Έγραψαν - είπαν... «Ένα
εξαιρετικό
μυθιστόρημα»
Ρόη
Γενεράλη,
Έγραψαν Celebrity
- είπαν.
« Μ έ σ α από την π ρ α γ μ α τ ι κ ά πλούσια αφηγηματική τέχνη της συγγραφέως δίνεται με εξαιρετική ευαισθησία, λεπτότητα και μέτρο σε όλες της τις
« Μ ι α ι σ τ ο ρ ί α γ ι α τη δ ύ ν α μ η ψ υ χ ή ς »
Έλενα
Καΐτσα,
διαστάσεις η
7 Μέρες TV
ιστορία της Σ π ι ν α λ ό γ κ α και των ιδιαίτερων κατοίκων της.
των έ γ κ λ ε ι σ τ ω ν ασθενών από τη
νόσο τ ο υ Χ ά ν σ ε ν .
Το β ι β λ ί ο είναι ένα
μ ή ν υ μ α ζωής. α ι σ ι ο δ ο ξ ί α ς και ε λ π ί δ α ς . Έ ν α σ ά λ π ι σ μ α μάχης ενάντια στις
«Ένα λογοτεχνικό ταξίδι που συναρπάζει!» Κατερίνα
Μανανεδάχη,
TV Zapping
κ ο ι ν ω ν ι κ έ ς π ρ ο κ α τ α λ ή ψ ε ι ς και τον ε γ ω κ ε ν τ ρ ι κ ό α τ ο μ ι σ μ ό , σε όλα τα ε π ί π ε δ α . Μέσα στις γ ρ α μ μ έ ς του βρήκα εικόνες, χρώματα και αρώματα της ιδιαίτερης πατρίδας μ ο υ »
« Μ ι α πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Η έκπληξη της χρονιάς!» Δημήτρης
Αγγελίδης,
Μαρία
Έψιλον
« Μ υ σ τ ι κ ά , α π ο κ α λ ύ ψ ε ι ς , κ α τ ε σ τ ρ α μ μ έ ν ε ς ζωές σ' ένα μ υ θ ι σ τ ό ρ η μ α π ο υ σε
Δαμανάχη
« Τ ό σ ο ρεαλιστικό, καλογραμμένο και τόσο ανθρώπινο, ώστε να συμπάσχει κανείς με τους ήρωες - κάποιες φορές μέχρι δ α κ ρ ύ ω ν . . . »
κερδίζει σελίδα-σελίδα» Γιόλα
Αργυροπούλου,
Πάρης
Τηλέραμα
«Ένα
μο, την κρητική φιλοξενία και α υ θ ο ρ μ η τ ι σ μ ό . . . »
γ ε μ ά τ η αισιοδοξία ιστορία. Ένα απίθανο ταξίδι... Π ρ έ π ε ι οπωσδήποτε να
Μαυρικάκης,
Χανιώτικα
Νέα
μυθιστόρημα
που
καθηλώνει,
μία
Vogue
« Έ ν α ς ύμνος κ α ι ένα ε γ κ ώ μ ι ο γ ι α την κ ρ η τ ι κ ή λ ε β ε ν τ ι ά , το κ ρ η τ ι κ ό φ ι λ ό τ ι
Κωστής
υπέροχο
Κορμαρής,
πολύ
συγκινητική
και
μ ε τ α φ ε ρ θ ε ί στη μεγάλη οθόνη» Γιώργος
Παπατριανταφύλλου,
Kiss FM
« Έ ν α β α θ ι ά αισιόδοξο β ι β λ ί ο . Η σκιά τ ο υ θανάτου, που μ ο ι ά ζ ε ι να το κ υ κλώνει α π ε ι λ η τ ι κ ά , μ ε τ ο υ σ ι ώ ν ε τ α ι με φ υ σ ι κ ό τ ρ ό π ο σ' ένα υ μ ν η τ ι κ ό τ ρ α
«Ένα Μπεστ Σ έ λ λ ε ρ για τη Σπιναλόγκα που έκανε τους κριτικούς να μιλά
γούδι για την αναζήτηση της αγάπης, τη δύναμη της ανθρώπινης φύσης και
νε γ ι α νέο « Μ α ν τ ο λ ί ν ο του Λογαχού Κ ο ρ έ λ ι »
την ομορφιά της ζ ω ή ς »
Μανώλης Πιμπλής, Γιώργος
Καρουζάκης,
Τα Νέα
LIFO « Τ ο Νησί έχει όλα τα συστατικά γ ι α να είναι το α π ό λ υ τ ο καλοκαιρινό ανά
« Ύ μ ν ο ς σ τ η ζωή κ α ι π ρ ο τ ρ ο π ή α γ ά π η ς γ ι α τ ο ν ά ν θ ρ ω π ο . Μ ε τ ρ υ φ ε ρ ό τ η τ α κ α ι
γνωσμα: αβάστακτα μυστικά, κ α τ α δ ι κ α σ μ έ ν ε ς ζωές. οικογενειακές τ ρ α γ ω
ευαισθησία α ν α δ ε ι κ ν ύ ε ι τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α σε χώρο ανθρώπων που πάλλονταν
δίες, π ά θ η . . . » Αγγελιχή
κ α ι ή θ ε λ α ν τ η ζωή. Ο λ ό γ ο ς τ η ς λ ι τ ό ς , π ε ι σ τ ι κ ό ς κ α ι δ ι ε ι σ δ υ τ ι κ ό ς . Ο α ν α γ ν ώ
Μπιρμπίλη,
Athens
Voice
σ τ η ς μ α θ α ί ν ε ι ό τ ι τ η ζωή δ ε ν τ η ν ο ρ ι ο θ ε τ ο ύ ν ο ι δ υ σ κ ο λ ί ε ς κ α ι ο ι α ν τ ι ξ ο ό τ η τ ε ς αλλά η αγάπη και η αλληλεγγύη. Η Σπιναλόγκα γίνεται σύμβολο αυτής της
« Ε ξ ω τ ι κ ό περιβάλλον, πειστική απεικόνιση, χρώματα κι αρώματα εξωτι κά. Η Χ ί σ λ ο π σ κ ι α γ ρ α φ ε ί χ α ρ α κ τ ή ρ ε ς , δ ε ν κ ά ν ε ι κ α ρ ι κ α τ ο ύ ρ ε ς . Ότι
αγάπης»
πει για να γίνει ταινία» Φώτης
Κουβέλης
Λώρη
Κέζα,
Βήμα
πρέ
Κυκλοφορούν: • Ατλαντίς David
Βικτόρια Χίσλοπ
Gibbins
• Το αηδόνι της Σμύρνης Ειρένα
Ιωαννίδου Αδαμίδου
• Υ . Γ . Σ' αγαπώ Cecelia
Ahem
• Στην άκρη του ουράνιου τόξου Cecelia
Ahem
ΤΟ ΝΗΣΙ Μυθιστόρημα
Μετάφραση Μιχάλης Δελέγκος
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ
Στη
μητέρα
μου
© Victoria Hislop, 2005 © Για όλο τον κόσμο, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ, 2007 Απαγορεύεται η αναπαραγωγή ή ανατύπωση μέρους ή του συνόλου του βιβλίου σε οποιαδήποτε μορφή, χωρίς τη γραπτή άδεια του εκδότη. ISBN: 978-960-364-329-6 Πρώτη ελληνική έκδοση: Απρίλιος 2007 Μετάφραση: Μιχάλης Δελέγκος Επιμέλεια-Διόρθωση: Ροδάνθη Παπαδομιχελάκη Προσαρμογή εξωφύλλου - Ηλεκτρονική σελιδοποίηση: Εικών - Κοσμάς Αρβανίτης & Συνεργάτες, τηλ.: 210 33 03 200 ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ
DIOPTRA PUBLISHING
Ζωοδόχου Πηγής 27
27 Zoodochou Pigis str.
106 81 Αθήνα
106 81 Athens, Greece
Τηλ.: 210 380 52 28
Tel.: 210 380 52 28
210 330 07 74
210 330 07 74
Fax: 210 330 04 39
Fax: 210 330 04 39
http://www.dioptra.gr e-mail:
[email protected]
Ευχαριστώ ιδιαιτέρως: Τη Ι Γ ' Εφορία Αρχαιοτήτων και το Μουσείο της Σπιναλόγκας Τον Καθηγητή Richard Groves, Ακαδημαϊκό Δερματολόγο του Imperial College Την Dr. Diana Lockwood του London School of Hygiene & Tropical Medicine Και τον οργανισμό The Leprosy Mission
Mary
Το Νησί με έχει συνεπάρει, με έχει συγκινήσει, με έχει συγκλο νίσει, με έφερε 58 χρόνια πίσω, τότε που έζησα και ο ίδιος όσα περιγράφονται σ' αυτό. Η συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ θα πρέπει να έχει μεγάλο χάρισμα για να περιγράψει τόσες λεπτομέρειες με τόση ακρίβεια, χωρίς να τις έχει ζήσει από κοντά. Βρίσκω Το Νησί ένα ευαγγέλιο διακήρυξης της αγάπης και ευχαριστώ τη συγγραφέα από τα βάθη της καρδιάς μου για τη λεπτότητα με την οποία χειρίστηκε τους πάσχοντες από τη νόσο του Χάνσεν. Εμμανουήλ Φουντουλάκης
Οι εκδόσεις Διόπτρα ευχαριστούν θερμά το Δήμο Αγίου Νικολάου Κρήτης και τους κυρίους Κωστή Μαυρικάκη, Εμμανουήλ Φουντουλάκη για την πολύτιμη βοήθεια τους. Ιδιαιτέρως ευχαριστούμε τον κύριο Στέλιο Κτενιαδάκη για την αμέριστη υποστήριξή του στην έκδοση αυτού του βιβλίου.
Πλάκα,
Μ
Κρήτη,
1953
ΙΑ Ψ Υ Χ Ρ Η Ρ Ι Π Η Α Ν Ε Μ Ο Υ διέσχισε τα στενά δρο μάκια της Π λ ά κ α ς και η π α γ ω ν ι ά του φθινοπωρι νού αέρα α γ κ ά λ ι α σ ε τη γυναίκα, παραλύοντας το
κορμί και το νου της, προκαλώντας της ένα μούδιασμα που
σχεδόν ε κ μ η δ έ ν ι σ ε τις αισθήσεις της, αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γ ι α να της απαλύνει τη θ λ ί ψ η . Κ α θ ώ ς περπα τούσε με δυσκολία τα τ ε λ ε υ τ α ί α λ ί γ α μέτρα μ έ χ ρ ι την απο βάθρα, έ γ ε ι ρ ε βαριά στον πατέρα τ η ς . Το βάδισμά της έμοια ζε με τ α λ α ι π ω ρ η μ έ ν η ς γριάς, που κ ά θ ε β ή μ α τής προκαλεί διαπεραστικό πόνο. Α λ λ ά ο δικός της πόνος δεν ήταν σωμα τικός. Το κορμί της ήταν τόσο δυνατό όσο και οποιασδήποτε νεαρής γυναίκας που ε ί χ ε περάσει τη ζωή της αναπνέοντας τον καθαρό κρητικό αέρα, η ε π ι δ ε ρ μ ί δ α της τόσο ν ε α ν ι κ ή και τα μάτια της τόσο έντονα καστανά και λαμπερά όσο κι εκείνα οποιουδήποτε κοριτσιού πάνω σε αυτό το νησί. Η μ ι κ ρ ή βάρκα, φορτωμένη άτακτα με μπόγους που ε ί χαν π ε ρ ί ε ρ γ ο σχήμα και ήταν δεμένοι με σκοινί, χόρευε στο θαλασσινό νερό.
Ο η λ ι κ ι ω μ έ ν ο ς άντρας, σκυφτός, α ν έ β η κ ε
πάνω της αργά, και προσπαθώντας με το ένα χ έ ρ ι του να κ ρ α τ ι έ τ α ι σφιχτά από την κουπαστή, άπλωσε το άλλο γ ι α να βοηθήσει την κόρη του. Μ ό λ ι ς ε κ ε ί ν η ε π ι β ι β ά σ τ η κ ε με ασφά λ ε ι α , την τ ύ λ ι ξ ε προστατευτικά με μια κουβέρτα γ ι α να την προφυλάξει από τα στοιχεία της φύσης. Τ ό τ ε , η μόνη ορατή
11
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ένδειξη ότι το κορίτσι δεν αποτελούσε απλώς μέρος του φορτίου ήταν οι μακριές, μαύρες πλεξούδες των μ α λ λ ι ώ ν του, που τινάζονταν εδώ κι ε κ ε ί από τον αέρα. Ο άντρας έλυσε προσε κτικά τον κάβο -δεν υπήρχε τίποτα περισσότερο να ε ι π ω θ ε ί ή να γ ί ν ε ι - και το ταξίδι τους άρχισε. Δ ε ν ήταν η αρχή μιας σύντομης διαδρομής γ ι α την παράδοση π ρ ο μ η θ ε ι ώ ν . Ήταν η αρχή ενός ταξιδιού χωρίς επιστροφή, με προορισμό το ξεκί νημα μιας καινούριας ζωής. Μ ι α ς ζωής σε αποικία λεπρών. Μ Ε Ρ Ο Σ
Τ η ς ζωής στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α .
12
ΠΡΩΤΟ
Πρώτο Κεφάλαιο
Πλάκα,
Μ
Κρήτη, ΟΛΙΣ
2001 ΛΥΘΗΚΕ
από τον κάβο του, το σκοινί τ ι
ν ά χ τ η κ ε στον αέρα και ράντισε τα γυμνά μπράτσα της γυναίκας με σταγόνες θαλασσινού νερού. Γ ρ ή
γορα στέγνωσαν και, καθώς ο ήλιος έπεφτε πάνω της καυτός από τον πεντακάθαρο ουρανό, παρατήρησε στην επιδερμίδα
της να λάμπουν περίτεχνα σχέδια από κρυστάλλους αλατιού, σαν τατουάζ από διαμάντια. Η Α λ έ ξ ι ς ήταν ο μοναδικός επι βάτης στη μ ι κ ρ ή , στραπατσαρισμένη βάρκα, και καθώς το σκάφος απομακρυνόταν αγκομαχώντας από την προβλήτα με κατεύθυνση το μοναχικό, ακατοίκητο νησί μπροστά, ε κ ε ί ν η ένιωσε ένα τρέμουλο, μόλις σκέφτηκε όλους τους άντρες και τις γ υ ν α ί κ ε ς που είχαν τ α ξ ι δ έ ψ ε ι ε κ ε ί πριν από α υ τ ή . Σπιναλόγκα. Έ π α ι ξ ε με τη λ έ ξ η , στριφογυρίζοντάς τη στο στόμα της σαν κουκούτσι ελιάς. Το νησί βρισκόταν ευθεία μπροστά, και καθώς η βάρκα πλησίαζε το μ ε γ ά λ ο βενετσιά νικο κάστρο που ορθωνόταν στην άκρη της θάλασσας, ένιωσε όχι μόνο την έ λ ξ η του παρελθόντος του, αλλά και την ισχυρή αίσθηση της σημασίας που ε ί χ ε στο παρόν. Αυτό, σκέφτηκε, 15
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ίσως ήταν ένα μέρος όπου η ιστορία παρέμενε ακόμη ζωντανή,
αποστειρωμένο
όχι νεκρή ανάμνηση, όπου οι κάτοικοι ήταν π ρ α γ μ α τ ι κ ο ί και
έξω κόσμο ε ί χ ε εξασθενήσει και, εδώ και τρία χρόνια, έμοιαζε
όχι πλάσματα του μύθου. Πόσο διαφορετικό γινόταν έτσι από
με φιλάσθενο φυτό που δεν κατάφερε να ε π ι β ι ώ σ ε ι μετά τη
τα αρχαία παλάτια και τις τοποθεσίες που ε ί χ ε δει η Α λ έ ξ ι ς
μεταφύτευση του από το θερμοκήπιο στο ελεύθερο χ ώ μ α .
περνώντας τις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς εβδομάδες, μήνες - α κ ό μ η και χρό ν ι α - ως επισκέπτρια.
μικρόκοσμο
ενός πανεπιστημίου,
αλλά
στον
Ο Ε ν τ ήταν ωραίος. Κι αυτό ήταν μάλλον γεγονός παρά α π λ ή γ ν ώ μ η . Α λ λ ά αυτή ακριβώς η ομορφιά του μ ε ρ ι κ έ ς
Η Α λ έ ξ ι ς θα μπορούσε να ε ί χ ε περάσει ά λ λ η μια μέρα
φορές την ενοχλούσε υπερβολικά και ήταν σίγουρη πως χειρο
τριγυρίζοντας στα ερείπια της Κνωσσού, πλάθοντας στο μυαλό
τέρευε την υπεροψία και την αξιοζήλευτη, ενίοτε, αυτοπεποί
της με τη βοήθεια των γ ι γ α ν τ ι α ί ω ν συντριμμιών εικόνες γ ι α
θηση του. Ε ί χ α ν ταιριάξει σαν να ήταν μια κατάσταση όπου
το πώς ήταν η ζωή ε κ ε ί , πάνω από τέσσερις χ ι λ ι ά δ ε ς χρόνια
« έ λ κ ο ν τ α ν τα ε τ ε ρ ώ ν υ μ α » , η Α λ έ ξ ι ς με τη χ λ ο μ ή επιδερμίδα
πριν. Τ ε λ ε υ τ α ί α , όμως, ε ί χ ε αρχίσει να αισθάνεται ότι αυτό
και τα σκούρα μ α λ λ ι ά και μάτια, και ο Ε ν τ με τα ξανθά
ήταν ένα παρελθόν τόσο μακρινό, ώστε σχεδόν ξεπερνούσε τα
μ α λ λ ι ά , τα γαλάζια μάτια,
με τη σχεδόν άρια εμφάνιση.
όρια της φαντασίας της, και σίγουρα του ενδιαφέροντός της.
Μ ε ρ ι κ έ ς φορές, ωστόσο, έ ν ι ω θ ε τη δ ι κ ή της πιο ατίθαση φύση
Αν και ε ί χ ε πτυχίο στην αρχαιολογία και δουλειά σε μουσείο,
να ξεθωριάζει εξαιτίας της ανάγκης του Ε ν τ γ ι α πειθαρχία
ένιωθε το ενδιαφέρον της γ ι α το αντικείμενο να φθίνει κ α θ η
και τάξη, και ήξερε πως δεν ή θ ε λ ε κάτι τέτοιο· ακόμη και
μερινά. Ο πατέρας της ήταν ακαδημαϊκός με πάθος γ ι α το
το ελάχιστο δ ε ί γ μ α αυθορμητισμού που λαχταρούσε έμοιαζε
αντικείμενο του, και με έναν παιδιάστικο τρόπο ε κ ε ί ν η ε ί χ ε
ανάθεμα γ ι α εκείνον.
απλώς μ ε γ α λ ώ σ ε ι πιστεύοντας ότι θα ακολουθούσε τα σκονι
Π ο λ λ ά από τα άλλα θετικά χαρακτηριστικά του, τα πε
σμένα βήματα του. Για κάποιον σαν τον Μάρκους Φ ί λ ν τ ι ν γ κ
ρισσότερα από τα οποία θεωρούνταν σε γ ε ν ι κ έ ς γ ρ α μ μ έ ς προ
δεν υπήρχε αρχαίος πολιτισμός ο οποίος να ανήκει τόσο βαθιά
τερήματα γ ι α τον υπόλοιπο κόσμο, είχαν αρχίσει να την τρε
στο παρελθόν ώστε να μην του κινήσει το ενδιαφέρον, αλλά
λαίνουν. Κ α τ ' αρχάς η απερίγραπτη αυτοπεποίθησή του. Αυτή
γ ι α την Α λ έ ξ ι ς , στην η λ ι κ ί α των είκοσι πέντε πλέον, ο ταύρος
ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της σταθερής βεβαιότητας
τον οποίο ε ί χ ε προσπεράσει στο δρόμο νωρίτερα ε κ ε ί ν η την
του για το μέλλον αλλά και για το τι τον περίμενε από τη στιγ
ημέρα ήταν σημαντικά πιο αληθινός και πιο σχετικός με τη
μή που γ ε ν ν ή θ η κ ε . Ο Ε ν τ ε ί χ ε λ ά β ε ι υποσχέσεις γ ι α ισόβια
ζωή της από όσο θα μπορούσε να είναι ποτέ ο Μινώταυρος στο
εργασία σε μια ν ο μ ι κ ή εταιρεία και τα χρόνια θα κυλούσαν
κέντρο του θρυλικού κρητικού λαβύρινθου.
με ένα προκαθορισμένο μ ο τ ί β ο ε π α γ γ ε λ μ α τ ι κ ή ς προόδου και
Η κατεύθυνση που έπαιρνε η καριέρα της δεν αποτελούσε,
διαμονή σε π ρ ο β λ έ ψ ι μ ε ς περιοχές. Η μόνη βεβαιότητα της
προς το παρόν, το φλέγον ζήτημα στη ζωή της. Π ι ο πιεστικό
Α λ έ ξ ι ς ηταν η ολοένα αυξανόμενη ασυμβατότητά τους. Κα
ήταν το δ ί λ η μ μ α της σχετικά με τον Ε ν τ .
θώς προχωρούσαν οι διακοπές τους, περνούσε όλο και περισ
Όσο καιρό ρουφούσαν την αδιάκοπη ζέστη των τελευταίων
σότερο χρόνο συλλογιζόμενη το μ έ λ λ ο ν , και δεν φανταζόταν
καλοκαιρινών ηλιαχτίδων στις διακοπές τους στα ελληνικά
τον Ε ν τ να έ χ ε ι θέση σε αυτό. Α κ ό μ η και οι συνήθειες τους
νησιά, η κάποτε πολλά υποσχόμενη ε ρ ω τ ι κ ή σχέση τους ε ί χ ε
στο σπίτι δεν ταίριαζαν. Ό λ α πήγαιναν στραβά. Α λ λ ά ο φταί
αρχίσει να φτάνει στο τέλος. Η σχέση τους ε ί χ ε ανθίσει στον
χτης ήταν αυτή, όχι ο Ε ν τ . Η αντίδρασή του στην ατσαλοσύνη
16
17
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
της έ δ ε ι χ ν ε με τον καλύτερο τρόπο τη στάση του απέναντι στη
ΝΗΣΙ
β ρ ε ι το κουράγιο να κάνει κ ά τ ι . Ο Ε ν τ περνούσε αυτές τις
ζωή γ ε ν ι κ ά , κι ε κ ε ί ν η θεωρούσε την απαίτησή του να είναι
διακοπές μ ι λ ώ ν τ α ς τόσο πολύ, οργανώνοντας και κατανέμο
όλα άψογα νοικοκυρεμένα δυσάρεστα εξουσιαστική. Προσπα
ντας το χρόνο των δραστηριοτήτων τους, ώστε φαινόταν να
θούσε να ε κ τ ι μ ή σ ε ι την α ν ά γ κ η του γ ι α τ ά ξ η , αλλά πικραινό
μην έ χ ε ι αντιληφθεί ότι ε κ ε ί ν η έ μ ε ν ε όλο και περισσότερο
ταν με την ε π ι κ ρ ι τ ι κ ή στάση του, που δεν χρειαζόταν να ε κ
σ ι ω π η λ ή όσο κυλούσαν οι μ έ ρ ε ς .
φραστεί με λ ό γ ι α , σχετικά με τον τρόπο που ζούσε η ίδια, και
Πόσο διαφορετικό ήταν αυτό το ταξίδι από τις διακοπές
συχνά θυμόταν ότι ένιωθε σαν στο σπίτι της μέσα στο σκοτεινό,
που ε ί χ ε κάνει γυρίζοντας τα ε λ λ η ν ι κ ά νησιά όταν ήταν φοι
ακατάστατο γραφείο του πατέρα της, ενώ η κρεβατοκάμαρα
τήτρια, τότε που ε κ ε ί ν η και οι φίλοι της δεν γνώριζαν περιο
των γονιών της, με τα χλομά χρώματα που ε ί χ ε δ ι α λ έ ξ ε ι η
ρισμούς και οι ε π ι θ υ μ ί ε ς τους ήταν το μόνο που καθόριζε τ ι ς
μητέρα της γ ι α τους τοίχους, και τις συγυρισμένες επιφάνειες,
ν ω χ ε λ ι κ έ ς , ηλιόλουστες μέρες... οι αποφάσεις σε ποιο μπαρ
την έκανε να τ ρ έ μ ε ι .
να πάνε, σε ποια παραλία να κάνουν ηλιοθεραπεία και πόσο
Ό λ α γίνονταν πάντοτε όπως ή θ ε λ ε ο Ε ν τ . Ήταν ένα από
να μείνουν σε κάποιο νησί παίρνονταν με το στρίψιμο ενός
τα χ α ϊ δ ε μ έ ν α παιδιά της ζωής: χ ω ρ ί ς να κ α τ α β ά λ λ ε ι καμία
εικοσάρικου. Τ η ς ήταν δύσκολο να π ι σ τ έ ψ ε ι ότι η ζωή ε ί χ ε
προσπάθεια, ερχόταν πρώτος στην τάξη και κ ά θ ε χρόνο κέρ
υπάρξει κάποτε τόσο α ν έ μ ε λ η . Αυτό το ταξίδι ήταν τόσο γ ε
Ο τέλειος
μάτο από συγκρούσεις, τσακωμούς και ερωτήματα που απευ
και ιδανικός μ α θ η τ ή ς . Θα τον πονούσε, αν διαλυόταν η ψ ε υ
θύνονταν στον ίδιο της τον εαυτό· ήταν ένας αγώνας που ε ί χ ε
δαίσθηση του. Τον είχαν μ ε γ α λ ώ σ ε ι με τέτοιον τρόπο ώστε να
αρχίσει πολύ πριν β ρ ε θ ε ί στο έδαφος της Κ ρ ή τ η ς .
διζε επαίνους χωρίς να συναντάει ανταγωνισμό.
θεωρεί πως ολόκληρος ο κόσμος τού ανήκε, αλλά η Α λ έ ξ ι ς
« Π ώ ς γ ί ν ε τ α ι να ε ί μ α ι είκοσι πέντε χρόνων και τόσο
ε ί χ ε αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι η ίδια δεν θα μπορούσε να
απελπιστικά α β έ β α ι η γ ι α το μ έ λ λ ο ν ; » ε ί χ ε αναρωτηθεί κα
είναι μέρος του. Θα μπορούσε π ρ ά γ μ α τ ι να ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι την
θώς έφτιαχνε τις βαλίτσες της γ ι α τ ο ταξίδι. « Ν α μ ε τώρα,
ανεξαρτησία της και να π ά ε ι να ζήσει μαζί του, όσο προφανές
σε ένα διαμέρισμα που δεν μου α ν ή κ ε ι , έ τ ο ι μ η να φ ύ γ ω γ ι α
κι αν ήταν ότι αυτό θα έπρεπε να κάνει; Έ ν α σχετικά φτωχι
διακοπές, μακριά από μια δουλειά που δεν μου αρέσει, μαζί
κό νοικιασμένο δυάρι στο Κράουτς Ε ν τ σε σύγκριση με ένα
με έναν άντρα γ ι α τον οποίο δεν νοιάζομαι σχεδόν καθόλου.
πολυτελές διαμέρισμα στο Κένσινγκτον - ήταν τ ρ ε λ ή που θα
Π ο ι ο είναι το π ρ ό β λ η μ ά μ ο υ ; »
απέρριπτε το δεύτερο; Παρά τις προσδοκίες του Ε ν τ ότι θα
Ό τ α ν η μητέρα της, η Σοφία, βρισκόταν στην η λ ι κ ί α της
π ή γ α ι ν ε να μ ε ί ν ε ι μαζί του το φθινόπωρο, υπήρχαν ερωτήμα
Α λ έ ξ ι ς , ήταν ήδη παντρεμένη αρκετά χρόνια και ε ί χ ε δύο
τα που θα έπρεπε να θέσει στον εαυτό της: Τι νόημα ε ί χ ε να
παιδιά. Π ο ι ε ς περιστάσεις την είχαν κάνει τόσο ώ ρ ι μ η σε τόσο
ζει μαζί του αν η πρόθεσή τους δεν ήταν να παντρευτούν; Κ α ι
νεαρή η λ ι κ ί α ; Αν ήξερε περισσότερα γ ι α το πώς η μητέρα της
ήταν εκείνος ο άνθρωπος τον οποίο θα ή θ ε λ ε γ ι α πατέρα των
προσέγγιζε τη ζωή, ίσως να κατάφερνε να πάρει τις δικές της
παιδιών της, ούτως ή ά λ λ ω ς ; Αυτού του είδους οι α β ε β α ι ό τ η
αποφάσεις.
τες στριφογύριζαν στο μυαλό της γ ι α εβδομάδες, α κ ό μ η και
Η Σοφία, όμως, ήταν πάντοτε υπερβολικά κ ο υ μ π ω μ έ ν η
μήνες πλέον, και αργά ή γρήγορα θα ήταν υποχρεωμένη να
σχετικά με το παρελθόν της, και με την πάροδο του χρόνου
18
19
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
αυτή η μυστικοπάθεια ε ί χ ε γ ί ν ε ι ένα φράγμα ανάμεσα σε αυ
επίμονη άρνηση. Ό τ α ν η Α λ έ ξ ι ς έφτασε στην ε φ η β ε ί α , ε ί χ ε
τήν και την κόρη της. Τ η ς Α λ έ ξ ι ς της φαινόταν ειρωνεία που
μ ά θ ε ι να σέβεται την ε π ι θ υ μ ί α της μητέρας της να τηρηθούν
η οικογένειά της ενθάρρυνε τη μ ε λ έ τ η και την κατανόηση του
κάποια π ρ ά γ μ α τ α προσωπικά· άλλωστε ήταν το ίδιο έντονη
παρελθόντος, ενώ ταυτόχρονα την εμπόδιζε να δει από κοντά
με το ε φ η β ι κ ό ένστικτο της που την ή θ ε λ ε να απομονώνεται
τη δ ι κ ή της ιστορία· αυτή η αίσθηση ότι η Σοφία κάτι έκρυβε
και να αποφεύγει την επικοινωνία. Τ ώ ρ α , όμως, ε ί χ ε μ ε γ α
από τα παιδιά της έριχνε ένα πέπλο καχυποψίας. Η Σοφία
λώσει αρκετά ώστε να τα ξεπεράσει όλα αυτά.
Φ ί λ ν τ ι ν γ κ φαινόταν όχι μόνο να έ χ ε ι θ ά ψ ε ι τις ρίζες της, αλλά και να έ χ ε ι πατήσει με δύναμη το χ ώ μ α που τις κ ά λ υ π τ ε .
Το βράδυ πριν φύγει γ ι α διακοπές, π ή γ ε στο σπίτι των γο νιών της, ένα οίκημα της βικτοριανής εποχής σε έναν ήσυχο
Η Α λ έ ξ ι ς δ ι έ θ ε τ ε μόνο ένα στοιχείο σχετικά με το παρελ
δρόμο του Μ π ά τ ε ρ σ ι . Ήταν ο ι κ ο γ ε ν ε ι α κ ή παράδοση να τρώνε
θόν της μητέρας τ η ς : μια ξεθωριασμένη γ α μ ή λ ι α φωτογραφία
στην ε λ λ η ν ι κ ή ταβέρνα της περιοχής πριν η Α λ έ ξ ι ς ή ο Ν ι κ
που βρισκόταν πάνω στο κομοδίνο της Σοφίας από τότε που
φύγουν γ ι α τα μ α θ ή μ α τ α του επόμενου εξαμήνου στο πανεπι
μπορούσε να θ υ μ η θ ε ί η Α λ έ ξ ι ς , με την ασημένια κορνίζα της
στήμιο ή γ ι α κάποιο ταξίδι στο εξωτερικό, αλλά αυτή τη φο
φθαρμένη από το γ υ ά λ ι σ μ α . Σ τ α πρώτα χρόνια της π α ι δ ι κ ή ς
ρά η Α λ έ ξ ι ς ε ί χ ε άλλο ένα κίνητρο γ ι α την ε π ί σ κ ε ψ η . Ή θ ε λ ε
η λ ι κ ί α ς της, όταν η Α λ έ ξ ι ς χρησιμοποιούσε το μ ε γ ά λ ο αφρά
τη συμβουλή της μητέρας της σχετικά με το τι θα έπρεπε να
το κ ρ ε β ά τ ι των γονιών της σαν τραμπολίνο, η εικόνα του
κάνει με τον Ε ν τ , κ α ι , κάτι εξίσου σημαντικό, σχεδίαζε να τη
χαμογελαστού
ρωτήσει μερικά πράγματα γ ι α το παρελθόν της. Έ χ ο ν τ α ς
αλλά
μάλλον
άκαμπτα
στημένου
ζευγαριού
στη φωτογραφία χοροπηδούσε μπροστά στα μάτια της. Μ ε ρ ι
φτάσει μ ι α ώρα νωρίτερα, η Α λ έ ξ ι ς αποφάσισε να προσπαθή
κές φορές έκανε ερωτήσεις στη μητέρα της γ ι α την όμορφη
σει να κάνει τη μητέρα της να της αποκαλύψει κ ά τ ι . Α κ ό μ η
κυρία με τις δαντέλες και τον καλοσχηματισμένο άντρα με τα
και λ ί γ ο φως στο μυστήριο θα της αρκούσε.
ασημένια μ α λ λ ι ά . Π ώ ς λέγονταν; Γ ι α τ ί εκείνος ε ί χ ε γκρίζα μ α λ λ ι ά ; Π ο ύ βρίσκονταν τώρα; Η Σοφία έδινε όσο πιο λ α κ ω ν ι κ έ ς απαντήσεις γινόταν: ότι ήταν η θεία Μ α ρ ί α και ο θείος Ν ι κ ό λ α ο ς , ότι ζούσαν στην Κ ρ ή τ η κ α ι ότι είχαν πια πεθάνει και οι δύο. Αυτές οι πληροφορίες ικανοποιούσαν την Α λ έ ξ ι ς τότε - αλλά τώρα χρειαζόταν να μ ά θ ε ι περισσότερα. Ήταν η ε ι δ ι κ ή βαρύτητα αυτής της φωτογραφίας - τ η ς μόνης κορνιζα ρισμένης φωτογραφίας σε ολόκληρο το σπίτι, εκτός από ε κ ε ί νες της ίδιας και του μικρότερου αδερφού της, του Ν ι κ - που της δ ι έ γ ε ι ρ ε την π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α όσο τ ί π ο τ ε ά λ λ ο . Αυτό το ζευγά ρι ε ί χ ε παίξει ξεκάθαρα σημαντικό ρόλο στην π α ι δ ι κ ή η λ ι κ ί α της μητέρας της, κι όμως η Σοφία φαινόταν πάντοτε πολύ απρόθυμη να συζητήσει γ ι ' αυτούς τους δυο ανθρώπους. Σ τ η ν π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , ήταν κ ά τ ι παραπάνω από απροθυμία· ήταν
20
Μ π ή κ ε στο σπίτι, παράτησε τον βαρύ σάκο της στο πλα κόστρωτο πάτωμα και έριξε το κ λ ε ι δ ί της στον μαυρισμένο μπρούτζινο δίσκο στο ράφι του χολ. Αυτό π ρ ο σ γ ε ι ώ θ η κ ε με έναν δυνατό μ ε τ α λ λ ι κ ό ήχο. Η Α λ έ ξ ι ς ήξερε ότι η μητέρα της σιχαινόταν να την αιφνιδιάζουν. « Γ ε ι α σου, μ α μ ά ! » φώναξε μέσα στον σιωπηλό χώρο του διαδρόμου. Μαντεύοντας ότι η μητέρα της θα βρισκόταν στον επάνω όροφο, α ν έ β η κ ε τα σκαλιά δυο-δυο, και μόλις μ π ή κ ε στην κρεβατοκάμαρα των γονιών της, θαύμασε, ως συνήθως, την ε ξ α ι ρ ε τ ι κ ή τάξη της. Μ ι α λ ι τ ή σειρά από χάντρες ήταν α π λ ω μ έ ν η στις δυο άκρες του καθρέφτη και τρία μπουκαλάκια με άρωμα ήταν άψογα παραταγμένα πάνω στην τουαλέτα της Σ ο φ ί α ς . Κατά τα άλλα, το δωμάτιο ήταν τ ε λ ε ί ω ς άδειο από
21
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
περιττά π ρ ά γ μ α τ α . Δ ε ν υπήρχαν στοιχεία που να μαρτυρούν
ΤΟ
ΝΗΣΙ
το χρώμα της ημικρανίας και του εκρηκτικού θυμού. Α κ ό μ η
την προσωπικότητα ή το παρελθόν της μητέρας της, ούτε ένας
και η Α λ έ ξ ι ς θεωρούσε πλέον ότι ήταν έτσι, μολονότι ε κ ε ί ν η
πίνακας στον τοίχο, ούτε ένα β ι β λ ί ο στο κομοδίνο. Μόνο εκεί
την εποχή ε ί χ ε ε π ι μ ε ί ν ε ι στο συγκεκριμένο χρώμα. Κάποια
νη η κορνιζαρισμένη φωτογραφία δίπλα στο κ ρ ε β ά τ ι . Μ ο λ ο
μέρα οι γονείς της ίσως να το ξανάβαφαν, αλλά σε ένα σπίτι
νότι μοιραζόταν το δωμάτιο με τον Μάρκους, αυτός ο χώρος
όπου η ε σ ω τ ε ρ ι κ ή διακόσμηση και τα άνετα έπιπλα έρχονταν
ανήκε στη Σ ο φ ί α , κ α ι ε κ ε ί μέσα βασίλευε η α ν ά γ κ η της γ ι α
σε δεύτερη μοίρα, μπορεί να περνούσε ά λ λ η μια δεκαετία πριν
τ ά ξ η . Κ ά θ ε μέλος της οικογένειας ε ί χ ε τον δικό του χώρο,
συνέβαινε κάτι τέτοιο. Το χρώμα των τοίχων στο δωμάτιο
που φανέρωνε την ιδιοσυγκρασία του.
του Ν ι κ ε ί χ ε πάψει από καιρό να έχει σημασία - ούτε ένα
Αν η λιτότητα της κρεβατοκάμαρας την έκανε να ανήκει
τετραγωνικό εκατοστό δεν φαινόταν κάτω από τις αφίσες με
στη Σ ο φ ί α , ο χώρος του Μάρκους ήταν το γραφείο του, όπου
τους παίκτες της Άρσεναλ, τα συγκροτήματα χ έ β ι μ έ τ α λ και
βρίσκονταν β ι β λ ί α στοιβαγμένα σε στήλες στο π ά τ ω μ α . Μ ε
τις ξανθιές με τα απίστευτα μ ε γ ά λ α στήθη. Το καθιστικό ήταν
ρικές φορές, αυτοί οι βαριοί πύργοι σωριάζονταν και οι τόμοι
ένας χώρος που μοιράζονταν η Α λ έ ξ ι ς και ο Ν ι κ , οι οποίοι
σκορπίζονταν σε ολόκληρο το δ ω μ ά τ ι ο · τότε, ο μόνος τρόπος
στη διάρκεια δύο δεκαετιών πρέπει να πέρασαν πάνω από
πρόσβασης στο έπιπλο του γραφείου του ήταν να πατάει κα
ένα εκατομμύριο ώρες παρακολουθώντας σιωπηλά τηλεόραση
νείς πάνω στα δερματόδετα β ι β λ ί α . Ο Μάρκους απολάμβανε
στο μισοσκόταδο. Α λ λ ά η κουζίνα ήταν γ ι α όλους. Η ροτόντα
να εργάζεται σε αυτό τον κατεστραμμένο ναό των β ι β λ ί ω ν
της δεκαετίας του ' 7 0 από πευκόξυλο - τ ο πρώτο έπιπλο που
του θύμιζε τις φορές που βρισκόταν στο μέσον μιας αρχαιολο
είχαν αγοράσει μαζί ο Μάρκους και η Σ ο φ ί α - αποτελούσε το
γ ι κ ή ς ανασκαφής, όπου κ ά θ ε πέτρα ε ί χ ε μαρκαριστεί προσε
κεντρικό σημείο, το χώρο όπου βρίσκονταν όλοι μαζί, συζητού
κ τ ι κ ά , α κ ό μ η κι αν όλες τους φαίνονταν στο άπειρο μ ά τ ι σαν
σαν, έπαιζαν παιχνίδια, έτρωγαν και, παρά τις παθιασμένες
κ ο μ μ α τ ά κ ι α από ε γ κ α τ α λ ε ι μ μ έ ν α χαλάσματα. Ήταν πάντοτε
διαμάχες και τις διαφωνίες που συχνά μαίνονταν γύρω από
ζεστά μέσα σ' εκείνο το δ ω μ ά τ ι ο , κι α κ ό μ η και όταν ήταν
αυτό, γίνονταν οικογένεια.
παιδί, η Α λ έ ξ ι ς έ μ π α ι ν ε ε κ ε ί κρυφά γ ι α να διαβάσει κάποιο
« Γ ε ι α » , ε ί π ε η Σ ο φ ί α , χαιρετώντας την αντανάκλαση της
β ι β λ ί ο , κουλουριασμένη πάνω στη μ α λ α κ ή δ ε ρ μ ά τ ι ν η καρέ
κόρης της στον καθρέφτη. Ταυτόχρονα χτένιζε τα κοντά μαλ
κλα, που ξερνούσε συνεχώς το π α ρ α γ έ μ ι σ μ ά της, αλλά με
λιά της με τις ξανθές ανταύγειες και ψαχούλευε μια μ ι κ ρ ή
κάποιον τρόπο π α ρ έ μ ε ν ε το πιο άνετο και φιλόξενο κάθισμα
κ ο σ μ η μ α τ ο θ ή κ η . « Ε ί μ α ι σχεδόν έ τ ο ι μ η » , πρόσθεσε, κουμπώ
του σπιτιού.
νοντας κάποια κοραλλένια σκουλαρίκια που ταίριαζαν με την
Παρά το γεγονός ότι τα παιδιά είχαν φύγει από το σπίτι
μπλούζα της.
εδώ και πολύ καιρό, τα δωμάτια τους παρέμεναν ανέπαφα.
Αν και η Α λ έ ξ ι ς δεν θα το σκεφτόταν ποτέ, ένας κόμπος
Τ η ς Α λ έ ξ ι ς ήταν ακόμη β α μ μ έ ν ο μ' εκείνο το μάλλον κα
δενόταν στο στομάχι της Σοφίας καθώς ετοιμαζόταν γ ι ' αυτό
τ α θ λ ι π τ ι κ ό βυσσινί χρώμα που ε ί χ ε διαλέξει στη σκυθρωπή
το οικογενειακό τ ε λ ε τ ο υ ρ γ ι κ ό . Η σ τ ι γ μ ή τής θύμιζε όλες
η λ ι κ ί α των δεκαπέντε ετών. Το κάλυμμα του κρεβατιού, το
ε κ ε ί ν ε ς τις νύχτες πριν αρχίσουν τα εξάμηνα στο πανεπιστή
χ α λ ά κ ι και η ντουλάπα είχαν μια ταιριαστή μ ο β απόχρωση,
μ ι ο της κόρης της, όταν πίσω από το προσωπείο της ευθυμίας
22
23
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
κρυβόταν η οδύνη, ε π ε ι δ ή η Α λ έ ξ ι ς θα έ φ ε υ γ ε σύντομα. Η
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Θ α μπορούσα...» ρώτησε η Α λ έ ξ ι ς ,
« θ α μπορούσα να
ικανότητα της Σοφίας να κρύβει τα συναισθήματα της φαι
πάω να δω πού μ ε γ ά λ ω σ ε ς ; » . Π έ ρ α από το μικρό της όνομα,
νόταν να δυναμώνει αναλογικά με τα αισθήματα που κατα
που μαρτυρούσε το ελληνικό αίμα της, το μόνο εξωτερικό
π ί ε ζ ε . Κ ο ί τ α ξ ε την αντανάκλαση της κόρης της και το δικό
σημάδι το οποίο δ ι έ θ ε τ ε η Α λ έ ξ ι ς ως απόδειξη γ ι α την κατα
της πρόσωπο δίπλα της, και ένα κύμα ταραχής διαπέρασε το
γ ω γ ή της μητέρας της ήταν τα σκούρα καστανά μάτια της, κι
κορμί της. Δ ε ν ήταν πλέον το πρόσωπο της έφηβης που ε ί χ ε
ε κ ε ί ν η τη νύχτα τα χρησιμοποίησε με όλη τους την ισχύ, πα
πάντα στο μυαλό της, αλλά το πρόσωπο μιας ε ν ή λ ι κ η ς , τα
γιδεύοντας τη μητέρα της στο β λ έ μ μ α της. « Π ρ ό κ ε ι τ α ι να
ερευνητικά μάτια της οποίας ήταν καρφωμένα στα δικά της.
π ά μ ε στην Κ ρ ή τ η στο τέλος του ταξιδιού μας και θα ήταν πολύ
« Γ ε ι α σου, μ α μ ά » , ε ί π ε η Α λ έ ξ ι ς ή ρ ε μ α . « Π ό τ ε έρχεται ο μπαμπάς;»
κρίμα να φτάσουμε μέχρι ε κ ε ί και να χάσω την ε υ κ α ι ρ ί α » . Η Σ ο φ ί α ήταν μ ι α γυναίκα που το έ β ρ ι σ κ ε δύσκολο να
« Σ ύ ν τ ο μ α , ε λ π ί ζ ω . Ξ έ ρ ε ι ότι πρέπει να σηκωθείς νωρίς αύριο κι έτσι υποσχέθηκε ότι δεν θα α ρ γ ή σ ε ι » . Η Α λ έ ξ ι ς πήρε στα χέρια της την οικεία φωτογραφία και ανάσανε β α θ ι ά . Α κ ό μ η και στα μισά της τρίτης δεκαετίας της ζωής της, ανακάλυπτε ότι έπρεπε να συγκεντρώσει όλο το θάρρος της γ ι α να ε ι σ β ά λ ε ι βίαια στην απαγορευμένη π ε ριοχή του παρελθόντος της μητέρας της, σαν να έσκυβε γ ι α να περάσει κάτω από την ταινία της αστυνομίας που ε ί χ ε αποκλείσει έναν τόπο ε γ κ λ ή μ α τ ο ς . Χρειαζόταν να μ ά θ ε ι τι σκεφτόταν η μητέρα της. Η Σοφία ε ί χ ε παντρευτεί πριν γ ί ν ε ι είκοσι χρόνων, άρα μ ή π ω ς κι ε κ ε ί ν η , η Α λ έ ξ ι ς , ήταν αρκετά ανόητη ώστε να κλοτσήσει την ευκαιρία να περάσει την υπό λ ο ι π η ζωή της με κάποιον σαν τον Ε ν τ ; Ή μ ή π ω ς θα πίστευε η μητέρα της, όπως και η ίδια, ότι από τη σ τ ι γ μ ή και μόνο που υπήρχαν αυτές οι σκέψεις στο μυαλό της, δεν ήταν πράγ μ α τ ι ο σωστός άνθρωπος; Από μέσα της, έκανε πρόβα στις ερωτήσεις της. Π ώ ς ήξερε με τόση βεβαιότητα η μητέρα της,
χ α μ ο γ ε λ ά σ ε ι , να δ ε ί ξ ε ι τα συναισθήματά της, να προσφέρει μια α γ κ α λ ι ά . Η μυστικότητα ήταν η φυσική κατάσταση της και η άμεση αντίδρασή της ήταν να αναζητήσει κάποια δι κ α ι ο λ ο γ ί α . Ό μ ω ς , κάτι την σταμάτησε. Τ η ς ήρθαν στο μυα λό τα λ ό γ ι α που της ε π α ν α λ ά μ β α ν ε συχνά ο Μάρκους, ότι η Α λ έ ξ ι ς θα ήταν πάντα το παιδί τους, αλλά δεν θα έ μ ε ν ε παιδί γ ι α πάντα. Α κ ό μ η κι αν π ά λ ε υ ε με την ιδέα, ήξερε ότι ήταν α λ ή θ ε ι α , και βλέποντας μπροστά της αυτή την ανεξάρ τ η τ η γυναίκα, τ ε λ ι κ ά το ε π ι β ε β α ί ω σ ε . Αντί να κ ο υ μ π ω θ ε ί , όπως έκανε συνήθως όταν το ζήτημα του παρελθόντος έφτα νε απλώς να πλανάται σε μ ι α συζήτηση, η Σ ο φ ί α απάντησε με απρόσμενη θ έ ρ μ η , αναγνωρίζοντας γ ι α πρώτη φορά ότι η π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α της κόρης της να μ ά θ ε ι περισσότερα γ ι α τις ρίζες της δεν ήταν μόνο κάτι φυσικό· ίσως να ήταν α κ ό μ η και δι καίωμά της. « Ν α ι . . . » είπε διστακτικά. « Υ π ο θ έ τ ω πως θα μπορούσες».
σε τόσο νεαρή η λ ι κ ί α , ότι ο άνθρωπος που θα παντρευόταν
Η Α λ έ ξ ι ς προσπάθησε να κρύψει την έ κ π λ η ξ ή της, χωρίς
ήταν «ο ένας και μ ο ν α δ ι κ ό ς » ; Π ώ ς μπορούσε να ξέρει ότι θα
να τολμά σχεδόν να αναπνεύσει, μ ή π ω ς και η μητέρα της
ήταν ευτυχισμένη γ ι α τα επόμενα πενήντα, εξήντα, ή α κ ό μ η
άλλαζε γ ν ώ μ η .
και εβδομήντα χρόνια; Ή μ ή π ω ς δεν το ε ί χ ε σκεφτεί έτσι;
Τ ό τ ε , με μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η σιγουριά, η Σοφία ε ί π ε : « Ν α ι , θα
Α κ ρ ι β ώ ς τη σ τ ι γ μ ή που ήταν έ τ ο ι μ η να εκστομίσει τ ι ς ερω
ήταν μια κ α λ ή ευκαιρία. Θα σου γ ρ ά ψ ω ένα σ η μ ε ί ω μ α γ ι α
τήσεις, δίστασε, φοβούμενη ξαφνικά την απόρριψη. Υπήρχε,
να το πας στη Φ ω τ ε ι ν ή Δ α β ά ρ α . Ή ξ ε ρ ε την οικογένεια μου.
ωστόσο, μια ερώτηση την οποία έπρεπε να κ ά ν ε ι .
Π ρ έ π ε ι να είναι αρκετά η λ ι κ ι ω μ έ ν η τώρα, αλλά έ χ ε ι ζήσει
24
25
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
στο χωριό όπου γ ε ν ν ή θ η κ α ολόκληρη τη ζωή της και πα
ΤΟ
ΝΗΣΙ
η οικογένεια των Φ ί λ ν τ ι ν γ κ αγόρασε το σπίτι της, και στο
ντρεύτηκε τον ι δ ι ο κ τ ή τ η της τοπικής ταβέρνας, οπότε μπορεί
μεταξύ ε ί χ ε δει να ανοίγουν και να κλείνουν δεκάδες άλλα
ακόμη και να χαρείς ένα καλό γ ε ύ μ α » .
μαγαζιά και εστιατόρια. Ο ιδιοκτήτης, ο Γρηγόρης, τους χαι
Η Α λ έ ξ ι ς έ λ α μ π ε από ενθουσιασμό. « Ε υ χ α ρ ι σ τ ώ , μαμά...
ρέτησε όπως άρμοζε σε παλιούς φίλους. Ά λ λ ω σ τ ε , ήταν τόσο
Π ο ύ α κ ρ ι β ώ ς είναι τ ο χ ω ρ ι ό ; » πρόσθεσε. « Σ ε σχέση μ ε τ α
τυπολατρικές οι ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς τους, ώστε ήξερε α κ ό μ η και πριν
Χανιά;»
καθίσουν τι θα παράγγελναν. Ό π ω ς πάντοτε, άκουσαν ευγενι
« Ε ί ν α ι περίπου δύο ώρες ανατολικά του Η ρ α κ λ ε ί ο υ » ,
κά τις σπεσιαλιτέ της ημέρας, και τότε ο Γρηγόρης έ δ ε ι ξ ε τον
ε ί π ε η Σ ο φ ί α . « Ά ρ α από τα Χ α ν ι ά ίσως να σου πάρει τρεις ή
καθένα τους με τη σειρά και α π ή γ γ ε ι λ ε : « Μ ε ζ έ της ημέρας,
τέσσερις ώρες· αρκετά μ ε γ ά λ η απόσταση γ ι α μ ι α μόνο μέρα.
μουσακά, στιφάδο, κ α λ α μ ά ρ ι , ένα μπουκάλι ρετσίνα και ένα
Ο μπαμπάς θα έρθει όπου να 'ναι, αλλά όταν επιστρέψουμε
μ ε γ ά λ ο μπουκάλι ανθρακούχο ν ε ρ ό » . Κούνησαν τα κεφάλια
από το δείπνο, θα γ ρ ά ψ ω εκείνο το γ ρ ά μ μ α γ ι α τη Φ ω τ ε ι ν ή
τους καταφατικά και όλοι τους γέλασαν όταν εκείνος έφυγε
και θα σου δείξω πού α κ ρ ι β ώ ς είναι η Π λ ά κ α στο χ ά ρ τ η » . Το άγαρμπο βρόντημα της εξώπορτας α ν ή γ γ ε ι λ ε την επι
δήθεν αγανακτισμένος, ε π ε ι δ ή είχαν απορρίψει τα πιο ευφά νταστα πιάτα του σεφ του.
στροφή του Μάρκους από τη β ι β λ ι ο θ ή κ η του πανεπιστημίου.
Η Α λ έ ξ ι ς (που ε ί χ ε πάρει μουσακά) σχεδόν μονοπώλη
Ο φθαρμένος, δερμάτινος χαρτοφύλακάς του στεκόταν παρα
σε την κουβέντα. Π ε ρ ι έ γ ρ α ψ ε το προγραμματισμένο ταξίδι
φουσκωμένος στη μέση του διαδρόμου, με κομμάτια χαρτιού
με τον Ε ν τ , και ο πατέρας της (ο λάτρης του καλαμαριού)
να εξέχουν μέσα από τις ξηλωμένες ραφές. Ο μεγαλόσωμος,
ε π ε ν έ β α ι ν ε με προτάσεις γ ι α αρχαιολογικούς χώρους που θα
διοπτροφόρος άντρας με τα πυκνά ασημένια μαλλιά, ο οποίος
μπορούσαν να επισκεφτούν.
μάλλον ζύγιζε όσο η γυναίκα και η κόρη του μαζί, χαιρέτησε την Αλέξις με ένα πελώριο χ α μ ό γ ε λ ο , καθώς ε κ ε ί ν η κατέβαινε τρέχοντας τη σκάλα από το δωμάτιο της μητέρας της και π η
« Μ α μ π α μ π ά » , αναστέναξε η Α λ έ ξ ι ς απαυδισμένη, « ξ έ ρεις ότι τον Ε ν τ δεν τον ενδιαφέρει να β λ έ π ε ι ε ρ ε ί π ι α ! » . « Ξ έ ρ ω , ξ έ ρ ω » , απάντησε εκείνος υπομονετικά.
«Αλλά
δούσε από το τελευταίο σκαλοπάτι γ ι α να πέσει στην αγκαλιά
μόνο ένας βάρβαρος θα π ή γ α ι ν ε στην Κ ρ ή τ η και δεν θα ε π ι
του, όπως ακριβώς έκανε από τότε που ήταν τριών χρόνων.
σκεπτόταν την Κνωσσό. Ε ί ν α ι σαν να πας στο Παρίσι και να
« Μ π α μ π ά ! » ε ί π ε η Α λ έ ξ ι ς απλά, και α κ ό μ η κι αυτό ήταν
μην μ π ε ι ς στον κόπο να ασχοληθείς με το Λούβρο. Α κ ό μ η κι ο Ε ν τ θα το κ α τ α λ ά β α ι ν ε α υ τ ό » .
περιττό. « Κ ο υ κ λ ί τ σ α μ ο υ » , αποκρίθηκε εκείνος, σφίγγοντας την
Ήξεραν όλοι πολύ καλά ότι ο Ε ν τ ήταν κάτι περισσότερο
στη ζεστή και άνετη α γ κ α λ ι ά που μόνο οι πατεράδες με τόσο
από ικανός να προσπερνάει οτιδήποτε ανάδιδε την οσμή κλα
γ ε ν ν α ί ε ς διαστάσεις μπορούν να προσφέρουν.
σικής κουλτούρας και, όπως συνήθως, υπήρχε μια ανεπαίσθη
Έ φ υ γ α ν γ ι α το εστιατόριο λ ί γ ο μ ε τ ά , μια απόσταση π έ ν τ ε
τη ιδέα περιφρόνησης στη φωνή του Μάρκους μόλις η συζήτη
λ ε π τ ώ ν από το σπίτι. Χ ω μ έ ν η ανάμεσα σε μια σειρά από
ση ήρθε στον Ε ν τ . Δ ε ν ήταν ότι δεν τον συμπαθούσε, ούτε καν
φανταχτερά μπαρ, υ π ε ρ τ ι μ η μ έ ν α ζαχαροπλαστεία κ α ι μοδάτα
ότι δεν τον ενέκρινε. Ο Ε ν τ ήταν ακριβώς το είδος του ανθρώ
εστιατόρια με κουζίνα φιούζιον, η Ταβέρνα του Λ ο υ κ ά κ η απο
που που κάθε πατέρας ήλπιζε να έ χ ε ι γ ι α γαμπρό του, αλλά
τελούσε σταθερή αξία. Ε ί χ ε ανοίξει όχι πολύ καιρό αφότου
ο Μάρκους δεν μπορούσε να συγκρατήσει το συναίσθημα της
26
27
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
απογοήτευσης, όποτε φανταζόταν ότι αυτό το παιδί από κ α λ ή
οποίο η Σοφία έντυσε το μωρό γ ι α τη βάφτισή του. Οι δυο
οικογένεια θα ήταν το μέλλον της κόρης του. Η Σοφία, από
γυναίκες σταμάτησαν να γράφουν πριν από κάμποσο καιρό,
την ά λ λ η πλευρά, λάτρευε τον Ε ν τ . Αποτελούσε την προσω
αλλά η Σοφία ήταν σίγουρη πως ο άντρας της Φ ω τ ε ι ν ή ς θα
ποποίηση όλων αυτών που φιλοδοξούσε να αποκτήσει η κόρη
την ενημέρωνε αν ε ί χ ε συμβεί κάτι στη σύζυγό του. Η Σοφία
της: ευυποληψία, σιγουριά και ένα οικογενειακό δέντρο που
αναρωτήθηκε πώς να ήταν η Π λ ά κ α τώρα, και προσπάθησε
του χάριζε την αυτοπεποίθηση κάποιου ο οποίος συνδεόταν
να διώξει από το μυαλό της την εικόνα ενός μικρού χωριού
(μολονότι εξαιρετικά μακρινά) με την α γ γ λ ι κ ή αριστοκρατία.
που έ χ ε ι κατακλυσθεί από θορυβώδη μπαρ που σερβίρουν αγ
Ήταν ένα εύθυμο βράδυ. Οι τρεις τους δεν είχαν βρεθεί μαζί γ ι α αρκετούς μήνες και η Α λ έ ξ ι ς ε ί χ ε να ε ν η μ ε ρ ω θ ε ί γ ι α πολλά, ανάμεσά τους και γ ι α τ ι ς ιστορίες της ε ρ ω τ ι κ ή ς ζωής του Ν ι κ . Ο αδερφός της Α λ έ ξ ι ς , που παρακολουθούσε στο Μάντσεστερ ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα, δεν βιαζόταν να μ ε γ α λ ώ σ ε ι και η οικογένειά του δεν έπαυε να εκπλήσσεται από την πολυπλοκότητα των σχέσεών του. Η Α λ έ ξ ι ς και ο πατέρας της άρχισαν κατόπιν να λ έ ν ε ανέκδοτα γ ι α τις δουλειές τους, και η Σοφία συνειδητοποίησε ότι το μυαλό της ε ί χ ε γυρίσει στη μέρα που ήρθαν σε αυτό το εστιατόριο γ ι α πρώτη φορά, και ο Γρηγόρης ε ί χ ε σωριάσει στην καρέκλα μια στοίβα μαξιλάρια γ ι α να μπορεί η Α λ έ ξ ι ς να φτάνει στο τραπέζι. Ό τ α ν πια γ ε ν ν ή θ η κ ε ο Ν ι κ , η ταβέρνα ε ί χ ε προμηθευτεί ένα υπερυψωμένο παιδικό κ α ρ ε κ λ ά κ ι και
γ λ ι κ ή μπίρα· έλπιζε με όλη της την ψ υ χ ή η Α λ έ ξ ι ς να έβρισκε το μέρος όπως ήταν όταν έφυγε ε κ ε ί ν η . Κ α θ ώ ς προχωρούσε η βραδιά, η Α λ έ ξ ι ς έ ν ι ω θ ε να δυνα μ ώ ν ε ι ο ενθουσιασμός της που επιτέλους θα σκάλιζε την ιστο ρία της οικογένειάς της. Παρά τις εντάσεις τις οποίες ήξερε ότι θα α ν τ ι μ ε τ ώ π ι ζ ε στις διακοπές της, τουλάχιστον η επίσκε ψη στον τόπο όπου γ ε ν ν ή θ η κ ε η μητέρα της ήταν κάτι γ ι α το οποίο μπορούσε να ανυπομονεί. Η Α λ έ ξ ι ς και η Σοφία αντάλ λαξαν χ α μ ό γ ε λ α , και ο Μάρκους β ρ έ θ η κ ε να απορεί γ ι α το αν οι μέρες του ως μεσολαβητή και ειρηνοποιού ανάμεσα στη γυναίκα και την κόρη του έφταναν στο τέλος τους. Η ιδέα τού άρεσε, και χάρηκε α κ ό μ η περισσότερο τη συντροφιά των δυο γυναικών που αγαπούσε περισσότερο στον κόσμο. Τ έ λ ε ι ω σ α ν το φαγητό τους, ήπιαν από ε υ γ έ ν ε ι α το μισό από το ποτήρι ρακή που τους κέρασε το μαγαζί κι έφυγαν γ ι α
σύντομα τα παιδιά έμαθαν να αγαπούν τις δυνατές γεύσεις
το σπίτι. Η Α λ έ ξ ι ς θα κοιμόταν απόψε στο παλιό δωμάτιο
της ταραμοσαλάτας κ α ι του τζατζικιού που τους έφερναν οι
της και ανυπομονούσε να περάσει ε κ ε ί ν ε ς τις λ ί γ ε ς ώρες στο
σερβιτόροι σε μικροσκοπικά πιάτα. Γ ι α πάνω από είκοσι χρό
κ ρ ε β ά τ ι της π α ι δ ι κ ή ς της η λ ι κ ί α ς , πριν χρειαστεί να σηκω
νια, γιόρταζαν ε κ ε ί σχεδόν κ ά θ ε σταθμό της ζωής τους, με
θεί και να πάρει το μετρό γ ι α το Χ ί θ ρ ο ο υ το επόμενο πρωί.
την ίδια κασέτα ε λ λ η ν ι κ ή ς μουσικής να ακούγεται στο βάθος.
Αισθανόταν μια παράξενη ικανοποίηση, παρά το ότι δεν ε ί χ ε
Η συνειδητοποίηση ότι η Α λ έ ξ ι ς δεν ήταν πλέον παιδί τάραξε
καταφέρει να ζητήσει τη συμβουλή της μητέρας της. Φ α ι ν ό
τη Σοφία περισσότερο από ποτέ και άρχισε να σκέφτεται την
ταν πολύ πιο σημαντικό ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή ότι επρόκειτο, με
Π λ ά κ α και το γ ρ ά μ μ α που θα έγραφε σε λ ί γ ο . Γ ι α πολλά
την π λ ή ρ η συνεργασία της μητέρας της, να επισκεφτεί την
χρόνια αλληλογραφούσε αρκετά τ α κ τ ι κ ά με τη Φ ω τ ε ι ν ή και
ι δ ι α ί τ ε ρ η πατρίδα της Σ ο φ ί α ς . Ό λ η η π ι ε σ τ ι κ ή αγωνία της
πάνω από ένα τέταρτο του αιώνα πριν της ε ί χ ε π ε ρ ι γ ρ ά ψ ε ι
γ ι α τ ο απώτερο μ έ λ λ ο ν , γ ι α μια σ τ ι γ μ ή , ε ί χ ε παραμερίσει.
τον ερχομό του πρώτου της παιδιού·
μέσα σε λ ί γ ε ς εβδο
Ό τ α ν επέστρεψαν από το εστιατόριο, η Α λ έ ξ ι ς έφτιαξε
μάδες έφτασε ένα μ ι κ ρ ό , τ έ λ ε ι α κεντημένο φόρεμα, με το
καφέ στη μητέρα της και η Σοφία κάθισε στο τραπέζι της
28
29
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
κουζίνας γ ι α να γ ρ ά ψ ε ι το γ ρ ά μ μ α στη Φ ω τ ε ι ν ή . Π έ τ α ξ ε τρία φύλλα χαρτί πριν τ ε λ ι κ ά κ λ ε ί σ ε ι το φάκελο και τον δώσει
ΝΗΣΙ
« Α υ τ ό είναι θαυμάσιο!» ε ί π ε εκείνος απότομα, προσθέτο ντας με παράπονο: « Ν α υποθέσω ότι θα πάρεις το α μ ά ξ ι ; » .
στην κόρη της στην ά λ λ η άκρη του τραπεζιού. Η όλη διαδι
« Ν α ι , αν δεν σε πειράζει. Η απόσταση είναι περίπου δια
κασία έ γ ι ν ε μέσα σε σ ι ω π ή , με τη Σοφία να έ χ ε ι απορροφηθεί
κόσια πενήντα χ ι λ ι ό μ ε τ ρ α και θα κάνω μέρες αν χρειαστεί να
τ ε λ ε ί ω ς . Η Α λ έ ξ ι ς ένιωσε ότι αν μιλούσε, τα μ ά γ ι α ίσως να
πάω μ ε λ ε ω φ ο ρ ε ί ο » .
διαλύονταν και η μητέρα της να άλλαζε τ ε λ ι κ ά στάση.
« Ο π ό τ ε δεν έ χ ω ουσιαστικά ά λ λ η ε π ι λ ο γ ή , έτσι δεν είναι; Κ α ι σίγουρα δεν θ έ λ ω να έρθω μαζί σ ο υ » .
Ε Β Δ Ο Μ Α Δ Ε Σ Π Λ Ε Ο Ν , τ ο γ ρ ά μ μ α της
Τα θυμωμένα μάτια του Ε ν τ έπεσαν πάνω της αστρά
Σοφίας βρισκόταν ασφαλές στην εσωτερική θ ή κ η στην τσάντα
φτοντας σαν ζαφείρια, καθώς το ηλιοκαμένο πρόσωπο του
ΕΔΩ
ΚΑΙ
ΔΥΟΜΙΣΙ
της Α λ έ ξ ι ς , το ίδιο πολύτιμο με το διαβατήριο της. Σ τ η ν ουσία ήταν κι αυτό ένα είδος διαβατηρίου, από τη σ τ ι γ μ ή που θα της άνοιγε το δρόμο γ ι α να αποκτήσει πρόσβαση στο παρελθόν της μητέρας της. Ε ί χ ε τ α ξ ι δ έ ψ ε ι μαζί της από την Αθήνα σε ολόκληρη τη διαδρομή μέσα στα γ ε μ ά τ α καπνούς και θαλασσοδαρμένα καράβια στην Πάρο, τη Σ α ν τ ο ρ ί ν η και τώρα στην Κ ρ ή τ η . Ε ί χ α ν φτάσει στο νησί λ ί γ ε ς μέρες νωρίτε ρα και βρήκαν δωμάτιο στην προκυμαία, στα Χ α ν ι ά · εύκολη υπόθεση σε αυτή την περίοδο του χρόνου, που οι περισσότεροι από τους τουρίστες έχουν ήδη φ ύ γ ε ι . Αυτές ήταν οι τ ε λ ε υ τ α ί ε ς μέρες και των δικών τους δια κοπών, κ α ι , αφού ε ί χ ε επισκεφτεί απρόθυμα την Κνωσσό και το αρχαιολογικό μουσείο στο Η ρ ά κ λ ε ι ο , ο Ε ν τ επιθυμούσε σφόδρα να περάσει τις λ ί γ ε ς μέρες πριν από το μακρύ ταξίδι
εξαφανιζόταν πίσω από το μενού. Θα της κρατούσε μούτρα γ ι α το υπόλοιπο βράδυ, αλλά η Α λ έ ξ ι ς μπορούσε να το αντέ ξει, δεδομένου ότι του ε ί χ ε ξεφουρνίσει το σχέδιο της μάλλον απότομα. Αυτό που ήταν δυσκολότερο να α ν τ ι μ ε τ ω π ί σ ε ι , μο λονότι αποτελούσε εξίσου τυπικό χαρακτηριστικό του, ήταν η απόλυτη έ λ λ ε ι ψ η ενδιαφέροντος γ ι α όσα ε ί χ ε σκοπό να κάνει. Δ ε ν την ρώτησε ούτε καν το όνομα του προσώπου που επρό κειτο να επισκεφτεί. Λ ί γ ο μετά την ανατολή του ήλιου πάνω από τους λόφους, το επόμενο πρωί, γλίστρησε από το κ ρ ε β ά τ ι και έφυγε από το ξενοδοχείο τους. Κ ά τ ι ολότελα απρόσμενο της έκανε εντύπωση όταν κοί ταξε την Π λ ά κ α στον τ α ξ ι δ ι ω τ ι κ ό οδηγό της. Κ ά τ ι που δεν ε ί χ ε αναφέρει η μητέρα της. Υπήρχε ένα νησί απέναντι από το χωριό, λ ί γ ο πιο πέρα από την α κ τ ή , και μολονότι η σ χ ε τ ι κ ή
της επιστροφής τους στον Π ε ι ρ α ι ά , στην παραλία. Η Α λ έ ξ ι ς ,
καταχώρηση ήταν ελάχιστη, α κ ό μ η και σχεδόν απαρατήρητη,
όμως, ε ί χ ε άλλα σχέδια.
της α ι χ μ α λ ώ τ ι σ ε τη φαντασία.
« Θ α επισκεφτώ μια παλιά φ ί λ η της μητέρας μου α ύ ρ ι ο » , του ανακοίνωσε ενώ κάθονταν σε μια ταβέρνα στο λ ι μ ά ν ι
ΣΠΙΝΑΛΟΓΚΑ:
Το
νησί,
στο οποίο
δεσπόζει
ένα τεράστιο
ενε
περιμένοντας να π α ρ α γ γ ε ί λ ο υ ν . « Μ έ ν ε ι στην ά λ λ η άκρη του
τικό φρούριο, κατελήφθη από τους Τούρκους τον δέκατο όγδοο
νησιού, κι έτσι θα λ ε ί ψ ω σχεδόν όλη τη μ έ ρ α » .
αιώνα.
Ήταν η πρώτη φορά που ανέφερε το προσκύνημά της στον Ε ν τ , και οπλίστηκε με θάρρος γ ι α να α ν τ ι μ ε τ ω π ί σ ε ι την
Η πλειονότητα
30
Τούρκων
όταν ανακηρύχθηκε αυτόνομη το 1898,
έφυγε
από
την
Κρήτη
αλλά οι κάτοικοι αρ
νήθηκαν να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και το προσοδοφόρο λαθρεμπόριο
αντίδρασή του.
των
στη
Σπιναλόγκα.
Έφυγαν μόλις το 31
1903,
όταν
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
το νησί μετατράπηκε σε αποικία λεπρών.
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Το 1941, εισέβαλαν
κάπου, κάποια κατσίκα που περνούσε νωχελικά από μπροστά
στην Κρήτη οι Γερμανοί, που τη διατήρησαν υπό την κατοχή
της, με τα διαβολικά μισόκλειστα μάτια της να την αγριοκοι-
τους μέχρι το
1945,
τάζουν καθώς προσπερνούσε. Μ ε τ ά από λ ί γ ο ο δρόμος άρχισε
στο
ανενόχλητη
να
μείνει
αλλά η παρουσία των λεπρών οδήγησε η
Σπιναλόγκα.
Εγκαταλείφθηκε
το
1957.
να γ ί ν ε τ α ι ανηφορικός, και έπειτα από μια ιδιαίτερα απότομη κλειστή στροφή, σταμάτησε στην άκρη, με τα λάστιχα του αυτοκινήτου να κροταλίζουν πάνω στα χ α λ ί κ ι α . Π ο λ ύ πιο
Φ α ί ν ε τ α ι ότι ο λόγος ύπαρξης της ίδιας της Π λ ά κ α ς ήταν να παίζει το ρόλο κέντρου ανεφοδιασμού γ ι α την αποικία των λεπρών, και κίνησε την π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α της Α λ έ ξ ι ς το γεγονός πως η μητέρα της δεν το ε ί χ ε αναφέρει αυτό καθόλου. Ε ν ώ βρισκόταν στο τ ι μ ό ν ι του νοικιασμένου αυτοκινήτου της, έ λ π ι ζε να έ χ ε ι χρόνο γ ι α να επισκεφτεί τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Ά π λ ω σ ε το χάρτη της Κρήτης πάνω στο άδειο κάθισμα του συνοδηγού και παρατήρησε, γ ι α πρώτη φορά, ότι το νησί ε ί χ ε το σχήμα νωθρού ζώου που κοιμόταν ανάσκελα. Το ταξίδι της την έφερε ανατολικά, πέρα από το Η ρ ά κ λ ε ι ο και πάνω στον ομαλό, ευθύ παραλιακό δρόμο που περνούσε μέσα από τις εξωφρενικά υπεραναπτυγμένες περιοχές της Χ ε ρ σονήσου και των Μ α λ ί ω ν . Κ ά θ ε τόσο εντόπιζε μια καφέ πινα κίδα που έδειχνε κάποια αρχαία ερείπια να βρίσκονται χωμένα σαν παρείσακτοι ανάμεσα στα άτακτα εκτεινόμενα ξενοδοχεία. Η Α λ έ ξ ι ς αγνόησε όλες αυτές τις πινακίδες. Σ ή μ ε ρ α ο προο ρισμός της ήταν ένας οικισμός που ε ί χ ε ανθήσει όχι τον ε ι κ ο στό αιώνα προ Χριστού, αλλά τον εικοστό αιώνα μ ε τ ά Χ ρ ι στόν, και συνέχιζε να υπάρχει.
κάτω, στα εκτυφλωτικά γαλάζια νερά του κόλπου του Μιραμπέλου, μπορούσε να διακρίνει το μ ε γ ά λ ο τόξο ενός σχεδόν κυκλικού φυσικού λιμανιού, και ακριβώς ε κ ε ί όπου οι βραχί ονες του φαίνονταν να συναντιούνται, υπήρχε ένα κ ο μ μ ά τ ι γης που έμοιαζε με μικρό, στρογγυλό λοφίσκο. Από την απόσταση που βρισκόταν έδειχνε να ενώνεται με την ενδοχώρα, αλλά η Αλέξις ήξερε από το χάρτη της ότι αυτό ήταν το νησί της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς και ότι γ ι α να φτάσει εκεί θα έπρεπε να διασχί σει μια υδάτινη λωρίδα. Το νησί, σαν νάνος μέσα στο τοπίο που το αγκάλιαζε, ορθωνόταν περήφανο μέσα από το νερό, τα ερείπια του βενετσιάνικου κάστρου φαίνονταν πεντακάθαρα στη μια άκρη, και πίσω του, πιο αχνά αλλά και πάλι ευδιά κριτα, απλωνόταν μια σειρά από γ ρ α μ μ έ ς · ήταν οι δρόμοι του. Να το λοιπόν: το έρημο νησί. Ε ί χ ε κατοικηθεί αδιάκοπα γ ι α χιλιάδες χρόνια και τότε, λιγότερο από πενήντα χρόνια πριν, για κάποιο λόγο το ε γ κ α τ έ λ ε ι ψ α ν . Κ ά λ υ ψ ε τα τ ε λ ε υ τ α ί α χ ι λ ι ό μ ε τ ρ α του ταξιδιού της προς την Π λ ά κ α αργά, με τα παράθυρα του φτηνού νοικιασμένου
Αφού πέρασε χ ι λ ι ό μ ε τ ρ α και χιλιόμετρα ελαιώνων και, σε
αυτοκινήτου της κατεβασμένα γ ι α να περνάει το ζεστό αερά
μέρη όπου το έδαφος γινόταν πιο επίπεδο, πεδιάδες τεράστιων
κι και το άρωμα του θυμαριού. Ήταν δύο η ώρα το μεσημέρι,
χωραφιών με ντομάτες που κοκκίνιζαν και σταφύλια που ωρί
όταν τ ε λ ι κ ά σταμάτησε στην ήσυχη π λ α τ ε ί α του χ ω ρ ι ο ύ . Οι
μαζαν, β γ ή κ ε τ ε λ ι κ ά από τον κεντρικό δρόμο και άρχισε το
π α λ ά μ ε ς της γυάλιζαν από τον ιδρώτα, ε π ε ι δ ή κρατούσε σφι
τελευταίο κ ο μ μ ά τ ι του ταξιδιού της προς την Π λ ά κ α . Σε εκεί
χτά το σκληρό πλαστικό τ ι μ ό ν ι , κ α ι παρατήρησε ότι το αρι
νο το σημείο ο δρόμος στένευε και αναγκάστηκε να οδηγεί πιο
στερό μπράτσο της ε ί χ ε καεί από τον καυτό μ ε σ η μ ε ρ ι ά τ ι κ ο
σιγά, αποφεύγοντας μικρούς σωρούς από πέτρες που είχαν
ή λ ι ο . Τ η ν ώρα που ε ί χ ε φτάσει επικρατούσε νέκρα, όπως σε
κυλήσει από το βουνό μ έ χ ρ ι τη μέση του δρόμου και, κάπου-
κ ά θ ε ε λ λ η ν ι κ ό χ ω ρ ι ό . Τα σκυλιά ήταν ανάσκελα σαν ψόφια
32
33
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
στη σκιά, κ α ι μ ε ρ ι κ έ ς γ ά τ ε ς περιφέρονταν αναζητώντας απο-
μπόρεσε να διακρίνει τη μορφή μιας γυναίκας που καθόταν
φ ά γ ι α . Δ ε ν υπήρχαν άλλα σημάδια ζωής, παρά μόνο κάποιες
σε ένα τραπέζι, και καθώς κατευθυνόταν στα τυφλά προς το
αμυδρές ενδείξεις ότι είχαν β ρ ε θ ε ί ε κ ε ί άνθρωποι πριν από
μέρος της, η θολή φιγούρα σ η κ ώ θ η κ ε και π ή γ ε πίσω από τον
λ ί γ ο : μ ι α ε γ κ α τ α λ ε ι μ μ έ ν η σφουγγαρίστρα α κ ο υ μ π ι σ μ έ ν η σε
π ά γ κ ο . Ο λ α ι μ ό ς της Α λ έ ξ ι ς ε ί χ ε πια ξεραθεί από τη σκόνη.
ένα δέντρο, μισό πακέτο τσιγάρα σε ένα π α γ κ ά κ ι κ α ι ένα
« Ν ε ρ ό , π α ρ α κ α λ ώ » , ε ί π ε διστακτικά.
τ ά β λ ι αφημένο ανοιχτό δίπλα του. Τα τ ζ ι τ ζ ί κ ι α συνέχιζαν το
Η γυναίκα έκανε στην άκρη μια σειρά από τεράστια βάζα
αδιάκοπο τραγούδι τους, που θα σταματούσε μόνο το σούρου
με ελιές και αρκετά μισοάδεια μπουκάλια από ούζο, και έψα
πο, όταν θα μ α λ ά κ ω ν ε η αδυσώπητη ζέστη. Το χ ω ρ ι ό μ ά λ
ξε στο ψυγείο γ ι α κάποιο μπουκάλι με π α γ ω μ έ ν ο μ ε τ α λ λ ι κ ό
λον παρουσίαζε την εικόνα που ε ί χ ε τη δ ε κ α ε τ ί α του 1 9 7 0 ,
νερό. Γ έ μ ι σ ε προσεκτικά ένα ψηλό ποτήρι, προσθέτοντας μια
τότε που έ φ υ γ ε η μητέρα τ η ς . Υπήρχαν ελάχιστοι λ ό γ ο ι γ ι α
παχιά φέτα λεμόνι με άγρια φλούδα πριν το δώσει στην Α λ έ
να α λ λ ά ξ ε ι .
ξις. Κατόπιν σκούπισε τα χέρια της, που είχαν βραχεί από την
Η Α λ έ ξ ι ς ε ί χ ε ήδη αποφασίσει ότι θα προσπαθούσε να
επαφή με το π α γ ω μ έ ν ο μπουκάλι, σε μια τεράστια λουλουδά
επισκεφτεί τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α πριν αναζητήσει τ η Φ ω τ ε ι ν ή Δ α β ά -
τη ποδιά η οποία μετά βίας κάλυπτε ολόκληρη την περιφέρεια
ρα. Α π ο λ ά μ β α ν ε αυτή την αίσθηση απόλυτης ελευθερίας και
της πλούσιας μέσης της, και μ ί λ η σ ε . « Α γ γ λ ί δ α ; » ρώτησε.
ανεξαρτησίας, και από τη σ τ ι γ μ ή που θα έ β ρ ι σ κ ε την η λ ι κ ι
Η Α λ έ ξ ι ς έ γ ν ε ψ ε καταφατικά. Σ ε τ ε λ ι κ ή ανάλυση, ήταν
ω μ έ ν η γυναίκα, ίσως να φαινόταν πολύ α γ ε ν έ ς να φ ύ γ ε ι γ ι α
αλήθεια κατά το ή μ ι σ υ . Τ η ς χρειάστηκε μόνο μια λ έ ξ η γ ι α να
μ ι α ε κ δ ρ ο μ ή με βάρκα. Ήταν σαφές γ ι α την Α λ έ ξ ι ς πως θα
εκφράσει την ε π ό μ ε ν η ε π ι θ υ μ ί α της. « Σ π ι ν α λ ό γ κ α ; » ε ί π ε .
αναγκαζόταν να γυρίσει στα Χ α ν ι ά ε κ ε ί ν η τη νύχτα, αλλά
Η γυναίκα έκανε στροφή και εξαφανίστηκε μέσα από μια
προς το παρόν θα χαιρόταν το α π ό γ ε υ μ α της και θα ασχολιό
πόρτα πίσω από τον π ά γ κ ο . Η Α λ έ ξ ι ς μπορούσε να ακούσει
ταν αργότερα με το να τ η λ ε φ ω ν ή σ ε ι στον Ε ν τ κ α ι να β ρ ε ι
τις πνιχτές φωνές, « Γ ε ρ ά σ ι μ ε ! Γ ε ρ ά σ ι μ ε ! » , και λ ί γ ο μετά, τον
πού θα μ ε ί ν ε ι .
ήχο β η μ ά τ ω ν σε ξύλινη σκάλα. Έ ν α ς η λ ι κ ι ω μ έ ν ο ς άντρας, με
Αφού αποφάσισε να ακολουθήσει τον τ α ξ ι δ ι ω τ ι κ ό οδηγό
μάτια νυσταγμένα από τον μ ε σ η μ ε ρ ι ά τ ι κ ο ύπνο που του εί
κατά γ ρ ά μ μ α ( « Δ ο κ ι μ ά σ τ ε να πάτε στο μικρό ψαροχώρι της
χαν δ ι α κ ό ψ ε ι , έκανε την εμφάνισή του. Η γυναίκα τού ε ί π ε
Π λ ά κ α ς , όπου, γ ι α λ ί γ ε ς χ ι λ ι ά δ ε ς δραχμές, υπάρχει συνήθως
κάτι στα γ ρ ή γ ο ρ α , κ α ι η μόνη λ έ ξ η την οποία κ α τ ά λ α β ε η
κάποιος ψαράς πρόθυμος να σας περάσει α π έ ν α ν τ ι » ) , διέσχισε
Α λ έ ξ ι ς ήταν « δ ρ α χ μ έ ς » , κάτι που ε π α ν α λ ή φ θ η κ ε αρκετές
αποφασιστικά την πλατεία και παραμέρισε το κ ο λ λ ώ δ ε ς ου
φορές. Ήταν αρκετά σαφές πως του έ λ ε γ ε ότι χωρίς ι δ ι α ί τ ε
ράνιο τόξο από πλαστικές λωρίδες που κρεμόταν στην πόρτα
ρο κόπο θα μπορούσε να β γ ά λ ε ι καλά λεφτά σε αυτή την πε
του καφενείου του χωριού. Αυτές οι βρομερές κορδέλες ήταν
ρίπτωση. Ο άντρας στεκόταν ε κ ε ί ανοιγοκλείνοντας τα μάτια
μ ι α προσπάθεια να μείνουν οι μ ύ γ ε ς έ ξ ω και η δροσιά μέσα,
του, προσπαθώντας να κ α τ α γ ρ ά ψ ε ι το χείμαρρο των ο δ η γ ι
αλλά το μόνο που έκαναν στην π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α ήταν να μα
ών, αλλά χωρίς να λ έ ε ι τ ί π ο τ α .
ζεύουν σκόνη και να κρατάνε το μέρος σε μια μ ό ν ι μ η κατά
Η γυναίκα στράφηκε στην Α λ έ ξ ι ς κ α ι , αφού άρπαξε το
σταση μισοσκόταδου. Κοιτάζοντας μέσα στο η μ ί φ ω ς , η Α λ έ ξ ι ς
μ π λ ο κ ά κ ι της από τον π ά γ κ ο , σκάλισε μ ε ρ ι κ ά νούμερα κι
34
35
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ένα σ χ ε δ ι ά γ ρ α μ μ α . Α κ ό μ η κι αν η Α λ έ ξ ι ς μιλούσε ε λ λ η ν ι κ ά
τίποτα. Ο ύ τ ε πόνο, ούτε δυστυχία, αλλά ούτε και κάποια
άπταιστα, δεν θα της ήταν πιο ξεκάθαρο. Με τη β ο ή θ ε ι α
ι δ ι α ί τ ε ρ η ε υ θ υ μ ί α . Ήταν απλώς τα σιωπηρά χαρακτηριστικά
πολλών νοημάτων και κ υ κ λ ι κ ώ ν κινήσεων στον αέρα και
της προχωρημένης η λ ι κ ί α ς και μ ι α αντανάκλαση όσων ε ί χ ε
σχεδίων στο χαρτί, έ β γ α λ ε το συμπέρασμα ότι το τ α ξ ί δ ι της
ζήσει τον περασμένο αιώνα. Αν και οι τουρίστες αποτελού
μ ε τ ' επιστροφής στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , μαζί με μια στάση δύο
σαν τους πιο πρόσφατους εισβολείς στην Κ ρ ή τ η , μετά τους
ωρών στο νησί, θα της κόστιζε δ ε κ α π έ ν τ ε χ ι λ ι ά δ ε ς δραχμές,
Ε ν ε τ ο ύ ς , τους Τούρκους κ α ι , στη διάρκεια της ζωής του
γ ύ ρ ω στις τριάντα π έ ν τ ε λ ί ρ ε ς . Η μέρα δεν θα της έ β γ α ι ν ε
γέρου, τους Γερμανούς, ελάχιστοι από αυτούς είχαν μ π ε ι
φτηνά, αλλά δεν βρισκόταν σε θέση να δ ι α π ρ α γ μ α τ ε υ τ ε ί και
στον κόπο να μάθουν έστω στοιχειώδη ε λ λ η ν ι κ ά . Η Α λ έ ξ ι ς
εκτός αυτού ήταν πιο αποφασισμένη από ποτέ να επισκεφτεί
κ α τ έ κ ρ ι ν ε τώρα τον εαυτό της που δεν ε ί χ ε β ά λ ε ι τη μητέρα
το νησί. Έ γ ν ε ψ ε καταφατικά και χ α μ ο γ έ λ α σ ε στο βαρκάρη,
της να της μ ά θ ε ι κάποιες χρήσιμες λ έ ξ ε ι ς · μάλλον η Σοφία
ο οποίος κούνησε κι αυτός το κ ε φ ά λ ι του με σοβαρότητα.
θα μπορούσε να μ ι λ ή σ ε ι α κ ό μ η άπταιστα, μολονότι η κόρη
Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή η Α λ έ ξ ι ς συνειδητοποίησε ότι η σ ι ω π ή του
της δεν την ε ί χ ε ακούσει να προφέρει ούτε μία λ έ ξ η . Το
βαρκάρη σήμαινε περισσότερα από όσα ε ί χ ε κ α τ α λ ά β ε ι αρχι
μόνο που μπορούσε τώρα να π ε ι η Α λ έ ξ ι ς στο βαρκάρη ήταν
κά. Δ ε ν θα μπορούσε να μ ι λ ή σ ε ι , α κ ό μ η κι αν το ή θ ε λ ε . Ο
ένα ε υ γ ε ν ι κ ό « ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , καθώς τη βοηθούσε να μ π ε ι στη
Γεράσιμος ήταν μ ο υ γ γ ό ς .
βάρκα, κι εκείνος ά γ γ ι ξ ε το γείσο του διαλυμένου ψάθινου
Ήταν μ ι κ ρ ή η διαδρομή με τα πόδια μ έ χ ρ ι την αποβάθρα όπου βρισκόταν α γ κ υ ρ ο β ο λ η μ έ ν η η στραπατσαρισμένη, παλιά
καπέλου του σε ανταπόδοση. Μ ι α κι έφταναν πλέον στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , η Αλέξις μάζεψε
βάρκα του Γεράσιμου. Προσπέρασαν σιωπηλά τα σκυλιά που
τη φωτογραφική μηχανή της και το μ ε γ ά λ ο μπουκάλι νερό
κοιμούνταν κ α ι τα κτίρια με τα κλειστά παντζούρια. Δ ε ν
που η γυναίκα στο καφενείο την ε ί χ ε πιέσει να πάρει μαζί της,
κουνιόταν τίποτα. Οι μόνοι ήχοι ήταν το απαλό πάτημα από
δείχνοντας της ότι θα έπρεπε να πίνει άφθονο. Μ ό λ ι ς η βάρκα
τις λαστιχένιες σόλες τους κ α ι τα τ ζ ι τ ζ ί κ ι α . Α κ ό μ η και η
ακούμπησε στην προβλήτα, ο γερο-Γεράσιμος της έτεινε το
θάλασσα έστεκε α κ ί ν η τ η κ α ι σ ι ω π η λ ή .
χέρι κι αυτή κ α τ έ β η κ ε από τη βάρκα στην ανώμαλη επιφάνεια
Ν α , λοιπόν, που τώρα τη μ ε τ έ φ ε ρ ε γ ι ' αυτά τα πεντακό
της έρημης αποβάθρας. Παρατήρησε ότι η μηχανή ήταν ακό
σια μέτρα υδάτινης διαδρομής ένας άντρας που χ α μ ο γ ε λ ο ύ σ ε
μη α ν α μ μ έ ν η . Ο γέρος φαινόταν πως δεν σκόπευε να μ ε ί ν ε ι .
κάπου-κάπου, αλλά τίποτα περισσότερο. Ε ί χ ε το σ κ α μ μ έ ν ο
Κατάφεραν να συνεννοηθούν ότι θα επέστρεφε σε δύο ώρες, κι
πρόσωπο ενός οποιουδήποτε Κ ρ η τ ι κ ο ύ ψαρά που ε ί χ ε περάσει
ε κ ε ί ν η τον παρακολούθησε καθώς έστριβε τη βάρκα του αργά
δ ε κ α ε τ ί ε ς στις ανεμοδαρμένες θάλασσες, π ο λ ε μ ώ ν τ α ς με τα
και ξεκινούσε γ ι α την επιστροφή στην Π λ ά κ α .
στοιχεία της φύσης τη νύχτα και μπαλώνοντας τα δίχτυα του
Η Αλέξις βρισκόταν τώρα μόνη στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α και αι
κ ά τ ω από το λιοπύρι την η μ έ ρ α . Μ ά λ λ ο ν ε ί χ ε περάσει τα
σθάνθηκε ένα κύμα φόβου να την κατακλύζει. Αν την ξεχνούσε
εξήντα, αλλά αν οι ρυτίδες ήταν σαν τους δακτυλίους της β ε
ο Γεράσιμος; Πόση ώρα θα περνούσε πριν ο Ε ν τ αρχίσει να
λανιδιάς κ α ι μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν γ ι α να μ ε τ ρ η θ ε ί
την αναζητεί; Θα μπορούσε να κ α λ ύ ψ ε ι κολυμπώντας ολό
η η λ ι κ ί α , με έναν πρόχειρο υπολογισμό θα τον έ κ α ν ε κ ά τ ι
κληρη την απόσταση μ έ χ ρ ι την ενδοχώρα; Δ ε ν ε ί χ ε ξαναβρε
λ ι γ ό τ ε ρ ο από ογδόντα. Τα χαρακτηριστικά του δεν πρόδιδαν
θεί ποτέ τόσο απόλυτα μόνη, ποτέ δεν ε ί χ ε σταθεί μακρύτερα
36
37
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
από ελάχιστα μέτρα από κάποιον άλλο άνθρωπο κ α ι , με εξαί
βαριά πόρτα, ένα κτίριο που, κρίνοντας από τα μ ε γ ά λ α πα
ρεση όταν κοιμόταν, ποτέ δεν έ μ ε ν ε χωρίς επαφή με άλλους
ράθυρα του ισογείου, ήταν κάποτε προφανώς κατάστημα, κι
ανθρώπους γ ι α πάνω από κ α μ ι ά ώρα. Έ ν ι ω σ ε την εξάρτησή
ένα κάπως μεγαλόπρεπο κτίριο, αποκομμένο από τα άλλα, με
της να βαραίνει ξαφνικά σαν μυλόπετρα κ α ι αποφάσισε να
ξύλινο μπαλκόνι, τοξωτή εξώπορτα και τα ερείπια ενός πε
διατηρήσει την ψυχραιμία της. Θα απολάμβανε αυτό το διά
ριτοιχισμένου κήπου. Μ ι α βαθιά, απόκοσμη σιωπή πλανιόταν
στημα της μοναξιάς· οι ελάχιστες ώρες της απομόνωσής της
πάνω από όλα αυτά.
ήταν σταγόνα στον ωκεανό σε σχέση με την ποινή της ισόβιας
Σ τ α δωμάτια των ισογείων ήταν φυτρωμένες πλούσιες
μοναξιάς που π ρ έ π ε ι να αντιμετώπισαν οι παλιοί κάτοικοι της
συστάδες από ζωηρόχρωμα αγριολούλουδα, και στους πάνω
Σπιναλόγκας.
ορόφους κίτρινες β ι ο λ έ τ ε ς πρόβαλλαν μέσα από τις ρ ω γ μ έ ς
Τα τεράστια πέτρινα τ ε ί χ η του βενετσιάνικου κάστρου
στους σοβάδες. Π ο λ λ ά από τα νούμερα των σπιτιών ήταν
υψώνονταν α π ε ι λ η τ ι κ ά από πάνω της. Π ώ ς θα ξεπερνούσε
α κ ό μ η ευδιάκριτα, κ α ι ο ι αχνοί αριθμοί - 1 1 , 1 8 , 2 9 - ε π ι κ έ
αυτό το φαινομενικά αδιαπέραστο ε μ π ό δ ι ο ; Τ ό τ ε ήταν που
ντρωναν τη φαντασία της Α λ έ ξ ι ς στο γεγονός ότι πίσω από
παρατήρησε, στον σ τ ρ ο γ γ υ λ ε μ έ ν ο τ ο μ έ α των τ ε ι χ ώ ν , μ ι α μ ι
κ α θ ε μ ι ά από αυτές τις εξώπορτες κάποιοι άνθρωποι είχαν ζή
κ ρ ή είσοδο με ύψος όσο ένας μέσος άνθρωπος. Ήταν ένα
σει π ρ α γ μ α τ ι κ έ ς ζωές. Σ υ ν έ χ ι σ ε να κάνει β ό λ τ ε ς , μ α γ ε μ έ ν η .
μικροσκοπικό, σκοτεινό άνοιγμα πάνω στην γκρίζα επιφά
Ήταν σαν να υπνοβατούσε. Δ ε ν ήταν όνειρο, κι όμως υπήρχε
νεια της πέτρας, κ α ι κ α θ ώ ς πλησίαζε διαπίστωσε ότι αποτε
κάτι τ ε λ ε ί ω ς ε ξ ω π ρ α γ μ α τ ι κ ό σε όσα αντίκριζε.
λούσε την είσοδο μ ι α ς μακριάς σήραγγας που έ σ τ ρ ι β ε στο βάθος, κρύβοντας έτσι ό τ ι
βρισκόταν στο άκρο της. Με τη
Προσπέρασε ένα χώρο που π ρ έ π ε ι να ήταν καφενείο, μια μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η αίθουσα και ένα κτίριο με σειρές από τ σ ι μ ε ν τ έ ν ι ε ς
θάλασσα από κ ά τ ω της και τα τ ε ί χ η μπροστά της, υπήρχε
γούρνες, το οποίο συμπέρανε ότι πρέπει να ήταν πλυσταριό.
μόνο ένας δρόμος που θα μπορούσε να ακολουθήσει - ευθεία
Δ ί π λ α τους βρίσκονταν τα ερείπια ενός άσχημου τριώροφου
μπροστά,
συγκροτήματος,
μέσα στο σκοτεινό, κλειστοφοβικό πέρασμα.
Το
με απέριττα κ ά γ κ ε λ α από χυτοσίδηρο στα
ακολούθησε γ ι α μ ε ρ ι κ ά μέτρα κ α ι , όταν αναδύθηκε ξανά από
μπαλκόνια. Το μ έ γ ε θ ό ς του ερχόταν σε π ε ρ ί ε ρ γ η αντίθεση με
το μισοσκόταδο στο λ α μ π ε ρ ό απογευματινό φως του ή λ ι ο υ ,
τα σπίτια, και ήταν παράξενο που κάποιος ε ί χ ε χ τ ί σ ε ι αυτό
ε ί δ ε ότι η κ λ ί μ α κ α του μέρους ε ί χ ε α λ λ ά ξ ε ι ε ν τ ε λ ώ ς . Σ τ α μ ά
το κτίριο μόλις εβδομήντα χρόνια πριν και το θεωρούσε κορυ
τησε, α π ο σ β ο λ ω μ έ ν η .
φαίο δ ε ί γ μ α μοντερνισμού. Τ ώ ρ α , τα τεράστια παράθυρά του
Βρισκόταν στο κ ά τ ω άκρο ενός μακριού δρόμου, που περι
έχασκαν ορθάνοιχτα στο θαλασσινό αεράκι και τα η λ ε κ τ ρ ι κ ά
στοιχιζόταν από μικρά διώροφα σπίτια. Κάποτε, αυτό μπορεί
καλώδια κρέμονταν από τα ταβάνια σαν μάζες από λασπωμέ
να έμοιαζε με οποιοδήποτε χωριό στην Κ ρ ή τ η , αλλά αυτά τα
να μακαρόνια. Ήταν σχεδόν το πιο θ λ ι β ε ρ ό κτίριο απ' όλα.
κτίρια ήταν τώρα πια μισοερειπωμένα. Τα παράθυρα κρέμο
Αφού β γ ή κ ε από την π ό λ η , έφτασε σε ένα κατάφυτο μο
νταν σε π ε ρ ί ε ρ γ ε ς γ ω ν ί ε ς από τους σπασμένους μεντεσέδες
νοπάτι που οδηγούσε μακριά, σε ένα σημείο πέρα από κ ά θ ε
τους, και τα παντζούρια έτριζαν με το ελαφρό θαλασσινό αερά
ένδειξη ύπαρξης πολιτισμού. Ήταν ένα φυσικό ακρωτήρι, που
κ ι . Δ ι έ σ χ ι σ ε διστακτικά τον σκονισμένο δρόμο, απορροφώντας
χανόταν
όλα όσα έ β λ ε π ε : μια εκκλησία στα δεξιά της με σκαλιστή
Ε κ ε ί αφέθηκε να φαντάζεται τη δυστυχία των λεπρών και να
38
39
απότομα στη θάλασσα δεκάδες
μέτρα πιο
κάτω.
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
αναρωτιέται αν μέσα στην απελπισία τους έρχονταν σε αυτό
πιο πολύπλοκη γ κ ά μ α συναισθημάτων γ ι α τους κατοίκους,
το μέρος γ ι α να συλλογιστούν να δώσουν ένα τέλος. Κάρφωσε
και όχι μόνο δυστυχία και απελπισία. Αν η ύπαρξή τους ήταν
το β λ έ μ μ α της στον ορίζοντα. Μ έ χ ρ ι τώρα ήταν τόσο απορ
άθλια, γ ι α τ ί να υπάρχουν καφενεία; Γ ι α τ ί υπήρχε ένα κτίριο
ροφημένη από όσα βρίσκονταν τ ρ ι γ ύ ρ ω της, τόσο απόλυτα
που θα μπορούσε να είναι μόνο δημαρχείο; Δ ι α ι σ θ ά ν θ η κ ε μ ε
β ο υ τ η γ μ έ ν η στην υ π ο β λ η τ ι κ ή ατμόσφαιρα αυτού του μέρους,
λ α γ χ ο λ ί α , αλλά ε ί δ ε επίσης και σημάδια φυσιολογικής ζωής.
ώστε όλες οι σκέψεις της γ ι α τη δ ι κ ή της κατάσταση είχαν
Αυτά ήταν που της είχαν προκαλέσει έ κ π λ η ξ η . Τούτο το μ ι
β γ ε ι από το μυαλό της. Ήταν ο μόνος άνθρωπος σε ολόκληρο
κροσκοπικό νησί ε ί χ ε υπάρξει κοινότητα, όχι απλώς ένα μ έ
το νησί κ α ι αυτό την έκανε να συνειδητοποιήσει ένα γ ε γ ο ν ό ς :
ρος όπου έρχονταν γ ι α να πεθάνουν - τουλάχιστον αυτό έδει
η απομόνωση δεν σήμαινε απαραίτητα και μοναξιά. Μ π ο ρ ε ί ς
χναν τα ερείπια της υποδομής.
να είσαι μόνος μέσα στο πλήθος. Η σκέψη τής έδωσε δύναμη
Η ώρα ε ί χ ε περάσει γ ρ ή γ ο ρ α . Ό τ α ν η Α λ έ ξ ι ς κοίταξε το
γ ι ' αυτό που ίσως χρειαζόταν να κάνει όταν επέστρεφε: να
ρολόι της, ε ί δ ε ότι ε ί χ ε πάει κιόλας π έ ν τ ε . Ο ήλιος φαινόταν
ξεκινήσει την ε π ό μ ε ν η φάση της ζωής της μόνη της.
α κ ό μ η τόσο ψ η λ ά στον ουρανό κ α ι η ζέστη του ήταν τόσο
Αφού ακολούθησε τα β ή μ α τ ά της πίσω στη σ ι ω π η λ ή πό
έντονη, ώστε ε ί χ ε χάσει τ ε λ ε ί ω ς την αίσθηση του χρόνου. Τ ι
λ η , η Α λ έ ξ ι ς ξεκουράστηκε γ ι α λ ί γ ο σε ένα πέτρινο κ α τ ώ φ λ ι ,
ν ά χ τ η κ ε όρθια, η καρδιά της χτυπούσε δυνατά. Αν και ε ί χ ε
κατεβάζοντας μονορούφι κάμποσο από το νερό που ε ί χ ε φέρει
απολαύσει τη σιωπή και τη γ α λ ή ν η ε δ ώ , δεν έ δ ι ω ξ ε από το
μαζί της. Δ ε ν κινούνταν τίποτα, εκτός από κάποια σαύρα η
μυαλό της την ιδέα ότι ο Γεράσιμος θα έ φ ε υ γ ε χωρίς αυτήν.
οποία κ ά θ ε τόσο έ τ ρ ε χ ε πάνω στα ξερά φύλλα, που κάλυπταν
Δ ι έ σ χ ι σ ε βιαστικά τ η μακριά, σκοτεινή σήραγγα, και β γ ή κ ε
πλέον τα πατώματα αυτών των ετοιμόρροπων σπιτιών. Μέσα
στην αποβάθρα στην ά λ λ η ά κ ρ η . Ο γέρος ψαράς καθόταν στη
από ένα άνοιγμα στο ε ρ ε ι π ω μ έ ν ο σπίτι μπροστά της ε ί δ ε τη
βάρκα του και την π ε ρ ί μ ε ν ε , και μόλις ε κ ε ί ν η εμφανίστηκε,
θάλασσα, και πέρα από αυτή την ενδοχώρα. Κ ά θ ε μέρα οι
έστριψε το κ λ ε ι δ ί της μηχανής γ ι α να τη β ά λ ε ι μπροστά.
λεπροί πρέπει να κοιτούσαν προς την Π λ ά κ α και θα μπο
Ήταν σαφές πως δεν ε ί χ ε καμία πρόθεση να παραμείνει ε κ ε ί
ρούσαν να δουν κ ά θ ε κ τ ί ρ ι ο , κ ά θ ε βάρκα - ίσως α κ ό μ η και
περισσότερο από όσο χρειαζόταν.
τους ανθρώπους που ασχολούνταν με τις κ α θ η μ ε ρ ι ν έ ς τους
Κάλυψαν τη διαδρομή της επιστροφής στην Π λ ά κ α μέσα
δουλειές. Τ ώ ρ α άρχιζε να φαντάζεται πόσο πρέπει να τους
σε λ ί γ α λ ε π τ ά . Με ένα αίσθημα ανακούφισης, εντόπισε το
βασάνιζε αυτή η ε γ γ ύ τ η τ α .
καφενείο όπου ε ί χ ε αρχίσει το ταξίδι της και είδε το παρη
Τι ιστορίες μπορούσαν να πουν οι τοίχοι αυτής της πόλης;
γορητικά οικείο νοικιασμένο αυτοκίνητο απέναντι του. Τ ώ ρ α
Π ρ έ π ε ι να υπήρξαν μάρτυρες φοβερών βασάνων. Ε ν ν ο ε ί τ α ι ότι
το χωριό ε ί χ ε ζωντανέψει και π ά λ ι . Γυναίκες κάθονταν στα
το να είναι κάποιος λεπρός, καθηλωμένος σε αυτόν το βράχο,
κατώφλια των σπιτιών και συζητούσαν, και κ ά τ ω από τα
πρέπει να ήταν η χειρότερη μοίρα που μπορούσε να του ε π ι
δέντρα στον ανοιχτό χώρο μπροστά στο καφενείο, μια συ
φυλάξει η ζ ω ή . Η Α λ έ ξ ι ς , όμως, ε ί χ ε εξασκηθεί πολύ καλά
ντροφιά ανδρών ήταν συγκεντρωμένη γ ι α ένα παιχνίδι με
στο να βγάζει συμπεράσματα από αρχαιολογικά υ π ο λ ε ί μ μ α
χαρτιά, με ένα σύννεφο καπνού από τα βαριά τσιγάρα τους
τα, και μπορούσε να κ α τ α λ ά β ε ι , απ' ότι
ε ί χ ε απομείνει σε
να α ι ω ρ ε ί τ α ι από πάνω τους. Μ α ζ ί με τον Γεράσιμο π ή γ α ν
αυτό το μέρος, πως η ζωή εδώ πρέπει να συμπεριλάμβανε μια
στο καφενείο, μέσα στη σιωπή που είχαν πλέον συνηθίσει,
40
41
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
κι ε κ ε ί τους υποδέχτηκε η γυναίκα, η οποία, συμπέρανε η
μόλις τ ε λ ε ί ω ν ε με την προετοιμασία των πιάτων της η μ έ ρ α ς .
Α λ έ ξ ι ς , ήταν η σύζυγος του Γεράσιμου. Η Α λ έ ξ ι ς μέτρησε
Τ η ς πρότεινε να φέρει στο μεταξύ μ ι α π ο ι κ ι λ ί α από τ ο π ι κ έ ς
μερικά ταλαιπωρημένα χαρτονομίσματα και της τα έδωσε.
λιχουδιές, ώστε να μη χρειαστεί να ασχοληθεί με το μενού.
« Θ έ λ ε ι ς να π ι ε ι ς ; » ρώτησε η γυναίκα με τα σπαστά α γ γ λ ι κ ά
Με ένα ποτήρι δροσερή ρετσίνα στο χ έ ρ ι και κάμποσο σταρέ-
της. Η Α λ έ ξ ι ς συνειδητοποίησε ότι δεν χρειαζόταν μόνο ένα
νιο ψ ω μ ί στο τραπέζι μπροστά της γ ι α να ξ ε γ ε λ ά σ ε ι προσω
ποτό, αλλά και φαγητό. Δ ε ν ε ί χ ε φάει τίποτα όλη μέρα και
ρινά την πείνα της, η Α λ έ ξ ι ς αισθάνθηκε ένα κύμα ικανοποίη
ο συνδυασμός της ζέστης και του θαλάσσιου ταξιδιού την ε ί χ ε
σης να τη διαπερνά. Ε ί χ ε πάρει μ ε γ ά λ η χαρά από την ημέρα
κάνει να τ ρ έ μ ε ι .
της μοναξιάς της και α π ο λ ά μ β α ν ε αυτή τη σ τ ι γ μ ή ε λ ε υ θ ε ρ ί α ς
Μ ό λ ι ς θ υ μ ή θ η κ ε ότι η φ ί λ η της μητέρας της ε ί χ ε ταβέρνα,
και ανεξαρτησίας. Κοίταξε απέναντι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Η ε λ ε υ
ψαχούλεψε βιαστικά το σάκο της γ ι α να βρει τον τσαλακω
θερία δεν ήταν από τα π ρ ά γ μ α τ α που θα είχαν απολαύσει οι
μένο φάκελο που π ε ρ ι ε ί χ ε το γ ρ ά μ μ α της Σ ο φ ί α ς . Έ δ ε ι ξ ε
λεπροί, σκέφτηκε, αλλά είχαν κερδίσει τ ί π ο τ ε άλλο σε αντάλ
τη διεύθυνση στη γυναίκα, που φάνηκε να την αναγνωρίζει
λαγμα;
αμέσως. Πιάνοντας την Α λ έ ξ ι ς από το μπράτσο, την ο δ ή γ η
Ο Στέφανος επέστρεψε με μια σειρά από μικρά άσπρα
σε έξω στο δρόμο και κατά μήκος της προκυμαίας. Έ π ε ι τ α
πιάτα τοποθετημένα στο μπράτσο του, το καθένα με μια μ ι
από περίπου πενήντα μέτρα, και πάνω σε μια αποβάθρα που
κρή ποσότητα από κάτι νόστιμο και μόλις φ τ ι α γ μ έ ν ο από
ε ξ ε ί χ ε στη θάλασσα, βρισκόταν μια ταβέρνα. Σ α ν όαση, οι
φρέσκα υλικά στην κουζίνα του: γαρίδες, γ ε μ ι σ τ έ ς κολοκυθο-
β α μ μ έ ν ε ς μ π λ ε καρέκλες της και τα γαλάζια και άσπρα καρό
κορφάδες, τζατζίκι και τυροπιτάκια. Η Α λ έ ξ ι ς αναρωτήθηκε
τραπεζομάντιλα έδειχναν να καλούν την Α λ έ ξ ι ς . Τη σ τ ι γ μ ή
αν ε ί χ ε ποτέ νιώσει τόσο μ ε γ ά λ η πείνα ή αν της είχαν ξανα
που την υποδέχτηκε ο ιδιοκτήτης, ο Στέφανος, ο οποίος ε ί χ ε
φέρει φαγητό που να δ ε ί χ ν ε ι τόσο λαχταριστό.
δώσει το όνομά του στο εστιατόριο, ήξερε πως θα χαιρόταν να καθίσει ε κ ε ί και να δει τον ή λ ι ο να δ ύ ε ι .
Κ α θ ώ ς πλησίαζε στο τραπέζι της, ο Στέφανος παρατήρη σε ότι κοίταζε προς τη μεριά του νησιού. Τ ο υ ε ί χ ε κινήσει την
Ο Στέφανος ε ί χ ε ένα χαρακτηριστικό κοινό με όλους τους
π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α αυτή η μ ο ν α χ ι κ ή Α γ γ λ ί δ α , που, όπως του ε ξ ή γ η
ιδιοκτήτες ταβέρνας που ε ί χ ε γνωρίσει η Α λ έ ξ ι ς : ένα πυκνό,
σε η Αντριάνα, η γυναίκα του Γεράσιμου, ε ί χ ε περάσει το
περιποιημένο μουστάκι. Σε αντίθεση με την πλειονότητά τους,
απόγευμα ολομόναχη στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Σ τ ο μέσον του καλο
ωστόσο, δεν φαινόταν να τ ρ ώ ε ι τις ποσότητες που σέρβιρε.
καιριού πολλές καραβιές τουριστών μεταφέρονταν απέναντι,
Ήταν πολύ νωρίς γ ι α τους ντόπιους να φάνε, κι έτσι η Α λ έ ξ ι ς
αλλά οι περισσότεροι από αυτούς έμεναν το πολύ μισή ώρα
κάθισε μόνη, σε ένα τραπέζι στην άκρη της θάλασσας. « Ε ί ν α ι σήμερα εδώ η Φ ω τ ε ι ν ή Δ α β ά ρ α ; » τον ρώτησε η
και μ ε τ ά τους π ή γ α ι ν α ν με πούλμαν σε κάποιο από τα μ ε γάλα ξενοδοχεία πιο κάτω στην α κ τ ή . Οι περισσότεροι έφταναν
Α λ έ ξ ι ς ε π ι φ υ λ α κ τ ι κ ά . « Η μητέρα μου την ήξερε τ ό τ ε που
ε κ ε ί εξαιτίας μιας νοσηρής π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α ς κ α ι , κρίνοντας από
μ ε γ ά λ ω ν ε εδώ και έ χ ω ένα γ ρ ά μ μ α γ ι ' α υ τ ή ν » .
τις κουβέντες που έπιανε το αυτί του αν σταματούσαν γ ι α
Ο Στέφανος, που γνώριζε πολύ περισσότερα α γ γ λ ι κ ά απ'
φαγητό στην Π λ ά κ α , ήταν συνήθως α π ο γ ο η τ ε υ μ έ ν ο ι . Μ ά λ
όσο το ζευγάρι στο καφενείο, απάντησε θερμά ότι η σύζυγός
λον περίμεναν να δουν κάτι περισσότερο από λ ί γ α ε ρ ε ι π ω μ έ
του ήταν π ρ ά γ μ α τ ι ε κ ε ί και θα ερχόταν να τη συναντήσει
να σπίτια και μ ι α εκκλησία με πορτοπαράθυρα κ λ ε ι σ μ έ ν α με
42
43
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
σανίδες. Τι ήθελαν τέλος πάντων, έ μ π α ι ν ε πάντοτε στον π ε ι ρασμό να ρωτήσει.
Πτώματα;
Παρατημένα δ ε κ α ν ί κ ι α ;
Η
αναισθησία τους πάντοτε τον εκνεύριζε. Α λ λ ά αυτή η γυναίκα
ΝΗΣΙ
« Π ο λ λ έ ς , πάρα πολλές φ ο ρ έ ς » , απάντησε ο Στέφανος. « Ξ έ ρ ε ι τα περισσότερα π ρ ά γ μ α τ α γ ι α το νησί από οποιονδή ποτε άλλον εδώ γ ύ ρ ω » . Ε ί χ α ν αρχίσει πια να φτάνουν κι άλλοι π ε λ ά τ ε ς , και ο
δεν ήταν σαν και δαύτους. « Π ώ ς σου φάνηκε το ν η σ ί ; » τη ρώτησε.
Στέφανος σ η κ ώ θ η κ ε από την ψ ά θ ι ν η καρέκλα γ ι α να τους
« Μ ε ε ξ έ π λ η ξ ε » , απάντησε ε κ ε ί ν η . « Τ ο π ε ρ ί μ ε ν α τρομε
οδηγήσει στα τραπέζια τους και να τους παρουσιάσει το μ ε
ρά μ ε λ α γ χ ο λ ι κ ό - κ α ι ή τ α ν - αλλά σου έδινε να κ α τ α λ ά β ε ι ς
νού. Ο ήλιος ε ί χ ε κρυφτεί κάτω από τον ορίζοντα και ο ουρα
πολύ περισσότερα π ρ ά γ μ α τ α . Ε ί ν α ι φανερό ότι οι άνθρωποι
νός ε ί χ ε βαφτεί με μ ι α σκούρα ροδαλή απόχρωση. Χ ε λ ι δ ό ν ι α
που έζησαν ε κ ε ί έκαναν κ ά τ ι περισσότερο από το να κάθο
τριγύριζαν πιάνοντας έντομα και κάνοντας βουτιές στον αέρα,
νται και να λυπούνται τον εαυτό τους. Τουλάχιστον έτσι μου
που δρόσιζε γ ο ρ γ ά . Αυτό που της φάνηκε αιωνιότητα ε ί χ ε
φάνηκε ε μ έ ν α » .
περάσει. Η Α λ έ ξ ι ς έ φ α γ ε ότι
Α υ τ ή δεν ήταν σε κ α μ ί α περίπτωση η συνηθισμένη αντί
της ε ί χ ε β ά λ ε ι μπροστά της ο
Στέφανος, αλλά πεινούσε α κ ό μ η .
δραση των επισκεπτών της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς , αλλά η νεαρή γ υ
Α κ ρ ι β ώ ς τη σ τ ι γ μ ή που σκεφτόταν να πάει στην κουζίνα
ναίκα ε ί χ ε προφανώς περάσει ε κ ε ί περισσότερη ώρα από τους
και να δ ι α λ έ ξ ε ι τι θα έπαιρνε μ ε τ ά , όπως ήταν απόλυτα απο
πιο πολλούς. Η Α λ έ ξ ι ς χαιρόταν να συζητάει, και από τη
δεκτό να κάνουν οι πελάτες στην Κ ρ ή τ η , έφτασε το κυρίως
σ τ ι γ μ ή που ο Στέφανος ή θ ε λ ε πάντοτε να εξασκεί τα α γ γ λ ι κ ά
πιάτο της.
του, δεν επρόκειτο να την αποθαρρύνει. « Δ ε ν ξέρω στ' α λ ή θ ε ι α γ ι α τ ί το πιστεύω αυτό - αλλά έ χ ω
« Α υ τ ό ψαρεύτηκε σ ή μ ε ρ α » , ε ί π ε η σερβιτόρα, αφήνοντας στο τραπέζι μια οβάλ π ι α τ έ λ α . « Ε ί ν α ι μπαρμπούνι. Ε λ π ί ζ ω να σας αρέσει· είναι απλώς ψημένο με φρέσκα μυρωδικά και
δ ί κ ι ο ; » τον ρώτησε. « Μ π ο ρ ώ να κ α θ ί σ ω ; » ρώτησε ο Στέφανος, χωρίς να π ε ρ ι μ έ ν ε ι απάντηση πριν τ ρ α β ή ξ ε ι μια καρέκλα και καθίσει πάνω της. Έ ν ι ω θ ε από ένστικτο ότι αυτή η γυναίκα ήταν ανοιχτή στη μ α γ ε ί α της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς . « Η γυναίκα μου ε ί χ ε μ ι α φ ί λ η που έ μ ε ν ε ε κ ε ί » , ε ί π ε . « Ε ί ν α ι η μόνη από τους ελά χιστους ανθρώπους εδώ γ ύ ρ ω που διατηρεί α κ ό μ η κάποιους δεσμούς με το νησί. Ό λ ο ι οι άλλοι έφυγαν όσο πιο μακριά γινόταν μόλις ανακαλύφθηκε η θεραπεία. Ε κ τ ό ς από τον γερο-Γεράσιμο, φ υ σ ι κ ά » . «Ο Γεράσιμος... ήταν λ ε π ρ ό ς ; » ρώτησε η Α λ έ ξ ι ς , με μια ελαφρά έ κ π λ η ξ η . Αυτό εξηγούσε με βεβαιότητα τη βιασύνη του να φ ύ γ ε ι από το νησί μόλις την άφησε ε κ ε ί . Η π ε ρ ι έ ρ γ ε ι ά της ε ί χ ε εξαφθεί απόλυτα πλέον. « Κ α ι η γυναίκα σου, επι σκέφτηκε ποτέ το ν η σ ί ; » 44
λίγο ελαιόλαδο». Η Α λ έ ξ ι ς ήταν κ α τ ά π λ η κ τ η , όχι μόνο εξαιτίας της τ έ λειας εμφάνισης του πιάτου, ούτε από τα τρυφερά, σχεδόν άπταιστα
α γ γ λ ι κ ά της.
Αυτό που την
αιφνιδίασε ήταν η
ομορφιά της. Π ά ν τ ο τ ε αναρωτιόταν πώς να ήταν εκείνο το πρόσωπο που γ ι α χάρη του έ γ ι ν ε ένας πόλεμος. Π ρ έ π ε ι να ήταν κάπως έτσι. « Ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , είπε τελικά. «Φαίνεται υπέροχο». Η οπτασία φάνηκε ότι θα απομακρυνόταν,
αλλά τότε
έκανε μια παύση. « Ο άντρας μου ε ί π ε ότι μ ε ψ ά χ ν ε τ ε » . Η Α λ έ ξ ι ς ανασήκωσε το β λ έ μ μ α της άφωνη. Η μητέρα της της ε ί χ ε π ε ι ότι η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε περάσει την η λ ι κ ί α των εβδομήντα, αλλά αυτή η γυναίκα ήταν λ ε π τ ή , χωρίς καθό λου σχεδόν ρυτίδες, και τα μ α λ λ ι ά της, πιασμένα ψηλά στο 45
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
κεφάλι της, είχαν α κ ό μ η σκούρο καστανό χ ρ ώ μ α . Δ ε ν ήταν η
και το θείο σ' ε κ ε ί ν η την παλιά φωτογραφία, που την είχαν
γερόντισσα την οποία π ε ρ ί μ ε ν ε η Α λ έ ξ ι ς ότι θα συναντούσε.
μ ε γ α λ ώ σ ε ι , η Α λ έ ξ ι ς δεν άκουσε ποτέ αυτό το όνομα.
« Δ ε ν είστε η . . . Φ ω τ ε ι ν ή Δ α β ά ρ α ; » ε ί π ε μ ε αβεβαιότητα,
« Τ η μητέρα της μητέρας σ ο υ » , πρόσθεσε γρήγορα η Φ ω τ ε ι ν ή , παρατηρώντας αμέσως το γ ε μ ά τ ο απορία β λ έ μ μ α στο
καθώς σηκωνόταν. « Ε γ ώ ε ί μ α ι » , τ η δ ι α β ε β α ί ω σ ε η γυναίκα ε υ γ ε ν ι κ ά .
πρόσωπο του κοριτσιού.
« Έ χ ω ένα γράμμα για σας», είπε η Αλέξις, ανακτώντας την
σπονδυλική στήλη της Α λ έ ξ ι ς . Μέσα στο η μ ί φ ω ς , με τη θά
ψυχραιμία της. « Α π ό τ η μητέρα μου, τ η Σοφία Φ ί λ ν τ ι ν γ κ » .
Κ ά τ ι σαν τρέμουλο διαπέρασε τη
λασσα να έ χ ε ι πάρει τώρα το χρώμα του μαύρου μελανιού,
Το πρόσωπο της Φ ω τ ε ι ν ή ς Δ α β ά ρ α φωτίστηκε. « Ε ί σ α ι η
έ μ ε ι ν ε εμβρόντητη από το μ έ γ ε θ ο ς της μυστικοπάθειας της
κόρη της Σ ο φ ί α ς ! Θ ε έ μου, τι υπέροχο!» ε ί π ε . « Π ώ ς είναι η
μητέρας της και τη συνειδητοποίηση ότι μιλούσε σε κάποια
Σοφία; Τ ι κ ά ν ε ι ; »
που ίσως να κ α τ ε ί χ ε μ ε ρ ι κ έ ς απαντήσεις.
Η Φ ω τ ε ι ν ή δ έ χ τ η κ ε με τεράστιο ενθουσιασμό το γ ρ ά μ μ α
« Έ λ α , κάθισε, κάθισε. Π ρ έ π ε ι να φας το μ π α ρ μ π ο ύ ν ι » ,
που της έδωσε η Α λ έ ξ ι ς , κρατώντας το σφιχτά πάνω στο στή
ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή . Η Α λ έ ξ ι ς ε ί χ ε σχεδόν χάσει πια την όρεξή
θος της, σαν να βρισκόταν ε κ ε ί η ίδια η Σ ο φ ί α . « Ε ί μ α ι τόσο
της, αλλά ένιωσε ότι θα ήταν ε υ γ ε ν ι κ ό από μέρους της να
ε υ τ υ χ ι σ μ έ ν η . . . Δ ε ν είχα μ ά θ ε ι νέα της από τότε που πέθανε η
συνεχίσει το φαγητό της, και οι δυο γυναίκες κάθισαν.
θεία της πριν από λ ί γ α χρόνια. Μ έ χ ρ ι τότε μου έγραφε κ ά θ ε
Παρά το γεγονός ότι ή θ ε λ ε να κάνει όλες τις ερωτήσεις
μήνα, μετά απλώς σταμάτησε. Ανησύχησα πάρα πολύ όταν
μονομιάς - δ ε ν μπορούσε να τις κρατήσει άλλο μέσα τ η ς - η Α λ έ ξ ι ς αφέθηκε να την ανακρίνει η Φ ω τ ε ι ν ή , οι ερωτήσεις
δεν έλαβα απάντηση στα τελευταία γ ρ ά μ μ α τ ά μ ο υ » . Ό λ α αυτά ήταν καινούρια γ ι α την Α λ έ ξ ι ς . Δ ε ν ήξερε ότι η μητέρα της έστελνε γ ρ ά μ μ α τ α στην Κ ρ ή τ η τόσο τ α κ τ ι κ ά
και
σίγουρα δεν ε ί χ ε ιδέα ότι έπαιρνε και κάποια. Πόσο περίεργο ήταν που όλα αυτά τα χρόνια η Α λ έ ξ ι ς δεν ε ί χ ε δει ούτε μία φορά κάποιο γ ρ ά μ μ α με ε λ λ η ν ι κ ό γραμματόσημο - έ ν ι ω θ ε β έ β α ι η πως θα το θυμόταν, από τη σ τ ι γ μ ή που σηκωνόταν νωρίς το πρωί και πάντοτε μάζευε τα γ ρ ά μ μ α τ α από το χα λ ά κ ι της πόρτας. Φαινόταν ότι η μητέρα της ε ί χ ε κάνει τα πάντα γ ι α να κρατήσει μυστική αυτή την αλληλογραφία. Τ ώ ρ α η Φ ω τ ε ι ν ή κρατούσε την Α λ έ ξ ι ς από τους ώμους και κοιτούσε το πρόσωπο της ερευνητικά με τα αμυγδαλένια μάτια της. « Γ ι α να δω - ναι, ναι, π ρ ά γ μ α τ ι της μοιάζεις λ ι γ ά κ ι . Μοιάζεις α κ ό μ η περισσότερο με την κακόμοιρη την Ά ν ν α » . Τ η ν Άννα; Σ ε όλες τις περιπτώσεις που ε ί χ ε προσπαθήσει να αποσπάσει πληροφορίες από τη μητέρα της γ ι α τη θεία 46
της οποίας ήταν πιο διερευνητικές απ' όσο φαίνονταν. Π ώ ς ήταν η μητέρα της; Ήταν ευτυχισμένη; Tι άνθρωπος ήταν ο πατέρας της; Τ ι την ε ί χ ε φέρει στην Κ ρ ή τ η ; Η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε τη θ έ ρ μ η της νύχτας, και η Α λ έ ξ ι ς β ρ έ θ η κ ε να της απαντάει πολύ ανοιχτά. Α υ τ ή η γυναίκα ήταν τόσο μ ε γ ά λ η που θα μπορούσε να είναι γ ι α γ ι ά της, κι όμως δεν παρουσίαζε καθόλου την εικόνα που θα π ε ρ ί μ ε ν ε να έ χ ε ι μια γ ι α γ ι ά . Η Φ ω τ ε ι ν ή Δ α β ά ρ α ερχόταν σε αντίθεση με την καμπουριασμένη γερόντισσα, την ντυμένη στα μαύρα, την οποία ε ί χ ε φανταστεί όταν της έδωσε το γ ρ ά μ μ α η μητέρα της. Το ενδιαφέρον της γ ι α την Α λ έ ξ ι ς φαινόταν απόλυτα ε ι λ ι κ ρ ι ν έ ς . Ε ί χ ε περάσει πολύς καιρός -αν ποτέ συνέβη κάτι τ έ τ ο ι ο - από τότε που η Α λ έ ξ ι ς μ ί λ η σ ε με κάποιον με αυτό τον τρόπο. Ο επόπτης των σπουδών της στο πανεπιστήμιο την ά κ ο υ γ ε πού και πού σαν να είχαν π ρ ά γ μ α τ ι σημασία όσα έ λ ε γ ε , αλλά μέσα της ήξερε πως αυτό συνέβαινε μόνο ε π ε ι δ ή 47
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
πληρωνόταν γ ι ' αυτό. Δ ε ν πέρασε π ο λ λ ή ώρα πριν η Α λ έ ξ ι ς αρχίσει την εξομολόγησή της στη Φ ω τ ε ι ν ή .
ΝΗΣΙ
Α υ τ ή η δήλωση δεν ταίριαζε στη συνήθως πραγματίστρια Α λ έ ξ ι ς , και καταλάβαινε ότι ίσως να ακουγόταν κάπως αόρι
«Η μητέρα μου ήταν πάντοτε τρομερά μυστικοπαθής σχε
στη, σχεδόν παράλογη, σε κάποια την οποία γνώριζε λιγότερο
τικά με τα νεανικά της χ ρ ό ν ι α » , ε ί π ε . « Α υ τ ό που π ρ α γ μ α τ ι κ ά
από δύο ώρες. Ε π ι π λ έ ο ν , ε ί χ ε ξ ε φ ύ γ ε ι από το θ έ μ α τους· πώς
ξέρω είναι ότι γ ε ν ν ή θ η κ ε εδώ κοντά, ότι τη μεγάλωσαν ο
μπορούσε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι ότι αυτή η Ε λ λ η ν ί δ α , όσο ε υ γ ε ν ι κ ή κι
θείος κι η θεία της και πως έφυγε όταν ήταν δεκαοχτώ και
αν ήταν, θα ενδιαφερόταν γ ι α την ίδια;
δεν ξαναγύρισε π ο τ έ » .
Ο Στέφανος πλησίασε ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή γ ι α να μ α ζ έ ψ ε ι
« Α υ τ ά είναι π ρ ά γ μ α τ ι όλα όσα ξ έ ρ ε ι ς ; » ρώτησε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Δ ε ν σου έ χ ε ι π ε ι τίποτε ά λ λ ο ; »
τα πιάτα, και μέσα σε λ ί γ α λεπτά επέστρεψε με φλιτζάνια καφέ και δυο μ ε γ ά λ α ποτήρια σκουρόχρωμο μπράντι. Π ε λ ά
« Ό χ ι , τ ί π ο τ ε απολύτως. Ε ν μ έ ρ ε ι γ ι ' αυτόν τ ο λ ό γ ο βρί
τες είχαν έρθει κι είχαν φύγει στη διάρκεια της βραδιάς κ α ι ,
σκομαι ε δ ώ . Θ έ λ ω να μ ά θ ω περισσότερα. Θ έ λ ω να ξέρω τι
γ ι α μια α κ ό μ η φορά, το τραπέζι της Α λ έ ξ ι ς ήταν το μόνο
την έκανε να στρέψει την π λ ά τ η της στο παρελθόν με τέτοιον
κατειλημμένο.
τρόπο».
Ζεσταμένη από τον καφέ και α κ ό μ η περισσότερο από το
« Α λ λ ά γ ι α τ ί τ ώ ρ α ; » τ η ρώτησε η Φ ω τ ε ι ν ή .
ποτό, η Α λ έ ξ ι ς ρώτησε τη Φ ω τ ε ι ν ή πόσο καιρό ήξερε τη μ η
« Α , γ ι α πολλούς λ ό γ ο υ ς » , ε ί π ε η Α λ έ ξ ι ς , κοιτάζοντας
τέρα της.
το πιάτο της. « Α λ λ ά κυρίως έ χ ε ι να κάνει με το φίλο μου.
«Ουσιαστικά, από τη μέρα που γ ε ν ν ή θ η κ ε » , απάντησε η
Συνειδητοποίησα πρόσφατα πόσο τυχερή ήταν η μητέρα μου
η λ ι κ ι ω μ έ ν η γυναίκα. Α λ λ ά σταμάτησε ε κ ε ί , καθώς αισθάν
που γνώρισε τον πατέρα μου - πάντοτε υπέθετα ότι η σχέση
θηκε ένα μ ε γ ά λ ο βάρος ευθύνης. Ποια ήταν αυτή, η Φ ω τ ε ι ν ή
τους κρατιόταν σε τυπικό ε π ί π ε δ ο » .
Δαβάρα, γ ι α να π ε ι σ' ετούτο το κορίτσι πράγματα γ ι α το
« Χ α ί ρ ο μ α ι που είναι ευτυχισμένοι. Ε κ ε ί ν η την εποχή ε ί χ ε
παρελθόν της οικογένειάς της, που η ίδια η μητέρα της ή θ ε λ ε
προκληθεί αναστάτωση, αλλά τρέφαμε όλοι πολλές ε λ π ί δ ε ς ,
ξεκάθαρα να της κρύψει; Μόνο τότε θ υ μ ή θ η κ ε η Φ ω τ ε ι ν ή το
ε π ε ι δ ή φαίνονταν τόσο απόλυτα ε υ χ α ρ ι σ τ η μ έ ν ο ι » . « Ε ί ν α ι περίεργο, πάντως. Ξ έ ρ ω ελάχιστα πράγματα γ ι α τ η μητέρα μου. Δ ε ν μ ι λ ά ε ι ποτέ γ ι α την π α ι δ ι κ ή της η λ ι κ ί α ,
γ ρ ά μ μ α που ε ί χ ε χώσει στην ποδιά της. Το έ β γ α λ ε έξω και, παίρνοντας ένα μαχαίρι από το διπλανό τραπέζι, το άνοιξε στα γρήγορα.
δεν μ ι λ ά ε ι ποτέ γ ι α τη ζωή ε δ ώ . . . » « Σ ο β α ρ ά ; » τη διέκοψε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Α υ τ ό που ν ι ώ θ ω » , ε ί π ε η Α λ έ ξ ι ς , « ε ί ν α ι πως το να ανα
Αγαπημένη
μου
Φωτεινή,
κ α λ ύ ψ ω περισσότερα πράγματα γ ι α τη μητέρα μου ίσως να
Σε παρακαλώ, συγχώρεσε με που δεν επικοινώνησα τόσο και
με βοηθήσει. Σ τ ά θ η κ ε τυχερή που γνώρισε κάποιον γ ι α τον
ρό.
οποίο νοιάζεται τόσο πολύ, αλλά πώς ήξερε ότι αυτός ήταν ο
αλλά πίστεψέ με, σε σκέφτομαι συχνά. Αυτή είναι η κόρη μου,
κατάλληλος άνθρωπος γ ι α όλη της τ η ζ ω ή ; Ε ί μ α ι μ ε τον Ε ν τ
η Αλέξις.
πάνω από πέντε χρόνια και δεν ε ί μ α ι σίγουρη αν θα έπρεπε
μου
να είμαστε μαζί ή ό χ ι » .
ζητήσω, 48
Ξέρω
ότι
δεν χρειάζεται
να σου
εξηγήσω
τους λόγους,
Θα της φερθείς με την ίδια ευγένεια με την οποία
φέρθηκες
πάντοτε
-
μάλλον
έτσι; 49
δεν χρειάζεται
καν
να
το
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
Η Αλέξις
έχει
Την καταλαβαίνω,
μεγάλη
ΧΙΣΛΟΠ
περιέργεια
αλλά μου
ΤΟ
για
την
ιστορία
της.
ήταν σχεδόν αδύνατον να της
Έμοιαζαν υγρά - από δάκρυα ή ενθουσιασμό, η Α λ έ ξ ι ς δεν μπορούσε να το π ε ι με σιγουριά.
πω οτιδήποτε. Δεν είναι περίεργο που το πέρασμα του χρόνου κάνει ακόμη πιο δύσκολο να βγουν τα πράγματα στο φως; Ξέρω ότι θα σου κάνει πολλές ερωτήσεις - είναι, βλέπεις, ιστορικός από τη φύση της.
Θα της δώσεις απαντήσεις;
Τα
μάτια και τα αυτιά σου στάθηκαν μάρτυρες ολόκληρης της ιστο
ΝΗΣΙ
Ήξερε ενστικτωδώς πως αυτή η νύχτα θα αποτελούσε την καλύτερη επένδυση χρόνου που θα μπορούσε να κάνει ποτέ, και δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η ιστορία της μητέρας της θα τη
βοηθούσε
μακροπρόθεσμα περισσότερο από
μια
ακόμη
επίσκεψη σε κάποιο μουσείο. Γ ι α τ ί να εξετάσει τα κρύα απο
ρίας. Πιστεύω ότι θα μπορέσεις να της δώσεις μια περιγραφή
μεινάρια των πολιτισμών του παρελθόντος, τη σ τ ι γ μ ή που θα
πιο ακριβή απ' όσο θα μπορούσα εγώ ποτέ να δώσω.
μπορούσε να δώσει πνοή στη δ ι κ ή της ιστορία; Δ ε ν υπήρχε
Πες της τα
όλα,
Φωτεινή.
Θα
είναι
ευγνώμων
για
πά
τίποτα που θα την εμπόδιζε να μ ε ί ν ε ι . Έ ν α σύντομο μήνυμα
ντα. Ποιος ξέρει, ίσως να γυρίσει στην Αγγλία και να μπορεί
στον Ε ν τ ότι θα έ μ ε ν ε ε κ ε ί γ ι α μια-δυο μέρες ήταν το μόνο
να μου πει πράγματα που ούτε εγώ έμαθα ποτέ.
που χρειαζόταν. Μολονότι ήξερε πως κάτι τέτοιο θα ήταν
Θα μπορέ
σεις να της δείξεις πού γεννήθηκα -ξέρω ότι θα την ενδιαφέ
μια πράξη περιφρόνησης προς τον Ε ν τ , έ ν ι ω θ ε ότι αυτή η π ε
ρει- και να την πας στον Αγιο Νικόλαο;
ρίπτωση δικαιολογούσε λ ί γ ο ε γ ω ι σ μ ό από μέρους της. Ήταν
Αυτό το γράμμα φτάνει με πολλή αγάπη για σένα και τον Στέφανο
και
σε
παρακαλώ
να
δώσεις τις
θερμές ευχές μου
ουσιαστικά ε λ ε ύ θ ε ρ η να κάνει ότι ή θ ε λ ε . Ήταν μια σ τ ι γ μ ή ακινησίας. Η σκοτεινή, γαλήνια θάλασσα σχεδόν φαινόταν να κρατά την αναπνοή της, και στον ξάστερο
και στους γιους σου. Σ'
ευχαριστώ, Με
παντοτινή
Φωτεινή.
ουρανό πάνω από το κεφάλι της, ο πιο λαμπρός αστερισμός
αγάπη,
απ' όλους, ο Ωρίωνας, που ε ί χ ε σκοτωθεί και τον τοποθέτησαν
Σοφία
στον ουρανό οι θεοί, έδειχνε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι την απάντησή της. Α υ τ ή ίσως να ήταν η μοναδική ευκαιρία που θα προσφερόταν
Ό τ α ν τ έ λ ε ι ω σ ε την ανάγνωση του γράμματος, η Φ ω τ ε ι ν ή το δίπλωσε προσεκτικά και το ξανάβαλε στο φάκελο του. Κ ο ί τ α ξ ε την Α λ έ ξ ι ς , η οποία μελετούσε κ ά θ ε της έκφραση με π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α , όση ώρα σάρωνε με το β λ έ μ μ α της το τσαλακω
ποτέ στην Α λ έ ξ ι ς , σε ολόκληρη τη ζωή της, γ ι α να μαζέψει τα σπαράγματα της δικής της ιστορίας πριν σκορπίσουν στον άνεμο. Ήξερε πως υπήρχε μόνο μία απάντηση στην πρόσκλη ση. « Σ ' ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , ε ί π ε ήρεμα, κυριευμένη ξαφνικά από την κούραση. « Θ α ήθελα πολύ να μ ε ί ν ω » .
μένο κ ο μ μ ά τ ι χαρτί. «Η μητέρα σου μου ζητάει να σου πω τα πάντα γ ι α την οικογένεια τ η ς » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή , « α λ λ ά δεν πρόκειται γ ι α παραμυθάκι. Κ λ ε ί ν ο υ μ ε την ταβέρνα Κ υ ρ ι α κ ή και Δ ε υ τ έ ρ α και θα έ χ ω όλο το χρόνο τώρα που είναι τέλος της σεζόν. Γιατί δεν μ έ ν ε ι ς μαζί μας μια-δυο μέρες; Θα χαιρόμουν πολύ αν το έ κ α ν ε ς » . Τα μάτια της Φ ω τ ε ι ν ή ς έλαμπαν στο σκοτάδι. 50
51
ΤΟ
ΝΗΣΙ
πρωινά. Α λ λ ά το σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν ο κ ρ ε β ά τ ι ήταν τ ε λ ε ί ω ς διαφο ρ ε τ ι κ ό . Μάλιστα, ολόκληρο το δ ω μ ά τ ι ο ήταν διαφορετικό. Το στρογγυλό τραπέζι με το δαντελωτό τραπεζομάντιλο, το κα ρ ε κ λ ά κ ι με την ξεθωριασμένη π λ ε κ τ ή ψάθα, οι κορνιζαρισμέ νες υδατογραφίες στον τοίχο, το καλυμμένο με παγωμένα ρυά κια κεριού κ η ρ ο π ή γ ι ο , το μυρωδάτο ματσάκι λεβάντας που κρεμόταν στο πίσω μέρος της πόρτας, και οι τοίχοι, οι β α μ μένοι με απαλό γαλάζιο χ ρ ώ μ α που ταίριαζε με τα σκεπά
Δεύτερο Κεφάλαιο
σματα του κ ρ ε β α τ ι ο ύ : όλα αυτά τα π ρ ά γ μ α τ α το έκαναν να φαντάζει πιο οικείο απ' όσο το ίδιο της το σπίτι. Όταν τ ρ ά β η ξ ε τις κουρτίνες, την κ α λ η μ έ ρ ι σ ε η ε κ θ α μ β ω τ ι κ ή θέα της λ α μ π ε ρ ή ς θάλασσας και του νησιού της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς , που, μέσα στη λ α μ π ε ρ ή α χ λ ή της ζέστης, φαινόταν
Η
πιο μακρινό, πιο απόμακρο σε σχέση με χ θ ε ς . Α Λ Ε Ξ Ι Σ κ ο ι μ ή θ η κ ε βαθιά ε κ ε ί ν η τ η νύχτα. Ό τ α ν
Όταν ξεκίνησε από τα Χ α ν ι ά νωρίς την προηγούμενη μ έ
αυτή και η Φ ω τ ε ι ν ή π ή γ α ν τ ε λ ι κ ά γ ι α ύπνο, η ώρα
ρα, δεν ε ί χ ε σκοπό να μ ε ί ν ε ι στην Π λ ά κ α . Ε ί χ ε φανταστεί μια
ήταν περασμένη μία το πρωί, και ο συνδυασμός της
σύντομη συνάντηση με την η λ ι κ ι ω μ έ ν η γυναίκα από την παι
κούρασης από το μακρινό ταξίδι προς την Π λ ά κ α και το από
δ ι κ ή η λ ι κ ί α της μητέρας της και μια μ ι κ ρ ή περιπλάνηση στο
γ ε υ μ α στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , με το μεθυστικό μ ε ί γ μ α του μ ε ζ έ και
χωριό πριν ξαναβρεθεί με τον Ε ν τ . Γ ι ' αυτόν το λόγο δεν ε ί χ ε
του μπράντι, τη βύθισε σε έναν βαθύ ύπνο χωρίς όνειρα.
φέρει μαζί της τίποτε άλλο εκτός από ένα χάρτη και τη φωτο
Ήταν σχεδόν δέκα όταν η λιακάδα χ ύ θ η κ ε στο δ ω μ ά τ ι ο
γ ρ α φ ι κ ή μ η χ α ν ή τ η ς . Σ ί γ ο υ ρ α δεν π ε ρ ί μ ε ν ε ότι θα χρειαζόταν
από τα χωρίσματα ανάμεσα στις βαριές τσόχινες κουρτίνες,
κάποια αλλαξιά ρούχα ή οδοντόβουρτσα. Η Φ ω τ ε ι ν ή , ωστόσο,
ρίχνοντας μια ακτίνα φωτός στο μ α ξ ι λ ά ρ ι της Α λ έ ξ ι ς . Ε κ ε ί
ε ί χ ε σπεύσει να τη σώσει, δίνοντάς της όλα όσα χρειαζόταν:
ν η , ξυπνώντας, γλίστρησε κ ά τ ω από τα σεντόνια γ ι α να κρύ
ένα από τα πουκάμισα του Στέφανου που θα το φορούσε γ ι α να
ψ ε ι το πρόσωπό τ η ς . Το τ ε λ ε υ τ α ί ο δ ε κ α π ε ν θ ή μ ε ρ ο ε ί χ ε κοι
κ ο ι μ η θ ε ί , και μια καθαρή, αν και ξεφτισμένη, πετσέτα. Μ ό λ ι ς
μ η θ ε ί σε διάφορα δ ω μ ά τ ι α που δεν την έκαναν να αισθάνεται
σηκώθηκε, β ρ ή κ ε στην άκρη του κρεβατιού ένα λουλουδάτο
κ α μ ί α οικειότητα, και κ ά θ ε φορά που ά ν ο ι γ ε τα μάτια της
πουκάμισο - σε κ α μ ί α περίπτωση στο στιλ της, αλλά μετά τη
μεσολαβούσε μια σ τ ι γ μ ή σύγχυσης μ έ χ ρ ι να προσαρμοστεί στο
ζέστη και τη σκόνη της προηγούμενης μέρας, ήταν χαρούμενη
χώρο και να συνειδητοποιήσει πού βρισκόταν και τι ώρα ήταν.
που θα άλλαζε ρούχα. Ήταν μια χειρονομία τέτοιας μητρικής
Τα περισσότερα από τα στρώματα στις φτηνές πανσιόν όπου
καλοσύνης, ώστε δεν θα μπορούσε να την αγνοήσει. Κι αν τα
ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι μαζί με τον Ε ν τ , ε ί τ ε ήταν β ο υ λ ι α γ μ έ ν α στη μ έ σ η ,
απαλά ροζ και μ π λ ε χρώματα της μπλούζας έδειχναν μάλλον
ε ί τ ε εξείχαν από μέσα τους τα μ ε τ α λ λ ι κ ά ελατήριά τους. Δ ε ν
άσχετα με το χακί σορτσάκι της, τι σημασία ε ί χ ε ; Η Α λ έ ξ ι ς
δυσκολευόταν καθόλου να σ η κ ω θ ε ί από αυτά τα κ ρ ε β ά τ ι α τα
π λ ύ θ η κ ε με κρύο νερό στον μικροσκοπικό νιπτήρα στη γ ω ν ί α
52
53
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
και μετά παρατήρησε το ηλιοκαμένο πρόσωπό της στον κα
ένα δίσκο με μια καφετιέρα, μερικά μ ε γ ά λ α φλιτζάνια και
θρέφτη. Ήταν ενθουσιασμένη σαν παιδί που θα του διάβαζαν
πιατάκια κι ένα κ α ρ β έ λ ι μόλις β γ α λ μ έ ν ο από το φούρνο.
το κρίσιμο κεφάλαιο κάποιας ιστορίας. Σ ή μ ε ρ α , η Φ ω τ ε ι ν ή θα γινόταν η Σεχραζάντ της.
« Μ ε συγχωρείς, τ ο ψ ω μ ί είναι ξαναζεσταμένο. Αυτό εί ναι το μόνο κακό που έχουν οι Κυριακές ε δ ώ : ο φούρναρης
Ν τ υ μ έ ν η με το β α μ β α κ ε ρ ό ρούχο που της έδινε την απρό σμενη αίσθηση του καλοσιδερωμένου, κ α τ έ β η κ ε τη σκοτεινή
δεν σηκώνεται από το κ ρ ε β ά τ ι του. Κι έτσι έχουμε ξερό ψ ω μ ί ή τ ί π ο τ α » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή γελαστά.
πίσω σκάλα και β ρ έ θ η κ ε στην κουζίνα του εστιατορίου, όπου
« Τ ο τίποτα θα μου ήταν αρκετό, αφού υπάρχει φρέσκος
την ε ί χ ε τ ρ α β ή ξ ε ι σαν μ α γ ν ή τ η ς το διαπεραστικό άρωμα του
κ α φ έ ς » , απάντησε η Α λ έ ξ ι ς , που ακολούθησε τη Φ ω τ ε ι ν ή
δυνατού, φρεσκοκομμένου καφέ. Η Φ ω τ ε ι ν ή καθόταν σε ένα
περνώντας μέσα από τις πανταχού παρούσες πλαστικές λωρί
τεράστιο, ροζιασμένο τραπέζι, στο κέντρο του δ ω μ α τ ί ο υ . Αν
δες και φτάνοντας στο προαύλιο, όπου είχαν β γ ά λ ε ι τα χάρ
και το είχαν τ ρ ί ψ ε ι με ε π ι μ έ λ ε ι α , φαινόταν ότι επάνω του
τινα τραπεζομάντιλα από όλα τα τραπέζια της περασμένης
βρίσκονταν α κ ό μ η οι λ ε κ έ δ ε ς από όλα τα κ ο μ μ ά τ ι α κρέατος
νύχτας, που έδειχναν τώρα περίεργα γυμνά με τις επιφάνειες
και τα μυρωδικά που είχαν κοπεί στην επιφάνειά του. Π ρ έ
τους από φορμάικα.
π ε ι , α κ ό μ η , να ε ί χ ε σταθεί μάρτυρας άπειρων σ τ ι γ μ ώ ν έντα σης, που ε ί χ ε διαπεράσει μετά από τόσα χρόνια το υλικό του. Η Φ ω τ ε ι ν ή σ η κ ώ θ η κ ε γ ι α να τη χαιρετήσει. « Κ α λ η μ έ ρ α , Α λ έ ξ ι ς ! » της ε ί π ε θ ε ρ μ ά .
Οι δυο γυναίκες κάθισαν
κοιτάζοντας τη θάλασσα που
έ γ λ ε ι φ ε τα βράχια από κάτω τους. Η Φ ω τ ε ι ν ή έβαλε καφέ, και το πηχτό μαύρο υγρό κύλησε σαν σκοτεινό ρυάκι στη λ ε υ κ ή πορσελάνη. Μ ε τ ά τις ατελείωτες και απογοητευτικές κούπες
Φορούσε μια μπλούζα παρόμοια μ' ε κ ε ί ν η που ε ί χ ε δανεί
στιγμιαίου καφέ, που σερβίρονταν λες και οι άγευστοι κόκκοι
σει στην Α λ έ ξ ι ς , μολονότι αυτή της Φ ω τ ε ι ν ή ς ήταν στις απο
τους ήταν κάτι εξαιρετικό, η Αλέξις αισθάνθηκε ότι κανένα
χρώσεις της ώχρας και ταίριαζε με τη μακριά φούστα η οποία
άλλο φλιτζάνι καφέ δεν ε ί χ ε τόσο έντονη και υπέροχη γεύση
χυνόταν από τη λ ε π τ ή μέση της και έφτανε σχεδόν μ έ χ ρ ι τους
σαν κι αυτό. Φ α ί ν ε τ α ι ότι κανένας δεν ε ί χ ε το θάρρος να πει
αστραγάλους της. Η πρώτη εντύπωση από την ομορφιά της,
στους Έ λ λ η ν ε ς ότι ο στιγμιαίος καφές δεν ήταν πλέον κάποια
που ε ί χ ε ε κ π λ ή ξ ε ι την Α λ έ ξ ι ς τόσο ισχυρά την προηγούμενη
καινοτομία! Ό λ ο ι , κι αυτή μαζί, λαχταρούσαν αυτό το παλιο
νύχτα στο απαλό φως του σούρουπου, δεν ήταν λ α θ ε μ έ ν η . Η
μοδίτικο και λ ι γ ω τ ι κ ό υγρό. Η λιακάδα του Σ ε π τ ε μ β ρ ί ο υ ε ί χ ε
α γ α λ μ α τ έ ν ι α κορμοστασιά αυτής της Κ ρ η τ ι κ ι ά ς και τα μ ε
μια διαυγή λαμπρότητα και μια ήπια θέρμη που, μετά την
γ ά λ α μάτια της θύμιζαν τις μορφές στις σπουδαίες μ ι ν ω ι κ έ ς
ένταση της αυγουστιάτικης ζέστης, έκαναν αυτόν το μήνα έναν
τοιχογραφίες της Κνωσσού, εκείνα τα ζωντανά πορτρέτα που
από τους πιο ευπρόσδεκτους στην Κ ρ ή τ η . Η λαύρα του κατα
είχαν ε π ι β ι ώ σ ε ι μέσα από τις συμφορές χ ι λ ι ά δ ω ν ετών, κ α ι
καλόκαιρου ε ί χ ε πέσει και οι καυτοί, άγριοι άνεμοι είχαν υπο
είχαν ωστόσο μια αξιοσημείωτη απλότητα, η οποία τα έκανε
χωρήσει κι αυτοί. Οι δυο γυναίκες κάθονταν απέναντι η μία
να φαίνονται τόσο σημερινά.
στην άλλη κάτω από τη σκιά της τέντας και η Φ ω τ ε ι ν ή έ β α λ ε
« Κ ο ι μ ή θ η κ ε ς κ α λ ά ; » ρώτησε η Φ ω τ ε ι ν ή .
τη μελαχρινή, ρυτιδιασμένη παλάμη της στο χέρι της Αλέξις.
Η Α λ έ ξ ι ς έπνιξε ένα χασμουρητό, έ γ ν ε ψ ε καταφατικά και
« Ε ί μ α ι τόσο χαρούμενη που ή ρ θ ε ς » , της ε ί π ε . « Δ ε ν μπο
κατόπιν χ α μ ο γ έ λ α σ ε στη Φ ω τ ε ι ν ή , που έσπευσε να φορτώσει
ρείς να φανταστείς πόσο. Π λ η γ ώ θ η κ α πολύ όταν η μητέρα
54
55
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
σου σταμάτησε να γράφει. Κ α τ ά λ α β α απόλυτα γ ι α τ ί , αλλά
και β ρ έ θ η κ ε να αναρωτιέται αν π ρ α γ μ α τ ι κ ά το ή θ ε λ ε αυτό.
έσπασε έναν τόσο σημαντικό κρίκο με το π α ρ ε λ θ ό ν » .
Κάρφωσε το β λ έ μ μ α της στη θάλασσα, στο αχνό π ε ρ ί γ ρ α μ
« Δ ε ν είχα ιδέα ότι σου έ γ ρ α φ ε » , ε ί π ε η Α λ έ ξ ι ς , νιώθο ντας σαν να απολογούνταν εκ μέρους της μητέρας της.
μα της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς , και θ υ μ ή θ η κ ε το μοναχικό απόγευμα της ε κ ε ί ήδη με νοσταλγία. Η Πανδώρα μετάνιωσε που ε ί χ ε
« Α κ ό μ η και τα πρώτα β ή μ α τ α της ζωής της ήταν δύσκο
ανοίξει το κουτί της. Θα συνέβαινε το ίδιο και στην ίδια;
λ α » , συνέχισε η Φ ω τ ε ι ν ή , « α λ λ ά προσπαθήσαμε όλοι, ε ι λ ι κ ρ ι
Η Φ ω τ ε ι ν ή εντόπισε την κατεύθυνση της ματιάς της.
νά, να την κάνουμε ευτυχισμένη και να της δώσουμε ότι κα
«Η προγιαγιά σου έζησε σ' εκείνο το νησί», είπε. «Ήταν λε π ρ ή » . Δ ε ν περίμενε τα λόγια της να ακουστούν τόσο ωμά, τόσο
λύτερο μ π ο ρ ο ύ σ α μ ε » . Βλέποντας την ελαφρά απορημένη έκφραση της Α λ έ ξ ι ς , η Φ ω τ ε ι ν ή διαπίστωσε ότι έπρεπε να ελαττώσει το ρυθμό της.
άκαρδα, και είδε αμέσως ότι έκαναν την Αλέξις να μορφάσει. «Λεπρή;»
ρώτησε η Α λ έ ξ ι ς με φωνή σχεδόν π ν ι γ μ έ ν η
Έ β α λ ε άλλο ένα φλιτζάνι καφέ και γ ι α τις δύο, κάνοντας μια
από το σοκ. Τ η ν απωθούσε αυτή η σ κ έ ψ η , αν και ήξερε πως
παύση γ ι α να σκεφτεί από πού θα ξεκινούσε. Φαινόταν πως
η αντίδραση της ήταν μάλλον παράλογη, και β ρ ή κ ε δύσκολο
θα έπρεπε να πάει α κ ό μ η πιο πίσω στο παρελθόν απ' όσο ε ί χ ε
να κρύψει τα αισθήματα της. Ε ί χ ε μ ά θ ε ι ότι ο γερο-βαρκάρης ήταν λεπρός και ε ί χ ε διαπιστώσει μόνη της πως δεν του είχαν
φανταστεί στην α ρ χ ή . « Θ α μπορούσα να πω ότι θα πάρω τα πράγματα από την αρχή, αλλά δεν υπάρχει ουσιαστικά αρχή ε δ ώ » , ε ί π ε . « Η ιστορία της μητέρας σου είναι η ιστορία της γ ι α γ ι ά ς σου, και είναι επίσης η ιστορία της π ρ ο γ ι α γ ι ά ς σου. Ε ί ν α ι α κ ό μ η η ιστορία της θείας της μητέρας σου. Οι ζωές τους ήταν συνυ φασμένες, και αυτό είναι που εννοούμε όταν μ ι λ ά μ ε γ ι α τη μοίρα στην Ε λ λ ά δ α . Η αποκαλούμενη μοίρα μας καθορίζεται σε μ ε γ ά λ ο βαθμό από τους προγόνους μας, όχι από τα άστρα. Ό τ α ν μ ι λ ά μ ε γ ι α την αρχαία ιστορία ε δ ώ , πάντοτε αναφερό μαστε στο πεπρωμένο, αλλά δεν εννοούμε π ρ α γ μ α τ ι κ ά αυτό που δεν μπορούμε να ε λ έ γ ξ ο υ μ ε . Φ υ σ ι κ ά , τα γεγονότα φαί νονται να συμβαίνουν ξαφνικά και να αλλάζουν την πορεία της ζωής μας, αλλά αυτό που π ρ ά γ μ α τ ι καθορίζει τι μας συμβαίνει είναι οι πράξεις όσων βρίσκονται τ ρ ι γ ύ ρ ω μας και εκείνων που έζησαν πριν από ε μ ά ς » .
μ ε ί ν ε ι παραμορφωτικά σημάδια. Π α ρ ' όλα αυτά, άκουσε με φρίκη ότι ένας συγγενής της ήταν λεπρός. Αυτό ήταν εντελώς διαφορετικό, κι ένιωσε παράξενα αηδιασμένη. Για τη Φ ω τ ε ι ν ή , η οποία ε ί χ ε μ ε γ α λ ώ σ ε ι στη σκιά της αποικίας, η λέπρα ήταν πάντοτε ένα δεδομένο της ζωής. Ε ί χ ε δει περισσότερους λεπρούς να φτάνουν στην Π λ ά κ α γ ι α να περάσουν απέναντι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α από όσους μπορούσε να μ ε τ ρ ή σ ε ι . Ε ί χ ε επίσης δει τα διάφορα ε ί δ η των θυμάτων της αρρώστιας: μερικούς παραμορφωμένους σε σημείο αναπηρίας, άλλους εμφανώς α ν έ γ γ ι χ τ ο υ ς . Μάλιστα, οι τ ε λ ε υ τ α ί ο ι ήταν όντως ανέπαφοι. Α λ λ ά κ α τ α λ ά β α ι ν ε την αντίδραση της Α λ έ ξις. Ήταν η φυσική αντίδραση κάποιου που η γνώση του γ ι α τη λέπρα προερχόταν από τις ιστορίες της Π α λ α ι ά ς Δ ι α θ ή κ η ς και την εικόνα ενός βασανισμένου αρρώστου που κράδαινε κουδούνι να φωνάζει: « Α κ ά θ α ρ τ ο ς ! Α κ ά θ α ρ τ ο ς ! » . « Ά σ ε με να σου εξηγήσω μ ε ρ ι κ ά π ρ ά γ μ α τ α » , της πρό
Η Α λ έ ξ ι ς άρχισε να αισθάνεται λ ι γ ά κ ι ν ε υ ρ ι κ ή . Το επτα-
τ ε ι ν ε . « Ξ έ ρ ω πώς φαντάζεσαι ότι είναι η λέπρα, αλλά είναι
σφάλιστο σεντούκι του παρελθόντος της μητέρας της, που
σημαντικό να ξέρεις την π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , διαφορετικά δεν θα
ήταν τόσο ε ρ μ η τ ι κ ά κλειστό σε ολόκληρη τη ζωή της, επρό
κ α τ α λ ά β ε ι ς ποτέ την α λ η θ ι ν ή Σ π ι ν α λ ό γ κ α , τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α
κειτο τώρα να ανοίξει. Ό λ α τα μυστικά θα ξεχύνονταν έ ξ ω ,
που ήταν το σπίτι γ ι α τόσο πολλούς καλούς ανθρώπους».
56
57
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
Η Α λ έ ξ ι ς συνέχισε να ατενίζει το μικρό νησί πέρα από τα
ΤΟ
ΝΗΣΙ
έπαθε ανεπανόρθωτη ζημιά σε νεαρή η λ ι κ ί α . Θα π α ρ α λ ε ί ψ ω
λαμπερά νερά. Η επίσκεψή της εκεί την περασμένη μέρα ε ί χ ε
τις λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι ε ς . Έ τ σ ι έκανε και ο Γ ι ώ ρ γ η ς με τη Μαρία και
φανεί τόσο γ ε μ ά τ η από ασυμβίβαστες μεταξύ τους εικόνες: τα
την Άννα. Α λ λ ά ξέρεις πώς σ υ μ β α ί ν ε ι , έτσι; Η λέπρα μπορεί
ερείπια από κομψές β ί λ ε ς ιταλικού τύπου, κήπους, ακόμη και
να επηρεάσει τις νευρικές απολήξεις, και το αποτέλεσμα είναι
μαγαζιά, στη σκιά του φάσματος μιας αρρώστιας την οποία
να μην μπορείς να αισθανθείς ότι κ α ί γ ε σ α ι ή έχεις κοπεί. Να
ε ί χ ε δει να παριστάνεται σε επικές ταινίες σαν το θάνατο προ
γ ι α τ ί οι άνθρωποι με λέπρα είναι τόσο ευάλωτοι στο να προ
σωποποιημένο. Ή π ι ε ά λ λ η μια γουλιά από τον πηχτό καφέ.
καλέσουν μ ό ν ι μ η ζημιά στους εαυτούς τους, και οι συνέπειες
« Ξ έ ρ ω ότι δεν είναι θανάσιμη σε όλες τις π ε ρ ι π τ ώ σ ε ι ς » , ε ί π ε , σχεδόν αμυντικά, « α λ λ ά πάντοτε προκαλεί φριχτές πα
από αυτό μπορούν να είναι καταστροφικές». Η Φ ω τ ε ι ν ή έκανε παύση. Προσπαθούσε να μην προσβάλει την ευαισθησία αυτής της νεαρής γυναίκας, αλλά γνώριζε
ραμορφώσεις, έτσι δεν ε ί ν α ι ; » « Ό χ ι στην έκταση που ίσως ν ο μ ί ζ ε ι ς » , απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Δ ε ν είναι μια αρρώστια που εξαπλώνεται βίαια σαν την πανούκλα. Μ ε ρ ι κ έ ς φορές χρειάζεται πολύ καιρό γ ι α να ε ξ ε λ ι χ θ ε ί . Ε κ ε ί ν ε ς οι εικόνες όπου έχεις δει ανθρώπους να είναι τόσο φριχτά σακατεμένοι, δείχνουν όσους υπέφεραν γ ι α χρόνια, μπορεί και δ ε κ α ε τ ί ε ς . Υπάρχουν δύο ε ί δ η λέπρας, το ένα με πολύ πιο α ρ γ ή ε ξ έ λ ι ξ η από το ά λ λ ο . Κ α ι τα δύο είναι θεραπεύσιμα πλέον. Ωστόσο, η π ρ ο γ ι α γ ι ά σου δεν στάθηκε τ υ χ ε ρ ή . Ε ί χ ε το είδος που εξελίσσεται πιο γρήγορα και δεν βρίσκονταν στο πλευρό της ούτε ο χρόνος ούτε η ι σ τ ο ρ ί α » . Η Α λ έ ξ ι ς ντρεπόταν τώρα γ ι α την α ρ χ ι κ ή αντίδρασή της, τ α π ε ι ν ω μ έ ν η από την άγνοιά της, αλλά η αποκάλυψη ότι ένα μ έ λ ο ς της ο ι κ ο γ έ ν ε ι ά ς της ε ί χ ε λέπρα έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία.
επίσης καλά ότι υπήρχαν στοιχεία στην ιστορία που προκα λούσαν μόνο σοκ. Το θέμα ήταν απλώς να προχωράει με προ σεκτικά β ή μ α τ α . « Δ ε ν θ έ λ ω η εικόνα από την οικογένεια της μητέρας σου να κυριαρχείται από την αρρώστια. Δ ε ν ήταν έ τ σ ι » , πρόσθεσε βιαστικά. « Κ ο ί τ α . Ε δ ώ έ χ ω μ ε ρ ι κ έ ς φωτογραφίες τ ο υ ς » . Π ά ν ω στον μ ε γ ά λ ο ξύλινο δίσκο, στηριγμένος στην καφε τιέρα, βρισκόταν ένας ταλαιπωρημένος φάκελος από κίτρινο χαρτί. Η Φ ω τ ε ι ν ή τον άνοιξε και άδειασε το περιεχόμενο του στο τραπέζι. Μ ε ρ ι κ έ ς από τις φωτογραφίες δεν ήταν μ ε γ α λύτερες από εισιτήρια τρένου, άλλες είχαν το μ έ γ ε θ ο ς καρτ ποστάλ. Μ ε ρ ι κ έ ς ήταν γυαλιστερές, με λ ε υ κ ή μπορντούρα, άλλες με ματ επιφάνεια, αλλά όλες ασπρόμαυρες, και πολλές ξεθωριασμένες, σχεδόν σε σημείο να μη φαίνεται τίποτα. Οι περισσότερες είχαν τραβηχτεί σε φωτογραφεία, τον καιρό πριν
« Η π ρ ο γ ι α γ ι ά σου ήταν ε κ ε ί ν η μ ε την αρρώστια, αλλά
από την εμφάνιση των αυτόματων φωτογραφικών μηχανών,
ο προπάππος σου, ο Γ ι ώ ρ γ η ς , ε ί χ ε επίσης βαθιά σημάδια.
και η ά κ α μ π τ η πόζα των ανθρώπων σε αυτές τούς έκανε να
Α κ ό μ η και πριν εξοριστεί η γυναίκα του στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ,
φαίνονται μακρινοί στο χρόνο, σαν το βασιλιά Μ ί ν ω α .
μ ε τ έ φ ε ρ ε π ρ ο μ ή θ ε ι ε ς στο νησί με την ψαρόβαρκά του, και
Η Α λ έ ξ ι ς αναγνώρισε την πρώτη φωτογραφία που τ ρ ά β η
συνέχισε να το κάνει όταν π ή γ ε κι ε κ ε ί ν η ε κ ε ί . Αυτό σημαίνει
ξε την προσοχή της. Ήταν ίδια μ' ε κ ε ί ν η που ε ί χ ε η μητέρα
ότι παρακολουθούσε σχεδόν σε κ α θ η μ ε ρ ι ν ή βάση πώς την κα
της δίπλα στο κ ρ ε β ά τ ι της, με την κυρία με τις δαντέλες και
τέστρεφε σταδιακά η αρρώστια. Ό τ α ν η Ε λ έ ν η π ή γ ε γ ι α πρώ
τον άντρα με τα ασημένια μ α λ λ ι ά . Τ η ν πήρε στα χέρια της.
τη φορά στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , οι κανόνες υ γ ι ε ι ν ή ς ήταν ε λ λ ι π ε ί ς ,
« Ε ί ν α ι η θ ε ί α της μητέρας σου, η Μ α ρ ί α , και ο θείος της,
κ α ι μολονότι β ε λ τ ι ώ θ η κ α ν σημαντικά όσο βρισκόταν ε κ ε ί ,
ο Ν ι κ ό λ α ο ς » , είπε η Φ ω τ ε ι ν ή , με ένα ορατό ίχνος περηφάνιας.
58
59
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
« Κ α ι αυτή ε δ ώ » , ε ί π ε , τραβώντας μια φωτογραφία από τ η
ΝΗΣΙ
σχολείο, κι έπειτα νεαρές γ υ ν α ί κ ε ς , αλλά σε αυτή την η λ ι κ ί α
βάση του σωρού, « ή τ α ν η τελευταία που έβγαλαν μαζί οι
μαζί με τον πατέρα τους μόνο. Υπήρχε α κ ό μ η και μια φωτο
προπαππούδες σου και τα δυο τους κ ο ρ ί τ σ ι α » .
γραφία της Άννας πιασμένης α γ κ α ζ έ με έναν άντρα, ντυμένοι
Τ η ν έδωσε στην Αλέξις. Ο άντρας ε ί χ ε περίπου το ίδιο ύψος με τη γυναίκα, αλλά οι ώ μ ο ι του ήταν πολύ φαρδείς. Ε ί χ ε
και οι δύο με παραδοσιακές κ ρ η τ ι κ έ ς φορεσιές. Ήταν γ α μ ή λια φωτογραφία.
σκούρα, σπαστά μ α λ λ ι ά , περιποιημένο μουστάκι, έντονη μύτη
« Ά ρ α αυτός πρέπει να είναι ο παππούς μ ο υ » , ε ί π ε η Α λ έ
και μάτια που χαμογελούσαν, μολονότι η έκφραση που ε ί χ ε
ξις. « Η Άννα φαίνεται π ρ α γ μ α τ ι κ ά όμορφη ε δ ώ » , πρόσθεσε
πάρει γ ι ' αυτή τη φωτογραφία ήταν σοβαρή και ε π ι τ η δ ε υ μ έ
μ ε θαυμασμό. « Π ρ α γ μ α τ ι κ ά ε υ τ υ χ ι σ μ έ ν η » .
ν η . Τα μπράτσα του φαίνονταν μ ε γ ά λ α σε σχέση με το σώμα
« Μ μ μ . . . η λ ά μ ψ η του νεανικού έ ρ ω τ α » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή .
του. Η γυναίκα δίπλα του ήταν λ ε π τ ή , με μακρύ λ α ι μ ό και
Υπήρχε μια υπόνοια σαρκασμού στη φωνή της, που προκά
εντυπωσιακά όμορφη· τα μ α λ λ ι ά της ήταν πιασμένα σε π λ ε
λεσε έ κ π λ η ξ η στην Α λ έ ξ ι ς , και ήταν έ τ ο ι μ η να της κάνει κι
ξούδες κουλουριασμένες στην κορυφή του κεφαλιού της, και
ά λ λ η ερώτηση, όταν εμφανίστηκε μια α κ ό μ η φωτογραφία που
το χ α μ ό γ ε λ ο της πλατύ και αυθόρμητο. Καθισμένα μπροστά
της κ α θ ή λ ω σ ε το ενδιαφέρον.
τους βρίσκονταν δυο κορίτσια με β α μ β α κ ε ρ ά φορέματα. Το
« Α υ τ ή μοιάζει μ ε τ η μητέρα μ ο υ ! » αναφώνησε. Τ ο μικρό
ένα ε ί χ ε πυκνά μ α λ λ ι ά ριγμένα στους ώμους του, και τα μά
κορίτσι
τια του ήταν γατίσια. Ε ί χ ε σκανδαλιά στο β λ έ μ μ α και σαρκώ
μύτη κι ένα γ λ υ κ ό , μολονότι ντροπαλό, χ α μ ό γ ε λ ο .
δη χ ε ί λ η που δεν χαμογελούσαν. Το άλλο ε ί χ ε μ α λ λ ι ά όμορ φα π λ ε γ μ έ ν α σε κοτσίδες, πιο λ ε π τ ε π ί λ ε π τ α χαρακτηριστικά
στη
φωτογραφία
είχε
μ ι α χαρακτηριστική
γαμψή
« Ε ί ν α ι η μητέρα σου. Π ρ έ π ε ι να ήταν περίπου π έ ν τ ε χρόνων τ ό τ ε » .
και μ ύ τ η που ζάρωνε καθώς χαμογελούσε στο φακό. Μ π ο
Ό π ω ς κ ά θ ε σύνολο από ο ι κ ο γ ε ν ε ι α κ έ ς φωτογραφίες, έτσι
ρούσε να το π ε ι κανείς κοκαλιάρικο και, από τα δυο κορίτσια,
κι αυτές ήταν μια τυχαία ε π ι λ ο γ ή που αποκάλυπτε μόνο κομ
αυτό έμοιαζε περισσότερο στη μητέρα, με τις π α λ ά μ ε ς του
μάτια μιας ιστορίας. Η π ρ α γ μ α τ ι κ ή ιστορία θα ερχόταν στο
π λ ε γ μ έ ν ε ς απαλά πάνω στην ποδιά του σε μια σεμνή στάση,
φως από τις φωτογραφίες που έλειπαν ή δεν είχαν τ ρ α β η χ τ ε ί
ενώ η αδερφή του ε ί χ ε τα μπράτσα της δ ι π λ ω μ έ ν α και α γ ρ ι -
ποτέ, όχι από ε κ ε ί ν ε ς που είχαν κορνιζαριστεί με τόση προ
οκοίταζε, σαν να περιφρονούσε το πρόσωπο που έ β γ α ζ ε τη
σοχή ή φυλαχτεί μέσα σε ένα φάκελο. Η Α λ έ ξ ι ς το γνώριζε
φωτογραφία.
αυτό, αλλά τουλάχιστον ε ί χ ε τώρα ρίξει μια ματιά σ' εκείνα
« Α υ τ ή είναι η Μ α ρ ί α » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή , δείχνοντας το παιδί που χ α μ ο γ ε λ ο ύ σ ε . « Κ ι αυτή είναι η Άννα, η γ ι α γ ι ά σ ο υ » , ε ί π ε , στρέφοντας το δάχτυλό της στο άλλο. « Κ α ι αυτοί είναι οι γονείς τους, η Ε λ έ ν η και ο Γ ι ώ ρ γ η ς » .
τα μ έ λ η της οικογένειας που η μητέρα της κράτησε μυστικά γ ι α τόσο καιρό. « Ό λ α άρχισαν εδώ, στην Π λ ά κ α » , είπε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Α κ ρ ι βώς πίσω μας, εκεί πέρα. Ε κ ε ί ζούσε η οικογένεια Π ε τ ρ ά κ η » .
Ά π λ ω σ ε τις φωτογραφίες στο τραπέζι, και κ ά θ ε τόσο το
Έ δ ε ι ξ ε ένα μικρό σπίτι στη γ ω ν ί α , σχεδόν δίπλα από ε κ ε ί
αεράκι τις ανασήκωνε απαλά από την επιφάνεια, κάνοντάς τες
όπου κάθονταν πίνοντας τον καφέ τους. Ήταν ένα τ α λ α ι π ω
να φαίνονται σαν να ζωντάνευαν. Η Α λ έ ξ ι ς ε ί δ ε φωτογραφίες
ρημένο, ασβεστωμένο κ τ ί ρ ι ο , φτωχικό όπως κ ά θ ε άλλο σπίτι
των δυο αδελφών όταν ήταν μωρά, κατόπιν μ α θ ή τ ρ ι ε ς στο
στο χωριό, αλλά χ α ρ ι τ ω μ έ ν ο , παρ' όλα αυτά. Οι σοβατισμένοι
60
61
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
τοίχοι του είχαν ξεφτίσει και τα παντζούρια, β α μ μ έ ν α ξανά
μ ι κ ρ ή η λ ι κ ί α , κι έτσι δεν νομίζω να ανησυχούσε που με έχα
και ξανά από την εποχή που ζούσαν ε κ ε ί οι προπαππούδες
ν ε . Μ ά λ ι σ τ α , πιστεύω πως πάντοτε έτρεφε την εντύπωση ότι
της Α λ έ ξ ι ς , είχαν μια απόχρωση γαλάζιου ξεφλουδισμένη και
ε ί τ ε η Μαρία ε ί τ ε η Άννα θα κ α τ έ λ η γ α ν να παντρευτούν τον
σκασμένη από τη ζέστη. Έ ν α μ π α λ κ ό ν ι , φωλιασμένο πάνω
έναν από τους αδερφούς μου.
από την είσοδο, βούλιαζε από το βάρος πολλών πιθαριών
» Ό τ α ν ήμουν μ ι κ ρ ή , μάλλον περνούσα περισσότερη ώρα
απ' όπου κρέμονταν προς τα κ ά τ ω γεράνια στο κόκκινο της
στο σπίτι των Π ε τ ρ ά κ η δ ω ν απ' όση στο δικό μου, αλλά η
φωτιάς, σαν να δραπέτευαν μέσα από τα σκαλιστά ξύλινα κά
κατάσταση άλλαξε αργότερα και η Άννα με τη Μαρία, ούτε
γ κ ε λ α . Ήταν μια τ υ π ι κ ή εικόνα σχεδόν κ ά θ ε σπιτιού σε κ ά θ ε
λ ί γ ο ούτε πολύ, ζούσαν μαζί μας.
ε λ λ η ν ι κ ό νησί, και θα μπορούσε να έ χ ε ι χτιστεί οποτεδήποτε
» Ε κ ε ί ν η την ε π ο χ ή , και σε όλα τα παιδικά μας χρόνια,
στις περασμένες εκατονταετίες. Η Π λ ά κ α , όπως κ ά θ ε χωριό
παίζαμε στην παραλία. Άλλαζε συνέχεια και ποτέ δεν μας
που ε ί χ ε σταθεί τυχερό ώστε να αποφύγει την καταστροφή του
έκανε να βαριόμαστε. Κολυμπούσαμε κ ά θ ε μέρα από τα τ έ λ η
μαζικού τουρισμού, δεν γινόταν να τοποθετηθεί στο χρόνο.
του Μ ά η μ έ χ ρ ι τις αρχές του Ο κ τ ώ β ρ η , και περνούσαμε ανή
« Ε κ ε ί μεγάλωσαν η γ ι α γ ι ά σου και η αδερφή της. Η
συχες νύχτες
εξαιτίας της ανυπόφορης φαγούρας
από την
Μαρία ήταν η καλύτερη φ ί λ η μου· μόλις ένα χρόνο μ ι κ ρ ό τ ε
ά μ μ ο που ε ί χ ε κρυφτεί ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών μας
ρη από την Άννα. Ο πατέρας τους, ο Γ ι ώ ρ γ η ς , ήταν ψαράς,
και κατόπιν έβρισκε το δρόμο της μ έ χ ρ ι τα σεντόνια μας. Τα
όπως και οι περισσότεροι από τους ντόπιους, και η Ε λ έ ν η , η
απογεύματα ψαρεύαμε μόνες μας μικρά αφρόψαρα και τα
γυναίκα του, ήταν δασκάλα. Μάλιστα, ήταν στην π ρ α γ μ α τ ι
πρωινά π η γ α ί ν α μ ε να δούμε τι είχαν πιάσει οι ψαράδες. Ο
κότητα κάτι περισσότερο από δασκάλα - ούτε λ ί γ ο ούτε πολύ,
χ ε ι μ ώ ν α ς φέρνει μαζί του παλίρροιες, και συνήθως ξεβραζό
διηύθυνε το τοπικό δημοτικό σχολείο. Βρισκόταν στο δρόμο
ταν κάτι που μπορούσαμε να παρατηρήσουμε: τσούχτρες, χ έ
γ ι α την Ελούντα, την πόλη απ' όπου πρέπει να πέρασες γ ι α
λια, χταπόδια και μ ε ρ ι κ έ ς φορές κάποια χ ε λ ώ ν α που έ μ ε ν ε
να φτάσεις ε δ ώ . Αγαπούσε τα παιδιά - όχι μόνο τις δικές της
α κ ί ν η τ η στην α κ τ ή . Άσχετα με την ε π ο χ ή , επιστρέφαμε στο
κόρες, αλλά όλα τα παιδιά που παρακολουθούσαν τα μ α θ ή
σπίτι της Άννας και της Μαρίας μόλις βράδιαζε, και συχνά
ματά της. Ν ο μ ί ζ ω ότι η Άννα το έβρισκε δύσκολο αυτό. Ήταν
μας υποδεχόταν η ευωδιά ζεστών λιχουδιών όταν φτάναμε: η
κ τ η τ ι κ ό παιδί και σιχαινόταν να μοιράζεται οτιδήποτε, ε ι δ ι κ ά
Ε λ έ ν η μας έφτιαχνε φρέσκες τυρόπιτες και συνήθως μασου-
τη στοργή της μητέρας της. Α λ λ ά η Ε λ έ ν η ήταν γενναιόδωρη
λούσα μία καθώς ανέβαινα το λόφο γ ι α να φτάσω στο σπίτι
σε όλα και ε ί χ ε αρκετό χρόνο γ ι α όλα τα παιδιά της, ε ί τ ε
μου την ώρα που έπρεπε να πάω γ ι α ύπνο...»
ήταν σάρκα από τη σάρκα της, ε ί τ ε απλώς μ α θ η τ έ ς της.
« Α κ ο ύ γ ε τ α ι π ρ ά γ μ α τ ι ειδυλλιακός τρόπος γ ι α να μ ε γ α
»Προσποιούμουν ότι ήμουν ά λ λ η μ ί α από τις κόρες του
λ ώ ν ε ι κ α ν ε ί ς » , τη διέκοψε η Α λ έ ξ ι ς , γ ο η τ ε υ μ έ ν η από τις πε
Γ ι ώ ρ γ η και της Ε λ έ ν η ς . Βρισκόμουν συνέχεια στο σπίτι τους·
ριγραφές της Φ ω τ ε ι ν ή ς γ ι ' αυτή την τέλεια και σχεδόν παραμυ
είχα δυο αδερφούς, κι έτσι μπορείς να φανταστείς πόσο διέφε
θένια π α ι δ ι κ ή η λ ι κ ί α . Αυτό που π ρ α γ μ α τ ι κ ά ή θ ε λ ε να μ ά θ ε ι ,
ρε το σπίτι μου από το δικό τους. Η μητέρα μου, η Σ α β ί ν α ,
ωστόσο, ήταν πώς τελείωσαν όλα. « Π ώ ς προσβλήθηκε από
δεν έ δ ε ι χ ν ε να ε ν ο χ λ ε ί τ α ι . Ε κ ε ί ν η και η Ε λ έ ν η ήταν φίλες
λέπρα η Ε λ έ ν η ; » ρώτησε απότομα. « Ε π ι τ ρ ε π ό τ α ν στους λ ε
από τα παιδικά τους χρόνια και μοιράζονταν τα πάντα από
προύς να φεύγουν από το ν η σ ί ; »
62
63
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Ό χ ι , φυσικά και δεν τους επιτρεπόταν. Να γ ι α τ ί υπήρχε
Ξ έ ρ ο υ μ ε πια ότι η αρρώστια μ ε τ α δ ί δ ε τ α ι γ ε ν ι κ ά μόνο μέσω
τέτοιος φόβος γ ι α το νησί. Σ τ ι ς αρχές του αιώνα, η κυβέρνηση
της διαρκούς επαφής, αλλά οι άνθρωποι ε κ ε ί ν η την εποχή φο
ε ί χ ε αποφασίσει να περιοριστούν όλοι οι λεπροί της Κρήτης στη
βούνταν μ ή π ω ς το σχολείο της Ελούντας γινόταν μια αποικία
Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Τη σ τ ι γ μ ή που οι γιατροί κ α τ έ λ η γ α ν σε σίγου
λεπρών από μόνο του, αν δεν απομάκρυναν το άρρωστο παιδί
ρη διάγνωση, οι άνθρωποι ήταν αναγκασμένοι να αφήσουν
όσο γρηγορότερα μπορούσαν».
τις ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς τους μια και κ α λ ή κ α ι να πάνε ε κ ε ί . Ήταν
« Π ρ έ π ε ι να ήταν πολύ δύσκολο κάτι τέτοιο γ ι α την Ε λ έ
γνωστή ως " Τ ο Μέρος των Ζωντανών Ν ε κ ρ ώ ν " , κ α ι η περι
ν η , ειδικά αν ε ί χ ε τόσο καλές σχέσεις με τους μαθητές τ η ς » ,
γραφή αυτή ταίριαζε απόλυτα.
είπε η Αλέξις σκεφτική.
» Ε κ ε ί ν η την εποχή οι άνθρωποι έκαναν ότι
μπορούσαν
γ ι α να κρύψουν τα συμπτώματα, κυρίως ε π ε ι δ ή ήταν τρο
« Ν α ι , ήταν απαίσιο. Απαίσιο γ ι α όλους όσους αφορούσε», απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή .
μερές οι συνέπειες της διάγνωσης. Δ ε ν είναι παράξενο ότι η
Τα χ ε ί λ η της Α λ έ ξ ι ς είχαν στεγνώσει και φοβόταν ν' ανοί
Ε λ έ ν η ήταν ε υ ά λ ω τ η στη λέπρα. Δ ε ν δίσταζε ποτέ να διακιν
ξει το στόμα της γ ι α να μ ι λ ή σ ε ι , μήπως και δεν έ β γ α ι ν ε κα
δυνεύσει να κολλήσει από τους μ α θ η τ έ ς της - δεν μπορούσε
νένας ήχος. Για να βοηθήσει να περάσει η σ τ ι γ μ ή , έσπρωξε το
να τους κάνει μ ά θ η μ α χωρίς να τους έ χ ε ι καθισμένους κοντά
φλιτζάνι της προς τη Φ ω τ ε ι ν ή , που το γ έ μ ι σ ε ά λ λ η μια φορά
της, κι αν ένα παιδί έπεφτε κ ά τ ω στο σκονισμένο προαύλιο
και της το ξανάδωσε. Κ α θ ώ ς ανακάτευε προσεκτικά τη ζάχα
του σχολείου, ήταν η πρώτη που έ τ ρ ε χ ε να το σηκώσει. Κ α ι
ρη μέσα στο σκοτεινό στροβιλιζόμενο υγρό, η Α λ έ ξ ι ς ένιωσε να
αποδείχτηκε ότι ένας από τους μαθητές της ε ί χ ε π ρ ά γ μ α τ ι
παρασύρεται στη δίνη της θ λ ί ψ η ς και του πόνου της Ε λ έ ν η ς .
λ έ π ρ α » . Η Φ ω τ ε ι ν ή έκανε μ ι α παύση. « Ά ρ α πιστεύεις ότι οι γονείς ήξεραν πως το παιδί τους ε ί χ ε π ρ ο σ β λ η θ ε ί ; » ρώτησε η Α λ έ ξ ι ς με δυσπιστία.
Π ώ ς να ήταν άραγε; Να φεύγεις μακριά από το σπίτι σου και να είσαι πρακτικά φυλακισμένος χωρίς να μπορείς να δεις την οικογένεια σου, αποστερημένος από όλα όσα θ ε ω
« Ε ί μ α ι σχεδόν β έ β α ι η » , απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή . «Ήξεραν
ρούσες πολύτιμα; Δ ε ν σκεφτόταν μόνο τη γυναίκα που ήταν
πως δεν θα ξανάβλεπαν το παιδί τους αν το ανακάλυπτε κα
η π ρ ο γ ι α γ ι ά της, αλλά και το αγόρι, αθώοι και οι δυο τους,
νείς. Υπήρχε μόνο μία υπεύθυνη πράξη που θα μπορούσε να
κι όμως καταδικασμένοι.
κάνει η Ε λ έ ν η από τη σ τ ι γ μ ή που έ μ α θ ε ότι ε ί χ ε προσβληθεί
Η Φ ω τ ε ι ν ή άπλωσε την π α λ ά μ η της πάνω στο χ έ ρ ι της
- κι αυτό έ κ α ν ε . Έ δ ω σ ε ε ν τ ο λ ή να εξεταστούν όλα τα παιδιά
Α λ έ ξ ι ς . Ίσως ε ί χ ε βιαστεί πολύ να της π ε ι την ιστορία, χωρίς
του σχολείου γ ι α να βρεθεί εκείνο που έπασχε, και με αρκετή
να γνωρίζει αρκετά καλά αυτή τη νεαρή γυναίκα. Δ ε ν ήταν
βεβαιότητα β ρ έ θ η κ ε ότι ήταν ένα εννιάχρονο αγόρι, ονόματι
παραμύθι, όμως, και δεν μπορούσε απλώς να ε π ι λ έ ξ ε ι ποια
Δ η μ ή τ ρ η ς . Οι κακόμοιροι γονείς του αναγκάστηκαν να ζή
κ ο μ μ ά τ ι α της θα έ λ ε γ ε και ποια θα π α ρ έ λ ε ι π ε . Αν τα β ή μ α τ α
σουν τον εφιάλτη να τους πάρουν το παιδί τους μακριά. Α λ λ ά
της ήταν πολύ προσεκτικά τώρα, η α λ η θ ι ν ή ιστορία ίσως να
η ε ν α λ λ α κ τ ι κ ή λύση ήταν πολύ χ ε ι ρ ό τ ε ρ η . Σ κ έ ψ ο υ τις επαφές
μη λεγόταν π ο τ έ . Παρακολούθησε τα σύννεφα να πυκνώνουν
που έχουν τα παιδιά μεταξύ τους όταν παίζουν! Δ ε ν είναι σαν
στο πρόσωπο της Α λ έ ξ ι ς . Σε αντίθεση μ' εκείνα τα αχνά στον
τους ε ν ή λ ι κ ε ς , οι οποίοι κρατάνε αποστάσεις. Τσακώνονται
γαλανό ουρανό τούτο το πρωί, αυτά τα σύννεφα ήταν ζοφερά
και παλεύουν και γίνονται κουβάρι το ένα πάνω στο ά λ λ ο .
και μ ε λ α γ χ ο λ ι κ ά . Μ έ χ ρ ι τώρα, υποπτεύθηκε η Φ ω τ ε ι ν ή , το
64
65
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
μόνο σκοτάδι στη ζωή της Α λ έ ξ ι ς ήταν η αόριστη σκιά του
Ε δ ώ ήταν που η Φ ω τ ε ι ν ή άρχισε να δ ι η γ ε ί τ α ι την ιστορία της
κρυμμένου παρελθόντος της μητέρας τ η ς . Δ ε ν ήταν τίποτα
Σοφίας.
περισσότερο από ένα ε ρ ω τ η μ α τ ι κ ό , τίποτα που θα την κρα τούσε ξύπνια τη νύχτα. Δ ε ν ε ί χ ε δει αρρώστιες, πόσο μάλλον το θάνατο. Τ ώ ρ α έπρεπε να τα γνωρίσει κ α ι τα δύο.
ΜΕΣΑ
ΣΤΙΣ
ΕΠΌΜΕΝΕΣ
ΛΊΓΕΣ
Μ Ε Ρ Ε Σ , η Φωτεινή είπε
στην Α λ έ ξ ι ς όλα όσα ήξερε γ ι α την ιστορία της οικογένειάς
« Π ά μ ε γ ι α μια βόλτα, Α λ έ ξ ι ς » . Η Φ ω τ ε ι ν ή σ η κ ώ θ η κ ε .
της, χωρίς να αφήσει τίποτα κρυφό: από τις λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι ε ς γ ι α
« Θ α β ά λ ο υ μ ε τον Γεράσιμο να μας πάει στο νησί αργότερα
τις σ τ ι γ μ έ ς της π α ι δ ι κ ή ς η λ ι κ ί α ς μ έ χ ρ ι τα σοβαρά γεγονότα
- τα πάντα θα γίνουν πιο κατανοητά μόλις β ρ ε θ ο ύ μ ε ε κ ε ί » .
από την ιστορία της ίδιας της Κ ρ ή τ η ς . Τον καιρό που πέρασαν
Μ ι α βόλτα ήταν αυτό ακριβώς που χρειαζόταν η Α λ έ ξ ι ς .
μαζί, οι δυο γυναίκες περπατούσαν στα παραλιακά μονοπά
Αυτά τα κομμάτια από την ιστορία της μητέρας της και η
τ ι α , κάθονταν με τις ώρες στο τραπέζι μετά το δείπνο, έκαναν
υ π ε ρ β ο λ ι κ ή καφείνη είχαν κάνει το κεφάλι της να γυρίζει, και
εκδρομές σε πόλεις και χωριά με το νοικιασμένο αυτοκίνητο
καθώς κατέβαιναν τα ξύλινα σκαλοπάτια προς την α κ τ ή με τα
της Α λ έ ξ ι ς , και η Φ ω τ ε ι ν ή της φανέρωνε ένα-ένα τα κ ο μ μ ά
βότσαλα, η Α λ έ ξ ι ς ρουφούσε άπληστα τον αλμυρό αέρα.
τια του παζλ από την ιστορία των Π ε τ ρ ά κ η δ ω ν . Ήταν μέρες
« Γ ι α τ ί δεν μου ε ί π ε ποτέ η μητέρα μου κ ά τ ι από όλα α υ τ ά ; » ρώτησε.
στη διάρκεια των οποίων η Α λ έ ξ ι ς αισθάνθηκε να ωριμάζει και να γ ί ν ε τ α ι πιο σοφή, και η Φ ω τ ε ι ν ή , αναμοχλεύοντας ένα
« Ε ί χ ε τους λόγους της, ε ί μ α ι σ ί γ ο υ ρ η » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή ,
τόσο μ ε γ ά λ ο τ μ ή μ α του παρελθόντος της, ένιωσε νέα ξανά.
ξέροντας ότι είχαν μ ε ί ν ε ι α κ ό μ η πάρα πολλά να π ε ι . « Κ α ι
Ο μισός αιώνας που χώριζε τις δυο γ υ ν α ί κ ε ς εξαφανίστηκε
ίσως όταν γυρίσεις στην Α γ γ λ ί α να σου ε ξ η γ ή σ ε ι γ ι α τ ί ήταν
κ α ι , καθώς περπατούσαν α γ κ α ζ έ , ίσως να τις περνούσαν και
τόσο μ υ σ τ ι κ ο π α θ ή ς » .
γ ι α αδελφές.
Περπάτησαν κατά μήκος της παραλίας και άρχισαν να ανεβαίνουν από
το
νεράγκαθα
κακοτράχαλο και
μονοπάτι που
λεβάντα,
και
περιστοιχιζόταν
οδηγούσε
έξω
από
το
χ ω ρ ι ό . Το αεράκι ήταν πιο δυνατό ε κ ε ί , και ο ρυθμός της Φ ω τ ε ι ν ή ς έ γ ι ν ε πιο αργός. Αν και ήταν σε κ α λ ή φόρμα γ ι α γυναίκα στην η λ ι κ ί α των ε β δ ο μ ή ν τ α , δεν ε ί χ ε συνέχεια την παλιά της αντοχή, και το β ή μ α της έ γ ι ν ε πιο προσεκτικό και πιο ασταθές μόλις το μονοπάτι άρχισε να ανηφορίζει. Πού και πού σταματούσε, δείχνοντας μια-δυο φορές κά ποια σημεία στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α που ήταν πλέον ορατά. Τ ε λ ι κ ά έφτασαν σε έναν τεράστιο βράχο λειασμένο από τον άνεμο, τη βροχή και τη μακρόχρονη χρήση του από περαστικούς. Κ ά θ ι σαν και κοίταξαν τη θάλασσα πέρα, με τον αέρα να κάνει να θροΐζουν οι θάμνοι από θυμάρι που αφθονούσαν τ ρ ι γ ύ ρ ω τους. 66
67
ΜΕΡΟΣ
Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο
Τρίτο Κεφάλαιο
1939
Ο
Ι Α Ρ Χ Ε Σ T O T Μ Α Ι Ο Υ φέρνουν για την Κ ρ ή τ η τις πιο τ έ λ ε ι ε ς και παραδεισένιες μ έ ρ ε ς . Μ ι α τέτοια μέρα, όταν τα δέντρα ήταν βαρυφορτωμένα με ανθούς και
τα τ ε λ ε υ τ α ί α ίχνη χιονιού στα βουνά είχαν μετατραπεί σε ρυάκια με κρυστάλλινα νερά, η Ε λ έ ν η έ φ υ γ ε , με κατεύθυνση
τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Σ ε ω μ ή αντίθεση μ ε αυτό τ ο πλέον ζοφερό γ ε γ ο ν ό ς , ο ουρανός ήταν λαμπερός, ένα ανέφελο γαλάζιο στε ρ έ ω μ α . Ε ί χ ε ή δ η συγκεντρωθεί πλήθος γ ι α να παρακολουθή σει, να κ λ ά ψ ε ι , να γ ν έ ψ ε ι ένα τ ε λ ε υ τ α ί ο αντίο. Α κ ό μ η κι αν το σχολείο δεν ε ί χ ε κ λ ε ί σ ε ι επίσημα ε κ ε ί ν η την ημέρα, σε ένδειξη σεβασμού γ ι α τη δασκάλα που έ φ ε υ γ ε , οι τάξεις θα αντηχούσαν τη σ ι ω π ή . Κ α ι οι δάσκαλοι και οι μ α θ η τ έ ς τις είχαν ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι . Κανένας δεν θα έχανε την ευκαιρία να γ ν έ ψ ε ι αντίο στην α γ α π η μ έ ν η τους « κ υ ρ ί α Π ε τ ρ ά κ η » . Η Ε λ έ ν η Π ε τ ρ ά κ η ήταν πολύ α γ α π η τ ή στην Π λ ά κ α και στα τ ρ ι γ ύ ρ ω χ ω ρ ι ά .
Ε ξ έ π ε μ π ε ένα μ α γ ν η τ ι σ μ ό που έ λ κ υ ε
τόσο τα παιδιά όσο και τους ε ν ή λ ι κ ε ς , και όλοι τους τη θαύ μαζαν και τη σέβονταν. Ο λόγος ήταν απλός. Για την Ε λ έ ν η ,
71
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
η διδασκαλία ήταν ι ε ρ ή υποχρέωση, και ο ενθουσιασμός της
που ήταν, φυσικά, γ ε λ ο ί ο . Ό λ α αυτά τα παιδιά είχαν μ ε γ α
απλωνόταν στα παιδιά σαν φλόγα. « Α ν το αγαπήσουν, θα το
λώσει απολαμβάνοντας την αναζωογονητική δύναμη της θά
μ ά θ ο υ ν » ήταν το σύνθημα της. Αυτά τα λόγια δεν ανήκαν
λασσας, και μάλιστα ανυπομονούσαν να έρθουν οι μέρες που
στην ίδια· ήταν το ρητό του δασκάλου ο οποίος, γ ε μ ά τ ο ς πά
τα μ ε λ τ έ μ ι α μετέτρεπαν τη γ α λ ή ν ι α Μ ε σ ό γ ε ι ο σε α γ ρ ι ε μ έ ν ο
θος, ε ί χ ε ανοίξει στην ίδια το δρόμο γ ι α τη μάθηση, είκοσι χρό
π έ λ α γ ο . Μόνο οι δειλοί φοβούνταν τα κύματα που έσκαγαν
νια νωρίτερα.
στην α κ τ ή . Το παιδί ε ί χ ε ζήσει με το φόβο της ανακάλυψης
Τη νύχτα πριν αφήσει το σπίτι της γ ι α πάντα, η Ε λ έ ν η
γ ι α πολλούς μήνες, ξέροντας πάντοτε μέσα του πως αυτή
γ έ μ ι σ ε ένα βάζο με ανοιξιάτικα λουλούδια. Το έ β α λ ε στο κ έ
ήταν μια προσωρινή κατάσταση και ότι, αργά ή γρήγορα, θα
ντρο του τραπεζιού, και η μ ι κ ρ ή παλέτα από τα ανοιχτόχρωμα
μαθεύονταν όλα.
μπουμπούκια μεταμόρφωσε μ α γ ι κ ά το δωμάτιο. Κ α τ α λ ά β α ι ν ε
Όποιος δεν γνώριζε τις εξαιρετικές περιστάσεις εκείνου του
τη δύναμη αυτής της απλής πράξης, την ισχύ της λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι
καλοκαιρινού πρωινού, ίσως να υ π έ θ ε τ ε ότι το πλήθος ε ί χ ε
ας. Ή ξ ε ρ ε , γ ι α π α ρ ά δ ε ι γ μ α , ότι η ανάμνηση των γ ε ν ε θ λ ί ω ν
συγκεντρωθεί γ ι α κάποια κηδεία. Ήταν σχεδόν εκατό άνθρω
ενός παιδιού ή του αγαπημένου του χρώματος μπορούσε να
ποι, κυρίως γυναίκες και παιδιά, και σε όλους απλωνόταν
είναι το κ λ ε ι δ ί γ ι α να κερδηθεί η καρδιά και μετά το μυα
μια θ λ ι β ε ρ ή σ ι ω π ή . Στέκονταν στην πλατεία του χωριού, σαν
λ ό . Τα παιδιά στην τάξη της απορροφούσαν τις πληροφορίες
ένα σώμα, σιωπηλοί, περιμένοντας, αναπνέοντας ταυτόχρονα.
σε μ ε γ ά λ ο βαθμό ε π ε ι δ ή ήθελαν να την ευχαριστήσουν, όχι
Ε κ ε ί κοντά, σε έναν γειτονικό παράδρομο, η Ε λ έ ν η Π ε τ ρ ά κ η
ε π ε ι δ ή ήταν αναγκασμένα να μάθουν, και τη διαδικασία βο
άνοιξε την εξώπορτα της. Ή ρ θ ε α ν τ ι μ έ τ ω π η με το ασυνήθιστο
ηθούσε ο τρόπος με τον οποίο π α ρ έ θ ε τ ε τα γεγονότα και τους
θέαμα αυτού του μ ε γ ά λ ο υ πλήθους, σε ένα χώρο που κανονι
αριθμούς, όλα γ ρ α μ μ έ ν α σε κάρτες κρεμασμένες στο τ α β ά ν ι ,
κά θα έπρεπε να είναι άδειος, και το ένστικτό της της έ λ ε γ ε
ώστε να φαίνονται σαν σμάρι από εξωτικά πουλιά που α ι ω
να γυρίσει στο εσωτερικό του σπιτιού. Δ ε ν ε ί χ ε , όμως, τέτοια
ρούνταν μόνιμα πάνω από τα κεφάλια τους. Α λ λ ά δεν ήταν μόνο μια α γ α π η μ έ ν η δασκάλα που θα
ε π ι λ ο γ ή . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς την π ε ρ ί μ ε ν ε στην προβλήτα, έχοντας φορτώσει ήδη τη βάρκα του με μερικά από τα υπάρχοντά της.
περνούσε τη θάλασσα με προορισμό τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ε κ ε ί ν η
Χρειαζόταν ελάχιστα, από τη σ τ ι γ μ ή που ο Γ ι ώ ρ γ η ς μπορού
την η μ έ ρ α . Έ λ ε γ α ν αντίο και σε ένα φίλο: τον εννιάχρονο
σε να της π η γ α ί ν ε ι κι άλλα στις επόμενες εβδομάδες, και δεν
Δ η μ ή τ ρ η , οι γονείς του οποίου είχαν κάνει τα πάντα γ ι α ένα
επιθυμούσε να πάρει μαζί της τίποτα, εκτός από τα απολύτως
χρόνο προκειμένου να κρατήσουν μυστικά τα συμπτώματα
απαραίτητα, γ ι α να μείνουν όσο γινόταν ίδια τα πράγματα
της αρρώστιας του. Κ ά θ ε μήνα γινόταν και μια νέα προσπά
στο σπίτι της. Η Άννα και η Μαρία έμειναν πίσω από την
θεια να κρυφτούν τα σημάδια - το σορτσάκι του μέχρι το
κλειστή πόρτα. Τα τελευταία λεπτά που πέρασε μαζί τους
γόνατο αντικαταστάθηκε με μακρύ παντελόνι, τα πέδιλα με
ήταν τα πιο οδυνηρά στη ζωή της Ε λ έ ν η ς . Αισθανόταν την
βαριές αρβύλες, και το καλοκαίρι του είχαν απαγορέψει να
πιο σφοδρή ε π ι θ υ μ ί α να τις α γ κ α λ ι ά σ ε ι , να τις σκάσει μέσα
κολυμπάει στη θάλασσα με τους φίλους του, μην τυχόν και
στα μπράτσα της, να νιώσει τα καυτά δάκρυά τους πάνω
γίνουν αντιληπτές οι π λ η γ έ ς στην π λ ά τ η του. « Ν α λες ότι
στο δέρμα της, να σταματήσει το τρέμουλο στα κορμάκια
φοβάσαι τα κ ύ μ α τ α ! » τον εκλιπαρούσε η μητέρα του, κάτι
τους. Α λ λ ά δεν μπορούσε να κάνει τ ί π ο τ ε απ' όλα αυτά. Ό χ ι
τι
73
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
χωρίς κίνδυνο. Τα πρόσωπα τους είχαν παραμορφωθεί από
ΤΟ
ΝΗΣΙ
λυπημένα μάτια. Ή ξ ε ρ ε ότι βρίσκονταν ε κ ε ί γ ι α να την απο
τη θ λ ί ψ η και τα μάτια τους ήταν πρησμένα από το κ λ ά μ α .
χαιρετήσουν, αλλά ποτέ πριν δεν ε ί χ ε λαχταρήσει τόσο πολύ
Δ ε ν ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι τίποτα να πουν. Σ χ ε δ ό ν τίποτα να νιώσουν.
να μ ε ί ν ε ι μόνη. Κ ά θ ε πρόσωπο μέσα στο πλήθος τής ήταν
Η μητέρα τους έ φ ε υ γ ε . Δ ε ν θα ερχόταν πάλι νωρίς εκείνο το
οικείο, καθένα ήταν κάποιος που αγαπούσε. « Α ν τ ί ο » , ε ί π ε
βράδυ φορτωμένη με β ι β λ ί α , χ λ ο μ ή από την εξάντληση αλλά
γ λ υ κ ά . « Α ν τ ί ο » . Κ ρ α τ ή θ η κ ε σε απόσταση. Η παλιά ενστι
λάμποντας από χαρά που βρισκόταν σπίτι μαζί τους. Δ ε ν θα
κτώδης επιθυμία της να προσφέρει μια α γ κ α λ ι ά ε ί χ ε πεθάνει
υπήρχε επιστροφή.
αιφνιδιαστικά δέκα μέρες πριν, εκείνο το μοιραίο πρωί, όταν
Τα κορίτσια είχαν φερθεί ακριβώς όπως π ε ρ ί μ ε ν ε η Ε λ έ
παρατήρησε τα περίεργα σημάδια στο πίσω μέρος του ποδιού
ν η . Η Άννα, η μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η , ήταν πάντοτε αυθόρμητη και δεν
της. Δ ε ν χωρούσαν αμφιβολία, ειδικά όταν τα σύγκρινε με
υπήρξε ποτέ αμφιβολία γ ι α το τι έ ν ι ω θ ε . Η Μ α ρ ί α , από την
μια εικόνα στο φυλλάδιο που κυκλοφορούσε γ ι α να προειδο
ά λ λ η πλευρά, ήταν ένα πιο ήσυχο, πιο υπομονετικό παιδί,
ποιεί τον κόσμο γ ι α τα συμπτώματα. Δ ε ν χρειαζόταν καν να
που δεν έχανε γρήγορα την ψυχραιμία του. Π ι σ τ ή στο χαρα
τη δει κάποιος ειδικός γ ι α να κατανοήσει την απαίσια α λ ή
κτήρα της, η Άννα ήταν πιο φανερά θ λ ι μ μ έ ν η σε σχέση με την
θεια. Ή ξ ε ρ ε , ακόμη και πριν επισκεφθεί το γιατρό, ότι ε ί χ ε
αδερφή της τις η μ έ ρ ε ς πριν από την αναχώρηση της μητέρας
κολλήσει με κάποιον τρόπο την πιο τρομερή αρρώστια. Οι
της, και η ανικανότητα της να ε λ έ γ ξ ε ι τα συναισθήματά της
λ έ ξ ε ι ς από το Λ ε υ ι τ ι κ ό , που απαγγέλλονταν με μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η
δεν φάνηκε ποτέ πιο καθαρά απ' όσο ε κ ε ί ν η την ημέρα. Ε ί χ ε
συχνότητα απ' όση ήταν απαραίτητη από τους ντόπιους ιερείς,
ικετεύσει τη μητέρα της να μη φ ύ γ ε ι , την εκλιπάρησε να
αντήχησαν μέσα στο κεφάλι της:
μ ε ί ν ε ι , παραληρούσε, ούρλιαζε και ξερίζωνε τα μ α λ λ ι ά της. Αντίθετα, η Μαρία έ κ λ α ψ ε , σιωπηλά στην αρχή και μετά με γοερούς λυγμούς που μπορούσαν να ακουστούν έξω στο δρόμο. Το τ ε λ ι κ ό στάδιο και γ ι α τις δύο, όμως, ήταν το ί δ ι ο : υποτάχτηκαν, εξαντλήθηκαν, στέρεψαν. Η Ε λ έ ν η ήταν αποφασισμένη να καταπνίξει την έκρηξη της θ λ ί ψ η ς που απειλούσε να την κατακλύσει. Θα την ε κ δ ή λ ω ν ε σε όλη της την ένταση μόλις βρισκόταν μακριά από
Και
όψεται
ο ιερεύς την αφήν εν δέρματι του χρωτός αυτού,
και η θριξ εν τη αφή μεταβάλη λευκή, και η όψις της αφής ταπεινή από του δέρματος του χρωτός, όψεται ο ιερεύς και μιανεί αυτόν. η αφή,
ακάθαρτος
και
και
Και ο λεπρός εν ω έστιν
τα ιμάτια αυτού έστω παραλελυμένα,
αυτού ακατάλυπτος, και
αφή λέπρας εστί
περί το στόμα
και η κεφαλή
αυτού
περιβαλέσθω,
έπρεπε
να
κεκλήσεται.
την Π λ ά κ α , αλλά η μόνη ελπίδα που έτρεφε κανείς ε κ ε ί ν η
Πολλοί
τη σ τ ι γ μ ή ήταν να μ ε ί ν ε ι ανέπαφη η αυτοκυριαρχία της. Αν
θούνται οι βάρβαρες οδηγίες της Π α λ α ι ά ς Δ ι α θ ή κ η ς γ ι α τη
άνθρωποι
πίστευαν
ακόμη
ότι
ακολου
κατέρρεε, ήταν όλοι τ ε λ ε ι ω μ έ ν ο ι . Τα κορίτσια θα έμεναν στο
μεταχείριση
σπίτι. Θα γ λ ί τ ω ν α ν την εικόνα της μάνας τους να ξεμακραί-
στις εκκλησίες γ ι α εκατοντάδες χρόνια, και ρίζωσε βαθιά η
ν ε ι , ένα θέαμα που ίσως να έ μ ε ν ε ανεξίτηλο γ ι α πάντα στη
εικόνα του λεπρού ως ενός άντρα, μιας γυναίκας ή α κ ό μ η και
μ ν ή μ η τους.
παιδιού που πρέπει να αποβάλλεται από την κοινωνία.
των
λεπρών.
Αυτό
το
απόσπασμα
ακουγόταν
Α υ τ ή ήταν η δυσκολότερη σ τ ι γ μ ή στη ζωή της Ε λ έ ν η ς και
Καθώς τον πλησίαζε περνώντας μέσα από το πλήθος, ο
πλέον η λιγότερο ι δ ι ω τ ι κ ή . Τ η ν παρακολουθούσαν σειρές από
Γιώργης μπορούσε μόλις να διακρίνει την κορυφή του κεφαλιού
74
75
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
της Ε λ έ ν η ς , και ήξερε ότι ε ί χ ε φτάσει η σ τ ι γ μ ή την οποία
οι ήχοι έμοιαζαν να αντηχούν τη δ ι κ ή της συναισθηματική
έ τ ρ ε μ ε . Ε ί χ ε πάει στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α χ ί λ ι ε ς φορές, συμπληρώ
κατάσταση. Ήταν η ακριβής έκφραση προς τα έξω όλων όσα
νοντας το ισχνό εισόδημα του ψαρά με την τ α κ τ ι κ ή μεταφορά
έ ν ι ω θ ε μέσα της, αλλά ήξερε πως δεν τους προκάλεσε α υ τ ή .
προμηθειών στην αποικία των λεπρών, αλλά δεν ε ί χ ε φαντα
Το πλήθος αναδεύτηκε, τα β λ έ μ μ α τ α τραβήχτηκαν από την
στεί ποτέ ότι θα έκανε ένα ταξίδι σαν κι αυτό. Η βάρκα ήταν
Ε λ έ ν η και έπεσαν στην άκρη της π λ α τ ε ί α ς , όπου ένα μουλάρι
έ τ ο ι μ η και στεκόταν παρακολουθώντας τη γυναίκα που π λ η
ήταν δεμένο σε ένα δέντρο κ α ι , ε κ ε ί δίπλα, στέκονταν ένας
σίαζε, με τα μπράτσα του δ ι π λ ω μ έ ν α σφιχτά στο στήθος του
άντρας και μια γυναίκα. Αν και ε ί χ ε σχεδόν εξαφανιστεί μ έ
και το κεφάλι σκυφτό. Π ί σ τ ε υ ε ότι αν έ μ ε ν ε έτσι, με το κορ
σα στην α γ κ α λ ι ά της γυναίκας, υπήρχε κι ένα αγόρι. Η κο
μί του σφιχτό, άκαμπτο, θα μπορούσε να πνίξει τα αισθήματά
ρυφή του κεφαλιού του ίσα που έφτανε στο στήθος της κι
του που μαίνονταν, και θα τα εμπόδιζε να ξεχυθούν σαν ε κ
ε κ ε ί ν η ήταν γ ε ρ μ έ ν η επάνω του, με τα χέρια της τ υ λ ι γ μ έ ν α
κωφαντικές αθέλητες κραυγές πόνου. Η έμφυτη ικανότητα
γύρω του, λες και δεν θα το άφηνε ποτέ. « Α ν τ ρ ά κ ι μ ο υ ! »
του να κρύβει τα συναισθήματά του ε ί χ ε ενισχυθεί από τον
κραύγαζε απελπισμένα. « Π α ι δ ί μου, α γ α π η μ έ ν ο ! » Ο άντρας
υ π ο δ ε ι γ μ α τ ι κ ό αυτοέλεγχο της γυναίκας του. Το μέσα του,
της βρισκόταν στο πλευρό τους. « Κ α τ ε ρ ί ν α » , της ε ί π ε ε υ γ ε
όμως, ε ί χ ε καταρρεύσει από τη θ λ ί ψ η . « Π ρ έ π ε ι να το κ ά ν ω » ,
νικά. « Ο Δ η μ ή τ ρ η ς πρέπει ν α φ ύ γ ε ι . Δ ε ν έχουμε ε π ι λ ο γ ή . Η
έ λ ε γ ε στον εαυτό του, σαν να ήταν ένα α κ ό μ η φυσιολογικό
βάρκα π ε ρ ι μ έ ν ε ι » . Ξ έ μ π λ ε ξ ε απαλά τα μπράτσα της μητέρας
τ α ξ ί δ ι . Σ τ α χ ί λ ι α δρομολόγια που ε ί χ ε ή δ η κάνει, θα ερχόταν
από το κορμί του παιδιού. Ε κ ε ί ν η πρόφερε το όνομα του γιου
να προστεθεί αυτό και άλλα χ ί λ ι α .
της μια τελευταία φορά, τρυφερά, αχνά, « Δ η μ ή τ ρ η . . . » , αλλά
Κ α θ ώ ς η Ε λ έ ν η πλησίαζε στην προβλήτα, το πλήθος πα
το αγόρι δεν σήκωσε το β λ έ μ μ α του. Η ματιά του ε ί χ ε καρ
ρ έ μ ε ν ε σιωπηλό. Έ ν α παιδί άρχισε να κ λ α ί ε ι , αλλά η μητέρα
φωθεί στο χ ώ μ α . « Έ λ α , Δ η μ ή τ ρ η » , ε ί π ε ο πατέρας του απο
του το έκανε να σωπάσει. Μ ι α λάθος συναισθηματική κίνηση,
φασιστικά. Κ α ι το αγόρι τον ακολούθησε.
και όλοι αυτοί οι θ λ ι μ μ έ ν ο ι άνθρωποι θα έχαναν την ψυχραι
Κρατούσε τα μάτια του κ ο λ λ η μ έ ν α στις φθαρμένες αρβύ
μία τους. Ο έ λ ε γ χ ο ς , η τυπικότητα θα χάνονταν και θα σκόρ
λες του πατέρα του. Το μόνο που χρειαζόταν να κάνει ήταν
πιζε στον άνεμο η αξιοπρέπεια του αποχαιρετισμού. Μολονότι
να πατάει μέσα στα ίχνη που άφηναν στο χ ώ μ α . Ήταν μια
λ ί γ ε ς εκατοντάδες μέτρων είχαν φανεί αδιανόητη απόσταση,
μ η χ α ν ι κ ή κίνηση - ένα παιχνίδι που είχαν παίξει τόσες πολ
η πορεία της Ε λ έ ν η ς προς την προβλήτα ε ί χ ε σχεδόν τ ε λ ε ι ώ
λές φορές, όταν ο πατέρας του έκανε γ ι γ ά ν τ ι ε ς δρασκελιές
σει, και στράφηκε προς τα πίσω να αντικρίσει τον κόσμο γ ι α
και ο Δ η μ ή τ ρ η ς πηδούσε μ έ χ ρ ι που τα πόδια του δεν μπο
τελευταία φορά. Το σπίτι της δεν φαινόταν πια, αλλά ήξερε
ρούσαν να τεντωθούν άλλο κι έπεφτε κ ά τ ω , σκασμένος στα
ότι τα παντζούρια θα έμεναν κλειστά και πως οι κόρες της θα
γ έ λ ι α . Α υ τ ή τη φορά, όμως, τα β ή μ α τ α του πατέρα του ήταν
θρηνούσαν στο σκοτάδι.
αργά και κλονισμένα. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς δεν ε ί χ ε πρόβλημα να τον
Ξ α φ ν ι κ ά ακούστηκαν κραυγές. Ήταν οι δυνατοί, σπαρα
π ρ ο λ ά β ε ι . Ο πατέρας του ε ί χ ε απαλλάξει το μουλάρι με τη
χ τ ι κ ο ί λ υ γ μ ο ί μιας μ ε γ ά λ η ς γυναίκας, και η ε κ δ ή λ ω σ η του
λ υ π η μ έ ν η όψη από το φορτίο του και τώρα ισορροπούσε το μ ι
πόνου της ήταν τόσο α ν ε ξ έ λ ε γ κ τ η όσο συγκρατημένη ήταν
κρό κ ι β ώ τ ι ο με τα υπάρχοντα του αγοριού στον ώ μ ο του, τον
ε κ ε ί ν η της Ε λ έ ν η ς . Για μια σ τ ι γ μ ή , η Ε λ έ ν η στάθηκε. Αυτοί
ίδιο ώ μ ο πάνω στον οποίο ε ί χ ε κουβαλήσει το γ ι ο του τόσες
76
77
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
φορές. Φαινόταν α τ έ λ ε ι ω τ ο ς ο δρόμος, πέρα από το πλήθος,
κόρης της Ε λ έ ν η ς . Η Σ α β ί ν α φορούσε στο κεφάλι ένα μαντί
μ έ χ ρ ι την ακροθαλασσιά.
λ ι , που έ κ ρ υ β ε τα πυκνά μ α λ λ ι ά της αλλά τόνιζε τα τεράστια
Το τ ε λ ε υ τ α ί ο αντίο ανάμεσα στον πατέρα και το γ ι ο ήταν
ε υ γ ε ν ι κ ά μάτια της· η εγκυμοσύνη δεν ε ί χ ε σταθεί φ ι λ ι κ ή με
σύντομο, σχεδόν αντρίκιο. Η Ε λ έ ν η , ε π ε ι δ ή ήξερε αυτή την
το σώμα της, και ήταν τώρα π α χ ο υ λ ή , με βαριά πόδια. Αντί
α μ ή χ α ν η συμπεριφορά, χαιρέτησε τον Δ η μ ή τ ρ η , με το ενδια
θετα, η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν λ ε π τ ή σαν κλαράκι ε λ ι ά ς , αλλά ε ί χ ε
φέρον της τώρα αποκλειστικά στραμμένο στο αγόρι, η ζωή
κληρονομήσει τα όμορφα μάτια της μητέρας της. Ό τ α ν η μ ι
του οποίου, από ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή και μ ε τ ά , θα αποτελούσε
κρή βάρκα εξαφανίστηκε στον ορίζοντα, οι δυο τους γύρισαν
τ η μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η ευθύνη της. « Έ λ α » , του ε ί π ε ενθαρρυντικά.
και διέσχισαν την π λ α τ ε ί α περπατώντας γ ο ρ γ ά . Προορισμός
« Π ά μ ε να δούμε το καινούριο μας σ π ί τ ι » . Π ή ρ ε το παιδί από
τους ήταν το σπίτι με την ξεθωριασμένη πράσινη πόρτα, το
το χ έ ρ ι και το βοήθησε να μ π ε ι στη βάρκα σαν να ξεκινούσαν
σπίτι απ' όπου ε ί χ ε β γ ε ι η Ε λ έ ν η λ ί γ ο νωρίτερα. Τα παντζού
κάποια π ε ρ ι π έ τ ε ι α και τα σωριασμένα κουτιά γ ύ ρ ω τους να
ρια ήταν κλειστά, αλλά η εξώπορτα ήταν ξ ε κ λ ε ί δ ω τ η , και η
περιείχαν π ρ ο μ ή θ ε ι ε ς γ ι α μια ε κ δ ρ ο μ ή .
μητέρα με την κόρη μ π ή κ α ν μέσα. Σ ύ ν τ ο μ α η Σ α β ί ν α ε ί χ ε
Το πλήθος παρακολουθούσε την αναχώρηση, παραμένο
πάρει τα κορίτσια στα χέρια της, γ ι α να τους δώσει την αγκα
ντας σιωπηλό. Δ ε ν υπήρχαν κανόνες συμπεριφοράς γ ι ' αυτή
λιά που η δ ι κ ή τους μητέρα, μέσα στη σοφία της, δεν μπόρεσε
τη σ τ ι γ μ ή . Θα έπρεπε να γνέψουν; Θα έπρεπε να φωνάξουν
να τους προσφέρει.
« α ν τ ί ο » ; Τα πρόσωπα χλόμιασαν, τα στομάχια σφίχτηκαν, οι καρδιές βάρυναν. Κάποιοι έτρεφαν συγκρουόμενα συναι
Κ Α Θ Ω Σ Η Β Α Ρ Κ Α πλησίαζε στο νησί, η Ε λ έ ν η κρατούσε το
σθήματα γ ι α το αγόρι, κατηγορώντας το γ ι α την κατάσταση
χ έ ρ ι του Δ η μ ή τ ρ η α κ ό μ η πιο σφιχτά. Ήταν χαρούμενη που
της Ε λ έ ν η ς και την ανησυχία που τους έ τ ρ ω γ ε τώρα γ ι α την
αυτό το κακόμοιρο αγόρι θα ε ί χ ε κάποιον να το φροντίζει,
υ γ ε ί α των δικών τους π α ι δ ι ώ ν . Τη σ τ ι γ μ ή , όμως, της ανα
κι ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή δεν έδωσε σημασία στην ειρωνεία της
χώρησης, οι μ η τ έ ρ ε ς και οι πατεράδες ένιωθαν μόνο οίκτο
κατάστασης. Θα το δίδασκε και θα το μ ε γ ά λ ω ν ε σαν να ήταν
γ ι α τους δυο δύστυχους που άφηναν πίσω τις ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς τους
δικός της γ ι ο ς , και θα έ κ α ν ε ότι
μπορούσε γ ι α να είναι β έ
γ ι α πάντα. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έσπρωξε τη βάρκα από την προβλήτα
β α ι η πως η μόρφωση του δεν θα σταματούσε από αυτή την
και σύντομα τα κουπιά του ξεκίνησαν τον συνηθισμένο αγώνα
τ ρ ο μ ε ρ ή τροπή των γ ε γ ο ν ό τ ω ν . Ήταν τώρα αρκετά κοντά
τους ενάντια στο ρεύμα. Ήταν σαν να μην ή θ ε λ ε η θάλασσα
ώστε να μπορεί να δει ότι υπήρχαν μερικοί άνθρωποι έξω από
να φύγουν. Για λ ί γ ο , το πλήθος συνέχισε να κοιτάζει, αλλά
τα τ ε ί χ η του κάστρου, και συνειδητοποίησε πως μάλλον την
όσο οι μορφές ξεθώριαζαν, άρχισε να δ ι α λ ύ ε τ α ι .
π ε ρ ί μ ε ν α ν . Α λ λ ι ώ ς γ ι α τ ί να βρίσκονταν ε κ ε ί ; Ήταν απίθανο
Οι τ ε λ ε υ τ α ί ο ι που γύρισαν την π λ ά τ η κι έφυγαν από την
να ετοιμάζονταν να φύγουν από το νησί.
π λ α τ ε ί α , ήταν μια γυναίκα περίπου στην η λ ι κ ί α της Ε λ έ ν η ς
Ο
κι ένα κορίτσι. Η γυναίκα ήταν η Σ α β ί ν α Α γ γ ε λ ο π ο ύ λ ο υ , η
προβλήτα
Γιώργης
κατηύθυνε
και σύντομα
τη
βάρκα
με
δεξιοτεχνία
βοηθούσε τη γυναίκα του
στην
και τον
οποία ε ί χ ε μ ε γ α λ ώ σ ε ι μαζί με την Ε λ έ ν η , και το κορίτσι ήταν
Δ η μ ή τ ρ η να βγουν στη στεριά. Σ χ ε δ ό ν υποσυνείδητα, δια
η κόρη της, η Φ ω τ ε ι ν ή , που, με τον τρόπο ζωής σε ένα μικρό
πίστωσε ότι α π έ φ ε υ γ ε την επαφή με το γ υ μ ν ό δέρμα του
χωριό, ε ί χ ε γ ί ν ε ι η καλύτερη φίλη της Μαρίας, της μικρότερης
αγοριού, τείνοντας προς τη μεριά του τον αγκώνα και όχι το
78
79
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
χέρι του, γ ι α να το βοηθήσει να β γ ε ι από τη βάρκα. Κατόπιν σ υ γ κ ε ν τ ρ ώ θ η κ ε απόλυτα στο να δέσει τη βάρκα αρκετά σφι χτά ώστε να μπορέσει να ξεφορτώσει τα κουτιά με ασφάλεια, διώχνοντας από το μυαλό του τη σ κ έ ψ η ότι θα έ φ ε υ γ ε από το νησί χ ω ρ ί ς τη γυναίκα του. Το μικρό ξύλινο κ ι β ώ τ ι ο που ανήκε στο αγόρι κι ένα μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο που ήταν της Ε λ έ ν η ς β ρ έ θηκαν γρήγορα στην π ρ ο β λ ή τ α . Τ ώ ρ α που είχαν φτάσει στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , φάνηκε και στην Ε λ έ ν η και στον Δ η μ ή τ ρ η ότι είχαν διασχίσει έναν π λ α τ ύ ω κ ε
Τέταρτο Κεφάλαιο
ανό, και ότι οι π α λ ι έ ς ζωές τους βρίσκονταν ή δ η εκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά. Π ρ ι ν η Ε λ έ ν η σκεφτεί να κοιτάξει τ ρ ι γ ύ ρ ω ά λ λ η μια φο ρά, ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε φ ύ γ ε ι . Ε ί χ α ν συμφωνήσει την προηγού μ ε ν η νύχτα ότι δεν θα υπήρχαν αποχαιρετισμοί μ ε τ α ξ ύ τους, και τήρησαν και οι δύο την απόφαση τους. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε ή δ η πάρει το δρόμο της επιστροφής και βρισκόταν εκατό μέτρα μ α κ ρ ι ά , με το κ α π έ λ ο του τ ρ α β η γ μ έ ν ο κ ά τ ω , ώστε οι σκού
Η
Ο Μ Α Δ Α Τ Ω Ν Α Ν Θ Ρ Ω Π Ω Ν που ε ί χ ε δει η Ε λ έ ν η νωρίτερα, κ ι ν ή θ η κ ε προς το μέρος τους. Ο Δ η μ ή τρης π α ρ έ μ ε ν ε σιωπηλός, με το β λ έ μ μ α καρφωμένο
στα παπούτσια του, ενώ η Ε λ έ ν η άπλωσε το χέρι της στον
ρες ξύλινες τ ά β λ ε ς της βάρκας να ε ί ν α ι το μόνο που μπορού
άντρα που β γ ή κ ε μπροστά γ ι α να τους υποδεχτεί. Ήταν μια
σε να δ ε ι .
χειρονομία που έ δ ε ι χ ν ε την αποδοχή του γεγονότος ότι αυτό ήταν το καινούριο της σπίτι. Δ ι α π ί σ τ ω σ ε ότι θα ερχόταν σε επαφή με ένα χέρι στραβωμένο σαν γ κ λ ί τ σ α βοσκού, τόσο άσχημα παραμορφωμένο πλέον από τη λέπρα, ώστε ο η λ ι κ ι ω μ έ ν ο ς άντρας δεν μπορούσε να πιάσει το τ ε ν τ ω μ έ ν ο χ έ ρ ι της Ε λ έ ν η ς . Α λ λ ά το χ α μ ό γ ε λ ο του έ λ ε γ ε όσα χρειάζονταν, και η Ε λ έ ν η ανταποκρίθηκε με μια ε υ γ ε ν ι κ ή « Κ α λ η μ έ ρ α » . Ο Δ η μ ή τ ρ η ς στεκόταν πίσω, σιωπηλός. Θα βρισκόταν σε αυτή την κατάσταση σοκ γ ι α π ο λ λ έ ς μέρες α κ ό μ η . Ήταν έ θ ι μ ο στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α τα νέα μ έ λ η της αποικίας να γίνονται δεκτά με κάποιο β α θ μ ό επισημότητας, και η Ε λ έ ν η με τον Δ η μ ή τ ρ η καλωσορίστηκαν σαν να είχαν επιτέλους φτά σει σε έναν μακρινό προορισμό που ονειρεύονταν για πολύ και ρό. Η π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α γ ι α πολλούς λεπρούς ήταν ακριβώς έτσι. Το νησί μπορούσε να αποτελέσει ένα φιλόξενο καταφύγιο
81
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
από μια ζωή περιπλάνησης· πολλοί από τους λεπρούς είχαν
ήταν α λ η θ ι ν έ ς . Οι περισσότεροι από τους λεπρούς ήταν σαν κι
περάσει μήνες ή και χρόνια ακόμη ζώντας έξω από την κοι
αυτήν: φαινομενικά χωρίς ίχνη της αρρώστιας.
νωνία, περνώντας τις νύχτες τους σε παράγκες και ε π ι β ι ώ ν ο
Μ ι α γυναίκα, ωστόσο, το κεφάλι της οποίας κρυβόταν
ντας με κ λ ε μ μ έ ν α αποφάγια. Γ ι ' αυτά τα θύματα της αρρώ
κ ά τ ω από ένα σάλι, σταμάτησε γ ι α να τους αφήσει να περά
στιας, η Σ π ι ν α λ ό γ κ α ήταν ανακούφιση, μια ανάπαυλα από
σουν. Η Ε λ έ ν η διέκρινε ένα πρόσωπο παραμορφωμένο από
την απόλυτη μιζέρια που είχαν υπομείνει ως απόβλητοι. Ο άντρας που τους υποδέχτηκε ήταν ο Πέτρος Κοντομάρης, ο αρχηγός του νησιού. Ε ί χ ε ε κ λ ε γ ε ί σε αυτή τη θέση μαζί
ε ξ ο γ κ ώ μ α τ α σε μ έ γ ε θ ο ς καρυδιού, και ρ ί γ η σ ε . Δ ε ν ε ί χ ε ξα ναδεί τίποτα πιο αποκρουστικό και προσευχήθηκε να μην ε ί χ ε παρατηρήσει τη γυναίκα ο Δ η μ ή τ ρ η ς .
με μια ομάδα η λ ι κ ι ω μ έ ν ω ν , από τους περίπου τριακόσιους
Η ομάδα των τριών συνέχισε να ανηφορίζει στο δρόμο,
κατοίκους, στις ετήσιες ε κ λ ο γ έ ς · η Σ π ι ν α λ ό γ κ α αποτελούσε
ακολουθούμενη από άλλον έναν άντρα, ο οποίος οδηγούσε
υπόδειγμα δημοκρατίας και η τ α κ τ ι κ ή διενέργεια ε κ λ ο γ ώ ν
δυο γαϊδούρια φορτωμένα με τα υπάρχοντά τους. Ο Πέτρος
ε ί χ ε στόχο να διασφαλίσει ότι δεν θα σ ι γ ό κ α ι γ ε ποτέ η δυσα
Κοντομάρης έπιασε την κουβέντα με την Ε λ έ ν η . « Έ χ ο υ μ ε
ρέσκεια. Ήταν καθήκον του Κοντομάρη να καλωσορίζει όλους
ένα σπίτι γ ι α σ α ς » , της ε ξ ή γ η σ ε . « Ά δ ε ι α σ ε την περασμένη
τους νεοφερμένους, και μόνο σε αυτόν και σε μια χούφτα άλ
εβδομάδα».
λους ε κ λ ε γ μ έ ν ο υ ς επιτρεπόταν να διασχίζουν τη βαριά π ύ λ η του κάστρου.
Σ τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α , τα κτίρια άδειαζαν μόνο λ ό γ ω θανά του. Οι άνθρωποι συνέχιζαν να καταφθάνουν ανεξάρτητα από
Η Ε λ έ ν η και ο Δ η μ ή τ ρ η ς ακολούθησαν τον Π έ τ ρ ο Κ ο
το αν υπήρχε χώρος, και αυτό σήμαινε πως το νησί ε ί χ ε υπε
ντομάρη κατά μήκος της σήραγγας, πιασμένοι σφιχτά από το
ράριθμους κατοίκους. Από τη σ τ ι γ μ ή που ήταν π ο λ ι τ ι κ ή της
χ έ ρ ι . Η Ε λ έ ν η μάλλον ήξερε περισσότερα γ ι α τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α
κυβέρνησης να ενθαρρύνει τους λεπρούς να ζουν στη Σ π ι ν α λ ό
από την πλειοψηφία των ανθρώπων στην ενδοχώρα, λ ό γ ω της
γ κ α , αποτελούσε αποκλειστικά δικό της συμφέρον να ελαχι
γνώσης του Γ ι ώ ρ γ η από πρώτο χ έ ρ ι . Α κ ό μ η κι έτσι, όμως,
στοποιηθεί η αναταραχή στο νησί, κι έτσι από καιρό σε καιρό
η σκηνή που αντίκρισε της προκάλεσε έ κ π λ η ξ η . Σ τ ο στενό
υπήρχε παροχή κονδυλίων γ ι α νέες κατοικίες ή μικρών δω
δρομάκι μπροστά τους βρισκόταν ένα πλήθος ανθρώπων. Η
ρεών γ ι α την αποκατάσταση των π α λ ι ώ ν . Τ η ν προηγούμενη
εικόνα θύμιζε ημέρα λ α ϊ κ ή ς αγοράς στην Π λ ά κ α . Άνθρωποι
χρονιά, τη σ τ ι γ μ ή που τα υπάρχοντα κτίρια έφταναν στο όριο
πηγαινοέρχονταν με καλάθια γ ε μ ά τ α πράγματα, ένας ιερέας
πληρότητας τους, ο λ ο κ λ η ρ ώ θ η κ ε ένα άσχημο αλλά λ ε ι τ ο υ ρ γ ι
έ β γ α ι ν ε από το κατώφλι της εκκλησίας και δυο η λ ι κ ι ω μ έ ν ε ς
κό συγκρότημα και αποφεύχθηκε μ ι α στεγαστική κρίση. Για
γυναίκες ανηφόριζαν στο δρόμο, καθισμένες πλαγιαστά στις
ά λ λ η μια φορά, κ ά θ ε νησιώτης ε ί χ ε τον ι δ ι ω τ ι κ ό χώρο του. Ο
ράχες γαϊδουριών που έδειχναν α π ο κ α μ ω μ έ ν α . Μ ε ρ ι κ ο ί γ ύ
άνθρωπος που έπαιρνε την τ ε λ ι κ ή απόφαση γ ι α το πού θα
ρισαν γ ι α να παρατηρήσουν τους νεοφερμένους και αρκετοί
έμεναν οι νεοφερμένοι ήταν ο Κοντομάρης. Θεωρούσε την Ε λ έ
έγνεψαν
νη και τον Δ η μ ή τ ρ η ε ι δ ι κ ή περίπτωση· έπρεπε να τους συ
με τα κεφάλια τους ως χειρονομία χαιρετισμού.
Η Ε λ έ ν η κοίταξε τ ρ ι γ ύ ρ ω της, αγωνιώντας μην τυχόν και
μπεριφέρεται σαν να ήταν μητέρα και γ ι ο ς , και γ ι ' αυτόν το
φανεί α γ ε ν ή ς , αλλά χωρίς να κατορθώνει να συγκρατήσει
λόγο αποφάσισε ότι δεν θα στεγάζονταν στο καινούριο συ
την π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α της. Ό λ ε ς οι φήμες που ακούγονταν πάντοτε
γ κ ρ ό τ η μ α , αλλά θα έπαιρναν το πρόσφατα ε κ κ ε ν ω μ έ ν ο σπίτι
82
83
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
στον κεντρικό δρόμο. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς τουλάχιστον ίσως να έ μ ε ν ε ε κ ε ί γ ι α πολλά χρόνια α κ ό μ η .
ΤΟ
ΝΗΣΙ
μικρό τραπέζι και δυο αραιοπλεγμένες ψάθινες καρέκλες. Δ ά κρυα ανέβηκαν στα μάτια της Ε λ έ ν η ς . Ε κ ε ί ε ί χ ε καταντήσει
« Κ υ ρ ί α Π ε τ ρ ά κ η » , ε ί π ε . « Α υ τ ό θ α γ ί ν ε ι τ ο σπίτι σ α ς » .
η ζωή της. Δ υ ο ψυχές σε ένα ζοφερό δωμάτιο κι ένα ζευγάρι
Σ τ ο τέλος του κεντρικού δρόμου, ε κ ε ί όπου τελείωναν τα
εύθραυστες καρέκλες, που έμοιαζαν έτοιμες να καταρρεύσουν
μαγαζιά, στην πίσω πλευρά, βρισκόταν ένα μ ε μ ο ν ω μ έ ν ο οί
στο παραμικρό ά γ γ ι γ μ α , πόσο μάλλον κάτω από το βάρος του
κ η μ α . Έ δ ω σ ε στην Ε λ έ ν η την εντύπωση πως έμοιαζε αρκετά
ανθρώπινου κορμιού. Πόσο διέφεραν ε κ ε ί ν η και ο Δ η μ ή τ ρ η ς
με το δικό της σπίτι. Τ ό τ ε ε ί π ε στον εαυτό της ότι έπρεπε να
από αυτά τα ετοιμόρροπα έπιπλα; Για ά λ λ η μια φορά, υπήρχε
σταματήσει να σκέφτεται έτσι - αυτό το παλιό πέτρινο σπίτι
ε π ι τ α κ τ ι κ ή ανάγκη γ ι α ψεύτικους πανηγυρισμούς.
μπροστά της ήταν τώρα το σπίτι της. Ο Κοντομάρης ξ ε κ λ ε ί δωσε την πόρτα και την κράτησε ανοιχτή γ ι α να περάσει μέσα η γυναίκα. Το εσωτερικό ήταν σκοτεινό, α κ ό μ η κι ε κ ε ί ν η την ολόφωτη λ α μ π ρ ή μέρα, και η καρδιά της σφίχτηκε. Για εκα τοστή φορά τούτη την η μ έ ρ α , δοκιμάστηκαν τα όρια του θάρ ρους της. Αναμφίβολα αυτό ήταν ότι
καλύτερο υπήρχε και
επιβαλλόταν να προσποιηθεί ότι ήταν ευχαριστημένη. Χ ρ ε ι α ζόταν ε π ι τ α κ τ ι κ ά τις καλύτερες υποκριτικές δυνατότητες της, τη θ ε α τ ρ ι κ ή ικανότητα που συνέβαλλε τόσο πολύ στον εντυ πωσιακό τρόπο διδασκαλίας της. « Σ α ς αφήνω να τ α κ τ ο π ο ι η θ ε ί τ ε » , είπε ο Κοντομάρης. « Θ α περάσει η γυναίκα μου γ ι α να σας δει αργότερα και θα σας κάνει μια βόλτα γ ι α να δ ε ί τ ε την α π ο ι κ ί α » .
« Έ λ α , Δ η μ ή τ ρ η , π ά μ ε ν α δούμε ε π ά ν ω ; » Διέσχισαν το ζοφερό δωμάτιο και ανέβηκαν τη σκάλα. Σ τ η ν κορυφή της υπήρχαν δυο πόρτες. Η Ε λ έ ν η άνοιξε την αριστερή, μ π ή κ ε μέσα και ξεμαντάλωσε με ορμή τα παντζού ρια. Το φως χ ύ θ η κ ε στο χώρο. Τα παράθυρα έ β λ ε π α ν στο δρόμο και από ε κ ε ί φαινόταν το στραφτάλισμα της θάλασσας στο βάθος. Έ ν α μ ε τ α λ λ ι κ ό κ ρ ε β ά τ ι και μια α κ ό μ η σαραβα λ ι α σ μ έ ν η καρέκλα ήταν το μόνο που υπήρχε σε αυτό το γ υ μνό κ ε λ ί . Η Ε λ έ ν η άφησε τον Δ η μ ή τ ρ η να στέκεται ε κ ε ί και μ π ή κ ε στην ά λ λ η κρεβατοκάμαρα, που ήταν μικρότερη και κάπως πιο γκρίζα. Ε π έ σ τ ρ ε ψ ε στην π ρ ώ τ η , όπου ο Δ η μ ή τ ρ η ς βρισκόταν α κ ό μ η στην ίδια στάση. « Α υ τ ό θα είναι το δωμάτιο σ ο υ » , του ανακοίνωσε.
« Η γυναίκα σας;» αναφώνησε η Ε λ έ ν η μ ε περισσότερη
« Τ ο δωμάτιο μ ο υ ; » ρώτησε εκείνος μ ε δυσπιστία. « Μ ό ν ο
έ κ π λ η ξ η στη φωνή της από όση ε ί χ ε σκοπό να αποκαλύψει.
δικό μ ο υ ; » Π ά ν τ ο τ ε μοιραζόταν ένα δωμάτιο με τους δυο
Α λ λ ά εκείνος ήταν συνηθισμένος σε τέτοιες αντιδράσεις.
αδερφούς και τις δυο αδερφές του. Για πρώτη φορά αυτό το
« Ν α ι , η γυναίκα μου. Γνωριστήκαμε και παντρευτήκαμε ε δ ώ . Δ ε ν είναι ασυνήθιστο, ξ έ ρ ε τ ε » . « Ό χ ι , όχι, ε ί μ α ι β έ β α ι η πως δεν ε ί ν α ι » , ε ί π ε η Ε λ έ ν η
μικρό πρόσωπο έ δ ε ι ξ ε να παίρνει κάποια έκφραση. Ε ί χ ε δια πιστώσει, αρκετά απρόσμενα, ότι έστω ένα π ρ ά γ μ α στη ζωή του β ε λ τ ι ω ν ό τ α ν .
τ α ρ α γ μ έ ν η , συνειδητοποιώντας ότι ε ί χ ε να μ ά θ ε ι πολλά. Ο
Κ α θ ώ ς κατέβαιναν τη σκάλα, μ ι α κατσαρίδα διέσχισε σαν
Κοντομάρης έ γ ε ι ρ ε ελάχιστα το κεφάλι του σε ένδειξη χαιρετι
βολίδα το δωμάτιο και εξαφανίστηκε πίσω από την ξύλινη
σμού κι έφυγε. Η Ε λ έ ν η και ο Δ η μ ή τ ρ η ς ήταν τώρα μόνοι τους
κασέλα που βρισκόταν στη γ ω ν ί α . Η Ε λ έ ν η θα την κυνηγού
και στέκονταν κοιτάζοντας τριγύρω τους μέσα στο σκοτάδι,
σε αργότερα, αλλά τώρα θα άναβε τ ι ς τρεις λ ά μ π ε ς πετρε
στην καρδιά της μέρας. Ε κ τ ό ς από ένα ξεφτισμένο χ α λ ά κ ι , τα
λαίου οι οποίες θα βοηθούσαν να φωτιστεί αυτό το κ α τ α θ λ ι
μόνα αντικείμενα στο δωμάτιο ήταν μια ξύλινη κασέλα, ένα
πτικό σπίτι. Μ ό λ ι ς άνοιξε το κουτί με τα υπάρχοντά της -που
84
85
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
π ε ρ ι ε ί χ ε κυρίως β ι β λ ί α και άλλο υλικό το οποίο θα χρειαζό
που δάκρυα κύλησαν στο πρόσωπό του. Τ ό τ ε , η κυρία Π ε τ ρ ά
ταν γ ι α να κάνει μ ά θ η μ α στον Δ η μ ή τ ρ η - β ρ ή κ ε μ ο λ ύ β ι και
κη ήρθε στο πλευρό του, τον α γ κ ά λ ι α σ ε και του ψιθύρισε:
χαρτί, και άρχισε να κάνει μια λίστα: τρεις πήχες β α μ β α κ ε ρ ό
« Έ λ α τώρα, Δ η μ ή τ ρ η . Ό λ α θα πάνε καλά... Ό λ α θα πάνε
ύφασμα γ ι α κουρτίνες, δυο φωτογραφίες, μερικά μαξιλαρά
κ α λ ά » . Μ α κ ά ρ ι να την πίστευε.
κ ι α , π έ ν τ ε κουβέρτες, ένα μ ε γ ά λ ο τ η γ ά ν ι και λ ί γ α κ ο μ μ ά τ ι α
Ε κ ε ί ν ο το απόγευμα έβγαλαν τα π ρ ά γ μ α τ ά τους από τα
από το καλύτερο πορσελάνινο σερβίτσιο της. Ή ξ ε ρ ε ότι η οι
κουτιά. Το γεγονός ότι βρέθηκαν τριγυρισμένοι από λ ί γ α οι
κ ο γ έ ν ε ι ά της θα χαιρόταν με την ιδέα πως τρώνε όλοι από τα
κεία αντικείμενα θα έπρεπε να τους φτιάξει τη διάθεση, αλλά
ίδια πιάτα με τα ζωγραφισμένα λουλούδια. Έ ν α άλλο σημα
κ ά θ ε φορά που εμφανιζόταν κάτι, έφερνε μαζί του όλες τις
ντικό πράγμα που ζήτησε ήταν σπόροι. Μολονότι το σπίτι
αναμνήσεις από τις παλιές ζωές τους και δεν τους βοηθούσε να
ήταν άχαρο, η Ε λ έ ν η παρηγορήθηκε με τη μ ι κ ρ ή αυλή στο
ξεχαστούν. Κ ά θ ε μ π ι χ λ ι μ π ί δ ι , β ι β λ ί ο ή παιχνίδι τούς τις θ ύ μ ι
μπροστινό μέρος του και ε ί χ ε ήδη αρχίσει να σχεδιάζει τι θα
ζε πιο έντονα απ' όσο εκείνα που είχαν αφήσει πίσω τους.
κ α λ λ ι ε ρ γ ο ύ σ ε . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς θα επέστρεφε σε μ ε ρ ι κ έ ς μ έ ρ ε ς , κι
Έ ν α ς από τους θησαυρούς της Ε λ έ ν η ς ήταν ένα μικρό επι
έτσι, μέσα σε μία ή δύο εβδομάδες, θα έκανε το μέρος να έ χ ε ι
τραπέζιο ρολόι, δώρο των γονιών της την ημέρα του γ ά μ ο υ
την όψη που ή θ ε λ ε . Α υ τ ή θα ήταν η πρώτη από τις πολλές
της. Το τοποθέτησε επάνω στο πλαίσιο του τζακιού, κι ένα
λίστες γ ι α τον Γ ι ώ ρ γ η , και η Ε λ έ ν η ήξερε ότι εκείνος θα
απαλό τ ι κ - τ α κ γ έ μ ι ζ ε πια τις μακρές σιωπές. Χτυπούσε κ ά θ ε
ικανοποιούσε τις ε π ι θ υ μ ί ε ς της κατά γ ρ ά μ μ α .
ώρα, και στις τρεις ακριβώς, πριν σβήσουν οι ήχοι, ακούστηκε
Ο Δ η μ ή τ ρ η ς καθόταν και παρακολουθούσε την Ε λ έ ν η που
ένας ελαφρύς χτύπος στην πόρτα.
κ α τ έ γ ρ α φ ε τ α απαραίτητα α ν τ ι κ ε ί μ ε ν α . Έ β λ ε π ε μ ε κάποιο
Η Ε λ έ ν η άνοιξε την πόρτα πλατιά γ ι α να υποδεχτεί τον
δέος αυτή τη γυναίκα, η οποία μόλις χθες ήταν δασκάλα του
επισκέπτη της, μια μικρόσωμη γυναίκα με στρογγυλό πρόσω
και τώρα έ μ ε λ λ ε να τον φροντίζει όχι μόνο ανάμεσα στις οχτώ
πο και ίχνη γκρίζου στα μ α λ λ ι ά της.
το πρωί και τις δύο το μεσημέρι, αλλά και όλες τις ώρες της η μ έ ρ α ς . Θα γινόταν η μητέρα του. Α λ λ ά δεν θα την φώναζε
« Κ α λ η σ π έ ρ α » , ε ί π ε η Ε λ έ ν η . « Ο κύριος Κοντομάρης μου ε ί π ε να π ε ρ ι μ έ ν ω την ε π ί σ κ ε ψ η σας. Π α ρ α κ α λ ώ , π ε ρ ά σ τ ε » .
ποτέ με άλλο όνομα εκτός από το « κ υ ρ ί α Π ε τ ρ ά κ η » . Αναρω
« Α υ τ ό ς πρέπει να είναι ο Δ η μ ή τ ρ η ς » , ε ί π ε αμέσως η γ υ
τ ή θ η κ ε τι να έκανε ε κ ε ί ν η την ώρα η π ρ α γ μ α τ ι κ ή μητέρα
ναίκα, πλησιάζοντας το αγόρι, που π α ρ έ μ ε ι ν ε καθισμένο, με
του. Μ ά λ λ ο ν θα ανακάτευε το φαγητό στη μ ε γ ά λ η κατσαρό
το κεφάλι ακουμπισμένο στα χέρια του. « Έ λ α » , του ε ί π ε ,
λα, ετοιμάζοντας το δείπνο. Σ τ α μάτια του Δ η μ ή τ ρ η φαινό
απλώνοντας το χέρι της. « Θ α π ά μ ε να σου δ ε ί ξ ω το μέρος.
ταν ότι έτσι περνούσε τον περισσότερο χρόνο της, ενώ αυτός
Λ έ γ ο μ α ι Ε λ π ί δ α Κοντομάρη, αλλά, σε παρακαλώ, φώναζε
και τα αδέρφια του έπαιζαν έξω στο δρόμο. Α ν α ρ ω τ ή θ η κ ε αν
με Ελπίδα».
θα τους ξ α ν ά β λ ε π ε ποτέ, και ε υ χ ή θ η κ ε με όλη του την καρδιά
Υπήρχε μια υπόνοια ψεύτικης ευθυμίας στη φωνή της και
να βρισκόταν ε κ ε ί τώρα, να κυλιόταν στα χ ώ μ α τ α . Αν του
το είδος του ενθουσιασμού που θα προσποιούνταν κάποιος αν
έλειπαν τόσο πολύ έπειτα από μόλις λ ί γ ε ς ώρες, πόσο περισ
ή θ ε λ ε να πάει ένα τρομοκρατημένο παιδί να β γ ά λ ε ι το δόντι
σότερο θα του έλειπαν κ ά θ ε μέρα, κάθε εβδομάδα, κάθε μήνα;
του. Β γ ή κ α ν από το ζόφο του σπιτιού, βρέθηκαν λουσμένοι
αναρωτήθηκε. Ο κόμπος στο λ α ι μ ό του έ γ ι ν ε τόσο πνιγηρός,
στο μ ε σ η μ ε ρ ι ά τ ι κ ο φως κι έστριψαν δεξιά.
86
87
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Τ ο πιο σημαντικό π ρ ά γ μ α είναι η παροχή ν ε ρ ο ύ » , άρχι
πλευρές της όλης κατάστασης. Έ δ ε ι ξ ε στην Ε λ έ ν η Π ε τ ρ ά κ η
σε, με τον τόνο αυθεντίας στον τρόπο που μιλούσε να προδίδει
τα ελάχιστα μαγαζιά σαν να ήταν τα καλύτερα του Ηρα
ότι ε ί χ ε ξεναγήσει νεοφερμένους στο νησί πολλές φορές πριν.
κ λ ε ί ο υ , όπως και το πού γινόταν η λ α ϊ κ ή αγορά κ ά θ ε δύο
Ό τ α ν έφτανε μια γυναίκα, ο άντρας της έστελνε την Ε λ π ί δ α
εβδομάδες και πού έπλεναν τα ρούχα τους. Τ η ν π ή γ ε και
να την υποδεχτεί. Α υ τ ή ήταν η πρώτη φορά που μιλούσε και
στο φαρμακείο, το οποίο γ ι α πολλούς ήταν το πιο σημαντικό
με ένα παιδί παρόν, κι έτσι ήξερε ότι θα χρειαζόταν να τρο
κτίριο απ' όλα. Τ η ς ε ί π ε τις ώρες που άναβε ο φούρνος και
ποποιήσει κάποιες πληροφορίες τις οποίες συνήθως έ δ ι ν ε . Θα
πού βρισκόταν το καφενείο, χ ω μ έ ν ο σε έναν παράδρομο. Ο
έπρεπε σίγουρα να ε λ έ γ ξ ε ι τη χ ο λ ή που έβραζε μέσα της όταν
παπάς θα την επισκεπτόταν αργότερα, αλλά στο μεταξύ της
περιέγραφε τις ανέσεις του νησιού.
έ δ ε ι ξ ε πού έ μ ε ν ε και τους π ή γ ε στην εκκλησία. Μ ί λ η σ ε με
« Ε κ ε ί » , ε ί π ε ζωηρά, δείχνοντας μια τεράστια στέρνα στους
ενθουσιασμό στο αγόρι γ ι α τις παραστάσεις του Κ α ρ α γ κ ι ό ζ η
πρόποδες του λόφου, « ε ί ν α ι το μέρος όπου μαζεύουμε το νερό
οι οποίες οργανώνονταν μία φορά την εβδομάδα γ ι α τα παι
μας. Ε ί ν α ι σημείο συγκέντρωσης και όλοι περνάμε π ο λ λ ή
διά στο δημαρχείο, και τ ε λ ι κ ά έ δ ε ι ξ ε το σχολείο, που ήταν
ώρα ε κ ε ί κουβεντιάζοντας και μαθαίνοντας ο ένας τα νέα του
άδειο ε κ ε ί ν η την ημέρα, αλλά τρία πρωινά κ ά θ ε εβδομάδα
άλλου».
φιλοξενούσε τον μικρό αριθμό παιδιών του νησιού.
Σ τ η ν π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , το γεγονός πως ήταν αναγκασμέ
Ε ί π ε στον Δ η μ ή τ ρ η γ ι α τα άλλα παιδιά της η λ ι κ ί α ς του
νοι να περπατούν εκατοντάδες μέτρα γ ι α να κατέβουν το
και επιχείρησε να τον κάνει να χ α μ ο γ ε λ ά σ ε ι περιγράφοντάς
λόφο και να πάρουν νερό, και μετά να ξανακάνουν την ανη
του τα παιχνίδια που έπαιζαν και πόσο διασκέδαζαν όλα
φορική διαδρομή κουβαλώντας το, την εξόργιζε σε απερίγρα
μαζί, αλλά όσο σκληρά κι αν προσπάθησε, το πρόσωπο του
πτο σημείο. Ε κ ε ί ν η μπορούσε να α ν τ ε π ε ξ έ λ θ ε ι , αλλά υπήρχαν
αγοριού π α ρ έ μ ε ι ν ε ανέκφραστο.
άλλοι, σακατεμένοι, οι οποίοι δεν μπορούσαν να σηκώσουν
Αυτό γ ι α το οποίο απέφυγε να μιλήσει εκείνη την ημέρα,
ούτε έναν άδειο κουβά, πόσο μάλλον έναν γ ε μ ά τ ο μ έ χ ρ ι το
ειδικά μπροστά στο παιδί, ήταν η ταραχή που σ ι γ ό κ α ι γ ε στη
χείλος του με νερό. Πριν πάει να ζήσει στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , το
Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Αν και πολλοί από τους λεπρούς αισθάνονταν
μόνο που σήκωνε ήταν το ποτήρι με το νερό της, αλλά πλέον,
αρχικά ευγνώμονες γ ι α το καταφύγιο που τους παρείχε το
το να κουβαλάει κουβάδες ήταν μέρος του καθημερινού μό
νησί, έπειτα από λ ί γ ο απογοητεύονταν και θεωρούσαν τους
χθου της. Τ η ς ε ί χ ε πάρει αρκετά χρόνια να το συνηθίσει. Τα
εαυτούς τους ε γ κ α τ α λ ε ι μ μ έ ν ο υ ς , νιώθοντας ότι οι ανάγκες
πράγματα είχαν αλλάξει πιο δραστικά γ ι α την Ε λ π ί δ α απ'
τους καλύπτονταν στο ελάχιστο. Η Ε λ π ί δ α μπορούσε να κατα
όσο γ ι α πολλούς άλλους. Ε π ε ι δ ή καταγόταν από εύπορη οι
λ ά β ε ι ότι η Ε λ έ ν η θα αντιλαμβανόταν σύντομα την πικρία που
κογένεια των Χ α ν ί ω ν , δεν ήξερε από χ ε ι ρ ω ν α κ τ ι κ ή δουλειά
κ α τ έ τ ρ ω γ ε πολλούς από τους λεπρούς. Πλανιόταν στον αέρα.
μ έ χ ρ ι που έφτασε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α δέκα χρόνια π ρ ι ν προη
Ως σύζυγος του αρχηγού του νησιού, βρισκόταν σε δύσκο
γουμένως, το δυσκολότερο έργο που της ε ί χ ε ανατεθεί ήταν
λη θέση. Ο Πέτρος Κοντομάρης ε ί χ ε ε κ λ ε γ ε ί από τους αν
να κεντήσει ένα κ ά λ υ μ μ α κ ρ ε β α τ ι ο ύ .
θρώπους της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς , αλλά το πιο σημαντικό καθήκον
Ό π ω ς συνήθως, η Ε λ π ί δ α έστησε μ ι α ωραία βιτρίνα κα
του ήταν να ε ν ε ρ γ ε ί ως μεσολαβητής με την κ υ β έ ρ ν η σ η / Η τ α ν
θώς τους γνώριζε το νησί, παρουσιάζοντας μόνο τις θ ε τ ι κ έ ς
λ ο γ ι κ ό ς άνθρωπος και ήξερε πού βρίσκονταν τα όρια με τις
88
89
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
αρχές στην Κ ρ ή τ η , αλλά η Ε λ π ί δ α τον έ β λ ε π ε να π ο λ ε μ ά ε ι
ώστε να πιουν και να πλυθούν οι περισσότεροι από τους δια
διαρκώς ενάντια σε μια θορυβώδη και μ ε ρ ι κ έ ς φορές ριζοσπα
κόσιους κατοίκους. Ήταν ένας καθημερινός αγώνας, α κ ό μ η
στική μειονότητα στην αποικία των λεπρών, η οποία αισθα
και με τη βοήθεια μουλαριών, ειδικά γ ι α τους η λ ι κ ι ω μ έ ν ο υ ς
νόταν πως η μ ε τ α χ ε ί ρ ι σ ή τους ήταν άσχημη και δημιουργούσε
και τους σακατεμένους. Το χ ε ι μ ώ ν α χρειάζονταν η λ ε κ τ ρ ι σ μ ό .
συνέχεια αναταραχή με σκοπό τις β ε λ τ ι ώ σ ε ι ς στην υποδομή
Ε ί χ ε εγκατασταθεί μια γεννήτρια δυο χρόνια νωρίτερα και
του νησιού. Μ ε ρ ι κ ο ί ένιωθαν ότι ήταν απλώς κ α τ α λ η ψ ί ε ς των
όλοι προσδοκούσαν τη χαρά της ζέστης και του φωτισμού τις
τουρκικών ερειπίων, μολονότι ο Κοντομάρης ε ί χ ε κάνει ότι
σκοτεινές, παγερές νύχτες από το Ν ο έ μ β ρ ι ο μ έ χ ρ ι το Φ ε β ρ ο υ
μπορούσε όσα χρόνια κ α τ ε ί χ ε τη θέση. Ε ί χ ε καταφέρει την
άριο. Δ ε ν έ μ ε λ λ ε να γ ί ν ε ι έτσι. Η γεννήτρια χάλασε έπειτα
κ α τ α β ο λ ή ενός μηνιαίου βοηθήματος είκοσι π έ ν τ ε δραχμών
από μόνο τρεις εβδομάδες και δεν ξαναδούλεψε· τα αιτήματα
γ ι α κ ά θ ε κάτοικο, μιας δωρεάς γ ι α το χτίσιμο του καινούριου συγκροτήματος διαμερισμάτων, την ίδρυση αξιοπρεπούς φαρ μακείου και κ λ ι ν ι κ ή ς , καθώς και τ α κ τ ι κ έ ς επισκέψεις γιατρού από την ενδοχώρα. Ε ί χ ε επίσης καταστρώσει σχέδιο διανομής της γ η ς σε όποιον ή θ ε λ ε να κ α λ λ ι ε ρ γ ή σ ε ι τα δικά του φρούτα και λαχανικά στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , ε ί τ ε γ ι α δ ι κ ή του κατανά λωση ε ί τ ε γ ι α να τα πουλάει στη λ α ϊ κ ή . Εν συντομία, ε ί χ ε κάνει όλα όσα ήταν ανθρωπίνως δυνατά, αλλά ο πληθυσμός της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς πάντα ή θ ε λ ε περισσότερα και η Ε λ π ί δ α δεν ήταν σίγουρη ότι ο άντρας της δ ι έ θ ε τ ε την ενέργεια γ ι α να ικανοποιήσει τις προσδοκίες τους. Κόντευε τα εξήντα, όπως
γ ι α ανταλλακτικά αγνοήθηκαν και το μηχάνημα στεκόταν ε γ κ α τ α λ ε ι μ μ έ ν ο , σχεδόν ολόκληρο κ α λ υ μ μ έ ν ο πλέον με ένα κουβάρι χορτάρια. Το νερό και ο ηλεκτρισμός δεν ήταν πολυτέλεια αλλά αναγκαιότητα, και όλοι είχαν συναίσθηση πως η ανεπάρκεια, ε ι δ ι κ ά στην παροχή νερού, μπορούσε να τους συρρικνώσει τη ζ ω ή . Η Ε λ π ί δ α ήξερε ότι, αν και η κυβέρνηση έπρεπε να κρατήσει τη διαβίωση τους σε ανεκτά επίπεδα, η δέσμευση γ ι α τη β ε λ τ ί ω σ η της ήταν π ρ ο σ χ η μ α τ ι κ ή . Οι κάτοικοι της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς έβραζαν από θυμό, κι ε κ ε ί ν η συμμεριζόταν την
κι αυτή, αλλά η υγεία του εξασθενούσε. Η λέπρα ε ί χ ε αρχίσει
οργή τους. Γ ι α τ ί , σε μια χώρα όπου πανύψηλα βουνά ορθώ
να κερδίζει τη μ ά χ η , με τρόπαιο το κορμί του.
νονταν στον ουρανό, με τις χιονισμένες κορφές τους να δια
Η Ε λ π ί δ α ε ί χ ε δει τεράστιες α λ λ α γ έ ς από τότε που έφτα σε, και οι πιο πολλές είχαν ε π ι τ ε υ χ θ ε ί από τις προσπάθειες του άντρα της. Κι όμως, η βοή της δυσαρέσκειας μ ε γ ά λ ω ν ε μέρα με τη μέρα. Η κατάσταση με το νερό αποτελούσε το επί
κρίνονται καθαρά τις χ ε ι μ ω ν ι ά τ ι κ ε ς μέρες, τους πότιζαν με το σταγονόμετρο; Ή θ ε λ α ν μια αξιόπιστη παροχή φρέσκου νε ρού. Τ η ν ήθελαν σύντομα. Ε ί χ α ν υπάρξει, όσο θα ήταν αυτό δυνατόν ανάμεσα σε άντρες και γ υ ν α ί κ ε ς , μερικοί από τους
κεντρο της αναταραχής, ειδικά το καλοκαίρι. Το βενετσιάνικο
οποίους ήταν σακατεμένοι, βίαιοι κ α β γ ά δ ε ς σχετικά με το τι
σύστημα ύδρευσης, κατασκευασμένο εκατοντάδες χρόνια πριν,
έπρεπε να κάνουν. Η Ε λ π ί δ α θ υ μ ή θ η κ ε ε κ ε ί ν η τη φορά που
συγκέντρωνε το νερό της βροχής σε υδροκρίτες σαν τούνελ,
μια ομάδα ε ί χ ε απειλήσει να κάνει επιδρομή στην ενδοχώρα
και το αποθήκευε σε υπόγειες δεξαμενές γ ι α να αποτραπεί η
και μια ά λ λ η ε ί χ ε προτείνει τ η σύλληψη ομήρων. Σ τ ο τέλος,
ε ξ ά τ μ ι σ η . Ήταν έξυπνα απλό, αλλά οι σήραγγες είχαν αρχί
όλοι συνειδητοποίησαν πόσο αξιολύπητη μ ά χ ι μ η μονάδα θα
σει να καταρρέουν. Ε π ι π λ έ ο ν , φρέσκο νερό μεταφερόταν από
αποτελούσαν, χωρίς πλεούμενα, χωρίς όπλα κ α ι , πάνω απ'
την ενδοχώρα κ ά θ ε εβδομάδα, αλλά δεν υπήρχε ποτέ αρκετό
όλα, με ελάχιστες δυνάμεις.
90
91
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να προσπαθήσουν
αυτοκυριαρχία της. Ο λαιμός της συσπάστηκε, σαν να ή θ ε λ ε
να ακουστούν οι φωνές τους. Κ α ι τότε, οι ικανότητες του Π έ
να μην την αφήσει να ανασάνει ξανά, κι ε κ ε ί ν η ανέπνευσε
τρου στην ε π ι χ ε ι ρ η μ α τ ο λ ο γ ί α και τη δ ι π λ ω μ α τ ί α έγιναν το
απεγνωσμένα γ ι α να γ ε μ ί σ ε ι με το ζόρι τα πνευμόνια της. Η
πιο ισχυρό όπλο που δ ι έ θ ε τ α ν . Η Ε λ π ί δ α έπρεπε να διατηρεί
Ε λ π ί δ α , μ έ χ ρ ι τώρα τόσο τ υ π ι κ ή , τόσο μ ε θ ο δ ι κ ή , στράφηκε
κάποια απόσταση ανάμεσα σ' ε κ ε ί ν η και την υπόλοιπη κοινό
γ ι α να την αντικρίσει και την άρπαξε από τα χέρια. Ο Δ η
τητα, αλλά συνέχεια α ν τ ι μ ε τ ώ π ι ζ ε τον ψ ό γ ο , κυρίως από τις γ υ ν α ί κ ε ς , που τη θεωρούσαν φερέφωνο του άντρα της. Ε ί χ ε κουραστεί από όλα αυτά και κρυφά πίεζε τον Π έ τ ρ ο να μην κ α τ έ β ε ι στις επόμενες ε κ λ ο γ έ ς . Δ ε ν ε ί χ ε δώσει αρκετά; Κ α θ ώ ς οδηγούσε την Ε λ έ ν η και τον Δ η μ ή τ ρ η μέσα στους μικρούς δρόμους του νησιού, η Ε λ π ί δ α κρατούσε όλες αυτές τις σκέψεις γ ι α τον εαυτό της. Ε ί δ ε τον Δ η μ ή τ ρ η να κρατάει την άκρη από τη φαρδιά φούστα της Ε λ έ ν η ς όσο προχωρού σαν, σαν αυτό να ήταν παρηγοριά, και αναστέναξε από μέσα της. Τι μέλλον ε ί χ ε το αγόρι σ' ετούτο το μέρος; Σ χ ε δ ό ν έλ πιζε να μην ήταν πολύ.
μήτρης σήκωσε τη ματιά του και στις δύο γ υ ν α ί κ ε ς . Ε ί χ ε δει τη μητέρα του να κ λ α ί ε ι γ ι α πρώτη φορά ε κ ε ί ν η την η μ έ ρ α . Τ ώ ρ α ήταν η σειρά της δασκάλας του. Τα δάκρυα κύλησαν άφθονα στα μάγουλά της. « Μ η φοβάσαι ν α κ λ ά ψ ε ι ς » , ε ί π ε ε υ γ ε ν ι κ ά η Ε λ π ί δ α . « Τ ο αγόρι θα δει πολλά δάκρυα ε δ ώ . Π ί σ τ ε ψ ε μ ε , ρέουν άφθονα στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α » . Η Ε λ έ ν η έκρυψε το κεφάλι της στον ώ μ ο της Ε λ π ί δ α ς . Δ υ ο περαστικοί σταμάτησαν και κοιτούσαν. Ό χ ι γ ι α να δουν τη γυναίκα που έ κ λ α ι γ ε , αλλά απλώς ε π ε ι δ ή τους κινού σαν την π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α οι νεοφερμένοι. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς έστρεψε το β λ έ μ μ α του μακριά, ντροπιασμένος διπλά, από το κ λ ά μ α της
Η Ε λ έ ν η έ ν ι ω θ ε καθησυχαστικό το απαλό τ ρ ά β η γ μ α της φούστας της. Τ η ς θύμιζε ότι δεν ήταν μόνη, αλλά υπήρχε
Ε λ έ ν η ς και την επίμονη ματιά των ξένων. Ευχόταν να άνοιγε το έδαφος κάτω από τα πόδια του, όπως στους σεισμούς που
κάποιος γ ι α να τον φροντίσει. Μ ό λ ι ς χθες ε ί χ ε σύζυγο και
ε ί χ ε μ ά θ ε ι στο σχολείο, και μετά να τον κατάπινε. Ή ξ ε ρ ε ότι
κόρες, και δυο μέρες πριν εκατό ανυπόμονα πρόσωπα είχαν
η Κ ρ ή τ η ταρακουνιόταν τ α κ τ ι κ ά , αλλά γ ι α τ ί όχι σήμερα;
στραμμένα το β λ έ μ μ α τους στο δικό της. Ό λ α τους τη χ ρ ε ι
Η Ε λ π ί δ α μπορούσε να κ α τ α λ ά β ε ι πώς έ ν ι ω θ ε ο Δ η μ ή
άζονταν κι ε κ ε ί ν η τρεφόταν από αυτό το συναίσθημα. Ήταν
τρης. Τα αναφιλητά της Ε λ έ ν η ς είχαν αρχίσει να επηρεάζουν
δύσκολο να συλλάβει την καινούρια π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α . Για μια
και την ίδια: συμμεριζόταν τον πόνο της τρομερά, αλλά ή θ ε λ ε
σ τ ι γ μ ή αναρωτήθηκε αν ε ί χ ε κιόλας πεθάνει και αυτή η γ υ
να σταματήσει. Για κ α λ ή της τ ύ χ η είχαν σταματήσει έξω από
ναίκα ήταν χίμαιρα που την ξεναγούσε στον Ά δ η , λέγοντάς
το σπίτι της, και οδήγησε μέσα την Ε λ έ ν η με αποφασιστικό
της πού μπορούσαν οι ψυχές των νεκρών να πλύνουν τα σάβα
τρόπο. Για μια σ τ ι γ μ ή , αισθάνθηκε αμηχανία εξαιτίας του μ ε
να τους και να προμηθευτούν την άυλη τροφή τους. Το μυαλό
γέθους του σπιτιού της, το οποίο ερχόταν σε έντονη αντίθεση
της, όμως, της έ λ ε γ ε πως όλα ήταν π ρ α γ μ α τ ι κ ά . Δ ε ν ήταν ο
με το μέρος όπου είχαν μόλις εγκατασταθεί η Ε λ έ ν η με τον
Χάροντας, αλλά ο δικός της άντρας που την ε ί χ ε μεταφέρει
Δ η μ ή τ ρ η . Το σπίτι του Κοντομάρη, η επίσημη κατοικία του
στην κόλαση και την ε ί χ ε αφήσει ε κ ε ί να π ε θ ά ν ε ι . Σ τ ά θ η κ ε ,
αρχηγού του νησιού, ήταν ένα από τα κτίρια που χρονολογού
και μαζί της σταμάτησε κι ο Δ η μ ή τ ρ η ς . Το κεφάλι της έ γ ε ι
νταν από την περίοδο της ε ν ε τ ι κ ή ς κατοχής, με μπαλκόνι το
ρε στο στήθος της και μπορούσε να νιώσει χοντρά δάκρυα
οποίο θα μπορούσε να περιγραφεί σχεδόν ως μ ε γ α λ ο π ρ ε π έ ς
να πλημμυρίζουν τα μάτια της. Για πρώτη φορά έχανε την
και εξώπορτα με προστέγασμα.
92
93
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Έ μ ε ν α ν ε κ ε ί τα τελευταία έξι χρόνια, και η Ε λ π ί δ α ήταν
πολύτιμα κ ο μ μ ά τ ι α από τα ενθύμια του Κοντομάρη: μια ε γ
τόσο σίγουρη γ ι α τη ν ί κ η του άντρα της στις ετήσιες ε κ λ ο γ έ ς ,
χάρακτη ασημένια κανάτα, μια σειρά από δαντελένια σιρίτια,
ώστε δεν ε ί χ ε καν φανταστεί ποτέ πώς θα ήταν να ζει οπου
κάποια κ ο μ μ ά τ ι α από π ο λ ύ τ ι μ η πορσελάνη, κι άλλες κορνι
δήποτε αλλού. Τ ώ ρ α , β έ β α ι α , τον αποθάρρυνε η ίδια να συνε
ζαρισμένες φωτογραφίες και πολλές σειρές από μικροσκοπικά
χίσει να κατέχει τη θέση του, και θα έχαναν το σπίτι αν ο Π έ
στρατιωτάκια, κάτι που του κίνησε το ενδιαφέρον περισσότερο
τρος αποφάσιζε να μη β ά λ ε ι υποψηφιότητα. « Α λ λ ά και ποιος
απ' όλα. Έ μ ε ι ν ε με το β λ έ μ μ α του καρφωμένο στη βιτρίνα
υπάρχει γ ι α να α ν α λ ά β ε ι ; » θα την ρωτούσε εκείνος. Ήταν
γ ι α μερικά λεπτά, όχι κοιτώντας αυτά τα α ν τ ι κ ε ί μ ε ν α πίσω
αλήθεια. Οι μόνοι για τους οποίους κυκλοφορούσαν φήμες πως
από το τ ζ ά μ ι , αλλά υπνωτισμένος από τη δ ι κ ή του αντανά
θα κατέβαιναν στις ε κ λ ο γ έ ς , είχαν ελάχιστους υποστηρικτές.
κλαση. Το πρόσωπό του του φαινόταν τόσο περίεργο όσο και
Έ ν α ς από αυτούς ήταν ο αρχηγός των ταραχοποιών, ο Θ ε ό
το δωμάτιο όπου βρισκόταν, και αντίκρισε το β λ έ μ μ α του με
δωρος Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς , και μολονότι πολλοί από τους στόχους
κάποια ανησυχία, σαν να μην αναγνώριζε τα σκούρα μάτια
του ήταν σωστοί, θα ήταν καταστροφή γ ι α το νησί αν του
που του ανταπέδιδαν το β λ έ μ μ α . Ήταν ένα αγόρι του οποίου
δινόταν οποιαδήποτε εξουσία. Η έ λ λ ε ι ψ ή του σε ικανότητες
το σύμπαν π ε ρ ι λ ά μ β α ν ε μόνο τον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο , την Ε λ ο ύ
δ ι π λ ω μ α τ ί α ς θα σήμαινε ότι όποια πρόοδος ε ί χ ε ή δ η γ ί ν ε ι με
ντα και λ ί γ α χωριουδάκια ανάμεσα τους, όπου ζούσαν τα ξα
την κυβέρνηση, θα ακυρωνόταν, και ήταν αρκετά πιθανόν να μειωθούν τα προνόμια με έξυπνο τρόπο αντί να αυξηθούν. Ο μόνος άλλος υποψήφιος γ ι α το ρόλο ήταν ο Σπύρος Καζάκης, ένας ευγενικός αλλά αδύναμος άνθρωπος, του οποίου το πραγ ματικό ενδιαφέρον γ ι α τη θέση εξαντλούνταν στο να εξασφα λίσει γ ι α τον ίδιο το σπίτι που όλοι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , ενδόμυ χα, εποφθαλμιούσαν.
δέρφια, οι θείοι και οι θ ε ί ε ς του, και έ ν ι ω θ ε σαν να τον είχαν μεταφέρει σε έναν άλλο γ α λ α ξ ί α . Το πρόσωπο του αντανακλώνταν στο καλογυαλισμένο τ ζ ά μ ι , και πίσω του μπορούσε να δει την κυρία Κοντομάρη, με τα χέρια της τ υ λ ι γ μ έ ν α γύρω από την κυρία Π ε τ ρ ά κ η , να την παρηγορεί καθώς ε κ ε ί ν η έ κ λ α ι γ ε . Παρακολούθησε τ η σκηνή γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς και μετά επικέντρωσε το β λ έ μ μ α του πάλι στα στρατιωτάκια, που ήταν τόσο άψογα παραταγμένα σε στοίχους.
Το εσωτερικό του σπιτιού ερχόταν σε ασυνήθιστη αντίθε
Όταν γύρισε την π λ ά τ η του γ ι α να αντικρίσει τις γυναί
ση με σχεδόν όλα τα σπίτια του νησιού. Τα παράθυρα, που
κες, η κυρία Π ε τ ρ ά κ η ε ί χ ε ανακτήσει την αυτοκυριαρχία της
έφταναν από το πάτωμα μ έ χ ρ ι το τ α β ά ν ι , επέτρεπαν στο φως
και του έ τ ε ι ν ε και τ α δυο της χέρια. « Δ η μ ή τ ρ η » , ε ί π ε , « μ ε
να π λ η μ μ υ ρ ί ζ ε ι το χώρο, κι ένας κρυστάλλινος πολυέλαιος
σ υ γ χ ω ρ ε ί ς » . Το κλάμα της τον ε ί χ ε συγκλονίσει φέρνοντας
κρεμόταν στο κέντρο του δωματίου από μια μακριά σκουρια
τον ταυτόχρονα σε δύσκολη θέση, κι αμέσως του πέρασε από
σμένη αλυσίδα, με τα μικρά, ακανόνιστα κ ο μ μ ά τ ι α κρυστάλ
το μυαλό ότι ίσως να της έλειπαν τα παιδιά της, όπως του
λου να αντανακλούν ένα καλειδοσκοπικό σχέδιο πάνω στους
έ λ ε ι π ε κι εκείνου η μάνα του. Προσπάθησε να φανταστεί πώς
παστέλ τοίχους.
θα έ ν ι ω θ ε η μητέρα του αν την είχαν σ τ ε ί λ ε ι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α
Τα έπιπλα ήταν φθαρμένα αλλά άνετα, και η Ε λ π ί δ α έκα νε νόημα στην Ε λ έ ν η να κ α θ ί σ ε ι . Ο Δ η μ ή τ ρ η ς π ε ρ ι ε ρ γ ά σ τ η κ ε
αντί γ ι ' αυτόν. Έ π ι α σ ε τα χέρια της κυρίας Π ε τ ρ ά κ η και τα έσφιξε δυνατά. « Μ η ζητάτε σ υ γ γ ν ώ μ η » , ε ί π ε .
το δ ω μ ά τ ι ο , παρατηρώντας τις κορνιζαρισμένες φωτογραφίες
Η Ε λ π ί δ α χ ά θ η κ ε μέσα στην κουζίνα της γ ι α να φτιάξει
κ α ι κοιτώντας με π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α μια βιτρίνα όπου βρίσκονταν
καφέ γ ι α την Ε λ έ ν η κ α ι , χρησιμοποιώντας ζαχαρόνερο με μια
94
95
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ιδέα λεμονιού, λεμονάδα γ ι α τον Δ η μ ή τ ρ η . Ό τ α ν επέστρεψε,
Η άφιξη της Ε λ έ ν η ς και του Δ η μ ή τ ρ η ε ί χ ε συμπέσει με
β ρ ή κ ε τους επισκέπτες της να κάθονται και να συζητούν ήσυ
την ημέρα που ο γιατρός ερχόταν από την ενδοχώρα. Αυτή η
χα. Τα μάτια του αγοριού φωτίστηκαν μόλις ε ί δ ε το ποτό του,
καινοτομία και η ανέγερση του νοσοκομείου ήταν το αποτέλε
και σύντομα σ τ ρ ά γ γ ι ξ ε το ποτήρι του. Όσο γ ι α την Ε λ έ ν η ,
σμα της εκστρατείας του Πέτρου Κοντομάρη γ ι α τη β ε λ τ ί ω σ η
δεν μπορούσε να π ε ι αν ήταν η γ λ ύ κ α του καφέ ή η ε υ γ έ ν ε ι α ,
της ιατρικής α γ ω γ ή ς των λεπρών. Το πρώτο εμπόδιο ήταν
αλλά αισθανόταν να την π ε ρ ι β ά λ λ ε ι η θ ε ρ μ ή έγνοια της Ε λ
να καταφέρει την κυβέρνηση να χρηματοδοτήσει ένα τέτοιο
πίδας. Ο ρόλος της ήταν πάντοτε να χαρίζει τέτοια συμπόνια
πρόγραμμα, και το δεύτερο να την πείσει ότι ένας προσεκτι
και της φαινόταν δυσκολότερο να παίρνει παρά να δ ί ν ε ι . Θα αποτελούσε πρόκληση γ ι ' αυτήν τούτη η αντιστροφή. Το απογευματινό φως άρχιζε να σ β ή ν ε ι . Για λ ί γ α λεπτά έμειναν χαμένοι στις σκέψεις τους· η σιωπή έσπαγε μόνο από το προσεκτικό τσούγκρισμα των ποτηριών τους. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς ή π ι ε με λαχτάρα ένα δεύτερο ποτήρι λεμονάδα. Π ο τ έ δεν ε ί χ ε ξαναβρεθεί σε σπίτι σαν κι αυτό, όπου το φως έ λ α μ π ε με τα χρώματα του ουράνιου τόξου και οι κ α ρ έ κ λ ε ς ήταν πιο απα λές από όποιο κ ρ ε β ά τ ι στο οποίο ε ί χ ε ξαπλώσει. Δ ι έ φ ε ρ ε τόσο από το δικό του σπίτι, όπου κ ά θ ε ντιβάνι γινόταν κ ρ ε β ά τ ι τη νύχτα και κ ά θ ε στρωσίδι έπαιζε το ρόλο κουβέρτας. Π ί σ τ ε υ ε ότι έτσι ζούσαν όλοι. Α λ λ ά όχι ε δ ώ . Ό τ α ν τέλειωσαν όλοι τα ποτά τους, η Ε λ π ί δ α μ ί λ η σ ε . « Σ υ ν ε χ ί ζ ο υ μ ε τον περίπατό μ α ς ; » ρώτησε και σ η κ ώ θ η κ ε από την καρέκλα της. « Κ ά π ο ι ο ς π ε ρ ι μ έ ν ε ι να σας δ ε ι » . Η Ε λ έ ν η και ο Δ η μ ή τ ρ η ς την ακολούθησαν έξω από το σπίτι. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς δεν ή θ ε λ ε να φ ύ γ ε ι . Τ ο υ άρεσε ε κ ε ί και έ λ π ι ζ ε να επιστρέψει κάποια μέρα, να π ι ε ι λεμονάδα, και ίσως να έβρισκε το θάρρος να ζητήσει από την κυρία Κοντομάρη να ανοίξει τη βιτρίνα γ ι α να μπορέσει να δει από πιο κοντά τα στρατιωτάκια, ίσως και να τα πάρει στα χέρια του. Π ι ο πάνω στο δρόμο βρισκόταν ένα κτίριο αρκετές εκατο
κός γιατρός μπορούσε να τους κουράρει και να τους βοηθάει χωρίς τον κίνδυνο να μολυνθεί και ο ίδιος. Τ ε λ ι κ ά έγιναν όλα δεκτά, και κ ά θ ε Δ ε υ τ έ ρ α , Τ ε τ ά ρ τ η και Παρασκευή ερχόταν γιατρός από τον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο . Ο γιατρός που ε ί χ ε προσφερ θεί να κάνει αυτό το οποίο πολλοί συνάδελφοι του θεωρούσαν επικίνδυνη και απερίσκεπτη αποστολή, ήταν ο Χρήστος Λαπάκης. Ήταν
ένας πρόσχαρος άνθρωπος γύρω στα τριάντα
και κ ά τ ι , με ροδαλό πρόσωπο, και έχαιρε της εκτίμησης του προσωπικού στο τ μ ή μ α δερματοαφροδισιακών παθήσεων του νοσοκομείου, καθώς και της αγάπης των ασθενών του στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Η ευσαρκία του ήταν απόδειξη της ηδονοθηρίας του, μια αντανάκλαση της πίστης του ότι το εδώ και τώρα ήταν το μόνο περιουσιακό στοιχείο και άρα έπρεπε να το απο λ α μ β ά ν ε ι κανείς. Η σεβάσμια οικογένειά του στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λαο ε ί χ ε απογοητευτεί από το γεγονός πως παρέμενε εργένης, και ήξερε κι ο ίδιος ότι δεν θα β ε λ τ ί ω ν ε τις προοπτικές του να παντρευτεί με το να εργάζεται σε αποικία λεπρών. Πάντως, αυτό δεν τον ένοιαζε ιδιαίτερα. Η δουλειά του τον γ έ μ ι ζ ε , και χαιρόταν που έκανε τη διαφορά, έστω περιορισμένη, στις ζωές αυτών των δύσμοιρων ανθρώπων. Κατά τη γ ν ώ μ η του, δεν υπήρχε μετά θάνατον ζωή, καμία δεύτερη ευκαιρία.
ντάδες χρόνια νεότερο από την κατοικία του αρχηγού. Με τις
Ο Λαπάκης περνούσε τον καιρό του στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α θερα
κοφτές, ίσιες γ ρ α μ μ έ ς του, του έ λ ε ι π ε η κ λ α σ ι κ ή α ι σ θ η τ ι κ ή
πεύοντας π λ η γ έ ς και δίνοντας συμβουλές στους ασθενείς του
του σπιτιού απ' όπου είχαν μόλις φ ύ γ ε ι . Αυτό το απέριττο
γ ι α όλες τις επιπλέον προφυλάξεις που μπορούσαν να πάρουν,
οικοδόμημα ήταν το νοσοκομείο και θα γινόταν ο επόμενος
αλλά και γ ι α το ότι η άσκηση θα μπορούσε να τους βοηθήσει.
σταθμός τους.
Όταν 96
έρχονταν
καινούριοι, τους έκανε πάντοτε ενδελεχείς 97
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
εξετάσεις. Η καθιέρωση των Η μ ε ρ ώ ν Γιατρού, όπως έγιναν
υποστηρικτής του Κοντομάρη και του π α ρ ε ί χ ε όλη τη στήριξη
γνωστές στην κοινότητα, ε ί χ ε προσφέρει πολλά στην ανύψωση
που μπορούσε γ ι α να π ε τ ύ χ ε ι την παροχή φρέσκου νερού, η
του ηθικού στο νησί και ε ί χ ε ήδη β ε λ τ ι ώ σ ε ι την υγεία πολλών
οποία θα μεταμόρφωνε το νησί και τις προγνώσεις γ ι α πολ
ασθενών. Η επιμονή του στην καθαριότητα, τους κανόνες υ γ ι
λούς που ζούσαν ε κ ε ί .
εινής και τη φυσιοθεραπεία τούς έδινε ένα λόγο να ξυπνούν το
« Ν α τ ο ν ο σ ο κ ο μ ε ί ο » , ε ί π ε η Ε λ π ί δ α . « Ο γιατρός Λαπά
πρωί και την αίσθηση ότι δεν σηκώνονταν από τα κ ρ ε β ά τ ι α
κης σας π ε ρ ι μ έ ν ε ι . Μ ό λ ι ς τ έ λ ε ι ω σ ε την εξέταση των τ α κ τ ι
τους απλά και μόνο γ ι α να συνεχίσουν τον σταδιακό εκφυλι
κών ασθενών τ ο υ » .
σμό τους. Ο Λαπάκης ε ί χ ε συγκλονιστεί, όταν έφτασε στη Σ π ι
Β ρ έ θ η κ α ν σε ένα χώρο ψυχρό και λευκό σαν τάφο, και
ναλόγκα, με τις συνθήκες στις οποίες ζούσαν οι λεπροί. Ή ξ ε ρ ε
κάθισαν στον π ά γ κ ο που εκτεινόταν από τη μια άκρη της
ότι ήταν βασικό γ ι α την κ α λ ή υγεία να διατηρούν τις π λ η γ έ ς
αίθουσας στην ά λ λ η . Σ ύ ν τ ο μ α , εμφανίστηκε ο γιατρός γ ι α να
τους καθαρές, αλλά όταν έφτασε την πρώτη φορά, ανακάλυψε
τους υποδεχτεί και κατόπιν εξέτασε με τη σειρά τη γυναίκα
κάτι σαν απάθεια σε πολλούς από αυτούς. Η αίσθηση εγκατά
και το αγόρι. Του έδειξαν τις κηλίδες τους κι εκείνος τις πα
λ ε ι ψ η ς ήταν καταστροφική και η ψ υ χ ο λ ο γ ι κ ή ζημιά την οποία
ρατήρησε προσεκτικά, εξετάζοντας το γυμνό δέρμα τους και
προκαλούσε η απόρριψή τους στο νησί ήταν στην ουσία μ ε γ α
αναζητώντας ίχνη επιδείνωσης της κατάστασής τους, τα οποία
λύτερη από τα σωματικά προβλήματα που επέφερε η αρρώ
ίσως να μην είχαν εντοπίσει μόνοι τους. Ο χλομός Δ η μ ή τ ρ η ς
στια. Π ο λ λ ο ί απλώς δεν ήθελαν ούτε να σκέφτονται τη ζ ω ή .
ε ί χ ε μερικά μ ε γ ά λ α , στεγνά σημάδια στην π λ ά τ η και τα πό
Γιατί να το κάνουν άλλωστε; Η ζωή ε ί χ ε πάψει να ασχολείται
δια του, π ρ ά γ μ α που έ δ ε ι χ ν ε ότι σε αυτό το στάδιο υπέφερε
μαζί τους.
από τη λ ι γ ό τ ε ρ ο ε π ι ζ ή μ ι α φυματιώδη μορφή της ασθένειας.
Ο Χρήστος Λαπάκης περιποιόταν το σώμα και το πνεύμα
Οι μικρότερες, πιο λ ε ί ε ς κακώσεις στα πόδια και τα π έ λ μ α τ α
τους. Τους έ λ ε γ ε ότι έπρεπε πάντοτε να υπάρχει ελπίδα και
της Ε λ έ ν η ς Π ε τ ρ ά κ η ανησύχησαν το γιατρό Λ α π ά κ η πολύ
ότι δεν θα έπρεπε να το βάζουν κ ά τ ω . Μιλούσε με σοβαρότη
περισσότερο. Χ ω ρ ί ς αμφιβολία, η γυναίκα έπασχε από την πιο
τα, αλλά συχνά γινόταν ωμός: « Θ α πεθάνεις αν δεν π λ έ ν ε ι ς
κ α κ ο ή θ η , λ ε π ρ ω μ α τ ώ δ η μορφή, κ α ι υπήρχε μ ι α διακριτή
τις π λ η γ έ ς σ ο υ » , έ λ ε γ ε . Ήταν πραγματιστής και τους έ λ ε γ ε
πιθανότητα να ε ί χ ε νοσήσει αρκετό καιρό πριν εμφανιστούν
την αλήθεια ή ρ ε μ α , αλλά και με αρκετή δόση ευαισθησίας
αυτά τα σημάδια.
γ ι α να δείξει ότι νοιαζόταν, και ήταν και πολύ πρακτικός, με
Η διάγνωση γ ι α το αγόρι δεν ήταν τόσο κ α κ ή , συλλογί
το να τους ε ξ η γ ε ί πώς α κ ρ ι β ώ ς χρειαζόταν να φροντίζουν τους
στηκε ο Λαπάκης. Α λ λ ά αυτή η κακόμοιρη γυναίκα δεν θα
εαυτούς τους. « Έ τ σ ι θ α π λ έ ν ε ι ς τις π λ η γ έ ς σ ο υ » , έ λ ε γ ε , « κ ι
έ μ ε ν ε γ ι α πολύ στο νησί. Το πρόσωπό του, όμως, δεν πρόδιδε
έτσι θα ασκείς τα χέρια και τα πόδια σου αν δεν θ έ λ ε ι ς να
το παραμικρό από όσα ε ί χ ε ανακαλύψει.
χάσεις τα δάχτυλά σ ο υ » . Κ α θ ώ ς εξηγούσε αυτά τα πράγμα τα, έ δ ε ι χ ν ε και τις κινήσεις. Τους έκανε όλους να συνειδητο ποιήσουν περισσότερο από ποτέ τη σημασία του καθαρού νε ρού. Το νερό ήταν η ζ ω ή . Κ α ι γ ι ' αυτούς, ήταν η διαφορά ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο. Ο Λαπάκης ήταν θερμός 98
99
ΤΟ
ΝΗΣΙ
της Άννας. Σε αντίθεση με την Άννα, η Μαρία δεν έβρισκε τα οικιακά καθήκοντα μ ε ι ω τ ι κ ά . Ήταν από τη φύση της π ρ α κ τ ι κ ή και μερικές φορές της άρεσε να βοηθάει τον πατέρα της στο καθάρισμα και το μ α γ ε ί ρ ε μ α , κάτι γ ι α το οποίο ο Γ ι ώ ρ γ η ς ευχαριστούσε σιωπηλά τον Θ ε ό . Ό π ω ς συνέβαινε με τους πε ρισσότερους άντρες της γενιάς του, του ήταν πιο εύκολο να πάει στο φεγγάρι από το να μαντάρει μια κάλτσα. Για τον κόσμο γ ε ν ι κ ά , ο Γ ι ώ ρ γ η ς έμοιαζε με άνθρωπο
Πέμπτο Κεφάλαιο
που δεν μιλούσε πολύ. Α κ ό μ η κι ε κ ε ί ν ε ς οι α τ έ λ ε ι ω τ ε ς ώρες στη θάλασσα δεν τον είχαν κάνει να αποζητάει την κουβέντα όταν βρισκόταν στην ξηρά. Αγαπούσε τον ήχο της σιωπής, και όταν περνούσε το απόγευμα στο τραπέζι του καφενείου μια αναγκαιότητα λ ό γ ω του ότι ήταν άντρας και όχι κατ
Ο
επιλογήν κοινωνική δραστηριότητα- παρέμενε σιωπηλός, ακού Τ Α Ν Η Ε Λ Ε Ν Η έ φ υ γ ε γ ι α τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , η Άννα
γοντας τους άλλους γύρω του σαν να βρισκόταν στη θάλασσα
ήταν δώδεκα χρόνων και η Μ α ρ ί α δέκα. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς
κι ά κ ο υ γ ε τα κύματα που έ γ λ ε ι φ α ν τη βάρκα του.
β ρ έ θ η κ ε αντιμέτωπος με την α ν ά γ κ η να κάνει τις
Αν και η ο ι κ ο γ έ ν ε ι α του γ ν ώ ρ ι ζ ε τη ζεστή καρδιά και
δουλειές του νοικοκυριού ολομόναχος κ α ι , το πιο σημαντικό,
τη στοργή του, οι διάφοροι γνωστοί του έβρισκαν τη συμπε
με το καθήκον να αναθρέψει τις κόρες του χωρίς τη μητέρα
ριφορά του α ν τ ι κ ο ι ν ω ν ι κ ή , κάποιες φορές. Όσοι τον ήξεραν
τους. Α π ό τις δυο τους, η Άννα ήταν πάντα η πιο δύσκολη.
καλύτερα τη θεωρούσαν αντανάκλαση μιας ήρεμης στωικότη-
Ήταν απείθαρχη σε σημείο να μην ε λ έ γ χ ε τ α ι καθόλου, α κ ό μ η
τας, ένα χαρακτηριστικό που α π ο δ ε ί χ τ η κ ε π ο λ ύ τ ι μ ο , καθώς
και πριν αρχίσει να π ε ρ π α τ ά ε ι , και από τη μέρα που γ ε ν ν ή
οι περιστάσεις είχαν α λ λ ά ξ ε ι τόσο δ ρ α μ α τ ι κ ά .
θ η κ ε η αδερφή της φαινόταν πως ξ ε χ ε ί λ ι ζ ε από ζωηράδα. Δ ε ν
Η ζωή ε ί χ ε σταθεί σκληρή γ ι α τον Γ ι ώ ρ γ η . Ήταν ψαράς
ε ξ έ π λ η ξ ε τον Γ ι ώ ρ γ η ότι, από τη σ τ ι γ μ ή που η Ε λ έ ν η δεν
σαν τον πατέρα και τον παππού του κ α ι , όπως ε κ ε ί ν ο ι , ε ί χ ε
βρισκόταν πια ε κ ε ί , η Άννα επαναστάτησε με μανία ενάντια
σ κ λ η ρ α γ ω γ η θ ε ί από τις μακρές περιόδους στη θάλασσα. Αυτές
στο νοικοκυριό και αρνήθηκε να αναλάβει το ρόλο της μ η τ έ
συνήθως σήμαιναν βαρετές ώρες αδράνειας μέσα στο ψύχος,
ρας, μ ι α και ήταν η μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η από τα δυο κορίτσια. Αυτό
αλλά μ ε ρ ι κ έ ς φορές, οι μακρές, μαύρες νύχτες περνούσαν με
το ξεκαθάρισε επώδυνα στον πατέρα και την αδερφή της.
τον αγώνα ενάντια στα άγρια κύματα, και σε τ έ τ ο ι ε ς σ τ ι γ μ έ ς
Η Μαρία ήταν γ ε ν ι κ ά πιο ε υ γ ε ν ι κ ή φύση. Δ υ ο άνθρωποι
διαφαινόταν ο κίνδυνος να νικήσει η θάλασσα και να τον κα
με την ιδιοσυγκρασία της αδερφής της δεν θα μπορούσαν να
τ α π ι ε ί γ ι α πάντα. Ήταν μια ζωή που την περνούσε κουλου-
ζουν κάτω από την ίδια στέγη, και η Μαρία βρέθηκε να έ χ ε ι το
ριασμένος μέσα στο κύτος του ξύλινου καϊκιού του, αλλά ένας
ρόλο του ειρηνοποιού, αν και συχνά χρειαζόταν να καταπνίξει
Κρητικός ψαράς ποτέ δεν αμφισβητούσε τη μοίρα του. Για
το ένστικτό της που της έ λ ε γ ε να αντιδράσει στην επιθετικότητα
εκείνον ήταν π ε π ρ ω μ έ ν ο , όχι ε π ι λ ο γ ή .
100
101
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Για πολλά χρόνια πριν εξοριστεί η Ε λ έ ν η ε κ ε ί , ο Γ ι ώ ρ γ η ς
τους, η θ λ ί ψ η τους άρχισε να μ α λ α κ ώ ν ε ι . Ε κ ε ί ν η την η μ έ ρ α ,
συμπλήρωνε το εισόδημά του μεταφέροντας π ρ ο μ ή θ ε ι ε ς στη
επίσης, ο Γ ι ώ ρ γ η ς μπόρεσε να στρέψει την π λ ώ ρ η της βάρκας
Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Π λ έ ο ν ε ί χ ε βάρκα με μ η χ α ν ή και π ή γ α ι ν ε στο
του προς τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Με ένα ανάμεικτο συναίσθημα φό
νησάκι μια φορά την εβδομάδα με κ ι β ώ τ ι α που περιείχαν
βου και ενθουσιασμού, διέσχισε τη μ ι κ ρ ή θαλάσσια έκταση.
απαραίτητα π ρ ά γ μ α τ α , και τα άφηνε στην προκυμαία γ ι α να
Η Ε λ έ ν η δεν ήξερε ότι θα ερχόταν, κ α ι θα έπρεπε να πάρει
τα μαζέψουν οι λεπροί.
μήνυμα γ ι α την άφιξή του. Α λ λ ά τα νέα ταξίδευαν γρήγορα
Τ ι ς πρώτες μέρες από την αναχώρηση της Ε λ έ ν η ς , ο Γ ι ώ ρ
στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , και πριν καν εκείνος δέσει τη βάρκα του
γ η ς δεν τόλμησε να αφήσει τις κόρες του ούτε γ ι α μια σ τ ι γ μ ή .
στο μουράγιο, η Ε λ έ ν η έκανε την εμφάνιση της πίσω από τη
Η στενοχώρια τους φαινόταν να χειροτερεύει όσο αυξανόταν
γ ω ν ί α του τεράστιου τείχους και στάθηκε στη σκιά του.
ο καιρός που έ λ ε ι π ε η μητέρα τους, αλλά εκείνος ήξερε πως
Τι θα μπορούσαν να πουν; Π ώ ς θα μπορούσαν να αντιδρά
αργά ή γρήγορα θα έπρεπε να βρει νέο τρόπο γ ι α να β γ ά ζ ε ι
σουν; Δ ε ν ά γ γ ι ξ α ν ο ένας τον άλλο, αν και το ήθελαν απε
τα προς το ζην. Μολονότι κάποιοι καλόκαρδοι γείτονες τους
γνωσμένα. Α ν τ ί θ ε τ α , πρόφεραν ο ένας το όνομα του άλλου.
πήγαιναν φαγητό, ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε α κ ό μ η την ευθύνη να φτιά
Ήταν λ έ ξ ε ι ς που είχαν π ε ι χ ί λ ι ε ς φορές πριν, αλλά σήμερα οι
ξει κάτι γ ι α να φάνε τα κορίτσια. Έ ν α βράδυ, όταν β ρ έ θ η κ ε
συλλαβές τους ακούγονταν σαν ήχοι χωρίς νόημα. Ε κ ε ί ν η τη
αντιμέτωπος με το να μ α γ ε ι ρ έ ψ ε ι μόνος του, η θ λ ι β ε ρ ή ανι
σ τ ι γ μ ή , ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε υ χ ή θ η κ ε να μην ε ί χ ε π ά ε ι . Ε ί χ ε θρηνήσει
κανότητα του στην κουζίνα έκανε τη Μαρία σχεδόν να χαμο
τη γυναίκα του την περασμένη εβδομάδα, κι όμως να την,
γ ε λ ά σ ε ι . Η Άννα, ωστόσο, το μόνο που έκανε ήταν να κοροϊ
όπως ήταν πάντα, υπέροχη και ζωντανή, όπως πάντα, κάτι
δ έ ψ ε ι τις προσπάθειες του πατέρα της.
που αύξανε τον αφόρητο πόνο του ε π ι κ ε ί μ ε ν ο υ χωρισμού τους.
« Δ ε ν πρόκειται να το φάω α υ τ ό ! » στρίγκλισε, πετώντας
Σ ύ ν τ ο μ α θα έπρεπε να φύγει ξανά από το νησί και να γυρίσει
το πιρούνι της στο πιάτο με το βραστό αρνί. « Ο ύ τ ε πεινασμένο
στην Π λ ά κ α . Κ ά θ ε φορά που θα π ή γ α ι ν ε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ,
ζώο δεν θα το ' τ ρ ω γ ε ! » Τ ό τ ε ξέσπασε σε κ λ ά μ α τ α γ ι α δ έ κ α τ η
θα τον π ε ρ ί μ ε ν ε αυτός ο οδυνηρός χωρισμός. Η ψ υ χ ή του ε ί χ ε
φορά ε κ ε ί ν η την ημέρα και έφυγε τρέχοντας από το δ ω μ ά τ ι ο .
μαυρίσει και γ ι α μια φευγαλέα σ τ ι γ μ ή ε υ χ ή θ η κ ε να πέθαιναν
Ήταν η τρίτη νύχτα που δεν ε ί χ ε φάει τίποτα, μόνο ψ ω μ ί .
και οι δυο τους.
« Η πείνα θ α κ ά μ ψ ε ι σύντομα τ ο πείσμα τ η ς » , ε ί π ε ήρε
Η πρώτη εβδομάδα της Ε λ έ ν η ς στο νησί ήταν γ ε μ ά τ η
μα ο πατέρας της στη Μαρία, που μασούσε υπομονετικά μια
δραστηριότητες και πέρασε πιο γρήγορα απ' όσο γ ι α τον Γ ι ώ ρ
μπουκιά από το παραβρασμένο κρέας. Κάθονταν ο ένας απέ
γ η , αλλά όταν έ μ α θ ε ότι είχαν δει τη βάρκα του να έρχεται
ναντι στον άλλο στο τραπέζι. Δ ε ν μπορούσαν να ξεκινήσουν
από την Π λ ά κ α , ταράχτηκαν όλες οι αισθήσεις της. Από την
κάποια συζήτηση, και η σιωπή έσπαγε μόνο από το χτύπημα
άφιξη της και μ ε τ ά , πολλά πράγματα της αποσπούσαν την
των πιρουνιών τους στα πιάτα και τον απόηχο των πονεμέ
προσοχή, σχεδόν κάνοντας το μυαλό της να μη σκέφτεται τη ρ ι ζ ι κ ή μ ε τ α β ο λ ή της ζωής της, αλλά τώρα που ο Γ ι ώ ρ γ η ς
νων λ υ γ μ ώ ν της Άννας. Κ ά π ο τ ε ήρθε και η μέρα της επιστροφής τους στο σχολείο.
στεκόταν μπροστά της, με τα βαθυπράσινα μάτια του να κοι
Αυτό λειτούργησε σαν μ α γ ι κ ό . Μ ό λ ι ς το μυαλό τους χ ρ ε ι
τάζουν έντονα τα δικά της, οι σκέψεις της είχαν ε π ι κ ε ν τ ρ ω θ ε ί
άστηκε να ε π ι κ ε ν τ ρ ω θ ε ί σε κάτι άλλο πέρα από τη μητέρα
σε ένα μόνο π ρ ά γ μ α · το πόσο πολύ αγαπούσε αυτόν το δυνατό
102
103
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
άντρα με τους φαρδείς ώμους, και πόσο πληγωνόταν το είναι
τη Μ α ρ ί α κι εκείνον, σκέφτηκε. Τ ό τ ε , μια π ι κ ρ ή σ κ έ ψ η , γ ι α '
της ε π ε ι δ ή βρισκόταν μακριά του.
την οποία ντράπηκε σχεδόν αμέσως, πέρασε από το μυαλό
Ρώτησαν σχεδόν τυπικά ο ένας τον άλλο πώς ήταν στην
του: τώρα, το « ε μ ε ί ς » σήμαινε το μισητό παιδί που του ε ί χ ε
υ γ ε ί α τους, και η Ε λ έ ν η ζήτησε να μ ά θ ε ι γ ι α τα κορίτσια.
πάρει την Ε λ έ ν η μακριά του. Το « ε μ ε ί ς » της οικογένειάς του
Π ώ ς α λ λ ι ώ ς θα μπορούσε εκείνος να απαντήσει, παρά μόνο
δεν υπήρχε πλέον. Ε ί χ ε σκορπίσει σε κ ο μ μ ά τ ι α και ε ί χ ε πάρει
λέγοντας κάτι που ήταν μόλις μια ιδέα της π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α ς ;
νέα έννοια, η σταθερότητά του ε ί χ ε αντικατασταθεί από κάτι
Α ρ γ ά ή γρήγορα θα τα συνήθιζαν όλα αυτά, το ήξερε, και
τόσο εύθραυστο, που σχεδόν δεν τολμούσε να το διανοηθεί.
μετά θα μπορούσε να της π ε ι με ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι α τι ακριβώς συνέ
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έβρισκε πολύ δύσκολο να π ι σ τ έ ψ ε ι ότι ο Θεός δεν
β α ι ν ε . Η μόνη α λ ή θ ε ι α σήμερα ήταν η απάντηση της Ε λ έ ν η ς
τους ε ί χ ε ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι όλους. Τη μια σ τ ι γ μ ή ήταν ο ε π ι κ ε
στην ερώτηση του Γ ι ώ ρ γ η .
φαλής ενός σπιτικού
« Π ώ ς είναι ε δ ώ ; » έ δ ε ι ξ ε με το κεφάλι του προς το μ ε γ ά λο πέτρινο τ ε ί χ ο ς .
-
την αμέσως ε π ό μ ε ν η ήταν απλώς ένας
άντρας με δυο κόρες. Οι δυο καταστάσεις απείχαν μεταξύ τους όσο και δυο π λ α ν ή τ ε ς .
« Δ ε ν είναι τόσο τρομερά όσο νομίζεις, και τα π ρ ά γ μ α τ α θα πάνε ακόμη κ α λ ύ τ ε ρ α » , του απάντησε, με τόση πειστικό τητα και αποφασιστικότητα, ώστε οι φόβοι του Γ ι ώ ρ γ η γ ι α ε κ ε ί ν η καταλάγιασαν αμέσως. « Ο Δ η μ ή τ ρ η ς κ ι ε γ ώ έ χ ο υ μ ε ένα σπίτι όλο δικό μ α ς » , του ε ί π ε , « κ α ι δεν διαφέρει από το σπίτι μας στην Π λ ά κ α . Ε ί ν α ι πιο απλό, αλλά μας β ο λ ε ύ ε ι / Ε χ ο υ μ ε τη δ ι κ ή μας αυλή
Ήταν ώρα να φύγει ο Γ ι ώ ρ γ η ς . Τα κορίτσια θα επέστρεφαν από το σχολείο και ή θ ε λ ε να είναι ε κ ε ί μόλις θα έφταναν. « Θ α ξανάρθω σ ύ ν τ ο μ α » , υποσχέθηκε. « Κ α ι θα φέρω όλα όσα ζ ή τ η σ ε ς » . « Α ς συμφωνήσουμε κ ά τ ι » , ε ί π ε η Ε λ έ ν η . « Α ς μην πούμε αντίο. Δ ε ν έ χ ε ι νόημα η λ έ ξ η » . « Έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο » , απάντησε ο Γιώργης. « Δ ε ν θα λ έ μ ε α ν τ ί ο » .
και την επόμενη άνοιξη θα αποκτήσουμε κ ή π ο , αν μπορείς να
Χ α μ ο γ έ λ α σ α ν και έστρεψαν ταυτόχρονα την π λ ά τ η τους.
μου φέρεις μερικούς σπόρους. Ή δ η τα τριαντάφυλλα ανθίζουν
Η Ε λ έ ν η κατευθύνθηκε προς τη σκιερή π ύ λ η του ψηλού β ε
στο κατώφλι μας και σύντομα θα βγουν και δεντρομολόχες.
νετσιάνικου κάστρου και ο Γ ι ώ ρ γ η ς στη βάρκα του. Κανένας
Α λ ή θ ε ι α , δεν είναι ά σ χ η μ α » .
δεν γύρισε να κοιτάξει πίσω του.
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ανακουφίστηκε ακούγοντας αυτά τα λ ό γ ι α .
Σ τ η ν ε π ό μ ε ν η επίσκεψή του, η Ε λ έ ν η ε ί χ ε γ ρ ά ψ ε ι ένα
Η Ε λ έ ν η έ β γ α λ ε τότε ένα δ ι π λ ω μ έ ν ο φύλλο χαρτί από την
γράμμα για τα κορίτσια, αλλά τη σ τ ι γ μ ή που τους έδινε ο πα
τσέπη της και του το έδωσε.
τέρας τους το φάκελο, η ανυπομονησία κ α τ έ λ α β ε την Άννα
« Γ ι α τα κορίτσια ε ί ν α ι ; » ρώτησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς .
και, καθώς προσπάθησε να το αρπάξει από τα χέρια του, το
« Ό χ ι » , του απάντησε μ ε απολογητικό ύφος. « Σ κ έ φ τ η κ α
έσκισε στα δύο.
ότι ίσως να είναι πολύ νωρίς γ ι α κάτι τέτοιο, αλλά θα τους
« Α υ τ ό το γ ρ ά μ μ α είναι και γ ι α τις δυο μ α ς ! » διαμαρτυ
έ χ ω ετοιμάσει ένα γ ρ ά μ μ α την επόμενη φορά που θα έ ρ θ ε ι ς .
ρ ή θ η κ ε η Μ α ρ ί α . « Θ έ λ ω κι ε γ ώ να το δ ι α β ά σ ω ! »
Αυτό είναι μια λίστα από πράγματα που χρειαζόμαστε ε μ ε ί ς
Η Άννα ε ί χ ε φτάσει κιόλας στην εξώπορτα.
για το σ π ί τ ι » .
« Δ ε ν μ ε νοιάζει. Ε ί μ α ι μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η και θ α τ ο δ ω πρώ
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς παρατήρησε το « ε μ ε ί ς » και ένιωσε το δ ά γ κ ω μα της ζήλιας. Κ ά π ο τ ε , το « ε μ ε ί ς » π ε ρ ι λ ά μ β α ν ε την Άννα, 104
τ η ! » και λέγοντας αυτά β γ ή κ ε τρέχοντας στο δρόμο, αφήνο ντας τη Μαρία να κ λ α ί ε ι από απόγνωση και θ υ μ ό . 105
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
Κάμποσα μέτρα από το σπίτι τους βρισκόταν μια αλάνα ανάμεσα σε δυο σπίτια. Ε κ ε ί η Άννα κουλουριάστηκε μέσα
επόμενο
γράμμα μου.
σας σκέφτομαι
ΝΗΣΙ
Στο μεταξύ,
να
στις σκιές και, κρατώντας τα δυο κ ο μ μ ά τ ι α , διάβασε το πρώ
Άννα
και
καλά
Η αγαπημένη Μαρία,
κορίτσια,
Με αγάπη και
το γ ρ ά μ μ α της μητέρας της: Αγαπημένες μου
είστε
κάθε μέρα. φιλιά,
σας μητέρα
Υ.Γ.: Ελπίζω οι μέλισσες να δουλεύουν σκληρά - μην ξεχά
Αναρωτιέμαι πώς να είστε. Ελπίζω να είστε καλά και ευγενι κά παιδιά και να διαβάζετε πολύ για το σχολείο.
σετε
να μαζέψετε
το μέλι.
Ο πατέρας
σας μου λέει ότι οι πρώτες του προσπάθειες να μαγειρέψει δεν
Η
•ήταν πολύ επιτυχημένες, αλλά είμαι σίγουρη ότι θα βελτιωθεί
αργά-αργά στο σπίτι. Ή ξ ε ρ ε ότι ε ί χ ε μ π λ έ ξ ε ι . Από ε κ ε ί ν η
και σύντομα θα ξέρει τη διαφορά ανάμεσα σε ένα αγγούρι κι
την ημέρα και μετά, η Ε λ έ ν η έγραφε χωριστά γ ρ ά μ μ α τ α στα
ένα κολοκυθάκι! Ελπίζω
δυο κορίτσια.
να μην περάσει
πολύς καιρός μέχρι
να αρχίσετε να τον βοηθάτε κι εσείς στην κουζίνα, αλλά στο μεταξύ να έχετε υπομονή μαζί του για όσο μαθαίνει. Να
σας
πω
για
τη
Σπιναλόγκα.
Μένω
σε
ένα
Άννα
διάβασε
και
ξαναδιάβασε
το
γράμμα
πριν
πάει
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς επισκεπτόταν το νησί πολύ πιο τ α κ τ ι κ ά τώρα απ' όσο πριν και οι συναντήσεις του με την Ε λ έ ν η ήταν το
μικρό,
οξυγόνο του. Ζούσε γ ι α τις σ τ ι γ μ έ ς που ε κ ε ί ν η θα εμφανιζό
ετοιμόρροπο σπίτι στον κεντρικό δρόμο, με ένα δωμάτιο στον
ταν μέσα από την π ύ λ η του κάστρου. Μ ε ρ ι κ έ ς φορές κάθο
κάτω όροφο και δύο στον επάνω, όπως σχεδόν και στο δικό
νταν στους πέτρινους κάβους· κάποιες άλλες στέκονταν στη
μας σπίτι.
σκιά των πεύκων που υψώνονταν, θα ' λ ε γ ε ς γ ι ' αυτόν το
Είναι αρκετά σκοτεινό,
τους τοίχους,
αλλά σχεδιάζω να ασπρίσω
και μόλις κρεμάσω τα κάδρα μου και βγάλω
έξω τις πορσελάνες,
νομίζω ότι
θα δείχνει πολύ χαριτωμένο.
Στον Δημήτρη αρέσει που έχει το δικό του δωμάτιο - πάντα έπρεπε να μοιράζεται κάποιο χώρο, καινούριο γι
κι
έτσι
αυτό είναι
κάτι
αυτόν.
Εχω μια νέα φίλη.
Τη λένε Ελπίδα και είναι η γυναίκα
Είναι και
οι
δυο τους πολύ ευγενικοί άνθρωποι
και φάγαμε μερικές φορές στο σπίτι τους, που είναι το μεγα λύτερο και
φορά της Άννας. « Μ ε ρ ι κ έ ς φορές είναι σαν να έ χ ε ι το διάβολο μέσα τ η ς » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς μια μέρα ενώ κάθονταν και συζητούσαν. « Δ ε ν
του ανθρώπου ο οποίος είναι υπεύθυνος για τα πράγματα στη Σπιναλόγκα.
λ ό γ ο , πάνω στην άνυδρη γ η . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς της έ λ ε γ ε πώς ήταν τα κορίτσια, τι έκαναν, και της εκμυστηρευόταν τη συμπερι
το πιο μεγαλοπρεπές σε ολόκληρο το νησί.
Εχει
φαίνεται να η μ ε ρ ε ύ ε ι όσο περνάει ο κ α ι ρ ό ς » . « Π ά λ ι καλά που η Μαρία δεν είναι το ί δ ι ο » , αποκρίθηκε η Ελένη. « Ν α γ ι α τ ί , μάλλον, η Άννα είναι τόσο απείθαρχη τον μισό καιρό: ε π ε ι δ ή η Μαρία δεν έ χ ε ι κ α μ ί α κακία στην ψ υ χ ή
πολυελαίους και κάθε τραπέζι και κάθε καρέκλα είναι στολι
τ η ς » , σκέφτηκε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Κ α ι σκέψου ότι νόμιζα πως τα
σμένα με κεντήματα.
παιδιά μεγαλώνοντας ξεπερνάνε το θυμό τ ο υ ς » .
Θα σας άρεσε πολύ, ειδικά στην Άννα.
Εχω φυτέψει κιόλας μερικά γεράνια στην αυλή και έχουν αρχίσει
να
ανθίζουν
τριαντάφυλλα
ακριβώς στο σπίτι μας.
κατώφλι
μας,
« Σ υ γ γ ν ώ μ η που σου άφησα τέτοιο βάρος, Γ ι ώ ρ γ η , συγ
όπως
γ ν ώ μ η , π ρ α γ μ α τ ι κ ά » , αναστέναξε η Ε λ έ ν η , ξέροντας ότι θα
Θα σας γράφω πολύ περισσότερα στο
έδινε τα πάντα γ ι α να α ν τ ι μ ε τ ώ π ι ζ ε την κ α θ η μ ε ρ ι ν ή μ ά χ η
106
στο
107
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
που συνεπαγόταν η ανατροφή της Άννας αντί να βρίσκεται κ α θ η λ ω μ έ ν η σ' εκείνο το νησί.
ΝΗΣΙ
Οι ζωές των κοριτσιών δεν θα μπορούσαν να έχουν αλ λ ά ξ ε ι περισσότερο, α κ ό μ η κι αν τις άρπαζε τυφώνας και τις
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν ήταν ούτε σαράντα χρόνων όταν έφυγε η
πετούσε στη Σ α ν τ ο ρ ί ν η . Περνούσαν τις μέρες τους με μια
Ε λ έ ν η , αλλά ε ί χ ε ήδη καμπουριάσει από την αγωνία, και τους
σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν η ρουτίνα, γ ι α τ ί μόνο οι αυστηρές, ακούσιες δρα
επόμενους μήνες η εμφάνιση του ήταν τόσο γ ε ρ α σ μ έ ν η , που
στηριότητες βάση προγράμματος τις έκαναν να σηκώνονται
δεν τον αναγνώριζαν πλέον. Τα μ α λ λ ι ά του, από κατάμαυρα,
το πρωί.
πήραν το γκρίζο χρώμα του ευκαλύπτου, και οι άνθρωποι
Η Άννα τα αντιπάλευε όλα αυτά, παραπονούμενη διαρ
άρχισαν να αναφέρονται σε αυτόν ως τον « Κ α κ ο ρ ί ζ ι κ ο Γ ι ώ ρ
κώς και ρωτώντας γ ι α τ ί ήταν τα πράγματα έτσι όπως ήταν.
γ η » . Έ γ ι ν ε τ ο όνομα του.
Η Μαρία απλώς τα αποδεχόταν. Ήξερε ότι τα παράπονα δεν μπορούσε, φροντίζο
έφερναν κανένα αποτέλεσμα και μάλλον απλώς έκαναν την
ντας και το δικό της σπίτι. Τ ι ς ή ρ ε μ ε ς νύχτες χωρίς φ ε γ γ ά ρ ι ,
Η Σ α β ί ν α Α γ γ ε λ ο π ο ύ λ ο υ έκανε ότι
κατάσταση χ ε ι ρ ό τ ε ρ η . Η αδερφή της δεν δ ι έ θ ε τ ε τέτοια σοφία.
ξέροντας ότι θα ε ί χ ε πλούσια ψαριά, ο Γ ι ώ ρ γ η ς ή θ ε λ ε να πάει
Η Άννα ή θ ε λ ε πάντα να εναντιώνεται στα κ α θ ι ε ρ ω μ έ ν α .
γ ι α ψάρεμα, κι έτσι έ γ ι ν ε συνήθεια να κοιμούνται μαζί η Μαρία και η Φ ω τ ε ι ν ή στο στενό κ ρ ε β ά τ ι της τ ε λ ε υ τ α ί α ς , και η Άννα στο πάτωμα δίπλα τους, με δυο χοντρές κουβέρτες γ ι α στρώμα. Η Μαρία και η Άννα ανακάλυψαν επίσης ότι έτρωγαν περισσότερα γ ε ύ μ α τ α στο σπίτι των Α γ γ ε λ ό π ο υ λ ω ν
« Γ ι α τ ί πρέπει ε γ ώ να π η γ α ί ν ω και να παίρνω το ψ ω μ ί κ ά θ ε π ρ ω ί ; » παραπονέθηκε κάποια μέρα. « Δ ε ν χ ρ ε ι ά ζ ε τ α ι » , της απάντησε ο πατέρας της με υπο μ ο ν ή . « Π η γ α ί ν ε ι και η Μαρία κ ά θ ε τ ό σ ο » . « Τ ό τ ε γ ι α τ ί δεν το παίρνει αυτή κ ά θ ε μέρα; Ε ί μ α ι η
απ' όσα στο δικό τους, και ήταν σαν ξαφνικά να μ ε γ ά λ ω σ ε
μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η και δεν κ α τ α λ α β α ί ν ω γ ι α τ ί πρέπει να της φέρνω
η οικογένεια της Φ ω τ ε ι ν ή ς και να απέκτησε αυτή τις αδερ
ψωμί».
φές που ή θ ε λ ε πάντα να έ χ ε ι . Ε κ ε ί ν ε ς τις νύχτες, κάθονταν
« Α ν όλοι αμφέβαλλαν γ ι α το ότι πρέπει να κάνουν πράγ
οχτώ άνθρωποι στο τραπέζι: η Φ ω τ ε ι ν ή και οι δυο αδερφοί
ματα ο ένας γ ι α τον άλλον, ο κόσμος θα σταματούσε να γυρί
της, ο Αντώνης και ο Ά γ γ ε λ ο ς , οι γονείς της, ο Γ ι ώ ρ γ η ς , η
ζει, Άννα. Τ ώ ρ α π ή γ α ι ν ε και φέρε το ψ ω μ ί . Α μ έ σ ω ς ! »
Άννα και η Μ α ρ ί α . Κάποιες μέρες, αν ε ί χ ε χρόνο, η Σ α β ί
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς χτύπησε τη γροθιά του στο τραπέζι με ο ρ μ ή .
να προσπαθούσε να μ ά θ ε ι στην Άννα και τη Μαρία πώς να
Τον ε ί χ ε κουράσει η τ α κ τ ι κ ή της Άννας να μ ε τ α τ ρ έ π ε ι σε δια
συγυρίζουν το σπίτι τους, πώς να χτυπάνε ένα χαλί και πώς
φωνία καθετί που της ανέθεταν να κάνει, και τώρα α κ ό μ η ,
να στρώνουν το κ ρ ε β ά τ ι , αλλά αρκετά συχνά κ α τ έ λ η γ ε να τα
που ε ί χ ε φέρει τον πατέρα της στα όριά του.
κάνει μόνη της όλα αυτά γ ι α χάρη τους. Ήταν παιδιά, και η Άννα ε ι δ ι κ ά δεν έ δ ε ι χ ν ε κανένα ενδιαφέρον γ ι α τις υποθέσεις του νοικοκυριού. Γιατί να μ ά θ ε ι πώς να μ π α λ ώ ν ε ι σεντόνια, να καθαρίζει ψάρια ή να ψήνει ψ ω μ ί ; Ήταν αποφασισμένη να μην της χρειαστούν ποτέ τ έ τ ο ι ε ς ικανότητες και από μ ι κ ρ ή η λ ι κ ί α ε ί χ ε την ακατανίκητη τάση να ξ ε φ ε ύ γ ε ι από οτιδήποτε θεωρούσε άσκοπη ο ι κ ι α κ ή α γ γ α ρ ε ί α .
108
Σ τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α , στο μεταξύ, η Ε λ έ ν η προσπαθούσε να συνηθίσει αυτά που θεωρούνταν απαράδεκτα στην ενδοχώρα αλλά στην αποικία περνιόνταν σαν κάτι φυσιολογικό· δεν τα κατάφερε, όμως, και β ρ έ θ η κ ε να θ έ λ ε ι να α λ λ ά ξ ε ι ότι
μπο
ρούσε. Ό π ω ς ο Γ ι ώ ρ γ η ς αποκάλυπτε στην Ε λ έ ν η τις ανησυχίες του, έτσι κι ε κ ε ί ν η , με τη σειρά της, μοιραζόταν τις έγνοιες της γ ι α τη ζωή και γ ι α το μέλλον της στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . 109
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
Η πρώτη π ρ α γ μ α τ ι κ ά δυσάρεστη συνάντηση που ε ί χ ε στο
ΝΗΣΙ
οποίο ε ί χ ε γ ε ν ν η θ ε ί στο νησί, όλα τους είχαν έρθει στο νησί
νησί ήταν με τη Χριστίνα Κρουσταλάκη, τη γυναίκα η οποία
από την Κ ρ ή τ η , όπου τους είχαν εμφανιστεί τα συμπτώματα
διηύθυνε το σχολείο.
της λέπρας. Σ τ η ν πλειοψηφία τους είχαν λ ά β ε ι κάποια στοι
« Δ ε ν π ε ρ ι μ έ ν ω να με σ υ μ π α θ ή σ ε ι » , σχολίασε στον Γ ι ώ ρ
χ ε ι ώ δ η εκπαίδευση πριν από την άφιξή τους, αλλά τα περισ
γ η , « α λ λ ά συμπεριφέρεται σαν άγριο ζώο που το έχουν στρι
σότερα, α κ ό μ η και τα μ ε γ α λ ύ τ ε ρ α , είχαν σημειώσει ελάχιστη
μώξει άσχημα».
πρόοδο το διάστημα που πέρασαν στην τάξη με τη Χριστίνα
« Γ ι α τ ί το κάνει α υ τ ό ; » ρώτησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς , ξέροντας ήδη
Κρουσταλάκη. Τους συμπεριφερόταν σαν να ήταν ανόητα, κι έτσι παρέμειναν αμόρφωτα.
την απάντηση. « Ε ί ν α ι άχρηστη δασκάλα, που δεν δίνει δεκάρα γ ι α τα
Η ένταση ανάμεσα στη Χριστίνα Κρουσταλάκη και την
παιδιά και ξέρει ότι αυτή τη γ ν ώ μ η έ χ ω γ ι α κ ε ί ν η » , απά
Ε λ έ ν η άρχισε να κ λ ι μ α κ ώ ν ε τ α ι . Ήταν προφανές σχεδόν σε
ντησε η Ε λ έ ν η .
όλους ότι η Ε λ έ ν η θα έπρεπε να αναλάβει το σχολείο και ότι
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς αναστέναξε. Η Ε λ έ ν η δεν συγκρατούσε ποτέ
θα έπρεπε να είναι δικός της ο πολύτιμος μισθός της δασκά λας. Η Χριστίνα Κρουσταλάκη ήταν ανυποχώρητη, αρνούμενη
τις απόψεις της. Σ χ ε δ ό ν αμέσως μόλις έφτασαν, η Ε λ έ ν η διαπίστωσε ότι
να συναινέσει ή έστω να σκεφτεί την πιθανότητα να μοιραστεί
το σχολείο ε ί χ ε ελάχιστα να προσφέρει στον Δ η μ ή τ ρ η . Μ ε τ ά
το ρόλο της, αλλά η Ε λ έ ν η ε ί χ ε πείσμα. Έ φ ε ρ ε την κατάστα
την πρώτη του μέρα ε κ ε ί , επέστρεψε σιωπηλός και με κατε
ση σε κατάληξη όχι γ ι α δικό της όφελος, αλλά γ ι α το καλό
βασμένα μούτρα, και όταν τον ρώτησε τι είχαν κάνει στην
των δεκαεπτά παιδιών του νησιού, τα οποία άξιζαν πολύ πε
τ ά ξ η , η απάντησή του ήταν « Τ ί π ο τ α » . « Τ ι εννοείς, τίποτα; Π ρ έ π ε ι ν α κάνατε κ ά τ ι » .
ρισσότερα από όσα θα έπαιρναν ποτέ από την αδιάφορη Κρου σταλάκη. Η α γ ω γ ή των παιδιών ήταν επένδυση στο μ έ λ λ ο ν ,
«Η δασκάλα έγραφε όλα τα γ ρ ά μ μ α τ α και τους αριθμούς
και η Χριστίνα Κρουσταλάκη δεν έβρισκε νόημα στην ανάλω
στον πίνακα και με έστειλε στο τελευταίο θρανίο ε π ε ι δ ή είπα
ση π ο λ λ ή ς ενέργειας σε κάποιους που ίσως να μη ζούσαν γ ι α
ότι τα ξέρω κιόλας. Μ ε τ ά , άφησε τα μ ε γ α λ ύ τ ε ρ α παιδιά να
αρκετό καιρό.
κάνουν κάποιες εύκολες πράξεις α ρ ι θ μ η τ ι κ ή ς και όταν ε γ ώ
Τ ε λ ι κ ά , μια μέρα, η Ε λ έ ν η κ λ ή θ η κ ε να παρουσιαστεί
φώναξα μια απάντηση, με έ β γ α λ ε από την τάξη μ έ χ ρ ι το
ενώπιον των πρεσβυτέρων. Π ή ρ ε μαζί της δ ε ί γ μ α τ α της δου
σχόλασμα».
λ ε ι ά ς που τα παιδιά έκαναν πριν και μετά την άφιξή της στο
Έ π ε ι τ α από αυτό, η Ε λ έ ν η άρχισε να κάνει μ ά θ η μ α στον
νησί. « Μ α αυτό δ ε ί χ ν ε ι απλώς τη φυσιολογική πρόοδο», δια
Δ η μ ή τ ρ η η ίδια, και αργότερα άρχισαν να έρχονται στα μα
μαρτυρήθηκε ένας πρεσβύτερος, γνωστός ως στενός φίλος της
θ ή μ α τ ά της και οι φίλοι του. Σ ύ ν τ ο μ α , τα παιδιά που αρχικά
κυρίας Κρουσταλάκη.
δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν τα γ ρ ά μ μ α τ α από τους αριθ
στοιχεία ήταν συντριπτικά. Ο ζήλος και η αφοσίωση της Ε λ έ
Για τους περισσότερους,
ωστόσο, τα
μούς, μπορούσαν να διαβάσουν τ έ λ ε ι α και να κάνουν α ρ ι θ μ η
νης στο έργο της έφερναν αποτελέσματα. Η κινητήρια δύναμή
τ ι κ έ ς πράξεις, και μέσα σε λίγους μήνες το μικρό σπίτι της
της ήταν η πίστη ότι η εκπαίδευση δεν αποτελούσε το μέσο
γ έ μ ι ζ ε με παιδιά τα π έ ν τ ε πρωινά της εβδομάδας. Ε ί χ α ν
κατεύθυνσης προς κάποιο αόριστο στόχο, αλλά δ ι έ θ ε τ ε ε γ γ ε ν ή
η λ ι κ ί α από έξι έως δεκαέξι και με μια εξαίρεση, ένα αγόρι το
αξία και έκανε τα παιδιά καλύτερους ανθρώπους. Η σοβαρή
110
111
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
πιθανότητα πολλά από αυτά να μη ζούσαν μ έ χ ρ ι τα εικοστά
αν θα έπαιρναν καινούρια γεννήτρια, και υπήρχε η αιώνια
πρώτα γ ε ν έ θ λ ι α τους δεν ε ί χ ε καμία σημασία γ ι α την Ε λ έ ν η .
διαφωνία σχετικά με την παροχή νερού. Τους τελευταίους
Υπήρξαν κάποιες φωνές διάστασης, αλλά η πλειοψηφία των
μήνες ακούγονταν ψίθυροι γ ι α μια δωρεά που θα αφορούσε
πρεσβυτέρων υποστήριξε την α μ φ ι λ ε γ ό μ ε ν η απόφαση να απο
στη στέγαση και σε αυξημένη « σ ύ ν τ α ξ η » γ ι α κ ά θ ε μέλος της
μακρυνθεί η υπάρχουσα δασκάλα από τη θέση της και να ανα
αποικίας. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς άκουγε πολλές συζητήσεις ενηλίκων
λ ά β ε ι η Ε λ έ ν η . Από τότε, υπήρχαν άνθρωποι στο νησί οι οποίοι
και παρατηρούσε ότι οι μ ε γ ά λ ο ι αναμασούσαν συνέχεια το
θεωρούσαν την Ε λ έ ν η σφετερίστρια, αλλά ε κ ε ί ν η δεν την απα
ίδιο θ έ μ α , όπως κάνουν τα σκυλιά με τα κόκαλα που έχουν
σχολούσε καθόλου αυτή η στάση. Τα παιδιά είχαν σημασία.
απογυμνωθεί εδώ και καιρό από σάρκα. Προσδοκούσαν και
Το σχολείο παρείχε στον Δ η μ ή τ ρ η σχεδόν όλα όσα χρεια
κλωθογύριζαν τα μικρότερα γεγονότα, αλλά και τα μ ε γ α λ ύ
ζόταν: πρόγραμμα γ ι α τη μέρα του, ερεθίσματα γ ι α το μυαλό
τερα, σαν την αρρώστια και το θάνατο. Μ ι α μέρα, όμως,
του και συντροφικότητα, με τη μορφή ενός νέου φίλου, του
έ γ ι ν ε κάτι γ ι α το οποίο δεν υπήρξε προειδοποίηση, αλλά που
Μ ί κ ο υ , που ήταν το μόνο παιδί το οποίο ε ί χ ε γ ε ν ν η θ ε ί στο
έ μ ε λ λ ε να έ χ ε ι τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή του νησιού.
νησί και δεν ε ί χ ε μεταφερθεί στην ενδοχώρα γ ι α υιοθεσία.
Μ ι α νύχτα, λίγους μήνες αφότου έφτασαν ο Δ η μ ή τ ρ η ς
Η αιτία ήταν ότι ε ί χ ε αναπτύξει συμπτώματα της αρρώστιας
και η Ε λ έ ν η , έτρωγαν το δείπνο τους, όταν τους δ ι έ κ ο ψ ε ένα
από μωρό. Αν ήταν υ γ ι ή ς , θα τον είχαν πάρει από τους γο
επίμονο χτύπημα στην πόρτα. Ηταν η Ε λ π ί δ α . Η η λ ι κ ι ω μ έ ν η
νείς του, οι οποίοι, αν και κατατρύχονταν από τις ενοχές που
γυναίκα ήταν ξέπνοη και κατακόκκινη από την τ α ρ α χ ή .
το παιδί ε ί χ ε π ά θ ε ι τα ίδια με αυτούς, τρελαίνονταν από τη χαρά τους που μπόρεσαν να τον κρατήσουν κοντά τους. Κ ά θ ε σ τ ι γ μ ή της ζωής του Δ η μ ή τ ρ η ήταν γ ε μ ά τ η , απο
« Ε λ έ ν η , έλα, σ ε π α ρ α κ α λ ώ » , ε ί π ε ασθμαίνοντας. « Ε ί ν α ι καραβιές ολάκερες από δαύτους - κ α ρ α β ι έ ς - και χρειάζονται τ η βοήθεια μας. Έ λ α ! »
τρέποντας τον έτσι με επιτυχία από το να σκέφτεται πώς ήταν
Η Ε λ έ ν η ήξερε πλέον αρκετά καλά την Ε λ π ί δ α γ ι α να
κάποτε τα π ρ ά γ μ α τ α . Από κάποιες απόψεις αυτή η ζωή ήταν
κ α τ α λ ά β ε ι ότι αν έ λ ε γ ε πως υπήρχε α ν ά γ κ η γ ι α β ο ή θ ε ι α , δεν
μια β ε λ τ ί ω σ η . Το μικρόσωμο αγόρι με τα μαύρα μάτια αντι
χρειάζονταν ερωτήσεις. Η π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α του Δ η μ ή τ ρ η εξάφθηκε.
μ ε τ ώ π ι ζ ε τώρα λ ι γ ό τ ε ρ ε ς κακουχίες, λ ι γ ό τ ε ρ η αγωνία και
Παράτησε τα μαχαιροπίρουνα και ακολούθησε τις γυναίκες
λ ι γ ό τ ε ρ ε ς έγνοιες από όσες τον βάραιναν ως το μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο
που β γ ή κ α ν τρέχοντας στον μισοσκότεινο δρόμο, ακούγοντας
από τα π έ ν τ ε παιδιά μιας οικογένειας χ ω ρ ι κ ώ ν . Κ ά θ ε από
την κυρία Κοντομάρη να λ έ ε ι την ιστορία, με τα λ ό γ ι α της να
γ ε υ μ α , όμως, όταν έ φ ε υ γ ε από το σχολείο γ ι α να επιστρέψει
βγαίνουν σαν χείμαρρος από το στόμα της.
στο μισοσκόταδο του καινούριου σπιτιού του, αντιλαμβανόταν
« Ε ί ν α ι από την Α θ ή ν α » , ε ί π ε λαχανιασμένη. « Ο Γ ι ώ ρ γ η ς
τα υπόγεια ρεύματα της ανησυχίας των ε ν η λ ί κ ω ν . Ά κ ο υ γ ε
έφερε ήδη δυο φουρνιές και θα φτάσει όπου να 'ναι με την τρί
ψ ή γ μ α τ α των συζητήσεων καθώς περνούσε μπροστά από το
τ η . Ε ί ν α ι κυρίως άντρες, αλλά εντόπισα και μερικές γυναίκες.
καφενείο, ή ψιθυριστές κουβέντες μεταξύ των ανθρώπων που
Μοιάζουν με φυλακισμένους, άρρωστους φ υ λ α κ ι σ μ έ ν ο υ ς » .
συναντιόνταν στο δρόμο.
Ε ί χ α ν φτάσει τώρα στην είσοδο της μακριάς σήραγγας
Μ ε ρ ι κ έ ς φορές νέες φήμες έρχονταν να προστεθούν στις π α λ ι έ ς . Γινόταν η α τ ε λ ε ί ω τ α ανακυκλούμενη συζήτηση γ ι α το 112
που οδηγούσε στην αποβάθρα, και η Ε λ έ ν η στράφηκε στον Δημήτρη. 113
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Θ α π ρ έ π ε ι ν α μ ε ί ν ε ι ς ε δ ώ » , του ε ί π ε αυστηρά. « Σ ε πα ρ α κ α λ ώ , γύρνα στο σπίτι και τ ε λ ε ί ω σ ε το φαγητό σ ο υ » . Α κ ό μ η και από την άκρη της σήραγγας, ο Δ η μ ή τ ρ η ς μπο ρούσε να ακούσει τον πνιχτό αντίλαλο αντρικών φωνών, και ήταν πιο περίεργος από ποτέ να δει τι προκαλούσε τέτοια αναστάτωση. Οι δυο γ υ ν α ί κ ε ς συνέχισαν βιαστικές και σύντο μα εξαφανίστηκαν. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς κλότσησε αμήχανος μια π έ τρα προς την είσοδο της σήραγγας και κατόπιν, κοιτάζοντας κλεφτά πίσω του, τ ι ν ά χ τ η κ ε στο σκοτεινό πέρασμα, προσέχο ντας να μ έ ν ε ι κ ο λ λ η τ ά στα τ ο ι χ ώ μ α τ ά του. Μ ό λ ι ς έστριψε στη γ ω ν ί α , μπορούσε να δει καθαρά γ ι α τ ί γινόταν αυτός ο χαμός. Οι νέοι κάτοικοι συνήθως έφταναν ένας-ένας κ α ι , έ π ε ι τ α από ένα θερμό καλωσόρισμα από τον Π έ τ ρ ο Κοντομάρη, εισέρ χονταν στην κοινότητα όσο πιο διακριτικά μπορούσαν. Α ρ χ ι
ΤΟ
ΝΗΣΙ
τρεκλίζοντας στην άκρη του νερού, έ γ ε ι ρ ε προς τη θάλασσα και ξέρασε. Κι άλλο ένα έκανε το ίδιο - και μετά ένα τρίτο. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς παρακολουθούσε εντυπωσιασμένος και φοβι σμένος, ακίνητος σαν το πέτρινο τείχος που τον έ κ ρ υ β ε . Ό τ α ν οι νεοφερμένοι απαλλάχτηκαν από τα δεσμά τους και αργά στάθηκαν στα πόδια τους, ανέκτησαν λ ί γ η αξιοπρέπεια. Α κ ό μη και από απόσταση εκατό μέτρων, μπορούσε να νιώσει την ο ρ γ ή και την ε π ι θ ε τ ι κ ό τ η τ α που ανάβλυζαν από μέσα τους. Αφού συγκεντρώθηκαν γ ύ ρ ω από έναν σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν ο άντρα, που φαινόταν να προσπαθεί να τους η ρ ε μ ή σ ε ι , πολλοί άρχισαν να μ ι λ ά ν ε ταυτόχρονα, με τις φωνές τους υ ψ ω μ έ ν ε ς . Ο Δ η μ ή τ ρ η ς τους μέτρησε. Ήταν δ ε κ α ο χ τ ώ , και ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε μ π ε ι στη βάρκα γ ι α να γυρίσει στην Π λ ά κ α . Θα ερχόταν κι ά λ λ η φουρνιά.
κά, το καλύτερο που επιθυμούσε κανείς στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ήταν η ανωνυμία, και οι περισσότεροι άνθρωποι παρέμεναν σιωπη
ΚΟΝΤΑ
Σ Τ Η Ν Π Ρ Ο Κ Υ Μ Α Ι Α της Π λ ά κ α ς , ε ί χ ε συγκεντρωθεί
λοί όταν τους υποδέχονταν. Σ τ η ν προκυμαία απόψε, όμως, δεν
πλήθος στην π λ α τ ε ί α γ ι α να παρατηρήσει αυτή την παράξενη
υπήρχε τέτοια η ρ ε μ ί α . Κ α θ ώ ς έβγαιναν παραπατώντας από
ομάδα. Λ ί γ ε ς μέρες πριν, ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε πάει στον Π έ τ ρ ο
τη μ ι κ ρ ή βάρκα του Γ ι ώ ρ γ η , πολλοί από τους νεοαφιχθέντες
Κοντομάρη ένα γ ρ ά μ μ α από την Α θ ή ν α , που τον ε ν η μ έ ρ ω ν ε
έχαναν την ισορροπία τους και έπεφταν με δύναμη στο έδα
γ ι α την ε π ι κ ε ί μ ε ν η άφιξη των λεπρών. Ε ί χ α ν συμφωνήσει μ ε
φος. Φώναζαν, σφάδαζαν και μούγκριζαν, μ ε ρ ι κ ο ί σαφώς από
ταξύ τους να την κρατήσουν μ υ σ τ ι κ ή . Η προοπτική της ταυ
πόνο, και από τη σκοτεινή θέση του ο Δ η μ ή τ ρ η ς μπορούσε να
τόχρονης άφιξης δύο δεκάδων, και παραπάνω, νέων ασθενών
δει γ ι α τ ί είχαν π έ σ ε ι . Οι νεοφερμένοι φαινόταν να μην έχουν
στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α θα προκαλούσε στους νησιώτες κατάσταση
χέρια, τουλάχιστον όχι χέρια που κινούνταν ελεύθερα στα πλευ
πανικού. Το μόνο που είχαν π ε ι στον Κοντομάρη ήταν ότι αυ
ρά τους, κι όταν παρατήρησε πιο καλά, συνειδητοποίησε ότι
τοί οι λεπροί είχαν δημιουργήσει προβλήματα στο νοσοκομείο
όλοι φορούσαν κ ά τ ι π ε ρ ί ε ρ γ α ρούχα που τους κρατούσαν τα
στην Αθήνα και κατά συνέπεια τους έστειλαν στη Σ π ι ν α λ ό
χέρια δεμένα πίσω στην π λ ά τ η τους.
γ κ α . Τους μετέφεραν σαν ζώα με καράβι από τον Π ε ι ρ α ι ά στο
Ο Δ η μ ή τ ρ η ς παρακολουθούσε καθώς η Ε λ έ ν η και η Ε λ
Η ρ ά κ λ ε ι ο , σε ένα διήμερο ταξίδι με φουρτουνιασμένη θάλασ
πίδα έσκυβαν, έλυναν τα λουριά που κρατούσαν αυτούς τους
σα. Χ τ υ π η μ έ ν ο υ ς από ηλίαση και ναυτία, τους έβαλαν σε μ ι
ανθρώπους δεμένους σαν πακέτα, και τους ελευθέρωναν από τα
κρότερο σκάφος με προορισμό την Π λ ά κ α . Από ε κ ε ί , ο Γιώργης
πάνινα δεσμά τους. Σ ω ρ ι α σ μ έ ν α στο β ρ ό μ ι κ ο έδαφος, τούτα
θα τους π ή γ α ι ν ε , έξι κάθε φορά, στον τελευταίο σταθμό του τα
τα πλάσματα δεν έμοιαζαν ανθρώπινα. Έ ν α από αυτά έφτασε
ξιδιού τους. Ήταν ξεκάθαρο σε όλους ότι αυτός ο κουρελιάρικος
114
115
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
όχλος κακοποιημένων και π α ρ α μ ε λ η μ έ ν ω ν ανθρώπων δεν θα ε π ι β ί ω ν ε μ ε τέτοια μ ε τ α χ ε ί ρ ι σ η γ ι α πολύ. Τα παιδιά του χωριού στην Π λ ά κ α , χωρίς να φοβούνται
ΤΟ
ΝΗΣΙ
τους. Ο Πέτρος Κοντομάρης π ή γ α ι ν ε από τον έναν στον άλλο ρωτώντας όνομα, η λ ι κ ί α , ε π ά γ γ ε λ μ α και αριθμό ετών από την πρώτη διάγνωση.
να δουν, είχαν μαζευτεί να παρακολουθήσουν. Ανάμεσά τους
Όση ώρα έκανε αυτή τη δουλειά, το μυαλό του γύριζε σαν
βρίσκονταν η Φ ω τ ε ι ν ή , η Άννα και η Μ α ρ ί α , και η Άννα
τρελό. Κ ά θ ε επιπλέον λεπτό που μπορούσε να τους κρατήσει
έκανε συνέχεια ερωτήσεις στον πατέρα της, την ώρα που ε κ ε ί
ε κ ε ί με αυτή τη γραφειοκρατική διαδικασία τού έδινε περισσό
νος ξαπόσταινε γ ι α λ ί γ ο πριν κάνει την τελευταία θαλάσσια
τερο χρόνο, μ ή π ω ς κι ερχόταν κάποια έμπνευση σχετικά με το
μεταφορά.
πού, γ ι α το όνομα του Θεού, θα στεγάζονταν αυτοί οι άνθρω
« Γ ι α τ ί είναι εδώ; Τι έκαναν; Γιατί δεν γινόταν να μείνουν
ποι. Κ ά θ ε δευτερόλεπτο κωλυσιεργίας καθυστερούσε τη στιγ
στην Α θ ή ν α ; » απαιτούσε να μ ά θ ε ι . Ο Γιώργης δεν ε ί χ ε ουσια
μή που θα τους οδηγούσε μέσα από τη σήραγγα γ ι α να δια
στικές απαντήσεις γ ι α τις επίμονες ερωτήσεις της. Α λ λ ά της
πιστώσουν ότι δεν υπήρχε σπίτι γ ι ' αυτούς και ότι, δυνητικά,
είπε ένα πράγμα. Ε ν ώ μετέφερε την πρώτη ομάδα επιβατών
βρίσκονταν σε χειρότερη κατάσταση απ' ότι στο αθηναϊκό νο
στο νησί, ε ί χ ε παρακολουθήσει σκόπιμα τις συζητήσεις τους και,
σοκομείο. Κ ά θ ε σύντομο ερωτηματολόγιο έπαιρνε λ ί γ α λεπτά,
παρά την οργή και την απογοήτευσή τους, οι φωνές που άκου
και όταν τελείωσαν, ένα πράγμα τού ήταν ξεκάθαρο. Σ τ ο πα
σε ανήκαν σε μορφωμένους και συγκροτημένους ανθρώπους.
ρελθόν, όταν συγκέντρωνε τις πληροφορίες των νεοφερμένων,
« Δ ε ν έ χ ω απαντήσεις γ ι α σένα, Ά ν ν α » , της ε ί π ε . « Α λ λ ά η Σ π ι ν α λ ό γ κ α θα βρει χώρο γ ι ' αυτούς, αυτό έ χ ε ι σ η μ α σ ί α » . « Κ α ι η μητέρα μ α ς ; » ε π έ μ ε ι ν ε . « Η ζωή της θ α γ ί ν ε ι χ ε ι ρότερη από π ο τ έ » . « Ν ο μ ί ζ ω ότι ίσως κάνεις λ ά θ ο ς » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς , αντλώ ντας υπομονή από τα τεράστια αποθέματα που φύλαγε γ ι α τη μ ε γ ά λ η κόρη του. « Α υ τ ο ί οι νεοφερμένοι μπορεί να είναι το καλύτερο πράγμα που συνέβη ποτέ στο ν η σ ί » . « Π ώ ς γ ί ν ε τ α ι αυτό;» φώναξε η Άννα και χτυπιόταν γ ε μ ά τ η δυσπιστία. « Τ ι εννοείς; Μοιάζουν μ ε ζ ώ α ! » Ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Π ρ ά γ μ α τ ι έμοιαζαν με ζώα και, στριμωγμένοι σε κλουβιά σαν πρόβατα, είχαν δεχτεί λ ί γ ο καλύτερη μεταχείριση από αυτά.
στην πλειοψηφία τους ήταν ψαράδες, μ ι κ ρ ο κ α λ λ ι ε ρ γ η τ έ ς ή μαγαζάτορες. Αυτή τη φορά, ε ί χ ε μια λίστα μορφωμένων επαγ γ ε λ μ α τ ι ώ ν : δικηγόρος, δάσκαλος, γιατρός, αρχιτέκτονας, ε κ δότης, μηχανικός... και ο κατάλογος συνέχιζε. Αυτή ήταν μια εντελώς διαφορετική κατηγορία ανθρώπων από εκείνους που αποτελούσαν τον κύριο όγκο του πληθυσμού της Σπιναλόγκας, και γ ι α μια σ τ ι γ μ ή ο Κοντομάρης αισθάνθηκε λ ι γ ά κ ι φοβισμέ νος απέναντι σε αυτή την ομάδα των Αθηναίων πολιτών που είχαν φτάσει με την εμφάνιση ζητιάνων. Ήταν ώρα πια να τους δ ε ί ξ ε ι τον καινούριο κόσμο τους. Ο Κοντομάρης τους οδήγησε μέσα στη σ ή ρ α γ γ α . Ε ί χ ε κυ κλοφορήσει η πληροφορία ότι είχαν φτάσει καινούριοι κ α ι οι άνθρωποι έ β γ α ι ν α ν από τα σπίτια τους γ ι α να τους δουν.
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έστρεψε την π λ ά τ η στην κόρη του και γύρισε
Σ τ η ν π λ α τ ε ί α , οι Α θ η ν α ί ο ι σταμάτησαν πίσω από τον αρχη
στη βάρκα του. Ήταν μόνο π έ ν τ ε ε π ι β ά τ ε ς αυτή τη φορά.
γ ό , ο οποίος γύρισε γ ι α να τους αντικρίσει, περιμένοντας μ έ
Ό τ α ν έφτασαν στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , οι άλλοι νεοφερμένοι περι
χρι να έ χ ε ι την προσοχή τους γ ι α να τους μ ι λ ή σ ε ι .
φέρονταν. Ήταν η πρώτη φορά τις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς τριάντα έξι
« Ω ς προσωρινό μέτρο, εκτός από τ ι ς γ υ ν α ί κ ε ς , οι οποίες
ώρες που μπόρεσαν να σταθούν όρθιοι. Οι τέσσερις γυναίκες
θα καταλύσουν σε ένα άδειο δωμάτιο στην κορυφή του λόφου,
ανάμεσά τους παρέμεναν σιωπηλές, α γ κ α λ ι α σ μ έ ν ε ς μεταξύ
θα στεγαστείτε στο δ η μ α ρ χ ε ί ο » .
116
117
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Ε ί χ ε τώρα συγκεντρωθεί πλήθος γ ύ ρ ω τους και πλανιόταν
Οι πρώτες λ ί γ ε ς μέρες ήταν πολύ τ ε τ α μ έ ν ε ς . Ό λ ο ι περί
ένα μουρμουρητό ανησυχίας όσο άκουγαν την ανακοίνωση. Ο
μεναν να δουν τι αντίκτυπο θα ε ί χ ε η άφιξη των καινούριων,
Κοντομάρης, ωστόσο, ήταν προετοιμασμένος ότι το σχέδιό του
αλλά γ ι α σαράντα οχτώ ώρες δεν ε ί δ ε κανείς τούς περισσό
θα γινόταν δεκτό με εχθρότητα, και συνέχισε:
τερους από αυτούς, καθώς πολλοί περνούσαν τον καιρό τους
« Ν α σας δ ι α β ε β α ι ώ σ ω ότι αυτό είναι μόνο προσωρινό
ξαπλωμένοι απαθείς στα αυτοσχέδια κρεβάτια τους. Ο γ ι α
μ έ τ ρ ο . Η άφιξή σας δ ι ο γ κ ώ ν ε ι τον πληθυσμό μας κατά σχε
τρός Λαπάκης τους επισκέφθηκε και παρατήρησε ότι όλοι υπέ
δόν δέκα τοις εκατό και τώρα π ε ρ ι μ έ ν ο υ μ ε την κυβέρνηση να
φεραν όχι μόνο από λέπρα, αλλά και από τις κακουχίες ενός
παράσχει χρήματα γ ι α νέες κατοικίες, όπως μας υποσχέθηκε
ταξιδιού χωρίς επαρκή τροφή ή νερό, και χωρίς σκιά, κάτω από τον ανελέητο ή λ ι ο . Ο καθένας τους θα χρειαζόταν αρκε
εδώ και κ α ι ρ ό » . Ο λόγος γ ι α την αντίδραση ενάντια στη χρήση του δημαρ χείου ως καταλύματος ήταν ότι ε κ ε ί εκτυλισσόταν η κοινωνι κή ζωή της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς , όποια κι αν ήταν α υ τ ή . Αντιπροσώ π ε υ ε , όσο τίποτε άλλο, την κοινωνική και π ο λ ι τ ι κ ή ομαλότητα της ζωής στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , και η επίταξή του έμοιαζε με απο στέρηση των κατοίκων από ένα στοιχείο-κλειδί. Α λ λ ά τι άλλο υπήρχε; Μόνο ένα άδειο δ ω μ ά τ ι ο στην « π ο λ υ κ α τ ο ι κ ί α » , στο άψυχο νέο κ τ ί ρ ι ο , και ε κ ε ί θα έμεναν οι Α θ η ν α ί ε ς . Ο Κοντο μάρης θα ζητούσε από την Ε λ π ί δ α να τις οδηγήσει ε κ ε ί , ενώ εκείνος θα βοηθούσε τους άντρες να βολευτούν στα αυτοσχέ δια διαμερίσματα τους. Η καρδιά του μαύρισε μόλις αναλογί στηκε το έργο της γυναίκας του· η μόνη διαφορά ανάμεσα στο νέο κτίριο και σε μ ι α φυλακή ήταν το γ ε γ ο ν ό ς πως οι πόρτες μαντάλωναν από μέσα κι όχι απέξω. Α λ λ ά γ ι α τους άντρες υπήρχε μόνο το δ η μ α ρ χ ε ί ο .
τές εβδομάδες γ ι α να αναρρώσει από τους μήνες, ίσως και χρόνια, κακομεταχείρισης που είχαν υποστεί πριν ξεκινήσουν το ταξίδι από την Αθήνα. Ο Λαπάκης ε ί χ ε ακούσει ότι δεν υπήρχε διακριτή διαφορά ανάμεσα στις συνθήκες στο νοσοκο μ ε ί ο λεπρών και σ' εκείνες στη φυλακή, μόλις λ ί γ ε ς εκατο ντάδες μέτρα πιο πέρα, στην άκρη της πόλης.
Η ιστορία
έ λ ε γ ε ότι οι λεπροί τρέφονταν με τα απομεινάρια της φυλα κής και ότι τα ρούχα τους ήταν κουρέλια που προέρχονταν από τα π τ ώ μ α τ α του κεντρικού νοσοκομείου της πόλης. Σ ύ ντομα έ μ α θ ε ότι όλα αυτά δεν ήταν απλώς μύθος. Ό λ ο ι οι ασθενείς είχαν υποστεί βάρβαρη συμπεριφορά, και αυτή η ομάδα η οποία ε ί χ ε φτάσει στην Κ ρ ή τ η ήταν η κ ι ν η τήρια δύναμη μιας εξέγερσης. Κυρίως ε π α γ γ ε λ μ α τ ί ε ς , μορφω μένοι άνθρωποι, είχαν η γ η θ ε ί μιας απεργίας πείνας, συνέταξαν γ ρ ά μ μ α τ α που διανεμήθηκαν κρυφά σε φίλους και πολιτικούς και προκάλεσαν αναταραχή σε ολόκληρο το νοσοκομείο. Αντί
Ε κ ε ί ν η τη νύχτα, η Σ π ι ν α λ ό γ κ α έ γ ι ν ε το σπίτι γ ι α τους
να συμφωνήσει σε κάποιες α λ λ α γ έ ς , όμως, ο διευθυντής του
είκοσι τρεις νεοφερμένους Αθηναίους. Σ ύ ν τ ο μ α , πολλοί από
νοσοκομείου αποφάσισε να τους ξαποστείλει· ή, όπως προτι
εκείνους που είχαν μαζευτεί γ ι α να χαζέψουν το θέαμα, κα
μούσε να το αποκαλεί, « ν α τους μεταφέρει σε πιο κ α τ ά λ λ η λ ο
τάλαβαν ότι χρειαζόταν μια πιο ε π ο ι κ ο δ ο μ η τ ι κ ή δραστηρι
χ ώ ρ ο » . Η απόρριψή τους στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α σηματοδότησε ένα
ότητα και πρόσφεραν τρόφιμα, ποτό κ α ι κλινοσκεπάσματα.
τέλος γ ι ' αυτούς και ένα νέο ξ ε κ ί ν η μ α γ ι α το νησί.
Οποιαδήποτε δωρεά από τα πενιχρά υπάρχοντα τους σήμαινε
Η Ε λ π ί δ α επισκεπτόταν κάθε μέρα τις γυναίκες, και σύντο
σ η μ α ν τ ι κ ή θυσία, αλλά όλοι, με εξαίρεση ελάχιστους, έκαναν
μα ανέκτησαν τις δυνάμεις τους σε τέτοιο βαθμό, ώστε να πε
κάποια χειρονομία.
ριηγηθούν στο νησί και να πιουν καφέ στο σπίτι του Κοντομάρη, 118
119
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ακόμη και να αρχίσουν να σχεδιάζουν πώς θα ε κ μ ε τ α λ λ ε ύ ο
ότι δεν ε ί χ ε α γ γ ι χ τ ε ί σχεδόν τίποτα από τις προσφορές τους.
νταν τον μικρό χώρο που ε ί χ ε καθαριστεί γ ι α την κ α λ λ ι έ ρ γ ε ι
Η μ ε γ ά λ η κατσαρόλα ήταν γ ε μ ά τ η α κ ό μ η μ έ χ ρ ι επάνω με
α λαχανικών. Γρήγορα κατάλαβαν ότι αυτή η ζωή ήταν β ε λ
βραστό αρνί· η μόνη ένδειξη γ ι α την ύπαρξη ζωής στο κτίριο
τίωση σε σχέση με την παλιά. Τουλάχιστον ήταν ζ ω ή . Οι
ήταν ότι από τα π έ ν τ ε καρβέλια ψ ω μ ί που είχαν μεταφερθεί
συνθήκες στο αθηναϊκό νοσοκομείο ήταν φριχτές. Οι φλόγες
στο δημαρχείο, απέμειναν μόνο τρία.
της κόλασης δεν θα μπορούσαν να είναι πιο πνιγηρές από την
Τη δεύτερη μέρα έφαγαν όλο το ψ ω μ ί και την τ ρ ί τ η στην
καλοκαιρινή κάψα στα μικρά, κλειστοφοβικά δωμάτιά τους.
κυριολεξία έ γ λ ε ι ψ α ν μ έ χ ρ ι και τον πάτο μιας κατσαρόλας με
Αν προστεθούν και οι αρουραίοι που σκάλιζαν τα πατώματα
λ α γ ό στιφάδο. Κ ά θ ε μέρα, τέτοια σημάδια αυξημένης όρεξης
τη νύχτα, αισθάνονταν ότι άξιζαν λιγότερο από ζωύφια.
έδειχναν το ξανάνιωμα αυτών των κακόμοιρων πλασμάτων.
Πρόσφερε
Τ η ν τ έ τ α ρ τ η μέρα, ο Ν ί κ ο ς Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ β γ ή κ ε , παίζο
ελευθερία που δεν την είχαν φανταστεί, με τον καθαρό αέρα,
ντας τα μάτια του, έξω στο λαμπερό φως του ή λ ι ο υ . Σ α ρ ά
το κ ε λ ά η δ η μ α των πουλιών και ένα δρόμο ιδανικό γ ι α βόλ
ντα π έ ν τ ε ετών και δικηγόρος, ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ βρισκόταν
τες·
μπορούσαν να ανακαλύψουν ξανά τη χ α μ έ ν η
κάποτε στο επίκεντρο της αθηναϊκής ζωής. Τ ώ ρ α ήταν ο
ανθρώπινη αξιοπρέπειά τους. Σ τ η διάρκεια των μακρών η μ ε
αρχηγός και εκπρόσωπος μιας ομάδας λεπρών, κι έπαιζε το
ρών του ταξιδιού τους από την Αθήνα, μερικοί σκέφτηκαν να
ρόλο του με την ίδια ε ν ε ρ γ η τ ι κ ό τ η τ α που ε ί χ ε αφιερώσει στη
αυτοκτονήσουν, καθώς υπέθεταν ότι τους έστελναν σε κάποιο
ν ο μ ι κ ή καριέρα του. Ο Ν ί κ ο ς ήταν ταραχοποιός από τη φύση
μέρος χειρότερο α κ ό μ η και από τον αποκρουστικό Ά δ η όπου
του κ α ι , αν δεν ε ί χ ε σπουδάσει ν ο μ ι κ ά , ίσως να ε ί χ ε δ ι α λ έ ξ ε ι
πάλευαν γ ι α να επιβιώσουν. Σ τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α , από το παρά
να γ ί ν ε ι ε γ κ λ η μ α τ ί α ς .
θυρο τους στον δεύτερο όροφο, οι γυναίκες μπορούσαν να δουν
στις αρχές της Αθήνας με την οργάνωση της εξέγερσης στο
τον ή λ ι ο να α ν α τ έ λ λ ε ι , και τ ι ς πρώτες μέρες τους στο νησί
νοσοκομείο δεν στάθηκαν απόλυτα ε π ι τ υ χ ε ί ς , αλλά ήταν πιο
Η Σπιναλόγκα,
εδώ θα
αντίθετα,
ήταν παράδεισος.
είχαν μ α γ ε υ τ ε ί από το θέαμα της χαραυγής. Ό π ω ς ε ί χ ε κάνει και η Ε λ έ ν η , μετέτρεψαν το χώρο που τους είχαν παραχωρήσει σε σπίτι. Τα κεντημένα β α μ β α κ ε ρά υφάσματα που κρέμονταν στα παράθυρα και τα υφαντά
αποφασισμένος
Οι προσπάθειες του να αντιταχθεί
από ποτέ να
επιτύχει
καλύτερες συνθήκες
γ ι α τους λεπρούς συντρόφους του τώρα που βρίσκονταν στη Σπιναλόγκα. Αν και δηκτικός, ο Παπαδημητρίου δ ι έ θ ε τ ε χάρη και μπο
χράμια στα κρεβάτια τους μεταμόρφωσαν το δωμάτιο και το
ρούσε
έκαναν να δ ε ί χ ν ε ι σαν τ υ π ι κ ή κ ρ η τ ι κ ή κατοικία.
σύμμαχος και φίλος του ήταν ο Μ ι χ ά λ η ς Κουρής, ένας μηχα
πάντοτε να
συγκεντρώνει
υποστηρικτές.
Ο
μεγάλος
Όσον αφορά στους άντρες, αυτοί ήταν μια διαφορετική
νικός που, όπως ο Παπαδημητρίου, βρισκόταν στο αθηναϊκό
ιστορία. Έ μ ε ι ν α ν ξαπλωμένοι σαν πεθαμένοι στα κρεβάτια
νοσοκομείο σχεδόν πέντε χρόνια. Ε κ ε ί ν η την ημέρα, ο Κοντο
τους γ ι α πολλές μέρες, καθώς πολλοί από αυτούς ήταν α κ ό μ η
μάρης τους ξενάγησε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Σε αντίθεση με τους
εξασθενημένοι από την απεργία πείνας που είχαν ξεκινήσει
περισσότερους νεοφερμένους που έ β λ ε π α ν γ ι α πρώτη φορά το
στην Α θ ή ν α . Ο Κοντομάρης κανόνισε να τους πάνε φαγητό
νησί,
στο δημαρχείο και να το αφήσουν στον προθάλαμο, αλλά όταν
« Λ ο ι π ό ν , πού είναι η π η γ ή του ν ε ρ ο ύ ; » , « Π ό σ ο καιρό περι
οι νησιώτες μάζεψαν τα πιάτα την πρώτη μέρα, διαπίστωσαν
μ έ ν ε τ ε αυτή τη γ ε ν ν ή τ ρ ι α ; » , « Π ό σ ο συχνά έρχεται γ ι α τ ρ ό ς ; » ,
120
121
οι
δυο άντρες είχαν ποταμό
ερωτήσεων να
κάνουν:
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Π ο ι ο είναι το ποσοστό θ ν η σ ι μ ό τ η τ α ς ; » , « Π ο ι α είναι τα τρέ
ένα νέο σχέδιο. Αυτό π ε ρ ι λ ά μ β α ν ε τα έργα που βρίσκονταν σε
χοντα οικοδομικά σ χ έ δ ι α ; » .
ε ξ έ λ ι ξ η , τα προγράμματα που θα άρχιζαν και θα τ ε λ ε ί ω ν α ν
Ο Κοντομάρης απαντούσε στις ερωτήσεις τους όσο καλά
μέσα στο επόμενο έτος κι ένα συνοπτικό δ ι ά γ ρ α μ μ α του τι θα
μπορούσε, αλλά καταλάβαινε από κ ά θ ε γκριμάτσα και ανα
έπρεπε να αναληφθεί στην ερχόμενη π ε ν τ α ε τ ή περίοδο. Α υ τ ή
στεναγμό τους ότι δεν έμεναν ικανοποιημένοι από τις απαντή
η προοπτική από μόνη της θα δημιουργούσε την αίσθηση της
σεις. Ο αρχηγός του νησιού ήξερε πολύ καλά ότι η Σ π ι ν α λ ό
κίνησης προς τα εμπρός, την οποία αυτοί οι άνθρωποι χρειά
γ κ α ε ί χ ε έ λ λ ε ι ψ η πόρων. Δ ο ύ λ ε υ ε ακούραστα έξι χρόνια γ ι α
ζονταν τόσο πολύ.
να β ε λ τ ι ώ σ ε ι τα πράγματα και σε πολλούς τ ο μ ε ί ς ε ί χ ε πετύ χ ε ι , αν και ποτέ στο βαθμό που ήθελαν όλοι. Ήταν ένα άχαρο καθήκον, και καθώς έ β γ α ι ν ε από την πόλη με κατεύθυνση το νεκροταφείο, αναρωτήθηκε γ ι α τ ί ε ί χ ε μ π ε ι στον κόπο. Ε κ ε ί θα τελείωναν όλα, όσο σκληρά κι αν πάλευε γ ι α να β ε λ τ ι ώ σ ε ι τα πράγματα. Κ α ι οι τρεις τους θα κ α τ έ λ η γ α ν κάποια σ τ ι γ μ ή κάτω από μια μαρμάρινη πλάκα σε έναν από αυτούς τους υπόγειους τσιμεντένιους θαλάμους, μέχρι τα κόκαλά τους να παραμεριστούν γ ι α να γ ί ν ε ι χώρος γ ι α το επόμενο π τ ώ μ α . Η ματαιότητα όλων αυτών και ο απόμακρος ήχος από τις επί μονες ερωτήσεις του Παπαδημητρίου τον έκαναν να θ έ λ ε ι να καθίσει κάτω και να κ λ ά ψ ε ι . Αποφάσισε ε κ ε ί ν η ακριβώς τη σ τ ι γ μ ή ότι θα έ λ ε γ ε στους Αθηναίους την ψυχρή α λ ή θ ε ι α . Αν ενδιαφέρονταν περισσότερο γ ι α την πραγματικότητα απ' όσο να αισθανθούν καλοδεχούμενοι, τότε ας γινόταν έτσι. « Θ α σας π ω » , ε ί π ε , σταματώντας και γυρνώντας γ ι α να τους αντικρίσει, « ό λ α όσα θ έ λ ε τ ε να ξ έ ρ ε τ ε . Α λ λ ά αν το κά νω, το βάρος θα γ ί ν ε ι και δικό σας. Κ α τ α λ α β α ί ν ε τ ε ; » Έ γ ν ε ψ α ν με τα κεφάλια τους καταφατικά και ο Κοντο μάρης άρχισε να τους λ έ ε ι τις λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι ε ς γ ι α τις ε λ λ ε ί ψ ε ι ς
Από εκείνη την ημέρα, ο Παπαδημητρίου και ο Κουρής έ γ ι ναν οι σημαντικότεροι υποστηρικτές του Κοντομάρη. Δ ε ν ένιω θαν πλέον καταδικασμένοι άνθρωποι, αλλά σαν να τους ε ί χ ε δοθεί η ευκαιρία γ ι α ένα νέο ξεκίνημα. Η ζωή τους δεν ε ί χ ε παρουσιάσει τόσες δυνατότητες γ ι α πάρα πολύ καιρό. Μέσα σε εβδομάδες, οι προτάσεις, που περιλάμβαναν τις προδιαγραφές γ ι α οικοδόμηση και ανακατασκευή, ήταν έτοιμες να υποβλη θούν στην κυβέρνηση. Ο Παπαδημητρίου ήξερε πώς να προσεγ γίσει τους πολιτικούς και έτσι ενεπλάκη το νομικό γραφείο του στην Αθήνα, μια οικογενειακή εταιρεία με κάποια επιρροή. «Ο καθένας σε αυτό το νησί είναι πολίτης της Ε λ λ ά δ α ς » , ε π έ μ ε ν ε . « Ό λ ο ι έχουν δικαιώματα και να με πάρει ο διάολος αν δεν αγωνιστώ γ ι ' αυτούς». Προς έκπληξη όλων -εκτός του Παπα δημητρίου- μέσα σε ένα μήνα η κυβέρνηση είχε συμφωνήσει να παράσχει το ποσό των χρημάτων που είχαν ζητήσει. Οι ά λ λ ο ι Α θ η ν α ί ο ι , μόλις β γ ή κ α ν από τη νάρκη τους, ρίχτηκαν στα νέα οικοδομικά σχέδια. Δ ε ν ήταν πλέον ε γ κ α τ α λ ε ι μ μ έ ν ο ι σακάτηδες,
αλλά μ έ λ η μ ι α ς κοινότητας όπου
όλοι έπρεπε να δείξουν την αξία τους. Ήταν πλέον τ έ λ η Σ ε
του νησιού. Τους μ ί λ η σ ε γ ι α κ ά θ ε δυσκολία που α ν τ ι μ ε τ ώ π ι σ ε
π τ έ μ β ρ η , και μολονότι η θερμοκρασία ε ί χ ε πέσει σημαντικά,
προκειμένου να κάνει τις όποιες α λ λ α γ έ ς και τους εξέθεσε
το ζήτημα του νερού ήταν α κ ό μ η π ι ε σ τ ι κ ό . Η προσθήκη εί
όλα τα ζητήματα που βρίσκονταν στο στάδιο της διαπραγ
κοσι τριών νέων κατοίκων ε ί χ ε αυξήσει τη ζήτηση όσο π ο τ έ
μάτευσης. Κατόπιν, οι τρεις άντρες επέστρεψαν στο σπίτι του
στην παροχή από την ενδοχώρα και από τις ετοιμόρροπες
αρχηγού κ α ι , με τη φρέσκια α ν τ ί λ η ψ η του Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ
σ ή ρ α γ γ ε ς νερού. Έ π ρ ε π ε να γ ί ν ε ι κ ά τ ι , και ο Μ ι χ ά λ η ς Κ ο υ
και του Κουρή γ ι α τις εγκαταστάσεις του νησιού, έφτιαξαν
ρής ήταν ο άνθρωπος που θα το έ κ α ν ε .
122
123
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Μ ό λ ι ς ολοκληρώθηκαν οι επισκευές, όλοι έστρεψαν το
στο αχνό φως του απογεύματος. Τ ώ ρ α που η κυβέρνηση ε ί χ ε
β λ έ μ μ α τους στον ουρανό περιμένοντας τη β ρ ο χ ή , και μια νύ
ανακαλύψει ότι η Σ π ι ν α λ ό γ κ α δ ι έ θ ε τ ε πιο δυνατή φωνή, που
χτα στις αρχές Ν ο ε μ β ρ ί ο υ , οι προσευχές τους εισακούστηκαν.
δεν μπορούσε να αγνοηθεί, δεν άργησε να φτάσει ένα γ ρ ά μ μ α
Σε ένα εντυπωσιακό υπερθέαμα ήχου και φωτός, άνοιξαν οι
το οποίο υποσχόταν όλα όσα είχαν ζητηθεί. Π ο λ λ ο ί από τους
ουρανοί, αδειάζοντας με πάταγο το περιεχόμενο τους πάνω
νησιώτες ήταν κυνικοί. « Δ ε ν θα στοιχημάτιζα ότι θα κρα
στο νησί, την ενδοχώρα και τη θάλασσα τ ρ ι γ ύ ρ ω . Έ π ε σ ε χα
τήσουν το λόγο τ ο υ ς » , είπαν μ ε ρ ι κ ο ί . « Μ έ χ ρ ι να ανάψουν
λάζι στο μ έ γ ε θ ο ς χ α λ ι κ ι ο ύ , που έσπασε τα παράθυρα και
οι λ ά μ π ε ς στο σπίτι μου, δεν θα τους έ χ ω εμπιστοσύνη»,
έστειλε τις κατσίκες να ψάχνουν τ ρ ο μ α γ μ έ ν ε ς καταφύγιο στις
συμφώνησαν κάποιοι ά λ λ ο ι . Η γ ε ν ι κ ή άποψη ανάμεσα στους
π λ α γ ι έ ς των λόφων, καθώς οι αστραπές έλουζαν το τοπίο με
ανθρώπους
φως της αποκάλυψης. Το επόμενο πρωί, οι νησιώτες, ξυπνώ
χρόνια ήταν ότι η υπόσχεση της κυβέρνησης δεν άξιζε τίποτε
ντας, βρήκαν τις δεξαμενές νερού ξ έ χ ε ι λ ε ς με δροσερό, κα
παραπάνω από το λεπτό χαρτί στο οποίο ήταν γ ρ α μ μ έ ν η .
που
βρίσκονταν
στη
Σπιναλόγκα
για
αρκετά
θαρό νερό. Αφού έλυσαν το πιο πιεστικό πρόβλημα απ' όλα,
Μ ό λ ι ς δέκα μέρες πριν φτάσουν όλα τα εξαρτήματα, η
οι Αθηναίοι έστρεψαν κατόπιν την προσοχή τους στο χτίσιμο
αναμονή της γεννήτριας ήταν το βασικό θ έ μ α στα πανομοιό
σπιτιών γ ι α τους ίδιους. Υπήρχε μια ε γ κ α τ α λ ε ι μ μ έ ν η περιοχή
τυπα γ ρ ά μ μ α τ α της Ε λ έ ν η ς προς την Άννα και τη Μ α ρ ί α :
ανάμεσα στον κεντρικό δρόμο και τη θάλασσα· ε κ ε ί είχαν χτίσει οι Τούρκοι τα πρώτα σπίτια τους. Τα ο ι κ ή μ α τ α , σκέτα
Η γεννήτρια
ερείπια, είχαν φτιαχτεί πάνω στα τ ε ί χ η του κάστρου και πρέ
εδώ μία,
π ε ι να ήταν από τους πιο οχυρωμένους θ ύ λ α κ ε ς . Με ένα είδος
ήδη γίνει και δυο από τους Αθηναίους είναι ειδικοί στο να τα
κι
θα αλλάξει έτσι
τόσο τη
ζωή μας.
πολλές από τις ηλεκτρικές συνδέσεις έχουν
εργατικότητας και αποτελεσματικότητας σπάνιο στην Κ ρ ή τ η ,
κάνουν όλα να δουλέψουν (δόξα τω Θεώ).
τα παλιά σπίτια αναστηλώθηκαν με τη χρήση των παλιών
κάθε
λ ί θ ω ν και προσεκτικά δουλεμένη ξυλεία. Π ο λ ύ πριν το πρώτο
θερμάστρα,
χιόνι κ α λ ύ ψ ε ι το όρος Δ ί κ τ η , ήταν έτοιμα να κατοικηθούν και
υπόλοιπο
σπίτι
Υπήρχε κάποτε
να
έχει
και
αυτές
τουλάχιστον θα
μια
φτάσουν
Υπάρχει υπόσχεση
λάμπα
την
ίδια
και
μια
στιγμή
μικρή με
τον
εξοπλισμό.
το δημαρχείο έ γ ι ν ε πάλι διαθέσιμο σε όλους. Ο ύ τ ε κι ε κ ε ί ν η η πρώτη δυσαρέσκεια σε βάρος των Αθηναίων κράτησε γ ι α
Η Άννα διάβασε το γ ρ ά μ μ α στο φθίνον φως ενός χ ε ι μ ω ν ι ά τ ι
πολύ. Ήταν ζήτημα εβδομάδων πριν ο πληθυσμός της Σ π ι
κου απογεύματος. Μ ι α σιγανή φωτιά έ κ α ι γ ε στο τζάκι, αλλά
ναλόγκας αναγνωρίσει τη δ υ ν α μ ι κ ή των νέων κατοίκων κ α ι
μπορούσε να δει το χνώτο της. Έ ν α κερί έριχνε το τρεμου
συνειδητοποιήσει ότι αυτό που θα πρόσφεραν θα ξεπερνούσε
λιαστό φως του στο φύλλο του χαρτιού και έ β α λ ε ν ω χ ε λ ι κ ά
κατά πολύ όσα ενδεχομένως να έπαιρναν.
μια άκρη του στη φλόγα. Αργά, η φωτιά γλίστρησε στο χαρτί
Τ ό τ ε , καθώς πλησίαζε ο χ ε ι μ ώ ν α ς , άρχισε πάλι στα σο
και το έ κ α ψ ε , μ έ χ ρ ι που το κορίτσι έ μ ε ι ν ε να κρατάει ένα
βαρά η εκστρατεία γ ι α τη γ ε ν ν ή τ ρ ι α . Η θέρμανση και ο φω
κ ο μ μ α τ ά κ ι στο μ έ γ ε θ ο ς νυχιού, το οποίο κατόπιν άφησε να
τισμός θα γίνονταν τα πιο πολύτιμα αγαθά μόλις οι άνεμοι
πέσει στο λ ι ω μ έ ν ο κ ε ρ ί . Γιατί η μητέρα της έπρεπε να γράφει
άρχιζαν να τρυπώνουν μέσα από κ ά θ ε χαραμάδα στις πόρτες
τόσο συχνά; Π ρ α γ μ α τ ι κ ά πίστευε ότι ήθελαν όλοι να μάθουν
και τα παράθυρα, μαστιγώνοντας το εσωτερικό των σπιτιών
γ ι α τη ζεστή, ευχάριστη και τώρα καλοφωτισμένη ζωή της
124
125
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
με εκείνο το αγόρι; Ο πατέρας της τις έβαζε να απαντούν σε
ΝΗΣΙ
κι έφαγαν όπως ποτέ ά λ λ ο τ ε . Για τον Δ η μ ή τ ρ η ήταν η πρώτη
κ ά θ ε γ ρ ά μ μ α και η Άννα κόπιαζε γ ι α κ ά θ ε λ έ ξ η . Δ ε ν ήταν
φορά που απολάμβανε τέτοιες άφθονες ποσότητες πλούσιου
ευτυχισμένη και δεν υπήρχε περίπτωση να υποκριθεί.
φαγητού και ζούσε τέτοια τρυφηλότητα.
Η Μ α ρ ί α διάβασε το γ ρ ά μ μ α της και το έ δ ε ι ξ ε στον πα
Σ τ η διάρκεια του Δ ω δ ε κ α η μ έ ρ ο υ , ο Γ ι ώ ρ γ η ς και η Ε λ έ ν η ράντιζαν με αγιασμό κάθε δωμάτιο στα σπίτια τους γ ι α να
τέρα της. « Ε ί ν α ι καλά νέα, έ τ σ ι ; » σχολίασε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Κ α ι όλα
διώξουν τους καλικάντζαρους, και την Πρωτοχρονιά, την η μ έ
χάρη σ' εκείνους τους Αθηναίους. Ποιος θα πίστευε ότι ένα
ρα του Α γ ί ο υ Βασιλείου, ο Γ ι ώ ρ γ η ς επισκέφθηκε την Ε λ έ ν η
μάτσο κακομοίρηδες θα μπορούσε να φέρει τέτοιες α λ λ α γ έ ς ; »
ξανά, φέρνοντάς της δώρα από τα παιδιά και τη Σ α β ί ν α . Το
Με τον ερχομό του χ ε ι μ ώ ν α , πριν αρχίσουν οι σφοδροί
τέλος του παλιού χρόνου και ο ερχομός του καινούριου ήταν
άνεμοι του Δ ε κ ε μ β ρ ί ο υ , το νησί ε ί χ ε θέρμανση κ α ι , όταν έπε
μ ι α διαχωριστική γ ρ α μ μ ή , ένα ορόσημο, που το πέρασαν με
φτε το σκοτάδι, όσοι ήθελαν, μπορούσαν πλέον να διαβάσουν
ασφάλεια, κι έφερε την οικογένεια Π ε τ ρ ά κ η σε μια διαφορε
στο πιο αχνό η λ ε κ τ ρ ι κ ό φως.
τ ι κ ή ε π ο χ ή . Μολονότι στην Άννα και τη Μαρία έ λ ε ι π ε α κ ό μ η
Ό τ α ν άρχισε η περίοδος των εορτών, ο Γ ι ώ ρ γ η ς και η Ε λ έ ν η έπρεπε να αποφασίσουν πώς θα αντιμετώπιζαν τα Χ ρ ι
η μητέρα τους, ήξεραν πια ότι μπορούσαν να επιβιώσουν χ ω ρίς αυτήν.
στούγεννα. Θα ήταν τα πρώτα τους μακριά ο ένας από τον ά λ λ ο , τα τ ε λ ε υ τ α ί α δ ε κ α π έ ν τ ε χρόνια. Η περίσταση δεν ε ί χ ε τη σημασία του Πάσχα, αλλά ήταν ευκαιρία γ ι α γ ι ο ρ τ ή στην ο ι κ ο γ έ ν ε ι α και η απουσία της Ε λ έ ν η ς θα άφηνε ένα μ ε γ ά λ ο κενό. Για λ ί γ ε ς μέρες πριν και μετά τα Χριστούγεννα, ο Γιώρ γης δεν διέσχισε τα ταραγμένα νερά γ ι α να επισκεφθεί την Ε λ έ ν η . Ό χ ι μόνο ε π ε ι δ ή οι οργισμένοι άνεμοι θα του έσκαβαν τα χέρια και το πρόσωπο, αλλά ε π ε ι δ ή οι κόρες του τον χρειά ζονταν κοντά τους. Παρόμοια, η προσοχή της Ε λ έ ν η ς έπρεπε να είναι στραμμένη στον Δ η μ ή τ ρ η και τήρησαν παράλληλα τις παμπάλαιες παραδόσεις. Ό π ω ς έκαναν πάντοτε, τα κορίτσια τραγούδησαν τα μ ε λ ω δ ι κ ά κάλαντα από σπίτι σε σπίτι και ανταμείφθηκαν με γ λ υ κ ά και αποξηραμένα φρούτα, και μετά την πρωινή λειτουργία των Χριστουγέννων, έφαγαν μαζί με την
οικογένεια
των
Αγγελόπουλων
χοιρινό
και
νόστιμους
κουραμπιέδες, που ε ί χ ε ψήσει η Σ α β ί ν α . Τα πράγματα δεν ήταν τόσο διαφορετικά στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Τα παιδιά τραγού δησαν στην πλατεία, βοήθησαν στο ψήσιμο των χριστόψωμων 126
127
ΤΟ
ΝΗΣΙ
από φρέσκα υ λ ι κ ά . Έ ν α από τα πιο πολυσύχναστα μ έ ρ η στον κεντρικό δρόμο ήταν το κουρείο. Ο Σ τ έ λ ι ο ς Β α ν δ ή ς ήταν κάποτε ο κορυφαίος κουρέας του Ρ ε θ ύ μ ν ο υ , της δεύτερης σε μ έ γ ε θ ο ς πόλης της Κ ρ ή τ η ς , αλλά ε ί χ ε ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι το ε π ά γ γ ε λ μ α του όταν εξορίστηκε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Μ ό λ ι ς ο Π α παδημητρίου έ μ α θ ε ότι είχαν ανάμεσά τους τέτοιο άνθρωπο, ε π έ μ ε ι ν ε να συνεχίσει ο Βανδής τη δουλειά του. Οι Αθηναίοι ήταν όλοι ματαιόδοξοι. Ε ί χ α ν την κενόδοξη κομπορρημοσύνη της πόλης, και παλιότερα απολάμβαναν την τ ε λ ε τ ο υ ρ γ ί α της
Έκτο Κεφάλαιο
δ ε κ α π ε ν θ ή μ ε ρ η ς περιποίησης των μ α λ λ ι ώ ν και του μουστακιού, η κατάσταση και το σχήμα του οποίου σχεδόν καθόριζαν τον ανδρισμό τους. Η ζωή ε ί χ ε αρχίσει να γ ί ν ε τ α ι καλύτερη τώρα που είχαν β ρ ε ι κάποιον
ο οποίος μπορούσε να τους
κάνει π ά λ ι γοητευτικούς. Δ ε ν φιλοδοξούσαν να αποκτήσουν
1940
προσωπικό στιλ, αλλά πανομοιότυπα, όμορφα και καλοκου-
Μ
Ε Τ Α Τ Ο Ν Κ Α Λ Υ Τ Ε Ρ Ο Χ Ε Ι Μ Ω Ν Α εδώ και πολλά χρόνια ήρθε η πιο λ α μ π ρ ή άνοιξη της Σ π ι ν α λ ό
ρεμένα μ α λ λ ι ά . « Σ τ έ λ ι ο » , έ λ ε γ ε ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , « κ ά ν ε μου τον κα
γ κ α ς . Δ ε ν ήταν μόνο τα χ α λ ι ά από αγριολούλουδα
λύτερο Β ε ν ι ζ έ λ ο σ ο υ » . Ο Β ε ν ι ζ έ λ ο ς , ο Κρητικός δικηγόρος
που απλώνονταν στις π λ α γ ι έ ς της βόρειας πλευράς του νησιού
που έ γ ι ν ε πρωθυπουργός της Ε λ λ ά δ α ς , θεωρούνταν ότι ε ί χ ε
και φύτρωναν σε κ ά θ ε ρ ω γ μ ή των βράχων, αλλά και η αί
το πιο ωραίο μουστάκι στον χριστιανικό κόσμο, και άρμοζε,
σθηση μιας νέας ζωής που ε ί χ ε εμφυσηθεί στην κοινότητα.
αστειεύονταν οι άντρες, να τον μ ι μ η θ ε ί ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ ,
Ο κεντρικός δρόμος της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς ,
μια σειρά ετοι
μόρροπων κτιρίων μ ό λ ι ς λ ί γ ο υ ς μήνες πριν, ήταν τώρα ένας όμορφος στοίχος
καταστημάτων
με παντζούρια
και
πόρτες
φρεσκοβαμμένες με βαθύ γ α λ ά ζ ι ο και πράσινο χ ρ ώ μ α .
από τη σ τ ι γ μ ή που σαφώς φιλοδοξούσε να κ α τ α λ ά β ε ι αρχη γ ι κ ή θέση στο νησί. Κ α θ ώ ς η δύναμη του Κοντομάρη άρχιζε να εξασθενεί, ο αρχηγός βασιζόταν όλο και περισσότερο στον Παπαδημητρίου,
Υπήρχαν τώρα σημεία όπου οι μαγαζάτορες εξέθεταν τα
και η δημοτικότητα του Αθηναίου μ ε γ ά λ ω ν ε ανάμεσα στους
προϊόντα τους με καμάρι και οι νησιώτες ψώνιζαν όχι μόνο
νησιώτες. Οι άντρες τον σέβονταν γ ι α όσα ε ί χ ε π ε τ ύ χ ε ι σε
από α ν ά γ κ η , αλλά και γ ι α ευχαρίστηση. Για πρώτη φορά, το
τόσο μικρό διάστημα - και οι γ υ ν α ί κ ε ς τον ευγνωμονούσαν
νησί ε ί χ ε τη δ ι κ ή του οικονομία. Οι άνθρωποι ήταν π α ρ α γ ω
σύντομα έφτασε να α π ο λ α μ β ά ν ε ι ένα είδος λατρείας ήρωα,
γ ι κ ο ί : αντάλλασσαν π ρ ά γ μ α τ α , αγόραζαν και πουλούσαν, μ ε
που αναμφίβολα ενισχυόταν από την εμφάνισή του. Ό π ω ς οι
ρικές φορές με κέρδος, μ ε ρ ι κ έ ς φορές με χασούρα.
περισσότεροι Α θ η ν α ί ο ι , ζούσε πάντα στην π ό λ η , με αποτέλε
Το καφενείο άκμαζε επίσης, κι άνοιξε και μια ταβέρνα
σμα να μην έ χ ε ι την καμπουριασμένη και τ α λ α ί π ω ρ η εμφάνι
που ειδικευόταν στην κ α κ α β ι ά , την οποία έφτιαχνε κ ά θ ε μέρα
ση του μέσου Κ ρ η τ ι κ ο ύ , ο οποίος ε ί χ ε περάσει το μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο
128
129
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
μέρος της ζωής του στο ύπαιθρο, βγάζοντας τα προς το ζην
σταματήσει ε κ ε ί . Το ζήτημα θα μπορούσε κάλλιστα να είναι
από τη γη ή τη θάλασσα. Μ έ χ ρ ι τους τελευταίους μήνες της
υποθετικό, από τη σ τ ι γ μ ή που το αποτέλεσμα των εκλογών
χ ε ι ρ ω ν α κ τ ι κ ή ς εργασίας, η επιδερμίδα του ε ί χ ε α ν τ ι μ ε τ ω π ί
δεν ήταν δεδομένο. Θα ε ί χ ε δύο αντιπάλους, από τους οποίους
σει ελάχιστο ήλιο και ακόμη λ ι γ ό τ ε ρ ο άνεμο.
ο ένας βρισκόταν στο νησί έξι ή εφτά χρόνια και ε ί χ ε πολλούς
Αν και ο Αθηναίος ε ί χ ε φιλοδοξίες, δεν ήταν αδίστακτος
οπαδούς· η ε κ λ ο γ ή του Θεόδωρου Μακριδάκη φαινόταν, στον
άνθρωπος και δεν θα κ α τ έ β α ι ν ε σε ε κ λ ο γ έ ς αν ο Κοντομάρης
Παπαδημητρίου τουλάχιστον, σοβαρή πιθανότητα. Ένα μ ε γ ά λ ο
δεν ήταν έτοιμος να αποσυρθεί.
τ μ ή μ α του πληθυσμού ανταποκρινόταν στον αρνητισμό του Μ α
« Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , ε ί μ α ι παραπάνω από έτοιμος να παραι
κριδάκη, και μολονότι τους άρεσε να απολαμβάνουν τα οφέλη
τ η θ ώ από τη θέση μ ο υ » , ε ί π ε μια νύχτα του Μαρτίου ο γέρο
από τη σκληρή δουλειά του Παπαδημητρίου και τις ριζικές αλ
ντας, την ώρα που έπαιζαν τ ά β λ ι . « Σ ο υ το είπα χ ί λ ι ε ς φορές.
λ α γ έ ς των τελευταίων έξι μηνών, ένιωθαν επίσης ότι τα συμφέ
Η δουλειά χρειάζεται νέο αίμα - και κοίτα τι έκανες κιόλας
ροντά τους θα εξυπηρετούνταν καλύτερα από κάποιον τον οποίο
γ ι α το νησί! Οι υποστηρικτές μου θα σε στηρίξουν, δεν υπάρχει
καθοδηγούσε ο θυμός. Ήταν εύκολο να πιστέψουν ότι η φωτιά
αμφιβολία. Πίστεψέ μ ε , έ χ ω κουραστεί πάρα πολύ π ι α » .
που ωθούσε τον Μ α κ ρ ι δ ά κ η ίσως να τον βοηθούσε να πετύχει
Ο Παπαδημητρίου δεν ε ξ ε π λ ά γ η με το τ ε λ ε υ τ α ί ο σχόλιο.
πράγματα, σε αντίθεση με τη λ ο γ ι κ ή και τη δ ι π λ ω μ α τ ί α .
Σ τ η διάρκεια των έξι μηνών από την άφιξή του, ε ί χ ε δει την
Οι ετήσιες ε κ λ ο γ έ ς στα τ έ λ η του Μαρτίου ήταν οι πιο
κατάσταση του Κοντομάρη να χ ε ι ρ ο τ ε ρ ε ύ ε ι . Οι δυο άντρες
θ ε ρ μ έ ς στην ιστορία του νησιού και αυτή τη φορά τα αποτε
ήταν φίλοι κάμποσο καιρό και ήξερε ότι ο γηραιός αρχηγός
λέσματα είχαν π ρ ά γ μ α τ ι σημασία. Η Σ π ι ν α λ ό γ κ α ήταν πια
τον ετοίμαζε γ ι α διάδοχό του.
τόπος που άξιζε να κυβερνηθεί, και η αρχηγία δεν ήταν πλέον
« Θ α το κάνω αν π ρ ά γ μ α τ ι είσαι έτοιμος να τα παρατή
ένα πικρό ποτήρι. Τ ρ ε ι ς άντρες ήταν υποψήφιοι: ο Π α π α δ η
σ ε ι ς » , ε ί π ε ήσυχα, « α λ λ ά νομίζω ότι θα έπρεπε να το σκε
μητρίου, ο Σπύρος Καζάκης και ο Θεόδωρος Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς .
φτείς γ ι α λ ί γ ε ς μέρες α κ ό μ η » .
Τ η ν ημέρα των ε κ λ ο γ ώ ν , ψήφισαν όλοι οι άντρες και όλες οι
« Ή δ η το έ χ ω σκεφτεί γ ι α μ ή ν ε ς » , απάντησε ο Πέτρος σκυθρωπά. « Ξ έ ρ ω ότι δεν μπορώ να σ υ ν ε χ ί σ ω » . Οι δυο άντρες εξακολούθησαν να παίζουν, και η σιωπή έσπαγε μόνο από τον ήχο που έκαναν τα ζάρια και τα πούλια. «Υπάρχει και κάτι άλλο που θ έ λ ω να ξ έ ρ ε ι ς » , είπε ο Παπα δημητρίου όταν τελείωσε το παιχνίδι και ήταν ώρα να φύγει. « Α ν κερδίσω τις εκλογές, δεν θα θελήσω να μείνω στο σπίτι σου».
γ υ ν α ί κ ε ς . Α κ ό μ η και οι λεπροί που βρίσκονταν περιορισμένοι στο νοσοκομείο με ελάχιστες ε λ π ί δ ε ς να ξανασηκωθούν από το κ ρ ε β ά τ ι τους, είχαν στη διάθεσή τους ένα ψηφοδέλτιο το οποίο επιστράφηκε αμέσως στο δημαρχείο μέσα σε σφραγι σμένο φάκελο. Ο Σπύρος Καζάκης πήρε μόλις μια χούφτα ψήφους, και ο Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς , προς ανακούφιση και έ κ π λ η ξ η του Π α π α δ η
« Μ α δεν είναι σπίτι μ ο υ » , αντέτεινε ο Κοντομάρης. « Ε ί
μητρίου, λ ι γ ό τ ε ρ ε ς από εκατό. Αυτό άφησε τη μερίδα του
ναι το σπίτι του αρχηγού. Π ά ε ι μαζί με τη θέση κι έτσι ήταν
λέοντος και την καθαρή πλειοψηφία στον Α θ η ν α ί ο . Ο κόσμος
πάντα».
ε ί χ ε ψηφίσει με την καρδιά, αλλά και με σοφία. Η στάση του
Ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ τράβηξε μ ι α ρουφηξιά από το τσιγάρο
Μ α κ ρ ι δ ά κ η ήταν πολύ κ α λ ή , αλλά τα έργα μέτρησαν περισ
του κι έκανε παύση καθώς φυσούσε τον καπνό. Αποφάσισε να
σότερο, κι έτσι ο Παπαδημητρίου ήξερε επιτέλους ότι ε ί χ ε
130
131
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
αναγνωριστεί γ ι ' αυτόν το λ ό γ ο . Ήταν μια κ ο μ β ι κ ή σ τ ι γ μ ή στον εκπολιτισμό του νησιού.
ΝΗΣΙ
Το πλήθος των διακοσίων ανθρώπων μ ι μ ή θ η κ ε τη χειρονο μία, και με μια φωνή που ακούστηκε πέρα από τη θάλασσα, μ έ
« Σ υ μ π ο λ ί τ ε ς της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς » , ε ί π ε .
« Ο ι επιθυμίες
χρι την Πλάκα, ανέκραξαν όλοι μαζί: « Γ ι α τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ! » .
μου γ ι α το νησί είναι κ α ι δ ι κ έ ς σας ε π ι θ υ μ ί ε ς » . Μ ι λ ο ύ σ ε στο
Ο Θεόδωρος Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς , απαρατήρητος, γλίστρησε στις
πλήθος που ε ί χ ε σ υ γ κ ε ν τ ρ ω θ ε ί στη μ ι κ ρ ή π λ α τ ε ί α έξω από
σκιές. Λαχταρούσε πολύ καιρό να γ ί ν ε ι ο αρχηγός και η απο
το δημαρχείο τη νύχτα μ ε τ ά τις ε κ λ ο γ έ ς . Η καταμέτρηση
γοήτευση του ήταν π ι κ ρ ή σαν άγουρη ε λ ι ά .
ε ί χ ε μ ό λ ι ς ε π α λ η θ ε υ τ ε ί και ε ί χ ε γ ί ν ε ι η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.
Το επόμενο απόγευμα, η Ε λ π ί δ α Κοντομάρη άρχισε να μαζεύει τα υπάρχοντά της. Μέσα σε μια-δυο μέρες, ε κ ε ί ν η
« Κ ά ν α μ ε ήδη τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ένα πιο πολιτισμένο μέρος,
και ο Πέτρος θα έπρεπε να μετακομίσουν από αυτό το σπίτι
και σε κάποια επίπεδα είναι τώρα ένα καλύτερο μέρος γ ι α
στην τ ω ρ ι ν ή κατοικία του Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . Π ε ρ ί μ ε ν ε τούτη
να ζούμε από τις πόλεις και τα χωριά που μας ε ξ υ π η ρ ε τ ο ύ ν » .
τη σ τ ι γ μ ή πολύ καιρό, αλλά αυτό δεν μαλάκωσε την αίσθηση
Έ γ ν ε ψ ε με το χ έ ρ ι του προς την Π λ ά κ α . « Έ χ ο υ μ ε η λ ε κ τ ρ ι
του φόβου που τη βάραινε τόσο, ώστε δεν μπορούσε σχεδόν
σμό, ενώ η Π λ ά κ α όχι. Έ χ ο υ μ ε φιλόπονο ιατρικό προσωπικό
να κουνηθεί. Σ υ ν έ χ ι σ ε να μαζεύει άτσαλα, το βαρύ κορμί της
και την πιο αφοσιωμένη δασκάλα. Σ τ η ν ενδοχώρα, πολλοί
ήταν απρόθυμο να κάνει τη δουλειά και τα παραμορφωμένα
άνθρωποι ζουν στην ανέχεια, ενώ ε μ ε ί ς όχι. Τ η ν περασμένη
πόδια της την πονούσαν περισσότερο από ποτέ. Κ α θ ώ ς στεκό
εβδομάδα, έφτασαν εδώ σ' εμάς μερικοί από την Ε λ ο ύ ν τ α .
ταν συλλογιζόμενη την προοπτική να πακετάρει το πολύτιμο
Άκουσαν τις φήμες γ ι α την ευημερία μας και ήρθαν να ζη
περιεχόμενο της βιτρίνας - τ ι ς σειρές με τα στρατιωτάκια, τα
τήσουν τρόφιμα από ε μ ά ς . Δ ε ν είναι αυτό ανατροπή;» Έ ν α
μικρά πορσελάνινα αντικείμενα και τα ασημικά που ανήκαν
μουρμουρητό παραδοχής διέτρεξε το πλήθος. « Δ ε ν είμαστε
στην οικογένειά της γ ι α πολλές γ ε ν ι έ ς - αναρωτήθηκε πού θα
πλέον οι απόκληροι που ζητιανεύουν φωνάζοντας, " Α κ ά θ α ρ
κ α τ έ λ η γ α ν αυτά τα πολύτιμα υπάρχοντα όταν δεν θα υπήρ
τος! Α κ ά θ α ρ τ ο ς ! " » συνέχισε.
χαν πια ε κ ε ί ν η και ο Πέτρος. Έφταναν και οι δυο τους στο
« Τ ώ ρ α οι άλλοι έρχονται σ'
εμάς να ζητήσουν ε λ ε η μ ο σ ύ ν η » .
τέλος της πορείας τους.
Έ κ α ν ε μια παύση, κάτι που έδωσε αρκετό χρόνο σε κά
Έ ν α απαλό χ τ ύ π η μ α στην πόρτα δ ι έ κ ο ψ ε τις σ κ έ ψ ε ι ς της.
ποιον από το συγκεντρωμένο πλήθος να φωνάξει: « Ζ ή τ ω ο
« Π ρ έ π ε ι να είναι η Ε λ έ ν η » , σ κ έ φ τ η κ ε . Μολονότι απασχολη
Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ ! » . Ό τ α ν έπαψαν οι ζητωκραυγές, εκείνος
μ έ ν η με το σχολείο και τα καθήκοντα της μητρότητας, η
πρόσθεσε ένα τ ε λ ι κ ό σχόλιο στο δ ι ά γ γ ε λ μ α του.
Ε λ έ ν η ε ί χ ε υποσχεθεί να περάσει εκείνο το απόγευμα γ ι α να
« Υ π ά ρ χ ε ι ένα π ρ ά γ μ α που μας ενώνει: η αρρώστια της
τη β ο η θ ή σ ε ι , και πάντα κρατούσε το λόγο τ η ς . Ό τ α ν η Ε λ
λέπρας. Όταν διαφωνούμε, ας μην ξ ε χ ν ά μ ε ότι δεν μπορούμε
πίδα άνοιξε την πόρτα, όμως, περιμένοντας να δει τη λ υ γ ε
να ξεφύγουμε ο ένας από τον άλλον. Όσο μας μ έ ν ε ι ζ ω ή , ας
ρ ή , όμορφη φ ί λ η της, εμφανίστηκε στη θέση της μ ι α μ ε γ α λ ό
την κάνουμε όσο καλύτερη γ ί ν ε τ α ι - αυτός πρέπει να είναι
σ ω μ η , ν τ υ μ έ ν η με σκούρα ρούχα αντρική φιγούρα. Ήταν ο
ο κοινός μας στόχος». Σ ή κ ω σ ε το χέρι του στον αέρα, δεί
Παπαδημητρίου.
χνοντας με το δάχτυλό του τον ουρανό, σημάδι γιορτής και ν ί κ η ς . « Γ ι α τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α ! » φώναξε. 132
« Κ α λ η σ π έ ρ α , κυρία Κ ο ν τ ο μ ά ρ η . Μ π ο ρ ώ να π ε ρ ά σ ω ; » ρώ τησε ε υ γ ε ν ι κ ά , έχοντας αντιληφθεί την έ κ π λ η ξ ή της. 133
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
« Ν α ι . . . π α ρ α κ α λ ώ » , του απάντησε, παραμερίζοντας γ ι α
ΝΗΣΙ
έκανε τους ανθρώπους να βλέπουν τα πράγματα από τη δ ι κ ή του σκοπιά αλλάζοντας τον τόνο της φωνής του. Σε άλλες πε
να τον αφήσει να μ π ε ι . « Έ χ ω να πω μόνο ένα π ρ ά γ μ α » , της ε ί π ε καθώς στέ
ριπτώσεις πετύχαινε τον ίδιο στόχο υπερισχύοντας με τη δύνα
κονταν ο ένας απέναντι στον άλλον, τριγυρισμένοι από τα
μη της λ ο γ ι κ ή ς του. Οι ικανότητες του ως δικηγόρου ήταν
μισογεμάτα κ ι β ώ τ ι α μ ε β ι β λ ί α , πορσελάνες και φωτογραφίες.
πιο οξυμμένες από ποτέ, ακόμη και στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α .
« Δ ε ν χρειάζεται να μ ε τ α κ ο μ ί σ ε τ ε . Δ ε ν έ χ ω σκοπό να σας
Π ρ ι ν φύγει ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , η Ε λ π ί δ α του ζήτησε να
πάρω το σπίτι. Δ ε ν χρειάζεται. Ο Πέτρος έδωσε τη ζωή του
μ ε ί ν ε ι μαζί τους γ ι α φαγητό, όταν θα επέστρεφε το βράδυ.
όσο ήταν αρχηγός του νησιού, κι έτσι αποφάσισα να του το
Το μ ε γ ά λ ο της ταλέντο ήταν στην κουζίνα. Μ α γ ε ί ρ ε υ ε κα
χαρίσω - π ε ί τ ε το σύνταξη, αν θ έ λ ε τ ε » .
λύτερα από οποιαδήποτε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ,
« Μ α , εδώ ζούσε πάντα ο αρχηγός. Ε ί ν α ι δικό σας τώρα. Ε ξ ά λ λ ο υ , ο Πέτρος δεν θα ' θ ε λ ε ούτε να το ακούσει α υ τ ό » . « Δ ε ν μ ε ενδιαφέρει τ ι γινόταν στο π α ρ ε λ θ ό ν » , απάντησε ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . « Θ έ λ ω να μ ε ί ν ε τ ε εδώ και, όπως και να έ χ ε ι , ε γ ώ θ έ λ ω να ζήσω στο σπίτι που ανακαινίζω. Σ α ς παρα κ α λ ώ » , ε π έ μ ε ι ν ε . « Θ α είναι καλύτερα γ ι α όλους μας έ τ σ ι » . Τα μάτια της Ε λ π ί δ α ς πλημμύρισαν από δάκρυα. « Ε ί ν α ι τόσο ε υ γ ε ν ι κ ό » , ε ί π ε , απλώνοντας τα χέρια της προς το μέρος του. « Τ ό σ ο ε υ γ ε ν ι κ ό . Β λ έ π ω ότι το εννοείτε, αλλά δεν ξέρω πώς θα πείσετε τον Π έ τ ρ ο » .
και μόνο ένας
ανόητος δεν θα δεχόταν τη σ χ ε τ ι κ ή πρόσκληση. Μ ό λ ι ς έφυγε ο άντρας, ε κ ε ί ν η άρχισε να ετοιμάζει το δείπνο, φτιάχνοντας τους αγαπημένους της κεφτέδες και υπολογίζοντας τα υλικά γ ι α το ραβανί. Όταν ήρθε στο σπίτι ο Κοντομάρης εκείνο το βράδυ, με τα καθήκοντά του ως αρχηγού να έχουν φτάσει στο τέλος, τα β ή μ α τ ά του ήταν πιο ανάλαφρα. Μπαίνοντας στο σπίτι του, τον τύλιξαν οι ευωδιές του ψησίματος, και η Ε λ π ί δ α , φορώ ντας την ποδιά της και με τα χέρια απλωμένα, έτρεξε να τον καλωσορίσει. Αγκαλιάστηκαν και έ γ ε ι ρ ε το κεφάλι του στον ώμο της.
« Δ ε ν έ χ ε ι ε π ι λ ο γ ή » , ε ί π ε μ ε αποφασιστικότητα ο Παπα δημητρίου. « Ε γ ώ ε ί μ α ι επικεφαλής τώρα. Αυτό που θ έ λ ω ν α κάνετε είναι να β γ ά λ ε τ ε όλα σας τα πράγματα από αυτά τα
« Τ έ λ ε ι ω σ α ν ό λ α » , μουρμούρισε. « Ε π ι τ έ λ ο υ ς , τ έ λ ε ι ω σ α ν » . Σ η κ ώ ν ο ν τ α ς το β λ έ μ μ α του, παρατήρησε ότι το δωμάτιο ήταν όπως πάντα. Δ ε ν υπήρχε ίχνος από τα μισογεμισμένα
κουτιά και να τα β ά λ ε τ ε α κ ρ ι β ώ ς ε κ ε ί όπου βρίσκονταν πριν.
κ ι β ώ τ ι α , που βρίσκονταν σκορπισμένα στο χώρο όταν έφυγε
Θα έρθω αργότερα γ ι α να β ε β α ι ω θ ώ ότι έ γ ι ν ε » .
το πρωί.
Η Ε λ π ί δ α μπορούσε να κ α τ α λ ά β ε ι ότι δεν επρόκειτο γ ι α
« Γ ι α τ ί δεν μάζεψες τα π ρ ά γ μ α τ α ; » Η φωνή του έ δ ε ι χ ν ε
μ ι α τυχαία χειρονομία. Ο άντρας εννοούσε αυτό που έ λ ε γ ε ,
κάτι περισσότερο από εκνευρισμό. Ήταν αποκαμωμένος και
και ε ί χ ε συνηθίσει να γ ί ν ε τ α ι αυτό που ή θ ε λ ε . Να γ ι α τ ί ε ί χ ε
ή θ ε λ ε τόσο πολύ να περάσουν οι επόμενες μέρες. Ε π ε ι δ ή ευ
ε κ λ ε γ ε ί αρχηγός, και καθώς τοποθετούσε τα μολυβένια στρα
χόταν να είχαν ήδη μετακομίσει στο καινούριο σπίτι τους, το
τ ι ω τ ά κ ι α π ά λ ι στις σειρές τους, προσπαθούσε να αναλύσει τι
γεγονός πως τίποτα δεν φαινόταν έτοιμο να μεταφερθεί τον
ήταν αυτό που έκανε τόσο δύσκολη τη διαφωνία με τον Π α
εκνεύρισε πολύ και τον έκανε να αισθάνεται πιο εξαντλημένος
π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . Δ ε ν ήταν μόνο το μ έ γ ε θ ο ς του κορμιού του.
από ποτέ.
Αυτό από μόνο του θα τον ε ί χ ε κάνει να συμπεριφέρεται σαν
« Μ ά ζ ε ψ α τα πράγματα και μετά τα ξανάβαλα στη θέση
παλικαράς. Ε ί χ ε άλλες, πιο επιδέξιες τ ε χ ν ι κ έ ς . Μ ε ρ ι κ έ ς φορές
τ ο υ ς » , απάντησε η Ε λ π ί δ α α ι ν ι γ μ α τ ι κ ά . « Θ α μείνουμε ε δ ώ » .
134
135
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Α κ ρ ι β ώ ς ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή , ακούστηκε ένας στιβαρός χτύ πος στην πόρτα. Ο Παπαδημητρίου ε ί χ ε φτάσει. « Η κυρία Κοντομάρη μ ε κάλεσε ν α φάμε μ α ζ ί » , ε ί π ε απλά.
ΤΟ
ΝΗΣΙ
μπουγάδες τους, κάνοντας την περιοχή ένα ενεργό σημείο συναντήσεων. Ωστόσο, η κ ο ι ν ω ν ι κ ή πλευρά της ζωής τους ενισχύθηκε από λιγότερο καθημερινές δραστηριότητες. Για τον Πάνο Σ κ λ α -
Μ ό λ ι ς κάθισαν όλοι και πήραν από ένα ποτήρι με γενναία
βούνη, έναν Αθηναίο που κάποτε ήταν ηθοποιός, η ε ρ γ ά σ ι μ η
δόση ούζου, ο Κοντομάρης ξαναβρήκε την αυτοκυριαρχία του.
μέρα ξεκινούσε όταν τ ε λ ε ί ω ν ε ε κ ε ί ν η όλων των ά λ λ ω ν . Λ ί γ ο
« Ν ο μ ί ζ ω ότι έ γ ι ν ε κάποια συνωμοσία», ε ί π ε . « Θ α έπρε
καιρό μετά τις ε κ λ ο γ έ ς , πήρε τον Παπαδημητρίου παράμερα.
πε να θυμώσω, αλλά σας ξέρω και τους δύο πολύ καλά, οπό
Η προσέγγιση του Σ κ λ α β ο ύ ν η ήταν ε π ι θ ε τ ι κ ή , τυπικό χαρα
τε κ α τ α λ α β α ί ν ω ότι δεν έ χ ω ε π ι λ ο γ ή σε αυτό το ζ ή τ η μ α » .
κτηριστικό της συμπεριφοράς αυτού του ανθρώπου. Του άρεσε
Το χ α μ ό γ ε λ ό του ερχόταν σε αντίθεση με τον αυστηρό τόνο και την ψυχρότητα των λ ε γ ο μ έ ν ω ν του. Ε ν δ ό μ υ χ α , ε ί χ ε καταχαρεί με τη γενναιοδωρία του Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , ιδιαίτερα
η αντιπαράθεση, κ α ι ως ηθοποιός στην Αθήνα ε ί χ ε συνηθίσει τις πονηριές. « Η βαρεμάρα εδώ φυτρώνει σαν τ α μ α ν ι τ ά ρ ι α » , ε ί π ε .
ε π ε ι δ ή ήξερε τι σήμαιναν όλα αυτά γ ι α τη γυναίκα του. Οι
« Α υ τ ό που χρειάζονται οι άνθρωποι είναι ψ υ χ α γ ω γ ί α . Π ο λ
τρεις τους τσούγκρισαν τα ποτήρια ως επικύρωση της συμφω
λοί από αυτούς δεν μπορούν να σκεφτούν τι θα γ ί ν ε ι του
νίας που είχαν κ λ ε ί σ ε ι , και το ζήτημα του σπιτιού του αρχη
χρόνου, αλλά ίσως θα μπορούσαν να περιμένουν με ανυπομο
γού δεν αναφέρθηκε ποτέ ξανά μεταξύ τους. Υπήρξαν κάποιες
νησία κάτι που θα γ ί ν ε ι σε μια β δ ο μ ά δ α » .
διαφωνίες από μ έ λ η του συμβουλίου και έντονες συζητήσεις
« Κ α τ α λ α β α ί ν ω τι θες να π ε ι ς και συμφωνώ α π ό λ υ τ α » ,
σχετικά με το τι θα συνέβαινε αν ένας μελλοντικός αρχηγός
απάντησε ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . « Α λ λ ά τι έχεις να π ρ ο τ ε ί ν ε ι ς ; »
ή θ ε λ ε να δ ι ε κ δ ι κ ή σ ε ι το υπέροχο σπίτι, αλλά τ ε λ ι κ ά πέτυχαν
« Ψ υ χ α γ ω γ ί α . Ψ υ χ α γ ω γ ί α μ ε γ ά λ η ς κ λ ί μ α κ α ς » , αποκρί
ένα συμβιβασμό: η κ α τ ο χ ή του σπιτιού θα επανεξεταζόταν κ ά θ ε π έ ν τ ε χρόνια.
θ η κ ε ο Σ κ λ α β ο ύ ν η ς κάπως φαντασμένα. « Π ο υ σημαίνει τ ι ; » ρώτησε ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ .
Μ ε τ ά τις ε κ λ ο γ έ ς , συνεχίστηκαν γοργά οι εργασίες γ ι α
« Τ α ι ν ί ε ς » , είπε ο Σκλαβούνης.
την ανασυγκρότηση του νησιού. Οι προσπάθειες του Παπα
Έ ξ ι μήνες νωρίτερα, μια τέτοια πρόταση θα ε ί χ ε φανεί
δημητρίου δεν ήταν απλώς π ρ ο ε κ λ ο γ ι κ ό κόλπο. Οι επισκευές
υπέρμετρα φιλόδοξη και αστεία, σαν να έ λ ε γ ε κάποιος στους
και οι ανακατασκευές συνεχίστηκαν μ έ χ ρ ι που όλοι είχαν ένα
λεπρούς να κολυμπήσουν μ έ χ ρ ι την Ελούντα απέναντι γ ι α να
ευπρεπές μέρος να μείνουν, τον δικό τους φούρνο, συνήθως
πάνε στον κινηματογράφο. Τ ώ ρ α , όμως, δεν ήταν έξω από
στην αυλή μπροστά στο σπίτι τους, κ α ι , ακόμη πιο σημαντικό
τη σφαίρα του εφικτού.
γ ι α το αίσθημα περηφάνιας τους, μια ε ξ ω τ ε ρ ι κ ή τουαλέτα. Τ ώ ρ α που το νερό συγκεντρωνόταν με αποτελεσματικό τρόπο, υπήρχε άφθονο γ ι α όλους, κι έτσι χ τ ί σ τ η κ ε ένα ε κ τ ε
«Λοιπόν, έχουμε γ ε ν ν ή τ ρ ι α » , είπε ο Παπαδημητρίου, « κ ά τι που είναι μια κ α λ ή αρχή, αλλά δεν είναι το μόνο που χρειάζεται, σωστά;»
ταμένο κοινοτικό πλυσταριό, με μια μακριά σειρά από λείους
Το να κρατήσει τους νησιώτες ευχαριστημένους και απα
τσιμεντένιους νεροχύτες. Ήταν κάτι λ ι γ ό τ ε ρ ο από πολυτέλεια
σχολημένους τα βράδια ίσως να βοηθούσε π ρ ά γ μ α τ ι να εξα
γ ι α τις γυναίκες, που περνούσαν ε κ ε ί την ώρα τους με τ ι ς
λ ε ι φ θ ε ί μ ε γ ά λ ο μέρος της δυσαρέσκειας που εξακολουθούσε
136
137
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
να πλανάται. Όσο θα κάθονταν οι άνθρωποι στις σειρές στο
μεγάλη όταν ο κόσμος συνειδητοποίησε ότι η προβολή είχε μα
σκοτάδι, σκέφτηκε ο Παπαδημητρίου, δεν θα μπορούσαν να
ταιωθεί,
μεθάνε και να πλέκουν συνωμοσίες στο καφενείο.
κυκλοφορούσαν κατσουφιασμένοι,
« Τ ι άλλο χρειάζεσαι;» ρώτησε.
και
σχεδόν έγινε διαδήλωση.
σοδειά! Τέλος πάντων,
Ο Σ κ λ α β ο ύ ν η ς απάντησε αμέσως. Ε ί χ ε ή δ η υπολογίσει
μάδα,
πόσοι άνθρωποι θα χωρούσαν στο δημαρχείο και πού θα έ β ρ ι
βγάζει
και
Για πολλές μέρες όλοι
σαν να είχε πάει άσχημα η
όλοι ευθύμησαν όσο περνούσε η εβδο
ανακουφιστήκαμε όταν είδαμε τον πατέρα σας να
τις μπομπίνες
στην
ξηρά.
σκε μ η χ α ν ή προβολής, οθόνη και μ π ο μ π ί ν ε ς . Ε ί χ ε επίσης κά ν ε ι , κάτι πολύ σημαντικό, τους οικονομικούς υπολογισμούς.
Μέσα σε βδομάδες, ωστόσο, ο Γ ι ώ ρ γ η ς άρχισε να φέρνει κι
Το στοιχείο που έ λ ε ι π ε , μ έ χ ρ ι να πάρει την έγκριση της επι
άλλα, εκτός από τις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς ταινίες από την Α θ ή ν α . Ε ί χ ε
τροπής, ήταν τα χρήματα, αλλά με δεδομένο ότι πολλοί από
μαζί του και μπομπίνες με επίκαιρα, πράγμα που ενημέρωνε
τους λεπρούς είχαν πλέον κάποιο εισόδημα, θα μπορούσε να
το κοινό γ ι α τα γεγονότα στον έξω κόσμο. Μολονότι έφταναν
υπάρχει εισιτήριο, και το κόστος του ε γ χ ε ι ρ ή μ α τ ο ς ίσως να
στο νησί αντίτυπα της εβδομαδιαίας εφημερίδας της Κρήτης,
καλυπτόταν τ ε λ ι κ ά από μόνο του.
και κάπου-κάπου μεταδίδονταν από τα ραδιόφωνα δελτία
Μέσα σε λ ί γ ε ς εβδομάδες από το αρχικό αίτημα του, εμφανίστηκαν αφίσες σε ολόκληρη την π ό λ η : Σάββατο
9
Απριλίου
7:00 Στο Οι
μ.μ.
Δημαρχείο
Απάχηδες Εισιτήριο:
των 2
Αθηνών
δραχμές
ειδήσεων, κανείς ουσιαστικά δεν ε ί χ ε ιδέα γ ι α το μ έ γ ε θ ο ς του ολέθρου που έσπερνε σε ολόκληρη την Ε υ ρ ώ π η η ναζιστική Γερμανία. Σε αυτό το στάδιο, τα συγκεκριμένα ανοσιουργήματα φάνταζαν απόμακρα και οι κάτοικοι της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς είχαν ά λ λ ε ς , πιο άμεσες έ γ ν ο ι ε ς . Οι ε κ λ ο γ έ ς είχαν περάσει κι ερχόταν το Πάσχα. Τα προηγούμενα χρόνια, ε ί χ ε ατονήσει η τήρηση αυτής της μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η ς χριστιανικής γ ι ο ρ τ ή ς . Οι εορτασμοί που γ ί
Μ έ χ ρ ι τις έξι εκείνο το βράδυ, πάνω από εκατό άνθρωποι
νονταν στην Π λ ά κ α ήταν πολύ θορυβώδεις, και μολονότι μια
είχαν σχηματίσει ουρά έξω από το δημαρχείο. Τουλάχιστον
μικρογραφία όλων αυτών συνέβαινε και στη μ ι κ ρ ή εκκλησία
άλλοι ογδόντα έφτασαν μέχρι να ανοίξουν οι πόρτες στις έξι
του Α γ ί ο υ Π α ν τ ε λ ε ή μ ο ν α στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , υπήρχε η αίσθηση
και μ ι σ ή , και ο ίδιος ενθουσιασμός επικράτησε και στην τ α ι
ότι δεν ήταν το ίδιο με τον κανονικό εορτασμό που γινόταν
νία του επόμενου Σ α β β ά τ ο υ .
στην ά λ λ η άκρη της θάλασσας.
Η Ε λ έ ν η έσκαγε από ενθουσιασμό όταν έ γ ρ α ψ ε στις κόρες της γ ι α το νέο μέσο ψ υ χ α γ ω γ ί α ς ;
Τ ο ύ τ η η χρονιά έ μ ε λ λ ε να είναι διαφορετική. Ο Π α π α δ η μητρίου θα το εξασφάλιζε αυτό. Ο εορτασμός της Ανάστασης του Χριστού στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α δεν θα υπολειπόταν σε τίποτα
Απολαμβάνουμε όλοι τις ταινίες τόσο πολύ - είναι το αποκο
από τις εκδηλώσεις στην Κ ρ ή τ η , ή α κ ό μ η και στην ίδια την
ρύφωμα της εβδομάδας.
ηπειρωτική Ελλάδα.
Τα πράγματα, όμως, δεν πάνε πάντα
σύμφωνα με το πρόγραμμα.
Το περασμένο Σάββατο, δεν έφτα
Η περίοδος της νηστείας ε ί χ ε τηρηθεί με αυστηρότητα. Οι
σαν οι μπομπίνες από τον Άγιο Νικόλαο. Η απογοήτευση ήταν
περισσότεροι δεν έφαγαν κρέας και ψάρι γ ι α σαράντα μέρες,
138
139
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
και την τ ε λ ε υ τ α ί α εβδομάδα η κατανάλωση κρασιού και
« Κ ά τ ι που δεν θα συμβεί μ' ε μ ά ς » , διέκοψε ο Θεόδωρος
ελαιολάδου περιορίστηκε σ ε σημείο απαγόρευσης. Τ η Μ ε γ ά
Μακριδάκης, ο οποίος έτυχε να περπατάει πίσω τους και ήταν
λη Π έ μ π τ η , ο ξύλινος σταυρός στην ε κ κ λ η σ ί α , που ήταν αρ
πάντοτε έτοιμος να κάνει ένα αρνητικό σχόλιο. Η ανάσταση
κετά μ ε γ ά λ η γ ι α να χωρέσει ίσως εκατό ψυχές (εφόσον ήταν
του σώματος φαινόταν μια απίθανη ιδέα, αλλά οι πολύ πιστοί
σ τ ρ ι μ ω γ μ έ ν ε ς σαν σαρδέλες), στολίστηκε με λεμονανθούς και
ανάμεσα τους ήξεραν ότι αυτή ήταν η υπόσχεση: ένα νέο, αμα-
σχηματίστηκε μ ι α μακριά σειρά ανθρώπων στο δρόμο γ ι α να
γάριστο, αναστημένο σώμα. Ήταν όλη η ουσία της ιστορίας και
θρηνήσουν τον Χριστό και να φιλήσουν τα πόδια του. Το π λ ή
το νόημα του τελετουργικού. Οι πιστοί επέμεναν σε αυτό.
θος των πιστών μέσα και έξω από την εκκλησία έστεκε σιω
Το Σ ά β β α τ ο ήταν μια ήσυχη μέρα. Υποτίθεται ότι όλοι,
π η λ ό . Ήταν μια σ τ ι γ μ ή μ ε λ α γ χ ο λ ί α ς , και α κ ό μ η περισσότερο
άντρες, γυναίκες και παιδιά, πενθούσαν. Α ν τ ί θ ε τ α , όλοι ήταν
όταν κοίταζαν την εικόνα του Α γ ί ο υ Π α ν τ ε λ ε ή μ ο ν α , ο οποίος
απασχολημένοι. Η Ε λ έ ν η οργάνωσε τα παιδιά σε ομάδα ερ
ήταν, όπως το έθεσε ο πιο κυνικός από τους λεπρούς, ο υπο
γασίας γ ι α να βάψουν αυγά και μετά να τα διακοσμήσουν με
τ ι θ έ μ ε ν ο ς προστάτης άγιος της ίασης. Π ο λ λ ο ί είχαν χάσει την
μικρά αποτυπώματα φύλλων. Σ τ ο μεταξύ, άλλες γυναίκες
πίστη τους σε αυτόν κάμποσο καιρό πριν, αλλά η ιστορία της
έψηναν το παραδοσιακό ψ ω μ ί . Σε αντίθεση με αυτές τις ευ
ζωής του τον ε ί χ ε κάνει την τ έ λ ε ι α ε π ι λ ο γ ή γ ι α μια τέτοια
γ ε ν ε ί ς δραστηριότητες, όλοι οι άντρες βοήθησαν στη σφαγή
εκκλησία. Νεαρός γιατρός την εποχή της Ρ ω μ α ϊ κ ή ς Αυτοκρα
και την προετοιμασία των αρνιών που είχαν μεταφερθεί ε κ ε ί
τορίας, ακολούθησε το π α ρ ά δ ε ι γ μ α της μητέρας του κι έ γ ι ν ε
λ ί γ ε ς εβδομάδες νωρίτερα. Μ ό λ ι ς τελείωσαν όλες αυτές οι
χριστιανός, πράξη που σχεδόν σίγουρα θα κ α τ έ λ η γ ε στη δ ί ω
δουλειές, οι άνθρωποι πήγαν π ά λ ι στην εκκλησία γ ι α να τη
ξη του. Η επιτυχία του στην ίαση των αρρώστων ή γ ε ι ρ ε υπο
στολίσουν
ψίες, συνελήφθη, βασανίστηκε στον τροχό και τελικά τον έβρα
κλαριά μυρτιάς, και νωρίς το βράδυ μια π ι κ ρ ό γ λ υ κ η μυρωδιά
σαν ζωντανό.
αναδυόταν από το κτίριο και ο αέρας ήταν φορτωμένος με
Όσο κυνικοί κι αν ήταν οι νησιώτες σχετικά με τις θερα
με κλαδάκια δεντρολίβανου,
φύλλα δάφνης και
αναμονή και θ υ μ ί α μ α .
πευτικές δυνάμεις του αγίου, όλοι παρευρέθηκαν στην περιφο
Η Ε λ έ ν η στεκόταν στην είσοδο της κατάμεστης ε κ κ λ η
ρά του Επιταφίου την επόμενη μέρα. Τον στόλισαν το πρωί,
σίας. Ό λ ο ι ήταν σιωπηλοί, ήσυχοι και γ ε μ ά τ ο ι ανυπομονησία,
και αργά το απόγευμα τον περιέφεραν στους δρόμους. Ήταν
τεντώνονταν να ακούσουν τους πρώτους ψιθύρους του « Κ ύ ρ ι ε ε λ έ η σ ο ν » . Άρχισε τόσο απαλά, αλλά μετά γ ι γ α ν τ ώ θ η κ ε σε
μια ε ι λ ι κ ρ ι ν ή ς ε κ δ ή λ ω σ η . « Έ χ ο υ μ ε κάνει π ο λ λ ή εξάσκηση σε αυτό, σωστά;» σχολί
κάτι σχεδόν απτό, που γ έ μ ι σ ε το κτίριο και ξ ε χ ύ θ η κ ε στον
ασε με σαρδόνιο ύφος η Ε λ π ί δ α στην Ε λ έ ν η , καθώς περπα
κόσμο έ ξ ω . Τα κεριά που έκαιγαν μέσα στην εκκλησία έσβη
τούσαν αργά στο δρόμο, με την ουρά των διακοσίων ανθρώ
σαν, και κάτω από έναν ουρανό χωρίς φ ε γ γ ά ρ ι κι αστέρια, ο
πων να ανεβαίνει σαν φίδι το μονοπάτι που οδηγούσε στη
κόσμος βυθίστηκε στο σκοτάδι. Για μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς , η Ε λ έ ν η δεν μπορούσε να νιώσει
βόρεια πλευρά του νησιού. « Σ ω σ τ ά » , συμφώνησε ε κ ε ί ν η , « α λ λ ά υπάρχει μια διαφο ρά. Αυτός ο άνθρωπος ανασταίνεται...» 140
τίποτε άλλο από το βαρύ άρωμα του λ ι ω μ έ ν ο υ κεριού που πότιζε τον αέρα. 141
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Τα μεσάνυχτα, όταν μπορούσαν να ακούσουν το χτύπημα
Το τελευταίο μέρος του τελετουργικού ήταν το άναμμα
της καμπάνας από την εκκλησία της Π λ ά κ α ς , ο παπάς άναψε
της πυρράς, το συμβολικό κ ά ψ ι μ ο του προδότη Ιούδα Ισκαριώ
ένα μόνο κ ε ρ ί .
τ η . Ό λ η την ημέρα οι άνθρωποι συγκέντρωναν προσανάμματα
« Δ ε ύ τ ε λ ά β ε τ ε φ ω ς » , πρόσταξε. Ο παπα-Καζάκος πρό
και έκοβαν από τους θάμνους τα ξερά κλαδιά τους. Ο παπάς
φερε τα ιερά λ ό γ ι α με σεβασμό αλλά και με ευθύτητα, και οι
άναψε τη φωτιά και η χαρά ήταν μ ε γ ά λ η , όταν αυτή φού
νησιώτες δεν είχαν αμφιβολία ότι αυτή ήταν ε ν τ ο λ ή να τον
ντωσε μανιασμένη και τα βαρελότα άρχισαν να σκάνε στον
πλησιάσουν. Ένας-ένας όσοι βρίσκονταν πιο κοντά άπλωσαν
ουρανό τ ρ ι γ ύ ρ ω . Ε ί χ ε αρχίσει ο πραγματικός εορτασμός. Σε
τις λαμπάδες τους, και από αυτές η φλόγα μοιράστηκε σε
κ ά θ ε μακρινό χωριό, κ ω μ ό π ο λ η και π ό λ η , από την Π λ ά κ α
όλους, μ έ χ ρ ι που μέσα κι έξω από την εκκλησία δ η μ ι ο υ ρ γ ή
μ έ χ ρ ι την Αθήνα, θα στηνόταν μ ε γ ά λ ο γ λ έ ν τ ι , και φέτος θα
θ η κ ε ένα δάσος από φλόγες που τρεμόπαιζαν. Σε λ ι γ ό τ ε ρ ο
υπήρχε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α τόση ευθυμία όση και οπουδήποτε
από ένα λ ε π τ ό , το σκοτάδι ε ί χ ε δώσει τη θέση του στο φως.
αλλού στη χώρα. Ήταν σίγουρο ότι στην Π λ ά κ α μπορούσαν
Ο παπα-Καζάκος, ένας καλόκαρδος άντρας με πλούσια γενειάδα και α γ ά π η γ ι α την κ α λ ή ζωή - π ρ ά γ μ α που προ καλούσε δίκαια σκεπτικισμό σε μερικούς σχετικά με το αν
να ακούσουν τις ζωηρές μ ε λ ω δ ί ε ς του μπουζουκιού, καθώς άρχιζε ο χορός στο νησί. Π ο λ λ ο ί από τους λεπρούς δεν είχαν χορέψει γ ι α χρόνια,
ε ί χ ε νηστέψει καθόλου στη διάρκεια της Σαρακοστής- άρχισε
κι αν δεν ήταν τόσο σακατεμένοι ώστε να μην μπορούν να
τώρα να διαβάζει το Ε υ α γ γ έ λ ι ο . Ήταν ένα γνωστό χωρίο και
περπατήσουν, τους παρότρυναν να μπουν στον κύκλο που κ ι
πολλοί από τους γηραιότερους νησιώτες κινούσαν τα χ ε ί λ η
νούνταν ρυθμικά γ ύ ρ ω - γ ύ ρ ω . Από τα σκονισμένα σεντούκια
τους με τ έ λ ε ι ο συγχρονισμό.
τους είχαν β γ ά λ ε ι παραδοσιακές φορεσιές, κι έτσι ανάμεσα
« Χ ρ ι σ τ ό ς Α ν έ σ τ η ! » αναφώνησε στο τέλος του χωρίου.
τους βρίσκονταν πολλοί άντρες με σαρίκια, ψηλές μπότες, και
« Χ ρ ι σ τ ό ς Ανέστη! Χριστός Α ν έ σ τ η ! » φώναξε το πλήθος
πολλές γυναίκες είχαν φορέσει τα πλουμιστά σεγκούνια τους και τα πολύχρωμα μ α ν τ ί λ ι α τους γ ι α την περίσταση.
σύσσωμο. Η η χ η ρ ή θ ρ ι α μ β ε υ τ ι κ ή κ ρ α υ γ ή ακουγόταν στο δρόμο γ ι α
Μ ε ρ ι κ ο ί από τους χορευτές ήταν ιδιαίτερα εντυπωσια
κάμποση ώρα, καθώς οι άνθρωποι εύχονταν χρόνια πολλά ο
κοί, αλλά όσοι δεν τα κατάφερναν έδιναν τη θέση τους στους
ένας στον άλλον και ανταπέδιδαν τις ευχές με ενθουσιασμό.
ικανούς και δραστήριους, που στροβιλίζονταν με τέτοιο πά
Μ ε τ ά , ήταν ώρα να πάνε με προσοχή τις λαμπάδες στα
θος, σαν να ήταν η τελευταία φορά που χόρευαν. Μ ε τ ά τους χορούς ήρθαν τα τραγούδια, οι μαντινάδες. Κάποιες ήταν
σπίτια τους. « Έ λ α , Δ η μ ή τ ρ η » , παρότρυνε η Ε λ έ ν η το αγόρι. « Π α να δούμε αν μπορούμε να την π ά μ ε στο σπίτι χωρίς να σ β ή σ ε ι » . Αν κατάφερναν να φτάσουν στο σπίτι με τη λαμπάδα α ν α μ μ έ ν η , θα είχαν ευλογία ολόκληρη τη χρονιά, κι ε κ ε ί ν η τη γ α λ ή ν ι α νύχτα του Απριλίου κάτι τέτοιο ήταν απόλυτα εφικτό. Μέσα σε λ ί γ α λεπτά όλα τα σπίτια στο νησί είχαν μια λαμπάδα που έ λ α μ π ε στο παράθυρό τους. 142
γ λ υ κ έ ς , κάποιες μ ε λ α γ χ ο λ ι κ έ ς · μ ε ρ ι κ έ ς ήταν μπαλάντες που έ λ ε γ α ν μ ε γ ά λ ε ς ιστορίες και έκαναν τους γηραιότερους και τα παιδιά σχεδόν να αποκοιμηθούν. Το ξ η μ έ ρ ω μ α , οι περισσότεροι είχαν ήδη βρει το δρόμο γ ι α τα κρεβάτια τους, αλλά μερικοί είχαν σωριαστεί ξεροί στις καρέκλες της ταβέρνας, χορτασμένοι όχι μόνο από ρ α κ ή , αλλά και από το πιο νόστιμο αρνί που είχαν γ ε υ τ ε ί ποτέ. 143
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
Από την εποχή που κατέλαβαν το νησί οι Τούρκοι ε ί χ ε να
ΝΗΣΙ
« Μ ι α χαρά. Με βοηθάει πολύ τώρα πια που δυσκολεύομαι,
δει η Σ π ι ν α λ ό γ κ α τόση ε υ θ υ μ ί α . Γιόρταζαν στο όνομα του
να περπατήσω, και τους τελευταίους μήνες έ χ ε ι μ ε γ α λ ώ σ ε ι
Θ ε ο ύ . Ο Χριστός αναστήθηκε, και με κάποιον τρόπο ήταν
πολύ και μπορεί να μου κουβαλήσει όλα τα ψώνια. Δ ε ν μπο
και γ ι ' αυτούς μια Ανάσταση εκ νεκρών, μια Ανάσταση του
ρώ να μη σκέφτομαι ότι εδώ είναι πιο ευτυχισμένος απ' όσο
πνεύματος τους.
πριν, αν και δεν α μ φ ι β ά λ λ ω ότι του λείπουν οι γονείς τ ο υ » . « Τ ο υ ς αναφέρει π ο τ έ ; »
Ο Υ Π Ο Λ Ο Ι Π Ο Σ Α Π Ρ Ι Λ Ι Ο Σ ήταν περίοδος έντονης δραστηριό
« Δ ε ν έ χ ε ι π ε ι λ έ ξ η γ ι ' αυτούς ε δ ώ και β δ ο μ ά δ ε ς . Ξ έ ρ ε ι ς
τητας. Ε ί χ α ν φτάσει κι άλλοι λεπροί από την Αθήνα το Μ ά ρ
κ ά τ ι ; Δ ε ν έ χ ε ι πάρει ούτε ένα γ ρ ά μ μ α τους όσο καιρό βρίσκε
τ ι ο , πέρα από τους περίπου δέκα οι οποίοι είχαν έρθει από
ται ε δ ώ . Κακόμοιρο π α ι δ ί . . . »
διάφορα μ έ ρ η της Κρήτης τους μήνες του χ ε ι μ ώ ν α . Αυτό σή
Μ έ χ ρ ι το τέλος Μ α ΐ ο υ , η ζωή ε ί χ ε βρει τους συνηθισμέ
μαινε ότι απαιτούνταν περισσότερες εργασίες αναστήλωσης,
νους καλοκαιρινούς ρυθμούς της, με τον μεσημεριανό ύπνο
και όλοι ήξεραν πως μόλις η θερμοκρασία ανέβαινε κατα
και τις ζεστές νύχτες. Οι μ ύ γ ε ς βούιζαν τ ρ ι γ ύ ρ ω κι ένα πέπλο
κόρυφα, πολλές δουλειές θα έμεναν στη μέση γ ι α να συνεχι
ζέστης κ ά λ υ π τ ε το νησί από το μ ε σ η μ έ ρ ι μ έ χ ρ ι το σούρουπο.
στούν το φθινόπωρο. Ο τούρκικος μαχαλάς τ ε λ ε ί ω σ ε και ολο
Σ χ ε δ ό ν τίποτα δεν κινιόταν αυτές τις ώρες της κάψας. Υπήρ
κληρώθηκαν
χε πλέον μια αίσθηση μονιμότητας εδώ κ α ι , μολονότι δεν το
οι
επισκευές
των
βενετσιάνικων
δεξαμενών.
Περάστηκε άλλο ένα χ έ ρ ι μ π ο γ ι ά ς στις πόρτες κ α ι τα πα
ομολογούσε κανείς, η πλειονότητα των ανθρώπων έ ν ι ω θ ε ότι
ντζούρια, και στερεώθηκαν όλα τα κ ε ρ α μ ί δ ι α στη σ τ έ γ η της
η ζωή άξιζε τον κόπο. Κ α θ ώ ς η Ε λ έ ν η βάδιζε κουτσά προς το
εκκλησίας.
σχολείο ένα συνηθισμένο πρωινό, οι αισθήσεις της δέχτηκαν
Κ α θ ώ ς η Σ π ι ν α λ ό γ κ α αναγεννιόταν από τις στάχτες της,
απρόσμενα το κέντρισμα από τη δυνατή μυρωδιά του καφέ,
η Ε λ έ ν η άρχιζε να εξασθενεί. Παρακολουθούσε το συνεχιζό
α ν ά μ ε ι κ τ η με το γ λ υ κ ό άρωμα της μιμόζας στο δρόμο· την
μενο έργο αναστήλωσης και δεν μπορούσε να μην το συγκρί
εικόνα ενός άντρα που κατηφόριζε το λόφο, με το γαϊδουρά-
νει μ ε τ η δ ι κ ή της β α θ μ ι α ί α επιδείνωση της υ γ ε ί α ς τ η ς . Για
κι του φορτωμένο πορτοκάλια· τον ήχο από τα φιλντισένια
μήνες ξεγελούσε τον εαυτό της ότι δεν υπήρχε κάποια εξέ
πούλια του τ α β λ ι ο ύ και το κροτάλισμα των ζαριών που δ ι έ κ ο
λ ι ξ η της αρρώστιας και ότι το σώμα της αντιστεκόταν, αλλά
πταν τη βουή της συζήτησης στο καφενείο. Ό π ω ς συνέβαινε σε
τότε άρχισε να παρατηρεί α λ λ α γ έ ς , σχεδόν κ ά θ ε μέρα. Τα
κ ά θ ε κρητικό χωριό, οι η λ ι κ ι ω μ έ ν ε ς γ υ ν α ί κ ε ς κάθονταν στο
ε ξ ο γ κ ώ μ α τ α στα πόδια της είχαν πολλαπλασιαστεί, και γ ι α
κ α τ ώ φ λ ι χαζεύοντας την κίνηση στο δρόμο και κουνούσαν το
πολλές εβδομάδες πια περπατούσε χωρίς να τα ν ι ώ θ ε ι .
κεφάλι τους γ ι α να την χαιρετήσουν καθώς περνούσε. Αυτές
« Δ ε ν μπορεί να κάνει κάτι ο γιατρός γ ι α να σε β ο η θ ή σ ε ι ; » ρώτησε ήρεμα ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Ό χ ι » , του απάντησε. « Ν ο μ ί ζ ω ότι πρέπει να το πάρου
οι γ υ ν α ί κ ε ς δεν κοιτούσαν ποτέ η μία την ά λ λ η όσο μιλούσαν, μην τυχόν και χάσουν κάτι από τα τ ε κ τ α ι ν ό μ ε ν α . Σ υ ν έ β α ι ν α ν πολλά στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Κάπου-κάπου γ ι ν ό ταν και κανένας γ ά μ ο ς . Αυτά τα σημαντικά γεγονότα, η αύ
μ ε απόφαση». « Π ώ ς είναι ο Δ η μ ή τ ρ η ς ; » τη ρώτησε, προσπαθώντας να
ξηση της κοινωνικής ζωής στο νησί και οι ά λ λ ε ς σημαντικές πληροφορίες τις οποίες χρειαζόταν να γ ν ω ρ ί ζ ε ι ο πληθυσμός,
α λ λ ά ξ ε ι θ έ μ α συζήτησης. 144
145
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
σύντομα δημιούργησαν την α ν ά γ κ η γ ι α μια εφημερίδα.
Ο
Γιάννης Σ ο λ ω μ ο ν ί δ η ς , κάποτε δημοσιογράφος στην Αθήνα, α ν έ λ α β ε επικεφαλής κ α ι , μόλις κατάφερε να εξασφαλίσει π ι ε στήριο, τύπωσε πενήντα αντίτυπα ενός εβδομαδιαίου φύλλου με τον τ ί τ λ ο Ο Αστήρ της Σπιναλόγκας. Αυτά κυκλοφόρησαν γρήγορα και όλοι στο νησί τα καταβρόχθισαν με ενδιαφέ ρον. Α ρ χ ι κ ά , η εφημερίδα π ε ρ ι ε ί χ ε τα τοπικά ζητήματα του νησιού, τον τ ί τ λ ο της ταινίας της εβδομάδας, τις ώρες λ ε ι τουργίας του φαρμακείου, τα απωλεσθέντα, ευρεθέντα και
Έβδομο Κεφάλαιο
προς πώληση α ν τ ι κ ε ί μ ε ν α , κ α ι , φυσικά, τους γάμους και τους θανάτους. Κ α θ ώ ς περνούσε ο καιρός, άρχισε να π ε ρ ι λ α μ β ά ν ε ι μια ε π ι λ ο γ ή θεμάτων από την ενδοχώρα, άρθρα, α κ ό μ η και γελοιογραφίες. Μ ι α μέρα του Ν ο ε μ β ρ ί ο υ , υπήρξε ένα γεγονός που δεν αναφέρθηκε στην εφημερίδα. Ο ύ τ ε μια πρόταση, ούτε καν μια λ έ ξ η δεν κ α τ έ γ ρ α ψ ε την επίσκεψη ενός μυστηριώδους άντρα με μαύρα μ α λ λ ι ά , η κ ο μ ψ ή εμφάνιση του οποίου θα τον έκανε να περνάει απαρατήρητος στο πλήθος του Η ρ α κ λ ε ί ο υ . Σ τ η ν
Ο
ΓΙΑΤΡΟΣ
ΛΑΠΑΚΗΣ
ε ί χ ε ενημερώσει τον Γ ι ώ ρ γ η
ότι π ε ρ ί μ ε ν ε έναν επισκέπτη ο οποίος θα έπρεπε να μεταφερθεί στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α
και
μετά πίσω στην
Π λ ά κ α , λ ί γ ε ς ώρες αργότερα. Το όνομά του ήταν Νικόλαος
Π λ ά κ α , ωστόσο, τον παρατήρησαν αρκετοί άνθρωποι, ε π ε ι δ ή
Κυρίτσης. Ήταν λ ί γ ο πάνω από τριάντα ετών,
ήταν σπάνιο να δουν κάποιον στο χωριό να φοράει κοστούμι,
μαύρα μ α λ λ ι ά , και η εμφάνιση του δεν θύμιζε τον τυπικό
με πυκνά,
εκτός, β έ β α ι α , κι αν γινόταν γάμος ή κ η δ ε ί α . Ό μ ω ς , τίποτε
Κ ρ η τ ι κ ό , ενώ το καλοραμμένο κοστούμι του τόνιζε το λεπτό
από αυτά δεν συνέβαινε ε κ ε ί ν η την ημέρα.
κορμί του. Η επιδερμίδα του ήταν τ ε ν τ ω μ έ ν η πάνω στα πεταχτά ζυγωματικά του. Μ ε ρ ι κ ο ί θεωρούσαν ότι έ δ ε ι χ ν ε σπουδαίος, ενώ άλλοι πίστευαν πως έδινε την εικόνα υποσιτισμένου. Κα μία από τις δυο απόψεις δεν ήταν λάθος. Ο
Κυρίτσης
φάνταζε
παράταιρος
στην
προκυμαία
της
Π λ ά κ α ς . Δ ε ν ε ί χ ε αποσκευές, ούτε κ ι β ώ τ ι α , ούτε δακρυσμένη οικογένεια να τον αποχαιρετά, όπως οι περισσότεροι άνθρω ποι τους οποίους μετέφερε ο Γ ι ώ ρ γ η ς απέναντι, μόνο έναν πολύ λεπτό χαρτοφύλακα, που τον κρατούσε σφιχτά στο στή θος του.
Οι μοναδικοί άλλοι άνθρωποι που πήγαιναν στη
Σ π ι ν α λ ό γ κ α ήταν ο Λαπάκης, κ α ι , σπάνια, ο αντιπρόσωπος 146
147
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
της κυβέρνησης, όταν έκανε μια σύντομη ε π ί σ κ ε ψ η γ ι α να
Ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ π ε ρ ί μ ε ν ε στην προκυμαία γ ι α να υπο
ε κ τ ι μ ή σ ε ι τα οικονομικά α ι τ ή μ α τ α . Αυτός ο άντρας ήταν ο
δ ε χ τ ε ί το γ ι α τ ρ ό , και ο Γ ι ώ ρ γ η ς τους παρακολούθησε μ έ χ ρ ι
πρώτος πραγματικός επισκέπτης τον οποίο θα π ή γ α ι ν ε ο Γ ι ώ ρ
που χάθηκαν μέσα στη σήραγγα και οι δυο τους, η κ ο μ ψ ή
γ η ς ε κ ε ί . Έ τ σ ι , ξεπέρασε τ η συνηθισμένη επιφυλακτικότητα
φιγούρα με τον λεπτό δερμάτινο χαρτοφύλακα και η σ τ ι β α ρ ή ,
του με τους ξένους και του μ ί λ η σ ε .
ψ η λ ή φιγούρα του αρχηγού του νησιού.
« Τ ι δουλειά έ χ ε τ ε στο ν η σ ί ; »
Έ ν α π α γ ω μ έ ν ο ρεύμα αέρα μαστίγωσε το νερό και τα
« Ε ί μ α ι γ ι α τ ρ ό ς » , απάντησε εκείνος.
ρακούνησε τη βάρκα του Γ ι ώ ρ γ η . Ε κ ε ί ν ο ς , όμως, άρχισε να
« Μ α , έχουν ή δ η γιατρό ε κ ε ί » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Σ ή μ ε ρ α
τραγουδάει σιγανά. Σ ή μ ε ρ α , δεν θα τον πτοούσαν τα στοιχεία
τον π ή γ α » .
της φύσης.
« Ν α ι , τ ο ξ έ ρ ω . Τ ο γιατρό Λ α π ά κ η θ α ε π ι σ κ ε φ τ ώ . Ε ί ν α ι συνάδελφος και φίλος μου εδώ και πολλά χ ρ ό ν ι α » .
Κ Α Θ Ω Σ ΟΙ Δ Υ Ο Α Ν Τ Ρ Ε Σ ανηφόριζαν στον κεντρικό δρόμο,
« Δ ε ν είστε λεπρός, έ τ σ ι ; » ρώτησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς .
ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ ανέκρινε τον Κ υ ρ ί τ σ η . Γνώριζε πάρα πολλά
« Ό χ ι » , απάντησε ο ξένος, και στο πρόσωπό του σχεδόν
και ήξερε τι ερωτήσεις να κ ά ν ε ι .
χ α ρ ά χ τ η κ ε ένα χ α μ ό γ ε λ ο . « Κ α ι κάποια μέρα, δεν θα είναι και κανένας απ' όσους βρίσκονται στο ν η σ ί » .
« Π ο ύ έ χ ε ι φτάσει η τελευταία έρευνα; Π ό τ ε θα αρχίσουν τις δοκιμές; Πόσος καιρός θα χρειαστεί να φτάσει σ' εμάς;
Α υ τ ή ήταν τ ο λ μ η ρ ή δ ή λ ω σ η , κ α ι η καρδιά του Γ ι ώ ρ γ η
Πόσο στενά έ χ ε τ ε α ν α μ ε ι χ θ ε ί ; » Ήταν μια ανάκριση την οποία
φτεροκόπησε στη σ κ έ ψ η . Έφταναν κάπου-κάπου νέα - ή μ ή
δεν π ε ρ ί μ ε ν ε ο Κυρίτσης, αλλά, σε τ ε λ ι κ ή ανάλυση, δεν π ε ρ ί μ ε
πως ήταν απλώς φ ή μ ε ς - ότι ένας θείος ή φίλος κάποιου ε ί χ ε
νε ούτε να συναντήσει και κάποιον σαν τον Παπαδημητρίου.
μ ά θ ε ι γ ι α κάποια ε ξ έ λ ι ξ η στη θεραπεία της λέπρας. Έ λ ε γ α ν γ ι α ενέσεις με χρυσάφι, αρσενικό και δηλητήριο φιδιού, γ ι α π α ρ ά δ ε ι γ μ α , αλλά υπήρχε η υπόνοια της τρέλας όταν αναφέ ρονταν τέτοια γ ι α τ ρ ι κ ά , και α κ ό μ η κι αν κανείς ε ί χ ε τα μέσα να τα δοκιμάσει, θα είχαν αποτέλεσμα; Μόνο οι Α θ η ν α ί ο ι , κουτσομπόλευε ο κόσμος, ίσως να μπορούσαν να πληρώσουν τέτοια κ ο μ π ο γ ι α ν ν ί τ ι κ α γιατροσόφια. Για μια σ τ ι γ μ ή , ο Γ ι ώ ρ γ η ς χ ά θ η κ ε στο ονειροπόλημά του, καθώς έλυνε τη βάρκα από τον κάβο κι ετοιμαζόταν να περάσει αυτό τον καινούριο γιατρό απέναντι. Η κατάσταση της Ε λ έ ν η ς ε ί χ ε χ ε ι ρ ο τ ε ρ έ ψ ε ι ορατά τους τελευταίους μήνες και ε ί χ ε αρχίσει να χάνει τις ε λ π ί δ ε ς του ότι θα βρισκόταν ποτέ θεραπεία γ ι α να ξανάρθει ε κ ε ί ν η στο σπίτι τους, αλλά γ ι α π ρ ώ τ η φορά από τότε που την π ή γ ε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , δεκαοχτώ μήνες πριν, η καρδιά του αναθάρρησε. Λ ι γ ά κ ι .
« Β ρ ι σ κ ό μ α σ τ ε στις α ρ χ έ ς » , ε ί π ε ε π ι φ υ λ α κ τ ι κ ά . « Α ν ή κ ω σε ένα ευρύ ερευνητικό πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Παστέρ, αλλά δεν ψάχνουμε να βρούμε τη θερα πεία.
Υπάρχουν
νέες
κατευθυντήριες γ ρ α μ μ έ ς
αφορά
Καΐρου πριν από δύο χρόνια, και γ ι ' αυτό, κυρίως, ενδιαφέρ θηκα να έρθω ε δ ώ . Π ρ έ π ε ι να σιγουρευτώ πως κάνουμε ό τ ι μπορούμε - δεν θ έ λ ω η θεραπεία, αν και όταν β ρ ε θ ε ί , να φτάσει πολύ αργά γ ι α όλους ε δ ώ » . Ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , τ έ λ ε ι ο ς ηθοποιός, έκρυψε την ελαφρά απογοήτευση του γ ι α το γεγονός ότι η ποθούμενη θεραπεία ήταν α κ ό μ η μακριά, με το να κάνει αστεία. « Π ο λ ύ κ ρ ί μ α . Ε ί χ α υποσχεθεί στην ο ι κ ο γ έ ν ε ι ά μου ότι θα γυρνούσα στην Αθήνα τα Χριστούγεννα, και βασιζόμουν σ' εσάς γ ι α κάποιο μαγικό φίλτρο».
148
όσον
στην α γ ω γ ή και την π ρ ό λ η ψ η , που τέθηκαν στο Σ υ ν έ δ ρ ι ο του
149
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
Ο Κυρίτσης ήταν ρεαλιστής. Ή ξ ε ρ ε ότι ίσως να περνού
ΝΗΣΙ
Ο Λαπάκης βρισκόταν στην είσοδο γ ι α να υποδεχτεί τον
σαν χρόνια μ έ χ ρ ι αυτοί οι άνθρωποι να λάβουν ε π ι τ υ χ η μ έ ν η
Κυρίτση, και οι δυο άντρες αγκαλιάστηκαν σε μ ι α αυθόρμητη
α γ ω γ ή , κ α ι δεν θα τους έδινε ψ ε ύ τ ι κ ε ς ε λ π ί δ ε ς . Η λέπρα
ε κ δ ή λ ω σ η της αγάπης τους. Για μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς , αντάλλαξαν
ήταν αρρώστια σχεδόν τόσο παλιά όσο και ο κόσμος, και δεν
βιαστικά χαιρετισμούς και ερωτήσεις μέσα σε ένα κουβάρι
υπήρχε περίπτωση να εξαφανιστεί σε μια νύχτα.
ενθουσιασμού. « Π ώ ς είσαι; Πόσο καιρό είσαι ε δ ώ ; Τ ι γ ί ν ε τ α ι
Κ α θ ώ ς οι άντρες περπατούσαν μαζί προς το νοσοκομείο,
στην Αθήνα; Π ε ς μου τα νέα σου!» Τ ε λ ι κ ά , η αμοιβαία χαρά
ο Κυρίτσης έ β λ ε π ε κι ά κ ο υ γ ε τι γινόταν τ ρ ι γ ύ ρ ω του με κά
τους που έβλεπαν ο ένας τον άλλον έδωσε τη θέση της στα
ποια δυσπιστία. Έ μ ο ι α ζ ε με ένα οποιοδήποτε χωριό, πέρα
πρακτικά ζητήματα. Η ώρα περνούσε. Ο Λαπάκης ξενάγησε
από το γεγονός ότι ήταν λ ι γ ό τ ε ρ ο παρηκμασμένο σε σχέση με
τον Κυρίτση στο νοσοκομείο και του έ δ ε ι ξ ε στα γρήγορα την
πολλά σ' εκείνο το κ ο μ μ ά τ ι της Κ ρ ή τ η ς . Ε κ τ ό ς από μερικούς
κ λ ι ν ι κ ή των εξωτερικών ασθενών, τα ιατρεία και, τέλος, το
κατοίκους, στους οποίους παρατηρούσε έναν δ ι ο γ κ ω μ έ ν ο λοβό
θάλαμο νοσηλείας.
του αυτιού ή ίσως ένα σακατεμένο πόδι -σημάδια τα οποία οι
« Π ρ ο ς το παρόν έχουμε ελάχιστα μέσα. Θα έρθουν κι
περισσότεροι μπορεί να μην παρατηρούσαν- οι άνθρωποι που
άλλοι άνθρωποι γ ι α να μείνουν μ ε ρ ι κ έ ς μέρες, αλλά πρέπει
βρίσκονταν ε κ ε ί θα μπορούσαν να είναι συνηθισμένοι χωρικοί
απλώς να κάνουμε κάποια α γ ω γ ή στους περισσότερους και
που ασχολούνται με τις δουλειές τους. Α υ τ ή την εποχή του
μ ε τ ά να τους στείλουμε στα σπίτια τ ο υ ς » , ε ί π ε ο Λαπάκης
χρόνου,
αποκαμωμένα.
ελάχιστοι είχαν όλο το
πρόσωπό
τους ακάλυπτο.
Οι άντρες φορούσαν τις τραγιάσκες τους χ α μ η λ ω μ έ ν ε ς κ α ι
Σ τ ο θάλαμο βρίσκονταν σ τ ρ ι μ ω γ μ έ ν α δέκα κρεβάτια μ ε
είχαν σηκωμένους τους γ ι α κ ά δ ε ς , ενώ οι γυναίκες είχαν τα
λ ι γ ό τ ε ρ ο από μισό μέτρο απόσταση μεταξύ τους. Ό λ α τους
μάλλινα σάλια τους τ υ λ ι γ μ έ ν α σφιχτά γ ύ ρ ω από το κεφάλι
ήταν κ α τ ε ι λ η μ μ έ ν α , μερικά από άντρες, άλλα από γυναίκες,
και τους ώμους τους, γ ι α να προστατεύονται από τα στοιχεία
αν και ήταν δύσκολο να τους ξεχωρίσει κανείς, από τη σ τ ι γ μ ή
της φύσης, τον αέρα που δυνάμωνε μέρα με τη μέρα, κ α ι τη
που τα παντζούρια ήταν κλειστά και μόνο μ ε ρ ι κ έ ς θαμπές
βροχή που έπεφτε καταρρακτωδώς και μεταμόρφωνε τους
ακτίνες φωτός έμπαιναν στο χώρο. Οι περισσότεροι ασθενείς
δρόμους σε χείμαρρους.
είχαν φτάσει πλέον κοντά στο τέλος. Ο Κυρίτσης, ο οποίος
Οι δυο άντρες πέρασαν μπροστά από τα μαγαζιά με τις
ε ί χ ε περάσει κάμποσο διάστημα στο νοσοκομείο λεπρών στην
τζαμένιες βιτρίνες και τα φρεσκοβαμμένα παντζούρια, και ο
Αθήνα, δεν σοκαρίστηκε. Οι συνθήκες, το στριμωξίδι και η
φούρναρης, την ώρα που έ β γ α ζ ε μια σειρά από χρυσαφένια
μυρωδιά ε κ ε ί μέσα ήταν εκατό φορές χειρότερα. Ε δ ώ , τουλά
καρβέλια από το φούρνο του, ε ί δ ε με την άκρη του ματιού του
χιστον, οι κανόνες υ γ ι ε ι ν ή ς τηρούνταν κάπως, πράγμα που
τον Κυρίτση και του έ γ ν ε ψ ε με το κεφάλι του. Ο Κυρίτσης,
μπορεί να σήμαινε τη διαφορά ανάμεσα στη ζωή και το θάνα
σε απάντηση, ά γ γ ι ξ ε το γείσο του καπέλου του. Πριν από την
το γ ι α κάποιον με μολυσμένες π λ η γ έ ς .
εκκλησία, β γ ή κ α ν από τον κεντρικό δρόμο. Ψ η λ ά , πιο πάνω,
« Ό λ ο ι αυτοί οι ασθενείς βρίσκονται σε αντενεργό σ τ ά δ ι ο » ,
ήταν το νοσοκομείο. Ε ι δ ι κ ά από χ α μ η λ ά , παρουσίαζε ένα
ε ί π ε χαμηλόφωνα ο Λαπάκης, γέρνοντας στην κάσα της πόρ
ε π ι β λ η τ ι κ ό θ έ α μ α , ένα κτίριο πολύ πιο μ ε γ α λ ο π ρ ε π έ ς από
τας. Ήταν η φάση της λέπρας όπου τα συμπτώματα της αρ
οποιοδήποτε άλλο στο νησί.
ρώστιας εντείνονταν, μ ε ρ ι κ έ ς φορές γ ι α μ έ ρ ε ς , α κ ό μ η και 150
151
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ε β δ ο μ ά δ ε ς . Όσο καιρό ήταν σε αυτό το στάδιο, οι ασθενείς
« Θ α στοιχίσει κάμποσα λεφτά α υ τ ό » , ε ί π ε .
πονούσαν φριχτά, με υψηλό πυρετό και οιδήματα που τους
« Ξ έ ρ ω , ξ έ ρ ω » , απάντησε ο Λαπάκης κουρασμένα, « α λ λ ά
προκαλούσαν μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο πόνο από π ο τ έ . Η αντενέργεια της
τώρα που οι ασθενείς μας έρχονται και από την η π ε ι ρ ω τ ι κ ή
λέπρας μπορούσε να επιδεινώσει την κατάστασή τους, αλλά
Ε λ λ ά δ α και την Κ ρ ή τ η , η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να
μ ε ρ ι κ έ ς φορές έ δ ε ι χ ν ε ότι το σώμα αγωνιζόταν να αποβάλει
βρει κονδύλια. Κι όταν γνωρίσεις κάποιους α κ ό μ η από τους
την αρρώστια, και όταν υποχωρούσε το μαρτύριό τους, ίσως
λεπρούς που έ χ ο υ μ ε ε δ ώ , θα κ α τ α λ ά β ε ι ς ότι δεν είναι από
να έβγαιναν από τη δοκιμασία θεραπευμένοι.
αυτούς που δέχονται το " ό χ ι " ως απάντηση. Ό μ ω ς , τι σε
Κ α θ ώ ς οι δυο άντρες στέκονταν κοιτάζοντας μέσα στο θ ά λ α μ ο , οι περισσότεροι ασθενείς ήταν ήσυχοι. Έ ν α ς βογκού σε κ ά θ ε τόσο κι ένας άλλος, που ο Κυρίτσης νόμισε ότι ήταν γυναίκα αλλά δεν μπορούσε να είναι σίγουρος, γ ό γ γ υ ζ ε . Ο Λαπάκης και ο Κυρίτσης απομακρύνθηκαν από την πόρτα. Τους φάνηκε αδιακρισία να στέκονται ε κ ε ί .
φέρνει πίσω στην Κ ρ ή τ η ; Χ ά ρ η κ α που έλαβα το γ ρ ά μ μ α σου, αλλά δεν μου έγραψες γ ι α τ ί π ρ α γ μ α τ ι κ ά θα ερχόσουν». Οι δυο άντρες άρχισαν να μιλούν με τη γ α λ ή ν ι α οικειό τητα εκείνων που πέρασαν μαζί τα φοιτητικά τους χρόνια. Ε ί χ α ν πάει και οι δύο στην ι α τ ρ ι κ ή σχολή της Αθήνας, και μολονότι είχαν μεσολαβήσει έξι χρόνια μ έ χ ρ ι ε κ ε ί ν η τη συ
« Έ λ α στο γραφείο μ ο υ » , ε ί π ε ο Λαπάκης. « Θ α μιλήσου με εκεί».
νάντηση τους, μπόρεσαν να ξαναπιάσουν το ν ή μ α της φιλίας τους σαν να μην είχαν χωριστεί π ο τ έ .
Ο δ ή γ η σ ε τον Κυρίτση σε έναν στενό διάδρομο κι έφτασαν στην τελευταία πόρτα στα αριστερά. Σε αντίθεση με το θάλα μο νοσηλείας, ο χώρος αυτός ε ί χ ε θέα. Τεράστια παράθυρα που έφταναν από το ύψος της μέσης μ έ χ ρ ι σχεδόν το ψηλό τα βάνι έβλεπαν στην Π λ ά κ α και τα βουνά που υψώνονταν πίσω της. Π ά ν ω στον τοίχο ήταν κρεμασμένο ένα αρχιτεκτονικό σχέδιο του νοσοκομείου στην τ ω ρ ι ν ή του κατάσταση κ α ι , με κόκκινο χρώμα, το π ε ρ ί γ ρ α μ μ α ενός επιπρόσθετου κτιρίου. Ο Λαπάκης παρατήρησε ότι το σχέδιο ε ί χ ε τ ρ α β ή ξ ε ι την προσοχή του Κυρίτση. « Α υ τ ά είναι τ α σχέδιά μ ο υ » , ε ί π ε . « Χ ρ ε ι α ζ ό μ α σ τ ε άλ λον ένα θάλαμο και πολλά ακόμη ιατρεία. Οι γυναίκες κ α ι
« Ε ί ν α ι αρκετά απλό, α λ ή θ ε ι α » , ε ί π ε ο Κυρίτσης. « Μ ε κούρασε η Αθήνα, κι όταν είδα την α γ γ ε λ ί α γ ι α τη θέση στο νοσοκομείο του Η ρ α κ λ ε ί ο υ στο Τ μ ή μ α Δερματοαφροδισιολογ ί α ς , έκανα αίτηση. Ήξερα ότι θα μπορούσα να συνεχίσω την έρευνα μου, ειδικά με τον μ ε γ ά λ ο αριθμό λεπρών που έ χ ε τ ε πλέον ε δ ώ . Η Σ π ι ν α λ ό γ κ α είναι το τ έ λ ε ι ο μέρος γ ι α περι π τ ω σ ι ο λ ο γ ι κ ή μ ε λ έ τ η . Θα ή θ ε λ ε ς να κάνω επισκέψεις πού και πού - κ α ι , πιο σημαντικό, πιστεύεις ότι θα το ανέχονταν οι α σ θ ε ν ε ί ς ; » « Σ ί γ ο υ ρ α δεν έ χ ω καμία αντίρρηση, και ε ί μ α ι βέβαιος πως ούτε κι αυτοί έ χ ο υ ν » .
οι άντρες πρέπει να χωριστούν - αν δεν μπορούν να πάρουν
« Κ ά π ο ι α σ τ ι γ μ ή , μπορεί να υπάρχουν και νέες α γ ω γ έ ς
πίσω τη ζωή τους, το ελάχιστο που μπορούμε να τους δώσου
να δοκιμάσουμε - αν και δεν υπόσχομαι τίποτα δραστικό. Για να ε ί μ α ι ε ι λ ι κ ρ ι ν ή ς , τα αποτελέσματα των τ ε λ ε υ τ α ί ω ν
με είναι η αξιοπρέπειά τ ο υ ς » . Ο Κυρίτσης πλησίασε αργά προς το σχέδιο. Ή ξ ε ρ ε πόσο χαμηλά
στις
προτεραιότητες της
κυβέρνησης
βρισκόταν
η
υ γ ε ί α , ειδικά εκείνων που θεωρούνταν καταδικασμένοι, και δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τον κυνισμό του. 152
φαρμάκων δεν παρουσίασαν τίποτα το εντυπωσιακό.
Αλλά
δεν γ ί ν ε τ α ι να μ ε ί ν ο υ μ ε αδρανείς, έ τ σ ι ; » Ο Λαπάκης κάθισε στο γραφείο του. Ε ί χ ε ακούσει με προσοχή και η καρδιά του αναθάρρησε με κ ά θ ε λ έ ξ η του 153
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Κυρίτση. Για π έ ν τ ε α τ ε λ ε ί ω τ α χρόνια ε ί χ ε σταθεί ο μόνος
εργάζεται όλες τις ώρες εκτός από ε κ ε ί ν ε ς που κοιμόταν, τήν
γιατρός έτοιμος να επισκεφτεί τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , και σε όλη
έκαναν α ν ε κ τ ί μ η τ η , και τον Λ α π ά κ η δεν τον ένοιαζε καθόλου
αυτή την περίοδο α ν τ ι μ ε τ ώ π ι σ ε ένα πλήθος αρρώστων και
το γεγονός πως του συμπεριφερόταν σαν να ήταν ο μικρός
ετοιμοθάνατων. Κ ά θ ε νύχτα, όταν ξεντυνόταν γ ι α να ξαπλώ
της αδερφός που χρειαζόταν να β ά λ ε ι μυαλό. Αν πίστευε στον
σει στο κ ρ ε β ά τ ι του, έ ψ α χ ν ε το κορμί του γ ι α σημάδια της
Θ ε ό , θα Τον ευχαριστούσε με όλη τη δύναμη της ψυχής του.
αρρώστιας. Ή ξ ε ρ ε ότι αυτό ήταν γ ε λ ο ί ο κι ότι τα βακτήρια
Τ ώ ρ α , από το πουθενά - ή , γ ι α να είναι πιο ακριβής,
μπορούσαν να ζουν στον οργανισμό του γ ι α μήνες, α κ ό μ η και
μέσα από το γκρίζο εκείνης της μέρας του Ν ο ε μ β ρ ί ο υ που η
χρόνια, πριν αντιληφθεί την παρουσία τους, αλλά η βαθιά
θάλασσα και ο ουρανός συναγωνίζονταν στη μουντάδα- ήρθε
αγωνία του ήταν ένας από τους λόγους που π ή γ α ι ν ε στη Σ π ι
ο Ν ι κ ό λ α ο ς Κυρίτσης, ρωτώντας αν θα μπορούσε να κάνει
ναλόγκα μόνο τρεις μέρες την εβδομάδα. Έ π ρ ε π ε να δώσει
τ α κ τ ι κ έ ς ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς . Ο Λαπάκης θα μπορούσε να κ λ ά ψ ε ι
στον εαυτό του ένα σοβαρό περιθώριο γ ι α να μην προσβληθεί.
από ανακούφιση. Η δουλειά του ήταν μ ο ν α χ ι κ ή και άχαρη,
Ο ρόλος του ε κ ε ί ήταν ένα κάλεσμα στο οποίο ε ί χ ε νιώσει
και τώρα η απομόνωσή του ε ί χ ε φτάσει στο τέλος της. Ό τ α ν
υποχρεωμένος να απαντήσει,
αλλά φοβόταν το γεγονός η
θα έ φ ε υ γ ε από το νοσοκομείο στο τέλος κ ά θ ε μέρας, αφού
πιθανότητα να παραμείνει απρόσβλητος από την αρρώστια να
πρώτα πλενόταν με ένα θειούχο διάλυμα στο μ ε γ ά λ ο β ε
μην είναι μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η απ' όσο η προοπτική μακροζωίας γ ι α
νετσιάνικο οπλοστάσιο, που τώρα λειτουργούσε ως θάλαμος
έναν άνθρωπο ο οποίος παίζει τ α κ τ ι κ ά ρώσικη ρουλέτα.
απολύμανσης, δεν θα ε ί χ ε πια ε κ ε ί ν η τη βασανιστική αίσθηση
Ο
Λαπάκης
είχε πράγματι
βοήθεια πια.
Α κ ρ ι β ώ ς τη
σ τ ι γ μ ή που δεν άντεχε πλέον να α ν τ ι μ ε τ ω π ί ζ ε ι το κύμα των
ανεπάρκειας. Υπήρχε η Αθηνά, και τώρα θα υπήρχε μ ε ρ ι κ έ ς φορές και ο Κυρίτσης.
αρρώστων οι οποίοι ανηφόριζαν κουτσαίνοντας στο λόφο, κά
« Σ ε π α ρ α κ α λ ώ » , του ε ί π ε . « Ν α έρχεσαι όσο συχνά θ έ
ποιοι γ ι α να μείνουν μ ε ρ ι κ έ ς εβδομάδες, και άλλοι απλώς
λ ε ι ς . Δ ε ν μπορώ να σου πω πόσο θα χαιρόμουν. Π ε ς μου τι
γ ι α να τους αλλάξουν τις γάζες και τους επιδέσμους, ε ί χ ε
θα κάνεις α κ ρ ι β ώ ς » .
φτάσει η Αθηνά Μ α ν ά κ η . Ε κ ε ί ν η ήταν γιατρός στην Αθήνα
« Λ ο ι π ό ν » , ε ί π ε ο Κυρίτσης, βγάζοντας το σακάκι του και
πριν ανακαλύψει ότι έπασχε από λέπρα, πριν εισαχθεί στο
κρεμώντας το προσεκτικά στην π λ ά τ η της καρέκλας, «υπάρ
λεπροκομείο ε κ ε ί και κατόπιν σταλεί στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α μαζί
χουν άνθρωποι στον τομέα έρευνας της λέπρας που είναι β έ
με τους υπόλοιπους Αθηναίους ταραξίες. Ε δ ώ απέκτησε νέο
βαιοι ότι πλησιάζουμε τη θεραπεία. Σ υ ν δ έ ο μ α ι α κ ό μ η με το
ρόλο. Ο Λαπάκης δεν πίστευε στην τ ύ χ η του: να κάποιος
Ινστιτούτο Παστέρ στην Αθήνα και ο γ ε ν ι κ ό ς διευθυντής μας
όχι μόνο πρόθυμος να ζήσει μέσα στο νοσοκομείο, αλλά που
ε π ι θ υ μ ε ί διακαώς να προχωρήσουμε μπροστά όσο γρηγορότε
δ ι έ θ ε τ ε και ε γ κ υ κ λ ο π α ι δ ι κ έ ς γνώσεις γ ε ν ι κ ή ς ιατρικής· το
ρα γ ί ν ε τ α ι . Φαντάσου τι θα σήμαινε αυτό, όχι μόνο γ ι α τους
γεγονός ότι ήταν λεπροί δεν εμπόδιζε τους κατοίκους της
εκατοντάδες ανθρώπους εδώ, αλλά γ ι α τους χ ι λ ι ά δ ε ς σε ολό
Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς να υποφέρουν από μια ολόκληρη γ κ ά μ α άλλων
κληρο τον κόσμο - α κ ό μ η και εκατομμύρια στην Ινδία και τη
ασθενειών, όπως παρωτίτιδα, ιλαρά και απλό πόνο στο αυτί,
Νότια Α μ ε ρ ι κ ή . Ο αντίκτυπος της θεραπείας θα ήταν τερά
και όλα αυτά συνήθως έμεναν χωρίς φροντίδα. Η εικοσιπε-
στιος. Κατά την ε π ι φ υ λ α κ τ ι κ ή άποψή μου, έχουμε ακόμα
νταετής ε μ π ε ι ρ ί α της Αθηνάς Μ α ν ά κ η και η προθυμία της να
πολύ δρόμο, όμως, κ ά θ ε στοιχείο, κ ά θ ε π ε ρ ι π τ ω σ ι ο λ ο γ ι κ ή
154
155
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
μ ε λ έ τ η , μας βοηθά να συνθέσουμε την εικόνα γ ι α τον έ λ ε γ χ ο
ΝΗΣΙ
« Έ χ ω αρχείο γ ι α όλους όσοι πέρασαν από ε δ ώ από τότε που ήρθα, το 1 9 3 4 » , ε ί π ε ο Λ α π ά κ η ς . « Κ ρ α τ ώ λ ε π τ ο μ ε ρ ε ί ς
της αρρώστιας». « Θ α 'θελα να πιστεύω πως κάνεις λάθος γ ι α το ότι έ χ ε ι
σημειώσεις γ ι α την κατάσταση τους όταν φτάνουν, και κατα
πολύ δρόμο α κ ό μ α » , απάντησε ο Λ α π ά κ η ς . « Π ι έ ζ ο μ α ι τόσο
γράφω κ ά θ ε α λ λ α γ ή που σ υ μ β α ί ν ε ι . Βρίσκονται σε σειρά με
πολύ αυτό τον καιρό να χρησιμοποιήσω κ ο μ π ο γ ι α ν ν ί τ ι κ α γ ι α
βάση την η λ ι κ ί α - μου φάνηκε απόλυτα λ ο γ ι κ ό κάτι τέτοιο.
τροσόφια. Τούτοι οι άνθρωποι είναι τόσο ευάλωτοι και θα πια
Γιατί δεν τις ψάχνεις και να δεις αυτές που θ έ λ ε ι ς , κι όταν
στούν από οπουδήποτε, ε ι δ ι κ ά αν έχουν τα χ ρ ή μ α τ α γ ι α να
ξανάρθεις μπορώ να σου κ λ ε ί σ ω ραντεβού με τους ασθενείς
πληρώσουν. Ο π ό τ ε , ποιο α κ ρ ι β ώ ς είναι το σχέδιο σου γ ι α
γ ι α να έρθουν να σε γ ν ω ρ ί σ ο υ ν » . Ο Λαπάκης τράβηξε με δύναμη το βαρύ πάνω συρτάρι
εδώ;» « Α υ τ ό που χρειάζομαι είναι κάμποσες δεκάδες περιπτώσεις
της αρχειοθήκης που βρισκόταν πιο κοντά του. Ξ ε χ ε ί λ ι ζ ε από
γ ι α να τις παρακολουθήσω πολύ προσεκτικά τους επόμενους
χαρτιά, και με μια μ ε γ α λ ό π ρ ε π η κίνηση του χεριού του έδωσε
μήνες, ακόμη και χρόνια, αν υπάρξει αποτέλεσμα έτσι. Έ χ ω ,
στον Κυρίτση το ελεύθερο να κοιτάξει με την ησυχία του.
μάλλον, τελματώσει στο Ηράκλειο στην πλευρά της διάγνωσης,
« Σ ε αφήνω μόνο σ ο υ » , ε ί π ε . « Κ α λ ύ τ ε ρ α ν α επιστρέψω
και έπειτα από αυτή χάνω τους ασθενείς μου επειδή έρχονται
στο θ ά λ α μ ο . Μ ε ρ ι κ ο ί από τους ασθενείς χρειάζονται την προ
όλοι εδώ! Τ ί π ο τ α δεν θα ήταν καλύτερη κατάληξη γ ι ' αυτούς
σοχή μ ο υ » .
από όσα είδα, αλλά χρειάζεται να δω την εξέλιξή τ ο υ ς » . Ο Λαπάκης χαμογελούσε. Ήταν μια συμφωνία που θα εξυπηρετούσε εξίσου και τους δύο. Κατά μήκος ενός τοίχου στο γραφείο του, από το πάτωμα μέχρι το ταβάνι, βρίσκονταν σειρές από ντουλάπια αρχειοθέτησης. Μ ε ρ ι κ ά περιείχαν το ια
Μ ι ά μ ι σ η ώρα αργότερα, όταν ο Λαπάκης επέστρεψε στο γραφείο του, υπήρχε μια στοίβα από φακέλους στο π ά τ ω μ α · το όνομα σε αυτόν πάνω-πάνω ήταν « Ε λ έ ν η Π ε τ ρ ά κ η » . « Γ ν ώ ρ ι σ ε ς τον άντρα της το π ρ ω ί » , σχολίασε ο Λαπάκης. « Ε ί ν α ι ο βαρκάρης».
τρικό μητρώο όλων των εν ζωή κατοίκων της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς .
Σ η μ ε ί ω σ α ν όλους τους ε π ι λ ε γ μ έ ν ο υ ς ασθενείς, συζήτησαν
Υπήρχαν και άλλα, στα οποία μεταφέρονταν τα αρχεία όσων
λ ί γ ο γ ι α τον καθένα τους και κατόπιν ο Κυρίτσης κοίταξε το
πέθαιναν. Μ έ χ ρ ι τη σ τ ι γ μ ή που προσφέρθηκε ο Λαπάκης να
ρολόι στον τοίχο. Ήταν ώρα να φ ύ γ ε ι . Πριν μ π ε ι στο θάλαμο
εργαστεί στο νησί, δεν κρατούσε κανείς αρχείο. Δ ε ν υπήρχε
απολύμανσης γ ι α να ψεκαστεί -μολονότι ήξερε ότι αυτό το
α γ ω γ ή που άξιζε τον κόπο να σ η μ ε ι ω θ ε ί , και η μόνη πρόοδος
μέτρο γ ι α τη μείωση της εξάπλωσης των βακτηρίων ήταν
σημειωνόταν προς την κατεύθυνση του βαθμιαίου εκφυλισμού.
μ ά τ α ι ο - οι δυο άντρες χαιρετήθηκαν σφίγγοντας τα χέρια. Ο
Το μόνο που α π έ μ ε ν ε γ ι α να θυμίζει τους λεπρούς των πρώ
Λαπάκης ύστερα τον συνόδευσε μ έ χ ρ ι την είσοδο της σήραγ
των δεκαετιών ύπαρξης της αποικίας ήταν ένα μ ε γ ά λ ο μαύρο
γας και ο Κυρίτσης συνέχισε μόνος προς την προκυμαία, όπου
κατάστιχο με ονόματα, ημερομηνία άφιξης και ημερομηνία
τον π ε ρ ί μ ε ν ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς , έτοιμος να τον μεταφέρει, στο πρώτο
θανάτου. Η ζωή τους ε ί χ ε καταντήσει μια απλή καταγραφή
στάδιο του μακρού ταξιδιού της επιστροφής στο Η ρ ά κ λ ε ι ο .
σε ένα μακάβριο β ι β λ ί ο επισκεπτών, και τώρα τα κόκαλα τους
Αντάλλαξαν ελάχιστα λόγια στη διάρκεια της διαδρομής
κείτονταν ανακατεμένα και αξεχώριστα κάτω από τις πέτρινες
προς την ενδοχώρα. Φαινόταν ότι τους είχαν τ ε λ ε ι ώ σ ε ι όσα
πλάκες των κοινοτικών τάφων στην ά λ λ η άκρη του νησιού.
θα μπορούσαν να πουν, ήδη από την πρωινή συνάντησή τους.
156
157
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
Ό τ α ν έφτασαν στην Π λ ά κ α , όμως, ο Κυρίτσης ρώτησε τον
Μ έ χ ρ ι τον Α π ρ ί λ ι ο , οι άνεμοι είχαν π ά ψ ε ι να είναι ψυχροί
Γ ι ώ ρ γ η αν θα μπορούσε να βρίσκεται ε κ ε ί την ίδια μέρα
και γινόταν α ν τ ι λ η π τ ή μια α λ λ α γ ή στον αέρα. Η γη ζεσται
την επόμενη εβδομάδα γ ι α να τον πάει στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α .
νόταν. Παντού ξεπετάγονταν μ ο β ανεμώνες και ανοιχτές ροζ
Για κάποιο λ ό γ ο που δεν μπόρεσε να κ α τ α λ ά β ε ι , ο Γ ι ώ ρ γ η ς
ορχιδέες, και τα αποδημητικά πουλιά πετούσαν πάνω από
αισθανόταν ευχαριστημένος. Ό χ ι μόνο γ ι α τα ναύλα. Α π λ ώ ς
την Κ ρ ή τ η , στο ταξίδι του γυρισμού τους από την Α φ ρ ι κ ή ,
ήταν χαρούμενος που ήξερε ότι ο καινούριος γιατρός, όπως
μετά το χ ε ι μ ώ ν α . Ό λ ο ι καλωσόριζαν την α λ λ α γ ή της εποχής
τον θεωρούσε, θα επέστρεφε.
και την πολυαναμενόμενη ζέστη που θα ερχόταν, αλλά υπήρ χαν και λ ι γ ό τ ε ρ ο θ ε τ ι κ έ ς α λ λ α γ έ ς στον αέρα.
ΜΕΣΑ
ΣΤΟ
ΔΡΙΜΥ
ΨΥΧΟΣ
του Δ ε κ ε μ β ρ ί ο υ , τις πολικές
Σ τ η ν Ε υ ρ ώ π η μαινόταν ο πόλεμος εδώ και κάμποσο και
θερμοκρασίες του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου και τα
ρό, αλλά εκείνο το μήνα κατελήφθη και η ίδια η Ε λ λ ά δ α . Ο
τρομερά μ ε λ τ έ μ ι α του Μ α ρ τ ί ο υ , ο Νικόλαος Κυρίτσης εξακο
λαός της Κρήτης ζούσε τώρα κάτω από μια δαμόκλειο σπάθη -
λούθησε να έρχεται κ ά θ ε Τ ε τ ά ρ τ η . Ο ύ τ ε αυτός ούτε ο Γ ι ώ ρ
η εφημερίδα της αποικίας, Ο Αστήρ της Σπιναλόγκας, δημο
γης ήταν άνθρωποι που θα έστηναν κουβεντούλα, αλλά είχαν
σίευε τακτικά ειδήσεις γ ι α την κατάσταση, και τα επίκαιρα
σύντομους διαλόγους καθώς διέσχιζαν το νερό με κατεύθυνση την αποικία των λεπρών.
που έφταναν μαζί με την ταινία της εβδομάδας έριχναν τον κόσμο σε κατάσταση αγωνίας. Τ ό τ ε , συνέβη αυτό που φοβού
« Κ ύ ρ ι ε Πετράκη, πώς είστε σήμερα;» ρωτούσε ο Κυρίτσης.
νταν περισσότερο: οι Γερμανοί έστρεψαν το β λ έ μ μ α τους στην
« Ε ί μ α ι καλά, δόξα τ ω Θ ε ώ » , απαντούσε επιφυλακτικά
Κρήτη.
ο Γιώργης. « Κ α ι πώς είναι η σύζυγός σας;» ρωτούσε ο γιατρός, μια ερώτηση που έκανε τον Γ ι ώ ρ γ η να ν ι ώ θ ε ι σαν άντρας με φυσιολογική ζωή παντρεμένου ανθρώπου. Κανείς τους δεν σκεφτόταν την ειρωνεία ότι το πρόσωπο που ρωτούσε ήξερε την απάντηση καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς π ε ρ ί μ ε ν ε πώς και πώς τις επισκέψεις του Κυρίτση, και το ίδιο συνέβαινε με τη δωδεκάχρονη Μαρία, καθώς της έδιναν μια νότα αισιοδοξίας και την πιθανότητα να δει τον πατέρα της να χ α μ ο γ ε λ ά ε ι . Δ ε ν ήταν κάτι που έ λ ε γ α ν ήταν απλώς κάτι που μπορούσε να αισθανθεί. Α ρ γ ά το απόγευμα, π ή γ α ι ν ε στην προκυμαία και τους π ε ρ ί μ ε ν ε να επιστρέψουν. Με το μάλλινο παλτό της κουμπωμένο καλά πάνω της, καθόταν και παρακολουθούσε τη βαρκούλα να δια σχίζει το νερό μέσα στο γκρίζο χρώμα του δειλινού. Έ π ι α ν ε το σκοινί που της πετούσε ο πατέρας της και το έδενε με μ α ε στρία στον κάβο γ ι α να ασφαλίσει το καΐκι γ ι α τη νύχτα. 158
159
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ραδιόφωνο. Ε ί χ α ν μόλις ακούσει τα νέα γ ι α την πτώση Γερ μανών αλεξιπτωτιστών στη δ υ τ ι κ ή Κ ρ ή τ η . Τ ώ ρ α , και τα δύο κορίτσια έτρεξαν στην π λ α τ ε ί α του χωριού, όπου, σε τέτοιες περιστάσεις, μαζεύονταν όλοι. Ήταν αργά το απόγευμα, αλλά το καφενείο ήταν γ ε μ ά τ ο άντρες κ α ι , κάτι ασυνήθιστο, γ υ ν α ί κ ε ς , που φωνάζοντας στρι μώχνονταν να ακούσουν το ραδιόφωνο, μολονότι ο ήχος του σχεδόν πνιγόταν από το σαματά. Οι πληροφορίες ήταν περιορισμένες και ζοφερές. « Π ε ρ ί
Όγδοο Κεφάλαιο
την έκτην πρωινήν σήμερον, αριθμός αλεξιπτωτιστών κατέ πεσε επί του κρητικού εδάφους πλησίον του αερολιμένος του Μ ά λ ε μ ε . Θεωρούνται άπαντες ν ε κ ρ ο ί » .
Μ
Φαινόταν ότι τ ε λ ι κ ά η Άννα ε ί χ ε κάνει λάθος. Οι Γερ Α Ρ Ι Α , Μ Α Ρ Ι Α ! » ούρλιαξε η Άννα από το δρό
μανοί δεν είχαν έ ρ θ ε ι . Ό π ω ς πάντα, σκέφτηκε η Μ α ρ ί α , η
μο, κ ά τ ω από το παράθυρο της αδερφής της.
αδερφή της ήταν υ π ε ρ β ο λ ι κ ή .
« Ή ρ θ α ν ! Ή ρ θ α ν οι Γ ε ρ μ α ν ο ί ! » Υπήρχε πανι
Υπήρχε ένταση στον αέρα, όμως. Η Αθήνα ε ί χ ε πέσει τέσ
κός στη φωνή της, και καθώς η Μαρία κ α τ έ β α ι ν ε τρέχοντας
σερις εβδομάδες νωρίτερα, και από τότε η γ ε ρ μ α ν ι κ ή σημαία
τα σκαλιά δυο-δυο, π ε ρ ί μ ε ν ε να ακούσει τον ήχο από μπότες
κ υ μ ά τ ι ζ ε στην Α κ ρ ό π ο λ η . Αυτό ήταν από μόνο του συνταρα
με ατσαλένιες μύτες να παρελαύνουν στον κεντρικό δρόμο της
κ τ ι κ ό , αλλά στη Μ α ρ ί α , που δεν ε ί χ ε πάει ε κ ε ί ποτέ, η Αθήνα
Πλάκας.
φαινόταν πολύ μ α κ ρ ι ά . Γ ι α τ ί τα γεγονότα ε κ ε ί θα έπρεπε να
« Π ο ύ ; » ζήτησε ε π ι τ α κ τ ι κ ά να μ ά θ ε ι η Μ α ρ ί α με κ ο μ μ έ
απασχολούν τους ανθρώπους στην Π λ ά κ α ; Ε ξ ά λ λ ο υ , χ ι λ ι ά δ ε ς
νη την ανάσα, πέφτοντας πάνω στην αδερφή της στο δρόμο.
στρατιώτες των Σ υ μ μ ά χ ω ν είχαν φτάσει στην Κ ρ ή τ η από την
« Π ο ύ ε ί ν α ι ; Δ ε ν τους β λ έ π ω » .
η π ε ι ρ ω τ ι κ ή χώρα, οπότε θα ήταν σίγουρα ασφαλείς. Όταν η
« Δ ε ν είναι ε δ ώ , η λ ί θ ι α » , της π έ τ α ξ ε η Άννα. « Ό χ ι ακό
Μ α ρ ί α άκουσε τους ε ν ή λ ι κ ε ς γ ύ ρ ω της να συζητάνε και να
μα, τουλάχιστον, αλλά είναι στην Κ ρ ή τ η και μπορεί να έρχο
λ έ ν ε τις απόψεις τους γ ι α τον π ό λ ε μ ο , η αίσθηση που ε ί χ ε γ ι α
νται στο χ ω ρ ι ό » .
την ασφάλεια ενισχύθηκε από αυτά που έ λ ε γ α ν .
Όποιος ήξερε την Άννα καλά, θα παρατηρούσε μια ιδέα
« Δ ε ν έχουν κ α μ ί α ε λ π ί δ α ! » χλεύασε ο Β α γ γ έ λ η ς Λιδά-
ενθουσιασμού στη φωνή τ η ς . Η άποψή της ήταν πως ο τ ι δ ή
κης, ο ιδιοκτήτης του καφενείου. « Η Κ ρ ή τ η δεν έ χ ε ι κ α μ ί α
ποτε έσπαγε τη μονοτονία μιας ζωής που την όριζε το προ
σχέση με την υπόλοιπη Ε λ λ ά δ α . Κ α μ ί α απολύτως! Κ ο ι τ ά ξ τ ε
β λ έ ψ ι μ ο μ ο τ ί β ο των εποχών και η προοπτική της παντοτινής
το έδαφός μας! Δ ε ν θα μπορούσαν ούτε να σκεφτούν να περά
διαβίωσης στο ίδιο χ ω ρ ι ό , ήταν καλοδεχούμενο.
σουν τα βουνά μας με τα τανκς τ ο υ ς ! »
Η Άννα ε ί χ ε έρθει τρέχοντας από το σπίτι της Φ ω τ ε ι ν ή ς ,
« Ξ έ ρ ε ι ς , δεν καταφέραμε να κρατήσουμε τους Τούρκους μα
όπου μ ι α ομάδα ανθρώπων ε ί χ ε συγκεντρωθεί γ ύ ρ ω από ένα
κ ρ ι ά » , αποκρίθηκε με απαισιοδοξία ο Παύλος Αγγελόπουλος.
160
161
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
«Ή τους Β ε ν ε τ σ ι ά ν ο υ ς » , ακούστηκε μ ι α φωνή από το πλήθος.
ΝΗΣΙ
που δεν χωρούσαν και σκορπίζονταν στην πλατεία,
εκείνα
τα βράδια του Μαΐου, τα οποία ήταν τα πρώτα της χρονιάς
« Ν α ι , καλά, αν αυτοί οι αχρείοι έρθουν προς τα δω, θα
που η ζέστη της ημέρας δεν χανόταν με τη δύση του ήλιου.
δουν τι έχουν να π ά θ ο υ ν » , γρύλισε ένας άλλος, χτυπώντας τη
Κ α θ ώ ς βρίσκονταν κάπου εκατόν πενήντα χιλιόμετρα μακριά
γροθιά του στην π α λ ά μ η του.
από το επίκεντρο των γεγονότων, οι άνθρωποι στην Π λ ά κ α
Αυτό δεν ήταν μια κενή α π ε ι λ ή , και όλοι μέσα στο μαγαζί
βασίζονταν σε φήμες και ψ ή γ μ α τ α πληροφοριών, και κάθε
το ήξεραν. Η Κρήτη ε ί χ ε δεχτεί εισβολές και στο παρελθόν,
μέρα έρχονταν νέα από τα δυτικά σαν σπόροι γαϊδουράγκαθου
όμως οι κάτοικοι πάντοτε πρόβαλλαν άγρια αντίσταση.
Η
που τους παρασύρει ο άνεμος. Φαινόταν ότι, αν και πολλοί
ιστορία του νησιού τους ήταν ένας μακρύς κατάλογος μαχών,
από τους άντρες που είχαν πέσει από τον ουρανό ήταν νεκροί,
αντιποίνων και εθνικισμού, και δεν υπήρχε ούτε ένα σπίτι που
μερικοί επιβίωσαν σαν από θαύμα και κρύφτηκαν σε μέρη απ'
να μη δ ι έ θ ε τ ε τουφέκι ή πιστόλι. Οι ρυθμοί της ζωής ίσως να
όπου μπόρεσαν να καταλάβουν στρατηγικές θέσεις. Οι αρχικές
φαίνονταν ήρεμοι, αλλά πίσω από αυτή την όψη γαλήνης υπήρ
ιστορίες έκαναν λόγο μόνο γ ι α χυμένο γερμανικό αίμα και γ ι α
χαν έχθρες έτοιμες να ξεσπάσουν, ανάμεσα σε οικογένειες ή
άντρες λογχισμένους από κ α λ α μ ι έ ς , στραγγαλισμένους από τα
χωριά, και από τους άντρες άνω των δεκατεσσάρων ετών λ ί γ ο ι
ίδια τα αλεξίπτωτα τους πάνω στα λιόδεντρα ή τσακισμένους
ήταν εκείνοι που δεν είχαν εκπαιδευτεί στη χρήση όπλων.
στα βράχια, αλλά τώρα αποκαλυπτόταν η α λ ή θ ε ι α , ότι δη
Η Σ α β ί ν α Α γ γ ε λ ο π ο ύ λ ο υ , η οποία στεκόταν στο κατώφλι
λαδή ε ί χ ε επιβιώσει ένας ανησυχητικός αριθμός από αυτούς,
με τη Φ ω τ ε ι ν ή και τα δυο κορίτσια του Π ε τ ρ ά κ η , ήξερε καλά
ότι το αεροδρόμιο ε ί χ ε χρησιμοποιηθεί γ ι α να προσγειωθούν
γ ι α τ ί η α π ε ι λ ή ήταν ουσιαστική αυτή τη φορά. Η ταχύτητα
χ ι λ ι ά δ ε ς ακόμη και ότι τα πράγματα άλλαζαν προς όφελος
των πτήσεων ήταν ο λόγος. Τα γ ε ρ μ α ν ι κ ά αεροπλάνα που
των Γερμανών. Μέσα σε μια βδομάδα από την πρώτη πτώση,
είχαν ρίξει τους αλεξιπτωτιστές, μπορούσαν να καλύψουν την
η Γερμανία μπορούσε να πει ότι η Κ ρ ή τ η τής α ν ή κ ε .
απόσταση από τη βάση τους στην Αθήνα μ έ χ ρ ι το νησί σε
Ε κ ε ί ν η τη νύχτα, μαζεύτηκαν όλοι στο καφενείο ξανά.
λ ι γ ό τ ε ρ ο χρόνο απ' όσο χρειάζονταν τα παιδιά γ ι α να πάνε
Η Μαρία και η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν έξω κι έπαιζαν τρίλιζα, χα
με τα πόδια στο σχολείο τους στην Ε λ ο ύ ν τ α . Α λ λ ά π α ρ έ μ ε ι
ράζοντας το χ ώ μ α με μυτερά κλαδιά, αλλά τα αυτιά τους
νε σ ι ω π η λ ή . Α κ ό μ η και η παρουσία των δεκάδων χ ι λ ι ά δ ω ν
τεντώθηκαν όταν άκουσαν τις υψωμένες φωνές.
στρατιωτών των Σ υ μ μ ά χ ω ν που είχαν μεταφερθεί από την
« Γ ι α τ ί δεν ήμασταν έ τ ο ι μ ο ι ; » ρώτησε απαιτητικά ο Αντώ
η π ε ι ρ ω τ ι κ ή χώρα στην Κ ρ ή τ η , την έκανε να αισθάνεται πιο
νης Αγγελόπουλος, χτυπώντας το ποτήρι του πάνω στο μεταλ
ε υ ά λ ω τ η παρά ασφαλής. Δ ε ν ε ί χ ε την αυτοπεποίθηση των
λικό τραπέζι. «Ήταν φανερό πως θα 'ρχονταν από τον α έ ρ α » .
αντρών. Ε κ ε ί ν ο ι ήθελαν να πιστεύουν πως με το να σκοτώ
Το πάθος του Αντώνη περίσσευε γ ι α να καλύψει και τον αδερ
σουν τις λ ί γ ε ς εκατοντάδες Γερμανούς που είχαν πέσει με
φό του, και τις περισσότερες φορές ήταν πανεύκολο να εξαφθεί.
αλεξίπτωτα, το ζήτημα θα έ λ η γ ε . Η Σ α β ί ν α αισθανόταν από
Κ ά τ ω από τα σκούρα φρύδια, τα πράσινα μάτια του άστραφταν
ένστικτο ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι.
από θυμό. Τα δυο αγόρια δεν έμοιαζαν σε τίποτα. Ο Ά γ γ ε λ ο ς
Μέσα σε μια βδομάδα, η π ρ α γ μ α τ ι κ ή κατάσταση ε ί χ ε ξε καθαρίσει. Κ ά θ ε μέρα, μαζεύονταν όλοι στο καφενείο, μέχρι 162
ήταν οκνηρός στο σώμα και το πνεύμα, ενώ ο Αντώνης έξυ πνος, με λεπτό πρόσωπο και ανυπόμονος να ε π ι τ ε θ ε ί . 163
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Ό χ ι , δεν ή τ α ν » , είπε ο Άγγελος, με μια περιφρονητική κί
Ε λ ο ύ ν τ α . Τα κορίτσια του Π ε τ ρ ά κ η γυρνούσαν σπίτι από το
νηση του παχουλού χεριού του. « Α υ τ ό δεν το περίμενε κ α ν ε ί ς » .
σχολείο, όταν η Άννα σταμάτησε και τράβηξε την αδερφή της
Δ ε ν ήταν η πρώτη φορά που ο Παύλος αναρωτιόταν γ ι α τ ί οι γ ι ο ι του δεν συμφωνούσαν ποτέ και σε τίποτα. Τ ρ ά β η ξ ε μια ρουφηξιά από το τσιγάρο του κι έδωσε τη δ ι κ ή του κρίση.
από το μ α ν ί κ ι . « Κ ο ί τ α , Μ α ρ ί α ! » της φώναξε. « Κ ο ί τ α ! Κατεβαίνουν τ ο δρόμο!»
« Ε ί μ α ι μ ε τον Ά γ γ ε λ ο » , ε ί π ε . « Κ α ν έ ν α ς δεν φανταζόταν
Η καρδιά της Μαρίας σταμάτησε να χ τ υ π ά ε ι . Α υ τ ή τη
αεροπορική ε π ί θ ε σ η . Ε ί ν α ι αυτοκτονία να εισβάλεις έτσι σε
φορά η Άννα ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Οι Γερμανοί ήταν π ρ ά γ μ α τ ι ε δ ώ .
αυτό το μέρος - να πέσεις από τον ουρανό γ ι α να σε σκοτώ
Δ υ ο στρατιώτες προχωρούσαν με αποφασιστικό τρόπο προς
σουν μόλις πατήσεις στη γ η ! »
το μέρος τους. Τι έκαναν τα στρατεύματα κατοχής όταν ε ι -
Ο Παύλος ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Για πολλούς από αυτούς ισοδυνα μούσε με κάτι λ ι γ ό τ ε ρ ο από αυτοκτονία, αλλά οι Γερμανοί
σέβαλλαν; Υπέθεσε ότι σκότωναν όποιον έ β λ ε π α ν . Α λ λ ι ώ ς , γ ι α τ ί να έρθουν; Τα πόδια της δεν την βαστούσαν.
δεν το είχαν σε τίποτα να θυσιάσουν μ ε ρ ι κ έ ς χ ι λ ι ά δ ε ς άντρες
« Τ ι θ α κ ά ν ο υ μ ε ; » ψιθύρισε.
προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους, και, πριν οι Σ ύ μ
« Σ υ ν έ χ ι σ ε να π ε ρ π α τ ά ς » , σύριξε η Άννα.
μαχοι οργανωθούν γ ι α να αντιδράσουν, το αεροδρόμιο-κλειδί
« Ν α μη φύγουμε τρέχοντας στην ά λ λ η μ ε ρ ι ά ; » ρώτησε η
του Μ ά λ ε μ ε , κοντά στα Χ α ν ι ά , ε ί χ ε πέσει στα χέρια τους.
Μαρία ι κ ε τ ε υ τ ι κ ά .
Τ ι ς πρώτες μέρες, τα πράγματα στην Π λ ά κ α ήταν όπως
« Μ η ν είσαι η λ ί θ ι α . Α π λ ώ ς συνέχισε να περπατάς. Θ έ λ ω
πάντα. Κ α ν ε ί ς δεν ήξερε τι π ρ α γ μ α τ ι κ ά σήμαινε γ ι ' αυτούς
να δω πώς είναι από κ ο ν τ ά » . Άρπαξε την αδερφή της από το
να βρίσκονται πλέον οι Γερμανοί στο έδαφος της Κ ρ ή τ η ς . Για
μπράτσο και την έσυρε μαζί της.
πολλές μέρες είχαν περιπέσει σε κατάσταση σοκ, ε π ε ι δ ή ε ί χ ε
Οι στρατιώτες ήταν μυστηριώδεις, το γαλάζιο β λ έ μ μ α
επιτραπεί να συμβεί κάτι τ έ τ ο ι ο . Τα νέα έδειχναν ότι η ε ι κ ό
τους καρφωμένο ευθεία μπροστά τους. Ήταν ντυμένοι με βα
να ήταν πιο ζοφερή απ' όσο είχαν ποτέ φανταστεί. Μέσα σε
ριά, γκρίζα, μάλλινα χ ι τ ώ ν ι α , και οι μπότες με την ατσάλινη
μια εβδομάδα, οι σαράντα χ ι λ ι ά δ ε ς στρατιώτες, Έ λ λ η ν ε ς και
μύτη χτυπούσαν ρυθμικά στο χαλικόδρομο. Κ α θ ώ ς περνού
των Σ υ μ μ α χ ι κ ώ ν δυνάμεων στην Κ ρ ή τ η , κατατροπώθηκαν,
σαν, φάνηκαν να μη βλέπουν τα κορίτσια. Ήταν σαν αυτά να
και χ ι λ ι ά δ ε ς από αυτούς χρειάστηκε να απομακρυνθούν, με
μην υπήρχαν.
τεράστιες α π ώ λ ε ι ε ς . Η συζήτηση στο καφενείο άναψε και άρ χισαν οι ψίθυροι γ ι α το πώς θα έπρεπε να ετοιμαστεί το χ ω ριό γ ι α να αμυνθεί όταν οι Γερμανοί θα έρχονταν ανατολικά. Η επιθυμία να πάρουν τα όπλα απλωνόταν σαν θρησκευτικός πυρετός. Οι χωρικοί δεν φοβούνταν την αιματοχυσία. Π ο λ λ ο ί αδημονούσαν να σηκώσουν τουφέκι. Έ γ ι ν ε πραγματικότητα
γ ι α τους ανθρώπους της
δ ε κ α π έ ν τ ε χρόνων πια και έ ν ι ω θ ε θ ι γ μ έ ν η αν κάποιος από το αντίθετο φύλο δεν την παρατηρούσε. Μ ό λ ι ς λ ί γ ε ς μέρες μετά, η Π λ ά κ α απέκτησε το δικό της μικρό τ ά γ μ α Γερμανών στρατιωτών. Σ τ η ν άκρη του χωριού,
Πλά
κας όταν οι πρώτοι Γερμανοί στρατιώτες μπήκαν στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο και μια μ ι κ ρ ή μονάδα στάλθηκε από ε κ ε ί στην 164
« Ο ύ τ ε που μας κ ο ί τ α ξ α ν ! » φώναξε η Άννα, αμέσως μόλις βρέθηκαν σε απόσταση που να μην τις ακούν. Ήταν σχεδόν
νωρίς ένα πρωινό, μ ι α οικογένεια ξύπνησε με άγριο τρόπο. « Α ν ο ί ξ τ ε ! » φώναξαν οι στρατιώτες, χτυπώντας την πόρ τα με τα κοντάκια των όπλων τους. 165
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
Παρά το γεγονός ότι δεν καταλάβαιναν λ έ ξ η από τη γλώσσα, τα μ έ λ η της οικογένειας αντιλήφθηκαν τη δ ι α τ α γ ή , καθώς και
όσες
ακολούθησαν. Έ π ρ ε π ε να
εκκενώσουν
ΝΗΣΙ
« Μ ε ρ ι κ ο ί πληγωμένοι Γερμανοί έγιναν κ ο μ μ ά τ ι α » , είπε, με το β λ έ μ μ α καρφωμένο στην μπίρα του. « Α π ό τους ντόπιους».
το
Έ ν α ς από τους άλλους στρατιώτες έ β γ α λ ε τότε ένα δι
σπίτι μ έ χ ρ ι το μεσημέρι, διαφορετικά θα αντιμετώπιζαν τις
π λ ω μ έ ν ο χαρτί από την τσέπη στο στήθος του κ α ι , αφού το
συνέπειες της άρνησής τους. Από ε κ ε ί ν η την ημέρα, οι άνθρω
ξετύλιξε προσεκτικά, το άπλωσε στο τραπέζι μπροστά του.
ποι που ε ί χ ε π ρ ο β λ έ ψ ε ι η Άννα ότι θα έρχονταν, βρίσκονταν
Κ ά τ ω από το τυπωμένο γ ε ρ μ α ν ι κ ό κ ε ί μ ε ν ο , κάποιος ε ί χ ε γρά
ανάμεσά τους, και η ατμόσφαιρα στο χωριό σκοτείνιασε.
ψ ε ι τη μετάφρασή του στα ε λ λ η ν ι κ ά και τα α γ γ λ ι κ ά .
Από μέρα σε μέρα, τα νέα σχετικά με το τι συνέβαινε
« Ν ο μ ί ζ ω ότι πρέπει να το δ ε ί τ ε όλοι. Ο επικεφαλής των
στην υπόλοιπη Κ ρ ή τ η ήταν ελάχιστα, αλλά υπήρχαν άφθο
Γερμανών αλεξιπτωτιστών, ο Σ τ ρ α τ η γ ό ς Στούντεντ, έ β γ α λ ε
νες φήμες, όπως αυτή που έ λ ε γ ε ότι μ ε ρ ι κ έ ς μ ι κ ρ έ ς μονάδες
αυτές τις διαταγές πριν από δυο μ έ ρ ε ς » .
Σ υ μ μ ά χ ω ν κινούνταν ανατολικά προς τη Σ η τ ε ί α . Μ ι α νύχτα, την ώρα που έπεφτε το σκοτάδι, τέσσερις μεταμφιεσμένοι
Οι χωρικοί στριμώχτηκαν γ ύ ρ ω από το τραπέζι γ ι α να διαβάσουν τι έγραφε στο χαρτί.
Βρετανοί στρατιώτες κατέβηκαν από τους λόφους, όπου κοι μούνταν σε μια ε γ κ α τ α λ ε ι μ μ έ ν η καλύβα βοσκού, και μπήκαν
Υπάρχουν στοιχεία ότι
οι άμαχοι της Κρήτης είναι
με αμέριμνο ύφος στο χ ω ρ ι ό . Δ ε ν θα είχαν γ ί ν ε ι δεκτοί με
για τον ακρωτηριασμό και
μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο ενθουσιασμό αν είχαν εμφανιστεί στο δικό τους
στρατιωτών μας.
χωριό, πίσω στην πατρίδα τους. Δ ε ν ήταν μόνο η δίψα γ ι α
χωρίς καθυστέρηση
νέα από πρώτο χέρι που τράβηξε τους ανθρώπους πάνω τους· ήταν και η έμφυτη επιθυμία των χωρικών να είναι φιλόξενοι και να συμπεριφέρονται σε κάθε ξένο σαν να τον ε ί χ ε σ τ ε ί λ ε ι ο Θεός. Οι άντρες ήταν εξαίρετοι φιλοξενούμενοι. Έ φ α γ α ν και ήπιαν ότι
τους πρόσφεραν, αλλά μόνο αφού ένα μέλος
της ομάδας, που ήξερε καλά ε λ λ η ν ι κ ά , έδωσε μια μαρτυρία
Πρέπει ή
τη δολοφονία των τραυματισμένων
να
υπάρξουν αντίποινα και
περιορισμό.
αυτών των ωμοτήτων 1.
να προχωρήσουν στα κάτωθι:
Εκτελέσεις
2.
Ολική
καταστροφή
3.
Εξολόθρευση
χωριών
ολόκληρου
του
από πρώτο χέρι γ ι α τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας στη βορειοδυτική α κ τ ή .
των
να έρθουν από τον αέρα - και σίγουρα όχι σε τέτοιους αριθ
τιμωρία
Με το παρόν εξουσιοδοτώ όποιες μονάδες έπεσαν θύματα
οποιουδήποτε χωριού παρέχει
« Τ ο τελευταίο πράγμα που π ε ρ ι μ έ ν α μ ε από αυτούς ήταν
υπεύθυνοι
ανωτέρω
Λεν απαιτείται εκδίκαση
άρρενος
εγκλημάτων
η σύσταση στρατιωτικών
εκείνων
που
πληθυσμού
άσυλο σε δράστες
δολοφόνησαν
δικαστηρίων
για την
τους στρατιώτες μας.
μ ο ύ ς » , ε ί π ε . « Ό λ ο ι νόμιζαν ότι θα έρχονταν από τη θάλασσα. Π ο λ λ ο ί σκοτώθηκαν αμέσως, αλλά αρκετοί προσγειώθηκαν
« Ε ξ ο λ ό θ ρ ε υ σ η του άρρενος π λ η θ υ σ μ ο ύ » . Οι λέξεις έμοιαζαν
με ασφάλεια και μετά ανασυντάχθηκαν». Ο νεαρός Ε γ γ λ έ ζ ο ς
να ζωντανεύουν στο χαρτί. Οι χωρικοί ήταν ασάλευτοι σαν
δίστασε. Σ χ ε δ ό ν ενάντια στη λ ο γ ι κ ή του, πρόσθεσε:
πεθαμένοι, ο μόνος ήχος ήταν η ανάσα τους· πόσο καιρό ακό
«Κά
μα, όμως, θα μπορούσαν να αναπνέουν;
ποιους, ωστόσο, τους βοήθησαν να π ε θ ά ν ο υ ν » . Το έκανε να ακούγεται σχεδόν σπλαχνικό, άρχισε να ε ξ η γ ε ί , πολλοί χωρικοί χλόμιασαν. 166
αλλά όταν
Ο Ε γ γ λ έ ζ ο ς έσπασε τη σ ι ω π ή . « Ο ι Γερμανοί δεν συνάντη σαν ποτέ ξανά την αντίσταση που βρίσκουν στην Κ ρ ή τ η . Τους 167
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
έ χ ε ι αιφνιδιάσει ε ν τ ε λ ώ ς . Κ α ι δεν προέρχεται μόνο από τους
συναισθημάτων. Όση ώρα έπιναν οι άντρες, μ ε ρ ι κ έ ς γυναίκες
άντρες, αλλά και από τις γυναίκες και τα παιδιά - α κ ό μ η και
ήρθαν στο καφενείο με δέματα γ ε μ ά τ α π ρ ο μ ή θ ε ι ε ς , βαριά σε
τους παπάδες. Π ε ρ ί μ ε ν α ν π λ ή ρ η υ π ο τ α γ ή , χωρίς όρους, από
β α θ μ ό που οι στρατιώτες σχεδόν δεν μπορούσαν να τα σηκώ
εσάς αλλά και από τους Σ υ μ μ ά χ ο υ ς . Ό μ ω ς , είναι σωστό να
σουν. Θα είχαν αρκετά εφόδια γ ι α δεκαπέντε μέρες και έ δ ε ι
σας προειδοποιήσουμε ότι συμπεριφέρθηκαν με βάρβαρο τρό
ξαν την ευγνωμοσύνη τους μ έ χ ρ ι υπερβολής.
πο σε αρκετά χωριά στα δυτικά. Τα ισοπέδωσαν - γκρέμισαν
ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , επαναλάμβανε ένας συνέχεια, χρησιμοποιώντας
ακόμη και τις ε κ κ λ η σ ί ε ς και τα σ χ ο λ ε ί α . . . »
τη μόνη ε λ λ η ν ι κ ή λ έ ξ η που γ ν ώ ρ ι ζ ε .
Δ ε ν μπόρεσε να συνεχίσει. Μέσα στο δωμάτιο σ η κ ώ θ η κ ε αντάρα.
«Ευχαριστώ,
« Δ ε ν κάνει τ ί π ο τ α » , είπαν ο ι χ ω ρ ι κ ο ί . « Ε σ ε ί ς μας β ο η θ ά τ ε . Ε μ ε ί ς θα έπρεπε να σας λ έ μ ε ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » .
« Ν α τους αντισταθούμε;» ακούστηκε ο Παύλος Α γ γ ε λ ό
Ε ν ώ βρίσκονταν α κ ό μ η στο καφενείο, ο Αντώνης Α γ γ ε λόπουλος, ο μεγαλύτερος αδερφός της Φ ω τ ε ι ν ή ς , ε ί χ ε φ ύ γ ε ι
πουλος μέσα στην οχλοβοή. « Ν α ι » , αποκρίθηκαν φωναχτά οι περίπου σαράντα άντρες.
κρυφά, μ π ή κ ε απαρατήρητος στο σπίτι και μάζεψε μερικά
« Μ έ χ ρ ι θανάτου!» β ρ υ χ ή θ η κ ε ο Α γ γ ε λ ό π ο υ λ ο ς .
π ρ ά γ μ α τ α : ένα κοφτερό μαχαίρι, μια μ ά λ λ ι ν η κουβέρτα, ένα
« Μ έ χ ρ ι θ α ν ά τ ο υ ! » επανέλαβαν οι ά λ λ ο ι .
παραπανίσιο πουκάμισο και το όπλο του, ένα μικρό πιστό
Μολονότι οι Γερμανοί σπάνια ξεμύτιζαν όταν έπεφτε το
λι που του ε ί χ ε δώσει ο πατέρας του όταν έ γ ι ν ε δεκαοχτώ
σκοτάδι, οι άντρες φυλούσαν εναλλάξ την πόρτα του καφενείου.
χρόνων. Τ η ν τελευταία σ τ ι γ μ ή άρπαξε την ξύλινη φλογέρα
Συζήτησαν μ έ χ ρ ι τις πρώτες πρωινές ώρες, που ο αέρας ε ί χ ε
που αναπαυόταν σε ένα ράφι μαζί με την πιο π ο λ ύ τ ι μ η κ α ι
γ ε μ ί σ ε ι από τον καπνό των τσιγάρων και τα τραπέζια καλύ
πλουμιστή λύρα του πατέρα του. Ήταν το θ ι α μ π ό λ ι του, μια
πτονταν
φλογέρα που έπαιζε από παιδί, και αφού δεν ήξερε πότε θα
από ένα γυαλιστερό δάσος από άδεια
μπουκάλια
ρ α κ ή . Ξέροντας ότι θα ήταν μοιραίο λάθος να τους εντοπί σουν στο φως της ημέρας, οι στρατιώτες σηκώθηκαν γ ι α να
γύριζε στο σπίτι του, δεν μπορούσε να το αφήσει πίσω. Τη σ τ ι γ μ ή που
έ σ φ ι γ γ ε την
αγκράφα του
δερμάτινου
φύγουν πριν από την α υ γ ή . Από ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή θα κρύβο
σάκου του, εμφανίστηκε στο κατώφλι η Σ α β ί ν α . Για κανέναν
νταν.
είχαν
στην Π λ ά κ α , ε κ ε ί ν ε ς τις μέρες, δεν ήταν εύκολο να κ ο ι μ η θ ε ί .
φυγαδευτεί στην Αλεξάνδρεια λ ί γ ε ς μέρες νωρίτερα, και όσοι
Βρίσκονταν όλοι σε εγρήγορση, ήταν ανήσυχοι και ταραγ
έμειναν έπρεπε να αποφύγουν τη σύλληψη από τους Γερμα
μένοι, τινάζονταν κ ά θ ε τόσο από τα κρεβάτια τους από τις
νούς, αν ήθελαν να συνεχίσουν τις ζωτικές επιχειρήσεις συλ
λ ά μ ψ ε ι ς στον ουρανό, που μαρτυρούσαν ότι οι β ό μ β ε ς των
λ ο γ ή ς πληροφοριών. Α υ τ ή η ομάδα βρισκόταν κ α θ ' οδόν προς
εχθρών ισοπέδωναν τις πόλεις και τα χωριά τους. Π ώ ς μπο
Δ ε κ ά δ ε ς χ ι λ ι ά δ ε ς στρατιώτες των
Συμμάχων
τη Σ η τ ε ί α , όπου ήδη είχαν καταφτάσει και είχαν πάρει τον
ρούσαν να κοιμηθούν όταν περίμεναν να σειστούν τα σπίτια
έ λ ε γ χ ο οι Ι τ α λ ο ί .
τους από τις εκρήξεις, ή έστω να ακούσουν τις διαπεραστικές
Ό π ω ς το έβλεπαν οι Ε γ γ λ έ ζ ο ι , οι αποχαιρετισμοί και οι
φωνές των Γερμανών στρατιωτών που έμεναν τώρα στο τέλος
εναγκαλισμοί κράτησαν πολύ και ήταν ιδιαίτερα διαχυτικοί,
του δρόμου; Η Σ α β ί ν α κοιμόταν πολύ ελαφρά και ξύπνησε
ειδικά γ ι α τόσο σύντομη γ ν ω ρ ι μ ί α , αλλά οι Κρητικοί δεν το
εύκολα από τον ήχο των β η μ ά τ ω ν στο πάτωμα και το γδάρ-
είχαν σε τίποτα να επιδίδονται σε τόσο ε κ δ η λ ω τ ι κ ή ε π ί δ ε ι ξ η
σιμο του πιστολιού πάνω στον τραχύ τοίχο, καθώς τραβιόταν
168
169
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
από το καρφί όπου κρεμόταν. Περισσότερο απ' οτιδήποτε, ο
ή δ η και το π λ η ρ ώ σ α μ ε , σε π ο λ λ έ ς π ε ρ ι π τ ώ σ ε ι ς . Σ ο υ είμαστε
Αντώνης δεν ή θ ε λ ε να τον δ ε ι η μάνα του. Η Σ α β ί ν α ίσως να
ευγνώμονες».
προσπαθούσε να τον σταματήσει.
Ο Παύλος έ μ ε ι ν ε αποσβολωμένος. Ό π ω ς συνέβαινε με τη
« Τ ι κ ά ν ε ι ς ; » τον ρώτησε.
γυναίκα του, τον παρέλυε ο τρόμος γ ι ' αυτό που αναλάμβανε
« Θ α πάω να τους β ο η θ ή σ ω . Θα πάω να τους δ ε ί ξ ω το
να κάνει ο πρωτότοκός του, αλλά αισθανόταν και θαυμασμό.
δρόμο - δεν θα τη βγάλουν ούτε μία μέρα στα βουνά χωρίς
Ε ί χ ε αναθρέψει τα αγόρια του με τέτοιον τρόπο ώστε να κα
κάποιον που ξέρει το έ δ α φ ο ς » . Ο Αντώνης υπερασπίστηκε με
ταλαβαίνουν πώς λ ε ι τ ο υ ρ γ ε ί η φύση, και ήξερε ότι ο Αντώνης
πάθος την απόφαση του, σαν άνθρωπος που π ε ρ ί μ ε ν ε σφοδρή
ε ί χ ε τη γνώση να βοηθήσει αυτούς τους άντρες να συντηρη
αντίδραση. Προς έ κ π λ η ξ η του, όμως, ε ί δ ε τη μητέρα του να
θούν, όπως και οι κατσίκες σε φαινομενικά άγονη γ η . Ή ξ ε ρ ε
του γ ν έ φ ε ι σ υ γ κ α τ α β α τ ι κ ά . Το ένστικτό της να τον προστα
τι θα τους δηλητηρίαζε και τι θα τους έ τ ρ ε φ ε - ήξερε α κ ό μ η
τ έ ψ ε ι ήταν πιο ισχυρό από ποτέ, αλλά ήξερε ότι έτσι έπρεπε
και ποιο είδος θάμνου έδινε τον καλύτερο καπνό. Περήφανος
να γίνουν τα π ρ ά γ μ α τ α .
γ ι α το θάρρος του Α ν τ ώ ν η και συγκινημένος από τον σχεδόν
« Έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο » , του ε ί π ε , προσθέτοντας μ ε μάλλον ρεαλι
αφελή ενθουσιασμό του, ο Παύλος α γ κ ά λ ι α σ ε το γ ι ο του, και
στικό ύφος: « Ε ί ν α ι καθήκον μας να τους υποστηρίξουμε όπως
μ ε τ ά , πριν χαθούν οι π έ ν τ ε άντρες, τους γύρισε την π λ ά τ η
μπορούμε».
του και ξεκίνησε γ ι α το σπίτι του, ξέροντας ότι η Σ α β ί ν α θα
Η Σ α β ί ν α α γ κ ά λ ι α σ ε το γ ι ο της γ ι α μια φευγαλέα σ τ ι γ μ ή
τον π ε ρ ί μ ε ν ε .
και κατόπιν εκείνος έ φ υ γ ε , ανήσυχος μ ή π ω ς και δεν προλά β ε ι τους τέσσερις ξένους, που ίσως να είχαν β γ ε ι κιόλας από
Ο
το χ ω ρ ι ό .
επισκέφτηκε την ε π ό μ ε ν η μέρα.
« Ν α π ρ ο σ έ χ ε ι ς » , ψιθύρισε η μητέρα του στη σκιά του, αν και ο γιος της δεν μπορούσε να την ακούσει πια. « Τ ά ξ ε μου ότι θα π ρ ο σ έ χ ε ι ς » . Ο
Αντώνης
Γ Ι Ω Ρ Γ Η Σ τα δ ι η γ ή θ η κ ε όλα αυτά στην Ε λ έ ν η όταν την
« Κ α η μ έ ν η Σ α β ί ν α ! » αναφώνησε ε κ ε ί ν η μ ε βραχνή φωνή. « Θ α έ χ ε ι αρρωστήσει από την α γ ω ν ί α » . « Κ ά π ο ι ο ς έπρεπε να το κάνει - κι εκείνο το π α λ ι κ ά ρ ι
έτρεξε πίσω
στο
καφενείο.
Οι
στρατιώτες
ήταν έτοιμο γ ι α π ε ρ ι π έ τ ε ι α » , απάντησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς επιπόλαια,
βρίσκονταν στην π λ α τ ε ί α και είχαν ε ι π ω θ ε ί οι τ ε λ ε υ τ α ί ο ι
προσπαθώντας να δώσει μ ι κ ρ ή σημασία στην αναχώρηση του
αποχαιρετισμοί. Β ι ά σ τ η κ ε να πάει κοντά τους.
Αντώνη.
« Θ α ε ί μ α ι ο οδηγός σας», τους πληροφόρησε. « Θ α πρέπει να ξέρετε πού βρίσκονται οι σπηλιές, οι χαράδρες και οι ρεμα τιές, γ ι α τ ί μόνοι σας μπορεί να πεθάνετε εκεί πέρα. Κ α ι μπορώ
« Μ α , πόσο καιρό θα λ ε ί π ε ι ; » « Δ ε ν ξέρει κανένας. Ε ί ν α ι σαν να ρωτάς πόσο καιρό θα κρατήσει αυτός ο π ό λ ε μ ο ς » .
να σας μάθω πώς θα επιβιώσετε - πού να βρείτε αυγά που
Κοίταξαν απέναντι στην Π λ ά κ α . Μ ε ρ ι κ έ ς φιγούρες κινού
λιών, φαγώσιμα μούρα και νερό, εκεί που δεν το π ε ρ ι μ έ ν ε τ ε » .
νταν στην προκυμαία, έκαναν τις κ α θ η μ ε ρ ι ν έ ς δουλειές τους.
εκτίμησης,
Από αυτή την απόσταση όλα έδειχναν φυσιολογικά. Κανείς
κι εκείνος που μιλούσε ε λ λ η ν ι κ ά έ κ α ν ε ένα β ή μ α μπροστά.
Οι
στρατιώτες
μουρμούρισαν
δεν θα κ α τ α λ ά β α ι ν ε ότι η Κ ρ ή τ η ήταν ένα νησί κατεχόμενο
« Ε ί ν α ι πολύ επικίνδυνα ε κ ε ί πέρα. Τ ο α ν α κ α λ ύ ψ α μ ε αυτό
από ε χ θ ρ ι κ έ ς δυνάμεις.
170
κάποια
λόγια
171
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
« Δ η μ ι ο ύ ρ γ η σ α ν καθόλου προβλήματα οι Γ ε ρ μ α ν ο ί ; » ρώ
ΝΗΣΙ
« Ε ί ν α ι τόσο π ε ρ ί ε ρ γ ο » , ε ί π ε . « Ο πόλεμος δεν μας ε π η ρέασε σχεδόν καθόλου ε δ ώ . Αισθάνομαι πιο απομονωμένη
τησε η Ε λ έ ν η . « Ο ύ τ ε καταλαβαίνεις ότι βρίσκονται ε κ ε ί » , απάντησε ο
από ποτέ. Δ ε ν μπορώ καν να συμμεριστώ τον κίνδυνο που
Γ ι ώ ρ γ η ς . « Π ε ρ ι π ο λ ο ύ ν την ημέρα, αλλά τη νύχτα εξαφανί
δ ι α τ ρ έ χ ε τ ε » . Η ήσυχη φωνή της έ τ ρ ε μ ε και π ά λ ε ψ ε με την
ζονται. Κ α ι π ά λ ι , όμως, είναι σαν να μας παρακολουθούν
πιθανότητα να καταρρεύσει μπροστά στον άντρα της. Δ ε ν θα
συνέχεια».
εξυπηρετούσε κ ά τ ι . Σ ε καμία περίπτωση.
Το τελευταίο πράγμα που ή θ ε λ ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήταν να κάνει την Ε λ έ ν η να αντιληφθεί το αίσθημα απειλής που πότιζε την
« Δ ε ν κινδυνεύουμε, Ε λ έ ν η » . Τα λόγια του ήταν ψ έ μ α τ α , φυσικά. Ο Αντώνης δεν ήταν ο μόνος από τους ντόπιους που είχαν μ π ε ι στην Αντίσταση,
ατμόσφαιρα. Ά λ λ α ξ ε θ έ μ α .
και οι ιστορίες γ ι α τη διαβόητη βάναυση συμπεριφορά των
« Ε σ ύ , Ε λ έ ν η , πώς ν ι ώ θ ε ι ς ; » Η υ γ ε ί α της γυναίκας του ε ί χ ε αρχίσει να εξασθενεί. Οι
Γερμανών με την π α ρ α μ ι κ ρ ή υποψία κατασκοπείας έκαναν
π λ η γ έ ς στο πρόσωπό της είχαν ε ξ α π λ ω θ ε ί και η φωνή της
τους ανθρώπους της Π λ ά κ α ς να τρέμουν από φόβο. Α λ λ ά , με
ε ί χ ε γ ί ν ε ι τραχιά.
κάποιο τρόπο, η ζωή φαινόταν να συνεχίζεται όπως συνήθως.
« Μ ε πονάει λ ι γ ά κ ι ο λαιμός μ ο υ » , παραδέχτηκε, « α λ λ ά
Υπήρχαν οι κ α θ η μ ε ρ ι ν έ ς δουλειές κι ε κ ε ί ν ε ς που υπαγορεύο
ε ί μ α ι σίγουρη ότι είναι απλώς ένα κρύωμα. Π ε ς μου γ ι α τα
νταν από τις εποχές. Ό τ α ν έφτανε το τέλος του καλοκαιριού,
κορίτσια».
έπρεπε να τρυγηθούν τα σταφύλια- όταν ερχόταν το φθινόπω
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς κ α τ ά λ α β ε ότι ή θ ε λ ε ν' α λ λ ά ξ ε ι θ έ μ α . Ή ξ ε ρ ε ότι δεν έπρεπε να ε π ι μ έ ν ε ι στο ζήτημα της υγείας της.
ρο, ήταν ώρα να μαζευτούν οι ε λ ι έ ς · και σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς, έπρεπε να αρμέγουν τις κατσίκες, να πήζουν τυρί
« Η Άννα φαίνεται λ ί γ ο πιο χαρούμενη αυτό τον καιρό.
και να υφαίνουν. Ο ήλιος α ν έ τ ε ι λ ε , το φ ε γ γ ά ρ ι π λ η μ μ ύ ρ ι ζ ε
Δ ι α β ά ζ ε ι πολύ γ ι α το σχολείο, αλλά δεν έ χ ε ι β ε λ τ ι ω θ ε ί ι δ ι
τον νυχτερινό ουρανό με το ασημένιο φως του και τα αστέρια
αίτερα στις δουλειές του σπιτιού. Μάλιστα, είναι μάλλον πιο
έλαμπαν,
τ ε μ π έ λ α από ποτέ. Μαζεύει το πιάτο της, αλλά ούτε που θα
από κάτω τους.
σκεφτόταν να πάρει και το πιάτο της Μ α ρ ί α ς . Σ χ ε δ ό ν σταμά
άσχετα
από τα γεγονότα που
διαδραματίζονταν
Π ά ν τ ο τ ε , ωστόσο, υπήρχε ένταση στον αέρα και αναμονή β ί α ς . Η κ ρ η τ ι κ ή Αντίσταση έ γ ι ν ε πιο οργανωμένη, και πολ
τησα να της γ κ ρ ι ν ι ά ζ ω . . . » θ έ λ ε ι , ξέ
λοί α κ ό μ η άντρες εξαφανίστηκαν από το χωριό γ ι α να παί
ρ ε ι ς » , τον δ ι έ κ ο ψ ε η Ε λ έ ν η . « Α π λ ώ ς θα αποκτά ολοένα και
ξουν το ρόλο τους στα δρώμενα του π ο λ έ μ ο υ . Αυτό ε ν έ τ ε ι ν ε
χειρότερες συνήθειες, κι αυτό πιέζει περισσότερο τη Μ α ρ ί α » .
την αίσθηση της προσμονής ότι αργά ή γρήγορα η ζωή θα
« Ν α ι , το ξ έ ρ ω . Κ α ι η Μ α ρ ί α δ ε ί χ ν ε ι τόσο ήσυχη. Ν ο μ ί ζ ω
άλλαζε δραματικά. Χ ω ρ ι ά όπως τα δικά τους, όπου οι άντρες
« Δ ε ν θα έπρεπε να την αφήνεις να κάνει ότι
ότι την ανησυχεί η κατοχή περισσότερο απ' όσο την Ά ν ν α » . « Τ ο καημένο το παιδί, έ χ ε ι ήδη ζήσει μ ε γ ά λ η αναστά τ ω σ η » , ε ί π ε η Ε λ έ ν η . Σε σ τ ι γ μ έ ς σαν κι αυτή έ ν ι ω θ ε να την
είχαν γ ί ν ε ι αντάρτες, αποτελούσαν στόχο γ ι α τους Γερμανούς και τα πιο βάρβαρα αντίποινά τους. Μ ι α μέρα, στις αρχές του
1 9 4 2 , μια ομάδα παιδιών,
πλημμυρίζουν οι ενοχές γ ι α το ότι οι κόρες της μ ε γ ά λ ω ν α ν
ανάμεσα τους η Άννα και η Μ α ρ ί α , γύριζαν από το σχολείο
χωρίς την παρουσία της.
στο σπίτι, βαδίζοντας στην ακροθαλασσιά. 172
173
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Κ ο ι τ ά ξ τ ε ! » φώναξε η Μ α ρ ί α . « Κ ο ι τ ά ξ τ ε - χ ι ο ν ί ζ ε ι ! »
τους π ρ ο ε ι δ ο π ο ι ή σ ο υ μ ε » .
Το
τσέπες τους γ ε μ ά τ ε ς από το προπαγανδιστικό υλικό και τις
χιόνι
είχε
σταματήσει
να
πέφτει
λίγες
εβδομάδες
πριν και ήταν θ έ μ α χρόνου να ξεπαγώσουν οι κορυφές των βουνών. Ο π ό τ ε , τι ήταν αυτό το άσπρο π ρ ά γ μ α που έ π ε φ τ ε τ ρ ι γ ύ ρ ω τους;
Συνέχισαν να περπατούν,
με τις
καρδιές τους να βροντούν από το φόβο. Κι άλλα χωριά είχαν δεχτεί αυτή την προειδοποίηση, αλλά το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που ήλπιζαν οι Γερμανοί.
Η Μ α ρ ί α συνειδητοποίησε πρώτη την α λ ή θ ε ι α . Δ ε ν ήταν χιόνι αυτό που έ π ε φ τ ε από τον ουρανό. Ήταν χαρτί. Σ τ ι γ μ έ ς
« Ε ί σ α ι τ ρ ε λ ό ς » , ε ί π ε η Άννα, όταν ο πατέρας της διάβασε το φυλλάδιο και σήκωσε αδιάφορα τους ώμους του.
«Πώς
πιο πριν, ένα μικρό αεροπλάνο ε ί χ ε περάσει με β ό μ β ο πάνω
μπορείς να αδιαφορείς έτσι; Αυτοί οι αντάρτες βάζουν σε κίν
από τα κεφάλια τους, αλλά ούτε που σήκωσαν το β λ έ μ μ α
δυνο τις ζωές όλων μας. Μόνο και μόνο γ ι α χάρη της δικιάς
τους - τόσο συνηθισμένο ήταν να π ε τ ά ν ε τα γ ε ρ μ α ν ι κ ά αε
τους π ε ρ ι π ε τ ε ι ο ύ λ α ς ! »
ροπλάνα κατά μήκος αυτού του τ μ ή μ α τ ο ς της α κ τ ή ς . Ε ί χ ε
Η Μαρία ε ί χ ε ζαρώσει στη γωνία του δωματίου. Μπορούσε
σκορπίσει μια βροχή από φυλλάδια, και η Άννα άρπαξε ένα
να νιώσει την ε π ι κ ε ί μ ε ν η έκρηξη. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς πήρε μια βαθιά
τη σ τ ι γ μ ή που το έφερνε ο αέρας προς το μέρος τ η ς .
ανάσα. Π ά λ ε υ ε να ε λ έ γ ξ ε ι την οργή του, αντιστεκόταν στην
« Κ ο ι τ ά ξ τ ε » , ε ί π ε . « Ε ί ν α ι από τους Γ ε ρ μ α ν ο ύ ς » . Σ τ ρ ι μ ώ χτηκαν γύρω της γ ι α να διαβάσουν το φυλλάδιο.
επιθυμία να κάνει την κόρη του κομμάτια από το θυμό του. « Π ρ α γ μ α τ ι κ ά πιστεύεις ότι το κάνουν γ ι α τους εαυτούς τους; Να ψοφάνε από το κρύο στις σπηλιές και να ζούνε με
ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΠΡΟΣ Τ Ο ΛΑΟ Τ Η Σ Κ Ρ Η Τ Η Σ
χόρτα σαν τα ζώα; Π ώ ς τ ο λ μ ά ς ! » Η Άννα μ α ζ ε ύ τ η κ ε .
Τ η ς άρεσε να προκαλεί αυτές τις
σκηνές, αλλά δεν ε ί χ ε ξαναδεί τον πατέρα της τόσο έ ξ α λ λ ο . ΑΝ Η ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ Σ Α Σ Π Α Ρ Α Σ Χ Ε Ι ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ
Ή ΕΦΟΔΙΑ ΣΕ Σ Τ Ρ Α Τ Ι Ω Τ Ε Σ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΩΝ
« Δ ε ν έ χ ε ι ς ακούσει τις ιστορίες τ ο υ ς » , συνέχισε εκείνος. « Δ ε ν τους έ χ ε ι ς δει να μπαίνουν τρεκλίζοντας στο καφενείο
Ή ΣΕ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ,
μέσα στα σκοτάδια, σχεδόν π ε θ α μ έ ν ο ι από την πείνα, με τις
ΘΑ Τ Ι Μ Ω Ρ Η Θ Ε Ι Τ Ε ΑΥΣΤΗΡΑ.
σόλες των παπουτσιών τους λ ι ω μ έ ν ε ς και τα κόκαλά τους να
ΑΝ Β Ρ Ε Θ Ε Ι Τ Ε ΕΝΟΧΟΙ, ΤΑ ΑΝΤΙΠΟΙΝΑ
τρυπάνε το δέρμα τους! Το κάνουν γ ι α σένα, Άννα, και γ ι α
ΘΑ Ε Ι Ν Α Ι Σ Κ Λ Η Ρ Α ΚΑΙ Α Μ Ε Σ Α ΓΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ Χ Ω Ρ Ι Ο Σ Α Σ .
μένα και γ ι α τ η Μ α ρ ί α » . « Κ α ι γ ι α τ η μητέρα μ α ς » , ε ί π ε η Μαρία σιγανά από τ η γωνία.
Τα χαρτιά συνέχισαν να πέφτουν, δημιουργώντας ένα λευκό
Ό λ α όσα έ λ ε γ ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήταν α λ ή θ ε ι α . Το χ ε ι μ ώ ν α ,
χ α λ ί που στροβιλίστηκε στα πόδια τους πριν ο αέρας το ση
όταν τα βουνά ήταν κ α λ υ μ μ έ ν α με χιόνια και ο άνεμος λυσ
κώσει και το σ τ ε ί λ ε ι στη θάλασσα γ ι α να γ ί ν ε ι ένα με την
σομανούσε στα γ ε ρ μ έ ν α
αφρισμένη επιφάνεια. Τα παιδιά στέκονταν σιωπηλά.
σχεδόν π ά γ ω ν α ν : ζαρωμένοι στο δίκτυο των σπηλαίων ψηλά
δέντρα,
οι
άντρες της
Αντίστασης
« Π ρ έ π ε ι να π ά μ ε μ ε ρ ι κ ά στους γονείς μ α ς » , πρότεινε
στα βουνά, πάνω από τα χωριά, όπου το μόνο ποτό ήταν η
ένα, μαζεύοντας μια χούφτα πριν σκορπιστούν. « Π ρ έ π ε ι να
υγρασία που έσταζε από τους σταλακτίτες, μερικοί έφταναν
174
175
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
στα όρια της αντοχής τους. Το καλοκαίρι, όταν ο καιρός ήταν
τ υ λ ι γ μ έ ν η γ ύ ρ ω από τη μέση του γ ι α να κρατάει το παντε
ακριβώς το αντίθετο, βίωναν την απόλυτη κάψα του νησιού,
λόνι στη θέση του.
και μια δίψα που δεν έσβηνε με τίποτα, καθώς όλα τα ρυάκια
Το πρόσωπο του Παύλου ήταν α κ ό μ η μουσκεμένο από τα δάκρυα όταν έφτασαν η Σ α β ί ν α , η Φ ω τ ε ι ν ή και ο Ά γ γ ε λ ο ς .
κείτονταν ξεραμένα. Το μόνο που κατάφερναν φυλλάδια σαν κι αυτά, ήταν να
Έ σ τ ε ι λ α ν βιαστικά το γ ι ο του Λ ι δ ά κ η να τους φέρει στο κα
ενισχύσουν την αποφασιστικότητα των Κ ρ η τ ι κ ώ ν να αντιστα
φενείο, και η επανένωση ήταν όπως ακριβώς θα έπρεπε να
θούν. Δ ε ν υπήρχε ζήτημα υποταγής και θα υπέμεναν τους
είναι η συνάντηση ανθρώπων που αγαπιούνται πολύ και που,
κινδύνους που συνεπαγόταν αυτό. Με αυξανόμενη συχνότητα,
μ έ χ ρ ι τ ό τ ε , δεν είχαν χωρίσει ούτε γ ι α μία μέρα στη ζωή
οι Γερμανοί έκαναν την εμφάνισή τους στην Π λ ά κ α , έψαχναν
τους. Δ ε ν ένιωσαν μόνο χαρά, ένιωσαν και πόνο όταν είδαν
σπίτια γ ι α ίχνη της Αντίστασης, όπως ραδιοφωνικό εξοπλισμό,
τον Α ν τ ώ ν η , που έ δ ε ι χ ν ε να λ ι μ ο κ τ ο ν ε ί , εξαντλημένος, και
και ανέκριναν τον Β α γ γ έ λ η Λ ι δ ά κ η , καθώς, ως ιδιοκτήτης
να ε ί ν α ι , όχι μόνο ένα χρόνο, αλλά μια δεκαετία ολόκληρη
του καφενείου, ήταν γ ε ν ι κ ά ο μόνος άντρας στο χωριό στη δι
πιο μ ε γ ά λ ο ς από την τελευταία φορά που τον είδαν.
άρκεια των πρωινών ωρών. Οι άλλοι άντρες δούλευαν στους
Τον Αντώνη συντρόφευαν δυο Ε γ γ λ έ ζ ο ι . Δ ε ν υπήρχε τί
λόφους ή στη θάλασσα. Οι Γερμανοί δεν έρχονταν τη νύχτα,
ποτα, ωστόσο, στην εμφάνισή τους που να προδίδει την εθνι
και αυτό ήταν μια βεβαιότητα που οι Κρητικοί κατέληξαν να θεωρούν α ν ε κ τ ί μ η τ η · οι ξένοι φοβούνταν πάρα πολύ ώστε να πάνε οπουδήποτε μετά το σούρουπο, έ β λ ε π α ν με καχυποψία το βραχώδες και δύσκολο έδαφος του νησιού, και ήξεραν πόσο ευάλωτοι ήταν απέναντι σε μια επίθεση στο σκοτάδι. Μ ι α νύχτα του Σ ε π τ ε μ β ρ ί ο υ , ο Γ ι ώ ρ γ η ς και ο Παύλος κάθονταν στο συνηθισμένο γ ω ν ι α κ ό τραπέζι τους στο καφε ν ε ί ο , όταν μπήκαν μέσα τρεις ξένοι. Οι δυο άντρες τους κοί ταξαν γ ι α λ ί γ ο , αλλά σύντομα ξανάρχισαν τη συζήτησή τους και το ρυθμικό χτύπημα στις χάντρες των κομπολογιών τους.
κότητά τους. Η λ ι ο κ α μ έ ν ο ι και με υ π ε ρ μ ε γ έ θ η μουστάκια, που είχαν μ ά θ ε ι να τα στρίβουν στις άκρες όπως οι ντόπιοι, ήξεραν πλέον αρκετά ελληνικά ώστε να μπορούν να μιλήσουν με τους οικοδεσπότες τους, και είπαν ιστορίες από συναντήσεις τους με στρατιώτες του εχθρού και το πώς, ντυμένοι σαν βοσκοί, τους ξεγέλασαν ότι ήταν Κ ρ η τ ι κ ο ί . Ε ί χ α ν διασχίσει το νησί πολλές φορές την περασμένη χρονιά, και μία από τις αποστολές τους ήταν να παρατηρούν τις κινήσεις των ιταλικών στρατευμάτων. Το ιταλικό αρχηγείο βρισκόταν στη Ν ε ά π ο λ η , τη μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η πόλη στην περιφέρεια τους στο Λασίθι, και οι στρατιώτες εκεί έδειχναν να κάνουν ελάχιστα πέρα από το να τρώνε, να πίνουν
Πριν από την κατοχή και την ανάπτυξη της Αντίστασης, ήταν
και να διασκεδάζουν, ειδικά με τις ντόπιες πόρνες. Ά λ λ ο ι
σπάνιο να δει κανείς ξένους στο χωριό, αλλά τώρα ε ί χ ε γ ί ν ε ι
στρατιώτες, όμως, στάθμευαν στα δυτικά του νησιού και οι
κάτι συνηθισμένο. Έ ν α ς από τους ξένους τούς πλησίασε.
κινήσεις τους ήταν πιο δύσκολο να καταγραφούν.
« Π α τ έ ρ α » , ε ί π ε σιγανά.
Με τα συρρικνωμένα στομάχια τους πρησμένα πλέον από
Ο Παύλος σήκωσε το β λ έ μ μ α του, με το στόμα ορθάνοι χτο από την έ κ π λ η ξ η . Ήταν ο Αντώνης, σχεδόν αγνώριστος
το βραστό κρέας και τα κεφάλια τους να γυρίζουν από την τσικουδιά, οι τρεις άντρες είπαν ιστορίες μέχρι αργά τη νύχτα.
σε σχέση με το αμούστακο παιδί που ε ί χ ε ενταχθεί τόσο ι δ ε
« Ο γιος σας είναι εξαίρετος μ ά γ ε ι ρ α ς τ ώ ρ α » , ε ί π ε ένας
αλιστικά στην Αντίσταση την περασμένη χρονιά. Τα ρούχα
από τους Ε γ γ λ έ ζ ο υ ς στη Σ α β ί ν α . « Κ α ν έ ν α ς δεν φτιάχνει χα-
του κρέμονταν πάνω του κ α ι η ζώνη του ήταν δύο φορές
ρουπόψωμο όπως α υ τ ό ς » .
176
177
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
«Ή βραστό με σαλιγκάρια και θ υ μ ά ρ ι ! » αστειεύτηκε ο άλλος.
ΝΗΣΙ
μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ε ς ωμότητες του πολέμου, με μαζικές ε κ τ ε λ έ σ ε ι ς και την καταστροφή ολόκληρων χ ω ρ ι ώ ν . Οι γέροι και οι άρ
« Δ ε ν είναι να απορεί κανείς που είστε όλοι τόσο αδύνα
ρωστοι καίγονταν στα κρεβάτια τους και οι άντρες αναγκάζο
τ ο ι » , απάντησε η Σ α β ί ν α . « Ο Αντώνης δεν ε ί χ ε μ α γ ε ι ρ έ ψ ε ι
νταν να παραδώσουν τα όπλα τους πριν πυροβοληθούν εν
τ ί π ο τ ε άλλο από πατάτες, μ έ χ ρ ι που άρχισαν όλα α υ τ ά » .
ψυχρώ. Οι κίνδυνοι της προδοσίας ήταν υπαρκτοί και σήμαι
« Α ν τ ώ ν η , πες τους γ ι α τότε που κοροϊδέψαμε τους φρί-
ναν ότι ο Αντώνης, και όλοι σαν αυτόν, επισκέπτονταν σπά
τσηδες και νόμιζαν ότι είμαστε α δ έ ρ φ ι α » , ε ί π ε ο ένας, κι έτσι
νια και γ ι α λ ί γ ο τις ο ι κ ο γ έ ν ε ι έ ς τους, ξέροντας ότι η παρου
συνεχίστηκε η βραδιά, με τις στιγμές της αγωνίας και του φό
σία τους ίσως να έβαζε σε κίνδυνο τους αγαπημένους τους.
βου να γίνονται κ ω μ ι κ έ ς ιστορίες γ ι α να διασκεδάσουν όλοι.
Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, το μόνο μέρος που
Κατόπιν έ β γ α λ α ν τις λύρες από τον π ά γ κ ο του καφενείου και
π α ρ έ μ ε ι ν ε π ρ α γ μ α τ ι κ ό άσυλο από τους Γερμανούς ήταν η
ξεκίνησαν τα τραγούδια. Τραγουδούσαν μαντινάδες και οι Ε γ
Σ π ι ν α λ ό γ κ α , όπου οι λεπροί έμεναν προστατευμένοι από τη
γ λ έ ζ ο ι αγωνίζονταν να μάθουν τους στίχους που μιλούσαν για
χειρότερη ασθένεια όλων: την Κ α τ ο χ ή . Η λέπρα μπορεί να
αγάπη και θάνατο, αγώνα και ελευθερία, με τις καρδιές και τις
διέλυσε ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς και φ ι λ ί ε ς , αλλά οι Γερμανοί ήταν πιο
φωνές τους να πλέκονται σχεδόν αξεδιάλυτα μ' ε κ ε ί ν ε ς των
αποτελεσματικοί, αφού κατέστρεφαν ότι
Κρητικών
οικοδεσποτών
τους,
στους
οποίους
κι αν ά γ γ ι ζ α ν .
χρωστούσαν
Ως συνέπεια της κατοχής, οι επισκέψεις του Νικόλαου
Ο Αντώνης πέρασε μια νύχτα με την οικογένειά του και
ταξίδι από και προς το Η ρ ά κ λ ε ι ο αντιμετωπιζόταν με καχυ
οι δυο Ε γ γ λ έ ζ ο ι κατέλυσαν σε άλλες ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς πρόθυμες να
ποψία από τα στρατεύματα κατοχής. Αν και δεν το ή θ ε λ ε με
διακινδυνέψουν. Ήταν η πρώτη φορά σε σχεδόν ένα χρόνο που
τίποτα, ο Κυρίτσης ε γ κ α τ έ λ ε ι ψ ε την έρευνά του προς το παρόν
τόσα πολλά.
Κυρίτση στην Π λ ά κ α έπαψαν αμέσως, από τη σ τ ι γ μ ή που το
κάποιος απ' όλους τους κοιμόταν σε κάτι διαφορετικό από το
οι α ν ά γ κ ε ς των τραυματιών κ α ι των ετοιμοθάνατων τ ρ ι γ ύ ρ ω
τραχύ έδαφος. Ε π ε ι δ ή έπρεπε να φύγουν πριν από την α υ γ ή ,
του στο Η ρ ά κ λ ε ι ο δεν μπορούσαν να αγνοηθούν. Οι ε π ι π τ ώ
η πολυτέλεια του ύπνου σε αχυρένιο στρώμα δεν κράτησε
σεις αυτής της παράλογης εισβολής ανάγκαζαν οποιονδήποτε
πολύ, και μόλις φόρεσαν τα ψηλά στιβάνια τους και τα μαύρα
ε ί χ ε ιατρικές γνώσεις να εργάζεται όλη τη μέρα γ ι α να β ο η
σαρίκια τους, β γ ή κ α ν από το χωριό. Ο ύ τ ε ένας ντόπιος δεν
θήσει τους αρρώστους και τους σακατεμένους, να αλλάζει
θα α μ φ έ β α λ λ ε ότι ήταν π ρ α γ μ α τ ι κ ο ί Κ ρ η τ ι κ ο ί . Τ ί π ο τ α δεν
επιδέσμους, να φτιάχνει νάρθηκες και να α ν τ ι μ ε τ ω π ί ζ ε ι τα
τους πρόδιδε. Τ ί π ο τ α , δ η λ α δ ή , εκτός από κάποιον που ίσως
συμπτώματα της δυσεντερίας, της φυματίωσης και της ελονο
να υπέκυπτε στη δωροδοκία.
σίας, που οργίαζαν στα στρατιωτικά νοσοκομεία. Ό τ α ν ε π έ
Ο λιμός στην Κ ρ ή τ η έφτανε πλέον σε τόσο υψηλά ε π ί π ε
στρεφε από το νοσοκομείο τη νύχτα, ο Κυρίτσης ήταν τόσο
δα, ώστε δεν ήταν ανήκουστο να δέχονται οι ντόπιοι χρήματα
εξουθενωμένος, ώστε σπάνια θυμόταν τους λεπρούς που, γ ι α
γνωστά ως « γ ε ρ μ α ν ι κ έ ς δ ρ α χ μ έ ς » γ ι α να δώσουν πληροφο
τόσο βασανιστικά σύντομο διάστημα, είχαν γ ί ν ε ι το ε π ί κ ε
ρίες σχετικά με το πού βρίσκονταν οι μαχητές της Αντίστα
ντρο των προσπαθειών του.
σης. Η πείνα μπορούσε να διαφθείρει α κ ό μ η και τους τ ί μ ι ο υ ς ,
Η απουσία του γιατρού Κυρίτση ήταν ίσως η χειρότερη πα
και τέτοιου είδους προδοσίες οδήγησαν σε μ ε ρ ι κ έ ς από τις
ρενέργεια του πολέμου γ ι α τους κατοίκους της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς .
178
179
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Τους μήνες που πραγματοποιούσε τις εβδομαδιαίες επισκέψεις
βρισκόταν στο νησί. Μ ε ρ ι κ έ ς φορές του ζητούσαν ψελλίζοντας
του, είχαν αρχίσει να τρέφουν ελπίδες γ ι α το μέλλον. Τ ώ ρ α ,
σ υ γ γ ν ώ μ η γ ι α την έ λ λ ε ι ψ η διακριτικότητας. Μόνο αυτός και
γ ι α ά λ λ η μια φορά, το παρόν ήταν η μόνη βεβαιότητά τους.
ο γιατρός Λαπάκης ήξεραν την π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , και α κ ό μ η
Η ρουτίνα του Γ ι ώ ρ γ η , το καθημερινό π η γ α ι ν έ λ α από το
κι έτσι, ο Γ ι ώ ρ γ η ς κ α τ α λ ά β α ι ν ε ότι γνώριζε μόνο τη μ ι σ ή .
νησί, ήταν πιο καθορισμένη από ποτέ. Σ ύ ν τ ο μ α κ α τ ά λ α β ε ότι
Έ β λ ε π ε μόνο την π ύ λ η και τα ψηλά τ ε ί χ η , αλλά μάθαινε
οι Αθηναίοι δεν δυσκολεύονταν να απολαμβάνουν τις ίδιες
πολλές ιστορίες από την Ε λ έ ν η .
π ο λ υ τ έ λ ε ι ε ς που είχαν και πριν από τον π ό λ ε μ ο , παρά τις αστρονομικές τ ι μ έ ς που αναγκάζονταν να πληρώνουν.
Σ τ η ν τελευταία του ε π ί σ κ ε ψ η , η κατάστασή της ε ί χ ε αλ λ ά ξ ε ι κι ά λ λ ο . Α ρ χ ι κ ά , ήταν τα απαίσια ε ξ ο γ κ ώ μ α τ α που
« Κ ο ι τ ά ξ τ ε » , ε ί π ε στους φίλους του στην προκυμαία ένα
είχαν εξαπλωθεί στο στήθος, στην π λ ά τ η της κ α ι , κάτι πιο
βράδυ, καθώς κάθονταν και επιδιόρθωναν τα δίχτυα τους,
φρικαλέο, στο πρόσωπό της. Π λ έ ο ν η φωνή της ακουγόταν
« θ α ήμουν χαζός να κάνω πολλές ερωτήσεις. Έ χ ο υ ν τα λεφτά
όλο και πιο αδύναμη, και μολονότι ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήξερε ότι αυτό
να με πληρώσουν, οπότε τι δ ι κ α ί ω μ α έ χ ω να αμφισβητώ ότι
μ ε ρ ι κ έ ς φορές μπορούσε να αποδοθεί στη συγκίνηση, αντιλαμ
μπορούν να ψωνίζουν στη μαύρη α γ ο ρ ά ; »
βανόταν ότι δεν ήταν η μοναδική ε ξ ή γ η σ η . Ε ί π ε ότι έ ν ι ω θ ε
« Μ α , υπάρχουν άνθρωποι εδώ γύρω που έχουν μ ε ί ν ε ι με
το λ α ι μ ό της να πονάει και υποσχέθηκε πως θα π ή γ α ι ν ε να
μια χούφτα α λ ε ύ ρ ι » , διαμαρτυρήθηκε ένας από τους άλλους
τη δει ο Λαπάκης γ ι α να της δώσει κ ά τ ι . Σ τ ο μεταξύ προ
ψαράδες.
σπαθούσε να παραμένει εύθυμη με τον Γ ι ώ ρ γ η , ώστε εκείνος
Ο φθόνος γ ι α τον πλούτο των Αθηναίων κυριαρχούσε στις συζητήσεις στο καφενείο.
να μη γυρίσει στο σπίτι, στα κορίτσια, με το πρόσωπό του σκυθρωπό.
« Γ ι α τ ί να τρώνε καλύτερα από μ α ς ; » ε ί π ε με απαιτητικό ύφος ο Παύλος.
Ήξερε ότι η αρρώστια έπαιρνε τον έ λ ε γ χ ο και ότι εκείνη, όπως οι περισσότεροι από τους λεπρούς στο νησί, ε ί τ ε ήταν πάμ
« Κ α ι πώς μπορούν να αγοράζουν σοκολάτες και καλό καπνό;»
φτωχοι είτε κολυμπούσαν στο χρήμα, έχανε τις ελπίδες της. Οι άντρες μαζί με τους οποίους ο Γ ι ώ ρ γ η ς διόρθωνε τα δί
« Έ χ ο υ ν λεφτά, να γ ι α τ ί » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « . . . Α κ ό μ η κι αν δεν έχουν την ελευθερία τ ο υ ς » .
χτυα και καθόταν στο καφενείο, παίζοντας τ ά β λ ι και χαρτιά, ήταν οι ίδιοι άνθρωποι που είχαν μ ε γ α λ ώ σ ε ι μαζί. Θα ε ί χ ε κι
« Ε λ ε υ θ ε ρ ί α ! » κάγχασε ο Λιδάκης. « Λ ε ς αυτό το π ρ ά γ μ α
αυτός τις ίδιες π ρ ο κ α τ ε ι λ η μ μ έ ν ε ς , στενόμυαλες απόψεις, αν
ελευθερία; Με την πατρίδα μας στα χέρια των καταραμένων
δεν τον ε ί χ ε α λ λ ά ξ ε ι η σχέση του με τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Αυτό το
των Γερμανών, τους νέους μας εξευτελισμένους και τους γ έ
στοιχείο της ζωής τού έδωσε την κατανόηση που εκείνοι δεν
ρους να καίγονται ζωντανοί στα κρεβάτια τους; Ε κ ε ί ν ο ι είναι
θα είχαν ποτέ. Συγκρατούσε το θυμό του και συγχωρούσε την
ελεύθεροι!»
άγνοιά τους, αλλά μ έ χ ρ ι ε κ ε ί .
είπε,
δείχνοντας με το δάχτυλό του απότομα
προς τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α .
Ο Γιώργης συνέχιζε να μεταφέρει κουτιά και δέματα στο
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήξερε ότι δεν ε ί χ ε νόημα να τσακώνεται μαζί
νησί. Τι τον ένοιαζε αν η προμήθεια του περιεχομένου τους ε ί χ ε
τους, και δεν ε ί π ε τίποτε ά λ λ ο . Α κ ό μ η και οι φίλοι που τον
γ ί ν ε ι με πλάγιο τρόπο; Δ ε ν θα αγόραζαν όλοι τα καλύτερα αν
ήξεραν
είχαν τα μέσα των Αθηναίων; Κι αυτός ο ίδιος λαχταρούσε να
καλά,
ξεχνούσαν τώρα κάπου-κάπου 180
ότι η
Ελένη
181
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
μπορούσε να αγοράσει για τις κόρες του τις πολυτέλειες που
Ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Μ ι α φιγούρα ερχόταν κολυμπώντας από το
μόνο μερικοί κάτοικοι της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς είχαν τη δυνατότητα
νησί. Ο Γερμανός στρατιώτης την ε ί δ ε κι αυτός, και παρακο
να αποκτήσουν. Από την πλευρά του, πολύ προσεκτικά έπαιρνε
λουθούσε με τα χέρια σταυρωμένα, εκνευρισμένος. Τα παιδιά
την ψαριά του - μ ό λ ι ς τάιζε τη Μαρία και την Άννα- και την
πηδούσαν πάνω-κάτω, ουρλιάζοντας στον κ ο λ υ μ β η τ ή να γ υ
π ή γ α ι ν ε στην αποικία των λεπρών. Γιατί να μην έχουν το μ ε
ρίσει πίσω, περιμένοντας την απαίσια έ κ β α σ η .
γαλύτερο λαβράκι, τη μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η πέρκα; Τούτοι οι άνθρωποι ήταν άρρωστοι και απόβλητοι της κοινωνίας, αλλά δεν ήταν ε γ κ λ η μ α τ ί ε ς . Αυτό ήταν κάτι που βόλευε τους ανθρώπους στην Π λ ά κ α να ξεχνάνε.
« Τ ι κ ά ν ε ι ; » κραύγασε η Μ α ρ ί α . « Δ ε ν ξέρει ότι θα τον σκοτώσουν;» Η πρόοδος του λεπρού ήταν α ρ γ ή αλλά σταθερή. Ε ί τ ε δεν ε ί χ ε αντιληφθεί την παρουσία του στρατιώτη, ε ί τ ε ήταν
Οι Γερμανοί φοβούνταν τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α με τους εκατοντά
απλώς έτοιμος να πάρει το ρίσκο -όσο κι αν έμοιαζε με
δες λεπρούς που ζούσαν στην αντίπερα α κ τ ή , και επέτρεψαν
αυτοκτονία- ε π ε ι δ ή δεν μπορούσε πλέον να αντέξει τη ζωή
να συνεχιστεί η παροχή προμηθειών, από τη σ τ ι γ μ ή που το
στην αποικία. Τα παιδιά εξακολούθησαν να φωνάζουν με όλη
τελευταίο π ρ ά γ μ α που ήθελαν ήταν να φύγουν αυτοί από το
τη δύναμη της φωνής τους, αλλά τη σ τ ι γ μ ή που ο Γερμανός
νησί και να αρχίσουν την αναζήτηση εφοδίων στην ενδοχώρα.
σήκωσε το όπλο του γ ι α να πυροβολήσει, σώπασαν όλα από
Έ ν α ς , ωστόσο, προσπάθησε να δραπετεύσει. Ήταν στα τ έ λ η
φόβο. Π ε ρ ί μ ε ν ε μ έ χ ρ ι ο άντρας να φτάσει σε απόσταση πε
καλοκαιριού του 1 9 4 3 , όταν η συνθηκολόγηση των Ιταλών
νήντα μέτρων από την παραλία και κατόπιν του έ ρ ι ξ ε . Ήταν
ε ί χ ε οδηγήσει σε ισχυρότερη παρουσία των Γερμανών στην
μια εν ψυχρώ ε κ τ έ λ ε σ η . Μ ι α α π λ ή εξάσκηση σε στόχο. Σε
επαρχία του Λασιθίου.
ε κ ε ί ν η τη φάση του πολέμου, ο αέρας ήταν γ ε μ ά τ ο ς ιστορίες
Αργά κάποιο απόγευμα, η Φ ω τ ε ι ν ή , η Άννα, η Μαρία και
αιματοχυσίας και εκτελέσεων, αλλά τα παιδιά δεν είχαν στα
μια ομάδα πεντέξι άλλων παιδιών έπαιζαν όπως πάντα στην
θεί μάρτυρες σε τίποτε από αυτά. Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή είδαν τη
παραλία. Ε ί χ α ν συνηθίσει την παρουσία των Γερμανών στρα
διαφορά ανάμεσα στις ιστορίες και την π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α . Μ ι α
τιωτών ανάμεσα τους, και το γεγονός ότι ένας περιπολούσε
μόνο σφαίρα έπεσε στο νερό, με τον ήχο να ενισχύεται από
κοντά τους στην παραλία δεν τους κινούσε το ενδιαφέρον.
τον αντίλαλο των βουνών πίσω τους, και ένα πορφυρό πέπλο
« Ν α πετάξουμε πέτρες γ ι α να κάνουμε " ψ α ρ ά κ ι α " στο ν ε ρ ό » , φώναξε ένα από τα αγόρια. « Ν α ι , θα νικήσει αυτός που θα π ε τ ύ χ ε ι είκοσι " ψ α ρ ά κ ι α " π ρ ώ τ ο ς ! » απάντησε ένα ά λ λ ο .
α π λ ώ θ η κ ε αργά στην ασάλευτη θάλασσα. Η Άννα, η μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η από τα παιδιά, ξέρασε βρισιές στο στρατιώτη. « Κ ά θ α ρ μ α ! Γερμανικό κ ά θ α ρ μ α ! »
Δ ε ν υπήρχε έ λ λ ε ι ψ η από λ ε ί α , επίπεδα βότσαλα στην πα
Κάποια από τα μικρότερα παιδιά έ κ λ α ι γ α ν από το φόβο
ραλία, και σύντομα άρχισαν να τα πετάνε στο νερό, κι αυτά
και το σοκ. Ήταν τα δάκρυα της χαμένης αθωότητας. Μ έ χ ρ ι
αναπηδούσαν, καθώς όλοι προσπαθούσαν να πετύχουν τον φι
ε κ ε ί ν η τ η σ τ ι γ μ ή , δεκάδες άνθρωποι είχαν β γ ε ι τρέχοντας
λόδοξο στόχο τους.
από τα σπίτια τους και τα έβλεπαν αγκαλιασμένα, να κ λ α ί ν ε
Ξ α φ ν ι κ ά , ένα αγόρι άρχισε να τους φωνάζει: « Σ τ α μ α τ ή στε! Σ τ α μ α τ ή σ τ ε ! Κάποιος είναι ε κ ε ί ! » . 182
με λ υ γ μ ο ύ ς . Μ ό λ ι ς ε κ ε ί ν η την εβδομάδα είχαν φτάσει στην Π λ ά κ α οι φήμες ότι ο εχθρός ε ί χ ε υιοθετήσει νέα τ α κ τ ι κ ή : 183
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
οποτεδήποτε υποπτεύονταν την πιθανότητα επίθεσης ανταρ
Τα παιδιά στην παραλία της Π λ ά κ α ς δεν ήταν το μοναδι
τών, οι Γερμανοί έπαιρναν όλα τα νεαρά κορίτσια ενός χωριού
κό κοινό του Ν ί κ ο υ . Π λ ή θ ο ς ε ί χ ε μαζευτεί γ ι α να τον δει και
και τα χρησιμοποιούσαν ως ομήρους. Ξέροντας ότι η ασφά
στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Δ ε ν υπήρχαν κανόνες που να προστατεύουν
λ ε ι α των παιδιών τους δεν ήταν σε καμία περίπτωση ε γ γ υ η
τους ανθρώπους από τέτοιες απερισκεψίες και λ ί γ ο ι αισθάνο
μ έ ν η , η πρώτη σκέψη των χωρικών ήταν ότι κάτι κακό τους
νταν το προστατευτικό χ έ ρ ι του συζύγου, της συζύγου ή κά
ε ί χ ε κάνει ο στρατιώτης ο οποίος στεκόταν απέναντι τους,
ποιου αγαπημένου που θα τους σταματούσε όταν η παρόρμηση
λ ί γ α μέτρα πιο κ ά τ ω στην παραλία. Ήταν έ τ ο ι μ ο ι , μολονότι
της σ τ ι γ μ ή ς τούς ωθούσε σε αυθόρμητες πράξεις τρέλας σαν
άοπλοι, να τον κάνουν κ ο μ μ ά τ ι α . Α λ λ ά εκείνος, με απόλυτη
κι α υ τ ή . Ο Ν ί κ ο ς ήταν σαν άνθρωπος που λιμοκτονούσε και
ψυχραιμία, στράφηκε στη θάλασσα και έκανε μια περιφρονη-
η πείνα του κυριαρχούσε σε κάθε σ κ έ ψ η , κ ά θ ε σ τ ι γ μ ή . Λα
τ ι κ ή χειρονομία προς το νησί. Το π τ ώ μ α ε ί χ ε εξαφανιστεί,
χταρούσε τη συντροφιά της γυναίκας του, αλλά α κ ό μ η περισ
αλλά το πορφυρό πέπλο ε π έ π λ ε ε α κ ό μ η ,
κ ο λ λ η μ έ ν ο στην
επιφάνεια σαν π ε τ ρ ε λ α ι ο κ η λ ί δ α . Η Άννα, πάντα ο αρχηγός της παρέας, ξέκοψε από την ομάδα που θρηνούσε και φώναξε στους ανήσυχους ε ν ή λ ι κ ε ς : «Ένας λεπρός!». Εκείνοι
κατάλαβαν
σότερο την εικόνα του γιου του, της σάρκας από τη σάρκα του, το είδωλο της ασημάδευτης, αμόλυντης παιδικότητάς του, τον καθρέφτη της δικιάς του π α ι δ ι κ ή ς η λ ι κ ί α ς . Ε ί χ ε πληρώσει την ε π ι θ υ μ ί α του με τη ζωή του. Ε κ ε ί ν η τη νύχτα, θρήνησαν τον Ν ί κ ο στο μικρό νησί. Ε ί
αμέσως και
απομακρύνθηκαν
από
παν προσευχές στην εκκλησία και έ γ ι ν ε αγρυπνία, μολονότι
τον Γερμανό στρατιώτη. Η στάση τους ε ί χ ε α λ λ ά ξ ε ι τώρα.
δεν υπήρχε σώμα να θάψουν. Π ο τ έ δεν αγνοούσαν το θάνατο
Μ ε ρ ι κ ο ί δεν ενοχλούνταν καθόλου από το θάνατο ενός λ ε
στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Του συμπεριφέρονταν με τόση αξιοπρέπεια,
πρού. Α π έ μ ε ν α ν α κ ό μ η άφθονοι. Σ τ ο σύντομο διάστημα που
όση του άξιζε και οπουδήποτε αλλού στην Κ ρ ή τ η .
χρειάστηκαν οι γονείς να σιγουρευτούν ότι τα παιδιά τους δεν
Έ π ε ι τ α από αυτό το περιστατικό, η Φ ω τ ε ι ν ή , η Άννα, η
είχαν π ά θ ε ι τίποτα, ο στρατιώτης εξαφανίστηκε. Το ίδιο ε ί χ ε
Μαρία και όλα τα άλλα παιδιά που έπαιζαν μαζί τους ε κ ε ί ν η
συμβεί και με το θύμα και κ ά θ ε ίχνος του. Μπορούσαν όλοι
τη μέρα, ζούσαν κάτω από ένα σύννεφο αγωνίας. Σε μια
να ξεχάσουν το περιστατικό.
σ τ ι γ μ ή πάνω σ' εκείνα τα ζεστά βότσαλα όπου είχαν απολαύ
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς , όμως, δεν το έβρισκε τόσο εύκολο. Τα αι
σει τόση α ν έ μ ε λ η π α ι δ ι κ ή ευτυχία, άλλαξαν τα πάντα.
σθήματά του γ ι α τους κατοίκους της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς ήταν κ ά θ ε άλλο παρά ουδέτερα. Ε κ ε ί ν η τη νύχτα, όταν διέσχισε το νερό με το στραπατσαρισμένο καΐκι του, η Ε λ έ ν η του ε ί π ε ότι ο λεπρός, τη στυγνή εκτέλεση του οποίου είδαν όλοι, ήταν ένας νεαρός ονόματι Ν ί κ ο ς . Αποκαλύφθηκε ότι έ φ ε υ γ ε τ α κ τ ι κ ά από το νησί όταν ήταν θεοσκότεινα, γ ι α να επισκεφτεί τη γυναίκα και το παιδί του. Υπήρχε η φ ή μ η πως ο γιος του γιόρταζε τα τρίτα γ ε ν έ θ λ ι α του τη μέρα που σκοτώθηκε και ή θ ε λ ε , γ ι α μια φορά, να τον δει πριν πέσει η νύχτα. 184
185
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ιστορίες γ ι α την καταστροφή και τη β ε β ή λ ω σ η ε κ κ λ η σ ι ώ ν , η πίστη της δυνάμωνε. Α κ ό μ η γίνονταν πανηγύρια. Έ β γ α ζ α ν τις εικόνες από τις κρυψώνες τους και οι ιερείς τις περιέφεραν σε λ ι τ α ν ε ί α , με την μπάντα του χωριού να ακολουθεί, παίζοντας σκοπούς με έναν
κακόφωνο
σαματά
χάλκινων
οργάνων.
Ο
λαμπερός
εορτασμός και ο ήχος των β ε γ γ α λ ι κ ώ ν μπορεί να έ λ ε ι π α ν , αλλά όταν επέστρεφαν τα κ ε ι μ ή λ ι α με ασφάλεια στην ε κ κ λ η σία, οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να χορεύουν παθιασμένα
Ένατο Κεφάλαιο
και να τραγουδούν τα βασανιστικά τραγούδια τους με α κ ό μ η μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο πάθος απ' όσο σε καιρούς ειρήνης. Η οργή και η απελπισία από τη συνεχιζόμενη κατοχή ξεπλένονταν με τα καλύτερα κρασιά, αλλά καθώς ερχόταν η α υ γ ή και επέστρεφε
Μ
Λ Ε Π Ρ Ο Σ που ε κ τ ε λ έ σ τ η κ ε μόλις λ ί
η νηφαλιότητα, όλα ήταν όπως πριν. Τ ό τ ε ήταν που εκείνοι
γα μέτρα από την α κ τ ή τους σήμαινε ελάχιστα γ ι α
με τη λιγότερο ακλόνητη πίστη άρχιζαν να αναρωτιούνται γ ι α
τους περισσότερους από αυτούς προσωπικά, το μ ί
τί ο Θεός δεν ε ί χ ε εισακούσει τις προσευχές τους.
ΟΛΟΝΟΤΙ
Ο
σος που ένιωθαν οι άνθρωποι της Π λ ά κ α ς γ ι α τους Γερμανούς
Οι Γερμανοί αναμφίβολα διασκέδαζαν με αυτές τις ε π ι
έ γ ι ν ε πιο έντονο μετά το περιστατικό. Ε ί χ ε φέρει την πραγ
δείξεις πίστης κ α ι , κατά π ε ρ ί ε ρ γ ο τρόπο, βλασφημίας, αλλά
ματικότητα του πολέμου στο κ α τ ώ φ λ ι των σπιτιών τους και
ήταν αρκετά έξυπνοι ώστε να μην τις απαγορεύσουν. Ωστόσο,
τους έκανε να συνειδητοποιήσουν ότι το χωριό τους ήταν τόσο
έκαναν ότι
μπορούσαν γ ι α να παρεμβαίνουν, απαιτώντας να
ευάλωτο όσο και οποιοδήποτε άλλο μέρος σε αυτή την πα
ανακρίνουν τον παπά τη σ τ ι γ μ ή που ήταν έτοιμος να αρχίσει
γκόσμια σύγκρουση. Οι αντιδράσεις ήταν π ο ι κ ί λ ε ς . Για πολ
τη λ ε ι τ ο υ ρ γ ί α , ή να ψάξουν σπίτια την ώρα που ο χορός β ρ ι
λούς ανθρώπους, ο Θεός ήταν η μοναδική π η γ ή της α λ η θ ι ν ή ς
σκόταν στην κορύφωσή του.
ειρήνης, και μ ε ρ ι κ έ ς φορές οι ε κ κ λ η σ ί ε ς πλημμύριζαν από
Σ τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α , άναβαν κ ά θ ε μέρα κεριά γ ι α εκείνους
κόσμο που προσευχόταν σκυφτά. Μ ε ρ ι κ ο ί από τους γηραιούς,
που υπέφεραν στην ενδοχώρα. Οι νησιώτες ήξεραν καλά ότι
η γ ι α γ ι ά της Φ ω τ ε ι ν ή ς , γ ι α π α ρ ά δ ε ι γ μ α , περνούσαν τόσο
οι Κ ρ η τ ι κ ο ί ζούσαν με το φόβο της γ ε ρ μ α ν ι κ ή ς βαρβαρότητας,
καιρό συντροφιά με τον παπά, ώστε μόνιμα κουβαλούσαν το
και προσεύχονταν γ ι α ένα γρήγορο τέλος της κατοχής.
γ λ υ κ ό άρωμα του θυμιάματος πάνω τους. « Η γ ι α γ ι ά μυρίζει
Ο γιατρός Λαπάκης, που πίστευε στη δύναμη της ιατρικής
σαν κ ε ρ ί ! » φώναζε η Φ ω τ ε ι ν ή , χορεύοντας γύρω από τη γ ε
παρά στη θεία παρέμβαση, άρχισε να απογοητεύεται. Ήξερε
ρόντισσα, που χαμογελούσε με κατανόηση στη μοναδική ε γ
ότι η έρευνα και τα πειράματα είχαν, λ ί γ ο - π ο λ ύ , ε γ κ α τ α
γ ο ν ή της. Α κ ό μ η κι αν Ε κ ε ί ν ο ς δεν φαινόταν να κάνει πολλά
λ ε ι φ θ ε ί . Ε ί χ ε σ τ ε ί λ ε ι γ ρ ά μ μ α τ α στον Κυρίτση στο Η ρ ά κ λ ε ι ο ,
γ ι α να τους βοηθήσει να νικήσουν, η πίστη της της έ λ ε γ ε ότι
αλλά από τη σ τ ι γ μ ή που πέρασαν μήνες χωρίς κάποια απά
ο Θεός ήταν μαζί τους σε αυτό τον π ό λ ε μ ο , και όταν μ ά θ α ι ν ε
ντηση, κ α τ έ λ η ξ ε στο συμπέρασμα ότι ο συνάδελφός του πρέπει
186
187
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
να ασχολιόταν με πιο πιεστικά ζητήματα, και αποδέχτηκε το γεγονός πως θα περνούσε πολύς καιρός πριν τον ξαναδεί. Ο
ΝΗΣΙ
« Δ υ σ τ υ χ ώ ς σήμερα δεν υπάρχει γ ρ ά μ μ α » , απάντησε εκεί νος. « Δ ε ν ε ί χ ε καιρό να γ ρ ά ψ ε ι αυτή τη β δ ο μ ά δ α » .
Λαπάκης αύξησε τη συχνότητα των επισκέψεων που έκανε
Αυτό ήταν απόλυτα αλήθεια, αλλά έφυγε από το σπίτι γ ρ ή
στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α από τρεις σε έξι φορές την εβδομάδα. Μ ε
γορα, πριν μπορέσει η Μαρία να του κάνει κι άλλες ερωτήσεις.
ρικοί από τους λεπρούς χρειάζονταν διαρκή φροντίδα και η
« Θ α γυρίσω στις τ έ σ σ ε ρ ι ς » , ε ί π ε . « Π ρ έ π ε ι να πάω να
Αθηνά Μ α ν ά κ η δεν μπορούσε να τα β γ ά λ ε ι πέρα μόνη της. Έ ν α ς τέτοιος ασθενής ήταν η Ε λ έ ν η . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν θα ξεχνούσε ποτέ τη μέρα που έφτασε στο
φτιάξω τα δίχτυα μ ο υ » . Η Μαρία καταλάβαινε ότι κάτι συνέβαινε, και ε ί χ ε αυτή την αίσθηση όλη μέρα.
νησί και αντίκρισε, αντί γ ι α τη λ ε π τ ή σιλουέτα της γυναίκας
Τους επόμενους τέσσερις μήνες, η Ε λ έ ν η έ μ ε ι ν ε στο νοσο
του, την κοντόχοντρη φιγούρα της Ε λ π ί δ α ς , της φίλης της.
κ ο μ ε ί ο , πολύ άρρωστη γ ι α να πασχίσει να διαβεί τη σήραγγα
Η καρδιά του άρχισε να χτυπάει γ ο ρ γ ά . Τι ε ί χ ε συμβεί στην
και να συναντήσει τον Γ ι ώ ρ γ η . Κ ά θ ε μέρα που εκείνος έφερνε
Ε λ έ ν η ; Ήταν η πρώτη φορά που δεν βρισκόταν ε κ ε ί γ ι α να
τον Λ α π ά κ η στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , κοιτούσε μάταια, προσδοκώ
τον υποδεχτεί. Η Ε λ π ί δ α μ ί λ η σ ε π ρ ώ τ η .
ντας να τη δει να τον π ε ρ ι μ έ ν ε ι κ ά τ ω από τα πεύκα. Κ ά θ ε
« Μ η ν ανησυχείς, Γ ι ώ ρ γ η » , του ε ί π ε , προσπαθώντας ν α δώσει έναν καθησυχαστικό τόνο στη φωνή της. « Η Ε λ έ ν η εί
βράδυ, ο Λαπάκης του έδινε αναφορά, αρχικά με μια λ ι γ ό τ ε ρο σκληρή εκδοχή της α λ ή θ ε ι α ς . « Τ ο σώμα της π ο λ ε μ ά ε ι ακόμη την αρρώστια», του έ λ ε γ ε ,
ναι μια χ α ρ ά » . « Κ α ι τότε πού ε ί ν α ι ; » Υπήρχε μια αναμφίβολη ιδέα πα
ή « Ν ο μ ί ζ ω ότι η θερμοκρασία της έπεσε λ ι γ ά κ ι σ ή μ ε ρ α » . Ό μ ω ς ο γιατρός συνειδητοποίησε γρήγορα ότι δημιουρ
νικού στο ύφος του. « Π ρ έ π ε ι να μ ε ί ν ε ι μ ε ρ ι κ έ ς μέρες στο νοσοκομείο. Ο γ ι α
γούσε ψ ε ύ τ ι κ ε ς ε λ π ί δ ε ς , και ότι όσο περισσότερο τις ενίσχυε,
τρός Λαπάκης την έ χ ε ι υπό την παρακολούθησή του γ ι α λ ί γ ο ,
τόσο δυσκολότερο θα ήταν όταν θα έρχονταν οι τ ε λ ε υ τ α ί ε ς
μ έ χ ρ ι να β ε λ τ ι ω θ ε ί ο λαιμός τ η ς » .
μέρες, καθώς ήξερε, βαθιά μέσα του, ότι αυτές π ρ ά γ μ α τ ι
« Κ α ι θ α β ε λ τ ι ω θ ε ί ; » τ η ρώτησε.
έρχονταν. Π ά ν τ ω ς , δεν έ λ ε γ ε ψ έ μ α τ α όταν μιλούσε γ ι α τη
« Τ ο ε ύ χ ο μ α ι » , ε ί π ε η Ε λ π ί δ α . « Ε ί μ α ι σίγουρη πως ο ι
μ ά χ η που έδινε ο οργανισμός της Ε λ έ ν η ς . Ε ί χ ε ε μ π λ α κ ε ί σε
γιατροί κάνουν ότι
μπορούν».
έναν αγώνα που μαινόταν, με τον κ ά θ ε ιστό του να π ο λ ε μ ά ε ι
Η δήλωσή της ήταν ουδέτερη. Η Ε λ π ί δ α δεν ήξερε π ε
τα βακτήρια που πάλευαν να κυριαρχήσουν. Ο πυρετός της
ρισσότερα από τον Γ ι ώ ρ γ η γ ι α τις πιθανότητες επιβίωσης της
λέπρας ε ί χ ε δύο πιθανά αποτελέσματα: την επιδείνωση ή
Ελένης.
τη β ε λ τ ί ω σ η . Οι π λ η γ έ ς στα πόδια, στην π λ ά τ η , στο λ α ι μ ό
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς άφησε τα δέματα που ε ί χ ε μεταφέρει και ε π έ στρεψε γρήγορα στην Π λ ά κ α . Ήταν Σ ά β β α τ ο , και η Μαρία παρατήρησε ότι ο πατέρας της ε ί χ ε γυρίσει πολύ νωρίτερα απ' ότι
και στο πρόσωπο της Ε λ έ ν η ς είχαν πλέον πολλαπλασιαστεί, κι ε κ ε ί ν η κειτόταν βασανισμένη από τους πόνους, χωρίς να βρίσκει ανακούφιση σε όποια πλευρά κι αν γύριζε. Το κορμί της ήταν μια μάζα από έ λ κ η , τα οποία ο Λαπάκης έκανε
συνήθως. «Ήταν σύντομη ε π ί σ κ ε ψ η » , του ε ί π ε . « Τ ι κάνει η μ α μ ά ;
ό,τι μπορούσε γ ι α να π ε ρ ι π ο ι η θ ε ί , εμμένοντας στη βασική αρχή ότι αν παρέμεναν καθαρά και απολυμασμένα, ίσως να
Έφερες γράμμα;» 188
189
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
μπορούσε να ελαχιστοποιήσει τα βακτήρια που πολλαπλασιά
το β λ έ μ μ α του στη Μ α ν ά κ η , η οποία στεκόταν στην ά λ λ η
ζονταν με θανατηφόρα ταχύτητα.
πλευρά του κ ρ ε β α τ ι ο ύ .
Σ τ η διάρκεια αυτού του σταδίου η Ε λ π ί δ α π ή γ ε τον Δ η μ ή τ ρ η να δει την Ε λ έ ν η . Το αγόρι έ μ ε ν ε τώρα στο σπίτι του Κοντομάρη, μια λύση που όλοι έλπιζαν ότι θα ήταν προσωρι ν ή , αλλά πλέον φαινόταν πως ίσως γινόταν μ ό ν ι μ η .
« Θ α επιστρέψουμε σε ένα λ ε π τ ό » , ε ί π ε , πιάνοντας το χέρι της Ε λ έ ν η ς . Οι δυο γιατροί βγήκαν από το δωμάτιο, κλείνοντας την πόρτα αθόρυβα πίσω τους. Ο Λαπάκης μίλησε σιγανά και βιαστικά.
« Γ ε ι α σου, Δ η μ ή τ ρ η » , ε ί π ε η Ε λ έ ν η αδύναμα. Κατόπιν,
« Έ χ ε ι τουλάχιστον π έ ν τ ε ή έξι π λ η γ έ ς στο λ α ι μ ό της και
γυρνώντας το κεφάλι της στην Ε λ π ί δ α , κατάφερε να ψ ε λ λ ί σ ε ι
στην ε π ι γ λ ω τ τ ί δ α υπάρχει φ λ ε γ μ ο ν ή . Δ ε ν μπορώ ούτε να
μόνο δυο λ έ ξ ε ι ς ακόμα: « Σ ' ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » .
εξετάσω το φάρυγγα γ ι α να δω αν είναι πρησμένος. Π ρ έ π ε ι
Η φωνή της ήταν πολύ σ ι γ α ν ή , όμως η Ε λ π ί δ α ήξερε τι αναγνώριζε με τα λ ό γ ι α της: το γεγονός πως το δεκατριάχρονο αγόρι βρισκόταν τώρα στα ικανά χέρια της. Αυτό τουλάχιστον ίσως να της χάριζε κάποια η ρ ε μ ί α .
να φροντίσουμε να παραμείνει ή ρ ε μ η - δεν νομίζω ότι της μένει πολλή ώρα». Ε π έ σ τ ρ ε ψ ε στο δ ω μ ά τ ι ο , κάθισε δίπλα στην Ε λ έ ν η και έπιασε το χέρι της. Η δύσπνοιά της φαινόταν να έ χ ε ι ε π ι δ ε ι
Η Ε λ έ ν η ε ί χ ε μεταφερθεί σε ένα μικρό δωμάτιο όπου
νωθεί τον λ ί γ ο χρόνο που έ λ ε ι ψ α ν . Ήταν το σημείο στο οποίο
μπορούσε να είναι μόνη της, μακριά από τα επίμονα β λ έ μ
ο γιατρός ε ί χ ε φτάσει πολλές φορές με τόσους ασθενείς, η
ματα των άλλων ασθενών, χωρίς να τους ενοχλεί ή να την
σ τ ι γ μ ή που ήξερε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτε άλλο γ ι '
ενοχλούν μέσα στη νύχτα, όταν η αγωνία δυνάμωνε και τα
αυτούς, εκτός από το να μ ε ί ν ε ι μαζί τους τις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς ώρες.
σεντόνια της μούσκευαν από τον πυρετό και τα συνεχή βο
Η θέση του νοσοκομείου στο ύψωμα πρόσφερε την καλύτερη
γ κ η τ ά της. Η Αθηνά Μ α ν ά κ η τη φρόντιζε εκείνες τις σκοτει
θέα από οποιοδήποτε άλλο μέρος στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , και ενώ
νές ώρες, ρίχνοντας με το κουτάλι νερουλή σούπα ανάμεσα
καθόταν στο προσκέφαλο της Ε λ έ ν η ς ,
στα χ ε ί λ ι α της και υγραίνοντας το φ λ ε γ ό μ ε ν ο μ έ τ ω π ό της.
αναπνέει όλο και πιο δύσκολα, ατένισε μέσα από το τεράστιο
Η ποσότητα της σούπας μειωνόταν διαρκώς, όμως, και μ ι α
παράθυρο που έ β λ ε π ε απέναντι από το νερό, στην Π λ ά κ α .
νύχτα η γυναίκα έπαψε να μπορεί να κ α τ α π ι ε ί . Ούτε νερό δεν
Σ κ έ φ τ η κ ε τον Γ ι ώ ρ γ η , που θα ξεκινούσε αργότερα μέσα στη
γινόταν να κυλήσει στο λ α ι μ ό της. Ό τ α ν , το επόμενο πρωί, ο Λαπάκης β ρ ή κ ε την ασθενή
ακούγοντάς
την να
μέρα με προορισμό τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α γ ι α να π α λ έ ψ ε ι με τα αφρισμένα κύματα της θάλασσας.
του να α γ κ ο μ α χ ε ί , ανίκανη να απαντήσει στις συνηθισμένες
Η ανάσα της Ε λ έ ν η ς έ γ ι ν ε τώρα μικρά α γ κ ο μ α χ η τ ά και
ερωτήσεις του, συνειδητοποίησε ότι η Ε λ έ ν η ε ί χ ε περάσει σε
τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα, πλημμυρισμένα στα δάκρυα
ένα νέο, και ίσως τ ε λ ι κ ό , στάδιο. « Κ υ ρ ί α Π ε τ ρ ά κ η , πρέπει να εξετάσω το λ α ι μ ό σ α ς » , της
και γ ε μ ά τ α φόβο. Ο γιατρός κ α τ ά λ α β ε ότι αυτή η ζωή δεν έφτανε στο τέλος της ειρηνικά, κι έ κ λ ε ι σ ε τα χέρια της στα
ε ί π ε απαλά. Β λ έ π ο ν τ α ς τις καινούριες π λ η γ έ ς γύρω από τα
δικά του, σαν να ή θ ε λ ε να της χαρίσει σιγουριά. Ίσως να
χ ε ί λ ι α της, κ α τ α λ ά β α ι ν ε ότι α κ ό μ η και το να την κάνει να
πέρασαν δύο, μπορεί και τρεις ώρες που καθόταν έτσι, μέχρι
ανοίξει το στόμα της γ ι α να δει το εσωτερικό του, ήταν βάσα
που ήρθε το τέλος. Η τελευταία πνοή της Ε λ έ ν η ς ήταν ένας
νο. Η εξέταση απλώς ε π ι β ε β α ί ω σ ε τους φόβους του. Σ ή κ ω σ ε
μάταιος αγώνας γ ι α μια ανάσα που δεν ήρθε ποτέ.
190
191
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Το καλύτερο πράγμα που μπορούσε να π ε ι ένας γιατρός
τώρα μαύρα δάκρυα, που έσταζαν στα σκονισμένα παπούτσια
σε μια χαροκαμένη οικογένεια ήταν ότι ο αγαπημένος τους
του και πότιζαν το χ ώ μ α γ ύ ρ ω στα πόδια του. Κάθισαν έτσι
ε ί χ ε πεθάνει γ α λ ή ν ι α . Ήταν ένα ψ έ μ α που ο Λαπάκης ε ί χ ε
γ ι α πάνω από μία ώρα, μ έ χ ρ ι που π ή γ ε περίπου εφτά, ο ου
ξαναπεί και θα ξ α ν ά λ ε γ ε πρόθυμα. Β γ ή κ ε βιαστικά από το
ρανός ήταν σχεδόν σκοτεινός και ο αέρας παγερός, και πλέον
νοσοκομείο. Ή θ ε λ ε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι στην προκυμαία όταν θα
τα δάκρυα έπαψαν να τρέχουν σαν ρυάκι στο πρόσωπό του.
έφτανε ο Γ ι ώ ρ γ η ς .
Ε ί χ ε στεγνώσει από το κ λ ά μ α , σαν στυμμένο ρούχο, και ε ί χ ε
Σε μ ι κ ρ ή απόσταση από την α κ τ ή , η βάρκα χοροπηδούσε
φτάσει εκείνο το στάδιο του θρήνου όπου η εξάντληση και
στα μ ε γ ά λ α κύματα των αρχών της άνοιξης. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς από
ένα περίεργο αίσθημα ανακούφισης αρχίζουν να επικρατούν,
ρησε που τον π ε ρ ί μ ε ν ε κιόλας ο Λαπάκης. Ήταν ασυνήθιστο
καθώς περνούν τα πρώτα κύματα απόλυτης θ λ ί ψ η ς .
ο επιβάτης του να φτάνει πρώτος, αλλά υπήρχε και κάτι άλλο στη συμπεριφορά του, κάτι που έκανε τον Γ ι ώ ρ γ η να αγωνιά.
« Τ α κορίτσια θ α αναρωτιούνται πού ε ί μ α ι » , ε ί π ε . « Π ρ έ π ε ι να γυρίσουμε π ί σ ω » . Κ α θ ώ ς η βάρκα διέσχιζε χοροπηδώντας τη θάλασσα με
« Μ π ο ρ ο ύ μ ε να μ ε ί ν ο υ μ ε εδώ ένα λ ε π τ ό ; » τον ρώτησε ο Λαπάκης, ξέροντας ότι έπρεπε να του π ε ι τα νέα ε κ ε ί ν η τη
κατεύθυνση τα φώτα της Π λ ά κ α ς , μέσα στη σκοτεινιά, ο Γιώργης
εξομολογήθηκε
στον
Λαπάκη
ότι
είχε
κρατήσει
σ τ ι γ μ ή και να δώσει στον Γ ι ώ ρ γ η το χρόνο να συνέλθει πριν
κρυφή από τις κόρες του τη σοβαρότητα της κατάστασης της
επιστρέψουν στην Π λ ά κ α και βρεθεί αντιμέτωπος με τις κό
Ελένης.
ρες του. Ά π λ ω σ ε το χ έ ρ ι του γ ι α να βοηθήσει τον Γ ι ώ ρ γ η να
« Κ α λ ά έ κ α ν ε ς » , ε ί π ε ο Λαπάκης με ενθαρρυντικό ύφος.
β γ ε ι από τη βάρκα, μετά σταύρωσε τα χέρια του και κάρφωσε
« Μ ό λ ι ς πριν από ένα μήνα πίστευα ακόμη ότι θα μπορούσε να
το β λ έ μ μ α του στο χ ώ μ α , παίζοντας νευρικά με μια πέτρα με
κερδίσει τη μ ά χ η . Δ ε ν είναι ποτέ λάθος να ε λ π ί ζ ε ι ς » .
την άκρη του δεξιού παπουτσιού του. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήξερε, πριν καν μ ι λ ή σ ε ι ο γιατρός, ότι οι ελ πίδες του θα σαρώνονταν.
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έφτασε στο σπίτι πολύ αργότερα απ' όσο συ νήθως, και τα κορίτσια είχαν αρχίσει να ανησυχούν. Μ ό λ ι ς δ ι ά β η κ ε την πόρτα, κατάλαβαν ότι συνέβαινε κάτι τρομερό.
Κάθισαν στο χ α μ η λ ό πέτρινο πεζούλι, που ε ί χ ε χτιστεί γύρω από τα πεύκα. Οι δυο άντρες κοιτούσαν στον ορίζοντα, πέρα από τη θάλασσα.
«Η μαμά, ε ; » απαίτησε να μάθει η Άννα. « Κ ά τ ι έ π α θ ε ! » Το πρόσωπο του Γ ι ώ ρ γ η ζάρωσε. Άρπαξε την π λ ά τ η μιας καρέκλας, τα χαρακτηριστικά του είχαν παραμορφωθεί. Η Μ α
« Π έ θ α ν ε » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς σιγανά. Δ ε ν ήταν τα σημάδια της καταπόνησης, που ε ί χ ε αφήσει στο πρόσωπο του Λ α π ά κ η η ε ξ α ν τ λ η τ ι κ ή μέρα, το μόνο που φανέρωνε τα νέα. Ένας άντρας απλώς ψυχανεμίζεται ότι η γυναίκα του δεν υπάρχει πια. « Λ υ π ά μ α ι , λυπάμαι τόσο π ο λ ύ » , ε ί π ε ο γιατρός. « Δ ε ν μπορούσαμε να κάνουμε τ ί π ο τ ε άλλο. Π έ θ α ν ε γ α λ ή ν ι α » . Ε ί χ ε το χ έ ρ ι του περασμένο στον ώ μ ο του Γ ι ώ ρ γ η , κι εκείνος, με το κεφάλι του κρυμμένο στις π α λ ά μ ε ς του, έχυνε 192
ρία έτρεξε στο μέρος του και τον α γ κ ά λ ι α σ ε . « Κ ά θ ι σ ε , π α τ έ ρ α » , του ε ί π ε γ λ υ κ ά . « Π ε ς μας τ ι έ γ ι ν ε . . . σε π α ρ α κ α λ ώ » . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς κάθισε στο τραπέζι προσπαθώντας να συνέλ θ ε ι . Πέρασαν κάμποσα λεπτά μ έ χ ρ ι να μπορέσει να μ ι λ ή σ ε ι . «Η μητέρα σας... π έ θ α ν ε » . Οι λέξεις σχεδόν τον έπνιγαν. « Π έ θ α ν ε ; » τσίριξε η Άννα. « Μ α δεν ε ί χ α μ ε ιδέα ότι θα πέθαινε!» 193
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
Η Άννα δεν
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ε ί χ ε αποδεχτεί ποτέ ότι η αρρώστια της
έ β λ ε π ε έναν άντρα με κορμί συρρικνωμένο από τη θ λ ί ψ η . Ο
μητέρας της μπορούσε να έ χ ε ι μόνο μία, αναπόφευκτη κα
θάνατος της Ε λ έ ν η ς δεν αντιπροσώπευε μόνο το τέλος των
τ ά λ η ξ η . Η απόφαση του Γ ι ώ ρ γ η να μην τους αποκαλύψει
ελπίδων και των προσδοκιών του, αλλά και το τέλος μιας
την επιδείνωση της κατάστασής της, σήμαινε ότι αυτό ήταν
φιλίας. Η ζωή του ε ί χ ε έρθει τα πάνω κ ά τ ω , όταν ε κ ε ί ν η απο
ένα τεράστιο σοκ και γ ι α τις δύο. Ήταν σαν η μητέρα τους
μονώθηκε στο νησί, αλλά πλέον ε ί χ ε αλλάξει ανεπανόρθωτα.
να ε ί χ ε πεθάνει δύο φορές και να έπρεπε να ξαναζήσουν την
« Π έ θ α ν ε γ α λ ή ν ι α » , ε ί π ε στη Μαρία ε κ ε ί ν η τ η νύχτα, την
ταραχή που είχαν περάσει π έ ν τ ε χρόνια νωρίτερα. Η Άννα
ώρα που οι δυο τους έτρωγαν βραδινό. Ε ί χ α ν β ά λ ε ι πιάτο και
ήταν μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η , αλλά ελάχιστα πιο σοφή απ' όσο όταν ήταν
γ ι α την Άννα, αλλά δεν μπόρεσαν να την πείσουν ούτε καν να
δώδεκα χρόνων, και η πρώτη της αντίδραση ήταν θυμός,
κ α τ έ β ε ι κ ά τ ω , πόσο μάλλον να φάει.
ε π ε ι δ ή ο πατέρας τους δεν τις ε ί χ ε προειδοποιήσει καθόλου κι
Τ ί π ο τ α δεν τους ε ί χ ε προετοιμάσει γ ι α τον αντίκτυπο που
αυτό το κατακλυσμιαίο γεγονός ε ί χ ε πέσει σαν κεραυνός σε
θα ε ί χ ε ο θάνατος της Ε λ έ ν η ς . Το ότι η οικογένειά τους θα
πεντακάθαρο ουρανό.
απαρτιζόταν από τρία μ έ λ η ήταν κάτι προσωρινό,
σωστά;
Για μισή δεκαετία, η φωτογραφία του Γ ι ώ ρ γ η και της Ε λ έ
Για σαράντα μέρες ένα κ α ν τ ή λ ι έ κ α ι γ ε στη σάλα ως ένδειξη
νης, που κρεμόταν στον τοίχο δίπλα στο τζάκι, παρείχε στην
πένθους και τα πορτοπαράθυρα του σπιτιού τους παρέμειναν
Άννα και τη Μαρία την εικόνα της μητέρας τους που κουβα
κλειστά. Η Ε λ έ ν η τάφηκε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , κάτω από μια
λούσαν στο μυαλό τους. Οι μόνες αναμνήσεις τους από αυτήν
από τις τσιμεντένιες πλάκες που αποτελούσαν το κοινοτικό
ήταν θολές, αυτές της μητρικής αγάπης και της ευτυχισμένης
νεκροταφείο, αλλά στην Π λ ά κ α τίμησαν τη μ ν ή μ η της με το
καθημερινότητας. Ε ί χ α ν ξεχάσει από καιρό την πραγματικότη
άναμμα μιας μόνο λαμπάδας στην εκκλησία στην άκρη του
τα της Ε λ έ ν η ς και τους απέμενε μόνο τούτη η εξιδανικευμένη
χωριού, ε κ ε ί όπου η θάλασσα ήταν τόσο κοντά, ώστε το κύμα
εικόνα της με παραδοσιακή φορεσιά, μια μακριά φούστα με
έ γ λ ε ι φ ε τα σκαλιά της.
πολλές πτυχώσεις, μια στενή ποδιά και μια υπέροχη σαλτα-
Έ π ε ι τ α από λίγους μήνες, η Μ α ρ ί α , α κ ό μ η και η Άννα,
μάρκα, μια κεντητή ζακέτα με μανίκια μέχρι τους αγκώνες.
πέρασαν το στάδιο του πένθους. Για μια φορά, η προσωπική
Με το χαμογελαστό πρόσωπο και τα μακριά μαύρα μαλλιά
τραγωδία τους ε ί χ ε επισκιάσει τα ευρύτερα παγκόσμια γ ε
της, π λ ε γ μ έ ν α σε κοτσίδες τ υ λ ι γ μ έ ν ε ς στο κεφάλι της, ήταν
γονότα, αλλά όταν αναδύθηκαν από το κουκούλι της θ λ ί ψ η ς
το αρχέτυπο της κρητικής ομορφιάς, μια σ τ ι γ μ ή στο χρόνο που
τους, τα πάντα γ ύ ρ ω τους συνέχισαν την πορεία τους ακριβώς
αιχμαλωτίστηκε γ ι α πάντα από το φακό της φωτογραφικής
όπως και πριν.
μηχανής. Το τελεσίδικο του θανάτου της μητέρας τους ήταν
Τον Α π ρ ί λ ι ο , η τ ο λ μ η ρ ή α π α γ ω γ ή του Σ τ ρ α τ η γ ο ύ Κράι-
κάτι δύσκολο να γ ί ν ε ι αντιληπτό. Έτρεφαν πάντα την ελπίδα
π ε , στρατιωτικού διοικητή της Κρήτης, αύξησε την ένταση
ότι θα επέστρεφε, κι όσο πλήθαιναν οι φήμες γ ι α κάποια θερα
σε ολόκληρο το νησί. Με τη βοήθεια μ ε λ ώ ν της Αντίστασης,
πεία, οι ελπίδες τους δυνάμωναν. Κ α ι τώρα... αυτό.
στρατιώτες των Σ υ μ μ α χ ι κ ώ ν δυνάμεων, μεταμφιεσμένοι σε
Οι λ υ γ μ ο ί της Άννας από το πάνω δωμάτιο ακούγονταν
Γερμανούς, έστησαν ενέδρα στον Κ ρ ά ι π ε και, παρά το ανελέ
κ ά τ ω στο δρόμο και μέχρι την πλατεία του χωριού. Η Μαρία
ητο ανθρωποκυνηγητό, τον μετέφεραν από το αρχηγείο του
δεν έ κ λ α ψ ε με τόση ευκολία. Κοιτούσε τον πατέρα της κι
έξω από το Η ρ ά κ λ ε ι ο μέσα από τα βουνά στα νότια παράλια
194
195
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
της Κ ρ ή τ η ς . Από ε κ ε ί τον έστειλαν με καράβι στην Α ί γ υ π τ ο ,
που προκαλούν τα αντίποινα σε βάρος σας. Σας προειδοποιούσαμε
σαν τον πιο πολύτιμο αιχμάλωτο πολέμου των Σ υ μ μ ά χ ω ν .
πάντοτε για τους κινδύνους της συνεργασίας με τους Βρετανούς.
Υπήρχαν φόβοι ότι τα αντίποινα γ ι ' αυτή την αναιδή απαγω
Η υπομονή μας εξαντλείται.
γή ίσως να ήταν πιο βάρβαρα από ποτέ. Οι Γερμανοί, ωστόσο,
οποιονδήποτε σχετίζεται με τους ληστές και τους Βρετανούς.
Το
γερμανικό σπαθί θα
θερίσει
ξεκαθάρισαν ότι οι ωμότητες που διέπρατταν θα γίνονταν έτσι κι α λ λ ι ώ ς . Έ ν α από τα χειρότερα κύματα βιαιοτήτων έ λ α β ε
Το φυλλάδιο πέρασε από χέρι σε χ έ ρ ι , διαβάστηκε και ξα
χώρα το Μ ά ι ο . Ο Β α γ γ έ λ η ς Λιδάκης επέστρεφε από τη Ν ε ά
ναδιαβάστηκε μ έ χ ρ ι που το χαρτί φθάρηκε. Δ ε ν έ κ α μ ψ ε την
π ο λ η , όταν είδε το απαίσιο θέαμα των καμένων χωριών.
αποφασιστικότητα των χ ω ρ ι κ ώ ν .
« Τ α κ α τ έ σ τ ρ ε ψ α ν » , α ν ή γ γ ε ι λ ε την είδηση μεγαλόφωνα και μ ε έ ξ α ψ η . « Τ α έκαναν σ τ ά χ τ η » .
« Α π λ ώ ς δ ε ί χ ν ε ι ότι έχουν αρχίσει να α π ε λ π ί ζ ο ν τ α ι » , ε ί π ε ο Λιδάκης.
Οι άντρες στο καφενείο άκουγαν με δυσπιστία τις περι
« Ν α ι , όμως το ίδιο συμβαίνει και μ' ε μ ά ς » , απάντησε η
γραφές του γ ι α τον καπνό που έ β γ α ι ν ε α κ ό μ η από τις στάχτες
γυναίκα του. « Π ό σ ο ακόμα θα αντέξουμε; Αν σταματούσαμε
των πυρπολημένων χωριών νότια των βουνών του Λασιθίου,
να β ο η θ ά μ ε τους αντάρτες, θα μπορούσαμε να κοιμόμαστε
και οι καρδιές τους πάγωσαν.
ήσυχοι στα κρεβάτια μ α ς » .
Λ ί γ ε ς μέρες μ ε τ ά το γεγονός, ένα αντίτυπο από τα ε ν η
Η συζήτηση συνεχίστηκε μ έ χ ρ ι τη νύχτα.
Η παράδοση
μ ε ρ ω τ ι κ ά φυλλάδια που εξέδιδαν οι Γερμανοί έφτασε στην
και η συνεργασία ήταν αντίθετη με καθετί που υπαγόρευε
Π λ ά κ α με τον Α ν τ ώ ν η , ο οποίος έκανε σύντομη ε π ί σ κ ε ψ η γ ι α
το ένστικτο των περισσότερων Κ ρ η τ ι κ ώ ν . Έ π ρ ε π ε να αντι
να καθησυχάσει τους γονείς του ότι ήταν α κ ό μ η ζωντανός. Το
σταθούν, έπρεπε να πολεμήσουν. Ε κ τ ό ς αυτού, τους άρεσε
ύφος του ήταν πιο α π ε ι λ η τ ι κ ό από ποτέ:
να πολεμούν. Από έναν απλό κ α β γ ά , μ έ χ ρ ι μια παμπάλαια βεντέτα μεταξύ ο ι κ ο γ ε ν ε ι ώ ν , οι άντρες μ ε γ ά λ ω ν α ν μέσα από
Τα χωριά
Μαργαρικάρι,
Λοχριά,
Καμάρες και Σακτούρια,
καθώς και
τα εγγύς σημεία του Νομού Ηρακλείου,
θηκαν και
οι
κάτοικοι τους αντιμετώπισαν τις συνέπειες.
Τα χωριά κομμουνιστών επειδή Οι
δεν
αυτά είχαν προσφέρει και
ανέφερε
ληστές
Σακτουρίων
ισοπεδώ
με
κρίναμε
ολόκληρο
κυκλοφορούσαν την
πλήρη
ελεύθερα
στήριξη
που τους παρείχε καταφύγιο. Στο Πετρακογιώργης
τον
πληθυσμό
γιόρτασε
του
στην
τοπικού
Μαργαρικάρι,
ανενόχλητος
το
ένοχο,
προδοσίας. περιοχή
Η εκτύπωση και η κυκλοφορία τέτοιων απειλών ίσως να ήταν πράξη απελπισίας, όμως, όποιο κι αν ήταν το κίνητρο τους, π α ρ έ μ ε ν ε γεγονός ότι τα χωριά είχαν ισοπεδωθεί. Ό λ α
πληθυσμού,
τα σπίτια τους είχαν καταντήσει ερείπια και το τοπίο τριγύρω
ο προδότης
Πάσχα
με
τους
ε ί χ ε πλέον σημαδευτεί από τις απόκοσμες σιλουέτες μαυρι σμένων, παραμορφωμένων δέντρων.
Η Άννα ε π έ μ ε ν ε στον
πατέρα της να πουν όλα όσα ήξεραν στους Γερμανούς.
Ακούστε μας προσεκτικά, Κρητικοί. Αναγνωρίστε ποιοι είναι πραγματικοί εχθροί σας
και ανίχνευαν την πτώση του ηθικού του δυνάστη τους.
των
κατοίκους. οι
θερμά γ ι α ειρήνη και πίστεψαν ότι οι προσευχές τους είχαν εισακουστεί, καθώς έπιαναν τα υπονοούμενα του κειμένου
προστασία σε συμμορίες
τις συγκεκριμένες πράξεις
τις συγκρούσεις. Π ο λ λ έ ς γ υ ν α ί κ ε ς , αντίθετα, προσεύχονταν
και 196
προστατευθείτε
από
εκείνους
« Γ ι α τ ί να ρισκάρουμε την καταστροφή της Π λ ά κ α ς ; » ρώ τησε με απαιτητικό ύφος. 197
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Κ ά π ο ι α από αυτά είναι απλώς π ρ ο π α γ ά ν δ α » , παρενέβη η Μαρία.
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Δ ε ν πέρασε πολλή ώρα μέχρι να το καταλάβει. Ήταν πια έξι και δέκα, και ο οικείος ήχος από τις μπότες δεν είχε ακουστεί.
« Ό χ ι όλα, ό μ ω ς ! » αποκρίθηκε η Άννα.
« Έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο » , απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Ε ί ν α ι ή σ υ χ α » .
Ωστόσο, πόλεμο προπαγάνδας δεν διεξήγαν μόνο οι Γερμα
Η ένταση που πλανιόταν στον αέρα φαινόταν να έ χ ε ι
νοί. Οι Βρετανοί οργάνωναν τη δ ι κ ή τους εκστρατεία και μά λιστα την έβρισκαν αποτελεσματικό όπλο/Εφτιαχναν φυλλάδια
εξαφανιστεί. « Π ά μ ε μια β ό λ τ α » , πρότεινε η Μ α ρ ί α .
που έδιναν την εντύπωση ότι η θέση του εχθρού εξασθενούσε,
Τα δυο κορίτσια, αντί να πάνε μ έ χ ρ ι την παραλία, όπως
διέδιδαν φήμες γ ι α β ρ ε τ α ν ι κ ή απόβαση και μεγαλοποιούσαν
έκαναν συνήθως, ακολούθησαν τον κεντρικό δρόμο μ έ χ ρ ι το
την επιτυχία των αντιστασιακών δραστηριοτήτων. Το θ έ μ α
τέλος του. Σ' εκείνο το σημείο βρισκόταν το σπίτι όπου οι
ήταν η συνθηκολόγηση, Kapitulation στα γερμανικά, και οι Γερ
Γερμανοί είχαν εγκαταστήσει το αρχηγείο τους. Η εξώπορτα
μανοί έβρισκαν συνέχεια τεράστια κάπα ζωγραφισμένα με π η
και τα παντζούρια ήταν ορθάνοιχτα.
χτό χρώμα στις σκοπιές, στα τοιχώματα των στρατώνων και
« Έ λ α » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Θ α κοιτάξω μ έ σ α » .
στα οχήματα τους. Α κ ό μ η και σε χωριά όπως η Π λ ά κ α , οι
Σ η κ ώ θ η κ ε στις άκρες των ποδιών της και κοίταξε ερευ
μητέρες περίμεναν με αγωνία τους γιους τους να επιστρέψουν
νητικά μέσα από το μπροστινό παράθυρο. Μπορούσε να δει
από τις εξορμήσεις τους με σκοπό να γράψουν συνθήματα στους
ένα τραπέζι, χωρίς τίποτα πάνω του, εκτός από ένα σταχτο
τοίχους· τα αγόρια, βέβαια, συνεπαίρνονταν που κατάφερναν
δοχείο ξ έ χ ε ι λ ο από γόπες τσιγάρων, και τέσσερις κ α ρ έ κ λ ε ς ,
να συνεισφέρουν κάτι στον αγώνα, χωρίς να φαντάζονται ούτε
οι δύο ρ ι γ μ έ ν ε ς άτακτα στο πάτωμα.
γ ι α μια σ τ ι γ μ ή ότι έβαζαν τον εαυτό τους σε κάποιο κίνδυνο. Αυτές οι απόπειρες υπονόμευσης των Γερμανών μπορεί να ήταν μικρές από μόνες τους, αλλά βοηθούσαν να αλλάξει η γ ε ν ι κ ό τ ε ρ η εικόνα. Η κατάσταση άλλαζε σε ολόκληρη την Ε υ ρ ώ π η και είχαν αρχίσει να εμφανίζονται ρήγματα στη σκληρή ναζιστική κατοχή της η π ε ι ρ ω τ ι κ ή ς χώρας. Σ τ η ν Κ ρ ή
« Μ ο υ φαίνεται ότι έ φ υ γ α ν » , ε ί π ε μ ε τ α ρ α χ ή .
«Πάω
μέσα». « Ε ί σ α ι σίγουρη ότι δεν είναι κανένας ε κ ε ί μ έ σ α ; » ρώτησε η Μαρία. « Π ο λ ύ σ ί γ ο υ ρ η » , ψιθύρισε η Φ ω τ ε ι ν ή καθώς δρασκέλιζε το κ α τ ώ φ λ ι .
τ η , το η θ ι κ ό ε ί χ ε πέσει πλέον τόσο χ α μ η λ ά , ώστε οι Γερμανοί
Ε κ τ ό ς από μερικά σκουπίδια και μια γ ε ρ μ α ν ι κ ή εφημερί
άρχιζαν να αποσύρονται· μερικοί ακόμη και να λιποτακτούν.
δα που κιτρίνιζε π ε τ α μ έ ν η στο πάτωμα, το σπίτι ήταν άδειο.
Ήταν η Μαρία που παρατήρησε ότι η μ ι κ ρ ή φρουρά στην
Τα δυο κορίτσια έτρεξαν στο σπίτι τους και ανακοίνωσαν τα
Π λ ά κ α ε ί χ ε φ ύ γ ε ι . Σ τ ι ς έξι η ώρα ακριβώς, γινόταν πάντοτε
νέα στον Π α ύ λ ο , ο οποίος π ή γ ε αμέσως στο καφενείο. Μέσα
μια ε π ί δ ε ι ξ η δύναμης, μια θεωρητικά εκφοβιστική πορεία με
σε μία ώρα, η είδηση ε ί χ ε κάνει το γύρο του χωριού, κι εκείνο
στρατιωτικό β η μ α τ ι σ μ ό κατά μήκος του κεντρικού δρόμου
το βράδυ η πλατεία γ έ μ ι σ ε με ανθρώπους που γιόρταζαν την
και πάλι πίσω, καθώς και ανάκριση πού και πού κάποιου
απελευθέρωση της δικής τους μικρής γωνιάς στο νησί.
χωρικού κ α θ ' οδόν.
Μόνο έπειτα από μέρες, στις 11 Οκτωβρίου 1 9 4 4 , απε
« Κ ά τ ι περίεργο σ υ μ β α ί ν ε ι » , είπε στη Φ ω τ ε ι ν ή . « Κ ά τ ι έχει αλλάξει».
λ ε υ θ ε ρ ώ θ η κ ε το Η ρ ά κ λ ε ι ο . Αξιοσημείωτο ήταν το γεγονός ότι, με δεδομένη την αιματοχυσία των προηγούμενων ετών,
198
199
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
οι Γερμανοί στρατιώτες β γ ή κ α ν ήρεμα από την πόλη με συνο δεία, χωρίς να χαθούν ζωές· η άσκηση βίας επιφυλάχθηκε γ ι α όσους θ ε ω ρ ή θ η κ ε ότι είχαν συνεργαστεί με τον εχθρό. Γερμα νοί στρατιώτες, ωστόσο, συνέχισαν να κατέχουν τ μ ή μ α τ α της δυτικής Κρήτης, και πέρασαν μερικοί μήνες μ έ χ ρ ι να α λ λ ά ξ ε ι η κατάσταση. Ε Ν Α Π Ρ Ω Ι , στις αρχές καλοκαιριού της επόμενης χρονιάς, ο Λ ι δ ά κ η ς ε ί χ ε β ά λ ε ι το ραδιόφωνο στη διαπασών μέσα στο κα φενείο. Έ π λ ε ν ε τα ποτήρια της προηγούμενης νύχτας με τον συνηθισμένο τσαπατσούλικο τρόπο του, βουτώντας τα σε μια λ ε κ ά ν η με γκρίζο νερό πριν τα σκουπίσει με ένα πανί που ε ί χ ε ή δ η χρησιμοποιηθεί γ ι α το μάζεμα νερών από το π ά τ ω μ α . Ε κ ν ε υ ρ ί σ τ η κ ε λ ι γ ά κ ι όταν η μουσική διακόπηκε ξαφνικά γ ι α μια έ κ τ α κ τ η είδηση, αλλά τα αυτιά του τ ε ν τ ώ θ η κ α ν μ ό λ ι ς α ν τ ι λ ή φ θ η κ ε την επισημότητα του τόνου τ η ς . « Τ η ν σήμερον, ογδόην Μαΐου 1 9 4 5 , ο ι Γερμανοί παρεδό θησαν ε π ι σ ή μ ω ς . Ε ν τ ό ς ο λ ί γ ω ν η μ ε ρ ώ ν , άπαντα τα εχθρικά στρατεύματα θα έχουν αποσυρθεί από την περιοχήν των Χ α νίων και η Κ ρ ή τ η θα είναι π ά λ ι α π ε λ ε ύ θ ε ρ ο ς » . Η μουσική ξανάρχισε και ο Λ ι δ ά κ η ς αναρωτήθηκε αν η ανακοίνωση ήταν κάποιο π α ι χ ν ί δ ι της φαντασίας του. Έ β γ α λε το κεφάλι του από την πόρτα του καφενείου και ε ί δ ε τον Γ ι ώ ρ γ η να καταφτάνει τρέχοντας. « Τ ' άκουσες;» τον ρώτησε εκείνος. « Ν α ι ! » απάντησε ο Λ ι δ ά κ η ς . Ήταν α λ ή θ ε ι α , λοιπόν. Η τυραννία ε ί χ ε λ ή ξ ε ι . Μολονότι ο λαός της Κρήτης πάντοτε πίστευε ότι θα έ δ ι ω χ ν ε τον εχθρό από το νησί του, όταν ήρθε ε κ ε ί ν η η σ τ ι γ μ ή , η χαρά του ήταν α π ε ρ ί γ ρ α π τ η . Θα έπρεπε να κάνουν τη μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η γ ι ο ρ τ ή που ε ί χ ε γ ί ν ε ι π ο τ έ .
200
Μ Ε Ρ Ο Σ
Τ Ρ Ι Τ Ο
Δέκατο Κεφάλαιο
1945
Η
Τ Α Ν Σ Α Ν Ν Α Α Ν Ε Π Ν Ε Α Ν κάποιο δηλητηριώδες αέριο και τώρα να ε ί χ ε επιστρέψει π ά λ ι το οξυγόνο στην ατμόσφαιρα. Τα μ έ λ η της Αντίστασης γύριζαν
στα χωριά τους, συχνά έπειτα από ταξίδι εκατοντάδων χ ι λ ι ο μέτρων, και με κάθε επιστροφή ανοίγονταν καινούρια μπουκά λια ρ α κ ή . Δ ε κ α π έ ν τ ε μέρες μετά τη λ ή ξ η της Κατοχής, ήταν
η γιορτή του Α γ ί ο υ Κωνσταντίνου, και ο εορτασμός αυτής της ημέρας ήταν η δικαιολογία που χρειάζονταν όλοι γ ι α να παρα μερίσουν κάθε πρόσχημα. Σ ι τ ε υ τ ά κατσίκια και καλοταϊσμένα αρνιά σουβλίστηκαν απ' άκρη σ' άκρη στην Κ ρ ή τ η , και βαρε λότα έσκαγαν στον ουρανό πάνω από ολόκληρο το νησί, θυμί ζοντας σε μερικούς ανθρώπους τις εκρήξεις που ρήμαζαν τις πόλεις τους και φώτιζαν τους ουρανούς τις πρώτες μέρες του πολέμου. Ωστόσο, κανείς δεν έ μ ε ι ν ε σε αυτή τη σύγκριση γ ι α πολύ· όλοι ήθελαν να κοιτάξουν μπροστά τώρα, όχι πίσω. Για τη γ ι ο ρ τ ή του Α γ ί ο υ Κωνσταντίνου, τα κορίτσια της Π λ ά κ α ς φόρεσαν τα πιο καλά τους ρούχα. Π ή γ α ν στην ε κ κλησία, αλλά το μυαλό τους βρισκόταν σε π ρ ά γ μ α τ α άσχετα 203
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
με την ιερή φύση της περίστασης. Σε αυτά τα έφηβα κορίτσια
ε ί χ ε γ ί ν ε ι νευρώδης και δυνατός, και ήταν αγνώριστος σε
είχαν ε π ι β λ η θ ε ί ελάχιστοι περιορισμοί, ε π ε ι δ ή τα θεωρούσαν
σχέση με την αποστεωμένη φιγούρα που ε ί χ ε μ π ε ι τρεκλίζο
ακόμη παιδιά και η αθωότητα θεωρούνταν δεδομένη σε όσα
ντας στο χωριό εκείνους τους πρώτους μήνες στην Αντίσταση,
έλεγαν κι έκαναν. Μόνο αργότερα, όταν η γυναικεία φύση
γ ι α να δει την οικογένειά του. Τ ώ ρ α δεν ε ί χ ε μόνο μουστάκι,
τους ε ί χ ε αναπτυχθεί ή δ η , αντιλαμβάνονταν οι γονείς τους τη
αλλά και γ έ ν ι α , π ρ ά γ μ α που τον έκανε να δ ε ί χ ν ε ι π έ ν τ ε χρό
σεξουαλικότητα τους και άρχιζαν να τα επιτηρούν στενά, μ ε
νια μεγαλύτερος από τα είκοσι τρία που ήταν. Ε ί χ ε ζήσει με
ρικές φορές πολύ αργά. Μ έ χ ρ ι τότε, β έ β α ι α , πολλά από αυτά
χόρτα του βουνού, σαλιγκάρια και όποια άγρια ζώα μπορού
τα κορίτσια είχαν κ λ έ ψ ε ι φιλιά από τ' αγόρια του χωριού και
σε να πιάσει, και ε ί χ ε αντέξει έντονη ζέστη και κρύο, που του
είχαν χασομερήσει σε μυστικά ραντεβού, στους ελαιώνες ή στα
έδιναν μια αίσθηση αφθαρσίας.
χωράφια, στο δρόμο του γυρισμού από το σχολείο.
Τη ρομαντική μορφή του Αντώνη επιθυμούσε η καρδιά
Ε ν ώ κανείς δεν ε ί χ ε φιλήσει ποτέ τη Μ α ρ ί α ή τη Φ ω τ ε ι
της Άννας ε κ ε ί ν η τη νύχτα. Δ ε ν ε ί χ ε μόνο αυτή τέτοια φιλο
ν ή , η Άννα ε ί χ ε εκπαιδευτεί καλά στις ερωτοτροπίες. Π ο τ έ
δοξία, αλλά ήταν γ ε μ ά τ η αυτοπεποίθηση ότι τουλάχιστον θα
δεν ήταν πιο ευτυχισμένη απ' όταν βρισκόταν συντροφιά με
κέρδιζε ένα φιλί του. Ήταν λυγερός και με λεπτούς γοφούς,
αγόρια και μπορούσε να τινάξει τα μ α λ λ ι ά της και να ε π ι δ ε ί
και όταν ξεκίνησε ο χορός, η Άννα ήταν αποφασισμένη να
ξει το χ α μ ό γ ε λ ο της, ξέροντας ότι το κοινό της δεν θα απέ-
τ ρ α β ή ξ ε ι την προσοχή του. Αν δεν τα κατάφερνε, θα ήταν ο
στρεφε το β λ έ μ μ α του. Ήταν σαν ξαναμμένη γ ά τ α .
μόνος άντρας στο χωριό με τον οποίο θα ε ί χ ε συμβεί κάτι
« Α π ό ψ ε θα είναι κάτι ξ ε χ ω ρ ι σ τ ό » , ανακοίνωσε η Άννα.
τ έ τ ο ι ο . Ό λ ο ι είχαν παρατηρήσει την παρουσία της Άννας, όχι μόνο ε π ε ι δ ή ήταν μισό κεφάλι ψηλότερη από τα περισσότερα
« Τ ο ν ι ώ θ ω στον α έ ρ α » . « Π ώ ς έ τ σ ι ; » ρώτησε η Φ ω τ ε ι ν ή .
κορίτσια, αλλά ε π ε ι δ ή τα μ α λ λ ι ά της ήταν πιο μακριά, πιο
« Τ α περισσότερα αγόρια έχουν επιστρέψει, να γ ι α τ ί » ,
κυματιστά και πιο λαμπερά από όλων των υπολοίπων, κι α κ ό μ η και π λ ε γ μ έ ν α σε κοτσίδες έφταναν μ έ χ ρ ι τους γοφούς
απάντησε ε κ ε ί ν η . Υπήρχαν πολλές δεκάδες νεαροί άντρες στο χωριό, παιδιά
της. Το ασπράδι των τεράστιων α μ υ γ δ α λ ω τ ώ ν ματιών της
όταν έφυγαν γ ι α να πολεμήσουν με τους αντάρτες στις αρχές
ήταν λαμπερό σαν τις ε κ τ υ φ λ ω τ ι κ έ ς β α μ β α κ ε ρ έ ς μπλούζες
της Κ α τ ο χ ή ς . Μ ε ρ ι κ ο ί είχαν ε π ι λ έ ξ ε ι να συνταχθούν με τους
που φορούσαν όλα τα κορίτσια, και τα μαργαριταρένια δόντια
κομμουνιστές και π ή γ α ν να πάρουν μέρος στον αγώνα ενα
της άστραφταν καθώς γελούσε και φλυαρούσε με τις φίλες
ντίον των δεξιών δυνάμεων που ξεκινούσε στην η π ε ι ρ ω τ ι κ ή
της, με απόλυτη επίγνωση της ομορφιάς της, υπό το άγρυπνο
Ε λ λ ά δ α , φέρνοντας νέες κακουχίες και αιματοχυσία.
β λ έ μ μ α των ομάδων των νεαρών που στέκονταν τριγύρω στην
Ο αδερφός της Φ ω τ ε ι ν ή ς , ο Αντώνης, ήταν από εκείνους
π λ α τ ε ί α , περιμένοντας τη σ τ ι γ μ ή που η μουσική θα κήρυττε
που επέστρεψαν στην Π λ ά κ α . Μολονότι έ β λ ε π ε με καλό μάτι
την π ρ α γ μ α τ ι κ ή έναρξη της γ ι ο ρ τ ή ς . Η Άννα σχεδόν έ λ α μ π ε
τις ιδέες της αριστεράς και τις νέες επιχειρήσεις στην ενδοχώ
στο σούρουπο αυτής της μ ε γ ά λ η ς μέρας. Τα άλλα κορίτσια
ρα, ύστερα από απουσία τεσσάρων ετών, ήταν κάτι παραπάνω
βρίσκονταν στη σκιά της.
από έτοιμος να γυρίσει στο σπίτι του. Για την Κ ρ ή τ η πολε
Τραπέζια και καρέκλες είχαν α π λ ω θ ε ί στις τρεις πλευρές
μούσε, κι ε κ ε ί ή θ ε λ ε να μ ε ί ν ε ι . Όσο καιρό έ λ ε ι π ε , ο Αντώνης
της πλατείας, και στην τέταρτη ένα μακρύ τραπέζι από σανίδες
204
205
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
ήταν φορτωμένο με καμιά δεκαριά π ι α τ έ λ ε ς ξ έ χ ε ι λ ε ς από
πολεμιστές του παρελθόντος της Κρήτης, τα παλικάρια με τις
τυρόπιτες και πικάντικα λουκάνικα, γ λ υ κ ά και πυραμίδες
βράκες και τα ψηλά στιβάνια.
από πορτοκάλια και ώριμα β ε ρ ί κ ο κ α . Η μυρωδιά του ψητού
Η Άννα χαμογέλασε πλατιά στο
αγόρι που
είχε
γίνει
αρνιού πλανιόταν πάνω από την πλατεία κι έκανε τα σάλια
άντρας, αλλά εκείνος δεν της το ανταπέδωσε. Τα εβένινα μά
να τρέχουν σε αναμονή της ευχαρίστησης. Υπήρχε αυστηρή
τια του είχαν καρφωθεί στα δικά της, και δεν τα άφησε, μέχρι
σειρά στις διαδικασίες. Το φαγητό και το ποτό θα περίμεναν
που εκείνη σχεδόν ανακουφίστηκε όταν ήρθε η ώρα ο Αντώνης
μ έ χ ρ ι αργότερα, γ ι α τ ί πρώτα έπρεπε να χορέψουν.
να προχωρήσει στην επόμενη συνοδό του στο χορό. Όταν τελεί
Α ρ χ ι κ ά , τα αγόρια και οι άντρες στέκονταν μαζί και μ ι
ωσε ο χορός, η καρδιά της χτυπούσε ακόμη σαν τ ρ ε λ ή και επέ
λούσαν, ενώ τα κορίτσια ήταν χωριστά, χασκογελώντας με
στρεψε στις φιλενάδες της, που παρακολουθούσαν τώρα καθώς
ενθουσιασμό. Ο διαχωρισμός δεν θα κρατούσε πολύ. Η ορ
μερικοί άντρες, ανάμεσα τους κι ο Αντώνης, χόρευαν μπροστά
χήστρα άρχισε να παίζει, και ξεκίνησε το στροβίλισμα και το
τους σαν ανθρώπινα γυροσκόπια. Ήταν μια επίδειξη που προ
χτύπημα των ποδιών. Άντρες και γυναίκες σηκώθηκαν από
καλούσε ζάλη. Τα στιβάνια έφταναν ψηλά πάνω από το έδαφος
τ ι ς θέσεις τους, και τα αγόρια και τα κορίτσια αποσπάστηκαν
καθώς εκείνοι πηδούσαν στον αέρα, και ο τέλειος συγχρονισμός
από το π λ ή θ ο ς . Σ ύ ν τ ο μ α , ο χωμάτινος χώρος ε ί χ ε γ ε μ ί σ ε ι . Η
από τις δοξαριές των τρίχορδων λυρών και τα αρπίσματα του
Άννα ήξερε, καθώς περιστρεφόταν ο εσωτερικός κύκλος των
λαγούτου τούς ωθούσε να συνεχίσουν, δίνοντας στο χορό μια
γ υ ν α ι κ ώ ν , ότι αργά ή γρήγορα θα βρισκόταν απέναντι από
ζωντάνια που έκοβε την ανάσα μέχρι το τέλος του.
τον Α ν τ ώ ν η και γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς θα χόρευαν μαζί. « Π ώ ς
Οι παντρεμένες και οι χήρες παρακολουθούσαν τις φιγού
μπορώ να τον κάνω να με δει σαν κάτι παραπάνω από τη
ρες, μολονότι η παράσταση δεν ε ί χ ε στηθεί γ ι ' αυτές, αλλά
φιλενάδα της μ ι κ ρ ή ς του αδερφής;» α ν α ρ ω τ ή θ η κ ε .
γ ι α τις όμορφες σε η λ ι κ ί α γάμου που παρακολουθούσαν από
Αντώνης β ρ έ θ η κ ε
τη γ ω ν ί α της π λ α τ ε ί α ς . Κ α θ ώ ς ο Αντώνης στροβιλιζόταν και
μπροστά της. Ο πεντοζάλης τής έδωσε λ ί γ ε ς σ τ ι γ μ έ ς γ ι α να
η μουσική έφτανε στην κορύφωση της, η Άννα ήταν σίγουρη
εξετάσει εκείνο το ζευγάρι βαθιά μάτια που την κοιτούσαν
πως αυτός ο ωραίος πολεμιστής χόρευε μόνο γ ι α κ ε ί ν η . Ό λ ο
κάτω από το κροσσόπλεγμα του παραδοσιακού σαρικιού του.
το κοινό χειροκρότησε και επευφήμησε μόλις τέλειωσαν, και
Το σαρίκι ήταν το κ ά λ υ μ μ α του π ο λ ε μ ι σ τ ή που τώρα φορού
η ορχήστρα, σταματώντας σχεδόν γ ι α μια σ τ ι γ μ ή , άρχισε τον
σαν πολλοί νέοι γ ι α να δείξουν ότι είχαν καταφέρει να γίνουν
επόμενο σκοπό. Μ ι α ομάδα από λ ί γ ο μεγαλύτερους άντρες
άντρες, όχι μόνο ε π ε ι δ ή πέρασε ο καιρός, αλλά ε π ε ι δ ή είχαν
β ρ έ θ η κ ε τώρα στο κέντρο της σκηνής.
Δ ε ν χρειάστηκε να προσπαθήσει.
Ο
β ά ψ ε ι τα χέρια τους με το αίμα ενός άλλου. Σ τ η ν περίπτωση
Η Άννα ήταν τ ο λ μ η ρ ή . Έ φ υ γ ε από τον κύκλο των φι
του Α ν τ ώ ν η , δεν ήταν μόνο ένας, αλλά πολλοί στρατιώτες
λενάδων της και πλησίασε τον Α ν τ ώ ν η , ο οποίος έβαζε ένα
του εχθρού. Προσευχόταν να μην άκουγε ποτέ ξανά ε κ ε ί ν η τη
ποτήρι κρασί από ένα τεράστιο πήλινο σταμνί. Αν και την
χαρακτηριστική κ ρ α υ γ ή έκπληξης καθώς η λεπίδα του ξέσχι
ε ί χ ε δει πολλές φορές στο σπίτι του, ούτε καν της ε ί χ ε δώσει
ζε τη μ α λ α κ ή σάρκα ανάμεσα στις ω μ ο π λ ά τ ε ς , και το πνιχτό
σημασία πριν από την αποψινή νύχτα. Πριν από την Κ α τ ο χ ή ,
α γ κ ο μ α χ η τ ό που ακολουθούσε. Π ο τ έ δεν το ένιωσε σαν ν ί κ η ,
η Άννα έ δ ε ι χ ν ε απλώς μικρό κορίτσι· τώρα, μια καλοσχημα-
αλλά του έδινε το δ ι κ α ί ω μ α να συνδέεται με τους ατρόμητους
τ ι σ μ έ ν η , φιλήδονη γυναίκα ε ί χ ε πάρει τη θέση του.
206
207
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Γ ε ι α σου, Α ν τ ώ ν η » , του ε ί π ε θαρραλέα.
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Από τότε που π λ ή ρ ω ν ε πολλά λεφτά ε ί χ ε να τον φιλήσουν
« Γ ε ι α σου, Ά ν ν α » .
έτσι. Τους τελευταίους μήνες του πολέμου ήταν τακτικός πε
« Π ρ έ π ε ι να έκανες εξάσκηση στο χορό όσο έ λ ε ι π ε ς » , ε ί π ε ,
λάτης των πορνείων του Ρεθύμνου. Οι γυναίκες εκεί λάτρευαν
« γ ι α να μπορείς να κάνεις τέτοιες φ ι γ ο ύ ρ ε ς » .
τους αντάρτες και τους έκαναν ε ι δ ι κ έ ς τ ι μ έ ς , ιδιαίτερα όταν
« Δ ε ν β λ έ π α μ ε τίποτε άλλο πέρα από κατσίκες πάνω στα
ήταν ωραίοι σαν τον Α ν τ ώ ν η . Η δουλειά τους ήταν η μόνη που
β ο υ ν ά » , απάντησε ο Αντώνης π ε ρ ι π α ι κ τ ι κ ά . « Ό μ ω ς , έχουν
ανθούσε στη διάρκεια της Κατοχής, καθώς οι άντρες αναζη
πολύ επιδέξια πόδια, οπότε μπορεί να μ ά θ α μ ε κάνα-δυο πράγ
τούσαν παρηγοριά εξαιτίας του μακρού χωρισμού τους από τις
ματα απ' α υ τ έ ς » .
γυναίκες τους, και οι νεαροί άρπαζαν την ευκαιρία να απο
« Μ π ο ρ ο ύ μ ε να χορέψουμε π ά λ ι , σύντομα;» τον ρώτησε,
κτήσουν σεξουαλική εμπειρία που δεν θα τύγχανε ανοχής κά
μέσα στο θόρυβο της μουσικής από τις λύρες και τα κρουστά.
τω από το άγρυπνο μάτι των κοινοτήτων τους. Ωστόσο, δεν
« Ν α ι » , ε ί π ε εκείνος, και στο πρόσωπο του τώρα ζωγρα
υπήρχε αίσθημα αγάπης. Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή , στην α γ κ α λ ι ά του βρισκόταν μια γυναίκα που φιλούσε σαν πόρνη αλλά μάλ
φίστηκε ένα χ α μ ό γ ε λ ο . « Ω ρ α ί α . Θα π ε ρ ι μ έ ν ω . Ε κ ε ί » , του ε ί π ε και επέστρεψε στις
λον ήταν παρθένα και, το πιο σημαντικό, ο Αντώνης μπορού σε να νιώσει π ρ α γ μ α τ ι κ ό πόθο. Δ ε ν γινόταν να κάνει λάθος.
φιλενάδες της. Ο Αντώνης ε ί χ ε την αίσθηση ότι η Άννα του ε ί χ ε προσφερ
Κ ά θ ε κ ο μ μ ά τ ι τού είναι του λαχταρούσε να συνεχιστεί αυτό
θεί γ ι α κάτι περισσότερο από έναν πεντοζάλη. Όταν άρχισε
το λάγνο φ ι λ ί . Το μυαλό του δούλευε γ ο ρ γ ά . Ε ί χ ε γυρίσει
ένας κατάλληλος χορός, την πλησίασε, την πήρε από το χέρι
γ ι α πάντα και αναμενόταν να παντρευτεί και να νοικοκυρευ
και την οδήγησε στον κύκλο. Κρατώντας την από τη μέση,
τεί στο χωριό, και να μια γυναίκα που ανυπομονούσε να αγα
εισέπνευσε την απερίγραπτα αισθησιακή μυρωδιά του ιδρώτα
πηθεί και τον π ε ρ ί μ ε ν ε κυριολεκτικά στην πόρτα του, όπως
της, ένα άρωμα με περισσότερη μεθυστική γ λ ύ κ α από οτιδή
γινόταν από τότε που ήταν κοριτσάκι. Έ π ρ ε π ε να γ ί ν ε ι δικιά
ποτε ε ί χ ε ανασάνει ποτέ. Τα άνθη της λεβάντας και τα ροδο-
του. Έ τ σ ι ήταν γραφτό.
πέταλα δεν μπορούσαν να συγκριθούν μαζί του. Όταν τ ε λ ε ί ω σε ο χορός, αισθάνθηκε την καυτή ανάσα της στο αυτί του.
Σταμάτησαν να αγκαλιάζονται.
« Π ρ έ π ε ι να γυρίσουμε
στην π λ α τ ε ί α » , ε ί π ε η Άννα, ξέροντας ότι ο πατέρας της θα
« Έ λ α να με βρεις πίσω από την ε κ κ λ η σ ί α » , του ψιθύρισε.
παρατηρούσε την απουσία της αν έ λ ε ι π ε κι άλλο. « Α λ λ ά να
Η Άννα ήξερε ότι μια βόλτα μέχρι την εκκλησία, ακόμη
πάμε χωριστά».
και στη διάρκεια τέτοιων άγριων εορτασμών, ήταν απόλυτα
Γλίστρησε μέσα από τις σκιές και μ π ή κ ε στην εκκλησία,
φυσιολογική την ημέρα του Αγίου, και, πέρα από αυτό, ο Άγιος
όπου πέρασε λ ί γ α λεπτά ανάβοντας ένα κερί μπροστά σε μια
Κωνσταντίνος μοιραζόταν τη μέρα με τη μητέρα του, την Α γ ί α
εικόνα της Παρθένου και του Βρέφους, με τα χ ε ί λ η της ακό
Ε λ έ ν η , κάτι που έκανε την περίσταση κατάλληλη να θυμηθεί
μη υγρά από τα χ ε ί λ η του Α ν τ ώ ν η , να κινούνται στο ρυθμό
τη δ ι κ ή της μάνα. Κατευθύνθηκε γοργά στο δρομάκι πίσω από
μιας σιωπηλής προσευχής.
την εκκλησία, και σε λ ί γ ε ς στιγμές ήταν εκεί και ο Αντώνης,
Κ α θ ώ ς επέστρεφε στην π λ α τ ε ί α , επικρατούσε μια μ ι κ ρ ή
προσπαθώντας με τα χέρια του να τη βρει στο σκοτάδι. Τα μ ι
αναστάτωση στο δρόμο. Μ ι α μ ε γ ά λ η κούρσα ε ί χ ε σταματήσει,
σάνοιχτα χ ε ί λ η της αναζήτησαν αμέσως τα δικά του.
ένα από τα ελάχιστα αυτοκίνητα πάνω σε ένα νησί όπου οι
208
209
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
περισσότεροι άνθρωποι ακόμη ταξίδευαν περπατώντας ή στην
πήγαιναν μαζί τους. Δ ε ν θα μπορούσαν να οργανώσουν κα
π λ ά τ η κάποιου τετραπόδου. Η Άννα σταμάτησε γ ι α να δει
λύτερη γ ι ο ρ τ ή , όσο μ ε γ ά λ η κι αν ήταν η περιουσία τους, και
τους ε π ι β ά τ ε ς που έ β γ α ι ν α ν . Ο οδηγός, ένας κομψός εξηντά
ήθελαν να μοιραστούν τη ζωντάνια της. Κ α ι οι πλούσιοι και
ρης, ήταν άμεσα αναγνωρίσιμος: ήταν ο Αλέξανδρος Βανδου-
οι φτωχοί είχαν υποφέρει, και όλοι είχαν τους ίδιους λόγους
λάκης, ο αρχηγός της πλούσιας οικογένειας γαιοκτημόνων που
να γιορτάσουν την απελευθέρωση τους. Το εκφραστικό συναί
ζούσε σε ένα τεράστιο κ τ ή μ α κοντά στην Ε λ ο ύ ν τ α . Ήταν δ η
σθημα των μαντινάδων και ο ενθουσιασμός του πεντοζάλη
μοφιλής, και η γυναίκα του, η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α , ήταν επίσης συ
ήταν τα ίδια, ε ί τ ε η οικογένεια ε ί χ ε ενενήντα ελαιόδεντρα εί
μ π α θ ή ς . Ε ί χ α ν στη δούλεψη τους καμιά δεκαριά άντρες από
τε ενενήντα χ ι λ ι ά δ ε ς .
το χωριό -ανάμεσα τους και τον Α ν τ ώ ν η - πολλοί από τους
Από το πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου β γ ή κ α ν οι δυο
οποίους είχαν μόλις επιστρέψει ύστερα από μακρά απουσία
κόρες Βανδουλάκη και ο μ ε γ ά λ ο ς αδερφός τους, ο Αντρέας.
στην Αντίσταση, και τους είχαν καλωσορίσει με ανοιχτές αγκά
Αμέσως, κάποιοι από τους χωρικούς τούς καλωσόρισαν και
λ ε ς . Ήταν γενναιόδωροι με τους μισθούς των αντρών, αν και
τους έδωσαν ένα καλό τραπέζι, απ' όπου έ β λ ε π α ν , όσο καλύ
μερικοί έ λ ε γ α ν , με σαρκασμό, ότι είχαν τη δυνατότητα να το
τερα γινόταν, το χορό. Ο Αντρέας, ωστόσο, δεν έ μ ε ι ν ε καθι
κάνουν. Δ ε ν ήταν μόνο τα χ ι λ ι ά δ ε ς στρέμματα ελαιώνων η
σμένος γ ι α πολύ.
π η γ ή του πλούτου τους. Τους ανήκε ένα παρόμοιο κ ο μ μ ά τ ι
« Ε λ ά τ ε » , ε ί π ε στις αδερφές του. « Α ς μπούμε στο χ ο ρ ό » .
γ η ς στο οροπέδιο του Λασιθίου, όπου καλλιεργούσαν τεράστιες
Τ ι ς άρπαξε και τις δύο και τις τράβηξε στον κύκλο, όπου
ποσότητες πατάτας, δημητριακών και μ ή λ ω ν , κάτι που τους
αναμείχθηκαν με το πλήθος των χορευτών, καθώς ήταν ντυ
παρείχε εισόδημα όλο το χρόνο, και μάλιστα ε γ γ υ η μ έ ν ο . Το
μένες με τα ίδια ρούχα που φορούσαν και τα κορίτσια του
δροσερό κ λ ί μ α του οροπεδίου, σε υψόμετρο οχτακοσίων μ έ
χωριού. Η Άννα παρακολουθούσε. Μ ε ρ ι κ έ ς από τις φίλες της
τρων, σπάνια δημιουργούσε προβλήματα, και τα πράσινα χω
ήταν στην ομάδα, και της καρφώθηκε η ιδέα ότι αν εκείνες
ράφια ήταν ολόφυτα με τη βοήθεια του νερού το οποίο παρεί
είχαν την ευκαιρία να χορέψουν πιασμένες με τον Αντρέα
χαν τα χιόνια που έλιωναν στα βουνά τ ρ ι γ ύ ρ ω . Ο Αλέξανδρος
Βανδουλάκη, το ίδιο θα έκανε κι ε κ ε ί ν η . Μ π ή κ ε στον επόμενο
και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α Βανδουλάκη συχνά περνούσαν τους μήνες
πεντοζάλη και, όπως ακριβώς ε ί χ ε κάνει με τον Αντώνη ούτε
του καλοκαιριού στη Ν ε ά π ο λ η , καμιά εικοσαριά χ ι λ ι ό μ ε τ ρ α
μία ώρα νωρίτερα, κάρφωσε με το β λ έ μ μ α της τον Αντρέα.
μακριά, όπου είχαν μια έπαυλη, αφήνοντας το κ τ ή μ α τους στην Ελούντα να το διαχειρίζεται ο γιος τους Αντρέας. Σ π ά νια συναντούσε κανείς περιουσία σαν τη δ ι κ ή τους. Ωστόσο, δεν προκαλούσε έ κ π λ η ξ η που μια τόσο εύπορη οικογένεια ερχόταν γ ι α να γιορτάσει με τους ψαράδες, τους
Ο χορός σύντομα τ ε λ ε ί ω σ ε . Το αρνί ε ί χ ε πλέον ψ η θ ε ί και κοπεί σε μ ε γ ά λ α κ ο μ μ ά τ ι α τοποθετημένα σε π ι α τ έ λ ε ς , που άρχισαν να περιφέρονται γ ι α να φάνε οι χ ω ρ ι κ ο ί . Ο Αντρέας επέστρεψε στο τραπέζι της οικογένειας, αλλά το μυαλό του ήταν αλλού.
βοσκούς και τους ανθρώπους που δούλευαν τη γ η . Το ίδιο
Σε η λ ι κ ί α είκοσι πέντε ετών, δεχόταν πιέσεις από τους γο
συνέβαινε σε ολόκληρη την Κ ρ ή τ η . Κ ά θ ε χωρικός π ή γ α ι ν ε να
νείς του να βρει σύζυγο. Ο Αλέξανδρος και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α είχαν
χορέψει και να γιορτάσει, και οι πλούσιες ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς των
απελπιστεί, ε π ε ι δ ή ε ί χ ε απορρίψει όλες τις κόρες των φίλων
γαιοκτημόνων που ζούσαν στα κοντινά κτήματα ή τις επαύλεις
και γνωστών τους. Μ ε ρ ι κ έ ς ήταν στρυφνές, άλλες σαχλές και
210
211
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
κάποιες απλώς η λ ί θ ι ε ς , και μολονότι όλες θα προικίζονταν
Τα κεριά πάνω στα τραπέζια είχαν σωθεί και σβήσει, αλ
κάτι παραπάνω από γενναιόδωρα, ο Αντρέας αρνήθηκε να
λά τώρα ε ί χ ε β γ ε ι το φεγγάρι και έριχνε την αστραφτερή λάμ
έ χ ε ι οποιαδήποτε σχέση μαζί τους. « Π ο ι α είναι ε κ ε ί ν η η κοπέλα, ε κ ε ί ν η με τα κ α τ α π λ η κ τ ι κ ά μ α λ λ ι ά ; » ρώτησε τις αδερφές του, δείχνοντας την Άννα. « Π ο ύ θες να ξ έ ρ ο υ μ ε ; » είπαν και οι δυο μαζί. « Μ ι α από τις ντόπιες ε ί ν α ι » .
ψη του στον κατά τα άλλα κατασκότεινο ουρανό. Η ρακή και το κρασί έρρεαν, και οι μουσικοί, ενθαρρυμένοι από την ατμό σφαιρα, έπαιζαν όλο και γρηγορότερα, μέχρι που οι χορευτές εμφανίστηκαν πάλι σαν να πετούν στον αέρα. Ο Αντρέας κρα τούσε την Άννα κοντά του. Ήταν η ώρα της νύχτας που μπο
« Ε ί ν α ι όμορφη», είπε. «Έτσι θέλω να είναι η γυναίκα μ ο υ » .
ρούσε να αγνοηθεί η παράδοση της ανταλλαγής συνοδών στη
Κ α θ ώ ς σηκωνόταν, η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α έριξε στον Αλέξανδρο
διάρκεια του χορού, και αποφάσισε ότι δεν θα την άλλαζε γ ι α
μια πονηρή μ α τ ι ά . Η άποψη της ήταν πως, με δεδομένο ότι
κάποια ά λ λ η , ευτραφή, με λ ί γ α δόντια και αδέξια πόδια. Η
η οποιαδήποτε προίκα δεν θα ε ί χ ε αντίκτυπο στη ζωή του
Άννα ήταν τ έ λ ε ι α . Κ α μ ί α ά λ λ η δεν θα του έκανε.
Αντρέα, τι σημασία θα ε ί χ ε π ρ ά γ μ α τ ι ποια θα παντρευόταν;
Ο Αλέξανδρος και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α Βανδουλάκη παρακολου
Η ίδια η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α καταγόταν από αρκετά πιο τ α π ε ι ν ή οι
θούσαν το γ ι ο τους να φλερτάρει ε κ ε ί ν η τη γυναίκα, αλλά δεν
κ ο γ έ ν ε ι α σε σχέση με τον Αλέξανδρο, αλλά αυτό δεν ε ί χ ε
ήταν οι μόνοι που έκαναν κάτι τ έ τ ο ι ο . Ο Αντώνης καθόταν σε
επηρεάσει σημαντικά τη ζωή τους. Ή θ ε λ ε ο γιος της να είναι
ένα τραπέζι με τους φίλους του, πίνοντας μ έ χ ρ ι αναισθησίας,
ευτυχισμένος, και αν αυτό συνεπαγόταν παραβίαση των συμ
καθώς κ α τ α λ ά β α ι ν ε τι εκτυλισσόταν μπροστά στα μάτια του.
β α τ ι κ ώ ν κανόνων, τότε κανένα π ρ ό β λ η μ α . Ο Αντρέας ε ί χ ε πλησιάσει την ομάδα των κοριτσιών, που
Ο άνθρωπος γ ι α τον οποίο δούλευε, ξελόγιαζε το κορίτσι που ποθούσε αυτός. Όσο περισσότερο έ π ι ν ε , τόσο πιο άθλια
κάθονταν σε κύκλο κι έτρωγαν το τρυφερό κρέας με τα δά
έ ν ι ω θ ε . Ε ί χ ε αισθανθεί λ ι γ ό τ ε ρ ο πτοημένος όταν κοιμόταν
χτυλα τους. Δ ε ν υπήρχε κάτι το ξεχωριστό στην εμφάνιση του
στις π λ α γ ι έ ς των βουνών στη διάρκεια του πολέμου, μαστι
Αντρέα, που ε ί χ ε κληρονομήσει τα αδρά χαρακτηριστικά του
γ ω μ έ ν ο ς από τις κ α τ α ι γ ί δ ε ς και δαρμένος από τους ανέμους.
πατέρα του και τη χ λ ο μ ή επιδερμίδα της μητέρας του, αλλά
Τι ελπίδα ε ί χ ε να κρατήσει την Άννα γ ι α τον εαυτό του, τη
το υπόβαθρο της οικογένειάς του του προσέδιδε ένα ύφος που
σ τ ι γ μ ή που ανταγωνιζόταν έναν άντρα που θα κληρονομούσε
τον ξεχώριζε από όλους τους άλλους άντρες στη γ ι ο ρ τ ή , εκτός
ένα τεράστιο κ ο μ μ ά τ ι του Λασιθίου;
από τον Αλέξανδρο Β α ν δ ο υ λ ά κ η . Οι νεαρές κοπέλες ντράπη
Σ τ η ν ά λ λ η άκρη της π λ α τ ε ί α ς , ο Γ ι ώ ρ γ η ς καθόταν κι
καν όταν κατάλαβαν ότι τις πλησίαζε ο Αντρέας, και σκούπι
έπαιζε τ ά β λ ι με μια ομάδα μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ω ν αντρών. Τα μάτια
σαν βιαστικά τα χέρια τους στις φούστες τους κι έ γ λ ε ι ψ α ν το
του πήγαιναν κι έρχονταν από το παιχνίδι στην π λ α τ ε ί α ,
λίπος από τα χ ε ί λ ι α τους.
όπου η Άννα συνέχιζε να χορεύει μ' εκείνο τον άντρα, τον
« Θ έ λ ε ι κ α μ ι ά να χ ο ρ έ ψ ε ι ; » τις ρώτησε με άνεση, κοιτώ ντας απευθείας την Άννα. Η στάση του ήταν αυτή ενός άντρα
πιο κ α τ ά λ λ η λ ο γ ι α σύζυγο από αυτή την πλευρά του Α γ ί ο υ Νικολάου.
με αυτοπεποίθηση γ ι α την ανώτερη κ ο ι ν ω ν ι κ ή θέση του κ α ι
Η οικογένεια Βανδουλάκη σ η κ ώ θ η κ ε τ ε λ ι κ ά γ ι α να φύ
υπήρχε μόνο μία αντίδραση. Να σηκωθεί από την καρέκλα
γ ε ι . Η μητέρα του Αντρέα ήξερε ενστικτωδώς ότι ο γιος της
της και να πάρει το χέρι που της ε ί χ ε τ ε ί ν ε ι .
δεν θα ή θ ε λ ε να πάει σπίτι μαζί τους, αλλά, γ ι α το συμφέρον
212
213
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
της ευυποληψίας και της φήμης αυτής της όμορφης χωρια τοπούλας που του άρεσε τόσο, ήταν σημαντικό να το κ ά ν ε ι . Ο γ ι ο ς της δεν ήταν ανόητος. Αν επρόκειτο να σπάσει την παράδοση και να έ χ ε ι την ελευθερία να ε π ι λ έ ξ ε ι μόνος του τη σύζυγο του αντί να τον κατευθύνουν οι γονείς του να δ ε χ τ ε ί τη δ ι κ ή τους ε π ι λ ο γ ή , τους χρειαζόταν στο πλευρό του. « Κ ο ί τ α » , ε ί π ε στην Άννα, « π ρ έ π ε ι να φύγω τώρα, αλλά θ έ λ ω να σε ξαναδώ. Θα σου σ τ ε ί λ ω ένα σ η μ ε ί ω μ α αύριο. Θα σου γράφω πού θα σ υ ν α ν τ η θ ο ύ μ ε » . Μ ι λ ο ύ σ ε σαν άντρας συνηθισμένος να δίνει εντολές και να
Ενδέκατο Κεφάλαιο
π ε ρ ι μ έ ν ε ι να εκτελεστούν. Η Άννα δεν ε ί χ ε καμία αντίρρηση, συνειδητοποιώντας γ ι α μια φορά ότι η συναίνεση ήταν η σω στή αντίδραση. Θα μπορούσε, σε τ ε λ ι κ ή ανάλυση, να είναι ο δρόμος της φυγής της από την Π λ ά κ α . Ε Ε ! Α Ν Τ Ω Ν Η ! Έ λ α επαέ ένα λ ε π τ ό ! » Η φωνή ε ί χ ε κάτι το μηχανικό· ήταν η διατα γή του αφέντη στον υπηρέτη του. Ο Αντρέας ε ί χ ε σταματήσει το φορτηγό του σε κάποια απόσταση από εκεί όπου ο Αντώνης έ κ ο β ε κάτι γ έ ρ ι κ ε ς και τώρα ξερές ε λ ι έ ς , και του έκανε νόημα. Ο Αντώνης σταμάτησε τη δουλειά του και στηρίχτηκε στο τσεκούρι του. Δ ε ν ε ί χ ε συνηθίσει ακόμη τα νεύ ματα και τις διαταγές του νεαρού αφεντικού του. Οι περιπλα νήσεις των τελευταίων ετών, μολονότι α τ ε λ ε ί ω τ α σκληρές και οδυνηρές, πρόσφεραν μια ευχάριστη ε λ ε υ θ ε ρ ί α , και το έ β ρ ι σκε δύσκολο να συνηθίσει τόσο την κ α θ η μ ε ρ ι ν ή ρουτίνα, όσο και την ιδέα ότι έπρεπε να στέκεται προσοχή κ ά θ ε φορά που το αφεντικό έδινε μια δ ι α τ α γ ή . Κ α ι σαν να μην ήταν αυτό αρκετό, υπήρχε κι ένας πολύ συγκεκριμένος λόγος εχθρότητας ανάμεσα σε αυτόν και τον άντρα που του φώναζε καθισμένος στο τιμόνι του οχήματός του. Τον έκανε να θ έ λ ε ι να κατεβάσει το τσεκούρι του στο σβέρκο του Αντρέα Β α ν δ ο υ λ ά κ η . Ο Αντώνης γυάλιζε από τον ιδρώτα. Σ τ ο μ έ τ ω π ό του κυλούσαν στάλες και το πουκάμισό του ήταν κολλημένο στην 214
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
πλάτη του. Ήταν μόλις τ έ λ η Μαΐου, αλλά η θερμοκρασία ε ί χ ε
μετατρέποντας την ξεραμένη γη σε ένα σύννεφο σκόνης που
κιόλας ανέβει πολύ ψηλά. Δ ε ν θα τιναζόταν σε θέση προσοχής,
π λ α ν ή θ η κ ε στον αέρα και γ έ μ ι σ ε τα πνευμόνια του Α ν τ ώ ν η .
τουλάχιστον όχι α κ ό μ η . Ατάραχος, έ β γ α λ ε το φελλό από το φλασκί στα πόδια του και τράβηξε μια μ ε γ ά λ η γουλιά νερό.
« Γ ι α τ ί να το πάω το καταραμένο γ ρ ά μ μ α σου;» φώναξε ο Αντώνης καθώς ο Αντρέας εξαφανιζόταν. « Α ν ά θ ε μ ά σ ε ! »
Η Άννα... Πριν από την περασμένη εβδομάδα ο Αντώνης
Ή ξ ε ρ ε ότι εκείνο το γ ρ ά μ μ α θα σφράγιζε τη δ ι κ ή του δυ
ούτε που της έδινε σημασία, και σίγουρα δεν της ε ί χ ε αφιερώ
στυχία, αλλά ήξερε επίσης ότι δεν ε ί χ ε ε π ι λ ο γ ή εκτός από το
σει ούτε μια σ τ ι γ μ ή στις σκέψεις του, αλλά ε κ ε ί ν η τη νύχτα
να φροντίσει να το παραδώσει με ασφάλεια. Ο Αντρέας Β α ν -
της γιορτής του Α γ ί ο υ , του ξύπνησε μέσα του ένα πάθος που
δουλάκης θα το ανακάλυπτε σύντομα αν ε ί χ ε αποτύχει στην
δεν τον άφηνε να κ ο ι μ η θ ε ί . Ξανά και ξανά, ζούσε τις σ τ ι γ μ έ ς
αποστολή του, και θα το π λ ή ρ ω ν ε πολύ ακριβά. Ό λ η μέρα,
του αγκαλιάσματος τους. Ε ί χ ε κρατήσει δέκα σύντομα λεπτά, ίσως ακόμη λιγότερο, αλλά στον Αντώνη ε ί χ ε φανεί σαν να ήταν τόσο αργό και παρατεταμένο όσο ολόκληρη η μέρα. Μ ε τά, όλα τελείωσαν. Μπροστά στα μάτια του, του είχαν αρπά ξει την πιθανότητα της αγάπης. Παρακολουθούσε τον Αντρέα Βανδουλάκη από τη σ τ ι γ μ ή που έφτασε και τον ε ί δ ε να χο ρεύει με την Άννα. Κ α τ ά λ α β ε τ ό τ ε , ακόμη και πριν αρχίσει η μ ά χ η , ποιος ε ί χ ε κερδίσει τον π ό λ ε μ ο . Η ζυγαριά των πιθα νοτήτων ε ί χ ε γ ε ί ρ ε ι συντριπτικά σε βάρος του. Ο Αντώνης στράφηκε τώρα ν ω χ ε λ ι κ ά προς το μέρος του Αντρέα, ο οποίος δεν αντιλαμβανόταν τις λεπτές διαφορές της συμπεριφοράς του.
ο φάκελος έ μ ε ι ν ε στην τσέπη του. Έ τ ρ ι ζ ε κ ά θ ε φορά που κα θόταν κάτω και τον βασάνιζαν οι σκέψεις του να τον σκίσει, να τον κάνει μ π α λ ά κ ι και να τον πετάξει στη ρεματιά, ή να τον δει να κ α ί γ ε τ α ι αργά στη μ ι κ ρ ή φωτιά που ε ί χ ε ανάψει γ ι α να α π α λ λ α γ ε ί από τα υ π ο λ ε ί μ μ α τ α των ξύλων. Ό μ ω ς , το μοναδικό πράγμα που δεν ε ί χ ε μ π ε ι στον πειρασμό να κάνει ήταν να τον ανοίξει. Δ ε ν μπορούσε να αντέξει να το διαβάσει. Ό χ ι ότι του χρειαζόταν. Ήταν απόλυτα προφανές τι έ λ ε γ ε . Η Άννα ε ξ ε π λ ά γ η όταν β ρ ή κ ε τον Α ν τ ώ ν η να στέκεται στο κατώφλι της νωρίς εκείνο το βράδυ. Ε ί χ ε χτυπήσει την πόρτα, ελπίζοντας να μην τη β ρ ε ι ε κ ε ί , αλλά να τ η , μ' εκείνο το πλατύ χ α μ ό γ ε λ ο που ε π ι δ ε ί κ ν υ ε αδιάκριτα σε όποιον συ ναντούσε στο δρόμο της.
« Μ έ ν ε ι ς στην Π λ ά κ α , ε ; » ε ί π ε ο Αντρέας. « Θ έ λ ω να παραδώσεις αυτό γ ι α μένα. Σ ή μ ε ρ α » . Του έδωσε ένα φάκελο. Ο Αντώνης δεν χρειάστηκε να τον κοιτάξει για να μάθει ποιας το όνομα ήταν γραμμένο απέξω. « Θ α τον πάω κάποια σ τ ι γ μ ή » , ε ί π ε μ ε προσποιητή αδια φορία, διπλώνοντας το γ ρ ά μ μ α στα δύο και χώνοντάς το στην πίσω τσέπη του παντελονιού του. « Θ έ λ ω να παραδοθεί σ ή μ ε ρ α » , ε ί π ε ο Αντρέας αυστηρά. « Μ η ν το ξεχάσεις».
« Έ χ ω ένα γ ρ ά μ μ α γ ι α σ έ ν α » , ε ί π ε ο Αντώνης πριν προλά β ε ι ε κ ε ί ν η να μ ι λ ή σ ε ι . « Ε ί ν α ι από τον Αντρέα Β α ν δ ο υ λ ά κ η » . Οι λέξεις κόλλησαν στο λ α ι μ ό του, αλλά β ρ ή κ ε μια διεστραμ μ έ ν η ικανοποίηση καθώς πειθαρχούσε τον εαυτό του ώστε να τις πει χωρίς να προδώσει το παραμικρό συναίσθημα. Τα μά τια της Άννας μεγάλωσαν από ολοφάνερο ενθουσιασμό. « Ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , ε ί π ε , παίρνοντας τον τσαλακωμένο πλέον φάκελο από το χέρι του, προσέχοντας να μη συναντήσει το β λ έ μ μ α του. Ήταν σαν να ε ί χ ε ξεχάσει το πάθος του αγκα
Η μ η χ α ν ή του φορτηγού του πήρε μπροστά με θόρυβο και
λιάσματός τους. Δ ε ν σήμαινε τίποτα γ ι ' αυτήν; αναρωτήθηκε
ο Αντρέας β γ ή κ ε από το χωράφι βιαστικά, με την όπισθεν,
ο Αντώνης. Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή ε ί χ ε φανεί σαν ξ ε κ ί ν η μ α , αλλά
216
217
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
τώρα μπορούσε να κ α τ α λ ά β ε ι ότι το φιλί, που γ ι ' αυτόν ήταν
που χάρηκε όταν τα άφησε πίσω της μαζί με την εποχή που
τόσο γ ε μ ά τ ο από προσδοκία και προσμονή, γ ι α κ ε ί ν η ήταν
π ή γ α ι ν ε σχολείο.
απλώς το κ λ έ ψ ι μ ο μιας σ τ ι γ μ ή ς ηδονής. Μ ε τ α κ ί ν η σ ε το βάρος της από το ένα πόδι στο άλλο, και ο Αντώνης κ α τ α λ ά β α ι ν ε ότι ανυπομονούσε να ανοίξει το γ ρ ά μ μα και αυτός να φ ύ γ ε ι . Αφού έκανε ένα β ή μ α πίσω, του ε ί π ε « α ν τ ί ο » κι έ κ λ ε ι σ ε την πόρτα. Ήταν σαν να του την είχαν κοπανήσει στα μούτρα. Μέσα στο σπίτι, η Άννα κάθισε στο χ α μ η λ ό τραπέζι και με τ ρ ε μ ά μ ε ν α χέρια άνοιξε το φάκελο. Ή θ ε λ ε να απολαύσει τ η σ τ ι γ μ ή . Τ ι θ α ανακάλυπτε; Έ ν α ξ ε χ ε ί λ ι σ μ α πάθους ε κ φρασμένο με ωραία λ ό γ ι α ; Λ έ ξ ε ι ς που επρόκειτο να εκραγούν στο χαρτί σαν πυροτεχνήματα; Συναισθήματα συγκινητικά σαν το θέαμα ενός διάττοντα αστέρα μια ανέφελη νύχτα; Ό π ω ς κ ά θ ε δεκαοχτάχρονο κορίτσι που π ε ρ ι μ έ ν ε ι κάτι τόσο ποιητικό, έ μ ε λ λ ε να απογοητευθεί από το γ ρ ά μ μ α στο τρα πέζι μπροστά της:
ΤΟ Γ Ε Ύ Μ Α έ γ ι ν ε κανονικά, και ακολούθησαν πολλά α κ ό μ η . Η Άννα συνοδευόταν πάντοτε από τον πατέρα της, σύμφωνα με το αυστηρό πρωτόκολλο που ακολουθούσαν τόσο οι πλού σιοι όσο και οι φτωχοί σε τέτοιες περιστάσεις. Τ ι ς πρώτες πεντέξι φορές, ένας υπηρέτης έπαιρνε τον πατέρα και την κόρη το μ ε σ η μ έ ρ ι , με το αυτοκίνητο του Αλέξανδρου Βανδουλ ά κ η , τους μ ε τ έ φ ε ρ ε στην έπαυλη με το προστέγασμα στη Ν ε ά π ο λ η και τους γύριζε πίσω στις τρεις και μισή α κ ρ ι β ώ ς . Το μ ο τ ί β ο ήταν πάντοτε το ί δ ι ο . Μ ό λ ι ς έφταναν, τους οδη γούσαν σε μια ευάερη αίθουσα υποδοχής, όπου κ ά θ ε έπιπλο ήταν κ α λ υ μ μ έ ν ο με περίτεχνα κεντημένα λευκά κοφτά, και σε έναν τεράστιο μπουφέ έ λ α μ π ε μια σειρά από φίνες, σχεδόν διαφανείς πορσελάνες. Ε κ ε ί , η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α Βανδουλάκη τους πρόσφερε από ένα π ι α τ ε λ ά κ ι με γ λ υ κ ό του κουταλιού κι ένα ποτηράκι λ ι κ έ ρ , περιμένοντας να β ά λ ε ι τα άδεια πιατάκια και τα ποτηράκια σε ένα δίσκο, μόλις τ ε λ ε ί ω ν α ν . Κατόπιν
Αγαπητή
όλοι πήγαιναν στη σκοτεινή τραπεζαρία, όπου ελαιογραφίες
Άννα, έλα για γεύμα μαζί με
άγριων μουστακαλήδων προγόνων κοιτούσαν αυστηρές από
τον πατέρα σου την επόμενη Κυριακή. Η μητέρα και ο πατέ
τους τοίχους με την ξύλινη επένδυση. Οι τυπικότητες συνεχί
Θέλω να σε ξαναδώ.
Σε παρακαλώ,
ζονταν α κ ό μ η κι ε δ ώ . Ο Αλέξανδρος έκανε την εμφάνισή του,
ρας μου ανυπομονούν να σας γνωρίσουν. Δικός Ανδρέας
σου,
Βανδουλάκης
κ α ι , κάνοντας το σταυρό του, έ λ ε γ ε « Κ α λ ω σ ο ρ ί σ α τ ε » , οπότε οι επισκέπτες απαντούσαν με μια φωνή με τις λ έ ξ ε ι ς : « Ε ί μ α στε ευτυχείς που βρισκόμαστε ε δ ώ , μαζί σ α ς » . Τα ίδια γίνο νταν κάθε φορά, μ έ χ ρ ι που η Άννα ήξερε, σχεδόν με ακρίβεια
Μολονότι το περιεχόμενο την ενθουσίασε, καθώς την έφερνε
λεπτού, τι θα γινόταν και πότε.
ένα β ή μ α πιο κοντά στην απόδραση της από την Π λ ά κ α , το
Ε π ί σ κ ε ψ η με την ε π ί σ κ ε ψ η , κάθονταν αναπαυτικά στις
επίσημο ύφος του γράμματος την ψύχρανε. Η Άννα πίστευε
περίτεχνα σκαλισμένες κ α ρ έ κ λ ε ς με την ψ η λ ή π λ ά τ η , στο
ότι, ε π ε ι δ ή ο Αντρέας ε ί χ ε τ ύ χ ε ι ανώτερης εκπαίδευσης, ίσως
σκουρόχρωμο,
να ε ί χ ε ταλέντο στα λ ό γ ι α , όμως υπήρχε τόσο συναίσθημα
νταν ε υ γ ε ν ι κ ά κ ά θ ε πιάτο που τους πρόσφεραν. Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α
σε αυτό το βιαστικό, προχειρογραμμένο σ η μ ε ί ω μ α , όσο και
έκανε ότι μπορούσε γ ι α να αισθάνονται άνετα οι καλεσμένοι
στα π λ η κ τ ι κ ά β ι β λ ί α γ ρ α μ μ α τ ι κ ή ς των αρχαίων ε λ λ η ν ι κ ώ ν ,
της· πολλά χρόνια πριν, ε ί χ ε υποστεί το ίδιο μαρτύριο, όταν
218
219
υπερβολικά γυαλισμένο τραπέζι,
και δέχο
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
περνούσε τις εξετάσεις της προηγούμενης γενιάς της οικογέ νειας Βανδουλάκη, προκειμένου να διαπιστωθεί αν ήταν κα τάλληλη για σύζυγος του Αλέξανδρου, και θυμόταν την αβά σταχτη τυπικότητα όλων αυτών σαν να ήταν χθες. Παρά τις αγαθές προσπάθειες της γυναίκας, ωστόσο, η συζήτηση ήταν επιτηδευμένη, και τόσο ο Γιώργης όσο και η Άννα αντιλαμ βάνονταν επώδυνα ότι περνούσαν δοκιμασία. Ήταν αναμενό μενο. Αν επρόκειτο για προξενιό, και κανείς ακόμη δεν το είχε ορίσει ως κάτι τέτοιο, υπήρχαν όροι συμμετοχής που χρειαζόταν να επιβληθούν. Μέχρι την έβδομη συνάντηση, η οικογένεια Βανδουλάκη είχε μετακομίσει στην αχανή έπαυλη του μεγάλου κτήματος στην Ελούντα, όπου περνούσε τους μήνες μεταξύ Σεπτεμβρίου και Απριλίου. Η Άννα είχε αρχίσει να γίνεται ανυπόμονη. Ο Αντρέας κι αυτή δεν είχαν βρεθεί μόνοι τους από εκείνο το χορό το Μάιο, και, όπως γκρίνιαζε ένα βράδυ στη Φωτεινή και τη μητέρα της, « Δ ε ν μπορεί να πει κανείς ότι ήμαστε μόνοι μας τότε, με ολόκληρο το χωριό να μας κοιτάζει! Γιατί παίρνουν όλα τόσο καιρό;». « Ε π ε ι δ ή , αν έτσι είναι το σωστό για τους δυο σας και για τις οικογένειές σας, δεν υπάρχει λόγος για βιασύνες», απάντησε η Σαβίνα με σοφία. Η Άννα, η Μαρία και η Φωτεινή βρίσκονταν στο σπίτι του Αγγελόπουλου, και θεωρητικά μάθαιναν πώς να πλέ κουν. Στην πραγματικότητα είχαν μαζευτεί εκεί για να κουτσομπολέψουν την «κατάσταση με τους Βανδουλάκηδες», όπως την έλεγαν. Πλέον, η Άννα ένιωθε σαν ζώο στην κεντρι κή αγορά που το εξετάζουν αν είναι κατάλληλο. Ίσως, τελι κά, θα έπρεπε να είχε μετριάσει τις φιλοδοξίες της. Είχε γίνει δεκαοχτώ ετών, η εποχή που πήγαινε σχολείο είχε περάσει και είχε μόνο μια επιδίωξη: έναν καλό γάμο.
ΝΗΣΙ
Η Μαρία, φυσικά, ήταν αυτή που πραγματικά φρόντιζε τον Γιώργη και που ήξερε ότι θα έμενε στο σπίτι για κάμποσο καιρό ακόμη, παραμερίζοντας το δικό της μακρινό όνειρο να γίνει δασκάλα. Όμως, δάγκωσε τη γλώσσα της. Δεν ήταν καλή ιδέα να αναζητάει αντιπαράθεση με την Άννα σε καμία περίπτωση. Χρειάστηκε να έρθει η άνοιξη της επόμενης χρονιάς μέχρι να πειστεί ο Αλέξανδρος Βανδουλάκης ότι, παρά τις διαφορές στον πλούτο και την κοινωνική θέση τους, δεν θα ήταν λάθος να πάρει ο γιος του την Άννα για γυναίκα του. Εκείνη, σε τελική ανάλυση, ήταν εξαιρετικά όμορφη, αρκετά έξυπνη και σαφώς αφοσιωμένη στον Αντρέα. Μια μέρα, έπειτα από ένα ακόμη γεύμα, οι δυο πατεράδες επέστρεψαν στην αίθουσα υπο δοχής μόνοι τους. Ο Αλέξανδρος Βανδουλάκης μίλησε χωρίς περιστροφές. «Όλοι έχουμε συναίσθηση της ανισότητας αυτής της πι θανής ένωσης, αλλά είμαστε πια σίγουροι ότι δεν θα έχει επιπτώσεις σε καμία από τις δυο πλευρές. Η σύζυγός μου με έπεισε ότι ο Αντρέας θα είναι πιο ευτυχισμένος με την κόρη σου παρά με οποιαδήποτε άλλη γυναίκα έχει γνωρίσει, οπό τε, εφόσον η Άννα εκτελεί τα καθήκοντά της ως συζύγου και μητέρας, δεν έχουμε ουσιαστικές αντιρρήσεις». « Δ ε ν μπορώ να προσφέρω σημαντική προίκα», είπε ο Γιώργης, δηλώνοντας το προφανές. «Το γνωρίζουμε πολύ καλά αυτό», απάντησε ο Αλέξαν δρος. «Η προίκα της θα είναι η υπόσχεσή της να είναι καλή σύζυγος και να κάνει ότι μπορεί για να βοηθήσει στη διαχεί ριση του κτήματος. Είναι σημαντική δουλειά και χρειάζεται μια καλή γυναίκα στα παρασκήνια. Θα αποσυρθώ σε λίγα χρόνια και θα πέσει μεγάλο βάρος στις πλάτες του Αντρέα». « Ε ί μ α ι σίγουρος ότι θα κάνει το καλύτερο δυνατόν»,
«Θα αντιμετωπίσω τους επόμενους μήνες απλώς σαν παιχνίδι αναμονής», είπε. «Και, τέλος πάντων, υπάρχει ο πατέρας για να τον φροντίζω στο μεταξύ».
είπε ο Γιώργης απλά. Αισθανόταν έξω από τα νερά του. Η
220
221
κλίμακα της δύναμης και του πλούτου αυτής της οικογένειας
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
τον φόβιζε, έτσι όπως αντικατοπτριζόταν στο μ έ γ ε θ ο ς όλων όσα τους π ε ρ ι έ β α λ α ν : τα μ ε γ ά λ α σκούρα έπιπλα, τα πλούσια χαλιά και οι π ο λ ύ τ ι μ ε ς εικόνες που κρέμονταν στους τοίχους, όλα αποτελούσαν ε κ δ ή λ ω σ η της σημασίας αυτής της ο ι κ ο γ έ νειας. Α λ λ ά δεν πείραζε αν δεν αισθανόταν σαν στο σπίτι του ε κ ε ί , ε ί π ε στον εαυτό του. Αυτό που ε ί χ ε σημασία ήταν αν η
ΝΗΣΙ
« Δ η λ α δ ή ξέρουν γ ι α τη μ η τ έ ρ α ; » τη δ ι έ κ ο ψ ε η Μαρία με δυσπιστία. « Μ ό ν ο ότι ο πατέρας είναι χ ή ρ ο ς » , απάντησε η Άννα. « Κ α ι μόνο αυτό θα ξ έ ρ ο υ ν » . Η συζήτηση ε ί χ ε κ λ ε ί σ ε ι . « Λ ο ι π ό ν , τι θα γ ί ν ε ι τ ώ ρ α ; » ρώτησε η Μαρία, απομακρύ νοντας και τις δυο τους από τον κίνδυνο.
Άννα θα μπορούσε π ρ ά γ μ α τ ι να συνηθίσει τέτοιο μ ε γ α λ ε ί ο .
« Θ α π ε ρ ι μ έ ν ω » , ε ί π ε η Άννα. « Θ α π ε ρ ι μ έ ν ω μ έ χ ρ ι ν α μ ε
Δ ε ν υπήρχαν ενδείξεις ότι αισθανόταν κάτι λ ι γ ό τ ε ρ ο από
ζητήσει. Α λ λ ά η αναμονή θα είναι μαρτύριο, και θα πεθάνω
άνετα στο σπίτι του Β α ν δ ο υ λ ά κ η , αν και αυτό φαινόταν στον
αν δεν το κάνει σ ύ ν τ ο μ α » .
ίδιο αλλόκοτο σαν ξένη χώρα. Η Άννα μπορούσε να π ι ε ι από ένα ποτήρι με φινέτσα και να π ε ι τα σωστά π ρ ά γ μ α τ α , λ ε ς και ε ί χ ε γ ε ν ν η θ ε ί γ ι α να το κ ά ν ε ι . Αυτός, β έ β α ι α , ήξερε ότι η κόρη του απλώς υποδυόταν ένα ρόλο. « Α υ τ ό που έ χ ε ι σημασία είναι ότι έ λ α β ε κ α λ ή β α σ ι κ ή παιδεία. Η σύζυγος σας τη δίδαξε καλά, κύριε Π ε τ ρ ά κ η » . Μ ό λ ι ς αναφέρθηκε η Ε λ έ ν η , ο Γ ι ώ ρ γ η ς π α ρ έ μ ε ι ν ε σιω πηλός. Η οικογένεια Βανδουλάκη ήξερε ότι η μητέρα της Ε λ έ ν η ς ε ί χ ε πεθάνει λ ί γ α χρόνια πριν, αλλά δεν ε ί χ ε σκοπό να τους αποκαλύψει τίποτα περισσότερο. Όταν επέστρεψαν στο σπίτι εκείνο το απόγευμα, τους π ε ρ ί μ ε ν ε η Μ α ρ ί α . Ήταν σαν να ήξερε πως αυτή η συνάντηση ήταν κ ρ ί σ ι μ η . « Λ ο ι π ό ν ; » ε ί π ε . « Σ ε ζήτησε;» « Ό χ ι α κ ό μ η » , αποκρίθηκε η Άννα. « Ξ έ ρ ω , όμως, ότι θα γ ί ν ε ι - απλώς τ ο ξ έ ρ ω » . Η Μαρία γνώριζε ότι η αδερφή της ή θ ε λ ε όσο τίποτα στον κόσμο να γ ί ν ε ι Άννα Β α ν δ ο υ λ ά κ η , και το ή θ ε λ ε και η ίδια γ ι ' αυτήν. Θα την π ή γ α ι ν ε μακριά από την Π λ ά κ α , στον άλλο κόσμο που πάντοτε φαντασιωνόταν, όπου δεν θα χρειαζόταν να μ α γ ε ι ρ ε ύ ε ι , να καθαρίζει, να μαντάρει ή να γ ν έ θ ε ι .
« Θ α το κάνει, ε ί μ α ι σίγουρη. Ε ί ν α ι φανερό ότι σ' αγαπάει. Όλοι το λ έ ν ε » . « Π ο ι ο ι ό λ ο ι ; » ρώτησε η Άννα απότομα. « Δ ε ν ξέρω, αλλά, σύμφωνα μ ε τ η Φ ω τ ε ι ν ή , όλοι στο κ τ ή μα φαίνεται να το π ι σ τ ε ύ ο υ ν » . « Κ α ι τ ι ξέρει η Φ ω τ ε ι ν ή ; » Η Μαρία κ α τ ά λ α β ε ότι ε ί χ ε π ε ι πολλά. Μολονότι οι δυο κοπέλες είχαν ελάχιστα μυστικά η μία από την ά λ λ η στο παρελθόν, τους τελευταίους μήνες αυτό ε ί χ ε α λ λ ά ξ ε ι . Η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε εξομολογηθεί στη Μαρία το ξελόγιασμα του αδερ φού της με την Άννα, και το πόσο τον θύμωνε να ακούει όλους τους εργάτες στο κτήμα να μη συζητούν γ ι α τίποτε άλλο εκτός από τον ε π ι κ ε ί μ ε ν ο αρραβώνα του γιου του αφεντικού τους και του κοριτσιού από το χωριό. Κ α κ ό μ ο ι ρ ε Αντώνη... Η Άννα φοβέρισε τη Μαρία, μ έ χ ρ ι που της ε ί π ε . « Ε ί ν α ι ο Αντώνης. Έ χ ε ι παθιαστεί μαζί σου, πρέπει να το ξέρεις. Λ έ ε ι στη Φ ω τ ε ι ν ή όλα τα κουτσομπολιά από το κ τ ή μ α , και όλοι λ έ ν ε ότι ο Αντρέας πρόκειται να σου ζητήσει να τον π α ν τ ρ ε υ τ ε ί ς » . Για μια σ τ ι γ μ ή η Άννα χάρηκε που έ μ α θ ε ότι ήταν το
« Δ ε ν έχουν ψ ε υ δ α ι σ θ ή σ ε ι ς » , ε ί π ε η Άννα. « Ξ έ ρ ο υ ν σε τι
επίκεντρο των συζητήσεων και των εικασιών. Τρελαινόταν
σπίτι ζούμε, και ξέρουν ότι δεν κουβαλάω μαζί μου κ α μ ι ά
να ξέρει ότι είναι το κέντρο του ενδιαφέροντος, και ή θ ε λ ε να
περιουσία, μόνο μερικά κοσμήματα που ανήκαν στη μητέρα,
μ ά θ ε ι κι άλλα. « Τ ι άλλο λ έ ν ε ; Έ λ α , Μαρία, πες μ ο υ ! »
αυτό είναι ό λ ο . . . » 222
223
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
« Λ έ ν ε ότι παντρεύεται μ ι α κατώτερή τ ο υ » .
στο σκοτεινό σαλόνι μετά το δείπνο, που ήταν γ ε μ ά τ ο με
Δ ε ν ήταν αυτό που π ε ρ ί μ ε ν ε η Άννα και σίγουρα δεν ήταν
περισσότερες τυπικότητες απ' όσες συνήθως. Ήταν τέτοια η
αυτό που ή θ ε λ ε να ακούσει. Αντέδρασε με ο ρ μ ή .
αναμονή του αρραβώνα, ώστε, όταν ήρθε τ ε λ ι κ ά η σ τ ι γ μ ή και
« Κ α ι τι με νοιάζει τι νομίζουν; Γ ι α τ ί να μην παντρευτώ
ο Αντρέας ζήτησε το χ έ ρ ι της, η Άννα αισθάνθηκε ελάχιστη
τον Αντρέα Β α ν δ ο υ λ ά κ η ; Σ ί γ ο υ ρ α δεν θα παντρευόμουν κά
συγκίνηση. Ε ί χ ε ζήσει τη σκηνή τόσες φορές στο μυαλό της
ποιον σαν τον Αντώνη Α γ γ ε λ ό π ο υ λ ο . Το μόνο που έ χ ε ι είναι
που, όταν έ γ ι ν ε π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , έμοιαζε σαν να ήταν ηθο
το πουκάμισο που φ ο ρ ά ε ι ! »
ποιός στο θέατρο. Έ ν ι ω θ ε μουδιασμένη, ψ ε ύ τ ι κ η .
« Μ η μιλάς έτσι γ ι α τον αδερφό της καλύτερης φίλης μας
« Ά ν ν α » , ε ί π ε ο Αντρέας. « Θ έ λ ω να σε ρωτήσω κ ά τ ι » .
- κ α ι , τέλος πάντων, ο λόγος που δεν έ χ ε ι τίποτα είναι ότι
Δ ε ν υπήρχε τίποτα το ρομαντικό, το ευφάνταστο ή έστω
ε ί χ ε φ ύ γ ε ι να π ο λ ε μ ή σ ε ι γ ι α την πατρίδα του, ενώ άλλοι
απόμακρα μ α γ ι κ ό στην πρόταση. Ήταν σ τ ε γ ν ή , σαν τις σανί
έμειναν σπίτι τους και γέμισαν τις τσέπες τ ο υ ς » .
δες στο π ά τ ω μ α .
Το καρφί της Μαρίας ήταν πολύ αιχμηρό γ ι α να το κα
« Θ έ λ ε ι ς να με παντρευτείς;»
ταπιεί η Άννα. Ό ρ μ η σ ε στην αδερφή της, και η Μαρία, όπως
Η Άννα ε ί χ ε π ε τ ύ χ ε ι το στόχο της, κερδίζοντας ένα στοί
πάντοτε όταν τσακωνόταν με την ασυγκράτητη Άννα, ε π έ λ ε ξ ε
χ η μ α με τον εαυτό της και περιπαίζοντας όσους ίσως πίστευαν
να μην ανταποδώσει. Β γ ή κ ε από το σπίτι κ α ι , καθώς έ τ ρ ε χ ε
ότι ήταν πολύ λ ί γ η γ ι α να μ π ε ι σε μια οικογένεια γ α ι ο κ τ η μ ό
γρηγορότερα από την Άννα, χ ά θ η κ ε σύντομα στο λαβύρινθο
νων με ένα γ ά μ ο . Αυτές ήταν οι πρώτες σκέψεις της καθώς
των στενών δρόμων στην ά λ λ η άκρη του χωριού.
δεχόταν το αγκάλιασμα του Αντρέα και τον φιλούσε παθια
Η Μ α ρ ί α ήξερε πολύ καλά να συγκρατείται. Σε αντίθεση με την άστατη αδερφή της, της οποίας τα αισθήματα, οι σκέ
σμένα στο στόμα γ ι α πρώτη φορά. Ό π ω ς συνηθιζόταν σε περίοδο αρραβώνα, τα μ ε λ λ ο ν τ ι κ ά
ψεις και οι πράξεις εκδηλώνονταν μπροστά σε όλους, ε κ ε ί ν η
π ε θ ε ρ ι κ ά της έλουσαν την Άννα με δώρα.
Τ η ς αγόρασαν
αντιδρούσε με σωφροσύνη. Γενικά κρατούσε τα αισθήματα και
όμορφα ρούχα, μεταξωτά εσώρουχα και ακριβά μ π ι χ λ ι μ π ί
τις απόψεις της γ ι α τον εαυτό της, έχοντας αντιληφθεί ότι
δια, ώστε, μολονότι ο πατέρας της μπορούσε να της παρέχει
συχνά μ ε τ α ν ι ώ ν ε ι κανείς γ ι α τα συναισθηματικά ξεσπάσματα
ελάχιστα, δεν θα της έ λ ε ι π ε τίποτα όταν επιτέλους θα γ ι ν ό
ή τα απερίσκεπτα λ ό γ ι α . Τα τελευταία χρόνια, ε ί χ ε μ ά θ ε ι να
ταν κυρία Β α ν δ ο υ λ ά κ η .
ε λ έ γ χ ε ι τα αισθήματα της καλύτερα από ποτέ. Με αυτό τον
« Λ ε ς και κ ά θ ε μέρα είναι η γιορτή μ ο υ » , ε ί π ε η Άννα στη
τρόπο έδινε την εντύπωση ότι ήταν ικανοποιημένη, κυρίως
Φ ω τ ε ι ν ή , η οποία ε ί χ ε έρθει γ ι α να δει την τελευταία σειρά
γ ι α να προστατεύει τον πατέρα της. Μ ε ρ ι κ έ ς φορές, όμως,
από πολυτελή αντικείμενα που της είχαν φέρει από το Ηρά
επέτρεπε στον εαυτό της την πολυτέλεια ενός αυθόρμητου
κ λ ε ι ο . Το μικρό σπίτι στην Π λ ά κ α ξ ε χ ε ί λ ι ζ ε από το άρωμα
ξεσπάσματος, και όταν συνέβαινε αυτό, μπορούσε να έ χ ε ι τις
της υπερβολής, και σε αυτή τη μ ε τ α κ α τ ο χ ι κ ή περίοδο, όταν
επιπτώσεις ενός κεραυνού εν αιθρία.
ένα ζευγάρι μεταξωτές κάλτσες μπορούσαν να το έχουν μόνο
Παρά τις γ ν ώ μ ε ς των εργατών του κτήματος και τις
οι πιο πλούσιες γυναίκες, τα προικιά της Άννας ήταν θέαμα
αθεράπευτες ανησυχίες του Αλέξανδρου Β α ν δ ο υ λ ά κ η , ο αρ
που όλα τα κορίτσια έκαναν ουρά γ ι α να δουν. Οι περλέ μ ε
ραβώνας έ γ ι ν ε τον Α π ρ ί λ ι ο . Άφησαν το ζευγάρι μόνο του
ταξωτές καμιζόλες και τα νυχτικά που βρίσκονταν στα κουτιά,
224
225
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
μέσα σε τριζάτο ριζόχαρτο, ήταν πράγματα από ταινίες του
περισσότερο από κ ά θ ε ά λ λ η φορά, να βρισκόταν ε κ ε ί η Ε λ έ ν η
Χ ό λ ι γ ο υ ν τ . Όταν έβγαζε μερικά από αυτά γ ι α να τα δείξει
γ ι α να δει πόσο όμορφη ήταν η πρωτότοκή τους. Αναρωτή
στις φίλες της, το ύφασμα κυλούσε στα δάχτυλα τους σαν νερό.
θ η κ ε τι θα σκεφτόταν ε κ ε ί ν η που θα έ μ π α ι ν ε η Άννα σε μια
Δ ε ν τα ε ί χ ε δει ούτε η ίδια στα πιο τρελά όνειρα της.
τόσο σπουδαία ο ι κ ο γ έ ν ε ι α . Υπήρχαν πολλά στη μ ε γ ά λ η κόρη
Μ ι α εβδομάδα πριν γ ί ν ε ι ο γ ά μ ο ς , στην Π λ ά κ α άρχισαν
του που του θύμιζαν τη γυναίκα του, αλλά ένα κ ο μ μ ά τ ι της
οι ετοιμασίες με το φτιάξιμο της παραδοσιακής κουλούρας.
του ήταν εντελώς ανοίκειο. Φαινόταν αδύνατον αυτός, ένας
Αφού ζυμώθηκε εφτά φορές, η ζύμη διακοσμήθηκε με περί
ταπεινός ψαράς, να έ χ ε ι κάποια σχέση με αυτή την οπτασία.
τεχνα σχέδια από εκατοντάδες λουλούδια και φύλλα, και στο
Η Μαρία ε ί χ ε βοηθήσει την Άννα να ετοιμαστεί εκείνο το
τ ε λ ι κ ό στάδιο του ψησίματος πήρε ένα χρυσοκαφετί χ ρ ώ μ α .
πρωινό. Τα χέρια της αδερφής της έτρεμαν τόσο πολύ, ώστε
Το σχήμα του ψ ω μ ι ο ύ , ο αρραγής κύκλος, συμβόλιζε την
χρειάστηκε να της κουμπώσει όλα τα κουμπιά. Ήξερε ότι αυτό
πρόθεση της νύφης να μ ε ί ν ε ι με το σύζυγο της από την αρχή
ήταν που ή θ ε λ ε η Άννα, και ότι επιτύγχανε τον τ ε λ ι κ ό στόχο
μ έ χ ρ ι το τέλος. Σ τ ο μ ε τ α ξ ύ , στο σπίτι του Β α ν δ ο υ λ ά κ η , οι
της. Ήταν β έ β α ι η πως η αδερφή της ε ί χ ε κάνει τόσες πρόβες
αδερφές του Αντρέα άρχισαν να διακοσμούν τα νυφικά δια
στο ρόλο της μ ε γ ά λ η ς κυρίας στις ονειροπολήσεις της, ώστε δεν
μερίσματα στο μ ε λ λ ο ν τ ι κ ό σπίτι του ζευγαριού με μεταξωτά
θα ε ί χ ε πρόβλημα να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα.
υφάσματα και στεφάνια από κισσό, ρόδια και φύλλα δάφνης. Ε ί χ ε γ ί ν ε ι μια πλούσια γ ι ο ρ τ ή γ ι α τον αρραβώνα, και γ ι α
« Π ε ς μου ότι είναι α λ ή θ ε ι α » , ε ί π ε η Άννα. « Δ ε ν μπορώ να πιστέψω ότι θα γ ί ν ω κυρία Β α ν δ ο υ λ ά κ η ! »
το γ ά μ ο , το Μάρτιο του επόμενου χρόνου, κανείς δεν λογά
« Ε ί ν α ι α λ ή θ ε ι α » , τ η δ ι α β ε β α ί ω σ ε η Μ α ρ ί α , κ ι αναρωτιό
ριασε τα έξοδα. Π ρ ι ν από την τ ε λ ε τ ή , που θα γινόταν στην
ταν, καθώς μιλούσε, πώς θα ήταν να ζει σε ένα μ ε γ α λ ο π ρ ε
Ελούντα, οι καλεσμένοι έφτασαν στο σπίτι του Β α ν δ ο υ λ ά κ η .
πές σπίτι. Ή λ π ι ζ ε να σήμαινε περισσότερα από φίνα κοσμή
Ήταν ένα περίεργο συνονθύλευμα ανθρώπων. Πλούσιοι από
ματα και κομψά ρούχα. Α κ ό μ α και γ ι α την Άννα, αυτά τα
την Ελούντα, τον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο και τη Ν ε ά π ο λ η βρίσκονταν
πράγματα ίσως να είχαν κάποιο όριο.
ανακατεμένοι με τους εργάτες του κτήματος και δεκάδες χ ω
Το παράταιρο σύνολο των καλεσμένων έκανε το γεγονός
ρικούς από την Π λ ά κ α . Όταν είδαν την Άννα, οι άνθρωποι
ασυνήθιστο, αλλά α κ ό μ η πιο αντισυμβατικό ήταν ότι το τρα
από το παλιό χωριό της έμειναν με το στόμα ανοιχτό. Σ τ ο
πέζι πριν από την τ ε λ ε τ ή έ γ ι ν ε στο σπίτι του γαμπρού και όχι
στήθος της κουδούνιζαν αρκετά χρυσά νομίσματα γ ι α να γ ε
της νύφης, όπως ήταν η παράδοση. Ό λ ο ι κατάλαβαν γ ι α τ ί .
μίσουν τραπεζική θυρίδα, ενώ από τα αυτιά της κρέμονταν
Δ ε ν χρειαζόταν να το π ε ι κανείς. Τι τραπέζι μπορούσε να
περίτεχνα σκουλαρίκια με π ο λ ύ τ ι μ ε ς πέτρες. Λαμποκοπούσε
γ ί ν ε ι στο σπίτι του Γ ι ώ ρ γ η Π ε τ ρ ά κ η ; Οι κομψές κυρίες της
στο ανοιξιάτικο φως, κι όπως ήταν ντυμένη με τη βαθυκόκ
Ν ε ά π ο λ η ς χασκογελούσαν στη σκέψη και μόνο, όπως είχαν
κ ι ν η παραδοσιακή φορεσιά της, έμοιαζε σαν να ε ί χ ε β γ ε ι από
κάνει όταν έμαθαν πως ο γιος του Βανδουλάκη θα παντρευ
τα παραμύθια της Χ α λ ι μ ά ς .
όταν την κόρη ενός φτωχού ψαρά. « Μ α τι στο καλό κάνει
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς την κοιτούσε με καμάρι και κάποιο σάστισμα,
αυτή η ο ι κ ο γ έ ν ε ι α ; » είχαν αναρωτηθεί με χλευασμό. Ωστόσο,
μη μπορώντας καλά-καλά να πιστέψει ότι αυτή ήταν η κόρη
ανεξάρτητα από την άποψη που ε ί χ ε ο οποιοσδήποτε γ ι α το
του. Ε ί χ ε γ ί ν ε ι σχεδόν αγνώριστη. Ε κ ε ί ν η τ η σ τ ι γ μ ή ευχόταν,
γ ά μ ο , όλοι βρίσκονταν ε κ ε ί γ ι α να απολαύσουν το πλούσιο
226
227
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
γ ε ύ μ α με ψητό αρνί, τυρί και κρασί από την π α ρ α γ ω γ ή του
θέση της ε ί χ ε α λ λ ά ξ ε ι πολύ, γ ε γ ο ν ό ς , ωστόσο, το οποίο δεν
Β α ν δ ο υ λ ά κ η , και μόλις γ έ μ ι σ α ν και τα διακόσια στομάχια,
αποτελούσε πρόβλημα γ ι α ε κ ε ί ν η . Ήταν ακριβώς αυτό που
ή ρ θ ε η ώρα γ ι α τη γ α μ ή λ ι α τ ε λ ε τ ή . Η π ο μ π ή που κ α τ ε υ
ή θ ε λ ε - αποσύνδεση από το παρελθόν τ η ς .
θ ύ ν θ η κ ε στην Ελούντα ήταν μια ε τ ε ρ ό κ λ η τ η παρέλαση από αυτοκίνητα, φορτηγά και κάρα που τα έσερναν γαϊδούρια.
Η Άννα μ π ή κ ε γ ι α τα καλά στον καινούριο ρόλο της και σύντομα ανακάλυψε ότι τα καθήκοντα της ως νύφης των
Για όλους τους Κρητικούς, πλούσιους και φτωχούς, το
Β α ν δ ο υ λ ά κ η δ ω ν ήταν το ίδιο σημαντικά όσο κι ε κ ε ί ν α της
τ ε λ ε τ ο υ ρ γ ι κ ό του γ ά μ ο υ ήταν το ί δ ι ο . Ο ιερέας έβαζε στα
συζύγου. Περνούσε κ ά θ ε μέρα με συντροφιά την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α
κεφάλια του ζευγαριού δυο στέφανα, φ τ ι α γ μ έ ν α από αποξη
και τ ι ς φίλες της, ε ί τ ε κάνοντας ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς σε αυτές ε ί τ ε προ
ραμένα λουλούδια και κλαδάκια και ενωμένα μεταξύ τους με
σκαλώντας τ ε ς στο σπίτι τους, κ α ι , όπως α κ ρ ι β ώ ς ε ί χ ε ε λ π ί
κορδέλα, και μετά τα ενάλλασσε τρεις φορές γ ι α να σφραγίσει
σει, απολάμβαναν όλες μαζί τον ελεύθερο χρόνο τους σαν να
την ένωση τους. Αυτά τα στέφανα, αργότερα, θα τα έβαζε η
βρίσκονταν σε κατάσταση αδράνειας. Το κύριο καθήκον της
πεθερά της Άννας σε μια στεφανοθήκη και θα τα κρεμούσε
ήταν να β ο η θ ά ε ι στη διαχείριση των ο ι κ ι α κ ώ ν υποθέσεων του
ψηλά πάνω από το κ ρ ε β ά τ ι του ζευγαριού, ώστε, όπως έ λ ε
νοικοκυριού του Β α ν δ ο υ λ ά κ η , γ ε γ ο ν ό ς που σε μ ε γ ά λ ο β α θ μ ό
γ α ν , να μην μπορεί κανείς να « π α τ ή σ ε ι το στεφάνι τ ο υ ς » .
π ε ρ ι λ ά μ β α ν ε το να σιγουρεύεται ότι η υπηρέτρια ε ί χ ε στρώ
Την
σει πλούσιο τραπέζι γ ι α τους άντρες,
περισσότερη
ώρα,
τα
λόγια
του
μυστηρίου
χάνονταν
κ ά τ ω από τη φλυαρία του κόσμου, αλλά όταν τ ε λ ι κ ά ο ιερέας ένωσε τα χέρια του γαμπρού και της νύφης, α π λ ώ θ η κ ε σιωπή σε ολόκληρη την ε κ κ λ η σ ί α . Άρχισαν τον κ υ κ λ ι κ ό χορό του Ησαΐα, και οι καλεσμένοι ήξεραν ότι σε λ ί γ ο θα έβγαιναν έξω στη λιακάδα.
όταν επέστρεφαν το
βράδυ. Λαχταρούσε
να
κάνει
αλλαγές
στα
δυο
οικογενειακά
σπίτια, να τα απαλλάξει από τις σκούρες κουρτίνες και τα κ α τ α θ λ ι π τ ι κ ά έ π ι π λ α . Γλωσσόφαγε τον Αντρέα, μ έ χ ρ ι που εκείνος πήρε παράμερα τη μητέρα του γ ι α να ζητήσει την
Ακολουθώντας τη νύφη και το γ α μ π ρ ό , που επέβαιναν
άδεια, και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α , με τη σειρά της, συμβουλεύτηκε την
σε άμαξα, επέστρεψαν και π ά λ ι όλοι στο σπίτι του Βανδου
π ρ α γ μ α τ ι κ ή κ ε φ α λ ή του νοικοκυριού. Αυτός ήταν ο τρόπος
λ ά κ η , όπου τους περίμεναν μακριά τραπέζια στρωμένα γ ι α
που έπρεπε να γίνονται όλα.
ένα α κ ό μ η φαγοπότι. Ο κόσμος έ φ α γ ε , ή π ι ε και χ ό ρ ε ψ ε όλη
« Δ ε ν θ έ λ ω τ ο μ ε γ ά λ ο σπίτι ν α α λ λ ά ξ ε ι πάρα π ο λ ύ » , ε ί π ε
τη νύχτα, και λ ί γ ο πριν β γ ε ι ο ήλιος, ένας καταιγισμός από
ο Αλέξανδρος Βανδουλάκης στη γυναίκα του, αναφερόμενος
μ π α λ ω θ ι έ ς σήμανε το τέλος της γ ι ο ρ τ ή ς .
στο σπίτι στην Ε λ ο ύ ν τ α . « Ό μ ω ς , η Άννα μπορεί να περάσει ένα χ ε ρ ά κ ι μ π ο γ ι ά το σπίτι στη Ν ε ά π ο λ η , αν το θ έ λ ε ι » .
ΜΕΤΑ
ΤΟ
Γ Α Μ Ο , η Άννα, λ ί γ ο - π ο λ ύ , εξαφανίστηκε από
Η καινούρια νύφη έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά και
την Π λ ά κ α . Π ή γ α ι ν ε ε κ ε ί μια φορά την εβδομάδα γ ι α να δ ε ι
γρήγορα τη συνεπήρε ένα κύμα ενθουσιασμού με τα υφά
τον πατέρα της, αλλά, καθώς περνούσε ο καιρός, άρχισε να
σματα και τις ταπετσαρίες, κι έκανε α τ έ λ ε ι ω τ ε ς βόλτες σε
στέλνει αυτοκίνητο γ ι α να τον παίρνει, οπότε οι εμφανίσεις
έναν ε ι σ α γ ω γ έ α φίνων γ α λ λ ι κ ώ ν και ι τ α λ ι κ ώ ν προϊόντων, ο
της στην Π λ ά κ α έγιναν πολύ αραιές. Ως σύζυγος του μ ε λ λ ο
οποίος ε ί χ ε ένα ωραίο μαγαζί στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο . Αυτό την
ντικού ε π ι κ ε φ α λ ή ς του κ τ ή μ α τ ο ς , διαπίστωσε ότι η κ ο ι ν ω ν ι κ ή
κρατούσε απασχολημένη και απορροφημένη και ο Αντρέας
228
229
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ω φ ε λ ή θ η κ ε , καθώς την έβρισκε να έ χ ε ι ζωηρή κ α ι πρόσχαρη διάθεση στο τέλος της κ ά θ ε μέρας. Έ ν α άλλο καθήκον της ήταν να οργανώνει τα πανηγύρια
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Έ φ ε ρ ν ε μαζί του μ ι α ιδέα από τα καλά πράγματα που θα σ υ μ β ο ύ ν » , έ λ ε γ ε ο Λαπάκης κουρασμένα. « Ε γ ώ δεν π ι στεύω και σε πάρα πολλά, αλλά είδα πως η πίστη μπορεί να
που έκανε η οικογένεια Βανδουλάκη γ ι α τους εργάτες της.
είναι καλό π ρ ά γ μ α , ένας στόχος από μόνη της. Για κάποιους
Η Άννα διέπρεπε στη διοργάνωση γιορτών. Σε τέτοιες π ε
από τους λεπρούς, η πίστη ότι ο Κυρίτσης ίσως να μπορούσε
ριστάσεις, αισθανόταν μ ε ρ ι κ έ ς φορές τα μάτια του Αντώνη
να τους θεραπεύσει ήταν αρκετή ώστε να τους σταματήσει να
Α γ γ ε λ ό π ο υ λ ο υ πάνω της και σήκωνε το β λ έ μ μ α της γ ι α να
θέλουν να πεθάνουν. Π ο λ λ ο ί από αυτούς νιώθουν ότι δεν έ χ ε ι
συναντήσει την κρύα σαν ατσάλι ματιά του. Κάποιες φορές
α π ο μ ε ί ν ε ι πλέον κανένας λόγος να ζ ο υ ν » .
εκείνος της μιλούσε.
Ο Λαπάκης ε ί χ ε λ ά β ε ι μερικά γ ρ ά μ μ α τ α από τον παλιό
« Κ υ ρ ί α Β α ν δ ο υ λ ά κ η » , έ λ ε γ ε μ ε παρατραβηγμένο σεβα σμό και υπερβολικά βαθιά υπόκλιση. « Π ώ ς ε ί σ τ ε ; » Ο τρόπος του έκανε την Άννα να τ ρ α β ι έ τ α ι και η απάντη ση της ήταν κ α τ ά λ λ η λ α κοφτή. « Κ α λ ά , ευχαριστώ».
συνάδελφο του, με τα οποία του εξηγούσε την απουσία του και ζητούσε σ υ γ γ ν ώ μ η γ ι ' α υ τ ή . Ο Κυρίτσης ήταν α κ ό μ η απασχολημένος με την ανοικοδόμηση του σχεδόν κατεστραμ μένου νοσοκομείου του Η ρ α κ λ ε ί ο υ και προς το παρόν δεν δ ι έ θ ε τ ε χρόνο γ ι α να συνεχίσει την έρευνά του. Κ α τ ' ιδίαν, ο
Με αυτό, του γύριζε την π λ ά τ η . Η ματιά και ο τρόπος
Λαπάκης ε ί χ ε αρχίσει να απελπίζεται και άνοιγε την καρδιά
του ήταν πρόκληση γ ι α το δ ι κ α ί ω μ ά της να βρίσκεται ε κ ε ί ως
του στον Γ ι ώ ρ γ η . Οι περισσότεροι άνθρωποι θα προσεύχονταν
ανώτερη του. Π ώ ς τολμούσε;
στον Θ ε ό γονατιστοί, αλλά, λ ό γ ω της απουσίας πίστης, ο Λα
Ο γ ά μ ο ς της Άννας δεν έφερε α λ λ α γ ή μόνο στη δ ι κ ή της θέση· η αναχώρηση της σήμαινε πολλά και γ ι α τη Μ α ρ ί α . Η μικρότερη αδερφή ε ί χ ε πλέον ξεκάθαρα το ρόλο της αφέντρας στο δικό της νοικοκυριό. Μ ε γ ά λ ο μέρος της ενεργητικότητας της Μαρίας ξοδευόταν στο να ευχαριστεί και να κ α λ μ ά ρ ε ι την αδερφή της, και το γεγονός ότι η Άννα δεν βρισκόταν πλέον ε κ ε ί σήμαινε αλάφρωμα του φορτίου της. Α σ χ ο λ ή θ η κ ε με ανανεωμένη ζωντάνια με τη διαχείριση του σπιτικού του Π ε τ ρ ά κ η , και τώρα π ή γ α ι ν ε συχνά με τον πατέρα της στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α γ ι α να κάνουν παραδόσεις. Για τον Γ ι ώ ρ γ η , που δεν μπορούσε να αφήσει λουλούδια στον τάφο της, κ ά θ ε ε π ί σ κ ε ψ η στο νησί ήταν ευκαιρία να θυ μ η θ ε ί την Ε λ έ ν η . Σ υ ν έ χ ι ζ ε να πηγαινοφέρνει το γιατρό Λαπ ά κ η με καλό και κακό καιρό, και σε αυτές τις διαδρομές ο γιατρός μιλούσε γ ι α τη δουλειά του κι εξομολογούνταν στον Γ ι ώ ρ γ η πόσοι από τους λεπρούς πέθαιναν και πόσο του είχαν λ ε ί ψ ε ι οι ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς του γιατρού Κυρίτση. 230
πάκης στηριζόταν στον πιστό βαρκάρη του, το μαρτύριο του οποίου θα ήταν πάντοτε μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο από το δικό του. Μολονότι οι άνθρωποι συνέχιζαν να πεθαίνουν από την αρρώστια, γ ι α εκείνους που είχαν τη λ ι γ ό τ ε ρ ο επικίνδυνη μορφή της, η ζωή στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ήταν ακόμη γ ε μ ά τ η από απροσδόκητα γεγονότα. Από τότε που τ ε λ ε ί ω σ ε ο πόλεμος, γίνονταν δύο προβολές ταινίας κ ά θ ε εβδομάδα, η αγορά ήταν καλύτερη από ποτέ και η εφημερίδα ε ί χ ε τεράστια ε π ι τ υ χ ί α . Ο Δ η μ ή τ ρ η ς , που ήταν τώρα δεκαεπτά ετών, ε ί χ ε αρχίσει ήδη να διδάσκει τα πεντάχρονα κι εξάχρονα παιδιά, ενώ ένας πιο έμπειρος δάσκαλος ε ί χ ε αναλάβει τα μ ε γ α λ ύ τ ε ρ α · εξα κολουθούσε να ζει στο σπίτι του Κοντομάρη, μια συνεννόηση που ε ί χ ε φέρει μ ε γ ά λ η χαρά και στις δύο πλευρές. Όσο ήταν αυτό δυνατόν, μια γ ε ν ι κ ή αίσθηση ικανοποίησης πλανιόταν στο νησί. Α κ ό μ η και ο Θεόδωρος Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς δεν ε ί χ ε πλέον διάθεση να δημιουργεί π ρ ο β λ ή μ α τ α . Του άρεσαν οι ωραίες 231
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
Τ Ο Ν 11 Σ I
ΧΙΣΛΟΠ
συζητήσεις στο καφενείο, αλλά ε ί χ ε από καιρό ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι
β α σ ι λ ι κ ό και δυόσμο, και τα πιθάρια μετατρέπονταν σε ιδα
την ιδέα να κ α τ α λ ά β ε ι τη θέση της απόλυτης εξουσίας. Ο Ν ί
νικό σπιτικό γ ι α καλοφροντισμένα γεράνια και κρίνους, όταν
κος Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ έκανε πάρα πολύ καλά τη δουλειά του.
ράγιζαν και δεν είχαν πλέον ά λ λ η π ρ α κ τ ι κ ή χρήση. Τα κορίτσια ήταν κληρονόμοι ενός λαϊκού πολιτισμού που
Η Μ Α Ρ Ι Α ΚΑΙ Η Φ Ω Τ Ε Ι Ν Η ήταν απασχολημένες σε ένα μο
ε ί χ ε ε ξ ε λ ι χ θ ε ί μυστικά στο πέρασμα μιας χ ι λ ι ε τ ί α ς , και πλέον
τ ί β ο καθημερινών καθηκόντων, που τις έκανε να περάσουν τα
θεωρούνταν αρκετά μ ε γ ά λ α γ ι α να διδαχθούν τις τ έ χ ν ε ς και
επόμενα χρόνια σαν να είχαν μ π ε ι σε κάποιον διαρκή χορό, με
τις δεξιότητες που είχαν περάσει από γ ε ν ι ά σε γ ε ν ι ά χωρίς
μια αέναα επαναλαμβανόμενη σειρά β η μ ά τ ω ν . Με τρεις γιους,
να έχουν καταγραφεί. Η γ ι α γ ι ά της Φ ω τ ε ι ν ή ς ήταν σπουδαία
η Σ α β ί ν α Α γ γ ε λ ο π ο ύ λ ο υ χρειαζόταν τη βοήθεια της ικανής
π η γ ή αυτής της απόκρυφης γνώσης και τους έ δ ε ι χ ν ε πώς να
κόρης της γ ι α να κρατάει τους άντρες του σπιτιού ταϊσμένους
βάφουν μ α λ λ ί με εκχύλισμα από πέταλα αγριόκρινου, ιβίσκου
και φροντισμένους. Έ τ σ ι η Φ ω τ ε ι ν ή , όπως και η Μαρία, ε ί χ ε
και χρυσάνθεμου, και πώς να πλέκουν πολύχρωμα κλαδάκια
οικιακά καθήκοντα που την περιόριζαν στην Π λ ά κ α .
γ ι α να φτιάχνουν περίτεχνα καλάθια και στρωσίδια. Ά λ λ ε ς
Α κ ό μ η κι αν η Ε λ έ ν η ευχόταν κ ά τ ι καλύτερο γ ι α την
γ υ ν α ί κ ε ς τούς μ ε τ έ δ ι δ α ν τη γνώση γ ι α τις ε υ ε ρ γ ε τ ι κ έ ς ιδιό
κόρη της από το να μ ε ί ν ε ι στο χ ω ρ ι ό , δεν θα ευχόταν ποτέ
τητες των βοτάνων, και συχνά περιπλανιόνταν στα βουνά γ ι α
να έ χ ε ι ένα πιο ευσυνείδητο παιδί από τη Μ α ρ ί α . Δ ε ν υπήρχε
να βρουν αγριοφασκομηλιά και χ α μ ο μ ή λ ι γ ι α τις θεραπευ
α μ φ ι β ο λ ί α στο μυαλό του κοριτσιού γ ι α το αν θα έπρεπε να
τ ι κ έ ς ιδιότητες τους. Μ ι α κ α λ ή μέρα, επέστρεφαν με ένα
κάνει κ ά τ ι άλλο από το να φροντίζει τον πατέρα της, μολονό
κ α λ ά θ ι γ ε μ ά τ ο με το πιο π ο λ ύ τ ι μ ο απ' όλα τα βοτάνια, το
τ ι κάποτε ε ί χ ε κ α λ λ ι ε ρ γ ή σ ε ι τ η φαντασίωση ν α σ τ έ κ ε τ α ι , μ ε
δ ί κ τ α μ ο , το οποίο λ ε γ ό τ α ν ότι γ ι ά τ ρ ε υ ε π λ η γ έ ς , καθώς και
την κ ι μ ω λ ί α στο χ έ ρ ι , μπροστά σε μια τ ά ξ η , σαν τη μητέρα
πονεμένους λαιμούς και στομαχικά π ρ ο β λ ή μ α τ α . Η Μαρία
της. Ό π ω ς και η στάμπα στις π α λ ι έ ς κουρτίνες τους, όλες
ε ί χ ε πάντοτε τη σωστή ποσότητα να δώσει στον πατέρα της
αυτές οι φιλοδοξίες είχαν ξεθωριάσει από καιρό.
όταν αρρώσταινε εκείνος, και σύντομα η φ ή μ η της ότι έφτια
Τα δυο κορίτσια μοιράζονταν τις χαρές και τους περιορι σμούς αυτής της ζωής γ ι α πολλά χρόνια, και όσο καιρό ε κ
χνε χρήσιμα γ ι α τ ρ ι κ ά α π λ ώ θ η κ ε σε ολόκληρο το χ ω ρ ι ό . Όσο
βρίσκονταν
στις
μεγάλες
βόλτες τους στα
βουνά,
πλήρωναν τα καθήκοντα τους, δεν τους πέρασε από το μυαλό
μάζευαν και χόρτα, το πλούσιο σε σίδηρο και βασικό στοιχείο
ότι υπήρχε π ρ α γ μ α τ ι κ ό ς λόγος γ ι α να παραπονιούνται. Έ π ρ ε
κ ά θ ε είδους διατροφής. Τα παιχνίδια που έπαιζαν όταν ήταν
πε να φέρουν νερό από τη βρύση του χωριού, να μαζέψουν
παιδιά, στην παραλία, τότε που έφτιαχναν φαγητά με την
ξύλα γ ι α τους φούρνους τους, να σκουπίσουν, να γνέσουν, να
ά μ μ ο , είχαν αντικατασταθεί πλέον από την πιο ε ν ή λ ι κ η απα
μαγειρέψουν και να τινάξουν τα στρωσίδια. Η Μαρία μάζευε
σχόληση να φτιάχνουν π ί τ ε ς με ζύμη και χορταρικά.
τ α κ τ ι κ ά μ έ λ ι από τις κ υ ψ έ λ ε ς της στην κ α λ υ μ μ έ ν η με θυμάρι
Μ ι α από τις πιο σημαντικές δουλειές της Μαρίας ανάμε
π λ α γ ι ά που έ β λ ε π ε στην Π λ ά κ α · η γ λ ύ κ α του ήταν τόσο
σα στα τ έ λ η του φθινοπώρου κ α ι τις αρχές της άνοιξης ήταν
έντονη, ώστε γ ι α πολλά χρόνια δεν χρειάστηκε να αγοράσει
να διατηρεί α ν α μ μ έ ν η τη φωτιά στο τ ζ ά κ ι . Α υ τ ή , όχι μόνο
ούτε ένα γ ρ α μ μ ά ρ ι ο ζάχαρη. Σ τ ι ς αυλές, στο πίσω μέρος των
τους π α ρ ε ί χ ε ζεστασιά και προστασία ενώ ο χ ε ι μ ω ν ι ά τ ι κ ο ς
σπιτιών τους,
αέρας λυσσομανούσε έξω, αλλά κρατούσε και το πνεύμα του
παλιοί ν τ ε ν ε κ έ δ ε ς από λάδι ξεχείλιζαν 232
από
233
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
σπιτιού ζωντανό. Το σπίτι ήταν ένα θεϊκό σύμβολο ενότητας,
ερωτοτροπίες, και το τ ε λ ε ί ω μ α αυτών των καθηκόντων της
και το δικό τους, πιο πολύ από τα περισσότερα άλλα, χρεια
κοινότητας σημαδευόταν από χορούς και γ λ έ ν τ ι α .
ζόταν διαρκή φροντίδα.
Έ ν α - έ ν α , τα μ έ λ η αυτής της α ν έ μ ε λ η ς αλλά φορτωμένης
Όσο κουραστικά κι αν φαίνονταν τα οικιακά καθήκοντα
με υποχρεώσεις συντροφιάς των νεαρών γυναικών έφευγαν
της Μαρίας σε κάποιον που ζούσε στην πόλη -ή στην Άννα,
από την ομάδα. Έ β ρ ι σ κ α ν συζύγους, ή, όπως ήταν το πιο συ
η οποία ζούσε τώρα με κάποια π ο λ υ τ έ λ ε ι α - υπήρχε πάντοτε
νηθισμένο, τους έβρισκαν συζύγους. Γενικά ήταν άλλοι νεαροί
χρόνος γ ι α κουβέντα και κουτσομπολιό. Το σπίτι της Φ ω τ ε ι ν ή ς
άντρες από την Π λ ά κ α ή ένα από τα γ ε ι τ ο ν ι κ ά χωριά, όπως
ήταν η εστία όλων αυτών. Από τη σ τ ι γ μ ή που το χασομέρημα
ο Βρουχάς ή οι Σ έ λ λ ε ς . Οι γονείς τους συνήθως γνωρίζονταν
θεωρούνταν αμαρτία, η σοβαρή ασχολία του κουτσομπολιού
πολλά χρόνια και μ ε ρ ι κ έ ς φορές είχαν σχεδιάσει το προξενιό
γινόταν παράλληλα με το κέντημα και το ράψιμο. Αυτό όχι
των παιδιών τους πριν καν εκείνα βρεθούν σε η λ ι κ ί α που να
μόνο κρατούσε απασχολημένα τα χέρια των κοριτσιών, αλλά
μπορούν να μετρούν ή να γράφουν το όνομά τους. Ό τ α ν η
τους έδινε και την ευκαιρία να προετοιμαστούν γ ι α το μ έ λ λ ο ν .
Φ ω τ ε ι ν ή ανακοίνωσε τον αρραβώνα της, η Μαρία ένιωσε τον
Κ ά θ ε μαξιλαροθήκη, μαξιλάρι, τραπεζομάντιλο και στρωσίδι
κόσμο της να καταρρέει. Έ δ ε ι ξ ε μόνο χαρά και ικανοποίηση,
σε ένα σπίτι παντρεμένης γυναίκας ε ί χ ε υφανθεί ή κεντηθεί
όμως, επικρίνοντας σιωπηρά τον εαυτό της γ ι α το αίσθημα
από την ίδια, τη μητέρα της ή τη γ ι α γ ι ά της. Η Άννα ήταν
του φθόνου, καθώς π ε ρ ί μ ε ν ε ότι θα περνούσε την υπόλοιπη
εξαίρεση. Τα λ ί γ α χρόνια που κάθισε σε έναν κύκλο μ ε γ α λ ύ
ζωή της στα κατώφλια σπιτιών συντροφιά με χήρες γ ρ ι έ ς ,
τερων και σοφότερων γυναικών από αυτήν, που έραβαν, ε ί χ ε
πλέκοντας δαντέλες μ έ χ ρ ι τη δύση του ή λ ι ο υ .
ολοκληρώσει μόνο τη μ ι κ ρ ή γωνία μιας μαξιλαροθήκης. Ήταν
Η Φ ω τ ε ι ν ή , όπως η Μ α ρ ί α , ήταν τώρα είκοσι δύο ετών.
ένα από τα συμπτώματα της διαρκούς κατάστασης εξέγερσης
Ο πατέρας της π ρ ο μ ή θ ε υ ε την ψαροταβέρνα στην παραλία
στην οποία βρισκόταν. Η ξεροκεφαλιά της εκδηλωνόταν με
γ ι α πολλά χρόνια, και ο ιδιοκτήτης της, ο Σταύρος Δ α β ά ρ α ς ,
πανούργους τρόπους. Ε ν ώ τα άλλα κορίτσια και οι γυναίκες
ήταν καλός φίλος, καθώς και αξιόπιστος π ε λ ά τ η ς . Ο γιος του,
κάθονταν συζητώντας και ράβοντας, τα δάχτυλά της τ ε μ π έ -
ο Στέφανος, δούλευε ήδη κοντά στον πατέρα του και κάποια
λιαζαν. Έ κ α ν ε κινήσεις με τη βελόνα, χειρονομώντας και
μέρα θα αναλάμβανε την επιχείρηση, η οποία τις κ α θ η μ ε ρ ι ν έ ς
φτιάχνοντας σχέδια στον αέρα με την κλωστή, αλλά δεν τρυ
ε ί χ ε μια μέτρια κίνηση πελατών και π λ η μ μ ύ ρ ι ζ ε από κόσμο
πούσε το ύφασμα. Ήταν ευτύχημα που με το γ ά μ ο της μ π ή κ ε
τις γιορτές και τις Κ υ ρ ι α κ έ ς . Ο Παύλος Α γ γ ε λ ό π ο υ λ ο ς θ ε ω
σε μια οικογένεια όπου τα πάντα τα παρείχαν άλλοι.
ρούσε τον Στέφανο ταιριαστό γαμπρό γ ι α την κόρη του, και
Κάποιες περιόδους της χρονιάς, τα κορίτσια στρέφονταν
η ήδη π α γ ι ω μ έ ν η αμοιβαία εξάρτηση των οικογενειών αντι
στα εποχιακά καθήκοντα που απαιτούσαν να βρίσκονται έ ξ ω .
μετωπιζόταν ως ε π ι θ υ μ η τ ή βάση γ ι α το γ ά μ ο . Το ζευγάρι
Σ υ μ μ ε τ ε ί χ α ν στον πανζουρλισμό του τρύγου και ήταν οι πρώ
γνωριζόταν από την π α ι δ ι κ ή του η λ ι κ ί α και υπήρχε σιγουριά
τες που έμπαιναν στα πατητήρια γ ι α να πατήσουν το ζουμερό
ότι θα ανέπτυσσε ο ένας αισθήματα γ ι α τον άλλον, πράγμα
φρούτο.
Κατόπιν, λ ί γ ο πριν το φθινόπωρο δώσει τη θέση
που θα προσέθετε μια σπίθα σε αυτό που, σε τ ε λ ι κ ή ανάλυση,
του στο χ ε ι μ ώ ν α , ήταν ανάμεσα στο πλήθος που ράβδιζε τα
ήταν απλώς ένας διακανονισμός. Σ υ μ φ ω ν ή θ η κ ε μια λ ι γ ο σ τ ή
ελαιόδεντρα γ ι α να πέσει ο καρπός τους σαν βροχή στα πανιά
προίκα, και μόλις η περίοδος του αρραβώνα ακολούθησε τη
από κ ά τ ω τους. Οι μέρες σαν αυτές ήταν γ ε μ ά τ ε ς γ έ λ ι α και
συνηθισμένη πορεία της, έ γ ι ν ε ο γ ά μ ο ς .
234
235
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Η μ ε γ ά λ η παρηγοριά γ ι α τη Μ α ρ ί α ήταν ότι η Φ ω τ ε ι ν ή δεν θα έ μ ε ν ε τώρα πιο μακριά σε σχέση με πριν. Μολονότι η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε πλέον διαφορετικά, πιο κουραστικά καθήκοντα -να δουλεύει στην ταβέρνα καθώς και να διαχειρίζεται το νοικοκυριό της και να ε π ι β ι ώ ν ε ι από το ναρκοπέδιο της ζωής μαζί με τα π ε θ ε ρ ι κ ά τ η ς - οι δυο γ υ ν α ί κ ε ς εξακολουθούσαν να βλέπονται κ ά θ ε μέρα. Αποφασισμένη να μην προδώσει το φόβο της ότι θα απέ μ ε ν ε η τ ε λ ε υ τ α ί α μιας ομάδας που αποδεκατιζόταν, η Μ α
Δωδέκατο Κεφάλαιο
ρία ρ ί χ τ η κ ε με περισσότερο ενθουσιασμό στα καθήκοντα της, συνοδεύοντας τον πατέρα της με αυξανόμενη συχνότητα στις διαδρομές του στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α και εξασφαλίζοντας ότι το σπίτι τους ήταν πάντοτε άψογα τ α κ τ ο π ο ι η μ έ ν ο . Για μια νεαρή γυναίκα αυτό α π ε ί χ ε πολύ από το να την αφήνει ικανοποιη μ έ ν η . Σ τ ο χωριό θαύμαζαν την αφοσίωσή της στον Γ ι ώ ρ γ η ,
1951
ταπείνωση σε ένα χωριό σαν την Π λ ά κ α . Αν μ ε γ ά λ ω ν ε κι
Η
άλλο χωρίς να βρει γ α μ π ρ ό , ο σεβασμός γ ι α την ευσυνείδητη
γύρω της, η Άννα έ δ ε ι χ ν ε ά ψ ο γ η σύζυγος. Γνώριζε, ωστόσο,
συμπεριφορά
ότι η οικογένεια π ε ρ ί μ ε ν ε την ανακοίνωση μιας εγκυμοσύνης.
αλλά ταυτόχρονα η έ λ λ ε ι ψ η συζύγου μ ε ί ω ν ε το γόητρο τ η ς . Το να είναι κάποια γεροντοκόρη αντιμετωπιζόταν σαν κατά ρα και το να μ ε ί ν ε ι στο ράφι ήταν μια κ α θ η μ ε ρ ι ν ή δημόσια
της
θα
μπορούσε
γρήγορα να
μετατραπεί
σε
ΑΝΝΑ και
ΗΤΑΝ
πολύ
Π Λ Ε Ο Ν τέσσερα χρόνια παντρεμένη
επιτυχημένη
στην
καινούρια
κατάσταση
της. Αγαπούσε τον Αντρέα με ευσυνειδησία και αντα
ποκρινόταν στο πάθος του γ ι ' αυτήν με προθυμία. Σε όλους
περιφρόνηση. Το πρόβλημα ήταν ότι πλέον είχαν α π ο μ ε ί ν ε ι
Η έλλειψη
ελάχιστοι άντρες κ α τ ά λ λ η λ ο ι γ ι α σύζυγοι στην Π λ ά κ α , και
άφθονος χρόνος γ ι α να αποκτήσει παιδιά κ α ι α π ο λ ά μ β α ν ε
η Μαρία δεν θα σκεφτόταν ποτέ το ενδεχόμενο να παντρευ
αυτό τον ανέμελο χρόνο πάρα πολύ, ώστε να θ έ λ ε ι να τον χά
μωρού δεν την απασχολούσε καθόλου.
Υπήρχε
τ ε ί κάποιον από άλλο χ ω ρ ι ό . Ήταν αδιανόητο να ξεριζωθεί
σει γ ι α χάρη της μητρότητας. Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α ε ί χ ε θ ί ξ ε ι το ζή
ο Γ ι ώ ρ γ η ς από την Π λ ά κ α , και συνεπώς εξίσου αδιανόητο
τ η μ α μια μέρα που συζητούσαν τη διακόσμηση μιας από τις
να φ ύ γ ε ι και η Μ α ρ ί α . Υ π ή ρ χ ε , συλλογιζόταν, τόσο μ ε γ ά λ η
άδειες κρεβατοκάμαρες στη Ν ε ά π ο λ η .
πιθανότητα να παντρευτεί, όση και να δει την α γ α π η μ έ ν η της μητέρα να δ ι α β α ί ν ε ι το κ α τ ώ φ λ ι .
«Εδώ
ήταν
κάποτε
το
δωμάτιο
των
παιδιών»,
είπε,
«όταν τα κορίτσια μας ήταν μ ι κ ρ ά . Τι χ ρ ώ μ α θα ή θ ε λ ε ς να το β ά ψ ε ι ς ; » Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α νόμιζε ότι πρόσφερε την ι δ α ν ι κ ή ευκαιρία στη νύφη της γ ι α να της π ε ι κ ά τ ι σχετικά με τα σχέδια και τις φιλοδοξίες της να γ ί ν ε ι μητέρα, και α π ο γ ο η τ ε ύ τ η κ ε όταν
236
237
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
η Άννα εξέφρασε προτίμηση γ ι α το ανοιχτό πράσινο. « Θ α
εφαρμόζει στο κορμί της. Αυτά τα ρούχα, περισσότερο από
ταιριάζει με το ύφασμα που έ χ ω π α ρ α γ γ ε ί λ ε ι γ ι α να ντύσω
οτιδήποτε άλλο, ήταν το σημάδι του διαχωρισμού της από τις
τα έ π ι π λ α » , είπε.
γυναίκες του χωριού, των οποίων οι άμορφες, σουρωτές φού
Η Άννα και ο Αντρέας, μαζί με τους γονείς του, έμεναν
στες δεν διέφεραν ούτε και τώρα σε τίποτα από εκείνες που
γ ι α κάποιο διάστημα του καλοκαιριού στη μ ε γ α λ ο π ρ ε π ή νεο
φορούσαν οι γ ι α γ ι ά δ ε ς τους εκατό χρόνια πριν. Ε κ ε ί ν η την
κ λ α σ ι κ ή έπαυλη της οικογένειας στη Ν ε ά π ο λ η , την οποία η
ημέρα, για να προστατευθεί από τον τσουχτερό άνεμο του Ν ο ε μ
Άννα ε ί χ ε πλέον ανακαινίσει ε κ τ ε τ α μ έ ν α . Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α θ ε ω
βρίου, η Άννα φορούσε ένα σμαραγδοπράσινο παλτό, που αγκά
ρούσε ότι οι φίνες κουρτίνες και τα λ ε π τ ε π ί λ ε π τ α έπιπλα της
λιαζε τα στήθη και τους γοφούς της πριν χυθεί στο έδαφος σαν
δεν ήταν καθόλου πρακτικά, αλλά φαινόταν ότι δεν μπορούσε
ένας ποταμός υφάσματος. Ε ί χ ε σηκώσει το γ ι α κ ά του γ ι α να
να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο αυτής της νεαρής γυναίκας. Το
ζεσταίνει τα αυτιά της και να της χαϊδεύει τα μάγουλα.
Σ ε π τ έ μ β ρ ι ο , η οικογένεια άρχισε την επιστροφή στο σπίτι
Κ α θ ώ ς διέσχιζε το δ ω μ ά τ ι ο , με τη μ ε τ α ξ ω τ ή φόδρα του
στην Ελούντα, το οποίο η Άννα μεταμόρφωνε σταδιακά σύμ
παλτού της να θροΐζει πάνω στα πόδια της, μουρμούριζε τα
φωνα με το δικό της γούστο, παρά την προτίμηση του πεθερού
καθέκαστα της μέρας της. Έ β α ζ ε να βράσει νερό γ ι α να φτιά
της γ ι α το κ α τ α θ λ ι π τ ι κ ό στιλ που άρεσε στη γ ε ν ι ά του. Συχνά
ξει έναν καφέ, όταν ο άντρας στο τραπέζι σ η κ ώ θ η κ ε από την
έβαζε να την πηγαίνουν στο κατάστημα στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο ,
καρέκλα του. Η Άννα γύρισε, και της ξέφυγε μια κ ρ α υ γ ή
και μια μέρα, στα τ έ λ η του φθινοπώρου, επέστρεψε από μια
έκπληξης.
από αυτές τις εξορμήσεις γ ι α να δει τον ταπετσέρη της και να ε λ έ γ ξ ε ι την πρόοδο στις ετοιμασίες των κουρτινών. Ό ρ μ η σ ε στην κουζίνα και έσκασε ένα φιλί στο πίσω μέρος του κεφα λιού της φιγούρας που καθόταν στο τραπέζι. « Γ ε ι α σου, α γ ά π η μ ο υ » , ε ί π ε . « Π ώ ς π ή γ ε σήμερα στο
« Π ο ι ο ς είσαι ε σ ύ ; » ρώτησε μ ε π ν ι γ μ έ ν η φωνή. « Ε γ ώ . . . νόμιζα ότι ήσουν ο άντρας μ ο υ » . « Τ ο φαντάστηκα». Ο άντρας χ α μ ο γ έ λ α σ ε , διασκεδάζο ντας εμφανώς με τη σύγχυσή της. Κ α θ ώ ς οι δυο τους στέκονταν απέναντι ο ένας στον άλλον, η Άννα ε ί δ ε ότι ο άντρας τον οποίο ε ί χ ε χαιρετήσει τόσο στορ
λιοτρίβι;» Ήταν η πρώτη μέρα που άρχιζε η επεξεργασία της ε λ ι ά ς ,
γ ι κ ά , αν και σαφώς δεν ήταν ο σύζυγός της, του έμοιαζε πάρα
μια σ η μ α ν τ ι κ ή ημερομηνία στο η μ ε ρ ο λ ό γ ι ο , καθώς τα μηχα
πολύ. Το εύρος των ώ μ ω ν του, τα μ α λ λ ι ά του και, τώρα που
νήματα χρησιμοποιούνταν γ ι α πρώτη φορά σε διάστημα πολ
ήταν όρθιος, α κ ό μ η και το ύψος του φαίνονταν να ταιριάζουν
λών μηνών και ήταν πάντοτε τ ε λ ε ί ω ς α β έ β α ι ο αν θα λειτουρ
α κ ρ ι β ώ ς με του Αντρέα. Η έντονη και διακριτή μύτη των
γούσαν. Έ π ρ ε π ε να βγουν τόνοι λαδιού από τα αναρίθμητα
Βανδουλάκηδων ήταν η ίδια και τα ελαφρά γ ε ρ μ έ ν α μάτια
κοφίνια με ελιές που περίμεναν να συνθλίβουν, και το να εξε
είχαν μια αλλόκοτη ομοιότητα. Όταν μ ί λ η σ ε , το στόμα της
λιχθούν όλα ομαλά ήταν πολύ κρίσιμο. Το χρυσό υγρό που χυ
Άννας ξ ε ρ ά θ η κ ε . Τι κόλπο ήταν αυτό;
νόταν στα πιθάρια ήταν η βάση του πλούτου της οικογένειας κ α ι , όπως το έ β λ ε π ε η Άννα, κ ά θ ε δοχείο ήταν ένα α κ ό μ η
« Ε ί μ α ι ο Μανόλης Β α ν δ ο υ λ ά κ η ς » , της ε ί π ε , απλώνοντας το χ έ ρ ι του. « Π ρ έ π ε ι να είσαι η Ά ν ν α » .
μέτρο ύφασμα, άλλο ένα φόρεμα κ ο μ μ έ ν ο και ραμμένο γ ι α
Η Άννα γνώριζε την ύπαρξη ενός εξαδέλφου και ε ί χ ε
τις κ α μ π ύ λ ε ς της, με π ι έ τ ε ς και πένσες που το έκαναν να
ακούσει μ ε ρ ι κ έ ς φορές το όνομα του Μ α ν ό λ η να αναφέρεται
238
239
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
σε συζητήσεις, τίποτε περισσότερο όμως. Δ ε ν τον ε ί χ ε φαντα
Κ υ ρ ι α κ ή στήθηκε μια μ ε γ ά λ η γ ι ο ρ τ ή γ ι α την επιστροφή του
στεί ποτέ σαν αντίγραφο του συζύγου της.
Μ α ν ό λ η , έπειτα από δέκα χρόνια απουσίας.
«Ο Μανόλης...» επανέλαβε το όνομα. Τώρα χρειαζόταν
Ο Μανόλης Βανδουλάκης ήταν ένας νέος με ελεύθερο
να ανακτήσει τον έ λ ε γ χ ο της κατάστασης, νιώθοντας ανόητη
πνεύμα και ε ί χ ε περάσει τα τελευταία δέκα χρόνια κυρίως
που ε ί χ ε κάνει τέτοιο λάθος και αγκάλιασε από απροσεξία έναν
στην η π ε ι ρ ω τ ι κ ή Ε λ λ ά δ α , σπαταλώντας μια σημαντική κ λ η
εντελώς ξένο. « Ξ έ ρ ε ι ο Αντρέας ότι είσαι ε δ ώ ; » τον ρώτησε.
ρονομιά. Η μητέρα του ε ί χ ε πεθάνει πάνω στη γέννα και ο
« Ό χ ι , έφτασα πριν από μία ώρα και αποφάσισα να κάνω
πατέρας του έφυγε κι αυτός πέντε χρόνια αργότερα, σε η λ ι
έ κ π λ η ξ η σε όλους. Σ ί γ ο υ ρ α το πέτυχα με σένα! Μοιάζεις σαν
κία τριάντα ετών, από καρδιακή προσβολή. Ο Μανόλης ε ί χ ε
να είδες φ ά ν τ α σ μ α » .
μ ε γ α λ ώ σ ε ι ακούγοντας ζοφερά μουρμουρητά γ ι α το πώς ε ί χ ε
« Έ τ σ ι ν ι ώ θ ω » , απάντησε η Άννα. « Η ομοιότητα μεταξύ
πεθάνει ο πατέρας του από ραγισμένη καρδιά και, ε ί τ ε ήταν έτσι ε ί τ ε όχι, αυτό τον έκανε να αποφασίσει να ζει την κ ά θ ε
σας είναι α λ λ ό κ ο τ η » . « Έ χ ω να δω τον Αντρέα δέκα χρόνια, αλλά μοιάζαμε πολύ. Οι άνθρωποι πάντα μας περνούσαν γ ι α δ ί δ υ μ ο υ ς » .
μέρα σαν να ήταν η τελευταία του. Ήταν μια φιλοσοφία που του φαινόταν απόλυτα λ ο γ ι κ ή , και ακόμη και ο θείος του ο
αλλά μπορούσε να δει και
Αλέξανδρος, ο οποίος ήταν ο κηδεμόνας του από τότε που
πολλά άλλα πράγματα που έκαναν αυτή την ε κ δ ο χ ή του
πέθανε ο Γιάννης Βανδουλάκης, δεν μπόρεσε να τον σταματή
συζύγου της πολύ διαφορετική από την α υ θ ε ν τ ι κ ή . Μολονότι
σει. Όταν ήταν παιδί, ο Μανόλης παρατήρησε ότι όλοι γύρω
ο Μανόλης ε ί χ ε το ίδιο φαρδείς ώμους με τον Αντρέα, ήταν
του είχαν αναλάβει μια δυσβάστακτη σειρά από υποχρεώσεις
πιο λεπτός και μπορούσε να διακρίνει τις ωμοπλάτες του,
και καθήκοντα, και προφανώς διασκέδαζαν μόνο όταν τους
που εξείχαν κ ά τ ω από το πουκάμισό του. Τα μάτια του ήταν
έδιναν την άδεια, στη γ ι ο ρ τ ή κάποιου αγίου κ α ι τις Κ υ ρ ι α κ έ ς .
γελαστά και γύρω τους υπήρχαν βαθιές ρυτίδες. Π ί σ τ ε υ ε ότι
Ε κ ε ί ν ο ς ή θ ε λ ε να απολαμβάνει κ ά θ ε μέρα της ζωής του.
Η Άννα έ β λ ε π ε το γ ι α τ ί ,
ήταν σπουδαίο αστείο που η Άννα τον ε ί χ ε μ π ε ρ δ έ ψ ε ι με τον
Αν και η θύμηση των γονιών του έσβηνε μέρα με τη μέρα,
ξάδερφό του, κι ε κ ε ί ν η συνειδητοποίησε αρκετά γρήγορα ότι
του έ λ ε γ α ν συχνά ότι είχαν ζήσει μια κ α λ ή και π ε ι θ α ρ χ η μ έ ν η
αυτός ε ί χ ε σχεδιάσει τη σκηνή. Χαιρόταν τη ζ ω ή , μπορούσε
ζ ω ή . Α λ λ ά τι καλό τους ε ί χ ε προσφέρει η υ π ο δ ε ι γ μ α τ ι κ ή
να το δει κανείς στο χ α μ ό γ ε λ ό του.
συμπεριφορά τους; Δ ε ν ε ί χ ε κρατήσει το θάνατο μακριά, έτσι
Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή επέστρεψαν ο Αντρέας και ο πατέρας
δεν ήταν; Η μοίρα τούς ε ί χ ε γραπώσει σαν αετός που αρπάζει
του, και αναφώνησαν με μ ε γ ά λ η χαρά και έ κ π λ η ξ η όταν
την ανυπεράσπιστη λ ε ί α του από την επιφάνεια ενός γυμνού
είδαν τον Μ α ν ό λ η να στέκεται ε κ ε ί . Γρήγορα οι τρεις άντρες
βράχου. « Ά ν τ ε στο δ ι ά ο λ ο » , σκέφτηκε· αν δεν γινόταν να
κάθονταν γ ύ ρ ω από ένα μπουκάλι ρακή και η Άννα έφυγε
ξ ε γ ε λ ά σ ε ι το πεπρωμένο, μπορούσε κάλλιστα να δει τι άλλο
γ ι α να κανονίσει τις ετοιμασίες γ ι α το δείπνο. Ό τ α ν έφτασε
ε ί χ ε να του προσφέρει η ζωή πέρα από το να ζήσει μ ε ρ ι κ έ ς
η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α , κάπου μία ώρα αργότερα, ένα δεύτερο μπου
δ ε κ α ε τ ί ε ς σε μια βουνοπλαγιά της Κρήτης πριν τον θάψουν
κ ά λ ι ρακή ε ί χ ε κιόλας αδειάσει, και μαζί με τον Μ α ν ό λ η
κ ά τ ω από το χ ώ μ α της.
έχυσαν δάκρυα χαράς καθώς αγκαλιάζονταν. Έ σ τ ε ι λ α ν α μ έ
Δ έ κ α χρόνια νωρίτερα, ε ί χ ε φύγει από το σπίτι του. Ε κ τ ό ς
σως γ ρ ά μ μ α τ α στις αδερφές του Αντρέα, και την επόμενη
από τα γράμματα που έστελνε αραιά στο θείο και τη θεία του
240
241
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
-κάποια από την Ι τ α λ ί α , κάποια από τη Γιουγκοσλαβία, αλλά
μ ε ρ ι κ έ ς α μ φ ι β ο λ ί ε ς σχετικά με το αν ο ανιψιός του θα αφοσι
κυρίως από την Α θ ή ν α - γ ι α να τους καθησυχάσει ότι ήταν
ωνόταν στη δουλειά, τ ε λ ι κ ά θα τις παραμέριζε. Ο Μανόλης
ακόμη ζωντανός, διατηρούσε ελάχιστη επαφή με την οικογέ
ανήκε στην οικογένεια, σε τ ε λ ι κ ή ανάλυση.
νεια του. Ο Αλέξανδρος ήξερε ότι αν ο μεγαλύτερος αδερφός
Για αρκετούς μ ή ν ε ς , ο Μανόλης έ μ ε ι ν ε στο σπίτι στο κ τ ή
του, ο Γιάννης, δεν ε ί χ ε πεθάνει τόσο νέος, θα ήταν τώρα η
μα της Ε λ ο ύ ν τ α ς . Υπήρχαν πολλά δ ω μ ά τ ι α που δεν χρησι
σειρά του Μ α ν ό λ η να κληρονομήσει το κτήμα των Βανδουλά-
μοποιούνταν ποτέ, κι έτσι η παρουσία του δεν ξ ε β ό λ ε υ ε κα
κηδων, και όχι του γιου του. Αυτές οι σκέψεις, όμως, ήταν
νέναν, αλλά το Δ ε κ έ μ β ρ ι ο ο Αλέξανδρος του παραχώρησε
υποθετικές. Αντί να πάρει τη γ η , όταν έφτασε στην η λ ι κ ί α
δικό του σ π ί τ ι . Ο Μ α ν ό λ η ς ε ί χ ε απολαύσει τη γεύση της
των δεκαοχτώ, ο Μανόλης β ρ έ θ η κ ε με μια μ ι κ ρ ή περιουσία σε
ο ι κ ο γ ε ν ε ι α κ ή ς ζωής και το να είναι π ά λ ι μέλος αυτής της
μετρητά. Αυτά τα λεφτά ήταν που ε ί χ ε σπαταλήσει στη Ρ ώ μ η ,
δυναστείας, από την οποία ε ί χ ε ε π ι λ έ ξ ε ι να λ ε ί ψ ε ι γ ι α δέκα
το Β ε λ ι γ ρ ά δ ι και την Αθήνα.
χρόνια, όμως ο θείος του π ε ρ ί μ ε ν ε ότι θα παντρευόταν στο
«Η μ ε γ ά λ η ζωή ε ί χ ε υψηλό κόστος», εκμυστηρεύθηκε στον Αντρέα λ ί γ ο μετά την επιστροφή του. « Ο ι καλύτερες γυναίκες
μ έ λ λ ο ν και γ ι ' αυτόν το λόγο ε π έ μ ε ν ε ότι θα έπρεπε να μ έ ν ε ι σε δικό του σ π ί τ ι .
ήταν σαν το καλό κρασί, ακριβές, αλλά άξιζαν και την τ ε λ ε υ
« Θ α είσαι πολύ τυχερός αν βρεις κορίτσι έτοιμο να ζήσει
ταία δ ρ α χ μ ή » . Τ ώ ρ α , όμως, οι γυναίκες της Ευρώπης τον εί
σε ένα σπίτι όπου υπάρχουν ήδη δύο κ υ ρ ά δ ε ς » , ε ί π ε στον ανι
χαν ξαλαφρώσει από οτιδήποτε ε ί χ ε , και το μόνο που του ε ί χ ε
ψιό του. « Μ ι α τρίτη γυναίκα σε ένα σπίτι πάει γυρεύοντας».
απομείνει ήταν τα κέρματα στην τσέπη του και μια υπόσχεση
Το σπίτι του Μ α ν ό λ η ανήκε κάποτε στον επιστάτη του κ τ ή
από το θείο του ότι θα τον έπαιρνε γ ι α δουλειά στο κ τ ή μ α .
ματος, την εποχή που ο Αλέξανδρος π λ ή ρ ω ν ε έναν ξένο γ ι '
Η επιστροφή του προκάλεσε μ ε γ ά λ η αναταραχή, όχι μόνο
αυτή τη δουλειά. Βρισκόταν στην άκρη ενός μικρού δρόμου,
στο θείο και τη θεία του, αλλά και στον ίδιο τον Αντρέα. Με
ένα χ ι λ ι ό μ ε τ ρ ο από την έ π α υ λ η , κ α ι , με τις τέσσερις κρεβα
μόλις έξι μήνες διαφορά στην η λ ι κ ί α τους, οι δυο τους ήταν
τοκάμαρες και τη μ ε γ ά λ η σάλα του, θεωρούνταν αξιόλογο
σχεδόν δ ί δ υ μ ο ι . Όταν ήταν παιδιά, σχεδόν ήξεραν ο ένας τις
σπίτι γ ι α έναν ε ρ γ έ ν η . Ο Μανόλης, ωστόσο, συνέχισε να επι
σκέψεις του άλλου κι ένιωθαν ο ένας τον πόνο του άλλου,
σκέπτεται τακτικά την έ π α υ λ η . Ή θ ε λ ε να τον ταΐζουν και να
όμως μετά τα δέκατα όγδοα γ ε ν έ θ λ ι ά τους οι ζωές τους εί
τον κανακεύουν, όπως τον Αλέξανδρο και τον Αντρέα, και
χαν πάρει τόσο διαφορετικούς δρόμους, ώστε ήταν δύσκολο
να που υπήρχαν δύο γυναίκες γ ι α να του προσφέρουν ακριβώς
να φανταστεί κανείς πώς θα είχαν τα πράγματα τώρα που ο
αυτό. Ό λ ο ι αγαπούσαν τις ζωηρές συζητήσεις μαζί του και
Μανόλης ε ί χ ε επιστρέψει.
τον καλοδέχονταν ε κ ε ί , αλλά ο Αλέξανδρος ε π έ μ ε ν ε πάντοτε
Η επιστροφή του, ωστόσο, ήταν πάνω στην ώρα. Ο Α λ έ ξανδρος
Βανδουλάκης σκόπευε να αποσυρθεί την
να γυρίζει τ ε λ ι κ ά στο σπίτι του.
επόμενη
Ο Μανόλης ε ί χ ε ζήσει τη ζωή του σε μια κατάσταση προ
χρονιά, και τον Αντρέα θα τον βόλευε να υπάρχει ένα χέρι
σωρινότητας, πετώντας σαν πεταλούδα από το ένα μέρος στο
βοηθείας στη διαχείριση του κ τ ή μ α τ ο ς . Ό λ ο ι πίστευαν ότι θα
επόμενο. Κι οπουδήποτε π ή γ α ι ν ε , άφηνε πίσω του τα ίχνη
ήταν καλύτερα να αναλάβει το ρόλο ο Μανόλης αντί να προ
αθετημένων υποσχέσεων. Α κ ό μ η και ως παιδί τραβούσε τα
σλάβουν κάποιον ξένο, και α κ ό μ η κι αν ο Αλέξανδρος ε ί χ ε
πράγματα στα άκρα. Ε π ε ι δ ή απλώς τον είχαν προκαλέσει,
242
243
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
κράτησε μια φορά το χ έ ρ ι του πάνω από μια φλόγα μ έ χ ρ ι που
Η Άννα ε π έ λ ε ξ ε να αγνοήσει το αποδοκιμαστικό σχόλιο
το δέρμα του άρχισε να διαλύεται, και κάποτε άλλοτε ε ί χ ε
της πεθεράς της, και καλωσόρισε τον Μ α ν ό λ η πιο διαχυτικά
πηδήξει από τον ψηλότερο βράχο στην παραλία της Ελούντας
από ποτέ. Κατά τη γ ν ώ μ η της, η ε γ γ ύ τ η τ α της συγγένειας
και ε ί χ ε γδάρει την π λ ά τ η του τόσο πολύ, που η θάλασσα γ ύ
μεταξύ τους επικύρωνε τη φιλία τους. Ήταν συνηθισμένο η
ρ ω του έ γ ι ν ε κ α τ α κ ό κ κ ι ν η . Σ τ ι ς ξένες πρωτεύουσες της Ε υ
γυναίκα να απολαμβάνει πολύ μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η ελευθερία μόλις
ρώπης τζόγαρε μ έ χ ρ ι να μ ε ί ν ε ι με τα ρούχα του και μετά να
παντρευόταν από όση της επιτρεπόταν ως ανύπαντρη. Έ τ σ ι ,
κάνει ένα θ ε α μ α τ ι κ ό ρεφάρισμα. Α π λ ώ ς έτσι ήταν. Παρά την
αρχικά, κανείς δεν αμφισβήτησε την ελευθερία της Άννας να
απροθυμία του, ανακάλυψε ότι έπαιζε το ίδιο παιχνίδι στην
περνάει μία ώρα την ημέρα, μ ε ρ ι κ έ ς φορές ακόμη περισσότε
Ελούντα, αλλά η διαφορά ε κ ε ί ήταν ότι, πλέον, ήταν υποχρε
ρο, με τον « ξ ά δ ε ρ φ ό » της. Ό μ ω ς , κάποιοι άνθρωποι άρχισαν
ωμένος να μ ε ί ν ε ι . Δ ε ν ε ί χ ε πια την πολυτέλεια να πετάξει
να παρατηρούν τη συχνότητα των επισκέψεων του Μ α ν ό λ η
μακριά, α κ ό μ η κι αν το ή θ ε λ ε .
και οι γλώσσες ξεκίνησαν να δουλεύουν.
Προς έ κ π λ η ξ η του Αλέξανδρου, ο Μανόλης δούλευε αρ
Έ ν α μεσημέρι ε κ ε ί ν η την άνοιξη, ο Μανόλης ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι
κετά σκληρά, μολονότι δεν έ δ ε ι χ ν ε την ίδια αφοσίωση με τον
α κ ό μ η πιο πολύ απ' όσο συνήθως. Η Άννα αισθάνθηκε ότι
ξάδερφό του. Ο Αντρέας έ τ ρ ω γ ε πάντοτε μεσημεριανό στα
ήταν παράτολμος και γ ι α μια φορά ανατρίχιασε με τη σκέψη
χωράφια προκειμένου να γ λ ι τ ώ ν ε ι το χρόνο που χρειαζόταν γ ι α να γυρίσει στο σ π ί τ ι , αλλά ο Μ α ν ό λ η ς προτιμούσε να ξ ε φ ε ύ γ ε ι από τον καυτό ή λ ι ο έστω γ ι α λ ί γ ε ς ώρες, κ α ι συ νήθιζε να π η γ α ί ν ε ι στην έπαυλη γ ι α να γ ε υ μ α τ ί ζ ε ι στο τερά στιο τραπέζι, στην κουζίνα των Β α ν δ ο υ λ ά κ η δ ω ν . Η Άννα δεν ε ί χ ε αντίρρηση. Δ ε χ ό τ α ν με ευχαρίστηση την παρουσία του στο σ π ί τ ι . Η επαφή τους δεν ήταν τόσο συζήτηση, όσο ερωτοτροπία. Ο Μανόλης την έκανε να γ ε λ ά ε ι , μ ε ρ ι κ έ ς φορές μ έ χ ρ ι να κυ λήσουν δάκρυα στο πρόσωπο της, ενώ η ε κ τ ί μ η σ η της γ ι α το π ε ρ ι π α ι κ τ ι κ ό χιούμορ του και ο τρόπος που οι διεσταλμένες κόρες των ματιών της έλαμπαν όταν συναντούσαν το β λ έ μ μ α του, ήταν αρκετά γ ι α να τον κρατήσουν μακριά από τους ελαιώνες μ έ χ ρ ι αργά το απόγευμα.
του κινδύνου στον οποίο έβαζε τον εαυτό της. Π λ έ ο ν , όταν εκείνος έ φ ε υ γ ε , της κρατούσε το χέρι επίμονα και το φιλούσε με έναν παράλογα θεατρινίστικο τρόπο. Η Άννα θα μπορούσε να το ε κ λ ά β ε ι σαν μια ε π ι π ό λ α ι η χειρονομία, αλλά ο τρόπος με τον οποίο ο Μανόλης πίεζε το μεσαίο δάχτυλό του στο κέντρο της παλάμης της και το κρατούσε ε κ ε ί , την έκανε να τ ρ έ μ ε ι . Κ ά τ ι πιο σημαντικό, της ά γ γ ι ζ ε τα μ α λ λ ι ά . Δ ε ν ήταν τίποτα σοβαρό, της έ λ ε γ ε γ ε λ ώ ν τ α ς , και σε τ ε λ ι κ ή ανάλυση ε κ ε ί ν η το ε ί χ ε ξεκινήσει, την πείραζε, φιλώντας έναν ξένο... στα μ α λ λ ι ά . Κι έτσι συνέχιζε. Ε ί χ ε μ α ζ έ ψ ε ι μερικά λουλούδια ε κ ε ί ν η την ημέρα και της τα έδωσε μαζί με κάμποσες ζω ηρόχρωμες, μολονότι μαραζωμένες, παπαρούνες. Ήταν μια ρομαντική χειρονομία κι ε κ ε ί ν η γ ο η τ ε ύ τ η κ ε , ειδικά όταν ο Μανόλης πήρε μ ι α παπαρούνα και την τοποθέτησε προσεκτι κά στο μπροστινό μέρος της μπλούζας της. Το ά γ γ ι γ μ ά του
Μ ε ρ ι κ έ ς φορές, η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α ήταν ε κ ε ί και όχι στη Ν ε ά
ήταν λ ε π τ ό , και γ ι α μια σ τ ι γ μ ή δεν ήταν απόλυτα σίγουρη αν
π ο λ η , και φοβόταν ότι ο ανιψιός της δεν έβαζε τα δυνατά του
η επαφή του σκληρού χεριού του με το απαλό δέρμα της ήταν
στο κ τ ή μ α . « Ο ι άντρες δεν πρέπει να χασομεράνε στο σπίτι
τυχαία, ή αν ε ί χ ε , πολύ σκόπιμα, χ α ϊ δ έ ψ ε ι το στήθος της με
την η μ έ ρ α » , έκανε κάποτε την παρατήρηση στην Άννα. « Ε ί
τα δάχτυλά του. Μ ι α σ τ ι γ μ ή αργότερα, όταν ένιωσε το απα
ναι το λ η μ έ ρ ι της γ υ ν α ί κ α ς . Το δικό τους είναι έ ξ ω » .
λό ά γ γ ι γ μ ά του στο λ α ι μ ό της, η αμφιβολία χ ά θ η κ ε .
244
245
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
Η Άννα ήταν μ ι α αρκετά παράτολμη γυναίκα, αλλά κάτι τ η συγκράτησε. « Θ ε έ μ ο υ » , σκέφτηκε, « α υ τ ό είναι τ ο κατώ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
π ρ α γ μ α τ ι κ ή Άννα, άκουσε μια φωνή να λ έ ε ι : « Θ α την καλέσω να έρθει γ ι α φαγητό την επόμενη Κυριακή. Θα σου α ρ έ σ ε ι » .
φλι της τρέλας. Τ ι κ ά ν ω ; » . Ε ί δ ε την εικόνα του εαυτού της
Τ η ν επόμενη Κ υ ρ ι α κ ή ήταν η γ ι ο ρ τ ή του Α γ ί ο υ Γ ε ω ρ
να στέκεται σε αυτή την τεράστια κουζίνα σχεδόν πρόσωπο
γ ί ο υ , κι έτσι της προσφερόταν η τ έ λ ε ι α δικαιολογία γ ι α να
με πρόσωπο με έναν άντρα που, μολονότι του έμοιαζε τόσο
καλέσει τη Μαρία και τον πατέρα της να τους επισκεφτούν.
πολύ, δεν ήταν ο σύζυγός της. Ε ί δ ε την κατάσταση όπως θα
Ήταν μάλλον καθήκον και όχι ιδιαίτερη ευχαρίστηση να δει
φαινόταν σε κάποιον που θα κοιτούσε από το ανοιχτό παρά
και τους δύο· αισθανόταν ότι δεν ε ί χ ε τίποτα κοινό με τη
θυρο, και όσο σκληρά κι αν προσπάθησε να πείσει τον εαυτό
βαρετή μ ι κ ρ ή αδερφή της και ελάχιστα να π ε ι με τον πατέρα
της, ήξερε ότι δεν θα άφηνε κ α μ ί α α μ φ ι β ο λ ί α . Α π ε ί χ ε ένα
της. Τ η ν υπόλοιπη εβδομάδα η Άννα ονειρευόταν το ά γ γ ι γ μ α
δευτερόλεπτο από το να τη φ ι λ ή σ ε ι . Ε ί χ ε α κ ό μ η ε π ι λ ο γ ή .
του Μ α ν ό λ η και ανυπομονούσε γ ι α την ε π ό μ ε ν η φορά που θα
Ο γάμος της με τον Αντρέα τα ε ί χ ε όλα. Ε κ ε ί ν ο ς ήταν καλός, τη λάτρευε και της έδωσε το ελεύθερο να κάνει αλλα γ έ ς στα σπίτια τους όποτε το επιθυμούσε· τα π ή γ α ι ν ε υποφερ
βρίσκονταν μόνοι τους, αλλά πριν συμβεί αυτό, συλλογίστηκε, έπρεπε να γ ί ν ε ι το π λ η κ τ ι κ ό οικογενειακό γ ε ύ μ α . Υπήρχαν α κ ό μ η ε λ λ ε ί ψ ε ι ς σε πολλά ε ί δ η τροφίμων στην
τά καλά κ α ι με τα π ε θ ε ρ ι κ ά τ η ς . Ε ί χ α ν , ωστόσο, τ ε λ μ α τ ώ σ ε ι
Κ ρ ή τ η ε κ ε ί ν η την ε π ο χ ή , αλλά δεν φαινόταν να επηρεάζουν
γρήγορα σε ένα μ ο τ ί β ο , όπως συνέβαινε με τέτοιους γάμους,
το νοικοκυριό των Βανδουλάκηδων, ε ι δ ι κ ά στη γ ι ο ρ τ ή ενός
και η ζωή ήταν τόσο π ρ ο β λ έ ψ ι μ η ώστε έμοιαζε απίθανο να
αγίου, οπότε το να γλεντήσουν αντιμετωπιζόταν, βολικά, ως
συμβεί κάποια π ρ α γ μ α τ ι κ ή έ κ π λ η ξ η τον επόμενο μισό α ι ώ
θρησκευτική υποχρέωση. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς καταχάρηκε μόλις έλα
να. Μ ε τ ά από όλη την προσμονή και τον ενθουσιασμό γ ι α το
βε την πρόσκληση.
ξ ε κ ί ν η μ α μ ι α ς καινούριας ζωής, η Άννα ανακάλυπτε ότι και
« Μ α ρ ί α , κοίτα! Η Άννα μας κάλεσε γ ι α φ α γ η τ ό » .
τούτη θα μπορούσε να είναι τόσο β α ρ ε τ ή όσο κ α ι η π α λ ι ά .
« Ε υ γ ε ν ι κ ό εκ μέρους της εξοχότητάς τ η ς » , ε ί π ε η Μαρία
Αυτό που έ λ ε ι π ε ήταν η έ ξ α ψ η του κρυφού, το ρίγος του
μ ε ασυνήθιστο σαρκασμό. « Π ό τ ε ; »
παράνομου. Το αν άξιζαν αυτά τα π ρ ά γ μ α τ α να ρισκάρει τα
« Τ η ν Κ υ ρ ι α κ ή . Σ ε δύο μ έ ρ ε ς » .
πάντα, δεν το ή ξ ε ρ ε .
Η Μαρία στα κρυφά ε ί χ ε χαρεί που τους κάλεσαν. Λαχτα
« Π ρ έ π ε ι να το σταματήσω», σκέφτηκε. «Διαφορετικά, μπο
ρούσε να ενισχύσει το δεσμό με την αδερφή της, καθώς ήξερε
ρεί να χάσω τα π ά ν τ α » . Α π ε υ θ ύ ν θ η κ ε στον Μ α ν ό λ η με τη
ότι αυτό θα ή θ ε λ ε η μητέρα τους, αλλά, παρ' όλα αυτά, ένιω
συνηθισμένη υπεροψία της. Ήταν το παιχνίδι τους, ο τρόπος
θε κάποια ταραχή όσο πλησίαζε η μέρα. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς , ωστόσο,
με τον οποίο του μιλούσε πάντοτε. Ε ν ώ εκείνος ήταν υπερβο
που έ β γ α ι ν ε επιτέλους από τη μακρά περίοδο πένθους του,
λ ι κ ά ερωτύλος, ε κ ε ί ν η του φερόταν σαν σε κατώτερό της.
χαιρόταν με την προοπτική να δει τη μ ε γ ά λ η κόρη του.
« Κ ο ί τ α , ν ε α ρ έ » , του ε ί π ε . « Ό π ω ς ξέρεις, ε ί μ α ι παντρεμέ ν η . Μ π ο ρ ε ί ς να πας τα λουλούδια σου α λ λ ο ύ » . « Μ π ο ρ ώ , α λ ή θ ε ι α ; » αποκρίθηκε ο Μ α ν ό λ η ς . « Κ α ι πού
Η Άννα ζάρωσε μόλις άκουσε τα τριξίματα από το φορ τ η γ ό που ο πατέρας της ε ί χ ε αποκτήσει πρόσφατα, καθώς αυτό έ μ π α ι ν ε στον ι δ ι ω τ ι κ ό δρόμο, και με ελάχιστο ενθουσια σμό κ α τ έ β η κ ε τις μ ε γ ά λ ε ς σκάλες γ ι α να τους υποδεχτεί. Ο
ακριβώς να τα π ά ω ; » «Η αδερφή μου δεν είναι ακόμα λογοδοσμένη. Μπορείς να τα πας σ' ε κ ε ί ν η » . Σ α ν να βρισκόταν κάπου πολύ μακριά η 246
Μ α ν ό λ η ς , που ε ί χ ε κιόλας φτάσει, πρόλαβε να πάει αρκετά νωρίτερα στην εξώπορτα και την άνοιξε με ο ρ μ ή . 247
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Η Μαρία δεν ήταν αυτό που π ε ρ ί μ ε ν ε να δ ε ι . Ε ί χ ε τα
τους, και μίλησαν με ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι α γ ι α ένα μέρος στον κόσμο
μ ε γ α λ ύ τ ε ρ α καστανά μάτια που ε ί χ ε δει ποτέ του, και τον
όπου τα όρια της επιστήμης έφταναν όλο και πιο πέρα κ ά θ ε
κοιτούσαν ορθάνοιχτα, με έ κ π λ η ξ η .
μέρα. Η Μαρία και η Άννα διέφεραν όσο κι ένα ακατέργαστο
« Ε ί μ α ι ο Μ α ν ό λ η ς » , ε ί π ε , πηγαίνοντας προς το μέρος της
μαργαριτάρι με ένα γυαλισμένο δ ι α μ ά ν τ ι . Το πρώτο ε ί χ ε φυ
με δρασκελιές και το χ έ ρ ι απλωμένο, προσθέτοντας: «Ο ξά
σική λ ά μ ψ η και το δικό του μοναδικό, ακανόνιστο σχήμα. Το
δερφος του Α ν τ ρ έ α » .
άλλο ε ί χ ε κοπεί και γυαλιστεί γ ι α να αποκτήσει τη λ α μ π ε ρ ή
Η Άννα αμελούσε τόσο την επικοινωνία με τους δικούς
ομορφιά του. Ο Μανόλης αγαπούσε και τα δύο αυτά κοσμή
της, ώστε η Μαρία και ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν ήξεραν τίποτα γ ι α την
ματα, κι αυτό το τρυφερό κορίτσι με τα ε υ γ ε ν ι κ ά μάτια, που
άφιξη του από καιρό χαμένου σ υ γ γ ε ν ή .
ήταν τόσο ξεκάθαρα αφοσιωμένο στον πατέρα του, του ασκού
Ο Μανόλης ήταν πάντοτε στο στοιχείο του όταν βρισκό ταν με ένα χαριτωμένο κορίτσι, αλλά ποτέ τόσο πολύ όπως τώρα με αυτό εδώ, που πρόσθετε αθωότητα σε μια γ λ υ κ ι ά
σε τρομερή γ ο η τ ε ί α . Ήταν ανεπιτήδευτο και ε ί χ ε μια αφέλεια την οποία έβρισκε απροσδόκητα σ α γ η ν ε υ τ ι κ ή . Η
Άννα
παρακολουθούσε
τον
Μανόλη
να
τραβάει
τη
ομορφιά. Κ α τ έ γ ρ α ψ ε κ ά θ ε λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι α : τη λ ε π τ ή μέση, το
Μαρία στο μ α γ ν η τ ι κ ό πεδίο του, λέγοντάς της ιστορίες και
ωραίο
κάνοντάς την να γ ε λ ά ε ι . Ε ί δ ε την αδερφή της να λ ι ώ ν ε ι από
μπούστο
και
σκληρής σωματικής
τα
μυώδη χέρια,
αποτέλεσμα χρόνων
δουλειάς. Ήταν ταυτόχρονα
εύθραυστη
τη θ έ ρ μ η του. Πριν τ ε λ ε ι ώ σ ε ι το γ ε ύ μ α , η Άννα συνειδητο ποίησε τι ε ί χ ε κ ά ν ε ι . Ε ί χ ε χαρίσει τον Μ α ν ό λ η , τον παρέδω
και δυνατή. Σ τ η μία κάθισαν όλοι γ ι α φαγητό. Μ α ζ ί με τον Αλέξαν δρο, την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α , τις δυο κόρες και τις ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς τους,
σε σαν π α κ έ τ ο , τ υ λ ι γ μ έ ν ο σαν δώρο, στην αδερφή της, και τώρα τον ή θ ε λ ε π ί σ ω .
ήταν τουλάχιστον δώδεκα άτομα. Η συζήτηση ήταν θορυβώ δης και ζ ω η ρ ή . Ο
Μανόλης
ε ί χ ε αποφασίσει
εκ των προτέρων ότι θα
φλέρταρε τη μ ι κ ρ ή αδερφή της Άννας. Έ ν α ς εκπαιδευμένος Καζανόβας σαν κι αυτόν συμπεριφερόταν έτσι από συνήθεια. Αυτό που δεν π ε ρ ί μ ε ν ε ήταν ότι η Μαρία θα ήταν τόσο χαρι τ ω μ έ ν η και τόσο εύκολο να την π ε ι ρ ά ξ ε ι . Σε όλη τη διάρκεια του γεύματος, τη μονοπώλησε με τα εύθυμα λ ό γ ι α του, και μολονότι ε κ ε ί ν η δεν ήταν συνηθισμένη σε τέτοια ελαφρότητα, απέκρουε τα π ν ε υ μ α τ ώ δ η σχόλιά του. Η ανεπιτήδευτη προ σωπικότητά της την έκανε τόσο διαφορετική από τις περισ σότερες γυναίκες που ο Μανόλης ε ί χ ε συνηθίσει να γ ν ω ρ ί ζ ε ι , ώστε τ ε λ ι κ ά β ρ έ θ η κ ε να περιορίζει τα π ε ι ρ ά γ μ α τ α του και να της κάνει ερωτήσεις γ ύ ρ ω από τον εαυτό της. Α ν α κ ά λ υ ψ ε ότι ε κ ε ί ν η γνώριζε από βότανα και τις θεραπευτικές ιδιότητες 248
249
ΤΟ
ΝΗΣΙ
άνοιγαν γ ι α να σχηματίσουν ένα τόσο γενναιόδωρο χ α μ ό γ ε λ ο : θα ήταν αγένεια αν την ε ί χ ε αγνοήσει. Η Μαρία ήταν αρκετά δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ή . Ό χ ι μόνο της έ λ ε ι πε η φιλοδοξία της αδερφής της να παντρευτεί κάποιον που δεν ανήκε στο χωριό, αλλά έδινε την εντύπωση ότι δεν ε ί χ ε απολύτως κ α μ ί α ε π ι θ υ μ ί α να παντρευτεί. Έ μ ε ν ε σε ένα μ ι κρό σπίτι με τον χήρο πατέρα της, προφανώς ευχαριστημένη κι όμως τόσο εξαιρετικά κ α τ ά λ λ η λ η γ ι α γ ά μ ο . Ο Μανόλης δεν το παραδεχόταν, αλλά σε μ ε γ ά λ ο β α θ μ ό τον έ λ κ υ ε αυτή
Δέκατο Τρίτο Κεφάλαιο
ακριβώς η έ λ λ ε ι ψ η ενδιαφέροντος. Δ ι έ θ ε τ ε απεριόριστο χρό νο, όμως, και θα ήταν υπομονετικός, β έ β α ι ο ς ότι αργά ή γρήγορα θα την κέρδιζε. Τα αρσενικά της οικογένειας των Βανδουλάκηδων δεν είχαν έ λ λ ε ι ψ η αυτοπεποίθησης. Σ π ά ν ι α
Ο
Λ Ο Κ Λ Η Ρ Η Τ Η Ν Ε Π Ο Μ Ε Ν Η Ε Β Δ Ο Μ Α Δ Α , Ο Μανό λης ήταν θυμωμένος, κάτι ασυνήθιστο γ ι ' αυτόν. Π ώ ς θα μπορούσε να κυνηγήσει τη Μ α ρ ί α ; Δ ε ν έμοιαζε
καθόλου με τις γυναίκες που ε ί χ ε γνωρίσει στα ταξίδια του.
Πέρα από αυτό, οι αποδεκτοί τρόποι συμπεριφοράς ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες στην Π λ ά κ α διέφεραν πολύ από εκείνους που καθόριζαν τέτοιες σχέσεις στις πόλεις όπου ε ί χ ε ζήσει. Ε δ ώ , στην επαρχιακή Κ ρ ή τ η , κάθε κίνηση, κάθε λ έ ξ η γινόταν α ν τ ι κ ε ί μ ε ν ο ε λ έ γ χ ο υ . Το γνώριζε πολύ καλά αυτό, σε όλες τις περιπτώσεις που επισκέφτηκε την Άννα, και μολονότι πάντοτε πρόσεχε να μην ξεπεραστούν κάποια όρια, ήξερε ότι έπαιζε με τη φωτιά. Σ τ η ν Άννα ε ί χ ε διακρίνει μια απομονω μ έ ν η γυναίκα που έ π λ η τ τ ε , που ε ί χ ε αποσυνδεθεί από το χωριό όπου μ ε γ ά λ ω σ ε , και η οποία εκπλήρωσε τις φιλοδοξίες της να βρίσκεται σε μια θέση όπου άλλοι άνθρωποι πληρώνονταν γ ι α να κάνουν όλα αυτά τα οποία, διαφορετικά, θα αποτελούσαν δικές της ασχολίες. Ε ί χ ε β ε λ τ ι ώ σ ε ι τη θέση της, αλλά τώρα βρισκόταν μ ε τ έ ω ρ η σε ένα εχθρικό κοινωνικό κενό, όπου ο Μανόλης χαιρόταν να τη διασκεδάζει. Μ ι α γυναίκα με μάτια που αναζητούσαν τα δικά του τόσο πεινασμένα και χ ε ί λ η που 250
τους περνούσε από το μυαλό ότι δεν θα έπαιρναν αυτό που ή θ ε λ α ν . Ο Μανόλης ε ί χ ε πολλά στοιχεία υπέρ του. Ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας ήταν ότι η Φ ω τ ε ι ν ή προστάτευε τη Μαρία από τα κουτσομπολιά σχετικά με τον Μ α ν ό λ η και την Άννα. Η π η γ ή της αστείρευτης π η γ ή ς ιστοριών ήταν ο Αντώνης, ο αδερφός της Φ ω τ ε ι ν ή ς . Ε ί χ α ν περάσει πάνω από π έ ν τ ε χρόνια από εκείνο το φιλί που σήμαινε πάρα πολλά γ ι α τον Α ν τ ώ ν η αλλά τίποτα γ ι α την προκαλούσε πικρία η αίσθηση Περιφρονούσε
την
Άννα
και
Άννα,
όμως ακόμη
ότι τον είχαν παραπετάξει. παρακολουθούσε
με
μοχθηρή
ικανοποίηση τα π η γ α ι ν έ λ α του ξαδέρφου του άντρα της, που είχαν πλέον αυξηθεί σε συχνότητα, καθώς η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α και ο
Αλέξανδρος
Βανδουλάκης
περνούσαν
περισσότερο
χρόνο
στη Ν ε ά π ο λ η και λ ι γ ό τ ε ρ ο στην Ε λ ο ύ ν τ α . Ο Αντώνης έδινε αναφορά στη Φ ω τ ε ι ν ή όποτε π ή γ α ι ν ε γ ι α φαγητό στην παρα λ ι α κ ή ταβέρνα, που ε ί χ ε γ ί ν ε ι τώρα το σπίτι τ η ς . « Έ μ ε ι ν ε ε κ ε ί τουλάχιστον δύο ώρες, ένα μ ε σ η μ έ ρ ι την περασμένη β δ ο μ ά δ α » , ε ί π ε χ α ι ρ έ κ α κ α . « Δ ε ν θ έ λ ω ν' ακούσω τις ιστορίες σ ο υ » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή στον Α ν τ ώ ν η κοφτά, καθώς του έβαζε ένα ποτήρι ρ α κ ή . « Κ α ι πάνω απ' όλα, δεν θ έ λ ω να τις ακούσει ούτε η Μ α ρ ί α » . 251
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
« Γ ι α τ ί όχι; Η αδερφή της είναι τσούλα. Λ ε ς να μην το ξέρει κ ι ό λ α ς ; » αντέδρασε απότομα ο Αντώνης.
ΤΟ
ΝΗΣΙ
πυκνό σύννεφο καπνού. Α κ ό μ η και σε αυτό το μικρό χωριό, σε ένα δρόμο που οδηγούσε σε ακόμη μικρότερα χωριά, τα πιεστι
« Φ υ σ ι κ ά και δεν το ξ έ ρ ε ι . Ο ύ τ ε κι εσύ το ξέρεις. Κ α ι τι
κά ζητήματα της παγκόσμιας πολιτικής βρίσκονταν ψηλά στην
έ γ ι ν ε που ο ξάδερφος του άντρα της πάει και τη β λ έ π ε ι ; Ε ί ν α ι
ημερήσια διάταξη. Παρά τη μ ε γ ά λ η απόσταση, τα γεγονότα
συγγενής, γ ι α τ ί να μην το κ ά ν ε ι ; »
από την η π ε ι ρ ω τ ι κ ή Ε λ λ ά δ α ξεσήκωναν πάθος και μανία.
« Μ ι α ε π ί σ κ ε ψ η στο τόσο θα ήταν κάτι διαφορετικό, αλλά όχι κ ά θ ε μέρα. Α κ ό μ η και οι κοντινοί συγγενείς δεν μπαίνουν στον κόπο να κάνουν τόσο συχνές ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς » .
« Ο ι κομμουνιστές φ τ α ί ν ε ! » αναφώνησε ο Λιδάκης χτυ πώντας τη γροθιά του πάνω στον π ά γ κ ο . « Π ώ ς μπορείς και το λες αυτό;»
απάντησε μια ά λ λ η
κι αν πιστεύεις, η Μ α ρ ί α δεν πρέπει να το
φωνή. « Α ν δεν ήταν το παλάτι, η χώρα δεν θα βρισκόταν ούτε
ξέρει, ούτε κι ο Γ ι ώ ρ γ η ς . Έ χ ε ι υποφέρει αρκετά. Ο γάμος της
στα μισά χάλια απ' ότι είναι τ ώ ρ α » , και συνέχιζαν έτσι, μερι
Άννας με έναν πλούσιο άντρα ήταν το καλύτερο που θα μπο
κές φορές μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. « Δ ύ ο Έ λ λ η ν ε ς ίσον
ρούσε να του τ ύ χ ε ι , οπότε να κρατήσεις το στόμα σου κλειστό.
κ α β γ ά ς » , έ λ ε γ ε η παροιμία, και εδώ, τις περισσότερες νύχτες
Κ α ι τ ο εννοώ, Α ν τ ώ ν η » .
της εβδομάδας, μαζεύονταν είκοσι ή και παραπάνω χωρικοί,
« Κ ο ί τ α , ότι
Η Φ ω τ ε ι ν ή π ρ ά γ μ α τ ι το εννοούσε. Κοπάνησε το μπουκά λι στο τραπέζι μπροστά στον αδερφό της και τον αγριοκοίτα-
και οι καβγάδες ήταν όσες και οι ε λ ι έ ς σε ένα βάζο. Ο Μανόλης ε ί χ ε μια ευρύτερη εικόνα γ ι α τον κόσμο σε
ξ ε . Προστάτευε τον Γ ι ώ ρ γ η και τη Μαρία Π ε τ ρ ά κ η σαν να
σχέση με τους άλλους στο καφενείο -πολλοί δεν είχαν πάει
ήταν σάρκα από τη σάρκα της, και ή θ ε λ ε να κρατήσει μακριά
πιο πέρα από το Η ρ ά κ λ ε ι ο και οι περισσότεροι δεν είχαν φτά
τους αυτές τις κακόβουλες και ε π ι ζ ή μ ι ε ς φ ή μ ε ς . Έ ν α κ ο μ μ ά τ ι
σει ποτέ πιο μακριά από τα Χ α ν ι ά - κι έτσι έφερνε μια νέα
του εαυτού της δεν τις πίστευε, έτσι κι α λ λ ι ώ ς . Γιατί η Άννα,
α ν τ ί λ η ψ η στη συζήτηση. Αν και πρόσεχε να μην καυχιέται γ ι α
της οποίας η ζωή άλλαξε τη νύχτα που γνώρισε τον Αντρέα,
τις κατακτήσεις του, που αποτελούσαν επαναλαμβανόμενο
να ρισκάρει να τα τινάξει όλα στον αέρα; Κ α ι μόνο η σκέψη
μοτίβο των ταξιδιών του, τους διασκέδαζε όλους με ιστορίες
τής προκαλούσε σύγχυση, ήταν γ ε λ ο ί α , και πέρα από αυτό,
με Ι τ α λ ί δ ε ς , Γιουγκοσλάβες και τα αδέρφια τους στην η π ε ι
έ λ π ι ζ ε α κ ό μ η ότι ο Μανόλης, ο πρωταγωνιστής των χυδαίων
ρ ω τ ι κ ή Ε λ λ ά δ α . Ήταν πρόσχαρος και τον συμπαθούσαν όλοι,
φημών τις οποίες καπηλευόταν ο Αντώνης, ίσως κάποια μέρα
απολάμβαναν την ευθυμία που έφερνε στο καφενείο. Ό π ο τ ε
να πρόσεχε τη Μ α ρ ί α . Από το τραπέζι στη γ ι ο ρ τ ή του Α γ ί ο υ
γινόταν δ ι ά λ ε ι μ μ α στους κ α β γ ά δ ε ς , ο Μανόλης ε ί χ ε να π ε ι
Γ ε ω ρ γ ί ο υ , η Μαρία μιλούσε ασταμάτητα γ ι α τον ξάδερφο του
ένα-δυο ανέκδοτα και η παρέα χαιρόταν να τον ακούει. Οι
Αντρέα, επαναλαμβάνοντας κ ά θ ε λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι α της συνάντη
ιστορίες του γ ι α τον παλιό τούρκικο μαχαλά στην Αθήνα, τα
σης τους στο σπίτι των Βανδουλάκηδων.
Ισπανικά Σ κ α λ ι ά στη Ρ ώ μ η και τα μπαρ του Β ε λ ι γ ρ α δ ί ο υ
Ο Μανόλης την ε ί χ ε δει κάποιες φορές στο χωριό. Μ έ σ ω του Γ ι ώ ρ γ η , οι άντρες της Π λ ά κ α ς τον δέχτηκαν θερμά και γρήγορα έ γ ι ν ε θαμώνας του καφενείου - βρισκόταν εκεί τόσο συχνά όσο και οι υπόλοιποι, κι έπαιζε τ ά β λ ι , μοιραζόταν βαριά τσιγάρα και συζητούσε τα πολιτικά του νησιού κάτω από ένα 252
μαγνήτιζαν, και ενώ μιλούσε, επικρατούσε σιωπή, που τη διέ κοπτε μόνο ο ήχος από τις χάντρες κάποιου κ ο μ π ο λ ο γ ι ο ύ . Δ ε ν χρειαζόταν να παραφουσκώσει τα γεγονότα γ ι α να είναι διασκεδαστικά. Οι ιστορίες γ ι α τη σύντομη φυλάκισή του, γ ι α τότε που ήταν χαμένος σ' ένα καράβι στη μέση της Μεσογείου, 253
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
και γ ι α τη μονομαχία του στα σοκάκια ενός γ ι ο υ γ κ ο σ λ ά β ι κ ο υ
περίμεναν. Όσο διαφορετικοί κι αν ήταν ο Μανόλης και ο
λ ι μ α ν ι ο ύ , είχαν όλες α ρ κ ε τ ή δόση π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α ς . Ήταν οι
Αντώνης, η μουσική αποτελούσε έναν ουδέτερο χώρο όπου
ιστορίες ενός άντρα που ε ί χ ε τ α ξ ι δ έ ψ ε ι χωρίς ευθύνες και αρ
δεν είχαν σημασία ο πλούτος και η κ ο ι ν ω ν ι κ ή ιεραρχία. Κ α ι
χικά χωρίς έννοιες. Τον έδειχναν ατίθασο αλλά όχι αδιάφορο,
οι δύο μαζί έπαιζαν στο καφενείο γ ι α καμιά ώρα, με τις πο
όμως, καθώς μιλούσε, ο Μανόλης ήξερε ότι δεν ή θ ε λ ε να τον
νεμένες μ ε λ ω δ ί ε ς τους να μαγεύουν το κοινό τους κι εκείνους
θεωρήσουν ακατάλληλο ταίρι γ ι α την κόρη του Γ ι ώ ρ γ η , κι
που, μέσα από τα ανοιχτά παράθυρά τους, άρπαζαν τους τα
έτσι έδινε το ανάλογο χρώμα στις ιστορίες του.
ξιδιάρικους ήχους καθώς πλανιόνταν στην ησυχία.
Α κ ό μ η κι ο Αντώνης, που ε ί χ ε π ά ψ ε ι να κρύβεται στις
Μολονότι όλοι γνώριζαν τον μ ε γ ά λ ο πλούτο που είχαν
γ ω ν ι έ ς όποτε εμφανιζόταν ο ακόλαστος ξάδερφος του αφεντι
απολαύσει οι γονείς του Μ α ν ό λ η , και την περιουσία που ε κ ε ί
κού του, τον χαιρετούσε πλέον θ ε ρ μ ά . Η μουσική ήταν ο
νος ε ί χ ε σκορπίσει, οι περισσότεροι από τους χωρικούς τον
κοινός δεσμός τους, καθώς και το γεγονός ότι είχαν και οι
δέχονταν πια σαν έναν από αυτούς, ο οποίος χρειαζόταν να
δύο περάσει κάμποσα χρόνια μακριά από την επαρχία· μολο
δουλεύει σκληρά γ ι α το ψ ω μ ί του και που, όπως ήταν φυσιο
νότι μικρότεροι κατά δ ε κ α ε τ ί ε ς από τους γκριζαρισμένους
λ ο γ ι κ ό , φιλοδοξούσε να αποκτήσει γυναίκα και ο ι κ ο γ έ ν ε ι α .
άντρες με τους οποίους έπιναν, είχαν κατά κάποιον τρόπο
Για τον Μ α ν ό λ η , η απλότητα αυτής της πιο κ α τ α σ τ α λ α γ μ έ
μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η ε μ π ε ι ρ ί α από τον κόσμο, συγκριτικά με όση θα
νης ζωής ε ί χ ε τα δικά της οφέλη. Α κ ό μ η και χωρίς την πιθα
αποκτούσαν ποτέ οι μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο ι τους. Όταν ήταν παιδί, ο
νότητα να δει τη Μ α ρ ί α , πράγμα που ήταν το αρχικό κίνητρό
Μανόλης ε ί χ ε μ ά θ ε ι να παίζει λύρα, και στη διάρκεια των
του γ ι α να επισκεφτεί την Π λ ά κ α , β ρ ή κ ε στο χωριό πολλά
ταξιδιών του την ε ί χ ε γ ι α συντροφιά και ασφάλεια, καθώς
να α γ α π ή σ ε ι . Τους δεσμούς ανάμεσα στους παιδικούς φίλους,
κάποτε ήταν το μόνο π ρ ά γ μ α που τον χώριζε από την πείνα.
την αφοσίωση στην οικογένεια κι έναν τρόπο ζωής που δεν
Συχνά β ρ έ θ η κ ε να τραγουδάει και να παίζει γ ι α να μπορέσει να φάει, και η λύρα του ήταν το μόνο από τα υπάρχοντά του που ε ί χ ε κάποια αξία και δεν το έχασε στον τζόγο. Αυτό το πολύτιμο όργανο ήταν τώρα κρεμασμένο στον τοίχο πίσω από τον π ά γ κ ο του καφενείου, και όταν η ρακή λιγόστευε στο μ π ο υ κ ά λ ι , την ξεκρεμούσε κ α ι έπαιζε, με το δοξάρι να σκορ πίζει τον τρεμουλιαστό ήχο των δονούμενων χορδών στον νυ
έχει χρειαστεί να α λ λ ά ξ ε ι γ ι α αιώνες· όλα αυτά ασκούσαν μ ε γ ά λ η γ ο η τ ε ί α . Αν μπορούσε να εξασφαλίσει μια γυναίκα σαν τη Μ α ρ ί α , ή ίσως α κ ό μ η και μ ι α από τις καλλονές του χ ω ριού, θα ολοκληρωνόταν η αίσθηση ότι ανήκει κάπου. Ε κ τ ό ς από τις γιορτές των α γ ί ω ν στο χωριό, όμως, του δίνονταν ελάχιστες ν ό μ ι μ ε ς ευκαιρίες γ ι α να τη συναντήσει. Οι τυπικότητες που τηρούνταν α κ ό μ η σε χωριά σαν την Π λ ά κ α , τον τρέλαιναν. Αν και α ν τ ι μ ε τ ώ π ι ζ ε τις μακρόχρονες
χτερινό αέρα. Παρόμοια, η ξύλινη φλογέρα του Α ν τ ώ ν η , το θ ι α μ π ό λ ι
παραδόσεις ως μέρος της όλης γ ο η τ ε ί α ς , δεν θεωρούσε τη
του, ήταν η μ ό ν ι μ η συντροφιά του στα χρόνια που έ λ ε ι π ε από
μυστικότητα του τ ε λ ε τ ο υ ρ γ ι κ ο ύ των ερωτοτροπιών ως τίποτα
το σπίτι του. Οι απαλοί ήχοι της είχαν γ ε μ ί σ ε ι εκατοντάδες
περισσότερο από γελοιότητα. Ήξερε ότι δεν μπορούσε να ανα
σπηλιές και καλύβες βοσκών, μαλακώνοντας τις καρδιές και
φέρει τις προθέσεις του στην Άννα κ α ι , όπως και να ε ί χ ε , δεν
τις ψυχές των συντρόφων του κ α ι , πιο πεζά, βοηθώντας τους
την επισκεπτόταν πολύ συχνά πλέον. Ήταν μ ι α τ α κ τ ι κ ή την
να περάσουν όλες αυτές τις ώρες που παρακολουθούσαν και
οποία ήξερε ότι έπρεπε να ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι , αν ή θ ε λ ε να π ε τ ύ χ ε ι
254
255
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
την κατάκτηση της Μ α ρ ί α ς . Η Άννα ήταν αναμενόμενα ψυ χ ρ ή μαζί του την τελευταία φορά που την ε π ι σ κ έ φ τ η κ ε . « Σ ' ευχαριστώ που ήρθες ν α μ ε δ ε ι ς » , του ε ί π ε ξινά. « Κ ο ί τ α » , ε ί π ε ο Μ α ν ό λ η ς , « ν ο μ ί ζ ω ότι δεν π ρ έ π ε ι να ξα νάρθω τα μεσημέρια. Ο κόσμος έ χ ε ι αρχίσει να μουρμουρίζει ότι δεν κάνω αυτό που π ρ έ π ε ι » .
ΝΗΣΙ
« Σ τ έ φ α ν ε ! » φώναξε. « Η Μαρία είναι αυτή μαζί μ ε τον Γ ι ώ ρ γ η ; Δ ε ν πάει συχνά μια γυναίκα γ ι α ψάρεμα, σωστά;» « Δ ε ν πήγαν γ ι α ψ ά ρ ε μ α » , απάντησε ο Στέφανος. « Ε ί χ α ν πάει να παραδώσουν προμήθειες στην αποικία των λ ε π ρ ώ ν » . « Α » , ε ί π ε ο Μανόλης μασώντας αργά, σκεφτικός. « Υ π ο θ έ τ ω ότι κάποιος πρέπει να το κάνει κι α υ τ ό » .
« Ό π ω ς θ ε ς » , του π έ τ α ξ ε απότομα, μ ε τ α μάτια της γ ε
«Ο Γ ι ώ ρ γ η ς το κάνει εδώ και χρόνια. Ε ί ν α ι καλύτερα τα
μάτα με δάκρυα θυμού. « Π ρ ο φ α ν ώ ς τ έ λ ε ι ω σ ε ς το π α ι χ ν ι δ ά κ ι
λεφτά σε σχέση με το ψάρεμα - και πιο ε γ γ υ η μ έ ν α » , ε ί π ε
σου μαζί μου. Υποθέτω ότι τώρα παίζεις με κάποια ά λ λ η » .
ο Στέφανος, αφήνοντας ένα πιάτο με τηγανητές πατάτες στο
Λέγοντας αυτό, β γ ή κ ε από το δ ω μ ά τ ι ο , και η πόρτα βρό
τραπέζι του Μ α ν ό λ η . « Α λ λ ά κυρίως π η γ α ί ν ε ι ε κ ε ί γ ι α . . . » Η Φ ω τ ε ι ν ή , που περιφερόταν πίσω τους, κ α τ ά λ α β ε πού
ντησε ορμητικά πίσω της. Σ τ ο ν Μ α ν ό λ η θα έ λ ε ι π ε η οικειότητα που είχαν και η
θα μπορούσε να οδηγήσει αυτή η συζήτηση. Α κ ό μ η κι αν ο
λ ά μ ψ η των ματιών της Άννας, αλλά ήταν ένα τ ί μ η μ α που
άντρας της δεν ε ί χ ε τέτοια πρόθεση, ε κ ε ί ν η ήξερε ότι ο Σ τ έ
ήταν έτοιμος να πληρώσει.
φανος πιθανόν να ξεχνούσε την ε π ι θ υ μ ί α του Γ ι ώ ρ γ η να μ ε ί
Από τη σ τ ι γ μ ή που δεν υπήρχε κανείς στο σπίτι γ ι α να του ετοιμάσει φαγητό, ο Μανόλης έ τ ρ ω γ ε συχνά σε μια από
νουν κρυφά από την οικογένεια του Βανδουλάκη τα γεγονότα του τραγικού θανάτου της Ε λ έ ν η ς από λέπρα.
τις ταβέρνες στην Ελούντα ή στην Π λ ά κ α . Κ ά θ ε Παρασκευή
« Ο ρ ί σ τ ε , Μ α ν ό λ η ! » τους δ ι έ κ ο ψ ε , αφήνοντας ένα πιάτο
π ή γ α ι ν ε στην ταβέρνα της Φ ω τ ε ι ν ή ς , την οποία ε κ ε ί ν η μαζί
με τ η γ α ν η τ έ ς μελιτζάνες στο τραπέζι. « Ε ί ν α ι φρεσκοτηγανι-
με τον Στέφανο είχαν πάρει πλέον από τους γονείς του. Μ ι α
σμένες. Με σκόρδο. Ε λ π ί ζ ω να σου αρέσουν. Μ α ς συγχωρείς
φορά, τον Ιούλιο, καθόταν ε κ ε ί κοιτάζοντας τη θάλασσα προς
ένα λ ε π τ ό ; »
τη μεριά της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς . Το νησί, στο σχήμα ενός μ ε γ ά λου, μισοβυθισμένου αυγού, του ε ί χ ε γ ί ν ε ι τόσο οικείο, ώστε
Άρπαξε τον άντρα της από το μπράτσο και τον οδήγησε στην κουζίνα.
σπάνια το παρατηρούσε. Ό π ω ς όλοι, πού και πού αναρωτιό
« Π ρ έ π ε ι να προσέχεις!» του φώναξε. « Ό λ ο ι μας πρέπει
ταν πώς να ήταν ε κ ε ί , αλλά δεν έ μ ε ν ε σε αυτές τις σκέψεις
να ξεχάσουμε α κ ό μ η και ότι ήταν στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α η μητέρα
γ ι α πολύ. Η Σ π ι ν α λ ό γ κ α απλώς βρισκόταν ε κ ε ί , ένα κ ο μ μ ά τ ι
της Άννας και της Μ α ρ ί α ς . Ε ί ν α ι ο μόνος τρόπος. Ξ έ ρ ο υ μ ε
βράχου κατοικημένο από λεπρούς. Έ ν α πιάτο με γαύρους ήταν στο τραπέζι μπροστά στον Μ α ν ό λ η κ α ι , καθώς τους κάρφωνε με το πιρούνι του, η ματιά
ότι δεν ντρέπονται γ ι ' αυτό, αλλά ο Αλέξανδρος Βανδουλά κης ίσως να μην το δει έ τ σ ι » . Ο Στέφανος έ δ ε ι χ ν ε ντροπιασμένος.
του έπεσε σε κ ά τ ι . Σ τ ο η μ ί φ ω ς του δειλινού, μια μ ι κ ρ ή βάρ
« Ξ έ ρ ω , ξέρω. Το ξεχνάω κάποιες φορές, αυτό είναι όλο.
κα ερχόταν αγκομαχώντας από το νησί, δημιουργώντας έναν
Ήταν β λ α κ ε ί α μ ο υ » , ψ έ λ λ ι σ ε . « Ο Μανόλης έρχεται εδώ τόσο
τ ρ ι γ ω ν ι κ ό κυματισμό καθώς έσχιζε το νερό. Π ά ν ω της ήταν
συχνά, που ξεχνάω ότι συνδέεται με την Ά ν ν α » .
δυο άνθρωποι και, καθώς έφτανε στο λ ι μ ά ν ι , ε ί δ ε ότι ο ένας έμοιαζε πάρα πολύ στη Μ α ρ ί α . 256
« Δ ε ν σκέφτομαι μόνο τη θέση της Ά ν ν α ς » , παραδέχτηκε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Η Μαρία τρέφει αισθήματα γ ι α τον Μ α ν ό λ η . 257
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Συναντήθηκαν μόνο μια φορά, στο σπίτι της Άννας, αλλά δεν
κάλεσε να καθίσει μαζί του στο τραπέζι του, ρωτώντας την
έ χ ε ι σταματήσει να μ ι λ ά ε ι γ ι ' αυτόν, τουλάχιστον σε μ έ ν α » .
τι έκανε από την τελευταία φορά που είχαν συναντηθεί και
« Α λ ή θ ε ι α ; Το κακόμοιρο το κορίτσι χρειάζεται σύζυγο,
πώς ήταν ο πατέρας της. Κατόπιν, με περισσότερο θάρρος απ'
αλλά αυτός μου φαίνεται α λ η τ ή ρ ι ο ς » , απάντησε ο Στέφανος.
όσο δ ε ί χ ν ε ι ένας άντρας φυσιολογικά σε τέτοιες καταστάσεις,
« Υ π ο θ έ τ ω ότι δεν υπάρχουν και πολλές ε π ι λ ο γ έ ς εδώ γ ύ ρ ω ,
ε ί π ε : « Ά ν ο ι ξ ε ένα καινούριο σινεμά στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο . Θ έ
έτσι δεν ε ί ν α ι ; »
λ ε ι ς να π ά μ ε μ α ζ ί ; » .
Ο Στέφανος έ β λ ε π ε τα πράγματα μόνο άσπρα ή μαύρα.
Η Μ α ρ ί α , ήδη αναψοκοκκινισμένη από τον ενθουσιασμό
Κ α τ ά λ α β ε πού το π ή γ α ι ν ε η γυναίκα του και συνειδητοποίησε
της που έ β λ ε π ε τον Μ α ν ό λ η ξανά, κοκκίνισε α κ ό μ η περισσό
ότι αυτός και η Φ ω τ ε ι ν ή είχαν να παίξουν κάποιο ρόλο στο
τερο. Έ ρ ι ξ ε το β λ έ μ μ α της στην ποδιά της και δυσκολευόταν
να φέρουν αυτούς τους δυο κοντά.
να απαντήσει.
Α κ ρ ι β ώ ς μία εβδομάδα αργότερα, παρουσιάστηκε η ευ
« Θ α ήταν πολύ ω ρ α ί ο » , ε ί π ε τ ε λ ι κ ά . « Α λ λ ά αυτό δεν
καιρία γ ι α να κανονιστεί μια συνάντηση ανάμεσα στη Μαρία
είναι πρέπον εδώ γύρω... να πας στο σινεμά με κάποιον που
και τον Μ α ν ό λ η . Όταν ο Μανόλης έκανε την εμφάνισή του
δεν γνωρίζεις κ α λ ά . . . »
ε κ ε ί ν η την Παρασκευή, η Φ ω τ ε ι ν ή γλίστρησε από ένα πα
« Ά κ ο υ τι θα κάνουμε: Θα πω στη Φ ω τ ε ι ν ή και στον
ραπόρτι κι έτρεξε στο σπίτι του Π ε τ ρ ά κ η . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε
Σ τ έ φ α ν ο να έρθουν μαζί μας. Θα έχουν το ρόλο των συνοδών
φάει κι ε ί χ ε πάει στο καφενείο να παίξει τ ά β λ ι , και η Μαρία
σου. Ας π ά μ ε τη Δ ε υ τ έ ρ α . Τ ό τ ε είναι κ λ ε ι σ τ ή η ταβέρνα,
καθόταν στο ημίφως, πασχίζοντας να διαβάσει.
σωστά;»
« Μ α ρ ί α , είναι ε δ ώ » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή ξέπνοη. « Ο Μανό λης είναι στην ταβέρνα. Γιατί δεν έρχεσαι να τον δ ε ι ς ; »
Έ τ σ ι , πριν καν βρει χρόνο γ ι α να ανησυχήσει και να σκε φτεί όλους τους λόγους ενάντια σε κάτι τέτοιο, το ραντεβού
« Δ ε ν μ π ο ρ ώ » , είπε η Μαρία. « Τ ι θα πει ο πατέρας μ ο υ ; »
συμφωνήθηκε. Μ ό λ ι ς σε τρεις μέρες από ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή θα
« Γ ι α τ' όνομα του Θ ε ο ύ » , απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Ε ί σ α ι
πήγαιναν όλοι στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο .
είκοσι τριών χρόνων. Να 'σαι τ ο λ μ η ρ ή . Ο πατέρας σου δεν χρειάζεται να το μ ά θ ε ι » .
Οι τρόποι του Μ α ν ό λ η ήταν άψογοι και οι έξοδοι τους έγιναν εβδομαδιαία υπόθεση. Κ ά θ ε Δ ε υ τ έ ρ α , οι τέσσερις τους
Άρπαξε τη φίλη της από το μπράτσο. Η Μαρία αντιστάθη κ ε , αλλά πολύ αδύναμα· η καρδιά της λαχταρούσε να π ά ε ι . « Τ ι θ α του π ω ; » ρώτησε μ ε αγωνία.
ξεκινούσαν γύρω στις επτά το απόγευμα γ ι α να περάσουν ένα βράδυ παρακολουθώντας την τελευταία ταινία, ενώ μετά ακολουθούσε δείπνο.
« Μ η ν α ν η σ υ χ ε ί ς » , την καθησύχασε αμέσως η Φ ω τ ε ι ν ή .
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήταν κατενθουσιασμένος που έ β λ ε π ε την κό
« Ο ι άντρες σαν τον Μ α ν ό λ η ποτέ δεν αφήνουν να σε απασχο
ρη του να πολιορκείται από αυτό τον ωραίο και πρόσχαρο
λούν τέτοια π ρ ά γ μ α τ α , τουλάχιστον όχι γ ι α πολύ. Θα έ χ ε ι
άντρα, κάποιον που ο ίδιος συμπαθούσε πολύ καιρό πριν τον γνωρίσει η κόρη του.
πολλά να π ε ι α υ τ ό ς » .
Μολονότι ήταν
μια πολύ μοντέρνα
Η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Όταν έφτασαν στην ταβέρνα, ο
προσέγγιση - ό λ ε ς αυτές οι έξοδοι πριν υπάρξει κάποια επί
Μανόλης α ν έ λ α β ε αμέσως τον έ λ ε γ χ ο της κατάστασης. Δ ε ν
σημη συμφωνία- έμπαιναν, σε τ ε λ ι κ ή ανάλυση, σε μια πιο
ζήτησε να μ ά θ ε ι γ ι α τ ί η Μαρία ε ί χ ε πάει ε κ ε ί , αλλά την
σύγχρονη ε π ο χ ή , και το γεγονός πως η Μαρία ε ί χ ε συνοδούς
258
259
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
βοηθούσε να συγκρατούνται τα ε π ι τ ι μ η τ ι κ ά μουρμουρητά των
τη Μαρία ήταν να φέρεται άψογα. Πόσο παράλογο του φαι
γηραιότερων γυναικών του χωριού.
νόταν που σε μια ά λ λ η χώρα ίσως να ε ί χ ε πάει ένα κορίτσι
Οι τέσσερις τους απολάμβαναν την παρέα μεταξύ τους,
στο κ ρ ε β ά τ ι χωρίς καν να ξέρει ο ένας το όνομα του άλλου,
και οι βόλτες μακριά από την Π λ ά κ α άλλαζαν το μ ο τ ί β ο τής
κι όμως εδώ ε ί χ ε περάσει άπειρες ώρες με τη Μαρία χωρίς
κατά τα άλλα μονότονης ζωής τους. Το γ έ λ ι ο χαρακτήριζε
α κ ό μ η να την α γ γ ί ξ ε ι . Η ε π ι θ υ μ ί α του γ ι α ε κ ε ί ν η ήταν έντο
τις ώρες που περνούσαν μαζί, και συχνά ξεκαρδίζονταν από τα
ν η , αλλά η αναμονή αποτελούσε καινοτομία. Ήταν σίγουρος
αστεία του Μ α ν ό λ η . Η Μαρία άρχισε να αφήνεται στην πο
πως η υπομονή του θα ανταμειβόταν και η αναμονή τον
λ υ τ έ λ ε ι α της ονειροπόλησης και να φαντάζεται ότι θα μπο
έκανε μόνο να την ποθεί όλο και περισσότερο. Τους πρώτους
ρούσε να περάσει την υπόλοιπη ζωή της βλέποντας αυτό το
μήνες αυτού του φλερτ, όταν παρατηρούσε το χλομό οβάλ
όμορφο πρόσωπο, με τις ρυτίδες από τη ζωή και το γ έ λ ι ο . Κά
πρόσωπο, το στεφανωμένο με τις σκούρες πλεξούδες, ε κ ε ί ν η
ποιες φορές, όταν την κοιτούσε στα μ ά τ ι α , έ ν ι ω θ ε να ανατρι
έριχνε ντροπαλά το β λ έ μ μ α της χ α μ η λ ά , καθώς φοβόταν να
χιάζει και τ ι ς π α λ ά μ ε ς των χεριών της να ιδρώνουν. Α κ ό μ η
αντικρίσει τη ματιά του. Όσο περνούσε ο καιρός, όμως, την
κι ένα ζεστό βράδυ αισθάνθηκε ότι έ τ ρ ε μ ε χωρίς να το θ έ λ ε ι .
έ β λ ε π ε να γ ί ν ε τ α ι όλο και πιο τ ο λ μ η ρ ή και να του ανταποδί
Ήταν π ρ ω τ ό γ ν ω ρ η ε μ π ε ι ρ ί α γ ι ' αυτήν να την κολακεύουν
δει τις μ α τ ι έ ς . Αν την παρατηρούσε από κοντά, θα ε ί χ ε την
και να την πειράζουν. Τι ανακούφιση ήταν ο Μανόλης στην
ικανοποίηση να δει το σφυγμό στο λ α ι μ ό της να επιταχύνεται
ά χ ρ ω μ η , μουντή ζωή της! Υπήρχαν σ τ ι γ μ έ ς που αναρωτιόταν
πριν τα φίνα χαρακτηριστικά του προσώπου της φωτιστούν
αν π ρ ά γ μ α τ ι μπορούσε εκείνος να πάρει οτιδήποτε στα σοβα
από ένα χ α μ ό γ ε λ ο . Αν αποκτούσε αυτή την παρθένα τώρα,
ρά. Η φλόγα του κεφιού του μεταδιδόταν σε όλους τ ρ ι γ ύ ρ ω
ήξερε ότι θα ήταν υποχρεωμένος να φύγει από την Π λ ά κ α .
του. Η Μαρία δεν ε ί χ ε απολαύσει ποτέ ξανά τόσο ανέμελη ευ
Μολονότι ε ί χ ε τρυγήσει τον ανθό δεκάδων κοριτσιών στο πα
τυχία και άρχισε να πιστεύει ότι αυτή η ευφορία ήταν α γ ά π η .
ρελθόν, α κ ό μ η κι αυτός δεν μπορούσε να ντροπιάσει την υπέ
Ό μ ω ς , αυτό που βάραινε πάντοτε στη συνείδησή της ήταν τι θα γινόταν ο πατέρας της αν αυτή παντρευόταν. Στους
ροχη Μ α ρ ί α κ α ι , κάτι πιο σημαντικό, μια φωνή μέσα του τον παρότρυνε να συγκρατηθεί. Ήταν καιρός να κατασταλάξει.
περισσότερους γάμους, το κορίτσι άφηνε την οικογένεια του
Από μακριά, η Άννα έβραζε από ζήλια και πικρία. Ο
και π ή γ α ι ν ε να μ ε ί ν ε ι με τους γονείς του συζύγου του. Κ ά τ ι
Μανόλης δεν την ε ί χ ε επισκεφτεί σχεδόν καθόλου από τότε
τέτοιο σαφώς και δεν θα γινόταν με τον Μ α ν ό λ η , από τη
που π ή γ α ν γ ι α φαγητό η Μαρία και ο Γ ι ώ ρ γ η ς , και σε κά
σ τ ι γ μ ή που δεν ε ί χ ε γονείς, αλλά εξίσου αδύνατον ήταν και
ποιες περιπτώσεις οικογενειακών συγκεντρώσεων εκείνος δεν
το να μ ε τ α κ ο μ ί σ ε ι αυτός στο μικρό σπίτι τους στην Π λ ά κ α .
ε ί χ ε φανεί. Π ώ ς τολμούσε να της συμπεριφέρεται έτσι; Σ ύ
Με βάση το κοινωνικό υπόβαθρό του, αυτό ήταν αδιανόητο.
ντομα έ μ α θ ε από τον πατέρα της ότι ο Μανόλης πολιορκούσε
Το πρόβλημα στριφογύριζε στο μυαλό της, και δεν της φάνη
τη Μ α ρ ί α . Μ ή π ω ς απλώς γ ι α να την προκαλέσει; Μ α κ ά ρ ι
κε ούτε μία φορά παράλογο το γεγονός ότι ο Μανόλης δεν
να μπορούσε να του δ ε ί ξ ε ι ότι π ρ ά γ μ α τ ι δεν την ένοιαζε. Δ ε ν
την ε ί χ ε φιλήσει α κ ό μ η .
υπήρχε τέτοια ευκαιρία, όμως, και συνεπώς δεν υπήρχε και
Ο Μανόλης έ δ ε ι χ ν ε την καλύτερη συμπεριφορά του και
κάθαρση. Προσπαθούσε απεγνωσμένα να μην τους σκέφτεται
ε ί χ ε από καιρό αποφασίσει ότι ο μόνος τρόπος γ ι α να κερδίσει
μαζί, και ρ ί χ τ η κ ε με νεύρο σε ολοένα και πιο υπερβολικά
260
261
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
σχέδια σχετικά με το σπίτι, προκειμένου να ξεχαστεί. Σ τ ο μεταξύ ήξερε ότι στην Π λ ά κ α τα γεγονότα εκτυλίσσονταν αδυσώπητα, αλλά δεν υπήρχε κανείς γ ι α να του ανοίξει την ψ υ χ ή της, και η οργή σιγόβραζε μέσα της. Ο Αντρέας, ανήσυχος από την π ε ρ ί ε ρ γ η διάθεσή της, τη
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Ν α ι » , απάντησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς ευγενικά, επιστρέφοντας στην εφημερίδα του. « Δ ε ν είναι δικό μου το μαγαζί, σωστά;» « Θ έ λ ω να σου ζητήσω κ ά τ ι . Θα μ π ω κατευθείαν στο θ έ μ α . Θ έ λ ω να παντρευτώ την κόρη σου. Δ έ χ ε σ α ι ; » Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δίπλωσε την εφημερίδα προσεκτικά κ α ι την
ρωτούσε ε π α ν ε ι λ η μ μ έ ν α τι συνέβαινε, κι ε κ ε ί ν η του έ λ ε γ ε να
άφησε στο τραπέζι. Ο Μανόλης νόμισε ότι πέρασε μ ι α αιωνι
μην την ε ν ο χ λ ε ί . Τα παράτησε. Ε ί χ ε κ α τ α λ ά β ε ι ότι οι αλ
ότητα πριν του μ ι λ ή σ ε ι .
κυονίδες μέρες στις αρχές του γ ά μ ο υ τους, με τα β λ έ μ μ α τ α
« Α ν δέχομαι; Φ υ σ ι κ ά και δ έ χ ο μ α ι . Γυροφέρνεις το ωραιό
αγάπης και τα γ λ υ κ ά λ ό γ ι α , είχαν τ ε λ ε ι ώ σ ε ι , και τώρα ε ί χ ε
τερο κορίτσι του χ ω ρ ι ο ύ εδώ κ α ι πάνω από έ ξ ι μήνες - κι
αρχίσει να ασχολείται όλο και περισσότερο με το κ τ ή μ α . Τ η ν
έ λ ε γ α ότι δεν θα το ζητούσες ποτέ. Καιρός ή τ α ν ! »
α λ λ α γ ή παρατήρησε και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α . Μ ό λ ι ς λίγους μήνες πριν, η Άννα έ δ ε ι χ ν ε τόσο ευτυχισμένη και κ ε φ ά τ η , κ α ι τώρα φαινόταν μόνιμα θ υ μ ω μ έ ν η . Για την Άννα, το να κρύβει τα αισθήματα της με αυτό τον τρόπο ήταν ακριβώς το αντίθετο από αυτό που υπαγόρευε ο χαρακτήρας της. Ή θ ε λ ε να ουρ λ ι ά ξ ε ι , να ξεριζώσει τούφες από τα μ α λ λ ι ά της, αλλά όταν την επισκέπτονταν κάπου-κάπου ο πατέρας της και η Μ α ρ ί α , ο Μανόλης δεν αναφερόταν καν. Με κάποιον ενστικτώδη τρόπο, η Μαρία έ ν ι ω θ ε ότι η φιλία της με τον Μ α ν ό λ η ίσως να ε ί χ ε ξεστρατίσει στα χ ω ράφια της αδερφής της και ότι ίσως ε κ ε ί ν η να θεωρούσε την οικογένεια Β α ν δ ο υ λ ά κ η δ ι κ ή της ε π ι κ ρ ά τ ε ι α . Γ ι α τ ί να χειρο τερέψουν τ α π ρ ά γ μ α τ α μ ι λ ώ ν τ α ς γ ι ' αυτό; Δ ε ν ε ί χ ε ιδέα γ ι α το μ έ γ ε θ ο ς του μαρτυρίου της Άννας και υ π έ θ ε τ ε ότι αυτή η αίσθηση αδιαφορίας από τη μεριά της ε ί χ ε να κάνει με το γ ε γονός πως μ έ χ ρ ι τώρα δεν ε ί χ ε καταφέρει να μ ε ί ν ε ι έγκυος. Έ ν α βράδυ του Φεβρουαρίου, έξι μήνες μετά την έναρξη των εβδομαδιαίων νυχτερινών εξόδων, ο Μανόλης π ή γ ε να
Η καυχησιάρικη απάντηση του Γ ι ώ ρ γ η έ κ ρ υ β ε την απερι όριστη χαρά του. Ό χ ι μόνο η μία, αλλά και οι δύο κόρες του θα ήταν τώρα μ έ λ η της πιο δυνατής οικογένειας στην περιο χ ή . Δ ε ν υπήρχε ξιπασιά στην καρδιά του, παρά μόνο απόλυτη ανακούφιση
και
ευχαρίστηση που
εξασφαλιζόταν πλέον το
μέλλον και των δύο. Ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να ελπίζει ένας πατέρας γ ι α τα παιδιά του, ε ι δ ι κ ά ένας πατέρας που ήταν ένας απλός ψαράς. Π ί σ ω από το κεφάλι του Μ α ν ό λ η , μέσα από το μισόκλειστο παράθυρο του καφενείου, έ β λ ε π ε τα φώτα της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς να σπινθηροβολούν. Μ α κ ά ρ ι η Ε λ έ ν η να μπορούσε να μοιραστεί αυτή τη σ τ ι γ μ ή . Ά π λ ω σ ε το χ έ ρ ι του γ ι α να σφίξει το χέρι του Μ α ν ό λ η , και προς σ τ ι γ μ ή ν έχασε τα λ ό γ ι α του. Η έκφρασή του έ λ ε γ ε αρκετά. « Σ ' ευχαριστώ. Θα την προσέχω, αλλά, μεταξύ μας, θα σε προσέχουμε κι εσένα», είπε ο Μανόλης, ξέροντας καλά τη μονα ξιά στην οποία θα έριχνε τον πατέρα της ο γάμος της Μαρίας.
β ρ ε ι τον Γ ι ώ ρ γ η στο καφενείο. Ο γέρος καθόταν μόνος του
« Ε ! Χρειαζόμαστε την καλύτερη τσικουδιά σου!» φώναξε
και διάβαζε την τ ο π ι κ ή εφημερίδα. Σ ή κ ω σ ε το β λ έ μ μ α του
στον Λ ι δ ά κ η . « Έ χ ο υ μ ε γ ι ο ρ τ ή ε δ ώ . Ε ί ν α ι θαύμα. Δ ε ν ε ί μ α ι
καθώς τον πλησίαζε ο Μανόλης, με ένα σύννεφο καπνού να
πια ορφανός!»
στροβιλίζεται πάνω από το κεφάλι του. « Γ ι ώ ρ γ η , μπορώ να κ α θ ί σ ω ; » τον ρώτησε ο Μανόλης
« Τ ι λ ε ς ; » ε ί π ε ο Λιδάκης, φέροντας ν ω χ ε λ ι κ ά ένα μπου κ ά λ ι και δυο ποτήρια, συνηθισμένος πλέον στα λ ο γ ο π α ί γ ν ι α του Μ α ν ό λ η .
ευγενικά. 262
263
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δ έ χ τ η κ ε ν α γ ί ν ε ι πεθερός μου. Θ α παντρευ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Μ η ν ανησυχείς γ ι α μένα. Μ π ο ρ ώ να μ ε ί ν ω εδώ - δεν θ έ λ ω να φύγω από την Π λ ά κ α . Έ χ ω ακόμη πάρα πολλά να
τώ τη Μαρία!» Υπήρχαν μερικοί α κ ό μ η στο καφενείο εκείνο το βράδυ, και πριν το μ ά θ ε ι το ίδιο το κορίτσι, οι άντρες του χωριού έπιναν στο μέλλον του με τον Μ α ν ό λ η .
κάνω ε δ ώ » . « Τ ι ε ν ν ο ε ί ς ; » τον ρώτησε, αν και ήξερε α κ ρ ι β ώ ς τι εννο ούσε ο πατέρας της.
Αργότερα ε κ ε ί ν η τη νύχτα, όταν ο Γ ι ώ ρ γ η ς επέστρεψε
« Τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Τ ο νησί μ ε χρειάζεται ακόμη - και
στο σπίτι, η Μαρία ετοιμαζόταν να πάει γ ι α ύπνο. Κ α θ ώ ς ο
όσο μπορώ να π η γ α ί ν ω εκεί με τη βάρκα μου, θα το κάνω.
πατέρας της περνούσε την πόρτα, κλείνοντάς τη γοργά γ ι α να
Ο γιατρός Λαπάκης βασίζεται πάνω μου, το ίδιο και όλοι οι
κρατήσει τον άνεμο του Φεβρουαρίου έξω κ α ι τη ζεστασιά της
νησιώτες».
φωτιάς μέσα στο σπίτι, παρατήρησε μια ασυνήθιστη έκφραση
Οι διαδρομές από και προς την αποικία των λεπρών ήταν
στο πρόσωπό του. Ήταν π λ η μ μ υ ρ ι σ μ έ ν ο από ενθουσιασμό και
τόσο συχνές όσο πάντα. Κ ά θ ε μήνα έπρεπε να μεταφερθούν
χαρά.
νεοφερμένοι και προμήθειες, καθώς και οικοδομικά υλικά γ ι α
« Μ α ρ ί α » , ε ί π ε , απλώνοντας τα χέρια του γ ι α να της πιά σει τα μπράτσα, «ο Μανόλης ζήτησε να σε π α ν τ ρ ε υ τ ε ί » . Για μ ι α σ τ ι γ μ ή , έσκυψε το κ ε φ ά λ ι της, με την ευτυχία και την οδύνη ανακατεμένες σε ίση ποσότητα. Ο λ α ι μ ό ς της
την ανοικοδόμηση που γινόταν με κυβερνητικά κονδύλια. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έπαιζε ζωτικό ρόλο στην όλη επιχείρηση. Η Μαρία καταλάβαινε το δέσιμο του με το νησί. Μιλούσαν γ ι ' αυτό πολύ σπάνια πια, αλλά ε ί χ ε γ ί ν ε ι αποδεκτό μεταξύ τους ότι αυτή ήταν η υποχρέωσή του και ο τρόπος να διατηρήσει τη
συσπάστηκε. « Τ ι απάντηση του έ δ ω σ ε ς ; » τον ρώτησε ψιθυριστά. « Α υ τ ή που θα ή θ ε λ ε ς να του δώσω. Ν α ι , φυσικά!» Σε ολόκληρη τη ζωή της η Μ α ρ ί α δεν ε ί χ ε νιώσει αυτό το ανοίκειο μ ε ί γ μ α συναισθημάτων. Η καρδιά της ήταν ένα τσουκάλι με υλικά που αρνούνταν να αναμειχθούν. Το στήθος της σφίχτηκε από την α γ ω ν ί α . Τι ήταν αυτό; Π ο ι α ευτυχία μπορεί να μοιάζει τόσο με τη ναυτία; Ό π ω ς ακριβώς δεν μπο ρούσε να φανταστεί τον πόνο του άλλου, η Μαρία δεν ήξερε πώς είναι η α γ ά π η γ ι α κάποιον άλλον. Ήταν αρκετά σίγουρη ότι αγαπούσε τον Μ α ν ό λ η . Με τη χάρη και το πνεύμα του, δεν ήταν κάτι δύσκολο. Α λ λ ά ολόκληρη τη ζωή της μαζί του; Έ ν α λεφούσι από έγνοιες άρχισε να την τ ρ ώ ε ι . Τι θα γινόταν ο πατέρας της; Εξέφρασε τις ανησυχίες της αμέσως. « Ε ί ν α ι υπέροχο, π α τ έ ρ α » , ε ί π ε . « Ε ί ν α ι πραγματικά υπέ ροχο, αλλά τι θα γ ί ν ε ι με σένα; Δ ε ν μπορώ να σε αφήσω
σχέση του με την Ε λ έ ν η . Πατέρας και κόρη κ ο ι μ ή θ η κ α ν άσχημα ε κ ε ί ν η τη νύχτα, και το πρωινό φαινόταν να αργεί να έ ρ θ ε ι . Ε κ ε ί ν η τη μέρα, ο Γ ι ώ ρ γ η ς θα π ή γ α ι ν ε τη Μαρία στο σπίτι του Μ α ν ό λ η , στο κτήμα του Β α ν δ ο υ λ ά κ η . Ήταν Κ υ ρ ι α κ ή , και ο Μανόλης πε ρ ί μ ε ν ε να τους υποδεχτεί στο κ α τ ώ φ λ ι . Η Μ α ρ ί α δεν ε ί χ ε ξαναδεί το σπίτι του, και τώρα έ μ ε λ λ ε να γ ί ν ε ι και δικό της σπιτικό. Δ ε ν χρειάστηκε καθόλου χρόνο γ ι α να υπολογίσει ότι ήταν τέσσερις φορές μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο από το σπίτι τους στην Π λ ά κ α , και η σκέψη να μ έ ν ε ι ε κ ε ί την αποκάρδιωσε. « Κ α λ ώ ς ή ρ θ α τ ε » , ε ί π ε ο Μ α ν ό λ η ς , ζεσταίνοντάς την με μια μόνο του λ έ ξ η . « Ε λ ά τ ε μέσα. Μ η ν κάθεστε στο κ ρ ύ ο » . Ήταν π ρ ά γ μ α τ ι η πιο κρύα μέρα εκείνης της χρονιάς. Ε ρ χόταν θύελλα και οι άνεμοι φαίνονταν να φυσούν από πολλές κατευθύνσεις, ανακατεύοντας τους σωρούς με τα φύλλα και στέλνοντάς
ε δ ώ , μόνο σ ο υ » . 264
τα να στροβιλίζονται στα πόδια τους. Η πρώτη 265
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
εντύπωση της Μαρίας όταν μπήκαν στο σπίτι ήταν ότι έ λ ε ι π ε
« Ε ί ν α ι πολύ ε υ γ ε ν ι κ ό από μέρους σου. Α λ λ ά δεν θα μπο
το φως και ότι υπήρχε μια γ ε ν ι κ ή ακαταστασία, κάτι που
ρούσα να φύγω από το χωριό. Η Μαρία το κ α τ α λ α β α ί ν ε ι ,
δεν της προκαλούσε έ κ π λ η ξ η σε ένα σπίτι όπου μπορεί να
έτσι δεν είναι, Μ α ρ ί α ; » ε ί π ε , επικαλούμενος την κόρη του.
έ μ π α ι ν ε μια υπηρέτρια, αλλά όχι μια νοικοκυρά. Ο Μανόλης
« Φ υ σ ι κ ά κ α τ α λ α β α ί ν ω , πατέρα. Δ ε ν με πειράζει, εφόσον
τους οδήγησε στη σάλα, που ήταν λ ι γ ά κ ι πιο τ α κ τ ο π ο ι η μ έ ν η
θα έρχεσαι να μας β λ έ π ε ι ς όσο πιο συχνά μπορείς και, έτσι κι
και πιο προσεγμένη, με τα κεντητά σεμέν και τις λ ί γ ε ς φω
α λ λ ι ώ ς , θα ερχόμαστε κάτω στην Π λ ά κ α γ ι α να σε β λ έ π ο υ μ ε
τογραφίες στους τοίχους.
τις πιο πολλές μ έ ρ ε ς » .
«Ο θείος και η θεία μου θα έρθουν σ ύ ν τ ο μ α » , τους ε ξ ή γ η
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήξερε ότι η Μαρία θα τηρούσε την υπόσχεση
σε, σχεδόν ταραγμένος, και στράφηκε στη Μαρία λ έ γ ο ν τ α ς :
της και ότι θα μπορούσε να ανυπομονεί γ ι α τις επισκέψεις
«Ο πατέρας σου δ έ χ τ η κ ε να μου δώσει το χέρι σου. Θ έ λ ε ι ς
της χωρίς το φόβο μ ή π ω ς και απογοητευτεί. Δ ε ν θα συμπε
να με π α ν τ ρ ε υ τ ε ί ς ; » .
ριφερόταν όπως η Άννα, τα γ ρ ά μ μ α τ α και οι ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς της
Ε κ ε ί ν η έκανε μια παύση πριν απαντήσει. Κ α ι στους δύο φάνηκε σαν να πέρασαν αιώνες. Τ η ν κοίταξε με ι κ ε τ ε υ τ ι κ ά μάτια, προς σ τ ι γ μ ή ν γ ε μ ά τ ο ς αμφιβολία.
οποίας είχαν σταματήσει. Ο Μανόλης δεν μπορούσε ουσιαστικά να κ α τ α λ ά β ε ι το δέσιμο του μελλοντικού πεθερού του με το παλιό σπίτι στο
« Ν α ι » , είπε εκείνη, τελικά.
χωριό, αλλά δεν ε ί χ ε σκοπό να αναλύσει το ζήτημα. Ε κ ε ί ν η
« Ε ί π ε " ν α ι " ! » κραύγασε ο Μανόλης, ανακτώντας ξαφ
τη σ τ ι γ μ ή , ακούστηκαν τα λάστιχα αυτοκινήτου στο χ ω μ α
νικά την αυτοπεποίθηση του. Τ η ν α γ κ ά λ ι α σ ε , της φίλησε τα
τόδρομο και μετά πόρτες που έκλειναν. Ο Αλέξανδρος και η
χέρια και την έφερε γύρω-γύρω μ έ χ ρ ι που τον παρακάλεσε
Ε λ ε υ θ ε ρ ί α είχαν φτάσει και ο Μανόλης τους οδήγησε μέσα.
να τη λ υ π η θ ε ί . Θα υπήρχαν πάντοτε ε κ π λ ή ξ ε ι ς με τον Μανό
Αντάλλαξαν θερμές χ ε ι ρ α ψ ί ε ς . Αν και οι δρόμοι του Βανδου
λ η , και η ζωντάνια του της έ κ ο β ε την ανάσα. Ο άντρας αυτός
λ ά κ η και του Π ε τ ρ ά κ η δεν είχαν συναντηθεί γ ι α αρκετούς μ ή
ήταν η προσωποποίηση του πεντοζάλη.
νες, χάρηκαν που έβλεπαν ο ένας τον άλλον. Ο Αλέξανδρος,
« Θ α γ ί ν ε ι ς γυναίκα μ ο υ ! » είπε μ ε ενθουσιασμό. « Ο θείος
ως επικεφαλής της οικογένειας, ε ί χ ε καθήκον να μ ι λ ή σ ε ι .
και η θεία μου ανυπομονούν τόσο να σε ξαναδούν, Μαρία. Α λ λ ά
« Γ ι ώ ρ γ η και Μ α ρ ί α , θα είναι χαρά μας, γ ι α ά λ λ η μια
πριν έρθουν, πρέπει να συζητήσουμε για ένα σημαντικό ζήτημα,
φορά, να σας καλωσορίσουμε στην οικογένειά μας. Ο αδερφός
γ ι α σένα, Γ ι ώ ρ γ η . Θα έρθεις να μείνεις μαζί μας ε δ ώ ; »
μου και η σύζυγος του, οι μακαριστοί γονείς του Μ α ν ό λ η , θα
Ο Μανόλης, ως συνήθως, ε ί χ ε προτείνει μια δραστική λύση. Η πρότασή του να μ ε ί ν ε ι μαζί τους ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήταν ότι πιο ουσιαστικό μπορούσαν να κάνουν γ ι α να αποκαταστήσουν
ένιωθαν, όπως κι ε μ ε ί ς , ότι η Μαρία θα κάνει τον ανιψιό μας πολύ ε υ τ υ χ ι σ μ έ ν ο » . Τα λόγια β γ ή κ α ν από την καρδιά του και η Μαρία κοκ
το παραδοσιακό μ ο τ ί β ο , σύμφωνα με το οποίο οι γονείς, τ ε
κίνισε από ντροπή και χαρά. Ο Αλέξανδρος και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α
λ ι κ ά , αφήνονταν στη φροντίδα των παιδιών τους. Ο Μανόλης
είχαν ε π ί γ ν ω σ η , όπως και με την Άννα, ότι και αυτή η νύφη
δεν ε ί χ ε συζητήσει το θέμα με τη Μαρία και δεν γνώριζε τις
δεν δ ι έ θ ε τ ε προίκα, τίποτα περισσότερο από μερικά κεντήμα
ευαισθησίες της, αν και ήξερε ότι θα ή θ ε λ ε να έ χ ε ι τον πατέ
τα που θα ομόρφαιναν κάπως το σπαρτιάτικο σπίτι του ανι
ρα της κοντά της.
ψιού τους. Δ ε ν θα ασχολούνταν με αυτό, όμως, από τη σ τ ι γ μ ή 266
267
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
που θα υπήρχε μεγαλύτερο κέρδος παρά απώλεια, καθώς ο
« Π ρ έ π ε ι να κάνουμε τα πάντα όπως θα τα ήθελαν οι γο
Μανόλης θα νοικοκυρευόταν με ένα ντόπιο κορίτσι. Ο γάμος
νείς σ ο υ » , ε ί π ε ο Αλέξανδρος. « Σ ω σ τ ά ! » πρόσθεσε, έχοντας
θα εκπλήρωνε την υπόσχεση στον πατέρα του Μ α ν ό λ η να
επίγνωση της αυθόρμητης πλευράς του Μ α ν ό λ η .
εξασφαλιστεί η ευημερία του γιου του. Ό τ α ν το αγόρι εξαφα
Ο Μανόλης του έριξε μια μ α τ ι ά . Ή ξ ε ρ ε ότι ο θείος του
νίστηκε στην Ε υ ρ ώ π η , ο Αλέξανδρος ένιωσε ένα φρικτό αίσθη
πίστευε πως του χρειαζόταν ένα αυστηρό χέρι να τον ε λ έ γ χ ε ι ,
μα αποτυχίας. Ό λ α όσα ε ί χ ε υποσχεθεί στον Γιάννη είχαν
και ο ίδιος, μολονότι έτρεφε μ ε γ ά λ η αδυναμία στον Αλέξαν
μ ε ί ν ε ι ανεκπλήρωτα. Σ τ ο μεγαλύτερο μέρος της απουσίας του,
δρο, χαιρόταν να παίζει με τους φόβους του γ ι α εκείνον.
ο Αλέξανδρος δεν ήξερε καν αν ο ανιψιός του ήταν νεκρός ή
« Κ α ι β έ β α ι α θα κάνουμε τα πάντα σωστά», ε ί π ε , τώρα
ζωντανός, ούτε σε ποια χώρα βρισκόταν, αλλά μόλις ο Μανό
με π ρ α γ μ α τ ι κ ή ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι α .
λης παντρευόταν τη Μαρία, θα αγκυροβολούσε στην Ελούντα
πρέπει. Το υπόσχομαι».
και θα ήταν πάντοτε εκεί γ ι α να βοηθά τον Αντρέα στη δια χείριση του τεράστιου κτήματος των Βανδουλάκηδων. Κ α ι οι π έ ν τ ε ήπιαν στην υγειά τους. « Γ ε ι α μ α ς ! » φώναξαν όλοι μαζί, καθώς τσούγκριζαν τα
« Θ α κάνουμε τα πάντα όπως
Α μ έ σ ω ς μόλις μπόρεσε, η Μ α ρ ί α έτρεξε να π ε ι τα νέα στη Φ ω τ ε ι ν ή . « Υ π ά ρ χ ε ι μόνο ένα πράγμα που με α ν η σ υ χ ε ί » , της ε ί π ε . « Ο πατέρας μ ο υ » . « Μ α , θα είμαστε ε μ ε ί ς εδώ γ ι α να τον προσέχουμε, και
ποτήρια τους. Σύντομα άρχισε η συζήτηση γ ι α το πότε θα γινόταν ο
το ίδιο θα κάνουν και οι γονείς μ ο υ » , την καθησύχασε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Έ λ α , Μ α ρ ί α . Ή ρ θ ε ο καιρός να παντρευτείς. Ο πατέ
γάμος. « Ν α παντρευτούμε την άλλη ε β δ ο μ ά δ α » , είπε ο Μανόλης.
ρας σου το κ α τ α λ α β α ί ν ε ι αυτό, ξέρω ότι το κ α τ α λ α β α ί ν ε ι » .
« Μ η γίνεσαι γ ε λ ο ί ο ς ! » αντέτεινε η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α τρομαγ
Η Μ α ρ ί α προσπαθούσε να μην ανησυχεί, αλλά η έγνοια
μ έ ν η . « Δ ε ν καταλαβαίνεις τ ι προετοιμασίες απαιτούνται γ ι α
της γ ι α τον Γ ι ώ ρ γ η φαινόταν πάντοτε να στέκεται ανάμεσα
έναν καλό γ ά μ ο ! Θα χρειαστούν τουλάχιστον έξι μ ή ν ε ς » .
σ' ε κ ε ί ν η και στην αίσθηση της απόλυτης χαράς.
Φυσικά, ο Μανόλης απλώς αστειευόταν, αλλά συνέχισε το πείραγμα. « Σ ί γ ο υ ρ α θα μπορούσαμε να τον κάνουμε και νωρίτερα. Π ά μ ε να δούμε τον παπά. Ε λ ά τ ε , π ά μ ε να δούμε αν θα μας παντρέψει σ ή μ ε ρ α ! » Έ ν α κ ο μ μ ά τ ι του εαυτού του το εννοούσε. Ήταν τώρα ανυ πόμονος σαν τ ί γ ρ η ς , αδημονούσε να αρπάξει τη λεία του. Το μυαλό του έτρεχε μπροστά. Η Μαρία, όμορφη, με τη λ ε υ κ ή , σφιχτή σάρκα, τα μαλλιά της απλωμένα στο μαξιλάρι, ακτίνες από το φεγγαρόφως να πέφτουν στο κρεβάτι γ ι α να λούσουν ένα τ έ λ ε ι ο κορμί. Να τον π ε ρ ι μ έ ν ε ι . Έξι ολόκληροι μήνες. Θ ε έ μου, πώς θα μπορούσε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι τόσο πολύ; 268
269
ΤΟ
ΝΗΣΙ
και πλέον απολάμβανε την προοπτική να τον φροντίζουν, ακό μη κ α ι , ίσως, να αποκτήσει παιδιά. Σε αντίθεση με τη Μαρία, που ευχαριστούσε τον Θ ε ό με τον οποίο μιλούσε στην εκκλησία κ ά θ ε εβδομάδα, εκείνος απέδιδε την τύχη του σε διάφορους θεούς, κυρίως στην Αφροδίτη, που του ε ί χ ε παραδώσει αυτό το όμορφο κορίτσι σε χρυσό π ι ά τ ο . Θα προτιμούσε να μην πα ντρευτεί καθόλου, αν δεν έβρισκε τον έρωτα και την ομορφιά, και ανακουφίστηκε πετυχαίνοντας εξίσου και τα δύο. Το γ λ έ ν τ ι των αρραβώνων ε ί χ ε ανάψει γ ι α τα καλά και η
Δέκατο Τέταρτο Κεφάλαιο
π λ α τ ε ί α του χωριού ήταν γ ε μ ά τ η από κόσμο που διασκέδαζε. Ο Στέφανος μοίραζε τ ρ ι γ ύ ρ ω τεράστιους δίσκους με φαγητό και η Μαρία με τον Μ α ν ό λ η ανακατεύονταν στο π λ ή θ ο ς . Ο Μανόλης πήρε τον ξάδερφό του παράμερα.
Ο
Α Ρ Ρ Α Β Ω Ν Α Σ TOΥ ΜΑΝΟΛΗ και της Μαρίας σφρα
« Α ν τ ρ έ α » , του ε ί π ε , φωνάζοντας σχεδόν, γ ι α να ακουστεί
γ ί σ τ η κ ε με ένα γ λ έ ν τ ι στο οποίο προσκλήθηκε ολό
μέσα στον πανζουρλισμό της μουσικής κ α ι του τραγουδιού,
κ λ η ρ η η Π λ ά κ α . Έ γ ι ν ε μ ό λ ι ς ένα μήνα μ ε τ ά την
« θ έ λ ε ι ς ν α γ ί ν ε ι ς κουμπάρος μ α ς ; » .
πρόταση του Μ α ν ό λ η . Κ α ι οι δυο τους ένιωθαν σαν να είχαν
Ο
κουμπάρος
ήταν
σημαντική
φυσιογνωμία
στο
γάμο.
την ευλογία της τ ύ χ η ς . Π ο λ λ έ ς από τις π α ι δ ι κ έ ς φίλες της
Σ τ η ν ίδια την τ ε λ ε τ ή ο ρόλος του ήταν τόσο σημαντικός όσο
Μαρίας τ ι ς είχαν π α ν τ ρ έ ψ ε ι οι πατεράδες τους με άντρες που
κ α ι του ιερέα κ α ι , Θ ε ο ύ θέλοντος, στον κ α τ ά λ λ η λ ο χρόνο, θα
δεν αγαπούσαν κ α ι με τους οποίους αναμενόταν να αναπτύ
γινόταν ο νονός του πρωτότοκου παιδιού.
ξουν κάποιο είδος στοργής σαν να καλλιεργούσαν γεράνια σε
Ο Αντρέας π ε ρ ί μ ε ν ε την πρόταση.
Θα πληγωνόταν αν
γλάστρες. Ε κ ε ί ν η την ε π ο χ ή γίνονταν πολλά προξενιά γ ι α
δεν του το ζητούσε, τόσο προφανής υποψήφιος ήταν. Αυτός
λόγους συμφέροντος, κι έτσι η Μ α ρ ί α ε ξ ε π λ ά γ η κ α ι ήταν ευ
κι ο Μανόλης ήταν κάτι περισσότερο από αδέρφια, ήταν πιο
γ ν ώ μ ω ν που β ρ έ θ η κ ε να παντρεύεται από έρωτα. Αισθανόταν
κοντά απ' όσο οι δίδυμοι και αποτελούσε την τ έ λ ε ι α ε π ι λ ο γ ή
ευγνωμοσύνη απέναντι στην αδερφή της γ ι ' αυτό το γ ε γ ο ν ό ς ,
του ανθρώπου που θα βοηθούσε να
αλλά ποτέ δεν παρουσιάστηκε η κ α τ ά λ λ η λ η σ τ ι γ μ ή κ α ι η
με τα δεσμά του γ ά μ ο υ , ειδικά λ ό γ ω της επιπλέον ιδιότητας
κ α τ ά λ λ η λ η ευκαιρία γ ι α να την εκφράσει, από τη σ τ ι γ μ ή που βλέπονταν σπάνια. Προς έ κ π λ η ξ η και ανησυχία όλων, ε κ ε ί ν η δεν εμφανίστηκε ούτε στο γ λ έ ν τ ι των αρραβώνων. Δ ι κ α ι ο λ ό γ η σ ε την απουσία της μ έ σ ω του Αντρέα, ο οποίος π ή γ ε στη γ ι ο ρ τ ή μαζί με τους γ ο ν ε ί ς του.
ενωθούν αυτοί οι δυο νέοι
του, του γ α μ π ρ ο ύ της Μ α ρ ί α ς . Η προσμονή της πρότασης, ωστόσο, δεν μ ε ί ω σ ε τη χαρά του. « Τ ί π ο τ α δεν θα με ευχαριστούσε περισσότερο, ξάδερφε! Τ ι μ ή μου», είπε. Ο Αντρέας αισθανόταν κατά π ε ρ ί ε ρ γ ο τρόπο προστατευτι
Ο Μανόλης λάτρευε την ιδέα του γ ά μ ο υ . Έ ν ι ω θ ε ότι η ζωή
κός απέναντι στον Μ α ν ό λ η . Θυμόταν καλά τότε που πέθανε
του ως περιπλανώμενου ε ρ γ έ ν η ε ί χ ε τ ε λ ε ι ώ σ ε ι γ ι α τα καλά,
ο θείος του και την περίοδο που ακολούθησε, όταν ο Μανόλης
270
271
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ή ρ θ ε στο σπίτι τους. Ο Αντρέας, πάντοτε μ ε τ ρ η μ έ ν ο και μ ά λ λον σοβαρό παιδί, και ο Μ α ν ό λ η ς , πιο ατίθασο, λ ι γ ό τ ε ρ ο
ΝΗΣΙ
Ό τ α ν ο Αντρέας άναψε το πορτατίφ, ε κ ε ί ν η στράφηκε στο μέρος του.
π ε ι θ α ρ χ η μ έ ν ο αγόρι, δεν θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορε
« Λ ο ι π ό ν ; » του ε ί π ε . « Π ε ρ ά σ α τ ε κ α λ ά ; »
τ ι κ ο ί . Σ π ά ν ι α καβγάδιζαν όταν ήταν παιδιά, σε αντίθεση με
«Ήταν σπουδαίο γ λ έ ν τ ι » , της απάντησε, χ ω ρ ί ς να κοι
τα περισσότερα αδέρφια, και ποτέ δεν υπήρξε ζήλια ανάμεσά
τάζει τη γ υ ν α ί κ α του ενώ ξεντυνόταν, κι έτσι δεν μπόρεσε
τους. Σε η λ ι κ ί α π έ ν τ ε ετών, βρέθηκαν και οι δυο τους, από
να α ν τ ι λ η φ θ ε ί την έκφραση του ποτισμένου από τα δάκρυα
το πουθενά, με έναν αδερφό και σύντροφο στο π α ι χ ν ί δ ι . Ο
προσώπου τ η ς . « Κ α ι ο Μανόλης μου ζήτησε να γ ί ν ω κου
Αντρέας ω φ ε λ ή θ η κ ε από τον τολμηρό,
μπάρος τ ο υ ς ! »
λ ι γ ό τ ε ρ ο υπεύθυνο
χαρακτήρα του ξαδέρφου του, και δεν υπήρχε αμφιβολία ότι ο
Η πρόταση αυτή ήταν αναπόφευκτη, αλλά η Άννα δεν
Μανόλης χρειαζόταν την π υ γ μ ή που επιδείκνυαν ο θείος και η
ήταν α κ ό μ η π ρ α γ μ α τ ι κ ά έ τ ο ι μ η γ ι α το χ τ ύ π η μ α . Ο ρόλος του
θεία του. Ο Αντρέας, έξι μήνες μεγαλύτερος, ανέλαβε, όπως
Αντρέα στη ζωή του Μ α ν ό λ η και της Μαρίας θα ήταν πλέον
ήταν φυσικό, το ρόλο του προστάτη, αν και ο Μανόλης ήταν
σημαντικός και θα τους ένωνε όλους με έναν κοινό δεσμό,
αυτός που παρέσυρε τον ξάδερφό του και τον προκαλούσε να
καταδικάζοντάς την να τρώει στα μούτρα, αιώνια, την ευτυ
γ ί ν ε ι πιο τολμηρός και πιο θαρραλέος στις περιπέτειές τους στο
χία της αδερφής της. Μέσα στη σκοτεινιά, τα μάτια της την
κ τ ή μ α , καθώς έμπαιναν στα πρώτα χρόνια της εφηβείας τους. Η Μαρία έ λ α β ε τα πρώτα από τα πολλά δώρα γ ι α την προί
έ κ α ι γ α ν , καθώς γύρισε στο π λ ά ι γ ι α να κρύψει το πρόσωπό της στο μ α ξ ι λ ά ρ ι .
κα της, και η διασκέδαση συνεχίστηκε μέχρι τις πρώτες πρωινές
« Κ α λ η ν ύ χ τ α , Άννα. Καλόν ύ π ν ο » . Ο Αντρέας ξάπλωσε
ώρες, οπότε το χωριό έ γ ι ν ε το πιο ήσυχο μέρος στην Κ ρ ή τ η .
να κ ο ι μ η θ ε ί . Μέσα σε δευτερόλεπτα, το κ ρ ε β ά τ ι τρανταζόταν
Α κ ό μ η και τα σκυλιά ήταν πολύ κουρασμένα για να γαβγίσουν,
από το ροχαλητό του.
μέχρι που ο ήλιος ανέβηκε γ ι α τα καλά στον ορίζοντα. Ό τ α ν έφτασε στο σπίτι ο Αντρέας, όλοι είχαν πέσει γ ι α ύπνο. Ο Αλέξανδρος και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α είχαν επιστρέψει νωρί
ΟΙ
ΜΕΡΕΣ
ΤΟΥ
ΜΑΡΤΙΟΥ
με το αναζωογονητικό αεράκι
πέρασαν γ ρ ή γ ο ρ α , η άνοιξη έφτασε μέσα σε μια έ κ ρ η ξ η από
τερα και το σπίτι ήταν απόκοσμα ήσυχο και σκοτεινό. Γ λ ί
μπουμπούκια και ανθούς, και μ έ χ ρ ι το καλοκαίρι οι προετοι
στρησε στην κάμαρα κ α ι άκουσε την Άννα να σαλεύει στο
μασίες του γ ά μ ο υ είχαν προχωρήσει αρκετά. Η η μ ε ρ ο μ η ν ί α ε ί χ ε οριστεί γ ι α τον Ο κ τ ώ β ρ ι ο και οι γ α μ ή λ ι ε ς ευχές θα
κρεβάτι της. « Γ ε ι α σου, Ά ν ν α » , ψιθύρισε, σε περίπτωση που η γυναίκα
γίνονταν με το πρώτο κρασί από τη σοδειά της χρονιάς. Η Μ α ρ ί α και ο Μ α ν ό λ η ς συνέχισαν τις ε β δ ο μ α δ ι α ί ε ς εξόδους
του κοιμόταν α κ ό μ η . Η α λ ή θ ε ι α ήταν πως η Άννα δεν ε ί χ ε κ λ ε ί σ ε ι μ ά τ ι ε κ ε ί ν η τη νύχτα. Σ τ ρ ι φ ο γ ύ ρ ι ζ ε διαρκώς, τ ρ ε λ α μ έ ν η από ο ρ γ ή στη σ κ έ ψ η του γ λ ε ν τ ι ο ύ κ ά τ ω στην Π λ ά κ α . Μπορούσε να φαντα στεί το π λ α τ ύ χ α μ ό γ ε λ ο της αδερφής της και τα σκούρα μάτια του Μ α ν ό λ η καρφωμένα πάνω της, τα χέρια του περασμένα στη μέση της, καθώς απολάμβαναν τ ι ς ευχές όλων. 272
τους, πάντοτε μ ε τ η συντροφιά της Φ ω τ ε ι ν ή ς κ α ι του Σ τ έ φανου. Η παρθενία του κοριτσιού ήταν σιωπηρή προϋπόθεση της συμφωνίας του γ ά μ ο υ , και όλοι γνώριζαν καλά τη δύ ν α μ η του πειρασμού - όλοι είχαν συμφέρον να μη μ ε ί ν ε ι ένα κορίτσι μόνο του με το μνηστήρα του μ έ χ ρ ι την π ρ ώ τ η νύχτα του γ ά μ ο υ . 273
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Έ ν α βράδυ του Μαΐου, ενώ οι τέσσερις τους έπιναν ένα
παρά μόνο γ ι α να δ ε ί ξ ε ι την αποδοκιμασία της; Η Μαρία
ποτό στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο , η Μαρία παρατήρησε ότι η Φ ω τ ε ι
ή θ ε λ ε να το ξεκαθαρίσει. Τα πολλά γ ρ ά μ μ α τ α που έ γ ρ α ψ ε
νή έ δ ε ι χ ν ε κάπως ξ α ν α μ μ έ ν η . Κ α τ α λ ά β α ι ν ε ότι η φ ί λ η της
- μ ε το ένα να περιγράφει το γ λ έ ν τ ι των αρραβώνων που ε ί χ ε χάσει η Άννα, θεωρητικά λ ό γ ω ασθένειας, κι ένα άλλο που
ή θ ε λ ε να τους π ε ι κ ά τ ι . « Τ ι συμβαίνει, Φ ω τ ε ι ν ή ; Μοιάζεις σαν να σου έ χ ε ι συμβεί
της έ λ ε γ ε γ ι α τα όμορφα εσώρουχα που ε ί χ ε λ ά β ε ι γ ι α την προίκα τ η ς - δεν πήραν απάντηση. Η Άννα ε ί χ ε τηλέφωνο,
κάτι υπέροχο!» « Έ τ σ ι ακριβώς ν ι ώ θ ω . . . Π ε ρ ι μ έ ν ο υ μ ε π α ι δ ί ! » τους ξεφούρνισε το μυστικό. « Ε ί σ α ι έγκυος! Υπέροχα ν έ α » , ε ί π ε η Μαρία πιάνοντας τα χέρια της φίλης της. « Π ό τ ε με το κ α λ ό ; » « Ν ο μ ί ζ ω σε περίπου επτά μήνες -
ε ί μ α ι α κ ό μ η στην
αρχή».
όχι όμως η Μαρία και ο Γ ι ώ ρ γ η ς , και η επικοινωνία μεταξύ τους ε ί χ ε σταματήσει. Κ α θ ώ ς ο Μανόλης οδηγούσε στον οικείο δρόμο λ ί γ ο έξω από την Ελούντα με κατεύθυνση το ε π ι β λ η τ ι κ ό σπίτι των Βανδουλάκηδων, παίρνοντας τις στροφές όπως κ ά θ ε νέος που έ χ ε ι κάνει αυτή τη διαδρομή χ ί λ ι ε ς φορές, η Μαρία ήταν ανήσυχη. « Θ ά ρ ρ ο ς » , έ λ ε γ ε στον εαυτό της. « Η αδερφή σου
« Μ ό λ ι ς λίγους μήνες μετά το γ ά μ ο μας - θα πρέπει να
ε ί ν α ι » . Δ ε ν κ α τ α λ ά β α ι ν ε γ ι α τ ί βρισκόταν σ ε τέτοια π ε ρ ι τ τ ή
έρχομαι στην Π λ ά κ α να σε β λ έ π ω κ ά θ ε τ ό σ ο » , ε ί π ε η Μαρία
κατάσταση αγωνίας ε π ε ι δ ή θα επισκεπτόταν κάποιον με τον
γ ε μ ά τ η ενθουσιασμό.
οποίο μοιράζονταν την ίδια μάνα.
Ήπιαν όλοι τους στα καλά νέα. Σ τ α δυο κορίτσια φαι νόταν σαν είχαν περάσει μόνο μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς από τότε που έπαιζαν στην ακροθαλασσιά και, τώρα, να που συζητούσαν γ ι α το γ ά μ ο και τη μητρότητα. Αργότερα εκείνο το καλοκαίρι, ανήσυχη εξαιτίας του μ ε γάλου διαστήματος που ε ί χ ε περάσει από την τελευταία φορά που ε ί δ ε την Άννα, και μάλλον κ α τ ά π λ η κ τ η από την απόλυτη έ λ λ ε ι ψ η ενδιαφέροντος της αδερφής της γ ι α τον ε π ι κ ε ί μ ε ν ο γ ά μ ο , η Μαρία αποφάσισε ότι ε ί χ ε έρθει η ώρα να την επι σκεφτούν. Ήταν μια από τις πιο ζεστές μέρες του Αυγούστου, όταν α κ ό μ η και η νύχτα πρόσφερε ελάχιστη ανακούφιση από την κάψα, και αντί γ ι α τη συνηθισμένη βόλτα τους στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο με τη Φ ω τ ε ι ν ή και τον Σ τ έ φ α ν ο , ο Μανόλης και η Μαρία θα πήγαιναν μόνοι τους να δουν την Άννα. Ήταν μια τ ο λ μ η ρ ή κίνηση. Δ ε ν είχαν δ ε χ τ ε ί γ ρ α π τ ή ή προφορική πρόσκληση ότι η μάλλον υπεροπτική και ακριβοθώρητη Άννα ή θ ε λ ε να τους δ ε ι . Το μήνυμα προς τη Μαρία ήταν σαφές. Γ ι α ποιον άλλο λόγο να συμπεριφέρεται έτσι η αδερφή της, 274
Ό τ α ν έφτασαν, η Μαρία β γ ή κ ε πρώτη από το αυτοκίνητο. Ο Μανόλης φαινόταν να αργοπορεί, προσπαθώντας να β γ ά λ ε ι το κ λ ε ι δ ί από τη μίζα και κατόπιν χτενίζοντας τα μ α λ λ ι ά του μπροστά στον καθρέφτη του παρμπρίζ. Η Μαρία στεκό ταν και τον π ε ρ ί μ ε ν ε , ανυπομονώντας γ ι α τη συνάντηση. Ο αρραβωνιαστικός της έστριψε το πόμολο της βαριάς πόρτας -σε τ ε λ ι κ ή ανάλυση, αυτό ήταν κάτι σαν το δεύτερο σπίτι τ ο υ - αλλά δεν κατάφερε να ανοίξει, κι έτσι έπιασε το ρόπτρο και το χτύπησε δυνατά, τρεις φορές. Τ ε λ ι κ ά , η πόρτα άνοιξε. Ό μ ω ς , πίσω της δεν βρισκόταν η Άννα, αλλά η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α . Ε ξ ε π λ ά γ η που ε ί δ ε τον Μ α ν ό λ η και τη Μ α ρ ί α . Σ π ά ν ι α έκανε κανείς επισκέψεις απροειδοποίητα, αλλά όλοι ήξεραν ότι ο Μανόλης δεν ήταν ο τύπος του ανθρώπου που ασχολεί ται με το πρωτόκολλο, και ε κ ε ί ν η τον αγκάλιασε θερμά. « Π ε ρ ά σ τ ε , π ε ρ ά σ τ ε » , ε ί π ε στοργικά. « Χ α ί ρ ο μ α ι που σας β λ έ π ω . Μ α κ ά ρ ι να ήξερα ότι θα ερχόσαστε γ ι α να τ ρ ώ γ α μ ε μαζί, αλλά θα φτιάξω κάτι να φ ά μ ε , κάτι να π ι ο ύ μ ε . . . » 275
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Ή ρ θ α μ ε γ ι α να δούμε την Ά ν ν α » , ε ί π ε ο Μανόλης, δια
συχνά επισκεπτόταν ο ανιψιός της τη νύφη της, και ο μόνος
κόπτοντάς την. « Τ ι κάνει; Έ χ ο υ μ ε χ α θ ε ί - εδώ και μ ή ν ε ς » .
άνθρωπος που γνώριζε πολύ καλά ότι η Άννα δεν ήταν άρ
« Α λ ή θ ε ι α ; Α, μάλιστα. Δ ε ν το κ α τ ά λ α β α . Θα π ά ω να
ρωστη την ημέρα των αρραβώνων της αδερφής της. Α κ ό μ η
της πω ότι είστε ε δ ώ » . Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α β γ ή κ ε βιαστικά από το
και τώρα μπορούσε να νιώσει την απροθυμία της νύφης της
δωμάτιο.
να β γ ε ι από την κρεβατοκάμαρα. Προφανώς δεν χρειαζόταν
Από το παράθυρο της κάμαράς της, η Άννα ε ί χ ε δει το
τόση ώρα γ ι α να διασχίσει το δ ω μ ά τ ι ο . Ό λ α άρχιζαν να
γνωστό αυτοκίνητο να έρχεται. Τι έπρεπε να κάνει; Ε ί χ ε κα
βγάζουν νόημα. Π ε ρ ί μ ε ν ε υπομονετικά γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς
ταφέρει να αποφύγει μια τέτοια συνάντηση όσο καιρό ήταν
πριν χτυπήσει ξανά, αυτή τη φορά με μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η ε π ι μ ο ν ή .
δυνατόν, πιστεύοντας ότι μόνο αν έ μ ε ν ε μακριά από τον Μ α
«Άννα; Θα έρθεις;»
νόλη θα έσβηναν σταδιακά τα αισθήματά της γ ι α εκείνον.
Πίσω από την κλειστή πόρτα, η Άννα απάντησε απότομα.
Ωστόσο, κ ά θ ε μέρα της εβδομάδας, τον έ β λ ε π ε . Έ β λ ε π ε την
« Ν α ι , θ α έ ρ θ ω . Θ α κ α τ έ β ω μόλις ε τ ο ι μ α σ τ ώ » .
αντανάκλασή του στον άντρα της, όταν εκείνος επέστρεφε από
Λ ί γ α λεπτά αργότερα, έχοντας βάλει το κατακόκκινο κρα
το κ τ ή μ α , και τις νύχτες, όταν ο Αντρέας της έκανε έρωτα, η
γιόν της και με τα λαμπερά μαλλιά της να αστράφτουν σαν
μορφή του Μ α ν ό λ η έπαιρνε εύκολα τη θέση του μπροστά στα
γ υ α λ ί , η Άννα άνοιξε με ορμή την πόρτα της κρεβατοκάμαρας
μισόκλειστα μάτια της. Η ένταση του πάθους της γ ι ' αυτή τη
και κ α τ έ β η κ ε κ ά τ ω . Π ή ρ ε μια βαθιά ανάσα και έσπρωξε την
γ ε μ ά τ η ζωή εκδοχή του συζύγου της ήταν τόσο μ ε γ ά λ η , όσο
πόρτα της σάλας. Αποπνέοντας, από την κορυφή μέχρι τα
και τη μέρα που της ε ί χ ε τοποθετήσει ένα λουλούδι ανάμεσα
νύχια, τον αέρα της απόλυτης κυρίας του σπιτιού, μολονότι η
στα στήθη, και μόνο η σκέψη του ήταν αρκετή γ ι α να τη δ ι ε
Ε λ ε υ θ ε ρ ί α ήταν η π ρ α γ μ α τ ι κ ή νοικοκυρά, διέσχισε το δωμά
γ ε ί ρ ε ι . Λαχταρούσε να δει εκείνο το λαμπερό χ α μ ό γ ε λ ο που
τιο γ ι α να χαιρετήσει την αδερφή της, και με ευγένεια της
έβαζε φωτιά στο πάθος της και έστελνε ρ ί γ η ανατριχίλας στη
έδωσε ένα βιαστικό φιλί στο μάγουλο. Κατόπιν στράφηκε στον
ραχοκοκαλιά της, αλλά η οποιαδήποτε συνάντηση μαζί του θα
Μ α ν ό λ η , τείνοντας το χλομό, άνευρο χέρι της.
συνοδευόταν με την παρουσία της Μαρίας και αυτό θα ήταν υπενθύμιση πως ο Μανόλης δεν θα γινόταν ποτέ δικός της.
« Γ ε ι α » , ε ί π ε χ α μ ο γ ε λ ώ ν τ α ς . « Τ ι έ κ π λ η ξ η . . . Τ ι ευχάρι στη έ κ π λ η ξ η » .
Προσποιούνταν ότι διατηρούσε τον έ λ ε γ χ ο . Μ έ χ ρ ι εκείνο
Η Άννα ήταν πάντοτε ικανή να προσποιείται. Κ α ι από
το βράδυ. Τ ώ ρ α , ήταν σ τ ρ ι μ ω γ μ έ ν η . Οι δυο άνθρωποι που
πάρα πολλές απόψεις ήταν όντως ευχάριστο που έ β λ ε π ε αυτό
αγαπούσε και μισούσε περισσότερο στον κόσμο, βρίσκονταν
τον άντρα, αυτή την ε μ μ ο ν ή της, ολοζώντανο μπροστά της·
ε κ ε ί και την περίμεναν.
αλλά ήταν και κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Τον σκεφτό
Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α χτύπησε διακριτικά την πόρτα.
ταν κ ά θ ε μέρα, εδώ και μήνες, και να τώρα που βρισκόταν
« Ά ν ν α , έχουν έρθει η αδερφή σου και ο μνηστήρας τ η ς ! »
μπροστά της, α κ ό μ η πιο στιβαρός, πιο επιθυμητός απ' όσο τον
φώναξε, χωρίς να μ π ε ι . « Θ α έρθεις να τους δ ε ι ς ; »
θυμόταν. Σ τ η ν Άννα φάνηκε σαν να πέρασαν πολλά λεπτά,
Χ ω ρ ί ς ποτέ να την κάνει να της εκμυστηρευθεί οτιδήποτε,
που, όμως, ήταν μόλις ένα ή δύο δευτερόλεπτα, όταν συνει
η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α έτρεφε υποψίες γ ι α τα αισθήματα της Άννας
δητοποίησε ότι ακόμη του κρατούσε το χ έ ρ ι . Το δικό της ήταν
γ ι α τον Μ α ν ό λ η . Ήταν ο μόνος άνθρωπος που γνώριζε πόσο
μουσκεμένο από τον ιδρώτα. Το τ ρ ά β η ξ ε .
276
277
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Ε ί χ α την αίσθηση ότι πέρασε πολύς καιρός από την τ ε
βοήθεια αν η Άννα άρχιζε να αναλαμβάνει τις ευθύνες της
λευταία φορά που σ υ ν α ν τ η θ ή κ α μ ε » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α . «Ο και
σχετικά με τον πατέρα τους, και αν τουλάχιστον προσπαθούσε
ρός περνάει πολύ γρήγορα και ξέρεις ότι παντρευόμαστε τον
να τον β λ έ π ε ι πιο συχνά. Ήταν έ τ ο ι μ η να θ ί ξ ε ι το ζήτημα,
Ο κ τ ώ β ρ ι ο , έτσι δεν ε ί ν α ι ; »
όταν ακούστηκαν φωνές στο διάδρομο.
« Ν α ι , ναι, υπέροχα νέα. Π ρ α γ μ α τ ι κ ά υ π έ ρ ο χ α » .
Ο Αλέξανδρος και ο Αντρέας είχαν επιστρέψει από την
Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α έκανε τώρα την εμφάνισή της β ι α σ τ ι κ ή , με
επιθεώρηση της γ η ς τους στο οροπέδιο του Λασιθίου, και μο
ένα δίσκο γ ε μ ά τ ο ποτήρια και πιατάκια με ε λ ι έ ς , τυρί φέτα,
λονότι τα δυο ξαδέρφια βλέπονταν τ α κ τ ι κ ά γ ι α να συζητήσουν
αμύγδαλα και κ ο μ μ ά τ ι α ζεστής σπανακόπιτας. Ήταν θαύμα
τις υποθέσεις του κτήματος, αγκαλιάστηκαν σαν φίλοι που
που κατάφερε να φτιάξει μ ι α τέτοια π ο ι κ ι λ ί α μεζέδων μέσα
είχαν να συναντηθούν πολλά χρόνια. Σερβιρίστηκαν κι άλλα
σε λ ί γ α λεπτά, αλλά, παρ' όλα αυτά, ζήτησε σ υ γ γ ν ώ μ η που
ποτά, και οι δυο άντρες του σπιτιού κάθισαν.
δεν
μπόρεσε να τους προσφέρει ένα πιο πλούσιο φαγητό.
Η Μ α ρ ί α δ ι έ κ ρ ι ν ε μ ι α ένταση, αλλά δεν μπορούσε να
Σ υ ν έ χ ι σ ε το π η γ α ι ν έ λ α , καθώς έ β γ α λ ε από τον μπουφέ μια
κ α τ α λ ά β ε ι την αιτία. Η Άννα έ δ ε ι χ ν ε απόλυτα χαρούμενη
π ε ρ ί τ ε χ ν η καράφα με ούζο κ α ι τους σέρβιρε.
που συζητούσε, αλλά δεν γινόταν να μην παρατηρήσει ότι τα
Κάθισαν όλοι. Η Άννα κούρνιασε στην άκρη της καρέκλας
περισσότερα από τα σχόλιά της απευθύνονταν στον Μ α ν ό λ η
της· ο Μανόλης έ γ ε ι ρ ε πίσω, αναπαυτικά, απόλυτα άνετος.
κ α ι όχι σ' ε κ ε ί ν η . Ίσως να έφταιγαν απλώς οι θέσεις όπου
Το δ ω μ ά τ ι ο λουζόταν με ένα ζεστό πορτοκαλί φως που έριχνε
ήταν καθισμένοι. Ο Μανόλης βρισκόταν απέναντι από την
μέσα από τις δαντελένιες κουρτίνες ο ήλιος που έδυε, κ α ι μο
Άννα, ενώ ο Αντρέας και η Μαρία κάθονταν σε έναν μακρύ
λονότι η συζήτηση ήταν πολύ τ υ π ι κ ή , η Άννα διατηρούσε τη
καπιτονέ καναπέ με την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α ανάμεσά τους.
ροή κάποιας μορφής διαλόγου. Ή ξ ε ρ ε ότι αυτός ήταν ο ρόλος της στη σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν η περίσταση.
Ο Μανόλης ε ί χ ε ξεχάσει τη δύναμη της γ ο η τ ε ί α ς που του ασκούσε η Άννα. Ε ί χ ε κάτι τόσο λαμπερά κ ο κ έ τ ι κ ο επάνω
« Π ε ς μου γ ι α τον πατέρα. Π ώ ς ε ί ν α ι ; »
της, κι εκείνος αναπόλησε τις μεσημεριανές συναντήσεις τους
Ήταν δύσκολο να κ α τ α λ ά β ε ι αν η Άννα π ρ α γ μ α τ ι κ ά νοια
με ένα συναίσθημα που θύμιζε νοσταλγία. Αν και ήταν πλέον
ζόταν, αλλά σίγουρα ποτέ δεν ε ί χ ε περάσει από το μυαλό της
ένας επίσημα αρραβωνιασμένος άντρας, ο παλιός, αλήτικος
Μαρίας ότι δεν συνέβαινε κάτι τ έ τ ο ι ο .
χαρακτήρας του Μ α ν ό λ η παραμόνευε κοντά στην επιφάνεια.
« Ε ί ν α ι μ ι α χαρά. Έ χ ε ι χαρεί πολύ μ ε τ ο γ ά μ ο μ α ς . Τ ο υ
Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α μπορούσε να δει διαφορά στην Άννα. Α ρ κ ε
ζητήσαμε να έ ρ θ ε ι να μ ε ί ν ε ι μαζί μας μ ε τ ά , αλλά είναι ανυ
τό καιρό τώρα ήταν μουτρωμένη κ α ι υπερβολικά λ ι γ ό λ ο γ η ,
ποχώρητος, θ έ λ ε ι να μ ε ί ν ε ι στην Π λ ά κ α » , απάντησε.
όμως απόψε ε ί χ ε ζωντανέψει, τα μ ά γ ο υ λ ά της είχαν κοκκινί
Π ά ν τ ο τ ε έβρισκε άφθονες δ ι κ α ι ο λ ο γ ί ε ς γ ι α την προφανή
σει, κι ακόμη και στο ημίφως μπορούσε να δει ότι το χαμό
έ λ λ ε ι ψ η ενδιαφέροντος από την πλευρά της αδερφής της: την
γ ε λ ο της ε ί χ ε π λ α τ ύ ν ε ι . Ο τρόπος με τον οποίο δεχόταν ότι
απόστασή της από την Π λ ά κ α , τον νέο ρόλο της ως συζύγου
έ λ ε γ ε ο Μανόλης ήταν σχεδόν δουλικός.
και τα άλλα καθήκοντα που η Μαρία υ π έ θ ε τ ε ότι έπρεπε
Ως συνήθως, ο Μανόλης μονοπωλούσε τη συζήτηση. Η
να έ χ ε ι σε ένα κτήμα σαν κι αυτό. Ή ξ ε ρ ε τώρα ότι θα την
Άννα προσπαθούσε να μην ε ξ α γ ρ ι ώ ν ε τ α ι καθώς συνέχιζε να
επηρέαζαν και την ίδια παρόμοιες α λ λ α γ έ ς . Θα ήταν μ ε γ ά λ η
αναφέρεται στη Μ α ρ ί α ως την « ό μ ο ρ φ η α ρ ρ α β ω ν ι α σ τ ι κ ι ά »
278
279
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
του, βγάζοντας το συμπέρασμα ότι το έκανε επίτηδες γ ι α να
Ε ξ ά λ λ ο υ , η Μαρία π ε ρ ί μ ε ν ε να προτείνει η Άννα κάτι πιο
την ενοχλήσει. Τ η ν πείραζε α κ ό μ η , σκέφτηκε, έπαιζε ακόμη
σύντομο. Η απάντησή της, ωστόσο, ήταν ά ψ ο γ η .
μαζί της, όπως έκανε πριν από τόσους μήνες, και καθιστούσε
« Π ο λ ύ ωραία! Θα το πω στον π α τ έ ρ α » , ε ί π ε . « Κ α ι ξέρω
προφανές ότι δεν ε ί χ ε ξεχάσει το φλερτάρισμά τους. Ο τρόπος
πως θα περιμένει με ανυπομονησία. Συνήθως επιστρέφει από τη
που την κοιτούσε τώρα, σκύβοντας μπροστά γ ι α να της μ ι λ ή
Σπιναλόγκα γύρω στις πέντε, μαζί με το γιατρό Λ α π ά κ η » .
σει σαν να μην ήταν κανένας άλλος στο δωμάτιο, έκανε το
« Α ν ά θ ε μ ά την που ανέφερε το ν η σ ί ! » σκέφτηκε η Άννα.
πράγμα ξεκάθαρο. Μακάρι να μην ήταν κανένας άλλος μέσα
Π ί σ τ ε υ ε ότι τα είχαν καταφέρει όλοι περίφημα τα τελευταία
στο δ ω μ ά τ ι ο . Η ώρα που πέρασε συντροφιά με τον Μ α ν ό λ η
πέντε χρόνια, μια και εξασφάλισαν πως δεν θα έφτανε στα
ήταν ο παράδεισος και η κόλαση μαζί.
αυτιά της οικογένειας του Βανδουλάκη το εύρος της σχέσης
Η κουβέντα ε ί χ ε να κάνει κυρίως με το γ ά μ ο . Πού θα
τους με την αποικία των λεπρών. Ήξερε α κ ό μ η ότι πλέον
γινόταν η τ ε λ ε τ ή , ποιους θα καλούσαν και ο ρόλος του Αντρέα
ήταν προς το συμφέρον και της Μαρίας να μ ε ί ν ε ι το παρελθόν
ως κουμπάρου. Ε ί χ ε σχεδόν σκοτεινιάσει όταν η Μαρία και ο
της κρυφό, όπως συνέβαινε και με την ίδια. Γιατί απλώς δεν
Μανόλης σηκώθηκαν γ ι α να φύγουν. Τα μάτια τους είχαν
το ξεχνούσαν όλοι τους; Οι πάντες γνώριζαν πως ο Γ ι ώ ρ γ η ς
προσαρμοστεί στο λυκόφως, και μόνο τότε η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α άναψε
π ή γ α ι ν ε π ρ ο μ ή θ ε ι ε ς στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α και μετέφερε το γιατρό
ένα πορτατίφ ώστε να μπορέσουν να βγουν από το δωμάτιο χω
του νησιού. Δ ε ν ήταν αυτό αρκετή ντροπή από μόνο του,
ρίς να σκοντάψουν στα χαλιά ή να πέσουν πάνω στα έπιπλα.
χρειαζόταν να το αναφέρουν συνέχεια;
« Έ ν α πράγμα μόνο, Ά ν ν α » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α , αποφασισμένη
Μ ε τ ά τις α γ κ α λ ι έ ς του αποχαιρετισμού, ο Μανόλης και
να μη φύγει χωρίς να εκπληρώσει την αποστολή της. « Θ α
η Μαρία τ ε λ ι κ ά έφυγαν. Μολονότι η Άννα ε ί χ ε φανεί ευέ
έρθεις να δεις τον πατέρα σύντομα; Ξ έ ρ ω ότι είσαι απασχολη
ξαπτη κάποιες σ τ ι γ μ έ ς , η Μαρία πίστευε ότι ίσως ο πάγος
μ έ ν η , αλλά νομίζω ότι θα το εκτιμούσε π ρ α γ μ α τ ι κ ά » . « Ν α ι , ναι, θα το κ ά ν ω » , ε ί π ε η Άννα με ασυνήθιστο σεβασμό στη μ ι κ ρ ή αδερφή της. «Ήμουν α μ ε λ ή ς . Μ ε γ ά λ ο
ε ί χ ε αρχίσει να λ ι ώ ν ε ι . Προσπαθούσε πάντοτε να μην κρίνει την αδερφή της και να συγκρατεί την κ ρ ι τ ι κ ή της, αλλά δεν ήταν α γ ί α .
λάθος εκ μέρους μου. Θα έρθω στην Π λ ά κ α σε λ ί γ ε ς εβδο
« Κ α ι ρ ό ς είναι να έρθει η Άννα στην Π λ ά κ α » , ε ί π ε στον
μάδες. Τ ι λες γ ι α την τ ρ ί τ η Τ ε τ ά ρ τ η του Σ ε π τ ε μ β ρ ί ο υ ; Θ α
Μ α ν ό λ η . « Α ν αφήσω μόνο του τον πατέρα ε κ ε ί , θα πρέπει να
σε β ό λ ε υ ε ; »
αρχίσει να τον επισκέπτεται πιο σ υ χ ν ά » .
Ήταν μια τ υ π ι κ ή , αδιάφορη ερώτηση, αλλά κατά κάποιον
« Θ α ε κ π λ α γ ώ αν το κ ά ν ε ι » , ε ί π ε ο Μ α ν ό λ η ς . « Μ ά λ λ ο ν
τρόπο γ ε μ ά τ η μοχθηρία. Η Άννα γνώριζε πάρα πολύ καλά
έ χ ε ι τους δικούς της κανόνες. Κ α ι σίγουρα δεν της αρέσει
ότι μια Τ ε τ ά ρ τ η του Σ ε π τ ε μ β ρ ί ο υ ήταν γ ι α τη Μαρία ότι
όταν τα πράγματα δεν πάνε όπως θ έ λ ε ι η ί δ ι α » .
κ α ι μια Τ ε τ ά ρ τ η του Α π ρ ι λ ί ο υ , του Ιουνίου ή του Αυγούστου,
Η Μαρία προβληματίστηκε από το πόσο καλά ήξερε ο
και μια
Μανόλης την Άννα. Μιλούσε γ ι α την αδερφή της σαν να ήταν
Δ ε υ τ έ ρ α ή Τ ρ ί τ η . Ήταν απασχολημένη με τα ίδια καθήκοντα
κάποιος που την κ α τ α λ ά β α ι ν ε . Η Άννα δεν ήταν πολύπλοκος
του νοικοκυριού έξι μέρες την εβδομάδα κ α ι , εκτός από τις
άνθρωπος, αλλά, ακόμη κι έτσι, την ε ξ έ π λ η ξ ε που ο Μανόλης
Κυριακές, δεν ε ί χ ε κ α μ ί α σημασία πότε θα ερχόταν η Άννα.
μπόρεσε να κάνει μια τόσο εύστοχη παρατήρηση.
ή, όσον αφορούσε στη σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν η περίπτωση, ότι
280
281
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Η Μ Α Ρ Ι Α Μ Ε Τ Ρ Ο Υ Σ Ε τώρα τις μέρες μ έ χ ρ ι τ ο γ ά μ ο τ η ς .
π λ ά τ η της γ υ ρ ι σ μ έ ν η , η Μαρία δεν ε ί δ ε την Άννα να μ π α ί ν ε ι
Απέμεναν
μέσα και να κ ά θ ε τ α ι .
μόνο τέσσερις ε β δ ο μ ά δ ε ς .
Ευχόταν να περάσουν
πιο γρήγορα, αλλά το γ ε γ ο ν ό ς πως θα άφηνε τον πατέρα της
Η Άννα έ μ ε ι ν ε στη θέση της κάπου δέκα λεπτά, παρα
βάραινε α κ ό μ η στο μυαλό της, κι έτσι αποφάσισε να κάνει
κολουθώντας τη Μαρία να κάνει δουλειές. Δ ε ν ε ί χ ε κ α μ ί α
ότι
πρόθεση να τη β ο η θ ή σ ε ι , καθώς ήταν ν τ υ μ έ ν η με ένα φόρεμα
ήταν δυνατόν γ ι α να γ ί ν ε ι πιο ήπια η α λ λ α γ ή της κατά
στασης. Το πιο χρήσιμο β ή μ α που μπορούσε να κάνει ήταν να
από φίνο λευκό
συγυρίσει το σπίτι, ώστε να το βρει μαζεμένο ο Γ ι ώ ρ γ η ς όταν
μ π λ ε λουλούδια. Τ ι διεστραμμένη ικανοποίηση έπαιρνε β λ έ
θα έ μ ε ν ε ε κ ε ί μόνος του. Ε ί χ ε αναβάλει αυτή τη δουλειά στη
ποντας την αδερφή της να κοπιάζει, αλλά της ήταν αδύνατον
διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, που ο αέρας, τόσο έξω
να κ α τ α λ ά β ε ι πώς
λινό
ύφασμα
κεντημένο
με
μικροσκοπικά
μπορούσε να δ ε ί χ ν ε ι τόσο ευτυχισμένη
όσο και μέσα, ήταν καυτός λ ό γ ω των υψηλών θερμοκρασιών.
και α ν έ μ ε λ η , και να τραγουδάει ξεσκονίζοντας ράφια. Ό τ α ν
Ε ί χ ε δροσίσει αρκετά τώρα, ήταν η τ έ λ ε ι α μέρα γ ι α μια τ έ
σκέφτηκε τον άντρα που θα παντρευόταν η Μ α ρ ί α , όμως,
τοια δουλειά.
κ α τ ά λ α β ε απόλυτα. Η αδερφή της πρέπει να ήταν η πιο ευ
Ήταν επίσης η μέρα που η Άννα ε ί χ ε υποσχεθεί ότι θα
τ υ χ ι σ μ έ ν η γυναίκα στον κόσμο. Πόσο το σιχαινόταν αυτό...
έκανε ε π ί σ κ ε ψ η . Σ τ ο σπίτι βρίσκονταν α κ ό μ η κάποια από τα
Ά λ λ α ξ ε στάση στην καρέκλα της, και η Μ α ρ ί α , ακούγοντας
π ρ ά γ μ α τ ά της, και ίσως θα ή θ ε λ ε να τα πάρει μαζί της στην
ξαφνικά το σύρσιμο του ξύλου πάνω στο πέτρινο δάπεδο, ανα
επιστροφή. Ανάμεσα τους ήταν και τα παιχνίδια της π α ι δ ι κ ή ς
πήδησε από έ κ π λ η ξ η .
η λ ι κ ί α ς τ η ς . Ίσως η Άννα να τα χρειαζόταν σύντομα, συλ λ ο γ ί σ τ η κ ε η Μ α ρ ί α . Σ ί γ ο υ ρ α , δεν θα περνούσε πολύς καιρός μ έ χ ρ ι να έρθει ένα μωρό στο σπίτι των Βανδουλάκηδων. Α ν ο ι ξ ι ά τ ι κ η γ ε ν ι κ ή καθαριότητα μέσα στο φθινόπωρο. Το μικρό σπίτι ήταν γ ε ν ι κ ά τακτοποιημένο -η Μαρία πάντα φρό ντιζε γ ι ' α υ τ ό - ωστόσο υπήρχε ένα παλιό ντουλάπι γ ε μ ά τ ο με μ π ο λ και πιάτα τα οποία χρησιμοποιούσαν σπάνια, αλλά τους χρειαζόταν ένα πλύσιμο, έπιπλα που έπρεπε να γυαλιστούν, κηροπήγια που είχαν μαυρίσει και π ο λ λ έ ς κορνίζες τις οποίες δεν ε ί χ ε ξεσκονίσει γ ι α μ ή ν ε ς . Κ α θ ώ ς δούλευε η Μ α ρ ί α , ά κ ο υ γ ε ραδιόφωνο, σιγοτρα γουδώντας τη μουσική που πλανιόταν στον αέρα. Ήταν τρεις το α π ό γ ε υ μ α . Ακουγόταν
« Ά ν ν α ! » τσίριξε. « Π ό σ η ώρα κάθεσαι ε δ ώ ; Γ ι α τ ί δεν μου είπες ότι ή ρ θ ε ς ; » « Ε ί μ α ι εδώ π ο λ λ ή ώ ρ α » , ε ί π ε η Άννα μ ε απάθεια. Ή ξ ε ρε ότι η Μαρία θα έ ν ι ω θ ε ε ν ο χ λ η μ έ ν η μαθαίνοντας ότι την παρακολουθούσε. Η Μαρία κ α τ έ β η κ ε από την καρέκλα και έ β γ α λ ε την ποδιά της. « Ν α φτιάξω λ ε μ ο ν ά δ α ; » τ η ρώτησε, ξεχνώντας αμέσως την κατεργαριά της αδερφής τ η ς . « Ν α ι , σε π α ρ α κ α λ ώ » , απάντησε η Άννα. « Κ ά ν ε ι αρκετή ζέστη γ ι α Σ ε π τ έ μ β ρ η μήνα, έτσι δεν ε ί ν α ι ; » Η Μαρία έ κ ο ψ ε στα γρήγορα μ ε ρ ι κ ά λ ε μ ό ν ι α , τα έστυψε σε μ ι α κανάτα και διέλυσε το χυμό με νερό, ανακατεύοντας
ένα από τα α γ α π η μ έ ν α τραγούδια της του
Μ ί κ η Θ ε ο δ ω ρ ά κ η . Το ζωηρό μπουζούκι ήταν ι δ α ν ι κ ή συνο δεία γ ι α το καθάρισμα. Έτσι, δυνάμωσε τον ήχο όσο γινόταν. Η μουσική έπνιξε τον ήχο της πόρτας που άνοιξε, κ α ι , με την 282
ταυτόχρονα τη ζάχαρη που έριχνε μέσα. Ήπιαν και οι δυο τους από δύο ποτήρια πριν αρχίσουν π ά λ ι να μ ι λ ά ν ε . « Τ ι κ ά ν ε ι ς ; » ρώτησε η Άννα. κάνεις δ ο υ λ ε ι έ ς ; » 283
« Δ ε ν σταματάς ποτέ να
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
« Ε τ ο ι μ ά ζ ω το σπίτι γ ι α όταν θα μ ε ί ν ε ι ο πατέρας μόνος του ε δ ώ » , της απάντησε η Μ α ρ ί α .
« Μ ά ζ ε ψ α και μερικά
ΝΗΣΙ
μ ά θ ε ι με π λ ά γ ι ο τρόπο ποιο ήταν το π ρ ό β λ η μ α . Για πολλά χρόνια, τα συναισθήματα της αδερφής της ήταν εύκολο να -
πράγματα που ίσως χ ρ ε ι ά ζ ε σ α ι » . Έ δ ε ι ξ ε έναν μικρό σωρό
γίνουν αντιληπτά
από παιχνίδια: κούκλες, μια φλογέρα, α κ ό μ η και έναν παι
δέντρα και στους τοίχους γ ι α να διαφημίσουν μια συναυλία.
δικό α ρ γ α λ ε ι ό .
Τ ί π ο τ α δεν έ μ ε ν ε κρυφό. Τ ώ ρ α , όλα έμοιαζαν τόσο καλυμ
«Ίσως τα χρειαστείς αυτά το ίδιο σύντομα μ' ε μ έ ν α » , της πέταξε η Άννα, με αμυντικό ύφος. « Δ ε ν υπάρχει αμφιβολία ότι εσύ κι ο Μανόλης ε λ π ί ζ ε τ ε να συνεχίσετε το όνομα των Βανδουλάκηδων μόλις π α ν τ ρ ε υ τ ε ί τ ε » . Μ ε δυσκολία συγκρατούσε τ η ζήλια της γ ι α τ η Μ α ρ ί α , και αυτή η πρόταση από μόνη της π ε ρ ι ε ί χ ε όλη της την πικρία. Α κ ό μ η κι ε κ ε ί ν η δεν απολάμβανε πλέον την ατεκνία της. Οι π ε τ α μ έ ν ε ς λεμονόκουπες που κείτονταν στυμμένες και στε γνές στο τραπέζι μπροστά της, δεν ήταν λιγότερο στέρφες και πικρές από ε κ ε ί ν η . « Ά ν ν α , τι σ υ μ β α ί ν ε ι ; » Δ ε ν γινόταν να αποφύγει αυτή την ερώτηση, α κ ό μ η κι αν σήμαινε ότι υπερέβαινε τα όρια που η Μαρία αισθανόταν ότι έπρεπε να τηρήσει. « Κ ά τ ι τ ρ έ χ ε ι . Ξ έ ρ ε ι ς , μπορείς να το π ε ι ς σ' ε μ έ ν α » . Η Άννα δεν σκόπευε να εκμυστηρευτεί τίποτα στη Μ α ρ ί α . Ήταν το τελευταίο πράγμα που θα έ κ α ν ε . Ε ί χ ε πάει ε κ ε ί γ ι α
ήταν σαν τις αφίσες που τοποθετούνται στα
μένα, τόσο μυστικά, τόσο απόκρυφα. Η Μαρία συνέχισε το καθάρισμα και το γυάλισμα γ ι α κ α μ ι ά ώρα α κ ό μ η , μ έ χ ρ ι που επέστρεψε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . Ίσως γ ι α πρώτη φορά, δεν αισθάνθηκε πόνο ε π ε ι δ ή θα τον άφηνε. Έ δ ε ι χ ν ε δυνατός γ ι α άντρας της η λ ι κ ί α ς του, και ήταν β έ β α ι η πως θα ε π ι β ί ω ν ε χωρίς την παρουσία της ε κ ε ί . Ε κ ε ί ν ε ς τις μέρες δεν φαινόταν τόσο κ α τ α β ε β λ η μ έ ν ο ς από του κόσμου τις έγνοιες, και η Μαρία ήξερε πως η παρέα των φίλων του στο καφενείο του χωριού θα έκανε, ευτυχώς, πολύ σπάνια τα μοναχικά βράδια. « Π έ ρ α σ ε η Άννα ν ω ρ ί τ ε ρ α » , του ε ί π ε , με διάθεση γ ι α κουβέντα. « Θ α επιστρέψει γ ρ ή γ ο ρ α » . « Κ α ι πού π ή γ ε ; » ρώτησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Ν α δει τ η Σ α β ί ν α , ν ο μ ί ζ ω » . Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή μ π ή κ ε μέσα η Άννα. Α γ κ ά λ ι α σ ε τον πατέρα της στοργικά και οι δυο τους κάθισαν να μιλήσουν, ενώ η Μαρία τους ετοίμαζε κάτι να πιουν. Η συζήτηση κάλυ
να δει τον πατέρα της, όχι να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με
ψε όλα τα τυπικά θ έ μ α τ α . Τι έκανε η Άννα; Ε ί χ ε τ ε λ ε ι ώ σ ε ι
την αδερφή της.
τις δουλειές της και στα δύο σπίτια; Π ώ ς ήταν ο Αντρέας;
« Δ ε ν συμβαίνει απολύτως τ ί π ο τ α » , αντέτεινε απότομα.
Οι ερωτήσεις τις οποίες ή θ ε λ ε η Μαρία ν' ακούσει από τον
« Κ ο ί τ α , λ έ ω να πάω στη Σ α β ί ν α και να έρθω πάλι αργότερα,
πατέρα της -Ήταν η Άννα ευτυχισμένη; Γιατί π ή γ α ι ν ε τόσο
όταν επιστρέψει ο π α τ έ ρ α ς » .
σπάνια στην Π λ ά κ α ; - δεν έγιναν ποτέ. Δ ε ν είπαν λ έ ξ η γ ι α
Κ α θ ώ ς η Άννα γύρισε να φύγει, η Μαρία παρατήρησε ότι
τον ε π ι κ ε ί μ ε ν ο γ ά μ ο της Μαρίας, δεν έ γ ι ν ε η παραμικρή
η π λ ά τ η της αδερφής της ήταν μουσκεμένη, και το φίνο ύφα
αναφορά σε αυτόν. Η μία ώρα πέρασε γρήγορα και η Άννα
σμα του εφαρμοστού φορέματος της ε ί χ ε γ ί ν ε ι διάφανο από
σηκώθηκε γ ι α να φ ύ γ ε ι . Αποχαιρετίστηκαν και ο Γ ι ώ ρ γ η ς
τον ιδρώτα. Το γεγονός ότι υπήρχε κάτι που την απασχο
δ έ χ τ η κ ε την πρόσκληση να πάει στο σπίτι στην Ελούντα γ ι α
λούσε ήταν ηλίου φαεινότερο, αλλά η Μαρία συνειδητοποίησε
κυριακάτικο γ ε ύ μ α , σε μια βδομάδα.
πως δεν υπήρχε περίπτωση να το μ ά θ ε ι . Ίσως η Άννα να το
Μ ε τ ά το βραδινό φαγητό,
όταν ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε πάει
εκμυστηρευόταν στη Σ α β ί ν α και η Μαρία να μπορούσε να
στο καφενείο, η Μαρία αποφάσισε να κάνει μια τελευταία
284
285
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
δουλειά. Έ β γ α λ ε τα παπούτσια της γ ι α να α ν έ β ε ι σε μια
« Μ α ρ ί α ! Τι κάνεις εδώ τόσο ν ω ρ ί ς ; » αναφώνησε η Φ ω
ξ ε χ α ρ β α λ ω μ έ ν η καρέκλα, ώστε να φτάνει στο πίσω μέρος
τ ε ι ν ή . Κ α τ ά λ α β ε ότι κάτι απασχολούσε τη φιλενάδα της. « Α ς
ενός ψηλού ντουλαπιού κ α ι , καθώς σήκωνε το πόδι της, πα
πιούμε κ α φ έ » .
ρατήρησε ένα περίεργο σημάδι στο π έ λ μ α της. Η καρδιά της σταμάτησε να χτυπά. Με διαφορετικό φως μπορεί να μη φαι
Σ τ α μ ά τ η σ ε τη δουλειά και κάθισαν μαζί στο μ ε γ ά λ ο τρα πέζι της κουζίνας.
νόταν καν. Έ μ ο ι α ζ ε σαν σκιά από την ανάποδη, ένα κ ο μ μ ά τ ι
« Τ ι σ υ μ β α ί ν ε ι ; » ρώτησε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Δ ε ί χ ν ε ι ς σαν να
ξεραμένης επιδερμίδας που ήταν αχνά πιο ανοιχτόχρωμο από
μην έ κ λ ε ι σ ε ς μ ά τ ι όλη νύχτα. Μ ή π ω ς έχεις αρχίσει να ανη
την υπόλοιπη. Φαινόταν σαν να ε ί χ ε καεί από τον ή λ ι ο και η
συχείς γ ι α τ ο γ ά μ ο ; »
επιδερμίδα να ε ί χ ε ξεφλουδίσει, με αποτέλεσμα να φαίνεται
Η Μ α ρ ί α σήκωσε το β λ έ μ μ α της στη Φ ω τ ε ι ν ή , με τους
το πιο ανοιχτόχρωμο δέρμα από κάτω της. Ίσως να μην ήταν
κύκλους στα μάτια της να είναι πιο σκούροι από τον καφέ που
τίποτα ανησυχητικό,
δεν ε ί χ ε α γ γ ί ξ ε ι . Τα μάτια της πλημμύρισαν δάκρυα.
αλλά ένιωσε ναυτία από την αγωνία
της. Η Μαρία έκανε μπάνιο συνήθως τη νύχτα, και μέσα στο αχνό φως ένα τέτοιο πράγμα θα μπορούσε να περνάει
« Μ α ρ ί α , τι ε ί ν α ι ; » Η Φ ω τ ε ι ν ή άπλωσε το χέρι της και κράτησε το χέρι της φιλενάδας της. « Π ρ έ π ε ι να μου π ε ι ς » .
απαρατήρητο γ ι α μήνες. Θα το εκμυστηρευόταν στη Φ ω τ ε ι ν ή
« Α υ τ ό ε ί ν α ι » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α . Σ η κ ώ θ η κ ε και έ β α λ ε το
αργότερα, αλλά δεν σκόπευε να προκαλέσει ανησυχία στον
πόδι της στην καρέκλα, δείχνοντας το αχνό σημάδι στην επι
πατέρα της α κ ό μ η . Ε ί χ α ν όλοι τους αρκετά πράγματα να
δερμίδα της. « Μ π ο ρ ε ί ς να το δ ε ι ς ; »
σκεφτούν ε κ ε ί ν η την περίοδο.
Η Φ ω τ ε ι ν ή έσκυψε γ ι α να κοιτάξει. Κ α ι τότε κατάλα
Ε κ ε ί ν η η νύχτα ήταν η πιο δύσκολη που ε ί χ ε περάσει
βε γ ι α τ ί η φ ί λ η της φαινόταν να έ χ ε ι τόση αγωνία εκείνο
ποτέ η Μ α ρ ί α . Έ μ ε ι ν ε ξ α π λ ω μ έ ν η , ξάγρυπνη σχεδόν μ έ χ ρ ι
το πρωί. Από τα φυλλάδια που διανέμονταν τακτικά στην
την α υ γ ή . Δ ε ν μπορούσε να ξέρει με βεβαιότητα, κι όμως
Π λ ά κ α , είχαν γ ί ν ε ι γνωστά σε όλους εκεί γύρω τα πρώτα
ε ί χ ε ελάχιστες α μ φ ι β ο λ ί ε ς γ ι α εκείνο το μικροσκοπικό σημά
ορατά σημάδια της λέπρας, και τούτο έμοιαζε πολύ σαν ένα
δ ι . Οι ώρες της σκοτεινιάς περνούσαν επώδυνα αργά, καθώς
από αυτά.
στριφογύριζε στο κ ρ ε β ά τ ι και την έ τ ρ ω γ ε ο φόβος. Ό τ α ν , τ ε λ ι κ ά , έπεσε σε έναν σύντομο και άστατο ύπνο, ονειρεύτηκε τη μητέρα της και φουρτουνιασμένες θάλασσες που κατάπιναν τη
« Τ ι θα κ ά ν ω ; » ε ί π ε η Μαρία σιγανά, με τα δάκρυα να τρέχουν τώρα στα μάγουλά της. « Δ ε ν ξέρω τι να κ ά ν ω » . Η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν ή ρ ε μ η .
Σ π ι ν α λ ό γ κ α σαν να ήταν ένα τεράστιο κ α ρ ά β ι . Η α υ γ ή έφερε
« Γ ι α αρχή, κανένας εδώ γύρω δεν πρέπει να το μ ά θ ε ι .
μαζί της την ανακούφιση. Θα π ή γ α ι ν ε να δει τη Φ ω τ ε ι ν ή
Θα μπορούσε να μην είναι τίποτα, και δεν θ έ λ ε ι ς ο κόσμος να
νωρίς. Η φιλενάδα της σηκωνόταν πάντοτε γύρω στις έ ξ ι , γ ι α
β γ ά λ ε ι βιαστικά συμπεράσματα, ειδικά η οικογένεια του Βαν
να μ α ζ έ ψ ε ι τα πιάτα της προηγούμενης νύχτας και να ετοιμά
δουλάκη. Χ ρ ε ι ά ζ ε τ α ι να γ ί ν ε ι κανονική διάγνωση. Ο πατέρας
σει φαγητό γ ι α την ε π ό μ ε ν η . Φαινόταν ότι δούλευε πιο σ κ λ η
σου μεταφέρει σχεδόν κάθε μέρα εκείνον το γιατρό από το
ρά από οποιονδήποτε στο χωριό, π ρ ά γ μ α που ήταν ιδιαίτερα
νησί, έτσι δεν είναι; Γιατί δεν του ζητάς να ρίξει μια μ α τ ι ά ; »
δύσκολο, τώρα που βρισκόταν πλέον στο τρίτο τρίμηνο της
«Ο γιατρός Λαπάκης είναι καλός φίλος του πατέρα, αλλά
εγκυμοσύνης της.
τον β λ έ π ε ι πολύς κόσμος συνέχεια και μπορεί κάποιος να το 286
287
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
μάθει. Υπήρχε κι άλλος ένας γιατρός. Ερχόταν στο νησί πριν από τον πόλεμο. Δ ε ν μπορώ να θυμηθώ ούτε το όνομά του, αλλά νομίζω ότι δούλευε στο Ηράκλειο. Ο πατέρας θα ξ έ ρ ε ι » . « Γ ι α τ ί δεν δοκιμάζεις να τον δεις τ ό τ ε ; Έ χ ε ι ς πολλές δ ι κ α ι ο λ ο γ ί ε ς γ ι α να πας στο Η ρ ά κ λ ε ι ο , τώρα που κοντεύει ο γάμος σου».
ΝΗΣΙ
Η Μ α ρ ί α χρειαζόταν ξεκούραση. « Θ έ λ ε ι ς να π ι ε ι ς κάτι δροσιστικό;» τη ρώτησε, ενώ ήταν ανεβασμένη πάνω σε ένα σκαμνί. Η Άννα στεκόταν
και την
κοιτούσε,
με
διαπεραστικό
β λ έ μ μ α . Η Μ α ρ ί α ένιωσε άβολα και κ α τ έ β η κ ε από το σκα μ ν ί . Τα μάτια της αδερφής της την ακολουθούσαν, αλλά
« Μ α , αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να το πω στον πατέρα
ήταν καρφωμένα στα γ υ μ ν ά πόδια τ η ς . Ε ί χ ε παρατηρήσει
μ ο υ » , ε ί π ε η Μαρία με αναφιλητά. Προσπάθησε να σκουπί
το δυσοίωνο σημάδι, και ήταν πολύ αργά γ ι α τη Μ α ρ ί α να
σει τα δάκρυα από το πρόσωπό της, αλλά εξακολουθούσαν
το κ ρ ύ ψ ε ι .
να κυλούν.
Δ ε ν γινόταν να το αποφύγει.
Α κ ό μ η και αν
έ μ ε ν ε κρυφό από όλους τους άλλους, ο Γ ι ώ ρ γ η ς έπρεπε να το ξ έ ρ ε ι , και αυτός ήταν ο μόνος που η Μ α ρ ί α θα ή θ ε λ ε να προστατέψει.
« Τ ι είναι αυτό το σημάδι στο πόδι σου;» ρώτησε με απαι τ η τ ι κ ό ύφος. « Δ ε ν ξ έ ρ ω » , ε ί π ε η Μαρία σε αμυντικό τόνο. « Μ ά λ λ ο ν τίποτα».
Η Μαρία γύρισε στο σπίτι. Ήταν μόλις οκτώ η ώρα, αλλά ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε ήδη φ ύ γ ε ι , και ήξερε ότι θα έπρεπε να
« Έ λ α , άσε με να το δ ω ! » ε ί π ε η Άννα. Η Μαρία δεν ε ί χ ε σκοπό να τσακωθεί με την αδερφή της,
π ε ρ ι μ έ ν ε ι μ έ χ ρ ι το βράδυ γ ι α να του μ ι λ ή σ ε ι . Θα κρατούσε
που τώρα ήταν σ κ υ μ μ έ ν η γ ι α να κοιτάξει το πόδι της πιο
το μυαλό της απασχολημένο συνεχίζοντας τη δουλειά που
προσεκτικά.
ε ί χ ε αρχίσει την προηγούμενη μέρα, και ρ ί χ τ η κ ε σ' αυτή με ανανεωμένη ζωηράδα και ενεργητικότητα, γυαλίζοντας τα έπιπλα μ έ χ ρ ι που έλαμψαν και μαζεύοντας τη σκόνη με τα νύχια της από τις πιο σκοτεινές γ ω ν ι έ ς όλων των ντουλαπιών και των συρταριών.
« Ν ο μ ί ζ ω ότι δεν είναι τίποτα, αλλά θα πάω να το ε λ έ γ ξ ω » , ε ί π ε αποφασιστικά, προσπαθώντας να αντισταθεί. « Τ ο είπες στον πατέρα; Ο Μανόλης το έ χ ε ι δ ε ι ; » ρώτησε η Άννα. « Κ α ν έ ν α ς από τους δυο δεν το ξέρει α κ ό μ η » , απάντησε
Γύρω στις έντεκα, ακούστηκε ένας χτύπος στην πόρτα. Ήταν η Άννα. Η Μαρία ήταν στο πόδι ήδη επτά ώρες. Ε ί χ ε ξεθεωθεί.
η Μαρία. « Λ ο ι π ό ν , πότε θα το μάθουν; Γ ι α τ ί αν δεν σκοπεύεις να τους το πεις εσύ, θα το κάνω ε γ ώ . Μ ο υ φαίνεται σαν λ έ π ρ α » ,
« Γ ε ι α σου, Ά ν ν α » , ε ί π ε σιγανά. « Π ώ ς από δω π ά λ ι , τόσο
ε ί π ε η Άννα. Ή ξ ε ρ ε τόσο καλά όσο και η Μαρία τι θα σήμαι νε η διάγνωση λέπρας.
σύντομα;» « Κ ά τ ι ξ έ χ α σ α » , απάντησε η Άννα.
« Τ η ν τσάντα μου.
Π ρ έ π ε ι να παράπεσε πίσω από το μ α ξ ι λ ά ρ ι » . Δ ι έ σ χ ι σ ε το δωμάτιο κ α ι , π ρ ά γ μ α τ ι , πίσω από ένα μαξι λάρι, ήταν χ ω μ έ ν η μια μ ι κ ρ ή τσάντα από το ίδιο ύφασμα με το φόρεμα που φορούσε την προηγούμενη μέρα. « Ο ρ ί σ τ ε , ήξερα ότι θα ήταν ε δ ώ » . 288
« Κ ο ί τ α » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α , « θ α το πω στον πατέρα απόψε. Α λ λ ά δεν πρέπει να το μ ά θ ε ι κανείς άλλος. Μπορεί να μην είναι τ ί π ο τ α » . « Π α ν τ ρ ε ύ ε σ α ι σε λ ι γ ό τ ε ρ ο από ένα μήνα, οπότε μην αρ γήσεις να το ξεκαθαρίσεις. Α μ έ σ ω ς μόλις μ ά θ ε ι ς τι είναι, θα έρθεις να μου το π ε ι ς » . 289
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Ο τόνος της Άννας ήταν ευδιάκριτα εκφοβιστικός,
και
από το μυαλό της Μαρίας πέρασε ακόμη και η σκέψη ότι χαι ρόταν με την ιδέα να είναι λ ε π ρ ή η αδερφή της. « Α ν δεν μ ά θ ω νέα σου σε καμιά δεκαπενταριά μέρες, θα επιστρέψω». Με αυτά τα λ ό γ ι α , έ φ υ γ ε . Η πόρτα έ κ λ ε ι σ ε πίσω της με θόρυβο. Ε κ τ ό ς από την καρδιά της Μαρίας που χτυπούσε δυνατά, η αχνή μυρωδιά γ α λ λ ι κ ο ύ αρώματος ήταν το μόνο σημάδι ότι ε ί χ ε β ρ ε θ ε ί ε κ ε ί η Άννα.
Δέκατο Πέμπτο Κεφάλαιο
Τη νύχτα, η Μαρία έ δ ε ι ξ ε το πόδι της στον Γ ι ώ ρ γ η . « Π ρ έ π ε ι να π ά μ ε να δούμε το γιατρό Κ υ ρ ί τ σ η » , της ε ί π ε . « Δ ο υ λ ε ύ ε ι στο μ ε γ ά λ ο νοσοκομείο στο Η ρ ά κ λ ε ι ο . γράψω
Θα του
αμέσως».
Δ ε ν ε ί π ε τίποτε άλλο, όμως το στομάχι του ανακατευόταν από το φόβο.
Μ Αγαπητέ
Ε Σ Α Σ Ε ΜΙΑ Β Δ Ο Μ Α Δ Α από τότε που έστειλε τ ο γ ρ ά μ μ α , ο Γ ι ώ ρ γ η ς έ λ α β ε απάντηση από το γιατρό Κυρίτση. κύριε
Σας ευχαριστώ
Πετράκη, για την επιστολή σας.
Λυπήθηκα μόλις έμαθα
την ανησυχία σας για την κόρη σας και να σας δω και τους δύο. Σεπτεμβρίου,
το
θα χαιρόμουν πολύ
Θα σας περιμένω τη Δευτέρα,
17
μεσημέρι.
Θα ήθελα, επίσης, να σας εκφράσω τη θλίψη μου για το θά νατο της αξιαγάπητης συζύγου σας Ελένης. περάσει
κάμποσα χρόνια,
Ξέρω
αλλά μόλις πρόσφατα
θηκα τα λυπηρά νέα από το γιατρό Λαπάκη, έχουμε
αποκαταστήσει
τις
ότι
έχουν
πληροφορή
με τον οποίο
επαφές μας. Με
φιλικούς
χαιρετισμούς,
Νικόλαος
Κυρίτσης
Το ραντεβού ήταν σε λ ί γ ε ς μόνο μέρες, πράγμα που ανακούφι σε τον πατέρα και την κόρη, καθώς, πλέον, και οι δυο τους δεν σκέφτονταν τίποτε άλλο από το σημάδι στο πόδι της Μαρίας. 290
291
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Μ ε τ ά το πρόγευμα ε κ ε ί ν η τη Δ ε υ τ έ ρ α το πρωί, ξεκίνησαν
διάδρομο. Ο γιατρός Κυρίτσης θα τους συναντούσε σύντομα.
το τρίωρο ταξίδι τους γ ι α το Η ρ ά κ λ ε ι ο . Κανείς δεν το θ ε ώ
Οι δυο τους έμειναν ε κ ε ί σιωπηλοί, εισπνέοντας τις ανοίκειες
ρησε παράξενο που οι δυο τους θα έκαναν μια τόσο μ ε γ ά λ η
μυρωδιές αντισηπτικών, που είναι τόσο χαρακτηριστικές γ ι α
διαδρομή παρέα, και θ ε ω ρ ή θ η κ ε ότι είχαν να κάνουν κάποια
ένα νοσοκομείο. Δ ε ν είχαν πολλά να πουν, αλλά υπήρχαν
δουλειά που σχετιζόταν με τον ε π ι κ ε ί μ ε ν ο γ ά μ ο . Οι μέλλουσες
πολλά να δουν, καθώς οι νοσοκόμες πηγαινοέρχονταν βια
νύφες έπρεπε να αγοράσουν νυφικά και διάφορα ρούχα, και
στικά στο διάδρομο, σπρώχνοντας κάπου-κάπου και κανέναν
ποιο ήταν καλύτερο μέρος γ ι α κάτι τέτοιο από το Η ρ ά κ λ ε ι ο ;
ασθενή καθισμένο σε καροτσάκι. Τ ε λ ι κ ά , ήρθε π ά λ ι η νοσο
Ήταν ένα μακρύ τ α ξ ί δ ι , με δυνατούς ανέμους, κατά μ ή κος της ακτής, και καθώς πλησίαζαν την πόλη και άρχισε να
κόμα γ ι α να τους συνοδέψει στο γραφείο. Ο πόλεμος μπορεί να ε ί χ ε μεταμορφώσει την όψη του
φαίνεται το τεράστιο βενετσιάνικο λ ι μ ά ν ι , η Μαρία ε υ χ ή θ η κ ε
Η ρ α κ λ ε ί ο υ , αλλά ε ί χ ε αφήσει, επίσης, βαθύτερα σημάδια στο
όσο τ ί π ο τ ε άλλο να μην είχαν κανένα λόγο γ ι α να βρίσκονται
γιατρό Κυρίτση. Μολονότι η λ υ γ ε ρ ή κορμοστασιά του δεν
ε κ ε ί . Σε ολόκληρη τη ζωή της δεν ε ί χ ε ξαναδεί τόση σκόνη
ε ί χ ε α λ λ ά ξ ε ι , τα πυκνά μαύρα μ α λ λ ι ά του είχαν πάρει το
και τέτοιο χάος, και ο θόρυβος από τα φορτηγά και τις οι
χρώμα του ασημιού και το κάποτε στιλπνό πρόσωπό του ε ί χ ε
κοδομές την ξεκούφαινε. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν ε ί χ ε επισκεφτεί την
τώρα σημάδια από την η λ ι κ ί α και την καταπόνηση από την
πόλη από την περίοδο του πολέμου, κι εκτός από τα στιβαρά
υ π ε ρ β ο λ ι κ ή δουλειά. Έ δ ε ι χ ν ε με το παραπάνω τα σαράντα
τ ε ί χ η της, που είχαν αντέξει π ε ι σ μ α τ ι κ ά το βομβαρδισμό των
δύο χρόνια του.
Γερμανών, το μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο μέρος της πόλης ε ί χ ε αλλάξει σε σημείο που να μην την αναγνωρίζει. Τριγύριζαν στους δρό μους, μέσα σε κατάσταση σύγχυσης, βλέποντας μ ε γ ά λ ε ς πλα τ ε ί ε ς με σιντριβάνια να κελαρύζουν στο κέντρο τους, και μόνο αφού πέρασαν από το ίδιο σημείο λ ί γ ο αργότερα, κατάλαβαν εκνευρισμένοι ότι τόση ώρα έκαναν κύκλους. Τ ε λ ι κ ά εντόπι σαν το νοσοκομείο και ο Γ ι ώ ρ γ η ς σταμάτησε α π έ ξ ω . Ήταν δώδεκα παρά δέκα, και μέχρι να βρουν το δρόμο τους στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του νοσοκομείου και να βρεθούν στο γραφείο του γιατρού Κυρίτση, ήταν ήδη αργοπορημένοι στο ραντεβού τους. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς , ειδικά, ε ί χ ε εκνευριστεί.
« Κ ύ ρ ι ε Π ε τ ρ ά κ η » , ε ί π ε , ενώ σηκωνόταν από το γραφείο του γ ι α να σφίξει το χέρι του Γ ι ώ ρ γ η . « Α π ό δω η κόρη μου, η Μ α ρ ί α » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Δ ε σ π ο ι ν ί ς Π ε τ ρ ά κ η . . . Έχουν περάσει πάνω από δέκα χρόνια, αλλά σας θ υ μ ά μ α ι που ήσαστε π α ι δ ί » , ε ί π ε ο Κυρί τσης, σφίγγοντας το χ έ ρ ι της. « Π α ρ α κ α λ ώ , καθίστε και π ε ί τ ε μου γ ι α τ ί ή ρ θ α τ ε » . Η Μαρία ξεκίνησε, τ α ρ α γ μ έ ν η αρχικά, να περιγράφει τα συμπτώματά της. « Π ρ ι ν από δύο εβδομάδες, παρατήρησα ένα αχνό σημάδι στο αριστερό πόδι μου. Ε ί ν α ι ελαφρά ξηρό και κάπως μου
« Μ α κ ά ρ ι ν α ε ί χ α μ ε ξεκινήσει ν ω ρ ί τ ε ρ α » , γ κ ρ ί ν ι α ξ ε .
διασμένο. Με το ιστορικό της μητέρας μου δεν γινόταν να το
« Μ η ν ανησυχείς, ε ί μ α ι σίγουρη ότι θ α κ α τ α λ ά β ε ι . Δ ε ν
αγνοήσω. Ν α γ ι α τ ί ή ρ θ α μ ε , λ ο ι π ό ν » .
φ τ α ί μ ε ε μ ε ί ς που αυτή η πόλη έ χ ε ι γ ί ν ε ι λαβύρινθος - ή που έχτισαν αυτό το νοσοκομείο έ τ σ ι » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α .
« Κ α ι είναι μόνο σ' εκείνο το σ η μ ε ί ο ; Ή υπάρχουν κι άλλα;»
Μ ι α νοσοκόμα βρισκόταν ε κ ε ί γ ι α να τους υποδεχτεί και
Η Μαρία κοίταξε τον πατέρα της. Από τότε που ανακά
κ α τ έ γ ρ α ψ ε κάποιες λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι ε ς ενώ κάθονταν στον πνιγηρό
λ υ ψ ε το πρώτο σημάδι, ε ί χ ε βρει και πολλά ά λ λ α . Κανείς
292
293
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
δεν την έ β λ ε π ε ποτέ χωρίς ρούχα και ε ί χ ε α ν τ ι μ ε τ ω π ί σ ε ι μ ε γ ά λ η δυσκολία στο να στρίβει το λ α ι μ ό της γ ι α να εξετάσει
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Δ ε σ π ο ι ν ί ς Π ε τ ρ ά κ η , πρέπει να ξαπλώσετε, σας παρακα λ ώ » . Τα λ ό γ ι α του γιατρού διέκοψαν το ονειροπόλημά της.
την π λ ά τ η της σε έναν μικρό καθρέφτη στην κρεβατοκάμαρα,
Το νυστέρι ήταν κοφτερό. Β υ θ ί σ τ η κ ε στο δέρμα της όχι
όμως, ακόμη και μέσα στο ημίφως δ ι έ κ ρ ι ν ε πολλές άλλες κ η
περισσότερο από δύο χιλιοστά, αλλά στο μυαλό της η τ ο μ ή
λ ί δ ε ς . Το σημάδι στο πόδι της δεν ήταν πλέον το μοναδικό.
φαινόταν τεράστια. Έ ν ι ω θ ε να την κόβουν σαν κρέας, καθώς
« Ό χ ι » , απάντησε. «Υπάρχουν μερικά α κ ό μ η » .
ο γιατρός συγκέντρωνε κ ο μ μ α τ ά κ ι α σάρκας κάτω από την
« Θ α χρειαστεί να τα εξετάσω κ α ι , αν το θεωρήσω απα
επιδερμίδα της, γ ι α να τα τοποθετήσει στις π λ ά κ ε ς και να τα
ραίτητο, θα πρέπει να πάρουμε μερικά δ ε ί γ μ α τ α ι σ τ ο ύ » .
εξετάσει στο μικροσκόπιο. Το πρόσωπό της συσπάστηκε και
Ο γιατρός σηκώθηκε και η Μαρία τον ακολούθησε στο ια
τα μάτια της πλημμύρισαν με δάκρυα πόνου και φόβου. Ο
τρείο του, αφήνοντας τον Γ ι ώ ρ γ η μόνο του στο γραφείο να πε
Κυρίτσης κατόπιν πήρε δ ε ί γ μ α από την πλάτη της και η νοσο
ριεργάζεται τα σχέδια ανατομίας που κάλυπταν τους τοίχους.
κόμα έ β α λ ε γρήγορα στην τ ο μ ή αντισηπτικό και β α μ β ά κ ι .
Πρώτα απ' όλα ο Κυρίτσης εξέτασε τα έ λ κ η στο πόδι της και
Μ ό λ ι ς σταμάτησε η ροή του αίματος, η νοσοκόμα β ο ή
μετά εκείνα στην πλάτη της. Κατόπιν έ λ ε γ ξ ε την ευαισθησία
θησε τη Μαρία να σηκωθεί, κι επέστρεψαν στο γραφείο του
τους, χρησιμοποιώντας αρχικά ένα φτερό και στη συνέχεια μια
γιατρού.
καρφίτσα. Δ ε ν ε ί χ ε καμία αμφιβολία ότι οι νευρικές απολήξεις
« Λ ο ι π ό ν » , ε ί π ε εκείνος. « Θ α έ χ ω τ α αποτελέσματα της
είχαν υποστεί κάποια β λ ά β η , αλλά δεν ήταν σίγουρος εκατό
εξέτασης σε λ ί γ ε ς μ έ ρ ε ς . Θα μ ε λ ε τ ή σ ω τα δ ε ί γ μ α τ α γ ι α τυ
τοις εκατό ότι επρόκειτο γ ι α λέπρα. Κράτησε λεπτομερείς ση
χόν παρουσία του βακίλου του Χάνσεν, που είναι η μόνη
μειώσεις και μετά σκιτσάρισε ένα περίγραμμα του σώματος
ατράνταχτη απόδειξη γ ι α την ύπαρξη λέπρας. Μ π ο ρ ώ να σας
μαζί με τα σημεία όπου βρίσκονταν τα σημάδια.
ενημερώσω γραπτώς ή, αν το π ρ ο τ ι μ ά τ ε , μ π ο ρ ε ί τ ε να έρθετε
« Λ υ π ά μ α ι , δεσποινίς Π ε τ ρ ά κ η , θα χρειαστεί να πάρω κά
να με δ ε ί τ ε ξανά και να μιλήσουμε από κοντά. Προσωπικά,
ποια δ ε ί γ μ α τ α ε δ ώ . Δ ε ν θα κάνω π ο λ λ ή ώρα, αλλά φοβάμαι
νομίζω ότι είναι καλύτερο γ ι α όλους αν η ανακοίνωση της
ότι μετά η επιδερμίδα σας θα πονάει λ ι γ ά κ ι » .
διάγνωσης γ ί ν ε ι πρόσωπο με πρόσωπο».
Η Μαρία έ μ ε ι ν ε σ ι ω π η λ ή , καθώς ο Κυρίτσης κ α ι μια
Παρά το μ ε γ ά λ ο ταξίδι που συνεπαγόταν κάτι τέτοιο,
νοσοκόμα ετοίμαζαν τις π λ ά κ ε ς του μικροσκοπίου και συγκέ
τόσο ο πατέρας όσο και η κόρη ήξεραν ότι δεν ήθελαν να
ντρωναν τα απαραίτητα όργανα. Μ ό λ ι ς ένα μήνα πριν έ δ ε ι χ ν ε
μάθουν αυτά τα νέα με το ταχυδρομείο.
τα τελευταία προικιά της στις φίλες, μεταξωτές κάλτσες που έμοιαζαν σαν να αιωρούνταν στα χέρια τους, ελαφρύτερες από τον αέρα, διαφανείς σαν τα φτερά της λ ι β ε λ ο ύ λ α ς . Ό τ α ν τις
« Θ α έρθουμε να σας δ ο ύ μ ε » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς εκ μέρους και των δύο. Π ρ ι ν φύγουν από το νοσοκομείο,
έκλεισαν ένα α κ ό μ η
φόρεσε, γλίστρησαν στο δέρμα της κι ήταν τόσο αραχνοΰφα
ραντεβού. Ο γιατρός θα τους π ε ρ ί μ ε ν ε την ίδια ώρα την επό
ντες που τα πόδια της έδειχναν ακόμη γ υ μ ν ά · η μαύρη ραφή
μ ε ν η εβδομάδα. Ο ε π α γ γ ε λ μ α τ ι σ μ ό ς του ήταν απόλυτος και
που δ ι έ τ ρ ε χ ε τη γ ά μ π α της ήταν το μόνο ίχνος της παρουσίας
δεν άφησε καμία υπόνοια γ ι α το τι αποτελέσματα π ε ρ ί μ ε ν ε .
τους. Κατόπιν φόρεσε τα παπούτσια που θα έβαζε την ημέρα
Σ ί γ ο υ ρ α δεν ή θ ε λ ε να τους ανησυχήσει χωρίς να χρειάζεται,
του γ ά μ ο υ της, και τώρα, το ίδιο πόδι που ε ί χ ε μ π ε ι στο φίνο
ούτε επιθυμούσε να τους δώσει ψ ε ύ τ ι κ ε ς ε λ π ί δ ε ς , κι έτσι η
παπούτσι, θα της το άνοιγαν.
συμπεριφορά του ήταν ουδέτερη, σχεδόν αδιάφορη.
294
295
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
Ήταν η
πιο
μεγάλη
ΧΙΣΛΟΠ
εβδομάδα
στη
ΤΟ
ζωή της
ΝΗΣΙ
Μαρίας.
σειρά του να αργοπορήσει. Η νοσοκόμα έκανε την εμφάνισή
Μόνο η Φ ω τ ε ι ν ή ήξερε ότι η φίλη της βρισκόταν στο χ ε ί λ ο ς
της γ ι α να τους δει και να ζητήσει σ υ γ γ ν ώ μ η γ ι α την καθυ
του γ κ ρ ε μ ο ύ . Προσπαθούσε να είναι απασχολημένη με όσο
στέρηση. Ο γιατρός ήταν απασχολημένος, αλλά θα βρισκόταν
περισσότερες δουλειές γινόταν, αλλά τίποτα δεν ήταν αρκετό
μαζί τους σε μισή ώρα, τους ε ί π ε . Η Μαρία ήταν σχεδόν
γ ι α να της αποσπάσει την προσοχή από αυτό που ίσως να
έ ξ α λ λ η . Μ έ χ ρ ι ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή ε ί χ ε καταφέρει να συγκρα
συνέβαινε την επόμενη Δ ε υ τ έ ρ α .
τήσει την αγωνία της, αλλά τα τριάντα λεπτά που έπρεπε
Τ η ν Παρασκευή, πριν από το ταξίδι τους στο Η ρ ά κ λ ε ι ο ,
τώρα να π ε ρ ι μ έ ν ε ι , την έκαναν να ξεπεράσει τα όρια της
την επισκέφτηκε η Άννα. Ανυπομονούσε να μ ά θ ε ι : Ε ί χ ε κάνει
αντοχής της, κι άρχισε να β η μ α τ ί ζ ε ι πάνω-κάτω στο διάδρο
εξετάσεις η Μαρία; Ποια ήταν τα αποτελέσματα; Γ ι α τ ί δεν τα
μο, προσπαθώντας να η ρ ε μ ή σ ε ι .
ήξερε; Π ό τ ε θα τα μάθαιναν; Δ ε ν υπήρχε συμπάθεια ή ανη
Τ ε λ ι κ ά , ο γιατρός έφτασε
-
ήταν ιδιαίτερα απολογητικός
συχία στις ερωτήσεις της. Η Μαρία απάντησε στην αδερφή
που τους ε ί χ ε κάνει να περιμένουν και τους οδήγησε κατευ
της μονολεκτικά και τ ε λ ι κ ά η Άννα έ φ υ γ ε .
θείαν στο γραφείο του. Η συμπεριφορά του φαινόταν τ ε λ ε ί ω ς
Μ ό λ ι ς ξεμάκρυνε η αδερφή της, η Μαρία έτρεξε να δει
διαφορετική από την τελευταία επίσκεψή τους. Ο φάκελος
τη Φ ω τ ε ι ν ή . Ε ί χ ε σχεδόν ενοχληθεί από τον μνησίκακο τόνο
της Μαρίας βρισκόταν πάνω στο γραφείο του, τον άνοιξε
ενθουσιασμού που ε ί χ ε διακρίνει στην αντίδραση της Άννας
και τον έ κ λ ε ι σ ε π ά λ ι , σαν να υπήρχε κάτι που χρειαζόταν να
στην όλη κατάσταση.
ε λ έ γ ξ ε ι . Φυσικά, δεν υπήρχε. Ήξερε ακριβώς τι έπρεπε να
« Υ π ο θ έ τ ω ότι ανυπομονεί να μ ά θ ε ι πληροφορίες ε π ε ι δ ή θα μπορούσαν να την επηρεάσουν με τον έναν ή τον άλλο
π ε ι , και δεν υπήρχε λόγος να κρατάει αυτούς τους ανθρώπους α κ ό μ η σε αναμονή. Μ π ή κ ε αμέσως στο θ έ μ α .
τ ρ ό π ο » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή , κρατώντας σφιχτά το χ έ ρ ι της φίλης
« Δ ε σ π ο ι ν ί ς Π ε τ ρ ά κ η , φοβάμαι ότι στις π λ η γ έ ς σας βρί
της. « Α λ λ ά δεν πρέπει να τα σκεφτόμαστε αυτά. Π ρ έ π ε ι να
σκονται βακτήρια που δείχνουν την ύπαρξη της λέπρας στον
έχουμε αισιοδοξία, Μ α ρ ί α » .
οργανισμό σας. Λυπάμαι γ ι α τα άσχημα ν έ α » .
Για μερικές μέρες, η Μαρία παρέμεινε μακριά από τον
Δ ε ν ήταν σίγουρος γ ι α ποιον ήταν πιο συγκλονιστική η εί
κόσμο. Ε ί χ ε στείλει μήνυμα στον Μανόλη ότι ήταν αδιάθετη
δηση, γ ι α την κόρη ή τον πατέρα. Το κορίτσι ήταν ολόιδιο με
και δεν θα μπορούσε να τον δει μέχρι την επόμενη εβδομάδα.
τη μακαρίτισσα μητέρα του κι εκείνος γνώριζε καλά αυτή τη
Ευτυχώς, εκείνος δεν απόρησε, κι όταν είδε τον Γ ι ώ ρ γ η στο κα
σκληρή επανάληψη της ιστορίας. Μισούσε αυτές τις σ τ ι γ μ έ ς .
φενείο στην Π λ ά κ α , ο μέλλων πεθερός του στήριξε την ιστορία
Φυσικά, υπήρχαν φράσεις παρηγοριάς που θα μπορούσε να
και διαβεβαίωσε τον Μανόλη ότι η κόρη του σύντομα θα ήταν
χρησιμοποιήσει γ ι α να μαλακώσει το χτύπημα, όπως: « Δ ε ν
καλύτερα. Η Μαρία αισθανόταν απαίσια που δεν μπορούσε να
έ χ ε ι προχωρήσει πολύ κι έτσι ίσως καταφέρουμε να σας β ο η
δει τον Μανόλη. Τ η ς έ λ ε ι π ε το κέφι του κι ένιωθε να την π ν ί γ ε ι
θ ή σ ο υ μ ε » , ή « Ν ο μ ί ζ ω ότι π ρ ο λ ά β α μ ε την ασθένεια σε αρχικό
η μιζέρια στη σκέψη ότι ο γάμος τους ίσως πια να κινδύνευε.
σ τ ά δ ι ο » . Η ανακοίνωση άσχημων ειδήσεων, με όποιον τρόπο
Τ ε λ ι κ ά , ήρθε η Δ ε υ τ έ ρ α . Η Μαρία και ο Γ ι ώ ρ γ η ς επανέ λαβαν το ταξίδι στο Η ρ ά κ λ ε ι ο , αλλά αυτή τη φορά βρήκαν το
κι αν γινόταν, σήμαινε το ίδιο π ρ ά γ μ α : άσχημα νέα, ισοπε δωτικά και σκληρά.
νοσοκομείο πιο εύκολα και σύντομα περίμεναν, γ ι α ά λ λ η μια
Το ζευγάρι παρέμεινε σιωπηλό· οι χειρότεροι φόβοι τους εί
φορά, το γιατρό Κυρίτση έξω από το γραφείο του. Ήταν η
χαν γίνει πραγματικότητα. Σ τ ο μυαλό και των δύο εμφανίστηκε
296
297
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
η Σ π ι ν α λ ό γ κ α , καθώς ήξεραν ότι, σίγουρα πια, αυτός θα
α λ ή θ ε ι α και πως οτιδήποτε χρειαζόταν να ε ι π ω θ ε ί , δεν θα
ήταν ο τ ε λ ι κ ό ς προορισμός της Μαρίας, η μοίρα της.
π α ρ έ λ ε ι π ε να της το π ε ι . Για χάρη του πατέρα της, αν όχι γ ι α
Μολονότι στην αρχή ε ί χ ε αρρωστήσει από την ανησυχία,
δ ι κ ή της, έπρεπε να σταθεί γενναία. Δ ε ν έπρεπε να κ λ ά ψ ε ι .
τ ι ς τ ε λ ε υ τ α ί ε ς μέρες η Μ α ρ ί α ε ί χ ε προσπαθήσει να πείσει τον
« Θ α γ ρ ά ψ ω μια επιστολή στο γιατρό Λ α π ά κ η γ ι α να του
εαυτό της ότι όλα θα πήγαιναν καλά. Το να φανταστεί το
εξηγήσω την κατάσταση, και μέσα στην επόμενη εβδομάδα
χειρότερο θα ήταν αβάσταχτο.
θα πρέπει να πάτε στην αποικία στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Μ ά λ λ ο ν
Ο Κυρίτσης ήξερε ότι έπρεπε να κ α λ ύ ψ ε ι το χάσμα της
αυτό εννοείται, αλλά θα σας συμβούλευα να π ε ί τ ε όσο γ ί ν ε τ α ι
σιωπής που ε ί χ ε δημιουργήσει μέσα στο δ ω μ ά τ ι ο , κι ενώ τα
λιγότερα σε οποιονδήποτε, εκτός από όσους αισθάνεστε κοντά
φρικτά νέα γίνονταν αντιληπτά, προσπάθησε να τους κ α θ η
σας. Οι άνθρωποι έχουν ακόμη πολύ ξεπερασμένες ιδέες γ ι α
συχάσει κάπως.
τη λέπρα και πιστεύουν ότι μπορεί να κολλήσουν απλώς αν
« Ε ί ν α ι πολύ σκληρό αυτό που μ ά θ α τ ε , και λυπάμαι πάρα
βρίσκονται στο ίδιο δωμάτιο με έναν α σ θ ε ν ή » .
πολύ που σας το είπα ε γ ώ . Θα πρέπει να σας δ ι α β ε β α ι ώ σ ω ,
Σ' εκείνο το σημείο μ ί λ η σ ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς .
όμως, ότι έ χ ε ι γ ί ν ε ι μ ε γ ά λ η πρόοδος στη μ ε λ έ τ η της λέπρας.
« Ξ έ ρ ο υ μ ε » , ε ί π ε . « Δ ε ν γ ί ν ε τ α ι ν α μ έ ν ε ι ς απέναντι από
Ό τ α ν ήταν άρρωστη η σύζυγός σας, κύριε Π ε τ ρ ά κ η , οι μόνες
τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α γ ι α πολύ καιρό χωρίς να ξέρεις τι άποψη
μέθοδοι ανακούφισης και α γ ω γ ή ς ήταν α κ ό μ η , κατά την άπο
έχουν οι περισσότεροι άνθρωποι γ ι α τους λ ε π ρ ο ύ ς » .
ψή μου, εξαιρετικά πρωτόγονες. Έ χ ε ι σ η μ ε ι ω θ ε ί σ η μ α ν τ ι κ ή
« Ο ι προκαταλήψεις τους δεν έχουν καμία απολύτως επι
πρόοδος τα τελευταία χρόνια και π ρ α γ μ α τ ι κ ά ε λ π ί ζ ω ότι θα
στημονική β ά σ η » , τον δ ι α β ε β α ί ω σ ε ο Κυρίτσης. «Η κόρη σας
ω φ ε λ η θ ε ί τ ε από αυτή, δεσποινίς Π ε τ ρ ά κ η » .
θα μπορούσε να έ χ ε ι προσβληθεί από λέπρα οπουδήποτε και
Η Μαρία ε ί χ ε καρφώσει το β λ έ μ μ α της στο π ά τ ω μ α . Μπορούσε να ακούει το γιατρό να μ ι λ ά ε ι , αλλά της φαινόταν σαν να ερχόταν η φωνή του από κάπου πολύ μακριά. Μόνο όταν άκουσε το όνομά της σήκωσε τη ματιά της.
οποτεδήποτε - αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν υπερβο λ ι κ ή άγνοια γ ι ' αυτό, δυστυχώς». « Ν ο μ ί ζ ω ότι πρέπει να πηγαίνουμε τ ώ ρ α » , είπε ο Γιώργης στη Μαρία. «Ο γιατρός μάς είπε όσα χρειάζεται να ξ έ ρ ο υ μ ε » .
« Κ α τ ά τ η γ ν ώ μ η μ ο υ » , έ λ ε γ ε , « θ α μπορούσαν ν α π ε
« Ν α ι , σας ε υ χ α ρ ι σ τ ο ύ μ ε » . Η Μαρία ε ί χ ε πλέον ανακτή
ράσουν οκτώ ή δέκα χρόνια μ έ χ ρ ι να ε ξ ε λ ι χ θ ε ί η κατάστασή
σει απόλυτα την ψυχραιμία της. Ή ξ ε ρ ε τι έπρεπε να κάνει και
σας. Ο τύπος λέπρας που σας έ χ ε ι προσβάλει είναι, προς το
πού θα περνούσε την υπόλοιπη ζωή της. Ό χ ι με τον Μ α ν ό λ η
παρόν, ανενεργός, και αν π α ρ α μ ε ί ν ε τ ε σε κ α λ ή σ ω μ α τ ι κ ή
κοντά στην Ελούντα, αλλά μόνη της στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Για μια
υ γ ε ί α , δεν θα πρέπει να ε ξ ε λ ι χ θ ε ί σε λ ε π ρ ω μ α τ ώ δ η τ ύ π ο » .
σ τ ι γ μ ή αισθάνθηκε την παρόρμηση να τα δεχτεί όλα αυτά.
« Τ ι λ έ ε ι ; » σκέφτηκε η Μαρία. « Ό τ ι ουσιαστικά είμαι καταδι κασμένη σε θάνατο αλλά θα μου πάρει πολύ καιρό να πεθάνω;» « Λ ο ι π ό ν » , η φωνή της ήταν σχεδόν ψίθυρος, « τ ι γ ί ν ε τ α ι
Τ η ν τελευταία εβδομάδα ζούσε μέσα στην άγνοια, αλλά πλέον ήξερε τι έ μ ε λ λ ε να γ ί ν ε ι . Ήταν όλα τόσο αναπόφευκτα. Ο Κυρίτσης τους άνοιξε την πόρτα. « Έ ν α τελευταίο π ρ ά γ μ α » , τους ε ί π ε . « Έ χ ω τ α κ τ ι κ ή αλ
τώρα;». Για πρώτη φορά από τη σ τ ι γ μ ή που μ π ή κ ε στο δ ω μ ά τ ι ο ,
ληλογραφία με το γιατρό Λ α π ά κ η και θα ξαναρχίσω τις επι
η Μαρία κοίταξε τον Κυρίτση στο πρόσωπο. Μπορούσε να
σκέψεις μου στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α κάποια σ τ ι γ μ ή στο μ έ λ λ ο ν .
κ α τ α λ ά β ε ι από τη σταθερή ματιά του ότι δεν φοβόταν την
Σ υ ν ε π ώ ς , θα έ χ ω σ υ μ μ ε τ ο χ ή στην α γ ω γ ή σ α ς » .
298
299
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Άκουσαν και οι δύο τα παρήγορα λ ό γ ι α του. Ήταν ευ γ ε ν ι κ ό εκ μέρους του να δ ε ί ξ ε ι ενδιαφέρον, αλλά αυτό δεν βοηθούσε.
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Λ ο ι π ό ν ; » ρώτησε. « Τ ι είπαν τ α α π ο τ ε λ έ σ μ α τ α ; » « Τ α αποτελέσματα ήταν θ ε τ ι κ ά » . Η Άννα β ρ έ θ η κ ε σε σύγχυση προς σ τ ι γ μ ή ν . Θ ε τ ι κ ά ; Αυτό
Η Μαρία και ο Γ ι ώ ρ γ η ς β γ ή κ α ν από το νοσοκομείο και
ακουγόταν καλό, οπότε προς τι τα κατσουφιασμένα πρόσωπα;
βρέθηκαν κάτω από τον λαμπερό απογευματινό ή λ ι ο . Τ ρ ι γ ύ
Βρισκόταν σε δ ί λ η μ μ α και συνειδητοποίησε ότι και η ίδια δεν
ρω τους, άνθρωποι ασχολούνταν με τις δουλειές τους, χωρίς
ήξερε ποιο θα ήταν το καλύτερο αποτέλεσμα. Αν η αδερφή
να έχουν συναίσθηση της θλίψης των δυο πλασμάτων που στέ
της δεν ε ί χ ε λέπρα, θα παντρευόταν τον Μ α ν ό λ η . Για την
κονταν ε κ ε ί . Οι ζωές όλων όσοι πηγαινοέρχονταν ήταν ίδιες
Άννα αυτό θα ήταν δυσάρεστη έ κ β α σ η . Αν η Μ α ρ ί α ε ί χ ε
όπως κι όταν σηκώθηκαν το πρωί. Ήταν απλώς μια συνηθι
λέπρα, αυτομάτως θα επηρεαζόταν η θέση της Άννας στην
σμένη μέρα. Πόσο ζήλευε η Μαρία τα κοινότοπα καθήκοντα
οικογένεια Β α ν δ ο υ λ ά κ η . Αναπόφευκτα θα ανακάλυπταν ότι
της ρουτίνας τους, αυτά που σε λ ί γ ο θα στερούνταν ε κ ε ί ν η . . .
η Μ α ρ ί α δεν ήταν το πρώτο μέλος της οικογένειας Π ε τ ρ ά κ η
Σε διάστημα μίας ώρας, η ζωή της και η ζωή του πατέρα της
που έ γ ι ν ε κάτοικος της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς . Ο ύ τ ε αυτό ήταν επιθυ
είχαν αλλάξει ολοκληρωτικά. Ε ί χ α ν φτάσει στο νοσοκομείο με
μ η τ ή έκβαση, αλλά δεν μπορούσε να αποφασίσει ποιο κακό
ψίχουλα ελπίδας κι έφυγαν χωρίς να τους έ χ ε ι μ ε ί ν ε ι τίποτα.
από τα δύο ήταν το μικρότερο.
Η σιωπή φαινόταν το πιο εύκολο μέρος γ ι α να κρυφτούν
« Τ ι σημαίνει αυτό;» β ρ ή κ ε να ρωτήσει η Άννα.
- γ ι α λ ί γ ο , τουλάχιστον. Ό μ ω ς , έπειτα από μία ώρα ταξιδιού
« Έ χ ω λ έ π ρ α » , απάντησε η αδερφή της.
περίπου, η Μαρία μ ί λ η σ ε .
Οι λ έ ξ ε ι ς ήταν απαίσιες. Α κ ό μ η και η Άννα άφησε τη
« Σ ε ποιον θ α τ ο πούμε π ρ ώ τ α ; »
σιωπή να α ι ω ρ ε ί τ α ι . Κ α ι οι τρεις τους, που στέκονταν στο
« Π ρ έ π ε ι να το πούμε στον Μ α ν ό λ η , μετά στην Άννα και
δ ω μ ά τ ι ο , ήξεραν ακριβώς τι σήμαινε αυτό, και οι ερωτήσεις
ύστερα στην οικογένεια του Βανδουλάκη. Έ π ε ι τ α από αυτό δεν χρειάζεται να το πούμε σε κανέναν. Θα το ξέρουν ό λ ο ι » .
ήταν π ε ρ ι τ τ έ ς . « Θ α π ά ω να δω τον Μ α ν ό λ η α π ό ψ ε » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς
Μίλησαν γ ι α τα π ρ ά γ μ α τ α που έπρεπε να γίνουν πριν
αποφασιστικά. « Κ α ι τον Αλέξανδρο και την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α Β α ν
φύγει η Μ α ρ ί α . Ήταν ελάχιστα. Μ ι α και πλησίαζε ο γάμος
δουλάκη αύριο. Π ρ έ π ε ι να το μάθουν όλοι το συντομότερο
της, τα πάντα ήταν έτοιμα γ ι α την αναχώρησή της.
δυνατόν».
Όταν
έφτασαν στην
Π λ ά κ α , το αυτοκίνητο της Άννας
Λέγοντας αυτά, έ φ υ γ ε . Οι κόρες του συνέχισαν να κάθο
ήταν παρκαρισμένο έξω από το σπίτι τους. Ήταν ο τ ε λ ε υ
νται μαζί γ ι α λ ί γ ο , αν και είχαν ελάχιστα να πουν η μία στην
ταίος άνθρωπος στον κόσμο που ή θ ε λ ε να δει η Μ α ρ ί α . Θα
ά λ λ η . Η Άννα θα έ β λ ε π ε τα π ε θ ε ρ ι κ ά της αργότερα εκείνο
προτιμούσε, πολύ περισσότερο, να αναζητήσει παρηγοριά στη
το βράδυ και την έ τ ρ ω γ ε η ανησυχία αν θα έπρεπε να τους
Φ ω τ ε ι ν ή . Η Άννα, ωστόσο, ε ί χ ε ακόμη κ λ ε ι δ ί και ε ί χ ε μ π ε ι
π ε ι κάτι πριν να έ χ ε ι την ευκαιρία ο Γ ι ώ ρ γ η ς . Θα απάλυνε
στο σπίτι. Ε ί χ ε σχεδόν νυχτώσει πια και καθόταν στο η μ ί φ ω ς
το χτύπημα αν τους έ λ ε γ ε τα νέα η ίδια;
περιμένοντας την επιστροφή τους. Δ ε ν υπήρχε αμφιβολία ότι
Μολονότι ήταν πλέον αργά, ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήξερε ότι ο Μ α
τα νέα ήταν άσχημα. Τα σκυθρωπά πρόσωπά τους, καθώς
νόλης θα βρισκόταν στο καφενείο του χωριού. Ό ρ μ η σ ε μέσα
περνούσαν την πόρτα, τα έ λ ε γ α ν όλα, αλλά η Άννα, αναίσθη
κ α ι μ ί λ η σ ε ευθέως, σχεδόν ω μ ά .
τη όπως πάντα, διέλυσε τη σιωπή τους. 300
« Π ρ έ π ε ι να σου μ ι λ ή σ ω , Μ α ν ό λ η . Π ρ ο σ ω π ι κ ά » , ε ί π ε . 301
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
Αποτραβήχτηκαν σ' ένα τραπέζι σε μια γ ω ν ι ά του καφε νείου, όπου δεν μπορούσε να τους ακούσει κανείς άλλος. « Φ ο β ά μ α ι ότι έ χ ω άσχημα νέα. Η Μαρία δεν θα μπορέ
ΝΗΣΙ
άντρα με ραγισμένη την καρδιά, που μόλις ε ί χ ε μ ά θ ε ι ότι δεν γινόταν να παντρευτεί τη γυναίκα των ονείρων του. Ο Μ α νόλης ε ί χ ε συγκλονιστεί, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν συντετριμμένος.
σει να σε π α ν τ ρ ε υ τ ε ί » . « Τ ι έ γ ι ν ε ; Γ ι α τ ί όχι; Π ε ς μ ο υ ! » Η φωνή του Μ α ν ό λ η
Λ υ π ή θ η κ ε πολύ γ ι α τη Μ α ρ ί α , αλλά δεν ε ί χ ε έρθει και το
ήταν γ ε μ ά τ η απόλυτη δυσπιστία. Ήξερε ότι η Μαρία δεν ήταν
τέλος του κόσμου. Μολονότι την ε ί χ ε αγαπήσει, ε ί χ ε επίσης
καλά εδώ και λ ί γ ε ς μέρες, αλλά ε ί χ ε υποθέσει ότι δεν συνέ
αγαπήσει παθιασμένα πολλές άλλες γυναίκες στη ζωή του
βαινε κάτι σημαντικό. « Π ρ έ π ε ι να μου π ε ι ς τι τ ρ έ χ ε ι ! »
και ήταν ρεαλιστής. Τα αισθήματά του θα έβρισκαν, αργά ή γρήγορα, άλλον αποδέκτη· η Μαρία δεν ήταν η μία και
«Έχει λέπρα». « Λ έ π ρ α ! » βρυχήθηκε.
μ ο ν α δ ι κ ή , π ρ α γ μ α τ ι κ ή α γ ά π η του. Δ ε ν πίστευε σε αυτή την
Η λ έ ξ η αντήχησε σαν κεραυνός μέσα στο χώρο, κάνοντας
ιδέα. Ό π ω ς έ β λ ε π ε τα πράγματα με βάση τις ε μ π ε ι ρ ί ε ς του,
τους πάντες να σωπάσουν. Ήταν όμως μια λ έ ξ η την οποία
η α γ ά π η ήταν αγαθό, κι αν γεννιόσουν με μ ε γ ά λ ο απόθεμα,
είχαν συνηθίσει οι περισσότεροι ε κ ε ί μέσα, και σε λ ί γ α λεπτά
πάντοτε έ μ ε ν ε αρκετή γ ι α την επόμενη γυναίκα. Κ α κ ό μ ο ι ρ η Μαρία... Η λέπρα, απ' όσο ήξερε ο Μανόλης, ήταν η πιο
οι συζητήσεις ξανάρχισαν. « Λ έ π ρ α . . . » ε π α ν έ λ α β ε , πιο ήσυχα αυτή τη φορά.
τρομερή μοίρα γ ι α κ ά θ ε ανθρώπινο πλάσμα, αλλά, γ ι α όνομα
« Ν α ι , λέπρα. Μ ε θ α ύ ρ ι ο θα την πάω στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α » .
του Θεού, θα μπορούσε να ε ί χ ε κολλήσει την ίδια αρρώστια
« Π ώ ς κ ό λ λ η σ ε ; » ρώτησε ο Μανόλης, ανησυχώντας ά μ ε
αν το ανακάλυπτε λ ί γ ο αργότερα. Θεός φυλάξοι. Οι δυο άντρες μίλησαν γ ι α λ ί γ ο πριν φύγει ο Γ ι ώ ρ γ η ς .
σα γ ι α τη δ ι κ ή του υ γ ε ί α . Τι να του έ λ ε γ ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς ; Θα μπορούσαν να περάσουν
Έ π ρ ε π ε να σηκωθεί νωρίς γ ι α να επισκεφτεί τον Αλέξανδρο
πολλά χρόνια πριν φανούν τα συμπτώματα της λέπρας, και
και την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α . Ό τ α ν έφτασε στο σπίτι του Βανδουλάκη
ήταν πολύ πιθανό η Μαρία να ε ί χ ε μολυνθεί από τη μητέρα
το επόμενο πρωί, οι τέσσερις τους ήδη τον περίμεναν. Μ ι α
της πριν από πολύ καιρό. Σ κ έ φ τ η κ ε την Άννα και τα προ
υπηρέτρια, με β λ έ μ μ α γ ε μ ά τ ο ανησυχία, οδήγησε τον Γ ι ώ ρ γ η
β λ ή μ α τ α που μπορούσε να της δημιουργήσει όλο αυτό. Οι
στο ζοφερό δωμάτιο υποδοχής όπου κάθονταν ο Αλέξανδρος,
πιθανότητες να έ χ ε ι και η ίδια λέπρα ήταν απειροελάχιστες,
η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α , ο Αντρέας και η Άννα, σαν κέρινα ομοιώματα,
αλλά ήξερε ότι η οικογένεια Βανδουλάκη ίσως να χρειαζόταν
ψυχροί, σιωπηλοί, βλοσυροί. Ξέροντας ότι ήταν ζήτημα χρόνου πριν μαθευτεί η α λ ή
να πειστεί γ ι α κάτι τέτοιο. « Δ ε ν ξέρω. Α λ λ ά είναι απίθανο να κόλλησε κάποιος από
θεια γ ι α την ιστορία της οικογένειάς της, η Άννα ε ί χ ε εξο μ ο λ ο γ η θ ε ί στον Αντρέα ότι η μητέρα της ε ί χ ε πεθάνει στη
α υ τ ή ν » , του απάντησε. « Δ ε ν ξέρω τι να π ω . Ε ί ν α ι φριχτό αυτό το π ρ ά γ μ α » . Ο Μανόλης τράβηξε την καρέκλα του μακριά από τον Γ ι ώ ρ γ η . Ήταν μια ασυναίσθητη κίνηση, αλλά γ ε μ ά τ η νόημα. Δ ε ν ήταν άνθρωπος που πρόσφερε παρηγοριά, ούτε και κά ποιος που τη χρειαζόταν. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς τον κοίταξε και αυτό που ε ί δ ε τον ε ξ έ π λ η ξ ε . Δ ε ν ήταν η τσακισμένη φιγούρα ενός 302
Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Θεώρησε ότι η ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι ά της ίσως να φαινόταν σαν αρετή μέσα σε αυτή την κατάσταση. Έ μ ε λ λ ε να απογο η τ ε υ τ ε ί . Μολονότι ο Αλέξανδρος Βανδουλάκης ήταν ευφυής άνθρωπος, οι απόψεις του γ ι α τη λέπρα δεν διέφεραν από ε κ ε ί ν ε ς ενός ανίδεου χ ω ρ ι ά τ η . Παρά τις θερμές δ ι α β ε β α ι ώ σ ε ι ς της Άννας ότι η λέπρα μπορούσε να μεταδοθεί μόνο μέσω 303
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
της στενής επαφής των ανθρώπων, και ότι α κ ό μ η και τότε οι πιθανότητες προσβολής ήταν μ ι κ ρ έ ς , αυτός φαινόταν να πιστεύει τον παμπάλαιο μύθο πως η αρρώστια ήταν κληρονο μ ι κ ή και πως η παρουσία της σε μια οικογένεια αποτελούσε κατάρα. Τ ί π ο τ α δεν γινόταν να του α λ λ ά ξ ε ι γ ν ώ μ η . « Γ ι α τ ί κράτησες την αρρώστια της Μαρίας κρυφή μ έ χ ρ ι την τελευταία σ τ ι γ μ ή ; » ρώτησε με απαιτητικό ύφος, κατα κόκκινος από ο ρ γ ή . « Ν τ ρ ό π ι α σ ε ς την οικογένειά μ α ς ! » Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α προσπάθησε να συγκρατήσει τον άντρα της,
Δέκατο Έ κ τ ο Κεφάλαιο
αλλά εκείνος ήταν αποφασισμένος να συνεχίσει. « Γ ι α χάρη της αξιοπρέπειάς μας και του ονόματος του Β α ν δ ο υ λ ά κ η , θα κρατήσουμε την Άννα στην οικογένειά μας, αν και ποτέ δεν θα συγχωρήσουμε τον τρόπο που μας εξαπά τησες. Ό χ ι ένας λεπρός στην οικογένειά σου, αλλά δύο, απ' ότι
μ ά θ α μ ε . Μόνο ένα π ρ ά γ μ α θα μπορούσε να κάνει αυτή
την κατάσταση πιο σοβαρή, κι αυτό θα ήταν να ε ί χ ε παντρευ τεί ήδη ο ανιψιός μας ο Μανόλης την κόρη σου. Από δω και στο εξής, θα χαρούμε αν μ ε ί ν ε ι ς μακριά από το σπίτι μας. Η Άννα θα σε επισκέπτεται στην Π λ ά κ α , αλλά δεν είσαι πλέον
Ο
Τ Α Ν Ο Γ Ι Ω Ρ Γ Η Σ έφτασε στο σπίτι, η Φ ω τ ε ι ν ή βρι σκόταν ε κ ε ί και βοηθούσε τη Μ α ρ ί α . Οι δυο κοπέλες σταμάτησαν τη συζήτησή τους και σήκωσαν το β λ έ μ
μα τους καθώς έμπαινε μέσα, και κατάλαβαν, χωρίς να χρεια
στεί να ρωτήσουν, ότι η συνάντηση με την οικογένεια Βανδου λ ά κ η ήταν δύσκολη. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έ δ ε ι χ ν ε α κ ό μ η πιο χλομός
ευπρόσδεκτος ε δ ώ , Γ ι ώ ρ γ η » . Δ ε ν ε ι π ώ θ η κ ε ούτε μία λ έ ξ η ενδιαφέροντος γ ι α τ η Μ α ρία, δεν σκέφτηκε κανείς, ούτε γ ι α μια σ τ ι γ μ ή , την τρομερή θέση της. Η οικογένεια Βανδουλάκη ήταν ι ε ρ α ρ χ η μ έ ν η , κι α κ ό μ η και η ε υ γ ε ν ι κ ή Ε λ ε υ θ ε ρ ί α καθόταν σ ι ω π η λ ή τώρα, φοβούμενη ότι ο σύζυγός της θα έστρεφε την οργή του πάνω της, αν μιλούσε γ ι α να υπερασπιστεί την οικογένεια Π ε τ ρ ά
και συντετριμμένος απ' όσο περίμεναν. « Δ ε ν αισθάνονται καμία συμπόνια;» κραύγασε η Μαρία και τ ι ν ά χ τ η κ ε πάνω γ ι α να παρηγορήσει τον πατέρα της. «Προσπάθησε να μη θυμώνεις μαζί τους, Μ α ρ ί α . Σ τ η θ έ ση όπου βρίσκονται, έχουν πολλά να χ ά σ ο υ ν » . « Ν α ι , αλλά τ ι ε ί π α ν ; »
κ η . Ήταν ώρα ο Γ ι ώ ρ γ η ς να π η γ α ί ν ε ι , κι έφυγε από το σπίτι
« Ε ί π α ν ότι λυπούνται που δεν θα γ ί ν ε ι ο γ ά μ ο ς » .
της κόρης του γ ι α τελευταία φορά, σιωπηλός. Σ τ η διαδρομή
Κατά κάποιον τρόπο, αυτό που ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήταν α λ ή
της επιστροφής στην Π λ ά κ α , το στήθος του βάραινε από τους
θ ε ι α . Α π λ ώ ς αυτή η α λ ή θ ε ι α ήταν πολύ περιορισμένη. Άλ
λυγμούς, καθώς θρηνούσε την οριστική διάλυση της ο ι κ ο γ έ
λωστε, τι νόημα ε ί χ ε να πει στη Μαρία ότι δεν ήθελαν να τον
νειάς του. Τ ώ ρ α πια, ήταν κ α τ ε σ τ ρ α μ μ έ ν η .
ξαναδούν ποτέ, ότι θα καταδέχονταν να κρατήσουν την Άννα στην ο ι κ ο γ έ ν ε ι α , αλλά όσον αφορούσε στον πατέρα της, αυτός δεν ήταν πλέον μέλος της; Α κ ό μ η και ο Γ ι ώ ρ γ η ς κ α τ α λ ά β α ι νε τη σημασία της αξιοπρέπειας και του καλού ονόματος, κι
304
305
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
αν ο Αλέξανδρος Βανδουλάκης πίστευε πως υπήρχε κίνδυνος
οι μήνες του ενθουσιασμού είχαν φτάσει στο τέλος τους και η
να κ η λ ι δ ώ σ ε ι το δικό του η ο ι κ ο γ έ ν ε ι α Π ε τ ρ ά κ η , τ ό τ ε τι
σκληρότητα της ανατροπής την έκανε να πονά.
επιλογή είχε;
« Γ ι α τ ί δεν τα παίρνεις μαζί σου;» ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή , αγκα
Οι ουδέτερες λέξεις του Γ ι ώ ρ γ η σχεδόν ταίριαζαν με την ψυχολογική κατάσταση της Μαρίας. Οι προηγούμενες μέρες
λιάζοντας τη φ ί λ η της. « Δ ε ν υπάρχει λόγος να μην έχεις ωραία πράγματα στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α » .
είχαν περάσει σαν να βρισκόταν σε όνειρο, σαν αυτά τα γεγονό
« Έ χ ε ι ς δίκιο, νομίζω· μπορεί να κάνουν τη ζωή πιο υποφερ
τα να συνέβαιναν σε κάποιον άλλον, όχι στην ίδια. Ο πατέρας
τ ή » . Τα τοποθέτησε πάλι στο κουτί και το έ κ λ ε ι σ ε . « Λ ο ι π ό ν ,
της της μετέφερε την αντίδραση του Μανόλη στη δυσάρεστη
τι άλλο λες να π ά ρ ω ; » ρώτησε θαρρετά, σαν να ετοιμαζόταν
είδηση, κι ε κ ε ί ν η δεν ε ί χ ε πρόβλημα να καταλάβει το βαθύτερο
γ ι α ένα μακρύ και ευχάριστο τ α ξ ί δ ι .
νόημα: ε ί χ ε λυπηθεί, αλλά δεν τον ε ί χ ε τρελάνει η θ λ ί ψ η . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς άφησε τις δυο γυναίκες να συνεχίσουν τις ετοι
«Ο πατέρας σου θα κάνει δρομολόγια πολλές φορές την εβδομάδα,
οπότε πάντοτε θα μπορούμε να σου στείλουμε
μασίες γ ι α την αναχώρηση της Μαρίας, αν και είχαν απομεί
ότι
νει να γίνουν ελάχιστα. Μ ό λ ι ς πριν από μ ε ρ ι κ έ ς εβδομάδες
βοτάνια σου; Ε ί ν α ι απίθανο να φυτρώνουν όλα στο νησί, και
ετοίμαζε τα προικιά της, κι έτσι βρίσκονταν ήδη κουτιά γ ε
σίγουρα θα υπάρχει κάποιος που θα τον ωφελούσαν».
μάτα με τα πράγματά της στη γωνιά του δωματίου. Ε ί χ ε προ
χρειαστείς. Γ ι α τ ί , όμως, να μην πάρεις μ ε ρ ι κ ά από τα
Πέρασαν τη μέρα συζητώντας τι μπορεί να χρειαζόταν η
σέξει να μην πάρει τίποτα που ίσως να χρειαζόταν ο Γ ι ώ ρ γ η ς ,
Μαρία στο νησί. Αυτό κρατούσε το μυαλό τους μακριά από
αλλά π ε ρ ί μ ε ν ε ότι το μέρος όπου έ μ ε ν ε ο Μανόλης θα ε ί χ ε
την ε π ι κ ε ί μ ε ν η τραγωδία της αναχώρησής της. Η Φ ω τ ε ι ν ή
πολλές ε λ λ ε ί ψ ε ι ς σε π ρ ά γ μ α τ α που μετατρέπουν ένα σπίτι σε
κράτησε ζωντανό το ρυθμό της συζήτησης μ έ χ ρ ι που νύχτωσε.
σπιτικό, κι έτσι υπήρχαν τοποθετημένα στα κουτιά πολλά
Κ α μ ι ά τους δεν ε ί χ ε β γ ε ι από το σπίτι όλη την ημέρα, αλλά
α ν τ ι κ ε ί μ ε ν α οικιακής χρήσης: μπολ, ξύλινα κουτάλια, η ζυ
ε ί χ ε έρθει πια η ώρα να φύγει η Φ ω τ ε ι ν ή . Θα τη χρειάζονταν
γαριά της, ένα ψ α λ ί δ ι κι ένα σίδερο.
στην ταβέρνα. Ε ξ ά λ λ ο υ , έ ν ι ω θ ε ότι η Μαρία και ο πατέρας
Αυτό που έπρεπε να αποφασίσει τώρα ήταν τι θα έ β γ α ζ ε από τα κουτιά. Φαινόταν άδικο να πάρει τα π ρ ά γ μ α τ α που της είχαν χαρίσει οι άνθρωποι, τη σ τ ι γ μ ή που π ή γ α ι ν ε σε μια αποικία λεπρών και όχι στο σπίτι του άντρα της σε έναν ελαιώνα, και σε τι θα χρησίμευαν στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α τα νυχτι κά και τα εσώρουχα που της είχαν χαρίσει γ ι α την προίκα της; Κ α θ ώ ς τα έ β γ α ζ ε έ ξ ω , όλα αυτά τα ματαιόδοξα πολυ τ ε λ ή α ν τ ι κ ε ί μ ε ν α φαίνονταν να ανήκουν σε μια ά λ λ η ζ ω ή , όπως συνέβαινε και με τα κεντητά τραπεζομάντιλα και τις μαξιλαροθήκες που ε ί χ ε ξοδέψει τόσο χρόνο γ ι α να φτιάξει. Κ α θ ώ ς τα κρατούσε όλα αυτά στην ποδιά της, τα δάκρυα της Μαρίας στάλαζαν πάνω στα καλοραμμένα λινά. Ό λ ο ι εκείνοι 306
της θα έπρεπε να μείνουν μόνοι εκείνο το βράδυ. « Δ ε ν πρόκειται ν α σου π ω α ν τ ί ο » , της ε ί π ε . « Ό χ ι ε π ε ι δ ή πονάει, αλλά ε π ε ι δ ή δεν είναι αντίο. Θα σε ξαναδώ, την επό μ ε ν η εβδομάδα, και τ η μ ε θ ε π ό μ ε ν η » . « Π ώ ς θα γ ί ν ε ι αυτό;» ρώτησε η Μαρία, κοιτώντας τη φίλη της με ανησυχία. Για μια φευγαλέα σ τ ι γ μ ή , αναρωτήθηκε μ ή πως και η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν λ ε π ρ ή . Δ ε ν θα μπορούσε, σκέφτηκε. « Θ α έρχομαι με τον πατέρα σου γ ι α τις συνηθισμένες παραδόσεις», ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή στεγνά. « Κ α ι το μωρό;» « Τ ο μωρό θα γ ε ν ν η θ ε ί το Δ ε κ έ μ β ρ ι ο και, όπως και να έ χ ε ι , μπορεί να το προσέχει ο Στέφανος όταν θα έρχομαι απέ ναντι να σε β λ έ π ω » . 307
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Θ α ήταν υπέροχο να σκέφτομαι ότι μπορεί να έρθεις να
σαν να ε ί χ ε καταπιεί σπασμένα γ υ α λ ι ά και δεν μπορούσε πια
με δ ε ι ς » , ε ί π ε η Μαρία, νιώθοντας ένα ξαφνικό κύμα θάρρους
ούτε να μ ι λ ή σ ε ι , πόσο μάλλον να κ λ ά ψ ε ι . Δ ε ν την κοίταξε
να την π λ η μ μ υ ρ ί ζ ε ι . Υπήρχαν πάρα πολλοί άνθρωποι στο νησί
στα μάτια. « Α ν τ ί ο , Μ α ρ ί α » , μουρμούρισε. « Α ν τ ί ο » . Μέσα σε
που δεν είχαν δει ούτε ένα σ υ γ γ ε ν ή τους γ ι α χρόνια. Ε κ ε ί ν η
ελάχιστες σ τ ι γ μ έ ς ε ί χ ε φ ύ γ ε ι , και η πόρτα έ κ λ ε ι σ ε γ ι α ά λ λ η
τουλάχιστον θα ε ί χ ε τ α κ τ ι κ ά την ευκαιρία να β λ έ π ε ι τον πα
μια φορά. Η Μ α ρ ί α έ ν ι ω θ ε άδεια, σαν τη σιωπή που κυρίευσε
τέρα της, και τώρα και την κ α λ ύ τ ε ρ η της φ ί λ η .
ξανά το δ ω μ ά τ ι ο .
« Ε ν τ ά ξ ε ι , λοιπόν. Ό χ ι αποχαιρετισμούς», ε ί π ε η Φ ω τ ε ι
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς αργούσε να επιστρέψει. Ε ί χ ε περάσει την τ ε
νή με παλικαρίσιο ύφος. « Α π λ ώ ς ένα "θα τα πούμε την επό
λευταία μέρα της ελευθερίας της κόρης του απασχολημένος
μ ε ν η ε β δ ο μ ά δ α " » . Δ ε ν α γ κ ά λ ι α σ ε τ η φ ί λ η της, γ ι α τ ί α κ ό μ η
με τις φυσιολογικές, άχαρες δουλειές του, την επιδιόρθωση
κι ε κ ε ί ν η φοβόταν την επαφή, ε ι δ ι κ ά λ ό γ ω του αγέννητου
των διχτυών, το καθάρισμα της βάρκας και τη μεταφορά του
παιδιού της. Κ α ν ε ί ς , ούτε καν η Φ ω τ ε ι ν ή , δεν μπορούσε γ ι α
Λ α π ά κ η . Σ τ η διαδρομή της επιστροφής ε ί π ε στο γιατρό τα
λ ί γ ο να παραμερίσει το φόβο ότι η λέπρα γινόταν να μεταδο
νέα. Μ ί λ η σ ε με τόση απάθεια, ώστε ο Λαπάκης αρχικά δεν
θεί α κ ό μ η και με την πιο ε π ι π ό λ α ι η ανθρώπινη επαφή.
κατάλαβε.
Μ ό λ ι ς έφυγε η Φ ω τ ε ι ν ή , η Μαρία έ μ ε ι ν ε μόνη της γ ι α πρώτη φορά εδώ και πολλές μ έ ρ ε ς . Πέρασε τις επόμενες ώρες
« Θ α φέρω την κόρη μου στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α α ύ ρ ι ο » , ε ί π ε ο Γιώργης. «Ως ασθενή».
ξαναδιαβάζοντας τα γ ρ ά μ μ α τ α της μάνας της, ρίχνοντας πού
Ήταν απόλυτα φυσιολογικό να συνοδεύει η Μαρία τον
και πού μ α τ ι έ ς έξω από το παράθυρο γ ι α να δει τη Σ π ι ν α
πατέρα της στις διαδρομές του, ώστε ο Λαπάκης δεν αντέ
λ ό γ κ α . Το νησί την π ε ρ ί μ ε ν ε . Σ ύ ν τ ο μ α , όλες οι απορίες της
δρασε στην αρχή, και οι τ ε λ ε υ τ α ί ε ς λ έ ξ ε ι ς χάθηκαν μέσα στον
γ ι α το πώς ήταν η ζωή στην αποικία των λεπρών θα είχαν
άνεμο.
μια απάντηση. Κόντευε η ώρα, κόντευε. Το ονειροπόλημά της διακόπηκε από ένα απότομο χτύπημα στην πόρτα. Δ ε ν π ε ρ ί μ ε ν ε κανέναν, και σίγουρα όχι κάποιον που θα χτυπούσε με τόση δύναμη.
« Π ή γ α μ ε να δούμε το γιατρό Κ υ ρ ί τ σ η » , πρόσθεσε ο Γιώρ γ η ς . « Θ α σου γ ρ ά ψ ε ι » . « Γ ι α τ ί ; » ρώτησε ο Λαπάκης, δίνοντας τώρα μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η προσοχή. « Η κόρη μου έ χ ε ι λ έ π ρ α » .
Ήταν ο Μ α ν ό λ η ς . « Μ α ρ ί α » , ε ί π ε ξέπνοος, σαν να έ τ ρ ε χ ε . « Ή θ ε λ α απλώς να σου πω αντίο. Λυπάμαι τρομερά που έπρεπε να τελειώσουν όλα έ τ σ ι » .
Ο Λαπάκης, μολονότι προσπάθησε να το κ ρ ύ ψ ε ι , έ μ ε ι ν ε εμβρόντητος. « Η κόρη σου έ χ ε ι λέπρα; Η Μαρία; Θ ε έ μου! Δ ε ν κατά
Δ ε ν άπλωσε τα χέρια του γ ι α να την α γ κ α λ ι ά σ ε ι . Ό χ ι
λαβα... Να γ ι α τ ί θα τη φέρεις στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α α ύ ρ ι ο » .
ότι ε κ ε ί ν η π ε ρ ί μ ε ν ε να το κ ά ν ε ι . Αυτό που έλπιζε να δει
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έ γ ν ε ψ ε καταφατικά και σ υ γ κ ε ν τ ρ ώ θ η κ ε τώρα
ήταν ένα εντονότερο συναίσθημα θ λ ί ψ η ς . Η συμπεριφορά του
στο να οδηγήσει το σκάφος στο μικρό λ ι μ ά ν ι της Π λ ά κ α ς . Ο
ε π ι β ε β α ί ω σ ε στη Μαρία αυτό που ε ί χ ε υποψιαστεί και η ίδια,
Λαπάκης β γ ή κ ε από τη βάρκα. Ε ί χ ε συναντήσει την αξιαγά
ότι το μ ε γ ά λ ο πάθος του Μ α ν ό λ η θα έβρισκε σύντομα άλλον
π η τ η Μαρία πολλές φορές και συγκλονίστηκε από την είδηση.
αποδέκτη. Έ ν ι ω σ ε ένα σφίξιμο στο λ α ι μ ό της. Αισθανόταν
Έ ν ι ω θ ε ότι δεν ε ί χ ε τίποτα να π ε ι .
308
309
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Θ α έ χ ε ι την καλύτερη δυνατή φροντίδα στη Σ π ι ν α λ ό
Μ ι α ψυχρή ριπή ανέμου διέσχισε τα στενά δρομάκια της
γ κ α » , ε ί π ε . « Ε ί σ α ι ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που
Π λ ά κ α ς και η παγωνιά του φθινοπωρινού αέρα αγκάλιασε τη
ξέρουν πώς είναι το μέρος στην π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α . Δ ε ν είναι
γυναίκα, παραλύοντας το κορμί και το νου της, προκαλώντας
τόσο άσχημα όσο πιστεύει ο κόσμος, αλλά και π ά λ ι , λυπάμαι
της ένα μούδιασμα που σχεδόν εκμηδένισε τις αισθήσεις της,
τρομερά που συνέβη α υ τ ό » .
αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γ ι α να της απαλύνει τη
« Σ ' ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς κ ι έδεσε τ η βάρκα. « Θ α
θ λ ί ψ η . Καθώς περπατούσε με δυσκολία τα τελευταία λ ί γ α
σε δω αύριο το πρωί, αλλά μπορεί να αργήσω λ ι γ ά κ ι . Υπο
μέτρα μέχρι την αποβάθρα, έ γ ε ι ρ ε βαριά στον πατέρα της.
σχέθηκα στη Μαρία να την πάω νωρίς, αλλά θα κάνω ό,τι
Το βάδισμά της έμοιαζε με ταλαιπωρημένης γριάς, που κάθε
μπορώ γ ι α να επιστρέψω να σε πάρω τη συνηθισμένη ώ ρ α » .
β ή μ α τής προκαλεί διαπεραστικό πόνο. Α λ λ ά ο δικός της πόνος
Ο γέρος ψαράς ακουγόταν αφύσικα γ α λ ή ν ι ο ς , τόσο ήρε
δεν ήταν σωματικός. Το κορμί της ήταν τόσο δυνατό όσο και
μος σαν να κανόνιζε τις δουλειές του όπως οποιαδήποτε ά λ λ η
οποιασδήποτε νεαρής γυναίκας που ε ί χ ε περάσει τη ζωή της
μέρα. « Έ τ σ ι συμπεριφέρονται οι άνθρωποι τις πρώτες μέρες του π έ ν θ ο υ ς » , σκέφτηκε ο Λαπάκης. Ίσως να ήταν το ί δ ι ο . Η Μαρία ε ί χ ε ετοιμάσει δείπνο γ ι α τον πατέρα της και τον εαυτό της, και γύρω στις επτά το βράδυ κάθισαν ο ένας απέ ναντι από τον άλλο. Ε κ ε ί ν η τη βραδιά ε ί χ ε σημασία το τ ε λ ε τουργικό του φαγητού, όχι το ίδιο το φαγητό, από τη σ τ ι γ μ ή που κανείς από τους δυο δεν ε ί χ ε όρεξη. Θα ήταν το τελευταίο δείπνο τους. Τι συζήτησαν; Μίλησαν γ ι α επουσιώδη πράγμα τα, όπως τι ε ί χ ε β ά λ ε ι η Μαρία στα κουτιά της, καθώς και γ ι α πιο σημαντικά, όπως πότε θα έ β λ ε π ε τον πατέρα της στο νησί και πόσο συχνά θα τον π ε ρ ί μ ε ν ε η Σ α β ί ν α γ ι α φαγητό στο σπίτι του Αγγελόπουλου κ ά θ ε βδομάδα. Αν κάποιος κρυφάκουγ ε , θα νόμιζε ότι η Μαρία απλώς μ ε τ α κ ό μ ι ζ ε σε άλλο σπίτι. Σ τ ι ς εννέα, εξουθενωμένοι και οι δύο, έπεσαν γ ι α ύπνο. Σ τ ι ς έξι κ α ι μισή το επόμενο πρωί, ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε ήδη μεταφέρει τα κουτιά της Μαρίας στην προκυμαία και τα ε ί χ ε φορτώσει στη βάρκα του. Ε π έ σ τ ρ ε ψ ε στο σπίτι γ ι α να την πάρει. Ζ ω ν τ α ν ή α κ ό μ η μέσα στο μυαλό του, σαν να ε ί χ ε
αναπνέοντας τον καθαρό κρητικό αέρα, η επιδερμίδα της τόσο νεανική και τα μάτια της τόσο έντονα καστανά και λαμπερά όσο κι εκείνα οποιουδήποτε κοριτσιού πάνω σε αυτό το νησί. Η μ ι κ ρ ή βάρκα, φορτωμένη άτακτα με μπόγους που είχαν περίεργο σχήμα και ήταν δεμένοι με σκοινί, χόρευε στο θαλασ σινό νερό. Ο ηλικιωμένος άντρας, σκυφτός, ανέβηκε πάνω της αργά, και προσπαθώντας με το ένα χέρι του να κρατιέται σφι χτά από την κουπαστή, άπλωσε το άλλο για να βοηθήσει την κόρη του. Μ ό λ ι ς εκείνη επιβιβάστηκε με ασφάλεια, την τύλιξε προστατευτικά με μια κουβέρτα γ ι α να την προφυλάξει από τα στοιχεία της φύσης. Τ ό τ ε , η μόνη ορατή ένδειξη ότι το κορίτσι δεν αποτελούσε απλώς μέρος του φορτίου ήταν οι μακριές, μαύρες πλεξούδες των μαλλιών του, που τινάζονταν εδώ κι εκεί από τον αέρα. Ο άντρας έλυσε προσεκτικά τον κάβο -δεν υπήρχε τίποτα περισσότερο να ειπωθεί ή να γ ί ν ε ι - και το ταξί δι τους άρχισε. Δ ε ν ήταν η αρχή μιας σύντομης διαδρομής για την παράδοση προμηθειών. Ήταν η αρχή ενός ταξιδιού χωρίς
συμβεί μόλις χ θ ε ς , ήταν η αναχώρηση της Ε λ έ ν η ς . Θ υ μ ή θ η κ ε
επιστροφή, με προορισμό το ξεκίνημα μιας καινούριας ζωής.
ε κ ε ί ν η τη μέρα του Μ ά η , που ο ήλιος έλουζε το πλήθος των
Μ ι α ς ζωής σε αποικία λεπρών. Τ η ς ζωής στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α .
φίλων και των μαθητών καθώς η γυναίκα του τους έ γ ν ε φ ε αντίο. Τούτο το πρωί, επικρατούσε ν ε κ ρ ι κ ή σ ι γ ή στο χωριό. Η Μ α ρ ί α απλώς θα εξαφανιζόταν. 310
311
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Μ α ρ ί α , να είσαι γ ε ν ν α ί α » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς χ α μ η λ ό φ ω να. « Θ α έρθω π ά λ ι αύριο. ' Ε λ α να με δεις, αν μ π ο ρ έ σ ε ι ς » . Κρατούσε τα χέρια της μέσα στα δικά του. Ήταν τ ο λ μ η ρός, και ειδικά με την κόρη του. Σ τ ο διάολο, α κ ό μ η κι αν κολλούσε λέπρα. Ίσως αυτή να ήταν η πιο σπλαχνική λύση, ε π ε ι δ ή θα μπορούσε να έρθει και να ζήσει μαζί με τη Μ α ρ ί α . Το π ρ α γ μ α τ ι κ ό π ρ ό β λ η μ α , αν συνέβαινε αυτό, θα ήταν οι μεταφορές στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Θα πιέζονταν πάρα πολύ γ ι α να βρουν οποιονδήποτε να τις κ ά ν ε ι , κι αυτό θα προκαλούσε
Δέκατο Έβδομο Κεφάλαιο
ανείπωτες τ α λ α ι π ω ρ ί ε ς και βάσανα στο νησί. « Φ υ σ ι κ ά και θα έ ρ θ ω , αν μου το ε π ι τ ρ έ ψ ο υ ν » , απάντησε εκείνη.
Τ
« Ε ί μ α ι σίγουρος ότι έτσι θα γ ί ν ε ι » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς , δεί Η
που η Μαρία ή θ ε λ ε να σταματήσει ο
χνοντας τη φιγούρα που αναδυόταν μέσα από τη μακριά σή
εκείνος φαινόταν να περνάει γρηγορότερα
ρ α γ γ α που διαπερνούσε το τείχος του παλιού κάστρου. « Ν α
ΣΤΙΓΜΗ
χρόνος,
από π ο τ έ , και σύντομα θα βρισκόταν π ε τ α μ έ ν η σε
ένα κρύο μέρος όπου τα κύματα έσκαγαν στην α κ τ ή .
Για
πρώτη φορά ε υ χ ή θ η κ ε να έσβηνε η μ η χ α ν ή της βάρκας, όμως
ο Ν ί κ ο ς Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , ο αρχηγός του νησιού. Του έστειλα σ η μ ε ί ω μ α χ θ ε ς γ ι α να τον ενημερώσω ότι θα σ' έφερνα σήμε ρα. Αυτόν θα ρ ω τ ή σ ο υ μ ε » .
κάλυψαν την απόσταση ανάμεσα στην ενδοχώρα και το νησί
«Καλωσορίσατε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α » , ε ί π ε ο Παπαδημητρίου,
μέσα σε λ ί γ α λ ε π τ ά , και δεν υπήρχε επιστροφή. Ή θ ε λ ε να
απευθυνόμενος στη Μ α ρ ί α . Ε κ ε ί ν η απόρησε πώς μπορούσε να
μ ε ί ν ε ι κ ο λ λ η μ έ ν η πάνω στον πατέρα της, να τον ι κ ε τ έ ψ ε ι να
είναι τόσο εύθυμος ο τόνος της φωνής του, αλλά τουλάχιστον
μην την παρατήσει ε κ ε ί , μονάχη της, με μοναδική συντροφιά
αυτό την έκανε να ξεχαστεί γ ι α μια σ τ ι γ μ ή . «Ο πατέρας σας
τα δυο κ ι β ώ τ ι α μέσα στα οποία ε ί χ ε κ λ ε ί σ ε ι πια τη ζωή τ η ς .
μου έ σ τ ε ι λ ε ένα σ η μ ε ί ω μ α χ θ ε ς γ ι α να μου π ε ι να π ε ρ ι μ έ ν ω
Α λ λ ά τα δάκρυά της είχαν στερέψει. Ε ί χ ε μουσκέψει τον ώ μ ο
την άφιξή σας. Τα κουτιά σας θα μεταφερθούν στο σπίτι σας
της Φ ω τ ε ι ν ή ς π ο λ λ έ ς φορές από τη σ τ ι γ μ ή που ανακάλυψε το
σύντομα. Π η γ α ί ν ο υ μ ε ; »
σημάδι στο πόδι της, και το μαξιλάρι της ήταν ποτισμένο από
Τ η ς έδωσε να κ α τ α λ ά β ε ι ότι έπρεπε να τον ακολουθήσει
τα δάκρυα που ε ί χ ε χύσει τις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς δυο νύχτες, μέσα στη
πάνω στα λ ί γ α σκαλιά που οδηγούσαν στη σήραγγα. Μ ό λ ι ς
δυστυχία. Δ ε ν ήταν ώρα γ ι α κ λ ά μ α τ α . Για μερικά λ ε π τ ά στάθηκαν ε κ ε ί μόνοι. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν
λ ί γ ε ς εβδομάδες νωρίτερα, στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο , ε ί χ ε παρακο λουθήσει μια χολιγουντιανή ταινία, όπου μετέφεραν την ηρωί
θα την άφηνε μ έ χ ρ ι να ερχόταν κάποιος. Η ρουτίνα των νέων
δα με λιμουζίνα και μ ε τ ά , βαδίζοντας πάνω σε κόκκινο χ α λ ί ,
αφίξεων στο νησί τού ήταν πλέον τόσο οικεία όσο και στους
την οδήγησαν σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο, ενώ ένας αχθοφό
ίδιους τους νησιώτες, και ήξερε ότι κάποιος θα ερχόταν να
ρος ε ί χ ε αναλάβει τις αποσκευές της. Η Μαρία προσπάθησε να
τους συναντήσει την κ α τ ά λ λ η λ η σ τ ι γ μ ή .
φανταστεί τον εαυτό της να παίρνει μέρος στη σκηνή α υ τ ή .
312
313
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Π ρ ι ν φ ύ γ ο υ μ ε » , ε ί π ε βιαστικά, « μ π ο ρ ώ να ζητήσω την
στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α και το νησί προόδευε διαρκώς, οπότε απο
άδεια να κ α τ ε β α ί ν ω να β λ έ π ω τον πατέρα μου όταν φέρνει το
τελούσε έ κ π λ η ξ η γ ι α ελάχιστους η σχεδόν ομόφωνη επανε
γιατρό Λ α π ά κ η και κάνει τις παραδόσεις τ ο υ ; »
κ λ ο γ ή του κ ά θ ε άνοιξη. Η Μαρία θ υ μ ή θ η κ ε την ημέρα που ο
« Μ α φυσικά!» ε ί π ε ζωηρά ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . « Υ π έ θ ε σ α
πατέρας της μ ε τ έ φ ε ρ ε τους Αθηναίους στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Ήταν
ότι αυτή θα ήταν η συμφωνία μας. Ξ έ ρ ω ότι δεν θα προ
ένα από τα πιο δραματικά επεισόδια εκείνης της εποχής, σε
σπαθήσετε να φ ύ γ ε τ ε . Κάποτε χρειαζόταν να εμποδίζουμε
μια ζωή που σπάνια διαταρασσόταν από κάτι εντυπωσιακό. Η
τους ανθρώπους να κατεβαίνουν στην προκυμαία, μ ή π ω ς και
μητέρα της ε ί χ ε γ ρ ά ψ ε ι πολλά πράγματα γ ι α τον γ ο η τ ε υ τ ι κ ό
προσπαθούσαν να το σκάσουν, αλλά σήμερα οι πιο πολλοί δεν
αρχηγό του νησιού με τα σκούρα μ α λ λ ι ά και γ ι α όλα όσα
θέλουν να φύγουν από το ν η σ ί » . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ή θ ε λ ε να αφήσει πίσω του τη σ τ ι γ μ ή του απο
έκανε αυτός γ ι α να α λ λ ά ξ ε ι το νησί. Τ ώ ρ α , τα μ α λ λ ι ά του ήταν γκρίζα, αλλά α κ ό μ η δ ι έ θ ε τ ε το ίδιο στριφτό μουστάκι που ε ί χ ε π ε ρ ι γ ρ ά ψ ε ι η Ε λ έ ν η .
χωρισμού τους. « Ξ έ ρ ω ότι θα σου φερθούν με κ α λ ο σ ύ ν η » , ήταν τα κα
Η Μαρία ακολούθησε τον Παπαδημητρίου μέσα στη σή
θησυχαστικά λ ό γ ι α που άκουσε τον εαυτό του να λ έ ε ι στη
ρ α γ γ α . Ε κ ε ί ν ο ς περπατούσε αργά, γέρνοντας βαριά πάνω στο
Μ α ρ ί α . « Ξ έ ρ ω ότι θ α είναι ε υ γ ε ν ι κ ο ί » .
μπαστούνι του, και τ ε λ ι κ ά είδαν το φως στην ά λ λ η ά κ ρ η . Η
Ο ένας από τους δυο τους έπρεπε να γυρίσει την π λ ά τ η
ανάδυση της Μαρίας από τη σκοτεινιά της σήραγγας στον νέο
του πρώτος, και ο Γ ι ώ ρ γ η ς π ε ρ ί μ ε ν ε να κάνει την κίνηση η
κόσμο της ήταν γ ι ' αυτήν τόσο μ ε γ ά λ η έ κ π λ η ξ η όσο και γ ι α
κόρη του. Π ά ν τ ο τ ε μ ε τ ά ν ι ω ν ε γ ι α τη β ι α σ τ ι κ ή αναχώρησή
καθέναν που έφτανε ε κ ε ί γ ι α πρώτη φορά. Παρά τα γ ρ ά μ μ α
του όταν έφτασε η Ε λ έ ν η στο νησί πριν από δεκατέσσερα
τα της μητέρας της, που ήταν γ ε μ ά τ α περιγραφές και χρώμα,
χρόνια. Ήταν τόσο μ ε γ ά λ η η θ λ ί ψ η του, ώστε ξεκίνησε με τη
τίποτα δεν την ε ί χ ε προετοιμάσει γ ι ' αυτό που έ β λ ε π ε τώρα.
βάρκα του πριν καν πουν αντίο, όμως ε κ ε ί ν η τη μέρα έπρεπε
Έ ν α ς μακρύς δρόμος με μια σειρά από καταστήματα, όλα με
να έ χ ε ι περισσότερο θάρρος, γ ι α χάρη της κόρης του. Ο Γ ι ώ ρ
φρεσκοβαμμένα ρολά, σπίτια με ζαρντινιέρες στα παράθυρα
γ η ς ήξερε πια πολλά γ ι α το νησί, ενώ πριν από όλο εκείνο
και στάμνες γ ε μ ά τ ε ς με ολάνθιστα γεράνια, κι ένα-δυο πιο
τον καιρό, οι ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς του ήταν απλώς μια δουλειά, μ ι α
μ ε γ α λ ο π ρ ε π ή σπίτια με ξυλόγλυπτα μπαλκόνια.
διαδρομή γ ι α πρακτικούς λόγους, μία ή δύο φορές την εβδο
ήταν ακόμη πολύ νωρίς ώστε να έχουν σηκωθεί από τα κρε
Μολονότι
μάδα, γ ι α να αφήσει κουτιά στην προκυμαία και μετά να
βάτια τους οι περισσότεροι άνθρωποι, υπήρχε ένας που ε ί χ ε
φ ύ γ ε ι βιαστικά. Σ τ α χρόνια που μεσολάβησαν, η άποψή του
ήδη ξυπνήσει. Ο φούρναρης. Η ευωδιά του φρεσκοψημένου
γ ι α όλα αυτά ε ί χ ε λ ά β ε ι μια ανθρώπινη διάσταση, και παρα
ψ ω μ ι ο ύ και των γ λ υ κ ώ ν γ έ μ ι ζ ε το δρόμο.
κολουθούσε τις ε ξ ε λ ί ξ ε ι ς στο νησί όπως κανένας άλλος μακριά από αυτό.
« Δ ε σ π ο ι ν ί ς Π ε τ ρ ά κ η , πριν σας οδηγήσω στο νέο σας σπί τ ι , ε λ ά τ ε να γνωρίσετε τη σύζυγό μ ο υ » , ε ί π ε ο Π α π α δ η μ η
Ο Ν ί κ ο ς Παπαδημητρίου ήταν ο αρχηγός του νησιού από
τρίου. « Σ α ς έ χ ε ι ετοιμάσει π ρ ω ι ν ό » .
τις ε κ λ ο γ έ ς του 1 9 4 0 , όταν ο Πέτρος Κοντομάρης αποχώρη
Έστριψαν αριστερά σε έναν μικρό παράδρομο, που με τη
σε τ ε λ ι κ ά , και πλέον βρισκόταν στη θέση α κ ό μ η περισσότερο
σειρά του έ β γ α ζ ε σε μια αυλή με σπίτια τ ρ ι γ ύ ρ ω . Ο Παπα
από τον προκάτοχό του. Ε ί χ ε ε π ι τ ύ χ ε ι σπουδαία π ρ ά γ μ α τ α
δημητρίου άνοιξε την πόρτα ενός από αυτά και έσκυψε γ ι α
314
315
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
να περάσει μέσα. Τα κτίρια είχαν χτιστεί από τους Τούρκους,
« Φ υ σ ι κ ά ! Ήταν μια υπέροχη κυρία, και σπουδαία δα
και όποιος ε ί χ ε το ανάστημα του Παπαδημητρίου ήταν πάνω
σκάλα ε π ί σ η ς » , απάντησε η Κατερίνα. « Ό λ ο ι έχουν την ίδια
από ένα κεφάλι ψηλότερος από τους πρώτους ενοίκους.
γ ν ώ μ η - τέλος πάντων, σχεδόν ό λ ο ι » .
Το εσωτερικό του σπιτιού ήταν φωτεινό και τακτοποιημέ
«Ήταν και κάποιοι που δεν την ε ί χ α ν ; » ρώτησε η Μαρία.
νο. Υπήρχε μια κουζίνα δίπλα στο κύριο δωμάτιο και σκάλα
Η Κατερίνα έκανε μια παύση.
που οδηγούσε στον πάνω όροφο. Η Μαρία είδε με την άκρη του
« Υ π ή ρ χ ε μια γυναίκα που δίδασκε στο σχολείο πριν έρθει
ματιού της ακόμη κι ένα χωριστό λουτρό, μετά την κουζίνα. « Ν α σας συστήσω τη σύζυγό μου. Κ α τ ε ρ ί ν α , από δω η
η μητέρα σας, και που την έ β λ ε π ε σαν εχθρό της. Ζ ε ι ακόμη κι έ χ ε ι σπίτι πάνω στο λόφο. Μ ε ρ ι κ ο ί λ έ ν ε ότι η πικρία που ν ι ώ θ ε ι γ ι α ότι
Μαρία». Οι δυο γυναίκες αντάλλαξαν χειραψία. Παρά τα όσα της ε ί χ ε γ ρ ά ψ ε ι η Ε λ έ ν η στα πολλά γράμματα της γ ι α το αντίθετο, η Μαρία ακόμη π ε ρ ί μ ε ν ε ότι στο μέρος αυτό θα κατοικούσαν κουτσοί και παραμορφωμένοι άνθρωποι, και της προκάλεσαν έ κ π λ η ξ η η χάρη και η ομορφιά της γυναίκας. Η Κατερίνα ήταν νεότερη από το σύζυγο της και η Μαρία υπέθεσε ότι θα
της συνέβη σχεδόν την κρατάει ζ ω ν τ α ν ή » ,
ε ί π ε η Κατερίνα. « Λ έ γ ε τ α ι Χριστίνα Κρουσταλάκη και θα πρέπει να την προσέχετε - αναπόφευκτα θα μ ά θ ε ι ποια ήταν η μητέρα σ α ς » . « Κ ά θ ε πράγμα στον καιρό του, όμως, Κ α τ ε ρ ί ν α » , ε ί π ε ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , δυσαρεστημένος που η γυναίκα του ίσως να ε ί χ ε ανησυχήσει την καλεσμένη τους. « Α υ τ ό που χρειάζεστε πρώτα απ' όλα είναι μια ξενάγηση στο νησί. Θα σας συνο
κόντευε τα πενήντα. Τα μ α λ λ ι ά της ήταν ακόμη σκούρα και
δεύσει η σύζυγός μου και το απόγευμα π ε ρ ι μ έ ν ε ι να σας δει
ε ί χ ε ανοιχτόχρωμη, σχεδόν αρυτίδωτη επιδερμίδα.
ο γιατρός Λαπάκης. Π ά ν τ ο τ ε κάνει μια α ρ χ ι κ ή ε κ τ ί μ η σ η της
Το τραπέζι ήταν στρωμένο με λ ε υ κ ό , κεντητό τραπεζομά
κατάστασης των ν ε ο α φ ι χ θ έ ν τ ω ν » .
ντιλο και φίνες, πλουμιστές πορσελάνες. Ό τ α ν κάθισαν όλοι,
Ο Παπαδημητρίου σ η κ ώ θ η κ ε . Ήταν πια οκτώ το πρωί
η Κατερίνα πήρε μια υπέροχη ασημένια καφετιέρα και γ έ μ ι σ ε
και ε ί χ ε έρθει η ώρα γ ι α τον αρχηγό του νησιού να πάει στο
τα φλιτζάνια με αχνιστό μαύρο καφέ.
γραφείο του.
« Υ π ά ρ χ ε ι ένα μικρό σπίτι εδώ δίπλα, που άδειασε πρό σ φ α τ α » , ε ί π ε ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . « Σ κ ε φ τ ή κ α μ ε ότι θα σας άρεσε, ή, αν π ρ ο τ ι μ ά τ ε , υπάρχει κι ένα άδειο δωμάτιο σε ένα
« Α ν α μ φ ί β ο λ α , θα σας ξαναδώ πολύ σύντομα, δεσποινίς Π ε τ ρ ά κ η . Σ α ς αφήνω στα ικανά χέρια της Κ α τ ε ρ ί ν α ς » . « Α ν τ ί ο , και σας ευχαριστώ που με κάνατε να νιώσω τόσο ευπρόσδεκτη», απάντησε η Μ α ρ ί α .
διαμέρισμα πάνω στο λ ό φ ο » . « Ν ο μ ί ζ ω ότι θα προτιμούσα να ε ί μ α ι μόνη μ ο υ » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α . « Α ν δεν σας π ε ι ρ ά ζ ε ι » . Π ά ν ω στο τραπέζι υπήρχε μια πιατέλα με φρέσκα γ λ υ κ ά και η Μαρία καταβρόχθισε ένα, π ε ι ν α σ μ έ ν η . Ε δ ώ και πολλές μέρες ε ί χ ε φάει ελάχιστα. Ε ί χ ε , όμως, μ ε γ ά λ η όρεξη και γ ι α πληροφορίες.
« Α ς τ ε λ ε ι ώ σ ο υ μ ε τον καφέ μας και αρχίζουμε την ξενά γ η σ η » , είπε κεφάτα η Κατερίνα όταν έφυγε ο Παπαδημητρίου. « Δ ε ν ξέρω πόσα γνωρίζεις γ ι α τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α - μ ά λ λ ο ν πιο πολλά από τους περισσότερους- αλλά δεν είναι άσχημο μέρος γ ι α να ζει κανείς. Τα μόνα προβλήματα προέρχονται από τον περιορισμό του να ζεις με τους ίδιους ανθρώπους γ ι α ολόκλη ρη τη ζωή σου. Μ ι α και πριν ζούσα στην Αθήνα, δυσκολεύτη
« Θ υ μ ά σ τ ε τ η μητέρα μου, την Ε λ έ ν η Π ε τ ρ ά κ η ; » ρώτησε. 316
κα να το συνηθίσω αυτό στην α ρ χ ή » . 317
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
« Ε γ ώ έ χ ω περάσει όλη μου τ η ζωή στην Π λ ά κ α » , ε ί π ε
όνομα του ι δ ι ο κ τ ή τ η και τι πρόσφερε στο εσωτερικό του. Το
η Μ α ρ ί α , « ο π ό τ ε το έ χ ω συνηθίσει αρκετά. Πόσο καιρό βρί
πιο σημαντικό απ' όλα, γ ι α τους άντρες του νησιού τουλάχι
σκεστε ε δ ώ ; »
στον, ήταν το καφενείο, το οποίο διηύθυνε ο νεαρός και δ η
«Έφτασα με το ίδιο καράβι με τον Ν ί κ ο , πριν από δεκα τέσσερα
χρόνια. Ήμαστε τέσσερις
γυναίκες
και
δεκαεννέα
άντρες. Από τις τέσσερις γυναίκες έχουμε απομείνει δύο πλέον. Πάντως, δεκαπέντε από τους άντρες είναι ακόμη ζ ω ν τ α ν ο ί » .
μοφιλής Γεράσιμος Μ α ν τ ά κ η ς . Ή δ η μ ε ρ ι κ ο ί π ε λ ά τ ε ς κάθο νταν σε παρέες κι έπιναν καφέ, ενώ στα τασάκια σ ι γ ό κ α ι γ α ν τα τσιγάρα τους. Λ ί γ ο πριν φτάσουν στην εκκλησία, βρισκόταν ένα μονώ
Η Μαρία έσφιξε το σάλι της στους ώμους της μόλις β γ ή
ροφο κτίριο, το οποίο, ε ί π ε η Κατερίνα στη Μ α ρ ί α , ήταν το
καν από το σπίτι. Όταν έστριψαν στον κεντρικό δρόμο, βρέ
σχολείο. Κοίταξαν μέσα από το παράθυρο και είδαν πολλές
θ η κ ε μπροστά σε μια πολύ διαφορετική σκηνή από ε κ ε ί ν η που
σειρές θρανίων, όπου κάθονταν παιδιά, ενώ μπροστά στην
είχε
τάξη στεκόταν και μιλούσε ένας νέος άντρας.
αντικρίσει
μόλις
έφτασε.
Άνθρωποι
πηγαινοέρχονταν
γ ι α να κάνουν τις δουλειές τους, με τα πόδια, με μουλάρια ή γαϊδουράκια και με άμαξες. Ό λ ο ι έδειχναν απασχολημένοι και ότι είχαν κάτι να κάνουν. Μ ε ρ ι κ ο ί σήκωσαν το β λ έ μ μ α τους κι έγνεψαν προς την κατεύθυνση της Κατερίνας και της Μαρίας, και κάποιοι άντρες έ β γ α λ α ν τα καπέλα τους. Ως σύ ζυγος του αρχηγού του νησιού, η Κατερίνα ε ί χ ε το δ ι κ α ί ω μ α σε ξεχωριστό σεβασμό. Τα καταστήματα είχαν πια ανοίξει. Η Κατερίνα τα έ δ ε ι ξε όλα στη Μ α ρ ί α και της ε ί π ε πολλά π ρ ά γ μ α τ α γ ι α τους ι δ ι ο κ τ ή τ ε ς τους. Η Μ α ρ ί α ήταν δύσκολο να θ υ μ ά τ α ι όλες αυτές τις πληροφορίες, αλλά η Κατερίνα λάτρευε τις λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι ε ς της ζωής τους και α π ο λ ά μ β α ν ε τις ί ν τ ρ ι γ κ ε ς και τα κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν. Υ π ή ρ χ ε το παντοπωλείο, το κατάστημα που πουλούσε τα πάντα γ ι α το σπίτι, από σκούπες μ έ χ ρ ι λ ά μ π ε ς π ε τ ρ ε λ α ί ο υ , και πολλά από τα ε μ π ο ρεύματα του βρίσκονταν ε κ τ ε θ ε ι μ έ ν α σε αφθονία μπροστά στο κ τ ί ρ ι ο · ένα μ α ν ά β ι κ ο , στις β ι τ ρ ί ν ε ς του οποίου ήταν στοι β α γ μ έ ν ο ι τ ε ν ε κ έ δ ε ς με λ ά δ ι · το μαχαιροποιείο· το ρακοπω-
«Λοιπόν, ποιος είναι ο δάσκαλος;» ρώτησε η Μαρία. « Δ ε ν επέστρεψε στο σχολείο ε κ ε ί ν η η γυναίκα που αναφέρατε, όταν πέθανε η μητέρα μ ο υ ; » Η Κατερίνα γ έ λ α σ ε . « Ό χ ι , με κανέναν τρόπο. Τα παιδιά δεν την ήθελαν να ξανάρθει, ούτε και οι περισσότεροι από τους μ ε γ ά λ ο υ ς . Για λ ί γ ο α ν έ λ α β ε ένας από τους Αθηναίους, αλλά μετά πέθανε. Η μητέρα σου ε ί χ ε εκπαιδεύσει έναν άλλο δάσκαλο, όμως, που π ε ρ ί μ ε ν ε τη σειρά του. Ήταν πολύ νέος όταν ξεκίνησε, αλλά τα παιδιά τον λατρεύουν και κρέμονται από το στόμα τ ο υ » . « Π ώ ς τον λ έ ν ε ; » «Δημήτρη Λεμονιά». « Δ η μ ή τ ρ η Λ ε μ ο ν ι ά ! Το θ υ μ ά μ α ι αυτό το όνομα. Ήταν το αγόρι που ήρθε εδώ μαζί με τη μητέρα μου. Μ α ς είπαν ότι αυτός την ε ί χ ε κολλήσει λέπρα - και είναι α κ ό μ η ε δ ώ . Ζ ε ι ακόμη!» Ό π ω ς συνέβαινε περιστασιακά με τη λέπρα, τα συμπτώ
λείο· και ο φούρνος, με τις σειρές από φρεσκοψημένα χρυσαφιά
ματα του Δ η μ ή τ ρ η δεν είχαν αναπτυχθεί από την πρώτη διά
κ α ρ β έ λ ι α ψ ω μ ι ο ύ και τους σωρούς από κρητικά π α ξ ι μ ά δ ι α
γνωση και μ ε τ ά , και να τος τώρα, υπεύθυνος του σχολείου.
να προσελκύουν κ ά θ ε περαστικό. Κ ά θ ε κατάστημα ε ί χ ε τη
Η Μαρία ένιωσε ένα σ τ ι γ μ ι α ί ο δ ά γ κ ω μ α πικρίας που η μοίρα
δ ι κ ή του, ζωγραφισμένη στο χ έ ρ ι τ α μ π έ λ α , που έ λ ε γ ε το
ε ί χ ε φερθεί τόσο εχθρικά στη μητέρα της.
318
319
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Δ ε ν θα έμπαιναν μέσα και να διακόψουν το μ ά θ η μ α . Η
αέρα. Ε κ ε ί άλλαζε η εικόνα του νερού· η συνηθισμένη γ α λ ή ν η
Κατερίνα ήξερε ότι η Μαρία θα ε ί χ ε κι ά λ λ η ευκαιρία να
του πορθμού που χώριζε τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α από την Π λ ά κ α ,
γνωρίσει τον Δ η μ ή τ ρ η .
έδινε τη θέση της στα λευκά άλογα που κάλπαζαν στην ανοι
« Φ α ί ν ε τ α ι ότι υπάρχουν πολλά π α ι δ ι ά » , σχολίασε η Μ α
χ τ ή θάλασσα. Εκατοντάδες χ ι λ ι ό μ ε τ ρ α μακριά βρισκόταν η
ρία. « Α π ό πού ήρθαν όλα αυτά; Βρίσκονται εδώ και οι γονείς
η π ε ι ρ ω τ ι κ ή Ε λ λ ά δ α και, στο ενδιάμεσο, δεκάδες μικρά ν η
τους;»
σιά, όμως από αυτό το απώτατο σημείο δεν φαινόταν τίποτα.
« Γ ε ν ι κ ά δεν έχουν τους γονείς τους ε δ ώ . Ε ί ν α ι παιδιά
Μόνο ουρανός και άνεμος, και αρπακτικά πουλιά. Η Μαρία
που κόλλησαν λέπρα στην ενδοχώρα και τα έστειλαν ε δ ώ .
δεν ήταν ο πρώτος άνθρωπος που κοίταξε από το χ ε ί λ ο ς του
Οι άνθρωποι προσπαθούν να μην αποκτούν καθόλου παιδιά
γ κ ρ ε μ ο ύ κι αναρωτήθηκε πώς θα ήταν αν ριχνόταν κ ά τ ω .
όταν έρχονται στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Αν ένα μωρό γ ε ν ν η θ ε ί υ γ ι έ ς ,
Θα έπεφτε στη θάλασσα πρώτα, ή θα κομματιαζόταν στις
το παίρνουν από τους γονείς του και το δίνουν γ ι α υιοθεσία
κοφτερές μύτες των βράχων;
στην ενδοχώρα. Ε ί χ α μ ε μια-δυο τέτοιες τ ρ α γ ι κ έ ς υποθέσεις
γλιστερό.
πρόσφατα». « Α υ τ ό είναι απίστευτα θ λ ι β ε ρ ό . Ό μ ω ς , ποιος φροντίζει αυτά που έρχονται ε δ ώ ; » ρώτησε η Μ α ρ ί α . « Τ α πιο πολλά είναι υιοθετημένα. Ο Ν ί κ ο ς κι ε γ ώ φρο ντίζουμε ένα τέτοιο παιδί μ έ χ ρ ι να μ ε γ α λ ώ σ ε ι αρκετά γ ι α να φύγει από το σπίτι και να ζήσει μόνο του. Τα υπόλοιπα ζουν σε ένα σπίτι που διευθύνει η κοινότητα, αλλά όλα έχουν πολύ καλή φροντίδα». Οι δυο γυναίκες συνέχισαν την πορεία τους στον κεντρικό δρόμο. Ψ η λ ά από πάνω τους, στο λόφο, υψωνόταν το νοσο κ ο μ ε ί ο , το μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο απ' όλα τα κτίρια. « Θ α σε πάω ε κ ε ί α ρ γ ό τ ε ρ α » , ε ί π ε η Κατερίνα. « Α υ τ ό το κτίριο φαίνεται από την Π λ ά κ α » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α . « Α λ λ ά από κοντά δ ε ί χ ν ε ι ακόμη μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο » . « Τ ο υ έ γ ι ν ε πρόσφατα επέκταση, οπότε είναι μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο απ' όσο π α λ ι ά » .
« Έ λ α » , ε ί π ε η Κατερίνα. « Α ς γυρίσουμε πίσω. Θα έχουν φέρει τα κουτιά σου. Θα σου δείξω το νέο σου σπίτι και θα σε βοηθήσω να β γ ά λ ε ι ς τα πράγματα σου, αν θ έ λ ε ι ς » . Ε ν ώ κατηφόριζαν στο μονοπάτι, η Μαρία παρατήρησε δεκάδες, χωρισμένα μεταξύ τους, προσεκτικά κ α λ λ ι ε ρ γ η μ έ ν α κ τ ή μ α τ α , όπου, παρά τις αντίξοες συνθήκες που δημιουργού σαν τα στοιχεία της φύσης, οι άνθρωποι καλλιεργούσαν λαχα νικά. Κ ρ ε μ μ ύ δ ι α , σκόρδα, πατάτες και καρότα ξεπετάγονταν σε αυτή την ανεμοδαρμένη π λ α γ ι ά , και οι τακτοποιημένες, ξεχορταριασμένες σειρές τους αποτελούσαν
ένδειξη γ ι α το
πόσος κόπος και πόση προσοχή είχαν δοθεί στη φροντίδα να στεριώσουν σε αυτό το βραχώδες τοπίο. Κ ά θ ε κ τ ή μ α ήταν ένα καθησυχαστικό σημάδι ελπίδας κι έ δ ε ι χ ν ε ότι η ζωή ήταν υποφερτή πάνω σε τούτο το νησί. Πέρασαν δίπλα από ένα μικρούτσικο ξ ω κ κ λ ή σ ι που ε ί χ ε θέα την αχανή θάλασσα, και τ ε λ ι κ ά έφτασαν στο π ε ρ ι τ ε ι χ ι
Έφτασαν στη βόρεια πλευρά του νησιού, όπου δεν κατοι κούσαν άνθρωποι,
Ε ί χ ε αρχίσει πια να ψ ι χ α λ ί ζ ε ι και το μονοπάτι γινόταν
ενώ ψηλά στον ουρανό πετούσαν αετοί.
Ε κ ε ί , η Σ π ι ν α λ ό γ κ α δεχόταν όλη την ορμή του ανέμου από
σμένο νεκροταφείο. «Η μητέρα σου τάφηκε ε δ ώ » , ε ί π ε η Κατερίνα στη Μ α ρ ί α . « Σ ' αυτό τ ο σημείο καταλήγουν όλοι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α » .
τα βορειοανατολικά και η θάλασσα συγκρουόταν με βία με
Η Κατερίνα δεν ε ί χ ε σκοπό τα λ ό γ ι α της να ακουστούν
τα βράχια χ α μ η λ ά κ ά τ ω , στέλνοντας τον αφρό της ψηλά στον
τόσο ω μ ά , αλλά όπως και να ε ί χ ε , η Μαρία δεν αντέδρασε.
320
321
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
Κρατούσε τα συναισθήματά της υπό έ λ ε γ χ ο . Ήταν κάποια ά λ λ η που τριγύριζε στο νησί. Η α λ η θ ι ν ή Μαρία βρισκόταν μακριά, χ α μ έ ν η στις σκέψεις της.
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Ό χ ι , δεν το ήξερα. Όταν πέθανε, δεν ήθελα να ξανακού σω γ ι α τις λεπτομέρειες της ζωής της εδώ· δεν χ ρ ε ι α ζ ό τ α ν » . Ε ί χ ε περάσει μια μακρά περίοδος μετά το θάνατο της
Κανένας τάφος δεν ε ί χ ε διακριτικό σημάδι, γ ι α τον απλό
Ε λ έ ν η ς , που α κ ό μ η και η Μαρία πικραινόταν γ ι α το χρόνο
λόγο ότι όλοι ήταν κοινοί. Π έ θ α ι ν ε πάρα πολύς κόσμος ε κ ε ί
που περνούσε ο πατέρας της πηγαίνοντας στην αποικία· αυτή
πέρα γ ι α να μπορεί κάποιος να έ χ ε ι την πολυτέλεια της μο
δεν την ενδιέφερε καθόλου, από τη σ τ ι γ μ ή που η μητέρα ε ί χ ε
ναξιάς στη μετά θάνατον ζ ω ή . Σε αντίθεση με τα περισσότερα
χ α θ ε ί . Τ ώ ρ α , β έ β α ι α , αισθανόταν κάποιες τ ύ ψ ε ι ς .
νεκροταφεία, τα οποία βρίσκονταν γ ύ ρ ω από μια εκκλησία, ώστε όλοι οι πιστοί να θυμούνται διαρκώς ότι θα πέθαιναν, αυτό εδώ ήταν απομονωμένο, μυστικό. Κανείς στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α δεν ε ί χ ε α ν ά γ κ η μια υπενθύμιση του θανάτου. Ήξεραν όλοι τους πολύ καλά ότι οι μέρες τους ήταν μ ε τ ρ η μ έ ν ε ς . Λ ί γ ο πριν ολοκληρώσουν τη βόλτα τους π ε ρ ι μ ε τ ρ ι κ ά του νησιού, πέρασαν μπροστά από ένα σπίτι το οποίο ήταν το πιο μ ε γ α λ ο π ρ ε π έ ς που ε ί χ ε δει η Μαρία στο νησί. Ε ί χ ε ένα μ ε γ ά λ ο μπαλκόνι και εξώπορτα με προστέγασμα. Η Κατερίνα σταμάτησε γ ι α να της ε ξ η γ ή σ ε ι . « Ε π ί σ η μ α , αυτή είναι η κατοικία του αρχηγού του ν η σιού, αλλά όταν α ν έ λ α β ε ο Ν ί κ ο ς , δεν ή θ ε λ ε να διώξει τον προηγούμενο αρχηγό και τη γυναίκα του από το σπίτι τους, κι έτσι έμειναν αυτοί ε κ ε ί και ο Ν ί κ ο ς στο δικό του σπίτι. Ο σύζυγος πέθανε πριν από πολλά χρόνια, αλλά η Ε λ π ί δ α Κοντομάρη είναι α κ ό μ η ε δ ώ » . Η Μαρία αναγνώρισε αμέσως το όνομα. Η Ε λ π ί δ α Κ ο ντομάρη ε ί χ ε σταθεί η καλύτερη φ ί λ η της μητέρας της. Το σκληρό γεγονός ήταν ότι η μητέρα της ε ί χ ε πεθάνει πριν από σχεδόν όλους όσοι βρέθηκαν γ ύ ρ ω της. « Ε ί ν α ι κ α λ ή γ υ ν α ί κ α » , πρόσθεσε η Κατερίνα. « Τ ο ξ έ ρ ω » , είπε η Μαρία.
Από όλα σχεδόν τα σημεία του νησιού όπου β ρ έ θ η κ ε στη διάρκεια του περιπάτου της, ήταν ορατό το χωριό της Π λ ά κας, και η Μ α ρ ί α κ α τ ά λ α β ε ότι θα έπρεπε να αρχίσει να πειθαρχεί τον εαυτό της ώστε να μη ρίχνει ματιές προς τα ε κ ε ί . Τι θα ωφελούσε να μπορεί να β λ έ π ε ι με τι ασχολούνταν οι άνθρωποι στην ά λ λ η άκρη της θάλασσας; Από ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή και μετά τίποτα ε κ ε ί πέρα δεν θα ε ί χ ε καμία σχέση μαζί της, και όσο γρηγορότερα το συνήθιζε αυτό, τόσο το καλύτερο. Ε ί χ α ν πια επιστρέψει στη μ ι κ ρ ή συστάδα των σπιτιών από όπου είχαν ξ ε κ ι ν ή σ ε ι . Η Κατερίνα οδήγησε τη Μαρία σε μια εξώπορτα στο χρώμα της σκουριάς κι έ β γ α λ ε ένα κ λ ε ι δ ί από την τσέπη της. Το εσωτερικό φαινόταν τόσο θ λ ι β ε ρ ό όσο και το εξωτερικό του σπιτιού, αλλά με το πάτημα ενός διακόπτη ο χώρος ζωντάνεψε κάπως. Υπήρχε μια μυρωδιά μούχλας, σαν να ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι ακατοίκητο γ ι α κάμποσο καιρό. Ο λόγος ήταν πως ο προηγούμενος ένοικος ε ί χ ε νοσηλευθεί στο νοσο κομείο γ ι α πολλούς μήνες και δεν ανάρρωσε ποτέ, όμως, με δεδομένη τη μ ε ρ ι κ έ ς φορές δ ρ α μ α τ ι κ ή ανάρρωση που μπορού σε να συμβεί α κ ό μ η και μετά τον πιο θανατηφόρο πυρετό της λέπρας, ήταν π ρ α κ τ ι κ ή στο νησί να παραμένουν τα σπίτια στην κ α τ ο χ ή των ανθρώπων μ έ χ ρ ι να π ά ψ ε ι να υπάρχει η
« Π ώ ς το ξέρεις;» «Η μητέρα μου μας έγραφε συχνά γ ι ' αυτήν. Ήταν η
οποιαδήποτε ρεαλιστική ε λ π ί δ α . Σ τ ο δωμάτιο υπήρχαν λιγοστά έ π ι π λ α : ένα σκουρόχρωμο
καλύτερη φίλη τ η ς » . «Ήξερες όμως ότι ε κ ε ί ν η και ο μακαρίτης σύζυγος της υιοθέτησαν τον Δ η μ ή τ ρ η όταν πέθανε η μητέρα σου;» 322
τραπέζι, δυο καρέκλες κι ένα ν τ ι β ά ν ι στον τοίχο, το οποίο ήταν φ τ ι α γ μ έ ν ο από τσιμέντο και κ α λ υ μ μ έ ν ο με ένα βαρύ 323
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
υφαντό. Π α ρ έ μ ε ν α ν λιγοστά σημάδια από το πέρασμα του
ζωής της στην Π λ ά κ α , κι όμως ισοδυναμούσε με τη μ ε γ α λ ύ
προηγούμενου ενοίκου, με εξαίρεση ένα γυάλινο βάζο που
τερη απόσταση που ε ί χ ε διανύσει ποτέ. Έ ν ι ω θ ε τόσο μακριά από
π ε ρ ι ε ί χ ε ένα μάτσο σκονισμένα πλαστικά λουλούδια, και μια
το σπίτι της και όλα όσα της ήταν οικεία. Τ η ς έ λ ε ι π ε ο πα
άδεια π ι α τ ο θ ή κ η στον τοίχο. Η καλύβα ενός βοσκού στο βου
τέρας της και οι φίλοι της, και θρηνούσε περισσότερο από ποτέ
νό θα ήταν πιο φιλόξενη.
το λαμπρό μέλλον με τον Μ α ν ό λ η , που της είχαν αρπάξει μ έ
« Θ α μ ε ί ν ω να σε βοηθήσω να β γ ά λ ε ι ς τα πράγματά σου», ε ί π ε η Κατερίνα με ύφος που δεν σήκωνε κουβέντα.
σα από τα χέρια. Μέσα σε αυτό το σκοτεινό δωμάτιο ευχήθη κε να πέθαινε. Για μια σ τ ι γ μ ή της πέρασε από το μυαλό ότι
Η Μαρία ήταν αποφασισμένη να κρύψει τα συναισθήματά
ίσως να ήταν π ρ ά γ μ α τ ι ν ε κ ρ ή , μια και η κόλαση δεν θα μπο
της γ ι ' αυτή την τ ρ ώ γ λ η , και θα μπορούσε να τα καταφέρει
ρούσε να είναι πιο ζοφερό και πιο αφιλόξενο μέρος από αυτό.
μόνο αν έμενε μόνη της. Θα χρειαζόταν να είναι αμετακίνητη.
Α ν έ β η κ ε πάνω, στην κρεβατοκάμαρα. Έ ν α σκληρό κρε
« Π ο λ ύ ε υ γ ε ν ι κ ό εκ μέρους σας, αλλά δεν θ έ λ ω να κατα
βάτι κι ένα αχυρένιο στρώμα κ α λ υ μ μ έ ν ο με λεκιασμένο πανί
χραστώ το χρόνο σ α ς » .
ήταν τα μόνα πράγματα στο δ ω μ ά τ ι ο , με εξαίρεση μια μ ι κ ρ ή
« Π ο λ ύ κ α λ ά » , ε ί π ε η Κατερίνα. « Ό μ ω ς , θα πεταχτώ αρ
ξύλινη εικόνα της Π α ν α γ ί α ς , καρφωμένη αδέξια στην τραχιά
γότερα το απόγευμα να δω αν μπορώ να σε βοηθήσω πουθε
επιφάνεια του τοίχου. Η Μαρία ξάπλωσε, με τα γόνατά της
νά. Ξ έ ρ ε ι ς πού θα βρίσκομαι, αν με χ ρ ε ι α σ τ ε ί ς » .
δ ι π λ ω μ έ ν α στο στήθος της, και έ κ λ α ψ ε . Δ ε ν ήταν σίγουρη
Λέγοντας αυτά, έ φ υ γ ε . Η Μαρία χάρηκε που έ μ ε ι ν ε μόνη της, με τις σκέψεις της. Η Κατερίνα ε ί χ ε όλη την κ α λ ή διά θεση, αλλά η κοπέλα ε ί χ ε διακρίνει μια ιδέα σχολαστικότητας
πόση ώρα έ μ ε ι ν ε έτσι, καθώς τ ε λ ι κ ά βυθίστηκε σε έναν ανή συχο ύπνο, γ ε μ ά τ ο εφιάλτες. Κάπου
μέσα στο πηχτό σκοτάδι των ονείρων της,
στο
και ε ί χ ε αρχίσει να βρίσκει το τερέτισμά της ελαφρά εκνευρι
βάθος της θάλασσας του ύπνου της, άκουσε τον μακρινό ήχο
στικό. Το τελευταίο πράγμα που ή θ ε λ ε η Μαρία ήταν να έ χ ε ι
τυμπάνων
κι αισθάνθηκε να την τραβούν στην επιφάνεια.
κάποιον να της λ έ ε ι πώς να τακτοποιήσει το σπίτι της. Θα
Τ ώ ρ α μπορούσε να κ α τ α λ ά β ε ι ότι ο ήχος δεν ήταν κάποιο
έκανε αυτό το άθλιο μέρος σπίτι, και θα το άλλαζε μόνη της.
τύμπανο αλλά το επίμονο χτύπημα κάποιου στην εξώπορτά
Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πάρει το βάζο με
της. Τα μάτια της άνοιξαν κ α ι , γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς , το κορ
τα αξιοθρήνητα πλαστικά τριαντάφυλλα και να το αδειάσει
μί της φαινόταν απρόθυμο να κ ι ν η θ ε ί . Τα χέρια και τα πόδια
στο σκουπιδοτενεκέ. Τ ό τ ε ήταν που την π λ η μ μ ύ ρ ι σ ε η απελ
της είχαν π α γ ώ σ ε ι από το κρύο και χρειάστηκε να επιστρα
πισία. Βρισκόταν σε ένα δωμάτιο που μύριζε από τη σήψη και
τεύσει κ ά θ ε ίχνος της βούλησής της γ ι α να σηκωθεί από το
τα μουχλιασμένα υπάρχοντα ενός π ε θ α μ έ ν ο υ . Ε ί χ ε διατηρή
κ ρ ε β ά τ ι και να σταθεί όρθια. Αυτός ο ύπνος ήταν τόσο βαθύς,
σει την αυτοκυριαρχία της μ έ χ ρ ι ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή , αλλά
ώστε
τώρα
και
δυο από τα κουμπιά του στρώματος, και τίποτα δεν θα την
ψεύτικης ευθυμίας γ ι α χάρη του πατέρα της, του ζευγαριού
ξυπνούσε εκτός από αυτό που κ α τ ά λ α β ε πλέον ότι ήταν ο
των Παπαδημητρίου και της ίδιας την είχαν εξοντώσει, και
θόρυβος κάποιου, που ε ί χ ε σχεδόν γ κ ρ ε μ ί σ ε ι την πόρτα.
κατέρρευσε. Ό λ ε ς ε κ ε ί ν ε ς οι
ώρες αυτοελέγχου
στο αριστερό μάγουλό της είχαν αποτυπωθεί καθαρά
πλέον την έ π ν ι γ ε η φρικτή μορφή όσων είχαν σ υ μ β ε ί . Ήταν
Κ α τ έ β η κ ε τη στενή σκάλα και καθώς ξεμαντάλωσε κι
μόλις ένα σύντομο ταξίδι αυτό που σηματοδότησε το τέλος της
άνοιξε την πόρτα, α κ ό μ η σε μια κατάσταση ημι-αναισθησίας,
324
325
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ε ί δ ε δυο γ υ ν α ί κ ε ς να στέκονται ε κ ε ί , μέσα στο λυκόφως. Η -
μία ήταν η Κ α τ ε ρ ί ν α η ά λ λ η ήταν μια γηραιότερη γ υ ν α ί κ α . « Μ α ρ ί α ! Ε ί σ α ι κ α λ ά ; » κραύγασε η Κ α τ ε ρ ί ν α . « Α ν η σ υ
ΝΗΣΙ
« Κ ο ί τ α , γ ι α τ ί δεν έρχεσαι να μ ε ί ν ε ι ς μαζί μου α π ό ψ ε ; » ρώτησε καλόκαρδα. « Έ χ ω ένα άδειο δ ω μ ά τ ι ο , οπότε δεν θα είναι π ρ ό β λ η μ α » .
χ ή σ α μ ε τόσο πολύ. Χ τ υ π ά μ ε την πόρτα σου εδώ και μία ώρα
Η Μαρία σήκωσε τους ώμους της ακούσια. Π α γ ω μ έ ν η
σχεδόν. Νόμισα ότι... ότι... μπορεί να ε ί χ ε ς κάνει κακό στον
από την κατάσταση και την υγρασία του δ ω μ α τ ί ο υ , δεν δίστα
εαυτό σ ο υ » .
σε καθόλου να δ ε χ τ ε ί . Θ υ μ ή θ η κ ε που ε ί χ ε περάσει μπροστά
Οι τ ε λ ε υ τ α ί ε ς λ έ ξ ε ι ς β γ ή κ α ν από το στόμα της σχεδόν
από το σπίτι της Ε λ π ί δ α ς νωρίτερα ε κ ε ί ν η την η μ έ ρ α , και με
ακούσιες, αλλά είχαν μια γ ε ρ ή βάση. Σ τ ο παρελθόν, είχαν
τη γ υ ν α ι κ ε ί α αίσθηση της λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι α ς , έφερε στο μυαλό της
υπάρξει μερικοί νεοφερμένοι που προσπάθησαν να αυτοκτονή
τις π ε ρ ί τ ε χ ν ε ς δαντελένιες κουρτίνες που κάλυπταν τα παρά
σουν, και κάποιοι με ε π ι τ υ χ ί α .
θυρα. Ν α ι , ε κ ε ί θα ή θ ε λ ε να μ ε ί ν ε ι απόψε.
« Ν α ι , ε ί μ α ι μια χαρά. Α λ ή θ ε ι α - αλλά σας ευχαριστώ που ανησυχήσατε γ ι α μένα. Π ρ έ π ε ι να αποκοιμήθηκα... Ε λ ά τε μέσα, να μη β ρ έ χ ε σ τ ε » .
Ε Π Ο Μ Ε Ν Ε Σ Ν Υ Χ Τ Ε Σ κοιμόταν στο σπίτι της Ε λ π ί δ α ς
Κοντομάρη, και στη διάρκεια της ημέρας επέστρεφε στο μέρος
Η Μ α ρ ί α άνοιξε την πόρτα και παραμέρισε γ ι α να περά
που έ μ ε λ λ ε να γ ί ν ε ι το σπιτικό τ η ς . Δ ο ύ λ ε υ ε σκληρά γ ι α να το μεταμορφώσει, άσπρισε τους τοίχους και ξανάβαψε την
σουν οι δυο γ υ ν α ί κ ε ς . « Ν α σας συστήσω. Η Ε λ π ί δ α Κ ο ν τ ο μ ά ρ η » . « Κ υ ρ ί α Κοντομάρη...
ΤΙΣ
Ξ έ ρ ω το όνομά σας πολύ κ α λ ά .
Ήσαστε η σπουδαία φ ί λ η της μητέρας μ ο υ » .
παλιά εξώπορτα με ένα λαμπερό, πράσινο χρώμα που της θύ μ ι ζ ε την αρχή της άνοιξης και όχι το τέλος του φθινοπώρου. Έ β γ α λ ε από τα κουτιά τα β ι β λ ί α της, τις φωτογραφίες της
Οι γ υ ν α ί κ ε ς κράτησαν η μια τα χέρια της ά λ λ η ς .
και μ ε ρ ι κ έ ς ζωγραφιές που κρέμασε στον τοίχο, και σιδέρωσε
« Ε ί σ α ι σαν να β λ έ π ω τη μητέρα σ ο υ » , ε ί π ε η Ε λ π ί δ α .
τα κεντητά β α μ β α κ ε ρ ά υφάσματα, που έστρωσε στο τραπέζι
« Δ ε ν δ ε ί χ ν ε ι ς πολύ διαφορετική από τις φωτογραφίες που
και στις άνετες κ α ρ έ κ λ ε ς τις οποίες η Ε λ π ί δ α ε ί χ ε αποφασίσει
ε ί χ ε ε κ ε ί ν η , αν και έ χ ε ι περάσει πολύς καιρός. Αγαπούσα
ότι δεν χρειαζόταν πλέον. Έ φ τ ι α ξ ε ένα ράφι και τακτοποίησε
τη μητέρα σου, ήταν μια από τις καλύτερες φίλες που είχα
πάνω του τα βάζα της με τα αποξηραμένα βότανα, και έκανε
ποτέ».
την μ έ χ ρ ι πρότινος βρομερή κουζίνα ένα αφιλόξενο μέρος γ ι α
Η Κατερίνα κοίταξε το δ ω μ ά τ ι ο διερευνητικά. Παρου
τα μ ι κ ρ ό β ι α , τρίβοντάς την ώσπου έ λ α μ ψ ε .
σίαζε την εικόνα που ε ί χ ε και πριν από π ο λ λ έ ς ώρες. Τα
Άφησε πίσω της ε κ ε ί ν η την π ρ ώ τ η μέρα της κ α τ ά θ λ ι ψ η ς
κουτιά της Μαρίας έστεκαν κλειστά και ήταν προφανές ότι
και της απελπισίας, και μολονότι συλλογιζόταν γ ι α π ο λ λ έ ς
δεν ε ί χ ε καν ε π ι χ ε ι ρ ή σ ε ι να τα ανοίξει. Ήταν ακόμη το σπίτι
εβδομάδες όσα ε ί χ ε χάσει, άρχισε να β λ έ π ε ι κάποιο μ έ λ λ ο ν .
ενός π ε θ α μ έ ν ο υ . Αυτό που έ β λ ε π ε η Ε λ π ί δ α Κοντομάρη ήταν
Σ κ ε φ τ ό τ α ν πολύ πώς θα ήταν η ζωή με τον Μ α ν ό λ η , και
μια ζαλισμένη νεαρή γυναίκα σε ένα γ υ μ ν ό , κρύο δ ω μ ά τ ι ο ,
άρχισε να α μ φ ι β ά λ λ ε ι γ ι α το πώς θα αντιδρούσε εκείνος στις
ακριβώς την ώρα της ημέρας που οι περισσότεροι άνθρωποι
δύσκολες σ τ ι γ μ έ ς . Αν και της έλειπαν η ευθυμία του και η
έτρωγαν ένα ζεστό γ ε ύ μ α και προσδοκούσαν την οικεία ανα
ικανότητά του να κάνει αστεία σε οποιαδήποτε κατάσταση, δεν
κούφιση που τους πρόσφερε το κ ρ ε β ά τ ι τους.
μπορούσε να φανταστεί πώς θα ανεχόταν ποτέ τις αναποδιές,
326
327
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
αν βρίσκονταν στο δρόμο τους. Η Μαρία ε ί χ ε γ ε υ τ ε ί σαμπά
Για μια φευγαλέα σ τ ι γ μ ή αναρωτήθηκε αν ήταν ο Μανό
νια μόνο μία φορά, στο γ ά μ ο της αδερφής της. Μ ε τ ά την
λης, που παραβίαζε όλους τους κανόνες γ ι α να έρθει να την
πρώτη γουλιά, που άφρισε στο στόμα της, οι φυσαλίδες εξα
επισκεφτεί. Μ ό λ ι ς μπόρεσε να διακρίνει καθαρά τη φιγούρα
φανίστηκαν, και συλλογίστηκε αν ο γάμος της με τον Μανό
στη βάρκα, όμως, διαπίστωσε ότι ήταν ο Κυρίτσης. Για μια
λη θα ήταν σαν κι αυτό. Π ο τ έ δεν θα μ ά θ α ι ν ε , και σταδιακά
σ τ ι γ μ ή , η καρδιά της σκίρτησε, γ ι α τ ί συνέδεσε τον λ ε π τ ό ,
τον σκεφτόταν ολοένα και λ ι γ ό τ ε ρ ο , σχεδόν απογοητευμένη
γ κ ρ ι ζ ο μ ά λ λ η γιατρό με την πιθανότητα θεραπείας.
με τον εαυτό της που η α γ ά π η της φαινόταν να εξανεμίζεται
Κ α θ ώ ς έφταναν στην προκυμαία, ο Γ ι ώ ρ γ η ς πέταξε το
μέρα με τη μέρα. Ε κ ε ί ν ο ς δεν ήταν μέρος του κόσμου όπου
σκοινί στη Μαρία, η οποία το έδεσε περίτεχνα σε έναν πάσ σαλο, όπως ε ί χ ε κάνει χ ι λ ι ά δ ε ς φορές πριν. Μολονότι ανησυ
κατοικούσε πλέον α υ τ ή . Ε ί π ε στην Ε λ π ί δ α γ ι α τη ζωή της από τη μέρα που έφυγε η μητέρα της: πώς φρόντιζε τον πατέρα της, γ ι α το γ ά μ ο της αδερφής της και την είσοδό της σε μια κ α λ ή οικογένεια, και
χούσε γ ι α την κόρη του, το έκρυψε πολύ προσεκτικά. « Μ α ρ ί α . . . χαίρομαι τόσο πολύ που σε β λ έ π ω . . . Κοίτα ποιος είναι ε δ ώ . Ο γιατρός Κ υ ρ ί τ σ η ς » .
γ ι α το δικό της φλερτ και τον αρραβώνα με τον Μ α ν ό λ η .
« Τ ο β λ έ π ω , π α τ έ ρ α » , ε ί π ε η Μαρία καλοκάγαθα.
Μ ί λ η σ ε στην Ε λ π ί δ α σαν να ήταν η μητέρα της, και η γηραιά
« Τ ι κάνεις, Μ α ρ ί α ; » ρώτησε ο Κυρίτσης, βγαίνοντας ε π ι
γυναίκα αντιμετώπισε
με μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η συμπάθεια αυτό το
κορίτσι, το οποίο ήξερε ήδη από τις περιγραφές της μητέρας
δέξια από τη βάρκα. « Α ι σ θ ά ν ο μ α ι απολύτως καλά, γ ι α τ ρ έ . Π ο τ έ δεν αισθάν θηκα κάτι δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ό » , του απάντησε.
του, τόσα χρόνια πριν. Ε π ε ι δ ή π α ρ α κ ο ι μ ή θ η κ ε και το έχασε το πρώτο απόγευμα, η Μαρία έ κ λ ε ι σ ε καινούριο ραντεβού με τον Λ α π ά κ η αργότε ρα μέσα στην εβδομάδα. Ε κ ε ί ν ο ς κ α τ έ γ ρ α ψ ε τα συμπτώματά της και σχεδίασε τα σημεία όπου βρίσκονταν τα σημάδια σε ένα δ ι ά γ ρ α μ μ α του κορμιού της, συγκρίνοντας τις παρατηρή σεις του με τις πληροφορίες που του ε ί χ ε σ τ ε ί λ ε ι ο γιατρός Κυρίτσης, και σημειώνοντας την ύπαρξη ενός επιπλέον σημα διού στην π λ ά τ η της. Αυτό τον ανησύχησε. Η γ ε ν ι κ ή υγεία της Μαρίας ήταν κ α λ ή γ ι α την ώρα, αλλά αν γ ι α κάποιο λόγο άλλαζε αυτό, οι αρχικές ελπίδες του ότι ε ί χ ε σοβαρές πιθανότητες επιβίωσης ίσως να διαψεύδονταν.
Ε κ ε ί ν ο ς έκανε μια παύση γ ι α να την κοιτάξει. Α υ τ ή η νεαρή γυναίκα έ δ ε ι χ ν ε τόσο εκτός τόπου ε δ ώ . Τόσο τ έ λ ε ι α και τόσο αταίριαστη. Ο Ν ί κ ο ς Παπαδημητρίου ε ί χ ε κ α τ έ β ε ι στην προκυμαία γ ι α να υποδεχτεί τους δυο γιατρούς, κι ενώ η Μαρία έ μ ε ι ν ε γ ι α να μ ι λ ή σ ε ι με τον πατέρα της, οι τρεις άντρες εξαφανί στηκαν μέσα στη σήραγγα. Ε ί χ α ν περάσει δεκατέσσερα χρό νια από την τελευταία φορά που ο Ν ι κ ό λ α ο ς Κυρίτσης ε ί χ ε επισκεφτεί το νησί, και η μεταμόρφωσή του τον κ α τ έ π λ η ξ ε . Α κ ό μ η και τότε είχαν αρχίσει επισκευές στα παλιά κτίρια, αλλά το αποτέλεσμα ε ί χ ε υπερβεί τις προσδοκίες του. Ό τ α ν έφτασαν στο νοσοκομείο, θ α μ π ώ θ η κ ε ακόμη περισσότερο. Το
Τ ρ ε ι ς μέρες αργότερα, η Μαρία π ή γ ε να συναντήσει τον
αρχικό κτίριο διατηρούσε την προηγούμενη μορφή του, αλλά
πατέρα της. Ή ξ ε ρ ε ότι εκείνος θα ξεκινούσε ακριβώς στις εν
ε ί χ ε προστεθεί μια τεράστια επέκταση, ίση σε μ έ γ ε θ ο ς με το
νέα παρά δέκα γ ι α να μεταφέρει τον Λ α π ά κ η , και στις εννέα
παλιό κ τ ί ρ ι ο . Ο Κυρίτσης θ υ μ ή θ η κ ε τα σχέδια στον τοίχο του
παρά π έ ν τ ε θα μπορούσε να διακρίνει τη βάρκα του. Ε ί δ ε ότι
γραφείου του Λ α π ά κ η , πριν από τόσα χρόνια, και κ α τ ά λ α β ε
επάνω της βρίσκονταν τρεις άντρες. Αυτό ήταν ασυνήθιστο.
αμέσως ότι ε ί χ ε ικανοποιήσει τη φιλοδοξία του.
328
329
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Ε ί ν α ι ε κ π λ η κ τ ι κ ό ! » αναφώνησε. « Ε ί ν α ι όλα ε δ ώ . Ό π ω ς το ή θ ε λ ε ς » .
ΤΟ
Οι περισσότεροι από τους νησιώτες ήξεραν ότι εξελίσ σονταν
« Μ ό ν ο μετά από πολύ α ί μ α ,
ΝΗΣΙ
οι
φαρμακευτικές
αγωγές,
αλλά
φαινόταν
ότι τα
ιδρώτα και δάκρυα, σε
αποτελέσματα ήταν ελάχιστα. Μ ε ρ ι κ ο ί ήταν σίγουροι ότι στη
δ ι α β ε β α ι ώ ν ω - και τα περισσότερα τα οφείλουμε σε αυτόν
διάρκεια της ζωής τους θα ανακαλυπτόταν κάποια θεραπεία,
εδώ τον ά ν θ ρ ω π ο » , ε ί π ε , δείχνοντας με το κεφάλι του τον
μολονότι γ ι α πολλούς των οποίων τα άκρα και τα πρόσωπα
Παπαδημητρίου.
είχαν παραμορφωθεί από την αρρώστια, αυτό δεν ήταν τίποτα
Ο αρχηγός τούς άφησε μόνους και ο Λαπάκης ξενάγησε
παραπάνω από όνειρο. Λ ί γ ο ι είχαν προσφερθεί να τους γίνουν
περήφανος τον Κυρίτση στο καινούριο νοσοκομείο του. Οι
εγχειρήσεις περιορισμένης έκτασης γ ι α να αντιμετωπιστούν οι
θάλαμοι στη νέα πτέρυγα ήταν ψηλοτάβανοι, με παράθυρα
συνέπειες της παράλυσης στα πόδια τους ή γ ι α να αφαιρεθούν
που έφταναν από το π ά τ ω μ α μ έ χ ρ ι το τ α β ά ν ι . Το χ ε ι μ ώ ν α ,
μ ε γ ά λ α έ λ κ η , αλλά ουσιαστικά δεν περίμεναν τίποτα περισ
τα στιβαρά παντζούρια και οι χοντροί τοίχοι προστάτευαν
σότερο από αυτό.
τους ασθενείς από τις αδυσώπητες βροχές και τις θ ύ ε λ λ ε ς
« Κ ο ί τ α ξ ε , πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι», ε ί π ε ο Κυρί
που λυσσομανούσαν, και το καλοκαίρι τα παράθυρα έμεναν
τσης. « Γ ί ν ο ν τ α ι δοκιμές με κάποιες φαρμακευτικές α γ ω γ έ ς
ορθάνοιχτα γ ι α να χυθεί μέσα το καταπραϋντικό αεράκι που
αυτό τον καιρό. Δ ε ν φέρνουν αποτέλεσμα μέσα σε μια νύχτα,
σηκωνόταν από τη θάλασσα κ ά τ ω . Υπήρχαν μόνο δύο ή τρία
όμως πιστεύεις ότι κάποιοι από τους ασθενείς εδώ θα ήταν
κρεβάτια σε κάθε δωμάτιο και οι θάλαμοι ήταν χωριστοί γ ι α
δ ι α τ ε θ ε ι μ έ ν ο ι να τις δοκιμάσουν;»
τους άντρες και τις γ υ ν α ί κ ε ς . Τα πάντα έλαμπαν από καθα
« Ε ί μ α ι σίγουρος πως είναι, Ν ί κ ο . Π ι σ τ ε ύ ω ότι υπάρχουν
ριότητα, και ο Κυρίτσης παρατήρησε ότι κ ά θ ε δωμάτιο ε ί χ ε
κάποιοι που
δικό του λουτρό. Τα περισσότερα από τα κρεβάτια ήταν κα
πλούσιους επιμένουν α κ ό μ η να παίρνουν δόσεις ελαίου από το
θα
δοκίμαζαν
οτιδήποτε.
Μερικοί
από τους
τ ε ι λ η μ μ έ ν α , όμως η ατμόσφαιρα στο νοσοκομείο ήταν γ ε ν ι κ ά
φυτό h y p n o c a r p u s , παρά το κόστος και τον πόνο που προκα
ή ρ ε μ η και γ α λ ή ν ι α . Μόνο λ ί γ ο ι ασθενείς στριφογύριζαν και
λ ε ί η χορήγηση του με ένεση. Τι έχουν να χάσουν αν υπάρχει
ένας βογκούσε χαμηλόφωνα από τον πόνο.
κάτι καινούριο να δοκιμάσουν;»
« Ε π ι τ έ λ ο υ ς , έ χ ω ένα νοσοκομείο όπου οι ασθενείς μπο
« Σ τ η ν π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α πολλά,
σε αυτό το στάδιο...»
ρούν να λάβουν τη φροντίδα που χ ρ ε ι ά ζ ο ν τ α ι » , ε ί π ε ο Λαπά
απάντησε ο Κυρίτσης σκεπτικός. « Τ α πάντα έχουν βάση το
κης καθώς επέστρεφαν στο γραφείο του. « Κ α ι πάνω απ' όλα,
θ ε ι ά φ ι , όπως πιθανώς ξέρεις, και αν ο ασθενής δεν βρίσκεται
ένα μέρος όπου μπορούν να έχουν κάποιον αυτοσεβασμό».
σε κ α λ ή γ ε ν ι κ ή υ γ ε ί α , οι π α ρ ε ν έ ρ γ ε ι ε ς μπορεί να είναι κα
« Ε ί ν α ι πολύ εντυπωσιακό, Χ ρ ή σ τ ο » , ε ί π ε ο Κυρίτσης.
ταστροφικές».
« Π ρ έ π ε ι να δούλεψες σκληρά γ ι α να τα πετύχεις όλα αυτά.
« Τ ι εννοείς;»
Δ ε ί χ ν ε ι εξαιρετικά καθαρό και άνετο - και πολύ διαφορετικό
« Λ ο ι π ό ν , οτιδήποτε από αναιμία μέχρι ηπατίτιδα - ακό μη και ψυχώσεις. Σ τ ο Συνέδριο γ ι α τη Λέπρα όπου μόλις
απ' όσο το θ υ μ ά μ α ι » . « Ν α ι , αλλά οι καλές συνθήκες δεν είναι το μόνο που χρειάζονται. Π ά ν ω απ' όλα θέλουν να γίνουν καλά και να φύγουν από αυτό το μέρος. Θ ε έ μου, πόσο θέλουν να φύγουν από ε δ ώ . . . » Ο Λαπάκης μιλούσε α π ο κ α μ ω μ έ ν α . 330
παρευρέθηκα, στη Μ α δ ρ ί τ η , υπήρχαν αναφορές ακόμη και γ ι α αυτοκτονίες που αποδίδονταν σε αυτή τη νέα α γ ω γ ή » . « Θ α πρέπει να σκεφτούμε πολύ προσεκτικά ποιος, αν θελήσει κάποιος, από τους ασθενείς μας θα παίξει το ρόλο 331
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
πειραματόζωου.
ΧΙΣΛΟΠ
Αν πρέπει να φανούν
ΤΟ
δυνατοί στο πρώτο
στάδιο, υπάρχουν πολλοί που δεν θα ανταποκριθούν».
ΝΗΣΙ
μέτρα από την α κ τ ή , και μια γυναίκα να στέκεται στην προ κυμαία. Κοιτούσε τη θάλασσα, αλλά άκουσε τα β ή μ α τ ά του
« Δ ε ν χρειάζεται να γ ί ν ε ι τίποτε αμέσως. Ίσως θα μπορού
πίσω της και γύρισε την π λ ά τ η της. Κ α θ ώ ς έκανε την κίνηση,
σαμε να αρχίσουμε φτιάχνοντας μια λίστα με κατάλληλους
τα μακριά μ α λ λ ι ά της τινάχτηκαν από τον άνεμο γύρω από
υποψηφίους, και κατόπιν μπορώ να συζητήσω την πιθανότητα
το πρόσωπο της και δυο μ ε γ ά λ α οβάλ μάτια καρφώθηκαν
μαζί τους. Δ ε ν είναι βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα - μάλλον δεν
πάνω του με ε λ π ί δ α .
θα αρχίζαμε τις ενέσεις πριν περάσουν αρκετοί μήνες. Τι λ ε ς ; »
Π ο λ λ ά χρόνια νωρίτερα, πριν από τον π ό λ ε μ ο , ο Κυρί-
« Ν ο μ ί ζ ω ότι είναι ο καλύτερος τρόπος να κινηθούμε προς
τ σ η ς ε ί χ ε επισκεφτεί τ η Φ λ ω ρ ε ν τ ί α και ε ί δ ε τ η σαγηνευτική
τα εμπρός. Α κ ό μ η και το να έχουμε ένα σχέδιο θα φανεί σαν
εικόνα της «Γέννησης της Α φ ρ ο δ ί τ η ς » του Μ π ο τ ι τ σ έ λ ι . Με
κάποια πρόοδος. Θυμάσαι την τελευταία φορά που συντάξαμε
την γκριζοπράσινη θάλασσα πίσω της και τα μακριά μ α λ λ ι ά
μια λίστα με ονόματα ε δ ώ ; Φ α ί ν ε τ α ι τόσο μακρινό γ ε γ ο ν ό ς ,
της παιχνίδι στον άνεμο, η Μαρία θύμιζε έντονα εκείνο τον
και οι περισσότεροι άνθρωποι που βρίσκονταν σε αυτή έχουν
πίνακα. Ο Κυρίτσης ε ί χ ε ένα κορνιζαρισμένο αντίγραφό του στο σπίτι του στο Η ρ ά κ λ ε ι ο , και σε αυτή τη νεαρή γυναίκα
πια π ε θ ά ν ε ι » , ε ί π ε ο Λαπάκης μ ε λ α γ χ ο λ ι κ ά . « Ό μ ω ς , τα πράγματα είναι διαφορετικά σήμερα.
Δεν
μιλούσαμε γ ι α μια π ρ α γ μ α τ ι κ ή , απτή πιθανότητα θεραπείας ε κ ε ί ν η την εποχή· προσπαθούσαμε μόνο να β ε λ τ ι ώ σ ο υ μ ε τις μεθόδους πρόληψης της μ ε τ ά δ ο σ η ς » . « Ν α ι , ξέρω. Α π λ ώ ς ν ι ώ θ ω ότι κάνω β ή μ α τ α σημειωτόν εδώ, αυτό είναι ό λ ο » . « Α υ τ ό είναι απόλυτα κατανοητό, όμως πιστεύω ότι γ ι α κάποιους από αυτούς τους ανθρώπους υπάρχει μ έ λ λ ο ν . Τ έ λ ο ς πάντων, θα επιστρέψω σε μια βδομάδα, οπότε θα ρίξουμε τότε μια ματιά σε μερικά ο ν ό μ α τ α » . Ο Κυρίτσης γύρισε στην προκυμαία. Ήταν πια μ ε σ η μ έ ρ ι και ο Γ ι ώ ρ γ η ς θα βρισκόταν ε κ ε ί γ ι α να τον πάρει, όπως είχαν κανονίσει. Λ ί γ α κεφάλια έστριψαν να τον κοιτάξουν
είδε το ίδιο ντροπαλό χ α μ ό γ ε λ ο , το ίδιο, σχεδόν ερευνητικό γέρσιμο του κεφαλιού, την ίδια νεογέννητη αθωότητα. Ό μ ω ς , τέτοια ομορφιά ολοζώντανη δεν ε ί χ ε ξαναδεί. Έ μ ε ι ν ε καρ φωμένος στη θέση του. Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή δεν την έ β λ ε π ε ως ασθενή, αλλά ως γυναίκα, και τη θεώρησε ωραιότερη από οποιαδήποτε ά λ λ η ε ί χ ε δει ποτέ του. « Γ ι α τ ρ έ » , του ε ί π ε , ξυπνώντας τον από το ονειροπόλημά του. « Γ ι α τ ρ έ , ήρθε ο πατέρας μ ο υ » . « Ν α ι , ναι, σ' ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , ε ί π ε με προσποιητή σοβαρότη τα, συνειδητοποιώντας ξαφνικά ότι έπρεπε να την κοιτούσε επίμονα. Η Μαρία κράτησε τη βάρκα ακίνητη γ ι α μια σ τ ι γ μ ή , καθώς ο γιατρός έ μ π α ι ν ε μέσα, και κατόπιν την άφησε και πέταξε το σκοινί. Πιάνοντάς το, ο Κυρίτσης σήκωσε το β λ έ μ
καθώς περπατούσε στο δρόμο, περνώντας από την εκκλησία,
μα του πάνω της. Χρειαζόταν ά λ λ η μια ματιά στη μορφή της,
τα καταστήματα και το καφενείο. Οι μόνοι ξένοι που έ β λ ε
απλώς γ ι α να σιγουρευτεί ότι δεν ήταν όνειρο. Δ ε ν ήταν. Το
παν ποτέ αυτοί οι άνθρωποι ήταν οι καινούριοι στο νησί, και
πρόσωπο της ίδιας της Αφροδίτης δεν θα μπορούσε να είναι
κανενός το β ή μ α δεν ε ί χ ε την αποφασιστικότητα αυτού του
πιο τ έ λ ε ι ο .
άντρα. Ε ν ώ ο γιατρός έ β γ α ι ν ε από τη σήραγγα και α π λ ώ θ η κε μπροστά του η τ α ρ α γ μ έ ν η θάλασσα του Ο κ τ ω β ρ ί ο υ , ε ί δ ε μια μ ι κ ρ ή βάρκα να χορεύει πάνω-κάτω, κ α μ ι ά εκατοστή 332
333
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ορμή πάνω σε μια ά λ λ η γ υ ν α ί κ α . Ήταν πολύ πιο μ ι κ ρ ό σ ω μ η από τη Μ α ρ ί α , και καθώς τραβήχτηκαν μακριά η μία από την ά λ λ η , η Μ α ρ ί α ε ί δ ε ότι ήταν και αρκετά μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η της σε η λ ι κ ί α . Το πρόσωπο της ήταν σκαμμένο από β α θ ι έ ς ρυτίδες και τόσο αποστεωμένο, ώστε οι λοβοί των αυτιών της, που είχαν δ ι ο γ κ ω θ ε ί λ ό γ ω της λέπρας, τονίζονταν σε αποκρουστικό
βαθμό.
Το
μπαστούνι
της
γερόντισσας
είχε
τ ι ν α χ τ ε ί στη μέση του δρόμου.
Κεφάλαιο Δέκατο Όγδοο
« Μ ε συγχωρείτε π ο λ ύ » , ε ί π ε η Μαρία ξέπνοα, κρατώντας το χ έ ρ ι της γυναίκας και βοηθώντας την να ξαναβρεί την ισορροπία τ η ς . Δ υ ο σκοτεινά μ ά τ ι α , σαν χάντρες, αγριοκοίταξαν τα δικά
Τ
της. Ο
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
ΕΔΩΣΕ
ανεπαίσθητα τη θέση του
« Ν α προσέχεις περισσότερο», ε ί π ε η γυναίκα απότομα,
στο χ ε ι μ ώ ν α , και η ευωδιαστή μυρωδιά του καπνού
αρπάζοντας το μπαστούνι τ η ς . « Κ α ι ποια είσαι, τέλος πά
από τα ξύλα π λ η μ μ ύ ρ ι σ ε τον αέρα στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α .
ντων; Δ ε ν σ' έ χ ω ξ α ν α δ ε ί » .
Οι άνθρωποι συνέχισαν τις κ α θ η μ ε ρ ι ν έ ς ασχολίες τους τ υ λ ι γ
« Ε ί μ α ι η Μαρία Π ε τ ρ ά κ η » .
μένοι από την κορυφή μ έ χ ρ ι τα νύχια με κ ά θ ε μ ά λ λ ι ν ο ρούχο
« Π ε τ ρ ά κ η ! » ξεστόμισε το όνομα σαν να ε ί χ ε όλη την πίκρα
που είχαν γ ι α να προστατευθούν από το κρύο, γ ι α τ ί , από
της άγουρης ελιάς που τρώει κανείς από το δέντρο. «Ήξερα
όποια κατεύθυνση κι αν φυσούσε ο άνεμος, αυτό το μικρό νησί
κάποτε μία που την έ λ ε γ α ν Π ε τ ρ ά κ η . Έ χ ε ι πεθάνει π ι α » .
γνώριζε όλη του τη μανία.
Ο τόνος της φωνής της ε ί χ ε κ ά τ ι το θ ρ ι α μ β ε υ τ ι κ ό , και η
Σ τ ο σπίτι της Μ α ρ ί α ς , τα πνεύματα των ενοίκων του παρελθόντος είχαν ε κ δ ι ω χ θ ε ί . Ό λ α τα κάδρα, τα υφαντά και
Μαρία συνειδητοποίησε αμέσως ότι αυτό το καμπουριασμένο λείψανο ήταν ο παλιός εχθρός της μητέρας τ η ς .
τα έπιπλα ήταν πλέον δικά της, κι ένας γυάλινος δίσκος με
Οι δυο γ υ ν α ί κ ε ς ακολούθησαν διαφορετικούς δρόμους. Η
λεβάντα και ροδοπέταλα στο κέντρο του τραπεζιού διαπότιζε
Μαρία συνέχισε να ανεβαίνει το λόφο προς το φούρνο, και
με το γ λ υ κ ό του άρωμα τον αέρα.
όταν κοίταξε πίσω της να δει πού ε ί χ ε πάει η κυρία Κρου-
Προς έ κ π λ η ξ η της Μ α ρ ί α ς , οι πρώτες εβδομάδες στο νησί
σταλάκη, ε ί δ ε ότι καθόταν στην αρχή του δρόμου, δίπλα στην
κύλησαν γ ρ ή γ ο ρ α . Μόνο μια σ τ ι γ μ ή την άφησε με μια δια
παλιά κοινοτική βρύση, και την κοιτούσε επίμονα. Η Μαρία
κ ρ ι τ ή αίσθηση ανησυχίας. Ε ί χ ε μ ό λ ι ς φύγει από το ζεστό και
έφερε γρήγορα το β λ έ μ μ α της π ά λ ι μπροστά. Έ τ ρ ε μ ε .
μάλλον μ ε γ α λ ό π ρ ε π α ε π ι π λ ω μ έ ν ο σπίτι της Ε λ π ί δ α ς γ ι α να εγκατασταθεί στο δικό της, πιο οικείο π ε ρ ι β ά λ λ ο ν . Κ α θ ώ ς έστριβε τη γ ω ν ί α από τον μικρό παράδρομο γ ι α να β γ ε ι στον κεντρικό δρόμο και να αγοράσει κάποια τρόφιμα, έπεσε με
334
« Μ η ν α ν η σ υ χ ε ί ς » , ε ί π ε μια φωνή πίσω τ η ς . « Ε ί ν α ι ακίν δυνη, α λ ή θ ε ι α » . Ήταν η Κατερίνα, που ε ί χ ε δει τη σύγκρουση ανάμεσα στη Μαρία και τον παλιό εχθρό της μητέρας τ η ς . 335
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
« Ε ί ν α ι απλώς μια γριά στρίγκλα που έ χ ε ι βράσει στο πικρό ζουμί της, μια οχιά που έχασε το δηλητήριο τ η ς » .
ΝΗΣΙ
Α π λ ώ ς πίστεψα ότι ήταν κ α λ ή ιδέα να γνωριστούμε. Σ τ ο κ ά τ ω - κ ά τ ω , είσαι σχεδόν αδερφός μ ο υ » .
« Ε ί μ α ι σίγουρη ότι έχεις δίκιο, αλλά δίνει την εντύπωση
« Π ο λ ύ γενναιόδωρο αυτό που λ ε ς » , της ε ί π ε . « Δ ε ν αι
φιδιού που μπορεί ακόμη να δ α γ κ ώ σ ε ι » , ε ί π ε η Μαρία, με την
σθάνομαι να έ χ ω οικογένεια πια. Κ α ι οι δύο γονείς μου πέ
καρδιά της να χτυπάει λ ί γ ο πιο γρήγορα απ' όσο συνήθως. « Ε , λοιπόν, πίστεψε μ ε , δεν μπορεί. Α λ λ ά είναι κ α λ ή στο να σκορπίζει άσχημα συναισθήματα - και σίγουρα το π έ τ υ χ ε
θαναν, και τα αδέρφια μου δεν μπορώ να πω ότι είχαν ποτέ τη συνήθεια να γράφουν γ ρ ά μ μ α τ α . Αναμφίβολα είναι όλοι ντροπιασμένοι. Μα το Θ ε ό , το κ α τ α λ α β α ί ν ω α υ τ ό » . Πέρασαν αρκετές ώρες, καθώς οι δυο τους μιλούσαν γ ι α
αυτό με σ έ ν α » . Οι δυο γυναίκες συνέχισαν να ανηφορίζουν το δρόμο παρέα,
το νησί, το σχολείο και την Ε λ έ ν η . Ο Δ η μ ή τ ρ η ς ε ί χ ε σταθεί
και η Μαρία αποφάσισε να πάψει να ασχολείται με τη Χριστίνα
τυχερός. Όσο καιρό βρισκόταν στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , ε ί χ ε απο
Κρουσταλάκη. Ε ί χ ε ήδη καταλάβει ότι πολλοί άνθρωποι στη
λαύσει τις φροντίδες της Ε λ έ ν η ς και κατόπιν της Ε λ π ί δ α ς .
Σπιναλόγκα αποδέχονταν την κατάστασή τους, και το τελευταίο
Η μία ήταν έ μ π ε ι ρ η μητέρα και η ά λ λ η του φέρθηκε σαν
πράγμα που χρειάζονταν ήταν κάποιος να την υπονομεύσει.
το μονάκριβο παιδί που πάντοτε λαχταρούσε να αποκτήσει,
Μ ι α πιο ευπρόσδεκτη γ ν ω ρ ι μ ί α με ένα κ ο μ μ ά τ ι από το παρελθόν της μητέρας της ήταν η πρώτη συνάντησή της με τον Δ η μ ή τ ρ η Λ ε μ ο ν ι ά . Η Ε λ π ί δ α τους κάλεσε στο σπίτι της ένα βράδυ, και οι δυο τους αντιμετώπισαν τη συνάντηση με
προσφέροντάς
του α γ ά π η και προσοχή που κάποιες φορές
σχεδόν τον έ π ν ι γ α ν .
Η Μαρία χάρηκε που γνώρισε αυτό
τον κατά κάποιον τρόπο ετεροθαλή αδερφό, και οι δυο τους άρχισαν να συναντιούνται συχνά γ ι α καφέ ή ακόμη και γ ι α φαγητό, το οποίο μπορούσε να ετοιμάζει ε κ ε ί ν η , ενώ ο Δ η
κάποια τ α ρ α χ ή . « Η μητέρα σου μου έ δ ε ι ξ ε μ ε γ ά λ η σ τ ο ρ γ ή » , άρχισε ο Δ η μήτρης, μόλις σερβιρίστηκαν τα ποτά και κάθισαν και οι δυο
δεκατέσσερα παιδιά στο σχολείο και στόχευε να τα μ ά θ ε ι να διαβάζουν μ έ χ ρ ι να γίνουν επτά ετών. Το να περνάει χρόνο
τους. « Μ ο υ φέρθηκε σαν να ήμουν γιος τ η ς » . « Σ ε αγαπούσε σαν γ ι ο τ η ς » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α . « Α υ τ ό ς είναι ο λόγος». « Ν ι ώ θ ω ότι θα έπρεπε να ζητήσω σ υ γ γ ν ώ μ η με κάποιον τρόπο. Ξ έ ρ ω πως όλοι πίστευαν ότι έφταιξα, ε π ε ι δ ή της μ ε τ έ δωσα την αρρώστια», ε ί π ε ο Δ η μ ή τ ρ η ς διστακτικά.
μήτρης ριχνόταν με ενθουσιασμό στη δουλειά του. Ε ί χ ε πλέον
«Όμως,
μίλησα γ ι ' αυτό στο γιατρό Λ α π ά κ η , επί μακρόν, και θεωρεί εξαιρετικά απίθανο να πέρασαν τα βακτήρια από μένα στη
με κάποιον που του έδινε ώθηση η ε π α γ γ ε λ μ α τ ι κ ή του ζωή, έκανε τη Μαρία να συνειδητοποιήσει πως η λέπρα δεν θα μονοπωλούσε κ ά θ ε σ τ ι γ μ ή της. Έ ν α δεκαπενθήμερο ραντεβού στο νοσοκομείο, ένα σπιτάκι που έπρεπε να διατηρεί καθαρό και τακτοποιημένο, ένα χωραφάκι που έπρεπε να φροντίζει. Μ α ζ ί με τις συναντήσεις της με τον πατέρα της, αυτά ήταν οι ακρογωνιαίοι λ ί θ ο ι της ε ρ γ έ ν ι κ η ς , άτεκνης ύπαρξής της.
μητέρα σου. Τα συμπτώματα αναπτύσσονται τόσο αργά, ώστε
Α ρ χ ι κ ά , η Μαρία δίσταζε να π ε ι στον πατέρα της ότι ε ί χ ε
πιστεύει πως π ρ ο σ β λ η θ ή κ α μ ε μάλλον ανεξάρτητα ο ένας από
γ ί ν ε ι φ ί λ η με τον Δ η μ ή τ ρ η . Μπορεί να φαινόταν σαν προδο σία, καθώς η οικογένειά της πίστευε πάντοτε ότι αυτό ήταν
τον ά λ λ ο ν » . « Δ ε ν νομίζω ότι έ χ ε ι πλέον σημασία τίποτε απ' όλα αυ
το αγόρι που μόλυνε την Ε λ έ ν η . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε περάσει
τ ά » , ε ί π ε η Μαρία. « Δ ε ν ήρθα εδώ γ ι α να σε κατηγορήσω.
αρκετό χρόνο με τον Λ α π ά κ η ώστε να γνωρίζει πως δεν ήταν
336
337
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
απαραίτητα έτσι, οπότε, όταν η Μαρία του ε ξ ο μ ο λ ο γ ή θ η κ ε
ΜΕΣΑ
ότι ήταν πλέον φίλοι με τον Δ η μ ή τ ρ η , η αντίδραση του πατέ
κάτι γ ι α να ασχολείται, και πήρε ένα στραπατσαρισμένο τ ε
ρα της ήταν απρόσμενη.
τράδιο από το ράφι της. Π ε ρ ι ε ί χ ε όλες τις χειρόγραφες σημει
« Κ α ι πώς είναι αυτός λ ο ι π ό ν ; » τη ρώτησε.
ΣΕ
ΕΝΑ
Μ Η Ν Α , η Μαρία κατάλαβε ότι χρειαζόταν
ώσεις της γ ι α τη χρήση των βοτάνων. Για ανακούφιση και για
« Δ ε ί χ ν ε ι περίπου την ίδια αφοσίωση που ε ί χ ε η μ η τ έ ρ α » ,
τρειά, ε ί χ ε γράψει στην πρώτη σελίδα, με τον κομψό γραφικό
απάντησε ε κ ε ί ν η . « Κ α ι είναι και κ α λ ή συντροφιά. Έ χ ε ι δια
χαρακτήρα της σχολικής ηλικίας της. Μέσα στην αρρώστια
βάσει όλα τα β ι β λ ί α της β ι β λ ι ο θ ή κ η ς » .
της λέπρας, αυτές οι λέξεις έδειχναν τόσο αφελείς, τόσο αι
Αυτό δεν ήταν μικρό κατόρθωμα. Η β ι β λ ι ο θ ή κ η δ ι έ θ ε τ ε
σιόδοξες, τόσο απόλυτα παρατραβηγμένες. Υπήρχαν, ωστόσο,
πλέον περισσότερα από πεντακόσια β ι β λ ί α , τα πιο πολλά από
άφθονα γιατροσόφια για αρρώστιες από τις οποίες υπέφεραν οι
τα οποία είχαν σταλεί από την Αθήνα, αλλά ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν
άνθρωποι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , από στομαχικές διαταραχές μέχρι
εντυπωσιάστηκε από το γ ε γ ο ν ό ς . Υπήρχαν άλλα πράγματα
διάφορα είδη βήχα, κι αν μπορούσε να τους απαλλάξει από
που ή θ ε λ ε να μ ά θ ε ι .
αυτές όπως ε ί χ ε κάνει με τόση επιτυχία στην παλιά ζωή της,
« Μ ι λ ά ε ι γ ι α τ η μητέρα σου;» « Ό χ ι πολύ. Μ ά λ λ ο ν νομίζει ότι αυτό θα έ δ ε ι χ ν ε αναισθη
τότε θα ήταν μια συνεισφορά που θα άξιζε τον κόπο. Η Μαρία ξ ε χ ε ί λ ι ζ ε από ενθουσιασμό γ ι α τα σχέδιά της,
σία. Μ ι α φορά, όμως, μου ε ί π ε ότι η ζωή του είναι καλύτερη
όταν μια μέρα π ή γ ε να την επισκεφτεί η Φ ω τ ε ι ν ή , και ε ί π ε
εδώ απ' όσο θα ήταν αν δεν ε ί χ ε έρθει στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α » .
στη φίλη της πώς σχεδίαζε να χτενίσει το ακατοίκητο, βρα
« Π ε ρ ί ε ρ γ ο πράγμα αυτό που ε ί π ε » , απόρησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς .
χώδες τ μ ή μ α του νησιού γ ι α βότανα, αμέσως μόλις ερχόταν
« Έ χ ω την εντύπωση ότι η ζωή ήταν πολύ σκληρή γ ι α
η άνοιξη.
τους γονείς του κι εκείνος δεν θα γινόταν ποτέ δάσκαλος... Τ έ λ ο ς πάντων, πώς είναι η Ά ν ν α ; »
« Α κ ό μ η και στα βράχια από ασβεστόλιθο, που βρέχονται από το αλμυρό νερό της θάλασσας, προφανώς υπάρχει άφθονο
« Δ ε ν ξέρω. Ν ο μ ί ζ ω ότι είναι καλά. Υποτίθεται ότι θα
φασκόμηλο, ρ ί γ α ν η , δεντρολίβανο και θυμάρι. Αυτά θα μου
ερχόταν να με δει του Α γ ί ο υ Γρηγορίου, αλλά μου έστειλε
δώσουν τη βάση γ ι α να φτιάξω γ ι α τ ρ ι κ ά γ ι α γ ε ν ι κ έ ς π α θ ή
μήνυμα ότι δεν αισθανόταν καλά. Π ρ α γ μ α τ ι κ ά , δεν ξέρω
σεις, και θα προσπαθήσω να κ α λ λ ι ε ρ γ ή σ ω κι άλλα χρήσιμα
ποιο είναι το πρόβλημα τ η ς » . « Π ά ν τ ο τ ε η ίδια ιστορία», σκέφτηκε η Μ α ρ ί α . Υποσχέσεις
φυτά στο χωράφι μου. Θα χρειαστεί να πάρω την έγκριση του γιατρού Λ α π ά κ η , αλλά μόλις το κάνω, θα β ά λ ω α γ γ ε
γ ι α επισκέψεις και ματαιώσεις την τελευταία σ τ ι γ μ ή . Ήταν
λία στον Αστέρα της Σπιναλόγκας»,
ένα μ ο τ ί β ο που δεν προκαλούσε πια έ κ π λ η ξ η στον Γ ι ώ ρ γ η ,
ε κ ε ί ν η την ψυχρή ημέρα, ένιωσε ζεστασιά μέσα της, ε π ε ι δ ή
αλλά, έστω και από μακριά, η Μαρία εξακολουθούσε να ενο
έ β λ ε π ε την α γ α π η μ έ ν η φιλενάδα της γ ε μ ά τ η από ενθουσια
χ λ ε ί τ α ι από τον σκληρό τρόπο με τον οποίο περιφρονούσε η
σμό και πάθος.
αδερφή της τον άνθρωπο που αγωνίστηκε τόσο σκληρά γ ι α να τις αναθρέψει.
ε ί π ε στη Φ ω τ ε ι ν ή που,
« Π ε ς μου, όμως, τι γ ί ν ε τ α ι στην Π λ ά κ α » , ζήτησε να μάθει η Μαρία, που ποτέ δεν ή θ ε λ ε να μονοπωλεί μια συζήτηση. « Ό χ ι πολλά π ρ ά γ μ α τ α . Η μάνα μου λ έ ε ι ότι ο Αντώνης είναι το ίδιο κατσούφης όπως πάντα και ότι ήρθε επιτέλους η
338
339
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ώρα να β ρ ε ι σύζυγο, αλλά ο Ά γ γ ε λ ο ς γνώρισε την περασμένη εβδομάδα στην Ελούντα ένα κορίτσι, που φαίνεται να του αρέσει. Ο π ό τ ε , ποιος ξέρει, ίσως ένας από τους ανύπαντρους αδερφούς μου να παντρευτεί σ ύ ν τ ο μ α » . « Κ α ι ο Μ α ν ό λ η ς ; » ρώτησε η Μαρία χαμηλόφωνα. « Έ χ ε ι έρθει κ α θ ό λ ο υ ; » « Κ ο ί τ α , ο Αντώνης δεν τον β λ έ π ε ι πολύ συχνά στο κ τ ή μα... Έ χ ε ι ς στενοχωρηθεί μαζί του, Μ α ρ ί α ; » « Μ ά λ λ ο ν θα ακουστεί απαίσιο, αλλά δεν μου λ ε ί π ε ι τόσο όσο νόμιζα ότι θα μου έ λ ε ι π ε . Ουσιαστικά τον σκέφτομαι μόνο όταν καθόμαστε εδώ και κουβεντιάζουμε γ ι α την Π λ ά κα. Αισθάνομαι σχεδόν ένοχη που δεν ν ι ώ θ ω τίποτα περισσό τερο. Ν ο μ ί ζ ε ι ς ότι είναι παράξενο;» « Ό χ ι . Ν ο μ ί ζ ω ότι είναι μάλλον κ α λ ό » . Από τ η σ τ ι γ μ ή που η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν ο αποδέκτης των κουτσομπολιών του Αντώνη γ ι α τον αρραβωνιαστικό της Μαρίας πριν από τόσους μήνες, δεν ε ί χ ε ποτέ εμπιστευτεί απόλυτα τον Μ α ν ό λ η και ήξερε ότι, μακροπρόθεσμα, θα ήταν καλύτερα αν η Μαρία τον εξόριζε στο πίσω μέρος του μυαλού της. Σε τ ε λ ι κ ή ανά λυση, δεν υπήρχε περίπτωση να τον παντρευτεί πια. Ήταν ώρα να φ ύ γ ε ι . Η Μαρία κοίταξε τη φουσκωμένη
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ιδέα ότι ο πατέρας της πηγαινοερχόταν π ο λ λ έ ς φορές την ημέρα παρηγορούσε τη Μ α ρ ί α , δεν ε ί χ ε νόημα γ ι ' αυτήν να τον β λ έ π ε ι κ ά θ ε φορά. Ή ξ ε ρ ε ότι θα ήταν λάθος και γ ι α τους δυο τους να συναντιούνται τόσο συχνά - θα ήταν σαν να προ σποιούνται ότι η ζωή συνεχιζόταν όπως και πριν, απλώς σε διαφορετικό μέρος. Αποφάσισαν να περιοριστούν στις τρεις συναντήσεις την εβδομάδα, κάθε Δ ε υ τ έ ρ α , Τ ε τ ά ρ τ η και Π α ρασκευή. Αυτές οι μέρες έγιναν το αποκορύφωμα της ε β δ ο μάδας τ η ς . Η Δ ε υ τ έ ρ α θα ήταν η μέρα της Φ ω τ ε ι ν ή ς , μ ό λ ι ς ξανάρχιζε τις ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς της, η Τ ε τ ά ρ τ η ήταν η μέρα επίσκε ψης του Κυρίτση, και τις Παρασκευές έ β λ ε π ε τον πατέρα της μόνο του. Σ τ α μέσα του Γενάρη, ο Γ ι ώ ρ γ η ς της έφερε τη συναρ παστική είδηση ότι η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε γεννήσει γ ι ο . Η Μαρία ή θ ε λ ε να μ ά θ ε ι όλες τις λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι ε ς . « Π ώ ς θα τον φωνάζουν; Π ώ ς είναι; Πόσο ζ υ γ ί ζ ε ι ; » ρω τούσε συνεπαρμένη. « Μ α τ θ α ί ο » , απάντησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Ε ί ν α ι όπως όλα τα μωρά και δεν έ χ ω ιδέα πόσο ζυγίζει. Περίπου όσο ένα σακού λ ι αλεύρι, υ π ο θ έ τ ω » . Μ έ χ ρ ι την επόμενη εβδομάδα, η Μαρία ε ί χ ε κεντήσει μια
κοιλιά της φίλης της. « Κ λ ο τ σ ά ε ι ; » τη ρώτησε. « Ν ο μ ί ζ ω ότι θ έ λ ε ι να β γ ε ι έ ξ ω ! »
μικρούλα μαξιλαροθήκη με το όνομα του μωρού και την η μ ε
« Ν α ι » , απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Ό λ η την ώρα π λ έ ο ν » .
ρομηνία γέννησης του, και τη γ έ μ ι σ ε με αποξηραμένα φύλλα
Η Φ ω τ ε ι ν ή κόντευε στο τέλος της εγκυμοσύνης της και
λ ε β ά ν τ α ς . Βάλ' τη στην κούνια του, έγραφε το σ η μ ε ί ω μ α που
ε ί χ ε αρχίσει να ανησυχεί γ ι α τα ταραγμένα νερά που έπρεπε να διασχίζει γ ι α να δει τη φιλενάδα της. «Ίσως θα ήταν καλό να μην έρχεσαι π ι α » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α .
έστειλε στη Φ ω τ ε ι ν ή .
Θα τον βοηθάει
να κοιμάται.
Μ έ χ ρ ι τον Α π ρ ί λ η , η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν έ τ ο ι μ η να πάει να δει τη Μαρία και π ά λ ι . Α κ ό μ η και με τις νέες της υποχρεώσεις
« Α ν δεν προσέξεις, θα γεννήσεις μέσα στη βάρκα του πατέρα
ως μητέρας, μάθαινε με την παραμικρή λεπτομέρεια όλα όσα
μου».
γίνονταν στην Π λ ά κ α , και οι αισθητήρες της ήταν τ έ λ ε ι α συ
« Μ ό λ ι ς γ ε ν ν η θ ε ί το μωρό, θα ξανάρθω α μ έ σ ω ς » , τη δια βεβαίωσε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Κ α ι θα σου γ ρ ά ψ ω . Το υ π ό σ χ ο μ α ι » .
ντονισμένοι στις δραστηριότητες των κατοίκων της. Η Μαρία λάτρευε να μαθαίνει τα κουτσομπολιά, αλλά άκουγε με προ
Π λ έ ο ν , ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε καθιερώσει ένα σταθερό πρόγραμ
σοχή κι όταν η φιλενάδα της της περιέγραφε τις χαρές και τα
μα γ ι α να β λ έ π ε ι την κόρη του στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Μολονότι η
βάσανα της νέας της κατάστασης, της μητρότητας. Από την
340
341
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
πλευρά της, μοιραζόταν όλα όσα συνέβαιναν στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ,
βρισκόταν ανάμεσά τους. Ήταν νέα, υ γ ι ή ς , μ ό λ ι ς ε ί χ ε γ ί ν ε ι
και οι συζητήσεις τους κρατούσαν αρκετά πάνω από μία ώρα,
διάγνωση, ήταν, από κ ά θ ε άποψη,
χωρίς σχεδόν να σταματούν γ ι α να ανασάνουν.
όμως, γ ι α λόγους που ο Κυρίτσης δεν μπορούσε να ε ξ η γ ή σ ε ι
ι δ α ν ι κ ή υποψήφια, κι
Οι συναντήσεις της Τ ε τ ά ρ τ η ς με τον Κυρίτση ήταν ένα
ούτε στον εαυτό του, δεν την ή θ ε λ ε να βρίσκεται στην π ρ ώ τ η
πολύ διαφορετικό ζήτημα. Η Μαρία έβρισκε ότι ο γιατρός
ομάδα που θα άρχιζαν να εμβολιάζουν έπειτα από αρκετούς
της προκαλούσε κάποια ανησυχία. Ήταν δύσκολο να τον απο
μήνες.
συνδέσει από τη σ τ ι γ μ ή που της ανακοινώθηκε η διάγνωση,
από τόσα χρόνια που ανακοίνωνε δυσάρεστες διαγνώσεις σε
Π ά λ ε υ ε ενάντια σ' αυτό τον παραλογισμό. Ύστερα
και τα λ ό γ ι α του αντηχούσαν α κ ό μ η στο μυαλό τ η ς : « . . . τ η ν
ανθρώπους που τους άξιζαν πολύ καλύτερα π ρ ά γ μ α τ α , ε ί χ ε
ύπαρξη της λέπρας στον οργανισμό σ α ς » . Τ η ν ε ί χ ε καταδικά
εκπαιδευτεί να περιορίζει τη συναισθηματική ανάμειξή του.
σει να ζει σαν π ε θ α μ έ ν η , κι όμως, ήταν και ο άνθρωπος που
Α υ τ ή η α ν τ ι κ ε ι μ ε ν ι κ ό τ η τ α τον καθιστούσε ατάραχο, α κ ό μ η
της υποσχόταν την ισχνή ελπίδα κάποια μέρα να ε λ ε υ θ ε ρ ω θ ε ί
και ανέκφραστο μ ε ρ ι κ έ ς φορές. Μολονότι ο γιατρός Κυρίτσης
από την αρρώστια. Τ η ς προκαλούσε σύγχυση να τον συνδέει
νοιαζόταν γ ι α τον άνθρωπο, με μια γ ε ν ι κ ή έννοια, οι άνθρω
με το χειρότερο και ταυτόχρονα με το καλύτερο που θα μπο
ποι έτειναν να τον βρίσκουν ψυχρό. Ο Κυρίτσης αποφάσισε να περιορίσει τα άτομα στη λίστα
ρούσε να σ υ μ β ε ί . « Ε ί ν α ι πολύ α π ό μ α κ ρ ο ς » , ε ί π ε μια μέρα στη Φ ω τ ε ι ν ή ενώ συζητούσαν, καθισμένες στο χ α μ η λ ό πέτρινο πεζούλι που περιτριγύριζε ένα από τα σκιερά δέντρα στην προκυμαία.
σαν
να
παρακολουθούσε στενά γ ι α μια περίοδο μηνών, προκειμένου να αποφασίσει γ ι α τη
δοσολογία και την
καταλληλότητα.
Άφησε το όνομα της Μαρίας έξω από την τ ε λ ι κ ή λίστα. Δ ε ν
« Κ α ι λ ί γ ο ψυχρός...» «Ακούγεσαι
από είκοσι σε δ ε κ α π έ ν τ ε , και αυτές τις περιπτώσεις θα τις
μην
τον
συμπαθείς»,
απάντησε η
Φωτεινή. « Δ ε ν ε ί μ α ι σίγουρη ότι τον σ υ μ π α θ ώ » , αποκρίθηκε η Μ α ρ ί α . « Δ ε ί χ ν ε ι σαν να έ χ ε ι πάντοτε το β λ έ μ μ α του καρ φωμένο πάνω μου, και π ά λ ι είναι σαν να με διαπερνάει, λ ε ς και δεν ε ί μ α ι ε κ ε ί . Ωστόσο, φαίνεται να φτιάχνει το κέφι του πατέρα μου, οπότε υποθέτω ότι αυτό είναι κ α λ ό » . Ήταν παράξενο, συλλογίστηκε η Φ ω τ ε ι ν ή , πώς η Μαρία εξακολουθούσε να αναφέρεται σ' αυτό τον άνθρωπο σε κ ά θ ε συζήτηση τους, ειδικά μάλιστα αν δεν τον συμπαθούσε.
χρειαζόταν να δ ι κ α ι ο λ ο γ ή σ ε ι αυτή την απόφαση σε κανέναν, αλλά ήξερε ότι ήταν το πρώτο π ρ ά γ μ α που ε ί χ ε κάνει σε ολόκληρη, ίσως, την καριέρα του, το οποίο δεν υπαγορευόταν από τη λ ο γ ι κ ή . Ε ί π ε στον εαυτό του ότι ήταν προς το συμφέ ρον της κοπέλας. Δ ε ν ήταν γνωστά αρκετά π ρ ά γ μ α τ α γ ι α τις π α ρ ε ν έ ρ γ ε ι ε ς κάποιων από αυτές τις δόσεις των φαρμάκων, και δεν την ή θ ε λ ε να βρίσκεται στην πρώτη γ ρ α μ μ ή ενός πειράματος. Ίσως να μην το ά ν τ ε χ ε . Έ ν α πρωινό, στις αρχές εκείνου του καλοκαιριού και στη διάρκεια της διαδρομής από την ενδοχώρα, ο Κυρίτσης ρώτη σε τον Γ ι ώ ρ γ η αν ε ί χ ε π ά ε ι ποτέ μακρύτερα από τη μ ε γ ά λ η π ύ λ η της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς .
ΜΕΣΑ
ΣΕ
ΛΙΓΕΣ
ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
από την πρώτη επίσκεψη
του Κυρίτση, οι δυο γιατροί είχαν φτιάξει μια λίστα με τις περιπτώσεις που θα παρακολουθούσαν γ ι α να δουν αν ήταν κ α τ ά λ λ η λ ε ς γ ι α φ α ρ μ α κ ε υ τ ι κ ή α γ ω γ ή . Τ ο όνομα της Μαρίας 342
« Φ υ σ ι κ ά ό χ ι » , απάντησε ο Γ ι ώ ρ γ η ς μ ε κάποια έ κ π λ η ξ η . « Ο ύ τ ε καν το σκέφτηκα π ο τ έ . Δ ε ν θα μου το ε π έ τ ρ ε π α ν » . « Μ α θα μπορούσες να επισκεφτείς τη Μαρία στο σπίτι τ η ς » , ε ί π ε εκείνος. « Σ χ ε δ ό ν κανένα απολύτως ρ ί σ κ ο » . 343
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Ο Κυρίτσης, που γνώριζε πια τα συμπτώματα της Μαρίας, ήξερε ότι η πιθανότητα να κολλήσει ο Γ ι ώ ρ γ η ς Π ε τ ρ ά κ η ς
ΤΟ
ΝΗΣΙ
να μοιραστεί ένα φλιτζάνι καφέ ή ένα ποτήρι ούζο με την α γ α π η μ έ ν η του κόρη... Θα μπορούσε να γ ί ν ε ι , π ρ ά γ μ α τ ι ;
λέπρα από την κόρη του ήταν μία στο εκατομμύριο. Δ ε ν
Ε κ ε ί ν η την ημέρα, ο Κυρίτσης μίλησε στον αρχηγό του
υπήρχαν βακτήρια στην επιφάνεια των π λ η γ ώ ν στην επιδερ
νησιού και ζήτησε την άποψη του Λ α π ά κ η . Ό τ α ν ε ί δ ε τον
μίδα της Μαρίας, κι αν ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν ερχόταν σε απευθείας
Γ ι ώ ρ γ η τη νύχτα, μπόρεσε να του δώσει επίσημη έγκριση γ ι α
επαφή με το τραυματισμένο δέρμα, δεν υπήρχε ουσιαστικά
τις επισκέψεις του.
καμία απολύτως πιθανότητα να μολυνθεί. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έ δ ε ι χ ν ε σκεπτικός. Δ ε ν ε ί χ ε περάσει ποτέ από
« Α ν θ έ λ ε ι ς να δ ι α β ε ί ς τη σ ή ρ α γ γ α » , του ε ί π ε , « μ π ο ρ ε ί ς να το κ ά ν ε ι ς » .
το μυαλό του ή από το μυαλό της Μαρίας ότι θα μπορούσαν
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς σχεδόν δεν πίστευε στ' αυτιά του. Δ ε ν μπορού
να βρεθούν γ ι α κάμποση ώρα μαζί στο σπίτι της κόρης του.
σε να θ υ μ η θ ε ί να έ χ ε ι νιώσει τόσο ενθουσιασμό γ ι α πάρα πολύ
Θα ήταν απείρως πιο πολιτισμένο από το να συναντιούνται
καιρό, και ανυπομονούσε να δει τη Μαρία γ ι α να της π ε ι τι
στην προκυμαία, που την έδερναν οι άνεμοι το χ ε ι μ ώ ν α και
ε ί χ ε προτείνει ο Κυρίτσης. Τ η ν Παρασκευή το πρωί κιόλας,
την έ κ α ι γ ε ο ήλιος το καλοκαίρι. Τ ί π ο τ α δεν θα ήταν πιο
αμέσως μόλις β γ ή κ ε από τη βάρκα του, η Μαρία ήξερε ότι
θαυμάσιο από αυτό.
κάτι συνέβαινε. Το πρόσωπο του πατέρα της τα έ λ ε γ ε όλα.
« Θ α μ ι λ ή σ ω σχετικά στον Ν ί κ ο Παπαδημητρίου και θα ζητήσω τη γ ν ώ μ η του γιατρού Λ α π ά κ η , αλλά δεν β λ έ π ω το λόγο ν α μ η γ ί ν ε ι » . « Μ α , τι θα έ λ ε γ α ν στην Π λ ά κ α αν μάθαιναν ότι μπαίνω μέσα στην αποικία, αντί απλώς να παραδίδω π ρ ο μ ή θ ε ι ε ς στην προκυμαία;»
« Μ π ο ρ ώ να έρθω στο σπίτι σου!» της ξεφούρνισε το νέο. « Μ π ο ρ ε ί ς να μου φτιάξεις κ α φ έ » . « Τ ι ; Π ώ ς ; Δ ε ν τ ο πιστεύω...
είσαι σίγουρος;» ε ί π ε η
Μαρία, όλο δυσπιστία. Θα ήταν ένα τόσο απλό πράγμα, όμως συνάμα και τόσο πολύτιμο. Ό π ω ς η γυναίκα και η κόρη του πριν από αυτόν, ο
« Α ν ήμουν στη θέση σου, θα το κρατούσα μυστικό. Ξ έ ρ ε ι ς
Γ ι ώ ρ γ η ς μ π ή κ ε φοβισμένος στη σήραγγα που οδηγούσε πέρα
τόσο καλά όσο κι ε γ ώ τι άποψη έχουν γ ι α τη ζωή εδώ οι άν
από το στιβαρό τείχος. Όταν αναδύθηκε στο λαμπρό φως της
θρωποι ε κ ε ί πέρα. Ό λ ο ι πιστεύουν ότι η λέπρα μ ε τ α δ ί δ ε τ α ι με
αποικίας των λεπρών, ήταν γ ι ' αυτόν μια αποκάλυψη, όπως
μια χειραψία ή με το να βρίσκεσαι απλώς στο ίδιο δωμάτιο
και γ ι α ε κ ε ί ν ε ς . Ε ί χ ε ήδη ζεστάνει ε κ ε ί ν η την ημέρα των αρ
με έναν ασθενή. Αν πίστευαν ότι έπινες καφέ στο ίδιο σπίτι
χών του Ιουνίου, και μολονότι το λαγαρό φως αργότερα θα
με κάποιον που έ χ ε ι την αρρώστια, ξέρεις ποιες θα μπορούσαν
γινόταν θολούρα από την κάψα του ήλιου, τα έντονα χρώματα
να είναι οι σ υ ν έ π ε ι ε ς » .
του σκηνικού που αντίκρισε ο Γ ι ώ ρ γ η ς σχεδόν τον θάμπωσαν.
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ήξερε καλύτερα από τον καθένα ότι ο Κυρί
Έ ν α ς καταρράκτης από βαθυκόκκινα γεράνια χυνόταν από
τσης ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Του ήταν ιδιαίτερα οικείες οι προκαταλήψεις
τεράστιες υδρίες, μια ρόδινη πικροδάφνη χάριζε τη σκιά της
εναντίον των λεπρών, και γ ι α πολλά χρόνια ήταν αναγκα
σε μερικά πιτσιλωτά γατάκια κι ένας βαθυπράσινος φοίνικας
σμένος να ακούει τις γ ε μ ά τ ε ς άγνοια απόψεις - α κ ό μ η και
λικνιζόταν νωχελικά δίπλα στη ζαφειρένια πόρτα του σιδη-
ανθρώπων που ήθελαν να λ έ γ ο ν τ α ι φίλοι τ ο υ - γύρω από το
ροπωλείου. Γυαλιστερές ασημόχρωμες κατσαρόλες κρέμονταν
θ έ μ α . Τι όνειρο, όμως, να μπορέσει και π ά λ ι να καθίσει και
από ένα σκοινί και άστραφταν στο φως του ήλιου. Έ ξ ω από 345
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
κάθε πόρτα σχεδόν βρίσκονταν τεράστιες γλάστρες με πράσινο βασιλικό, ένα μυρωδικό έτοιμο να δώσει γεύση ακόμη και στα πιο άνοστα πιάτα. Ό χ ι , δεν ήταν όπως το ε ί χ ε φανταστεί.
« Δ ε ν πίστευα ότι θα ξανακαθόμουν ποτέ σε τραπέζι μαζί σου, Μ α ρ ί α » , της ε ί π ε . « Ο ύ τ ε κ ι ε γ ώ » , αποκρίθηκε η Μ α ρ ί α .
Η Μαρία ήταν ενθουσιασμένη όσο και ο πατέρας της, αλλά ταυτόχρονα ανησυχούσε λ ι γ ά κ ι γ ι α την παρουσία του.
ΝΗΣΙ
Δεν
ή θ ε λ ε αυτός να περιπλανηθεί πολύ στο εσωτερικό της αποικίας των λεπρών, όχι μόνο ε π ε ι δ ή έτσι θα τραβούσε τα επίμονα β λ έ μ μ α τ α και την περιέργεια, αλλά επειδή η παρουσία του θα προκαλούσε ζήλια και πικρία στους άλλους λεπρούς. Ή θ ε λ ε να κρατήσει τον πατέρα της γ ι α τον εαυτό της.
« Π ρ έ π ε ι να ευχαριστήσουμε το γιατρό Κυρίτση γ ι ' α υ τ ό » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Έ χ ε ι κάποιες μάλλον μοντέρνες απόψεις, αλλά αυτή ειδικά μου α ρ έ σ ε ι » . « Τ ι θα πουν οι φίλοι σου στην Π λ ά κ α όταν τους πεις ότι άρχισες να έρχεσαι μέσα στην α π ο ι κ ί α ; » « Δ ε ν θα τους το π ω . Ξ έ ρ ε ι ς τι θα έ λ ε γ α ν . Οι απόψεις τους γ ι α τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α είναι ξεπερασμένες, όπως ήταν πά
« Α π ό ε δ ώ , π α τ έ ρ α » , του έ δ ε ι ξ ε , βγάζοντάς τον από τον
ντα. Αν και αυτό που τους χωρίζει από εδώ είναι μια λωρίδα
κεντρικό δρόμο και οδηγώντας τον σε μια μ ι κ ρ ή πλατεία
θάλασσας, πιστεύουν ότι η λέπρα θα μεταφερθεί με τον αέρα
όπου βρισκόταν το σπίτι της. Ξ ε κ λ ε ί δ ω σ ε την εξώπορτα και
και θα τους μολύνει. Αν ήξεραν ότι θα ερχόμουν στο σπίτι σου,
μ π ή κ ε πρώτη μέσα. Σ ύ ν τ ο μ α , το σπίτι γ έ μ ι σ ε με το άρωμα
μάλλον θα μου απαγόρευαν να ξαναπάω στο κ α φ ε ν ε ί ο ! »
του καφέ που φούσκωνε στο μ π ρ ί κ ι πάνω στην ξυλόσομπα, ενώ ένα πιάτο με μ π α κ λ α β ά βρισκόταν στο τραπέζι. «Καλωσόρισες», είπε η Μαρία. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν ήξερε τι ακριβώς π ε ρ ί μ ε ν ε , αλλά σίγουρα δεν ήταν αυτό. Ήταν ένα αντίγραφο του σπιτιού του στην Πλάκα.
Αναγνώρισε τις φωτογραφίες, τις εικόνες και τις
πορσελάνες που ταίριαζαν με τις δικές του στο σπίτι. Θυ μ ή θ η κ ε αμυδρά ότι η Ε λ έ ν η ε ί χ ε ζητήσει μερικά πιάτα και φλιτζάνια από το οικογενειακό σερβίτσιο, ώστε να τρώει από τα ίδια πιατικά που χρησιμοποιούσε και η οικογένειά της. Κατόπιν, αυτά τα κ ο μ μ ά τ ι α πήγαν στην Ε λ π ί δ α , η οποία κράτησε μερικά από τα υπάρχοντα της γυναίκας του όταν πέθανε, και τώρα βρίσκονταν στα χέρια της Μ α ρ ί α ς . Ε ί δ ε επίσης τα υφαντά και τα εργόχειρα που η Μαρία ε ί χ ε ξοδέψει τόσους μήνες γ ι α να κεντήσει, και τον διαπέρασε ένα κύμα λύπης όταν σκέφτηκε το σπίτι του Μ α ν ό λ η , στον ελαιώνα,
Το τελευταίο
σχόλιο
μπορεί να
ήταν
κάπως
απρεπές,
αλλά η Μαρία και π ά λ ι εξέφρασε την ανησυχία της. « Ο π ό τ ε , μάλλον είναι καλύτερο να το κρατήσεις μυστικό. Δ ε ν υπάρχει αμφιβολία ότι ανησυχούν ήδη αρκετά που έρχε σαι εδώ πέρα τόσο σ υ χ ν ά » . « Έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο . Ξ έ ρ ε ι ς , μερικοί από αυτούς έχουν φτάσει στο σημείο να πιστεύουν ότι με κάποιον τρόπο κατάφερα να κουβαλήσω μικρόβια από εδώ και να σε μολύνω όταν ήσουν στην Π λ ά κ α » . Η Μαρία τρομοκρατήθηκε στην ιδέα ότι η κατάστασή της ως λ ε π ρ ή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί γ ι α να θρέψει τ έ τοιους φόβους στην ενδοχώρα, και την τάραξε η πιθανότητα ο πατέρας της να βρεθεί αντιμέτωπος με την προκατάληψη, ακό μη και από την πλευρά των πιο παλιών φίλων του, ανθρώπων με τους οποίους ε ί χ ε μ ε γ α λ ώ σ ε ι μαζί. Μακάρι να μπορούσαν
όπου θα ζούσε η κόρη του, αν τα πράγματα είχαν πάει όπως
να τους δουν τώρα: πατέρας και κόρη, καθισμένοι σ' ένα τρα
ήταν τα αρχικά σχέδια.
πέζι, να τρώνε τα πιο απολαυστικά γλυκίσματα του κόσμου.
Κάθισαν στο τραπέζι και ήπιαν μια γουλιά από τον καφέ
Τ ί π ο τ α δεν γινόταν να βρίσκεται πιο μακριά από τη συμβατι κή εικόνα μιας αποικίας λεπρών. Α κ ό μ η και ο εκνευρισμός
τους. 346
347
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
της στη σκέψη όλων αυτών των άσχετων κουτσομπολιών στην ενδοχώρα δεν μπορούσε να της χαλάσει τη σ τ ι γ μ ή . Όταν τελείωσαν τον καφέ τους, ήταν ώρα να φ ύ γ ε ι ο
ΝΗΣΙ
« Ε ί ν α ι πολύ ε υ γ ε ν ι κ ό εκ μέρους σου που ήρθες εδώ να με δ ε ι ς » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α . « Ξ έ ρ ε ι ς , ποτέ δεν φαντάστηκα τίποτε άλλο από μοναξιά ε δ ώ . Έ χ ε ι πολύ μ ε γ ά λ η σημασία να έ χ ω επισκέψεις».
Γιώργης. « Π α τ έ ρ α , νομίζεις ότι θα μπορούσε να έρθει κάποια μέρα
« Ε ί ν α ι πολύ καλύτερα από το να καθόμαστε σ' εκείνο το πεζούλι μέσα στη ζ έ σ τ η » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Κ α ι τώρα μπορώ
η Φωτεινή;» « Ε ί μ α ι σίγουρος πως ναι, αλλά ρώτησέ την όταν έρθει τη
να έ χ ω μια εικόνα από το πού π ρ α γ μ α τ ι κ ά μ έ ν ε ι ς » . « Λ ο ι π ό ν , τι νέα; Π ώ ς είναι ο μικρός Μ α θ ι ό ς ; »
Δευτέρα». « Ε ί ν α ι απλώς που... όλο αυτό μοιάζει με κανονική ζ ω ή . Να πίνω ένα ποτό παρέα με κάποιον. Δ ε ν μπορώ να σου ε ξ η γ ή σ ω τ ι σημαίνει γ ι α μ έ ν α » . Η Μ α ρ ί α , που συνήθως έ δ ε ι χ ν ε τόση ε π ι μ ο ν ή στον έ λ ε γ χ ο των συναισθημάτων της, ε ί χ ε ένα τρέμουλο στη φωνή της. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς σ η κ ώ θ η κ ε γ ι α να φ ύ γ ε ι . « Μ η ν ανησυχείς, Μ α ρ ί α » , ε ί π ε . « Ε ί μ α ι σίγουρος ότι θ α έρθει - και το ίδιο θα κάνω κι ε γ ώ » .
« Ε ί ν α ι υπέροχος, τι άλλο να π ω ; Τ ρ ώ ε ι πολύ και μ ε γ α λώνει π ο λ ύ » . « Μ ά λ λ ο ν του αρέσει το φαγητό του. Σ τ ο κ ά τ ω - κ ά τ ω , σε εστιατόριο ζ ε ι » , σχολίασε η Μαρία χ α μ ο γ ε λ ώ ν τ α ς . « Κ α ι τι γ ί ν ε τ α ι στην Π λ ά κ α ; Έ χ ε ι ς δει την αδερφή μου πρόσφατα;» « Ό χ ι . Ε δ ώ και πολύ κ α ι ρ ό » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή σ κ ε π τ ι κ ή . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε π ε ι στη Μαρία ότι η Άννα τον επισκε πτόταν αρκετά τ α κ τ ι κ ά , αλλά τώρα ε κ ε ί ν η αναρωτιόταν αν
Επέστρεψαν στη βάρκα, κ α ι η Μ α ρ ί α τον αποχαιρέτησε.
αυτή ήταν π ρ ά γ μ α τ ι η α λ ή θ ε ι α . Αν η Άννα ε ί χ ε κάνει την
Α μ έ σ ω ς μόλις έφτασε στην Π λ ά κ α , ο Γ ι ώ ρ γ η ς , χωρίς να
εμφάνισή της με το γυαλιστερό αυτοκίνητο της, η Φ ω τ ε ι ν ή
χάσει χρόνο, ε ί π ε στη Φ ω τ ε ι ν ή ότι ε ί χ ε πάει στο σπίτι της
θα το ή ξ ε ρ ε . Η οικογένεια Βανδουλάκη ε ί χ ε ε ξ α γ ρ ι ω θ ε ί όταν
Μαρίας, και χωρίς ούτε ίχνος δισταγμού, η παλιότερη φ ί λ η
έ μ α θ ε γ ι α την αρρώστια της Μαρίας, και δεν την εξέπληξε
της κόρης του τον ρώτησε αν θα μπορούσε να κάνει το ί δ ι ο .
καθόλου που η Άννα δεν ε ί χ ε γ ρ ά ψ ε ι ούτε ένα γ ρ ά μ μ α από
Κάποιοι άνθρωποι θα συλλογίζονταν αυτή την απερισκεψία,
τότε που ήρθε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Ο ύ τ ε και θα της προκαλούσε
όμως η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν πιο διαφωτισμένη γ ι α τον τρόπο με τον
κάποια έ κ π λ η ξ η αν ο πατέρας της ε ί χ ε π ε ι ψέματα γ ι α τις
οποίο γινόταν να μεταδοθεί η λέπρα στους άλλους, και στην
επισκέψεις της αδερφής της.
επόμενη επίσκεψή της, αμέσως μόλις β γ ή κ ε από τη βάρκα,
Κ α ι οι δύο γυναίκες ήταν σιωπηλές.
άρπαξε τη Μαρία από το μπράτσο.
«Ο Αντώνης τη β λ έ π ε ι κάπου-κάπου,
« Έ λ α » , της ε ί π ε . « Θ έ λ ω ν α δ ω τ ο σπίτι σ ο υ » .
όμως μόνο όταν
δουλεύει», είπε τελικά η Φ ω τ ε ι ν ή .
Σ τ ο πρόσωπο της Μαρίας ζωγραφίστηκε ένα πλατύ χα
« Σ ο υ λ έ ε ι πώς ε ί ν α ι ; »
μ ό γ ε λ ο . Οι δυο γυναίκες διέσχισαν τη σήραγγα με ν ω χ ε λ ι κ ό
« Μ ι α χαρά, ν ο μ ί ζ ω » .
β ή μ α και γρήγορα βρέθηκαν στο κ α τ ώ φ λ ι της Μ α ρ ί α ς . Η
Η Φ ω τ ε ι ν ή ήξερε τι πραγματικά ρωτούσε η Μαρία. Ήταν
δροσιά στο εσωτερικό του σπιτιού ήταν ευπρόσδεκτη, και αντί
η αδερφή της έγκυος; Έ π ε ι τ α από όλα εκείνα τα χρόνια γάμου,
γ ι α δυνατό καφέ ήπιαν κανελάδα, το κρύο ποτό με κανέλα
ήταν καιρός πια να αποκτήσει η Άννα παιδί. Αν δεν ε ί χ ε
που τόσο αγαπούσαν και οι δύο όταν ήταν παιδιά.
συμβεί αυτό, τότε μάλλον θα υπήρχε κάποιο π ρ ό β λ η μ α . Η
348
349
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
Άννα δεν π ε ρ ί μ ε ν ε μωρό, όμως συνέβαινε κάτι άλλο στη ζωή
Ο λ ό τ ε λ α εκνευρισμένη, έστριβε το πανί γύρω-γύρω στο
της, το οποίο η Φ ω τ ε ι ν ή σκέφτηκε πολύ σοβαρά αν θα το
εσωτερικό των ποτηριών, ώσπου άρχισαν να τρίζουν. Ό π ω ς
έ λ ε γ ε στη Μ α ρ ί α .
πάντοτε, η σκέψη της βρισκόταν στον πατέρα της. Αισθανόταν
« Κ ο ί τ α , νομίζω ότι δεν θα έπρεπε να σου το π ω , αλλά
με οδυνηρό τρόπο, αν και ήταν κάτι αναμενόμενο, την ολοένα
ο Αντώνης έ χ ε ι δει τον Μ α ν ό λ η να μ π α ι ν ο β γ α ί ν ε ι στο σπίτι
βαθύτερη ντροπή του. Όσο γ ι α την Άννα, δεν ήταν η μόνη από
της Ά ν ν α ς » .
τις τρεις γυναίκες της οικογένειας Π ε τ ρ ά κ η που ε ί χ ε ακόμη
« Ε π ι τ ρ έ π ε τ α ι αυτό, έτσι δεν είναι; Ο Μανόλης ανήκει στην ο ι κ ο γ έ ν ε ι α » .
τη δυνατότητα να ζήσει μια φυσιολογική, ευτυχισμένη ζ ω ή ; Τ ώ ρ α φαινόταν σαν να έκανε ότι
« Ν α ι , ανήκει στην οικογένεια, αλλά ακόμη και τα μ έ λ η
μπορούσε γ ι α να τα σκορ
πίσει όλα στον άνεμο. Τα μάτια της Μαρίας έτσουζαν από τα
της οικογένειάς σου δεν χρειάζεται να κάνουν επισκέψεις κάθε
δάκρυα, δάκρυα θυμού και απελπισίας. Δ ε ν ή θ ε λ ε να νομίζει
τόσο».
η Φ ω τ ε ι ν ή ότι έ ν ι ω θ ε ζήλια. Ήξερε πως ο Μανόλης δεν θα
«Ίσως να πρέπει να συζητήσει θέματα του κτήματος με τον Α ν τ ρ έ α » , ε ί π ε η Μαρία με αφέλεια. « Μ α δεν πάει όταν είναι εκεί ο Α ν τ ρ έ α ς » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Π ά ε ι στη διάρκεια της ημέρας, όταν ο Αντρέας λ ε ί π ε ι » .
ήταν ποτέ δικός της, αλλά, παρ' όλα αυτά, ήταν δύσκολο να αντέξει την ιδέα να είναι αυτός με την αδερφή της. « Ξ έ ρ ε ι ς , δεν θ έ λ ω να πιστέψεις ότι με νοιάζει πια ο Μανόλης, ε π ε ι δ ή δεν είναι έτσι, αλλά με νοιάζει π ρ ά γ μ α τ ι η
Η Μαρία β ρ έ θ η κ ε να τηρεί α μ υ ν τ ι κ ή στάση.
συμπεριφορά της αδερφής μου. Τι θα απογίνει; Π ρ α γ μ α τ ι κ ά
« Μ ο υ φαίνεται σαν ο Αντώνης να κ α τ α σ κ ο π ε ύ ε ι » .
νομίζει ότι ο Αντρέας δεν θα το μ ά θ ε ι π ο τ έ ; »
« Δ ε ν κατασκοπεύει, Μ α ρ ί α . Ν ο μ ί ζ ω ότι η αδερφή σου και ο Μανόλης έχουν έρθει μάλλον κ ο ν τ ά » . « Α ν είναι έτσι, λοιπόν, γ ι α τ ί δεν κάνει κάτι ο Αντρέας;» « Ε π ε ι δ ή δεν έ χ ε ι καμία απολύτως ιδέα ότι συμβαίνει κάτι τ έ τ ο ι ο » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Δ ε ν θα του περνούσε ποτέ από το μυαλό. Κι αυτό που δεν ξέρει, ή δεν σκέφτεται, δεν χρειάζεται να το μ ά θ ε ι π ο τ έ » . Ο ι δυο γ υ ν α ί κ ε ς έμειναν σιωπηλές γ ι α μια σ τ ι γ μ ή , μ έ χ ρ ι που η Μαρία σ η κ ώ θ η κ ε π ά ν ω . Π ρ ο σ π ο ι ή θ η κ ε ότι ασχολού νταν με το πλύσιμο των ποτηριών της, αλλά τίποτα δεν μπο ρούσε να της πάρει το μυαλό από αυτό που μόλις της ε ί χ ε π ε ι η Φ ω τ ε ι ν ή . Ε ί χ ε ταραχτεί σύγκορμη, καθώς θ υ μ ή θ η κ ε ξαφ νικά τη μάλλον ευέξαπτη συμπεριφορά της αδερφής της τό σους μήνες πριν, όταν την επισκέφτηκαν μαζί με τον Μ α ν ό λ η . Ήταν απόλυτα εφικτό να συνέβαινε κάτι μεταξύ τους.
« Π ρ ο φ α ν ώ ς πιστεύει ότι δεν θα το μ ά θ ε ι . Ή, αν το μά θ ε ι , δεν την ενοχλεί. Ε ί μ α ι σίγουρη ότι το όλο πράγμα θα ξεφτίσει». « Α υ τ ό είναι μάλλον αισιόδοξο, Φ ω τ ε ι ν ή » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α . « Α λ λ ά δεν υπάρχει κάτι που να μπορούμε να κάνουμε, έτσι δεν ε ί ν α ι ; » Οι δυο τους έμειναν σιωπηλές γ ι α μια σ τ ι γ μ ή , πριν αλ λάξει θ έ μ α η Μαρία. «Άρχισα να χρησιμοποιώ τα βοτάνια μου π ά λ ι » , ε ί π ε , « μ ε κάποια επιτυχία. Ο κόσμος έ χ ε ι αρχίσει να έρχεται σε μένα πλέον, και το δίκταμο ε ί χ ε αποτέλεσμα σχεδόν αμέσως με έναν γηραιό κύριο που υπέφερε από στομαχική δ ι α τ α ρ α χ ή » . Συνέχισαν να κουβεντιάζουν, μολονότι η αποκάλυψη της Φ ω τ ε ι ν ή ς γ ι α την Άννα έπεφτε βαριά στις σκέψεις τους.
Ήξερε πως η αδερφή της ήταν περισσότερο από ικανή γ ι α τ έ τοια απιστία. 350
351
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
Η Σ Χ Ε Σ Η Α Ν Α Μ Ε Σ Α στην Άννα και τον Μ α ν ό λ η δεν ξέφτι
στο οποίο στηρίζονταν η Άννα και ο Μ α ν ό λ η ς : ο Αντρέας
σε, όπως ε ί χ ε π ρ ο β λ έ ψ ε ι η Φ ω τ ε ι ν ή . Α ν τ ί θ ε τ α , η φλόγα ανά
ήταν πολύ απασχολημένος ώστε να παρατηρήσει κ ά τ ι μόνος
μεσά τους αναθερμάνθηκε και σύντομα άρχισε να σ ι γ ο κ α ί ε ι
του
μια φωτιά. Ο Μανόλης ήταν απόλυτα πιστός στη Μαρία όσο
τη δουλειά τους, αν πλησίαζαν το αφεντικό γ ι α να του πουν
και οι ε ρ γ ά τ ε ς θα έχαναν πολύ περισσότερα, πέρα από
καιρό κράτησε ο αρραβώνας τους. Ε κ ε ί ν η ήταν τ έ λ ε ι α , μια
ιστορίες γ ι α τη γυναίκα του. Γ ι ' αυτούς τους λόγους, μπορού
παρθένα, η δ ι κ ή του α γ ί α , και αναμφίβολα θα τον ε ί χ ε κάνει
σαν να απολαμβάνουν ο ένας τον άλλον α τ ι μ ώ ρ η τ α .
ευτυχισμένο άντρα. Τ ώ ρ α ήταν πια μια γ λ υ κ ι ά ανάμνηση.
Δ ε ν υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε να κάνει η Μ α ρ ί α ,
Τ ι ς πρώτες εβδομάδες αφότου η Μαρία π ή γ ε στη Σ π ι ν α λ ό
και η μόνη επιρροή που δ ι έ θ ε τ ε η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν να παροτρύ
γ κ α , ο Μανόλης ε ί χ ε χάσει το κέφι του και ήταν δυστυχισμέ
νει τον αδερφό της να το κρατήσει μυστικό. Αν ο Αντώνης
νος, αλλά σύντομα πέρασε η περίοδος του πένθους γ ι α την
το ανέφερε στον πατέρα τους, τον Π α ύ λ ο , τότε σίγουρα θα
α π ώ λ ε ι α της αρραβωνιαστικιάς του. Η ζωή έπρεπε να συνε
έφτανε στον Γ ι ώ ρ γ η , από τη σ τ ι γ μ ή που οι δυο άντρες ήταν
χιστεί, ε ί χ ε π ε ι στον εαυτό του.
σπουδαίοι φ ί λ ο ι .
Σ α ν την πεταλούδα στο φως, τ ρ α β ή χ τ η κ ε πίσω στην Άν
Σ τ α διαστήματα ανάμεσα στις ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς της Φ ω τ ε ι ν ή ς ,
να. Α υ τ ή βρισκόταν α κ ό μ η σ' εκείνο το σπίτι, τόσο κοντά,
η Μαρία προσπαθούσε να δ ι ώ ξ ε ι την αδερφή της στο πίσω
τόσο δ ι ψ α σ μ έ ν η , και κατά κάποιον τρόπο τ υ λ ι γ μ έ ν η σαν δώρο
μέρος του μυαλού της. Η αδυναμία της να επηρεάσει την
στα εφαρμοστά φορέματά της με το δαντελένιο στρίφωμα.
κατάσταση δεν οριζόταν μόνο από την απόσταση μεταξύ τους.
Μ ι α μέρα, περίπου την ώρα του μεσημεριανού, τη συνη θισμένη ώρα των επισκέψεών του, ο Μανόλης μ π ή κ ε στην κουζίνα του μ ε γ ά λ ο υ σπιτιού στο κ τ ή μ α .
Ήξερε ότι, α κ ό μ η κι αν βρισκόταν στην ενδοχώρα, η Άννα θα έκανε ακριβώς αυτό που ή θ ε λ ε . Η Μαρία άρχισε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι με ανυπομονησία τις η μ έ
« Γ ε ι α σου, Μ α ν ό λ η » . Η Άννα τον χαιρέτησε χωρίς να
ρες που ερχόταν ο Κυρίτσης, και πάντοτε φρόντιζε να βρίσκε
ε κ π λ α γ ε ί , και με θ έ ρ μ η που θα έφτανε γ ι α να λιώσουν τα
ται στην προκυμαία γ ι α να υποδεχτεί τον πατέρα της και τον
χιόνια του όρους Δ ί κ τ η .
γ κ ρ ι ζ ο μ ά λ λ η γ ι α τ ρ ό . Μ ι α υπέροχη μέρα του καλοκαιριού, ο
Η αυτοπεποίθησή του ότι ε κ ε ί ν η θα χαιρόταν να τον δ ε ι ,
Κυρίτσης σταμάτησε γ ι α να της μ ι λ ή σ ε ι . Ε ί χ ε μ ά θ ε ι από τον
ήταν ισάξια της έπαρσής τ η ς . Ή ξ ε ρ ε ότι αυτός θα ερχόταν,
Λ α π ά κ η τις ικανότητες της Μ α ρ ί α ς με τα γιατροσόφια και
αργά ή γ ρ ή γ ο ρ α .
τα β ά μ μ α τ α από βότανα. Έ χ ο ν τ α ς α κ λ ό ν η τ η πίστη στη σύγ
Ο Αλέξανδρος Βανδουλάκης ε ί χ ε πρόσφατα μ ε τ α β ι β ά σ ε ι
χρονη ι α τ ρ ι κ ή , έ β λ ε π ε από π α λ ι ά μ ε σ κ ε π τ ι κ ι σ μ ό τ η δύναμη
ολόκληρο το κ τ ή μ α στο γ ι ο του. Αυτό δημιούργησε τεράστιες
των όμορφων,
ευθύνες στον Αντρέα, που περνούσε ολοένα λ ι γ ό τ ε ρ ο χρόνο
γ ι έ ς των βουνών. Τι δύναμη θα μπορούσαν να έχουν σε σύ
εύθραυστων φυτών που φύτρωναν στις πλα
στο σπίτι, και σύντομα έ β λ ε π α ν τον Μ α ν ό λ η να φ ε ύ γ ε ι από
γ κ ρ ι σ η με τα φάρμακα του εικοστού αιώνα; Π ο λ λ ο ί από τους
το σπίτι του εξαδέλφου του ακόμη πιο συχνά από πριν. Β ρ ι
ασθενείς που έ β λ ε π ε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , ωστόσο, μιλούσαν γ ι α
σκόταν ε κ ε ί κάθε μέρα, πλέον. Ο Αντώνης δεν ήταν το μόνο
την ανακούφιση που είχαν β ρ ε ι από τα παρασκευάσματα της
πρόσωπο που το γνώριζε αυτό. Το ήξεραν και πολλοί από
Μ α ρ ί α ς . Ήταν έτοιμος να περιορίσει τον κυνισμό του, και
τους ε ρ γ ά τ ε ς στο κ τ ή μ α . Υπήρχε ένα διπλό δίχτυ ασφαλείας
της το ε ί π ε .
352
353
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
«Αναγνωρίζω
την
απόλυτη
ΧΙΣΛΟΠ
βεβαιότητα
ορισμένων
αν
θ ρ ώ π ω ν » , ε ί π ε . « Ε ί δ α επίσης κάποιες π ρ α γ μ α τ ι κ έ ς αποδεί ξεις σε αυτό το νησί ότι τούτα τα π ρ ά γ μ α τ α μπορούν να έχουν αποτέλεσμα. Δ ε ν μπορώ να συνεχίσω να ε ί μ α ι σκεπτικιστής, έτσι δεν ε ί ν α ι ; » « Ό χ ι , δεν μ π ο ρ ε ί τ ε . Χ α ί ρ ο μ α ι που το π α ρ α δ έ χ ε σ τ ε » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α , με έναν τόνο θριάμβου στη φωνή της. Τ η ς έδινε τεράστια ικανοποίηση να συνειδητοποιεί ότι ε ί χ ε π ε τ ύ χ ε ι να πείσει αυτό τον άντρα να α λ λ ά ξ ε ι τις απόψεις του. Α κ ό μ η
Δέκατο Ένατο Κεφάλαιο
μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η ήταν η ικανοποίησή της όταν τον κοίταξε και ε ί δ ε να ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του ένα χ α μ ό γ ε λ ο . Αυτό τον μεταμόρφωσε.
Τ
Ο Χ Α Μ Ο Γ Ε Λ Ο T O T Γ Ι Α Τ Ρ Ο Υ άλλαξε τ ο κ λ ί μ α γ ύ ρω του.
Ο Κυρίτσης δεν συνήθιζε να χ α μ ο γ ε λ ά ε ι
στο παρελθόν. Η δυστυχία και η αγωνία των άλλων
ήταν οι ακρογωνιαίοι λ ί θ ο ι της ζωής του, και σπάνια του έδιναν λόγους γ ι α ευθυμία ή ευχαρίστηση. Ζούσε μόνος του στο Η ρ ά κ λ ε ι ο , εργαζόταν α τ ε λ ε ί ω τ ε ς ώρες στο νοσοκομείο, και τον λ ί γ ο χρόνο που δ ι έ θ ε τ ε μακριά από αυτό, τον περ νούσε με διάβασμα ή ύπνο. Τ ώ ρ α , επιτέλους, υπήρχε κ ά τ ι άλλο στη ζωή του: η ομορφιά του προσώπου μιας γ υ ν α ί κ α ς . Για το προσωπικό του νοσοκομείου στο Η ρ ά κ λ ε ι ο και γ ι α τον Λ α π ά κ η και τους λεπρούς που είχαν γ ί ν ε ι πλέον τ α κ τ ι κ ο ί ασθενείς του, ήταν ακριβώς ο ίδιος άνθρωπος, όπως πάντα: ένας αφοσιωμένος, προσηλωμένος και απτόητα σοβαρός - μ ε ρικοί θα έ λ ε γ α ν υπερβολικά σοβαρός- επιστήμονας. Για τη Μαρία ε ί χ ε γ ί ν ε ι ένα διαφορετικό πρόσωπο. Δ ε ν ήξερε αν αυτός θα ήταν η σωτηρία της μακροπρόθεσμα, αλλά, κατά κάποιον τρόπο, την έσωζε από λ ί γ ο κ ά θ ε φορά, όταν διέσχιζε τη θάλασσα, κάνοντας την καρδιά της να χτυπάει γρηγορό τερα. Γινόταν και π ά λ ι γυναίκα, όχι απλώς μια ασθενής που π ε ρ ί μ ε ν ε να πεθάνει σ' αυτό το βραχονήσι.
354
355
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Μολονότι η θερμοκρασία ε ί χ ε αρχίσει να πέφτει στις αρ χές του φθινοπώρου, η Μαρία έ ν ι ω θ ε να ανεβαίνει η θ έ ρ μ η με την οποία έ β λ ε π ε τον Ν ι κ ό λ α ο Κυρίτση. Όταν έφτανε στο νησί κ ά θ ε Τ ε τ ά ρ τ η , σταματούσε γ ι α να της μ ι λ ή σ ε ι . Αρχικά ήταν γ ι α π έ ν τ ε λεπτά, αλλά, καθώς περνούσε ο καιρός, ήταν όλο και περισσότερο κ ά θ ε φορά. Τ ε λ ι κ ά , ε π ε ι δ ή ήταν σχο λαστικός με την ακρίβεια και την α ν ά γ κ η να βρίσκεται στην ώρα του γ ι α τα ραντεβού του στο νοσοκομείο, άρχισε να έρχε ται νωρίτερα στο νησί, προκειμένου να έ χ ε ι αρκετό χρόνο γ ι α να δει τη Μ α ρ ί α . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς , που πάντοτε σηκωνόταν στις έξι το πρωί, ήταν απόλυτα ευτυχής να φέρνει τον Κυρίτση στις οχτώ και μισή αντί γ ι α τις εννέα, και παρατήρησε ότι είχαν περάσει πια οι μέρες που η Μαρία ερχόταν να του μ ι λ ή σ ε ι τις Τ ε τ ά ρ τ ε ς . Υποδεχόταν α κ ό μ η τη βάρκα, αλλά όχι γ ι α να δει τον πατέρα της.
ΤΟ
ΝΗΣΙ
κάποιες φορές να σκέφτεται, που ε ί χ ε βρει τέτοια φιλία σε αυτό το μικρό νησί. Ό χ ι μόνο τον παλιό του φίλο, τον Χρήστο Λ α π ά κ η , αλλά και τούτη τη νεαρή γυναίκα. Από την πλευρά της η Μαρία τον κοιτούσε και τον άκου γ ε , αλλά ως α ν τ ά λ λ α γ μ α του πρόσφερε ελάχιστες λ ε π τ ο μ έ ρειες της δικής της ζωής. Έ ν ι ω θ ε ότι ε ί χ ε ελάχιστα να μοιρα στεί. Η ύπαρξή της ε ί χ ε γ ί ν ε ι τόσο μ ι κ ρ ή , τόσο περιορισμένη, ε ί χ ε αποκτήσει τόσο μικρό πεδίο ενδιαφέροντος. Ό π ω ς το έ β λ ε π ε ο Κυρίτσης, οι άνθρωποι στη Σ π ι ν α λόγκα ζούσαν μια ζωή που ο ίδιος ίσως σχεδόν να ζήλευε. Ασχολούνταν με τις δουλειές τους, κάθονταν στο καφενείο, έβλεπαν τις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς ταινίες, πήγαιναν στην εκκλησία κ α ι καλλιεργούσαν φ ι λ ί ε ς . Ζούσαν σε μια κοινότητα όπου όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους και είχαν έναν κοινό δεσμό. Σ τ ο Η ρ ά κ λ ε ι ο , μπορούσε να περπατάει ολόκληρο τον πολύβουο
Σ υ ν ή θ ω ς λ ι γ ό λ ο γ ο ς άνθρωπος, ο Κυρίτσης μιλούσε στη Μαρία γ ι α τη δουλειά του στο Η ρ ά κ λ ε ι ο και της εξηγούσε την έρευνα με την οποία ασχολούνταν. Τ η ς περιέγραφε πώς ο πόλεμος ε ί χ ε διακόψει τα πάντα, και της έ λ ε γ ε τι έκανε όλα εκείνα τα χρόνια, δημιουργώντας γ ι ' αυτήν μια παραστατική περιγραφή της ρ η μ α γ μ έ ν η ς από τον π ό λ ε μ ο πόλης, όπου και ο τελευταίος άνθρωπος που ε ί χ ε ι α τ ρ ι κ ή εκπαίδευση ήταν απαραίτητο να ασκεί τα καθήκοντά του σχεδόν ολόκληρο το εικοσιτετράωρο, γ ι α να φροντίσει τους αρρώστους και τους τραυματίες. Τ η ς έ λ ε γ ε γ ι α τα ταξίδια του σε δ ι ε θ ν ή συνέδρια στην Α ί γ υ π τ ο και την Ισπανία, όπου συγκεντρώνονταν οι ε ι δ ι κοί γ ι α τη λέπρα από ολόκληρο τον κόσμο, γ ι α να μοιραστούν τις ιδέες τους και να δημοσιοποιήσουν τις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς θεωρίες τους. Τ η ς έ λ ε γ ε γ ι α τις διάφορες θεραπείες που δοκιμάζονταν και τ ι π ρ α γ μ α τ ι κ ά πίστευε γ ι ' αυτές. Κάπου-κάπου, χρειαζό ταν να θ υ μ ί ζ ε ι στον εαυτό του ότι αυτή η γυναίκα ήταν ασθε νής, και ίσως τ ε λ ι κ ά αποδέκτης της φαρμακευτικής α γ ω γ ή ς που δοκιμαζόταν στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Τι π ε ρ ί ε ρ γ ο , βρισκόταν 356
δρόμο κ ά θ ε μέρα επί μία εβδομάδα και να μη δει ούτε ένα οικείο πρόσωπο. Οι συζητήσεις με τον Κυρίτση ήταν τόσο ζωτικές γ ι α τη Μαρία όσο και οι εβδομαδιαίες συναντήσεις της με τη Φ ω τ ε ι ν ή , αλλά αυτές, πλέον, τις π ε ρ ί μ ε ν ε και με φόβο. « Λ ο ι π ό ν , τον είδαν να φεύγει από το σπίτι αυτή τη βδο μ ά δ α ; » τη ρώτησε μόλις ο Γ ι ώ ρ γ η ς απομακρύνθηκε αρκετά και δεν τις ά κ ο υ γ ε . « Μ ι α - δ υ ο φ ο ρ έ ς » , απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή .
« Α λ λ ά μόνο
όταν ήταν ε κ ε ί και ο Αντρέας. Έ χ ε ι αρχίσει η σ υ γ κ ο μ ι δ ή της ε λ ι ά ς , οπότε βρίσκεται ε κ ε ί γ ύ ρ ω πιο συχνά. Ο Μανόλης και ο Αντρέας επιβλέπουν τα λ ι ο τ ρ ί β ι α , και προφανώς γυρίζουν μαζί στο σπίτι γ ι α δ ε ί π ν ο » . «Ίσως τότε να είναι όλα φαντασίες του αδερφού σου. Ε ί ναι σίγουρο ότι αν ο Μανόλης και η Άννα ήταν εραστές, δεν θα π ή γ α ι ν ε γ ι α φαγητό ε κ ε ί με τον Α ν τ ρ έ α » . « Γ ι α τ ί όχι; Θα ήταν πιο πιθανό να ε γ ε ί ρ ε ι υποψίες αν σταματούσε να π η γ α ί ν ε ι » . 357
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Η Άννα περνούσε πολλά βράδια
ανοιχτόχρωμης επιδερμίδας της να λαχταράει ένα ά γ γ ι γ μ α .
με τ έ λ ε ι ο χτένισμα και μανικιούρ, ν τ υ μ έ ν η με άψογα εφαρμο
Δ ε ν θα μπορούσε ποτέ να είναι διαφορετικά. « Δ ε ν μπορώ
στά φορέματα, παίζοντας τον διπλό ρόλο της καλής συζύγου
να το ε μ π ο δ ί σ ω » , έ λ ε γ ε στον εαυτό της καθώς χτένιζε τα
γ ι α τον άντρα της και της ευχάριστης οικοδέσποινας γ ι α τον
μ α λ λ ι ά της το πρωί, τις μέρες που ο Αντρέας έ φ ε υ γ ε γ ι α τα
ξάδερφό του. Ο Αντρέας δεν π ε ρ ί μ ε ν ε τίποτε λ ι γ ό τ ε ρ ο από
πιο απομακρυσμένα μ έ ρ η του κτήματος κι ε κ ε ί ν η π ε ρ ί μ ε ν ε
αυτήν. Ε κ ε ί ν η τα έ β γ α ζ ε πέρα αβίαστα, και οι πιθανότητες
τον Μ α ν ό λ η να εμφανιστεί στην κουζίνα την ώρα του μεση
να προδοθεί με κάτι που θα έ λ ε γ ε ή με ένα αποκαλυπτικό
μεριανού. « Δ ε ν υπάρχει τίποτα που να μπορώ να κ ά ν ω » . Ο
β λ έ μ μ α ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Όσον αφορούσε στην Άννα,
Μανόλης ήταν εξ αίματος συγγενής του άντρα της. Α κ ό μ η
το
αισθήματα ήταν να
κι αν δ ι έ θ ε τ ε όλη τη θέληση του κόσμου, δεν θα μπορούσε να
εντείνουν το ρίγος που έ ν ι ω θ ε , λες και βρισκόταν σε κάποια
τον ε ί χ ε δ ι ώ ξ ε ι . Ήταν ένα π α γ ι δ ε υ μ έ ν ο θύμα, που όμως δεν
φανταστική σκηνή θεάτρου, και τις η μ έ ρ ε ς που ήταν ε κ ε ί τα
παραπονιόταν, και μολονότι όλα αυτά συνέβαιναν μέσα στο
πεθερικά της η ένταση γινόταν ακόμη μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η , αυξάνο
σπίτι του, ο Αντρέας δεν ε ί χ ε την παραμικρή υποψία ότι η
ντας τον ενθουσιασμό της και τις ανυπέρβλητες συγκινήσεις
Άννα τον πρόδιδε στο ίδιο του το κ ρ ε β ά τ ι , με τα στέφανα του
της απόκρυψης.
γάμου τους να γίνονται μάρτυρες της απιστίας της.
μόνο που
έκαναν
τα
ανεκδήλωτα
« Π έ ρ α σ ε ς ωραίο β ρ ά δ υ ; » ρωτούσε αργότερα τον Αντρέα, μέσα στη γ υ μ ν ή σκοτεινιά του τεράστιου κρεβατιού τους.
Ο Αντρέας δεν ασχολούνταν με τον Μ α ν ό λ η . Ήταν χαρού μενος που εκείνος ε ί χ ε επιστρέψει από τα ταξίδια του, αλλά
«Ναι, γιατί;»
άφηνε τις όποιες έγνοιες γ ι α τον ξάδερφό του στην α γ α π η μ έ ν η
« Α π λ ώ ς ρ ω τ ά ω » , του έ λ ε γ ε , κι ενώ άρχιζαν να κάνουν
μητέρα του, η οποία ταραζόταν στην ιδέα ότι ο ανιψιός της
έρωτα, έ ν ι ω θ ε το βάρος από το κορμί του Μ α ν ό λ η κι άκουγε
ε ί χ ε τριανταρίσει και ήταν ακόμη ανύπαντρος. Ο Αντρέας
τα βαθιά β ο γ κ η τ ά του. Γ ι α τ ί να αμφισβητήσει ο Αντρέας την
λ υ π ή θ η κ ε που ο γάμος με την αδερφή της γυναίκας του ε ί χ ε
τόση ηδονή; Κατόπιν, έ μ ε ν ε σιωπηλός, ξέπνοος, στο σκοτεινό
συναντήσει ένα τόσο ανυπέρβλητο εμπόδιο, αλλά υπέθετε ότι,
δ ω μ ά τ ι ο , ανυποψίαστο θύμα του πάθους της γ ι α έναν άλλον
αργά ή γρήγορα, ο ξάδερφός του θα έβρισκε μια ά λ λ η κατάλ
άντρα, έναν άντρα με τον οποίο ε ί χ ε κάνει έρωτα μόνο στο
λ η λ η γυναίκα να φέρει στην οικογένεια. Όσο γ ι α την Ε λ ε υ θ ε
φως της η μ έ ρ α ς .
ρία, λυπόταν που η γ λ υ κ ι ά αρραβωνιαστικιά του ανιψιού της
Για την Άννα δεν υπήρχε πρόβλημα σε αυτή την κα
χ ά θ η κ ε έτσι, σαν να την είχαν αρπάξει, αλλά λυπόταν ακόμη
τάσταση. Από τη σ τ ι γ μ ή που δεν ε ί χ ε ε π ι λ ο γ ή στο ζήτημα
περισσότερο από την επίμονη υποψία ότι υπήρχε κάποια σχέση
του πάθους της γ ι α τον Μ α ν ό λ η , η απιστία ήταν σχεδόν
ανάμεσα στον Μ α ν ό λ η και τη νύφη της. Δ ε ν μπορούσε να την
δ ι κ α ι ο λ ο γ η μ έ ν η . Ε κ ε ί ν ο ς ε ί χ ε εμφανιστεί απρόσκλητος στη
προσδιορίσει με ακρίβεια, και μάλιστα μερικές φορές έ λ ε γ ε
ζωή της και η αντίδρασή της ήταν αυθόρμητη. Η ε λ ε ύ θ ε ρ η
στον εαυτό της ότι όλα ήταν στη φαντασία της. Η αίσθηση
βούληση δεν έπαιξε ρόλο στην ανταπόκρισή της, και ποτέ δεν
ήταν φευγαλέα, σαν τα σχήματα που παίρνει ένα σύννεφο.
της πέρασε από το μυαλό ότι θα μπορούσε. Η παρουσία του
Η Μ α ρ ί α έ τ ρ ε μ ε στη σκέψη τού πώς μπορεί να συμπε
Μ α ν ό λ η την η λ έ κ τ ρ ι ζ ε , έκανε να ανατριχιάζει και το παραμι
ριφερόταν η Άννα. Η αδερφή της δεν ε ί χ ε νοιαστεί ποτέ να
κρό σημείο του κορμιού της, και κ ά θ ε εκατοστό της απαλής,
είναι π ρ ο σ ε κ τ ι κ ή , και τίποτα δεν θα το άλλαζε αυτό τώρα.
358
359
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Η π ρ α γ μ α τ ι κ ή της έγνοια, ωστόσο, δεν ήταν η ίδια η Άννα, αλλά ο αντίκτυπος της συμπεριφοράς της στον πατέρα τους. Δ ε ν υπήρχε ούτε ίχνος σιγουριάς στη ζωή αυτού του φτωχού, αγαπημένου ανθρώπου, σκεφτόταν. « Δ ε ν ν ι ώ θ ε ι καθόλου ν τ ρ ο π ή ; » μουρμούρισε. « Δ ε ν είμαι σίγουρη», είπε η Φ ω τ ε ι ν ή . Οι γυναίκες προσπάθησαν να μιλήσουν γ ι α άλλα πράγ ματα, αλλά η συζήτηση πάντοτε άρχιζε και τ ε λ ε ί ω ν ε με την
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Τ ο κοιτάζω, αλλά δεν τ ο β λ έ π ω » , ε ί π ε . « Τ ο β λ έ π ω μόνο ως περαστικός ξένος. Ε ί ν α ι πολύ διαφορετικό α υ τ ό » . « Θ έ λ ε ι ς να έρθεις σπίτι μου γ ι α έναν κ α φ έ ; » Η Μαρία ε ί χ ε εξασκηθεί σιωπηλά στο να π ε ι αυτά τα λ ό γ ι α , αλλά όταν τ ε λ ι κ ά τα ξεστόμισε, σχεδόν δεν αναγνώρισε τη φωνή της. « Κ α φ έ ; » Ο Κυρίτσης την ε ί χ ε ακούσει αρκετά καθαρά, αλλά ε π α ν έ λ α β ε τη λ έ ξ η ε π ε ι δ ή δεν ε ί χ ε κάτι να π ε ι ως απάντηση.
απιστία της Άννας και τις εικασίες γ ι α το πόσος καιρός θα
«Θέλεις;»
περνούσε μέχρι η Άννα να ρίξει μια απρόσεχτη ματιά στον
Ήταν σαν ε κ ε ί ν η να ε ί χ ε ταράξει το ονειροπόλημά του.
Μ α ν ό λ η , πράγμα που θα έκανε τον Αντρέα να αναρωτηθεί.
« Ν α ι , νομίζω ότι θ α ή θ ε λ α » .
Σ ι γ ά - σ ι γ ά , τα όποια υ π ο λ ε ί μ μ α τ α των συναισθημάτων που
Διέσχισαν τη σήραγγα μαζί. Μολονότι εκείνος ήταν ο
μπορεί να έτρεφε η Μαρία γ ι α τον Μ α ν ό λ η εξαφανίστηκαν.
γιατρός κι ε κ ε ί ν η η ασθενής, περπατούσαν π λ ά ι - π λ ά ι , σαν
Ήταν β έ β α ι η μόνο γ ι α ένα π ρ ά γ μ α , ότι δεν υπήρχε τίποτα
ίσοι. Κ α ι οι δυο τους είχαν διαβεί τα βενετσιάνικα τ ε ί χ η εκα
που ίσως να μπορούσε να κ ά ν ε ι .
τό φορές, αλλά αυτό ήταν ένα διαφορετικό τ α ξ ί δ ι .
Ε ί χ ε φτάσει πια το τέλος του Ο κ τ ώ β ρ η . Οι άνεμοι του
Ο Κυρίτσης δεν ε ί χ ε περπατήσει σε δρόμο συντροφιά με μια
χ ε ι μ ώ ν α δυνάμωναν και σύντομα θα διαπερνούσαν και τα πιο
γυναίκα για χρόνια, και η Μαρία, στο πλευρό ενός άντρα που
βαριά ρούχα, τα πιο χοντρά μάλλινα πανωφόρια. Σ τ η Μαρία
δεν ήταν ο πατέρας της, αισθανόταν μια αυτοπεποίθηση που νό
φαινόταν απολίτιστο να στέκεται ε κ ε ί , στο δριμύ ψύχος, και
μιζε ότι ε ί χ ε αφήσει πίσω της, μαζί με την παιδική της ηλικία.
να μ ι λ ά ε ι στον Κυρίτση, αλλά η σκέψη να σταματήσουν τις
Μπορεί να την έ β λ ε π ε κάποιος και να έ β γ α ζ ε βιαστικά
συζητήσεις τους της ήταν αφόρητη. Λάτρευε να μ ι λ ά ε ι με
λάθος συμπεράσματα. « Ε ί ν α ι ο γ ι α τ ρ ό ς ! » ή θ ε λ ε να φωνάξει,
αυτό τον άντρα. Έ δ ε ι χ ν α ν να μην τελειώνουν ποτέ αυτά που
θέλοντας απεγνωσμένα να γ λ ι τ ώ σ ε ι από το κουτσομπολιό.
είχαν να συζητήσουν,
μολονότι έ ν ι ω θ ε πως ε ί χ ε ελάχιστα
Γρήγορα τον οδήγησε στο δρομάκι, κοντά στην άκρη της
ενδιαφέροντα πράγματα να του π ε ι . Δ ε ν γινόταν να μη συ
σήραγγας, και μπήκαν στο σπίτι της. Η Μαρία άρχισε να φτιά
γ κ ρ ί ν ε ι τον τρόπο που της μιλούσε εκείνος με τον τρόπο που
χνει καφέ. Ήξερε ότι ο Κυρίτσης δεν ε ί χ ε πολλή ώρα στη διά
της μιλούσε ο Μ α ν ό λ η ς . Η κ ά θ ε πρόταση του αρραβωνιαστι-
θεσή του και ή θ ε λ ε να είναι συνεπής στο πρώτο ραντεβού του.
κού της ήταν γ ε μ ά τ η με εύθυμα π ε ι ρ ά γ μ α τ α , αλλά με τον
Ε ν ώ η Μαρία ήταν απασχολημένη με το να β ρ ε ι τη ζάχα
Κυρίτση δεν υπήρχε η π α ρ α μ ι κ ρ ή υπόνοια ερωτισμού. « Θ έ λ ω να μ ά θ ω πώς ακριβώς είναι να ζεις ε δ ώ » , της ε ί π ε μια μέρα, καθώς ο άνεμος λυσσομανούσε γ ύ ρ ω τους.
ρη, τα φλιτζάνια και τα πιατάκια, ο Κυρίτσης περιεργάστηκε το δ ω μ ά τ ι ο . Ήταν πολύ πιο άνετο και γ ε μ ά τ ο χρώμα από το δικό του μικρό διαμέρισμα στο Η ρ ά κ λ ε ι ο . Παρατήρησε
« Μ α β λ έ π ε ι ς το νησί κ ά θ ε βδομάδα. Π ρ έ π ε ι να σου είναι
τα κεντημένα κ α λ ύ μ μ α τ α , τη φωτογραφία της νεαρής κυρίας
τόσο οικείο όσο και σε μ έ ν α » , ε ί π ε ε κ ε ί ν η , μάλλον απορημένη
Π ε τ ρ ά κ η με τη Μαρία κι ένα άλλο κορίτσι, στον τοίχο. Ε ί δ ε
από τη δήλωση του.
μια τ α κ τ ο π ο ι η μ έ ν η σειρά β ι β λ ί ω ν , ένα βάζο που π ε ρ ι ε ί χ ε 360
361
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
βλαστούς ε λ ι ά ς , και ματσάκια λεβάντας και βοτάνων, που
πήγαιναν στο πανηγύρι κάποιου αγίου στην Ε λ ο ύ ν τ α . Α υ τ ή
κρέμονταν από το ταβάνι γ ι α να ξεραθούν. Ε ί δ ε τάξη και
η α ν έ μ ε λ η ζ ω ή την ε ί χ ε ελκύσει αρχικά, αλλά κ α τ α λ ά β α ι ν ε
νοικοκυροσύνη, που τον έκαναν να αισθανθεί ζεστασιά.
ότι ίσως αυτά να ήταν όλα όσα ε ί χ ε εκείνος να προσφέρει. Η
Τ ώ ρ α που βρίσκονταν στο βασίλειο της Μαρίας, ένιωσε
ζωή με τον Μ α ν ό λ η μπορεί να ήταν απλώς ένα άλλο είδος
ότι θα μπορούσε να την κάνει να του μ ι λ ή σ ε ι γ ι α τον εαυτό
ισόβιας φυλάκισης, όχι καλύτερης από αυτή την οποία ε ί χ ε
της. Υπήρχε ένα φλέγον ερώτημα που ή θ ε λ ε να θ έ σ ε ι . Ή ξ ε ρ ε
καταδικαστεί να ε κ τ ί σ ε ι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α .
τόσα πολλά γ ι α την αρρώστια, τα συμπτώματά της, την ε π ι
«Υπάρχουν πολλά καλά πράγματα, π ά ν τ ω ς » , πρόσθεσε.
δ η μ ι ο λ ο γ ί α της, την παθολογία της, αλλά β έ β α ι α δεν ή ξ ε ρ ε
«Υπέροχοι άνθρωποι, όπως η Ε λ π ί δ α Κοντομάρη, το ζευγάρι
πώς ήταν στην π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α να έ χ ε ι κάποιος λέπρα, και
των Παπαδημητρίου και ο Δ η μ ή τ ρ η ς . Έ χ ο υ ν τόση ζωντάνια
μ έ χ ρ ι ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή δεν ε ί χ ε ποτέ σκεφτεί να ρωτήσει έναν
και, ξέρεις κ ά τ ι , μολονότι βρίσκονται εδώ πολύ περισσότερο απ' όσο ε γ ώ , ποτέ, μα ποτέ, δεν παραπονιούνται».
από τους ασθενείς του. « Π ώ ς ε ί ν α ι . . . » άρχισε μ ε ενδοιασμό, « ν α είσαι λ ε π ρ ό ς ; » . Η ερώτηση φάνηκε πολύ προσωπική, αλλά η Μαρία δεν δίστασε να απαντήσει. « Α π ό κάποιες πλευρές δεν αισθάνομαι διαφορετικά α π ' ότι πριν από ένα χρόνο, αλλά ζω διαφορετικά, επειδή με έστει λαν ε δ ώ » , του ε ί π ε . « Ε ί ν α ι λ ι γ ά κ ι σαν να είσαι στη φ υ λ α κ ή , ε ι δ ι κ ά γ ι α κάποιον σαν εμένα, μ ι α και η αρρώστια δεν με επηρεάζει περισσότερο μέρα με τη μέρα. Μόνο που δεν υπάρ χουν κλειδαριές στις πόρτες, ούτε κ ά γ κ ε λ α » . Κ α θ ώ ς τα έ λ ε γ ε αυτά, το μυαλό γύριζε πίσω σ' εκείνο το κρύο φθινοπωρινό πρωινό, όταν έφυγε από την Π λ ά κ α γ ι α να έρθει στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Η ζωή σε μ ι α αποικία λεπρών δεν ήταν σίγουρα κάτι που ε κ π λ ή ρ ω ν ε τ ι ς ε π ι θ υ μ ί ε ς της, αλλά αναρωτήθηκε γ ι α μ ι α σ τ ι γ μ ή πώς θα ήταν αν ε ί χ ε παντρευτεί τον Μ α ν ό λ η . Μ ή π ω ς αυτό θα ήταν ένα άλλο είδος φυλακής; Τι σόι άντρας θα πρόδιδε την οικογένεια του; Τι σόι Ιούδας θα μπορούσε να καταχραστεί την καλοσύνη και τη φιλοξενία που του είχαν προσφέρει; Ε ί χ ε ξεγελαστεί από τη γοητεία του, αλλά συνειδητοποιούσε τώρα ότι οι περιστάσεις μπορεί και να την είχαν σώσει. Ήταν ένας άντρας με τον οποίο δεν συζήτησε ούτε μία φορά κάτι βαθύτερο ή ευρύτερο από τη σο δειά της ε λ ι ά ς , τη μουσική του Μ ί κ η Θ ε ο δ ω ρ ά κ η ή το αν θα 362
Όταν τ έ λ ε ι ω σ ε τα λόγια της, η Μαρία έ β α λ ε καφέ σε ένα φλιτζάνι και το έδωσε στον Κυρίτση. Παρατήρησε, πολύ αργά, ότι το χέρι του έ τ ρ ε μ ε ανεξέλεγκτα, και όταν πήρε τον καφέ, το φλιτζάνι έσκασε με πάταγο στο πάτωμα. Μ ι α σκούρα λ ι μνούλα α π λ ώ θ η κ ε στο πέτρινο δάπεδο και γ ι α λ ί γ ο επικράτη σε μια σιωπή αμηχανίας, πριν η Μαρία τρέξει στο νεροχύτη να πάρει ένα πατσαβούρι. Αισθάνθηκε τη βαθιά ντροπή του και ή θ ε λ ε να τον απαλλάξει από αυτή γρήγορα. « Μ η ν ανησυχείς, δεν έ γ ι ν ε τ ί π ο τ α » , ε ί π ε , σκουπίζοντας ταυτόχρονα το υγρό και μαζεύοντας τα θρύψαλα της π λ ο υ μ ι στής πορσελάνης με ένα φαράσι. « Α ρ κ ε ί που δεν κ ά η κ ε ς » . « Ζ η τ ώ ειλικρινά σ υ γ γ ν ώ μ η » , ε ί π ε εκείνος. « Ζ η τ ώ ε ι λ ι κρινά σ υ γ γ ν ώ μ η που έσπασα το φλιτζάνι σου. Ήμουν πολύ αδέξιος». « Μ η ν ανησυχείς. Τ ι είναι ένα φ λ ι τ ζ ά ν ι ; » Σ τ η ν π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , ήταν ένα ξεχωριστό φλιτζάνι, μ έ ρος του σερβίτσιου που ε ί χ ε φέρει η μητέρα της από την Π λ ά κα, αλλά η Μαρία συνειδητοποίησε ότι δεν την ένοιαζε καθό λου. Ήταν σχεδόν ανακούφιση το γεγονός ότι ο Κυρίτσης δεν ήταν τόσο τ έ λ ε ι ο ς , τόσο άψογος από κ ά θ ε άποψη όπως έ δ ε ι χ ν ε προς τα έ ξ ω . «Ίσως δεν έκανα καλά που ή ρ θ α » , ψ έ λ λ ι σ ε ο Κυρίτσης. Κατά τη γ ν ώ μ η του, όλο αυτό ήταν ένα σημάδι ότι δεν θα 363
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
έπρεπε να ε ί χ ε παραβιάσει τους κανόνες του ε π α γ γ ε λ μ α τ ι κ ο ύ
« Ό χ ι , φοβάμαι πως δεν ε ί ν α ι » , ε ί π ε ο Κυρίτσης. « Θ α
πρωτοκόλλου στο οποίο πίστευε τόσο σθεναρά. Ερχόμενος στο
χρειαστεί κάμποσος καιρός πριν να ξέρουμε π ρ α γ μ α τ ι κ ά αν
σπίτι της Μαρίας γ ι α κοινωνικούς λόγους, ε ί χ ε περάσει τα
θα θεραπευτεί ποτέ κανείς πλήρως. Φ ο β ά μ α ι ότι δεν πρόκει
όρια με έναν ασθενή.
ται να φύγει κανείς σ ύ ν τ ο μ α » .
« Φ υ σ ι κ ά κι έκανες καλά. Ε γ ώ σε κάλεσα, και θα αισθα νόμουν απαίσια αν δεν ε ί χ ε ς έ ρ θ ε ι » . Το ξέσπασμα της Μαρίας ήταν αυθόρμητο και πιο εν
« Ά ρ α αυτό σημαίνει ότι θα μπορέσεις να έρθεις γ ι α καφέ κ ι ά λ λ η φορά;» « Τ ο ε λ π ί ζ ω . Φ τ ι ά χ ν ε ι ς πολύ καλό κ α φ έ » .
θουσιώδες απ' όσο ε ί χ ε την πρόθεση να φανεί. Προκάλεσε
Ο Κυρίτσης ήξερε ότι η απάντηση του ήταν κάπως αδέξια
έ κ π λ η ξ η στον Κυρίτση, αλλά και σε αυτήν. Τ ώ ρ α ήταν πάτσι.
κ α ι ότι υπονοούσε πως ενδιαφερόταν να την επισκεφτεί μόνο
Ε ί χ α ν χάσει κ α ι οι δύο την ψυχραιμία τους.
εξαιτίας της ποιότητας του καφέ της. Δ ε ν ήταν σε κ α μ ί α πε
« Μ ε ί ν ε , σε παρακαλώ, θα β ά λ ω άλλον κ α φ έ » .
ρίπτωση αυτό που ή θ ε λ ε να φανεί.
Τα μάτια της Μαρίας κοιτούσαν τα μάτια του γιατρού
« Λ ο ι π ό ν , πρέπει να π η γ α ί ν ω τ ώ ρ α » , ε ί π ε , προσπαθώντας
τόσο ι κ ε τ ε υ τ ι κ ά , ώστε εκείνος δεν μπορούσε να κάνει τίποτε
ν α κρύψει την αμηχανία του. « Σ ' ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » . Μ ε αυτόν τ ο
άλλο από το να δ ε χ τ ε ί . Π ή ρ ε ένα άλλο φλιτζάνι από την πια
μάλλον ψυχρό χαιρετισμό, ο Κυρίτσης έ φ υ γ ε .
τ ο θ ή κ η , κι αυτή τη φορά, μόλις έ β α λ ε τον καφέ, το άφησε στο τραπέζι, γ ι α να το πάρει ο Κυρίτσης με ασφάλεια.
Κ α θ ώ ς μάζευε τα φλιτζάνια και σκούπιζε το πάτωμα γ ι α να απομακρύνει τα τελευταία θραύσματα του σπασμένου
Ήπιαν και οι δυο τους μια γουλιά χωρίς να μιλούν. Μ ε
φλιτζανιού, η Μαρία συνειδητοποίησε ότι σιγοτραγουδούσε.
ρικές φορές, η σιωπή μπορεί να είναι ά β ο λ η , αλλά όχι τη συ
Η αίσθηση μπορούσε να περιγραφεί μόνο ως ευθυμία, ένα
γ κ ε κ ρ ι μ έ ν η σ τ ι γ μ ή . Η Μαρία έσπασε τ ε λ ι κ ά την αμηχανία.
ασυνήθιστο συναίσθημα σε ένα γκρίζο μέρος, αλλά το χαι
« Έ μ α θ α ότι κάποιοι άνθρωποι έχουν αρχίσει μια φαρμα κευτική αγωγή. Θα πετύχει;»
ρόταν και έλπιζε ενάντια στις πιθανότητες ότι θα κρατούσε. Ό λ η μέρα έ ν ι ω θ ε λες και τα πόδια της δεν ακουμπούσαν στο
Ήταν μια ερώτηση που ανυπομονούσε να κάνει.
έδαφος. Ε ί χ ε πολλά να κ ά ν ε ι , όμως κ ά θ ε δουλειά τής έφερνε
« Ε ί ν α ι α κ ό μ η οι πρώτες μέρες, Μ α ρ ί α » , της απάντησε.
ευχαρίστηση. Α μ έ σ ω ς μόλις τακτοποίησε, τοποθέτησε μερικά
« Α λ λ ά πρέπει να διατηρήσουμε κάποια ελπίδα. Γνωρίζουμε
από τα βάζα με τα βότανα σε ένα κ α λ ά θ ι και ξεκίνησε να δει
μ ε ρ ι κ έ ς από τις αντενδείξεις της α γ ω γ ή ς , πράγμα γ ι α το
την Ε λ π ί δ α Κοντομάρη.
οποίο πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί σε αυτό το σ τ ά δ ι ο » .
Η η λ ι κ ι ω μ έ ν η γυναίκα σπάνια κ λ ε ί δ ω ν ε την πόρτα της
« Τ ι φάρμακο ε ί ν α ι ; »
και η Μαρία μ π ή κ ε μέσα χωρίς να χτυπήσει. Β ρ ή κ ε την
« Τ ο πλήρες όνομά του είναι διβινυλοσουλφόνη, αλλά εί
Ε λ π ί δ α ξ α π λ ω μ έ ν η στο κ ρ ε β ά τ ι , χ λ ο μ ή αλλά σ τ η ρ ι γ μ έ ν η στα
ναι γ ε ν ι κ ά γνωστό ως δαπσόνη. Έ χ ε ι βάση το θείον και είναι
μαξιλάρια της.
δυνάμει τοξικό. Το κύριο στοιχείο, ωστόσο, είναι ότι η όποια
« Ε λ π ί δ α , πώς είσαι σ ή μ ε ρ α ; »
β ε λ τ ί ω σ η λ α μ β ά ν ε ι χώρα γ ε ν ι κ ά πολύ μ α κ ρ ο π ρ ό θ ε σ μ α » .
« Α ι σ θ ά ν ο μ α ι πολύ κ α λ ύ τ ε ρ α » , ε ί π ε . « Χ ά ρ η σ ε σ έ ν α » .
« Ο π ό τ ε δεν είναι μ α γ ι κ ό φ ί λ τ ρ ο » , ε ί π ε η Μαρία, προ σπαθώντας να μην ακουστεί α π ο γ ο η τ ε υ μ έ ν η . 364
« Χ ά ρ η στη φύση, όχι σε μ έ ν α » , τη διόρθωσε η Μαρία. « Θ α σου φτιάξω άλλο ένα μ ε ί γ μ α . Προφανώς έχει αποτέλεσμα. Θα 365
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
π ι ε ι ς ένα φλιτζάνι τώρα, ένα σε περίπου τρεις ώρες, και μετά θα ξανάρθω το βράδυ να σου δώσω κι ένα τ ρ ί τ ο » . Για πρώτη φορά εδώ κι εβδομάδες, η Ε λ π ί δ α Κοντο
ΝΗΣΙ
αυτών των παραμορφωμένων
ανθρώπων θα ήταν
απόλυτα
άθλιες. Α κ ό μ η και τώρα, αρκετοί από αυτούς ζούσαν στα όρια της απελπισίας, αλλά οι προσπάθειες της Μαρίας και μερι
μάρη άρχιζε να ν ι ώ θ ε ι πάλι καλά. Οι οξείς στομαχόπονοι
κών άλλων γυναικών σαν αυτή δεν τους επέτρεπαν ποτέ να
από τους οποίους υπέφερε φαίνονταν τ ε λ ι κ ά να υποχωρούν,
τα ξεπεράσουν.
και δεν ε ί χ ε καμία αμφιβολία ότι η β ε λ τ ί ω σ ή της οφειλόταν
Αυτό που αγαπούσαν περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο οι
στα καταπραϋντικά φυτικά γιατροσόφια που της έφτιαχνε η
συγκεκριμένοι άνθρωποι, ήταν η μοναξιά τους. Για μια νεαρή
Μαρία. Μολονότι η επιδερμίδα στο γ έ ρ ι κ ο πρόσωπό της ε ί χ ε
γυναίκα, της οποίας η μύτη ε ί χ ε καταστραφεί από τη λέπρα
ζαρώσει και τα ρούχα της κρέμονταν από πάνω της σαν να
και τα μάτια ήταν μονίμως ανοιχτά λ ό γ ω της παράλυσης
ήταν σκιάχτρο, η όρεξή της ε ί χ ε αρχίσει να ξανάρχεται και
των μυών του προσώπου, τα έντονα β λ έ μ μ α τ α των άλλων
μπορούσε πλέον να φανταστεί τη σ τ ι γ μ ή που ίσως έ τ ρ ω γ ε
στην αποικία ήταν αφόρητα. Περιστασιακά, έ β γ α ι ν ε έξω τη
πάλι κανονικά.
νύχτα και γλιστρούσε μέσα στην εκκλησία, μόνη μαζί με τις
Α μ έ σ ω ς μόλις β ε β α ι ώ θ η κ ε ότι η Ε λ π ί δ α αισθανόταν άνε
σκουρόχρωμες εικόνες και το παρήγορο άρωμα του λ ι ω μ έ ν ο υ
τα, η Μαρία έ φ υ γ ε . Θα επέστρεφε το βράδυ γ ι α να σιγουρευ
κεριού, αλλά εκτός από αυτό, δεν έ β γ α ι ν ε ποτέ έ ξ ω , παρά
τ ε ί ότι η ασθενής της θα έπαιρνε την επόμενη δόση της, αλλά
μόνο γ ι α την πολύ σύντομη διαδρομή της στο νοσοκομείο, μία
στο μεταξύ θα περνούσε τη μέρα στην « π ο λ υ κ α τ ο ι κ ί α » , όπως
φορά το μήνα, όπου ο Λαπάκης κατέγραφε τυχόν α λ λ α γ έ ς
ήταν απαξιωτικά γνωστό το μ ε γ ά λ ο κ τ ί ρ ι ο . Αυτό βρισκόταν
στις π λ η γ έ ς της και της έγραφε συνταγές γ ι α φάρμακα, που
στο τέλος του κεντρικού δρόμου και κανείς δεν το προτιμούσε.
θα έριχναν το κορμί και το μυαλό της από μια σχεδόν μ ό ν ι μ η
Υπήρχε η αίσθηση
κατάσταση αγρυπνίας σε έναν σύντομο αλλά μακάριο ύπνο.
μοναξιάς και
ε γ κ α τ ά λ ε ι ψ η ς ε κ ε ί πάνω,
στην κορυφή του λόφου. Οι άνθρωποι προτιμούσαν τη ζεστα
Μ ι α ά λ λ η , λ ί γ ο μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η γυναίκα, ε ί χ ε χάσει το ένα χέρι
σιά των μικρών τούρκικων και ι τ α λ ι κ ώ ν σπιτιών. Η ε γ γ ύ τ η
της. Κ α τ έ β α λ ε το υψηλότερο τ ί μ η μ α γ ι α τα σοβαρά ε γ κ α ύ
τα των παλιότερων σπιτιών τούς βοηθούσε να δ η μ ι ο υ ρ γ ε ί τ α ι
ματα που ε ί χ ε προκαλέσει στον εαυτό της ενώ μ α γ ε ί ρ ε υ ε γ ι α
ένα αίσθημα κοινότητας, το οποίο ε ί χ ε μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η σημασία
την οικογένεια της, μόλις λίγους μήνες πριν έρθει στο νησί.
γ ι ' αυτούς από τις φωτεινές λ ά μ π ε ς φθορίου και τα σύγχρονα
Ο Λαπάκης ε ί χ ε κάνει ότι
παραθυρόφυλλα.
γ ι α τ ρ έ ψ ε ι τις ε λ κ ώ δ ε ι ς π λ η γ έ ς , όμως η μόλυνση τους νίκησε,
Σ ή μ ε ρ α , η Μ α ρ ί α π ή γ α ι ν ε ε κ ε ί ε π ε ι δ ή σε τέσσερα από τα διαμερίσματα έμεναν λεπροί που δεν μπορούσαν πλέον να φροντίσουν μόνοι τούς εαυτούς τους. Ήταν αυτοί που τα π λ η γιασμένα
πόδια
τους
είχαν
οδηγήσει
στον
ακρωτηριασμό
μπορούσε γ ι α να προσπαθήσει να
και η μόνη ε π ι λ ο γ ή του ήταν ο ακρωτηριασμός. Το άλλο χέρι της ήταν ά κ α μ π τ ο . Σ χ ε δ ό ν μπορούσε να κρατήσει πιρούνι, αλλά δεν μπορούσε να ανοίξει μια κονσέρβα ή να κουμπώσει ένα κουμπί.
τους, που τα άκαμπτα χέρια τους τους είχαν καταστήσει ανί
Ό λ ο ι αυτοί οι, πάνω-κάτω, δέκα άνθρωποι, που βρίσκο
κανους να κάνουν και την πιο α π λ ή δουλειά του σπιτιού, και
νταν σε ακραία κατάσταση και ζούσαν ε κ ε ί , ήταν φριχτά ση
τα πρόσωπα τους είχαν παραμορφωθεί σε σημείο που να μην
μαδεμένοι. Οι περισσότεροι είχαν φτάσει στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α σε
αναγνωρίζονται. Σε οποιαδήποτε ά λ λ η κατάσταση, οι ζωές
οξεία κατάσταση εξάντλησης, και παρά τις έντονες προσπάθειες
366
367
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
του νοσοκομείου να διασφαλίσει ότι δεν θα πάθαιναν μακρο
και οι ίδιοι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α · την ά λ λ η έβραζαν από φθόνο στην
πρόθεσμη ζημιά λ ό γ ω των παραλυτικών αποτελεσμάτων της
ιδέα ότι οι άποικοι μπορεί να ζούσαν πιο άνετη ζωή απ' ότι
αρρώστιας, δεν ήταν πάντοτε δυνατόν να την ελέγξουν. Ταίρια
αυτοί. Οι φόβοι τους ήταν αβάσιμοι και βαθιά ριζωμένοι.
ζαν στη β ι β λ ι κ ή εικόνα του λεπρού και είχαν καλύψει μ ε γ ά λ η
Μ ι α μέρα του Φεβρουαρίου, άρχισε να κυκλοφορεί μια
απόσταση στον διαβολικό δρόμο προς την παραμόρφωση, ενώ η
φ ή μ η . Τ η ν ε ί χ ε πυροδοτήσει το επιπόλαιο σχόλιο ενός άντρα,
μορφή τους παρέπεμπε ακόμη διακριτά σε άνθρωπο.
και σαν φωτιά στο δάσος που ξεκινάει από ένα απρόσεχτα
Η Μαρία ψώνιζε και μ α γ ε ί ρ ε υ ε γ ι ' αυτούς τους ανθρώπους
πεταμένο σπίρτο, εξαπλώθηκε με τρομακτική ταχύτητα και
που βρίσκονταν στο τ ε λ ι κ ό στάδιο της ασθένειας. Σ χ ε δ ό ν δεν
σύντομα μαινόταν σε όλα τα κοντινά χωριά, από την Ελούντα
έδινε πλέον σημασία στις δυσμορφίες τους, ενώ τους σέρβιρε
στο νότο μ έ χ ρ ι τα Β λ ι χ ά δ ι α στα βόρεια παράλια. Μ α θ ε ύ τ η κ ε
φαγητό και, σε κάποιες περιπτώσεις, τους βοηθούσε να φάνε.
ότι ο πρόεδρος στις Σ έ λ λ ε ς ε ί χ ε πάει τον δεκάχρονο γ ι ο του
Σ τ ο μυαλό της βρισκόταν πάντοτε η σκέψη ότι και η μητέρα
στο νοσοκομείο του Η ρ α κ λ ε ί ο υ . Ήταν να κάνει εξετάσεις λ ό γ ω
της μπορεί να ήταν έτσι. Κανείς δεν της το ε ί χ ε π ε ι ποτέ,
της υποψίας γ ι α λέπρα. Ίσως η αρρώστια να εξαπλωνόταν
αλλά καθώς έφερνε το κουτάλι με το ρύζι στα χ ε ί λ η τους,
από το νησί στην ενδοχώρα. Μέσα σε μία μέρα, μαζεύτηκαν
έλπιζε η Ε λ έ ν η να μην ε ί χ ε υποφέρει όπως αυτοί οι άνθρωποι.
τα μαύρα σύννεφα της παραφοράς του πλήθους. Έ ν α ς υποκι
Θεωρούσε τον εαυτό της έναν από τους τυχερούς. Ε ί τ ε ε ί χ ε
νητής σε κ ά θ ε χωριό και τα αισθήματα φόβου και απέχθειας
επιτυχία η νέα φαρμακευτική α γ ω γ ή ε ί τ ε όχι, τα διαλυμένα
που καλλιεργούνταν από καιρό αρκούσαν γ ι α να ξ ε χ ε ι λ ί σ ε ι ο
κορμιά αυτών των ανθρώπων δεν θα γιατρεύονταν ποτέ.
θυμός, και οι άνθρωποι άρχισαν να κατεβαίνουν στην Π λ ά κ α
φαντάζονταν
με πρόθεση την καταστροφή του νησιού. Ο στόχος τους δεν
ότι όλοι οι λεπροί είχαν σακατευτεί από την αρρώστια σαν
ήταν παράλογος. Αν λεηλατούσαν τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , σκέφτο
Οι περισσότεροι
άνθρωποι
στην
ενδοχώρα
αυτές τις ακραίες περιπτώσεις - η σκέψη και μόνο ότι βρίσκο
νταν, δεν θα στέλνονταν ε κ ε ί άλλοι λεπροί, και η ε λ λ η ν ι κ ή
νταν κοντά τους, τους απωθούσε. Φοβούνταν γ ι α τους εαυ
κυβέρνηση θα αναγκαζόταν να εγκαταστήσει την αποικία σε
τούς τους και γ ι α τα παιδιά τους, και δεν διατηρούσαν καμία
άλλο μέρος. Ε π ί σ η ς , φαντάζονταν ότι, μόλις απειλούνταν, οι
αμφιβολία ότι ο βάκιλος που ε ί χ ε μολύνει τους ανθρώπους
Αθηναίοι που διέθεταν επιρροή θα επέμεναν να μεταφερθούν
στο νησί θα μπορούσε να μεταφερθεί με τον αέρα στα δικά
κάπου ασφαλέστερα. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, θα ξε
τους σπίτια. Α κ ό μ η και στην Π λ ά κ α υπήρχαν κάποιοι με
φορτώνονταν αυτό το βρομερό στίγμα στον τόπο τους.
τέτοιες εσφαλμένες α ν τ ι λ ή ψ ε ι ς . Τα προηγούμενα χρόνια, ε ί χ ε
Ο όχλος σχεδίαζε να πάρει όσες ψαρόβαρκες έ β ρ ι σ κ ε και
κ α λ λ ι ε ρ γ η θ ε ί ένας δευτερεύων λόγος αγανάκτησης εναντίον
να αποβιβαστεί με την κ ά λ υ ψ η του σκοταδιού. Σ τ ι ς π έ ν τ ε το
της αποικίας. Οι υπερβολικά τ ρ α β η γ μ έ ν ε ς ιστορίες γ ι α τον
απόγευμα εκείνης της Τ ε τ ά ρ τ η ς , είχαν συγκεντρωθεί διακό
πλούτο των Αθηναίων είχαν συνεγείρει τους ανθρώπους σε
σια άτομα, κυρίως άντρες, στην προκυμαία της Π λ ά κ α ς . Ο
μια κατάσταση αυξανόμενου μίσους, ε ι δ ι κ ά στις φτωχότερες
Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί δ ε τα πρώτα φορτηγά να καταφτάνουν και άκουσε
κοινότητες των Σ ε λ λ ώ ν και του Βρουχά, που δεν απολάμ
τη φασαρία, καθώς οι άνθρωποι κατέβαιναν από αυτά και
βαναν το αξιόλογο εισόδημα των ψαράδικων χωριών όπως η
κατευθύνονταν στην παραλία. Ό π ω ς και οι άλλοι χωρικοί
Π λ ά κ α . Τη μια σ τ ι γ μ ή φοβούνταν την ιδέα μήπως καταλήξουν
της Π λ ά κ α ς , ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι εμβρόντητος. Ήταν η ώρα να πάει
368
369
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
να πάρει τον Κυρίτση, αλλά πρώτα έπρεπε να φτάσει σπρώ
« Έ χ ο υ ν έρθει εκατοντάδες από δαύτους. Δ ε ν ξέρω από
χνοντας μ έ χ ρ ι τη βάρκα του. Κ α θ ώ ς το έκανε αυτό, έπιανε
πού, αλλά μαζεύουν βάρκες κι έχουν δοχεία με π ε τ ρ έ λ α ι ο .
αποσπάσματα από τις συζητήσεις.
Μπορεί να ξεκινήσουν όπου να ' ν α ι » .
« Π ό σ ο ι χ ω ρ ά μ ε σε μια β ά ρ κ α ; »
Ο Κυρίτσης έ μ ε ι ν ε εμβρόντητος τόσο από την ηλιθιότητα
«Ποιος έχει το πετρέλαιο;»
αυτών των ανθρώπων όσο και από το φόβο του γ ι α τους
« Σ ι γ ο υ ρ έ ψ ο υ ότι υπάρχει α ρ κ ε τ ό ! »
νησιώτες. Ο χρόνος ήταν ελάχιστος. Έ π ρ ε π ε να αποφασίσει
Έ ν α ς από τους αρχηγούς εντόπισε τον γ έ ρ ο άντρα να μ π α ί ν ε ι στη βάρκα του και του μ ί λ η σ ε ε π ι θ ε τ ι κ ά .
αστραπιαία. Θα σπαταλούσε πολύτιμα λεπτά αν επέστρεφε μέσα στα τ ε ί χ η γ ι α να προειδοποιήσει τους λεπρούς. Έ π ρ ε π ε
« Π ο ύ νομίζεις ότι π α ς ; »
να φτάσει στην Π λ ά κ α κ α ι να π ε ί σ ε ι τους τρελούς να ε γ κ α
« Π ά ω απέναντι να πάρω το γ ι α τ ρ ό » , απάντησε.
ταλείψουν το σχέδιό τους.
«Ποιο γιατρό;»
« Π ρ έ π ε ι να γυρίσουμε πίσω γ ρ ή γ ο ρ α » , παρακίνησε τον
« Έ ν α ν από τους γιατρούς που δουλεύουν ε κ ε ί » , απάντησε ο Γιώργης. « Τ ι μπορούν να κάνουν οι γιατροί γ ι α τους λεπρούς;» κάγχασε ο αρχηγός, απευθυνόμενος στο π λ ή θ ο ς . Κ α θ ώ ς η ομάδα γελούσε και αποδοκίμαζε, ο Γ ι ώ ρ γ η ς έσπρωξε τη βάρκα του μακριά από την προκυμαία. Έ τ ρ ε μ ε σύγκορμος από το φόβο και δεν μπορούσε να κρατήσει σταθε ρό το χέρι του στο πηδάλιο. Η μ ι κ ρ ή βάρκα πάλευε με πείσμα ενάντια στην τ α ρ α γ μ έ ν η θάλασσα, και ποτέ δεν του ε ί χ ε φα νεί μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η η διαδρομή. Από κάποια απόσταση μπόρεσε να δει τη σκοτεινή σιλουέτα του Κυρίτση, και τ ε λ ι κ ά έφερε τη βάρκα κοντά στο πέτρινο πεζούλι. Ο γιατρός δεν ασχολήθηκε με το να δέσει τη βάρκα, αλλά, αντίθετα, πήδηξε κατευθείαν μέσα. Ε ί χ ε περάσει μια κοπιαστική μέρα και ανυπομονούσε να γυρίσει στο σπίτι του. Μέσα στο η μ ί φ ω ς , σχεδόν δεν δ ι έ κ ρ ι ν ε το πρόσωπο του Γ ι ώ ρ γη κ ά τ ω από το γείσο του καπέλου του, αλλά η φωνή του γέρου ήταν ασυνήθιστα δυνατή. « Γ ι α τ ρ έ » , ε ί π ε , κοντεύοντας ν α π ν ι γ ε ί , « έ χ ε ι μαζευτεί κόσμος ε κ ε ί πέρα. Ν ο μ ί ζ ω ότι σχεδιάζουν να επιτεθούν στη
Γιώργη. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς γύρισε τη βάρκα προς την α ν τ ί θ ε τ η κατεύθυν ση. Α υ τ ή τη φορά, ε ί χ ε τον άνεμο πίσω του και το σκάφος κ ά λ υ ψ ε την απόσταση ανάμεσα στο νησί και την ενδοχώρα σε χρόνο μ η δ έ ν . Μ έ χ ρ ι ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή , οι άνθρωποι στην προκυμαία είχαν ανάψει τους δαυλούς τους, κ α ι καθώς η μ ι κ ρ ή βάρκα προσέγγιζε την α κ τ ή , έφτανε ένα ακόμη φορ τ η γ ό γ ε μ ά τ ο κόσμο. Υπήρξε ένα κύμα ενθουσιασμού ενώ ο Γ ι ώ ρ γ η ς άραζε τη βάρκα, και όταν αποβιβάστηκε ο Κυρίτσης, το πλήθος έκανε χώρο γ ι α να περάσει ένας ψηλός άντρας με φαρδείς ώμους, που προφανώς ήταν ο εκπρόσωπος του. « Κ α ι ποιος είσαι ε σ ύ » , ρώτησε σαρκαστικά, « π ο υ πας κι έρχεσαι στην αποικία των λεπρών όποτε σου α ρ έ σ ε ι ; » Το θορυβώδες πλήθος αμέσως β ο υ β ά θ η κ ε γ ι α να ακούσει τ η στιχομυθία. « Ε ί μ α ι γιατρός, λ έ γ ο μ α ι Κυρίτσης. Αυτό το διάστημα δοκιμάζω μια νέα φαρμακευτική α γ ω γ ή σε κάποιους ασθε νείς στο νησί. Υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να οδηγήσει σε θεραπεία». « Α α α ! » χλεύασε ο άντρας. « Π ρ ο σ ο χ ή , όλοι! Τ ' ακούσατε
Σπιναλόγκα!» « Τ ι εννοείς;»
αυτό; Οι λεπροί θα γ ι α τ ρ ε υ τ ο ύ ν » . « Υ π ά ρ χ ε ι πολύ σοβαρή πιθανότητα γ ι α κ ά τ ι τ έ τ ο ι ο » . 370
371
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Κ ι αν υποθέσουμε ότι δεν το πιστεύουμε α υ τ ό ; »
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς Π ε τ ρ ά κ η ς ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι στη βάρκα του στη διάρ
« Δ ε ν έ χ ε ι σημασία αν δεν το πιστεύετε ε σ ε ί ς » . Ο Κυρί
κεια αυτής της αντιπαράθεσης, παρακολουθώντας αρχικά με
τσης τόνισε τα λόγια του με δραματικό ύφος. Εστίασε την
φόβο και κατόπιν με θαυμασμό, καθώς ο Κυρίτσης σκόρπιζε
προσοχή του στον αρχηγό. Μπορούσε να κ α τ α λ ά β ε ι ότι αυτός
τον όχλο. Ε ί χ ε φανεί τόσο απίθανο ένας άνθρωπος μόνος του
ο παλικαράς δεν ήταν τίποτα χωρίς τον όχλο του.
να αναχαιτίσει την ορμή αυτής της συμμορίας κακοποιών που
« Κ α ι γ ι α τ ί αυτό, π α ρ α κ α λ ώ ; » ε ί π ε ο άντρας, περιφρονητ ι κ ά , εποπτεύοντας τους ανθρώπους που περίμεναν όλο προσ
εμφανίστηκε π ε ι σ μ α τ ι κ ά αποφασισμένη να καταστρέψει την αποικία των λεπρών.
δοκία στην προκυμαία, με τα πρόσωπά τους φωτισμένα από
Ο Κυρίτσης έδωσε την εντύπωση ότι ε ί χ ε τον απόλυτο
το τρεμούλιασμα της φλόγας των δαυλών. Τ ώ ρ α προσπαθού
έ λ ε γ χ ο , όμως μέσα του ε ί χ ε φοβηθεί γ ι α τη ζωή του. Κι όχι
σε να τους ξεσηκώσει. Ε ί χ ε υποτιμήσει αυτόν το λεπτό άντρα,
μόνο αυτό. Ε ί χ ε φοβηθεί γ ι α τις ζωές όλων των λεπρών στο
ο οποίος φαινόταν να αξίζει μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η προσοχή απ' όση θα
νησί. Μ ό λ ι ς έ π α ψ ε να αισθάνεται ότι η καρδιά του θα ξ ε π η
π ε ρ ί μ ε ν ε από κάποιον του μ ε γ έ θ ο υ ς του.
δούσε από το στήθος του, συνειδητοποίησε ότι υπήρχε κάτι συ
« Α ν πειράξεις έστω και μία τρίχα ενός από τους λεπρούς
γ κ ε κ ρ ι μ έ ν ο που του έδωσε το θάρρος να αντιταχθεί στο π λ ή
ε κ ε ί π έ ρ α » , ε ί π ε ο Κυρίτσης, « θ α β ρ ε θ ε ί ς σε ένα κ ε λ ί τόσο
θος: ήταν η πιθανότητα να βρεθεί σε κίνδυνο η γυναίκα την
σκοτεινό και σε τέτοιο βάθος στο χ ώ μ α , που δεν το είδες ούτε
οποία αγαπούσε. Δ ε ν μπορούσε να κοροϊδέψει τον εαυτό του.
στους χειρότερους εφιάλτες σου. Αν μάλιστα πεθάνει ένας
Τη Μαρία θέλησε απεγνωσμένα να σώσει.
από τους λεπρούς, θα δικαστείς και θα καταδικαστείς γ ι α φόνο. Θα το φροντίσω π ρ ο σ ω π ι κ ά » . Υπήρξε αναταραχή ανάμεσα στο πλήθος, που κατόπιν βου β ά θ η κ ε ξανά. Ο αρχηγός μπορούσε να νιώσει ότι έ μ ε ν ε μόνος του. Η στιβαρή φωνή του Κυρίτση διαπέρασε τη σιωπή. « Λ ο ι π ό ν , τι θα κάνετε; Θα πάτε σπίτια σας ήσυχα ή θα κάνετε τα αίσχη σας;» Οι άνθρωποι στράφηκαν ο ένας στον άλλον και σχημα τίστηκαν μικρά π η γ α δ ά κ ι α . 'Ενας-ένας, οι δαυλοί έσβησαν, βυθίζοντας σχεδόν την προκυμαία στο σκοτάδι. Ένας-ένας από το πλήθος επέστρεψαν ήσυχα στα οχήματα τους. Ό λ η τους η αποφασιστικότητα να καταστρέψουν τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α είχε διαλυθεί. Κ α θ ώ ς ο αρχηγός κατευθυνόταν στον κεντρικό δρόμο, έρι ξε πίσω από την π λ ά τ η του μια ματιά στο γ ι α τ ρ ό . « Θ α περιμένουμε εκείνη τ η θ ε ρ α π ε ί α » , φώναξε. « Κ ι α ν δεν έρθει, θα επιστρέψουμε. Να θυμάσαι αυτό που σου ε ί π α » . 372
373
ΤΟ
ΝΗΣΙ
αυτού του είδους θα ήταν ενάντια σε μια ολόκληρη ζωή επιφυ λακτικότητας, και ήξερε ότι δεν θα μπορούσε να το κάνει. « Ό λ ο ι το ίδιο θα έκαναν. Δ ε ν ήταν τ ί π ο τ α » , ε ί π ε ή ρ ε μ α . « Τ ο έκανα γ ι α σ έ ν α » . Τόσο απερίσκεπτα λ ό γ ι α . Ή ξ ε ρ ε ότι θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικός. « Κ α ι γ ι α όλους σ' αυτό το ν η σ ί » , πρόσθεσε βιαστικά. Η Μαρία δεν ε ί π ε τίποτα και ο Κυρίτσης δεν ε ί χ ε ιδέα αν
Εικοστό Κεφάλαιο
τον άκουσε καν. Ό π ω ς συνήθως, διέσχισαν μαζί τη σήραγγα. Τα πόδια τους έκαναν τα χ α λ ί κ ι α να τρίζουν, και κανείς τους δεν μιλούσε. Υπήρχε μια σιωπηρή παραδοχή ότι ο Κυρίτσης θα π ή γ α ι ν ε στο σπίτι της γ ι α καφέ, πριν συνεχίσει γ ι α το
Δ
νοσοκομείο, όμως, καθώς έφτασαν στη στροφή της σήραγγας, ΕΝ
ΧΡΕΙΑΣΤΗΚΕ
ΠΟΛΥ γ ι α να κυκλοφορήσει στη
εκείνος κ α τ ά λ α β ε αμέσως ότι κάτι διαφορετικό συνέβαινε τού
Σ π ι ν α λ ό γ κ α η είδηση ότι ε ί χ ε κατασταλεί μια εξέ
τη τη μέρα. Ήταν σκοτεινά στην έξοδο, και δεν μπορούσε να
γερση εναντίον του νησιού. Ό λ ο ι σύντομα ήξεραν ότι
αντικρίσει τη συνηθισμένη εικόνα του κεντρικού δρόμου της
ο Κυρίτσης ε ί χ ε διαλύσει ολομόναχος έναν β ί α ι ο όχλο, και
Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς . Ο λόγος γ ι ' αυτό ξεκαθάρισε σύντομα. Ε ί χ ε συ
γ ι ' αυτόν το λ ό γ ο ε ί χ ε γ ί ν ε ι ο ήρωας της η μ έ ρ α ς . Ε π έ σ τ ρ ε ψ ε
γ κ ε ν τ ρ ω θ ε ί ε κ ε ί ένα πλήθος, ίσως και διακοσίων ανθρώπων.
την ε π ό μ ε ν η Τ ε τ ά ρ τ η , ως συνήθως, και η προσμονή του να
Σ χ ε δ ό ν όλοι οι κάτοικοι του νησιού που είχαν τη δυνατότητα,
δει τη Μ α ρ ί α ήταν πιο έντονη από π ο τ έ . Η συνειδητοποίηση
είχαν έρθει από τα σπίτια τους γ ι α να υποδεχτούν το γ ι α τ ρ ό .
ότι έτρεφε τόσο δυνατά συναισθήματα γ ι α τη Μ α ρ ί α τον
Π α ι δ ι ά , νέοι και η λ ι κ ι ω μ έ ν ο ι με τις μαγκούρες και τις πατερί
ε ξ έ π λ η ξ ε , και ολόκληρη την εβδομάδα δεν σκεφτόταν τ ί π ο τ ε
τσες τους, είχαν κάνει όλοι την εμφάνισή τους εκείνο το ψυχρό
ά λ λ ο . Ε κ ε ί ν η βρισκόταν στην προκυμαία γ ι α να τον υποδε
πρωινό, φορώντας καπέλα, με κουμπωμένους τους γ ι α κ ά δ ε ς
χ τ ε ί , μια γ ν ώ ρ ι μ η φιγούρα, τ υ λ ι γ μ έ ν η στο πράσινο παλτό
τους μ έ χ ρ ι επάνω, γ ι α να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους.
της, κ α ι , σήμερα, με ένα π λ α τ ύ χ α μ ό γ ε λ ο ζωγραφισμένο στο
Κ α θ ώ ς ο Κυρίτσης έ β γ α ι ν ε από τη σήραγγα, ξέσπασαν τ ρ ι γ ύ
πρόσωπό τ η ς .
ρω του χειροκροτήματα, και σταμάτησε απότομα, έκπληκτος
« Σ ' ευχαριστώ, γ ι α τ ρ έ » , του ε ί π ε , πριν εκείνος β γ ε ι καν από τη βάρκα. «Ο πατέρας μου μου ε ί π ε πώς αντιμετώπισες εκείνους τους ανθρώπους, και όλοι εδώ σου είναι ευγνώμονες γ ι ' αυτό που έ κ α ν ε ς » .
που αποτελούσε το επίκεντρο της προσοχής. Μ ό λ ι ς έσβησαν τα χειροκροτήματα, β γ ή κ ε μπροστά ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . « Γ ι α τ ρ έ Κυρίτση. Εκ μέρους όλων των κατοίκων αυτού του νησιού, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω γ ι ' αυτό που κάνατε
Ο Κυρίτσης ε ί χ ε πατήσει πια στην ξηρά. Κ ά θ ε μέρος του
την περασμένη εβδομάδα. Ξ έ ρ ο υ μ ε ότι μας σώσατε από μια
κορμιού του λαχταρούσε να την πάρει στην αγκαλιά του και να
εισβολή κ α ι , κατά πάσα πιθανότητα, από τραυματισμό ή θά
της εκδηλώσει την αγάπη του, όμως η αυθόρμητη συμπεριφορά
νατο. Ό λ ο ι εδώ θα σας είναι αιώνια ευγνώμονες γ ι ' α υ τ ό » .
374
375
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Μ ά τ ι α γ ε μ ά τ α προσμονή καρφώθηκαν πάνω του. Οι άν θρωποι ήθελαν να ακούσουν τη φωνή του. « Ό λ ο ι σας έ χ ε τ ε το ίδιο δ ι κ α ί ω μ α στη ζωή με οποιονδή ποτε στην ενδοχώρα. Για όσο καιρό θα μπορώ να κάνω κ ά τ ι , κανείς δεν θα καταστρέψει αυτό το μ έ ρ ο ς » . Για ά λ λ η μία φορά ξέσπασαν χειροκροτήματα, και κατό πιν οι νησιώτες διαλύθηκαν σιγά-σιγά κ α ι ξανάρχισαν τις κα θημερινές ασχολίες τους. Ο Κυρίτσης ε ί χ ε συγκινηθεί από την
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Ω , έλα σε π α ρ α κ α λ ώ , Χ ρ ή σ τ ο » , αποκρίθηκε ο Κυρίτσης, λ ι γ ά κ ι ταραγμένος. « Ξ έ ρ ε ι ς ότι θ α είχες κάνει τ ο ί δ ι ο » . « Δ ε ν ε ί μ α ι σίγουρος. Κ α τ ά γ ε ν ι κ ή ομολογία, τ α πράγμα τα ήταν πολύ δ ύ σ κ ο λ α » . « Ό λ α αυτά έγιναν την περασμένη β δ ο μ ά δ α » , ε ί π ε ο Κυρί τσης, παραμερίζοντας το επεισόδιο. « Π ρ έ π ε ι να ασχοληθούμε με τα ζητήματα του σήμερα. Τι κάνουν οι ασθενείς μ α ς ; » « Π ά μ ε στο γραφείο μου και θα σε ε ν η μ ε ρ ώ σ ω » .
υποδοχή και ανακουφίστηκε όταν έπαψε να είναι το επίκεντρο
Π ά ν ω στο γραφείο του Λ α π ά κ η βρισκόταν ένας σωρός
της τόσης προσοχής. Ο Παπαδημητρίου βρισκόταν τώρα πλάι
από φακέλους. Τους πήρε στα χέρια του έναν-έναν και έκανε
του και περπατούσε μαζί του.
στο συνάδελφο του μια σύντομη περιγραφή της τρέχουσας
« Ε π ι τ ρ έ ψ τ ε μου να σας συνοδέψω στο νοσοκομείο», ε ί π ε ,
κατάστασης του κ ά θ ε ασθενή που λ ά μ β α ν ε τη φαρμακευτική
χωρίς να συνειδητοποιεί ότι αυτό στερούσε από το γιατρό τις
α γ ω γ ή . Οι περισσότεροι από τους δ ε κ α π έ ν τ ε έδειχναν σημά
πολύτιμες στιγμές με τη Μαρία. Με όλο αυτό το πλήθος τρι
δια θ ε τ ι κ ή ς αντίδρασης, μολονότι όχι όλοι.
γύρω, η Μαρία ε ί χ ε ήδη καταλάβει ότι δεν θα μπορούσε να
« Δ ύ ο βρίσκονται σε σοβαρή, χ η μ ι κ ά αντιδραστική κατά
περιμένει να πάει ο Κυρίτσης στο σπίτι της. Θα ήταν απόλυτα
σ τ α σ η » , ε ί π ε ο Λαπάκης. Ο ένας έ χ ε ι θερμοκρασία πάνω από
ανάρμοστο. Παρακολούθησε τη φιγούρα του να απομακρύνεται,
σαράντα βαθμούς, από την τελευταία φορά που ήρθες, και
κι επέστρεψε σπίτι της. Δ υ ο φλιτζάνια βρίσκονταν στο μέσον
μόλις μου ε ί π ε η Αθηνά ότι η ά λ λ η κράτησε ξύπνιο ολόκληρο
του μικρού τραπεζιού της, κι αφού γ έ μ ι σ ε το ένα και κάθισε να
το νησί χ θ ε ς τη νύχτα με τα ουρλιαχτά της. Με ρωτάει συ
π ι ε ι τον καφέ που ε ί χ ε ψηθεί στην ξυλόσομπα, απευθύνθηκε σε
νέχεια πώς γ ί ν ε τ α ι να μην αισθάνεται τα χέρια και τα πόδια
ένα φανταστικό πρόσωπο που καθόταν απέναντι της.
της και παρ' όλα αυτά να ν ι ώ θ ε ι τόσο τρομερό πόνο. Δ ε ν έ χ ω
« Λ ο ι π ό ν , γ ι α τ ρ έ Κ υ ρ ί τ σ η » , ε ί π ε . « Ε ί σ α ι ήρωας τ ώ ρ α » .
απάντηση να της δ ώ σ ω » .
Σ τ ο μεταξύ, ο Κυρίτσης σκεφτόταν τη Μαρία. Π ώ ς θα ήταν
« Θ α την κοιτάξω σε ένα λ ε π τ ό , αλλά νομίζω ότι το κα
δυνατόν να περιμένει μέχρι την επόμενη Τ ε τ ά ρ τ η γ ι α να τη
λύτερο τώρα θα ήταν να σταματήσουμε την α γ ω γ ή . Υπάρχει
δει; Ε π τ ά ημέρες. Εκατόν εξήντα οκτώ ώρες. Υπήρχαν, ωστό
περίπτωση να συμβαίνει κάποια αυτοΐαση, και η σουλφόνη θα
σο, αρκετά πράγματα να του αποσπάσουν την προσοχή. Σ τ ο
μπορούσε να κάνει ζημιά, αν όντως είναι έ τ σ ι » .
νοσοκομείο η κατάσταση ήταν π ι ε σ μ έ ν η . Δ ε κ ά δ ε ς λεπροί χρειά
Αφού είχαν ρίξει
μια σύντομη
ματιά στις σημειώσεις,
ζονταν επείγουσα φροντίδα, και με μόνο δύο ανθρώπους να
ήταν ώρα να αρχίσουν οι δυο γιατροί τις ε π ι σ κ έ ψ ε ι ς τους
κρατούν σε λειτουργία ολόκληρο το μέρος, ο Λαπάκης και η Μα-
στους θαλάμους. Ήταν μια θ λ ι β ε ρ ή δουλειά. Έ ν α ς από τους
νάκη ανακουφίστηκαν περισσότερο από ποτέ που τον είδαν.
ασθενείς, που ήταν καλυμμένος με π λ η γ έ ς γ ε μ ά τ ε ς πύον,
« Κ α λ η μ έ ρ α , Ν ί κ ο ! » κραύγασε ο Λαπάκης π ε ρ ι π α ι κ τ ι κ ά .
έ κ λ α ι γ ε από τον πόνο, κ α θ ώ ς ο Λαπάκης χρησιμοποιούσε
«Ο καλύτερος γιατρός στην Κ ρ ή τ η , και τώρα ο Ά γ ι ο ς της
ένα διάλυμα τριχλωροξικού οξέος γ ι α να καθαρίσει τα έ λ κ η .
Σπιναλόγκας!»
Έ ν α ς άλλος άκουγε σιωπηλός, ενώ ο Κυρίτσης πρότεινε ως 376
377
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
καλύτερο τρόπο γ ι α την α ν τ ι μ ε τ ώ π ι σ η των νεκρών
ΤΟ
ΝΗΣΙ
οστών
« Σ ί γ ο υ ρ α δεν θα συνιστούσα μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η , και αν αυτή
στα δάχτυλά του τον ακρωτηριασμό, μια α π λ ή ε γ χ ε ί ρ ι σ η που
μας δίνει τα συγκεκριμένα αποτελέσματα, θα έπρεπε να τη
μπορούσε να γ ί ν ε ι χωρίς αναισθητικό - τέτοια ήταν η απου
θεωρήσουμε ως το ανώτατο όριο, ε ι δ ι κ ά με δεδομένο το χρο
σία της αίσθησης αυτού του μέρους του σώματος. Για κάποιον
νικό διάστημα κατά το οποίο γίνονται σε όλους οι ενέσεις.
άλλον, υπήρξε ένα απτό κύμα αισιοδοξίας, καθώς ο Λαπάκης
Η πιο πρόσφατη οδηγία είναι ότι θα έπρεπε να συνεχίσουμε
περιέγραφε την εμφύτευση τένοντα που σχεδίαζε να κάνει στο
να συνταγογραφούμε δαπσόνη γ ι α αρκετά χρόνια αφότου η
πόδι του, γ ι α να τον βοηθήσει να περπατήσει ξανά. Σε κ ά θ ε
λέπρα του ασθενούς π ά ψ ε ι να είναι ε ν ε ρ γ ή » , ε ί π ε ο Κυρίτσης,
προσκέφαλο, οι γιατροί συμφωνούσαν με τον ασθενή ποιο θα
προσθέτοντας έπειτα από μια μ ι κ ρ ή παύση: « Ε ί ν α ι μακρά η
ήταν το επόμενο στάδιο. Για μερικούς αυτό σήμαινε την προ
πορεία, όμως, με αυτά τα αποτελέσματα, δεν νομίζω ότι θα
ο π τ ι κ ή παυσίπονων ενέσεων, γ ι α κάποιους άλλους ίσως την
παραπονεθεί κανείς τ ο υ ς » . « Τ ι θ α ' λ ε γ ε ς ν α αρχίσουμε την α γ ω γ ή στην ε π ό μ ε ν η
ε κ τ ο μ ή των ε λ κ ώ ν . Τ ό τ ε άρχισαν να καταφτάνουν οι πρώτοι εξωτερικοί ασθε
ομάδα;»
νείς. Μερικοί απλώς χρειάζονταν καινούριες γάζες για τα π λ η -
Ο Λαπάκης ήταν ενθουσιασμένος και ανυπόμονος. Κα
γιασμένα πόδια τους, όμως για άλλους η α γ ω γ ή ήταν πιο
νείς δεν θα ε ί χ ε την τ ό λ μ η να ισχυριστεί ότι αυτοί οι λεπροί
σκληρή, ειδικά για μια γυναίκα που χρειαζόταν εκτομή του
είχαν θεραπευτεί, και θα περνούσαν μερικοί μήνες μ έ χ ρ ι τη
λεπρωματώδους όγκου στη μύτη της και τη χρήση τουλάχιστον
δ ι ε ν έ ρ γ ε ι α εξετάσεων, γ ι α να διαπιστωθεί αν ο βάκιλος της
δέκα επιθεμάτων αδρεναλίνης για να σταματήσει η αιμορραγία.
λέπρας ε ί χ ε εξαλειφθεί από τον οργανισμό τους. Ε ί χ ε ένα
Ό λ α αυτά κράτησαν μ έ χ ρ ι το απόγευμα, και τότε ήταν ώρα να δουν τους ασθενείς που λάμβαναν τη νέα α γ ω γ ή . Ένα πράγμα ξεκαθάριζε. Μ ε τ ά από αρκετούς μήνες δ ο κ ι μ ώ ν , οι νέες δόσεις της φαρμακευτικής θεραπείας παρουσίαζαν ενθαρ ρυντικά αποτελέσματα, και οι π α ρ ε ν έ ρ γ ε ι ε ς , τις οποίες φοβό ταν ο γιατρός Κυρίτσης, δεν είχαν εμφανιστεί στις περισσότε ρες από αυτές τις περιπτώσεις. Κ ά θ ε εβδομάδα εξέταζε την ύπαρξη τυχόν συμπτωμάτων αναιμίας, ηπατίτιδας και ψ υ χ ώ σεων, ασθενειών που είχαν αναφερθεί από άλλους γιατρούς οι οποίοι χορηγούσαν επίσης δαπσόνη, αλλά ανακουφίστηκε όταν διαπίστωσε ότι δεν ε ί χ ε εμφανιστεί κ α μ ί α τους. « Έ χ ο υ μ ε αυξήσει τη δόση δαπσόνης σε όλα τα " π ε ι ρ α μ α
προαίσθημα ότι ύστερα από όλα αυτά τα χρόνια συζητήσεων, λανθασμένων εκκινήσεων και χωρίς π ρ α γ μ α τ ι κ ή πίστη σε μια θεραπεία, είχαν φτάσει σε σημείο κ α μ π ή ς . Η παραίτηση, α κ ό μ η και η απελπισία, μπορούσαν τώρα να δώσουν τη θέση τους στην ε λ π ί δ α . « Ν α ι , δεν υπάρχει λόγος να π ε ρ ι μ έ ν ο υ μ ε . Ν ο μ ί ζ ω ότι θα έπρεπε να ε π ι λ έ ξ ο υ μ ε τους επόμενους δεκαπέντε το συντο μότερο δυνατόν. Ό π ω ς και πριν, θα πρέπει να έχουν κ α λ ή γ ε ν ι κ ή υ γ ε ί α » , ε ί π ε ο Κυρίτσης. Με όλο του το είναι ή θ ε λ ε να εξασφαλίσει μ ι α θέση γ ι α τη Μαρία στη λίστα των ονομάτων, αλλά ήξερε ότι θα ήταν α ν τ ι ε π α γ γ ε λ μ α τ ι κ ό να ασκήσει την επιρροή του. Το μυαλό του ε ί χ ε παρασυρθεί από τη συζήτηση γ ι α τη νέα α γ ω γ ή σε
τ ό ζ ω α " μας από τα είκοσι π έ ν τ ε στα τριακόσια μ ι λ ι γ κ ρ ά μ ,
σκέψεις γύρω από το πότε θα ξανάβλεπε τη Μ α ρ ί α . Κ ά θ ε
δύο φορές την εβδομάδα π λ έ ο ν » , ε ί π ε ο Λ α π ά κ η ς . « Ε ί ν α ι
μέρα θα του φαινόταν αιώνας.
η μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η ποσότητα που μπορώ να τους δώσω, έτσι δεν είναι;»
Τ η ν επόμενη Δ ε υ τ έ ρ α , η Φ ω τ ε ι ν ή έφτασε στο νησί όπως συνήθως. Η Μαρία ή θ ε λ ε να της π ε ι γ ι α την υποδοχή ήρωα
378
379
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
που ε ί χ ε επιφυλαχθεί στον Κυρίτση την προηγούμενη εβδο
μ ε γ ά λ η ανακούφιση του Αντρέα, η Άννα σ η κ ώ θ η κ ε τότε από
μάδα, όμως κ α τ ά λ α β ε ότι η Φ ω τ ε ι ν ή αδημονούσε να της
το κ ρ ε β ά τ ι της.
μεταφέρει πολλά νέα. Δ ε ν ε ί χ ε καλά-καλά διαβεί την πόρτα
Το αποστεωμένο πρόσωπο που την
αντίκριζε από την
ά λ λ η πλευρά του καθρέφτη μόλις ένα μήνα πριν, ε ί χ ε και
της Μαρίας, όταν άρχισε να της τα λ έ ε ι . « Η Άννα είναι έ γ κ υ ο ς ! »
πάλι σ τ ρ ο γ γ υ λ έ ψ ε ι , και καθώς γύριζε στο π λ ά ι , μπορούσε
« Ε π ι τ έ λ ο υ ς » , ε ί π ε η Μαρία, α β έ β α ι η γ ι α το αν αυτή η
να δει καθαρά ένα φούσκωμα στην κοιλιά της. Τα χαρακτη ριστικά εφαρμοστά παλτά και φορέματά της τοποθετήθηκαν
είδηση ήταν κ α λ ή ή κ α κ ή . « Τ ο ξέρει ο πατέρας μ ο υ ; » « Δ ε ν μπορεί, γιατί διαφορετικά θα σου είχε πει κάτι, έτσι;» « Υ π ο θ έ τ ω πως ν α ι » , ε ί π ε σ κ ε π τ ι κ ή . « Π ώ ς τ ο έ μ α θ ε ς ; » « Α π ό τον Αντώνη, βέβαια. Κατά γ ε ν ι κ ή ομολογία, το κ τ ή
στο πίσω μέρος της ντουλάπας, και πλέον φορούσε πιο φαρδιά ρούχα, κάτω από τα οποία η κοιλιά της φούσκωνε αργά. Ήταν δικαιολογία γ ι α γιορτή στο κ τ ή μ α . Ο Αντρέας άνοι ξε, το κελάρι του, και νωρίς ένα βράδυ, κάτω από τα δέντρα,
μα βουίζει από τις εικασίες εδώ κι ε β δ ο μ ά δ ε ς ! » « Π ε ς μου, λοιπόν. Π ε ς μου τι λ έ ν ε » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α ανυ πομονώντας να μ ά θ ε ι λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι ε ς . « Λ ο ι π ό ν , γ ι α πολλές εβδομάδες δεν είδαν την Άννα να β γ α ί ν ε ι από το σπίτι, και υπήρχαν φήμες ότι ήταν άρρωστη. Μ ε τ ά , μια μέρα την περασμένη εβδομάδα, έκανε πάλι την ε μ φάνισή της δημόσια - έχοντας πάρει βάρος α ι σ θ η τ ά ! » « Ό μ ω ς αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι έ γ κ υ ο ς » , αναφώνησε η Μ α ρ ί α .
έξω από το σπίτι, μαζεύτηκαν όλοι οι εργάτες του γ ι α να πιουν το καλύτερο κρασί της περασμένης χρονιάς. Βρισκόταν ε κ ε ί κι ο Μανόλης, και η φωνή του ακούστηκε δυνατότερα όλων, όταν έκαναν πρόποση γ ι α το παιδί που θα ερχόταν. Η Μαρία άκουγε με δυσπιστία, καθώς η Φ ω τ ε ι ν ή π ε ρ ι έ γραφε αυτές τις πρόσφατες σκηνές. « Δ ε ν πιστεύω ότι δεν σκέφτηκε να πάει να δει τον πατέρα μ α ς » , ε ί π ε . « Π ο τ έ δεν σκέφτεται κανέναν, μόνο τον εαυτό της, έτσι δεν ε ί ν α ι ; Να του το π ω , ή να π ε ρ ι μ έ ν ω μ ή π ω ς το
« Ω , vat, σημαίνει, ε π ε ι δ ή τ ο ανακοίνωσαν. Ε ί ν α ι τρεισή μισι μ η ν ώ ν » .
κάνει α υ τ ή ; » « Α ν ήμουν στη θέση σου, θα του το έ λ ε γ α . Δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ά
Τους πρώτους μήνες της εγκυμοσύνης της, η Άννα τα λ α ι π ω ρ ή θ η κ ε από αδιαθεσία. Κ ά θ ε πρωί και στη διάρκεια της ημέρας, έκανε ε μ ε τ ό και αισθανόταν αναγούλα. Ό τ ι
κι
θα το μ ά θ ε ι από κάποιον ά λ λ ο ν » . Έ μ ε ι ν α ν σιωπηλές γ ι α λ ί γ ο . ήταν
φυσιολογικά λόγος
για
Η αναμονή ενός παιδιού
μεγάλο
ενθουσιασμό,
ειδικά
αν έ τ ρ ω γ ε , δεν έ μ ε ν ε μέσα της, και γ ι α αρκετές εβδομάδες
ανάμεσα στις γυναίκες και τους κοντινούς σ υ γ γ ε ν ε ί ς . Ό χ ι
ο γιατρός ε ί χ ε α μ φ ι β ο λ ί ε ς αν το μωρό θα ε π ι β ί ω ν ε . Δ ε ν ε ί χ ε
αυτή τη φορά, όμως.
ξαναδεί γυναίκα τόσο άρρωστη, τόσο κ α τ α β ε β λ η μ έ ν η από την
« Ν α υποθέσω ότι είναι του Α ν τ ρ έ α ; »
εγκυμοσύνη, και μόλις υποχώρησαν οι ε μ ε τ ο ί , εμφανίστηκε
Η Μαρία ε ί χ ε π ε ι το ανομολόγητο.
ένα νέο π ρ ό β λ η μ α . Άρχισε να αιμορραγεί. Ο μόνος τρόπος
« Δ ε ν ξέρω. Η διαίσθησή μου μου λ έ ε ι ότι ούτε καν η
με τον οποίο ίσως να έσωζε το μωρό τώρα, ήταν να μ έ ν ε ι
Άννα το ξέρει, αλλά ο Αντώνης λ έ ε ι ότι α κ ό μ η τα κουτσο
συνέχεια ξ α π λ ω μ έ ν η . Φαινόταν, ωστόσο, ότι το παιδί ήταν
μπολιά δίνουν και παίρνουν. Χ ά ρ η κ α ν όλοι που ήπιαν γ ι α
αποφασισμένο να κρατηθεί, και τη δ έ κ α τ η τέταρτη εβδομά
την ασφαλή γέννηση του μωρού, όμως πίσω από την π λ ά τ η
δα της εγκυμοσύνης της τα πάντα σταθεροποιήθηκαν. Προς
του Αντρέα, υπήρχαν πολλοί ψίθυροι και ε ι κ α σ ί ε ς » .
380
381
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
« Α υ τ ό δεν προκαλεί έ κ π λ η ξ η , έτσι δεν ε ί ν α ι ; »
ΝΗΣΙ
« Π α τ έ ρ α , μ η βιάζεσαι ν α φύγεις. Έ χ ω ένα νέο. Έ ν α πραγ
Οι δυο γυναίκες συζήτησαν λ ί γ ο α κ ό μ η . Α υ τ ή η σημαντι
μ α τ ι κ ά καλό ν έ ο » , ε ί π ε , βάζοντας τα δυνατά της να ακουστεί
κή ε ξ έ λ ι ξ η στην οικογένεια ε ί χ ε παραμερίσει τα άλλα γ ε γ ο
ενθουσιασμένη. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς σταμάτησε. Το μόνο καλό νέο που
νότα και προς σ τ ι γ μ ή ν έ δ ι ω ξ ε τις σκέψεις της Μαρίας από
έ λ π ι ζ ε να ακούσει ήταν ότι η Μαρία μπορεί να γύριζε στο
τον Κυρίτση και τη θαρραλέα συμπεριφορά του την προηγού
σπίτι κάποια μέρα. Ήταν το μόνο π ρ ά γ μ α στον κόσμο γ ι α το
μ ε ν η εβδομάδα. Για πρώτη φορά εδώ και πολλές εβδομάδες
οποίο προσευχόταν.
συναντήσεών τους, η Φ ω τ ε ι ν ή διαπίστωσε ότι δεν άκουγε τη
« Η Άννα π ε ρ ι μ έ ν ε ι μ ω ρ ό » , ε ί π ε απλά.
διαρκή φλυαρία της Μαρίας γ ι α το γ ι α τ ρ ό . «Ο γιατρός Κυρί
«Η Ά ν ν α ; »
ε ί π ε εκείνος αόριστα,
σαν να ε ί χ ε σχεδόν
τσης αυτό, ο γιατρός Κυρίτσης το ά λ λ ο ! » πείραζε τη Μ α ρ ί α ,
ξεχάσει ποια ήταν. « Η Ά ν ν α » , ε π α ν έ λ α β ε , μ ε τ ο β λ έ μ μ α
που έπαιρνε το χρώμα παπαρούνας του βουνού, όταν η Φ ω
καρφωμένο στο έδαφος. Η α λ ή θ ε ι α ήταν ότι δεν ε ί χ ε δει τη
τ ε ι ν ή της τόνιζε αυτή την ε μ μ ο ν ή που μ ε γ ά λ ω ν ε αργά. « Π ρ έ π ε ι να πω στον πατέρα μου γ ι α την Άννα αμέσως
μ ε γ ά λ η κόρη του γ ι α περισσότερο από ένα χρόνο. Από την ημέρα που άρχισε η Μαρία τη ζωή της στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , η
« Θ α του μ ι λ ή σ ω σαν να
Άννα δεν τον ε ί χ ε επισκεφτεί ούτε μία φορά κ α ι , καθώς ο
πρόκειται γ ι α την καλύτερη είδηση που άκουσε ποτέ, και θα
Γ ι ώ ρ γ η ς ήταν ανεπιθύμητος στο σπίτι των Βανδουλάκηδων,
του πω ότι η Άννα ήταν πολύ άρρωστη γ ι α να πάει να τον
είχαν π ά ψ ε ι οι επαφές τους. Αρχικά αυτό του προκαλούσε
δ ε ι . Σ ε τ ε λ ι κ ή ανάλυση, αυτή είναι η μισή α λ ή θ ε ι α » .
μ ε γ ά λ η λ ύ π η , όμως, με την πάροδο του χρόνου, μολονότι
μόλις μ π ο ρ έ σ ω » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α .
Ό τ α ν επέστρεψαν στην προκυμαία, ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε ξεφορ
ήξερε ότι ο πατρικός δεσμός θα διατηρούνταν πάντοτε, άρχισε
τώσει όλα τα κ ι β ώ τ ι α που μ ε τ έ φ ε ρ ε , και καθόταν στο πεζούλι
να ξεχνάει την κόρη του. Περιστασιακά, αναρωτιόταν πώς
κάτω από το δέντρο, καπνίζοντας σιωπηλός ένα τσιγάρο και
δυο κορίτσια γεννημένα από την ίδια μάνα και τον ίδιο πατέ
ατενίζοντας τη θέα.
ρα, και με τις ίδιες φροντίδες από τη μέρα που γ ε ν ν ή θ η κ α ν ,
Αν και ε ί χ ε καθίσει εκεί χ ί λ ι ε ς φορές, ο καιρός μαζί με το
μπορούσαν να εξελιχθούν τόσο διαφορετικά, αλλά αυτές ήταν
φως δημιουργούσαν μια διαφορετική εικόνα κάθε μέρα. Άλλο
σχεδόν όλες οι σκέψεις που ε ί χ ε αφιερώσει στην Άννα τον
τε τα γυμνά βουνά που ορθώνονταν πάνω από την Π λ ά κ α ήταν
τελευταίο καιρό.
μ π λ ε , μερικές φορές ανοιχτό κίτρινο, και κάποιες άλλες γκρί ζα. Σ ή μ ε ρ α , με τα σύννεφα χαμηλά στον ορίζοντα, απ' άκρη σ' άκρη στο τοπίο, δεν φαίνονταν καθόλου. Ο άνεμος μαστίγωνε κάποια σημεία στην επιφάνεια της θάλασσας, δημιουργώντας νέφη από σταγονίδια που στροβιλίζονταν στο νερό σαν ατμός. Η θάλασσα ε ί χ ε μασκαρευτεί σε καζάνι με νερό που κόχλαζε, αυτό, όμως, ήταν στην πραγματικότητα κρύο σαν πάγος.
« Α υ τ ό είναι κ α λ ό » , ε ί π ε τ ε λ ι κ ά , παλεύοντας να βρει μια απάντηση. « Π ό τ ε ; » « Ν ο μ ί ζ ο υ μ ε ότι θα γ ε ν ν η θ ε ί τον Α ύ γ ο υ σ τ ο » , αποκρίθηκε η Μ α ρ ί α . « Γ ι α τ ί δεν της γ ρ ά φ ε ι ς ; » « Ν α ι , ίσως θα 'πρεπε. Θα ήταν κ α λ ή δικαιολογία γ ι α να έρθουμε σε ε π α φ ή » . Τι αντίδραση θα έπρεπε να έχει στο άκουσμα της επικεί
Ο ήχος από τις φωνές των γυναικών τον έ β γ α λ ε από την
μενης άφιξης του πρώτου εγγονιού του; Ε ί χ ε δει αρκετούς από
ονειροπόλησή του και σ η κ ώ θ η κ ε γ ι α να ετοιμάσει τη βάρκα
τους φίλους του σε κατάσταση μ ε γ ά λ η ς χαράς όταν έγιναν
γ ι α αναχώρηση. Η κόρη του επιτάχυνε το β ή μ α της.
παππούδες. Μ ό λ ι ς πέρσι, ο καλύτερος φίλος του, ο Παύλος
382
383
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
Αγγελόπουλος,
είχε
γιορτάσει
ΧΙΣΛΟΠ
τη
γέννηση
ΤΟ
του
μωρού
ΝΗΣΙ
της
« Π ο λ ύ ε υ γ ε ν ι κ ό από μέρους τους που δείχνουν τόση ευ
Φ ω τ ε ι ν ή ς με ένα αυθόρμητο γ λ έ ν τ ι ποτού και χορού, και φαι
γνωμοσύνη, αλλά ε ί μ α ι β έ β α ι ο ς ότι θα το ξεχάσουν σύντομα.
νόταν σαν να ε ί χ ε κ α τ έ β ε ι όλη η Π λ ά κ α στο καφενείο γ ι α να
Α π λ ώ ς ε λ π ί ζ ω αυτοί οι ταραχοποιοί να μείνουν μακριά στο
γιορτάσει μαζί του. Ο Γιώργης δεν φαντάστηκε τον εαυτό του
μέλλον».
να γ λ ε ν τ ά ε ι με τσικουδιά όταν θα ερχόταν το μωρό της Άννας,
« Ω , νομίζω ότι έτσι θα γ ί ν ε ι . Η Φ ω τ ε ι ν ή μου ε ί π ε ότι
αλλά ήταν, τουλάχιστον, μια δικαιολογία γ ι α να της γ ρ ά ψ ε ι .
όλα ξεκίνησαν από τη φ ή μ η πως ένα ντόπιο αγόρι μετα
Θα ζητούσε τη βοήθεια της Μαρίας γ ι α να συντάξει ένα γράμ
φέρθηκε στο Η ρ ά κ λ ε ι ο γ ι α εξετάσεις γ ι α λέπρα. Λοιπόν, το
μα εκείνη την εβδομάδα, αλλά δεν χρειαζόταν να βιαστεί.
παιδί και ο πατέρας του επέστρεψαν το περασμένο σαββατο
Δ υ ο μέρες αργότερα, ήταν η ώρα γ ι α την ε π ί σ κ ε ψ η του
κύριακο. Ε ί χ α ν πάει στα Χ α ν ι ά γ ι α να δουν τη γ ι α γ ι ά του
Κυρίτση. Κ ά θ ε φορά που π ή γ α ι ν ε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , έπρεπε
αγοριού και αποφάσισαν να μείνουν ε κ ε ί γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς μ έ ρ ε ς .
να σηκώνεται στις πέντε το πρωί, και μετά το μακρύ ταξίδι
Δ ε ν ήταν άρρωστο τ ε λ ι κ ά » .
από το Η ρ ά κ λ ε ι ο , τα τελευταία χ ι λ ι ό μ ε τ ρ α ήταν γ ε μ ά τ α προ
Ο Κυρίτσης, ακούγοντας με προσοχή τη Μ α ρ ί α , αποφά
σμονή γ ι α τη γεύση του δυνατού καφέ στα χ ε ί λ η του. Μ π ο
σισε να κρατήσει τα συναισθήματά του υπό έ λ ε γ χ ο . Αν έκανε
ρούσε να δει τη Μαρία να τον π ε ρ ι μ έ ν ε ι , και σήμερα επανέ
α λ λ ι ώ ς , θα ήταν λάθος, παραβίαση της θέσης του.
λ α β ε μέσα του τα λ ό γ ι α που σκόπευε να της π ε ι . Μέσα στο
« Ε ί χ α μ ε μερικά πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα από
μυαλό του, έ β λ ε π ε μια ε κ δ ο χ ή του εαυτού του που ε ί χ ε ευ
τις δοκιμές μ ε τ α φ ά ρ μ α κ α » , ε ί π ε , αλλάζοντας θ έ μ α . « Κ ά
φράδεια αλλά ήταν και γ ε μ ά τ η με πάθος, ήταν ή ρ ε μ η αλλά
ποιοι ασθενείς, μάλιστα, δείχνουν β ε λ τ ί ω σ η » .
καιγόταν κιόλας από τα ισχυρά αισθήματα·
όμως,
καθώς
« Τ ο ξ έ ρ ω » , ε ί π ε ε κ ε ί ν η . « Ο Δ η μ ή τ ρ η ς Λεμονιάς είναι
κ α τ έ β α ι ν ε από τη βάρκα και ερχόταν αντιμέτωπος με το
ένας από αυτούς, και μ ι λ ή σ α μ ε χ θ ε ς . Λ έ ε ι ότι μπορεί ήδη να
πρόσωπο της όμορφης γυναίκας που αγαπούσε, ήξερε ότι δεν
νιώσει μια α λ λ α γ ή » .
θα έπρεπε να βιαστεί τόσο πολύ. Μολονότι ε κ ε ί ν η τον κοιτού
« Μ ε γ ά λ ο μέρος της θα μπορούσε να είναι στον ψυχολογικό
σε με το β λ έ μ μ α ενός φίλου, του μιλούσε με τη φωνή ενός
τ ο μ έ α » , ε ί π ε ο Κυρίτσης. « Η εφαρμογή οποιασδήποτε α γ ω
ασθενή, και ως γιατρός της, ο Κυρίτσης συνειδητοποίησε ότι
γ ή ς συνήθως δίνει τεράστια ώθηση στους ασθενείς. Ο γιατρός
τα όνειρά του πως θα της εξομολογούνταν την αγάπη του δεν
Λαπάκης συντάσσει μια λίστα με ανθρώπους από τους οποίους
ήταν τίποτε περισσότερο από αυτό. Ό ν ε ι ρ α . Δ ε ν υπήρχε περί
θα ε π ι λ έ ξ ε ι την επόμενη ομάδα. Ε λ π ί ζ ο υ μ ε ότι, τ ε λ ι κ ά , τα νέα
πτωση να διαβεί το όριο που ε ί χ ε δημιουργήσει η θέση του.
φάρμακα θα χορηγηθούν σε όλους στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α .
Διέσχισαν τη σήραγγα όπως πάντα, όμως, αυτή τη φορά,
Ή θ ε λ ε να π ε ι ότι έλπιζε να βρισκόταν κι ε κ ε ί ν η στη λί
προς ανακούφισή του, δεν βρισκόταν κανείς να τον υποδεχτεί
στα. Ή θ ε λ ε να π ε ι ότι θα άξιζαν τον κόπο όλα τα χρόνια που
με ζητωκραυγές στην έξοδό της. Ως συνήθως, τα φλιτζάνια
πέρασε με έρευνες και δ ο κ ι μ έ ς , αν ε κ ε ί ν η σ ω ζ ό τ α ν / Η θ ε λ ε να
βρίσκονταν στο τραπέζι και η Μαρία ε ί χ ε κερδίσει χρόνο
π ε ι ότι την αγαπούσε. Τ ί π ο τ ε από όλα αυτά δεν β γ ή κ ε από
φτιάχνοντας τον καφέ πριν από την άφιξή του.
τα χ ε ί λ η του.
«Ο κόσμος α κ ό μ η μ ι λ ά ε ι γ ι α τον τρόπο που μας έσωσες», του ε ί π ε , παίρνοντας το μ π ρ ί κ ι από την ξυλόσομπα. 384
Όσο κι αν ή θ ε λ ε να μ ε ί ν ε ι περισσότερο στο όμορφο σπί τι της Μαρίας, έπρεπε να φ ύ γ ε ι . Ήταν δύσκολο να περάσει 385
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ά λ λ ε ς επτά η μ έ ρ ε ς πριν την ξαναδεί, αλλά δεν θα ανεχόταν
όσον αφορούσε στον Κυρίτση ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή , θα μπορούσε
την ασυνέπεια απέναντι στον εαυτό του και στους άλλους, και
να ίσχυε κάτι τ έ τ ο ι ο . Προς έ κ π λ η ξ η της Μαρίας, της κράτησε
ήξερε ότι θα τον περίμεναν στο νοσοκομείο. Οι Τ ε τ ά ρ τ ε ς ήταν
κ α ι τα δύο χέρια.
σαν αχτίδες φωτός μέσα στο σκοτάδι της κοπιαστικής, βαρυ
« Θ α αρχίσεις την α γ ω γ ή την ε π ό μ ε ν η ε β δ ο μ ά δ α » , ε ί π ε ,
φορτωμένης εβδομάδας του γιατρού Λ α π ά κ η και της γιατρού
κοιτώντας την μέσα στα μάτια, και με απόλυτη βεβαιότητα
Μ α ν ά κ η , και αυτό έκανε τη σχολαστική α κ ρ ί β ε ι α του Κυρίτση
πρόσθεσε: « Μ ι α μέρα, θα φύγεις απ' αυτό το ν η σ ί » .
α κ ό μ η πιο σ η μ α ν τ ι κ ή . Το επιπλέον βάρος εργασίας που ε ί χ ε
Ε ί χ ε κάνει πρόβες σε πάρα πολλά λ ό γ ι α , όμως, όταν ήρθε
δημιουργηθεί γ ι ' αυτούς τους δυο γιατρούς με την εφαρμογή
η σ τ ι γ μ ή , ε κ δ ή λ ω σ ε την α γ ά π η του με μια σ ι ω π η λ ή χειρο
της φαρμακευτικής α γ ω γ ή ς , τους έφερνε πέρα από τα όρια
νομία. Για τη Μ α ρ ί α , τα δροσερά δάχτυλα που έπιασαν τα
της αντοχής τους. Ό χ ι μόνο έπρεπε να φροντίζουν τους ασθε
δικά της και τα έσφιξαν ελαφρά, ήταν πιο ε κ δ η λ ω τ ι κ ά , πιο
νείς που βρίσκονταν σε κατάσταση χ η μ ι κ ή ς αντίδρασης στη
ε ύ γ λ ω τ τ α από οποιεσδήποτε λ έ ξ ε ι ς θα μπορούσαν να μπουν
λέπρα, αλλά είχαν τώρα και ανθρώπους οι οποίοι υπέφεραν
στη σειρά γ ι α να μιλήσουν γ ι α α γ ά π η . Η ζωοδότρα αίσθηση
από τις παρενέργειες των φαρμάκων. Π ο λ λ έ ς νύχτες πλέον,
της σάρκας πάνω στη σάρκα την π λ η μ μ ύ ρ ι σ ε .
ο Λαπάκης δεν έ φ ε υ γ ε από το νησί μ έ χ ρ ι να πάει δέκα η
Ό λ ε ς ε κ ε ί ν ε ς τις ώρες που κάθονταν μαζί με τον Κυρίτση
ώρα, έχοντας μ ε ρ ι κ έ ς φορές να επιστρέψει στις επτά το πρωί.
και μιλούσαν γ ι α αφηρημένα π ρ ά γ μ α τ α , αντιλαμβανόταν ότι,
Σ ύ ν τ ο μ α , ο Κυρίτσης θα χρειαζόταν να σκεφτεί την αύξηση
α κ ό μ η και τις σ τ ι γ μ έ ς που επικρατούσε σ ι ω π ή , αισθανόταν
της συχνότητας των επισκέψεών του στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , σε δύο
πλήρης και ευχαριστημένη. Ήταν α κ ρ ι β ώ ς σαν το συναίσθημα
ή και τρεις φορές την εβδομάδα.
που ε ί χ ε όταν έβρισκε ένα χαμένο κ λ ε ι δ ί ή ένα πορτοφόλι.
Μέσα σε δύο εβδομάδες, ο Λαπάκης ε ί χ ε φτιάξει λίστα
Μ ε τ ά την πυρετώδη αναζήτηση κ α ι , κατόπιν, την ανακάλυψη,
με την ε π ό μ ε ν η ομάδα των υποψηφίων γ ι α την α γ ω γ ή . Η
υπήρχε μια αίσθηση γ α λ ή ν η ς και πληρότητας. Έ τ σ ι συνέβαινε
Μ α ρ ί α ήταν ανάμεσά τους. Μ ι α Τ ε τ ά ρ τ η , στα μέσα Μαρτίου,
κι όταν ήταν μαζί με τον Κυρίτση.
όταν τα αγριολούλουδα άρχιζαν να απλώνονται στις π λ α γ ι έ ς
Δ ε ν γινόταν να μην τον συγκρίνει με τον Μ α ν ό λ η , του
στο βόρειο τ μ ή μ α της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς και οι μ υ γ δ α λ ι έ ς άνθιζαν,
οποίου η ε π ι δ ε ι κ τ ι κ ή ομιλία και η συμπεριφορά ερωτύλου
ο Κυρίτσης π ή γ ε να β ρ ε ι τη Μαρία στο σπίτι της. Ήταν έξι
εκδηλώνονταν απρόσεκτα, σαν να ήταν νερό που τρέχει από
το απόγευμα, κι ε κ ε ί ν η ε ξ ε π λ ά γ η που άκουσε χτύπημα στην
σπασμένο σωλήνα. Σ τ η ν πρώτη τους συνάντηση στο σπίτι των
πόρτα της τέτοια ώρα. Ε ξ ε π λ ά γ η α κ ό μ η περισσότερο όταν
Βανδουλάκηδων, της άρπαξε τα χέρια και τα φιλούσε σαν να
ε ί δ ε να στέκεται ε κ ε ί ο γιατρός, μια και ήξερε πως συνήθως
ήταν παθιασμένα ερωτευμένος. Ν α ι , αυτό ακριβώς ήταν: η
βιαζόταν να συναντήσει τον πατέρα της γ ι α να αρχίσει το
Μαρία γνώριζε με απόλυτη βεβαιότητα ότι ο Μανόλης δεν
μακρύ ταξίδι της επιστροφής του στο Η ρ ά κ λ ε ι ο .
ήταν παθιασμένα ερωτευμένος μ' αυτήν, αλλά με την ιδέα ότι
« Γ ι α τ ρ έ . . . Πέρασε μέσα... Τι να σου προσφέρω;»
ήταν παθιασμένα ερωτευμένος. Κ α ι να ο Κυρίτσης, που έδειχνε
Το απογευματινό φως περνούσε από τις λ ε π τ έ ς κουρτίνες
με κάθε τρόπο ότι δεν αναγνώριζε τα ίδια του τα αισθήματα.
κι έλουζε το δωμάτιο με το χρώμα του κεχριμπαριού. Ήταν
Ήταν υπερβολικά απασχολημένος με τη δουλειά του, ώστε να
σαν το χωριό ολόκληρο να ε ί χ ε τ υ λ ι χ τ ε ί στις φλόγες, και
μπορεί έστω να αναγνωρίσει τα σημάδια ή τα συμπτώματα.
386
387
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Η Μαρία σήκωσε το β λ έ μ μ α της. Τα δάχτυλα των χεριών τους ήταν τώρα π λ ε γ μ έ ν α και τα μάτια του ενός κοιτούσαν βαθιά στα μάτια του άλλου. Η δ ι κ ή του ματιά ξ ε χ ε ί λ ι ζ ε από
ΤΟ
ΝΗΣΙ
«Ο γιατρός Κυρίτσης...» άρχισε η Μ α ρ ί α . « Λ ε ς και δεν θα το μ ά ν τ ε υ α » , την πείραξε η Φ ω τ ε ι ν ή . «Συνέχισε...»
καλοσύνη και συμπόνια. Κ α ν ε ί ς τους δεν κ α τ ά λ α β ε πόση ώρα
« Δ ε ν ξέρω τι να σου π ω , α λ ή θ ε ι α . Ο ύ τ ε καν ε ί π ε κ ά τ ι » .
έμειναν έτσι, αν και ήταν αρκετός χρόνος γ ι α να τ ε λ ε ι ώ σ ε ι
« Μ ή π ω ς έκανε κ ά τ ι ; » την πίεσε η Φ ω τ ε ι ν ή , μ ε τ η θ έ ρ μ η
μια περίοδος της ζωής τους και να αρχίσει μια ά λ λ η . « Θ α σε δω την επόμενη ε β δ ο μ ά δ α » , ε ί π ε ο Κυρίτσης τ ε λ ι κ ά . « Μ έ χ ρ ι τότε, ελπίζω ο Λαπάκης να σου έχει δώσει η μ ε ρομηνία γ ι α να αρχίσεις την α γ ω γ ή . Γεια σου, Μ α ρ ί α » .
ενός φίλου που αδημονεί να μ ά θ ε ι λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι ε ς . « Μ ο υ κράτησε τα χέρια, αυτό είναι όλο, αλλά σήμαινε κ ά τ ι . Ε ί μ α ι σίγουρη γ ι ' α υ τ ό » . Η Μαρία ε ί χ ε συναίσθηση ότι το κράτημα των χεριών
Κ α θ ώ ς έ φ ε υ γ ε από το σπίτι της, η Μαρία παρακολουθούσε
μπορεί να ακουγόταν ασήμαντο σε κάποιον που ήταν ακό
τη λ ε π τ ή σιλουέτα του Κυρίτση, μέχρι που εξαφανίστηκε στη
μη μέρος του μ ε γ ά λ ο υ έξω κόσμου, όμως, ακόμη και στην
γ ω ν ί α . Έ ν ι ω θ ε ότι τον ήξερε όλη της τη ζ ω ή . Σ τ η ν πραγμα
κ ρ η τ ι κ ή ενδοχώρα, μια σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν η τυπικότητα ανάμεσα
τικότητα, ε ί χ ε περάσει περισσότερη από τη μισή της ζωή από
στους άντρες και τις γ υ ν α ί κ ε ς εξακολουθούσε να αποτελεί τον
τότε που τον ε ί δ ε γ ι α πρώτη φορά, όταν εκείνος επισκέφτηκε
κανόνα γ ι α τους ανύπαντρους ανθρώπους.
τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α τις μέρες πριν από τη γ ε ρ μ α ν ι κ ή κ α τ ο χ ή . Αν
« Μ ο υ ε ί π ε ότι θα αρχίσω την α γ ω γ ή σύντομα και ότι
και της ε ί χ ε κάνει ελάχιστη εντύπωση τότε, πλέον δυσκολευό
ίσως μια μέρα να φύγω από αυτό το νησί... και το ε ί π ε σαν
ταν να θ υ μ η θ ε ί πώς ήταν να μην τον α γ α π ά ε ι . Τι υπήρχε
να νοιαζόταν».
πριν στο μ ε γ ά λ ο κενό που τώρα κ α τ α λ ά μ β α ν ε ο Κυρίτσης;
Ό λ α αυτά μπορεί να φαίνονταν ισχνές αποδείξεις αγάπης.
Μολονότι η Μαρία κι ο γιατρός δεν είχαν ανταλλάξει
Η Φ ω τ ε ι ν ή δεν ε ί χ ε καν γνωριστεί με τον Κυρίτση κανονικά,
αναγνωρίσιμα λ ό γ ι α αγάπης, ε ί χ ε πολλά να π ε ι στη Φ ω τ ε ι
οπότε ποια ήταν αυτή γ ι α να κ ρ ί ν ε ι ; Μπροστά της, όμως,
ν ή . Ό τ α ν ήρθε ε κ ε ί ν η την επόμενη Δ ε υ τ έ ρ α , της ήταν ολο
βρισκόταν η καλύτερη φ ί λ η της που ξ ε χ ε ί λ ι ζ ε από ευτυχία.
φάνερο πως κάτι ε ί χ ε συμβεί στην παλιά φ ί λ η της. Η φιλία
Αυτό ήταν ε ν τ ε λ ώ ς π ρ α γ μ α τ ι κ ό .
τους ήταν τέτοια που μπορούσαν να ανιχνεύσουν α κ ό μ η και
« Τ ι θα σκέφτονταν οι άνθρωποι εδώ αν ήξεραν ότι συμ
μια ανεπαίσθητη α λ λ α γ ή της διάθεσης· η π α ρ α μ ι κ ρ ή υπόνοια
β α ί ν ε ι κάτι ανάμεσα σε σένα και το γ ι α τ ρ ό ; » Η Φ ω τ ε ι ν ή
στενοχώριας ή ασθένειας προδιδόταν πάντοτε από τα μ α λ λ ι ά
ήταν πρακτικός άνθρωπος. Ή ξ ε ρ ε πώς μιλούσαν οι άνθρωποι
που έδειχναν θαμπά, την επιδερμίδα που ήταν χ λ ο μ ή ή τα
στα χωριά, και η Σ π ι ν α λ ό γ κ α δεν διέφερε από την Π λ ά κ α ,
μάτια που δεν είχαν το συνηθισμένο σπινθηροβόλημά τους. Οι
όπου η σχέση ανάμεσα σε ένα γιατρό και την ασθενή του θα
γυναίκες παρατηρούσαν αυτά τα π ρ ά γ μ α τ α η μία στην ά λ λ η ,
έκανε τα κουτσομπολιά στα κατώφλια των σπιτιών τους να
ακριβώς όπως παρατηρούσαν μια λ ά μ ψ η στο β λ έ μ μ α ή ένα
διαρκούν μ έ χ ρ ι τις πρώτες πρωινές ώρες.
διαρκές χ α μ ό γ ε λ ο . Σ ή μ ε ρ α , η Μαρία έ λ α μ π ε . « Δ ε ί χ ν ε ι ς λες και γ ι α τ ρ ε ύ τ η κ ε ς » , αστειεύτηκε η Φ ω τ ε ι
« Κ α ν ε ί ς δεν πρέπει να το μ ά θ ε ι . Ε ί μ α ι σίγουρη ότι κά ποιοι άνθρωποι τον έχουν δει να β γ α ί ν ε ι από το σπίτι μου
ν ή , αφήνοντας την τσάντα της στο τραπέζι. « Έ λ α , πες μου.
κάθε Τ ε τ ά ρ τ η πρωί, αλλά κανείς δεν ε ί π ε τίποτα. Τ ο υ λ ά χ ι
Τι έγινε;»
στον όχι μπροστά μ ο υ » . 388
389
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
Ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Μ ι α χούφτα άνθρωποι μ ε δηλητηριώδη γλώσ σα είχαν προσπαθήσει να διαδώσουν το θέμα, όμως τη Μαρία τη συμπαθούσαν στο νησί, και τα κακόβουλα λ ό γ ι α έπιαναν
ΝΗΣΙ
συμπεριφορά, και αρκετά ε ρ ω τ ε υ μ έ ν η με το γιατρό ώστε να καταστήσει την ευτυχία της απρόσβλητη. Η α γ ω γ ή της Μαρίας ξεκίνησε εκείνο το μ ή ν α . Τα συ
τόπο μόνο όταν κάποιος ήταν ή δ η στη μαύρη λίστα. Αυτό που
μπτώματά
ανησυχούσε τη Μαρία περισσότερο από οτιδήποτε ήταν ότι
στο νησί, και τα σημεία αναισθησίας στο δέρμα της είχαν
ίσως οι άνθρωποι να πίστευαν πως τύχαινε ιδιαίτερης φροντί
σημειώσει
δας· η πρώτη θέση σε μια ουρά γ ι α ενέσεις, γ ι α παράδειγμα,
μ ή ν ε ς . Σε αντίθεση με πολλούς από τους άλλους νησιώτες,
της αναπτύσσονταν
ελάχιστη
εξάπλωση
αργά από τότε που
τους τελευταίους
έφτασε
δεκαοκτώ
ή κάποιο άλλο προνόμιο, άσχετα από το πόσο ασήμαντο ήταν,
δεν ε ί χ ε β ι ώ σ ε ι παραλυσία στα π έ λ μ α τ ά της και τις π α λ ά μ ε ς
θα αρκούσε γ ι α να προκαλέσει ζήλια. Αυτό θα ε ί χ ε άσχημο
των χεριών της, π ρ ά γ μ α που σήμαινε ότι ήταν απίθανο να
αντίκτυπο στον Κυρίτση, και ήταν αποφασισμένη να μην τον
καταστεί ε υ ά λ ω τ η στις π λ η γ έ ς και τα έ λ κ η που είχαν στοιχί
αφήσει να γ ί ν ε ι αντικείμενο επικρίσεων. Οι άνθρωποι σαν την
σει σε τόσους πολλούς λεπρούς την ικανότητα να περπατούν
Κατερίνα Παπαδημητρίου, που ε ί χ ε αποδειχτεί μάλλον κου
και να φροντίζουν μόνοι τους τους εαυτούς τους. Αν χωνόταν
τσομπόλα, είχαν δει τον Κυρίτση να φεύγει από το σπίτι της σε
στο παπούτσι της μια μ υ τ ε ρ ή πέτρα, την αντιλαμβανόταν σύ
πολλές περιπτώσεις, και για μια γυναίκα που ή θ ε λ ε να ε λ έ γ
ντομα, και τα ευλύγιστα χέρια της άρπαζαν τις λ α β έ ς από τις
χ ε ι τα πάντα γύρω της αυτό ήταν ενοχλητικό. Η σύζυγος του
μ ε γ ά λ ε ς κατσαρόλες που χρησιμοποιούσε στην πολυκατοικία
αρχηγού ε ί χ ε κάνει ότι μπορούσε για να μ ά θ ε ι από τη Μαρία
με την ίδια δύναμη και σταθερότητα όπως πάντα. Αυτό την
το λόγο για τον οποίο ερχόταν ο Κυρίτσης, αλλά η Μαρία
έ κ α ν ε έναν από τους τυχερούς, αλλά υπήρχε, παρ' όλα αυτά,
ε ί χ ε κρατήσει απρόθυμη στάση εσκεμμένα. Ε ί χ ε δικαίωμα να
μ ι α ασυνήθιστη ανακούφιση, με την έννοια ότι επιτέλους κ ά τ ι
προφυλάξει την ι δ ι ω τ ι κ ή ζωή της. Η ά λ λ η π η γ ή προβλημάτων
γινόταν γ ι α να κ α τ α π ο λ ε μ η θ ε ί η αρρώστια. Μ π ο ρ ε ί αυτή να
ήταν η Χριστίνα Κρουσταλάκη, ο ανεπίσημος τ ε λ ά λ η ς του ν η
μην ε ί χ ε σακατέψει το σώμα της α κ ό μ η , ε ί χ ε όμως κάνει
σιού, της οποίας οι προσπάθειες να δυσφημήσει τη Μαρία με
αρκετά γ ι α να καταστρέψει τη ζωή τ η ς .
κάποιον τρόπο συνεχίστηκαν α μ ε ί ω τ ε ς ολόκληρο τον περασμέ νο χρόνο. Π ή γ α ι ν ε στο καφενείο κάθε βράδυ και, χωρίς κ α μ ί α
Ο Α Ν Ο Ι Ξ Ι Ά Τ Ι Κ Ο Σ Α Ν Ε Μ Ο Σ φυσούσε από το νότο, τρύπωνε
απολύτως απόδειξη, άφηνε υπονοούμενα σε όσους συναντούσε
μέσα από τα βουνά κι έφτανε στον Κόλπο του Μ ι ρ α μ π έ λ ο υ ,
ότι η Μαρία Π ε τ ρ ά κ η δεν ήταν άξια εμπιστοσύνης.
όπου έκανε τη θάλασσα να αφρίζει μ α ν ι α σ μ έ ν η . Σ τ ο μ ε τ α ξ ύ ,
« Σ α λ ι α ρ ί ζ ε ι μ ε τ ο γ ι α τ ρ ό , ξ έ ρ ε ι ς » , κουτσομπόλευε ψ ι θ υ
στην ξηρά, τα δέντρα, φορτωμένα πια με μπουμπούκια, άρχι
ριστά. « Θ υ μ ή σ ο υ αυτό που σου λ έ ω , θα γιατρευτεί και θα φύ
ζαν να θροΐζουν. Πόσο ωραιότερος ήταν αυτός ο ήχος από το
γ ε ι από το νησί πριν απ' όλους μ α ς » .
κροτάλισμα των ξερών, γ υ μ ν ώ ν κ λ α δ ι ώ ν . . . Τ ώ ρ α , που κό
Αυτό της έ δ ι ν ε δύναμη, αυτή η αποστολή υποκίνησης θυ
ντευε πια ο Μ ά η ς , ο ήλιος α ν έ τ ε ι λ ε με δύναμη και σιγουριά
μού και δυσφορίας. Ε ί χ ε προσπαθήσει - κ α ι α π έ τ υ χ ε - να κά
κ ά θ ε μέρα, και έβαφε το τοπίο με χ ρ ώ μ α τ α . Ο μονόχρωμος
νει το ίδιο με τη μητέρα της Μαρίας· τώρα, θα έκανε ό,τι
ουρανός και τα μονόχρωμα βράχια εξαφανίστηκαν, κι ο κό
μπορούσε γ ι α να ταράξει την η ρ ε μ ί α της κόρης τ η ς . Η Μ α ρ ί α ,
σμος φόρεσε τα μ π λ ε , τα χρυσά, τα πράσινα, τα κίτρινα και
ωστόσο,
τα μ ο β του. Σε όλη τη διάρκεια των αρχών του καλοκαιριού,
ήταν
αρκετά
δυνατή 390
ώστε
να
αντέξει
αυτή
τη
391
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
το τραγούδι των πουλιών οργίαζε με θόρυβο, και μ ε τ ά ήρ
και δέκα η μ έ ρ ε ς δεν έπεσε κ ά τ ω από τους σαράντα βαθμούς.
θαν δυο μήνες που η φύση έ μ ε ι ν ε ακίνητη στην άπνοια και η
Το σώμα της ήταν πλέον κ α λ υ μ μ έ ν ο με έ λ κ η και όλα της τα
ευωδιά των τριαντάφυλλων και του ιβίσκου πλανιόταν βαριά
νεύρα ήταν ευαίσθητα· δεν φαινόταν να υπάρχει στάση στην
στον αέρα. Τα φύλλα και τα λουλούδια τεντώθηκαν γ ι α να
οποία να αισθανόταν άνετα. Η Μαρία ε π έ μ ε ν ε να την επισκέ
αναδυθούν από τα κοιμισμένα δέντρα κ α ι τα φυτά του χ ε ι
π τ ε τ α ι και, ενάντια σε όλους τους κανονισμούς του νοσοκο
μώνα, κι έμειναν ολοζώντανα τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, πριν
μ ε ί ο υ , ο Λαπάκης την άφηνε να μ π α ί ν ε ι στον μικρό θάλαμο
ζαρώσουν, ψηθούν και ξεραθούν από την κάψα του ή λ ι ο υ .
όπου βρισκόταν η γηραιά γυναίκα, πότε κ λ α ί γ ο ν τ α ς με λ υ γ
Ο Κυρίτσης συνέχισε να επισκέπτεται τη Μ α ρ ί α στο σπίτι της μια φορά την εβδομάδα. Συνέχιζαν να μη λ έ ν ε τίποτα γ ι α τα αισθήματα που έτρεφαν ο ένας γ ι α τον άλλον, κ α ι υπήρχε μ ι α νότα μ α γ ε ί α ς στη σιωπή τους. Ε ί χ ε την τ έ λ ε ι α
μούς και πότε ιδρώνοντας. Με τα μάτια της μισόκλειστα, αναγνώρισε τη Μ α ρ ί α . « Μ α ρ ί α » , ψιθύρισε βραχνά,
« δ ε ν μπορούν να κάνουν
τίποτα γ ι α μ έ ν α » .
λεπτότητα μιας μπουρμπουλήθρας που υψώνεται στον ουρα
« Τ ο σώμα σου π ο λ ε μ ά ε ι την αρρώστια. Δ ε ν π ρ έ π ε ι να χά
νό, τόσο ορατή, τόσο π ο λ ύ χ ρ ω μ η , αλλά που θα ήταν κ α λ ύ τ ε
σεις τ ι ς ε λ π ί δ ε ς σ ο υ » , την παρότρυνε η Μ α ρ ί α . « Ε ι δ ι κ ά τώρα!
ρα να π α ρ α μ ε ί ν ε ι α ν έ γ γ ι χ τ η . Η Μαρία μια μέρα β ρ έ θ η κ ε να
Για πρώτη φορά, είναι τόσο σίγουροι γ ι α τη θ ε ρ α π ε ί α » .
αναρωτιέται πόσο να μιλούσαν η μητέρα κ α ι ο πατέρας της γ ι α την α γ ά π η . Μ ά ν τ ε ψ ε σωστά ότι το έκαναν σπάνια
-
στον
ευτυχισμένο γ ά μ ο τους, δεν φαινόταν να υπάρχει α ν ά γ κ η να αναφέρουν κάτι τόσο β έ β α ι ο , τόσο α μ ε τ ά κ λ η τ ο .
«Όχι,
άκουσε μ ε » .
Πασχίζοντας πίσω από ένα τείχος
φλεγόμενου, α ν ε ξ έ λ ε γ κ τ ο υ πόνου, η Ε λ π ί δ α ικέτευσε τη Μ α ρία. « Ε ί μ α ι άρρωστη τόσο καιρό. Θ έ λ ω μόνο να φύγω τώρα. Θ έ λ ω να β ρ ε θ ώ με τον Π έ τ ρ ο . . . Σε π α ρ α κ α λ ώ , πες τους να
Σ τ η διάρκεια αυτών των καλοκαιρινών μηνών, η Μ α ρ ί α ,
με αφήσουν να φ ύ γ ω » .
μαζί με περισσότερους από τους μισούς κατοίκους της Σ π ι ν α
Κ α θ ι σ μ έ ν η σε μια παλιά ξύλινη καρέκλα δίπλα στο κρε
λ ό γ κ α ς , συνέχισαν την α γ ω γ ή με δαπσόνη. Ήξεραν ότι αυτή
β ά τ ι της, η Μ α ρ ί α κράτησε το άνευρο χέρι της γυναίκας.
δεν σήμαινε θεραπεία μέσα σε μια νύχτα - ή , όπως την απο
Ήταν αυτός, αναρωτήθηκε, ο ίδιος θάνατος τον οποίο υπέ-
κάλεσε ο πιο σαρδόνιος, αναστολή της « θ α ν α τ ι κ ή ς καταδί
μ ε ι ν ε κ α ι η δ ι κ ή της μητέρα; Η ίδια άγρια μ ά χ η , όπου ένα
κ η ς » - αλλά τουλάχιστον τους έδινε ελπίδα, και α κ ό μ η κ ι
αποκαμωμένο κορμί δεχόταν επίθεση χωρίς να μπορεί να
εκείνοι
αμυνθεί; Δ ε ν ε ί χ ε βρεθεί ε κ ε ί γ ι α να π ε ι αντίο στη μητέρα
που
περίμεναν την
α γ ω γ ή πλημμύριζαν
από την
αντανάκλαση της αισιοδοξίας. Δ ε ν είχαν όλοι καλά αποτελέ σματα, όμως. Τον Ιούλιο, έχοντας αρχίσει την α γ ω γ ή μόλις δύο εβδομάδες νωρίτερα, η Ε λ π ί δ α Κοντομάρη έπεσε σε κα τάσταση χ η μ ι κ ή ς αντίδρασης της λέπρας.
Κάποια σ τ ι γ μ ή στη διάρκεια ε κ ε ί ν η ς της καυτής νύχτας, ήρθε η Αθηνά Μ α ν ά κ η γ ι α να την α π α λ λ ά ξ ε ι .
δεν
« Π ή γ α ι ν ε να ξεκουραστείς», ε ί π ε . « Θ α σου κάνει κακό
μπορούσαν να είναι σίγουροι αν ήταν συνέπεια της φαρμακευ
να καθίσεις εδώ όλη νύχτα χωρίς να φας και να π ι ε ι ς . Θα
τ ι κ ή ς α γ ω γ ή ς ή όχι, όμως σταμάτησαν να της κάνουν ενέσεις
μ ε ί ν ω ε γ ώ μ ε την Ε λ π ί δ α γ ι α λ ί γ ο » .
αμέσως, κι έκαναν ότι
Οι γιατροί
της, αλλά θα έ μ ε ν ε με την Ε λ π ί δ α μ έ χ ρ ι το τέλος.
μπορούσαν γ ι α να την ανακουφίσουν
Η αναπνοή της Ε λ π ί δ α ς ήταν πια ρ η χ ή . Γ ι α πρώτη φορά,
από τους πόνους. Η θερμοκρασία της μαινόταν εκτός ε λ έ γ χ ο υ
φαινόταν να μην πονάει. Η Μ α ρ ί α ήξερε ότι μπορεί να μην
392
393
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
της α π έ μ ε ν ε πολύς χρόνος, κ α ι δεν ή θ ε λ ε να χάσει τη σ τ ι γ μ ή
Από τη μ ι α πλευρά, με ένα από τα πιο α γ α π η μ έ ν α μ έ λ η της
που θα έ φ ε υ γ ε .
κοινότητας να έ χ ε ι χαθεί τόσο πρόσφατα, ο προστάτης άγιος
« Θ α μ ε ί ν ω » , ε ί π ε αποφασιστικά. « Π ρ έ π ε ι » .
της ίασης φαινόταν να μην κάνει τη δουλειά του. Από την
Το ένστικτο της Μαρίας ήταν σωστό. Λ ί γ ο αργότερα, την
ά λ λ η , πολλοί άνθρωποι στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , οι οποίοι λάμβαναν
πιο ήσυχη ώρα της νύχτας, ανάμεσα στις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς σ τ ι γ μ έ ς
τη φ α ρ μ α κ ε υ τ ι κ ή α γ ω γ ή , έδειχναν κάποια πρώτα σημάδια
της ανθρώπινης δραστηριότητας και στο πρώτο ανάδεμα των
ανάρρωσης. Σ ε μερικούς, τ α έ λ κ η έδειχναν ν α μην εξαπλώ
πουλιών, η Ε λ π ί δ α αναστέναξε γ ι α τελευταία φορά κι έφυ
νονται πια· σε άλλους, καθώς το αίμα επέστρεφε στους ιστούς,
γ ε . Τουλάχιστον α π ε λ ε υ θ ε ρ ώ θ η κ ε από το σακατεμένο κορμί
η παράλυση φαινόταν να αντιστρέφεται. Τουλάχιστον σε λί
τ η ς . Η Μ α ρ ί α έ κ λ α ψ ε , μ έ χ ρ ι που το σώμα της στέρεψε από
γους φαινόταν σαν να ήταν έτοιμο να συμβεί ένα θαύμα. Το
δάκρυα και ε ν έ ρ γ ε ι α . Η θ λ ί ψ η της δεν ήταν μόνο γ ι α την
πανηγύρι του Α γ ί ο υ Π α ν τ ε λ ε ή μ ο ν α έπρεπε να γ ί ν ε ι , μολονό
η λ ι κ ι ω μ έ ν η γυναίκα που της ε ί χ ε προσφέρει τόση φιλία από
τι οι άνθρωποι σκέφτονταν ότι θα έπρεπε να πενθήσουν μ ι α
τότε που έφτασε στο νησί, αλλά και γ ι α τη μητέρα της, της
χαμένη φίλη.
οποίας οι τ ε λ ε υ τ α ί ε ς μέρες μπορεί να ήταν τόσο οδυνηρές όσο και της Ε λ π ί δ α ς .
Τ η ν προηγούμενη νύχτα, έψησαν ψ ω μ ι ά και γ λ υ κ ά , και ανήμερα πέρασαν όλοι με τη σειρά από την εκκλησία γ ι α
Η κηδεία ήταν ένα γεγονός που έφερε όλους τους κα
να ανάψουν τα κεριά τους και να πουν μια προσευχή. Το
τοίκους του νησιού να συνωστιστούν στη μ ι κ ρ ή εκκλησία του
βράδυ χόρεψαν κ α ι τραγούδησαν μαντινάδες, κ α ι απουσίαζε
Α γ ί ο υ Π α ν τ ε λ ε ή μ ο ν α . Ο ιερέας έκανε την τ ε λ ε τ ή στο κα
η ακεφιά που ε ί χ ε χαρακτηρίσει κάποιες πρόσφατες γ ι ο ρ τ έ ς .
τ ώ φ λ ι , ώστε οι περίπου εκατό άνθρωποι που στέκονταν στο
Ό τ α ν ο άνεμος φυσούσε προς τη μεριά τους, οι άνθρωποι στην
δρόμο τον οποίο ε ί χ ε μισοψήσει ο ήλιος, να τη μοιραστούν με
Π λ ά κ α μπορούσαν να ακούσουν τα χορδίσματα της λύρας και
όσους είχαν στριμωχτεί στο δροσερό εσωτερικό. Όταν τ ε λ ε ί ω
του μπουζουκιού, που πλανιόνταν πάνω από τη θάλασσα.
σαν οι ψ α λ μ ω δ ί ε ς και οι προσευχές, το κ α λ υ μ μ έ ν ο με λουλού
« Ο ι άνθρωποι χρειάζονται ένα μ έ λ λ ο ν » , παρατήρησε η
δια φέρετρο μ ε τ α φ έ ρ θ η κ ε στην κ ε φ α λ ή μιας μακράς πομπής,
Μ α ρ ί α στον Κυρίτση όταν αυτός καθόταν στο τραπέζι της την
που κατευθύνθηκε αργά πάνω στο λόφο, πέρασε από το νο
ε π ό μ ε ν η εβδομάδα. « Α κ ό μ η και αν δεν είναι σίγουροι γ ι α το
σοκομείο και την πολυκατοικία, κι έφτασε στην ακατοίκητη
τι θα φέρει α υ τ ό » .
πλευρά του νησιού, όπου τα βράχια χάνονταν στα σκοτεινά νερά της Σ τ υ γ ό ς . Μ ε ρ ι κ ο ί από τους πιο η λ ι κ ι ω μ έ ν ο υ ς έκαναν αυτή τη διαδρομή καθισμένοι στα ξύλινα σαμάρια τ ω ν γ α ϊ δουριών τους· άλλοι περπατούσαν αργά, προσέχοντας κ ά θ ε β ή μ α τους, κι έφτασαν στο νεκροταφείο π ο λ λ ή ώρα αφότου θάφτηκε η σορός στο χ ώ μ α .
« Τ ι τους ακούς να λ έ ν ε ; » τη ρώτησε. Ε κ ε ί ν η ήταν τα αυ τιά του στον π ρ α γ μ α τ ι κ ό κόσμο της αποικίας των λεπρών. « Κ α ν ε ί ς ακόμα δεν λ έ ε ι ότι θ α φ ύ γ ε ι » , ε ί π ε . « Ν ο μ ί ζ ω πως όλοι καταλαβαίνουμε ότι είναι ακόμα οι πρώτες μ έ ρ ε ς . Ό μ ω ς , έ χ ε ι αλλάξει η διάθεση. Οι άνθρωποι που δεν έχουν αρχίσει την α γ ω γ ή τους, έχουν αρχίσει να ανησυχούν. Ξέρουν
Ήταν η τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου, και στις είκοσι επτά του μήνα γιόρταζε ο Ά γ ι ο ς Π α ν τ ε λ ε ή μ ο ν α ς . Φαινόταν κ α λ ή κ α ι ταυτόχρονα κ α κ ή συγκυρία γ ι α μια τέτοια γ ι ο ρ τ ή . 394
ότι έ χ ε ι σ η μ α σ ί α » . « Π ρ ά γ μ α τ ι έ χ ε ι σημασία. Μπορεί να φαίνεται α ρ γ ή , όμως σου υπόσχομαι ότι θα κάνει τη δ ι α φ ο ρ ά » . 395
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Π ό σ ο α ρ γ ή θα ε ί ν α ι ; » τον ρώτησε. Το ζήτημα του πόσο καιρό θα χρειάζονταν όλα αυτά δεν ε ί χ ε ποτέ θ ι χ τ ε ί .
ΤΟ
ΝΗΣΙ
αναμονής, ήταν λόγος γ ι α μ ε γ ά λ η γ ι ο ρ τ ή τόσο στην ο ι κ ο γ έ νεια όσο και στην κοινότητα. Κανείς δεν καλοδεχόταν τη δια
« Α κ ό μ η κι όταν η ασθένεια π ά ψ ε ι να είναι ε ν ε ρ γ ή , θα
σάλευση της φυσικής τάξης που συνέβαινε όταν οι ισχυροί
χρειαστεί να συνεχίσουμε την α γ ω γ ή γ ι α ένα ή δύο χρόνια,
άνθρωποι δεν κατάφερναν να αποκτήσουν π α ι δ ι ά . Τ ώ ρ α που
ανάλογα με τη σοβαρότητα της κ ά θ ε π ε ρ ί π τ ω σ η ς » , της απά
η Άννα Βανδουλάκη ε ί χ ε γεννήσει ένα παιδί, κανείς δεν αμ
ντησε.
φ έ β α λ λ ε ότι θα γεννούσε κι άλλο, και την ε π ό μ ε ν η φορά θα
Σ τ η ν κ λ ί μ α κ α του χρόνου αυτής της πανάρχαιας ασθένειας, της παλαιότερης που γνώριζε η ανθρωπότητα, το ένα ή τα δύο χρόνια ισοδυναμούσαν με ένα πετάρισμα των βλεφάρων. Ό μ ω ς ,
ήταν αγόρι. Αυτό θα διασφάλιζε, μ ι α κ α ι κ α λ ή , ότι οι παρα δόσεις θα συνεχίζονταν και στην ε π ό μ ε ν η γ ε ν ι ά . Η βάπτιση έ γ ι ν ε στην ίδια εκκλησία, στην Ελούντα, όπου
καθώς ο Κυρίτσης κοιτούσε τη Μαρία, συνειδητοποίησε ότι του
είχαν παντρευτεί η Άννα κ α ι ο Αντρέας, εννέα χρόνια νωρί
φαινόταν αιωνιότητα. Το ίδιο συνέβαινε και με αυτή, αν και
τερα. Πόσα είχαν αλλάξει από τότε, συλλογίστηκε ο Γ ι ώ ρ γ η ς
κανείς από τους δυο τους δεν ήταν πιθανόν να το π ε ι .
ενώ καθόταν στο ξύλινο στασίδι στο βάθος της εκκλησίας,
Σ α ν να χρειαζόταν να ισοσκελιστεί ο θάνατος με τη γ έ ν
περιμένοντας, μαζί με δεκάδες άλλους, να φτάσουν η κόρη
νηση, έφτασε στο τέλος του Αυγούστου η είδηση ότι ε ί χ ε γ ε ν
του κ α ι ο άντρας της με το μωρό. Π ή γ ε ε κ ε ί όσο πιο καθυ
ν η θ ε ί το μωρό της Άννας. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ή ρ θ ε μ ι α Παρασκευή
στερημένος μπορούσε, κ α ι τώρα καθόταν σκυφτός, χωμένος
πρωί γ ι α να το π ε ι στη Μ α ρ ί α . Δ ε ν ε ί χ ε δει α κ ό μ η το παιδί,
μέσα στο σακάκι του, θέλοντας να αποφύγει την κουβέντα με
όμως ο Αντώνης ε ί χ ε καταφτάσει ολοταχώς στην Π λ ά κ α την
άλλα μ έ λ η της οικογένειας Β α ν δ ο υ λ ά κ η , τα οποία δεν ε ί χ ε
προηγούμενη μέρα γ ι α να του το π ε ι . Δ ε ν ήταν εύκολη γέννα.
δει γ ι α σχεδόν δύο χρόνια. Ο Αλέξανδρος και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α
Η Άννα ε ί χ ε ασθενήσει γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς εβδομάδες στο τέλος της
βρίσκονταν ή δ η στην είσοδο της εκκλησίας όταν έφτασε, και
εγκυμοσύνης και ο τοκετός ήταν δύσκολος κ α ι π α ρ α τ ε τ α μ έ
δίπλα τους στεκόταν ο Μ α ν ό λ η ς , ο οποίος μιλούσε ζωηρά με
νος. Μολονότι ήταν α κ ό μ η αδύναμη, ο γιατρός τη δ ι α β ε β α ί
τους ανθρώπους πίσω του κ α ι ανέμιζε τα χέρια του ενώ έ λ ε γ ε
ωσε πως θα ανάρρωνε γρήγορα, και θα ήταν έ τ ο ι μ η να κάνει
κάποιο ανέκδοτο, που έκανε το ακροατήριο του να ξεκαρδι
κι άλλο παιδί. Ήταν το τελευταίο που την απασχολούσε. Το
στεί από το γ έ λ ι ο . Ήταν ωραίος όπως πάντα, με τα μαύρα
μωρό, ευτυχώς, ήταν υ γ ι έ ς και μ ε γ ά λ ω ν ε .
μ α λ λ ι ά του λ ι γ ά κ ι πιο μακριά απ' όσο τα θυμόταν ο Γ ι ώ ρ γ η ς ,
Η γέννηση
ενός
μωρού στην
οικογένεια μ α λ ά κ ω σ ε τη
στάση του Αλέξανδρου Βανδουλάκη απέναντι στον Γ ι ώ ρ γ η Π ε τ ρ ά κ η , και τώρα έ ν ι ω θ ε πως ε ί χ ε έρθει η κ α τ ά λ λ η λ η στιγ μή γ ι α συμφιλίωση. Ο γέρος ε ί χ ε περάσει αρκετό χρόνο στην απομόνωση. Λ ί γ ε ς μέρες αργότερα, έ λ α β ε μ ι α πρόσκληση γ ι α να παραστεί στη βάπτιση. Α υ τ ή θα γινόταν την επόμενη εβδομάδα και θα ακολουθούσε γ λ έ ν τ ι , κάτι γ ι α το οποίο οι
το δέρμα του μαυρισμένο από τον ήλιο και τα δόντια του να λάμπουν. « Π ρ έ π ε ι να του λ ε ί π ε ι η Μ α ρ ί α » , συλλογίστηκε, « μ ι α κ α ι δεν έ χ ε ι β ρ ε ι ακόμα κάποιο άλλο κορίτσι γ ι α να το κάνει γυναίκα τ ο υ » . Κατόπιν, οι συγκεντρωμένοι σηκώθηκαν. Ε ί χ ε μ π ε ι ο ιερέας και διέσχιζε το διάδρομο, ενώ τον ακολου θούσαν ο Αντρέας κ α ι η Άννα. Ε κ ε ί ν η κρατούσε έναν μικρό μπόγο από λ ε υ κ ή δαντέλα.
Κ ρ η τ ι κ ο ί δεν χρειάζονταν δ ι κ α ι ο λ ο γ ί ε ς . Η άφιξη ενός παιδιού
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς κ ε ρ α υ ν ο β ο λ ή θ η κ ε από την εμφάνιση της κό
στην οικογένεια Βανδουλάκη, έπειτα από σχεδόν μια δεκαετία
ρης του. Π ε ρ ί μ ε ν ε να δει τη λ ά μ ψ η της μητρότητας, ό μ ω ς η
396
397
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
φιγούρα που πέρασε από μπροστά του, σαν να αιωρούνταν,
Σ τ ο τελευταίο στάδιο του μυστηρίου, ο ιερέας πέρασε μ ι α
ήταν αποστεωμένη. Το μυαλό του γύρισε πίσω, στο πώς φαι
κ α τ ά λ ε υ κ η κορδέλα στους ώμους του Μ α ν ό λ η και την έδεσε
νόταν η Ε λ έ ν η μ ε τ ά τη γέννηση των δυο παιδιών τους, και
γ ι α να δημιουργήσει έναν συμβολικό κύκλο που π ε ρ ι λ ά μ β α ν ε
θ υ μ ή θ η κ ε πώς διατήρησε το βάρος της, που φαινόταν φυσιο
τον άντρα και το παιδί. Ο Μανόλης χ α μ ή λ ω σ ε το β λ έ μ μ α
λ ο γ ι κ ό γ ι α μια γυναίκα που κουβαλούσε μέσα της ένα π α ι δ ί ,
του στο γ λ υ κ ό προσωπάκι του μωρού και χ α μ ο γ έ λ α σ ε . Ε ί χ ε
γ ι α τόσους μ ή ν ε ς . Η Άννα, ωστόσο, ήταν λ ε π τ ή σαν νεαρή
ξυπνήσει τώρα, και τα σκούρα μάτια της ήταν σαν να κοι
κ λ η μ α τ α ρ ι ά και έ δ ε ι χ ν ε το ίδιο εύθραυστη. Ε ί χ ε περάσει
τούσαν επίμονα τα δικά του. Αν έ β λ ε π ε καθαρά, θα διέκρινε
πολύς καιρός από τότε που την ε ί δ ε τ ε λ ε υ τ α ί α φορά, όμως η
στο πρόσωπο του άντρα μια έκφραση καθαρής λατρείας, και
εμφάνιση της δεν ήταν όπως την π ε ρ ί μ ε ν ε . Ο Αντρέας έ δ ε ι
κανείς δεν α μ φ έ β α λ λ ε ούτε γ ι α μ ι α σ τ ι γ μ ή ότι εκείνος θα
χνε α κ ρ ι β ώ ς ίδιος, σκέφτηκε ο Γ ι ώ ρ γ η ς , μάλλον ψυχρός και
αγαπούσε και θα λάτρευε το πνευματικό παιδί του, την πο
αυστηρός, με απόλυτη συνείδηση της θέσης του στον κόσμο.
λ ύ τ ι μ η φιλιότσα του.
Ο βόμβος της ζωηρής φλυαρίας σταμάτησε και ε π ι κ ρ ά τ η σε ησυχία στους συγκεντρωμένους, σαν να μην ή θ ε λ ε κανείς να ξυπνήσει το μωρό. Αν κι εκείνο αγνοούσε μέσα στην ευ δαιμονία του τα πάντα, εκτός από τη ζεστασιά της μ η τ ρ ι κ ή ς α γ κ α λ ι ά ς , ήταν σ η μ α ν τ ι κ ή σ τ ι γ μ ή γ ι α τ ο παιδί. Μ έ χ ρ ι τ η βάπτισή της, η Σ ο φ ί α , όπως θα ονομαζόταν, ήταν ε κ τ ε θ ε ι μένη στο « κ α κ ό μ ά τ ι » , αλλά μόλις τ ε λ ε ί ω ν ε η τ ε λ ε τ ή , η π ν ε υ μ α τ ι κ ή ασφάλειά της θα ήταν ε γ γ υ η μ έ ν η . Κ α θ ώ ς οι υπόλοιποι από τους παρευρισκόμενους κάθονταν πάλι στις θέσεις τους, ο Μανόλης προχώρησε μπροστά. Π έ ρ α από τον ιερέα και το μωρό, θα ήταν κι αυτός βασικός πρωτα γωνιστής της βάπτισης: ο νονός. Σ ύ μ φ ω ν α με την παράδοση της Κ ρ ή τ η ς , το παιδί αναλάμβανε ο σύντεκνος, ο πνευματικός πατέρας του παιδιού, που ήταν το πιο σημαντικό πρόσωπο στη ζωή του μετά τη μητέρα και τον πατέρα του. Κ α θ ώ ς το εκκλησίασμα παρακολουθούσε και άκουγε τις ψ α λ μ ω δ ί ε ς του ιερέα, κι έ β λ ε π ε το νερό να ξ ε π λ έ ν ε ι τις ανύπαρκτες αμαρτίες του μωρού, σφυρηλατήθηκε ο πνευματικός δεσμός ανάμεσα στον Μ α ν ό λ η και τη Σ ο φ ί α . Του έδωσαν το μωρό κι εκείνος φίλησε το μ έ τ ω π ο του. Ε ν ώ το έκανε αυτό, τον τ ύ λ ι ξ ε η απερίγραπτα γ λ υ κ ι ά ευωδιά του νεογέννητου.
Τ ί π ο τ α δεν
φαινόταν πιο φυσικό από το να φυλάξει σαν θησαυρό αυτό το μικροσκοπικό, αβαρές πλάσμα. 398
399
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Σ υ γ γ ν ώ μ η , πατέρα, όμως δεν ήμουν καλά ούτε στην αρχή ούτε στο τέλος της εγκυμοσύνης, και τούτο το καλοκαίρι ήταν πολύ ζεστό και δυσάρεστο». Δ ε ν ε ί χ ε νόημα ν α ε π ι κ ρ ί ν ε ι την Άννα. Π ο τ έ δεν ε ί χ ε . Ε κ ε ί ν η κατάφερνε πάντοτε να αντιστρέφει την κατάσταση και να κάνει τον ε π ι κ ρ ι τ ή να αισθάνεται ένοχος- η υ π ο κ ρ ι τ ι κ ή συμπεριφορά της ήταν το μόνο που π ε ρ ί μ ε ν ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Μ π ο ρ ώ ν α δ ω την ε γ γ ο ν ή μ ο υ ; »
Εικοστό Πρώτο Κεφάλαιο
Ο Μανόλης ε ί χ ε καθυστερήσει στην είσοδο της εκκλησίας, καθώς ε ί χ ε συγκεντρωθεί γύρω του μια ομάδα καλεσμένων γ ι α να θαυμάσουν τη βαφτισιμιά του. Το κοριτσάκι ήταν ακό μη δ ε μ έ ν ο μαζί του με τη λ ε υ κ ή κορδέλα και ο ίδιος φαινόταν
Μ
Ε Τ Α Τ Η Β Α Π Τ Ι Σ Η , ο Γ ι ώ ρ γ η ς έ μ ε ι ν ε πίσω, κα θώς ο κόσμος δ ι ά β α ι ν ε τη βαριά δ ί φ υ λ λ η πόρτα της εκκλησίας γ ι α να β γ ε ι έ ξ ω στη λ ι α κ ά δ α . Ή θ ε λ ε να
δει την ε γ γ ο ν ή του από κοντά, αλλά ή θ ε λ ε επίσης να μ ι λ ή σ ε ι
στη μητέρα της. Μ έ χ ρ ι ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή , η Άννα δεν ε ί χ ε καν
να μην έ χ ε ι κ α μ ί α πρόθεση να την αφήσει από τα χέρια του. Ο τρόπος με τον οποίο την κρατούσε σφιχτά, έ δ ε ι χ ν ε στοργή αλλά κ α ι ιδιοκτησία. Τ ε λ ι κ ά , διέσχισε το διάδρομο γ ι α να συ ναντήσει τον άνθρωπο που παραλίγο να γινόταν πεθερός του. Χ α ι ρ ε τ ή θ η κ α ν και ο Γ ι ώ ρ γ η ς παρατήρησε ότι
μπορούσε να
συνειδητοποιήσει ότι βρισκόταν ε κ ε ί ο πατέρας της, όμως,
δ ε ι από την ε γ γ ο ν ή του, μια και ήταν φασκιωμένη με πολλά
καθώς γύριζε την π λ ά τ η της γ ι α να φύγει από την εκκλησία,
στρώματα δαντελένιων υφασμάτων, και ε ί χ ε , γ ι α ά λ λ η μ ι α
τον εντόπισε κ α ι άρχισε να του κάνει νόημα κουνώντας ζωη
φορά, α π ο κ ο ι μ η θ ε ί .
ρά το χέρι της, από την ά λ λ η πλευρά της ανθρωποθάλασσας
« Ε ί ν α ι όμορφη, έ τ σ ι ; » ε ί π ε ο Μ α ν ό λ η ς , χ α μ ο γ ε λ ώ ν τ α ς .
που περνούσε τώρα από μπροστά του, έχοντας ξαναρχίσει τις
« Α π ' όσα μπορώ να δω, ναι, ε ί ν α ι » , απάντησε ο Γιώργης.
συζητήσεις τους από το σημείο όπου τ ι ς είχαν αφήσει όταν
« Σ α ν τη μητέρα τ η ς ! » συνέχισε ο Μ α ν ό λ η ς , ρίχνοντας
ξεκίνησε το μυστήριο. Τ η ς φάνηκε ότι πέρασε μια αιωνιότητα μ έ χ ρ ι να φτάσει κοντά του. « Π α τ έ ρ α » , είπε όλο ζωντάνια, «χαίρομαι τόσο που ή ρ θ ε ς » .
στην Άννα ένα χαρούμενο β λ έ μ μ α . Δ ε ν ε ί χ ε , στην π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , σκεφτεί τ η Μαρία γ ι α μ ή ν ε ς , όμως αισθάνθηκε ότι όφειλε να ρωτήσει γ ι ' αυτήν.
Τ ο υ μιλούσε σαν να ήταν κάποιος παλιός φίλος ή μακρι
« Π ώ ς είναι η Μ α ρ ί α ; » ρώτησε, με τον τόνο της φωνής
νός σ υ γ γ ε ν ή ς , με τον οποίο ε ί τ ε ε ί χ ε χάσει την επαφή της γ ι α
του να δ ε ί χ ν ε ι τόσο ενδιαφέρον και ανησυχία, ώστε θα μπο
πολύ καιρό ε ί τ ε χαιρόταν που τον έ β λ ε π ε μπροστά τ η ς .
ρούσε να κοροϊδέψει κάποιον που θα τύχαινε να τους ακούει
« Α ν π ρ ά γ μ α τ ι χαίρεσαι τόσο πολύ που ήρθα, γ ι α τ ί δεν
και να π ι σ τ έ ψ ε ι ότι νοιαζόταν α κ ό μ η γ ι α ε κ ε ί ν η . Ήταν η
ήρθες εσύ να με δεις ε δ ώ και πάνω από ένα χρόνο; Δ ε ν π ή γ α
ερώτηση που θα έπρεπε να ε ί χ ε κάνει η Άννα, η οποία στε
π ο υ θ ε ν ά » , της ε ί π ε εκείνος, προσθέτοντας δ η κ τ ι κ ά : « Ε κ τ ό ς
κόταν τώρα σ ι ω π η λ ή , περιμένοντας την απάντηση, καθώς, σε
από τ η Σ π ι ν α λ ό γ κ α » .
τ ε λ ι κ ή ανάλυση, αναρωτιόταν αν ο Μανόλης έ ν ι ω θ ε τίποτα 401
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
γ ι α την αδερφή της α κ ό μ η . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς χαιρόταν ιδιαίτερα να
λιακάδα. Τ ρ ι γ ύ ρ ω του, γυναίκες με ζωηρόχρωμα, λουλουδά
μ ι λ ά ε ι γ ι α τ η μ ι κ ρ ή κόρη του.
τα καλοκαιρινά φορέματα συζητούσαν, ενώ παιδιά έτρεχαν
« Ε ί ν α ι αρκετά καλά και τα συμπτώματα δεν χειροτέρεψαν
πέρα-δώθε, προσπαθώντας να μην πέσουν πάνω στους μ ε γ ά
από τότε που π ή γ ε ε κ ε ί » , ε ί π ε . « Π ε ρ ν ά ε ι τον περισσότερο χρό
λους και τσιρίζοντας καθώς το ένα κυνηγούσε το άλλο. Θα
νο της βοηθώντας τους λεπρούς που δεν μπορούν να φροντίσουν
γινόταν γ λ έ ν τ ι εκείνο το βράδυ και μια αίσθηση ενθουσιασμού
μόνοι τους τον εαυτό τους. Αν χρειαστούν ένα χεράκι στα ψ ώ
πλανιόταν στον αέρα, σαν η λ ε κ τ ρ ι κ ό φορτίο.
νια και το μ α γ ε ί ρ ε μ α , τους βοηθάει η Μαρία, κι επίσης κάνει και πολλά πράγματα με τα γιατρικά της από β ό τ α ν α » .
Το π έ π λ ο της ζέστης που τ ύ λ ι ξ ε τον Γ ι ώ ρ γ η όταν β γ ή κ ε μέσα από τη δροσιά της εκκλησίας τον έκανε να ζαλιστεί.
Αυτό που δεν ανέφερε ήταν ότι οι περισσότεροι από τους
Α ν ο ι γ ό κ λ ε ι σ ε τα μάτια του γ ι α να α ν τ ι μ ε τ ω π ί σ ε ι το ε κ τ υ
νησιώτες υποβάλλονταν πλέον σε α γ ω γ ή . Δ ε ν ε ί χ ε νόημα να
φλωτικό φως, ενώ κόμποι ιδρώτα κυλούσαν στα μάγουλά
το κάνει τόσο μ ε γ ά λ ο ζήτημα, ε π ε ι δ ή α κ ό μ η και ο ίδιος δεν
του σαν δροσερά δάκρυα. Ο γ ι α κ ά ς του μάλλινου σακακιού
ήξερε τι π ρ α γ μ α τ ι κ ά σήμαινε όλο αυτό. Κ α τ α λ ά β α ι ν ε ότι οι
του τον τσιμπούσε ενοχλητικά στο λ α ι μ ό . Να έ μ ε ν ε μαζί με
ενέσεις που τους γίνονταν μπορούσαν να καταπραΰνουν τα
τον κόσμο και να διασκέδαζε μέχρι το ξ η μ έ ρ ω μ α ; Ή να γ ύ
συμπτώματα, αλλά δεν ήξερε τίποτε άλλο πέρα από αυτό.
ριζε στο χωριό του, όπου η οικεία εικόνα όλων των φιδωτών
Σ ί γ ο υ ρ α δεν πίστευε στην ανακάλυψη θεραπείας γ ι α τη λ έ
δρόμων και των φθαρμένων εξωθύρων του έδινε ανακούφιση;
πρα. Θα ε ί χ ε ψευδαισθήσεις αν φανταζόταν ότι μπορούσε να
Τη σ τ ι γ μ ή που προσπαθούσε να ξεγλιστρήσει απαρατήρητος,
εξαλειφθεί η αρχαιότερη αρρώστια του κόσμου, και δεν θα
εμφανίστηκε δίπλα του η Άννα.
άφηνε τον εαυτό του να χαθεί σε ένα τέτοιο όνειρο.
« Π α τ έ ρ α , πρέπει να έρθεις να π ι ε ι ς ένα ποτό μαζί μας.
Μ ό λ ι ς τ ε λ ε ί ω σ ε τα λόγια του, ήρθε ο Αντρέας.
Ε π ι μ έ ν ω » , του ε ί π ε . « Θ α είναι γρουσουζιά γ ι α το μωρό αν
« Κ α λ η σ π έ ρ α , Γ ι ώ ρ γ η . Π ώ ς ε ί σ α ι ; » ρώτησε, μάλλον τυπι
δεν το κ ά ν ε ι ς » .
κά. Ανταλλάχθηκαν οι αρμόζουσες πληροφορίες και κατόπιν ήρθε η ώρα να φύγουν όλοι από την εκκλησία. Ο Αλέξανδρος και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α Βανδουλάκη περιφέρονταν στο βάθος. Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α αισθανόταν ακόμη άσχημα από το αγεφύρωτο χά σμα που υπήρχε ανάμεσα σ' αυτούς και τον Γ ι ώ ρ γ η Π ε τ ρ ά κ η , κ α ι μέσα της έ ν ι ω θ ε μ ε γ ά λ η λ ύ π η γ ι α τον η λ ι κ ι ω μ έ ν ο άντρα. Ωστόσο, δεν ε ί χ ε τα κότσια να το π ε ι . Αυτό θα σήμαινε ότι αψηφούσε το σύζυγο της, ο οποίος αισθανόταν πάντοτε το ίδιο έντονα την ντροπή και το στιγματισμό από μια τόσο στενή σχέση με την αποικία των λεπρών. Η οικογένεια έφυγε τελευταία από την εκκλησία. Ο ι ε
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς πίστευε τόσο στην επιρροή της μοίρας κ α ι της σημασίας να προσπαθεί κανείς να δ ι ώ ξ ε ι τα κακά πνεύματα και τ ι ς μοχθηρές δυνάμεις τους, όσο και στο Θ ε ό και σε όλους τους αγίους του, κι ε π ε ι δ ή δεν ή θ ε λ ε να φέρει γρουσουζιά σε τούτο το αθώο μωρό, δεν μπορούσε να αρνηθεί την πρόσκληση της κόρης του. Το γ λ έ ν τ ι ε ί χ ε αρχίσει γ ι α τα καλά, όταν πάρκαρε το φορτηγάκι του κάτω από μια λεμονιά στο πλάι του μ ε γ ά λ ο υ ι δ ι ω τ ι κ ο ύ δρόμου που οδηγούσε στο σπίτι του Β α ν δ ο υ λ ά κ η . Σ τ η ν αυλή μπροστά από το σπίτι, μια ορχήστρα έπαιζε μου σ ι κ ή . Οι ήχοι του λαγούτου, της λύρας, του μαντολίνου κ α ι
ρέας, μ ε γ α λ ο π ρ ε π ή ς με τα χρυσοκέντητα ράσα και το κ α λ υ μ
της ασκομαντούρας
μαύχι του, στεκόταν γ ε λ ώ ν τ α ς μαζί με μ ι α παρέα αντρών στη
ζωντάνια την ατμόσφαιρα, και μολονότι δεν ε ί χ ε αρχίσει ο
402
403
-της Κρητικής γκάιντας-
γέμιζαν
με
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
χορός α κ ό μ η , υπήρχε μια έντονη αίσθηση προσμονής. Έ ν α
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Άρχισε ένας διαφορετικός σκοπός. Αυτός ήταν πιο ήρε
μακρύ τραπέζι από σανίδες με στηρίγματα ε ί χ ε στρωθεί με
μος, πιο αρχοντικός, και οι χορευτές κρατούσαν τα κεφάλια
σειρές από ποτήρια, και οι άνθρωποι σερβίρονταν μόνοι τους
τους ψηλά και λικνίζονταν μπρος-πίσω, δεξιά κι αριστερά. Ο
από βαρέλια με κρασί και γ έ μ ι ζ α ν πιάτα με μεζέδες, μικρά
Γ ι ώ ρ γ η ς παρακολούθησε γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς . Όταν ε ί δ ε την
κ ο μ μ ά τ ι α φέτας, ε λ ι έ ς και φρέσκους ντολμάδες. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς
Άννα μέσα από το δάσος των χεριών και των στροβιλιζόμε
στάθηκε γ ι α λ ί γ ο πριν πάρει φαγητό. Ή ξ ε ρ ε έναν-δυο ανθρώ
νων σωμάτων, κ α τ ά λ α β ε ότι ε κ ε ί ν η ε ί χ ε η ρ ε μ ή σ ε ι . Χ α μ ο γ ε
πους, και γ ι α κάμποσο συζήτησε ευχάριστα μαζί τους.
λούσε κι έκανε σχόλια στο συγχορευτή της.
Όσοι ήθελαν σηκώθηκαν και άνοιξαν το χορό, ενώ οι άλ
Ε ν ώ η κόρη του ήταν απορροφημένη από το χορό, ο Γ ι ώ ρ
λοι στέκονταν τ ρ ι γ ύ ρ ω και παρακολουθούσαν. Με το ποτήρι
γ η ς β ρ ή κ ε την ευκαιρία να φ ύ γ ε ι . Π ο λ ύ αφότου το φορτηγάκι
στο χ έ ρ ι , ο γέρος κοίταζε τον Μ α ν ό λ η να χορεύει. Η λ υ γ ε ρ ή
του ε ί χ ε β γ ε ι στον κεντρικό δρόμο, μπορούσε να ακούσει
κορμοστασιά του και τα ζωηρά του β ή μ α τ α τον έκαναν το επίκεντρο της προσοχής, όπως συνέβαινε και με το χ α μ ό γ ε λ ό του κ α ι με τον τρόπο που φώναζε οδηγίες στους άλλους και τους παρότρυνε. Σ τ ο ν πρώτο χορό, στριφογύριζε τη συνοδό του μ έ χ ρ ι που οι θεατές ζαλίστηκαν να βλέπουν. Το ρυθμικό χτύπημα του ταμπούρλου και η παθιάρικη ε π ι μ ο ν ή της λύρας είχαν τη δύναμη να υπνωτίζουν, όμως αυτό που κρατούσε το κοινό μ α γ ε μ έ ν ο ήταν το θέαμα κάποιου που βρισκόταν σε
α κ ό μ η τους ήχους της μουσικής στον αέρα. Ό τ α ν έφτασε στην Π λ ά κ α , σταμάτησε στο καφενείο. Ε κ ε ί ήταν που θα έβρισκε τη γ α λ ή ν ι α συντροφιά των παλιών του φίλων κι ένα ήσυχο μέρος γ ι α να καθίσει και να σκεφτεί τη μέρα που πέρασε. Δ ε ν ήταν ο Γ ι ώ ρ γ η ς αυτός που π ε ρ ι έ γ ρ α ψ ε τη βάπτιση στη Μαρία την ε π ό μ ε ν η μέρα, αλλά η Φ ω τ ε ι ν ή , στην οποία ε ί χ ε κάνει λ ε π τ ο μ ε ρ ή περιγραφή ο αδερφός της, ο Αντώνης. « Δ ε ν άφησε το παιδί ούτε γ ι α ένα λ ε π τ ό ! » άφριζε η Φ ω τ ε ι ν ή , εξοργισμένη από το θράσος του Μ α ν ό λ η .
π λ ή ρ η έκσταση από το ρυθμό της μουσικής. Έ β λ ε π α ν μπρο
« Π ι σ τ ε ύ ε ι ς ότι αυτό ενόχλησε τον Α ν τ ρ έ α ; »
στά τους έναν άντρα με τη σπάνια ικανότητα να ζει τη στιγ
« Γ ι α τ ί , θα ' π ρ ε π ε ; » ρώτησε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Ε ί ν α ι ξεκάθαρο
μ ή , και η απόλυτη α ν ε μ ε λ ι ά του έ δ ε ι χ ν ε ότι δεν του καιγόταν
ότι δεν υποψιάζεται το παραμικρό. Τ έ λ ο ς πάντων, έ μ ε ι ν ε
καρφί γ ι α το τι σκέφτονταν οι άνθρωποι.
έτσι ελεύθερος να συναναστρέφεται τους γείτονες και τους
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς διαπίστωσε ότι η κόρη του στεκόταν στο π λ ε υ
άλλους καλεσμένους του. Ξ έ ρ ε ι ς πόση προσοχή δίνει σε όλα
ρό του. Μπόρεσε να νιώσει τη ζέστη του κορμιού της, α κ ό μ η
όσα έχουν να κάνουν με το κ τ ή μ α - δεν του αρέσει τίποτα
και πριν δει ότι βρισκόταν ε κ ε ί , αλλά μ έ χ ρ ι να σταματήσει
περισσότερο από το να μ ι λ ά ε ι γ ι α τη σοδειά και τις ε λ ι έ ς » .
η μουσική δεν ε ί χ ε νόημα να μ ι λ ή σ ε ι . Ο θόρυβος ήταν υπερ βολικός.
Η Άννα σταύρωνε και ξεσταύρωνε τα χέρια της,
κι ο Γ ι ώ ρ γ η ς μπορούσε να αισθανθεί την ταραχή της. Πόσο απεγνωσμένα φαινόταν να θ έ λ ε ι να βρεθεί ανάμεσα στους χορευτές, κι όταν σταμάτησε η μουσική και μπήκαν άλλοι στον κύκλο και κάποιοι β γ ή κ α ν από αυτόν, ε κ ε ί ν η γλίστρησε γοργά γ ι α να πάρει τη θέση της. Δ ί π λ α στον Μ α ν ό λ η . 404
« Μ α δεν νομίζεις ότι η Άννα ή θ ε λ ε να την κ ρ α τ ή σ ε ι ; » « Ε ι λ ι κ ρ ι ν ά , δεν νομίζω ότι έ χ ε ι τέτοιο μητρικό ένστικτο. Ό τ α ν γ ε ν ν ή θ η κ ε ο Μ α θ ι ό ς , δεν άντεχα να μη βρίσκεται στην α γ κ α λ ι ά μου. Ό μ ω ς , η κ ά θ ε γυναίκα είναι διαφορετική, και π ρ ά γ μ α τ ι δεν φαίνεται να την ενοχλεί α υ τ ό » . « Κ α ι υποθέτω πως ο Μανόλης ε ί χ ε τ έ λ ε ι α δικαιολογία γ ι α να τη μονοπωλήσει. Ό λ ο ι το περιμένουν αυτό από το νονό», είπε η Μαρία. 405
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Α ν η Σοφία είναι παιδί του, ε κ ε ί ν η η μέρα θα ήταν η
Η ΖΩΗ Σ Τ Η Σ Π Ι Ν Α Λ Ο Γ Κ Α συνεχιζόταν όπως και πριν. Ο
μοναδική στη ζωή του που θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο
γιατρός Λαπάκης πηγαινοερχόταν κ ά θ ε μέρα και ο γιατρός
μαζί της χωρίς να απορήσει κ α ν ε ί ς » .
Κυρίτσης έ λ α β ε την έγκριση του νοσοκομείου στο Η ρ ά κ λ ε ι ο
Κ α ι οι δύο γυναίκες σιώπησαν γ ι α λ ί γ ο . Ήπιαν μια γου λιά από τον καφέ τους και, τ ε λ ι κ ά , μίλησε η Μ α ρ ί α . « Λ ο ι π ό ν , π ρ α γ μ α τ ι κ ά πιστεύεις ότι η Σοφία είναι παιδί του Μ α ν ό λ η ; »
να αυξήσει τις επισκέψεις του από μία σε τρεις κ ά θ ε βδομά δα. Έ ν α βράδυ του φθινοπώρου, στη διάρκεια της διαδρομής του από την Π λ ά κ α στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , κάτι του έκανε ισχυρή εντύπωση. Ε ί χ ε ήδη σουρουπώσει - ο ήλιος ε ί χ ε πέσει πίσω
« Δ ε ν έχω την παραμικρή ι δ έ α » , απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Ό μ ω ς , σίγουρα, εκείνος αισθάνεται πολύ δεμένος μαζί τ η ς » .
από τα βουνά, στερώντας ολόκληρη την α κ τ ο γ ρ α μ μ ή από το φως του και βυθίζοντάς τη σχεδόν στο απόλυτο σκοτάδι. Όταν
Ο Αντρέας ε ί χ ε καταχαρεί με τη γέννηση της Σοφίας,
κοίταξε γύρω του, όμως, είδε ότι η Σ π ι ν α λ ό γ κ α λουζόταν
όμως άρχισε να ανησυχεί γ ι α τη γυναίκα του τους επόμενους
ακόμη στη χρυσή λ ά μ ψ η των τελευταίων η λ ι α χ τ ί δ ω ν . Φ ά ν η
μ ή ν ε ς . Έ δ ε ι χ ν ε άρρωστη και κουρασμένη, αλλά φαινόταν να
κε στον Κυρίτση ότι αυτό ήταν το σωστό.
ζωηρεύει όταν ερχόταν γ ι α ε π ί σ κ ε ψ η ο Μ α ν ό λ η ς . Τ ι ς η μ έ ρ ε ς
Η Π λ ά κ α δ ι έ θ ε τ ε πολλά από τα χαρακτηριστικά τα οποία
της βάπτισης, ο Αντρέας δεν ε ί χ ε συναίσθηση της υπόγειας
θα π ε ρ ί μ ε ν ε κανείς να δει σε ένα νησί -ήταν απομονωμένη,
έλξης που ε ί χ ε αναπτυχθεί ανάμεσα στη γυναίκα και τον ξά
αυτάρκης και ξ ε κ ο μ μ έ ν η από τον έξω κόσμο- ενώ η Σ π ι ν α
δερφο του, όμως, τους μήνες που ακολούθησαν, άρχισε να απορεί
λ ό γ κ α βούιζε από ζωή και ενεργητικότητα. Η εφημερίδα της,
γ ι α το χρόνο που περνούσε ο Μανόλης στο σπίτι τους. Ά λ λ ο
Ο Αστήρ της Σπιναλόγκας, την οποία εξέδιδε ακόμη ο Γιάν
π ρ ά γ μ α ήταν η θέση του ως μέλους της οικογένειας, και τ ώ
νης Σ ο λ ω μ ο ν ί δ η ς , π ε ρ ι ε ί χ ε ακόμη π ε ρ ι λ ή ψ ε ι ς των διεθνών
ρα ως νονού της Σοφίας, και άλλο η συχνή παρουσία του στο
ειδήσεων, μαζί με σχόλια και άρθρα γ ν ώ μ η ς . Υπήρχαν επίσης
σπίτι. Ο Αντρέας άρχισε να α ν τ ι λ α μ β ά ν ε τ α ι πώς άλλαζε η
και κ ρ ι τ ι κ έ ς ταινιών, οι οποίες θα προβάλλονταν τους προσε
διάθεση της Άννας τη σ τ ι γ μ ή που έ φ ε υ γ ε ο Μ α ν ό λ η ς : η ανε
χείς μ ή ν ε ς , και αποσπάσματα από τα έργα του Ν ί κ ο υ Καζα
μ ε λ ι ά της γινόταν κατσούφιασμα, η ευθυμία κακοκεφιά, και
ντζάκη. Κ ά θ ε εβδομάδα δημοσιευόταν σε συνέχειες το προφη
παρατήρησε ότι τα πιο ζεστά χ α μ ό γ ε λ ά της τα φύλαγε γ ι α τον
τικό β ι β λ ί ο του Καπετάν Μιχάλης και οι άνθρωποι στο νησί
ξάδερφό του. Προσπαθούσε να δ ι ώ χ ν ε ι αυτές τις σκέψεις από
καταβρόχθιζαν κ ά θ ε λ έ ξ η , περιμένοντας κ ά θ ε φορά το ε π ό μ ε
το μυαλό του τον περισσότερο καιρό, αλλά υπήρχαν κι άλλα
νο κ ο μ μ ά τ ι , το οποίο συζητούσαν κατόπιν στο καφενείο. Ό τ α ν
πράγματα που του ξυπνούσαν τις υποψίες. Έ ν α βράδυ, ε π έ
α π ο ν ε μ ή θ η κ ε στον Κ ρ η τ ι κ ό συγγραφέα το Π α γ κ ό σ μ ι ο Βρα
στρεψε από το κ τ ή μ α και β ρ ή κ ε το κ ρ ε β ά τ ι ξέστρωτο. Αυτό
βείο Ειρήνης τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς, δημοσίευσαν ακό
συνέβη αρκετές φορές α κ ό μ η , και σε μια-δυο περιπτώσεις
μη και το λόγο που εκφώνησε στη βράβευσή του. « Α ν δεν θ έ
παρατήρησε ότι τα σεντόνια είχαν στρωθεί πολύ πρόχειρα.
λουμε να αφήσουμε τον κόσμο να βουλιάξει στο χάος, πρέπει
« Τ ι τ ρ έ χ ε ι μ ε την υ π η ρ έ τ ρ ι α ; » ρώτησε. « Α ν π α ρ α μ ε λ ε ί τα καθήκοντα της, πρέπει να α π ο λ υ θ ε ί » . Η Άννα υποσχέθηκε να της μ ι λ ή σ ε ι , και γ ι α κάποιο διά στημα έπαψαν να υπάρχουν λόγοι γ ι α παράπονα. 406
να λευτερώσουμε την α γ ά π η που είναι φυλακισμένη στην καρδιά τού κ ά θ ε α ν θ ρ ώ π ο υ » , ε ί χ ε π ε ι ο Καζαντζάκης. Οι λ έ ξεις είχαν απήχηση στους αναγνώστες στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , κα θώς γνώριζαν όλοι πολύ καλά το μ α κ ε λ ε ι ό και τα μαρτύρια 407
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
από τα οποία προστατεύθηκαν, τόσο στην Ε λ λ ά δ α , όσο και πιο μακριά, ε π ε ι δ ή βρίσκονταν περιορισμένοι πάνω στο νησί γ ι α πολύ καιρό. Π ο λ λ ο ί από αυτούς απολάμβαναν την ευκαι
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Θ α γύριζες σ' εμάς στην Π λ ά κ α , έτσι δεν είναι; Θα ήσουν όπως ακριβώς και π ρ ι ν » . Η Φ ω τ ε ι ν ή φαινόταν ότι δεν κ α τ α λ ά β α ι ν ε την ουσία. Η
ρία να ξεμουδιάσουν το μυαλό τους, και κάθονταν γ ι α ώρες
Μαρία κάρφωσε το β λ έ μ μ α της στα χέρια της και κατόπιν
αναμασώντας τα αποφθέγματα αυτού του γ ί γ α ν τ α των γ ρ α μ
σήκωσε τη ματιά της στη φίλη της, η οποία έ π λ ε κ ε την άκρη
μάτων όπως και άλλων σύγχρονων συγγραφέων. Σε αρκε
ενός μωρουδιακού, καθώς συζητούσαν. Ήταν έγκυος π ά λ ι .
τούς από τους Αθηναίους έστελναν κάθε μήνα β ι β λ ί α γ ι α να εμπλουτίσουν την ε υ μ ε γ έ θ η β ι β λ ι ο θ ή κ η που υπήρχε ήδη στο
« Μ α , αν δεν βρισκόμουν πλέον στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α , δεν θα ξανάβλεπα ποτέ τον Κ υ ρ ί τ σ η » , της ε ί π ε .
νησί, και επιτρεπόταν σε όλους να τη χρησιμοποιούν. Ίσως
« Φ υ σ ι κ ά και θα τον ξανάβλεπες. Αν δεν ζούσες ε δ ώ , δεν
ε π ε ι δ ή ονειρεύονταν να φύγουν, κοιτούσαν συνέχεια πέρα από
θα ήταν πια ο γιατρός σου και ίσως τα πράγματα να ήταν
τον ορίζοντα, πέρα από το μέρος όπου ζούσαν.
διαφορετικά».
Το καφενείο και η ταβέρνα ξεχείλιζαν από π ε λ ά τ ε ς τα βράδια, και τώρα υπήρχε μάλιστα και ανταγωνισμός με τη μορφή μιας δεύτερης,
μικρής ταβέρνας. Τα κ τ ή μ α τ α στο
« Ξ έ ρ ω ότι έχεις δ ί κ ι ο , αλλά αυτό μ ε γ ε μ ί ζ ε ι μ ε φ ό β ο » , είπε η Μαρία. Έ δ ε ι ξ ε την εφημερίδα που βρισκόταν στο τραπέζι της,
πίσω μέρος του νησιού έδειχναν ότι θα παρείχαν κ α λ ή σοδειά
ανοιχτή στη σελίδα με τις συνέχειες του β ι β λ ί ο υ του Καζα
εκείνο το καλοκαίρι, και υπήρχαν πολλά αγαθά γ ι α να που
ντζάκη.
ληθούν και να αγοραστούν στη δ ε κ α π ε ν θ ή μ ε ρ η λ α ϊ κ ή αγορά.
νατος. Π ε ρ ι γ ρ ά φ ε ι την κατάστασή μου μ ε α κ ρ ί β ε ι α . Μπορεί
Το νησί δεν ε ί χ ε υπάρξει ποτέ πριν σε τόσο κ α λ ή κατάσταση·
να κερδίσω την ελευθερία μου, αλλά, όταν το κάνω, δεν θα
ούτε καν όταν οι Τούρκοι έχτισαν πρώτοι τα σπίτια τους δεν
είναι καλύτερη από το θάνατο, αν δεν μπορώ να ξαναδώ το
ήταν οι συνθήκες τόσο άνετες.
γιατρό».
Κάπου-κάπου, η Μαρία άφηνε ελεύθερο τον εαυτό της να ξεσπάσει με απελπισία, όταν βρισκόταν ε κ ε ί η Φ ω τ ε ι ν ή . « Η αγωνία είναι μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η τώρα, που ξέρω ότι υπάρχει πιθανότητα να γ ι α τ ρ ε υ τ ο ύ μ ε » , ε ί π ε , σφίγγοντας τα χέρια της μεταξύ τους. « Μ π ο ρ ο ύ μ ε να ονειρευτούμε ή θα έπρεπε να είμαστε ευχαριστημένοι μόνο με το παρόν;» « Δ ε ν είναι ποτέ κακό να είσαι ευχαριστημένος με το πα
« Β λ έ π ε ι ς τι γράφει ε δ ώ ; » ε ί π ε .
«Ελευθερία ή Θά
« Δ ε ν σου έ χ ε ι π ε ι τίποτε α κ ό μ η , έ τ σ ι ; » « Ό χ ι , τ ί π ο τ ε » , επιβεβαίωσε η Μαρία. « Ό μ ω ς , έρχεται να σε δει κ ά θ ε εβδομάδα. Δ ε ν σου λ έ ε ι αυτό α ρ κ ε τ ά ; » « Ό χ ι α κ ρ ι β ώ ς » , ε ί π ε η Μαρία στεγνά. « Α ν και καταλα βαίνω γ ι α τ ί δεν μπορεί να π ε ι τίποτα. Δ ε ν θα ήταν σωστό γ ι ' αυτόν να το κ ά ν ε ι » .
ρόν», είπε η Φ ω τ ε ι ν ή . Η Μαρία ήξερε ότι η φίλη της ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Δ ε ν ε ί χ ε τίποτε
Η Μ Α Ρ Ι Α Δ Ε Ν Α Φ Η Σ Ε να φανεί ούτε ίχνος της αγωνίας της,
να χάσει, αν το εδώ και το τώρα αρκούσαν. Έ ν α π ρ ά γ μ α ,
όταν ε ί δ ε τον Κυρίτση. Α ν τ ί θ ε τ α , ε κ μ ε τ α λ λ ε ύ θ η κ ε το χρόνο
όμως, που της τ ρ ι β έ λ ι ζ ε το μυαλό ήταν οι συνέπειες γ ι α την
μαζί του γ ι α να του ζητήσει συμβουλές γ ι α τους ασθενείς που
ίδια, αν γιατρευόταν.
φρόντιζε στην πολυκατοικία. Αυτοί ήταν άνθρωποι οι οποίοι
« Τ ι θ α γινόταν τ ό τ ε ; » ρώτησε. 408
χρειάζονταν άμεση ανακούφιση από τους πόνους και τα ά λ γ η 409
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
που τους βασάνιζαν σε κ α θ η μ ε ρ ι ν ή βάση. Μ ε ρ ι κ ά από τα προ
μ ε γ ά λ ο β α θ μ ό στους Αθηναίους φίλους του.
Η στάση του
β λ ή μ α τ ά τους δεν ήταν αναστρέψιμα, όμως άλλα μπορούσαν
απέναντι τους ε ί χ ε μαλακώσει με την πάροδο του χρόνου και
να καταπραϋνθούν με την κ α τ ά λ λ η λ η φυσιοθεραπεία. Η Μ α
διατηρούσε την α ν τ ι π ο λ ι τ ε υ τ ι κ ή τ α κ τ ι κ ή του ώστε να κατα
ρία ή θ ε λ ε να είναι σίγουρη ότι τους έδινε σωστές συμβουλές
φέρνει να συντηρεί ζωηρές συζητήσεις μαζί τους στο καφενείο.
γ ι α άσκηση, από τη σ τ ι γ μ ή που κάποιοι από αυτούς σπάνια
Σ τ ο τέλος μιας μακράς και κοπιαστικής μέρας, ο Κυρί
έβλεπαν γ ι α τ ρ ό . Με περισσότερη ζωντάνια από ποτέ, ρ ί χ τ η κ ε
τσης και ο Λαπάκης κάθισαν κάτω γ ι α να μελετήσουν κά
στη δουλειά της. Δ ε ν ε ί χ ε σκοπό να απασχολήσει το μυαλό
ποια αποτελέσματα εξετάσεων. Κ ά τ ι ε ί χ ε καταστεί εντελώς
της με την ελάχιστη πιθανότητα να φύγει από τη Σ π ι ν α λ ό
προφανές.
γ κ α . Ο επαναπατρισμός θα προκαλούσε τόσο μπερδεμένα συ
« Ξ έ ρ ε ι ς ότι σύντομα θα έχουμε τη δυνατότητα να αφή
ναισθήματα, όχι μόνο στην ίδια αλλά και σε τόσους άλλους.
σουμε αυτούς τους ασθενείς να φύγουν, έτσι δεν ε ί ν α ι ; » ε ί π ε
Η Σ π ι ν α λ ό γ κ α ήταν ένα δίχτυ ασφαλείας γ ι α όλους τους και
ο Κυρίτσης χ α μ ο γ ε λ ώ ν τ α ς , κάτι που έκανε σπάνια.
η σκέψη ότι θα έφευγαν από ε κ ε ί ήταν γ λ υ κ ό π ι κ ρ η . Α κ ό μ η
« Τ ο ξ έ ρ ω » , απάντησε ο Λαπάκης.
« Ό μ ω ς , θα χρεια
και όταν θα έπαυαν να μπορούν να μεταδώσουν την ασθέ
στούμε την έγκριση της κυβέρνησης πρώτα, και ίσως αυτή να
νεια, πολλοί θα έφεραν πάνω τους τις ουλές της αρρώστιας,
είναι απρόθυμη να τη δώσει τόσο σ ύ ν τ ο μ α » .
το περίεργα διάστικτο δέρμα, τα παραμορφωμένα χέρια, τα δύσμορφα
πόδια.
Η
επανένταξη
τέτοιων
περιπτώσεων
θα
απαιτούσε δουλειά μιας ζωής.
« Θ α ζητήσω να πάρουν εξιτήριο από εδώ με τον όρο να συνεχίσουν την α γ ω γ ή γ ι α μερικούς μήνες μετά και κατόπιν να κάνουν εξετάσεις γ ι α έναν ακόμη χ ρ ό ν ο » .
Εν αγνοία της, οι γιατροί έκαναν και ξαναέκαναν εξετά
« Σ ύ μ φ ω ν ο ι . Μ ό λ ι ς πάρουμε την εξουσιοδότηση από την
σεις στους ασθενείς που είχαν λ ά β ε ι πρώτοι την α γ ω γ ή , μόλις
κυβέρνηση, θα το πούμε στους ασθενείς· όχι, όμως, ν ω ρ ί τ ε ρ α » .
ένα χρόνο πριν. Σε π έ ν τ ε από αυτούς φαινόταν να έ χ ε ι απο
Πέρασαν εβδομάδες μ έ χ ρ ι να έρθει το γ ρ ά μ μ α . Έ λ ε γ ε ότι
β λ η θ ε ί ο β ά κ ι λ ο ς . Έ ν α ς ήταν ο Δ η μ ή τ ρ η ς Λεμονιάς, ένας
οι ασθενείς θα έπρεπε να έχουν αρνητικά αποτελέσματα στις
άλλος ο Θεόδωρος Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς .
Σ τ η διάρκεια όλων των
εξετάσεις τους γ ι α έναν ολόκληρο χρόνο, πριν τους επιτραπεί
ετών από τότε που ο Παπαδημητρίου τον ε ί χ ε νικήσει στις
να φύγουν από το νησί. Ο Κυρίτσης απογοητεύθηκε από την
ε κ λ ο γ έ ς γ ι α τη θέση του αρχηγού, ο Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς διατήρησε
καθυστέρηση που θα συνεπαγόταν αυτό, αλλά ακόμη κι έτσι,
την π ο λ ι τ ι κ ή αντιπαλότητά του απέναντι στους Αθηναίους, οι
φαινόταν ότι πλησίαζε στο στόχο τον οποίο ε ί χ ε θέσει. Τους
οποίοι, χωρίς προσπάθεια, έγιναν η άρχουσα τ ά ξ η . Παχουλός
επόμενους μήνες, τα αποτελέσματα των εξετάσεων π α ρ έ μ ε ι
και ασπρομάλλης πια, κ α τ έ β α ι ν ε α κ ό μ η στις ε κ λ ο γ έ ς , όμως
ναν αρνητικά και όλα έδειχναν ότι η πρώτη δωδεκάδα θα
κ ά θ ε χρόνο, καθώς μ ε γ ά λ ω ν ε η υποστήριξη προς τον Παπα
μπορούσε να φ ύ γ ε ι μ έ χ ρ ι τα Χριστούγεννα.
δημητρίου, ελαττωνόταν ο αριθμός όσων ψήφιζαν τον Μ α κ ρ ι -
« Α κ ό μ α δεν μπορούμε να τους αφήσουμε να φύγουν;»
δ ά κ η . Σ χ ε δ ό ν δεν τον ένοιαζε. Γ ι α τ ί θα έπρεπε άλλωστε; Οι
ρώτησε ο Λαπάκης ένα πρωί. « Μ ε ρ ι κ ο ί με ρωτάνε συνέχεια
συνθήκες διαβίωσης είχαν β ε λ τ ι ω θ ε ί γ ι α όλους θ ε α μ α τ ι κ ά ,
" π ό τ ε " και είναι δύσκολο να τους κ ο ρ ο ϊ δ ε ύ ω » .
από τότε που έφτασε ο ίδιος στο νησί, τόσα χρόνια πριν, κ α ι ήξερε τόσο καλά όσο και οι υπόλοιποι ότι αυτό οφειλόταν σε 410
« Ν α ι , νομίζω ότι ήρθε η ώρα. Π ι σ τ ε ύ ω ότι δεν υπάρχει ο κίνδυνος πια να υποτροπιάσει κανείς από α υ τ ο ύ ς » . 411
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
ότι
« Θ α προτιμούσα να μ ε ί ν ω εδώ όσο μπορώ να προσφέρω
ανέκτησαν την υγεία τους με δάκρυα χαράς. Μολονότι υπο
κ ά τ ι » , ε ί π ε στον Κυρίτση, «παρά να τα αφήσω όλα αυτά
σχέθηκαν να κρατήσουν κρυφό το νέο γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς μέρες, ούτε
πίσω μου και να πορευτώ στο ά γ ν ω σ τ ο » .
Οι
πρώτοι
ασθενείς
υποδέχτηκαν
την
ανακοίνωση
ο Λαπάκης ούτε ο Κυρίτσης φαντάστηκαν, έστω γ ι α μια στιγ μ ή , ότι θα κατάφερναν να το κάνουν.
Δ ε ν ήταν ο μόνος απρόθυμος να φ ύ γ ε ι . Κι άλλοι επίσης φοβούνταν ότι η ορατή κληρονομιά της αρρώστιας θα έ μ ε ν ε
Σ τ ι ς τέσσερις η ώρα, έφτασε ο Δ η μ ή τ ρ η ς και κάθισε να
γ ι α πάντα και θα τους έκανε να ξεχωρίζουν, κ α ι χρειάζονταν
περιμένει τη σειρά του. Η ασθενής πριν από αυτόν, η γυναίκα
δ ι α β ε β α ι ώ σ ε ι ς ότι ίσως να μπορούσαν να ενταχθούν ξανά στην
που δούλευε στο φούρνο, β γ ή κ ε από το γραφείο δακρυσμένη,
κοινωνία. Ήταν σαν να γίνονταν π ά λ ι πειραματόζωα, από
σκουπίζοντας τα χαρακωμένα μάγουλά της με ένα μ ε γ ά λ ο , λευ
την α ρ χ ή .
κό μ α ν τ ί λ ι . « Π ρ έ π ε ι να της είπαν άσχημα ν έ α » , σκέφτηκε ο
Παρά τις ανησυχίες αυτών των λ ί γ ω ν , ήταν μια μ ν η μ ε ι
Δ η μ ή τ ρ η ς . Σ τ ι ς τέσσερις και δύο λεπτά, ο Κυρίτσης έ β γ α λ ε το
ώδης σ τ ι γ μ ή στην ιστορία του νησιού. Γ ι α πάνω από πενήντα
κεφάλι του από την πόρτα και τον φώναξε να περάσει μέσα.
χρόνια, οι λεπροί κατέφταναν αλλά ποτέ δεν έφευγαν, κι έ γ ι
« Κ ά θ ι σ ε , Δ η μ ή τ ρ η » , ε ί π ε ο γιατρός. « Έ χ ο υ μ ε κάτι να
νε λειτουργία στην εκκλησία και γ λ έ ν τ ι στο καφενείο. Ο Θ ε ό δωρος Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς και ο Παύλος Σ κ λ α β ο ύ ν η ς , ο Αθηναίος
σου π ο ύ μ ε » . Ο Λαπάκης έ γ ε ι ρ ε λ ί γ ο μπροστά, με το πρόσωπο του να
που ε ί χ ε στήσει τον πολύ επιτυχημένο κινηματογράφο, ήταν οι πρώτοι που έφυγαν. Μ ι α μ ι κ ρ ή ομάδα σ υ γ κ ε ν τ ρ ώ θ η κ ε
ακτινοβολεί. « Π ή ρ α μ ε την άδεια να σε αφήσουμε να φύγεις από την
στην είσοδο της σήραγγας γ ι α να τους αποχαιρετήσει, και οι δυο τους πάλευαν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους, μάταια
αποικία». Ο Δ η μ ή τ ρ η ς ήξερε τι υποτίθεται ότι θα έπρεπε να ν ι ώ
όμως. Τι φορτίο από ανάμεικτα συναισθήματα τους βάραινε,
σει, αλλά ήταν σαν το μούδιασμα που κάποτε απλωνόταν
καθώς αντάλλασσαν χ ε ι ρ α ψ ί ε ς με τους άντρες και τις γ υ
στα χέρια του να ε ί χ ε επιστρέψει, κι αυτή τη φορά να ε ί χ ε
ναίκες που είχαν σταθεί φίλοι και σύντροφοι τους γ ι α τόσα
προσβάλει τη γλώσσα του. Θυμόταν ελάχιστα τη ζωή πριν
πολλά χρόνια... Κ α ν ε ί ς από τους δυο τους δεν ήξερε τι τους
από τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Αυτό το νησί ήταν το σπίτι του και οι
επιφύλασσε η ζωή πέρα από αυτή τη λωρίδα της θάλασσας,
άποικοι ήταν η οικογένειά του. Η π ρ α γ μ α τ ι κ ή οικογένειά
καθώς επιβιβάζονταν στη βάρκα του Γ ι ώ ρ γ η , που θα τους
του ε ί χ ε σταματήσει εδώ και πολύ καιρό να επικοινωνεί μαζί
μετέφερε από το γ ν ώ ρ ι μ ο στο άγνωστο. Θα ταξίδευαν μαζί
του, και δεν θα ε ί χ ε ιδέα πώς να τη βρει πια. Το πρόσωπό
μέχρι το Η ρ ά κ λ ε ι ο , όπου ο Μ α κ ρ ι δ ά κ η ς θα προσπαθούσε να
του ε ί χ ε παραμορφωθεί πολύ από τη μια πλευρά του, κ ά τ ι
ξαναβρεί το νήμα της προηγούμενης ζωής του και ο Σ κ λ α
που δεν αποτελούσε πρόβλημα ε δ ώ , αλλά στον έξω κόσμο θα
βούνης θα έπαιρνε το καράβι γ ι α τον Π ε ι ρ α ι ά , ξέροντας ή δ η
τον καθιστούσε το επίκεντρο της προσοχής. Τι θα έκανε αν
ότι δεν θα μπορούσε να ξαναρχίσει την παλιά καριέρα του ως
έ φ ε υ γ ε , και ποιος θα δίδασκε στο σχολείο;
ηθοποιού. Ό χ ι με την όψη που ε ί χ ε τώρα. Κ α ι οι δύο άντρες
Εκατοντάδες ερωτήσεις και α μ φ ι β ο λ ί ε ς τριγύριζαν στο μυαλό του, και πέρασαν μερικά λεπτά μ έ χ ρ ι να μπορέσει να μιλήσει. 412
θα φύλαγαν με ευλάβεια τα ιατρικά πιστοποιητικά που τους κήρυσσαν « Κ α θ α ρ ο ύ ς » · θα υπήρχαν αρκετές περιπτώσεις τις επόμενες εβδομάδες στις οποίες θα υποχρεώνονταν να τα 413
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
δείξουν ώστε να βεβαιώσουν πως είχαν επίσημα ε λ ε υ θ ε ρ ω θ ε ί
του γ ι α ά λ λ η μια φορά. Το αδιανόητο ε ί χ ε γ ί ν ε ι πλέον πραγ
από την αρρώστια.
ματικότητα, κι όμως φοβόταν μ ή π ω ς συνέβαινε καμιά ανα
Μ ή ν ε ς αργότερα, ο Γ ι ώ ρ γ η ς έφερε στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α γ ρ ά μ ματα από τους δυο άντρες. Περιέγραφαν τις μ ε γ ά λ ε ς δυσκο
ποδιά, μ ή π ω ς υπήρχε κάποιο απρόσμενο πρόβλημα το οποίο δεν ε ί χ ε ακόμη α ν τ ι μ ε τ ω π ι σ τ ε ί .
λ ί ε ς της προσπάθειας να ενταχθούν πάλι στην κοινωνία, και
Κράτησε γ ι α τον εαυτό του τον ενθουσιασμό και την α γ ω
μιλούσαν γ ι α το πώς τους συμπεριφερόταν σαν απόκληρους
νία του, και πολλές φορές χρειάστηκε να δαγκώσει τη γλώσ
οποιοσδήποτε τους αναγνώριζε ως ανθρώπους που
σα του, όταν άκουγε τις συνηθισμένες αδιάκριτες συζητήσεις
κάποτε
ζούσαν σε αποικία λεπρών. Οι ιστορίες τους δεν ήταν εν θαρρυντικές και ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , που ήταν ο παραλήπτης, δεν τις μοιράστηκε με κανέναν άλλον. Ε ί χ α ν φύγει πλέον κι άλλοι από την πρώτη ομάδα. Ήταν όλοι Κ ρ η τ ι κ ο ί και έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό από τις ο ι κ ο γ έ ν ε ι έ ς τους, ενώ βρήκαν
Το μ ο τ ί β ο της ανάρρωσης συνεχίστηκε στη διάρκεια της επόμενης χρονιάς. Οι γιατροί τηρούσαν λεπτομερές αρχείο με την ημερομηνία της πρώτης χορήγησης της α γ ω γ ή ς στον καθένα και με το πόσους μήνες τα αποτελέσματα των εξετά σεων είχαν παραμείνει αρνητικά.
πε ειρωνικά ο Λαπάκης.
σή τους γ ι α την αποικία των λεπρών, θυμούνταν με κάποια ντροπή τη νύχτα που τα σχέδια γ ι α την επιδρομή εναντίον του νησιού είχαν σχεδόν β γ ε ι εκτός ε λ έ γ χ ο υ . Σ τ ο γραφείο του Λ α π ά κ η , νωρίς ένα βράδυ, ο αρχηγός του νησιού και οι τρεις γιατροί συζητούσαν πώς θα γιόρταζαν « Θ έ λ ω όλος ο κόσμος να ξέρει ότι φεύγουμε ε π ε ι δ ή θ ε ρ α π ε υ τ ή κ α μ ε » , ε ί π ε ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . « Α ν οι άνθρωποι φύ
« Π ο τ έ δεν πίστευα ότι η ανεργία θα ήταν ο σκοπός μου στη ζ ω ή » , αποκρίθηκε η Αθηνά Μ α ν ά κ η , «τώρα όμως ε ί ν α ι » . Μ έ χ ρ ι τα τ έ λ η της άνοιξης, με εξαίρεση μ ε ρ ι κ έ ς δεκάδες είχαν
« Ω , έλα τ ώ ρ α » , απάντησε ένας άλλος. « Δ ε ί ξ ε λ ί γ η συ μπάθεια γ ι α τους κ α η μ έ ν ο υ ς » .
το γ ε γ ο ν ό ς .
« Σ τ ο τέλος της χρονιάς, θα μ ε ί ν ο υ μ ε χωρίς δ ο υ λ ε ι ά » , εί
που
« Ε γ ώ , από τη μεριά μου, δεν πρόκειται να τους υποδε χ τ ώ με σημαιοστολισμούς», ε ί π ε ένας ψαράς.
Ε κ ε ί ν ο ι που έδειχναν πάντοτε πιο ανοιχτά την α γ α ν ά κ τ η
καινούριες δουλειές.
ασθενείς
στο καφενείο.
αντιδράσει
τόσο
άσχημα
στην
αγωγή
ώστε υποχρεώθηκαν να τη σταματήσουν, και κάποιους που δεν είχαν ανταποκριθεί καθόλου, ε ί χ ε γ ί ν ε ι ξεκάθαρο ότι το
γουν δυο-δυο ή τρεις-τρεις, κλεφτά μέσα στη νύχτα, θα δώ σουμε λάθος μήνυμα σε όλους στην ενδοχώρα. " Γ ι α τ ί φεύγουν κρυφά;" θα ρωτήσουν. Θ έ λ ω όλοι να ξέρουν την α λ ή θ ε ι α » . « Ό μ ω ς , πώς προτείνεις να το κάνουμε α υ τ ό ; » ρώτησε ήρεμα ο Κυρίτσης. « Ν ο μ ί ζ ω ότι θα έπρεπε να φύγουμε όλοι μαζί. Θ έ λ ω
καλοκαίρι θα μπορούσε να φέρει ένα κύμα ιατρικών πιστοποι
μια γ ι ο ρ τ ή . Θ έ λ ω ένα ευχαριστήριο γ λ έ ν τ ι στην Π λ ά κ α . Δ ε ν
η τ ι κ ώ ν θεραπείας. Μ έ χ ρ ι τον Ιούλιο είχαν αρχίσει συζητήσεις
νομίζω ότι ζητάω και τόσα π ο λ λ ά » .
ανάμεσα στους γιατρούς και τον Ν ί κ ο Παπαδημητρίου σχετι κά με το πώς θα γινόταν η διαχείριση του ζητήματος.
« Έ χ ο υ μ ε να σκεφτούμε και αυτούς που δεν έχουν θεραπευ τ ε ί » , ε ί π ε η Μ α ν ά κ η . «Αυτοί δεν έχουν λόγο να γιορτάσουν».
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς , που ε ί χ ε μεταφέρει την πρώτη ομάδα θερα
« Ο ι ασθενείς που λαμβάνουν μακροπρόθεσμη α γ ω γ ή » ,
πευμένων αντρών και γυναικών μακριά από τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ,
ε ί π ε ο Κυρίτσης δ ι π λ ω μ α τ ι κ ά , « θ α φύγουν επίσης από το
μετρούσε τώρα τις μέρες μ έ χ ρ ι η Μαρία να β ρ ε θ ε ί στη βάρκα
νησί, ε λ π ί ζ ο υ μ ε » .
414
415
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Π ώ ς έ τ σ ι ; » ρώτησε ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ . « Π ε ρ ι μ έ ν ω να λ ά β ω την εξουσιοδότηση γ ι α τη μεταφο ρά τους σε νοσοκομείο στην Α θ ή ν α » , απάντησε. « Θ α έχουν καλύτερη φροντίδα ε κ ε ί κ α ι , έτσι κι α λ λ ι ώ ς , η κυβέρνηση δεν θα χρηματοδοτεί τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α μόλις μείνουν ελάχιστοι άνθρωποι ε δ ώ » . « Σ ε αυτή την περίπτωση», είπε ο Λαπάκης, « μ π ο ρ ώ να προτείνω να επιτραπεί στους αρρώστους να φύγουν πριν από τους θεραπευμένους; Ν ο μ ί ζ ω ότι έτσι θα τους ήταν ευκολότερο».
Εικοστό Δεύτερο Κεφάλαιο
Συμφώνησαν όλοι. Ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ θα έκανε την επί δ ε ι ξ η αυτής της νέας ελευθερίας, και όσοι περίμεναν ακόμη να θεραπευτούν θα μεταφέρονταν διακριτικά στο νοσοκομείο της Α γ ί α ς Βαρβάρας στην Α θ ή ν α . Το μόνο που α π έ μ ε ν ε τώρα ήταν να γίνουν οι ετοιμασίες. Αυτές θα διαρκούσαν αρκετές ε β δ ο μ ά δ ε ς , όμως σύντομα ορίστηκε η μ ε ρ ο μ η ν ί α . Θα γινόταν
1957
Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς ως αποικίας λεπρών ήταν πια μ ε τ ρ η μ έ ν ε ς , ήταν
Ο
ο Κυρίτσης. Ίσως να μην ξ α ν ά β λ ε π ε ποτέ τη Μ α ρ ί α .
μαζί με τους κατοίκους της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς , τους γ ε ί τ ο ν έ ς τους
στις 25 Αυγούστου, ανήμερα του Α γ ί ο υ Τ ί τ ο υ , του προστάτη αγίου ολόκληρης της Κ ρ ή τ η ς .
Ο μόνος ανάμεσά τους που
διατηρούσε κάποια ανησυχία γ ι α το γεγονός ότι οι μέρες της
ΠΩΣ
ΘΑ
Ε Κ Α Ν Α Ν οποιαδήποτε συνηθισμένη χρο
νιά, οι κάτοικοι της Π λ ά κ α ς ξεκίνησαν τις ετοιμα σίες γ ι α το γ λ έ ν τ ι ανήμερα της γιορτής του Α γ ί ο υ .
Α υ τ ή η χρονιά, όμως, θα ήταν δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ή . Θα γιόρταζαν
που υπήρχαν μόνο στη φαντασία τους γ ι α τόσα πολλά χρόνια. Για κάποιους θα σήμαινε το καλωσόρισμα σχεδόν ξεχασμένων φ ί λ ω ν γ ι α άλλους θα σήμαινε ότι θα έρχονταν α ν τ ι μ έ τ ω π ο ι με τις δικές τους β α θ ι έ ς π ρ ο κ α τ α λ ή ψ ε ι ς και την προσπάθεια να τις καταστείλουν. Θα κάθονταν στο ίδιο τραπέζι και θα μοιράζονταν το φαγητό τους με τους μ έ χ ρ ι τότε αόρατους γ ε ί τ ο ν έ ς τους. Ο
Γ ι ώ ρ γ η ς ήταν ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους
που είχαν γνωρίσει την π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α της αποικίας. Π ο λ λοί άλλοι στην ενδοχώρα απολάμβαναν γ ι α χρόνια τα οικο νομικά οφέλη από την ύπαρξη ενός τέτοιου ιδρύματος στην απέναντι α κ τ ή , καθώς παρείχαν στους λεπρούς πολλά από όσα κατανάλωναν, και γ ι ' αυτούς η προοπτική κλεισίματος 416
417
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
της αποικίας σήμαινε α π ώ λ ε ι α κέρδους. Ά λ λ ο ι παραδέχτηκαν
ΝΗΣΙ
και ότι κάποιοι από τους κατοίκους της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς ίσως
ότι αισθάνονταν κάποια ανακούφιση στη σκέψη του θανάτου
γίνονταν οι καινούριοι δημότες της Π λ ά κ α ς , αυξάνοντας έτσι
της
και
τον πληθυσμό και μεγαλώνοντας τις δουλειές του. Η επιτυ
γυναικών σε τόσο μ ι κ ρ ή απόσταση πάντοτε τους ανησυχού
χία γ ι α τον Λ ι δ ά κ η μετριόταν από τον αριθμό των άδειων
σε, και παρά τη γνώση πως αυτή η ασθένεια ήταν λ ι γ ό τ ε ρ ο
μπουκαλιών ρακιού και μπίρας που σωριάζονταν στα παλιά
Σπιναλόγκας.
Το
πλήθος των
άρρωστων
αντρών
μ ε τ α δ ο τ ι κ ή από πολλές ά λ λ ε ς , τη φοβούνταν α κ ό μ η , όπως
καφάσια του στο τέλος κ ά θ ε μέρας, και έ λ π ι ζ ε ότι θα αυξα
θα έκαναν με τη β ο υ β ω ν ι κ ή π α ν ώ λ η . Σ τ ο μυαλό αυτών των
νόταν και η δ ι κ ή τους ποσότητα.
ανθρώπων δεν χωρούσε το γεγονός ότι η λέπρα, πλέον, μπο ρούσε να θεραπευτεί.
Τα συναισθήματα των λεπρών ήταν τόσο ανάμεικτα όσο κι εκείνα των ανθρώπων που θα τους υποδέχονταν. Μ ε ρ ι κ ά
Υπήρχαν κάποιοι που προσδοκούσαν με ανυπομονησία την
από τα μ έ λ η της αποικίας δεν τολμούσαν να παραδεχτούν ούτε
άφιξη των καλεσμένων τους γ ι ' αυτή την ιστορική νύχτα.
μέσα τους πως η αναχώρησή τους τους γ έ μ ι ζ ε με τόσο φόβο
Η μητέρα της Φ ω τ ε ι ν ή ς , η Σ α β ί ν α Α γ γ ε λ ο π ο ύ λ ο υ , θυμόταν
όσο τους ε ί χ ε προκαλέσει κ α ι η άφιξή τους. Το νησί τούς ε ί χ ε
α κ ό μ η με α γ ά π η τη φίλη της την Ε λ έ ν η , την απώλεια της
δώσει ασφάλεια την οποία δεν είχαν καν ονειρευτεί, και πολ
οποίας θρήνησε γ ι α πολλά χρόνια, και το να ξαναδεί τη Μ α
λοί φοβούνταν που θα την έχαναν. Μ ε ρ ι κ ο ί από τους νησιώ
ρία ε λ ε ύ θ ε ρ η θα ήταν μ ε γ ά λ η χαρά. Θα σήμαινε μόνο μία
τες, μολονότι δεν υπήρχε ούτε ένα σημάδι, ούτε μ ί α ουλή που
τ ρ α γ ω δ ί α , όχι δύο. Με εξαίρεση τον Γ ι ώ ρ γ η , η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν
να δ ε ί χ ν ε ι ότι κάποτε ήταν λεπροί, ήταν γ ε μ ά τ ο ι με τον τρό
αυτή που χάρηκε περισσότερο α π ' όλους. Θα ξαναβρισκόταν
μο ότι ποτέ δεν θα μπορούσαν να ζήσουν μ ι α φυσιολογική
με την καλύτερη φ ί λ η της. Δ ε ν θα χρειαζόταν πια να συνα
ζ ω ή . Ο Δ η μ ή τ ρ η ς δεν ήταν ο μόνος από τους νεότερους νη
ντιούνται στο μισοσκόταδο του σπιτιού της Μαρίας στη Σ π ι
σιώτες που δεν θυμούνταν κανένα άλλο μέρος εκτός από τη
ν α λ ό γ κ α . Τ ώ ρ α θα μπορούσαν να κάθονται στη φωτεινή αυλή
Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Το νησί ε ί χ ε υπάρξει ο κόσμος τους, κ α ι όλα
του εστιατορίου και να συζητούν τα γεγονότα της μέρας, ενώ
έξω από αυτό δεν ήταν πιο π ρ α γ μ α τ ι κ ά από τις εικόνες σε
ο ήλιος θα έδυε και το φ ε γ γ ά ρ ι θα ανέβαινε στον ουρανό.
ένα β ι β λ ί ο . Α κ ό μ η και το χωριό που έ β λ ε π α ν στην απέναντι
Μέσα στην υ γ ρ ή ζέστη εκείνου του αυγουστιάτικου απο γ ε ύ μ α τ ο ς , στην κουζίνα της ταβέρνας, ο Στέφανος γ έ μ ι ζ ε μ ε γ ά λ ε ς μ ε τ α λ λ ι κ έ ς π ι α τ έ λ ε ς μ ε βραστή α ί γ α ,
α κ τ ή κ ά θ ε μέρα, έμοιαζε σχεδόν σαν αντικατοπτρισμός. Η Μαρία δεν ε ί χ ε πρόβλημα να θ υ μ η θ ε ί τη ζωή στην
ξιφία και
ενδοχώρα, μολονότι φαινόταν ότι το παρελθόν που έφερνε
π ι λ ά φ ι , και το ζαχαροπλαστείο έψηνε ταψιά με μ ε λ ω μ έ ν ο υ ς
στη μ ν ή μ η της ανήκε σε κάποιον άλλον, όχι στην ίδια. Τι
μ π α κ λ α β ά δ ε ς και κανταΐφια. Αυτό το γ λ έ ν τ ι θα ξεπερνούσε
τ ύ χ η θα ε ί χ ε μια γυναίκα που ε ί χ ε περάσει το μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο
όλα τα προηγούμενα με το πλουσιοπάροχο φαγητό του.
μέρος της τρίτης δ ε κ α ε τ ί α ς της ζωής της ως λ ε π ρ ή και που
Ο Β α γ γ έ λ η ς Λιδάκης χαιρόταν τέτοια γεγονότα.
Απο
θα τη θεωρούσαν τώρα γεροντοκόρη πίσω στην Π λ ά κ α ; Το
λ ά μ β α ν ε τις συγκινήσεις που δημιουργούσε μια μέρα τόσο
μόνο που μπορούσε να διακρίνει καθώς κοιτούσε πέρα από τα
έξω από τα συνηθισμένα, και επίσης ήξερε τι θα σήμαινε γ ι α
αφρισμένα, κυματιστά νερά, ήταν όλη αυτή η αβεβαιότητα.
τον Γ ι ώ ρ γ η , έναν από τους πιο τακτικούς, αν κ α ι τους πλέον
Μερικοί
άνθρωποι
στη
Σπιναλόγκα
είχαν
περάσει
το
λ ι γ ο μ ί λ η τ ο υ ς , πελάτες του. Του πέρασε από το μυαλό ακόμη
μήνα πριν από την αναχώρηση πακετάροντας προσεκτικά το
418
419
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
καθετί που θα έπαιρναν μαζί τους. Υπήρχαν αρκετοί που
τους, προσεύχονταν στον Θεό να τους δώσει το κουράγιο να
έλαβαν μια θ ε ρ μ ή απόκριση από τις ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς τους, όταν
αντιμετωπίσουν ότι έ μ ε λ λ ε να τους φέρει ο κόσμος στην ά λ λ η
έγραψαν γ ι α να τους πουν τα καλά νέα της θεραπείας τους,
πλευρά της λωρίδας της θάλασσας.
και οι οποίοι περίμεναν στοργική υποδοχή. Ήξεραν ότι θα
Π ρ ώ τ α βοήθησαν τους η λ ι κ ι ω μ έ ν ο υ ς και όσους ήταν ακό
είχαν ένα μέρος να βγάλουν από τις αποσκευές τους τα ρούχα
μη άρρωστοι να επιβιβαστούν στις β ά ρ κ ε ς . Τα γαϊδούρια δού
τους, τις πορσελάνες τους, τις κατσαρόλες τους, τα πολύτιμα
λεψαν σκληρά ε κ ε ί ν η την ημέρα, βαδίζοντας βαριά πέρα-δώθε
στρωσίδια τους. Ά λ λ ο ι αγνοούσαν τι έ μ ε λ λ ε να συμβεί, και
στη σήραγγα,
μεταφέροντας τα υπάρχοντα των ανθρώπων
συνέχιζαν τη ρουτίνα της καθημερινής ζωής μ έ χ ρ ι την τ ε λ ε υ
και τραβώντας κάρα φορτωμένα με κουτιά. Έ ν α βουνό από
ταία σ τ ι γ μ ή , σαν να μην επρόκειτο να α λ λ ά ξ ε ι π ο τ έ . Ήταν ο
πράγματα σχηματίστηκε στην προκυμαία, μετατρέποντας ένα
πιο ζεστός Αύγουστος, με ένα μανιασμένο μ ε λ τ έ μ ι που έκανε
παλιό όνειρο στην απτή πραγματικότητα της αναχώρησης.
τα τριαντάφυλλα να ανοίγουν διάπλατα και τα πουκάμισα,
Μόνο τότε πίστεψαν τ ε λ ι κ ά μερικοί από αυτούς ότι η παλιά
που ήταν απλωμένα γ ι α να στεγνώσουν, να ανεμίζουν σαν να
ζωή ε ί χ ε τ ε λ ε ι ώ σ ε ι και θα άρχιζε μια καινούρια. Κ α θ ώ ς δ ι έ
ήταν γ ι γ α ν τ ι α ί ο ι , λευκοί γ λ ά ρ ο ι . Τα απογεύματα, ηρεμούσαν
σχιζαν τη σήραγγα, φαντάζονταν ότι μπορούσαν ν' ακούσουν
τα πάντα, εκτός από τον άνεμο. Αυτός συνέχιζε να κ λ ε ί ν ε ι τις
τους χτύπους της καρδιάς τους να αντηχούν στα τ ε ί χ η .
πόρτες με ορμή και να κάνει τα παραθυρόφυλλα να τρίζουν,
Ο
Κυρίτσης
ήταν
απασχολημένος
στην
προκυμαία
της
ενώ οι άνθρωποι κοιμούνταν σε δωμάτια με τα παντζούρια
Π λ ά κ α ς με το να εξασφαλίσει ότι όλοι εκείνοι που ήταν
κλειστά, γ ι α να γλιτώσουν την κάψα του ή λ ι ο υ .
ακόμη άρρωστοι και θα μεταφέρονταν στην Αθήνα γ ι α να
Η μέρα της αναχώρησης έφτασε και οι άνθρωποι, ε ί τ ε
συνεχίσουν την α γ ω γ ή , θα είχαν προσεκτική μ ε τ α χ ε ί ρ ι σ η .
είχαν ετοιμαστεί ε ί τ ε όχι, ήταν ώρα να φύγουν. Α υ τ ή τη
Μ ε τ α ξ ύ των τ ε λ ε υ τ α ί ω ν που έμειναν στο νησί ήταν ο
φορά, δεν ήταν μόνο ο Γ ι ώ ρ γ η ς που π ή γ ε στο νησί, αλλά και
Λαπάκης και η Μ α ρ ί α . Ο γιατρός ε ί χ ε χρειαστεί να τακτο
μισή ντουζίνα άλλοι ψαράδες του χωριού, οι οποίοι τ ε λ ι κ ά
ποιήσει τα υπόλοιπα χαρτιά, και ε ί χ ε πακετάρει όλους τους
πίστεψαν ότι δεν είχαν τίποτα να φοβηθούν, και θα βοηθού
απαραίτητους φακέλους σε ένα κ ι β ώ τ ι ο . Αυτά τα ιατρικά
σαν να μεταφερθούν οι άνθρωποι από τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α μαζί με
μητρώα ήταν αποδείξεις γ ι α τη θεραπεία των ασθενών του
όλα τα υπάρχοντά τους. Σ τ η μία η ώρα, το απόγευμα, στις
και θα τα πρόσεχε ο ίδιος μ έ χ ρ ι να περάσουν όλοι το νερό.
25 Αυγούστου, μπορούσε να δει κανείς από την Π λ ά κ α ένα
Μόνο τότε θα τους τα μοίραζε. Θα ήταν τα διαβατήρια των
στολίσκο να πλησιάζει.
νησιωτών γ ι α την ελευθερία.
Τ η ν προηγούμενη μέρα ε ί χ ε γ ί ν ε ι η τελευταία λειτουργία
Φ ε ύ γ ο ν τ α ς από το δρομάκι μπροστά στο σπίτι της, γ ι α
στη μ ι κ ρ ή εκκλησία του Α γ ί ο υ Π α ν τ ε λ ε ή μ ο ν α , όμως οι κά
τελευταία φορά, η Μ α ρ ί α κοίταξε πέρα στο λόφο, προς τη
τοικοι περνούσαν από ε κ ε ί γ ι α να ανάψουν ένα κερί και να
μεριά του νοσοκομείου. Μπορούσε να δει τον Λ α π ά κ η να
ψιθυρίσουν τις προσευχές τους πολλές μέρες νωρίτερα. Π ή
κατηφορίζει το δρόμο, παλεύοντας με τα βαριά κουτιά του,
γαιναν γ ι α να πουν « ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , και καθώς έπαιρναν β α θ ι έ ς
και ξεκίνησε γ ι α να τον βοηθήσει. Παντού τριγύρω της υπήρ
ανάσες γ ι α να αλαφρώσουν την ταραχή τους, αναπνέοντας το
χαν τα σημάδια της βιαστικής αναχώρησης. Μ έ χ ρ ι ε κ ε ί ν η ,
μεθυστικό, βαρύ άρωμα των κεριών που τρεμόπαιζαν γύρω
την ύστατη ώρα, κάποιοι είχαν αρνηθεί να πιστέψουν ότι
420
421
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
π ρ ά γ μ α τ ι έφευγαν. Κάποιος δεν μαντάλωσε ένα παράθυρο
Κ α θ ώ ς έριχνε μια τελευταία ματιά στον ανηφορικό δρόμο,
και ο αέρας το έκανε να χτυπάει· αρκετά παντζούρια είχαν
ένα έντονο συναίσθημα νοσταλγίας την έκανε σχεδόν να λιπο
ξ ε χ α ρ β α λ ω θ ε ί και οι κουρτίνες ανέμιζαν γύρω τους σαν πανιά
θυμήσει. Μέσα στο μυαλό της στριφογύριζαν οι αναμνήσεις, η
πλοίων. Φ λ ι τ ζ ά ν ι α και πιατάκια κείτονταν ε γ κ α τ α λ ε ι μ μ έ ν α
μια πίσω από την ά λ λ η , αλληλοκαλύπτονταν, συγκρούονταν
στα τραπέζια του καφενείου, και στην αίθουσα του σχολείου
μεταξύ τους: οι εξαιρετικές φιλίες που ε ί χ ε δημιουργήσει, η
ένα β ι β λ ί ο ήταν ανοιχτό πάνω σ' ένα θρανίο. Α λ γ ε β ρ ι κ έ ς
παρέα των ημερών της μπουγάδας, η διασκέδαση στα γ λ έ ν τ ι α ,
εξισώσεις ήταν α κ ό μ η γ ρ α μ μ έ ν ε ς με κ ι μ ω λ ί α πάνω στον πί
η ευχαρίστηση από την παρακολούθηση των ταινιών, η ικανο
νακα. Σε ένα από τα μαγαζιά, μια σειρά από κονσέρβες πα
ποίηση όταν βοηθούσε τους ανθρώπους οι οποίοι πραγματικά
ρ έ μ ε ν ε στο ράφι, λες και ο μαγαζάτορας φανταζόταν ότι ίσως
τη χρειάζονταν, οι αβάσιμοι φόβοι όταν μαίνονταν οι άγριες
το ξανάνοιγε μια μέρα. Τα φανταχτερά γεράνια, τα φυτεμένα
αντιπαραθέσεις στο καφενείο, κυρίως μεταξύ των Αθηναίων
σε παλιούς τ ε ν ε κ έ δ ε ς λαδιού, άρχιζαν κιόλας να μαραίνονται.
και συνήθως γ ι α θέματα που φαίνονταν να έχουν ελάχιστη
Δ ε ν θα τα πότιζαν ε κ ε ί ν η τη νύχτα.
σχέση με τη δ ι κ ή τους καθημερινότητα. Ήταν σαν μην ε ί χ ε
« Μ η ν ανησυχείς γ ι α μένα, Μ α ρ ί α » , ε ί π ε ο γιατρός, μ ε κατακόκκινο πρόσωπο. « Έ χ ε ι ς πολλά να κ ά ν ε ι ς » .
περάσει καθόλου χρόνος από τη σ τ ι γ μ ή που β ρ έ θ η κ ε ε κ ε ί ν η σε τούτο το σημείο γ ι α πρώτη φορά, μέχρι τώρα. Τέσσερα
« Ό χ ι , άσε με να σε βοηθήσω. Δ ε ν υπάρχει λόγος να κοψο-
χρόνια πριν, ήταν γ ε μ ά τ η μίσος γ ι α τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Ε κ ε ί ν η
μεσιάζεσαι γ ι α μας π ι α » , ε ί π ε , παίρνοντας ένα από τα μικρό
την ε π ο χ ή , ο θάνατος φαινόταν απείρως προτιμότερος από μια
τερα κουτιά. « Ε ί μ α σ τ ε όλοι υ γ ι ε ί ς τώρα, έτσι δεν ε ί ν α ι ; »
ισόβια κ α τ α δ ί κ η σ' αυτό το νησί, όμως τώρα να τ η , στιγμιαία
« Κ α ι β έ β α ι α » , της απάντησε. « Κ α ι μερικοί από εσάς μπο ρείτε να φύγετε και ν' αφήσετε αυτή την εμπειρία πίσω σας». Ο Λαπάκης κ α τ ά λ α β ε αμέσως μόλις ξεστόμισε αυτά τα λ ό γ ι α πόσο σκληρά μπορεί να ακούγονταν, και αισθάνθηκε άσχημα με την απερισκεψία του. Έ ψ α ξ ε αδέξια να β ρ ε ι τις λ έ ξ ε ι ς που νόμιζε ότι θα πρόσφεραν μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η παρηγοριά. « Μ ι α νέα α ρ χ ή . Αυτό εννοώ... Θα μπορέσεις να κάνεις μια νέα α ρ χ ή » . Ο Λαπάκης δεν
μπορούσε να το ξέρει,
όμως ένα νέο
ξεκίνημα ήταν ακριβώς το αντίθετο απ' αυτό που ή θ ε λ ε η Μ α ρ ί α . Θα σήμαινε ότι όσα ανήκαν στην παλιά της ζωή στο νησί θα χάνονταν. Γιατί θα έπρεπε να ξέρει εκείνος πως το πολυτιμότερο πράγμα ήταν κάτι που αυτή η νεαρή γυναίκα
διστακτική απέναντι στην αναχώρηση. Σε λ ί γ α δευτερόλεπτα, θα άρχιζε μια ά λ λ η ζ ω ή , και δεν ήξερε τι της επιφύλασσε. Ο Λ α π ά κ η ς τα διάβασε όλα αυτά στο πρόσωπό τ η ς . Για εκείνον, επίσης, η ζωή έ μ ε λ λ ε να φέρει νέες α β ε β α ι ό τ η τ ε ς , τώρα που ε ί χ ε πια τ ε λ ε ι ώ σ ε ι η δουλειά του στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Θα ταξίδευε στην Αθήνα γ ι α να περάσει μερικούς μήνες με τους λεπρούς που θα μεταφέρονταν στο νοσοκομείο της Α γ ί α ς Βαρβάρας και χρειάζονταν α κ ό μ η α γ ω γ ή , όμως, έ π ε ι τ α από αυτό, η ζωή του ήταν άγνωστη σαν τη σκοτεινή πλευρά της σελήνης. « Έ λ α » , της ε ί π ε . « Ν ο μ ί ζ ω ότι πρέπει να π η γ α ί ν ο υ μ ε . Ο πατέρας σου θα μας π ε ρ ι μ έ ν ε ι » .
δεν θα ε ί χ ε βρει ποτέ, αν δεν εξοριζόταν σε τούτο το νησί, και
Έστρεψαν και οι δύο την π λ ά τ η τους και διέσχισαν τη
ότι, αντί να θ έ λ ε ι να αφήσει τα πάντα από τη ζωή της στη
σήραγγα. Ο ήχος των β η μ ά τ ω ν τους αντηχούσε γ ύ ρ ω τους.
Σ π ι ν α λ ό γ κ α πίσω της, η Μαρία ή θ ε λ ε να πάρει μαζί της το
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς π ε ρ ί μ ε ν ε στο άλλο άκρο. Τ ρ α β ώ ν τ α ς β α θ ι έ ς ρου-
καλύτερο κ ο μ μ ά τ ι της;
φηξιές από το τσιγάρο του, καθόταν στο πεζούλι, στη σκιά 422
423
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
της μιμόζας, περιμένοντας να δ ε ι την κόρη του να β γ α ί ν ε ι
άκρο της πλώρης που, σαν βέλος, όδευε με ταχύτητα προς το
από τη σήραγγα. Τ ο υ φαινόταν ότι δεν θα ερχόταν ποτέ. Με
στόχο του. Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν χασομερούσε. Έ β λ ε π ε α κ ό μ η τη
εξαίρεση τη Μ α ρ ί α κ α ι τον Λ α π ά κ η , το νησί ε ί χ ε πλέον ε κ
Σ π ι ν α λ ό γ κ α πολύ καθαρά. Τα σκούρα τετράγωνα των πα
κ ε ν ω θ ε ί . Α κ ό μ η και τα γαϊδούρια, οι κατσίκες και οι γ ά τ ε ς
ραθύρων τον κοιτούσαν σαν κούφια, τυφλά μ ά τ ι α , και η αφό
είχαν μεταφερθεί απέναντι, μέσα σε εικόνες που θύμιζαν την
ρητη κενότητά τους τον έκανε να σκέφτεται όλους εκείνους
Κ ι β ω τ ό του Ν ώ ε . Η τελευταία βάρκα, εκτός από αυτή, ε ί χ ε
τους λεπρούς που είχαν τ ε λ ε ι ώ σ ε ι τις μέρες τους χ τ υ π η μ έ ν ο ι
ξεκινήσει δέκα λεπτά νωρίτερα, και η προκυμαία ήταν πια
από την τύφλωση. Ξ α φ ν ι κ ά , είδε το όραμα της Ε λ έ ν η ς , όπως
έ ρ η μ η . Ε κ ε ί κοντά, είχαν π ε τ α χ τ ε ί ένα μικρό μ ε τ α λ λ ι κ ό κου
ήταν την τελευταία φορά που την αντίκρισε, να στέκεται ε κ ε ί
τ ί , ένα πακέτο γ ρ ά μ μ α τ α κι ένα γ ε μ ά τ ο πακέτο τσιγάρα, όλα
στην προκυμαία, και γ ι α μ ι α σ τ ι γ μ ή , η χαρά που ε ί χ ε ξανά
μαρτυρίες της βιαστικής αναχώρησης της τελευταίας ομάδας.
την κόρη του κοντά του ξεχάστηκε.
Ίσως να υπήρξε κάποιο πρόβλημα, σκέφτηκε ο Γ ι ώ ρ γ η ς πανι
Ήταν πια θ έ μ α λ ε π τ ώ ν μ έ χ ρ ι να φτάσουν στην ξηρά. Το
κόβλητος. Ίσως η Μαρία να μην μπορούσε να φύγει τ ε λ ι κ ά .
λ ι μ α ν ά κ ι της Π λ ά κ α ς ήταν γ ε μ ά τ ο κόσμο.
Ίσως ο γιατρός να μην ε ί χ ε υπογράψει τα χαρτιά της.
τους αποίκους τούς είχαν υποδεχτεί οι ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς και οι
Τη σ τ ι γ μ ή που αυτές οι φοβερές σκέψεις είχαν αρχίσει να φαντάζουν δυσάρεστη π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , η Μαρία αναδύθηκε μέσα από το σκοτεινό η μ ι κ ύ κ λ ι ο της σήραγγας κι έτρεξε προς το μέρος του, με τα χέρια απλωμένα, ξεχνώντας τις αμφι βολίες και τους δισταγμούς γ ι α την αναχώρηση από το νησί, καθώς α γ κ ά λ ι α ζ ε τον πατέρα της. Ε κ ε ί ν ο ς , σιωπηλός, από λαυσε τη αίσθηση των μεταξένιων μ α λ λ ι ώ ν της πάνω στην τραχιά του ε π ι δ ε ρ μ ί δ α .
Πολλούς από
φίλοι τους· άλλοι απλώς αγκαλιάζονταν μεταξύ τους καθώς πατούσαν το χ ώ μ α του τόπου τους γ ι α π ρ ώ τ η φορά μέσα σε α κ ό μ η και είκοσι π έ ν τ ε χρόνια. Η πιο θορυβώδης παρέα ήταν οι Α θ η ν α ί ο ι . Μ ε ρ ι κ ο ί από τους φίλους τους, α κ ό μ η και συνάδελφοι, είχαν τ α ξ ι δ έ ψ ε ι από την π ό λ η τους γ ι α να γιορ τάσουν αυτή την ιστορική μέρα. Δ ε ν θα υπήρχε χρόνος γ ι α ύπνο ε κ ε ί ν η τη νύχτα, και το επόμενο πρωί θα πήγαιναν όλοι μαζί στο Η ρ ά κ λ ε ι ο , γ ι α το ταξίδι της επιστροφής στην Α θ ή ν α . Προς το παρόν, θα μάθαιναν στην Π λ ά κ α ένα-δυο πράγματα
« Π ά μ ε ; » του ε ί π ε η Μαρία τ ε λ ι κ ά .
γ ι α το πώς διασκεδάζουν. Μ ε ρ ι κ ο ί ήταν μουσικοί κ α ι είχαν
Τα π ρ ά γ μ α τ ά της είχαν ήδη φορτωθεί στη βάρκα. Ο Λα
ή δ η κάνει πρόβες μαζί με τους ντόπιους εκείνο το πρωί, σχη
πάκης ε π ι β ι β ά σ τ η κ ε πρώτος κ α ι στράφηκε γ ι α να βοηθήσει
ματίζοντας μια εντυπωσιακή ορχήστρα που π ε ρ ι λ ά μ β α ν ε κ ά θ ε
τη Μαρία. Ε κ ε ί ν η έ β α λ ε το ένα πόδι της στη βάρκα. Για ένα
όργανο, από λύρα, λαγούτο και μαντολίνο, μ έ χ ρ ι μπουζούκι,
κλάσμα δευτερολέπτου, το άλλο παρέμεινε στο έδαφος, και
ασκομαντούρα και φλογέρα.
μετά το σήκωσε. Η ζωή της στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ε ί χ ε τ ε λ ε ι ώ σ ε ι .
Με το νεογέννητο τους, τον Π έ τ ρ ο , στην α γ κ α λ ι ά , η Φ ω
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς έλυσε το παλιό σκάφος του και το έσπρωξε
τ ε ι ν ή κ α ι ο Στέφανος βρίσκονταν ε κ ε ί γ ι α να υποδεχτούν τη
μακριά από την προκυμαία. Έ π ε ι τ α , πολύ επιδέξια γ ι α άν
Μ α ρ ί α , μαζί με τον Μ α θ ι ό , το μικρό καστανομάτικο αγοράκι
θρωπο της η λ ι κ ί α ς του, πήδηξε επάνω και έστριψε το πλεού
τους, που χόρευε τ ρ ι γ ύ ρ ω ενθουσιασμένο, μέσα στη μεθυστική
μ ε ν ο , ώστε αυτό β ρ έ θ η κ ε σύντομα να κατευθύνεται προς την
ατμόσφαιρα, χωρίς να α ν τ ι λ α μ β ά ν ε τ α ι καθόλου τη σημασία
ενδοχώρα, μακριά από το νησί. Οι ε π ι β ά τ ε ς του κοιτούσαν
της ημέρας, αλλά πανευτυχές από την αίσθηση του καρναβα
το μπροστινό μέρος της βάρκας. Παρακολουθούσαν το μυτερό
λιού που πλανιόταν στον αέρα.
424
425
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
«Καλωσόρισες στο σπίτι σου, Μ α ρ ί α » , ε ί π ε ο Στέφανος.
Ό τ α ν μ π ή κ ε μέσα ο Γ ι ώ ρ γ η ς , λ ί γ ε ς σ τ ι γ μ έ ς αργότερα,
Ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι λ ί γ ο πιο πίσω, ενώ η γυναίκα του α γ κ ά λ ι α ζ ε την
β ρ ή κ ε τον Σ τ έ φ α ν ο , τη Φ ω τ ε ι ν ή , τον Π έ τ ρ ο , τον Μ α θ ι ό , που
καλύτερη φ ί λ η της, περιμένοντας τη σειρά του να τη χ α ι ρ ε τ ή
κρατούσε σφιχτά ένα μικρό μπουκέτο λουλούδια, κ α ι τη Μ α
σει. « Χ α ι ρ ό μ α σ τ ε τόσο πολύ που ε π έ σ τ ρ ε ψ ε ς » .
ρία, να πλημμυρίζουν με την παρουσία τους το μικρό σπίτι.
Άρχισε να παίρνει τα κουτιά της Μ α ρ ί α ς κ α ι να τα φορ
Ε π ι τ έ λ ο υ ς , φαινόταν ότι μερικά κ ο μ μ ά τ ι α της ζωής του ξα
τ ώ ν ε ι στο φορτηγάκι του. Η απόσταση μ έ χ ρ ι το σπίτι του
νάμπαιναν στη θέση τους. Η όμορφη κόρη του στεκόταν μπρο
Π ε τ ρ ά κ η ήταν μ ι κ ρ ή , αλλά όχι γ ι α να κουβαλήσουν όλα τα
στά του, η μία από τις τρεις γ υ ν α ί κ ε ς στην κορνιζαρισμένη
πράγματα στα χέρια. Οι δυο γυναίκες διέσχισαν την π λ α τ ε ί α ,
φωτογραφία, την οποία κοιτούσε κ ά θ ε μέρα. Σ τ α μάτια του,
αφήνοντας τον Γ ι ώ ρ γ η να δέσει τη βάρκα του. Θα π ή γ α ι
ήταν πιο υπέροχη από π ο τ έ .
ναν με τα πόδια. Μ ε γ ά λ α τραπέζια είχαν ή δ η τοποθετηθεί. Π ο λ ύ χ ρ ω μ α σημαιάκια ήταν κρεμασμένα γύρω-γύρω, στις τέσσερις πλευρές της π λ α τ ε ί α ς , και πετάριζαν χαρούμενα. Το γ λ έ ν τ ι δεν θα αργούσε να αρχίσει. Ό τ α ν έφτασαν η Μαρία και η Φ ω τ ε ι ν ή στο σπίτι, ο Σ τ έ φανος ε ί χ ε ήδη ξεφορτώσει τα κουτιά, τα οποία βρίσκονταν τώρα στο εσωτερικό. Κ α θ ώ ς διάβαινε το κ α τ ώ φ λ ι , η Μ α ρ ί α ένιωσε ένα τ σ ί μ π η μ α στο σβέρκο της. Τ ί π ο τ α δεν ε ί χ ε αλλά ξ ε ι από τη μέρα που έ φ υ γ ε . Ό λ α βρίσκονταν στην ίδια θέση, όπως πάντα: το κέντημα με το φιλόξενο « Κ α λ η μ έ ρ α » , που η μητέρα της ε ί χ ε τ ε λ ε ι ώ σ ε ι πάνω στην ώρα γ ι α το γ ά μ ο της, κρεμόταν στον τοίχο απέναντι από την πόρτα γ ι α να κ α λ ω σορίζει τους επισκέπτες, οι ίδιες κατσαρόλες κρέμονταν κοντά
« Λ ο ι π ό ν » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή , « δ ε ν πρέπει να μ ε ί ν ω πολύ - έχουμε να ετοιμάσουμε κι άλλο φαγητό. Να ι δ ω θ ο ύ μ ε π ά λ ι στην π λ α τ ε ί α ; » . « Ε υ χ α ρ ι σ τ ώ γ ι α όλα. Ε ί μ α ι πολύ τ υ χ ε ρ ή που επέστρεψα κοντά σε παλιούς φίλους σαν εσάς - κι έναν νέο φίλο ε π ί σ η ς » , ε ί π ε , κοιτώντας τον Μ α θ ι ό , που β ρ ή κ ε τ ε λ ι κ ά το θάρρος να πάει προς το μέρος της και να της δώσει τα λουλούδια. Η Μ α ρ ί α χ α μ ο γ έ λ α σ ε . Ήταν τα πρώτα λουλούδια που της έδιναν από τότε που το ε ί χ ε κάνει ο Μανόλης, κάπου τέσσερα χρόνια νωρίτερα, μόλις μια εβδομάδα πριν πάει να κάνει εξετάσεις γ ι α λέπρα. Η χειρονομία του μικρού αγοριού τ η συγκίνησε.
στο τζάκι και το γ ν ώ ρ ι μ ο σερβίτσιο των διακοσμημένων με
Χ ρ ε ι ά σ τ η κ ε να περάσει πάνω από μισή ώρα, να αλλάξει
λουλούδια πορσελάνινων πιάτων ήταν παραταγμένο στην πια
φόρεμα και να χτενίσει τα μ α λ λ ι ά της μέχρι που έλαμψαν
τ ο θ ή κ η . Μέσα σε ένα από τα κουτιά της, η Μαρία θα έβρισκε
περισσότερο από τον ίδιο τον καθρέφτη, γ ι α να νιώσει η Μ α
σύντομα μ ε ρ ι κ ά πιάτα που ταίριαζαν, κ α ι τα κ ο μ μ ά τ ι α του
ρία έ τ ο ι μ η να β γ ε ι έ ξ ω και να αντιμετωπίσει την π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α
σερβίτσιου θα ενώνονταν π ά λ ι .
των κατοίκων της Π λ ά κ α ς . Παρά τη θ ε ρ μ ή υποδοχή που θα
Α κ ό μ η και μια τέτοια φωτεινή μέρα, ήταν θ λ ι β ε ρ ά σε τούτο το σπίτι. Μπορεί όλα τα παλιά, οικεία αντικείμενα να
ε ί χ ε από μερικούς γείτονές της, ήξερε ότι άλλοι θα την κοι τούσαν ερευνητικά, από την κορφή μ έ χ ρ ι τα νύχια, αναζητώ
βρίσκονταν ακόμη στις θέσεις τους, όμως οι τοίχοι φαινόταν
ντας σημάδια της αρρώστιας. Θα απογοητεύονταν. Σ τ ο σώμα
να είχαν απορροφήσει τη βαθιά δυστυχία που είχαν υ π ο μ ε ί ν ε ι
της Μαρίας δεν υπήρχε ούτε ίχνος. Υπήρχαν άλλοι που είχαν
οι άνθρωποι ε κ ε ί μέσα. Από τους σοβάδες στάλαζε η μοναξιά
δεχτεί ισχυρότερο π λ ή γ μ α . Π ο λ λ ο ί θα δυσκολεύονταν για όλη
του πατέρα της, στα προηγούμενα χρόνια. Τα πάντα έδειχναν
τους τη ζωή να περπατήσουν με τα σακατεμένα πόδια τους,
ίδια, όμως τίποτα δεν ήταν όπως πριν.
και οι ελάχιστοι άτυχοι που είχαν χάσει την όραση τους θα
426
427
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
εξαρτιόνταν γ ι α πάντα από τις ο ι κ ο γ έ ν ε ι έ ς τους. Στους περισ
« Δ ε ν ετοιμάστηκες α κ ό μ η ; » ρώτησε την Άννα ψυχρά.
σότερους, όμως, οι π λ η γ έ ς είχαν εξαφανιστεί, τα άσχημα στίγ
« Ε ί μ α ι σχεδόν έ τ ο ι μ η » , του απάντησε, φτιάχνοντας το
ματα της επιδερμίδας είχαν χ α θ ε ί , και μπορούσαν να νιώσουν
βαρύ τιρκουάζ κ ο λ ι έ της και σηκώνοντας το πιγούνι της γ ι α
πάλι τα σημεία που είχαν παραλύσει.
να θαυμάσει το αποτέλεσμα στον καθρέφτη, πριν ψεκαστεί με
Η Μ α ρ ί α και ο πατέρας της περπατούσαν μαζί προς την πλατεία.
ένα σύννεφο γ α λ λ ι κ ο ύ αρώματος. « Μ π ο ρ ο ύ μ ε να φύγουμε λ ο ι π ό ν ; » ε ί π ε εκείνος απότομα.
« Δ ε ν θα το π ι σ τ έ ψ ω μ έ χ ρ ι να το δ ω » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς ,
Η Άννα φαινόταν να μην αισθάνεται τον ψυχρό τόνο του
« ό μ ω ς η αδερφή σου ε ί π ε ότι μπορεί να έρθει απόψε. Μ ο υ
συζύγου της. Ό χ ι όμως και η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α . Ε ί χ ε ενοχληθεί από
έστειλε μήνυμα χ θ ε ς » .
τον τρόπο με τον οποίο απευθυνόταν ο γιος της στη γυναίκα
« Η Ά ν ν α ; » ρώτησε η Μ α ρ ί α , έ κ π λ η κ τ η . « Μ α ζ ί μ ε τον Αντρέα;»
του. Δ ε ν τον ε ί χ ε ξανακούσει να μ ι λ ά ε ι τόσο ψυχρά, ούτε τον ε ί χ ε ξαναδεί να κοιτάζει τόσο βλοσυρά, και αναρωτήθηκε
« Έ τ σ ι έ λ ε γ ε στο γ ρ ά μ μ α της. Υποθέτω πως θ έ λ ε ι να σε υποδεχτεί».
μήπως ο Αντρέας ε ί χ ε συνειδητοποιήσει, επιτέλους, την οικει ότητα που υπήρχε ανάμεσα στη σύζυγό του και τον Μ α ν ό λ η .
Ό π ω ς κ ά θ ε γονιός, λαχταρούσε να ξαναενωθεί η ο ι κ ο γ έ
Μ ι α φορά, έκανε λ ό γ ο γ ι α τις ανησυχίες της στον Αλέξανδρο.
νεια του και θεωρούσε ότι η Άννα πίστευε πως ήταν κ α λ ή
Ήταν λάθος. Ε κ ε ί ν ο ς θύμωσε και ορκίστηκε να δ ι ώ ξ ε ι « τ ο ν
σ τ ι γ μ ή να επανορθώσει γ ι α την α μ έ λ ε ι ά της τα τ ε λ ε υ τ α ί α
άχρηστο Δ ο ν Ζ ο υ ά ν » , αν υπερέβαινε τα όρια. Ύστερα απ' αυτό,
χρόνια. Αν μπορούσε να έ χ ε ι πίσω δύο κόρες αντί γ ι α μ ί α ,
η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α κράτησε τις έγνοιες της γ ι α τον εαυτό τ η ς .
θα ήταν πιο ευτυχισμένος από π ο τ έ . Για τη Μ α ρ ί α , από την ά λ λ η πλευρά, μια συνάντηση με την Άννα, απόψε, ήταν μ ι α
« Κ α λ η ν ύ χ τ α , γ λ υ κ ι ά μ ο υ » . Η Άννα στράφηκε στην κο ρούλα της,
που
άπλωσε τα παχουλά χεράκια της προς το
προοπτική την οποία δεν επιθυμούσε. Η γ ι ο ρ τ ή ήταν ο σκο
μέρος τ η ς . « Ν α 'σαι φ ρ ό ν ι μ η » . Κ α ι με αυτό, άφησε ένα τ έ
πός της ημέρας, όχι η συμφιλίωση: και στον τ ε λ ε υ τ α ί ο λεπρό
λ ε ι ο αποτύπωμα των χ ε ι λ ι ώ ν της στο μ έ τ ω π ο της Σοφίας και
της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς θα δινόταν επιτέλους η ελευθερία του.
β γ ή κ ε από το δ ω μ ά τ ι ο .
Σ Τ Ο Σ Π Ι Τ Ι Τ Η Σ στην Ελούντα, η Άννα ετοιμαζόταν γ ι α το
νή α ν α μ μ έ ν η . Ή ξ ε ρ ε γ ι α τ ί η γυναίκα του φρόντιζε με τόση
γ λ έ ν τ ι στην Π λ ά κ α , φτιάχνοντας προσεκτικά τα μ α λ λ ι ά της
προσοχή την εμφάνισή της, και δεν το έκανε γ ι ' αυτόν.
Ο Αντρέας π ε ρ ί μ ε ν ε κιόλας στο αυτοκίνητο, με τη μηχα
και βάφοντας με σχολαστικότητα τα γ ε μ ά τ α χ ε ί λ η της, ώστε
Ήταν κ ά τ ι ε κ π λ η κ τ ι κ ά μικρό αυτό που έκανε τ ε λ ι κ ά τον
το κραγιόν να ακολουθεί με α κ ρ ί β ε ι α την κ α μ π ύ λ η τους. Κ α
Αντρέα να συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι η γυναίκα του
θισμένη στα πόδια της γ ι α γ ι ά ς της, η Σοφία παρακολουθούσε
ήταν άπιστη: ένα σκουλαρίκι κ ά τ ω από το μαξιλάρι του. Η
με αφοσίωση, καθώς η μητέρα της έβαφε το πρόσωπο της,
Άννα ήταν πάντοτε σχολαστική όταν έ β γ α ζ ε τα κ ο σ μ ή μ α τ ά
μ έ χ ρ ι που τα μ ά γ ο υ λ ά της ήταν έντονα χρωματισμένα, όπως
της και τα τοποθετούσε προσεκτικά σε ένα συρτάρι επενδυ
μιας κούκλας.
μένο με βελούδο, στην τουαλέτα της, πριν πάει γ ι α ύπνο,
Αγνοώντας και τη μητέρα και την κόρη του, ο Αντρέας
και ο Αντρέας ήξερε ότι θα το ε ί χ ε παρατηρήσει, αν ε κ ε ί ν η ξάπλωνε να κ ο ι μ η θ ε ί φορώντας τα χρυσά σκουλαρίκια της με
μ π ή κ ε μέσα βιαστικός. 428
429
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
τα διαμάντια την προηγούμενη νύχτα. Δ ε ν ε ί π ε τίποτα, όταν
ή « θ α υ μ α τ ο π ο ι ό με τα β ό τ α ν α » . Αυτό το τ ε λ ε υ τ α ί ο την έκα
ε ί δ ε τη λ ά μ ψ η του χρυσού πάνω στο λευκό λ ι ν ό , καθώς χωνό
νε να αισθανθεί ευχάριστα, σε αντίθεση με την αγιοποίησή
ταν κ ά τ ω από τα, κατά τα άλλα, άψογα στρωμένα σεντόνια,
της, που δεν της άρεσε καθόλου.
όμως η καρδιά του π ά γ ω σ ε . Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή , το φ ι λ ό τ ι μ ό
Οι τ ε λ ε υ τ α ί ε ς ώρες είχαν σταθεί τόσο σημαντικές, ώστε
του, η αίσθηση της τ ι μ ή ς και της περηφάνιας που τον έκανε
σκέφτηκε ελάχιστα τον Κυρίτση. Δ ε ν είχαν αποχαιρετιστεί,
άντρα, π λ η γ ώ θ η κ ε θανάσιμα.
κι έτσι ήταν σίγουρη ότι θα συναντιόνταν και π ά λ ι . Αυτό δεν
Δ υ ο μέρες μ ε τ ά , π ή γ ε στο σπίτι νωρίς το απόγευμα, έχο
θα μπορούσε να συμβεί πιο σύντομα. Μ ό λ ι ς β ρ έ θ η κ ε μέσα στο
ντας αφήσει το αυτοκίνητο σε κάποια απόσταση και περπα
πλήθος, η Μαρία ένιωσε την καρδιά της να σκιρτάει, σαν να
τώντας τα τ ε λ ε υ τ α ί α πενήντα μέτρα μ έ χ ρ ι το σπίτι του. Δ ε ν
ή θ ε λ ε να β γ ε ι από το στήθος τ η ς . Να τος, καθισμένος σ' ένα
ε ξ ε π λ ά γ η που ε ί δ ε το φορτηγάκι του Μ α ν ό λ η παρκαρισμένο
από τα τραπέζια μαζί με τον Λ α π ά κ η . Μέσα στον πανζουρλι
απέξω. Ήξερε ότι θα ήταν ε κ ε ί . Αφού άνοιξε την εξώπορτα
σμό, ήταν ο μόνος άνθρωπος τον οποίο έ β λ ε π ε , με τα γκρίζα
αθόρυβα,
μ α λ λ ι ά του σχεδόν να λάμπουν στο φως που αργόσβηνε. Οι
μ π ή κ ε στο χ ο λ .
Ακουγόταν ο χτύπος ενός ρολο
γ ι ο ύ , όμως, εκτός από αυτό, στο σπίτι επικρατούσε ν ε κ ρ ι κ ή
γιατροί ήταν απορροφημένοι από τη συζήτησή τους, αλλά τ ε
σ ι ω π ή . Ξ α φ ν ι κ ά , η σιωπή δ ι α λ ύ θ η κ ε . Μ ι α γυναίκα β ο γ κ ο ύ
λ ι κ ά ο Λαπάκης σήκωσε το β λ έ μ μ α του και την ε ί δ ε .
σε. Ο Αντρέας κ ρ α τ ή θ η κ ε από την κουπαστή, αηδιασμένος,
« Μ α ρ ί α ! » αναφώνησε και σ η κ ώ θ η κ ε όρθιος. « Τ ι υπέρο
αρρωστημένος από τον ήχο της έκστασης της γυναίκας του.
χη μέρα γ ι α σένα! Π ώ ς ν ι ώ θ ε ι ς που γύρισες σπίτι μ ε τ ά από
Το ένστικτο του του έ λ ε γ ε να α ν έ β ε ι τα σκαλιά δυο-δυο, να
τόσο κ α ι ρ ό ; »
ορμήσει στην κρεβατοκάμαρα και να κάνει και τους δύο κ ο μ
Ε υ τ υ χ ώ ς , δεν ήταν μ ι α ερώτηση που περίμεναν π ρ ά γ μ α τ ι
μάτια, όμως κάτι τον σταμάτησε. Ήταν ο Αντρέας Βανδου-
να απαντήσει, κι αν συνέβαινε αυτό, ε κ ε ί ν η δεν θα ήξερε
λ ά κ η ς . Έ π ρ ε π ε να ενεργήσει με πιο μ ε λ ε τ η μ έ ν ο τρόπο, και
από πού ν' αρχίσει και πού να τ ε λ ε ι ώ σ ε ι . Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή ,
χρειαζόταν χρόνο να σκεφτεί.
πλησίασαν ο Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ και η γυναίκα του, μαζί με δυο άντρες που έμοιαζαν τόσο στον Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , ώστε ήταν
Μ Α Ρ Ι Α πλησίαζε την π λ α τ ε ί α , ε ί χ ε ήδη συγκε
αυτονόητο πως ήταν τα αδέρφια του. Ο αρχηγός του νησιού
ντρωθεί ε κ ε ί πολύς κόσμος. Ε ν τ ό π ι σ ε τον Δ η μ ή τ ρ η να στέκε
ή θ ε λ ε να γνωρίσει η ο ι κ ο γ έ ν ε ι ά του τους ανθρώπους που ευ
ΚΑΘΩΣ
Η
ται στο κέντρο μιας μ ι κ ρ ή ς ομάδας, μαζί με τον Γεράσιμο
θύνονταν γ ι α την καινούρια του ζ ω ή . Θα γίνονταν χ ι λ ι ά δ ε ς
Β ι λ ά κ η , ο οποίος ε ί χ ε το καφενείο στην αποικία, και τη Χ ρ ι
προπόσεις αργότερα, ωστόσο ήθελαν να είναι οι πρώτοι που
στίνα Κρουσταλάκη, που χ α μ ο γ ε λ ο ύ σ ε . Αυτό την έκανε σχε
θα έ λ ε γ α ν « ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » .
ζωηρών
Ο Κυρίτσης στεκόταν πιο πίσω, όμως η Μαρία μπορούσε
συζητήσεων και ο αχνός ήχος της μουσικής, καθώς κάποιος
να νιώσει την πίεση της ματιάς του, και καθώς ο Λαπάκης
γρατζουνούσε
μιλούσε στους Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ , πήρε τη Μαρία παράμερα.
δόν
αγνώριστη.
ένα
Ολόγυρα,
επικρατούσε το
μπουζούκι στην
βουητό
ά λ λ η άκρη του
δρόμου.
Καθώς έφτανε στην ανοιχτή πλατεία, τη χαιρετούσαν από δεξιά
« Μ π ο ρ ώ να σε απασχολήσω γ ι α ένα λ ε π τ ό ; » τη ρώτησε
κι από αριστερά. Συνάντησε πολλές κεφάτες οικογένειες, μαζί
ευγενικά,
με φίλους από την Αθήνα, που τη σύστηναν ως Α γ ί α Μαρία
θόρυβο. « Κ ά π ο υ πιο ήσυχα από ε δ ώ » , πρόσθεσε.
430
αλλά αρκετά δυνατά γ ι α να ακουστεί
431
μέσα στο
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Έ φ υ γ α ν από την π λ α τ ε ί α , όπου συνωστιζόταν ο κόσμος
Άρα, ήταν πρόταση. Το στόμα της ε ί χ ε στεγνώσει και
και η κακοφωνία των ενθουσιασμένων φωνών ε ί χ ε φτάσει σε
κ α τ έ β α λ λ ε τεράστια προσπάθεια γ ι α να ανακτήσει τον έ λ ε γ χ ο
εκκωφαντικό επίπεδο. Κ α θ ώ ς ακολουθούσαν τον άδειο δρόμο
της γλώσσας τ η ς .
που οδηγούσε στην εκκλησία, ο θόρυβος του πλήθους μ ε ι ώ θ η κ ε σε κάτι ελάχιστα πιο δυνατό από ένα βουητό στο βάθος.
« Ν α ι » , ήταν η μόνη, βραχνή συλλαβή που κατάφερε να προφέρει. « Ν α ι » .
Έ ν α αίσθημα ανυπομονησίας καθόρισε την ε π ό μ ε ν η κίνηση
« Θ έ λ ε ι ς ; » Ο Κυρίτσης έ δ ε ι χ ν ε έ κ π λ η κ τ ο ς . Α υ τ ή η μαυ
του Κυρίτση. Η αρρώστια ε ί χ ε στερήσει από αυτή τη γυναίκα
ρομάλλα γυναίκα, αυτή η ασθενής του που νόμιζε ότι την
αρκετή από τη ζωή της, και κ ά θ ε δευτερόλεπτο που π ή γ α ι ν ε
ήξερε τόσο καλά και την ίδια σ τ ι γ μ ή γνώριζε ελάχιστα γ ι '
χαμένο φαινόταν πάρα πολύ. Η συγκρατημένη συμπεριφορά
αυτήν, δεχόταν να γ ί ν ε ι γυναίκα του. Σ τ ο πρόσωπό του σχη
του γιατρού προς την ασθενή παραχώρησε γ ι α μ ι α σ τ ι γ μ ή τη θέση της στην τ ό λ μ η . Δ ί π λ α στην είσοδο της εκκλησίας, στάθηκε μπροστά στη Μ α ρ ί α . « Έ χ ω να σου πω κ ά τ ι . Κ ά τ ι πολύ απλό, μ ά λ ι σ τ α » , της είπε. « Θ έ λ ω να με παντρευτείς».
ματίστηκε ένα χ α μ ό γ ε λ ο και η Μαρία το μ ι μ ή θ η κ ε , με ε κ θ α μ β ω τ ι κ ό τρόπο. Α β έ β α ι α στην αρχή, και κατόπιν με πάθος που μ ε γ ά λ ω ν ε , τη φίλησε, και μ ε τ ά , συνειδητοποιώντας ξαφ νικά τι εικόνα πρέπει να παρουσίαζαν στον έρημο δρόμο, τραβήχτηκαν μακριά ο ένας από τον άλλον. « Π ρ έ π ε ι να γυρίσουμε στο γ λ έ ν τ ι » , ε ί π ε ο Κυρίτσης, μ ι
Ήταν δήλωση, όχι πρόταση. Κ α ι η απάντηση φαινόταν
λώντας πρώτος. Η αίσθησή του περί καθήκοντος και ορθότη
π ε ρ ι τ τ ή . Ε δ ώ και κάποιο διάστημα, η Μαρία δεν α μ φ έ β α λ λ ε
τας ήταν πολύ πιο έντονα αναπτυγμένη από τη δ ι κ ή της. «Ο
ότι ο Κυρίτσης την αγαπούσε, όμως ε κ ε ί ν η ε ί χ ε πιέσει τον
κόσμος μπορεί να αναρωτιέται πού ε ί μ α σ τ ε » .
εαυτό της να σταματήσει να φαντάζεται ότι αυτό θα μπορούσε
Ε ί χ ε δ ί κ ι ο : έπρεπε να επιστρέψουν, γ ι α τ ί ήταν μια νύχτα
να έ χ ε ι κάποια κ α τ ά λ η ξ η . Ε ί χ ε διαπιστώσει ότι ήταν ασφαλέ
που θα μοιράζονταν όλοι, πριν ακολουθήσουν τους χωριστούς
στερο, τα τελευταία χρόνια, να ε ξ ο β ε λ ί ζ ε ι τα ονειροπολήματα
δρόμους τους. Όταν έφτασαν πίσω στην π λ α τ ε ί α , ο χορός
μόλις άρχιζαν να παίρνουν μορφή, και να ζει το εδώ και το
ε ί χ ε ή δ η αρχίσει. Ε ί χ ε σχηματιστεί ένας τεράστιος κύκλος
τώρα, όπου η απογοήτευση δεν μπορούσε να καταστρέψει τις
και βρισκόταν σε ε ξ έ λ ι ξ η ένας αργός πεντοζάλης. Μ έ χ ρ ι και
φαντασιώσεις της.
ο Γ ι ώ ρ γ η ς σ υ μ μ ε τ ε ί χ ε . Ο άνθρωπος που έ μ ε ν ε στη σκιά σε
Για μια σ τ ι γ μ ή , δεν ε ί π ε τίποτα, όμως τον κοίταξε καθώς την κρατούσε από τους ώμους, με τα χέρια του τ ε ν τ ω μ έ ν α . Σ α ν να χρειαζόταν να πειστεί ε κ ε ί ν η ότι το εννοούσε, ο Κυρί τσης γ έ μ ι σ ε το κενό της σιωπής της. « Δ ε ν υπήρξε ποτέ κ α μ ί α που να με έκανε να αισθανθώ όπως εσύ. Αν δεν θ έ λ ε ι ς να με παντρευτείς, θα φύγω και δεν θα χρειαστεί να ασχοληθείς μαζί μου ξ α ν ά » . Τα χέρια του έσφιγγαν τώρα πιο δυνατά τους ώμους της. « Α λ λ ά , όπως και να ' χ ε ι , πρέπει να ξέρω, τ ώ ρ α » . 432
κάθε γ ι ο ρ τ ή ε ί χ ε τώρα δοθεί ολόψυχα στη διασκέδαση. Η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν η πρώτη που παρατήρησε την επιστροφή της φίλης της συντροφιά με το γιατρό, και ήξερε, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η Μαρία, επιτέλους, ε ί χ ε την ευκαιρία της ευτυχίας. Το ζευγάρι ε ί χ ε ε π ι λ έ ξ ε ι να μην π ε ι τίποτα ε κ ε ί ν η τη νύχτα - ήθελαν ο Γ ι ώ ρ γ η ς να είναι ο πρώτος που θα το μάθαινε, και αυτό το πανηγύρι με τη μεθυστική ατμόσφαι ρά του δεν ήταν ο τόπος όπου ήθελαν να του πουν τα νέα. Όταν ο Γ ι ώ ρ γ η ς π ή γ ε κοντά τους στο τέλος του χορού, ε ί χ ε στα χ ε ί λ η του μόνο μια ερώτηση γ ι α τη Μ α ρ ί α . 433
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
« Ε ί δ ε ς την Άννα; Ε ί ν α ι ε δ ώ ; »
ΝΗΣΙ
« Ο Μ α ν ό λ η ς ; Ν α παντρευτεί τ η Μ α ρ ί α ; Π ά ν ω από τ ο
Τ α προηγούμενα χρόνια, ε ί χ ε , λ ί γ ο - π ο λ ύ , ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι
π τ ώ μ α μου μ ό ν ο ! »
ούρλιαξε ε κ ε ί ν η ,
με ένα πάθος που ο
την ελπίδα να ενωθεί ξανά η οικογένεια του, όμως σήμερα
Αντρέας δεν ε ί χ ε ξαναδεί μέσα τ η ς . Ε ί χ α ν πέσει οι μάσκες
υπήρχε η πιθανότητα γ ι α κάτι τ έ τ ο ι ο . Ωστόσο, του προκαλού
π ι α . « Τ ι σε κάνει να το λ ε ς α υ τ ό ; » Η Άννα δεν μπορούσε να
σε απορία η διαρκής απουσία της Άννας· στο κ ά τ ω - κ ά τ ω , του
το αφήσει να περάσει.
ε ί χ ε υποσχεθεί ότι θα ερχόταν.
« Γ ι α τ ί όχι; Ήταν αρραβωνιασμένοι και έ τ ο ι μ ο ι να πα
« Ε ί μ α ι σίγουρη ότι θα έ ρ θ ε ι , πατέρα, αφού ε ί π ε ότι θα το κ ά ν ε ι » , τον δ ι α β ε β α ί ω σ ε η Μ α ρ ί α , μολονότι τα λ ό γ ι α της φάνταζαν κούφια και στους δυο τους. « Γ ι α τ ί δεν χ ο ρ ε ύ ο υ μ ε ; » πρότεινε. « Φ α ί ν ε σ α ι ότι έ χ ε ι ς τη ζ ω ν τ ά ν ι α » . Ο δ ή γ η σ ε τον πατέρα της πίσω στον πανζουρλισμό και μ π ή κ α ν στον κύκλο
Φωτεινή
ήταν
« Σ κ ά σ ε . Απλά σ κ ά σ ε ! » του π έ τ α ξ ε στα μούτρα, καθώς εκείνος πάρκαρε το αυτοκίνητο. Η βιαιότητα της αντίδρασης της Άννας σόκαρε τον Αντρέα. « Θ ε έ μ ο υ ! » μούγκρισε, προσπαθώντας να αμυνθεί μπρο
καθώς άρχιζε π ά λ ι ο χορός. Η
ντρευτούν τ ό τ ε » , της ε ί π ε π ε ρ ι π α ι χ τ ι κ ά .
απασχολημένη
με
το
να
κουβαλάει
π ι α τ έ λ ε ς με φαγητό στο τραπέζι. Παρατήρησε το γιατρό που παρακολουθούσε τη Μ α ρ ί α να χορεύει, και αισθάνθηκε πιο ευτυχισμένη από ποτέ που η π ο λ υ α γ α π η μ έ ν η φίλη της ε ί χ ε β ρ ε ι έναν τέτοιο εξαιρετικό άντρα. Ε ί χ ε νυχτώσει πια, ο άνε μος ε ί χ ε κοπάσει και η θάλασσα ήταν λ ά δ ι . Η θερμοκρασία φαινόταν να μην έ χ ε ι πέσει ούτε ένα β α θ μ ό από το πνιγηρό
στά στις προσβολές που του ε κ τ ό ξ ε υ ε . « Τ ο ν αγαπάς, έ τ σ ι ; » « Π ώ ς τολμάς ν α τ ο λ ε ς α υ τ ό ! » σ τ ρ ί γ κ λ ι σ ε ε κ ε ί ν η . « Ά ν τ ε λοιπόν, γ ι α τ ί δεν το παραδέχεσαι, Άννα! Δ ε ν ε ί μ α ι τ ε λ ε ί ω ς η λ ί θ ι ο ς , ξ έ ρ ε ι ς » , της ε ί π ε , προσπαθώντας να α ν α κ τ ή σει τον έ λ ε γ χ ο της φωνής του. Η Άννα ήταν σ ι ω π η λ ή , σαν να ε ί χ ε κοπάσει σ τ ι γ μ ι α ί α η μανία τ η ς .
απόγευμα, και όταν οι άνθρωποι ξαπόσταιναν ανάμεσα στους
« Ξ έ ρ ω ότι είναι α λ ή θ ε ι α » , ε ί π ε ο Αντρέας, σχεδόν ήρε
χορούς, κατέβαζαν διψασμένα ποτήρια με δυνατό κρασί, χύ
μος τώρα. «Ήρθα στο σπίτι νωρίς μια μέρα, την προηγούμενη
νοντας πολύ από αυτό στο χ ώ μ α . Η Μαρία επέστρεψε από
βδομάδα, και ήταν ε κ ε ί μαζί σου. Πόσο κ α ι ρ ό . . . ; »
το χορό της, κάθισε στο πλευρό του Κυρίτση κ α ι σήκωσαν ταυτόχρονα τα ποτήρια τους. Ήταν μια σιωπηρή πρόποση.
Η Άννα έ κ λ α ι γ ε και γελούσε ταυτόχρονα, την ε ί χ ε καταλά βει υστερία. « Χ ρ ό ν ι α » , είπε φτύνοντας. « Χ ρ ό ν ι α και χρόνια...» Ο Αντρέας ε ί χ ε την εντύπωση ότι τα άλικα χ ε ί λ η της
Η ΑΝΝΑ ΚΙ ο Α Ν Τ Ρ Ε Α Σ βρίσκονταν τώρα κοντά στην Π λ ά
Άννας χαμογελούσαν,
κα. Κ α ν ε ί ς τους δεν ε ί χ ε μ ι λ ή σ ε ι στη διάρκεια της διαδρομής.
έκστασης. Η άρνησή της θα τον ε ί χ ε κάνει να υποχωρήσει,
Κ α ι οι δυο τους ήταν χ α μ έ ν ο ι στις σκέψεις τους. Ε ί χ ε περάσει
υπήρχε η πιθανότητα να κάνει λάθος στο κ ά τ ω - κ ά τ ω , όμως η
από το μυαλό του Αντρέα ότι ο Μανόλης ίσως να αποκαθι
παραδοχή της ήταν η μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η κοροϊδία. Έ π ρ ε π ε να σ β ή
στούσε τον αρραβώνα του με τη Μ α ρ ί α , μια κι ε κ ε ί ν η ε ί χ ε επιστρέψει, και καθώς πλησίαζαν στο χωριό και μπορούσε πια να δει το πλήθος, έσπασε τη σιωπή του και β ρ ή κ ε ευχα ρίστηση προκαλώντας τη γυναίκα του με τον υ π α ι ν ι γ μ ό του. 434
λ ε ς και ε ί χ ε χ α θ ε ί σε κάποιο
είδος
σει αυτή την ε ι ρ ω ν ι κ ή γ κ ρ ι μ ά τ σ α από το πρόσωπό τ η ς . Με μ ι α επιδέξια κίνηση έ β α λ ε το χ έ ρ ι του στη μέσα τσέ πη του σακακιού του και τράβηξε το πιστόλι του. Η Άννα ούτε καν τον κοιτούσε. Το κεφάλι της ήταν γ ε ρ μ έ ν ο πίσω, οι 435
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
στρογγυλές χάντρες του κ ο λ ι έ της ταράζονταν από το γ έ λ ι ο
σαν από θαύμα, από ένα κοντινό σπίτι, και οι δυο άντρες
της. Παραληρούσε.
σήκωσαν προσεκτικά τη γυναίκα και την ξάπλωσαν στο έδα
« Π ο τ έ . . . » της κόπηκε η αναπνοή, τ ρ ε λ α μ έ ν η πια, τ ε λ ε ί ω ς ,
φος. Μ ό λ ι ς το ζήτησαν, το πλήθος όσων στέκονταν και κοι
από την έξαψη που του έ λ ε γ ε την α λ ή θ ε ι α . « Π ο τ έ δεν αγά
τούσαν μ ε τ α κ ι ν ή θ η κ ε σε κάποια απόσταση, γ ι α να τους αφή
πησα κανέναν όσο τον Μ α ν ό λ η » . Τα λ ό γ ι α της ξεχύθηκαν
σει να κάνουν τη δουλειά τους.
σαν μ α σ τ ί γ ι ο , τσακίζοντας τον αέρα γύρω του.
Η Μ α ρ ί α ε ί χ ε φτάσει ε κ ε ί γ ι α να δει αν υπήρχε κ ά τ ι που θα μπορούσε να κ ά ν ε ι γ ι α να β ο η θ ή σ ε ι . Κ α θ ώ ς ξάπλωναν
ΣΤΗΝ
ΚΕΝΤΡΙΚΉ
Π Λ Α Τ Ε Ι Α , ο Κυρίτσης παρακολουθούσε
τη γ υ ν α ί κ α στην κουβέρτα, κ α τ ά λ α β ε ποια κρατούσαν στην
τα πρώτα πυροτεχνήματα να εκτοξεύονται στον καθαρό ουρα
α ι μ α τ ο β α μ μ έ ν η α γ κ α λ ι ά τους. Π ο λ λ ο ί και από το π λ ή θ ο ς
νό. Θα έστελναν πυροτεχνήματα στον αέρα κ ά θ ε ώρα, μ έ χ ρ ι
την αναγνώριζαν τώρα, κι ακούστηκε μια κ ρ α υ γ ή τρόμου
τα μεσάνυχτα, και το καθένα τους έκανε μια β ί α ι η έκρηξη κι έλουζε τον τόπο με σπίθες που αντανακλούσε σαν π ο λ ύ τ ι μ ε ς πέτρες η γ α λ ή ν ι α θάλασσα. Μ ό λ ι ς τ ε λ ε ί ω σ ε η πρώτη σειρά των πυροτεχνημάτων, επικράτησε ησυχία γ ι α λ ί γ ο , πριν η ορ χήστρα θεωρήσει ότι άξιζε τον κόπο να ξαναρχίσει. Π ρ ι ν γ ί ν ε ι αυτό, όμως, ακούστηκαν δυο α κ ό μ η δυνατοί και απρόσμενοι κρότοι. Ο Κυρίτσης έστρεψε το πρόσωπο του προς τα πάνω, περιμένοντας να δει μια βροχή από απαστράπτουσες σπίθες να πέφτουν από τον ουρανό, αλλά έ γ ι ν ε αμέσως προφανές πως δεν θα συνέβαινε κάτι τ έ τ ο ι ο . Ε ί χ ε προκληθεί ταραχή γ ύ ρ ω από ένα αυτοκίνητο παρ καρισμένο κοντά στην π λ α τ ε ί α . Το είχαν δ ε ι να σταματάει ε κ ε ί μ ό λ ι ς λ ί γ α λεπτά νωρίτερα, και τώρα μια γυναίκα ήταν πεσμένη στο κάθισμα του συνοδηγού. Ο Κυρίτσης άρχισε να τ ρ έ χ ε ι προς το μέρος του. Για μια σ τ ι γ μ ή φάνηκε σαν όλοι οι άλλοι άνθρωποι να είχαν μ ε ί ν ε ι αποσβολωμένοι. Η δυσπιστία
από όλους. Δ ε ν γινόταν να κάνουν λάθος γ ι α το ποια ήταν.
Κα
τάμαυρα μ α λ λ ι ά , πλούσιο στήθος, ν τ υ μ έ ν η με ένα φόρεμα, τώρα β ο υ τ η γ μ έ ν ο στο αίμα, το οποίο κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να αγοράσει ούτε με ένα μήνα σκληρής δουλειάς. Ήταν, χωρίς κ α μ ί α α μ φ ι β ο λ ί α , η Άννα Β α ν δ ο υ λ ά κ η . Η Μ α ρία γονάτισε δίπλα τ η ς . « Ε ί ν α ι η αδερφή μ ο υ » , ψιθύρισε μέσα στους λυγμούς της στον Κ υ ρ ί τ σ η . « Η αδερφή μ ο υ » . Κάποιος από το πλήθος ακούστηκε να φωνάζει, « Β ρ ε ί τ ε τον Γ ι ώ ρ γ η ! » , και δευτερόλεπτα αργότερα, ο Γ ι ώ ρ γ η ς γονά τιζε στο πλευρό της Μ α ρ ί α ς , θρηνώντας σιωπηλά στη θέα της μ ε γ ά λ η ς του κόρης, η ζωή της οποίας στέρευε μπροστά σε όλους. Μέσα σε λ ί γ α λ ε π τ ά , τελείωσαν όλα. Η Άννα δεν α ν έ κ τ η
γ ι α το ότι μια τέτοια β ί α ι η πράξη θα μπορούσε να ε ι σ β ά λ ε ι
σε τις αισθήσεις της, όμως οι τ ε λ ε υ τ α ί ε ς σ τ ι γ μ έ ς της κύλησαν
στη διασκέδασή τους, σχεδόν τους ε ί χ ε παραλύσει, όμως του
μαζί με τους δυο ανθρώπους που την αγαπούσαν περισσότερο
έκαναν χώρο γ ι α να περάσει.
και προσεύχονταν φλογερά γ ι α τη σωτηρία τ η ς .
Ο Κυρίτσης έψαξε το σφυγμό της γ υ ν α ί κ α ς . Μολονότι ήταν αδύναμος, υπήρχε α κ ό μ η ένα σημάδι ζωής.
« Γ ι α τ ί ; Γ ι α τ ί ; » ε π α ν α λ ά μ β α ν ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς μέσα στα δά κρυά του.
« Π ρ έ π ε ι να τη μετακινήσουμε», είπε στον Λαπάκη, που βρι
Η Μ α ρ ί α ήξερε την απάντηση, όμως δεν ε ί χ ε σκοπό να
σκόταν δίπλα του. Σ κ ε π ά σ μ α τ α και μαξιλάρια εμφανίστηκαν,
του τη δώσει. Το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να του
436
437
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
χ ε ι ρ ο τ ε ρ έ ψ ε ι τη θ λ ί ψ η . Η σιωπή και η άγνοια θα τον βοηθού σαν περισσότερο απ' οτιδήποτε ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή . Θα μάθαινε την α λ ή θ ε ι α αρκετά σύντομα. Αυτό που θα τον στοιχειώνε πάντα ήταν ότι, σ' ένα και μόνο βράδυ, ε ί χ ε γιορτάσει την επιστροφή της μιας κόρης και το χαμό της άλλης γ ι α πάντα.
Εικοστό Τρίτο Κεφάλαιο
Σ
Υ Ν Τ Ο Μ Α Ε Κ Α Ν Α Ν την εμφάνισή τους μάρτυρες από το π λ ή θ ο ς . Έ ν α ς περαστικός ε ί χ ε ακούσει ένα ζευγάρι να τσακώνεται από το ανοιχτό παράθυρο του αυτο
κινήτου, όταν πέρασε δίπλα του, λ ί γ α λ ε π τ ά πριν από τους
πυροβολισμούς, και μ ι α γυναίκα ισχυρίστηκε ότι ε ί χ ε δει έναν άντρα να απομακρύνεται τρέχοντας στο δρόμο αμέσως μ ε τ ά . Α υ τ ή η πληροφορία έκανε μια ομάδα ανδρών να κατευθυνθεί προς την ε κ κ λ η σ ί α , και μέσα σε δέκα λεπτά επέστρεψαν με τον ύποπτό τους. Κρατούσε α κ ό μ η το πιστόλι στο χ έ ρ ι του και δεν επιχείρησε να αντισταθεί στη σύλληψή του. Η Μαρία ήξερε ποιος ήταν πριν της το πουν. Ήταν ο Αντρέας. Σ τ η ν Π λ ά κ α επικράτησε μια βαθιά αίσθηση συγκλονισμού. Υπήρχαν οι υποσχέσεις γ ι α μια νύχτα που θα θυμού νταν, αλλά όχι με αυτό τον τρόπο. Για λ ί γ ο , οι άνθρωποι έμειναν ε κ ε ί , σε μ ι κ ρ έ ς ομάδες, και συζητούσαν χαμηλόφωνα· δεν χρειάστηκε π ο λ λ ή ώρα γ ι α να κυκλοφορήσει η είδηση ότι η γυναίκα που σ κ ο τ ώ θ η κ ε ήταν η αδερφή της Μαρίας και ότι ε ί χ ε συλληφθεί γ ι α το έ γ κ λ η μ α ο άντρας της Άννας. Μ ι α ε ξ α ι ρ ε τ ι κ ή γ ι ο ρ τ ή ε ί χ ε φτάσει σε άκαιρο τέλος και δεν υπήρ χε ά λ λ η ε π ι λ ο γ ή παρά να κλείσει η βραδιά και να ακολουθήσει 438
439
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ο καθένας το δρόμο του. Οι μουσικοί σκόρπισαν και μαζεύτηκε
Σ τ ι ς ελάχιστα ενδιαφέρουσες εποχές, οι χωρικοί λάτρευαν
το υπόλοιπο φαγητό· ειπώθηκαν βουβά αντίο, καθώς άρχιζαν
να κουτσομπολεύουν, όμως τώρα δεν προλάβαιναν σχεδόν να
να φεύγουν οι Αθηναίοι, που τους έπαιρναν μαζί τους οι οικο
αναπνεύσουν. Ο Αντώνης ήταν αυτός που κατάφερε να ρίξει
γένειες και οι φίλοι τους γ ι α να αρχίσουν μια νέα ζωή. Σε
κάμποσο φως στα γεγονότα τα οποία οδήγησαν στο φόνο της
όσους είχαν να διανύσουν μικρότερες αποστάσεις, οι ντόπιοι
Άννας. Τ ι ς πρώτες πρωινές ώρες, όταν βρίσκονταν α κ ό μ η
πρόσφεραν φιλοξενία γ ι α τη νύχτα, και θα έμεναν μέχρι την
λ ί γ ο ι άντρες καθισμένοι γύρω από ένα τραπέζι στο καφενείο,
επόμενη μέρα, οπότε και θα άρχιζαν το ταξίδι της επιστροφής
τους δ ι η γ ή θ η κ ε τι ε ί χ ε παρατηρήσει. Λ ί γ ε ς εβδομάδες πριν,
τους στα χωριά και τις πόλεις τους, σε άλλα μέρη της Κρήτης.
ε ί χ ε αντιληφθεί ότι ο Μανόλης φαινόταν να χάνεται γ ι α
Ο Αντρέας Βανδουλάκης ε ί χ ε οδηγηθεί με τη συνοδεία της
αρκετές ώρες στο μέσον της η μ έ ρ α ς . Ήταν απλές ενδείξεις,
αστυνομίας στην Ελούντα, για να περάσει τη νύχτα σ' ένα κ ε λ ί ,
αλλά, α κ ό μ η κι έτσι, ίσως να εξηγούσαν κάπως τι ε ί χ ε κάνει
και το σώμα της Άννας μεταφέρθηκε στο μικρό παρεκκλήσι
τον Αντρέα να δολοφονήσει την ίδια τη γυναίκα του. Σ τ η δι
δίπλα στη θάλασσα, όπου και θα παρέμενε μέχρι την ταφή.
άρκεια αυτής της περιόδου, η διάθεση του Αντρέα σκοτείνιαζε
Η θερμοκρασία που επικρατούσε στη διάρκεια της ημέρας
μέρα με τη μέρα. Συμπεριφερόταν άσχημα σε όλους όσους
δεν ε ί χ ε πέσει. Α κ ό μ η και τώρα, που η νύχτα κόντευε να
συναντούσε, και οι εργάτες του είχαν αρχίσει να ζουν με το
παραχωρήσει τη θέση της στην α υ γ ή , υπήρχε στον αέρα μια
φόβο του. Ο ύ τ ε τα σύννεφα που μαζεύονται γ ι α να ξεσπάσουν
π ν ι γ η ρ ή ζέστη. Για δεύτερη φορά σε είκοσι τέσσερις ώρες, το
σε κ α τ α ι γ ί δ α δεν φέρνουν τέτοια ένταση. Για πολύ καιρό,
μικρό σπίτι του Γ ι ώ ρ γ η ήταν γ ε μ ά τ ο κόσμο. Τ η ν τελευταία
ο Αντρέας ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι στο σκοτάδι, αγνοώντας μακάρια τη
φορά, οι επισκέπτες του ανυπομονούσαν να συμμετάσχουν σε
συμπεριφορά της γυναίκας του, όμως μόλις αναδύθηκε τυ
γ ι ο ρ τ ή . Α υ τ ή τ η φορά, ετοιμάζονταν γ ι α μ ε γ ά λ ο θρήνο. Ε ί χ ε
φλωμένος στο φως και ε ί δ ε την α λ ή θ ε ι α , υπήρχε μόνο ένας
κάνει την επίσκεψή του ο παπάς, αλλά, όταν ε ί δ ε ότι μπο
τρόπος αντίδρασης. Οι πότες στο καφενείο δεν τον έβλεπαν
ρούσε να προσφέρει ελάχιστη παρηγοριά σε μια τόσο τ ρ α γ ι κ ή
χωρίς συμπάθεια και πολλοί συμφώνησαν ότι αν τους κερά
περίσταση, έ φ υ γ ε .
τ ω ν ε η γυναίκα τους, θα οδηγούνταν στο φόνο. Ο ανδρισμός
Σ τ ι ς τέσσερις το πρωί, ο Γ ι ώ ρ γ η ς α ν έ β η κ ε , εξουθενωμέ
του Κρητικού δεν σήκωνε τέτοια α τ ί μ ω σ η .
νος, στο δωμάτιό του. Ε ί χ ε μουδιάσει και δεν ήξερε αν αυτό
Ο Λ ι δ ά κ η ς φαινόταν ότι ήταν ο τελευταίος που ε ί δ ε τον
οφειλόταν στη θ λ ί ψ η ή αν ήταν, ίσως, ένα σημάδι πως πλέον
Μ α ν ό λ η , ο οποίος ε ί χ ε πια εξαφανιστεί χωρίς ίχνος, μολο
δεν ε ί χ ε την ικανότητα να αισθανθεί τίποτα. Α κ ό μ η και η
νότι η π ο λ ύ τ ι μ η λύρα του κρεμόταν α κ ό μ η στον τοίχο του
πολυαναμενόμενη επιστροφή της Μαρίας δεν τον έκανε να
καφενείου.
ν ι ώ θ ε ι τίποτα τώρα.
« Ή ρ θ ε εδώ γύρω στις έξι χθες το β ρ ά δ υ » , ε ί π ε . «Ήταν
Ο Κυρίτσης ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι γ ι α καμιά ώρα, όμως δεν υπήρχε τίποτε άλλο να κάνει απόψε. Όταν θα ξημέρωνε, θα τους βοη
εύθυμος όπως πάντα, και σίγουρα έδινε την εντύπωση ότι θα έμενε για το γ λ έ ν τ ι » .
θούσε να κανονίσουν γ ι α την κηδεία, αλλά, στο μεταξύ, θα
« Κ α ν ε ί ς δεν φαίνεται να τον ε ί δ ε ύστερα απ' α υ τ ό » , ε ί π ε
ξ έ κ λ ε β ε λ ί γ ε ς ώρες ύπνου σ' ένα άδειο δωμάτιο πάνω από
ο Ά γ γ ε λ ο ς . « Έ χ ω την εντύπωση ότι αισθανόταν άβολα που
την ταβέρνα της Φ ω τ ε ι ν ή ς και του Σ τ έ φ α ν ο υ .
θα έβλεπε τη Μ α ρ ί α » .
440
441
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Σ ί γ ο υ ρ α δεν αισθάνεται ότι έ χ ε ι α κ ό μ η την υποχρέωση να την π α ν τ ρ ε υ τ ε ί ; » π ε τ ά χ τ η κ ε μια ά λ λ η φ ω ν ή . « Α μ φ ι β ά λ λ ω , ξέροντας τον Μ α ν ό λ η , αλλά κι αυτό θα μπορούσε να τον κρατήσει μ α κ ρ ι ά » , ε ί π ε ο Λ ι δ ά κ η ς . « Π ρ ο σ ω π ι κ ά , δεν νομίζω ότι έ χ ε ι να κάνει με τη Μ α ρ ί α » ,
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ήταν οι κορνίζες που βρίσκονταν πεσμένες στην επιφάνεια ενός μπουφέ, κοντά στο παράθυρο. Έ μ ο ι α ζ α ν σαν να τις είχαν ρίξει κ ά τ ω μέσα στη βιασύνη, ενώ δυο από αυτές ήταν άδειες και το περιεχόμενό τους ε ί χ ε τ ρ α β η χ τ ε ί βιαστικά από μέσα τους. Ό λ α τα σημάδια ήταν ε κ ε ί . Το φορτηγάκι του Μ α ν ό λ η
ε ί π ε ο Αντώνης. « Π ι σ τ ε ύ ω ότι ήξερε πως ο χρόνος του ε ί χ ε
ε ί χ ε εξαφανιστεί. Ε κ ε ί ν ο ς θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδή
τελειώσει».
ποτε στην Ε λ λ ά δ α π ι α . Δ ε ν θα τον αναζητούσε κ α ν ε ί ς .
Αργότερα εκείνο το πρωί, ο Αντώνης π ή γ ε στο σπίτι του Μ α ν ό λ η . Δ ε ν ε ί χ ε τίποτα εναντίον εκείνου του χ α ρ ι τ ω μ έ ν ο υ
Η Κ Η Δ Ε Ι Α Τ Η Σ Α Ν Ν Α Σ δεν θα γινόταν στην κ ε ν τ ρ ι κ ή ε κ
αλλά α κ α μ ά τ η ανθρώπου· ήταν καλός σύντροφος και κ α λ ή
κλησία της Π λ ά κ α ς , όπου ε ί χ ε γ υ ρ έ ψ ε ι καταφύγιο ο Αντρέας,
παρέα στο ποτό, κι α κ ό μ η και η φευγαλέα ιδέα ότι θα μπο ρούσε να βρίσκεται στο σπίτι του, ξαπλωμένος μέσα σε μ ι α λ ί μ ν η αίματος, δεν γινόταν να α γ ν ο η θ ε ί . Αν ο Αντρέας ε ί χ ε σκοτώσει τη γυναίκα του, ίσως να μην ήταν απίθανο να σκο
Ο Αντώνης κοίταξε μέσα από τα παράθυρα. Τα πάντα έδειχναν φυσιολογικά: η αταξία του σπιτιού ενός ε ρ γ έ ν η , με και πιάτα σωριασμένα χωρίς κάποια εμφανή
τ ά ξ η , κουρτίνες μ ι σ ο τ ρ α β η γ μ έ ν ε ς , ψίχουλα πάνω στο τραπέζι κι ένα ανοιχτό, άδειο κατά τα δύο τρίτα, μ π ο υ κ ά λ ι κρασί· όλα αυτά ήταν ότι
Αυτό το
μικρό κτίριο έ β λ ε π ε στη θάλασσα και ε ί χ ε απεριόριστη θέα της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς . Τ ί π ο τ ε άλλο εκτός από αλμυρό νερό δεν παρεμβαλλόταν ανάμεσα στο νεκροταφείο του παρεκκλησίου κ α ι στον τόπο της τ ε λ ε υ τ α ί α ς κατοικίας των λ ε π ρ ώ ν , στο χ ώ
τώσει και τον ξάδερφό του.
κατσαρολικά
αλλά στο παρεκκλήσι στα περίχωρα του χωριού.
π ε ρ ί μ ε ν ε πως θα έ β λ ε π ε .
Δ ο κ ί μ α σ ε να ανοίξει την πόρτα κ α ι , βρίσκοντάς την ανοι
μα του οποίου κείτονταν τα οστά της μητέρας της Άννας. Λ ι γ ό τ ε ρ ο από σαράντα οκτώ ώρες μετά το θάνατο, μια μ ι κ ρ ή , μαυροφορεμένη ομάδα σ υ γ κ ε ν τ ρ ώ θ η κ ε στο νοτισμένο π α ρ ε κ κ λ ή σ ι . Η οικογένεια Β α ν δ ο υ λ ά κ η δεν ε ί χ ε εκπρόσωπο. Ε ί χ α ν μ ε ί ν ε ι όλοι τους κ λ ε ι σ μ έ ν ο ι στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού της Ελούντας από τη σ τ ι γ μ ή του φόνου. Η Μ α ρ ί α , ο Γ ι ώ ρ γ η ς , ο Κυρίτσης, η Φ ω τ ε ι ν ή , η Σ α β ί ν α κ α ι ο Παύλος στέκονταν με τα κεφάλια σκυφτά, καθώς ο παπάς προσευχό
χ τ ή , μ π ή κ ε μέσα. Σ τ ο ν πάνω όροφο, στην κρεβατοκάμαρα,
ταν πάνω από το φέρετρο. Λ ι β ά ν ι αναδυόταν από το θ υ μ ι α -
σε ένα σκηνικό που θα μπορούσε να είναι απλώς μια α κ ό μ η
τ ή ρ ι , κ α θ ώ ς ψάλλονταν
απόδειξη ότι ο άνθρωπος που ζούσε ε δ ώ δεν ε ί χ ε σε κ α μ ί α
συγχώρεση των αμαρτιών, πριν όλοι τους προφέρουν σχεδόν
ε κ τ ί μ η σ η την τ ά ξ η , υπήρχαν σημάδια βιαστικής αναχώρησης.
σιωπηλά τα
Τα συρτάρια ήταν τ ρ α β η γ μ έ ν α έξω και τ ρ ι γ ύ ρ ω βρίσκονταν
Όταν ή ρ θ ε η ώρα γ ι α τον ενταφιασμό, β γ ή κ α ν έ ξ ω στην ανε
π ε τ α μ έ ν α ρούχα, σαν να ε ί χ ε ε κ ρ α γ ε ί ηφαίστειο. Οι πόρτες
λ έ η τ η φλόγα του ή λ ι ο υ . Σ τ α μ ά γ ο υ λ ά τους κυλούσαν δάκρυα
της ντουλάπας έχασκαν ανοιχτές και αποκάλυπταν τις άδειες
ανακατεμένα με ιδρώτα. Κ α ν ε ί ς τους δεν μπορούσε να πιστέ
παρήγορα
μακροσκελείς παρακλήσεις γ ι α τ η λόγια
της
Προσευχής του
Κυρίου.
κρεμάστρες. Το ξέστρωτο κ ρ ε β ά τ ι με τα τσαλακωμένα σεντό
ψ ε ι ότι μέσα στο ξύλινο κουτί που σύντομα θα εξαφανιζόταν
νια και το επίπεδο μ α ξ ι λ ά ρ ι ήταν όπως τα π ε ρ ί μ ε ν ε ο Α ν τ ώ
στο σκοτάδι βρισκόταν η Άννα.
νης, αλλά το στοιχείο που του ε π ι β ε β α ί ω σ ε ότι στο σπίτι αυτό
Καθώς κατέβαζαν το φέρετρο στον τάφο, ο παπάς πήρε
δεν θα επέστρεφε κανένας, όπως ήταν η α ρ χ ι κ ή του αίσθηση,
λ ί γ ο χ ώ μ α και το σκόρπισε πάνω του στο σχήμα του σταυρού.
442
443
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Τ ο υ Κυρίου η γ η , και τ ο π λ ή ρ ω μ α α υ τ ή ς » , ε ί π ε , « η
Π λ ά κ α , έστω γ ι α λ ί γ ε ς ώρες, και είχαν σχεδιάσει να πάνε
Ο ι κ ο υ μ έ ν η και πάντες οι κατοικούντες εν α υ τ ή » . Έ ρ ι ξ ε τέφρα
στην Ε λ ο ύ ν τ α . Θα ήταν το πρώτο ταξίδι της εδώ και τέσσερα
από το θυμιατό, που έπεσε αργά κάτω κι α ν α μ ε ί χ θ η κ ε με το
χρόνια, με εξαίρεση εκείνο το μικρό που ε ί χ ε κάνει από τη
χ ώ μ α , και συνέχισε: « Μ ε τ ά πνευμάτων δικαίων, τ ε τ ε λ ε ι ω -
Σ π ι ν α λ ό γ κ α μέχρι την ενδοχώρα. Λαχταρούσε να περάσει
μένων, Σ ώ τ ε ρ ανάπαυσον την ψυχήν της δούλης σου...».
λ ί γ ο χρόνο στην ησυχία της.
Η α π α γ γ ε λ ί α του ιερέα ε ί χ ε έναν μ ε λ ω δ ι κ ό ρυθμό. Αυτά
Θυμόταν ότι στην Ελούντα υπήρχε ένα μικρό καφενείο στην
τα λ ό γ ι α είχαν ε ι π ω θ ε ί πάρα πολλές φορές και κρατούσαν
άκρη της θάλασσας. Ομολογουμένως, ήταν το μέρος όπου συ
το μικρό εκκλησίασμα μ α γ ε μ έ ν ο , καθώς ξεχύνονταν από τα
νήθιζαν να πηγαίνουν με τον Μανόλη, όμως όλα αυτά ανήκαν
χ ε ί λ η του, που σχεδόν δεν χώριζαν μεταξύ τους.
πια στο παρελθόν. Δ ε ν θα άφηνε να την ακολουθεί η σκέψη του.
«Η μόνη αγνή και άχραντος Παρθένος, η Θεόν ασπέρως κυήσασα, πρέσβευε του σωθήναι την ψυχήν της δούλης σου...» Η Φ ω τ ε ι ν ή συλλογίστηκε την ιδέα της άσπιλης κι αμόλυ
Καθώς τους έβαζαν να καθίσουν σε ένα τραπέζι όπου η θάλασ σα χάιδευε απαλά τα βράχια από κάτω τους, τα γεγονότα των περασμένων σαράντα οκτώ ωρών έμοιαζαν ήδη μακρινά. Ήταν
ντης Παρθένου να π α ρ ε μ β α ί ν ε ι εκ μέρους της Άννας. « Α ν η
λες και όλα είχαν συμβεί σε κάποιον άλλον, κάπου αλλού.
Άννα ε ί χ ε π α ρ α μ ε ί ν ε ι λ ί γ ο περισσότερο άσπιλη, ίσως να μη
Όταν κοίταξε, ωστόσο, πέρα από τη θάλασσα, μπόρεσε να δια
βρισκόταν τώρα ε δ ώ » , σκέφτηκε. Μ έ χ ρ ι να φτάσει η τ ε λ ε τ ή στο τέλος της, ο ιερέας συναγω
κρίνει καθαρά τη Σπιναλόγκα. Από εδώ, το άδειο νησί έδειχνε το ίδιο όπως πάντα, και ήταν δύσκολο να πιστέψει πως ε ί χ ε πια
νιζόταν ένα στρατό χ ι λ ί ω ν τ ζ ι τ ζ ι κ ι ώ ν , ο αδιάκοπος θόρυβος
ερημώσει από την ανθρώπινη παρουσία. Η Π λ ά κ α δεν φαινό
των οποίων κορυφώθηκε καθώς έ λ ε γ ε τις τ ε λ ε υ τ α ί ε ς λ έ ξ ε ι ς .
ταν, καθώς ήταν κρυμμένη πίσω από ένα βραχώδες ακρωτήρι.
« Τ η ν δούλην Σ ο υ ανάπαυσον εν κόλποις Α β ρ α ά μ . . . Μ α
Ήταν η πρώτη ευκαιρία που είχαν η Μαρία και ο Κυρί
κάρια η μ ν ή μ η σου αδελφή η μ ώ ν . Μ α κ ά ρ ι α η οδός, η πορεύει
τσης να βρεθούν μόνοι, μ ε τ ά τις σ τ ι γ μ έ ς έξω από την ε κ κ λ η
σήμερον, ότι ητοιμάσθη σοι τόπος αναπαύσεως...»
σία, τη νύχτα της γιορτής. Για περίπου μία ώρα η ζωή τής
« Κ ύ ρ ι ε Ελέησον, Κύριε Ελέησον, Κ ύ ρ ι ε Ε λ έ η σ ο ν » .
ε ί χ ε δώσει τόσες υποσχέσεις, ένα τέτοιο μ έ λ λ ο ν , όμως τώρα
Πέρασαν λ ί γ α λεπτά μ έ χ ρ ι να μπορέσει κάποιος να κ ι
έ ν ι ω θ ε ότι αυτό το μ ε γ ά λ ο β ή μ α μπροστά ε ί χ ε ακυρωθεί από
ν η θ ε ί . Η Μαρία μ ί λ η σ ε π ρ ώ τ η , ευχαριστώντας τον ιερέα γ ι α
αρκετά β ή μ α τ α προς τα πίσω. Δ ε ν ε ί χ ε καν απευθυνθεί ποτέ
την τ ε λ ε τ ή , και κατόπιν ήταν ώρα να επιστρέψουν στο χωριό.
στον άνθρωπο που αγαπούσε με το μικρό του όνομα.
Η Μαρία π ή γ ε σπίτι της με τον πατέρα της. Ή θ ε λ ε να κ ο ι μ η
Μ ε ρ ι κ έ ς εβδομάδες αργότερα, όταν θ υ μ ή θ η κ ε ε κ ε ί ν η τη
θ ε ί , της ε ί π ε . Αυτό μόνο ή θ ε λ ε . Η Φ ω τ ε ι ν ή και οι γονείς της
σ τ ι γ μ ή , ο Κυρίτσης έριξε το φταίξιμο στον εαυτό του, ε π ε ι δ ή
θα επέστρεφαν στην ταβέρνα, όπου ε ί χ ε μ ε ί ν ε ι ο Στέφανος γ ι α
ε ί χ ε βιαστεί. Ο υπέρμετρος ενθουσιασμός του με την προοπτι
να προσέχει τον Π έ τ ρ ο και να παίζει με τον α ν έ μ ε λ ο Μ α θ ι ό
κή του κοινού μέλλοντός τους ε ί χ ε ξ ε χ ε ι λ ί σ ε ι στη συζήτηση
στην παραλία. Ήταν οι ήσυχες ώρες του απομεσήμερου. Δ ε ν
γ ι α το διαμέρισμά του στο Η ρ ά κ λ ε ι ο και γ ι α την ελπίδα να
κουνιόταν ούτε φύλλο.
είναι αρκετό και γ ι α τους δύο.
Ο Κυρίτσης θα π ε ρ ί μ ε ν ε τη Μαρία σε ένα σκιερό π α γ κ ά κ ι
« Δ ε ν είναι πολύ ευρύχωρο, αλλά έχει ένα γραφείο κι έναν
στην π λ α τ ε ί α . Η Μαρία χρειαζόταν να φ ύ γ ε ι μακριά από την
χωριστό ξ ε ν ώ ν α » , είπε. « Μ π ο ρ ο ύ μ ε πάντοτε να μετακομίσουμε
444
445
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
στο μ έ λ λ ο ν , αν χρειαστεί, αλλά είναι πολύ β ο λ ι κ ό γ ι α το νοσοκομείο».
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Έ χ ε ι ς δίκιο που θ έ λ ε ι ς ν α μ ε ί ν ε ι ς » , ε ί π ε . « Κ α ι ν α γ ι α τ ί σ' α γ α π ώ , Μ α ρ ί α . Ε π ε ι δ ή κ α τ α λ α β α ί ν ε ι ς τι είναι σωστό και
Έ π ι α σ ε τα χέρια της στην ά λ λ η άκρη του τραπεζιού και τα κράτησε. Ε κ ε ί ν η έ δ ε ι χ ν ε π ρ ο β λ η μ α τ ι σ μ έ ν η . Σ ί γ ο υ ρ α ήταν. Ε ί χ α ν μόλις θάψει την αδερφή της, και να τος, ανυπόμονος σαν παιδί, να θ έ λ ε ι να της μ ι λ ή σ ε ι γ ι α τα πρακτικά θ έ μ α τ α
μετά το κ ά ν ε ι ς » . Ήταν η α λ ή θ ε ι α , όμως ακόμη μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η α λ ή θ ε ι α ήταν αυτό που ε ί π ε μ ε τ ά . « Δ ε ν θ α αγαπήσω ποτέ καμία ά λ λ η » .
της κοινής ζωής τους. Ήταν σαφές πως η Μαρία χρειαζόταν
Ο ιδιοκτήτης του καφενείου κ ρ α τ ή θ η κ ε σε απόσταση από
περισσότερο χρόνο. Πόσο περισσότερο, όμως, εκείνος δεν το
το τραπέζι τους. Κ α τ ά λ α β ε ότι η γυναίκα ε ί χ ε ξεσπάσει σε
καταλάβαινε.
κ λ ά μ α τ α και δεν ή θ ε λ ε να ε ι σ β ά λ λ ε ι στις ι δ ι ω τ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς
Πόσο παρήγορη η αίσθηση των χεριών του που έσφιγγαν
των πελατών του. Δ ε ν είχαν ακουστεί δυνατές φωνές, πράγμα
τα δικά της, γ ε μ ά τ α με τόση θ έ ρ μ η και γενναιοδωρία, σκέ
ασυνήθιστο γ ι α κ α β γ ά , όμως τότε παρατήρησε τον π έ ν θ ι μ ο
φτηκε η Μαρία. Γιατί να μην μπορούν να μείνουν σ' αυτό το
τρόπο με τον οποίο ήταν ντυμένο το ζευγάρι. Με εξαίρεση τις
τραπέζι γ ι α πάντα; Κανείς δεν ήξερε πού βρίσκονταν. Τ ί π ο τ α
χήρες, το μαύρο ήταν ασυνήθιστο χρώμα γ ι α μια καλοκαιρινή
δεν μπορούσε να τους ενοχλήσει - εκτός από τη συνείδησή της,
μέρα, και συνειδητοποίησε ότι ίσως να πενθούσαν.
η οποία τους ακολούθησε μέχρι εκεί και τώρα τη βασάνιζε. « Δ ε ν μπορώ ν α σ ε π α ν τ ρ ε υ τ ώ » , ε ί π ε ξαφνικά. « Π ρ έ π ε ι να μ ε ί ν ω και να φροντίσω τον πατέρα μ ο υ » .
Η Μαρία τράβηξε απαλά τα χέρια της μέσα από τις πα λ ά μ ε ς του Κυρίτση κι έ μ ε ι ν ε με το κεφάλι κατεβασμένο. Τα δάκρυα της έρρεαν αβίαστα τώρα και κυλούσαν στα μπράτσα
Οι λ έ ξ ε ι ς φάνηκαν στον Κυρίτση σαν κεραυνός εν αιθρία.
της, το λ α ι μ ό της κι ανάμεσα στα στήθη της. Δ ε ν μπορούσε
Σ υ γ κ λ ο ν ί σ τ η κ ε . Μέσα σε λ ί γ α λεπτά, όμως, κ α τ ά λ α β ε ότι
να τα σταματήσει. Η συγκρατημένη θ λ ί ψ η στο νεκροταφείο
όλα ήταν απόλυτα λ ο γ ι κ ά . Π ώ ς μπορούσε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι ότι
ε ί χ ε αναχαιτίσει μόνο προσωρινά τη λ ύ π η , που τώρα έσπαζε
τα πάντα θα συνέχιζαν την παλιά τους πορεία, με δεδομένα
το φράγμα της και δεν θα μ α λ ά κ ω ν ε μ έ χ ρ ι να χυθεί και το
τα δραματικά γεγονότα των δυο τ ε λ ε υ τ α ί ω ν η μ ε ρ ώ ν ; Ήταν
τελευταίο δάκρυ που θα την ξ έ π λ ε ν ε . Το γεγονός ότι ο Κυρί
ανόητος. Π ώ ς μπορούσε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι από αυτή τη γυναίκα,
τσης ήταν τόσο λογικός έκανε τη Μ α ρ ί α να κ λ α ί ε ι πιο γοερά
η οποία τον ε ί χ ε γοητεύσει τόσο με την ακεραιότητα και την
και τις αποφάσεις ακόμη πιο θ λ ι β ε ρ έ ς .
ανιδιοτέλειά της όσο και με την ομορφιά της, να ε γ κ α τ α λ ε ί
Ο Κυρίτσης καθόταν και κοιτούσε την κορυφή του σκυμ
ψ ε ι τον πατέρα της μέσα στο πένθος και τη θ λ ί ψ η του; Ο λ ό
μένου κεφαλιού της Μ α ρ ί α ς . Όταν σταμάτησε να τραντάζε
κ λ η ρ η τη ζωή του, τον καθοδηγούσε η λ ο γ ι κ ή , και τη μία και
τ α ι , την ά γ γ ι ξ ε απαλά στον ώ μ ο .
μόνη σ τ ι γ μ ή που την παραμέρισε γ ι α να πάρουν τη θέση της
« Μ α ρ ί α » , ψιθύρισε. « Π ά μ ε ; »
τα συναισθήματά του, παραπάτησε. Έ ν α κ ο μ μ ά τ ι του εαυτού του ή θ ε λ ε να διαμαρτυρηθεί,
Απομακρύνθηκαν από το τραπέζι τους, χ έ ρ ι - χ έ ρ ι , και η Μαρία ε ί χ ε γ ε ί ρ ε ι το κεφάλι της στον ώ μ ο του Κυρίτση. Ε ν ώ
αλλά, αντίθετα, συνέχισε να κρατάει τα χέρια της Μαρίας
κατευθύνονταν πίσω στην Π λ ά κ α , σιωπηλοί, το καταγάλανο
και τα πίεζε απαλά. Κατόπιν, μ ί λ η σ ε με τόση κατανόηση και
νερό έ λ α μ π ε α κ ό μ η , όμως ο ουρανός ε ί χ ε αρχίσει να αλλάζει.
διάθεση συγχώρεσης, που σχεδόν της ράγισε την καρδιά.
Ε ί χ ε ξεκινήσει η α λ λ α γ ή του χρώματός του από γαλανό σε
446
447
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ροζ και τα βράχια έπαιρναν τους ίδιους ζεστούς τόνους. Ε π ι
ΝΗΣΙ
Η Μαρία χρειαζόταν τη Φ ω τ ε ι ν ή . Π ή γ ε γοργά στην τα
τέλους, αυτή η τρομερή μέρα άρχιζε να σ β ή ν ε ι .
βέρνα, όπου η φ ί λ η της έστρωνε τα τραπέζια με χάρτινα τρα
Όταν έφτασαν στο χωριό, μ ί λ η σ ε ο γιατρός.
πεζομάντιλα κ α ι περνούσε γύρω από τις άκρες λάστιχα γ ι α
« Δ ε ν μπορώ ν α π ω α ν τ ί ο » , ε ί π ε .
να μην τα πάρει ο αέρας.
Ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Α υ τ ή η λ έ ξ η ακουγόταν υπερβολικά τ ε λ ε σ ί δ ι κ η . Π ώ ς μπορούσε κ ά τ ι , το οποίο δεν ε ί χ ε στ' α λ ή θ ε ι α αρχί σει ποτέ, να φτάσει στο τέλος του; « Ο ύ τ ε ε γ ώ μ π ο ρ ώ » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α , έχοντας και πάλι απόλυτο έ λ ε γ χ ο του εαυτού της. « Θ α μου γράφεις να μου λες πώς είσαι; Να μου λες τι κάνεις; Να μου λες πώς είναι η ζωή σου στον ελεύθερο κό σ μ ο ; » ρώτησε ο Κυρίτσης με ψεύτικο ενθουσιασμό. Η Μαρία έ γ ν ε ψ ε καταφατικά. Δ ε ν ε ί χ ε νόημα να παρατείνουν τη σ τ ι γ μ ή . Όσο συντομό τερα έ φ ε υ γ ε ο Κυρίτσης, τόσο καλύτερα θα ήταν και γ ι α τους δυο τους. Σ τ α μ ά τ η σ ε το αυτοκίνητο έξω από το σπίτι της Μαρίας και β γ ή κ ε γ ι α να ανοίξει την πόρτα του συνοδηγού. Σ τ ά θ η κ α ν πρόσωπο με πρόσωπο και κατόπιν αγκαλιάστηκαν γ ι α λ ί γ α δευτερόλεπτα. Έ μ ο ι α ζ ε περισσότερο σαν να κρατιό ταν ο ένας από τον άλλον, σαν παιδιά μέσα σε καταιγίδα. Έ π ε ι τ α , με μ ε γ ά λ η αποφασιστικότητα, άφησαν ο ένας τον άλ λον ταυτόχρονα. Η Μαρία γύρισε την πλάτη της αμέσως και μ π ή κ ε στο σπίτι της. Ο Κυρίτσης ξ α ν α μ π ή κ ε στο αυτοκίνητό του και ξεκίνησε. Δ ε ν θα σταματούσε μέχρι να φτάσει στο Ηράκλειο.
« Μ α ρ ί α ! » Η Φ ω τ ε ι ν ή χάρηκε που ε ί δ ε τη φίλη της, αλλά ταράχτηκε από τη χλομάδα του προσώπου της. Β έ β α ι α , δεν ήταν έ κ π λ η ξ η που έ δ ε ι χ ν ε τόσο χ λ ο μ ή . Τ ι ς τ ε λ ε υ τ α ί ε ς σα ράντα οκτώ ώρες, ε ί χ ε επιστρέψει από την εξορία και ε ί δ ε να σκοτώνουν και να θάβουν την αδερφή της. « Έ λ α να κα θ ί σ ε ι ς » , ε ί π ε , τραβώντας μια καρέκλα και βάζοντάς την να κ α θ ί σ ε ι . « Θ α σου φέρω κάτι να π ι ε ι ς - και βάζω στοίχημα ότι δεν έ χ ε ι ς φάει τίποτα όλη μ έ ρ α » . Η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Η Μαρία δεν ε ί χ ε φάει γ ι α πάνω από είκοσι τέσσερις ώρες, αλλά δεν ε ί χ ε όρεξη τώρα. « Ό χ ι , είμαι εντάξει. Α λ ή θ ε ι α » . Η Φ ω τ ε ι ν ή δεν π ε ί σ τ η κ ε . Έ δ ι ω ξ ε στο πίσω μέρος του μυαλού της τη λίστα με τα πράγματα που έπρεπε να γίνουν πριν φτάσουν οι πρώτοι πελάτες της βραδιάς. Ό λ α αυτά μπο ρούσαν να περιμένουν. Αφού τράβηξε ά λ λ η μια καρέκλα, κά θισε κοντά στη Μαρία κ α ι πέρασε το χ έ ρ ι της γ ύ ρ ω από τους ώμους της. « Μ π ο ρ ώ να κάνω κ ά τ ι ; » τη ρώτησε τρυφερά. « Ο τ ι δ ή π ο τ ε ; » Η νότα καλοσύνης στη φωνή της έκανε τη Μαρία να αρ χίσει να τ ρ έ μ ε ι από τους λυγμούς, και ανάμεσα σ' αυτούς η Φ ω τ ε ι ν ή μπορούσε να διακρίνει μ ε ρ ι κ έ ς λ έ ξ ε ι ς που πρόδιδαν το λ ό γ ο γ ι α τη δυστυχία της φίλης της, που ολοένα β ά θ α ι ν ε .
Η αβάσταχτη σιωπή στο εσωτερικό του σπιτιού οδήγησε γρήγορα τη Μαρία πάλι έξω στο δρόμο. Χρειαζόταν το θόρυ βο των τ ζ ι τ ζ ι κ ι ώ ν , το γ ά β γ ι σ μ α ενός σκύλου, το βουητό μιας μοτοσικλέτας, τις τσιρίδες των π α ι δ ι ώ ν . Ό λ α αυτά την υπο
« Έ φ υ γ ε . . . δεν μπορούσα να πάω... δεν μπορούσα ν' αφή σω τον πατέρα μ ο υ » . « Κ ο ί τ α , πες μου τ ι έ γ ι ν ε » . Η Μ α ρ ί α ηρεμούσε σιγά-σιγά.
δέχονταν καθώς περπατούσε προς το κέντρο του χωριού, όπου,
« Λ ί γ ο πριν δολοφονηθεί η Άννα, ο γιατρός Κυρίτσης μου
παρά την απροθυμία της, κοίταξε στο δρόμο γ ι α να δει αν φαι
ζήτησε να τον παντρευτώ. Α λ λ ά δεν μπορώ να φύγω τώρα,
νόταν α κ ό μ η το αυτοκίνητο του Κυρίτση. Μ έ χ ρ ι και η σκόνη
γ ι α τ ί ξέρεις τι θα 'πρεπε να κάνω. Θα 'πρεπε να αφήσω τον
που σήκωσαν οι ρόδες του στον αέρα ε ί χ ε τώρα καταλαγιάσει.
πατέρα μου. Δ ε ν θα μπορούσα να το κάνω α υ τ ό » .
448
449
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Έ φ υ γ ε , λ ο ι π ό ν ; » ρώτησε η Φ ω τ ε ι ν ή ή ρ ε μ α .
Σ ύ ν τ ο μ α αντιλήφθηκαν την απουσία του Μ α ν ό λ η και κατά
«Ναι».
λαβαν τι ε ί χ ε οδηγήσει στα φρικτά γεγονότα στο πανηγύρι
« Κ α ι πότε θα τον ξ α ν α δ ε ί ς ; »
του Α γ ί ο υ Τ ί τ ο υ . Ε κ ε ί ν η η γυναίκα τούς ε ί χ ε προκαλέσει τη
Η Μ α ρ ί α π ή ρ ε μια πολύ βαθιά ανάσα.
μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η α τ ί μ ω σ η , και η σ κ έ ψ η του γ ι ο υ τους να σαπίζει
« Δ ε ν ξ έ ρ ω . Π ρ α γ μ α τ ι κ ά , δεν ξ έ ρ ω . Ίσως π ο τ έ » .
στο κ ε λ ί του ήταν ένα καθημερινό μαρτύριο.
Ήταν αρκετά δυνατή ώστε να το εννοεί. Η μοίρα ε ί χ ε στα
Η δ ί κ η του Αντρέα στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο κράτησε τρεις
θεί ε κ δ ι κ η τ ι κ ή μ έ χ ρ ι τώρα, αλλά με κ ά θ ε χτύπημα η Μαρία
μ έ ρ ε ς . Η Μ α ρ ί α , η Φ ω τ ε ι ν ή και πολλοί άλλοι χωρικοί κ λ ή
γινόταν πιο α ν θ ε κ τ ι κ ή στο επόμενο.
θηκαν ως μάρτυρες, και ο Κυρίτσης ήρθε από το Η ρ ά κ λ ε ι ο να
Οι δυο φίλες κάθισαν γ ι α λ ί γ ο , και τ ε λ ι κ ά β γ ή κ ε έξω ο
δώσει κ α τ ά θ ε σ η . Μ ε τ ά , έ μ ε ι ν ε γ ι α λ ί γ ο γ ι α να μ ι λ ή σ ε ι στη
Στέφανος και έπεισε τη Μαρία να φάει. Αν ε ί χ ε σκοπό να
Μ α ρ ί α . Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α και ο Αλέξανδρος κάθονταν ανέκφρα
κάνει τέτοια θυσία γ ι α τον πατέρα της, τότε θα έπρεπε να
στοι στο πίσω μέρος της αίθουσας, αποστεωμένοι κ α ι οι δύο
είναι αρκετά δυνατή γ ι α να φανεί χ ρ ή σ ι μ η . Τ ί π ο τ α δεν θα
από την οδύνη και την ντροπή γ ι α τη δημόσια έ κ θ ε σ ή τους.
ε ί χ ε κανένα απολύτως νόημα, αν αρρώσταινε.
Οι περιστάσεις της δολοφονίας κυκλοφόρησαν σε ολόκληρη
Κ α θ ώ ς έπεφτε η νύχτα, η Μαρία σ η κ ώ θ η κ ε γ ι α να φ ύ γ ε ι .
την Κ ρ ή τ η γ ι α να ικανοποιηθεί η νοσηρή π ε ρ ι έ ρ γ ε ι α όλων,
Ό τ α ν έφτασε στο σπίτι της, αυτό ήταν α κ ό μ η τ υ λ ι γ μ έ ν ο στη
και η ημερήσια εφημερίδα δημοσίευσε και την τ ε λ ε υ τ α ί α γαρ
σ ι ω π ή . Αφού γλίστρησε στο άδειο δ ω μ ά τ ι ο , που θα γινόταν
γ α λ ι σ τ ι κ ή λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι α . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς παρακολούθησε ολόκληρη
π ά λ ι η κάμαρά της, ξάπλωσε στο κ ρ ε β ά τ ι . Δ ε ν ξύπνησε παρά
τη διαδικασία. Μολονότι ή θ ε λ ε δικαιοσύνη γ ι α την Άννα,
μόνο αργά το επόμενο πρωί.
δεν α μ φ έ β α λ λ ε ποτέ ότι ήταν η συμπεριφορά της κόρης του αυτό που πυροδότησε τη β ί α ι η αντίδραση του Αντρέα, κ α ι γ ι α
Ο Θ Α Ν Α Τ Ο Σ Τ Η Σ Α Ν Ν Α Σ άφησε μ ι α σειρά κι από ά λ λ ε ς
πρώτη φορά τα τ ε λ ε υ τ α ί α δεκατέσσερα χρόνια, χαιρόταν που
αναστατωμένες
δεν βρισκόταν ε κ ε ί η Ε λ έ ν η .
και
κατεστραμμένες
ζωές.
Όχι
μόνο
της
αδερφής της, του πατέρα και του άντρα της, αλλά και της κόρης της. Η Σοφία δεν ήταν ούτε δύο χρόνων και δεν άργησε να παρατηρήσει την απουσία των γονιών τ η ς . Οι παππούδες της της είπαν ότι είχαν φ ύ γ ε ι και οι δύο γ ι α λ ί γ ο . Έ κ λ α ψ ε στην α ρ χ ή , και κατόπιν μ π ή κ ε στη διαδικασία της λησμονιάς. Όσο γ ι α τον Αλέξανδρο και την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α Β α ν δ ο υ λ ά κ η , μ έ σα σ' ένα βράδυ έχασαν το γ ι ο τους, τις ε λ π ί δ ε ς τους γ ι α το μ έ λ λ ο ν και τη φ ή μ η της οικογένειάς τους. Ό λ α όσα τους φό βιζαν γ ι α το γ ά μ ο του Αντρέα με μ ι α γυναίκα κατώτερης τάξης πραγματοποιήθηκαν κατά γ ρ ά μ μ α . Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α , που ε ί χ ε δείξει τόση προθυμία να αποδεχτεί την Άννα Π ε τ ρ ά κ η , χρειάστηκε να α ν τ ι μ ε τ ω π ί σ ε ι την πιο π ι κ ρ ή απογοήτευση. 450
451
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Ο Αλέξανδρος έ γ ρ α ψ ε τ ε λ ι κ ά στον Γ ι ώ ρ γ η . Είχαμε τις διαφορές μας, τέλος πια. καλύτερο και
η
να τους δώσουμε ένα
Η Σοφία μεγαλώνει χωρίς τους γονείς της και που μπορούμε
συντροφιά των
Η Ελευθερία κι με τη Μαρία
Εικοστό Τέταρτο Κεφάλαιο
αλλά πρέπει να
της προσφέρουμε
είναι
η
το
αγάπη
υπολοίπων μελών της οικογένειας της.
εγώ θα χαιρόμασταν πολύ αν ερχόσουν μαζί
για φαγητό την επόμενη Κυριακή.
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν ε ί χ ε τηλέφωνο στο σπίτι του, αλλά έτρεξε κατευθείαν στο καφενείο γ ι α να χρησιμοποιήσει αυτό που υπήρχε ε κ ε ί . Ή θ ε λ ε να π ε ι αμέσως στον Αλέξανδρο ότι δέ χονταν την πρόσκληση του και θα χαίρονταν και οι δυο τους
1958
Γ
να πάνε, και άφησε μήνυμα στην υπηρέτρια να του το π ε ι . Η Ι Α Π Ο Λ Λ Ο Υ Σ Μ Η Ν Ε Σ , δεν υπήρξε κ α μ ί α ε π ι κ ο ι ν ω νία ανάμεσα στις οικογένειες Βανδουλάκη και Π ε τ ρ ά κ η . Έ π ρ ε π ε , όμως, να σκεφτούν τη Σοφία, και γ ι α
χάρη της άρχισε να λ ι ώ ν ε ι ο πάγος. Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α θα ε ί χ ε φτάσει σε σημείο να συμφιλιωθεί πολύ γρηγορότερα από τον άντρα της, αλλά α κ ό μ η κι ο Αλέξανδρος, αφού του δόθηκε
χρόνος να σκεφτεί, άρχιζε να κ α τ α λ α β α ί ν ε ι ότι δεν ήταν μόνο η δ ι κ ή του οικογένεια που ε ί χ ε υποφέρει. Συνειδητοποίησε ότι και οι δύο πλευρές είχαν υποστεί βαριά ζημιά και, με μια σχεδόν μ α θ η μ α τ ι κ ή ακρίβεια που ταίριαζε απόλυτα στο χαρα κτήρα του, ζύγισε τις α π ώ λ ε ι ε ς της κ α θ ε μ ι ά ς . Από την πλευ
Μαρία, ωστόσο, ε ί χ ε ανάμεικτα συναισθήματα όταν διάβασε το γ ρ ά μ μ α . «Τις διαφορές μας\»
ε ί π ε χλευαστικά.
« Κ α ι τι εννοεί μ'
αυτό; Π ώ ς μπόρεσε να χαρακτηρίσει το γεγονός ότι ο γιος του σκότωσε την κόρη σου ως "διαφορές μ α ς " ; » Η Μαρία έβραζε από μανία. « Δ ε ν δέχεται κ α μ ί α ευθύνη; Πού είναι οι τύψεις του; Πού είναι η σ υ γ γ ν ώ μ η ; » ούρλιαξε, ανεμίζοντας το γ ρ ά μ μ α . « Μ α ρ ί α , άκου. Η ρ έ μ η σ ε . Δ ε ν δέχεται καμία ευθύνη γ ι α τ ί δεν τον βαραίνει κ α μ ί α » , ε ί π ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς . « Έ ν α ς πατέρας δεν μπορεί να είναι υπεύθυνος γ ι α όλες τις πράξεις του παιδιού του, σωστά;»
ρά των Βανδουλάκηδων: ένας γιος στη φυλακή, ένας ξεπε
Η Μαρία σκέφτηκε γ ι α ένα λ ε π τ ό . Ή ξ ε ρ ε ότι ο πατέρας
σμένος ανιψιός, το όνομα μιας οικογένειας κατεστραμμένο.
της ε ί χ ε δ ί κ ι ο . Αν οι γονείς π ρ ά γ μ α τ ι έφεραν το βάρος από
Από την πλευρά των Π ε τ ρ ά κ η δ ω ν : μια νεκρή κόρη, μια οι
τα λ ά θ η των παιδιών τους, ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός.
κογένεια μ ε ι ω μ έ ν η σε αριθμό λ ό γ ω της δολοφονίας και της
Θα σήμαινε ότι έ φ τ α ι γ ε ο Γ ι ώ ρ γ η ς που η μ ε γ ά λ η του κόρη
λέπρας πριν από αυτήν. Με βάση τις ικανότητες του στους
ε ί χ ε αναγκάσει τον άντρα της να τη σκοτώσει, λ ό γ ω της
λογαριασμούς, η εξίσωση ήταν ισοδύναμη. Ο άνθρωπος που
δικής της απρόσεκτης και άπιστης συμπεριφοράς. Αυτό ήταν
βρισκόταν στη μέση ήταν η Σοφία, και αποτελούσε ευθύνη
ξεκάθαρα παράλογο. Έ π ρ ε π ε να το παραδεχτεί,
όλων να υφάνουν κάποιο ιστό ζωής γ ι α το κοριτσάκι.
απρόθυμα.
452
453
έστω και
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο , π α τ έ ρ α » , ε ί π ε . « Έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο . Τ ο μόνο που έ χ ε ι σημασία είναι η Σ ο φ ί α » . Έ ν α είδος επαναπροσέγγισης δ η μ ι ο υ ρ γ ή θ η κ ε ανάμεσα στις
ΤΟ
ΝΗΣΙ
συμπτώματα λέπρας ξεπρόβαλαν από τα χωριά τους και κατέφτασαν γ ι α να ζητήσουν β ο ή θ ε ι α . Τ ώ ρ α που ήξεραν ότι η θεραπεία δεν σήμαινε ε γ κ λ ε ι σ μ ό στην αποικία των λεπρών,
ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς έπειτα από αυτό, με τη σιωπηρή αναγνώριση ότι
δεν φοβούνταν να αποκαλυφθούν κι έρχονταν κατά κύματα
το φταίξιμο έ π ε φ τ ε και στις δύο πλευρές γ ι α την καταστροφή
στον άνθρωπο ο οποίος ήταν γνωστός ως ο άνθρωπος που ε ί χ ε
που τους ε ί χ ε ζημιώσει όλους. Η Σ ο φ ί α , από την αρχή κιό
φέρει στην Κ ρ ή τ η τη θεραπεία γ ι α τη λέπρα. Μολονότι η μ ε
λας, δεχόταν όλες τις περιποιήσεις. Έ μ ε ν ε με τους παππούδες
τριοφροσύνη α π έ τ ρ ε π ε το γιατρό Κυρίτση από το να απολαύ
της, αλλά κάθε εβδομάδα π ή γ α ι ν ε στην Π λ ά κ α και περνούσε
σει τη δόξα του, η φ ή μ η του ε ξ α π λ ώ θ η κ ε . Μ ό λ ι ς ε π ι β ε β α ι ω
μια μέρα με τον άλλο παππού της και τη Μ α ρ ί α , που αφοσι-
νόταν η διάγνωση, οι ασθενείς πήγαιναν σ' αυτόν γ ι α τ α κ τ ι κ έ ς
ώνονταν στη διασκέδασή τ η ς . Π ή γ α ι ν α ν βόλτες με τη βάρκα,
ενέσεις με δαπσόνη, και συνήθως, σε διάστημα λ ί γ ω ν μηνών,
έπιαναν ψάρια και καβούρια και αχινούς, τσαλαβουτούσαν
καθώς οι δόσεις αυξάνονταν σταδιακά, άρχιζε να φαίνεται η
στη θάλασσα κι έκαναν μικρούς περιπάτους κοντά στον γ κ ρ ε
βελτίωση.
μ ό . Σ τ ι ς έ ξ ι , όταν επέστρεφαν τη Σοφία στο σπίτι των παπ
Για πολλούς μ ή ν ε ς , ο Κυρίτσης συνέχισε τη δουλειά του
πούδων της στην Ελούντα, ήταν όλοι ε ξ α ν τ λ η μ έ ν ο ι . Η Σοφία
ως ε π ι κ ε φ α λ ή ς της κ λ ι ν ι κ ή ς στο πολύβουο κεντρικό νοσοκο
ε ί χ ε τη λατρεία και την προσοχή και των τριών παππούδων
μ ε ί ο του Η ρ α κ λ ε ί ο υ . Δ ε ν θα έπρεπε να υπήρχε μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η
τ η ς . Από π ο λ λ έ ς πλευρές, ήταν τ υ χ ε ρ ή .
α ν τ α μ ο ι β ή από το να β λ έ π ε ι τους ασθενείς του να φεύγουν θεραπευμένοι. Το μόνο που αισθανόταν, όμως, ήταν ένα τρο
Ε Ν Ω Η Α Ρ Χ Η του καλοκαιριού διαδεχόταν την άνοιξη, ο Κ υ
μερό κενό. Έ ν ι ω θ ε έτσι στο νοσοκομείο, έ ν ι ω θ ε έτσι κ α ι στο
ρίτσης υπολόγισε ότι είχαν περάσει διακόσιες μέρες από την
σπίτι του, και κ ά θ ε μέρα απαιτούσε μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η προσπάθεια
ταφή της Άννας και από τη μέρα που π ή γ ε με τη Μ α ρ ί α στην
από την π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν η ,
Ελούντα, και συνειδητοποίησε ότι δεν θα περνούσαν μαζί το
του και σερνόταν μ έ χ ρ ι το νοσοκομείο. Άρχισε μάλιστα να
καθώς σηκωνόταν από το κ ρ ε β ά τ ι
μ έ λ λ ο ν τους. Κ ά θ ε μέρα, π ά λ ε υ ε να σταματήσει να σκέφτεται
αναρωτιέται αν π ρ ά γ μ α τ ι έπρεπε να χ ο ρ η γ ε ί τα φάρμακα ο
τι θα μπορούσε να ε ί χ ε γ ί ν ε ι . Ζούσε την ίδια π ε ι θ α ρ χ η μ έ ν η
ίδιος. Θα μπορούσε να πάρει τη θέση του κάποιος άλλος; Τον
ζωή όπως πάντα: π ή γ α ι ν ε στο νοσοκομείο στις επτά και μισή
χρειάζονταν π ρ ά γ μ α τ ι ;
ακριβώς το πρωί, κι έ φ ε υ γ ε περίπου στις οκτώ το βράδυ,
Α κ ρ ι β ώ ς στη διάρκεια αυτής της περιόδου, που αισθα
έχοντας μπροστά του μια μ ο ν α χ ι κ ή νύχτα γ ι α να διαβάσει,
νόταν περιττός στο νοσοκομείο και άδειος μακριά από αυτό,
να μ ε λ ε τ ή σ ε ι και να γ ρ ά ψ ε ι επιστολές. Ήταν πάντοτε απα
έ λ α β ε ένα γ ρ ά μ μ α από τον Λ α π ά κ η , ο οποίος, από τότε που
σχολημένος, και πολλοί ζήλευαν την αφοσίωσή του και την
έ κ λ ε ι σ ε η Σ π ι ν α λ ό γ κ α , ε ί χ ε παντρευτεί και ε ί χ ε αναλάβει τη
προφανή απορρόφησή του σε αυτό που έ κ α ν ε .
θέση του διευθυντή της κ λ ι ν ι κ ή ς δερματοαφροδισιακών νοση
Μέσα σε εβδομάδες από την έξοδο των ασθενών από τη
μάτων στο γ ε ν ι κ ό νοσοκομείο στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο .
Σ π ι ν α λ ό γ κ α , διαδόθηκε σε ολόκληρη την Κ ρ ή τ η ότι το νησί δεν χρησιμοποιούνταν πλέον ως αποικία λεπρών. Αυτό σή μ α ι ν ε ότι πολλοί που είχαν φοβηθεί να αποκαλύψουν πιθανά 454
455
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
Αγαπητέ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
Νίκο,
Αναρωτιέμαι
ταχύτατα
πού βρίσκεσαι.
Ο καιρός πέρασε τόσο
γρήγορα
από τότε που φύγαμε όλοι μας από τη Σπιναλόγκα, και όλους
και
το
Η ζωή είναι
νοσοκομείο
Στο μεταξύ,
παρουσιαστεί μεγαλύτερη
ευκαιρία
θεώρησα καλό να σε ενημερώσω
αργό για τα
μου. Φιλικά,
πολυάσχολη εδώ στον Άγιο Νικόλαο
Χρήστος
έχει
επεκταθεί από
εδώ. Έλα να μας δεις αν το Ηράκλειο.
σχέδια
ίσως
σκοπό να έρθω σε επαφή
αυτούς τους μήνες είχα πράγματι μαζί σου.
τερα.
και
ΝΗΣΙ
τότε
που
εργαζόμουν
θέλεις να κάνεις ένα διάλειμμα από
Η γυναίκα μου έχει
ακούσει
τόσα
πολλά
για
Αν και δεν είχαν π ε ι ποτέ τίποτα, ο Λαπάκης ήξερε ότι ο συνάδελφος του ε ί χ ε δημιουργήσει δεσμό με τη Μαρία Π ε τ ρ ά κ η , και απογοητεύτηκε όταν έ μ α θ ε πως ο Κυρίτσης ε ί χ ε
σένα και θα ήθελε πολύ να σε γνωρίσει. Φιλικά,
επιστρέψει στο Η ρ ά κ λ ε ι ο μόνος του. Υπέθεσε ότι η Μαρία
Χρήστος
ε ί χ ε αισθανθεί υποχρεωμένη να μ ε ί ν ε ι με τον πατέρα της, και θεώρησε την όλη κατάσταση κάτι που π ή γ ε άδικα στραβά.
Έ β α λ ε τον Κυρίτση σε σ κ έ ψ ε ι ς . Αν κάποιος σαν τον Χρήστο
Ο Κυρίτσης διάβασε και ξαναδιάβασε το γ ρ ά μ μ α πριν το
Λ α π ά κ η , τον οποίο σεβόταν πολύ, έβρισκε ικανοποίηση δου
β ά λ ε ι στην πάνω τσέπη της λευκής ιατρικής μπλούζας του,
λεύοντας στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο , τότε ίσως η ε π ι λ ο γ ή να ήταν
απ' όπου το έ β γ α λ ε πολλές φορές στη διάρκεια της μέρας, και
δ ι κ ή του. Αν η Μαρία δεν μπορούσε να πάει κοντά του, θα
κοίταξε τις λ έ ξ ε ι ς ξανά και ξανά. Μολονότι μια δουλειά στον
έπρεπε να πάει αυτός κοντά σ' ε κ ε ί ν η . Κ ά θ ε Τ ρ ί τ η , η η μ ε ρ ή
Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο θα έ κ λ ε ι ν ε όλες τις πόρτες στην καριέρα του,
σια εφημερίδα της Κρήτης ε ί χ ε α γ γ ε λ ί ε ς γ ι α θέσεις εργασίας
υπήρχε μία πόρτα στη ζωή του που θα άνοιγε: η ευκαιρία
σε νοσοκομεία, και θα τις εξέταζε προσεκτικά κάθε εβδο
να ζει πιο κοντά στη Μ α ρ ί α . Ε κ ε ί ν η τη νύχτα, έ γ ρ α ψ ε στον
μάδα, ελπίζοντας να β ρ ε ι εργασία κοντά στη γυναίκα που
παλιό φίλο του και τον ρώτησε πώς μπορούσε να κυνηγήσει
αγαπούσε. Οι εβδομάδες πέρασαν, υπήρξαν πολλές α γ γ ε λ ί ε ς
την ευκαιρία. Έ π ρ ε π ε να ακολουθηθούν κάποιες τυπικές δια
γ ι α κ α τ ά λ λ η λ ε ς δουλειές στα Χ α ν ι ά , αλλά αυτές θα τον π ή
δικασίες, να πάρουν συνεντεύξεις κι από άλλους υποψηφίους,
γαιναν α κ ό μ η μακρύτερα από τον επιθυμητό προορισμό του.
και ούτω καθεξής, του απάντησε ο Λαπάκης, όμως, αν ο
Άρχισε να τον κυριεύει απογοήτευση, μ έ χ ρ ι που, μια μέρα,
Κυρίτσης μπορούσε να σ τ ε ί λ ε ι μια επίσημη αίτηση γ ι α τη θέση
έ λ α β ε άλλο ένα γ ρ ά μ μ α από τον Λ α π ά κ η .
μέσα στην εβδομάδα, τότε ήταν πιθανόν να θεωρηθεί υποψή φιος. Η α λ ή θ ε ι α ήταν, όπως ήξεραν καλά και οι δυο τους,
Αγαπητέ
Νίκο,
πως ο Κυρίτσης ε ί χ ε παραπάνω προσόντα γ ι α τη δουλειά. Η
Ελπίζω να είσαι καλά.
Θα θεωρήσεις ότι η γυναίκα μου με
σέρνει απ' τη μύτη, είμαι σίγουρος,
αλλά σκοπεύω να αφήσω
μετακίνηση από τη διεύθυνση της κ λ ι ν ι κ ή ς ενός νοσοκομείου της πόλης στην ίδια θέση σ' ένα μικρότερο νοσοκομείο σή
πιο
μ α ι ν ε ότι κανείς δεν α μ φ έ β α λ λ ε πως μπορούσε να κάνει τη
οπότε θα μετακομίσουμε
δουλειά, και το νοσοκομείο ήταν κατενθουσιασμένο, αν και
τους επόμενους μήνες. Απλώς σκέφτηκα ότι ίσως ενδιαφέρεσαι
κάπως απορημένο, που κάποιος του δικού του διαμετρήματος
να
και της δικής του φήμης ε ί χ ε κάνει αίτηση. Κ λ ή θ η κ ε γ ι α
τη
δουλειά μου
εδώ.
Η γυναίκα μου
κοντά στους γονείς της στο Ρέθυμνο, αναλάβεις
την
κλινική
μου. 456
Το
θέλει
να
νοσοκομείο
μείνουμε
επεκτείνεται
457
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
συνέντευξη, και ήταν μόνο θ έ μ α ημερών μ έ χ ρ ι να λ ά β ε ι την
να σκεφτεί κάτι να π ε ι . Ο Κυρίτσης, ωστόσο, μ π ή κ ε κατευ
ε π ι β ε β α ί ω σ η ότι θα ήθελαν να του δώσουν τη θέση.
θείαν στο θ έ μ α .
Το σχέδιο του Κυρίτση ήταν να σταθεροποιήσει την και
«Μετακόμισα», είπε.
νούρια ζωή του πριν επικοινωνήσει με τη Μ α ρ ί α . Δ ε ν ή θ ε λ ε
« Π ο ύ ; » ρώτησε η Μ α ρ ί α , ε υ γ ε ν ι κ ά .
να του φέρει αντιρρήσεις στην προφανή οπισθοδρόμηση στην
«Στον Άγιο Νικόλαο».
καριέρα του και σχεδίαζε να της παρουσιάσει την κατάσταση
«Στον Άγιο Νικόλαο;»
ως τ ε τ ε λ ε σ μ έ ν ο γ ε γ ο ν ό ς . Λ ι γ ό τ ε ρ ο από ένα μήνα μ ε τ ά , αφού
Σ χ ε δ ό ν π ν ί γ η κ ε με τις λ έ ξ ε ι ς . Η έ κ π λ η ξ η και η χαρά
ε ί χ ε εγκατασταθεί πια σε ένα μικρό σπίτι, όχι μακριά από το
ανακατεύτηκαν σε ίση ποσότητα, καθώς πολεμούσε να φαντα
νοσοκομείο, ξεκίνησε γ ι α την Π λ ά κ α , η οποία α π ε ί χ ε μόλις
στεί τη σημασία της ανακοίνωσής του.
τριάντα π έ ν τ ε λεπτά με το αυτοκίνητο. Ήταν ένα κυριακά
« Σ ο φ ί α » , ε ί π ε στο κοριτσάκι, που καθόταν στο τραπέζι
τ ι κ ο απόγευμα του Μαΐου, και όταν η Μαρία άνοιξε την
και ζωγράφιζε, « γ ι α τ ί δεν πας επάνω να βρεις ε κ ε ί ν η την
εξώπορτα και ε ί δ ε τον Κυρίτση να στέκεται ε κ ε ί , χλόμιασε
καινούρια κούκλα κ α ι να τη δείξεις στο γ ι α τ ρ ό ; »
από την έ κ π λ η ξ η .
Το κοριτσάκι εξαφανίστηκε στον πάνω όροφο γ ι α να φέρει
« Ν ί κ ο ! » αναφώνησε με κ ο μ μ έ ν η την ανάσα.
το παιχνίδι του, και τότε ο Κυρίτσης έ γ ε ι ρ ε μπροστά. Για
Τ ό τ ε π ε τ ά χ τ η κ ε μια φωνούλα. Φαινόταν να προέρχεται
τρίτη φορά στη ζωή της, η Μαρία άκουσε τις λ έ ξ ε ι ς : « Π α -
από τη φούστα της Μαρίας, κι ένα πρόσωπο έκανε την εμφά νιση του από πίσω της, σε ύψος όχι πολύ παραπάνω από το
ντρέψου μ ε » . Ήξερε ότι ο Γ ι ώ ρ γ η ς μπορούσε να φροντίσει μόνος του τον εαυτό του πια. Ε ί χ α ν συμβιβαστεί με το θάνατο της Άννας
γόνατο της. « Π ο ι ο ς είναι, θεία Μ α ρ ί α ; »
και η Σοφία ε ί χ ε φέρει χαρά και ψ υ χ α γ ω γ ί α στη ζωή τους.
« Ε ί ν α ι ο γιατρός Κυρίτσης, Σ ο φ ί α » , απάντησε ε κ ε ί ν η , με
Η απόσταση μ έ χ ρ ι τον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο σήμαινε πως η Μαρία θα μπορούσε να ε π ι σ κ έ π τ ε τ α ι τον πατέρα της αρκετές φορές
φωνή που μόλις ακουγόταν. Η Μαρία παραμέρισε και ο Κυρίτσης δρασκέλισε το κα
την εβδομάδα και να β λ έ π ε ι και τη Σ ο φ ί α . Ό λ α αυτά χρειά
τ ώ φ λ ι . Τον κοίταξε στην π λ ά τ η , καθώς περνούσε από μπρο
στηκαν λ ι γ ό τ ε ρ ο από ένα δευτερόλεπτο να περάσουν από το
στά της· ήταν η ίδια κ ο μ ψ ή , ίσια π λ ά τ η που ε ί χ ε δει τόσες
μυαλό της, και πριν πάρει την επόμενη ανάσα της, του έδωσε
φορές όταν εκείνος έ φ ε υ γ ε από το σπίτι της κι ανηφόριζε τον
την απάντησή της.
κεντρικό δρόμο της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς γ ι α να πάει στο νοσοκομείο.
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς επέστρεψε λ ί γ ο μ ε τ ά . Δ ε ν ε ί χ ε νιώσει τέτοια
Ξ α φ ν ι κ ά , φάνηκε σαν να ε ί χ ε περάσει μόλις ένα λεπτό από
ευτυχία από τη μέρα που έ μ α θ ε ότι θεραπεύτηκε η Μ α ρ ί α .
τότε που βρισκόταν στο νησί και ονειρευόταν ένα μ έ λ λ ο ν .
Μ έ χ ρ ι την επόμενη μέρα, ε ί χ ε κυκλοφορήσει σε ολόκληρη την
Η Μαρία έ τ ρ ε μ ε καθώς άφηνε στο τραπέζι φλιτζάνια και
Π λ ά κ α η είδηση ότι η Μαρία Π ε τ ρ ά κ η θα παντρευόταν τον
πιατάκια, κι εκείνα κροτάλιζαν με θόρυβο. Σ ύ ν τ ο μ α , ε κ ε ί
άνθρωπο που την ε ί χ ε γ ι α τ ρ έ ψ ε ι , και οι προετοιμασίες γ ι α το
νη κι ο Κυρίτσης κάθονταν όσο αναπαυτικά μπορούσαν στις
γ ά μ ο άρχισαν αμέσως. Η Φ ω τ ε ι ν ή , που δεν ε ί χ ε χάσει ποτέ
σκληρές, ξύλινες καρέκλες, ρουφώντας τον καφέ τους όπως
τις ελπίδες της γ ι α την πιθανότητα να παντρευτούν η Μαρία
ακριβώς έκαναν στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α . Η Μαρία πάλευε μάταια
και ο Κυρίτσης, ρ ί χ τ η κ ε με τα μούτρα στο σχεδιασμό. Ε κ ε ί ν η
458
459
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
και ο Στέφανος θα ήταν οι οικοδεσπότες του γ λ ε ν τ ι ο ύ πριν
« Έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο . . . έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο . . . έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο » , τραγουδούσε
από τη γ α μ ή λ ι α τ ε λ ε τ ή κ α ι , κατόπιν, όλοι οι φίλοι τους θα
ρυθμικά, μ ε κ ο μ μ έ ν η την ανάσα. « Έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο . . . έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο . . .
έρχονταν στην ταβέρνα γ ι α ένα μ ε γ ά λ ο φαγοπότι.
έχεις δίκιο...»
Όρισαν ημερομηνία με τον ιερέα γ ι α δύο μ ή ν ε ς μ ε τ ά . Δ ε ν υπήρχε λόγος να περιμένουν κι ά λ λ ο . Το ζευγάρι ε ί χ ε σπίτι
Μόνο όταν ζαλίστηκε σταμάτησε η Μαρία να στριφογυρί ζει κι έπεσε ανάσκελα πάνω στο κ ρ ε β ά τ ι .
για να μετακομίσει, γνωρίζονταν μεταξύ τους κάμποσα χρόνια
« Α ι σ θ ά ν ο μ α ι » , ε ί π ε , «σαν την πιο τυχερή γ υ ν α ί κ α . Κα
και η Μαρία ε ί χ ε ή δ η προικιά. Ε ί χ ε επίσης και νυφικό, ε κ ε ί
μία σε ολόκληρο τον κόσμο δεν θα μπορούσε να είναι τόσο
νο που ε ί χ ε αγοράσει γ ι α το γ ά μ ο της με τον Μ α ν ό λ η . Για
ευτυχισμένη όσο ε γ ώ » .
π έ ν τ ε χρόνια βρισκόταν θ α μ μ έ ν ο στον πάτο μιας κασέλας, τ υ λ ι γ μ έ ν ο σε στρώματα τσιγαρόχαρτου. Μια-δυο μέρες μετά τη δεύτερη πρόταση του Κυρίτση, το ξ ε δ ί π λ ω σ ε , το τίναξε γ ι α να ισιώσουν, όσο γινόταν, τα σημεία που είχαν τ σ α λ α κ ω θ ε ί ,
« Σ ο υ αξίζει, Μ α ρ ί α , π ρ α γ μ α τ ι κ ά σου α ξ ί ζ ε ι » , αποκρίθη κε η παλιά της φ ί λ η . Ακούστηκε ένας χτύπος στην πόρτα, κι ο Στέφανος έχωσε το κεφάλι του στο δ ω μ ά τ ι ο . « Σ υ γ γ ν ώ μ η που σας ε ν ο χ λ ώ » , ε ί π ε με αστείο ύφος. « Α ύ
και το δοκίμασε. Τ η ς έκανε ακόμη μια χαρά, όπως και τη μέρα που το αγόρασε. Το σώμα της δεν ε ί χ ε α λ λ ά ξ ε ι .
ριο θα γ ί ν ε ι ένας γ ά μ ο ς εδώ και προσπαθώ να ετοιμάσω τη γ ι ο ρ τ ή . Θα μου χρειαζόταν κάποια β ο ή θ ε ι α » . Οι δυο γ υ ν α ί κ ε ς γέλασαν κ α ι η Μ α ρ ί α τ ι ν ά χ τ η κ ε από
« Ε ί ν α ι τ έ λ ε ι ο » , είπε η Φ ω τ ε ι ν ή .
το κ ρ ε β ά τ ι , πετώντας το νυφικό σε μια κ α ρ έ κ λ α . Κ α ι οι δυο τους κ α τ έ β η κ α ν τις σκάλες τρέχοντας, πίσω από τον Σ τ έ φ α
Τ Η Ν Π Α Ρ Α Μ Ο Ν Η Τ Ο Υ Γ Α Μ Ο Υ , ο ι δυο γ υ ν α ί κ ε ς ήταν πα
νο, χ α σ κ ο γ ε λ ώ ν τ α ς σαν τα παιδιά που ήταν κάποτε, με τον
ρέα στο σπίτι της Φ ω τ ε ι ν ή ς και σχεδίαζαν πώς θα χ τ έ ν ι ζ ε τα
ενθουσιασμό γ ι α τον ερχομό της μ ε γ ά λ η ς μέρας της Μαρίας
μ α λ λ ι ά της η Μ α ρ ί α .
να γ ε μ ί ζ ε ι τον αέρα.
« Δ ε ν πιστεύεις ότι είναι γρουσουζιά να παντρευτώ φορώ
Ξύπνησαν κι αντίκρισαν μια λ α μ π ε ρ ή μέρα του Μ α ΐ ο υ .
ντας το ίδιο νυφικό που θα φορούσα σε άλλο γ ά μ ο ; Έ ν α γ ά μ ο
Κ α ι ο τελευταίος κάτοικος του χωριού β γ ή κ ε έξω γ ι α να
που δεν έ γ ι ν ε π ο τ έ ; »
ακολουθήσει τη γ α μ ή λ ι α π ο μ π ή στη μ ι κ ρ ή απόσταση από το
«Γρουσουζιά;» απάντησε η Φ ω τ ε ι ν ή .
« Ν ο μ ί ζ ω ότι σου
σπίτι της Μαρίας μ έ χ ρ ι την εκκλησία, στην ά λ λ η άκρη του
τ ε λ ε ί ω σ ε η γρουσουζιά, Μ α ρ ί α . Π ρ έ π ε ι να ομολογήσω ότι π ι
χωριού. Ή θ ε λ α ν όλοι να σιγουρευτούν ότι ε κ ε ί ν η η όμορφη,
στεύω πως η μοίρα σού την ε ί χ ε φ υ λ α γ μ έ ν η , αλλά όχι π ι α » .
μ ε λ α χ ρ ι ν ή γυναίκα που ήταν ν τ υ μ έ ν η στα λευκά θα συνοδευ
Η Μαρία κρατούσε το νυφικό πάνω της, μπροστά στον
όταν με ασφάλεια στην τ ε λ ε τ ή και ότι τίποτα, αυτή τη φορά,
Οι
δεν θα έ μ π α ι ν ε ανάμεσα σ' αυτή και σε έναν ευτυχισμένο γά
πτυχώσεις του φαρδιού, δαντελένιου κ ά τ ω μέρους του χύνο
μο. Οι πόρτες της εκκλησίας έμειναν ανοικτές στη διάρκεια του
μ ε γ ά λ ο καθρέφτη στην κρεβατοκάμαρα της Φ ω τ ε ι ν ή ς .
νταν στο π ά τ ω μ α σαν νερό π η γ ή ς και το ύφασμα θρόιζε στους
μυστηρίου και οι άνθρωποι τέντωναν τους λαιμούς τους γ ι α
αστραγάλους τ η ς . Έ γ ε ι ρ ε το κεφάλι της πίσω κι άρχισε να
να ρίξουν μ ι α μ α τ ι ά στην τ ε λ ε τ ή , στην ά λ λ η άκρη του διαδρό
στροβιλίζεται σαν π α ι δ ί .
μου. Ο Λαπάκης ήταν ο κουμπάρος. Ήταν οικεία φυσιογνωμία
460
461
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
στην Π λ ά κ α - ο ι άνθρωποι θυμούνταν το καθημερινό π η γ α ι
ήταν σύμβολο της αφθονίας και της χαράς που όλοι έλπιζαν
νέλα του στη Σ π ι ν α λ ό γ κ α - όμως, λ ι γ ό τ ε ρ ο ι χωρικοί θυμού
ότι θα απολάμβαναν τώρα η Μαρία και ο Κυρίτσης. Δ ε ν
νταν τον Κυρίτση. Η παρουσία του ήταν φευγαλέα, αν και
υπήρχε ψ υ χ ή που να τους ε υ χ ή θ η κ ε κ ά τ ι άλλο.
όλοι γνώριζαν καλά τον σημαντικό ρόλο του στην εκκένωση
Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε καθίσει στην μπροστινή σειρά καθισμά των της εκκλησίας, μαζί με την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α και τον Αλέξαν
της αποικίας των λεπρών. Ε ν ώ το ζευγάρι στεκόταν μπροστά στον ιερέα, εκείνος
δρο Β α ν δ ο υ λ ά κ η . Ήταν μ ι α δημόσια ένδειξη της συμφιλίωσης
τους φόρεσε στα κεφάλια τα στέφανα, φ τ ι α γ μ έ ν α από λουλού
τους, κι ανάμεσά τους καθόταν η μ ι κ ρ ή Σ ο φ ί α , γ ο η τ ε υ μ έ ν η
δια και κλαδιά. Ε π ι κ ρ ά τ η σ ε απόλυτη ησυχία στην εκκλησία
και ενθουσιασμένη από τη μεγαλοπρέπεια και την ατμόσφαιρα
και το πλήθος που βρισκόταν έξω στη λιακάδα σιώπησε, κα
του γ ά μ ο υ . Ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε την έντονη αίσθηση ενός νέου
θώς προσπαθούσε να ακούσει τα λ ό γ ι α .
ξεκινήματος και τη βεβαιότητα πως όλες οι συμφορές του
«Η δούλη του Θεού, Μαρία, στέφεται τον δούλον του Θεού, Ν ι κ ό λ α ο . Ε ι ς το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Α γ ί ο υ Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας. Κ ύ ρ ι ε , ο Θεός η μ ώ ν , δόξη και τ ι μ ή στεφάνωσον α υ τ ο ύ ς » .
παρελθόντος βρίσκονταν οριστικά πίσω του. Ήταν η πρώτη φορά εδώ και χρόνια που επιτέλους αισθάνθηκε γ α λ ή ν η . Ό τ α ν β γ ή κ ε έξω η Μ α ρ ί α , στεφανωμένη, με τον ασημομ ά λ λ η γ α μ π ρ ό στο πλάι της, το πλήθος τους επευφήμησε
Κατόπιν, όλοι άκουσαν τον ιερέα καθώς διάβαζε τα οι
και τους ακολούθησε μέσα στη λιακάδα μ έ χ ρ ι την ταβέρνα,
κεία γ α μ ή λ ι α εδάφια, τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου
όπου θα άρχιζε το γ λ έ ν τ ι . Η γ ι ο ρ τ ή που ε ί χ ε οργανώσει ο
προς Εφεσίους και του Αποστόλου Ι ω ά ν ν η . Δ ε ν υπήρχε τί
Στέφανος γ ι α όλους τους καλεσμένους ε κ ε ί ν η τη νύχτα ήταν
ποτε βιαστικό ή επιφανειακό στην τ ε λ ε τ ή . Αυτό ήταν το πιο
υπέροχη. Το κρασί έρρεε και μέχρι αργά τη νύχτα ανοίγονταν
επίσημο και δεσμευτικό μυστήριο, και η διάρκειά του ενίσχυε
μπουκάλια με τσικουδιά. Κ ά τ ω από τ' αστέρια, οι μουσικοί
τη σημασία του γ ι α τους δυο ανθρώπους που στέκονταν μπρο
έπαιζαν έως ότου μούδιασαν τα πόδια των χορευτών. Δ ε ν
στά στο ιερό. Π ά ν ω από μ ί α ώρα αργότερα, ο ιερέας έδωσε
υπήρχαν β ε γ γ α λ ι κ ά . Πέρασαν τις δυο πρώτες νύχτες του γάμου τους σε ένα πο
τέλος στη διαδικασία. «Ο Θεός η μ ώ ν , ο παραγενόμενος εν Κανά της Γ α λ ι λ α ί α ς ,
λυτελές ξενοδοχείο που έ β λ ε π ε στο λιμάνι του Αγίου Νικολάου,
και τον ε κ ε ί σ ε γάμον ευλογήσας, ευλόγησον και τους δού
όμως ανυπομονούσαν και οι δύο να αρχίσουν το επόμενο στά
λους σου τούτους, τους εν ση προνοία προς γ ά μ ο υ κοινωνία
διο της ζωής τους. Η Μαρία ε ί χ ε βρεθεί αρκετές φορές στο
συναφθέντας... κ α ι παράσχου υμίν μακροζωίαν, ευτεκνίαν,
σπίτι όπου θα έ μ ε ν ε ως παντρεμένη γυναίκα, τις δυο εβδομά
προκοπήν βίου και πίστεως, και εμπλήσαι υμάς πάντων των
δες πριν από το γ ά μ ο . Ήταν η πρώτη φορά που θα ζούσε σε
επί της γ η ς αγαθών, αξιώσαι υμάς και των ε π η γ γ ε λ μ έ ν ω ν
μια πολύβουη πόλη και π ε ρ ί μ ε ν ε με χαρά την προοπτική αυ
αγαθών της απολαύσεως· πρεσβείες της Α γ ί α ς Θεοτόκου, και
τής της α λ λ α γ ή ς . Το σπίτι βρισκόταν σε έναν απότομο λόφο κοντά στο νοσοκομείο και ε ί χ ε ένα μπαλκόνι με σφυρήλατα,
πάντων των Α γ ί ω ν » . Έ ν α ηχηρό « Α μ ή ν » αντήχησε στην εκκλησία και τ ε λ ι κ ά
σιδερένια κ ά γ κ ε λ α , και μπαλκονόπορτες, όπως και τα άλλα
το μυστήριο ο λ ο κ λ η ρ ώ θ η κ ε . Μοιράστηκαν κουφέτα σε όλους
στον ίδιο δρόμο. Ήταν ένα ψηλό, μακρόστενο σπίτι με δύο
τους παρευρισκομένους, μέσα κι έξω από την ε κ κ λ η σ ί α . Αυτά
σκάλες και β α μ μ έ ν ο με ανοιχτό γαλάζιο χρώμα.
462
463
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Κ α ι ο Κυρίτσης ήταν καινούριος στην π ό λ η , οπότε δεν προ
από κάποια ασθένεια ή κάποιο σημάδι από το ε γ κ ε φ α λ ι κ ό
κάλεσε κουτσομπολιά όταν έφερε στο σπίτι τη γυναίκα του,
που πήρε την η λ ι κ ι ω μ έ ν η γυναίκα τόσο ξαφνικά και απρό
και το μέρος ήταν αρκετά μακριά από το παλιό σπίτι της Μ α
σμενα. Η κηδεία έ γ ι ν ε λ ί γ ε ς η μ έ ρ ε ς αργότερα, και μόνο στο
ρίας ώστε να μπορέσει κι αυτή να ξεκινήσει από την α ρ χ ή .
τέλος της τ ε λ ε τ ή ς , όταν η Μαρία ε ί δ ε τη μ ι κ ρ ή της ανιψιά να
Κανείς δεν ήξερε το ιατρικό ιστορικό της ε κ ε ί , εκτός από τον
την κρατούν από τα χέρια οι δυο παππούδες, συνειδητοποίησε
άντρα της.
την π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α της κατάστασης. Η Σοφία χρειαζόταν
Η Φ ω τ ε ι ν ή ήταν η πρώτη που έκανε ε π ί σ κ ε ψ η , με τον Μ α θ ι ό και τον μικρό Π έ τ ρ ο , και η Μαρία τους έ δ ε ι ξ ε το σπίτι
μια μητέρα. Δ ε ν μπορούσε να αποτινάξει τη σ κ έ ψ η . Τ η ν ακολουθούσε, ε ί χ ε κολλήσει στο μυαλό της σαν τα α γ κ ά θ ι α στο μ α λ λ ί . Το
μ ε περηφάνια. « Κ ο ί τ α αυτές τις μπαλκονόπορτες!» αναφώνησε η Φ ω
κοριτσάκι ήταν μόλις τριών ετών - τι θα γινόταν; Αν π έ θ α ι ν ε
τ ε ι ν ή . « Κ α ι μπορείς να δεις τη θάλασσα ε κ ε ί πέρα. Κ α ι κοι
κι ο Αλέξανδρος; Ήταν τουλάχιστον δέκα χρόνια μ ε γ α λ ύ τ ε
τ ά ξ τ ε , παιδιά, έ χ ε ι α κ ό μ η κι έναν μικρό κ ή π ο ! »
ρος από την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α , οπότε αυτό ήταν πολύ πιθανόν να
Το σπίτι ήταν πιο μ ε γ α λ ο π ρ ε π έ ς και πιο ευρύχωρο από
συμβεί, και ήξερε ότι ο Γ ι ώ ρ γ η ς δεν θα μπορούσε ποτέ να τη
και τα έπιπλα πιο κομψά από
φροντίσει μόνος του. Όσον αφορούσε στον πατέρα της μ ι κ ρ ή ς ,
εκείνα που είχαν οι περισσότεροι άνθρωποι στα χωριά ε κ ε ί ν η
παρά την έκκληση του Αντρέα γ ι α ε π ι ε ί κ ε ι α στη δ ί κ η , το
οποιοδήποτε στην Π λ ά κ α ,
την ε π ο χ ή . Κ α ι η κουζίνα ήταν πολύ πιο σύγχρονη από ε κ ε ί ν η με την οποία ε ί χ ε μ ε γ α λ ώ σ ε ι η Μ α ρ ί α : γ ι α πρώτη φορά στη ζωή της ε ί χ ε ψ υ γ ε ί ο , η λ ε κ τ ρ ι κ ή κουζίνα και η λ ε κ τ ρ ι κ ό ρεύμα που δεν κοβόταν ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση. Για μερικούς μήνες, η ζωή δεν θα μπορούσε να ήταν πιο τ έ λ ε ι α . Η Μαρία αγαπούσε το νέο της σπίτι, στο λόφο κοντά στο νοσοκομείο, και σύντομα το διακόσμησε με το γούστο της και κρέμασε τα κεντήματα που ε ί χ ε φτιάξει, καθώς και κορ νιζαρισμένες φωτογραφίες της οικογένειάς της. Έ ν α πρωί, στις αρχές του Σ ε π τ έ μ β ρ η , όμως, άκουσε το κουδούνισμα του τηλεφώνου, που ε ί χ ε εγκατασταθεί πρόσφατα. Ήταν ο Γ ι ώ ρ γ η ς , που της τηλεφωνούσε σπάνια, οπότε κ α τ ά λ α β ε αμέσως ότι κάτι κακό συνέβαινε.
δικαστήριο του ε ί χ ε ε π ι β ά λ ε ι βαριά π ο ι ν ή , που εξασφάλιζε ότι αυτός δεν θα έ β γ α ι ν ε από τη φυλακή μέχρι να γινόταν η Σοφία τουλάχιστον δεκαέξι ε τ ώ ν . Κ α θ ώ ς έπιναν το κρασί τους στο μισοσκόταδο της σάλας των Βανδουλάκηδων, στην Ελούντα, ένα δωμάτιο που έμοια ζε φ τ ι α γ μ έ ν ο κατά π α ρ α γ γ ε λ ί α γ ι α πένθος, με τα βλοσυρά οικογενειακά πορτρέτα και τα βαριά έ π ι π λ ά του, η λύση φά νταζε όλο και πιο τ έ λ ε ι α . Δ ε ν ήταν η ώρα γ ι α να τη συζητή σει με κανέναν, αν και τώρα αδημονούσε να τη μοιραστεί με κάποιον. Υπήρχε η αίσθηση ότι α κ ό μ η και οι ίδιοι οι τοίχοι μουρμούριζαν,
καθώς
οι
άνθρωποι
μιλούσαν χαμηλόφωνα,
συγκρατημένα, όπως εκείνοι που νιώθουν πως α κ ό μ η και ο ήχος από το τσούγκρισμα ενός ποτηριού μπορεί να χαλάσει την αυστηρή σοβαρότητα της ατμόσφαιρας. Ό λ η αυτή την
« Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α » , της ε ί π ε μ ε τον συνηθισμένο, ευθύ τρόπο του. « Π έ θ α ν ε σήμερα τ ο π ρ ω ί » .
ώρα, η Μ α ρ ί α ή θ ε λ ε να α ν έ β ε ι σε μ ι α καρέκλα και να ανα κοινώσει την ε π ι θ υ μ ί α της, όμως έπρεπε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι κάμπο
Τους περασμένους μήνες, ο Γ ι ώ ρ γ η ς ε ί χ ε έρθει κοντά στο
σο α κ ό μ η μ έ χ ρ ι να έρθει η σ τ ι γ μ ή να φύγουν, πριν το εξομο
ζευγάρι των Βανδουλάκηδων και η Μαρία μπορούσε να ανι
λ ο γ η θ ε ί στον Κυρίτση. Πριν καν μπουν στο αυτοκίνητο, τον
χνεύσει τη λύπη στη φωνή του. Δ ε ν ε ί χ ε υπάρξει προειδοποίηση
άρπαξε από το μπράτσο.
464
465
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
« Έ χ ω μ ι α ι δ έ α » , του ξεφούρνισε. «Αφορά τ η Σ ο φ ί α » .
συμφωνήσαμε ήταν ότι αν έ μ ε ν ε μόνος του ο ένας από εμάς,
Δ ε ν χρειαζόταν να π ε ι περισσότερα. Ο Κυρίτσης ε ί χ ε ή δ η
το καλύτερο πράγμα γ ι α την ε γ γ ο ν ή μας θα ήταν να αναλά
συλλογιστεί την ίδια πιθανότητα. « Ξ έ ρ ω » , αποκρίθηκε. « Τ ο κοριτσάκι έ χ ε ι χάσει δύο μ η
β ε ι τη φροντίδα της κάποιος ν ε ό τ ε ρ ο ς » . Ο Αλέξανδρος Βανδουλάκης ε ί χ ε περάσει δ ε κ α ε τ ί ε ς όντας
τέρες πια, και ποιος ξέρει πόσο ακόμα θα ζήσει ο Αλέξαν
ο αρχηγός, όμως, α κ ό μ η κι έτσι, τους ε ξ έ π λ η ξ ε το γεγονός
δρος, έ π ε ι τ α α π ' α υ τ ό ; »
ότι ε ί χ ε αναλάβει τον π λ ή ρ η έ λ ε γ χ ο της κατάστασης. Δ ε ν
«Ήταν αφοσιωμένος στην Ε λ ε υ θ ε ρ ί α και η καρδιά του έ χ ε ι ρ α γ ί σ ε ι . Δ ε ν μπορώ να φανταστώ πώς θα είναι η ζωή του χωρίς α υ τ ή » .
χρειαζόταν να πουν ούτε λ έ ξ η . «Η καλύτερη λύση θα ήταν η Σοφία να έρθει να μ ε ί ν ε ι μαζί σ α ς » , ε ί π ε , απευθυνόμενος και στους δύο. « Θ α θ έ λ α τ ε
« Π ρ έ π ε ι να το σκεφτούμε προσεκτικά. Ίσως να είναι λά
να το σ κ ε φ τ ε ί τ ε ; Ξ έ ρ ω ότι την αγαπάς πολύ, Μ α ρ ί α , και
θος σ τ ι γ μ ή να προτείνουμε να έρθει η Σοφία να μ ε ί ν ε ι μαζί
ως θεία της είσαι η πιο κοντινή από όλους τους εξ αίματος
μας, αλλά το να ζει με τον παππού της δεν θα είναι μακρο
συγγενείς τ η ς » .
πρόθεσμη λύση, σωστά;»
Για μ ε ρ ι κ έ ς σ τ ι γ μ έ ς , η Μαρία π ά λ ε ψ ε να μ ι λ ή σ ε ι , όμως ο
« Γ ι α τ ί δεν π ά μ ε να του μιλήσουμε σε μ ε ρ ι κ έ ς μ έ ρ ε ς ; »
Κυρίτσης κατάφερε να π ε ι όλα όσα ήταν απαραίτητα.
Μ ό λ ι ς δύο μέρες αργότερα, αφού πρώτα του τηλεφώνησαν
Τ η ν επόμενη μέρα, όταν τ ε λ ε ί ω σ ε τη δουλειά του ο Κυρί
γ ι α να τον ενημερώσουν ότι ήθελαν να τον επισκεφτούν, η
τσης, επέστρεψαν με τη Μαρία στο σπίτι του Βανδουλάκη και
Μαρία και ο Νικόλαος Κυρίτσης βρέθηκαν γ ι α ά λ λ η μια
άρχισαν να προετοιμάζουν τη Σοφία γ ι α το επόμενο στάδιο
φορά στη σάλα του Αλέξανδρου Β α ν δ ο υ λ ά κ η . Ο κάποτε ευ-
της ζωής της. Μ έ χ ρ ι το τέλος της επόμενης εβδομάδας, ε ί χ ε
θυτενής άντρας φαινόταν να έ χ ε ι ζαρώσει μ ε τ ά την κηδεία,
μ ε τ α κ ο μ ί σ ε ι στο σπίτι στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο .
όπου ε ί χ ε κρατήσει το κ ε φ ά λ ι του ψ η λ ά , με περηφάνια, στη διάρκεια ολόκληρης της τ ε λ ε τ ή ς . « Η Σοφία π ή γ ε ήδη γ ι α ύ π ν ο » , άρχισε, βάζοντάς τους
Αρχικά, η Μαρία ήταν ανήσυχη. Μέσα σ' ένα χρόνο από τότε που έφυγε από τη Σ π ι ν α λ ό γ κ α ε ί χ ε γ ί ν ε ι σύζυγος και τώρα,
σχεδόν
μέσα
σε
μια νύχτα,
μητέρα
ενός τρίχρονου
ένα ποτό από το μπουκάλι που βρισκόταν στον μπουφέ. « Δ ι α
παιδιού. Οι φόβοι της, όμως, ήταν αβάσιμοι. Η Σοφία τους
φορετικά θα ήταν ε δ ώ γ ι α να σας χ α ι ρ ε τ ή σ ε ι » .
έ δ ε ι ξ ε το δρόμο και προσαρμόστηκε με χαρά στο να ζει με ένα
«Η Σοφία είναι ο λόγος που ή ρ θ α μ ε » , άρχισε η Μ α ρ ί α .
ζευγάρι που ήταν τόσο νεότερο και πιο δραστήριο από τους
« Α υ τ ό υ π έ θ ε σ α » , ε ί π ε ο Βανδουλάκης. « Τ ο θ έ μ α δεν ση
παππούδες της. Παρά το τραυματικό ξ ε κ ί ν η μ ά της στη ζωή,
κώνει κουβέντα».
ήταν ένα εμφανώς ανέμελο παιδί και αγαπούσε τη συντροφιά
Η Μαρία χ λ ό μ ι α σ ε . Ίσως να ήταν τρομερή απρέπεια που πήγαν ε κ ε ί .
των άλλων παιδιών, την οποία β ρ ή κ ε σύντομα σε αφθονία στο δρόμο όπου έμεναν.
« Η Ε λ ε υ θ ε ρ ί α κ ι ε γ ώ κ ά ν α μ ε μια συζήτηση λίγους μήνες
Κ α ι ο Κυρίτσης ήταν ανήσυχος που θα γινόταν γονιός. Μ ο
πριν γ ι α το ίδιο θ έ μ α » , άρχισε ο Βανδουλάκης. « Μ ι λ ή σ α μ ε
λονότι ή δ η συγκαταλέγονταν μερικά παιδιά στους ασθενείς
γ ι α το τι θα συνέβαινε στη Σοφία, αν π έ θ α ι ν ε ο ένας από
του, η επαφή του με κάποιο τόσο μικρής η λ ι κ ί α ς όσο η Σοφία
εμάς, αν και υποθέταμε ότι ε γ ώ θα έφευγα πρώτος. Αυτό που
ήταν περιορισμένη. Το κοριτσάκι ήταν κι αυτό επιφυλακτικό
466
467
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
απέναντι του αρχικά, όμως κατόπιν συνειδητοποίησε ότι με
Όταν η Σοφία ήταν εννέα χρόνων, ο Αλέξανδρος Βανδου
την π α ρ α μ ι κ ρ ή σκανδαλιά μπορούσε να φέρει το χ α μ ό γ ε λ ο
λάκης έ κ λ ε ι σ ε τα μάτια του γ ι α πάντα. Π έ θ α ν ε γ α λ ή ν ι α ,
στο σοβαρό πρόσωπο του. Ο Κυρίτσης άρχισε να τρέφει υπερ
στον ύπνο του, έχοντας ρυθμίσει κ ά θ ε λ ε π τ ο μ έ ρ ε ι α της δ ι α θ ή
β ο λ ι κ ή αδυναμία γ ι ' αυτήν, κάτι γ ι α το οποίο τον ε π έ π λ η τ τ ε
κης του, αφήνοντας το κ τ ή μ α να μοιραστεί ανάμεσα στις δυο
συχνά η γυναίκα του.
κόρες του και τις ο ι κ ο γ έ ν ε ι έ ς τους, κι ένα γενναιόδωρο εφά
« Τ η ν κ α κ ο μ α θ α ί ν ε ι ς » , φώναζε η Μ α ρ ί α , όταν έ β λ ε π ε τη Σοφία να του έ χ ε ι πάρει τον αέρα.
παξ ποσό, που κ α τ α τ έ θ η κ ε σε καταπίστευμα γ ι α τη Σ ο φ ί α . Τ ρ ί α χρόνια αργότερα, ο Γ ι ώ ρ γ η ς έπεσε κατάκοιτος έπειτα
Α μ έ σ ω ς μ ό λ ι ς η Σοφία π ή γ ε σχολείο, η Μ α ρ ί α άρχισε να
από μια μόλυνση στο στήθος και μ ε τ α κ ό μ ι σ ε στο σπίτι στον
προετοιμάζεται γ ι α να εργαστεί στα εξωτερικά ιατρεία του
Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο γ ι α να τον φροντίζει η Μ α ρ ί α . Για τα επόμενα
νοσοκομείου. Φαινόταν τ έ λ ε ι ο συμπλήρωμα της δουλειάς της
δύο χρόνια, η έφηβη ε γ γ ο ν ή του περνούσε ώρες κάθε μέρα κα
με τα βότανα, την οποία επίσης συνέχιζε να κ ά ν ε ι . Μ ι α φορά
θ ι σ μ έ ν η στο κ ρ ε β ά τ ι του και παίζοντας τ ά β λ ι μαζί του. Μ ι α
την εβδομάδα, η Μ α ρ ί α , που ε ί χ ε μ ά θ ε ι να οδηγεί μ ε τ ά το
φθινοπωρινή μέρα, λ ί γ ο πριν γυρίσει η Σοφία από το σχολείο,
γ ά μ ο της, π ή γ α ι ν ε τη Σοφία στο σπίτι των παππούδων της
π έ θ α ν ε . Κ α ι οι δύο γ υ ν α ί κ ε ς στη ζωή του ήταν συγκλονισμέ
από την πλευρά του πατέρα της, όπου περνούσε τη νύχτα στην
νες. Η μόνη τους α λ η θ ι ν ή παρηγοριά ήταν το πλήθος που
κρεβατοκάμαρα που είχαν φτιάξει γ ι α ε κ ε ί ν η . Τ η ν ε π ό μ ε ν η
σ υ γ κ ε ν τ ρ ώ θ η κ ε στην κ η δ ε ί α του. Α υ τ ή έ γ ι ν ε στην Π λ ά κ α ,
μέρα, όταν την έπαιρνε η Μ α ρ ί α , συνέχιζαν συνήθως μ έ χ ρ ι
και η εκκλησία γ έ μ ι σ ε με πολύ πάνω από εκατό χωρικούς, οι
την Π λ ά κ α , όπου έ β λ ε π α ν τον Γ ι ώ ρ γ η . Σ χ ε δ ό ν σε κ ά θ ε επί
οποίοι θυμούνταν με α γ ά π η τον λ ι γ ο μ ί λ η τ ο ψαρά που υ π έ μ ε ι -
σ κ ε ψ η έ β λ ε π α ν και τη Φ ω τ ε ι ν ή , και η Σοφία έπαιζε στην
νε τόση δυστυχία, τόσο καρτερικά.
παραλία κ ά τ ω από την ταβέρνα μαζί με τον Μ α θ ι ό και τον Π έ τ ρ ο , ενώ οι δυο γ υ ν α ί κ ε ς ενημέρωναν η μ ί α την ά λ λ η γ ι α τα καθέκαστα της ζωής τους.
Ε Ν Α Κ Ρ Υ Ο Π Ρ Ω Ι Ν Ο , στις αρχές της επόμενης χρονιάς, έφτα σε
ένας φάκελος
με τυπωμένα στοιχεία και σφραγίδα του
Η ζωή συνεχίστηκε με αυτό τον ευτυχισμένο και κατα
ταχυδρομείου του Η ρ α κ λ ε ί ο υ . Ε ί χ ε ω ς παραλήπτη τους « Κ η
σταλαγμένο τρόπο γ ι α κάμποσο καιρό. Η Σοφία απολάμβανε
δεμόνας της Σοφίας Β α ν δ ο υ λ ά κ η » . Το στομάχι της Μαρίας
τη συνήθεια να β λ έ π ε ι και τους δύο παππούδες της μια φορά
σφίχτηκε όταν ε ί δ ε το όνομα. Ήταν αυτό που η Σοφία δεν
τη βδομάδα, καθώς και τις συγκινήσεις που προσφέρει σε ένα
γ ν ώ ρ ι ζ ε ότι της α ν ή κ ε · άρπαξε το γ ρ ά μ μ α από το χ α λ ά κ ι της
παιδί το μ ε γ ά λ ω μ α σε μια μ ε γ ά λ η παραθαλάσσια π ό λ η . Με
εξώπορτας και αμέσως το έχωσε στο βάθος ενός συρταριού.
τον καιρό, η γνώση ότι η Μαρία και ο Ν ί κ ο ς δεν ήταν οι
Υπήρχε μόνο ένας αποστολέας γ ι α ένα γ ρ ά μ μ α που απευθυ
πραγματικοί γονείς της χ ά θ η κ ε από τη μ ν ή μ η . Το σπίτι όπου
νόταν με αυτό τον τρόπο στον π α ρ α λ ή π τ η του, και η Μαρία
έμεναν στον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο ήταν το μόνο που μπορούσε να
ε ί χ ε π λ η μ μ υ ρ ί σ ε ι από ταραχή· σκόπευε να π ε ρ ι μ έ ν ε ι μ έ χ ρ ι να
θυμηθεί από τα πρώτα χρόνια της παιδικής της η λ ι κ ί α ς . Το
επιστρέψει ο άντρας της γ ι α να διαπιστώσει αν οι φόβοι της
μόνο κενό στη ζωή όλων ήταν ότι η Σοφία δεν ε ί χ ε ένα αδερ
ήταν δ ι κ α ι ο λ ο γ η μ έ ν ο ι .
φάκι. Ήταν ένα θέμα γ ι α το οποίο σπάνια συζητούσαν, όμως η Μαρία το έφερε βαρέως που δεν ε ί χ ε κάνει δικό της παιδί. 468
Π ε ρ ί π ο υ στις δέκα ε κ ε ί ν η τη νύχτα, ο Ν ί κ ο ς ή ρ θ ε στο σπί τι ύστερα από μια κουραστική μέρα στο νοσοκομείο. Η Σοφία 469
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ε ί χ ε πάει γ ι α ύπνο μία ώρα νωρίτερα. Μ ε κάποια τυπικότη
Π λ έ ο ν , ήταν τα τ έ λ η της δεκαετίας του εξήντα, και άρχισε
τα, ο Ν ί κ ο ς άνοιξε το φάκελο με τον ασημένιο χαρτοκόπτη
να καταφτάνει στην Κ ρ ή τ η το πρώτο κύμα τουριστών, πολλοί
του κι έ β γ α λ ε από μέσα ένα σκληρό κ ο μ μ ά τ ι χαρτί.
από τους οποίους επισκέπτονταν τον Ά γ ι ο Ν ι κ ό λ α ο , που έ γ ι νε μ α γ ν ή τ η ς γ ι α τους Βορειοευρωπαίους, τους ξετρελαμένους
Προς
πάντα
ενδιαφερόμενον
από τη λιακάδα, τη ζεστή θάλασσα και το φτηνό κρασί. Η Σ ο φ ί α ήταν δεκατεσσάρων ετών και γινόταν ισχυρογνώμων.
Κάθονταν μαζί στον καναπέ, τα πόδια τους ακουμπούσαν
Με γονείς που ήταν τόσο συμβατικοί, διαπίστωσε σύντομα ότι
μεταξύ τους κ α ι το χ έ ρ ι του Ν ί κ ο υ έ τ ρ ε μ ε ελαφρά καθώς
ένας αποτελεσματικός τρόπος γ ι α να επαναστατήσει ήταν να
κρατούσε το γ ρ ά μ μ α γ ι α να το διαβάζουν και οι δύο.
κάνει παρέα στην πόλη με αγόρια από τη Γ α λ λ ί α και τη Γερ μανία, τα οποία χαίρονταν ιδιαίτερα να βρίσκονται συντροφιά
Μετά λύπης απεβίωσε
σας
την
ήτο πνευμονία. την Ιανουαρίου. παρούσης
πληροφορούμε
εβδόμην Η ταφή
ότι
ο
Ανδρέας
Το
αίτιον
Βανδουλάκης
με μια όμορφη Ε λ λ η ν ί δ α , που δ ι έ θ ε τ ε καμπύλες και μ α λ λ ι ά
θανάτου
μ έ χ ρ ι τη μ έ σ η . Μολονότι ο Ν ί κ ο ς σιχαινόταν να συγκρούεται
θα λάβει χώραν την δεκάτην τετάρ-
με τη Σ ο φ ί α , τους καλοκαιρινούς μήνες οι μ ά χ ε ς γίνονταν
Ιανουαρίου.
Παρακαλούμε
επιβεβαιώσατε
του
την
λήψιν
της
επιστολής.
σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. « Κ λ η ρ ο ν ό μ η σ ε την ομορφιά της μάνας τ η ς » , ε ί π ε η Μ α
τιμής,
ρία α π ε λ π ι σ μ έ ν η μια νύχτα, όταν η Σοφία δεν ε ί χ ε γυρίσει
Ηρακλείου
α κ ό μ η στο σπίτι. « Ό μ ω ς , τώρα φαίνεται ότι ίσως να έ χ ε ι και
Μετά ο
Διευθυντής
Φυλακών
το χαρακτήρα τ η ς » . Για μερικές στιγμές, δεν μίλησε κανείς από τους δύο. Ό μ ω ς ,
« Λ ο ι π ό ν , νομίζω ότι ξέρω τ ε λ ι κ ά σε ποια πλευρά της
διάβασαν και ξαναδιάβασαν το ψυχρό σ η μ ε ί ω μ α . Ανδρέας
διαμάχης ανάμεσα στην ανατροφή και τη φύση β ρ ί σ κ ο μ α ι » ,
Βανδουλάκης. Το όνομά του κάποτε δημιουργούσε συνειρμούς
ε ί π ε ο Κυρίτσης θ λ ι μ μ έ ν α .
πλούτου και υποσχέσεων. Ήταν δύσκολο να πιστέψουν, ακό
Αν και ήταν απείθαρχη από πολλές απόψεις, η Σοφία
μη και μ ε τ ά τα τρομερά γ ε γ ο ν ό τ α πριν από μια δεκαετία και
δούλευε σκληρά στο σχολείο, και όταν έφτασε στην η λ ι κ ί α των
πλέον, ότι η ζωή ενός τόσο προνομιούχου ανθρώπου ε ί χ ε τ ε
δεκαοχτώ, ήταν ώρα να σκεφτεί τη δυνατότητα να μ π ε ι στο
λ ε ι ώ σ ε ι σε ένα υγρό κ ε λ ί φυλακής. Χ ω ρ ί ς να μ ι λ ή σ ε ι , ο Ν ί
πανεπιστήμιο. Ήταν μια ευκαιρία που ποτέ δεν υπήρξε γ ι α τη
κος σ η κ ώ θ η κ ε πάνω, ξανάβαλε το γ ρ ά μ μ α στο φάκελό του
Μαρία, κι αυτό ήταν κάτι που και ε κ ε ί ν η και ο Ν ί κ ο ς ήθελαν
και διέσχισε το δωμάτιο γ ι α να το κλειδώσει στο γραφείο του.
γ ι α το κορίτσι. Η Μαρία υπέθεσε ότι η Σοφία θα π ή γ α ι ν ε
Δ ε ν υπήρχε περίπτωση να το βρει ε κ ε ί η Σ ο φ ί α .
γ ι α τις σπουδές της στο Η ρ ά κ λ ε ι ο , αλλά απογοητεύτηκε. Από
Δ υ ο μέρες αργότερα, η Μαρία ήταν η μόνη που βρισκόταν
τότε που ήταν παιδί, η Σοφία χάζευε τα μ ε γ ά λ α πλοία που
ε κ ε ί , καθώς το φέρετρο του Αντρέα κ α τ έ β α ι ν ε σ' έναν φτω
πηγαινοέρχονταν στην η π ε ι ρ ω τ ι κ ή Ε λ λ ά δ α . Ήξερε ότι ο Ν ί κ ο ς
χ ι κ ό τάφο. Δ ε ν ήρθε καμία από τις δυο αδερφές του. Δ ε ν θα
ε ί χ ε σπουδάσει στην Αθήνα, κι ε κ ε ί ή θ ε λ ε να πάει κι αυτή.
είχαν καν σκεφτεί να το κάνουν. Όσο τις αφορούσε, ο αδερφός
Μ ι α και δεν ε ί χ ε φύγει ποτέ από την Κ ρ ή τ η , η Μαρία ε ί χ ε
τους ήταν σαν να ε ί χ ε π ε θ ά ν ε ι ε δ ώ και πολύ καιρό.
τρομοκρατηθεί με τη φιλοδοξία της Σοφίας να φύγει μακριά.
470
471
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
« Μ α το πανεπιστήμιο του Η ρ α κ λ ε ί ο υ είναι τόσο καλό όσο οποιοδήποτε άλλο στην
Ελλάδα»,
ε ί π ε , προσπαθώντας να
συγκινήσει τ η Σ ο φ ί α .
ΤΟ
ΤΗ
ΝΗΣΙ
Ν Υ Χ Τ Α , την παραμονή της αναχώρησης της κόρης τους
με το καράβι γ ι α τον Π ε ι ρ α ι ά , η Μαρία κι ο Ν ί κ ο ς κάθονταν στον κήπο κ ά τ ω από μια π α μ π ά λ α ι α κ λ η μ α τ α ρ ι ά , βαρυφορ
« Ε ί μ α ι σ ί γ ο υ ρ η » , απάντησε η Σ ο φ ί α . « Α λ λ ά ποιο ε ί ν α ι το πρόβλημα αν πάω κάπου πιο μ α κ ρ ι ά ; » « Δ ε ν υπάρχει κανένα π ρ ό β λ η μ α α π ο λ ύ τ ω ς » , απάντησε
τ ω μ έ ν η με τσαμπιά ώ ρ ι μ ω ν , πορφυρών σταφυλιών. Η Σοφία έ λ ε ι π ε . Ο Ν ί κ ο ς έ π ι ν ε αργά τ ι ς τ ε λ ε υ τ α ί ε ς σταγόνες ενός μ ε γ ά λ ο υ ποτηριού μπράντι.
η Μ α ρ ί α α μ υ ν τ ι κ ά . « Ό μ ω ς , η Κ ρ ή τ η μου φαίνεται αρκετά
« Π ρ έ π ε ι ν α της τ ο π ο ύ μ ε , Μ α ρ ί α » , ε ί π ε .
μ ε γ ά λ ο μέρος. Έ χ ε ι τ η δ ι κ ή της ιστορία κ α ι τ α δικά τ η ς
Δ ε ν υπήρξε απάντηση. Σ τ η διάρκεια των τ ε λ ε υ τ α ί ω ν μ η
έθιμα».
νών, οι δυο τους δεν έπαψαν να συζητούν αν θα έπρεπε ή όχι
« Α υ τ ό α κ ρ ι β ώ ς είναι το θ έ μ α » , ε ί π ε απότομα η Σ ο φ ί α ,
να πουν στη Σοφία ότι δεν ήταν οι π ρ α γ μ α τ ι κ ο ί γ ο ν ε ί ς τ η ς .
δείχνοντας μ ι α ατσάλινη αποφασιστικότητα που τίποτα δεν
Ό τ α ν η Μαρία παραδέχτηκε τ ε λ ι κ ά την πιθανότητα να ήταν
μπορούσε να την κ ά μ ψ ε ι . « Ε ί ν α ι τόσο κ λ ε ι σ μ έ ν η μέσα στη
ο Μανόλης ο πατέρας της Σοφίας, ο Κυρίτσης πήρε την ορι
δ ι κ ή της κουλτούρα. Φ α ί ν ε τ α ι σχεδόν απομονωμένη από τον
στική απόφαση του. Το κορίτσι έ π ρ ε π ε να ξ έ ρ ε ι . Τ ώ ρ α που
έ ξ ω κόσμο, μ ε ρ ι κ έ ς φορές. Θ έ λ ω να π ά ω στην Αθήνα ή στη
υπήρχε η πιθανότητα ο πατέρας της να ζει και να εργάζεται
Θεσσαλονίκη - τουλάχιστον αυτές οι πόλεις συνδέονται με
στην Αθήνα, ή οπουδήποτε αλλού εν π ρ ο κ ε ι μ έ ν ω , έ π ρ ε π ε να
τον υπόλοιπο κόσμο. Σ υ μ β α ί ν ο υ ν τόσα πολλά ε κ ε ί πέρα, και
της πουν την α λ ή θ ε ι α . Η Μ α ρ ί α ήξερε ότι ο Ν ί κ ο ς ε ί χ ε δ ί κ ι ο
τα περισσότερα ούτε καν μας αγγίζουν ε δ ώ » .
και ότι έ π ρ ε π ε να μιλήσουν στη Σ ο φ ί α πριν φ ύ γ ε ι γ ι α την
Έ δ ε ι χ ν ε μ ι α ε π ι θ υ μ ί α να τ α ξ ι δ έ ψ ε ι , που ήταν απόλυτα φυσιολογική γ ι α ένα κορίτσι σε αυτό το στάδιο της ζωής.
Αθήνα, όμως κ ά θ ε μέρα α ν έ β α λ λ ε τ η σ τ ι γ μ ή . « Κ ο ί τ α , δεν μ ε νοιάζει ν α της μ ι λ ή σ ω ε γ ώ » , ε ί π ε ο Ν ί
Π λ έ ο ν , όλοι οι άνθρωποι της η λ ι κ ί α ς της φαίνονταν πρόθυμοι
κος.
να φύγουν κ α ι να γνωρίσουν τον κόσμο. Η Μ α ρ ί α το έ τ ρ ε μ ε
αναβολές».
αυτό, όμως. Π έ ρ α από τους δικούς της φόβους μ ή π ω ς έχανε τη Σ ο φ ί α , της ερχόταν στο μυαλό και το ερώτημα της πατρό τητας της Σ ο φ ί α ς . Ο Μανόλης θα μιλούσε έτσι, ότι η Κ ρ ή τ η
« Α π λ ώ ς πιστεύω ότι δεν υπάρχει άλλο π ε ρ ι θ ώ ρ ι ο γ ι α
« Ν α ι , ναι. Ξ έ ρ ω ότι έ χ ε ι ς δ ί κ ι ο » , ε ί π ε η Μ α ρ ί α , παίρνο ντας μια β α θ ι ά ανάσα. « Ν α της το π ο ύ μ ε α π ό ψ ε » . Έ μ ε ι ν α ν στη ζέστη της καλοκαιρινής νύχτας, παρακολου
ε ί ν α ι ένα μ ι κ ρ ό νησί σ' έναν μ ε γ ά λ ο π λ α ν ή τ η κ α ι πόσο συναρ
θώντας τις
παστικές ήταν οι δυνατότητες μακριά από αυτό. Υπήρχε κάτι
γύρω από το φως. Κάπου-κάπου, τη σιωπή τάραζε το θρόι
παράξενα γ ν ώ ρ ι μ ο σ' αυτό τον πόθο γ ι α περιπλάνηση. Ό τ α ν ή ρ θ ε ο Ιούνιος, η Σοφία ε ί χ ε πάρει την απόφασή τ η ς . Θα π ή γ α ι ν ε στην Αθήνα και οι γ ο ν ε ί ς της δεν θα έ μ π α ι ναν εμπόδιο στο δρόμο τ η ς . Σ τ ο τέλος του Αυγούστου θα σάλπαρε γ ι α μ α κ ρ ι ά .
πεταλούδες
να
στροβιλίζονται
σαν
μπαλαρίνες
σμα μιας σαύρας, που έσερνε την ουρά της σε κάποιο ξερό φύλλο πριν εκτοξευθεί κατακόρυφα στον τοίχο του σπιτιού. Τι επιφύλασσαν τούτα τα λαμπερά αστέρια γ ι α την οικογένειά της; αναρωτήθηκε η Μ α ρ ί α . Φαίνονταν σαν να παρακολου θούσαν πάντοτε, γνωρίζοντας το επόμενο κεφάλαιο πριν από ε κ ε ί ν η . Ήταν αργά και η Σοφία δεν ε ί χ ε επιστρέψει α κ ό μ η , όμως δεν είχαν σκοπό να το βάλουν κ ά τ ω και να πάνε γ ι α
472
473
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ύπνο. Δ ε ν μπορούσαν να αναβάλουν αυτό που έπρεπε να κά νουν γ ι α μια α κ ό μ η μέρα. Σ τ ι ς έντεκα παρά τέταρτο, η θερ μοκρασία ε ί χ ε πέσει και η Μαρία έ τ ρ ε μ ε . « Π ά μ ε μέσα;» είπε. Ο χρόνος φάνηκε να στέκει ακίνητος γ ι α τα επόμενα δε καπέντε λεπτά,
όμως,
τελικά,
άκουσαν την
κ λ ε ί ν ε ι με θόρυβο. Η Σοφία ε ί χ ε επιστρέψει.
474
εξώπορτα να
Εικοστό Πέμπτο Κεφάλαιο
Ο
Τ Α Ν Η Φ Ω Τ Ε Ι Ν Η έφτασε σ' αυτό το σημείο της αφή γησης της, κατακλύστηκε ξαφνικά από την ευθύνη να περιγράψει τα συναισθήματα κάποιας που ήταν κάτι
παραπάνω από ικανή να πει μόνη της την ιστορία της. Μολο νότι η Φ ω τ ε ι ν ή ήξερε καλύτερα από οποιονδήποτε πώς πρέπει να ένιωσε η Σοφία, ποιος μπορούσε να πει την ιστορία καλύτερα από εκείνη που ε ί χ ε δεχτεί τα χτυπήματα της αλήθειας από πρώτο χέρι; Ήταν η Σοφία που, εκείνη τη νύχτα του Αυγού στου, έ μ ε ι ν ε επανειλημμένα με κομμένη την ανάσα καθώς οι γονείς της της αποκάλυπταν ότι στην πραγματικότητα δεν ήταν γονείς της· εκείνη που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι η π ρ α γ μ α τ ι κ ή μητέρα της δεν ήταν πια ζωντανή και ότι δεν υπήρχε βεβαιότητα για την ταυτότητα του βιολογικού πατέρα της. Π ο τ έ ξανά δεν θα μπορούσε να είναι σίγουρη για τίποτα. Α κ ό μ η κι αν η γη κάτω από τα πόδια της ταραζόταν και το νησί της Κρήτης σειόταν από έναν τεράστιο σεισμό, δεν θα μπο ρούσε να αισθανθεί πιο ανασφαλής. Η Φ ω τ ε ι ν ή συνειδητοποίησε ότι υπήρχε μόνο ένα π ρ ά γ μ α που μπορούσε να κ ά ν ε ι , και το μόνο που χρειαζόταν ήταν ένα τηλεφώνημα στη Σ ο φ ί α , στο Λονδίνο. Σ η κ ώ θ η κ ε αθόρυβα, 477
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΤΟ
ΧΙΣΛΟΠ
ΝΗΣΙ
αφήνοντας την Α λ έ ξ ι ς να ατενίζει την πλέον οικεία εικόνα
υπήρχε ελάχιστη ζήτηση, κι ένα αεροπλάνο θα έφευγε από το
της Σ π ι ν α λ ό γ κ α ς .
Χίθροου εκείνο το απόγευμα. Βιαστικά, έφτιαξε μια μ ι κ ρ ή
Μ ό λ ι ς σήκωσε το ακουστικό, η Σοφία κ α τ ά λ α β ε ποιος της
βαλίτσα κι άφησε μήνυμα στον τηλεφωνητή του Μάρκους, με το οποίο του εξηγούσε πού π ή γ α ι ν ε . Το αεροπλάνο απογειώ
τηλεφωνούσε. « Φ ω τ ε ι ν ή ! Εσύ ε ί σ α ι ; »
θ η κ ε στην ώρα του, και στις οκτώ η ώρα εκείνο το βράδυ κα
« Ν α ι , ε γ ώ . Τ ι κάνεις, Σ ο φ ί α ; »
τευθυνόταν ολοταχώς με ταξί στον Π ε ι ρ α ι ά , όπου πήρε το
« Π ο λ ύ καλά, σ' ευχαριστώ. Σε επισκέφτηκε η κόρη μου
βραδινό πλοίο γ ι α το Η ρ ά κ λ ε ι ο . Κ α θ ώ ς το καράβι ακολουθού
η Α λ έ ξ ι ς ; Τ η ς έδωσα ένα γ ρ ά μ μ α γ ι α σ έ ν α » .
σε τη ρότα του προς το νότο, η Σοφία ε ί χ ε άφθονο χρόνο να
« Κ α ι β έ β α ι α ήρθε να με δει, και μάλιστα είναι α κ ό μ η
αρχίσει να αγωνιά γ ι α το τι θα αντιμετώπιζε όταν έφτανε.
ε δ ώ . Π ε ρ ά σ α μ ε πολύ ωραία μαζί και έκανα σχεδόν όλα όσα
Σχεδόν δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ε ί χ ε πάρει αυτή την από φαση. Το να πάει στην Π λ ά κ α θα ήταν ένα ταξίδι τόσο φορ
μου ζ ή τ η σ ε ς » . Υπήρξε μια σ τ ι γ μ ή δισταγμού στην ά λ λ η άκρη της γ ρ α μ μ ή ς . Η Φ ω τ ε ι ν ή αισθάνθηκε ότι έπρεπε να βιαστούν. « Σ ο φ ί α , πόσο θα σου πάρει να έρθεις εδώ; Ε ί π α στην Αλέξις όλα όσα μπορούσα, όμως υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν νιώθω σωστό να της πω. Πρέπει να φύγει σύντομα για να συνα ντήσει το φίλο της, αλλά, αν μπορούσες να έρθεις εδώ πριν φύ γ ε ι , θα μπορούσαμε να περάσουμε μερικές μέρες μαζί. Τι λ ε ς ; » Κ α ι π ά λ ι , σιωπή στην ά λ λ η άκρη.
ε ί χ ε έρθει η ώρα να βρεθεί α ν τ ι μ έ τ ω π η με το παρελθόν της. Το επόμενο πρωί, λ ι γ ό τ ε ρ ο από είκοσι τέσσερις ώρες μετά την τ η λ ε φ ω ν ι κ ή συνομιλία ανάμεσα στις δυο γ υ ν α ί κ ε ς , η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί δ ε ένα αυτοκίνητο να σταματάει στον παράδρομο κο ντά στην ταβέρνα. Μ ι α παχουλή, ξανθιά γυναίκα β γ ή κ ε από μέσα. Μολονότι είχαν περάσει είκοσι χρόνια από τότε που να την παραπλανήσουν, η Φ ω τ ε ι ν ή κ α τ ά λ α β ε αμέσως ποια
« Ν α ι , είμαι ακόμη εδώ...» μια τόσο αυθόρμητη πρόσκληση.
όμως η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε ακουστεί ε π ί μ ο ν η . Ίσως, π ρ ά γ μ α τ ι , να
την ε ί δ ε τελευταία φορά και τα ξανθά μ α λ λ ι ά θα μπορούσαν
« Σ ο φ ί α , είσαι ακόμη ε κ ε ί ; » Ήταν
τ ω μ έ ν ο με μ ν ή μ ε ς , που ε ξ ε π λ ά γ η και η ίδια με τον εαυτό της,
ήταν. Έ τ ρ ε ξ ε να την υποδεχτεί. Υπήρχαν χ ί λ ι ο ι
λόγοι γ ι α τους οποίους η Σοφία δεν γινόταν να παρατήσει τα
« Σ ο φ ί α , ήρθες. Δ ε ν τ ο π ι σ τ ε ύ ω ! » αναφώνησε. « Δ ε ν ήμουν σίγουρη ότι θα 'ρχόσουν!»
πάντα και να τρέξει στην Ε λ λ ά δ α , όμως υπήρχαν και αρκετοί
« Κ α ι β έ β α ι α ήρθα. Ήθελα να επιστρέψω εδώ και χρόνια,
καλοί λόγοι γ ι α να το κάνει, και σχεδόν αμέσως αποφάσισε
αλλά ποτέ δεν φαινόταν κ α τ ά λ λ η λ η η σ τ ι γ μ ή . Κ α ι , τέλος
να παραμερίσει τις αντιρρήσεις της. Θα π ή γ α ι ν ε η ίδια στην
πάντων, ποτέ δεν με κ ά λ ε σ ε ς » , πρόσθεσε π ε ρ ι π α ι χ τ ι κ ά .
Κ ρ ή τ η μ έ χ ρ ι την επόμενη μέρα, ο κόσμος να χαλούσε. « Κ ο ί τ α , θα δω αν μπορώ να βρω πτήση. Θα ήταν υπέρο χο να έρθω στην Π λ ά κ α έπειτα από τόσο κ α ι ρ ό » . « Ω ρ α ί α . Δ ε ν θα το πω στην Α λ έ ξ ι ς , αλλά θα προσεύχο μαι να καταφέρεις να έ ρ θ ε ι ς » . Η Σ ο φ ί α δεν ε ί χ ε π ρ ό β λ η μ α να β ρ ε ι θέση σε μ ι α πτήση γ ι α την Α θ ή ν α . Σ' αυτό το στάδιο της τουριστικής περιόδου 478
« Ξ έ ρ ε ι ς ότι δεν χρειάζεται να π ε ρ ι μ έ ν ε ι ς πρόσκληση γ ι α να έρθεις ε δ ώ . Μπορούσες να έρθεις όποτε ή θ ε λ ε ς » . « Τ ο ξ έ ρ ω » . Η Σοφία σταμάτησε και κοίταξε γ ύ ρ ω της. « Ό λ α δείχνουν περίπου ί δ ι α » . « Δ ε ν έχουν αλλάξει και π ο λ λ ά » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή . « Ξ έ ρεις πώς είναι αυτά τα χωριά. Έ ν α μαγαζί να β ά ψ ε ι τα ρολά του με διαφορετικό χρώμα και γ ί ν ε τ α ι χ α μ ό ς ! » 479
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Ό π ω ς ε ί χ ε υποσχεθεί, η Φ ω τ ε ι ν ή δεν ε ί π ε τίποτα στην Α λ έ ξ ι ς γ ι α την ε π ι κ ε ί μ ε ν η άφιξη της μητέρας της, και όταν η νεαρή γυναίκα εμφανίστηκε στο προαύλιο, με τα μάτια θολά από τον ύπνο, έ μ ε ι ν ε έ κ π λ η κ τ η που έ β λ ε π ε μπροστά της τη μητέρα της, και αρχικά αναρωτήθηκε μ ή π ω ς ευθυνόταν το κονιάκ της προηγούμενης νύχτας γ ι α τις παραισθήσεις της. « Μ α μ ά ; » ήταν το μόνο που μπόρεσε να π ε ι . « Ν α ι , ε γ ώ ε ί μ α ι » , απάντησε η Σ ο φ ί α . « Μ ε κάλεσε η Φ ω τ ε ι ν ή κ α ι μου φάνηκε κ α λ ή ευκαιρία ν α έρθω ε δ ώ » .
Εικοστό Έ κ τ ο Κεφάλαιο
« Τ ι έ κ π λ η ξ η ! » αποκρίθηκε η κόρη τ η ς . Οι τρεις γ υ ν α ί κ ε ς κάθισαν σε ένα τραπέζι και ήπιαν κρύα αναψυκτικά, κ ά τ ω από τη σκιά της τέντας. « Π ώ ς π ά ε ι το ταξίδι σου;» ρώτησε η Σ ο φ ί α . « Ε , έτσι κ ι έτσι ή τ α ν » , ε ί π ε η Α λ έ ξ ι ς , ανασηκώνοντας τους ώμους της με επιφυλακτικότητα. « Μ έ χ ρ ι που ήρθα ε δ ώ . Κ α ι τότε απέκτησε πολύ μ ε γ α λ ύ τ ε ρ ο ενδιαφέρον. Π ε ρ ν ά ω φα νταστικά στην Π λ ά κ α » .
Η
Τ Α Ν Τ Η Ν Υ Χ Τ Α πριν φ ύ γ ε ι η Σ ο φ ί α γ ι α την Α θ ή να, γ ι α να ξεκινήσει τη ζωή της ως φοιτήτρια στο πανεπιστήμιο. Η κασέλα της χρειαζόταν απλώς να
μεταφερθεί λ ί γ ε ς εκατοντάδες μέτρα πιο κ ά τ ω , μ έ χ ρ ι τ ο λ ι
« Ο Ε ν τ είναι ε δ ώ , μαζί σου;» ρώτησε η Σ ο φ ί α .
μ ά ν ι , κ α ι να φορτωθεί στο πλοίο, και ο επόμενος σταθμός της,
« Ό χ ι . Τον άφησα στα Χ α ν ι ά » , ε ί π ε η Α λ έ ξ ι ς , κοιτώντας
όπως και ο δικός της, θα ήταν η πρωτεύουσα της Ε λ λ ά δ α ς ,
τον καφέ της. Δ ε ν τον ε ί χ ε σκεφτεί σχεδόν καθόλου τις προη
τριακόσια χ ι λ ι ό μ ε τ ρ α μακριά, στο βορρά. Η απόφαση της Σ ο
γ ο ύ μ ε ν ε ς η μ έ ρ ε ς και ξαφνικά αισθάνθηκε ένα τ σ ί μ π η μ α ενο
φίας να ανοίξει τα φτερά της την έ κ α ν ε να ταλαντεύεται πότε
χ ή ς που τον ε ί χ ε ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι γ ι α τόσο πολύ. « Ό μ ω ς , σκο
από α γ ω ν ί α κ α ι πότε από φόβο, σε ίσο β α θ μ ό . Ν ω ρ ί τ ε ρ α
π ε ύ ω να επιστρέψω α ύ ρ ι ο » , πρόσθεσε.
ε κ ε ί ν η την η μ έ ρ α , ε ί χ ε π α λ έ ψ ε ι με τον πειρασμό να β γ ά λ ε ι
« Τ ό σ ο σύντομα;» αναφώνησε η Σ ο φ ί α . « Μ α ε γ ώ μ ό λ ι ς ήρθα ε δ ώ » .
όλα της τα π ρ ά γ μ α τ α ένα-ένα και να τα τοποθετήσει ξανά ε κ ε ί όπου ανήκαν πάντοτε: ρούχα, β ι β λ ί α , στιλό, ξυπνητήρι,
« Λ ο ι π ό ν » , ε ί π ε η Φ ω τ ε ι ν ή , φέρνοντας κι άλλα ποτά στο τραπέζι, « δ ε ν έ χ ο υ μ ε και πολύ χρόνο, σ υ ν ε π ώ ς » .
ραδιόφωνο, φωτογραφίες. Το να αφήσει το γ ν ώ ρ ι μ ο γ ι α το άγνωστο ήταν δύσκολο, και αντιλαμβανόταν την Αθήνα σαν
Κ α ι οι τρεις τους ήξεραν ότι υπήρχε κ ά τ ι που έπρεπε να
μια πόρτα που οδηγούσε ε ί τ ε στην π ε ρ ι π έ τ ε ι α ε ί τ ε στην κατα
γ ί ν ε ι . Δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ά , γ ι α τ ί να έρθει η Σ ο φ ί α ; Το κεφάλι της
στροφή. Η δεκαοχτάχρονη Σ ο φ ί α δεν μπορούσε να φανταστεί
Α λ έ ξ ι ς γύριζε α κ ό μ η από όλα όσα της ε ί χ ε π ε ι η Φ ω τ ε ι ν ή τις
κ ά τ ι ενδιάμεσο. Ό λ ο της τ ο σώμα πονούσε, ε π ε ι δ ή π ε ρ ί μ ε ν ε
προηγούμενες η μ έ ρ ε ς , όμως ήξερε ότι υπήρχε ένα τ ε λ ε υ τ α ί ο
ότι θα έ ν ι ω θ ε νοσταλγία γ ι α το σπίτι της, όμως δεν μπορούσε
κεφάλαιο. Αυτό ε ί χ ε έρθει να της προσφέρει η μητέρα τ η ς .
πια να κάνει πίσω. Σ τ ι ς έξι β γ ή κ ε έξω γ ι α να συναντήσει τους φίλους της, να π ε ι αντίο στους ανθρώπους που άφηνε πίσω τ η ς . Αυτό θα κατάφερνε να της απασχολήσει το μ υ α λ ό .
480
481
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
Όταν επέστρεψε, μόλις το ρολόι σήμανε έντεκα, βρήκε
μητέρας της, και όλοι τους κράτησαν τη σιωπή τους για τόσα
τον πατέρα της να βηματίζει πάνω-κάτω στο δωμάτιο. Η μη
χρόνια. Και οι εικασίες και τα κουτσομπολιά που πρέπει να
τέρα της καθόταν στην άκρη μιας καρέκλας, με τις παλάμες
ακολούθησαν; Ίσως οι άνθρωποι που την ήξεραν να ψιθύριζαν
της σφιχτά πλεγμένες μεταξύ τους και τους κόμπους των
πίσω από την πλάτη της, καθώς διάβαινε από μπροστά τους:
δαχτύλων της λευκούς από την ένταση. Όλοι οι μύες του προ
«Κακόμοιρο κορίτσι. Αναρωτιέμαι αν έμαθε ποτέ ποιος ήταν
σώπου της ήταν τραβηγμένοι.
ο πατέρας της». Και μπορούσε να φανταστεί το μοχθηρό σού-
«Είστε ακόμη ξύπνιοι! Συγγνώμη που άργησα», είπε η
σουρο, τη μουρμούρα για τη λέπρα: «Για φαντάσου», πρέπει
Σοφία. «Όμως, δεν χρειαζόταν να με περιμένετε».
να είπαν. «Όχι μόνο μία, αλλά δύο περιπτώσεις στην οικο
«Σοφία, θέλαμε να σου μιλήσουμε», είπε ο πατέρας της ήρεμα.
γένεια της!» Όλο αυτό το στίγμα που κουβαλούσε χαρωπά για χρόνια και χρόνια, χωρίς να έχει καμία επίγνωση. Μια
«Γιατί δεν κάθεσαι;» πρότεινε η μητέρα της.
παραμορφωτική αρρώστια, μια ανήθικη μητέρα, ένα φονιά
Η Σοφία ένιωσε αμέσως άβολα.
για πατέρα. Ένιωσε απόλυτη αηδία. Η άγνοιά της δεν ήταν
«Όλα αυτά φαίνονται λιγάκι τυπικά», είπε, καθώς σω ριαζόταν σε μια καρέκλα.
τίποτε λιγότερο από ευδαιμονία.
«Υπάρχουν ένα-δυο πράγματα που αισθανόμαστε ότι πρέ πει να μάθεις πριν φύγεις για την Αθήνα, αύριο», είπε ο πατέρας της.
δυο ανθρώπων που κάθονταν μπροστά της. Γιατί να το κάνει
Τότε ανέλαβε η μητέρα της. Σε τελική ανάλυση, τα περισ
οι άνθρωποι το έλεγαν. Όμως, το αίμα της ήταν τόσο κοινό
σότερα ήταν η δική της ιστορία. « Δ ε ν ξέρω από πού ν' αρχίσω», είπε. «Όμως, θα ξεκινή σω λέγοντας σου κάτι για τη γιαγιά σου...» Ε Κ Ε Ι Ν Η Τ Η Ν Υ Χ Τ Α της είπαν τα πάντα, όπως ακριβώς τα είχε διηγηθεί η Φωτεινή στην Αλέξις. Ούτε η παραμικρή υποψία, ούτε η παραμικρή απρόσεχτη λέξη δεν είχαν προ ειδοποιήσει τη Σοφία, και ήταν εντελώς απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει αυτές τις αποκαλύψεις. Είδε τον εαυτό της να στέκεται πάνω σ' ένα ψηλό βουνό, όπου είχαν συσσωρευτεί
Δεν είχε ποτέ αμφισβητήσει ότι ήταν καρπός αυτών των άλλωστε; Πάντοτε φανταζόταν ότι η εμφάνισή της ήταν ένας συνδυασμός εκείνης της Μαρίας και του Κυρίτση. Ακόμη και με του ανθρώπου που πάντα αποκαλούσε «πατέρα» όσο με οποιουδήποτε άντρα μπορούσε να συναντήσει στο δρόμο. Ε ί χ ε αγαπήσει τους γονείς της ανενδοίαστα, όμως τώρα που δεν ήταν οι γονείς της, ήταν διαφορετικά τα αισθήματά της γ ι ' αυτούς; Μέσα σε μία ώρα είχε αλλάξει ολόκληρη η ιστορία της ζωής της. Ε ί χ ε διαλυθεί πίσω της, και όταν κοιτούσε εκεί, υπήρχε ένα κενό. Ένα χάσμα. Ένα τίποτα. Άκουσε τα νέα σιωπηλά και αισθάνθηκε πως θα έκανε εμετό. Ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκε πώς μπορεί να ένιω
στρώματα μυστικότητας με την πάροδο των χιλιετιών και οι
θαν η Μαρία και ο Κυρίτσης ή τι τους είχε στοιχίσει που της
στιβάδες βράχων και πέτρας είχαν κολλήσει γερά η μία πάνω
είπαν την αλήθεια έπειτα από τόσο καιρό. Όχι. Αυτή ήταν η
στην άλλη. Της είχαν κρύψει και την παραμικρή λεπτομέρεια.
δική της ιστορία, η δική της ζωή, κι εκείνοι την είχαν δια
Φαινόταν σαν συνομωσία. Όταν το σκέφτηκε, συνειδητοποίη
στρεβλώσει, και είχε οργιστεί.
σε ότι υπήρχαν δεκάδες άνθρωποι που γνώριζαν το φόνο της 482
«Γιατί δεν μου τα είπατε αυτά πριν;» ούρλιαξε. 483
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
« Θ έ λ α μ ε να σε προστατεύσουμε», ε ί π ε ο Κυρίτσης απο φασιστικά.
« Δ ε ν φαινόταν να υπάρχει α ν ά γ κ η να σου τα
πούμε ν ω ρ ί τ ε ρ α » .
ΝΗΣΙ
Υπήρχε κάτι το οριστικό σε αυτό το αντίο, που δεν άφηνε κ α μ ί α υπόσχεση ότι θα ξαναβρίσκονταν σύντομα. Τ η ν πίστε ψαν ότι θα τους έγραφε, αλλά ήξεραν ήδη ότι δεν ε ί χ ε νόημα
« Σ ε αγαπήσαμε όπως θα σε αγαπούσαν οι π ρ α γ μ α τ ι κ ο ί γονείς σ ο υ » , π ε τ ά χ τ η κ ε η Μαρία ι κ ε τ ε υ τ ι κ ά .
να περιμένουν γ ρ ά μ μ α . Καθώς το καράβι απομακρυνόταν από την προκυμαία, η Μαρία ήταν β έ β α ι η πως αυτό ήταν ότι
Ήταν ήδη αρκετά απελπισμένη που θα έχανε το παιδί της
χειρότερο μπορούσε να της φέρει η ζ ω ή . Οι άνθρωποι που έστε
γ ι α χάρη του πανεπιστημίου, αλλά ταράχτηκε ακόμη περισ
καν δίπλα τους ανέμιζαν τα χέρια τους αποχαιρετώντας θερ
σότερο ε π ε ι δ ή το κορίτσι που στεκόταν μπροστά της και την
μά κάποιον α γ α π η μ έ ν ο τους, όμως η Σοφία δεν φαινόταν
κοιτούσε σαν να ήταν ξ έ ν η , δεν θα την θεωρούσε πλέον μ η τ έ
πουθενά. Δ ε ν βρισκόταν καν στο κατάστρωμα.
ρα του. Μ ή ν ε ς και χρόνια είχαν περάσει με το να μην έ χ ε ι
Η Μαρία και ο Κυρίτσης έμειναν και κοιτούσαν μ έ χ ρ ι που
καμία σημασία το γεγονός ότι η Σοφία δεν ήταν σάρκα από
το πλοίο έ γ ι ν ε κουκκίδα στον ορίζοντα. Μόνο τότε γύρισαν
τη σάρκα τους, αίμα από το αίμα τους, και την αγάπησαν
την π λ ά τ η τους. Το κενό ήταν αφόρητο.
πολύ περισσότερο ίσως ε π ε ι δ ή δεν μπόρεσαν να κάνουν δικά τους παιδιά.
Για τη Σοφία, το ταξίδι γ ι α τη Αθήνα έ γ ι ν ε φυγή από το παρελθόν της, από το στίγμα της λέπρας και την αβεβαιότητα
Ε κ ε ί ν η τη σ τ ι γ μ ή , όμως, η Σοφία τους έ β λ ε π ε απλώς σαν δυο ανθρώπους που της είχαν π ε ι ψ έ μ α τ α . Ήταν δεκαοχτώ
της κ α τ α γ ω γ ή ς της. Έ π ε ι τ α από λίγους μήνες, ήταν έ τ ο ι μ η να γ ρ ά ψ ε ι ένα γ ρ ά μ μ α .
χρόνων, παράλογη και αποφασισμένη πια να εκπληρώσει την επιθυμία της γ ι α τη δημιουργία ενός μέλλοντος όπου θα ε ί χ ε
Αγαπημένη
τον έ λ ε γ χ ο των γεγονότων. Ο θυμός της παραχώρησε τη θέση
πως
του σε μια αδιαφορία που της επέτρεψε να ε λ έ γ ξ ε ι τα συναι
τα δύο δεν μου φαίνεται σωστό πια),
σθήματά της, αλλά πάγωσε τις καρδιές των ανθρώπων που
Λυπάμαι που τα πράγματα ήταν τόσο δύσκολα όταν έφυγα.
την αγαπούσαν περισσότερο από οποιονδήποτε στον κόσμο. « Θ α σας δω το π ρ ω ί » , ε ί π ε , καθώς σηκωνόταν. « Τ ο κα ράβι φεύγει στις ε ν ν ι ά » .
θα
μου
μητέρα
έπρεπε
Κλονίστηκα
να
και
αγαπημένε
σας λέω
τρομερά.
Δεν
«θείε»
μπορώ
και
καν
μου
πατέρα
«θεία»;
να
το
(ή
μή
Τίποτε
από
εκφράσω
με
λόγια,
κι ακόμη αισθάνομαι άσχημα όταν τα σκέφτομαι όλα
αυτά.
Τέλος πάντων, σας γράφω απλώς για να σας πω ότι
Λέγοντας αυτά, τους γύρισε την π λ ά τ η .
είμαι
Το επόμενο πρωί, η Σοφία ε ί χ ε ξυπνήσει από την α υ γ ή
και μολονότι η Αθήνα είναι πολύ πιο μεγάλη και πιο βρόμικη
γ ι α να μ α ζ έ ψ ε ι τα τελευταία π ρ ά γ μ α τ ά της, και στις ο κ τ ώ , μαζί με τον Κυρίτση φόρτωσαν τις αποσκευές της στο αυτο
καλά
εδώ.
Χαίρομαι
από τον Άγιο Νικόλαο,
τις
παραδόσεις στο
πανεπιστήμιο,
τη συνηθίζω σιγά-σιγά. Θα σας ξαναγράφω.
κίνητο. Δ ε ν μ ί λ η σ ε κανείς από τους δυο τους. Π ή γ α ν και οι
Το υπόσχομαι. Με
τρεις στο λ ι μ ά ν ι , και όταν ήρθε η σ τ ι γ μ ή , ο αποχαιρετισμός
αγάπη, Σοφία
της Σοφίας ήταν τυπικός. Τους φίλησε και στα δύο μάγουλα.
Το γ ρ ά μ μ α τα έ λ ε γ ε όλα και δεν έ λ ε γ ε τίποτα. Συνέχισαν
« Α ν τ ί ο » , ε ί π ε . « Θ α σας γ ρ ά φ ω » .
να λαμβάνουν σ η μ ε ι ώ μ α τ α που ήταν περιγραφικά και συχνά
484
485
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ενθουσιώδη, όμως πρόδιδαν ελάχιστα γ ι α το πώς έ ν ι ω θ ε η
Ο Μάρκους δεν ε ί χ ε ποτέ ένα π ρ α γ μ α τ ι κ ό κορίτσι. Ήταν
Σ ο φ ί α . Σ τ ο τέλος του πρώτου έτους, απογοητεύτηκαν οικτρά,
γ ε ν ι κ ά πολύ απομονωμένος λ ό γ ω των σπουδών του ή πολύ
αλλά δεν έμειναν κ α τ ά π λ η κ τ ο ι , όταν ε κ ε ί ν η δεν επέστρεψε
ντροπαλός γ ι α να κυνηγήσει γυναίκες, και τον τρόμαζε το σε
γ ι α τις διακοπές.
ξουαλικά απελευθερωμένο Λονδίνο της δεκαετίας του εβδο
Α π έ κ τ η σ ε ε μ μ ο ν ή με το παρελθόν της και αποφάσισε να
μήντα. Η Αθήνα, στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, βρισκόταν
περάσει το καλοκαίρι προσπαθώντας να β ρ ε ι τα ίχνη του Μ α
αρκετά πίσω σ' αυτή την επανάσταση. Τον πρώτο του μήνα
ν ό λ η . Α ρ χ ι κ ά , οι ενδείξεις ήταν θ ε τ ι κ έ ς και ακολούθησε κά
στο πανεπιστήμιο, γνώρισε τη Σοφία σε μια παρέα φοιτητών
ποια στοιχεία στην Αθήνα, και κατόπιν σε άλλα μέρη της Ε λ
και τη θεώρησε την ομορφότερη γυναίκα που ε ί χ ε δει ποτέ
λάδας. Μ ε τ ά , οι π η γ έ ς της έγιναν ανακριβείς, οι τηλεφωνικοί
του. Αν κι ε κ ε ί ν η έ δ ε ι χ ν ε να έ χ ε ι ε μ π ε ι ρ ί α από τον κόσμο,
κατάλογοι και τα ταχυδρομεία, γ ι α π α ρ ά δ ε ι γ μ α , κι απλώς
δεν προσεγγιζόταν εύκολα και ε ξ ε π λ ά γ η όταν δ έ χ τ η κ ε μια
χτυπούσε την πόρτα κ ά θ ε ξένου που τύχαινε να λ έ γ ε τ α ι Β α ν
πρόσκλησή του.
δουλάκης· έπειτα, στέκονταν και οι δυο τους αμήχανα, μ έ χ ρ ι
Μέσα σε εβδομάδες, έγιναν αχώριστοι, κι όταν ήρθε η
η Σοφία να δώσει εξηγήσεις και να ζητήσει σ υ γ γ ν ώ μ η που
ώρα να επιστρέψει ο Μάρκους στην Α γ γ λ ί α , η Σοφία πήρε
ε ί χ ε ενοχλήσει. Τα ί χ ν η , τ ε λ ι κ ά , έσβησαν, κι ένα πρωί ξύπνη
την απόφαση να ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι τις σπουδές της γ ι α να φύγει
σε σ' ένα ξενοδοχείο στη Θεσσαλονίκη, ρωτώντας τον εαυτό
μαζί του.
της τι στο καλό έ κ α ν ε . Α κ ό μ η κι αν έβρισκε αυτό τον άνθρω πο, δεν θα ήξερε με βεβαιότητα αν ήταν ο πατέρας της. Ό π ω ς και να ε ί χ ε , θα προτιμούσε ο πατέρας της να ήταν ένας φο νιάς που σκότωσε τη μάνα της ή ένας μοιχός που την ε ί χ ε ε γ κ α τ α λ ε ί ψ ε ι ; Οι ε π ι λ ο γ έ ς δεν έ λ ε γ α ν και πολλά. Μ ή π ω ς να άφηνε την αβεβαιότητα του παρελθόντος της και να έφτιαχνε ένα μ έ λ λ ο ν ;
« Δ ε ν έ χ ω δεσμούς ε δ ώ » , του ε ί π ε μια νύχτα. « Ε ί μ α ι ορφανή». Ό τ α ν εκείνος εξέφρασε τις επιφυλάξεις του, τον δ ι α β ε β α ί ωσε ότι ήταν α λ ή θ ε ι α . « Ό χ ι , α λ ή θ ε ι α , ε ί μ α ι » , ε ί π ε . « Έ χ ω ένα θείο και μια θεία που με μεγάλωσαν, αλλά βρίσκονται στην Κ ρ ή τ η . Δ ε ν θα τους πειράξει αν πάω στο Λ ο ν δ ί ν ο » .
Σ τ ι ς αρχές του δεύτερου έτους, γνώρισε κάποιον ο οποίος
Δ ε ν ε ί π ε τ ί π ο τ ε άλλο γ ι α την ανατροφή της, και ο Μ ά ρ
αποδείχτηκε πιο σημαντική φυσιογνωμία στη ζωή της από
κους δεν την πίεσε, αλλά ε π έ μ ε ι ν ε ότι θα έπρεπε να παντρευ
τον πατέρα της, όποιος κι αν ήταν αυτός. Ήταν ένας Ά γ γ λ ο ς
τούν. Η Σοφία δεν χρειαζόταν να π ε ι σ θ ε ί . Ήταν απόλυτα και
ονόματι Μάρκους Φ ί λ ν τ ι ν γ κ και βρισκόταν σε ε κ π α ι δ ε υ τ ι κ ή
παθιασμένα ε ρ ω τ ε υ μ έ ν η με αυτό τον άντρα και ήξερε, πέρα
άδεια από το πανεπιστήμιο, γ ι α ένα χρόνο. Η Σοφία δεν
από κ ά θ ε α μ φ ι β ο λ ί α , ότι δεν θα την απογοήτευε π ο τ έ .
ε ί χ ε γνωρίσει κανέναν σαν κι αυτόν. Ήταν μεγαλόσωμος, με
Μ ι α ψυχρή μέρα του Φεβρουαρίου, από ε κ ε ί ν ε ς τις μέρες
μια χ λ ο μ ή επιδερμίδα που εμφάνιζε κ η λ ί δ ε ς όταν ερχόταν σε
που ο πάγος κρατάει μ έ χ ρ ι το μ ε σ η μ έ ρ ι , παντρεύτηκαν σ' ένα
δύσκολη θέση ή ζεσταινόταν, και ε ί χ ε καταγάλανα μάτια,
ληξιαρχείο του νότιου Λονδίνου. Η πρόσκληση, μάλλον ανε
πράγμα σπάνιο στην Ε λ λ ά δ α . Επίσης, έ δ ε ι χ ν ε πάντοτε «τσα
π ί σ η μ η , βρισκόταν στο ράφι πάνω από το τζάκι της Μαρίας
λ α κ ω μ έ ν ο ς » , με τρόπο που μόνος ένας Ά γ γ λ ο ς μπορούσε να
και του Ν ί κ ο υ γ ι α μ ε ρ ι κ έ ς ε β δ ο μ ά δ ε ς . Θα ήταν η πρώτη φορά
το κάνει.
που θα έβλεπαν τη Σοφία από τη μέρα που σάλπαρε μακριά 486
487
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
τους. Ο οξύς πόνος της ε γ κ α τ ά λ ε ι ψ η ς τον οποίο ένιωσαν τόσο
τον εαυτό της ότι η απόκρυψη, η πράξη τού να μη λες κάτι,
έντονα στην αρχή, σταδιακά μαλάκωσε κι έδωσε τη θέση του
ήταν πολύ διαφορετική από το να λες κάτι που δεν ήταν α λ ή
στο μόνιμο άλγος της αποδοχής. Κ α ι οι δύο αντιμετώπιζαν
θεια. Α κ ό μ η κι όταν γεννήθηκαν τα δικά της παιδιά - μ ε την
αυτόν το γ ά μ ο με ένα μ ε ί γ μ α ενθουσιασμού και φόβου.
Αλέξις να έρχεται πρώτη, μόλις ένα χρόνο μετά το γ ά μ ο - ορ
Συμπάθησαν τον Μάρκους ακαριαία. Η Σοφία δεν θα
κίστηκε να μην τους μιλήσει ποτέ γ ι α την οικογένειά της στην
μπορούσε να βρει έναν πιο καλόκαρδο, πιο αξιόπιστο άνθρω
Κ ρ ή τ η . Θα τους κρατούσε μυστικές τις ρίζες τους και θα τα
πο, και το ότι την είδαν τόσο ευχαριστημένη και ασφαλή ήταν
προστάτευε για πάντα από τη βαθιά ντροπή του παρελθόντος.
αυτό που εύχονταν, αν και την όλη κατάσταση αμαύρωνε το γεγονός πως τώρα πια ήταν ελάχιστες οι πιθανότητες να ε π ι στρέψει ποτέ στην Κ ρ ή τ η και να εγκατασταθεί ε κ ε ί . Απόλαυ σαν τον ε γ γ λ έ ζ ι κ ο γ ά μ ο , μολονότι φάνηκε να μην έ χ ε ι όλο αυτό το τ ε λ ε τ ο υ ρ γ ι κ ό και την παράδοση που είχαν συνηθίσει. Ήταν σαν ένα συνηθισμένο πάρτι, εκτός από το ότι ε κ φ ω ν ή θηκαν κάποιοι λ ό γ ο ι , κι αυτό που τους φάνηκε πιο περίεργο απ' όλα ήταν πως η νύφη ουσιαστικά δεν ξεχώριζε από τους άλλους καλεσμένους, καθώς ήταν ντυμένη με κόκκινο σακάκι και παντελόνι. Σύστησαν σε όλους τη Μ α ρ ί α , που δεν μιλούσε καθόλου α γ γ λ ι κ ά , ως θεία της Σοφίας, και τον Ν ί κ ο , που μιλούσε άπταιστα α γ γ λ ι κ ά , ως θείο της. Π α ρ έ μ ε ι ν α ν ο ένας στο πλευρό του άλλου σε όλη τη διάρκεια, με τον Κυρίτση να παίζει το ρόλο διερμηνέα γ ι α τη γυναίκα του.
Το 1 9 9 0 , σε η λ ι κ ί α ογδόντα ετών, ο γιατρός Κυρίτσης πέθανε. Αρκετές σύντομες νεκρολογίες, όχι παραπάνω από καμιά δεκαριά γ ρ α μ μ έ ς , εμφανίστηκαν στις βρετανικές εφημε ρίδες, εξαίροντας τη συνεισφορά του στην έρευνα γ ι α τη λέπρα, και η Σοφία τις έκοψε προσεκτικά και τις μάζεψε. Παρά τη δια φορά σχεδόν είκοσι χρόνων στην η λ ι κ ί α τους, η Μαρία έζησε μόλις π έ ν τ ε χρόνια α κ ό μ η . Η Σοφία πέταξε στην Κ ρ ή τ η μόνο γ ι α δύο ημέρες γ ι α την κηδεία της θείας της, και ε ί χ ε κατα κλυστεί από την ενοχή και το αίσθημα της απώλειας. Σ υ ν ε ι δητοποίησε ότι ο εαυτός της των δεκαοχτώ χρόνων δεν ε ί χ ε δείξει τίποτε άλλο από ε γ ω κ ε ν τ ρ ι κ ή αγνωμοσύνη, με τον τρό πο που έφυγε από την Κ ρ ή τ η τόσα χρόνια πριν, όμως ήταν πλέον πολύ αργά για να επανορθώσει. Πολύ, πάρα πολύ αργά. Σ' εκείνο το σημείο η Σοφία αποφάσισε να σβήσει ορι στικά το παρελθόν της. Π έ τ α ξ ε τα ενθύμια της μητέρας και
Κατόπιν, έμειναν στο Λονδίνο γ ι α δύο νύχτες. Η Μ α ρ ί α ,
της θείας της, που ήταν κρυμμένα σ' ένα κουτί στο βάθος της
ε ι δ ι κ ά , ε ί χ ε σαστίσει από αυτή την π ό λ η , όπου η Σοφία ε ί χ ε
ντουλάπας της, κι ένα απόγευμα, πριν επιστρέψουν τα παιδιά
ε π ι λ έ ξ ε ι πλέον να ζήσει. Ήταν ένας άλλος πλανήτης γ ι ' αυ
από το σχολείο, έ κ α ψ ε στο τζάκι ένα σωρό από κ ι τ ρ ι ν ι σ μ έ
τήν, ένα μέρος που δονούνταν ακατάπαυστα από το θόρυβο
νους φακέλους με ε λ λ η ν ι κ έ ς σφραγίδες. Κατόπιν, έ β γ α λ ε το
των αυτοκινήτων, τα τερατώδη κόκκινα λεωφορεία και τα
πίσω καπάκι της κορνιζαρισμένης φωτογραφίας της θείας κ α ι
διογκούμενα π λ ή θ η που περνούσαν μπροστά από τις βιτρίνες
του θείου της, και τοποθέτησε πίσω της τα αποκόμματα της
με τις κούκλες. Ήταν μια πόλη όπου, α κ ό μ η κι αν κατοικού
εφημερίδας που συμπύκνωναν τη ζωή του Κυρίτση σε λ ί γ ε ς
σες ε κ ε ί , οι πιθανότητες να πέσεις πάνω σε κάποιον γνωστό
προτάσεις. Α υ τ ή η καταγραφή της πιο ευτυχισμένης μέρας
ήταν ανύπαρκτες. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που
τους βρισκόταν πια στο κομοδίνο της Σοφίας και ήταν το μόνο
άφησε η Μ α ρ ί α το νησί της κ α τ α γ ω γ ή ς της.
που α π έ μ ε ν ε από το παρελθόν.
Α κ ό μ η και με τον άντρα της, η Σοφία ε ί χ ε εξερευνήσει την
Καταστρέφοντας τα υλικά στοιχεία της ιστορίας της, η
άγνωστη περιοχή ανάμεσα στα μυστικά και τα ψ έ μ α τ α / Ε π ε ι σ ε
Σοφία ε ί χ ε προσπαθήσει να αποτινάξει το παρελθόν της, όμως
488
489
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ο φόβος της ανακάλυψής του της έ τ ρ ω γ ε τα σωθικά σαν
Κι ο παππούς σου! Τι παράδειγμα θα ήταν γ ι α τον κόσμο
αρρώστια και, καθώς περνούσαν τα χρόνια, γινόταν ολοένα
σήμερα αυτός που δεν παραπονέθηκε ποτέ, δεν απαρνήθηκε
πιο έντονη η ενοχή γ ι α το πώς ε ί χ ε φερθεί στη θεία και το
κανέναν ποτέ, υπέφερε τα πάντα σ ι ω π η λ ά . . . »
θείο της. Τ η ς καθόταν στο στομάχι σαν πέτρα μια λύπη που
« Κ α ι η μητέρα μ ο υ ; »
μ ε ρ ι κ έ ς φορές την έκανε να αισθάνεται άρρωστη, όταν συνει
« Λ ο ι π ό ν , χαίρομαι που δεν ήταν δ ι κ ή μου μητέρα, αλλά
δητοποιούσε πως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γ ι α να επα
δεν θα της έριχνα όλο το φταίξιμο. Ήταν αδύναμη, αλλά πά
νορθώσει. Τ ώ ρ α που τα παιδιά της είχαν φύγει από το σπίτι,
ντοτε ε ί χ ε εκείνο το απείθαρχο πνεύμα, έτσι δεν είναι; Φ α ί
αισθανόταν πιο σφοδρή από ποτέ την οδύνη των τύψεων και
νεται λ ε ς και πάντοτε έβρισκε δυσκολότερο απ' ότι η Μαρία
ήξερε με σιγουριά ότι ε ί χ ε προκαλέσει ασυγχώρητο πόνο.
να κάνει αυτό που έπρεπε. Α π λ ώ ς έτσι ήταν φ τ ι α γ μ έ ν η » .
Ο Μάρκους κ α τ ά λ α β ε ότι δεν έπρεπε να κάνει πολλές
« Ε ί σ α ι πολύ ε π ι ε ι κ ή ς , Α λ έ ξ ι ς . Ε ί χ ε σίγουρα τ α ελατ
ερωτήσεις και συμβιβάστηκε με την επιθυμία της Σοφίας να
τ ώ μ α τ ά της, όμως δεν θα έπρεπε να π α λ έ ψ ε ι σκληρότερα
αποφύγει κ ά θ ε αναφορά στο παρελθόν της, όμως, καθώς μ ε
ενάντια στα ένστικτά τ η ς ; »
γάλωναν τα παιδιά, τα κρητικά χαρακτηριστικά τους έγιναν
« Ό λ ο ι θα έπρεπε να το κάνουμε, νομίζω, αλλά δεν έχουν
πρόδηλα: στην Α λ έ ξ ι ς τα όμορφα μαύρα μαλλιά και στον Ν ι κ
οι πάντες αυτή τη δύναμη. Κ α ι φαίνεται ότι ο Μανόλης ε κ μ ε
οι μαύρες βλεφαρίδες που πλαισίωναν τα μάτια του. Η Σοφία
τ α λ λ ε ύ τ η κ ε την αδυναμία της όσο μπορούσε - όπως ακριβώς
φοβόταν συνέχεια μ ή π ω ς τα παιδιά της ανακάλυπταν μια
κάνουν πάντα αυτού του είδους οι ά ν θ ρ ω π ο ι » .
μέρα τι είδους άνθρωποι ήταν οι πρόγονοί τους, και το στο
Ο διάλογός τους σταμάτησε γ ι α λ ί γ ο . Η Σοφία έπαιζε
μ ά χ ι της σφιγγόταν. Κοιτάζοντας την Α λ έ ξ ι ς τώρα, η Σοφία
νευρικά με το σκουλαρίκι της, σαν να υπήρχε κάτι που ή θ ε λ ε
ε υ χ ή θ η κ ε να ε ί χ ε σταθεί πιο ε ι λ ι κ ρ ι ν ή ς . Ε ί δ ε την κόρη της
να π ε ι , αλλά δεν μπορούσε να το ξεστομίσει.
να την παρατηρεί σαν να μην την ε ί χ ε αντικρίσει ποτέ πριν. Ήταν δικό της λάθος. Ε ί χ ε κάνει τον εαυτό της ξένο γ ι α τα παιδιά της και τον άντρα της. « Λ υ π ά μ α ι π ο λ ύ » , ε ί π ε στην Α λ έ ξ ι ς , «που δεν σου είπα τίποτε απ' όλα αυτά π α λ ι ό τ ε ρ α » . « Μ α , γ ι α τ ί ντρέπεσαι τόσο πολύ γ ι α όλα αυτά;» ρώτησε η Α λ έ ξ ι ς , γέρνοντας μπροστά. « Ε ί ν α ι η ιστορία της ζωής σου, όμως, ταυτόχρονα, δεν έπαιξες κανένα ρόλο σ' α υ τ ή » . « Α υ τ ο ί οι άνθρωποι ήταν σάρκα κ α ι αίμα μου, Α λ έ ξ ι ς . Λεπροί, μοιχοί, φονιάδες...»
« Ξ έ ρ ε ι ς , όμως, ποιος συμπεριφέρθηκε χειρότερα απ' όλους;» β ρ ή κ ε , τ ε λ ι κ ά , την τ ό λ μ η ν α π ε ι . « Ε γ ώ . Γύρισα την πλάτη μου σ' εκείνους τους δυο καλόκαρδους, υπέροχους ανθρώπους. Μ ο υ έδωσαν τα πάντα κι ε γ ώ τους α π έ ρ ρ ι ψ α ! » Η Αλέξις έ μ ε ι ν ε άφωνη από το ξέσπασμα της μητέρας της. « Α π λ ώ ς τους γύρισα την π λ ά τ η » , ε π α ν έ λ α β ε η Σ ο φ ί α . « Κ α ι τώρα είναι πολύ αργά για να τους ζητήσω σ υ γ γ ν ώ μ η » . Τα μάτια της Σοφίας πλημμύρισαν με δάκρυα. Η Α λ έ ξ ι ς δεν ε ί χ ε ξαναδεί τη μητέρα της να κ λ α ί ε ι . « Μ η ν είσαι τόσο σκληρή στον εαυτό σ ο υ » , ψιθύρισε, τρα βώντας την καρέκλα της πιο κοντά και περνώντας το χέρι
« Γ ι α τ' όνομα του Θεού, μ α μ ά , κάποιοι από αυτούς τους
της στους ώμους της μητέρας της. « Α ν εσύ κι ο μπαμπάς
ανθρώπους ήταν ήρωες. Π ά ρ ε , γ ι α παράδειγμα, το θείο και
μου ε ί χ α τ ε ρίξει τέτοια β ό μ β α όταν ήμουν δεκαοχτώ χρόνων,
τη θεία - η α γ ά π η τους άντεξε τα πάνδεινα και η δουλειά του
μάλλον θα είχα κάνει το ί δ ι ο . Ε ί ν α ι απόλυτα κατανοητό που
θείου σου έσωσε εκατοντάδες, αν όχι χ ι λ ι ά δ ε ς , ανθρώπους.
θύμωσες και ταράχτηκες τ ό σ ο » .
490
491
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
« Ό μ ω ς , ακόμη ν ι ώ θ ω τέτοιες ενοχές, κι αυτό συμβαίνει εδώ και τόσο πολλά χ ρ ό ν ι α » , ε ί π ε σιγανά.
ΝΗΣΙ
Ε κ ε ί ν ο ς έ γ ν ε ψ ε καταφατικά και χ α μ ο γ έ λ α σ ε . Τ ο γεγονός ότι ο Γεράσιμος ήταν μουγκός ε ί χ ε παραξενέψει τη μ ι κ ρ ή
« Λ ο ι π ό ν , δεν νομίζω ότι χρειάζεται πια. Ε ί ν α ι παρελθόν,
Σ ο φ ί α . Θ υ μ ή θ η κ ε ότι τον φοβόταν λ ι γ ά κ ι , όμως θ υ μ ή θ η κ ε
μ α μ ά » , είπε η Αλέξις, σφίγγοντάς την στην αγκαλιά της. « Α π '
και πόσο απολάμβανε την π α γ ω μ έ ν η λεμονάδα που έφτιαχνε
όσα άκουσα γ ι α τη Μ α ρ ί α , νομίζω ότι μάλλον σε συγχώρεσε.
ειδικά γ ι α ε κ ε ί ν η , όποτε πήγαιναν μαζί με τη Μαρία στο
Κ α ι στέλνατε γ ρ ά μ μ α τ α η μία στην ά λ λ η , έτσι δεν ε ί ν α ι ; Κ α ι
καφενείο, όπου συναντούσαν συνήθως τον παππού της. Δ υ
ήρθαν στο γ ά μ ο σου, σωστά; Ε ί μ α ι σίγουρη ότι η Μαρία δεν
σκολεύτηκε περισσότερο να θ υ μ η θ ε ί την Αντριάνα. Μολονότι
κρατούσε κακία - νομίζω ότι δεν το ε ί χ ε μέσα τ η ς » .
ήταν τώρα παχουλή και υπέφερε τρομερά από κιρσούς, που
« Ε λ π ί ζ ω να έχεις δ ί κ ι ο » , ε ί π ε η Σοφία με π ν ι γ μ έ ν η φωνή,
δεν
καλύπτονταν
αρκετά
από τις χοντρές
κάλτσες της,
η
καθώς πάλευε να συγκρατήσει τα δάκρυα της. Κοίταξε πέρα,
Αντριάνα της υπενθύμισε ότι ήταν έφηβη όταν π ή γ α ι ν ε η
προς το νησί, και ξαναβρήκε σιγά-σιγά την ψυχραιμία της.
Σοφία γ ι α ε π ί σ κ ε ψ η στην Π λ ά κ α . Η Σοφία θ υ μ ή θ η κ ε αχνά
Η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε ακούσει σιωπηλή αυτή τη στιχομυθία
μια όμορφη, όμως μάλλον νωθρή κοπέλα που συνήθως καθό
ανάμεσα σε μητέρα και κόρη. Μπορούσε να καταλάβει ότι η
ταν έξω από το καφενείο και κουβέντιαζε με τις φίλες της,
Α λ έ ξ ι ς έκανε τη Σοφία να δει το παρελθόν από μια νέα οπτι
ενώ τ ρ ι γ ύ ρ ω βρίσκονταν ομάδες νεαρών αγοριών, που έ γ ε ρ
κή γ ω ν ί α , και αποφάσισε να τις αφήσει μόνες τους γ ι α λ ί γ ο .
ναν με απάθεια πάνω στα μηχανάκια τους. Η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε
Η τραγωδία της
οικογένειας
Βανδουλάκη,
όπως
ήταν
ξαναβρεί τον καφετί φάκελο με τις φωτογραφίες, και μόλις
γ ν ω σ τ ή , συζητιόταν ακόμα στην Π λ ά κ α , και το κοριτσάκι
τις άπλωσε π ά λ ι στο τραπέζι, θαύμασαν όλοι την ομοιότητα
που ε ί χ ε απομείνει χωρίς μάνα και πατέρα δεν ε ί χ ε ξεχαστεί
ανάμεσα στη Σοφία, την Α λ έ ξ ι ς και τους προγόνους τους.
από εκείνους που βρέθηκαν μάρτυρες των γεγονότων εκείνης
Η ταβέρνα ήταν κ λ ε ι σ τ ή εκείνο το βράδυ, αλλά κατέφτα-
της αξιομνημόνευτης καλοκαιρινής νύχτας. Κάποιοι από αυ
σε ο Μαθιός, που θα αναλάμβανε σύντομα την επιχείρηση
τούς τους ανθρώπους ζούσαν ακόμη στο χωριό. Η Φ ω τ ε ι ν ή
των γονιών του. Ε ί χ ε μ ε γ α λ ώ σ ε ι κ ι ε ί χ ε γ ί ν ε ι ένας τεράστιος
μ π ή κ ε στο καφενείο και κάτι ε ί π ε , σιγανά, στον Γεράσιμο,
άντρας, και αγκάλιασε τη Σοφία γ ε μ ά τ ο ς χαρά.
που τότε άρχισε να χειρονομεί μανιασμένα. Θα παρατούσαν τα πάντα και θα ' ρ χ ο ν τ α ν ο γιος τους μπορούσε να κρατήσει το μαγαζί μόνος του γ ι α λ ί γ ο . Κ α ι οι τρεις τους έτρεξαν β ι α στικά στην ταβέρνα.
« Χ α ί ρ ο μ α ι τόσο που σε ξ α ν α β λ έ π ω , Σ ο φ ί α » , ε ί π ε θερμά. « Π έ ρ α σ ε τόσος κ α ι ρ ό ς » . Ο Μ α θ ι ό ς άρχισε να στρώνει ένα μακρύ τραπέζι. Έ μ ε ν ε να έ ρ θ ε ι ένας α κ ό μ η καλεσμένος. Η Φ ω τ ε ι ν ή ε ί χ ε τ η λ ε φ ω
Α ρ χ ι κ ά , η Σοφία δεν αναγνώρισε τη μ ι κ ρ ή ομάδα που
νήσει στον αδερφό της τον Α ν τ ώ ν η , νωρίτερα, και στις εννιά
έκανε την εμφάνισή της σ' ένα τραπέζι κοντά στο σημείο όπου
η ώρα ήρθε από τη Σ η τ ε ί α . Τα μ α λ λ ι ά του είχαν γ κ ρ ι ζ ά ρ ε ι
καθόταν μαζί με την Α λ έ ξ ι ς , αλλά μόλις κ α τ ά λ α β ε ότι ο η λ ι
πια και ήταν αρκετά καμπουριασμένος,
κιωμένος άντρας ήταν μουγκός, συνειδητοποίησε ποιος ήταν.
εκείνα τα σκούρα, ρομαντικά μάτια που είχαν τ ρ α β ή ξ ε ι κο
« Γ ε ρ ά σ ι μ ε ! » φώναξε. « Σ ε θυμάμαι τώρα. Δ ε ν δούλευες
ντά του την Άννα, τόσα χρόνια πριν. Κάθισε ανάμεσα στη
στο καφενείο όταν ερχόμουν εδώ γ ι α ε π ί σ κ ε ψ η ; » 492
όμως ε ί χ ε α κ ό μ η
Σοφία και την Α λ έ ξ ι ς , και, έπειτα από μερικά ποτά, α π έ β α λ ε 493
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
τους δισταγμούς του να μ ι λ ή σ ε ι α γ γ λ ι κ ά , καθώς είχαν περά
μυστήριο του παρελθόντος· από σήμερα, το μέλλον θα ήταν
σει πολλά χρόνια χωρίς να τα εξασκήσει.
η έγνοια της.
«Η μητέρα σου ήταν η ομορφότερη γυναίκα που είδα ποτέ
Σ χ ε δ ό ν τρεις ώρες αργότερα έφτασε στο ξενοδοχείο. Ήταν
μ ο υ » , ε ί π ε στη Σ ο φ ί α , προσθέτοντας σαν δεύτερη σ κ έ ψ η , « μ ε
ένα μακρύ ταξίδι, βουτηγμένο στον ιδρώτα, και ή θ ε λ ε απελ
εξαίρεση τη γυναίκα μου, φ υ σ ι κ ά » .
πισμένα να π ι ε ι κ ά τ ι , οπότε πέρασε απέναντι από το δρόμο
Έ μ ε ι ν ε σιωπηλός γ ι α λ ί γ ο , πριν μ ι λ ή σ ε ι π ά λ ι .
γ ι α να πάει στο πλησιέστερο μπαρ που έ β λ ε π ε στην παραλία.
«Η ομορφιά της ήταν δώρο μαζί και κατάρα, και μ ι α
Ε κ ε ί βρισκόταν ο Ε ν τ . Καθόταν μόνος του και χάζευε τη
γυναίκα σαν κι ε κ ε ί ν η πάντοτε οδηγεί τους άντρες σε ακραία
θάλασσα. Η Α λ έ ξ ι ς τον πλησίασε σιωπηλά και κάθισε σε μια
συμπεριφορά. Δ ε ν ήταν όλο το φταίξιμο δικό της, ξ έ ρ ε ι ς » . Η Α λ έ ξ ι ς κοιτούσε το πρόσωπο της μητέρας της και ε ί δ ε
καρέκλα στο τραπέζι του. Το σύρσιμο της καρέκλας τον έκανε να κοιτάξει γύρω του, αιφνιδιασμένος, και τότε συνειδητοποί ησε την παρουσία της.
ότι κ α τ α λ ά β α ι ν ε . « Ε υ χ α ρ ι σ τ ώ » , ε ί π ε η Σοφία σιγανά. Ήταν κατά πολύ περασμένα μεσάνυχτα και τα κεριά είχαν λ ι ώ σ ε ι από ώρα, όταν σηκώθηκαν όλοι από το τραπέζι γ ι α να φύγουν. Λ ί γ ε ς ώρες αργότερα, η Α λ έ ξ ι ς και η Σοφία θα έπρεπε να αρχίσουν το ταξίδι τους, η Α λ έ ξ ι ς γ ι α να γυρίσει στα Χ α ν ι ά και να συναντήσει τον Ε ν τ , και η μητέρα της γ ι α να πάρει το καράβι της επιστροφής στον Π ε ι ρ α ι ά . Σ τ η ν Α λ έ ξις φαινόταν σαν να ε ί χ ε περάσει ένας μήνας από τη σ τ ι γ μ ή που έφτασε ε κ ε ί , μολονότι στην π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α ήταν μόνο λ ί γ ε ς μ έ ρ ε ς . Για τη Σ ο φ ί α , παρά το γεγονός ότι η επίσκεψή της ήταν πολύ σύντομη, η σημασία της ήταν τεράστια. Αντάλ λαξαν α γ κ α λ ι έ ς θ ε ρ μ έ ς σαν τις καλοκαιρινές μέρες και έδωσε ε ι λ ι κ ρ ι ν ε ί ς υποσχέσεις ότι θα επέστρεφε το επόμενο καλοκαίρι γ ι α μ ι α μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η και πιο ή ρ ε μ η παραμονή.
« Π ο ύ στο διάολο ε ί σ α ι ; » φώναξε. Ε κ τ ό ς από το μήνυμα που του ε ί χ ε αφήσει τέσσερις μ έ ρες νωρίτερα, γ ι α να του π ε ι ότι θα έ μ ε ν ε στην Π λ ά κ α γ ι α κανά-δυο μέρες, δεν ε ί χ ε επικοινωνήσει μαζί του. Το κινητό τηλέφωνο της ήταν κλειστό. « Κ ο ί τ α » , του ε ί π ε , ξέροντας ότι ήταν λάθος της που ε ί χ ε χ α θ ε ί έτσι, « ε ι λ ι κ ρ ι ν ά σ υ γ γ ν ώ μ η . Μ π λ έ χ τ η κ α ν όλα πάρα πο λ ύ , κ α ι , κατά κάποιον τρόπο, έχασα την αίσθηση του χρόνου. Μ ε τ ά ήρθε και η μαμά μου κ α ι . . . » « Τ ι εννοείς ήρθε η μαμά σου; Δ η λ α δ ή , βρισκόσουν σε κά ποια ο ι κ ο γ ε ν ε ι α κ ή συγκέντρωση και απλώς ξέχασες να μου το π ε ι ς ! Ευχαριστώ π ο λ ύ ! » « Ά κ ο υ . . . » άρχισε η Α λ έ ξ ι ς . « Ε ί ν α ι πολύ σ η μ α ν τ ι κ ό » . « Γ ι α όνομα του Θ ε ο ύ , Α λ έ ξ ι ς ! » μούγκρισε σαρκαστικά. « Τ ι είναι πιο σημαντικό; Ν α την κοπανάς γ ι α ν α δεις τ η
Η Α λ έ ξ ι ς π ή γ ε τη μητέρα της στο Η ρ ά κ λ ε ι ο , απ' όπου
μάνα σου, που μπορείς να την επισκεφτείς όποια μέρα της
η Σοφία θα έπαιρνε το βραδινό πλοίο γ ι α τον Π ε ι ρ α ι ά . Δ ε ν
εβδομάδας θες όταν είσαι στην πατρίδα, ή να κάνεις διακοπές
υπήρξε ούτε μία σ τ ι γ μ ή σιωπής σε ολόκληρη τη διαδρομή,
μαζί μ ο υ ; »
καθώς η συζήτηση τους έρρεε ζωηρά. Μ ό λ ι ς άφησε τη μ η
Ο Ε ν τ δεν π ε ρ ί μ ε ν ε την απάντηση. Ε ί χ ε ήδη φτάσει στον
τέρα της, που θα περνούσε με ευχαρίστηση τη μέρα της στα
π ά γ κ ο του μπαρ γ ι α να πάρει άλλο ένα ποτό και ε ί χ ε γ υ
μουσεία της πόλης πριν ε π ι β ι β α σ τ ε ί στο καράβι τη νύχτα, η
ρισμένη την π λ ά τ η του στην Α λ έ ξ ι ς . Ε κ ε ί ν η μπορούσε να
Α λ έ ξ ι ς συνέχισε το δρόμο της προς τα Χ α ν ι ά . Ε ί χ ε λύσει το
διακρίνει το θυμό και τη δυσαρέσκειά του στη γ ρ α μ μ ή που
494
495
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
σχημάτιζαν οι ώμοι του, κι ενώ ε ί χ ε ακόμη την π λ ά τ η του στραμμένη σ' αυτήν, σηκώθηκε κι έφυγε αθόρυβα. Τ η ς χρειά στηκαν μόλις λ ί γ α λεπτά στο ξενοδοχείο γ ι α να χώσει όλα της τα πράγματα σε μια βαλίτσα, να αρπάξει δυο β ι β λ ί α από το κομοδίνο και να του γ ρ ά ψ ε ι βιαστικά ένα σ η μ ε ί ω μ α . Λυπάμαι που τελείωσε έτσι.
Ποτέ σου δεν με άκουσες.
Δ ε ν υπήρχε « μ ε α γ ά π η , Α λ έ ξ ι ς » , ούτε « φ ι λ ι ά » . Ήταν τ ο
Εικοστό Έβδομο Κεφάλαιο
τέλος. Μπορούσε να το παραδεχτεί τώρα. Δ ε ν ε ί χ ε απομείνει αγάπη.
Η
Α Λ Ε Ξ Ι Σ Β Ρ Ε Θ Η Κ Ε σύντομα στο δρόμο για το Ηρά κ λ ε ι ο . Ήταν κιόλας τρεις το απόγευμα και θα έπρε πε να πατήσει γ κ ά ζ ι γ ι α να φτάσει ε κ ε ί μέχρι τις
επτά, πάνω στην ώρα γ ι α να επιστρέψει το νοικιασμένο αυτο κίνητο και να προλάβει το πλοίο που έ φ ε υ γ ε στις οχτώ. Καθώς οδηγούσε στον στρωτό δρόμο, που ακολουθούσε την α κ τ ο γ ρ α μ μ ή και της πρόσφερε διαρκή και ε κ π λ η κ τ ι κ ή θέα της θάλασσας, την πλημμύρισε ένα κύμα ευφορίας. Σ τ α αριστερά
της δεν υπήρχε τίποτε άλλο από μ π λ ε : η καταγάλανη θάλασ σα και ο ζαφειρένιος ουρανός. Αυτός ο λαμπερός ουρανός και το νερό που στραφτάλιζε φαίνονταν αναπόσπαστα κομμάτια της εκστατικής αίσθησης ότι ήταν καλά. Με τα παράθυρα κατεβασμένα και τον ζεστό αέρα να ορμάει στο εσωτερικό του αυτοκινήτου, τα μαλλιά της κυμάτιζαν πίσω της σαν μαύρος χείμαρρος και τραγουδούσε δυνατά και με πάθος το BrownEyed
Girl, καθώς ακουγόταν από το φτηνό κασετόφωνο του
αυτοκινήτου. Ο Ε ν τ σιχαινόταν τον Βαν Μόρισον. Αυτό το γ ε μ ά τ ο ζωντάνια ταξίδι κράτησε λ ί γ ο περισσότε ρο από δύο ώρες, και καθώς κινούνταν με θόρυβο στο δρόμο, 496
497
Β Ι Κ Τ Ο Ρ Ι Α
ΧΙΣΛΟΠ
ΤΟ
ΝΗΣΙ
ο φόβος μ ή π ω ς χάσει το καράβι κρατούσε το πόδι της σταθε
Τα π α λ ι ά τ ε ί χ η του στιβαρού φρουρίου του δεκάτου έκτου
ρά πάνω στο γ κ ά ζ ι . Δ ε ν υπήρχε τίποτα σαν την αίσθηση της
αιώνα, που έστεκε φύλακας του λ ι μ α ν ι ο ύ , θα μπορούσαν να
α ν ε μ ε λ ι ά ς που έ ν ι ω θ ε όταν βρισκόταν πίσω από ένα τ ι μ ό ν ι .
είχαν χτιστεί χ θ ε ς .
Έχοντας μόλις λ ί γ α λεπτά διαθέσιμα, ξεμπέρδεψε με την
Μ ι α μέρα νωρίτερα, η Α λ έ ξ ι ς ήταν αυτή που ε ξ ε π λ ά γ η
εκνευριστική διαδικασία της επιστροφής του νοικιασμένου αυ
όταν ε ί δ ε τη μητέρα της. Α υ τ ή τη φορά ήταν η σειρά της Σ ο
τοκινήτου, αγόρασε εισιτήριο γ ι α το καράβι κι ανέβηκε τη σκά
φίας να μ ε ί ν ε ι έ κ π λ η κ τ η στη θέα της κόρης της.
λα που την οδήγησε στα σωθικά του πλοίου. Τ η ς ήταν απόλυ τα γ ν ώ ρ ι μ ε ς οι μυρωδιές των εξατμίσεων που υποδέχονταν
« Α λ έ ξ ι ς ! Τ ι κάνεις ε δ ώ ; » αναφώνησε. « Ν ό μ ι ζ α ότι θ α π ή γ α ι ν ε ς στα Χ α ν ι ά » .
τους επιβάτες ενός ελληνικού καραβιού, όμως ήξερε ότι σε
«Πήγα».
μια-δυο ώρες θα προσαρμοζόταν. Αυτοκίνητα εξακολουθούσαν
« Κ α ι τότε, γ ι α τ ί είσαι ε δ ώ ; Πού είναι ο Ε ν τ ; »
να μπαίνουν μέσα, εμπορεύματα να φορτώνονται στο κατά
« Α κ ό μ η στα Χ α ν ι ά . Τον άφησα ε κ ε ί » .
στρωμα, μαζί με τη φασαρία και τις φωνές ενός πλήθους αν
Δ ε ν υπήρχε α ν ά γ κ η να δώσει εξηγήσεις, όμως η Α λ έ ξ ι ς
θρώπων με μαύρα μαλλιά, που φώναζαν ο ένας στον άλλον σε μια γλώσσα η οποία την έκανε να ντρέπεται, επειδή τη γ ν ώ
ή θ ε λ ε να μ ι λ ή σ ε ι . « Τ έ λ ε ι ω σ α ν όλα.
Συνειδητοποίησα πόσο άσκοπο ήταν,
ριζε ελάχιστα. Σ τ η συγκεκριμένη περίπτωση, δεν πείραζε. Ε ί δ ε
χωρίς ενθουσιασμό», άρχισε. « Ό τ α ν κάθισα και άκουσα τη
μια πόρτα με την επιγραφή «Είσοδος π ε ζ ώ ν » και εξαφανίστη
Φ ω τ ε ι ν ή να περιγράφει την οικογένεια σου και το τι πέρασε,
κε πίσω της γ ε μ ά τ η ευγνωμοσύνη που βρέθηκε μπροστά της.
αυτό που μου έκανε π ρ α γ μ α τ ι κ ά εντύπωση ήταν το πόσο δυ
Κάπου πάνω σ' αυτό το πλοίο, ήξερε ότι θα έβρισκε τη
νατά αγαπούσε ο ένας τον άλλον. Κ α ι η α γ ά π η αυτή κράτησε
μητέρα της. Υπήρχαν δύο σαλόνια ε π ι β α τ ώ ν , ένα γ ι α καπνι
στην αρρώστια και στην υ γ ε ί α , στα πολλά και στα λ ί γ α , μ έ χ ρ ι
στές κι άλλο ένα, με πολύ λ ι γ ό τ ε ρ ο κόσμο, γ ι α μη καπνιστές.
που τους χώρισε ο θάνατος... Ήξερα ότι δεν ένιωθα έτσι γ ι α
Μ ι α ομάδα Α μ ε ρ ι κ α ν ώ ν φοιτητών ε ί χ ε κ α τ α λ ά β ε ι το τ ε λ ε υ
τον Ε ν τ - και σίγουρα δεν θα ένιωθα έτσι γ ι ' αυτόν σε είκοσι,
ταίο, ενώ στο πρώτο υπήρχαν αρκετές δεκάδες π ο λ υ μ ε λ ε ί ς
ή α κ ό μ η και σε δέκα χρόνια από τ ώ ρ α » .
ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς που επέστρεφαν στην η π ε ι ρ ω τ ι κ ή Ε λ λ ά δ α μετά
Ό λ ε ς τις δεκαετίες από τότε που η Σοφία γύρισε την πλά
τις διακοπές στους σ υ γ γ ε ν ε ί ς τους στην Κ ρ ή τ η . Έ κ α ν α ν πολύ
τη της στους ανθρώπους και στο μέρος όπου μ ε γ ά λ ω σ ε , δεν
θόρυβο και φαίνονταν να τσακώνονται μεταξύ τους, μολονό
ε ί χ ε αντιληφθεί τα πράγματα τόσο καθαρά. Η κόρη της την
τ ι , στην π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α , μάλλον απλώς συζητούσαν αν θα
ε ί χ ε κάνει να δει αυτούς τους προγόνους της σαν να ήταν πρό
έβγαζαν τα σάντουιτς τώρα ή αργότερα στη διάρκεια του τα
σωπα ενός δράματος. Σ τ ο τέλος, δεν διέκρινε ταπείνωση αλλά
ξιδιού. Η Α λ έ ξ ι ς δεν μπόρεσε να β ρ ε ι τη μητέρα της σ' αυτό
ηρωισμό, όχι προδοσία αλλά πάθος, όχι λέπρα αλλά α γ ά π η .
το επίπεδο του πλοίου κι έτσι α ν έ β η κ ε στο κατάστρωμα.
Τα πάντα βρίσκονταν στο φως τώρα, οι π λ η γ έ ς είχαν
Σ τ ο φως που αργόσβηνε, είδε τη Σοφία στην άλλη άκρη, προς
ε κ τ ε θ ε ί στον αέρα, κι επιτέλους υπήρχε η πιθανότητα να γ ι α
την π λ ώ ρ η . Καθόταν μόνη της, με τον μικρό σάκο στα πόδια
τρευτούν. Δ ε ν υπήρχε καμία ντροπή σε όλα αυτά. Δ ε ν ε ί χ ε
της, και ατένιζε τα σπινθηροβόλα φώτα του Ηρακλείου και τις
πλέον τίποτα να κ ρ ύ ψ ε ι , και γ ι α πρώτη φορά σε είκοσι π έ ν τ ε
αψίδες στο Φρούριο Γ κ ο ύ λ ε που είχαν χ τ ί σ ε ι οι Β ε ν ε τ σ ι ά ν ο ι .
χρόνια τα δάκρυα της κύλησαν ελεύθερα.
498
499
ΒΙΚΤΟΡΙΑ
ΧΙΣΛΟΠ
Κ α θ ώ ς το δυσκίνητο καράβι απομακρυνόταν αργά από το λ ι μ ά ν ι και ο ήχος της σειρήνας του έσκιζε τον ακίνητο νυχτε ρινό αέρα, η Α λ έ ξ ι ς και η Σοφία ήταν γ ε ρ μ έ ν ε ς στην κουπα στή, και το αεράκι τους χάιδευε το πρόσωπο. Α γ κ α λ ι α σ μ έ νες, κοίταξαν πίσω τους, πέρα από το θεοσκότεινο νερό, μ έ χ ρ ι που, β α θ μ ι α ί α , τα φώτα της Κρήτης έσβησαν στο βάθος.
500
ΛΕΠΡΑ
- Ένα πρόβλημα στον 21ο
αιώνα
Αν και η λέπρα έχει εξαφανιστεί στην Ευρώπη, παραμένει ένα σοβαρό πρόβλημα στις αναπτυσσόμενες χώρες. Το 2004 πάνω από 400.000 νέες περιπτώσεις διαγνώστηκαν, το 70% των οποίων στην Ινδία. Η λέπρα (ή ασθένεια του Χάνσεν) προκαλείται από ένα μικρόβιο παρόμοιο με αυτό που προκαλεί τη φυματίωση. Προσβάλλει τα νεύρα των χεριών, των ποδιών και του προσώπου και, εάν δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να οδηγήσει σε ανικανότητα κίνησης των δακτύλων χεριών και ποδιών και των βλεφάρων. Μπορεί επίσης να αφαιρέσει την αίσθηση του πόνου, ώστε οι ασθενείς να είναι επιρρεπείς σε ατυχήματα, πληγές και εγκαύματα που μπορεί να προκαλέσουν σοβαρές μολύνσεις και να οδηγήσουν ακόμη και στην απώλεια άκρων και όρασης. Όσο περισσότερο καθυστερεί η θε ραπεία, τόσο περισσότερες παραμορφώσεις, που όλοι έχουμε συνδέσει με την ασθένεια, συντελούνται. Σε συνδυασμό με το κοινωνικό στίγμα που έχει δημιουργηθεί από το φόβο και την άγνοια, αυτοί που προσβάλλονται συχνά εγκαταλείπονται από την οικογένεια και την κοινωνία. Αυτό ση μαίνει ότι πολλοί από αυτούς φοβούνται να φανερώσουν την κατάσταση τους και να αναζητήσουν θεραπεία στα πρώτα στάδια της νόσου.
Το
Έργο
της
LEPRA
Με εκπαιδευμένες ομάδες νοσοκόμων και ειδικευμένων στην υγεία, η οργάνωση LEPRA αναζητά τους πάσχοντες και τους προσφέρει θερα πευτική αγωγή, δίνοντας τους τη δυνατότητα να αυτοσυντηρούνται. Με ειδική αγωγή συνδυασμού φαρμάκων, οι περισσότεροι ασθενείς θεραπεύ ονται μέσα σε έξι μήνες και οι σοβαρότερα προσβεβλημένοι σε ένα χρόνο. Εάν η αγωγή ξεκινήσει νωρίς, οι παραμορφώσεις και οι αναπηρίες μπο ρούν να αποτραπούν, ώστε να αποφευχθεί ο κοινωνικός στιγματισμός. Το προσωπικό της LEPRA διδάσκει όσους έχουν ήδη κάποια αναπηρία από τη λέπρα πώς να αποτρέψουν την επιδείνωση της αναπηρίας και η χειρουργική αποκατάσταση γίνεται όλο και πιο προσιτή. Τα χέρια που έχουν παραμορφωθεί μπορούν να ξαναγίνουν ίσια και μια απλή επέμβαση μπορεί να σώσει την όραση του ασθενούς. Κοστίζει μόνο 21 λίρες Αγγλίας για να θεραπευτεί ένα άτομο από λέπρα. Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να βρείτε: Στον δικτυακό τόπο www.lepra.org.uk ή στη διεύθυνση LEPRA, 28
Middlesborough, Colchester, Essex COl 1TG 08451 212121