η εποχή Μέιτζι (18681912) ήταν μια περίοδος κατά την οποία φεουδαλικά και καπιτα λιστικά χαρακτηριστικά λειτούργησαν παράλληλα μέσα στην προ σπάθεια να δημιουργηθεί ένα ιοχυρό σύγχρονο κράτος. Θα συγκε ντρώσουμε την προσοχή μας στην πολιτική σημασία του γεγονό τος ότι ο εμπορευόμενος κτηματίας αντικατέστησε τον φεουδάρχη αφέντη, μια διαδικασία που είχε ήδη αρχίσει υπό το καθεστώς Τ ο κουγκάουα. Είναι αναγκαίο να αντιληφθούμε την αλλαγή σε σχέση με το παρελθόν, σ ’ ό,τι αφορά την προσαρμοστικότητα των ηγε τών στο σύγχρονο κόσμο και την έκταση κατά την οποία νέοι και διαφορετικοί κοινωνικοί σχηματισμοί αντικατέστησαν τις παλιότερες κυρίαρχες ομάδες. Από αυτή τη σκοπιά, είναι απαραίτητο να αντιδιαστείλουμε σαφώς την ανώτερη αριστοκρατία, δηλαδή τους «νταϊμύο», από τους κοινούς «σαμουράι». Ό λες οι αυθεντίες στο θέμα συμφωνούν ότι η «τακτοποίηση των λογαριασμών» της κυβέρνησης Μέιτζι με τους «νταϊμύο» στα 1876 ήταν γενναιόδωρη ώς την υπερβολή. Τα μέτρα, όπως έχουμε δει, εξασφαλίζουν την υποταγή των «νταϊμύο» στην κυβέρνηση και συνάμα τους στερούσαν την κύρια οικονομική βάση που είχαν στο παρελθόν. Ταυτόχρονα, έδιναν τη δυνατότητα σε μερικούς από
τους μεγάλους φεουδάρχες να γίνουν μέλη της κυρίαρχης οικονομι κής ολιγαρχίας. Τα κεφάλαια που αποκτήθηκαν μ* αυτόν τον τρόπο έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην προώθηση της καπιταλιστι κής βιομηχανίας120. Ή δη τα 1880, κάτι περισσότερο από τα 44% των μετοχών των εθνικών τραπεζών ανήκαν στους νέους «ευπατρί δες», που οι περισσότεροι ήταν πρώην «νταϊμύο» και μέλη της Αυτοκρατορικής Αυλής (Κούγκε)121. Αυτοί που πραγματοποίησαν την μετάβαση στο εμπόριο, τη βιομηχανία και τις τράπεζες ήταν λίγοι σε αριθμό αλλά πολύ σημαντικοί. Τώρα ήταν σε θέση να παραμερίσουν την παλιά τάξη των εμπόρων, ενώ κατά την εποχή Τοκουγκάουα ήταν υποχρεωμένοι να δουλεύουν μαζί τους και διαμέσου τους122. Μερικοί άλλοι στράφηκαν στη γεωργία. Με τις κεφαλαιοποιημένες επιχορηγήσεις τους μπορούσαν να αγοράσουν μεγάλες εκτά σεις κρατικής γης στο Χουκάϊντο, σε πολύ φτηνή τιμή και να γίνουν μεγαλογαιοκτήμονες123. Αυτοί όμως ήταν ελάχιστοι. Η κατάληξη των τάσεων της περιόδου Τοκουγκάουα και ο «διακανονισμός των λογαριασμών» υπό το καθεστώς Μέιτζι θε έφερναν την Ιαπωνία στο σύγχρονο κόσμο χωρίς μια πολυάριθμη ομάδα ισχυρών γαιο κτημόνων - αριστοκρατών. Αν θέλουμε ν ’ ακριβολογήσουμε η Ιαπωνία, μετά το 1880 περίπου δεν είχε τάξη μεγάλων «Γιούνκερς» (αν και είχε πολλούς μικρούς), δεν είχε κάτι αντίστοιχο με τις «μεγάλες βαλανιδιές» του Burke για να σκιάζουν τους ορυζώνες της. Οι ιάπωνες «γιούνκερς», λίγοι στον αριθμό οπωσδήποτε, με δυό κινήσεις της γραφίδας θάλεγε κανείς, πήδηξαν έναν αιώνα μπροστά για να γίνουν αδέρφια των άγγλων βαρώνων του κάρβου νου και της μπύρας. Η «αυλή» γύρω από το θρόνο στα τέλη του 19ου αιώνα αποτελούνταν από πρώην φεουδάρχες, μεταμορφωμέ νους σε καπιταλιστές και λίγες παλιές εμπορικές οικογένειες μαζί με κάμποσες καινούργιες «νεόπλουτες». Εντωμεταξύ, στην ύπαι θρο αναπτυσσόταν μια νέα και πολυάριθμη αγροτική ανώτερη τά ξη, για την οποία θα χρειαστεί να μιλήσουμε σε λίγο. Οι ίδιοι έ βλεπαν τους εαυτούς τους σαν τη «μεσαία τάξη» της νέας ιαπωνι κής κοινωνίας124. 120. 121. 122. 123. 124.
Norman, Japan's Emergence, 96. Keischauer, Japan, 68. Norman, Japan's Emergence, 100. Scalapino, Democracy, 93. Norman, Japan's Emergence, 99. Smilh, "Landlords Sons in the Business Elite" 98.
323
Από τις παλιές ανώτερες τάξεις, οι νταϊμύο, στα 1872 είχαν απομείνει μια πολύ μικρή ομάδα, 268 όλοι κι όλοι. Ο αριθμός των σαμουράι, ωστόσο, ήταν πολύ μεγάλος, κάπου δύο εκατομμύρια άτομα, δηλαδή 5-6% του πληθυσμού του 1870125. Η τύχη τους δεν ήταν τόσο ευνοϊκή και για ένα μεγάλο ποσοστό πραγματικά ήταν καταστροφική. Το καθεστώς Μέιτζι σάρωσε τα κοινωνικά, οικονο μικά και πολιτικά προνόμια των σαμουράι. Αλλά εφόσον βλέπουμε ότι στα 1880 οι σαμουράι κατείχαν το ένα τρίτο περίπου των μετοχών των εθνικών τραπεζών126, το συμπέρασμα ότι οι αξιώ σεις τους από την κυβέρνηση «εξαργυρώθηκαν» με συμβολικές μόνο αποζημιώσεις μπορεί να μην ανταποκρίνεται στην πραγματι κότητα127. Το συνολικό τους εισόδημα από τα ομόλογα που πήραν στα 1876 εκτιμάται στο ένα τρίτο περίπου της αξίας των μισθών τους σε ρύζι κατά τα τέλη της περιόδου Τοκουγκάουα128. Μπορεί πολλά άτομα από τους ανώτερους κύκλους να έπαιζαν με τις ιδέες του Χέρμπερτ Σπένσερ, αλλά η κυβέρνηση δεν είχε τη δυνατότητα να καθήσει με σταυρωμένα χέρια και ν ’ αφήσει τους σαμουράι να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους ή να ψοφήσουν από την πείνα. Τουλάχιστον δεν μπορούσε αυτό να αποτελεί την δημόσια δηλωμένη πολιτική της. Ούτε και είχε τη δυνατότητα να τους επιδοτεί όλους ε π ’ άπειρον. Μεγάλο μέρος των κινήτρων που υπήρχαν πίσω από το πρόγραμμα εκβιομηχάνισης, λέει ο Σμιθ, προήλθε από την ανάγκη να γίνει κάτι για τους σαμουράι1Μ. Η κυβέρνηση πήρε επίσης μερικά πιο ειδικά μέτρα, όπως η ενθάρρυν ση της αγροτικής αποκατάστασης των σαμουράι και η προσφορά δανείων για να ξεκινήσουν δικές τους επιχειρήσεις. Σύμφωνα μ ’ ένα μελετητή που εξέτασε αρκετά λεπτομερειακά αυτά τα μέτρα, δεν πέτυχαν να δώσουν πραγματική λύση130. Παρόλο που τα στοιχεία δεν είναι τόσο σαφή όσο θα επιθυμού σαμε, φαίνεται ότι η μεγάλη μάζα των σαμουράι δεν βρήκαν 125. Nnrman. Japan's Emergence. 81, με αναφορά σε ιαπωνικές πηγές. Ο Tarubrr. Pupulaliun of Japan. 28, αναφέρει άτι «μια άθροιση από τα μητρώα του 1886 δείχνει πως το 5% του συνολικού πληθυσμού ήταν ευγενείς σαμουράι, ή μέλη των οικογενειών τους», αλλά δεν δίνει απόλυτο αριθμό. 126. Norman. Japan's Kmergence. 100. 127. Smith. Political Change. 31. 128. Βλέπε Smilh. Politiral (Jiange. 32. 129. Political Change. 33-34. 130. Harootunian. "Kconomir Rehabilitation of the Samurai. 435, 443-444.
321
ικανοποιητικό «καταφύγιο» στον κόσμο των επιχειρήσεων. Βέ βαια, ένας μικρός αριθμός τους έγιναν πλούσιοι και δυνατοί στις μπίζνες και την πολιτική. Πολλοί προχώρησαν όπως μπορούσαν ανοίγοντας δρόμο μέσα από όσες ρωγμές τους ήταν δυνατό να βρουν στο κοινωνικό οικοδόμημα και έγιναν ανάμεσα σ ’ άλλα, αστυνομικοί, αξιωματικοί του στρατού, δάσκαλοι, δικηγόρος δημοσιολόγοι, ακόμα και κούληδες και κοινοί κλέφτες131. Μιά ένδειξη για την τύχη τους βρίσκουμε στα γραπτά ενός πολιτικού θεωρητι κού της εποχής (Ουέκι Εμόρι): ήταν αντίθετος στο να περιορίζεται για λόγους περιουσιακούς το δικαίωμα ψήφου και υποψηφιότητας για δημόσιο αξίωμα, γιατί τέτοιες προϋποθέσεις θα απέκλειαν τους περισσότερους σαμουράι, που κατά τη γνώμη του ήταν η πιο κατάλληλη τάξη για την πολιτική132. Με τη γη οι σαμουράι δεν τα κατάφεραν πολύ καλύτερα α π ' ότι με τις επιχειρήσεις. Πολλοί από αυτούς που πήραν τα ομόλογά τους και προσπάθησαν να φτιάξουν τη ζωή τους σαν αγρότες ανακάλυψαν ότι δε μπορούσαν να ανταγωνιστούν τους χωρικούς133. Παρόλο που υπήρξαν κατά τον 19ο αιώνα μερικά πειράματα καλλιεργειών σε μεγάλη κλίμακα που πραγματοποιήθηκαν από ενθουσιώδεις πρώην σαμουράι, τα περισσότερα απ ’ αυτά κατέλη ξαν σε αποτυχία134. Περισσότερες ενδείξεις για την τύχη τους παίρνουμε από μερικά στοιχεία του έγγειου φόρου του 1887 (Πίνακας 1), όπου επίσης παρουσιάζεται ο συνολικός αριθμός των πρώην σαμουράι (σιζόκου) και των κοινών χωρικών (μπέιμιν) δύο περίπου δεκαετίες μετά την παλινόρθωση. Ο αριθμός των ατόμων που πρόβαλαν την ιδιότητα του «πρώην σαμουράι» δεν είχε πέσει σημαντικά, αφού σε προηγούμενο στάδιο, ήταν κάπου δύο εκατομ μύρια. Η αποτυχία της μεγάλης μάζας των σαμουράι στον γεωργικό και τον βιομηχανικό τομέα δεν κλείνει το όλο θέμα. Κάτω από το καθεστώς Τ οκουγκάουα οι νταϊμύο δεν ήταν οι μόνοι που κατείχαν γη. Μερικοί από τα ανώτερα κλιμάκια των οαμουράι είχαν επίσης 131. Norman, Japan’s Emergence, 75 (σημ*£ωση 70). Scalapino, Democracy. 95 (σημ. 3). 132. Ike, Beginnings of Political Democracy, 131, 134. 133. Smith, Political Change, 32. 134. Dore, Land Reform, 18. Βλέπί ιπίσης Harootunian, "Economic Rehabili tation of the Samurai” 435-439.
325
φέουδα135. Πόσοι ήταν αυτοί και πόση γη διέθεταν στα τέλη της περιόδου Τοκουγκάουα είναι δύσκολο να το καθορίσουμε. Πιθανό τατα ήταν μικρός τόσο ο αριθμός τους όσο και η έκταση της γης που διέθεταν. Δεν έχουμε ακούσει να έγινε απαλλοτρίωση στα κτήματά τους κατά την Παλινόρθωση. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι αυτή η μικρή ομάδα συνέχισε να υπάρχει κατά την εποχή Μέιτζι και να αποτελεί ένα τμήμα της νέας αγροτικής ελίτ. Τα αυτοκρατορικά κτήματα αποτελούσαν άλλο ένα κρίκο σύνδεσης με το παρελθόν. ΠΙΝΑΚΑΣ 1 ΕΓ Γ ΕΙΟ Σ ΦΟΡΟΣ ΣΤΗΝ ΙΑΠΩΝΙΑ ΤΟ 1887* Πρώην σαμουράι Κοινοί χωρικοί
Συνολικός αρ. Ά τομα που πληρώνουν Αναλογία όσων ατόμων Έ γγειο φόρο 10 γεν. πληρώνουν φόρο 1.954.669 35.926 0,018 37.105.091 846.370 0,023
* Πηγή: από τη La M azeliire. Japon, V, 13 5 -1 3 6 . Η υπόθεση ό τι το μικρό ποσοστό όσων σαμουράι πλήρωναν φόρο « 10 γεν» οφείλεται βτο ό τι π ο λ λοί μπορεί να πλήρω ναν μ εγαλύτερο, είναι αντίθετη προς τις γενικότερες πληροφορίες μας.
Μετά την περιγραφή αυτή, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Ιαπωνία μπήκε στη σύγχρονη εποχή χωρίς ένα σύστημα μεγάλων κτημάτων, κληροδοτημένο από τη φεουδαλική εποχή. Οι ουσιώ δεις ανισότητες που παρατηρούνται αργότερα δημιουργήθηκαν από άλλα αίτια. Η σύγρονη τάξη των κτηματιών της Ιαπωνίας φαίνε ται ότι ξεπήδησε σε μεγάλο βαθμό μέσα από την αγροτιά, ως αποτέλεσμα αλλαγών που είχαν αρχίσει να συντελούνται από την εποχή Τοκουγκάουα. Το καθεστώς Τοκουγκάουα είχε ήδη κάνει το αποφασιστικό βήμα προς τον σύγχρονο κόσμο αποκόβοντας μεγά λο μέρος της άρχουσας τάξης από τους άμεσους δεσμούς της με τη γη, ένας διαχωρισμός που πρέπει να γίνει αργά ή γρήγορα σε κάθε εκβιομηχανισμένη χώρα. Από αυτές τις σημαντικές απόψεις η ιαπωνική κοινωνία σαλπάρισε για τη σύγχρονη εποχή με πολύ λιγότερα απομεινάρια της φεουδαλικής εποχής α π ’ όσο η Αγγλία ή η Γερμανία. 135. Ο Ij Mazrli^rr. Ja|u n. V. 108-109. απαριθμεί διάφορες υποδιαιρέσεις της πολεμικής αριστοκρατίας, εκτός από τον «ντα'ιμΰο» που κατείχε γη. Ο Craig. "KrMuralitin Mciveinrnl". 190, αναφέρει ότι ένας σαμουράι «είχε ένα τιμάριο 16.000 κόκου, μεγαλύτερο από τα τιμάρια πολλών «νταϊμύο».
326
Οι πρώτες μεταρρυθμίσεις των Μέιτζι αφαίρεσαν και τα τελευταία φεουδαλικά εμπόδια στην ανάπτυξη των εμπορευματικών σχέσεων στη γεωργία. Η παραγωγικότητα στην γεωργία, που βελτιωνόταν κατά την τελευταία φάση της περιόδου Τοκουγκάουα, συνέχισε να αυξάνεται. Ανάμεσα στα 1880 και 1914 η ύπαιθρος κατάφερνε να ικανοποιεί όλη σχεδόν την αυξανόμενη ζήτηση σε ρύζι, που μεγάλωνε εξαιτίας της αύξησης του πληθυσμού. Οι εισαγωγές τροφίμων και ποτών ως σύνολο αποτελούσαν το 1914 μικρότερο ποσοστό των συνολικών εισαγωγών απ ’ ότι στις αρχές της δεκαετίαν του 1880. Η επιτυχία αυτή μόνο κατά ένα μέρος οφειλόταν στην αύληση της καλλιεργημένης γης. Σε μεγαλύτερο βαθμό οφειλόταν στη βελτίωση των καλλιεργητικών μεθόδων και στην πιο εντατική καλλιέργεια136. Ωστόσο, ο κατακερματισμένος χαρακτήρας της ιαπωνικής γεωργίας, όπως και της κινέζικης, με τα μικρά κτήματα των χωρικών, για πολύ καιρό εμπόδιζε την ε κτεταμένη χρήση των μηχανών, μια δυνατότητα που εμφανίστηκε στον ορίζοντα μόνο μετά τον Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ταυτόχρονα, οι εμπορικές επιδράσεις ενισχύθηκαν καθώς η γιαπωνέζικη γεωργία διείσδυε όλο και περισσότερο στην παγκό σμια αγορά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1880 οι κύριες εξαγω γές της Ιαπωνίας ήταν ακατέργαστο μετάξι, τσάι και ρύζι, από τα οποία το μετάξι ερχόταν, με μεγά?.η διαφορά, πρώτο137. Η μεταρ ρύθμιση του φορολογικού συστήματος στα 1873 ενθάρρυνε ακόμα περισσότερο την εξάπλωση των εμπορικών επιρροών. Για να πληρώσει το νέο φόρο, ο κτηματίας ήταν αναγκασμένος να μετα τρέψει το ρύζι του σε χρήμα138. Τώρα που είχαν εξαλειφθεί τα εμπόδια για την πώληση γης έγιναν πολλές μεταβιβάσεις και παρατηρήθηκε μια τάση για τη συγκέντρωση έγγειας ιδιοκτησίας σε λιγότερα χέρια. Ακόμα, στην Ιαπωνία, αντίθετα με την Αγγλία δεν σημειώθηκε κάποια διαδικα σία απαλλοτρίωσης σε μεγάλη κλίμακα των κτημάτων των χωρι κών, που να τους οδηγεί στις πόλεις και να δημιουργεί μεγάλα καπιταλιστικά κτήματα. Αντίθετα, μέσα στις συνθήκες της γιαπω 136. Allen, Short Economic History, 57-58, 88. Περισσότερα δια^κυτ'.ατικά σταστιστικά στοιχεία και αναλύσεις στο βιβλίο των Ohkawa και Rosovsky "Kofe of Agriculture” , 43-67. 137. Allen, Short Economic History, 87. Βλέπε σελ......... παρακάτω για τις συνέπειες της παρακμής της μεταξοκαλλιέργιας για τους αγρότες. 138. Nurman. Japan’s Emergence. 161.
327
νέζικης κοινωνίας το άνοιγμα των φραγμάτων της εμπορευματοποίησης ενέτεινε προηγούμενες τάσεις που οδηγούσαν στη δημι ουργία ενός συστήματος κτηματιών (κυρίως μικρών κατά τα δυτικά κριτήρια), πακτωτών και ανεξάρτητων ιδιοκτητών. Στο διάστημα μεταξύ της Παλινόρθωσης των Μέιτζι και του τέλους του Α ' Παγκόσμιου Πολέμου, η γιαπωνέζικη γεωργία πραγματοποίησε αυτό που θα μπορούσαμε θεμιτά να αποκαλέσουμε πετυχημένη προσαρμογή στις απαιτήσεις της σύγχρονης βιομη χανικής κοινωνίας, πετυχημένη οπωσδήποτε από αυστηρά οικονο μική άποψη. Μετά τον πόλεμο, ορισμένες ενδογενείς ανεπάρκειες έγιναν πιο αισθητές. Προς το παρόν μπορούμε να τις αφήσουμε στην άκρη, παρόλο που έχει σημασία να θυμόμαστε ότι αποτελούν μέρος του κόστους για την πρώιμη επιτυχία. Το κατόρθωμα αυτό είναι σίγουρα αξιοσημείωτο, γιατί συντελέστηκε χωρίς επανάστα ση, ειρηνική η βίαιη, στις αγροτικές κοινωνικές σχέσεις. Εφόσον η Ινδία προσπαθεί να πραγματοποιήσει τον ίδιο άθλο εδώ και δεκαπέντε χρόνια τουλάχιστον, με ασήμαντα αποτελέσματα ως τα τώρα, επιβάλλεται να κοιτάξουμε με προσοχή για να δούμε ποιοί μπορεί να ήταν οι λόγοι της ιαπωνικής επιτυχίας. Μερικοί αριθμοί θα μας βοηθήσουν να πάρουμε μια ιδέα του μεγέθους της. Γύρω στα 1955 η παραγωγικότητα της ινδικής γεωργίας, μετρημένη σε μπούσελ ρυζιού ανά εκτάριο, ήταν η ίδια περίπου με εκείνη της Ιαπωνίας στα 1868-1878, δηλαδή πάνω από 60 άλλα λιγότερα από 70, πιθανότατα πιο κοντά στα 60. Ώ ς το 1902 η παραγωγι κότητα της Ιαπωνίας αυξήθηκε σε 74 μπούσελ ανά εκτάριο, ώς το 1917 κοντά στα 90 μπούσελ, δηλαδή 50% περίπου μέσα σε μισό αιώνα13’. Ένα άλλο στατιστικό στοιχείο είναι επίσης πολύ αποκαλυπτι κό για τον τρόπο που οι Ιάπωνες πραγματοποίησαν αυτό το πρώιμο οικονομικό θαύμα. Ο κτηματίας έπαιρνε, με τη μορφή ενοικίου σε είδος, και πουλούσε μεγάλο μέρος από την συγκομιδή του αγρότη, μεταξύ 58 και 68% της παραγωγής κατά την περίοδο 1878-1917, αν πιστέψουμε τις στατιστικές140. Ο κτηματίας χρεια ζόταν μετρητά. Ο τρόπος που τα έπαιρνε είναι προφανής: χρησιμο ποιούσε διάφορες μορφές νομικών και κοινωνικών τεχνασμάτων για να παίρνει ρύζι από τους αγρότες και να το πουλάει στην αγο-
Ρ*·_____
139. Ohkawa and Hosovskv "Role of Agrirulliire". 45 (Τάβλι I), 65. 140. Ohkawa and Rosovsky. "Role of A*rirull.ire". πίναχβς 6. 6. 52.
328
Δεν είναι από κάθε άποψη ξεκάθαρο ποιόν ακριβώς ρόλο έ παιξε ο κτηματίας στον πειθαναγκασμό των αγροτών να εργά ζονται πιο σκληρά και αποτελεσματικά. Σύμφωνα με τον R.P. Dore, οι νέοι κτηματίες της Ιαπωνίας, πολλοί από τους οποίους προ έρχονταν από την αγροτιά, έπειθαν τους πακτωτές τους να υιοθε τούν τεχνικές βελτιώσεις που αύξαιναν πολύ την παραγωγή141. Παρόλο τον σεβασμό μου στον καθηγητή Dore, αμφιβάλλω πολύ αν ο κτηματίας έπαιζε συχνά αυτόν τον ενεργό ρόλο. Ό π ω ς σημειώ νει αλλού ο καθηγητής Dore, οι αγρότες εφάρμοζαν από μόνοι τους πολλές τεχνικές βελτιώσεις για δικούς τους, και πολύ αυστηρούς λόγους. Επίσης ο κτηματίας μπορεί να επέστρεφε μερικά από τα κέρδη του στους πακτωτές για να τους ενθαρρύνει να εφαρμόσουν τις νέες τεχνικές μεθόδους. Το μέγεθος του μεριδίου που επιστρεφόταν έτσι δεν είναι δυνατό να μετρηθεί με ακρίβεια· οι ενδείξεις είναι ασαφείς και γενικολόγες, έτσι που να υπονοείται ότι το μερί διο αυτό ήταν πολύ μικρό. Ό π ω ς και να ήταν, μπορεί να ήταν αρ κετά μεγάλο ώστε να κάνει την πλάστιγγα να γείρει αποφασιστι κά. Χωρίς αυτό διαβάζουμε, οι πακτωτές δεν θα ανταποκρίνονταν στις συμβουλές για την αύξηση της παραγωγής τους142. Παρόλο που η βελτίωση της παραγωγικότητας δεν θα μπο ρούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς τα οικονομικά κίνητρα, αυτά είναι ανεπαρκή από μόνα τους για να την εξηγήσουν. Ιδέες για το πώς να αυξήσουν την παραγωγή τους θα έφθαναν χωρίς άλλο στους αγρότες λόγω της ειδικής διάρθρωσης της αγροτικής κοινότητας. Ό π ω ς έχουμε δει, ήταν μια κοινωνία σφιχτοδεμένη και ταυτόχρο να εύκολα διαπερατή από επιρροές προερχόμενες από τον άρχοντα της περιοχής, και σ ’ αυτό διέφερε πολύ τόσο από τις ινδικές όσο κι από τις κινέζικες αγροτικές κοινότητες. Τπήρχαν δοκιμασμένα θεσμικά κανάλια, μέσα απ ’ τα οποία τα αιτήματα για καινοτομίες που εκφράζονταν από τα πάνω μπορούσαν να φτάσουν στους αγρότες και να προκαλέσουν ανταπόκριση, εφόσον δεν ήταν παρατραβηγμένα. Το τελευταίο αυτό σημείο χρειάζεται υπογράμμιση. Ό π ω ς παρατηρεί ο Dore «...Είναι σίγουρο ότι μεγάλο μέρος της αύξησης μπορεί ν ’ αποδοθεί στην αυξημένη χρήση εμπορικών λιπασμάτων, όχι δηλαδή, στις καινοτομίες, αλλά στο ότι μερικοί 141. "Agricultural Improvement” , 69-91. 142. Ohkawa and Rosovsky, "Role of Agriculture” , 52 (σημ. 15)' Dore, Agricultural Improvement 81-82.
329
καλλιεργητές έκαναν κάτι παραπάνω α π ’ όσα οι περισσότεροι χωρικοί έκαναν ήδη»143. Μετά την αναπροσαρμογή, το «καταστάλαγμα» του συστήμα τος εκπάκτωσης της γης, ορισμένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του παρουσίασαν αξιοσημείωτη σταθερότητα μέχρι (και ίσως και κατά) τον Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο. Έ τσι, το 1903, 44,5% της αρώσιμης γης δουλευόταν από πακτωτές, ενώ στα 1938 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 46,5% χωρίς σημαντικές διακυμάνσεις στο μεσοδιάστημα144. Ούτε στο μέγεθος των κτημάτων και στην κατανομή της έγγειας ιδιοκτησίας σημειώθηκαν αξιόλογες μετα βολές. Φαίνεται ότι το 1910 γύρω στα 73% των ιδιοκτητών με κτήματα ενός «τσο» (1 τσο = 4 στρέμματα) ή λιγότερο, κατείχαν μόνο το 23% της γης, ενώ λιγότερο από το 1% κατείχε περίπου το ένα πέμπτο της γης. Ως το 1938 η συγκέντρωση είχε αυξηθεί κάπως: 74% περίπου των ιδιοκτητών ενός «τσο» ή λιγότερο κατείχαν ένα τέταρτο της γης- και το 1% κατείχε κάτι περισσότερο από το ένα τέταρτο της γης145. Σίγουρα η ανάπτυξη του καπιταλισμού ούτε έφερε την επανά σταση στην ιαπωνική γεωργία ούτε την αποσΰνθεσε. Τα στοιχεία μάλλον δείχνουν ότι υπήρξε ένα αρχικό σοκ που το ακολούθησε μακροχρόνια ισορροπία. Ο εκπακτωτής κτηματίας ήταν το κλειδί του νέου συστήματος. Τί είδους πρόσωπο ήταν, με την πλατύτερη κοινωνική και πολιτική έννοια; Πρώτα-πρώτα, ο όρος ((κτηματίας» είναι πολύ πλατύς για νά ’ναι ικανοποιητικός, παρόλο που είμαστε υποχρεωμένοι να τον χρησιμοποιούμε146. Μπορεί να περιλάβει οποιονδήποτε, από κάποιον που ελάχιστα ξεχωρίζει από τον απλό χωρικό ώς έναν από τους τέσσερις γίγαντες με πάνω από 1.000 τσο γης. Ένας έγκυρος μελετητής μας λέει ότι ένα κτήμα 5 «τσο» περίπου ήταν απαραίτητο για την κοινωνική θέση που υπονοεί η λέξη landlorl στα αγγλικά. Τπήρχαν περίπου 28.000 που εκπάκτωναν πάνω από 5 τσο, λίγο πριν από την αμερικάνικη αγροτική μεταρρύθμιση. Από αυτούς γύρω στους 3.000 ήταν πραγματικά 143. "Agricultural Improvement” , 89. Βλέπε επίσης σελ. 77-78 για τη χρησι μοποίηση της παραδοσιακής κοινωνιχής δομής. 144. Takekoshi, "Land Tenure", 118' Nasu, "Aspects of Japanese Agriculture” , 11, (Πίνακας 15). 145. Βλέπε Nasu, Aspects of Japanese Agriculture, II (Πίνακα; 13 και 14). 146. Για μια σύντομη ανασκόπηση του προβλήματος όπου επικρίνεται η ριζοσι.αστική παράδοση που κυριαρχούσε μέχρι πρόσφατα στις περισσότερες ιαπωνικές και δυτικές μελέτες, βλέπε Dore, "Meiji Landlord” , 343-355.
330
μεγάλοι κτηματίες με ιδιοκτησία πάνω από 50 τσο147. Ό τα ν ο μη ειδικός επιχειρεί να κατανοήσει την κρίσιμη πολιτική σημασία του κτηματία μέσα στον αγροτικό χώρο κάτω από το νέο καθεστώς, πιθανότατα θα μπερδευτεί πολύ στην αρχή. Τα στοιχεία που έχω παρουσιάσει ώς τώρα φέρνουν στο νου μια φυσιογνωμία ανάλογη προς τον τολμηρό και δραστήριο εκπακτωτή γαιοκτήμονα της Αγγλίας στα τέλη του 18ου αιώνα, που κυνηγού σε πάντα τη μεγάλη ευκαιρία για να πλουτίσει. Τπάρχει επίσης μια κάπως παλιότερη παράδοση στη βιβλιογραφία που τονίζει την παρασιτική πλευρά της προσαρμογής στον καπιταλισμό148. Αν και είναι δυνατό να συμβιβάσουμε τις δύο απόψεις, με τρόπο που θα αναφέρω σε λίγο, θά ’ταν καλό να εξετάσουμε πρώτα το επιχείρη μα της παρασιτικής προσαρμογής. Η ουσία του επιχειρήματος είναι απλή και υπογραμμίζει σημαντικές πλευρές της κατάστασης του κτηματία. Κάτω α π ’ τις πολιτικές και τις οικονομικές συνθήκες που δημιουργήθηκαν από την Παλινόρθωση των Μέιτζι, πολλοί ιάπωνες κτηματίες δεν χρειάστηκε να γίνουν αγρότες-επιχειρηματίες και να πειραματί ζονται με νέες τεχνικές. Στην πορεία του χρόνου η πίεση του πληθυσμού πάνω στη γη ανέβασε τα πακτώματα. Στην Ιαπωνία, όπως και στην Κίνα, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η αύξηση του πληθυσμού προηγείται χρονικά της δυτικής επιρροής. Έμμεσες ενδείξεις φανερώνουν μια αύξηση κοντά στα 40% κατά τον 17ο αιώνα, δηλαδή μετά την εδραίωση της ειρήνης και της τάξης από το καθεστώς Τ οκουγκάουα14’. Τ α καλά της ησυχίας και της τάξης δεν απλώνονται εξίσου σ ’ όλους τους τομείς της κοινωνίας. Τ όσο στην προβιομηχανική κοινωνία όσο και στη σύγχρονη εποχή, ο «πλεονάζων» πληθυσμός της Ιαπωνίας ήταν «πλεονάζων» ανα φορικά με μια ειδική ιστορική κατάσταση, από την οποία οι κυ ρίαρχες τάξεις αντλούσαν τεράστια ωφέλη. Στην πορεία του χρό νου οι βιομήχανοι επωφελήθηκαν κι αυτοί από τον τρόπο που η τε ράστια εφεδρεία εργατικού δυναμικού στην ύπαιθρο συμπίεζε τους μισθούς στις πόλεις. Μ ’ άλλα λόγια, οι πολιτικοί παράγοντες έπαιξαν κάποιο ρόλο στη δημιουργία του νέου κτηματία και του «πλεονάζοντος» πληθυ 147. Dore, Land Reform. 29. 148. Nasu. "Aspects of Japanese Agriculture” . 130-131. Norman, Japan'Emergence, 150-151. 149. Taeuber. Population of Japan, 20.
331
σμού που τον στήριζε. Καθώς η διαδικασία ήταν βαθμιαία, δεν είναι καθόλου αξιοπερίεργο που ιστορικοί διαφορετικών πεποιθή σεων διαφωνούν για τη χρονολογία κατά την οποία γίνεται ορατός ο παρασιτισμός. Φτάνοντας στα 1915, πάντως, ο παρασιτικός κτηματίας κυριαρχούσε στον αγροτικό χώρο, όπως διαπίστωσε ένας παρατηρητικός άγγλος ταξιδιώτης150. Εδώ θα αναφέρω μόνο μερικά από τα πρώτα σημαντικά πολιτικά ορόσημα. Η αναθεώρηση της έγγειας φορολογίας το 1873 εδραίωσε τα περιουσιακά δικαιώματα του κτηματία, συχνά εις βάρος των χωρικών151. Η ασφάλεια της ιδιοκτησίας ήταν απαραίτητη προϋ πόθεση για την εμφάνιση του παρασιτικού «ραντιέρη», αλλά οπωσδήποτε όχι επαρκής. Η αλλαγή του νόμου για τη γη το 1884, σύμφωνα με κάποιες ερμηνείες, ήταν αποφασιστική, αφού καθήλω σε τον έγγειο φόρο σε περίοδο συνεχούς πληθωρισμού. Ένας από τους συντελεστές κόστους του κτηματία θα έμενε σταθερός, ενώ τα εισοδήματά του θα αυξάνονταν λόγω της αυξανόμενης ζήτησης για τρόφιμα και της γενικής ανάπτυξης της οικονομίας. Ένα παρα πέρα σύμπτωμα της αλλαγής φαίνεται στη δραστηριότητα του κτηματία μέσα στο Φιλελεύθερο Κόμμα, κατά την πρώτη σύνοδο της Δίαιτας το 1890. Εκείνη την χρονιά οι κτηματίες ήθελαν να μειωθεί δραστικά ο φόρος γης και για να πετύχουν αυτό το σκοπό, ήταν πρόθυμοι να θυσιάσουν τις αγροτικές επιδοτήσεις, που θα ωφελούσαν περισσότερο τη γεωργία και λιγότερο τους γαιοκτήμο νες1” . Το αν ο νέος «ραντιέρης» κατάφερνε να αποσπά περισσότερο πλεόνασμα από την αγροτιά απ ’ όσο ο φεουδάρχης προκάτοχός του είναι αμφίβολο. Το πλεόνασμα που πράγματι αποσπούσε είναι εντυπωσιακή μαρτυρία για τον αποτελεσματικό τρόπο με τον οποίο το νέο καθεστώς υπηρετούσε τα συμφέροντα του εκπακτωτή γαιοκτήμονα. Ό τα ν ο σύγχρονος μελετητής ξεκινά για να διορθώ σει παλιότερες εσφαλμένες εντυπώσεις για τις ταλαιπωρίες που αυτός ο πρώιμος καπιταλισμός επέβαλε στους γιαπωνέζους καλλι εργητές, τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους, όταν εκτιμά ότι ο κτηματίας έπαιρνε από τα τρία πέμπτα ώς τα δύο τρίτα του 150. Foundation of Japan. 261. Ο συγγραφέας ιπκτκέφβτ,χε πολλές περιοχές της αγροτικής Ιαπωνίας κατά τον A ' Παγκόσμιο Πόλεμο. 151. Norman, Japan’s Emergence. 138-139. 152. Dore. Meiji Landlord. 352, 351.
332
φυσικού προϊόντος της γης ανάμεσα στα 1873 και 1885153. Σκόρπιες πληροφορίες για την κατάσταση σε μεταγενέστερες εποχές δείχνουν ότι οι θεσμικές μεταβολές που συντελέστηκαν δεν ήταν πολύ σημαντικές. Φτάνοντας στα 1937, οι γιαπωνέζοι γαιο κτήμονες πουλούσαν το 85% της παραγωγής τους, που αποκτού σαν κυρίως μέσω της πληρωμής σε είδος από τους πακτωτές τους. Εκτιμημένα σε χρήμα, τα πακτώματα των ορυζώνων ανέβη καν πάνω από 50% στα χρόνια που ακολούθησαν τον Α ' Παγκό σμιο Πόλεμο154. Μέσα στο σύστημα που επικρατούσε μεταξύ των δύο πολέμων, ο πακτωτής παρέδινε τη μισή συγκομιδή του στον γαιοκτήμονα. Το μόνο που έπαιρνε σε αντάλλαγμα ο πακτωτής ήταν η χρήση της γης, αφού όλο το κεφάλαιο το έβαζε ο ίδιος155. Από το 1929 και μετά, έγιναν απόπειρες να ενεργοποιηθεί ένας νόμος για τις αγροτικές μισθώσεις. Έγιναν μερικές μικρής σημα σίας βελτιώσεις. Οι εκπακτωτές ήταν σε θέση να μπλοκάρουν οποιαδήποτε πραγματική μεταρρύθμιση156. Παρόλο που θα χρεια στεί να συζητήσουμε πληρέστερα παρακάτω τις πολιτικές επιπτώ σεις της αγροτικής κατάστασης, μπορούμε να αναφέρουμε με λίγα λόγια εδώ το είδος της επιχειρηματολογίας που ανέπτυξαν οι Ιάπωνες γαιοκτήμονες για να υπερασπίσουν τα συμφέροντά τους. Βασικά, όπως θα περίμενε κανείς, έκαναν έκκληση στις εθνικιστι κές παραδόσεις για να αρνηθούν την πραγματικότητα των συγκρουόμενων οικονομικών συμφερόντων, πράγμα που αποτελεί το κύριο συστατικό του φασισμού. Η ακόλουθη δήλωση που έκανε η Ένωση Ιαπώνων Κτηματιών στα 1926 αποκαλύπτει πως η φανταχτερή εθνικιστική ιδεολογία (με κύριες φιγούρες τον Αυτοκράτορα και τους Σαμουράι) υπηρετούσε συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα καθώς και πόσο εύκολα μπορούσε να μεταβληθεί σε φασιστική δημαγωγία. «Ενθυμούμενοι τη λαμπρή παράδοση του έθνους μας, με τους ηγεμόνες και τους υπηκόους να αποτελούν ένα σύνολο, και αναλογιζόμενοι την ένδοξη ιστορία της εθνικής μας αναπτύξεως στο παρελθόν, ας δώσουμε έμφαση στις αρμονι 153. 154. 155. 156.
Morri>. "Problem of ihe Peasant Agriculturist" 359 (Πίνακας II). Ladejinsky. "Farm Tenancy". 431, 435. Ladejinsky. "Farm Tenancy". 435. Ladejinskv. "Farm Tenancy". 443-444.
333
κές σχέσεις μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας και ειδικότερα ας καλλιεργήσουμε την ειρήνη μεταξύ των κτηματιών και των πακτωτών αγροτών, συντελώντας έτσι στην ανάπτυξη των αγροτικών χωριών μας. Τί είδους διάβο?.οι είναι αυτοί που μανιασμένα χτυπούν καμπάνες για πυρκαγιά όταν δεν υπάρχει πουθενά φωτιά και υποκινούν τον ταξικό αγώνα, προκαλώντας εχθρότητα εναντίον των γαιοκτημόνων και ερεθίζοντας τους πακτωτές αγρότες; Αν αυτά τα κακόβουλα σχέδια δεν εμποδιστούν τί θ ’ απογίνει η εθνική μας υπόστα ση;... Είμαστε αποφασισμένοι λοιπόν να συνεργαστούμε με όσους συμμερίζονται τις ίδιες ιδέες, να αφυπνίσουμε την κοινή γνώμη και να προωθήσουμε μια προσφορότερη εθνική πολιτική»157. Τα στοιχεία που μόλις ανασκοπήσαμε βεβαιώνουν σαφέστατα ότι υπήρχε μια συνιστώσα καταπίεσης στην προσαρμογή των ανωτέρων τάξεων της υπαίθρου στην ανάπτυξη του εμπορίου και της βιομηχανίας. Αυτό, θα έλεγα, είναι το κλειδί, και όχι τόσο ο παρασιτισμός. Από αυτή τη σκοπιά το πρόβλημα των αποδεικτι κών στοιχείων που αφορούν την ενεργητικότητα, τη φιλοδοξία, την επιχειρηματικότητα, εξαφανίζεται158. Το να μιλάμε για ψυχολογι κή ορμή προς την επιτυχία δεν μας λέει τίποτα, εκτός κι αν ξέρουμε πώς εκδηλώνεται αυτή η ορμή. Η γιαπωνέζικη κοινωνία στα τέλη του 19ου αιώνα μπορεί να παρήγαγε τη δική της παραλλαγή του τολμηρού, επιχειρηματικού κτηματία, που τόσο εντυπώσιαζε τους ξένους επισκέπτες στην Αγγλία του 18ου αιώνα. Στην Ιαπωνία, απ ’ τ ’ άλλο μέρος, η σχέση του με το κράτος ήταν σχεδόν αντίστροφη από κείνη που υπήρχε στην Αγγλία. Ο βρεταννός γαιοκτήμονας χρησιμοποιούσε το κράτος για να διώξει τους ιδιοκτήτες αγρότες και να κρατήσει μόνο λίγους πακτωτές. Ο γιαπωνέζος γαιοκτήμονας δεν τους έδιωχνε από τη γη· αντίθετα, χρησιμοποιούσε το κράτος μαζί με πιο ανεπίσημους μοχλούς, κληροδοτημένους από προγενέστερες εποχές, για να «στραγγίζει» 157. Ιίαρατίθεται στο "Karm Tenancy", του Ladejinsky. 441-442. 158. Σημειώστε, at αχίση μ ’ αυτό, τα αναφερόμενα στο βιβλίο του Smith "landlords’ Sons in the Business Elil” , 102-105, όπου ο συγγραφέας επιμένει ότι η τάξη των γαιοκτημόνων συνέβαλε μ ι το παραπάνω στην ανάδειξη επιχειρηματιών ηγετών, γιατί είχε τα μέσα να μορφών» τα παιδιά της, πίστευε στις αρετές της σκληρής δουλειάς και επιθυμούσε να τα σπρώξει ψηλά στην χοινωνική κλίμακα.
334
πακτώματα από τους αγρότες και να πουλά την παραγωγή στην ανοιχτή αγορά. Ή ταν λοιπόν, κοινωνιολογικά, πολύ πιο κοντά στον εμπορευόμενο ευγενή της Τουλούζης του 18ου αιώνα παρά στον αντίστοιχο άγγλο τζέντλεμαν. Ωστόσο η σύγκριση με τις γαλλικές εξελίξεις φαίνεται μάλλον υπερβολική. Τον 18ο αιώνα οι αλλαγές αυτές ήταν ακόμη μέρος μιας προοδευτικής, πνευματικά και κοινωνικά, κίνησης. Στην Ιαπωνία ο ερχομός του σύγχρονου κόσμου έφερε μαζί του μια αύξηση της αγροτικής παραγωγής, αλλά αυτό έγινε κυρίως μέσω της δημιουργίας μιας τάξης μικροϊδιοκτητών, που αποσπούσαν το ρύζι από την αγροτιά χρησιμοποιώντας ένα συνδυασμό καπιταλι-' στικών και φεουδαλικών μηχανισμών. Η διαβίωση της μεγάλης μάζας των αγροτών ήταν κοντά στα όρια της φυσικής επιβίωσης, αν και δεν σπρώχτηκαν πέρα από το όριο αυτό, όπως γινόταν με τους μεγάλους λίμους στην Κίνα και στην Ινδία. Τί πρόσφερε σε αντάλλαγμα ο νέος αυτός κτηματίας στην ιαπωνική κοινωνία; Απ ’ όσο μπορώ να κρίνω από τα στοιχεία, δεν πρόσφερε ούτε καλλιτε χνική άνθηση ούτε την ασφάλεια που παρείχαν παλιότερα οι άρχοντες στην ύπαιθρο, αλλά μόνο την καλλιέργεια ευλαβών πρωτο-φασιστικών αισθημάτων. Μια τάξη που μιλά πολύ για τη συμβολή της στην κοινωνία συχνά βρίσκεται στο δρόμο για να γίνει απειλή για τον πολιτισμό. Η γαιοκτημονική ανώτερη τάξη, που δεν αποτελεί η ίδια μέρος της πρωτοπορίας για την οικονομική πρόοδο και που, επομένως, στηρίζεται σε μια σημαντική δόση καταπίεσης για να διατηρήσει την κοινωνική της θέση, είναι αναγκασμένη στη σύγ χρονη εποχή να αντιμετωπίσει το δυσάρεστο καθήκον να συμβιβα στεί με τους συντελεστές της καπιταλιστικής προόδου στις πόλεις. Ό που η αστική ορμή δεν είναι ισχυρή, όπως στην Ιαπωνία, οι καπιταλιστές ηγέτες καλοδέχονται ίσως τη συμβολή της συντηρη τικής υπαίθρου για να διατηρηθεί η τάξη και η σταθερότητα. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι τα καπιταλιστικά στοιχεία δεν είναι αρκετά ισχυρά ώστε να εισαγάγουν νέες, δικές τους μορφές κατα πίεσης. Ό τα ν η παλινόρθωση Μέιτζι άνοιξε το δρόμο για έναν καινούργιο κόσμο, οι εμπορευόμενες τάξεις των πόλεων ήταν εγκλωβισμένες μέσα στο παλιό συντεχνιακό σύστημα και είχαν πολύ στενή αντίληψη για να μπορούν να επωφεληθούν των νέων ευκαιριών. Τπήρξαν, ωστόσο, μερικοί που διέβλεψαν πράγματι σημαντικές ευκαιρίες μέσα στους ανταγωνισμούς της εποχής και
χάρη σ ’ αυτή τη διορατικότητα έφτιαξαν αργότερα τις σημαντικό τερες και ισχυρότερες επιχειρηματικές κοινοπραξίες, τα γνωστά «ζαϊμπάτσου». Στη διάρκεια της αρχικής φάσης του καθεστώτος Μέ.τζι, η κύρια ώθηση για οικονομική ανάπτυξη ερχόταν, τυπικά τουλάχι στον, από την κυβέρνηση, που τώρα ήταν στα χέρια μιας νέας πτέρυγας της αγροτικής αριστοκρατίας, και από μερικούς σκόρπι ους σαμουράι, ικανούς και ενεργητικούς που είχαν δεινοπαθήσει κάτω από το καθεστώς Τοκουγκάουα. Οι επιχειρηματίες εξακο λουθούσαν να είναι εξαρτημένοι. Οικονομικά, στηρίζονταν στην κυβέρνηση, που ενθάρρυνε τις επιχειρήσεις, από το ένα μέρος για να δώσει στην Ιαπωνία μια επαρκή σύγχρονη βάση για να αντισταθεί στις ξένες πιέσεις (αποβλέποντας και σε μελλοντικές κατακτή σεις), αλλά και για να δώσει απασχόληση στην ανήσυχη αγροτιά'5’. Έ τσι, από τις αρχές της σύγχρονης περιόδου βρίσκουμε τα αγροτικά και τα εμπορικά συμφέροντα να συνεργάζονται για να κρατηθεί ο λαός ήσυχος στο εσωτερικό και να δοθεί η δυνατότητα στην Ιαπωνία να επιδιώξει τη στρατιωτική δόξα στο εξωτερικό. Ακόμα και κατά τις τελευταίες δεκαετίες του καθεστώτος Μέιτζι, η τάξη των επιχειρηματιών ήταν ακόμα κοινωνικά και πολιτικά κατώτερη από την ελίτ που κυβερνδύσε την Ιαπωνία, και της οποίας οι πολιτιστικές ρίζες βρίσκονταν στο αγροτικό παρελ θόν, αν και οι οικονομικές της ρίζες είχαν απλωθεί μέσα στον κόσμο της σύγχρονης βιομηχανίας. Το κοινωνικό στίγμα του εμπορίου εξακολουθούσε να υπάρχει. Απέναντι στους δημόσιους αξιωματούχους, οι επιχειρηματίες συνέχιζαν να εκφράζονται απο λογητικά και με σεβασμό. Ενώ απέφευγαν την δημόσια πολιτική, 159. Ο Smith στο έργο του "Political Change” σελ. 31, Sivci έμφαση στο τελευταίο σημείο. Το σλόγχαν «Πλούσια Χώρα - Δυνατές Στρατός» δείχνει χαθαρά τον χαρακτήρα και τους οιωνούς της οικονομικής μεταρρύθμισης, της οποίας τα εθνιχιστιχά χαρακτηριστικά τονίζονται από τον Brown στο βιβλίο του "Nationalist in Japan” κεφ. V. Η κατάχτηση ξένων εδαφών ήταν στο μυαλό σημαντικών ηγετών της κυβέρνησης από την αρχή. 'Οπως σημειώσαμε παραπάνω, το ζήτημα ήταν ποιό έπρεπε να μπει πρώτο, η μεταρρύθμιση ή η κατάχτηση. Στα 1871, ο Γιαμαγχάτα Αρ.τόμο, ένας από τους θεμελιωτές του σύγχρονου στρατού, είπε στον Σάιγχο, τον ηγέτη μιάς θερμοχέφαλης ομάδας Σαμουράι, ότι ο καιρός δεν είχε ωριμάσει αχόμα. «Ο στρατός μας», είπε, «βρίσκεται επί του παρόντος σε φάση αναδιοργάνωσης' αλλά σ ’ ένα χρόνο πάνω κάτω, τα θεμέλια του στρατιωτικού συστήματος θα έχουν μπει και πιθανότατα δε θα υπάρχει κανένα εμπόδιο να στείλουμε μια στρατειά στην ήπειρο». Βλέπε Ike. "Beginnings of Political Democracy". 51.
336
ot επιχειρηματίες επιδίδονταν σε ιδιωτική πολιτική δραστηριότη τα. Η δωροδοκία ήταν συχνά ο μηχανισμός που συμφιλίωνε τις ανάγκες των επιχειρηματιών και των πολιτικών. Αναγκασμένοι να αγωνίζονται ενάντια στις αντιεμπορικές αριστοκρατικές τάσεις, οι επιχειρηματίες έκριναν φρόνιμο να αποφεύγουν να δημιουργούν εχθρούς και φρόντιζαν να τά ’χουν καλά με τις αρχές160. Μόνο όταν ο A ' Παγκόσμιος Πόλεμος επιτάχυνε το ρυθμό της βιομηχανικής ανάπτυξης, άρχισε ο ιαπωνικός καπιταλισμός να κατακτά τη θέση που δικαιωματικά του ανήκε. Ανάμεσα τα 1913 και 1920 η παραγωγή χάλυβα ανέβηκε από 255 σε 533 χιλιάδες τόνους. Η ικανότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας υπερδιπλα σιάστηκε επίσης κατά την ίδια περίοδο, περνώντας από τα 504 στα 1214 χιλιάδες κιλοβάτ161. Αλλά ακόμα και μετά α π ’ αυτό το άλμα, η καπιταλιστική βιομηχανία δεν είχε προχωρήσει τόσο όσο στη Γερμανία, την Αγγλία ή τις Η.Π.Α. Για τα χρόνια του μεσοπολέμου μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει τη γιαπωνέζικη οικονομία σαν ένα σύστημα μικρών εργοστασίων, ένα σύστημα όπου συμμετείχε ακόμα αποφασιστικά το αγροτικό και χειροτεχνι κό στοιχείο, κυριαρχούμενο από λίγες μεγάλες φίρμες που η επιρροή τους απλωνόταν άμεσα και έμμεσα μέσα σε κάθε γιαπωνέ ζικο νοικοκυριό162. Τα «ζαϊμπάτσου» έφτασαν στο ζενίθ της δύνα μής τους στα 1929, πριν ακριβώς από τη μεγάλη κρίση. Προωθών τας κεφάλαια, δίνοντας τεχνικές συμβουλές και με τη δύναμη που διέθεταν μέσα στην αγορά, προέκτειναν αυτή την επιρροή ακόμα και μέσα στη μικρή αγροτική παραγωγή και στις μικροεπιχειρήσεις γενικά163. Το κύριο πρόβλημα που χώριζε τους βιομηχάνους και τους κτηματίες επί μεγάλο διάστημα κατά τη σύγχρονη εποχή ήταν η τιμή του ρυζιού. Οι βιομήχανοι ήθελαν φτηνό ρύζι για τους εργάτες τους και πίεζαν πολύ την κυβέρνηση για να εμποδίσουν τις υψηλές τιμές ασφαλείας για το ρύζι, από τις οποίες επωφελούνταν κυρίως οι εκπακτωτές164. Παρόλο που η παραγωγή ρυζιού ανά μονάδα καλιεργούμενης γης καθώς και η συνολική παραγωγή συνέχισαν να αυξάνουν, η Ιαπωνία περνώντας στον 20ό αιώνα 160. 161. 162. 163. 164.
Scalapino. Democracy. 151, 253, 258, 262. Allen. Shorl Kconomic Hi>lory. 107. Β λίπι το σχόλιο του Ike στο "Beginnings of Political Democracy" 212. Allen. Shorl Kconomic Hislorv, 128. Dore. Ijn.i Reform. 99.
337
αδυνατούσε να παράγει αρκετό ρύζι για να χορταίνει τον πληθυ σμό της και ήταν αναγκασμένη να κάνει εισαγωγές. Μετά το 1925 οι εισαγωγές ανέρχονταν στο 1/6 ώς το 1/5 της εγχώριας παραγωγής. Παρόλες τις εισαγωγές η κατά κεφαλήν κατανάλωση έπεφτε σταθερά165. Οι βραχυπρόθεσμες επιτυχίες της περιόδου Μέιτζι άρχιζαν τώρα πια να δείχνουν την αρνητική πλευρά τους. Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα ήταν η φορολογία. Έ τσι, το 1923 οι βιομήχανοι έφτασαν στο σημείο να προτείνουν την κατάργηση της φορολογίας στβιομη χα νία, μια κίνηση στην οποία αντιστάθηκαν τα αγροτικά συμφέροντα1*’·’. Το 1932, πάλι, ήρθαν σε σύγ κρουση στη Δίαιτα «τα συμφέροντα των μισθωτών και των κερδών», για την έκταση που θα έπαιρνε το πρόγραμμα ενίσχυσης των καλιεργητών, ένα ζήτημα που γινόταν οξύτερο εξαιτίας της ύφεσης που μάστιζε τότε τη γιαπωνέζικη βιομηχανία και γεωργία. Οι επιχειρηματίες νίκησαν. Αποτέλεσμα ήταν να ενταθούν, προσω ρινά τουλάχιστον, οι κεντρόφυγες τάσεις μέσα στη χαλαρή συμμα χία κτηματιών-βιομηχάνων που έλεγχε την ιαπωνική πολιτική167. Οι συγκρούσεις αυτές φέρνουν στην επιφάνεια σημαντικές διαφορές ανάμεσα στη γερμανική και τη γιαπωνέζικη κοινωνία, κατά τις πιο πρόσφατες φάσεις του εκσυγχρονισμού. Επειδή στην Ιαπωνία δεν υπήρχε κάποια ομάδα αντίστοιχη προς την κυρίαρχη ελίτ των Γιούνκερς της Γερμανίας στα τέλη του 19ου αιώνα, δεν υπήρχε ανοιχτή συμφωνία αντίστοιχη προς τον περίφημο «γάμο» του σίδερου με τη σίκαλη, ούτε συμφωνία που να συνδυάζει τη ναυτική επέκταση που ικανοποιούσε τους βιομήχανους και το δασμολόγιο για τα σιτηρά που ικανοποιούσε τους αγρότες, πράγμα που το 1901 αντιπροσώπευε την «ολοκλήρωση» του γάμου στη Γερμανία. Αντί γι* αυτό, όπως είδαμε, οι εισαγωγές ρυζιού αυξήθηκαν, παρόλο που αξίζει να σημειώσουμε ότι μεγάλο μέρος απ ’ αυτό το ρύζι ερχόταν από περιοχές που βρίσκονταν κάτω από τον άμεσο πολιτικό έλεγχο της Ιαπωνίας. Μια παραπέρα συνέπεια 165. Allen. Short Economic History, 201 (πιν. X). Τ α στοιχϊΐα του Allen φθάνουν ως το 1937. Σύμφωνα μι τους Ohkawa χαι Rosovsky —"Role of Agric ulture". 54 (Π ίνα' 8) χαι 57(πΙναξ 12)— οι Ιίιις τάσιις ιξαχολούθησαν να υπάρχουν μέχρι το 1942 τουλάχιστον. 166. Tanin χαι Yohan. "Militarism and Fascism” , 135. Πρόχιιται για μια σοβιιτιχή, μιταφρασμένη σ τ ’ αγγλιχά, μχλέτη, που όμως clvai σχιτιχά μη δογματική χαι αξίζιι την προσοχή. Το κύριο μειονέκτημά της ctvai η αβάσιμη αισιοδοξία της σ( σχέση μ ι την αόξυνση του ταξιχού αγώνα». 167. Tanin χαι Yohan. Militari>m and Fascism. 155-157.
338
των διαφορών στην κοινωνική δομή ήταν εκείνος ο ριζοσπαστικός αντικαπιταλισμός ή ψευδοριζοσπαστισμός της δεξιάς, με ισχυρές ρίζες νάμεσα στους μικροκτηματίες των χωριών, που αποτέλεσε ένα από τα κύρια συστατικά της ιαπωνικής εκδοχής του φασισμού, ενώ στη Γερμανία δεν ήταν παρά ένα δευτερεύον ρεύμα. Απομένει να δούμε αυτές τις διαμάχες μεταξύ των βιομηχανι κών και τα αγροτικών συμφερόντων στην Ιαπωνία στην ιδιαίτερη προοπτική τους. Οι δυνάμεις που χώριζαν τον επιχειρηματία από τον κτηματία ήταν λιγότερο σημαντικές από εκείνες που τους ένωναν. Ό π ω ς θα δούμε στην επόμενη ενότητα, όταν τα πράγμα τα δυσκόλευαν, ο αντικαπιταλιστικός ριζοσπαστισμός θυσιαζόταν υποχρεωτικά. Βασικά, τόσο ο διακανονισμός του αγροτικού ζητή ματος από το καθεστώς Μέιτζι όσο και το πρόγραμμα εκβιομηχά νισης, έφερε μια προσέγγιση των αγροτικών και εμπορικών συμφε ρόντων. Στο εσωτερικό τα ένωνε ο κοινός κίνδυνος μήπως κάποιο επιτυχημένο λαϊκό κίνημα αντιτασσόταν στα αντίστοιχα οικονομι κά και πολιτικά τους συμφέροντα. Ως προς το εξωτερικό, τα κρατούσε ενωμένα η απειλή της ξένης εισβολής ή μια τύχη παρόμοια με της Ινδίας και της Κίνας, καθώς και το δέλεαρ των ξένων αγορών. Καθώς το εμπόριο γινόταν όλο και ισχυρότερο, παρέχοντας στην Ιαπωνία τα μέσα για μια ενεργή εξωτερική πολιτική, οι συνέπειες αυτού του συνδυασμού γίνονταν περισσότε ρο αισθητές και επικίνδυνες. Θα ήταν λογικό να ρωτήσει κανείς γιατί βι επιχειρηματίες και οι παραγωγοί μπορούσαν να συμφωνήσουν μόνο πάνω σ ’ ένα πρόγραμμα εσωτερικής καταπίεσης και εξωτερικής επέκτασης. Ίσω ς να υπήρχε κάτι άλλο που Θα μπορούσαν να έχουν κάνει. Τπήρχε, πιστεύω, αν και συνεπαγόταν κίνδυνο πολιτικής αυτοκτο νίας. Το να ανεβάσουν το βιοτικό επίπεδο των αγροτών και των εργατών και να δημιουργήσουν μια εσωτερική αγορά, θα ήταν ένα επικίνδυνο εγχείρημα για τις ανώτερες τάξεις. Θα απειλούσε τον εκμεταλλευτικό πατερναλισμό πάνω στον οποίο στηριζόταν το κύρος τους μέσα στο εργοστάσιο και που ήταν ένας από τους κύριους μηχανισμούς για την απόσπαση κερδών. Για τους κτηματί ες οι συνέπειες θα ήταν ακόμα πιο σοβαρές. Μια εύπορη αγροτιά μέσα σε μια γνήσια πολιτιστική δημοκρατία θα τους στερούσε από τα πακτώματα. Αυτό με τη σειρά του θα σήμαινε την κατάρρευσή τους. Σ ’ αυτή την εξήγηση των κύριων χαρακτηριστικών της 339
ιαπωνικής εκδοχής του ολοκληρωτισμού, μερικοί θα ήθελαν να προσθέσουν τον παράγοντα της συνέχειας στο σύστημα αξιών, ιδιαίτερα την πολεμική παράδοση των σαμουράι. Υπήρχε σίγουρα κάποιο είδος συνέχειας. Αλλά οφείλει κανείς να εξηγήσει γιατί η παράδοση συνεχιζότα Τα ανθρώπινα συναισθήματα δεν διατη ρούνται από δική τους μόνο κεκτημένη ταχύτητα. Πρέπει να «φυτεύονται» σε κάθε νέα γενιά και να διατηρούνται στη ζωή μέσα από κοινωνικές δομές που να τα κάνουν να φαίνονται περισσότερο ή λιγότερο εύλογα και ενδεδειγμένα. Δεν υπήρχε τίποτα στο φιλοπό λεμο πνεύμα καθεαυτό, που κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα να προώθησε την Ιαπωνία στο δρόμο των κατακτήσεων στο εξωτερι κό και της καταπίεσης στο εσωτερικό. Η νίκη των Τοκουγκάουα στα 1600 καταδίκασε τον φεουδάρχη πολεμιστή. Για τρεις αιώνες σχεδόν ο «Σογκούν» κατάφερε με σχετικά μικρές δυσκολίες να ελέγχει το περίφημο πολεμικό πνεύμα, αμβλύνοντας την οξύτητά του με την ειρήνη και την ευμάρεια. Ό τα ν η Ιαπωνία άρχισε να παίζει το ιμπεριαλιστικό παιχνίδι, στην αρχή δοκιμαστικά κ ι κατά ένα μέρος τουλάχιστον για λόγους αυτοάμυνας (όπως στον σινο-ιαπωνικό πόλεμο του 1894-95) και, τέλος, στα σοβαρά, η παράδοση των σαμουράι και η αυτοκρατορική λατρεία πρόσφεραν αιτιολογήσεις και νομιμοποιήσεις για το σύνολο των συμφερόντων που σκιαγραφήσαμε παραπάνω. Η καταπίεση στο εσωτερικό και η επιθετικότητα στο εξωτε ρικό ήταν λοιπόν σε πολύ γενικές γραμμές, οι κύριες συνέπειες που είχαν, η διάλυση του αγροτικού συστήματος και η ανάπτυξη της βιομηχανίας στην Ιαπωνία. Χωρίς να έχουμε την πρόθεση να παρουσιάσουμε μια λεπτομερή πολιτική ιστορία, μπορούμε τώρα να δούμε τα πολιτικά αποτελέσματα κάπως πιο συγκεκριμένα. 4.
Πολιτικές συνέπειες: η φύση τον ιαπωνικού φασισμού
Θα διαιρέσουμε, για τους δικούς μας σκοπούς, την πολιτική ιστορία της σύγχρονης Ιαπωνίας μετά την Παλινόρθωση σε τρεις κύριες φάσεις. Η πρώτη, που χαρακτηρίζεται από την αποτυχία του αγροτικού φιλελευθερισμού, κλείνει με την υιοθέτηση ενός τυπικού συντάγματος και μερικών από τα εξωτερικά διακοσμητικά στοιχεία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, το 1889. Η δεύτερη τελειώνει με την αποτυχία των δημοκρατικών δυνάμεων να ξεπεράσουν τα εμπόδια που όρθωνε αυτό το σύστημα, μια κατάσταση 3·«»
ολοφάνερη πια όταν άρχισε η μεγάλη ύφεση στις αρχές της δεκαετίας του ’30. Η αποτυχία αυτή, στη δεκαετία του ’30, εγκαινιάζει την τρίτη φάση, τη φάση της πολεμικής βιομηχανίας και της ιαπωνικής εκδοχής ενός δεξιού ολοκληρωτικού καθεστώ τος. Οπωσδήποτε αυτή η διαίρεση είναι κάπως αυθαίρετη. Αν βοηθήσει να συγκεντρωθεί η προσοχή σε σημαντικές εξελίξεις, θα έχει πετύχει το στόχο της. Το «φιλελεύθερο» κίνημα, όπως ίσως θυμάται ο αναγνώστης, ξεπήδησε μέσα από τη φιλοφεουδαλική και σωβινιστική αντίδρα ση των σαμουράι, που είχαν απογοητευτεί από τις αρνητικές γι ’ αυτούς επιπτώσεις της Παλινόρθωσης Μέιτζι. Παρόλη την προέ λευσή του αυτή, το κίνημα έχει κάποιο δικαίωμα να ονομάζεται φιλελεύθερο, εφόσον απαιτούσε ευρύτερη δημόσια συμμετοχή στην πολιτική απ ’ όση ήταν διατεθειμένη να παραχωρήσει η κυβέρνηση Μέιτζι, τόσο σε σχέση με την συζήτηση των αποφάσεων όσο και το δικαίωμα ψήφου. Οικονομικά, η ομάδα που συνασπίστηκε με σύνθημα «Ελευθε ρία και Λαϊκά Δικαιώματα» και που δημιούργησε το Φιλελεύθερο Κόμμα (Τζιγιούτο), φαίνεται ότι πόνταρε στην δια αρτυρία των μικροκτηματιών'κατά της κυριαρχίας της αριστοκρατικής και οι κονομικής ολιγαρχίας των Μέιτζι. Ο Νόρμαν αποδίδει κάποιες από τις φιλελεύθερες τάσεις τους στο γεγονός ότι πολλοί κτηματί ες στα 1870 ήταν παράλληλα και εμπορευόμενοι μικροκαπιταλιστές, παρασκευαστές του ποτού «σακέ», πολτού φασολιών και τα παρόμοια168. Με αφήνει μάλλον δύσπιστο αυτή η προτεινόμενη συσχέτιση της ποτοποιίας με τη δημοκρατία και πιστεύω ότι αυτό είναι ένα από τα σπάνια σημεία όπου ο Νόρμαν εφαρμόζει ευρωπαϊκούς παραλληλισμούς και μαρξιστικές κατηγορίες μάλλον επιπόλαια. Η ήττα του γιαπωνέζικου δημοκρατικού κινήματος στα 1870 και τα 1880 δεν έμοιαζε με μια ήττα όπου μια αδύναμη εμπορική τάξη ρίχνεται στην αγκαλιά της φεουδαλικής αριστο κρατίας για να προστατευθεί από τους εργάτες, ξεπουλώντας, όπως λέει ο Μαρξ, το δικαίωμα να κυβερνά για χάρη του δικαιώ ματος να πλουτίζει. Η Ιαπωνία δεν ήταν Γερμανία, τουλάχιστον όχι ακόμη. Το ιαπωνικό πρόβλημα, αν το δούμε από τη σκοπιά των κυβερνητών Μέιτζι, ήταν ένα πρόβλημα συμβιβασμού των ανώτε 168. Japan's Kmcrgence. 169-170.
34)
ρων τάξεων στις αγροτικές περιοχές με τη νέα τάξη πραγμάτων169. Η κυβέρνηση Μέιτζι ήθελε να δημιουργήσει βαρειά βιομηχανία, ναυπηγεία και δυνατότητες παραγωγής στρατιωτικού υλικού, και όλ' αυτά σήμαιναν βαρύτερη φορολογία στη γη. Έ τσι, στην εναρκτήρια συνεδρίαση του «Τζιγιούτο» στα 1881 εκφράστηκε έντονη διαμαρτυρία για τους νέους φόρους του επιβλήθηκαν με την δικαιολογία των αυξημένων ναυτικών δαπανών170. Σαν ομάδα που αισθανόταν ότι άλλοι, ιδιαίτερα οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, αντλούσαν τα ουσιαστικά οφέλη από την Παλινόρθωση, προσπά θησε να διευρύνει τη βάση στήριξής της, φθάνοντας μέχρι την αγροτιά. Ό τα ν όμως οι γαιοκτήμονες αντ.μετώπισαν τις αγροτι κές διεκδικήσεις που έρχονταν σ ' αντίθεση με τα δικά τους συμφέροντα, το «Τζιγιούτο» διασπάστηκε και κατέρρευσε. Κάπως αριστερό για την εποχή του, το «Τζιγιούτο» διαλύθηκε στα 1884, αντί να επιτρέψε: στον εαυτό του να γίνει ένα πραγματικά ριζοσπαστικό κόμμα — πράγμα εντελώς αδύνατο εκείνο τον καιρό. Έ τσ ι τέλειωσε η πρώτη περιπέτεια που είχε η Ιαπωνία με τον οργανωμένο πολιτικό φιλελευθερισμό. Το κίνημα αναπτύχθηκε ανάμεσα στους γαιοκτήμονες, οι οποίοι το απαρνήθηκαν τη στιγμή που κατάλαβαν ότι ξεσήκωνε την αγροτιά. Σε καμιά περίπτωση, λοιπόν, δεν ήταν μια προσπάθεια, έστω και θνησιγενής, των εμπορικών τάξεων των πόλεων να πετύχουν την «αστική δημοκρα τία», όπως έχουν ισχυριστεί ορισμένοι συγγραφείς171. Παρ’ όλα αυτά, κατά το σύντομο διάστημα της «φιλελεύθε ρης» κινητοποίησης, η κυβέρνηση Μέιτζι δεν δίστασε να καταφύγει σε καταπιεστικά μέτρα. Από το 1880 κιόλας, μόλις είχαν αρχίσει να εμφανίζονται πολιτικά κόμματα, όρισε ότι «καμιά πολιτική ένωση... δεν επιτρέπεται να διαφημίζει τις διαλέξεις ή τις δημόσιες συζητήσεις της, να πείθει ανθρώπους να ενταχθούν στις γραμμές της αποστέλλοντας πολιτικούς επιτρόπους ή εκδίδοντας εγκυκλί ους, και να συνεννοείται με άλλες παρόμοιες ενώσεις»172. Ωστόσο, οι δραστηριότητες του «Τζιγιούτο» λίγο αργότερα δείχνουν ότι ο νόμος δεν εφαρμοζόταν αυστηρά. Από τη σκοπιά της κυβέρνησης, οι αγροτικές εξεγέρσεις στα 1884-1885 ήταν αναμφισβήτητα πολύ 169. Βλέτκ Ike, Beginnings of Political Democracy. 173. 170. Scalapino. Demoeracy. 101. 171. Σ χιτικά μ 'αυτό, β λίπε, Scalapino. Democracy 96-107 και Ike Beginnings of Political Democracy. 68-70, 88-89, 107-110. 172. Παρατίθιται στο "Democracy" του Scalapino. 65.
M2
πιο σημαντικές. Παρόλο που μερικές από αυτές, όπως είδαμε, πήραν το χαρακτήρα ενός μικρού εμφύλιου πολέμου, δεν συντονί στηκαν μεταξύ τους και γρήγορα απέτυχαν. Στηριγμένη στη νέα της αστυνομική δύναμη και τον στρατό από κληρωτούς, η κυβέρνηση.·*ήταν σε θέση να τις καταστείλει σχετικά εύκολα173. Το 1885, ένα χρόνο μετά τη διάλυση του «Τζιγιούτο», οι οικονομικές συνθήκες άρχισαν να καλυτερεύουν. Ο χρόνος φαινόταν να δουλεύει προς όφελος της κυβέρνησης. Πάντως όταν εμφανίστη καν σημάδια αναζωογόνησης της πολιτικής δραστηριότητας, η κυβέρνηση προσπάθησε και πάλι να σβήσει τη φωτιά με τον περίφημο Νόμο για την Διατήρηση της Ειρήνης, της 25η Δεκέμ βρη 1887, τον οποίο κατάρτισε ο Αρχηγός του-Μητροπολητικού Γραφείου της Αστυνομίας και άλλοι, κάτω από την καθοδήγηση του Στρατηγού Γιαμαγκάτα, της πιο ισχυρής φυσιογνωμίας της τελευταίας περιόδου των Μέιτζι. Τα κύρια άρθρα του νόμου επέ τρεπαν στην αστυνομία να μετακινεί οποιονδήποτε έμενε σε ακτίνα πέντε περίπου μιλίων από το Αυτοκρατορικό Ανάκτορο, αν έκρινε ότι «σχεδίαζε κάτι επιβλαβές για την δημοσία τάξη». Αυτό επέ τρεψε στον στρατηγό Γ ιαμαγκάτα να απομακρύνει με τη βία κά που πέντε χιλιάδες άτομα, ανάμεσά τους και όλους σχεδόν τους η γέτες της αντιπολίτευσης. Προηγουμένως η αστυνομία είχε πάρει μυστικές εντολές να σκοτώσει οποιονδήποτε αντιστεκόταν. Παρόλ’ αυτά ένας τουλάχιστον από τους σημαντικούς ηγέτες της αντιπολί τευσης, ο Γκότο Σοτζίρο, εξακολούθησε να βγάζει λόγους από δω κι από κει στην ύπαιθρο, για να σωπάσει τελικά όταν του προσφέρθηκε το Τπουργείο Επικοινωνιών, λίγες μέρες μετά την δημοσίευση του Συντάγματος174. Τα κύρια χαρακτηριστικά της στρατηγικής της κυβέρνησης φαίνονται καθαρά α π ’ αυτό το σχεδίασμα. Ή ταν ένας συνδυασμός άμεσης αστυνομικής καταπίεσης, οικονομικών μέτρων με στόχο να αμβλυνθούν ορισμένες από τις αιτίες δυσαρέσκειας χωρίς να βάζουν σε κίνδυνο τη θέση της κυρίαρχης ομάδας, και τέλος αποκεφαλι σμού της αντιπολίτευσης με την προσφορά στους ηγέτες της ελκυστικών θέσεων στη γραφειοκρατία Μέιτζι. Εκτός ίσως από κάποια υφολογικά χαρακτηριστικά που αφορούν τις λεπτομέρειες της εκτέλεσης ή την ρητορική των δημόσιων δηλώσεων, δεν 173. Β λίπι Ike. Beginnings of Political Democracy. κιφ. XIV. 174. Ike. Beginnings of Political Democracy. 181, 185-187.
υπάρχει τίποτα σ ’ αυτήν την πολιτική που να μπορεί κανείς να το αποδώσει ειδικά στη γιαπωνέζικη κουλτούρα. Το περιεχόμενο της πολιτικής αυτής είναι ό,τι θα περίμενε κανείς να κάνουν οποιοδήποτε σύνολο έξυπνων και συντηρητικών πολιτικών αρχηγών κάτω από παρόμοιες περίπου συνθήκες. Η πολιτική αυτή σημείωσε επιτυχία. Ενώ θα ήταν απίθανο να πετύχει, αν είχε ν ’ αντιμετωπίσει μια ενεργητική και ενωμένη αντιπολίτευση αποφασισμένη να πραγματοποιήσει τον εκσυγχρο νισμό με δημοκρατικά μέσα — ας πούμε περίπου κατά το αγγλικό πρότυπο- τέτοια αντιπολίτευση ήταν αδύνατο να ξεπηδήσει μέσα στις ιδιαίτερες συνθήκες της γιαπωνέζικης κοινωνίας της εποχής εκείνης. Η βιομηχανική εργατική τάξη ήταν ακόμα υποτυπώδης, οι αγρότες αν και πηγή αντιπολίτευσης, ήταν σχετικά αδύναμοι και διαιρεμένοι- οι εμπορικές τάξεις ακόμα δεν είχαν απαλλαγεί από τον έλεγχο της φεουδαλικής αριστοκρατίας. Τ ο σύνταγμα, που παραχωρήθηκε από τα πάνω το 1889, αντανακλούσε αυτή την ισορ ροπία των κοινωνικών δυνάμεων και, δίνοντάς της την σφραγίδα της αυτοκρατορικής νομιμότητας, συντέλεσε στο να τη σταθερο ποιήσει και να την διαιωνίσει. Δεν υπάρχει λόγος να συνεχίσουμε τη λεπτομερειακή περι γραφή της εθνικής πολιτικής μέχρι τον Α ' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ό π ω ς είναι γνωστό, ο έλεγχος της Δίαιτας πάνω στα δημόσια οικονομικά περιορίστηκε πολύ με το νέο σύνταγμα. Ενώ ο στρατός είχε ασυνήθιστες εξουσίες, η πρόσβασή του στο θρόνο ήταν μάλλον μια αντανάκλαση της δύναμής του στην γιαπωνέζικη κοινωνία παρά πηγή αυτής της δύναμης. Οι κυβερνήσεις δεν έπεφταν επειδή έχαναν τις εκλογές, που το αποτέλεσμά τους μπορούσε γενικά να «μαγειρευτεί», αλλά επειδή έχαναν την εμπιστοσύνη κάποιου σημαντικού τομέα της ελίτ: αριστοκράτες, γραφειοκράτες ή στρα τιωτικοί175. Η παραίτηση του Ί τ ο στα 1901 σημάδεψε την κατάρρευση της πολιτικής πτέρυγας της ολιγαρχίας. Μετά την δολοφονία του Ί τ ο στα 1909, ο στρατιωτικός Γιαμαγκάτα κυρι άρχησε στην πολιτική ζωή της Ιαπωνίας ώς το θάνατό του στα 1922174. Πιο σημαντικά, από τη δική-μας άποψη, είναι ορισμένα ρεύματα σκέψης, που τράβηξαν την προσοχή των κτηματιών όταν 175. Scalapino, Democracy, 206' Reischauer, Japan, 98. 176. Reischauer, Japan. 121. 125.
344
ο περιορισμένος ενθουσιασμός τους για την κοινοβουλευτική διακυ βέρνηση είχε καμφθεί. Η κίνηση «Νοχόν-σούγκι» (δηλαδή «η γεωρ γία είναι η βάση») που άκμασε μέχρι το 1914 περίπου, ήταν ένα περίεργο μίγμα εθνικισμού «Σίντο», της πίστης δηλαδή στην ιδιαίτερη αποστολή των Ιαπώνων, και κάποιων ιδεών που οι δυτικοί θα τις αναγνώριζαν ως φυσιοκρατικές. Στο μίγμα αυτό δεσπόζουν «μια μυστικιστική πίστη στις πνευματικές αξίες της αγροτικής ζωής και... η διδακτική έμφαση στην ομορφιά του γιαπωνέζικου οικογενειακού συστήματος και του πατερναλισμού, και εκείνων των αρετών — της ολιγάρκειας, της ευσέβειας, της εργατικότητας, της αυταπάρνησης και της αφοσίωσης στο καθήκον — που αποτελούσαν τα κύρια σημεία της πατροπαράδοτης 'γαιοκτημονικής πατερναλιστικής ηθικολογίας’177. Η πατριωτική εξύψωση των αγροτικών αρετών, ιδιαίτερα εκείνων των αρετών που ωφελούσαν τις αγροτικές ανώτερες τάξεις, είναι χαρακτηριστικό των αγροτικών κοινωνιών που υπο φέρανε από την εισβολή του εμπορίου. Στην Ιαπωνία τα αγροτι κά προβλήματα, που εξακολούθησαν να υπάρχουν κατά την εποχή της εκβιομηχάνισης, έδωσαν πολύ μεγαλύτερη έμφαση σ ’ αυτόν τον αντιδραστικό πατριωτισμό. Το «Νοχόν-σούγκι» δεν ήταν παρά μια φάση ενός ευρύτερου κινήματος. Τους προγόνους του μπορούμε να τους βρούμε ανάμεσα σε μερικούς από τους κορυφαίους διανοητές της περιόδου Τ οκουγκάουα. Ιστορικοί διάδοχοί του μπορούν να θεωρηθούν οι ζηλωτές των «Νέων Αξιωματικών», που με τις δολοφονίες και τις απόπειρες πραξικοπήματος που έκαναν βοήθη σαν στην προετοιμασία του ολοκληρωτικού καθεστώτος της δεκαε τίας του ’3017β. Κατά τις πρώτες δεκαετίες της περιόδου Μέιτζι, το «Νοχόνσούγκι», παρ’ όλη την έμφαση που έδινε στο μοναδικότητα της Ιαπωνίας, έπαιξε κάποιο ρόλο στην κίνηση για να εφαρμοστεί η καπιταλιστική καλλιέργεια μεγάλης κλίμακας στην Ιαπωνία. Η προσπάθεια αυτή, όπως είδαμε, δεν καρποφόρησε, κατά κύριο λόγο γιατί σύμφερε περισσότερο του ιάπωνες κτηματίες να νοικιάζουν τη γη τους χωρισμένη σε μικρά χωράφια παρά να τη καλλιεργούν οι ίδιοι17’. 177. Dore, Land Reform. 56-57. 178. Dore, Land Reform, 57. 179. Dore, Land Reform. 58-69.
345
Η στάση της κίνησης αυτής απέναντι στην αγροτιά έχει μεγαλύτερη σημασία, αν και εκεί απέτυχε να δώσει συγκεκριμένα αποτελέσματα, γιατί συνέπεσε με την γενικότερη ανάπτυξη των γραφειοκρατικών αλλά και των βιομηχανικών αντιλήψεων πριν από τον Α ' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οποιαδήποτε μείωση του αρι θμού των μικροκ-λλιεργητών — ακόμα κι εκείνων που κατείχαν ένα άθλιο χωραφάκι μισού «τσο» — την έβλεπαν σαν συμφορά. Ο «πρύτανης» των λογίων του «Νοχόν-σούγκι» στα 1914 μιλούσε με συγκίνηση για την εξαχρείωση που απλωνόταν σιγά σιγά στην ύπαιθρο, καθώς οι χωρικοί αποκτούσαν τη συνήθεια ν ’ αγοράζουν λεμονάδες, ομπρέλες, τσόκαρα και οι νέοι να φοράνε καπέλα τύπου Σέρλοκ Χολμς. Σήμερα μπορεί να γελάμε μ ’ αυτή την γιαπωνέζι κη εκδοχή του Κόλονελ Μπλίμπ. Αλλά η κυβέρνηση και οι βιομήχανοι είχαν σοβαρούς λόγους να την υποστηρίζουν. Οι σταθε ρές αγροτικές οικογένειες, επιχειρηματολογούσαν, προσφέρουν υπάκουους στρατιώτες κι έναν κυματοθραύστη που προστατεύει από την ανατρεπτική δράση. Επίσης, με τον μεγάλο αριθμό τους κρατούσαν σε χαμηλά επίπεδα τους μισθούς, δίνοντας τη δυνατό τητα στην Ιαπωνία να κάνει εξαγωγές και να χτίσει τη βιομηχανι κή βάση της180. Κι εδώ επίσης μπορεί κανείς να δει τα υλικά συμφέροντα που έδεναν την αγροτική και τη βιομηχανική άρχουσα τάξη. Στα συμφέροντα αυτά, το «Νοχόν-σούγκι», στις πιο μετριοπαθείς εκ δοχές του, που ελάχιστα ξεχώριζαν από τον «φυσιολογικό» γιαπω νέζικο πατριωτισμό και τη λατρεία του αυτοκράτορα, πρόσφερε μια χρήσιμη νομιμοποίηση και δικαιολόγηση. Έχοντας υπόψη ο ρισμένες σύγχρονες τάσεις που παίρνουν στα σοβαρά αυτές τις ιδέες, θεωρώ απαραίτητο να υπογραμμίσω και πάλι ότι ήταν εκ των υστέρων δικαιολογήσεις και τίπ ο τ’ άλλο181. Η επίδρασή τους στα συγκεκριμένα πολιτικά μέτρα ήταν ανύπαρκτη. Ό ταν ήρθε ο καιρός να γίνει κάτι συγκεκριμένο για τους χωρικούς και τους πακτωτές, που ήταν ο στόχος αυτής της συναισθηματικής ηθικολο γίας, τα συμφέροντα των κτηματικών και η Δίαιτα έβαλαν γρήγο ρα φρένο στις σχετικές προσπάθειες. Ενώ ο Αστικός Κώδικας του 1898 παρείχε κάποια προστασία στους μισθωτές κτημάτων πάνω 180. Dore, Land Reform. 60-62. 181. Βλέπι Benedict. Chrysanthemum and the Sword. Πρέπιι να ομολογήσω ότι τους in a ιρνα στα σοβαρά μίχρις ότου μιλιτήσω στο σοβαρά την ιαπωνική ιστο-
346
σε ζητήματα σημαντικά γ ι ’ αυτούς, η εφαρμογή του περιορίστηκε στο ένα τοις εκατό της μισθωμένης γης. Ό π ω ς καταλήγει ο Dore. «η μεγάλη πλειοψηφία των πακτωτών έμεινε χωρίς καμιά προστα σία»182. Μετά τον A ' Παγκόσμιο Πόλεμο, η ισορροπία δυνάμεων στη γιαπωνέζικη κοινωνία μεταβλήθηκε σε βάρος της αγροτικής «ε λίτ». Ο πόλεμος έδωσε ισχυρή ώθηση στη βιομηχανία και κατά τη δεκαετία του ’20 σημειώθηκε το ζενίθ τόσο της ιαπωνικής δημο κρατίας όσο και της επιρροής του επιχειρηματικού τομέα στη πολιτική της χώρας. Ο στρατηγός Γιαμαγκάτα πέθανε το 1922. Για μερικά χρόνια μετά η εξουσία φαινόταν να περνά από τα χέρια των μιλιταριστών στις εμπορικές τάξεις και τη Λ;’ ΐτα183. Έ να σύμπτωμα της αλλαγής στο πολιτικό κλίμα ήταν - γεγονός ότι, μετά τη συμφωνία της Ουάσιγκτον για τον Ναυτικό Αφοπλισμό, μερικές εφημερίδες της Ιαπωνίας έφτασαν στο σημείο να υψώσουν την κραυγή: « Έ ξ ω ο στρατός από την πολιτική»184. Ορισμένοι μελετητές υπογραμμίζουν την μεγάλη επιρροή που άσκησε το κοινοβούλιο στην επικύρωση της Ναυτικής Συμφωνίας του Λονδί νου το 1930185. Η ύφεση γρήγορα έβαλε τέλος σ ’ αυτές τις ελπίδες. Ενώ η σχέση ανάμεσα στην ανάπτυξη του επιχειρηματικού τομέα και στην κοινοβουλευτική δημοκρανχ, καηώς και ανάμεσα στην ύφεση και την αποτυχία των προσπαθειών για συνταγματική δημοκρατία, είναι σίγουρα σημαντική, ωστόσο δεν αποκαλύπτει την ρίζα του προβλήματος. Η ύφεση έδωσε απλώς τη χαριστική βολή σε μια δομή που έπασχε από σοβαρές αδυναμίες. Λίγοι μόνο από τους ευνοούμενους καρπώθηκαν τα οφέλη του ιαπωνικού καπιταλισμού, ενώ τα άσχημα αποτελέσματά του ήταν ορατά σε όλους σχεδόν186. Δεν κατένειμε, και κάτω από τις συνθήκες αυτές 182. Land Reform. 64. 183. Allen. Short Economic History, 99. 184. Tanin and Yohan, Militarism and Fascism, 176. 185. Βλέπε, για παράδειγμα, Colegrove. Militarism in Japan, 23-24. 186. Οι δυτικοί μελετητές της Ιαπωνίας πιθανόν να αντιδρούν σ ’ αυτή τη θέση. Εκείνοι μι τους οποίους έχω συζητήσει το πρόβλημα υποστηρίζουν, ότι το ισοζύγιο μεταξύ αντιδημοκρατικών και δημοκρατικών δυνατοτήτων ήταν πολύ πιό ισορροπημένο απ ’ όσο δείχνω εδώ. Αυτή η εκτίμηση, νομίζω, δίνει πολύ μεγάλη σημασία στα λόγια και στην πολιτική μηχανική. Στην Ιαπωνία έλειπε το βασικό προαπαιτούμενο για το άνοιγμα μιας δημοκρατικής πορείας: ένας βιομηχανικό: τομέας που ΐ) οικονομική του δύναμη να είναι αρκετά πλατιά μοιρασμένη μεταξύ των μελών του και επαρχής για να τον χαταστήσει ικανό να ενεργεί με αρκετά
347
δεν μπορούσε να κατανείμει, τα υλικά του οφέλη με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργήσει ένα μαζικό λαϊκό συμφέρον για τη διατήρη ση της καπιταλιστικής δημοκρατίας. Παρόλο που οι μορφές της στήριξής του στο κράτος διαφέρανε από περίοδο σε περίοδο, ποτέ δεν μπόρεσε ν ’ αποτινάξει την εξάρτησή του από το κράτος ως αγοραστή των προϊόντων και προστάτη των αγορών του. Στον καπιταλισμό, η απουσία μιας ακμαίας εσωτερικής αγοράς δημιουεργεί αυτο-διαιωνιζόμενες δυνάμεις καθώς οι επιχειρηματίες ανα καλύπτουν ότι μπορούν να πραγματοποιούν κέρδη με άλλους τρόπους. Τέλος, καθώς αναπτύχθηκε μέσα σε εντελώς διαφορετι κές συνθήκες, ο ιαπωνικός καπιταλισμός ποτέ δεν έγινε ο φορέας των δημοκρατικών ιδεών, στην έκταση που συνέβει αυτό με τα εμπορικά και βιοτεχνικά συμφέροντα στην Ευρώπη του 19ου αιώνα. Στη διάρκεια αυτής της σχετικά δημοκρατικής φάσης, τα γαιοκτημονικά συμφέροντα, παρόλο που έδειξαν κάποια σημάδια εξασθένησης, παρέμειναν πολιτικώς ισχυρά και παράγοντας που έπρεπε ν ’ αντιμετωπίσει ο εμπορικός και ο βιομηχανικός τομέας. Μέχρι την υιοθέτηση του καθολικού δικαιώματος ψήφου (για τους άντρες) το 1928, οι επαρχιώτες γαιοκτήμονες έλεγχαν την πλειοψηφία των ψήφων και στα δύο μεγάλα κόμματα της Δίαιτας187. Τα αγροτικά συμφέροντα δρούσαν επίσης πολύ αποτελεσματικά πίσω από διάφορες πρωτοφασιστικές και αντικαπιταλιστικές κινήσεις. Σε κάποια έκταση, κυβερνητικοί αξιωματούχοι ενθάρρυναν κι έπαιρναν μέρος σε τέτοιες κινήσεις, που ήταν ελάχιστα καλός οιωνός για το μέλλον. Προς το παρόν, πάντως, ο αγροτικός πατριωτικός εξτρεμισμός καθώς και το αντίστοιχό του στις πόλεις παρέμειναν ανίκανοι να βρουν σημαντική μαζική υποστήριξη188. Παρ’ όλ’ αυτά, ο πατριωτικός εξτρεμισμός ήταν ακόμα και στη διάρκεια αυτής της περιόδου μια σημαντική πολιτική δύναμη. Τα χρόνια που ακολούθησαν τον Α ' Παγκ. Πόλεμο ήταν μια περίοδος αγροτικού όσο και αστικού ριζοσπαστισμού που κατά καιρούς έπαιρνε βίαιες μορφές. Οι πατριωτικές οργανώσεις βοήθη σαν στην καταστολή απεργιών των πακτωτών και των εργατών, ενώ πληρωμένοι μπράβοι έκαναν επιθέσεις σε εργατικά συνδικάτα μεγάλη ανεξαρτησία ϊπέναντι στην κυβέρνηση και τους άλλους κοινωνικούς σχηματισμούς. Παρόλα αυτά, το ζήτημα αυτό χριιάζεται προσεκτική ίρ*υνα. 187. Salapino. Drmoi-rarv. 283. Durr. Ijtld Reform. 86. 188. Sraljpiiio. Dwnorrai-y. 353. 357 , 360, 362.
.IW
και φιλελεύθερες εφημερίδες189. Η κυβέρνηση αντέδρασε επίσης με μια εκστρατεία του Υπουργείου Παιδείας ενάντια στις «επικίνδυ νες ιδέες» που κατευθυνόταν κυρίως κατά των φοιτητών. Τον Απρίλη του 1925 η κυβέρνηση πέρασε ένα Νόμο περί Διαφυλάξεως της Ειρήνης (πολύ πιο ειδικό από εκείνον του 1887), που τιμωρούσε με φυλάκιση όσους συμμετείχαν σε συλλόγους που αποσκοπούσαν στην αλλαγή του κυβερνητικού συστήματος ή απει λούσαν την ατομική ιδιοκτησία. Ο νόμος αυτός εγκαινίασε στην Ιαπωνία την πολιτική των μαζικών φυλακίσεων190. Ένα επεισόδιο που συνέβει το 1923 ρίχνει φως στον τρόπο με τον οποίο ο πατριωτικός εξτρεμισμός δηλητηρίαζε την πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης. Ο σεισμός του Τόκιο τον Σεπτέμ βρη εκείνης της χρονιάς έδωσε δικαιολογία για να συλληφθούν χιλιάδες κάτοικοί του, σοσιαλιστές ως επί το πλείστο. Ένας αξιωματικός της χωροφυλακής στραγγάλισε με τα ίδια του τα χέρια ένα γνωστό συνδικαλιστή ηγέτη, τη γυναίκα του και τον επτάχρονο ανηψιό του. Παρόλο που πέρασε από στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια φυλακή, πολλές εξτρεμιστικές εφημερίδες τον παρουσίαζαν σαν εθνικό ήρωα191. Ένας ολόκληρος μηχανισμός τρομοκρατίας, κατά ένα μέρος ελεγχόμενος από την κυβέρνηση και κατά ένα άλλο μέρος ανοργάνωτος και «αυθόρμη τος», ήταν προφανώς απαραίτητος για να χαλιναγωγεί μεγαλα τμήματα του πληθυσμού, τον οποίο μερικοί συγγραφείς περιγρά φουν σαν τέλεια διαποτισμένο με «φεουδαλική πίστη» προς τους ανωτέρους του. Στις αρχές της δεκαετίας του ’30, η γιαπωνέζικη κοινοβου λευτική δημοκρατία, αυτή που υπήρχε, υπέκυπτε κάτω από το μοι ραίο πλήγμα της Μεγάλης Κρίσης. Δεν έπεσε, ωστόσο, με τόσο δραματικό τρόπο όσο η Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Στην πολιτική ιστορία της Ιαπωνίας είναι πολύ πιο δύσκολο να τραβήξεις μια σαφή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη δημοκρατική και την ολοκληρωτική φάση, απ ’ όσο είναι για τη γερμανική ιστορία192. Η κατάληψη της Μαντσουρίας το 1931 είναι μια οριακή γραμμή, που 189. Reischauer, Japan, 138, 140. 190. Reischauer, Japan, 143-144. 191. Reischauer, Japan, 140-141. 192. Για τη Γερμανία μπορεί χανείς να γράψει «τέλος» στο παραμύθι της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης το 1932, τη χρονιά των τελευταίων ελεύθερων εχλο-
349
συχνά χρησιμοποιείται από τους ιστορικούς. Σημαδεύει, στις εξωτερικές υποθέσεις, μια ανατροπή της θέσης που είχε πάρει η ιαπωνική κυβέρνηση στη Ναυτική Σύσκεψη του Λονδίνου το 1930. Στις εσωτερικές υποθέσεις, η δολοφονία του πρωθυπουργού Ινουκάι και η απόπειρα πραξικοπήματος από την άκρα δεξιά στις 15 Matou 1932, είναι γεγονότα που οι έγκυροι μελετητές της ιαπωνι κής ιστορίας θεωρούν ότι σημαδεύουν το τέλος της ηγεμονίας των πολιτικών193. Η δολοφονία του Ινουκάι είναι επίσης πολύ αποκαλυ πτική για το χαρακτήρα της σύγχρονης πολιτικής ζωής της Ιαπωνίας και αξίζει να αναφερθούμε σ ’ αυτήν σύντομα. Το 1932 μια μικρή ομάδα νεαρών χωρικών, με ηγέτη ένα βουδιστή ιερέα, ορκίστηκαν να δολοφονήσουν μέλη της «ηγετικής κλίκας» που ήταν υπεύθυνη για τη δυστυχία των αγροτών στην Ιαπωνία. Αφού έφτιαξαν έναν κατάλογο από προσωπικότητες του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου, κάθε μέλος της ομάδας διάλεξε το θύμα του με κλήρο. Ο πρώην υπουργός οικονομικών Ινούε (9 Φεβρ.) και ο μεγιστάνας του πλούτου Νταν, διευθυντής της Μιτσούι (5 Μάρτη), ήταν από τα θύματα που δολοφονήθηκαν πριν αποκαλυφθεί η συνωμοσία. Ομάδες νεαρών δόκιμων του ναυτικού και του στρατού ανέλαβαν πρόθυμα να συνεχίσουν το έργο τους και, στις 15 Μαΐου 1932, χτύπησαν τα «ζαϊμπάτσου», τα πολιτικά κόμματα, και άνδρες γύρω από το θρόνο «για να σώ σουν την Ιαπωνία από την κατάρρευση», όπως ισχυρίζονταν. Μια μονάδα σκότωσε τον Ινουκάι, άλλες επιτέθηκαν σε αξιωματούχους της αυλής, στη Μητροπολιτική Αστυνομία και στην Τράπεζα της Ιαπωνίας194. Αυτό το επεισόδιο εγκαινίασε μια περίοδο ημ>στρατιωτικής δικτατορίας μάλλον παρά ανοιχτού φασισ|»'ΰ. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1936, έγιναν στην Ιαπωνία εκλυ ^ές, σχετικά ελεύθε ρες. Η άκρα δεξιά απέσπασε μόνο 400.000 ψήφους και 6 έδρες στη Δίαιτα, ενώ το εργατικό κόμμα (Σακάι Ταϊσούτο) διπλασίασε τις ψήφους του και κέρδισε 18 έδρες. Το κόμμα που απροσδόκητα πήρε τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων (Μινσέιτο: 4.456.250 ψήφους και 205 έδρες) είχε χρησιμοποιήσει σαν ένα από τα σλόγκαν του το ερώτημα «Τί θα διαλέξουμε, κοινοβουλευτική δημοκρατία ή φασι σμό;» Βέβαια, τα αποτελέσματα των εκλογών δεν αντικατοπτρί 193. Kei-.lu.ier, Japan. 157' S. ilj|>ino. Bemo. ra. v. 243. 194. Salapiim. I)em«..Tary 369-370.
.r>o
ζουν μια μεγάλη λαϊκή υποστήριξη στην δημοκρατία: η αποχή ήταν πολύ μεγαλύτερη από όση συνήθως, ιδιαίτερα στις πόλεις, πράγμα που δείχνει ότι υπήρχε πλατειά απογοήτευση από την πολιτική και τους πολιτικούς. Ταυτόχρονα το εκλογικό αποτέλεσμα δείχνει έλλειψη εκλογικής υποστήριξης στον πατριωτικό ριζοσπαστισμό. Σ ’ αυτή την πρόσκαιρη αποτυχία, μια μερίδα του στρατού απάντησε με μια νέα απόπειρα πραξικοπήματος, που έμεινε στην ιστορία ως το «Επεισόδιο της 26ης Φεβρουάριου» (1936). Πολλοί ανώτεροι αξιωματούχοι σκοτώθηκαν. Οι στασιαστές οχυρώθηκαν με οδοφράγματα μέσα σ ’ ένα τμήμα της πόλης για τρεις μέρες και τύπωναν φυλλάδια που εξηγούσαν τους σκοπούς τους: το ξήλωμα της παλιάς κυβερνητικής κλίκας και τη σωτηρία της Ιαπωνίας μέσα σε μια «νέα τάξη». Οι ανώτερες στρατιωτικές αρχές ήταν απρόθυμες να αποκαταστήσουν την τάξη με χρήση βίας. Τελικά οι στασιαστές παραδόθηκαν ύστερα από προσωπική διαταγή του Αυτοκράτορα, τον διορισμό ενός διαπραγματευτή της εμπιστοσύ νης τους και την παράταξη μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων εναντίον τους. Έ τσ ι η Ιαπωνία ξεπέρασε — αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή την έκφραση — την πιο σοβαρή εσωτερική κρίση της μετά την Εξέγερση Σατσούμα195. Η «26η Φεβρουάριου» ήταν το πρελούδιο για τους παραπέρα πολιτικούς ελιγμούς, που δεν χρειάζεται να μας απασχολήσουν, και για την επιβολή μιας απολυταρχικής πολιτικής πρόσοψης. Ό λ α αυτά συνέβησαν μεταξύ 1938 και 1940. Σύμφωνα με μια διεισδυ τική ιαπωνική ανάλυση, αυτή η απόπειρα πραξικοπήματος σημεί ωσε μια ήττα του «φασισμού από τα κάτω», κυρίως της αντικαπιταλιστικής, λαϊκής Δεξιάς, που θυσιάστηκε στον «φασισμό από τα πάνω», ή, όπως θα μπορούσαμε "να πούμε, στον «αξιοπρεπή» φασισμό, την υιοθέτηση δηλαδή από τους ανώτερους κυβερνητικούς ιθύνοντες εκείνων των χαρακτηριστικών που τους χρειάζονταν και το παραμερισμό των λαϊκών στοιχείων. Αυτός ο αξιοπρεπής φασισμός, έκανε τώρα γοργά βήματα196. Διατάχθηκε γενική επι στράτευση, πολλοί ριζοσπάστες συνελήφθησαν, τα πολιτικά κόμ ματα διαλύθηκαν και αντικαταστάθηκαν από την «Ένωση Αρω γής της Αυτοκρατορικής Εξουσίας», μια μάλλον αποτυχημένη αποιιίιι.ηση δυτικού ολοκληρωτικού κόμματος. Λίγο αργότερα η 195. Sralapino. Deim.rra.v. 381 -383. 196. Βλέπε Maruvjnu. Th«iif{lil and H rhj\iur. 66-67.
:r> I
Ιαπωνία εντάχθηκε στην Τριπλή Συμμαχία, που ήταν φανατικός αντίπαλος της Κομιντέρν, και διέλυσε όλα τα εργατικά συνδικάτα, αντικαθιστώντας τα με μια ένωση για «υπηρεσία στο έθνος μέσω της βιομηχανίας»197. Έ τσ ι ώς το τέλος του 1940 η Ιαπωνία είχε αποκτήσει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού φασισμού Ό π ω ς και στη Γερμανία, η ολοκληρωτική πρόσοψη έκρυβε πίσω της φοβερούς καβγάδες ανάμεσα στις ανταγωνιζόμενες ομά δες συμφερόντων. Και στις δύο χώρες, οι δεξιοί ριζοσπάστες ποτέ δεν κατείχαν πραγματική εξουσία, αν και στην Ιαπωνία δεν χρειάστηκε αιματοχυσία για να κρατηθούν μακριά. Στην Ιαπωνία ο κεντρικός έλεγχος πάνω στην οικονομία φαίνεται ότι ήταν φάρσα, πολύ περισσότερο α π ’ ότι στη Γερμανία198. Οι ιάπωνες μεγαλοεπιχειρηματίες αντιστάθηκαν μ ’ επιτυχία στις απόπειρες να υποταγούν τα κέρδη τους στον πατριωτισμό. Η όλη περίοδος της στρατιωτικής ηγεμονίας και του φασισμού ήταν πολύ ευνοϊκή για τις επιχειρήσεις. Η βιομηχανική παραγωγή ανέβηκε από 6 δισ. γεν το 1930 σε 30 δισ. γεν το 1941. Οι σχετικές θέσεις της ελαφράς και της βαρειάς βιομηχανίας αντιστράφηκαν. Το 1930 η βαρειά βιομηχανία έδινε μόνο το 38% του συνολικού βιομηχανικού προϊόντος, στα 1942 το μερίδιό της ήταν 73%199. Υποχωρώντας τυπικά στον κυβερνητικό έλεγχο, τα «ζαϊμπάτσου» κατάφεραν ν ' αποκτήσουν ολοκληρωτική σχεδόν κυριαρχία πάνω σ ’ όλη τη βιομηχανία200. Οι τέσσερις μεγάλες φίρμες «ζαϊμπάτσου», οι Μιτσούι, Μιτσουμπίσι, Σουμιτόμο και Γιασούντα, βγή καν από τον Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο με ενεργητικό πάνω από 3 δισ γεν, ενώ το 1930 διέθεταν μόλις 875 εκ. γεν201. Για τα «ζαϊμπάτσου» ο αντικαπιταλισμός δεν ήταν παρά μια μικρής σημασίας ενόχληση, την οποία μπορούσαν σε μεγάλο βαθμό να ελέγχουν μετά το 1936, ένα πολύ μικρό τίμημα που 197. Reischauer, Japan, 186. Scalapino, Democracy, 388-389. Cohen, Japan’s Economy, 30, σημ. 62. 198. Για λεπτομέρειες, βλέπε Cohen, Japan's Economy, 58-59. 199. Cohen, Japai.’s Economy, I. 200. Cohen, Japan’s Economy, 59. 201. Cohen, Japan’s Economy, 101. Για μια πιό ευμενή διαπραγμάτευση των «ζαϊμπάτσου», βλέπε Lockwood, Economic Development, 563-571. Ωστόσο δεν μου φαίνεται ότι τα στοιχεία που διαθέτι ο Lockwood θεμελιώνουν την άποψή του (564), «Τελικά οι 'ζαϊμπάτσου’ ήταν τα θύματα του συστήματος το οποίο βοήθησαν να δήμιου ργηθε(».
352
πλήρωναν για την πολιτική της καταπίεσης στο εσωτερικό και της επέκτασης στο εξωτερικό που γέμιζε τα χρηματοκιβώτιά τους. Οι μεγάλες επιχειρήσεις χρειάζονταν τον φασισμό, τον πατριωτισμό, τη λατρεία του αυτοκράτορα και τους στρατιωτικούς, όπως ακρι βώς ο στρατός και οι πατριώτες χρειάζονταν τη μεγάλη βιομηχα νία για να φέρουν σε πέρας το πολιτικό τους πρόγραμμα. Αυτό δεν μπορούσαν να το καταλάβουν οι ριζοσπάστες αγροτικοί, ή τουλά χιστον αρνιόντουσαν να το παραδεχτούν. Ιδιαίτερα εκείνοι που ενστερνίζονταν τις θεωρίες του «Νοχόν-σούγκι» βρέθηκαν σε τρα γικό αδιέξοδο. Σ ’ αυτούς τους κύκλους παρατηρήθηκαν σημαντικές αναρχικές τάσεις και, ανάμεσα σε ορισμένους, μια ρομαντική πίστη στις ενέργειες ατομικής τρομοκρατίας202. Το κύριο θέμα τους ήταν η εχθρότητα κατά της πλουτοκρατίας και της παραδοσιακής στρατιωτικής ελίτ, που τη θεωρούσαν υπηρέτη των πλουτοκρα τών. Δεν είχαν όμως τίποτ ’ άλλο να βάλουν στην θέση αυτών παρά μια εξιδανικευμένη εικόνα της γιαπωνέζικης αγροτικής κοινότη τας. Εφόσον οι απόψεις των ριζοσπαστών αγροτικών έρχονταν σε οξεία αντίθεση με τις απαιτήσεις της επεκτατικής πολιτικής μιας σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας, οι πιο ορθόδοξες ελίτ δεν δυσκολεύτηκαν πολύ να τους παραμερίσουν, ενώ ταυτόχρονα υιοθε τούσαν μερικές από τις ιδέες τους για να εξασφαλίσουν τη λαϊκή υποστήριξη. Το ίδιο περίπου συνέβει και στη Γ ερμανία, αν και πο λύ πιο ξαφνικά και βίαια, με την εξόντωση των ριζοσπαστών Ναζιστών στη σφαγή του 1934. Στην Ιαπωνία, οι εγγενείς περιορισμοί του αγροτικού δεξιού ριζοσπαστισμού και της φανατικής λατρείας του Αυτοκράτορα φαίνονται ακόμα πιο καθαρά αν εξετάσουμε σύντομα την ιστορία αυτή από τη μεριά του στρατού. Μεταξύ 1920 και 1927 γύρω στο 30% όσων έμπαιναν στα σώματα δοκίμων ήταν γιοί μικροκτηματιών, πλούσιων γεωργών και μικροαστών της πόλης. Την εποχή εκείνη υπήρξαν πολλές περιπτώσεις όπου μόνιμοι στρατιωτικοί έπαιρναν το μέρος των αγροτών στις διαμάχες τους με τους γαιοκτήμονες203. Έ τσι, μια νέα ομάδα με νέα κοινωνική βάση και πολιτική φυσιογνωμία είχε από τότε αρχίσει να αντικαθιστά την παλιά αριστοκρατική ηγεσία του στρατού. Στα 1930 ο στρατηγός Αράκι ήταν ο κύριος εκπρόσωπός τους, ένας ένθερμος υπέρμαχος 202. Slorry, "The Doublr Patriots” , 96-100. O Tsunoda και άλλοι, Sourcs of Japanese Tradition 769-784, δίνει μιριχά δείγματα από αυτά τα γραπτά. 203. Tanin χαι Yohan. Militarism and Fascism. 180, 204.
353
της «ανεξαρτησίας» από τους μεγιστάνες του χρήματος και τις κλίκες των αυλικών204. Συνεπείς προς τις ριζοσπαστικές αυτές αντιλήψεις, πολλοί από αυτούς αντιτάχθηκαν στον εκσυγχρονισμό του στρατού, στη νέα έμφαση που δινόταν στον οικονομικό σχεδιασμό, και στην υιοθέτηση μιας πιο προχωρημένης τεχνολογίας205. Για κάποιο διάστημα μετά το 1932, οι εκκλήσεις του Αράκι για βοήθεια προς τη γεωργία προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση στους βιομήχανους. Αλλά ακόμα και τότε, εξαιτίας των δυσκολιών που αντιμετώπιζε λόγω της θέσης του, άρχισε να μιλά για την τεμπε λιά του γιαπωνέζου αγρότη κάτω από την επιρροή των μοντέρνων πειρασμών206. Στη διάρκεια του πολεμικού ((μπουμ» της δεκαετίας του '30, τα κέρδη που πραγματοποίησαν οι βιομήχανοι ενόχλησαν και πάλι την ομάδα αυτή των στρατιωτικών με τις αγροτικές ριζοσπαστικές τάσεις, πράγμα που οδήγησε στην παραίτηση του Τπουργού Πολέμου στα 1940207. Ο στρατός έφτασε μάλιστα να επιχειρήσει να εγκαθιδρύσει μια αυτάρκη βάση επιχειρήσεων στη Μαντσουρία, όπου είχε την ελπίδα ότι θα μπορούσε να είναι ελεύθερος από την επιρροή των γιαπωνέζικων βιομηχανικών καρτέλ. Η Μαντσουρία παρέμεινε αγροτική μέχρις ότου η στρατειά Κουαντσούνγκ αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι δεν μπορούσε να εκβιομηχανήσει από μόνη της την περιοχή και ότι θα έπρεπε θέλοντας και μη να χρησιμοποιήσει τη βοήθεια των βιομηχάνων. Η κατοχή της Βόρειας Κίνας δεν πραγματοποιήθηκε παρά μόνο αφού είχαν μάθει το μάθημά τους και αφού η ανάγκη για βιομηχανική βοήθεια στη Μαντσουρία είχε οδηγήσει σε στενότερη συνεργασία των στρατιωτών με τους επιχειρηματίες208. Το θέαμα ενός στρατού που τρέχει για να ξεφύγει από τον σύγχρονο κόσμο, αποδείχνει πολύ παραστατικά τη ματαιότητα του δόγματος του γιαπωνέζικου δεξιού αγροτισμού και την τελική του εξάρτηση από τις μεγάλες επιχειρήσεις. Η εγκατάλειψη του αντικαπιταλισμού, στην πράξη αν όχι στα συνθήματα, ήταν το τίμημα που μπόρεσε να αποσπάσει το μεγάλο κεφάλαιο από τους 204. Tanin και Yohan, Militarism and Fascism, 182-183. 205. Crowley, "Japanese Army Factionalism” , 325. To tntta iS io της 26ης Φιβρουαρίου αημχίωσε μια αποφασιστική νίκη για τους ριζοσπαστικούς του στρατού. 206. Takin και Yohan, Militarism and Fascism, 198-200. 207. Cohen, Japan’s Economy, 29. 208. Cohen, Japan's Economy, 37, 42.
354
αγροτικούς και μικροαστούς πατριώτβς, μέσα στο modus vivendi του γιαπωνέζικου ιμπεριαλισμού. Στην ιαπωνική παραλλαγή του φασισμού, ο στρατός αντιπρο σώπευε κάπως διαφορετικές κοινωνικές δυνάμεις και έπαιζε διαφο ρετικό πολιτικό ρόλο απ ’ ότι ο γερμανικός στρατός κάτω από το Χίτλερ. Στη Γερμανία ο στρατός ήταν καταφύγιο για τμήματα της παραδοσιακής ελίτ που δεν συμπαθούσαν τους Ναζί. Με εξαίρεση την αποτυχημένη συνωμοσία εναντίον του Χίτλερ το 1944, όταν ο πόλεμος ήταν ήδη χαμένος, ο στρατός ήταν κύρια ένα παθητικό τεχνικό εργαλείο στις διαταγές του Χίτλερ. Οι στρατηγοί μπορεί να φοβούνταν και να γκρίνιαζαν για τις συνέπειες, αλλά έκαναν ότι τους διάταζε ο Χίτλερ. Στην Ιαπωνία ο στρατός ήταν πολύ πιο ευαίσθητος στις πιέσεις που προέρχονταν από την αγροτιά και τους μικροεπιχειρηματίες των πόλεων που ήταν δυσαρεστημένοι με τα «ζαϊμπάτσου». Η διαφορά αυτή μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στη διαφορά ανάμεσα στην ιαπωνική και τη γερμανική κοινωνία. Η Ιαπωνία ήταν καθυστερημένη σε σχέση με τη Γερμα νία και ο αγροτικός τομέας της ήταν πολύ πιο σημαντικός. Έ τσ ι λοιπόν η ιαπωνική στρατιωτική ηγεσία δεν μπορούσε να αδιαφορή σει γι ’ αυτά τα αιτήματα. Για τον ίδιο λόγο βλέπουμε τομείς του ιαπωνικού στρατού να επεμβαίνουν στην πολιτική αρένα και να πραγματοποιούν πραξικοπήματα, να ενεργούν δηλαδή με τρόπο σαφώς διαφορετικό από τη συμπεριφορά του γερμανικού στρατού. Ο ιαπωνικός φασισμός διέφερε από το γερμανικό ναζισμό αλλά και από την Ιταλία του Μουσολίνι κι από πολλές άλλες απόψεις. Δεν υπήρξε ξαφνική κατάληψη της εξουσίας ούτε απότο μη ρήξη με την προηγούμενη συνταγματική δημοκρατία, κατά ένα μέρος γιατί δεν υπήρξε δημοκρατική περίοδος ανάλογη με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Ο φασισμός ξεπήδησε πολύ πιο «φυσι κά» στην Ιαπωνία· βρήκε, δηλαδή, συγγενή στοιχεία στους ιαπωνι κούς θεσμούς, ακόμα περισσότερο α π ’ όσο στην Γερμανία. Η Ιαπωνία δεν είχε πληβείο «Φύρερ» ή «Ντούτσε». Ο Αυτοκράτορας χρησίμεψε σαν εθνικό σύμβολο με τον ίδιο περίπου τρόπο. Ούτε είχε η Ιαπωνία κάποιο πραγματικά ισχυρό μαζικό κόμμα. Η «Ένωση Αρωγής στην Αυτοκρατορική Εξουσία» ήταν μάλλον μια φτωχή απομίμηση. Τέλος, η ιαπωνική κυβέρνηση δεν προχώρησε σε κάποια πολιτική μαζικής τρομοκρατίας και εξόντωσης ενάντια σε κάποιο ειδικό τμήμα του πληθυσμού, όπως έκανε ο Χίτλερ με τους Εβραίους. Αυτές οι διαφορές επίσης μπορούν να αποδοθούν
στη σχετική καθυστέρηση της Ιαπωνίας. Στην Ιαπωνία το πρόβλη μα της νομιμοφροσύνης και της υπακοής μπορούσε να λυθεί με μια επίκληση των παραδοσιακών συμβόλων και μια συνετή χρήση της τρομοκρατίας, που στο μεγαλύτερο μέρος της μπορούσε να αφεθεί στο «αυθόρμητο» λαϊκό αίσθημα. Τα υλιστικά και ορθολογιστικά ρεύματα που κατά τα πρώτα στάδια της εκβιομηχάνισης διάβρωσαν τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές πεποιθήσεις, ήταν ξένη εισαγω γή στην περίπτωση της Ιαπωνίας και ποτέ δεν ρίζωσαν βαθιά. Έ τσ ι οι Ιάπωνες ήταν υποχρεωμένοι να στηριχτούν περισσότερο σε παραδοσιακά στοιχεία της κουλτούρας τους και της κοινωνικής δομής τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν τόσο τα οικονομικά προβλήματα της βιομηχανικής ανάπτυξης όσο και τα πολιτικά προβλήματα που συνόδευαν αυτή την ανάπτυξη. Ό ταν έχει κανείς αναγνωρίσει όλες αυτές τις διαφορές, οι βασικές ομοιότητες ανάμεσα στο γερμανικό και τον ιαπωνικό φασισμό εξακολουθούν να αποτελούν τα θεμελιώδη στοιχεία. Τ όσο η Γ ερμανία όσο και η Ιαπωνία μπήκαν αργοπορημένα στον βιομη χανικό κόσμο. Και στις δυό χώρες εμφανίστηκαν καθεστώτα που κύρια πολιτική τους ήταν η καταπίεση στο εσωτερικό και η επέκταση στο εξωτερικό. Και στις δυό περιπτώσεις, η κύρια κοινωνική βάση γ ι ’ αυτή την πολιτική ήταν ένας συνασπισμός ανάμεσα στις εμπορο-βιομηχανικές ελίτ (που ξεκίνησαν από αδύ ναμη θέση) και τις παραδοσιακές άρχουσες τάξεις της υπαίθρου, συνασπισμού που κατευθυνόταν ενάντια στους αγρότες και τους βιομηχανικούς εργάτες. Τέλος, και στις δυό περιπτώσεις, μια μορφή ακροδεξιού ριζοσπαστισμού προήλθε από τη δύσκολη θέση όπου βρέθηκαν οι μικροαστοί και οι αγρότες μέσα στον αναπτυσσό μενο καπιταλισμό. Αυτός ο δεξιός ριζοσπαστισμός έδωσε μερικά από τα συνθήματα για την πολιτική των καταπιεστικών καθεστώ των και στις δυό χώρες, αλλά στην πράξη θυσιάστηκε στις απαιτήσεις για κέρδη και «αποδοτικότητα». Στην αυταρχική και φασιστική εξέλιξη της Ιαπωνίας, απο μένει σε μας να εξετάσουμε ένα πρόβλημα-κλειδί: ποιά ήταν η συμβολή, αν υπήρξε, των αγροτών; Ή ταν οι αγρότες, όπως ισχυρίζονται μερικοί, μια μεγάλη δεξαμενή φανατικού εθνικισμού και πατριωτισμού; Στην προσπάθεια ν ' απαντήσουμε σ ’ αυτό το ερώτημα θα βοηθηθούμε ίσως αν εξετάσουμε σύντομα τους κύριους οικονομι κούς παράγοντες, που επιδράσανε στους αγρότες της Ιαπωνίας 356
κατά τον μεσοπόλεμο. Τρία σημείο ξεχωρίζουν μέσα στις στερεό τυπες περιγραφές της αγροτικής ζωής στην Ιαπωνία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Το πρώτο είναι η αποτυχία των προσπαθειών για μεταβολή του συστήματος μίσθωσης της γης. Τ ο δεύτερο είναι η αυξανόμενη σημασία του μεταξιού στην αγροτική οικονομία της Ιαπωνίας. Το τρίτο είναι η επίδραση της Μεγάλης 'Τφεσης. Σε τελική ανάλυση, η κύρια τάση στην περίοδο μετά τους Μέιτζι ήταν να ριχτεί ο γιαπωνέζος χωρικός στο έλεος της παγκόσμιας αγοράς. Σ ’ ότι αφορά το σύστημα μίσθωσης της γης, μπορούμε να είμαστε σύντομοι, αφού τα κύρια χαρακτηριστικά του τα έχουμε ήδη συζητήσει. Αμέσως μετά τον Α ' Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα κύμα διενέξεων μεταξύ γαιοκτημόνων και πακτωτών απλώθηκε σ ’ όλη την ύπαιθρο. Το 1922, οι μετριοπαθείς σοσιαλιστές, που είχαν δραστηριοποιηθεί στο εργατικό κίνημα των πόλεων, οργάνωσαν το πρώτο εθνικό σωματείο των πακτωτών. Τα επόμενα πέντε χρόνια σημαδεύτηκαν από πολυάριθμες διαμάχες μεταξύ γαιοκτημόνων και πακτωτών. Ώ ς το 1928, πάντως, το κίνημα αυτό είχε αρχίσει να χάνει την ορμή του, αν και σημειώθηκε ένα ακόμα μεγαλύτερο κύμα διενέξεων, αν πιστέψουμε τις στατιστικές, στα 1934 και 1935. Ύστερα φαίνεται ότι έσβησε σιγά-σιγά. Α π ’ όσο έχω μπορέσει να διαπιστώσω, οι λόγοι της αποτυχίας αυτού του κινήματος δεν έχουν ποτέ εξεταστεί σε βάθος τουλάχιστον από τους δυτικούς μελετητές. Παρόλ’ αυτά οι κυριότεροι α π ’ αυτούς είναι αρκετά σαφείς. Πραγματικός ταξικός πόλεμος ποτέ δεν έγινε στο γιαπωνέζικο χωριό. Εξαιτίας των δομών των κληρονομημένων από το παρελθόν, η επιρροή του γαιοκτήμονα έφθανε μέχρι την τελευταία γωνιά και χαραμάδα της αγροτικής ζωής. Επιπλέον, για καθέναν από τους πακτωτές πάντα φαινόταν να υπάρχει κάποια δυνατότητα προσωπικής λύσης. Έ τσ ι οι διαμάχες γύρω από τη μίσθωση γης δεν μετέβαλαν σημαντικά το>σύστημα εξουσίας στην ύπαιθρο όπως είχε διαμορφωθεί με τον «διακανονισμό» των Μέι τζι209. Για τους γιαπωνέζους χωρικούς, το μετάξι ήταν σημαντικό ως συμπληρωματική πηγή εισοδήματος και, για μερικούς, ως κύρια 209. Μιριχές λιπτομίριιες υπάρχουν στο βιβλίο του Dorr, Land Reform. 29' περισσάτερις στον Totlen. "Labor and Agrarian Disputes", 192-200 χαι πιναχας 2 στην σίλ. 203.
357
πηγή. Η παραγωγή μεταξιού έδινε τα τόσο απαραίτητα μετρητά και την ασφάλεια που δίνει η διαφοροποίηση της παραγωγής. Στα 1930 υπήρχαν περίπου δύο εκατομμύρια γεωργοί, γύρω στο 40% του συνόλου, που επιδίδονταν στη σηροτροφία. Ο γιαπωνέζος αγρότης πουλούσε τα κουκούλια σ ’ έναν μεσάζοντα, που συνήθως τον χρηματοδοτούσε κάποιος παραγγελιοδόχος έμπορος από τη Γιοκοχάμα ή τήν Κόμπε. Ο μεσάζοντας όφειλε να στείλει με το πλοίο το ακατέργαστο μετάξι στον παραγγελιοδόχο σε αντάλλα γμα για τα χρήματα που του είχε προκαταβάλει. Το μέγεθος του δανείου ήταν τέτοιο που ο παραγγελιοδόχος έλεγχε πραγματικά την αγοραπωλησία του ακατέργαστου μεταξιού. Ό σο για τον χωρικό, βρισκόταν στο έλεος του μεσάζοντα τόσο όσο και ο μεσά ζων στο έλεος του παραγγελιοδόχου. Η ανάπτυξη των κουκουλιών ήταν δουλειά που γινόταν από την οικογένεια, έτσι που ο «αρχη γός» της οικογένειας να μπορεί να ασχολείται με άλλες αγροτικές δουλειές. Μ ’ αυτό τον τρόπο η σηροτροφία αύξαινε πράγματι το εισόδημα των αγροτικών οικογενειών που ασχολούνταν μ ’ αυ τήν210. Ωστόσο, με την επικρατούσα οργάνωση της αγοράς, οι μεγάλες επιχειρήσεις των πόλεων μπορούσαν να απασπάνε μεγάλο μέρος των κερδών. Νά μια κατάσταση που ήταν ένα κι ένα για την όξυνση του αντικαπιταλισμού των αγροτών. Η κρίση έδωσε γερό χτύπημα τόσο στο ρύζι όσο και στο μετάξι. Τα χρόνια 1927-1930 η συγκομιδή ρυζιού ήταν μεγάλη. Οι τιμές έπεσαν κατακόρυφα211. Πιθανότατα η πτώση επηρέασε τους κτηματίες (ίσως και τους μεγαλογαικτήμονες-καλλιεργητές) πε ρισσότερο απ ’ όσο τους πακτωτές, που συνήθως πληρώναν το νοίκι της γης σε ρύζι, ενώ οι γαιοκτήμονες πουλούσαν στην αγορά το 85% του ρυζιού τους212. Η πτώση στις τιμές του μεταξιού, που συ νόδεψε την κατάρρευση της αμερικάνικης ευμάρειας, χτύπησε πιο άμεσα τον γιαπωνέζο χωρικό. Το 1930 οι τιμές του ακατέργαστου μεταξιού έπεσαν στο μισό. Οι εξαγωγές μεταξιού ήταν μόνο το 53% της αξίας των εξαγωγών του 1929. Πολλοί χωρικοί καταστράφηκαν. Μερικοί συγγραφείς βλέπουν μια σχέση ανάμεσα σ ’ αυτά τα απανωτά χτυπήματα που δέχτηκε η αγροτική οικονομία, στην πτώση της «φιλελεύθερης» κυβέρνησης και την άνοδο στην 210. Matsui, "Silk Industry” . 52-57. Βλέπ* ιπίσης Allen, Short Economic History. 64-65, 110. 211. Allen. Short Economic History, 109. 212. Ladejinsky "Japanese Farm Tenancy” , 431.
358
εξουσία εκείνων που ευνοούσαν τη στρατιωτική επιθετικότητα. Ο κρίκος σ ’ αυτή την αλυσίδα αιτιών ήταν ο στρατός, που απαρτιζό ταν από χωρικούς κληρωτούς και ήταν στελεχωμένος από μικροα στικά στοιχεία, που η οικονομική τους κατάσταση τους έκανε ευάλωτους στις υπερεθνικιστικές επικλήσεις213. Αυτή η θεωρία, πιστεύω, υπεραπλουστεύει την κατάσταση με τέτοιο τρόπο που να γίνεται σοβαρά παραπλανητική. Μέσα στην αγροτιά, ελάχιστες ενδείξεις υπάρχουν για οποιαδήποτε ενθουσιώ δη υποστήριξη των υπερεθνικιστικών κινημάτων214. Το αγροτικό ρεύμα του παραδοσιακού πατριωτισμού, όπως εκφράστηκε από κινήματα σαν το «Νόχουν-σούγκι», ήταν πιο πολύ υπόθεση των πόλεων και των γαιοκτημόνων και κατευθύνθηκε εναντίον των αγροτών, με στόχο να κρατήσει τον χωρικό λιτοδίαιτο και πρόθυμο — δηλαδή στη θέση του. Το πολύ-πολύ, ο αγροτικός υπερπατριωτισμός να έθελξε κάπως τους πιο εύπορους ιδιοκτήτες καλλιεργη τές, που ταυτίζονταν με τους γαιοκτήμονες και στους οποίους οι ι δέες αυτές προσφέρουν κάποια δικαιολόγηση της θέσης τους ως πωλητών ρυζιού. Βέβαια, υπήρχαν μερικές πλευρές στην κατάσταση των χωρι κών, ιδιαίτερα όσες αφορούσαν το εμπόριο μεταξιού, που μπορού σαν εύκολα να τους κάνουν ευάλωτους στις αντικαπιταλιστικές ιδέες. Τα αντικαπιταλιστικά αισθήματα στους χωρικούς, όταν συνδυάζονταν με άλλους παράγοντες, ίσως να ήταν αρκετά ισχυρά, ώστε να τους κάνουν να ακολουθούν την ηγεσία της αγροτικής ελίτ. Γενικά, η συμβολή των χωρικών στον γιαπωνέζικο φασισμό — ή τον εθνικιστικό εξτρεμισμό, αν προτιμά κανείς αυτό τον όρο — ήταν κυρίως συμβολή παθητική. Οι χωρικοί προμήθευσαν πράγμα τι έναν μεγάλο αριθμό υπάκουων κληρωτών για το στρατό και αποτελούσαν στην πολιτική ζωή μια τεράστια απολιτική (συντη ρητική) και υποτακτική μάζα που επέδρασε αποφασιστικά στη γιαπωνέζικη πολιτική ζωή. Τώρα βέβαια, η απολιτική υπακοή στις διαταγές, αδιάφορο ποιές είναι οι διαταγές αυτές, δεν είναι απλώς θέμα ψυχολογίας. Η νοοτροπία του ανθρώπου που συμπεριφέρεται έτσι είναι προϊόν 213. Allen, Short Economic History, 98-99, 111. 214. Μια τέτοια χΐνηση ϊίχ* αναμιχθίΐ «την δολοφονία του Πρωθυπουργού Ινουκάι τον Μάη του 1932. Αλλά ήταν ο πρωθυπουργός ο (βιος που ϊΐχ ι την υποστήριξη των μαζών στις αγροτικές περιοχές. Βλέπι Borton, Japan Since 1931, 21-22 και Beardsley χαι άλλοι, "Village Japan” . 431-435.
359
συγκεκριμένων ιστορικών συνθηκών, το ίδιο όπως και η ανεξάρτη τη, νοοτροπία της αυτοδυναμίας που ακόμα Θαυμάζεται στη δύση. Επιπλέον, όπως δείχνει η περίπτωση της Ιαπωνίας πέρα από κάθε αμφιβολία, αυτή η παθητική στάση δεν είναι απαραίτητα προϊόν της προχωρημένης βιομηχανικής κοινωνίας. Κάτω από ειδικές περιστάσεις μπορεί να εμφανιστεί και σε μια αγροτική κοινωνία. Στην Ιαπωνία οι συνθήκες αυτές ήταν ενσωματωμένες στη διάρθρωση του γιαπωνέζικου χωριού, όπως αυτή κληρονομήθηκε από τα τέλη της περιόδου Τοκουγκάουα και την αρχική περίοδο Μέιτζι και ενισχύθηκε από τις πιο σύγχρονες οικονομικές τάσεις. Ο γαιοκτήμονας παρέμεινε ο αδιαφιλονείκητος ηγέτης της αγροτι κής κοινότητας. Μέσα από τη διάρθρωση του χωριού είχε τη δυνατότητα να κάνει αυτό που ήθελε τοπικά. Επίσης, το χωριό του έδινε μια πολιτική βάση από την οποία διαβίβαζε τους στόχους του προς τα πάνω, στο εθνικό προσκήνιο, όπου συναντούσαν τις αντίθετες διεκδικήσεις και αποτελούσαν μέρος του συνολικού συμβιβασμού που έχουμε ήδη συζητήσει. Ας δούμε λοιπόν από πιο κοντά τους λόγους για τους οποίους ο χωρικός παρέμενε τόσο πολύ κάτω από την επιρροή του. Τα πιο έντονα χαρακτηριστικά του γιαπωνέζικου χωριού (ώς την εποχή της αμερικανικής αγροτικής μεταρύθμισης) ήταν η κυριαρχία των πλούσιων και η αποθάρρυνση των ανοιχτών διενέξε ων215. Η κύρια βάση εξουσίας στο χωριό ήταν η ιδιοκτησία γης. Οι σχέσεις που είχε ως αποτέλεσμα αυτή η βάση υποστηρίζονταν από το κράτος, συχνά με την ωμή βία. Σε κάποιο βαθμό, επίσης, τις 215. Εδώ ανακύπτει μια ορολογική δυσχολία. Το γιαπωνέζικο «μπουράχου» δεν έχει αντίστοιχο στην αμερκάνιχη εμπειρία. Είναι μια κοινότητα, συνήθως με λιγότερα από εκατό σπίτια. Τα όρια της γης του ήταν ασαφώς ορισμένα, αλλά τα μέλη έχουν ένα ισχυρό αίσθημα ότι ανήκαν σε μια σαφώς καθορισμένη χοινωνιχή μονάδα. Το «μούρα» είναι μεγαλύτερο χαι τα μέλη του δεν γνωρίζονται μεταξύ τους προσωπικά, παρόλο που νομικά είναι η μικρότερη διοικητική μονάδα στην Ιαπωνία. Ένα «μούρα» συνήθως περιλαμβάνει πολλά «μπουράχου». Ο R.P. Dorr συνήθως μεταφράζει το «μπουράχου» haiiilel (χωριουδάχι), κρατώντας το village (χωριό) για μεγαλύτερες διοιχητικές μονάδες. Το πρόβλημα δεν υπάρχει για τον T.C. Smith, που ασχολείται στο Agrarian Origin* αποκλειστιχά με παλιότερες εποχές και χρη σιμοποιεί τόν όρο village όταν αναφέρεται σε μια φυσική κοινωνική μονάδα. Έ τσι, εγώ έχω χρησιμοποιήσει τον όρο village, (χωριό) για το «μπαράχου», εκτός από με ρικές περιπτώσεις, που διαχρίνονται σαφώς από το περιεχόμενο, όταν αναφέρομαι στο iniira. Βλέπε Beardsley και άλλοι, Village Japan. 3-5, και το γλωσσάριο για περισσότερε; λεπτομέρειες.
Μ)
απάλυνε και τις έκανε πιο ευπρόσδεκτες η πατίνα του χρόνου, της παράδοσης και της συνήθειας. Οι κτηματίες της περιοχής συχνά διαχειρίζονταν τις υποθέσεις του χωριού, αν και οι μεγαλοκτηματίες άφηναν συνήθως αυτή την αγγαρεία σε άλλους, ασκώντας την εξουσία τους πίσω από το προσκήνιο. Οι πακτωτές μπορούσαν μερικές φορές να έχουν ένα μικρό μερίδιο στα αξιώματα του χωριού216. Σε πολλά χωριά ή σ ’ ευρύτερες περιοχές υπήρχε ένας μικρός κύκλος ενδογαμικών οικογενειών γαιοκτημόνων, γνωστός σαν «ο κύκλος του φιλιού», που διεύθυναν τις τοπικές υποθέσεις217. Γενικά, οι μικρότεροι γαιοκτήμονες προμήθευαν υποψήφιους για τα αμειβόμενα αξιώματα στις ευρύτερες περιοχές («μούρα») μια κι έτσι μπορούσαν να συμπληρώνουν το πενιχρό εισόδημα που εξα σφάλιζαν από τα πακτώματα21·. Μόνο σε ακραίες περιπτώσεις μπορούσε ίσως ο γαιοκτήμονας να αφαιρέσει από τον πακτωτή τη μοναδική πηγή βιοπορισμού του219. Αλλά η εξουσία του γαιοκτήμονα πάνω στα μέσα ύπαρξης του πακτωτή ήταν διαρκώς αισθητή στον τελευταίο και στους άλλους, με χιλίους έμμεσους τρόπους. Ή ταν η έσχατη ποινή πίσω από τον πολύπλοκο κώδικα συμμόρφωσης που όριζε τη σχέση του χωρικού προς τους ανωτέρους του. Ο πακτωτής παρατηρούσε με προσοχή «το χρώμα του προσώπου του κτηματία». Ο R.P. Dore, πηγή αυτών των παρατηρήσεων, είναι ένας μελετητής που ελαχι στοποιεί μάλλον παρά υπογραμμίζει τη σκοτεινή πλευρά της εξουσίας του γαιοκτήμονα. Ωστόσο, κι αυτός ακόμα συμπεραίνει ότι η συμμόρφωση του πακτωτή οφειλόταν στο συνειδητό υπολογι σμό του συμφέροντος του και στον καθαρό φόβο που βασιζόταν στην ωμή πραγματικότητα της οικονομικής εξάρτησης220. Ο φόβος και η εξάρτηση ήταν λοιπόν τα θεμέλια του περίπλοκου κώδικα συμμόρφωσης που γοητεύει πολλούς αμερικανούς επισκέπτες με την ευρηματικότητά του και την αντίθεσή του με τη δική τους εμπειρία. Μπορεί κανείς να μαντέψει ότι σ ’ αυτούς τους επισκέ πτες, αν και διακρίνουν την εχθρότητα που υπάρχει πίσω από τη φιλική, εύθυμη συμπεριφορά στις ΗΠΑ, ξεφεύγουν τόσο οι ιστορι κές ρίζες όσο και η τωρινή σημασία της γιαπωνέζικης ευγένειας. 216. Dore. 217.'D ore. 218. Dore. 219. Dore. 220. Dore.
U nd ljn d Land Ijn d Ijnd
Reform. Reform. Reform. Reform. Reform.
325. 330. 337. 373. 371-372.
361
Εκεί όπου έχουν εξαφανιστεί οι σχέσεις οικονομικής εξάρτησης, ως συνέπεια της αγροτικής μεταρρύθμισης ή για άλλους λόγους, η παραδοσιακή δομή του κοινωνικού status και της συμμόρφωσης έχει καταρρεύσει221. Αν κάποιος είχε την τάση να αμφισβητήσει το ότι η ολιγαρχία στο χωριό και ο γιαπωνέζικος κώδικας ευγένειας έχουν οικονομική βάση, οι περιστάσεις της μερικής εξαφάνισής τους θα του αποδείκνυαν πέρα από κάθε αμφιβολία αυτή τη σχέση. Τ ο δορυφορικό σύστημα μεγάλων και μικρών κτημάτων συνέ χισε να υπάρχει μέχρι πρόσφατα, γιατί μπορούσε να προσαρμοστεί στην οικονομία της αγοράς μέσω του συστήματος μίσθωσης της γης και γιατί δεν υπήρξαν δυνάμεις που να το αμφισβητήσουν. Η αλληλεγγύη και η «αρμονία» του γιαπωνέζικου χωριού, η απουσία — ή μάλλον η απώθηση — κάθε ανοιχτής διένεξης σ ’ αυτό, είναι επίσης ένα φεουδαλικό κληροδότημα που προσαρμόστηκε με αρκε τή επιτυχία στη σύγχρονη εποχή. Στο χωριό παλιότερα, αυτή η αλληλεγγύη έβγαινε μέσα από το σύστημα οικονομικής συνεργασί ας μεταξύ των χωρικών καθώς και από την πολιτική του φεουδάρ χη τόσο στη φορολογία όσο και στο σύστημα πατερναλιστικής επίβλεψης που εφάρμοζε. Στην πιο σύγχρονη μορφή τους και οι δύο παράγοντες εξακολούθησαν να λειτουργούν στην περίοδο του μεσοπολέμου και μερικές από τις συνέπειές τους επιβιώνουν ακόμα και σήμερα. Χωρίς να μπούμε σε λεπτομέρειες, είναι αρκετό να παρατηρήσουμε ότι η συνεχιζόμενη εξάπλωση της χρηματικής οικονομίας μέσα στο χωριό έχει δυσκολέψει κάπως τις παραδοσια κές σχέσεις, χωρίς ωστόσο να τις έχει μεταβάλει σοβαρά ώς τα τώρα222. Από την άποψη αυτού που μάλλον καταχρηστικά μπορούμε ν ’ αποκαλέσουμε πολιτική, υπήρξαν επίσης πολλοί παράγοντες που λειτούργησαν ευνοϊκά για τη διατήρηση της αλληλεγγύης στο χωριό. Τα «μεγάλα» ζητήματα — αυτά που χώριζαν πλούσιους και φτωχούς — δεν αποφασίζονταν σε τοπικό επίπεδο κατά την περίοδο Τοκουγκάουα αλλά ούτε και στη σύγχρονη εποχή223. Τα 221. Dorr, l-and Reform. 367. 222. Γ ια μερικές λεπτομέρειες πάνω στη συνέχιση των μεθόδων που περιγράψαμε νωρίτερα σ ’ αυτό το κεφάλαιο, βλέπε Kmbree. "Suvc Mura” χχψ. IV. Ο Kmbree, ωστόσο, δεν μας διαφωτίζει καθόλου για τις κοινωνικές τάξεις και την πολιτική. Επίσης πάνω στις μεθόδους καλλιέργειας, BeariWey και άλλοι. Village Japan. 151, Dorr. Ijn d Reform. 352-353. 223. Dore. I^nd Reform, 338, 341.
362
«μικρά» ζητήματα, που αφορούν μόνο την τοπική κοινότητα, αντιμετωπίζονται με τρόπους που θα φαίνονται πολύ οικείοι σε όποιον έχει παρευρεθεί σε ακαδημαϊκές συσκέψεις. Θα μπορούσε κανείς να τους δώσει τον γενικό τίτλο «επίτευξη συμφωνίας μέσω της ανίας και της εξάντλησης». Έχουμε ίσως εδώ μια από τις γενικές αρχές ή νόμους που οι κοινωνιολόγοι ψάχνουν τόσο επίμο να. Βασικά, το τέχνασμα συνίσταται στο να αφήνονται όσοι έχουν γνώμη να την εκφράζουν ατέλειωτα, μέχρις ότου η ομάδα ως σύνολο να θελήσει να αναλάβει συλλογική ευθύνη για μια απόφαση. Στην Ιαπωνία, όπως ίσως κι αλλού, οι πραγματικές συζητήσεις γενικά δεν διεξάζονται δημόσια, πράγμα που αυξάνει πιθανόν τόσο την ειλικρίνεια όσο και τη δυνατότητα κάποιου αποδεκτού συμβι βασμού. Το σύστημα δίνει μεγαλύτερο βάρος στη δύναμη με την οποία ένα άτομο υποστηρίζει τη γνώμη του παρά στη λογική της βάση. Ταυτόχρονα είναι δημοκρατικό στο βαθμό που επιτρέπει να συζητιώνται ελεύθερα οι αντίθετες απόψεις. Η σύγκρουση μπορεί να επέλθει μόνο όταν τα αντίθετα μέρη είναι εξίσου ισχυρά έξω από το δωμάτιο της σύσκεψης. Στα σύγχρονα γιαπωνέζικα χωριά στα οποία υπήρχαν πάνω από μία «ηγετικές» οικογένειες, φαίνεται ότι γίνονταν οξύτατες συζητήσεις μέσα στην ηγετική αυτή ομάδα για θέματα βέβαια, ας το επαναλάβουμε, αυστηρά τοπικά. Παρόλο που δεν διαθέτει καμιά ντόπια παράδοση σχετικά με τις αξίες της δημοκρατίας, η Ιαπωνία ανάπτυξε μερικά από τα θεσμικά χαρα κτηριστικά της εντελώς από μόνη της, όπως φαίνεται224. Οι πιο τυπικά δημοκρατικές χώρες δεν νομίζω ότι είναι σε θέση να ισχυριστούν ότι η Ιαπωνία ανάπτυξε αποτελεσματικότερα τη δημοκρατία εκεί όπου αυτή είχε τη λιγότερη σημασία. Κατά την ολοκληρωτική φάση της πρόσφατης ιστορίας της Ιαπωνίας, το χωριό ενσωματώθηκε μέσα στην εθνική δομή με τρόπο που θυμίζει πολύ τις μεθόδους που χρησιμοποιούσε το καθεστώς Τοκουγκάουα για να διεισδύσει και να ελέγχει την αγροτική κοινότητα. Το αν αυτό αποτελούσε άμεση ιστορική συνέχεια δεν διασαφηνίζεται από τις πηγές που διαθέτουμε225. Ακόμα όμως κι αν δεν ήταν, οι διευθετήσεις αυτές δείχνουν με ποιό τρόπο σημαντικές πλευρές της ιαπωνικής φεουδαρχίας μπόρεσαν 224. Για την πολιτιχή στα χωριά, βλέπε Dore, Land Kel'orm. χεφ. X III και Beard>ley χαι άλλοι, Village Japan, χεφ. 12, 13 ιδίως σελ. 354-385. Η αναφορά του Dure ρίχνει πολύ φως στην πολιτιχή συμπεριφορά πριν το 1945. 225. Ο Kmbree. Suye. Mura. 34-35, υποστηρίζει τη συνεχιστιχότητα αυτή.
36.1
εύκολα να εναρμονιστούν με τους ολοκληρωτικούς θεσμούς του 20ού αιώνα. Ο αναγνώστης θα θυμάται την οργάνωση των πενταμελών ομάδων στα χωριά της εποχής Τοκουγκάουα, που στόχο είχαν την αμοιβαία ευθύνη. Αυτές ενισχύονταν από τις δημόσιες ανακοινώ σεις στα χωριά που παρότρυναν τους χωρικούς να δείχνουν καλή συμπεριφορά. Μετά το 1930, οργανώθηκαν από την κυβέρνηση ομάδες γειτονείας, η κάθε μια με τον δικό της επικεφαλής. Ο Dore παρατηρεί ότι το σύστημα, μαζί με τη δημόσια διοίκηση από πάνω, πρόσφερε στην κυβέρνηση ένα», τρόπο να φθάνει σε κάθε νοικοκυριό διαμέσου μιάς κατιούσας προσωπικής ιεραρχίας. Οι διαταγές κατέβαιναν από το Υπουργείο Εσωτερικών μέσα στο κάθε νοικοκυριό μέσω μιας εγκυκλίου. Στις σημαντικές περιπτώ σεις, κάθε αρχηγός οικογένειας έπρεπε να βάλει τη σφραγίδα του για να δείξει ότι είχε πάρει τη διαταγή. Αυτό το τέχνασμα πρόσφερε έναν αποτελεσματικό τρόπο οργάνωσης του αγροτικού πληθυσμού για σκοπούς όπως ο ανεφοδιασμός σε τρόφιμα, η συγκομιδή ελεγχόμενων δημητριακών, η εγγραφή σε πολεμικά δάνεια και τα μέτρα λιτότητας. Παρόλο που οι αρχές της (Αμερικά νικης κατοχής κατάργησαν το σύστημα της κάθετης επικοινωνίας, οι τοπικές οργανώσεις εξακολούθησαν να υπάρχουν γιατί είχαν τοπικές ανάγκες να εξυπηρετήσουν. Εφόσον παρέμειναν και πρόσφεραν ένα αποτελεσματικό μέσο διάδοσης των πληροφοριών, και όχι πια των εγκυκλίων που οι χωρικοί ίσως τώρα να μην έπαιρναν υπόψη, γρήγορα ανέλαβαν αυτήν ακριβώς τη λειτουργία226. ★
★
★
Καθώς ρίχνει κανείς το βλέμμα του πίσω στην ιστορία του γιαπωνέζικου χωριού, το χαρακτηριστικό που είναι πιθανότερο να εντυπωσιάσει τον ιστορικό είναι το στοιχείο της συνέχειας. Η ολιγαρχική δομή, η εσωτερική αλληλεγγύη και οι αποτελεσματικοί κάθετοι δεσμοί με την ανώτερη εξουσία, όλα επιβίωσαν, με ελάχιστες αλλαγές, κατά τη μετάβαση στο σύγχρονο τρόπο παρα γωγής για την αγορά. Από τ ’ άλλο μέρος, η ιστορική συνέχεια δεν παρέχει από μόνη της καμιά εξήγηση. Είναι κάτι που πρέπει το ίδιο να αιτιολογηθεί, εφόσον μάλιστα τόσα άλλα πράγματα έχουν αλλάξει. Το κύριο στοιχείο αυτής της εξήγησης, θά ’λεγα, είναι το 226. Dorr. Land Reform, 355.
364
γεγονός ότι οι γαιοκτήμονες διατήρησαν σε μεγάλο βαθμό την παλιά δομή του χωριού, γιατί μέσα α π ’ αυτήν μπορούσαν να αποσπούν και να πουλούν αρκετό πλεόνασμα ώστε να διατηρούνται στην κορυφή της πυραμίδας. Εκείνοι που δεν τα κατάφεραν, πρό σφεραν οπαδούς στον αγροτικό ψευτοριζοσπαστισμό. Η μόνη θε σμική αλλαγή'που χρειάστηκε ήταν η αντικατάσταση των σχέσεων ψευτοσυγγένειας με τις σχέσεις εκπακτωτή-πακτωτή. Ό λ α αυτά ήταν δυνατά μόνο επειδή επρόκειτο για καλλιέργεια ρυζιού όπου όπως έδειξαν τα γεγονότα, οι παραδοσιακές μέθοδοι μπορούσαν να αυξήσουν κατά πολύ την παραγωγικότητα. Αντίθετα με τον άγγλο γαιοκτήμονα του 18ου αιώνα, τον πρώσο γιούνκερ του 16ου ή τους ρώσους κομμουνιστές τον 20ό, οι ιαπωνικές κυρίαρχες τάξεις ανακάλυψαν ότι μπορούσαν να καταφέρουν αυτό που ήθελαν χωρίς να καταστρέψουν την υπάρχουσα αγροτική κοινωνία. Αν δεν είχαν καλά αποτελέσματα δουλεύοντας μέσα από τις παραδοσιακές δομές, αμφιβάλλω αν οι γιαπωνέζοι γαιοκτήμονες θα άφηναν ήσυχο το χωριό, περισσότερο απ ’ όσο οι γαιοκτήμονες σε άλλα μέρη του κόσμου. Η προσαρμοστικότητα των ιαπωνικών πολιτικών και κοινωνι κών θεσμών στις καπιταλιστικές αρχές έδωσε τη δυνατότητα στην Ιαπωνία να αποφύγει το κόστος μιας επαναστατικής εισόδου στη σκηνή της σύγχρονης ιστορίας. Κατά ένα μέρος επειδή ξέφυγε τότε από τον εμφύλιο σπαραγμό, η Ιαπωνία υπέκυψε αργότερα στο φασισμό και την ήττα. Το ίδιο συνέβει και με τη Γερμανία, για τον ίδιο περίπου λόγο. Το τίμημα για την αποφυγή μιας επαναστατι κής μετάβασης είναι πολύ υψηλό. Τπήρξε πολύ υψηλό και για την Ινδία. Εκεί το παιχνίδι δεν έχει φτάσει στο κρίσιμο σημείο του* το σενάριο και οι χαρακτήρες είναι διαφορετικοί. Ωστόσο, τα μαθήμα τα που πρόσφεραν όλες οι άλλες περιπτώσεις που εξετάσαμε ώς τώρα μπορεί να αποδειχτούν χρήσιμα για να κατανοήσει κανείς το νόημα του έργου.
365
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
Δημοκρατία στην Ασία: Η Ινδία και το τίμημα της ειρηνικής αλλαγής
1.
Η σημασία της ινδικής εμπειρίας
Το ότι η Ινδία ανήκει σε δύο κόσμους είναι μια γνωστή κοινοτοπία που συμβαίνει να είναι αληθινή. Δεν έγινε εκεί βιομη χανική επανάσταση, ούτε σε κάποια από τις δύο καπιταλιστικές παραλλαγές που συζητήσαμε ώς τώρα, ούτε σύμφωνα με την κομμουνιστική παραλλαγή. Δεν υπήρξε αστική επανάσταση, ούτε συντηρητική επανάσταση από τα πάνω, ούτε αγροτική επανάστα ση. Ως πολιτικό είδος, όμως, η Ινδία ανήκει στον σύγχρονο κόσμο. Ό τα ν πέθανε ο Νεχρού το 1964, η πολιτική δημοκρατία είχε συμπληρώσει 17 χρόνια ζωής. Έ σ τω και ατελής, η δημοκρατία αυτή δεν ήταν απλή φενάκη. Τπάρχει από τό 1947 ένα λειτουργικό κοινοβουλευτικό σύστημα, ανεξάρτητη δικαιοσύνη και οι γνωστές πολιτικές ελευθερίες: ελεύθερες γενικές εκλογές, όπου το κυβερνών κόμμα υπέστει και αποδέχθηκε ήττες σε σημαντικό τμήμα της χώρας, πολιτικός έλεγχος πάνω στο στρατό, και ένας αρχηγός κράτους που έκανε πολύ περιορισμένη χρήση των τυπικών εκτετα μένων εξουσιών του1. Τπάρχει ένα παράδοξο εδώ, αλλά είναι μόνο επιφανειακό. Η πολιτική δημοκρατία μπορεί να φαίνεται παράξενη σ ’ ένα ασιατικό σκηνικό, όπου μάλιστα δεν έχει γίνει βιομηχανική επανάσταση, μέχρις ότου συνειδητοποιήσει κανείς ότι τα τρομερά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ινδική κυβέρνηση οφείλονται σ ’ αυτό ακριβώς το γεγονός. Αυτή είναι πράγματι η περίπτωση που θα προσπαθήσω να εξηγήσω σε τούτο το κεφάλαιο: γιατί η έλευση του σύγχρονου κόσμου δεν'οδήγησε σε πολιτικές ή οικονομικές 1. Brecher, Nehru. 638.
366
αναστατώσεις στην Ινδία και, τελικά τΐ κληροδότησε αυτή η εξελικτική διαδικασία στη σημερινή ινδική κοινωνία. Διδακτική από μόνη της, η ιστορία αυτή αποτελεί μια πρό κληση και μια δοκιμασία για τις θεωρίες που προβλήθηκαν σ ’ αυτό το βιβλίο καθώς και για άλλες, ιδιαίτερα εκείνες τις θεωρίες περί δημοκρατίας που ανταποκρίνονται στην πολύ διαφορετική ιστορική εμπειρία της Δ. Ευρώπης και των ΗΠΑ. Επειδή τα εμπόδια στον εκσυγχρονισμό υπήρξαν ιδιαίτερα ισχυρά στην Ινδία μας γίνονται ακόμη καλύτερα κατανοητοί οι παράγοντες που έδωσαν τη δυνατό τητα σε άλλες χώρες να τα ξεπεράσουν. Για άλλη μια φορά, πάντως, πρέπει να υπογραμμίσω ότι για να διαβάσουμε σωστά την ιστορία αυτή πρέπει να έχουμε στο νου ότι δεν έχει τελειώσει. Μόνο το μέλλον θα δείξει αν είναι δυνατό να εκσυγχρονιστεί η ιδνική κοινωνία, διατηρώντας ή επεκτείνοντας τις δημοκρατικές ελευθερίες. Ίσω ς φανεί χρήσιμο στον αναγνώστη ν ’ ακούσει σαν πρόλο γο, την ιστορία όπως βαθμιαία έπεσε στη δική μου αντίληψη. Ώ ς τον καιρό της Βασίλισσας Ελισάβετ Α ', οι ισλαμιστές κατακτητές της Ινδίας είχαν εδραιώσει σε μεγάλο μέρος της χώρας αυτό που η παλιότερη γενιά μελετητών θα αποκαλούσε «ανατολίτικο δεσποτισμό». Σήμερα οφείλουμε να τον αποκαλέσουμε αγροτική γραφειο κρατία ή ασιατική εκδοχή του βασιλικού απολυταρχισμού, μάλλον πιο πρωτόγονο από εκείνον της Κίνας, ένα πολιτικό σύστημα δυ σμενές για την πολιτική δημοκρατία και την ανάπτυξη της εμπορι κής τάξης. Ούτε τα αριστοκρατικά ούτε τα αστικά προνόμια και ελευθερίες δεν ήταν σε θέση να απειλήσουν την εξουσία των Μογγόλων. Ούτε υπήρχαν μέσα στην αγροτιά δυνάμεις σε λειτουργία που θα μπορούσαν να προκαλέσουν οικονομική ή πολιτική ρήξη στην επικρατούσα τάξη πραγμάτων. Η καλλιέργεια ήταν αργόρρυθμη και ανεπαρκής σε εκτεταμένες περιοχές, κατά ένα μέρος εξαιτίας του φόρου που είχαν επιβάλει οι Μογγόλοι στην καλλιέρ γεια και κατά ένα μέρος εξαιτίας της περίεργης δομής της αγροτι κής κοινωνίας, που ήταν οργανωμένη με το σύστημα της κάστας. Η κάστα, δίνοντας το πλαίσιο για όλη την κοινωνική δραστηριότητα, κυριολεκτικά από τη σύλληψη του ανθρώπου ώς τη μετά θάνατο ζωή, έκανε την κεντρική κυβερνητική εξουσία σχεδόν περιττή, στο τοπικό επίπεδο της αγροτικής κοινότητας. Έ τσ ι η αγροτική δυσαρέσκεια ήταν λιγότερο πιθανό να πάρει τη μορφή μαζικών αγροτικών εξεγέρσεων, όπως γινόταν στην Κίνα. Οι νεωτερισμοί 367
και οι αντιδράσεις μπορούσαν να απορροφηθούν χωρίς σημαντικές μεταβολές, με μόνο αποτέλεσμα να δημιουργούνται νέες κάστες και υποκάστες. Καθώς λοιπόν απούσιαζε κάθε ισχυρή ώθηση προς μια ποιοτική αλλαγή το μογγολικό σύστημα απλούστατα κατέρρευσε υπονομευμένο από τη διαρκώς αυξανόμενη εκμετάλλευση που οφειλόταν στο σύστημα της αντιπαροχής του δικαιώματος είσπραξης φόρων (tax-farming). Η κατάρρευση αυτή έδωσε την ευκαιρία στους Ευρωπαίους να εδραιώσουν την εδαφική τους πρόσβαση μέσα στην Ινδία κατά τον 18ο αιώνα. Υπήρχαν, λοιπόν, ισχυρά εμπόδια για τον εκσυγχρονισμό στον χαρακτήρα της ινδικής κοινωνίας πριν από την βρετανική κατάκτη ση. Ά λλα τέτοια εμπόδια ήρθαν στην επιφάνεια ως αποτέλεσμα αυτής της κατάκτησης. Κατά τα τέλη του 18ου και το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, οι Βρετανοί εισήγαγαν νέα συστήματα φορολογί ας και κατοχής γης καθώς και νέα υφαντουργικά προϊόντα που ζημίωσαν τις κάστες των χειροτεχνών. Οι Βρετανοί, ακόμα, έκα ναν ορατό τον όλο μηχανισμό της δυτικής επιστημονικής κουλτού ρας, που ήταν μιά απειλή για τα παραδοσιακά ιερατικά προνόμια. Η απάντηση ήταν η Ανταρσία του 1857, μια αντιδραστική, σπα σμωδική και ανεπιτυχής προσπάθεια εκδίωξης των Βρετανών. Μια βαθύτερη και περισσότερο μακροπρόθεσμη συνέπεια της επιβολής του νόμου, της τάξης και των φόρων, καθώς και της αύξησης του πληθυσμού, ήταν η ανάπτυξη της τάξης των παρασιτικών γαιοκτη μόνων. Παρόλη τη μικρή απόδοση των καλλιεργειών, οι αγρότες εξακολουθούσαν να παράγουν αρκετό οικονομικό πλεόνασμα. Η βρετανική παρουσία, η αποτυχία της Ανταρσίας, ο χαρακτήρας της ινδικής κοινωνίας, απέκλεισαν για την Ινδία τη λύση που έδωσε η Ιαπωνία στην καθυστέρηση: διακυβέρνηση από ένα νέο τμήμα της ντόπιας ελίτ, που χρησιμοποίησε αυτό το πλεόνασμα ως βάση για τη βιομηχανική ανάπτυξη. Αντίθετα στην Ινδία, ο ξένος κατακτητής, ο γαιοκτήμονας και ο τοκογλύφος απορροφούσαν και κατασπαταλούσαν αυτό το πλεόνασμα. Έ τσ ι η οικονομική στασι μότητα συνεχίστηκε κατά την περίοδο κυριαρχίας των Βρετανών και συνεχίζεται ώς σήμερα ακόμα. Από τ ’ άλλο μέρος, η βρετανική παρουσία εμπόδισε το σχηματισμό του χαρακτηριστικού αντιδραστικού συνασπισμού των γαιοκτημόνων με την αδύναμη ακόμα αστική τάξη, και έτσι, μαζί με τη βρετανική πολιτιστική επιρροή συνέβαλε πολύ στη μετέπειτα εμφάνιση της πολιτικής δημοκρατίας. Η βρετανική εξουσία
στηριζόταν πολύ στις ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις. Από τ ' άλλο μέρος, η ντόπια μπουρζουαζία, ιδιαίτερα οι βιοτέχνες και οι εργοσ_ασιάρχες, ένιωθαν πολύ στριμωγμένοι από τη βρετανική οικονομική πολιτική, ιδιαίτερα σ ’ ότι αφορά το ελεύθερο εμπόριο, και επιζητούσαν να εκμεταλλευτούν μια προστατευόμενη ινδική αγορά. Καθώς το εθνικιστικό κίνημα αναπτυσσόταν και αναζητού σε μια μαζική βάση, ο Γκάντι εξασφάλισε μια σύνδεση ανάμεσα στους ισχυρούς τομείς της αστικής τάξης και στην αγροτιά, διαμέσου του δόγματος της μη βίας, της συνδιοίκησης και της εξιδανίκευσης της ινδικής αγροτικής κοινότητας. Γι ’ αυτόν και για άλλους λόγους το εθνικιστικό κίνημα δεν πήρε επαναστατική μορφή, παρόλο που η «πολιτική ανυπακοή» ανάγκασε την εξασθενημένη βρετανική αυτοκρατορία να αποσυρθεί. Αποτέλεσμα της δράσης αυτών των δυνάμεων ήταν πράγματι η πολιτική δημοκρα τία, αλλά μια δημοκρατία που δεν έχει κάνει πολλά πράγματα για να εκσυγχρονίσει τις κοινωνικές δομές της Ινδίας. Έ τσι, ο λιμός εξακολουθεί να ενεδρεύει στο βάθος της σκηνής. Απογυμνωμένη από περιπλοκές και αντιθέσεις, απογυμνωμέ νη σε σημείο που να μοιάζει μ ’ ένα αλλόκοτο φαλακρό τοπίο, είναι η ιστορία που θ ’ ακολουθήσει. Άλλοι που έχουν μελετήσει την Ινδία περισσότερο από μένα μπορεί να μη θελήσουν ν ' αναγνωρί σουν το αντικείμενό τους σ ’ αυτό το προκαταρκτικό σκιαγράφημα. Έ χ ω την ελπίδα, και ίσως την αυταπάτη, ότι τα στοιοχεία που ακολουθούν θα κάνουν την ομοιότητα πιο πειστική. 2. Η Ινδία κάτω από τους Μογγόλους: τα εμπόδια στην ανά πτυξη της δημοκρατίας Οι τελευταίοι από τους πολλούς κατακτητές που εισβάλανε στην Ινδία πριν από τους Δυτικούς ήταν οι Μογγόλοι, όνομα που δόθηκε σ ’ ένα μεγάλο τμήμα των πιστών του μεγάλου μογγόλου ηγέτη Τζένγκις Χαν. Στις αρχές του 16ου αιώνα οι πρώτοι από τους ηγέτες τους εισβάλανε στην Ινδία. Έφτασαν στο απόγειο της δύναμής τους κάτω από τον Ακμπάρ (1556-1605), σύγχρονο της βασίλισσας Ελισάβετ Α ', αν και μεταγενέστεροι δυνάστες επέκτειναν την κυραρχία τους σε νέα εδάφη. Στα τέλη του 16ου αιώνα, ένα κατάλληλο σημείο αφετηρίας για την αναφορά μας, αυτή η '.σλαμική δυναστεία έλεγχε τη μερίδα του λέοντος από την Ινδία. Ό λη σχεδόν τη χερσόνησο, με σύνορα μια νοητή γραμμή από τα 369
δυτικά ώς τ ’ ανατολικά που περνά λίγο βορειότερα απ ’ τη Βομ βάη. Τα Ινδικά βασίλεια του νότου παρέμειναν ανεξάρτητα. Καθώς οι Μογγόλοι προσάρμοζαν την κυριαρχία τους στις τοπικές, ινδοϊκές συνθήκες, δεν υπήρχε μεγάλη διαφορά ανάμεσά τους, εκτός από το γεγονός ότι τα μογγολικά εδάφη είχαν πιο καλή διακυβέρνηση2. Σύμφωνα με μια γνωστή περιγραφή, τα κύρια χαρακτηριστικά της παραδοσιακής ινδικής πολιτείας ήταν ένας ηγεμόνας που κυ βερνούσε, ένας στρατός που στήριζε το θρόνο και μια αγροτιά που πλήρωνε και για τους δυό3. Σ ’ αυτό το τρίο πρέπει κανείς να προ σθέσει, για να κατανοηθεί καλύτερα η ινδική κοινωνία, την έννοια της κάστας. Μπορούμε, προς το παρόν, να περιγράφουμε το σύ στημα της κάστας σαν την οργάνωση του πληθυσμού σε κληρονο μικές και ενδογαμικές ομάδες, μέσα στις οποίες τα άρρενα μέλη επιτελούν τον ίδιο τύπο κοινωνικής λειτουργίας (ιερέας, πολεμι στής, χειροτέχνης, καλλιεργητής κ.λ.π.). Οι θρησκευτικές δοξασίες για τη μίανση καθιερώνουν αυτή τη διαίρεση της κοινωνίας σε ιε ραρχικά διευθετημένα και (θεωρητικώς) στεγανά διαμερίσματα4. Η κάστα εξυπηρετούσε, και εξυπηρετεί ακόμα, την οργάνωση της ζωής στην κοινότητα του χωριού, πού αποτελεί το θεμελιακό κύτ ταρο της ινδικής κοινωνίας και τη βασική μονάδα στην οποία έτεινε νά αποσυντίθεται όπου και όταν έλειπε ένας ισχυρός κυβερνήτης. Αυτό το θεσμικό πλέγμα των αγροτικών κοινοτήτων, που ή2. Moreland. India al Death of Akbar, 6. 3. Moreland, Agrarian System, xi. 4. Φαίνεται κάπως παράξενο που ο Moreland, ενώ περιγράφει με τόσες λεπτομέρειες τη μογγολική κοινωνία, έχει τόσα λίγα να πει για το σύστημα της κάστας, που άνθιζε εκείνο τον καιρό, όπως και επί αιώνες πριν. Ο λόγος μπορεί να είναι ότι ο Moreland αναγκάστηχε να οιχοδομήσει την περιγραφή του χρησιμο ποιώντας μολλογιχά διοικητικά ντοκουμέντα χαι τις αναφορές ταξιδιωτών της εποχής. Αυτού του τύπου οι αναφορές βεν συγκεντρώνουν ποτέ την προσοχή τους στην κοινότητα του χωριού, όπου η κάστα γίνεται μια ζωντανή πραγματικότητα ή βάση για τον χαταμερισμό της εργασίας. Μπορούσε κανείς να μαζεύει τους φόρους, να στρατολογεί κληρωτούς ή, αν ήταν ξένος, να χάνει εμπόριο, χωρίς την ελάχιστη γνώση για την λειτουργία της χάστας. To Ain i Akbari, μια γενιχή περιγραφή του μογγολικού κράτους που «συσσώρευσε» ο υπουργός του Αχμπάρ, Αμπούλ Φαζλ, αναφέρει την χάστα πολλές φορές, αλλά κυρίως σαν αξιοπερίεργο. Ο Habib, στο έργο του Agrarian System (1963), διορθώνει και συμπληρώνει τον Moreland σε πολ λά κρίσιμα σημεία, ιδιαίτερα όσον αφορά το ρόλο της κατώτερης αριστοκρατίας χαι της σχέσης της με τις αγροτικές εξεγέρσεις. Σε άλλα σημεία επιβεβαιώνει την ανάλυση του Moreland. Κι αυτός ελάχιστα αγγίζει το θέμα της χάστας, αν και κά πως περισσότερο από τον Moreland.
370
τ«ν οργανωμένες σε κάστες και συντηρούσαν με τους φόρους τους ένα στρατό, ο οποίος ήταν το κύριο στήριγμα του κυβερνήτη, απο δείχτηκε πολύ ανθεκτικό. Χαρακτήριζε την ινδική πολιτεία σ ’ όλη τη διάρκεια της βρετανικής κυριαρχίας. Ακόμα και μετά την ανε ξαρτησία, πολλά πράγματα από το μογγολικό σύστημα έχουν πα ραδίνει άθικτα. Στην ουσία το πολιτικό και κοινωνικό σύστημα της μογγολι κής περιόδου, ήταν μια αγροτική γραφειοκρατία που επιβλήθηκε πάνω σ ’ ένα ετερογενές σύνολο τοπικών ταγών με μεγάλες διαφορές μεταξύ τους όσον αφορά τη δύναμη και τους οικονομικούς πόρους. Καθώς η μογγολική κυριαρχία εξασθένιζε, κατά τον 18ο αιώνα, άρχισε να εφαρμόζει πιο χαλαρές μορφές εξουσίας. Κάτω από τον Άκμπαρ και τους ισχυρούς κυβερνήτες που τον διαδέχτη καν, δεν υπήρχε γαιοκτημονική αριστοκρατία εθνικής εμβέλειας ανεξάρτητη από το στέμμα, δεν υπήρχε θεωρητικά τουλάχιστον, και σε μεγάλη έκταση ούτε στην πράξη. Οι τοπικοί αρχηγίσκοι διέθεταν πραγματικά αρκετή ανεξαρτησία, αν και οι μογγόλοι ηγέτες κατάφεραν σε αρκετά μεγάλο βαθμό να τους ενσωματώσουν στο μογγολικό γραφειοκρατικό σύστημα. Τη θέση του τοπικού ταγού θα χρειαστεί να τη συζητήσουμε με περισσότερες λεπτομέ ρειες σε λίγο. Γ ενικά, όπως λέει ο Moreland, «η ανεξαρτησία ήταν συνώνυμη με την εξέγερση, και ένας ευγενής δεν ήταν ούτε υπηρέτης ούτε εχθρός της εξουσίας»5. Η αδυναμία της εθνικής αριστοκρατίας ήταν ένα σημαντικό γνώρισμα της Ινδίας του 17ου αιώνα, το οποίο όπως και σ ’ άλλες χώρες, δεν άφησε την κοινοβου λευτική δημοκρατία να αναπτυχθεί στο ντόπιο έδαφος. Οι κοινο βουλευτικοί θεσμοί θα ήταν μια όψιμη και εξωτική εισαγωγή. Τη γη την εξούσιαζε, θεωρητικά αλλά σε μεγάλο βαθμό και στην πράξη, ο άρχοντας. Δεν μπορούσε να γίνει αγοραπωλησία γης, εκτός από μικρά οικόπεδα για χτίσιμο σπιτιών6. Η συνηθισμέ νη πρακτική ήταν ν ’ ανατίθεται σ ’ έναν αξιωματικό να εισπράττει τους φόρους ενός χωριού, μιας ομάδας χωριών ή μιας ευρύτερης περιοχής, ως αμοιβή για την υπηρεσία του στην Μογγολική Αυτοκρατορική Διοίκηση. Ο Άκμπαρ αντιπαθούσε αυτή τη διευ θέτηση, γιατί είχε τα συνηθισμένα μειονεκτήματα της αντιπαροχής 5. India at Death of Allbar, 63. 6. Moreland, India at Death of Akbar. 256. Τα δικαιώματα πάνω στη γη μπορούσαν, ωστόσο, να πουληθούν, σύμφωνα μ ι τον Habib, Agrarian System, 154.
371
του δικαιώματος είσπραξης φόρων. Ο δικαιούχος μιας ορισμένης περιοχής έμπαινε στον πειρασμό να εκμεταλλευτεί τους χωρικούς και μπορούσε επίσης να αναπτύξει μια εδαφική βάση για τη δική του εξουσία. Έ τσι, ο Άκμπαρ επιχείρησε να αντικαταστήσει το σύστημα των αναθέσεων με κανονικές πληρωμές του φόρου σε μετρητά. Για λόγους που θα συζητήσουμε αργότερα, η προσπάθεια απέτυχε7. Θεωρητικά, επίσης, δεν υπήρχε κληρονομική μεταβίβαση αξιώματος και κάθε γενιά έπρεπε να κάνει ένα νέο ξεκίνημα. Ό τα ν πέθαινε ο αξιωματούχος, τα χρήματα επιστρέφονταν στο αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο. Οι ινδοί αρχηγοί, τοπικοί άρχο ντες που οι Μογγόλοι είχαν εγκαταστήσει και τους είχαν αφήσει τα προνόμιά τους με αντάλλαγμα την νομιμοφροσύνη τους προς το νέο καθεστώς, αποτελούσαν μια σημαντική εξαίρεση. Επίσης υπήρχε ένας αριθμός ευγενών οικογενειών κι μεταξύ των κατακτητών. Ωστόσο η δήμευση μετά το θάνατο γινόταν αρκετά συχνά, ώστε να καθιστά άχρηστη και επικίνδυνη τη συσσώρευση πλούτου8. Εκτός από αυτές τις προσπάθειες να εμποδιστεί η ανάπτυξη δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στους αξιωματούχους, το ινδικό πολιτι κό σύστημα διέθετε κι άλλα γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά. Τα καθήκοντα ήταν διαβαθμισμένα και οι συνθήκες υπηρεσίας καθορι σμένες από τον Αυτοκράτορα με κάθε λεπτομέρεια. Μετά την είσοδό του στην αυτοκρατορική διοίκηση, έπαιρνε κανείς ένα στρατιωτικό βαθμό. Έ π ειτα ήταν υποχρεωμένος ν ’ αναλάβει έναν αριθμό ιππέων ή πεζικάριων, ανάλογα με το βαθμό του*. Απ ’ τ ’ άλλο μέρος η μογγολική γραφειοκρατία απέτυχε ν ’ αναπτύξει μερικές από τις ασφαλιστικές δικλείδες κατά της γραφειοκρατικής αυθαιρεσίας που είναι πολύ κοινές στις σύγχρονες κοινωνίες. Δεν υπήρχαν κανόνες προαγωγής, ούτε δοκιμασίας καταλληλότητας, ούτε η έννοια των τυπικών προσόντων για ένα ειδικό λειτούργημα. Ο Άκμπαρ, όπως φαίνεται, στηριζόταν ολοκληρωτικά σχεδόν στη διαισθητική κρίση του για τους χαρακτήρες όταν επρόκειτο να προαγάγει, να υποβιβάσει ή να καθαιρέσει αξιωματικούς. Ο πιο διαπρεπής λόγιος της εποχής πρόσφερε εξαιρετικές υπηρεσίες 7. Moreland, India al Death of Akbar, 67, xai Agrarian System, 9-10. 8. Moreland. India at Death of Akbar, 71, 263. Moreland xok Chatterjee, Shorl History, 211-212. 9. Moreland, India at Death of Akbar, 65.
372
επικεφαλής στρατιωτικών επιχειρήσεων, κι ένας άλλος σκοτώθηκε πολεμώντας στα σύνορα μετά από πολλά χρόνια ειρηνικής διαβίω σης στην Αυλή10. Σε σύγκριση με τη δημόσια διοίκηση στην Κίνα των Μαντσού, το σύστημα του ' Ακμπαρ ήταν σχετικά πρωτόγονο. Βέβαια, και οι Κινέζοι απέρριπταν σαφώς κάθε ιδέα υπερεξειδίκευσης, και μπορούσε κανείς να συναντήσει κι εκεί τις αντιφατικές σταδιοδρομίες που αναφέραμε παραπάνω. Ό μω ς, το κινέζικο σύστημα εξετάσεων βρισκόταν σίγουρα πολύ πιο κοντά στις μεθόδους της σύγχρονης γραφειοκρατίας α π ’ όσο οι πρόχειρες μέθοδοι διορισμών και προαγωγής του Άκμπαρ. Μια άλλη, ακόμα πιο σημαντική διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι η κινέζικη διοίκηση κατάφερε πραγματικά να εμποδίσει όσους είχαν γραφειο κρατικό αξίωμα να αποκτήσουν δικαιώματα ιδιοκτησίας. Οι Μογγόλοι, αργότερα, δεν τα κατάφεραν σ ’ αυτό τον τομέα, όπως θα δούμε παρακάτω. Το άσκοπο της συσσώρευσης πλούτου και η απαγόρευση μεταβίβασης της περιουσίας με διαθήκη, αποτέλεσαν τρομερό κίνητρο για σπατάλη. Η σπατάλη και η αποφυγή αποταμίευσης ήταν το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της εποχής. Αυτό φαίνεται ότι στάθηκε το αρχικό αίτιο εκείνης της μεγαλοπρέπειας και της χλιδής της ριζωμένης μέσα στη φτώχεια, που ακόμα κάνει εντύπω ση στους επισκέπτες της σημερινής Ινδίας, όπως εντυπωσίαζε τους ευρωπαίους περιηγητές κατά την μογγολική εποχή. Ο αυτοκράτορας έδινε το παράδειγμα της μεγαλοπρέπειας και οι αυλικοί του το ακολουθούσαν11. Αυτό το αυλικό μεγαλείο ήταν ένα τέχνασμα που βοηθούσε να εμποδίζεται η ανεπιθύμητη συσσώρευση οικονομικών πόρων στα χέρια των συνεργατών του, αν και, όπως θα δούμε, είχε και δυσμενείς συνέπειες για τον αυτοκράτορα. Οι αυλικοί ξόδευαν περισσότερα χρήματα για τους σταύλους τους παρά για οτιδήποτε άλλο, με πιθανή εξαίρεση τα κοσμήματα. Τα σπορ και τα τυχερά παιχνίδια άνθιζαν12. Η αφθονία ανθρώπινου δυναμικού οδήγησε σε μια υπερπληθώρα υπηρετών, ένα συνήθειο που συνεχίστηκε και στη σύγχρονη εποχή. Κάθε ελέφαντας είχε τέσσερις συνοδούς-επιστάτες, αριθμός που ανέβαινε στους επτά όταν επρόκειτο για ζώο που χρησιμοποιούσε ο αυτοκράτορας. Έ νας από τους μεταγενέστε 10. Moreland. India al Death of Akbar. 69, 71. 11. Moreland, India al Death of Akbar, 257. 12. Moreland, India al Death of Akbar, 259.
373
ρους αυτοκράτορες διόριζε τέσσερις επιστάτες για κάθε σκύλο που του έφερναν δώρο από την Αγγλία13. Ξαφρίζοντας το μεγαλύτερο μέρος του οικονομικού πλεονά σματος που παρήγαν οι υπήκοοι και μετατρέποντάς το σε επίδειξη πλούτου, οι Μογγόλοι κυβερνήτες απέφυγαν για ένα διάστημα τους κινδύνους μιας αριστοκρατικής επιβουλής της εξουσίας τους. Ταυτόχρονα, μια τέτοια χρησιμοποίηση του πλεονάσματος περιό ρισε σημαντικά τις δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης ή, πιο συγκεκριμένα, του είδους εκείνου οικονομικής ανάπτυξης που θα έ σπαζε τους φραγμούς της αγροτικής τάξης πραγμάτων και θα οδη γούσε σ ’ ένα νέο είδος κοινωνίας14. Το σημείο αυτό αξίζει να το τονίσουμε, εφόσον οι μαρξιστές και οι ινδοί εθνικιστές ισχυρίζον ται γενικά ότι η ινδική κοινωνία ήταν έτοιμη να σπάσει τα δεσμά του αγροτικού συστήματος όταν η έλευση του βρετανικού ιμπερια λισμού συνέτριψε και παραμόρφωσε τις δυνατότητες που υπήρχαν προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό το συμπέρασμα δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τ ’ αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία στηρίζουν μάλλον την αντίθετη άποψη: πως ούτε ο καπιταλισμός ούτε η κοινοβουλευτική δημοκρατία θα μπορούσαν να εμφανιστούν χωρίς εξωτερική ώθηση μέσα από την ινδική κοινωνία του 17ου αιώνα. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται καθώς στρέφει κανείς την προσοχή του στις πόλεις και στο τί είδους σπέρματα υπήρχαν για μια ινδική αστική τάξη. Γιατί υπήρχαν κάποια σπέρματα, κάποια δείγματα που έμοιαζαν μάλιστα εξωτερικά μ ’ αυτόν τον τόσο αμφισβητούμενο δημιουργό της αστικής κοινωνικής ιστορίας, την Προτεσταντική Ηθική. Ο Ταβερνιέ, είναι γάλλος περιηγητής του 17ου αιώνα, μιλάει για τους Βανιάνους, μια κάστα τραπεζιτών και μεσιτών, μ ’ αυτά τα λόγια: «Τα μέλη αυτής της κάστας είναι τόσο έξυπνα και επι δέξια στο εμπόριο που ...θα μπορούσαν να δώσουν μαθήματα και στους πιο πονηρούς Εβραίους. Συνηθίζουν τα παιδιά τους από μικρά να αποφεύγουν την τεμπελιά και αντί να τα αφή νουν στους δρόμους να χάνουν τον καιρό τους στο παιχνίδι, όπως αφήνουμε συνήθως εμείς τα δικά μας, τα διδάσκουν α ριθμητική... Είναι πάντα με τους πατεράδες τους, που τα 13. Moreland. India al Dealh of Akbar. 88-89. 14. Ό π ω ς αναγνωρίζει σαφώς o Moreland στο India al Dealh of Akbar. 73.
374
εκπαιδεύουν στο εμπόριο και δεν κάνουν τίποτα χωρίς να τους το εξηγήσουν... Αν κάποιος θυμώσει μαζί τους, τον ακούνε με υπομονή και αποφεύγουν να τον συναντήσουν για 4-5 μέρες, όσο υπολογίζουν ότι θα κρατήσει ο θυμός του»15. Ό μ ω ς η ινδική κοινωνία την εποχή εκείνη δεν ήταν τέτοια ώστε οι αρετές αυτές να βρούν αρκετό πεδίο δράσης για να ανατρέψουν το σύστημα παραγωγής που επικρατούσε. Πόλεις υπήρχαν, επίσης. Οι ευρωπαίοι ταξιδιώτες της εποχής αναφέρουν την Ά γρα, τη Λαχώρη, το Δελχί και τη Βιτζαγιαναγκέρ σαν ισάξιες προς τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις του καιρού εκείνου, τη Ρώμη, το Παρίσι και την Κωνσταντινούπολη16. Αυτές οι πόλεις, ωστόσο, δεν όφειλαν την ύπαρξή τους κατά κύριο λόγο στο εμπόριο και τις τέχνες. Ή ταν κυρίως πολιτικά και, σε κάποια έκταση, θρησκευτικά κέντρα. Η παρουσία των εμπόρων και των επαγγελματιών ήταν σχετικά ασήμαντη. Στο Δελχί, ο γάλλος περιηγητής Μπερνιές παρατηρεί: «Δεν υπάρχει μεσαία τάξη. ' Ενας άνθρωπος ή θα ανήκει στην ανώτερη κοινωνική τάξη ή θα ζει μέσα στην αθλιότητα»17. Έμποροι υπήρχαν βέβαια και ασχολούν ταν μάλιστα και με το εξωτερικό εμπόριο, αν και οι Πορτογάλοι είχαν ήδη αρπάξει τη μερίδα του λέοντος σ ’ αυτόν τον τομέα18. Εδώ είναι ένα στοιχείο που πράγαμτι στηρίζει τη θέση ότι ο ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός καταπόντιζε τις ντόπιες τάσεις προς τον εκσυγχρονισμό, αν και η ένδειξη αυτή δεν μου φαίνεται καθόλου αποφασιστική. Τπήρχαν επίσης χειροτέχνες που παρήγαν κυρίως είδη πολυτελείας για τους πλούσιους19. Οι κύριοι φραγμοί για το εμπόριο ήταν πολιτικοί και κοινωνι κοί. Μερικοί απ ’ αυτούς δεν ήταν ίσως χειρότεροι από εκείνους που υπήρχαν στην Ευρώπη της ίδιας περιόδου, που γνώριζε επίσης τις ληστείες στους δημόσιους δρόμους, τις συστηματικές ενοχλή σεις και τα υψηλά τέλη διακίνησης20. Ά λλοι όμως ήταν πολύ χειρότεροι. Το μογγολικό νομικό σύστημα ήταν πίσω σε σχέση με 15. 16. 17. 18. 19. 20. System,
Travels in India. II. 144. Moreland. India al Death of Akbar. 13. Παρατίθιται « π ί τον Moreland. India al Death of Akbar. 26. Moreland. India al Death of Akbar. 239. Moreland. India al Death of Akbar. 160, 184, 187. Moreland. India al Death of Akbar. 41. Βλέπι ίπίσης Habib. Agrarian χιφ. II.
375
εκείνο της Ευρώπης. Ο έμπορος που ήθελε να επιβάλει την τήρηση ενός συμβολαίου ή να εισπράξει ένα χρέος δεν μπορούσε να αναθέ σει την υπόθεση σ ’ έναν επαγγελματία δικηγόρο, γιατί το επάγ γελμα αυτό δεν υπήρχε. Έ πρεπε να υποστηρίξει προσωπικά την υπόθεσή του μέσα σ ’ ένα σύστημα απονομής δικαιοσύνης πλημμυ ρισμένο από στοιχεία αυθαιρεσίας και προσωπικής εύνοιας. Η δω ροδοκία ήταν γενικός κανόνας21. Ακόμα πιο σημαντική ήταν η συνήθεια του αυτοκράτορα να απαιτεί τα επίγεια αγαθά των πιο πλούσιων εμπόρων, όπως έκανε και με τους αξιωματούχους του, τη στιγμή που πέθαιναν. Ο More land παραθέτει από μια επιστολή του Αουράνγτζεμπ, του τελευ ταίου από τους Μεγάλους Μογγόλους (πεθ. 1707), ένα τμήμα της οποίας είχε περισώσει ο περιηγητής Μπερνιέ: « Έχουμε συνηθίσει μόλις ένας Ό μρα (ευγενής) ή ένας πλούσιος έμπορος πάψει να αναπνέει, και καμιά φορά πριν σβήσει η φλόγα της ζωής, να σφραγίζουμε τα σεντούκια του, να φυλακίζουμε και να δέρνουμε τους υπηρέτες ή τους αξιωματούχους του οίκου του, μέχρι να δώσουν πλήρη αναφορά ολόκληρης της περιουσίας του, ακόμα και του πιο ασήμαντου κοσμήματος. Η πρακτική αυτή έχει αναμφισβήτητα πλεονε κτήματα για μας, μπορούμε όμως ν ’ αρνηθούμε ότι είναι ά δικη και σκληρή;»22 Πιθανόν αυτό να μη συνέβαινε πάντοτε. Ωστόσο, όπως παρα τηρεί ξερά ο Moreland, το εμπόριο διέτρεχε συνεχώς τον κίνδυνο να απαιτήσει ξαφνικά ο αυτοκράτορας ολόκληρο το ορατό κεφάλαιο, τη στιγμή που ο θάνατος του ιδιοκτήτη του ίσως είχε φέρει την ε πιχείρηση σε προσωρινή κατάσταση αβεβαιότητας23. Αναρωτιέται επίσης κανείς αν ο αυτοκράτορας συγκρατιόταν πάντα και συνειδη τά από το να επιταχύνει τη φυσική διαδικασία της ανθρώπινης φθοράς, που η κατάληξή της θα ήταν γι ’ αυτόν ένα τόσο ευτυχές γεγονός. Ό λοι αυτοί οι φόβοι θα πρέπει να κατάτρυχαν την εμπο ρική κοινότητα και να εμπόδιζαν την ανάπτυξη του εμπορίου. Γ ενικά, η στάση των πολιτικών αρχών απέναντι στον έμπορο 21. Moreland. India at Death of Akbar. 35-36. 22. Moreland. From Akbar to Aurangzeb. 277-278. 23. From Akbar lo Aurangzeb, 280.
.176
φαίνεται ότι έμοιαζε περισσότερο με εκείνη της αράχνης προς τη μύγα παρά με του γελαδάρη προς την αγελάδα του, όπως συνέβαινε συνήθως στην Ευρώπη της εποχής εκείνης. Ούτε κι ο Ά κμπαρ, ο πιο φωτισμένος από τους Μογγόλους, δεν είχε έναν Κολμπέρ. Στις ινδοϊστικές περιοχές η κατάσταση ήταν ίσως ακόμα χειρότερη. Οι τοπικές αρχές, όπως ο κυβερνήτης μιας πόλης, μπορεί καμιά φορά να φερόνταν διαφορετικά, παρόλο που κι αυτοί πιέζονταν να δημιουργήσουν και να ξοδέψουν γρήγορα τις περιουσίες τους. Τελικά, πιστεύω πως μπορούμε με σιγουριά να συμπεράνουμε ότι η εδραίωση της ειρήνης και της τάξης (κάποιου είδους) δεν δη μιούργησαν μια κατάσταση όπου η ανάπτυξη των εμπορικών επιρ ροών θα μπορούσε να υπονομεύσει την αγροτική τάξη πραγμάτων στην έκταση που έγινε αυτό στην Ιαπωνία. Το μογγολικό σύστημα ήταν πολύ ληστρικό για να επιτρέψει κάτι τέτοιο- όχι επειδή οι η γήτορες και οι αξιωματούχοι του ήταν αναγκαστικά πιο διεφθαρ μένοι σαν άνθρωποι (αν και μερικοί από τους τελευταίους ηγέτες ήταν αποχαυνωμένοι από τα ναρκωτικά και αιμοχαρείς, εξαιτίας ίσως της ανίας και της απόγνωσης), αλλά επειδή το σύστημα έβαζε τον ηγέτη και τους αξιωματούχους του σε τέτοια θέση που η άπλη στη συμπεριφορά ήταν συχνά η μόνη λογική. Αυτός ο αρπαχτικός χαρακτήρας του εξασθένησε με τον καιρό το μογγολικό σύστημα. Στη διάρκεια του 18ου αιώνα το μογγολι κό καθεστώς κατέρρευσε μπροστά σε μικρές ευρωπαϊκές δυνάμεις (που ασχολούνταν κυρίως με το να πολεμάνε μεταξύ τους) στο σημείο που ο Μεγάλος Μογγόλος να καταντήσει να εισπράττει βρετανικό μισθό. Μια εξέταση της σχέσης ανάμεσα στη μογγολική γραφειοκρατία και την αγροτιά αποκαλύπτει μερικούς από τους λόγους. Πριν από την μογγολική κατοχή, στο ινδικό σύστημα οι αγρότες έδιναν ένα μερίδιο της παραγωγής τους στο βασιλιά, ο οποίος καθόριζε, μέσα στα όρια που επέβαλλαν τα έθιμα, ο νόμος και οι δυνατότητες μεταφοράς, το ύψος του μεριδίου του καθώς και τις μεθόδους υπολογισμού και συλλογής. Οι Μογγόλοι υιοθέτησαν αυτή τη διευθέτηση από τα ινδικά βασίλεια με πολύ μικρές αλλαγές, κατά ένα μέρος επειδή συμφωνούσε έτσι κι αλλιώς με τις δικές τους παραδόσεις2*. Το μογγολικό διοικητικό ιδεώδες, ιδιαί τερα επί Ά κμπαρ, ήταν η άμεση σχέση ανάμεσα στον αγρότη και 24. ΜιιΓ··Ι.ιιι·Ι. Xfcrjrijn Sy-lem. 5-6.
το κράτος. Θεωρητικά, τόσο ο υπολογισμός όσο και η συλλογή των δοσιμάτων έπρεπε να ελέγχεται από την κεντρική εξουσία διαμέ σου αξιωματικών που θα όφειλαν να δίνουν λεπτομερή λογαριασμό για κάθε είσπραξη25. Εκτός από σύντομες περιόδους και σχετικά μικρές περιοχές, οι μογγόλοι ηγεμόνες ποτέ δεν πέτυχαν αυτό το ιδεώδες. Για να εφαρμοσθεί στην πράξη θα απαιτούσε τη δημιουρ γία ενός μεγάλου σώματος έμμισθων αξιωματούχων κάτω από τον άμεσο έλεγχο του αυτοκράτορα. Μια τέτοια διευθέτηση φαίνεται ότι ήταν πέρα από τις υλικές και ανθρώπινες δυνατότητες αυτής της αγροτικής κοινωνίας, όπως ήταν και μακριά από τις δυνατότη τες των Τσάρων. Αντί να πληρώνουν μετρητά απευθείας από το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο στους αξιωματούχους, η πιο πλατιά εφαρμοσμένη πρακτική ήταν να τους αναθέτουν το βασιλικό μερίδιο από την παραγωγή μιας ορισμένης περιοχής. Η ανάθεση συνοδευόταν από την παραχώρηση εκτελεστικής εξουσίας αρκετής για να εξασφαλί ζει τον υπολογισμό και την είσπραξη του απαιτούμενου ποσού. Η περιοχή μπορούσε να είναι μια ολόκληρη επαρχία ή ένα μόνο χω ριό, ενώ το ποσό που έπαιρνε μπορεί ν ’ αντιπροσώπευε το κόστος συντήρησης στρατευμάτων ή την εκτέλεση κάποιας άλλης υπηρεσί ας. Στη διάρκεια της μογγολικής περιόδου, το μεγαλύτερο μέρος της αυτοκρατορίας, καμιά φορά έως τα επτά όγδοα της έκτασής της, ήταν στα χέρια τέτοιων εντολοδόχων26. Εκτός από την συλλογή των φόρων, αυτή η διευθέτηση χρησίμευε σα μέθοδος στρατολόγησης. Έ να μοναδικό σώμα αξιωματικών εκπλήρωνε αυτά τα δύο βασικά καθήκοντα της μογγολικής γραφειοκρατίας και είχε επίσης την ευθύνη για την τήρηση της τάξης και της ειρήνης27. Υπήρχαν πολλές τοπικές παραλλαγές αυτού του βασικού προτύπου, των οποίων τις λεπτομέρειες μπορούμε ασφαλώς να αγνοήσουμε. Ό π ω ς παρατηρεί ο Moreland, το καθεστώς του Ά κμπαρ ήταν κατ ’ εξοχήν πρακτικό. « Ό τα ν ένας αρχηγός ή ένας ράτζα υποτασσόταν και δεχόταν να πληρώνει ένα λογικό φόρο, του επιτρέπανε συνήθως να κρατήσει τη θέση του: αν ήταν δύστροπος ή ανυπότακτος, τον σκότωναν, τον φυλακιζαν ή τον έδιωχναν και η γη του περνούσε κάτω από άμεσο έλεγχο». Μια πλευρά ωστόσο αξίζει την προσοχή μας.εξαιτίας των συνεπειών της. Σε μεγάλη 25. Moreland, India al Death οΓ Akbar, 33. 26. Moreland. Argarian System. 9-10. 93. 27. Moreland, India al Death of Akbar. 31.
378
έκταση, αν και όχι γενικά, οι μογγόλοι αυτοκράτορες έκριναν αναγκαίο να κυβερνούν και να φορολογούν διαμέσου των ντόπιων αρχών. Το όνομα που πήραν αυτοί οι μεσολαβητές ήταν «ζάμινταρ». Τόσο η πρακτική όσο και η χρήση του όρου κυμαίνονταν αρκετά ώστε να δημιουργούν σημαντική σύγχυση. Παρόλο που η γραμμή που τους διαχωρίζει είναι συχνά σκιώδης, μπορούμε ωστόσο να κατατάξουμε τους «ζάμινταρ» σε δύο ευρύτερους τύπους, ανάλογα με το βαθμό ανεξαρτησίας τους από την κεντρική εξουσία. Σε πολλές περιοχές της χώρας, μια σειρά κατακτήσεων είχε οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου τα μέλη της νικήτριας κάστας είχαν εδραιώσει δικά τους δικαιώματα σ^η συλλογή φόρων από τους χωρικούς μιάς ορισμένης περιοχής. Φρούρια που ανήκαν σε τοπικούς αριστοκράτες, που είχαν τις δικές τους ομάδες οπλι σμένων ακόλουθων, υπήρχαν πολλά στην ύπαιθρο. Παρόλο που οι «ζάμινταρ» αυτοί δεν είχαν αναγνωρισμένη θέση μέσα στο μογγο λικό σύστημα συλλογής φόρων, ωστόσο καλούνταν κανονικά να πληρώσουν τα φορολογικά έσοδα για περιοχές πάνω στις οποίες αυτοί οι ίδιοι διεκδικούσαν παρόμοια δικαιώματα. ' Ετσι τα δικαιώματά τους για συλλογή φόρων υπήρχαν παράλληλα μ ’ εκείνα της μογγολικής γραφειοκρατίας. Στην πράξη τα δικαιώματα των «ζάμινταρ» μπορούσαν να πουληθούν, να διαιρεθούν και να μεταβιβασθούν κληρονομικά με τον ίδιο σχεδόν τρόπο όπως τα δικαιώμα τα στο εισόδημα μιας σύγχρονης εταιρίας με τη μορφή ομόλογων ή μετοχών. Φυσικά οι μογγολικές αρχές αντιστάθηκαν σ ’ αυτή την αμφισβήτηση της εξουσίας τους και έκαναν ότι μπορούσαν για να ενσωματώσουν τους «ζάμινταρ» στην διοίκησή τους. Τ ο μογγολικό δόγμα ήταν ότι η αυτοκρατορική κυβέρνηση μπορούσε να απονείμει ή να αφαιρέσει δικαιώματα «ζάμινταρ» κατά τη βούλησή της. £ε ποιά έκταση είχε πράγματι τη δυνατότητα να το κάνει αυτό δεν είναι τόσο σαφές. Μερικοί «ζάμινταρ» ήταν σχεδόν ανεξάρτητοι τοπικοί ηγέτες. Εφόσον πλήρωναν τους φόρους τους, τους άφηναν ήσυχους. Παρόλο που οι πλουσιότερες και πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές (μαζί και εκείνες όπου οι «ζάμινταρ» είχαν απορροφηθεί, λίγο-πολύ, στην αυτοκρατορική διοίκηση) ήταν κάτω από άμεσο αυτοκρατορικό έλεγχο. Οι περιοχές που έλεγχαν οι διάφοροι ηγε μονίσκοι δεν ήταν καθόλου αμελητέες28. 28. Habib. Agrarian Syslrm. 154, 160, 165, 170, 174, 180, 183, 189. 29. Habib. Agrarian Syslrm. 184.
379
Έ τσι, η αυτοκρατορία απαρτιζόταν από τοπικές ηγεμονίες, που διέφεραν πολύ σε μέγεθος και βαθμό ανεξαρτησίας, αλλά που ήταν όλες φόρου υποτελείς στον αυτοκράτορα29. Οι μικρότεροι «ζάμινταρ» σχημάτιζαν ένα σύνολο τοπικών αριστοκρατιών. Δια χωρισμένοι από τις οικογένειες που σχετίζονταν με το θρόνο, από το γεγονός ότι εκείνοι ήταν κατακτημένοι υποτελείς, πολύ διασπασμένοι και δεμένοι με την περιοχή τους για να μπορούν να παίξουν ένα ρόλο παρόμοιο με εκείνον της αγγλικής αριστοκρατίας (ρόλο αμφισβήτησης αλλά και υποκατάστασης του βασιλικού απολυταρχισμού) οι μικροί αυτοί «ζάμινταρ» έπαιξαν παρ’ όλα αυτά έναν αποφασιστικό πολιτικό ρόλο30. Καθώς το αυτοκρατορικό σύστημα παράκμαζε και γινόταν όλο και πιο καταπιεστικό, οι «ζάμινταρ», μικροί και μεγάλοι, έγιναν ο πόλος συσπείρωσης για τις αγροτικές εξεγέρσεις. Οι τοπικές ελίτ μαζί με τους αγρότες δεν μπορούσαν από μόνοι τους να ενώσουν την Ινδία σε μια βιώσιμη πολιτική μονάδα. Μπορούσαν όμως να τιμωρούν τους ξένους για τα λάθη τους και να τους κάνουν να μη μπορούν να σταθούν σε χλωρό κλαρί. Αυτό το έκαναν πράγματι οι αγρότες κάτω από τους Μογγόλους και επίσης, με νέους συμμάχους, κάτω από τους Βρετανούς· παρόμοιες τάσεις παραμένουν εμφανείς ακόμα και στο τρίτο τέταρτο του 20ού αιώνα. Ο όρος «ζάμινταρ» υπήρξε επίκεντρο μιας πολύ ευρύτερης συζήτησης πάνω στο αν η ινδική κοινωνία είχε κάποιο σύστημα ατομικής ιδιοκτησίας της γης. Με τον καιρό συνειδητοποιήθηκε ότι το πρόβλημα αναγόταν στο ερώτημα ποιές ήταν οι σχέσεις ανάμε σα στους ανθρώπους που κυβερνούσαν τα υλικά πράγματα, που ό λοι οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν για να προμηθευτούν τροφή, στέγη και τα εφόδια του πολιτισμού. Όσον αφορά τη γη, το ερώτημα δεν είναι δύσκολο ν ’ απαντηθεί, τουλάχιστον σε χοντρές γραμμές. Την εποχή εκείνη η γη ήταν άφθονη, συχνά στο σημείο να την αποκτά κανείς αν έκανε τον κόπο να την καλλιεργήσει. Έ τσι, από τη σκοπιά των ιθυνόντων, το πρόβλημα ήταν να σπρώξουν τους αγρότες να καλλιεργούν τη γη. Αν ένας υπήκοος της αυτοκρα τορίας κατείχε γη, του ζητούσαν να πληρώνει ένα μέρος της παραγωγής του στον κυβερνήτη, σε αντάλλαγμα για την προστα σία που του παρείχαν. Η μογγολική διοικητική θεωρία και πρακτι κή έδινε έμφαση στο καθήκον της καλλιέργειας. Ο Moreland 30. Habib. Agrarian System. 165-167.
380
αναφέρει την περίπτωση ενός τοπικού κυβερνήτη που έκοψε στα 8υό με τα ίδια του τα χέρια έναν αγρότη αρχηγό χωριού γιατί δεν όργωσε το χωράφι του31. Ακόμα κι αν το παράδειγμα είναι ακραίο, αποκαλύπτει το θεμελιώδες πρόβλημα. Τα ιδιωτικά δικαιώματα της ιδιοκτησίας οπωσδήποτε υπάγονταν και απέρρεαν απ ’ το δη μόσιο καθήκον της καλλιέργειας. Αυτό το γεγονός έχει επηρεάσει τις κοινωνικές σχέσεις, σ ’ ότι αφορά τη γη, ακόμα και κάτω από εντελώς αλλαγμένες συνθήκες, ώς τα σήμερα. Η μογγολική πολιτική επιβάρυνε οικονομικά σε πολύ μεγάλο βαθμό το διοικητικό σύστημα. Ενώ ο Τζαχανγκίρ (1605-1627), ο διάδοχος του 'Ακμπαρ, προσπάθησε να κατευνάσει τους ινδούς υπηκόους του και δεν επιχείρησε να επεκτείνει την αυτοκρατορία, ο Σαν Τζαχάν (1627-1658) επιδόθηκε σε μια πολιτική επιδείξεως, μεγαλείου, κτίζοντας πολλά οικοδομήματα, όπως το Τατζ-Μαχάλ και τον θρόνο του Παγωνίου, των οποίων η οικοδόμηση κόστισε πάνω από ένα εκατομμύριο λίρες στερλίνες. Άρχισε επίσης, αν και χωρίς υπερβολές, να εφαρμόζει διακρίσεις σε βάρος των Ινδών32. Ο Αουρανγκζέμπ (1658-1707), καταδίωξε συστηματικά τους Ινδούς σε μεγάλη κλίμακα και ταυτόχρονα επέκτεινε την αυτοκρατορία με πολυδάπανους και καταστροφικούς πολέμους. Η επίδειξη μεγαλεί ου και η πολιτική της εδαφικής επέκτασης, που πιθανώς τις συνδέει το γεγονός ότι περισσότερη γη σήμαινε μεγαλύτερες πηγές εσό δων, έφεραν στην επιφάνεια εγγενείς δομικές αδυναμίες. Αν ο αυτοκράτορας άφηνε έναν εντολοδόχο του επιφορτισμένο με τη διοίκηση μιας ορισμένης περιοχής για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, διέτρεχε τον κίνδυνο να χάσει τον έλεγχο πάνω στους αξιωματούχους του, καθώς ο τελευταίος ανέπτυσσε μια ανεξάρτη τη πηγή εσόδων και βάση της εξουσίας του. Από τ ’ άλλο μέρος, αν ο κυβερνήτης άλλαζε τους εντολοδόχους συχνά από τη μια περιοχή στην άλλη, οι αξιωματούχοι θα έμπαιναν στον πειρασμό να αρπάξουν όσο γίνεται περισσότερα από τους χωρικούς μέσα στο διαθέσιμο χρόνο. Η καλλιέργεια της γης θα έφθινε και μαζί μ ’ αυτήν, τελικά, και τα αυτοκρατορικά έσοδα. Τελικά, λοιπόν, τα λουριά της κεντρικής εξουσίας θα χαλάρωναν και ο αυτοκράτορας θα έχανε τον έλεγχο που προσπαθούσε ακριβώς να διατηρήσει με τις συχνές μεταθέσεις. Όποιο δρόμο κι αν ακολουθούσε ο αυτο31. India al Dralh of Akbar. 96-97’ βλέπ* οιίβηζ Agrarian System, Xl-Xll. 32. Morrland και Challrrjrr. Short History. 241, 242.
381
κράτορας, φαίνεται ότι ήταν καταδικασμένος μακροπρόθεσμα ν ’ αποτύχει. Η δεύτερη από τις δυό δυνατότητες που περιγράψαμε προσεγγίζει πολύ αυτό που πραγματικά συνέβει. Από την εποχή του Τζαχανγκίρ ήδη, ακούμε για αγροτική αστάθεια που οφειλόταν στις συχνές μεταθέσεις των εντολοδόχων33. Ο Μπερνιέ, που ταξίδεψε στην Ινδία στα μέσα του 17ου αιώνα, βάζει στο στόμα των αξιωματούχων, με τους οποίους είχε γνωριμίες, αυτή την παρατήρηση, που από τότε πολύ συχνά αναφέρεται. «Γιατί θά ’πρεπε η παραμέληση αυτού του τόπου να μας βάζει σε έγνοια; Και γιατί θά 'πρεπε να ξοδέψουμε τα χρήματά μας και το χρόνο μας για να τον κάνουμε να καρπο φορήσει; Μπορεί να μας τον στερήσουν από στιγμή σε στιγ μή και οι κόποι μας δεν θα ωφελήσουν ούτε εμάς ούτε τα παιδιά μας. Ας βγάλουμε από τη γη όσο πιο πολλά λεφτά μπορούμε, αφήνοντας τον αγρότη να λιμοκτονήσει ή να το σκάσει, και όταν μας διατάξουν να φύγουμε ας μείνει πίσω μας ερημιά και ξεραΐλα»34. Παρόλο που ο Μπερνιέ μπορεί να υπερβάλει, υπάρχουν άφθο να στοιχεία που δείχνουν ότι άγγιξε το κύριο μειονέκτημα της μογγολικής κρατικής διοίκησης. Η μαρτυρία του Μπερνιέ, καθώς και άλλων περιηγητών, ταιριάζει πολύ καλά με αυτά που γνωρίζουμε για την κατάσταση από τα διατάγματα του Αουρανγκζέμπ. Ό λ α μαζί δίνουν το πορτραίτο μιας κατάστασης όπου οι αγρότες φορολογούνταν βαριά και τους κρατούσαν κάτω από αυστηρή πειθαρχία, ενώ ταυτόχρονα ο αριθμός τους μειωνόταν, κατά ένα μέρος επειδή έφευγαν σε πε ριοχές που ήταν έξω από τη δικαιοδοσία των Μογγόλων35. Ό ταν έφευγαν οι αγρότες, το εισόδημα του εντολοδόχου μειωνόταν α ναγκαστικά. ' Ενας εντολοδόχος με λίγα και αβέβαια εργατικά χέ ρια θα επιδίωκε σίγουρα να ισοφαρίσει ένα μέρος της ζημιάς αυξά νοντας την πίεση πάνω σ ’ εκείνους που είχαν απομείνει να δου 33. 34. 35. System,
382
Moreland, Agrarian System, 130. Παρατίθιται απ<4 τον Moreland, Agrarian System. 205. Habib, Agrarian System, x if. IX. Βλέπι ιπίσης Moreland. Agrarian 147. From Akbar to Aurahgzeb, 202.
λεύουν. Έ τσ ι το προτσές έτεινε να είναι σωρευτικό. Το μογγολικό σύστημα οδηγούσε τους αγρότες στις αγκάλες των ανεξάρτητων, περισσότερο ή λιγότερο, ηγεμονίσκων, όπου οι συνθήκες ήταν συ νήθως καλύτερες. Η διαπίστωση του Μπερνιέ ότι οι αγρότες κα ταπιέζονταν λιγότερο σ ’ αυτές τις περιοχές επιβεβαιώνεται από πολλές, ανεξάρτητες μεταξύ τους, πηγές. Οι μικρότεροι «ζά μινταρ», υποχρεωμένοι να διεξάγουν έναν άνισο αγώνα με τη μογ γολική γραφειοκρατία, είχαν συμφέροννα φέρονται καλά στους α γρότες. Έ τσ ι οι εστίες ανεξάρτητης εξουσίας που οι Μογγόλοι δεν είχαν καταφέρει να ξεριζώσουν, πρόσφεραν βάσεις συσπείρω σης για αγροτικές εξεγέρσεις. Τέτοιες εξεγέρσεις σημειώνονταν συχνά ακόμη κι όταν η ισχύς των Μογγόλων βρισκόταν στο από γειό της36. Καθώς η μογγολική γραφειοκρατία γινόταν όλο και πιο καταπιεστική και διεφθαρμένη, οι εξεγέρσεις έπαιρναν πιο σοβαρό χαρακτήρα. Σε εκτεταμένες περιοχές οι χωρικοί αρνούνταν να πληρώσουν φόρους, έπαιρναν τα όπλα και πλιατσικολογούσαν. Οι τοπικοί αρχηγοί που καθοδηγούσαν τους αγρότες δεν έδειχναν τά σεις να βελτιώσουν την κατάσταση των υπηκόων τους. Κάποιος απ ’ αυτούς αναφέρεται ότι είπε για το λαό. «Τα λεφτά είναι μπε λάς γι ’ αυτούς, δώσ ’ τους φαγητό κι ένα βρακί και είναι αρκετά»37. Παρόλ’ αυτά, εξαιτίας ίσως ενός συνδυασμού απόλυτης απελπι σίας και παραδοσιακών δεσμών κάστας και πατριαρχικής πίστης, οι χωρικοί τους ακολουθούσαν πρόθυμα. Πράγματι, μέσα στο αντι φατικό τους ανακάτεμα πατριαρχικής αφοσίωσης, αιρετικών θρη σκευτικών κινήσεων και απροκάλυπτης διαμαρτυρίας ενάντια στις αδικίες της κατεστημένης τάξης πραγμάτων, καθώς και ενεργειών αιματηρής εκδίκησης και λεηλασίας, τα αγροτικά κινήματα κατά την εποχή παρακμής του μογγολικού συστήματος δείχνουν συμπε ριφορά παρόμοια μ ’ εκείνη των αγροτών σε άλλες κοινωνίες κάτω από ίδιες γενικές συνθήκες πολύ πρωτόγονων εμπορικών σχέσεων, οι οποίες κάνουν την είσοδό τους μέσα σε μια καταπιεστική αγρο τική τάξη πραγμάτων38. Μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα η μογγολική γραφειοκρατική ηγεμονία είχε εκφυλιστεί σ ’ ένα σύστημα μικρών βασιλείων, που 36. Habib, Agrarian System, 335-336. 37. Παρατίθιται απο τον Habib, Agrarian System, 90-91- βλέπι επίσης 350-351. 38. Βλέπι Habib, Agrarian System, 338-351.
383
συχνά έκαναν πολέμους μεταξύ τους. Αυτή ήταν η κατάσταση που συνάντησαν οι Βρετανοί όταν άρχισαν να επεμβαίνουν, στα σοβαρά πι<τ, στην ινδική ύπαιθρο. Καθώς ανατρέχει κανείς τις ιστορικές μαρτυρίες είναι εύκολο να συμπεράνει — ίσως μάλιστα παραείναι εύκολο — ότι η δυναμική του μογγολικού συστήματος ήταν δυσμενής για την ανάπτυξη τόσο της πολιτικής δημοκρατίας όσο και της οικονομι κής προόδου κατά το δυτικό πρότυπο ή οτιδήποτε θα έμοιαζε μ ’ αυτό. Δεν υπήρχε γαιοκτημονική αριστοκρατία που νά ’χει κατα φέρει ν ’ αποκτήσει ανεξαρτησία και προνόμια απέναντι στο μονάρχη διατηρώντας ταυτόχρονα την πολιτική ενότητα. Αντίθε τα, η ανεξαρτησία τους, αν μπορούμε να την αποκαλέσουμε έτσι, είχε φέρει μαζί της την αναρχία. Ό ,τ ι υπήρχε που να μοιάζει με αστική τάξη δεν διέθετε ανεξάρτητη βάση. Και τα δυό αυτά χαρακτηριστικά συνδέονταν με την ληστρική γραφειοκρατία που έτεινε να γίνεται όλο και πιο αρπαχτική όσο εξασθένιζε η δύναμή της και που, συντρίβοντας τους χωρικούς και οδηγώντας τους στην εξέγερση, έφερε την ινδική χερσόνησο στην κατάσταση που ήταν πριν, ένα σύνολο αποκομμένων κρατιδίων που συχνά πολεμούσαν μεταξύ τους, εύκολη λεία για ένα νέο ξένο κατακτητή. 3.
Η κοινωνία τον χωριού: εμπόδια στην εξέγερση
Ο χαρακτήρας των ανώτερων τάξεων και των πολιτικών θεσμών άφησε να φανούν μερικοί από τους λόγους που δεν υπήρξε στην Ινδία το είδος εκείνο της οικονομικής και πολιτικής κίνησης προς τον καπιταλισμό και την πολιτική δημοκρατία, που σημειώ θηκε σε διάφορα σημεία της Ευρώπης από τον 16ο ώς τον 18ο αιώνα. Μια πιο κοντινή ματιά στη θέση των χωρικών μέσα στην ινδική κοινωνία θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε δύο άλλα χαρακτηριστικά που έπαιξαν επίσης πολύ σπουδαίο ρόλο: την πολύ φτωχή σε απόδοση καλλιέργεια, σε μεγάλο μέρος της χώρας, σε αντίθεση με την κηπευτική καλλιέργεια στα χωριά της Κίνας και της Ιαπωνίας, και από τ ’ άλλο μέρος, την φαινομενική πολιτική ευπείθεια των ινδών χωρικών. Παρόλο που υπήρχαν εξαιρέσεις σ ' αυτήν την ευπείθεια, στις οποίες θα αναφερθούμε σε χωριστό κεφάλαιο, οι αγροτικές εξεγέρσεις στην Ινδία δεν απόκτησαν ποτέ ούτε στο ελάχιστο τη σημασία που είχαν στην Κίνα. Τα γεωργικά προϊόντα και ο τρόπος καλλιέργειάς τους δεν 384
άλλαξαν και πολύ από την εποχή του Άκμπαρ μέχρι σήμερα, σε μεγάλα τμήματα της Ινδίας. Το ρύζι ήταν το κύριο προϊόν στη Βεγγάλη. Στη βόρεια Ινδία καλλιεργούσαν κυρίως δημητριακά, κεχρί και όσπρια. Το Δεκάν παρήγε «τζόβαρ», ένα είδος κεχριού ή σόργου, και μπαμπάκι, ενώ στο Νότο κυριαρχούσαν επίσης το ρύζι και το κεχρί39. Η καλή συγκομιδή εξαρτιόταν και εξαρτιέται από τις ετήσιες βροχές που φέρνουν οι μουσώνες. Μια παρατήρηση που συχνά συναντά κανείς στα έργα που ασχολούνται με την Ινδία είναι ότι, στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, η γεωργία είναι ένα τυχερό παιχνίδι, όπου ποντάρεις στις βροχές. Ώ ς ένα βαθμό τα αρδευτικά έργα εκτόπισαν τον «τζόγο», ακόμα και κατά την προ-βρετανική εποχή, παρ ’ όλο που αυτό μόνο σε μικρό σχετικά μέρος της χώρας μπορούσε να γίνει. Η ανομβρία από καιρό σε καιρό προκαλούσε μεγάλους λιμούς, όχι μόνο πριν αλλά και κατά τη βρετανική κατοχή. Ο τελευταίος μεγάλος λιμός συνέβει στα 1945. Συχνά λέγεται ότι η αστάθεια των καιρικών συνθηκών έκανε τον ινδό χωρικό παθητικό και αδρανή και εμπόδισε τη μετάβαση στην εντατική καλλιέργεια. Αμφιβάλλω πολύ. Η Κίνα είχε υποστεί κι αυτή πολλούς περιοδικούς λιμούς κι ωστόσο οι χωρικοί της πάντα θαυμάζονταν για την ενεργητικότητά τους και τον προσεκτικό κι εντατικό τρόπο που καλλιεργούσαν τη γη τους. Αντίθετα, οι ινδικές μέθοδοι καλλιέργειας φαίνονται σπάταλες και ανεπαρκείς, ακόμα κι αν λάβει κανείς υπόψη τις εθνοκεντρικές υπερβολές στις πρώτες βρετανικές αναφορές. Η τεχνολογία επίσης φαίνεται ότι έμεινε στάσιμη για μεγάλο διάστημα. Τα αγροτικά εργαλεία και οι τεχνικές δεν άλλαξαν σημαντικά από την εποχή του 'Ακμπαρ ώς τις αρχές του 20ου αιώνα40. Έ να ελαφρό αλέτρι, που το τραβούν βόδια, ήταν και παραμένει το πιο σημαντικό εργαλείο. Η αγελάδα υπήρξε λοιπόν πηγή ελκτικής ισχύος, τροφής (όχι βέβαια κρέατος) και καυσίμων, καθώς και αντικείμενο θρησκευτι κής λατρείας41. Τα πλεονεκτήματα της μεταφύτευσης του ρυζιού 39. Moreland, India al Death of Akbar, 102, 104. Πιο λτπτομίρής αναφορά στον Habib, Agrarian System, κ*φ. I. 40. Moreland. India at Death of Akbar, 105-106. 4 1 . 0 O’Malley, στη μ*Χέτη του Popular Hinduism, 15, παραθέτει από το έργο ΐνός σύγχρονου ινίού συγγραφέα πάνω στη συμπιριφορά απέναντι στην αγ*λάία: «Η αγ«λάία ιΐναι απ ‘ όλα τα ζώα το πιό ι*ρό... Ό λ α τα πιριττώματά της ((ναι καθαγιασμένα... To νιρό που αποβάλλ» θα 'π ρ ιπ ι να φυλάσ(ται σαν τον καλύτιρο αγιασμό —clvai ένα υγρό που χαταστρέφ« την αμαρτία κι αγιάζιι ότι αγγ(ζ*ι, cvcu
385
ήταν γνωστά, σε μερικές περιοχές τουλάχιστον, από τις αρχές του 19ου αιώνα και ίσως νωρίτερα. Ό μω ς, σε αντίθεση με την Ιαπωνία, η οργάνωση της εργασίας ήταν τόσο ελλιπής που οι καλλιεργειτές μικρά μόνο οφέλη αποκόμιζαν. «Τα μισά περίπου από το σύνολο των φυτών μεταφυτεύονται κατά τον πρώτο μήνα» αναφέρει ο Buchanan στα 1809-10 για μια περιοχή στη νοτιανατολική άκρη της Βεγγάλης, «και αποδίδουν πολύ καλά· τα πέντε όγδοα των υπόλοιπων μεταφυτεύονται τον δεύτερο μήνα και δίνουν φτωχή συγκομιδή, ενώ τα υπόλοιπα τρία όγδοα μεταφυτεύονται τον τρίτο μήνα και αποδίδουν τόσο λίγο που ουσιαστικά δεν αξίζει τον κόπο να καλλιεργούνται, αλλά οι αγρότες θα έμεναν αλλιώς χωρίς απασχόληση»42. Ο Buchanan, από τις λίγες πηγές που δίνουν λεπτομέρειες για τις καλλιεργητικές μεθόδους της εποχής, μας λέει επίσης ότι, αντί να εναλλάσσουν τις σπορές, οι καλλιεργητές εκείνης της περιοχής συχνά έσπερναν διάφορα είδη στον ίδιο αγρό. Αυτό αποτελούσε μια μορφή εξασφάλισης: παρόλο που κανένα από τα σπαρτά δεν αναπτυσσόταν καλά, σπάνια συνέβαινε ν ’ αποτύχουν όλα43. Σε μια άλλη περιοχή στις όχθες του Γάγγη συνηθιζόταν πολύ, σε οξύτατη αντίθεση και πάλι με την Ιαπωνία να σπέρνουν μεγάλες ποσότητες σπόρου απευθείας στην ξερή γη, χωρίς προηγούμενη προετοιμασία του εδάφους, πρακτική που παρατηρήθηκε επίσης στην περιοχή που προαναφέραμε44. Σ ’ όλες τις αναφορές του Buchanan επανα λαμβάνεται συνεχώς το ίδιο θέμα: η αναποτελεσματική καλλιέρ τίποτα Scv εξαγνίζει όπως η κοπριά της αγελάδας. 'Οποιο σημείο η αγελάδα καταδέχεται να τιμήσει με την άγια απόθεση των περιττωμάτων της μένει για πάντα ιερός τόπος.» Η χρήση της χορπιάς τ τ ; αγελάδας σαν καύσιμο 8εν ^ -ορείνα οφείλεται απλώς στην έλλειψη ξύλων, αφου χρησιμοποιείται κι εκεί όπου υπάρχουν άφθονα άλλα καύσιμα. Βλέπε buchanan, Bhagalpur. 445. Καίγεται πολύ αγρά και ομοιόμορφα, χωρίς να χρειάζεται προσοχή, πρακτικά πλεονεκτήματα στα οποία μπορεί να οφείλεται η πλατειά χρήση της μέχρι της μέρες μας. 42. Purnra. 345. Ο Buchanan ήταν γιατρός χαι οξυδερκής παρατηρητής που δεν δεχόταν αβασάνιστα ό,τι του έλεγαν οι Ινδοί αλλά προσπαθούσε να διασταυρώ νει τις μαρτυρίες όταν μπορούσε. Ή ταν επίσης ένας άνθρωπος ελεύθερος από χυδαίες εθνιχές προκαταλήψεις. Οι λεπτομερείς παρατηρήσεις που έχανε σε περιο χές της βόρειας και της νότιας Ινδίας εμπνέουν την εμπιστοσύνη. Το όνομά του ολό κληρο ήταν Francis Hamilton Buchanan - φαίνεται ότι μέρος της εργασίας του δημο σιεύτηκε με τ ' όνομα Francis Buchanan Hamilton. 43. Buchanan, Purnra, 343. 44. Bhagalpur. 410-412.
386
γεια και η χαμηλή παραγωγικότητα, στοιχεία που συναντιώνται και στις πρώτες περιγραφές των γάλλων περιηγητών για την κατάσταση την εποχή των Μογγόλων. Είναι πολύ πιθανό ότι η σχετική αφθονία της γης να υπήρξε μια σημαντική αιτία τόσο της φτωχής, εκτατικής καλλιέργειας όσο και του χαρακτήρα της αγροτικής αντίδρασης στη διάρκεια μεγά λου μέρους της ινδικής ιστορίας πριν από τη βρετανική κατάκτηση. Η γη σε πολλές περιοχές ήταν άφθονη και περίμενε να την καλλιεργήσουν οι άνθρωποι που διέθεταν τα μέσα. Οι αγρότες, όπως είδαμε, συχνά αντιδρούσαν σ ’ έναν καταπιεστικό κυβερνήτη με το να «το σκάνε» μαζικά. Ό π ω ς είπε ένας σύγχρονος μελετη τής, το φευγιό ήταν «η πρώτη απάντηση στην πείνα ή στην καταπίεση»45. Η καταπίεση και η αφθονία της γης, σε αλληλεπί δραση μεταξύ τους, δίνουν μια αρκετά καλή αιτιολογία για τις τεράστιες ακαλλιέργητες ή ελάχιστα καλλιεργημένες εκτάσεις που συναντιώνται τόσο συχνά στις αναφορές για την τελευταία περίοδο της μογγολικής κυριαρχίας και τις αρχές της βρετανικής. Αν και πολύ σημαντική, η εξήγηση αυτή είναι ωστόσο ανεπαρκής. Πολλά μέρη της Ινδίας, όπως η δυτική πεδιάδα του Γάγγη, ήταν το ίδιο πυκνοκατοικημένα κατά την εποχή του ' Ακμπαρ όσο και κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Ακόμα, η καλλιέργεια παρέμεινε φτωχή σε μεγάλες εκτάσεις της χώρας ακόμα κι όταν η γη έπαψε να είναι άφθονη. Τέτοια γεγονότα οδηγούν στην υποψία ότι οι κοι νωνικές διευθετήσεις σ ’ ότι αφορά τη γη παίζουν επίσης σπουδαίο ρόλο. Μια απ ’ αυτές έχει ήδη αναφερθεί: το ινδικό σύστημα φορολο γίας. Ό π ω ς ο ομόλογός του στην Ιαπωνία, ο ινδός χωρικός ήταν για τις κυρίαρχες τάξεις μια πηγή εσόδων. Ο γιαπωνέζικος φόρος, όπως είδαμε, ήταν μια ορισμένη ποσότητα προϊόντος ανάλογα με τη γη, και έδινε τη δυνατότητα στον δραστήριο αγρότη να έχει πλεόνασμα. Η μογγολική και η ινδική φορολογία ήταν κατά κύριο λόγο μια ορισμένη αναλογία της συγκομιδής. Έ τσ ι στην Ινδία όσο περισσότερο καλλιεργούσε ο αγρότης τόσο περισσότερο έπρεπε να δώσει στο φοροσυλλέκτη. Επιπλέον το μογγολικό σύστημα φορο λογίας εμπεριείχε τον πειρασμό για υπερβολικό «στράγγισμα» του 45. Habib, Agrarian System. 117' βλέπε επίσης Moreland. Agrarian System. xii. 161-163, 165, 169, 171. Η φυγή μέσα σε μια δασώδη περιοχή συνεπαγόταν, ωστόσο, τεράστιες δυσκολίες. Βλέπε, γ ι ’ αυτό το θέμα, Baden-Powell. Village OMnmunily. 50-51.
387
αγρότη. Αυτή η διαφορά πιθανότατα επηρέασε αποφασιστικά το χαρακτήρα της αγροτιάς στις δύο χώρες. Η κατάσταση αυτή, όπως ξέρουμε, επικράτησε στην Ινδία για πολύ μεγάλο χρονικό διάστη μα. Ο αρχηγός, ή σε μερικές περιοχές ένα συμβούλιο των προεστών του χωριού, ενεργούσαν συνήθως σαν εισπράκτορες της προσόδου, κατανέμοντας τα ποσά που έπρεπε να εισπραχτούν και τα χωράφια που επρόκειτο να καλλιεργηθούν ανάμεσα στους κατοίκους. Παρό λο που ο αρχηγός ή το συμβούλιο δρούσαν σαν μεσολαβητές ανάμεσα στην κεντρική εξουσία και το χωριό, όπως περίπου και στην Ιαπωνία, υπήρχε στην Ινδία πολύ λιγότερη τάση από τη μεριά του φεουδάρχη άρχοντα να επιβλέπει ό,τι συνέβαινε μέσα στο χωριό. Η τήρηση της τάξης και της ηρεμίας είχε αφεθεί εντελώς σχεδόν στην ευθύνη των προεστών και του αρχηγού, εφόσον οι φόροι αποδίδονταν κανονικά46. Η οργάνωση της εργασίας στην ινδική αγροτική κοινότητα διέφερε επίσης από εκείνη της Ιαπωνίας, με τρόπο που βοηθά να εξηγήσουμε το σχετικά χαμηλό επίπεδο της καλλιέργειας. Εδώ έχουμε άμεσα να κάνουμε με το σύστημα της κάστας, που σε λίγο θα χρειαστεί να συζητήσουμε εκτενέστερα. Προς το παρόν αρκεί να θυμηθούμε ότι το γιαπωνέζικο σύστημα, πριν αρχίσει να αλλάζει κατά τα τέλη της περιόδου Τοκουγκάουα, βασιζόταν κύρια στους δεσμούς ψευδοσυγγένειας. Το ινδικό σύστημα βασιζόταν, αντίθετα, στην ανταλλαγή εργασίας και υπηρεσιών με τρόφιμα ανάμεσα στις κάστες που είχαν γη κι εκείνες που είχαν λίγη ή καθόλου. Παρόλο που πλησιάζει περισσότερο στο σύγχρονο σύστημα της μισθωτής εργασίας, η ινδική διευθέτηση στηριζόταν επίσης στο έθιμο και σ ’ αυτά που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε παραδοσιακά αισθήματα. Φαίνεται ότι είχε μερικά από τα μειονεκτήματα τόσο των εθιμικών συστημάτων, που βασίζονται σε συναισθηματικούς δεσμούς π ί στης, όσο και των σύγχρονων, χωρίς τα αντίστοιχα πλεονεκτήματά τους, και ότι εμπόδιζε τόσο τις αναγκαίες μεταβολές στον καταμε ρισμό των εργασιών όσο και την εντατική εφαρμογή του καταμερι σμού σ ’ ένα ειδικό έργο. Εξ αιτίας της ευελιξίας που έχει δείξει το σύστημα της κάστας ώς τα σήμερα, δεν θα ήταν φρόνιμο να υπερτονίσουμε το θέμα, παρόλο η τάση φαίνεται σαφής. Η στενή 46. Spear. Twilight of 1hr Mughuls, 123-124. Moreland. Agrarian System. 162, 203' Badrn-Powell, Village Community, 13, 23-24. Habib, Agrarian System, 185.
388
επίβλεψη, με τον σύγχρονο τρόπο, ήταν δύσκολη. Το Ιδιο δύσκολο ήταν ν ’ αναπτυχθεί και η συνεργασία, που συναντάται σε πολλές στενά συνδεμένες παραδοσιακές ομάδες εργασίας. Οι περισσότεροι ινδοί εργάτες γης βρίσκονταν στο κατώτατο κλιμάκιο του καστικού συστήματος και ήταν σε μεγάλο βαθμό αποκλεισμένοι από την κοινότητα του χωριού, όπως δείχνει ο όρος «ανέγγιχτος» (παρίας). Τις απεργίες του σύγχρονου είδους οι παρίες δεν τις ήξεραν, κατά ένα μέρος επειδή οι εργάτες ήταν διασπασμένοι σε διαφορετικές κάστες, «ήξεραν όμως πως να μη δουλεύουν», όπως λέει ένας σύγχρονος συγγραφέας47. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους για την ανεπαρκή καλλιέργεια. Ένας άλλος ήταν το γεγονός ότι οι ανώτερες κάστες συχνά προτιμούσαν να έχουν μικρότερα εισοδή ματα, με λιγότερες σκοτούρες και επίβλεψη, παρά να στέκονται πάνω από τους εργάτες και να προσπαθούν να τους πείσουν να βελτιώσουν τον τρόπο δουλειάς τους. Πρέπει να εκφράσουμε μερικές επιφυλάξεις προτού προχωρή σουμε περισσότερο στο ζήτημα της κάστας και των πολιτικών συνεπαγωγών του. Στο σύνολο των διακλαδώσεών του τουλάχι στον, το σύστημα της κάστας υπάρχει μόνο στον ινδικό πολιτισμό. Γι ’ αυτό το λόγο είναι ισχυρός ο πειρασμός να χρησιμοποιείται η κάστα σαν εξήγηση για οτιδήποτε άλλο φαίνεται ξεχωριστό μέσα στην ινδική κοινωνία. Αυτό όμως δεν βγάζει πουθενά. Για παράδει γμα, η κάστα σε παλιότερες μελέτες, χρησιμοποιήθηκε για να εξηγηθεί η φαινομενική απουσία θρησκευτικών πολέμων στην Ινδία. Ωστόσο, στη σύγχρονη εποχή — για να μην αναφέρουμε την ινδική αντίσταση στον μουσουλμανικό προσηλυτισμό — οι θρη σκευτικοί πόλεμοι πήραν τρομερές διαστάσεις, ενώ οι κάστες περέμειναν. Η κάστα και η θεωρία της μετεμψύχωσης, που αποτελεί ένα σημαντικό τμήμα των καστικών δογμάτων, χρησιμοποιήθηκαν για να εξηγηθεί η φαινομενική πολιτική υποτακτικότητα των ινδών αγροτών και η αδυναμία της επαναστατικής ορμής στη σύγχρονη εποχή. Ωστόσο έχουμε δει ότι αυτή η επαναστατική ορμή ήταν σημαντική συνιστώσα στις δυνάμεις που έκαναν να καταρρεύσει το μογγολικό οικοδόμημα. Ούτε και απουσίαζε εντελώς σε κατοπινούς καιρούς. Πάντως η συνολική εντύπωση της υποταγής και της παθητικότητας παραμένει κυρίαρχη. Το ότι η κάστα έχει παίξει ρόλο στη δημιουργία και τη συνέχιση αυτής της συμπεριφο 47. Sprar, Twilight of ihr Mughul». 120.
389
ράς δεν βλέπω λόγο να το αρνηθώ. Τ ο πρόβλημα είναι μάλλον να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς που παρήγαγαν την παθητικότητα. Η καθιερωμένη εξήγηση είναι η ακόλουθη: Σύμφωνα με τη θεωρία της μετεμψύχωσης, ένα άτομο που υπάκουσε στις τυπικές απαιτήσεις της κάστας του σ ’ αυτή τη ζωή, θα γεννηθεί σε μια ανώτερη κάστα στην επόμενη. Η υπακοή σ ’ αυτή τη ζωή ανταμοιβόταν με μια άνοδο στην κοινωνική κλίμακα κατά την επόμενη. Αυτή η εξήγηση απαιτεί από μας να πιστέψουμε ότι οι κοινοί ινδοί αγρότες δέχονταν τις θεωρίες που πρόβαλαν οι ιερατικές κάστες των πόλεων. Ίσ ω ς οι βραχμάνες να το πέτυχαν πράγματι αυτό σε κάποια έκταση. Αλλά δε μπορεί παρά να είναι ένα μικρό μέρος της όλης ιστορίας. Α π ’ ότι γνωρίζουμε για τη συμπεριφορά των αγροτών προς τους βραχμάνες, είναι σαφές ότι οι χωρικοί δεν αποδέχονταν παθητικά και μ ’ όλη την καρδιά τους τον βραχμάνο σαν πρότυπο για κάθε τι καλό και επιθυμητό. Η στάση τους απέναντι στον μονοπωλητή της υπερφυσικής δύναμης φαίνεται ότι ήταν ένα μίγμα θαυμασμού, φόβου και εχθρότητας, που μοιάζει πολύ μ ’ εκείνη των γάλλων χωρικών απέναντι στον καθολικό ιερέα. «Υπάρχουν στον κόσμο τρεις αιμορουφηχτές», λέει μια παροιμία της βόρειας Ινδίας, «ο ψύλλος, ο κοριός και ο βραχμάνος»48. Εφόσον ο βραχμάνος αποσΚούσε αμοιβές για τις υπηρεσίες του στο χωριό, η εχθρότητα αυτή ήταν αρκετά εύλογη. «Ο γεωργός δεν μαζεύει τη συγκομιδή του, αν προηγουμένως δεν πληρώσει τον βραχμάνο να του κάνει κάποια τελετή· ο έμπορος δεν μπορεί ν ’ αρ χίσει μια επιχείρηση χωρίς να δώσει αμοιβή στο βραχμάνο- ο ψαράς δεν μπορεί να φτιάξει καινούργια βάρκα ή ν ’ αρχίσει το ψάρεμα... χωρίς τελετή και αμοιβή»49. Οι μη θρησκευτικές κυρώσεις ήταν προφανώς τμήμα του καστικού συστήματος. Και γενικά γνωρίζου με ότι τα διάφορα ανθρώπινα «πιστεύω» και οι στάσεις απέναντι στη ζωή δεν μπορούν να μείνουν σταθερά, αν δεν συνεχίσουν να υ πάρχουν οι καταστάσεις και οι κυρώσεις που τα αναπαράγουν ή, πιο ωμά, αν οι άνθρωποι δεν εξακολουθούν να έχουν κάποιο όφελος από αυτά. Σ ’ αυτές τις συγκεκριμένες αιτίες πρέπει να στραφούμε αν θέλουμε να κατανοήσουμε την κάστα. Η πρώτη απ ’ αυτές ήταν και παραμένει η ιδιοκτησία της γης. 48. O'Malley. Popular Hinduism. 190-191. 49. Kaye, Sepoy War, I. 182-183.
390
Η γενική ανωτερότητα του βραχμάνου είναι ένας παπαδίστικος μύθος που δεν ανταποκρίνεται στη λειτουργία του καστικού συστή ματος τώρα και πιθανότατα ποτέ δεν ανταποκρινόταν. Στα σύγ χρονα χωριά η οικονομικά κυρίαρχη ομάδα είναι επίσης η κυρίαρχη κάστα. Σ ’ ένα χωριό μπορεί να ’ ναι οι βραχμάνοι, σ ’ ένα άλλο μια αγροτική κάστα. Ακόμα κι όταν οι βραχμάνοι είναι στην κορυφή, αυτό οφείλεται στην οικονομική τους λειτουργία κι όχι στη θρη σκευτική50. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η κάστα είχε και ακόμα έχει μια οικονομική βάση και μια θρησκευτική εξήγηση και το ταίριασμα ανάμεσα στα δύο υπήρξε πάντα κάθε άλλο παρά τέλειο. Η κάστα που κατέχει τη γη σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία — και η κάστα είναι πραγματικότητα μόνο στην τοπική της έκφραση — είναι η ανώτερη κάστα. Το να επιχειρηματολογείς για το παρελθόν στηρι γμένος σε μια σημερινή κατάσταση δεν είναι βέβαια εντελώς ασφαλές. Πριν η βρετανική επιρροή γίνει αισθητή σε μεγάλη έκταση και όταν η γη ήταν, σε σύγκριση με σήμερα, σε αφθονία, η οικονομική βάση ήταν ίσως λιγότερο φανερή. Παρόλ’ αυτά υπήρχε. Τα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρα, ακόμα και για πολύ παλιότερες εποχές, ότι οι ανώτερες κάστες συχνά κατείχαν την καλύτερη γη και μπορούσαν να διευθύνουν την εργασία των κατώτερων καστώνΜ. 50. Για τη μεγάλη ποικιλία ασχολιών όπου συναντάμε τους βραχμάνους στα τέλη του 18ου χαι τις αρχές του 19ου αιώνα, βλέπε την αναφορά του AbW Dubois, Hindu Manners, I, 295' για μεταγενέστερους χρόνους, $enart, Caste, 35-36. 51. B; :πε, π.χ. Buchanan, Purnea, 360, 429-430, 439. 0 Baily (Caste and the Economic Frontier) αναφέρει ότι σε παλιότερες εποχές σ ’ αυτή την περιοχή της ΟρΙσα, οικογένειες πολεμικής χάστας είχαν εξοβελίσει απο την κάστα οικογένειες που ασχολούνταν με τη γεωργία. 0 Abbi Dubois στο βιβλίο του Hindu Manners, I, 55, 57, 58, αναφέρει μια μορφή δουλοπαροικίας που αγγίζει τα όρια της δουλείας για τους outcastes, παρόλο που λέει ότι είχε γίνει σχετικά σπάνια στις μέρες του. Ο Patel, στο Agricultural Laborers in Modem India and Pakistan, 9, ισχυρίζεται ότι στην παραδοσιακή ινδική κοινότητα δεν υπήρχε κάποια ξεχωριστή τάξη εργατών γης. Τα κύρια αποδεικτικά στοιχεία του προέρχονται από το βιβλίο του Campbell, Modem India, 65, και μια παράθεση από τον Sir Thomas Munro που υπάρχει σε μια σύγχρονη ινδιχή μελέτη. Πιστεύω ότι αυτός ο ισχυρισμός αποτελεί ένα παράδειγμα της ινδικής εθνικιστικής τάσης να εξιδανιχεύεται η προ-βρετανιχή περίοδος. Ο Buchanan είχε βρει εργάτες γης σε πολλά μέρη της νότιας Ινδίας. Βλέπε το έργο του Journey from Madras, I, 124, II, V 7, 315, III, 398,454-455. Οι σκλάβοι ήταν κάτι αρκετά κοινό ώστε να επισημαίνει την απουσία τους σ ’ ένα σημείο του Journey from Madras, III, 398. Οι εργάτες γης ως ξεχωριστή τάξη εμφανίζονται πολύ συχνά στις λεπτομερείς αναφορές του για τρεις βόρειες επαρχίες. Βλέπε Purnea, 119, 123, 162-164, 409, 429, 433, 443-446- Bhagalpur. 193, 423, 460, 468-
391
Τα κύρια επίσημα όργανα για την επιβολή των διατάξεων και ρυθμίσεων του καστικού συστήματος ήταν και παραμένουν, τα καατικά συμβούλια. Το καστικό συμβούλιο απαρτίζεται από μια μικρή ομάδα ηγετών επιλεγμένων από τα μέλη της κάστας σε όλα τα χωριά μιας ορισμένης περιοχής. Σε μερικά μέρη της Ινδίας βρίσκει κανείς μια ιεραρχία αυτών των συμβουλίων. Το συμβούλιο ελέγχει τη συμπεριφορά μόνο των μελών της δικής του κάστας. Προφανώς το μέγεθος της γεωγραφικής έκτασης για την οποία κάθε κάστα έχει συμβούλιο ήταν πιο μικρό παλιότερα, εξαιτίας των μεγαλύτερων δυσκολιών μετακίνησης. Ούτε και ήταν πάντα αλήθεια ότι κάθε κάστα είχε το δικό της συμβούλιο- απ ’ αυτή την άποψη υπήρχαν σημαντικές τοπικές διαφορές ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι δεν υπήρξε ποτέ συμβούλιο για μια κάστα στο σύνολό της σ ’ όλη την Ινδία52. Η κάστα εκδηλώνεται μόνο σε τοπικό επίπεδο. Ακόμα και στο χωριό δεν υπάρχει στην πραγματικότητα κεντρική οργάνωση με έργο να φροντίζει ώστε να παραμένει σε ισχύ το καστικό σύστημα σαν τέτοιο, δηλαδή να φροντίζει ώστε τα μέλη των κατώτερων καστών να δείχνουν τον απαιτούμενο σεβασμό απέναντι στα μέλη των ανώτερων. Οι κατώτερες κάστες αυτοπειθαρχούνται και τα μέλη τους έπρεπε να μάθουν να δέχονται τη θέση τους μέσα στην κοινωνική διάταξη. Απ ’ αυτή την άποψη, οι ηγέτες των κατωτέ ρων καστών είχαν οπωσδήποτε σημαντικό έργο να επιτελέσουν. Και γι ’ αυτή τη δουλειά εισέπρατταν πολύ συγκεκριμένες αμοιβές. Συχνά έπαιρναν ποσοστό από τις αμοιβές των εργατών της κάστας τους, και εισέπρατταν πρόστιμα για κάθε παραβίαση των καστικών κανονισμών53. Η τιμωρία για τις σοβαρές παραβιάσεις της καστικής πειθαρ χίας ήταν ο εξοστρακισμός, η άρνηση δηλαδή των παροχών και των διευκολύνσεων από την κοινότητα του χωριού. Σε μια κοινωνία όπου το άτομο εξαρτιόταν ολοκληρωτικά σχεδόν από αυτές τις παροχές, από το οργανωμένο πλαίσιο συνεργασίας ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας, μια τέτοια τιμωρία ήταν πράγματι τρομερή. Shahabad. 343, χαι αλλού. Βλεπε επίσης πάνω σ ’ αυτή το θέμα Moreland. India al Death of Akbar. 90-91, 112-114' Habib. Agrarian System. 120. 52. Τα χαστιχά συμβούλια περιγράφονται συνήθως σε χάθε λεπτομερή τοπιχή αναφορά. Βλέπε επίσης Blunt "Economic Aspect of the Caste System", στο βιβλίο του Mukerjee. Economic Prolems. I, 69. 53. Burhanan. Bhagalpur. 281-282.
392
Αργότερα θα δούμε πώς η είσοδος στον σύγχρονο χόσμο μετρίασε ώς ίνα βαθμό τις συνέπειες αυτών των κυρώσεων. Αλλά τί ακριβώς ήταν αυτό που επιβαλλόταν από το σύστημα αυτό; Οπωσδήποτε ένας τοπικός καταμερισμός εργασίας και μια αντίστοιχη κατανομή εξουσίας και δύναμης. Προφανώς, όμως, το σύστημα επέβαλλε πολύ περισσότερα α π ' αυτό. Στην προ-βρετανική ινδική κοινωνία, αλλά και σήμερα ακόμα σε μεγάλο μέρος της υπαίθρου, το γεγονός ότι ένα άτομο γεννιόταν μέσα σε μια συγκεκριμένη κάστα καθόριζε ολόκληρο το φάσμα της ύπαρξής του, κυριολεκτικά από πριν τη σύλληψή του ώς και μετά το θάνατο. Έδινε τη γκάμα επιλογής για το ζευγάρι των γονιών, τον τύπο ανατροφής που θα είχε ο βλαστός τους και την επιλογή γαμήλιου συντρόφου, τη δουλειά που αυτός ή αυτή θα μπορούσαν νόμιμα να κάνουν, τις κατάλληλες θρησκευτικές τελετές, την τροφή, την ενδυμασία, τους κανόνες αφόδευσης (που είχαν μεγάλη σημασία) ώς τις πιο μικρές λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής, όλα αυτά οργανωμένα γύρω από την ιδέα της αποστροφής, της αηδίας54. Χωρίς αυτή τη γενική επιτήρηση και τον ιδεολογικό εμποτι σμό είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς και γιατί οι κατώτερες κάστες θα δέχονταν το σύστημα της κάστας με τρόπο που να μπορεί αυτό να λειτουργεί χωρίς πιο κεντρικά οργανωμένες κυρώ σεις. Μου φαίνεται πως το γεγονός ότι το σύστημα ήταν διάχυτο και επεκτεινόταν πέρα από τους τομείς που οι δυτικοί θεωρούν πολιτικούς ή οικονομικούς, έστω και με την πολύ πλατειά έννοια, συνιστούσε την ουσία του καστικού συστήματος. Οι άνθρωποι, μέσα σε πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους πολιτισμούς, φανερώνουν μια αρκετά ευδιάκριτη τάση να εφαρμόζουν «τεχνητές» διακρίσεις, δηλαδή διακρίσεις που δεν απορρέουν από τις ανάγκες ενός ορθολο γικού καταμερισμού εργασίας ή μιας ορθολογικής οργάνωσης της εξουσίας, όπου η λέξη ορθολογικός χρησιμοποιείται με την περιο ρισμένη έννοια της εξασφάλισης αποτελεσματικού κοινωνικού μη χανισμού για την επιτέλεση ενός δεδομένου έργου με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να επιβιώσει η ομάδα. Τα παιδιά πάντα επινοού σαν τεχνητές διακρίσεις μέσα στη δυτική κοινωνία. Το ίδιο και οι αριστοκράτες όταν απαλλάσσονται από τις σκοπιμότητες της διακυβέρνησης. Πράγματι, η ανάγκη να πραγματοποιηθεί κάποιο επιτακτικό έργο μπορεί να σπάσει τις τεχνητές διακρίσεις: η 54. Βλέπε Hulion, Caslr. 79.
393
στρατιωτική εθιμοταξία είναι συνήθως πολύ λιγότερο άκαμπτη στο πεδίο της μάχης απόσο στα επιτελικά γραφεία. Τα αίτια αυτής της τάσης προς τον «σνομπισμό» — που είναι πολύ αναπτυγμένη σε μερικές από τις πιο «πρωτόγονες» κοινωνίες — δεν είναι εύκολο να τα διακρίνουμε5*. Παρόλο που δεν μπορώ να το αποδείξω, υποψιάζομαι ότι μια από τις λίγες διαρκείς και σίγουρες πηγές ικανοποίησης του ανθρώπου είναι να κάνει τους άλλους ανθρώπους να υποφέρουν και ότι αυτό είναι το τελικό αίτιο. Ό ποιο κι αν ήταν το αρχικό γενεσιουργό της αίτιο, το γεγονός ότι στην Ινδία η κάστα χρησίμευε για να οργανώνει ένα τόσο ευρύ φάσμα ανθρώπινων δραστηριοτήτων είχε, πιστεύω, πολύ βαθειές πολιτικές συνέπειες. Σαν σύστημα που ρυθμίζει τη ζωή σε μια ιδιαίτερη περιοχή, η κάστα συνεπάγεται μια αδιαφορία προς την εθνική πολιτική. Η κυβέρνηση πάνω από το χωριό ήταν ένας καταναγκασμός που τον επέβαλλε κάποιος ξένος και όχι μια αναγκαιότητα’ ήταν κάτι που έπρεπε να το υφίστανται με υπομονή και όχι κάτι που έπρεπε να το αλλάξουν όταν βρισκόταν σε παρακμή. Επειδή δεν είχε στην πραγματικότητα τίποτα να κάνει μέσα στο χωριό όπου οι κάστες φρόντιζαν για τα πάντα, γι ’ αυτό ίσως η κεντρική κυβέρνηση φαινόταν τόσο ληστρική. Η κυβέρνηση δεν χρειαζόταν να κάνει τίποτα για τη διατήρηση της τάξης. Ο ρόλος της στη συντήρηση των συστημάτων άρδευσης, όσο κι αν έχει αντίθετη γνώμη ο Μαρξ, ήταν μικρός54. Κι αυτά ήταν συνήθως εντελώς τοπικές υποθέσεις. Η δομική διαφορά σε σχέση με την Κίνα είναι πολύ εντυπωσιακή. Εκεί η αυτοκρατορική γραφειοκρα τία έδινε συνοχή, στην κοινωνία και ήταν εκείνο που έπρεπε ν ' αλλάξει όταν οι χωρικοί δυστυχούσαν. Ωστόσο, τοποθετώντας μ ’ αυτό τον τρόπο την διαφορά μένουμε στην επιφάνεια. Στην Κίνα οι τοπικοί ευγενείς χρειάζονταν την αυτοκρατορική γραφειοκρατία ως ένα μηχανισμό για να αποσπούν το οικονομικό πλεόνασμα από την αγροτιά που τους στήριζε σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Στο τοπικό επίπεδο μια τέτοια ρύθμιση ήταν άχρηστη στην Ινδία. Οι καστικοί κανονισμοί είχαν πάρει τη θέση της. Ό τα ν υπήρχε, ο «ζάμινταρ» είχε κερδίσει μια αποδεκτή θέση μέσα στο τοπικό σύστημα πραγμάτων. Δεν χρειαζόταν την κεντρική κυβέρνηση για να τον βοηθήσει να απασπάσει τις πρόσθετες απολαβές του από 55. Βλίπ* Llvi-Slrau*.-. Pen**· sa.ivagr. 117-119. 56. Habib. Agrarian System. 256.
394
την αγροτιά. Έ τσ ι ο χαρακτήρας των δύο συστημάτων σήμαινε ότι η αγροτική αντίδραση θα έπαιρνε διαφορετικές μορφές στην κάθε μία. Στην Κίνα η κύρια πίεση ωθούσε προς την αντικατάστα ση μιας «κακής» κυβέρνησης με μια «καλή» του ίδιου χαρακτήραστην Ινδία ωθούσε πολύ περισσότερο προς την απαλλαγή των χωριών από την κεντρική κυβέρνηση ολωσδιόλου. Στην Ινδία, γενικά, δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ισχυρή ώθηση με οποιαδήποτε έννοια, αλλά μάλλον για μια γενική κατεύθυνση που επέβαλε ο χαρακτήρας της κοινωνίας. Σε γενικές γραμμές η κεντρική κυβέρνηση μάλλον περίττευε και η αντίσταση εναντίον της, αν και υπήρχε, δεν ήταν ενεργή και αποτελεσματική. Επειδή η κάστα έχει αγκαλιάσει ένα τόσο ευρύ φάσμα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, υπήρξε επίσης μέσα στην ινδική κοινω νία ισχυρή τάση να παίρνει η αντίθεση προς την κατεστημένη τάξη πραγμάτων την μορφή μιας ακόμα κάστας. Χαρακτηριστικό παρά δειγμα είναι οι διάφορες εγκληματικές κάστες, όπως οι Θαγκ, που ενόχλησαν τόσο πολύ τους Άγγλους στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα.57 Επίσης, μια και η κάστα εκφραζόταν σε μεγάλο βαθμό με θρησκευτικό τελετουργικό, η αντίθεση στα καταπιεστικά χαρακτη ριστικά της κάστας ήταν δυνατό ν ’ απορροφηθεί από το σύστημα και να πάρει τη μορφή μιας επιπλέον κάστας. Κατά ένα μέρος αυτό ίσχυε γιατί δεν υπήρχε θρησκευτική ιεραρχία ανάλογη με τον ρωμαιοκαθολικισμό, δεν υπήρχε κάποια συγκεκριμένη ορθοδοξία που θα μπορούσε ν ’ αποτελέσει συγκεκριμένο στόχο. Έ τσ ι η κάστα ήταν και παραμένει φοβερά ανθεκτική και φοβερά ευέλικτη, στη συγκεκριμένη εκδήλωσή της, μια τεράστια μάζα τοπικά συντονιζόμενων κοινωνικών κυττάρων που αφομοιώνουν κάθε τι καινούρ γιο, γεννώντας άλλο ένα κύτταρο. Αυτή ήταν η μοίρα που περίμενε τους ξένους κατακτητές, όπως έγινε με την κάστα του Ισλάμ, ακόμα και τους Ευρωπαίους. Κι αυτοί έγιναν, για διαφόρους λόγους και σκοπιμότητες, μια ξεχωριστή κάστα, αν και η κατάτα ξή τους στη κλίμακα της «αποστροφής» ήταν αντίθετη με την κατάταξή τους στην κλίμακα της πολιτικής ισχύος. Κάπου έχω διαβάσει ότι οι καλοί ινδοϊστές στις αρχές της βρετανικής εποχής συνήθιζαν πάντα να κάνουν ένα καλό μπάνιο για να ξεπλύνουν τη 57. Εξακολούθησαν να υπάρχουν μέχρι πρόσφατα χαι πολλές μάλιστα, α π ' όσο γνωρίζω, υπάρχουν χαι σήμερα. Για μια ενδιαφέρουσα σύγχρονη σκιαγράφηση, βλέπε Blunt. Caste system of Northern India, 158.
395
βρωμιά μετά από κάθε συνάντηση με Ά γγλο. Η αντίδραση στο ιεραρχικό σύστημα, καθεαυτό, ήταν, πάν τως, σχετικά σπάνια, ακόμα και με καλυμμένη μορφή. Πολύ πιο συχνό φαινόμενο κατά τη βρετανική εποχή και πιθανότατα πιο νωρίς, ήταν να προσπαθεί μια κάστα σαν σύνολο να αναρριχηθεί ψηλότερα στην κλίμακα εκτίμησης και αποστροφής, πείθοντας τα μέλη της να υιοθετήσουν τις κατάλληλες (δηλ. βραχμανικές) συνήθειες όσον αφορά τη διατροφή, την απασχόληση και το γάμο. Τ ο έθιμο να καίγονται οι χήρες ήταν ένα αποφασιστικό σημάδι ότι μια κάστα είχε ανέβει κοινωνικά. Έχοντας αποκτήσει μιαν μορφή συλλογικής ανοδικής κινητικότητας που απαιτούσε αυστηρή πει θαρχία και υποταγή σε κανόνες προσδιορισμένους από τις ανώτε ρες κάστες, η ινδική κοινωνία περιόριζε ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα πολιτικής αντίδρασης. Έ τσι, το σύστημα έδινε έμφα ση στο καθήκον του ατόμου απέναντι την κάστα και όχι στα δικαιώματα του ατόμου απέναντι στην κοινωνία. Ό ,τ ι δικαιώμα τα υπήρχαν, έτειναν να είναι ομαδικά δικαιώματα, δικαιώματα της κάστας58. Με την εκούσια αποδοχή του προσωπικού εξευτελισμού από τα θύματά του και την απουσία ενός συγκεκριμένου στόχου εχθρότητας, ενός συγκεκριμένου φορέα ευθύνης για τη δυστυχία, το ινδικό σύστημα της κάστας εντυπωσιάζει τον σύγχρονο Ευρωπαίο* μοιάζει με μια περίεργη καρικατούρα του κόσμου όπως τον είδε ο Κάφκα. Σε κάποιο βαθμό, αυτά τα αρνητικά χαρακτηριστικά μπορεί να είναι συνέπεια των παραμορφώσεων που υπέστει η ινδι κή κοινωνία από τη βρετανική κατοχή. Ακόμα κι αν είναι έτσι, πρόκειται για παραμόρφωση γνωρισμάτων που υπήρχαν πριν εμφανιστούν καν οι Βρετανοί, και ο χαρακτήρας τους δεν αποτελεί μικρό μέρος των αιτίων της αθλιότητας. Για να συνοψίσουμε, έστω προσωρινά και πολύ πρόχειρα, θα έλεγα ότι, ως οργάνωση της εργασίας, η κάστα στην ύπαιθρο ήταν ένα αίτιο για τη φτωχή απόδοση της γεωργίας αν και σίγουρα όχι το μόνο. Επιπλέον, ως οργάνωση της εξουσίας στην τοπική κοινότητα, φαίνεται πολύ πιο καθαρά ότι η κάστα εμπόδισε την πολιτική ενότητα. Με αυτήν ακριβώς την ευλυγισία της η ινδική κοινωνία φαίνεται ότι έκανε τη θεμελιώδη αλλαγή πολύ δύσκολη. Ωστόσο, όμως, δεν ήταν αδύνατη. Πράγματι, οι νέοι κατακτητές 58. Brown, "Tradition* of Leadership” , στο βιβλίο Leadership and Political Institutions. 7.
396
που αντικατέστησαν τους Μογγόλους θα έσπερναν σπόρους, που τους καρπούς τους ούτε αυτοί ούτε άλλοι δεν Οα μπορούσαν να μαντέψουν. 4.
Αλλαγές που επιφέρανε οι Βρετανοί ώς το 1857
Δεν μπορεί κανείς να πραγματευθεί τις επιπτώσεις της βρετανικής κατοχής στην ινδική κοινωνία σαν να ήταν το αποτέλε σμα ενός ομοιόμορφου αίτιου που λειτούργησε συνεχώς πάνω από τρεις αιώνες. Η βρετανική κοινωνία και ο χαρακτήρας των βρετανών που πήγαν στην Ινδία άλλαξε τρομερά στο διάστημα ανάμεσα στους ελισεβιτιανούς χρόνους και τον εικοστό αιώνα. Μερικές από τις πιο σημαντικές μεταβολές συντελέστηκαν κατά την εκατονταε τία 1750-1850. Στα μέσα του 18ου αιώνα οι Βρετανοί ήταν ακόμα οργανωμένοι, με προσανατολισμό προς το εμπόριο και τη λεηλα σία, μέσα στην Εντιμότατη Εταιρία Ανατολικών Ινδιών, και δεν ελέγχανε παρά ένα μικρό μόνο τμήμα του ινδικού εδάφους. Ώ ς τα μέσα του 19ου αιώνα είχαν γίνει πραγματικά οι κυβερνήτες της Ινδίας, οργανωμένοι σε μια γραφειοκρατία περήφανη για τις παραδόσεις δικαιοσύνης και εντιμότητας. Από τη σκοπιά των σύγ χρονων κοινωνιολογικών θεωριών για την γραφειοκρατία, είναι σχεδόν αδύνατο να δούμε πώς μπόρεσε να πραγματοποιηθεί η αλλαγή αυτή εφόσον οι ιστορικές πρώτες ύλες δεν προμήνυαν τίποτα σπουδαίο: μια εταιρία εμπόρων που λίγο διέφεραν από πειρατές, από τη μια, και μερικές ανατολικές δεσποτικές ηγεμονί ες σε παρακμή, από την άλλη. Θα μπορούσε κανείς θεμιτά, να σπρώξει ακόμα παραπέρα τρ κοινωνιλογικό και ιστορικό παράδο ξο: από αυτό το διόλου ενθαρρυντικό αμάλγαμα ξεπήδησε τελικά ένα κράτος με βάσιμες αξιώσεις δημοκρατικής ταυτότηταςΙ Για το βρετανικό συστατικό αυτού του περίεργου μίγματος, η πορεία εξέλιξης, σε πολύ χοντρές γραμμές, ήταν η ακόλουθη. Την ελισαβετιανή εποχή, οι Βρετανοί ήρθαν στην Ινδία με ανάμικτα κίνητρα: περιπέτεια, κρατικές υποθέσεις, εμπόριο και λεηλασία — κίνητρα και αιτίες που πράγματι ήταν δύσκολο να ξεχωρίσουν μέσα σ ’ αυτό το ξεχείλισμα ενέργειας που αποδεσμεύσει σ ’ όλη την Ευρώπη η σήψη του παραδοσιακού χριστιανικού μεσαιωνικού πολιτισμού και η άνοδος ενός νέου, περισσότερο κοσμικού. Παρόλο που υπήρχαν μεγάλες δυνατότητες πλουτισμού στην Ινδία, γρήγο ρα έγινε φανερό ότι ήταν απαραίτητη μια εδαφική βάση. Αν 397
κάποιος ήθελε ν ’ αγοράσει πιπέρι ή λουλάκι, ο μόνος τρόπος να το πάρει σε λογική τιμή ήταν ν ’ αφήσει κάποιον εκεί για να το παζαρέψει τον καιρό της συγκομιδής, όταν έπεφταν οι τιμές και να το αποθηκεύσει μέχρι να έρθει πλοίο. Από αποθήκες και οχυρά φτιαγμένα γ ι ’ αυτό το λόγο, οι Βρετανοί άρχισαν να εισχωρούν ακόμα πιο μέσα στην ενδοχώρα, αγοράζοντας μπαχαρικά, όπιο, γιούτα, επιδιώκοντας να φέρουν τις τιμές κάτω α π ’ τον έλεγχό τους για να μπορούν να εμπορεύονται. Μια και η συμπεριφορά των τοπικών αρχών φαινόταν ασταθής και απρόβλεπτη, ο πειρα σμός να κατακτήσουν περισσότερα στοιχεία πραγματικής εξουσίας ήταν ισχυρός' το ίδιο ισχυρή ήταν βέβαια και η τάση να διώξουν τους άλλους ευρωπαίους ανταγωνιστές τους. Στο μεταξύ, όπως είδαμε, το μογγόλικο σύστημα ήταν σε πλήρη παρακμή. Μετά τη νίκη του Κλάιβ στο Άρκοτ το 1751, ο Μεγάλος Μογγόλος κατάντησε μια φιγούρα για το θεαθήναι' η νίκη του Κλάιβ στο Πλάσεϋ το 1757 έβαλε τέρμα στις βλέψεις των Γάλλων για ηγεμονία. Υπήρχε ένα αμυντικό στοιχείο, αν όχι στοιχείο αφηρη μάδας, στον τρόπο που οι Βρετανοί κατάκτησαν την Αυτοκρατο ρία: οι Πορτογάλοι και οι Γάλλοι μηχανορραφούσαν με τους ντόπιους ηγεμόνες για να τους διώξουν. Οι Βρετανοί απαντούσαν με αντεπιθέσεις. Επεκτείνοντας την εδαφική τους βάση, έπαιρναν τα εισοδήματα των κατακτημένων ηγεμόνων υποχρεώνοντας έτσι τους Ινδούς να πληρώνουν κυριολεκτικά τα έξοδα για την ίδια τους την κατάκτηση. Καθώς αποκτούσαν μεγαλύτερες εδαφικές ευθύ νες, μεταμορφώθηκαν βαθμιαία από πλιατσικολόγοι έμποροι σε ειρηνικούς κυβερνήτες, που προσπαθούσαν να επιβάλουν την τάξη και την ειρήνη με τα λίγα μέσα που διέθεταν. Αυτή ακριβώς η απόκτηση εδαφικής ευθύνης ήταν το κλειδί για την όλη εξέλιξη και τον μετασχηματισμό τους σε μια γραφειοκρατία που, βέβαια, χρωστούσε κάτι στις αγγλικές αντιλήψεις περί δικαιοσύνης, αλλά είχε και εντυπωσιακή ομοιότητα με τις πολιτικές διευθετήσεις του 'ΑκμπαρΜ. Μέχρι τη σημερινή εποχή αυτές οι ομοιότητες κάθε 59. Για τη όλη εξέλιξη που σκιαγραφήσαμε παραπάνω, βλ. Woodruff, Fo unders, pi I και chap I of pi II. Παρόλο που η διαπραγμάτευση είναι βιογραφική, χαι μάλιστα ανεκδοτολογτκή, πρόκειται για πολύ χαλό ανάγνωσμα, όπου τα κύρια σημεία αναδύονται βαθμιαία. Η Cambridge History of India, V, 141-180, δίνει χρήσιμες πρόσθετες λεπτομέρειες, αλλά είναι δύσκολο να τις παρακολουθήσεις. Το έργο του Spear, Twilighl of the Mughuls, είναι μια πρώτης γραμμής ανάλυση της κατάστασης στα τέλη του 18ου αιώνα κοντά στο Δελχί.
398
άλλο παρά έχουν εξαφανιστεί. Αυτή λοιπόν, πολύ σχηματικά, ήταν η εξέλιξη των Βρετανών από την πειρατεία στην γραφειοκρατία. Ακολούθησαν τρεις αλληλεξαρτημένες συνέπειες για την ινδική κοινωνία: η έναρξη μιας εκτρωματικής εμπορευματοποίησης της γεωργίας μέσω της εδραίωσης του νόμου και της τάξης, της τακτικής φορολογίας και της ιδιοκτησίας στην ύπαιθρο' δεύτερο, η μερική καταστροφή της χειροτεχνίας στην ύπαιθρο και τέλος, μια ανεπιτυχής απόπειρα αποτίναξης του βρετανικού ζυγού με την Εξέγερση του 1857. Με τη σειρά τους οι τρεις αυτές εξελίξεις δημιούργησαν το βασικό πλαίσιο για ό,τι έχει συμβεί στην Ινδία μέχρι σήμερα. Ας αρχίσουμε με τους φόρους, ξεμπερδεύοντας τις συνδέσεις από αυτό το σημείο. 'Ως τα τέλη του 18ου αιώνα, η παλιότερη νοοτροπία, το να κάνει κανείς περιουσία όσο γίνεται πιο γρήγορα και να γυρίσει πίσω στην πατρίδα, είχε σε μεγάλο βαθμό σβήσει ανάμεσα στους υπεύθυνους βρετανούς αξιωματούχους. Η προσπάθειά τους να εγκαταστήσουν μια σταθερή μορφή κυβέρνησης δεν φαίνεται να συνδεόταν με την πρόθεση να αφαιμάξουν τη χώρα όσο το δυνατό περισσότερο. Παρόλ’ αυτά, το πρωταρχικό μέλημά τους ήταν το ίδιο ακριβώς με του 'Ακμπαρ, να αποκτήσουν μια πηγή εισοδήματος που θα στήριζε την κυβέρνησή τους, χωρίς να δημιουργούν επικίνδυνη αναστάτωση. Λίγο αργότερα, υπήρχαν μερικοί που πίστευαν ότι η Ινδία θα μπορούσε να γίνει σε λίγο καιρό μια καινούργια Αγγλία και μια τεράστια αγορά για τα αγγλικά προϊόντα. Ανάμεσα όμως στους 'Αγγλους της Ινδίας, το ρεύμα αυτό ήταν πολύ μικρό. Τα εμπορικά κίνητρα δεν μπορούν ν ’ αποτελέσουν την κύρια εξήγηση για την παραμονή των Βρετανών στην Ινδία από τη στιγμή που απέκτησαν μια αρκετά μεγάλη εδαφική βάση. Το κύριο αίτιο είναι ίσως πολύ πιο απλό. Το να αποτραβηχτούν σοβαρά, θα ήταν σαν να αναγνώριζαν την ήττα τους χωρίς να έχουν ηττηθεί. Και, εφόσον θα έμεναν, θα έπρεπε να βρουν κάποια μόνιμα συμφέροντα για να στηριχτούν, πράγμα που σήμαινε είσπραξη φόρων. Οι αποφάσεις για το πώς θα υπολογίζονταν και θα συλλέγονταν οι φόροι είναι γνωστές στους μελετητές των ινδικών υποθέσε ων ως «settlements» (διευθετήσεις), όρος που στην αρχή φαίνεται μάλλον περίεργος. Παρόλ’ αυτά είναι πολύ ταιριαστός, μια και οι αποφάσεις για τον τρόπο συλλογής των φορολογικών εσόδων ήταν πράγματι προσπάθειες για διευθέτηση μιας περίπλοκης σειράς 399
προβλημάτων μ* τρόπο ώστε οι ντόπιοι κάτοικοι να συνεχίσουν ν ’ ασχολούνται ειρηνικά με τις υποθέσεις τους. Οι «διευθετήσεις» που εφαρμόστηκαν ήταν το αποτέλεσμα των βρετανικών πολιτικών μεθόδων και προκαταλήψεων, καθώς και της δομής της ινδικής κοινωνίας, αλλά και των άμεσων πολιτικών συγκυριών σε κάθε περιοχή. Ό λοι αυτοί οι παράγοντες διέφεραν σημαντικά, χρονικά όσο και τοπικά60. Επειδή μερικές από τις κύριες διαφορές γίνονταν όλο και λιγότερο σημαντικές κάτω από την ενοποιητική επιρροή της βρετανικής κατοχής, καθώς βα θύτερες οικονομικές και κοινωνικές τάσεις εκφράζονταν στη διάρ κεια του υπόλοιπου 19ου αιώνα και του πρώτου μισού του 20ου, δεν χρειάζεται να τις εξετάσουμε με λεπτομέρειες. Αυτό που έχει σημασία για τούτη την έρευνα είναι η θέση τους μέσα στην γενική πορεία των κοινωνικών εξελίξεων στην Ινδία. Με λίγα λόγια, οι «διευθετήσεις» ήταν το σημείο αφετηρίας μιας ολόκληρης διαδικα σίας αγροτικών αλλαγών, όπου η επιβολή του νόμου και της τάξης και των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας όξυναν πολύ το πρόβλημα του παρασιτικού γαιοκτημονισμού. Πιο συγκεκριμένα, διαμόρφωσαν τη βάση ενός πολιτικού και οικονομικού συστήματος μέσα στο ο ποίο ο ξένος, ο γαιοκτήμονας και ο τοκογλύφος αποσπούσαν το οι κονομικό πλεόνασμα από την αγροτιά, δίχως όμως να καταφέρουν να το επενδύσουν για τη βιομηχανική ανάπτυξη κι έτσι αποκλεί στηκε η δυνατότητα ν ’ ακολουθηθεί ο ιαπωνικός δρόμος για την είσοδο στη σύγχρονη εποχή. Υπήρχαν βέβαια κι άλλα εμπόδια, και ίσως να υπήρχαν κι άλλοι δρόμοι απ ’ όπου η Ινδία θα μπορούσε να περάσει στη σύγχρονη εποχή. Ό μω ς, το αγροτικό σύστημα που προέκυψε από τη συγχώνευση της βρετανικής διοίκησης και την ινδικής αγροτικής κοινωνίας, ήταν αρκετό για να αποκλείσει ορι στικά την εναλλακτική λύση ιαπωνικού τύπου. 60. Γ ια μια λεπτομερή ανάλυση των αγγλικών προϊδεασμών, βλ. Stokm, English Utilitarians, pi II. 'Οταν o Baden-Powell, προς τα τέλη του 19ου αιώνα ανέλαβε το χαθήχον να παρουσιάσει αυτά τα συστήματα συλλογής των φόρων μ* τις ελάχιστες δυνατές πληροφορίες από το παρελθόν, σε μια μορφή κατάλληλη για τους βρετανούς διοιχητιχούς, βρήκε τρεις χοντρούς τόμους πολύ ακατάλληλους γ ι ' αυτό το σκοπό. Βλ. το βιβλίο του Land Systems. Ακολούθησα κυρίως τη διχή του εργασία στην σκιαγράφηση που ακολουθεί. Ο Strokes. English Utilitarians 105, πιστεύει ότι πολλές φορές ο Badrn-PowHl υπερβάλλει τις εμπειρικές πλευρές της βρετανικής διαδικασίας' χωρίς να γνωρίζω το θέμα αρκετά λεπτομερώς ώστε να κρίνω τελεσίδικα, νομίζω ότι η επιχειρηματολογία του Srokrs υπερτονίζει την επιρροή των αγγλικών θεωριών.
400
Η πρώτη και πιο σημαντική ιστορία από τις διευθετήσεις ήταν η «Μόνιμη Διευθέτηση» (γνωστή επίσης ως «Διευθέτηση Ζαμιντάρι») που εφαρμόστηκε στη Βεγγάλη το 1793. Από την πλευρά των Βρετανών, ήταν μια προσπάθεια να διατηρήσουν τα φορολογι κά έσοδα, αλλά να ξεφύγουν από τις δυσκολίες της διαχείρισης εκείνου του πολύπλοκου ντόπιου συστήματος φορολογίας που ελάχιστα καταλάβαιναν. Επίσης ήταν μια περίεργη απόπειρα, να εισαγάγουν στην ινδική κοινωνική σκηνή τον δραστήριο κι επιχει ρηματικό γαιοκτήμονα που τον είχαν τότε σε μεγάλη εκτίμηση ως παράγοντα «προόδου» στην αγγλική επαρχία. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό, από ινδικής πλευράς, ήταν η μογγολική διοικητι κή συνήθεια της χρησιμοποίησης των «ζάμινταρ», των ντόπιων αξιωματούχων-φοροεισπρακτόρων, που μεσολαβούσαν ανάμεσα στον κυβερνήτη και τον χωρικό, όπως είδαμε. Ό τα ν το μογγολικό σύστημα λειτουργούσε κανονικά, ο «ζάμινταρ» δεν ήταν, τυπικά τουλάχιστον, ιδιοκτήτης περιουσίας. Καθώς άρχισε να παρακμάζει το σύστημα, αυτός απέκτησε de facto ιδιοκτησία, όπως περίπου έγινε και με τους κινέζους πολέμαρχους του 20ου αιώνα. Ο βρετανός Γενικός Κυβερνήτης Λόρδος Κορνουάλλης πίστεψε ότι έβλεπε στον ζάμινταρ ένα κοινωνικό είδος που θα μπορούσε ίσως να μεταβληθεί σε επιχειρηματικό και δραστήριο γαιοκτήμονα, όπως στην Αγγλία, που θα οργάνωνε την ύπαιθρο και θα εξασφάλι ζε πλούσια καλλιέργεια, αν του δινόταν η εγγύηση ότι στο μέλλον δεν θα τον φορολογούσαν εξοντωτικά σε αντάλλαγμα για τους κόπους του, όπως έκαναν οι Μογγόλοι. Αυτός ήταν ο λόγος της επιμονής των Ά γγλω ν να κάνουν μόνιμη την διευθέτηση. Κάτω από τη νέα κυβέρνηση, ο ζάμινταρ απέκτησε δικαίωμα ιδιοκτησίας σταθερό, όπως του υποσχέθηκαν. Παρέμεινε ταυτόχρονα και φορο εισπράκτορας, όπως επί Μογγόλων. Σύμφωνα με τους όρους της Μόνιμης Διευθέτησης, οι Βρετανοί έπαιρναν τα εννέα δέκατα των εσόδων που είχε ο ζαμιντάρ από τους γεωργούς πακτωτές των κτημάτων, αφήνοντάς του το ένα δέκατο σαν αμοιβή «για τους κόπους και τις ευθύνες του»61. Παρόλο που ο νομικός σκελετός της Μόνιμης Διευθέτησης αποδείχτηκε ότι άξιζε το όνομα που του δόθηκε — διάρκεσε ως το 1951 — οι συνέπειές του διέψευσαν τις 61. Baden-Powell, Und Systems. I. 401-402, 432-433’ Griffiths. British Impact on India. 170-171' Copal. Permanent Settlement in Bengal. 17-18. O Habib, στο Agrarian System, προβάλλιι ισχυροί προηγούμινα στην τοπιχή μογγολιχή διοίκηση στη Βεγγάλη.
401
ελπίδες των εμπνευστών του. Στην αρχή οι Βρετανοί καθόρισαν πολύ ψηλά όρια φόρων και έδιωξαν τους «ζάμινταρ» που δεν κατάφεραν να αποσπάσουν το εισόδημα που τους είχε οριστεί. Αποτέλεσμα ήταν πολλοί ζάμινταρ να χάσουν τη γη τους και να αντικατασταθούν από άλλους, που θα τους ονομάζαμε σήμερα «δοσίλογους» . «Ευυπόληπτοι ιθαγενείς» ήταν ο όρος που καθιερώ θηκε μεταξύ των Βρετανών. Ώ ς τα μέσα του 19ου αιώνα, δηλαδή λίγο πριν την Ανταρσία του Σεπόυ, γύρω στα 40% της γης, σε σημαντικό μέρος της χώρας όπου είχαν εγκατασταθεί μόνιμα οι Βρετανοί, είχε αλλάξει χέρια μ ’ αυτόν τον τρόπο62. Οι διωγμένοι «ζάμινταρ» αποτέλεσαν σημαντικό παράγοντα της Ανταρσίας, ενώ οι καινούργιοι λειτούργησαν σαν «άγκυρες θυέλλης» για τη βρετα νική εξουσία. Με τη σειρά τους οι τελευταίοι μετατράπηκαν σε παρασιτικούς γαιοκτήμονες, καθώς η αύξηση του πληθυσμού ανέ βασε τα πακτώματα κατά τον 19ο αιώνα, ενώ το φορολογικό τους φορ.ίο παρέμεινε σταθερό. Πρέπει πάντως να αναγνωρίσουμε ότι στη Βεγγάλη, και με την Μόνιμη Διευθέτηση, η βρετανική πολιτική απλώς επιτάχυνε και ενέτεινε την τάση προς τον παρασιτικό γαιοκτημονισμό. Λεν δημιούργησε αυτό το νέο κοινωνικό είδος. Υπάρχει μια πολύ διαφωτιστική αναφορά για τη Βεγγάλη τη χρονιά 1794 που δείχνει πολύ καλά ότι οι μεγάλες πληγές της ινδικής αγροτικής κοινωνίας (οι ίδιες που τους δίνεται μεγάλη έμφαση σε περιγραφές του αιώνα μας) υπήρχαν όλες πριν από την έλευση των Βρετανών63. Αυτές ήταν οι αργόσχολοι, αδρανείς γαιοκτήμονες, η πολλαπλή επιβάρυνση - > δικαιωμάτων πάκτωσης και μια μεγάλη τάξη άκληρων εργατών γης. Η οικονομία της αγοράς έκανε κάπως οξύτερα αυτά τα προβλήματα στις πυκνοκατοικημένες κοιλάδες των ποταμών. Στις άλλες περιοχές, μακριά από την αγορά, ήταν πολύ λιγότερο έντονα. Εκεί ο φοροεισπράκτορας αξιωματούχος δεν είχε ακόμα μεταβληθεί, σε παρασιτικό γαιοκτήμονα. Στο τρίτομο έργο του Buchanan όπου περιγράφει ένα ταξίδι στο Μαδράς, δεν βρήκα καμιά ένδειξη ότι ο γαιοκτήμονας είχε γίνει παρασιτικός στα μάτια των ντόπιων όσο και των Βρετανών. Δεν υπήρχε παρά ένα π ριορισμένο πρόβλημα χρεών. Παρόλο που 62. Cohn. "Initial British Impact on India” , 424-431. 63. Sir Henry Thomas Colebrooke, Remarks on the Husbandry and Internal Commerce of Bengal. 30, 44, 92-93, 96-97.
402
εργάτες γης και σκλάβοι ακόμα υπήρχαν σε μερικές περιοχές, δεν μπορούσε κανείς να μιλήσει για αγροτικό προλεταριάτο64. Η δυτική Ινδία είναι το μέρος όπου η άλλη κύρια μορφή «Διευθέτησης» επικράτησε σε μεγάλη έκταση. Αυτή είναι γνωστή σαν «ρυοτβάρι» (από τη λέξη «ρύοτ» που σημαίνει καλλιεργητής) γιατί οι φόροι εισπράττονταν καθευθείαν από τους χωρικούς χωρίς μεσολαβητές. Σε μερικές περιοχές αυτό είχε εφαρμοστεί και από τους Μογγόλους. Οι ατυχείς εμπειρίες με την Μόνιμη Διευθέτηση, μια σημαντική δόση πατερναλισμού κι ακόμα οι αγγλικές οικονομι κές αντιλήψεις για το επιθυμητό της ύπαρξης μιας εύρωστης αγροτιάς καθώς για τον παρασιτικό χαρακτήρα των δικών τους γαιοκτημόνων, που εκφράζονταν κυρίως στη θεωρία του Ρικάρντο για τη μίσθωση της γης, συντέλεσαν σ ’ αυτό το αποτέλεσμα καθώς και στο γεγονός ότι απέφυγαν να μονιμοποιήσουν τα ποσοστά φόρου. Πιο σημαντικό, μου φαίνεται, ήταν το γεγονός ότι στην περιφέρεια του Μαδράς, όπου το μοντέλο μπήκε σ ’ εφαρμογή το 1812, δεν υπήρχαν «ζάμινταρ» με τους οποίους να γίνει «διευθέτη ση». Η κατάσταση αυτή δημιουργήθηκε γιατί οι τοπικοί αρχηγοί στην περιοχή αυτή έκαναν το λάθος να αντιταχθούν στους Βρετα νούς, οι οποίοι τους καταστρέψαν, ενώ μερικούς τους παραμέρισαν δίνοντάς τους μια μικρή σύνταξη65. Από τη σκοπιά της έρευνας αυτής, η κύρια συνέπεια του διακανονισμού «ρυοτβάρι» είναι αρνητική: δεν εμπόδισε την εμφάνιση του παρασιτικού γαιοκτημονισμού, ο οποίος μετά από ένα χρονικό διάστημα έγινε πρόβλημα σε πολλά μέρη της Νότιας Ινδίας όπως είχε γίνει και στη Βόρεια. Ό π ω ς ήδη είπαμε, παρόλο που οι διαφορές ανάμεσα στους διάφορους τύπους «διακανονισμών» γεμίζουν πολλές σελίδες μέσα στις μελέτες της εποχής αλλά και σε πιο πρόσφατες ιστορικές αναφορές, οι διαφορές αυτές, όχι και τόσο μακροπρόθεσμα, έτειναν να εξισωθούν καθώς γίνονταν αισθητές οι συνέπειες της τάσης για εξασφάλιση της ιδιοκτησίας και της αύξησης του πληθυσμού. Η ειρήνη και η ιδιοκτησία ήταν λοιπόν, σε γενικές γραμμές, το πρώτο δώρο της βρετανικής κυριαρχίας που θα έβαζε σε κίνηση 64. Βλ. Buchanan, Journey from Madras, για τις αγορές και το εμπόριο: I, 19, 39, 40, 265-266· II, 452, 459· για τον φιοοδάρχη: I, 2-3, 124, 298· II, 67, 187-188, 213, 2% , 477 ΙΙΙ, 88 και index s.v. ganda* για τους χωρικούς χαι τη γη: I, 271, II, 309- III, 34, 385, 427-428. Το χρονικό του ίημοσιρίτηκ* το 1807. 65. Cambridge History of India, V. 473, 463; Baden-Powell. Land System, III, 11. 19. 22.
403
μακροπρόθεσμες αλλαγές στα χωριά της ινδικής χερσονήσου. Το δεύτερο «δώρο» ήταν προϊόν της αγγλικής βιομηχανικής επανά στασης: τα υφαντουργικά προϊόντα που από το 1814 ώς το 1830 πλημμύρισαν την ινδική ύπαιθρο και κατέστρεψαν ένα μέρος της ντόπιας χειροτεχνίας. Εκείνοι που σήκωσαν το κύριο βάρος της κρίσης ήταν οι υφαντουργοί της πόλης, που παρήγαν εμπορεύματα υψηλής ποιότητας, ή τα χωριά, ιδιαίτερα στο Μαδράς, που είχαν ειδικευτεί στην παραγωγή υφασμάτων για την αγορά. Ο κοινός υφαντουργός του χωριού που έφτιαχνε χοντροφτιαγμένα υφάσματα για τοπική κατανάλωση επηρεάστηκε πολύ λίγο. Οι έμμεσες συνέπειες ήταν ο εξαναγκασμός των υφαντουργών της πόλης να επιστρέψουν στην γεωργία και η εξάλειψη των δυνατοτήτων απασχόλησης στις πόλεις64. Ο αντίκτυπος στην ινδική κοινωνία φαίνεται ότι υπήρξε περισσότερο δραματικός κατά τη δεκαετία του 1830, αλλά η εισαγωγή υφαντουργικών προϊόντων συνεχίστη κε σ ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Βρετανοί αξιωματούχοι επιφορτισμένοι με τις ινδικές υποθέσεις υπερασπίστηκαν τα ινδικά συμφέροντα σθεναρά αλλά χωρίς επιτυχία67. Η ειρωνεία είναι ότι οι παρατηρήσεις και δηλώσεις άγγλων αξιωματούχων που συγκεν τρώθηκαν στο έργο ενός ινδού αξιωματούχου και λόγιου, του Ρόμες Ντατ, φαίνεται ότι υπήρξαν η βάση της άποψης, που συμμερίζονται ινδοί εθνικιστές και μαρξιστές, ότι η Ινδία ήταν ένα βιοτεχνικό έθνος, το οποίο οι Ά γγλοι μετατρέψανε σε αγροτικό για εγωιστικούς ιμπεριαλιστικούς λόγους. Έ τσ ι ωμά εκφρασμένη, η θέση αυτή είναι ανόητη. Εκείνο που καταστράφηκε ήταν η χειροτεχνική παραγωγή και όχι η βιοτεχνία με τη σύγχρονη έννοια, και άλλωστε η Ινδία την εποχή της ακμής της χειροτεχνίας ήταν επίσης ένα κατά κύριο λόγο αγροτικό έθνος. Επιπλέον η καταστρο φή της χειροτεχνίας συντελέστηκε πολύ πριν από την ανάπτυξη του σύγχρονου μονοπωλιακού καπιταλισμού. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό για να απορρίψουμε έτσι πρόχειρα την θέση αυτή. Η δυστυχία του ινδικού λαού δεν υπήρξε λιγότερο πραγματική επειδή βγήκαν ίσως απ ’ αυτήν κάποια λαθεμένα θεωρητικά συμπεράσμα τα. Και είναι επίσης αληθινό, όπως θα δούμε παρακάτω, ότι οι 66. Cadgil, Industrial Evolution, 37, 43, 45' Anstey. Economic Development, 146, 205, 208' Raju. Economic Conditions in Madras, 164, 175, 177, 181. Βλ. ιπΐ/της, Dull, India, in the Victorian Age, για πολλά ινδιαφέροντα συγκεκριμένα στοιχιία, απρόσιτα σήμ*ρα, ιδ. 101, 105-106, 108, 112. 67. Βλ. το υλιχό «τον Dull καθώς χαι Woodruff, Guardians, 91.
404
Βρετανοί πράγματι εμπόδισαν, ώς ένα βαθμό, τη βιομηχανική α νάπτυξη στην Ινδία. Με την επιβολή των φόρων και την εισαγωγή υφαντών η ινδική αγροτική κοινωνία — γιατί η ινδική κοινωνία, βέβαια, ήταν κατά κύριο λόγο αγροτική — δέχτηκε πολύ ισχυρά χτυπήματα, ώστε η εξέγερση να φαίνεται πολύ δικαιολογημένη στο σύγχρονο ιστορικό. Τα χτυπήματα δεν σταμάτησαν μόνο σ ’ εκείνα που σκιαγραφήσαμε σύντομα παραπάνω. Μερικά άλλα παρόμοια τραντάγματα υπήρξαν από τις κύριες άμεσες αιτίες του ξεσπάσματος. Στα βόρεια και δυτικά τμήματα της Ινδίας, μια μορφή γιαοκτητικού διακανονισμού, που ήταν κάτι ανάμεσα στους τύπους «ζαμιντάρ» και «ρυοτβάρι» εφαρμόστηκε το 1833. Ό ποτε ήταν δυνατό, ευνοούσε πιο πολύ τις συνεταιρισμένες ομάδες χωρικών παρά τους γαιοκτήμονες, κάνοντας αυτές τις ομάδες συλλογικά υπεύθυνες προς την κυβέρνηση για την πρόσο δο68. Παρόμοια γεγονότα συνέβησαν στο κρατίδιο του Ουντ. Εκεί οι Βρετανοί εκδίωξαν την ντόπια αγροτική ελίτ, ένα είδος κτηματιών-φοροεισπρακτόρων που συγκέντρωναν την πρόσοδο από τα χωριά και ζούσαν από τη διαφορά ανάμεσα σ ’ αυτά που μάζευαν και εκείνα που έδιναν στην τοπική κυβέρνηση. Τ ο Ουντ ήταν επίσης ένα πλούσιο κέντρο στρατολόγησης για την στρατειά της Βεγγά λης, που έπαθαν ένα γερό σοκ όταν έμαθαν ότι οι Βρετανοί είχαν προσαρτήσει την χώρα τους.69 Το τελικό και άμεσο έναυσμα του ξεσηκωμού ήταν η περίφημη φήμη της λιπασμένης σφαίρας, ότι δηλαδή το καινούργιο ντουφέκι απαιτούσε να δαγκώσει ο στρατιώ της σφαίρες μολυσμένες, επίτηδες, με λίπος από γουρούνια και αγελάδες. Η διάλυση της αγροτικής ελίτ στο Ουντ παρακίνησε, μαζί με άλλα γεγονότα, πολλούς συγγραφείς να υποστηρίξουν ότι η δυσα ρέσκεια αυτών των προνομιούχων αγροτών ήταν μια από τις κύριες αιτίες της εξέγερσης και να φέρουν σε αντίθεση την μεταρρυθμιστική, φιλοαγροτική βρετανική πολιτική πριν από την εξέγερση, με την πιο συντηρητική, ευνοϊκή προς την αγροτική ελίτ, πολιτική που 68. Baden-Powell, Land System, II, 21· βλ. επίσης Woodruff, Founders. 293-198, 301. 69. Chattopadhyaya. Sepoy Mutiny, 94-95. Metealt, "Influence of the Mutiny” , πρόκειται για ένα πολύ ίιαφωτιστικό άρθρο, αν και νομίζω ότι ο συγγραφέας υπερ τονίζει την αντίθεση μεταξύ της βρετανικής πολιτικής πριν και μετά την ανταρσία.
405
ακολούθησαν μετά την εξέγερση70. Αυτό φαίνεται να είναι άλλο ένα παράδειγμα μιας ελαφρά μεγαλοποιημένης επιμέρους αλήθειας που συσκοτίζει μια πιο σημαντική και ευρύτερη αλήθεια. Τπάρχει μεγαλύτερη συνέχεια τόσο στα αίτια όσο και στα αποτελέσματα της βρετανική πολιτικής α π ’ όσο αποκαλύπτει αυτή η ερμηνεία. Η πατερναλιστική στάση απέναντι στην αγροτιά και η ρομαντική και συμφερτική ιδέα ότι ο δυνατός και απλός λαός μπορούσε και έπρεπε να είναι η πηγή και η δικαίωση της εξουσίας τους, αποτελούσε ισχυρό στοιχείο της βρετανικής πολιτικής σ ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής, έστω κι αν το όφελος για τους αγρότες ήταν αμφίβολο. Παρ’ όλο που οι ταξικές σχέσεις στην ύπαιθρο έχουν μεγάλη σημασία, δεν αποκτούν νόημα αν δεν τις τοποθετήσουμε μέσα σε ευρύτερα πλαίσια. Οι αγροτικές συνθήκες, ιδιαίτερα στην Ινδία, δεν μπορούν να διαχωριστούν από την κάστα και τη θρησκεία, γιατί όλες μαζί σχηματίζουν ένα ενιαίο θεσμικό σύνολο. Το κύριο ρήγμα μέσα στην ινδική κοινωνία, που αποκάλυψε η εξέγερση, ήταν το ρήγμα ανάμεσα σε μια βαθιά προσβλημένη ορθοδοξία, που την στήριξαν σίγουρα υλικά συμφέροντα, και στη χλιαρή στάση εκείνων που είτε κέρδιζαν από τη βρετανική πολιτική ή δεν είχαν ενοχληθεί πολύ απ ’ αυτήν. Αυτό το ρήγμα περνούσε μέσα από θρησκευτικές όσο και υλικές συντεταγμένες. Ινδοϊστές και Μουσουλμάνοι υπήρ χαν πολλοί κι από τις δυό μεριές71. Στην Ουντ οι χωρικοί ξεσηκώ θηκαν μαζί με τα πρώην αφεντικά τους για να προβάλουν ενωμένη αντίσταση στη βρετανική διείσδυση. Έ τσ ι λοιπόν φαίνεται λογικό να συμπεράνουμε πως οτιδήποτε κι αν έκαναν ή προσπαθούσαν να κάνουν οι Βρετανοί — και όπως είδαμε έκαναν εντελώς διαφορετι 70. ΒΧ. Mrlcalf. "Influence of ihe Mulinv'\ για μια χαλή σύγχρονη αναφορά στη θέση αυτή. Kaye. Sepoy. War. I. Κεφ. IV για μια χαλή παλιότερη εκδοχή της άποψης ότι η δυσαρέσκεια των ανώτερων γαιοχτημονιχών τάξεων προχάλεσε την ανταρσία. 71. Challopadhyaya. Sepoy Mutiny. 100-101. Μεριχοί από τους παλιότερους βρετανούς συγγραφείς αποδίδουν την κύρια μομφή για την ανταρσία στους Μου σουλμάνους και έχουν μάλιστα υποστηρίξει ότι ήταν η εσχάτη προσπάθειά τους να παλινορθώσουν τη Μογγολιχή Αυτοκρατορία, άποψη που αποδίδει οριστικά σχέδια σε κάτι που ήταν ένας χαοτικός και σε μεριχές περιοχές γνήσιος, αυθόρμητος ξεσηκωμός. Ωστόσο, η ανταρσία περιορίστηκε κυρίως στη μουσουλμανιχή περιοχή στη βόρεια Ινδία. Βλ. τον ενδιαφέροντα χάρτη που δείχνει τα κύρια κέντρα της αντραρσίας στο Sepov Mutiny του Challopadhyaya σελ. 28 χαι την αναφορά που χάνει στις σελ. 150-153.
406
κά πράγματα σε διαφορετικούς τύπους και χρόνους — ήταν σα να ενοχλούσαν μια σφηκοφωλιά. Γενικά, ως κατακτητές με μικρές μόνο δυνάμεις στη διάθεσή τους, προσπαθούσαν να μην κάνουν παραπάνω απ ’ ό,τι φαινόταν απόλυτα αναγκαίο. Οι «μεταρρυθμί σεις» της εποχής πριν από της εξέγερση ήταν μικρές κι ασήμαντες. Σ ’ ένα βαθύτερο επίπεδο, η εξέγερση δείχνει πως η επέμβαση της Δύσης, με την έμφαση που έδινε στο εμπόριο και τη βιομηχα νία, την υλιστική και επιστημονική στάση της απέναντι στο φυσικό κόσμο, στην αξία που έδινε στην αποδειγμένη ικανότητα σε μια δουλειά παρά στην κληρονομημένη κοινωνική θέση, διαμόρφω ναν μια βασική απειλή για την ινδική κοινωνία. Ό λ α μαζί και το καθένα χωριστά, τα χαρακτηριστικά αυτά ήταν ασυμβίβαστα προς έναν αγροτικό πολιτισμό οργανωμένο γύρω από τις κάστες και τις θρησκευτικές κυρώσεις. Οι Ά γγλοι προχώρησαν μάλλον επιφυλα κτικά. Εκείνοι που βρίσκονταν στην Ινδία δεν είχαν καθόλου όρεξη να μπουν σε μπελάδες επιβάλλοντας τη δική τους κοινωνική δομή συνολικά, και εισήγαγαν μεταρρυθμίσεις μόνο για χάρη της ομαλής διεξαγωγής του εμπορίου, για να αποκτήσουν υλικά στηρίγματα για την παρουσία τους ή, μερικές φορές, επειδή τα ινδικά έθιμα προσβάλλανε βαθιά τις βρετανικές συνειδήσεις. Έ να α π ’ αυτά τα τελευταία ήταν το «σάτι», όπως, λεγόταν το έθιμο να καίνε ή με κάποιο άλλο τρόπο να σκοτώνουν τη χήρα μόλις πέθαινε ο άντρας της. Αυτό αναστάτωνε πολλούς Βρετανούς. Στη Βεγγάλη η χήρα «συνήθως δενόταν μαζί με το πτώμα, συχνά σαπισμένο κιόλας», μερικοί άντρες στέκονταν δίπλα με κοντάρια για να τη σπρώχνουν πίσω αν τα δεσμά καίγονταν και η γυναίκα, μισοκαμένη και τρελή από τον πόνο, προσπαθούσε να απελευθερω θεί72. Στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, κατά τον 18ο και 19ο αιώνα τουλάχιστον, η γυναίκα ριχνόταν στη φωτιά γεμάτη φόβο και φρίκη. Πολλοί γνωρίζουν την παρατήρηση ενός φημισμέ νου βρετανού αξιωματικού στα 1840, σε απάντηση προς τους βραχμάνους που επιχειρηματολογούσαν ότι το «σάτι» ήταν ένα εθνικό έθιμο: «Το δικό μου έθνος έχει κι αυτό ένα έθιμο: όταν οι άντρες καίνε ζωντανές τις γυναίκες, τους κρεμάμε... Ας εφαρμό σουμε, λοιπόν, όλοι τα εθνικά μας έθιμα»73. Έ να τέτοιο έθιμο βά 72. Woodruff. Founders 225. 73. Η παρατήρηση αποδίδεται στον Sir Charles Napier, κατακτητη του Sind το 1843, στους Founders του Woodruff. Σιλ. 327.
407
ζει σίγουρα σε δοκιμασία τις αντιλήψεις ακόμα και των πιο ένθερ μων σύγχρονων υποστηρικτών της ίσης αξίας όλων των πολιτι σμών. Για μεγάλο διάστημα οι Βρετανοί αποφεύγανε να εναντιωθούν συστηματικά στο «σάτι» από φόβο μήπως ξεσηκώσουν την ε χθρότητα των ντόπιων. Μόνο στα 1829 καταργήθηκε επίσημα στις κύριες περιοχές που βρίσκονταν κάτω από βρετανικό έλεγχο74. Ωστόσο η ιστορία δεν τέλειωσε εκεί- ούτε έχει τελειώσει εντελώς ακόμα. Μου έχουν πει άνθρωποι που γνωρίζουν την Ινδία ότι σκόρπιες περιπτώσεις εφαρμογής του «σάτι» υπάρχουν ακόμα. Η επίσημη βρετανική πολιτική απέναντι στη θρησκεία ήταν αρκετή για να τρομάξει τους ορθόδοξους, ινδοϊστές όσο και μουσουλμάνους, πα ρ ’ όλες τις αντιθέσεις τους. (Σε σχέση μ ’ αυτό αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι ακόμα και μια μικρή δόση εμπειρικής επιστήμης αποτελούσε απειλή για τους ιερείς που ήταν πηγή και επικύρωση για τις ντόπιες τέχνες και επαγγέλματα και που έπαιρναν χρήματα γ ι ’ αυτό). Από τ ’ άλλο μέρος, η βρετανική κυβέρνηση ξόδευε μεγάλα ποσά κάθε χρόνο για τη συντήρηση τζαμιών και ναών. Εντωμεταξύ όμως επέτρεπαν και ενθάρρυναν σε μερικές τοπικές περιπτώσεις τις χριστιανικές ιεραποστολές σε μεγάλη κλίμακα. Οι ιεραπόστολοι ισχυρίζονται ότι είχαν 22 εταιρίες και 313 σταθμούς το 1852, αν και όλοι κιόλας οι ιεραπό στολοι ήταν μόνο 44375. Σχολεία τοπικής διαλέκτου που ιδρύθηκαν από ιεραπόστολους για να διδάξουν σε κορίτσια ανάγνωση και γραφή ξεσήκωσαν φόβους ότι τέτοιες γνώσεις θα διευκόλυναν τις γυναικείες δολοπλοκίες και ότι όποια κοπέλα μαθαίνει να διαβάζει και να γράφει θα γινόταν χήρα76. Μαζί με την αντίδραση σχετικά με το κάψιμο της χήρας, τα στοιχεία αυτά μας κάνουν να υποθέσου με ότι μια από τις σημαντικές αιτίες του μίσους των Ινδών κατά των Ά γγλω ν ήταν το ότι οι Ευρωπαίοι έθιγαν με διάφορους τρόπους τα σεξουαλικά και προσωπικά προνόμια του αρσενικού, που τονίζονται πολύ μέσα στον ινδικό πολιτισμό, γεγονός που δεν αποκλείει την κυραρχία των ηλικιωμένων γυναικών σε πολλές οικογενειακές καταστάσεις. Επιπλέον οι επείγουσες απαιτήσεις 74. Woodruff. Foundrr*. 257. Προφανώς, ο ανιχτικύς Ά χμπαρ απιχϋανόταν ιπίσης το έθιμο αλλά απέφιυγϊ να ιπέμβιι. Ο Woodruff *δώ τον παραθέτιι να παρατηριί: «Παράξινη, αλήθεια, ένδιιξη της μιγαλοψυχίας των ανδρών να ιπιζητοΰν την λύτρωση τους μέσα ακό την αυτοθυσία των γυναιχών τους» 75. Oiallopadhyava. Sepoy Muliny, 37. 76. Challopadhyaya. Sepoy Muliny. 33-34.
408
των βρετανικών καθημερινών δραστηριοτήτων στο στρατό, τις φυλακές και το σιδηρόδρομο, που μόλις είχε αρχίσει να χρησιμο ποιείται πριν από την εξέγερση, ξεσήκωναν φόβους ότι οι Βρετανοί είχαν την πρόθεση να καταστρέψουν τη ραχοκοκαλιά της ινδικής κοινωνίας, το σύστημα της κάστας. Το πόσο βαθειά ήταν η ινδική ευαισθησία σ ’ αυτό τον τομέα είναι δύσκολο να κρίνουμε. Μερικά περιστατικά της εποχής, όπου κάποιες κάστες διαλύθηκαν και αναμίχθηκαν χωρίς να προκληθεί φασαρία, αποδείχνουν ότι πιθανόν οι Δυτικοί να υπερεκτίμησαν τη σημασία αυτών των αισθημά των77. Πάντως είναι ξεκάθαρο ότι η βρετανική επέμβαση ως σύνολο, είχε δημιουργήσει αρκετό εύφλεκτο υλικό ώστε να προκαλέσει πυρκαγιά μόλις έπεσε ένα αναμένο σπίρτο πάνω του. Εξαιτίας, ώς ένα βαθμό, του γεγονότος ότι η εξέγερση είχε το χαρακτήρα μιας σειράς αυθόρμητων αναφλέξεων, οι Βρετανοί κατάφεραν να επιζήσουν απ ’ την πυρκαγιά. Σε διάφορες περιοχές, ιδιαίτερα στην κεντρική Ινδία, ο πληθυσμός φαινόταν έτοιμος να εξεγερθεί αλλά συγκρατήθηκε από τις ντόπιες αρχές. Ένας συνδυ ασμός των παλιών ελίτ με τη μορφή των ιθαγενών πριγκήπων, και των νέων ελίτ που είχαν αναπτυχθεί κάτω από τη βρετανική προστασία, φαίνεται ότι ήταν οι κύριες κοινωνικές δυνάμεις που βοήθησαν τους Άγγλους. Στις βορειοδυτικές κυρίως επαρχίες και στην Ουντ, οι διαθέσεις των αγροτών συνταίριαξαν με των κυρίαρ χων τάξεων και είχαν ως αποτέλεσμα μαζικές εξεγέρσεις78. Στο βάθος η Ανταρσία ήταν μια απόπειρα από καταστάσεις ενός εξιδανικευμένου status quo που υποτίθεται ότι υπήρχε πριν από την βρετανική κατάκτηση. Απ ’ αυτή την άποψη ήταν μια πέρα για πέρα αντιδραστική εξέγερση. Το γεγονός ότι κέρδισε πλατειά υποστήριξη από τον πληθυσμό φαίνεται να αντιφάσκει σ ’ αυτό το χαρακτηρισμό, οι συνθήκες της εποχής όμως μάλλον τον ενισχύ ουν79. Με τους Άγγλους να εμφανίζονται ως κατακτητές και κύριο, φορείς του νέου πολιτισμού, είναι δύσκολο να δούμε πώς η 77. Βλ. Kaye. Sepoy War, I, 195-1% για την κατάργηση των ξεχωριστών μαγειρείων για τις διαφορετικές κόστες στις φυλακές' επίσης τη διαβεβαίωση ότι στους στρατούς του Μαβράς και της Βομβάης οι στρατιώτες ήταν υπεράνω καστικών προκαταλήψεων, στο Sepoy Mutiny του Challopadhyaya, 37. Αλλά σημειώστε και την αποκαλυπτική προκήρυξη που παρατίθεται στη σελ 103 του (Sιου βιλίου. 78. Challopadhyaya. Sepoy Mutiny. 95-97, 159-160. 79. Για μια αντίθετη ερμηνεία που έχει την αρετή ότι παρουσιάζει τις λαϊκές συνιστώσες, βλ. Chaudhuri. Civil Rebellion in ihe Indian Mutinies, κεφ. VI.
409
Ανταρσία θα μπορούσε να είναι κάτι διαφορετικό. Η αποτυχία της απέκλεισε εντελώς για την Ινδία κάθε προοπτική ανάπτυξης κατά το ιαπωνικό πρότυπο. Ό π ω ς και νά ’ναι, μια τέτοια προοπτική ήταν τόσο απίθανη που σχεδόν δεν αξίζει να εξεταστεί σοβαρά. Δεν είναι πως οι ξένοι ήταν πολύ ισχυροί. Το ότι οι Ά γγλοι θα μπορούσαν να αποκρουστούν, δεν είναι παράλογη ιδέα. Η ουσία του θέματος είναι πως, μέσα στις συνθήκες της Ινδίας, η ξένη παρουσία επέβαλε μια αντιδραστική λύση. Η Ινδία ήταν πολύ διαιρεμένη, πολύ άμορφη και πολύ μεγάλη για να ενωθεί από μόνη της κάτω από την αιγίδα των αριστοκρατών και με κάποια βοήθεια των χωρικών, όπως έγινε στην Ιαπωνία. Στο πέρασμα των αιώνων είχε δημιουργηθεί μια κοινωνία που είχε καταστήσει την κεντρική εξουσία σε μεγάλο βαθμό περιττή, έμφυτα, ίσως, ληστρική και παρασιτική. Μέσα στις συνθήκες της Ινδίας, γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα, δυσαρεστημένοι αριστοκράτες και χωρικοί θα μπορού σαν να συνεργαστούν μόνο παρακινημένοι από το άσβεστο μίσος κατά του εκσυγχρονισμού. Δεν μπορούσαν, όπως στην Ιαπωνία, να χρησιμοποιήσουν τον εκσυγχρονισμό για να διώξουν τον ξένο. Εννενήντα ακόμα χρόνια θα περνούσαν προτού διωχτούν οι Βρετα νοί. Παρόλο που νέοι παράγοντες εμφανίστηκαν εντωμεταξύ, το αντιδραστικό στοιχείο στην προσπάθεια να τους διώξουν παρέμεινε πολύ ισχυρό, αρκετά ισχυρό ώστε να υπονομεύει σοβαρά τις προσπάθειες για να γίνει η Ινδία μια βιομηχανική κοινωνία. 5.
Παξ Μ πριτάνιχα 1857-1947: ένας παράδεισος για τους γαιοκτήμονες;
Αφού κατέστειλαν την Ανταρσία, οι Βρετανοί μπόρεσαν να επιβάλουν στην Ινδία το νόμο και την τάξη για έναν σχεδόν αιώνα, καθώς και κάτι που έμοιαζε πολύ με πολιτική ενότητα. Πολιτικές αναταραχές υπήρξαν, και αυξήθηκαν σε αριθμό και ένταση μετά τον A ' Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ πραγματική και πλήρης πολιτική ενότητα δεν επιτεύχθηκε τελικά. Παρ’ όλ’ αυτά, η περίοδος 1857-1947 ήταν για την Ινδία μια περίοδος ειρήνης, σε οξύτατη αντίθεση με την ιστορία του υπόλοιπου κόσμου. Το τίμημα αυτής της ειρήνης είναι μια άλλη υπόθεση. Μια πολιτική νόμου και τάξης ευνοεί εκείνους που ήδη έχουν προνόμια, καθώς και μερικούς από αυτούς που τα προνόμιά τους δεν ήταν 410
μεγάλα. Αυτή ήταν και η συνέπεια της βρετανικής πολιτικής στην Ινδία παρόλο που έθεσε σε κίνηση, έστω και αργή, άλλες, βαθύτε ρες δυνάμεις. Η βρετανική κυριαρχία στηρίχθηκε κυρίως στις ινδικές ανώτερες τάξεις στην ύπαιθρο, ντόπιους πρίγκηπες και μεγαλογαιοκτήμονες, σε πολλά, αλλά όχι όλα τα τμήματα της χώρας. Στις αυλές των πιο σημαντικών από τους πρίγκηπες ήταν εγκατεστημένος ένας βρετανός σύμβουλος που έλεγχε τις «εξωτε ρικές» σχέσεις και ανακατευόταν στις τοπικές υποθέσεις όσο το δυνατόν λιγότερο. Στις περιοχές που έλεγχαν οι ίδιοι, οι Βρετανοί, συνεργάζονταν κυρίως με όποιες δυνάμεις είχαν επικρατήσει μετά την Ανταρσία80. Μερικές σημαντικές πολιτικές συνέπειες της τάσης να στηρί ζονται στα ανώτερα στρώματα της υπαίθρου, αξίζει να υπογραμ μιστούν από τώρα, αν και θα χρειαστούν πιο λεπτομερή εξέταση αργότερα. Αυτή η τάση απομόνωσε τις εμπορικές κι επαγγελματι κές τάξεις, τη νέα ινδική αστική τάξη, όπως διαμορφώθηκε σιγά-σιγά στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Αποξενώνοντας τις γαιοκτημονικές ανώτερες τάξεις από τους αδύναμους και ανερχόμενους αστούς ηγέτες στις πόλεις, η αγγλική παρουσία εμπόδισε το σχηματισμό του χαρακτηριστικού αντιδραστικού συνασπισμού κατά το γερμανικό ή γιαπωνέζικο πρότυπο. Αυτό μπορεί να θεωρωθεί αποφασιστική συμβολή προς την μελλοντική εγκαθίδρυ ση κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ινδία, τουλάχιστον τόσο σημαντική όσο και η ώσμωση των αγγλικών ιδεών διαμέσου των ινδικών επαγγελματικών τάξεων. Αν δεν υπήρχαν κάποιες ευνοϊκές δομικές συνθήκες, οι ιδέες αυτές δεν θα ήταν, τίποτα παραπάνω από παιχνιδάκια. Τέλος, η βρετανική παρουσία οδήγησε την ινδική αστική τάξη σε μια συμβιβαστική στάση απέναντι στην αγροτιά με στόχο να αποκτήσει κάποια μαζική βάση. Πώς πραγματοποιήθηκε αυτό το περίεργο κατόρθωμα και ποιές ήταν οι συνέπειές του, θα το δούμε στην επόμενη ενότητα. Εκτός από το νόμο και την τάξη, οι Βρετανοί φέρανε στην ινδική κοινωνία, κατά τον 19ο αιώνα, τον σιδηρόδρομο και ένα αρκετά μεγάλο αρδευτικό δίκτυο. Οι πιο σημαντικές προϋποθέ σεις για την εμπορευματική γεωργία και τη βιομηχανική ανάπτυξη θα έλεγε κανείς ότι υπήρχαν. Ωστόσο όποια ανάπτυξη σημειώθη 80. Ρια μιρικές διαφωτιστικές αντιθέσεις που οφιίλονται at τοπικές συνθήκες, βλ. Metcalf, Struggle over I.and Tenure. 295-308.
41!
κε, ήταν εκτρωματική και άρρωστη. Γιατί; Έ να αποφασιστικό μέρος της απάντησης είναι, νομίζω, ότι η «Παξ Μπριτάνικα» έδωσε τη δυνατότητα στο γαιοκτήμονα, αλλά και στον τοκογλύ φο, να τσεπώνουν το οικονομικό πλεόνασμα που έβγαινε στην ύπαιθρο και που στην Ιαπωνία στήριξε τα πρώτα δύσκολα στάδια της εκβιομηχάνισης. Σαν ξένοι κατακτητές, οι Ά γγλοι δεν πήγαν στην Ινδία για να κάνουν εκεί μια βιομηχανική επανάσταση. Δεν ήταν αυτοί που θα φορολογούσαν την γεωργία κατά το γιαπωνέζι κο ή το σοβιετικό πρότυπο. ' Ετσι, κάτω από την προστατευτική ομπρέλα της αγγλοσαξωνικής «δικαιοσύνης σύμφωνα με το νόμο», ο παρασιτικός γαιοκτημονισμός έγινε πολύ χειρότερος απ ’ όσο ή ταν στην Ιαπωνία. Το να ρίξουμε όλο το φταίξιμο στην πλάτη των Βρετανών, θα ήταν άτοπο. Υπάρχουν πολλά στοιχεία, που συζητήσαμε στην προηγούμενη ενότητα, από τα οποία φαίνεται ότι αυτή η πληγή ήταν σύμφυτη με την ίδια την κοινωνική δομή και τις παραδόσεις της Ινδίας. Δύο αιώνες βρετανικής κατοχής της επιτρέψανε απλώς να απλωθεί και να ριζώσει πιο βαθιά μέσα στην ινδική κοινωνία. Ειδικότερα, η «Παξ Μπριτάνικα» επέτρεψε στον πληθυσμό ν ’ αυξηθεί και στα πακτώματα ν ’ ανέβουν, καθώς ο συναγωνισμός για γη τα έσπρωχνε προς τα πάνω. Παρόλο που το νέο νομικό και πολιτικό πλαίσιο των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, που επικυρώνον ταν από τα βρετανικά δικαστήρια, έπαιξε ρόλο στην απόκτηση νέων όπλων για τους γαιοκτήμονες, φαίνεται ότι οι γαιοκτήμονες, επιδιώκοντας να αυξήσουν τα εισοδήματά τους, στηρίχτηκαν λιγότερο σ ’ αυτό το πλαίσιο και περισσότερο στις πατροπαράδοτες κυρώσεις του συστήματος της κάστας και της οργάνωσης του χωριού, τουλάχιστον μέχρι πολύ πρόσφατα. Σαν σύνδεσμος-κλειδί μέσα στην περίπλοκη αλυσίδα ιστορι κών αιτίων που εξηγεί την παρατεταμένη καθυστέρηση της Ινδίας, νομίζω ότι αυτή η ιδιαίτερη μέθοδος απόσπασης του οικονομικού πλεονάσματος στην ύπαιθρο και η συνακόλουθη αποτυχία του κράτους να κατευθύνει αυτό το πλεόνασμα προς την βιομηχανική ανάπτυξη, είναι πιο σημαντική από μερικές από τις άλλες εξηγή σεις που προβάλλονται συνήθως — όπως η λειτουργία του συστή ματος της κάστας, η δύναμη της αδράνειας των σχετικών πολιτι στικών παραδόσεων, η έλλειψη επιχειρηματικού ταλέντου και τα παρόμοια. Μ ’ όλο που αυτοί οι παράγοντες έχουν παίξει το ρόλο 412
τους, υπάρχει δυνατότητα να τους θεωρήσουμε ως παράγωγους της μεθόδου απόσπασης του πλεονάσματος, όπως τη συζητήσαμε παραπάνω. Ακόμα και στις αγροτικές περιοχές όπου οι κάστες ήταν πολύ πιο ισχυρές, οι φραγμοί της κάστας εμφάνισαν μεγάλη τάση κατάρρευσης εκεί όπου, εξαιτίας τοπικών συνθηκών, υπήρξε κάποια ώθηση προς μια πιο ολοκληρωμένη οικονομία αγοράς. Σε γενικές γραμμές, το σύστημα της κάστας φαίνεται ότι το διατήρη σε το ανώτερο στρώμα της αγροτικής ελίτ, για δικό του όφελος και για τους λόγους που μόλις προαναφέραμε. Ό λ α αυτά Θα προσπα θήσω να τα αποδείξω παρακάτω. Η ερμηνεία αυτή μπορεί να φαίνεται αρεκτά πειστική όταν δίνεται σε γενικές γραμμές. Αν όμως καταπιαστεί κανείς με τις λεπτομέρειες αντιφατικών και αποσπασματικών στοιχείων, δύο πράγματα μπορούν να συμβούν. Η βεβαιότητα μπορεί να εξατμι στεί μέσα σ ’ ένα χάος από αλληλοσυγκρουόμενα στοιχεία, ή, αλλιώς, τα στοιχεία μπορεί να επιλεγούν έτσι ώοτε να στηρίξουν μια επιχειρηματολογία πολύ «στρωτή» για να φαίνεται αληθινή. Σε μια τέτοια κατάσταση, ελάχιστα μπορεί να κάνει ένας συγγρα φέας για να πείσει έναν εκ πεποιθήσεως σκεπτικιστή. Παρόλ’ αυ τά ίσως θα ήταν καλό ν ’ αναφέρω ότι σε κάποιο σημείο της μελέ της αυτής της περιόδου της ινδικής ιστορίας, υποψιάστηκα ότι ο παρασιτικός γαιοκτήμονας θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν ένα φανταστικό κοινωνικό είδος δημιουργημένο από ινδούς εθνικιστές και μισο-μαρξιστές συγγραφείς. Χρειάστηκαν πολλά αποδεικτικά στοιχεία για να πεισθώ ότι ήταν πραγματικός, και τα πιο σημαντι κά α π ’ αυτά θα προσπαθήσω τώρα να παρουσιάσω. Αρχικά θα ήταν ωφέλιμο να αναφερθούμε σε μερικές εξαιρέ σεις του γενικού κανόνα ότι η Ινδία δεν γνώρισε εμπορικό μετασχη ματισμό στη γεωργία. Παρόλο που η Ινδία δεν έγινε μια «αποικία φυτειών», που να παράγει πρώτες ύλες για εξαγωγή σε οικονομικά πιο αναπτυγμένες χώρες, υπήρξαν κατά τον 19ο αιώνα και νωρίτε ρα μερικά περιορισμένα ξεκινήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Οι Ινδοί είχαν ασχοληθεί με .την καλλιέργεια του βαμβακιού από τα αρχαία χρόνια. Η γιούτα, που την καλλιεργούσαν για τοπική χρήση, έγινε εμπορική καλλιέργια κατά το δεύτερο τέταρτο του 19ου αιώνα. Το τσάι (κυρίως στο Ασσάμ), το πιπέρι και το λουλάκι συμπληρώνουν τη λίστα. Οι τρόποι που τα καλλιεργούσαν κλιμακώνονταν από τις μεγάλες ενιαίες φυτείες ώς το σύστημα 413
ανάθεσης, όπου δίνονταν παραγγελίες σε διάφορους μικροκαλλιεργητές8*. Από την άποψη της έκτασης και των ανθρώπων που ασχο λούνταν, αυτή η αγροτική οικονομία των εμπορικών καλλιεργειών σε φυτείες παρέμεινε περιορισμένη. Αλλιώς το καθεστώς της πολιτικής δημοκρατίας μπορεί να συναντοϋσε ανυπέρβλητα εμπό δια. Μετά τη μελέτη μας για τον αμερικανικό Νότο, το σημείο αυτό δεν χρειάζεται περισσότερη ανάλυση. Έ νας συνδυασμός ξένου ανταγωνισμού και γεωγραφικών και κοινωνικών παραγόν των ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το γεγονός ότι το σύστημα φυτειών απέτυχε να κατακτήσει την κυρίαρχη θέση στην Ινδία. Τ ο ινδικό βαμβάκι δεν μπορούσε να συναγωνιστεί το αμερικάνικο' ο ασφυκτικός περιορισμός των ντόπιων υφαντουργικών προϊόντων πριν από τον αμερικάνικο εμφύλιο πιθανόν να συντέλεσε σ ’ αυτό το αποτέλεσμα, αν και αυτό δεν είναι τόσο σίγουρο. Η ανακάλυψη των συνθετικών βαφών κατέστρεψε το εμπόριο του λουλακιού. Τη γιούτα την καλλιεργούσαν σε μια μόνο περιοχή, τη Βεγγάλη και το Ασσάμ, παρόλο που δεν μπορούμε ν ’ αποκλείσουμε την πιθανότη τα να την καλλιεργούσαν και σ ’ άλλες περιοχές. Ο κύριος περιορι σμός πάντως φαίνεται ότι ήταν κοινωνικός. Η αγροτική παραγωγή με το σύστημα της ανάθεσης δεν είναι πολύ αποτελεσματική, γιατί είναι δύσκολο να ελέγξει κανείς την πρακτική την πολυάριθμων μικροκαλλιεργητών. Από τ ’ άλλο μέρος, το σύστημα της μεγάλης φυτείας, όπου χρησιμοποιείται δουλική ή ημιδουλική εργασία, χρειάζεται έναν αποτελεσματικό καταπιεστικό μηχανισμό. Η δη μιουργία ενός τέτοιου μηχανισμού σε μεγάλη κλίμακα ήταν πάνω από τις δυνατότητες των Βρετανών στην Ινδία, και όσο περνούσε ο καιρός τόσο λιγόστευαν αυτές οι δυνατότητες. Καθώς η βρετανική κυριαρχία εδραιωνόταν σταθερά, η γη άρχισε να παίρνει μερικά από τα χαρακτηριστικά ενός βιομηχανι κού εμπορεύματος, όπως έχει γίνει κι αλλού στον κόσμο κάτω από παρόμοιες συνθήκες. Αν και δεν μπορούσε να αναπαραχθεί για πώληση στην αγορά, όπως τα κεραμικά και τα υφάσματα, τουλάχι στον μπορούσε να αγοραστεί και να πουληθεί. Αποκτούσε χρημα 81. Για το πιπέρι, βλ. την (νίιαφέρουσα συζήτηση στο Journey from Madras, του Buchanan, II, 455, 465-466, 523’ ιπίσης Gadgil, Industrial Evolution, 48-50 για το λουλάχι και για άλλις πλχυρές του συστήματος των φυτκών. Ο Anstey, Economic Development, 115, παρατηριΐ ότι οι φυτίΐίς ήταν κυρίως at ευρωπαϊκά χέρια.
414
τική αξία καί, με την αυξανόμενη πίεση του πληθυσμού κάτω από συνθήκες όπου η ιδιοκτησία ήταν ασφαλής, η αξία αυτή ανερχόταν σταθερά. Η άνοδος αυτή έγινε ολοφάνερη στους οξυδερκείς παρα τηρητές λίγο μετά την Ανταρσία. Τπάρχουν μερικές καλές ενδεί ξεις ότι η διαδικασία είχε αρχίσει αρκετά πρίν. Η Επιτροπή Λιμού του 1880 βεβαίωνε πως υπήρχαν ενδείξεις ότι η τιμή της γης είχε αυξηθεί σ ’ ολόκληρη την Ινδία κατά τα είκοσι προηγούμενα χρόνια82. Ο σερ Μάλκολμ Ντάρλινγκ δίνει μερικά εντυπωσιακά νούμερα, κυρίως από το Παντζάμπ, αν και η διαδικασία αυτή συντελέστηκε σ ’ ολόκληρη την Ινδία. Η τιμή πωλήσεως της γης, που το 1866 ήταν πάνω κάτω 10 ρουπίες η ακρ, (4 στρέμ. περίπου) το 1921-1926 είχε φτάσει σ ’ ένα μέσο όρο 238 ρουπίες η ακρ. Κατά την περίοδο της ύφεσης υπήρξε μια στασιμότητα: η τιμή της γης έφτασε μόνο στις 241 ρουπίες ώς το 1940. Στα 1862-63 η κυβέρνηση έδινε συγχαρητήρια στον εαυτό της γιατί η τιμή πωλήσεο>ς της γης ήταν τόσο ψηλή: ισοδυναμούσε με 7 χρόνων γαιπρόσοδο. Στα 1930 ο αντίστοιχος αριθμός ήταν 26183. Η μερική επικράτηση της αγοράς και η αύξηση της αξίας της γης έφεραν αλλαγές στο ρόλο του δανειστή-τοκογλύφου, μιας σημαντικής μορφής στην αγροτική ζωή, με την οποία είναι τώρα απαραίτητο να γνωριστούμε. Υπήρχε εκεί από παλιά, και δεν ήταν δημιούργημα της βρετανικής εξουσίας. Υπάρχουν ενδείξεις ότι στο προ-βρετανικό ινδικό χωριό, οι οικονομικές συναλλαγές γίνονταν χωρίς χρήση μετρητών. Η κάστα των επαγγελματιών και σήμερα ακόμα σε πολλά μέρη της χώρας αμείβεται για τις υπηρεσίες της με ένα ορισμένο μερίδιο από τη συγκομιδή. Εντούτοις, ήδη από τον καιρό του Άκμπαρ, κι ακόμα παλιότερα χωρίς αμφιβολία, οι φόροι πληρώνονταν πολύ συχνά σε μετρητά. Εκεί έμπαινε ο δανει στής στην οικονομική ζωή του χωριού. Συχνά ανήκε σε μια ειδική κάστα, αν και αυτό δεν ίσχυε γενικά. Τα παράπονα των αγροτών ότι αναγκάζονταν να πουλήσουν τη σοδειά τους σε χαμηλή τιμή 82. Great Britain, Keport of Famine Commission, 1880, II, 125. Στην Report ol Commission on Agriculture in India 1928, 9, παρατηρείται ότι η άνοδος αυτή ήταν αισθητή ή8η από τον καιρό του λιμού του 1837-1838. Στοιχεία από την απογραφή πληθυσμού δεν υπάρχουν μέχρι την πρώτη απογραφή του 1871, παρόλο που είναι σχεδόν βέβαιο ότι η άνοδος άρχισε νωρίτερα. Έ να διάγραμμα των αυξήσεων ανά δεκαετίες δείχνει σημαντικές αυξήσεις μόνο δεκαετία παρά δεκαετία μέχρι το 1921. Απο κει χαι μετά επιταχύνεται γοργά και σταθερά. Βλ. Davis. Population of India and Pakistan, 26, 28. 83. Darling, Punjab Peasant, 207.
415
μετά τη συγκομιδή για να αγοράσουν μέρος της αργότερα σε ψηλές τιμές πιεσμένοι από την ανάγκη, ήταν γνωστά από τη μογγολική περίοδο®4. Ο δανειστής-τοκογλύφος επιτελούσε δυο χρήσιμες λει τουργίες στην παραδοσιακή οικονομία. Πρώτον, χρησίμευε σαν ένας χοντροκομμένος τροχός αντιστάθμισης που ισορροπούσε τις περιόδους έλλειψης και αφθονίας. Εκτός από τις περιπτώσεις μεγάλου λιμού, ο χωρικός μπορούσε να πάει στον δανειστή για ένα δάνειο σε σιτηρά, όταν τέλειωναν οι προμήθειές του. Δεύτερον, ήταν η συνηθισμένη πηγή μετρητών, όταν ο χωρικός χρειαζόταν χρήματα για τους φόρους85. Φυσικά, δεν έκανε αυτές τις δουλειές χωρίς όφελος για τον ίδιο. Από τ ’ άλλο μέρος, η παραδοσιακή κοινότητα του χωριού φαίνεται ότι είχε επιβάλει περιορισμούς στην τοκογλυφία, οι οποίοι έγιναν λιγότερο αποτελεσματικοί μέσα στις συνθήκες που επικράτησαν αργότερα86. Ταυτόχρονα οι παραδοσιακές κυρώσεις της σφιχτοπλεγμένης κοινότητας συντελούσαν στο να εξασφαλί ζονται εγγυήσεις για το χρέος και έδιναν τη δυνατότητα στον τοκιστή να δανείζει μεγάλα ποσά με ελάχιστες τυπικές εγγυή σεις87. Η κατάσταση, σα σύνολο, φαίνεται ότι ήταν σχετικά αποδε κτή α π ’ όλους τους ενδιαφερόμενους. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στον ινδοϊστικό νόμο δεν υπάρχει η δυτική απέχθεια απέναντι στην είσπραξη τόκου. Πριν εμφανιστούν οι Βρετανοί στο προσκήνιο, ο δανειστής είχε στόχο τη συγκομιδή του χωρικού και όχι τη γη, που ήταν άφθονη και χωρίς αξία αν δεν υπήρχε κάποιος να την καλλιεργήσει. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, δηλαδή μέχρι που άρχισε ν ’ ανεβαίνει η αξία της γης και η βρετανική προστασία της ιδιοκτησίας μέσω των δικαστηρίων άρχισε να επικρατεί πλατιά, μια εξέλιξη που ισχυροποιήθηκε μετά την Ανταρσία και αύξησε την εμπιστοσύνη προς τους ανθρώπους με περιουσία και κοινωνικό κύρος στην ύπαιθρο88. Σ ’ αυτό το 84. Moreland. India al Death of Akbar. 111-112' Agrarian Syslem. ii, 126’ From Akbar lo Aurangrzeb, 304. 0 Darling, Punjab Peasant. 168-169, αναφέρει πολλές περιοχές όπου ο τοκογλύφος ήταν σημαντικό πρόσωπο στους προ-βρετανικούς χρόνους. 85. Darling, Punjab Peasant. 6-7. 86. Darling. Punjab Peasant, xxiii, 170. 87. Darling, Punjab Peasant. 6-7, 167. 88. Metcalf. British and the Moneylender. 295-307.
416
σημείο ο δανειστής άρχισε ν ’ αλλάζει την τακτική του και επιζη τούσε ν ’ αποκτήσει την κατοχή της Ιδιας της γης, αφήνοντας τον χωρικό σ ’ αυτήν για να την καλλιεργεί για λογαριασμό του και να παράγει ένα σταθερό εισόδημα89. Η κατάσταση αυτή έφτασε στο αποκορύφωμά της μεταξύ 1860 και 1880. Το 1879 με το Διάταγμα Αγροτικής Πρόνοιας του Δεκάν έγινε η πρώτη προσπάθεια να περιοριστούν τα δικαιώματα μεταβίβασης και να προστατευτεί ο αγρότης. Παρόμοια νομοθετήματα θεσπίστηκαν μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα και σε άλλα μέρη της Ινδίας. Η κύρια διάταξη ήταν μια απαγόρευση μεταβίβασης γης σε κάστες μη καλλιεργητών, μ ’ άλλα λόγια σε τοκιστές. Το κύριο αποτέλεσμα ήταν να περιοριστεί η ήδη περιορισμένη προ σφορά πιστώσεων για τον χωρικό και να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη μιας τάξης πλούσιων αγροτών μέσα στις κάστες των καλλιεργη τών, οι οποίοι μπορούσαν να δανείζουν στους λιγότερο τυχερούς γειτόνους τους90. Παρόλο που δεν υπάρχουν στατιστικές που να δείχνουν ποιό μερίδιο της γης πέρασε τυπικά από τα χέρια των καλλιεργητών σ ’ εκείνα των τοκιστών ή των πλούσιων χωρικών, η Αναφορά της Επιτροπής Λιμού του 1880 αφήνει να φανεί ξεκάθα ρα ότι το πρόβλημα ήταν ήδη σοβαρό και είχε αρχίσει να παίρνει τη μορφή που θα παρουσίαζε στα επόμενα χρόνια91. Στα περισσότερα μέρη της χώρας, ο τοκιστής ανήκει σε μια κάστα μη καλλιεργη τών, ενώ στο Παντζάμπ ανήκε ως επί το πλείστο στο ινδικό παρά στο μουσουλμανικό τμήμα του πληθυσμού. Για μεγάλο χρονικό διάστημα η τυπική μορφή του δανειτή ήταν ο μαγαζάρορας του χωριού. Από κει και πέρα η νόμιμη μεταβίβαση δεν άλλαξε πραγματικά τίποτα στο σύστημα καλλιέργειας καθεαυτό. Ο πρώην ιδιοκτήτης εξακολούθησε να καλλιεργεί το χωράφι του, και παρέδι νε το πλεόνασμα σε μερικές περιοχές μέσω των υψηλών πακτωμάτων και όχι με τους τόκους του χρέους του92. Αυτή η τάση συνεχίστηκε μέχρι πρόσφατα. Αν και δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, πολλοί ερευνητές επιμένουν ότι η τάση να χάνει ο καλλιεργητής την ιδιοκτησία της γης συνεχίστηκε κατά τα χρόνια 89. Darling. Punjab Peasant. 180. Cadgil. Industrial Evolution. 166. 90. Anstey, Economic Development. 186-187' Cadgil. Industrial Evolution, 30-31, 164. Darling, Punjab Peasant, 191, 197' India. Report of Famine Inquirv Commission 1945, 294. 91. Great Britain. Report of Famine Commission 1880. II. 130. 92. Cadgil. Industrial Evolution. 166.
417
της ύφεσης, για να σταματήσει, τουλάχιστον προσωρινά, στα «πλούσια» χρόνια του Β ' Παγκόσμιου Πολέμου93. Επομένως, μια από τις κύριες συνέπειες του περιορισμένου εκσυγχρονισμού ήταν ότι κατεύθυνε το οικονομικό πλεόνασμα που έβγαινε από τη γεωργία σε νέα χέρια. Στο Παντζάμπ, οι τόκοι των δανείων στα τέλη της ΙΟετίας του 1920 είχαν φθάσει στις 104 ρουπίες κατά κεφαλήν το χρόνο, ενώ η γαιοπρόσοδος ήταν 4 ρουπίες94. Ό λο αυτό το χρέος δεν το όφειλαν οι γεωργοί στους τοκιστές. Έ να σημαντικό ποσό το όφειλαν στους πιο εύπορους αγρότες. Ούτε και κολυμπούσαν στο χρήμα οι τοκιστές, μόλο που ένας στους τέσσερις φορολογούμενους κατά τη δεκαετία του ’20 ανήκει σ ’ αυτή την ομάδα95. Ό σο χονδρικά κι αν είναι αυτά τα, στοιχεία, επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι ο ινδός αγρότης «γεννού σε» ένα αρκετά μεγάλο πλεόνασμα και ότι αυτό το πλεόνασμα δεν πήγαινε στο κράτος. Ο ινδός χωρικός υπέστει πολλές από τις ταλαιπωρίες της πρωταρχικής καπιταλιστικής συσσώρευσης, ενώ η ινδική κοινωνία δεν έδρεψε κανένα από τα οφέλη της. Το πέρασμα της ιδιοκτησίας της γης στα χέρια του τοκιστή δεν έφερε καμιά σταθεροποίηση στη μονάδα καλλιέργειας. Στην Ινδία δεν σημειώθηκε καμιά αξιόλογη κίνηση περίφραξης κι ενο ποίησης των αγροτικών κλήρων, ούτε βελτίωση των τεχνικών μεθόδων καλλιέργειας. Μέχρι σήμερα, οι καλλιεργητικές μέθοδοι και τα εργαλεία παρέμειναν πολύ καθυστερημένα. Το «ντέφι», το ντόπιο αλέτρι, και άλλα εργαλεία, δεν διαφέρουν από κείνα που χρησιμοποιούσαν οι αγρότες πριν 1000 χρόνια, όπως έγραψε ένας ινδός ειδικός λίγο μετά τον Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο.96 Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ινδικής γεωργίας παραμένει η πολύ χαμηλή στρεμματική απόδοση των περισσότερων από τις κύριες καλλιέρ γειες, συγκριτικά με τις άλλες χώρες του κόμου. Οι κυριότερες εξακολουθούν να είναι το ρύζι και το στάρι, με το ρύζι πολύ πιο πάνω από το στάρι. Το 1945 αυτά τα δύο προϊόντα κάλυπταν τη μισή σχεδόν από την έκταση όπου καλλιεργούνταν γεωργικά προϊόντα διατροφής, ενώ από την άποψη της απόδοσης η αναλογία 93. India Report of famine Inquiry Commission 1945, 271. 94. Darling. Punjab Peasant, 20' βλ. επίσης 218-222. 95. Great Britain, Report of Commission on Agriculture in India 1928, 442. 96. Thirumalai, Postwar Agricultural Problems. 178. Η κρίση αυτή είναι ίσως κάπως αυστηρή. Βλ. Lewis. Village Life, για έναν κατάλογο τεχνικών νεωτερισμών, μερικών αρκετά σημαντικών, σ ' ένα και μόνο χωριό.
418
τους ήταν πολύ μεγαλύτερη97. Εφόσον δεν υπήρξε καμιά ουσιαστι κή τεχνολογική επανάσταση, δεν είναι περίεργο που ακόμα και στον 20ό αιώνα το μεγάλο μέρος της γεωργικής καλλιέργειας γίνε ται για την αυτοσυντήρηση των χωρικών, παρόλο που οι περισσό τεροι πουλούν ένα μέρος της παραγωγής τους.’8 Σ ’ αυτό το σημείο θά ’ταν καλό να σταματήσουμε να εξετάζουμε την Ινδία ως σύνολο για να μελετήσουμε έστω και σύντομα την ανάπτυξη και τα χαρακτηριστικά του γαιοκτημονισμού σε διάφορα μέρη της χώρας. Μπορούμε ν ’ αρχίσουμε με τη Βεγγάλη, όπου, όπως είδαμε, τα κύρια στοιχεία του προβλήματος προϋπήρχαν απ ’ τη βρετανική κατοχή. Οι πληροφορίες απ ’ αυτή την περιοχή φωτίζουν και διευρύνουν την εικόνα του παρασιτικού γαιοκτήμονα, δείχνοντας, πρώτο, ότι υπήρχαν κατά καιρούς οικο νομικές λειτουργίες τις οποίες επιτελούσε και, δεύτερο, ότι ο πα ρασιτισμός έφθανε βαθιά, μέχρι την ίδια την αγροτιά. Οι «ζάμινταρ» της Βεγγάλης έπαιξαν κάποιο ρόλο, έστω και ελάχιστα δυναμικό, στο καθάρισμα των απορριμμάτων, που αποτελούσαν τόσο σημαντικό τμήμα του αγροτικού τοπίου γύρω στα 1800. Αυτό το κατάφεραν κυρίως ασκώντας μια ποικιλία από πιέσεις πάνω στους αγρότες. Για παράδειγμα, έπειθαν νομαδικές φυλές, απαλλάσοντάς τις από το αγρομίσθωμα, να εγκατασταθούν και να καθαρίσουν τα σωρευμένα απορρίμματα. Μόλις ο τόπος καθάριζε και η γη ήταν έτοιμη για καλλιέργεια, ο «ζαμιντάρ» έβρισκε νόμιμους τρόπους να διώξει τους μισθωτές αυτούς και να τους αντικαταστήσει με πιο επιδέξιους πακτωτές που μπορούσαν να πληρώσουν ψηλά μισθώματα. Με αυτό το τέχνασμα και με άλλα, όπως οι ειδικοί φόροι σε βάρος των πακτωτών, οι ζαμιντάρ λέγεται ότι διπλασίασαν την αναλογία των πακτωτών μεταξύ 1800 και 1850. Μετά το 1850 περίπου, οι ζαμιντάρ έγιναν όλο και περισσότερο απλοί εισπράκτορες πακτωμάτων και ελάχιστα πρά γματα έκαναν για την επέκταση των καλλιεργειών ή τη βελτίωση των καλλιεργητικών μεθόδων9’ . Μέχρι την εποχή της Ανταρσίας, τα δικαιώματα των χωρικών που απορρέανε από την Μόνιμη Διευθέτηση είχαν εκφυλιστεί σε σημείο που κατά την κρίση ενός σύγχρονου μελετητή, οι αγρότες 97. India. Perorl of Famine Inquiry Commission. 1945, 288. 98. Anstey. Economic Development. 154. 99. India. Census 1951, VI. pi IA. 445-446.
419
είχαν φτάσει ουσιαστικά στη θέση του «κολήγου κατά βούληση». Λίγο μετά την Ανταρσία οι Βρετανοί έκαναν κάποια βήματα για να επανορθώσουν την κατάσταση. Είχαν τη δυνατότητα να το κάνουν, γιατί η Βεγγάλη απέφυγε τις χειρότερες συνέπειες της Ανταρσίας κι έτσι δεν υπήρχε εκεί η ανάγκη κατευνασμού της τάξης των γαιοκτημόνων, η οποία ήδη ήταν σταθερά εδραιωμένη100. Με μια σειρά διατάγματα που άρχισαν από το 1859 οι Βρετανοί προσπά θησαν να δώσουν στους μισθωτές γης κάποιο βαθμό ασφάλειας. Παρόμοια νομοθετήματα θεσπίστηκαν και σ ’ άλλα μέρη της Ινδίας. Η κύρια διάταξη ήταν ότι δώδεκα συνεχή χρόνια συνεχούς καλλιέργειας διαμόρφωσαν το δικαίωμα της χρησικτησίας και προστάτευαν από την έξωση. Κατά κανόνα οι γαιοκτήμονες αντιδρούσαν διώχνοντας τους πακτωτές πριν συμπληρωθεί η περίοδος των δώδεκα χρόνων. Επιπλέον, η νέα νομοθεσία έκανε τα πακτωτικά δικαιώματα μεταβιβάσιμα, όπως τα άλλα δικαιώματα ιδιοκτη σίας. Ό που συνέβαινε αυτό, ο ανταγωνισμός για τη γη έκανε εντονότερη την πρακτική της υπεκμίσθωσης. Πολλοί χωρικοί έγιναν μικρο-εισπράκτοτες ενοικίων, έκριναν επωφελέστερο να κάνουν χρήση του δικαιώματος υπεκμίσθωσης παρά να καλλιεργούν οι ί διοι τη γη101. Καθώς γινόταν όλο και μεγαλύτερη η διαφορά ανάμεσα στους φόρους που έπαιρνε η κυβέρνηση που τους περιόριζε η Μόνιμη Διευθέτηση και στο ύψος των πακτωμάτων, που τα ανέβαζε η πίεση του ανταγωνισμού, η αλυσίδα των μισθώσεων και υπεκμισθώσεων γινόταν όλο και μακρύτερη, μέχρι που έφτασε σε απί στευτο μάκρος σε ορισμένες περιοχές της Βεγγάλης. Η παλιότερη βιβλιογραφία πάνω στο θέμα των μισθώσεων γης δίνει την εντύπωση ότι το φορτίο του πακτώματος είναι βαρύτερο πάνω στον χωρικό εκεί όπου υπάρχει μεγάλος αριθμός ενδιάμεσων ανάμεσα στον γαιοκτήμονα που πληρώνει τη γαιοπρόσοδο και τον χωρικό που πραγματικά καλλιεργεί τη γη. Δεν είναι έτσι όμως. Ο μεγάλος αριθμός των ενδιάμεσων δημιουργείται κιόλας από τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο πάκτωμα που πληρώ νει ο καλλιεργητής και τη γαιοπρόσοδο ή το φόρο που πληρώνει ο 100. Metcalf, "Struggle over Land Tenure” , 299. Για λόγους που αναφέρω παρακάτω, πιστεύω ότι η άποψη του Metcalf για τις ευνοϊκές συνέπειες είναι Ισως πολύ αισιόδοξη. 101. Mukerjee. Economic Problems, I. 221-223, 227-228, 230.
420
γαιοκτήμονας102. Στη δεκαετία του ’40 η Επιτροπή Γαιοπροσόδου της Βεγγάλης διαπίστωσε ότι τα πακτώματα που πληρώνονταν στις περιοχές όπου οι επάλληλες μισθώσεις ήταν πολλές, ήταν μικρότερα απ ’ όσο σε πολλά άλλα μέρη της Ινδίας. Οι επίτροποι προχώρησαν ακόμα ώς το συμπέρασμα ότι «θα δικαιολογείται» άνοδος μάλλον παρά μείωση των πακτωμάτων στην Βεγγάλη»103. Στο τελευταίο αυτό σημείο οι γνώμες μπορεί να διαφέρουν. Αλλά ένα πράγμα φαίνεται καθαρά. Το οικονομικό «πλεόνασμα», σε πολλές περιοχές, δεν το «ξάφριζε» αποκλειστικά ο πλούσιος κτη ματίας. Αντίθετα, ο συναγωνισμός για τη γη οδήγησε στο μοίρασμά του σε πολλά στόματα, που στη μεγάλη τους πλειοψηφία κάθε άλλο παρά χορτάτα ήταν. Ό π ω ς υπογραμμίζουν οι ινδικές αρχές απογραφής πληθυσμού, ο γαιοκτήμονας στην Ινδία δεν είναι πάντα ένας πλούσιος κι ανέμελος εισπράκτορας ενοικίων. Μπορεί να ζει στα όρια της επιβίωσης κι ωστόσο να μην προσφέρει τίποτα οικο νομικά104. Ανάμεσα σ ’ αυτούς που ζουν από τα πακτώματα, υπάρ χει μια αρκετά σημαντική αναλογία από χήρες και ανάπηρους ή υπέργηρους κτηματίες, χωρίς ενήλικες γιούς, που είναι ανίκανοι να καλλιεργήσουν οι ίδιοι τη γη κι έτσι τη νοικιάζουν σε άλλους105. Σε μερικές περιοχές, ακόμα και υπηρέτες, μπαλωματήδες, μαραγκοί, μπαρμπέρηδες και άλλοι συγκαταλέγονται ανάμεσα στους κτημα τίες που δεν καλλιεργούν τη γη τους106. Δεν έχω υπόψη μου στοι χεία που θα μου επιτρέπανε να εκτιμήσω πόσοι «φτωχοί κτημα τίες» υπάρχουν στις διάφορες κατηγορίες που αναφέραμε. Σίγουρα όμως είναι πολύ περισσότεροι από τους πλούσιους «ραντιέρηνδες». Δεν μπορούν βέβαια να χαρακτηριστούν όλοι οι κτηματίες ως εντε λώς παρασιτικοί, ότι δηλαδή δεν προσφέραν τίποτα στην κοινωνία από οικονομική άποψη ή γενικότερα. Ό λες αυτές οι τροποποιήσεις της θεωρίας του παρασιτικού γαιοκτημονισμού πρέπει ν ’ ανήκουν σε κάθε αντικειμενική εκτίμη ση του προβλήματος. Ταυτόχρονα ο αμερόληπτος κοινωνιολόγος πρέπει νά ’ναι πολύ προσεκτικός ως προς την πραγματική σημα σία τους. Τπάρχει ισχυρή τάση να παραμερίζεται η κριτική του 102. 103. 104. 105. 106.
India, India, India, India. India.
Rerort of Famine Inquiry Commission, 1945, 282. Rerort of Famine Inquiry Commission, 1945, 278. Census 1951, VI, pt IA, 355. Census 1951, IX, pt IA, 121-122. Census 1951, IX, pt IA, 119.
421
«στάτους κβο» τονίζοντας τις εξαιρέσεις και τα κενά στα στοιχεία μέχρι που να φαίνεται ότι το πραγματικό πρόβλημα δεν υπάρχει ή ότι είναι προϊόν μιας εξημμένης φαντασίας. Σ ’ αυτή την περίπτω ση είναι ξεκάθαρο ότι ο παρασιτικός γαιοκτημονισμός ήταν πραγ ματικό πρόβλημα. Ο αριθμός των φτωχών ανθρώπων που καταφέρναν να εξασφαλίζουν κάτω από την προστατευτική ομπρέ λα του μια εξαθλιωμένη ζήση δεν αποτελεί επαρκή λόγο για να υπερασπιστεί κανείς ένα κοινωνικό θεσμό με σύμφυτο το χαρακτη ριστικό της σπατάλης, που εμπόδιζε την οικονομική πρόοδο. Ούτε το γεγονός ότι οι φτωχοί κτηματίες ήταν πολύ περισσότεροι από τους πλούσιους και ότι δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για την κατανομή του εισοδήματος μέσα σ ’ αυτό τον τομέα, δεν μειώνει την πολύ μεγάλη πιθανότητα ότι η μερίδα του λέοντος του εισοδήματος των κτηματιών πήγαινε σε μια μικρή και πλούσια ομάδα. Ας ρίξουμε τώρα μια ματιά στις εξελίξεις στις περιοχές της νότιας Ινδίας, όπου με βάση τους διακανονισμούς «ρυοτβάρι», οι Βρετανοί μάζευαν τους φόρους απευθείας από τα χωριά αντί να χρησιμοποιούν ενδιάμεσους. Μπορούμε ν ’ αρχίσουμε με μια ματιά στο διοικητικό διαμέ ρισμα του Μαδράς την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα' είναι μια περιοχή που συμπίπτει περίπου μ ’ εκείνη όπου ταξίδεψε ο Buchanan πριν ενενήντα χρόνια, κοιτάζοντάς τη με τα μάτια ενός ινδού αξιωματούχου στην υπηρεσία των Βρετανών (ήταν Γ ενικός Επιθεωρητής Ληξιαρχείων). Το 1893 δημοσίευσε ένα «Μνημόνιο» για τις εξελίξεις στο Μαδράς κατά τις τέσσερις προηγούμενες δεκαετίες107. Ο συγγραφέας ήταν ένας απροκατάληπτος λόγιος αξιωματούχος, παρόλο που προσπάθησε να παρουσιάσει όσο το δυνατό μεγαλύτερη πρόοδο υπό το καθεστώς των Βρετανών, από τους οποίους είχε ευεργετηθεί. Ωστόσο η εικόνα που δίνει είναι η εικόνα μιας μικρής, πάμπλουτης γαιοκτημονικής ελίτ που κατα σπαταλούσε τα εισοδήματά της σε διασκεδάσεις και δικαστικές έ ριδες, στηριγμένη πάνω στη μεγάλη μάζα των φτωχών χωρικών. Από τα 90 εκατ. ακρ του Μαδράς, 27,5 εκατ., δηλαδή ανάμεσα στο 1/3 και το 1/4, τα κατείχαν 849 «ζαμιντάρ». Δεκαπέντε ζαμιντάρ κατείχαν κοντά στο μισό εκατομμύριο ακρ ο καθένας. Κάτω απ ’ αυτούς, υπήρχαν κάπου 4.600.000 χωρικοί ιδιοκτήτες με μίσθωση 107. βλ. Raghavaiyangar. Madras.
422
τύπου «ρυοτβάρι»108. Ο συγγραφές υπολογίζει ότι οχτώ περίπου ■ ακρ ήταν απαραίτητα σε μια αγροτική οικογένεια για να εξασφαλί σει τη συντήρησή της χωρίς να αναγκαστεί να δουλέψει για άλλους109. Κοντά στο 1/5 (17,5%) έπεφταν κάτω α π ’ αυτό το ελάχιστο και ήταν υποχρεωμένοι να δουλεύουν για άλλους, ενώ ο μέσος κλήρος ήταν κάτι παραπάνω από 3,5 ακρ110. Βέβαια, αυτοί οι αριθμοί που ήταν βασισμένοι στη γαιοπρόσοδο, πρέπει να χρησιμοποιηθούν με προσοχή. Αλλά δεν βλέπω το λόγο να μη δεχτεί κανείς τη γενική εικόνα που δίνουν. Ό π ω ς και στη Βεγγά λη, μερικές από τις παλιές οικογένειες κτηματιών είχαν χάσει τα κτήματά τους μεταξύ 1830 και 1850, περίοδο χαμηλών τιμών για τις σοδειές, οπότε δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν τους φόρους τους. Ά λλοι βέβαια επωφελήθηκαν111. Μια σύγκριση του «Μνη μονίου» του Ραγκαβαϊγιανγκάρ του 1893 για το Μαδράς με τις περιγραφές του Buchanan στις αρχές του 19ου αιώνα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα κύρια αποτελέσματα της βρετανικής κυριαρ χίας ήταν η έλλειψη γης για τους χωρικούς και η εμφάνιση μιας μι κρής, φοβερά πλούσιας και νωθρής τάξης γαιοκτημόνων. Στη Βομβάη, την ίδια περίπου εποχή, λέγεται ότι δεν υπήρχαν μεγαλοκτηματίες ανάλογοι με τους «ζαμιντάρ» του Μαδράς. Οι περισσότεροι κάτοικοι της υπαίθρου ήταν χωρικοί που πλήρωναν γαιοπρόσοδο απευθείας στην κυβέρνηση. Από τ ’ άλλο μέρος, οι συγγραφείς της «Αναφοράς Λοιμού» του 1880 σημείωσαν μια τάση πολλών χωρικών να υπενοικιάζουν τα χωράφια τους και να ζουν με τη διαφορά ανάμεσα στα ενοίκια που έπαιρναν και την πρόσοδο που πλήρωναν στην κυβέρνηση112. Αυτό το στοιχείο δείχνει για άλλη μια φορά το γνωστό σύμπλεγμα χαρακτηριστικών: αυξανόμενος πληθυσμός, ανερχόμενη ζήτηση γης και εμφάνιση μιας τάξης μικροκτηματιών που εισπράτουν μισθώματα από την αγροτιά. Τ ο πρόβλημα της μίσθωσης γης έκανε γρήγορα αισθητή την παρουσία του. Οι υπομισθωτές στις περιοχές όπου ίσχυε το «ρυοτβάρι», όπως η Βομβάη και τμήματα του Μαδράς, δεν είχαν καμιά νομιχή προστασία- την απόκτησαν μόνο κατά τα τέλη της βρετανικής κατοχής. Προσπάθειες νομικής προστασίας των παραδοσιακών 108. 109. 110. 111. 112.
Raghavaiyangar, Madras. Raghavaiyangar. Madras, Raghavaiyangar. Madras. Raghavaiyangar, Madras, Great Britain, Report of
132, 134. 135-136. 137, 135. 133. Famine Commission, 1880, II, 123.
423
δικαιωμάτων άρχισαν το 1939113. Μέχρι τυ 1951, είχε γίνει επίσημη πολιτική να ελαχιστοποιείται η ύπαρξη του προβλήματος των κτηματιών. Παρόλ’ αυτά στην Απογραφή του 1951 αναφέρεται, με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, η ύπαρξη μιας τάξης μεγαλοκτηματιών κοντά στην πόλη της Βομβάης. Σχεδόν ένας στους τρεις απ ’ όσους εισέπρατταν μισθώματα αναφέρανε και μια δευτερεύουσα πηγή εισοδήματος. Και τα δύο αυτά στοιχεία δείχνουν τη στενή σχέση ανάμεσα στον γαιοκτημονισμό και τα εμπορικά συμφέροντα της πόλης, παρόμοια ίσως με κείνη που υπήρχε στις κινέζικες πόλεις-λιμάνια114. Μπορούμε να κλείσουμε αυτή την τοπική έρευνα με μια ματιά σ ’ ένα τμήμα του Παντζάμπ, μιας σιτοπαραγωγικής περιοχής που τώρα ανήκει στο Πακιστάν. Το Παντζάμπ είναι ενδιαφέρον γιατί είναι η πατρίδα μιας κάστας αγροτών, των Τζατ, που είναι πρώτης τάξεως καλλιεργητές, παρόλο το πολεμικό παρελθόν τους (παρελ θόν αρκετά απομακρυσμένο άλλωστε). Το Παντζάμπ είναι επίσης μια περιοχή όπου οι Βρετανοί, από πολύ νωρίς, εισήγαγαν την άρδευση σε μεγάλη κλίμακα. Περιγράφοντας την κατάσταση στη δεκαετία του 1920, ο σερ Μάλκολμ Ντάρλινγκ, ένας εξαίρετος και συμπονετικός παρατηρητής, μας λέει ότι οι κτηματίες ήταν συ γκεντρωμένοι στις κοιλάδες του Ινδού ποταμού. Το 40% περίπου της καλλιεργημένης γης ήταν στα χέρια τους115. Η παρατήρησή του συμφωνεί με την εκτίμηση που υπάρχει στην Αναφορά Λοιμού του 1945, ότι 2,4% των ιδιοκτητών κατείχαν το 38% της γης116. Γενικά, αυτοί οι γαιοκτήμονες περιγράφονται σαν σπάταλοι και αδιάφοροι για τη βελτίωση των κτημάτων τους, και με μόνη έγνοια τους τα σπορ και τα πακτώματά τους117. Στη δεκαετία του 1880 οι Βρετανοί έκαναν κυριολεκτικά την έρημο να πρασινίσει με ένα μεγάλο αρδευτικό δίκτυο και εγκατέστησαν αγρότες σε κλήρους διαφόρων μεγεθών, καθώς και μερικούς σκόρπιους χωρικούς με περισσότερη γη. Οι Βρετανοί ελπίζανε ότι αυτή η τελευταία ομάδα θα εξελισσόταν σε μια μικρή γαιοκτημονική αριστοκρατία, αλλά οι ιδιοκτήτες αυτοί κατέληξαν να μην ασχολούνται καθόλου με τη γη 113. 114. 115. 116. 117.
424
Mylterjee, Economic India. Census 1951, Punjab Peasant, 98. Great Britain Report Punjab Peasant, 99.
Problems. I, 223' Cadgil, Industrial Evolution, ix. IV. pt. I, 16, 20. of Famine Inquiry Commission. 1945, 442. 109-110, 257.
τους, κι έτσι α π ’ αυτή την άποψη το πείραμα απέτυχε118. Η εικόνα, ωστόσο, δεν ήταν εντελώς ζοφερή. Ο Ντάρλινγκ σ ’ ένα σημείο αναφέρεται σε προοδευτικούς κτηματίες από την πόλη με εμπορικό πνεύμα. Δεν προέρχονταν από τις παραδοσιακές γαιοκτημονικές κάστες"9 που η βρετανική πολιτική προσπαθούσε να διατηρήσει. Μαζί με όσα γνωρίζουμε από άλλα μέρη της Ινδίας για τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας της γης από τα χέρια της παραδο σιακής ντόπιας ελίτ, η αναφορά αυτή δείχνει ότι κάποια μορφή καπιταλιστικής επανάστασης στη γεωργία δεν ήταν εντελώς απί θανη στην Ινδία. Αλλά αυτό το σημείο θα το συζητήσουμε αργότε ρα μαζί με τις προσπάθειες να ξεκινήσει μια συνειδητή αγροτική επανάσταση στα χρόνια του Νεχρού. Ό π ω ς δείχνει αυτή η περιφερειακή επισκόπηση, μια από τις πιο ξεκάθαρες συνέπειες της βρετανικής κατοχής ήταν ότι εξαφάνι σε βαθμιαία τις διαφορές ανάμεσα στις περιοχές «ρυοτβάρι» και «ζαμιντάρι». Οι παθιασμένες διαμάχες πάνω στα σχετικά τους προτερήματα σταμάτησαν εντελώς σχεδόν πριν ξεσπάσει ο Β ' Παγκ. Πόλεμος, καθώς τα πακτωτικά προβλήματα απλώνονταν όλο και περισσότερο. Ακόμα και στην εσωτερική δομή του χωριού, σύμφωνα με μια αξιόπιστη μαρτυρία, ελάχιστες διαφορές απόμειναν σ ’ ότι αφορά αυτή τη διάκριση120. Ούτε υπάρχει καμιά σαφής ένδειξη στην περίοδο του μεσοπολέμου, για το αν ένα από τα δύο συστήματα υπήρξε λιγότερο ή περισσότερο αποτελεσματικό121. Οι στατιστικές μαρτυρίες από μόνες τους δεν επιτρέπουν να κρίνει κανείς αν ο αριθμός των μισθωτών γης αυξήθηκε ή όχι κατά τη διάρκεια της βρετανικής κατοχής. Η κύρια δυσκολία οφείλεται στο γεγονός ότι ένας χωρικός συχνά κατείχε ένα κτήμα και μίσθωνε ένα-δυό ακόμα. ' Ετσι οι διαφορές της διαδικασίας που ακολουθήθηκε για συλλογή των στατιστικών στοιχείων σε διάφορους τόπους και χρόνους είχαν σαν συνέπεια μεγάλες διακυμάνσεις στα αποτε λέσματα που παρουσιάζουν εντελώς σφαλερά την πραγματική κατάσταση. Τπάρχουν μερικές ενδείξεις ότι μέχρι και το 1931 ο αριθμός των μισθωτών γης αύξαινε. Αν ληφθεί υπόψη η αναμφι 118. Darling. Punjab Peasant. 48. 119. Punjab Peasant. 157-158. Βλ. ίπίβης τον προλογο του E.D. Marlagan για σχίψιις που κρύβονταν π(οω από τη βρετανική πολιτική. 120. Cadgil. Industrial Evolution. 63' Thirumalai, Postwar Agricultural Pro blems. 131· Great Britain. Report of Famine Inquiry Commission. 1945, 258. 121. India. Report of Famine Inquiry Commission 1945, 265. tu;
42
">
σβήτητη αύξηση του πληθυσμού και ο ανταγωνισμός για τη γη, μια τέτοια αύξηση φαίνεται πολύ λογική. Η επόμενη απογραφή, το 1951, έδειξε μια εκπληκτική ανατροπή αυτής της τάσης, η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί σοβαρό στοιχείο γιατί είναι σίγουρο σχεδόν ότι οφείλεται σε μια μεταβολή του ορισμού του πακτωτή και του εκπακτωτή122. Και ούτε είναι εντελώς βέβαιο ότι η υλική κατάστα ση του μισθωτή ρ]ς χειροτέρεψε κατά τη διάρκεια της βρετανικής κυριαρχίας, όπως υποστηρίζουν Ινδοί εθνικιστές συγγραφείς. Η ίδια η ιδιότητα του μισθωτή δεν είναι απόδειξη και, σε κάθε περίπτωση, παρόμοια σχέση υπήρχε σε μεγάλη έκταση και πριν. Και πάλι, το πιο σημαντικό στοιχείο είναι η αύξηση του πληθυ σμού. Σε συνδυασμό με την απουσία σημαντικής τεχνικής βελτίω σης στη γεωργία, μπορούμε να θεωρήσουμε αυτό το στοιχείο σαν σημαντική ένδειξη ότι πράγματι υπήρξε χειροτέρευση. Είναι επίσης αδύνατο να υπάρξει οποιοδήποτε ακριβές στατι στικό μέτρο της έκτασης κατά την οποία η αύξηση της σημασίας της αγοράς, μαζί με το καθεστώς βρετανικής κυριαρχίας, έθεσαν σε κίνηση μια διαδικασία συγκέντρωσης της έγγειας ιδιοκτησίας σε λιγότερα χέρια. Οι μεγάλοι κλήροι ήταν συνηθισμένοι στην Ινδία πριν έρθουν οι Βρετανοί. Λέγεται ότι ήταν σχετικά σπάνιοι όταν οι Βρετανοί έφυγαν123. Οι μόνες στατιστικές πληροφορίες για την Ινδία σα σύνολο προέρχονται από μια μελέτη που έγινε το 1953-54. Εφόσον τότε γινόταν η κατάργηση του συστήματος «ζαμιντάρι» (παρόλο που, όπως θα δούμε, η κατάργηση κάθε άλλο παρά ολοκληρωτική ήταν) και εφόσον γι ’ αυτό το λόγο θα υπήρχε σημαντικό κίνητρο να αποκρύψει κανείς το μέγεθος της ιδιοκτησίας του από τους επίσημους ερευνητές, το πιθανότερο είναι ότι η μελέτη παρουσιάζει ένα σημαντικά μικρότερο βαθμό συγκέντρω σης α π ’ όσο επικρατούσε στα τέλη της βρετανικής περιόδου. Παρόλ’ αυτά. τα βασικά αποτελέσματα αξίζουν την προσοχή μας. Γύρω στο 1/5 των αγροτικών νοικοκυριών της Ινδίας, δηλαδή 14-15 εκατομμύρια περίπου, δεν είχαν καθόλου γη. Τα μισά αγροτικά νοικοκυριά είχαν στην ιδιοκτησία τους λιγότερο από ένα ακρ. Τ ο μερίδιό τους στην γη έφτανε μόνο στο 2%. Στο πάνω μέρος 122. Καλή πραγμάτωση γίνιται βτη μιλέτη του Thirumalai. Postwar Agric ultural Problems. 133, όπου δίνονται τα βχιτικά στοιχιία. Βλ. ίπίσης Thorner και Thorner, Land and Labour, χιφ. X, για μια λιπτομχρή ανάλυση. 123. India, Report of Famine Inquiry Commission 1945, 258.
426
της κλίμακας, βλέπουμε ότι σε όλες τις πληθυσμιακίς ζώνες το 10% των αγροτικών νοικοκυριών, που βρίσκονταν στην κορυφή της κλίμακας, κατείχαν το 48% και παραπάνω της συνολικής έκτασης. Οι μεγαλογαιοκτήμονες ωστόσο, αυτοί δηλαδή που είχαν πάνω από 40 ακρ, διέθεταν μόνο το 1/5 της γης124. Εμφανίζεται λοιπόν η ακόλουθη εικόνα: ένα τεράστιο αγροτικό προλεταριάτο, γύρω στο μισό του αγροτικού πληθυσμού, μια μικρή τάξη πλούσιων χωρι κών, όχι περισσότερο από το 1/8 του πληθυσμού και μια πολύ μικρή ελίτ. Προφανώς, η κυρία μεταβολή στην αγροτική κοινωνική δομή κάτω από την βρετανική επιρροή ήταν ότι αυξήθηκε το αγροτικό προλεταριάτο. Στο μεγαλύτερο μέρος του το στρώμα αυτό αποτελείται κυρίως από εργάτες γης, είτε άκληρους είτε μ ’ ένα μικρό χωραφάκι, αρκετό για να τους δένει αποτελεσματικά με τον γαιοκτήμονα. Πόσο μεγάλη ήταν η αύξηση σ ’ αυτή την ομάδα δεν μπορούμε να πούμε, γιατί οι αλλαγές στη διαδικασία ταξινόμησης από τη μια απογραφή στην άλλη κάνουν τις συγκρούσεις πολύ παρακινδυνευμένες. Ένας μελετητής που είχε επιχειρήσει να παρακάμψει αυτές τις δυσκολίες, συμπέρανε ότι ο αριθμός των εργατών γης αυξήθηκε από 13% το 1891 σε 38% περίπου το 1931, αύξηση που αντισταθμίστηκε στη συνέχεια, εφόσον η μείωση του μεγέθους των κλήρων, που συμβάδιζε με την αύξηση του πληθυ σμού στην Ινδία, σήμαινε ότι τα αγροκτήματα ήταν ευκολότερο να καλλιεργηθούν με οικογενειακή εργασία125. Στην Ινδία οι άκληροι και οι σχεδόν άκληροι δεν είναι το αποτέλεσμα κάποιας μαζικής απαλλοτρίωσης της αγροτικής γης. Τ ο ότι είναι απελπιστικά φτωχοί, είναι πέρα από κάθε αμφισβήτη ση. Ανάμεσα στους παρίες που δουλεύουν ως εργάτες γης σε μια περιοχή του Οντάρ Πραντές, επικρατεί από πολύ καιρό η κοινωνι 124. India. National Sample Survey, Report on Land Holdings, iv, 16. BX. επίσης Πίνακες, 4.3. 4.4, σελ. 14, 15. 125. Patel, Agricultural Labourers, 7-8,14-15. Στο India, Agricultural Labour Enguiry, I, 19, αναφέρεται ότι γύρω στο ένα τρίτο των αγροτικών οικογενειών ήταν εργάτες γης κι α π ' αυτούς οι μισοί ήταν ακτήμονες. Οι Thorner και Thorner. στο Land and Labour, κεφ. XIII, υποβάλουν τις μεθόδους συλλογής στοιχείων a t συντριπτική κριτική τονίζοντας ότι η Enguiry περιορίστηκε at τεχνικές μεθόδους δειγματοληψίας αμιλώντας εντελώς την κοινωνική πραγματικότητα. Έ τσ ι οι χατηγορίες χαι οι ταξινομήσεις ϊίναι άχρηστες, ή, το χειρότερο, σοβαρά παραπλα-
427
κά αποδεκτή συνήθεια να τρώνε δημητριακά μαζεμένα από τα περιττώματα των ζώων και καθαρισμένα. Ό π ω ς φαίνεται, η πρακτική αυτή δεν θεωρείται αηδιαστική, και το ένα πέμπτο περίπου του πληθυσμού καταφεύγει σ ’ αυτήν126. Χωρίς αμφιβολία πρόκειται για μια ακραία περίπτωση. Ας σταθεί, ωστόσο, σαν παράδειγμα ξεπεσμού του πολιτισμένου ανθρώπου μέσα σε ειρηνι κές συνθήκες. Άλλωστε, η μέση κατάσταση είναι επίσης αρκετά άσχημη. Ό σο χονδρικές κι αν είναι αυτές οι γενικεύσεις για το αγροτι κό προλεταριάτο, είναι αρκετά στέρεες για να αντέξουν το βάρος της επιχειρηματολογίας που στηρίζουμε σ ’ αυτές εδώ. Η ιστορία των κατώτερων στρωμάτων της ινδικής υπαίθρου είναι σκοτεινή, με πολύ περιθώριο για παραπέρα έρευνα, που άλλωστε είναι απόλυτα αναγκαία. Ό τ ι τα κατώτερα στρώματα δεν είναι το άμεσο δημιούργημα της Παξ Μπριτάνικα, αυτό μπορούμε να το επαναλάβουμε. Μπορεί μάλιστα κανείς να διστάσει να ισχυριστεί ότι η σχέση τους με τους εργοδότες τους άλλαξε ουσιαστικά κατά τη βρετανική περίοδο127. Η φοβερή εξαθλίωση των κατωτέρων στρωμάτων της ινδικής αγροτικής κοινωνίας (και εκείνων της πόλης επίσης) επαναφέρει τη συζήτηση στο κεντρικό ερώτημα με το οποίο άρχισε. Παρόλο που οι ινδοί χωρικοί έχουν υποφέρει υλικά τόσο όσο και οι Κινέζοι κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, η Ινδία δεν είχε ώς τα τώρα την εμπειρία μιας αγροτικής επανάστασης. Μερικοί πιθανοί λόγοι γίνονται ήδη φανεροί, αν λάβει κανείς υπόψη τις διαφορές στην κοινωνική τους διάρθρωση πριν από τη διείσδυση των Δυτικών, καθώς και τις σημαντικές διαφορές στη χρονική συγκυρία και τον χαρακτήρα αυτής της επίδρασης. Η βία αποτέλεσε ένα τμήμα της αντίδρασης, παρόλο που δεν ήταν παρά ένα δευτερεύον συστατικό της. Για να εξηγήσουμε γιατί δεν υπήρξε πολλή περισσότερη βία, είναι απαραίτητο να συζητήσουμε το χαρακτήρα του ινδικού εθνικιστικού κινήματος και της βίας που ξεκινούσε σποραδικά.
126. Nair. Blossoms, in the Dusl. 83, παραθέτ» στοιχ((α από το Εθνιχό Συμβούλιο Εφαρμοσμένης Οικονομικής Έριυνας. 127. Για μιριχές πολύτιμις ματιές at παλιότιρις οιοχές βλ. Buchanan. Purnea, 443' Bhagalpur, 193, 460, 468.
6.
Μη-βία: ο δεσμός της αστικής τάξης με την αγροτιά
Στην αρχή αυτής της ανάλυσης είχαμε την ευκαιρία να σημειώσουμε τα εμπόδια που έβαλε η ινδική κοινωνική δομή στο δρόμο της εμπορικής ανάπτυξης πριν από τον ερχομό των Ευρω παίων: η ανασφάλεια της ιδιοκτησίας, οι φραγμοί που εμπόδιζαν τη συσσώρευσή της, τά κίνητρα για σπατάλη καί επίδειξη πολυτέ λειας, και το σύστημα της κάστας. Ο συσχετισμός των δυνάμεων δεν ήταν ολωσδιόλου αρνητικός. Αλλού η πολυτέλεια συντέλεσε συχνά στην τόνωση ορισμένων μορφών εμπορίου. Το εμπόριο σίγουρα υπήρχε- ακόμα και το τραπεζικό σύστημα έφτασε σε ψηλό σημείο ανάπτυξης.12" Ωστόσο το ντόπιο εμπόριο δεν επρόκειτο να γίνει ο καταλύτης που θα κατέστρεφε την παραδοσιακή αγροτική κοινωνία της Ινδίας. Σε πολύ περιορισμένο βαθμό, η απουσία εμπορικής και βιομηχανικής επανάστασης στην Ινδία μπορεί να αποδοθεί στη βρετανική κατοχή, στην καταστροφή της υφαντουργικής χειροτεχνίας και στην επιφυλακτική στάση των Βρετανών προς τα εμπορικά συμφέροντα που θα μπορούσαν να ανταγωνι στούν τα δικά τους. Από τ ’ άλλο μέρος, οι Βρετανοί καθόλου δεν κατάφεραν να εμποδίσουν ολωσδιόλου την εμφάνιση μιας ντόπιας σύγχρονης επιχειρηματικής τάξης. Ούτε και δείχνουν τα στοιχεία ότι προσπάθησαν πολύ επίμονα να την εμποδίσουν. Οι ντόπιες βιοτεχνίες, ιδιαίτερα το βαμβάκι και η γιούτα, άρχισαν να γίνονται σημαντικές κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν η βελτίωση των μέσων μεταφοράς έκανε δυνατή την εισαγω γή μηχανημάτων καθώς και την πρόσβαση σε ευρύτερες αγορές.12’ Φθάνοντας στη δεκαετία του 1880 η Ινδία είχε μια ξεχωριστή εμπορική και βιομηχανική τάξη σύγχρονου τύπου. Είχε επίσης μια τάξη επαγγελματιών με γνώμη και φωνή. Οι δικηγόροι ήταν ανάμεσα στα πρώτα και σημαντικότερα μέλη της νέας αστικής τάξης που έκαναν την εμφάνισή τους στην ινδική σκηνή, γιατί η βρετανική νομιμότητα και η βρετανική γραφειοκρατία είχαν δημι ουργήσει μια απόκεντρη διέξοδο έκφρασης για το ταλέντο και τη φιλοδοξία.130 Πολύ πιθανόν ο νόμος να ταίριαζε και με τη βραχμανική παράδοση εξουσίας και μεταφυσικής θεώρησης. Κάπου σαράν 128. Βλ. την σύντομη αλλά διεισδυτική πραγματεία του Lamb, "The Indian Merchant" στην έκδοση του Singer, Traditional India, 25-35. 129. Anstey, Economic Development, 208. 130. Για περισσότερες λεπτομέρειες βλ. Misra, Middle Classes, κεφ. XI.
429
τα χρόνια αργότερα, επίσημοι βρετανοί επισκέπτες θα μιλούσαν με επιδοκιμασία για τους ινδούς εμπόρους-πρίγκηπες, που τα αρχον τικά τους υψώνονταν στόν λόφο Μάλαμπαρ στη Βομβάη, και θα μας έλεγαν ότι τα περισσότερα κεφάλαια στα εργοστάσια γιούτας της Καλκούτας και τα υφαντουργεία βαμβακίου της Βομβάης ανήκαν σε ανθρώπους σαν κι αυτούς.131 Σ ’ αυτούς τους κύκλους πρωτάρχισαν να εμφανίζονται αμφι βολίες για τα οφέλη από τη σχέση με τους Βρετανούς. Τα εμπορικά συμφέροντα στην Αγγλία στο τελευταίο τμήμα του 19ου αιώνα φοβούνταν τον ανταγωνισμό των ντόπιων εμπορικών συμφερόντων στην Ινδία. Οι ινδοί έμποροι ένιωθαν ότι το ελεύθερο εμπόριο κατέπνιγε τις δυνατότητες ανάπτυξης. Για πολύ καιρό επιζητού σαν προστασία, επιδοτήσεις και ευκαιρίες για τη μονοπωλιακή εκμετάλλευση της ινδικής αγοράς.132 Έ τσ ι δημιουργήθηκε ένα ρήγμα ανάμεσα στη γαιοκτημονική ινδική ελίτ, που ήταν οι κύριοι ωφελημένοι από τη βρετανική κυριαρχία μετά το 1857, και τις τάξεις των εμπόρων που αισθάνονταν να ασφυκτιούν από τη σχέση με την Αγγλία. Τό ρήγμα αυτό εξακολούθησε να υπάρχει μέχρι την Ανεξαρ τησία και είχε πολύ σημαντικές πολιτικές συνέπειες. Σε άλλες χώρες, έχουμε παρατηρήσει ότι μια συμμαχία ανάμεσα σε ισχυρούς εκπροσώπους της γαιοκτημονικής ελίτ και στην ανερχόμενη αλλά αδύναμη εμπορική τάξη υπήρξε αποφασιστικός παράγοντας για το πέρασμα από μια αντιδημοκρατική πολιτική φάση κατά την πορεία της οικονομικής ανάπτυξης. Η βρετανική παρουσία στην Ινδία εμπόδισε μια τέτοια συμμαχία κι έτσι συντέλεσε στην εδραίωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Υπάρχουν όμως κι άλλα στοιχεία στην ιστορία αυτή. Οι εμπορικές τάξεις συνδέθηκαν μέσω του εθνικιστικού κινήματος με την αγροτιά. Για να καταλάβουμε αυτή την παράδοξη σχέση ανάμεσα στον πιό προχωρημένο τομέα του πληθυσμού και τον πιο καθυστερημένο, είναι απαραίτητο να συζητήσουμε σύντομα τα κύρια σημεία στην ιστορία του εθνικιστικού κινήματος και να εξετάσουμε τα γραπτά και τους λόγους του Γκάντι με κάποια προσοχή. Το ότι αυτή η σύνδεση δεν ήταν τέλεια και ότι υπήρχαν μερικές ρωγμές θα φανεί σε λίγο. 131. Creat Britain, Report of Indian Statutory Commission, I, 23. 132. Cadgil, Business Communities, IX. Τα χυριάτιρα οιχονομιχά στοιχιία μπορούν να βρίθουν στον Misra, Middles, χ*φ. VIII.
430
Το Ινδικέ Εθνικέ Κονγκρέσο και το πρώτο Ινδικό Εμπορικό Επιμελητήριο ιδρύθηκαν την Ιδια χρονιά, το 1885. Μέχρι το τέλος του Α ' Παγκόσμιου Πολέμου,τό Κονγκρέσο δεν ήταν παρά μιά «σεμνή και άτολμη ετήσια συνάθροιση της αγγλόφωνης ινδικής ιντελιγκέντσιας». Επομένως, η σύνδεση με τα επιχειρησιακά συμ φέροντα παρέμεινε μια από τις πιό σημαντικές επιδράσεις που καθόριζαν την στάση του Κονγκρέσου, αν και υπήρξαν σύντομες περίοδοι όπου άλλες δυνάμεις κατάφεραν να τα σπρώξουν στο περιθώριο.133 Πριν από τον Α ' Παγκ. Πόλεμο, π.χ., ο B.C. Tilak έγινε ο ηγέτης ενός βίαιου εθνικιστικού κινήματος που αναζητούσε την έμπνευση του στο ιστορικό παρελθόν της Ινδίας. Αυτή η στροφή προς τη βία ήταν ώς ένα βαθμό μια αντίδραση που προκάλεσε η γενική απογοήτευση από την τακτική των ευγενικών και ανώφελων αιτήσεων του Κονγκρέσου. Το 1906, κάτω από την επιροή του Τίλακ, το Κονγκρέσο υιοθέτησε τον στόχο της «Σουαράτζ», που οριζόταν τοτε ως το «σύστημα διακυβέρνησης για τις αυτοκυβερνούμενες βρετανικές αποικίες».134 Σε μια πολύ μεταγενέστερη περίοδο, μια άλλη μορφή ριζο σπαστισμού, με σοσιαλιστική χροιά αυτή τη φορά, επρόκειτο να επηρεάσει την επίσημη στάση του Κονγκρέσου, όπως φαίνεται στο Ψήφισμα του Καράτσι για τα Θεμελιώδη Δικαιώματα, το 1931, όπου το Κονγκρέσο συμφώνησε σ ’ ένα ήπιο σοσιαλιστικό και δημοκρατικό πρόγραμμα.135 Καθώς απούσιαζε η πολιτική υπευθυνότητα, αυτά τα θεωρη τικά ξεσπάσματα είχαν περιορισμένη σημασία, ενώ τα εμπορικά συμφέροντα πρόσφεραν ένα έρμα ευστάθειας. Και, το πιό σημαντι κό ακόμη, η παρουσία του βρετανού καταχτητή μείωνε την ένταση των εσωτερικών συγκρούσεων και επέβαλε ένα βαθμό ενότητας που εκτεινόταν από τους δυτικοθρεμμένους και μετριοπαθείς ριζο σπάστες διανοούμενους, την επιχειρηματική κοινότητα, ώς τον πολιτικά ενεργό τομέα της αγροτιάς. Τ ο Κονγκρέσο δεν άρχισε να προσεγγίζει τους χωρικούς παρά μόνο μετά το τέλος του Α ' Παγκ. Πολέμου και την ανάδειξη του Γκάντι ως ηγετικής φυσιογνωμίας στο εθνικιστικό κίνημα, πράγμα 133. Cadgil, Business Communities, 30, 66' Brecher, Nehru, 52. Τα ιγγ€(α συμφέροντα έπαιξαν επίσης ρόλο στην αρχή στο Κονγκρέσο. Βλ. Misra, Middle Classes, 353. 134. Majumdar και άλλοι, Advaced History, 895, 928, 981. 135. Brecher, Nehru, 176-177.
431
που αναγνωρίστηκε επίσημα στην συνεδρίαση του Ναγκπούρ το 1920. Από κείνο το σημείο, το Ινδικό Εθνικό Κονγρέσο έπαψε να είναι μια λέσχη των ανώτερων τάξεων κι άρχισε να γίνεται μια μαζική οργάνωση. Την επόμενη χρονιά τα μέλη του Κονγκρέσου στράφηκαν στην αγροτιά, όπως είχαν κάνει και οι Ρώσοι «Ναρόντνικι» στα 1870.136 Από κείνη την εποχή ώς το Θάνατό του, ο Γκάντι παρέμεινε ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης αυτού του παράξενου αμαλγάματος των δυτικοθρεμμένων διανοούμενων, των εμπόρων και βιομηχάνων, και των φτωχών ξωμάχων, που αποτελούσαν το ινδικό εθνικιστικό κίνημα. Πώς κατάφερε να συγκρατήσει ενωμένη μια τόσο ετερογενή ομάδα αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων; Για τους διανοούμενους, όπως ο Νεχρού, το πρόγραμμα της μη-βίας του Γκάντι φαινόταν να προσφέρει μια διέξοδο στο αδιέξοδο που είχαν δημιουργήσει οι δύο πολιτικές που είχαν ώς τώρα αποδειχτεί εξίσου μάταιες: η βία του Τίλακ και ο ανούσιος κονστιτουσιοναλισμός της προηγούμενης ιστορίας του Κονγκρέ σου.137 Ο Γ κάντι άγγιξε μια ευαίσθητη χορδή της ινδικής κουλτού ρας και την άγγιξε έτσι ώστε να ηλεκτρίσει τη χώρα για αντίσταση κατά των Βρετανών, χωρίς να απειλούνται τα εδραιωμένα συμφέ ροντα μέσα στην ιδνική κοινωνία. Ακόμα και οι γαιοκτημονικές ανώτερες τάξεις, παρόλο που τον φοβούνταν, δεν έγιναν στόχος άμεσης επίθεσης, όπως θα δούμε σε λίγο. Δεν φαίνεται πιθανό ότι η απουσία κάθε στοιχείου οικονομικού ριζοσπαστισμού ήταν απο τέλεσμα συνειδητής και μακιαβελικής επιλογής του Γκάντι. Ά λ λωστε για τους δικούς μας σκοπούς τα προσωπικά κίνητρα δεν έχουν σημασία. Εκείνο που είναι σημαντικό κι αποκαλυπτικό είναι το πρόγραμμα του Γ κάντι, όπως διατυπώθηκε μέσα στα ογκώδη γραπτά του και στις ομιλίες του. Στις βασικές γραμμές τους, οι κεντρικές ιδέες του παραουσιάζουν μια αξιοσημείωτη συνέπεια από την αρχή της ενεργού πολιτικής ζωής του ως το θάνατό του. Ο στόχος της ανεξαρτησίας (Σουαράτζ) και η μέθοδος της παθητικής μη-συνεργασίας (Σατυαγκράμπα), που καμιά φορά αναφέρεται και ως παθητική αντίσταση, τα δύο κύρια θέματα του προγράμματος του είναι πολύ οικεία στους μορφωμένους Δυτι κούς. Λιγότερο γνωστό είναι το κοινωνικό και οικονομικό περιεχό μενο του προγράμματος του Γκάντι, που συμβολίζεται από το 136. Brecher. Nehru. 72, 76. 137. Brecher. Nehru. 75.
432
περίφημο ροδάνι και εκφράζεται με τον όρο «Σουαντέσι». Στα 1916 ο Γκάντι το προσδιόρισε μ ’ αυτά τα λόγια: «Το 'Σουαντέσι’ είναι εκείνο το πνεύμα μέσα μας που μας περιορίζει να χρησιμοποιούμε και να υπηρετούμε όσα ά μεσα μας περιβάλλουν και να αποκλείουμε τα πιό απομα κρυσμένα. ' Ετσι, όσον αφορά τη θρησκεία, για να ικανοποιή σω τις απαιτήσεις του ορισμού, πρέπει να περιορίζω τον εαυτό μου στην προγονική μου θρησκεία. Αυτή είναι η χρήση του άμεσου θρησκευτικού μου περιβάλλοντος. Αν βρίσκω σ ’ αυτό ατέλειες, θα πρέπει να το υπηρετήσω απαλλάσσοντάς το από τα ελαττώματά του. Στο χώρο της πολιτικής θα πρέπει να κάνω χρήση των ντόπιων θεσμών και να τους υπη ρετήσω θεραπεύοντάς τους από τα αποδειγμένα ελαττώμα τά τους. Στο χώρο της οικονομίας, θα πρέπει να χρησι μοποιώ πράγματα που έχουν παραχθεί απ ’ όσους ζούν κοντά μου καί να εξυπηρετώ αυτές τις παραγωγικές μονάδες κάνοντάς τες αποτελεσματικές και τελειότερες, όπου ενδεχο μένως έχουν ελείψεις... Αν ακολουθήσουμε το δόγμα ’Σουαντέσι’, Θα είναι κα θήκον σας —καί δικό μου— να βρούμε γειτόνους που μπο ρούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες μας και να τους διδάξου με πώς να τις ικανοποιούν, όταν δεν γνωρίζουν, θεωρώντας ότι είναι γείτονες που έχουν ανάγκη από υγιή απασχόληση. Τότε κάθε χωριό της Ινδίας, θα είναι μια σχεδόν αυτοσυντηρούμενη και αυτάρκης μονάδα, που θα ανταλλάσσει με τα άλλα χωριά εκείνα μόνο τα αγαθά που δεν παράγονται τοπι κά. Κατά κάποιο τρόπο αυτά όλα φαίνονται παράλογα. Ε, λοιπόν, η Ινδία είναι μια χώρα παράλογη. Είναι παράλογο να στεγνώνει το λαρύγγι σου από τη δίψα όταν ένας αγαθός μουσουλμάνος σου προσφέρει καθαρό νερό να πιεις. Κι ω στόσο, χιλιάδες Ινδοί θα προτιμούσαν να πεθάνουν από δίψα παρά να πιούν νερό από ένα μουσουλμάνικο σπίτι.»138 Εκείνο που επιζητούσε ο Γκάντι ήταν η επιστροφή σ ’ ένα εξιδανικευμένο παρελθόν: η ινδική αγροτική κοινότητα, εξαγνισμέ νη από τα πιό κατάφωρα καταπιεστικά και απάνθρωπα χαρακτηρι 138. Speeches and Writings of Mahatma Candhi. 336-337. 341-342.
433
στικά της, όπως η απαγόρευση να αγγίζει άτομο κατώτερης κάστας (untouchability)139. Στενά συνδεμένες με την έννοια του «Σουαντέσι»ήταν οι ιδέες του Γκάντι για την ιδιοκτησία, που εκφράζονται στην αντίληψη της συνδιαχείρισης. Και πάλι θα ήταν προτιμότερο ν ’ αφήσουμε να μιλήσει ο ίδιος ο Μαχάτμα: «Ας υποθέσουμε ότι έχω μια αρκετά μεγάλη ποσότητα πλούτου, είτε από κληρονομιά είτε από εμπορική η βιομηχα νική δραστηριότητα' πρέπει να γνωρίζω ότι όλος αυτός ο πλούτος δεν ανήκει σ ’εμένα, εκείνο που ανήκει σε μενα είναι το δικαίωμα για μια αξιοπρεπή διαβίωση, οχι καλύτερη από κείνη εκατομμυρίων άλλων ανθρώπων. Ο υπόλοιπος πλούτος μου ανήκει στην κοινότητα και πρέπει να χρησιμοποιείται για την ευημερία της κοινότητας. Διακήρυξα αυτή τη θεωρία όταν η σοσιαλιστική θεωρία παρουσιάσθηκε στη χώρα ως αμφισβήτηση του πλούτου που κατέχουν οι ζαμιντάρ και οι αρχηγοί. Οι σοσιαλιστές θέλουν να καταργήσουν αυτές τις προνομιούχες τάξεις. Εγώ θέλω α π ’ αυτές να ξεπεράσουν την απληστία τους και την φιλοκτησία τους και να κατέβουν, παρ’ όλο τον πλούτο τους, στο επίπεδο εκείνων που κερδί ζουν το ψωμί τους με το μόχθο τους. Ο εργάτης πρέπει να καταλάβει ότι ο πλούσιος είναι λιγότερο ιδιοκτήτης του πλούτου του απ ’ όσο ο εργάτης είναι ιδιοκτήτης του δικού του, δηλαδή της ικανότητάς του να δουλεύει.»140 Η δήλωση που μόλις παραθέσαμε είχε γίνει σ ’ ένα άρθρο εφημερίδας το 1939. Πέντε χρόνια νωρίτερα τον είχαν ρωτήσει γιατί ανεχόταν την ιδιοκτησία, εφόσον αυτή φαινόταν ασυμβίβαστη με το δόγμα της μη-βίας. Η απάντησή του ήταν ότι έπρεπε να γίνουν παραχωρήσεις σ ’ εκείνους που κερδίζουν χρήματα αλλά δεν χρησιμοποιούν εθελοντικά τα κέρδη τους για το καλό της ανθρωπό τητας. Ό τα ν τον πίεσαν περισσότερο, με την ερώτηση γιατί δεν υποστήριζε λοιπόν την κρατική ιδιοκτησία στη θέση της ιδιωτικής 139. Ο Γκάντι Scv έστρίψί κατά κύριο λόγο τις ενέργειές του στην κατάργηση της untouchability μέχρι το 1933' τ<5τί οι Βρετανοί καλοδέχτηκαν τη στροφή αυτή γιατί ελπίζανι ότι θα αποσποΰσι την προσοχή από τα πολιτικά ζητήματα. Βλ. Nanda. Mahatma Candhi. 355. 140. Economic and Industrial Life. I, 119.
434
ιδιοκτησίας, απάντησε ότι, παρόλο που ήταν καλύτερη από την ιδιωτική ιδιοκτησία, η κρατικοποίηση είναι απαράδεκτη εξ αιτίας της βίας που συνεπάγεται. « Έ χ ω τη σταθερή πεποίθηση», πρόσθεσε, «ότι αν το κράτος καταργούσε με τη βία τον καπιταλισμό θα έπεφτε το ίδιο στο αμάρτημα της βίας και θα αποτύγχανε να αναπτύξει τη μη-βία σε άλλες περιπτώσεις.»141 Οπωσδήποτε αυτή η άποψη δεν περιείχε τίποτα που να τρομάζει ιδιαίτερα τους «κατέχοντες», ακόμα και την γαιοκτημονική αριστοκρατία που γενικά ήταν ανταγωνιστική απέναντι του. Διατήρησε με συνέπεια αυτή την άποψη, αποδοκιμάζοντας το αγροτικό κίνημα επειδή χρησιμοποίησε βία, η οποία όπως είπε το 1938, «είναι κάτι σαν το φασισμό»142 Α π ’ όσο έχω μπορέσει να ανακαλύψω, το βήμα που τον έφερε πιο κοντά στην άποψη ότι οι περιουσίες των «ζαμιντάρ» πρέπει ν ’ απαλλοτριωθούν, το έκανε το 1946, όταν διατύπωσε την έμμεση απειλή ότι όλα τα μέλη του Κονγκρέσου δεν ήταν άγγελοι και ότι μια ανεξάρτητη Ινδία θα μπορούσε να πέσει σε άδικα χέρια που θα καταργούσαν τους «ζαμιντάρ». Ακόμα και σ ’ αυτή την περίπτωση, βιάστηκε να προσθέσει ότι είχε την ελπίδα πως το Κονγκρέσο δε κυβερνούσε δίκαια, «αλλιώς όλο το καλό που θα είχε κάνει θα εξαφανιζόταν εν ριπή οφθαλμού»143 Ό π ω ς φαίνεται από τήν έννοια του «Σουαντέσι», η βασική κινητήρια ιδέα μέσα στο πρόγραμμα του Γ κάντι ήταν η αναζωογό νηση της παραδοσιακής Ινδίας με τα χωριά της. Η καρδιά του Γ κάντι βρισκόταν πραγματικά μαζί με τους χωρικούς, και ήταν αυτοί που ανταποκρίθηκαν με μεγαλύτερο ενθουσιασμό στο κίνη μά του. Ό π ω ς παρατήρησε το 1933: «Μπορώ να σκέφτομαι μόνο έχοντας στο μυαλό μου τα εκατομμύρια των χωρικών και εξαρτώ την ευτυχία μου από τον πιό φτωχό ανάμεσά τους, και θέλω να ζήσω μόνο αν κι αυτοί μπορούν να ζήσουν. Το πολύ απλό μυαλό μου δεν μπο ρεί να φτάσει παραπέρα από τό μικρό αδράχτι της μικρής ανέμης που μπορώ να κουβαλώ μαζί μου από τόπο σε τόπο και που μπορώ να φτιάξω χωρίς δυσκολία».144 141. Economic and Industrial Life. I, 123. 142. Kconomic and Industrial Life. I ll, 178, 180. Βλ. επίσης την αναφορά του 1934, III, 189. 143. Economic and Industrial Life. I ll, 190-191. 144. Economic and Industrial Life, II, 157.
435
Γ ι ’ αυτόν, το έργο της ανόρθωσης του χωριού ήταν ένα μη-πολιτικό καθήκον, για το οποίο όλες οι ομάδες μπορούσαν να συμφωνήσουν και να συνεργαστούν.1*5 Ποτέ δεν αναλογίστηκε ο Γκάντι ότι το να διατηρηθεί η αγροτική Ινδία με τα μικρά χωριά θα σήμαινε την καταδίκη της μεγάλης μάζας του ινδικού πληθυσμού σε μια ζωή ένδειας, άγνοιας και αρρώστιας. Η εκβιομηχάνιση, πίστευε, έφερνε μόνο τον υλισμό και τη βία. Στα μάτια του, οι Αγγλοι ήταν τα θύματα του σύγχρονου πολιτισμού, που τους άξιζε οίκτος μάλλον παρά μίσος.146 Ό π ω ς συνήθως συμβαίνει με τις νοσταλγικές εξιδανικεύσεις της ζωής του χωριού, η αγάπη του Γκάντι για το χωριό είχε αντι-αστυκούς, ακόμα και αντικαπιταλιστικούς τόνους. Υπήρχε μια πραγματική βάση γ ι ’ αυτή την άποψη μέσα στην ινδική πραγματικότητα. Η περιγραφή της καταστροφής της ινδικής χει ροτεχνίας, ιδιαίτερα της υφαντουργίας, από τα βρετανικά βιομηχα νικά προϊόντα, έκανε βαθειά εντύπωση στον Γκάντι. Το 1922 απέρριψε με πάθος τον γνωστό ισχυρισμό ότι οι Αγγλοι είχαν φέρει στην Ινδία τα καλά της διακυβέρνησης με το νόμο. Γι ’ αυτόν ο νόμος απλώς κάλυπτε μια ωμή εκμετάλλευση. Κανένα παιχνίδι των αριθμών, διαβεβαίωνε, δεν μπορούσε να κρύψει «την πραγμα τικότητα των έκθετων σε κοινή θέα σκελετών σε πολλά χωριά. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι τόσο οι Ά γγλοι όσο και οι κάτοικοι των πόλεων θα υποχρεωθούν να λογοδοτήσουν, αν υπάρχει Θεός, γ ι ’ αυτό το έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα που ομοιό του, ίσως, δεν έχει ξαναγίνει στην ιστορία.»147 Σε πολλές από τίς ομιλίες του επαναλαμβάνεται το ίδιο θέμα. Την ανόρθωση του χωριού την έβλεπε κυρίως σαν «μια έντιμη προσπάθεια να επιστραφούν στους χωρικούς όσα τους άρπαξαν, σκληρά και απερίσκεπτα, οι κάτοικοι των πόλεων».148 Η εκμηχάνιση είναι καλή όταν δεν υπάρχουν αρκετοί εργάτες για να φέρουν σε πέρας το έργο. Στην αντίθετη περίπτωση, είναι κακό. «Ό σ ο παράξενο κι αν φαίνεται, κάθε εργοστάσιο είναι απειλή για τους χωρικούς».144 Τέτοιες ιδέες δεν μπορούσαν βέβαια να εξασφαλίσουν την επιδοκιμασία των πλουσίων υποστηρικτών του εθνικιστικού κινή 145. 146. 147. 148. 149.
436
Economic and Industrial Life. II, 162. Nanda, Mahatma Gandhi. 188. Speeches and Writings. 699-700. Economic and Industrial Life. II, 159. Economic and Industrial Life. II, 160. Βλ. ίπίσης II, 163.
ματος. Οι πλούσιοι έμποροι επίσης είχαν σκανδαλιστεί από το γεγονός ότι οι «ανέγγιχτοι» έγιναν δεκτοί μέσα στην «ασραμ»150 του Γκάντι, ενώ η υποστήριξη που πρόσφερε στους εργάτες κατά την απεργία του Αχμενταμπάντ στα τέλη του Α ' Παγκόσμιου Πολέμου θα προκάλεσε σίγουρα την αντίδραση πολλών άλλων.151 Από πρώτη ματιά φαίνεται αντιφατικό ότι οι πλούσιες τάξεις των πόλεων υπήρξαν πηγή υποστήρηξης για το εθνικιστικό κίνημα, ενώ η γαιοκτημονική αριστοκρατία, για την οποία είχε κάνει αρκετές κατευναστικές δηλώσεις, ήταν γενικά εχθρική. Μέρος της αντίφασης εξαφανίζεται αν αναλογισούμε ότι ολόκληρο το πρόγραμμα του «Σουαντέσι» ή της τοπικής αυτονομί ας ήταν στην πραγματικότητα ένα δόγμα-προτροπή «αγοράζετε ινδικά προϊόντα» και βοήθησε στην αντιμετώπιση του ανταγωνι σμού των βρετανικών προϊόντων. Επιπλέον, από τη σκοπιά των πλούσιων τάξεων, υπήρχαν και χρήσιμες πλεύρες στο δόγμα του Γ κάντι για την αξιοπρέπεια της εργασίας. ' Ηταν αντίθετος προς την πολιτική απεργία, γιατί έβγαινε έξω από τα πλαίσια της μη-βίας και της μη-συνεργασίας. «Δεν απαιτεί μεγάλη πνευματική προσπάθεια», είπε το 1921, «για να αντιληφθεί κανείς ότι είναι πολύ επικίνδυνο πράγμα να γίνεται πολεμική χρήση της εργασίας, πρίν οι εργάτες κατανοήσουν την πολιτική κατάσταση της χώρας και είναι έτοιμοι να εργαστούν για το κοινό καλό».152 Ακόμα και στην περίπτωση των οικονομικών απεργιών, συμβούλευε ότι «πρέ πει να σκέφτονται εκατό φορές προτού αρχίσουν μια απεργία». Και καθώς οι εργαζόμενοι θα οργανώνονται και θα εκπαιδευόνται καλύτερα, έλπιζε ότι η αρχή της διαιτησίας θα αντικαθιστούσε τις απεργίες.153 Αυτές οι ιδέες βρήκαν την έκφρασή τους στην κα ταδίκη των σοσιαλιστικών ιδεών, όπως η δήμευση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και ο ταξικός πόλεμος, σε μια δήλωση που δημοσίευσε η πανίσχυρη Εργατική Επιτροπή του Κονγκρέσου, τον Ιούνιο του 1934.154 ' Ετσι τα δόγματα του Γ κάντι, παρά τα κάποια χαρακτηριστι κά σημάδια αγροτικού ριζοσπαστισμού, κουβαλούσαν νερό στο μύλο των πλούσιων τάξεων της πόλης. Οι ιδέες του ανταγωνίζον 150. 151. 152. 153. 154.
Nanda, Mahatma. Candhi. 132. Nanda. Mahalma Candhi. 165. Speeches and Writings, 1049-1050. Speeches and Writings. 1048. Brecher. Nehru. 202.
437
ταν αηυ ι β,λεσματικά τις δυτικές ριζοσπαστικές αντιλήψεις (που περιορίζονταν κυρίως σε λίγους διανοούμενους) κι έτσι συντέλεσαν στο να τραβήξουν τις μάζες μέσα στο κίνημα, για την ανεξαρτησία, δίνοντάς του δύναμη και αποτελεσματικότατα, ενώ ταυτόχρονα βοήθησαν να παραμείνει το κίνημα ακίνδυνο για εκείνους που είχαν περιουσία. Βασικά ο Γ κάντι ήταν ο εκπρόσωπος των ινδών αγροτών και βιοτεχνών του χωριού. Υπάρχουν άφθονες μαρτυρίες για την ενθουσιώδη ανταπόκρισή τους στο κάλεσμά του. Μεγάλα τμήματα αυτών των στρωμάτων, όπως θα δούμε στην επόμενη ενότητα, υπέφεραν από την παρέμβαση του καπιταλισμού,'που είχε έρθει να προστεθεί στο σωρό των προηγούμενων δεινών τους. Έ τσ ι, οι δυσαρέσκειες, που στην Ιαπωνία βρήκαν κατά ένα μέρος διέξοδο στο Κίνημα των Νέων Αξιωματικών και στον υπερπατριωτισμό, βρήκαν στην Ιδνία, με τον Γκάντι, μιαν άλλη διέξοδο σε μια διαφορετική μορφή εθνικισμού. Παρόλ’ αυτά οι ομοιότητές τους είναι τουλάχιστον το ίδιο σημαντικές με τις διαφορές τους. Και οι δύο έστρεφαν το βλέμμα πίσω σ ’ ένα εξιδανικευμένο παρελθόν. Και οι δύο αδυνατούσαν να καταλάβουν τα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου. Στήν περίπτωση του Γκάντι, αυτή η γνώμη μπορεί να φαίνεται σκληρή. Πολλοί δυτικοί φιλελεύθεροι, απογοη τευμένοι απο τα δεινά της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας, είδαν τόν Γκάντι με πολύ συμπάθεια, ιδιαίτερα το δόγμα του για τη μη-βία. Για μένα αυτή η συμπάθεια φαίνεται να είναι η απόδειξη της αμηχανίας του σύγχρονου φιλελευθερισμού και της ανικανότητάς του να λύσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η δυτική κοινωνία. Αν ένα τουλάχιστον πράγμα είναι σίγουρο, είναι ότι η σύγχρονη τεχνολογία ήρθε εδώ για να μείνει και να ακολουθεί σ ’ ολόκληρο τον κόσμο. Καί το ίδιο σίγουρο, ίσως, είναι ότι όποια μορφή κι αν πάρει η καλή κοινωνία, αν έρθει ποτέ, δεν θα είναι η μορφή του αυτοσυντηρούμενου ινδικού χωριού που εξυπηρετείται από τον τοπικό χειροτέχτη, τον οποίο συμβολίζει η ανέμη του Γκάντι. 7. Μ ια σημείωση για την έκταση και τον χαρακτήρα τη ς αγροτικής βίας Η διαμόρφωση των ταξικών σχέσεων κάτω από τη βρετανική κατοχή και ο χαρακτήρας των εθνικιστών ηγετών έδωσε στο 438
εθνικιστικό κίνημα μια «ησυχαστική» τροπή, που βοήθησε να καταπνίγουν όποιες επαναστατικές τάσεις υπήρχαν μεταξύ των χωρικών. Υπήρχαν κι άλλοι σημαντικοί παράγοντες, ιδιαίτερα το γεγονός ότι τά κατώτερα στρώματα της αγροτιάς ήταν κατακερ ματισμένα από τις διαφορές κάστας και διαλέκτου και ήταν, έτσι κι αλλιώς, συνδεμένα με την κατεστημένη τάξη πραγμάτων, μέσω των πατροπαράδοτων κανόνων και της μικροϊδιοκτησίας. Ωστόσο, η ακτινοβολία το Γκάντι μαζί με την επιθυμία των Ά γγλω ν να ελαχιστοποιήσουν την έκταση της αναταραχής κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας τους και κατά τη μετάβαση προς την ανεξαρτησία, έχουν ώς ένα βαθμό αποκρύψει την πραγματική έκταση και ένταση της βίας που σημειώθηκε. Στα διακόσια αυτά χρόνια ο Ινδός χωρικός δεν συμπεριφέρθη κε τόσο πειθήνια όσο πιστεύαμε κάποτε. Η εξέταση των συνθηκών κάτω από τις οποίες οι χωρικοί στράφηκαν στην οργανωμένη βία, παρόλο που δεν είναι εύκολη δουλειά, με τις πηγές που έχουμε διαθέσιμες σήμερα, μπορεί να ρίξει λίγο φως στους παράγοντες που γενικά εμπόδισαν την εμφάνισή της. Μπορούμε να σταχυολογήσουμε μερικά πολύ ενδιαφέροντα περιστατικά από τήν εξέταση των αγροτικών ξεσηκωμών, ανάμε σα στην εγκαθίδρυση της βρετανικής ηγεμονίας στην Ινδία, μετά τη μάχη του Plassey και το τέλος της Ανταρσίας. Ο ινδός μελετητής Chaudhuri επιτέλεσε ένα πολύ χρήσιμο έργο, συγκεντρώνοντας μια τεράστια μάζα υλικού πάνω στις πολιτικές αναταραχές γενικά στα τελευταία εκατό χρόνια. Ανάμεσά τους μπορεί να βρει κανείς δέκα αρκετά σαφείς περιπτώσεις όπου μεγάλος αριθμός χωρικών ξεση κώθηκαν ενάντια στους αφέντες τους. Πέντε τουλάχιστον α π ’ αυτές πέφτουν έξω απο τα όρια του θέματός μας, εφόσον αφορούν είτε ισλαμικά κινήματα μέσα στην αγροτιά ή αναταραχές μέσα σε άλλα στρώματα του ιθαγενούς πληθυσμού.155 Ο συνολικός απολο 153. Chaudhuri. Gvil Disturbance. Συμβουλευτείτε τον Index s.v. peasantry χαι peasant movements. Στην σελ. 28, σημ. 2 αναφέρονται οχτώ περιπτώσεις στη Βεγγάλη. Από τις σημειώσεις, οι 14, 15, 18, 22, 23 αφορούν μη-ινδιχές ομάδες. Τπάρχουν δύο ακόμα επεισόδια έξω από τη Βεγγάλη. Βλ. σιλ. 141, 172 για μεριχά από τα χύρια γεγονότα. Οι γνώσεις μου για την Ινδία δεν είναι αρκετά λεπτομερείς ώστε να μου επιτρέπουν να κρίνω ακριβώς ποιές περιπτώσεις ανταναχλούν χαι ποιές όχι τις ινδικές κοινωνικές συνθήκες, εφόσον το Ισλάμ δεν είναι συχνά παρά ένα λεπτό επίχρισμα πάνω στους ινδοϊστικούς Θεσμούς. Από τ ' άλλο μέρος, ένα ισλαμιχό ιθαγενές κίνημα που κηρύσσει την ισότητα όλων των ανθρώπων (οι
439
γισμός των αγροτικών εξεγέρσεων δεν είναι βέβαια καθόλου εντυ πωσιακός αν συγκριθεί με εκείνον της Κίνας. Παρολ’ αυτά βρίσκει κανείς σ ’ αυτούς πολλά σημαντικά στοιχεία. Οι εξεγέρσεις που θα μας απασχολήσουν έγιναν όλες σε μεγάλη κλίμακα. Σε όλες τις πε ριπτώσεις τα οικονομικά προβλήματα των αγροτών κατέχουν κύ ρια θέση. Μια εξέγερση ξέσπασε ενώ επρόκειτο να γίνει μια επι θεώρηση* σε άλλες ακούμε για εξαγριωμένους χωρικούς που κρέ μασαν βραχμάνους αξιωματούχους154 που τους αποσπούσαν εκβια στικά χρήματα. Σε άλλες ακόμα περιπτώσεις, ινδοϊστές χωρικοί ξεσηκώθηκαν ενάντια σε μουσουλμάνους φοροεισπράκτορες. Στην τελευταία περίπτωση, αντάρτικες συμμορίες μερικών εκατοντά δων ατόμων που γυρίζαν και λεηλατούσαν την ύπαιθρο, υποστηρίχθηκαν από τους κατοίκους, και για ένα διάστημα έκαναν κοινή υπόθεση τον αγώνα εναντίον της κυβέρνησης, που τότε κάθε άλλο παρά σταθεροποιημένη ήταν. Έ να άλλο σημείο που αξίζει να υπογραμμίσουμε είναι οτι η αλληλεγγύη μέσα στην εξέγερση μπορούσε, έστω και προσωρινά, να σπάσει τους φραγμούς της κάστας, περιλαμβανόμενου και του πολύ ισχυρού φραγμού που χώριζε τους αγρότες από τις κάστες των χειροτεχνών και των υπηρετών. Σε μια περίπτωση ενώθηκαν οι γαλατάδες, οι ελαιουργοί και οι σιδεράδες* σε μια άλλη, οι μπαρμπέρηδες και οι υπηρέτες, περιλαμβανόμενων και των υπηρετών του τοκογλύ φου.157 Η κατάτμηση του ινδικού χωριού δεν αποτέλεσε, προφανώς, σε όλες τις περιστάστεις εμπόδιο στην εξέγερση. Για να συνοψί σουμε πιο γενικά τα συμπεράσματα που βγαίνουν από αυτά τα στοιχεία, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι ινδοί χωρικοί είχαν Wahabis της περίπτωσης 14) Xcv φαίνεται να αφορούν το πρόβλημα που συζητάμε. Μια πολύ συντομότερη μελέτη από χοινωνιχά ριζοσπαστική, μάλλον,παρά εθνικι στική σκοποιά, είναι το Peasant Uprisings in India του Nalarajan. 0 Nalarajan έχει συγκεντρώσει πληροφορίες από τέσσερις σημαντικούς ξεσηκωμούς: 1) Την Ανταρ σία του Σάνταλ στα 1855-56, από μια μη ινδοΐστιχή ιθαγενή ομάδα1 2) την απεργία των καλλιεργητών λουλακιού στα 1860, μια ειδική περίπτωση που αφορά την οικονομία των φυτειών 3) τις εξεγέρσεις του Μαράθρα ή Ταραχές του Ντέκαν το 1875, τη μόνη περίπτωση που φαίνεται να αφορά ινδούς χωρικούς, και 4) τις Εξεγέρσεις Μόπλα, που εκτείνονται από το 1836 ως το 1896, μια σειρά ξεσηκω μών μουσουλμάνων καλλιεργητών εναντίον ινδών φεουδαρχών. Το μιχρό αυτό βιβλίο είναι πολύ χρήσιμο, αλλά αποτυγχάνει στην προσπάθεια του να βρει μια ριζοσπαστιχή παράδοση εξέγερσης για τους ινδούς χωρικούς. 156. Chaudhuri. Civil Disturbances, 172, 141, 65-66. 157. Nalarajan, Peasant Uprisings in India, 23, 26, 58.
440
πολύ σαφείς ιδέες για τη δίκαιη και την άδικη διακυβέρνηση, ότι τα οικονομικά προβλήματα μπορούσαν να οδηγήσουν κι αυτόν αχόμα τον υποτιθέμενο πειθήνιο πληθυσμό στην εξέγερση σε τοπική κλίμακα και, τέλος, ότι παραδοσιακοί ηγέτες που είχαν στενούς δεσμούς με την αγροτιά έπαιξαν κάποιο ρόλο σ ’ αυτές τις εξεγέρσεις. Στις τελευταίες φάσεις της Pax Britannica, ιδιαίτερα τα ανήσυχα χρόνια που ακολούθησαν τον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι πολύ πιθανό ότι υπήρξαν παρόμοιες, λίγο-πολύ, εξεγέρσεις. Ωστόσο, η βία σ ’ αυτή τη φάση δεν ήταν κατά κύριο λόγο επαναστατική. Ό ποια επαναστατική συνιστώσα υπήρξε ενδεχομένως, συγκαλύφθηκε από τη θρησκευτική διαμάχη, για την οποία θα χρειαστεί, να μιλήσουμε σε λίγο. Παρόλ’ αυτά, σε μια περιοχή, το Χαϊντεραμπάντ, η υποβόσκουσα δυσαρέσκεια ξέσπασε σε ανοιχτή επαναστατική εξέγερση για ένα σύντομο διάστημα, στα ταραγμένα χρόνια της βρετανικής αποχώρησης. Σαν μια εξαίρεση, που ρίχνει πολύ φως στη γενική κατάσταση, η εξέγερση στο Χαϊντεραμπάντ αξίζει να συζητηθεί εκτενέστερα. Πριν από την Ανεξαρτησία, το Χαϊντεραμπάντ ήταν ένα από τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα πριγκηπάτα, κι επίσης ήταν μια περιοχή της Ινδίας όπου η πολιτική και κοινωνική δομή που κληροδότησε η μουσουλμανική κυριαρχία είχε διατηρηθεί λίγο-πο λύ άθικτη.158 Γύρω στο 80% του πληθυσμού ήταν ινδοϊστές.159 Αν και η περιοχή ήταν κάπως καθυστερημένη σε σχέση με την υπόλοιπη Ινδία, δεν υπάρχουν ωστόσο αποδεικτικά στοιχεία ότι η θέση των αγροτών στο Χαϊντεραμπάντ ήταν σημαντικά χειρότερη απ ’ όσο σε πολλά άλλα μέρη της χώρας. Λεπτομερείς περιγραφές αναφέ ρουν τη συνηθισμένη κατάτμηση των αγροτικών κλήρων, ισχυρή πληθυσμιακή πίεση, αναλογία μόνο 1 ,1 5 ακρ κατά κεφαλή στις περιοχές με παραγωγή τροφίμων στα 1939-40, μισθωτικά προ βλήματα, χρέη και μεγάλο αριθμό εξαθλιωμένων εργατών γης, που ίσως έφτανε το 40% περίπου του πληθυσμού.160 Πιθανόν η κατά σταση μερικών από τους εργάτες γης, που άγγιζε τα όρια της δουλείας λόγω χρέους, ήταν χειρότερη απ ’ ότι σε άλλα μέρη της Ινδίας.141 Εντούτοις, παρόμοιες συνθήκες συναντούσε κανείς σε 158. 159. 160. 161.
Smith. "Hyderabad” , 28-31, Stvci μια καλή γενική περιγραφή. Qureshi. Hyderabad, I, 30. Qureshi, Hyderabad, 39, 61, 67. Qureshi. Hyderabad. 72.
441
πολλές άλλες περιοχές όπου δεν σημειώθηκαν εξεγέρσεις. Επι πλέον, ο Ιδιος ο ξεσηκωμός έγινε σε μια περιοχή όπου τα μισθωτι κά προβλήματα ήταν λιγότερο οξυμένα.162 Και απλώθηκε σ ’ αυτήν την περιοχή, την Τελινγκάνα, από τη γεινονική Άντρα, όπου οι κομμουνιστές είχαν εδραιώσει την επιρροή τους μέσα σε μια σχετικά πλούσια κάστα με ιδιοκτησία γης.163 Οι κομμουνιστές άρχισαν να δουλεύουν ανάμεσα στους αγρό τες της Τελινγάνα, στο Χαϊντεραμπάντ, το 1940. Η επιτυχία τους ήταν εκπληκτικτική. Στα 1943-44 το ένα χωριό μετά το άλλο, ιδιαίτερα στις περιοχές κατά μήκος των συνόρων με το Μαδράς, αρνούνταν να υπακούσουν στις εντολές των γαιοκτημόνων, να δουλέψουν σε αγγαρίες, να πληρώσουν ενοίκια και φόρους.164 Η σύγχυση και η προσωρινή κατάρρευση της εξουσίας, καθώς ο Νιζάμης του Χαϊντεραμπάντ ελισσόταν προσπαθώντας ν ’ αποφύγει την απορρόφηση από τη νέα Ινδική Ένωση, έδωσε στους κομμουνιστές μια παραπάνω ευκαιρία. Αυτή τη φορά,στα τέλη του 1947 και τις αρχές του 1948, ανακήρυξαν τουλάχιστον 2.000 χωριά «απελευθερωμένα». Αγροτικά σοβιέτ ξεπήδησαν και πήραν τον έλεγχο μιας εκτεταμένης περιοχής. Για ένα μικρό χρονικό διάστημα οι κομμουνιστές έσπασαν τον έλεγχο των γαιοκτημόνων και της αστυνομίας, μοίρασαν γη, ακύρωσαν χρέη και εξόντωσαν τους εχθρούς τους με τον κλασικό τρόπο. ' Ενας μελετητής μίλησε γι ’ αυτόν σαν «τον μεγαλύτερο και για ένα σύντομο διάστημα, τον πιό αποτελεσματικό, ίσως, αγροτικό ξεσηκωμό στην Ασία, έξω από την Κίνα.»165 Ο Νιζάμης του Χαϊντεραμπάντ προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τους κομμουνιστές, αλλά και μουσουλμάνους αντι δραστικούς οργανωμένους σε φασιστικού τύπου συμμορίες, για να εμποδίσει την ενσωμάτωση της περιοχής του. Στις 13 του Σε πτέμβρη 1948, ο ινδικός στρατός κατέκτησε την επαρχία αυτή σε χρόνο λιγότερο από μια βδομάδα. Ά λ λά χρειάστηκαν «μερικοί μήνες» εντατικών στρατιωτικών και αστυνομικών επιχειρήσεων, χιλιάδες συλλήψεις και συνοπτική εκτέλεση των ηγετών για να κατασταλεί η κομμουνιστικής καθοδήγησης εξέγερση των χωρι κών της Τελινγκάνα.166 162. Qureshi. Hyderabad, 133-134. Ο τόκος ήταν ijTelingana (ή Telengana ή Tilangana). 163. Smith, "Hyderabad” , 32' Harrison, India, 162. 164. Smith. "Hyderabad” , 33. 165. Smith, "Hyderabad". 33-40. 166. Smith, "Hyderabad” , 45-47.
442
Το πρώτο μάθημα που δίνει η ανεπιτυχής επανάσταση στο Χαΐντεραμπάντ είναι αρνητικό. Οποιαδήποτε άποψη που υποστη ρίζει ότι οι κάστες ή άλλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ινδικής αγροτικής κοινωνίας αποτελούν καθοριστικό εμπόδιο για την εξέγερση, είναι προφανώς λαθεμένη. Υπάρχει επαναστατικό δυνα μικό μέσα στους ινδούς αγρότες. Κατά δεύτερο λόγο, οι άθλιες υλικές συνθήκες, από μόνες τους, δεν είναι ο αποφασιστικός παρά γοντας που προκαλεί μια εξέγερση, παρόλο που σίγουρα συντελούν στην δημιουργία του επαναστατικού δυναμικού. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η υλική κατάσταση των αγροτών ήταν χειρότερη εκεί όπου ξέσπασε η εξέγερση, υπάρχουν μάλιστα σημαντικά στοιχεία για το αντίθετο. Ή ταν η κατάρρευση της πολιτικής εξουσίας από τα πάνω που έδωσε τη δυνατότητα στους κομμουνι στές να ελέγξουν την κατάσταση προσωρινά, χωρίς βέβαια να εδραιωθούν. Παρόμοιες συνθήκες υπήρξαν, στο παρελθόν, ως προϋ ποθέσεις αγροτικών εξεγέρσεων. Στο Χαΐντεραμπάντ το 1947 και 1948 η κατάρρευση αυτή αποτελούσε εξαίρεση και ήταν προσωρι νή. Αν ξανασυμβεί κάπου αλλού στο μέλλον, τότε εύκολα θα μπορούσαν να εμφανιστούν θύλακοι κομμουνιστικής εξουσίας. Ώ ς τα τώρα, ο επαναστατικός εξτρεμισμός δεν έχει κερδίσει παρά μόνο προσωρινή εδαφική κυριαρχία και μικρή επιρροή στην Ινδία.167 Πριν και μετά το θάνατο του Νέχρου, η κεντρική κυβέρνη ση ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να συντρίβει τον κομμουνισμό όταν ήταν επαναστατικός και να τον περιορίζει στα νόμιμα πλαίσια ό ταν ήταν ρεφορμιστικός. Ας κοιτάξουμε το ιστορικό για να δούμε γιατί έγινε έτσι. Πριν από τη βρετανική κυριαρχία, όπως έχω πει και προηγού μενα, ο θεσμός της κάστας πρόσφερε έναν τρόπο οργάνωσης της τοπικής κοινότητας, έτσι ωστε να κάνει την κεντρική κυβέρνηση κάτι περιττό μάλλον παρά κάτι που έπρεπε ν ’ αλλάξει όταν τα πράγματα πήγαιναν άσχημα. Η κάστα ήταν επίσης ένας τρόπος οργάνωσης μιας κατατεμαχισμένης κοινωνίας, που την αποτελούσαν πολλές φυλές, θρήσκειες και γλώσσες, έτσι ώστε να μπορούν τουλάχιστον να συμβιώνουν στην Ιδια περιοχή. Παρόλο που αυτός ο κατατεμαχισμός μπορούσε να ξεπεραστεί κατά καιρούς, σε περιορισμένο βαθμό και σε ορισμένες περιοχές, θα πρέπει να 167. Βλ. Overstreet και Windmiller, Communism in India, for details. Δυστυ χώς αυτό το ογχώδις βιβλίο itv χάνιι πολλά πράγματα για να συσχιτίσιι τον κομμουνισμό μ ι τις ινδικές κοινωνικές τάσεις.
443
υπήρξε εμπόδιο στην εξάπλωση των εξεγέρσεων. Επιπλέον, το σύστημα της κάστας, επέβαλε πράγματι την ιεραρχική υποταγή. Ό τα ν ταπεινώνεις έναν άνθρωπο με χίλιες-δυό καθημερινές πρά ξεις, είναι επόμενο να φέρεται κι αυτός ταπεινά. Η παραδοσιακή εθιμοτυπία της κάστας δε ήταν μια απλή νοσηρή απόφυση· είχε σαφείς πολιτικές συνέπειες. Τέλος, σαν βαλβίδα ασφαλείας, η κάστα δίνει πράγματι μια μορφή συλλογικής ανοδικής κινητικότη τας με την «σανσκριτοποίηση», μέσα όμως στα πλαίσια του παραδοσιακού συστήματος. Σε όλα τα σημεία η ινδική κοινωνία διέφερε ριζικά οςπό τήν αυτοκρατορική Κίνα. Οι παράγοντες αυτοί εξακολούθησαν να λειτουργούν στην ύπαιθρο έστω και με μειωμένη δύναμη, καθώς επί Βρετανών άρχισε να συντελείται ένας περιορισμένος εκσυγχρονισμός. Ο τρόπος που συντελέστηκε ο εκσυγχρονισμός ευνόησε κι αυτός τη σταθερότητα από πολλές απόψεις. Η κρίση της Ανταρσίας σημει ώθηκε πριν τα ριζοσπαστικά κινήματα μάθουν πώς να μετατρέ πουν τις αντιδραστικές επιθυμίες σε επαναστάσεις· το αν θα μπορούσαν να το καταφέρουν σε κείνη την περίπτωση, είναι αμφίβολο. Ό τα ν το εθνικιστικό κίνημα πλησίαζε τους αγρότες, είχε ισχυρές κατευναστικές τάσεις, για λόγους που ήδη έχουμε αναφέρει. Είναι αξιοσημείωτο ότι η μεταβίβαση της εξουσίας στα ινδικά χέρια συντελέστηκε χωρίς πραγματική κρίση στους κόλπους των κυβερνώντων εκεί όπου υπήρξε κρίση, στο Χαϊντεραμπάντ, ήταν ένα θνησιγενές επαναστατικό ξέσπασμα. Τπάρχει μια πλευρά που χρειάζεται περισσότερη διερεύνηση α π ’ όση μπόρεσα να κάνω. Πολλές από τις εχθρότητες που προκάλεσε η εισβολή του σύγχρονου κόσμου στην Ινδία βρήκαν ίσως διέξοδο στους αιματηρούς κοινοτικούς πολέμους μεταξύ ινδοϊστών και μουσουλμάνων. Σαν ένδειξη της σημασίας της, αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι, σύμφωνα με υπολογισμούς, κάπου 200.000 άτομα σκοτώθηκαν στις ταραχές που συνόδεψαν την Διχοτόμηση και την Ανεξαρτησία, ενώ άλλα 12.000.000 περίπου λέγεται ότι έφυγαν πρόσφυγες προς αντίθετες κατευθύνσεις ανάμεσα στα δύο κράτη.168 Η εχθρότητα ανάμεσα στις δύο θρησκείες, βέβαια, έπαιρ νε συνεχώς βίαιες μορφές στη διάρκεια μιας μακρόχρονης περιόδου της ινδικής ιστορίας. Αυτό φαίνεται ότι υπήρξε κυρίως αποτέλε σμα της προσπάθειας των μουσουλμάνων αρχόντων να προσηλυτί 168. Mellor. India Sinrr Pari it ion. 45.
444
σουν με τη βία τους ινδοϊστές υπηκόους τους. Οι θρησκευτικές δια μάχες και ο φανατισμός του 20ου αιώνα διαφέρουν ποιοτικά. Μοιάζουν περισσότερο στο γνωστό φαινόμενο του τοπικισμού. Σε πολλά μέρη του κόσμου όταν η εδραιωμένη κουλτούρα αρχίζει να διαβρώνεται, απειλώντας ένα μέρος του πληθυσμού, ο λαός αντι δρά επιβεβαιώνοντας τον πατροπαράδοτο τρόπο ζωής με αυξα νόμενο ζήλο και φανατισμό. Συχνά η επιβεβαίωση δεν έχει παρά ισχνότατη σχέση με την ιστορική πραγματικότητα. Κάτι παρόμοιο φαίνεται ότι συνέβει στην Ινδία και αξίζει να μελετηθεί λεπτομε ρέστερα. Η θρησκευτική μισαλλοδοξία έπαιξε κάποιο ρόλο στην ωχρή παραλλαγή της αντιδραστικής φάσης στην Ινδία. Αποτέλεσε, μάλιστα, τη χειρότερη πλευρά της. Αλλά, για την Ινδική Δημο κρατία και τους ηγέτες της, τουλάχιστον υπήρξε καθαρή, ανεπίση μη και αντικυβερνητική τάση. Προς τιμή τους, τόσο ο Γκάντι όσο και ο Νεχρού αντιτάχθηκαν στην θρησκευτική μισαλλοδοξία με όλη τη δύναμη που διέθεταν. Ο θρησκευτικός πόλεμος μπορεί να υπήρ ξε υποκατάστατο της επανάστασης. Αλλά δεν είναι παρά μια ακραία εκδήλωση του κατακερματισμού της ινδικής κοινωνίας, ο οποίος στέκεται εμπόδιο σε κάθε αποτελεσμάτική πολιτική δράση κι όχι μόνο στον επαναστατικό ριζοσπαστισμό. Ο φυσικός στόχος, αυτού του ριζοσπαστισμού μπορεί να φαίνεται ότι είναι οι παρίες και το αγροτικό προλεταριάτο. Εκτός από την τάση προς την «σανσκριτοποίηση», ο ριζοσπαστισμός συνάντησε κι άλλα εμπόδια εδώ. Οι επαναστάτες δεν μπορούν να ελκύσουν το προλεταριάτο, ακόμη και με ειρηνικά εμβλήματα, χωρίς να έρθουν σε αντίθεση με την μάζα των μικρών και μεσαίων χωρικών. Σε κάθε περίπτωση, το πραγματικό πρόβλημα για ένα επαναστατικό κίνημα είναι να αποσπάσει ολόκληρα χωριά και περιοχές από το «στάτους κβο», κάτι πολύ δύσκολο να γίνει πέρα από μια περιορισμένη βάση στην Ινδία. Οι κομμουνιστές σε μερικές περιοχές μπόρεσαν και βάσισαν πράγματι την προπαγάνδα τους σε τοπικές ιδιαιτερότητες. Σε άλ λα μέρη προσπάθησαν να δουλέψουν βασισμένοι και σε διαμάχες ανάμεσα στις κάστες.,Μ Η εκμετάλλευση τοπικιστικών καί χωρι στικών αισθημάτων μπορεί να είναι κάποτε καλή επαναστατική τακτική. Αλλά όταν έρχεται ο καιρός να συγχωνευθούν οι τοπικές δυσαρέσκειες μέσα σε μια ευρύτερη πολιτική αυτές οι μικροεχθρότητες δεν μπορούν παρά να εξουδετερώσουν η μια την άλλη μέσα 169. Harri>on. India. 222-223 Sivti ένα χαλά παράδειγμα.
445
σε μια κακοφωνία μικροκαβγάδων. Οι επαναστάσεις έρχονται με πανανθρώπινες κι όχι με ρηχές τοπικιστικές ιδέες. Το πρόβλημα των απότομων μεταβολών τακτικής (για λό γους που δεν σχετίζονται με τις συνθήκες στην Ινδία) και της ταύτισης με μια ξένη κυβέρνηση, είτε τη ρώσικη είτε την κινέζικη είναι επίσης ένα σοβαρό εμπόδιο που αντιμετωπίζουν εκείνες οι πολιτικές ομάδες που έχουν σήμερα οποιαδήποτε αξίωση επανα στατικής παράδοσης. Το πιο σημαντικό είναι πως το καθεστώς Νεχρού είχε το πάνω στρώμα της αγροτιάς με το μέρος του. Οι δυ νάμεις της τάξης κρατούν γερά χαρτιά, αν και είναι κληρονομημένα όλα από το παρελθόν, και η αξία τους θα υποτιμάται σταθερά, ε κτός αν οι πολιτικοί ηγέτες της Ινδίας μπορέσουν να αξιοποιήσουν και να ελέγξουν τα βαθιά ρεύματα που ήδη διαμορφώνουν το μέλ λον της ινδικής υπαίθρου. Παρόλο που το αποτέλεσμα είναι από τη φύση του απρόβλεπτο, ίσως είναι δυνατό να κατανοηθεί το ίδιο το πρόβλημα αν μελετηθούν οι λόγοι για ό,τι έγινε και για ό,τι δεν έγινε. 8.
Η ανεξαρτησία χαι το τίμημα της ειρηνικής αλλαγής
Ώ ς τον καιρό που οι Βρετανοί εκδιώχτηκαν από την Ινδία, το 1947, ένας φαύλος κύκλος είχε εδραιωθεί μέσα στην ινδική κοινω νία. Η ώθηση προς την εκβιομηχάνιση ήταν πολύ μικρή, γιατί δεν γινόταν άντληση και συγκέντρωση οικονομικών πόρων προκειμένου να δημιουργηθεί βιομηχανική υποδομή. Η γεωργία ήταν στάσι μη και ανεπαρκής, γιατί η πόλη δεν έφθανε ώς την ύπαιθρο για να τονώσει την παραγωγικότητα και να μεταμορφώσει την αγροτική κοινωνία. Για τον ίδιο λόγο, η ύπαιθρος δεν παρήγαγε πόρους που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην βιομηχανική ανάπτυξη. Αντίθετα, ο γαιοκτήμονας και ο τοκογλύφος αποσπούσαν όποιο οικονομικό πλεόνασμα υπήρχε, κυρίως για μη παραγωγικούς σκο πούς. Μιλώντας για φαύλο κύκλο, ίσως δίνω την εντύπωση ότι η κατάσταση ήταν ανέλπιδη. Αυτό δεν ισχύει. Ό π ω ς δείχνει η ιστορική εμπειρία σε άλλες πρόσφατα εκβιομηχανισμένες χώρες, υπάρχει πράγματι μια πολιτική που μπορεί να σπάσει τον φαύλο κύκλο. Στις βασικές γραμμές τους, το πρόβλημα και η λύση του είναι πολύ απλά. Αρκεί να χρησιμοποιηθεί ένας συνδυασμός οικο νομικών κινήτρων και πολιτικού καταναγκασμού για να παρακινη 446
θούν οι αγρότες να αυξήσουν την παραγωγικότητα, ενώ ταυτόχρο να θα αποσπάται ένα σημαντικό μέρος του παραγόμενου έτσι οικο νομικού πλεονάσματος για να οικοδομηθεί μια βιομηχανική κοινω νία. Πίσω α π ’ αυτό το πρόβλημα, υπάρχει ένα πρόβλημα πολιτι κό, το αν μέσα στην κοινωνία έχει ξεπηδήσει μια τάξη ανθρώπων αρκετά ικανών και αδίστακτων για να επιβάλουν την πραγματο ποίηση των αλλαγών. Η Αγγλία είχε τους μικροευγενείς γαιοκτήμονές της, η Ιαπωνία τους «αποστάτες» αριστοκράτες της που μπόρεσαν να μετατραπούν σε γραφειοκράτες. Για λόγους που έχουμε συζητήσει αρκετά διεξοδικά μέχρι τώρα, η Ινδία δεν διέθετε κάποια κοινωνική ομάδα με παρόμοιες δυνατότητες. Προτού προχωρήσουμε βαθύτερα, θα ήταν καλό να επιστήσουμε και πάλι την προσοχή εναντίον ενός είδους «ψυχολογισμού» και αποδοχής των γεγονότων όπως είναι —χωρίς πραγματικά να εξακριβώνουμε γιατί είναι έτσι— όταν εξετάζουμε και σχολιάζου με την απουσία μιάς ισχυρότερης ώθησης προς την αλλαγή. Προς το παρόν, μπορούμε να περιοριστούμε στην ύπαιθρο. Εξαιτίας, ώς ένα βαθμό, της έλλειψης ενός καλύτερου όρου, χαρακτηρίσαμε τον κτηματία παρασιτικό. Μ ’ αυτό δεν πρέπει να εννοηθεί ότι παντού ο κτηματίας καθόταν στη σκιά περιμένοντας ν ’ αυγατίσουν τα νοίκια, παρόλο που αυτό συνέβαινε σε αρκετά μεγάλη κλίμακα. Τπήρχαν όμως και πολλοί κτηματίες που ήταν δραστήρια και ενεργητικά άτομα. Έδειχναν τόσο επιχειρηματικό ταλέντο και επιθυμία για επιτυχία όσο θα περίμενε κανείς από τον πιό τυπικό προτεστάντη καπιταλιστή. Αλλά μέσα στα πλαίσια της ινδικής κοινωνίας, τέτοια ανανεωτικά ταλέντα δεν ήταν δυνατό ν ’ αξιοποιηθούν, και κατέληγαν να κινούν τους μοχλούς του παλιού καταπιε στικού συστήματος. Ο γαιοκτήμονας μπορούσε να βρεί χίλιους τρόπους για ν ’ ανεβάσει τα ενοίκια που πλήρωναν οι πακτωτές, επιλέγοντας ανάμεσα στα βρετανικά δικαστήρια και τους μηχανι σμούς που προσέφερε η πολιτική και κοινωνική διάρθρωση του χωριού.170 Θα ήταν αρκετά εύκολο να παραθέσουμε ένα σωρό περιπτώσεις ανανεώσεων μέσα στο σύστημα για να αποδείξουμε ότι το πρόβλημα δεν ήταν η έλλειψη αυτού του ταλέντου. Οι άνθρωποι με επιχειρηματικές ικανότητες είναι σχεδόν πάντα μειο 170. Μεριχά ζωντανα παραδείγματα υπάρχουν στο βιβλίο του Nraie, (Econo mic Change. 204-205.
447
ψηφία μέσα σε οποιαδήποτε μεγάλη ομάδα. Το πρόβλημα βρίσκε ται στο πώς θα απελευθερωθεί αυτό το ταλέντο και πως θα χρησιμοποιηθεί για ευρύτερους κοινωνικούς σκοπούς. Η δημιουρ γία των κατάλληλων συνθηκών για τη αξιοποίησή του είναι, σε πολύ γενικές γραμμές, ένα πολιτικό πρόβλημα. Αν η έλλειψη ανανεωτικού ταλέντου στην ύπαιθρο δεν αποτελεί πρόβλημα, το ίδιο συμβαίνει και με την έλλειψη πόρων. Δυνητικά, υπάρχουν εκεί αρκετοί οικονομικοί πόροι. Για να πεισθούμε, μπορούμε να δούμε ένα συγκεκριμένο χωριό από τη σκοπιά ενός ανθρωπολόγου: «Ο γεωργός του Γκοπαλπούρ διεξάγει τις αγροτικές του εργασίες σε κλίμακα που μόνο μια πολύ πλούσια χώρα θα μπορούσε να αντέξει οικονομικά. Αντί να χρησιμοποιήσει την κατάλληλη ποσότητα σπόρων καλής ποιότητας, ο καλ λιεργητής σκορπίζει τεράστιες ποσότητες σπόρων χωρίς επιλογή και δοκιμή. Καθώς αδυνατεί να προστατεύσει τα νεαρά φυτά στους αγρούς, μοιράζεται αναγκαστικά τη σο δειά του με κάθε πουλί, έντομο και άγριο ζώο που τυχαίνει να περνάνει από κει. Σωριάζει απρόσεχτα την κοπριά και το κοπρόχωμα έξω από τήν πόρτα του, απροστάτευτα από τον ήλιο και τη βροχή. Αντί να αποθηκεύει με προσοχή τη σοδειά του, την τοποθετεί μέσα στο σπίτι του σε πήλινα κιούπια ή, ακόμα χειρότερα, πάνω στο τραχύ πέτρινο πάτωμα. Ό ,τ ι δεν τρώνε οι ποντικοί, ροκανίζεται και κονιορτοποιείται από σκουλήκια και έντομα.»171 Παρόλο που αυτή η κατάσταση δεν αποτελεί τον κανόνα για όλα τα χωριά —σε μερικά είναι χειρότερη και σε λίγα καλύτερη— εξακολουθεί ωστόσο να είναι χαρακτηριστική σ ’ ολόκληρη την Ινδία μετά από δεκαεφτά χρόνια Ανεξαρτησίας. Τπάρχουν 500. 000 χωριά στην Ινδία. Αν πολλαπλασιάσει κανείς την κατάσταση αυτού του χωριού επί μερικές εκατοντάδες χιλιάδες, θα δει τους δυνητικούς πόρους που υπάρχουν με μόνο όρο να αλλάξουν οι γεωργοί τις καλλιεργητικές μεθόδους και συνήθειές τους. Δεν πρόκειται βέβαια να αλλάξουν επειδή κάποιος θα τους συμβουλέψει. Αυτό ήδη γίνεται από καιρό. Είναι ανάγκη να 171. Beals. Copalpur, 78.
448
αλλάξει η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι αγρότες, αν πρόκει ται να μεταβάλουν κι αυτοί τη συμπεριφορά τους. Και αν αυτό δεν έχει ακόμα γίνει, όπως πράγματι συμβαίνει σε γενικές γραμμές, θα υπάρχουν σίγουρα σοβαροί πολιτικοί λόγοι. Σ ’ αυτό το τελευταίο τμήμα της συζήτησης, ο στόχος θα ε(ναι να βρούμε τους λόγους, να επισημάνουμε ποιά είναι τα εμπόδια στην αλλαγή και ποιές ωστικές δυνάμεις θα μπορούσαν να δράσουν για να υπερπηδηθούν. Δεν πρόκειται να επιχειρήσουμε προβλέψεις, αλλά απλώς να αναλύσουμε ένα πρόβλημα, να υποδείξουμε το φάσμα των δυνατών λύσεων και του αντίστοιχου κόστους τους, εξετάζοντας επίσης και το πόσο θα στοίχιζε το να μη βρεθεί καμιά λύση. θ α ήταν καλύτερα ν ’ αρχίσουμε ρίχνοντας άλλη μια ματιά στην εθνική πολιτική σκηνή και στις δυνάμεις που ενεργούν μέσα στην ινδική κοινωνία ως σύνολο αμέσως μετά την Ανεξαρτησία του 1947. Η Βρετανική κατοχή είχε προκαλέσει τη δημιουργία ενός κινήματος αντίστασης, του κόμματος του Κονγκρέσου, που απαρ τιζόταν από διανοούμενους, όπως ο Νεχρού, με κλίση προς τον σοσιαλισμό* από τετράγωνους επιχειρηματίες για τους οποίους τέτοιες αντιλήψεις ήταν δηλητήριο* δημοσιογράφους, πολιτικούς και δικηγόρους που έκφραζαν μια πλατειά γκάμα ιδεών —και το σύνολο στηριζόταν σε μια αγροτική βάση που την είχε πρόσφατα ξεσηκώσει ο Γκάντι, ο οποίος είχε πιο πολύ την «φτιαξιά» ενός παραδοσιακού Ινδού άγιου παρά ενός ενός σύγχρονου πολιτικού. Η βιομηχανική εργατική τάξη ήταν ακόμα πολύ μικρή και δεν είχε ώς τότε παίξει σημαντικό πολιτικό φόλο. Η κοινή αντίθεση απέναντι στους Βρετανούς,των οποίων το καθεστώς πρόσφερε σ ’ όλους μια βολική εξήγηση για κάθε τι που πήγαινε άσχημα, είχε για πολύ καιρό κατασιγάσει τις διαμάχες ανάμεσα στους ηγέτες αυτών των ομάδων και τους είχε συνηθίσει να συνεργάζονται. Οι διαμάχες αυτές ήρθαν στην επιφάνεια μόλις εξαφανίστηκε ο κοινός εχθρός. Ωστόσο, επειδή απουσιάζει κάποιο ισχυρό ριζοσπαστικό κίνημα μέσα στους βιομηχανικούς εργάτες ή τους αγρότες, τα συντηρητικά στοιχεία δεν συνάντησαν ώς τα τώρα μεγάλες δυσκο λίες στην προσπάθειά τους να κρατήσουν την Ινδία μέσα σε μια πο λύ μετριοπαθή πορεία που δεν έχει βάλει σε κίνδυνο τα συμφέροντά τους. Η διαμάχη για την οικονομική πολιτική, αμέσως μετά την Ανεξαρτησία, ρίχνει αποκαλυπτικό φως στους λόγους για τους οποίους οι μετριοπαθείς ήταν τόσο ισχυροί. Υποστηριζόμενη από 449
τον Sardar Vallabhai J. Patel, η επιχειρηματική κοινότητα εξαπέλυ σε μια επιτυχημένη επίθεση κατά του συστήματος ελέγχου των τιμών των τροφίμων και άλλων βασικών προϊόντων. Η κυβέρνηση κατάργησε τους ελέγχους και αμέσως αντιμετώπισε καλπάζοντα πληθωρισμό. Οι τιμές ανέβηκαν κάτα 30% μέσα σε λίγους μήνες. Τότε η κυβέρνηση επέβαλε ξανά τις διατιμήσεις, αφού εκατομμύ ρια άνθρωποι, που το εισόδημά τους μόλις έφτανε για τ ’ αναγκαία σε «κανονικές» συνθήκες, είχαν υποφέρει φοβερά. Ο Πατέλ ήταν ένας από τους συνεταίρους της «διανδρίας» —ο άλλος ήταν ο Νεχρού— η οποία κυβερνούσε την Ινδία από την Διχοτόμηση ώς το Θάνατο του Πατέλ το 1950. Εκτός από υπερασπιστής των επιχειρηματιών, ο Πατέλ ήταν ο ηγέτης στον οποίο οι γαιοκτήμο νες και οι ορθόδοξοι ινδοϊστές απευθύνονταν γιαπροστασία από τις απειλές αγροτικών μεταρρυθμίσεων και λαΐκιστικών μεταβο λών. Ο Γκάντι την εποχή αυτή είχε καταλήξει να επεμβαίνει στα πολιτικά μόνο σε περιπτώσεις όπου έκρινε ότι διακυβεύονταν σοβαρές ηθικές αρχές. Η διαμάχη για τον έλεγχο των τιμών ήταν μια απ ’ αυτές. Συγκεκριμένα, η επέμβαση του Γ κάντι έριξε βάρος υπέρ της άρσης του ελέγχου. ' Ετσι, σ ’ ένα κρίσιμο θέμα που είχε επίδραση στο επίπεδο διαβίωσης εκατομμύριων Ινδών, ο ηγέτης των αγροτικών μαζών πρόσφερε την υποστήριξή του στους συντη ρητικούς.172 Σ ’ αυτό το επεισόδιο βλέπουμε το γνωστό δεσμό ανάμεσα στα αγροτικά και εμπορικά συμφέροντα, που ήταν για πολύ καιρό ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά στην ινδική πολιτική. Ο Γκάντι δολοφονήθηκε το 1948. Ο Σαντάρ Πατέλ πέθανε το 1950. Μέσα σ ’ ένα χρόνο ο Νεχρού, με μια σειρά κοινοβουλευτι κούς και παρασκηνιακούς ελιγμούς, πέτυχε να γίνει ο αδιαμφισβή τητος ηγέτης του κόμματος του Κονγκρέσου και της χώρας. Επιτέλους, η Ινδία ήταν έτοιμη να προχωρήσει μπροστά ή τουλά χιστον να αρχίσει να αντιμετωπίζει σοβαρά τα προβλήματά της. Η Επιτροπή Σχεδιασμού είχε ιδρυθεί το Μάρτη του 1950 με τον Νεχρού Πρόεδρο. Το πρώτο Πενταετές Σχέδιο άρχισε το 1951 και ακολούθησε αμέσως το δεύτερο και το τρίτο. Ωστόσο, μόνο το 1955 η κυβέρνηση εκφράστηκε υπέρ ενός «σοσιαλιστικού προτύπου κοινωνίας»173 Παρόλο που έγινε πολλή συζήτηση για το σοσιαλισμό, αρκετή 172. Βλ. Brerhrr. Nehru, 509-510 και 390, 395. 173. Brerher. Nehru. 432-436, 520, 528-530.
450
για να ανησυχήσει σοβαρά τους επιχειρηματικούς κύκλους, πολύ λίγα πράγματα πραγματοποιήθηκαν. Ώ ς το 1961, η κεντρική κυβέρνηση είχε θέσει σε λειτουργία μια σειρά επιχειρήσεις σε τόσο διαφορετικούς τομείς όπως η ατομική ενέργεια, τα ηλεκτρονικά, οι σιδηρόδρομοι, η αεροναυπηγική, ο ηλεκτρικός εξοπλισμός, μηχανι κά εργαλεία και αντιβιοτικά, ενώ οι κυβερνήσεις των ομόσπονδων κρατιδίων είχαν στην ιδιοκτησία τους ή βοηθούσαν μια σειρά άλλες. Ό μ ω ς το μερίδιο της ιδιωτικής βιομηχανίας παρέμεινε πολύ μεγάλο. Σύμφωνα με το κείμενο του Τρίτου Πενταετούς Σχεδίου, η κυβέρνηση φιλοδοξούσε να ανεβάσει τη συμμετοχή του δημόσιου τομέα στη βιομηχανία από το επίπεδο του 2% το 1961, στο ένα τέταρτο περίπου. Ωστόσο, η μερίδα του λέοντος των επενδύσεων πήγε στις μεταφορές και τις επικοινωνίες, μ ’ άλλα λόγια στη δημιουργία υπηρεσιών απαραίτητων για την ιδιωτική βιομηχανία.174 Δεν υπάρχει τίποτα αναγκαστικά λαθεμένο σ ’ αυτή την πολιτική. Αλλά είναι σίγουρα σοβαρό λάθος να αντιμετωπίζει κανείς το ινδικό πείραμα ως μια μορφή σοσιαλισμού. Οπωσδήποτε σημειώθηκε πρόοδος στη βιομηχανία. Δεν θα προσπαθήσω να την αποτιμήσω, θ ’ αναφέρω μόνο το απλό στατιστικό στοιχείο ότι ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής ανέβηκε από 100 το 1956 σε 158,2 το 1963, δηλαδή παραπάνω οπτό 50% και ότι το κατά κεφαλήν εισόδημα αυξήθηκε ταχύτερα απ ’ όσο αυξανόταν ο πλη θυσμός, έτσι ώστε να σημειώσει μικρές ανόδους γύρω στο 2% το χρόνο στο διάστημα μεταξύ 1951 και 1961.17S Ας επαναλάβουμε όμως ότι αυτά τα στοιχεία περιέχουν αρκετή δόση εικασίας. Και η πρόοδος μέχρι σήμερα έχει συντελεστεί σε μεγάλο βαθμό κάτω από καπιταλιστική αιγίδα. Στη γεωργία, επίσης, η κύρια γραμμή της αγροτικής πολιτι κής ήταν η επιδίωξη μεγαλύτερης παραγωγής μέσα στα πλαίσια του συστήματος που κληρονομήθηκε από τον Άκμπαρ και τους Βρετανούς. Δυο ήταν τα κύρια σημεία αιχμής στην πολιτική της περιόδου Νεχρού: η προσπάθεια αντιμετώπισης των προβλημάτων του γαιοκτημονισμού και η προσπάθεια, μέσω του Προγράμματος Κοινοτικής Ανάπτυξης, να τονωθεί η παραγωγή των αγροτών. Λίγο μετά την επίτευξη της ανεξαρτησίας της Ινδίας, η 174. India. Planning Commission, Third iive Year Plan, 14, 23. 175. Kar Easern Economic Review, 1964 Yearbook, 174, 168. Τπήρχι κάποια ίχτίμηση του χατά χιφαλήν ίΐσοϊήματος σύμφωνα μι στοιχιία m i το 1962-1963.
451
κυβέρνηση εξαπέλυσε μια κατά μέτωπο επίθεση στο πολυσυζητη μένο πρόβλημα των «ζαμιντάρ». Ο «ζαμιντάρ», όπως έχουμε δει, δεν ήταν μόνο γαιοκτήμονας, αλλά και φοροεισπράκτορας που παρέμβαινε ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον καλλιεργητή. Με την κατάργηση του «ζαμιντάρ», ο στόχος δεν ήταν κατά κανένα τρόπο μια σοσιαλιστική μορφή γεωργίας, αλλά να ενθαρρυνθεί η παρα γωγή του γεωργού, δίνοντας στον πραγματικό καλλιεργητή της γης ένα μερίδιο στη γη που δουλεύει και εμποδίζοντας τα εξοντω τικά νοίκια, την καταναγκαστική εργασία και άλλες καταχρή σεις.176 Η νέα νομοθεσία αφέθηκε στην αρμοδιότητα των ομόσπον δων κρατιδίων της νέας δημοκρατίας. Η μεγάλες διαφορές των τοπικών συνθηκών προσφέρουν μια πολύ καλή διακαιολογία γ ι ’ αυτό. Από τ ’ άλλο μέρος, με το να αφεθεί το ζήτημα στη διακαιοδοσία των κρατιδίων, αυξήθηκε η επιρροή που διέθεταν οι ισχυρές τοπικές ομάδες συμφερόντων. Αυτές γρήγορα άρχισαν να αμφισβη τούν τη νομιμότητα της μεταρρύθμισης. Ό τα ν οι καθυστερήσεις αυτές έγιναν απειλητικές, η κεντρική κυβέρνηση άλλαξε το σύντα γμα για να επιταχύνει τη διαδικασία.177 Το 1961, οι επίσημες πη γές μπορούσαν να ισχυρίζονται ότι οι μεσάζοντες είχαν καταργηθεί εντελώς, εκτός από μερικούς μικρούς θύλακες. Οι πρώην μεσά ζοντες είχαν δικαιώματα πάνω στο 43% περίπου της καλλιεργημέ νης γης της Ινδίας, μερίδιο που λέγεται ότι είχε περιοριστεί στο 8,5% το 1961.178 Μια πιό κοντινή ματιά στην κατάσταση προκαλεί την έντονη υποψία ότι η σχέση των στατιστικών αυτών στοιχείων με την κοινωνική πραγματικότητα στην ύπαιθρο είναι σε μεγάλο βαθμό τυχαία. Το να μιλάμε για κατάργηση, νέτα-σκέτα, στην περίπτωση των «ζαμιντάρ» θα ήταν πολύ παρακινδυνευμένο. Σε πολλά κρατί δια οι κυβερνήσεις δεν έθεσαν όριο στην έκταση γης που μπορούσαν να κρατήσουν οι «ζαμιντάρ» εφόσον την χρησιμοποιούσαν για διαμονή τους και την καλλιεργούσαν. Η, εύλογη άλλωστε, δικαιο λογία ήταν να αποφευχθεί ο κατατεμαχισμός των αποδοτικών μεγάλων αγροκτημάτων, αν και είναι απαραίτητο να θυμηθούμε ότι στην Ινδία ένα μεγάλο αγρόκτημα είναι πολύ συχνότερα ένας μεγάλος κλήρος νοικιασμένος σε πολλούς μικροκαλλιεργητές παρά 176. Paid. Indian Land Problem. 402. 177. Patel, Indian Land Problem. 477. 178. BX. Times of India Yearbook, 1960-1961, 102.
452
μια αποδοτικά, διαχωριζόμενη καλλιεργητική μονάδα. Η συνέπεια σε πολλές περιοχές ήταν ότι οι «ζαμιντάρ» βάλθηκαν να εξώσουν τους πακτωτές, από τους οποίους πολλοί ήταν από πολύ παλιά εγκατεστημένοι, για να προσθέσουν την περιοχή στο οικογενειακό τους αγρόκτημα. Ένας μελετητής, αρκετά προσεκτικός στα συμπεράσματά του, χαρακτηρίζει το αποτέλεσμα αυτό σαν μια απαλ λοτρίωση χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της Ινδίας μέχρι τό τε.179 Ακόμα και το κείμενο του Τρίτου Πενταετούς Σχεδίου παρα δέχεται ότι η ουσιαστική επίδραση της νομοθεσίας περί μισθώσεως γης υπήρξε μικρότερη απ ’ ότι αναμενόταν γιατί οι γαιοκτήμονες εκδιώκουν τους πακτωτές, με το πρόσχημα ότι αυτοί φεύγουν με τη θέλησή τους. Ο απολογισμός των βελτιώσεων που σημειώθη καν στα ομόσπονδα κρατίδια παρέμεινε πολύ φτωχός ώς τα τέλη του 1963, πάνω από μια δεκαετία μετά την αρχή της εφαρμογής των αλλαγών.180 Παρατηρήσεις που έγιναν επί τόπου, καθώς και τοπικές μελέτες, δείχνουν ότι ελάχιστες αλλαγές πραγματοποιήθηκαν. Ο Ντάνιελ θόρνερ, το 1960, συμπέρανε ότι «στην ουσία οι μεγάλοι εξακολούθησαν να κατέχουν πολλή γη και να βάζουν άλλους να τους την καλλιεργούν»181 Πάντως οι «δυνατοί» της υπαίθρου είναι τώρα πολύ λιγότερο ασφαλείς α π ’ όσο ήταν πριν. Ο κυβερνητικός μηχανισμός δεν στέκεται πίσω τους να τους στηρίζει τόσο σταθερά όσο την εποχή των Βρετανών. Πολύ κοντά στην αλήθεια είναι, νομίζω, η παρατή ρηση ότι οι «δυνατοί» δεν είναι πιά τόσο δυνατοί όσο άλλοτε και οτι η μισθωτική νομοθεσία της περιόδου Νέχρου ήταν σημαντικό στοιχείο, σε μια γενική πολιτική που ως κύρια συνέπεια είχε να προωθηθούν οι μικροκτηματίες και οι πλούσιοι χωρικοί —αυτές οι δυο ιδιότητες συχνά συμπίπτουν— ώστε να γίνουν το κυρίαρχο χαρακτηριστικό μέσα στο ινδικό αγροτικό τοπίο.182 Η εντύπωση αυτή ενισχύεται από μια στατιστική μελέτη της κατανομής της έγγειας ιδιοκτησίας που έγινε στα 1953-1954, εποχή που οι μεσάζοντες υποτίθεται ότι είχαν εντελώς σχεδόν εξαφανιστεί. 179. Patel. Indian U nd Problem, 478-479. 180. Planning Comunision. Third Five Year Plan, 224-22S. Far Eastern Economic Review (7 Νοεμβρίου 1963) 294. 181. Land and Labour, 5. Σημίίωβ» πίσ η ς στη σ*Χ. 4 τις αποκαλυπτικές, από πρώτο χέρι, παρατηρήσιις του για το πρώτο αγρ4κτημα-βιτρ(να του Community Development Project στο Elawah. 182. Neale, Economic Change, 257.
453
Τέτοιες στατιστικές είναι πολύ αναξιόπιστες για την Ινδία, για λόγους που έχουμε ήδη αναφέρει. Αλλά η γενική εικόνα, ότι δηλαδή πάνω από το μισό της συνολικής έκτασης το κατείχε λιγότερο από το 1/8 του αγροτικού πληθυσμού, δεν είναι ίσως πολύ μακριά από την αλήθεια.183 Η επίσημη αγροτική πολιτική είχε μια εξισωτική χροιά που εμφανιζόταν πιό πολύ στους λόγους παρά στα πρακτικά αποτελέσματα. Αυτό ισχύει επίσης και όσον αφορά το Πρόγραμμα Κοινοτικής Ανάπτυξης, προς το οποίο μπορούμε τώρα να στρα φούμε. Οι πνευματικές και θεσμικές καταβολές του Προγράμματος Κοινοτικής Ανάπτυξης δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τον μαρξιστικό σοσιαλισμό. ' Ενα σημαντικό συστατικό είναι η πίστη του Γκάντι σε μια εξιδανικευμένη εικόνα του ινδικού χωριού, που τη θεωρούσε σαν την πιο κατάλληλη κοινότητα για τον πολιτισμέ νο άνθρωπο. Έ να δεύτερο στοιχείο είναι η αμερικάνικη εμπειρία με την υπηρεσία αγροτικής επέκτασης. Έ να τρίτο υπήρξε η επιρ ροή του βρετανικού πατερναλισμού και, ειδικότερα, οι κινήσεις για «ανόρθωση του χωριού». Το τελευταίο στοιχείο το θεωρώ ως το πιο σημαντικό. Αν εξαιρέσουμε την κλίμακα στην οποία δοκιμά στηκε, δεν βρίσκω τίποτα σημαντικό στο Πρόγραμμα Κοινοτικής Ανάπτυξης που να μην δοκιμάστηκε ή να μην έχει συστηθεί μέσα σε μελέτες όπως «Η Αναδημιουργία των Χωριών της Ινδίας»184 ή τά γραφτά του Σερ Μάλκολμ Ντάρλιγνκ. Η παράξενη αυτή συγγένεια έχει γεννήσει δύο κύριες ιδέες που αποτελούν τα κεντρικά δόγματα του Προγράμματος Κοινοτικής Ανάπτυξης. Η μια είναι ότι οι ινδοί χωρικοί θέλουν την οικονομική πρόοδο και θα την υποστηρίξουν με τις δικές τους προσπάθειες μόλις κατανοήσουν τα πλεονεκτήματά της. Η άλλη ιδέα είναι ότι οι αλλαγές πρέπει να συντελεστούν και θα συντελεστούν δημοκρα τικά, δηλαδή σε ανταπόκριση προς τις «συνειδητές ανάγκες» —μια ευνοούμενη έκφραση— των ινδών χωρικών, που θα τα καταφέρουν τελικά να συμμετάσχουν στο σχεδιασμό μιας καλύτερης ζωής για όλους. Μεγάλο μέρος των προκαταρκτικών συζητήσεων για το Πρόγραμμα έπαιρναν ως δεδομένο ότι υπήρχε ένα τεράστιο απόθε μα λαϊκής ενεργητικότητας και ενθουσιασμού, που μπορούσε να 183. Αριθμοί δίνονται στο άρθρο του Milra. "Tax Burdrn” στην έκδοση των Braibanli and Spenglrr, Administration and Economic Drvelopmrnl, 299. 184. 2η έκδοση (Oxford. 1929).
454
αντληθεί προς όφελος κάποιων νέων και μάλλον αόριστα προσδιο ρισμένων κοινωνικών ιδανικών. Η ατμόσφαιρα, καθώς και οι κατοπινές απογοητεύσεις, θυμί ζουν το «κίνημα προς το λαό» των διανοούμενων στη Ρωσία του 19ου αιώνα. Ο ινδός υπουργός Κοινοτικής Ανάπτυξης και Συνερ γασίας έφτασε μάλιστα κάποτε στο σημείο να αρνηθεί ότι η οικονομική ανάπτυξη ήταν ο πραγματικός στόχος: « Έ ν α σχέδιο για κοινοτική ανάπτυξη δεν έχει στόχο την υψηλότερη παραγωγικότητα στη γεωργία και τη βιομη χανία, καλύτερους δρόμους και σπίτια, περισσότερα σχολεία και νοσοκομεία. Τίποτ ’ απ ’ αυτά δεν αποτελεί τελικό στόχο του σχεδίου. Για ένα κοινοτικό σχέδιο δεν υπάρχει πολλα πλότητα σκοπών, αλλά μόνο ένας, κι αυτός ο μοναδικός και αδιαίρετος σκοπός είναι η καλύτερη ζωή».185 Τ α γεγονότα θα έδειχναν ότι η μεγάλη μάζα των χωρικών δεν ήταν πρόθυμοι να υιοθετήσουν τις νέες μεθόδους καλλιέργεια που τους πρότειναν οι διάφοροι παρείσακτοι, και ότι η δημοκρατική πειθώ αποδείχτηκε μια φοβερά αργή και αναποτελεσματική διαδι κασία, ενώ οι γραφειοκράτες σχεδιαστές επέμεναν σε γρήγορα αποτελέσματα. Οι δυσκολίες αυτές αποτελούν τον πυρήνα του διλήμματος της δημοκρατικής μεταρρύθμισης στην οποία είχε αφιερωθεί η κυβέρνηση Νεχρού. Το Πρόγραμμα Κοινοτικής Ανάπτυξης άρχισε να εφαρμόζε ται το 1952, έχουν περάσει δηλαδή καμιά δωδεκαριά χρόνια που βρίσκεται σ ’ εφαρμογή τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμ μές. Στα τέλη του 1963 ανακοινώθηκε στον τύπο ότι τα «τετρά γωνα ανάπτυξης», (δηλ. περιοχές όπου εφαρμόζονταν τα σχέδια ανάπτυξης) κάλυπταν όλη σχεδόν την Ινδία.186 Παρόλο που το κόμμα του Κονγκρέσου πέρασε στις αρχές του 1959 μια απόφαση που καθόριζε σαν στόχο για το μέλλον μια τροποποιημένη εκδοχή κολεκτιβισμού, δεν έκανε τίποτα για να το πραγματοποιήσει.187 185. Dey, "Community Projects in Aclien” . στην έκδοση των Park and Tinker, Leadership and Political Institutions. 348. Η πραγματιία στο σύνολό της clvai ένα καλό τταράίιιγμα της μυστιχοπάθιιας των ιπισήμω νγια τα Προγράμματα Κοινο τικής Ανάπτυξης. 186. Times of India. 27 Νοιμβρίου, 1963. 187. Σύμψωνα μ ι την «Απόφαση του Νάγχπουρ», όπως έγιν* γνωστή, «Το
455
Στην πράξη, η πολιτική του Προγράμματος Κοινοτικής Ανάπτυ ξης ήταν να προχωρά πολύ επιφυλακτικά, χωρίς να επιφέρει αλλαγές που να επηρεάζουν την αγροτική κοινωνική δομή. Στην αρχή, οι επίσημες οδηγίες στους αξιωματούχους του Προγράμμα τος που έρχονταν σ ’ επαφή με τους χωρικούς δεν έκαναν καμιά νύξη για κάστες, σχέσεις ιδιοκτησίας ή το πλεονάζον εργατικό δυναμικό του χωριού —μ ' άλλα λόγια, για κανένα από τα πραγμα τικά προβλήματα.188 Και αυτή η τακτική δεν άλλαξε καθόλου αργότερα, απ ’ όσο μπορώ να γνωρίζω. Οι περισσότερες προσπά θειες για αλλαγή κατευθύνθηκαν προς την αναζωογόνηση και την επανεισαγωγή της κοινοτικής δημοκρατίας, με την ενθάρρυνση των κοινοτικών συμβουλίων στα χωριά (παντσαγιάτ). Σε μερικές περιοχές το αποτέλεσμα ήταν να εξασθενίσει η εξουσία των παλαιών γαιοκτημόνων ή ακόμα και των αγροτικών ελίτ. Αλλά η διαδικασία αυτή δεν προχώρησε πολύ μακριά. Ουσιαστικά, η έννοια της δημοκρατίας του χωριού ήταν μια ρομαντική γκαντιανή νοσταλγία, που δεν έχει, σχέση με τις σύγχρονες συνθήκες. Το παραδοσιακό ινδικό χωριό ήταν τόσο μια μικρή τυροηνία όσο και μια μικρή δημοκρατία- σίγουρα το σύγχρονο χωριό είναι κι αυτό έτσι. Το να Θέλεις να εκδημοκρατίσεις τα χωριά, χωρίς να μεταβάλεις τις σχέσεις ιδιοκτησίας, είναι απλούστατα ανόητο. (Το ότι η αναδιανομή της γης από μόνη της δεν είναι λύση, είναι αρκετά φανερό ώστε να μη χρειάζεται σχόλια). Τελικά, οι πραγματικές πηγές της αλλαγής, οι παράγοντες που καθορίζουν τη μοίρα της αγροτιάς, βρίσκονται έξω από τα όρια του χωριού. Μέσα από την ψηφοδόχο και με την πίεση που ασκούν στην τοπική και εθνική πολιτική οι χωρικοί μπορούν να κάνουν κάτι για να επιλυθούν αυτά τα ζητήματα, όχι όμως μέσα στα πλαίσια της πολιτικής του χωριού. Ό π ω ς κι αν είναι, όταν το Πρόγραμμα άρχισε να συναντά πολύ σοβαρές δυσκολίες και κάποιες δευτερεύουσες επικρίσεις στις περιοδικές αποτιμήσεις που γίνονταν, ακόμα και μερικοί από τους πιό «γκαντιστές» αξιωματούχους αποκήρυξαν ανοιχτά την ιδέα μιλλοντιχό αγροτικό πρότυπο θα πρέπχι να clvai της συνιργατιχής συλλογικής καλλιέργιιας, όπου η γη θα παραχωριίται για συλλογική καλλιέργεια, <νώ οι χαλλιιργητές θα συνιχίζουν να έχουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους χαι να παίρνουν ένα μ ιρίίιο του καθαρού προϊόντος η αναλογία προς τη γη που κατέχουν» Οι αχτήμονις «ργάτις γης θα έπαιρναν Επίσης ένα απροσδιόριστο μιρίδιο. Βλ. το κ*Ιμ*νο στο Congress Bulletin (January - February 1959), 22-23. 188. Βλ. Bube, India's Changing Villages. 22.
456
των ανεξάρτητων δημοκρατιών στα χωριά και εκδηλώθηκαν υπέρ μιας πιό αυστηρής επίβλεψης από τα πάνω.189 Χωρίς μεταβολή, του περιεχομένου του Προγράμματος, η στενότερη επίβλεψη από τα πάνω δεν είναι δυνατό να πετύχει πολλά πράγματα. Το περιεχόμενο, στην ουσία, είναι να φέρνουν τεχνικές μεθόδους και οικονομικούς πόρους στο κατώφλι του χωρικού μέσα από γραφειοκρατικές διαδικασίες, ενώ γενικά απο φεύγουν να πραγματοποιήσουν ή έστω και να προσπαθήσουν να επιφέρουν οποιαδήποτε αλλαγή στην κοινωνική δομή και τη γενική κατάσταση που εμποδίζει τους χωρικούς να υιοθετήσουν καλύτερες μεθόδους. Εδώ, κατά τη γνώμη μου, βρίσκεται το κύριο μειονέκτη μα της όλης πολιτικής. Ούτε το Πρόγραμμα Κοινοτικής Ανάπτυ ξης ούτε τα προγράμματα αγροτικής μεταρρύθμισης δεν έκαναν κάποιο βήμα για να αντλήσουν το υπαρκτό και δυνητικό πλεόνα σμα στη γεωργία και να το χρησιμοποιήσουν για την οικονομική ανάπτυξη με τρόπο που τελικά θα ωφελούσε τους χωρικούς. ' Ενας διακεκριμένος ινδός οικονομολόγος έχει υπολογίσει ότι η κυβέρνη ση έχει ξοδέψει πολύ περισσότερα στη γεωργία απ * όσα έχει απο δώσει τελικά η γεωργία!190 Η διαπίστωση αυτή δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση Νεχρού θα ’πρεπε να εφαρμόσει κάποια σταλινικά μέτρα καταναγκασμού της αγροτιάς. Δεν ήταν ανάγκη να φτάσει τόσο μακριά. Τπήρχε μεγάλο περιθώριο για μεγαλύτερες επιτεύξεις μέσα σε δημοκρατι κά πλαίσια. Το ζήτημα είναι ότι, επιτρέποντας σε παλιούς θεσμούς να επιβιώνουν κάτω από ένα σύννεφο ρεφορμιστικής ρητορικής και γραφειοκρατικής φούριας, η κυβέρνηση Νεχρού: 1) επέτρεψε να συνεχιστούν οι παλιοί τρόποι παροχέτευσης του αγροτικού πλεο νάσματος, 2) απέτυχε να εισαγάγει μια οικονομία αγοράς ή ένα λειτουργικό υποκατάστατο για να φθάνουν τα αγροτικά προϊόντα από τα χωριά στις πόλεις και, 3) γι ’ αυτούς τους λόγους, απέτυχε να αυξήσει την αγροτική παραγωγικότηα ή να αντλήσει το μεγάλο δυνητικό πλεόνασμα που υπάρχει στην ύπαιθρο. Για να το πούμε στα ίσια, το αγροτικό πρόγραμμα του Νεχρού ήταν μια αποτυχία πέρα για πέρα. Η σκληρή αυτή κρίση απαιτεί από μας μια προσπάθεια να την αποδείξουμε και να την εξηγήσουμε. 189. Tinker, "The Village in the Framework of Developmen", στο βιβλίο Administration and Economic Development (*k4. Braibanti and Spengler) 116-117. Βλ. επίσης Retzjaff, Case Study of Panchayats, i3. 43, 72, 110. 190. Mitra, 'T ax Burden", 295.
457
Επτά χρόνια αφού ξεκίνησε το Πρόγραμμα Κοινοτικής Ανά πτυξης, μια επίσημη αναφορά μπορούσε ακόμα να ισχυρίζεται ότι τρία τέταρτα της ινδικής παραγωγής τροφίμων ποτέ δεν έφθαναν στην αγορά.191 Το 85% των αγροτικών πιστώσεων προέρχονταν ακόμα από τους τοκογλύφους και «άλλα άτομα», προφανώς τους πιο εύπορους χωρικούς. Ό π ω ς πριν, τα αγροτικά προϊόντα που έ φθαναν στην αγορά πουλιούνταν συνήθως σε ντόπιους εμπόρους σε πεσμένη τιμή μετά τη συγκομιδή. Οι καλλιεργητές πλήρωναν ακόμα υπερβολικούς τόκους για ανεπαρκείς πιστώσεις, μεγάλο μέ ρος από τις οποίες εξακολουθούσε να πηγαίνει σε πατροπαράδοτες μορφές δαπανών όπως οι προίκες. Οι συνεταιρισμοί δεν έδιναν παραπάνω από το 10% των συνολικών αγροτικών πιστώσεων που χρησιμοποιούσαν οι καλλιεργητές.192 Η δυσφορία απέναντι στους συνεταιρισμούς, που τους έβλεπαν σαν γραφειοκρατικά ξένα σώμα τα, όπου η διαδικασία για την παροχή δανείων ήταν πολύ αργή και μπελαλίδικη σε σχέση με τον τοκογλύφο, παρέμεινε ένα κοινό χαρακτηριστικό στην αγροτική ζωή. Η πιό σοβαρή αδυναμία έγκειται στο ότι δεν έγινε δυνατό να επιτευχθεί παρά ελάχιστη αύξηση της παραγωγής τροφίμων. Πρίν δούμε από πιο κοντά τους λόγους, καλό θα ήταν να ρίξουμε μια ματιά σε μερικά στατιστικά στοιχεία. Αν και οι αριθμοί που αφορούν την παραγωγή δεν είναι τόσο αξιόπιστοι,η ιστορία που λένε είναι τόσο απλή που θα έπρεπε να 'χει γίνει κάποιο απίθανα μεγάλο λάθος για να μεταβάλει τη γενική εικόνα. Ο πίνακας 2 δίνει την καταγραμμένη παραγωγή ρυζιού από το 1948 ως το 1963. Επειδή πρόκειται για το σημαντικότερο, με μεγάλη διαφορά από τ ’ άλλα, αγροτικό προϊόν διατροφής, μπορούμε να ασχοληθούμε μόνο με το ρύζι. Ούτε και χρειάζεται να βρούμε τα στοιχεία πέρα από το 1963. Τότε πια, η ύπαρξη μιας δυνητικής, τουλάχιστον, κρίσης ήταν ήδη κοινή πεποίθηση. Το πρόβλημά μας εδώ είναι να δούμε τα αίτια της αποτυχίας και όχι να μετρήσουμε την έκτασή της. 191. India. Report of Food Crisis. 98. O Thorner. στο Land and Labour,
«φ .ν ΐΐΐ, cTtixptvci την Report σαν ένα βιαστικό πολιτικό ίλγμό που στοχιύίΐ να αποαπάα« το (νδιαφέρον της κυβέρνησης για τη βιομηχανική ανάπτυξη δημιουρ γώντας φόβους για τη γ*ωργΙα. Παρόλο που κατά τη γνώμη μου η Report Scv φτάνιι στη ρίζα του προβλήματος, οι απαισιόδοξις παρατηρήσιις της διχαιώθηκαν κατά ένα μέρος από τα γιγονότα.. 192. India. Report of Food Crisis. 6, 85, 71.
458
ΠΙΝΑΚΑΣ 2 ΚΑΤΑΓΡΑΜΜΕΝΗ ΙΝΔΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ Ρ ΪΖ ΙΟ Ϊ* ΕΤΟΣ 1948-49 1949-50 1950-51 1951-52 1952-53 1953-54 1954-55 1955-56
(Χιλ. τόνοι) 22.597 23.170 20.251 20.964 22.537 27.769 24.821 27.122
ΕΤΟΣ 1956-57 1957-58 1958-59 1959-60 1960-61 1961-62 1962-63
(Χιλ. τόνοι) 28.282 24.821 29.721 30.831 33.700 33.600 32.500 ή 33.000
* Πΐ)γές: Statistical Abstract, Times of India Year book. Far Eastern Economic
To Πρόγραμμα Κοινοτικής Ανάπτυξης δεν αναμενόταν να επηρεάσει ούτε το 1/4 του πληθυσμού ώς το 1956- ώς το 1959 είχε φθάσει στο 61% περίπου των κατοίκων της υπαίθρου- ώς το 1963, σχεδόν όλοι, θεωρητικά, είχαν νοιώσει τον αντίκτυπο.1’3 Σύμφωνα μ ’ αυτό το χρονικό, θα περίμενε κανείς να δει, εφόσον το πρόγραμμα ήταν αποτελεσματικό για την αύξηση της παραγωγής, κάποια μικρή αύξηση ώς τα 1954-55 και μια λίγο-πολύ σταθερή και επιταχυνόμενη αύξηση από κει και πέρα. Παρόλο που υπάρχει κάποια αύξηση της παραγωγής, τίποτα παρόμοιο δεν συνέβει. Τπάρχει μια πτώση κοντά στα 3 εκατομ. τόνους μεταξύ 19531954 και 1954-55, άλλη πτώση τριάμιση σχεδόν εκατ. τόνων μεταξύ 1956-57 και 1957-58' μετά το 1960 έχουμε μια σταθερή μείωση που κορυφώνεται σε άλλη μια απότομη πτώση για το 1962-63. Τον Οκτώβρη εκείνης της χρονιάς στην Καλκούτα σημειώθηκαν ταραχές για το ρύζι. Η κακή συγκομιδή του 1962-63 εξάντλησε τα περιθώρια, καθώς η κατά κεφαλήν κατανάλωση τροφίμων αναφέρεται ότι μειώθηκε κατά 2%.ιη Η ινδική γεωργία, με λίγα λόγια, παραμένει σήμερα όπως ήταν την εποχή του Ακμπάρ και του Κουρζόν: ένα τυχερό παιχνίδι 193. Dube. India's Changing Villages, 12' Times of India Yearbook. 19601961, σ*λ. 264· Times of India. November 27, 1963. 194. U.S. Department of Agriculture, Foreign Agriculture (February 10, 1964),
459
με τις βροχές, όπου μια κακή συγκομιδή σήμαινε συμφορά για εκατομμύρια ανθρώπους. Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, το πρόβλημα αυτό είναι πολύ περισσότερο κοινωνικό και πολιτικό παρά γεωγραφικό και υλικό. Ό π ω ς λένε και οι επιτελείς του Προγράμματος Κοινοτικής Ανάπτυξης, τα μέσα υπάρχουν, ακόμη και σε τοπικό επίπεδο, για να μετριασθούν πολύ οι επιπτώσεις του κλίματος. Αυτό όμως θα σήμαινε κάποιο είδος κοινωνικής όσο και τεχνολογικής επανάστα σης. Αντί γι ’ αυτό, η όποια βελτίωση πραγματοποιήθηκε ώς τα τώρα προήλθε όλη από την επέκταση του παλιού συστήματος σε νέες και περιθωριακές ίσως περιοχές της χώρας. Υπάρχουν αρκετά στοιχεία που δείχνουν πως έτσι έχουν τα πράγματα. Έ να α π ’ αυτά, αρκετά εντυπωσιακό, βρίσκεται στις στατιστικές για την απόδοση ανά εκτάριο. Οπωσδήποτε αυτές προσφέρουν μια καλύτερη εικόνα για τις μεταβολές στην παραγω γικότητα α π ’ ότι οι στατιστικές της συνολικής παραγωγής. Οι αριθμοί αυτοί, εξάλλου, μας δίνουν τη δυνατότητα να συγκρίνουμε την κατάσταση που επικρατούσε επί Βρετανών με την τωρινή, παρόλο που οι στατιστικές δεν θα πρέπει να θεωρούνται απολύτως ακριβείς, γιατί έχουν σημειωθεί βελτιώσεις στον τρόπο εκτίμησης της στρεμματικής απόδοσης μετά τον Β ' Παγκ. Πόλεμο.1,s Στον Πίνακα 3 παρουσιάζονται στοιχεία ορισμένων χρόνων για την απόδοση σε αναποφλοίωτο ή υγρό ρύζι (raddy rice) για την Ινδία και την Ιαπωνία. Στην Ινδία της προπολεμικής περιόδου, δεν περιλαμβάνεται η Μπούρμα. Οι αριθμοί αυτοί δεν χρειάζονται σχόλια. Ακόμα και κάτω από το νέο καθεστώς,η παραγωγικότητα της Ινδίας κυμάνθηκε γύρω στο επίπεδο του 1927-33. Αρχίζοντας από μια πολύ ψηλότε ρη βάση, η Ιαπωνία σημείωσε σταθερή άνοδο κατά τα τελευταία χρόνια. Η παραγωγικότητά της είναι τριπλάσια περίπου από εκείνη της Ινδίας. Το κλίμα από μόνο του δεν μπορεί να χρεωθεί μ ’ όλη αυτή τη διαφορά. Παρόλο που οι γενικότεροι θεσμικοί παράγοντες, που εξηγούν τη χαμηλή παραγωγικότητα της Ινδίας, βρίσκονται έξω από τα όρια του χωριού και έχουν ήδη εξετασθεί, είναι απαραίτητο, για μια καλύτερη κατανόηση, να δούμε την αντανάκλασή τους στην 195. Γ ια πληρέστιρη πραγμάτωση αυτού του σημιίου βλ. "Food Statistics in India". Studies in Agricultural Economics. III. 8-10.
460
ΠΙΝΑΚΑΣ 3 ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΝΑΠΟΦΑΟΙΩΤΟΤ ΡΤΖΙΟ Τ ΙΝ ΔΙΑΣ ΚΑΙ ΙΑΠΩΝΙΑΣ ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΕ 100 kgrs ANA ΕΚΤΑΡΙΟ ΕΤΟΣ ΙΑΠΩΝΙΑ ΕΤΟΣ ΙΝΔΙΑ 1927-28i 14,4 35,4 1931-32 J 14,1 34,7 1932-33 41,8 13,8 1933-34 13,9 30,6 1934-35 12,3 33,6 1935-36 14,5 39,3 1936-37 38,6 13,9 1937-38 1948-491 11,1 40,0 1952-53) 11,8 44,3 1957-58 14,0 46,2 1958-59 14,1 47,5 1959-60 15,3 48,6 1960-61 1961-62 15,1 47,0 Πηγές: Για 1927-1938 Annuaire international dr slalistique agricole (Rome 1938), για 1948-1962, Food and Agriculture Organization of the UN, Production Vrarbook 1960, 1962.
εργασία μέσα στην κοινότητα του χωριού. Επιπλέον, οι εθνικοί μέσοι όροι καλύπτουν αλήθειες με αποφασιστική σημασία. Σε μερικές περιοχές σημειώθηκε αισθητή πρόοδος. Αν θέλουμε να κατανοήσουμε τα εμπόδια, χρειάζεται* να δούμε γιατί σε άλλες περιοχές υπήρξε βελτίωση και σε άλλες όχι. Θα προσπαθήσω να φέρω στην επιφάνεια αυτούς τους παράγοντες, εξετάζοντας πρώτα ένα τμήμα της Ινδίας όπου η παραγωγή αυξήθηκε σημαντικά και μετά ανασκοπώντας τα χαρακτηριστικά εκείνα της κοινότητας του χωριού που ακόμα εμποδίζουν την οικονομική πρόοδο. Το Μαδράς αποτελεί ένα από τα πιό φωτεινά σημεία στο χάρτη της Ινδίας, όπου η απόδοση σε ρύζι λέγεται ότι αυξήθηκε κατά 16-17%.1,6 Η προσπάθεια να βρεθούν οι παράγοντες που έπαιξαν ρόλο, δίνει μια εικόνα που αντιφάσκει έντονα προς τα 196. India. Report οΓ Food Crisis. 180.
461
επίσημα δόγματα. Από την άποψη της καλλιεργημένης έκτασης, το ρύζι είναι το σημαντικότερο προϊόν, με μεγάλη διαφορά από τ ’ άλλα. Περίπου το 1/3 της καλλιεργημένης γης στο κρατίδιο αυτό αρδεύεται, 4,5 εκατ. άκρ σε σύνολο 14,27 εκατομμυρίων. Εφόσον μεταξύ 1952 και 1959 μόνο 340.000 ακρ αρδεύτηκαν,197 οι βελτιώ σεις στην άρδευση δεν μπορεί να είναι ο κύριος λόγος για την αύξηση της παραγωγικότητας. Η απάντηση φαίνεται μάλλον να είναι ότι το Μαδράς προχώρησε περισσότερο α π ’ όσο άλλες περιοχές προς μια καπιταλιστική μορφή γεωργίας. Οι λόγοι αυτής της εξέλιξης αξίζει να αναφερθούν έστω και σύντομα λόγω της ευρύτερης σημασίας τους. Σ.τα τέλη του 19ου αιώνα, η τάση να φεύγει η γη από τα χέρια των χωρικών έγινε ιδιαίτερα αισθητή στο Μαδράς και προκάλεσε την ανησυχία των επισήμων, όπως συνέβει και σε μερικές άλλες περιοχές της Ινδίας. Ωστόσο, στο Μαδράς, ο επαγγελματίας δανειστής σπάνιζε. Αντί γι ’ αυτόν ο ένας καλλιεργητής δάνειζε χρήματα στον άλλο. Επι πλέον, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον γεωργό και στις ε μπορευόμενες τάξεις των πόλεων δεν ήταν πολύ έντονη. Οι εμπο ρευόμενοι διατηρούσαν την έγγεια ιδιοκτησία τους και την αύξαιναν αγοράζοντας αρδευόμενους οριζώνες. Οι τάσεις αυτές φαίνεται ότι ενισχύθηκαν από τη νομοθεσία μετά την Ανεξαρτησία. Το Διά ταγμα περί Πακτωμάτων (Fair Rent Act) του 1956 εξανάγκασε τον μεσαίο κτηματία που νοίκιαζε τη γη του με αντάλαγμα το μοίρασμα της σοδειάς, να στραφεί στην άμεση εκμετάλλευση μι σθώνοντας εργατικό δυναμικό, εφόσον μάλιστα τα ημερομίσθια δεν αυξήθηκαν την ίδια εκείνη εποχή.198 Συνέπεια ήταν ότι στα δέλτα, όπου υπήρχαν οι καλύτεροι ορυζώνες, η ιδιοκτησία συγκεντώθηκε σε λίγα χέρια. Μια μειοψηφία, με τη γη στην ιδιοκτησία της, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια προλεταριακή πλειοψηφία εργατών γης. Παρόλο που ένας εύπορος ιδιοκτήτης δεν καλλιεργεί ο ίδιος τη γη, μπορεί, με προσεκτική επίβλεψη των μισθωτών εργατών, καλή χρήση τω ν λιπασμάτων και άλλα μέτρα, να πετύχει απόδοσεις μέχρι και 27 κίνταλ το εκτάριο (1 κίνταλ= 100 κιλά) ενώ ο μέσος όρος για την περιοχή είναι 17.199 ' Ετσι, η αύξηση της παραγωγικότητας, σ ’ αυτή τουλάχιστον 197. Madras in Maps and Pictures, 41-42. 198. D upuis. Madras. 130 131. 144-145. 199. Dupuis. Madras. 125, 132, 151-152.
462
την περιοχή, προέρχεται σαφώς από τη «σφήνα» του καπιταλι σμού. Δεν οφείλεται στην κυβερνητική πολιτική ενθάρρυνσης των ανώτερων στρωμάτων της αγροτιάς. Για τους εργάτες γης και τους μικροϊδιοκτήτες, οι πολιτικές συνέπειες ήταν επίσης οι αναμενόμενες: αυξανόμενη ένταση και απογοήτευση από τ ο κόμμα του Κονγκρέσου και μια άνοδος της συμπάθειας για τους κομμου νιστές. Μια πλατειά δειγματοληψία α π ’ όσα έχουν γραφτεί για τα ινδικά χωριά (πρώτης τάξεως θεραπεία με την ευκαιρία αυτή, για όσους πιστεύουν ότι η ινδική ύπαιθρος παρουσιάζει ατέλειωτη ποικιλία) δίνει την ίδια γενική εικόνα μιας περιορισμένης καπιτα λιστικής διείσδυσης, αν και αυτή ήταν γενικά πολύ μικρότερη α π ' ότι στο Μαδράς.200 Οι ανθρωπολόγοι έχουν ώς τα τώρα μελετήσει μια αρκετά μεγάλη ποικιλία χωριών σε διαφορετικά στάδια της διαδικασίας εκσυγχρονισμού. Αντί να προσπαθήσω να αντιπαραθέσω εκσυγχρονισμένα και καθυστερημένα χωριά, κάτι που ήδη έχει γίνει για δύο κοντινά χωριά σε μια περιοχή,201 θα προσπαθήσω να αναλύσω το καθένα από τα κύρια εμπόδια και να παρουσιάσω, όσο είναι δυνατόν, συγκεκριμένα παραδείγματα από τα οποία (ραίνεται πώς ξεπεράστηκαν και πώς μπορούν να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια. Η βασική προϋπόθεση του Προγράμματος Κοινοτικής Ανά πτυξης, όπως θα θυμάται ο αναγνώστης, ήταν ότι ο ινδός χωρικός, με την δική του ελεύθερη θέληση και εξαιτίας των «συνειδητών αναγκών» του, θα υιοθετούσε αμέσως τις τεχνικές βελτιώσεις μόλις του τις έδειχναν. Έ να σοβαρό πρόβλημα ήταν ότι μια αργοκίνητη και ξενόφερτη γραφειοκρατία ανέλαβε να τους το «δείξει» χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τις τοπικές συνθήκες. Αν το Πρόγραμμα είχε κατευθύνει τις δημοκρατικές τάσεις του περισσό τερο προς την αντιμετώπιση αυτής της πλευράς του προβλήμα τος, παρά προς τη μεταρρυθμιστική «παντσαγιάτ», τα αποτελέ σματα θα ήταν πιθανώς καλύτερα. Ό π ω ς έχουν τα πράγματα, το 200. Tinker, The Village in the Framework of Economic Development, 94-133 στην έκδοση των Braibanti and Spengler. "Administration and Economic Deve lopment” . Dumont 'T erres Vivantes. Epstein, "Economic Development and Social Change. Mayer και άλλοι, Pilot Project India. Marriott. Village India. Mayer. Caste and Kinship. Lewis. Village Life in Northern India. Dube, Indian Village και India’s Changing Villages. Sibger, ed. Traditional India. Strinivas. Caste in Modern India. 201. Epstein. Economic Development and Social Change.
463
παμπάλαιο χάσμα ανάμεσα στο αυτόνομο χωριό και την κυβέρνη ση, εξακολουθεί να υπάρχει. Για τους ανθρώπους που η κυβέρνηση έστειλε στα χωριά, μια αναφορά λέει: «Τα χέρια του υπάλληλου είναι απαλά και μαλακά. Περνάει τις μέρες του γράφοντας αναφορές και βάζοντας σε τάξη το γραφείο του μήπως και κάποιος ανώτερος του κάνει καμιά μέρα αιφνιδιαστική επίσκεψη». Σ ’ αυτό το χωριό ο κυβερνητικός υπάλ ληλος είχε πείσει τους γεωργούς να χρησιμοποιήσουν κάποιο λίπασμα. Έριξαν υπερβολική ποσότητα και τα φυτά ξεράθηκαν. Την επόμενη χρονιά, μερικοί χωρικοί, με φιλικές ακόμα διαθέσεις, δέχτηκαν τη συμβουλή να φυτέψουν σιτάρι σε μια άδεια αρδευτική δεξαμενή. Τα φυτά έπαθαν σκωρίαση. Μετά α π ' αυτό οι γεωργοί καταστρέψανε έναν ακριβό γερμανικό ψεκαστήρα, προσπαθώντας να καταπολεμήσουν τη σκωρίαση. Οι κυβερνητικοί υπάλληλοι κα τέληξαν να θεωρούν τους χωρικούς απελπιστικά βλάκες και τεμπέ ληδες. Οι χωρικοί, που δεν μπορούσαν να ρισκάρουν τη συγκομιδή τους, προσκολλήθηκαν στους παραδοσιακούς τρόπους καλλιέργει ας.202 Τέτοιες αναφορές μπορούν να επαναληφθούν πανομοιότυπες για χιλιάδες άλλες περιπτώσεις. Θα προσθέσω μόνο μια ακόμη, από το βιβλίο ενός οξυδέρκη και ρεαλιστή γάλλου αγρονόμου,του Ρενέ Ντυπόν. Ο Ντυπόν εγκατέλειψε γεμάτος αηδία μια ομάδα εκτιμητών του ΟΗΕ, που είχαν ξεκινήσει για περιοδεία σαν θεατρικό μπουλούκι, για να περιπλανηθεί μόνος του στη λάσπη και τη σκόνη των ινδικών χωριών. Σε ένα μέρος του έδειξαν με αρκετή περηφάνεια μια «πρότυπη» περιοχή με ορυζώνες όπου οι αποδό σεις έφταναν σε ύψη ρεκόρ για την Ινδία —αλλά 40% περίπου κάτω από τη συνηθισμένη απόδοση των ιαπωνικών ορυζώνων. Εδώ οι Ινδοί είχαν προσπαθήσει να εφαρμόσουν ιαπωνικές μεθόδους, όπως έκαναν και σε πολλές άλλες περιοχές. Αλλά η ιαπωνική μέθοδος δεν μπορεί να εφαρμοστεί τμηματικά. Απαιτεί όχι μονο μεταφύτευση αλλά και προσεκτική ρύθμιση του νερού και κατάλληλες εδαφικές συνθήκες. Οι τοπικές διαφορές πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και να γίνονται οι ανάλογες προσαρμογές για να υπάρξουν καλά αποτελέσματα. Αντίθετα, εκείνο που συνέβει ήταν ότι «τα πάντα κανονίζουν στα χαρτιά και τίποτα επιτόπου». Τα σχέδια βελτίωσης, προσθέτει ο Ντυπόν με υπογραμμισμένη αγανάκτηση, που χρησίμευαν σαν συμβουλές για κάθε περιοχή, ήταν τα ίδια 202. Beal>. (iopalpur. 79. 82.
164
περίπου για όλη τη χώρα.203 Από τ ’ άλλο μέρος, εκεί όπου η τεχνολογία ανταποκρινόταν στις τοπικές συνθήκες και μπορούσε ν ' αποδειχτεί η ωφελιμότητά της, οι χωρικοί συχνά στρέφονταν πολύ γρήγορα σ ’ αυτήν. Σ ’ ένα χωριό οι χωρικοί προτίμησαν να «φυγαδεύσουν» τα κοπάδια τους παρά να τ ’ αφήσουν να εμβολιαστούν κατά της πανώλης, επιδημι κής αρρώστιας που έκανε θραύση στη περιοχή. Μόνο σαρανταεπτά βόδια εμβολιάστηκαν, μ ’ όλες τις προσπάθειες των αγρονόμων. 'Οταν τα εμβολιασμένα ζώα επιζήσανε, ενώ περίπου 200 άλλα πέθαναν από την πανώλη, η στάση των χωρικών απέναντι στις προσπάθειες εκσυγχρονισμού άλλαξε δραστικά.204 Σ ’ αυτή την περίπτωση ο εκσυγχρονισμός μπορούσε να κερδίσει έδαφος γιατί η γραφειοκρατία μπορούσε να προσφέρει και πρόσφερε μια υπηρεσία που αντιστοιχούσε σε «συνειδητές ανάγ κες». Αυτό βέβαια δεν συνέβαινε συχνά. Οι «συνειδητές ανάγκες», σε οποιαδήποτε κοινωνία, είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν της ειδικής κοινωνικής θέσης και ανατροφής του ατόμου. Δημιουργούνται, δεν είναι δώρο της φύσης. Χρειάζεται να ερευνήσουμε βαθύτε ρα και να δούμε τι υπάρχει πίσω τους για να καταλάβουμε τι συνειδητοποιεί ο άνθρωπος σαν «φυσιολογικό». Στο ινδικό χωριό εκείνο που συμβαίνει είναι ότι οι «συνειδητές ανάγκες» αφορούν τη μικροτυραννία των ολιγαρχιών του χωριού, που μάχονται μεταξύ τους αλλά διατηρούν την ηγεμονία τους μέσα από τις κάστες και την παραδοσιακή πολιτική δομή του χωριού. Υπάρχουν ισχυρά επενδυμένα συμφέροντα πίσω από την απροθυμία να υιοθετηθούν νέες μέθοδοι. Κατά κύριο λόγο είναι ο φόβος που αισθάντονται οι κυρίαρχες κάστες μήπως χάσουν τις απολαβές τους σε εργασία και πληρωμή σε είδος. Ο Ντυπόν υπογραμμίζει ότι, με πολύ απλά εργαλεία και εξοπλισμό και με την χρησιμοποίηση της εργασίας που είναι διαθέσιμη και μένει ανεκμετάλλευτη όλη σχεδόν τη χρονιά, θα ήταν δυνατό να αξιοποιηθεί το παραδοσιακό σύστημα άρδευσης με τις μικρές δεξαμενές. Αυτό θα πρόσθετε αρκετή εύφορη γη, με μεγαλύτερη απόδοση, κατά την εκτίμησή του, για να λυθεί σε μεγάλο βαθμό το επισιτιστικό πρόβλημα της Ινδίας. Γιατί τότε δεν συμβαίνει τίπ ο τ’ απ ’ αυτά; Γιατί οι κτηματίες που 203. Terres vivante*. 144-145- βλ. ιπίσης 124-127. 204. Singh. "Impact of Community Development” , στην έκδοση των Park and Tinker. Leadership and Political Institurion.s, 361-365.
kt.'i
διαφεντεύουν τα χωριά φοβούνται ότι η αύξηση της καλλιεργήσι μης γης που θα γίνει δυνατή με την άρδευση θα ρίξει τη τιμή των ενοικίων τους και θα δώσει τη δυνατότητα στους παρίες να παζαρεύουν καλύτερα τη δουλειά τους.205 Ό λη αυτή η ατελείωτη φλυαρία για την ακαμψία των ινδικών πολιτιστικών παραδόσεων, για την κεκτημενη ταχύτητα αιώνων, που στηρίζει το σύστημα της κάστας, για την απάθεια των χωρικών, αποτελεί, μαζί με τη νέα ρητορική περί δημοκρατίας, ένα τεράστιο παραπέτασμα από λόγια που κρύβει αυτά ακριβώς τά συμφέροντα.206 Για τα κατώτερα στρώματα του αγροτικού πληθυσμού, την τεράστια πλειοψηφία της Ινδίας ο περιορισμός των αναγκών και των φιλοδοξιών, η αποδοχή αυτού που φαίνεται σε μας σαν ένας εξαιρετικά στενός ορίζοντας και η συνεχιζόμενη εχθρική και φιλύποπτη στάση απέναντι στους «ξενόφερτους», αποτελούν ρεα λιστικές και λογικές αντιδράσεις απέναντι στις συνθήκες που επικρατούν. Εκεί όπου ο καλλιεργητής είναι τόσο φτωχός ώστε μια μικρή αποτυχία του τον σπρώχνει στο γκρεμό, θα ήταν ανόητο να ακολουθήσει γραφειοκρατικές συμβουλές γιά νέες μεθόδους φύτευ σης, που θα αποτύχουν γιατί δεν έχει δοθεί προσοχή σε σημαντικές λεπτομέρειες και τοπικές ιδιομορφίες. Ούτε μπορεί να περιμένει κανείς α π ’ αυτούς να καταβάλουν μεγάλες προσπάθειες και να δείξουν μεγάλο ενθουσιασμό, τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος των κερδών θα πάνε στην τοπική ολιγαρχία. Μέσα σε μια τέτοια κατάσταση, η «συνειδητή ανάγκη» του είναι να κάτσει σ τ’ αυγά του. Έ τσι, σε πολλές περιοχές, το Πρόγραμμα Κοινοτικής Ανά πτυξης ήρθε σαν σίφουνας, ξεσήκωσε κάποιο τοπικό ενθουσιαμό —στον καθένα αρέσει να γίνεται αντικείμενο φροντίδων και προσο χής— και προχώρησε παραπέρα, ενώ η περιοχή περνούσε στην «μετά-εντατική» φάση του κυβερνητικού προγράμματος. Ύστερα απ ’ αυτό πολλά χωριά γύρισαν στις παλιές τους συνήθειες. Ό τα ν οι αρχές έχουν κάνει το κέφι τους, ο κόσμος μπορεί να επιστρέψει στην «ομαλότητα». 205. Terre* vivantes. 139· Ο Beals, στο Gopalpur σιλ. 79, τονίζιι ότι ο πλούσιος 8cv έχ*ι να χ*ρδ[σ*ι πολλά από τη βιλτίωση της οιχονομιχής κατάστασης του πιλάτη του. Η κατάσταση αυτή διαφέρη πολύ από <χι(νη που υπήρχί στην Ιαπωνία στις αρχές της «ϊριόδου Μέιτζι.. 206. Για μια χαλή λιπτομίριαχή μχλέτη της κάστας ως μέσου κυριαρχίας, βλ. Cough, "Social Structure of a Tanjore. Village” , στην έκδοση του Marriott, Village India. 36-52. Αυτή η λίΐτουργία της κάστας φα(ν€ται αρκιτά καθαρά at όλίς τις
466
Κανένα απ ’ αυτά τα εμπόδια δεν είναι αξεπέραστο, ούτε όλα μαζί ούτε το καθένα ξεχωριστά, όσο κι αν το ένα ενισχύει τα άλλα. Η καλύτερη απόδειξη έρχεται από το γεγονός ότι οι αγρότες πράγματι τα ξεπερνούν όταν οι περιστάσεις το επιτρέπουν. Γ ενι κά, προσαρμόζουν στη νέα κατάσταση εκείνα τα μέρη του παραδο σιακού μηχανισμού που μπορούν να λειτουργήσουν.207 Αλλά οι χωρικοί δεν διστάζουν καθόλου να απορρίψουν ό,τι είναι ξεκάθαρα αταίριαστο. Μια διαφωτιστική μελέτη φέρνει σε αντιπαράθεση την κατάσταση σ ’ ένα χωριό που η άρδευση έκανε δυνατή τήν εισαγω γή του ζαχαροκάλαμου σε μεγάλη κλίμακα, με ένα κοντινό χωριό όπου το νερό δε μπορούσε με μεταφερθεί. Στις αρδευμένες περιο χές οι χωρικοί δεν δίστασαν καθόλου να στραφούν στην καλλιέργεια του ζαχαροκάλαμου, παρόλο που αποκτούσε μια συνολική αναδιορ γάνωση των προτύπων εργασίας. Ο συγγραφέας μάλιστα ισχυρίζε ται, με αρκετή πειστικότητα, ότι μια ολική αναδιοργάνωση μπορεί να είναι ευκολότερη από μια μερική. Ακόμη και σε πείσμα των καστικών προκαταλήψεων κατά της εργασίας στα χωράφια, οι αγρό τες εξασφάλισαν από το νοικοκυριό τους τη μισή από τη συνολική εργασία που χρειαζόταν για την καλλιέργεια του ζαχαροκάλαμου. Στην ίδια περιοχή, η καλλιέργεια του ρυζιού παρέμεινε σε χαμηλό επίπεδο. Κανείς δε στράφηκε στις γιαπωνέζικες μεθόδους. Για το ρύζι, η αγορά στην περιοχή ήταν μικρή ή και ανύπαρκτη. Η εισα γωγή του ζαχαροκάλαμου ως εμπορικής καλλιέργειας, αξίζει να σημειώσουμε, δεν έφερε παρά μικρές αλλαγές στο γενικό πλαίσιο ζωής του χωριού. Οι χωρικοί παραμείνανε χωρικοί, αν και αρκετά πλουσιότεροι από πριν. Η κάστα και το παραδοσιακό σύστημα ή ταν σε γενικές γραμμές συμβιβάσιμα με την μεταβολή, παρόλες τις αλλαγές στις συνήθειες εργασίας. Στο κοντινό χωριό, όπου το νερό δε μπορούσε να μεταφερθεί, η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετι κή. Εκεί οι χωρικοί έπρεπε να πασχίσουν, προσφέροντας μια ποικιαναφορές, αν χαι αυτή του Dough μου φαίνιται χαλύτιρη χαι πιό πϊρκχτιχή. 207. Ακόμα χαι η κάστα μπορχΐ να αττοίίΐχτίΐ συμβιβάσιμη μχ τη δημοκρα τία. Βλ. Rudolf και Rudolf, Political Role of India's Caste Associations", 5-22, όπου οι συγγραφές υποστηρίζουν ότι οι σύνίισμοι της κάστας μπορούν να προσφέρουν έναν κατάλληλο μηχανισμό για να φτάσιι η αγράμματη αγροτιά στη ίημοχρατιχή αρένα. Για την αρνητιχή πλιυρά, τα αντιίραστιχά και ουτοπικά χαρακτηριστικά των ινβιχών αντιλήψίων π ιρ ί ομοφωνίας και για τον τρόπο μc τον οποίο ncpioplζουν τη ϊυνατότητα δημιουργικής βράσης στα χωριά που αναπτύσσονται οικονομι κά, βλ. την πιό απαισιόδοξη μίλέτη του Rudolf, "Consensus and Conflict” , ι3. 396397.
467
Χίβ από υπηρεσίες, για να μπορέσουν να επωφεληθούν από τη γενι κή άνοδο του οικονομικού επιπέδου στην γύρω περιοχή. Έ τσ ι η παραδοσιακή τάξη πραγμάτων στο «στεγνό» χωριό αποσυντέθηκε ακόμα περισσότερο. Εκείνο που βγαίνει πιο καθαρά από τη σύγκριση, είναι το φάσμα των αναπροσαρμογών που η αρχική α γροτική κοινωνία, η ίδια πάνω-κάτω σ ’ όλη την περιοχή πριν από την άρδευση, μπορούσε να κάνει έχοντας το κατάλληλο ερέθισμα από τα έξω. Η άρδευση, επίσης, δεν θα μπορούσε να έχει αυτά τα ευνοϊκά αποτελέσματα αν δεν είχε εμφανιστεί και μια καλή αγορά για το προϊόν.208 Αλλού στην Ινδία, τα συστήματα άρδευσης έπεσαν γρήγορα σε αχρηστία, γιατί οι χωρικοί δεν είχαν καμιά τελική ωφέλεια από αυτά. Η εισαγωγή μιας χρηματικής οικονομίας με τον τρόπο που μόλις περιγράψαμε, είναι αρκετά διαφωτιστική γιατί μας βοηθά να απαλλαγούμε από προκατασκευασμένες ιδέες για τις δυσκολίες που συνεπάγεται. Γ ενικά, όμως, δεν είναι χαρακτηριστική για το τι συμβαίνει. Μια πολύ πιο συνηθισμένη κατάσταση είναι εκείνη όπου οι πιό δραστήριοι μικροκτηματίες και αγρότες δείχνουν ισχυρή τάση να στραφούν προς την εμπορική δραστηριότητα, είτε πουλών τας τα προϊόντα τους τοπικά, είτε αναλαμβάνοντας δευτερεύουσες εμπορικές εργασίες στην γειτονική πόλη. Αυτό ήταν, κατά ένα μέρος, μια απρόσμενη συνέπεια του Προγράμματος Κοινοτικής Ανάπτυξης, της οποίας τα κύρια οφέλη αποκόμισαν οι πλουσιότε ροι χωρικοί.209 Από αυτή την άποψη, η σημερινή Ινδία παρουσιάζει μερικές ομοιότητες με τη Σοβιετική Ρωσία των ημερών της ΝΕΠ. Υπάρχει η (δια φούρια κι ανακατοσούρα, καθώς χιλιάδες δραστήρια ανθρωπάκια ανακαλύπτουν κάθε λογής ρωγμές στο σύστημα και επωφελούνται για να κάνουν μικροπεριουσίες. Αυτό, επίσης, είναι άλλη μια ένδειξη της ευκαμψίας της παραδοσιακής τάξης πραγμάτων. Τα «καστικά μποϋκοτάζ» είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικά τώρα που ακόμα κι ένας αγρότης μπορεί να αγοράσει υπηρεσίες, αντί να εξαρτάται από ένα κλειστό σύστημα οικονομικών ανταλαγών. Με την παρακμή του μποϋκο 208. Epstein. Economic Development and Social Change' για το ζαχαροκάλα μο, 30, 31, 34, 35, 53* για το ρύζι 63-65- για το «στεγνά» χωριό και τις γενικίς αντιθέσεις, βλ. το συμπερασματικά κεφάλαιο. 209. Ο Tinker στο "Village in the Framework of Development” , στην έκβοση των Braibanti and Spengler, Administration and Economic Development 130-131, επισημαίνει το γεγονός και μεριχές από τις συνέπειας του πολύ (ιεξοίιχά.
468
τάζ, ολόκληρο το σύστημα της κάστας χάνει μια από τις πιο σημαντικές κυρώσεις που εξασφάλιζαν την επιβολή του. Τπάρχουν ενθαρρυντικά στοιχεία σ ’ αυτό το κυνήγι της «γρήγορης ρουπίας» από τους μικροκτηματίες και τους εύπορους χωρικούς. Πρώτα-πρώτα, αποδεικνύει ότι, όπου υπάρχει μια επωφελής εναλλακτική λύση εκτός από την κίνηση των μοχλών της παλιάς κοινωνίας, θα βρεθούν πολλοί φιλόδοξοι χωρικοί που θ ’ αρπάξουν την ευκαιρία. Αυτός είναι ίσως ο τρόπος που η Ινδία κάνει τη μετάβαση στην εμπορευματική γεωργία, και μοιάζει σε γενικές γραμμές με το γαλλικό μοντέλο του 18ου και 19ου αιώνα. Η σύγχρονη τεχνολογία μπορεί επίσης να συντελέσει ώστε να εξαλειφθούν οι πιο εξουθενωτικές και αποχαυνωτικές πλευρές της εντατικής μικροκαλλιέργειας. Αλλά υπάρχουν πολιτικοί κίνδυνοι. Εκείνο που δεσμεύει το αγροτικό προλεταριάτο της Ινδίας μέσα στην κατεστημένη τάξη πραγμάτων, είναι οι υποχρεώσεις της κάστας και ο μικροσκοπικός κλήρος, το «χωράφι-μαντήλι». Φαίνε ται πολύ πιθανό, ότι η κατεύθυνση των μελλοντικών αλλαγών θα είναι προς την παραπέρα αποσύνθεση των παραδοσιακών δεσμών και την επέκταση της μισθωτής εργασίας και όχι προς την παγίωση τροποποιημένων πατριαρχικών δεσμών, όπως συνέβει στην Ιαπωνία. Αν συνεχιστούν οι τάσεις που παρατηρούνται σήμερα, οι παραδοσιακοί δεσμοί θα εξασθενίσουν ακόμα περισσό τερο. Τπάρχει ήδη σημαντική εσωτερική μετανάστευση προς τις άθλιες φτωχοσυνοικίες των πόλεων, όπου η κομμουνιστική προπα γάνδα βρίσκει σημαντική απήχηση. Αν δεν βρεθεί μέσα στην κοινωνία θέση για τη μάζα της μετατοπισμένης εργατικής δύναμης που αποδεσμεύεται από αυτόν τον —τύπου ΝΕΠ— μετασχηματι σμό της υπαίθρου, οι πολιτικές συνέπειες μπορεί να είναι εκρηκτι κές. Ποιός είναι ο απώτερος λόγος γ ι ’ αυτή την συνεχιζόμενη στασιμότητα και την αβέβαιη, αποσπασματική πρόοδο, ρωτάμε με το δίκιο μας, καθώς αφήνουμε πίσω το χωριό και πασχίζουμε να κάνουμε μια τελική θεώρηση του όλου προβλήματος. Η πιό άμεση αιτία είναι ξεκάθαρα ότι δεν έγινε δυνατό να διεισδύσει, σε μεγάλη έκταση και σε βάθος, η οικονομία της αγοράς μέσα στην ύπαιθρο, και να βάλει τους χωρικούς μέσα σε μια νέα κατάσταση όπου έχει αποδειχτεί ότι θα ανταποκρίνονταν με μια εντυπωσιακή άνοδο της παραγωγής. Η δομή της κοινωνίας του χωριού είναι ένα δευτερεύον εμπόδιο, που αλλάζει ανταποκρινόμενο σε εξωτερικές μεταβολές. 469
Το να συγκεντρώνεται η προσοχή στις τοπικές αντιστάσεις και να στέλνονται ατέλειωτες ομάδες κοινωνιολόγων προς μελέτη της υπαίθρου, έχει ως συνέπεια να αποσπάται η προσοχή από την κύρια πηγή των δυσκολιών, που είναι η κυβερνητική πολιτική στο Νέο Δελχί. Θα πούμε περισσότερα πάνω σ ’ αυτό σε λίγο. Πίσω από τη δυσκολία που συναντά η προώθηση της αγοράς, υπάρχει η αποτυ χία να διοχετευθούν στη βιομηχανική ανάπτυξη οι πόροι που γεννά η γεωργία. Αν ρίξουμε μια ματιά σε άλλες χώρες, διαπιστώνουμε ότι η πορεία της ιστορικής εξέλιξης στην Ινδία ήταν τέτοια ώστε καμία τάξη να μην αναπτύξει κάποιο ισχυρό συμφέρον για την αξιοποίηση του αγροτικού πλεονάσματος με τέτοιον τρόπο ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία της βιομηχανικής ανάπτυξης. Η λαϊκή υποστήριξη που διέθετε το εθνικιστικό κίνημα οφειλόταν στην αγροτιά και είχε διαποτιστεί, μέσω του Γκάντι, με την αγροτική ιδεολογία. Ώ ς εδώ περίπου μπορεί να διεισδύσει η κοινωνιολογική ανάλυ ση. Έ χω την υποψία ότι ήδη έχει πάει πολύ μακριά και ότι ο Νεχρού προσωπικά θά πρέπει να δεχτεί ένα μεγάλο μερίδιο της μομφής. Η υπερβολική συγκέντρωση της προσοχής πάνω στις συνθήκες και τις αντικειμενικές δυσκολίες οδηγεί στο λάθος να ξεχνάμε ότι οι μεγάλοι πολιτικοί ηγέτες είναι εκείνοι που κατορ θώνουν σημαντικές θεσμικές αλλαγές σε πείσμα τέτοιων εμποδίων. Ο Νεχρού ήταν ένας πολύ ισχυρός πολιτικός ηγέτης. Είναι παρά λογο να αρνιέται κανείς ότι διέθετε μεγάλο περιθώριο για ελι γμούς. Παρόλ’ αυτά, στο πιό αποφασιστικό πρόβλημα, η πολιτι κή του ήταν πολιτική ρητορείας και άσκοπων κινήσεων. Η ατμό σφαιρα δραστηριότητας έγινε υποκατάστατο της δράσης. Α π ’ αυτή την άποψη τουλάχιστον, η ινδική δημοκρατία δεν είναι μονάχη της στον κόσμο. Απέναντι σε μια τέτοια εκτίμηση, ο δυτικός φιλελεύθερος παρατηρητής θα απαντούσε σχεδόν αυτόματα, ότι ακόμα κι αν η ινδική αγροτική πολιτική, αλλά και η οικονομική πολιτική ως σύνολο, υπήρξε πλούσια σε λόγια και φτωχή σε επιτεύξεις, τουλά χιστον δεν είχε τη βαρβαρότητα του σοβιετικού εκσυγχρονισμού. Κάποια θυσία σε ταχύτητα, συνεχίζει αυτό το επιχείρημα, είναι απαραίτητη για χάρη της δημοκρατίας. Αυτή η βολική γενίκευση παραβλέπει το φοβερό κόστος σε ανθρώπινο πόνο, που επιβάλλει στην Ινδία η πολιτική της festina lente. Είναι αδύνατο να μετρηθεί το κόστος αυτό με ψυχρά 470
στατιστικά στοιχεία. Μερικοί αριθμοί όμως θα δώσουν μια αμυδρή ιδέα για το μέγεθός του. Το 1924 και το 1926, στο συνέδριο «ΑΙΙ India Conference of Medical Research Workers» εκτιμήθηκε ότι στην Ινδία σημειώνονταν 5-6 εκατομμύρια θάνατοι το χρόνο μόνο από ασθένειες που θα μπορούσαν να προληφθούν.210Μετά το λιμό του 1943, η Επιτροπή Λοιμού της Βεγγάλης συμπέρανε ότι σημειώθη καν περίπου 1,5 εκατομμύριο θάνατοι «ως άμεσο αποτέλεσμα του Λιμού και των επιδημιών που ακολούθησαν».211 Αν και η πολεμική αναστάτωση συντέλεσε στα τραγικά αυτά αποτελέσματα, ο λιμός, κατά βάση, ήταν προϊόν της δομής της ινδικής κοινωνίας.212 Η φοβερή καμπάνα του θανάτου χτυπά μόνο για εκείνους που έχουν πέσει κάτω από τη γραμμή που χωρίζει την επιτυχία από την αποτυχία στην απλή βιολογική επιβίωση. Από μόνα τους αυτά τα στοιχεία δεν λένε τίποτα για την αρρώστια, την αθλιότητα, τη βρωμιά και τη ζωώδη άγνοια, που διαιωνίζεται από τις θρησκευτι κές πεποιθήσεις, των εκατομμυρίων που βρίσκονται πάνω από τη γραμμή. Η συνεχής αύξηση του πληθυσμού σημαίνει επίσης ότι η απειλή του θανάτου σε μαζική κλίμακα θα καιροφυλακτεί στο βάθος της σκηνής αν δεν επιταχυνθεί σημαντικά ο ρυθμός βελτίω σης. Πρέπει επίσης να υπογραμμίσουμε ότι, αν δημοκρατία σημαί νει να έχει ο πολίτης την ευκαιρία να παίξει σημαντικό ρόλο, ως λογικό ανθρώπινο ον, στον καθορισμό της ίδιας της τύχης του στη ζωή, τότε δημοκρατία δεν υπάρχει στην ινδική ύπαιθρο. Ο ινδός χωρικός δεν έχει ακόμα αποκτήσει τις υλικές και πνευματικές προϋποθέσεις για τη δημοκρατική κοινωνία. Η αναβίωση του «παντσαγιάτ», όπως είδαμε παραπάνω, δεν ήταν παρά μια ρομαν τική ρητορεία. Στην πραγματικότητα, το Πρόγραμμα Κοινοτικής Ανάπτυξης επιβάλλεται από τα πάνω. Εκείνοι που δουλεύουν σ ’ αυτό έχουν αναγκαστεί να αποβάλουν πολύ από τον δημοκρατικό ιδεαλισμό τους, να συμπεράνουν ότι οι δημοκρατικές διαδικασίες είναι «πάρα πολύ αργές» και να προσανατολίσουν τη συμπεριφορά τους προς μια «αποτελεσματικότητα» —με ρηχά, στατιστικά αποτελέσματα συνήθως, όπως ο αριθμός των σκαμμάτων για 210. Great Britain. Report of Commission on Agriculture in India 1928, 481. 211. India. Census 1951, VI. pt. IA. 80. 212. Για μια καλή αναφορά στο θέμα από βριτανιχή σχοπιά, βλ. Woodruff. Guardians. 333-337.
471
κοπρόχωμα που έγιναν— που θα ικανοποιήσει τους ανωτέρους τους. Το γεγονός ότι το Πρόγραμμα επιβλήθηκε από τα πάνω, δεν είναι κακό από μόνο του. Είναι το περιεχόμενο των προγραμμάτων που έχει σημασία. Μπορεί κανείς να επικρίνει αφηρημένα την γραφειοκρατική ηγεσία, μόνο με βάση μια αντίληψη της δημοκρα τίας που αποκλείει οποιαδήποτε παρέμβαση στον τρόπο που οι άνθρωποι ζουν τη ζωή τους, όσο αδαείς ή σκληροί κι αν είναι εξαιτίας της ίδιας της ιστορίας τους. Οποιοσδήποτε υιοθετεί αυτή τη φορμαλιστική αντίληψη περί δημοκρατίας, θα πρέπει να παρα δεχτεί το γεγονός ότι μεγάλα τμήματα της ινδικής αγροτιάς δεν θέλουν την οικονομική ανάπτυξη. Δεν τη θέλουν για λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω. Τό μόνο συνεπές πρόγραμμα, από αυτή τη σκοπιά, θα ήταν να αφεθούν οι ινδοί αγρότες μέσα στη βρωμιά και την αθλιότητα μέχρι που να λιμοκτονήσουν. Τα αποτελέσματα σίγουρα δεν θα ικανοποιούσαν κανένα είδος δημοκρατικού θεωρητιΜια πιο ρεαλιστική πολιτική θα μπορούσε να συγκεντώσει την προσοχή της στα είδη παρέμβασης που χρησιμοποιούνται και το κόστος χρησιμοποίησης του ενός σε σχέση με το άλλο. Το αν θα υιοθετηθεί ή όχι κάποιο συγκεκριμένο είδος παρέμβασης, ενώ μέσα στο ινδικό κράτος βαθαίνουν οι ρωγμές, είναι ένα άλλο ερώτημα που δεν έχω την πρόθεση να συζητήσω. Αν συνεχιστεί η τωρινή πολιτική στις κύριες γραμμές της, απ ’ όσο μπορεί κανείς να προβλέψει, αποτέλεσμα θα έχει έναν πολύ αργό ρυθμό βελτίωσης, που θα προέρχεται κυρίως από τη δράση του ανώτερου στρώματος της αγροτιάς που συνεχίζει να στρέφεται προς την εμπορευματική μικροκαλλιέργεια. Ο κίνδυνος έχει ήδη επισημανθεί: η σταθερή διόγκωση ενός αστικού και αγροτικού προλεταριάτου σε ακόμα μεγαλύτερη κλίμακα. Η πολιτική αυτή μπορεί ίσως κάποτε να γεννήσει την αντίθεσή της, αν και οι δυσκολίες μιας ριζοσπαστικής αλλαγής στην Ινδία είναι τεράστιες. Πολύ πιο επιθυμητό, από δημοκρατική σκοπιά, θα ήταν να χαλιναγωγήσει και να χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση αυτές τις ίδιες τάσεις για τους δικούς της σκοπούς. Αυτό θα σήμαινε παραμερισμό των δογμάτων του Γκάντι (αυτό δεν είναι και τόσο δύσκολο μέσα στη νέα γενιά που τώρα μπαίνει στην κρατική διοίκηση), ελεύθερο πεδίο δράσης για τα ανώτερα στρώματα της αγροτιάς, αλλά με φορολόγηση των κερδών τους, και οργάνωση μηχανισμού με τέτοιο
τρόπο ώστε να φύγει α π ’ τη μέση ο τοκογλύφος. Αν η κυβέρνηση κατάφερνε μ ’ αυτό τον τρόπο να αξιοποιήσει το πλεόνασμα που γεννιέται σήμερα στη γεωργία και να ενθαρρύνει την σημαντική αύξησή του, θα μπορούσε να κάνει πολύ περισσότερα για τη βιομηχανία με τους δικούς της πόρους. Με την ανάπτυξη της βιομηχανίας, θα μπορούσε ν ’ απορροφηθεί μεγάλο μέρος από την εργατική δύναμη που φεύγει από την ύπαιθρο και να απλωθεί η οικονομία της αγοράς ακόμη πιο γρήγορα, με συνεχώς επιταχυνό μενο ρυθμό. Οι προσπάθειες να φτάσει η τεχνολογία και τα σύγ χρονα μέσα στο κατώφλι του χωρικού θα έδινε τότε καρπούς.213 Η τρίτη δυνατότητα θα ήταν να γίνει μια πολύ ευρύτερη χρήση του καταναγκασμού, που θα πλησίαζε λίγο-πολύ το κομμουνιστικό μοντέλο. Ακόμα κι αν μπορούσε να δοκιμαστεί στην Ινδία, είναι πολύ αμφίβολο αν θα λειτουργούσε. Μέσα στις συνθήκες που επικρατούν, και θα επικρατούν για πολύ ακόμα, στην Ινδία, καμιά πολιτική ηγεσία —όσο ευφυής, αφοσιωμένη και αδίστακτη κι αν είναι— δεν θα μπορούσε, νομίζω, να εφαρμόσει μια επαναστατική αγροτική πολιτική. Η χώρα είναι πολύ ανομοιογενής και άμορφη ακόμα, παρόλο που αυτό σιγά-σιγά θ ’ αλλάξει. Το διοικητικό και πολιτικό πρόβλημα της επιβολής ενός προγράμματος κολλεκτιβοποίησης κόντρα στους φραγμούς της κάστας και της παράδοσης, με τις δεκατέσσερις γλώσσες, φαίνεται τόσο φοβερά δύσκολο που δεν σηκώνει άλλη συζήτηση. Μόνο μια πολιτική γραμμή φαίνεται, λοιπόν, να προσφέρει πραγματική ελπίδα, κι αυτή, επαναλαμβάνω, δεν επιδέχεται πρό βλεψη ότι θα υιοθετηθεί. Ό π ω ς κι αν είναι, ένα ισχυρό στοιχείο καταναγκασμού είναι απαραίτητο, αν πρόκειται να υπάρξει κάποια αλλαγή. Αν δεν υπάρξει κάποιο τεχνικό θαύμα που θα δώσει τη δυνατότητα σε κάθε ινδό χωρικό να καλλιεργεί αρκετή τροφή σε ένα ποτήρι νερό ή μια χούφτα άμμο, η παραγωγικότητα της εγρασίας θα πρέπει να αυξηθεί, η τεχνολογική πρόοδος να εισαχθεί, και να βρεθούν τα μέσα για να εξασφαλιστεί τροφή για τους κατοίκους των πόλεων. Ε ίτε πρόκειται για έμμεσο καταναγκασμό 213. Το πρόβλημα αναγνωρίζεται από μεριχούς ινδοΰς μελετητές των αγροτι κών ζητημάτων. Βλ. π.χ. Khan, "Resource Mobilization from Agriculture and Kronomir Development in Agriculture". 42-54· xai Milra. "Tax Burden" (Brai· banti and Spengler. cxS. Administration and Kronomir Development. 281-303, παρό λο που οι πολιτικές πλευρές παρασιωπούνται για χάρη των οικονομικών τεχνικών λεπτομερειών.
473
σε μαζική κλίμακα, όπως στο καπιταλιστικό μοντέλο, περιλαμβα νόμενης και της Ιαπωνίας, είτε για πιο άμεσο, που πλησιάζει το σοβιετικό μοντέλο, είναι οπωσδήποτε κάτι απαραίτητο. Τ ο τραγι κό της υπόθεσης είναι ότι οι φτωχοί πληρώνουν το βαρύτερο αντίτιμο για τον εκσυγχρονισμό, υπο καπιταλιστική ή σοσιαλιστι κή αιγίδα. Η μόνη δικαιολογία για την επιβολή αυτού του αντιτί μου είναι ότι η κατάσταση θα χειροτέρευε σίγουρα και σταθερά χωρίς αυτό. 'Οπως έχουν τα πράγματα, το δίλημμα είναι πράγμα τι σκληρό. Αυτοί που το αντιμετωπίζουν αξίζουν κάθε συμπάθεια. Απ ’ τ ’ άλλο μέρος, το να αρνιέται κανείς την ύπαρξή του είναι το άκρον άωτον της πνευματικής και πολιτικής ανευθυνότητας.
474
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Θεωρητικές συνεπαγωγές και προεκτάσεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ Ο δ η μ ο κ ρ α τικ ό ς δρό μ ο ς π ρος τη σ ύγχρονη κ οινω νία
Από τη σημερινή μας προοπτική, θα μπορούσαμε τώρα να σχεδιάσουμε σε χοντρές γραμμές τα κύρια χαρακτηριστικά του καθενός από τους τρεις δρόμους προς τον σύγχρονο κόσμο. Ο παλιότερος απ ’ αυτούς συνδύασε τον καπιταλισμό και την κοινο βουλευτική δημοκρατία, μετά από μια σειρά επαναστάσεων: η Πουριτανική Επανάσταση, η Γαλλική Επανάσταση, ο Αμερικάνι κος Εμφύλιος. Με κάποιες επιφυλάξεις που θα συζητήσουμε αργό τερα, τον ονόμασα δρόμο της αστικής επανάστασης, δρόμο που η Αγγλία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ ακολούθησαν διαδοχικά, με βαθιά διαφορετικές κοινωνίες στο ξεκίνημα τους. Ο δεύτερος δρόμος είναι επίσης καπιταλιστικός, αλλά, καθώς απούσιαζε μια ισχυρή επανα στατική ώθηση, πέρασε μέσα από αντιδραστικά πολιτικά σχήμα τα, για να καταλήξει στο φασισμό. Αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι, διαμέσου μιας επανάστασης από τα πάνω, η βιομηχανία τα κατάφερε ν ’ αναπτυχθεί και να ανθήσει στη Γ ερμανία και στην Ιαπω νία. Ο τρίτος δρόμος είναι βέβαια, ο κομμουνιστικός. Στη Ρωσία και στην Κίνα, επαναστάσεις που είχαν την κύρια, αλλά όχι απο κλειστική, ρίζα τους μέσα στην αγροτιά, έκαναν δυνατή την κομ μουνιστική παραλλαγή. Τέλος, στα μέσα της ΙΟετίας του ’60, η Ινδία μπήκε με αβέβαια, διστακτικά βήματα σε μια πορεία για να γίνει μια σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία. Η χώρα αυτή δεν γνώρι σε ούτε αστική επανάσταση, ούτε συντηρητική επανάσταση από τα πάνω, ούτε, ώς τα τώρα, κομμουνιστική επανάσταση. Το αν η Ιν δία θα μπορέσει ν ’ αποφύγει το φοβερό κόστος των τριών αυτών μορφών μετάβασης και να ανακαλύψει κάποια νέα παραλλαγή, ό πως επιχειρήθηκε επί Νεχρού, ή αν θα υποκύψει στο επίσης φοβερό κόστος της στασιμότητας, εξακολουθεί να αποτελεί το βασανιστι κό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι διάδοχοι του Νεχρού. 477
Οι τρεις αυτοί τύποι —αστικές επαναστάσεις που καταλήγουν στη δυτική μορφή δημοκρατίας, συντηρητικές επαναστάσεις από τα πάνω που καταλήγουν στο φασισμό, και αγροτικές επαναστά σεις που οδηγούν στον κομμουνισμό— σε πολύ περιορισμένο βαθμό μπορούν ν ’ αποτελέσουν εναλλακτικούς δρόμους και επιλογές. Είναι, πολύ περισσότερο, διαδοχικά ιστορικά στάδια. Σαν τέτοια, παρουσιάζουν μια ορισμένη σχέση το ένα προς το άλλο. Οι μέθοδοι εκσυγχρονισμού που επιλέγονται σε μια χώρα μεταβάλλουν τις διαστάσεις του προβλήματος για τις επόμενες χώρες που κάνουν το βήμα, όπως αναγνώρισε κι ο Βέμπλεν όταν επινόησε τον δημοφιλή, σήμερα, όρο, «τα πλεονεκτήματα της καθυστέρησης». Αν δεν είχε προηγηθεί ο δημοκρατικός εκσυγχρονισμός της Αγγλίας, δεν θα είχαν υιοθετηθεί, πιθανότατα οι αντιδραστικές μέθοδοι που εφαρ μόστηκαν στη Γερμανία και στην Ιαπωνία. Χωρίς την καπιταλι στική και την αντιδραστική εμπειρία, η κομμουνιστική μέθοδος θα ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό, αν είχε καθόλου υπάρξει. Είναι αρκετά εύκολο να αντιληφθούμε ότι η ινδική διστακτικότητα είναι σε μεγάλο βαθμό μ:α αρνητική κριτική αντίδραση απέναντι και στις τρεις προηγούμενες ιστορικές εμπειρίες. Παρόλο που υπάρ χουν ορισμένα κοινά προβλήματα στην οικοδόμηση των βιομηχανι κών κοινωνιών, το έργο αυτό εξακολουθεί να μεταβάλλεται συνε χώς. Οι ιστορικές προϋποθέσεις του καθενός από τα κύρια πολιτι κά είδη, διαφέρουν έντονα από εκείνες των άλλων. Μέσα σε καθένα από τους κύριους τύπους υπάρχουν επίσης εντυπωσιακές διαφορές, ίσως πιο εντυπωσιακές μέσα στη δημο κρατική παραλλαγή, καθώς και σημαντικές ομοιότητες. Σ ’ αυτό το κεφάλαιο θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε και τα δύο, καθώς θα αναλύουμε ορισμένα αγροτικά κοινωνικά χαρακτηριστικά που έχουν συντελέσει στην ανάπτυξη της δυτικής δημοκρατίας. Καλό θα ήταν να είμαστε συγκεκριμένοι, για μια ακόμα φορά, πά νω στο τι σημαίνει αυτή η μάλλον ηχηρή φράση, έστω κι αν οι ορι σμοί της δημοκρατίας έχουν μια τάση να μας απομακρύνουν από τα πραγματικά ζητήματα και να μας οδηγούν σε τετριμμένες στρεψο δικίες. Ο συγγραφέας βλέπει την ανάπτυξη μιας δημοκρατίας ως ένα μακρόχρονο και σίγουρα ανολοκλήρωτο αγώνα για να επιτευ χθούν τρία αλληλένδετα πράγματα: 1) να τεθούν υπό έλεγχο οι αυθαίρετοι άρχοντες, 2) να αντικατασταθούν οι αυθαίρετοι άρχον τες με δίκαιους και γνωστικούς κυβερνήτες και 3) να αποκτήσει ο λαός ένα μερίδιο στη δημιουργία των νόμων. Η καρατόμηση των 478
βασιλέων υπήρξε η πιο δραματική αλλά όχι και η λιγότερο σημαντική από τις πλευρές του πρώτου. Οι προσπάθειες να εδραιωθεί η κυριαρχία του νόμου, η ισχύς του νομοθετικού σώμα τος και, αργότερα, να χρησιμοποιηθεί το κράτος σαν κινητήρια μηχανή για την κοινωνική ευημερία, είναι οι γνωστές και διάσημες πλευρές των άλλων δύο. Παρόλο που η λεπτομερής εξέταση των αρχικών φάσεων των προ-σύγχρονων κοινωνιών είναι έξω από το πλαίσιο αυτής της εργασίας, θα ήταν καλό να θέσουμε έστω και σύντομα το ζήτημα των διαφορετικών σημείων εκκίνησης. Τπάρχουν άραγε δομικές διαφορές στις αγροτικές κοινωνίες που θα μπορούσαν σε μερικές περιπτώσεις να ευνοήσουν την εξέλιξη προς την κοινοβουλευτική δημοκρατία, ενώ άλλα σημεία εκκίνησης θα έκαναν δύσκολη μια τέτοια πορεία ή θα την απέκλειαν εντελώς; Σίγουρα το σημείο εκκίνησης δεν καθορίζει εντελώς την επακόλουθη πορεία εκσυγχρο νισμού. Η πρωσική κοινωνία του 14ου αιώνα παρουσίαζε τα ίδια χαρακτηριστικά που προηγήθηκαν της κοινοβουλευτικής δημοκρα τίας στην Δυτική Ευρώπη. Οι αποφασιστικές αλλαγές, που μετέ βαλαν ριζικά την πορεία της πρώσικης και τελικά της γερμανικής κοινωνίας, συντελέστηκαν κατά τους επόμενους δύο αιώνες. Ωστό σο, κι αν ακόμα τα σημεία εκκίνησης δεν είναι από μόνα τους καθοριστικά, μερικά α π ’ αυτά μπορεί να είναι πολύ ευνοϊκότερα για τις δημοκρατικές εξελίξεις από άλλα. Αρκετά βάσιμα μπορεί να υποστηριχτεί, νομίζω, η θέση ότι ο δυτικός φεουδαλισμός περιείχε πράγματι ορισμένους θεσμούς που τον διαφοροποιούσαν από άλλες κοινωνίες, με τέτοιο τρόπο ώστε να ευνοούνται οι δημοκρατικές εξελίξεις. Ο γερμανός ιστορικός Otto Hintze στη μελέτη του για τις νομικές τάξεις της φεουδαλικής κοινωνίας (Stande), έχει δώσει ίσως τα περισσότερα επιχειρή ματα υπέρ αυτής της θέσης, η οποία όμως εξακολουθεί να αποτελεί θέμα ζωηρής διαφωνίας μεταξύ των ειδικών.1 Από τη δική μας σκοπιά, η πιο σημαντική πλευρά ήταν η ανάπτυξη της έννοιας της ασυλίας ορισμένων ομάδων και προσώπων από την εξουσία του άρχοντα, καθώς και της έννοιας του δικαιώματος αντίστασης 1. BX.Hintze, Slaal und Vrrfassung, I, "Weltgeschichtliche Bedingungen der ReprSsenlalivverfassung (1931)’’, 140-185. "Typologie der slSndischen Verfassungen des Abendlandes” (1930), 120-139' xai"W eeen und VerbreitungdesFeudalismus” (1929), 84-119. Γιο τον εχβυγχρονιαμό μιριχών a n i αυτές τις ιβέις, βλ. Coulborn. ed. Feudalism (1956).
479
απέναντι στην άδικη εξουσία. Μαζί με την έννοια του συμβολαίου, ως αμοιβαίας υποχρέωσης που αναλαμβάνεται ελεύθερα από ελεύ θερα άτομα, έννοια που προέρχεται από την φεουδαλική σχέση της υποτέλειας (vassalage), αυτό το σύμπλεγμα ιδεών και πρακτικών αποτελεί ένα καίριο κληροδότημα της ευρωπαϊκής μεσαιωνικής κοινωνίας στις σύγχρονες δυτικές αντιλήψεις για μια ελεύθερη κοινωνία. Το πλέγμα αυτό αναπτύχθηκε μόνο στη Δυτική Ευρώπη. Εκεί μόνο εμφανίστηκε αυτή η λεπτή ισορροπία μεταξύ υπερτροφικής και υποτονικής βασιλικής εξουσίας, που έδωσε σημαντική ώθηση στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Είναι αλήθεια ότι μια μεγάλη ποικιλία επιμέρους ομοιοτήτων συναντιέται σε άλλες χώρες, αλλά φαίνεται να λείπει είτε κάποιο από τα αποφασιστικά συστατικά είτε η κρίσιμη αναλογία μεταξύ τους, έτσι όπως συναντιέται στη Δυτική Ευρώπη. Η ρώσικη κοινωνία ανέπτυξε πράγματι ένα σύστημα μεγάλων κτημάτων, τα «σοσλόβι». Ο Ιβάν ο Τρομερός, όμως έσπασε τη ραχοκοκαλιά της ανεξάρτητης τάξης των ευγε νών. Η προσπάθεια να επανακτήσουν τα προνόμιά τους ξεκίνησε μετά το τέλος της στιβαρής εξουσίας του Πέτρου του Μεγάλου και κατέληξε στην απόκτηση προνομίων, χωρίς τις αντίστοιχες υπο χρεώσεις και χωρίς καμιά συγκροτημένη σε σώμα συλλογική εκπροσώπιση στη διαδικασία διακυβέρνησης. Στη γραφειοκρατική Κίνα, γενικεύτηκε η αντίληψη της Ουράνιας Εντολής, που έδινε κάποια χροιά νομιμότητας στην αντίσταση απέναντι στην άδικη καταπίεση, χωρίς όμως να έχει κάποιο ισχυρό στοιχείο συλλογικής (συντεχνιακής) ασυλίας, κάτι που οι λόγιοι αξιωματούχοι εφάρμο σαν σε περιορισμένο βαθμό, στην πράξη, σε αντίθεση προς τη βασι κή αρχή της γραφειοκρατικής πολιτείας. Ο φεουδαλισμός αναπτύ χθηκε στην Ιαπωνία, αλλά με μεγάλη έμφαση στη νομιμοφροσύνη προς τους ανώτερους και τον «από θεού» άρχοντα. Της έλειπε η ι δέα της συναλλαγής μεταξύ θεωρητικά ίσων. Στο ινδικό σύστημα της κάστας, μπορεί κανείς να βρει ισχυρές ομοιότητες προς την αντίληψη της ασυλίας και του συντεχνιακού προνομίου, αλλά και πάλι χωρίς τη θεωρία ή την πρακτική του ελεύθερου συμβολαίου. Οι προσπάθειες να βρεθεί μια πλήρης και ενιαία εξήγηση αυτών των διαφορών, προσπάθειες που παρακινήθηκαν από μερι κές πρόχειρες παρατηρήσεις του Μάρξ και κορυφώθηκαν με την πολεμική αντίληψη του Willfogel για τον ανατολίτικο δεσποτισμό με βάση τον έλεγχο της παροχής νερού, δεν στάθηκαν πολύ 480
επιτυχείς. Αυτό δεν σημαίνει ότι πήγαν προς λάθος κατεύθυνση. Η παροχή νερού είναι ίσως μια πολύ στενή έννοια. Οι παραδοσιακοί δεσποτισμοί εμφανίζονται εκεί όπου μια κεντρική εξουσία έχει τη δυνατότητα να επιτελέσει κάποιο έργο ή να ελέγχει δραστηριότη τες ουσιώδεις για τη λειτουργία ολόκληρης της κοινωνίας. Σε παλιότερους καιρούς ήταν πολύ λιγότερο εύκολο α π ’ όσο είναι σήμερα να δημιουργήσει μια κυβέρνηση καταστάσεις που φέρουν μαζί τους τον δικό τους ορισμό για το τι είναι ουσιώδες για την κοινωνία στο σύνολό της και κάνουν τον υποκείμενο πληθυσμό να τον δέχεται παθητικά. Έ τσ ι είναι κάπως λιγότερο παρακινδυνευ μένο να ακολουθήσει κανείς αυτή την υπόθεση για το «γεωμετρικό τόπο» της επιτέλεσης ουσιωδών έργων σχετικά με τις προβιομη χανικές κοινωνίες, απ ’ όσο θα ήταν για τις σύγχρονες. Από τ ’ άλλο μέρος, φαίνεται επίσης ότι υπάρχει ευρύτερο φάσμα επιλογής απ ’ όσο νόμιζαν κάποτε όσον αφορά το πολιτικό επίπεδο, στο οποίο μια κοινωνία οργανώνει τον καταμερισμό εργασίας και τη διατήρη ση της κοινωνικής συνοχής. Το αγροτικό χωριό, το φέουδο ή ακόμα και η βάναυση αγροτική γραφειοκρατία μπορεί να αποτελούν το κρίσιμο επίπεδο κάτω από παρόμοιες, σε γενικές γραμμές, αγροτι κές τεχνολογίες. Μετά α π ’ αυτή την σύντομη αναφορά στις διαφορές των σημείων εκκίνησης, μπορούμε να στραφούμε στην ίδια τη διαδικα σία εκσυγχρονισμού. Έ να σημείο ξεχωρίζει σαφώς. Η διατήρηση του βασιλικού απολυταρχισμού ή, πιό γενικά, μιας προβιομηχανι κής γραφειοκρατικής διοίκησης μέσα στη σύγχρονη εποχή δημιουρ γεί συνθήκες δυσμενείς για τη δημοκρατία δυτικού τύπου. Οι διαφορετικές ιστορικές εμπειρίες της Κίνας, της Ρωσίας και της Γερμανίας, συμπίπτουν σ ’ αυτό το σημείο. Είναι ένα περίεργο γεγονός, για το οποίο δεν θα προσπαθήσω να δώσω εξήγηση, το ότι ισχυρές κεντρικές κυβερνήσεις, που μπορούμε, καταχρηστικά έστω, να αποκαλέσουμε μοναρχικούς απολυταρχισμούς ή αγροτι κές γραφειοκρατίες, εμφανίστηκαν κατά τον 16ο και 17ο αιώνα σ ’ όλες τις χώρες που εξετάσαμε σ ’ αυτή τη μελέτη (εκτός βέβαια από τις ΗΠΑ) και συγκεκριμένα στην Αγγλία, Γαλλία, Πρωσία, Ρωσία, Κίνα, Ιαπωνία και Ινδία. Όποιος κι αν είναι ο λόγος, το γεγονός αποτελεί ένα βολικό, αν και λίγο αυθαίρετο, έρεισμα για να στηρίξουμε την έναρξη του εκσυγχρονισμού. Παρόλο που η διατήρησή τους είχε δυσμενείς συνέπειες, οι ισχυροί μοναρχικοί θεσμοί επιτέλεσαν στην αρχή μια απαραίτητη λειτουργία, ελέγ 481
χοντας την αυθαιρεσία των ευγενών. Η δημοκρατία δεν θα μπορού σε να αναπτυχθεί κάτω από τη σκιά της πιθανής λεηλασίας και αρπαγής από τους πλιατσικολόγους βαρώνους. Στις αρχές της σύγχρονης εποχής, επίσης, μια αποφασιστική προϋπόθεση για τη σύγχρονη δημοκρατία υπήρξε η εδραίωση μιας ισορροπίας μεταξύ του στέμματος και των ευγενών, στην οποία η βασιλική εξουσία υπερείχε αλλά άφηνε ένα σημαντικό βαθμό ανεξαρτησίας στους ευγενείς. Η πλουραλιστική αντίληψη ότι μια ανεξάρτητη τάξη ευγενών είναι βασικό συστατικό κατά την ανά πτυξη της δημοκρατίας, έχει στερεή βάση μέσα στην ιστορία. Συγκριτική υποστήριξη σ ’ αυτή τη θέση προσφέρει η απουσία τέτοιου συστατικού στην Ινδία του Άκμπαρ και στην Κίνα των Μαντσού, και ακριβέστερα η αδυναμία επιβολής ενός αποδεκτού και νόμιμου status για τον όποιο βαθμό ανεξαρτησίας υπήρχε. Οι τρόποι με τους οποίους επιτεύχθηκε αυτή η ανεξαρτησία είναι εξίσου σημαντικοί. Στην Αγγλία, locus classicus της θετικής απόδειξης, οι Πόλεμοι των Ρόδων αποδεκάτισαν τη γαιοκτημονική αριστοκρατία, κάνοντας πολύ πιο εύκολη την εδραίωση μιας μορφής βασιλικού απολυταρχισμού ηπιότερου α π ’ όσο στη Γαλ λία. Είναι καλό να υπενθυμίσουμε ότι η επίτευξη μιας τέτοιας ι σορροπίας, τόσο αγαπητής στην φιλελεύθερη και πλουραλιστική παράδοση, υπήρξε καρπός βίαιων και συχνά επαναστατικών μεθό δων, που οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι γενικά απορρίπτουν. Σ ’ αυτό το σημείο, μπορεί κανείς να ρωτήσει τί γίνεται αν και όταν η γαιοκτημονική αριστοκρατία προσπαθήσει ν ’ απελευθερω θεί από τον βασιλικό έλεγχο, ενώ λείπει μια πολυάριθμη και πολιτικά εύρωστη τάξη αστών. Για να δώσουμε στο ερώτημα μια λιγότερο αυστηρή μορφή, τί μπορεί να συμβεί αν η αριστοκρατία επιζητήσει να απελευθερωθεί, χωρίς να υπάρχει αστική επανάστα ση; Νομίζω πως μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι το αποτέλε σμα είναι πολύ δυσμενές για την δυτικού τύπου δημοκρατία. Στη Ρωσία του 18ου αιώνα η στρατιωτική αριστροκρατία κατάφερε να καταργηθούν οι υποχρεώσεις της προς την τσαρική μοναρχία, ενώ ταυτόχρονα διατήρησε και αύξησε μάλιστα τα κτήματά της και την εξουσία της πάνω στους δουλοπάροικους. Η όλη εξέλιξη ήταν πολύ δυσμενής για τη δημοκρατία. Η γερμανική ιστορία είναι από μερικές απόψεις πολύ πιό αποκαλυπτική. Εκεί η αριστοκρατία αγωνίστηκε ενάντια στον Μεγάλο Εκλέκτορα ως επί το πλείστο χωριστά από τις πόλεις. Πολλές από τις τότε απαιτήσεις των 482
ευγενών μοιάζουν μ ’ εκείνες που προβλήθηκαν στην Αγγλία: ένα μερίδιο στην κυβέρνηση και ιδιαίτερα στους τρόπους της κυβέρνη σης να αποσπά χρήματα. Το αποτέλεσμα όμως δεν ήταν η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η αδυναμία των πόλεων υπήρξε ένα μόνιμο στοιχείο μέσα στη γερμανική ιστορία μετά την άνθησή τους στο νότιο και δυτικό τμήμα της χώρας κατά τον Μεσαίωνα, μετά τον οποίο παρακμάσανε. Χωρίς να προχωρήσουμε άλλο στ ’ αποδεικτικά στοιχεία και χωρίς να συζητήσουμε τις ασιατικές περιπετώσεις που δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση, μπορούμε απλώς να σημειώσουμε ότι συμφωνούμε σε μεγάλο βαθμό με τη μαρξιστική θέση: ότι μια εύρωστη και ανεξάρτητη τάξη αστών (εδώ ο όρος χρησιμοποιείται κυριολεκτικά- ο συγγραφέας γράφει town dwellers, Σ.τ.Μ .) υπήρξε απαραίτητο στοιχείο για την ανάπτυξη της κοινοβουλευτικής δη μοκρατίας. Χωρίς μπουρζουαζία δεν υπάρχει δημοκρατία. Ο πρω ταγωνιστής αυτός δεν θα εμφανιζόταν στην σκηνή αν συγκεντρώ ναμε την προσοχή μας αποκλειστικά στον αγροτικό τομέα. Παρόλ ’ αυτά, οι ηθοποιοί της υπαίθρου έχουν παίξει ένα πολύ σημαντικό ρόλο που χρειάζεται προσεκτική έρευνα. Και qtv κάποιος επιθυμεί να γράψει ιστορία με ήρωες και κακούς, πράγμα που αποποιείται ο συγγραφέας, ο απολυταρχικός «κακός» υπήρξε συχνά κάτοικος της υπαίθρου, αλλά και ο δημοκρατικός ήρωας των πόλεων βρήκε ση μαντικούς συμμάχους εκεί. Αυτή, π.χ., ήταν η περίπτωση της Αγγλίας. Ενώ ο απολυταρχισμός ενισχυόταν όλο και περισσότερο στη Γαλλία, σε μεγάλο μέρος της Γερμανίας και στη Ρωσία, υπέστει την πρώτη του ανάσχεση στο αγγλικό έδαφος, όπου βέβαια η προσπάθεια εδραίωσής του ήταν πολύ λιγότερο δυναμική. Σε μεγάλο βαθμό αυτό συνέβει γιατί η αγγλική γαιοκτημονική αριστοκρατία άρχισε από πολύ νωρίς να αποκτά εμπορικά χαρακτηριστικά. Ανάμεσα στους πιο αποφασιστικούς παράγοντες που επηρεάζουν την πορεία των πολιτικών εξελίξεων από κει και στο εξής, είναι το αν ή όχι η γαιοκτημονική αριστοκρατία στρέφεται στην εμπορευματική καλ λιέργεια και, αν ναι, ποιά μορφή παίρνει αυτή η εμπορευματοποίηση. Ας προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε αυτόν τον μετασχηματι σμό στο γενικό του περίγραμμα και από συγκριτική σκοπιά. Το ευρωπαϊκό μεσαιωνικό σύστημα υπήρξε ένα σύστημα όπου ο φεουδάρχης έδινε ένα ορισμένο μερίδιο της γης του, το demense, να 483
το καλλιεργούν οι χωρικοί και σε αντάλλαγμα ο αφέντης τους προστάτευε και απένεμε δικαιοσύνη, όπου συχνά, βέβαια, έριχνε το βάρος της δύναμής-του για την προάσπιση των δικών του υλικών συμφερόντων. Οι χωρικοί χρησιμοποιούσαν ένα άλλο κομμάτι της γης του αφέντη για να καλλιεργούν τρόφιμα για τη δική τους συντήρηση, και για να έχουν τις κατοικίες τους. ' Ενα τρίτο τμήμα, αποτελούμενο συνήθως από δάση, πηγές και βοσκοτόπια, που στην Αγγλία ονομαζόταν commons, χρησίμευε ως πηγή πολύτιμων καυσίμων, κυνηγίου και βοσκής τόσο στον φεουδάρχη όσο και στους χωρικούς. Για να εξασφαλίζεται στον φεουδάρχη επαρκής ποσότη τα εργασίας, αλλά όχι μόνο γι ’ αυτό, οι χωρικοί ήταν δεμένοι με διάφορους τρόπους με τη γη. Είναι αλήθεια ότι η αγορά έπαιζε σημαντικό ρόλο στη μεσαιωνική αγροτική οικονομία, και μάλιστα πολύ σημαντικότερο, ακόμα και σε καιρούς μακρινούς, α π ' όσο κάποτε πιστευόταν. Ωστόσο, σε αντίθεση με μεταγενέστερες εποχές, ο φεουδάρχης μαζί με τους χωρικούς του αποτελούσαν, σε μεγάλο βαθμό, μια αυτάρκη κοινότητα, ικανή να καλύπτει μεγάλο μέρος των αναγκών της από τους τοπικούς πόρους και με τοπική εργασία. Με αναρίθμητες τοπικές παραλλαγές το σύστημα αυτό επικράτησε σε μεγάλα τμήματα της Ευρώπης. Στην Κίνα δεν υπήρχε. Η φεουδαλική Ιαπωνία παρουσίαζε αρκετές ομοιότητες προς αυτό το σύστημα, ενώ αναλογίες μπορούν να βρεθούν και σε ορισμένα μέρη της Ινδίας. Η ανάπτυξη του εμπορίου στις πόλεις και οι απαιτήσεις των απολυταρχικών ηγεμόνων για φόρους, είχαν σαν συνέπεια, ανάμε σα σε πολλές άλλες, να χρειάζεται ο φεουδάρχης όλο και περισσό τερα μετρητά. Τρείς κύριες λύσεις δόθηκαν, σε διαφορετικά μέρη της Ευρώπης. Η αγγλική γαιοκτημονική αριστοκρατία στράφηκε σε μια μορφή εμπορικής καλλιέργειας, αφήνοντας τους χωρικούς ελεύθερους να τα βγάλουν πέρα όπως μπορούσαν. Οι γάλλοι γαιοκτήμονες ευγενείς αφήναν συνήθως τους χωρικούς να κατέχουν «de facto» τη γη. Στις περιοχές όπου στράφηκαν στο εμπόριο, το έκαναν εξαναγκάζοντας τους χωρικούς να τους παραδίνουν ένα μερίδιο της παραγωγής, το οποίο εμπορεύονταν. Στην ανατολική Ευρώπη εμφανίστηκε μια τρίτη παραλλαγή, η φεουδαλική οπι σθοδρόμηση. Οι γιούνκερς της ανατολικής Γερμανίας εξανάγκα σαν πολλούς ελεύθερους αγρότες να ξαναγίνουν δουλοπάροικοι για να εξασφαλίσουν την καλλιέργεια σιτηρών για εξαγωγές, ενώ στη Ρωσία σημειώθηκε μια παρόμια εξέλιξη, που οφειλόταν περισσό
τερο σε πολιτικούς παρά σε οικονομικούς λόγους. Μόνο κατά τον 19ο αιώνα έγινε η εξαγωγή σιτηρών, κύριο χαρακτηριστικό στοι χείο στο πολιτικό και οικονομικό τοπίο της Ρωσίας. Στην ίδια την Αγγλία, η στροφή της γαιοκτημονικής αριστο κρατίας προς την εμπορευματική καλλιέργεια την απάλλαξε από τα απομεινάρια της εξάρτησής της από το Στέμμα και ήταν το αίτιο, σε μεγάλο βαθμό, της εχθρότητας της απέναντι στις αδέξιες απόπειρες απολυταρχισμού των Στούαρτ. Ακόμα, η μορφή που πήρε η εμπορευματική γεωργία στην Αγγλία, σε αντίθεση με την ανατολική Γερμανία, δημιούργησε σημαντική κοινότητα συμφερόν των με τις πόλεις. Και οι δυο αυτοί παράγοντες ήταν από τα κύρια αίτια του Εμφυλίου Πολέμου και της τελικής νίκης της κοινοβου λευτικής υπόθεσης. Οι συνέπειές του συνέχισαν να είναι σημαντικές και να ενισχύονται από νέες αιτίες κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Οι συνέπειες φαίνονται ακόμα πιό καθαρά αν αντιπαραθέσουμε την αγγλική περίπτωση με άλλες παραλλαγές. Σε χοντρές γραμμές, υπάρχουν άλλες δυο δυνατότητες. Η ώθηση προς το εμπόριο μπορεί να είναι πολύ αδύναμη μέσα στις ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις. Ό που συμβαίνει αυτό, το αποτέλεσμα θα είναι η επιβίωση μιας τεράστιας μάζας αγροτών, που είναι, στην καλύτερη περίπτωση, φοβερό πρόβλημα για τη δημοκρατία και, στην χειρότερη, η καύσιμη ύλη για μια αγροτική επανάσταση που οδηγεί σε κομμουνιστική δικτατορία. Η άλλη δυνατότητα είναι να χρησιμοποιήσει η τάξη των γαιοκτημόνων μια ποικιλία πολιτικών και κοινωνικών μοχλών για να κρατήσει αρκετά εργατικά χέρια στη γη και να κάνει τη μετάβασή της στην εμπορευματική γεωργία μ ’ αυτό τον τρόπο. Αν αυτό συνδυαστεί με αρκετά μεγάλη βιομηχανική ανάπτυξη, το αποτέλεσμα πολύ πιθανόν να είναι αυτό που χαρακτηρίζουμε φασισμό. Στο επόμενο κεφάλαιο θα συζητήσουμε το ρόλο που έπαιξαν οι ανώτερες γαιοκτημονικές τάξεις στην δημιουργία φασιστικών κυβερνήσεων. Εδώ πρέπει μόνο να σημειώσουμε, 1) ότι η μορφή της εμπορευματικής γεωργίας είναι εξίσου σημαντική με την ίδια την εμπορευματοποίηση, και 2) ότι η αποτυχία της επιβολής καταλλήλων μορφών εμπορευματικής γεωργίας αρκετά νωρίς, αφήνει ανοιχτό ένα άλλο δρόμο προς τους σύγχρονους δημοκρατι κούς θεσμούς. Και τα δύο αυτά στοιχεία υπάρχουν στη γαλλική και αμερικανική ιστορία. Σε ορισμένες περιοχές της Γαλλίας, η εμπο ρευματική γεωργία άφησε σχεδόν άθικτη την αγροτική κοινωνία,
αλλά ταλαιπώρησε πολύ περισσότερο τους αγρότες, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία επαναστατικών δυνάμεων. Στο μεγαλύτερο μέρος της Γαλλίας η ώθηση προς την εμπορευματική γεωργία μέσα στην τάξη των ευγενών ήταν ασθενέστερη σε σύγκριση με την Αγγλία. Αλλά η Επανάσταση σακάτεψε την αριστοκρατία και άνοιξε το δρόμο για την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Στις ΗΠΑ, η δουλεία στις φυτείες ήταν μια σημαντική πλευρά της καπιταλι στικής ανάπτυξης. Από τ * άλλο μέρος, για να χρησιμοποιήσουμε μια ήπια έκφραση, ήταν ένας θεσμός δυσμενής για τη δημοκρατία. Ο Εμφύλιος έβγαλε α π ’ τη μέση αυτό το εμπόδιο, αν και μόνο εν μέρει. Γ ενικά, η δουλεία στις φυτείες είναι απλώς η πιο ακραία μορφή καταπιεστικής προσαρμογής στον καπιταλισμό. Τρεις πα ράγοντες την κάνουν δυσμενή για τη δημοκρατία. Η γαιοκτημονική ανώτερη τάξη είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί έναν ισχυρό καταπιε στικό μηχανισμό, ο οποίος τελικά θα επιβάλει ένα κοινωνικοπολιτικό κλίμα που δεν θα ευονεί τις ανθρώπινες ελευθερίες. Επιπλέον, ενθαρρύνει την υπεροχή της υπαίθρου απέναντι στις πόλεις, οι οποίες γίνονται ακόμα κέντρα μεταφοράς των αγροτικών προϊόν των σε μακρινές αγορές. Τέλος, υπάρχουν οι αποκτηνωτικές συνέπειες της σχέσης της γαιοκτημονικής ελίτ με το εργατικό δυναμικό της, ιδιαίτερα σ ’ εκείνες τις οικονομίες φυτειών όπου οι εργάτες ανήκουν σε διαφορετική φυλή. Εφόσον η μετάβαση στην εμπορευματική γεωργία είναι ο πωσδήποτε ένα πολύ σημαντικό βήμα, πώς μπορεί κανείς να εξηγήσει τους τρόπους με τους οποίους συντελέστηκε ή απέτυχε να πραγματοποιηθεί; Ένας σύγχρονος κοινωνιολόγος ίσως να αναζη τούσε μια εξήγηση με βάση τα πολιτιστικά στοιχεία. Σε χώρες όπου η εμπορευματική γεωργία δεν μπόρεσε να αναπτυχθεί σε μεγάλη κλίμακα, μπορεί να τόνιζε τον ανασταλτικό χαρακτήρα των αριστοκρατικών παραδόσεων, όπως η αντίληψη της τιμής και η αρνητική στάση απέναντι στο χρηματικό κέρδος και την εργασία. Στα αρχικά στάδια αυτής της έρευνας είχα κι εγώ την τάση να ψάχνω για τέτοιες εξηγήσεις. Καθώς συσσωρευόταν το αποδεικτι κό υλικό εμφανίστηκαν στοιχεία που μ ’ έκαναν δύσπιστο απέναντι σ ’ αυτή τη γραμμή «επίθεσης», παρόλο που τα γενικότερα ερωτή ματα που υποβάλλει θα χρειαστεί να τα συζητήσουμε αργότερα. Για να είναι πειστική μια εξήγηση με πολιτισμική βάση θα έπρεπε να αποδείξει, π.χ. ότι μέσα στην αγγλική γαιοκτημονική ανώτερη τάξη, οι στρατιωτικές παραδόσεις και αντιλήψεις για την 486
κοινωνική θέση και την τιμή ήταν σημαντικά ασθενέστερες α π ’ όσο, π.χ. στη Γαλλία. Παρόλο που η αγγλική αριστοκρατία έμοιαζε λιγότερο με κλειστή ομάδα α π ’ όσο η γαλλική, και δεν είχε τυπικούς κανόνες υποβιβασμού, είναι αμφίβολο αν η διαφορά κουλτούρας είναι αρκετή για να εξηγήσει τη διαφορά στην οικονο μική συμπεριφορά. Και τί να πει κανείς για τους ευγενείς της ανατολικής Γερμανίας, που στράφηκαν από τις αποικίες και τις κατακτήσεις στις εξαγωγές σιτηρών; Έ να ακόμα πιο σημαντικό στοιχείο είναι το γεγονός ότι μέσα στις γαιοκτημονικές τάξεις, όπου η τάση προς το εμπόριο φαίνεται ασθενής σε σχέση με την Αγγλία, βρίσκει κανείς συχνά μια σημαντική μειονότητα που έκανε επιτυχημένες προσπάθειες στο εμπόριο εκεί όπου οι τοπικές συνθήκες ήταν ευνοϊκές. Έ τσι, π.χ. η εμπορευματική εξαγωγική γεωργία αναπτύχθηκε πράγματι σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας. Οι παρατηρήσεις αυτές μας οδηγούν στο να υπογραμμίσουμε και πάλι την σημασία των διαφορών στις ευκαιρίες για υιοθέτηση της εμπορευματικής γεωργίας, όπως είναι, πάνω α π ’ όλα, η ύπαρξη αγοράς σε κοντινές πόλεις και η ύπαρξη κατάλληλων τρόπων μεταφοράς κυρίως νερού, πριν από την εποχή του σιδηρο δρόμου. Παρόλο που οι διαφορές εδάφους και κλίματος είναι οπωσδήποτε σημαντικές η μπουρζουαζία καιροφυλακτεί πάντα στα παρασκήνια για να παίξει το ρόλο του πρωταγωνιστή. Οι πολιτικές συνθήκες έπαιξαν επίσης αποφασιστικό ρόλο. Εκεί όπου ήταν δυνατό για τους γαιοκτήμονες να χρησιμοποιήσουν τον κρατικό μηχανισμό καταναγκασμού για να κάθονται και να ει σπράττουν ενοίκια, φαινόμενο που συναντιέται ευρύτατα στην Ασία και σε κάποιο βαθμό στην προεπαναστατική Γαλλία και Ρωσία, ασφαλώς δεν υπάρχει κίνητρο για να στραφούν σε λιγότερο καταπιεστικές μεθόδους πλουτισμού. Παρόλο που το ζήτημα της εμπορευματικής καλλιέργειας από τη μεριά των χωρικών έχει μικρότερη σχέση με τη δημοκρατία, θα ήταν καλό να πούμε και γ ι ’ αυτό δυο λόγια εδώ. Σε γενικές γραμμές, η εξάλειψη του αγροτικού προβλήματος μέσα από τη μετατροπή της αγροτιάς σε κάποιο άλλο είδος κοινωνικού σχημα τισμού φαίνεται ότι αποτελεί το καλύτερο προμήνυμα για τη δημοκρατία. Έ τσ ι στις μικρές δημοκρατίες των Σκανδιναυϊκών χώρων και της Ελβετίας οι αγρότες έγιναν μέρος των δημοκρατι κών συστημάτων υιοθετώντας αρκετά ειδικευμένες μορφές εμπο ρευματικής αγροτοπαραγωγής κυρίως γαλακτοκομικών προϊόν 487
των, για τις αγορές των πόλεων. Εκεί όπου οι χωρικοί φαίνονται να αντιστέκονται με πείσμα σε τέτοιες αλλαγές, όπως π.χ. στην Ινδία, δεν είναι δύσκολο να βρεθεί μια εξήγηση με βάση τις αντικειμενικές συνθήκες. Συχνά λείπει μια επαρκής αγορά για τα αγροτικά προϊόντα. Για τους χωρικούς που ζουν κοντά στο όριο της φυσικής επιβίωσης, ο εκσυγχρονισμός είναι οπωσδήποτε πολύ παρακινδυνευμένος, ιδιαίτερα αν κάτω από τις επικρατούσες συν θήκες, τα κέρδη πιθανότατα πρόκειται να πάνε σε κάποιον άλλο. ' Ετσι, ένα πολύ χαμηλό επίπεδο διαβίωσης και προσδοκιών είναι η μόνη προσαρμογή που φαίνεται λογική κάτω α π ’ αυτές τις συνθήκες. Τέλος, εκεί όπου οι συνθήκες είναι διαφορετικές, συχνά βλέπει κανείς να σημειώνονται ραγδαίες εξελίξεις μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Ώ ς τα τώρα η συζήτηση είχε σαν επίκεντρο δύο κύριες μεταβλητές, τις σχέσεις των γαιοκτημονικών ανώτερων τάξεων με τη μοναρχία και την ανταπόκρισή τους στις απαιτήσεις παραγωγής για την αγορά. Τπάρχει και μια τρίτη κύρια μεταβλητή που έχει παρεισφρύσει στη συζήτηση: η σχέση των γαιοκτημονικών ανώτε ρων τάξεων με τους κατοίκους των πόλεων, κυρίως το ανώτερο στρώμα, που μπορούμε, καταχρηστικά, να ονομάσουμε μπουρζου αζία. Οι συνασπισμοί και αντισυνασπισμοί που έγιναν μέσα και ανάμεσα σ ’ αυτές τις δυο ομάδες, αποτέλεσαν και σε μερικά μέρη του κόσμου ακόμα αποτελούν το βασικό πλαίσιο και περιβάλλον της πολιτικής δράσης, διαμορφώνοντας τις ευκαιρίες, τους πειρα σμούς, τα εμπόδια και τους περιορισμούς μέσα στα οποία έπρεπε να δράσουν οι πολιτικοί ηγέτες. Σε πολύ γενικές γραμμές, λοιπόν, το πρόβλημά μας είναι να προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε τις καταστάσεις εκείνες, όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ των γαιοκτη μονικών ανώτερων τάξεων και των αστών, που έχουν συντελέσει στην ανάπτυξη μιας σχετικά ελεύθερης κοινωνίας στη σύγχρονη επ°χή· Θα ήταν καλύτερα ν ’ αρχίσουμε υπενθυμίζοντας μερικά φυσι κά ρήγματα ανάμεσα στην πόλη και στην ύπαιθρο και μέσα στους δύο αυτούς τομείς του πληθυσμού. Πρώτα-πρώτα είναι η γνωστή αντίθεση συμφερόντων ανάμεσα στην απαίτηση της πόλης για φτηνή τροφή και υψηλές τιμές για τα είδη που παράγει και την επιθυμία της υπαίθρου για υψηλές τιμές τροφίμων και φτηνά προϊόντα από τον βιοτέχνη ή το εργοστάσιο. Οι ταξικές διαφορές, όπως εκείνες μεταξύ κτηματία και χωρικού στην ύπαιθρο, αφεντι
κού κ«ι μεροκαματιάρη, εργοστασιάρχη και εργάτη στην πόλη, τέμνουν κάθετα το ρήγμα μεταξύ υπαίθρου-πόλης. Εκεί όπου τα συμφέροντα των ανώτερων στρωμάτων στην πόλη και την ύπαιθρο συγκλίνουν ενάντια στα συμφέροντα των αγροτών και εργατών, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι δυσμενές για τη δημοκρατία. Πάντως, πολλά εξαρτώνται από τις ιστορικές περιστάσεις μέσα στις οποίες σημειώνεται αυτή η συμμαχία. Μια πολύ σημαντική περίπτωση σύγκλισης συμφερόντων μεταξύ μεγάλων τμημάτων της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας και των ανώτερων στρωμάτων των κατοίκων των πόλεων σημειώθηκε στην Αγγλία των Τυδόρ και των Στούαρτ. Αυτό έγινε σε ένα αρχικό στάδιο της πορείας εκσυγχρονισμού και κάτω από συνθήκες που οδήγησαν και τις δύο ομάδες να εναντιωθούν στη βασιλική εξουσία. Αυτές οι πλευρές του θέματος έχουν καθοριστική σημασία για την εξήγηση του γεγονότος ότι οι συνέπειες ήταν τελικά ευνοϊκές για τη δημοκρατία. Σε αντίθεση με την κατάσταση στη Γαλλία κατά την ίδια περίοδο, όπου οι βιομήχανοι ως επί το πλείστο κατασκεύαζαν όπλα και είδη πολυτελείας για τον βασιλιά και την αριστοκρατία της αυλής, η αγγλική μπουρζουαζία ήταν εύρωστη και ανεξάρτητη, με μεγάλα συμφέροντα στο εξαγωγικό εμπόριο. Από τη μεριά της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας και των μη τιτλούχων γαιοκτημόνων, υπήρχε επίσης μια σειρά ευνοϊκών παρα γόντων. Το εμπόριο μαλλιού είχε εξαπλωθεί στην ύπαιθρο κατά τον 16ο αιώνα και πιο πριν, και οδήγησε σε περιφράξεις χώρων για βοσκή των προβάτων. Οι άγγλοι προβατοτρόφοι γαιοκτήμονες, τάξη μικρή αλλά με επιρροή, χρειάζονταν τις πόλεις, α π ’ όπου εξαγόταν το μαλλί, κατάσταση εντελώς διαφορετική από εκείνη της ανατολικής Γερμανίας, όπου τα σιτηρά που καλλιεργούσαν οι γιούνκερς παράκαμπταν τις παρακμάζουσες πόλεις. Η σύγκλιση συμφερόντων των γαιοκτημονικών και αστικών ανώτερων τάξεων στην Αγγλία πριν από τον Εμφύλιο, με τέτοιο τρόπο ώστε να ευνοείται η υπόθεση της ελευθερίας, υπήρξε μια μοναδική συγκυρία μεταξύ των μεγάλων χωρών. ' Ισως η γενικότε ρη κατάσταση, της οποίας αποτελούσε μέρος, να μη μπορεί να εμφανιστεί παρά μόνο μια φορά στην ιστορία: η αγγλική μπουρζου αζία από τον 17ο ώς και μεγάλο μέρος του 19ου αιώνα είχε το μέγιστο δυνατό υλικό συμφέρον στην ανθρώπινη ελευθερία, γιατί ήταν η πρώτη μπουρζουαζία και δεν είχε ισχυροποιήσει ακόμα
τους ξένους και ντόπιους αντιπάλους της. Παρόλ’ αυτά, θα ήταν χρήσιμο να διατυπώσουμε κάποια συμπεράσματα από την αγγλική εμπειρία, με τη μορφή επιφυλακτικών γενικών υποθέσεων γύρω από τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες η συνεργασία μεταξύ σημαντικών τμημάτων των ανώτερων τάξεων των πόλεων και της υπαίθρου θα μπορούσε να είναι ευνοϊκή για την ανάπτυξη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ό π ω ς έχουμε ήδη υπογραμμίσει, έχει σημασία ο συνασπισμός να γίνεται σε αντίθεση προς τη βασιλική γραφειοκρατία. Μια δεύτερη συνθήκη φαίνεται να είναι το ότι οι ηγέτες της εμπορικής και βιομηχανικής τάξης θα πρέπει να έχουν μπει στο δρόμο για να γίνουν το κυριαρχικό στοιχείο στην κοινωνία. Κάτω απ ’ αυτές τις συνθήκες οι γαιοκτημονικές ανώτε ρες τάξεις έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν αστικές οικονομι κές συνήθειες. Αυτό συντελείται όχι σαν μια απλή αντιγραφή, αλλά ως ανταπόκριση σε γενικές συνθήκες και στις απαίτησες της δικής τους ζωής. Ό λ α αυτά τα πράγματα μπορούν να συμβούν, όπως φαίνεται, μόνο σ ’ ένα αρχικό στάδιο της οικονομικής ανάπτυξης. Το να έπαναληφθούν οπουδήποτε στον κόσμο τον 20ο αιώνα φαί νεται επίσης πολύ απίθανο. Η υιοθέτηση αστικών συνηθειών διευκολύνει τις γαιοκτημονι κές ανώτερες τάξεις, σε μεταγενέστερο στάδιο, να κρατήσουν τα πόστα πολιτικής εξουσίας μέσα σε μια βασικά αστική κοινωνία, όπως ήταν η Αγγλία κατά τον 19ο αιώνα. Τρεις επιπλέον παρά γοντες μπορούν να θεωρηθούν σημαντικοί εδώ. 0 ένας είναι η ύπαρξη ενός αρκετά μεγάλου ανταγωνισμού ανάμεσα στους εμπό ρους και βιομηχάνους, από τη μια μεριά, και τις παλιότερες γαιοκτημονικές τάξεις, από την άλλη. 0 δεύτερος είναι να διατη ρούν οι γαιοκτημονικές τάξεις ένα αρκετά σταθερό οικονομικό έρεισμα. Και οι δύο αυτοί παράγοντες εμποδίζουν το σχηματισμό ένος σταθερού μετώπου αντίδρασης των ανώτερων τάξεων στις απαιτήσεις μεταρρυθμίσεων και ενθαρρύνουν κάποιον ανταγωνι σμό για την εξασφάλιση της λαϊκής υποστήριξης. Τέλος, θα έλεγα ότι η γαιοκτημονική ελίτ πρέπει να μπορεί να μεταβιβάσει μέρος της αριστοκρατικής της νοοτροπίας στις εμπορικές και βιομηχανι κές τάξεις. Υπάρχει σ ’ αυτή τη μεταβίβαση κάτι περισσότερο από την επιγαμία με την οποία η παλιά αριστοκρατία προσπαθεί να κρατήσει τη θέση της συμμαχώντας με το καινούργιο χρήμα. Συνεπάγεται πολλές λεπτές αλλαγές συμπεριφοράς που ώς τα 490
τώρα ελάχιστα έχουν κατανοηθεί. Ξέρουμε μόνο τη συνέπεια: ότι η αστική νοοτροπία πρέπει να ενισχυθεί και όχι να γίνει το αντίστρο φο, όπως στη Γερμανία. Οι μηχανισμοί με τους οποίους συντελείται αυτή η ώσμωση δεν έχουν καθόλου αποσαφηνισθεί. Χωρίς άλλο το εκπαιδευτικό σύστημα παίζει σημαντικό ρόλο, παρόλο που από μόνο του δεν θα μπορούσε να είναι αποφασιστικό. Μια αναδίφηση της βιογραφικής βιβλιογραφίας που αφθονεί για την Αγγλία, θα έδινε ίσως πλούσια συγκομιδή, παρόλο το ταμπού των Ά γγλω ν σχετικά με τον ειλικρινή διάλογο περί κοινωνικών δομών, ένα ταμπού που συχνά είναι το ίδιο ισχυρό με εκείνο που εμποδίζει τις ειλικρινείς συζητήσεις περί σεξ. Ό που τα ρήγματα στον κοινωνι κό, οικονομικό, θρησκευτικό και πολιτικό τομέα δεν πλησιάζουν πολύ το ένα το άλλο, οι διαμάχες δεν έχουν μεγάλη πιθανότητα να είναι βίαιες και εμπαθείς σε σημείο που να αποκλείουν την δημοκρατική συμφιλίωση. Το τίμημα για ένα τέτοιο σύστημα είναι βέβαια η διαιώνιση ενός μεγάλου βαθμού «ανεκτής» κατάχρησης εξουσίας —που είναι ανεκτή κυρίως σ ’ αυτούς που επωφελούνται από το σύστημα. Μια σύντομη ματιά στη μοίρα της αγγλικής αγροτιάς φανερώ νει άλλη μια προϋπόθεση της δημοκρατικής εξέλιξης, που μπορεί πράγματι να είναι αποφασιστική από μόνη της. Παρόλο που η αγγλική «τελική λύση του αγροτικού ζητήματος» μέσω των περιφράξεων της γης για βοσκοτόπια μπορεί να μην ήταν τόσο βάρβαρη ή τόσο ολοκληρωτική όσο μας έκαναν να πιστέψουμε μερικοί παλιότεροι συγγραφείς, μικρή αμφιβολία υπάρχει ότι οι περιφράξεις, ως μέρος της βιομηχανικής επανάστασης, εξάλειψαν το αγροτικό πρόβλημα από την αγγλική πολιτική σκηνή. Έ τσ ι δεν υπήρχαν μεγάλες αγροτικές μάζες για να χρησιμοποιηθούν για τους αντιδραστικούς σκοπούς των γαιοκτημονικών ανώτερων τά ξεων, όπως στη Γερμανία και την Ιαπωνία. Για εντελώς διαφορε τικούς λόγους, οι ΗΠΑ απέφυγαν επίσης την πολιτική πανούκλα του προβλήματος των αγροτών η Γαλλία δεν το απέφυγε, και η αστάθεια της γαλλικής δημοκρατίας κατά τον 19ο και 20ο αιώνα οφείλεται εν μέρει σ ’ αυτό το γεγονός. Η ομολογημένη βαρβαρότητα των περιφράξεων μας φέρνει αντιμέτωπους με τα όρια της δυνατότητας ειρηνικής μετάβασης στη δημοκρατία και μας θυμίζει τις ανοιχτές και βίαιες διαμάχες που προηγήθηκαν από την εγκαθίδρυσή της. Είναι καιρός να αποκαταστήσουμε τη διαλεκτική, να αναλογιστούμε το ρόλο της 491
επαναστατικής βίας. Μεγάλο μέρος αυτής της βίας, ίσως τα πιό σημαντικά στοιχεία της, είχαν τη ρίζα τους στα αγροτικά προβλή ματα που εμφανίστηκαν κατά την πορεία που οδήγησε στην δυτικού τύπου δημοκρατία. Ο Αγγλικός Εμφύλιος περιόρισε τον βασιλικό απολυταρχισμό και έδωσε σ ’ όσους γαιοκτήμονες είχαν εμπορικό μυαλό το ελεύθερο να παίξουν το ρόλο τους κατά τον 18ο και τις αρχές του 19ου αιώνα στην καταστροφή της αγροτικής κοινωνίας. Η Γαλλική Επανάσταση έσπασε τη δύναμη της γαιο κτημονικής αριστοκρατίας, που ήταν ακόμη προεμπορική, αν και τομείς της είχαν αρχίσει να προχωρούν σε νέες μορφές που απαιτούσαν καταπιεστικούς μηχανισμούς για να διατηρήσουν το εργατικό δυναμικό. Μ ’ αυτή την έννοια, όπως ήδη σημειώσαμε, η Γ αλλική Επανάσταση αποτελούσε έναν εναλλακτικό δρόμο για την δημιουργία θεσμών τελικά ευνοϊκών για τη δημοκρατία. Τέλος, ο Αμερικάνικος Εμφύλιος έσπασε επίσης τη δύναμη μιας γαιοκτη μονικής ελίτ που έστεκε εμπόδιο στο δρόμο της δημοκρατικής προόδου, αλλά που στην περίπτωση αυτή, είχε αναπτυχθεί ως τμήμα του καπιταλισμού. Είτε πιστεύει κανείς είτε όχι ότι οι τρεις αυτές βίαιες διαδικασίες ευνόησαν την ανάπτυξη της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας, εξακολουθεί να είναι απαραίτητο ν ’ αναγνωρίσουμε ότι υπήρξαν ένα σημαντικό τμήμα της όλης εξέλιξης. Από μόνο του αυτό το γεγονός δικαιολογεί αρκετά τον γνωστό ορισμό τους ως αστικών, ή, αν το προτιμά κανείς, φιλελεύθερων επαναστάσεων. Παρόλ’ αυτά υπάρχουν πραγματικές δυσκολίες στην ταξινόμηση ανά ομάδες των επαναστάσεων ή οποιωνδήποτε άλλων κοινωνικών φαινομένων. Πρίν προχωρήσουμε άλλο, καλό θα ήταν να συζητή σουμε αυτό το σημείο. Μερικές πολύ γενικές σκέψεις μας υποχρεώνουν να υιοθετή σουμε ορισμένες ευρύτερες κατηγορίες. Είναι ή θα ’πρεπε να είναι ολοφάνερο, ότι ορισμένα θεσμικά πλαίσια όπως ο φεουδαλισμός, η απόλυτη μοναρχία και ο καπιταλισμός, ανατέλλουν, μεσουρανούν και δύουν. Το γεγονός ότι ένα οποιδήποτε ειδικό θεσμικό πλαίσιο αναπτύσσεται πρόωρα σε μια χώρα και μετά σε μια άλλη, όπως έγινε με τον καπιταλισμό στην Ιταλία, Ολλανδία, Αγγλία, Γαλλία και ΗΠΑ, δεν αποτελεί εμπόδιο σε μια εξελικτική, γενικά, αντίληψη της ιστορίας. Καμιά επιμέρους χώρα δεν διέρχεται απ ’ όλα τα στάδια, αλλά απλώς προωθεί την εξέλιξη αυτή μέσα στα πλαίσια των δικών της καταστάσεων και θεσμών. Έ τσι, μια 492
επανάσταση που ευνοεί την ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παρα γωγής έχει μεγάλες πιθανότητες να πετύχει σε κάποιες φάσεις και όχι σε κάποιες άλλες. Μπορεί να είναι απελπιστικά πρόωρη και ανίσχυρη σαν ρεύμα κατά τον 14ο και 16ο αιώνα και, πάλι, να είναι απελπιστικά αναχρονιστική στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Πάνω και πέρα από τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες, σε μια δεδομένη στιγμή και σε μια ορισμένη χώρα, υπάρχουν και οι διεθνείς συνθήκες, όπως το επίπεδο της τεχνολογίας και της οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης που έχει αναπτυχθεί σε άλλα μέρη του κόσμου, που επηρεάζουν πολύ τις προοπτικές μιας επανάστασης. Οι σκέψεις αυτές οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι επαναστά σεις πρέπει να ταξινομούνται ανάλογα με τα γενικότερα θεσμικά αποτελέσματα που έφεραν. Πολλή από τη σύγχυση και την απροθυμία όσον αφορά τη χρήση ευρύτερων κατηγοριών προέρχε ται από το γεγονός ότι εκείνοι που παρέχουν τη μαζική υποστήριξη σε μια επανάσταση, εκείνοι που την οδηγούν, κι εκείνοι που τελικά επωφελούνται απ ’ αυτήν, είναι πολύ διαφορετικές ομάδες ανθρώ πων. Για όσο καιρό αυτή η διάκριση θα είναι σαφής σε κάθε περίπτωση, είναι λογικό (και απαραίτητο επίσης, για να επισημαίνονται τόσο οι διαφορές όσο και οι ομοιότητες) να βλέπει κανείς τον Αγγλικό Εμφύλιο, την Γαλλική Επανάσταση και τον Αμερικά νικο Εμφύλιο σαν στάδια στην εξέλιξη της αστικο-δημοκρατικής επανάστασης. Υπάρχουν λόγοι που δικαιολογούν την απροθυμία να χρησιμο ποιείται αυτός ο όρος, και αξίζει να δείξουμε τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να οδηγήσει σε λάθος συμπεράσματα. Για μερικούς συγγραφείς η έννοια της αστικής επανάστασης συνεπάγεται μια σταθερή αύξηση της οικονομικής δύναμης των εμπορικών και βιομηχανικών τάξεων στις πόλεις, ώς το σημείο όπου η οικονομική δύναμη έρχεται σε σύγκρουση με την πολιτική δύναμη που βρίσκε ται ακόμα στα χέρια των παλιών ηγετικών τάξεων, που στηρίζον ται κυρίως στη γη. Σ ’ αυτό το σημείο υποτίθεται ότι έρχεται η επαναστατική έκρηξη, μέσα από την οποία οι εμποροβιομηχανικές τάξεις παίρνουν τα ηνία της πολιτικής εξουσίας και εισάγουν τα κύρια στοιχεία της σύγχρονης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Μια τέτοια αντίληψη δεν είναι εντελώς λαθεμένη. Ακόμα και για τη Γ αλλία, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις για μια αύξηση της οικονομι κής δύναμης μιας μερίδας της μπουρζουαζίας, εχθρικής απέναντι 493
στα δεσμά που επίβαλε το ancien regime. Παρόλ’ αυτά, αυτή η αντίληψη για την αστική επανάσταση είναι τόσο απλουστευτική που μοιάζει με καρικατούρα αυτού που πραγματικά συνέβει. Για να βεβαιωθούμε γ ι ’ αυτό, αρκεί να θυμηθούμε: 1) τη σημασία του καπιταλισμού στην αγγλική ύπαιθρο, που έδωσε τη δυνατότητα στην αγγλική γαιοκτημονική αριστοκρατία να κρατήσει τον έλεγχο της κρατικής μηχανής σ ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα- 2) την απουσία μιας ισχυρής και γνήσιας αστικής ορμής στη Γ αλλία, τους στενούς δεσμούς της μπουρζουαζίας με την παλιά τάξη πραγμά των, την εξάρτησή της από τους ριζοσπαστικούς συμμάχους της στη διάρκεια της επανάστασης, τη συνέχιση της βασισμένης στο χωριό αγροτικής οικονομίας κατά τη σύγχρονη εποχή· 3) το γεγονός ότι η δουλεία στις φυτείες στις ΗΠΑ αναπτύχθηκε ως αναπόσπαστο τμήμα του βιομηχανικού καπιταλισμού και αποτέλεσε έμποδιο πολύ περισσότερο για την δημοκρατία παρά για τον καπιταλισμό. Ό π ω ς υπογραμμίσαμε πριν λίγο, η κεντρική δυσκολία είναι ότι εκφράσεις, όπως αστική επανάσταση και αγροτική επανάστα ση, εμπεριέχουν αδιακρίτως εκείνους που κάνουν την επανάσταση κι εκείνους που επωφελούνται α π ’ αυτήν. Επίσης οι όροι αυτοί συγχέουν τα νομκά και πολιτικά αποτελέσματα των επαναστάσε ων με τις κοινωνικές ομάδες που ενεργοποιούνται σ ’ αυτές. Οι αγροτικές επαναστάσεις του 20ου αιώνα είχαν τη μαζική υποστή ριξη των αγροτών, που ύστερα υπήρξαν τα κύρια θύματα του εκσυγχρονισμού που εφάρμοσαν οι κομμουνιστικές κυβερνήσεις. Παρόλ’ αυτά θα επιμείνω να χρησιμοποιώ του όρους αυτούς, αν και παραδέχομαι ρητά την ασάφειά τους. Ό τα ν αναφερόμαστε σε αγροτικές επαναστάσεις, θα εννοούμε την κύρια δύναμη που τις στηρίζει γνωρίζοντας καλά ότι κατά τον 20ό αιώνα το αποτέλεσμα τους ήταν ο κομμουνισμός. Ό ταν αναφερόμαστε σε αστικές επα ναστάσεις, η δικαιολόγηση του όρου αυτού στηρίζεται σε μια σειρά νομικών και πολιτικών συνεπειών. Η ακριβής ορολογία επιβάλλει την επινόηση νέων όρων, πράγμα που, φοβάμαι, θα επιδείνωνε τη σύγχυση. Το κύριο πρόβλημα, στο κάτω κάτω, είναι τί συνέβει και γιατί, κι όχι οι ετικέτες που χρησιμοποιούνται. Έ χ ει γίνει τώρα αρκετά σαφές, όσο είναι δυνατό σε τέτοιες περιπτώσεις, ότι η Πουριτανική Επανάσταση, η Γαλλική Επανά σταση και ο Αμερικάνικος Εμφύλιος ήταν βίαιες εκρήξεις μέσα σε μια μακροχρόνια εξελικτική διαδικασία πολιτικής αλλαγής, που 494
οδήγησε σ ’ αυτό που αναγνωρίζουμε ως σύγχρονη δυτική δημοκρα τία. Η εξελικτική αυτή διαδικασία είχε οικονομικά αίτια, παρόλο που σίγουρα δεν ήταν τα μόνα. Τα καθεστώτα πολιτικής ελευθερί ας που δημιουργούνταν μέσα από αυτό το προτ 7ες παρουσιάζουν σαφείς ομοιότητες μεταξύ τους. Αν μελετηθούν σε συσχετισμό με την εμφάνιση του σύγχρονου καπιταλισμού, εμφανίζουν τα χαρα κτηριστικά μιας ιδιαίτερης ιστορικής εποχής. Τα στοιχεία-κλειδιά στην φιλελεύθερη και αστική κοινωνική τάξη πραγμάτων είναι το δικαίωμα ψήφου, η εκπροσώπηση σ ’ ένα νομοθετικό σώμα που φτιάχνει τους νόμους κι, επομένως, είναι κάτι περισσότερο από μια σφραγίδα στα χέρια της εκτελεστικής εξουσίας, η εξασφάλιση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και η εξάλειψη των κληρονομημένων από το παρελθόν εμποδίων για την απόκτησή της, η θρησκευτική ανοχή, η ελευθερία του λόγου και το δικαίωμα ειρηνικής συνάθροι σης. Ακόμα κι αν η πράξη συχνά δεν ανταποκρίνεται στις διακηρύ ξεις, αυτά είναι τα ευρύτερα παραδεκτά χαρακτηριστικά της σύγχρονης φιλελεύθερης κοινωνίας. Η τιθάσευση του αγροτικού τομέα υπήρξε αποφασιστικό γνώρισμα του όλου ιστορικού προτσές που οδήγησε σε μια τέτοια κοινωνία. Ή ταν το ίδιο σημαντική με την περισσότερο γνωστή πειθάρχηση της εργατικής τάξης και, βέβαια, ήταν στενά συνδεμέ νο μ ’ αυτήν. Πράγματι, η αγγλική εμπειρία σε βάζει στον πειρασμό να πεις ότι η απαλλαγή από τη γεωργία, ως κύρια κοινωνική δραστηριότητα, είναι μια προϋπόθεση για την πετυχη μένη δημοκρατία. Η πολιτική ηγεμονία της γαιοκτημονικής ανώ τερης τάξης πρέπει να συντρίβει ή να μετασχηματισθεί. Ο χωρικός έπρεπε να μετατραπεί σε «φάρμερ» που παράγει για την αγορά αντί για τη δική του κατανάλωση και για κατανάλωση του κτημα τία. Μέσα σ ’ αυτή την εξελικτική διαδικασία, οι γαιοκτημονικές τάξεις είτε έγιναν ένα σημαντικό τμήμα της καπιταλιστικής και δημοκρατικής πλημμυρίδας, όπως στην Αγγλία, ή, εφόσον στάθη καν εμπόδιο, σαρώθηκαν μέσα στην αναταραχή της επανάστασης ή του εμφύλιου πολέμου. Με λίγα λόγια, η γαιοκτημονικές ανώτερες τάξεις είτε βοήθησαν για να γίνει η αστική επανάσταση ή καταστράφηκαν από αυτήν. Κλείνοντας αυτή τη συζήτηση θα ήταν ίσως χρήσιμο να υπογραμμίσουμε τις κύριες συνθήκες που έπαιξαν, όπως φαίνεται, τον πιό σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της δημοκρατίας, και, σαν μια πρόχειρη δοκιμασία αυτών των συμπερασμάτων, να τις αντι 495
παραβάλουμε με την ινδική εμπειρία. Αν βγει ότι η παρουσία κάποιων από αυτές τις συνθήκες έχει αποδειγμένη σχέση με τις πιό επιτυχημένες πλευρές της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ινδία ή των ιστορικών καταβολών αυτών των πλευρών, και, από τ ’ άλλο μέρος, ότι η απουσία άλλων συνθηκών έχει κάποια σχέση με τις δυσκολίες και τα εμπόδια για τη δημοκρατία στην Ινδία, τότε μπορούμε να έχουμε περισσότερη εμπιστοσύνη σ ’ αυτά τα συμπε ράσματα. Η πρώτη προϋπόθεση της δημοκρατικής εξέλιξης που συναν τήσαμε στην έρευνά μας ήταν η ανάπτυξη μιας ισορροπίας ώστε να μην υπάρχει ούτε πολύ ισχυρό στέμμα ούτε πολύ ανεξάρτητη γαιοκτημονική αριστοκρατία. Στη μογγολική Ινδία, στο ζενίθ της,η ισχύς του στέμματος ήταν συντριπτική σε σχέση με τις ανώτερες τάξεις. Στερημένος από κάθε εξασφάλιση των δικαιωμάτων ιδιο κτησίας, ο ευγενής ήταν, κατά τη γνωστή φράση του Μόρλαντ, είτε υπηρέτης είτε εχθρός της κεντρικής εξουσίας. Η παρακμή του μογγολικού συστήματος ελευθέρωσε τις ανώτερες τάξεις, ρίχνον τας βάρος από την άλλη μεριά της ζυγαριάς, προς μια πολιτεία αντιμαχόμενων τοπικών ηγεμονίσκων. Παρόλ’ αυτά, η προσπά θεια των Βρεταννών κατά τον 18ο αιώνα να δημιουργήσουν στο ινδικό έδαφος μια τάξη εύρωστων προοδευτικών αριστοκρατών παρόμοια με τη δική τους στην Αγγλία, κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία. Η ινδική κοινωνία δε μπόρεσε επίσης να πετύχει τη δεύ τερη μεγάλη προϋπόθεση: τη στροφή προς μια κατάλληλη μορφή εμπορευματικής γεωργίας, είτε από τη μεριά της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας είτε της αγροτιάς. Αντίθετα, η προστατευτική ομπρέλα του «νόμου και της τάξης» των Βρετανών επέτρεψε στον πληθυσμό να αυξηθεί και σε μια τάξη παρασιτικών κτηματιών να ξαφρίζουν μαζί με τους τοκογλύφους, το μεγαλύτερο μέρος από το περίσσευμα της αγροτικής παραγωγής. Αυτές οι συνθήκες, με τη σειρά τους, εμπόδισαν πολύ την κεφαλαιακή συσσώρευση και τη βιομηχανική ανάπτυξη. Ό τα ν ήρθε η Ανεξαρτησία, έφτασε ώς ένα βαθμό, με την ωστική δύναμη της λαχτάρας των χωρικών να επιστρέψουν σ ’ ένα εξιδανικευμένο αγροτικό παρελθόν, πράγμα που περιόρισε ακόμα περισσότερο και μάλιστα καθυστέρησε επικίνδυνα τον πραγματικό εκσυγχρονισμό στην ύπαιθρο. Το ότι αυτές οι πε ριστάσεις αποτέλεσαν σοβαρά εμπόδια στην εδραίωση και λει τουργία μιας καλά θεμελιωμένης δημοκρατίας, δεν χρειάζεται άλ λη ανάλυση εδώ. 4%
Από τ ’ άλλο μέρος, η αποχώρηση των Βρετανών εξασθένισε πολύ την πολιτική κυριαρχία της γαιοκτημονικής ελίτ. Πολλοί μάλιστα ισχυρίζονται ότι οι μετά την Ανεξαρτησία μεταρρυθμίσεις καταρράκωσαν εντελώς την ισχύ αυτή. Από αυτή την άποψη, η ανάπτυξη των δημοκρατικών θεσμών ακολούθησε το δυτικό πρότυ πο. Και, ακόμα σημαντικότερο, η βρετανική κατοχή, στηρίζοντας την εξουσία της στη γαιοκτημονική ελίτ και ευνοώντας τα βρετα νικά εμπορικά συμφέροντα, οδήγησε σε αντίθεση ένα μεγάλο τμήμα των εμπορικών και επαγγελματικών τάξεων των πόλεων, εμποδίζοντας τον μοιραίο συνασπισμό μιας ισχυρής γαιοκτημονι κής τάξης με μια αδύναμη μπουρζουαζία, πράγμα που, όπως θα δούμε λεπτομερέστερα στο επόμενο κεφάλαιο, υπήρξε η κοινωνική ρίζα πολλών δεξιών αυταρχικών καθεστώτων και κινημάτων στην Ευρώπη και την Ασία. Έ τσι, δυό από τις συνθήκες εκπληρώθηκαν: η εξασθένιση της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας και η αποτροπή ενός αριστοκρατικού-αστικού συνασπισμού ενάντια στους αγρότες και τους εργάτες. Η Ινδία αποτελεί, πράγματι, μια σημαντική περίπτωση χώ ρας όπου η τυπική τουλάχιστον δομή της δημοκρατίας και ένα αρκετά σημαντικό μέρος της ουσίας της, όπως η ύπαρξη νόμιμης αντιπολίτευσης και μέσων διαμαρτυρίας και κριτικής, πραγματώθηκαν χωρίς να υπάρξει φάση επαναστατικής βίας. (Η Ανταρσία του Σεπόυ ήταν κυρίως μια υπόθεση που κοίταζε προς τα πίσω). Ωστόσο, η απουσία της πέμπτης συνθήκης, δηλαδή της επαναστατι κής ρήζης με το παρελθόν, και οποιουδήποτε ισχυρού κινήματος προς αυτήν την κατέθυνση ώς τα σήμερα, είναι ένας α π ’ τους λόγους για την παρατεινόμενη καθυστέρηση της Ινδίας και τις εξαιρετικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η φιλελεύθερη δημοκρα τία εκεί. Μερικοί μελετητές των ινδικών υποθέσεων εκφράζουν την έκπληξή τους που η μικρή, δυτικοθρεμμένη ελίτ της Ινδίας παρέμεινε πιστή στο ιδεώδες της δημοκρατίας, ενώ θα μπορούσε τόσο εύκολα να την απαρνηθεί. Αλλά γιατί να θελήσει να την ανατρέψει; Μήπως η δημοκρατία δεν προσφέρει τη δικαιολογία για να αρνούνται να θίξουν με ουσιαστικό τρόπο την κοινωνική δομή που στηρίζει τα προνόμιά τους; Για να είμαστε δίκαιοι,πρέπει να προ σθέσουμε ότι το έργο αυτό είναι τόσο φοβερά μεγάλο που κάνει τον καθένα, εκτός από τον πιο δογματικό ριζοσπάστη, να τρέμει στη σκέψη ότι Θ’ αναλάβει την ευθύνη του. Παρόλο που ο πειρασμός για παραπέρα πραγμάτευση του 497
θέματος είναι μεγάλος, η αναφορά στην ινδική πολιτική πραγματι κότητα χρησιμεύει εδώ μόνο σαν τέστ για μια θεωρία της δημοκρα τίας. Οι επιτεύξεις και οι αδυναμίες της δημοκρατίας στην Ινδία, τα εμπόδια και οι αβεβαιότητες που ακόμα αντιμετωπίζει, όλα βρίσκουν λογική εξήγηση μέσα στα πλαίσια των πέντε συνθηκών που βγήκαν εδώ από την εμπειρία άλλων χώρων. Αυτό δεν αποτελεί κατά κανένα τρόπο απόδειξη. Πιστεύω όμως ότι θα ήταν σωστό να υποστηρίξουμε ότι αυτές οι πέντε συνθήκες δεν φωτίζουν μόνο σημαντικές πλευρές της ινδικής ιστορίας, αλλά επιβεβαιώνον ται και οι ίδιες από την ιστορία αυτή.
498
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ Ε πανάσταση από τα πάνω και Φ α σισ μός
Τον δεύτερο κύριο δρόμο προς τη σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία τον χαρακτηρίσαμε καπιταλιστικό και αντιδραστικό- τα πιό σαφή παραδείγματα αυτού του δρόμου τα δίνουν η Γερμανία και η Ιαπωνία. Εκεί ο καπιταλισμός επικράτησε τόσο στη γεωργία όσο και στη βιομηχανία και μετέτρεψε τις χώρες αυτές σε βιομηχα νικές. Αυτό όμως έγινε χωρίς λαϊκή επαναστατική εξέγερση. Ό ποιες τάσεις υπήρχαν προς αυτή την κατεύθυνση ήταν ασθενι κές, πολύ περισσότερο ασθενικές στην Ιαπωνία παρά στη Γ ερμα νία· και στις δυο περιπτώσεις, παρεκτράπηκαν και συντρίφτηκαν. Αν και δεν ήταν η μόνη αιτία, οι συνθήκες στον αγροτικό τομέα και οι ιδιαίτεροι τύποι καπιταλιστικού μετασχηματισμού που εκδηλώ θηκαν στην ύπαιθρο συνέβαλαν πολύ στις ήττες αυτές και στην ασθενικότητα των τάσεων προς τις δημοκρατικές μορφές δυτικού τύπου. Τπάρχουν μερικές μορφές καπιταλιστικού μετασχηματισμού στην ύπαιθρο που μπορεί να πετύχουν οικονομικά, με την έννοια της απόδοσης καλών κερδών, αλλά που είναι για αρκετά ευνόητους λόγους δυσμενείς για την ανάπτυξη των ελεύθερων θεσμών δυτικού τύπου του 19ου αιώνα. Παρόλο που αυτές οι μορφές αλληλοεπικαλύπτονται, είναι εύκολο να διακρίνουμε δύο γενικούς τύπους. Η γαιοκτημονική ανώτερη τάξη μπορεί, όπως στην Ιαπωνία, ν ’ αφήσει άθικτη την προϋπάρχουσα αγροτική κοινωνία, εισάγοντας τόσες μόνο αλλαγές ώστε να εξασφαλίσει ότι οι χωρικοί θα παράγουν αρκετό πλεόνασμα που αυτή θα μπορεί να οικιοποιείται και να το εμπορεύεται με κάποιο κέρδος. Ή , αλλιώς, η γαιοκτημο νική ανώτερη τάξη μπορεί να επινοήσει μια εντελώς νέα κοινωνική διάταξη, στα πλαίσια της δουλείας στις φυτείες. Η απροκάλυπτη δουλεία στους σύγχρονους καιρούς είναι, συνήθως, δημιούργημα 499
μιας τάξης καταχτητών, αποίχων σε τροπικές περιοχές. Σε μέρη της ανατολικής Ευρώπης, ωστόσο, οι ντόπιοι ευγενείς μπόρεσαν να ξαναφέρουν τη δουλοπαροικία, που έδεσε και πάλι τους χωρικούς με τη γη με τρόπο που έφερε τα ίδια περίπου αποτελέσματα. Αυτή ήταν μια ενδιάμεση μορφή μεταξύ των δύο άλλων. Τόσο το σύστημα της διατήρησης της αγροτικής κοινωνίας άθικτης με ταυτόχρονη άντληση μεγαλύτερου πλεονάσματος, όσο και η χρήση δουλικού ή ημιδουλικού εργατικού δυναμικού σε μεγάλες μονάδες καλλιέργειας, απαιτούν ισχυρές πολιτικές μεθό δους επιβολής για να αποσπάται το πλεόνασμα, να κρατιέται στη θέση του το εργατικό δυναμικό και, γενικά, να λειτουργεί το σύστημα. Δεν είναι βέβαια όλες αυτές οι μέθοδοι πολιτικές με τη στενή έννοια. Ιδιαίτερα εκεί όπου διατηρείται η αγροτική κοινω νία, γίνονται κάθε λογής προσπάθειες για να χρησιμοποιηθούν οι παραδοσιακές σχέσεις και τρόποι συμπεριφοράς ως βάση της θέσης του γαιοκτήμονα. Μια και αυτές οι πολιτικές μέθοδοι έχουν ουσιαστική σημασία, καλό θα ήταν να τους δώσουμε όνομα. Οι οικονομολόγοι διακρίνουν τους τύπους γεωργικής καλλιέργειας σε εργασιο-εντατικούς και κεφαλαιο-εντατικούς, ανάλογα με το αν το σύστημα χρησιμοποιεί μεγάλη ποσότητα εργασίας ή κεφαλαίου. Μπορεί επίσης να μιλήσει κανείς για συστήματα καταπίεσης της εργασίας, των οποίων η δουλεία δεν είναι παρά ένας ακραίος τύπος. Η δυσκολία με μια τέτοια έννοια είναι ότι μπορεί κάποιος να ρωτήσει με το δίκιο του ποιός τύπος δεν υπήρξε καταπιεστικός για την εργασία. Η αντιδιαστολή που θέλω να κάνω είναι ανάμεσα στη χρήση πολιτικών μηχανισμών («πολιτικών» με την ευρεία έννοια) α π ’ το ένα μέρος, και στην στήριξη στην αγορά εργασίας α π ’ το άλλο, για να εξασφαλιστεί επαρκές εργατικό δυναμικό που θα δουλεύει τη γη και θα παράγει αγροτικό πλεόνασμα για την κατανάλωση των άλλων τάξεων. Εκείνοι που βρίσκονται από κάτω υποφέρουν πολύ και στις δύο περιπτώσεις. Για να έχει κάποια χρησιμότητα η έννοια του αγροτικού συστήματος «καταπίεση της εργασίας» θα πρέπει να δεχτούμε ως προϋπόθεση ότι μεγάλος αριθμός ανθρώπων αναγκάζεται να δου λεύει μ ’ αυτό τον τρόπο. Σκόπιμο θα ήταν επίσης να δηλώσουμε ρητά ότι δεν περιλαμβάνει, π.χ., την αμερικάνικη οικογενειακή φάρμα του 19ου αιώνα. Μπορεί να υπάρχει εκμετάλλευση της ερ γασίας των μελών της οικογένειας σ ’ αυτή την περίπτωση, αλλά αυτό γίνεται κυρίως από τον ίδιο τον αρχηγό της οικογένειας με 500
ελάχιστη βοήθεια από τα έξω. Επίσης, ένα σύστημα μίσθωσης της εργασίας όπου οι εργάτες γης έχουν σημαντική πραγματική ελευ θερία να αρνούνται δουλειές και να κινούνται, πράγμα που συ ναντιέται πολύ σπάνια, δεν ανήκει σ ’ αυτή την κατηγορία. Τέλος, τα προ-εμπορικά και προ-βιομηχανικά αγροτικά συστήματα δεν είναι κα τ’ ανάγκην συστήματα καταπίεσης της εργασίας, όταν υπάρχει κάποια ισορροπία μεταξύ της συμβολής του άρχοντα στην απονομή δικαιοσύνης και την ασφάλεια, και της συμβολής του καλ λιεργητή στην παραγωγή των αγροτικών προϊόντων. Το αν αυτή η ισορροπία μπορεί ποτέ να προσδιοριστεί αντικειμενικά, είναι ένα αμφισβητήσιμο σημείο που θα πραγματευθούμε καλύτερα στο ε πόμενο κεφάλαιο, όταν το θέμα προκύψει σε συνάρτηση με τα αίτια των αγροτικών επαναστάσεων. Εδώ χρειάζεται μόνο να παρατη ρήσουμε ότι η εδραίωση των αγροτικών συστημάτων καταπίεσης της εργασίας στην πορεία του εκσυγχρονισμού, δεν προκάλεσε ο πωσδήποτε μεγαλύτερη δυστυχία στους χωρικούς α π ’ όσο άλλα συστήματα. Το πρόβλημά μας εδώ είναι διαφορετικό: πώς και για τί τα αγροτικά συστήματα καταπίεσης της εργασίας είναι δυσμε νές έδαφος για την ανάπτυξη της δημοκρατίας και ένα σημαντικό μέρος του θεσμικού πλέγματος που οδηγεί στο φασισμό. Συζητώντας για τις αγροτικές ρίζες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, παρατηρήσαμε ότι ένας περιορισμένος βαθμός ανε ξαρτησίας από τη μοναρχία αποτελούσε μια από τις ευνοϊκές συνθήκες, αν και δεν εμφανίστηκε παντού. Παρόλο που ένα σύστη μα καταπίεσης της εργσασίας στη γεωργία μπορεί να ξεκινήσει στα πλαίσια μιας αντίθεσης προς την κεντρική εξουσία, συνήθως συγχωνεύεται με τη μοναρχία σε ένα μεταγενέστερο στάδιο, καθώς αναζητά πολιτική υποστήριξη. Η κατάσταση αυτή μπορεί επίσης να οδηγήσει στη διατήρηση μιας στρατιωτικής ηθικής μέσα στην αριστοκρατία, πράγμα καθόλου ευνοϊκό για την ανάπτυξη των δημοκρατικών θεσμών. Η εξέλιξη του πρωσικού κράτους αποτελεί το πιό σαφές παράδειγμα. Μιά και αναφερθήκαμε σ ’ αυτές τις εξελίξεις σε πολλά σημεία αυτής της εργασίας, καλό θα ήταν να τις σκιαγραφήσουμε σύντομα τώρα. Στη νοτιανατολική Γερμανία η τιμαριωτική αντίδραση του 15ου και 16ου αιώνα, για την οποία θα μιλήσουμε και σε άλλη ευκαιρία, διέκοψε την εξέλιξη προς την απελευθέρωση της αγροτι άς από τις φεουδαλικές υποχρεώσεις και τη στενά συνδεμένη μ ’' αυτές ανάπτυξη των πόλεων, που στην Αγγλία και τη Γαλλία 501
κατέληξε τελικά στη δυτικού τύπου δημοκρατία. Μια βασική αιτία ήταν η αύξηση της εξαγωγής σιτηρών, αν και δεν ήταν η μόνη. Οι πρώσοι ευγενείς επέκτειναν τα τιμάριά του: σε βάρος της αγροτι άς που, κάτω από το τάγμα των τευτόνων ιπποτών, είχαν φτάσει κοντά στην απελευθέρωση, και εξανάγκασαν τους αγρότες να γίνουν πάλι δουλοπάροικοι. Ακόμα, οι ευγενείς οδήγησαν τις πόλεις στην εξάρτηση, παρακάμπτοντάς τες με τις εξαγωγές τους. Αργότερα, οι ηγεμόνες του Οίκου Χοεντζόλερν κατάφεραν να καταρρακώσουν την ανεξαρτησία των ευγενών και να τσακίσουν τις τάξεις των ευγενών και των αστών, υποδαυλίζοντας τις μεταξύ τους διαμάχες και αναχαιτίζοντας έτσι την αριστοκρατική συνι στώσα της κίνησης προς την κοινοβουλευτική διακυβέρνηση. Το αποτέλεσμα, στον 17ο και 18ο αιώνα,ήταν η «Σπάρτη του Βορρά» ένα στρατιωτικοποιημένο κράμα βασιλικής γραφειοκρατίας και γαιοκτημονικής αριστοκρατίας.1 Από τη μεριά της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας προήλθαν οι αντιλήψεις της έμφυτης ανωτερότητας των αρχουσών τάξεων / η μια ευαισθησία στα ζητήματα κοινωνικής θέσης, χαρακτηριστικά που εξακολούθησαν να υπάρχουν και μετά, κατά την είσοδο στον 20ο αιώνα. Ποτισμένες από νέες πηγές, οι αντιλ/,νεις αυτές μπό ρεσαν αργότερα να εκχυδαϊστούν και να παρουσιαστούν ελκυστικά στον γερμανικό πληθυσμό σαν ένα σύνολο δογμάτων φυλετικής υπεροχής. Η βασιλική γραφειοκρατία επέβαλε, παρ’ όλη τη ση μαντική αντίσταση των αριστοκρατών, το ιδεώδες της απόλυτης και αδιαμφισβήτητης υποταγής σ ’ ένα θεσμό πέρα και πάνω από τις τάξεις και τα άτομα —πριν από τον 19ο αιώνα θα ήταν αναχρο νισμός να μιλήσουμε για έθνος. Η πρώσικη πειθαρχία, υπακοή και θαυμασμός για τις στρατιωτικές αρετές προέρχονται κατά κύριο λόγο από τις προσπάθειες των Χοεντζόλερν να δημιουργήσουν μια συγκεντρωτική μοναρχία. Ό λα αυτά δεν σημαίνουν βέβαια ότι κάποια αναπόδραστη μοίρα οδήγησε τη Γερμανία προς τον φασισμό από τον 16ο αιώνα και δώθε, και ότι η εξέλιξη αυτή δεν μπορούσε να ανατραπεί. Χρειάστηκε να επέμβουν κι άλλοι παράγοντες, μερικοί α π ’ αυτούς πολύ σημαντικοί, καθώς η εκβιομηχάνιση άρχιζε να κερδίζει έδαφος κατά τόν 19ο αιώνα. Γ ι’ αυτούς τους παράγοντες θα μιλήσουμε σε λίγο. Τπάρχουν επίσης σημαντικές μεταβλητές και 1. βλ. Ho-enbcrfi. Bureaucracy'
t>rif(iri> of Pruvia.
υποκαταστάσεις μέσα στο γενικό πρότυπο που οδήγησε στο φασισμό, επί μέρους εναλλακτικές λύσεις μπορούμε να πούμε αν θέλουμε να είμαστε ακριβολόγοι, μέσα στο μεγάλο εναλλακτικό πρότυπο του συντηρητικού εκσυγχρονισμού διαμέσου μιας επανά στασης από τα πάνω. Στην Ιαπωνία, η ιδέα της απόλυτης αφοσίω σης στην εξουσία προήλθε, όπως φαίνεται, μάλλον από την φεου δαλική παρά από τη μοναρχική πλευρά της εξίσωσης.2 Στην Ιταλία, πάλι, όπου και επινοήθηκε ο φασισμός, δεν υπήρχε ισχυρή εθνική μοναρχία. Ο Μουσολίνι χρειάστηκε να γυρίσει στην αρχαία Ρώμη για να βρει τα κατάλληλα σύμβολα. Σ ’ ένα μεταγενέστερο στάδιο της πορείας προς τον εκσυγχρο νισμό, ένας νέος και αποφασιστικός παράγοντας μπορεί να εμφανι στεί με τη μορφή του συνασπισμού ανάμεσα στους ισχυρούς τομείς των γαιοκτημονικών ανωτέρων τάξεων και τη νέα τάξη των εμπόρων και βιοτεχνών. Σε γενικές γραμμές, ήταν ένα πολιτικό μόρφωμα του 19ου αιώνα, αν και συνεχίστηκε και στον 20ο. 0 Μαρξ και ο Ένγκελς στην αναφορά τους στην αποτυχημένη επανάσταση του 1848 στη Γερμανία, όσο κι αν έσφαλαν σε άλλα σημεία, άγγιξαν καίρια αυτήν την αποφασιστική συνιστώσα: μια εμπορική και βιομηχανική τάξη που είναι πολύ αδύνατη μαι εξαρτημένη για να πάρει την εξουσία και να κυβερνήσει από μόνη της και που, επομένως, ρίχνεται στην αγκαλιά της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας και της βασιλικής γραφειοκρατίας, ανταλλάσσοντας το διακαίωμα να κυβερνά με το δικαίωμα να κάνει λεφτά.3 Είναι απαραίτητο να προσθέσουμε ότι, ακόμα κι αν το εμπορικό και βιομηχανικό στοιχείο είναι αδύναμο, θα πρέπει να είναι αρκετά ισχυρό (ή να γίνει γρήγορα αρκετά ισχυρό) ώστε να αποτελεί έναν αξιόλογο πολιτικό σύμμαχο. Αλλιώς μπορεί να επέμβει μια αγρο τική επανάσταση που να οδηγήσει στον κομμουνισμό. Αυτό έγινε τόσο στη Ρωσία όσο και στην Κίνα μετά τις ανεπιτυχείς προσπά θειες να συγκρουσθεί ένας τέτοιος συνασπισμός. Φαίνεται επίσης ότι υπάρχει κι ένα άλλο στοιχείο, που έρχεται κάπως αργότερα από τη συγκρότηση αυτού του συνασπισμού: αργά ή γρήγορα τα αγροτικά συστήματα καταπίεσης της εργασίας είναι δυνατό να συναντήσουν δυσκολίες εξαιτίας του ανταγωνισμού άλλων, τεχνικά 2. Sansom. History of Japan. I. 368. 3. Βλ. Marx, Selected Works, II, "Germany: Revolution and Counter- Revoluti on", που ί χ ιι γραφιί κυρίως από τον Engels.
503
πιό προσεγμένων συστημάτων άλλων χωρών. Ο ανταγωνισμός των αμερικάνικων εξαγωγών σιτηρών δημιούργησε δυσκολίες σε πολλά μέρη της Ευρώπης μετά τον αμερικανικό εμφύλιο. Ό τα ν υπάρχει ένας αντιδραστικός συνασπισμός, ο ανταγωνισμός αυτός εντείνει τις αυταρχικές και αντιδραστικές τάσεις μέσα στην γαιοκτημονική ανώτερη τάξη που βλέπει την οικονομική της βάση να συρρικνώνε ται κι έτσι στρέφεται σε πολιτικούς μοχλούς για να διατηρήσει την εξουσία της. Ό που αυτός ο συνασπισμός καταφέρνει να εδραιωθεί, ακολου θεί μια μακρόχρονη περίοδος συντηρητικής και αυταρχικής διακυ βέρνησης, η οποία, ωστόσο, διαφέρει πολύ από τον φασισμό. Τα ιστορικά σύνορα αυτών των συστημάτων είναι συχνά κάπως συγκε χυμένα. Σύμφωνα με μία μάλλον γενναιόδωρη εκτίμηση, θα μπο ρούσε κανείς να υποστηρίξει ότι σ ’ αυτό το είδος ανήκει η περίοδος από τις μεταρρυθμίσεις Στάιν-Χάρντενμπεργκ ώς το τέλος του Α ' Παγκοσμίου Πολέμου, στη Γερμανία, και στην Ιαπωνία, από την πτώση του Σογκουνάτου Τοκουγκάουα μέχρι το 1918. Οι αυταρχι κές εκείνες κυβερνήσεις, διέθεταν μερικά δημοκρατικά χαρακτηρι στικά, που το κυριότερο ήταν ένα κοινοβούλιο με περιορισμένες αρμοδιότητες. Η ιστορία τους μπορεί να σηματοδοτηθεί με τις α πόπειρες για επέκταση της δημοκρατίας, οι οποίες προς το τέλος, πέτυχαν να εγκαθιδρύσουν ασταθείς δημοκρατίες (Δημοκρατία της Βαϊμάρης, η Ιαπωνία στη δεκαετία του ’20, η Ιταλία επί Τζιολίττι). Τελικά η πόρτα για τα φασιστικά καθεστώτα άνοιξε, γιατί οι δημοκρατίες αυτές απέτυχαν να τα βγάλουν πέρα με τα σοβαρά προβλήματα της εποχής τους και ήταν απρόθυμες ή ανίκανες να επιφέρουν θεμελιώδεις δομικές αλλαγές.4 Έ να στοιχείο της κοινω νικής ανατομίας αυτών των κυβερνήσεων υπήρξε το γεγονός ότι η γαιοκτημονική ελίτ διατήρησε ένα σημαντικό μερίδιο της πολιτι κής εξουσίας, πράγμα που οφειλόταν στην απουσία πετυχημένης επαναστατικής δράσης των αγροτών σε συνδυασμό με στρώματα των πόλεων. Μερικές από τις ημικοινοβουλευτικές κυβερνήσεις που ξεκίνη σαν α π ’ αυτή τη βάση, διεξήγαγαν μια ειρηνική, λίγο-πολύ, οικονομική και πολιτική επανάσταση από τα πάνω, διανύοντας μια αρκετά μεγάλη απόσταση στο δρόμο της μετατροπής τους σε 4. Η Πολωνία, η Ουγγαρία,η Ρουμανία, η Ισπανία, αχάμα χαι η Ελλάία έχουν ntpaati ami την liia περίπου SiaSixaala.
504
σύγχρονες βιομηχανικές χώρες. Η Γ ερμανία προχώρησε περισσό τερο προς αυτή την κατεύθυνση, η Ιαπωνία κάπως λιγότερο, η Ιταλία πολύ λιγότερο και η Ισπανία ελάχιστα. Στην πορεία, τώρα, του εκσυγχρονισμού διαμέσου μιας επανάστασης από τα πάνω, μια τέτοια κυβέρνηση οφείλει να επιτελέσει πολλά από τα έργα που αλλού γίνονται με τη βοήθεια μιας επανάστασης από τη βάση. Η αντίληψη ότι μια βίαιη λαϊκή επανάσταση είναι απαραίτητη για να σαρρώσει τα φεουδαλικά εμπόδια από το δρόμο της εκβιομηχάνι σης είναι καθαρή ανοησία, όπως αποδείχνει η ιστορική πορεία της Γερμανίας και της Ιαπωνίας. Από τ ’ άλλο μέρος, οι πολιτικές συνέπειες που έχει η κατάλυση της παλιάς τάξης πραγμάτων από τα πάνω είναι σαφώς διαφορετικές. Καθώς προχωρούσαν στον συντηρητικό εκσυγχρονισμό, οι ημι-κοινοβουλευτικές αυτές κυβερ νήσεις προσπαθούσαν να διατηρήσουν όσο το δυνατό περισσότερο την παλιά κοινωνική δομή, προσαρμόζοντας όπου μπορούσαν μεγάλα τμήματά της στο καινούριο οικοδόμημα. Το αποτέλεσμα μοιάζει λίγο με τα σημερινά βικτωριανά σπίτια που έχουν μοντέρ νες ηλεκτικές κουζίνες αλλά μικρά λουτρά και σωληνώσεις με διαρ ροή, κρυμένες πίσω από τοίχους βαμμένους με πλαστικό. Τελικά οι πρόχειρες αυτές κατασκευές κατέρρευσαν. Μια πολύ σημαντική σειρά μέτρων ήταν ο εξορθολογισμός της πολιτικής τάξης πραγμάτων. Αυτό σήμαινε την κατάργηση των παραδοσιακών και μακροχρόνια εδραιωμένων εδαφικών διαιρέσε ων, όπως τα φεουδαλικά «χαν» στην Ιαπωνία, ή τα ανεξάρτητα κρατίδια και πριγκιπάτα στη Γ ερμανία και την Ιταλία. Εκτός από την Ιαπωνία, η κατάργηση αυτή δεν ήταν απόλυτη. Αλλά στην πορεία του χρόνου οι κεντρικές κυβερνήσεις εδραίωσαν την εξουσί α τους και δημιουργήθηκαν ενιαία διοικητικά συστήματα και ομοι όμορφοι νομικοί κώδικες και δικαστικά συστήματα. Επίσης, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, το κράτος κατάφερε να δημιουργή σει μια αρκετά ισχυρή στρατιωτική μηχανή, ώστε να μπορεί να κάνει αισθητές τις επιθυμίες των ηγετών της στη διεθνή πολιτική αρένα. Οικονομικά, η εδραίωση μιας ισχυρής κεντρικής κυβέρνησης και η εξάλειψη των εσωτερικών φραγμών στο εμπόριο σήμαινε αύξηση του μεγέθους της αποτελεσματικής οικονομικής μονάδας. Χωρίς μια τέτοια αύξηση μεγέθους, ο απαραίτητος καταμερισμός εργασίας για την βιομηχανική κοινωνία δεν θα μπορούσε να υπάρξει, εκτός κι αν όλες οι χώρες ήταν πρόθυμες να εμπορεύονται ειρηνικά η μια με την άλλη. Σαν πρώτη χώρα που εκβιομηχανίστη505
κε, η Αγγλία είχε την δυνατότητα να αντλεί αρκετές ύλες και να αποκτά αγορές σ * όλο τον, προσιτό τότε, κόσμο, μια κατάσταση που χειροτέρεψε βαθμιαία κατά τον 19ο αιώνα, όταν κι άλλες χώρες την έφτασαν και φρόντισαν να χρησιμοποιήσουν το κράτος για να εξασφαλίσουν τις αγορές τους και της πηγές πρώτων υλών. Μια άλλη πλευρά του εξορθολογισμού της πολιτικής τάξης πραγμάτων αφορά τη διαμόρφωση των πολιτών μέσα σε μια κοινωνία νέου τύπου. Η στοιχειώδης μόρφωση και τεχνική εκπαί δευση είναι απαραίτητες για τις μάζες. Η συγκρότηση ένος εθνικού συστήματος εκπαίδευσης είναι ενδεχόμενο να έρθει σε σύγκρουση με τις θρησκευτικές αρχές. Η νομιμοφροσύνη προς μια νέα αφηρη μένη έννοια, το κράτος, πρέπει επίσης να αντικαταστήσει τη νομιμοφροσύνη προς τις θρησκείες, εφόσον ξεπερνάνε τα εθνικά σύνορα ή ανταγωνίζονται μεταξύ τους σε σημείο που να διαταράσσουν την εσωτερική ειρήνη. Η Ιαπωνία είχε πολύ λιγότερα προ βλήματα σ ’ αυτό τον τομέα α π ’ όσα η Γερμανία, η Ιταλία ή η Ισπανία. Ωστόσο, ακόμα και στην Ιαπωνία, όπως δείχνει η τεχνη τή ώς ένα βαθμό, αναζωογόνηση του «Σιντό», υπήρχαν σημαντικές δυσκολίες. Για να ξεπεραστούν αυτού του είδους οι δυσκολίες, η ύπαρξη ενός εξωτερικού εχθρού μπορεί να αποβεί πολύ χρήσιμη. Τότε, η πατριωτική και συντηρητική επίκληση των στρατιωτικών παραδόσεων της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας μπορεί να υποσκε λίσει τις τοπικιστικές τάσεις αυτής της σημαντικής κοινωνικής ομάδας και να σπρώξει στο περιθώριο τις όποιες επίμονες απαιτή σεις των κατώτερων στρωμάτων για κάποιο υπερβολικό μερίδιο από τα οφέλη που προσκόπτουν από τη νέα κατάσταση.5 Διεκπεραιώνοντας το έργο του εξορθολογισμού και της επέκτασης της πολιτικής διάταξης, αυτές οι κυβερνήσεις του 19ου αιώνα έκαναν μια δουλειά που ο βασιλικός απολυταρχισμός είχε ήδη πραγματο ποιήσει σε άλλες χώρες. Ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της πορείας του συντηρητι κού εκσυγχρονισμού είναι η εμφάνιση ενός γαλαξία από εξέχοντες πολιτικούς ηγέτες: ο Καβούρ στην Ιταλία* στη Γ ερμανία ο Στάιν, ο Χάρντενμπεργ και ο Βίσμαρκ, ο πιο διάσημος α π ’ όλους' στην Ιαπωνία, οι πολιτικοί του καθεστώτος Μέιτζι. Παρόλο που τα 5. Ίσω ς ένας από τους λόγους που ο συντηρητικός Καβούρ *1χ* τόσις 8υοχολ(ις μι τον αχιτιχά ριζοσπάστη Caribaldi να ήταν η έλλειψη ισχυρής στρατιω τικής παράδοσης μέσα στην ιταλιχή γαιοκτημονική αριστοκρατία.
506
αίτια είναι σκοτεινά, φαίνεται μάλλον απίθανο ότι η εμφάνιση των ηγετών αυτών μέσα σε παρόμοιες συνθήκες μπορεί να οφείλεται σε απλή σύμπτωση. Ό λοι ήταν συντηρητικοί μέσα στο πολιτικό φάσμα της εποχή τους και της χώρας τους, αφοσιωμένοι στη μοναρχία, πρόθυμοι και ικανοί να χρησιμοποιήσουν σαν εργαλείο για την μεταρρύθμιση, τον εκσυγχρονισμό και την εθνική ενοποίη ση. Παρόλο που όλοι ήταν αριστοκράτες, ήταν «αμφισβητίες» ή απόβλητοι, κατά κάποιο τρόπο, σε σχέση με την παλιά τάξη πραγμάτων. Στο βαθμό που η αριστοκρατική καταγωγή τους τους είχε κληροδοτήσει τη συνήθεια να εξουσιάζουν και ένα πολιτικό αισθητήριο, μπορεί κανείς να επισημάνει μια συμβολή των αγροτι κών anciens regimes στην οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας. Υπήρ χαν όμως εδώ και ισχυρές αντίθετες επιρροές. Στο βαθμό που αυτοί οι άνθρωποι ήταν ξένοι μέσα στην αριστοκρατία, μπορεί κανείς να διαπιστώσει την ανικανότητα αυτού του στρώματος ν ' ανταποκριθεί στην πρόκληση του σύγχρονου κόσμου με τις δικές του πνευματικές και πολιτικές δυνάμεις. Τα πιο επιτυχημένα από τα συντηρητικά αυτά καθεστώτα κατάφεραν πολλά πράγματα, όχι μόνο στο γκρέμισμα της παλιάς τάξης πραγμάτων αλλά και στην εδραίωση μιας νέας. Το κράτος βοήθησε την βιομηχανική οικοδόμηση με διάφορους σημαντικούς τρόπους. Χρησίμεψε, σαν μηχανή πρωταρχικής καπιταλιστικής συσσώρευσης, συγκεντρώνοντας πόρους και κατευθύνοντάς τους στην οικοδόμηση μιας βιομηχανικής υποδομής. Στην τιθάσευση του εργατικού δυναμικού, επίσης, έπαιξε σημαντικό ρόλο, που δεν ήταν ολότελα καταπιεστικός. Οι εξοπλισμοί αποτέλεσαν σημαντι κό κίνητρο για τη βιομηχανία. Το ίδιο και η πολιτική των προστατευτικών δασμών. Ό λ α αυτά τα μέτρα απαιτούσαν κάποτε την απόσπαση πόρων ή ανθρώπινου δυναμικού από τη γεωργία. Επομένως προκαλούσαν από καιρό σε καιρό σοβαρή ένταση στον συνασπισμό ανάμεσα στους επιχειρηματικούς τομείς των ανώτε ρων στρωμάτων και το συνασπισμό που αποτελούσε το κύριο χαρακτηριστικό του πολιτικού συστήματος. Χωρίς την απειλή των κινδύνων από το εξωτερικό που άλλοτε ήταν πραγματικοί, άλλοτε μάλλον φανταστικοί και, άλλοτε, όπως στην περίπτωση του Βίσμαρκ, σκόπιμα κατασκευασμένοι για εσωτερικούς λόγους, τα γαιοκτημονικά συμφέροντα πολύ πιθανόν να εναντιώνονταν, βά ζοντας σε κίνδυνο την όλη εξέλιξη. Η ξένη απειλή από μόνη της, ωστόσο, δεν μπορεί να φέρει όλο το βάρος της εξήγησης αυτής της 507
συμπεριφοράς.6 Οι υλικές και οι άλλες ανταμοιβές —η «εξόφληση» όπως λένε οι χαρτοπαίκτες— ήταν αρκετά σημαντικές και για τους δύο συνέταιρους, εφόσον κατάφερναν να ελέγχουν το αγροτικό και βιομηχανικό εργατικό δυναμικό. Εκεί όπου σημειώθηκε αρκετά μεγάλη οικονομική πρόοδος, οι βιομηχανικοί εργάτες μπόρεσαν να πετύχουν σημαντικά οφέλη, όπως στη Γ ερμανία, όπου πρωτοεμφανίστηκε η Sozialpolitik. Σ ’ εκείνες τις χώρες που παρέμειναν καθυστερημένες, όπως η Ιταλία, σε κάποιο βαθμό, και η Ισπανία, σε μεγαλύτερο βαθμό, παρουσιάστηκε περισσότερο η τάση για ε ξοντωτική εκμετάλλευση του ντόπιου πληθυσμού. Ορισμένες συνθήκες φαίνεται ότι υπήρξαν 'απαραίτητες για την επιτυχία του συντηρητικού εκσυγχρονισμού. Πρώτα-πρώτα, χρειάστηκε πολύ ικανή ηγεσία για να σύρει στο δρόμο του εκσυγ χρονισμού τα λιγότερο διορατικά αντιδραστικά στοιχεία, που ανή καν κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά, στις γαιοκτημονικές ανώτε ρες τάξεις. Στην αρχή, στην Ιαπωνία, χρειάστηκε να κατασταλεί έ νας πραγματικός ξεσηκωμός, η εξέγερση Σατσούμα, για να ελεγ χθούν αυτά τα στοιχεία. Οι αντιδραστικοί μπορούν πάντα να προ βάλουν το ευλογοφανές επιχείρημα ότι οι εκσυγχρονιστές ηγέτες κάνουν αλλαγές και παραχωρήσεις που απλώς ανοίγουν την όρεξη των κατωτέρων τάξεων και προκαλούν επαναστάσεις.7 Ακόμα, η ηγεσία πρέπει να έχει στη διάθεσή της ή να μπορεί να οικοδομήσει ένα αρκετά ισχυρό γραφειοκρατικό μηχανισμό, συμπεριλαμβανο μένων των μηχανισμών καταστολής, του στρατού και της αστυνο μίας (ας θυμηθούμε το γερμανικό γνωμικό Gegen Demokraten helfen nur Soldaten) για να μπορέσει να ελευθερωθεί από την επί δραση τόσο των ακραίων αντιδραστικών όσο και των λαϊκών ή ρι ζοσπαστικών πιέσεων στην κοινωνία. Η κυβέρνηση πρέπει να δια χωριστεί από την κοινωνία, κάτι που μπορεί να συμβεί μάλλον ευ 6. Για μια εξαιρετιχή ανάλυση της κατάστασης στ/) Γ ερμανία χατά τα τέλη του 19ου αιώνα βλ. Kehr. Schlachlflollenbau. Ο Weber "Enlwicltelungstendenzen in der Lage der Oslelbischen Landarbeiler” , (Cesammel le AufsSlzr, ii. 471-476) εκθέ τει μ ι πολλή σαφήνεια τη θέση των Γιοΰνκερς. 7. Τέτοια επιχειρήματα προβλήθηκαν επίσης πολύ στην Αγγλία, ως μέρος της αντίδρασης κατά της Γαλλιχής Επανάστασης. Πολλά από αυτά υπάρχουν συγκεν τρωμένα στο έργο του Turbervillt, "House of Lords”. Οι μεταρρυθμίσεις των Τόρηδων μπορούσαν να λειτουργήσουν, ωστόσο, στην Αγγλία του 19ου αιώνα, ως ένα βαθμό επειδή επρόκειτο έτσι χι αλλιώς για έναν αγώνα ασιχέ» : η μπουρζουαζία είχε νιχήσει χαι μόνο οι πολΰ βλάχες δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν τη δύναμή της.
508
κολότερα απ ’ όσο μερικές απλουστευμένες εκδοχές του μαρξισμού μας επιτρέπουν να πιστεύουμε. Βραχυπρόθεσμα, μια ισχυρή συντηρητική κυβέρνηση έχει εμ φανή πλεονεκτήματα. Μπορεί και να ενθαρρύνει και να ελέγξει την οικονομική ανάπτυξη. Μπορεί να φροντίσει ώστε οι κατώτερες τάξεις, που πληρώνουν το τίμημα του κάθε μορφής εκσυγχρονι σμού, να μην δημιουργούν πολλές φασαρίες. Αλλά η Γ ερμανία και, ακόμα περισσότερο, η Ιαπωνία προσπαθούσαν να λύσουν ένα πρόβλημα που ήταν από τη φύση του άλυτο, να εκσυγχρονιστούν χωρίς να αλλάξουν τις κοινωνικές δομές τους. Ο μόνος ορόμος εξόδου α π ’ αυτό το δίλημα ήταν ο μιλιταρισμός, που ένωνε τις ανώτερες τάξεις. Ο μιλιταρισμός τροφοδοτούσε ένα κλίμα διεθνούς έντασης, που με τη σειρά του έκανε ακόμα πιο επιτακτική τη βιομηχανική ανάπτυξη, έστω κι αν στη Γερμανία ο Βίσμαρκ μπόρεσε να κρατήσει την κατάσταση υπό έλεγχο, κατά ένα μέρος επειδή ο μιλιταρισμός δεν είχε πάρει ακόμα διαστάσεις μαζικού φαινομένου. Η πραγματοποίηση ολοκληρωμένων δομικών μεταρ ρυθμίσεων, όπως η μετάβαση σε μια αποδοτική εμπορική γεωργία χωρίς να καταπιέζονται εκείνοι που δουλεύουν τη γη, καθώς και η ίδια εξέλιξη στη βιομηχανία, με δύο λόγια δηλαδή η ορθολογική χρησιμοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας για την ανθρώπινη ευημερία, ήταν πέρα από την πολιτική προοπτική αυτών των κυβερνήσεων.® Τελικά, τα συστήματα αυτά συντρίφτηκαν στην προσπάθειά τους να επεκταθούν σε ξένα εδάφη, όχι όμως πριν επιχειρήσουν να κάνουν δημοφιλή την αντιδραστικότητά τους, με τη μορφή του φασισμού. Πριν συζητήσουμε αυτή την τελική φάση, καλό θα ήταν να ρίξουμε μια ματιά στις ανεπιτυχείς αντιδραστικές τάσεις σε άλλες χώρες. Ό π ω ς αναφέραμε παραπάνω, αυτό το αντιδραστικό σύν δρομο συναντιέται ώς κάποιο σημείο σε όλες τις περιπτώσεις που εξέτασα. Το να δούμε γιατί απέτυχε σε άλλες χώρες, ίσως οξύνει 8. Από αυτή την άποψη, η Γ ερμανία και η Ιαπωνία 8cv είναι βέβαια μοναδικές. Από τον Β ' Παγχόσμιο Πόλιμο, η δυτική δημοκρατία έχει αρχίσει να εμφανίζει όλο και περισσότερο τα (δια χαρακτηριστικά για παρόμοιους, σε γενικές γραμμές λόγους, οι οποίοι, ωστόσο, δεν έχουν πιά να χάνουν χαι τόσο με τα αγροτικά ζητήματα. Ο Μαρζ παρατηρεί χάπου ότι η αστική τάξη στη φάση της παρακμής της αναπαράγει όλα τα καχά και τους παραλογισμούς ενάντια στα οποία κάποτε πολέμησε. Το Ιδιο έχανε χαι ο σοσιαλισμός στην προσπάθεια να εδραιωθεί, επιτρέποντας έτσι στην δημοκρατία του 20ου αιώνα να σείει το λασπωμένο χαι χαταματωμένο λάβαρό της της ελευθερίας με χυνιχή υποκρισία.
509
την συνειδητοΐτοίηση των αιτίων που βρίσκονται πίσω από τις επιτυχίες του. Μια σύντομη ματιά σ ’ αυτές τις τάσεις σε χώρες τόσο διαφορετικές μεταξύ τους όσο η Αγγλία, η Ρωσία και η Ινδία, μπορεί να χρησιμεύσει για να βγούν στην επιφάνεια σημαντικές ομοιότητες κρυμμένες πίσω από ποικιλόμορφες ιστορικές εμπειρί ες. Από τα τελευταία χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης ώς το 1822 περίπου, η αγγλική κοινωνία πέρασε από μια αντιδραστική φάση που θυμίζει τόσο τις δύο περιπτώσεις που συζητήσαμε όσο και σύγχρονα προβλήματα της αμερικάνικης δημοκρατίας. Κατά το μεγαλύτερο μέρος αυτής της περιόδου, η Αγγλία πολεμούσε ενάντια σ ’ ένα επαναστατικό καθεστώς και τους επιγόνους του, συχνά, όπως φαινόταν, για την ίδια της την επιβίωση. Ό π ω ς γίνεται και σήμερα, οι υπέρμαχοι των μεταρρυθμίσεων μέσα στη χώρα ταυτίζονταν με κάποιον ξένο εχθρό που παρουσιαζόταν σαν η ενσάρκωση όλων των κακών. Ό π ω ς γίνεται και σήμερα, επίσης, η βία, η καταστολή και οι προδοσίες του επαναστατικού κινήματος στη Γ αλλία αηδίαζαν και αποθάρρυναν τους άγγλους υποστηρικτές του, κάνοντας πιο εύκολη τη δουλειά των αντιδραστικών που ανυπομονούσαν να σβήσουν ποδοπατώντας τις σπίθες που περνού σαν πάνω από τη Μάγχη. Γράφοντας στα 1920, ο μεγάλος γάλλος ιστορικός Elie Hal£vy, που σίγουρα δεν ήταν άνθρωπος επιρρεπής στις δραματικές υπερβολές, βεβαιώνει: «Έ ν α καθεστώς τρόμου είχε επιβληθεί στην Αγγλία από τους ευγενείς και τη μεσαία τάξη —μια τρομοκρατία πιο φοβερή, αν και πιο σιωπηλή, από τις θο ρυβώδεις διαδηλώσεις [των ριζοσπαστών]»9 Τα γεγονότα των τεσσάρων-πέντε δεκαετιών που πέρασαν από τότε που ο Hal6vy έγρα ψε αυτές τις γραμμές έχουν αμβλύνει τις αισθήσεις μας και έχουν μεταβάλει τα κριτήριά μας. Κανένας συγγραφέας δεν θα αναφερόταν σήμερα σ ’ εκείνη την περίοδο χαρακτηρίζοντάς την καθεστώς του τρόμου. Ο αριθμός των άμεσων θυμάτων της καταπίεσης ήταν μικρός. Στη «σφαγή» του Peterloo —σατιρική αναφορά στη διάση μη νίκη του Ουέλλιγκτον στο Βατερλώ— μόνο έντεκα άτομα σκο τώθηκαν. Παρόλ’ αυτά, το κίνημα για τη μεταρρύθμιση του Κοι νοβουλίου τέθηκε εκτός νόμου, ο τύπος φιμώθηκε, σύλλογοι και ενώσεις που μύριζαν ριζοσπαστισμό απαγορεύτηκαν, μια σειρά από δίκες εσχάτης προδοσίας ξεκίνησαν, ρουφιάνοι και προβοκάτο 9. Hallvy. History οΓ the English People. II. 19.
510
ρες ξαμολύθηκαν ανάμεσα στο λαέ, το Habeas Corpus (υποχρέωση προσαγωγής του κρατούμενου σε τακτή προθεσμία στο δικαστήριο για να διαπιστωθεί το νόμιμο της κράτησής του) που αναστάλθηκε μετά τον πόλεμο με τον Ναπολέοντα, καταργήθηκε οριστικά. Η καταπίεση ήταν πραγματική και εξαπλωμένη και προκαλούσε πολλά βάσανα στον αγγλικό λαό- μετριαζόταν ελάχιστα από κάποιες εκδηλώσεις αντίστασης: έναν αριστοκράτη όπως ο Τσαρλς Τζέημς Φοξ που μίλησε θαρραλέα στη βουλή, κάποιον δικαστή ή ένορκο που αρνιόταν να καταδικάσει για προδοσία ή άλλες κατηγο ρίες.10 Γιατί αυτό το αντιδραστικό ξέσπασμα δεν ήταν παρά μια περαστική φάση στην Αγγλία; Γιατί η Αγγλία δεν συνέχισε στο δρόμο αυτό και δεν έγινε μια άλλη Γερμανία; Οι αγγλο-σαξωνικές ελευθερίες, η Μάγκνα Κάρτα, το Κοινοβούλιο και άλλα παρόμοια δεν αρκούν για να δώσουν απάντηση. Το Κοινοβούλιο άλλωστε ψήφισε τα μέτρα καταστολής με μεγάλη πλειοψηφία. Ένα σημαντικό μέρος της απάντησης μπορεί να βρεθεί, στο γεγονός ότι, έναν αιώνα πριν, μερικοί εξτρεμιστές Ά γγλοι είχαν κόψει το κεφάλι του μονάρχη τους για να διαλύσουν τη μαγεία του βασιλικού απολυταρχισμού στην Αγγλία. Σ ’ ένα βαθύτερο επίπεδο αιτιολόγησης, ολόκληρη η προηγούμενη ιστορία της Αγγλίας, η στήριξή της στο Ναυτικό αντί για το Στρατό, στους απλήρωτους ειρηνοδίκες αντί στους βασιλικούς αξιωματούχους, είχαν κληροδο τήσει στα χέρια της κεντρικής κυβέρνησης έναν καταπιεστικό μηχανισμό ασθενέστερο από εκείνους που είχαν στη διάθεσή τους οι ισχυρές μοναρχίες της ηπειρωτικής Ευρώπης. Έ τσ ι τα υλικά για την κατασκευή ενός γερμανικού συστήματος έλειπαν ή ήταν ανεπαρκώς ανεπτυγμένα. Ωστόσο, μέχρι τώρα έχουμε δει αρκετές μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές που το ξεκίνημά τους ήταν κάθε άλλο παρά «ελπιδοφόρο», πράγμα που μας κάνει να υποψιαζόμαστε ότι οι θεσμοί θα δημιουργούνταν αν οι περιστάσεις 10. Μια θαυμάσια χαι λεπτομερής περιγραφή για το πώς ήταν η ζωή για τα κατώτερα στρώματα στην Αγγλία κατά την περίοδο αυτή μπορεί να βρει κανείς στο βιβλίο του Thompson. "Making of Working Class” . Τακΰρια κυβερνητικά μίτρα χαι μερικά απ<4 τα αποτελέσματα τους υπάρχουν στο έργο των Cole χαι Poslgale "British People” . 132-134, 148-149, 157-159, 190-193. Για μεριχές πολύτιμες πρόσθετες λεπτομέρειες βλ. Halivy, "History of the English People", II, 23-25. Για τη αριστοκρατική αντίδραση στην καταπίεση, βλ. Trevelyan, History of England, III, 89-92 χαι Tarberville, House of Lords, 98-100.
511
ήταν πιο ευνοϊκές. Αλλά, ευτυχώς για τις ανθρώπινες ελευθερίες, δεν ήταν. Η ώθηση προς την εκβιομηχάνιση είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα στην Αγγλία και δεν ήταν αναγκαίο για την αγγλική μπουρζουαζία να εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το Στέμμα και την γαιοκτημονική αριστοκρατία. Τέλος, οι ίδιες οι γαιοκτημονικές ανώτερες τάξεις, δεν χρειάστηκε να καταπιέσουν τους χωρικούς. Εκείνο που κυρίως ήθελαν ήταν να απαλλαγούν α π ’ αυτούς για να περάσουν στην εμπορική γεωργική καλλιέργεια' σε γενικές γραμ μές, τα οικονομικά μέτρα ήταν αρκετά για να τους προμηθεύσουν την εργατική δύναμη που χρειάζονταν. Επιτυγχάνοντας οικονομι κά μ ’ αυτόν τον τρόπο, δεν είχαν ανάγκη να καταφύγουν σε καταπιεστικά πολιτικά μέτρα για να κρατήσουν την ηγετική τους θέση. Έ τσ ι, στην Αγγλία, τα βιομηχανικά και αγροτικά συμφέρον τα συναγωνίζονταν μεταξύ τους για να κερδίσουν τη λαϊκή εύνοια στη διάρκεια του υπόλοιπου 19ου αιώνα, επεκτείνοντας βαθμιαία το δικαίωμα ψήφου, ενώ αντιτάσσονταν με ζήλο και χτυπούσαν τα πιο εγωιστικά μέτρα ο ένας του άλλου (Reform Bill του 1832, κατάργηση των Corn Lows του 1846, υποστήριξη των ευγενών για τη θέσπιση νομοθεσίας για τα εργοστάσια κ.λπ). Στην αγγλική φάση της αντίδρασης υπήρχαν ενδείξεις για φασιστικές τάσεις, ιδιαίτερα σε μερικές από τις διαδηλώσεις εναντίον των ριζοσπαστών. Αυτά όμως δεν ήταν παρά νύξεις. ' Ηταν πολύ νωρίς ακόμα. Φασιστικά συμπτώματα μπορεί κανείς να δει πολύ πιο καθαρά σ ’ ένα άλλο μέρος του κόσμου και σε μεταγενέστερη εποχή —στη διάρκεια μιας σύντομης φάσης εξτρεμισμού στη Ρωσία μετά το 1905. Ή ταν μια ακραία κατάσταση, ακόμα και με τα ρώσικα μέτρα της εποχής’ θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει με αρκετή ευλογοφάνεια τη θέση ότι οι ρώσοι αντι δραστικοί επινοήσανε το φασισμό. ' Ετσι, η φάση αυτή της ρώσικης ιστορίας είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική γιατί δείχνει ότι το φασιστι κό σύνδρομο: 1) μπορεί να εμφανιστεί ως αντίδραση στις δυσκολί ες και τις πιέσεις που προκαλεί η αναπτυσσόμενη εκβιομηχάνιση, ανεξάρτητα από κάποιο ειδικό κοινωνικό και πολιτιστικό υπόβα θρο, 2) ότι μπορεί να έχει πολλές ρίζες στην αγροτική ζωή, 3) ότι εμφανίζεται ώς ένα βαθμό ως συνέπεια της ασθενικής ώθησης προς την κοινοβουλευτική δημοκρατία, 4) αλλά δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς την βιομηχανική ανάπτυξη ή χωρίς να υπάρχει πίσω του ένα κα τ’ εξοχήν αγροτικό παρελθόν —σημεία που οπωσδήποτε βρίσκουν στήριγμα στην πρόσφατη ιστορία της Κίνας 512
και της Ιαπωνίας, αν και είναι πιο διαφωτιστική η επιβεβαίωση τους από τη ρώσικη ιστορία. Λίγο πριν την Επανάσταση του 1905 η μικρή εμπορική και βιομηχανική τάξη εκδήλωσε κάποια σημάδια δυσαρέσκειας απέ ναντι στην καταπιεστική τσαρική απολυταρχία και μια προθυμία να φλερτάρει με τις φιλελεύθερες συνταγματικές ιδέες. Οι εργατι κές απεργίες, ωστόσο, και η υπόσχεση που υπήρχε στο Αυτοκρατο ρικό Μανιφέστο της 17ης Οκτωβρίου 1905 ότι θα ικανοποιούνταν μερικές από τις διεκδικήσεις των εργατών, έκανε τους βιομήχανους να επανέλθουν φρόνιμα-φρόνιμα στο τσαρικό στρατόπεδο.11 Πάνω σ ’ αυτό το φόντο εμφανίστηκε το κίνημα των Μαύρων Εκατονταρ χιών. Αντλώντας ώς κάποιο βαθμό από την αμερικάνικη εμπειρία, έκαναν το λυντσάρισμα ρώσικη λέξη και ζήτησαν την εφαρμογή του «ζακόν λυντσά», του νόμου του Λυντς. Κατέφυγαν στη βία, σε παραστρατιωτικό στυλ, για να καταπολεμήσουν τους «προδότες» και τους «ανατρεπτικούς». Αν η Ρωσία μπορούσε ν ’ απαλλαγεί από τους Εβραίους και τους ξένους, αφού επιβεβαιωνόταν η αντεθνική προπαγάνδα τους, όλοι θα ζούσαν ευτυχισμένοι επιστρέφοντας στον «αληθινά ρώσικο» τρόπο ζωής. Αυτός ο αντισημιτικός αυτοχθονισμός ασκούσε αρκετά μεγάλη έλξη στα οπισθοδρομικά, προκαπιταλιστικά, μικροαστικά στοιχεία των πόλεων και στους κατώτερους ευγενείς. Ωστόσο, στην καθυστερημένη αγροτική Ρω σία των αρχών του 20ου αιώνα, αυτή η μορφή δεξιού εξτρεμισμού δεν είχε τη δυνατότητα να βρει στέρεη λαϊκή βάση. Μεταξύ των αγροτών, είχε απήχηση κυρίως σε περιοχές με κατοίκους μικτής εθνικής προέλευσης, όπου ο ισχυρισμός πως όλα τα κακά οφείλονταν στους Εβραίους και τους ξένους μπορούσε να βρει κάποια βάση στις εμπειρίες των χωρικών.12 Ό π ω ς όλοι γνωρίζουν, στο μέτρο που ήταν πολιτικά ενεργοί, οι Ρώσοι αγρότες ήταν επαναστάτες και η μεγαλύτερη τελικά από τις δυνάμεις που συνέτριψαν το παλιό καθεστώς. Στην Ινδία, που ήταν το ίδιο αν όχι περισσότερο καθυστερημέ νη, παρόμοια κινήματα απέτυχαν επίσης να αποκτήσουν μια σταθερή βάση μέσα στις μάζες. Βέβαια, ο Subhas Chandra Bose, 11. Citermann, Geschichte Russlands, III, 403, 409-410· Berlin, Russkaya burzhuaziya 226-227, 236. 12. Levitskii. "Pravyya parlii", Obshcheslvennoy, dvizheniye u Fissi, III. 347-472. BX. i8. 432, 370-376, 401, 353-355.
513
που πέθανε το 1945, έκφρασε δικτατορικά αισθήματα, εργάστηκε για τον Άξονα και είχε πολλούς οπαδούς μέσα στο λαό. Παρόλο που οι φασιστικές του συμπάθειες ήταν συνεπείς και προς άλλες πλευρές του δημόσιου βίου του και δεν φαίνονταν να είναι αποτέλε σμα κάποιου παροδικού ενθουσιασμού ή οππορτουνισμού, ο Subhas Chandra Bose πέρασε μέσα στην ιδνική παράδοση κυρίως σαν ένας ακραίος και ίσως παραπλανημένος αντι-βρετανός πατριώτης.13 Υπήρξαν επίσης διάφορες σκόρπιες εθνικιστικές ινδοϊστικές οργα νώσεις, μερικές από τις οποίες αναπτύξανε την αυταρχική πειθαρ χία του ευρωπαϊκού ολοκληρωτικού κόμματος. 'Εφθασαν στο κορύφωμα της επιρροής τους μέσα στο χάος και τις ταραχές που ακολούθησαν την Διχοτόμηση (Partition), περίοδο κατά την οποία συνέλεσαν στην υποδαύλιση αντιμουσουλμανικών ταραχών και έδρασαν ως όργανα υπεράσπισης των ινδοΐστικών κοινοτήτων ε νάντια στις μουσουλμανικές επιθέσεις, που καθοδηγούνταν, πιθα νώς, από παρόμοιες οργανώσεις της μουσουλμανικής πλευράς. Τα προγράμματά τους δεν έχουν οικονομικό περιεχόμενο και φαί νονται να είναι κυρίως μια μορφή φανατικού, ξενόφοβου ινδοϊσμού, που προσπαθεί να καταπολεμήσει τη στερεότυπη αντίληψη ότι οι Ινδοί είναι ειρηνικοί, διαιρεμένοι από τις κάστες και αδύναμοι. Ώ ς τα τώρα, η εκλογική τους απήχηση είναι πολύ μικρή.14 Ένας λόγος για την ααθενικότητα της ινδικής παραλλαγής του φασισμού είναι ίσως ο κατατεμαχισμός του ινδοϊστικού κόσμου από τις κάστες, τις τάξεις και τις εθνότητες. Έ τσ ι η χαρκτηριστικά φασιστική έκκλιση που θα απευθυνόταν σ ’ ένα κομμάτι θα ερχόταν σ ’ αντίθεση με τα άλλα, ενώ μια πιο γενική έκκληση, παίρνοντας ένα πανανθρώπινο χρώμα, αρχίζει να χάνει τον φασι στικό της χαρακτήρα. Σε σχέση μ ’ αυτό, αξίζει να σημειώσουμε ότι όλες σχεδόν οι ινδοϊστικές εξτρεμιστικές οργανώσεις έχουν αντιταχθεί στην «αθιξία» και άλλες κοινωνικές απαγορεύσεις της κάστας.15 Ο κύριος λόγος, ωστόσο, είναι πιθανότατα το γεγονός ότι ο Γκάντι είχε ήδη προλάβει να «εισπράξει» τα αντι-ξενικά και αντικαπιταλιστικά αισθήματα μεγάλων μαζών του πληθυσμού: αγροτών και βιοτεχνών των «παραγκοεργοστασίων». Κάτω από 13. Βλ. Samra. "Subhas Chandra Bose” στο Leadership and Political Instituti ons. ckS. Park and Tinker. 66-86, 78-79. 14. Lambert. "Hindu Communal Croups” , στο Leadership and Political Institu tions. 211-224. 15. Lambert. "Hindu Communal Croups” . 219.
514
τις συνθήκες που δημιούργησε η βρετανική κατοχή, μπόρεσε να δέσει αυτά τα αισθήματα στα συμφέροντα μιας μεγάλης μερίδας της επιχειρηματικής τάξης. Από τ ’ άλλο μέρος, η γαιοκτημονική ελίτ σε γενικές γραμμές, έμεινε σ ’ απόσταση. Έ τσι, οι αντιδρα στικές τάσεις υπήρξαν ισχυρές στην Ινδία και συντέλεσαν στο να καθυστερήσει η οικονομική πρόοδος από τον καιρό της Ανεξαρτη σίας. Αλλά, σαν μαζικό φαινόμενο, τα μεγαλύτερα α π ’ αυτά τα κινήματα ανήκουν σ ’ ένα ιστορικό είδος διαφορετικό από το φασισμό. Αν και θα ήταν εξίσου χρήσιμο να κάνουμε μια παράλληλη αναφορά στις δημοκρατικές αποτυχίες που προηγήθηκαν του φασι σμού στη Γερμανία, Ιαπωνία και Ιταλία, είναι αρκετό για τους σκοπούς μας, προς το παρόν, να παρατηρήσουμε ότι ο φασισμός είναι αδιανόητος χωρίς την δημοκρατία ή αυτό που καμιά φορά αποκαλείται πιό στρομφώδικα προώθηση των μαζών στο ιστορικό προσκήνιο. Ο φασισμός ήταν μια απόπειρα να γίνει η αντίδραση και ο συντηρητισμός λαϊκός και δημοφιλής, μέσα από την οποία, βέβαια, ο συντηρητισμός έχασε την ουσιώδη σχέση που πράγματι είχε με την ελευθερία, σχέση που μερικές πλευρές της συζητήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Η αντίληψη του αντικειμενικού νόμου εξαφανίστηκε κάτω από το φασισμό. Ανάμεσα στα πιό σημαντικά χαρακτηριστικά του ήταν η βίαιη απόρριψη των ανθρωπιστικών ιδεωδών, συμπεριλαμβανομένης και κάθε ιδέας περί ανθρώπινης ισότητας. Η φασιστική αντίληψη τόνιζε όχι μόνο το αναπόφευκτο της ιεραρχίας, της πειθαρχίας και της υπακοής, αλλά και τις θεωρούσε αξίες καθεαυτές. Η ρομαντική ιδέα της συντροφικότητας χαρακτηρίζει επίσης αυτή την αντίληψη, αλλά πολύ λίγο: είναι η συντροφικότητα μέσα στην υποταγή. Έ να άλλο χαρακτηριστικό είναι η έμφαση που δίνει στη βία. Η έμφαση αυτή πάει πολύ μακρύτερα από κάθε ψυχρή, ορθολογική εκτίμηση της τεκμηριωμένης σημασίας της βίας μέσα στην πολιτική και φτάνει σε μια μυστικιστική λατρεία της «σκλη ρότητας» ως αυτοσκοπού. Το αίμα και ο θάνατος αποκτούν συχνά χροιές ερωτικής έλξης, παρόλο που στις λιγότερο εκστατικές στιγμές του ο φασισμός εμφανιζόταν πέρα για πέρα «υγιής» και «νορμάλ», υποσχόμενος επιστροφή σε μια ζεστή και βολική αστι κή, ακόμα και προ-αστική αγροτική, μήτρα.16 16. Me το να πει χανείς ότι ο φαβισμός είναι αταβιστικός, δεν τον ξεχωρίζει
515
Ο χυδαίος αντικαπιταλισμός εμφανίζεται λοιπόν ως το χαρα κτηριστικό που διακρίνει σαφέστερα τον φασισμό του 20ου αιώνα από τους προκατόχους του, τα συντηρητικά και ημικοινοβουλευτικά καθεστώτα του 19ου αιώνα. Είναι προϊόν τόσο της εφόδου του καπιταλισμού μέσα στην αγροτική οικονομία όσο και των εντάσε ων που εμφανίστηκαν στην μετα-ανταγωνιστική φάση της καπιτα λιστικής βιομηχανίας. Έ τσ ι ο φασισμός αναπτύχθηκε πιό ολοκλη ρωμένα στη Γ ερμανία, όπου η καπιταλιστική βιομηχανική ανάπτυ ξη είχε προχωρήσει περισσότερο μέσα στα πλαίσια μιας συντηρη τικής επανάστασης από τα πάνω. Εμφανίστηκε μόνο ως μια αδύναμη δευτερεύουσα τάση σε καθυστερημένες περιοχές όπως η Ρωσία,η Κίνα και η Ινδία. Πριν από τον Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν κατάφερε να ριζώσει στην Αγγλία και τις ΗΠΑ, όπου ο καπιταλισμός λειτουργούσε αρκετά ικανοποιητικά ή όπου οι προ σπάθειες να διορθωθούν τα μειονεκτήματά του μπορούσαν να επιχειρηθούν μέσα στα δημοκρατικά πλαίσια και να πετύχουν με τη βοήθεια ενός παρατεταμένου πολεμικού «μπουμ». Η αντικαπιταλιστική αντίθεση προς τις μεγάλες επιχειρήσεις έπρεπε να μ πίι πρακτικά στο ράφι, παρόλο που δεν πρέπει να πέσει κανείς στο αντίθετο λάθος και να θεωρεί τους φασίστες ηγέτες απλώς σαν πράκτορες του μεγάλου κεφαλαίου. Η έλξη που ασκεί ο φασισμός στην κατώτερη μεσαία τάξη των πόλεων, που απειλείται από τον καπιταλισμό, έχει συχνά υπογραμμιστεί- εδώ μπορούμε να περιο ριστούμε σε μια σύντομη ανασκόπηση των στοιχείων που υπάρχουν για τις ποικιλόμορφες σχέσεις του με την αγροτιά σε διάφορες χώρες. Στη Γ ερμανία, η προσπάθεια να εγκατασταθεί μια μαζική συντηρητική βάση στην ύπαιθρο, προηγείται κατά πολύ των Ναζί. Ό π ω ς τονίζει ο καθηγητής Alexander Gerschenkron, τα βασικά στοιχεία του ναζιστικού δόγματος εμφανίζονται ξεκάθαρα μέσα στις, επιτυχημένες γενικά, προσπάθειες των γιούνκερς, μέσω της Αγροτικής Λίγκας που ιδρύθηκε το 1894, να κερδίσουν την υπο στήριξη των αγροτών στις περιοχές με μικρά αγροκτήματα. Η λατρεία του Φύρερ, η ιδέα μιας συντεχνιακής πολιτείας, ο μιλιτα ρισμός, ο αντισημιτισμός, μέσα σ ’ ένα σκηνικό που έχει στενή σχέ ση με τη ναζιστική διάκριση μεταξύ του «ληστρικού» και του «πα ραγωγικού» κεφαλαίου, ήταν τεχνάσματα που χρησιμοποιήθηκαν επαρκώς. Το ίδιο είναι και τα επαναστατικά κινήματα, όπως προσπαθώ να δείξω με κάποια λεπτομέρεια στο επόμενο κεφάλαιο.
Γ>16
για να εκμεταλλευτούν τα αντικαπιταλιστικά αισθήματα των α γροτών.17 Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι στα επόμενα χρόνια, μέ χρι την οικονομική κρίση, οι μεγαλοκτηματίες εύποροι αγρότες έ χαναν βαθμιαία έδαφος απάναντι στους μικροκτηματίες. Η οικο νομική ύφεση αποτελούσε μια βαθειά και γενική κρίση, στην οποία η κύρια αγροτική απάντηση ήταν ο εθνικοσοσιαλισμός. Η αγροτική υποστήριξη προς τους Ναζί έφτασε σ ’ ένα μέσο όρο 37,4%, σχεδόν ταυτόσημο με το μέσο ποσοστό όλης της χώρας στις τελευταίες σχετικά ελεύθερες εκλογές της 31 Ιουλίου 1932.18 Αν κοιτάξει κανείς ένα χάρτη της Γερμανίας που δείχνει την κατανομή των ναζιστικών ψήφων στις αγροτικές περιοχές και συγκρίνει τον χάρτη αυτό με άλλους που δείχνουν την κατανομή των αξιών γης, των τύπων καλλιέργειας19 ή των περιοχών με μικρά, μεσαία και μεγάλα αγροκτήματα20, η πρώτη εντύπωση θα είναι ότι ο ναζισμός στην ύπαιθρο δεν δείχνει να έχει σταθερή σχέση με κανένα α π ’ αυτά. Ωστόσο, αν μελετήσει κανείς τους χάρτες από πιό κοντά, μπορεί να βγάλει ουσιώδεις αποδείξεις, για το ότι οι Ναζί πέτυχαν να προσελκύσουν περισσότερο τους αγρότες εκείνους που ο κλήρος τους ήταν σχετικά μικρός και μη προσοδοφό ρος μέσα στην συγκεκριμένη περιοχή όπου βρισκόταν.21 17. Bread and Democracy, 53, 55. 18. Για τις ψήφους των αγροτών, βλέπε τον χάρτη της Γερμανίας που δείχνει την κατανομή των ναζιστιχών ψήφων στις αγροτικές περιοχές, Ιούλιος 1932, αφαιρώντας το Sladtkrrise, στο βιβλίο των Loomis και Beegle. "Spread of German Nazism". 726. Για το ποσοστά των υπέρ των ναζί ψήφων στη Γιρμανία συνολικά, βλ. τις εχλογιχές στατιστικές από το 1919 ώς το 1933, που clvai συγκεντρωμένες στη μελέτη του Dillmann. Das Politische Deutschland. 19. Συγχρ. τον χάρτη των Loomis-Beegle με τους χάρτις VII, Villa χαι I, στην έχ8οση του Sering, Deutsche Landwirtschaff. 20. Τπάρχουν σε παραρτήματα στην Statistik des Deulschen Reichs και μ ι λιγότιρες λεπτομέρειες αλλά at έναν ενιαίο πίνακα (IV) στην έκδοση του Sering. Deutsche Landwirtschaft. 21. Ειδικές μελέτες δίνουν (πίσης αποδεικτικά στοιχεία για την άποψη ότι ο «ανθρωπάκος» που πέρναγε δύσκολα κάτω από τις καπιταλιστικές συνθήκες ήταν ο περισσότερο ευάλωτος στη ναζιστιχή προπαγάνδα. Στο Schleswig — Holstein οι αγροτικές κοινότητες όπου οι Ναζί κέρδισαν 80 ώς 100% των ψήφων ήταν από εκείνες που αποχαλούνταν Geest, περιοχές με μικρά αγροκτήματα, φτωχό έδαφος, που εξαρτούνταν πολύ από τις ευαίσθητες αγορές των μοσχαριών χαι των χοίρων. Πάνω σ ’ αυτό βλ. Heberle, Social Movements. 226, 228. Ορισμένες περιοχές του Ανόβερου παρουσιάζουν τον ίδιο συνδυασμό. Κοντά στη Νυρεμβέργη επίσης οι υπέρ των Ναζί ψήφοι χλιμαχώθηχαν μεταξύ 71 ώς 8356 σε μια περιοχή με σχετικά χαμη
517
Για τον μικροαγρότη, που υποφέρει από την άνοδο του καπιταλισμού, με τα προβλήματα των τιμών και των υποθηκών που του φαίνονται ότι ελέγχονται από εχθρικούς μεσάζοντες και τραπεζίτες της πόλης, η ναζιστική προπαγάνδα παρουσίαζε την ρομαντική εικόνα ενός εξιδανικευμένου αγρότη, του «ελεύθερου ανθρώπου πάνω σ ’ ελεύθερη γη». Ο αγρότης έγινε η μορφή-κλειδί μέσα στην ιδεολογία της ριζοσπαστικής δεξιάς όπως την επεξερ γάστηκαν οι Ναζί. Οι Ναζί υπογράμμιζαν ιδιαίτερα το σημείο ότι, για τον χωρικό, η γη είναι κάτι περισσότερο από ένα μέσον με το οποίο κερδίζει τη ζωή του- έχει όλη τη συναισθηματική χροιά του «Heimat», με το οποίο ο αγρότης αισθάνεται τον εαυτό του πολύ στενότερα συνδεμένο απ ’ όσο ο υπάλληλος με το γραφείο του και ο εργάτης με το εργαστήρι του. Φυσιοκρατικές και φιλελεύθερες ιδέες βρέθηκαν ανακατωμένες μέσα σ ’ αυτά τα δόγματα της ριζοσπαστικής δεξιάς.22 « ' Ενα σταθερό απόθεμα μικρών και με σαίων αγροτών», είπε ο Χίτλερ στο «Mein Kampf», «υπήρξε πάντα η καλύτερη προστασία κατά των κοινωνικών κακών όπως αυτά που έχουμε σήμερα. Μια τέτοια αγροτιά αποτελεί το μόνο δρόμο μέσω του οποίου ένα έθνος μπορεί να εξασφαλίζει το καθημερινό ψωμί του». Και συνεχίζει: «Η βιομηχανία και το εμπόριο υποχωρούν από την αρρωστημένη ηγετική θέση τους για να ενταχθούν στο γενικό πλαίσιο μιας εθνικής οικονομίας βασισμένης στην ανάγκη και την ισότητα. Και τα δυο τότε δεν θα είναι η βάση για την διατροφή του έθνους, αλλά μόνο μια βοήθεια σ ’ αυτό»23 Σ ’ ότι αφορά τους σκοπούς μας, δεν έχουμε τίποτα να κερδίσουμε εξετάζοντας την τύχη αυτών των ιδεών μετά την άνοδο των Ναζί στην εξουσία. Αν και μερικές νύξεις έγιναν εδώ κι εκεί, οι περισσότερες α π ’ αυτές πετάχτηκαν στο καλάθι των αχρήστων γιατί αντίφασκαν στις απαιτήσεις μιας πανίσχυρης πολεμικής οικονομίας, βασισμένης αναγκαστικά στη βιομηχανία. Η ιδέα ενός περιορισμού του ρόλου της βιομηχανίας ήταν μονάχα το πιο φανερά λές αξίες γης, μεσαίου μεγέθους οικογενειακά χτήματα χαι γενικά περιθωριακή αγροτική παραγωγή εξαρτημένη απ<5 την αγορά των πίλεων. Βλ. Loomis χαι Beegle "Spread of Orm an Nalism". 726, 727. Περισσότερα στοιχεία που δείχνουν προς την (δια κατεύθυνση συνοψίζονται χαι παρατίθενται στο βιβλίο των Bracher. χαι άλ λων, Machlergreifung. 389-390. 22. Brarlier χαι άλλοι. MarHtergreifung. 390-391. 23. Mein KampC. 151-152. Για τις κύριες πραγματικές πλευρές της πολιτικής των Ναζί βλ. επίσης Srhweiizer. "Naiificalion". στο "Third Reich". 576-594.
518
παράλογο χαρακτηριστικό.24 Στην Ιαπωνία, όπως και στη Γερμανία, ο ψευδοριζοσπαστικός αντικαπιταλισμός κέρδισε μια αρκετά σημαντική βάση μέσα στη γιαπωνέζικη αγροτιά. Κι εκεί επίσης η αρχική ώθηση είχε δοθεί από τις γαιοκτημονικές ανώτερες τάξεις. Από τ ’ άλλο μέρος, στις πιό ακραίες μορφές του, όπως οι ομάδες δολοφόνων από νεαρούς αξιωματικούς, παρόλο που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τους αγρότες, δεν φαίνεται να είχαν πολλούς οπαδούς ανάμεσα σ ’ αυτούς. Ο εξτρεμισμός, όπως και νά ’ναι, απορροφήθηκε μέσα στο γενικότερο πλαίσιο του «καθωσπρέπει» γιαπωνέζικου συντηρητι σμού και επιθετικού μιλιταρισμού, για τον οποίο η αγροτιά πρόσφερε μια μαζική βάση. Μια και η περίπτωση της Ιαπωνίας συζητήθηκε με λεπτομέρειες σε προηγούμενο κεφάλαιο, δεν χρειά ζεται να την εξετάσουμε περισσότερο εδώ. Ο ιταλικός φασισμός παρουσιάζει τα ίδια ψευδοριζοσπαστικά και φιλοαγροτικά χαρακτηριστικά που βρίσκει κανείς στη Γ ερμα νία και την Ιαπωνία. Στην Ιταλία, α π ’ τ ’ άλλο μέρος, οι ιδέες αυτές ήταν περισσότερο μια οϊ.ορτουνιστική απόφυση, μια κυνική διακόσμηση που έστησαν οι φασίστες για να εκμεταλλευτούν τις περιστάσεις. Κυνικός οπορτουνισμός υπήρχε και στη Γερμανία και στην Ιαπωνία, βέβαια, αλλά ήταν πολύ πιό κραυγαλέος στην Ιταλία. Αμέσως μετά τον πόλεμο του 1914, γινόταν σκληρός αγώνας στην ύπαιθρο της βόρειας Ιταλίας ανάμεσα στα σοσιαλιστικά και τα χριστιανοδημοκρατικά συνδικάτα από τ/> μια μεριά και τους μεγαλογαιοκτήμονες από την άλλη. Εκείνη την εποχή, 1919-1920, ο Μουσολίνι, σύμφωνα με τον Ιγνάτσιο Σιλόνε, δεν έδινε προσοχή στην ύπαιθρο, δεν πίστευε σε μια φασιστική κατάκτηση της γης και θεωρούσε το φασισμό σαν ένα κίνημα των πόλεων, κυρίως.2* Αλλά ο αγώνας μεταξύ των γαιοκτημόνων και των συνδικάτων, που αντιπροσώπευαν τα συμφέροντα των εργατών γης και των κολλήγων, έδωσε στο φασισμό μια αναπάντεχη ευκαιρία να ψαρέψει σε θολά νερά. Εμφανιζόμενοι σαν οι σωτήρες του πολιτισμού κατά του μπολσεβικισμού, οι fasci —συμμορίες από αποστρατευμένους αξιωματικούς, ιδεολόγους ή και απλούς νταήδες— έσπαγαν τα 24. Για ttjv τύχη που ιΐχ* το αγροτιχό πρόγραμμα βλ. Wunderlich, Farm l.abor, pi III. "The Period of National Socialism". 25. Silone, Kascismus, 107.
519
γραφεία των αγροτικών συνδικάτων, συχνά με τη συνενοχή της αστυνομίας, και, στη διάρκεια του 1921, κατέστρεψαν το αριστερό κίνημα στην ύπαιθρο. Ανάμεσα σ ’ αυτούς που προσχώρησαν στους φασίστες υπήρχαν χωρικοί που είχαν αναρριχηθεί στις τάξεις των μεσαίων γαιοκτημόνων κι ακόμα και κολήγοι που αντιπαθούσαν τις μονοπωλίστικες πρακτικές των συνδικάτων.26 Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς ο Μουσολίνι έκανε την περίφημη δήλωση του ότι «αν ο Φασισμός δεν θέλει να πεθάνει ή, ακόμα χειρότερα, ν ’ αυτοκτονήσει, πρέπει τώρα να εφοδιαστεί με ένα δόγμα... Ελπίζω πράγματι ότι στη διάρκεια των δυο μηνών που έχουμε μπροστά μας μέχρι την Εθνική μας Συνέλευση, η φιλοσοφία του Φασισμού θα μπορούσε να δημιουργηθεί»27. Αργότερα μόνο, οι ιταλοί φασίστες ηγέτες άρχισαν να δηλώ νουν ότι ο φασισμός «αγροτοποιούσε» την Ιταλία και έκαναν λάβα ρο την υπόθεση των αγροτών. Οι ισχυρισμοί τους αυτοί ήταν ανόητοι. Ο αριθμός των ιδιοκτητών καλλεργητών έπεσε κατά 500.000 μεταξύ 1921 και 1931, ενώ ο αριθμός των πακτωτών ανέβηκε κατά 400.000 περίπου. Στην ουσία ο φασισμός προστάτε ψε τους μεγαλοκτηματίες και τους μεγαλοβιομήχανους σε βάρος του εργάτη γης, του μικροαγρότη και του καταναλωτή.28 Καθώς κοιτάμε πίσω τον φασισμό και τους προπομπούς του, βλέπουμε ότι η εξύμνηση της αγροτιάς εμφανίζεται ως ένα αντι δραστικό σύμπτωμα τόσο στον δυτικό όσο και στον ανατολικό πολιτισμό σε μια εποχή όπου η αγροτική οικονομία αντιμετωπίζει σκληρές δυσκολίες. Σε κάποιο σημείο του Επίλογου θα προσπαθή σω να δείξω μερικές από τις μορφές που συχνά πήρε αυτή η εξιδανίκευση στα πιο κακοήθη στάδιά της. Το να πούμε ότι αυτές τις ιδέες τις «πούλησαν» απλώς στους αγρότες οι ανώτερες τάξεις, δεν είναι σωστό. Επειδή ακριβώς οι ιδέες ανταποκρίνονται κάπως στην αγροτική εμπειρία, μπορούν να κερδίσουν πλατειά αποδοχή, τόσο μεγαλύτερη, όπως φαίνεται, όσο πιο εκβιομηχανισμένη και σύγχρονη είναι η χώρα. Σαν μαρτυρίες εναντίον της εκτίμησης ότι η εξύμνηση αυτή αποτελεί αντιδραστικό σύμπτωμα, μπορεί κανείς να μπει στον 26. Schmidl, Plough and Sword. 34-38' Silonr, Kascismus, 109' Salvrmini. fascist Dictatorship, 67, 73. 27. Παρατίθεται απ<5 τον Schmidt, στο Plough and Sword, 39-40. 28. Για αριθμούς χαι λχπτομέριιες βλ. Schmidl, Plough and Sword, V, 132-134 , 66-67 , 71, 113.
520
πειρασμέ να αναφέρει τους επαίνους του Τζέφερσον για τον μικροκτηματία και το πόσο υπερασπίστηκε ο Τζων Στιούαρτ Μιλλ των peasant farming. Και οι δύο διανοητές ωστόσο, με τρόπο που χαρακτηρίζει το αρχικό στάδιο του φιλελεύθερου καπιταλισμού, υπερασπίζονταν όχι τόσο τους χωρικούς όσο τους ανεξάρτητους μικροϊδιοκτήτες. Δεν υπάρχει στη σκέψη τους κανένα ίχνος από τον στρατευμένο σωβινισμό και την εξιδανίκευση της ιεραρχίας και της υποταγής που βρίσκουμε στις νεότερες εκδοχές, παρόλο που υπάρχουν εδώ κι εκεί στοιχεία μιας ρομαντικής στάσης απέναντι στην αγροτική ζωή. Ακόμα κι έτσι, η στάση τους απέναντι στα αγροτικά προβλήματα και την αγροτική κοινωνία δείχνει πράγματι τα όρια στα οποία οι φιλελεύθεροι στοχαστές είχαν φτάσει στα αντίστοιχα χρονικά σημεία τους. Για να υπηρετήσουν οι ιδέες αυτές αντιδραστικούς σκοπούς τον 20ο αιώνα, έπρεπε να πάρουν ένα καινούργιο χρωματισμό και να εμφανιστούν μέσα σ ’ ένα νέο γενικό πλαίσιο- η υπεράσπιση της σκληρής εργασίας και της μικροϊδιοκτησίας τον 20ο αιώνα έχει εντελώς διαφορετικό πολιτι κό νόημα από κείνο που είχε στα μέσα του 19ου ή τα τέλη του 18ου αιώνα.
521
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ Ο ι αγρότες και η Ε πανάσταση
Η πορεία του εκσυγχρονισμού αρχίζει με αγροτικές επανα στάσεις που αποτυχαίνουν. Κορυφώνεται κατά τον 20ο αιώνα με αγροτικές επαναστάσεις που πετυχαίνουν. Δεν είναι δυνατό πια να παίρνει κανείς σοβαρά την άποψη ότι ο αγρότης είναι «αντικείμενο της ιστορίας», μια μορφή κοινωνικής ζωής πάνω από την οποία περνάνε οι κοινωνικές αλλαγές, αλλά η οποία δεν συμβάλλει καθόλου στην ωστική δύναμη που επιφέρει τις αλλαγές αυτές. Για εκείνους που απολαμβάνουν την ιστορική ειρωνεία είναι πράγματι παράδοξο ότι ο αγρότης στη σύγχρονη εποχή υπήρξε παράγοντας της επανάστασης σε τέτοιο βαθμό όσο και η μηχανή, και οτι αναγνωρίστηκε δικαιωματικά ως σημαντικός ιστορικός πρωταγω νιστής παράλληλα με τα επιτεύγματα της μηχανής. Παρόλ’ αυτά, η επαναστατική του συμβολή υπήρξε άνιση: αποφασιστική στην Κίνα και τη Ρωσία, πολύ σημαντική στη Γαλλία, ελάχιστη στην Ιαπωνία, ασήμαντη στην Ινδία ώς τα σήμερα, μικρή στη Γερμανία και την Αγγλία μετά την συντριβή των πρώτων ξεσπασμάτων. Σ ’ αυτό το συμπερασματικό κεφάλαιο θα προσπαθήσουμε να συσχετί σουμε τα γεγονότα αυτά μεταξύ τους συστηματικά, με την βλπίδα να ανακαλύψουμε ποιά είδη κοινωνικών δομών και κοινωνικών καταστάσεων παράγουν τις αγροτικές επαναστάσεις και ποιά τις εμποδίζουν ή τις προλαβαίνουν. Η προσπάθεια δεν είναι εύκολη. Οι πατροπαράδοτες γενικές εξηγήσεις καταλήγουν σε σημαντικές εξαιρέσεις, όπως δείχνει το υλικό που εξετάσαμε εδώ. Καμιά θεωρία, η οποία δίνει έμφαση σε ένα παράγοντα, δεν φαίνεται ικανοποιητική. Εφόσον τα αρνητικά ευρήματα έχουν την χρησιμότητά τους, θα αρχίσω με μια σύντομη περίληψη των θεωριών που πρέπει να απορριφθούν. Η πρώτη θεωρία που ένας σύγχρονος ερευνητής μπορεί να 522
διάλεγε είναι μια απλή οικονομική ερμηνεία με βάση την χειροτέ ρευση της θέσης του αγρότη κάτω από την επιρροή του εμπορίου και της βιομηχανίας. Εκεί όπου μιά τέτοια χειροτέρευση σημειώ θηκε σε σημαντική κλίμακα, φαίνεται λογικό να αναμένονται επαναστατικά ξεσπάσματα. Και πάλι η περίπτωση της Ινδίας παρέχει ένα χρήσιμο μέσο ελέγχου, ιδιαίτερα αν αντιπαρατεθεί με εκείνη της Κίνας. Δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι η χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης της ινδικής αγροτιάς υπήρξε μεγαλύτερη από εκείνη της κινέζικης στη διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα. Ομολογουμένως, τα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι καθόλου πλή ρη και στις δύο περιπτώσεις. Τοπικές και ατελέσφορες αγροτικές εξεγέρσεις έγιναν πολλές στην Ινδία. Ωστόσο δεν είναι δυνατό να αποδοθεί σε οποιεσδήποτε διαφορές, που ενδεχομένως υπήρχαν, η αντίθεση ανάμεσα στην πολιτική συμπεριφορά των κινέζων και των ινδών αγροτών στη διάρκεια του ενάμιση προηγούμενου αιώνα. Εφόσον μάλιστα οι διαφορές αυτές εκτείνονται χρονικά προς τα πίσω για αιώνες, γίνεται ολοφάνερο ότι καμιά απλή οικονομική εξήγηση δεν μπορεί να σταθεί. Θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι αυτή η μορφή οικονομι κής εξήγησης παραείναι απλή. Μήπως στην πραγματικότητα δεν αρκεί μια χειροτέρευση της υλικής θέσης των αγροτών, αλλά χρειάζεται μια μαζική απειλή ενάντια σ ’ ολόκληρο τον τρόπο ζωής τους, στα ίδια τα θεμέλια της αγροτικής ύπαρξης —ιδιοκτησία, οικογένεια και θρησκεία— για να δημιουργηθεί μια επαναστατική κατάσταση; Και πάλι τα στοιχεία είναι σαφώς αρνητικά. Εκείνοι που ξεσηκώθηκαν μαζικά δεν ήταν οι άγγλοι χωρικοί που τους έδιωξαν από τη γη τους με τις περιφράξεις, αλλά οι γάλλοι, που απλώς απειλήθηκαν από αυτές. Η ρώσικη αγροτική κοινοινία το 1917 ήταν βασικά ανέπαφη. Και πάλι, όπως θα έχω την ευκαιρία να πω λεπτομερέστερα αργότερα σ ’ αυτό το κεφάλαιο, δεν ήταν οι χωρικοί της ανατολικής Γερμανίας, οι καταπονημένοι από την φεουδαλική αντίδραση και την αναβίωση της δουλοπαροικίας, αυτοί που έκαναν αιματηρές εξεγέρσεις κατά τον 16ο αιώνα, αλλά εκείνοι της νότιας και δυτικής Γερμανίας, που σε γενικές γραμμές είχαν διατηρήσει ή και βελτιώσει τον παλιό τρόπο ζωής τους. Πραγματικά, η εντελώς αντίθετη υπόθεση φτάνει πιό κοντά στην αλήθεια, όπως θα δούμε αργότερα. Από την ρομαντική και συντηρητική παράδοση του 19ου αιώνα, έρχεται άλλη μια γνωστή θέση, ότι εκεί όπου ο ευγενής 523
αριστοκράτης ζει στην ύπαιθρο, ανάμεσα στους χωρικούς του, υπάρχουν λιγότερες πιθανότητες σοβαρών αγροτικών εξεγέρσεων απόσες στην περίπτωση όπου γίνεται εραστής της πολυτέλειας και ζει στη πρωτεύουσα. Η αντίθεση ανάμεσα στην τύχη της γαλλικής και της αγγλικής αριστοκρατίας κατά τον 18ο και 19ο αιώνα φαίνεται οτι υπήρξε η βάση αυτής της αντίληψης. Ωστόσο, ο ρώσος γαιοκτήμονας του 19ου αιώνα ζούσε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του στο κτήμα του, γεγονός που δεν εμπόδισε τους χωρικούς να βάλουν φωτιά στα τσιφλίκια και να διώξουν τελικά τον «ντβοριάνστβο» από το ιστορικό προσκήνιο. Ακόμα και για τη Γ αλλία, η θέση αυτή δεν στέκει και τόσο. Οι σύγχρονες έρευνες έχουν δείξει ότι δεν είναι αλήθεια πως όλοι οι ευγενείς ήταν παράσιτα της αυλής· πολλοί α π ’ αυτούς ζούσαν ηθικά «παραδειγματική» ζωή στην ύπαιθρο. Η άποψη ότι ένα μεγάλο αγροτικό προλεταριάτο εργατών γης χωρίς γη είναι μια δυνητική πηγή εξέγερσης και επανάστασης μπορεί να είναι κάπως πιο κοντά στην αλήθεια. Το τεράστιο μέγεθος και η φοβερή εξαθλίωση του αγροτικού προλεταριάτου στην Ινδία ίσως φαίνεται ότι καταρρίπτει αυτή τη θέση. Μεγάλο μέρος από αυτό το προλεταριάτο, ωστόσο, είναι δεμένο με το ισχύον σύστημα μέσω της κατοχής ενός μικροσκοπικού κομματιού γης ή μέσω του συστήματος της κάστας. Εκεί όπου τέτοιοι δεσμοί καταργήθηκαν ή δεν υπήρξαν ποτέ, όπως στις οικονομίες φυτειών που λειτουργούν με πολύ φθηνά μισθωμένο εργατικό δυναμικό διαφορετικής φυλής ή με σκλάβους, οι δυνατότητες εξέγερσης είναι πολύ μεγαλύτερες. Παρόλο που οι δουλοκτήτες στον αμερικανικό νότο φαίνεται ότι υπερέβαλαν τους φόβους τους, αλλού οι φόβοι ήταν πολύ πιό δικαιολογημένοι: στην αρχαία Ρώμη, στην Αϊτή και σ ’ άλλα μέρη της Καραϊβικής κατά τον 18ο και 19ο αιώνα, σε περιοχές της Ισπανίας στη σύγχρονη εποχή, και πολύ πρόσφατα στις φυτείες ζαχαροκάλαμου της Κούβας. Ό μω ς, κι αν ακόμα αυτή η υπόθεση αποδεικνυόταν σωστή, μετά από προσεκτική μελέτη, δεν θα μπορούσε να εξηγήσει τις ιστορικά σημαντικότερες περιπτώσεις. Αγροτικό προλεταριάτο αυτού του τύπου δεν έπαιξε κανένα σημαντικό ρόλο στις επαναστάσεις του 1905 ή του 1917.' Παρόλο που η περίπτωση της Κίνας δεν είναι τόσο καλά τεκμηριω μένη και οι ομάδες περιπλανώμενων αγροτών διωγμένων από τη 1. Ο Robinson, στο Rural Russia. 2Θ6, ιΐναι σοφής σ ’ αυτό το σημ*(ο.
524
γη τους για διαφόρους λόγους έπαιξαν εκεί σημαντικό ρόλο, οι επαναστατικές εξεγέρσεις το 1927 και 1949 σίγουρα δεν ήτα\ εξεγέρσεις ενός αγροτικού προλεταριάτου που δούλευε σε τερά στια αγροκτήματα. Το ίδιο ισχύει και σ ’ ότι αφορά τις επαναστα τικές εξεγέρσεις του 19ου αιώνα. Σαν γενική εξήγηση, η αντίληψη αυτή δεν ευσταθεί. Ξεφεύγοντας από τις υλικές εξηγήσεις μπορεί κανείς να στραφεί σε υποθέσεις για το ρόλο της θρησκείας. Με την πρώτη ματιά, αυτή η προσέγγιση φαίνεται να υπόσχεται πολλά. Ο ινδοϊσμός εξηγεί ώς ένα σημείο την παθητικότητα του ινδού αγρότη. Πιό γενικά, μια οργανική κοσμολογία που προσδίνει νομιμότητα στο ρόλο των αρχουσών τάξεων, βασισμένη σε κάποια θεωρία για την αρμονία του σύμπαντος που τονίζει την καρτερικό τητα και την παραδοχή της ατομικής μοίρας, μπορεί λογικά να χρησιμοποιηθεί σαν αποτελεσματική τροχοπέδη κατά της ανυπα κοής και της εξέγερσης, εφόσον οι αγρότες αποδέχονται τους κανόνες της. Εδώ εμφανίζεται αμέσως μια δυσκολία. Τέτοιες θρησκείες είναι προϊόν των τάξεων που κατοικούν σε πόλεις και των ιερατείων. Η έκταση της αποδοχής τους από τους αγρότες είναι προβληματική. Γενικά, η ύπαρξη ενός υπόγειου ρεύματος θρησκευτικής πίστης διαφορετικής από εκείνης των μορφωμένων στρωμάτων, συχνά σε άμεση αντίθεση προς αυτήν, χαρακτηρίζει τις αγροτικές κοινωνίες. Καθώς περνά προφορικά από γενιά σε γενιά, αποσπάσματα μόνο α π ’ αυτήν την υπόγεια παράδοση φτάνουν συνήθως στο ιστορικό αρχείο, και τότε ακόμα με διαστρε βλωμένη μορφή. Ακόμα και στην διαποτισμένη από τη θρησκεία Ινδία, υπάρ χουν πολλές ενδείξεις για μια αρκετά διαδομένη εχθρότητα κατά των Βραχμάνων. Είναι πολύ πιθανό ότι οι ινδοί και οι άλλοι χωρικοί πιστεύουν στην αποτελεσματικότητα της μαγείας και της τελετουργίας καθεαυτής, ενώ ταυτόχρονα αντιπαθούν τον άνθρωπο που εκτελεί τις τελετουργίες και αποσπά κάποιο τίμημα γι ’ αυτό. Κινήσεις για να απαλλαγούν από τον ιερέα, να αποκτήσουν άμεση πρόσβαση στη θεότητα και την πηγή της μαγείας, υπέβοσκαν στην Ασία και την Ευρώπη για μακρόχρονες περιόδους, για να ξεσπά σουν, από καιρό σε καιρό, σε αιρετικά κινήματα και ανταρσίες. Σε σχέση μ ’ αυτό, επίσης, θα θέλαμε να μάθουμε ποιές συνθήκες κάνουν τους αγρότες άλλοτε δεκτικούς και άλλοτε όχι ως προε αυτά τα κινήμτα, που βέβαια δεν συνοδεύουν πάντα τους πιό 525
σημαντικούς αγροτικούς ξεσηκωμούς. Ελάχιστες είναι οι ενδείξεις ότι υπήρχε κάποια θρησκευτική συνιστώσα στις αγροτικές εξεγέρ σεις που προηγήθηκαν και συνόδεψαν την Γαλλική Επανάσταση. Στη Ρώσικη Επανάσταση είναι πολύ απίθανο ότι οι επαναστατι κές ιδέες που προέρχονταν από τις πόλεις, θρησκευτικές ή κοσμι κές, έπαιξαν κάποιο σημαντικό ρόλο μέσα στην αγροτιά. Ο C.T. Robinson, στη μελέτη του για τη ρώσικη αγροτική ζωή πριν το 1917, τονίζει ότι τα θρησκευτικά και τα άλλα πνευματικά ρεύματα που πέρασαν μέσα στην αγροτιά από τα έξω ήταν όλα από την μεριά του συντηρητισμού, ενώ υποβαθμίζει πολύ το ρόλο των επαναστατικών ιδεών που έρχονταν από τις πόλεις.2 Η παραπέρα έρευνα πιθανώς να αποκαλύπτει το ρόλο κάποιων υπόγειων παρα δόσεων που ήταν ριζωμένες στην αγροτιά και εκφράζονταν με θρησκευτικούς όρους. Παρόλ’ αυτά, για να έχει κάποιο νόημα μια τέτοια εξήγηση στην περίπτωση της Ρωσίας, ή οποιασδήποτε άλλης κοινωνίας, απαιτούνται πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο οι ιδέες σχετίζονται με τις συγκεκριμένες κοινωνικές περι στάσεις. Η θρησκεία από μόνη της δεν δίνει το κλειδί. Το μειονέκτημα όλων αυτών των υποθέσεων είναι ότι συ γκεντρώνουν υπερβολικά την προσοχή στην αγροτιά. Αν σκεφτεί κανείς λίγο την πορεία οποιασδήποτε συγκεκριμένης προβιομηχα νικής εξέγερσης, διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να την καταλάβει χωρίς αναφορά στις ενέργειες των ανωτέρων τάξεων, που σε μεγάλο βαθμό την προκάλεσαν. ' Ενα άλλο εμφανές χαρακτηριστι κό των εξεγέρσεων στις αγροτικές κοινωνίες είναι η τάση τους να αποδέχονται τον χαρακτήρα της κοινωνίας εναντίον της οποίας εξεγείρονται. Στην σύγχρονη εποχή αυτή η τάση έχει επισκιαστεί, γιατί οι επιτυχημένες αγροτικές εξεγέρσεις υπήρξαν πρελούδιο για μια ολοκληρωτική καί βίαιη αναδιάρθρωση ολόκληρης της κοινωνί ας. Σε παλιότερες αγροτικές εξεγέρσεις όμως η τάση είναι πολύ πιό φανερή. Οι εξεγερμένοι μάχονται για την επανόρθωση του «παλιού νόμου», όπως στο Bauernkrieg, για τον «πραγματικό Τσάρο» ή τον «καλό Τσάρο» στις ρώσικες αγροτικές εξεγέρσεις. Στην παλιά Κίνα το αποτέλεσμα συχνά ήταν η αντικατάσταση μιας παρακμασμένης δυναστείας με μια νέα και εύρωστη, γινόταν δηλαδή μια επανόρθωση της ίδιας ουσιαστικά κοινωνικής διάρθρω σης. Πριν κοιτάξουμε την αγροτιά, πρέπει να κοιτάξουμε ολόκλη 2. Rural Russia. 144.
526
ρη την κοινωνία. Έχοντας αυτά υπόψη μπορούμε να θέσουμε το ερώτημα αν ορισμένοι τύποι αγροτικών και προσύγχρονων κοινωνιών είναι περισσότερο επιρρεπείς σε αγροτικές εξεγέρσεις α π ’ όσο άλλες, και ποιά δομικά στοιχεία μπορεί να βοηθήσουν για να εξηγηθούν οι διαφορές. Η αντίθεση μεταξύ Ινδίας και Κίνας είναι αρκετή γιά να δείξει ότι οι διαφορές υπάρχουν κι έχουν εκτεταμένες πολιτικές συνέπειες. Εξάλλου, η ύπαρξη έστω και μιας σημαντικής απόπει ρας αγροτικής εξέγερσης στην Ινδία, εκείνης του Χαϊντεραμπάντ το 1948, ακόμα κι αν αφήσουμε κατά μέρος άλλους μικρότερους ξεσηκωμούς, δείχνει καθαρά ότι καμιά κοινωνική δομή δεν μπορεί να έχει τέλεια ανοσία κατά των επαναστατικών διεργασιών που προκαλεί η πορεία του εκσυγχρονισμού. Από τ ’ άλλο μέρος, μερικές κοινωνίες είνα πολύ πιό τρωτές από άλλες. Προς το παρόν μπορούμε ν ’ αφήσουμε κατά μέρος όλα τα προβλήματα που εμφανίζονται κατά την πορεία του εκσυγχρονισμού και να συγκεν τρώσουμε την προσοχή μας στις δομικές διαφορές των προ-σύγχρονων κοινωνιών.3 Η αντίθεση ανάμεσα στην Ινδία και την Κίνα δίνει λαβή σε μια υπόθεση που είναι ίσως πιό βάσιμη από εκείνες που συζητήσαμε λίγο πριν. Η ινδική κοινωνία, όπως έχουν παρατηρήσει πολλοί μελετητές, μοιάζει σαν ένας τεράστιος αλλά πολύ απλός ασπόνδυ λος οργανισμός. Μια κεντρική συντονιστική εξουσία, ένας μονάρ χης, ή, για να συνεχίσουμε τη βιολογική αναλογία, ένας εγκέφαλος, δεν ήταν απαραίτητος για να συνεχίζεται η λειτουργία της. Στο μεγαλύτερο μέρος της ινδικής ιστορίας ώς τη σύγχρονη εποχή, δεν υπήρξε κεντρική εξουσία που να επιβάλει τη θέλησή της σ ’ ολόκληρη την ινδική χερσόνησο. Η, ινδική κοινωνία θυμίζει τον αστερία, που οι ψαράδες έκοβαν οργισμένοι σε μικρά κομματάκια και μετά το καθένα α π ’ αυτά γινόταν ένας καινούργιος αστερίας. 3. 'Ο πως δείχνουν οι εκφράσεις «ανοσία» και «τρωτός» η χρήση τους επιβάλλει μια συντηρητική προκατάληψη στην ανάλυση των επαναστάσεων: την σιωπηρή υπόθεση ότι μια «υγιής» κοινωνία είναι απρόσβλητη από την επανάσταση. Γίνεται λοιπόν απαραίτητο για τον συγγραφέα να δηλώσει ρητά ότι απορρίπτει αυτή την υπόθεση. Η ανάλυση του γιατί οι επαναστάσεις συμβαίνουν ή δεν συμβαίνουν δεν φέρει καμία λογική συνεπαγωγή επιδοκιμασίας ή αποδοκιμασίας, παρόλο που κανένας ερευνητής δεν είναι ελεύθερος από τέτοιες προτιμήσεις. Χωρίς να θέλω ν ' αναπτύξω την επιχειρηματολογία εδώ, υποψιάζομαι ότι μπορεί κανείς να υποστη ρίξει βάσιμα τη θέση πως άρρωστες κοινωνίες είναι εκείνες όπου οι επαναστάσεις δεν είναι δυνατές.
527
Αλλά η αναλογία δεν είναι ακριβής. Η ινδική κοινωνία ήταν ακόμα πιό απλή, αλλά και πιο διαφοροποιημένη. Το κλίμα, οι μέθοδοι καλλιέργειας, τα φορολογικά συστήματα, οι θρησκευτικές πεποι θήσεις και πολλά άλλα κοινωνικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά διέφεραν σημαντικά από το ένα μέρος της χώρας στο άλλο. Το σύστημα της κάστας, απ ’ τ ’ άλλο μέρος, ήταν κοινό σε όλους και έδινε τον σκελετό γύρω από τον οποίο οργανωνόταν παντού η κοινωνική ζωή. Επέτρεπε να υπάρχουν αυτές οι διαφορές και μια κοινωνία, όπου ένα εδαφικό τμήμα μπορούσε να αποκοπεί από την υπόλοιπη χώρα χωρίς να γίνει ζημιά, ή τουλάχιστον μοιραία ζημιά, για τον εαυτό του ή για την υπόλοιπη χώρα. Πολύ πιο σημαντική, όσον αφορά το άμεσο πρόβλημά μας, είναι η ανάποδη όψη, αυτού του χαρακτηριστικού. Οποιαδήποτε απόπειρα ανανέωσης, οποιαδήποτε τοπική αλλαγή, γινόταν απλώς η βάση άλλης μιας κάστας. Αυτό δεν υπήρξε μονάχα ζήτημα νέων θρησκευτικών πεποιθήσεων. Εφόσον η διάκριση μεταξύ ιερού και ανόσιου είναι πολύ αμφίβολη μέσα στην ινδική κοινωνία και εφόσον οι θρησκευτικά χρωματισμέ νοι καστικοί κώδικες καλύπτουν το σύνολο σχεδόν των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, οποιοσδήποτε νεωτερισμός ή απόπειρα νεωτερι σμού στους προσύγχρονους καιρούς ήταν επόμενο να γίνει η βάση για μια νέα κάστα. Έ τσ ι η αντίθεση προς την κοινωνία και η επίθεση κατά της κοινωνίας γίνονταν μέρος της κοινωνίας με τη μορφή μιας νέας κάστας ληστών ή μιας κάστας με τη μορφή της θρησκευτικής σέκτας. Στην Κίνα ήταν επίσης γνωστές οι κληρονο μικές συμμορίες ληστών.* Μέσα στην κινέζικη πραγματικότητα, η σημασία-τους ήταν εντελώς διαφορετική, πέρα από το γεγονός ότι η απουσία της κάστας έκανε τη στρατολόγηση ευκολότερη. Στην Κίνα ο γαιοκτήμονας είχε ανάγκη από μια ισχυρή κεντρική εξουσία ως μέρος του συστήματος για την απόσπαση του πλεονάσματος από τους αγρότες. Μέχρι πολύ πρόσφατα, η κάστα έκανε αυτό το σύστημα αχρείαστο για την Ινδία. Η κινέζικη κοινωνία χρειαζόταν, γ ι ’ αυτό το λόγο, κάτι σαν εγκέφαλο, μια καλά οργανωμένη συντονιστική εξουσία στο κέντρο. Οι ληστές ήταν μια σοβαρή απειλή στην Κίνα και μπορούσαν να καταλήξουν να πάρουν δια στάσεις αγροτικής εξέγερσης. Η γενική υπόθεση που προβάλλει α π ’ αυτή τη σύντομη ανακεφαλαίωση, συνοδευόμενη από την γνωστή τυπική φράση 4. Hsiao. Rural China. 462.
528
ceteris paribus που χρησιμοποιούν οι λόγιοι για ν ’ αποφύγουν τα ακανθώδη ερωτήματα, θα μπορούσε να τεθεί με τον ακόλουθο τρόπο: Μια πολύ κατατεμαχισμένη κοινωνία που εξαρτάται από διάχυτες κυρώσεις για να εξασφαλίζει τη συνοχή της και την απόσπαση του πλεονάσματος από τους αγρότες, είναι σχεδόν απρόσβλητη από την αγροτική εξέγερση, γιατί η αντίθεση τείνει συνήθως να παίρνει τη μορφή ενός επιπλέον κομματιού. Από τ ’ άλλο μέρος, μια αγροτική γραφειοκρατία, ή μια κοινωνία που εξαρτάται από μια κεντρική εξουσία για να αποσπά το πλεόνασμα, είναι ένας τύπος πολύ ευπρόσβλητος σε τέτοια ξεσπάσματα. Τα φεουδαρχικά συστήματα, όπου η πραγματική εξουσία είναι δια σκορπισμένη σε διάφορα κέντρα κάτω από την ονομαστική εξουσία ενος ανίσχυρου μονάρχη, ανήκουν σε μια ενδιάμεση κατηγορία. Με την υπόθεση αυτή ταιριάζουν τα κύρια, τουλάχιστον, στοιχεία σ ’ αυτή τη μελέτη. Οι αγροτικές εξεγέρσεις ήταν ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα στην παραδοσιακή Κίνα και την Τσαρική Ρωσία- ήταν λιγότερο σοβαρό, αλλά πολύ συχνά ερχόταν στην επιφάνεια στη μεσαιωνική Ευρώπη- ήταν αρκετά αισθητό στην Ιαπωνία από τον 15ο αιώνα και μετά- και δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου από τους ιστορικούς της Ινδίας.5 Επιστρέφοντας στην ίδια τη διαδικασία του εκσυχρονισμού, παρατηρούμε και πάλι ότι η επιτυχία ή η αποτυχία της ανώτερης τάξης στο να υιοθετήσει και να επιβάλει την εμπορευματική γεωργία, έχει τεράστια επιρροή στο πολιτικό αποτέλεσμα. Ό που η γαιοκτημονική ανώτερη τάξη έχει στραφεί στην παραγωγή για την αγορά με τρόπο που να δίνει τη δυνατότητα στις εμπορικές επιδράσεις να διαβρώσουν την αγροτική ζωή, οι αγροτικές επανα στάσεις ήταν αποδυναμωμένες. Τπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους αυτή η αντι-επαναστατική μετάβαση μπόρεσε να συντελεστεί. Στην Ιαπωνία των αρχών της περιόδου Μέιτζι, η γαιοκτημονική ανώτερη τάξη που ανανεωνόταν με γοργό ρυθμό, διατήρησε σε σημαντικό βαθμό την παραδοσιακή αγροτική κοινωνία του χωριού σαν μέσο για την απόσπαση πλεονάσματος. 5. Οι ιαπωνικές ιξιγέρσιις παρουσιάζουν μίρικά από τα χαρακτηριστικά σημάδια της πρώτης φάσης Εκσυγχρονισμού στην Ευρώπη, γϊγονός που μποριΐ ν ’ αποδοθιΐ στον περισσότιρο συγχιντρωτικό φ*οι>δολισμό της Ιαπωνίας. Οι εξιγέρσιις αυτές παρουσιάζουν αναλογίις μ* τις προσπάθίΐις που γίνονταν στην Ευρώπη μέσα στις απόλυτ(ς μοναρχίις να διατηρηθούν τα προνόμια και το status quo. Βλ. Sansom. History of japan. II. 208-210.
529
Σε άλλες περιπτώσεις-κλειδιά, η αγροτική κοινωνία καταστράφηκε είτε με το σπάσιμο της σχέσης του αγρότη με τηγή, όπως έγινε στην Αγγλία, είτε με την εντατικοποίηση αυτής της σχέσης, όπως έγινε με »ην επανεισαγωγή της δουλοπαροικίας στην Πρωσία. Αντίστροφα, τα στοιχεία δείχνουν ότι ένα επαναστατικό κίνημα έχει πολύ περισσότερες δυνατότητες ν ’ αναπτυχθεί και να γίνει σοβαρή απειλή εκεί όπου η γαιοκτημονική αριστοκρατία δεν καταφέρνει να αναπτύξει μια πραγματικά ισχυρή εμπορική ώθηση μέσα στους ίδιους της τους κόλπους. Τότε μπορεί ν ’ αφήσει πίσω της μια αγροτική κοινωνία ταλαιπωρημένη αλλά ακέραιη, με την οποία ελάχιστους συνδετικούς δεσμούς έχει πιά. Στο μεταξύ είναι πιθανό να προσπαθήσει να διατηρήσει το στύλ ζωής της μέσα σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο αποσπώντας ακόμα μεγαλύτερο πλεό νασμα από την αγροτιά. Σε γενικές γραμμές αυτό ακριβώς γινόταν στη Γ αλλία του 18ου αιώνα και στην Ρωσία και την Κίνα τον 19ο και 20ο αιώνα.6 Ο μεγάλος αγροτικός πόλεμος στη Γερμανία, ο Bauernkrieg του 1524-1525, εμφανίζει αυτές τις σχέσεις με εντυπωσιακό τρόπο, ιδιαίτερα αν κανείς συγκρίνει τις περιοχές στις οποίες ξέσπασε βίαια με τα μέρη εκείνα της Γερμανίας όπου δεν ήταν παρά ένα επεισόδιο με μικρή σημασία. Μια και ήταν η πιό σημα ντική αγροτική επανάσταση των αρχών της νεότερης ιστορίας της Ευρώπης, καλό θα ήταν να τη συζητήσουμε σε συντομία εδώ. Η σημασία της, και πάλι, φαίνεται σαφέστερα αν τη συγκρίνουμε με τις αλλαγές στην αγγλική κοινωνία. Έ νας δυναμικός τομέας των γαιοκτημονικών ανώτερων τάξεων στην Αγγλία ήθελε όχι ανθρώπους, αλλά γη για την εκτροφή προβάτων. Οι γερμανοί γιούνκερς, από τ ’ άλλο μέρος, ήθελαν ανθρώπους, και συγκεκριμέ να ανθρώπους δεμένους με τη γη, για να καλλιεργούν τα σιτηρά που 6. Η Ινδία μπορεί να φαίνεται μιά εξαίρεση στη γενίκευση ότι η επιβίωση της αγροτικής κοινωνίας ((ναι το αίτιο της σύγχρονης Επανάστασης. Εξηγείται κατά ένα μέρος από τα σύμφυτα στην προσύγχρονη κοινωνική δομή της Ινδίας εμπόδια για την επανάσταση και κατά ένα άλλο μέρος από τον τρόπο που προχώρησε ώς τα τώρα ο εκσυγχρονισμός. Αλλά το πιό σημαντικό α π ' όλα, ε(ναι ότι ο εκσυγχρονι σμός μόλις που έχει ξεκινήσει στην ινδική ύπαιθρο. Με βάση αυτό, μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι δεν πρόκειται πράγματι γιά ’ εξαίρεση. Ίσω ς κάποτε να γίνει τέτοια. Οι ιστορικές γενικεύσεις δεν ε(ναι απαράβατοι νόμοι όπως αυτο( της φυσικής: η πορεία της ιστορίας αντανακλά κυρίως μια προσπάθεια να σπάσουν τα δεσμά που επιβάλλονται από προηγούμενες συνθήκες, οι οποίες εκφράζονται με τέτοιες γενικεύσεις.
530
εκείνοι εξήγαν. Μεγάλο μέρος της μεταγενέστερης ιστορίας των δύο χωρών έχει σαν αφετηρία αυτή την «απλή» διαφορά. Στην Πρωσία, οι εξαγωγές σιτηρών αναχαίτισαν απότομα τις προηγούμενες τάσεις, που ήταν παρόμοιες μ ’ εκείνες στη Δυτική Ευρώπη, όπου η κοινοβουλευτική δημοκρατία τελικά θριάμβευσε. Στα μέσα του 14ου αιώνα, η Πρωσία έμοιαζε ακόμα με τη Δυτική Ευρώπη, έστω κι αν είχε φτάσει σ ’ αυτό το στάδιο από διαφορετι κό δρόμο. Ή ταν τότε μια χώρα εύπορων και σχετικά ελεύθερων αγροτών. Ό π ω ς και στην υπόλοιπη περιοχή που αργότερα ονομά στηκε βορειανατολική Γερμανία, η ανάγκη να εξασφαλιστούν ευνοϊκές συνθήκες στους γερμανούς έποικους, εκτός α π ’ το ότι συντέλεσε στη δημιουργία μιας ισχυρής κεντρικής εξουσίας με τη μορφή του τάγματος των Τευτόνων Ιπποτών και την ανάπτυξη της ζωής στις πόλεις, ήταν και το κύριο αίτιο αυτής της ελευθερίας. Οι γερμανοί χωρικοί είχαν το δικαίωμα να πουλούν και να κληροδο τούν τη γη τους, καθώς και να εμπορεύονται τα προϊόντα τους στις κοντινές πόλεις. Οι υποχρεώσεις τους προς τον τοπικό άρχοντα σε χρήματα και εργασία ήταν μικρές, η εξουσία του άρχοντα στις υποθέσεις του χωριού ήταν αυστηρά περιορισμένη κυρίως στην απονομή «ανώτερης δικαιοσύνης», δηλαδή στα πιό σοβαρά εγκλή ματα. Για τα υπόλοιπα, οι χωρικοί κανόνιζαν μόνοι τους τις υποθέσεις τους.7 Τα χωριά σ ’ όλη την εποικισμένη περιοχή τα ίδρυε ο locator, συχνά με εντολή των ευγενών γαιοκτημόνων, ο οποίος εύρισκε τους οικιστές, τους οδηγούσε από τον τόπο καταγωγής τους, τους παρέδιδε τους κλήρους τους, μετρούσε τα κοινοτικά χωράφια του χωριού, και σε αντάλλαγμα γινόταν ο κληρονομικός δήμαρχος του χωριού με κλήρο μεγαλύτερο από τον κλήρο των άλλων.8 Κατά μία έννοια, λοιπόν, τα χωράφια της βορειανατολικής Γερμανίας ήταν τεχνήτες κοινότητες, που τα δικαιώματά τους τους δίνονταν με τη μορφή χάρτας (Handfesten) από τα πάνω. Η κατάστασή τους, από αυτή την άποψη, διέφερε από εκείνη των νότιων γερμα νόφωνων χωριών, που κέρδισαν τα δικαιώματά τους μετά από μακροχρόνιους αγώνες εναντίον του άρχοντα. Αυτή η διαφορά μπο ρεί να είναι ώς ένα βαθμό υπεύθυνη για την έλλειψη αντίστασης 7. Carsten. Origins of Prussia. I, ιί, 29-31, 41, 62, 64, 73-74. Stein, Agrarverfassung. I, 431, 434. 8. Carsten, Origins of Prussia, 30-31.
531
στην υποτέλεια που επιβλήθηκε αργότερα στα χωριά της βορειανατολικής Γερμανίας, αν και άλλοι παράγοντες έπαιξαν ίσως σημαντικότερο ρόλο. Μια άλλη διαφορά με το νότο ήταν ο εθνικά ανάμικτος χαρακτήρας του πληθυσμού, καθώς οι Γερμανοί εγκα ταστάθηκαν σε σλάβικες περιοχές. Ωστόσο τα γερμανικά χωριά ιδρύονταν συνήθως σε ακατοίκητη γη και οι σλάβοι χωρικοί γρήγο ρα αποκτούσαν την ίδια ευνοϊκή νομική Θέση με τους Γερμανούς.9 Προς τα τέλη του 14ου αιώνα, ξεκίνησαν ορισμένες αλλαγές που αργότερα οδήγησαν τους χωρικούς στη δουλοπαροικία. Οι πόλεις παρακμάσανε· η κεντρική εξουσία αποδυναμώθηκε. Αλλά το πιο σημαντικό α π ’ όλα ήταν ότι άρχισε να εμφανίζεται μια εξαγωγική αγορά για τα σιτηρά. Ό λ ες μαζί αυτές οι δυνάμεις μετέβαλαν την πολιτική ισορροπία στην ύπαιθρο. Άλλες περιοχές της Γερμανίας και της Ευρώπης χτυπήθηκαν από έναν εξευτελισμό του νομίσματος που ήταν συνέπεια της εξασθένισης της βασιλικής εξουσίας, και από μια αγροτική κρίση που οδήγησε τους ευγενείς να πιέσουν υπερβολικά τους αγρότες, γεγονότα που συντέλεσαν στο ξέσπασμα του Αγροτικού Πολέμου.10 Μόνο όμως στα βορειανατολικά εμφανίστηκε ένα σημαντικό εξαγωγικό εμπόριο σιτηρών. Οι συνέπειες για τους αγρότες ήταν καταστροφικές. Οι ευγε νείς έπαψαν να ενδιαφέρονται για τα χρηματικά δοσίματα από τους αγρότες και στράφηκαν αντίθετα στην καλλιέργεια και την αύξηση των ιδιόκτητων κτημάτων τους. Για να γίνει αυτό, ήταν απαραί τητη η εργασία των αγροτών. Οι υποχρεώσεις σε εργασία επεκτάθηκαν οι αγρότες δέθηκαν με τη γη. Το δικαίωμά τους να πουλούν και να κληροδοτούν τη γη τους σχεδόν καταργήθηκε και δεν τους επιτρεπόταν πια να παντρεύονται και να φεύγουν από το κτήμα. Οι περισσότερες α π ’ αυτές τις αλλαγές έγιναν κατά τον 16ο αιώ να, περίοδο όπου ανέβηκαν στα ύψη οι τιμές των σιτηρών. Αξίζει να σημειώσουμε ότι μέσα σ ’ αυτή την κατάσταση η σπανιότητα της εργασίας δεν βοήθησε τους χωρικούς, αλλά οδήγησε σε επιβο λή σκληρής πειθαρχίας για να εμποδιστεί η αποχή και η φυγή' μια πολυάριθμη, αν και μάλλον φτωχή, τάξη ευγενών μπόρεσε να εδραιώσει ένα σύστημα καταπίεσης της εργασίας χωρίς τη βοή θεια μιας ισχυρής κεντρικής κυβέρνησης. Στην πραγματικότητα το τυπικό τέλος του Τάγματος των Τευτόνων Ιπποτών το 1525 9. (jrslcn. Origins of Prussia, 32, 34-35, 37-39 10. (^arslrn. Origins of Prussia. 115.
532
ήταν ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά γεγονότα, που οδήγησαν στα αποτελέσματα που μόλις αναφέραμε.11 Στη διάρκεια της περιόδου εποικισμού, τα χωριά των αγρο τών συχνά ήταν, φυσικά, χωρισμένα από τα κτήματα των ευγενών και υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητοι οργανισμοί. Στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα, αυτή η κατάσταση άλλαξε,12 καθώς οι ευγενείς γαιοκτήμονες άρχισαν να διεισδύουν στα χωριά, αφ’ ενός οικονομικά, παίρνοντας στα χέρια τους τις ιδιοκτησίες των αγροτών, ιδιαίτερα τα μεγαλύτερα χωράφια του δημάρχου, και αφ ’ ετέρου πολιτικά, εδραιώνοντας ένα μονοπώλιο απονομής της δικαιοσύνης.13 Χωρίς αυτόν τον εγκλωβισμό της αγροτικής κοινό τητας και την κατάλυση της αυτονομίας της, θα ήταν δύσκολο να καταλάβει κανείς πώς μια μάζα σκόρπιων ευγενών μπόρεσε να επιβάλει τη θέλησή της. Ώ ς τα τέλη του 17ου αιώνα, οι περισσό τεροι από τους ευγενείς είχαν γίνει μικροί δεσπότες στην περιφέ ρεια των κτημάτων τους, που δεν ελέγχονταν από καμιά επίσημη εξουσία, από τα πάνω ή από τα κάτω. Η «καπιταλιστική» επανά σταση των γιούνκερς του 16ου και 17ου αιώνα ήταν καθ’ ολο κληρία σχεδόν μια κοινωνική και πολιτική επανάσταση. Δεν υπάρχουν ενδείξεις στην ιστορική βιβλιογραφία για κανενός είδους σημαντικές τεχνικές αλλαγές στη γεωργία που να συνόδεψαν την άνοδο των γιούνκερς. Το σύστημα των τριών αγρών ήταν σχεδόν γενικευμένο μέχρι την εποχή του Επτάχρονου Πολέμου, ενώ ώς τον 18ο αιώνα οι μέθοδοι καλλιέργειας, ιδιαίτερα στα μεγάλα κτήματα των γιούνκερς, ήταν πολύ πιο καθυστερημένες από κείνες που εφαρμόζονταν στις δυτικές επαρχίες της Γερμανίας.14 Οι αγρότες αντιτάξανε πράγματι περιορισμένη αντίσταση. Η μόνη κάπως σημαντική εξέγερση ξέσπασε κοντά στο Κένιξμπεργκ το 1525 λίγο μετά την κατάργηση του Τάγματος των Τευτόνων Ιπποτών. Δεν είναι παράξενο που η ώθηση ήρθε ώς ένα βαθμό από την ίδια την πόλη και από εκείνους που είχαν πολλά να χάσουν, τους πιο εύπορους ελεύθερους αγρότες. Η γρήγορη καταστολή της οφειλόταν στη μικρή υποστήριξη από τις πόλεις, όπου, σε αντίθεση με τις περιοχές όπου έγινε ο Bauernkrieg, δεν υπήρχε έντονη 11. 12. 13. 14.
Carstrn. Origins of Prussia, χχφ. XI, ιδ. 149-150, 154, 163-164. Aubin. Gcschichlc dcs gulshfrrlich· bSurrlichrn V«rhSllmissrs, 155-156. Slrin. Agrarvrrfassung, I, 437-439. Slfin. Agrarvrrfassung. I. 463-464.
53*
συντεχνιακή ζωή.15 Η κατάσταση που οδήγησε στον Αγροτικό Πόλεμο του 1524 —1525 ήταν, στις σημαντικότερες πλευρές της, το άκρο αντίθετο από κείνη που επικρατούσε στην Βορειανατολική Γερμανία, και φέρνει στο νου μερικά από τα χαρακτηριστικά που δύο αιώνες αργότερα οδήγησαν στη Γαλλική Επανάσταση. Μια και ο Bauernkrieg, και οι πολυάριθμες εξεγέρσεις που οδήγησαν σ ’ αυτόν απλώθηκαν σε μια εκτεταμένη περιοχή, τη σημερική δυτική Αυ στρία, ολόκληρη σχεδόν την Ελβετία, τμήματα της νοτιοδυτικής Γερμανίας και ένα μεγάλο μέρος της Κοιλάδας του άνω Ρήνου, ήταν φυσικό να υπάρχουν σημαντικά μεγάλες διαφορές στις τοπι κές συνθήκες, διαφορές που μεγάλωσαν τη δυσκολία καθορισμού των αιτίων του και κράτησαν ζωντανή μια έντονη διένεξη σε σχέση μ ’ αυτά ώς τα σήμερα.16 Παρόλ ’ αυτά, οι περισσότεροι από τους μελετητές συμφωνούν σε γενικές γραμμές στις παρακάτω διαπιστώσεις: Οι τοπικοί ηγεμόνες στην περιοχή αυτή της Γερμανίας γίνονταν ισχυρότεροι, και όχι ασθενέστεροι όπως στα βορειανατολικά, και έκαναν μερικά α π ’ τα πρώτα βήματα προς την ανάληψη του ελέγχου στην ίδια την περιοχή τους και την εδραίωση μιας σύγχρονης ομοιόμορφης διοίκησης. Αυτή η μορφή απολυταρχισμού ήταν, ωστόσο, μια ασή μαντη και αποσπασματική παραλλαγή, γιατί ο Αυτοκράτορας είχε κατασπαταλήσει τις γερμανικές δυνάμεις σ ’ ένα μάταιο αγώνα κατά του παπισμού. Η ζωή στις πόλεις άνθιζε στο τμήμα αυτό της Γερμανίας- η τελευταία περίοδος του Μεσαίωνα ήταν η χρυσή εποχή του Γερμανού Burger (αστού πολίτη). 15. Carslen. "Bauernkrieg", 407. Η ασθενική αντίσταση που προβλήθηκε στη Γερμανία κατά του θεσμού της δουλοπαροικίας έρχεται σε οξεία αντίθεση με τις αγροτικές ταραχές και εξεγέρσεις που συνέδιυσαν χαι ακολούθησαν την (πιβολή της χατά την (δια πιρίοδο στη Ρωσία. Ο κύριος λόγος της διαφοράς ((ναι ένα γίγονός το οποίο έ χ« επισημανθεΐ και προηγουμένως: η δουλοπαροικία στη Ρωσία εμφανίστηκε ως απάντηση οι μια πολιτική κατάσταση. Ως μέρος της διαδικασίας με την οποία (δραιώθηχ( ο απολυταρχισμός, η δουλοπαροιχία στη Ρωσία πρόσφερε μια μέθοδο για να καλλκργούνται τα (δάφη που δόθηκαν για να υποστηρίζουν οι τσαρικοί αξιωματούχοι. Επίσης, η δουλοπαροικία στη Ρωσία, φαίν(ται ότι έβλαψε το χωριό πολύ λιγότερο α π ’ όσο στην Πρωσία. Παρόλο που έχασε μεγάλο μέρος της αυτονομίας της, η ρωσική αγροτική κοινότητα έμεινε a t μεγάλο βαθμό μια λειτουργική μονάδα. Για μια (ξαιρ(τιχή πραγμάτευση των αλλαγών χατά τον 16ο χαι 17ο αιώνα στη Ρωσία βλ. Blum. Lord and Prasanl. χεφ. 8-14' για τις αγροτικές ταραχές, 258, 267-268· για το χωριό 510-512.
334
Έ τσ ι οι χωρικοί μπορούσαν από καιρό σε καιρό να εξασφαλί ζουν την υποστήριξη των φτωχών των πόλεων. Αλλά το να κάνει κανείς γενικεύσεις πάνω στο ποιά ήταν τα κοινωνικά στρώματα με τα οποία συμμαχούσαν οι αγρότες και ποιά εκείνα με τα οποία ήρθαν σ ’ αντίθεση, είναι πολύ παρακινδυνευμένο. Σε διαφορετι κούς τόπους και χρόνους, έρχονταν σ ’ αντίθεση ή συμμαχία με οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα μπορεί να φανταστεί κανείς: στην Ρηνανία συμμάχησαν με τους ευγενείς εναντίον των μοναστηρίων,17 αλλού ήρθαν σ ’ αντίθεση με τους ευγενείς, αλλού συμμά χησαν πάλι μαζί τους κατά των αστών και του Πρίγκηπα.18 Το μόνο που μπορεί να πει κανείς με σιγουριά είναι ότι η σύγκρουση άρχισε κατά κύριο λόγο με τις μετριοπαθείς απαιτήσεις των εύπο ρων χωρικών και γινόταν όλο και πιο ριζοσπαστικές καθώς ανα πτυσσόταν, για να φτάσει αργότερα στα αποκαλυπτικά οράματα του Thomas Miinzer. Ώ ς ένα βαθμό, αυτή η προοοδευτική ριζοσπαστικοποίηση οφεικόταν στην απόρριψη των αρχικών μετριοπα θών αιτημάτων1’, και κατά ένα άλλο μέρος στην τάση των αγρο τών να στρέφονται προς νέες θρησκευτικές ιδέες, που εκπορεύο νταν από τη Μεταρρύθμιση, για να βρουν δικαίωση στα οικονομι κά, πολιτικά και κοινωνικά παραπονά τους.2υ Η σχέση με τις πόλεις συντέλεσε πιθανότατα σ ’ αυτή την ριζοσπαστικοποίηση, για την οποία υπήρχαν από νωρίς προμηνύματα.21 Μπορεί επίσης να οφείλεται και στην δυσαρέσκεια των κατωτέρων στρωμάτων των αγροτών, που άρχισαν να διαιρούνται σε φτωχούς και πλού σιους, το ίδιο όπως στη Γαλλία, στα τέλη του 18ου αιώνα, αν και δεν έχω βρει κάποια συγκεκριμένη αναφορά σε σχέση μ ’ αυτό. Οι ευγενείς της εποχής αντιμετώπιζαν ένα διπλό στρίμωγμα: από τις προσπάθειες των πριγκήπίον να εδραιώσουν την εξουσία τους και από τις γενικότερες συνέπειες της εξάπλωσης μιας εμπορευματικής οικονομίας. Χρειάζονταν χρήματα και δοκίμαζαν διάφορους τρ'όπους για να τ ’ αποκτήσουν, νεκρανασταίνοντας όπου μπορούσαν παλιά δικαιώματα, ή, όπως φαινόταν στους χωρικούς, 16. Βλ. τους χάρτες στο τέλος του βιβλίου του Franz, "Bauernkrieg". 17. Waas. Crosse Wendung. 13-15, 19. 18. Franz, Bauernkrieg. 19. Είναι η θέση του Waas στο Crosse Wendung. 20. Nabholz, "lirsachen des Bauernkriegs". 144-167 (επισημαίνει τη σχέση αυτή πολύ ξεκάθαρα για την περιοχή της Ζυρίχης)· βλ. επίσης 162-163, 165, 157. 21. Franz, Bauernkrieg, 45-52.
535
προσπαθώντας να επιβάλουν νέες υποχρεώσεις. Πράγματι, οι πρώτες εκφράσεις της αγροτικής δυσαρέσκειας πήραν τη μορφή προσπαθειών να διατηρήσουν ή να επιστρέφουν στο «das alte Recht».22 Εκείνο που δεν έκαναν οι ευγενείς, παρά μόνο σκόρπια και σε μικρή κλίμακα, ήταν να αναλάβουν καλλιέργειες για την αγορά. Εδώ έγκειται η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στην περιοχή όπου έγινε Bauernkrieg και της Γερμανίας των γιούνερς. Όσο για τους ίδιους τους αγρότες, η οικονομική και κοινωνική θέση ενός μεγάλου τομέα βελτιωνόταν σταθερά για αρκετό καιρό. Ό π ω ς παρατήρησε ένας μελετητής πριν από είκοσι περίπου χρόνια, οι ενδείξεις ευημερίας στους χωρικούς και τους Burger αυτού του τμήματος της Γερμανίας στα τέλη του Μεσαίωνα ήταν τόσο άφθονες, ώστε δεν είναι δυνατό πιά να υποστηρίξει κανείς ότι η γενική οικονομική χειροτέρευση προκάλεσε την εξέγερση.23 Το γεγονός αυτό έρχεται, βέβαια σε συμφωνία με την άποψη ότι οι άσχημα στριμωγμένοι ευγενείς προσπαθούσαν να «βάλουν χέρι» στους χωρικούς με όποιο τρόπο μπορούσαν.24 Για αιώνες γινόταν μια διελκυστίνδα ανάμεσα στην αγροτική κοινότητα και τον ευγενή σε σχέση με τα αντίστοιχα δικαιώματά τους, ένας αγώνας που σε πολλές περιπτώσεις δεν απέκλειε τη μοιρασιά των δικαιωμάτων. Περιοδικά το αποτέλεσμα αποκρυσταλλωνόταν σε ένα έγγραφο γνωστό ως Weistum, κωδικοποίηση του εθιμικού νόμου (Rechtsgewohnheiten), που γραφόταν με βάση απαντήσεις σε ένορκη εξέτα ση των έμπειρων ηλικιωμένων αντρών της κοινότητας. Τα αρχεία που σώθηκαν δείχνουν μια μεγάλη αύξηση του αριθμού των Weistumer μετά το 1300' ο μεγαλύτερος αριθμός εμφανίζεται μεταξύ 1500 και 1600, ενώ μετά πέφτει απότομα.25 Εκείνο που δείχνουν αυτά τα ντοκουμέντα και άλλα παρόμοια στοιχεία είναι 22. Franz, Bauernkrieg, 1-40. 23. Waas. Crosse Wendung, 40-42. 24. Αποδεικτικά στοιχεία γ ι ’ αυτό προσφέρονται από έναν σοβιετικό μελετη τή, τον Smirin στο "Ocherki istorii polilicheskoi bor* by u German»” , κ*φ. II. O Σμίριν κάνει ότι μπορεί για να αποδείξει την ύπαρξη μιάς «φεουίολικής αντίδρα σης» και πότε πότε εξαντλεί τα στοιχεία σε σημείο που να φαίνεται ανόητος: όπως όταν αναφέρει (σελ. 60) τις υποχρεώσεις εργασίας για τρεις μέρες το χρόνο ως κάτι πολύ σημαντικό. Αλλά έχει πιθανότατα δίχιο όταν βεβαιώνει πως οι χωρικοί ήταν αναστατωμένοι από την αβεβαιότητα και την ποιχιλία των υποχρεώσεών τους. 25. Wiessner, Sachinhall und Wirlschaftliche Bedeutung der WeistOmer, 2629.
536
μια σφιχτοδεμένη αγροτική κοινότητα, αν και με αυξανόμενες περιουσιακές διαφορές, που ζούσε μέσα σε μια αργά μεταβαλλόμε νη κατάσταση ανταγωνιστικής συνεργασίας με τον φεουδάρχη.26 Οι υποχρεώσεις σε εργασία και καλλιέργεια των κτημάτων του φεουδάρχη μειώνονταν, ενώ αυξάνονταν τα χρηματικά δοσίματα, το αντίστροφο δηλαδή απ* ότι συνέβαινε στα βορειανατολικά. Πολλοί αγρότες είχαν φτάσει πολύ κοντά στην απόκτηση de facto περιουσιακών δικαιωμάτων, έχοντας αποτινάξει πολλά από τα «στίγματα» της φεουδαλικής κατοχής, αν και υπήρχαν πολλοί θύλακες όπου αυτά τα τελευταία εξακολουθούσαν να υπάρχουν.27 Στα πρώτα στάδια της εξέγερσης οι απαιτήσεις συχνά επανα λάμβαναν θέματα παρμένα από παλιότερα Weistiimer.28 Το γεγο νός αυτό είναι άλλη μια ισχυρή ένδειξη ότι η εξέγερση άρχισε με τα «θεμιτά» παράπονα των αξιοσέβαστων και εύπορων μελών της αγροτικής κοινότητας.29 Ο Bauerkrieg απέτυχε και καταστάληκε αιματηρά. Τόσο οι ριζοσπαστικές όσο και οι συντηρητικές διεκδικήσεις των αγροτών πέρασαν στην παρανομία. Εξαιτίας, ώς ένα βαθμό, της νίκης των αριστοκρατών, που, όπως είδαμε σημειώθηκε και στα βοριοανατολικά για διαφορετικούς λόγους, και αντιμετωπίζοντας μικρή αντί σταση, οι προοπτικές για επικράτηση της φιλελεύθερης δημοκρα τίας στη Γ ερμανία αποκλείστηκαν για αιώνες. Μόνο κατά τον 19ο αιώνα έκανε η Γ ερμανία μερικά διστακτικά και, όπως αποδείχτη κε, καταδικασμένα σε αποτυχία βήματα προς αυτή την κατεύθυν ση. Οι αντίστοιχες νίκες του άγγλου γαιοκτήμονα και του γερμανού γιούνκερ αποτελούν δύο εντελώς αντίθετες μορφές, με τις οποίες η γαιοκτημονική ανώτερη τάξη μπορεί να κάνει μια επιτυ χημένη μετάβαση στην εμπορευματική γεωργία. Αποτελούν επί σης εντελώς αντίθετους τρόπους καταστροφής της βάσης της πολιτικής δράσης της αγροτιάς. Έ σ τω κι αν νικήθηκε, η κίνηση 26. Wiessner, "Gerchichte des Dories” , 43-44, 60, 63, 70-71. Παρόλο που η αναφορά περιορίζεται στην Αυστρία, είναι πολύ πιθανό ότι παρόμοιου τύπου διαφορές εμφανίζονταν χαι αλλού. 27. Για την περιοχή της Ζυρίχης, βλ. Nabholz, "Ursachen des Bauernkriegs" 158-159· για την Αυστρία, Wiessner, "Ceschichte des Dorfes” 49, 50, 67' για τη Γερμανία, Waas, "Crosse Woidung", 37-38. 28. Waas, Crosse Wendung, 34-35. 29. Franz, Bauernkrieg, 1-40.
537
αυτή ήταν πολύ δυναμική στις περιοχές του Bauernkrieg, όπου οι ανώτερες τάξεις δεν εξαπέλυσαν καμιά άγρια οικονομική επίθεση κατά της αγροτικής κοινωνίας, αλλά προσπάθησαν μόνο να αυξή σουν το ποσό των χρημάτων που έπαιρναν από τους αγρότες. Αυτή η παρεκβατική αναφορά σε μια συγκεκριμένη περίπτω ση αρκεί, ελπίζω, για να δείξει τους κύριους τρόπους με τους οποίους η απάντηση της γαιοκτημονικής ανώτερης τάξης στην πρόκληση της εμπορευματικής γεωργίας δημιουργεί καταστάσεις που είναι ευνοϊκές ή δυσμενείς για τις εξεγέρσεις της αγροτιάς. Οι κύριες περιοχές όπου οι αγροτικές επαναστάσεις είχαν τη μεγαλύ τερη σημασία, η Κίνα και η Ρωσία, έμοιαζαν στο ότι οι γαιοκτημονικές ανώτερες τάξεις, σε γενικές γραμμές, δεν κατάφεραν να κά νουν μια επιτυχημένη μετάβαση στον κόσμο του εμπορίου και της βιομηχανίας και δεν καταστρέψανε την κυρίαρχη κοινωνική οργά νωση μέσα στην αγροτιά. Τώρα μπορούμε ν ’ αφήσουμε κατά μέρος τις ενέργειες της αριστοκρατίας, για να επιχειρήσουμε μια πιο αναλυτική έρευνα των παραγόντων που λειτουργούν μέσα στην ίδια την αγροτιά. Τι ακριβώς σημαίνει ο εκσυγχρονισμός για τους αγρότες πέρα από το απλό και σκληρό γεγονός ότι αργά ή γρήγορα γίνονται θύματά του; Σε γενικές γραμμές, φαίνεται ότι οι διαφορετικοί τύποι κοινωνικής οργάνωσης που συναντάμε σε διάφορες αγροτικές κοινωνίες, μαζί με τον χρόνο και τον χαρακτήρα της ίδιας της διαδικασίας εκσυγ χρονισμού, μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα έχουν σοβαρή επίδρα ση στο αν η απάντηση θα είναι επαναστατική ή παθητική. Αλλά ποιά ακριβώς είναι η σχέση ανάμεσα σ ’ αυτές τις μεταβλητές; Ας δούμε πρώτα ποιές γενικές αλλαγές επέρχονται μέσα σ ’ αυτή την περίπλοκη εξελικτική διεργασία. Στη γεωργία, ο οικονομικός εκσυγχρονισμός σημαίνει επέκτα ση των σχέσεων αγοράς σε περιοχή πολύ ευρύτερη από πριν και βαθμιαία αντικατάσταση της καλλιέργειας που γίνεται για την αυτοσυντήρηση με την παραγωγή για την αγορά.30 Δεύτερο, στην 30. Οι αγορές καθόλου διν έλιιπαν από τα προσύγχρονα χωριά. Κι απ ’ τ ’ άλ λο μέρος, αχόμα κι ο σύγχρονος Επιχειρηματίας που ζει στα προάστια μποριΐ να διίχνιι μ ι υπιρηφάν(ΐα τις λίγις τομάτις που καλλκργ([ στην αυλή του. Δ ϊν θα ’ταν απαραίτητο να (πισημάνω αυτά, αν Scv ι(χαμ£ να κάνουμε μ ι τους αντιιννοιοχράτις μ ιλιτητές που χαίρονται να αναποδογυρίζουν τις ιστοριχές αντιδιαστολές, επισημαίνοντας κάτι τέτοια μικροπράγματα. Ασφαλώς, cxclvo που έχιι σημασία ιίναι ο ποιοτικός ρόλος που παίζιι η αγορά στην ύπαιθρο, οι συνέπιιές της δηλαδή στις κοινωνιχές σχέσεις.
538
πολιτική, ο επιτυχημένος εκσυγχρονισμός συνεπάγεται την εδραί ωση της ειρήνης και της τάξης σε μια ευρεία περιοχή, τη δημιουρ γία μιας ισχυρής κεντρικής κυβέρνησης. Δεν υπάρχει κάποια γενική σύνδεση ανάμεσα στις δύο αυτές διεργασίες: η Ρώμη και η Κίνα εδραίωσαν και οι δύο ισχυρές για την εποχή τους κυβερνήσεις, που το χέρι τους «έφτανε μακριά», χωρίς να γεννηθεί καποια σημαντική ωστική δύναμή προς τον εκσυγχρονισμό. Είναι ο συνδυασμός αυτών των δύο που προώθησε τον εκσυγχρονισμό σε διάφορα μέρη του κόσμου από τον 15ο αιώνα. Το άπλωμα της κρατικής εξουσίας και η διείσδυση της αγοράς, που μπορεί να συντελεστούν σε διαφορετι κούς χρόνους, επηρεάζουν τους δεσμούς του αγρότη με τον φεου δάρχη, τον καταμερισμό της εργασίας και το σύστημα εξουσίας μέσα στο χωριό, τις ταξικές συνομαδώσεις μέσα στην αγροτιά, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και κατοχής της γης. Σε κάποιο σημείο, η επίδραση αυτή των εξωτερικών δυνάμεων μπορεί να επιφέρει αλλαγές στην τεχνολογία και το επίπεδο παραγωγικότητας στη γεωργία. Απ ’ όσο γνωρίζω, δεν υπάρχουν παραδείγματα κάποιας σημαντικής τεχνολογικής επανάστασης που να ξεκίνησε μέσα από την αγροτιά, αν και έχουν αναφερθεί μερικές μικρότερης σημασίας βελτιώσεις για την Ιαπωνία προς τα τέλη της περιόδου Τοκου γκάουα. Οι τεχνολογικές αλλαγές υπήρξαν πολύ πιο σημαντικές στη Δύση· στις ασιατικές οικονομίες του ρυζιού η πρόσθετη παρα γωγικότητα επιτυγχανόταν κυρίως με την εντατικοποίηση της ανθρώπινης εργασίας. Μέσα σ ’ αυτό το σύμπλεγμα αλληλένδετων αλλαγών, τρείς πλευρές είναι ιδιαίτερα σημαντικές από πολιτική απόψη: ο χαρα κτήρας του δεσμού ανάμεσα στην αγροτική κοινότητα και τον φεουδάρχη, οι περιουσιακοί και ταξικοί διαχωρισμοί στην αγροτιά, και ο βαθμός αλληλεγγύης ή συνοχής που υπάρχει μέσα στην αγροτική κοινότητα. Επειδή οι τρείς αυτές πλευρές είναι τόσο στενά συνδεμένες μεταξύ τους είναι αδύνατο ν ’ αποφύγουμε κάποιες επικαλύψεις κι επαναλήψεις στην προσπάθεια να ανιχνεύσουμε τα χαρακτηριστικά πρότυπα εκσυγχρονισμού στην κάθε περίπτωση. Επιστρέφοντας στο σημείο εκκίνησης της εξελικτικής διαδι κασίας, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν ορισμένες πολύ γενικές ομοι ότητες ανάμεσα στις αγροτικές κοινότητες ή τα χωριά και τις σχέσεις τους προς τον έξω κόσμο σε πολλούς αγροτικούς πολιτι σμούς. Καλό θα ’ταν ν ’ αρχίσουμε σχεδιάζοντας την γενική 539
κάτοψη των θεμελίων αυτών των κοινοτήτων με πολύ αδρές γραμ μές, έχοντας υπόψη ότι υπάρχουν πολλές πολιτικά σημαντικές παραλλαγές που ξεκινούν από αυτό το σχέδιο. Είναι πραγματικά ευκολότερο να κατανοήσουμε τη σημασία αυτών των εκκινήσεων αν πρώτα συλλάβουμε το γενικό πρότυπο. Θα περιορίσω τη συζή τηση στο χωριό, με την έννοια του συνεκτικού οικισμού που περι βάλλεται από καλλιεργημένους αγρούς. Παρόλο που ο τύπος των σκόρπιων ατομικών εγκαταστάσεων συναντιέται επίσης σε πολλές περιπτώσεις, δεν υπήρξε ποτέ η κυρίαρχη μορφή, εκτός ίσως από ορισμένες περιοχές των ΗΠΑ στην αποικιακή η εποχή ή τον καιρό της «κατάκτησης της Δύσης». Αυτός άλλωστε είναι ένας από τους λόγους που οι μελετητές αρνούνται τον χαρακτηρισμό του αγρότη στους αμερικανούς φάρμερ. Έμμεσα ή άμεσα, ο τοπικός άρχοντας έπαιζε ζωτικό ρόλο στη ζωή του χωριού. Στις φεουδαλικές κοινωνίες ήταν ο φεουδάρχης· στη γραφειοκρατική Κίνα ήταν ο γαιοκτήμονας που εξαρτιόταν από την αυτοκρατορική γραφειοκρατία- σε τμήματα της Ινδίας, ο «ζαμιντάρ», που έπεφτε κάπου ανάμεσα στον γραφειοκράτη αξιωματούχο και τον φεουδάρχη. Το κύριο καθήκον του τοπικού άρχοντα ήταν να παρέχει ασφάλεια κατά των εξωτερικών εχθρών. Συχνά, αλλά όχι πάντα, απένεμε δικαιοσύνη και έλυνε τις διαφορές μεταξύ των κατοίκων του χωριού. Δίπλα στον κοσμικό άρχοντα υπήρχε συχνά ο ιερέας. Το έργο του ήταν να προσδίνει νομιμότητα στην κατεστημένη κοινωνική τάξη πραγμάτων και να παρέχει έναν τρόπο εξήγησης όσο και παρηγοριάς για εκείνες τις ταλαιπωρίες και τις συμφορές που ο χωρικός δεν είχε τα τεχνικά και κοινωνικά μέσα ν ’ αντιμετωπίσει μόνος του. Σε αντάλλαγμα για τις λειτουρ γίες αυτές, ο άρχοντας και ο ιερέας αποσπούσαν ένα οικονομικό πλεόνασμα από τους χωρικούς, με τη μορφή της εργασίας, των αγροτικών προϊόντων ή ακόμα και του χρήματος, αν και αυτό είχε γενικά μικρή σημασία στις προεμπορικές εποχές. Ο τρόπος που κατανέμονταν ανάμεσα στους χωρικούς αυτές οι υποχρεώσεις ποίκιλλε σημαντικά. Το δικαίωμα του χωρικού να καλλιεργεί τη γη και να κρατάει ένα μερίδιο των προϊόντων για λογαριασμό του, εξαρτιόταν γενικά από την εκπλήρωση των παραπάνω υποχρεώσε ων. Τπάρχουν πολλές ενδείξεις για να υποστηρίξει κανείς τη θέση ότι, όπου οι δεσμοί που γεννιούνταν από τη σχέση μεταξύ άρχοντα και αγροτικής κοινότητας είναι ισχυροί, η τάση προς την αγροτική 540
εξέγερση (και αργότερα την επανάσταση) είναι ασθενική. Τόσο στην Κίνα όσο και στη Ρωσία, οι δεσμοί ήταν ισχνοί και οι αγροτικοί ξεσηκωμοί ενδημικοί, παρόλο που η δομή των ίδιων των αγροτικών κοινοτήτων των δύο αυτών χωρών ήταν όσο πιο διαφο ρετική μπορεί να φανταστεί κανείς. Στην Ιαπωνία, όπου οι αγροτι κές εξεγέρσεις ελέγχονταν, οι δεσμοί ήταν ισχυροί κι αποτελεσμα τικοί. Τπάρχουν βέβαια μερικά αινίγματα και αντιφάσεις στα αποδεικτικά στοιχεία. Στην Ινδία, η αυστηρά εννοούμενη πολιτική εξουσία δεν έφτανε μέσα στο χωριό εκτός από ορισμένες περιοχές στην προβρετανική εποχή. Τπήρχε όμως ισχυρό σύστημα σύνδε σης με την εξουσία μέσω του κλήρου. Δύο προϋποθέσεις παίζουν ίσως βασικό ρόλο για να αποτελεί ο δεσμός έναν αποτελεσματικό παράγοντα κοινωνικής σταθερότη τας. Η μια είναι να μην υπάρχει μεγάλος συναγωνισμός για τη γη ή άλλους πόρους ανάμεσα στους αγρότες και τον άρχοντα. Αυτό δεν εξαρτάται απλώς από το πόση γη είναι διαθέσιμη. Οι κοινωνικοί θεσμοί παίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο στο αν οι αγρότες θα είναι «πεινασμένοι για γη» ή όχι. ' Ετσι, μια δεύτερη και στενά συνδεμέ νη προϋπόθεση θα έλεγα ότι είναι η ακόλουθη: η πολιτική σταθερό τητα απαιτεί να συμπεριλαμβάνονται ο άρχοντας και/ή ο ιερέας ως μέλη της αγροτικής κοινότητας, τα οποία εκτελούν υπηρεσίες απαραίτητες για τον αγροτικό κύκλο και την κοινωνική συνοχή του χωριού, και σε αντάλλαγμα δέχονται κάποια ανάλογα προνόμια και υλικές ανταμοιβές. Το σημείο αυτό χρειάζεται περισσότερη συζή τηση, γιατί ανακινεί γενικότερα θέματα που αποτέλεσαν αιτίες έντονης διαμάχης. Η δυσκολία προέρχεται από την έννοια της αντιστοιχίας των ανταμοιβών και των προνομίων με τις υπηρεσίες που προσφέρει η ανώτερη τάξη. Σε μια φεουδαλική κοινωνία, πόσες ακριβώς κότες κι αυγά σε ορισμένες εποχές του χρόνου και πόσες ώρες εργασίας στα κτήματα του αφέντη, θα ήταν «δίκαιη» ανταμοιβή για την προστασία που παρέχει και τη δικαιοσύνη που απονέμει; Είναι αυτό το ζήτημα κάτι εντελώς αυθαίρετο, κάτι που αποφασίζεται από τη δοκιμή της δύναμης; Πιο γενικά, μήπως η έννοια της «εκμετάλλευσης» είναι κάτι εντελώς υποκειμενικό, τίποτα παρα πάνω από ένα πολιτικό επίθετο, που δεν επιδέχεται αντικειμενική μέτρηση; Πιθανότατα η πλειοψηφία των κοινωνιολόγων σήμερα θα απαντούσε θετικά. Αν τοποθετηθεί κανείς έτσι, τότε η πρόταση που πριν λίγο κάναμε γίνεται μια κοινότοπη ταυτολογία. Σημαίνει 541
ότι οι χωρικοί δεν εξεγείρονται όσον καιρό θεωρούν νόμιμα τα προ νόμια της αριστοκρατίας και τις δικές τους υποχρεώσεις. Το γιατί τα δέχονται οι χωρικοί, εξακολουθεί να παραμένει πρόβλημα. Μέσα στα πλαίσια αυτής της θέσης, η βία και η εξαπάτηση φαίνο νται να είναι οι μόνες δυνατές απαντήσεις, γιατί ο ένας τρόπος διακανονισμού των αυταμοιβών είναι εξίσου αυθαίρετος με τον άλλο. Μου φαίνεται ότι σ ’ αυτό το σημείο η υποκειμενική ερμη νεία της εκμετάλλευσης καταρρέει και αυτοαντιφάσκει κατάφωρα. Πώς μπορεί η απόσπαση εννέα δεκάτων της συγκομιδής των αγρο τών να είναι το ίδιο αυθαίρετη με την απόσπαση του ενός τρίτου; Η αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή η εκμετάλλευση είναι κ α τ’ αρχήν μια αντικειμενική έννοια, πιστεύω ότι είναι πιο λογική και τουλάχιστον προσφέρει τη δυνατότητα κάποιας εξήγησης. Το ζή τημα είναι αν μπορεί κανείς να κάνει μια αντικειμενική εκτίμηση της συμβολής ποιοτικά διαφορετικών δραστηριοτήτων, όπως ο πό λεμος και η καλλιέργεια της γης, στην διατήρηση μιας συγκεκριμέ νης κοινωνίας. (Οι οικονομολόγοι παλιότερα έλεγαν ότι αυτό ήταν δυνατό, τουλάχιστον διαμέσου μιας συναγωνιστικής αγοράς, αλλά δεν θα ’θελα να πάω τόσο μακριά τώρα.) Μου φαίνεται ότι αυτό είναι δυνατό για έναν απροκατάληπτο παρατηρητή, που ξεκινών τας θα έκανε τις πατροπαράδοτες ερωτήσεις: 1) Είναι αυτή η δραστηριότητα απαραίτητη για την κοινωνία; Τι θα γινόταν αν σταματούσε ή άλλαζε; 2) Ποιά μέσα είναι απαραίτητα για να μπορούν οι άνθρωποι να επιτελούν αυτήν την δραστηριότητα αποτελεσματικά; Παρόλο που οι απαντήσεις σε τέτοιες ερωτήσεις πρέπει πάντα να έχουν αρκετό περιθώριο αβεβαιότητας, έχουν επίσης έναν κοινό αντικειμενικό πυρήνα. Μέσα σε όρια αρκετά πλατιά για την λειτουργία της κοινωνί ας, ο αντικειμενικός χαρακτήρας της εκμετάλλευσης φαίνεται τόσο πρόδηλος, ώστε να οδηγεί στην υποψία ότι η άρνηση της αντικειμε νικότητας είναι εκείνο που χρειάζεται εξήγηση. Δεν είναι δύσκολο να διακρίνεις πότε μια αγροτική κοινότητα δέχεται προστασία από τον φεουδάρχη και πότε ο άρχοντας είναι είτε ανίκανος να κρατήσει μακριά τους εχθρούς είτε συμμαχεί μαζί τους. Ένας άρχοντας που δεν εξασφαλίζει την ειρήνη, που παίρνει από τους χωρικούς τα πιο πολλά τρόφιμά τους, που τους αρπάζει τις γυναίκες τους, όπως γινόταν σε πολλά μέρη της Κίνας κατά τον 19ο και 20ο αιώνα, είναι σαφώς εκμεταλλευτής. Ανάμεσα σ ’ αυτή την κατάσταση και στην αντικειμενική δικαιοσύνη υπάρχουν κάθε λογής διαβαθμίσεις, 542
όπου ο λόγος μεταξύ των παρεχόμενων υπηρεσιών και του πλεονά σματος που αποσπάται από τους αγρότες, είναι θέμα ανοιχτό για συζήτηση. Τέτοιες αμφισβητήσεις μπορεί να κινούν το ενδιαφέρον των φιλοσόφων. Είναι μάλλον απίθανο, όμως να συνταράξουν μια κοινωνία. Η θέση που προβάλλουμε εδώ υποστηρίζει απλώς ότι οι υπηρεσίες αυτών που πολεμούν, κυβερνούν και προσεύχονται πρέ πει να είναι προφανείς στον χωρικό, και οι ανταμοιβές που δίνει ο χωρικός να μην είναι πολύ δυσανάλογες προς τις υπηρεσίες που του προσφέρονται. Η λαϊκή αντίληψη για τη δικαιοσύνη, για να το πούμε αλλιώς, έχει πράγματι μια λογική και ρεαλιστική βάση* και οι διακανονισμοί που παρεκκλίνουν από αυτή τη βάση θα χρειάζον ται τη βία και την εξαπάτηση σε τόσο μεγαλύτερο βαθμό όσο περισσότερο παρεκκλίνουν. Ορισμένες μορφές εκσυγχρονισμού είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στο να διαταράσσουν οποιαδήποτε μορφή ισορροπίας έχει επιτευ χθεί στη σχέση ανάμεσα στην αγροτική κοινότητα και τις γαιοκτη μονικές ανώτερες τάξεις, και να θέτουν σε δοκιμασία τους μηχανι σμούς που συνδέουν τα δύο μέρη. Ό που η βασιλική εξουσία αυξά νει και εντείνει το φορτίο της αγροτιάς για να καλύψει το κόστος της επέκτασης του στρατιωτικού δυναμικού και της διοικητικής γραφειοκρατίας, καθώς και τα έξοδα μιας δαπανηρής πολιτικής με στόχο την αυλική μεγαλοπρέπεια, η ανάπτυξη του βασιλικού απολυταρχισμού μπορεί να συμβάλει πολύ στο ξέσπασμα αγροτι κών εξεγέρσεων.31 Οι Βουρβώνοι βασιλείς και οι Ρώσοι τσάροι, με πολύ διαφορετικό τρόπο, χρησιμοποίησαν αυτό τον συνδυασμό τεχνασμάτων για να καθυποτάξουν την τάξη των ευγενών, ενώ το κόστος το επωμίστηκαν οι αγρότες. Η αντίδραση ήταν περιοδικά ξεσπάσματα, πιο σοβαρά στη Ρωσία α π ’ ότι στη Γαλλία. Οι Τυδώρ και οι Στιούαρτ στην Αγγλία αντιμετώπισαν μια εντελώς διαφορετική κατάσταση, και έχασαν ένα βασιλικό κεφάλι. Ένας λόγος ήταν ότι προσπάθησαν να προστατέψουν τους αγρότες από την «αντικοινωνική» συμπεριφορά των εμπορευόμενων ευγενών. Στην Ιαπωνία οι «Σογκούν» της περιόδου Τοκουγκάουα, γύρισαν αποφασιστικά την πλάτη τους στον έξω κόσμο κι έτσι δεν χρειά στηκε να δημιουργήσουν ένα τόσο δαπανηρό στρατιωτικό και διοικητικό μηχανισμό όπως οι μονάρχες της Ευρώπης. Οι αγροτι 31. Για μια Χιπτομιρή αναφορά στη σχέση αυτή στη Γαλλία του Π ου αιώνα, βλ. Porrhnev. Soul^vfmenl» populairrs.
543
κές ταραχές δεν ενοχλήσαν ιδιαίτερα το καθεστώς παρά μόνο κατά τα τέλη της περιόδου. Γ ενικά, η δημιουργία των συγκεντρωτικών μοναρχιών είχε ως αποτέλεσμα να χάσει ο τοπικός άρχοντας την προστατευτική του λειτουργία απέναντι στους χωρικούς και να την αναλάβει το κράτος. Τόσο στη Γ αλλία όσο και στη Ρωσία η αλλαγή αυτή έγινε με τέτοιο τρόπο που να αφήνει σε μεγάλο βαθμό άθικτα τα δικαιώματα του φεουδάρχη όσον αφορά μια σειρά υποχρεώσεων του χωρικού προς αυτόν. Αυτά τα φεουδαρχικά δικαιώματα στηρί ζονταν από τον νέο κρατικό μηχανισμό, γιατί η βασιλική εξουσία δεν μπορούσε να αποξενωθεί εντελώς από την αριστοκρατία. Από την άλλη μεριά, η βαθμιαία διείσδυση στις αγροτικές περιοχές εμπορευμάτων φτιαγμένων στις πόλεις, που ο φεουδάρχης χρεια ζόταν ή νόμιζε πως χρειαζόταν, μαζί με τις απαιτήσεις επιδεικτι κής κατανάλωσης στην αυλή, μεγάλωναν την ανάγκη του φεουδάρ χη να αποσπά ακόμα περισσότερα από την αγροτιά. Η αποτυχία της εμπορευματικής καλλιέργειας να επεκταθεί σε αρκετά μεγάλη κλίμακα, χειροτέρεψε τα πράγματα, εφόσον σήμαινε ότι δεν υπήρ χε άλλη εναλλακτική λύση από το ξεζούμισμα του χωρικού. Ό π ω ς έχουμε δεί, οι τάσεις που υπήρχαν προς την εμπορευματική γεωργία βασίζονταν όλες στην καταπίεση του εργατικού δυναμι κού. Στη Γαλλία, τη Ρωσία και σ ’ άλλα μέρη της ανατολικής Ευρώπης, ο μικροφεουδάρχης έγινε η πιο αντιδραστική φιγούρα, ίσως γιατί όλες οι εναλλακτικές λύσεις ήταν κλειστές γι ’ αυτόν, όπως η αυλή, ένας καλός γάμος ή η εμπορευματική γεωργία. Δεν χρειάζεται να αναλύσουμε τη σχέση μεταξύ αυτών των τάσεων και της δυσαρέσκειας του αγρότη, σχέση που έχει υπογραμμιστεί από πολλούς ιστορικούς. Εκεί όπου οι χωρικοί εξεγέρθηκαν υπάρχουν ενδείξεις ότι νέες και καπιταλιστικές μέθοδοι άντλησης του πλεονάσματος από την αγροτιά προστέθηκαν, ενώ οι παραδοσιακές εξακολουθούσαν να ισχύουν ή και να εντείνονται. Αυτό ίσχυε για τη Γαλλία του 18ου αιώνα, όπου το αγροτικό κίνημα που βοήθησε στην ανατροπή του ancien regime είχε ισχυρά αντικαπιταλιστικά όσο και ισχυρά αντιφεουδαλικά χαρακτηριστικά. Στη Ρωσία, η ενέργεια του τσά ρου να καταργήσει «άνωθεν» τη δουλοπαροικία δεν πέτυχε να ικανοποιήσει τους αγρότες. Το τίμημα της εξαγοράς ήταν πολύ υψηλό και οι αγροτικοί κλήροι πολύ μικροί. Καθώς δεν είχε πραγματοποιηθεί κανένας εκσυγχρονισμός στην ύπαιθρο, οι πλη 544
ρωμές για την απελευθέρωση των δουλοπαροίκων έγιναν απλώς νέοι τρόποι απόσπασης πλεονάσματος από τον αγρότη, ενώ ταυτό χρονα τον εμπόδιζαν να αποκτήσει τη γη που ήταν «δικαιωματικά» δική του. Επίσης, στην Κίνα, ο χωρικός έδειξε με τη συμπεριφορά του ότι εχθρευόταν τον συνδυασμό του παλιού φορομπήχτη αξιωματούχου και του εμπορευόμενου γαιοκτήμονα που είχε ενσωμα τωθεί στο καθεστώς Κουόμιντανγκ. Τα γεγονότα αυτά δεν υπονοούν ότι το ολικό φορτίο που ' σήκωνε η αγροτιά είχε αυξηθεί κάτω απ ’ αυτές τις περιστάσεις. Πράγματι, είναι ένας ιστορικός κοινός τόπος, ότι η βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της αγροτιάς μπορεί να είναι πρελούδιο εξέγερσης.32 Αυτό αποδεικνύεται αρκετά καλά σ ’ ότι αφορά την αγγλική ύπαιθρο πριν από τον ξεσηκωμό του 1381, τον Bauemkrieg της Γερμανίας του 16ου αιώνα και τη γαλλική αγροτιά πριν το 1789. Σε άλλες περιπτώσεις, που οι πιο σημαντικές είναι η Ρωσία και η Κίνα το φορτίο της αγροτιάς μάλλον είχε αυξηθεί. Οπωσδήποτε, ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους για το ancien regime κατά την αρχική φάση μετάβασης στον κόσμο του εμπορίου και της βιομηχανίας, είναι να χάσει την υποστήριξη του ανώτερου στρώματος της αγροτιάς. Μια κοινή εξήγηση είναι η ψυχολογική, ότι δηλαδή η περιορισμένη βελτίωση της οικονομικής θέσης αυτού του στρώματος οδηγεί σε όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις και τελικά σε επαναστατικό ξέσπασμα. Αυτή η ιδέα μιας «επανάστασης των αυξανόμενων προσδοκιών» μπορεί να έχει κάποια ερμηνευτική δύναμη. Δεν κάνει όμως για γενική εξήγηση. Γιατί τόσο στη Ρωσία όσο και στην Κίνα, ακόμα και στον εικοστό 32. Αυτό φαίνεται ίσως να έρχεται σ ’ αντίθεση με τη θέση ότι η αντικειμενική εκμετάλλευση ((ναι ένα αίτιο της εξέγερσης. Δεν civ’ έτσι όμως. Η σχέση ανάμ(σα στον φεουδάρχη χαι την αγροτική κοινότητα μπορεί να γίνει πιό εχμεταλλευτιχή χωρίς οι χωρικοί να φτωχύνουν περισσότερο,χαι μάλιστα μπορεί η οικονομική τους κατάσταση να βελτιωθεί. Αυτό θα συνέ βαίνε exit όπου οι απολαβές του άρχοντα αυξάνουν και η συμβολή του στην ευημερία και την ασφάλεια του χωριού μειώνεται. Μια μείωση της συμβολής του άρχοντα, μαζί μ ι μια γενιχή οιχονομιχή βελτίωση και προσπάθειες από τον άρχοντα να αυξήσει τις απολαβές του, θα αναμενόταν να προχαλέστι μεγάλη δυσαρέσκεια. Το να δοκιμαστεί προσεχτικά αυτή η αντίληψη της αντικειμενικής εκμετάλλευσης σι σχέση μ ι διάφορες περιπτώσεις θα ήταν ένα δΰσχολο αλλά και αποδοτικό έργο. Εγώ δεν το έχω χάνει* η ιδέα μου ήρθε κατά την πορεία μιας μακρόχρονης προσπάθειας να βγάλω λογικά συμπεράσματα από τα στοιχεία, και την παρουσιάζω σαν μιά λειτουργική υπόθεση που βρίσκει κάποια στήριξη στα αποδειχτιχά στοιχεία.
545
αιώνα, τα αποδεικτικά στοιχεία δεν δείχνουν να κυριαρχεί αυτό το αίτιο. Τπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι με τους'οποίους οι ευπορότεροι χωρικοί μπορούν να στραφούν κατά της παλιάς τάξης πραγμάτων, που εξαρτιώνται από ειδικές ιστορικές περιστάσεις και τις συνέπειές τους στις διαφορετικές μορφές αγροτικής κοινω νίας. Η χρονική συγκυρία των αλλαγών στη ζωή του αγρότη, συμπεριλαμβανόμενου και του αριθμού των ανθρώπων που ταυτό χρονα επηρεάζονται, είναι κρίσιμος παράγοντας από μόνος του. Υποψιάζομαι ότι είναι πιο σημαντικός από τις αλλαγές στη διατροφή, κατοικία, ένδυση, εκτός αν οι τελευταίες είναι πολύ ξαφνικές και μεγάλες. Η οικονομική χειροτέρευση που επέρχεται με αργό ρυθμό μπορεί να γίνει αποδεκτή από τα θύματά της σαν κάτι φυσιολογικό. Ιδιαίτερα όταν δεν φαίνεται να υπάρχει καμιά εναλλακτική λύση, η βαθμιαία αύξηση των στερήσεων μπορεί σιγά-σιγά να περάσει μέσα στα πρότυπα των αγροτών για το τι είναι σωστό και δίκαιο. Εκείνο που εξαγριώνει τους χωρικούς (και όχι μόνο τους χωρικούς) είναι μια νέα και ξαφνική επιβάρυνση ή απαίτηση, που χτυπά πολλούς ανθρώπους ταυτόχρονα και έρχεται σ ’ αντίθεση με τους αποδεκτούς κανόνες και έθιμα. Ακόμα και οι πατροπαράδοτα πειθήνιοι ινδοί χωρικοί ξεσηκώθηκαν μαζικά και πρόβαλαν το φάσμα της αγροτικής εξέγερσης σ ’ όλη σχεδόν τη Βεγγάλη στη δεκαετία του 1860, όταν οι Ά γγλοι προσπάθησαν να τους αναγκάσουν να παράγουν λουλάκι σε εξευτελιστικές τιμές για την αγορά υφαντουργικών, που είχε σημειώσει απότομη άνοδο.33 Τα μέτρα εναντίον των παπάδων στη Βαντέ είχαν παρόμοιο αποτέλεσμα. Δεν χρειάζεται να παραθέσουμε πολλά παραδείγμα τα. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι κάτω απ ’ αυτές τις συνθήκες οι ατομικές δυσαρέσκειες γίνονται αυτόματα συλλογικές και κατα φανείς. Αν η χειροτέρευση είναι η κατάλληλη (ξαφνική, εκτεταμέ νη, αλλά όχι τόσο βαρειά, ώστε να κάνει τη συλλογική αντίσταση να φαίνεται ανέλπιδη από την αρχή), μπορεί να ανάψει τη φωτιά της εξέγερσης ή της επανάστασης σε οποιοδήποτε είδος αγροτι κής κοινωνίας. Κανένας τύπος, απ ’ όσο μπορώ να ξέρω, δεν είναι άτρωτος. Παρολ' αυτά, υπάρχουν παραλλαγές στο εκρηκτικό δυναμικό, οι οποίες μπορούν να συσχετισθούν με τους τύπους αγροτικής κοινωνίας. 33. Μια ίιαφωτιστιχή αναφορά από ριζοσπαστική σκοπιά υπάρχει στο βιβλίο του Natarajan, Peasant Uprisings, xcf. IV.
546
Στην πορεία αυτής της μελέτης διακρίναμε μια αρκετά μεγά λη γκάμα διαφορών στο βαθμό συνεργασίας και του σχετικού καταμερισμού εργασίας μέσα στις αγροτικές κοινότητες. Στο ένα άκρο μπορεί κανείς να βάλει τους χωρικούς της Βαντέ, με τα απομονωμένα υποστατικά τους, μια περίπτωση που δεν είναι καθόλου τυπική στις πολιτισμένες κοινωνίες. Στο άλλο άκρο μπορεί να τοποθετηθεί το ισχυρά ενοποιημένο γιαπωνέζικο χωριό, που η ενότητά του αυτή διατηρήθηκε και ώς τη σύγχρονη εποχή. Σε γενικές γραμμές, φαίνεται ότι ο βαθμός αλληλεγγύης ανάμεσα στους χωρικούς, εφόσον είναι μια έκφραση του όλου πλέγματος κοινωνικών σχέσεων μέσα στο οποίο ζει ολόκληρη τη ζωή του το άτομο, έχει σημαντικές επιπτώσεις στις πολιτικές τάσεις. Παρόλ’ αυτά, επειδή αυτός ο παράγοντας είναι συνυφασμένος με τόσους πολλούς άλλους, ο προσδιορισμός της σημασίας του παρουσιάζει δυσκολίες. Καθώς κοιτάζω τα στοιχεία, η απουσία αλληλεγγύης (ή, ακριβέστερα, μια κατάσταση πολύ περιορισμένης αλληλεγγύης, γιατί κάποιος βαθμός συνεργασίας πάντα υπάρχει) δημιουργεί σοβαρές δυσκολίες σε κάθε είδος πολιτικής δράσης. Έ τσι, η επιρ ροή της είναι συντηρητική, παρόλο που ένα ξαφνικό τράνταγμα, σαν αυτό που συζητήσαμε πιο πριν, μπορεί να υπερκεράσει αυτή τη συντηρητική τάση και να οδηγήσει τους αγρότες σε βίαιη εξέ γερση. Από τ ' άλλο μέρος, όπου η αλληλεγγύη είναι ισχυρή, είναι δυνατό να αντιδιαστείλουμε τις μορφές της που έχουν συντηρητι κές συνέπειες από τις μορφές που ευνοούν την εξέγερση ή την επανάσταση. Σε μια μορφή αλληλεγγύης ευνοϊκή για την εξέγερση ή την επανάσταση, οι θεσμικές διευθετήσεις είναι τέτοιες ώστε να απλώνεται η δυσαρέσκεια μέσα σ ' όλη στην αγροτική κοινότητα και να μετατρέπεται αυτή σε μια αλληλέγγυα ομάδα εχθρική προς τον άρχοντα. Τπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι αυτό συνέβαινε στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου στα ρωσικά χωριά. Μια από τις κύριες συνέπειες της περιοδικής αναδιανομής των περιουσιών στο «μιρ», την αγροτική κοινότητα, φαίνεται ότι ήταν η γενίκευση της «δίψας για γη» και η ευθυγράμμιση των πιο εύπορων χωρικών με τους φτωχότερους. Σίγουρα αυτό ήταν το συμπέρασμα του Στολύπιν, που απέσυρε την επίσημη υποστήριξη στο «μιρ» και προσπάθησε να δημιουργήσει μια ρώσικη εκδοχή εύρωστης τάξης ανεξαρτήτων μικροκτηματιών για να στηρίξει τον κλυδωνιζόμενο 547
θρόνο των Ρομανώφ.3* Αξίζει επίσης να θυμηθούμε ότι οι κινέζοι κομμουνιστές, πριν πάρουν την εξουσία, χρειάστηκε να δημιουργή σουν αυτό το είδος ενότητας με διάφορα ετερόκλητα κοινωνικά στοιχεία. Το αντίθετο είδος ενότητας και αλληλεγγύης, το συντηρητικό, αντλεί την συνοχή του συνδέοντας τους πραγματικά και δυνητικά δυσαρεστημένους χωρικούς μέσα στην κυρίαρχη κοινωνική δομή. Αυτό γίνεται, όπως δείχνουν τα στοιχεία από την Ιαπωνία και την Ινδία, μέσω ενός καταμερισμού εργασίας που στηρίζεται σε ισχυ ρές κυρώσεις, ενώ ταυτόχρονα διαθέτει μια γωνιά, ταπεινή αλλά αναγνωρισμένη για όσους έχουν μικρή περιουαία. Πιθανότατα, το κλειδί της διαφοράς μεταξύ ριζοσπαστικών και συντηρητικών μορφών αλληλεγγύης βρίσκεται σ ’ αυτό το σημείο. Η ριζοσπαστι κή αλληλεγγύη, όπως στο ρώσικο σύστημα, μπορεί ν ’ αντιπροσω πεύει μια προσπάθεια να βρεθεί μια δίκαιη κατανομή ενός σπάνιου πόρου, συγκεκριμένα της γης· η συντηρητική αλληλεγγύη βασιζό ταν στον καταμερισμό της εργασίας. Γ ενικά, φαίνεται ευκολότερο να συνεργαστούν οι άνθρωποι σ ’ ένα κοινό έργο, παρά να συνεργα στούν ειρηνικά για να εκμεταλλευθούν έναν σπάνιο πόρο.35 Για να δούμε το ίδιο σημείο με λίγο διαφορετικό τρόπο, οι περιουσιακές διευθετήσεις ποικίλλουν πολύ ως προς τον τρόπο που δένουν τους χωρικούς μέσα στην κυρίαρχη κοινωνική δομή, και επομένως ποικίλλουν ως προς τα πολιτικά τους αποτελέσματα. Για να γίνει κανείς πλήρες μέλος του κινέζικου χωριού και να μπει κάτω από τη συντηρητική επιρροή του πλέγματος συγγένειας και θρησκευτικών υποχρεώσεων, ήταν απαραίτητο να διαθέτει ένα μίνιμουμ περιουσίας. Η διαδικασία του εκσυγχρονισμού αύξησε σημαντικά τον αριθμό των χωριών που έπεφταν κάτω από το μίνιμουμ, (πράγμα που μπορούσε να συμβεί και παλιότερα) και επομένως το ριζοσπαστικό δυναμικό. Το γιαπωνέζικο και το ινδικό 34. Ο Robinson, στο Rural Russia. 153, υπογραμμίζει πως από τις είχοσι guberniias όπου οι άρχοντες υπέοτησαν τις μεγαλύτερες απώλειες χατά τις αγροτικές εξεγέρσεις, στις δεκαέξι υπερίσχυαν οι αναδιανεμημένες μισθώσεις γης από τα κληρονομικά κτήματα που ανήκαν σε αγροτικά νοιχοκυριά. Για τον φόβο της κυβέρνησης για την αλληλεγγύη μεταξύ των χωρικών βλ. 264. 35. Για να κάνου μι* μια μικρή μεταφορά, συγκρίνετε τι συμβαίνει όταν μια μεγάλη οικογένεια έχει οργανώσει ένα πολύπλοκο πιχ νιχ στην εξοχή, όπου ένα παιδί μαζεύει ξύλα, άλλο ανάβει τη φωτιά κ.λπ., με το τι συμβαίνει χατά την πρωινή εξόρμηση όλης της οικογένειας στο λουτρό.
Γ>48
χωριό, από την άλλη μεριά, πρόσφεραν μια θεσμοποιημένη, αν και ταπεινή, κοινωνική θέση σ ’ όσους είχαν μικρή ή και καθόλου περιουσία, τόσο στην προ-σύγχρονη εποχή όσο και αργότερα. Ο τύπος της ισχυρής αλληλεγγύης που ανακόπτει την πολιτι κή δραστηριότητα κάθε είδους, είναι κατά κύριο λόγο σύγχρονο φαινόμενο. Μετά την εδραίωση ενός καπιταλιστικού νομικού πλαι σίου και αφού το εμπόριο και η βιομηχανία έχουν ασκήσει σημαντι κή επίδραση, η αγροτική κοινωνία μπορεί να φτάσει σε μια νέα μορφή συντηρητικής σταθερότητας. Αυτό συνέβει σε μεγάλο μέρος της Γ αλλίας, σε περιοχές της δυτικής Γ ερμανίας και αλλού στη δυτική Ευρώπη κατά το πρώτο' μισό του 19ου αιώνα. Ο Μάρξ έπιασε την ουσία της κατάστασης όταν σύγκρινε τα γαλλικά χωριά που αποτελούνταν από μικροκληρούχους, με σακιά πατάτες.36 Το στοιχείο-κλειδί είναι η απουσία ενός δικτύου σχέσεων συνεργα σίας. Αυτό κάνει το σύγχρονο χωριό να είναι το αντίθετο του με σαιωνικού. Μια πρόσφατη μελέτη ενός χωριού τέτοιου τύπου στη νότια Ιταλία δείχνει πώς ο συναγωνισμός, ανάμεσα στις οικογε νειακές μονάδες που απαρτίζουν το χωριό, παρεμποδίζει κάθε μορφή αποτελεσματικής πολιτικής δραστηριότητας. Οι ρίζες της «αμοραλικής οικογενειοκρατίας» — μιας καρικατούρας του καπι ταλισμού — βρίσκονται μέσα στην ιδιαίτερη ιστορία αυτού του χωριού, μια ακραία εξέλιξη που έρχεται σ ’ αντίθεση με τις πιο συνεργατικές σχέσεις σε άλλα μέρη της Ιταλίας.37 Πιο σημαντικοί και πιο γενικοί παράγοντες μπορεί να είναι η εξαφάνιση των κοι νών δικαιωμάτων και της από κοινού εκτέλεσης ορισμένων εργα σιών στη διάρκεια του αγροτικού κύκλου- η καθοριστική σημασία του μικρού κλήρου που καλλιεργείται με οικογενειακή εργασία' και οι ανταγωνιστικές σχέσεις που εισάγει ο καπιταλισμός. Σ ’ ένα πιο προχωρημένο στάδιο βιομηχανικής ανάπτυξης, ο τύπος αυτός «εξατομικευμένου» μικρού χωριού μπορεί, όπως έχουμε δει σε πε ριοχές της Γ ερμανίας, να γίνει το φυτώριο αντιδραστικών αντικαπιταλιστικών αισθημάτων στην ύπαιθρο. Για να συνοψίσουμε, οι πιο σημαντικές αιτίες των αγροτικών επαναστάσεων υπήρξαν η απουσία εμπορικής επανάστασης στη γεωργία με την καθοδήγηση των γαιοκτημονικών ανώτερων τάξε ων, και η συνακόλουθη επιβίωση αγροτικών κοινωνικών θεσμών 36. Βλ. «Δικότη ίγδοη Μπρυμίρ». 37. Βλ. Banfirld. Moral Ra>is of a Backward So.-iely, « φ . 8, ιί. 147, 150-154.
549
μέσα στη σύγχρονη εποχή, οπότε υπόκεινται σε νέες εντάσεις κι επιβαρύνσεις. Ό που η αγροτική κοινότητα επιβιώνει, όπως στην Ιαπωνία, πρέπει να παραμείνει στενά συνδεμένη με την κυρίαρχη τάξη στην ύπαιθρο, για να αποφευχθεί η επανάσταση. Έ τσι, ένα σημαντικό αίτιο που συμβάλλει στην αγροτική επανάσταση είναι η ισχνότητα των θεσμικών δεσμών που συνδέουν την αγροτική κοι νωνία με τις ανώτερες τάξεις, μαζί με τον εκμεταλλευτικό χαρα κτήρα αυτής της σχέσης. Μέρος των γενικών συνεπειών υπήρξε η απώλεια, για το καθεστώς, της υποστήριξης μιας τάξης ευπόρων χωρικών, γιατί αυτοί είχαν αρχίσει να εφαρμόζουν πιο καπιτα λιστικούς τρόπους καλλιέργειας και να ανεξαρτοποιούνται απέ ναντι σε μια αριστοκρατία που επιζητούσε να διατηρήσει τη θέση της αυξάνοντας τις παραδοσιακές υποχρεώσεις των χωρικών, όπως στην Γαλλία του 18ου αιώνα. Εκεί όπου αυτές οι συνθήκες δεν υπήρχαν ή ανατράπηκαν, οι αγροτικές εξεγέρσεις δεν ξέσπασαν ή κατεστάλησαν εύκολα. Οι μεγάλες αγροτικές γραφειοκρατίες του βασιλικού απολυταρχισμού, περιλαμβανομένης και της Κίνας, υπήρξαν ιδιαίτερα επιρρεπείς στον συνδυασμό παραγόντων που ευνοούν την αγροτική επανάσταση. Η ίδια η δύναμή τους τους επιτρέπει να εμποδίσουν την ανάπτυξη μιας ανεξάρτητης εμπορικής και βιοτεχνικής τάξης. Τ ο πολύ-πολύ, μπορεί να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη μιας εμποροβιοτεχνικής τάξης κατατεμαχισμένης και δεμένης στα βασιλικά φουστάνια, για να εξυπηρετεί τις πολεμικές ανάγκες και την αυλική μεγαλοπρέπεια, όπως στην Γ αλλία του 17ου αιώνα. Δαμά ζοντας την μπουρζουαζία, το στέμμα εξασθενίζει την ορμή για παραπέρα εκσυγχρονισμό με τη μορφή της αστικής επανάστασης. Αυτή η συνέπεια ήταν αντιληπτή ακόμα και στη Γ αλλία. Η Ρωσία και η Κίνα, αποφεύγοντας την αστική επανάσταση, έγιναν πιο τρωτές στην αγροτική επανάσταση. Επιπλέον, μια αγροτική γρα φειοκρατία, με τις μεγάλες απαιτήσεις της σε φόρους, κινδυνεύει να οδηγήσει τους χωρικούς σε συμμαχία με τις ελιτ των πόλεων, μια ιδιαίτερα επικίνδυνη κατάσταση, γιατί χωρίζει τη γραφειοκρατία από τη μάζα του πληθυσμού.38 Τέλος, στο βαθμό που αναλαμβά38. Αυτό φαίνιται πολύ καθαρά στις ταραχές που προηγήθηχαν χαι συνό&ψαν το Κι-οικΙρ.Βλ. Porrhnrv, SouUvrmrnls populairr*. 118-131, 392-466. Ο συγγρα φέας αποίίίχνιι πέρα από χάθ* αμφιβολία ότι το h'rondf ήταν κάτι πολύ πίρισσότιρο από μια αριστοκρατική αταξία. Για λόγους που ί*ν χριιάζιται να ιπαναλάβουμι εδώ μια και clvai μέρος της όλης ιπιχιιρηματολογίας που παρουσιάζω, απορρίπτω
550
vet τις προστατευτικές και δικαστικές αρμοδιότητες του τοπικού άρχοντα, ο βασιλικός απολυταρχισμός εξασθενίζει τον καίριο δε σμό, που συνδέει τους χωρικούς με τις ανώτερες τάξεις. Ή , αν αναλάβει αυτές τις αρμοδιότητες μερικά και αμεθόδευτα, είναι πολύ πιθανό να έρθει σε ανταγωνισμό με τις τοπικές ελίτ, και, σ ’ αυτή την περίπτωση, γεννιέται ο πειρασμός για τους τοπικούς προύχοντες να συμμαχήσουν με τους αγρότες. Οι παραλλαγές των τύπων αλληλεγγύης μεταξύ των χωρικών, για να συνεχίσουμε με τους γενικούς παράγοντες, είναι σημαντικές κυρίως στο βαθμό που συνιστούν εστίες για τη δημιουργία μιας ξεχωριστής αγροτικής κοινωνίας, που έρχεται σε αντιπαράθεση με την άρχουσα τάξη και αποτελεί βάση για λαϊκές αντιλήψεις περί δικαιοσύνης και αδικίας αντίθετες μ ’ εκείνες της άρχουσας τάξης. Το αν οι συνέπειες θα είναι συντηρητικές ή ριζοσπαστικές εξαρτάται από τις ειδικές μορφές των θεσμών που προωθούν τη συνοχή των χωρικών. Η αλληλεγγύη ανάμεσα στους χωρικούς μπορεί να βοηθήσει τις άρχουσες τάξεις ή να γίνει ένα όπλο εναντίον τους. Καμιά φορά μεταβάλλεται από το ένα στο άλλο. Σε μερικές προ-σύγχρονες κοινωνίες μπορεί κανείς επίσης να βρεί, όπως στην περίπτωση της Κίνας, έναν καταμερισμ·' εργασίας που δημιουργεί πολύ λιγότερη συνοχή. Επομένως, το επαναστατικό δυναμικό, κάτω από την επίδραση του εκσυγχρονισμού, ποικίλλει πολύ από τη μια αγροτική κοινωνία στην άλλη. Από τ ’ άλλο μέρος, οι πιο ακραίες μορφές εξατομίκευσης, που παρεμποδίζουν οποιαδήποτε αποτελεσματική πολιτική δράση και που έχουν ισχυρή συντηρητική επίδραση, φαίνεται ότι εμφανίζονται σε ένα μεταγενέστερο στάδιο του καπιταλισμού. Μια τέτοια κουλτούρα εγωιστικής φτώχιας δεν μπορεί παρά να είναι ένα μεταβατικό στάδιο στους χώρους που δεν έχει φτάσει ακόμα ο προχωρημένος καπιταλισμός. Οι παράγοντες αυτοί μπορούν να εξηγήσουν πώς αναπτύσσε ται ένα επαναστατικό δυναμικό μέσα στην αγροτιά. Το αν αυτό το δυναμικό θα γίνει ή όχι πολιτικά αποτελεσματικό, εξαρτάται από την δυνατότητα συνασπισμού των αγροτικών απαιτήσεων και των απαιτήσεων άλλων στρωμάτων. Από μόνοι τους οι αγρότες δεν μπόρεσαν ποτέ να φέρουν σε πέρας μια επανάσταση. Σ ’ αυτό το σημείο οι μαρξιστές έχουν απόλυτο δίκιο, όσο κι αν πέφτουν έξω σε αυτήν την προσπάθεια, που υπάρχει χαι σ ’ άλλους μαρξιστές, να ταυτιστεί ο βασιλικός απολυταρχισμός με τον φεουδαλισμό.
551
άλλες κρίσιμες πλευρές του θέματος. Οι αγρότες χρειάζεται να έχουν ηγέτες από άλλες τάξεις. Αλλά η ηγεσία από μόνη της δεν είναι αρκετή. Στις αγροτικές εξεγέρσεις του μεσαίωνα και του τέλους του μεσαίωνα ηγούνταν αριστοκράτες ή αστοί, και παρόλα αυτά συντρίφτηκαν. Το σημείο αυτό θα ’πρεπε να χρησιμεύσει σαν σωτήρια υπενθύμιση σ ’ εκείνους τους ντετερμινιστές (που καθό λου δεν είναι όλοι οι μαρξιστές), οι οποίοι πιστεύουν ότι μόλις οι αγρότες «ανασαλευτούν», θα συμβούν οπωσδήποτε μεγάλες αλλα γές. Στην πραγματικότητα, οι αγροτικές'εξεγέρσεις μέσα στην ιστορία συντρίβονται πολύ συχνότερα απ ’ όσο πετυχαίνουν. Για να πετύχουν χρειάζεται ένας κάπως ασυνήθιστος συνδυασμός περι στάσεων, που έχει σημειωθεί μόνο στη σύγχρονη εποχή. Η ίδια η επιτυχία τους υπήρξε αυστηρά αρνητική. Οι αγρότες έδωσαν το δυναμίτη για το γκρέμισμα του παλιού κτιρίου. Στο επακόλουθο έργο της οικοδόμησης, δεν έδωσαν τίποτα' αντίθετα, υπήρξαν —ακόμα και στη Γ αλλία— τα πρώτα θύματα. Οι ανώτερες τάξεις πρέπει να πάσχουν από προχωρημένο βαθμό τύφλωσης, που είναι κυρίως προϊόν ειδικών περιστάσεων, και στο οποίο υπήρχαν πάντα σημαντικές ατομικές εξαιρέσεις, για ν ’ αφήσουν να φτάσει στο απροχώρητο μια επαναστατική εξέλιξη. Φυσικά, το αγροτικό κίνημα δεν θα βρει τους συμμάχους του μέσα στην ελίτ, παρόλο που μπορεί να αντλήσει μερικούς ηγέτες του από ένα τμήμα της, ιδιαίτερα, στη σύγχρονη εποχή, από ένα μικρό κύκλο δυσαρεστημένων διανοούμενων. Οι διανοούμενοι, σαν τέτοιοι, ελάχιστα μπορούν να κάνουν στον πολιτικό τομέα, εκτός κι αν συνδεθούν με κάποια μαζική μορφή εκδήλωσης δυσαρέσκειας. Ο ανικανοποίητος διανοούμενος, με τα ψυχοψαξίματά του, έχει τραβήξει δυσανάλογα μεγάλη προσοχή όσον αφορά την πολιτική του σημασία, κι αυτό ώς ένα βαθμό συμβαίνει γιατί οι αναζητήσεις του αυτές αφήνουν πίσω τους γραπτές μαρτυρίες, κι επίσης γιατί εκείνοι που γράφουν την ίστορία είναι κι οι ίδιοι διανοούμενοι. Είναι εντελώς παραπλανητικό τέχνασμα να αρνείται κανείς ότι μια επανάσταση ξεπήδησε από την αγροτιά, επειδή οι αρχηγοί της συμβαίνει να είναι επαγγελματίες ή διανοούμενοι. Το ποιούς συμμάχους μπορεί να βρει η αγροτιά, εξαρτάται από το στάδιο οικονομικής ανάπτυξης που έχει φτάσει η χώρα και από πιο ειδικές ιστορικές συγκυρίες- οι παράγοντες αυτοί καθορί ζουν επίσης το σημείο στο οποίο οι σύμμαχοι στρέφονται κατά του αγροτικού κινήματος για να του βγάλουν τα δόντια ή να το κατα552
στείλουν. Οι γερμανοί αγρότες, στον Bauernkrieg, είχαν κάποια βοήθεια από τις πόλεις καθώς και από δυσαρεστημένους γαιοκτή μονες αριστοκράτες, αλλά δεν κατάφεραν τίποτα- η συλλογική δύ ναμη που μπορούσε ακόμα να αντιτάξει η γαιοκτημονική ελίτ ήταν συντριπτικά ανώτερη. Στη Γ αλλία, το αγροτικό κίνημα αναμίχθηκε με αστικές απαιτήσεις, κυρίως γιατί η προηγούμενη φερουδαλική αντίδραση είχε προκαλέσει την εχθρότητα των εύπορων χωρικών. Η σχέση μου φαίνεται ότι ήταν επισφαλής και ότι θα μπορούσε να ήταν αντίστροφη, αφού πολλοί αστοί είχαν περιου σία στην ύπαιθρο και ενοχλούνταν από τις αγροτικές ταραχές. ' Ενας άλλος σημαντικός επαναστατικός σύμμαχος ήταν τα πλήθη της πόλης του Παρισιού, παρόλο που ο όρος σύμμαχος δεν θα ’πρεπε να θεωρηθεί πως σημαίνει ότι η πολιτική τους δράση συ ντονιζόταν ή ότι κάποιο από τα στρώματα αυτά είχε μια πραγμα τικά συνεπή πολιτική. Οι sans-culottes ήταν κυρίως μικροβιοτέχνες και μεροκαματιάρηδες, που γενικά έπαιξαν πολύ πιό σημαντι κό επαναστατικό ρόλο απ ’ όσο μας αφήνει να πιστέψουμε η μαρξι στική θεωρία. Στην Ρωσία του 1917 οι εμπορικές και βιομηχανικές τάξεις δεν ήταν κατάλληλος σύμμαχος για τους οργισμένους αγρότες. Η ρώσικη μπουρζουαζία ήταν, στο σύνολό της, πολύ μικρότερη και ασθενέστερη στην ύπαιθρο απ ’ όσο στην περίπτωση της Γ αλλίας. Παρόλο που φλέρταρε πότε-πότε με τις δυτικές συνταγματικές ιδέες, η ρώσικη μπουρζουαζία ήταν δεμένη με πολλούς τρόπους με την τσαρική κυβέρνηση, η οποία είχε ενθαρρύνει κυρίως για στρατιωτικούς σκοπούς, μια κάποια θερμοκηπιακή καπιταλιστική ανάπτυξη. Και το σημαντικότερο, ίσως, α π ’ όλα, ήταν πως η ρώσικη αγροτιά δεν ενδιαφερόταν να διασφαλίσει περιουσιακά δικαιώματα απέναντι σ τ’ απομεινάρια του φεουδαλισμού, όπως στην Γαλλία. Οι απαιτήσεις των ρώσων αγροτών ήταν απλές και σκληρές: να απαλλαγούν από τον γαιοκτήμονα, να μοιραστούν τη γη και, βέβαια, να σταματήσει ο πόλεμος. Οι Συνταγματικοί Δημοκράτες, το κύριο κόμμα με αστική «χροιά», είχε νωρίτερα σκεφτεί να ενδώσει στις αγροτικές αξιώσεις. Αλλά η μετωπική επίθεση των αγροτών στην ιδιοκτησία παραήταν γερή γροθιά στα στομάχια του, όταν το ζήτημα χρειάστηκε ν ’ αντιμετωπιστεί στα ίσια. Από τ ’ άλλο μέρος, δεν υπήρχε τίποτα στην ιδέα του μοιράσματος της γης που να ενοχλεί τους βιομηχανικούς εργάτες, την ώρα εκείνη τουλάχιστον. Ο τερματισμός του πολέμου ήταν επιθυ 553
μητός για τους αγρότες, που ήταν τα κύρια θύματα της σφαγής και ελάχιστο ενδιαφέρον είχαν να υπερασπιστούν μια κυβέρνηση που αρνιόταν κάθε παραχώρηση στα αιτήματά τους. Ανάμεσα στους αγρότες, οι μπολσεβίκοι δεν είχαν πραγματικούς οπαδούς. Αλλά, καθώς ήταν το μόνο κόμμα χωρίς δεσμούς με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, μπορούσαν να υποχωρήσουν προσωρινά στα αγροτικά κινήματα, για να πάρουν την εξουσία. Κι αυτό έκαναν όταν πήραν την κυβέρνηση και ακόμα, μετά το χάος του Εμφύλιου Πολέμου. Στην συνέχεια, βέβαια, οι μπολσεβίκοι θεώρησαν ανα γκαίο να στραφούν σ ’ αυτούς που τους είχαν ανεβάσει στην εξου σία και να σπρώξουν τους αγρότες στις κολεκτίβες για να τους κάνουν την κύρια βάση και τα κύρια θύματα της σοσιαλιστικής εκδοχής της πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου. Στην Κίνα βλέπουμε έναν άλλο συνδυασμό περιστάσεων, για τις οποίες λίγα πράγματα είναι γνωστά, ώς ένα βαθμό γιατί τα γεγονότα είναι ακόμα πολύ πρόσφατα για να έχουν γίνει αντικείμε νο εκτεταμένης ιστορικής έρευνας. Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί κάποιο κοινωνικό στρώμα με καθαρό περίγραμμα ως σύμμαχος των αγροτών, στις πλάτες των οποίων στηρίχτηκαν οι κομμουνι στές για να φθάσουν στην εξουσία, παρόλο που, ή ίσως κι επειδή, η δυσαρέσκεια απέναντι στο Κουόμιντανγκ είχε απλωθεί μέσα σ ’ όλες τις τάξεις. 'Οπως έχει πειστικά αποδείξει ένας σύγχρονος μελετητής, οι κομμουνιστές ελάχιστα προχώρησαν όσον καιρό έμεναν προσκολλημένοι στις μαρξιστικές ιδέες για τη σημασία του προλεταριάτου ως πρωτοπορίας του επαναστατικού κι αντιιμπεριαλιστικού αγώνα.39 Σύντομα όμως επιδίωξαν κι απέκτησαν μαζική υποστήριξη από τους αγρότες. Πάντως, χωρίς ηγέτες από τις πόλεις, θα ’ταν αδύνατο να είχαν οργανώσει οι αγρότες τον Κόκκινο Στρατό και να είχαν διεξαγάγει τον ανταρτοπόλεμο, που ξεχώρισε αυτήν την επανάσταση από τις προηγούμενες και δημι ούργησε ένα πρότυπο για μεταγενέστερες απόπειρες. Ο αντίκτυ πος πάνω στους αντιπάλους τους ήταν περίεργος· ο ενθουσιασμός μερικών δυτικών για τα «μαθήματα» του ανταρτοπόλεμου, θυμίζει τις γιαπωνέζικες ιδέες του 19ου αιώνα περί δημοκρατίας: την πίστη ότι είναι μια απλή τεχνική που μπορεί κανείς να δανειστεί και να επωφεληθεί από όλα τα πλεονεκτήματα που διαθέτει ο αντίπαλος. 39. Βλ. Schwartz. Chinese (Communism.
554
Τόσο στη Ρωσία όσο και στην Κίνα οι πιθανότητες να σταματήσει σε κάποιο σημείο η διαδικασία της σήψης, χωρίς την αγροτική επανάσταση, ήταν ελάχιστες, εξαιτίας κυρίως της έλλει ψης οποιασδήποτε ισχυρής βάσης είτε για τον φιλελεύθερο είτε για τον αντιδραστικό καπιταλισμό. Αν το ίδιο ισχύει και για την Ινδία, είναι ένα ερώτημα στο οποίο μόνο το μέλλον θα δώσει απάντηση. Το να καταλήγει κανείς σε συμπεράσματα για την Ινδία βασισμένος στην Κίνα, είναι ανόητο, εφόσον οι αγροτικές κοινωνι κές δομές τους είναι στις κυριότερες πλευρές τους το αντίθετο ακριβώς η μια της άλλης. Αν το αγροτικό πρόγραμμα της σημερι νής ιδνικής κυβέρνησης αποτύχει να λύσει το πρόβλημα διατροφής στην Ινδία (και τα στοιχεία προδιαγράφουν μια μάλλον απαισιόδο ξη προοπτική) τότε μια πολιτική εξέγερση κάποιου είδους θα γίνει πολύ πιθανή. Αλλά δεν θα προσλάβει αναγκαστικά τη μορφή μιας αγροτικής επανάστασης με κομμουνιστική ηγεσία. Μια στροφή προς τα δεξιά ή μια κατάτμηση κατά περιοχές ή κάποιος συνδυα σμός αυτών των δύο φαίνεται πολύ πιο πιθανός, αν πάρει κανείς υπόψει την ινδική κοινωνική δομή. Η κατάσταση στην Ινδία σε κάνει ν ’ αναρωτηθείς αν το μεγάλο κύμα των αγροτικών επανα στάσεων, που ώς τα τώρα υπήρξε ένα από τα κύρια χαρακτηριστι κά του 20ου αιώνα, δεν έχει ήδη εξαντλήσει τη δύναμη του. Οποιαδήποτε απόπειρα ν ’ απαντηθεί σοβαρά το ερώτημα θα απαιτούσε λεπτομερή μελέτη της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής*, ένα μεγάλο εγχείρημα που πρέπει ν ’ αφεθεί σε άλλους. Μια σκέψη, ωστόσο, αξίζει να υπογραμμιστεί. Σε γενικές γραμμές, στη διάρκεια της εξελικτικής πορείας του εκσυγχρονισμού, οι συνθήκες της αγροτικής ζωής σπάνια έκαναν τους αγρότες συμμάχους του δημοκρατικού καπιταλισμού, ενός ιστορικού μορφώματος που, έτσι κ* αλλιώς, έχει περάσει πιά το ζενίθ του. Α ν το επαναστατικό κύμα εξακολουθήσει να σαρώνει τον καθυστερημένο κόσμο στα χρόνια που έρχονται, η μορφή που θα πάρει κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είναι αυτή.
* Βλέικ: J. Zirglrr: Ή κοινωνιολογία της Νέας Αφρικής. Αθήνα, 1974, Εχ£όσιις «Κάλβο;» (Σ.τ.Ε).
555
ΕΠΙΛΟΓΟΣ Α ντιδ ρ α σ τικ ή και επαναστατική εικ ονοπλασ ία
Πέρα από τα διαστρέμματα και τα κατάγματα που συνοδεύ ουν την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας —ή τις προσπάθειες να εμποδιστεί η εμφάνιση της— παρόμοιες αντιλήψεις για το πώς θα έπρεπε ή δεν θα έπρεπε να είναι μια κοινωνία έρχονται στην επιφάνεια μέσα από εντελώς διαφορετικές καταστάσεις. Για να συζητηθούν κατάλληλα οι ριζοσπαστικές και συντηρητικές κριτικές για την κοινωνία μέσα σ ’ ένα συγκριτικό πλαίσιο, θα χρειαζόταν βέβαια άλλος ένας τόμος.1 Εδώ απλώς θα σχολιάσω σύντομα ορισμένα θέματα παρμένα από αυτό το ευρύ φάσμα ιδεών, στο βαθμό που σχετίζονται με ορισμένους τύπους ιστορικής εμπειρίας των αγροτών και των γαιοκτημονικών ανώτερων τάξεων. Οι ίδιες οι ιδέες είναι αρκετά γνωστές ώστε να μη χρειάζεται να εκτεθούν με λεπτομέρειες. Ως συμβολές στη γενική ανθρώπινη σύλληψη μιας ελεύθερης κοινωνίας ή ως επιθέσεις εναντίονμιας τέτοιος σύλλη ψης, ανήκουν σ ’ ένα σύνολο και εμφανίζουν ενδιαφέρουσες σχέσεις μεταξύ τους. Οι παρατηρήσεις μου πάνω σ ’ αυτές τις ιδέες δεν θα είναι μόνο σύντομες αλλά και προκλητικές, με την καλή έννοια του όρου ελπίζω, να παρακινηθούν δηλαδή κι άλλοι για να μελετήσουν από κοντά αυτά τα προβλήματα. Αρχικά θα ήταν καλό να συγκε κριμενοποιήσω την αντίληψη για την σχέση μεταξύ ιδεών και κοινωνικών κινημάτων, η οποία υπήρξε αποτέλεσμα των ερευνών μου, παρόλο που δεν μπόρεσα να αναφερθώ σ ’ αυτήν με συνέπεια και συνέχεια στη διάρκεια αυτής της μελέτης. Το ζήτημα έχει έρθει στην επιφάνεια πολλές φορές, ενώ μελετούσαμε τις δυνάμεις που βοήθησαν ή εμπόδισαν τις γαιοκτη1. Ελπίζω να μπορέσω να ίξίτάσω πιο προσεκτικά την κατάσταση κάτω από την οποία μια ριζοσπαστική χριτιχή κάνιι την (μφάνισή της χ α ι' ις συνθήχις ,:άτω από τις οποίχς ί ιν εμφανίζιται.
556
μονικές ανώτερες τάξεις να προχωρήσουν στην εμπορευματική γεωργία. Πόσο βάρος μπορεί κανείς να προσδώσει στις κυρίαρχες '.δέες-κώδικες συμπεριφοράς ή αξίες όταν προσπαθεί να εξηγήσει το αποτέλεσμα; Παρόλο που τα στοιχεία, πιστεύω, υποδεικνύουν ως αποφασιστική πλευρά της εξήγησης την κατάσταση που αντι μετώπιζαν οι διάφορες κοινωνικές ομάδες, ο προσεκτικός αναγνώ στης θα υποψιάστηκε ίσως ότι οι ιδέες ή τα πολιτιστικά θέματα, για να χρησιμοποιήσω έναν άλλο όρο, έχουν περάσει κάπως μέσα στην εξήγηση. Και οι υποψίες του αυτές είναι απόλυτα σωστές. Πιστεύω κι εγώ ότι υπάρχουν στοιχεία αλήθειας σε τέτοιου είδους αιτιολογήσεις. Οι αντιρρήσεις μου αφορούν τον τρόπο με τον οποίο οι αιτιολογήσεις αυτές περνούν μέσα στην εξήγηση, τρόπο που κατά την εκτίμησή μου δημιουργεί μια ισχυρή συντηρητική προκα τάληψη κάτω από την επίφαση της επιστημονικής ουδετερότητας ή αντικειμενικότητας. Εννοείται, βέβαια, πως αυτή η προκατάλη ψη καθόλου δεν αποτελεί συνειδητή ανεντιμότητα. Μεταξύ των σοβαρών μελετητών, η συνειδητή εξαπάτηση είναι μάλλον σπάνια και, μακροπρόθεσμα, πολύ λιγότερο σημαντική από την κατεύθυν ση που επιβάλλει στην σκέψη η ίδια η δομή της και το κοινωνικό περιβάλλον. Η κοινή παρατήρηση είναι αρκετή για να δείξει ότι οι άνθρωποι, ατομικά και συλλογικά, δεν αντιδρούν σε μια «αντικει μενική» κατάσταση με τον ίδιο τρόπο, όπως αντιδρά ένα χημικό στοιχείο μ ’ ένα άλλο μέσα στον δοκιμαστικό σωλήνα. Αυτή η μορφή αυστηρού μπηχαβιορισμού είναι νομίζω εντελώς λαθεμένη. Τπάρχει πάντα μια ενδιάμεση μεταβλητή, ένα φίλτρο, θα λέγαμε, ανάμεσα στους ανθρώπους και σε μια «αντικειμενική» κατάσταση, καμωμένο από κάθε λογής επιθυμίες, προσδοκίες και άλλες ιδέες που προέρχονται από το παρελθόν. Αυτή η ενδιάμεση μεταβλητή, που μας βολεύει να αποκαλέσουμε κουλτούρα, συσκοτίζει ορισμένα τμήματα της αντικειμενικής κατάστασης και δίνει έμφαση σε άλλα. Υπάρχουν όρια στον αριθμό των παραλλαγών της ανθρώπινης συ μπεριφοράς που μπορούν να προέλθουν α π ’ αυτή την πηγή. Τα στοιχεία αλήθειας στην πολιτιστική αιτιολόγηση είναι πως, ό,τι φαίνεται σαν ευκαιρία ή πειρασμός σε μιά ομάδα ανθρώπων, δεν θα φανεί αναγκαστικά έτσι σε μια άλλη ομάδα με διαφορετική ιστορι κή εμπειρία, που ζει σε μια διαφορετική μορφή κοινωνίας. Η αδυ ναμία της πολιτιστικής αιτιολόγησης δεν βρίσκεται στο ότι επιση μαίνει τέτοια γεγονότα, παρόλο που υπάρχει περιθώριο για συζή 557
τηση της σημασίας τους, αλλά στον τρόπο μ», τον οποίο τοποθε τούνται μέσα στην εξήγηση. Ό τα ν οι υλιστές προσπαθούν να εξορκίσουν το φάντασμα του ιδεαλισμού στις πολιτιστικές αιτιο λογήσεις, ξορκίζουν λάθος φάντασμα. Το πραγματικό φάντασμα είναι μια αντίληψη κοινωνικής αδράνειας, παρμένη ίσως από τη φυσική. Τπάρχει μια πλατιά διαδεδομένη παραδοχή στη σύγχρονη κοινωνική επιστήμη ότι η κοινωνική συνέχεια δεν χρειάζεται εξήγηση. Θεωρείται ως δεδομέ νο ότι δεν θέτει προβλήματα.2 Η αλλαγή είναι εκείνο που χρειάζε ται εξήγηση. Η υπόθεση αυτή συσκοτίζει για τον ερευνητή ορισμέ νες κρίσιμες πλευρές της κοινωνικής πραγματικότητας. Η κουλ τούρα, ή η παράδοση —για να χρησιμοποιήσουμε ένα λιγότερο τεχνικό όρο— δεν είναι κάτι που υπάρχει έξω ή ανεξάρτητα από τους ανθρώπους που ζουν μαζί σε μια κοινωνία. Οι πολιτιστικές αξίες δεν πέφτουν από τον ουρανό για να επηρεάσουν την πορεία της ιστορίας. Είναι αφαιρέσεις που κάνει ένας παρατηρητής, βασισμένες στην επισήμανση ορισμένων ομοιοτήτων στον τρόπο που συμπεριφέρονται ομάδες ανθρώπων, είτε μέσα σε διαφορετικές καταστάσεις είτε διαχρονικά ή και τα δύο μαζί. Παρόλο που μπορεί συχνά κανείς να κάνει ακριβείς προβλέψεις για τον τρόπο που ομάδες και άτομα θα συμπεριφερθούν βραχυπρόθεσμα, με βάση τέτοιες αφαιρέσεις, αυτές σαν τέτοιες δεν εξηγούν τη συμπε ριφορά. Το να εξηγείς τη συμπεριφορά με βάση τις πολιτιστικές αξίες σημαίνει ότι μπαίνεις σ ’ ένα φαύλο κύκλο. Αν παρατηρήσου με ότι μια γαιοκτημονική αριστοκρατία αντιστέκεται στην εμπο ρική επιχείρηση, δεν μπορούμε να εξηγήσουμε αυτό το γεγονός λέ γοντας ότι η αριστοκρατία φερόταν έτσι και στο παρελθόν ή ακό μα ότι είναι φορέας ορισμένων παραδόσεων που την καθιστούν εχθρική απέναντι σε τέτοιες δραστηριότητες: το πρόβλημα είναι να καθοριστεί μέσα από ποιές περασμένες και σημερινές εμπειρίες βγαίνει και διατηρείται μια τέτοια στάση. Η κουλτούρα δεν μπο ρεί να έχει κάποιο εμπειρικό νόημα παρά μόνο αν αντιμετωπι στεί ως μια τάση εμφυτευμένη στο μυαλό του ανθρώπου, που τον ωθεί να συμπεριφέρεται με κάποιους ιδιαίτερους τρόπους «που αποκτά ο άνθρωπος ως μέλος της κοινωνίας» για να παραθέσουμε την τελευταία φράση του περίφημου ορισμού του Taylor, ο οποίος έφερε τον όρο στη λόγια και τελικά στην κοινή χρήση. 2. Pardons, Serial System. 205.
5SH
Η υπόθεση της αδράνειας, το ότι δηλαδή η πολιτιστική και κοινωνική συνέχεια δεν απαιτεί εξήγηση, απαλείφει το γεγονός ότι και οι δύο πρέπει να αναδημιουργηθούν εκ νέου σε κάθε γενιά, συχνά με μεγάλο κόπο και πόνο. Για να διατηρηθεί και να μεταβιβασθεί ένα σύστημα αξιών, οι άνθρωποι κακοποιούνται, τρομοκρατούνται, ρίχνονται στις φυλακές, κλείνονται σε στρατό πεδα συγκέντρωσης, δελεάζονται, δωροδοκούνται, ανακηρύσσονται ήρωες, παρακινούνται να διαβάσουν εφημερίδες, στήνονται στον τοίχο και πυροβολούνται και καμιά φορά μέχρι που διδάσκον ται και κοινωνιολογίαΙ Το να μιλάς για πολιτισμική αδράνεια σημαίνει ότι παραβλέπεις τα συγκεκριμένα συμφέροντα και προνό μια που υπηρετούνται από την ανατροφή, την εκπαίδευση και την όλη περίπλοκη διαδικασία της μεταβίβασης της κουλτούρας από τη μια γενιά στην επόμενη. Συμφωνούμε ότι ένα μέλος της κινέ ζικης ανώτερης τάξης τον 19ο αιώνα έκρινε συνήθως τις οικονομι κές ευκαιρίες με τρόπο πολύ διαφορετικό α π ’ ότι ο αμερικάνος επιχειρηματίας αγρότης του 20ου αιώνα. Αλλά αυτό συνέβαινε γιατί είχε μεγαλώσει μέσα στην κινέζικη αυτοκρατορική κοινωνία, που η ταξική δομή της, το σύστημα ανταμοιβών, προνομίων και κυρώσεων, τιμωρούσε ορισμένες μορφές οικονομικού κέρδους που θα κατέστρεφαν την ηγεμονία και το κύρος των κυρίαρχων ομά δων. Τέλος, το να παίρνει κανείς τις αξίες ως σημείο εκκίνησης της κοινωνιολογικής εξήγησης, κάνει πολύ δύσκολη την κατανόηση του αναμφισβήτητου γεγονότος ότι οι αξίες αλλάζουν σε συνάρτη ση με τις συνθήκες. Η διαστροφή των δημοκρατικών εννοιών στον αμερικάνικο Νότο είναι ένα πολύ οικείο παράδειγμα, ακατανόητο αν δεν ληφθεί υπόψη το βαμβάκι και η δουλεία. Δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς κάποια ιδέα για το πώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνο νται τον κόσμο και για το τί θέλουν και τί δεν θέλουν να κάνουν σε σχέση μ ’ αυτό που βλέπουν. Το να αποσυνδέεις αυτήν την αντί ληψη από τον τρόπο που οι άνθρωποι φτάνουν σ ’ αυτήν, το να την αποσπάς από την ιστορική της συνάφεια και να την εξυψώνεις στη θέση ενός ανεξάρτητου αιτιολογικού παράγοντα, σημαίνει ότι η υποτιθέμενη αμερόληπτη έρευνα υποκύπτει στις δικαιολογήσεις που οι άρχουσες κοινωνικές ομάδες προσφέρουν πάντα για την πιο ωμή συμπεριφορά τους. Κι αυτό, φοβούμαι, είναι ακριβώς ό,τι κάνει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνικής επιστήμης σήμερα. Ας επιστρέψουμε τώρα σε πιο συγκεκριμένα προβλήματα. Είναι αδύνατο εδώ να συζητήσουμε ολοκληρωμένα την πνευματική 559
συμβολή στην ιδέα μιας ελεύθερης κοινωνίας, η οποία μπορεί να ανιχνευθεί στην ιστορική εμπειρία των γαιοκτημονικών ανώτερων τάξεων. Είναι αρκετό να υπενθυμίσουμε στον αναγνώστη ότι η αγγλική κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι σε μεγάλο βαθμό δημι ούργημα αυτής της τάξης, η οποία παρέμεινε επιφορτισμένη με τη λειτουργία της μέχρι τις παραμονές του A ' Παγκόσμιου Πολέμου και εξακολουθεί να την επηρεάζει ώς τα σήμερα. Μεγάλο μέρος των σύγχρονων αντιλήψεων περί νόμιμης εξουσίας και ανοιχτής κοινωνίας προέρχεται από τους αγώνες μεταξύ αυτής της τάξης, που βέβαια κάθε άλλο παρά ενωμένη ήταν, και της βασιλικής εξουσίας. Θα προτιμήσω να σχολιάσω ένα θέμα, το ιδεώδες του ερασιτέχνη, γιατί η μοίρα αυτού του ιδεώδους δείχνει πώς τα ιδεώδη και οι εκλογικεύσεις μιας κυρίαρχης, κάποτε, τάξης, μπο ρούν κάτω από ορισμένες συνθήκες να γίνουν αυτό που οι μαρξιστές αποκαλούν κριτικές και προοδευτικές θεωρίες. Το ζήτημα αυτό αξίζει να τεθεί, γιατί έχει συνεπαγωγές που ξεπερνούν τη γαιοκτη μονική αριστοκρατία. Ό π ω ς θα φανεί και πάλι στη συζήτηση για τους χωρικούς, είναι δυνατό ετοιμοθάνατες τάξεις να συμβάλουν αποφασιστικά στο όραμα μιας ελεύθερης κοινωνίας. Παρόλο που η γαιοκτημονική αριστοκρατία έχει σε πολλές χώρες προσφέρει ένα ευνοϊκό κοινωνικό κλίμα για την ανάπτυξη και ακμή του ιδεώδους του ερασιτέχνη, το ιδεώδες αυτό έχει βέβαια ρίζες που διακλαδώνονται πολύ πιό πέρα. Με τη μια ή την άλλη μορφή, χαρκτηρίζει τους περισσότερους προβιομηχανικούς, πολιτισμούς. Τα κύρια στοιχεία αυτού του συμπλέγματος ιδεών θα μπορούσαν να εκφραστούν ως εξής: Επειδή η ιδιότητα του αριστο κράτη υποτίθεται ότι συνεπαγόταν μια ποιοτικά ανώτερη μορφή ύπαρξης, που οι ιδιοτητές της ήταν κληρονομικές μάλλον παρά καρπός ατομικά αποκτημένων προσόντων, ο αριστοκράτης δεν αναμενόταν ότι έπρεπε να καταβάλει έντονη ή μακροχρόνια προ σπάθεια προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Μπορούσε να διαπρέψει, όχι όμως μόνο σε μια δραστηριότητα, ως αποτέλεσμα παρατεταμένης προσπάθειας· αυτό θα ήταν «πληβεΐακό». Αξίζει να σημει ώσουμε ότι το ζήτημα της κληρονομικότητας δεν ήταν τόσο αποφασιστικό. Η ιδέα του ερασιτέχνη και του «τζέντλεμαν» (ανθρώπου καλής ανατροφής και συμπεριφοράς) ήταν ανεπτυγμένη τόσο στην κλασική Ελλ'άδα όσο και στην αυτοκρατορική Κίνα, κοινωνίες που, θεωρητικά τουλάχιστον, ελαχιστοποιούσαν τη ση μασία της κληρονομικής κοινωνικής θέσης πάνω από κάποιο 560
επίπεδο, όπως εκείνο των δούλων. Παρόλ’ αυτά, και σε τέτοιες ακόμα κοινωνίες, ένας περιορισμένος μόνο αριθμός ατόμων θεω ρούνταν ικανά να αποκτήσουν ολοκληρωμένη αριστοκρατική κοι νωνική θέση. Γι ’ αυτούς ο πραγματικός «άρχοντας-τζέντλεμαν» ήταν μια ποιοτικά ξεχωριστή μορφή ανθρώπινης φύσης. Σε αυτές τις κοινωνίες, όπως και σε άλλες με πιο σαφή ταξική ή καστική διάρθρωση, ο αριστοκράτης αναμενόταν να ξέρει να κάνει όλα τα πράγματα πολύ καλά, κανένα όμως, (ούτε κάν έρωτα) πάρα πολύ καλά. Στη δυτική κοινωνία η αντίληψη αυτή σχεδόν εξαφανίστηκε με τον θρίαμβο της βιομηχανικής κοινωνίας. Π.χ. στις ΗΠΑ, η διάκριση μεταξύ ερασιτέχνη και επαγγελματία, με τόνους επιδοκι μασίας για τον πρώτο, επιβιώνει μόνο σε χώρους που ο κοινός άν θρωπος δεν θεωρεί και τόσο σοβαρούς. Μπορεί κανείς να μιλήσει για έναν ερασιτέχνη αθλητή ή ερασιτέχνη ηθοποιό, και σε μερικούς κύκλους ακόμα και για ερασιτέχνη ιστορικό, ποτέ όμως για έναν ερασιτέχνη επιχειρηματία ή ερασιτέχνη δικηγόρο, εκτός κι αν το επίθετο παίρνει υποτιμητική χροιά. Ό π ω ς θα περίμενε κανείς, η παραδοσιακή αντίληψη του ερασιτέχνη έχει επιβιώσει περισσότερο α π ’ οπουδήποτε αλλού στην Αγγλία, όπου η αριστοκρατία, με την ευρύτερη έννοια του όρου, ώστε να περιλαμβάνει και μεγάλο μέρος της κατώτερης τάξης ευγενών, έχει διατηρηθεί με μικρές αβαρίες. Ο Namier παρατηρεί: «Περισσότερη πνευματική εργασία γίνεται από αρι στοκράτες στην Αγγλία απ ’ όσο οπουδήποτε αλλού, ενώ από τη άλλη μεριά, επιστήμονες, γιατροί, ιστορικοί και ποιητές έχουν πά ρει τίτλους ευγενείας... κανείς όμως γερμανός Gelehrter δεν έγινε ποτέ βαρώνος ή κόμης. Η κριτική στάση της αριστοκρατίας απένα ντι στην ιδέα ότι ο πλούτος είναι ένας επιθυμητός στόχος καθεαυτός, βοήθησε την αριστοκρατία να κρατήσει μια αισθητική διάστα ση της ζωής. Μέχρι και σήμερα μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ακό μα ότι η τέχνη,η λογοτεχνία, η φιλοσοφία και η καθαρή επιστήμη, δεν είναι απλώς παρεπόμενα του σοβαρού έργου του να κερδίζει κανείς τα προς το ζειν, αλλά ο απώτατος σκοπός της ανθρώπινης ζωής. Το γεγονός ότι τέτοιες ιδέες λαμβάνονται υπόψη σοβαρά, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επιβίωση μιας ανεξάρτητης αρι στοκρατίας ως ομάδας που μπορεί να προσδώσει την αίγλη του κύ ρους της και να πατρονάρει τέτοιες ιδέες, έστω κι αν καμιά αριστο κρατία δεν τις έχει υιοθετήσει η ίδια σαν πραγματικά λειτουργικό κώδικα συμπεριφοράς. 561
Κατά παρόμοιο τρόπο, η κριτική στάση απέναντι στον τεχνι κό, που αντιμετωπίζεται ως ένας αποξηραμένος εγκέφαλος στην υπηρεσία του κάθε αφέντη, προέρχεται από την αριστοκρατική αντίληψη για τον ερασιτέχνη. Και πάλι ο Namier επεσήμανε τη σημασία αυτών των αντιλήψεων στην Αγγλία του 20ου αιώνα. «Προτιμούμε να δίνουμε την εντύπωση ότι οι ιδέες μας έρχονται συμπτωματικά —όπως κι η Αυτοκρατορία— σε μια κρίση αφηρημάδας... Η εξειδίκευση συνεπάγεται αναγκαστικά την παραμόρφωση του μυαλού και την απλώλεια της jooppoπίας, και η χαρακτηριστικά αγγλική προσπάθεια να παραμένει κανείς ανεπιστημονικός ξεπηδά από μια επιθυμία να παραμείνει ανθρώπινος... Εκείνο που δεν εκτιμάται στην Αγγλία είναι η αφηρημένη γνώση ως επάγγελμα, γιατί η παράδοση της αγ γλικής κουλτούρας είναι ότι τα επαγγέλματα πρέπει να είναι πρακτικά και η κουλτούρα έργο των αρχόσχολων τάξεων».3 Στην καλύτερή του εκδοχή, το ιδεώδες αυτό υποστηρίζει ότι ο μορφωμένος άνθρωπος θα.πρέπει να φθάσει σε μια βαθεια και εκτεταμένη κατανόηση ευρύτερων θεμάτων και θεμελιωδών αντι λήψεων στις επιστήμες και στις τέχνες, ώστε να κατανοεί τις κοινωνικές και πολιτικές τους συν-παγωγές. Ακόμη και σήμερα, το ιδεώδες αυτό δεν είναι ουτοπικό. Η συνήθης αντίρρηση, ότι απλούστατα υπάρχουν περισσότερα πρά γματα α π ’ όσα μπορεί να μάθει κανείς, παρακάμπτει το κύριο θέμα: τί αξίζει να μάθει κανείς; Η αντίρρηση παρέχει ιδεολογικό κάλυμμα στον τεχνικό και στον ιδεολογικό μηδενιστή, που φοβά ται ότι το δικό του περιορισμένο πεδίο γνώσεων ίσως να μην μπο ρεί να συναγωνιστεί με εκείνο των άλλων σε μια ανοιχτή συζήτηση για τη σχετική τους σπουδαιότητα. ' Ετσι, η παλιά διαμάχη μετα ξύ αριστοκράτη και πληβείου, έχοντας προσλάβει νέες μορφές, συνεχίζεται εντός των ακαδημαϊκών τειχών. Ό λ α αυτά τα θέματα έχουν και σοβαρές αρνητικές πλευρές. Τ ο ιδεώδες του ερασιτέχνη μπορεί και έχει χρησιμοποιηθεί ως δικαιο λογία για την επιπολαιότητα και την ανικανότητα. Αν η αριστο κρατία έχει βοηθήσει να διατηρηθεί η ανεξαρτησία της αισθητικής διάστασης, έχει επίσης ασκήσει πολύ ισχυρές πιέσεις προς την 3. Και για τις ίύο πιριχοπές βλ. Namier, England, 14-15.
562
διακόσμηση και την κολακεία. Ο σνομπισμός, η χάραξη, δηλαδή, κοινωνικών διακρίσεων και η απονομή κύρους χωρίς καμιά λογική βάση, έχει παίξει πολύ σπουδαίο ρόλο. Η χλευαστική καρικατούρα του Βέμπλεν στη «Θεωρία της Αργόσχολης Τάξης»* πιάνει ουσιώ δεις πλευρές της αλήθειας. Τέλος, είναι απαραίτητο να αναγνωρί σουμε την πολύ ισχυρή τάση αντιδιανοουμενισμού στη δυτικοευρω παϊκή αριστοκρατία, ακόμα και στην αγγλική. Σε πολλούς κύ κλους, από τους μικροευγενείς και πάνω, οποιαδήποτε απόπειρα να συζητηθεί κάτι πέρα από τα σπορ και την κηπουρική είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει δυσάρεστη έκπληξη και υποψίες για «μπολ σεβίκικες» συμπάθειες. Για κάθε διακεκριμένο προστάτη της δια νόησης, για κάθε εκκεντρικό υπερασπιστή μη δημοφιλών υποθέ σεων, και σίγουρα για κάθε αριστοκράτη που έχει χρησιμοποιήσει την ανεξαρτησία του σαν σκαλοπάτι για να φτάσει σε αληθινά πνευματικά επιτεύγματα, υπάρχουν σε αντιστάθμισμα πολλές άδειες και επιπόλαιες ζωές. Για κάθε Μπέτραντ Ράσσελ υπάρχουν πλήθος από Συνταγματάρχες Μπλίμπς. Αν η συνεχιζόμενη ύπαρ ξη μιας αριστοκρατίας έχει βοηθήσει στη διατήρηση της πνευματι κής ζωής έχει ταυτόχρονα, και σε μεγάλο βαθμό, συντελέσει στην κατάπνιξη της διανόησης. Παρόλο που δεν γνωρίζω καμιά σοβαρή προσπάθεια για να εκτιμηθεί το ισοζύγιο, φαίνεται ότι μόνο μια μικρή αναλογία των οικονομικών και ανθρώπινων πόρων που ιδιο ποιήθηκε η αριστοκρατία επενδύθηκε στην πνευματική και καλλι τεχνική ζωή. Έ τσι, αυτή η συμβολή των αριστροκρατών στη σύλ ληψη και την πραγμάτωση μιας ελεύθερης κοινωνίας έχει εξαγορα στεί με τρομερό κοινωνικό κόστος. Αν είναι κάπως δικαιολογημένο το να θεωρεί κανείς ότι η περί ερασιτεχνισμού αντίληψη έχει συμβάλει θετικά, υπάρχουν σοβαροί λόγοι για αρνητική κρίση όσον αφορά πολλές άλλες ιδέες. Αυτές που πρόκειται να συζητήσουμε, ωστόσο, εμφανίζονται μέσα σ ’ ένα εντελώς διαφορετικό κοινωνικό περιβάλλον. Οι αντιδραστικές κοι νωνικές θεωρίες ακμάζουν συνήθως μέσα σε μια γαιοκτημονική ανώτερη τάξη που καταφέρνει να κρατιέται μ ’ επιτυχία στην πολιτική εξουσία, παρόλο που χάνει έδαφος οικονομικά ή απειλεί ται από μια νέα και πρωτόγνωρη πηγή οικονομικής δύναμης (φόβος που υπέβοσκε κάτω από μερικά ρεύματα σκέψης στον * Βλέπι: Th. Veblen: ·Η θεωρία της αργόσχολης τάξης·. Αθήνα, 1981, Εκδ<4σιις «Κάλβος»· (Σ.τ.Ε .)
563
προεμφυλιακό αμερικάνικο Νότο). Σε πολλά σημεία σ ’ αυτό το βιβλίο μας δόθηκε η ευκαιρία να παρατηρήσουμε ότι, όπου οι εμπορικές σχέσεις έχουν αρχίσει να υπονομεύουν μια αγροτική οικονομία, τα συντηρητικά στοιχεία στην κοινωνία αναπτύσσουν συχνά μια ρητορική όπου εκθειάζεται ο αγρότης ως η σπονδυλική στήλη της κοινωνίας. Το φαινόμενο αυτό δεν παρατηρείται μόνο στη σύγχρονη εποχή ούτε μόνο στο δυτικό κόσμο. Τα στοιχείακλειδιά της ρητορικής αυτής —συνηγορία υπέρ των «σκληρών» αρετών, μιλιταρισμός, περιφρόνηση για τους «παρακμιακούς» ξέ νους και αντιδιανουμενισμός— εμφανίζονται στη Δύση τουλάχι στον από την εποχή του Κάτωνα του Πρεσβύτερου (234-149 π.Χ.), που καλλιεργούσε το λατιφούντιό του χρησιμοποιώντας σκλάβους. Θα ταίριαζε λοιπόν να δώσουμε τ ’ όνομά του σ ’ αυτό το σύμπλεγμα ιδεών. Μιά παρόμοια ρητορική, που σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς γεννήθηκε ως αντίδραση σε μια απειλή κατά της παραδοσιακής αγροτικής οικονομίας, εμφανίστηκε στην Κίνα με τους Λεγκαλιστές, κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. περίπου. Η λειτουργία του κατωνισμού είναι αρκετά προφανής ώστε να μη χρειάζεται παρά ένα σύντομο σχολιασμό. Δικαιολογεί μια καταπι εστική κοινωνική τάξη πραγμάτων που στηρίζει τη θέση εκείνων που βρίσκονται στην εξουσία. Αρνείται την ύπαρξη αλλαγών που έχουν χτυπήσει τους αγρότες. Αρνείται την ανάγκη για παραπέρα κοινωνικές αλλαγές, επαναστατικές ιδίως. ' Ισως ο κατωνισμός να καθησυχάζει και τις τύψεις στις συνειδήσεις εκείνων που είναι οι περισσότερο υπεύθυνοι για το κακό— τελικά, η στρατιωτική επέκταση κατέστρεψε τη ρωμαϊκή αγροτιά. Οι σύγχρονες εκδοχές του κατωνισμού γεννιούνται επίσης μέσα από την υιοθέτηση, από τις γαιοκτημονικές ανώτερες τάξεις, καταπιεστικών και εκμεταλλευτικών μεθόδων σε αντίδραση απέ ναντι στην αυξανόμενη εισχώρηση των σχέσεων αγοράς μέσα στην αγροτική οικονομία. Οι κύριες αντιλήψεις του κατωνισμού είναι πρόδηλες στους κύκλους των γιούνκερς του 19ου και 20ου αιώνα, στο κίνημα «Νοχόν-σούγκι» της Ιαπωνίας, στις ρώσικες Μαύρες Εκατονταρχίες στις αρχές του αιώνα, στον ακραίο συντηρητισμό στη Γαλλία, που εμφανσίστηκε σαν διακοσμητικό πλαίσιο για το Βισύ.4 Τα στοιχεία-κλειδιά συναντιώνται και στους νότιους απο 4. Μια διεισδυτική σύντομη πραγμάτευση των εξελίξεων στη Γαλλία που εφιστά τη προσοχή σι μερικά απύ τα χυριότιρα ζητήματα μπορεί να βρει χανείς στο "The Folklore of Royalism", Times Literary Supplement, 7 Σεπτεμβρίου, 1962.
564
λογητές πριν από τον Αμερικανικό Εμφύλιο. 0 κατωνισμός υπήρ ξε επίσης σημαντικό συστατικό του ευρωπαϊκού και του ασιατικού φασισμού του αιώνα μας καθώς και των προγραμματικών δηλώ σεων του Τσανγ-καϊ-σεκ για την Κίνα. Φυσικά, όλα αυτά τα κινή ματα διαφέρουν μεταξύ τους. Παρόλ’ αυτά δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς ένα βασικό πλέγμα ιδεών και προδιαθέσεων κοι νών σε όλα. Ένα στοιχείο-κλειδί σ ’ αυτό το πλέγμα συμπτωμάτων είναι ότι γίνεται πολύς λόγος για την ανάγκη μιας εκ βάθρων ηθικής αναγέννησης, λόγος που καλύπτει την απουσία μιας ρεαλιστικής ανάλυσης των κυρίαρχων κοινωνικών συνθηκών, οι οποίες θα μπορούσαν να απειλήσουν τα εδραιωμένα συμφέροντα που κρύβον ται πίσω από τον κατωνισμό. Θα ήταν ίσως ένας πολύ καλός λειτουργικός κανόνας να αντιμετωπίζονται με φιλυποψία οι πολι τικοί και πνευματικοί ηγέτες που μιλούν κυρίως για ηθικές αρετέςη κατάληξη πιθανότατα θα είναι να πάθουν κακό πολλοί φουκαρά δες. Δεν είναι σωστό βέβαια να ισχυριστούμε ότι η ηθική στερείται περιεχομένου- ο κατωνισμός επιζητά ένα ιδιαίτερο είδος αναγέν νησης, αν και θά ’ταν ευκολότερο να υποστηρίξουμε ότι ο κατωνισμός είναι εναντίον αυτού για το οποίο είναι υπέρ. Έ να φωτοστέ φανο ηθικής αυστηρότητας καταυγάζει τα επιχειρήματα του κατωνισμού. Αλλά αυτή η ηθική δεν είναι τελεοκρατική- δηλαδή, δεν συνιστά μεθόδους με τις οποίες η ανθρωπότητα θα γίνει ευτυχέστε ρη (η ευτυχία και η πρόοδος απορρίπτομαι περιφρονητικά ως αστικές αυταπάτες) και σίγουρα ούτε για να γίνει πλουσιότερη. Ο κατωνισμός συνηγορεί υπέρ ενός τρόπου ζωής που έχει κατά κάποιο τρόπο αποδείξει την αξία του στο παρελθόν. Εννοείται βέβαια ότι οι κατωνικές απόψεις για το παρελθόν είναι ρομαντικές διαστρεβλώσεις. Αυτός ο τρόπος ζωής υποτίθεται ότι είναι ένα οργανικό σύνολο και, βέβαια, το ότι σχετίζεται με τη γη είναι βασικός λόγος για την οργανικότητά του. Πράγματι το «οργανικό» και το «όλο» είναι οι ευνοούμενοι νεφελώδεις όροι στον κατωνισμό. Η οργανική ζωή στην ύπαιθρο υποτίθεται πως είναι ανώτερη από τον εξατομικευμένο και αποσυνθεμένο κόσμο της σύγχρονης επιστήμης και του σύγχρονου αστικού πολιτισμού.5 Ο περίφημος δεσμός του χωρικού 5. Ο κατωνισμός ιχμ ίτα λίύίτα ι πολύ την ρομαντική διαμαρτυρία χατά της σύγχρονης Επιστήμης και του σύγχρονου βιομηχανικού πολιτισμού. Βιβαίως 8cv ([ναι όλις αυτές οι διαμαρτυρίες τταράλογίς. Πολλές από τις ιδέις αυτές υπάρχουν
565
με τη γη γίνεται αντικείμενο μεγάλου θαυμασμού και ελάχιστης δράσης. Η παραδοσιακή θρησκευτική ευλάβεια, με αρχαϊκό χρωμα τισμό, γίνεται της μόδας. Στην πραγματικότητα, όπως στην περίπτωση του ιαπωνικού «Σιντό», η παράδοση σε μεγάλο βαθμό κατασκευάζεται κατά παραγγελία, αν και όχι εντελώς. Η υπακοή, η ιεραρχία, χρωματισμένες συχνά με ρατσιστικές ή τουλάχιστον βιολογικές μεταφορές, γίνονται σύνθημα. Αλλά η ιεραρχία δεν προορίζεται να πάρει το χαρακτήρα της σύγχρονης απρόσωπης γραφειοκρατίας. Αντίθετα, γίνεται πολύς λόγος για συντροφικότη τα, ανθρώπινη ζεστασιά. Gemeinschaft, Genossenschaft, Heimat, λέξεις φορτισμένες συγκινησιακά πολύ περισσότερο από τις αντίστοιχές τους αγγλικές, community (κοινότητα, ομάδα), association (ένωση), home (σπιτικό), γεμίζουν ατμό την ατμόσφαιρα, και όχι μόνο στην γερμανική γλώσσα. Πράγματι, η έμφαση στην ανθρώπινη ζεστασιά φαίνεται να είναι τόσο αποφασιστικό στοιχείο όσο και η ιδέα της ηθικής αναγέννησης. Ο συνδυασμός αυτός οδηγεί σε αντιφατικές θέσεις γύρω από το σεξ. Μέσα στη γενικά αντιδιανοουμενική και αντιβιομηχανική θεώρηση του κατωνισμού, ο σύγχρονος βιομηχανικός πολιτισμός θεωρείται ότι υποβαθμίζει το σεξ, καθώς κάνει τις ανθρώπινες σχέσεις ψυχρές και απρόσωπες. Έ τσ ι εμφανίζεται η ενασχόληση με την ψυχρότητα και την ανικανότητα και ο εκθειασμός του σεξ, όπως π.χ. στον «Εραστή της Λαίδης Τσάτερλυ». Από τ ’ άλλο μέρος υπάρχει ένα ύφος ένοχης ηδυπάθειας για όλ’ αυτά, γιατί το σεξ πρέπει να είναι η βάση του σπιτιού, της οικογένειας, του κράτους. Η αντίθεση εμφανίζεται και πάλι ανάμε σα στα όργια των Ες-Ες στη ναζιστική Γερμανία, τις δειλές προσπάθειες να ενθαρρυνθούν οι γεννήσεις εξώγαμων παιδιών από «ήρωες» των Ες-Ες, και την γενικότερη πολιτική της αναβίωσης ενός «υγιούς» οικογενειακού περιβάλλοντος με τα Kinder, Kirche, Kiiche, (παιδιά, εκκλησία, κουζίνα) για τις γυναίκες. Οι πολιτικές εκφράσεις της βέβαια είναι η προτροπή «σκέφτεσαι με το αίμα», η απόρριψη της ορθολογικής ανάλυσης που θεωρείται μια διαδικασία «ψυχρή» και «μηχανική» που εμποδίζει τη δράση. Η δράση, απ ’ τ ’ άλλο μέρος, είναι «θερμή», συνήθως με την έννοια της μάχης. Η προσπάθεια να δώσουν στο θάνατο ερωτική διάσταση είναι επίσης «τον Spenglrr. Αλλά η βιβαιίτητα του Sprnglrr ότι ο αρχαϊσμός ποτέ Jcv oxpcXci ιΐναι cvtcXom; ξένη στον χατωνιβμό.
566
ευδιάκριτη, ιδιαίτερα στην ιαπωνική εκδοχή. Τελικά η ζωή θυσιά ζεται στο θάνατο, ο Άρης απορροφά την Αφροδίτη. Dulce el decorum est...6 Μ ’ όλη τη ρητορική του για τη θερμότητα, ο κατωνισμός εκφράζει ένα βαθύ φόβο για την ανθρώπινη αγάπη, που τη βλέπει σαν μορφή αδυναμίας. Τπάρχουν κι άλλες περίεργες αντιφάσεις και διφορούμενα. Ο κατωνισμός εκφράζει μια απέχθεια για την «αρρωστημένη» ενα σχόληση με το θάνατο και την αποσύνθεση, κατά το στυλ του Μπωντλαίρ. Αυτή την ενασχόληση ο κατωνισμός την συνδέει με τον «παρακμιακό κοσμοπολίτη». Η τέχνη πρέπει να είναι «υγιής», παραδοσιακή και πάνω απ ’ όλα εύκολα κατανοητή. Οι καλλιτεχνι κές αντιλήψεις του κατωνισμού έχουν επίκεντρο την λαϊκή και αγροτική τέχνη, μια προσπάθεια από τη μεριά των μορφωμένων τάξεων της πόλης να αναβιώσουν τα αγροτικά κοστούμια, τους χορούς και τις γιορτές. Και φαίνεται ότι η κατωνιστική άποψη περί της τέχνης συμφωνεί με μια γενική τάση, που παρατηρείται σ ’ όλα τα καθεστώτα που επιζητούν να διατηρήσουν την κοινωνική συνο χή, να προωθούν τις παραδοσιακές και ακαδημαϊκές μορφές τέχνης. Τπάρχει, όπως έχει συχνά παρατηρηθεί, μια χτυπητή ομοιότητα ανάμεσα στην ναζιστική και τη σταλινική τέχνη. Και οι δύο καταδικάζουν απερίφραστα τον Kunstbolschevismus και τον «κο σμοπολιτισμό χωρίς ρίζες». Παρόμοιες τάσεις υπήρχαν και στην Ρώμη των Αυγούστων.7 Σημειώνοντας τα όσα επιδοκιμάζουν οι κατωνιστικές αντιλή ψεις, αρχίσαμε ήδη να ξεχωρίζουμε και εκείνα στα οποία αντιτίθενται. Πιό συγκεκριμένα, εκφράζουν εχθρότητα απέναντι στους b. Ο μίσαιωνικός χριστιανισμός μποριΐ πτ(σης να έβαλι το θάνατο πάνω απο τη ζωή, αλλά Scv έδωσε τόση έμφαση στη β(α χαι την καταστροφή. Τα στοιχιία της καλοσύνης, του οίκτου και του (λέους Scv κυριάρχησαν στην πρακτική του χριστια νισμού, αλλά «Ιναι αλήθεια ότι τον αντιδιαστέλουν από τον κατωνισμό. 7. Βλ. την ιξαιριτιχή πραγμάτωση για τον Οράτιο χαι τον Βιργίλιο στο βιβλίο του Symr. "Roman Revolution", χ*φ. XXXVIII - XXIX. it, 460-468. Σημκώστε επίσης την απέχθιια του Πιτρώνιου χαι τη στάση των ρωμαίων ιστορικών απέναντι στα χαλλιτιχνιχά ενδιαφέροντα του Νέρωνα χαι του Καλιγούλα. Το γcγovός ότι η σταλινική τέχνη παρουσιάζει χαρακτηριστικά που τα ονόμασα χατωνιχά ή ότι έχουν σχέση μ ι τον κατωνισμό, μπορεί να φαίνεται ότι ρίχνει σοβαρές αμφιβολίις στην όλη ερμηνεία που προτι(νιται εδώ. Είναι όμως ανόητο να υποστηρίξει κανείς ότι ο σοσιαλισμός, ιδιαίτερα κάτω από τον Στάλιν, δανείστηκε χαι ινσωμάτωσ· μερικά από τα πιό χαταπιιστιχά χαρακτηριστικά των ιστορικών αντιπάλων του;
567
εμπόρους, τους τοκογλύφους, το μεγάλο κεφάλαιο, τον κοσμοποΛίτισμό και τους διανοούμενους. Στην Αμερική, ο κατωνισμός έχει πάρει τη μορφή της εχθρότητας απέναντι στον δανδή της πόλης και γενικά ενάντια σε κάθε μορφή λογικής σκέψης που προχωράει πέρα από την πιο πρωτόγονη λαϊκή σοφία. Στην Ιαπωνία εκδηλώθηκε ως βίαιο αντιπλουτοκρατικό αίσθημα. Η πόλη εμφανίζεται σαν ένα καρκίνωμα γεμάτο αόρατους συνωμότες που έχουν βαλθεί να εξαπατήσουν και να διαφθείρουν τους τίμιους χωρικούς. Τπάρχει βέβαια μια ρεαλιστική βάση γι ’ αυτά τα αισθήματα στις προγραμ ματικές καθημερινές εμπειρίες των αγροτών και των μικρογαιοκτημόνων που βρίσκονται σε σημαντικά δυσμενή θέση μέσα σε μια οικονομία αγοράς. Σ ’ ότι αφορά τα αισθήματα (όσο πραγματικά τα γνωρίζουμε) και τα αίτια του μίσους, δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο να αντιδιαστείλει κανείς την ριζοσπαστική δεξιά από την ριζοσπαστι κή αριστερά στην ύπαιθρο. Η κύρια διάκριση εξαρτάται από το κατά πόσο γίνεται ρεαλιστική ανάλυση των αιτίων της δυστυχίας των αγροτών και από την εικόνα που προβάλλεται για το δυνητικό μέλλον. Ο κατωνισμός κρύβει τις κοινωνικές αιτίες, και προβάλλει μια εικόνα διαρκούς υποταγής. Η ριζοσπαστική παράδοση δίνει έμφαση στα αίτια και προβάλλει την εικόνα μιας τελικής απελευ θέρωσης. Το γεγονός ότι τα συναισθήματα και τα αίτιά τους είναι παρόμοια δεν σημαίνει ότι η εμφάνιση της μιας ή της άλλης τάσης ως πολιτικά σημαντικής δύναμης εξαρτάται από την επιδέξια χειραγώγηση της δυσαρέσκειας των αγροτών, όπως δείχνουν σα φώς οι επανειλημμένες αποτυχίες να κερδηθούν από συντηρητικούς οι ριζοσπαστικοποιημένοι αγρότες (και αντίστροφα) με μεθόδους ψυχολογικού πολέμου. Αυτές οι ψυχολογικές και οργανωτικές ικανότητες είναι σημαντικές, αλλά λειτουργούν μόνο όταν συμβα δίζουν με τις καθημερινές εμπειρίες των αγροτών, τους οποίους προσπαθούν να κινητοποιήσουν. Έ τσι, ο κατωνισμός δεν είναι απλώς μια μυθολογία της ανώτερης τάξης για τους αγρότες, η οποία αποδίδεται στους αγρότες, αλλά βρίσκει αναταπόκριση στους τελευταίους γιατί τους δίνει κάποια εξήγηση για την κατάστασή τους μέσα στην οικονο μία της αγοράς. Είναι επίσης, σαφέστατα, ένα πλέγμα αντιλήψεων που πηγάζει μέσα από τις συνθήκες ζωής μιας γαιοκτημονικής αριστοκρατίας που απειλείται από τις ίδιες δυνάμεις. Αν ρίξει κανείς μια ματιά στα κύρια θέματα της αντίδρασης των αριστοκρα568
των που διαμορφώθηκε μέσα στη φιλελεύθερη δημοκρατία, θα παρατηρήσει ότι παρόμοια θέματα υπάρχουν και στον κατωνισμό —μεταγραμμένα σε διαφορετικό κλειδί. Η επίκριση της δημοκρα τίας των μαζών, οι αντιλήψεις περί νόμιμης εξουσίας και της σημασίας του εθίμου, η αντίθεση προς τη δύναμη του χρήματος και της τεχνικής, όλα αυτά αποτελούν κύρια θέματα και στην κατωνική κακοφωνία. Και πάλι, είναι ο τρόπος που συνδυάζονται και, ακόμα σημαντικότερο, ο τελικός σκοπός τους που κάνουν τη διαφορά. Στον κατωνισμό οι αντιλήψεις αυτές υπηρετούν το στόχο της ενίσχυσης της καταπιεστικής εξουσίας. Στον αριστοκρατικό φιλε λευθερισμό συναρμολογούνται ως πνευματικά όπλα κατά της ανορθολογικής εξουσίας. Στον κατωνισμό, άλλωστε, απουσιάζει κάθε έννοια πλουραλισμού ή ελέγχου της ιεραρχίας και του μηχανι σμού πειθαρχίας. Ό π ω ς σημειώσαμε παραπάνω, ο σύγχρονος κατωνισμός σχε τίζεται κυρίως με την προσπάθεια να εφαρμοστούν μορφές καπιτα λιστικής γεωργίας που καταπιέζουν τη μισθωτή εργασία. Είναι επίσης βαθύτατα αντι-βιομηχανικός και αντι-εκσυγχρονιστικός. Εδώ ίσως βρίσκονται οι βασικοί περιορισμοί στην εξάπλωση και επιτυχία του κατωνισμού. Τπάρχει, νομίζω, μια μεγάλη δόση αλήθειας στην διστακτικά αλλά επανειλημμένα εκφρασμένη ελπίδα του Βέμπλεν ότι η πρόοδος της μηχανής θα μπορούσε κατά κάποιον τρόπο να παρασύρει τους ανθρώπινους παραλογισμούς στους υπονόμους της ιστορίας. Οι πιο ακραίες μορφές καταπιεστι κής ή εκμεταλλευτικής γεωργικής καλιέργειας μπορούν ν ’ αποτελέσουν πολύ σημαντικά εξαρτήματα της καπιταλιστικής ανάπτυ ξης, όπως έγινε με τη σχέση μεταξύ της δουλείας στην Αμερική και του αγγλικού όσο και του αμερικανικού βιομηχανικού καπιταλι σμού. Αλλά ο βιομηχανικός καπιταλισμός πολύ δύσκολα μπορεί να εγκατασταθεί στην ίδια περιοχή με ένα σύστημα που καταπιέζει την μισθωτή εργασία.8 Ως μέρος της προσπάθειάς τους να καθυπο τάξουν τον πληθυσμό, οι ανώτερες τάξεις πρέπει να προβάλουν μια αντιορθολογική, αστική, αντιματεριαλιστική και, πιο αόριστα, 8. Η Ιαπωνία μπορεί να θεωρηθεί εξαίρεση. Ίσως αυτά τα «μπόίια για την εκβιομηχάνιση να ((ναι σοβαρά μόνο στις αγροτιχές οικονομίες όπου (πιχρατ(( το σύστημα των φυτειών. Οι περιοχές των γιούνχ(ρ στη Γερμανία παράμειναν κυρίως αγροτιχές- το ίίιο συνέβει χαι μ ι τη ρώσικη κοινωνία στο σύνολό της ώς τα 1917. Αλλά χαι στην Ιαπωνία υπήρξαν ίυσκολίχς χαι μεγάλο μέρος της αγροτικής ιδεολογίας χρειάστηκε να την ξεφορτωθούν όπως-όπως στην πορεία.
569
αντικαπιταλιστική θεώρηση του κόσμου —μια θεώρηση που απο κλείει κάθε έννοια προόδου. Και είναι πολύ δύσκολο να δούμε πώς θα μπορούσε η εκβιομηχάνιση να επιβληθεί χωρίς τη βοήθεια ανθρώπων που έχουν μια πολύ υλιστική αντίληψη της προόδου, που να περιλαμβάνει, αργά ή γρήγορα, συγκεκριμένη βελτίωση της θέσης των κατώτερων τάξεων. Σε αντίθεση με τον προωθημένο βιομηχανισμό, ο κατωνισμός, φαίνεται ότι τελικά συμβιβάζεται και αυτοδιαλύεται για να συγχωνευθεί με σαφέστερα καπιταλιστι κές και αστικές μορφές ρομαντικής νοσταλγίας. Αυτές οι πνευματι κά πιο ευυπόληπτες μορφές της άκρας δεξιάς αποκτούν όλο και μεγαλύτερη επιρροή στη Δύση τα τελευταία είκοσι χρόνια, ιδιαίτε ρα στις ΗΠΑ. Πιθανότατα ο κατωνισμός θα θεωρηθεί από τους μελλοντικούς ιστορικούς, αν υπάρξουν τέτοιοι, ότι έδωσε απλώς τα πιό εκρηκτικά συστατικά σ ’ αυτό το επικίνδυνο μίγμα. Ό τα ν ο ιστορικός στραφεί από τις ιδέες που βγαίνουν από την εμπειρία των ανώτερων γαιοκτημονικών τάξεων σε κείνες των αγροτών, αμέσως μπαίνει σε σκοτούρες, γιατί το υλικό είναι τόσο λίγο και η αυθεντικότητά του συχνά αμφίβολη. Το να προσδιορί σεις ποιές ακριβώς ιδέες επικρατούσαν ανάμεσα στους αγρότες είναι εξαιρετικά δύσκολο, γιατί δεν έχουν αφήσει παρά ελάχιστες δικές τους καταγραφές και υπάρχουν πάρα πολλές ιδέες που αποδόθηκαν σ ’αυτούς από ανθρώπους της πόλης με κάποια πολι τική σκοπιμότητα. Εδώ δεν πρόκειται να επιχειρήσω αυτό το έργο, ούτε καν κατά τον πιο σχηματικό τρόπο. Αντί γ ι ’ αυτό, θα διερευνήσω τις πιθανές σχέσεις ανάμεσα σε γνωστά θέματα της επαναστατικής κριτικής της σύγχρονης κοινωνίας και στην εμπει ρία των αγροτών από τον δικό τους κόσμο, μετά την επίθεση που υπέστει με την εξάπλωση της οικονομίας της αγοράς. Υποψιάζο μαι πως, πολύ περισσότερο α π ’ όσο είναι γενικά παραδεκτό, το χωριό έχει αποτελέσει μια σημαντική πηγή εκείνων των μισο-συνειδητών κριτηρίων με τα οποία οι άνθρωποι κρίνουν και καταδι κάζουν τον σύγχρονο βιομηχανικό πολιτισμό και με βάση τα όποια έχουν διαμορφώσει τις αντιλήψεις τους περί δικαιοσύνης και αδι κίας. Στην προσπάθεια να ξεχωρίσουμε τις γνήσιες αντιλήψεις των αγροτών από εκείνες που αποδόθηκαν σ ’ αυτούς από συντηρητι κούς και ριζοσπάστες διανοούμενους των πόλεων για δικούς τους πολιτικούς σκοπούς, θα ήταν χρήσιμο να ρίξουμε μια τελευταία σύντομη ματιά στις συνθήκες της αγροτικής ζωής πριν απο την 570
«έφοδο» της σύγχρονης εποχής. Ξεχωρίζουν ορισμένα επαναλαμ βανόμενα χαρακτηριστικά. Ως μορφή ασφάλειας κατά των φυσικών κινδύνων και, σε μερικές περιπτώσεις και σε ανταπόκριση στις μεθόδους συλλογής φόρων και δοσιμάτων του φεουδάρχη, οι αγρό τες σε πολλά μέρη του κόσμου αναπτύξανε συστήματα μίσθωσης της γης με μια έμφυτη τάση προς την ίση κατανομή των πόρων. Τ ο σύστημα των κλήρων-λωρίδων, σκορπισμένων σε διάφορες μεριές της περιοχής που ανήκει στο χωριό, συναντιέται πολύ συχνά τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ασία. Επιπλέον υπάρχει το έθιμο των ίσων ευκαιριών πρόσβασης σ ’ ένα τμήμα γης που παραμένει αδιανέμητο, τα κοινόχρηστα βοσκοτόπια (commons). Παρόλο που η κοινόχρηστη γη ήταν πιό διαδεδομένη στην Ευρώπη, όπου τα ζώα απάλλασσαν τους ανθρώπους από ένα μέρος του φορτίου τους, υπήρχαν και στην Ασία- π.χ. στην Ιαπωνία, ως πηγή επιπρόσθετων πόρων, όπως τα λιπάσματα. Παρόλο που υπάρχουν σημαντικές παραλλαγές, η βασική ιδέα σχετικά μ ' αυτές τις διευθετήσεις ξεχωρίζει σημαντικά: κάθε μέλος της κοινότητας πρέπει να έχει πρόσβαση σε επαρκείς πόρους ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του προς την κοινότητα, που διεξάγει ένα συλλογικό αγώνα για την επιβίωση.’ Καθένας, περιλαμβανομένου και του φεουδάρχη και του ιερέα, έχει μια συμβολή. Ό σο κι αν ρομαντικοποιήθηκαν από πολλούς και ποικίλους διανοούμενους, οι έννοιες αυτές δεν παύουν να έχουν στέρεα βάση στην πραγματικό τητα της εμπειρίας των αγροτών. Η εμπειρία αυτή, λοιπόν, προσφέρει το έδαφος στο οποίο αναπτύσσονται τα αγροτικά ήθη κι έθιμα και τα ηθικά πρότυπα με τα οποία κρίνουν τη δική τους συμπεριφορά και τη συμπεριφορά των άλλων. Η ουσία αυτών των προτύπων είναι μια ακατέργαστη αντίληψη της ιστορίας, στην οποία τονίζεται το δίκαιο και η ανάγκη να υπάρχει μια μίνιμουμ έκταση γης για να επιτελούνται βασικές κοινωνικές λειτουργίες. Τα πρότυπα έχουν συνήθως κά ποιο είδος θρησκευτικής επικύρωσης, και πιθανόν να είναι στον τονιμό αυτών των σημείων που η θρησκεία των αγροτών διαφορο ποιούνται από εκείνη άλλων κοινωνικών τάξεων. Στην πορεία του 9. Στην Κίνα φαίνεται πως Scv υπήρχε κοινόχρηστη γη, αλλά ο θεσμός της πατριός, όπου υπήρχί, περιλάμβανε σε κάποιο βαθμό την αντίληψη ότι ένα μέλος θά ’πριπε να ’χει πρόσβαση μ ι μέσα και πόρους για να μπορεί να επιτελεί ορισμένες κοινωνικές λειτουργίες.
571
εκσυγχρονισμού οι αγρότες εφαρμόζουν αυτά τα πρότυπα, αξιολο γώντας και ώς κάποιο βαθμό εξηγώντας τη δική τους μοίρα. Από κει προέρχεται η συχνή έμφαση στην αποκατάσταση των παλιών δικαιωμάτων. 'Οπως πολύ σωστά παρατηρεί ο Tawney, ο ριζο σπάστης αγρότης θα έμενε έκπληκτος αν άκουγε ότι υπονομεύει τα θεμέλια της κοινωνίας* αυτός απλώς προσπαθεί να πάρει πίσω ό,τι ήταν δικαιωματικά δικό του.10 Καθώς ο κόσμος του εμπορίου και της βιομηχανίας άρχιζε να υπονομεύει τη δομή της αγροτικής κοινότητας, οι ευρωπαίοι χωρικοί αντέδρασαν με μια μορφή ριζοσπαστισμού που τόνιζε τα θέματα της ελευθερίας, της ισότητας και της αδερφοσύνης, αλλά μ ’ ένα τρόπο διαφορετικό από κείνον που οι άνθρωποι της πόλης, ιδιαίτερα οι εύποροι αστοί, αντιλαμβάνονταν αυτά τα θέματα. Σ ’ όλη την Ευρώπη και την Ασία, το ρεύμα της αγροτικής αντίδρασης στον εκσυγχρονισμό ακολούθησε τη δική του πορεία, άλλοτε συναντώντας το ρεύμα των πόλεων κι άλλοτε παίρνοντας την αντίθετη κατεύθυνση. Για τον αγρότη, το πρώτο από τα τρία δεν ήταν η ελευθερία αλλά η ισότητα. Και η αγροτική εμπειρία πρόσφερε έδαφος για μια συντιπτική κριτική της αστικής αντίλη ψης περί ελευθερίας, όπως θα προσπαθήσω να δείξω πιό συγκεκρι μένα σε λίγο. Με λίγα λόγια, οι χωρικοί ρωτούσαν, «Ποιό είναι το νόημα των ωραίων πολιτικών σας διευθετήσεων, εφόσον ο πλούσι ος μπορεί ακόμα να καταπιέζει τον φτωχό;» Η ελευθερία σήμαινε επίσης την απαλλαγή από τον φεουδάρχη, που δεν τους παρείχε πια καμιά προστασία, αλλά χρησιμοποιούσε τώρα τα παλιά του προνόμια για να τους πάρει τη γη τους για το τίποτα. Η αδερφοσύ νη σήμαινε το χωρό σαν μια συνεταιριστική οικονομική και εδαφική ενότητα, κι ελάχιστα παραπάνω α π ’ αυτό. Από τους χωρικούς φαίνεται, πέρασε η ιδέα σε μερικούς διανούμενους που αναπτύξανε τις θεωρίες τους για την αποπροσωποποίηση της σύγχρονης ζωής και την κατάρα του γραφειοκρατικού γιγαντισμού κοιτάζοντας πίσω, μέσα από μια ρομαντική ομίχλη, σ ’ αυτό που πίστευαν ότι ήταν η αγροτική κοινότητα. Ό λ α αυτά θα φαίνονταν, υποψιάζο μαι, πολύ παράξενα και ακατανόητα στον χωρικό, που είχε καθημερινή εμπειρία από τους άγριους καβγάδες για την περιουσία και τις γυναίκες, καβγάδες που ήταν πολύ συνηθισμένοι στο χωριό του. Για τον χωρικό, η αδερφοσύνη ήταν περισσότερο μια αρνητική 10. Agrarian Problem. 333-334, 337-338.
572
έννοια, μια μορφή τοπικισμού. Ο χωρικός δεν είχε κανένα αφηρημένο ενδιαφέρον να ταίζει τις πόλεις. Η οργανική του αντίληψη για την κοινωνία δεν ήταν καθόλου αλτρουϊστική. Γι ’ αυτόν οι «απέ ξω», ήταν και είναι, κυρίως μια πηγή φόρων και χρεών. Οι συγχω ριανοί του, α π ’ τ ’ άλλο μέρος, παρόλο που κι αυτοί συχνά ήταν πλάσματα που έπρεπε να αντιμετωπίζονται εχθρικά, ήταν ωστόσο άνθρωποι με τους οποίους ήταν αναγκασμένος να συνεργάζεται σε κρίσιμα στάδια του αγροτικού κύκλου. Έ τσ ι η συνεργασία ήταν το κυρίαρχο θέμα μέσα στην ομάδα, η εχθρότητα και η δυσπιστία τα κυρίαρχα θέματα απέναντι στους ξένους, με πολλές παραλλαγές και αποχρώσεις στην συγκεκριμένη καθημερινή πραγματικότητα. Ο αγροτικός τοπικισμός, λοιπόν, δεν είναι έμφυτο χαρακτηριστικό (όπως άλλωστε και το δέσιμο με τη γη) αλλά προϊόν συγκεκριμέ νων εμπειριών και περιστάσεων. Με τις μορφές που μόλις διαγράψαμε, οι ιδέες αυτές φαίνον ταν επίσης ελκυστικές στους μικροβιοτέχνες και τους μεροκαματιάρηδες των πόλεων, που πνίγονταν από τα χρέη και την άνοδο των μεγαλεμπόρων. Και μια που μερικοί απο τους «μικρομεσαίους» των πόλεων ήξεραν να γράφουν, ήταν συχνά αυτοί ή κάποιος ξεστρατισμένος παπάς που έγραψαν στο χαρτί τα παράπονά τους κι έτσι τα διατήρησαν για τους ιστορικούς. Οι περιστάσεις αυτές κάνουν διπλά δύσκολο το ξεχώρισμα της καθαρά αγροτικής συνι στώσας. Ωστόσο, αν κανείς κοιτάξει τις ακροαριστερές εκδηλώσεις του αγγλικού Εμφύλιου και της Γαλλικής Επανάστασης, τους «Σκαφτιάδες» και τον «Γράκχο» Μπαμπέφ —τα ονόματα και στις δυό περιπτώσεις είναι αποκαλυπτικά— καθώς και ορισμένες τά σεις στον προεπαναστατικό ρώσικο ριζοσπαστισμό, δεν είναι δύ σκολο να αντιληφθεί την σχέση τους με την αγροτική ζωή και τ ’ αγροτικά προβλήματα. Μερικές συγκεκριμένες λεπτομέρειες θα βοηθήσουν και πάλι για να δώσουμε ουσία σ ’ αυτές τις γενικές παρατηρήσεις. Στη διάρκεια του Αγγλικού Εμφύλιου, στις 16 Απριλίου 1649, το Συμ βούλιο του Κράτους πήρε τα ανησυχητικά νέα ότι μια μικρή αλλά με αυξανόμενη επιρροή ομάδα είχε βαλθεί να σκάψει τη γη στην περιοχή Σαίντ Τζώρτζ Χιλ ιν Σάρρεϋ και να φυτέψει λάχανα, καρότα και φασόλια, και ότι είχαν κάποια πολιτικά σχέδια. Προτού το συμβούλιο αποφασίσει τι να κάνει μ ’ αυτή την κατάσταση, ηγέτες των «Σκαφτιάδων», μεταξύ τους κι ο Τζέραρντ Γουϊστάνλεϋ, παρουσιάστηκαν μπροστά στο Συμβούλιο για να δικαιολογή 573
σουν τη συμπεριφορά τους και να δώσουν σε γενικές γραμμές ένα πρόγραμμα αγροτικού κομμουνισμού. Τ ο πιο σημαντικό χαρακτη ριστικό του προγράμματος, όπως βγήκε από αυτήν κι από άλλες συγκρούσεις με τις αρχές, ήταν οι επικρίσεις του για την ανεπάρ κεια της πολιτικής δημοκρατίας χωρίς κοινωνική μεταρρύθμιση. «Γνωρίζουμε»,έλεγε ο Γουϊνστάνλεϋ, «ότι η Αγγλία δεν μπορεί να γίνει μια ελεύθερη κοινοπολιτεία αν δεν έχουν οι φτωχοί πολίτες ελεύθερη χρήση της γης και απόλαυση των καρπών της· γιατί αν δεν δοθεί αυτή η ελευθερία, εμείς οι φτωχοί πολίτες βρισκόμαστε σε χειρότερη μοίρα α π ’ ότι την εποχή του Βασιλιά, γιατί τότε εί χαμε κάποιο κλήρο δικό μας, παρόλο που μας καταπίεζαν, τώρα όμως πουλάμε τους κλήρους μας για να εξαγοράσουμε την ελευθε ρία και υφιστάμεθα ακόμα την καταπίεση και την τυραννία του φεουδάρχη». Παρόλο που επρόκειτογια μια ριζοσπαστική περιθω ριακή τάση, οι «Σκαφτιάδες» δεν ήταν ένα απομονωμένο κίνημα* υπήρχαν κι άλλα παρόμοια κινήματα, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου οι περιφράξεις των κτημάτων εξαπλώνονταν γρήγορα. Δεν προ χώρησαν όμως πολύ και η πρώιμη επίθεση κατά της ιδιοκτησίας συντρίφτηκε γρήγορα.11 Τα cahiers των χωρικών σ ’ ένα τμήμα της βόρειας Γαλλίας, τα οποία μελέτησε ο Ζωρζ Λεφέβρ, ρίχνουν αρκετό φως στη συμπεριφορά τους σε μια περιοχή ιδιαίτερα εκτεθειμένη στις συνέπειες του εκσυγχρονισμού, παρόλο που τα τρία τέταρτα του πληθυσμού της ήταν ακόμη αγρότες. Ενώ μερικοί ιστορικοί θεω ρούν τα cahiers μια πολύ αμφίβολη πηγή πληροφοριών πάνω στα αγροτικά προβλήματα, ο Λεφέβρ δίνει πειστικούς λόγους για την αποδοχή τους, με περιστασιακές μόνο επιφυλάξεις. Αφορούν, κατά κύριο λόγο, εντελώς συγκεκριμένες τοπικές αυθαιρεσίες, με τις οποίες δεν χρειάζεται ν ’ ασχοληθούμε εδώ. Τα γενικά σημεία που παρουσιάζουν ενδιαφέρον είναι αρνητικά: οι χωρικοί ελάχιστα ενδιαφέρονταν για το ζήτημα της οργάνωσης της εξουσίας που ήταν τότε στο επίκεντρο των συζητήσεων στο Παρίσι. Από κει και πέρα, τα λόγια του ίδιου του Λεφέβρ είναι εύστοχα: «Για όλους σχεδόν τους χωρικούς, το να είσαι ελεύθερος σήμαινε να απαλλα γείς από τον φεουδάρχη- ελευθερία, ισότητα, δύο λέξεις για ένα 11. Βλ. James, Social Problems, 99-106. Για μια πλήρη συλλογή κιιμένων και ιρμηνιιών βλ. Works οΓ Winstanley (tx i. Sabine) Στο οποίο (269-277) το χιίμτνο "A Declaration from the Poor Oppressed People of England" ((ναι ιΑιαίτιρα συναφές μ< τα σημιία που συζητήθηκαν παραπάνω.
574
•cat το ίδιο πράγμα που ήταν η (δια η ουσία της Επανάστασης.»12 Ο Λεφέβρ ήταν επίσης ο συγγραφέας δύο σύντομων αλλά 5ιαφωτιστικών μελετών για τον περίφημο ηγέτη της ακροαριστεοής «παρυφής» της Επανάστασης, του Φρανσουά-Εμίλ (ή «Γράκχου») Μπαμπέφ.13 Οι ιδέες του Μπαμπέφ ήταν ένα κράμα θεω ριών παρμένων από βιβλία (ιδιαίτερα από τον Ρουσώ και τον Μαλμπύ) καθώς και των εμπειριών του στην Πικαρδία, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα σε αγροτικό περιβάλλον. Ανάμεσα σ ’ αυτές τις εμπειρίες, εκείνη που τον επηρέασε περισσότερο ήταν η εργασία του ως φεουδαλικού μικροδικηγόρου, commissaire feudiste, στην υπηρεσία της αριστοκρατίας: δουλειά του ήταν να εξετά ζει τις νομικές νομικές βάσεις για τα δικαιώματα των φεουδαρχών πάνω στους χωρικούς σ ’ αυτήν την περιοχή, όπου οι εμπορικές επιρροές εξαπλώνονταν γοργά.14 Από αυτόν τον συνδυασμό διαβά σματος και εμπειρίας γεννήθηκε η στέρεη πεποίθησή του ότι οι ανισότητες πλούτου και περιουσίας ήταν αποτέλεσμα κλεψιάς, βίας και πονηριάς, που τις κάλυπτε ένας μανδύας υποκριτικής ευ πρέπειας που παρείχε ο νόμος. Η λύση ήταν να συντριβεί το κυ ρίαρχο σύστημα των σχέσεων ιδιοκτησίας και να εφαρμοστεί η ισό τητα στη μοιρασιά και η κοινοτική οργάνωση της παραγωγής. Από το 1786 ήδη, σύμφωνα με μια επιστολή του που πρόσφατα ανακαλύφθηκε και την οποία, φρόνιμης ποιών, απέφυγε να στείλει σ ’ έναν φιλελεύθερο ευγένη, ο Μπαμπέφ είχε σκεφθεί να μετατρέ ψει τα μεγάλα γειτονικά αγροκτήματα σε κάτι που πολύ πλησία ζαν τα σοβιετικά συλλογικά αγροκτήματα, αν και διατηρούσε το σύστημα της πληρωμής ενοικίου στον γαιοκτήμονα.15 Για να εξα σφαλίσει την πραγματική εφαρμογή της ισότητας καθώς και την 12. Lefebvre. Paysans du Nord, 353' βλ. επίσης X, 334, 350-351. 13. Βλ. Lefebre, Etudes, 296-314. 14. Βλ. την λεπτομερή περιγραφή των κοινωνικών συνθηκών στην ΠικαρίΙα στο έργο του Dal in, Crakkh Babef, χχφ. 3' επίσης σιλ. 104 για μια αποκαλυπτική περικοπή από λίγο του Μπαμπέφ για το τι σήμαινε γι ’ αυτόν η εμπειρΙα του από τον φεουδαλισμό. 15. Για την Επιστολή του Μπαμπέφ της 1ης Ιουνίου 1786 που βρέθηκε στα αρχεία του Ινστιτούτου Μαρξισμού Λενινισμού, βλ. Dalin "Crakkh Babef’, 95-109 για τις fermes collectives, βλ. 99, όπου ο Dalin βεβαιώνει πως ο Μπαμπέφ υπεράσπισε την ιδέα των fermes collectives σι μια memoire του 1785' 8cv βρήκα την ιδέα αυτή στο κείμενο μιας memoire στις 25 Νοεμβρίου 1785 που υπάρχει στο βιβλίο του Advielle, Babeuf, II, 1-14. Ούτε αναφέρεται ο όρος στον index της αλληλογραφίας του Babeuf με τον Dubois de Fosseux, στο τέλος αυτού το βιβλίου.
575
καθοδήγηση της παραγωγής με γνώμονα την εξασφάλιση ενός ευ πρεπούς επιπέδου διαβίωσης για όλους, έφτασε να αναγνωρίσει την αναγκαιότητα ενός ισχυρού συγκεντρωτικού ελέγχου.16 Ό π ω ς και ο Γουϊνστάνλεϋ πριν α π ’ αυτόν, ο Μπαμπέφ θεωρούσε την πολιτική ισότητα σκέτη απάτη, εφόσον δεν συνο δευόταν από οικονομικά δικαιώματα. Η κριτική του για τον θρίαμ βο της αστικής δημοκρατίας και την ήττα της κοινωνικής δημοκρα τίας που σημαδεύτηκε από την πτώση του Ροβεσπιέρου, έγινε πολύ καυστική μετά από κάποιους αρχικούς δισταγμούς. Το τι ακριβώς συνέβει με την «Συνωμοσία των Ίσων», για την οποία ο Μπαμπέφ πλήρωσε με τη ζωή του το 1797, είναι ένα πρόβλημα για τους ειδικούς. Το κύριο σημείο για μας είναι καθαρό. Οι Μπαμπεφικοί πρόσβλεπαν σε μια εποχή πραγματικής ισότητας: «Ποτέ», βεβαίωναν, «δεν έχει συλληφθεί και εκτελεστεί ένα τόσο μεγάλο σχέδιο. Από καιρό σε καιρό, με μεγάλα διαλείμματα, μερικοί μεγα λοφυείς άνθρωποι, μερικοί σοφοί μίλησαν γ ι ’ αυτό με χαμηλή και τρεμάμενη φωνή. Κανείς απ ’ αυτούς δεν είχε το θάρρος να πει ολό κληρη την αλήθεια... Η Γαλλική Επανάσταση δεν είναι παρά ο προ πομπός μιας άλλης επανάστασης, πολύ πιο μεγάλης, πολύ πιο σο βαρής, που θα ’ναι η τελευταία.»17 Έ τσι, στην περίπτωση του Μπαμπέφ, επίσης, η αγροτική εμπειρία συντέλεσε στην ανάπτυξη μιας επικριτικής στάσης απέ ναντι στην αστική κοινωνία, που έγινε μέρος της τρέχουσας κριτικής στην μεταγενέστερη ριζοσπαστική σκέψη. Η παράδοση της ένοπλης εξέγερσης καθώς και η δικτατορία του προλεταριά του, πιστεύει ο Λεφέβρ, αποτελούν ίσως μέρος του συστήματος των ιδεών που εμφανίζονται στο ιστορικό προσκήνιο με τον Μπα μπέφ, για να ξαναπέσουν στην αφάνεια ώς τα μέσα του 19ου αιώνα. Στη ρώσικη αγροτική κοινότητα του 18ου και 19ου αιώνα, οι αγροτικές αντιλήψεις περί ισότητας, όπως εκδηλώθηκαν στην περιοδική αναδιανομή της γης, ήταν τουλάχιστον εξίσου, προϊόντα της αντίδρασης στο φορολογικό σύστημα όσο και στις φυσικές συνθήκες. Το κεντρικό χαρακτηριστικό της ήταν η αντίληψη ότι 16. Βλ. Dommangel, Babruf, ιί. 103-121, 250-264. Στη « λ . 268ο Μπαμπέφ αναφέρ«ται στο ίιχαίωμα της ιδιοκτησίας ως cνός από τα πιό άθλια βημιουργήματα του ανθρώπινου σφάλματος. Ά λ λ ις πλιυρές της σκέψης του σχιτιχές μ* τη σύντο μη αυτή πραγμάτιυση υπάρχουν στις σ*λ. 91, 96, 186, 209-211. 17. Από το "Manifesto des Egaux” (1796).
576
κάθε οικογένεια έπρεπε να έχει αρκετή γη ώστε να μπορεί να πληρώνει το μερίδιό της στους φόρους και τα δοσίματα που επιβάλλονταν στην κοινότητα ως μονάδα. Ό π ω ς είναι γνωστό, οι ρώσοι Λαϊκιστές άντλησαν του στόχους τους και πολλές από τις επικρίσεις τους για την σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία από μια εξιδανικευμένη εκδοχή της αγροτικής κοινότητας. Παρόλες τις πολυάριθμες διαφορές μέσα σ ’ αυτή την ομάδα των προ-μαρξιστών ριζοσπαστών του 19ου αιώνα, υπήρχε γενική συμφωνία πάνω στην ισότητα, που ήταν η πρώτη τους αρχή, και στην θέση ότι οι πολιτικές μορφές δημοκρατίας ήταν χωρίς νόημα και άχρηστες για τους ανθρώπους που λιμοκτονούσαν.'· Έ τσι, οι αγροτικές εμπει ρίες ήταν σαφώς η αφετηρία της γνωστής κριτικής της αστικής κοινωνίας στην Αγγλία, τη Ρωσία και τη Γ αλλία, παρόλο που ο ρόλος του διανοούμενου της πόλης γίνεται όλο και πιο σημαντικός στη Γαλλία και τη Ρωσία. Το να εντοπισθούν οι άλλες πολιτικές αντιλήψεις που κυκλο φορούσαν ανάμεσα στους ρώσους χωρικούς, είναι, για προφανεί λόγους, πιο δύσκολο α π ’ όσο στη Δυτική Ευρώπη. Παρόλα τα εμπόδια, μια σοβαρή έρευνα, που τέτοια δεν έχει γίνει ώς τα τώρα πάνω σ ’ αυτό το θέμα, θα μπορούσε ίσως να δώσει πολύ διαφωτιστικό υλικό.19 Αν κρίνουμε από το τι έκαναν πραγματικά οι ρώσοι χωρικοί τον 19ο αιώνα, ιδιαίτερα την εποχή της χειραφέτησης, η πρώτη τους επιθυμία ήταν να πάψουν να δουλεύουν τσάμπα στα κτήματα του φεουδάρχη. Εφόσον αισθάνονταν ότι ο δεσμός της κοινωνίας τους με τον φεουδάρχη ήταν εκμεταλλευτικός, ήθελαν να σπάσουν τη σχέση αυτή και να διοικούν οι ίδιοι την κοινότητά τους. Αυτή ήταν η κύρια αντίληψή τους για την «αληθινή ελευθε ρία».20 Τον τσάρο ήταν πρόθυμοι να τον διατηρήσουν θεωρώντας τον σύμμαχό τους κατά των ευγενών, μια λαθεμένη αντίληψη που 18. Berlin, στη εισαγωγή που έχανε στο βιβλίο του Venturi, Roots of Revoluti19. Ξένοι και ντόπιοι παρατηρητές βάζουν συνεχώς στο στόμα των χωρικών την έκφραση ότι αυτοί ανήκουν στον φεουδάρχη, αλλά η γη ανήκει σ ' αυτούς. Για μερικά παραδείγματα, βλ. Venturi. Roots of Revolution, 68-69. Ώ ς ποιό βαθμό αυ τή η παρατήρηση αντιπροσωπεύει πραγματικά τη σκέψη των χωριχών και ώς ποιό βαθμό αριστοκρατικές διαστρεβλώσεις; Η συμπεριφορά των χωριχών μας χάνει να αμφιβάλλουμε πολύ για το αν θεωρούσαν τους εαυτούς τους ιδιοκτησία του φεουδάρχη. 20. Venturi, Roots of Revolution, 211, 218.
577
βρήκε πολλές αφελείς και δραματικές εκφράσεις στη διάρκεια του 19ου αιώνα αλλά που, παρόλα αυτά, είχε κάποια βάση σε προγενέ στερες ιστορικές εμπειρίες. Αυτή η ιδέα της αυτονομίας του χω ριού παρέμεινε μια σημαντική αγροτική παράδοση, που τα υπό γεια ρεύματά της δεν έχουν ακόμα, πιθανότατα, εξαφανιστεί. Η τελευταία της ίσως ανοιχτή έκφραση υπήρξε το σύνθημα «σοβιέτ χωρίς κομμουνιστές» της εξέγερσης της Κρονστάδης το 1921, που η καταστολή της από τους μπολσεβίκους αποκάλυψε το «μυστικό» της Ρώσικης Επανάστασης, όπως οι διώξεις κατά των Σκαφτιά δων είχαν αποκαλύψει το «μυστικό» της Αγγλικής Επανάστασης. Στην Ασία, η αγροτική δυσαρέσκεια εκφράστηκε με πολλούς διαφορετικούς τρόπους μέχρι τη στιγμή που την «ανέλαβαν» οι κομμουνιστές. Για το πνευματικό της περιεχόμενο ελάχιστες πληροφορίες υπάρχουν. Μπορούμε να κλείσουμε το θέμα με μια δυό παρατηρήσεις για τις ομοιότητες και τις διαφορές σε σχέση με τα ευρωπαϊκά αγροτικά κινήματα. Στην Ινδία, η αγροτική δυσαρέ σκεια δεν έχει προσλάβει ώς τα τώρα κάποια σημαντική επαναστα τική χροιά κι έχει ως επί το πλείστον περιοριστεί στην εκδοχή του Γκάντι πάνω στο θέμα της αδελφοσύνης στην επιστροφή σε μια εξιδανικευμένη αγροτική κοινότητα. Η Κίνα γνώρισε μια ατέλειω τη σειρά θρησκευτικών εξεγέρσεων, που κάθε μια τους είχε φόντο μια παρατεταμένη αγροτική κρίση. Σίγουρα υπάρχουν πολλά ακόμα για ν ’ ανακαλυφθούν σε σχέση με την αγροτική δυσαρέσκεια στην Κίνα, εκτός από το ότι εκφραζόταν με θρησκευτική μορφή, όπως συνέβαινε και στην Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα και στις αρχές των νεότερων χρόνων. Οι δυτικές πηγές, ωστόσο, δεν κά νουν παρά ελάχιστες νύξεις για την υπάρξη στην Κίνα κοινωνικής κριτικής ανάλογης μ ’ αυτήν της Δύσης, εκτός από την ταοϊστική ιδέα της επιστροφής σε μια πρωτόγονη, απλή κοινωνική τάξη, επιστροφή που θα γιάτρευε τις αρρώστιες ενός περίπλοκου πολιτι σμού.21 Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτό οφείλεται σε δύο λόγους. Η ίδια η κομφουκιανή ορθοδοξία είχε το βλέμμα στραμμέ νο σ ' ένα χρυσό παρελθόν και μπορεί, επομένως, να απορρόφησε τις αγροτικές τάσεις για προβολή παλιών προτύπων με στόχο την κριτική σημερινών καταστάσεων. Παρομοίως, τα κοσμικά χαρα κτηριστικά του κομφουκιανισμού της ανώτερης τάξης μπορεί να 21. Rebellion".
578
Yang. Religion. 114. Βλ, ϊπίσηζ ibid. κιφ. IX. "Religion and Political
ώθησαν την αγροτική δυσαρέσκεια να πάρει μυστικιστικές και θρησκευτικές μορφές έκφρασης. Ακόμα πιο σημαντικός πρέπει να είναι ο ακόλουθος λόγος: δεν θα μπορούσε να περιμένει κανείς από τους κινέζους χωρικούς να αναπτύξουν μια εξισωτική κριτική της πολιτικής δημοκρατίας, γιατί στην Κίνα δεν αναπτύχθηκε καμιά αυτόχθονη παράδοση πολιτικής δημοκρατίας για να την κριτικά ρουν. Η ανησυχία και η αναταραχή μέσα στους ιάπωνες αγρότες κάτω απ ’ το καθεστώς Τ οκουγκάουα ποτέ δεν φαίνεται να βρήκε κάποια συνεπή πολιτική έκφραση ή, τουλάχιστον, δεν άφησε κα νένα τέτοιο σημάδι στα πρακτικά της ιστορίας. Σε νεότερες επο χές, η αγροτική δυσαρέσκεια πήρε συντηρητική μορφή. Στη διάρ κεια αυτής της συζήτησης υπήρξαν πολλές ευκαιρίες ν ’ αναφερ θούμε στις οπισθοδρομικές και αντιδραστικές πλευρές του αγροτι κού ριζοσπαστισμού. Παρόλο που αυτές έχουν εκλεκτικά προβλη θεί και εξυμνηθεί από διάφορους αντιδραστικούς, δεν αποτελούν κατά κανένα τρόπο δημιούργημα των αντιδραστικών. Με αυτήν την παρατήρηση κατά νου, μπορούμε να σταματήσουμε εδώ τη συζήτηση αυτού του θέματος. Επειδή η αγροτική δυσαρέσκεια έχει συχνά πάρει αντιδραστι κές μορφές έκφρασης, οι μαρξιστές διανοούμενοι συχνά αντιμετω πίζουν τον αγροτικό ριζοσπαστισμό μ ’ ένα μίγμα περιφρόνησης και φιλυποψίας ή, στην καλύτερη περίπτωση, με αφ’ υψηλού ;τυγκαταβατικότητα. Κι έχει γίνει μια από τις πιο αγαπητές ασχολίες των αντιμαρξιστών, εκτός από το αν κρύβουν πολύ πιο σημαντικά σημεία, να κοροϊδεύουν αυτήν την τύφλωση και να τονίζουν ότι πολλές μαρξιστικές επιτυχίες βγήκαν μέσα από αγροτικές επαναστάσεις. Καθώς ανασκοπεί κανείς το άπλωμα της σύγχρονης επανάστασης, από τις απαρχές της στον γερμανικό Bauernkrieg και την Πουριτανική Επανάσταση στην Αγγλία, μέσα από τις επιτυχημένες και αποτυχημένες φάσεις της, καθώς ταξι δεύει δυτικά προς τις ΗΠΑ και ανατολικά μέσα από τη Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Κίνα, δύο σημεία προβάλλουν. Πρώτο, οι ουτοπικές ριζοσπαστικές αντιλήψεις της μιας φάσης γίνονται οι παραδεγμένοι θεσμοί και φιλοσοφικές κοινοτοπίες της επόμενης. Δεύτερο, η κύρια κοινωνική βάση του ριζοσπαστισμού υπήρξαν οι χωρικοί και οι μικροβιοτέχνες της πόλης. Από αυτά τα γεγονότα μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι οι νερομάνες της ανθρώπινης ελευθερίας δεν υπάρχουν μόνο εκεί που τις είδε ο Μαρξ, στις προσδοκίες των τάξεων που βρίσκονται κοντά στην κατάκτηση της 579
εξουσίας, αλλά ίσως ακόμα περισσότερο, στις επιθανάτιες κραυγές μιας τάξης που από πάνω της πρόκειται να περάσει το κύμα της προόδου. Η εκβιομηχάνιση, έτσι όπως συνεχίζει να απλώνεται, μπορεί κάποτε, στο μακρινό μέλλον, να σιγάσει για πάντα αυτές τις φωνές και να κάνει τον επαναστατικό ριζοσπαστισμό να φαί νεται τόσο αναχρονιστικός όσο η σφηνοειδής γραφή. Για έναν δυτικό λόγιο, το να πει μια καλή κουβέντα για τον επαναστατικό ριζοσπατισμό δεν είναι εύκολο, γιατί συγκρούεται με βαθιά ριζωμένα πνευματικά αντανακλαστικά. Η πεποίθηση ότι η βαθμιαία και τμηματική μεταρρύθμιση έχει αποδειχτεί ανώτερη από τη βίαιη επανάσταση, ως τρόπος για την προώθηση της ανθρώπινης ελευθερίας, είναι τόσο γενικά παραδεκτή, που ακόμα και το να αναρωτηθείς αν πράγματι ισχύει φαίνεται παράξενο. Τελειώνοντας αυτό το βιβλίο θα ’θελα να επιστήσω την προσοχή, για τελευταία φορά, σε όσα η συγκριτική ιστορία του εκσυγχρονι σμού μπορεί να μας πει πάνω σ ’ αυτό το θέμα. Εγώ αναγκαστικά μελέτησα αυτά τα στοιχεία και διαπίστωσα ότι το κόστος της μετριοπάθειας είναι τουλάχιστον τόσο τρομερό όσο και της επανά στασης, και ίσως πολύ μεγαλύτερο. Για να είμαστε δίκαιοι, πρέπει ν ’ αναγνωρίσουμε ότι με τον τρόπο που έχει γραφτεί όλη η ιστορία, επιβάλλει μια πολύ μεγάλη προκατάληψη κατά της επαναστατικής βίας. Και η προκατάληψη αυτή γίνεται πραγματικά τρομακτική, αν συνειδητοποιήσει κανείς το βάθος της. Το να εξισώνεται η βία εκείνων που αντιστέκονται στην καταπίεση με τη βία των καταπιεστών είναι ήδη αρκετά παραπλανητικό. Αλλά υπάρχουν κι άλλα χειρότερα α π ’ αυτό. Από τις μέρες μας, η χρήση της βίας από τους καταπιεσμένους ενάντια στους πρώην αφέντες τους έχει γίνει αντικείμενο γενικής σχεδόν καταδίκης. Εντωμεταξύ, η καθημερινή καταπίεση της «φυσιολογι κής» κοινωνίας λουφάζει στο σκοτεινό φόντο των περισσοτέρων ιστορικών βιβλίων. Ακόμα κι εκείνοι οι ριζοσπάστες ιστορικοί που δίνουν έμφαση στις προεπαναστατικές εποχές, συγκεντρώνουν συ νήθως την προσοχή τους σ ’ ένα σύντομο χρονικό διάστημα πριν το τελικό ξέσπασμα. Μ ’ αυτό τον τρόπο διαστρέφουν ίσως κι αυτοί την ιστορία. Αυτό είναι ένα επιχείρημα κατά του βολικού μύθου της βαθμιαίας εξέλιξης. Τπάρχει κι ένα ακόμα σημαντικότερο, το πόσο κοστίζει το προχώρημα χωρίς επανάσταση. Η τραγωδία των θυμάτων του φασισμού και των επιθετικών πολέμων του ήταν 580
συνέπεια του εκσυγχρονισμού χωρίς πραγματική επανάσταση. Στις καθυστερημένες χώρες, σήμερα, συνεχίζουν να υποφέρουν εκείνοι που δεν εξεγέρθηκαν. Στην Ινδία, είδαμε ότι αυτή η δυστυ χία υπήρξε σε μεγάλο βαθμό το τίμημα της δημοκρατικής βραδυ πορίας μέσα στ * ασιατικά πλαίσια. Αν ονομάζαμε αυτήν την κα τάσταση δημοκρατική στασιμότητα, δεν θα απείχαμε πολύ από την αλήθεια. Υπάρχουν επίσης θετικά επιχειρήματα υπέρ της επανάστασης. Στις δυτικές χώρες η επαναστατική βία (και άλλες μορφές της επίσης) αποτελεί μέρος της συνολικής ιστορικής διαδι κασίας που έκανε δυνατή την επακόλουθη ειρηνική αλλαγή. Στις κομμουνιστικές χώρες, επίσης, η επαναστατική βία υπήρξε μέρος της ρήξης με ένα καταπιεστικό παρελθόν και της προσπάθειας να οικοδομήσει ένα λιγότερο καταπιεστικό μέλλον. Το επιχείρημα της βαθμιαίας εξέλιξης φαίνεται να καταρρέει. Αλλά ακριβώς σ ’ αυτό το σημείο καταρρέει και η υπέρ της επανά στασης επιχειρηματολογία. Είναι ξεκάθαρο, πέρα από κάθε αμφι βολία, ότι οι ισχυρισμοί των σοσιαλιστικών κρατών πως αντιπρο σωπεύουν μια ανώτερη μορφή ελευθερίας από τον δυτικό δημοκρα τικό καπιταλισμό αφορούν ακόμα υποσχέσεις και όχι την πράξη. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί το ολοφάνερο γεγονός ότι η μπολσεβικική επανάσταση δεν έφερε την ελευθερία στον λαό της Ρωσίας. Τ ο πολύ-πολύ να έφερε τη δυνατότητα απελευθέρωσης. Η σταλινι κή Ρωσία ήταν μια από τις πιο αιματηρές τυραννίες που γνώρισε ο κόσμος. Παρόλο που πολύ λιγότερα είναι γνωστά για την Κίνα, και η κομμουνιστική νίκη εκεί σήμαινε ίσως μια αύξηση της προ σωπικής ασφάλειας για τις μεγάλες μάζες του πληθυσμού μετά από έναν αιώνα ληστοκρατίας, ξένης καταπίεσης και επαναστά σεων, θα μπορούσαμε με αρκετή σιγουριά να βεβαιώσουμε ότι και στην Κίνα επίσης οι υποσχέσεις του σοσιαλισμού παραμένουν υποσχέσεις και όχι πράξη. Πράγματι, οι κομμουνιστές δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι η μάζα του πληθυσμού επωμίστηκε μικρότερο φορτίο ταλαιπωριών κάτω από τη δική τους μορφή εκβιομηχάνισης α π ’ όσο κάτω από τις προηγούμενες καπιταλιστικές μορφές. Μ ’ αυτή την ευκαιρία θα ’ταν καλό να θυμηθούμε πως δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι λαοί, σε οποιαδήποτε χώρα, θέλησαν την βιομηχα νική κοινωνία, ενώ υπάρχουν πάμπολλες αποδείξεις ότι δεν τη θέλησαν. Στο βάθος, όλες οι μορφές εκβιομηχάνισης ώς τα τώρα υπήρξαν επαναστάσεις από τα πάνω, έργο μιας αδίστακτης μειοψηφίας. 581
Σ ’ αυτό το «κατηγορητήριο» οι κομμουνιστές μπορούν ν ’ απαντήσουν ότι τα καταπιεστικά χαρακτηριστικά των καθεστώ των τους οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην επιτακτική ανάγκη να δημιουργήσουν τη δική τους βιομηχανική βάση με τρομερή βιασύ νη, ενώ ήταν περικυκλωμένοι από αρπαχτικούς καπιταλιστές εχθρούς. Δεν νομίζω ότι είναι δυνατό να στηριχθεί κανείς σ ’ αυτό για να δικαιολογίσει όσα συνέβησαν. Η έκταση και το βάθος της σταλινικής καταπίεσης και τρομοκρατίας ήταν πάρα πολύ μεγάλα για να βρουν εξηγήσεις, και πολύ περισσότερο δικαιολογήσεις, σε κάποια αντίληψη επαναστατικής αναγκαιότητας. Από πολλές από ψεις η σταλινική τρομοκρατία συντέλεσε περισσότερο στην υπονό μευση παρά στην προώθηση των επαναστατικών στόχων, όπως έγινε με τον αποδεκατισμό του σώματος των αξιωματικών πριν το ξέσπασμα του Β ' Παγκόσμιου Πολέμου* το ίδιο ισχύει και όσον αφορά τον τρόπο που η σταλινική εξουσία δημιούργησε ένα μίγμα χάους και απολιθωμένης αυστηρότητας μέσα σ ’ όλη τη σοβιετική διοικητική διάρθρωση, περιλαμβανομένου και του βιομηχανικού τομέα. Ούτε είναι δυνατό να ξεμπερδεύουμε ρίχνοντας όλη την μομφή στον ίδιο τον Στάλιν προσωπικά. Η άσχημη πλευρά της στα λινικής εποχής είχε θεσμικές ρίζες. Ο κομμουνισμός ως πλέγμα ιδεών και θεσμών δεν μπορεί ν ’ αποφύγει την ευθύνη για τον σταλι νισμό.Γενικά, ένα από τα πιο απεχθή χαρακτηριστικά των επανα στατικών δικτακτοριών υπήρξε η χρησιμοποίηση της τρομοκρατίας ενάντια σε ανθρώπους του λαού που υπήρξαν θύματα της παλιάς τάξης πραγμάτων το ίδιο όσο και οι επαναστάτες, αν όχι περισσό τερο. Τπάρχει επίσης το επιχείρημα ότι βρισκόμαστε ακόμα πολύ κοντά στις κομμουνιστικές επαναστάσεις για να μπορούμε να τις κρίνουμε σωστά: τα απελευθερωτικά αποτελέσματα των επανα στάσεων χρειάζονται πολύ καιρό για να εμφανιστούν. Ούτε αυτό το επιχείρημα ούτε το προηγούμενο σχετικά με το ότι οι κακές πλευ ρές του κομμουνισμού οφείλονται στην άμυνα του απέναντι στην καπιταλιστική επίθεση, δεν είναι επιχειρήματα που μπορούν να δια γράφουν με ελαφριά καρδιά. Τπάρχει ωστόσο βάση για να υποστη ρίξει κανείς πως αντιμετωπίζουν πολύ απλοϊκά το παρελθόν και το μέλλον. Είναι αφελής σε σχέση με το παρελθόν, γιατί κάθε κυβέρνη ση ρίχνει την ευθύνη για τα καταπιεστικά χαρακτηριστικά της στους εχθρούς της: αν ο εχθρός έφευγε από τη μέση, όλοι θα ζούσαν καλά κι εμείς καλύτερα. Από μια άποψη, όλες οι κυρίαρχες ελίτ, ακόμα 582
κι όταν πολεμούν η μια την άλλη, έχουν μεγάλο συμφέρον στην ύπαρξη του αντιπάλου τους. Και είναι αφελή σε σχέση με το μέλ λον, γιατί παραβλέπουν το πόσο οι παραμορφώσεις μιας επανά στασης δημιουργούν επενδυμένα εξουσιαστικά συμφέροντα. Στο σύνολό της η υπεράσπιση του κομμουνισμού απαιτεί μια δήλωση πίστης στο μέλλον, η οποία συνεπάγεται πολύ μεγάλη παραίτηση από τον κριτικό ορθολογισμό. Στη Θέση αυτής της παραίτησης εγώ Θα πρότεινα την άποψη ότι τόσο ο δυτικός φιλελευθερισμός όσο και ο κομμουνισμός (ιδιαί τερα η ρώσικη εκδοχή) έχουν αρχίσει να εμφανίζουν πολλά συμ πτώματα ιστορικής αχρήστευσης. Από επιτυχημένα δόγματα, έχουν αρχίσει να μετατρέπονται σε ιδεολογίες που δικαιολογούν και καλύπτουν τεράστιες διαφορές μεταξύ των δύο. Η κομμουνι στική καταπίεση κατευθυνόταν και κατευθύνεται ώς τα τώρα κυ ρίως κατά του πληθυσμού στο εσωτερικό των χωρών. Η καταπίε ση από τις φιλελεύθερες κοινωνίες, τόσο στην αρχική φάση του ιμπεριαλισμού όσο και σήμερα, με την ένοπλη επίθεση που έχουν εξαπολύσει εναντίον απελευθερωτικών κινημάτων στις καθυστε ρημένες περιοχές του κόσμου, κατευθύνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό προς τα έξω, εναντίον άλλων. Παρολ ’ αυτά, αυτό το κοινό χαρα κτηριστικό της καταπίεσης που καλύπτεται με λόγια περί ελευθε ρίας, ίσως να είναι το πιο σημαντικό. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, το καθήκον της τίμιας σκέψης είναι να αποσυνδεθεί κι από τα δύο πλέγματα προκαταλήψεων, να ξεσκεπάσει τα βιίτια των καταπιε στικών τάσεων και των δύο συστημάτων με στόχο να ξεπεραστούν. Το αν πράγματι μπορούν να ξεπεραστούν, είναι πέρα για πέρα αμφίβολο. Για όσο καιρό ισχυρά επενδυμένα συμφέροντα αντιτίθενται στις αλλαγές που οδηγούν προς έναν λιγότερο κατα πιεστικό κόσμο, καμιά προσπάθεια για την πραγμάτωση μιας ελεύθερης κοινωνίας δεν μπορεί να γίνει χωρίς κάποια στοιχεία επαναστατικού καταναγκασμού. Αυτό, ωστόσο, είναι μια έσχατη αναγκαιότητα, ένα τελευταίο μέσο στην πολιτική δράση, του οποίου η λογική ποικίλλει στον τόπο και στο χρόνο τόσο πολύ ώστε δεν είναι δυνατό ούτε ν ’ αποπειραθούμε να την κάνουμε εδώ. Αν το παλιό δυτικό όνειρο μιας ελεύθερης και ορθολογικής κοινω νίας θα παραμείνει πάντα μια χίμαιρα, αυτό κανείς δεν μπορεί να το ξέρει στα σίγουρα. Αλλά αν οι άνθρωποι του μέλλοντος πρόκει ται ποτέ να σπάσουν τις αλυσίδες του παρόντος, θα πρέπει να κα τανοήσουν τις δυνάμεις που τις σφυρηλάτησαν. 583
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Ένα σημείωμα για τις στατιστικές και τη συντηρητική ιστοριογραφία
Όποιος ανατρέχει στα γραπτά άλλων μελετητών αναζητών τας γενική κατατόπιση και πληροφορίες πάνω σε ειδικά προβλήμα τα, είναι πολύ πιθανό να προσέξει, αργά ή γρήγορα, μια σύγκρουση μεταξύ των γενεών, τουλάχιστον τόσο έντονη όσο και στην περίφη μη νουβέλα του Τουργκένιεφ. Οι συντηρητικές και οι ριζοσπαστι κές ερμηνείες του ίδιου συνόλου γεγονότων διαδέχονται οι μεν τις δε στη σειρά. Μέσα από τη διαμάχη είναι αλήθεια ότι αποκτιέται μια μεγαλύτερη ιστορική κατανόηση, όπως μπορεί να δει κανείς και μόνος του διαβάζοντας πρώτα, ας πούμε, Ταίν ή Μισελέ και μετά μια οποιαδήποτε, σχεδόν σύγχρονη αναφορά στην Γαλλική Επανάσταση. Έ τ σ ι όπως είναι η ανθρώπινη φύση, ίσως να μην υπάρχει άλλος τρόπος να προχωρήσει η γνώση για τ ’ ανθρώπινα πράγματα. Τπάρχουν όμως πολλές ζημιές και απώλειες σ ’ αυτή τη διαδικασία, οι οποίες εμποδίζουν την ολόπλευρη κατανόηση του παρελθόντος. Μια απώλεια οφείλεται στην τάση να γίνεται δεκτή αβασάνιστα η αντίληψη ότι η σημερινή γενιά έχει πραγματικά δώσει οριστική, λίγο πολύ, απάντηση σε ορισμένα προβλήματα. Δεν είναι απλώς ξεκάθαρο αν αυτή η τάση, μακροπρόθεσμα, επικρατεί το ίδιο στην πολιτική αριστερά όσο και στη δεξιά. Εγώ το βλέπω να ισχύει κάπως περισσότερο στη δεξιά α π ’ όσο στην αριστερά, για δύο λόγους. Ο ένας είναι ώς ένα βαθμό τυχαίος. Το βιβλίο αυτό συμβαίνει να έχει γραφτεί σε καιρό που το πολιτικό κλίμα ήταν συντηρητικό και η ατμόσφαιρα στο χώρο της διανόη σης περιείχε ισχυρά αναθεωρητικά ρεύματα ενάντια σε παλιότερα έργα που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην κατανόηση για την ίδια μας την κοινωνία. Ώσπου να τελειώσει το βιβλίο, εκδηλώθηκε, Τ>84
αισθητή αντίδραση εναντίον αυτού του ρεύματος. Ο άλλος λόγος είναι απλούστερος: η προκατάληψη της δογματικής αριστεράς είναι συχνά τόσο χοντροκομμένη ώστε να γίνεται κωμική. Κανείς δεν δυσκολεύεται να το αναγνωρίσει αυτό. Γ ι’ αυτούς τους λόγους, οι παρατηρήσεις που ακολουθούν απευθύνονται κυρίως σε μια ορισμένη μορφή συντηρητικής προκα τάληψης. Στόχο έχουν να επιστήσουν την προσοχή του περίεργου μή-ειδικού και του αρχάριου μελετητή εναντίον μερικών ακραίων εκδοχών του συντηρητικού αναθεωρητισμού, απόψεων που υπο στηρίζουν ουσιαστικά ότι η σύγχρονη επιστημονική και ποσοτική έρευνα έχει τώρα «συντρίψει» παλιότερες ερμηνείες και το να αποδέχεσαι κάποια σημαντική πλευρά απ ’ αυτές αντιπροσωπεύει λίγο-πολύ μιά «αποδοχή θρησκευτικού μύθου», παρατήρηση που συναντιέται πιό συχνά σε προφορικές συζητήσεις παρά στον ψυχρό έντυπο λόγο, ο οποίος εξαναγκάζει τους περισσότερους συγγρα φείς να στρέψουν το τιμόνι τους προς την ασφαλή μετριοπάθεια. Μια προσεκτική ματιά στα στατιστικά στοιχεία, πάνω στα οποία στηρίζεται αυτή η κριτική, δείχνει, σε μερικές σημαντικές περι πτώσεις που θα συζητήσουμε σε λίγο, ότι οι στατιστικές στην πραγματικότητα επιβεβαιώνουν τις παλιότερες απόψεις. Μετά την καθεαυτό τεχνική συζήτηση, θα διατυπώσω μερικές σκέψεις πάνω στο γενικό νόημα αυτών των επιχειρημάτων. Στην αρχή, ωστόσο, θά ’θελα να διευκρινήσω το πνεύμα με το οποίο ανα πτύσσονται οι παρατηρήσεις μου. Χωρίς νά ’χω ιδιαίτερη κλίση στις στατιστικές, ωστόσο με εκνευρίζει η νοοτροπία να απορρί πτονται τα στατιστικά στοιχεία χωρίς δισταγμό, κάτι που θυμίζει το σπάσιμο των μηχανών. Το να συσχετίζεις αυτήν την παραμόρ φωση της ανθρωπιστικής νοοτροπίας με τους Λουδίτες αδικεί μάλλον αυτούς τους τελευταίους· ήταν σίγουρα πιο έξυπνοι. Ούτε και θα πρέπει αυτό το Παράρτημα να ερμηνευθεί σα μια συγκαλυμμένη επίθεση ενάντια σε κάθε είδους συντηρητικό αναθεωρητισμό. Όποιος γνωρίζει κάποιο ειδικό κομμάτι από τη βιβλιογραφία στην οποία στηρίχτηκε αυτό το βιβλίο, θα αναγνωρίσει την ομοιό τητα ανάμεσα στα επιχειρήματά μου και σ ’ εκείνα μερικών διακε κριμένων αναθεωρητικών έργων. Τέλος, οι μελετητές, των οποίων το έργο θα συζητηθεί τώρα, δεν δείχνουν την αυταρέσκεια εκείνη που συναντάμε σ ’ όσους κάνουν τα αβέβαια συμπεράσματά τους μέρος του consensus της επαγγελματικής γνώμης, που στη μελέτη του ανθρώπου, είναι η πιο απατηλή α π ’ όλες τις γνώμες. 585
Πρώτα θα ήθελα να ασχοληθούμε με μια σημαντική μελέτη, τη Long Parliament των Brunton και Pennington. Είναι ένα σημα ντικό έργο μέσα στην παράδοση της ιστοριογραφίας που είναι απρόθυμη ν ’ αναγνωρίσει κάποιο σοβαρό κοινωνικό ρήγμα πίσω από τον Αγγλικό Εμφύλιο1. Με την πρώτη ματιά, η έρευνά τους «ραίνεται να επιβεβαιώνει μια τέτοια θέση και, ειδικότερα, να ανασκευάζει τις απόψεις του Tawney. Σ ’ ένα σημείο η στατιστική αυτή μελέτη ισχυρίζεται ότι η μόνη σημαντική διαφορά μεταξύ Βασιλικών και Κοινοβουλευτικών στην Μακρά Βουλή αφορούσε την ηλικία: οι Βασιλικοί ήταν γενικά νεότεροι. Μεγάλη και μικρή αριστοκρατία, συντηρητικοί και φιλο πρόοδοι γαιοκτήμονες, έμποροι της μητρόπολης και της επαρχίας, βρίσκονταν και στις δύο πλευρές, σε αναλογίες που δεν διέφεραν πολύ μεταξύ τους.2 Ο ίδιος ο Tawney παρατηρεί μεγαλόψυχα στον πρόλογο που έκανε σ ’ αυτή τη μελέτη: «Ό σ ον αφορά... τα μέλη του Κοινοβουλίου, με τα οποία και μόνο ασχολείται αυτή η μελέτη, το συμπέρασμα που βγαί νει από τα στοιχεία που περιέχει η μελέτη είναι απλό. Είναι ότι η διαίρεση μεταξύ Βασιλικών και Κοινοβουλευτικών είχε μικρή σχέση με τις διαφορές οικονομικών συμφερόντων και κοινωνι κής τάξης. Μέχρις ότου προσκομισθούν εξίσου εμπεριστατωμέ νες αποδείξεις για το αντίθετο, το συμπέρασμα αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι ισχύει.»3 Ωστόσο, υπάρχουν αρκέτα ισχυρές αποδείξεις για τη σημασία των ταξικών και οικονομικών συμφερόντων μέσα σ ’ αυτή την ίδια τη μελέτη, στοιχεία που δεν ξέρω πώς, ξέφυγαν από την προσοχή του Tawney.Καλοί μελετητές καθώς ήταν, οι συγγραφείς έδωσαν 1. Long Parliament. Για τους αναγνώστες που έχουν μιχρή γνώση των γεγονότων του Εμφυλίου Πολέμου Ιοως πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η Μαχρά Βουλή διατηρήθηχε σ ’ όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου, από τις 3 Νοεμβρίου του 1640 ώς τις 6 Μαρτίου 1660. Μερικές βδομάδες πριν από την εχτέλεση του Βασιλιά που έγινε στις 30 Ιανουαρίου 1649, η Μαχρά Βουλή «εχχαθαρίστηχε» από τον Colonel Pride χαι αποδεχατίστηχε. Τα μέλη της αυξομειώ&ηκαν με τα άλλα γεγονότα που συνέβησαν πριν χαι μετά την εχτέλεση χαι στη διάρκεια του Προτεχτοράτου του Κρόμβελ (1653-1658), γεγονότα που δεν μας αφορούν εδώ. 2. Brunton and Pennington, Long Parliament, 19-20. 3. Brunton and Pennington, Long Parliament, xix χαι xviii.
586
λεπτομερή στοιχεία που αποκαλύπτουν τη σημασία αυτών των παραγόντων. Εμφανίζονται μόλις κοιτάξει κανείς τη γεωγραφική κατανομή της δύναμης των Κοινοβουλευτικών και των Βασιλικών στα μέλη της Μακράς Βουλής. Ας ξεχωρίσουμε τις περιοχές όπου οι Κοινοβουλευτικοί ήταν πλειοψηφία από κείνες όπου μειοψηφού σαν. Τα σχετικά στοιχεία είναι στον πίνακα 4. Αναφέρονται στα 552 «αρχικά» μέλη που βρέθηκαν στο Κοινοβούλιο ανάμεσα στον Νοέμβρη του 1640 και τον Αύγουστο του 1642, δηλαδή πριν από το ξέσπασμα των εχθροπραξιών. ΠΙΝΑΚΑΣ 4 ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΜΑΚΡΑΣ ΒΟΤΛΗΣ 1640-1642· Περιοχές όπου πλειοψηφούν οι Κοινοβουλευτικοί
Β α σ λ ικ ο ί Κοινοβουλευτικοί
ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ
ΜΕΣΟΓΕΙΑ
Ν. ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ
Αριθ. 14 55
Αριθ. 32 51
Αριθ. 28 70
% 20 80
% 37 59
% 27 68
Περιοχές όπου μειοψηφούν οι Κοινοβουλευτικοί ΒΟΡΕΙΑ Βασιλικοί Κοινοβουλευτικοί
Αριθ. 37 28
ΔΥΤΙΚΑ % 55 42
Αριθ. 43 20
% 67 31
ΝΟΤΙΟΔΥΤΙΚΑ Αριθ. 82 78
% 50 48
* Π ηγή: Α πό τον πίναχα 1, σελ. 187, Brunton and Pennington "Long Parliam ent” . Β λέπε επίσης σελ. 2 για τον ορισμό τω ν «αρχικών» μελώ ν και Π αράρτημα V γ ια τις γεω γρα φικές διαιρέσεις.
Ακόμα κι αν δεν γνώριζε τίποτα για τον Εμφύλιο, οποιοσδή ποτε ιστορικός έβλεπε αυτούς τους αριθμούς θα μάντευε ότι οι διάφορες γεωγραφικές περιοχές της Αγγλίας είχαν, για ιστορικούς λόγους, αναπτύξει εντελώς διαφορετικούς τύπους κοινωνικής δο μής που είχαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έρθει σε σύγκρουση μεταξύ τους. (Μόνο στα νοτιοδυτικά οι δυνάμεις είναι σχεδόν ίσες). Αυτές τις διαφορές βέβαια τις γνωρίζουν πολύ καλά οι ιστο 587
ρικοί. Ο Trevelyan συζητά το νόημά τους με μεγάλη διορατικό τητα και με τρόπο που δίνει πολύ ζωντανά την ανάμιξη ταξικών συμφερόντων, παραδοσιακών δεσμών αφοσίωσης προς τους ανώτε ρους, θρησκευτικών πεποιθήσεων, και απλής επιθυμίας για ουδετε ρότητα, που υπήρχαν μέσα σε διάφορα κοινωνικά στρώματα στις διάφορες περιοχές της χώρας. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που θα περίμενε κανείς σε μια κοινωνία όπου οι καπιταλιστικοί και γενικότερα εκσυγχρονιστικοί τρόποι σκέψης και δράσης ανοίγουν με κόπο το δρόμο τους μέσα από μια παλαιότερη κοινωνική δομή. Αυτός ο νέος κόσμος είχε το κέντρο του στο Λονδίνο, α π ’ όπου η επιρροή του εξακτινωνόταν πιο δυνατά προς τα νότια και τ ’ ανατολικά. Η δύναμη του Βασιλιά, απ ’ τ ’ άλλο μέρος, ήταν μεγα λύτερη στις πιο καθυστερημένες περιοχές, ιδιαίτερα στα βόρεια και τα δυτικά, με εξαίρεση τις υφαντουργικές συνοικίες των Πουρι τανών και τα λιμάνια τους.4 Η ολοκληρωμένη εξήγηση αυτών των διαφορών είναι πέρα από την προοπτική αυτού του σημειώματος και από τις δικές μου περιορισμένες γνώσεις' το σχεδόν ίσο μοίρασμα των δυνάμεων στα νοτιοδυτικά είναι, για να πω την αλήθεια, πρόβλημα για μένα. Παρόλ’ αυτά, αξίζει να σημειώσουμε μερικές ενδείξεις για τη σχέση του γαιοκτήμονα που έκανε περιφράξεις στη γη του και της κοινοβουλευτικής υπόθεσης. Τα μεσόγεια και τα ανατολικά είναι οι περιοχές όπου, σύμφωνα με τον Tawney, οι περιφράξεις της γης του 16ου αιώνα έφεραν τη μεγαλύτερη κοινωνική αναστάσωση.5 Είναι επίσης οι περιοχές με τη μεγαλύτερη πλειοψηφία υπέρ των Κοινοβουλευτικών. Για τα νότια και τ ’ ανατολικά, περιοχές ισχυ ρής πλειοψηφίας των Κοινοβουλευτικών, υπάρχουν κάπως περισ σότερες πληροφορίες, που μας επιτρέπουν να καταλάβουμε πιο καθαρά τι συνέβαινε. Στο Κεντ και το Έσσεξ, στα νότια, δεν ση μειώθηκε μεγάλη αναστάτωση κατά των 16ο αιώνα, εφόσον με γάλο μέρος της περιοχής είχε περιφραχθεί νωρίτερα. Το Κεντ υπήρξε αντικείμενο ιδιαίτερης έρευνας και φαίνεται ότι ήταν μια κλασική περιοχή ουδετερότητας, όπου η μικροαριστοκρατία μάλ λον απρόθυμα τάχθηκε υπέρ της κοινοβουλευτικής υπόθεσης και, 4. Trevelyan, History of England, II, 185-187. Βλ. ιπίσης την χριτιχή στους Brunton χαι Pennihgton στο έργο του Hill, Puritanism, 14-24' Ο Χιλλ πιση μ α (ν«τις γιωγραφιχές ίιαχρίσιις στη σ«λ. 16. 5. Tawney, Agrarian Problem, 8.
588
μετά από μια περίοδο αναταραχής, καλωσόρισε την Παλινόρθωση, με βάση μια νοοτροπία που ήταν μίγμα αγγλικανισμού και σεβα σμού προς τα καθιερωμένα περιουσιακά δικαιώματα.6 Το Σάφολκ, στα ανατολικά, η ιδιαίτερη πατρίδα του Κρόμβελ, υπήρξε επίσης αντικείμενο ιδιαίτερης έρευνας και ήταν ένα από τα οχυρά των Κοινοβουλευτικών. Η ηγεσία των δυνάμεων των Κοινοβουλευτι κών περιγράφεται σε μια πρόσφατη μονογραφία σαν «ένα είδος αποκλειστικής λέσχης που περιλάμβανε τα περισσότερα μυαλά και μεγάλο μέρος του πλούτου της κομητείας». 'Οπως και σε άλλες ανατολικές κομητείες, η οικονομία της, αγροτική και αστική, ήταν εξαιρετικά προοδευμένη. Ή ταν επίσης μια περιοχή όπου η αλληλοδιείσδυση της εμπορικής και της αγροτικής επιχείρησης είχε αναπτυχθεί σε ασυνήθιστα μεγάλο βαθμό. Ανάμεσα στις γαιοκτημονικές οικογένειες «λίγες ήταν εκείνες που δεν είχαν στενές εμπορικές σχέσεις, και στην αγροτική εκμετάλλευση των κτημά των τους οι γαιοκτήμονες του Σάφολκ, έδειχναν μεγάλο ζήλο»7. Αυτή η περιγραφή ενός μεγάλου προπύργιου των Κοινοβου λευτικών ταιριάζει σχεδόν απόλυτα μ ’ αυτό που θα περίμενε να βρει κανείς στη βάση της θέσης του Tawney. Αν κοιτάξει κανείς πιο προσεκτικά τις στατιστικές των Brunton και Pennington, καθώς και τις κοινωνικές διαφορές που κρύβονται πίσω από αυτές τις στατιστικές, αυτές τελικά προσφέρουν, νομίζω, ένα ισχυρό επιχεί ρημα υπέρ των απόψεων του Tawney αντί να τις καταρρίπτουν. Είναι πολύ πιθανό να φτάσει κανείς σε παρόμοια εκτίμηση όσον αφορά στατιστικά στοιχεία που φιλοδοξούν να αντικρούσουν παλιότερες μελέτες, οι οποίες τόνιζαν τη σοβαρότητα των συνε πειών των περιφράξεων της γης στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα. Στη μελέτη «Το μέγεθος των αγροκτημάτων τον 18ο αιώνα», ο Mingay αναφέρεται στο ζήτημα της παρακμής της μικροκαλλιέργειας ως αποτελέσματος των περιφράξεων και άλλων παραγόντων. Με τη μελέτη στο σύνολό της, που συμπεραίνει ότι υπήρξε πράγματι παρακμή, δεν διαφωνώ. Πράγματι, φωτίζει ση μαντικά μια σειρά προβλημάτων, όπως ο νομικός και πολιτικός μάλλον παρά καθαρά οικονομικός ρόλος του «ψυχωμένου γαιοκτή μονα». Τ ο αμφίβολο μέρος αυτής της μελέτης είναι μια σειρά από στατιστικές παρατηρήσεις με τις οποίες αρχίζει το άρθρο. Ο 6. Tawney, Agrarian Problem, 8. Everill, "County Committee of Kent” . 9. 7. Everiii. Suffolk. 16-17.
589
Mingay ισχυρίζεται εδώ ότι οι στατιστικές των απογραφών του 19ου αιώνα αποκαλύπτουν μια εικόνα της αγγλικής αγροτικής κοινωνίας που δεν συμβιβάζεται με τη θέση ότι υπήρξε οποιαδήποτε σοβαρή χειροτέρευση της κατάστασης του μικροκτηματία κατά τον προηγούμενο αιώνα. « Ό ποιος θέλει να πιστεύει ότι τα μικρά αγροκτήματα ’εξαφανίστηκαν’ κατά τον 18ο αιώνα πρέπει να είναι προετοιμασμένος να εξηγήσει πως έγινε και ξαναεμφανίστηκαν τόσο δυναμικά τον 19ο αιώνα.» Τα στοιχεία από τις απογραφές ο Mingay τα συνοψίζει σε μια πρόταση (με μια αναφορά στην «Οικονομική Ιστορία» του Clapham, τόμος II, σελ.263-264): «Το 1831 οι μισοί σχεδόν από τους φάρμερ δεν χρησιμοποιούσαν άλλη εργασία εκτός από αυτή της οικογένειάς τους, και το 1851 62% των καλιεργητών με 5 ακρ και πάνω, είχαν λιγότερο από 100 ακρ. Στα 1885 εμφανίζεται η ίδια σχεδόν εικόνα...»8 Από αυτές τις παρατηρήσεις του Mingay είναι εύκολο να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι μικροκτηματίες εξακολούθησαν να ακμάζουν μέσα στον 19ο αιώνα και ότι αποτελούσαν μια μεγάλη αναλογία του αγροτικού πληθυσμού, κάπου μεταξύ «μισού» και «62%». Μέρος της δυσκολίας είναι θέμα ορολογίας. Γράφονται σ ’ ένα αγγλικό επιστημονικό περιοδικό, ο Mingay δεν είχε βέβαια την υποχρέωση να τονίσει ότι η αγγλική σημασία της λέξης «φάρμερ» γενικά αναφέρεται σ ’ έναν ενοικιαστή γης, που καλλιεργεί τα κτή ματά του με ή χωρίς τη βοήθεια μισθωτής εργασίας. Πιο σπάνια αναφέρεται ο όρος σε κάποιον που κατέχει και καλλιεργεί γη. Έ τσ ι, ο ίδιος ο όρος «φάρμερ» αποκλείει ήδη από την εξέταση ομάδες ανθρώπων που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη ζωή στην ύπαιθρο, και συγκεκριμένα τους ιδιοκτήτες γης στην κορυφή της κοινωνικής κλίμακας και τους εργάτες γης στη βάση. Παρολ’ αυτά δεν αρκεί να θέσουμε τις παρατηρήσεις του Mingay υπό αμφισβή τηση υπενθυμίζοντας την αγγλική χρήση ενός όρου. Ό σο καλύτε ρα μπορούμε, θέλουμε να δούμε ποιά ήταν η κατάσταση, κι αυτό σημαίνει να φέρουμε μέσα στην εικόνα μας για την αγγλική κοινω νία κι άλλους ανθρώπους εκτός από τους μικροκαλλιεργητές. Μό λις γίνει αυτό, η εντύπωση που δίνεται από τους αριθμούς του Mingay αλλάζει δραστικά. Οι μικροκαλλιεργητές και τα μικρά αγροκτήματα μπορεί να επέζησαν. Αλλά τον 19ο αιώνα το κοινω νικό τους περιβάλλον είχε γίνει τέτοιο ώστε το να μιλάμε για απλή 8. Mingay. "Size of Farms" 470.
590
επιβίωση είναι χωρίς νόημα, αν όχι εντελώς παραπλανητικό. Η αγγλική αγροτική κοινωνία είχε γίνει μια κοινωνία που, σε μεγάλο βαθμό, απαρτίζοταν από ένα μικρό αριθμό μεγαλοϊδιοκτητών γης κι έναν τεράστιο αριθμό σχεδόν άκληρων εργατών γης, έτσι ώστε η μικροκαλλιέργεια να έχει γίνει περιθωριακή. Πριν φτάσουμε στους συγκεκριμένους αριθμούς, μια αναλογία θα μπορούσε να κάνει πιο απλό τον χαρακτήρα ttjc αντίρρησής μου. Σκεφθείτε τον αριθμό των κάθε λογής κατοικιών που μπορούν να βρεθούν, σε διαφορετικά σημεία μέσα στο χρόνο, πάνω σ ’ ένα κομμάτι γης με το μέγεθος του νησιού Μανχάτταν, και οι οποίες στην αρχή του αιώνα εμφανίζονται ως ένα σύνολο αγροτόσπιτων, ενώ στο τέλος έχουμε μια μητρόπολη από τσιμέντο και γυαλί. Είναι πολύ πιθανό ότι ο συνολικός αριθμός των μικρών σπιτιών (ακόμα και των ξύλινων) θα αυξάνεται καθώς οι άπληστοι κερδοσκόποι εδώ κι εκεί γκρεμίζουν ολόκληρες συνοικίες ξύλινων σπιτιών για να χτίσουν ουρανοξύστες. Το να τονίζει κανείς την επιβίωση των μικρών σπιτιών σ ’ αυτή την περίπτωση θα ήταν πολύ παρα πλανητικό γιατί παραβλέπει πολύ πιο σημαντικές αλλαγές. Και τώρα οι αριθμοί. Στα 1831, οπότε έγινε η πρώτη σχετικά αξιόπιστη απογραφή, υπήρχαν περίπου 961.000 οικογένειες που ασχολούνταν με τη γεωργία στη Μεγάλη Βρετανία. Α π ’ αυτούς:’ I . 144.600 ήταν οικογένειες καλλιεργητών που μίσθωναν εργάτες. II . 130.500 ήταν καλλιεργητές που δεν μίσθωναν εργάτες και που μπορούν εύλογα να θεωρηθούν μικροκαλλιεργητές (small farmers) III . 686.000 ήταν οικογένειες εργατών γης. Οι παρατηρήσεις του Mingay, ότι το 1831 σχεδόν οι μισοί καλλιεργητές δεν χρησιμοποιούσαν άλλη εργασία από εκείνη των οικογενειών τους, φαίνεται ότι αναφέρονται στο γεγονός ότι η Ομάδα II είναι σχεδόν τόσο μεγάλη όσο και η ομάδα I και ότι κι οι δύο μαζί απαρτίζουν το σύνολο των φάρμερ. Η παρατήρησή του είναι σωστή. Αλλά η ομάδα II αντιπροσωπεύει μόνο το 1/7 του συνολικού αριθμού αγροτικών νοικοκυριών. Αυτό το γεγονός, νομίζω, δίνει μια πολύ σαφή ιδέα του τί σήμαινε επιβίωση αν ήταν επιβίωση του μικροκαλλιεργητή. 9. Great Britain. O nsus of 1831, Parliamentary Papers, XXXVI, ix.
591
Οι Ιδιες κριτικές παρατηρήσεις ισχύουν και για τα σχόλιά του πάνω στις πληροφορίες από την απογραφή του 1851. Την εποχή εκείνη, στην Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλλία υπήρχαν κάτι λιγότερο από 2,4 εκατομύρια άτομα που διατηρούσαν μια οικονο μική και κοινωνική σχέση με τη γη. Ή ταν μοιρασμένα με τον ακόλουθο περίπου τρόπο: Α. Γύρω στις 35.000 ήταν γαιοκτήμονες. Προφανώς αυτή η κατηγορία περιλάμβανε τους τιτλούχους αριστοκράτες και τα μέλη της ισχυρής ακόμα τάξης των μικροευγενών. Β. Γύρω στις 306.000 ήταν φάρμερ (και βοσκοί, που δεν αριθμούσαν πάνω από 3.000). Φαίνεται ότι οι φάρμερ κατείχαν τη μερίδα του λέοντος της καλλιεργημένης γης, που τη μίσθωναν από τους μεγαλογαιοκτήμονες και την καλλιεργούσαν με τη βοήθεια μισθωμένης εργασίας ή με την εργασία της οικογένειάς τους. Γ. Γύρω στο 1.461.000 ήταν άνδρες και γυναίκες που δού λευαν χειρωνακτικά στη γη, κυρίως ξωμάχοι. Οι υπόλοιποι (που δεν περιλαμβάνονται στον παραπάνω πίνακα) ανήκουν σε διάφορες κατηγορίες περιλαμβανομένων και των γυναικών, των παιδιών και άλλων συγγενών των φάρμερ.10 Αντλώντας τα στοιχεία του από τον Gapham, ο Mingay παρατήρη σε σχετικά με την απογραφή του 1851, όπως σημειώσαμε παραπά νω, ότι 62% των καλλιεργητών με 5 ακρ και πάνω είχαν λιγότερα από 100 ακρ. Αλλά οι αριθμοί του Clapham αναφέρονται μόνο στην ομάδα Β του πίνακά μου. Λεν συζητά τις άλλες δύο ομάδες, Α και Γ. Ο Clapham είναι πολύ σαφής πάνω σ ’ αυτό το ση μείο.11 Πιθανόν, όμως, να μη μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει τι σημαίνει αυτός ο περιορισμός, αν δεν γυρίσει στους αριθμούς της ίδιας της απογραφής. Το αν αυτή η παράλειψη της αναδρομής στα αρχικά στοιχεία είναι η πηγή της παραπλανητικής εντύπωσης που δίνουν οι σύντομες παρατηρήσεις, του Mingay, εγώ βέβαια δεν μπορώ να το γνωρίζω. Κλείνοντας, είναι απαραίτητο να επαναλάβουμε ότι αυτές οι στατιστικές, δεν είναι παρά χονδρικές εκτιμήσεις. Τα ποσοστά αυτά δεν πρέπει να παίρνονται κατά γράμμα. Αλλά τα ίδια τα στατιστικά στοιχεία συμφωνούν απόλυτα με την παλιότερη θέση ότι οι κοινωνικές αλλαγές του 19ου αιώνα, εκτόπισαν τον μικρο10. Great Britain. Census of 1851, Parliamentary Papers. l.XXW III. xci xaic. 11. Bl. Clapham. Ecomomic History. II. 263-265.
592
καλλιεργητή ως μια σημαντική μορφή μέσα στο αγγλικό κοινωνικό τοπίο. Η τρίτη και τελευταία μελέτη που θα συζητήσουμε είναι παλαιότερη. Είναι η στατιστική ερμηνεία του Greer για τον αντίκτυπο της Τρομοκρατίας στη Γ αλλική Επανάσταση. Η μελέτη αυτή αρνείται τη σπουδαιότητα της ταξικής σύγκρουσης και σ ’ αυτό μοιάζει πολύ με την ανάλυση της Μακράς Βουλής από τους Brunton και Pennington. Εξετάζοντας την κοινωνική σύνθεση των θυμάτων της Τρομοκρατίας, ο Greer βρήκε ότι 84% εκείνων που εκτελέστηκαν άνηκαν στην Τρίτη Τάξη. Με βάση αυτό, έβγαλε το συμπέρασμα ότι «το ρήγμα στην γαλλική κοινωνία ήταν κατακόρυφο και όχι οριζόντιο. Η Τρομοκρατία ήταν ένας ενδοταξικός και όχι διαταξικός πόλεμος».12 Αυτό το συμπέρασμα προσέλκυσε αρκετά την προσοχή και, στην ονομαστική του αξία, έρχεται βέ βαια σε ανοιχτή σύγκρουση με οποιαδήποτε κοινωνιολογική ερμη νεία. Αυτό είναι το είδος των «στοιχείων» που οδηγούν μερικούς μελετητές να θεωρούν απαρχαιωμένους τον Mathiez και τους άλλους. Σαν έντιμος ερευνητής, ο Greer δίνει αρκετά στοιχεία για να λυθεί το παράδοξο και να απορριφθεί το συμπέρασμα. Συγκεντρώνοντας την προσοχή μας στα κατώτερα στρώματα της Τρίτης Τάξης, την εργατική τάξη και τους αγρότες, μπορού με να ρωτήσουμε πού και πώς συνάντησαν την θλιβερή μοίρα τους. Η απάντηση είναι άμεση: η συντριπτική πλειοψηφία έπεσαν θύμα τα της επαναστατικής καταπίεσης που ασκήθηκε ενάντια στην αντεπανάστηση της Βαντέ και της Λυόν. Παρόλο που τα στατιστι κά στοιχεία οδηγούν προς αυτό το συμπέρασμα, δεν θα είχε νόημα να αναφερθούμε σ ’ αυτά γιατί, χωρίς να φταίει ο Greer, είναι πολύ ατελή. Π.χ. δεν περιλαμβάνουν τα θύματα ενός από τα πιο δραμα τικά επεισόδια της αντεπανάστασης της Βαντέ, τον πνιγμό 2000 περίπου ατόμων στα φουσκωμένα νερά του Λίγηρα, ούτε το μαζι κό τουφεκισμό στην Τουλόν που στοίχισε ίσως τη ζωή 800 ανθρώ πων.13 12. Incidrncr of the Trrror, 97-98. θ α υπενθυμίσου μ* ότι αυτοί που εχτελέστηχαν ήταν μόνο μια μειοψηφία των θυμάτων χαι ότι Scv υπάρχουν πληροφορίες για τους υπόλοιπους. Δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε με γο αν τέτοιες πληροφορίες θα τροποποιούσαν τη θέση του Cr«*r. γιατί τα ζητήματα που αναχύπτουν μπορούν να συζητηθούν μέσα στα πλαίσια των βεβαιωμένων γεγονότων. 13. C rm , Incidencc of th«* Τγγτογ. 35-37, 115' βλ. επίσης Πίναχα VIII. σελ. 165.
593
Έ τσι, το ρήγμα μέσα στη γαλλική κοινωνία ήταν μεταξύ επαναστατών και αντεπαναστατών. ' Ηταν ένα κάθετο ρήγμα; Οι αντεπαναστάτες είχαν, όπως το διασαφηνίζει ο Greer, περιορισμέ νες γεωγραφικές βάσεις, που η κοινωνική δομή τους διέφερε από εκείνη σε άλλα τμήματα της Γαλλίας. Δεν ήταν ένας πόλεμος αγροτών εναντίον αγροτών, αστών εναντίον αστών σ ’ ολόκληρη τη Γαλλία. Βέβαια, υπήρχαν μέλη του ίδιου κοινωνικού στρώματος που πολεμούσαν σε διαφορετικά στρατόπεδα. Αλλά πολεμούσαν για αντίθετους κοινωνικούς στόχους, την παλινόρθωση της παλιάς τάξης πραγμάτων ή την κατάργησή της. Η νίκη για τη μια πλευρά ή την άλλη σήμαινε νίκη ή ήττα για κοινωνικά προνόμια. Πάνω σ ’ αυτή τη βάση και μόνο, φαίνεται αδύνατο να αρνηθεί κανείς ότι η Τρομοκρατία ήταν ένα όργανο ταξικού πολέμου, τουλάχιστον στις βασικές γραμμές της. Υπάρχουν επίσης μερικοί γενικοί λόγοι για να υποστηρίξει κανείς ότι, σε οποιαδήποτε βίαιη σύγκρουση, η κοινωνική σύνθεση των θυμάτων από μόνη της δεν αποκαλύπτει πολλά για τον κοινω νικό και πολιτικό χαρακτήρα του αγώνα. Ας υποθέσουμε ότι μια επανάσταση ξεσπά σε κάποια λατινοαμερικάνικη χώρα όπου η κυ βέρνηση είναι υπό τον έλεγχο των πλούσιων γαιοκτημόνων και μερικών μεγαλοεπιχειρηματιών. Ας υποθέσουμε ακόμα ότι ο στρα τός αποτελείται κυρίως από επιστρατευμένους χωρικούς και ότι ένα μέρος του στρατού αποσπάται και ενώνεται με τους επανα στάτες που επιζητούν να ανατρέψουν την κυβέρνηση και να εδραιώ σουν ένα κομμουνιστικό καθεστώς. Μετά από μερικές σκληρές μά χες, ο στατιστικός θα ανακάλυπτε χωρίς αμφιβολία ότι οι απώ λειες κι από τις δύο πλευρές ήταν κυρίως αγρότες. Το να συμπεραί νει κανείς ότι το κύριο ρήγμα σ ’ αυτή την περίπτωση είναι κάθετο, το να αρνηθεί ότι η ταξική διαμάχη ήταν το κλειδί του πολιτικού αγώνα, θα ’ταν ολοφάνερα παράλογο. Αν, από τ ’ άλλο μέρος, οι εξεγερμένοι δεν προωθούσαν κάποια κοινωνικά αιτήματα και απλώς επιζητούσαν να αντικαταστήσουν μια ομάδα γαιοκτημόνων και επιχειρηματιών ηγετών με μιαν άλλη, τότε θα υπήρχε βάση για τον ισχυρισμό ότι υπήρχε κάποιο είδος κάθετου ρήγματος. Με άλλα λόγια, σημασία δεν έχει μόνο το ποιός πολεμά αλλά και το γιατί πολεμά. Αυτή η θεώρηση ανακινεί γενικότερα ζητήματα, προς τα οποία μπορούμε τώρα να στραφούμε. Ώ ς τώρα η συζήτηση προχώρησε μέσα στα πλαίσια των στατιστικών αποδεικτικών στοιχείων μόνο. Ωστόσο, υπάρχουν 594
μερικά κοινά θέματα μέσα στη στατιστική κριτική που προκαλούν ερωτήματα τα οποία ξεπερνούν την στατιστική. Για να φέρω στην επιφάνεια αυτά τα σημεία, θα λάβω το θάρρος να αναδιατυπώσω τη γενική τάση της επιχειρημοτολογίας που μόλις συζητήσαμε. Συγκεκριμένα, το κύριο βάρος αυτής της επιχειρηματολογίας φαίνεται να είναι το ακόλουθο: Στις υποτιθέμενες μεγάλες επανα στάσεις ενάντια σε καταπιεστές είναι δυνατό να αποδειχθεί με με τρήσεις ότι στην πραγματικότητα δεν υπήρξε παρά ελάχιστη ή μηδαμινή εξέγερση κατά της καταπίεσης. Καμιά σοβαρή διαφορά δεν αντιδιαστέλλει τις δύο πλευρές στην Πουριτανική και στη Γαλλική Επανάσταση. Ομοίως, σ ’ ivix υποτιθέμενο επαναστατικό κοινωνικό μετασχηματισμό που διεξήγαγε μια καταπιεστική ανώ τερη τάξη, όπως το κίνημα των περιφράξεων στην Αγγλία, είναι δυνατό να αποδείξει κανείς με μετρήσεις ότι στην πραγματικότητα δεν υπήρξε μεγάλη καταπίεση. Τα θύματα πληθύνονταν κι ευημερούσαν. Έ τσ ι ολόκληρη η ριζοσπαστική παράδοση φαίνεται διαποτισμένη με συναισθηματική ανοησία. Πιθανότατα αυτή η διατύπωση να υπερβαίνει τις προθέσεις των συγγραφέων που συζητάμε, παρόλο που τα συμπεράσματα φαίνονται πολύ λογικά. Ό π ω ς κι αν είναι, αυτός ο τύπος επιχειρη μάτων υπάρχει και χρειάζεται συζήτηση. Εν μέρει η θέση αυτή απαιτεί μια απάντηση με τους δικούς της όρους. Προσπάθησα ήδη να δείξω ότι οι στατιστικές δεν οδηγούν σε τέτοια συμπεράσματα. Τ ώρα θα ήθελα να θίξω ένα άλλο θέμα, υποστηρίζοντας ότι, παρό λο που οι στατιστικές μπορεί να ρίχνουν σημαντικό φως σε τέτοιες η παρόμοιες θέσεις, μπορεί επίσης να υπάρχει ένα σημείο στο οποίο η τεκμηρίωση με βάση ποσοτικά στοιχεία δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί, όπου η μέτρηση γίνεται μια λαθεμένη μέθοδος προ σέγγισης του θέματος. Στην ανάλυση των ποιοτικών αλλαγών από ένα τύπο κοινωνικής οργάνωσης σ ’ έναν άλλο, ας πούμε από τη φεουδαρχία στον βιομηχανικό καπιταλισμό, μπορεί να υπάρχει ένα ανώτατο όριο για την επωφελή χρήση των στατιστικών μεθόδων. Έ χ ει αποδοθεί στον Λόρδο Κέλβιν η παρατήρηση πως ο,τιδήποτε υπάρχει, υπάρχει ποσοτικά. Αυτός ο αφορισμός όμως δεν σημαίνει πως ότι υπάρχει μπορεί να μετρηθεί στην ίδια κλίμακα και πως όλες οι διαφορές μπορούν να αναχθούν σε ποσοτικές διαφορές. Απ ’ όσο γνωρίζω, οι στατιστικοί δεν ισχυρίζονται κάτι τέτοιο· και, σίγουρα, ούτε στα μαθηματικά προβάλλεται ένας τέτοιος γενικός ισχυρισμός. Ώ ς ένα σημείο, οι αλλαγές στην 595
κοινωνική δομή βρίσκουν πράγματι την αντανακλασή τους στις μεταβολές των στατιστικών στοιχείων. Για παράδειγμα, οι μετα βολές που γίνονται με τον χρόνο στον αριθμό των ανθρώπων που απασχολούνται στα διάφορα επαγγέλματα μας λένε πολλά πρά γματα για τις αλλαγές στην κοινωνική δομή. Αλλά όπου η χρονική περίοδος είναι μεγάλη ή οι αλλαγές στην κοινωνική διάρθρωση πολύ σημαντικές, εμφανίζονται δυσκολίες όσον αφορά τα μέτρα και τα σταθμά.14 Η ίδια αναλογία μεταξύ αγροτικού και αστικού προλεταριάτου μπορεί να έχει πολύ διαφορετική σημασία σε δύο διαφορετικές κοινωνίες, όταν η μια είναι σαν τον προπολεμικό αμερικάνικο Νότο και η άλλη μια προεμπορευματική κοινωνία. Βέβαια, ώς ένα σημείο, η στατιστική έρευνα μπορεί να ξεπεράσει αυτές τις δυσκολίες ορίζοντας προσεκτικά τις κατηγορίες της. Παρόλ’ αυτά μπορεί να υπάρχει ένα ανώτατο όριο σ ’ αυτές τις αναπροσαρμογές, στο οποίο να μπαίνει πια θέμα αρχής. Η μέτρη ση αναγκαστικά συνεπάγεται να αγνοείς κάθε άλλη διαφορά εκτός από εκείνη που μετράς. Απαιτεί να ανάγεις τα στοιχεία σε όμοιες μονάδες. Τα ανθρώπινα όντα πρέπει να συγκεντρώνονται σε στατι στικούς σωρούς, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, την οικογενειακή κατάσταση και ένα σωρό άλλα κριτήρια. Οι ανάγκες της μέτρησης, νομίζω, καθιστούν αναγκαίο, αργά ή γρήγορα, να αγνοεί κανείς τις δομικές διαφοροποιήσεις. Ό σο περισσότερους ορισμούς κάνει ο ερευνητής για να τα βγάλει πέρα με τις δομικές αλλαγές, τόσο μικρότεροι και λιγότερο χρήσιμοι και αξιόπιστοι γίνονται οι στα τιστικοί σωροί με τους οποίους δουλεύει. Στο βάθος, τα μεγέθη των διαφορετικών σωρών είναι αποτέλεσμα των δομικών αλλα γών. Δεν είναι οι ίδιες οι αλλαγές. Οι αλλαγές αυτές είναι ποιοτικές μεταβολές στις σχέσεις που έχουν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Αφορούν διαφορές, όπως εκείνη μεταξύ του να κατέχεις περιουσία και του να παράγεις αγαθά με λίγα απλά εργαλεία και τα ίδια σου τα χέρια, να μην κατέχεις 14. Για λίγους απλότητας, αφήνω έξω απ<5 τη συζήτηση το πρόβλημα της απόχτησης αξιάπιστων στατιστικών στοιχείων. Το πρόβλημα αυτό είναι πολΰ σοβαρό. Κατά την εχτίμησή μου κανείς 3εν θά 'πρεπε να προσπαθεί να βγάλει συμπεράσματα από στατιστικά στοιχεία χωρίς να λάβει υπόψη του την μελέτη του Morgenslern, "Accuracy of Economic Observations” η οποία επισημαίνει αυτές τις βυσχολίες σι κοινωνίες μ( προχωρημένες μείόβους συλλογής στατιστικών στοιχεί ων χαι το έργο του Thorner, "Land and Labour in India” (it. χεφ. X III) που επισημαίνει τις δυσκολίες όσον αφορά μια καθυστερημένη κοινωνία.
596
καμιά περιουσία και να δουλεύεις για κάποιον άλλο ή να παράγεις αγαθά με περίπλοκες μηχανές. Για να μιλήσουμε με πολύ ουδέτε ρους και αφηρημένους όρους, είναι αλλαγές στη μορφή των κοινωνι κών προτύπων. Οι διαφορές αυτών των μορφών και προτύπων δεν φαίνονται να μπορούν να αναχθούν σε οποιεσδήποτε ποσοτικές διαφορές* είναι ανισόμετρες.15 Ωστόσο, είναι ακριβώς αυτές οι διαφορές που ενδιαφέρουν περισσότερο τον άνθρωπο. Είναι εκείνες όπου η αλλαγή έχει προκαλέσει τις πιο βίαιες διαμάχες, είναι η πηγή των μεγάλων ιστορικών προβλημάτων. Μ ’ όλο που οι στατιστικές μέθοδοι έχουν ενδογενείς περιορι σμούς, δεν θα ήταν άραγε δυνατό να περιγραφούν και να εξηγηθούν αυτές οι ποιοτικές αλλαγές με αντικειμενικό τρόπο; Κατ* αρχήν πιστεύω πως είναι δυνατόν, παρόλο που οι ανεπάρκειες στα στοι χεία και τα ανθρώπινα λάθη των ιστορικών σημαίνουν ότι η αντι κειμενικότητα παραμένει πάντα ένα άπιαστο ιδεώδες. Αντικειμε νικότητα σημαίνει να πιστεύεις στην αλήθεια με μικρό α, να αντι λαμβάνεσαι ότι τα κοινωνικά γεγονότα συμβαίνουν με τον τρόπο που συμβαίνουν για λόγους που μπορούν να εξακριβωθούν. Μια και αυτή η αντίληψη μπορεί να οδηγήσει σε διαπιστώσεις που δια φέρουν πολύ από κυρίαρχες συντηρητικές απόψεις καθώς και από ορισμένες εκδοχές της ριζοσπαστικής παράδοσης, θα προσπαθή σω να δώσω απλά και σύντομα τις συνεπαγωγές της. Τπάρχει μια αρκετά σεβαστή πνευματική παράδοση η οποία, αρνείται τη δυνατότητα αντικειμενικότητας όλως διόλου, ακόμα και κα τ’ αρχήν. Αυτή η άρνηση φαίνεται να οφείλεται σε μια σύγχυση που γίνεται μεταξύ των αιτίων των ιστορικών γεγονότων και των συνεπειών τους ή της σημασίας τους. Τα αίτια του Αμερικάνικου Εμφύλιου είχαν διατρέξει την πορεία τους τη στιγμή που έπεσε ο πρώτος πυροβολισμός στο Φορτ Σαμτέρ. Καμιά γνώμη ιστορικού πάνω σ ’ αυτά τα αίτια δεν μπορεί να έχει την παραμικρή επίδραση σ' αυτό που πραγματικά ήταν. Οι συνέπειες είναι ένα άλλο πράγμα. Βρίσκονται μαζί μας σήμερα και ενδεχομέ 15. Σημειώστε σε σχέση μ ' αυτό από τη μ(λέτη του Whitehead, "Modes of Thought” , 195: ■ Έ τσι, πέρα από κάθε πρόβλημα ποσότητας, υπάρχουν τα προβλήματα προτύπου, που ((ναι ουσιώίη για την κατανόηση της φύσης. Έ ξω από το προκαθορισμένο πρότυπο, η ποσότητα 8εν σημαίνει τίποτα». Οι επιφυλάξεις του Whitehead για τις μεθόδους τ«υν φυσικών επιστημών και των μαθηματικών πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη, γιατί αυτός, αντίθετα με πολλούς άλλους κριτικούς, ήξερε πολύ καλά για τι πράγμα μιλούσε.
597
νως θα τις έχουμε μαζί μας σ ' ύλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτή η δεύτερη πλευρά της άποψης για τον μόνιμα διφο ρούμενο χαρακτήρα της ιστορίας μου φαίνεται ότι ισχύει απόλυτα. Οι παρατηρήσεις των ιστορικών για τα αίτια του Εμφύλιου έχουν πολιτικά αποτελέσματα τώρα, όποιες κι αν είναι οι προθέσεις των συγγραφέων τους. Μ ’ αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε ότι η αμεροληψία είναι αδύνατη και ότι είναι αυταπάτη. Είτε το ξέρει είτε όχι, ο ιστορικός πρέπει να υιοθετήσει κάποια αρχή για την συλλογή και ταξινόμηση των γεγονότων του. Το ίδιο ισχύει για την κοινωνιολογική μελέτη των σύγχρονων υποθέσεων. Εξαιτίας ακτών που περιλαμβάνουν ή αποκλείουν, φωτίζουν ή παραβλέ πουν, οι αρχές αυτές έχουν πολιτικές και ηθικές συνέπειες. Επομέ νως, αδύνατο να επιλέξεις, μια θέση έξω από τη μάχη. Η ίδια η ενέργεια του να προσπαθείς να μείνεις έξω, να πάρεις μια αμερό ληπτη θέση, σημαίνει ότι υιοθετείς μια μορφή απολιτικής ψευτοαντικειμενικότητας, που στην πραγματικότητα υποστηρίζει το sta tus quo. Η θέση ότι η ουδετερότητα είναι αδύνατη είναι μια ισχυρή θέση, πειστική για μένα τουλάχιστον. Αλλά δεν πιστεύω ότι οδηγεί στην άρνηση της δυνατότητας για αντικειμενική κοινωνική και ιστορική ανάλυση. Ματιές από διαφορετική σκοπιά πάνω στο ίδιο σύνολο γεγονότων μπορούν να οδηγήσουν σε συμπληρωματικές και ταιριαστές μεταξύ τους ερμηνείες και όχι σε αντιφατικές. Επι πλέον, η άρνηση ότι η αντικειμενική αλήθεια είναι εφικτή κ α τ’ αρχήν, αφήνει ορθάνοιχτη την πόρτα στις χειρότερες μορφές πνευ ματικής ανεντιμότητας. Σε μια αρκετά χονδροειδή εκδοχή της, η άποψη αυτή οδηγεί στο εξής: εφόσον η ουδετερότητα είναι αδύνα τη, εγώ θα πάρω το μέρος του καταδυναστευόμενου και θα γράψω ιστορία για να υπηρετήσω τον καταδυναστευόμενο, βοηθώντας μ ’ αυτό τον τρόπο την προσέγγιση σε μια «ανώτερη Αλήθεια». Με απλά λόγια, αυτό είναι σκέτη απάτη. Ό ποιες κι αν είναι οι αναπό φευκτες ηθικές του προδιαθέσεις και προτιμήσεις, ο κάθε μελετη τής των ανθρώπινων υποθέσεων, αργά ή γρήγορα, θα βρεθεί μπρο στά σε αποδεικτικά στοιχεία που θα τον ενοχλήσουν και θα τον προβληματίσουν βαθιά. ' Εχει τότε το καθήκον να τα αντιμετωπί σει με εντιμότητα. Οι διαβαθμίσεις της Αλήθειας με κεφάλαιο Α, προκαλούν δίκαια κατά τη γνώμη μου, οργισμένες υποψίες.Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η αντικειμενικότητα και η αλήθεια, με μικρό α, 598
οδηγούν σε βολική αυτοϊκανοποίηση. Η αντικειμενικότητα δεν είναι το (διο πράγμα με την συμβατική φρονιμάδα. Ένας εκθειασμός των αρετών της δικής μας κοινωνίας που αφήνει α π ’ έξω τα άσχημα και ωμά χαρακτηριστικά της, που δεν" καταφέρνει ν ’ αντιμετωπίσει το ζήτημα της σχέσης μεταξύ των ελκυστικών και των απάνθρωπων γνωρισμάτων της, παραμένει μια απολογία, έστω κι αν εκφέρεται με τους πιο μετρημένους ακαδημαϊκούς τόνους. Τπάρχει μια ισχυρή τάση να θεωρείται ότι οι σε ήπιο ύφος παρατηρήσεις υπέρ του status quo είναι «αντικειμενικές» και πως οτιδήποτε άλλο είναι κάποια μορφή «ρητορικής». Αυτός ο τύπος προκατάληψης, αυτή η παρερμηνεία της αντι κειμενικότητας, είναι η πιο κοινή στη Δύση σήμερα. Συγχέει την αντικειμενικότητα με την κοινοτοπία και την ανοητολογία. Για λόγους που ήδη αναφέράμε, οποιαδήποτε απλή και απερίφραστη αλήθεια γύρω από πολιτικούς θεσμούς και γεγονότα, έχει αναπό φευκτα πολεμικές συνέπειες, θ α ζημιώσει κάποια ομάδα συμφερό ντων. Σε οποιαδήποτε κοινωνία οι κυρίαρχες ομάδες είναι εκείνες που έχουν τα περισσότερα να κρύψουν γύρω από τον τρόπο που λειτουργεί η κοινωνία. Πολύ συχνά, λοιπόν, οι ειλικρινείς αναλύ σεις έχουν αναγκαστικά κριτικό χαρακτήρα που τις κάνει να μοιά ζουν με αποκαλύψεις μάλλον παρά με αντικειμενικές εκθέσεις, όπως χρησιμοποιείται ο όρος συμβατικά. (Αυτό θα ισχύει και για τις κομμουνιστικές χώρες, αν ποτέ φθάσουν στο σημείο να επιτρέ ψουν να έρθουν στο φως έστω και σχετικά ειλικρινείς αναλύσεις του δικού τους παρελθόντος). Για όλους τους μελετητές της ανθρώπι νης κοινωνίας, η συμπάθεια προς τα θύματα των ιστορικών εξελί ξεων και ο σκεπτικισμός απέναντι στους ισχυρισμούς των νικη τών, προσφέρουν μια καλή θωράκιση για να μην τους παραπλανά η κυρίαρχη μυθολογία. Ο ερευνητής που προσπαθεί να είναι αντι κειμενικός χρειάζεται αυτά τα αισθήματα σαν μέρος του καθημερι νού εξοπλισμού για την εργασία του.
599
Βιβλιογραφία Παρακάτω συγκέντρωσα τρεις κατηγορίες έργων. Η πρώτη περιέχει έργα που αφορούν τη Γ ερμανία και τη Ρωσία, πάνω στα οποία στηρίχτηκα για να ερμηνεύσω την κοινωνική ιστορία των χω ρών αυτών, όπως δήλωσα και στην εισαγωγή μου. Η δεύτερη και κυριότερη κατηγορία περιλαμβάνει έργα που αναφέρονται σε κάθε ξεχωριστό κεφάλαιο, με τη σειρά που ερευνάται η κάθε χώρα. Τ έ λος, σε μια ενιαία κατηγορία κατέταξα τα έργα που δεν ήταν δυνα τό να καταταχτούν σε καμιά από τις άλλες κατηγορίες. L Γζρμανία Aubin, Gustav, Zur Geschicbte des gutsherrlicb-bSuerlicben Verhaltnisses m Ostpreussen von der GrUndung des Ordensstaates bis zur Stemschen Reform. Leipzig, 1911. Bracher, Karl Dietrich, Sauer, Wolfgang, and Schulz, Gerhard, Die nationalsozialistiscbe Machtergreifung. Koln and Opladen, i960. Carsten, F. L., The Origins of Prussia. London, 1954, reprinted 1958. ----------“Der Bauernkrieg in Ostpreussen 1525," International Review for Social History, III (1938), 398-409. Dittmann, Wilhelm, Das politische Deutschland vor Hitler. Zilrich, >945 · Franz, Gunther, Der deutsche Bauernkrieg. Darmstadt, 19J6. Gerschenkron, Alexander, Bread and Democracy m Germany. Berkeley, 1943· Hamerow, Theodore S., Restoration, Revolution, Reaction: Economics and Politics in Germany, 181 f - ιίη ι. Princeton, 1958. Heberle, Rudolf, Social Movements: An Introduction to Political Sociol ogy. N ew York, 1951.
600
Hitler, Adolf, Mem Kampf. 141st ed., Miinchen, 1935. Kehr, Eckart, Schlacbtflottenbau und Parteipolitik 1894- 1901. Berlin, 193a Krieger, Leonard, The German Idea of Freedom. Boston, 1957. Loomis, Charles P., and Beegle, J. Allen, “The Spread of German Nazism in Rural Areas,” American Sociological Review, XI (December, 1946), 714-734. Nabholz, Hans, “Zur Frage nach den Ursachen des Bauemkriegs 1525," reprinted in Ausgewahlte Aufsitze zur Wktschaftsgeschicbte (Ziirich, 1954). First published in 1928. Preradovich, Nikolaus von, Die Fiibrjmgsschicbten in Osterreicb und Freussen {18 04 -19 18 ). Wiesbaden, 1955. Rosenberg, Hans, Bureaucracy, Aristocracy and Autocracy: The Prus sian Experience 1660- 18if. Cambridge, Massachusetts, 1958. Schorske, Carl IL, German Social Democracy t y o j- 191η. Cambridge, Massachusetts, 1955. Schweitzer, Arthur, “The Nazification of the Lower Middle Class and Peasants,” in The Third Reich, a collection of essays published by the International Council for Philosophy and Humanistic Studies (London, 1955), 576-J9 4 . Sering, Max, editor. Die deutsche Landwrrtsfbaft unter volks-und weltwirtschaftlicben Gesichtspunkten dargestellt . . . , published as Sonderheft jo, Neue Folge, Berichte uber Landwirtschaft (Ber. to», 193*)· Smirin, M. M., Ocherki istorii politicheskoi boi*by v Qermanii pered reformatsiei. 2nd ed., Moscow, 1952. Stein, Robert, Die Umwandhmg der Agrarverfassung Ostpreussens dttrch die Reform des neunzebnten Jabrhunderts. VoL I, Jena, 1918. Waas, Adolf, Die grosse Wendung im deutschen Bauernkrieg. Miin chen, 1939. Weber, Max, “Entwickelungstendehzen in der Lage der Ostelbischen Landarbeiter,” in Gesammelte Aufsitze zur Soaal- und Wirtscbaftsgescbicbte (Tubingen, 1924), 470-507. Wiessner, Hermann, Beitrige zur Gescbichte des Dorfes und der Dorfgememde m Osterreicb. Klagenfurt, 1946. ----------Sachmbalt und Whtschaftliche Bedeutung der Weist&mer hn Deutschen Kulturgebiet. Baden, 1934. Wunderlich, Frieda, Farm Labor m Germany 18 10 -19 4 /. Princeton, 1961.
601
Ρωσία Berlin, P. A., Russkaya burzhuaziya v staroye i novoye vremya. Mos cow, 1922. Blum, Jerome, Lord and Peasant in Russia: From the Ninth to the Nmeteettth Century. Princeton, 1961. Gitermann, Valentin, Geschichte Russlands. 3 vols. Zurich, 1944- ' 949* Kliuchevskii, V., Kurs russkoi istorii. j vols. Moscow, 1937. Levitskii, V., “Pravyya partii,” in Obshchestvettnoye dvizheniye v Rossii v nachale XX-go veka,lll (St. Petersburg, 1914), 347-472. Maynard, Sir John, Russia in Flux: Before October. London, 1946. Miliukov, P., Ocherki po istorii russkoi kultury. St. Petersburg, 1909. Robinson, Geroid T., Rural Russia Under the Old Regime: A History of the Landlord Peasant World and a Prologue to the Peasant Revolution of 1917. New York, 1932. Venturi, Franco, Roots of Revolution: A History of the Populist and Socialist Movements in Nineteenth Century Russia. Translated by Francis Haskell. London, i960.
IL Αγγλία Ashton, T . S., An Economic History of England: The Eighteenth Century. London, 1955. Aston, Trevor, editor. Crisis m Europe i j 6o - 1660: Essays from p a st a n d p r e s e n t. London, 1965. Aydelotte, W . O., “The Business Interests of the Gentry in the Parlia ment of 1841 -4 7 ,” an appendix in Clark, The Making of Victorian England, 290 - 305. Bowden, Peter J., The Wool Trade m Tudor and Stuart England. London, 1962. Briggs, Asa, The Age of Improvement. London, 1959. --------- editor, Chartist Studies. London, 1962. Brunton, D., and Pennington, D. H., Members of the Long Parliament. London, 1954. Cam, Helen M., “The Decline and Fall of English Feudalism,” History, New Series, Vol. XXV, No. 99 (December, 1940), 216-233. Campbell, Mildred, The English Yeoman wider Elizabeth and the Early Stuarts. 2nd ed., London, i960.
602
Carus-Wilson, E. M., editor, Essays m Economic History. VoL I: Lon don, 1954. Vol. II: London, 1962. Cecil, Lord David, Melbotinie. Reprinted, New York, 1954. Census of Great Britain in ι 8 ;ι: An Analytical Index. London, 1854. Chambers, J. D., “Enclosure and Labour Supply in the Industrial Rev olution,” Economic History Review, 2nd Series, Vol. V, No. j (* 953 ). 3 *9 - 343Clapham, J. H., An Economic History of Modem Britain. 3 vols. Re printed, Cambridge, 1950- 1952. Clark, G. Kitson, TJ)c Making of Victoriatt England. London, 1962. Cole, G. D. H., and Postgate, Raymond, The British People, 174 6 1946. New York, 1947. Cooper, J. P.,. “T he Counting of Manors," Economic History Review, 2nd Series, Vol. VIII, No. 3 (April, 1956), 377 - 389. Davies, IL, “The Small Landowner, 1780- 1832, in the Light of the Land Tax Assessments," reprinted in Carus-Wilson, editor, Essays· in Economic History, 270 - 294. Deane, Phyllis, and Cole, W . A., British Economic Growth 1688 - iffy : Trends and Structure. Cambridge, 1962. Everitt, Alan Milner, “The County Committee of Kent in the Civil W ar,” Occasional Papers, No. 9 ( 19 J7 ), published by the Uni versity College of Leicester, Department oT English Local History. —editor, Suffolk and the Great Rebellion 1640-1660. Ipswich, 1961. Firth, C. H., CromwelVs Army. 3rd ed., London, 1921; reprinted 1962. Gallagher, John, and Robinson, Ronald, “The Imperialism of Free Trade,” Economic History Review, 2nd Series, VI, No. 1 (Au gust, 1953), I - IJ. Gonner, E. C. Κ., Common Land and Enclosure. London, 1912. Goodwin, A., editor. The European Nobility m the Eighteenth Cen tury. London, 1953. Great Britain, Census of 1831, Parliamentary Papers, Session: 29 Janu a r y -2 9 August 1833, Vol. XXXVI, Accounts and Papers, Vol. 12. ---------- Census of ■851, Parliamentary Papers, Session: 4 November 1852 - 20 August 1853, Accounts and Papers, Vol. 32, Part I. - 20 August 1853, Accounts and Papers, Vol. 32, Part I. Habakkuk, H. J., “English Landownership, 1680-1740,” Economic History Review, Vol. X, No. 1 (February, 1940), 2 - 17. Halivy, Elie, A History of the English People m the Nineteenth Cen
603
tury. Translated by E. L Watkin. 6 vols. ind revised edition, Lon don, 1949-52. Hammond, J. L. and Barbara, The Village Labourer 176 0- 1832. Lon don, 1911. Hardacre, Paul H , The Royalists during the Puritan Revolution. The Hague, 1956. Hexter, J. H., Reappraisals in History. Evanston, 1961. Hill, Christopher, Puritanism and Revolution. London, 1958. Hoskins, W. G., The Midland Feasant: The Economic and Social His tory of a Leicestershire Village. London, 1957. James, Margaret, Social Problems and Policy during the Puritan Revolu tion 1640- 1660. London, 1930. Johnson, Arthur H., The Disappearance of the Small Landowner. Ox ford, 1909; reprinted 1963. Kerridge, Eric, "The Returns of the Inquisition of Depopulation,” English Historical Review, Vol. LXX, No. 27J (April, 1955), 212 - 228.
Langer, William, “Europe’s Initial Population Explosion,” American Historical Review, Vol. LXIX (1963), 1 - 17. Levy, Hermann, Large and Small Holdings. Translated with additions by the author. Cambridge, 1911. Lipson, E., The Economic History of England. Vol. I: The Middle Ages; reprinted London, 1956, from the 7th ed., 1937. Vols. II and III: The Age of Mercantilism; reprinted London, 1956, from the 3rd ed., 1943. Manning, Brian, “The Nobles, the People, and the Constitution,” in Aston, editor. Crisis in Europe i f 6 0 - 1660, 247 - 269. Mather, F. C., “The Government and the Chartists," in Briggs, editor, Chartist Studies, 385 - 394. Mingay, G. E , English Landed Society in the Eighteenth Century. Lon don, 1963. ----------“The Land Tax Assessments and the Small Landowner," Econonric History Review, 2nd Scries, Vol. XVII, No. 2 (December, 1964), 381-388. --------- “The Size of Farms in the Eighteenth Century," Ecmtomic His tory Review, 2nd Series, Vol. XIV, No. 3 (April, 1962), 469-488. Namier, Sir Lewis, England m the Age of the American Revolution. m ded., London, 1961. Nef, John U., Industry and Government in France and England 15401640. Reprinted from 1940 edition, Ithaca, 1957.
604
Plumb, J. H., England in the Eighteenth Century. Penguin Books, 1950. Power, Eileen, The Wool Trade in English Medieval History. Oxford, 1941. Sabine, George H., editor, The Works of Gerrard Wmstanley. Ithaca, 1941. Semenov, V. F., Ogorazhivaniya i krest'yanskiye dvhheniya v Anglii X Vlvcka. Moscow, 1949. Stone, Lawrence, The Crisis of the Aristocracy 15 58 -16 4 1. Oxford, 1965. Tate, W . E., “Members of Parliament and the Proceedings upon En closure Bills,” Economic History Review, Vol. XII (1942), 68 - 75. Tawney, R. H., The Agrarian Problem in the Sixteenth Century. Lon don, 1912. < ---------- “The Rise of the Gentry 1558-1640,” reprinted in CanisWilson, editor, Essays hi Economic History, 173 -214. Thirsk, Joan, “The Restoration Land Settlement,” Journal of Modem History, Vol. XXVI, No. 4 (December, 1954), 315 —328. --------- Tudor Enclosures. London, 1959. Thompson, E. P., The Makhig of the English Working Class. London, •9< 3· Thompson, F. M. L., English Landed Society m the Nineteenth Cen tury. London, 1963. Trevelyan, (i. M., History of England. 3 vols. Reprinted from 2nd re vised edition. New York, 1953 - 56. Trevor-Roper, H. R., “The Gentry 1540-1640," Economic History Review Supplement, No. 1 (1953). Turberville, A. S., The House of Lords in the Age of Reform 178 4 i 8j -j . London, 1958. Woodward, E. L., The Age of Reform 1 8 15 - ι8ηο. Oxford, 1949. Yule, George, The Independents iti the English Civil War. Cambridge, 1958. Zagorin, Perez, “The English Revolution 1640-1660,” Journal of World History, Vol. II, No. 3 (1955), 668 - 681. --------- “The Social Interpretation of the English Revolution,” Journal of Economic History, Vol. XIX (1959), 376 - 401. Γαλλία Adviclle, Victor, Histoire de Gracchus Babeuf et du Babouvisme. 2 vols. Paris, 1884.
605
Augi-LariW, Michel, La Politique agricole de la France de 1880 i 1949. Paris, 1950. Barber, Elinor G., The Bourgeoisie m Eighteenth Century France. Princeton, 1955. Bloch, Marc, Let Caractbes orighiaux de rhistoire rurale frmfaise. z vols. 2nd ed., Paris, 1955 - 1956. ----------“La lutte pour l’individualisme agraire dans la France du XVIII* siide,” Annales d’histoire economique et sociale, Vol. II, No. 7 ( i j July 1930), 329-381, and No. 8 ( i j Octobcr 1930), 511-556. ----------“Sur le passe de la nohlespe fra^aisc; quclques jalons de re cherche,” Annales d'histoire eco)iomique et sociale, VIII (July, 1936), 366-378. Bois, Paul, Pay sans de VOuest. Le Mans, i960. Bourgin, Georges, editor, Le Portage des biens comrmmeaux. Paris, 1908. Carre, Henri, La Noblesse de France et Popinion pubtique au XVIII· siecle. Paris, 1920. Cobb, Richard, Les Armies rivohttiormaires. 2 vols. Paris, 1961 - 1963. Cobban, Alfred, “The Parlements of France in the Eighteenth Cen tury,” History, New Series, Vol. 35 (February - June, 1950), 6 4 80. --------- The Social Interpretation of the French Revolution. Cambridge, 1964. Dalin, V. M., Grakkh Babef. Moscow, 1963. Dommanget, Maurice, Pages choisies de Babetif. Paris, 1935. Duby, Georges, L ’Economie rurale et la vie des campagnes dans ΓOcci dent medieval. 2 vols. Paris, 1962. “The Folklore of Royalism,” Times Literary Supplenietit (London), September 7, 1962. Ford, Franklin L., Robe and Snord: The Regrouping of the French Aristocracy After Louis XIV. Cambridge, Massachusetts, 1953. Forster, Robert, The Nobility of Toulouse hi the Eighteenth Century. Baltimore, i960. --------- “The Noble Wine Producers of the Bordelais in the Eighteenth Century,” Economic History Revievs, 2nd Series, XIV, No. 1 (August, 1961), 18-33. --------- “The Provincial Noble: A Reappraisal,” American Historical Revicn·, Vol. LXVIII, No. 3 (April, 1963), 681 - 691. Gohring, Martin, Die Aviterkauflichkeit mi Ancien Regime. Berlin, «938 ·
606
--------- Die Frage der Feudalitat m Frankreich Ende des Ancien Rigrme mid in der frmtzosiscbcn Revolution (bis 17 Juli i~ 9 >)· Berlin, 1934. Goubcrt, Pierre, Bemtvais et le Beauvaisis de 1600 a ι~}υ. Paris, i960. Greer, Donald, The Incidence of the Terror during the French Revolu tion. Cambridge, Massachusetts, 1935. Guerin, Daniel, La Lutte de classes sous la premiere republique. 2 vols. Paris, 1946. Hunter, Neil, Pcasmnry and Crisis m France. London, 1938. Jaurcs, Jean, Histoire socialiste de la Revolution franfaise, Edition revue par A. Mathiez. Vol. VI: La Gironde (Paris, 1923). Labrousse, C. E., L,i Crise de recononlie franfaise a la fin de Fancien regime et mi debut de la Revolution. 2 vols. Vol. I (Paris, 1944). --------- Estjuisse du wouvewetit des prix et des revenus en France au X V Illc siecle. Paris. 1932. Lavisse, Ernest, editor, Histoire de France ilhistrec depuis let origmes fusqu’a la Rh-olution. Vol. VII (Paris, 1911). Lefebvre, Georges, Etudes stir la Revolution franfaise. Paris, 1954. --------- La Grande Peur de 1789. Paris, 1932. --------- Let Paysans du Nord pendant la Revolution franfaise. Bari, •959 --------- Questions agraires au temps de la Terreur. 2nd revised edition, La Rnchc-sur-Yon, 1954. --------- La Revolution franfaise. Paris, 1957. Lhommc, Jean, La Grande bourgeoisie en pouvobr 1830-1880. Paris, 1960. Mathiez, A., La Revolution franfaise. 3 vols. n t h ed., Paris, 1954- 1955. --------- La Vie chbre et le mouvement social sous la Terreur. Paris, 1927. Nef, John U., Industry and Government m France and England IJ4 0 1640. Ithaca, 19 J7, reprint of 1940 edition. Porchnev, Boris, Les Soulevements populates en France de 1623 i 1648. Paris, 1963. Postgate, R. W ., editor, Revolution from ιη8$ to 1906. New York, 1962. Rude, George, The Crowd m the French Revolution. Oxford, 1959. Sagnac, Philippe, La Formation de la sociiti franfaise modeme. 2 vols. Paris, 1945. Saint Jacob, P.de, Les Paysans de la Bourgogne du Nord m dernier siicle de Γancien rdgime. Paris, 1960. See, Henri, Evolution cornmerciale et mdustrielle de ία France sous Γancien rigjme. Paris, 1925. ----------Histoire (conomique de la France. 2 vols. Paris, 1939.
607
SobouL, Albert, Les Sans-culottes parisiens en Pan 11. m d edition,. Paris, 1962. Sofeau, Edmond, “La Revolution frangaise et le proletariat rural," An nates historiques de la Revolution fratifaise, Vol. IX, No. jo (March - April, 1932), 116- 127. Tilly, Charles, The Vendee. Cambridge, Massachusetts, 1964. Usher, Abbot Payson, The History of the Grain Trade in France 1400ιηιο. Cambridge, Massachusetts, 1913. W right, Gordon, “Agrarian Syndicalism in Postw ar France," American Political Scietice Review, Vol. XLVII, No. 2 (June, 1953), 402416. ----------“Catholics and Peasantry in France,” Political Science Quar terly, Vol. LXVIII, No. 4 (December, 1953), 526-551. ----------Rural Revolution in France. Stanford, 1964.
Ηνωμένες Πολιτείες Andreano, Ralph, editor, The Economic Impact of the American Civil War. Cambridge, Massachusetts, 1962. Aptheker, Herbert, American Negro Slave Revolts. New York, 1943. Beale, Howard Κ., The Critical Year: A Study of Andrew Johnsoti and the Reconstruction. Republished New York, 1958; first published, «930·
----------“W hat Historians Have Said About the Causes of the Civil War,” in Theory and Practice in Historical Study, A Report of the Committee on Historiography, Social Science Research Coun cil (New York, 1946), 53 - 102. Beard, Charles A. and Mary R., The Rise of American Civilization. 2 vols. in one; revised edition. New York, 1940. Bennett, H. S., Life on the English Manor: A Study of Peasant Condi tions, n j o - 1400. Cambridge, 1956; first published, 1937. Cochran, Thomas C., “Did the Civil W ar Retard Industrialization?" re printed in Andreano, editor, Economic Impact of the American Civil War, 148- 16 a Conrad, Alfred H., and Meyer, John R., “The Economics of Slavery in the Ante Bellum South,” Journal of Political Economy, Vol. LXVI, No. 2 (April, 1958), 95 - 130. Craven, Avery O., The Coming of the Civil War. 2nd ed., Chicago, 1957· ----------The Growth of Southern Nationalism. Baton Rouge, 1953.
608
Current, Richard Nelson, Old Thad Stevens: A Story of Ambition. Madison, 1942. Davis, Lance E. et al., American Economic History. Homewood, 1961. Elkins, Stanley M., Slavery: A Problem m American Institutional and Intellectual Life. Chicago, 1959; reprinted New York, 1963. Foner, Philip S., Business and Slavery: The New York Merchants and the Irrepressible Conflict. Chapel Hill, 1941. Gates, Paul W., The Farmer’s Age: Agriculture 1 8 1 i 8 6 0 . New York, 1962. Gray, Lewis C., History of Agriculture m Southern United States to 1860. N ew York, 1941. Hacker, Louis M., The Triumph of American Capitalism. N ew York, >94°·
Nevins, Allan, The Emergence of Lincoln. Vol. I: Douglas, Buchanan and Party Chaos i8 ff - 18 jp. Vol. II: Prologue to Civil War 18j j 1861. New York, 19J0. ----------Ordeal of the Union. Vol. I, N ew York, 1947. Nichols', Roy F., The Disruption of American Democracy. New York, 1948. North, Douglass C., The Economic Growth of the United States i j f o 1860. Englewood Cli/Ts, 1961. Owsley, Frank L., Plain Folk of the Old South. Baton Rouge, 1949. Phillips, Ulrich B., Life and Labor in the Old South. Boston, 1929. Randall, J. G., and Donald, David, The Civil War and Reconstruction. 2nd ed., Boston, 1961. Rayback, Joseph G., “The American Workingman and die Antislavery Crusade," Journal of Econotmc History, Vol. Ill, No. 1 (Novem ber, 1943), 152-163. Schlcsinger, Arthur M„ Jr., The Age of Jackson. Boston, 1945. Shannon, Fred A., American Fanners Movements. Princeton, 19 J7. Sharkey, Robert P., Money, Class, and Party: An Economic Study of Civil War and Reconstruction. Baltimore, 1959. Shortrccd, Margaret, “The Antislavery Radicals: From Crusade to Revolution 1840-1868,” Past and Present, No. 16 (November, >959).
65- 87.
Stampp, Kenneth M., The Causes of the Civil War. Englewood Cliffs, >959·
----------The Era of Reconstruction ι86 $-ι8η η. N ew York, 196 j. --------- The Peculiar Institution. New York, 1956. [Stevens, Thaddeus], Reconstruction, Speech of Hon. Thaddeut
609
Stevetu of Pemtsylvania, delivered m the House of Representatives . . . December 18, i 86j . Washington, 1865. Woodward, C. Vann, Reunion and Reaction. Revised ed., New York, *95 <SZahler, Helene S., Eastern Workingmen and National Land Policy, 1829 - 1862. New York, 1941. Κίνα Agrarian China: Selected Source Materials from Chinese Authors. Lon don, 1939. Allen, G. C., and Donnithome, A. G., Western Enterprise in Far East ern Conmtercial Development. London, 19J4. Balizs, Etienne, “Les aspects significatifs de la so ciiti chinoisc,” Etudes Asiatiqitcs, Vol. VI (1952), 77 - 87. ----------Chinese Civilization and Bureaucracy: Variations on a Theme. Selections from his writings, translated by Η. M. Wright, edited by Arthur F. Wright. New Haven, 1964. Beal, Edwin George, Jr., The Origin of Likin (1853-1864). Cam bridge, Massachusetts, 1958. Berkov, Robert, Strong Man of China: The Story of Chiang Kai-shek. Cambridge, Massachusetts, 1938. Bland, J. O. P., and Backhouse, E., China Under the Empress Dowager. London, 1911. Brandt, Conrad, Stalin's Failure m China 1924 - 192η. Cambridge, Mas sachusetts, 1958. --------- , Schwartz, Benjamin, Fairbank, John Κ., A Documentary His tory of Chinese Communism. Cambridge, Massachusetts, 1952. Buck, John Lossing, Lend Utilization m China. Chicago, 1937. Cameron, Meribeth EL, The Re,orm Movement in China 1898- 1912. Stanford, 1931. Chang, Chung-li, The Chinese Gentry. Seattle, 1955. --------- The Income of the Chinese Gentry. Seattle, 1962. Ch’en, Jerome, Mao and the Chinese Revolution. London, 1965. Chiang Kai-shek, China's Destiny. Authorized translation by Wang Chung-hui. New York, 1947. Chiang, Siang-tseh, The Nien Rebellion. Seattle, 1954. C hina-U nited States Agricultural Mission. Report (U.S. Office of Foreign Agricultural Relations, Report Nb. 2). Washington, 1947.
610
Ch’ii, TTung-tsu, Local Government m China under the Ch'mg. Cam bridge, Massachusetts, 1962. Crook, David and Isabel, Revolution m a Chinese Village: Ten Mile Inn. London, 1959. DcGroot, J. J. M., Sectarianism and Religious Persecutions in China. 2 vols. Amsterdam, 1903 - 1904. Eberhard, Wolfram, Chinas Geschichte. Bern, 1948. --------- Conquerors and Rulers: Social Forces m Medieval China. Leiden, 1952. Fei, Hsiao-tung, Peasant Life m China: A Field Study of Country Life in the Yangtze Valley. New York, 1946. ----------and Chang; Chih-i, Earthbound China: A Study of Rural Econ omy m Yunnan. London, 1948. Feuerwerker, Albert, China's Early Industrialization: Sheng Hsuan-huai (1844 - 1916) and Mandarin Enterprise. Cambridge, Massachusetts, »9 J 8· ----------“China’s History in Marxian Dress,” American Historical Re view, Vol. XLVI, No. 2 (January, 1961), 323 - 353. Fitzgerald, C P., Revolution m China. London, 1952. Franke, Wolfgang, The Reform and Abolition of the Traditional Chi nese Examination System. Cambridge, Massachusetts, i960. Freedman, Maurice, Book review of Chung-li Chang, The Chinese Gen try, Pacific Affairs, Vol. XXIX, No. 1 (March, 19J6), 78-80. Fried, Morton H., The Fabric of Chinese Society: A Study of the Social Life of a Chinese County Seat. N ew York, 1953. Gamble, Sidney D., Ting Hsien: A North China Rural Community. New York, 19J4. Hinton, Harold C., The Gram Tribute System of China 18 4 ;- 1 9 11 . Cambridge, Massachusetts, 1956. Ho, Ping-ti, The Ladder of Success in Imperial China. N ew York, 1962. ----------Studies on the Population of China 1368 - 19s3. Cambridge, Massachusetts, 1959. Holcombe, Arthur N., The Chinese Revolution. Cambridge, Massa chusetts, 1930. Hsiao, Kung-chuan, Rural China: Imperial Control in the Nineteenth Century. Seattle, i960. Isaacs, Harold R., Tragedy of the Chinese Revolution. Revised e
611
Great Britain and Ireland, North China Branch (Shanghai), n.s., XXIII (1888) (published Shanghai, 1889), 5 9 - 174. Johnson, Chalmers A., Peasant Nationalism and Conmnmist PovL'cr: The Emergence of Revolutionary Pouer 1937 - 194$. Stanford, 1962. Khokhlov, A. N., “Agrarnye otnoshcniya v Kitai vo vtoroi polovine X V III— naclulc XIX v.,” Kratkie soobshcheniya narodov Adi, No. 53 (1962),95- 115. Lamb, Jefferson D. H., Development of the Agrarian Movement and Agrarian Legislation in China 1912 - 1930. Peiping, 1931. Lang, Olga, Chinese Family and Society. New Haven, 1946. Lattimore, Owen, “The Industrial Impact on China, 1800-1950," in First International Conference of Economic History, Stockholm, August, i960 (Paris, 1960), 103 - 113. Lee, Mabel Ping-hua, The Economic History of China. New York, 1921. Levy, Marion J., Jr., and Shih, Kuo-shcn, The Rise of the Modem Chi nese Business Class. Mimeographed, New York, 1949. Linebarger, Paul M., The China of Chiatig K ’ai-shek. Boston, 1941. Liu, F. F., A Military History of Modem China 1924- 1949. Princeton, '95*·
Liu, Hui-chen Wang, Traditional Chinese Clan Rules. Locust Valley, '959·
Maspero, Henri and Escarra, Jean, Les Institutions de la Chhie. Paris, *9J 2.
Morse, Η. B., Trade and Administration of the Chinese Empire. Lon don, 1908. North, Robert C., Moscow and the Chinese Communists. Sanford, '953·
Schwartz, Benjamin I., Chinese Communism and the Rise of Mao: Cam bridge, Massachusetts, 1951. Shen, N. C., "The Local Government of China,” Chinese Social and Political Science Review, Vol. XX, No. 2 (July, 1936), 163 - 201. Tawney, R. H.,· Land and Labour in China. London, 1932. Reprinted, New York, 1964. W eber, Max, “Konfuzianismus und Taoismus,” Gesammelte Aufs&tze xur Religionssoziologie, Vol. I (4th ed., Tubingen, 1947), 276 - 536. Wittfogel, Karl A.,-Oriental Despotism: A Comparative Study of Total Power. New Haven, 1957. W right, Mary Clabaugh, The Last Stand of Chinese Conservatism. Stanford, 1957.
612
Yang, C. Κ., The Chinese Family in the Conmmnist Revolution. Cam bridge, Massachusetts, 1959. --------- A Chinese Village in Early Conmmnist Transition. Cambridge, Massachusetts, 1959. --------- Religion in Chinese Society: A Study of Contemporary Social Functions of Religion and Some'of Their Historical Factors. Berke ley, 1961. Yang, Martin C., A Chinese Village: Taitott, Shantung Province. New York, 194J. Ιαπωνία Allen, G. C., A Short Economic History of Modem Japan: 186η- i f f j . London, 1946.2nd ed., London, 1962. Asakawa, Κ., “Notes on Village Government in Japan, Part I,” Journal ■of the American Oriental Socicty, Vol. XXX (1910), 259-300, and “Notes on Village Government in Japan, Part II,” in Vol. XXX (1911), 151-216. Beardsley, Richard Κ., et al., Village Japan. Chicago, 1959. Bcaslcv, W. G., “Feudal Revenue in Japan at the Time of the Meiji Restoration,” Journal of Asian Studies, Vol. XIX, No. 3 (May, i960), 255-271. Bellah, Robert N., Tokugawa Religion: The Values of Pre-Industrial Japan. Glencoe, 1957. Benedict, Ruth, The Chrysanthetmnn and the Sword. New York, 1946. Borton, Hugh, Japan Since ip ji: Its Political and Social Developments. New York, 1940. --------- Peasant Uprisings in Japan of the Tokugawa Period. [New York], 1937. Brown, Dclmar M., Nationalism in Japan. Berkeley, 1955. Cohen, Jerome B., Japan's Economy hi War and Reconstruction. Min neapolis, 1949. Colegrove, Kenneth W., Militarism in Japan. Boston, 1936. Courant, Maurice, “Les clans japonais sous les Tokougawa,” Confer ences faites au Musee Guhtret, 15, Part 1 (Paris, 1903 - 1905). Craig, Albert M., “The Restoration Movement in Choshu,” Journal of Asian Studies, Vol. XVIII, No. 2 (February, 1959). 187 - 197. --------- Chdshu hi the Meiji Restoration. Cambridge, Massachusetts, 1961.
613
Crowley, James B., “Japanese Army Factionalism in the Early 1930’s,” Journal of Asian Studies, Vol. XXI, No. 3 (May, 1962), 309- 326. Dorc, R. P., “Agricultural Improvement in Japan: 1870- 1900,” Eco nomic Development and Cultural Change, Vol. IX, No. 1, Part II (October, i960), 69 -9 1 . --------- Land Reform hi Japan. Oxford, 1959. --------- "The Meiji Landlord: Good or Bad?”, Journal of Asian Studies, Vol. XVIII, No. 3 (May. 19J9), 343 - 355--------- and Sheldon, C. D., letters in Journal of Asian Studies, VoL XVIII, No. 4 (August, 1959), 507 - 508 and Vol. XIX, No. 2 (Feb ruary, i960), 238 -139. Embrce, John F., Stiyc Mura: A Japanese Village. Chicago, 1939. Fukuda, Tokuzo, Die Gescllscbaftliche und Wirtschaftliche Entwickehmgm Japan. Stuttgart, 1900. Hall, John W., “Feudalism in Japan —A Reassessment,” Comparative Studies in Society and History, Vol. V, No. 1 (October, 1962), ' 5 - 5 ·· Harootunian, H arry D., “The Economic Rehabilitation of the Samurai in the Early .Meiji Period," Journal of Asimi Studies, Vol. XIX, No. 4 (August, i960), 433-444. Honjo, E., Social and Economic History of Japan. Kyoto, 1935. Ike, Nobutaka, The Beginnings of Political Democracy hi Japan. Balti more, 1950. Ladejinsky, W., “Farm Tenancy and Japanese Agriculture,” Foreign Agriculture (issued by Bureau of Agricultural Economics, U.S. Department of Agriculture), Vol. I, No. 9 (September, 1937), 4:5 -4 4 6 . La Mazelicre, Antoine Rous de, Le Japan, histoire et civilisation. . . . 8 vols. Paris, 1907 - 1923. Lockwood, William W., The Economic Development of Japan. Prince ton, 19 J4. Maruyama, Masao, Thought and Behavior in Modem Japanese Politics. Oxford, 1963. Matsui, Shichiro, “Silk Industry,” Encyclopaedia of the Social Sciences (New York, 1937), Vol. XIV, 52 - 57. Morris, Morris D., “The Problem of the Peasant Agriculturist in Meiji Japan, 1873 - 1885,” Far Eastern Quarterly, Vol. XV, No. 3 (May, ■9 S6)< 357 - 37°· Murdoch, James, A History of Japan. 3 vols. London, 1925 - 1926. Nasu, Shiroshi, Aspects of Japanese Agriculture. New York, 1941.
614
Norman, E. Herbert. “ΑιηΙΛ Shocki anil the Anatomy of Japanese Feu dalism.'' Transactions of the Asiatic Society of Japan, 3rd Series, Vol. II (December, 1949). ----------Japan's Emergence as a Modem State: Political and Ecotioinic Problems of the Meiji Period. New York, 1940. --------- Soldier and Peasant in Japan: The Origins of Conscription. New York, 1943. Ohkawa. Kazushi and Rosovskv, Henry, “The Role of Agriculture in Modern Japanese Economic Development,” Economic Dei'elopment and Cultural Change, Vol. IX, No. 1, Part II (October, i960); 43-67. Ramming, Martin, “Die Wirtschaftliche Lage der Samurai am Ende der Tokugawa-periode,” Mitteilungen der Deutschen Gesellschaft fur Natur und Volkcrkunde Ostasiens, Band XXII, Teil A (Tokyo, 1928), 1 -47. Rcischauer, Edwin O., "Japanese Feudalism,” in Coulburn, Rushton, editor, Feudalism m History (Princeton, 1956). Rcischauer. Robert Κ., Japan: Govemment-Politics. New York, 1939. Sansom, Sir George, A History of Japan. 3 vols. Vol. I: To 1334 (Stan ford, 1958). Vol. II: 13 3 4 -16 15 (Stanford, 1961). Vol. Ill: i 6 i j 1S61 (Stanford, 1963). --------- Japan: A Short Cultural History. New York, 1943. --------- The Western World and Japan. New York, 1950. Scalapino, Robert A., Democracy and the Party Movement in Prewar Japan. Berkeley, 1953. Scott, J. W. Robertson, The Foundations of Japan. New York, 1922. Sheldon, Charles David, The Rise of the Merchant Class m Tokugavid Japan 1600-1868. Locust Valley, 1958. Smith, Thomas C., Agrarian Origins of Modem Japan. Stanford, 1959. --------- “The Land Tax in the Tokugawa Period,” Journal of Asian Studies, Vol..VIII, No. 1 (November, 1958), 3 - 19. --------- "Landlords’ Sons in the Business Elite,” Economic Develop ment and Cultural Change, Vol. IX, No. 1, Part II (October, i960), 93-107. --------- Political Change and Industrial Development m Japan: Govern ment Enterprise, 1868 - 1880. Stanford, 1955. Storry, Richard, The Double Patriots: A Study of Japanese Nation alism. Boston, 1957. Tacubcr, Irene B., The Population of Japan. Princeton, 1958.
615
Takekoshi, Y., “Land Tenure, China and Japan,” Encyclopaedia of the Social Sciences (New York, 1937), I X ,111 - 118. Takizawa, Matsuyo, The Penetration of Money Economy m Japan and Its Effects upon Social and Political Instimtions. New York, 1927. Tanin, O., and Yohan, E., Militarism and Fascism m Japan. New York, ' 934-
Torten, George O., “Labor and Agrarian Disputes in Japan Following World W ar I,” Economic Development and Cultural Change, VoL IX, No. 1, P an II (October, i960), 192- 200. Tsunoda, Ryusaku, et al., compilers, Sources of Japanese Tradition. New York, 1958. Ινδία Anstcy, Vera, The Economic Development of India. 4th edition, Lon don, 1952. First published 1929. Baden-Powell, Β. H., The Indian Village Corrmnmity. London, 1896. ----------Land Systems of British India. 3 vols. Oxford, 1892. Bailey, F. G., Caste and the Economic Frontier. Manchester, 1959. Beals, Alan R., Gopalpur: A South Indian Village. New York, 1963. Blunt, E. A. H., Caste System of Northern India. London, 1931. --------- “Economic Aspect of the Caste System,” in Mukerjee, Eco nomic Problems, 63 - 81. Braiband, Ralph, and Spengler, Joseph J., editors, Administration and Economic Development m India. Durham, 1963. Brayne, F. L., The Remaking of Village India. 2nd ed., Oxford, 1929. Brecher, Michael,Nehru: A Political Biography. Oxford, 19J9. Brown, D. Mackenzie, “Traditions of Leadership,” in Park and Tinker, editors, Leadership and Political Institutions in India, 1 —17. Buchanan, Francis, An Account of the District of Bhagalpur m 1 8 10 18 11. Patna, 1939. ----------An Account of the District of Pttmea m 1809-1810. Patna, 1928.
----------An Account of the District of Shahabad in 1809- to. Patna, «934·
----------A Journey from Madras through the Countries of Mysore, Canara, and Malabar. . . . 3 vols. London, 1807. Cambridge History of India. 6 vols. Cambridge, 1922 - 1937. Campbell, Sir George, Modem India. London, 1852.
616
Chattopadhyaya, Hnrnprasad, The Sepoy Mutiny t8j7: A Social Study and Analysis. Calcutta. 1957. Chaudhuri, S. B., Civil Dismrbmices During the British Rule hi India 176) - /if? . Calcutta, 1955. --------- Civil Rebellion hi the Indian Mutinies ι8;η - t8 jf. Calcutta, *957-
Cohn, Bernard S., "The Initial British Impact on India,” Jovmal of Asitin Studies. Vol. XIV, No. 4 (August i960). 4 2 4 -4 5 1. Colebrooke, Sir Henry Thomas, Remarks on the Husbandry and Inter nal Cotmierce of Bengal. Calcutta, 1804. Darling, Sir Malcolm, The Punjab Peasant in Prosperity and Debt. 4th ed., Oxford, 1947. Davis, Kingsley, The Population of India mid Pakistmi. Princeton, 19JI. Dev, Sushil Κ., “Community Projects in Action in India," in Park and Tinker, editors, Leadership and Political Institutions in India, 347 357-
Dube, S. C., India's Chmiging Villages, Ithaca, 1958. --------- Indian Village. London, 1955. Dubois, (Abbe) Jean Antoine, Hindu Manners, Customs and Cere monies. Translated and edited by Henry K. Beauchamp. 2 vols. Oxford, 1897. Dumont, Rene, Terres vivantes: Voyages (Tim agronome autour du monde. Paris, 1961. Dupuis, Jacques, Madras et le Nord du Coromandel. Paris, i960. Dutt, Romesh, The Economic History of India hi the Victorian Age. 7th ed., London, 1950. First published 1903. ---------r The Economic History of India Under Early British Rule. 7th ed., London, 1950. First published 1901. Epstein, T. Scarlett, Economic Development and Social Change m South India. Manchester, 1962. Far Eastern Econo?nic Review (Hongkong). Issues of 1963 and i960 - 1964 Yearbooks. Ford Foundation, Report. See India: Agricultural Production Team. Gadgil, D. R., The Industrial Evolution of India hi Recetit Times. 4th ed., Oxford, 1942. First published in 1924. --------- Notes on the Rise of the Business Communities m India, a Pre liminary Memorandum N ot for Publication, by Members of the Staff of the Gokhale Institute of Politics and Economics, Poona, with Introduction by D. R. Gadgil. New York, 1951.
617
Gahdhi, Μ. Κ., Economic and Industrial Life end Relations, compiled and edited by V. B. Kher. 3 vols. Ahmedabed, 1957. ----------Speeches and Writings of Mahatma Gandhi. 4th ed., Madras, «933· Gopal, S., The Permanent Settlement in Bengal and Its Results. London, «949· Gough, Kathleen, “The Social Structure of a Tanjore Village,” in Mar riott, editor, Village India, 36-51. Great Britain: Jndian Famine Commission, Report of the Indian Famine Commission. . . . Presented to Parliament. Parts I and II. London, 1880. — : Indian Statutory Commission, Report of the Indian Statutory Commission. . . . Presented by the Secretary of State for the Home Department to Parliament. . . . May 1930. 17 vols. Lon don, 1930. : Royal Commission on Agriculture in India, Report. . . . Pre sented to Parliament June, 1928. Abridged, London, 1928. Griffiths, Sir Percival, The British Impact on India. London, 1951. Habib, Irfan, The Agrarian System of Mogul India 1556 - /707. Lon don, 1963. Harrison, Selig, India: The Most Dangerous Decade. Princeton, 196a Hutton, J. H., Caste m India. Cambridge, 1936. India: Agricultural Production Team, Report of India's Food Crisis and Steps to Meet It. Sponsored by the Ford Foundation. Issued by the Ministry of Food and Agriculture and Ministry of Community Development and Cooperation, April, 1959. : Cabinet Secretariat, Central Statistical Organisation, Statis tical Abstract, India 19 5 1-5 8 . New Series, No. 8, New Delhi, •959· — : Cabinet Secretariat, Indian Statistical Institute, The National Sample Survey. Eighth Round: July 1954 - March 1955. No. 10: First Report on Land Holdings, Rural Sector. Delhi, 1958. • Census 1951. Several volumes, published in the different states, >953 · Vol. VI (W est Bengal, Sikkim, and Chandemagore), Part IA —Report. Delhi, 1953. ----------: Directorate of Economics arfd Statistics, Studies in Agricul tural Economics, III, Third Issue (Delhi, i960), containing ‘‘Food Statistics in India.” ■ Famine Inquiry Commission, Final Report. Delhi, 194J.
618
--------- : Ministry of Labour, Agricultural Labour Enquiry, Vol. I: All India. New Delhi, 1954. --------- : Planning Commission, Third Five Year Plan. Delhi, 1961. Indian National Congress, All-India Congress Committee. Congress Bulletin, January - February, 1959. Kaye, John William, A History of the Sepoy War in India t S f j - 18j8. 3 vols. London, 1864- 76. Khan, N. A., “Resource Mobilization from Agriculture and Economic Development in India,” Economic Development and Cultural Change, XII, No. 1 (October, 1963), 42 - 54. Lamb, Helen, “The Indian Merchant,” in Singer, editor, Traditional India, 2y - 35. Lambert, Richard D., “Hindu Communal Groups,” in Park and Tinker, editors, Leadership and Political Institutions in India, 211 - 224. Lewis, Oscar, Village Life in Northern India. Urbana, 1958. Madras in Maps and Pictures. Issued by the Director of Information and Publicity. Madras, 1959. Majumdar, R. C., Raychaudhuri, H . C., and Datta, Κ., An Advanced History of India. London, 1950. Marriott, McKim, editor, Village India: Studies m the Little Commu nity American Anthropological Association, Memoir No. 83, June, '95JMayer, Adrian C., Caste and Kinship in Central India. London, 1960. Mayer, Albert, et al., Pilot Project, India: The Story of Rural Development at Etawah, Uttar Pradesh. Berkeley, 1958. Mellor, Andrew, India Since Partition. London, 1951. Metcalf, Thomas R., “Struggle over Land Tenure in India i860 - 1868,” Journal of Asian Studies, Vol. XXI, No. 3 (May, 1962), 29J - 308. --------- , “The British and the Moneylender in Nineteenth-Century India,” Journal of Modem History, Vol. 34, No. 4 (December, 1962), 1 9 5 -307. --------- “The Influence of the Mutiny of 1857 on Land Policy in India," The Historical Journal, Vol. 4, No. 2 (1961), 152 - 163. Misra, B. B., The Indian Middle Classes. Oxford, 1961. Mitra, Ashok, “Tax Burden for Indian Agriculture,” in Braibanti and Spengler, editors, Administration and Economic Development in India, 281 - 303. Moreland, W . H n The Agrarian System of Moslem India. Cambridge, 1929.
619
----------From Akbar to Avrangzeb: A Study m Indian Economic His tory. London, 1923. ----------India at the Death of Akbar. London, 1920. --------- and Chatterjee, A. C., A Short History of India. 4th ed., Lon don, 1957. Mukerjee, Radhakamal, editor, Economic Problems of Modem India. Vol. I: London, 1939. Nair, Kusum,' Blossoms in the Dust. Oxford, 1961. Nanda, B. R., Mahatma Gandhi: A Biography. Boston, 1958. Natarajan, L., Peasant Uprisings in India 185 0 - 1900. Bombay, 1953. Neale, W alter C , Economic Change m Rural India: Land Tenure and Reform m Uttar Pradesh 18 fo - 1955. New Haven, 1962. O ’Malley, L. 9 . S., Popular Hinduism. Cambridge, 1935. Overstreet, Gene D., and Windmiller, Marshall, Comnnmism in India. Berkeley, 1959. Park, Richard L., and Tinker, Irene, editors, Leadership and Political Institutions in India. Princeton, 19J9. Patel, Govindlal D., The Indian Land Problem and Legislation. Bombay, *954 Patel, Surendra J., Agricultural Labourers in Modem India and Paki stan. Bombay, 1952. Qureshi, Anwar Iqbal, The Economic Development of Hyderabad. Bombay, 1949. Raghavaiyangar, S. Srinivasa, Memorandum on the Progress of the Madras Presidency during the Last Forty Years of British Admin istration. Madras, 1893. Raju, A. Sarada, Economic Conditions in the Madras Presidency 1800t8;o. Madras, 1941. Retzlaff, Ralph H., A Case Study of Panchayats in a North Indian Vil lage. Berkeley, 19J9. Rudolph, Lloyd I. and Susanne H., “The Political Role of India’s Caste Associations,” Pacific Affairs, XXXIII, No. 1 (March, i960), j - 22. Rudolph, Susanne H., “Consensus and Conflict in Indian Politics,” World Politics, XIII, No. 3 (April, 1961), 385 - 399. Samra, Chattrr Singh, “Subhas Chandra Bose,” in Park and Tinker, editors. Leadership and Political Institutions m India, 66 - 86. Senart, Emile, Caste m India. Translated by E. D. Ross. London, 1930. Singer, Milton, editor, Traditional India: Structure and Change. (Amer ican Folklore Society, “Bibliographical and Special Series,” VoL X .) Philadelphia, 1959.
620
Singh, Baij Nath, “The Impact of Community Development on Rural Leadership,” in Park and Tinker, editors, Leadership and Political Institutions in India, 361 - 365. Smith, Wilfred Cantwell, “Hyderabad: Muslim Tragedy,” Middle East Journal, IV, No. 1 (January, 1950), 1 7 - 5 1 . Spear, T: G., Twilight of the Mughuls. Cambridge, 1951. Srinivas, Μ. N., Caste in Modem India. London, 1961. Stokes, Eric, The English Utilitarians and India. Oxford, 1959. Tavemier, Jean-Baptiste, Travels in India. Transl. by V. Ball. 2nd etL, edited by William Crooke, Oxford, 1925. Thirumalai, S., Postwar Agricultural Problems and Policies in Indie. New York, 19J4. Thomer, Daniel and Alice, Land and Labour in India. London, 1962. Times of India: Directory and Year Book, 196 0 -6 1. Bombay, Delhi, Calcutta, and London, 1961. Tinker, Hugh, “The Village in the Framework of Development,” m Braibanti and Spengler, editors, Administration and Economic De velopment tn India, 94 -1 3 3. Woodruff, Philip., The Men Who Ruled India. VoL I: The Founders. VoL II: The Guardians. London, 1953.
m. Γενικά και χω ρίς κατάταξη Armuaire mtemationale de statistique agricole, 1937 - 38. Issued by die International Institute of Agriculture. Rome, 1938. Banfield, Edward C , The Moral Basis of a Backward Society. Glencoe, 1958. Coulbom, Rushton, editor, Feudalism in History. Princeton, 1956. Foreign Agriculture, weekly publication of the U.S. Department of Agriculture, Washington, D.C. Hintze, Otto, Staat und Verfassung: Gesammelte Abhandhmgen tu t allgememen Verfasstmgsgescbichte. Edited by Gerhard Oestreich. 2nd ed., Gottingen, 1962. Homans, George C., The Human Group. New York, 1950. Klein, Julius, The Mesta: A Study in Spanish Economic History i r j j 1836. Cambridge, Massachusetts, 1920. Livi-Strauss, Claude, La Pensie sauvage. Paris, 1962. Marx, Karl, Selected Works. Translation edited by C. P. Dutt. 1 vols New York, a d .
621
Morgenstem, Oskar, On the Accuracy of Economic Observations. 2nd revised edition, Princcton, 1963. Parsons, Talcott, The Social System. Glcncoe, 1951. Pirenne, Henri, Histoire econonrique de ΓOccident midiSval. [Brussels], ' 95 '· Postgate, R. W ., editor, Revohition from 1789 to 1906: Documents selected and edited with Notes and Introductions. London, 1920, reprinted’N ew York, 1962. Salvemini, Gaetano, The Fascist Dictatorship in Italy. London, 192S. Schmidt, Carl P., The Plottgh and the Sword: Labor, Land, and Property m Fascist Italy. New York, 1938. Schweinetz, Karl de, Jr., Industrialization and Democracy: Economic Necessities and Political Possibilities. New York, 1964. Silone, Ignafcio, Der Fascisnnis. Ziirich, 1934. Syme, Sir Ronald, The Roman Revolution. Oxford, 1956. United Nations: Food and Agriculture Organization, Production Year book, XIV (i960) and XVI (1962). Whitehead, Alfred N., Modes of Thought. New York, 1938; reprinted 1958.
622