M artin H eidegger
H ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ Ο ΧΩΡΟΣ Ει σάγω
ψραση-Σχόλια: ΑΒΑΡΑΣ
ΙΝΔΙΚΤΟΣ
♦
"Εδικτα τ ή ς Ί νδ ίκ το υ Υ πάρχει ενας τρόπος νά βλέπουμε τον πολιτισμό καί τα προϊόντα του που καταφέρνει δ,τι λιγότερο αναγνωρίζουμε σέ δσους άσχολουνται μαζί τους: έξηγεΓ συστηματικά τις κακοδαιμονίες της καθημερινης βαρβαρότητας καί βρί σκει πάντοτε δρόμο νά είσηγεΐται πρακτικές λύσεις. Αυτός ο
τρόπος είναι αυτόχρημα πολιτικός, καί δεν χρειάζεται
τίποτε το αγοραίο για νά το αποδείξει. Μερικών τέτοιων κειμένων την ανάγνωση είναι καλό νά την άρχίζουμε ετσι. ’Ά λλω ν, είναι απλώς άναπόφευκτο.
III!
1206/1009
30
/(6 , 00)
ΤΙΜΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ:
” ΙΊργο έξωφύλλου: KAZIMIR MALEVICH
4,20
Έδικτα τής Ιυδίκτου - 11
Ή Τ έχνη και ό Χώ ρος
Έ δικ τα τή ς Ινδίκτου Ευθύνη Σειράς: Δημήτρης Άρμάος Ή σειρά άκολοι/Θεΐ ίδιο ένιαΐο όρθογραφικό σύστημα
ISBN: 960-518-260-2 Copyright © γιά τήν ελληνική γλώσσα, 2006, Γιάννης Τζαβάρας Copyright © γιά τήν ελληνική γλώσσα, 2006, «Ίνδικτος» Α.Ε.
« Ι Ν Δ Ι Κ Τ Ο Σ » Α Ν ω Ν Υ Μ Ο Σ Ε Κ Δ Ο Τ Ι Κ Η ΕΤΑΙΡΕΙ Α
Καλλιδρομίου 64,114 73 'Αθήνα· τηλ. 210. 88.38. 007 - e-mail:
[email protected]
Martin H e id e g g e r
H ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ Ο ΧωΡΟΣ Ε ισαγω γή, Μετάφραση και Σχόλια
Γιάννης Τζαβάρας
ΙΝ Δ ΙΚ Τ Ο Σ
Εισαγω γή τοΰ Μεταφραστή
τ α ν
Ο
έκδίδεται τό βιβλίο Ή Τέχνη καί ό Χώ ρος (D ie Kunst und
der R aum ; L ’A r t et l'espace, St. Gallen: Erker-Verlag, 1969 —
21983), ö Martin Heidegger (1889-1976) είναι σέ άρκετά προχω ρημέ νη ήλικία. ΑΟτό τ ό βιβλίο μπορεί νά θεωρηθεί ώ ς κύκνειο άσμα το υ , ά φ ου λ ίγ α χρόνια μετά ό Γερμανός σ το χ α σ τή ς έμελλε νά άποβιώσει. ’Ε ντούτοις, δύσκολα μπορεΐ κάνεις νά ϊσχυρισθεΐ δτι διαφ αίνεται σ’ α ύ τ ό τ ό μικρό κείμενο ή γερ ο ντικ ή κούραση. ’Α ντίθετα, καταφαίνεται μιά σττιρτάδα πνεύματος π ο ύ συνεχίζει νά α νο ίγ ει π ρ ω τ ό γ ν ω ρ α σ το χα σ τικ ά μ ο νο π ά τια . Ό σ υ γ γ ρ α φ έ α ς π ρ ο β ά λ λ ει κι έδώ τήν άξίωση νά ικανοποιήσει σέ ύ ψ η λ ό βαθμό άκόμα και τόν π ιό ά π α ιτη τικ ό α να γνώ σ τη . Τόσο ό χ ώ ρ ο ς όσο καί ή τ έ χ ν η έχουν ά π ασ χο λή σ ει τόν Heidegger επανειλημμένα σέ προηγούμενα βιβλία του. Τό άντικείμενο τ ο υ σ τοχασ μού τ ο υ δέν είναι λ ο ιπ ό ν έδώ κάτι καινούριο. Α ύτό θά μπορούσε νά έκληφθεΐ ώ ς διευκόλυνση τ ο ύ έρ γ ο υ το υ , άφοΰ έχει διανοίξει α ύ τές τ'ις περιοχές μέ π α λ α ιό τερ η διερεύνηση. Α π ό τήν ά λ λ η όμως π λευρ ά , τ ό έργο το υ γίνετα ι δυσκολό τερο, διότι αναρω τιέται κανείς : Τί καινούριο έχει νά προσφέρει ό 80χρονος σ υ γγρ α φ έα ς π ά νω σέ ένα άντικείμενο π ο ύ τόν έχει α π α σχολήσει κ ατά κόρον σ τα νιά τα τ ο υ ;
α'. Ό Χώρος κατά τόν Πρώιμο Heidegger Π ρ ά γ μ α τι, δέν ή τα ν δυ να τό νά μήν ά σχοληθεΐ μέ τό χ ώ ρ ο , ό τα ν συνέγραφ ε τ ό μ εγ ά λ ο τ ο υ βιβ λίο π ο ύ κορυφώ νεται στήν έννοια το υ χρόνου. Τό χα ϊντεγγερ ια νό σ ύ γ γ ρ α μ μ α Ε ίνα ι κ α ι Χ ρ ό νος (1927)1 έχει κάνει βαθιές τομές στήν έννοια τ ο ΰ χώ ρου, χω-
1Συντομογραφικά: ΕκΧ. Παραπέμπω εφεξής στις σελίδες τής γερμανι-
ρ'ις όμως νά υψ ώ νει α ϋ τή τη ν έννοια σε εξίσου ψ η λ ό βάθρο μέ τό χρόνο. Τ ο υλ ά χισ το ά π ό τήν έποχή το ΰ Immanuel Kant και έ ξης οι δύο έννοιες το π ο θ ετο ύντα ι; στήν ίδια περιοχή και μέ σ υ γ γενικό περιεχόμενο. Υ πενθ υμ ίζω μόνο ό τι κατά τό ν Kant « ό χ ώ ρος κα'ι ό χρ όνος» είναι οί δύ ο a p rio ri μορφές τή ς έ π ο π τεία ς π ο ύ συνανήκουν στήν περιοχή τή ς ά νθρώ π ινη ς αισθητηριακής ικανότητας. "Ισως μπορεΐ κανείς (κα'ι όχι άδικα) νά εικάσει ό τι ό γέρ ος Heidegger έρχεται τώ ρ α νά α ν α ι ρ έ σ ε ι τή νεανική το υ εκτίμηση π ο ύ έθετε τό χώ ρο ώ ς ύποδεέστερο έναντι το υ χρόνου. Σ ’ έκεΐνο τ ό νεανικό βιβ λίο ό Heidegger χρειάστηκε νά άντιμ ετω πίσ ει και νά ά ντικρούσει τό σ ο τη ν κ αντιανή κληρονομιά, π ο ύ θεωρούσε ό τι ό χώ ρος είναι κάτι « υ π ο κ ε ι μ ε ν ι κ ό » (α φού άνήκει στό άνθρώ πινο ύποκείμενο ώ ς ικανότητά το υ νά αι σ θά νεται τ ά υ λ ικ ά ό ντα έν τα γμ έν α σέ χώ ρ ο ), δσο κα'ι τή ν π ε π οίθηση τή ς νεότερης Φυσικής ότι ό χώ ρος είναι μιά ά ν τ ι κ ε ιμ ε ν ι κ ά υ π α ρ κ τή έκταση, μέ τρεις ομοιόμορφες και ισοδύναμες διαστάσεις (μ ή κ ο ς -π λ ά το ς -ύ ψ ο ς), μέσα στήν ό π ο ία περιέχεται τ ό εξίσου αντικειμενικά ύ π α ρ κ τ ό κοσμικό (= α στρονομικό) σύμπαν. Ή πολεμική το ύ νεαρού Heidegger συνοψ ίζεται στήν τ ο λ μηρή άφοριστική π ρ ό τα σ η : « Ο ύ τ ε ό χ ώ ρ ο ς ε ί ν α ι μ έ ς σ τ ό ύ π ο κ ε ί μ ε ν ο ο ύ τ ε ό κ ό σ μ ο ς ε ί ν α ι μές σ τ ό χ ώ ρ ο » (Ε κ Χ , σ. 111). Σ ’ α ύ τό τό ξεκαθάρισμα τώ ν σχέσεών το υ τόσο μέ
τή φιλοσοφική δσο καί μέ τή φυσικο-επιστημονική πα ρά δοση ό H eidegger παραμένει π ισ τό ς έως τ ά βαθιά τ ο υ γεράματα. ’Α λλ ά έάν ό χώ ρος δέν ύπ ά ρ χει ούτε ύποκειμενικά ούτε άυτικειμενικά— π ώ ς μπορεΐ νά υ π ά ρ χει; Έάν ό χώ ρος δέν βρίσκεται ούτε μέσα σ τό ά νθ ρ ώ π ινο ύποκείμενο ο ύ τε έκτείνεται τρ ισ διά σ τ α τ α έξω α π ό α ύ τό — π ο ύ βρίσκεται; Α ύτά τ ά ερω τήμ ατα τ ί θενται, δσο παραμένουμε προσκολλημένοι στις παραδοσιακές δια κρίσεις ύποκείμενο/άντικείμενο καί «σκεπτόμενο π ρ ά γ μ α » (res κής έκδοσης, οί όποιες παρουσιάζονται καί στό αριστερό περιθώριο τής ελληνικής μετάφρασης (βλ. έδώ ψ. Ε πιλογή Βιβλιογραφίας).
c o g ita n s)/« εκτεινόμενο π ρ ά γ μ α » (res extensa). Ό H eidegger π α ραμερίζει α ύτές τις διακρίσεις, y ià và π ετύχ ει τ α θ ε μ έ λ ι α , π ά νω σ τά ό π ο ια α ύ τές έχουν οίκοδομηθεΐ. "Ετσι α ν α κ α λ ύ π τε ι α υ τό π ο ύ ονομάζει D a s e i n (μεταφράζω : εδωνά - Είναι)· μέ α ϋ τό τον όρο χαρακτηρίζει τ ό ά νθ ρ ώ π ινο Είναι ιδωμένο «πρ'ιν» ά π ό κάθε υποκειμενική-αντικειμενική διάκριση, ιδωμένο πέρα ά π ό κάθε έγκεφαλική σχέση μέ τ ό ο λ ό γ υ ρ α έκτεινόμενο π ερ ιβ ά λ λ ο ν . Ό προβλημ ατισμ ός παίρνει τώ ρ α τή μορφή : σε π ο ιά σ χ έ σ η βρί σκεται τό ανθρώ πινο Είναι π ρ ό ς τό χώ ρο; Ή έπίμοχθα κατακτημένη α π ά ν τη σ η έχει ώ ς έξης: τ ό ά νθρ ώ π ινο Είναι σ υ γκ ρ ο τείτα ι κ a ί ά π ό χώ ρο, είναι δηλαδή «χω ρικό». Α ύτή ή « χω ρ ικ ό τη τα » (Räumlichkeit) δέν είναι ούτε μιά υποκειμενική ιδιότητα ούτε μιά άντικειμενική υ π ό σ τα σ η ο λ ό γ υ ρ ά μας, ά λ λ ά ένα υπ α ρ κτικό χ α ρακτηριστικό το υ Είναι μας. Πώς κ α το χυ ρ ώ νετα ι α ύ τή ή ά π ά ν τη σ η ; Ό H eidegger κάνει μιά εκτεταμένη άνάλυση το υ τρ ό π ο υ , κατά τον όποιο σ υνα ντο ύ με τ ά π ρ ά γ μ α τ α π ο ύ μάς π ερ ιβ ά λ λο υ ν . Α ύτή ή σ υνά ντη σ η εί ναι τόσ ο ά ξεδ ιά λ υ τα συνδεμένη μέ τό Είναι μας, ώ σ τε κ ατά τό π λεΐσ το δέν έξαντικειμενικεύουμε τ ά π ρ ά γ μ α τα , ά λ λ ά τ ά χρησι μοποιούμε μέσα σέ άφανή οικειότητα. Α ύτός π.χ. π ο ύ φορά γ υ α λιά, μ ολονότι βρίσκεται σέ άμεση έπαφή μαζί το υ ς, δέν τ ά άντιμετω πίζει σάν άντικείμενα, ά λ λ ά τ ά χρησιμοποιεί άπαρατήρητασ π ά νια σ υνα ισ θάνετα ι τή μηδαμινή τ ο υ ά π ό σ τα σ η ά π ό α ΰ τά , γ ια τ ί όσα βλέπει μέσα ά π ό τ ά γ υ α λ ιά είναι γ ι ’ α ϋ τό ν ε γ γ ύ τ ε ρα (Ε κ Χ , σ. 107). Χάρη στήν έξοικείωσή μας μέ τ ά π ρ ά γ μ α τ α έ χουμε καθημερινά μιά οικειότητα καί μέ τό π ο υ α ΰ τ ά βρίσκο ν τα ι: είναι διευθετημένα « κ ά π ο υ έδώ γ ύ ρ ω » · βρίσ κοντα ι στή θέση τ ο υ ς ή έκεΐ ό π ο υ άνήκουν. "Ο ταν λ ο ιπ ό ν συνα ντούμε α υ τά τ ά χρησιμοποιούμενα ό ντα, μαζί τ ο υ ς έχουμε κάθε φορά σ υ ναντήσει και τό π ο ύ (τή θέση το υ ς, τήν περιοχή το υ ς, τό ν τ ό π ο του ς). Ό Heidegger τό λέει ώ ς έξης: «Ή σ υνά ντη σ η χώ ρ ο υ (ή περιοχής) π ρ ο η γ είτα ι κατά τήν έκάστοτε π εριβα λλοντική σ υ
νάντηση τω ν πρόχειρω ν ό ντω ν» (Ε κ Χ , σ. 111). Ή καθημερινή μας συμπεριφορά έχει λ ο ιπ ό ν την ικανότητα να «δια νο ίγει» 2 τό χώ ρ ο ό π ο υ ανήκουν τ ά π ρ ά γ μ α τα . Ό χώ ρος υ π ά ρ χει — κα'ι κα τ ά συνέπεια μπορεΐ νά καταμετρηθεί, να περιχαρακω θεί, να γ ί νει αντικείμενο ά γ ο ρ α π ω λ η σ ία ς κλπ.— μόνο έπειδή έμεΐς τό ν έ χουμε π ρ ω τ ύ τ ε ρ α «διανοίξει». Είναι λ ο ιπ ό ν άμεσα συνδεμένος με τ ό Είναι μας. Ό H eidegger εξετάζει τό σ ο κ α τά τή ν π ρ ώ ιμ η όσο και κ ατά τη ν ύστερη περίοδο τ ό χώ ρ ο σέ συνδυασ μό μέ τή ν έννοια το υ κ ό σ μ ο υ . Ά λ λ α α υ τή ή χ α ϊν τεγ γ ερ ια ν ή έννοια δεν σ υ μ π ίπ τει μέ τόν άστρονομικά νοούμενο κόσμο, ό ό π ο ιο ς υ π ά ρ χ ει άντικειμενικά και περιλαμβάνει τό σ ύνολο τώ ν ένδόκοσμων όντων. Μή π ω ς τό τε ό κόσμος υπ ά ρ χει υποκειμενικά ; Ο ϋτε έτσι ! Ε π ιχειρ ώ ν τα ς νά σ υ λ λ ά β ει τό ν κόσμο ώ ς ό ν τ ο λ ο γ ικ ό όρο ό H eidegger ό δ η γ εΐτα ι στήν π επ ο ίθη σ η ό τι πρ ό κειτα ι έπίσης γ ια ένα χα ρ α κτηριστικό τ ο υ ά νθ ρ ώ π ινο υ Είναι: είμαστε κ α τ’ ουσίαν «κοσμι κοί» (weltlich). Σαφέστερα ειπωμένο: είμαστε τόσο άλληλένδετοι ό ν το λ ο γ ικ ά μέ τό ν κόσμο, ώ σ τε βασικός χαρακτηρισμός τ ο υ Εί ναι μας είναι τό μές-στόν-κόσμο-Εΐναι. Α ΰτό δέν σημαίνει ότι παρευρισκόμαστε μέσα σέ ένα κοινό κόσμο δ π ω ς πα ρευρ ίσ κ ο ντα ι τ ά υ π ό λ ο ιπ α ϋλικά ό ντα , ά λ λ ά δ τι διά γο υμ ε μέσα σέ μια ιδιό τ υ π η σχέση μαζί το υ , έχοντας έ ξ ο ι κ ε ι ω θ ε ΐ μέ α ϋ τό ν κατανοητικά κι έχο ντα ς κ ατά συνέπ εια σ υ γκ ρ ο τή σ ει ένα ευρ ύχω ρ ο « σ ύ ν ο λ ο σ η μ α σ ι ώ ν » — α ύ τό είναι ό κόσμος μας3. 2 erschließen, ό'.ττ. Άλλοΰ ό Heidegger λέει: κάνουμε χώρο (räumen), δίνουμε χώρο (Raum-geben), παραχωρούμε (einräumen), απελευθερώ νουμε τό χώρο (Raum freigeben). Μέ όλες αυτές τις εκφράσεις περιγρά φει τό γεγονός ότι ό χώρος έξαρτάται άπό τήν αποκαλυπτική μας ικανότητα. 3 Δές ΕκΧ, 87: «Τό σύνολο τών σχέσεων τού σημαίνειν θά τό ονο μάσουμε σ η μ α ν τ ι κ ό τ η τ α [γερμανικά: Bedeutsamkeit]. Αύτή είναι πού απαρτίζει τή δομή τού κόσμου — τή δομή εκείνου, μές στό όποιο τό εδωνά-Είναι σαν τέτοιο είναι έκάστοτε ήδη.»
Ε π ειδή είμαστε κ α τ’ ούσίαν μέσα- σ τ ο ν - κόσμο έχο ντα ς κ ατα νοήσει τήν ευρυχω ρία το υ , έχουμε επίσης μια κατανοητική σχέ ση π ρ ός τ ό χώρο. Έ τσ ι όμως νοούμενος ό κόσμος δέν είναι μέσα σ τό χώ ρο (ό π ω ς τόν εκλαμβάνει ή νεότερη Φυσική), ά λ λ α α ντί στροφ α ό χ ώ ρ ο ς
είναι μέσα στον
κ ό σ μ ο . Α ύτό δέν
σημαίνει ά λ λ ο ά π ό τό ότι, διαθέτοντας μιά κατανοητική εξοικεί ωση μέ την κοσμική ευρυχω ρία, έχουμε «διανοίξει» α priori μέσα τη ς κ α ί τό χώ ρο. Κ ατά τό μέτρο π ο ύ παραμένουμε μέσα στήν κατά στα ση α υ τή ς τή ς θεμελιώ δους έξοικείωσης, δέν σ υ λ λ α μ β ά νουμε Θεματικά οϋτε τό ν κόσμο οϋτε τό χώρο. Διατηρούμε όμως π ά ν τ α τή δ υ ν α τ ό τ η τ α νά ά π ο σ τα σ ιο π ο ιη θ ο ΰ μ ε ά π ό α ϋ τ ό τό δ ιττό περιέχον, νά τ ό θεματοποιήσουμε και νά τό έξαντικειμενικεύσουμε, ά ρ α νά σ υ λ λ ά β ο υ μ ε τ ό χώ ρ ο σαν μιά άντικειμενικά υπαρκτή, ομογενή έκταση (extensio). Α υτό σ υ ν επ ά γετα ι τό τε καί μιά ά π ο γ ύ μ ν ω σ ή μας ά π ό τή ν ά ρ χέγο νη έξοικείωση μέ τό ν κό σμο- α υ τή τήν ά π ο γύ μ νω σ ή ονομάζει ό Heidegger ά π ο κ ο σ μ ι κ ο π ο ί η σ η (Entweltlichung- δές Ε κ Χ , σ. 112). Σέ μιά διάλεξη, π ο ύ έδωσε ό Heidegger τό 1951 μέ τ ίτ λ ο «’Α νοικοδόμηση Διαμονή Σ τοχα σ μός» („Bauen Wohnen Denken“), άνέλαβε νά προσδιορίσει γ ιά μιάν άκόμα φορά τη ν ουσία το υ χ ώ ρου. Συνειδητοποίησε τό τε ό τι ό τ ό π ο ς είναι ό ν το λ ο γικ ά σημα ντικότερος ά π ό τό χώρο. Τί θά π ει α ύ τ ό ; Σ ίγ ο υ ρ α ό Heidegger ίχει λάβει ϋ π ό ψ η τήν άρχαιοελληνική διερεύνηση και σ ύλ λ η ψ η το υ τό π ο υ . Ό Π λά τω ν έκανε μιά σημαντική δ ια π ίσ τω σ η , ό τα ν είπε ό τι κάθε ύλ ικό ον βρίσκεται κ α τ' ά νά γκ η σέ κάποιο τ ό π ο καί καταλαμβάνει κάποια « χ ώ ρ α ».4 Προσδιορίζοντας ακριβέ στερα α υ τή τή ν έννοια ό ’Α ριστοτέλης δια π ίσ τω σ ε ό τι ένας τ ό π ος δέν είναι κάτι διαφορετικό ά π ό ένα ύλικό π ρ ά γ μ α , καί κανέ να τέτο ιο π ρ ά γ μ α δέν βρίσκεται «μέσα» σέ τ ό π ο , διό τι τ ό π ο ς Kai π ρ ά γ μ α σ υ μ π ί π τ ο υ ν τόσο χρονικά (δηλ. υπ ά ρ χο υ ν ταυ-
ΤίΐΊ
4 Πλάτωνος Τίμαιος 52 b: « φαμεν άναγκαίον είναι που τό ον άτταν εν τόττφ και κατέχον χώραν τινά.»
τόχρονα) όσο και κατά τ ά όριά το υ ς.5 Οι αρχαίοι σ τοχασ τές κατέληξαν λοιπό ν στο συμπέρασμα ό τι οί τό π ο ι σ υ μ π ίπ το υ ν μέ τ α π ρ ά γ μ α τ α κα'ι δ τ ι δέν υ π ά ρ χει ένας χώ ρος « κ α θ ’ εα υτόν». Α νά λ ο γ α ά π οφ α ίνετα ι κα'ι ό Heidegger δ τ ι ό χώ ρος ά ν τλ εΐ τη ν ο υ σία τ ο υ ά π ό τό ν τ ό π ο και όχι ά ντίστροφ α : Ό χώρος είναι κατ’ ουσίαν τό διευθετημένο [das Einge räumte], α ύτό π ο ύ έχει άφεθεΐ μέσα στα όριά του. Τό διευ θετημένο είναι κάτι έκάστοτε έπιτετραμμένο κι έτσι συγκρο τημένο, δηλαδή συναθροισμένο μέσω ένός τό π ο υ , δηλαδή μέσω ένός πράγμ α τος (όπως είναι μια γέφυρα). Σ υ ν ε π ώ ς οί χ ώ ρ ο ι δ έ χ ο ν τ α ι τ ή ν ο ϋ σ ί α τ ο υ ς ά π ό τ ο ύ ς τ ό π ο υ ς και ό χ ι ά π ό «τόν» χ ώρο.
β'. Ή Τέχνη κατά τόν "Υστερο Heidegger Ά π ό τό 1935 καί έξης ö Heidegger στρέφει τό ενδιαφέρον το υ πρός τ ό φαινόμενο τή ς τέχνης. Μέ μια σειρά διαλέξεων καί δημοσιευ μάτω ν αντιμετω πίζει μια π λ η θ ώ ρ α σχετικώ ν έρω τημάτω ν. Πρέ πει όμως να ληφθεΐ ΰ π ό ψ η δ τι α ύ τή ή δραστηριοποίηση στέκε τα ι κ άτω ά π ό τήν επίδραση τή ς «σ τρο φ ής» (Kehre) π ο ύ π ρ α γ ματοποιήθηκε μέσα στη σκέψη α ΰ το ΰ το ΰ στοχαστή. Σέ τ ί σ υ ν ίσ τα τα ι α υ τ ή ή στρο φ ή; Τ ό ό ν τ ο λ ο γ ικ ό π ρ ό β λ η μα, δη λαδή τ ό έρώ τημα π ο ύ άφορα τό Είναι τώ ν δντω ν, άπασχολεΐ τόν Heidegger ά π ό τήν άρχή έως τό τέλος τή ς σ το χα σ τι κής τ ο υ πορείας. Ό ύστόσο ό νεανικός τ ο υ στοχασ μός έπιχειρεΐ νά βασίσει τή ν ά π ά ν τη σ η στό ό ν το λ ο γ ικ ά έρωτώμενο και άπαντώ ν υποκείμενο, π ο ύ είναι τό έδωνά-Εΐναι (Dasein). Πρόκειται γ ιά ένα έγχείρημα π ο ύ διαβλέπει ώ ς κύριο ό ντο λ ο γ ικ ό έδαφος τό ν καθημερινό τ ρ ό π ο ά νθ ρ ώ π ινη ς ύ π α ρ ξ η ς και κορυφ ώ νετα ι στήν ένδεχόμενη α υθ εντικ ό τη τα το ΰ ά νθ ρ ώ π ινο υ ϋπάρχειν. Α υ τή ή π ρ ο ο π τικ ή έπιφέρει στόν στοχασμό ένα στοιχείο ύποκειμε5 Άριστοτέλους Φυσικά 212 α6 και α29 («άμα τφ π ράγματι ό τοπος»).
νικότητας και υπαρξιακής (existenziell), αν όχι υπαρξιστικής (existenzialistisch) δέσμευσης. 'Α ντίθετα, ό μετά τό Ε κ Χ Heidegger ξ α ν ο ίγετα ι σέ μιά νέα π ρ ο ο π τ ικ ή : Σ το χ ά ζ ετα ι μέ βάση τ ό ίδιο τ ό Είναι. Έ νδιαφέρεται γ ια τ ά π ο ικ ίλ α σ τάδια , ά π ό τ α ό π ο ια περνά ή έρμηνεία τ ο υ Είναι ά π ό τή ν άρχαιοελληνική σκέψη έως σήμερα, και γ ιά τ ά σ τάδια π ο ύ διανύει τ ό ίδιο τ ό Είναι καθ’ ό λ ο υ ς α ύ το ΰ ς το ύ ς αιώνες. Πρόκειται λο ιπό ν γ ιά μιά έμβάθυνση στήν ι σ τ ο ρ ί α τ ο ΰ ό ν το λ ο γ ικ ο υ στο χασ μ ο ύ και στήν ιστορι κή π ορεία τ ο ΰ Είναι. Ό Heidegger ά σ χο λ εΐτα ι μέ τή ν τέχνη σέ μιά σειρά ά π ό δια λέξεις και δοκίμια. Τ ά κύρια σ υμ π ερ ά σ μ α τά τ ο υ σ υ ν ο ψ ίζο ν τα ι στό έκτεταμένο δοκίμιο «Ή Προέλευση το ΰ "Εργου Τέχνης»,6 κα θώ ς καί στή διάλεξη « Ό Hölderlin καί ή Ο ϋσία τή ς Ποίησης».7 Ποιά είδη τέχνης έχει ό H eidegger κ ατά νοΰ, ό τα ν ά να ζη τά τήν ούσία της ; Τά π α ρα δείγμ α τα π ο ύ χρησιμοποιεί είναι ίσως π α ρ α π λ α ν η τικ ά . Σ το δοκίμιο γ ιά τή ν πρ ο έλευσ η τ ο υ έρ γ ο υ τέχνης χρησιμοποιεί ώ ς βασικό π α ρά δειγμ α τή ζω γρ α φ ιά το υ van Gogh π ο ύ έχει τ ίτ λ ο 7α Παπ ούτσια. "Αλλα π α ρα δείγμ α τα π ο ύ άναφέρονται στό ίδιο δοκίμιο ά ν τλ ο ϋ ν τα ι τόσο ά π ό τήν άρχιτεκτονική, ό π ω ς είναι «ένας ά ρχα ιοελλη νικ ός να ός»,8 όσο καί ά π ό τή γ λ υ π τ ικ ή , ό π ω ς είναι οι « Α ίγ ιν ή τ ε ς » π ο ύ βρέθηκαν τ ό 1811 στόν ναό τή ς 'Αφαίας (στήν Α ίγινα ) κι εκτίθενται στή γ λ υ π τ ο θήκη τ ο ΰ Μ ονάχου.9 Μέσα ά π ό τή στοχασ τική τ ο υ άναζήτηση ό Heidegger κ α τα λ ή γ ει όμως σ τό συμπέρασμα ό τι μιά έντελώ ς ά λ λ η περιοχή τέχνη ς κατέχει τή ν πρ ω το κ α θεδρ ία : είναι ή ποίηΠρωτοεκδόθηκε στόν τόμο Holzwege (ΐ95θ) κα'ι μεταφράστηκε ά πό τόν Γιάννη Τζαβάρα μαζί μέ εκτενή σχολιασμό τό 1986. 7 Πρωτοεκδόθηκε στόν τόμο Erläuterungen zu Hölderlins Dichtung (1951) καί μεταφράστηκε άπό τόν Μ. Μαρκάκη στή Νέα Ε σ τία, τ. 87 (1970), σσ. 718-725. " Ηειοεαοεκ 1986, σσ. 30-32 τής γερμανικής σελιδαρίθμησης. 9 "0. tr., σ. 29.
ση. Μέ αφοριστικό τρ ό π ο ισχυρίζεται: « Κ ά θ ε τ έ χ ν η [...] ε ί ν α ι κ α τ ’ ο υ σ ί α ν π ο ί η σ η » . 10 Α ύτό δέν σημαίνει ό τι π ρ ο σ π α θεί νά υ π α γ ά γ ε ι ό λ α τ ά είδη τέχ νη ς (τή ζω γρ α φ ικ ή , τ ή γ λ υ π τικ ή , τή μουσική κ λπ.) στήν π ο ιη τικ ή τέχνη , ά λ λ ά ό τι τ ό λε κ τικ ό -ά π ο κ α λ υ π τικ ό στοιχείο, π ο ύ υ π ά ρ χ ει στήν π ο ίη σ η, α νά γ ε τ α ι σέ ουσιώ δες χα ρ α κτη ρ ισ τικό ο λό κληρ η ς τή ς κ α λ λ ιτεχ ν ι κής δημιουργίας. Μ ελετώ ντας τή ν τέχνη ό Heidegger θέτει κυρίω ς τ ό ό ν τ ο λ ο γ ι κ ό ερώτημα, αν κα'ι μέ π ο ιο υ ς τρ ό π ο υ ς τ ό Είναι άποκαλ ύ π τ ε τ α ι μέσα σ τά καλλιτεχνήμ α τα . Ή έρευνα δέν είναι λ ο ιπ ό ν ο ϋ τε μιά άναδίφ ηση τή ς ι σ τ ο ρ ί α ς τή ς τέχ νη ς ο ϋ τε μιά π ε ριγραφ ική τ α ξ ι ν ό μ η σ η τω ν κ αλλιτεχνικώ ν ειδών, κ α τ η γ ο ριών, δη μ ιουρ γώ ν, δη μ ιο υ ρ γη μ ά τω ν κ λπ . "Ενα ά π ό τ ά βασικά συμπεράσματα συνοψ ίζεται ώ ς έξης: Τό έργο τέχνης μέ τον τρόπο του ξανοίγει τό Είναι των όντων. Α υτό τό ξάνοιγμα, δηλαδή ή α ποκάλυψ η, δηλαδή ή αλήθεια τω ν όντων, συμβαίνει μέσα στό έργο τέχνης. Μέ σα σ’ α ύ τό τό έργο έχει τεθεί έν έρ γω [= έχει ένεργοποιηθεϊ και σταθεροποιηθεί] ή αλήθεια τω ν όντων.11 θ έλ ε ι νά π ει ό τι ή τέχνη στέκεται κ α τ’ ουσίαν π έ ρ α ά π ό μιά έμπειρική ά ν α π α ρ ά σ τα σ η π ρ α γ μ ά τ ω ν ή γ ε γ ο ν ό τ ω ν . Ή τέχνη μόνο επιφανειακά ιδωμένη ά ν α π α ρ ισ τά φυσικά, ψ υ χικ ά ή π ν ε υ μα τικά δν τα . Ή ο υσιώ δη ς ΰφή τη ς έγκ ειτα ι σ το ό τι ά π ο κ α λ ύπ τ ε ι α ϋ τ ό π ο ύ σ υνήθω ς κρύβεται π ί σ ω ά π ό τ ά ό ντα και ό μως ά παρτίζει τήν ά να γκα ία συνθήκη γ ιά τή δ υ να τό τη τά τους. Ή τέχνη είναι ικανή νά μάς ά νά γ ει π ίσ ω ά π ό τ ά φαινόμενα και τ ά νοούμενα, α ύ τ ά π ο ύ κ ατά τ ό π λ ε ΐσ το βομβαρδίζουν τις α ι σθήσεις και τή ν ψ υ χ ή μας. Πρόκειται ά ρ α γε γ ια μιά στατική -ο ύ σ ιο λο γικ ή ή γ ιά μιά δ υ ναμική-ιστοριογραφική θεώρηση τή ς τέχνη ς; Ό Heidegger ίσχυ-
ρίζεται ό τι τ ό συμπέρασμά τ ο υ δέν είναι σ τα τικό , διό τι δ ια π ι στώνει ένα ι σ τ ο ρ ι κ ό σ υ μ β ά ν : Ή αλήθεια « συμβαίνει » (δές τό π α ρ α π ά ν ω παράθεμα), τίθ ετα ι έν έ ρ /ω , π ο ιείτα ι κάθε φορά έξαρχής μέσα σέ ένα καλλιτέχνημα- δέν είναι λο ιπ ό ν κάτι τελεσί δικο κι αιώνιο, ά λ λ α εισχωρεί συνεχώ ς στό γ ίγ ν εσ θ α ι κα'ι ξανά ά π οχω ρεΐ ά π ό α υτό . Τό καλλιτεχνικό παιχνίδι σ υνίσ τα ται σέ μιά νομοτελειακή, παλινδρομική ά π ο κ ά λ υ ψ η κι έπ ικ ά λ υψ η τή ς άλήθειας. Δέν έγ κ α θ ίσ τ α τ α ι μια γ ιά π ά ν τ α ή ά λή θεια μέσα σέ ένα κ αλλιτέχνημα, ά λ λ ά έξαρτά ται εξακολουθητικά ά π ό τ ο ύ ς άποδέκτες, π ο ύ ορίζονται ώ ς υπ εύθυνο ι φύλακες, π ο ύ άναλαμβάνουν τό μέλημα νά τή διατηρήσουν « ά λ η θ ε ύ ο ν τ ά ς» τη ν (γερμανικά: Bewahrende).12 Κάθε ιστοριογρα φ ική γ ν ώ σ η τή ς τέχνης π ρέπει νά ιδωθεί ώ ς ένα τέτοιο, έξαιρετικά ά π α ιτη τικ ό μέλημα.13 Μέ ποιόν τρ ό π ο ά π ο κ α λ ύ π τετα ι ή άλήθεια τώ ν όντω ν μέσα σ τό κ αλλιτέχνημ α ; Ό Heidegger ά π α ν τ ά κ ά π ω ς σ ιβ υ λ λικ ά ό τι τό καλλιτέχνημ α άνορθώνει κάθε φορά ένα ιστορικό κόσμο καί τόν ά π ο θ έτει π ά ν ω στή γ ή . Α ϋτή ή δ ια τ ύ π ω σ η γ ίν ε τ α ι κ α τα νοητή, έάν είναι σαφές τό ό ν τ ο λ ο γ ι κ ό
νόημα π ο ύ π ρ ο σ δί
δεται σ το υ ς όρους «κόσμος» κα'ι « γ ή » . Σ υ νο πτικά ειπωμένο: Ό κόσμος δέν είναι ο ύ τε ένα έγκόσμ ιο άντικείμενο ο ύ τε ένα ύ π ο κι ιμενικό π λα ίσ ιο τώ ν π ρ α γ μ ά τω ν , ά λ λ ά είναι ή ά νο ιχτό τη τα κα'ι ή ευ ρ υ χω ρ ία τώ ν ό ντω ν, χά ρη στήν ό π ο ία τ ά ό ν τα ά π ο κ τ ο ΰ ν τό χρόνο του ς, τ ό χώ ρο το υ ς, τ'ις διαστάσεις κα'ι τ ό νόημά τους. Α φετέρου ή γ ή δέν έχει γεω γ ρ α φ ικ ό ή γ ε ω λ ο γ ικ ό νόημα· ή γ ή rivai τό φυσικό π εριβάλλον, π ο ύ , ώ ς φόντο ένός γ λ υ π τ ο ύ ή άρχιτεκτονικού έρ γ ο υ , τό ύ π ο β α σ τά ζει ά κ α τα π ό ν η τα κα'ι τ ό δια σώζει π ερικλείοντάς το μέσα σ το ύ ς μητρικούς τη ς κ ό λπ ο υ ς. Ή γ ή περικλείει τ ά όντα μόνο κατά τό μέτρο π ο ύ ή ίδια παραμένει 12 Ό. 77\, σσ. 54-56. 13 ~0.π„ σ. 55: «Ή άλήθευση του καλλιτεχνήματος ώς γνώση είναι ιό νηφάλιο έμμένειν μέσα στον ανησυχαστικό χαρακτήρα τής μέσα στό Ηίλλιτεχνημα συμβαίνουσας αλήθειας.»
«άδιάνοικτη» και άντιστεκόμενη σέ κάθε π ρ ο σ π ά θ εια γεω μ ετρ ι κής ή γ ε ω λ ο γ ικ ή ς καταμέτρησης.14 Τ ό καλλιτέχνημ α α π ο κ α λ ύ π τει τή ν άλήθεια τώ ν όντω ν κατά τό ν έξης τρ ό π ο : ξα νο ίγο ντα ς τό ν κόσμο κα'ι ά να δείχνο ντας τ ή γ ή ώ ς ό ντο λ ο γ ικ ές συνθήκες γ ιά τή δ υ ν α τό τη τα άνάδυσης και διάσωσης τώ ν όντων. Χ άρη στην τέχνη « π ρ ο ά γ ε τ α ι» (= γ ενν ιέτα ι) κάθε φορά ή άλήθεια. Γιά νά έπικυρώσει α υ τό τό εϋρημα, ό Heidegger δέν χ ά νει τή ν ευκαιρία νά συμβουλευθεΐ τή ν άρχαιοελληνική γλ ώ σ σ α . Δ ια π ισ τώ νει ό τι ή έλληνική λέξη τέ χ ν η πρ ο έρ χετα ι α π ό τή ρί ζα τέκ-, ά π ό ό π ο υ κ α τ ά γ ε τ α ι καί τ ό ρήμα τίκ τω , π ο ύ σημαίνει: γεννώ , π α ρ ά γ ω , π ρ ο ά γ ω . Μέσα στήν ά ρ χέγο νη κ α τ α γ ω γ ή τη ς ή άρχαιοελληνική τέ χ ν η δέν άναφέρεται λ ο ιπ ό ν — συμπεραίνει ό H eidegger— στήν π εριοχή τή ς κ α λ λ ιτεχνία ς ή τώ ν τεχνιτώ ν, ά λ λ ά στήν περιοχή τή ς γ έννα ς καί τή ς π ρ ο ά γ ο υ σ α ς π α ρ α γ ω γή ς. Τί κα'ι π ώ ς π ρ ο ά γ ει α ύ τό ς ό τοκετός π ο ύ ά π ο τελ εΐ τήν ο υ σία τή ς τέχνης; Μέ μιά βαρβάτη έκφραση ό Heidegger λέει: «έπιτρέπει σέ κάτι νά φανερωθεί ώ ς α υ τό ή έκεΐνο κατά τόν τάδε ή τόν δείνα τρ ό π ο μέσα στό π αρόν».15 Κα'ι προσθέτει ότι μόνο μέ σα ά π ό έναν τέτο ιο ουσιώ δη τ ο κ ε τ ό
μπορούμε νά ά ντιλη -
φθοΰμε τό τ ε κ τ ο ν ι κ ό στοιχείο π ο ύ χαρακτηρίζει τό άρχηγικό έκεΐνο είδος τέχνης π ο ύ ονομάστηκε ά π ό τ ο ύ ς ά ρ χα ίο υς “Ελ ληνες: ά ρ χ ι τ ε κ τ ο ν ι κ ή . 16
14 Ό.ττ., σ. 36: «Ή γ ή φανερώνεται ανοιχτή και φωτισμένη ώς α υ τή το ύ τη , μόνο έκεΐ ό π ο υ σώ ζεται και διαφυλάσσεται ώ ς ουσιαστικά άδιάνοικτη κα'ι ανεξήγητη, έκεϊ π ο ύ οπισθοχω ρεί μπροσ τά ά π ό κάθε προσπάθεια διάνοιξης κα'ι άρα διατηρείται άδιάκοπα έγκλεισμένη.» Β Heidegger 1954, σ. 34: «etwas als dieses oder jenes so oder anders
in das Anwesende erscheinen lassen.» 16 "0.7Γ.: « im Tektonischen der Architektur».
y'. Ή Γλυπτική και ό Χώρος Γιατί ή άρχιτεκτονική ϊσχυσε αϊτό τή ν π α λ ιά εποχή ώ ς ά ρ χηγική τέχ νη ; Για ν’ α π α ν τη θ ε ί ένα τέτο ιο ερώ τημα, είναι και π ά λ ι α να γκα ία μιά αναδρομή στην ’Ο ντο λ ο γία . Ε π ιχειρ ώ ντα ς νά δια σαφηνίσει τό ν τρ ό π ο κ ατά τό ν ό π ο ιο ε ί ν α ι ό ά νθ ρ ω π ο ς, δη λαδή ζεΐ και δ ιά γει καθημερινά, ό Heidegger μελετά τή ν άνθρώπινη «διαμονή». Τ ό ότι κατοικούμε σ’ α υτή ν εδώ τή γ ή δεν π ρ ο κ ύ π τει ά π ό τ ό γ ε γ ο ν ό ς δ τι χτίζο υμ ε ά ρχιτεκτονικά άρτιες κα τοικίες, ά λ λ α ά ντίσ τρ ο φ α χτίζο υμ ε τις κατοικίες μας επειδή ή ουσιώ δης ύφή το υ ά νθ ρ ώ π ο υ έγκειται στό οίκεΤν, στο διαμένειν (γερμανικά: wohnen). Π ολύ π ιό σημαντικό ά π ό τ ό χτίσιμο τώ ν κατοικιών ό Heidegger Θεωρεί τό γ εγ ο ν ό ς δτι ό ά νθρω πος «δέ χεται» τόν ουρανό ώ ς ουρανό, « επ ιτρ έπ ει» στόν ή λιο και στή σελήνη νά συνεχίζουν τήν πορεία τους, «άφήνει» τις εποχές το ΰ ίτ ο υ ς νά χ ο ρ η γ ο ΰ ν τή ν ευκαιρία καί τή ν κακοκαιρία το υ ς.17 Ή ά νθ ρ ώ π ινη διαμονή δέν π εριλα μ βά νει μόνο τ ο ύ ς τ ο ίχ ο υ ς ενός σ π ιτιο ύ , ά λ λ α εκτείνεται σέ έναν ευ ρ ύ τ α το χ ώ ρ ο , μέσα στόν όποϊο χω ρούν ό ουρανός καί ή γ ή , κι έπιπλέον οΐ θνητοί άνθρω ποι καί οί αθάνατοι Θεοί. Οι θνητοί διαμένουν π ά ν ω στή γ ή και κ ά τω ά π ό τό ν ουρανό, κ ατά τ ό μέτρο π ο ύ π ρ ο σ δο κ ο ύν τ ο ύ ς άΟάνατους σάν τέτοιους. Μετά τόν δεύτερο πα γκ ό σ μ ιο πόλεμο, όταν οΐ βομβαρδισμοί Ηχαν δη μ ιουργήσ ει στή Γερμανία ό ξ ύ τα τη έλλειψ η κατοικιώ ν καί είχε προκύψ ει ένας ξέφρενος π υ ρ ετό ς ταχείας άνοικοδόμησης, ό Heidegger είχε τήν τόλμ η νά π ει δτι τό ά λη θινό « σ τεγα σ τικ ό ιιρόβλημα» (W ohnungsnot) είναι π ο λ ύ π ιό π α λ ιό ά π ό το ύ ς π α γκόσμιους πολέμ ου ς και το ύ ς βομβαρδισμούς, διότι συνίσταιαι στό δτι «οί θνητοί οφείλουν νά ξαναζητήσουν κι επανειλημ μένα νά ζη τούν εξαρχής τήν ουσία τή ς διαμονής· οφείλουν πρώ ιισ τ α νά μάθουν τ ό διαμένειν».18 Ή τέχνη π ο ύ θεωρήθηκε τό τε
εντελώ ς α π α ρ α ίτη τη γ ιά τή ν επιβίωση ένός ήττημένου λαο ύ , ή αρχιτεκτονική, δέν ή ταν κατά τό ν Heidegger α π α ρ α ίτη τη επειδή μπορούσε να στεγάσ ει όσους έμειναν ά σ τεγο ι, α λ λ ά επειδή μ π ο ρούσε νά δ ι δ ά ξ ε ι τ ό ϋ ψ ισ το μάθημα: τ ί θά π ε ι «διαμένω » σ τό ν τ ό π ο μου, π ά ν ω σ' α υ τ ή τή γ η και κ ά τω ά π ό α ϋ τ ό τό ν ουρανό, ώ ς θνη τός π ο ύ στερείται τ ο ύ ς ά θ α ν ά το υ ς, τ ο ύ ς ο π ο ί ους άνέκαθεν λάτρευε. Δ ιό τι χά ρη στήν αρχιτεκτονική π ρ ω το α νεγείρονται έκεΐνοι οί « τό π ο ι» , π ο ύ έχουν ώ ς Θεμέλιο τή γ ή καί ώ ς βάθος (= «φ ό ντο » ) τό ν ουρανό, π ο ύ προορίζοντα ι γ ιά καθη μερινή διαμονή τ ο υ ά ν θ ρ ώ π ο υ κα'ι γ ιά ένδεχόμενη διαμονή τ ο υ έλ λείπ ο ντο ς θ εο ύ. Μέσα ά π ό τό ϊδιο πρίσμα άντιμετω πίζει ό Heidegger τή σχέ ση γ λ υ π τ ικ ή ς και χ ώ ρ ο υ σ τό έδώ παρουσιαζόμενο κείμενο το υ 1969. Α ϋ τά τ ά π α ρ ά δ ο ξα άντικείμενα, π ο ύ είναι τ ά γ λ υ π τ ά έρ γ α , άνάμεσα σ τά ό π ο ια περιφερόμαστε σάν νά μήν άφορώμαστε ά π ό α ύ τά , είναι κατά τό ν Heidegger θεμελιώδεις π α ρ ά γ ο ντες τή ς έπ ίγ εια ς διαμονής μας. Α ντίθ ετα π ρ ό ς τή ν κοινή π εποίθη ση , ό τι τ ά γ λ υ π τ ά έ π ιτυ γ χ ά ν ο υ ν μια « άναμέτρηση » μέ τό χώ ρο και κατορθώ νουν νά τόν «καταλαμβάνουν», ό Heidegger θεωρεί ότι τ ά γ λ υ π τ ά ξ α ν ο ί γ ο υ ν τ ο υ ς τ ό π ο υ ς τή ς ά νθ ρ ώ π ινη ς διαμονής. Αύτο'ι οί τ ό π ο ι δέν βρίσκονται «μέσα» σ τό χώ ρο, ό π ω ς τ ο ύ ς έκλαμβάνει ή σ ύ γχρ ο νη Φυσική. Τ ό ά ντίθετο συμβαί νει: Οί τό π ο ι π ο ύ ξα ν ο ίγο ν τα ι ενέχουν τόσ η ζω τικ ό τη τα , ώστε μ εταξύ ά λ λ ω ν π ρ ο ά γ ο υ ν και τό ν φυσικοεπιστημονικά κατανοούμενο χώρο. Α λ λ ά π ρ ιν κα'ι π ά ν ω ά π ό α ύ τό ν οί τό π ο ι άναδείχνουν τ ά π ρ ά γ μ α τα , έτσι ό π ω ς α υ τ ά παραμένουν άνάμεσά μας έξυπ η ρ ετώ ντα ς μας κι έξοικειώνοντάς μας μέ τό περ ιβά λλο ν. Οί τ ό π ο ι δέν π ερ ιβ ά λ λ ο υ ν άσφυκτικά τ ά π ρ ά γ μ α τ α , έτσι ώ σ τε νά τ ά κ α τα π ν ίξο υ ν μέσα σέ ά π ο π ν ικ τ ικ ό ά γ κ ά λ ια σ μ α . Α ν τίθ ετα , διαφ υλάσσ ουν μιά ελευθερία και μιά ευρυχω ρία, ώ στε τ ά π ρ ά γ μ α τα νά έχουν τή θέση το υ ς ώ ς χρήσιμα και οικεία. Πάνω ά π ’ ό λ α ή γ λ υ π τ ικ ή τέχνη ξανοίγει έκείνους τ ο ύ ς τ ό
π ο υ ς, π ο ύ καθιστούν δυ να τή τή διαμονή τ ο υ α νθ ρ ώ π ο υ. Σ ’ α υ τή τή δ ια τ ύ π ω σ η δέν υ π ά ρ χει μιά υ π ερ βο λ ή ή μιά σκοπιμότη τα , ό π ω ς ό τα ν εκθειάζουμε ένα κ α λ λ ιτέχνη μ α λ έ γ ο ν τ α ς ό τ ι εί ναι « π ο λ ύ τιμ ο » γ ιά το ύ ς όπ ο ιο υσ δήπ ο τε π ο λιτισ τικ ο ύς, π α τ ρ ι ω τικούς ή χρηματοοικονομικούς μας στόχους. ’Ακόμα καί άνεξάρτη τα ά π ό τήν ύ π οδοχή π ο ύ επιφυλάσσουν οι τεχνοκρίτες σέ ένα γ λ υ π τ ό έργο, α ύ τ ό κατορθώ νει νά ξα νοίγει έκείνη τή ν ε ύ ρ υχ ω ρ ί α (ό H eidegger λέει έπ ίσ η ς: «έλεύθερη ε ύ ρ ύ τ η τ α » ) π ο ύ είναι ό ανθρώ πινος κόσμος. Π ολύ π ιό α π α ρ α ίτη τη ά π ό τή ν άτομική ή οικογενειακή « σ τ έ γ η » π ο ύ θ ά σ τεγά σ ει τή ν ύλική μας υπ όσ τασ η, τΐς έπ α γγελ μ α τικ ές ή κοινωνικές μας φιλοδοξίες κλπ., είναι ή κοσμική εύρ υχω ρ ία ώ ς συνθήκη γ ιά τή δ υ ν α τ ό τ η τ α αν θ ρώ πινη ς διαμονής. Α ύτή ή εύρυχω ρία ώ στόσο δέν είναι μετέω ρη. Δ ιότι τό γ λ υ π τ ό έρ γο ξανοίγει έπίσης τή γ ή ιν η σ ι γ ο υ ρ ί ά (γερμανικά: Geborgenheit), μέσα στήν ο π ο ία έναποτίθεντα ι τά ύλικά όντα καί οϊ αυλές φιλοδοξίες. Πώς κατορθώνει ένα γ λ υ IIτό έργο νά επιφέρει τή σ ιγο υ ρ ιά ; Τό κατορθώνει μέ τό δ τι «κα τα τίθ ε τ α ι μέσα σ τό ογκώ δες καί σ τό βάρος τή ς π έτρ α ς, μέσα στή στερεότητα και ε ύ λ υ γ ισ ία τ ο υ ξύ λο υ , μέσα στή σκληρότη τα καί λ α μ π ρ ό τη τα το ύ χαλκού».19 Τ ό γ λ υ π τ ό έρ γο δέν κ ατα ναλώνει τή ν ύ λ η , διότι άκριβώς σ τά π ιό ζω τικά σ υ σ τα τικ ά τη ς στηρίζει τή δύναμή τ ο υ — άνα δείχνοντάς τ α και διαφυλάσσοντάς τ α σάν τέτοια. Τό γ λ υ π τ ό ά νά γει τ ά χρησιμοποιούμενα ύ λικά σέ μιά σ τα θ ερ ότη τα κα'ι ήρεμία π ο ύ στέκεται ύ π ερ ά νω τή ς χρονικής φθοράς καί τή ς ά νθρώ πινη ς παραμέλησης.
8'. Πρώιμα και "Υστερα Ε π ιτεύ γμ α τα Π όσο π ρ ω τ ό τ υ π ο είναι τ ό έδώ παρουσιαζόμενο πόνημα τ ο ύ Hei■logger έναντι τώ ν νεανικών ά να κ α λ ύ ψ εω ν; Α ύ τό τ ό ερώ τημα 8èv μπορεΐ εύκολα νά άπαντηθεΐ, γ ια τ ί τ ά συγκρινόμενα μεγέθη
είναι α σ ύ μ β α τα : Ενώ 6 π ρ ώ ιμ ο ς Heidegger εντάσσει τ ο ύ ς σ το χασμούς περί χώ ρ ο υ στ'ις ευρύτερες έρευνες περ'ι τ ο ύ Είναι, ό ύ στερος Heidegger στηρίζεται στ'ις πρώ ιμες δια πιστώ σεις y ià và θεμελιώσει μιά νέα οπ τικ ή τ ο ύ χώ ρου. Έ άν τό ύστερο έπ ίτευ γμα έρμηνευθεΐ ώ ς έξαρτημένο ά π ό τις πρώ ιμες άνακαλύψ εις, έμφανίζεται ώ ς ένας άδύναμος σχολιασμός τους. Έάν όμως ή νέα στοχοθεσία συλληφ θεΐ μέσα στήν α ύθ υ π α ρ ξία της, τό τε γίνετα ι φανερή μιά α ξιό λ ο γη διεύρυνση το υ δια-στοχαστικού φάσματος. Έ δώ μπορούν νά δοθούν μόνο μερικές νύξεις α ύ τή ς τή ς διαφοράς.
"Ενα ιδιαίτερα σημαντικό έπίτευγμα τού πρώιμου Heidegger ήταν ή διαπίστωση δτι ό χώρος δέν πρέπει νά ιδωθεί ώς κάτι στατικό, άλλά μέσα σέ μιά διαδικασία «χωρικοποίησης» (Verräumlichung — δες ΕκΧ, σ. 108) κα'ι μέσα άπό μιά ιδιόμορφη «χωρικότητα» τοΰ άνθρώπινου ΕΤναι. Αύτή ή διαδικασία δέν συμπίπτει μέ τήν έμπειρική διαπίστωση δτι ζοΟμε μέσα σέ ένα τρισδιάστα το χώρο έχοντας ένταχθεϊ σ’ αύτόν, άλλά είναι πρωτύτερη και άνεξάρτητη τούτης: ό Heidegger τήν προσδιορίζει ώς άπριορική ά π ε λ ε υ θ έ ρ ω σ η τών όντων γιά μιά ολότητα άλληλοπαραπομπών πού είναι ό κόσμος μας. Αύτή ή ριζοσπαστική θε ώρηση άντικρούει προκλητικά τόσο τήν καθημερινή άντίληψη περί χώρου δσο και τήν παραδοσιακή φιλοσοφική κατανόηση. Ποτέ πριν ό χώρος δέν έγινε άντιληπτός ώς κάτι μεταβλητό, ώς κάτι πού συγκροτείται έξακολουθητικά χάρη σέ άνθρώπινες δια δικασίες. ’Αλλά αύτή ή καινοτόμος πρωτιά ήταν ένα γόνιμο ξε κίνημα γιά νέες άναζητήσεις. "Ο ταν σ τα ύστερα χρόνια ό Heidegger έμβαθύνει σέ ζη τή μ α τ α τέχνης, είναι άρκετά ώριμο τό έρευνητικό πεδίο γ ιά τή ν άνακάλυψ η δ τι ή τέχνη σ τό σύνολό τη ς (και όχι μόνο ή γ λ υ π τ ικ ή ή ή άρχιτεκτονική, ά λ λ ά και ή θεατρική, ή π ο ιη τικ ή καί ή μου σική) π α ρ ά γ ε ι χ ώ ρ ο . Α ύτό δέν π ρέπει νά έννοηθεΐ μεταφο ρικά, ά λ λ ά μ’ έκεΐνο τό ό ντο λο γικ ό νόημα π ο ύ νοηματοδοτεΐ κά θε όντική διά σ τα σ η τή ς καλλιτεχνική ς π ρ α γ μ α τικ ό τη τα ς. Λέει
π .χ. ό H eid eg g er (1986, σ. 34): « Κ α τά τ ό μέτρο π ο ύ ένα έ ρ γ ο τέχνη ς είναι έ ρ γ ο τέχνη ς, π α ρ α χ ω ρ ε ί α ύ τ ή τή ν εύρ υχω ρ ία . Τό “π α ρ α χω ρ ώ ” [γερμανικά: einräumen] σημαίνει έδώ δύο τινά : π α ρέχω τή ν έλευθερία τή ς ά ν ο ιχτό τη τα ς καί έντάσσω α ύ τ ό τ ό έλεύθερο στοιχείο μέσα σ τά σ υ σ τα τικ ά το υ .» Δ ύ σ κ ο λ α μπορεΐ κανείς νά π α ρ α β λέψ ει ό τι έδώ ό Γερμανός σ το χα σ τή ς έχει τόσ ο π ο λ ύ διευρύνει τ ό βεληνεκές τή ς π α ρ α γ ω γ ή ς χ ώ ρ ο υ , ώ στε νά συμ περιλά βει α ύ τ ά τ ο ύ τ α τ ά θεμέλια τ ο ύ ό ν το λ ο γ ικ ά νοούμενου κόσμου. Δ ιότι π ρ ά γ μ α τι ή «εύρ υχω ρ ία » και ή «άνοιχτό τ η τ α » , γ ιά τις όποιες γίνετα ι λ ό γο ς, δ ια τυ π ώ νο υ ν τις κατεξοχήν ιδιότητες το υ κόσμου. "Ας δούμε τώ ρ α τ ί π ρ ω τ ό τ υ π ο προσφέρει τ ό έδώ παρουσιαζόμενο κείμενο τ ο ϋ 1969 σχετικά μέ τή γ λ υ π τ ικ ή κα'ι εύρύτερα τήν τέχνη.20 Μέ λ ιτ ό και ά π ο φ α σ ισ τικ ό τρ ό π ο συμ περα ίνετα ι ότι ή γ λ υ π τ ικ ή « χ ο ρ η γ ε ί σ τ ά έκά στοτε π ρ ά γ μ α τ α μιά π α ρ α μονή κα'ι σ το υ ς α ν θ ρ ώ π ο υ ς μιά διαμονή έν μέσω τώ ν π ρ α γ μ ά τω ν». Α λ λ ά α ύ τό είναι παρερμηνεύσιμο. Ό Γερμανός σ το χα σ τή ς φαίνεται νά έχει έπη ρεα στεΐ ά π ό τή ν έ λ λ ε ι ψ η σ τ α θ ε ρ ή ς δ ι α μ ο ν ή ς π ο ύ χαρακτηρίζει τό ν σ ύ γ χ ρ ο ν ο π ερ ιπ λα νώ μ ενο Lύρω παΐο, ό όποιος περιφέρεται μέ ποικίλα μεταφορικά μέσα ά π ό τόν ένα τ ό π ο στόν ά λ λ ο κα'ι ά π ό τή μιά πνευ μ α τικ ή (γ λ ω σ σ ι κή, ιδεολογική, θρησκευτική) παράδοση σέ μιάν ά λ λ η , χωρ'ις ικα νοποίηση κα'ι χωρ'ις κορεσμό. Ό Heidegger φαίνεται νά καταφεύ 20 Τό βλέμμα τοΰ συγγραφέα φαίνεται νά περιορίζεται σέ ένα μό νο καλλιτεχνικό είδος, στή γλυπτική. Αυτό εξυπηρετεί τόν αναγνώστη, ίιιιιδή διευκολύνεται ή κατανόηση τής σχέσης μεταξύ τέχνης κα'ι χώ ρου. ίύστόσο ό τίτλος αύτού τοΰ κειμένου παραπέμπει στό σύνολο I ής τέχνης κα'ι όχι μόνο στή γλυπτική, ή όποία προφανώς παίζει τό |>όλο ένός παραδείγματος κα'ι όχι μιας προνομιούχου περιοχής. ΆλλωII r* ή συγχώνευση τών εικαστικών τεχνών, πού παρατηρεΐται στήν έιι οχή μας, έχει προετοιμάσει τό έδαφος άκόμα καί γιά μιά α ν α ί ρ ε σ η I ils γλυπτικής ώς ιδιαίτερου καλλιτεχνικοΰ είδους.
γει στήν τέχνη σαν πανάκεια αυτής τής άνεστιότητας καί νά συνιστά σέ όλους μας την έφησύχαση σέ πολιτιστικές εκδηλώ σεις. Είναι όμως έτσι; Μέ τό φαινόμενο τή ς ά νεσ τιό τη τα ς ό Heidegger έχει άσχοληθεΐ μέσα στό Ε ίναι κ α ι Χρόνος , σέ ενα χω ρίο (σσ. 188 κΐ.) π ο ύ π α ί ζει ρόλο κλειδιοΰ y ià νά σ υ λ λ η φ θεΐ ή μετάβαση ά π ό τη ν έφησυχασμένη καθη μ ερινότη τα στήν ά ρ χέγ ο νη α υ θ εντικ ό τη τα . Ή ά νεσ τιό τη τα δέν νοείται έκεΐ ώ ς παροδικό σύνδρομο, π ο ύ κ ατα λαμβάνει ενίοτε έναν παρακμασμένο π ο λ ιτισ μ ό , ά λ λ ά ά ντίθετα ώ ς ά ρ χέγ ο ν η κ α τά σ τα σ η , ά π ό τή ν ό π ο ία κ α τά τό π λ ε ΐσ τ ο άπ οστρέφ ουμ ε τ ό βλέμμα, y i à νά β ο λ ευτο ύμ ε μέσα στήν οικειό τ η τ α π ο ύ προσφ έρουν οι βιοτικές ά νά γκες και α π ο λ α ύ σ εις. Ή ά νεσ τιότη τα είναι μιά ά πειλή τή ς καθημερινής μας σ υγχώ νευσ ης μέ το ύ ς « π ο λ λ ο ύ ς » ά νθρώ π ους, σ το υς όπ ο ιο υς ευχαρίστω ς σ υ γ κ α τα λ ε γ ό μ α σ τε , και μάς ξα ν ο ίγετα ι μόνο μέσω μιας θεμελιώ δους θυμικής διάθεσης, π ο ύ είναι ή ά γω νία .
Ό ύστερος Heidegger δέν θά μπορούσε νά μάς συστήσει τή φυγή άπό εκείνη τήν άρχέγονη άνεστιότητα, οϋτε επιχειρεί νά καταστήσει άνετη τή διαμονή μας άνάμεσα στά πράγματα. Τό βλέμμα πού ρίχνει δέν περιορίζεται στά πάθη του σύγχρονου Ευρωπαίου, ούτε όμως άγνοεί τις ιστορικές συγκυρίες, μέσα στις όποιες διαδραματίζεται ή πορεία του. Αϋτό πού τώρα επιχει ρεί, είναι μιά προειδοποίηση ένάντια στήν παρακμιακή άντίληψη τού χώρου, πού έγκαθιδρύθηκε χάρη στή νεότερη φυσικο μαθηματική επιστήμη καί στις τεχνολογικές της προεκτάσεις. Δηλώνει ότι έχουμε βολευτεί στον ομοιόμορφο τρισδιάστατο χώρο καί δέν βλέπουμε ότι μέσα σ' αυτόν ή ανθρώπινη διαμο νή είναι άδύνατη. "Αν ιδωθεί κατά βάθος, ό χώρος είναι όχι άπλώ ς κάτι έντελώς άλλότριο, άλλά και μιά άστείρευτη πηγή άνεστιότητας, όπως διαπιστώνουν σύγχρονοι ψυχαναλυτές και φαινομενολόγοι.21 21 Δές τό αποκαλυπτικό άρθρο τής Busch 2005.
ε'. Ή ’Αφιέρωση στόυ Eduardo Chillida Ό Heidegger άφιερώνει τό παρόν βιβλίο στόν Eduardo Chillida. Ποιός είναι αύτός και τί σημαίνει ή αφιέρωση; Ό Eduardo Chillida (1924-2002) ή τα ν ’Ισπανός γ λ ύ π τ η ς και γρ α φ ίσ τα ς. Γεννήθηκε σ τό San Sebastian κι έζησε τό σ ο σ τή Γαλ λ ία δσο καί στήν Ισπανία. Ζεκίνησε σπουδές αρχιτεκτονικής στό Πανεπιστήμιο τή ς Μαδρίτης, ά λ λ ά τις διέκοψε χω ρίς νά άποφοιτήσει, γ ι ’ α υ τό Θεωρείται κ ατά μ εγ ά λ ο μέρος α ύτοδίδα κτος. Τ ό 1963 έπισκέφτηκε τή ν Ε λ λ ά δ α και σέ τα ξ ίδ ια π ο ύ έκανε σ τή Ρώ μη κα'ι στήν Τοσκάνη τονίσ τη κ ε τ ό ένδιαφέρον τ ο υ γ ιά τό φώς και τήν άρχιτεκτονική.
Έπισκεπτόμενος τό μουσείο τοΰ Λούβρου ό Chillida έπηρεάστηκε κατά τά έτη 1947-1951 άπό τήν άρχαϊκή έλληνική γ λ υ πτική. Έπέδρασαν έπίσης στήν τέχνη του τά γ λ υ π τά τοΰ Hen ry Moore κα'ι ή ζωγραφική τοΰ Matisse. Στά έργα του χρησι μοποίησε σίδερο, ξύλο, πέτρα, άτσάλι, άλάβαστρο, γρανίτη, μπε τόν, χαρτ'ι κ.ά. Οί παραδοσιακές τεχνικές παραχώρησαν βαθμι αία τή θέση τους σέ σύγχρονες, βιομηχανικές μεθόδους έπεξεργασίας τών ύλικών. Αύτές οί τεχνικές τοΰ έπέτρεψαν νά φτιά ξει μεγάλα μνημειώδη έργα, πού ζυγίζουν έως καί 81 τόνους. Στό ύφος του έπικρατεΐ ή άπλότητα τής φόρμας. Συνηθίζει νά δημιουργεί διάλογο κα'ι άντίθεση δύο ύλικών, όπως άνάμεσα σέ σίδερο/πέτρα, σίδερο/γρανίτη ή σίδερο/ξύλο. Προβληματίστη κε (μεταξύ άλλων) σχετικά μέ τόν παλμό τής γραμμής μέσα στό χώρο, μέ τήν ένωση φόρμας κα'ι όγκου, μέ τό ταυτόχρονο ξάνοιγμα καί άγκάλιασμα τοΰ χώρου, μέ τόν άποπεριορισμό του χώρου καί μέ τήν έλλειψη βαρύτητας. Ό Chillida δέν παρέλειψε νά άσχοληθεΐ μέ πολιτικά ζητήμα τα, άλλά στα έργα του άναφαίνονται καί τάσεις μυστικισμοΰ μέσα άπό διδάγματα τοΰ Meister Eckhart, τοΰ Φραγκίσκου τής Ασίζης, τοΰ άγίου ’Ιωάννη τοΰ Σταυροΰ, της άγιας Τερέζας κα'ι τοΰ Λάο -Τσέ. Ρομαντικοί συγγραφείς όπως ό Hölderlin, ο Νονα-
lis κα'ι ό Goethe φαίνεται νά έπέδρασαν επίσης στη σκέψη του. Μ εταξύ ά λ λ ω ν διακρίσεων τ ο ΰ άπονεμήθηκε τό 1958 τό Με γ ά λ ο Διεθνές Βραβείο γ λ υ π τ ικ ή ς στή Μπιενάλε τή ς Βενετίας, τό 1960 τ ό βραβείο Κ αντίνσκι σ τό Παρίσι, τ ό 1976 τ ό π ρ ώ τ ο βρα βείο τυ π ω μ ένη ς γ ρ α φ ική ς τέχνη ς σ τή Μ πιενάλε τ ο ΰ Τόκιο, τό 1983 τ ό ευρω παϊκό βραβείο π λ α σ τικ ώ ν τεχνώ ν στό Σ τρ α σ β ο ύρ γ ο , τό 1987 τό παράσημο γ ια τή ν π ροσφ ορά τ ο υ στή γερμ ανι κή τέχνη στή Βόννη, τ ό 1996 τ ό βραβείο jack-Goldhill γ ιά γ λ υ π τικ ή σ τό Λονδίνο κ.ά. Ό C hillida γνω ρίσ τηκε μέ τό ν Heidegger τό 1968, ό τα ν ό φι λόσοφος ή τα ν ήδη 79 έτώ ν, ένώ ό γ λ ύ π τ η ς μόλις 46. Ή Τέχνη κα'ι ό Χώ ρος πρωτοεμφανίστηκε τό 1969 ώ ς κείμενο γραμμένο ιδι
ό γ ρ α φ α ά π ό τό ν H eidegger π ά ν ω σέ π έ τ ρ α κα'ι συνοδευόμενο ά π ό 7 λιθοκολάζ το υ Chillida. Τό κείμενο ή ταν μέ κεφαλαία γ ρ ά μ μ α τα σέ γερμανική και γ α λ λ ικ ή γ λ ώ σ σ α και συνοδευόταν ά π ό ένα ήχητικό δίσκο, ό π ο υ ό Heidegger ά κ ο υ γό τα ν νά διαβάζει τό κείμενό το υ . Ή γ α λ λ ικ ή μετάφραση έκπονήθηκε ά π ό τ ο ύ ς jean Beaufret και François Fédier.
Επιχειρώντας và άναδείξει τή συγγένεια τοΰ γλυπτικού έρ γου τοΰ Chillida μέ τους έδώ έναποτεθειμένους στοχασμούς τοΰ Heidegger, ό Dieter (ähnig22 τονίζει τρία στοιχεία: (α') ότι στά γ λ υ π τά του Ίσπανοΰ γλ ύ π τη φανερώνεται ή διάνοιξη τοΰ χώ ρου και ή συγκρότηση τοΰ χώρου, πού παριστάνεται ώς κ ε ν ό· (β') ότι ό Chillida άποδέχεται τήν ιδιομορφία τοΰ έκάστοτε υλικού, «τις διαφορές τοΰ χαλκού άπό τήν πέτρα ή άπό τό ξύ λο (στή σφυρηλάτηση τοΰ Chillida άναφαίνεται κάτι άπό τήν άρχέγονη θεώρηση τής γλυπτικής, όπως τήν πραγμάτωνε ένας "Ηφαιστος)»· (y') ότι στόν παλμό (vibration) τής γλυπτικής τοΰ Chillida έκδηλώνεται μια μουσικότητα.
22 Jähnig 1977, σσ. 143-144.
et ’. Ε π ιλ ο γ ή Βιβλιογραφίας 1. B u s c h (Kathrin) 2005, „Befremdliche Räume“ : Sic et N o n: Z e it
’Απριλίου), στην -ηλεκτρονική διεύθυνση: h ttp :/ / www.sicetnon.org. 2. H e id e g g e r (Martin) 1950, Holzwege (Frankfurt a.M.: Klostermann). 3. ---- 1954a', „Bauen Wohnen Denken“ : I d e m , Vorträge und A u f sätze. T . 11 (Pfullingen: Neske), σσ. 19-36. 4. ----- 1954ß', „...dichterisch wohnet der Mensch...“ : δ.π., σσ. 61-78. 5 . 1959, Gelassenheit (Pfullingen: Neske), σσ. 27-71 („Zur Erör terung der Gelassenheit: Aus einem Feldweggespräch über das Denken“). 6 . 1978-1985, Είναι καί Χρόνος , πρόλογος-μετάφραση-σχόλια Γιάννης Τζαβάρας, 2 ττ. (Αθήνα/Γιάννινα: «Δωδώνη»). Συντομογραφικά: ΕκΧ. Παραπέμπω πάντα στή γερμανι κή σελιδαρίθμηση, πού παρουσιάζεται στό αριστερό πε ριθώριο τής ελληνικής μετάφρασης. 7. — 1986, Ή Προέλευση του ‘Εργου Τέχνης, πρόλογος-μετάφραση-σχόλια Γιάννης Τζαβάρας (’Αθήνα/Γιάννινα: «Δω δώνη»). Παραπέμπω πάντα στή γερμανική σελιδαρίθμηση, πού παρουσιάζεται στό αριστερό περιθώριο τής ελ ληνικής μετάφρασης. Η. H e r r m a n n (Friedrich-Wilhelm von) 1980, Heideggers Philosophie schrift für Philosophie und Kultur. Iw N e tz (15
der Kunst: Eine systematische Interpretation der Holzwege-
(Frankfurt a.M.). | ä h n i g (Dieter) 1977, „Die Kunst und der Raum“ : Günther N e s k e (έπιμ.), Erinnerungen an Martin Heidegger (Pfullingen: Nes ke), σσ. 131-148. Abhandlung „D e r Ursprung des Kunstwerkes“
■ Μ Η Μ ···
M a r t in H e id e g g e r Η ΤΕΧΝΗ KAI Ο ΧΟύΡΟΣ
Γ ια τό ν E d u a rd o C h illid a 1
Ό τ α ν κ άπ οιος σ τ ο χ ά ζετα ι ό ίδιος π ο λ ύ , βρίσκει δ τι έχει εισχωρήσει π ο λ λ ή σοφία μέσα στή γ λ ώ σ σ α . Σί γ ο υ ρ α δέν είναι π ιθ α ν ό νά τ ά έχει εισ α γ ά γ ει ό λ α ό ίδιος, ά λ λ ά π ρ ά γ μ α τ ι υ π ά ρ χ ε ι π ο λ λ ή σοφ ία μέσα τη ς — δ π ω ς μέσα στις παροιμίες. G.
C h r . L ic h t e n b e r g
Δο/cet δέ μέγα τ ι εινα ί κα ι χαλεπ όν ληφ θή να ι ό τόπος. « Φαίνεται όμως ότι ό τόπος [δηλαδή ό χώρος] είναι κά τι μεγαλειώδες καί δύσκολο νά συλληφθεΤ.» Α ρ ις τ ο τ ε λ ο υ ς
Φυσικά,
4 ° β ιβ λ ίο 2
1 Σχετικά μέ τήν αφιέρωση στόν E. Chillida δές τήν Ε ισαγω γή τού Μεταφραστή, ε'. 2 Ό Heidegger τοποθετεί έδώ ώς μότο δύο ρητά, π ο ύ προοιω νίζονται α ύ τό π ο ύ πρόκειται νά επακολουθήσει. Τ ό π ρ ώ το μότο, ιού Γερμανού σ υγγρ α φ έα Georg Christoph Lichtenberg (1742-1799), ύ Γτοδηλώνει ότι και στό παρόν δοκίμιο θά γίνει σεβαστή ή σοφία II ού κρύβεται μέσα στή γλώ σσα· π ο λ λ ά νοήματα θα α ντλη θούν "ίτό γλωσσικές «νύξεις», όπω ς λέει ό Heidegger παρακάτω. Τό δεύτερο μότο, άπό τά Φυσικά (Δ' 4, 212α 7-8) το ύ Αριστοτέ λη, δηλώνει δτι τό αντικείμενο τής παρούσας μελέτης είναι «δύσκο λο νά συλληφθεΤ». ’ίύστόσο υπάρχει έδώ καί μιά π α ρ α τ υ π ία : Ό Αριστοτέλης μιλά γ ιά τόν «τόπ ον» καί όχι γ ιά τό χώρο- α ύ τά τά Νυό δέν ταυτίζονται. Ό τό π ο ς είναι τό όριο π ο ύ περιβάλλει κάθε
ΰλικό öv. Οί αρχαίοι "Ελληνες διείδαν ότι κάθε ύλικό ον διαθέτει "έ ναν τόπο, είναι « έν τόπορ », άλλά δέν έπέκτειναν αυτή την έννοια έως
έκεΐνο τό άφηρημένο, ομογενές δοχείο, π ο ύ είναι ό χώρος σύμφωνα μέ τή νεότερη Φυσική. ’Εκτός ά π ό όσα συνεισέφερε ό ’Αριστοτέλης πάνω στόν τόπο, ό Heidegger έχει κατά νοΰ κυρίως τίς συμβολές του Καρτέσιου κα'ι του Kant, όταν ήδη στό Είναι κα'ι Χρόνος (§§ 12, 22-24) άναμετριέται μέ τήν έννοια το υ χώ ρου (Raum) θεμελιώνοντάς την π ά νω στήν ανθρώπινη « χωρικότητα » (Räumlichkeit).
οί παρατηρήσεις π ά νω στήυ τέχνη, στό χώρο καί στό εντός - ά λλήλω ν - παιχυίδισμά το υ ς είναι και π α ρ α μένουν ερω τήματα, ακόμα και αν εκφράζονται με τή μορ φή ισχυρισμών. Περιορίζονται στις πλαστικές τέχνες και α κόμα πιό συγκεκριμένα στη γλ υ π τικ ή . Α υτά π ο ύ π α ρ ά γει ή γ λ υ π τικ ή είναι σώματα. Ή μάζα τους, π ο ύ σ υγκροτείται ά π ό διάφορα ΰλικά, διαμορφώνε ται μέ π ο λ λ ο ύ ς τρόπους. Ή διαμόρφωση διεξάγεται μέ όριοθέτηση ώς ένταξη σέ κάποια όρια ή άποκλεισμός ά π ό κάποια όρια. Μέ το ύ το μπαίνει στό παιχνίδι ό χώρος. Α υτός κ α τα λα μ βά νετα ι ά π ό τή γ λ υ π τ ή φόρμα και ά π ο κ τά τή σφραγίδα το υ ώς κλειστός, διαπερασμένος ή κενός όγκος. Λ ύτά είναι γ νω σ τά δεδομένα, κα'ι όμως γεμ άτα αινίγματα.3
Α
υ τές
3 Εδώ ό Heidegger προσδιορίζει τό θέμα τής παρούσας μελέτης, τονίζει τόν έρω τηματικό-άπορητικό χαρακτήρα τη ς καί αναφέρει κάποιες τρέχουσες αντιλήψεις π ά νω στό θέμα. Μέσα άπό αυτές τις «οίκεΐες» (bekannt) αντιλήψεις αναδύονται τ ά α ινίγμ α τα π ο ύ θά Λιτασχολήσουν τή σκέψη του. Με σωκρατική έρωτηματοθεσία ό Heidegger ένδιαφέρεται λοιπόν π ρώ τισ τα νά οδηγήσει τόν ανα γνώ στη σε α π ο ρ ί α , αποκαλύπτοντας τά αινίγματα π ο υ βρίθουν μέ σα σέ αύτονόητες πεποιθήσεις. Ποιες είναι αύτές οί πεποιθήσεις; (A') Τ ά έργα τής γλ υ π τικ ή ς tlvai σώματα. Α πό έδώ προκύπτει τό αίνιγμα π ο ύ θά μάς απασχο λήσει αμέσως παρακάτω : "Αν πρ ά γμ α τι τά γ λ υ π τ ά είναι σώματα, il «ένσαρκώνουν»; (Β-) Τ ά γ λ υ π τ ά έχουν μάζα (γερμανικά: Masse), αποτελούνται ά π ό ποικίλα ύλικά (Stoffe) καί προσλαμβάνουν π ο λ λές μορφές (Gestalten). Ό Heidegger δέν έξετάζει έδώ τις δύο πρώ-
I ό γ λ υ π τ ό σώμα ενσαρκώνει κάτι. Ενσαρκώνει τό χώ ρο; Είναι ή γ λ υ π τ ικ ή μιά κ α τά λη ψ η το ΰ χώ ρου, μιά κυριαρ χία έπ'ι το ΰ χώ ρ ο υ ; Α ντισ τοιχεί έτσι ή γ λ υ π τ ικ ή στήν τε χνολογική -επιστημονική κατάκτηση το ΰ χώ ρου; ω ς τέχνη ή γ λ υ π τ ικ ή είναι άσφαλώ ς μιά άναμέτρηση με τόν καλλιτεχνικό χώρο. Ή τέχνη κα'ι ή επιστημονική τεχνο λ ο γ ία εξετάζουν κι επεξεργάζονται τό χώρο μέ διαφορετι κές προθέσεις κα'ι διαφορετικούς τρόπους. Α λ λ ά ό χώ ρος — παραμένει ό ίδιος; Δέν είναι εκείνος ό χώρος, π ο ύ έλαβε τόν π ρ ώ το το υ προσδιορισμό ά π ό τόν τες, αρκετά χονδροειδείς έννοιες : τή μάζα καί τήν ϋλη. (Δές π.χ. τήν αφοριστική το υ πρόταση: «Πουθενά μέσα στό έργο τέχνης δέν υ πάρχει ϋλη» — H eidegger 1986, σ. 36 τής γερμανικής έκδοσης.) Προ χωρεί κατευθείαν στήν τρίτη έννοια, π ο ύ είναι ή μορφή. Σχετικά μέ α υτή ν καταγράφει μιά τρίτη πεποίθηση: (Γ’) Ή διαμόρφωση (das G estalten) το υ ΰλικοΰ είναι μιά όριοθέτηση, άφοΰ χαράζοντας τά όρια το υ ύλικοϋ έπιτρέπει νά υπάρξει τό γ λ υ π τ ό έντός τω ν όρίων το υ και αφήνει τό χώρο έκτός αΰτώ ν τώ ν όρίων. (Δ') Έ τσ ι νοούμε νος ό χώρος περιβάλλει τό γ λ υ π τ ό . Ά λλ ά ή σχέση τοΰ γ λ υ π τ ο ύ μέ τό χώρο δέν είναι τόσο λιγοστή, ώστε όπου τελειώνει τό ένα νά αρχίζει τό άλλο. Ό χώρος «μπαίνει στό παιχνίδι» ώς ένεργό συστα τικό τοΰ γ λ υ π τ ο ύ : δέν βρίσκεται μόνο έξω ά π ό τά όρια το ύ του άλλά κα'ι μέσα στά όριά του. (Ε’) Σέ τί συνίσταται ό χώρος μ έ σ α στό γ λ υ π τ ό : Συνίσταται στόν ό γ κ ο (γερμανικά Volumen, ά γ γλ ικ ά κα'ι γα λλικά volume). Έ τσ ι νοούμενος ό χώρος είναι ό όγκος, τόν όποιο «καταλαμβάνει» ένα γ λ υ π τ ό . Ή σχέση χ ώ ρ ο υ -γ λ υ π τ ο ΰ έχει ένα σαφές νόημα: πρόκειται γ ιά κατάληψη, γ ιά κατοχή (Besitzen) και κυριαρχία έπ'ι το ΰ χώρου. (Ç’) "Ετσι κατακτημένος ό χώρος « σφρα γίζεται» κατά τρεις τρόπους: είναι είτε κλειστός (και άδιαπέραστος) είτε διαπερασμένος είτε κενός. Ό Heidegger άναλαμβάνει νά έγκύψει σέ όλες αύτές τις «αινιγματικές» πεποιθήσεις.
Γαλιλαίο και του Νεύτωνα; Ό χώρος— δέν είναι εκείνη ή ομοιόμορφη έκταση, τής όποίας καμιά ενδεχόμενη τοποθε σία δέν εξαιρείται, πού είναι πρός κάθε κατεύθυνση ισοδύ ναμη, άλλά δέν είναι άντιληπτή αισθητηριακά; 0 χώρος — δέν είναι εκείνος πού στό μεταξύ προκαλεΤ μέ συνεχώς αύξανόμενο ρυθμό κα'ι ολοένα πιο έντονα τόν σύγχρονο άνθρωπο y ià μιά έσχατη κα'ι απόλυτη κατάκτησή του; Ή σύγχρονη γλυπτική δέν υπακούει έπίσης σ’ αύτή τήν πρόκληση, κατανοώντας τόν έαυτό της ώς μιά άναμέτρηση μέ τό χώρο; Δέν βρίσκει έτσι τόν έαυτό της νά έπιβεβαιώνεται μέσα στόν έ π ί κ a ι ρ ο χαρακτήρα της ;4 4 Έ δώ τίθεται μιά σειρά ά π ό άλληλένδετα έρωτήματα. Α ύτό πού κυρίως τίθεται ύ π ό έρώτηση είναι αν ό έπονομαζόμενος «καλ λιτεχνικός χώρος» ένός γ λ υ π τ ο ύ έργου τα υτίζετα ι μέ τόν «τεχνο λογικό χώ ρο», έτσι ό π ω ς τόν αντιλαμβάνεται ή νεότερη Φυσική άπό τόν καιρό τοΰ Γαλιλαίου καί το υ Νεύτωνα. Ή τ ε χ ν ο λ ο γ ί α έχει ώς στόχο τήν κατάληψη (Besitzergreilung), τήν κυριαρχία (Beherrschung) κα'ι τήν κατάκτηση (Eroberung) τοΟ χώρου. "Οχι μόνο ή σύγχρονη τεχνολογία, άλλα και κάθε « σ ύ γ χρονος άνθρω πος» έχουν έπιδοθεϊ σε μιά βίαιη και ανελέητη πρ ο σπάθεια νά κατακτήσουν τό χώρο. Α ύτό γίνετα ι φανερό στα συ γκοινωνιακά μέσα (άεροπλάνα, τρένα, καράβια κλπ.) καί στα μέσα μαζικής επικοινωνίας (διαδίκτυο, τηλεόραση, ραδιόφωνο κλπ.) π ο ύ κατορθώνουν νά ε κ μ η δ ε ν ί ζ ο υ ν τ'ις αποστάσεις, νά δ ι α σ χ ί ζ ο υ ν τό χώρο μέ αστρα πια ία τ α χ ύ τ η τ α και νά μεταφέρουν τόν άνθρω πο (σωματικά ή νοερά) στα τέσσερα π έρ α τα το ΰ πλα νήτη. Λ λλά κι α ύ τό π ο ύ παραδοσιακά καλείται «έναέριος χώ ρος» δέν tlvai π ια κάτι κλειστό κα'ι αεροστεγές· τό έχουν διαπεράσει καί τό Λιασχίζουν συνεχώς τά σύγχρονα τεχνολογικά έργαλεϊα: οί υπέ ρηχοι, τά έρτζιανά κύματα, τά τηλεοπτικά κύματα, τ ά δορυφορικά
Κ ι έντούτοις: Μττορεΐ ό φυσικοεττιστημουικά-τεχνολογικά σχεδιασμένος χώρος (όπω ς και αν -προσδιορίζεται περαιτέ ρω) νά ισχύει ώς ό μόνος άληθινός χώρος ; Συγκρινόμενοι με α ϋ τό ν όλοι οί ά λ λ ιώ ς σ υγκροτημένοι χώ ροι — ό καλ λιτεχνικός χώρος, ό χώρος τής καθημερινής πράξης και συ ναναστροφής— είναι ά π λ ώ ς υποκειμενικά κ α λ ο ύ π ια και μεταμορφώσεις το ΰ ενός αντικειμενικού κοσμικού χώ ρου; Τ ί θά λέγατε, άν ή (αντικειμενικότητα το υ άντικειμενικά υ π α ρ κ το ύ κοσμικού χώ ρ ο υ παραμένει άμετακίνητα τό συσχετικό τής υ π ο κ ε ι μ ε ν ι κ ό τ η τ α ς μιας συνείδησης, ή ό π ο ία ήτα ν ά γ ν ω σ τη κατά το ύ ς αιώνες π ο ύ προηγή θηκαν τής νεότερης ευρωπαϊκής εποχής; μηνύματα κλπ. Ό χώρος είναι π ο λ ύ π λ ευ ρ α διαπερασμένος και κατακτημένος, ένα ύπάκουο öpyavo στά χέρια τής τεχνολογίας. Ή γ λ υ π τ ι κ ή τ έ χ ν η έχει ασφαλώ ς σχέση μέ τό χώρο. Ό Heidegger ξεκινά ά π ό τή σχεδόν αύτονόητη πεποίθηση ότι τό γ λ υ π τό έργο είναι ένα υλικό σώμα. Σύμφωνα μέ παμπάλαιες πεποιθή σεις τό ύλικό σώμα είναι ένα « σήμα » αυλών οντοτήτων : ή χειροπια στή εμφάνιση μή αισθητών άλλα άναμφισβήτητα υπαρκτών οντων. Τό ζωντανό σώμα ενσαρκώνει τήν ψυχή, τό άβιο σώμα (π.χ. τό βου νό, τό κρεβάτι, τό ποτήρι) ένσαρκώνει τις ιδεατές αιτίες π ο ύ τό παρήγαγαν. Ό Heidegger θέτει τό έρώτημα: Ά ρα γε έτσι όπω ς νοείται σ ή μ ε ρ α τό γ λ υ π τ ό έργο, «ενσαρκώνει τό χώρο»; Δηλαδή συμμε τέχει ή γ λ υ π τικ ή τέχνη στή γενική προσπάθεια νά κατακτηθεί και νά εξουθενωθεί ό χώρος; Ό Heidegger αναφέρει μιά γενικά άποδεκτή πεποίθηση; ή γ λ υ π τικ ή τέχνη είναι μιά «αναμέτρηση» (Auseinander setzung- αύτή ή λέξη, αν νοηθεί ετυμολογικά, σημαίνει : θέτειν έ κ τ ο ς ά λ λ ή λ ω ν ) μ έτό χώρο. Α λλά έτσι φαίνεται νά συντάσσεται μέ τήν τεχνολογική-φυσικοεπιστημονική άντίληψη του χώρου ώς μιας ομοι όμορφης έ κ τ α σ η ς (Auseinander = τό έ κ τ ό ς - ά λ λ ή λ ω ν ) . Παρα κάτω αύτή ή γενικά άποδεκτή πεποίθηση θά κριθεΤ ώς απαράδεκτη.
Ακόμα κα'ι αν αναγνωρίζουμε τή διαφορετικότητα τών ε μπειριών χώρου κατά τούς παρελθόντες αιώνες, κερδίζου με ετσι κιόλας μιά επίγνωση της ιδιαιτερότητας τοΰ χώ ρου; Τό ερώτημα, τί είναι ό χώρος ώς χώρος, δέν εχει ετσι ακόμα τεθεί, κα'ι ακόμα λιγότερο εχει απαντηθεί.5 Παρα5 Σ’ αυτές τις παραγράφους διατυπώ νονται δυό ριζοσπαστικές ένστάσεις ένάντια στην α π ό λυτη ισχύ τοΰ τεχνολογικού χώρου: ( ά ) ’Οφείλουμε νά παραδεχτούμε ότι πέρα ά π ό α ύτό τό χώρο υπάρχουν και άλλοι, δομημένοι έντελώς διαφορετικά: είναι ό κ α λ λ ι τ ε χ ν ι κ ό ς χώρος καί ό χώρος τής καθημερινής μας σ υ ν α ν α σ τ ρ ο φ ή ς κ α ί δ ρ ά σ η ς . Σ έ τ ί συνίστανται αυτοί οι διαφορετι κοί χώροι; Για νά τούς προσεγγίσει, ό Heidegger προσφεύγει σέ μιά καθιερωμένη διάκριση: Πρόκειται γ ια δυό «υποκειμενικά καλούπια», προσδιορισμένα μέσα στό περιορισμένο καί αυθαίρετο βεληνεκές τών καλλιτεχνικών υποκειμένων καί το ΰ καθημερινού πάρε-δώσε, π ο ύ Ισχύουν μόνον ώς πα ρα λλα γές καί υποπεριπτώσεις τ ο ΰ ά ν τ ι κ ε ιμ ε ν ι κ ά υπαρκτού κοσμικού (εννοεί : άστρονομικοΰ) χώρου. Α ύτά τά δυό καλούπια ΐσχυσαν κατά τήν άρχαιότητα ώς άρχέγονες μή τρες (ό Heidegger λέει υπαινικτικά: Vorformen = πρω τύτερες φόρ μες), έπειδή δέν είχε άκόμα άνακαλυφθεϊ σέ όλη το υ τήν έκταση ό κοσμικός χώρος. Ά φότου α ύτό ς ανακαλύφθηκε, έκεΐνες δέν μπόρε σαν π ια νά ϊσχύσουν πα ρά μόνο ώς μεθύστερες και μερικότερες π α ραλλαγές του. "Εχουμε δίκιο νά βλέπουμε τό υποκειμενικό σάν υποδεέστερο κα'ι μειονεκτικό έναντι το υ αντικειμενικού; Ό Heidegger δέν παραλείπει νά έπισημάυει ότι α ύ τά τ ά δύο είναι άλληλένδετα σ υ σ χ ε τ ι κ ά (γερμανικά: Korrelate- ά γ γ λ ικ ά : correlatives- γ α λ λ ικ ά : correlates), κανένα ά π ό τά όποια δέν μπορεΐ νά υπάρξει ή νά ϊσχύσει χωρ'ις τό ιΐιλλο καί τις μεταξύ το υ ς σχέσεις. Είναι λοιπόν ά π αρα ίτη τος ένας διαρκής συσχετισμός το υ ς καί μιά ίση ιεράρχησή το υ ς — έστω καί άν φαίνεται νά έχασε τήν ισχύ το υ ό άρχικά θεμελιωτικός χαρακτή ρας τοΰ ϋ π ο - κ ε ι μ έ ν ο υ . Υπενθυμίζεται έπίσης ότι ή έννοια τής υποκειμενικής «συνείδησης» (γερμανικά: Bewußtsein- ά γ γ λ ικ ά καί
μένει αναποφάσιστο, κατά ποιόν τρόπο ε Τυ α ι ό χώρος κα'ι αν διόλου μπορεΐ νά του αποδοθεί ένα Είναι. 0 χώρος — ανήκει άραγε στά άρχέγονα φαινόμενα, με τήν άυτίληψη τών όποιων (σύμφωνα με μιά διατύπωση του Goethe) καταλαμβάνει τόν άνθρωπο ενα δέος πού μπορεΐ νά όδηγηθεΐ έως τήν αγωνία; Διότι πίσω άπό τό χώρο, τουλάχιστον έτσι φαίνεται, δεν ύπάρχει τίποτα στό όποιο θά μπορούσε κάνεις νά άναχθεϊ. Ενώπιον αύτού δεν ύπάρχει καμιά διαφυγή πρός κάτι άλλο. "Ο,τι ιδιάζει στό χώρο πρέπει νά δειχθεΐ άφ' εαυτού του. Επιτρέπει διόλου ό χώ ρος νά δειχθεΐ ή ιδιαιτερότητα του ;6 γ α λ λ ικ ά : conscience) είναι μια σχετικά πρόσφατη επινόηση, π ο ύ δέν ύπήρχε στούς αρχαίους καί μεσαιωνικούς χρόνους. (β ') 'Οφείλουμε επίσης νά παραδεχτούμε ότι ό τεχνολογικός χώρος δέν μπορεΐ νά διεκδικεΐ μιά α π ό λ υ τ η ισχύ, διότι ή π ρ ω τοκαθεδρία το υ είναι σχετικά πρόσφατη. Ή αρχαϊκή, ή κλασική αρ χαιοελληνική, ή ρωμαϊκή καί ή μεσαιωνική εποχή διέθεταν διαφορε τικές έμπειρίες χώρου καί δέν υποτιμούσαν τις υποκειμενικές έμπειρίες. Έάν Θέλουμε νά στοχαστούμε μέ σοβαρότητα τό έρώτημα «τί είναι ό χώρος ώς χώρος ; », δέν έπιτρέπεται νά τό περιορίζουμε στήν τεχνολογική έποχή· οφείλουμε νά ανοίξουμε τό βλέμμα μας άκόμα καί πρός τό απώτερο παρελθόν — χωρίς α ϋτό νά σημαίνει ότι έτσι κατορθώνουμε κιόλας νά θέσουμε τό έρώτημα έπαρκώς. 6 Έδώ διατυπώνεται τό π ιό άποφασιστικό έρώτημα τής π α ρού σας μελέτης. Ό Heidegger κρίνει καλό νά τό έκφράσει μέ μιά π λ η θώρα διατυπώ σεω ν, γ ια νά τό κάνει σαφέστερο. Ά ς δούμε α ϋτή τήν πλη θώ ρα : (α') «Τί είναι ό χώρος ώς χώρος;» (β ) «Κατά ποιόν τρ ό π ο ε Τ ν α ι ό χώ ρος ; » ( γ ) « Μπορεΐ διόλου νά το ΰ αποδοθεί ενα Είναι;» (δ') «Πίσω ά π ό τό χώρο υπάρχει κάτι, στό όποιο θά μπορούσε κανείς νά άναχθεϊ;» (ε-) «’Επιτρέπει ό χώρος νά δειχθεΐ ή ιδιαιτερότητα του;»
υ δ η /η μ έ ν ο ι σέ κατάσταση άνάγκη ς έξαιτίας α υ τώ ν τω ν ερω τημάτω ν, οφείλουμε νά παραδεχτούμε: "Οσο δέν βιώνουμε τήν ιδιαιτερότητα το ΰ χώρου, π αρ α μένει σκοτεινό και τό νά μιλάμε γ ιά εναν καλλιτεχνικό χ ώ ρο. Ό τρόπος, μέ τόν όποιο ό χώρος διευθύνει κα'ι διαπερ νά τό καλλιτέχνημα, παραμένει κατ’ άρχήν άκαθόριστος.7 "Ολες αϋτές οί διατυπώσεις δηλώνουν ότι ό χώρος πρόκειται νά μελετηθεί όντολογικά, δηλαδή μέσα στό πλαίσιο έκείνης τής επιστή μης, π ο ύ μελετά τά όντα ώς δντα (δές Άριστοτέλους Τώι> Μ ετά τά Φυσικά Γ' 1, 1003α 21 : « Έ σ τιν έπιστήμη τις η θεωρεί τό ον ή ον »). Έ τσι φαίνεται νά αποστασιοποιούμαστε —τουλάχιστον προσωρινά— ά πό τό θεματικό αντικείμενο τής μελέτης, π ο ύ είναι ή σχέση τής γ λ υ πτικής μέ τό χώρο. Χωρίς νά τό λέει ξεκάθαρα, ό Heidegger υποδεί χνει ότι δέν είναι δυνατό νά διαλευκανθεΐ ή σχέση αύτώ ν τώ ν δύο, αν δέν διευκρινιστεί πρω τύτερα ό ίδιος ό χώρος. Πρέπει μάλιστα νά ειπωθεί δτι ή παρούσα μελέτη δίνει έμφαση στό όντολογικό ερώτη μα περί χώρου κα'ι θέτει σέ δευτερεύουσα μοίρα τά υ π ό λ ο ιπα ερω τήματα. Αύτό δικαιολογείται ένμέρει άπό τό γεγονός δτι ό Heideg ger έχει άσχοληθεΐ κατά τό παρελθόν εκτεταμένα μέ τό όντολογικό έρώτημα περι του καλλιτεχνήματος (δές Heidegger 1986, δπου ό σ υ γ γραφέας παραπέμπει ρητά στό τέλος τής παρούσας μελέτης, δείχνο ντας έτσι δτι τό Θεωρεί άναγκαϊο συμπλήρωμα όσων λέγονται έδώ). Ή όντολογική μελέτη τοΰ χώρου δέν είναι ένας περιορισμός τοΰ βλέμματος στήν έννοια το υ χώ ρου και σέ τίπ ο τε άλλο. ’Αντίθετα μάλιστα, είναι ή προσπάθεια νά άναχθεΐ α ύτό τό «όν» σέ κάτι ου σιαστικά πρω τύτερο, π ο ύ είναι ή άρχέγονη π η γ ή (= « ή προέλευ ση») το ΰ χώ ρου. Τό δ' έρώτημα διασαφηνίζει λοιπόν μέ άκρίβεια τήν πορεία π ο ύ θά κάνει ό H eidegger ά π ό τό χώρο σέ κάτι όντο λογικ ά π ρ ω τύτερ ο: στόν τ ό π ο . Καί χωρίς νά λ έγετα ι πουθενά παρακάτω, οφείλουμε νά προαναγγείλουμε δτι ό χώρος ώς χώρος, τό Είναι το ΰ χώ ρου και ή ιδιαιτερότητα το ΰ χώ ρου ά π α ντώ ντα ι στήν έννοια το ΰ τ ό π ο υ . 7 Ή άπορία π ο ύ προκύπτει άπό τήν π ο λλ α π λή διατύπωση τοΰ
Ό χώρος, έντός το ΰ ο π ο ίο υ τό γ λ υ π τ ό μπορεΐ υά συναπαυτηθει ώς ευα παρευρισκόμενο αντικείμενο, ô χώρος τόν όποιο περικλείουν οϊ όγκοι τής φιγούρας, ό χώρος π ο ύ ύφ ίσ τατα ι άνάμεσα σ το υς ό γ κ ο υ ς — α υ το ί οί τρεις χώ ροι μέσα στήν ενότητα τής άλληλεπίδρασής το υ ς δέν είναι π ά ντα ά π λ ώ ς και μόνο παραφ υάδες το υ ένός καί μόνου φυσικοεπιστημονικοΰ- τεχνολογικού χώ ρου, έστω καί αν κα μιά άριθμητική καταμέτρηση δέν μπορεΐ νά έπέμβει στό γ ε γο νό ς τής καλλιτεχνικής διαμόρφωσης; Έάν γίνει παραδεκτό ότι ή τέχνη είναι τό έν-έργω-φέρειν τήν άλήθεια καί ότι άλήθεια σημαίνει τή μή-κρυπτότ η τ α τ ο υ Είναι, δέν πρέπει τό τε μέσα σ τό καλλιτέχνημ α τής γ λ υ π τ ικ ή ς τέχνης νά ά π ο κ α λ ύ π τ ετ α ι άποφ ασιστικά ό άληθινός χώρος, αύτός π ο ύ ά π ο κ α λ ύ π τει ο,τι π ιό ίδιάζον το υ άνήκει;8 όντολογικοΰ ερωτήματος ττερι χώρου φαίνεται νά ό δη γεΐ τόν στο χαστή σέ άμηχανία κα'ι σέ «κατάσταση ανάγκης». ΌΟστόσο π α ρα δέχεται τήν προτεραιότητα αϋτοΟ το ΰ έρωτήματος σέ σχέση μέ τό κεντρικό έρώτημα τής μελέτης, π ο ύ θά μπορούσε νά διατυπω θεί ώς έξής: Σέ τί συνίσταται ό καλλιτεχνικός χώρος καί ειδικότερα ό χώ ρος τής γλυ πτική ς; Αξίζει νά προσεχθεί έδώ ό έξής υπαινιγμ ός το ΰ Heidegger: Εί ναι π ο λ ύ πιθανό νά φανερωθεί ότι ό καλλιτεχνικός χώ ρος δέν είναι σέ τόσο άθλια κατάσταση όσο ό τεχνολογικός. Ό καλλιτεχνικός χώ ρος ϊσως δέν κατέχεται καί δέν κατακτάται, δέν έξουθενώνεται καί δέν διαπερνιέται ά π ό τό καλλιτέχνημα, άντίθετα μ ά λισ τα τό δ ι α κ α τ έ χ ε ι (ό Heidegger λέει: durchw altef μεταφράζω : «διευθύνει καί διαπερνά»· δές καί τή γαλλική μετάφραση: «porte et traverse»). 8 Ό Heidegger άντλεΐ συμπεράσματα παλαιότερω ν μελετών του, γ ιά νά υποβάλει μιά άκόμα υποψία. Ποιά είναι εκείνα τά συμπερά σματα; (α') «Ή τέχνη είναι τό έν-εργω-φέρειν τήν άλήθεια.» (β') «'Α λήθεια σημαίνει τή μή-κρυπτότητα τοΰ Είναι.»
Πώς μπορούμε όμως νά βροΰμε αΰτό πού ιδιάζει στό χώ ρο; 'Υπάρχει μιά διέξοδος, ενα μονοπάτι στενό και ταλα ντευόμενο. θά επιχειρήσουμε νά άκούσουμε τή γλώ σσα. Περί τίνος γίνεται λ ό γ ο ς μέσα στή λέξη «χώ ρος» |Raum]; Μέσα σ’ αυτή τή λέξη μιλά τό ρήμα: κάνω-χώρο IRäumen]. Αυτό σημαίνει : ξεβοτανίζω, βγάζω τά άγριόχορτα κι έτσι άνοίγω χώρο. Κάνοντας χώρο έπιφέρω κάτι ε λεύθερο, κάτι άνοιχτό γιά μιά εγκατάσταση και διαμονή του άνθρώπου.9 (ύς σχετικό μέ α υ τά τά συμπεράσματα π αραθέτω τό έξης χω ρίο (H eidegger 1986, σ. 28 το ύ γερμανικού κειμένου): «Τό έργο τέ χνης μέ τόν τρόπο το υ ξανοίγει τό Είναι τω ν όντων. Α ΰτό τό ξάνοιγμα, δηλαδή ή άποκάλυψη, δηλαδή ή άλήθεια τω ν όντων, συμ βαίνει μέσα στό έργο τέχνης. Μέσα σ’ α ύτό τό έργο έχει τεθεί έν έργω [= έχει ένεργοποιηθεΐ καί σταθεροποιηθεί] ή άλήθεια τω ν ό ντων. Ή τέχνη είναι τό έν έργω τίθεσθαι [= ή ένεργοποίηση κα'ι στα θεροποίηση] τής άλήθειας.» Δές έπίσης τή σημ. 69 το ύ μεταφραστή έκείνου το υ βιβλίου. Α ύτά τά συμπεράσματα οδηγούν σέ μιά ύπ ο ψ ία : ’Εάν γενικά ή τέχνη άποκαλύπτει τήν άλήθεια το ύ Είναι, μήπως τό γ λ υ π τ ό έρ γ ο άποκαλύπτει τόν άληθινό χώρο, δηλαδή τό χώρο ώς χώρο; Μή π ω ς λοιπόν δέν πρέπει νά ζητούμε ά π ό τήν τεχνολογία μιά άπάντηση γ ιά τό τ ί είναι άληθινά ό χώρος, ά λ λ ά μάλλον πρέπει νά στραφούμε στά καλλιτεχνήματα ώς ά π οκα λυπτικά τής άλήθειας, και ειδικά στά έργα τής γλ υ π τικ ή ς ώς άποκαλυπτικά το ΰ άληθινοΰ χώ ρου; Έ τσ ι ϋποδείχνεται μιά μέθοδος έρευνας, τήν όποία ό Heidegger δ έ ν θά άκολουθήσει στήν παρούσα μελέτη. "Οχι μέσω τώ ν γ λ υ π τ ώ ν έργων, ά λ λ ά μέσω τής γλώ σ σ α ς θά άναζητηθεΐ άμέσως παρακάτω ό άληθινός χώρος. 9 Ε πιλέγοντα ς τή λεκτική σημασία ώς μέθοδο π ρ ο σ έγγισ η ς στό χώρο ώς χώρο, ό Heidegger ακολουθεί μιά μακραίωνη όντολο■γική παράδοση π ο ύ ξεκινά άπό τόν Πλάτωνα καί τόν Αριστοτέλη.
Τ ό « κάνω -χώ ρο», αν νοηθεί μέσα στήν ιδιαιτερότητα το υ , εΐναι μιά απελευθέρω ση τό π ω ν , σ το υς οπ οίους έναττοτίθενται τά πεπρωμένα το ΰ διαμένοντος ανθρώπου, β υ θιζόμενα στήν ευδαιμονία μιας π α τρ ίδ α ς ή στή συμφορά τής έλλειψης πατρίδας ή ακόμα και στήν αδιαφορία άπέναντι σ' αυτές τΐς δυό. «Κ άνω-χώρο» σημαίνει άπελευθέρωση εκείνων τώ ν τ ό π ω ν , σ το υ ς ό π ο ιο υ ς έμφανίζεται ένας θεός· έκείνων τώ ν τό π ω ν, ά π ό τούς οποίους έχουν δραπετεύσει οι Θεοί· έκεί νων τώ ν τόπω ν, στους οποίους ή έμφάνιση τοΰ θεϊκοΰ έπΐ καιρό καθυστερεί. Κάνοντας χώρο έπιφέρω έκεΐνο τόν έντοπισμό, ό όποιος προετοιμάζει μιά διαμονή. Οί μή Ιεροί χώροι εΐναι π ά ντα ή στέρηση ίερών χώρων, π ο ύ άπομένουν συχνά π ο λύ πίσω. «Κ άνω-χώρο» θά π ει: άπελευθέρωση τόπω ν.10 Α ϋτή ή μέθοδος επιχειρεί νά ανακαλύψει τό ούσιώδες μιας λέξης μέσα ά π ό τά νοήματα π ο ύ περιέχει. Προϋποθέτει ότι αύτά π ο ύ έ χουν έναποτεθεΐ στή γλ ώ σ σ α είναι γενικεύσιμα, έστω κι αν υπ ά ρ χουν μόνο σέ μ ι à γλώ σσα. Ή γερμανική λέξη Raum (= χώρος) προέρχεται άπό τό ρήμα räu men. ‘ίύ σ τό σ ο α ύτό τό ρήμα έχει πολλές σημασίες καί όχι μόνο αύτή π ο ύ άντλεΐται ά π ό τόν Heidegger. Ό φιλόσοφος θεωρεί προφα νώς ότι αϋτή είναι πιό αποκαλυπτική άπό τίς άλλες. Παραδέχεται, άλλω στε, ότι ή έδώ άκολουθούμενη μέθοδος είναι «ταλαντευόμε νη», άρα μπορεΐ νά παραπλανήσει και νά οδηγήσει crrà πιό ποικί λα συμπεράσματα. 10 Έδώ ό Heidegger κάνει διαλογισμό (ά γγλικ ά , γερμανικά καί γαλλικά: meditation). Μέσα άπό τό επιφανειακά ά π λό ρήμα räumen βγάζει νοήματα, π ο ύ δείχνουν τή βαθιά διασύνδεση αυτής τής λέ ξης μέ τίς πιό άποφασιστικές στιγμές τοΰ άνθρώπινου γένους. Ή σημασία π ο ύ συνοψίζει τά νοήματα εΐναι : « ά π ε λ ε υ θ έ ρ ω σ η τ ό π ω ν » . Α ύτό δηλώνει ότι « π ίσ ω ά π ό τό χώρο» (όπως
Μέσα στό «κάνω-χώρο» μιλά κάι συνάμα κρύβεται ενα συμβάν. Αύτό τό χαρακτηριστικό τοΰ κάνω-χώρο παραβλέπεται πολύ εύκολα. Κα'ι όταν βλέπεται, εξακολουθεί νά παραμένει δύσκολο στό νά προσδιοριστεί, προπάντων όσο ό φυσικοεπιστημονικός- τεχνολογικός χώρος ισχύει ώς εκεί νος ό χώρος, άπό τόν όποιο οφείλει έκ τών προτέρων νά έξαρτηθεϊ κάθε επισήμανση τού χωρικού στοιχείου. Ποιό είναι τό συμβάν τοΰ κάνω-χώρο; Δέν είναι τό ότι πα ραχωρώ [einräumen] κα'ι μάλιστα μέ ένα διττό τρόπο: άφενός έ π 1 τ ρ έ π ω και άφετέρου δ ι ε υ θ ε τ ώ ; "Οταν παραχωρούμε, άφενός άποδεχόμαστε κάτι. ’Αφή νουμε νά έπικρατήσει ή άνοιχτότητα, ή όποία μεταξύ άλ λων έπιτρέπει τήν εμφάνιση παρόντων πραγμάτων, στά όποια ή άνθρώπινη διαμονή βλέπει τόν έαυτό της νά παραπέμπεται. Άφετέρου ή παραχώρηση εξασφαλίζει στά πράγματα τή δυνατότητα νά άνήκουν κάθε φορά σέ μιά θέση κα'ι βάσει τούτης νά άνήκουν τό ένα στό άλλο. λ έγετα ι πα ρα π ά νω ) κρύβεται ή έννοια το ΰ τ ό π ο υ · και δέν εισ δύουμε στό χώρο ώς χώρο, άν δέν άναχθοΰμε στον τόπο. Α ύτό θά μπορούσε επίσης νά ειπωθεί ώς έξης: Ή έννοια « τό π ο ς» είναι πιό άρχέγονη, π ιό α π ο κ α λ υ π τικ ή και π ιό ουσιώ δης ά π ό τήν έννοια «χώρος». Ποιοι είναι οι « τό π ο ι» στούς όποιους άναγόμαστε; Άναφέρονται τρία είδη: (Α ) Έντοπισμός το ΰ ανθρώ που σέ μιά π α τρίδα ή μετεωρισμός έξαιτίας τής έλλειψης πατρίδας και τής αδιαφορίας γ ια μιά πατρίδα. (Β') Έντοπισμός το υ ανθρώπου χάρη σέ έναν άποκαλυμμένο Θεό ή μετεωρισμός έξαιτίας τής δραπέτευσης καί τή ς μή έμφάνισης Θεών. (Γ') Έντοπισμός τοΰ άνθρώπου χάρη στούς ιερούς χώ ρους π ο ύ θεμελιώνουν τήν άνθρώ πινη διαμονή ή μετεωρισμός έξαιτίας τής στέρησης ιερών χώρων.
Μ έσα σ’ α ύτή τή διττή παραχώ ρηση λαμβάνει χώ ρα ή χο ρήγηση τό π ω ν. Ό χαρακτήρας αύτοΟ το ΰ συμβάντος εί ναι μιά τέτοια χορήγηση.11 Ά λ λ α τί είναι ό τό π ο ς, έάν ή 11 Μέ τά νοήματα π ο ύ ανακαλύφθηκαν μέσα στό ρήμα räumen διαπιστώθηκε ή απελευθέρωση τό π ω ν και ό έντοπισμός το ΰ ανθρώ π ινου γένους. Ό Heidegger διαπιστώ νει τώ ρα και ένα «συμβάν» π ο ύ οδηγεί τό άνθρώπινο γένος άναπόδραστα π ρ ό ς έναν τέτοιο έντοπισμό. Γιά νά όδηγηθεΐ πρός αϋτό, αναλαμβάνει νά έξετάσει τά νοήματα π ο ύ κρύβονται στό συγγενικό ρήμα einräumen. Πρέπει νά ειπωθεί ότι δέν είναι ή πρώ τη φορά π ο ύ ό Heidegger έμβαθύνει σ’ α ύτό τό ρήμα. Ήδη στό Είναι καί Χρόνος (Ε κΧ , σ. Ill), έπεξηγεΐ τό einräumen ώς άρχέγονη «παραχώρηση» μέ τό ειδικό νό ημα ότι ό άνθρωπος παραχω ρεί στά πρόχειρα όντα τή δυνατότη τα νά γίνο υν α ύτό π ο ύ είναι: ά π ο κ α λ ύ π τει καί παρέχει μιά « σ υ μπλεκτικά καθορισμένη ο λ ό τη τα θέσεων», βάσει τής όποίας καί ό ίδιος κατορθώνει έκάστοτε νά προσανατολίζεται μέσα στό χώρο. Τό γεγονός ότι ό άνθρωπος έχει τή δυνατότητα νά μετατοπίζει, νά π α ραμερίζει και νά διευθετεί όντα («um-, weg- und einräumen»), όφείλεται στό ότι ή « παραχώρηση » είναι άρχέγονο χαρακτηριστικό τής άνθρώπινης ύπαρξης. Στό δοκίμιο το ΰ H eidegger 1986, σ. 34, ή π α ραχώρηση νοείται ώς επίτευγμ α το ΰ καλλιτεχνήματος: το ύ το π α ραχωρεί έκείνη τήν εύρυχωρία, «βάσει τής όποίας δωρίζεται ή άποχωρεΐ ή διατηρούσα εύνοια τώ ν θεών». Οί σημασίες το ΰ ρήματος einräumen αναλύονται έκεΐ κατά διττό τρό π ο : « π α ρ έ χ ω τήν έλευθερία τής ά νοιχτότητας, και δ ι ε υ θ ε τ ώ α ύτό τό έλεύθερο στοιχείο μέσα στά συστατικά το υ » . Α ύτό σημαίνει συγκεκριμένα ότι τό έργο τέχνης παρέχει τήν εύρυχωρία τοΰ κόσμου, έτσι ώστε νά διευθετηθούν μέσα του τά ένδόκοσμα όντα σάν τέτοια. Τί λέει τώ ρα ό Heidegger στήν πα ρούσα συνάφεια; Έ πεξηγεΐ τόν κινησιακό χαρακτήρα το ΰ ρήματος einräumen έπίσης κατά διτ τό τρόπ ο: (α') επιτρέπω, (β ') διευθετώ. "Οσον άφορά τό α': Πρόκειται γ ιά έκείνη τήν άρχέγονη παραχώ ρηση, ή όποία όχι μόνο άποδέχεται ά λλ ά κα'ι άποδίδει· τό έδώ χρη-
ιδιαιτερότητα το υ μέλλει νά προσδιοριστεί μέ οδη γη τικό νήμα τήυ άπελευθερωτική παραχώ ρηση; σιμοποιούμενο ρήμα zugeben σημαίνει όχι μόνο μιά αποδοχή, όπω ς μεταφράζω, ά λ λ α κι ενα δόσιμο: geben. Τί δεχόμαστε καί τί δίνου με; Δεχόμαστε τήν επικράτηση τής άνοιχτότητας, ή όποία δέν είναι άλλη ά π ό εκείνη π ο ύ είδαμε πα ρα πά νω ώς ευρυχωρία το υ κόσμου. Αυτή ή άποδοχή δεν είναι όμως μιά τυφλή υποδούλω ση, ά λλ α εί ναι μιά χορηγούμενη άφεση, π ο ύ δίνει-τήν-άδεια (zulassen, δπ ω ς όταν ένας κρατικός θεσμός δίνει μιά έπ α γγελμ α τικ ή άδεια). Μέ τή σειρά της ή άνοιχτότητα (τοϋ κόσμου) δέν επικρατεί βίαια, άλλα κι αύτή δίνει-τήν-άδεια νά έμφανιστουν τά π ρ ά γ μ α τα ώς παρόντα. Ποιά π ρ ά γ μ α τα ; Ό χ ι συλλήβδην οσα παρευρίσκονται (Vorhande nes), ά λλ ά όσα χρησιμοποιούμε καθημερινά μέ τέτοιο τρόπο, ώστε νά συγκροτείται μιά άλληλοσυμπλεκόμενη ολότητα παραπομπών, τελική κατάληξη τής όποίας είναι ή άνθρώπινη διαμονή. (Γιά τ'ις έν νοιες τής «παραπομπής» και τής «σύμπλεξης» δές ΕκΧ , §§ 17-18.) "Οσον άφορά τό β': Ή άρχέγονη παραχώ ρηση ώς δ ι ε υ θ έ τ η σ η τώ ν πραγμ άτω ν δέν είναι μιά έμπειρική πράξη μετατόπισης, π α ραμερισμού ή ταξινόμησης, άλλά είναι ή συνθήκη γ ιά τή δυνατότη τα νά άνήκουν τά χρησιμοποιούμενα όντα σέ μιά θ έ σ η καί βάσει τούτης νά παραπέμπουν τό ένα στό ά λλο (όπως π.χ. τό σφυρί π α ραπέμπει στή σφυρηλάτηση). Πρέπει νά προσεχθεί ότι αύτή ή θέ ση δέν είναι κάποια τοποθεσία (Stelle), όπου παρευρίσκονται τυχαία και άδιάφορα κάποια πράγματα. «Ή έκάστοτε θέση καθορίζεται ώς θέση το υ τάδε ορ γάνου γ ιά ... βάσει ένός συνόλου κατευθυντικά προσανατολισμένων θέσεων ένός σ υμ π λέγμ α το ς περιβαλλοντικά πρόχειρων οργάνω ν» {Ε κΧ , σ. 102). "Ενα έξοχο παράδειγμα Θέσης είναι «ό ήλιος, το υ όποιου τό φώς καί ή ζέστη χρησιμοποιούνται καθημερινά»: μέ βάση τις διαφορετικές χρησιμότητες το υ καθορίζο νται καί οί έξαιρετικές θέσεις του, δηλαδή ή άνατολή, τό μεσημέρι, ή δύση και τά μεσάνυχτα. Ό Heidegger έπιμένει στόν κινησιακό χα ρακτήρα τής θέσης, γΓ α ύτό τήν καταγράφει ώς d as Wohin (= τό πρός-κάπου) καί όχι das Wo (= τό κάπου). Στό έπιμέρους πρός-κά-
Ό τό π ο ς ξανοίγει κάθε φορά μιά περιοχή, μέ τό ότι συ ναθροίζει τά π ρ ά γ μ α τ α ώς π ρός τό ότι συνανήκουν (= συνυφαίνονται) μέσα της. Μ έσα στόν τό π ο διαδραματίζεται ή συνάθροιση μέ τό νό ημα τή ς άπελευθερω τικής π ρ ο φ ύ λα ξη ς τώ ν π ρ α γ μ ά τ ω ν μέσα στήν περιοχή τους.12
που, π ο ύ είναι ή θέση στήν όποία « πρέπει-ι>ά- βρίσκεται» ή ανήκει ( Hi n - gehören) ένα έπιμέρους όργανο, αντιστοιχεί μια γενική κατεύ θυνση, στήν όποία « πρέπει-νά-βρίσκονται» τ α όργανα, τήν όποία ό Heidegger ονομάζει π ε ρ ι ο χ ή (G egend) καί τής άποδίδει επίσης κινησιακό χαρακτήρα. Μέ τούς όρους «θέση» καί «περιοχή» ό Hei degger ορίζει τή χω ρικότητα τώ ν πρόχειρων ένδόκοσμων όντω ν (Ε κ Χ . § 22). 12 Μέ βάση όσα ειπώθηκαν πα ρα π ά νω ό Heidegger άναλαμβάνει τώ ρα νά προσδιορίσει τόν τ ό π ο (Ort). Ά λλ ά θά ήταν μάταιο, αν περιμέναμε νά μάς δοθεί ένας στατικός ορισμός. Ό τό π ο ς προσ διορίζεται όπω ς καί τά παραπάνω άναλυόμενα ρήματα (räumen , ein räumen) μέσω ένός συμβάντος: «ό τόπος ξανοίγει μιά περιοχή». Αυ τό πρέπει νά κατανοηθεΐ μέσα ά π ό όσα ήδη άναφέρθηκαν: στους τόπους « έναποτίθενται τά πεπρωμένα του διαμένοντος ανθρώπου », στους τό π ο υ ς «έμφανίζεται ένας θεός», κλπ. Ή περιοχή π ο ύ ξανοί γετα ι είναι λοιπόν ανθρωποκεντρική ή θεοκεντρική, ά λ λ ά κατά κα νένα τρόπο γεωγραφική. Ή περιοχή άφορά τή διαμονή το ΰ άνθρώπ ο υ θεμελιώνοντας καί προετοιμάζοντάς τ η ν δέν έχει όμως κανένα οίκοπεδικό ή χωροταξικό νόημα. Πώς κατορθώνει ό τόπος νά ξανοίγει μιά περιοχή ; Τό κατορθώ νει συναθροίζοντας τ ά π ρ ά γ μ α τα ώς πρός τό γεγο νό ς τής συνύ φανσής τους. "Ας προσεχτεί ή διαφορά μεταξύ θέσης καί περιοχής: τά π ρ ά γμ α τα άνήκουν σέ μιά θέση, ά λλ ά συνανήκουν (μεταφράζω κάπω ς έλεύθερα: συνυφαίνονται) σέ μιά περιοχή. Ή περιοχή είναι πιό άρχέγονο φαινόμενο ά π ό τή θέση, διότι ποτέ δέν ύφίσταται α πομονωμένο έ ν α π ρ ά γμ α (π.χ. ένα σφυρί), ά λ λ α κάθε π ρ ά γμ α εΐ-
Και ή περιοχή [G egend]; Ή πα λα ιό τερ η μορφή α υ τή ς τής λέξης είναι « Gegnet ». Αϋτή κατονομάζει τήν ελεύθερη εύρύτητα. Μέσω αύ τή ς ή ά νο ιχτό τη τα επιφυλάσσεται νά άφήνει κάθε π ρ ά γ μ α νά άναδύεται μέσα στήν ενδόμυχη ήρεμία το υ. Α ύτό θά π ει συνάμα: διαφυλάσσει τή συνάθροι ση τώ ν π ρ α γμ ά τω ν μέσα στήν άλληλοσυνύφανσή τους.13 ναι ένταγμένο σέ μιά ο λ ό τη τα π α ρα π ο μ π ώ ν (π.χ. τό σφυρί μέ τή σφυρηλάτηση, αϋτή μέ μιά ανοικοδόμηση, αΰτή μέ τή διαμονή τοΰ τά δε ανθρώπου). Ό τό π ο ς όχι α π λώ ς συναθροίζει, ά λλ α προπά ντω ν π ρ ο φ υ λ ά σ σ ε ι τά π ράγμ α τα : τά εντάσσει στήν περιοχή όπου ά νήκουν κι έτσι τά διαφυλάσσει άπό τοΰ νά έκτεθοΰν άνυπεράσπιστα σέ μιά σκέτη παρεύρεση. Προφυλάσσοντας έτσι τά π ρ ά γμ α τα ό τό π ος τά άπελευθερώνει γ ια τή δυνατότητα νά είναι α υτά π ο ύ είναι. 13 Έδώ προσδιορίζεται ή π ε ρ ι ο χ ή (Gegend). Ό Heidegger άνατρέχει σέ μιά παλαιότερη μορφή τής λέξης, ό π ο υ είναι σαφέστε ρο τό νόημα π ο ύ τόν ενδιαφέρει: πρόκειται γ ια μιά «έλεύθερη ευ ρύτητα ». Σ ’ αύτές τις δυό λέξεις κρύβονται όμως π ο λλ ά και βαρυ σήμαντα. Ή ευρύτητα είναι μιά άνοιχτότητα (κάτι σαν ένα ξέφωτο μέσα σέ άγριο δάσος) π ο ύ διακανονίζει τή συμπεριφορά τώ ν π ρ α γ μάτων. Ή άνοιχτότητα είναι ό μικρός ή μεγάλος κ ό σ μ ο ς , π ο ύ έ χει διανοιχτεΐ στον καθένα μας μαζι μέ όλα τά δντα π ο ύ τόν συναποτελοΰν. Α ύτή ή ά νο ιχτό τη τα δέν είναι παθητική καί άνενεργή άπέναντι στά όντα, ούτε όμως εξουσιαστική. "Ας δοΰμε π ώ ς τά δι οικεί: «επιφυλάσσεται νά τά άφήνει...» Αυτός είναι ένας άκόμα εύ σχημος τρόπος, μέ τόν όποιο ό Heidegger διατυπώνει τό νόημα τοΰ ύπερβασιακοΰ (κατ’ άλλους : ύπερβατολογικοΰ) διακανονισμού : Ή ά νοιχτότη τα κόσμου είναι ή συνθήκη γ ια τή δ υ να τό τη τα τώ ν ένδόκοσμων όντων νά είναι α ύ τά π ο ύ είναι. Πώς λοιπόν «είναι» αύτά τά όντα; Ό Heidegger ά π α ντά μέ μιά βαρβάτη έκφραση: «άναδυόμενα μέσα στήν ένδόμυχη ήρεμία τους». "Ενα πα ρά λλη λο χωρίο έχει κατατεθεί σέ ένα « Δ ιάλογο στό Χω ματόδρομο σχετικά μέ τόν Στοχασμό», ό όποιος πραγματοποιήθη-
Ε γείρεται τό έρώτημα : Είναι οι τό π ο ι πρω ταρχικά καί μό νο τό αποτέλεσμα και τό επακόλουθο τής παραχώ ρησης; "Η μ ήπ ω ς ή π α ρ α χώ ρ η σ η ά π ο κ τά τήν ιδια ιτερ ότη τα της ά π ό τήν κυριαρχία τώ ν συναθροιζόντων τό π ω ν ; "Αν αλ ή θευε το ύ το , τότε θά επρεπε νά αναζητήσουμε τήν ιδιαιτε ρ ό τη τα το υ κάνω -χώ ρο μέσα στή θεμελίωση το υ έντοπισμοΰ κα'ι νά σ υλλογισ τούμ ε τόν έντοπισμό ώς ενα σ υλλ ο γικό παιχνίδισμα τώ ν τόπω ν. θ ά επρεπε νά προσέξουμε τό ότι κα'ι τό π ώ ς α υ τό τό παιχνίδισμα άποδέχεται ά π ό τήν ελεύθερη ευ ρ ύ τη τα τής περιοχής μιά παραπομ πή στή συνύφανση τώ ν πραγμάτω ν. κε ανάμεσα σέ εναν Λόγιο, σέ έναν Δάσκαλο (= Μ. Heidegger) και σέ έναν ’Ερευνητή τό 1944-1945 και δημοσιεύτηκε ώς συνοδευτικό σχό λιο στό βιβλίο του Heidegger Gelassenheit τό 1959, σ. 40: Λ ο γ ι ο ς : Συνεπώς ή περιοχή είναι ταυτόχρονα ή ευρύτη τα [Weite] κα'ι ή διάρκεια [Weile]. Ή περιοχή διάγει μέσα στήν ευρύτητα τής ηρεμίας. Απλώνεται μέσα στή διάρκεια του ελεύ θερα εντός -εαυτού- στραμμένου. Προσβλέποντας στήν τονισμέ νη χρήση αυτής τής λέξης μπορούμε λοιπόν άντ'ι για τήν κα θιερωμένη λέξη «Gegend» νά λέμε έπίσης «Gegnet». Δ α ς κ α λ ο ς : Gegnet είναι ή διάγουσα ευρύτητα, ή όποια συλλέγοντας τά πάντα άνοίγεται μέ τέτοιο τρόπο, ώστε μέσα της ή άνοιχτότητα διατηρείται κι έπιφυλάσσεται νά επιτρέπει σέ καθετί νά αναδύεται μέσα στήν ηρεμία του.
Και κάτι άκόμα: Ή περιοχή παίζει ενα ρόλο αντίστοιχο μέ τό ρόλο του τόπου. "Οπως ό τόπος συναθροίζει μέ τό νόημα ότι άπελευθερώνει κα'ι συνάμα προφυλάσσει τά πράγματα, παρόμοια ή π ε ριοχή επιφυλάσσεται νά διαφυλάσσει τή συνοχή τους μέσα στήν άλληλοσυνύφανσή τους. "Ισως ό Heidegger δέν θά είχε αντίρρηση νά χαρακτηρίσει α ύ τά τά δύο (τήν περιοχή κα'ι τόν τό π ο ) ώς εξί σου άρχέγονα, δηλαδή ώς εξίσου θεμελιώδη γ ιά τήν ύφή κα'ι τή συ νύφανση τώ ν πραγμάτω ν.
Θά επρεπε νά μάθουμε νά άναγνω ρίζουμ ε ό τι τ ά ίδια τ ά π ρ ά γ μ α τ α είναι οί τόττοι — και ότι α ύ τ ά δέν ανήκουν ά π λ ώ ς σε εναν τόπο.
Σ’ αυτή τήν περίπτω ση θά ήμασταν ά π ό π ο λ ύ
π α λ ιά εξα ναγκασμένοι νά παραδεχτούμε κάτι εκπληκτικό: Ό τό π ο ς δέν βρίσκεται μέσα στόν ήδη δεδομένο χώ ρο κατά τόν τρ ό π ο το υ φυσικοεπιστημονικοϋ- τεχνολογικού χώρου. ’Αντίθετα, αυτός ό χώρος άναπτύσσεται βάσει τής κυριαρχίας τώ ν τό π ω ν μιας περιοχής.14 14 Έδώ ό Heidegger τραβάει σέ βάθος. ΆφοΟ χρησιμοποίησε τά ρήματα räum en καί einräum en, γ ια νά είσδύσει στό φαινόμενο τής «απελευθέρωσης τόπω ν» κι έτσι νά προσεγγίσει τις έννοιες το υ τό π ο υ και τής περιοχής, τώ ρα άναλαμβάνει νά παραμερίσει α υτή τή βοηθητική σκαλωσιά, γ ια νά ϊδεϊ τα πρ ά γμ α τα όπω ς είναι κατά βά θος. Τά ρητορικά έρωτήματα π ο ύ συσσωρεύει θέλουν νά ποΰν ότι οί τόποι δέν έχουν ανάγκη ά π ό «άπελευθέρωση» γ ια νά υπάρξουν. Οί τό π ο ι κ υ ρ ι α ρ χ ο ύ ν (walten) και συναθροίζουν τά όντα σέ περιοχές- καί μόνο μεθύστερα μπορούμε έμεΐς νά τείνουμε πρός α υ τούς άπελευθερώνοντάς τους. Έχουμε τή δυνατότητα νά άπελευθερώνουμε τόπους, μόνο έπειδή ύφίσταται ένας θεμελιώδης έντοπισμός καί μάλιστα μέ τό νόημα έκείνου τοΰ «συλλογικού παιχνιδίσματος» (Zusammenspiel) π ο ύ εΐναι ή συνύφανση (Zusammengehö ren) τώ ν πραγμάτω ν μέσα στις περιοχές. Αύτή ή έμβάθυνση οδηγεί τόν Heidegger σέ δυό π ρ ά γ μ α τι έκπληκτικά συμπεράσματα: (α ') Τ ά π ρ ά γ μ α τα δέν άνήκουν ά π λ ώ ς σέ έναν τόπο, άλλά ε ΐ ν α ι τ ό π ο ι . Αύτό προκύπτει άπό τή σκέ ψη δτι τά π ρ ά γ μ α τα μάς πα ρα πέμ πουν στή συνάφειά το υ ς (π.χ. τό σφυρί μάς παραπέμπει στή σφυρηλάτηση) μόνο έπειδή α ύτό τό «π α ιχνίδι» συνύφανσης το ύ ς άνήκει έξίσου άρχέγονα όσο καί σέ ένα ξανοίγοντα καί συναθροίζοντα τόπο. (β ’) Οί τό π ο ι δέν βρίσκο νται «μέσα» στόν τεχνολογικά νοούμενο χώρο, ά λλ ά άντίθετα οί τό π ο ι μιας περιοχής εΐναι οί κυρίαρχοι καί π ρ ω τα ίτιο ι το υ παιχνι-
Τ ό έντός-άλλήλων-παιχνίδισμα μεταξύ τέχνης και χώρου θά επρεπε νά νοηθεί μέ βάση τήν έμπειρία τού τόπου καί τής περιοχής. Τότε ή τέχνη ώς γλυπτική δεν είναι κατάληψη τού χώρου. Τότε ή γλυπτική δέν είναι μιά άναμέτρηση μέ τό χώρο. Τότε ή γλυπτική είναι ή ενσάρκωση τόπων, οϊ όποιοι ξανοίγοντας μιά περιοχή και διαφυλάσσοντάς την, συγκρο τούν συναθροισμένη γύρω τους μιά ελευθερία, ή όποία χορηγεί στά έκάστοτε πράγματα μιά παραμονή και ατούς άνθρώπους μιά διαμονή έν μέσω τών πραγμάτων.15 διοΰ : ξανοίγουν περιοχές και συναθροίζουν τά πράγματα- μόνο μεθύστερα προκύπτει ό ομοιόμορφος κα'ι απέραντος χώρος, και μάλι στα τόσο ισοπεδωμένος, ώστε καμιά τοποθεσία το υ δέν έξαιρεΐται (καθώς λέγεται παραπάνω). 15 Έ δώ ξεκινά ό διαλογισμός π ά ν ω στή σχέση μεταξύ τέχνης κα'ι χώρου. ’Α λλά δσα ειπώθηκαν σχετικά μέ τόν τό π ο καί τήν π ε ριοχή δέν έπιτρέπουν νά είδωθεΐ ή γ λ υ π τ ικ ή τέχνη ώς κατάληψη το υ χώρου ή ώς άναμέτρηση μέ τό χώρο. Ή γ λ υ π τ ικ ή δέν άναμετριέται μέ τό χώ ρο ά νά γοντά ς τον σέ ένα έκτεινόμενο έκτός-άλλήλω ν (Auseinander setzung), διότι πρόκειται άντίθετα γ ιά ένα έντόςάλλήλω ν-παιχνίδισμα (Ineinander-spiel). Τί είναι λοιπόν ή γ λ υ π τ ικ ή , άν ληφθοΰν ϋπ ό ψ η οϊ άνωτέρω έννοιες το ΰ τό π ο υ και τής περιοχής; «Ή γ λ υ π τ ικ ή είναι ή ένσάρκωση τόπω ν.» Α ύτή ή ένσάρκωση δέν είναι ούτε κατάκτηση ούτε εξουθένωση, ά λ λ α είναι ή σωματική έμφάνιση έκείνων τώ ν άσώματω ν αιτίω ν π ο ύ προκαλουν τό π ο υς. Ή γ λ υ π τ ικ ή έγκειται σέ ένα «κάνω-χώ ρο» (räumen), δηλαδή σέ μιά άπελευθέρωση τόπ ω ν, και σέ μιά «παραχώρηση» (einräumen), δηλαδή σέ μιάν άποδοχή της άνοιχτότητας και σέ μιά διευθέτηση τώ ν πραγμάτω ν, ώστε α ύ τά νά άνήκουν σέ μιά θέση κα'ι νά συνυφαίνονται. Τί κάνουν οϊ τόποι της
Έ ά ν εΐυαι έτσι, τί προκύπτει σχετικά μέ τόν όγκο τω ν γ λ υ π τώ ν έργω ν π ο ύ κάθε φορά ενσαρκώνουν εναν τό π ο ; Προ φανώς α ύ τό ς ό όγκος δέν διαχωρίζει π ιά χώ ρους τόν ένα ά π ό τόν ά λ λο , μέσα σ τους όπ ο ιο υς οϊ έπιφάνειες περικα λ ύ π τ ο υ ν κάτι ένδόμυχο σέ άντίθεση π ρ ό ς κάτι έξώτερο. Α ϋτό π ο ύ κατονομάζεται μέ τή λέξη « ό γκο ς» θά έπρεπε νά χάσει τό όνομά το υ — ή σημασία το ΰ οποίου δέν είναι π ιό π α λ ιά ά π ό τήν τεχνολογική φυσική έπιστήμη τή ς νε ότερης εποχής. Τ ά χαρακτηριστικά τής γ λ υ π τ ικ ή ς ένσάρκωσης, π ο ύ ά ναζητο ΰν τ ό π ο υ ς κα'ι π λ ά θ ο υ ν τό π ο υ ς , θά έμεναν έτσι προσωρινά χωρίς όνομα.16 γ λ υ π τ ικ ή ς; Τ ίπ ο τα λ ιγότερο ά π ό έκείνη τήν ούσιώδη διεργασία κάθε τ ό π ο υ : ξανοίγουν μιά (άνθρωποκεντρική ή θεοκεντρική) π ε ριοχή και τή διαφυλάσσουν, δηλαδή συναθροίζουν και διατηρούν γ ύ ρ ω τους μιά «ελεύθερη εύρύτητα», π ο ύ είναι ή εύρυχωρία το ΰ κόσμου. Αύτή ή εύρυχωρία είναι ή όντολογική συνθήκη π ο ύ καθι στά μπορετό νά π α ρ α μ έ ν ο υ ν (verweilen) τά πρ άγμ α τα κα'ι άνάμεσα σ’ α ύτά νά δ ι α μ έ ν ο υ ν (wohnen) οί άνθρωποι. "Ετσι ιδωμένη ή γ λ υ π τ ικ ή κάνει κάτι παραπλήσιο μέ α ύτό π ο ύ διαπίστωσε ό H eidegger γ ιά κάθε είδος τέχνης : άνορθώνει έναν κό σμο καί προάγει τή γ η (δές Ηειοεααει? 1986, σσ. 32-37 της γερμανι κής έκδοσης), ύύς παράδειγμα άναφέρεται ένα άρχιτεκτονικό έργο: ένας άρχαιοελληνικός ναός, ό όποιος « ίστάμενος ξανοίγει έναν κό σμο και συνάμα τόν έπαναθέτει πίσω στή γ η ... Ό ναός ίστάμενος πρωτοπαρέχει στα π ρ ά γμ α τα τήν όψη τους καί στους άνθρώπους τή θέαση το ΰ εαυτού τους» ( δ . π σ. 32). 16 Ό Heidegger προσφέρει τώ ρα ένα σύντομο σχόλιο σχετικά μέ τόν ό γ κ ο (Volumen). Ή καθιερωμένη άντίληψη λέει: ό όγκος ένός γ λ υ π τ ο ύ είναι ό χώρος, τόν όποιο α ύτό καταλαμβάνει. Ό Heideg ger άρνεΐται αύτή τήν άντίληψη γ ιά δύο λ ό γο υ ς: (α-) Ή σχέση με τα ξύ γ λ υ π τ ικ ή ς καί χώ ρου δέν είναι σχέση κατοχής ή κυριαρχίας.
Και τί θά προέκυπτε σχετικά μέ τό κενό τοΟ χώρου; Πο λύ συχνά τό κενό εμφανίζεται μόνο σάν ενα ελάττωμα. Τό τε τό κενό ισχύει ώς έλλειψη μιας πλήρωσης κούφιων κι ενδιάμεσων χώρων. Ισως όμως τό κενό συγγενεύει μέ τήν ιδιαιτερότητα τοΰ τόπου και γ ι ’ αυτό δέν είναι ελάττωμα, άλλά είναι μιά προαγωγή. Σανά έδώ ή γλώσσα μπορεΐ νά μάς προσφέρει μιά νύ ξη. Μέσα στό ρήμα «leeren» [= κενώνω] μιλά τό «lesen» μέ τό άρχέγονο νόημα τού συναθροίζειν, τό όποιο κυριαρ χεί μέσα στόν τόπο. Μιά τέτοια πεποίθηση υποβάλλεται μόνο ά π ό τό τεχνολογικό πνεύ μα τή ς έποχής μας. (β ') Ό όγκος δέν πρέπει νά διαχωρίζει τό χώ ρο του γ λ υ π τ ο ΰ ά π ό τόν περιβάλλοντα χώρο, διότι ένας τέτοιος διαχωρισμός είναι άπαράδεκτος. Πώς όδηγηθήκαμε σ' αύτή τήν πε ποίθηση; 'Υποθέσαμε ότι υπά ρ χο υν στά γ λ υ π τ ά (ά λλά και σέ ό λα τά Ολικά σώματα) κάποιες « έπιφάνειες », π ο ύ περιβάλλουν κά τι εσωτερικό σέ άντίθεση πρός κάτι έξωτερικό. Έ τσ ι, διχάσαμε τό χώ ρο κι έπιδιώξαμε τήν καταπολέμηση κι έξολόθρευση το ΰ ένός έκμέρους το υ άλλου. Ό Heidegger προτείνει νά έξαλειφθεϊ ή σημασία π ο ύ Οφίσταται στή λέξη « ό γκο ς» . Α ϋτό δέν θά ή ταν μ εγά λη άπώ λεια , διότι ή συγκεκριμένη σημασία είναι σχετικά πρόσφατη, άλληλένδετη μέ τήν τεχνολογική-φυσική έπιστήμη τώ ν νεότερων χρόνων. Τί εΐναι όμως α υτό π ο ύ Θά έ π ρ ε π ε νά σηματοδοτήσουμε και π ο ύ προσωρι νά άναγκάζεται νά μείνει χωρίς μιά ταιριαστή λέξη; Εΐναι τό γ ε γ ο νός ότι τό γ λ υ π τ ό καλλιτέχνημα ενσαρκώνει έναν τό π ο (καί όχι ένα χώρο), άναζητά και πλάθει τό π ο υς (κα'ι όχι άντιμαχόμενους χώ ρους). Μέ τά ρήματα « ένσαρκώνει», «άναζητά» καί «πλάθει» ό Hei degger διατυπώ νει ά π λ ά α ΰτό π ο ύ π α ρα π ά νω ονόμασε «άπελευθέρωση τόπω ν».
Κενώνω τό ποτήρι, θά πει : τό συναθροίζω ώς κάτι περιέχον μέσα στό άπελευθερωμένο-Είναι του. Κενώνω τ ά συγκομισμένα φ ρούτα μέσα σέ ένα καλάθι, θά π ει: εξασφαλίζω στά φροΰτα α ύ τό τόν τόπο. Τ ό κενό δέν είναι κάτι μηδαμινό. Ο ύτε είναι ενα ε λ ά τ τω μα. Μέσα στή γ λ υ π τ ικ ή ενσάρκωση τό κενό παίζει κα τά τόν τρ ό π ο τή ς ά ν α ζη τη τικ ή ς-π ρ ο τά σ σ ο υ σ α ς εγκ α θί δρυσης τό π ω ν.17 17 Έδώ ό Heidegger διαλογίζεται σχετικά μέ το κ ε ν ό [die Lee re]. Τί είναι τό κενό σύμφωνα μέ τήν καθιερωμένη αντίληψ η; Είναι συνήθως ένα έλάττωμα, διότι ορίζεται ώς έλλειψη πληρότητας- χα ρακτηρίζει τούς κούφιους καί τούς ενδιάμεσους χώρους. Ό Heideg ger άντικρούει αύτή τήν ύποτιμητική άντίληψη καί άντιπροτείνει ένα θετικό νόημα: Τό κενό συγγενεύει μέ τόν τό π ο και συνίσταται σέ μιά π ρ ο α γ ω γ ή (Hervorbringen). Πώς όδηγεϊται ό Heidegger σ' αύτή τήν άντιπρόταση; Ή μέθοδός το υ είναι και π ά λ ι μιά ϋπακοή στις νύξεις τή ς γερ μανικής γλώ σσας. Τό ρήμα leeren (= κενώνω) συσχετίζεται μέ τό ρή μα lesen, π ού είχε παλιότερα τή σημασία : συναθροίζω, συλλέγω . Έ τσι δια πιστώ νετα ι ότι ή κένωση είναι σ υγγενικ ή μέ τή συνάθροι ση, ή όποία διεξάγεται μέσα στόν τόπο. Σύμφωνα μέ όσα ειπώθη καν παραπάνω , ό τόπ ος συναθροίζει μέ τό νόημα ότι άπελευθερώνει και συνάμα προφυλάσσει τά πρ άγμ α τα . ’Α ντίστοιχα, όταν « κε νώνω» ένα ποτήρι, τό άναδείχνω ώς περιέχον (= πέρα άπό κάθε π ε ριεχόμενο) μέσα στό άπελευθερωμένο-Είναι το υ ά π ό τό περιεχόμε νο — κι έτσι τό προάγω . "Οταν « κενώνω » κάποια φροΰτα μέσα σέ ένα καλάθι, παρέχω στά φροΰτα αύτό τόν τό π ο προφυλάσσοντάς τα ά π ό μιά γυμνή ή μετέωρη παρεύρεση (Vorhandenheit) — κι έτσι τά π ρ οά γω . Τί σχέση έχει ή γ λ υ π τικ ή μέ τό έτσι έρμηνευμένο κενό; Ή γ λ υ πτική ένσαρκώνει ανθρωποκεντρικούς ή θεοκεντρικούς τόπους. Αύ τό θά π ει: έγκαθιδρύει τό π ο υ ς ά ναζητώ ντας καί προτάσσοντάς
Ο ί π α ρ α π ά νω παρατηρήσεις δέν φθάνουν, άσφαλώς, τόσο μακριά, ώ σ τε νά δείξουν μέ αρκετή σαφήνεια τήν ιδιαιτε ρότητα τής γ λ υ π τικ ή ς ώς ένός είδους τώ ν πλασ τικ ώ ν τε χνώ ν. Ή γ λ υ π τ ικ ή : ένα ένσαρκώνον έν-έργω -φ έρειν τ ό π ο υ ς, και μαζί μέ α υ το ύ ς ένα ξάνοιγμα περιοχώ ν ένδεχόμενης διαμονής τώ ν ανθρώπω ν κα'ι ενδεχόμενης παραμονής τώ ν π ρ α γ μ ά τ ω ν π ο ύ π εριβά λλουν το υ ς ά νθρ ώ π ους και το ύ ς άφοροϋν.
Η γ λ υ π τ ικ ή :
ενσάρκωση τής αλήθειας το υ Είναι έν-τώ έρ γω -τη ς ώς έγκαθιδρύον τό π ο υς. ’Ή δ η ρίχνοντας μιά προσεκτική ματιά στήν ιδιαιτερότητα α υ τή ς τή ς τέχνης, μπορούμε νά εικάσουμε ότι ή άλήθεια ώς μή - κ ρ υ π τό τη τα το ΰ Είναι δέν έξαρτάται κατ’ άνάγκην ά π ό τήν ένσάρκωση.18 τους. (’Εδώ ό Heidegger χρησιμοποιεί τή μετοχή entwerfend, μετα φράζω: π ρ ο τ ά σ σ ο ν τ α ς , π ο ύ μάς παραπέμπει στήν ούσιώδη ανθρώ πινη λ ειτο υ ρ γ ία τής «πρ ο βο λής» — δές Ε κΧ , σσ. 145-148.) Ά λ λ ά αύτή ή λειτουργία είναι μιά κ έ ν ω σ η π ο ύ άπελευθερώνει καί συνάμα προφυλάσσει τά πράγματα, δηλαδή τά προάγει. Αύτή τή λειτουρ γία έκλαμβάνει ό Heidegger ώς παιχνίδι, όταν λέει ότι «τό κενό παίζει», μέ τό νόημα ότι είναι ένα έντός-άλλήλων-παιχνίδισμα τής γλ υ π τικ ή ς καί τοΰ χώρου. 18 Μέ α ύτά τά λ ό για προσφέρεται ένας τελικός προσδιορισμός τής γλυπτική ς. Ό Heidegger δείχνει νά ένδιαφέρεται προπάντω ν γ ιά τήν ένδόμυχη σχέση τής γλυ π τικ ή ς πρός τήν άλήθεια ώς μή-κρυ π τό τη τα (Unverborgenheit) τοΰ Είναι. Τίθεται μάλιστα τό έρώτημα : Είναι ίκανή ή γ λ υ π τικ ή νά άναδείξει έν σ ώ μ α τ ι τήν αλήθεια; Πράγματι, ή γλυ π τικ ή είναι μιά «ένσάρκωση τής άλήθειας». Πώς όδηγεΐται ό Heidegger σ’ αύτή τήν πεποίθηση; Ζεκινά ά π ό τό π α ραπάνω διατυπωμένο συμπέρασμα ότι ή γ λ υ π τ ικ ή ένσαρκώνει τό-
Λ έει ό G oethe: «Δεν είναι π ά ντο τε αναγκαίο νά ένσαρκώνεται τό άληθινό' είναι ήδη άρκετό, όταν α ύ τό περιφέρεται π νευμα τικά κα'ι προ κα λεΐ άρμονία· ότα ν α ύ τ ό κυματίζει σ τους αιθέρες ό π ω ς ό ήχος τής καμπάνας: με σοβαρότη τα και φ ιλικότητα.»19
ιτους. Α υτό τό συμπέρασμα συνδυάζεται μέ τήν παλαιότερη π επ ο ί θηση (δές παραπάνω , σημ. 6) ότι γενικά ή τέχνη είναι τό έν-έργωφέρειν τήν άλήθεια. Ή ιδιαιτερότητα τής γ λ υ π τικ ή ς τέχνης συνίσταται στό ότι όχι α π λώ ς έν-έργω-ποιεΐ τήν αλήθεια ά λλ α καί τήν ε ν σ α ρ κ ώ ν ε ι . Δηλαδή; Ή γλ υ π τικ ή ξανοίγει εκείνες τις περιοχές, π ο ύ καθιστούν δυνατή τή διαμονή τώ ν άνθρώ πω ν και τήν π α ρ α μονή τώ ν πραγμάτω ν. Οι περιοχές δέν είναι οϋτε πνευματικές οϋτε γεωγραφικές. Εϊναι ενσαρκωμένες έμφανίσεις έκείνης τής ευρυχωρίας (παραπάνω ειπώθηκε : τής « έλεύθερης ευρύτητας ») π ο ύ είναι ή εύ ρυχωρία του κόσμου ώς άπαραίτητη συνθήκη γ ιά τή δυνατότητα διαμονής κα'ι παραμονής. Ό Heidegger συμπεραίνει ότι π ρ ά γ μ α τι στή γ λ υ π τ ικ ή λαμβάνει χώ ρα μιά ένσάρκωση τής άλήθειας κ α τ ά τ ό ν τ ρ ό π ο τή ς έγκαθίδρυσης τό π ω ν (θά μπορούσε έπίσης νά ειπωθεί: κατά τόν τρ ό π ο τής άπελευθέρω σης τόπω ν). Χάρη στή γλ υ π τικ ή ή ίδια ή άλήθεια συλλαμβάνεται « έν -τώ -έρ γ ω -τη ς» (in ihrem Werk), τό όποιο συνίσταται στό ότι έγκαθιδρύει τόπους. 19 "Ενα τελευταίο έρώτημα φαίνεται νά άπασχολεΐ τόν Heideg ger στήν κατακλείδα: Είναι άναγκαΐο νά ένσαρκώνεται ή άλήθεια; Ή άπάντηση είναι άρνητική. Α ύτό σημαίνει : Ή άλήθεια διαθέτει κ α i ά λ λ ο υ ς τ ρ ό π ο υ ς έμφάνισης πέρα άπό αϋτή τή σωματική κα τάδειξή της. Ό Goethe έμφανίζεται, μάλιστα, νά παραδέχεται ότι ή άλήθεια ώς άρμονία (γερμανικά: Übereinstimmung) μεταξύ πνεύμα τος και πρ αγμ ά τω ν είναι μιά δευτερότερη άλήθεια, στήν όποία ω στόσο μπορούμε νά άρκούμαστε.
[Επιλογή Βιβλιογραφίας] 20 Σχετικά
μέ τ ή ν Τ έ χ ν η :
1950,
[= Ή Π ροέ λευσ η το υ Έ ρ γ ο υ Τέχνης } σέ διευρυμένη μορφή στή Re clams Universalbibliothek, άρ. 8446/47, 1960.
H o lz w e g e
D e r U rsp ru n g des K u n stw e rke s
V orträge und A u fs ä tz e
1954: „Dichterisch wohnet der Mensch“
[= «Ποιητικά διαμένει ό "Α νθρωπος»]. Σχετικά
μέ τ ό
Χώρο:
1927, §§ 22-24, „Die Räumlichkeit des Daseins“ [= «Ή Χ ω ρικότητα το ΰ ’Α νθρώ πινου Εΐναι»]. V orträge und A u fs ä tz e 1954, „Bauen-Wohnen-Denken“ [= «’Α νοικοδόμηση -Διαμονή - Στοχασμός»].
Sein u n d Z e it
Gelassenheit
1959, „Aus dem Feldweggespräch über das Den
ken“ [= «’Α πό τό Δ ιά λ ο γο στό Χ ωματόδρομο σχετικά μέ τόν Στοχασμό» ].
20 Αϋτή ή Ε π ιλ ο γ ή Βιβλιογραφίας προέρχεται άπό τόν ίδιο τόν Heidegger καί δέν θέλει τόσο νά μάς πει σέ ποιά κείμενα βασίστηκε ό συγγραφέας γ ια νά γράψει τό παρόν δοκίμιο, δσο σέ ποιά κείμε να πρέπει έμεΐς νά βασιστούμε γ ια νά τό κατανοήσουμε έπαρκέστερα.
:ς Ελ λ η νικώ ν - Γερ μ α ν ικώ ν Ό ρ ω ν
αναμέτρηση : Auseinandersetzung άνοιχτότητα: Offenes απελευθέρωση: Freigabe άρμονία: Übereinstimmung άρχέγονο φαινόμενο: Urphänomen
κυριαρχία: Beherrschung μάζα: Masse μη -κρυπτότητα : Unverborgenheit όγκος: Volumen όριοθέτηση: Abgrenzen
γλυπτική: Plastik διαλογισμός: Meditation διαμονή: Wohnen διαμόρφωση : das Gestalten διευθετώ: einrichten έκτος-άλλήλων: Auseinander εν-εργω-φέρειν: Ins-Werk-Bringen ενσάρκωση: Verkörperung έντοπισμός: Ortschaft εντός-άλλήλων-παιχνίδισμα: In einanderspiel ευρύτητα: Weite
παραμονή: Verweilen παραφυάδα: Abkömmling παραχώρηση: Einräumen παρεύρεση: Vorhandenheit περιέχον: das Fassende περιοχή: Gegend προτάσσω: entwerfen προφύλαξη: Bergen σιγουριά: Geborgenheit συνείδηση: Bewußtsein συνύφανση : Zusammengehören συσχετικό: Korrelat
ιδιαιτερότητα: das Eigentümliche
τόπος: Ort
κάνω-χώρο: räumen κατάκτηση: Eroberung κατάληψη : Besitzergreifung κατοχή: Besitzen κενό: Leere κενώνω: leeren κοσμικός χώρος: Weltraum
ύλη, υλικό: Stoff φυσικοεπιστημονικός - τεχνολογι κός: physikalisch-technisch χορήγηση: Gewährnis χωρικότητα: Räumlichkeit χώρος: Raum
Περιεχόμενα
Εισαγωγή τοΰ Μεταφραστή
7
α'
Ό Χ ώρος κατά το υ Πρώιμο H eidegger
7
β'
Ή Τέχνη κ ατά τό ν "Υστερο H eidegger
12
γ'
Ή Γ λ υ π τικ ή και ό Χ ώρος
δ'
Πρώιμα καί "Υστερα Ε π ιτ ε ύ γ μ α τ α
19
ε'
Ή Α φιέρω ση στόν Eduardo Chillida
23
<τ'
Ε π ιλ ο γ ή Β ιβλιογραφ ίας
17
25
Martin H eidegger: Ή Τ έ χ ν η και ό Χ ώ ρ ο ς ['Επιλογή Βιβλιογραφίας ]
54
Πίνακας Ελληνικών ■Γερμανικών Ό ρ ω ν
55
27
ΤΟ
Β ΙΒ Λ ΙΟ
Η ΤΕΧ Ν Η ΚΑΙ 0 Χ Ο Ρ Ο Σ TO Y
M A R T IN
H E ID E G G E R
ΣΕ Μ Ε Τ Α Φ Ρ Α Σ Η , ΜΕ Ε ΙΣ Α ΓΟ ύΓΗ Κ Α Ι Σ Χ Ο Λ ΙΑ Γ ΙΑ Ν Ν Η
ΤΖΑΒΑΡΑ
Σ Τ Ο ΙΧ Ε ΙΟ Θ Ε Τ Η Θ Η Κ Ε Μ Ε Τ Υ Π Ο Γ Ρ Α Φ ΙΚ Α Σ Τ Ο Ι Χ Ε ΙΑ Φ ΙΛ Ο Τ Ε Χ Ν Η Μ Ε Ν Α Σ Τ Ο Β Ο Λ Ο Α Π Ο Τ Ο Ν Λ .Κ . Χ Ρ ΙΣ Τ Ο Δ Ο Υ Λ Ο Υ , Σ Ε Λ ΙΔ Ώ Θ Η Κ Ε Μ Ε Β Α Σ Η Σ Χ Ε Δ ΙΑ Σ Μ Ο Τ Ο Υ Γ ΙΏ Ρ Γ Ο Υ Κ Ο Ρ Ο Π Ο Υ Λ Η Α Π Ο Τ Ο Ν Δ Η Μ Η Τ Ρ Η Α Ρ Μ Α Ο , Δ ΙΟ Ρ Θ Ώ Θ Η Κ Ε Α Π Ο Τ Ο Ν Π Ε Τ Ρ Ο Γ ΙΑ Ρ Μ Ε Ν ΙΤ Η , Τ Υ Π Ώ Θ Η Κ Ε Σ Τ Ο Π ΙΕ Σ Τ Η Ρ ΙΟ « Λ Υ Χ Ν Ι Α »
θ. Β ΓΟ Ν ΤΖΑ
o .e .
Κ Α Ι Β ΙΒ Λ ΙΟ
Δ Ε Τ Η Θ Η Κ Ε Α Π Ο Τ Ο Ν Α Χ Ι Λ Λ Ε Α Π Ε Λ Ε Κ ΙΔ Η ΤΟΝ
Α Π Ρ ΙΛ Η
« Ε Δ Ι Κ Τ Α
ΤΟ Υ
2006
Τ Η Σ
Γ ΙΑ
ΤΗ
Σ Ε ΙΡ Α
Ι Ν Δ Ι Κ Τ Ο Υ »
’Αριθμός Έκδόσεως: 222 ’Αντίτυπα Α' Έκδόσεως: 1.000 Α 'α ν α τ ύ π ω σ η : Δεκέμβριος 2006 Α ν τ ίτ υ π α Α' ά να τύ π ω σ η ς: 1.000