ΑΝΤΟΝΕΝ ΑΡΤΩ
Η ΜΕΓΑΛΗ ΗΜΕΡΑ ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΝΥΧΤΑ Μετάφραση ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ
ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ
ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ 18 Διεύ...
20 downloads
414 Views
4MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
ΑΝΤΟΝΕΝ ΑΡΤΩ
Η ΜΕΓΑΛΗ ΗΜΕΡΑ ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΝΥΧΤΑ Μετάφραση ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ
ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ
ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ 18 Διεύθυνση ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΟΛΔΑΤΟΣ ΑΝΤΟΝΕΝ ΑΡΤΩ: Ή μεγάλη ήμερα και ή μεγάλη νύχτα
Μετάφραση: ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ Διορθώσεις: ΜΑΡΙΑ ΕΥΑΓΓΕΑΟΔΗΜΟΥ Φωτοστοιχειοθεσία: ΦΩΤΟΓΡΑΜΜΑ Ε.Π.Ε.
Copyright: ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ 1981
Σημ.: Ό τίτλος τού βιβλίου προέρχεται άπό τό κείμενο τού 'Αρτώ Ή μεγάλη νύχτα σάν άπάντηση τού κειμένου τών σουρρεαλιστών Ή μεγάλη ήμερα.
ΕΡΕΥΝΑ^ ΖΟΥΜΕ, ΠΕΘΑΙΝΟΥΜΕ. ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΕΡΙΔΙΟ ΤΗΣ ΒΟΥΑΗΣΗΣ Σ' ΟΑΑ ΑΥΤΑ; ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΠΩΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΟΥΜΕ ΟΠΩΣ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΣΤΕ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΗΘΙΚΟ ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΠΟΥ ΘΕΤΟΥΜΕ:
Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΛΥΣΗ; Ό χ ι , ή αύΐοκτονία είναι άκόμα μιά υπόθεση. Νομίζω πώς έχω τό δικαίωμα ν' αμφιβάλλω γιά την αύτοκτονια όπως και γιά όλη τήν υπόλοιπη πραγματικότητα. Πρέπει πρός τό παρόν και μέχρι μιά νέα τάξη πραγμάτων ν' άμφιβάλλουμε σέ φοβερό βαθμό, όχι γιά τήν ύπαρξη, γιά νά μιλήσουμε καθαρά, πράγμα πού είναι έφικτό στόν καθένα, άλλά γιά τήν έσώτερη συγκίνηση καί τή βαθιά εύαισθησία τών πραγμάτων, των πράξεων, τής πραγματικότητας. Αέν πιστεύω μέ τίποτα στό ότι δέν είμαι συνδεδεμένος μέ τήν εύαισθησία μιάς διανοητικής χορδής πού λές καί είναι μετεωρική, κι άκόμα ότι ύστερώ λίγο-πολύ άπό πρακτικούς μετεωρισμούς. Ή οίκοδομημένη καί αίσθητή ύπαρξη τού κάθε άνθρωπου μ' ένοχλεί, καί δίχως άλλο σιχαίνομαι κάθε πραγματική ύπαρξη. Ή αύτοκτονια δέν είναι παρά ή μυθική καί μακρινή κατάκτηση τών άνθρώπων πού σκέφτονται καλά, άλλά ή καθαυτό κατάσταση τής αύτοκτονίας είναι γιά μένα άκατανόητη. Ή αύτοκτονία ένός νευρασθενικού δέ χρειάζεται μιά κάποια προβολή, άντίθετα μέ την ψυχική κατάσταση ένός άνθρώπου πού θάχε καθορίσει καλά τήν αύτοκτονία του, τίς ύλικές συνθήκες, καί τό λεπτό τού θαυμαστού άποχωρισμού. 'Αγνοώ τί είναι τά πράγματα, άγνοώ κάθε άνθρώπινη κατάσταση, κανένα πράγμα στόν κόσμο δέν περιστρέφεται γιά μένα, δέν
ΑΡΤΩ 8
περιστρέφεται μέσα σέ μένα. Υποφέρω τρομερά άπ' τή ζωή. Δέν υπάρχει κατάσταση, πού νά μπορώ νά φθάσω. Κι είναι άπόλυτα βέβαιο, ότι είμαι νεκρός άπό καιρό, ότι έχω ήδη αυτοκτονήσει. Μ' αύτοκτονήσανε, δηλαδή. Κι όμως τι θ' αναλογιζόσαστε για μια αυτοκτονία προγενέστερη, μια αυτοκτονία πού θά μάς έκανε νά παλινδρομήσουμε, αλλά άπ' τήν άλλη μεριά τής ύπαρξης, καί όχι άπ' τή μεριά τού θανάτου. Αύτό μονάχα θά 'χε γιά μένα κάποια άξία. Δέν αίσθάνομαι τήν έπιθυμία τού θανάτου,,αίσθάνομαι τήν έπιθυμία τον νά μην υπάρχεις, τού νά μήν είσαι ποτέ ριγμένος μέσα σ' αύτή τή διασκέδαση πού σού προσφέρουν οί χαζομάρες^, οί άποκηρύξεις οί άρνήσεις κι οί άχρωμες συναντήσεις, πού είναι τό έγώ τού 'Αντονέν Άρτώ, πολύ πιό άδύναμο άπ' αύτόν τόν ίδιο. Τό έγώ αύτού τού περιπλανώμενου σακάτη πού άπό καιρό σέ καιρό έρχεται νά προβάλλει τή σκιά του πάνω στήν όποία έχει φτύσει ·ό ίδιος άπό πολύ καιρό, αύτό τό έγώ τό άνάπηρο, πού σέρνεται στή γή, αύτό τό αύτοδύναμο, άπίθανο έγώ, πού παρ' όλα αύτά ξαναβρίσκει τόν έαυτό του μέσα στήν πραγματικότητα. Κανένας δέν ένιωσε όπως αύτό τήν άδυναμία του πού είναι ή κύρια, ή ούσιαστική άδυναμία τού άνθρώπινού γένους. Νά καταστρέψει, νά μήν ύπάρξει. 1. Ατιτλοφόρητη απάντηση τού 'Αντονέν Αρτώ στήν έρευνα πού έγινε άπό τήν Σουρρεαλιστική Επανάσταση (La Révolution Surreàliste), έρευνα πού δημοσιεύθηκε στό ίδιο τεύχος 2. Τό δακτυλογραφημένο άντΐγραφο αύτού τού κειμένου πού φέρει χειρόγραφες διορθώσεις τού 'Αντονέν 'Αρτώ βρίσκεται στή φιλολογική βιβλιοθήκη Jacques Doucet. 2. Μιά διόρθωση τού Αντονέν Αρτώ πάνω στό δακτυλογραφημένο άντΐγραφο τού όποιου ή άρχική γραφή ήταν: μέσα σ' αύτό τό κατώφλι της άπραξίας....
ΓΕΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ Η ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΟΠΙΟΥ^ Έ χ ω ειλικρινά την πρόθεση νά έξαντλήσω αύτό τό ζήτημα γιά νά μας αφήσουν μια γιά πάντα ήσυχους μ' αυτούς τούς υποτιθέμενους κινδύνους άπό τά ναρκωτικά. Ή άποψή μου είναι καθαρά άντι-κοινωνική. Δέν έχουν παρά έναν λόγο πού χτυπάνε τό όπιο. Τόν κίνδυνο ότι ή χρήση του μπορεί νά διαδοθεί στό σύνολο τής κοινωνίας. Ε, ΛΟΙΠΟΝ ΛΥΤΟΣ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΙΝΛΙ ΨΕΥΤΙΚΟΣ. Έχουμε γεννηθεί βρώμικοι στό σώμα και στήν ψυχή, είμαστε έκ γενετής άπροσάρμοστοι· έξαλείψτε τό όπιο, δέ θά έξαλείψετε τήν ανάγκη τού έγκλήματος, τούς καρκίνους τού σώματος και τής ψυχής, τήν τάση στήν άπελπισία, τόν έκ γενετής κρετινισμό, τήν κληρονομική βλενόρροια, τή σαθρότητα τών ένστικτων, δέ θά έμποδίσετε νά μήν ύπάρχουν ψυχές προορισμένες για όποιοδήποτε δηλητήριο, δηλητήριο τής μορφίνης, δηλητήριο τής ανάγνωσης, δηλητήριο τής απομόνωσης, δηλητήριο τού αύνανισμού, δηλητήριο τής άλλεπάλληλης συνουσίας, δηλητήριο τής βαθιά στήν ψυχή ριζωμένης αδυναμίας, δηλητήριο τού άλκοολισμού, δηλητήριο τού καπνού, δηλητήριο τής άντικοινωνικότητας. Ύπάρχουν ψυχές άγιάτρευτες και χαμένες για τήν υπόλοιπη κοινωνία. Εξαλείψτε -τους ένα μέσο γιά τήν τρέλα. Θά έφεύρουν μυριάδες άλλα. Θά δημιουργήσουν μέσα πιό έπιτήδεια, πιό δαιμονικά, μέσα όλότελα ΛΠΕΛΠΙΣΜΕΝΑ. Η ίδια ή φύση είναι άντι-κοινωνική κατά βάθος, δέν είναι παρά μέσα άπό ένα σφετερισμό έξουσιών πού τό όργανωμένο κοινωνικό σώμα άντιδρά ένάντια
ΑΡΤΩ
10
στό φνοίχό κατρακύλισμα τού άνθρώπινου γένους. 'Ας αφήσουμε τούς χαμένους νά χαθούν, έμεις προτιμάμε νά περνάμε τόν καιρό μας έπιχειρώντας μια άναγέννηση αδύνατη, και έπιπλέον, άχρηστη, ΜΙΣΗΤΗ ΚΑΙ ΒΛΑΒΕΡΗ. Ό σ ο δέ θά κατορθώνουμε νά έξαλειψουμε καμιά άπ' τις αιτίες τής άνθρώπινης άπελπισιας, δέ θάχουμε τό δικαίωμα νά προσπαθούμε νά έξαλειψουμε τά μέσα μέ τά όποια ό άνθρωπος προσπαθεί νά καθαριστεί άπ' την άπελπισία. Γιατί θά ' πρεπε νά φτάσουμε πρώτα στό σημείο, νά έξαλειψουμε αύτη τη φυσική και κρυμμένη παρόρμηση, αύτή τήν προσποιητή τάση τού άνθρώπου πού τόν ώθεί νά έφευρίσκει ένα μέσο, πού τού δίνει τήν ίόέα νά άναζητά ένα μέσο γιά νά γλυτώσει άπ' τά βάσανά του. Έπιπλέον, οί χαμένοι είναι άπ' τή φύση τους χαμένοι, όλες οί ιδέες περί ήθικής άναγέννησης δέ θά καταφέρουν τίποτα, ύπάρχει ΕΝΑΣ ΕΜΦΥΤΟΣ ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ, ύπάρχει άδιαφιλονίκητα τό άνίατο τής αύτοκτονίας, τού έγκλήματος, τής άνοησίας, τής τρέλας, ύπάρχει ένα άκατανίκητο κεράτωμα τού άνθρώπου, ύπάρχει μιά σαθρότητα τού χαρακτήρα, ύπάρχει ένας εύνουχισμός τού πνεύματος. Ή άφασία ύπάρχει, ή φυματίωση τού νωτιαίου ύπάρχει, ή συφιλιδική μηνιγγίτιδα, ή κλεψιά, ό σφετερισμός. Ή κόλαση ύπάρχει ήδη σ' αύτό τόν κόσμο και ύπάρχουν άνθρωποι πού είναι δυστυχισμένοι δραπέτες τής κόλασης, δραπέτες προορισμένοι νά ξαναρχίζουν ΑΙΩΝΙΑ τήν άπόδρασή τους. Μά άρκετά πάνω σ'. αύτό. Ό άνθρωπος είναι άθλιος, ή ψυχή είναι άδύναμη, ύπάρχουν άνθρωποι πού πάντοτε θά χάνονται. Λίγο ένδιαφέρουν τά μέσα τής άπώλειας· ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. 'Αποδείξαμε γιά τά καλά, στ' άλήθεια, πώς δέν είναι ικανή γιά τίποτα, πώς χάνει τόν καιρό της, άς μήν έπιμένει λοιπόν νά θέλει νά ριζώσουμε μές στήν ήλιθιότητά της. Και τελικά είναι ΒΛΑΒΕΡΗ.
ΑΡΤΩ 11
Γι' αύτούς πού τολμούν να κοιτάξουν κατάματα την άλήθεια, ξέρουμε άλλωστε τά άποτελέσματα της ποτοαπαγόρευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μιά ύπερπαραγωγή τρέλας: ή μπύρα στην κατάσταση τού αιθέρα, αλκοόλ παραφορτωμένο μέ κοκκαϊνη νά πουλιέται λαθραία, ή οινοποσία πολλαπλασιασμένη, κάτι σαν καθολική οίνοποσία. ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ, Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟΥ ΚΑΡΠΟΥ. Τά ίδια, γιά τό όπιο. Ή άπαγόρευση πού πολλαπλασιάζει την περιέργεια γιά τά ναρκωτικά δέν έχει μέχρι στιγμής ώφελήσει παρά τούς ύποστηρικτές τής ίατρικής, τής δημοσιογραφίας, τής λογοτεχνίας. 'Υπάρχουν άνθρωποι πού στήριξαν βρωμερές καί έπιτηδευμένες φήμες πάνω στήν ύποτιθέμενη άγανάκτησή τους κατά τής άκακης καί κατώτατης κάστας τών καταδικασμένων άπ' τά ναρκωτικά (άκακη σάν κατώτατη καί σάν παντοτινή έξαίρεση), αύτής τής μειονότητας τών καταδικασμένων τού πνεύματος, τής ψυχής, τής άρρώστειας. 'Α! πόσο ό όμφάλιος λώρος τής ήθικής είναι γερά δεμένος γιά πάρτη τους. 'Απ' τά γεννοφάσκιά τους, δέν έχουν, βλέπεις, ποτέ αμαρτήσει. Είναι ίδιοι οί άπόστολοι, είναι οί απόγονοι τών βοσκών. Μπορεί μονάχα ν' άναρωτηθεί κανείς άπό πού άντλούν τήν άγανάκτησή τους, καί πόσα κυρίως τσέπωσαν γι' αύτό τό πράγμα, καί έν πάση περιπτώσει τί τούς έχει άποφέρει αύτό. Καί άλλωστε τό ζήτημα δέν είναι αύτό. Στήν πραγμJQtτικότητα, αύτή ή μανία κατά τών τοξικών ούσιών, καθώς καί οί ήλίθιοι νόμοι πού άκολουθούν: Ιο Δέν φέρνουν κανένα άποτέλεσμα κατά τής ανάγκης τών τοξικών ούαιών^ ή όποία άνάγκη, κορεσμένη ή άκόρεστη, ύπάρχει έμφυτη στήν ψυχή, καί θά όδηγούσε σέ χειρονομίες δίχως άλλο άντι-κοινωνικές, ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΑΝ ΟΙ ΤΟΞΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΑΝ. 2ο. Εκτραχύνουν τήν κοινωνική άνάγκη τής τοξικής ού-
ΑΡΤΩ 12
oiaÇy και τή μετατρέπουν σέ κρυφό πάθος. 3ο Βλάπτουν την πραγματική άρρώστεια, γιατί έδώ βρίσκεται τό πραγματικό πρόβλημα, ό ζωικός κόμβος, τό επικίνδυνο σημείο: ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ, Η ΑΡΡΩΣΤΕΙΑ ΥΠΑΡΧΕΙ. Όλοι οί νόμοι, όλοι οί περιορισμοί, όλες οί έκστρατείες κατά των ναρκωτικών δέ θά καταλήξουν ποτέ παρά νά άφαιρέσουν άπ' τούς κακομοίρηδες τού άνθρώπινου πόνου, οί όποίοι στήν κοινωνική τους ύπόσταση έχουν άπερίγραπτα δικαιώματα, τόν καταλύτη τών βασάνων τους, μιά τροφή γι' αυτούς πιό θαυμάσια κι άπ' τό ψωμί, καί τό μέσο τέλος νά ξαναεισχωρήσουν μέσα στή ζωή. Προτιμότερη ή πανούκλα παρά ή μορφίνη, ούρλιάζει ή έπίσημη ίατρική, προτιμότερη ή κόλαση παρά ή ζωή. Δέν ύπάρχουν παρά ήλίθιοι τού είδους τού J-P Liausu^ (ό όποίος έπιπλέον είναι κι ένα άνίκανο έκτρωμα) γιά νά ύποστηρίζουν πώς πρέπει ν' άφήνουμε τούς αρρώστους νά σκληραγωγούνται μέσα στήν άρρώστεια τους. Κι έδώ είναι άλλωστε πού όλη ή χοντροκοπιά τού άνθρώπου δείχνει τό παιχνίδι πού παίζει καί παρέχει άπόλυτη έλευθερία: ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ, ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ, ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΚΑΛΟΥ. Αύτοκτονείστε, άπελπισμένοι, κι έσείς, βασανισμένοι τού σώματος καί τής ψυχής, χάστε κάθε έλπίδα. Δέν ύπάρχει πλέον γιά σάς παρηγοριά σ' αύτόν τόν κόσμο. Ό κόσμος ζεί άπ' τά νεκροταφεία σας. Καί σείς, φωτισμένοι τρελοί, ταβητικοί, καρκινοπαθείς, χρόνιοι μηνιγγιτιδικοί, είστε άκατανόητοι. Υπάρχει κάτι μέσα σας πού κανένας γιατρός δέ θά καταλάβει ποτέ, κι είναι αύτό τό κάτι πού γιά μένα σάς σώζει καί σάς καθιστά άξιοσέβαστους, καθαρούς, θαυμάσιους: είστε έξω άπ' τή ζωή, είστε πάνω άπ' τή ζωή, έχετε βάσανα πού ό συνηθισμένος άνθρωπος δέ γνωρίζει, ξεπερνάτε τό
ΑΡΤΩ 13
φυσιολογικό έπίπεδο και γι' αυτό οί άνθρωποι σας κρατούν κακία· δηλητηριάζετε τήν ήσυχια τους, είστε οι καταλύτες της σταθερότητας τους.. Έχετε άβάσταχτους πόνους ή ούσία τών όποιων είναι τό νά ' σαι άπροσάρμοστος σέ όποιαδήποτε γνωστή κατάσταση, ακατάληπτος· μές στις λέξεις σου. Έχετε πόνους συνεχείς και διαπεραστικούς, πόνους πού ύπερβαίνουν τή σκέψη, πόνους πού δέν βρίσκονται ούτε μέσα στό σώμα ούτε μέσα στην ψυχή, μά που βαστούν κι άπ' τά όνό. Κι έγώ, συμμερίζομαι τά βάσανά σας και σας ρωτώ: ποιός θά τολμούσε νά μάς δώσει τό καταπραϋντικό. Στ' όνομα ποιάς άνώτερης διαύγειας, πού είναι σκέτη ψυχή για μάς, έμάς πού είμαστε στήν ίδια τή ρίζα τής γνώσης καί τής διαύγειας. Κι αύτό, στ' όνομα τών συνεχών παρακλήσεών μας, στ' όνομα τής έπιμονής μας νά ύποφέρουμε. Εμάς πού ό πόνος μάς έκανε νά ταξιδεύουμε μέσα στήν ψυχή μας άναζητώντας ένα ήσυχο μέρος γιά νά πιαστούμε, άναζητώντας τή σταθερότητα μές στό κακό όπως οί άλλοι μές στό καλό. Δέν είμαστε τρελοί, είμαστε θαυμάσιοι γιατροί, γνωρίζουμε τήν ποσοτική άναλογία τής ψυχής, τής εύαισθησίας, τού μυαλού, τής σκέψης. Πρέπει νά μάς άφήσουν στήν ήσυχία μας, πρέπει ν' άφήσουμε στήν ήσυχία τους τούς άρρώστους, δέ ζητάμε τίποτα άπ' τούς άνθρώπους, δέν τούς ζητάμε παρά τήν άνακούφιση γιά τά βάσανά μας. Έχουμε άποτιμήσει καλά τή ζωή μας, ξέρουμε πώς έπιδέχεται περιορισμούς άπέναντι σέ άλλους, καί ίδίως άπέναντι σέ μάς τούς ίδιους. Ξέρουμε σέ ποιά συνειδητή άποχαύνωση, σέ ποιά άρνηση τού ίδιου τού έαυτού μας, σέ ποιές παραλυσίες τό κακό ριζικό μας καθημερινά μάς ύποχρεώνει. Δέ θ' αύτοκτονήσουμε άμέσως. Στό μεταξύ, άς μάς παρατήσουν ήσυχους. 7η Ιανουαρίου 1925 1. La Révolution Surréaliste, τεύχος 2. 2, Τό Νοέμβρη τού 1924, ό Jean-Pierre Liausu είχε έπιχειρήσει στήν Comœdia μιά έκστρατεία κατά τών έπιπτώσεων τής κοκκαίνης.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ^ Προτού ν' αύτοκτονήσω ζητάω νά μέ βεβαιώσει κάποιος ότι αύτό θά γίνει θά ' θελα νά ' μουνα βέβαιος γιά τό θάνατο. Ή ζωή δέ μού φαίνεται παρά σάν μιά συγκατάβαση στη φαινομενική διαύγεια τών πραγμάτων καί τήν ένωσή τους μέσα στό πνεύμα. Δέ νιώθω πιά τόν έαυτό μου σάν τό άναλλοίωτο σταυροδρόμι τών πραγμάτων, τό θάνατο πού γιατρεύει, γιατρεύει διαχωρίζοντάς μας άπ' τή φύση, άλλά άν δέν είμαι πιά τίποτε παρά ένα σύμπλεγμα πόνων όπου τά πράγματα δέ βρίσκουν πέρασμα; 'Αν αύτοκτονήσω, αύτό δέ θά γίνει γιά νά αύτοκαταστραφώ, άλλά γιά νά άνασυσταθώ, ή αύτοκτονία δέ θά ' ναι γιά μένα παρά ένα μέσο νά άνακτήσω βίαια τόν έαυτό μου, νά έπιχειρήσω μιά άγρια είσβολή μέσα στήν ύπαρξή μου νά ύπερβώ τήν άμφίβολη ύπεροχή τού Θεού. Μέ τήν αύτοκτονία, φέρνω ξανά τό σχήμα μου μέσα στή φύση, δίνω γιά πρώτη φορά στά πράγματα τή μορφή πού θέλω. 'Απελευθερώνομαι άπ' αύτή τήν τόσο άσχημα συναρμολογημένη διάρθρωση τών όργάνων μου μέ τό έγώ μου, κι ή ζωή δέν είναι πιά γιά μένα μιά παράλογη συγκυρία όπου σκέφτομαι αύτό πού μού δίνουν νά σκεφτώ. Διαλέγω πιά τή σκέψη μου καί τήν κατεύθυνση τών δυνάμεών μου, τών τάσεών μου, τής πραγματικής μου ύπαρξης. Τοποθετούμαι άνάμεσα στό ώραίο καί τό άσχημο, τό καλό καί τό κακό. Κρεμιέμαι χωρίς κλίση, ούδέτερος, βασανιζόμενος άπό τήν ίσορροπία τών καλών καί τών κακών παρορμήσεων. Γιατί ή ζωή ή ίδια δέν είναι μιά λύση, δέν ύπάρχει στή ζωή καμιά έκλογή, καμιά συγκατάθεση, κανένας καθορισμός. Δέν είναι παρά μιά σειρά άπό έπιθυμίες καί
ΑΡΤΩ 15
άντίρροπες δυνάμεις, μικρές άντιφάσεις πού έχουν κατάληξη, ή άποτυγχάνουν άνάλογα μέ τις περιστάσεις μιάς μιοερής συγκυρίας. Τό κακό έχει άνισα κατασταλάξει μέσα σέ κάθε άνθρωπο, όπως ή μεγαλοφυία, όπως ή τρέλα. Τό καλό όπως και τό κακό είναι τό προϊόν τών περιστάσεων και μιάς λίγο-πολύ δραστικής μαγιάς. Είναι βέβαια ποταπό νά είσαι δημιουργημένος, νά ζεις, νά αισθάνεσαι τόν έαυτό σου μέχρι μέσα στις πιό μικρές κρυψώνες, μέχρι μέσα στις πιό άδιανόητες διακλαδώσεις τού άμετάθετα προσδιορισμένου είναι σου. Δέν είμαστε παρά δένδρα πάνω άπ' όλα, και είναι ίσως γραμμένο σέ μιά κάποια γωνιά τού δένδρου της φυλής μου πώς θά αύτοκτονήσω, μιά όρισμένη μέρα. 'Ακόμα κι ή ιδέα τής έλευθερίας τής αύτοκτονίας πέφτει σάν ένα κομμένο δένδρο. Δέ δημιουργώ μήτε τό χρόνο, μήτε τόν τόπο, μήτε τις περιστάσεις τής αύτοκτονίας μου. Δέν έπινοώ κάν τήν ιδέα της πώς θά ένιωθα τήν έκτέλεσή της; Μπορεί αύτή τή στιγμή νά διαλύεται τό είναι μου, μά άν παραμείνει άνέπαφο, μέ ποιόν τρόπο θ' άντιδράσουν τά κατεστραμμένα μου όργανα, μέ ποιά άπίθανα όργανα θά καταγράψω τό σπαραγμό μου; Νιώθω τό θάνατο νά ρέει σά χείμαρρος πάνω μου, σάν τό στιγμιαίο σκίρτημα ένός κεραυνού πού τή δύναμή του δέν μπορώ νά συλλάβω. Νιώθω τό θάνατο φορτωμένο μέ ήδονές, μέ στροβιλικούς δαιδάλους. Τί διαλογίζεται τό είναι μου μέσα σ' όλα αυτά; 'Αλλά νά, ξαφνικά ό Θεός σάν μιά γροθιά, σάν ένα κοφτερό δρεπάνι φώς. Αποχωρίστηκα μέ τή θέλησή μου τή ζωή, θέλησα νά σκαρφαλώσω ξανά πάνω στή μοίρα μου! Αύτός ό Θεός μ' έκανε ότι ήθελε μέχρι παραλογισμού· μέ κράτησε ζωντανό μέσα σ' ένα κενό άπό άπαρνήσεις, άπό μανιασμένες άρνήσεις τού ίδιου τού έαυτού μου, κατέστρεψε μέσα μου μέχρι και τις μικρότερες ώθήσεις τής δια-
ΑΡΤΩ 16
νοητικής ζωής, τής αισθητής ζωής. Μέ κατάντησε νά είμαι σαν ένα μηχάνημα πού περπατάει, ένα μηχάνημα όμως πού θά αισθανόταν τό ρήγμα τής άσυνειδησίας του. Και νά πού θέλησα νά δείξω ότι ζώ, θέλησα νά συνδεθώ ξανά μέ τήν πολύβουη παρουσία των πραγμάτων, θέλησα νά συντρίψω τή μοίρα μου. Κι έκείνος ό Θεός τί έχει νά πεί; Δέν αισθανόμουνα τή ζωή, ή κυκλοφορία κάθε ήθικής ίδέας ήταν γιά μένα σάν ένας ξεραμένος ποταμός. Ή ζωή δέν ήταν γιά μένα ένα άντικείμενο, ένα σχήμα· είχε γίνει γιά μένα μιά σειρά άπό συλλογισμούς. Συλλογισμούς όμως πού έπεφταν στό κενό, συλλογισμούς πού δέν όδηγούσαν πουθενά, πού ήταν μέσα μου σάν πιθανές «σκιαγραφήσεις» πού ή βούλησή μου δέν έφτανε νά όλοκληρώσει. Μάλιστα γιά νά φτάσω στήν κατάσταση τής αύτοκτονίας, πρέπει νά προσμένω τήν έπιστροφή τού έγώ μου, μού χρειάζεται ή έλεύθερη κίνηση όλων τών άρθρώσεων τού είναι μου. Ό Θεός μ' έταξε μές στήν άπελπισία σάν σ' έναν άστερισμό άπό άδιέξοδα τού όποίου ή άντινοβολία καταλήγει σέ μένα. Δέν μπορώ μήτε νά πεθάνω, μήτε νά ζήσω, μήτε νά μήν έπιθυμώ νά πεθάνω ή νά ζήσω. Κι όλοι οί άνθρωποι είναι σάν καί μένα. 1. Le Disque Vert, 3ος χρόνος, τεύχος 1, 4η σειρά, Γενάρης 1925. Αυτό τό τεύχος τιτλοφορείται: Γιά τήν αυτοκτονία.
ΠΡΟΣΕΛΘΕΤΕ^ 'Αφήστε τις σπηλιές της ύπαρξης. Ελάτε. Τό πνεύμα πνέει έξω από τό πνεύμα. Είναι καιρός νά έγκαταλείψετε τά καταλύματα σας. Ύποκύψτε στην Παντοδύναμη Σκέψη. Τό Θαυμαστό βρίσκεται στή ρίζα τού πνεύματος. Καταγόμαστε από τά ένδότερα τού πνεύματος, άπ' τό έσωτερικό τού κεφαλιού μας. Ιδέες, λογική, τάξη, 'Αλήθεια (μ' ένα μεγάλο Α), Λόγο, όλα τά δίνουμε στό μηδέν τού θανάτου. Προσοχή στις λογικές δέν ξέρετε μέχρι πού τό μίσος γιά τή λογική μπορεί νά μάς όδηγήσει. Δέν είναι παρά άπό μιά άποπλάνηση τής ζωής, άπό μιά άναστολή πού έπιβλήθηκε στό πνεύμα, πού μπορούμε νά καθορίσουμε τή ζωή μέσα στήν ύποτιθέμενα πραγματική της φυσιογνωμία, μά ή πραγματικότητα δέ βρίσκεται σ' αύτό. Γι' αύτό καί μάς πού σκοπεύουμε μιά κάποια αιωνιότητα, ύπερπραγματική, έμάς πού έδώ καί καιρό δέ θεωρούμε πιά τόν έαυτό μας μέσα στό παρόν, έμάς πού είμαστε μέσα μας σάν οί πραγματικές μας σκιές, δέν πρέπει νά έρχόσαστε νά μάς ένοχλείτε μές στό πνεύμα. Όποιος μάς κρίνει, δέ γεννήθηκε στό πνεύμα, σ' αύτό τό πνεύμα πού θέλουμε νά ζήσουμε καί πού γιά μάς είναι έξω άπ' αύτό πού έσείς άποκαλείτε πνεύμα. Δέν πρέπει νά στρέψουμε πολύ τήν προσοχή μας πάνω στίς άλυσίδες πού μάς συνδέουν μέ τήν άπολιθωτική άνοησία τού πνεύματος. Πιάσαμε ένα καινούργιο θήραμα. Οί ούρανοί άπαντούν στήν άνόητα παράλογη στάση μας. Αύτή ή συνήθεια πού έχετε νά γυρίζετε τήν πλάτη στά έρωτήματα, δέ θά έμποδίσει τούς ούρανούς ν' άνοίξουν τήν καθορισμένη μέρα, καί μιά νέα γλώσσα νά έγκατασταθεί άνάμεσα στά άνόητα παζάρια σας, έννοούμε τά άνόητα παζάρια τής σκέψης σας.
ΑΡΤΩ 18
Υπάρχουν σημάδια μές στη Σκέψη. Ή στάση μας τού παραλογισμού και τού θανάτου είναι ή καλύτερη στάση δεκτικότητας. Μέσα άπ' τις χαραμάδες μιάς πραγματικότητας από δώ και πέρα αβίωτης, μιλάει ένας κόσμος ηθελημένα σιβυλλικός. 1. La Révolution Surréaliste, 15 'Απρίλη 1925. Γενικός τίτλος τού τεύχους: 1925: ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΛΝ1ΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ.
ΟΝΕΙΡΟ' I Ήταν ένας έναέριος κινηματογράφος. 'Από τό ύψος ένός άκινητου αεροπλάνου κινηματογραφούσαμε τό πέταγμα μιάς συσκευής άκριβείας πού ήξερε καλά τή δουλειά της. Ό αέρας γέμιζε από ένα ύπόκωφο πέτρινο βούισμα όμοιο μέ τό φώς πού τόν κατέκλυζε. Μα ό φωτισμός μερικές φορές δέν έβρισκε τή συσκευή. Στό τέλος, δέ μείναμε παρά δυό ή τρεις πάνω στά φτερά τής μηχανής. Τό άεροπλάνο πλανιόταν στόν ούρανό. Ένιωθα σά νά ' μουνα μέσα σέ μιά μισερή ισορροπία. Μά όπως ή συσκευή άναποδογύριζε, χρειάστηκε νά κάνουμε ένα γύρο στό κενό πιασμένοι σέ κρίκους. Στό τέλος ή έπιχειρηση πέτυχε, άλλά οι φίλοι μου φύγανε· δέν έμεναν παρά οί άρχιμηχανικοί πού έκαναν τά τρυπάνια τους νά στριφογυρίζουν στό κενό. Κείνη τή στιγμή, ένα άπ' τά δυό σύρματα έσπασε: - Σταματήστε, φώναξα, πέφτω! Είμαστε πεντακόσια μέτρα άπ' τό έδαφος. -Υπομονή, μού άποκρίθηκαν, είσαστε γεννημένος γιά νά πέφτετε. Έπρεπε ν' άποφύγουμε νά περπατάμε πάνω στά φτερά τής μηχανής. Ωστόσο τά ' νιωθα στερεά κάτω άπ' τά πόδια μου. - 'Αν πέσω, ούρλιαξα, ξέρω καλά ότι δέν ξέρω νά πετάω. Ενιωσα πώς όλα τρίζανε. Μιά κραυγή: Φέρτε τά «κοφτήρια»! Κι άμέσως φαντάστηκα ότι μιά ξυραφιά άπό λάσσο άρπαξε τά σκέλη μου, τό άεροπλάνο έγκατέλειπε τά πόδια
ΑΡΤΩ 20
μου, και 'γώ κρεμασμένος στό κενό, μέ τά πόδια στό ταβάνι. Ποτέ δέν έμαθα άν έγινε στ' άληθεια. II Κι αμέσως, έφθασα στήν άναμενόμενη γαμήλια τελετή. Ήταν ένας γάμος όπου δέν πάντρευαν παρά μονάχα παρθένες, συναντούσες όμως κι άρτίστες^ και πόρνες· και γιά νά φτάσεις στήν παρθένα, έπρεπε νά περάσεις ένα μικρό ποτάμι, ένα ρυάκι τριγυρισμένο άπό καλαμιές. Τότε οι άντρες κλείνονταν μαζί μέ τίς παρθένες καί μέ μιάς ρίχνονταν πάνω τους. Μιά άνάμεσα στίς άλλες, ή πιό παρθένα είχε ένα καρρό φωτεινό φόρεμα καί μαλλιά μπούκλες. Ένας γνωστός ήθοποιός τήν είχε κατακτήσει. Ήταν κοντούλα κι άρκετά δυνατή. Λυπήθηκα πού δέ μ' άγαπούσε. Η κάμαρα μέσα στήν όποία τή βάλανε είχε μιά πόρτα πού δέν έκλεινε καλά, καί μέσα άπό τή χαραμάδα τής πόρτας παρακολούθησα τήν παράδοσή της. Ήμουνα άλλωστε άρκετά μακριά άπό τή χαραμάδα, άλλά άπ' όλους όσους βρίσκονταν μέσα στήν αίθουσα κανένας άλλος έκτός άπό μένα δέν ήταν άπασχολημένος μέ ό,τι συνέβαινε μέσα στήν κάμαρα. Τήν έβλεπα κιόλας γυμνή καί όρθια, καί άπορούσα πώς ή άδιαντροπιά της ήταν τυλιγμένη μές στή δροσιά καί σ' ένα είδος άκλόνητης άπόφασης. Ένιωθε πολύ γυναίκα άλλά σάν κάτι άπολύτως φυσικό καί κανονικό αύτήν έδώ τή στιγμή: ήταν μαζί μ' ένα νεαρό σύζυγο. Καί έτσι τήν άκολουθήσαμε άπό πίσω μέ τή βάρκα. III Ήμασταν τρείς μέ καλογερίστικο ράσο, καί γιά νά ταιριάζει μ' αύτή τού καλόγερου τήν άμφίεση ό Μάξ Ζακόμπ έφτασε ντυμένος μέ κοντό μανδύα. Ήθελε νά μέ συμφιλιώσει μέ τή ζωή, μέ τή ζωή ή μέ αύτόν τόν ίδιο, κι ένιωθα κάπου μπ;ροστά μου τή νεκρή μάζα τών λόγων του.
ΑΡΤΩ 21
Πρωτύτερα κολλήσαμε σε κάποιες γυναίκες. Τις ξαπλώσαμε πάνω στά τραπέζια, στή γωνιά στις καρέκλες, στις σκάλες κι ήταν μιά άπ' αύτές ή άδελφή μου. Οι τοίχοι ήταν μαύροι, οι πόρτες ξεχώριζαν καθαρά, κι άφηναν νά διαπερνούν άνταύγειες άπ' τά ύπόγεια. Όλος ό διάκοσμος ήταν μιά άναλογία ήθελημένη και δημιουργημένη. Ή άδελφή μου είχε ξαπλώσει πάνω σ' ένα τραπέζι, ήταν κιόλας έγκυος και φορούσε πολλά πανωφόρια. Βρισκόταν όμως σ' ένα άλλο έπίπεδο άπό μένα σ' ένα άλλο πλάνο άπ' ότι έγώ. 'Υπήρχαν τραπέζια και πόρτες φωτεινές, σκάλες. Αισθάνθηκα πώς όλα αύτά ήταν άσχημα. Και πώς είχαμε φορέσει μακριές φορεσιές γιά νά σκεπάσουμε τήν άμαρτια μας. Τότε ή μάνα μου έφτασε ντυμένη τή φορεσιά τής παπαδιάς. Φοβήθηκα μήπως δέν έρχόταν. Μά ό κοντός μανδύας τού Μάξ Ζακόμπ μαρτυρούσε πώς δέν ύπήρχε πιά τίποτε νά κρύψουμε. Φορούσε δυό μανδύες, τόν ένα πράσινο και τόν άλλο κίτρινο, κι ό πράσινος ήταν πιό μακρύς άπ' τόν κίτρινο. Φανερώθηκαν ό ένας μετά τόν άλλο. Συμβουλευθήκαμε τά χαρτιά μας. 1. "Απόσπασμα άπό τά Ονειρα πού δημοσιεύθηκαν στό περιοδικό La Révolution Surréaliste, τεύχος 3.
ΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΡΥΤΑΝΕΙΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ^ Κύριε Πρύτανυ, Μες στη στενή στέρνα πού αποκαλείτε «Σκέψη», οί πνευματικές ακτίνες σαπίζουν όπως τ' άχυρο. 'Αρκετά μέ τά λογοπαίγνια, άρκετά μέ τά συντακτικά τερτίπια, άρκετά μέ τίς ταχυδακτυλουργίες των τύπων, τώρα μάς μένει νά βρούμε το μεγάλο Νόμο της καρδιάς, τό Νόμο πού δέν είναι νόμος, μιά φυλακή, μά ένας όδηγός γιά τό Πνεύμα χαμένος μέσα στόν ίδιο του τό λαβύρινθο. Πιό μακριά άπ' όσο ή έπιστήμη θά μπορούσε ποτέ νά φτάσει, έκεί όπου οί άκτίνες τής λογικής διαθλώνται μέσα στά σύννεφα, αύτός ό λαβύρινθος ύπάρχει, σαν τό κέντρο όπου συγκλίνουν όλες οί δυνάμεις τής ύπαρξης, οί έσχατες διακλαδώσεις τών νεύρων τού Πνεύματος. Μέσα σ' αύτό τό δαίδαλο μέ τά κινούμενα τείχη πού όλο μετακινούνται, έξω άπ' όλες τίς γνωστές μορφές τής σκέψης, τό Πνεύμα μας κινείται, κατασκοπεύοντας τίς πιό μυστικές καί αύθόρμητες κινήσεις του, έκείνες πού έχουν ένα χαρακτήρα άποκάλυψης, αύτό τόν άέρα πού ήρθε άπό άλλού, σταλμένος άπ' τόνούρανό. 'Αλλά ή γενιά τών προφητών έχει σβήσει. Η Εύρώπη γίνεται κρύσταλλο, γίνεται σιγά-σιγά μιά μούμια κάτω άπ' τίς γάζες τών συνόρων της, τών έργοστασίων της, τών δικαστηρίων της, τών πανεπιστημίων της. Τό Πνεύμα παγωμένο σπάει μέσα στίς μεταλλικές σανίδες πού τό περισφίγγουν. Τό λάθος βρίσκεται μέσα στά μουχλιασμένα σας συστήματα, στή λογική τού 2 καί 2 κάνουν 4, τό λάθος είναι όλότελα δικό σας, κύριοι Πρυτάνεις, πού πιαστήκατε
ΑΡΤΩ 23
μές στά δίχτυα τών συλλογισμών. Κατασκευάζετε μηχανικούς, δικαστές, γιατρούς από τούς όποιους διαφεύγουν τά αληθινά μυστήρια τού σώματος, οί κοσμικοί νόμοι της ύπαρξης, ψευτο-σοφούς τυφλούς μές στό ύπερπέραν, φιλόσοφους πού διατείνονται νά ξαναφτιάξουν τό Πνεύμα. Κι ή πιό μικρή πράξη αύθόρμητης δημιουργίας είναι ένας κόσμος πολύ πιό σύνθετος καί άποκαλυπτικός άπό όποιαδήποτε μεταφυσική. Παρατήστε μας λοιπόν ήσυχους. Κύριοι, είστε σκέτοι σφετεριστές. Μέ ποιό δικαίωμα έπιδιώκετε νά κατευθύνετε τή νόηση, ν' άπονείμετε διπλώματα τού Πνεύματος; Δέν έχετε ίδέα γιά τό Πνεύμα, άγνοείτε τίς πιό κρυφές καί ούσιαστικές διακλαδώσεις του, αύτά τά άρχαϊκά άποτυπώματα πού είναι τόσο κοντά στίς πηγές τού έαυτού μας, αύτά τά ίχνη πού πολλές φορές κατορθώνουμε ν' άνακαλύψουμε πάνω στά πιό σκοτεινά στρώματα τού έγκεφάλου μας. Στό ίδιο τό όνομα τής λογικής σας, σάς λέμε: Ή ζωή βρωμάει. Κύριοι. Κοιτάξτε γιά μιά στιγμή τά πρόσωπά σας, γιά παρατηρείστε τά παρασκευάσματά σας. Μέσα άπ' τό κόσκινο τών διπλωμάτων σας, βγαίνει μιά νεότητα λιπόσαρκη, χαμένη. Είστε ή πληγή ένός κόσμου. Κύριοι, καί τόσο τό καλύτερο γι' αύτό τόν κόσμο, άλλά άς μή θεωρεί τόν έαυτό του τήν κεφαλή τής άνθρωπότητας. 1. La Révolution Surréaliste, τεύχος 3,15 'Απριλίου 1925.
Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ^ Τό γεγονός μιας σουρρεαλιστικής έπανάστασης μέσα στα πράγματα μπορεί νά έφαρμοστεί σ' όλες τις καταστάσεις του πνεύματος, σ'όλα τά είδη της ανθρώπινης δραστηριότητας, σ' όλες τις σχετικές μέ τό πνεύμα καταστάσεις τού κόσμου, σ' όλα τά κατεστημένα της ηθικής, σ' όλες τις τάξεις τού πνεύματος. Αύτη ή έπανάσταση άποβλέπει σέ μιά γενική ύποτιμηση τών άξιών, στόν έκφυλισμό τού πνεύματος, στόν περιορισμό τού προφανούς, σέ μιά άπόλυτη και άνανεωμένη σύγχυση τών γλωσσών, στήν άνισοπέδωση τής σκέψης. Σκοπεύει στή ρήξη και τή δυσφήμηση τής λογικής, πράγματα πού θά έπιδιώκει μέχρι τήν κατάλυση τών πρωτόγονων όχυρωμάτων της. Σκοπεύει στήν αύθόρμητη άνακατάταξη τών πραγμάτων σύμφωνα μέ μιά βαθύτερη και λεπτότερη τάξη, πού ' ναι άδύνατο νά διαφωτιστεί μέ τά μέσα τής τρέχουσας λογικής, μά μιά τάξη παρόλα αύτά, ποιός ξέρει μέ ποιά έννοια έντιληπτή, όμως ώστόσο άντιληπτή, μιά τάξη πού δέν άνήκει όλότελα στό θάνατο. 'Ανάμεσα στόν κόσμο καί μάς ή ρήξη είναι καλά έδραιωμένη. Δέ μιλάμε γιά νά μάς καταλάβουν, άλλά μονάχα στό έσωτερικό τού έαυτού μας, μέ τά αύλάκια άγωνίας, μέ τήν κόψη ένός μανιασμένου πείσματος, γυρίζουμε, χτυπάμε τήν ίσοπέδωση τής σκέψης. Τό κεντρικό γραφείο τών σουρρεαλιστικών έρευνών άγω-
ΑΡΤΩ 25
νίζεται μ' όλες του τις δυνάμεις γι' αύτη τήν ανακατάταξη της ζωής. Πάμε νά έγκαθιδρύσουμε μιά ολόκληρη φιλοσοφία τού σουρρεαλισμού ή κάτι πού νά μπορεί νά τήν άναπληρώσει. Δέν πρόκειται για νά λέμε τήν άλήθεια νά έδραιώσουμε κανόνες, άρχές, άλλά νά βρούμε: Ιο μέσα σουρεαλιστικής έρευνας στήν καρδιά τής σουρρεαλιστικής σκέψης 2. νά καθορίσουμε σημάδια, μέσα άναγνώρισης, όδηγίες, νησίδες. Μπορούμε, όφειλουμε νά παραδεχτούμε μέχρις ένός σημείου ένα μυστικισμό σουρρεαλιστικό, μιά όρισμένη τάξη άπό πιστεύω διαπλάτυνσης έν σχέσει μέ τήν τρέχουσα λογική, πλήν όμως πιστεύω καλά προσδιορισμένα, πού άγγίζουν καλά καθορισμένα σημεία τού πνεύματος. Ό σουρρεαλισμός περισσότερο άπό τά πιστεύω του, καταγράφει μιά όρισμένη τάξη παρορμήσεων. Ό σουρρεαλισμός πάνω άπ' όλα είναι μιά πνευματική κατάσταση, δέν προσφέρει συνταγές. Τό πιό σημαντικό πράγμα είναι νά βρείς τή θέση σου μέσα στό νεύμα. , Κανένας σουρρεαλιστής δέ βρίσκεται στόν κόσμο, δέ βασίζεται στό παρόν, δέν πιστεύει στήν άποτελεσματικότητα ένός πνεύματος-σπηρουνιού, ένός πνεύματος-λαιμητόμου, ένός πνεύματος-δικαστή, ένός πνεύματος-γιατρού, καί χωρίς άλλο οί έλπίδες του στηρίζονται στό πνεύμα. Ό σουρρεαλισμός έχει κρίνει τό πνεύμα. Δέν έχει αίσθήματα πού ν' αποτελούν μέρος τού έαυτού του, δέν άναγνωρίζει γιά τόν έαυτό του καμιά σκέψη. Ή σκέψη του δέν κατασκευάζει κανένα κόσμο στόν όποίο δικαιωματικά νά άνήκει. Δέν έλπίζει νά πλήξει τό πνεύμα. 'Αλλά τέλος πάντων βρίσκεται μέσα στό πνεύμα, άπ' τόν
ΑΡΤΩ 26
έσωτερικό του κόσμο είναι πού κρίνει τόν έαυτό του, καί μπροστά στή σκέψη του ό κόσμος δέ βαρύνει ιδιαίτερα. 'Αλλά μέσα στό διάκενο κάποιας απώλειας, κάποιας προσωπικής έλλειψης, κάποιας στιγμιαίας αναρρόφησης τού πνεύματος, θά δεί νά φανερώνεται τό λευκό κτήνος, τό ύαλώδες κτήνος πού διανοείται. Γι' αύτό κι είναι ένα Κεφάλι, είναι τό μόνο Κεφάλι πού βαπτίζεται μέσα στό παρόν. Στ' όνομα τής έσωτερικής του έλευθερίας, στ' όνομα τών άξιώσεων γιά προσωπική είρήνη, τελειότητα, καθαρότητα, φτύνει πάνω στά μούτρα σου, κόσμε πού ' χεις άφεθεί στήν ξεραμένη λογική, στό βρωμερό μιμητισμό τών αίώνων, πού ' χτισες κατοικίες γιά τίς λέξεις σου καί έγκαθίδρυσες καταλόγους γιά τίς άρχές σου άπ' όπου τό έξωπραγματικό πνεύμα δέν μπορεί πιά νά μήν έκραγεί, τό μόνο πού ' χει τή δύναμη νά μάς άποδεσμεύσει.
Αυτές oi σημειώσεις που οί άνόητοι θά κρίνουν άπ' την πλευρά τής σοβαρότητας κι οί πονηροί άπ' την πλευρά τής γλώσσας είναι ένα άπ* τά πρώτα υποδείγματα, μιά άπό τίς πρώτες όψεις αύτού πού έννοώ μέ τήν Σύγχυση τής γλώσσας μου. Απευθύνεται στούς πνευματικά συγχυσμένους, & αύτούς πού ' γιναν άφασικοί άπό τήν άνάσχεση τής γλώσσας. Νά όμως σημειώσεις πού βρίσκονται στό κέντρο τού στόχου τους. Έόώ ή σκέψη χάνει τά νερά της, έόώ τό πνεύμα άποκαλύπτει τά μέλη του. Σημειώσεις άνόητες, σημειώσεις στοιχειώδεις, όπως λέει αυτός ό άλλος, σημειώσεις «μέσα στις άρθρώσεις τής σκέψης τους». Σημειώσεις όμως άληθινά λεπτές. Ποιό καλοβαλμένο πνεύμα δέ θ' άνακαλύψει έδώ ένα άδιάκοπο άνασήκωμα τής γλώσσας, ένα τάνυσμα ύστερα άπ' τήν έλλειψη, τή γνώση τού έλιγμού, τήν άποδοχή τής κακής διατύπωσης. Σημειώσεις πού περιφρονούν τή
ΑΡΤΩ 27
γλώσσα, πού φτύνουν κατάμοντρα τή σκέψη. Ωστόσο άνάμεσα στις χαραμάδες μιάς κακοφτιαγμένης άπό τον άνθρωπο σκέψης, άνισα άποκρνσταλλωμένης, λάμπει μιά θέληση νοήματος, 'Η θέληση νά φανερώσεις τις ύπεκφνγές ένός πράγματος κακοφτιαγμένον, μιά θέληση πίστης. Εδώ χωράει μιά ορισμένη Πίστη, αλλά άς μ' άκούσονν οί κοπρολαλικοί, οί άφασικοί, και γενικά όλοι οί άποδιοπομπαίοι τών λέξεων και τού λόγου, οί παρίες της Σκέψης, Δ έ μιλάω παρά γι' αύτούς. 1. La Révolution Surréaliste, τεύχος 3.
ΚΑΙ ΝΕΟ ΓΡΑΜΜΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ^ Αγαπητέ.... Αύτή ή εποχή είναι γιά μένα βρώμικη, κι άλλωστε όλες οι έποχές είναι άπαίσιες στήν κατάσταση πού βρίσκομαι. Δέν μπορείτε νά φανταστείτε σέ ποιό βαθμό έχω στερηθεί τίς ίδέες. Δέν έχω κάν τίς ίδέες πού θά μπορούσαν νά ταιριάζουν μέ τη σάρκα μου, μ' αύτή τήν κατάστασή μου τού σκέτου ζώου, πού έχει ύποταχθεί στά πράγματα καί πού άναπηδάει σέ κάθε έπαφή μαζί τους. Ό σ ο γιά τό διανοητικό ζώο άς μή μιλάμε καθόλου. Αύτό πού θαυμάζω, αύτό πού λαχταρώ είναι τό διανοητικό ζώο πού ψάχνει, μά πού δέν ψάχνει γιά νά ψάχνει. Τό ζώο πού ζεί. Δέν πρέπει τό όλο σύστημα τής συνείδησης νά χαλάσει. Αύτό πού μέ κάνει νά γελώ μέ τούς άνθρώπους, μ' όλους τούς άνθρώπους είναι πώς δέ φαντάζονται ότι τό συνειδησιακό τους σύστημα χαλάει· σ' όποιαδήποτε διανοητική διεργασία καί νά άφεθούν είναι βέβαιοι γιά τό σύστημά τους. Αύτό τό σύστημα πού γεμίζει κάθε σχισμάδα άπό τίς πιό μικρές, άπό τίς πιό άνυποψίαστες διεργασίες τους, σ' όποιο στάδιο φωτισμού καί έξέλιξης μέσα στό πνεύμα καί άν έπιτεύχθηκαν, αύτές οί διεργασίες. Δέν πρόκειται γι' αύτό, δέν πρόκειται καθόλου γι' αύτό. Γιατί άν θά ' πρεπε πάντα νά σκεφτόμασταν γιά τή σκέψη μας, έπόμενο είναι νά μήν ύπάρχει μέσο γιά νά σκεφτούμε, νά μήν μπορούμε ν' άφοσιωθούμε σέ μιά διανοητική διεργασία άνώτερη άπ' αύτό πού είναι άκριβώς ή σκέψη. Κι όχι ή άφίδρωση, ή έκκριση τού πνεύματος, άλλά ό μηχανισμός αύτής τής άφίδρωσης. Νομίζω πώς άρκετά τούς έπρηξα τούς άνθρώπους περιγράφοντας τήν πνευματική μου κα-
ΑΡΤΩ 29
τάσταση, τή φριχτή μου ψυχική κενότητα, και σκέφτομαι πώς έχουν δικαίωμα νά περιμένουν άπό μένα κάτι άλλο και όχι φωνές άδυναμιας και τήν άπαρίθμηση τών άνικανοτήτων μου, ειδάλλως νά σωπάσω. Μά τό πρόβλημα είναι ίσα-Ισα ότι ζώ. Αύτό πού είναι ίκανό ν' άποσπάσει τούς άνθρώπους άπ' τή γή τους, άπ' αυτή τή γή πού ' χει πήξει άπό ένα πνεύμα κλεισμένο στό καβούκι του, είναι αύτό πού βγαίνει άπό τό πεδίο τής καθαυτό σκέψης, έκείνο πού γιά μένα ύπερβαίνει κάθε πνευματική σχέση. Λές καί είμαι ένας τυφλός άνάμεσα στίς ίδέες, κάθε θεωρία πού δέ θά ήταν 'χειροπιαστή, κάθε άπλή διακίνηση τών γνωστών φαινομένων μού είναι άπαγορευμένη, άλλά γιά νά δούμε τά πράγματα άπό κοντά τό κακό είναι πώς δέ βλέπω πιά τήν καινοτομία ή καλύτερα τήν άναγκαιότητα όποιασδήποτε διανοητικής διεργασίας. Δέν ύπάρχει σύγκρουση μέσα στό πνεύμα πού νά μού φαίνεται σάν τό άποτέλεσμα μιάς Ίόέας, δηλαδή μιάς δυναμωτικής άνάφλεξης τών καινούργιων δυνάμεων. Βρίσκομαι στό σημείο όπου δέν αίσθάνομαι πιά τίς ίδέες σάν ίδέες, σάν συναντήσεις πνευματικών πραγμάτων πού έχουν μέσα τους τό μαγνητισμό, τό γόητρο, τή λάμψη τής άπόλυτης πνευματικότητας, άλλά σάν σκέτα άθροίσματα τών άντικειμένων. Δέν τίς νιώθω πιά, δέν τίς βλέπω πιά, δέν έχουν πιά τή δύναμη νά μέ κλονίσουν όπως είναι, καί γι' αύτό πιθανόν τίς άφήνω νά περνούν μέσα μου χωρίς νά τίς άναγνωρίζω. Τό συνειδησιακό μου σύστημα έχει διαλυθεί. Έχω χάσει τό πνευματικό συναίσθημα, τό συναίσθημα τού τί είναι καθαρά άντιληπτό, ή τό άντιληπτό στροβιλίζεται μέσα μου σάν ένα σύστημα άπόλυτα άποχωρισμένο πού έπειτα ξαναγυρίζει στή σκιά του. Καί σέ λίγο ή αίσθηση σβήνει. Καί πλέει σάν ξέφτια άπό μικρές σκέψεις, μιά περιγραφική έκλαμψη τού κόσμου, καί ποιού κόσμου! Καί στό μέσο αύτής τής άκατανόμαστης άθλιότητας ύπάρχει ή θέση μιάς άλαζονείας, πού λές καί είναι μιά όψη
ΑΡΤΩ 30
της συνείδησης. Είναι, άν θέλουμε, ή γνώση διαμέσου τού κενού, κάτι σά μιά σιγανή κραυγή πού έκεί πού άνεβαίνει κατεβαίνει. Τό πνεύμα μου είναι άνοιγμένο άπ' τήν κοιλιά, κι είναι άπό κάτω πού συσσωρεύει μιά σκοτεινή καί άνερμήνευτη έπιστήμη, γεμάτη άπό ύπόγειες παλίρροιες, άπό κούφια θεμέλια, άπό μιά παγωμένη άναταραχή. 'Ας μή τά θεωρήσουμε αύτά σκέτες είκόνες. Θά ' ταν πρτιμότερο νά ' ναι ή μορφή μιάς άποτρόπαιης γνώσης. Διαμαρτύρομαι όμως μόνο καί μόνο γιά όποιον μού έπιτιμά τή σιωπή, όμως μιά σιωπή πνευματική τολμώ νά πώ, μιά σιωπή όμοια μέ τή συσταλμένη μου προσδοκία. 1. La Révolution Surréaliste τεύχος 5, 15 Οκτώβρη 1925.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΑΡΚΑΣ^ Συλλογιέμαι τή ζωή. Ό λ α τά συστήματα πού θα μπορέσω νά οικοδομήσω δέ θ' άντισταθμισουν ποτέ τις κραυγές ένός άνθρώπου πού πασχίζει νά ξαναφτιάξει τή ζωή του. 'Οραματίζομαι ένα σύστημα-όπου ολόκληρος ό άνθρωπος θά ' χε θέση, ό άνθρωπος μέ τήν ύλική του σάρκα και τή μεγαλοσύνη του, τή διανοητική προβολή τού πνεύματός του. Πρέπει νά συμπεριλάβουμε σ' αύτά κατά τή γνώμη μου, πάνω άπ' όλα, τόν άκατανόητο μαγνητισμό τού άνθρώπου, αύτό πού, έλλείψει μιάς πιό χτυπητής έκφρασης, είμαι ύποχρεωμένος νά όνομάσω δύναμη τής ζωής του. Αύτές οί άπροσδιόριστες δυνάμεις πού'^μέ πολιορκούν, θά χρειαστεί μιά μέρα νά τίς ύποδεχτεί τό λογικό μου, θά χρειαστεί νά έγκατασταθούν στή θέση τής ύψηλής σκέψης, αύτές οί δυνάμεις πού έξωτερικά έχουν τή μορφή μιάς κραυγής. Υπάρχουν κραυγές διανοητικές, κραυγές πού προέρχονται άπό τή λεπτότητα τού μυαλού. Είναι αύτό, πού έγώ όνομάζω ή Σάρκα. Δέ διαχωρίζω τή σκέψη μου άπό τή ζωή μου. Σέ καθεμιά δόνηση τής γλώσσας μου άναπλάθω όλους τού ς δρόμους τής σκέψης μέσα στή σάρκα μου. Θά ' πρεπε νά 'χες στερηθεί τή ζωή, τή νευρώδη άκτινοβολία τής ύπαρξης, τή συνειδητή πληρότητα τού νεύρου γιά νά κατανοήσεις μέχρι ποιού σημείου τό Νόημα καί ή Γνώση κάθε σκέψης είναι κρυμμένα μές στή νευρώδη ζωτικότητα τού μυαλού καί πόσο λαθεύουν αύτοί πού δίνουν βάρος cm Νόηση ή στήν άπόλυτη Διανοητικότητα. Υπάρχει πέρα άπ αύτά όλη ή πληρότητα τού νεύρου. Πληρότητα πού συγκρατεί όλη τή συνείδηση, καθώς καί τούς μυστικούς δρόμους
ΑΡΤΩ 32
τού πνεύματος μέσα στή σάρκα. 'Αλλά τι είμαι έγώ άνάμεσα σ' αύτη τή θεωρία τής Σάρκας ή μάλλον τής Ύπαρξης; Είμαι ένας άνθρωπος πού έχει χάσει τή ζωή του καί πού ψάχνει μ' όλα τά μέσα νά τήν ξαναβάλει στή θέση της. Είμαι κατά κάποιο τρόπο ό Διεγέρτης τής ίδιας μου τής ζωτικότητας: ζωτικότητα πού μού είναι πιό πολύτιμη κι άπ' τή συνείδηση, γιατί αύτό πού γιά τούς άλλους άνθρώπους δέν είναι παρά τό μέσο νά είσαι ένας 'Ανθρωπος είναι γιά μένα ό άπόλυτος Σκοπός. Κατά τή διάρκεια αύτής τής θαμμένης μέόα στά τρίσβαθα τής συνείδησής μου άναζήτησης, νόμισα ότι αίσθανόμουν έκρήξεις, σά νά συγκρούονται μυστικοί λίθοι ή σά νά μαρμάρωναν άπότομα φωτιές. Φωτιές πού θά 'ταν σάν άνεπαίσθητες άλήθειες καί σάν άπό θαύμα ξαναζωντανεμένες. Ομως πρέπει νά περπατάει κανείς μέ άργά βήματα πάνω στό δρόμο μέ τίς νεκρές πέτρες, ίδίως αύτός πού ' χει χάσει τή γνώση τών λέξεων. Είναι μιά γνώση άπερίγραπτη πού πιάνει φωτιά μέ άργές έκρήξεις. Κι όποιες τήν κατέχει δέν τό γνωρίζει. Αλλά κι οί Αγγελοι άκόμα δέν γνωρίζουν, γιατί κάθε άληθινή γνώση είναι σκοτεινή. Τό καθαρό Πνεύμα άνήκει στήν ύλη. Θέλω νά πώ τό σέ μιά όρισμένη στιγμή, καθαρό Πνεύμα. Αλλά χρειάζεται νά έξετάσω αύτό τό νόημα τής σάρκας πού πρέπει νά μού άποφέρει μιά μεταφυσική τού Οντος, καί τήν όριστική γνώση τής Ζωής. Γιά μένα όποιος λέει Σάρκα έννοεί πάνω άπ' όλα σύλληψη, ένα δασύ τρίχωμα, μιά ξεγυμνωμένη σάρκα μ' όλη τή διανοητική έμβάθυνση αύτού τού θεάματος τής καθαρής σάρκας καί μ' όλες τίς συνέπειες πού έπιφέρει στίς αίσθήσεις, δηλαδή μέσα στό συναίσθημα. Μά όποιος λέει συναίσθημα έννοεί προαίσθημα, δηλαδή άμεση γνώση, έπικοινωνία πού έπιστρέφει καί φωτίζεται άπό μέσα. 'Υπάρχει ένα πνεύμα μέσα στή σάρκα, άλλά ένα πνεύμα αίφνιδιαστικό σάν τόν κεραυνό. Καί παρόλα αύτά
ΑΡΤΩ 33
ή δόνηση της σάρκας μετέχει στην ύψηλή ούσία τού πνεύματος. Κι άπ' την άλλη όποιος λέει σάρκα έννοει άκόμα εύαισθησια. Εύαισθησία, δηλαδή οίκείωση, αλλά οίκειωση έσώτερη, κρυφή,βαθιά, άπόλυτη μέ τόν πόνο τού ίδιου μου τού έαυτού και κατά συνέπεια γνώση μοναχική και μοναδική αύτού τού πόνου. 1. La Nouvelle Revue Française τεύχος 147,1 Δεκεμβρίου 1925.
ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΣΕ ΚΑΘΑΡΗ ΓΛΩΣΣΑ^ στόν Ροζέ
Βιτράκ
'Αν δέν πιστεύω μήτε στό Κακό μήτε στό Καλό, άν νιώθω τέτοιες τάσεις καταστροφικότητας, άν δέν υπάρχει τίποτα μές στήν τάξη τών άρχων στό όποιο νά μπορώ λογικά νά φθάσω, ή πρωταρχική αιτία όλων αύτών βρίσκεται μές στή σάρκα μου.
Καταστρέφω γιατί μέσα μου κάθε τι πού προέρχεται άπό τή λογική δέ στέκει. Δέν πιστεύω πιά παρά στή βεβαιότητα αύτού πού ταράζει τό μυαλό μου, κι όχι αύτού πού άπευθύνεται στή λογική μου. Μέσα στό νευρικό πεδίο άνακάλυψα διαβαθμίσεις. Αίσθάνομαι τώρα ίκανός νά άποκαταστήσω τή βεβαιότητα. 'Υπάρχει γιά μένα μιά βεβαιότητα στό πεδίο τής καθαρής σάρκας, πράγμα πού δέν έχει τίποτα νά κάνει μέ τή βεβαιότητα τής λογικής. Η αίώνια διαμάχη τής λογικής καί τής καρδιάς άποκαθίσταται μέσα στήν ίδια μου τή σάρκα, άλλά σέ μιά σάρκα ποτισμένη μέ νεύρα. Μέσα στήν περιοχή τής άυλης εύαισθησίας, ή παράσταση πού μεταφέρεται άπό τά νεύρα μου παίρνει τή μορφή τής πιό ύψηλής διανοητικότητας, άπό τήν όποία άρνούμαι νά άφαιρέσω τό διανοητικό της χαρακτήρα. Κι έτσι μετέχω στό σχηματισμό μιάς έννοιας πού φέρει πάνω της τήν ίδια τή λάμψη τών πραγμάτων, πού φτάνει πάνω μου μ' ένα βουητό δημιουργίας. Καμιά παράσταση δέ μέ ίκανοποιεί παρά μόνο άν είναι ταυτόχρονα Γνώση, άν φέρει μαζί της τήν ούσία της ταυτόχρονα μέ τή διαύγειά της. Τό πνεύμα μου κουρασμένο άπό τήν έπαγωγική λογική θέλει νά παραδοθεί στά γρανάζια μιάς νέας, μιάς άπόλυτης ροπής. Είναι
ΑΡΤΩ 35
για μένα σάν μιά παντοδύναμη άναδιοργάνωση όπου μόνο οι νόμοι του 'Α-λογου μετέχουν κι όπου θριαμβεύει ή ανακάλυψη μιάς νέας Αίσθησης. Αύτη ή χαμένη μέσα στην ακαταστασία τών ναρκωτικών Αίσθηση, ή Αίσθηση πού δίνει στίς άντιφατικές φαντασιώσεις τού ύπνου τη μορφή μιας βαθιάς σύλληψης. Αύτή ή Αίσθηση είναι μιά κατάκτηση τού πνεύματος πάνω στόν ίδιο του τόν έαυτό, πού άν καί άσύλληπτη άπ' τη λογική, ύπάρχει, μά μονάχα στό εσωτερικό τον πνεύματος. Είναι ή τάξη, είναι ή κατάκτηση, είναι ή σημασία τού χάους. Όμως αύτό τό χάος, δέν τό άποδέχεται όπως είναι, τό έρμηνεύει καί όπως τό έρμηνεύει, τό χάνει. Είναι ή λογική τού 'Αλ-ογου. Κι αύτό τά λέει όλα. Ό φωτισμένος μου παραλογισμός δέ φοβάται τό χάος.
Δέν άπαρνούμαι τίποτα άπ' αύτό πού είναι τό Πνεύμα. Θέλω μονάχα νά μεταφέρω άλλού τό πνεύμα μου μαζί μέ τούς δικούς του νόμους καί τά δικά του όργανα. Δέν άφήνομαι στό σεξουαλικό αύτοματισμό τού πνεύματος, μά άντίθετα μέσα σ' αύτό τόν αύτοματισμό ζητώ ν' άπομονώσω τις άνακαλύψεις πού ό φωτισμός τής λογικής δέ μού παρέχει. 'Αφήνομαι στόν πυρετό τών όνείρων, μόνο καί μόνο γιά ν' άποκομίσω καινούργιους νόμους. 'Αναζητώ τήν πολλαπλότητα, τή λεπτότητα, τό διανοητικό βλέμμα μέσα στό παραλήρημα, όχι τή ριψοκινδυνευμένη προφητεία. 'Υπάρχει ένα μαχαίρι πού δέν ξεχνώ.
'Αλλά είναι ένα μαχαίρι καταμεσής τών όνείρων, πού τό φυλάω στά τρίσβαθα τού έαυτού μου, ένα μαχαίρι πού δέν άφήνω νά έρθει στά όρια τών φωτεινών αίσθήσεων.
Ό , τ ι κατάγεται άπό τήν περιοχή τής είκόνας είναι άκα-
ΑΡΤΩ 36
τανόητο γιά τή λογική και οφείλει νά παραμείνει μέσα στην είκόνα μήπως κι έκμηδενισθεί. 'Αλλά παρόλα αύτά ύπάρχει μιά λογική τών είκόνων, υπάρχουν είκόνες πιό φωτεινές μέσα στόν κόσμο τής είκονιστικής ζωτικότητας. Μέσα στό άπότομο σάλευμα τού πνεύματος υπάρχει μιά πολύμορφη καί λαμπερή παρεμβολή άπό άνοησίες. Αύτή ή άνεπαίσθητη καί διανοητική κονιορτοποίηση όρίζεται σύμφωνα με νόμους πού βγάζει άπ' τό έσωτερικό τού έαυτού του, στό περιθώριο τού φωτισμού τής λογικής καί τής συνείδησης ή τής ένόίάθετης λογικής.
Μέσα στήν ύπερυψωμένη περιοχή τών είκόνων ή αύταπάτη καθεαυτή, ή ύλική πλάνη, δέν ύπάρχει, πόσο μάλλον ή αύταπάτη τής γνώσης. Καί πόσο μάλλον ή αίσθηση μιάς νέας γνώσης μπορεί καί όφείλει νά κατέβει μέσα στήν πραγματικότητα τής ζωής. Ή άλήθεια τής ζωής βρίσκεται μέσα στήν παρορμητικότητα τής ύλης. Τό πνεύμα τού άνθρώπου νιώθει άρρωστο άνάμεσα στίς έννοιες. Μήν τού ζητάτε νά ίκανοποιηθεί, ζητάτε τον μονάχα νά είναι ήρεμο, νά πιστέψει πώς βρήκε γιά τά καλά τή θέση του. Μά μόνο ό τρελός είναι πραγματικά ήρεμος. 1. La Nouvelle Revue Française, τεύχος 147, 1 Δεκεμβρίου 1925.
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΚΑΝΕΝΑ^ Αγαπητέ Κύριε, Σάς έχω άποστειλει μιά σειρά άπό μακροσκελείς φράσεις πού προσπαθούσαν νά πλησιάσουν τήν ιδέα τής αύτοκτονίας άλλά πού μέ κανένα τρόπο δέν τήν άγγιζαν πραγματικά. Ή άλήθεια είναι πώς δέν καταλαβαίνω τήν αύτοκτονί,α. 'Αποδέχομαι τό βίαιο άποχωρισμό άπό τή ζωή, άπ' αύτό τό άναγκαστικό άνακάτωμα τών πραγμάτων μέ τήν ούσία τού έγώ μας, άλλά τό ίδιο τό γεγονός, ό ριψοκινδυνευμένος χαρακτήρας αύτού τού άποχωρισμού μού διαφεύγει. Έ δ ώ καί καιρό ό θάνατος δέ μ' ένδιαφέρει. Δέ βλέπω πολύ καλά τί μπορούμε νά καταστρέψουμε πού νά είναι καθαυτό συνειδητό: άκόμα κι άν πεθάνουμε μέ τή θέλησή μας. 'Υπάρχει μιά άναπόφευκτη είσβολή τού Θεον μέσα στήν ύπαρξή μας πού θά ' πρεπε νά τήν καταστρέψουμε μαζί μ' αύτή τήν ύπαρξη, ύπάρχει τό κάθε τι πού συγκινεί αύτήν τήν ύπαρξη καί πού έχει γίνει όλοκληρωτικό στοιχείο της σύστασής της, καί πού ώστόσο δέ θά πεθάνει μαζί της. 'Υπάρχει αύτή ή άδιάκοπη μόλυνση τής ζωής, ύπάρχει αύτή ή έπιδρομή τής φύσης ή όποία διαμέσου ένός παιχνιδιού άπό μυστηριακές άντανακλάσεις καί διακυβεύσεις είσχωρεί πολύ καλύτερα κι άπό μάς τούς ίδιους μέχρι τήν πηγή τής ζωής μας. 'Απ' όποια μεριά καί νά κοιτάξω μέσα στόν έαυτό μου, νιώθω πώς καμιά άπ' τίς χειρονομίες μου, καμιά άπ' τίς σκέψεις μου δέ μού άνήκει. Δέν αίσθάνομαι τή ζωή παρά μέ μιά καθυστέρηση πού τήν καθιστά άπελπιστικά αύτοδύναμη. Γιά καθεμιά σκέψη μου πού άποκηρύσσω έχω ήδη αύτοκτονήσει. Ακόμα καί μέσα στό κενό μένουν παρά πολλά πράγματα γιά νά καταστρέψω. Νομίζω πώς άρνονμαι νά
ΑΡΤΩ 38
πεθάνω. Δέ συλλαμβάνω, δέ νιώθω τό θάνατο σάν μιά περιπέτεια, νιώθω νά πεθαίνω, νά πεθαίνω χωρίς στόμφο, χωρίς άντίσταση, χωρίς κουβέντα, άλλά μ' έναν άργό, άμετάβλητο σπαραγμό. Δέν μπορώ νά συλλάβω τίποτ' άλλο έκτός άπ' αύτό πού μπαίνει στη σκέψη μου. Ό θάνατος δέν μπορεί νά ' ναι παρά ένα άπ' αυτά τά χίλια ρίγη, μιά άπ' αύτές τίς άόριστες γρατζουνιές τών πραγμάτων πού άγγίζουν τη μεμβράνη τού έγώ μου. Καί τά πράγματα στ' άλήθεια δέν είναι πιά γιά νά τά ζεί κανείς: αισθάνομαι ότι έχω ζήσει τά πάντα, καί άν στραφώ πρός τό θάνατο γιά ν' άπελευθερωθώ άπ' αύτή τήν ύποδούλωση τού νά σκέφτεσαι, νά αίσθάνεσαι, νά ζείς Άλλά αύτό πού μού προκαλεί τό μεγαλύτερο φόβο μές στό θάνατο, δέν είναι αύτό τό πλησίασμα μέ τό Θεό, αύτή ή έπιστροφή στό έπίκεντρό μου, είναι ή άναγκαιότητα μιάς όριστικής έπιστροφής στόν ίδιο τόν έαυτό μου σάν κατάληξη γιά τά βάσανά μου. Δέν μπορώ νά άπελευθερωθώ άπό τή ζωή, δέν μπορώ νά άπελευθερωθώ άπό κάη. Θά 'θελα νά βεβαιωθώ πώς ή σκέψη, ή αίσθηση, ή ζωή, είναι γεγονότα προγενέστερα τού Θεού· ή αύτοκτονία θά ' χε τότε κάποιο νόημα. Άλλά ό Θεός, ό άνόητος ό θάνατος, ή ζωή ή άκόμα πιό φριχτή, είναι οί τρείς όροι ένός άλυτου προβλήματος πού ή αύτοκτονία δέν άγγίζει. 'Ολότελα δικός σας. 1. Les Cahiers du Sud 12ος χρόνος, τεύχος 81, Ιούλιος, 1926. Πιθανόν σ' αύτό τό γράμμα ό Αντονέν "Αρτώ νά θέλησε νά επανέλθει στην άπάντηση πού είχε αποστείλει στό περιοδικό Disque Vert: Γιά τήν αυτοκτονία.
ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΝΥΧΤΑ ή Η ΑΠΑΤΗ ΤΟΥ ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΜΟΥ^ Ειτε μ' έδιωξαν οι σουρρεαλιστές είτε έφυγα μόνος μου άπ' τις χοντροκομμένες τους άπομιμήσεις, άπό καιρό αύτό δέν άποτελει πρόβλημα*. Κι αύτό γιατί βαρέθηκα πιά μιά μασκαράτα πού κράτησε πολύ και πού τραβήχτηκα άπό μέσα της, απόλυτα βέβαιος άλλωστε ότι μέσα στό νέο χώρο πού τάχθηκαν όπως και σέ όποιοδήποτε άλλο οι σουρρεαλιστές δέ θά κατάφερναν τίποτα. Κι ό χρόνος και τά γεγονότα δέν άργησαν νά μέ δικαιώσουν. * Ελάχιστα θά έπιμείνω στό γεγονός πώς οι σονρρεαλιστες δέν βρήκαν τίποτα καλύτερο γιά νά έπιχειρήσουν νά μέ καταστρέψουν άπό τό νά χρησιμοποιήσουν τά ίδια μου τά γραπτά. Αύτή ή σημείωση πού φιγουράρει στό κάτω μέρος τών σελίδων 6 καί 7 τής μπροσούρας Στή μεγάλη μερα καί πού σκοπεύει νά γκρεμίσει τά ίδια τά θεμέλια τής δραστηριότητάς μου, πρέπει νά ξέρουμε καλά πώς δέν είναι παρά καθαρή καί σκέτη άπομίμηση, ένα παραλλαγμένο άντίγραφο άποσπασμάτων παρμένων άπό κείμενα πού τά προώριζα γι' αύτσύς κι όπου φρόντιζα νά φανεί ολοκάθαρη ή δραστηριότητά τους ή παραγεμισμένη μέ άθλια μίση καί νωθρές έπιθυμίες, χωρίς αύριο. Αύτή τ' άποσπάσματα άποτέλεσαν τήν ύλη ένός άρθρου πού μού τό άπέρριψαν διαδοχικά δύο ή τρία περιοδικά, μεταξύ τών όποίων τό N.R.F., σάν ύπερβολικά υβριστικό. Λίγο μ' ένδιαφέρει νά μάθω άπό ποιού σπιούνου τά γραφεία αύτό τό άρθρο έφτασε στά χέρια τους. Τό ούσιαστικό είναι πώς τό βρήκαν άρκετά ένοχλητικό γιά νά αίσθανθούν τήν άνάγκη νά έξουδετερώσουν τίς έπιπτώσεις του. Όσον άφορά τίς κατηγορίες πού τούς άπηύθυνα καί μού τΙς άνταποδίδουν, άφήνω στούς άνθρώπους πού μέ γνωρίζουν καλά, κι όχι στόν έλεεινό τους τρόπο, τή φροντίδα νά μάς κρίνουν. Ό λ η ή ούσία, όλοι οί παροξυσμοί τής διαμάχης μας στρέφονται γύρω άπ' τή λέξη Επανάσταση.
ΑΡΤΩ 40
Τό νά συγχρονισθεί ό σουρρεαλισμός μέ την Ε π α νάσταση ή τό ότι ή Επανάσταση όφείλει νά γίνει έξω και πέρα άπ' τό σουρρεαλιστικό έγχείρημα, άναρωτιέται κανείς τί νόημα θά 'χε αύτό γιά τόν κόσμο όταν μάλιστα άναλογισθεί πόσο μικρή έπίδραση οί σουρρεαλιστές κατάφεραν νά άσκήσουν στά ήθη καί τίς ίδέες αύτής τής έποχής. Υπάρχει άλλωστε ένα άλλο σουρρεαλιστικό έγχείρημα καί ό σουρρεαλισμός δέν πέθανε άπό τή μέρα πού ό Μπρετόν καί οί πιστοί του νόμισαν πώς πρέπει νά συνταχθούν μέ τόν κομμουνισμό καί ν' άναζητήσουν μέσα στήν περιοχή τών γεγονότων καί τής άμεσης ύλης τήν κατάληξη μιάς δράσης πού δέν μπορούσε κανονικά νά έξελιχθεί παρά στά έσώτερα πεδία τού έγκεφάλου. Νομίζουν πώς έχουν τό δικαίωμα νά έπιτρέπουν στόν έαυτό τους νά μέ έμπαίζει όταν μιλώ γιά μιά μεταμόρφωση τών έσωτερικών καταστάσεων τής ψυχής**, λές καί έννοού* * Λές κι ένας άνθρωπος πού κατάλαβε μιά γιά πάντα τά όρια τής δράσης του, πού άρνείται νά στρατευθεί πέρα άπ' αύτό πού πιστεύει συνειδητά ότι είναι αύτά τά όρια νά ήταν λιγότερο άξιος ένδιαφέροντος, άπό άποψη επαναστατική, παρ' όσο ένας κάποιος φανταστικός κεκράχτης ό όποίος μέσα στόν άσφυκτικό κόσμο πού ζούμε, έναν κόσμο κλειστό καί γιά πάντα ακίνητο, καταφεύγει κι έγώ δέν ξέρω σέ ποιά έπαναστατική διάθεση φροντίζοντας νά πλειοψηφήσει γιά πράξεις καί κατορθώματα πού όλος ό κόσμος ξέρει καλά πώς δέ θά έκανε ό ίδιος. Είναι άκριβώς αύτό πού μ' έκανε νά σιχαθώ τό σουρρεαλισμό: ή συνειδητοποίηση τής φυσικής άνικανότητας, τής έκ γενετής άσθενικότητας αύτών τών κυρίων, πού έρχεται σέ άντίθεση μέ τή διαρκώς κομπαστική συμπεριφορά τους, μέ τίς άπειλές τους μές στό κενό, τίς ύβρεις τους μές στό μηδέν. Καί σήμερα τί άλλο κάνουν παρά νά μάς έπιδεικνύουν μιά άκόμα φορά τήν άνικανότητά τους, τήν άκατάπαυστη στειρότητά τους. Επειδή άρνήθηκα νά στρατευθώ πέρα άπ' τόν ίδιο μου τόν έαυτό, έπειδή γύρεψα τή σιωπή γύρω μου καί τό νά μείνω πιστός θεωρητικά καί πρακτικά σ' αύτό πού ένιωθα νά είναι ή βαθιά μου, ή άσυγχώρητή μου άδυναμία
ΑΡΤΩ 41
σα τήν ψυχή μέ τή βρωμερή έννοια μέ τήν όποια αύτοί οι ίδιοι τήν έννοούν και λές κι άπ' τήν άποψη τού άπόλυτου θά μπορούσε νά υπάρχει τό παραμικρό ένδιαφέρον σε μιά άλλαγή τής κοινωνικής δομής τού κόσμου ή στό πέρασμα τής έξουσίας άπό τά χέρια τής άστικής τάξης σ' έκείνα τού προλεταριάτου. αύτοί οί κύριοι, έκριναν τήν παρουσία μου άκαιρη άνάμεσά τους. Μά αύτό πού τούς φάνηκε πάνω άπ' όλα κατακριτέο και βλάσφημο ήταν τό ότι δέ θέλησα νά έμπιστευθώ παρά στόν έαυτό μου τή φροντίδα νά καθορίσω τά όριά μου, τό ότι άπαιτώ νά μ' άφήσουν έλεύθερο και κύριο τής ίδκας μου τής δράσης. Μά τι νά τήν κάνω έγώ όλη τήν Επανάσταση τού κόσμου άν ξέρω ότι παραμένω αιώνια δυστυχισμένος καί άθλιος μές στήν καρδιά τής ίδιας μου τής λειψανοθήκης. Μακάρι κάθε άνθρωπος νά μήν λογάριαζε τίποτα πέρα άπ' τή βαθιά του εύαισθησία, πέρα άπ' τόν εσώτερο έαυτό του, νά τί θά 'ταν γιά μένα ή ίδέα τής καθαρής Επανάστασης. Δέν είναι καλή έπανάσταση παρά έκείνη πού είναι ώφέλιμη σέ μένα, καί σ' άνθρώπους σάν καί μένα. Οί έπαναστατικές δυνάμεις όποιουδήποτε κινήματος είναι ίκανές νά στρεβλώσουν τά σημερινά θεμέλια τών πραγμάτων, ν' άλλάξουν τή γωνία τής πραγματικότητας. Άλλ' όμως σ' ένα γράμμα άπευθυνόμενο στούς κομμουνιστές όμολογούν ότι είναι τελείως άπροετοίμαστοι γιά τό χώρο μέσα στόν όποίο μόλις στρατεύθηκαν. Πόσο μάλλον, άφού τό είδος τής δραστηριότητας πού τούς ζητούν είναι άσυμβίβαστο μέ τό ίδιο τό πνεύμα τους. Κι έδώ είναι πού αύτοί κι έγώ παρόλο πού τά 'χουν μαζί μου ξανανταμώνουμε τουλάχιστον έν μέρει σέ μιά ούσιαστικά όμοια άπαγόρευση ή όποία μολαταύτα όφείλεται σέ αίτιες διαφορετικής σοβαρότητας καί διαφορετικής σημασίας γιά μένα άπ' ότι γι' αύτούς. 'Αναγνωρίζουν τέλος πάντων ότι είναι άνίκανοι νά κάνουν αύτό πού έγώ πάντοτε άρνήθηκα νά έπιχειρήσω. Ό σ ο γιά τό ίδιο τό σουρρεαλιστικό κίνημα, είμαι ήσυχος. Δέν μπορούν νά κάνουν τίποτ' άλλο παρά νά περνάνε τόν καιρό τους συνθηκολογώντας. Νά κάνουν άπολογισμούς, νά κάνουν άπολογισμούς μέσα τους όπως ό όποιοσδήποτε Stendhal, αύτοί οί Amiels τής κομμού-
ΑΡΤΩ 42
"Αν πάλι οι σουρρεαλιστές άναζητούσαν πραγματικά αύτό, θά ' ταν τουλάχιστον άξιοι συγγνώμης. Ο σκοπός τους θά 'ταν κοινότυπος και περιορισμένος μά τέλος πάντων θά υπήρχε. Και τότε στ' άλήθεια άπέτυχαν νά διαμορφώσουν έναν κεντρκό σκοπό πρός τόν όποιο νά κατευθύνουν μιά δράση άφού δέν είχαν καθόλου; νιστικής Επανάστασης. Ή ιδέα της Επανάστασης δέ θά ' ναι ποτέ γι' αύτσύς παρά μιά ιδέα χωρίς αύτή ή πρσπολλσύ γερασμένη ίδέα ν' άπσκτήσει ποτέ μιά σκιά άπστελεσματικότητας. Κι όμως δέ βλέπουν πώς άπσκαλύπτσυν τήν κενότητα τσύ ίδιου τσύ σσυρρεαλιστικσύ κινήματος, τσύ σουρρεαλισμσύ πού είναι καθαρός άπό κάθε βρωμιά, όταν αίσθάνονται τήν άνάγκη νά διαλύσουν τήν έσωτερική του άνάπτυξη, τήν άληθινή του άνάπτυξη γιά νά τό στηρίξουν μέ μιά θεωρητική ή πρακτική προσχώρηση στό Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αύτό ήταν τό κίνημα τής έξέγερσης, έκείνη ή πυρκαγιά στά θεμέλια κάθε πραγματικότητας; Ό σουρρεαλισμός γιά νά ζήσει είχε άνάγκη νά ύλοποιηθεί σ' ένα ξεσηκωμό τυλιγμένο στά γεγονότα, νά ταυτιστεί μέ τίς τάδε διεκδικήσεις τίς σχετικές μέ τήν όχτάωρη έργασία, ή τήν άναπροσαρμογή τών μισθών ή τήν πάλη κατά τής άκρίβειας. Τί γελοιότητα καί τί έξευτελισμός ψυχής. Κι όμως αύτό φαίνεται νά λένε, ότι δηλαδή αύτή ή προσχώρηση στό Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα τούς φαινόταν σάν ή λογική συνέχεια τής άνάπτυξη ς τής σουρρεαλιστικής ίδέας καί ή μόνη της ιδεολογική προστασία!!! Έγώ όμως άρνούμαι πώς ή λογική άνάπτυξη τού σουρρεαλισμσύ τόν όδήγησε μέχρι αύτήν τήν καθορισμένη μορφή έπανάστασης πού έννοούμε μέ τ' όνομα μαρξισμός. Σκεφτόμουνα πάντα πώς ένα κίνημα τόσο άνεξάρτητο όπως ό σουρρεαλισμός δέν μπορεί νά δικαιώνεται άπό μεθόδους τής τυπικής λογικής. Είναι άλλωστε μιά άντίφαση πού δέν πρέπει νά ένοχλεί πολύ τούς σουρρεαλιστές, πού 'ναι πρόθυμοι νά μήν άφήσουν τίποτα χαμένο άπ' όσα θά μπορούσαν ν' άποβούν πρός τό συμφέρον τους, άπ' ότιδήποτε θά μπορούσε στιγμιαία νά τούς χρησιμέψει - Πέστε τους Λογικό, θά σάς άποκριθούν 'Α-λογο, μά άν τούς πήτε Αλογο, Αταξία, Ασυναρτησία, Ελευθερία, θά σάς άποκριθούν Αναγκαιότητα, Νόμος, Υποχρεώσεις, Αύστηρότητα. Αύτή ή ούσιαστική κακοπιστία βρίσκεται στή ρίζα κάθε ένέργειάς τους.
ΑΡΤΩ 43
Δουλεύουμε άλλωστε γιά κάποιο σκοπό; Δουλεύουμε έχοντας κάποια κίνητρα; Οι σουρρεαλιστές νομίζουν ότι μπορούν νά δικαιολογήσουν τήν προσδοκία τους μέ τό άπλό γεγονός της συνειδητοποίησης πού έχουν γι' αύτή; Ό τ α ν δέν κάνουμε τίποτα δέν κινδυνεύουμε νά σπάσουμε τά μούτρα μας. 'Αλλ' αύτό δέν είναι ένας λόγος έπαρκής γιά νά κάνεις νά μιλούν γιά σένα. Περιφρονώ παρά πολύ τή ζωή γιά νά σκεφτώ πώς μιά όποιαδήποτε άλλαγή ή όποΐα θ' άναπτυσσόταν μέσα στήν περιοχή τών φαινομένων μπορεί ν' άλλάξει κάτι άπ' τήν άπαίσια κατάστασή μου. Αύτό πού μέ χωρίζει άπό τούς σουρρεαλιστές είναι ότι όσο αύτοί άγαπούν τή ζωή τόσο έγώ τήν περιφρονώ. Απόλαυση μέ κάθε εύκαιρία καί μέ όλους τούς πόρους, ίδού τό κέντρο τών ψυχώσεών τους. 'Αλλά ό άσκητισμός δέν κάνει χωριό μέ τήν άληθινή μαγεία, άκόμα καί μέ τήν πιό βρώμικη, άκόμα καί μέ τήν πιό μαύρη. Ακόμα κι αύτός ό διαβολικός ήδονιστής έχει κάτι άπ' τόν άσκητή, έχει ένα όρισμένο πνεύμα σκληραγωγίας. Δέ μιλώ γιά τά γραπτά τους πού είναι λαμπρά άν καί μάταια όσον άφορά τήν άποψη άπό τήν όποία τοποθετούνται. Μιλώ γιά τήν κύρια συμπεριφορά τους, γιά τό ύπόδειγμα όλης τους τής ζωής. Δέν έχω προσωπικό μίσος. Τούς άπωθώ καί τούς καταδικάζω μιά κι έξω, άποδίδοντας στόν καθένα τους όλη τήν έκτίμηση κι άκόμα όλο τό θαυμασμό πού άξίζουν γιά τά έργα τους ή γιά τό πνεύμα τους. Έ ν πάση περιπτώσει καί άπό αύτή τήν άποψη δέ θάχω τήν άφέλεια όπως αύτοί νά τούς γυρίσω τήν πλάτη καί νά τούς άρνηθώ κάθε ταλέντο άπ' τή στιγμή πού έπαψαν νά ' ναι φίλοι μου. Εύτυχώς όμως δέν πρόκειται γι' αύτό. Πρόκειται γι' αύτή τή διασάλευση τού πνευματικού κέντρου τού κόσμου, γι' αύτή τήν άνισοπέδωση τών φαινομένων, γι' αύτή τή μεταμόρφωση τών δυνατοτήτων πού ό σουρρεαλισμός θά 'πρεπε νά προκαλέσει. Κάθε ύλικό δημιούργημα άρχίζει μέ μιά πνευματική άναστάτωση. Ν'
ΑΡΤΩ 44
αφιερώσεις τόν έαυτό σου στα πράγματα, στις μεταμορφώσεις τους, φροντίζοντας νά μάς καθοδηγήσεις είναι ή άποψη ένός αδιάντροπου κτήνους, ένός έκμεταλλευτή τής πραγματικότητας. Κανείς ποτέ δέν κατάλαβε τίποτα και οί ίδιοι οί σουρρεαλιστές δέν καταλαβαίνουν και δέν μπορούν νά προβλέψουν πού θά τούς οδηγήσει ή έπιθυμία τους γιά Επανάσταση. 'Ανίκανοι νά φανταστούν, νά συλλάβουν μιά Επανάσταση πού δέν θ' άναπτυσσόταν στά άπελπιστικά πλαίσια τής ύλης, άφήνονται στό πεπρωμένο, σέ κάποια συγκυρία άτονίας και άδυναμίας πού τούς είναι οίκεία, φροντίζοντας νά έρμηνεύουν τήν άδράνειά τους, τήν παντοτινή στειρότητά τους. Ό σουρρεαλισμός δέν ήταν ποτέ γιά μένα παρά ένα νέο είδος μαγείας. Ή φαντασία, τό όνειρο, όλη ή έντονη άπελευθέρωση τού άσυνείδητου πού έχει γιά σκοπό νά φέρει στήν έπιφάνεια τής ψυχής αύτό πού ή τελευταία συνηθίζει νά κρατάει κρυφό πρέπει άπαραίτητα νά έπιφέρει βαθιές άλλαγές μέσα στήν κλίμακα τών φαινόμενων, μέσα στήν άξια τής σημασίας, και τό συμβολισμό τής δημιουργίας. Τό συγκεκριμένο όλόκληρο άλλάζει φορεσιά, άλλάζει πετσί, δέν άνταποκρίνεται πιά στις ίδιες διανοητικές κινήσεις. Τό ύπερπέραν, τό άόρατο άπωθεί τήν πραγματικότητα. Ό κόσμος δέν άντέχει πιά. Τώρα είναι πού μπορούμε ν' άρχίσουμε τό κοσκίνισμα τών φαντασιώσεων, νά σταματήσουμε τά προσχήματα. Τό χοντρό τείχος τού άπόκρυφου άς γκρεμιστεί μιά γιά πάντα πάνω σ' όλους αύτούς τούς άνίκανους φλύαρους πού σπαταλούν τή ζωή τους σέ έπιπλήξεις και σέ μάταιες άπειλές, άς γκρεμιστεί πάνω σ' αύτούς τούς έπαναστάτες πού σέ τίποτα δέν έπαναστατούν. Αύτά τά κτήνη πού μού άρμόζει νά μέ συμμορφώσουν. 'Αναμφίβολα θά μού χρειαζόταν. Μά τουλάχιστο άναγνωρίζω τόν έαυτό μου γιά σακάτη και βρώμικο. Φιλοδοξώ ύστερα άπό μιά άλλη ζωή. Κι άφού τάχω όλα λογαριάσει
ΑΡΤΩ 45
προτιμώ νά βρίσκομαι στη θέση μου παρά στή δική τους.*** Τι μένει άπό τό σουρρεαλιστικό έγχειρημα; Λίγα πράγματα αν όχι μια μεγάλη έλπίδα πού χάθηκε, άλλά στό χώρο τής ίδιας της λογοτεχνίας ίσως στην πραγματικότητα νά προσφέραν κάτι. Αύτός ό θυμός, αύτη ή καυτερή άηδία ή χυμένη πάνω στή γραφή άποτελεί μιά γόνιμη στάση και πού θά χρησιμέψει μιά μέρα, άργότερα. Ή λογοτεχνία καθαιρεται, προσεγγίζει τήν ούσιαστική άλήθεια τού μυαλού. Μ' αύτό είν' όλο. Κατακτήσεις θετικές, στό περιθώριο τής λογοτεχνίας, είκόνες, δέν ύπάρχουν κι αύτό είναι ώστόσο τό μόνο γεγονός πού έχει σημασία. 'Από τήν καλή χρήση τών όνείρων μπορούσε νά γεννηθεί ένας νέος τρόπος νά καθοδηγήσεις τή σκέψη σου, νά σταθείς άνάμεσα στά *** Αύτή ή κτηνωδία γιά τήν όποία μιλώ καί πού τούς έξεγείρει τόσο είναι έντούτοις αύτό πού τούς χαρακτηρίζει καλύτερα. Ή άγάπη τους γιά τήν άμεση εύχαρίσιηση, δηλαδή γιά τήν ύλη, τούς έκανε νά χάσουν τόν άρχικό τους προσανατολισμό, αύτή τήν ύπέροχη δύναμη διαφυγής τής όποίας τό μυστικό νομίζουμε ότι πήγαιναν νά μάς φανερώσουν. Ένα πνεύμα άταξίας, ένα πνεύμα φτηνής σοφιστείας τούς ώθεί νά άλληλοσπαράζονται. Χθές, ήταν ό Σουπώ κι έγώ πού άηδιάσαμε. Προχθές ήταν ό Ροζέ Βιτράκ ό διωγμός τού όποίου ήταν μιά άπ' τίς πρώτες τους βρωμιές. Μάταια θά ούρλιάζουν στό κλουβί τους καί θά λένε πώς δέν είναι αύτό, έγώ θά τούς άπαντήσω πώς γιά μένα ό σουρρεαλισμός ήταν πάντα μιά δόλια έξάπλωση τού άοράτου, τού χειροπιαστού άσυνείδητου. Οί θησαυροί τού άόρατου άσυνείδητου πού όταν γίνουν αίσθητοί, όδηγούν αύθόρμητα τή γλώσσα, μέ μιά άπλή παρόρμηση. Γιά μένα, ό Ruysbroek, ό Martinez de Pasqualis, ό Boehme άρκετά μέ δικαιώνουν.'Οποιαδήποτε πνευματική δράση άν είναι σωστή ύλοποιείται όταν πρέπει. Οί έσωτερικές καταστάσεις τής ψυχής! κι όμως φέρουν πάνω τους τήν πέτρινή τους φορεσιά, τής άληθινής δράσης. Είναι ένα γεγονός κατακτημένο πού κατακτιέται άπό μόνο του καί πού άσυγχώρητα έξυπακούεται.
ΑΡΤΩ 46
φαινόμενα. Ή ψυχολογική άλήθεια ήταν απογυμνωμένη άπό κάθε παρασιτικό παραβλάστημα, άχρηστη, σφιγμένη πολύ. Ζούσαμε τότε μέ ασφάλεια, άλλά είναι ίσως νόμος τού πνεύματος τό νά μήν μπορεί ποτέ ή έγκατάλειψη τής πραγματικότητας νά όδηγήσει παρά στις φαντασιώσεις. Μέσα στό περιορισμένο πλαίσιο τού αίσθητού μας χώρου είμαστε πιεσμένοι, κυνηγημένοι άπ' όλες τίς μεριές. Τό είδαμε αύτό μέσα σ' αύτό τόν παραλογισμό πού όδήγησε έπαναστάτες πάνω στό πιό μεγαλεπήβολο σχέδιο, νά άπορρίψουν κατά γράμμα αύτό τό σχέδιο, νά προσδίδουν στή λέξη έπανάσταση τήν πρακτικά ώφελιμιστική της έννοια, τήν κοινωνική έννοια γιά τήν όποία ίσχυρίζονται πώς είναι ή μόνη άξια, γιατί δέ θέλουν ν' άραδιάζουν κούφια λόγια. Παράξενη άναδίπλωση στόν έαυτό μας, παράξενη ίσοπέδωση. Τό νά προβάλλεις μιά άπλή ήθική στάση, πιστεύει κανείς πώς αύτό μπορεί νά είναι άρκετό άν αύτή ή στάση χαρακτηρίζεται έξ όλοκλήρου άπό άδράνεια; Ό έσωτερικός κόσμος τού σουρρεαλισμού τόν όδηγεί μέχρι τήν Ε π α νάσταση. Αύτό είναι τό θετικό γεγονός. Ή μόνη δυνατή άποτελεσματική κατάληξη (πού άναφέρουν) καί μέ τήν όποία ένας μεγάλος άριθμός σουρρεαλιστών άρνήθηκε νά συμβιβαστεί· όμως, στούς άλλους, αύτή ή προσχώρηση στόν κομμουνισμό, τί τούς έδωσε, τί τούς άπέφερε; Ούτε ένα βήμα δέν τούς έκανε νά προχωρήσουν. Αύτή ή ήθική τού γίγνεσθαι μέ ποιό τρόπο, στ' άλήθεια θά άνύψωνε τήν Έπανάσταση, έγώ ποτέ μου δέν κατάλαβα τήν άναγκαιότητά της μέσα στό κλειστό καβούκι τού έαυτού μου. Θέτω ύπεράνω κάθε πραγματικής άναγκαιότητας τίς λογικές άπαιτήσεις τής δικής μου πραγματικότητας. Αύτό είναι ή μόνη λογική πού μού φαίνεται έγκυρη κι όχι μιά^ κάποια άνώτερη λογική τής όποίας οί άκτινοβολίες δέ μέ συγκινούν παρά όσο άγγίζουν τήν εύαισθησία μου. Δέν ύπάρχει κανόνας στόν όποίο νά αίσθάνομαι έξαναγκασμένος νά ύπο-
ΑΡΤΩ 47
ταχθώ όσο αυστηρή και νά 'ναι ή δικαιολογία πού μέ παρασύρει νά συμβιβαστώ μαζί του. Δυό ή τρεις άρχές της ζωής και τού θανάτου είναι γιά μένα ύπεράνω κάθε προσωρινής ύποταγής. Καί ή οποιαδήποτε λογική δε μού φάνηκε ποτέ παρά έπίπλαστη.
Ό σουρρεαλισμός πέθανε άπό τόν ήλίθιο σεκταρισμό τών πιστών του. Αύτό πού άπομένει είναι κάτι σάν ένας νόθος συρφετός πάνω στόν όποίο οί ίδιοι οί σουρρεαλιστές είναι άνίκανοι νά δώσουν ένα όνομα. Διαρκώς στό περιθώριο τής πραγματικότητας, άδέξιος νά πατήσει πόδι μέσα στή ζωή, ό σουρρεαλισμός βρίσκεται άκόμα νά άναζητά τή έκβασή του, νά ποδοπατεί τά ίδια του τά χνάρια. 'Ανήμπορος νά διαλέξει, νά ταχθεί είτε αποκλειστικά μέ τό ψέμα, είτε άποκλειστικά μέ τήν άλήθεια (άληθινή πλάνη τής άπατηλής, πνευματικότητας, ψεύτικη άλήθεια τής άμεσης πραγματικότητας πού όμως καταστρέφεται) ό σουρρεαλισμός καταδιώκει αύτή τήν άκατανόητη, αύτή τήν άπροσδιόριστη σχισμάδα τής πραγματικότητας όπου στήριξε τά άλλοτε πανίσχυρα έμβολά του, πού σήμερα βρίσκονται πεσμένα σέ χέρια εύνουχισμένων. Όμως ή διανοητική μου άτονία, ή δειλία μου, πασίγνωστες κι οί δυό άρνούνται νά βρούν τό παραμικρό ένδιαφέρον σέ άναταραχές πού δέ θά πρόσβαλαν παρά αύτή τήν έξωτερική πλευρά τήν άμεσα άντιληπτή, τής πραγματικότητας. Ή έξωτερική μεταμόρφωση είναι ένα πράγμα κατά τήν άντίληψή μου πού μπορεί νά έπιτευχθεί άπό πλεόνασμα. Τό κοινωνικό πεδίο, τό ύλικό πεδίο πρός τό όποίο οί σουρρεαλιστές κατευθύνουν τίς κακομοίρικες έπιθυμίες τους γιά δράση, τά μίση τους πού "πάντα θά ύποβόσκουν, δέν ήταν γιά μένα παρά μιά άχρηστη καί ύποτονική παράσταση. Γνωρίζω πώς στήν τωρινή διαμάχη έχω μαζί μου όλους τούς έλεύθερους άνθρώπους, όλους τούς άληθινούς έπα-
ΑΡΤΩ 48
νασΐάτες πού σκέφτονται ότι ή άτομική έλευθερία είναι ένα άγαθό ανώτερο από όποιαδήποτε κατάκτηση πού έπιτεύχθηκε στό πεδίο τού σχετικού.
Κι οί ένδοιασμοί μου άπέναντι σέ κάθε ρεαλιστική δράση; Αύτοί οί ένδοιασμοί είναι άπόλυτοι καί είναι δύο είδών. Σκοπεύουν, μιλώντας άπόλυτα, αύτη τη ριζωμένη αίσθηση τού βαθιά άνώφελου όποιασδήποτε αύθόρμητης ή όχι δράσης. Είναι ή άποψη τού όλοκληρωμένου πεσσισμού. 'Αλλά μιά όρισμένη μορφή πεσσιμισμού έμπεριέχει τή διαύγειά της. Τή διαύγεια τής άπελπισίας, τών παροξυμένων αισθήσεων καί σάν στό χείλος τών άβύσσων. Καί δίπλα στή φριχτή σχετικότητα τής όποιασδήποτε άνθρώπινης δράσης αύτός ό άσυνείδητος αύθορμητισμός πού ώθεί παρόλα αύτά στή δράση. Κι άκόμα μέσα στό άβέβαιο, άκατανόητο πεδίο τού άσυνείδητου, σημάδια, προοπτικές, έκτιμήσεις, μιά όλόκληρη ζωή πού μεγαλώνει όταν τήν άποκαθιστούμε καί πού άποκαλύπτεται ίκανή νά ταράξει άκόμα τόπνεύμα. Νά, λοιπόν οί κοινοί μας ένδοιασμοί. Γι' αύτούς όμως έχουν λυθεί, φαίνεται, πρός όφελος τής δράσης. 'Αλλά έχοντας άναγνωρίσει τήν άναγκαιότητα αύτής τής δράσης, σπεύδουν νά διακηρύξουν ότι είναι άνίκανοι γι' αύτήν. Είναι μιά περιοχή άπό τήν όποία ή διαμόρφωση τού πνεύματός τους τούς άπομακρύνει γιά πάντα. Κι όσο γιά μένα είπα ποτέ μου καί τίποτ' άλλο; Κι έπιπλέον είναι ύπέρ μου οί άπελπιστικά άνώμαλες ψυχολογικές καί φυσιολογικές περιστάσεις κι άπ' τίς όποίες, αύτοί, δέ θά μορούσαν νά έπωφεληθούν. 1. Τό κείμενο Σττ; μεγάλη νύχτα απαντά στή μπροσούρα Στή μεγάλη μέρα (Παρίσι, 1927), πού τήν ύπογράφουν οί Αραγκόν, Μπρετόν, Έλυάρ, Ούνίκ μέ τήν όποία έγινε γνωστός ό διωγμός τού Άρτώ καί τού Σουπώ άπό τή σουρρεαλιστική όμάδα καί ή προσχώρηση τών ύπογεγραμμένων στό κομμουνιστικό κόμμα.
ΤΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΥΛΑ Βάζω μ' αυτή τή μπροσούρα τελεία και παύλα οε μιά ήδη παλιά συζήτηση σχετικά με τό νόημα της όποιας καταφέραμε στά σοβαρά νά παρεξηγηθούμε. Δε σκοπεύαμε καθόλου νά καταστρέφουμε τή δραστηριότητα τών σουρρεαλιστών στόν τομέα τών Ιδεών, άλλά νά διορθώσουμε τή σοβαρή παρέκκλιση πού μέ τόν καιρό ύπέστη ό σουρρεαλισμός. Νά άφαιρέσουμε έπιτέλους άπ' τό σουρρεαλισμό τή σεκταριστική όψη και τό πνεύμα τών διαφορετικών τάσεων γιά νά σχηματίσουμε ένα κίνημα χωρίς καμιά άπολύτως σκοπιμότητα τό όποιο άπέναντι στό καθαρό πνεύμα δέ θά είχε τήν όψη μιάς άπόπειρας μετάβασης σέ κάτι άλλο, άλλά μιάς προσπάθειας έπανάστασης τής σκέψης μέ τήν άπόλυτη σημασία τής λέξης. Σαρκικός ναός τού πνεύματος, όστεοθήκη τής διάνοιας, πυραμίδα προλήψεων, ό άνεπτυγμένος κόσμος άπειλεί τήν αιωνιότητα μέ τόν τρόπο του. Τό πρόβλημα τού σουρρεαλισμού δέν είναι πρόβλημα σχολής, άλλά άκριβώς, λίγο νά τό άνασηκώσει κανείς, τό άληθινό πρόβλημα τής ζωής και τού θανάτου. Αέ θά ' πρεπε νά βασισθούμε πολύ & όρισμένες έσώτερες τάσεις τού καταληπτού σουρρεαλισμού γιά νά τόν στρέψουμε πρός τόν άποκρυφισμό, και μάλιστα & ένα τελείως ιδιόμορφο είδος μαγείας. 'Ο σουρρεαλισμός μέ βρήκε σέ μιά έποχή όπου ή ζωή είχε καταφέρει άπόλυτα νά μέ άπηυδίσει, νά μέ άπελπίσει, σέ μιά έποχή όπου δέν ύπήρχε πιά άλλη διέξοδος γιά μένα παρά ή τρέλα ή ό θάνατος. Ο σουρρεαλισμός ύπήρξε αύτή ή δυναμική έλπίδα, ή άκατάληπτη και πιθανόν άπατηλή όπως και κάθε άλλη, πού όμως σέ ώθεί άκούσια νά παίξεις τό τελευταίο χαρτί, νά κρεμαστείς άπ' όποιαδήποτε φαντασίωση έστω κι άν αύτή ξεγελάσει γιά λίγο τό
ΑΡΤΩ 50
πνεύμα, Ο σουρρεαλισμός δέν μπορούσε νά μού ξαναδώσει μιά χαμένη ούσία, άλλά μού έμαθε νά μην άναζητώ μέσα στην έργασία της σκέψης μιά συνέχεια πού μού είχε γίνει άνέφικτη, και νά μπορώ νά άρκούμαι στά φαντάσματα πού τό μυαλό μου έσερνε μπροστά μου. Κι άκόμη καλύτερα, τούς έδινε ένα νόημα, μιά ζωή πικρή, πού δέ δέχεται άμφισβήτηση κι άπ' τό γεγονός αύτό μάθαινα νά πιστεύω έκ νέου στή σκέψη μου. Βλέπουμε τι τό θετικό ύπάρχει & ένα κίνημα αύτού τού είδους, έστω καί μέσα σέ μιά ισορροπία άρκετά άσταθή καί εύθραυστη, καί τήν έπανάσταση πού ήταν ίκανό νά εισάγει μέσα στήν ίδια τή λειτουργία τής σκέψης. Καί φανταζόμαστε άπό ποιούς δρόμους καί μέσα σέ ποιό άπώτατο μέρος τού πνεύματος αύτή ή έπανάσταση θά μπορούσε νά έγκαθιδρυθεί. Είναι αύτή ή έπανάσταση πού οί οουρρεαλιστές δέν μπόρεσαν νά κατανοήσουν, πέφτοντας ταυτόχρονα στήν άλλη που άρνείται τήν άξια τού πνεύματος. 'Ανακτούσα λοιπόν πνευματικά τήν αύτενέργεια τών μορφών πού ή φύση μού άρνιόταν μέσα στήν άμεση πραγματικότητα. 'Ανακάλυπτα άπ' αύτό τό γεγονός όλη τή ζωτική σημασία αύτού πού οί φιλόσοφοι άποκαλούν μή έκδηλωμένο. Οί έξωτερικές άξιες έκφυλίζονταν. Καί ή ούσία μιάς ξεχασμένης παράδοσης άστραφτε έκ νέου μπροστά μου. Μπορούσαμε ν' άτενίσουμε μιά διέξοδο μέσα & έναν κόσμο όχι καί τόσο άσχημάτιστο (γιατί δέν πρόκειται γιά μιά εξάλειψη τής ύλης καί γιά τήν καταστροφή της στήν καρδιά τής πραγματικότητας όλης καμωμένης άπό πνεύμα, άλλ' άπεναντίας γιά ένα μέσο νά ύψωθεί ή ύπαρξη πάνω άπ' τόν ίδιο της τόν έαυτό, χωρίς ν' άφεθεί στις φαντασιώσεις ένός άπατηλού ιδεαλισμού). Αύτή ή άπασχόληση τού σουρρεαλισμού μέ τή δημιουργία στό περιθώριο τού συγκεκριμένου ένός πεδίου πού δέν στερείται ούσίας είναι άξιοσημείωτη καί πολύ χαρακτηριστικήγιατί αύτό πού τόν διαχωρίζει άπό τήν καθαρή μεταφυσική,
ΑΡΤΩ 51
είναι αυτό τό είδος δονούμενης πυκνότητας που συνδέεται σύμφωνα μ' αύτόν μέ τό πέταγμα τής σκέψης. Γιά τό σουρρεαλίσμό θεωρημένο στην άρχέγονή του κατάσταση αύτόν είναι πού είχα προσχωρήσει) ή ίδια ή άφαίρεση έχει ένα σώμα, περνάει άπ' την πόρτα. Στις τέσσερις γωνιές τού πνεύματος τό σύμπαν δένει τις μορφές του. 'Αδύνατο νά τις συλλάβει κανείς έξω άπ' τόν πνευματικό συνειρμό άπ' τόν όποιο πηγάζουν. Έτσι άντιδρώ σέ μιά έποχή πού ' ναι γιά πάντα άπομακρυσμένη άπ' τις ούσίες και πού δέν ξέρει πιά νά άτενίζει παρά μόνο τό ειδικό. Ή Επανάσταση είναι καθαρής πνευματικής ούσίας. Ή ζωή δέ μέ ένδιαφέρει. Αλ' όμως ό ιδεαλισμός πού άτενίζω δέν έχει αύτή τή σχηματική και ξερή όψη πού άνήκει στις αύτοδύναμες μορφές. Ένα είδος κοσμικής άναπνοής διασχίζει τις καταστάσεις μιάς σκέψης πού δέν κοιτάζει παρά τό άπόλυτο. Κι αύτό τό άπόλυτο μού έπιτρέπει νά ύποφέρω τήν τωρινή μου κατωτερότητα πού άπ' τήν άλλη μεριά καταδικάζει τήν προθυμία τών σουρρεαλιστών νά ζήσουν σά νά συμφωνούσαν μέ κείνη τήν άνόητη άποψη ότι ή ζωή είναι σύντομη και πώς πρέπει νά σπεύσουμε νά επωφεληθούμε. Αύτή τήν πόρτα στήν αιωνιότητα δέν υπάρχει καμιά έλπίδα τώρα νά τήν ξανακλείσω. Ξέρω πώς ή ποίηση δέν είναι παρά μιά πιό ζωντανή εικόνα τής έγκαταστημένης μέσα στήν άπολυτότητά της οικουμενικής άλήθειας. Ο σουρρεαλισμός μέ έφερε ώς έδώ. Μά δέν άξίζει ό ίδιος τίποτα παρά ύπό τόν όρο νά λυτρωθώ άπ' αύτόν. Τό παραλήρημα πού έκθειάζει προσκρούει άπ' τήν άλλη στήν έλλειψη πού ' χω μιάς κατά τ' άλλα έσωτερικής, ζωντανής ούσίας. 'Η Αιωνιότητα θέλει ύπομονή. Και περιμένοντας δύσκολα κρατιέμαι. Κι όμως είχα τόση άνάγκη νά άπελευθερωθώ. Νά καθορίσω καλά τή μοναξιά μου. Μπορώ νά ύποφέρω μόνος. Ξέρω ότι ό χρόνος μ' έκδικείται^.
ΑΡΤΩ 52
Παρίσι, 20 Ιουλίου 1927. Νά, πού πέσατε άκόμη μιά φορά θύμα, αγαπητέ μου Β.... Είδατε τόν Μπρετόν κι αύτό άρκεσε. Κι όμως έσείς πιστεύετε πώς ύστερα άπ' τήν τελευταία αξιοθρήνητη κατάπτωση, ό σουρρεαλισμός θα μορέσει νά μαζέψει τά ύπολλείμματά του, νά άνασυγκροτηθεί για νά έπιδιώξει τούς παλιούς του σκοπούς. Ό χ ι , άγαπητέ μου Β Ό χ ι . 'Αρκετά! Κι άρκετά σημαίνει άρκετά. Γιά μένα τό ζήτημα έχει κριθεί και κριθεί γιά τά καλά μάλιστα. Γιά νά πούμε τήν άλήθεια δέν ύπήρξε ποτέ σουρρεαλιστικό πνεύμα. Ο,τι καλύτερο ύπήρχε άπ' αύτό τό πνεύμα βρισκόταν ήδη μέσα στόν Λωτρεαμόν, στόν Ρεμπώ και μάλιστα στόν Λέον - Πώλ Φάργκ. Οί σουρρεαλιστές λοιπόν σέ τίποτα δέν καινοτόμησαν, κι άκόμα, άπό ένα πράγμα τελείως αύθόρμητο, τού όποιου όμως ή άπήχηση μπορούσε νά ήταν τεράστια, άποκόμισαν μιά μηχανική μέθοδο όπου ένεργοποιούνται οί χειρότερες περιοχές τής συνείδησης. Τί θέλετε λοιπόν νά καταφέρετε μαζί τους. Μέ ποιές καινούργιες όμάδες κοπαδιών πού θά πάνε νά τούς δώσει τά παραγγέλματά τους ό μοναδικός 'Αντρέ Μπρετόν;;; Γιατί μέσα στό σουρρεαλισμό δέν ύπήρξε ποτέ τίποτ' άλλο παρά ό Αντρέ Μπρετόν. Ολόκληρος ό σουρρεαλισμός, με τις άντιφάσεις του, τις ιδιοτροπίες του, δέν ήταν έπακόλουθο τών προσωπικών άντιφάσεων και ιδιοτροπιών τού Αντρέ Μπρετόν; Αναλογισθήτε τή σχεδιασμένη άπόπειρα δράσης πού έγινε τήν περίοδο τού Ιανουάριου, Φεβρουάριου και Μάρτιου τού 1925. Δράση στήν όποια ό Μπρετόν άρνήθηκε νά συμμετάσχει όντας άπασχολημένος έκείνο τόν καιρό μέ σκοπούς πολύ πιό εύγενικούς, πολύ πιό σημαντικούς (άν και άτομικούς) άπό έκείνους πού έπιδιώκει τώρα^. Αύτούς τούς σκοπούς δέ χρειάζεται νά σάς τούς κατανομάσω, κι όμως ήταν τέτοιας λογής πού προσέδιδαν μεγαλύτερη άξια σ' όρισμένες προσωπικές άσχολίες του άπ' όσο σέ μιά όποιαδήποτε κοινή έπαναστατική προσπάθεια μέ τήν όποια κα-
ΑΡΤΩ 53
νείς δέν τό κατόρθωνε νά βρεθεί σύμφωνος. Ναι βέβαια, ό 'Αντρέ Μπρετόν χρησιμοποιούσε έκεινο τόν καιρό μιά άλλη γλώσσα. 'Αναγνώριζε σέ κάτι τό άπόλυτα έσώτερο και αύθόρμητο, μιά δύναμη καταστροφής πού κατόπιν την έστρεφε σέ μιά ύλική δραστηριότητα γιά την όποια έπρεπε βέβαια ν' άναγνωρίσει πώς ούτε αύτός ούτε οι άλλοι ήταν άξιοι. Δέ θά φτάσω στό σημείο νά πώ ότι είναι αύτή ή άπογοήτευση πού δοκίμασε κατά μιά έννοια άπόλυτα προσωπική πού τόν έσπρωξε στόν κομμουνισμό, μά είναι βέβαιο πώς έάν ό Μπρετόν δέν είχε άπογοητευθεί και μάλιστα μ' ένα τρόπο έντελώς σχετικό, ή όψη τού σουρρεαλισμού θά είχε άλλάξει. Κείνο τόν καιρό άναγνώριζε τήν άξια τής απουσίας, τής άπομόνωσης. Εν πάση περιπτώσει ένα πνεύμα δικαιοσύνης πού άργότερα τό 'χασε έντελώς έξακολούθησε νά ύπάρχει και άνάμεσα στ' άλλα άπέναντι σέ μένα. Γιατί ύπήρξα ό πρώτος μέσα σ' αύτό τό αιώνια άρρωστημένο συνονθύλευμα πού διεκήρυξε τό πλεονέκτημα μιάς κάποιας άνικανότητας.* Ανικανότητα πού ύστερα όλοι τους άναγνώρισαν και τήν έκαναν ένα είδος συμβόλου πίστης (Βλέπε Νόμιμη Αμυνα). Στό όνομα τής άνικανότητας πού μέ κατέχει, πού μέ άποκόβει άπ' τήν πραγματικότητα, περιορίσθηκα μές στή μοναξιά μου. 'Ανικανότητα πού ήταν κάτι άπόλυτο μέσα μου· όπως ό έρωτας ήταν κάτι • Επιμένω στό γεγονός ότι αύτη ή άνικανότητα δέν άξίζει παρά άπέναντι στήν άμεση πραγματικότητα. Στό γενικό, άπόλυτο πεδίο, ξαναβρίσκω όλες μου τις δυνάμεις, θά τολμούσα μάλιστα νά πώ όλη μου τή ζωή. Τό πνευματικό πεδίο είναι γεμάτο^διεξόδους. Δέ μένει παρά νά τό φθάσεις και νά έγκατασταθείς έκεί. Αύτό πού etvai άξιοσημείωτο στό σουρρεαλισμό είναι ή πνευματική στενότητα πού τόν διακατέχει, είναι ή έγκατάλειψη τών άρχών, γιά ό,τι δέν είναι άπόλυτα αισθητό, ή περιφρόνηση πού τρέφει γιά τις διανοητικές περιοχές τής σκέψης. Προχώρησε κερδίζοντας όλο και περισσότερο έδαφος μέσα στήν πραγματικότητα. Κι έκεί
χάθηκε.
ΑΡΤΩ 54
απόλυτο γιά ορισμένους, όπως ή δράση είναι κάτι άπόλυτο για μερικούς άλλους. Ποιός θά μπορούσε νά με κατηγορήσει γιά τήν άκίνητη στάση μου, την έξωτερικά ακίνητη, άν κάτω άπ' τό κάλυμμα αύτής της άμετάθετης προσδοκίας διατηρώ μιά δραστική σκέψη; Ό σουρρεαλισμός δέν ήταν στήν άρχή μιά ένδυνάμωση τής σκέψης; Δέν άποσκοπούσε νά δώσει στή σκέψη μιά πραγματικότητα γεμάτη ύφος και μορφή, αύτή τήν πραγματικότητα πού μόλις διακρίνεται κι άπ' τήν όποια στό μεταξύ έχουν σχεδόν άπομακρυνθεί; Τί είναι αύτοί οί άξεστοι πού προσπαθούν νά μάς πείσουν πώς μονάχα ή έξωτερική δράση μετράει και πώς γιά νά δράσεις, άκόμα και έπαναστατικά, πρέπει νά είσαι σκλάβος τών γεγονότων; Έχουμε φτάσει λοιπόν σέ μιά τόσο φριχτή παρανόηση; Αύτοί οί άπελπισμένοι πού μέσα στό φόβο τους μήπως πέσουν θύματα προσχωρούν στή σαπίλα τής ζωής! Αύτοί πού δέ θέλουν πιά νά θεωρήσουν άλλη δράση άπό ' κείνη πού είναι ικανή ν' άλλάξει κάτι μέσα στήν ώμή τάξη τής πραγματικότητας! Αύτοί πού δίνουν στό πρόβλημα τής έπανάστασης τήν πιό συστηματοποιημένη λύση! Και μιά λύση, παρμένη άπ' τις άλλες, παλιά όπως ή δημιουργία, πού νά μήν κατορθώνει νά λύσει τίποτα άπ' τό ούσιαστικό πρόβλημα. Εγκαταλείπουν τή στάση μιάς άπελπισίας άνίκανης, πού όμως ήταν ή μόνη τους δύναμη γιά νά ύποταχθούν σέ μιά περιορισμένη αίσιοδοξία. Τήν αίσιοδοξία τής παραίτησης* *. 'Αλλά ή έπανάσταση είναι βαθιά άσύλληπτη κι έκείνοι ** Αλλα 6 Μπρετόν προετοίμαζε αύτή τήν προσχώρηση με μιά κατασκευασμένη αίσιοδοξία, όταν γιά νά αιτιολογήσει τήν πίστη του σέ μιά τελείως αφηρημένη πραγματικότητα, ή ύπαρξη τής όποιας όμως τού ήταν άπαραίτητη, φώναζε: Τό νά υπάρχεις ή τό νά μήν νπάρχεις,
άρχίζονμε
νά καταλαβαίνουμε
ότι ôèv
άποτελεί
πίά 'προ ημα. Νά σέ ποιές κενές διακηρύξεις έκτισε τήν τωρινή έπανα αηκή στάση του. Στάση άλλωστε πού εγκαταλείπει, γιατί δέν του απέφερε τίποτα.
ΑΡΤΩ 55
πού την κηρύττουν δέ σημαίνει γενικά πώς είναι αύτοί πού τήν κάνουν. Ναί, τό είδος της έπανάστασης πού ό σουρρεαλισμός φανταζόταν στήν αρχή είναι αδιανόητο, στην περιοχή τής ζωής. Καταληπτή ή ακατάληπτη, ή επανάσταση είναι ύπόθεση τού πνεύματος, καί τό πρακτικό πνεύμα δέν είχε καμιά θέση έκεί μέσα. Τέτοιες άναστατώσεις μέσα στήν τάξη τών πραγμάτων μπορούν νά συγκριθούν μ' έκείνες πού ή σκέψη έχει καθορίσει. Ή άπολυτότητα μιάς όποιασδήποτε πνευματικής στάσης είναι άνώτερη άπό όποιεσδήποτε πραγματικές, άλλά προσωρινές άναστατώσεις. Αύτή τήν άποψη ένός καθαρού ίδεαλισμού, νομίζω πώς τώρα έπείγει νά τήν άποδεχτούμε άν δέ θέλουμε νά μάς όδηγήσει ό σουρρεαλισμός σέ μιά νόθα καί τιποτένια μορφή ρεαλισμού. Γιατί ή μαρξιστική έπανάσταση μάς όδηγεί κατευθείαν σ' αύτό. Ό μαρξισμός είναι ό τελευταίος σάπιος καρπός τής δυτικής νοοτροπίας. Ένα σοβαρό κτύπημα πού δίνεται στό μή άπτό τού πνεύματος. Κι ό ίδιος ό σουρρεαλισμός μέσα στήν άναζήτηση μιάς όρισμένης πνευματικής στερεότητας, μέσα στήν έπιθυμία του ν' άπομονώσει κάτι πού θά ' ταν σάν τό έκτόπλασμα τής σκέψης, είναι μιά άκόμα ύλιστική θεώρηση ριγμένη τυχαία πάνω στό πνεύμα. Κάθε τι πού σταματά, κάθε τι πού άκινητοποιεί τό πνεύμα είναι άπ' τήν πλευρά τής ζωής, δηλαδή γεμάτο σκοτάδια, γιά νά πεθάνει καί νά σαπίσει. Αύτή ή έπιμονή τους νά άπευθύνονται μόνο στή ζωή κάνει τούς σουρρεαλιστές νά νιώθουν αύτή τήν άναγκαιότητα γιά περιορισμένες, μετρημένες άλλαγές. Ή άληθινή πνευματική άπελευθέρωση άπαιτεί ένα ποσό μυστικισμού άπ' τόν όποίο αύτοί έχουν άπομακρυνθεί όσο ποτέ***. Γιατί ή καθαρότητά τους δέν *** Αν έχουμε όλοι βαρεθεί, άν είμαστε γιά όλα έτοιμοι, γιά νά βγούμε άπό τό πνευματικό άδιέξοδο μέσα στό όποίο έχουμε στριμωχθεί, εν μέρει άπό δικό μας λάθος, οί άστοί δέν έχουν παρά περιορισμένη εύθύνη γι' αύτό. Αλλωστε άν τό πρόβλημα είναι παγκοσμίου ένδιαφέροντος, ή
ΑΡΤΩ 56
είναι παρά ένα καταστροφικό ψέμα. Αύτοί πού δέ βλέπουν τόν έρωτα παρά μόνο μέ τή μορφή τής συνουσίας, αύτοί πού σ' όλες τους τίς πράξεις όδηγήθηκαν πάντα μόνο άπ' τό λύση του δέν είναι παγκόσμια. Είναι προσωπική, καί μάλιστα πολύ δύσκολη. Θυμάμαι μιά κουβέντα πού είχα μέ τόν Μπρετόν μέ θέμα τόν έρωτα κι όπου έπέμενε πάνω στήν άνικανότητα τού σουρρεαλισμού νά δημιουργήσει έναν άληθινό κόσμο, ή έστω νά μάς φέρει σ' έπαφή μέ τίς παράξενες άνακαλύψεις τού άνώτερου κόσμου, μά όλο αύτό τού φαινόταν προφανές καί φυσικό. Καθώς έλεγε, φανταζόταν τήν περίπτωση όπου ένα μυθικό ζώο θά είσορμούσε ξαφνικά στό δωμάτιο όπου βρισκόμασταν καί μέ τό όποίο θά μάς ήταν τελείως άδύνατο νά έπικοινωνήσουμε. Έγώ δέν έβλεπα, σ' όλα αύτά, παρά μι-ά όλέθρια δίψα γιά ύλη, μιά περίεργη άφέλεια πνεύματος! Τό θέμα δέν είναι νά άποδεχτείς ή νά άρνηθείς τήν πραγματικότητα μιάς παρόμοιας είκόνας πού γιά μένα άλλωστε δέν έχει τήν έλάχιστη σημασία. "Αλλά είναι όλοφάνερο πώς οί σουρρεαλιστές δέν μπόρεσαν ποτέ νά άποβάλλουν αύτή τήν πρακτική χροιά τής ποίησής τους, τόν ύλικό χρωματισμό τού πνεύματός τους, πώς δέν μπορούν νά φτάσουν στό ύψος μιάς μεταφυσικής στήν όποία ή φυσιολογική άνάπτυξη τής έπιθυμίας τους γιά άπελευθέρωση όφειλε νά τούς όδηγήσει. Αλλιώς οί σουρρεαλιστές θά άπομονωθούν μέσα στό λογοτεχνικό χώρο στόν όποίο ή πρωτοβουλία τους μπορεί νά άποφέρει άποτελέσματα συναρπαστικά άν καί περιορισμένα, δρόμος τελικά χωρίς διέξοδο, νεκρός . Αλλιώς πάλι θ' άποδείξουν ότι ή στάση τους είναι πάνω άπ' αύτές τίς συγκυρίες, μά τότε δέ θά διασωθούν παρά μόνο μέ τήν άναζήτηση μιάς χαμένης παράδοσης άπ' τήν όποία όμως ό ύλισμός τους τούς άπομακρύνει. Ή εύκολία μέ τήν όποία προσχώρησαν στήν άποκρουστική άντίλι^ψη τού ίστορικού ύλισμού, δείχνει σέ ποιό βαθμό έχουν άπομακρυνθεί άπ' τόν άληθινό στόχο τους (πράγμα πού ούτε κάν ύποψιάζονται). Γιατί όσο καί νά τά ' χουν μαζί της πρόκειται πάντα γιά τήν έσωτερικότητα. Πρόκειται γιά τίς έσωτερικές καταστάσεις τής ψυχής πού δέν είναι άκόμα παρά ή πρώτη βαθμίδα τής όριστικής άπελευθέρωση ς. Ή έλευθερία δέν είναι τίποτα
ΑΡΤΩ 57
μίσος, άπό ένα είδος φυσικής κλίσης νά καταστρέψουν και νά κάνουν κακό, π(1ύ δέν κατάφεραν ποτέ τίποτε άλλο άπό τό νά αυτοκαταστραφούν, ν' απαρνούνται την ίδια τους την ύπαρξη καί την ίδια τους τη δραστηριότητα, πού δέν μπορούν νά αξιώνουν άληθινή καθαρότητα. Ή δραστηριότητά τους είναι διαβολική. Μονάχα τό κακό μπορεί νά τούς ικανοποιήσει κι άφήνονται σ' αύτό μ' έναν άπόλυτο ένθουσιασμό καί χωρίς κανένα ένδοιασμό πράγμα πού φωτίζει ίδιαίτερα τά κίνητρα τών πράξεών τους. Έδώ καί καιρό ό μπροστά ατό πνεύμα. Ή κοινωνική, ή σημερινή, ή άνθρώπινη έλευθερία τους βρίσκεται στόν άντίποδα τής έλευθερίας. (Καί πάνω σ' αύτό τό ζήτημα υπάρχει ή πιό σοβαρή παρεξήγηση). Τό νά διατρέξουμε τήν κλίμακα τών προκαταλήψεων, τών όποιων προκαταλήψεων, δέν είναι ποτέ παρά μιά πενιχρή κατάκτηση. 'Ανθρωποι πού άρρωσταίνουν όταν άξιώνουμε νά τούς μιλάμε γιά τό πνεύμα!!! Ό άνώτερος έπαναστάτης ξέρει μέσα στόν άγώνα πού διεξάγει πώς τό άστικό πνεύμα δέν άπέχει πολύ άπό τό προλεταριακό πνεύμα καί πώς καί τά δυό τελικά άξίζουν τό ίδιο. Αύτοί κι έγώ κι όλοι μας, άν είμασταν έλεύθεροι μέ τήν έννοια πού τό έννοούν, δέ θ' άπολαμβάναμε τώρα παρά μιά γελοιογραφία τής έλευθερίας. Ή άληθινή έλευθερία βρίσκεται μέσα μας, άλλά έχει βρωμίσει άπό αλληλοσυγκρουόμενες μορφές πού είμαστε βαθιά άνίκανοι νά ξεδιαλύνουμε. Ή πορεία μέσα μας είναι σκληρή, λεπτή, πολύπλοκη. Ή καταστροφή καί ή έκλέπτυνση τής ύλης δέν είναι παρά ένα άπ' τά στάδια τής τελικής όλοκληρωτικής νίκης άνάμεσα στή ζωή καί τό θάνατο. Στό δρόμο πού άκολουθούμε τό άπλό γεγονός τού θανάτου έχει πρωταρχική σημασία. Ό έρωτας έπίσης κατά κάποιο τρόπο άλλά σάν κάτι άπώτερο. Οί σουρρεαλιστές ποτέ τους δέν ευχαριστήθηκαν παρά μονάχα άπό φευγαλέα, τυχαία άποτελέσματα. Ποτέ τους δέν ένήργησαν μ' ένα σοβαρό τρόπο μέ τή διπλή έννοια πού ύποδεικνύω παραπάνω. Ό λ ο τό ζήτημα τώρα είναι νά άποσυρθείς, νά χάσεις όρισμένες έπαφές, νά ξαναβρείς τό άληθινό πρόβλημα κατά πρόσωπο. Ν' άπομονώσουμε τό πρόβλημα άπό τήν πιό άπόλυτη, τήν πιό ζωτική σκοπιά.
ΑΡΤΩ 58
σουρρεαλισμός δέν άγκαλιάζει πιά παρά ένα πολύ περιορισμένο μέρος αύτής της άνώτερης πραγματικότητας πρός την όποια έτεινε αρχικά. Έ ν πάση περιπτώσει αύτη την πραγματικότητα των έσώτατων πηγών τού έγκεφάλου, τών διαλειμμάτων τής σκέψης, καμιά προγραμματισμένη δράση δέν είναι πιά ικανή νά την πλησιάσει. Χωρίς νά παραγνωρίζω τά πλεονεκτήματα μιάς συλλογικής ύποβολής, πιστεύω πώς ή άληθινή Επανάσταση είναι ύπόθεση άτομική. Τό άυλο άπαιτεί μιά περισυλλογή πού δέν συναντάται πουθενά άλλού παρά μέσα στά έγκατα τής άτομικής ψυχής. Κι όσο γιά μένα, πού άρνούμαι κάθε συλλογική άπόπειρα, βυθίζομαι στήν άναζήτηση τής μαγείας πού δημιούργησα, σέ μιά μοναξιά χωρίς συμβιβασμούς. 'Αντονέν Αρτώ
1. Αύτό τό κείμενο παρουσιάζεται σάν ένα ειόος προλόγου στό Τελεία και παύλα, τού όποιου τό βασικό τμήμα είναι ή άλληλογραφία μεταξύ τού Joseph Barsalou και τού 'Αντονέν Αρτώ. Ό Joseph Barsalou, ήταν ένας νέος δημοσιογράφος, άνταποκριτής τής έφημεριδας Dépêcha du Midi, στό Παρίσι. 'Ανήκε στήν όμάδα Philosophies τής όποίας τά μέλη είχαν ύπογράψει, μέ τά πιό ένεργητικά στοιχεία τού περιοδικού Clarté, τούς δύο βασικούς συνεργάτες τού βελγικού περιοδικού Correspondance, μερικούς προσκείμενους άνεξάρτητους, καί τούς σουρρεαλιστές στή μεγάλη τους πλειοψηφία, τή διακήρυξη La Révolution d'abord et toujours! (Πρώτα άπ' όλα καί πάντα ή Επανάσταση!) ή άρχική σύνταξη τής όποίας ήταν τού Αντονέν Άρτώ. Επειτα άπό τήν προσχώρηση τού Αντρέ Μπρετόν καί τών φίλων του στό κομμουνιστικό κόμμα, τό διωγμό τού Αρτώ άπ' τήν όμάδα, τό θόρυβο πού οί δυό μπροσούρες: Στή μεγάλη μέρα καί Στή μεγάλη νύχτα είχαν δημιουργήσει στό ^οινό, ό Joseph Barsalou τού είχε αύθόρμητα γράψει γιά νά τού δείξει τή συμπαράστασή του. Στό γυρισμό του στό Παρίσι, μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, τόν περίμενε μιά έκπληξη: ή άπάντηση πού είχε δημοσιευθεί γιά τό γράμμα του στό Τελεία καί παύλα. 2. Αύτούς άκριβώς τούς μήνες ό "Αντονέν Αρτώ κρατούσε τή διεύθυνση τής Σουρρεαλιστικής Κεντρικής Επιτροπής.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΣΟΥΡΡΕΑΑΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ^ Ό σουρρεαλισμός είναι ένα λουτρό μέσα στό πνεύμα, όπως και κάθε είδους δραστηριότητα μόνο πού θίγει ζητήματα απείρως πιό πολύτιμα καί πιό σπάνια.
Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου, 'Από σήμερα καί στό έξής τό Ημερολόγιο κρατιέται έκ νέου αύστηρά κάθε μέρα. Ή περίοδος τού συνεδρίου έπαναλήφθηκε άπ' όλους τίς μέρες πού είχαν άρχικά καθορισθεί. Τό συνέδριο γίνεται ένα συνέδριο άποτελεσμαηκής έργασίας, καί κυρίως εκτέλεσης έργασιών.
Πέμπτη 5 Μαρτίου. Τό Ημερολόγιο έγκαταλείφθηκε δύο μέρες!!!!!!!!! 'Αρκούμαι γιά σήμερα σ' αύτά τά θαυμαστικά. Προτείνω τήν έξαφάνιση τής έπιγραφής Σουρρεαλιστικά Κείμενα καί κάθε κείμενου σουρρεαλιστικού ύφους πού άγγίζει τόσο έλάχιστα τή ζωή. Κρίνω πώς γιά μάς ό Σουρρεαλισμός είναι ή ζωή καί πώς δέν χρειάζεται νά διαχωρίζουμε αύτό πού μέσα στό Σουρρεαλισμό είναι μιά καθαρή πνευματική θεωρία άπό αύτό πού έμφανίζεται σάν μιά έπανεγκατάσταση τής ζωής στό χώρο τού σουρρεαλισμού. Πρώτοι, έμείς, όφείλουμε νά έξοικειωθούμε μ' αύτή τήν άνάμιξη, καί νά σκοπεύουμε μ' όλες μας τίς δυνάμεις
ΑΡΤΩ 60
στην καθιέρωση αύτής της ανάμιξης. *
Πέμπτη (19 Μαρτίου). Αύτό τό ημερολόγιο δέν κρατήθηκε ούτε την Τρίτη, ούτε τήν Τετάρτη. Θά 'πρεπε νά ξέρουμε άν έπιμένουμε, ναι ή όχι, νά έξακολουθήσουμε ό,τιδήποτε μοιάζει σέ μιά δραστηριότητα, της τάξης πού θά θέλαμε. 'Απ' τήν άλλη μεριά πρέπει νά διαποτιστούμε άπό τήν ιδέα πώς ό Σουρρεαλισμός δέν μπορεί νά περιοριστεί σέ μιάν άναζήτηση παραδειγματικών ή θαυμαστών γεγονότων άλλά πώς πρίν άπ' όλα είναι μιά πνευματική κατάσταση πρός καθορισμό πού πρέπει νά ένεργοποιηθεί καί θά μπορούσαμε νά πούμε νά άντικειμενοποιηθεί καί νά ύλοποιηθεί. Καί σάς παρακαλώ νά πιστέψετε πώς έχουμε πολλή δουλειά πρός αύτή τήν κατεύθυνση, καί πρός αύτή τήν κατεύθυνση είναι πού πρέπει νά συγκεντρώσουμε τίς έρευνές μας. Έχω ήδη προτείνει μερικούς δρόμους. Ό σ ο δέ θά παίρνουμε τήν άπόφαση νά τούς άκολουθήσουμε, ή νά ύποδείξουμε άλλους δέ θά πρέπει νά παραπονιόμαστε γιά τό νεκρό χαρακτήρα τής δραστηριότητάς μας. Αρτώ. Δευτέρα 23 (Μαρτίου) Ο Αρτώ ζητά ô καθένας μας νά φροντίζει νά άπομονώνεται καί νά σημειώνει μέσα στά όνειρά του ό,τι φαίνεται νά υπόκειται σ' ένα σύστημα, δηλαδή σ' όλο τό συστηματοποιημένο άσυνείδητο τού ονείρου. Επίσκεψη τών Αρτώ, Τουάλ, Κρεβέλ. Λουί Αραγκόν. κι άκόμα αύτό πού παρουσιάζεται σάν μιά κάποια συστηματοποίηση, μιάς πραγματικότητας ίδωμένης διά μέ-
ΑΡΤΩ 61
σου τού ύπνου, κάθε άληθινό ή ψεύτικο σύστημα, πού όμως ύπακούει σέ μιά ορισμένη λογική τού ασυνείδητου ή τού ονείρου. 'Αρτώ Με μιά λέξη νά σημειώσετε ένα σύστημα ήδη φανερωμένο καί πλήρες πού θά ' ρχόταν στό φως άπό άσυνήθιστους δρόμους.
1. Τό χειρόγραφο ημερολόγιο τού Γραφείου σουρρεαλιστικών έρευνών κρατήθηκε καθημερινά άπό τά μέλη πού απάρτιζαν τό συμβούλιό του άπό 11 'Οκτωβρίου 1924 έως 20 'Απριλίου 1925. Εκεί είχαν καταχωρισθεί οί έργασίες πού πραγματοποιήθηκαν, οί είσηγήσεις, τό όνομα τών έπισκεπτών πού περνούσαν, οί παρατηρήσεις τους, οί προτάσεις τους, κ.λ.π. Εδώ είναι οί σημειώσεις πού γράφτηκαν άπ' τόν ίδιο τόν Αντονέν Αρτώ.
ΔΥΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ^ Τά ύπογεγραμμένα μέλη τής Σουρρεαλίσηκης Επανάστασης συνελθόντα, στις 2 Απριλίου 1925, μέ σκοπό νά καθορίσουν ποιά άπ' τις δυό άρχές ή σουρρεαλιστική ή ή έπαναστατική ήταν ή πιό έπιδεκτική γιά νά κατευθύνουν τή δράση τους, χωρίς νά καταλήξουν γι' αυτό τό ζήτημα, συμφώνησαν στά ακόλουθα σημεία: Ιο Πώς πριν άπό κάθε μέριμνα σουρρεαλιστική ή έπαναστατική, αύτό πού κυβερνά τό πνεύμα τους είναι ένα όρισμένο είδος παραφοράς. 2ο Σκέπτονται πώς ό δρόμος αύτής τής παραφοράς τούς είναι ό πιό κατάλληλος γιά νά φθάσουν σ' αύτό πού μπορούσε νά όνομασθεί σουρρεαλιστική έκλαμψη..? 4ο Διακρίνουν πρός τό παρόν ένα μόνο θετικό σημείο στό όποίο σκέπτονται πώς όλα τά άλλα μέλη τής Σουρρεαλιστική ς Επανάστασης θά όφειλαν νά προσχωρήσουν: ότι δηλαδή τό πνεύμα είναι μιά άρχή ούσιαστικά αναλλοίωτη πού δέν μπορεί νά καταφέρει νά στερεωθεί μέσα στή ζωή, ούτε πέρα άπ' αύτή. 'Αντονέν Άρτώ, Ζ.Α. Μπουαφάρ, Μισέλ Αερίς, 'Αντρέ Μασόν, Πιέρ Ναβίλ
Ή προσχώρηση σ' ένα όποιοδήποτε έπαναστατικό κίνημα προϋποθέτει τήν πίστη ότι έχει πιθανότητες ώστε νά γίνει πραγματικότητα. Ή άμεση πραγματικότητα τής σουρρεαλιστικής έπανάστασης δέν είναι τόσο ή άλλαγή κάποιου πράγματος στή φυσική καί φαινομενική τάξη τών πραγμάτων όσο ή δημι-
ΑΡΤΩ 63
ουργία ενός κινήματος στό χώρο τού πνεύματος. Ή ιδέα μιας κάποιας σουρρεαλιστικής έπανάστασης σκοπεύει στη βαθιά ούσια και στην περιοχή τής σκέψης.... Σκοπεύει νά δημιουργήσει πριν άπ' όλα ένα νέο είδος μυστικισμού... Κάθε άληθινός πιστός τής σουρρεαλιστικής έπανάστασης είναι ύποχρεωμένος νά σκέφτεται πώς τό σουρρεαλιστικό κίνημα δέν είναι ένα κίνημα τού αφηρημένου και ειδικότερα τού ποιητικά άφηρημένου, πού είναι μισητό στόν ύψηλότερο βαθμό, άλλά πώς είναι πραγματικά ικανό νά άλλάξει κάπως τά πνεύματα. 1. Δημοσιευμένο άπό τόν Μορίς Ναντώ στό Documents Surréalistes (Εκδόσεις Seuil, 1948). 2. Αύτά τά άποσιωπητικά πρέπει νά άντιστοιχούν σέ μιά διακοπή πού ύπάρχει μέσα στό κείμενο άφού περνάμε άπό τό 2° στό 4°.
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΙΑΤΡΟΥΣ ΤΩΝ ΦΡΕΝΟΚΟΜΕΙΩΝ Κύριοι, Οι νόμοι, ή συνήθεια σας παρέχουν τό δικαίωμα νά μετράτε τό πνεύμα. Αύτή τήν αμφίβολη κυρίαρχη δικαιοδοσία, είναι μέ τή συγκατάθεσή σας πού τήν έξασκείτε. 'Ας γελάσουμε. Ή εύπιστία των πολιτισμένων λαών, των σοφών, τών κυβερνώντων στολίζει τήν ψυχιατρική μέ ποιός ξέρει τί ύπερφυσικά φώτα! Ή δίκη τού έπαγγέλματός σας έχει έκ τών προτέρων κριθεί. Δέν έχουμε πρόθεση νά συζητήσουμε έδώ τήν άξία τής έπιστήμης σας, μήτε τήν άμφίβολη ύπαρξη τών διανοητικών άσθενειών. 'Αλλ' όμως σ' έκατό φαντασμένες θεωρίες περί παθογένειας όπου έπιτείνεται ή σύγχυση ύλης καί πνεύματος, σ' έκατό ταξινομήσεις άπ' τίς όποίες οί πιό άόριστες είναι ώς τώρα οί μόνες χρησιμοποιήσιμες, πόσες καλόπιστες άπόπειρες γιά νά προσεγγίσετε τόν κόσμο τού έγκεφάλου όπου ζούν τόσοι άπ' τούς φυλακισμένους σας; Πόσοι είστε, γιά παράδειγμα, αύτοί γιά τούς όποίους τό όνειρο τού πρόωρα τρελού, οί είκόνες τών όποίων είναι λεία είναι τίποτ' άλλο άπό μιά σαλάτα λέξεων; Δέν άπορούμε πού σάς βρίσκουμε άνάξιους γιά ένα έργο πού προορίζεται γιά πολύ λίγους. Ομως ξεσηκωνόμαστε ένάντια στό δικαίωμα πού παραχωρήθηκε σέ άνθρώπους, στενόμυαλους ή όχι, νά τιμωρούν μέ μιά ίσόβια κάθειρξη χάριν τών άναζητήσεών τους στό χώρο τού πνεύματος. Καί τί κάθειρξη! Ξέρουμε - κι είναι λίγα αύτά πού ξέρουμε- πώς τά άσυλα έκτός άπό τό νά είναι άσυλα, είναι φρικτά κάτεργα, όπου οί κρατούμενοι προσφέρουν μιά εύ-
ΑΡΤΩ 65
κολη και δωρεάν χειρωνακτική έργασία, όπου οί ώμότητες άποτελούν τόν κανόνα, κι αύτό μέ τή συγκατέθεσή σας. Τό άσυλο τών φρενοβλαβών, κάτω άπ' τήν κάλυψη τής έπιστήμης και τής δικαιοσύνης, μπορεί νά παραβληθεί μέ τό στρατώνα, τή φυλακή, τό δεσμωτήριο. Δέ θά θέσουμε έδώ τό ζήτημα τών αυθαίρετων έγκλεισμών στά φρενοκομεία, για νά σας απαλλάξουμε άπ' τόν κόπο τών εύκολων διαψεύσεων. Βεβαιώνουμε πώς ένας μεγάλος άριθμός άπ' τούς οίκοτρόφους σας, τούς τελείως τρελούς σύμφωνα μέ τόν έπίσημο όρισμό, είναι, κι αύτοί άκόμα, αύθαίρετα κλεισμένοι. Δέ δεχόμαστε νά έμποδίζεται ή έλεύθερη άνάπτυξη ένός παραληρήματος, έξίσου νόμιμου, έξίσου λογικού, μέ κάθε άλλη άλληλουχία άνθρωπίνων ιδεών ή ένεργειών. Ή καταστολή τών άντικοινωνικών άντιδράσεων είναι τόσο χιμαιρική όσο και άπαράδεκτη στήν ούσία της. Όλες οί άτομικές ένέργειες είναι άντικοινωνικές. Οί τρελοί είναι τά κατ' έξοχήν άτομα -θύματα τής κοινωνικής δικτατορίας· στ' όνομα αύτής τής άτομικότητας πού είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα τού άνθρώπου, άπαιτούμε ν' άπελευθερωθούν αύτοί οί κατάδικοι τής εύαισθησίας, γιατί μέ τήν ίδια λογική δέν άνήκει στήν έξουσία τών νόμων νά φυλακίζουν όλους τούς άνθρώπους πού σκέφτονται και ένεργούν. Χωρίς νά έπιμείνουμε στόν άπόλυτα μεγαλοφυή χαρακτήρα τών έκδηλώσεων όρισμένων τρελών, στό βαθμό πού είμαστε ίκανοί γιά νά τά έκτιμήσουμε, διακηρύσσουμε τήν άπόλυτη νομιμότητα τή,ς άντίληψης πού έχουν γιά τήν πραγματικότητα, καθώς και όλων τών πράξεων πού άπορρέουν άπ' αύτή. Μπορείτε νά τά θυμηθείτε αύτά αύριο τό πρωί τήν ώρα τής έπίσκεψης, όταν θά προσπαθήσετε νά συνομιλήσετε χωρίς κώδικα μ' αύτούς τούς άνθρώπους σέ σχέση μέ τούς όποιους,παραδεχτήτε το, πλεονεκτείτε μόνο ώς πρός τή δύναμη.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΟΑΑΣΗΣ^ στόν Anohé Gaillard Ούτε ή κρυαγή μου ούτε ό πυρετός μου δέ βγαίνουν άπό μένα. 'Απ' αύτη την αποσύνθεση τών δευτερευόντων δυνάμεών μου, απ' αύτά τα άποσιωπημένα στοιχεία της σκέψης καί της ψυχής, μονάχα τη μονιμότητα τους άντιλαμβανόσαστε. Αύτό τό κάτι πού βρίσκεται μεσοστρατίς άνάμεσα στό χρώμα της χαρακτηριστικής μου άτμόσφαιρας καί στήν αίχμή τής πραγματικότητας μου. Δέν έχω τόσο ανάγκη γιά τροφή όσο γιά μιά κάποια στοιχειώδη συνείδηση. Αύτό τό δέσιμο τής ζωής όπου γαντζώνεται ή έκπομπή τής σκέψης. Έναν κόμπο κεντρικής άσφυξίας. Νά άκουμπήσω άπλά σέ μιάν αλήθεια καθαρή, αλήθεια δηλαδή πού έχει μιά μονάχα κόψη. Τό πρόβλημα αύτό τού άφανισμού τού έγώ μου δέν παρουσιάζεται πιά μέ τό άποκλειστικά πονεμένο του πρόσωπο. Νιώθω πώς καινούργιοι παράγοντες παρεμβάλλονται μέσα στόν έκφυλισμό τής ζωής μου. καί αύτό σάν νά έχω μιά καινούργια συναίσθηση τής έσώτερής μου άπώλειας. Τό νά άφεθώ στήν τύχη καί νά ριχθώ μέσα στή βεβαιότητα μιάς άλήθειας πού προαισθάνομαι, όσο κι άν είναι τυχαία, είναι γιά μένα όλο τό νόημα τής ζωής μου. Στέκομαι ώρες όλόκληρες, άπορροφημένος άπό τήν έντύπωση μιάς ίδέας, ένός ήχου. Ή συγκίνησή μου δέν άνα-
ΑΡΤΩ 67
πτύσσεται μέσα στό χρόνο, δέν έχω διαδοχές μέσα στό χρόνο. Οι παρορμήσεις τής ψυχής μου βρίσκονται σέ τέλεια συμφωνία μέ τήν άπόλυτη ιδέα πνεύματος. Νά τοποθετηθώ άπέναντι στή μεταφυσική πού τή δημιούργησα σέ σχέση μέ τό κενό πού φέρω μέσα μου. Αύτόν τόν πόνο πού έχει φυτρώσει μέσα μου σαν σφήνα, στό κέντρο τής πιό καθαρής μου ύπαρξης, σ' αύτό τό χώρο τής εύαισθησιας όπου οι δύο κόσμοι τού σώματος και τού πνεύματος συναντώνται, έμαθα νά τόν διασκεδάζω μέ τό τέχνασμα μιάς ψεύτικης ύποβολής. Τό διάστημα αύτό τού λεπτού πού διαρκεί ή λάμψη ένός ψεύδους, πλάθω μιά σκέψη φυγής, ρίχνομαι πίσω άπό τά ψεύτικα ίχνη πού μού δείχνει τό αίμα μου. Κλείνω τά μάτια τής νόησής μου, κι άφήνοντας νά μιλά μέσα μου τό άσχημάτιστο, παρέχω στόν έαυτό μου τήν ψευδαίσθηση ένός συστήματος πού οί όροι του θά μού διέφευγαν. Όμως άπ' αύτό τό λεπτό τής πλάνης μένω μέ τό συναίσθημα πώς έχω άρπάξει άπ' τό άγνωστο κάτι τό πραγματικό. Πιστεύω στούς αύθόρμητους έξορκισμούς. Στούς δρόμους όπου τό αίμα μου μέ πηγαινοφέρνει δέν περνάει μέρα όπου νά μήν άνακαλύψω μιάν άλήθεια. Ή παραλυσία μέ κατακτά καί μ' έμποδίζει όλο και περισσότερο νά ξαναγυρίσω στόν έαυτό μου. Δέν έχω πιά στήριγμα, θεμέλιο.... ψάχνω νά βρώ τόν έαυτό μου κι έγώ δέν ξέρω πού. Ή σκέψη μου δέν μπορεί νά πάει έκεί πού τή σπρώχνουν ή συγκίνησή μου καί οί εικόνες πού ξεσηκώνονται μέσα μου. Αισθάνομαι εύνουχισμένος ώς στις παραμικρότερες παρορμήσεις. Καταλήγω νά δώ τό φώς μέσα άπό μένα τόν ίδιο, ύστερα άπό πολλές παραιτήσεις πρός όλες τις κατευθύνσεις τής διάνοιας καί τής εύαισθησίας μου. Πρέπει νά καταλάβουμε πώς είναι ό ίδιος ό ζωντανός άνθρωπος πού έχει πληγεί μέσα μου καί πώς αύτή ή παραλυσία πού μέ πνίγει βρίσκεται στό κέντρο τής καθημερινής
ΑΡΤΩ 68
μου προσωπικότητας κι όχι σέ ό,τι αισθάνομαι σάν εκλεκτός. Βρίσκομαι όριστικά δίπλα στή ζωή. Τό μαρτύριό μου είναι τόσο λεπτό, τόσο εκλεπτυσμένο πού γίνεται φριχτό. Μού χρειάζονται προσπάθειες παράλογες φαντασίας, δεκαπλασιασμένες άπό τό σφίξιμο αύτής τής πνιγηρής άσφυξίας γιά νά καταφέρω νά άναλογισθώ τό κακό μου. Κι άν έπιμείνω έτσι σ' αύτήν τήν καταδίωξη, σ' αύτή τήν άνάγκη νά καθορίσω μιά γιά πάντα τήν κατάσταση τής άποπνιξίας μου Έχεις σίγουρα άδικο νά υπαινίσσεσαι αύτή τήν παραλυσία πού μέ άπειλεί. Μέ άπειλεί πράγματι καί μέ κατακτά μέρα μέ τήν ήμέρα. Κιόλας ύπάρχει σάν μιά φριχτή πραγματικότητα. Βέβαια μεταχειρίζομαι άκόμα (άλλά γιά πόσο καιρό;) όπως θέλω τά μέλη μου, άλλ' όμως νά πού είναι καιρός πού δέν έξουσιάζω πιά τό πνεύμα μου, καί πού όλόκληρο τό άσυνείδητό μου μέ έξουσιάζει μέ παρορμήσεις πού έρχονται άπ' τά βάθη τών λυσσασμένων νεύρων μου κι άπ' τή δίνη τού αίματός μου. Είκόνες συμπιεσμένες καί γρήγορες, πού δέν λένε στό πνεύμα μου παρά λέξεις θυμού καί τυφλού μίσους, πού όμως περνάνε σάν μαχαιριές ή σάν άστραπές σ' ένα ούρανό περιφραγμένο. Μέ σημαδεύει ένα καταπιεστικός θάνατος μέσα άπ' τόν όποίο ό άληθινός θάνατος δέ μέ τρομάζει καθόλου. Αύτές οί τρομακτικές μορφές πού έπέρχονται, νιώθω πώς ή άπελπισία πού μού φέρνουν είναι ζωντανή. Γλιστράει σ' αύτό τό δέσιμο τής ζωής ύστερα άπ' τό όποίο άνοίγουν οί δρόμοι τής αιωνιότητας. Είναι στ' άλήθεια ό παντοτινός άποχωρισμός. Γλιστρούν τό μαχαίρι τους σ' έκείνο τό κέντρο όπου αίσθάνομαι άνθρωπος, κόβουν τούς ζωικούς δεσμούς πού μ' ένώνουν μέ τό όνειρο τής φωτεινής μου ύπαρξης.
ΑΡΤΩ 69
Μορφές μιάς βασικής άπελπισιας '(πραγματικά ζωικής), σταυροδρόμι τών αποχωρισμών, σταυροδρόμι τής αίσθησης τής σάρκας μου, έγκαταλειμμένης άπ' τό σώμα μου, εγκαταλειμμένης άπό κάθε πιθανό συναίσθημα μέσα στόν άνθρωπο. Δέν μπορώ νά τή συγκρίνω παρά μ' αύτή τήν κατάσταση μέσα στήν όποια βρισκόμαστε στήν καρδιά ένός παραληρήματος πού όφειλεται στόν πυρετό, κατά τή διάρκεια μιάς βαθιάς άρρώστειας. Είναι αύτή ή άντινομια άνάμεσα στή βαθιά μου εύχέρεια και στήν έξωτερική μου δυσκολία πού δημιουργεί τήν όδύνη άπό τήν όποία πεθαίνω. Ό καιρός μπορεί νά περνά κι οί κοινωνικές ταραχές τού κόσμου ν' άφανίζουν τίς σκέψεις τών άνθρώπων, έγώ είμαι άνέγγιχτος άπό κάθε σκέψη πού είναι βουτηγμένη μέσα στά φαινόμενα. 'Ας μ' άφήσουν στά σβησμένα μου σύννεφα, στήν άθάνατή μου άνικανότητα, στίς παράλογες έλπίδες μου. 'Αλλ' άς μάθουν καλά πώς δέν άπαρνούμαι καμιά άπ' τίς πλάνες μου. 'Αν έκρινα άδικα τό λάθος είναι στή σάρκα μου, όμως αύτά τά φώτα πού τό πνεύμα μου άφήνει νά διαθλώνται άπό ώρα σέ ώρα, είναι ή σάρκα μου τής όποίας τό αίμα σκεπάζει άπό άστραπές. Μού μιλάει περί Ναρκισσισμού, τού άντιτάσσω πώς πρόκειται γιά τή ζωή μου. Δέ λατρεύω τό έγώ μου άλλά τή σάρκα μου, μέ τό άπτό νόημα τής λέξης. Ολα τά πράγματα δέ μ' άγγίζουν παρά μόνο τόσο όσο προσβάλλουν τή σάρκα μου, όσο συνταυτίζονται μαζί της, καί ώς τό σημείο μάλιστα νά τή συγκλονίζουν, όχι πιό πέρα. Τίποτα δέ μ' άγγίζει, δέ μ' ένδιαφέρει έκτός άπ' αύτό πού άπευθύνεται κατευθείαν στή σάρκα μου. Καί κείνη τή στιγμή μού μιλά γιά τό Αίηό. Τού άντιτάσσω πώς τό Εγώ καί τό Αύτό είναι δύο όροι διαφορετικοί καί δέν πρέπει νά τούς συγχέουμε.
ΑΡΤΩ 70
κι είναι ακριβώς οι δύο όροι πού ταλαντεύονται στην ισορροπία τής σάρκας. Νιώθω κάτω άπ' τή σκέψη μου τό έδαφος πού ξεραίνεται, κι άπό ' κεί οδηγούμαι στό νά άτενίσω τούς όρους πού χρησιμοποιώ χωρίς τό στήριγμα τού έσώτερου νοήματός τους, τό στήριγμα τής προσωπικής τους ύπόστασης. Καί άκόμα καλύτερα τό σημείο άπ' όπου αύτή ή ύπόσταση φαίνεται νά ένώνεται μέ τή ζωή μου μού γίνεται ξαφνικά παράξενα αίσθητό, καί αύτοδύναμο. Έχω τήν έντύπωση ένός άπροσδόκητου διαστήματος, καί άκίνητου έκεί όπου καλώς έχόντων τών πραγμάτων όλα είναι κινήσεις, έπικοινωνία, άλληλεπιδράσεις, πορεία. 'Αλλά αύτή ή στειρότητα πού προσβάλλει τή σκέψη μου μέσα στίς ρίζες της, μέσα στίς πιό έπείγουσες έπικοινωνίες της μέ τή νόηση καί τό ένστικτο τού πνεύματος, δέ συμβαίνει μέσα στό χώρο τού χωρίς αίσθηση άφηρημένου όπου μόνο τά άνώτερα τμήματα τής νόησης θά συμμετείχαν. Πιό πολύ κι άπ' τό πνεύμα πού παραμένει άνέπαφο, μέ άνασηκωμένες τίς αίχμές του, αύτή ή στειρότητα προσβάλλει καί διαστρέφει τή νευρική διαδρομή τής σκέψης. Είναι μέσα στά μέλη καί τό αίμα πού αύτή ή άπουσία καί αύτή ή διακοπή γίνονται ίδιαίτερα αίσθητές. Ένα δυνατό ψύχος μιά άπαίσια άποχή τά τρίσβαθα ένός έφιάλτη άπό όστά καί σάρκες^ μέ τό συναίσθημα στομαχικών διαταραχών πού χτυπάνε, όπως χτυπιέται μιά σημαία άπ' τούς λαμπυρισμούς τής καταιγίδας. Είκόνες έμβρυακές πού είναι σά νά τίς σπρώχνεις καί πού δέν έχουν σχέση μέ καμία ύλη. Είμαι άνθρωπος άπ' τά χέρια καί τά πόδια μου, τήν κοιλιά μου, τήν κρεάτινη καρδιά μου, τό στομάχι μου πού οί κλειδώσεις του μέ συνδέουν μέ τήν άποσύνθεση τής ζωής. Μού μιλάνε γιά λέξεις, μά δέν πρόκειται γιά λέξεις, πρό-
ΑΡΤΩ 71
κείται yià τή διάρκεια τού πνεύματος. Σ' αύτη τήν φλούδα τών λέξεων πού πέφτει, πρέπει νά φανταστούμε πώς είναι άνακατεμένη και ή ψυχή. Δίπλα στό πνεύμα ύπάρχει ή ζωή, ύπάρχει ή άνθρώπινη ύπαρξη ατήν περιφέρεια τής όποιας περιστρέφεται αύτό τό πνεύμα, ένωμένο μαζί της μ' ένα πλήθος νημάτων... Ό χ ι , κάθε σωματικό ξερίζωμα, κάθε έλάττωση τής φυσικής δραστηριότητας κι αύτό τό βάσανο νά νιώθεις τόν έαυτό σου έξαρτημένο μέσα στό σώμα σου, κι αύτό τό ίδιο τό σώμα παραφορτωμένο μάρμαρο και ξαπλωμένο σ' ένα κακό ξύλο, δέν άντισταθμίζουν τόν πόνο νά είσαι άποστερημένος άπό τή σωματική αίσθηση και τήν αίσθηση τής έσωτερικής σου ίσορροπίας. Ή ψυχή άς χαθεί άπ' τή γλώσσα ή ή γλώσσα άπ' τό πνεύμα, κι αύτή ή ρήξη άς χαραχτεί μέσα στούς κάμπους τών αισθήσεων σάν ένα άπέραντο αύλάκι άπελπισίας και αίματος, νά ό μεγάλος πόνος πού ύποσκάπτει όχι τή φλούδα ή τό σκελετό, άλλά τήν ΥΦΗ τών σωμάτων. Μένει νά χαθεί αύτή ή περιπλανώμενη σπίθα γιά τήν όποια νιώθουμε ΠΩΣ ΗΤΑΝ μιά άβυσσος πού άπλώνεται σ' όλη τήν έκταση τού πιθανού κόσμου, και τό συναίσθημα μιάς ματαιότητας ίδιας μέ τόν κόμπο τού θανάτου. Αύτή ή ματαιότητα είναι σάν τό ήθικό χρώμα αύτής τής άβύσσου κι αύτής τής έντονης κατάπληξης, και τό φυσικό χρώμα έχει τή γνώση ένός αίματος πού άναβρύζει καταρρακτωδώς μέσα άπό τ' άνοίγματα τού έγκεφάλου. Ματαιοπονούν λέγοντάς μου πώς βρίσκεται μέσα μου αύτή ή άπειλή τού θανάτου, εγώ συμμετέχω στή ζωή, έκπροσωπώ τό περπωμένο πού μέ διάλεξε και δέν είναι δυνατόν όλη ή ζωή τού κόσμου νά μέ λογιαριάζει μιά κάποια στιγμή μαζί της γιατί άπό τήν ίδια της τή φύση άπειλεί τήν άρχή τής ζωής. Υπάρχει κάτι πού βρίσκεται πάνω άπό κάθε άνθρώπινη δραστηριότητα: είναι τό παράδειγμα αύτής τής μονότονης
ΑΡΤΩ 72
σταύρωσης, αύτη ς της σταύρωσης όπου ή ψυχή δέ σταματά πιά νά χάνεται. Ή χορδή τής νόησης πού μέ διαπερνάει και μ' άπασχολει και τού άσυνείδητου πού μέ τρέφει, άποκαλύπτει νήματα όλο καΐ πιό λεπτά στήν καρδιά τού διακλαδώμενου ιστού της. Κι είναι μιά καινούργια ζωή πού ξαναγεννιέται, όλο και πιό βαθιά, έκφραστική, ριζωμένη. Ποτέ καμιά διευκρίνιση δέ θά μπορέσει νά δοθεί άπ' αύτή τήν ψυχή πού στραγγαλίζεται, γιατί ή όδύνη πού τή σκοτώνει, πού τής κατατρώει τίς ίνες, συμβαίνει άποκάτω άπ' τή σκέψη, άποκάτω άπό ' κεί όπου μπορεί νά φθάσει ή γλώσσα, άφού είναι ή ίδια ή ένωση έκείνου πού τήν κάνει καί τήν κρατά πνευματικά συσσωματωμένη, πού σπάει καθώς ή ζωή τήν καλεί στή μονιμότητα τής διαύγειας. Πού νά βρείς διαύγεια σ' αύτό τό πάθος, σ' αύτό τό είδος κυκλικού καί θεμελιακού μαρτύριου. Κι ώστόσο ζεί μέ μιά διάρκεια όμως διακοπτόμενη όπου τό φευγαλέο άνακατεύεται άδιάκοπα μέ τό άκίνητο, καί τό συγκεχυμένο μ' αύτή τή διαπεραστική γλώσσα μιάς διαύγειας χωρίς διάρκεια. Αύτή ή κατάρα προσφέρει μιάν ύψηλή διδασκαλία έξαιτίας τού βάθους στό όποίο φτάνει, άλλά ό κόσμος δέ θ' άκούσει τό μάθημά της. Τή συγκίνηση πού φέρνει ή έκόλαψη μιάς μορφής, ή προσαρμογή τών διαθέσεών μου στήν αύτοδυναμία ένός διαλόγου χωρίς διάρκεια είναι γιά μένα μιά κατάσταση ίδιαίτερα πιό πολύτιμη άπό τόν κορεσμό τής δραστηριότητάς μου. Είναι ή λυδία λίθος γιά μερικά πνευματικά ψεύδη. Είναι αύτό τό είδος όπισθοχώρησης πού κάνει τό πνεύμα δώθε άπό τή συνείδηση πού τό καθορίζει, γιά νά πάει νά βρεί τή συγκίνηση τής ζωής. Αύτή ή συγκίνηση βρίσκεται έξω άπό τό ίδιαίτερο σημείο όπου τό πνεύμα τήν άναζητά, καί άναβλύζει μέ μιά πλούσια πυκνότητα μορφών καί μέ
ΑΡΤΩ 73
μιά δροσερή ροή, αύτή ή συγκίνηση πού ξαναδίνει στό πνεύμα τό συγκλονιστικό ήχο τής ύλης, ολόκληρη ή ψυχή κατρακυλάει έκεί και περνά στό φούντωμα τής φωτιάς της. Μά πιό πολύ κι άπ' τή φωτιά, αύτό πού θέλγει τήν ψυχή είναι ή καθαρότητα, ή εύκολία, ή φυσικότητα καί ή παγερή άγνότητα αύτής τής ύπερβολικά δροσερής ύλης πού άποπνέει τό ζεστό καί τό κρύο. Αύτή έκεί ξέρει τί σημαίνει φανέρωση αύτής ύλης καί ή έκκόλαψή της ποιάς ύποχθόνιας σφαγής είναι τό τίμημα. Αύτή ή ύλη είναι τό στάθμισμα ένός κενού πού άγνοείται. Ό τ α ν στοχάζομαι, ή σκέψη μου ψάχνει τόν έαυτό της μέσα στόν αίθέρα ένός καινούργιου χώρου. Βρίσκομαι στό φεγγάρι όπως άλλοι βρίσκονται στό μπαλκόνι τους. Συμμετέχω στή διαπλανητική έλξη όντας μέσα στίς ρωγμές τού πνεύματός μου. Ή ζωή θά τραβήξει τό δρόμο της, τά γεγονότα θά ξετυλιχθούν, οί πνευματικές συγκρούσεις θά λυθούν, κι έγώ δέ θά συμμετέχω σ' αύτές. Δέν περιμένω τίποτε ούτε άπ' τή φυσική ούτε άπ' τήν ήθική πλευρά. Γιά μένα μένει ό άδιάκοπος πόνος καί ή σκιά, ή νύχτα τής ψυχής, καί δέν έχω τή φωνή νά τό φωνάξω. Σπαταλείστε τά πλούτη σας μακριά άπ' αύτό τό άναίσθητο σώμα πού καμιά έποχή ούτε πνευματική, ούτε αίσθησιακή δέν τό έπηρεάζει. Διάλεξα τήν περιοχή τού πόνου καί τής σκιάς όπως άλλοι διαλέγουν τή λάμψη καί τή συσσώρευση τής ύλης. Δέ δουλεύω μέσα στήν έκταση μιάς όποιασδήποτε περιοχής. Δουλεύω μέσα στή μοναδική διάρκεια. 1. Περιοδικό Commerce, τεύχος 7, Ανοιξη 1926.
τ ο ΑΜΟΝΙ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ^ Αύτή ή παλίρροια, αύτή ή ναυτία, αύτά τά λουριά, μέσα τους αρχίζει ή Φωτιά. Πύρινες γλώσσες. Ή φωτιά υφασμένη άπό πλέγματα γλωσσών, μέσα στην άντανάκλαση της γής πού άνοίγεται σάν κοιλιά λεχώνας, μέ σπλάγχνα άπό μέλι και ζάχαρη. Μέσα άπ' όλη τήν αισχρή πληγή της χάσκει αύτή ή χαλαρή κοιλιά, μά ή φωτιά χάσκει άπό πάνω μέ γλώσσες στρεβλές, διάπυρες πού έχουν στίς άκριες τους φεγγίτες σάν άπό δίψα. Αύτή ή στρεβλή φωτιά σάν σύννεφα μέσα στό διάφανο νερό, μέ τό φώς στό πλάι τους νά χαράζει μιά ρίγα καί βλεφαρίδες. Κι ή γή άπ' όλες τίς μεριές μισάνοιχτη νά δείχνει κατάστεγνα μυστικά. Μυστικά σάν έπιφάνειες. Ή γή καί τά νεύρα της, κι οί προϊστορικές της μοναξιές, ή γή στίς πρωτόγονες γεωλογίες όπου άποκαλύπτονται τά πλευρά τού κόσμου μέσα σέ μιά μαύρη σκιά όμοια μέ κάρβουνα. - Ή γή είναι μητέρα κάτω άπ' τόν πάγο τής φωτιάς. Γιά δείτε τή φωτιά μές στίς Τρείς 'Αχτίνες, μέ τό στεφάνωμα τής χαίτης της έκεί όπου βορβορύζουν μάτια. Μυριάδες μυριόποδα μάτια. Τό διάπυρο καί συσπασμένο κέντρο αύτής τής φωτιάς είναι σάν τή διασπαρμένη μύτη τού κεραυνού στήν κορυφή τού στερεώματος. Τό λευκό κέντρο τών σπασμών. Μιά άπόλυτη βροντή μέσα στήν κλαγγή τής δύναμης. Ή τρομαχτική αίχμή τής δύναμης πού σπάει μέσα σ' ένα βαθυγάλαζο όρυμαγδό. Οί Τρείς 'Αχτίνες σχηματίζουν μιά βεντάλια πού οί διακλαδώσεις της πέφτουν κατακόρυφα συγκλίνοντας στό ίδιο κέντρο. Αύτό τό κέντρο είναι ένας γαλακτερός δίσκος σκεπασμένος μέ μιά σπείρα άπό έκλείψεις. Ή σκιά τής έκλειψης σχηματίζει έναν τοίχο πάνω στήν τεθλασμένη τού ούράνιου οικοδομήματος.
ΑΡΤΩ 75
Όμως πάνω άπ' τόν ούρανό βρίσκεται ό Διπλός Ίππος. Ή επίκληση τού Ίππου βαφτίζεται στό φώς τής δύναμης, πάνω σ' ένα θεμέλιο παγωμένου τοίχου καί συμπιεσμένου μέχρι τη χορδή. Τη χορδή τού διπλού του στήθους. Καί μέσα του ό πρώτος είναι πολύ πιό άλλόκοτος άπ' τόν άλλο. Αύτός είναι πού μαζεύει τή βροντή πού ό δεύτερος δέν είναι παρά ή βαριά σκιά της. Πιό κάτω άκόμη κι άπ' τή σκιά τού τοίχου, τό κεφάλι καί τό στήθος τού ίππου σχηματίζουν μιά σκιά, λές κι όλο τό νερό τού κόσμου νά άνασήκωνε τό άνοιγμα ένός πηγαδιού. Η άνοιχτή βεντάλια δεσπόζει μιάς πυραμίδας άπό κορυφές μιάς άπέραντης συναυλίας κορυφών. Μιά αίσθηση έρημιάς πλανιέται σ' αύτές τίς κορφές πάνω άπ' τίς όποίες ένα άναμαλλιασμένο άστρο πλέει, φρικτά, άνεξήγητα μετέωρο. Μετέωρο όπως τό καλό μέσα στόν άνθρωπο, ή τό κακό μές στή συνδιαλλαγή άνθρώπου μέ άνθρωπο, ή τό θάνατο μές στή ζωή. Περιστροφική δύναμη τών άστρων. 'Αλλά πίσω άπ' αύτό τό όραμα τού άπόλυτου πίσω άπ' αύτό τό σύστημα άπό φυτά, άπό άστρα, άπό γαίες κομμένες ώς τό κόκαλο, πίσω άπ' αύτή τή διάπυρη βοστρύχωση άπό σπέρματα αύτή τή γεωμετρία τών άναζητήσεων, αύτό τό περιστροφικό σύστημα άπό κορυφές, πίσω άπ' αύτό τό φυτευμένο μέσα στό πνεύμα ύνί κι αύτό τό πνεύμα πού άναδίνει τίς ίνες του, άποκαλύπτει τά κατακάθια του, πίσω άπ' αύτό τό χέρι τέλος τού άνθρώπου πού άποτυπώνει τό σκληρό του άντίχειρα καί σχεδιάζει τά ψηλαφίσματά του, πίσω άπ' αύτό τό μίγμα άπό μαλάξεις καί μυαλό, κι αύτά τά πηγάδια σ' όλες τίς κατευθύνσεις τής ψυχής, κι αύτές τίς σπηλιές μέσα στήν πραγματικότητα, ύ\|κΰνεται ή Πόλη μέ τά σιδερόφραχτα τείχη, ή Πόλη άπέραντα ύψηλή πού δέν τής φτάνει τόσος ούρανός γιά νά τής φτιάξει ένα θόλο όπου φυτά βλαστάνουν άνάποδα καί μέ μιά ταχύτητα άστεριών πού πέφτουν. Αύτή ή πόλη τών σπηλιών καί τών τοίχων πού προβάλλει
ΑΡΤΩ 76
πάνω στην απόλυτη άβυσσο άψιδων και υπογείων σάν γεφύρια. Πώς θά ' θελε κανείς μέσα στό κοίλωμα αύτών τών άψιδων, μέσα στό καμπύλωμα αύτών τών γεφυριών νά περάσει τό κοίλωμα ένός τεράστιου ώμου, ένός ώμου πού χάνει αίμα. Και νά άναπάψει τό κορμί του και τό κεφάλι του όπου μυρμηγκιάζουν τά όνειρα, πάνω στό χείλος αύτών τών γιγαντιαίων ράχεων πού σκεπάζουν τό στερέωμα. Γιατί ένας Βιβλικός ούρανός είναι πάνω άπό κεί όπου τρέχουν άσπρα σύννεφα. Καί οί γλυκές άπειλές τους. Κι οί καταιγίδες. Καί τό Σινά τού όποίου άφήνουν νά τό διαπερνούν οί φλόγες. Κι ή σκιά πού κουβαλάει ή γή, κι ό μουντός θαμπός φωτισμός. Κι αύτη ή σκιά σέ σχήμα γίδας τέλος κι αύτός ό τράγος! Καί τό Σάββατο τών Αστερισμών. Μιά κρυαγή γιά νά τά μαζέψω όλ' αύτά και μια γλωσσά γιά νά κρεμαστώ πάνω της. Όλες αύτές οί παλίρροιες άρχίζουν μέσα μου. Γιά δείξτε μου τήν είσδοχή τής γής, τήν άρθρωση τού πνεύματός μου, τήν άπαίσια άκρη ιών νυχιών μου. Ένα πλέγμα, ένα ψεύτικο πλέγμα μέ χωρίζει άπ' τό ψέμα μου.^ Κι αύτό τό πλέγμα παίρνει όποιο χρώμα θέλει κανείς. Εκεί ό κόσμος σαλιαρίζει όπως ή θάλασσα στά βράχια, όπως κι έγώ μέ τήν παλίρροια τού έρωτα. Σκύλοι πάψτε πιά νά κυλάτε τά χαλίκια στήν ψυχή μου. Έγώ. Εγώ. Γυρίστε τή σελίδα τών συντριμμάτων. 'Ακόμα κι έγώ έλπίζω στήν ούράνια άμμουδιά καί στή χωρίς όρια παραλία. Πρέπει αύτή ή φωτιά ν' άρχίσει μέσα μου. Αύτή ή φωτιά κι αύτές οί γλώσσες, καί οί σπηλιές τής κυοφορίας μου. Ά ς ξανάρθουν τά παγόβουνα νά έξοκείλουν στά δόντια μου. Έχω τό κρανίο χοντρό, μά τήν ψυχή λεία καί μιά καρδιά άπό κατακάθια. Μού λείπουν οί μετεωρισμοί, μού λείπουν τ' άναμμένα χαστούκια. Γυρεύω μέσα στό λαρρύγγι μου όνόματα, καί σάν τό βλέφαρο πού τρεμοπαίζει πράγματα. Τή μυρωδιά τού κενού, μιά μπόχα τού παρά-
ΑΡΤΩ 77
λογού, τήν κοπριά τού ολοκληρωμένου θανάτου.... Τό ελαφρό καί, σπάνιο χιούμορ. Κι έγώ άκόμα περιμένω τόν άνεμο. Ό π ω ς κι άν τό λένε άγάπη ή αθλιότητα, δέ θά μπορέσει νά μέ ρίξει παρά σε μιά άκτή γεμάτη κόκαλα.
1. La Révolution Surréaliste, τεύχος 7, 15 Ιουνίου 1926.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΡΕΥΝΑ: Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΛΥΣΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ: Η ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΟΠΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΠΡΟΣΕΛΘΕΤΕ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΡΥΤΑΝΕΙΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΝΕΟ ΓΡΑΜΜΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΑΡΚΑΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΣΕ ΚΑΘ ΑΡΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΚΑΝΕΝΑ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΝΥΧΤΑ ή Η ΑΠΑΤΗ ΤΟΥ ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΜΟΥ ΤΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΥΛΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ.... ΔΥΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΙΑΤΡΟΥΣ ΤΩΝ ΦΡΕΝΟΚΟΜΕΙΩΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΟΛΑΣΗΣ ΤΟ ΑΜΟΝΙ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
7 9 14 17 19 22 24 28 31 34 37 39 49 59 62 64 66 74