FRIEDRICH HÖLDERLIN
0 ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΑΟΚΑΗ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΔΡΑΜΑ
Μετάφραση-Επιμέλεια: Έλενα Νούσια
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΡΑΘΙΑ ΑΘΗΝΑ ...
110 downloads
407 Views
5MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
FRIEDRICH HÖLDERLIN
0 ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΑΟΚΑΗ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΔΡΑΜΑ
Μετάφραση-Επιμέλεια: Έλενα Νούσια
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΡΑΘΙΑ ΑΘΗΝΑ 1997
ΕΛΛΗΝΙΚΗ KAI ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΑΙΩΝΑΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ: ΑΝΤΡΕΑΣ ΠΑΓΟΥΛΑΤΟΣ
Τίτλος πρωτοτύπου: Der Tod des Empedokles © Copyright: Διονύσης Μαραθιάς, Έλενα Νούσια Μετάφραση-Επιμέλεια-Επιλογή κειμένων: Έλενα Νούσια ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΡΑΘΙΑ, Αραχώβης 42, τηλ. 38 27 301 ISBN 960-511-002-4
Π
Ε
Ρ
Ι
Ε
Χ
Ο
Μ
Ε
Ν
Πρόλογος Εμπεδοκλής, ποίημα Ο Θ Α Ν Α Τ Ο Σ Τ Ο Υ Ε Μ Π Ε Δ Ο Κ Λ Η (ΠΡΩΤΟ Σ Χ Ε Δ Ι Α Σ Μ Α )
Πρώτη Πράξη Δεύτερη Πράξη Σημειώσεις
Α
9 33 35
37 99 153
Αναφορές επάνω στον «Εμπεδοκλή» του Hölderlin 161 Norbert ν. Hellingrath: Ο Hölderlin και η αθανασία .... 167 Friedrich Hölderlin: Η οπτική γωνία από την οποία πρέπει να κοιτάζουμε την αρχαιότητα 169 Peter Szondi: Η σημασία των τραγωδιών 177 Μετάφραση: Κώστας Γεμενετζής Βιογραφικά στοιχεία του Friedrich Hölderlin 181
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΦΩΤΟΠΩΓΩΝΑ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ
«Αν ερχόταν, αν ερχόταν ένας άνθρωπος, αν ερχόταν ένας άνθρωπος στον κόσμο, σήμερα, με τον φωτοπώγωνα των πατριαρχών. Δεν θα μπορούσε, αν ήταν να μιλήσει για τούτον τον καιρό, δεν θα μπορούσε παρά μόνο να ψελλίζει και να ψελλίζει όλο-, όλοένα ένα. [Pallaksch,Pallaksch]i»
1. Paul Celan, Die Niemandsrose, Gesammelte Werke, Band 1, Suhrkamp 1986, μετάφραση: Έλενα Νούσια.
9
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Ot στίχοι είναι από ένα ποίημα της σειράς «Το poSo του κανενός» του Paul Celan, που αναφέρεται στον τρελό Hölderlin του Tübingen. «Pallaksch», κατά τον βιογράφο του Hölderlin, Theodor Schwab, είναι μια ανύπαρκτη λέξη, που ο τρελός Hölderlin την χρησιμοποιούσε άλλοτε με τη σημασία του «ναι» κι άλλοτε με τη σημασία του «όχι», μια αμφίσημη λέξη. Κατά τον Otto Pöggeler,^ ίσως αυτό που θέλει να πει εδώ ο Celan είναι πως ο ποιητης σήμερα, και ενόφει των όσων διαδραματίζονται στην εποχή μας, δεν μπορεί παρά να μιλάει την αμφίσημη γλώσσα ενός τρελού. Αλλά —θα μπορούσε να προσθέσει κανείς— όχι μόνον ενός τρελού. Επίσης και ενός παιδιού: Της ανθρώπινης παιδικότητας εν γένει. Μια και η ψυχανάλυση έχει δείξει πως σ^ ένα αρχαϊκό στάδιο της ανθρώπινης εξέλιξης, αυτό της απόλυτης κυριαρχίας του ασυνειδήτου, στο οποίο τα όρια ανάμεσα στο «εγώ» και στο «όχι εγώ» δεν έχουν ακόμη εγκαθιδρυθεί, η σημασία του «ναι» και η σημασία του «όχι» φαίνονται να συμπίπτουν. Όλ' αυτά, λοιπόν, με κάνουν να συλλογίζομαι ότι αυτός ο άνθρωπος με τον φωτοπώγωνα των πατριαρχών έρχεται κι έρχεται. Κι ότι είναι πατριάρχης επειδή εγκαινιάζει μια νέα γενεά. Κι επειδή εγκαινιάζει μια νέα γενεά είναι επίσης κι αυτός ο ίδιος νέος, είναι μαζί επίσης και παιδί. Κι επειδή είναι παιδί δεν μπορεί παρά να μιλάει την γλώσσα των παιδιών. Να φελλίζει και να φελλίζει μοναχά. Να φελλίζει την εποχή μας. Σαν ένας πρώιμα γεννημένος της που είναι, τόσο πρώιμα, ώστε χρειάστηκε να περάσει καιρός, μέχρι ο λόγος 2. Otto Pöggeler, Spur des Wortes, Verlag Karl Alber, 1986.
lO
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
του να Spet ανθρώπινα αυτιά τα οποία να μπορούν πραγματικά να τον ακούσουν. Κι επίσης να ψελλίζει την εποχή μας σαν ένας πρωτογεννημενος της, ένας πρωτότοκος της. Γι' αυτό άλλωστε και το τεράστιο σύγχρονο ενδιαφέρον γύρω από τ' όνομά του. Και η εξίσου τεράστια σημασία του έργου του για τη διαμόρφωση και την εξέλιξη όχι μόνον της τέχνης μα και της σκέψης του αιώνα. Έτσι στην πατρίδα του, την Γερμανία, τον βλέπουμε να βρίσκεται στις απαρχές όχι μόνον του Stefan George και των εξπρεσιονιστών, καθώς και του George Trakl, του Paul Celan και του Michael Ende — γ ι α να αναφερθώ παραδειγματικά μόνο σε κάποιες δεσπόζουσες φυσιογνωμίες—' αλλά επίσης και στις απαρχές της στροφής που πήρε ο φιλοσοφικός στοχασμός μέσ' από τη σκέψη του Martin Heidegger. Κάτι διόλου παράξενο, μιας και ο Hölderlin ήταν ένας ποιητης για τον οποίον «το φιλοσοφικό φως στο παραθύρι του» κάποτε μπορούσε να γίνεται «η χαρά του»^ και του οποίου οι δύο στενοί φίλοι των φοιτητικών χρόνων υπήρξανε ο Schelling και ο Hegel· κι ακόμη του οποίου η ποιητική εξελίχτηκε σε άμεση συνάφεια με τα φιλοσοφικά του αναγνώσματα, ξεκινώντας απ' τον Σπινόζα και φτάνοντας δια του Πλάτωνα έως τους Προσωκρατικούς - και τον Εμπεδοκλή. Πέρ' απ' αυτό, στην Γερμανία και πάλι, βλέπουμε τον Hölderlin να δίνει ο ίδιος, με τη ζωή και το έργο του, το θέμα μυθιστορημάτων και θεατρικών έργων, καθώς και αναρίθμητων φιλολογικών μελετών και διατριβών. Αντίστοιχα εκπληκτική είναι η απήχησή του και' 3. Hölderlin, Werke und Briefe, Band 2, Insel Verlag, 1969.
11
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
στψ Γαλλία, ενώ μεταφράσεις έργων του κυκλοφορούν σε πάμπολλες γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων και των αραβικών και των ιαπωνικών. Πολλές είναι επίσης και οι αλλεπάλληλες κριτικές εκδόσεις για να μην αναφερθεί καν το πλήθος των βιβλίων τσέπης και άλλων απλούστερων εκδόσεων μεμονωμένων έργων. Στην Ελλάδα, παρά το γεγονός της απουσίας μιας συστηματικής προσέγγισης του, οι μεταφράσεις ποιημάτων του από χρόνο σε χρόνο πληθαίνουν με ιδιαίτερα γοργό ρυθμό. Επίσης η αναγνώριση της αξίας του έργου του εκφράζεται και από το γεγονός ότι ηδη στο παρελθόν κορυφαίοι ποιητές —για να περιοριστώ και πάλι στις πιο δεσπόζουσες μορφές— όπως ο Γιώργος Σεφέρης και ο Οδυσσέας Ελύτης, δημιούργησαν σε συνομιλία μαζί του. Έτσι ο Σεφέρης^ το motto για το «Ημερολόγιο καταστρώματος Α^» το έχει πάρει από εκείνον: «Στο μεταξύ πολλές φορές μου φαίνεται πως είναι πιο καλά να κοιμηθείς παρά να βρίσκεσαι έτσι χωρίς σύντροφο και να επιμιένεις τόσο. Και τι να κάνεις μιέσα στην αναμονή και τι να πεις; Δεν ξέρω. Κι οι ποιητές τι χρειάζονται σ' έναν μικρόψυχο καιρό». Και ο Ελύτης: «Μορφές όπως του Πλωτίνου, του Ρωμανού του Μελωδού, του FraAngelico, του Blake, του Venneer, του Höl4. Γ. Σεφέρης, Ποιήματα, Ίκαρος, 17η έκδοση.
12
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
derlin, του Novalis, του Mozart, του Rimbaud, του Schel-
ley, του Θεόφιλου, του Παπαδιαμάντη, διαφορετικές στο έπακρο, μ' εΤοίύσανε ανέκαθεν —ανεξάρτητα εντελώς από τη ζωή τους— γι' αυτό το λευκό σημάδι που διασώζανε στο έργο τους, την λάμφη που έφερναν είτε με τρόπο ήπιο είτε με αγριότητα».^ Όλ' αυτά δεν τα σημειώνω απλώς πληροφοριακά. Εκείνο που θέλω είναι να καταδείξω τον γενάρχη, «τον άνθρωπο με τον φωτοπώγωνα των πατριαρχών», που στο φως του αυτός ο αιώνας ακόμη φανερώνεται. Κι αν διάλεξα τη λέξη φως για να μιλήσω γι' αυτόν, το έκανα εξαιτίας ακριβώς αυτού του φανερώματος, του ιδιαίτερου φανερώματος που είναι η ποίησή του. Γιατί ο Hölderlin έκανε επίκεντρο της ποίησής του ακριβώς το φως. Έτσι ώστε λέγοντας κανείς τη λέξη φως να χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά της ποίησής του. Για όποια εποχή της κι αν πρόκειται. Τόσο δηλαδή για την όφιμη περίοδό της όσο και για το πιο πρώιμο έργο. Έτσι κατά την όφιμη περίοδο, εκείνο που πάνω απ^ όλα ζητάει ο Hölderlin συνίσταται στο να είναι ο λόγος του ένας λόγος που ντύνει τον κεραυνό, τυλίγοντάς τον μες στο τραγούδι. Αυτό αισθάνεται ν' αποτελεί την πρωταρχική αποστολή του, καθώς και την πρωταρχική αποστολή της ποίησης εν γένει. Γράφει λοιπόν: «Αλλά εμάς χρέος μας μες στου θεού τις καταιγίδες, Ποιητές! με ακάλυπτη να στέκουμε την κεφαλή, 5. Ο. Ελύτης, Η μαγεία του Παπαδιαμάντη, Ερμείας.
13
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Του πατρός, vat, τον κεραυνό, με το ίδιο μιας το χέρι Να τον αδράχνουμε και τυλιγμιένο στο τραγούδι Το δώρισμα το ουράνιο στον λαό να παραδίδουμε».®
Ένας λόγος που ντύνει τον κεραυνό: ο λόγος του HölΌμως ο κεραυνός είναι φως. Φως στην υφιστη έκφανση του, το θεϊκό φως του πατέρα Δία. Γι' αυτό κι ο λόγος που ντύνει αυτό το φως δεν είναι παρά λόγος για τον θεό, ένα όνομα για τον θεό7 Έτσι ώστε μες στο τραγούδι να σμίγουν αξεχώριστα λόγος και φως, όνομα και θεός. Το γεγονός ότι ο ποιητης είναι εκείνος που θα συλλάβει με το ίδιο του το γυμνό χέρι τον κεραυνό και τυλιγμένο στο τραγούδι θα τον παραδώσει παρακάτω αποκαλύπτει τον ποιητή ως τον εκτεθειμένο στον μέγιστο κίνδυνο. Συνάμα οδηγεί το βλέμμα στην διαφοροποίηση που ισχύει για τον Hölderlin ανάμεσα στον ένα, τον καλλιτέχνη, ο οποίος θα παραλάβει το θείο δώρισμα, και στον λαό, τους πολλούς, οι οποίοι θα δεχθούν το δώρισμα μόνον έτσι, τυλιγμένο μέσα στο τραγούδι, ακίνδυνο πλέον τώρα. Το γεγονός αυτό καθιστά τον ποιητή έναν «πρωτότοκο». Είναι ο χαρισματικός διαμεσολαβητής ανάμεσα στους θεούς και τους θνητούς, στην αθανασία και την θνητότητα. Γι' αυτό και η μοίρα του δεν είναι η συνηθισμένη ενός θνητού. Αλλ' αυτός ανήκει στους θεούς: derlin,
«... όμως τούτο το ελησμονήσατε όλοι, πως πάντα οι πρωτότοκοι στους θνητούς 6. Hölderlin, W.u.B., Band 1. 7. Ε. Νούσια, Ένα όνομα για τον θεό. Συντέλεια, τεύχος 6-7.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
όχι, μα στους θεούς ότι ανήκουν. Ευτελέστερος πρέπει, καθημιερινότερος πρέπει να γίνει πρώτα ο καρπός, ύστερα μόνον των θνητών αυτός γίνεται κτήμα».® Πολύ μοιάζει να έχουν απασχολήσει τον Hölderlin αυτοί οι θείοι διαμεσολαβητές και η μοίρα τους. Στη διάρκεια του έργου του τέτοιοι χαρισματικοί «ημίθεοι» εμφανίζονται με διάφορα πρόσωπα και λαμβάνουν διάφορα ονόματα. Άλλοτε, όπως επισημαίνει ο Martin Heidegger^, είναι διάφοροι ποταμοί, άλλοτε παμπάλαιες μορφές ηρώων και σοφών ανθρώπων. Ένας απ' αυτούς είναι και ο Εμπεδοκλής, ο άνθρωπος «... που φως και γης τον αγαπήσανε και που το πνεύμα του το πνεύμα, του κόσμου το πνεύμα είχε αφυπνίσει». Επίσης ο άνθρωπος που στην πιο μύχια προσευχή του βρίσκει τα εξης λόγια να προφέρει: «Ω ουράνιο φως! Άνθρωπος δεν μου το δίδαξε. — Ήδη πιο πριν, κάθε φορά που η νοσταλγική καρδιά μου την Πάνζωον να εύρει δεν το δυνόταν, σ' εσένα στρεφόμουν, σαν τα βλαστά σ' εσένα παραδινόμουν σ' ευλαβική μέσα τέρψη για καιρό στα τυφλά...». 8. Hölderlin, W.u.B., Band 2. 9. Μ. Heidegger, Erläuterungen zu Hölderlins Dichtung, Klostermann, 1993. 15
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Ακόμη ο άνθρωπος ο οποίος, τψ ύστατη ώρα, και πάλι στο φως θα στραφεί κι αυτό θα γυρέφει στερνό ν' αποχαιρετήσει: «Ψηλά, γιε μου, στην κορυφή της γηραιάς ιερής Αίτνας, ας ανεβούμε. Επειδή πιότερο παρόντες είναι στα ύψη οι θεοί. Από 'κει πάνω επιθυμώ σήμερ' ακόμη, μ' ετούτα εδώ τα μάτια, τους ποταμούς και τα νησιά και την θάλασσα να ιδώ. Εκεί, διστακτικό, από χρυσαφένια επάνω νερά, τον μισεμό μου του ήλιου το φέγγος θα ευλογήσει, . το εξαίσια νεανικό, αυτό που κάποτε πρώτο το είχα αγαπήσει...». Το δράμα «Ο θάνατος του Εμπεδοκλή» είναι προγενέστερο της όφιμης περιόδου, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε από τον Hölderlin η συγκεκριμένη σύλληψη του ποιητη-διαμεσολαβητη ως εκείνου που αδράχνει με το γυμνό του χέρι τον κεραυνό. Όμως η ίδια η διαμεσολάβηση εμφανίζεται νωρίς μέσα στο έργο του. Νωρίς επίσης μέσα στο έργο του εμφανίζεται και η αποκαλυπτική δύναμη του φωτός, το οποίο ακριβώς γι' αυτό και ταυτίζεται από την αρχη με το θεϊκό και είναι ιερό. Και ακριβώς στην ιδιαίτερη αυτη σχέση με το φως, εντός της οποίας βρίσκεται, οφείλει ο Εμπεδοκλής το χάρισμα του διαμεσολαβητή ανάμεσα στο θεϊκό στοιχείο και στους πολίτες του Ακράγαντα.
ι6
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ TOT ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Κατά τον Hans-Dieter Jünger στο δράμα «Ο θάνατος του Εμπεδοκλή» «πρόχειταί για την εννόηση της φύσεως των θεϊκών αποκαλύψεων και τψ ουσία της θρησκείας εν ' 10 γενεί». Ακριβώς η φύση των θεϊκών αποκαλύψεων αποτελεί αυτό που ο Εμπεδοκλής ονομάζει «το ιερό των ιερών του», το αποχαιρετιστήριο δώρο του προς τους πολίτες του Ακράγαντα, που τους το προσφέρει την ώρα κατά την οποία ετοιμάζεται να τους εγκαταλείψει πια και να μισέψει για «τους θεούς του, που τον έχουνε καλέσει». Τότε και τους φανερώνει το πιο μύχιο μυστικό του. Ότι το θεϊκό δεν τυποποιείται ούτε καθηλώνεται μέσα σε παγιωμένα ονόματα και σχήματα πίστεως και λατρείας, διότι κάτι τέτοιο δεν σημαίνει παρά τον θάνατό του: «Λοιπόν τολμήστε το! Ό,τι κληρονομήσατε, 6,τι αποχτήσατε, ό,τι των πατέρων σας τα στόματα σας διηγήθηκαν, σας δίδαξαν, νόμους και έθιμα και των παλαιών θεών τα ονόματα, με θάρρος λησμονήστε το, και σαν νεογνά προς την φύση, τη θεϊκή, τη ματιά σας ανυψώστε!»
Αντίθετα ο θεός ζει, όταν ο άνθρωπος, θαυμάζοντας, άφοβος σταθεί και αντικρίσει το νέο και το ξένο: 10. H.-D. Jünger, Mnemosyne und die Musen, Köimigshausen und Neumann, 1993. 17
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
«Αμήχανους, δεν θα σας εγκαταλείψω αγαπημένοι! Τίποτε όμως μη φοβάστε. Σκιάζονται της γης τα τέκνα τις πιο πολλές φορές με ό,τι νέο είναι και ξένο». Eime Ύ] στίγμη που ο κόσμος φανερώνεται εκ νέου και που όλα αναβαπτίζονται μέσα στο φως, Η ανθρώπίνη ίράση, η ανθρώπινη κοινότητα και οι νόμοι της, η μνημη και πάνω απ' όλα η -γλώσσα, που θα 8ώσει κάθε φορά σε κόσμο και θεό το νέο τους όνομα και θα τα καλέσει εκ νέου στην ύπαρξη. Το ιερό των ιερών του Εμπεδοκλή είναι λοιπόν: Το παντοτινά ανέπαφο και νέο. Ότι τίποτε 8εν χάνεται, αλλά όλα μεταβάλλονται. Ότι όλα αδιάκοπα γεννιούνται, φθείρονται και πεθαίνουν - και μαζί μ' αυτά και τα ονόματά τους. Όπως αποκάλυφε και ο επίσης προσωκρατικός Ηράκλειτος και πολλοί μεγάλοι καλλιτέχνες, παλιοί και σύγχρονοι. Από έναν βαθύ βυθό, όπου μακριά από την απατηλή επιφάνεια και τους «πολυπράγμονες» ανθρώπους, όλες αυτές οι φωνές, οι τόσο διαφορετικές και χρονικά μακρινές, ξάφνου συναντιούνται. Το γεγονός ότι βιώνεται απ' αυτόν μία αλήθεια τόσο μεγάλη πλάθει και τη μορφή του Εμπεδοκλή, Και καθώς το γεγονός αυτό είναι συνάμα και η μοίρα του τον πλάθει ως μία «μορφή μοίρας», θα έλεγα, ανάλογη με τις μορφές των τραγωδιών του Σοφοκλή, της Αντιγόνης και του Οιδίποδα, επάνω στην ερμηνεία και την μετάφραση των οποίων ο Hölderlin πρέπει να είχε ήδη δουλέφει την εποχή κατά την οποία γράφονταν τα σχεδιάσματα του Εμπεδοκλή, Ο «χαρακτήρας» λοιπόν του Εμπεδοκλή πηγάζει ι8
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
από τψ tSiahspyj του μοίρα. Και στο σημείο αυτό θα ήθελα να προσθέσω πως, ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο, όποιος θα έτεινε να δει το έργο απλώς σαν ένα ψυχολογικό δράμα θα διέτρεχε τον κίνδυνο να μείνει στην επιφάνεια του όλου θέματος. Αν σκύψουμε λοιπόν επάνω από την μορφή αυτής της μοίρας, που φέρει το όνομα Εμπεδοκλής, το πρώτο που θα δούμε είναι ότι ένα δεσπόζει: Το απόλυτο ενός ερωτικού πάθους πέρα για πέρα καθάριου, ενός πάθους που τείνει προς τη συνένωση του ανθρώπινου και του θεϊκού στο Ένα μιας μοναδικής αρμονίας: «Αγαπήθηκα, από σας αγαπήθηκα, θεοί, σας ένιωθα, σας γνώριζα, από κοινού μαζί σας δρούσα, έτσι όπως εσείς την ψυχή μου εκινούσατε, έτσι σας γνώριζα, έτσι εντός μου ζούσατε».
Στο επίπεδο της μοίρας στο οποίο βρισκόμαστε δεν πρόκειται φυσικά πια για την απλή σεξουαλική έλξη μεταξύ των δύο φύλων αλλά για την βαθύτερη έλξη των αντίθετων, από την οποία βέβαια τελικά απορρέει και αυτή η τελευταία. Εδώ τα αντίθετα είναι ακριβώς το ανθρώπινο και το θεϊκό, που ερωτευμένα τείνουν να σμίξουνε το ένα με το άλλο για να υπάρξει ο κόσμος: «Έτσι μιλούσα, καλέ μου, κι εγώ όσον καιρό τα ιερά θέλγητρα το πνεύμα μου δεν είχανε ακόμη εγκαταλείψει κι εμένα, τον βαθιά ερωτευμένο, εκείνοι ακόμη μ' αγαπούσανε, του κόσμου τα δαιμόνια». 19
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Εδώ ο άνθρωπος υπάρχει ως το «σκεύος» δια του οποίου φανερώνεται το θεϊκό. Και το θεϊκό πάλι, για να φανερωθεί, πρέπει να κάνει χρ'ή(7η ακριβώς αυτού του θνητού σκεύους: «Η θεϊκή φύσ^ς αποκαλύπτεται συχνά θεϊκά, διαμέσου ανθρώπων». Μέσα σ' αυτήν την ερωτική αρμονία «[χε όλους του κόσμου τους θεϊκούς» έζησε ο Εμπεδοκλής ως ο «ιερός άνδρας», ο «ξένος σαν παιδί» ο «μοναχικός διαβάτης», ο «αυστηρός», μια ζωη πληρότητας. Εξίσου πληρης υπήρξε και η γοητεία που η μαγική αυτη μορφή άσκησε πάνω στον λαό του Ακράγαντα όσον καιρό ζούσε ανάμεσά του. Μια κι αυτη είναι η μοίρα του διαμεσο?^χ6ητη, ο οποίος στην συγκεκριμένη περίπτωση έδενε τη μικρή καθημερινή του πραγματικότητα, με την κοσμική τάξη, τον Νόμο: «Στο λέγω: Δεν γνωρίζουν τίποτ' άλλο παρά εκείνον κι όλα ποθούν μονάχ' αυτός να τους τα δίνει, θεός τους να 'ναι, βασιλιάς τους να 'ναι». Και στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω ακόμη μια παρέκβαση προς την κατεύθυνση της βαθύτερης μοίρας που διέπει το έργο και να σημειώσω το εξης: Ακριβώς όπως «Ο θάνατος του Εμπεδοκλή» δεν είναι ψυχολογικό δράμα, έτσι δεν είναι επίσης ούτε και δράμα πολιτικό. Και όποιος θα εκλάμβανε το έργο αυτό ως ένα δράμα απλώς πολιτικό, θα διέτρεχε επίσης τον κίνδυνο να απομείνει στην επιφάνεια του όλου θέματος. Γι' αυτό προσωπικά θα έτεινα να συμφωνήσω εδώ με τον Hans-Dieter 20
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Jünger^ ^
κατά τον οποίον η πολιτική όφιη του έργου δεν αποτελεί παρά απόρροια του βαθύτερου επιπέδου η της ιδιαίτερης μοίρας της διαμεσοΤΑ^ησης. Τπηρξε λοιπόν μια ζωη πληρότητας, η ζωή του Εμπεδοκλή ανάμεσα στους κατοίκους του Ακράγαντα. Κι από την άλλη μεριά η μοίρα του υπήρξε μια μοίρα που είναι δύσκολο σε θνητό να την αντέξει. Ένα παραμικρό στραβοπάτημα και η θαυμαστή αρμονία έχει καταστραφεί και ο «ωραίος δεσμός» ανθρώπου και θεού έχει σπάσει. Εκείνο που επακολουθεί είναι η πτώση και η εξορία μακριά από τον Παράδεισο στην μοναξιά και το πένθος του εκδιωχθέντος. Η πτώση, και μαζί μ' αυτήν το πένθος του Εμπεδοκλή, έρχεται τη μέρα κατά την οποία εμπρός στον αλλόφρονα λ/χό που τον επευφημεί διαπράττει την ύβρη της αυτοανακήρυξής του σε θεό. Αυτή η ύβρις του Εμπεδοκλή, έτσι όπως την είδε ο ίδιος, βρίσκεται επίσης σε άμεση σχέση με την μοίρα του. Γιατί συνίσταται ακριβώς στο σπάσιμο του «ωραίου δεσμού», στην απιστία του απέναντι στα «πνεύματα του κόσμου», που «ερωτευμένα εντός του λησμονιόνταν». Εξού και η καταδίκη του στη μοναξιά του εξόριστου και ο διωγμός του από τον Παράδεισο. Γιατί ακριβώς την ώρα που ο άνθρωπος γινόταν το σκεύος διαμέσου του οποίου μιλάει ο θεός, την ώρα της απόλυτης αρμονικής συνένωσης, αυτός βρήκε να θυμηθεί τον εαυτό του:
11. H.-D. Jünger, Mnemosyne und die Musen, Könnigshausen und Neumann, 1993.
21
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
«... εσύ ο (διος εστάθης ο ένοχος, φτωχέ Τάνταλε! Εσύ την ιεροσύνη βεβήλωσες, εσύ, όλο αυθάδη υπερηφάνεια στα δύο τον ωραίο έκοψες δεσμό, άθλιε! Την ώρα που τα πνεύματα του κόσμου ερωτευμένα εντός σου λησμονιόνταν, εσύ τον εαυτό σου βρήκες να θυμηθείς;»
Έτσί ο Εμπεδοκλής δεν είναι τώρα nta παρά ένα «τσακισμένο σκεύος» που πενθεί. Η μαγική του δύναμη τον έχει πλέον εγκαταλείπει. Πολύ διαφορετικά όμως είδε την ύβρη του Εμπεδοκλή ο Ερμοκράτης, ο ιερέας της παλιάς τυπολατρικής θρησκείας των νεκρών θεών. Ο «φυχρός και φεύτικος σαν τους θεούς του», ο «δειλός» απέναντι στο νέο και το ξένο, αυτός του οποίου τα μάτια ηταν ανέκαθεν τυφλά για τον «ωραίο δεσμό». Για τον Ερμοκράτη η ύβρις του Εμπεδοκλή συνίσταται απλά και μόνον στην αυτοανακύρηξη του σε θεό. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με την δική του αντίληφη της θρησκείας ένας θεός είναι πάντοτε κάτι το αφάνταστα ανώτερο απ' ό,τι ένας θνητός. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο βλέπει ο Ερμοκράτης και την πτώση του Εμπεδοκλή: «... Διότι του την επήρανε την δύναμή του οι θεοί από τη μέρα εκείνη που ο άνδρας ο μεθυσμένος ενώπιον όλου του λαού θεός αυτοαπεκλήθη».
Πρόκειται βέβαια για μια πλήρη παρερμηνεία της 22
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ύβρεως καί του πένθους του Εμπεδοκλή από μέρους του ιερέα. Σ' αυτψ όμως ακολουθεί τώρα τον Ερμοκράτη καί ο λαός, καθώς η μαγική δύναμη του πνεύματος του Εμπεδοκλή, όπως ειπώθηκε, σπάει και διαλύεται κι αυτή κατά την στιγμή της πτώσης του. Έτσι η κατάρα, την οποία ο ιερέας εκστομίζει εναντίον του, δεν προσκρούει σε καμίαν απολύτως αντίσταση, αλλά ίσα ίσα βρίσκει το κατάλληλο έδαφος για να γίνει αποδεκτή. Ο Εμπεδοκλής στιγματίζεται και εξορίζεται μακριά από τον Ακράγαντα. Τον ξαναβρίσκουμε να περιπλανιέται μαζί με τον πιστό του μαθητή Παυσανία φηλα στα βουνά λίγον καιρό αργότερα. Τώρα είναι μια άλλη στιγμή, εντελώς διαφορετική. Το πένθος για το σπάσιμο του «ωραίου δεσμού» σιμώνει πια στο τέλος του. Κοντά σε μια κρυστάλλινη ορεινή πηγή ο Εμπεδοκλής έχει μιαν ενόραση μεσ' από την οποία θα ξαναγεννηθεί. Εκεί, όμοια όπως ο Οιδίποδας στον Κολωνό, αποδέχεται τα όρια της θνητής του μοίρας: Ότι δηλαδή μία ευτυχία σαν εκείνη που του είχε προσμοιρανθεί είναι βαριά για έναν θνητό να την αντέξει κι ότι το σκεύος διά του οποίου μιλάει ο θεός πάντα κάποια στιγμή μοιραία θα σπάσει. Αναγνωρίζοντας τα όρια αυτά ως τα όρια της θνητότητάς του ο Εμπεδοκλής σταματάει να κατηγορεί τον εαυτό του και ξαναβρίσκει τη γαλήνη του. Ή, μάλλον βρίσκει μιαν άλλη γαλήνη. Όχι πλέον τη γαλήνη εκείνου που μέσα σ' έρωτα παραδίδεται στον θεό και γίνεται το σκεύος διά του οποίου αυτός θα μιλήσει. Αλλά τη γαλήνη του τσακισμένου σκεύους που ξέρει ωστόσο πως ό,τι έγινε, έγινε καλά, μια και δεν είναι στο χέρι του θνητού ν' αλλάξει την θνητή του μοίρα: 23
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
«Ικανοποίηση με γεμίζει χι άλλο τίποτε πλέον δεν γυρεύω παρά της θυσίας μιου τον τόπο...» Της θυσίας του τον τόπο: Αφού η αποστολή του τελείωσε καί πλέον για το τσαχίσμένο σκεύος τίποτε ίεν απομενει παρά η επίστροφή του πίσω στψ θεϊκή φύση: «... Φρικαλέος πόθος! Tt; Είναι λοιπόν ο θάνατος που μου φλογίζει στερνά τώρα τη ζωή;» Το μόνο που φλογίζει τη ζωη του ΈμπεΒοκλη τώρα πια είναι ο θάνατος. Γιατί μόνον ο θάνατος θα τον σώσει από τον κίνδυνο να εξευτελιστεί και να φευτίσει αυτός ο ίδιος εκείνο που ειπώθηκε διά του στόματός του. Και γιατί μόνον διά του θανάτου θα επιστρέφει πάλι πίσω στους θεούς του, τώρα που δεν είναι άλλο πια «ο χαϊδεμένος των επουρανίων». Απ' όπου, ενωμένος με τη φύση, πάντα θα μπορεί να ξαναγυρίζει και να φανερώνεται εκ νέου. Αφού τίποτε δε χάνεται. Έτσι ο Εμπεδοκλής θα επιλέξει τον δρόμο του θανάτου και θα αποποιηθεί την προσφορά του βασιλικού στέμματος από τον λαό, ο οποίος μετανοημένος επιστρέφει στο μεταξύ και του ζητάει να ξαναγυρίσει πίσω στον Ακράγαντα και να βασϊλέφει εκεί. Είναι η στιγμή που ο Εμπεδοκλής θα πει την φράση: «Παρήλθε πια ο καιρός των βασιλέων». Η οποία επίσης δεν πρέπει να κατανοηθεί απλώς πολιτικά, γιατί κάτι τέτοιο και πάλι θα ισοδυναμούσε με μία 24
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
επίφανείακη μόνον θεώρηστ] του όλου ζητηματος, μια xat όπως γράφει ο Hölderlin:
«Etvat καλό και πρώτη προϋπόθεση κάθε ζωής και κάθε οργάνωσης το γεγονός ότι καμία Βυναμη ούτε στον ουρανό ούτε επί γης 8εν είναι μοναρχική. Η απόλυτη μοναρχία αυτοαναιρείται παντού, διότι στερείται αντικείμενου. Και με τη στενή σημασία της λέξης δεν υπήρξε ποτέ απόλυτη μοναρχία. Όλα είναι δεμένα μεταξύ τους...».^^ Έτσι η φράση «Παρήλθε πια ο καιρός των βασιλέων» σημαίνει στην ουσία της ότι έρχεται κάποτε μια στιγμή κατά την οποία το έργο του διαμεσολαβητή έχει ολοκληρωθεί. Από εκείνη τη στιγμή και πέρα εναπόκειται πλέον στους άλλους ανθρώπους, στον λαό, να παραλάβουν το μήνυμα και να ζήσουν απ' αυτό. Γι' αυτή τη στιγμή λέει ο Εμπεδοκλής τη φράση: «... Εσάς κανείς να σας βοηθήσει δεν μπορεί, τον εαυτό σας αν εσείς οι ί8ιοι δε βοηθήστε». ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΝΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕΙ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΠΟΤ ΘΕΑΕΙ ΝΑ ΝΤΥΣΕΙ ΤΟΝ ΚΕΡΑΥΝΟ
«... και τυλιγμένο στο τραγούδι Το δώρισμα το ουράνιο στον λαό να παραδίδουμε» γράφει ο Hölderlin. Αυτό που παραδίδεται τυλιγμένο μες στο τραγούδι είναι ο κεραυνός του πατέρα Δία. Τραγούδι 12. Hölderlin, W.u.B., Band 2. 25
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
είναι yia τον Hölderlin η ποίηση. Επιμένω σ' αυτήν την εννόηση της ποίησης: Τραγούδι. Πώς μεταφράζεται το τραγούδι; Γιατί στο τραγούδι-ποίηση ο λόγος λειτουργεί αλλιώς. Όπως έγραφα κι άλλη φορά, παραφράζοντας μια παρατηρηση του Σεφέρη για τον Καβάφη,^^ το καλλιτεχνικό βίωμα είναι σκέφη που αισθάνεται και συναισθάνεται. Είναι συναίσθημα που σκέπτεται και αισθάνεται. Είναι αίσθηση που σκέπτεται και συναισθάνεται. Και ως τραγούδι το καλλιτεχνικό βίωμα είναι ακόμη λόγος αρμοσμένος επάνω στο ρυθμό του. Έτσι ώστε ο Hölderlin να γράφει: «Η λογική οργάνωση των περιόδων ... είναι σίγουρα για τον ποιητή σπανιότατα μόνον χρήσιμη».^^ Έτσι όμως ζει το τραγούδι, και αρκεί ένα παραμικρό στραβοπάτημα προς στη μια η την άλλη κατεύθυνση για να διασπαστεί και να πεθάνει. Το ερώτημά μου λοιπόν, όσον καιρό με απασχολούσε αυτη η μετάφραση ηταν: Πώς λέγονται όλ' αυτά στα ελληνικά, ώστε να μείνουν τραγούδι; Εννοείται ότι η αίσθηση του μεγέθους ενός ποιητη σαν τον Hölderlin μ' έκανε —κι αυτό ισχύει ακόμα— να βλέπω την προσπάθειά μου να τον πω στα ελληνικά σχεδόν σαν ατόπημα. Κι αν προχώρησα σ' αυτη την εργασία τούτο έγινε κυρίως επειδή ήθελα να μείνω όσο το δυνατόν περισσότερο στην ακτίνα δράσης του, στην συνομιλία μαζί του - κι ας ηταν σε όποιον βαθμό μπορούσα. 13. Ε. Νούσια, Michael Ende - ένας αφηγητής ιστοριών, Μανδραγόρας, τεύχος 12-13. 14. HölderUn, W.u.B., Band 2. 26
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Έτσί προέκυφε αυτή η εργασία και [χ' αυτό το πνεύμα την παρουσιάζω. Εννοείται επίσης —θα πρόσθετα— ότι με τψ έννοια αυτή -η μετάφραση μου είχε τη φιλοδοξία να είναι «λογοτεχνική» και όχι «φιλολογική». Αν ως φιλολογική μετάφραση εκλάβουμε την μεταγλώττιση εκείνη που, αφήνοντας αμετάφραστη τη βιωματική ενότητα, για την οποία μίλησα πιο πάνω, επικεντρώνεται στην κατά το δυνατόν πίστη απόδοση του νοήματος και μόνον. Παρ' όλ' αυτά δε θεωρώ την μετάφραση καθαρόαιμο λογοτεχνικό είδος και θα είχα την τάση να συμφωνήσω γι' άλλη μία φορά με τον Σεφέρη ο οποίος την βλέπει ως μορφή «άσκησης». Καθώς ο μεταφραστής δεν δρα πρωτογενώς, όπως ο ποιητής, αΧλά μάλλον διαμεσο'Χαβεί το ήδη από τον ποιητή διαμεσολαβημένο, στα χνάρια επάνω του οποίου και βαδίζει: Το βίωμα του οποίου και επαναλαμβάνει. Αυτό μας οδηγεί πίσω στην μεταφραστική εργασία μου και το ερώτημά μου σχετικά με την δυνατότητα να ξαναειπωθούν όλ' αυτά στα ελληνικά, ν' αναβιώσουν όλ' αυτά στα ελληνικά. Και το πρώτο που θα είχα να πω είναι ότι πάνω απ' όλα προσπάθησα να περισώσω το βίωμα - Εμπεδοκλής, μένοντας κατά τον τρόπο που το αντιλαμβανόμουν στα χνάρια του και επιχειρώντας να διανοίξω στα ελληνικά έναν αντίστοιχο χώρο εμπειρίας. Όμως όσο απλά και ν' ακούγεται αυτό, στην πραγματικότητα είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο. Σ' αυτήν την εισαγωγή ήδη παρουσίασα τον τρόπο με τον οποίο κατανόησα το έργο Εμπεδοκλής, στο σύνολό του. Θα μπορού27
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
σε επίσης να γίνεί κάτι ανάλογο xat όσον αφορά μεμονωμένες λέξεις. Εννοώ λέξεις που θα μπορούσαν να μεταφραστούν με διάφορους τρόπους στα ελληνικά από τους οποίους επιλέχτηκε όμως τελικά ένας, εκείνος με τον οποίον ο Hölderlin εννόησε, κατά την άποφή μου, τις λέξεις αυτές στη γλώσσα τους. Είναι αδύνατον εδώ να επεκταθώ ως προς όλ' αυτά. Και γι' αυτό θα περιοριστώ σ' ένα τυχαίο παράδειγμα, την λέξη können, που στα ελληνικά θα μπορούσε πράγματι να μεταφραστεί τόσο ως «δύναμαι», όσο και ως «μπορώ». Όμως είναι άλλο πράγμα να λες δύναμαι κι άλλο μπορώ. Το «δύναμαι» διανοίγει ολόκληρη την περιοχή του δοσμένου, του δυνητικού. Ενώ το «μπορώ» αναφέρεται πιο πολύ στην ικανότητα να αντεπεξέλθεις σε κάτι κάθε φορά συγκεκριμένο. Όμως το πρόβλημα της νοηματικης απόδοσης των λέξεων δεν εξαντλείται εδώ, υπάρχει και η ιστορία που κλείνουν μέσα τους οι λέξεις. Και ο Hölderlin είναι ένας ιδιαίτερα πολυστρωματικός ποιητής, ώστε μέσα στο λόγο του να συνηχούν σημασίες προερχόμενες τόσο από την καθομιλουμένη γερμανική γλώσσα της εποχής του όσο και από την χριστιανική και την αρχαία ελληνική παράδοση. Όπου είχα λοιπόν την εντύπωση ότι όλα αυτά συνηχούσαν μέσα στο πρωτότυπο, αναζήτησα τρόπους για να τ' αφήσω να συνηχήσουνε και στη μετάφραση. Θ' αναφερθώ και πάλι σ' ένα τυχαίο παράδειγμα, την λέξη heilig, η οποία θα μπορούσε να μεταφραστεί τόσο ως «ιερός», όσο και ως «άγιος». Αν προτίμησα τελικά τη Τέξη «ιερός» είναι επειδή ήμουν της γνώμης ότι με την χρήση της θα αποφεύγονταν ο εγκλωβισμός της ιερότητας σ' έναν χώρο αποκλειστικά χριστιανικό, όπως συμβαίνει 28
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
κατά κύριο λόγο με το «άγιος», κάτι που θα έρχονταν σε αντίθεση προς το πνεύμα του Hölderlin.
Η ανάγκη να ανταποκριθώ στα παραπάνω ζητήματα που έθετε το πρωτότυπο καθόρισε και τον γενικό χαρακτήρα της γλώσσας αυτής της μετάφρασης, η οποία ξεκινώντας από δημώδεις εκφράσεις φτάνει ως το άλλο άκρο ορισμένων αρχαϊκού τύπου συνθέσεων. Αλλά 8εν μπόρεσα να διακρίνω άλλον τρόπο για ν' ανταποκριθώ στο νοηματικό εύρος του κειμένου που προσπαθούσα να μεταφράσω. Και το οποίο —για τον ί8ιο εξάλλου λόγο— είναι γραμμένο σε μία επίσης έντεχνη γλώσσα, που δεν συμπίπτει με την απλή καθομιλουμένη γερμανική της εποχής. Έρχομαι τώρα στο θέμα του ρυθμού, το οποίο θα μου επιτρέψει να πω ορισμένα πράγματα για την εργασία μου επάνω στην πλευρά εκείνη του βιώματος - Εμπεδοκλής που συνίσταται σε αίσθηση και συναίσθημα. Το θέμα αυτό είναι ίσως το πιο κεντρικό για τον Hölderlin, ο οποίος αποκαλεί την ποίηση «τραγούδι» και ο οποίος, όπως ειπώθηκε, θεωρεί ότι: «Η λογική οργάνωση των περιόδων... είναι σίγουρα για τον ποιητή σπανιότατα μόνον χρήσιμη». Αλλά και ως μεταφραστής ο Hölderlin απέδωσε, όπως διαπιστώνει ο F. Beissner σχολιάζοντας την απόδοσή του της Αντιγόνης του Σοφοκλή στα γερμανικά,^^ ιδιαίτερη σημασία στον ρυθμό και τον θεώρησε καθοδηγητικό για την εργασία του. 15. F. Beissner, Hölderlins Übersetzungen aus dem Griechischen, J. B. Metzlersche Verlagsbuchhandlung, 1933.
29
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Ο ρυθμός λοιπόν ως η ροη της κίνησης του λόγου έπρεπε να αποδοθεί στα ελληνικά τόσο ως τρόπος όσο και ως ταχύτητα κίνησης. Ως ο χαρακτηριστικός παλλόμενος και διαρκώς απρόοπτα μεταβαλλόμενος τρόπος ροής του λόγου του Hölderlin από την μια μεριά. Κι από την άλλη ως η μεγαλόπρεπη βραδύτητα που είναι απαραίτητη για να εκπτυχθεί ένας κόσμος, του οποίου οι συγκρούσεις αφορούν τα μέγιστα ερωτήματα και ο οποίος βρίσκεται σε διάλογο με έργα του μεγέθους μιας Αντιγόνης και ενός Οιδίποδα. Ακόμη, με τον βραδύ βαρύ ρυθμό συμβαδίζει και η βασική διάθεση του έργου (ας θυμηθούμε τη φράση του Σολωμού, νομίζω, ότι «το μέτρο είναι το βήμα με το οποίο βαδίζει το ποίημα»). Μια διάθεση πένθους κι αποκάλυψης, μαζί με την αίσθηση μιας μεγάλης και δυσβάσταχτης μοίρας, που όμως κλείνει μέσα της τη χαρά και τη θλίφη ολόκληρης της ανθρώπινης ύπαρξης. Με την περιγραφή αυτή προσπάθησα ν' αποδώσω τον ορίζοντα εντός του οποίου κινήθηκα και ο οποίος ήταν απόλυτα καθοριστικός για την εργασία μου. Πολλά απ' όσα ανέφερα είναι πράγματα που δεν αποδεικνύονται, που κάποτε ούτε καν καταδεικνύονται, αλλ' αποτελούν μοναχά μιαν «αίσθηση». Μια «αίσθηση» ήταν επίσης κι εκείνη, που κάποια στιγμή μου είπε ότι η εργασία αυτή έφτασε σ' ένα σημείο που να μπορεί να δημοσιευθεί. Όχι βέβαια επειδή άγγιξε τα όρια κάποιας τελειότητας, αλλά απλά επειδή άγγιξε τα όρια του ορίζοντα που περιγράφω. Ωστόσο όπως γράφει ο Michael Ende, «πίσω από τους ορίζοντες ανοίγονται άλλοι ορίζοντες»,^^ Και οι ορίζοντες 16. Μ. Ende, Das Gefängnis der Freiheit, Weitbrecht, 1992. 30
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
που Siavocysc ο Hölderlin Sev εξαντλούνται και τόσο εύκολα. Το παιδί «με τον φωτοπώγωνα των πατριαρχών» είναι πάντα νέο. Και πάντα διαρκεί η συνομιλία με τα έργα εκείνα που εξακολουθούν να ζουν και να συγκινούν. ΕΛΕΝΑ
3*
ΝΟΎΣΙΑ
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ*
Τη ζωή να 'βρεις ζητάς, ζητάς xt αναβρύζει κι αστράφτει Ένα θεϊκό πυρ προς χάριν σου μέσ' απ' της γης τα βάθη Κι εσύ γεμιάτος φρικαλέο πόθο Κάτω στης Αίτνας ρίχνεσαι να γκρεμιστείς τις φλόγες. Έτσι έλιωσε και μέσα στο κρασί μαργαριτάρια της βασίλισσας Η αλαζονεία. Κι ωστόσο το ποθούσε! Ας μην είχες Μονάχα τα πλούτη σου, ω ποιητή. Στο αναβράζον μέσα το κύπελλο θυσιάσει! Ωστόσο ιερός για μένανε είσαι, όπως η δύναμις της "γης. Αυτή που σ' έχει μακριά πάρει, δριμύ εσύ σκοτωμένε! Και μέχρι μες στα βάθη ν' ακολουθήσω θα ποθούσα. Εάν η αγάπη δεν με συγκρατούσε, τον ήρωα. FRIEDRICH HÖLDERLIN
* To ποίημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Aglaia», το 1880.
33
ο ΘΑΝΑΤΟΣ TOr ΕΜΠΕΔΟΚΑΗ (Πρώτο σχεδίασμα)
ΠΡΩΤΗ
ΠΡΑΞΗ
1η σκψη [Πάνθεα, Δηλία]
ΠΑΝΘΕΑ
Αυτός είναι ο κήπος του! Εκεί, στο μυστικό το σκότος, όπου η πηγή αναβρύζει, εκεί στεκόνταν σαν στερνά εδιάβηκ' από εδώ. - Εσύ ποτέ σου δεν τον έχεις δει; ΔΗΑΙΑ
Ω Πάνθεα! Βρίσκομαι μόλις από χθες στη Σικελία με τον πατέρα. Όμως κάποτε, σαν ακόμαχ ήμουν παιδί τότε τον είχα δει, σ' έν' άρμια επάνω - στην Ολυμπία,^ στους αγώνες. Μιλούσανε πολύ για κείνον^ τότε και τ' όνομά του μου 'μείνε παντοτινά. ΠΑΝΘΕΑ
Τώρα πρέπει να τον ιδείς! Τώρα! Λένε, τον νιώθουν τα βλαστά. 37
FRIEDRICH HÖLDERLIN
όπου χι αν περπατά. Και τα νερά κάτω απ' τη γης ορμούν προς τα ψηλά, το χώμα όπου με το ραβδί του xt αν αγγίξει. Μπορεί όλ' αυτά να είν' αληθινά! Και όταν μες στις θύελλες κατά τον ουρανό στρέφει το βλέμμα του τα νέφη σχίζονται και ιριδίζοντας η αιθρία προβάλλει. Μ' αυτά τι παν να πουν; Μόνη σου πρέπει να τον δείς. Για μια στιγμή! Δρόμο μετά! Εγώ τον αποφεύγω η ίδια. Μια δύναμις εντός του βρίσκεται κρυμμένη τρομακτική, που καθετί μεταμορφώνει. ΔΗΛΙΑ
Πώς ζει μ' άλλους μαζί; Όλα μου είναι ασύλληπτα σ' αυτόν τον άνδρα. Έχει κι εκείνος σαν κι εμάς, τις αδειανές του τις ημέρες, όταν γερασμένος νιώθεις κι ασήμαντος; Κι υπάρχει και για εκείνον ανθρώπινη οδύνη; ΠΑΝΘΕΑ
Αχ! Τότε που για στερνή φορά εκεί, στων δένδρων του τον ίσκιο, τον ακτίκρισα, τότε, ναι, υπέφερε απ' τη δικιά του, την βαθιάν, οδύνη — ο θεϊκός. Με μιαν αλλόκοτη νοσταλγία, θλιμμένα γυρεύοντας, λες και κάτι το μεγάλο είχε χαθεί, έψαχνε με το βλέμμα του, άλλοτε στη γης χάμω κι άλλοτε στον ουρανό ψηλά, μέσ' απ' του άλσους 38
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
το μισόφωτο, λες και πέρα εκε( στο μακρινό γαλάζιο η ίδια να του 'χε πετάξει η ζωή. Και η ταπεινότης του ανακτορικού προσώπου τη σφιγμένη μου άγγιξε καρδιά. - Κι εσύ να δύσεις πρέπει, κι εσύ, ωραίο αστέρι. Και πολύ δε θα διαρκέσει άλλο πια. Τούτο ψυχανεμιστηκα. ΔΗΛΙΑ
Έχεις τυχόν μιλήσει ποτέ μαζι του. Πάνθεα; ΠΑΝΘΕΑ
Ω που μου το θυμίζεις! Καιρός δεν πάει που ετοιμοθάνατη κειτόμουν.^ Κιόλας των ματιών μου θάμπωνε το φως και γύρω από τον ήλιο κλυδωνίζονταν, άψυχο φάσμα, ο κόσμος. Τότε κάλεσεν ο πατέρας μου, του υψηλού ανδρός κακός εχθρός κι ας είναι, τη μέρα την ανέλπιδη τον έμπιστο της φύσης. Κι ευθύς σαν ο έξοχος το νάμα μου πρόσφερε της γιατρειάς, μονομιάς αναλιώνοντας σμίξανε σε μόνιασμα μέσα μαγικό της ψυχής μου οι αντιμαχόμενες δυνάμεις μαζί όλες σ' ένα κράμα. Και λες και πίσω βυθισμένη γι' άλλη μια φορά στων παιδικών των χρόνων τον ύπνο τον γλυκύ μέρες πολλές ξάγρυπνη εκοιμόμουν. Κι ούτε μιαν ανάσα να πάρω καν δεν ήτανε χρεία. — Καθώς λοιπόν νωπή όλο χαρά η ύπαρξή μου για πρώτη φορά 39
FRIEDRICH HÖLDERLIN
προς τον κόσμο xat πάλι, που τόσον τον είχα στερηθεί καφό, ξεδιπλωνόταν, τα μάτια μου, με της νεότητας την περιέργεια, να θωρήσουνε ανοίγανε το φως, είδα εκείνος να στέκει ενώπιόν μου, ο Εμπεδοκλής! Ω τόσο θεϊκός και τόσο παρών! Στων ματιών του το χαμογέλιο ξανάνθισε για μένανε η ζωή! Αχ, σαν συννεφάκι πρωινό πέταξε για να σμίξει με το υψηλό γλυκύ φως η καρδιά μου κι ήμουνα το απαλό αντιφέγγισμά του. ΔΗΛΙΑ
Ω Πάνθεα! ΠΑΝΘΕΑ
Ο τόνος μέσ' από τα στήθη του! Σε κάθε συλλαβή αντηχούσανε όλες οι μελωδίες! Και του λόγου του το πνεύμα! Στα πόδια του να κάθομαι ποθώ, ώρες ατέλειωτες, μαθήτριά του, τέκνο του, τον αιθέρα του ν' ατενίζω, και η αγαλλίασίς μου ψηλά προς τα εκείνον ν' ανεβαίνει, έως ότου στων ουρανίων του τα ύψη ο λογισμός μου να χαθεί ΔΗΛΙΑ
Τι θα 'λεγε, καλή μου, αν το γνώριζε; ΠΑΝΘΕΑ Δεν το γνωρίζει. Ο ανενδεής περιπλανιέται 40
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
στον 8ιχ6 του μιέσα τον κόσμο. Κάτω απ' ανάλαφρη θεϊκή γαλήνη βαδίζει στ' άνθη του ανάμεσα και τρέμιουνε οι αύρες, τον ευτυχή μην και ταράξουν, κι από μόνη της τραντεύει με της τέρψης το πλήθεμα η έμπνευσις εντός του, έως ότου μεσ' απ' τη νύχτα της δημιουργικής αγαλλίασης σαν σπίθα ο λογισμός ξεπηδήσει και των επερχομένων πράξεων τα πνεύματα αίθρια στην ψυχή του συνωστίζονται. Και ο κόσμος των ανθρώπων αναβράζοντας η ζήση και η μεγαλυτέρα φύσις ολόγυρά του φανερώνονται. Νιώθει εδώ σαν καθένας θεός στα στοιχεία του ανάμεσα κι είναι η τέρψις του ουράνιο άσμα. Επίσης προβαίνει ενώπιον του λαού, σε ημέρες όπου τα πλήθη μαίνονται κι ενός στιβαρότερου χεριού τη χρεία έχει ο αναποφάσιστος όχλος. Και κυριαρχεί επάνω τους ο εξαίσιος κυβερνήτης και να βγουν τους βοηθάει από τ' αδιέξοδο. Και όταν πλέον τα μάτια τους αρκετά τον έχουνε θεωρήσει, στο ανάβλεμμα τούτου του ανδρός του παντοτινά ξένου να συνηθίζουνε όταν αρχινάνε, τότ' εκείνος, προτού καλά καλά το αντιληφθούνε, κιόλας έχει φύγει. Τον ρουφάει μες στους ίσκιους του^ ο σιωπηρός κόσμος των φυτών, εκεί όπου ωραιότερος ξαναβρίσκεται. Με την μυστική ζωή του, που ενώπιον εκείνου 41
FRIEDRICH HÖLDERLIN
είναι παρούσα σε όλη της την ισχύ. ΔΗΛΙΑ
Θαυμαστή ομιλήτρια! Και πώς τα ξέρεις όλα τούτα; ΠΑΝΘΕΑ
Τ' αχνάρι' ακολουθώ του λογισμού του. - Πόσο άραγε μου μιένει ακόμη να τον συλλογιέμαι; Αχ! Κι ας πούμε ότι τον συνέλαβα. Τι μ' αυτό; Εκείνος ο ίδιος να 'σαι αυτό είναι η ζωή, κι οι άλλοι εμείς δεν είμαστε παρά τ' όνειρό της μοναχά. Ο φίλος του, ο Παυσανίας,^ μου έχει επίσης διηγηθεί για εκείνον αρκετά. - Καθημερινά τον συναντάει ο έφηβος και του Διός ο αητός σίγουρα πιο περήφανος από τον Παυσανία δεν είναι - το πιστεύω! ΔΗΛΙΑ
Δεν δύναμαι να ψέξω, καλή μου, τα όσα λες κι ωστόσο παράξενα μου θλίβουν την ψυχή κι επιθυμώ και δεν επιθυμώ να είμαι σαν κι εσένα. Έτσι λοιπόν είσαστε όλοι σας σε τούτο το νησί; Κι εμείς λαβαίνουμε χαρές απ' τους μεγάλους άνδρες και για τις Αθηναίες ένας είναι τώρα ο ήλιος μοναχά, ο Σοφοκλής! Σ' αυτόν μεταξύ των θνητών πρώτον των παρθένων η πλέον εξαίσια φύσις φανερώθηκε και στην ψυχή του παρεδόθη σε μνήμη καθάρια για να μετατραπεί εύχεται καθεμιά του εξόχου 42
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ένας να γίνει λογισμός και σφοδρά θα το ποθούσε την πάντα ωραία νεότητα, πριν τούτη μαραθεί, αντίπερα, στου ποιητού μέσα την ψυχή περνώντας την, να σώσει. Και ρωτάει και συλλογιέται ποια τάχατε στις παρθένες της πόλης ανάμεσα η τρυφερή εκείνη και σοβαρή να είναι η ηρωίδα, που Αντιγόνη αυτός την έχει ονομάσει. Και φωτίζονται τα μέτωπά μας, όταν των θεών ο φίλος τις αίθριες εορταστικές ημέρες στο θέατρο μπαίνει. Όμως αμέριμνη είναι η χαρά μας και ουδέποτες η καρδιά μας εμάς έτσι δε χάνεται από μίαν οδυνηρή τέτοια παρασυρμένη αφοσίωση. Θυσιάζεσαι, - ναι, το πιστεύω, είναι υπέρμετρα μεγάλος ήσυχη για να σ' αφήσει, τον απέραντο αγαπάς απέραντα, μ' αυτό τι τον βοηθάει; Εσύ η ίδια τον χαμό του ψυχανεμίστηκες, εσύ, καλό μου παιδί, και πρέπει κι εσύ μαζί του να χαθείς; ΠΑΝΘΕΑ
Ω να κομπάζω μη με κάνεις - και για μένα, έτσι όπως για εκείνον, μη φοβάσαι! Δεν είμ' εγώ εκείνος και, σαν αυτός χαθεί, δεν μπορεί ο χαμός του να είναι και δικός μου. Διότι των μεγάλων ο θάνατος είναι κι αυτός μεγάλος, ό,τι στον άνδρα τούτον συντυχαίνει, πίστεψέ με, σ' εκείνον και μόνο συντυχαίνει. 43
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Ως κι εάν ενάντια σ' όλους τους θεούς είχε αμαρτήσει και την οργή τους καταπάνω του εάν είχεν επισύρει κι ήθελα κι εγώ ιδια όπως κι εκείνος ν' αμαρτήσω, από την ίδια μ' αυτόν για να πάθω μοίρα, δεν θα 'ταν παρά σαν όπως όταν κάποιος ξένος σ' έναν καυγά μεταξύ εραστών γυρεύει να χωθεί. - Τι θες εσύ; Θα μιλούσαν οι θεοί. Δεν το δύνασαι άφρονη, εσύ έτσι όπως αυτός να μας προσβάλεις! ΔΗΛΙΑ
Ίσως να του 'σαι απ' ό,τι πιστεύεις ομοιότερη. Αλλιώς πώς θα 'ταν δυνατόν χαρά σ' αυτόν να βρίσκεις; ΠΑΝΘΕΑ
Καρδιά μου! Ούτε καν κι η ίδια εγώ δεν ξέρω το γιατί του ανήκω. - Αν γινόταν να τον δεις! Έλεγα ίσως θα 'βγαίνε και θα μπορούσες καθώς φεύγει να τον έβλεπες. — Αυτό ήτανε μια ευχή! Έτσι δεν είναι; Θα 'πρεπε να τις ξεσυνηθίσω τις ευχές, διότι μοιάζει να μην τις αγαπούνε τις ανυπόμονές μας προσευχές οι θεοί - έχουνε δίκιο! Ούτε κι εγώ θέλω άλλο πια — όμως να ελπίζω πρέπει ωστόσο, καλοί μου θεοί, και απ' αυτό άλλο τίποτε δεν ξέρω, διότι εκείνον — 44
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Παραπέρα δε θα 'χα να γυρέψω παρά λιόφωτο μονάχα και βροχή. Φτάνει να το μπορούσα! Ω αιώνιο μυστικό! Ό,τι είμαστε και ό,τι να εύρουμε ζητούμε δεν το δυνόμαστε. Και ό,τι βρίσκουμε αυτό δεν το είμαστε. - Τι ώρα να 'ναι άραγε Δηλία; ΔΗΛΙΑ
Από 'κει έρχεται ο πατέρας σου. Να μείνουμε ή να φύγουμε; Δεν ξέρω. ΠΑΝΘΕΑ
Τι είπες; Ο πατέρας μου; Εμπρός δρόμο από 'δω!
45
2η
σκψη
[Κριτίας (άρχων), Ερμοκράτης (ιερέας)]
ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Ποιοι ειν' εκείνοι εκεί που απομακρύνονται; ΚΡΙΤΙΑΣ
Η θυγατέρα μου, καθώς θαρρώ, και η Δηλία, του ξένου η θυγατέρα, που εχθές στο σπίτι μου κατέλυσε. ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Σύμπτωση να 'ναι τάχα; Ή κι εκείνες τον γυρεύουν και σαν το λαό πιστεύουν πως εξαφανίστηκε®; ΚΡΙΤΙΑΣ
Η φήμη η αλλόκοτη^ δεν πρέπει ως τώρα να 'χει φτάσει στης θυγατέρας μου τ' αυτιά. Πάντως του είναι κι εκείνη αφοσιωμένη, όπως όλοι. Που είθε μακριά να είχε φύγει από 'δω, στα δάση ή στις ερημιές, πέρ' απ' τη θάλασσα ή κάτω από τη γης. - Όπου 46
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
XI αν θα τον έσπρωχνε ο ξέφρενος του νους. ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Με τίποτε! Διότι να τον αντικρύσουνε πρώτα είναι χρεία η άγριά τους για να τους αφήσει πλάνη. ΚΡΙΤΙΑΣ
Πού να 'ναι άραγε; ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Όχι από 'δω μακριά. Κάθεται άψυχος μέσα στο σκότος. Διότι του την επήρανε τη δύναμή του οι θεοι από τη μέρα εκείνη που ο άνδρας ο μεθυσμένος ενώπιον όλου του λαού θεός αυτοαπεκλήθη.® ΚΡΙΤΙΑΣ
Όμοια μ' εκείνον μεθυσμένος είναι κι ο λαός.^ Δεν υπακούουν πλέον μήτε στους νόμους μήτε στην ανάγκη μήτε στους δικαστές. Τα έθιμα ταφήκανε κάτω από μιαν ακατάλυπτη βουή, λες και θάλασσα καταπλημμύρισεν ακτές ειρηνικές. Σε μιαν άγρια γιορτή σμίξανε όλες οι μέρες, μιαν εορτή των εορτών, που των θεών οι σεμνές τελετές εντός της έχουνε σβηστεί. Σκότος σκορπώντας παντού ο μάγος ουρανό και γης σκεπασμένα κρατά μές στ' αγριοκαίρι που μας έχει φέρει. Και κοιτάει κι ευφραίνεται για το πνεύμα του στο σιωπηλό του μέσα το δώμα. 47
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Ισχυρή υπήρξε
του ανδρός τούτου η ψυχή ανάμεσα σας. ΚΡΙΤΙΑΣ
Στο λέγω: Δεν γνωρίζουν τ(ποτ' άλλο παρά εκείνον χι όλα ποθούν μονάχ' αυτός να τους τα δίνει, θεός τους να 'ναι, βασιλιάς τους να 'ναι. Ως κι ο ίδιος εγώ καταντροπιασμιένος εστάθηκα μπροστά του, τότε που από το θάνατο μου 'σωσε το παιδί μου. Εσύ Ερμοκράτη, σαν τι θαρρείς γι' αυτόν πως είναι; ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Οι θεοί πολύ τον αγαπήσανε. Ωστόσο δεν είναι αυτός ο πρώτος που πιο ύστερα σ' άλογη νύχτα καταγκρέμισαν από της αγαθής εμπιστοσύνης τους τις κορυφές. Διότι την παραλησμόνησε τη διαφορά στην υπέρμετρή του μέσα την ευτυχία και πλέον δεν έβλεπε άλλο τίποτε παρά τον εαυτό του. Γι' αυτό και τιμωρήθηκε. Τώρα είναι καταδικασμένος σ' απέραντη ερημιά. Ωστόσο η έσχατη ώρα δεν εσήμανε γι' αυτόν ακόμα. Και καθώς ο για καιρό πολύ παραχαϊδεμένος στην ταπείνωση ν' αντέξει δεν μπορεί, εγώ θα γνοιαστώ ώστε τ' αποκοιμισμένο του το πνεύμα εκνέου απ' της εκδίκησης να φλογιστεί τον πόθο. Που μισοξύπνιος, ένας φρικαλέος ονειροβάτης, με τους γέροντες όμοια εκείνους υβριστές, 48
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
που μ' ένα ραβδί στο χέρι από καλάμι περιδιαβαίνουν την Ασία, να πει ότι δια του λόγου του γεννηθήκαν κάποτε οι θεοί. Τότε ο πλατύς ζωοφόρος κόσμος θ' απλώνεται σαν κτήμα του χαμένο ενώπιόν του και τερατώδεις πόθοι θα αναδεύονται μέσα στα στήθη του κι η φλόγα σ' όποια μεριά κι αν ρίχνεται δρόμο 'θε ν' ανοίγει. Νόμοι και τέχνες και θεσμοί και ιερά θέσφατα κι όλα όσα σε αγαθούς καιρούς ωρίμαζαν ενώπιόν του τώρα θα τον αναστατώνουν και την τέρψη και την ειρήνη δεν θα μπορεί άλλο πλέον ν' ανεχθεί ανάμεσα στους ζωντανούς. Ο ειρηνικός δε θα 'ναι άλλο πλέον. Έτσι όπως όλα έχουν χαθεί, έτσι και όλα πίσω να τα ξαναπάρει θα γυρέψει, και τον ξαγριεμένο στο λυσσομάνημά του θνητός κανένας δε θ' αναχαιτίσει. ΚΡΙΤΙΑΣ
Ω γέροντα! Ανώνυμα πράμιατα θωρείς! Ο λόγος σου είναι αληθής και, αν πραγματωθεί, αλίμονο σου, Σικελία, όσο κι αν είσαι ωραία, με τα τεμιένη σου, με τους ναούς σου. ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Η θεία κρίσις θα τον εύρει προτού το έργο του αρχινήσει. Σύναξέ μου μονάχα τον λαό, το πρόσωπο του ανδρός για να τους δείξω που λεν για εκείνον ότι τάχα στους αιθέρες ανελήφθη. Μάρτυρες πρέπει να σταθούνε 49
FRIEDRICH HÖLDERLIN
της κατάρας που yt' αυτόν θα ξεστομίσω. Για να τον εξορίσουν δίχως γυρισμό στις άγριες τις ερημιές παντοτινά εκεί την ώρα να πληρώνει την κακιά που αυτοανακηρύχθηκε^^ θεός. ΚΡΙΤΙΑΣ
Και τι θα γίνει εάν επάνω στον αδύναμο λαό ο δρυμύς επιβληθεί; Δε φοβάσαι τότε για μένα και για σένα και για τους θεούς σου; ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Του ιερέως ο λόγος το δριμύ θα συντρίψει λογισμό. ΚΡΙΤΙΑΣ
Και θα μπορέσουν να τον εξορίσουνε, τον για τόσα και τόσα χρόνια πολυαγαπημένο, έτσι ατιμωτικά όταν κάτω από τη θεία κατάρα θα τον ιδούνε να υποφέρει, απ' τους κήπους του μακριά, εκεί, όπου χαρά του είναι να ζει, κι απ' την πόλη του την πατρική; ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Και ποιος τάχατε τον θνητό μέσα στη χώρα θ' ανεχτεί, που μια κατάρα τόσο επάξιά του τον έχει στιγματίσει; ΚΡΙΤΙΑΣ
Και αν, παρ' όλ' αυτά, παρουσιαστείς ως συκοφάντης στα μάτια όλων εκείνων που τον τιμούνε σαν θεό; 5θ
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Η παραζάλη τους θ' αλλάξει τη φορά της, με τα ίδια τους τα μάτια όταν θ' αντικρίσουν εκείνον που τώρα τον διατείνονται χαμιένον σε ύψη θεϊκά! Ήδη γυρνάν προς το καλύτερο. Διότι σαν ξανάκανα και χθες την ίδια διαδρομή πένθιμια περιπλανιόνταν έξω από τα σπίτια τους και σε τούτον τον τόπο πέρα δώθε τριγυρνούσαν και μιλούσανε πολύ για 'κείνον. Όπου κι εγώ τους είπα πως είχα κατά νου σήμερα κοντά του να τους οδηγήσω. Όμως στο αναμεταξύ ήσυχοι μέσα όλοι ας παραμείνουν. Γι' αυτό άλλωστε σε παρακάλεσα μαζί μου μέχρι έξω εδώ να έρθεις. Ώστε να διαπιστώσουμε αν με υπακούουν από κοινού. Και δε βρίσκεται ούτ' ένας τους εδώ. Έλα λοιπόν. ΚΡΙΤΙΑΣ
Ερμοκράτη!
ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Τι τρέχει; ΚΡΙΤΙΑΣ
Τον βλέπω! Εκεί! Αληθινά! ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Πάμε να φύγουμε, Κριτία! Στο στόμα του μην τύχει και μας πιάσει. 51
3y] σκηνη [Εμπεδοκλής]
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Μες στη γαλήνη μου ήρθες ελαφροδιαβαινοντας κάτω με συναπάντησες, στα σκότη της σπηλιάς. Φιλική, εσύ! Απρόσμιενη δεν ήρθες! Κι από μακριά, πάνω απ' της γης ψηλά, τον ένιωσα εγώ τον γυρισμό σου, ωραία ημέρα! Κι εσάς έμπιστές μου, ταχυπράγμονες του νψους δυνάμεις! Και σιμά μου βρίσκεστε, σαν άλλοτε σιμά, σ' εμένα σιμά, ευτυχισμένα, εσείς, απλάνευτα του άλσους μου δέντρα! Στο μεταξύ τρανεύατε και καθημερινά πότιζε των ουράνιων η πηγή τους ταπεινούς με φως και σπινθήρα ζωοποιό, έσπερνε γονιμοποιώντας από τους ανθηρούς επάνω ο αιθήρ. Ω μύχια φύσις! Ενώπιόν μου σ' έχω! Γνωρίζεις ακόμα τον φιλο, τον πολυαγαπημένο, δεν με γνωρίζεις άλλο πια; Τον ιερέα, που άσμα σου 'φερνε ζωντανό, καθώς χαρμόσυνα χυμένο αίμα θυσίας; 52
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Μα τα ιερά φρέατα, όπου γαλήνια συνάζονται τα νερά και ξανανιώνουν τις ημιέρες τις καυτές οι διψούντες! Εντός μου, εντός μου, άλλοτε ξεχυνόσασταν πηγές της ζωής, απ' του κόσμου μιέσα τα βάθη και σ' εμιένα προσέρχονταν οι διψούντες! - Στερεμένος είμαι τώρα εγώ και τους θνητούς άλλο πλέον ποτέ δε θα τέρψω. Είμαι ολότελα μόνος; Κι είναι νύχτα ως και την μέρα εδώ πάνω; Αλίμονο! Εκείνος που θώρησε ψηλότερα παρά μάτια θνητά, ο τυφλοβολημένος, ολόγυρά του τώρα ψηλαφεί. Πού είσαστε, θεοί μου; Αλίμονο, σαν κανέναν επαίτη με παρατήσατε και τούτα εδώ τα στήθη, που ερωτευμένα σας ψυχανεμίζονταν, μακριά σας μου τα καταγκρεμίσατε και μέσα σ' ατιμωτικά τα φυλακίσατε δεσμά. Τα ελευθερογέννητα, που έξω απ' τον εαυτό τους σ' άλλον να υπακούν δεν στέργουνε κανέναν; Κι αυτό εγώ να τ ' ανέχομαι οφείλω όμοια με κάτι ανήμπορους, που στ' άγρια μέσα Τάρταρα ζεμιένοι γυρνούν γύρω από τα έργα τους τα παλιά; Η απόφασις μου ελήφθη! Το θέλω! Ανάσα να πάρω θέλω! Χα χα! Και να ξημερώσει πρέπει! Δρόμο από 'δω! Μα την περηφάνια μου! Τη σκόνη εγώ δεν θα φιλήσω του μονοπατιού αυτού, όπου άλλοτε μιέσα σ' ένα ωραίο εβάδισα όνειρο. — Αυτά πάει, περάσανε! Αγαπήθηκα, από σας αγαπήθηκα, θεοί. σας ένιωθα, σας γνώριζα, από κοινού μαζί σας δρούσα, έτσι όπως εσείς 53
FRIEDRICH HÖLDERLIN
την ψυχή μου εκινούσατε, έτσι σας γνώριζα, έτσι εντός μου ζούσατε. - Ω, όχι! Δεν ήταν ένα όνεφο, με τούτη την καρδιά σ' ένιωθα γαλήνιε αιθέρα, κάθε φορά που των θνητών η πλάνη την ψυχή μου ζύγωνε κι εσύ γιατρευτικός τα ερωτόπληκτα μου περιέπνεες στήθη, πανσυμφιλιωτή! Και τούτα εδώ τα μάτια τη θεϊκή σου θεωρούσανε δράση, φως εσύ, το πάντα εκτύσσον! Και όλοι οι λοιποί, οι αιωνίως ισχυροί! Ω φάσμα! Αυτά πάει, περάσανε! Κι από τον εαυτό σου μην το αποκρύβεις, εσύ ο ίδιος εστάθης ο ένοχος, φτωχέ Τάνταλε^^ Εσύ την ιεροσύνη βεβήλωσες, εσύ, όλο αυθάδη υπερηφάνεια στα δύο τον ωραίο έκοψες δεσμό, άθλιε! Την ώρα που τα πνεύματα του κόσμου ερωτευμένα εντός σου λησμονιόνταν, εσύ τον εαυτό σου βρήκες να θυμηθείς; Και τους θάρρεψες φτωχέ άφρονα, σ' εσένανε ξεπουλημένους τους αγαθούς, θάρρεψες ότι οι επουράνιοι σαν ηλίθιοι δούλοι εσένανε θα υπηρετούσαν; Δεν υπάρχει πουθενά ο εκδικητής; Και είναι λοιπόν ανάγκη εγώ μοναχός μου τον χλευασμό και την κατάρα ενάντια στην ίδια μου να ξεστομίσω την ψυχή; Και δεν βρίσκεται καλύτερός μου κανείς το στεφάνι το δελφικό^^ από την κεφαλή για να μου αφαιρέσει, τους βοστρύχους να μου ξεριζώσει, στον φαλακρό καθώς αρμόζει προφήτη;
54
4η σκψη [Εμπεδοκλής, Παυσανίας]
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω επουράνιες δυνάμεις! Τι βλέπουν τα μάτια μου; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Δρόμο από δω! Ποιος σ' έχει στείλει; Να μ' αποτελειώσεις ζητάς; Τα πάντα να σου πω, αν δεν τα ξέρεις. Και κρίν' εσύ μετά το τι θα πράξεις. Παυσανία! Ω μην αναζητάς τον άνδρα που η καρδιά σου έχει λατρέψει, διότι άλλο δεν υπάρχει πια! Και πήγαινε, καλό μου αγόρι! Η όψη σου μου πυρπολεί το λογισμό και, είτ' ευλογία, είτε κατάρα, μου πέφτουν από σένα και τα δύο πάρα πολύ. Αλλά όπως θες! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Τι συνέβη; Καιρόν πολύ ανυπόμονα σε καρτερούσα, κι ευθύς από μακριά 55
FRIEDRICH HÖLDERLIN
μόλις σ' εθώρησα, στης ημipας ε(πα ευχαριστώ το φως. Κι έτσι σε ξαναβρίσκω υψηλέ άνδρα; Αχ, σαν μια δρυ που την εχτύπησεν ο Ζευς, συντρίμμια, από την κεφαλή μέχρι τις άκρες των ποδιών! Μόνος σου ήσουνα; Δεν ξεχώρισα τα λόγια, όμως ακόμη αντηχεί στ' αυτιά μου ο ξένος τόνος του θανάτου. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Του ανδρός ήτανε η φωνή, που πιο πολύ παρά θνητός κανείς καυχήθηκε, διότι υπέρμετρα η αγαθή φύσις τον είχε ευνοήσει. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Σαν εσένα, ο εμπιστεμένος να 'ναι κάποιος όλων του κόσμου των θεϊκών ουδέποτε είναι υπέρμετρο. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Έτσι μιλούσα, καλέ μου, κι εγώ όσον καιρό τα ιερά τα θέλγητρα το πνεύμα μου δεν είχανε ακόμη εγκαταλείψει κι εμένα, τον βαθιά ερωτευμένο, εκείνοι ακόμη μ' αγαπούσανε, του κόσμου τα δαιμόνια. Ω ουράνιο φως! Άνθρωπος δεν μου το δίδαξε. — Ήδη πιο πριν, κάθε φορά που η νοσταλγική καρδιά μου την Πάνζωον να εύρει δεν το δυνόταν, σ' εσένα στρεφόμουν, σαν τα βλαστά σ' εσένα παραδινόμουν σ' ευλαβική μέσα τέρψη για καιρό στα τυφλά. 56
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Καθότι δύσκολο για τον θνητό τους αγνούς ν' αναγνωρίσει. Όταν όμως άνθιζε το πνεύμα έτσι όπως κι εσύ το ίδιο ανθείς. Τότε σ' αναγνώριζα, τότε και το φώναζα: Ζεις κι έτσι όπως τριγύρω απ' τους θνητούς ολόχαρο πλανιέσαι κι ουράνια νεανικό το καθετί με το γλυκύ σου σκεπάζεις το φέγγος, που όλα στου πνεύματός σου βαπτισμένα είναι το χρώμα έτσι ένα ποίημα κι η δική μου γινότανε η ζωή. Καθότι εντός μου βρίσκονταν η ψυχή σου κι ανοιχτή παραδινόταν η καρδιά μου, όμοια όπως κι εσύ, στην αυστηρή τη γη, την πάσχουσα. Και πολλές φορές σε νύχτες μέσα ιερές, της το επαγγελόμουν της παμπεπρωμένης έως το θάνατο πιστός στον έρωτά της δίχως φόβο ν' απομείνω κι από τα αινίγματά της ούτ' ένα να μην καταφρονήσω. Τότες ένας αλλιώτικος αχός απλωνόταν μες στο άλσος κι απαλά θροΐζαν των βουνών της οι πηγές. Όλες σου τις τέρψεις γης! Όχι έτσι, με το χαμογέλιο, σ' άλλους όπως, λιγότερο, τις προσφέρεις, δυνατούς! Αλλά εξαίσιες, έτσι όπως είναι, και θερμές κι αληθινές, από την έγνοια μέσα κι από την αγάπη ωριμασμένες, τέτοιες εμένα μου τις δώριζες. Και σαν συχνά, σε μακρινές καθισμένος βουνοκορφές κι έκπληκτος, της ζωής την ιερή αναλογιζόμουν πλάνη. 57
FRIEDRICH HÖLDERLIN
απ' τις μεταμορφώσεις σου υπέρμετρα βαθώ συνεπαρμένος χαι μες στο ψυχανέμισμα ενός δικού μου πεπρωμένου, ανάσαινε τότε γιατρευτικός, έτσι όπως και προς χάριν σου, ο αιθέρας απ' τα ερωτόπληκτά μου ολόγυρα τα στήθη και μαγικά λυνόντανε στα βάθη του τα αινίγματά μου. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ευτυχισμένε! ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Υπήρξα! Ω και να μπορούσα έτσι όπως ήταν να το πω, να τ' ονομάσω — τις μεταμορφώσεις και τη δράση των δυνάμεών σου των δαιμονιακών, των έξοχων, που σύντροφός τους εστάθηκα, ω φύσις! Γι' άλλη μια να μπορούσα φορά ενώπιον της ψυχής μου να τις ανακαλέσω, που τα βουβά μου, τα θανατοερημωμένα, στήθη, απ' όλους σου τους τόνους ν' αντηχούσαν ξανά! Είμ' ο ίδιος ακόμη; Και θρόίζανε προς χάριν μου όλες οι φτερωτές σου οι μελωδίες; Και την πανάρχαιά σου τη συγχορδία εγώ ήμουν που την άκουγα, μεγάλη φύσις; Αχ! Ο από τους πάντες παρατημένος εγώ, τάχατες δεν έζησα μ' αυτήν εδώ μαζί την ιερή γης και με το φως αυτό και μ' εσένα μαζί που η ψυχή μου να σ' αποχωριστεί δεν στέργει, 58
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ω πατήρ αιθέρα, και με τους ζώντες άπαντες σ' έναν μοναδικό παρόντα Όλυμπο; Εκδιωγμένος τώρα θρηνώ και ν' απομείνω δεν ποθώ πουθενά, αχ, ως κι εσένα μακριά μου σ' έχουν πάρει, - λέξη μην πεις! Πεθαίνει ο έρωτας, όταν πετάξουνε μακριά οι θεοί, καλά το γνωρίζεις γΓ αυτό και άφησέ με, δεν είμαι ο ίδιος άλλο πια, κι εσύ δικός μου άλλο πια δεν είσαι. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ο ίδιος είσαι ακόμη τόσο αληθινά όσο και πριν και να στο πω άφησέ με, ασύλληπτο μου είναι πώς έτσι μοναχός σου τον εαυτό σου εκμηδενίζεις. Θαρρώ θ' αποκοιμιέται πού και πού ως κι η δική η ψ ^σου χή' αρκετά όταν πλέον προς τον κόσμο έχει ανοιχτεί. Όπως ^ ηγη που αγαπάς και που συχνά σ' ανάπαυση βαθιάν αποτραβιέται. Εσύ λοιπόν νεκρή την ονομάζεις, την αναπαυόμενη; ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Με πόση στοργική φροντίδα σκαρφίζεσαι παρηγοριές. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ναι, βέβαια τον άπειρο εμένα με περιγελάς και συλλογιέσαι πως επειδή την ευτυχία σου, έτσι όπως εσύ, εγώ, ποτέ δεν την εννόησα, πάλι και τώρα που υποφέρεις 59
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ξέταφα πράγματα σου λέω. Δεν σε είδα τάχατες στο έργο σου επάνω, τότε που τ' άγριο κράτος μορφή από σένα ελάμβανε και νόημα^^ Στην ισχύ του το πνεύμα σου τάχα δεν ένιωσα και τον κόσμο του μιαζι, σαν συχνά μια σου και μόνον λέξη, σε ιερές ειπωμένη στιγμές, χρόνων πολλών δημιουργούσε για μένα τη ζωή, που στο εξής μια νέα, ωραία εποχή για τον έφηβο αρχινούσε; Σαν μερωμιένου ελαφιού καρδιά, όταν μακρινά το δάσος θροίζει και την πατρίδ' αναθυμάται, όμοια χτυπούσε κι η δική μου η καρδιά κάθε φορά που εσύ για του παλαιού, αρχέγονου κόσμου μού μιλούσες την ευτυχία. Και τάχατε δε χάραζες του μέλλοντος τις μεγάλες τις κατευθύνσεις στα μάτια μιου μπροστά, ίδια όπως το βέβαιο του καλλιτέχνη βλέμμα στην εικόνα το τμήμα προσθέτει που της λείπει και την συμπληρώνει; Ενώπιόν σου δεν απλώνεται ανοιχτό των ανθρώπων το πεπρωμιένο; Κι εσύ δεν είσαι των δυνάμεων της φύσεως ο έμπιστος, εκείνος που γνωρίζει καθώς θνητός άλλος κανένας, κατά την βούλησή του γαλήνια να τις κυβερνά; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Αρκεί! Δεν ξέρεις τι αγκάθι 'ναι για μένα καθεμιά λέξη που μιλάς. 6ο
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Πρέπει λοιπόν τα πάντα να μισήσεις στη δυσθυμία σου μέσα; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω σεβάσου αυτό που δεν κατανοείς! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Γιατί μου το αποκρύβεις και τα πάθη σου αίνιγμα μου τα κάνεις; Πίστεψέ με! Τίποτε δεν υπάρχει οδυνηρότερο. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Και τίποτε οδυνηρότερο δεν υπάρχει, Παυσανία, πάθη από το ν' αποκρυπτογραφείς! Μα δεν βλέπεις λοιπόν; Αχ! Θα μου ήταν προτιμότερο τίποτε να μην ήξερες ούτε για μένα ούτε για όλο μου το πένθος. Όχι! Δεν έπρεπε να το 'χω ξεστομίσει^^, ιερή φύσις, παρθενική, που απ' τον τραχύ διαφεύγεις λογισμό! Σε περιφρόνησα και τον εαυτό μου μοναδικό κυρίαρχο ανακήρυξα, ο θρασύς ο βάρβαρος! Την απλότητά σας περιφρόνησα αγνές, εσείς, παντοτινά νεανικές δυνάμεις! Που με χαρά μ' αναστήσατε, με τέρψη με θρέψατε! Αλλχ επειδή πίσω σε μένα ίδιες κι απαράλλαχτες πάντα ξαναγυρίζατε, αγαθές εσείς, την ψυχή σας δεν την σεβάστηκα! Την ήξερα δα, είχα πλέον ξεσχολίσει της φύσης τη ζωή, και πώς για μένα να 'ναι πια σαν κάποτε ιερή; Στις υπηρεσίες μου 6ι
FRIEDRICH HÖLDERLIN
είχαν τεθεί τώρα πια οι θεοί, εγώ μονάχα ήμουνα ο θεός, και όλο αυθάδη περηφάνια το ξεστόμισα Ω πίστεψε με, κάλλιο να μην είχα γεννηθεί! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Τι; Για μια και μόνο λέξη; Πώς μπορείς τόσο ν' απελπίζεσαι, δριμύτατε άνδρα; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Για μια και μόνο λέξη; Ναι. Και είθε να μ' εκμηδενίσουν έτσι όπως μ' αγαπήσανε οι θεοί. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Άλλοι δεν μιλούνε σαν εσένα. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Οι άλλοι! Και πώς θα το μπορούσαν; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ναι, πράγματι, θαυμαστέ άνθρωπε! Τόσο μύχια ούτε αγάπησε ποτέ ούτε και είδε άλλος κανείς τον αιώνιο κόσμο και τα δαιμόνια και τις δυνάμεις του, όπως εσύ, γι' αυτό και μίλησες μονάχα εσύ τον λόγο τον δριμύ. Και γι' αυτό και νιώθεις μόνο εσύ τόσο βαθιά πως μια και μόνον υπερήφανή σου συλλαβή απ' την καρδιά όλων των θεών σε έχει ξεριζώσει. Κι ερωτευμένος θυσία τους παραδίνεσαι. 62 Ω Εμπεδοκλή!
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Κοίτα! Τι τρέχει; Ο Ερμοκράτης ο ιερεύς, και [χαζί του πλήθος λαού! Και ο Κριτίας, ο άρχων. Σπίτι μου τούτοι τι γυρεύουν; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ψάχνουν από καιρό να μάθουνε πού είσαι.
63
5η σκψη [Εμπεδοκλής, Παυσανίας, Ερμοκράτης, Κριτίας, Ακραγαντινοί]
ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Ιδού ο άνδρας που για κείνον λέτε πως τάχα ζωντανός στον Όλυμπο ανελήφθη. ΚΡΙΤΙΑΣ
Και σαν θνητός θλιμμένος να 'ναι μοιάζει. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Φτωχοί χλευαστές! Είναι λοιπόν για σας χαρά όταν κάποιος που μέγα τον θαρρούσατε υποφέρει; Και τον έχετε για εύκολη λεία τον δυνατό, αδύναμος σαν έχει γίνει; Σας εξάπτει ο καρπός, ώριμος στη γης πάνω σαν πέφτει, όμως, πιστέψτε με, όλα δεν ωριμάζουν για καλό σας. ΕΝΑΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Τι λέει;
64
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Σας παρακαλώ πηγαίνετε, κοιτάξτε τις δικές σας έγνοιες και στις δικές μου μην ανακατεύεστε. ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Πάνω σ' αυτό έχει πάντως μια κουβέντα να σου πει κι ο ιερεύς. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Αλίμονο! Αγνοί θεοί! Ζωντανοί! Είναι λοιπόν χρεία τούτος εδώ ο υποκριτής το πένθος μου να μου δηλητηριάσει; Πήγαινε! Απείραχτο πολλές φορές σ' έχω αφήσει Είναι λοιπόν θεμιτό ούτε κι εσύ εμένα να πειράξεις. Το ξέρεις δα, σου 'χω δώσει να το καταλάβεις, σε γνωρίζω, κι εσένα και το κακό σου το σινάφι και για καιρό ήταν ένα αίνιγμα για μένα πώς στην ομήγυρή της μέσα σας ανέχεται η φύσις. Αχ! Ως και σαν ακόμα ήμουν παιδί σάς αποστρέφονταν, των πάντων εκφαυλωτές, η ευσεβής μου η καρδιά, που αδέκαστη, σ' έρωτα μέσα μύχιο, προσηλωμένη απόμενε στον Ήλιο και στον Αιθέρα και στους αγγελιοφόρους όλους της μεγάλης, της από τα μακρινά πέρατα γνέφουσας φύσεως. Διότι καλά το ένιωθα μέσα στον φόβο μου πως εσείς τον ελεύθερο της καρδιάς προς τους θεούς έρωτα 65
FRIEDRICH HÖLDERLIN
σε μια χυδαία να μετατρέψετε γυρεύατε διακονία και πως θα έπρεπε κι εγώ στο εξής να πράττω σαν κι εσάς. Δρόμο από εδώ! Δεν μπορώ ενώπιόν μου τον άνδρα να θωρώ που ασκεί τα ιερά λες και κάνει εμπορία. Η όψις του είναι ψεύτικη και ψυχρή και νεκρή σαν τους θεούς του. Εμβρόντητοι τι στέκεστε; Εμπρός πηγαίνετε! ΚΡΙΤΙΑΣ
Όχι προτού η ιερή κατάρα το πρόσωπό σου κηλιδώσει, ξεδιάντροπε συκοφάντη! ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Ήσυχα φίλε! Στο 'χα πει πως δυσθυμία πρόκειται να τον κατακυριέψει! Εμένα είναι που καταφρονεί ο άνδρας τούτος, τ' ακούσατε πολίτες του Ακράγαντος! Και κουβέντες σκληρές σ' έναν άγριο επάνω καυγά μαζί του ν' ανταλλάξω δεν επιθυμώ. Ανάρμοστο θα ήταν για έναν γέροντα. Αοιπόν τον ίδιο να ρωτήσετε ποιος είναι δοκιμάστε! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω σταματήστε! Αφού το βλέπετε, δεν ωφελεί σε τίποτε κανέναν να βασανίζει μια καρδιά που αιμορραγεί. Κάντε την μου αυτήν 66
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
την χάρη, το μονοπάτι, όπου βαδίζω, γαλήνιος [χέχρι τέλους να το πάω, το ιερό, γαλήνιο του θανάτου μονοπάτι. Ξεζεύετε από τ' άροτρο το ιερό το σφάγιο κι άλλο πια δεν το τρυπάει του ζευγολάτη το κεντρί. Όμοια και σ' εμιένα χαριστείτε. Με άσχημες κουβέντες τα πάθη μου, μη μου ατιμάζετε διότι ιερά είναι. Και τα στήθη μου η χρεία σας ας μη βαραίνει. Η οδύνη τους ανήκει στους θεούς. ΠΡΩΤΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Τι συμβαίνει λοιπόν, Ερμοκράτη; Γιατί ο άνδρας τούτος τέτοια λόγια μιλάει αλλόκοτα; ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Μας προστάζει να φύγουμε, λες και μας φοβάται. ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Σαν τι θαρρείτε; Σκοτίστηκεν ο λογισμός του, διότι ενώπιόν σας θεός αυτοανακηρύχθηκε. Όμως επειδή πίστη στα λόγια μου πλέον δεν δίνετε, ρωτήστε και τον ίδιο. Θα σας πει. ΤΡΙΤΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Μα βεβαίως και σε πιστεύουμε. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Μα βεβαίως και τον πιστεύετε; Ξεδιάντροποι; - Δεν σας αρέσει σήμερα ο Δίας σας. Φαίνεται σκυθρωπός. 67
FRIEDRICH HÖLDERLIN
To είδωλο σας έχει γίνει άβολο. Γι' αυτό καί, μα βεβαίως και τον πιστεύετε; Ιδού εκείνος στέκει και πενθεί και το πνεύμ' αποσιωπεί, αυτό που σε καιρούς φτωχούς σε ήρωες οι έφηβοι θα νοσταλγήσουν, όταν τούτος δε θα 'ναι άλλο πια. Κι εσείς, κι εσείς έρπετε ολόγυρά του και συρίζετε, σας είναι κάτι τέτοιο επιτρεπτό; Και τόσο είσαστε χοντρόπετσοι, που ούτε καν του ανδρός αυτού η όψις για σας προειδοποίηση να μην αποτελεί; Και ήμερος επειδή είναι τολμούνε να χυμήξουν καταπάνω του οι δειλοί; - Ιερή φύσις! Πώς τ' ανέχεσαι ως κι εσύ τέτοια σκουλήκια στην ομήγυρή σου μέσα; Και τώρα στέκεστε και με κοιτάτε δίχως να ξέρετε τι ν' αρχινήσετε μαζί μου. Τον ιερέα ρωτήστε! Αυτόν που όλα τα ξέρει! ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Ω ακούστε πώς κι εσάς κι εμένα κατάμουτρα μας βρίζει το αναιδές αυτό αγόρι. Όμως γιατί τάχατε όχι; Του επιτρέπεται, μιας και στον δάσκαλό του επιτρέπεται το καθετί. Λέει ό,τι θέλει, τον λαό με το μιέρος του όποιος έχει, καλά το γνωρίζω και πεισματάρικα ν' αντιταχθώ ούτε καν που δοκιμάζω. Αφού τ' ανέχονται ως και οι θεοί. Πολλά ανέχονται τούτοι και σιωπούνε, έως ότου μέχρις εσχάτων πλέον να φθάσει ο ξαγριεμένος λογισμός. Ύστερα όμως ο υβριστής πίσω ξανά 68
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
θα καταγκρεμιστε(, στο άπατο μέσα σκότος. ΤΡΙΤΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Ε, πολίτες! Εγώ μ' αυτούς εδώ τους δύο στο μέλλον δεν θέλω να 'χω άλλο πια να κάνω. ΠΡΩΤΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Για πείτε μου, πώς έγινε και μας ξελόγιασε; ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Δρόμο πρέπει να πάρουνε, κι ο μαθητής κι ο δάσκαλος. ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Έφθασε λοιπόν η ώρα! - Εσάς επικαλούμαι, εσάς τρομεροί της εκδικήσεως θεοί! Νέφη ο Ζευς κυβερνάει και στον Ποσειδώνα των υδάτων υπακούουν τα κύμιατα, όμως σ' εσάς, ελαφροδιάβατοι, σ' εσάς, του κρυφού η επικράτεια έχει δοθεί και κάθε που απ' το λίκνο μέσα ένας νους ατίθασος 'θε να ξεπεταχτεί είστε κι εσείς εκεί από δίπλα. Κι αν τυχόν και τούτος στο αναμεταξύ τρανέψει, στο θρασσομάνημά του αν επάνω ύβρη διαπράξει, εσείς, στοχαστικοί, παντού σιωπηλά τον συνοδεύετε, του στήθους του αφουγκράζεστε την αμέριμνη φλυαρία, που τον εχθρό σάς προδίδει των θεών. Κι αυτόν, κι αυτόν, τον ξέρατε, τον κρυφό ξεπλανευτή, που το λαό ξελόγιασε 69 πατρίδος και με τους νόμους έπαιξε της
FRIEDRICH HÖLDERLIN
xat που εκείνους, τους παλιούς του Ακράγαντος θεούς και τους ιερείς τους ουδέποτες σεβάστηκε. Ούτε κι απόμεινε κρυφός ενώπιόν σας, τρομεροί, όσον καιρό σιωπούσε ακόμη, ο τερατώδης λογισμός του! Έφερε το έργο του εις πέρας. Μιαρέ! Θάρρεψες ότι θ' αλαλάξουν, σαν τώρα στερνά ενώπιόν τους αυτοανακηρύχθηκες θεός; Και ότι θα βασίλευες κατόπιν στον Ακράγαντα, ένας και μοναδικός παντοδύναμος τύραννος και ότι δικός σου θα 'τανε, δικός σου μοναχά ο αγαθός τούτος λαός και η ωραία του γης. Όμως εκείνοι σιώτιησαν. Έντρομοι απόμειναν να στέκονται. Και τότε ωχρίασες και παράλυτο σε κρατούσε η μαύρη πίκρα στη σκοτεινή σου μιέσα τη σπηλιά, όπου κατέβηκες από το φως να δραπετεύσεις της ημέρας. Και καταφθάνεις τώρα εδώ τη χολή σου πάνω μου για να ξεχύσεις και τους θεούς μας βλασφημάς. ΠΡΩΤΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Είναι φως φανάρι! Πρέπει να δικαστούν! ΚΡΙΤΙΑΣ
Σας το 'χα πει. Ουδέποτ' εμπιστεύτηκα τον ονειροπαρμένο. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Ω παράφρονες! ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Και τολμάς ακόμη 70
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
και μιλάς, κι ούτε καν νιώθεις ότι μ' εμάς τίποτε πλέον δεν έχεις το κοινό, ότι ένας ξένος έχεις καταντήσει κι άγνωρος ανάμεσα στους ζωντανούς. Δικαίωμα πλέον δεν έχεις πάνω στην πηγή που μας ποτίζει, μήτε και στης φωτιάς που μας ευεργετεί τη φλόγα και καθετί που των θνητών τέρπει τις καρδιές εσένα στο στερούν οι ιεροί της εκδικήσεως θεοί. Δεν είναι πλέον για σένα το γελαστό φως εδώ ψηλά, μήτε της γης αυτής το πράσινο μήτε οι καρποί της κι ο αγέρας άλλο πια την ευλογία του δεν σου δίνει, τα στήθη σου όταν για δροσιά στενάζουν και διψούν. Είναι μάταιο, σ' οτιδήποτε δικό μας είναι πίσω εσύ ποτέ δε θα ξαναγυρίσεις. Διότι ανήκεις στους εκδικητές, στους ιερούς του θανάτου τους θεούς. Κι αλίμονο σ' όποιον από δω κι εξής έστω και μια σου μόνο λέξη φιλικά μες στην ψυχή του προσδεχθεί, σ' όποιον το χαιρετισμό θα σου αποτείνει και χέρι θα σου απλώσει, που μεσημέρι να ξεδιψάσεις θα σου δώσει και στο τραπέζι του θα σ' ανεχτεί και που στέγη για να κοιμηθείς θα σου προσφέρει, νύχτα την θύρα του σαν θα χτυπήσεις. Και που, όταν πεθάνεις, την φλόγα την επιτύμβια θα σου ανάψει! Αλίμονό του κι αλίμονο σ' εσένα! Έξω από 'δω! Οι θεοί της πατρίδος δεν ανέχονται άλλο πλέον εκεί όπου ορθώνονται οι βωμοί τους των πάντων τον καταφρονητή! 71
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΙ
Έξω από 'δω μην τυχόν κι η κατάρα του κι εμάς μας κηλιδώσει! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω έλα, δε θα φύγεις μοναχός. Τπάρχει κάποιος που ακόμη σε τιμάει, απαγορευμένο κι ας είναι, αγαπημένε! Και το ξέρεις ότι του φίλου η ευλογία είναι ισχυρότερη από την κατάρα αυτού εδώ του ιερέως. Ω σε χώρα μακρινή να πάμε έλα! Κι εκεί θα βρούμε των ουρανίων το φως κι εγώ να φέγγει φιλικά μες στην ψυχή σου θα παρακαλώ. Στην αίθρια, υπερήφανη Ελλάδα, εκεί αντικρύ, κι εκεί πράσινους λόφους και ίσκιους θα σου χαρίζει το σφενδάμι και μειλίχιες αύρες των οδοιπόρων θα δροσίζουνε τα στήθη. Και όταν αποκαμωμένος απ' της ημιέρας την πυρά σε μιακρινό θα κάθεσαι μονοπάτι, εγώ, με τούτα εδώ τα χέρια, νερό από δροσερή πηγή να πιεις θα σου φέρνω και βρώση για σένανε θ' αναζητώ και πάνω από την κεφαλή σου κλαριά θ' απλώνω και μούσκλα και φύλλα για κλίνη θα σου στρώνω και στον ύπνο σου φρουρός θα σταθώ. Κι αν έτσι πρέπει, εγώ και την φλόγα να σου ανάψω την επιτύμβια, αυτήν που σου αρνιούνται οι βέβηλοι. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Ω πιστή καρδιά! - Για μένα εγώ, πολίτες, τίποτε δε γυρεύω. Ό,τι έγιν' έχει γίνει πια! Μόνο γι' αυτό εδώ τ' αγόρι σας παρακαλώ. 72
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Ω μην αποστρέφετε το πρόσωπο από μιένα! Δεν είμ' εγώ εκείνος που μ' αγάπη κάποτε συναζόσασταν ολόγυρά του; Εσείς οι ί8ιοι ούτε καν μου δίνατε το χέρι, άπρεπο σας φαινόντανε άγρια τριγύρω να σμπρώχνεστε απ' τον φίλο. Μα στέλνατε τ' αγόρια σας^^ το χέρι τους εκείνα να μου δώσουνε, τα ειρηνικά, και στους ώμους σας επάνω καθισμένα μου κουβαλούσατε τα πιο μικρά παιδιά και ψηλά με τα μπράτσα τ' ανυψώνατε. Δεν είμ' εγώ εκείνος; Και δεν αναγνωρίζετε τον άνδρα που κάποτε του 'χατε πει πως θα μπορούσατε, αν το επιθυμούσε, μαζί του από χώρα σε χώρα σαν ζητιάνοι να βαδίσετε και που, αν γινόταν, μέχρι και ως τα Τάρταρα θα τον ακολουθούσατε; Παιδιά μου, εσείς! Όλα να μου τα χαρίσετε ποθούσατε και πόσες ασύνετα φορές δεν μ' είχατε αναγκάσει τη ζήση σας ό,τι φωτίζει κι ό,τι συντηρεί σαν δώρο να δεχτώ; Γι' αντάλλαγμα τότε σας έδινα κι εγώ κάτι δικό μου και πιότερο από καθετί δικό σας το τιμούσατε. Φεύγω τώρα μακριά σας! Μην μου αρνηθείτε την μοναδική αυτήν χάρη: Ελεηθείτε τούτο εδώ τ' αγόρι. Κακό κανένα δε σας έχει κάνει, μ' αγαπάει μονάχα, έτσι όπως μ' αγαπήσατε κι εσείς. Και πείτε το και μοναχοί σας, ευγενής αν δεν είναι και ωραίος! Και στο μέλλον πιστέψτε με, σίγουρα θα τον χρειαστείτε. 73
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Συχνά σας το 'λεγα: Νύχτα και παγωνιά θ' απλωνόντανε στη γη και μιέσα στην ένδεια θα μαράζωνε η ψυχή, αν οι αγαθοί θεοί πότε πότε δεν μας έστελναν τέτοιους εφήβους των ανθρώπων τη φυλλορροούσα για να δροσισουνε ζωή. Και ιερά, σας έλεγε, να θεωρείτε πρέπει τα αίθρια πνεύματα. — Ω ελεηθείτε τον! Τον πόνο μην τον επιφέρετε! Υποσχεθείτε μου το! ΤΡΙΤΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Δρόμο από 'δω! Δεν τ' ακούμε αυτά που λες! ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Τ' αγόρι πρέπει να πάθει ό,τι μοναχό του εγύρεψε. Να τιμωρηθεί πρέπει για τ' απόκοτό του θράσος. Μαζί σου θα φύγει και η κατάρα σου θα \αι και δική του. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Σωπαίνεις Κριτία! Μην το αποκρύβεις σ' αγγίζει αυτό κι εσένα. Τον γνώριζες, έτσι δεν είναι; Ποταμοί αίμιατος ζώων δεν ξεπλύνανε την αμαρτία. Πες τους το, καλέ μου, σε παρακαλώ! Είναι σαν μεθυσμένοι, μίλησε μιαν ήσυχη κουβέντα για να ξαναγυρίσουν οι φτωχοί στα συγκαλά τους! ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟΣ
Ακόμη θα μας βρίζει; Την κατάρα σου θυμήσου και πάψε να μιλάς και φεύγα. Ειδάλλως θα σηκώσουμε πάνω σου χέρι. 74
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΚΡΙΤΙΑΣ
Σωστή κουβέντα, πολίτες! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Έτσι, ε; - Ώστε θα σηκώσετε πάνω μου χέρι; Τι λοιπόν; Ορέγονται κιόλας τη ζωή μου οι λιμασμένες Άρπυες; Και ούτε καν να περιμένετε μπορείτε μιέχρι το 7Γ\;εύμα μου να φύγει, προτού μου βεβηλώσετε το πτώμα; Εμπρός τότε! Κατακρεουργήστε την τη λεία και μοιραστείτε την και την απόλαυσή σας ας την ευλογεί ο ιερεύς και τους συντρόφους του της εκδικήσεως τους θεούς για το γεύμα ας προσκαλέσει! Τρέμεις ανίερε! Με γνωρίζεις; Και το κακό σου το παιχνίδι εγώ πρέπει να στο χαλάσω; Μα τα γκρίζα σου μαλλιά, άνθρωπε! Χώμα να γινόσουν θα 'πρεπε! Διότι ως και για των Ερινύων ακόμα δούλος είσαι υπερβολικά κακός. Ωγιαιδές! Να στέκεις ενώπιόν μου έτσι καταντροπιασμένος κι εντούτοις να σου επιτρέπεται σ' εμένανε τον δάσκαλο να κάνεις; Είναι βεβαίως άθλιο έργο εν' αγρίμι να κυνηγάς που αιμορραγεί! Πενθούσα, το 'ξερε τούτος, γι' αυτό και βρήκε το θάρρος, ο δειλός. Και με τσακώνει και του όχλου τα δόντια ξεσηκώνει την καρδιά μου να σπαράξουν. 75
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Ω ποιος τώρα, ποιος, τον μιασμ^νο θα γιατρέψει, ποιος κοντά του εκείνον θα δεχτεί που άπατρις, με της ατίμωσης του τις ουλές τριγύρω από ξένα περιπλανιέται σπίτια, που τους θεούς του άλσους ικετεύει εκείνοι να τον κρύψουν; ~ Πάμ£, γιε μου! Με πόνεσαν κι ωστόσο θα το λησμονούσα, αλλά εσύ; - Χα χα! Οδεύστε λοιπόν προς τον αφανισμό, ανώνυμοι! Από θάνατο πεθάνετε αργό και του ιερέως το κορακίσιο άσμα είθε να σας κατευοδώνει! Και μιας κι εκεί όπου υπάρχουν πτώματα εκεί συνάζονται κι οι λύκοι, σίγουρα θα βρεθεί ένας λύκος και για σας. Που μιε το αίμα σας θα χορτάσει, που από σας την Σικελία θα εξαγνίσει. Ερημωμιένη θ' απλώνεται η χώρα, εκεί όπου άλλοτε τα πορφυρά σταφύλια, μετά χαράς τους τρανεύανε προς χάρη ενός καλύτερου λαού και χρυσοί καρποί μες στο σκοτεινό το άλσος κι ευγενές στάρι. Και θα ρωτάει κάποτε ο ξένος, στων ναών σας σαν θα περιπλανιέται τα χαλάσματα αν εκεί άλλοτε ορθώνονταν η πόλις^®! Και τώρα πηγαίνετε! Σε μιαν ώρα δε θα 'μαι πλέον εδώ. — (Ενώ εκείνοι φεύγουν) — Κριτία! Εσένα έχω ακόμη ένα λόγο να σου πω. 76
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ (Αφού ο Κριτίας έχει επιστρέψει)
Δώσ' μου στο μεταξύ την άδεια στον γέροντα πατέρα μου να πάω και να τον αποχαιρετήσω. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω γιατί; Τ' αγόρι τι σας έφταιξε, θεοι; Καημένε, πήγαινε λοιπόν! Έξω, στη στράτα για τις Συρακούσες θα σε περιμένω. Και κατόπιν θα μισέψουμε μαζί. (Ο Παυσανίας φεύγει από την άλλη μεριά)
77
6η σκψη [Εμπεδοκλής, Κριτίας]
ΚΡΙΤΙΑΣ
Tt τρέχει; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ως χι εσύ με καταδιώκεις; ΚΡΙΤΙΑΣ
Τι γυρεύεις από 'μένα; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ναι, το ξέρω. Πολύ θα 'θελες να με μισήσεις. Κι όμως δεν με μισείς. Φοβάσαι μόνον. Τίποτε δεν είχες να φοβηθείς. ΚΡΙΤΙΑΣ
Ετούτα πάνε πια. Τι άλλο γυρεύεις; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Εσύ μόνος σου 78
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ούτε που θα το διανοούσουν, σε υπόταξε στη θέλησή του ο ιερεύς, τον εαυτό σου μην κατηγορείς. Ω, αν είχες ξεστομίσει έστω και μια μονάχα λέξη πίστεως προς εκείνον. Μα σκιαζόσουν τον λαό. ΚΡΙΤΙΑΣ
Άλλο τίποτε δεν έχεις να μου πεις; Τι παραπανίσιες φλυαρίες ανέκαθεν τις αγαπούσες. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω ήμερα να μιλάς! Την θυγατέρα σου, σου έχω σώσει. ΚΡΙΤΙΑΣ
Ναι, αυτό είν' αλήθεια. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Αρνείσαι και ντρέπεσαι μ' εκείνον να συνομιλείς που η πατρίδα καταράστηκε. Μετά χαράς μου σε πιστεύω. Σκέψου λοιπόν ότι ο ίσκιος μου τώρα σου μιλάει, που τιμημιένος από την αίθρια γης της αναπαύσεως επιστρέφει. ΚΡΙΤΙΑΣ
Δεν θα 'χα έρθει όταν με κάλεσες, εάν ο λαός να μάθει δεν επιθυμούσε τι ακόμη έχεις άραγε να πεις. 79
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Αυτό που έχω εσένα να σου πω δεν αφοράει τον λαό. ΚΡΙΤΙΑΣ
Και τι 'ναι αυτό; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Να φύγεις πρέπει απ' αυτήν τη χώρα. Προς χάριν της θυγατέρας σου στο λέω. ΚΡΙΤΙΛΣ
Τον εαυτό σου γνοιάσου και για τους άλλους μην σκοτίζεσαι. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Δεν την γνωρίζεις, λοιπόν; Ούτε κι εννοείς ότι πολύ καλύτερο θα ήταν, αν ολόκληρη μια πόλις με ηλίθιους γεμάτη καταποντιζόταν παρά να χαθεί έστω και μια μονάχα υπερέχουσα ύπαρξις^'''; ΚΡΙΤΙΑΣ
Και σαν τι τάχατε της λείπει; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Δεν την γνωρίζεις, λοιπόν; Και πασπατεύεις σαν τυφλός εκείνο που οι θεοί στο 'χουνε δώσει; Και φέγγει 8ο
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
μιάταια το γλυκό το φως μέσα στο σπιτικό σου; Στο λέγω: σ' αυτόν εδώ το λαό κοντά η ευσεβής αυτή ζωή ουδέποτε γαλήνη δεν θα βρει και ολομόναχη θα σου απομείνει, ωραία όσο κι αν είναι, και στερημένη από χαρές θα σου πεθάνει. Διότι ουδέποτε η τρυφερή και σοβαρή θεϊκή κόρη βαρβάρους στην καρδιά της μέσα να βάλει δεν θα στέρξει. Πίστεψέ με! Προφητικά μιλούν οι αποχωρούντες και με τη συμβουλή μου να μην απορείς. ΚΡΙΤΙΑΣ
^Τώρα τι περιμένεις να σου πω; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
.Μαζί της φύγε για τη γης την ιερή, για την Ηλεία ή για την Δήλο^®. Εκεί όπου κατοικούνε αυτοί που εκείνη όλο έρωτα γυρεύει εκεί όπου μιέσα στον δαφνώνα γαλήνια των ηρώων έχουνε σμίξει οι εικόνες. Εκεί και θ' αναπαυθεί, εκεί, στα είδωλα σιμά τα σιωπηρά, ο ωραίος θα γαληνέψει λογισμός, ο τρυφερά ταπεινός. Στους ίσκιους σιμά τους ευγενείς η οδύνη θ' αποκοιμηθεί που μυστικά εκείνη θρέφει σε στήθη μέσα ευσεβή. Και τότε, όταν τις αίθριες γιορταστικές ημέρες, της Ελλάδος η ωραία νεότης εκεί θα συνάζεται, κι ολόγυρά της οι ξένοι θα χαιρετίζονται, όταν ολούθε χαιρέλπιδη ζωή, όμοια νέφος χρυσό, την γαλήνιά της θα φωτίζει 8ι
FRIEDRICH HÖLDERLIN
την καρδιά, τότε θα σημάνει πλέον η ώρα που του πρωινού το ερυθρίασμα την ευσεβή ονειροπόλο για χαρές 'θε να ξυπνήσει. Κι από τους άριστους ανάμεσα, εκείνους που ως έπαθλο αγώνα ευγενικού ύμνο και στεφάνι έχουν κερδίσει, έναν θα επιλέξει, πίσω για να την ξαναρπάξει από τους ίσκιους που τόσο πρόωρα συντρόφους έχει κάμει. Εάν σου είναι αρεστά όλ' αυτά την συμβουλή μου ακολούθα. ΚΡΙΤΙΑΣ
Τέτοιο πλήθος λόγων χρυσών στα χάλια σου πώς και σου 'χει απομείνει; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Μην χλευάζεις! Μετά χαράς ξανανιώνουνε γι' άλλη μια φορά οι αποχωρούντες όλοι. Του φωτός είναι μονάχα η στερνή αναλαμπή, που άλλοτε ισχυρό χαρμόσυνα έλαμπε ανάμεσά σας. Σβήνει τώρα φιλικά, και, αν σας καταράστηκα, το τέκνο σου την ευλογία μου ας έχει, εφόσον δύναμαι ακόμη να ευλογώ. ΚΡΙΤΙΑΣ
Ω πάψε πλέον να μου φέρεσαι λες κι ήμουνα παιδί. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ Την υπόσχεσή σου δώσ' μου τη συμβουλή μου πως θ' ακολουθήσεις
82
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
και μίσεψε απ' αυτήν εδώ τη χώρα. Αν αρνηθείς, στην μοναχικήν εκείνην άλλο τίποτε πλέον δεν απομιένει, παρά στον αητό να δεηθεί, ψηλά στους αιθέρες μαζί του αρπάζοντάς την, από τούτους εδώ τους δούλους να την σώσει. ΚΡΙΤΙΑΣ
Ω πες, μήπως και δε σου φερθήκαμε σωστά; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Προς τι τώρα να το ρωτάς; Εγώ σου το 'χω συγχωρήσει. Θα με υπακούσεις όμως; ΚΡΙΤΙΑΣ
Έτσι γρήγορα δεν μπορώ να επιλέξω. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Σωστά κοίτα να επιλέξεις. Εκεί όπου θα χαθεί δεν πρέπει ν' απομείνει. Κι ακόμη, τον άνδρα πες της να θυμάται που κάποτε αγαπήσανε οι θεοί. Πες, θα το κάνεις; ΚΡΙΤΙΑΣ
Τι με παρακαλάς; Ναι, θα το κάνω. Και πήγαιν' εσύ πια το δρόμο, σου φτωχέ! (φεύγει)
83
7η σκψη [Εμπεδοκλής (μόνος)]
Ναι! Πηγαίνω το δρόμο μου, Κριτία! Και τάχα γνωρίζω προς τα πού; Και να ντρέπομαι πρέπει, που εδίστασα μέχρις εσχάτων. Προς τι τόσον καιρό να περιμένω, μέχρις ότου, ευτυχία, πνεύμα και νιάτα πλέον να μ' εγκαταλείψουν και πίσω τίποτε άλλο να μην απομένει παρά μωρία μονάχα κι αθλιότης; Πόσες φορές, πόσες φορές δεν προειδοποιήθηκες! Θα 'τανε ωραίο τότε! Τώρα όμως είναι χρεία! Ω γαλήνιοι αγαθοί θεοί! Πάντα προφταίνει τους θνητούς ο λόγος ο ανυπόμονος κι άθικτη να ωριμιάσει δεν αφήνει της ευοδώσεως η στιγμή. Πολλά περάσαν πλέον. Κιόλας ευκολότερο έχει γίνει. Αλλά είναι γερά γαντζωμένος απ' το καθετί ο γερο-μωρός. Ως και τότε 84
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
που ασυλλόγιστος, ένα γαλήνιο αγόρι, στην καταπράσινη πάνω έπαιζε γης του, πιο ελεύθερος ήταν παρά τώρα. Ω να μισέψω! Ούτε καν το καλύβι που με στέγαζε δεν μου αφήνουν! -Ούτε καν αυτό, θεοί;
85
8r] σκψιη [Εμπεδοκλής, τρεις σκλάβοι του Εμπεδοκλή]
ΠΡΩΤΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ
Κύριε, φεύγεις; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ναι, καλέ μου, φεύγω και τ' αναγκαία για το ταξίδι πάνε να μου προετοιμάσεις, ό,τι επάνω μου να κουβαλήσω μπορώ, και μ^έχρις έξω στη στράτα φέρε μου τα. - Η τελευταία σου θα είναι υπηρεσία! ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ
Ω θεοί! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Πάντα σας άρεσε να βρίσκεστε σιμά μου, γιατί έτσι απ' τα ωραία της νιότης χρόνια ήσασταν μαθημένοι. Και μαζί μεγαλώσαμε σ' αυτό εδώ το σπίτι, 86
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
του πατέρα μου κτήμα και δικό μου. Κι ήτανε ξένος για τα στήθη τα δικά μου ο ψυχρός τόνος του δεσπότη. Την μοίρα της σκλαβιάς εσείς ποτέ σας δεν την νιώσατε. Το πιστεύω. Πρόθυμα θα μ' ακολουθούσατε, όπου κι αν χρειάζονταν να πάω. Ωστόσο δεν μπορώ να τ' ανεχτώ του ιερέως να σας σκιάξει η κατάρα. Δεν τον ξέρετε; Άνοιξε τις πύλες του, παιδιά μου, ο κόσμος και για μένα και για σας και τώρα πλέον χώρια ο καθένας μας την τύχη του ας γυρέψει. ΤΡΙΤΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ
Ω όχι! Από κοντά σου δεν ξεμακραίνουμε! Δεν το μπορούμε. ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ
Ιδέα δεν έχει ο ιερεύς πόσο σε αγαπάμε. Σ' άλλους ας πάει ν' απαγορεύει! Σ' εμάς δεν το μπορεί. ΠΡΩΤΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ
Αφού σου ανήκουμε, άσε μας να μείνουμε κοντά σου. Δεν γνωριστήκαμε δα και μόλις χθες πρώτη φορά, το 'πες κι ο ίδιος. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω θεοί! Ατεκνος είμαι κι ολομόναχος μ' αυτούς εδώ μαζί τους τρεις ζω κι ωστόσο από το ησυχαστήριο τούτο δεν μπορώ να ξεκολλήσω λες και μ' είχαν δέσει και, σαν σε ύπνο πεσμένος, στ' όνειρό μου μέσα να ξεφύγω πασχίζω; Καλοί μου, αλλιώς να γίνει δεν μπορεί! 87
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Ω τίποτε πια μη μου λέτε, σας παρακαλώ, χι ας κάνουμε λες χι άλλο πια δεν ήμασταν εμείς. Εγώ σ' αυτόν τον άνθρωπο δεν πρόκειται να δώσω τη χαρά όλους όσους μ' αγαπάνε να μου τους καταραστεί. Μαζί μου εσείς δεν φεύγετε, το είπα. Πίσω στο σπίτι ξαναμπείτε κι ό,τι καλύτερο βρεθεί μπροστά σας πάρτε το και δίχως χασομιέρι σκάτε το από 'δω. Ειδάλλως μπορεί να σας τσακώσουνε οι νέοι κύριοι του σπιτιού και τότε θα γινόσασταν δούλοι ενός δειλού. ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ
Με σκληρά λόγια μακριά σου θα μας διώξεις; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Για χάρη σας και για δική μου χάρη, απελευθερωμένοι! Αδράξτε με ανδρός δύναμη τη ζωή και τους θεούς αφήστε με τιμή να σας παρηγορούνε. Τώρα για πρώτη σας φορά αρχινάτε. Ανεβοκατεβαίνουν οι άνθρωποι. Και μη χασομερνάτε άλλο πια! Όπως σας λέγω πράξτε! ΠΡΩΤΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ
Κύριε της καρδιάς μου! Ζήσε και μη χαθείς! ΤΡΙΤΟΣ ΣΚΛΛΒΟΣ
Πες, ποτέ πια 88
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
δεν θα σε ξαναδούμε; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ (με προστακτική χειρονομία)
Ω άλλο πλέον μη ρωτάτε, είναι μάταιο. ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ (ενώ οι σκλάβοι φεύγουν)
Αχ! Σαν ζητιάνος τώρα μες στη χώρα θα πλανιέται και πουθενά για την ζωή του σίγουρος δε θα είναι; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ (τους κοιτάζει σιωπηλός καθώς απομακρύνονται)
Έχετε γεια! Βάναυσα σας έδιωξα μακριά μου, έχετε γεια, πιστοί! Κι εσύ σπίτι μου πατρικό, όπου τράνεψα κι άνθισα! - Δέντρα μου, αγαπημένα! Απ' το χαρμόσυνο άσμα του φίλου των θεών καθαγιασμένα, γαλήνιοι έμπιστοι της γαλήνης μου! Ω πεθάνετε και την ζωή σας πίσω στις αύρες επιστρέψτε την, διότι 4 στον ίσκιο σας ο τραχύς λαός στο εξής θα χωρατεύει κι όπου άλλοτε μακάριος βάδιζα θα με χλευάζουν τώρα. Αλίμονο! Εκδιωγμένος, θεοί; Κι αυτό που εσείς, ουράνιοι, διαπράττετε μαζί μου το απομιμείται απρόσκλητος άψυχα ο ιερεύς; Μονάχο μου μ' εγκαταλείψατε, εμένα που σας πρόσβαλα, αγαπημένοι! Κι ετούτος έξω απ' την πατρίδα με πετάει κι η κατάρα, που ο ίδιος εγώ ενάντια στον εαυτό μου ξεστόμισα, απ' του όχλου τα στόμιατα χλωμά στ' αυτιά μου και πάλι αντηχεί; 89
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Αχ, εκείνος που κάποτε, μακάριοι εσείς, σε μύχια έζησε μαζί σας κοινωνία, κι από χαρά δικόν του ονόμαζε ολόκληρο τον κόσμο τόπο δεν έχει τώρα πια την κεφαλή να κλίνει, ούτε κι η ψυχή του την γαλήνη να εύρει άλλο πλέον δεν μπορεί. Για πού λοιπόν τραβώ, μονοπάτια των θνητών; Πλήθος είσαστε, το δικό μου το βραχύτερο, ποιο τάχα να 'ναι; Ποιο το ταχύτερο; Καθότι ατιμωτικό το να διστάζεις. Χα, χα! Θεοί μου! Ξέγνοιαστος οδήγησα κάποτε στο στάδιο μέσα στην άμαξα, σε τροχούς επάνω που 'βγαζαν καπνούς. Όμοια και τώρα ποθώ πίσω σ' εσάς να επιστρέψω, επικίνδυνη κι ας είναι η βιασύνη. (φεύγει)
9θ
9η σκηνή [Πάνθεα, Δηλία]
ΔΗΛΙΑ
Ησύχασε, αγαπημένο μου παιδί! Και τους θρήνους σου πνίξε! Μην και μιας ακούσουν. Λέω μες στο σπίτι να μπω. Ίσως και να 'ναι ακόμη εκει και γι' άλλη μια τον ξαναϊδείς φορά. Κάθισε μόνον ήσυχα στο μεταξύ. — Γίνεται, βέβαια, να μπω; ΠΑΝΘΕΑ
Ω ναι, πήγαινε, αγαπημένη μου Δηλια. Στο μεταξύ εγώ για γαλήνη στην προσευχή μου θα παρακαλώ, μην τυχόν και μου αφανιστεί η καρδιά, τον υψηλό τον άνδρα σ' αυτήν εδώ της μοίρας την πικρή στιγμή σαν θ' αντικρύσω. ΔΗΑΙΑ
Ω Πάνθεα! 91
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΠΑΝΘΕΑ (μόνη, αφού μιένει για λίγη ώρα σιωπηλή)
Δεν το μπορώ! Αχ! κι αμαρτία τάχατε δε θα 'ταν ήρεμη μια τέτοιαν ώρα ν' απομένω; Καταραμένος; Δεν δύναμαί να το συλλάβω, τον λογισμό μου κι ου:, κινδυνεύεις να ξεσχίσεις μαύρο αίνιγμα! (Παύση. Ταραγμένη η Δηλία επιστρέφει.)
Λοιπόν; ΔΗΛΙΑ
Αχ! Όλα νεκρά κι ερημωμένα; ΠΑΝΘΕΑ
Φευγάτος; ΔΗΑΙΑ
Το φοβάμαι. Ανοιχτές στέκουν οι θύρες. Μα δε φαίνεται κανείς. Φώναξα μα δεν άκουσα παρά μονάχα την ηχώ μιέσα στο σπίτι. Πιο πολύ δεν θέλησα να μείνω. Αχ! Βουβή στέκεται κι ωχρή και σαν ξένη με θωρεί, η φτωχή. Δε μ' αναγνωρίζεις άλλο πια; Γλυκιά μου. Μαζί τη μοίρα τούτη θα βαστάξουμε! ΠΑΝΘΕΑ
Αοιπόν! Τότ' έλα, πάμε! ΔΗΑΙΑ
Πού να πάμε;
92
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΠΑΝΘΕΑ
Πού; Αχ! Όμως αυτό πώς να το ξέρω, αγαθοί θεοί! Αλίμονο! Καμιά ελπίδα! Kt εσύ μάταια μου φέγγεις, χρυσό φως εκεί ψηλά; Φευγάτος είν' εκείνος - και πώς η μοναχική να ξέρει τα μιάτια της γιατί ακόμη να θωρούνε; Δεν είναι δυνατόν! Όχι! Υπέρμετρα αυθάδης, είναι η πράξις τούτη, υπέρμετρα θηριώδης, κι ωστόσο την έχετε διαπράξει. Κι εγώ να ζω ακόμη πρέπει και σιωπηρή παρ' όλ' αυτά να μένω; Αλίμονο! Και άλλο τίποτε να μην μπορώ παρά να κλαίω, να κλαίω με όσα έχουνε συμβεί. ΔΗΑΙΑ
Ω κλάψε, ναι! Γλυκιά μου, κάλλιο τούτο παρά το να σωπαίνεις ή και να μιλάς. ΠΑΝΘΕΑ
Δηλία! Εκεί κάποτε περπατούσε. Και ήτανε για μένα ο κήπος τούτος εξαιτίας του τόσο ακριβός. Αχ συχνά, σαν η ζωή μου δεν αρκούσε για να με γεμίσει, κι η ασυντρόφευτη, εγώ, θλιμμένη τριγύρω από τους λόφους μας με τους άλλους μαζί περιπλανιόμουν προς τα εδώ θωρούσα, προς των δένδρων τούτων τις κορυφές. Εκεί όμως κάποιος είναι, συλλογιόμουν. Και πάνω του η ψυχή μου 93
FRIEDRICH HÖLDERLIN
αναθαρρούσε. Χαιρόμουν μαζ( του στους λογισμούς μου να ζω και γνώριζα τις ώρες του μία προς μία. Συντροφικότερα έσμιγε ο νους μου εδώ μαζί του, με τον αγαπημένο τις ασχολίες μοιραζόντανε τις παιδιάστικες. - Αχ! Φριχτά μου την συντρίψανε, στο δρόμο έξω μου την πέταξαν του ήρωός μου την εικόνα, ποτέ μου δε θα το 'χα φανταστεί. Αχ! Εκατοντάχρονη άνοιξη ευχόμουνα συχνά, η άφρονη εγώ, για εκείνον και τους κήπους του! ΔΗΛΙΑ
Ω και να της αφήστε δεν μπορούσατε την απαλή αυτή χαρά, αγαθοί θεοί; ΠΑΝΘΕΑ
Έτσι λες; Σαν νέος ήλιος ήρθε ανάμεσά μας κι αχτιδοβόλησε και μ' ολόχρυσα τραβώντας την σχοινιά, την άγουρη ανάσταινε ζωή, ψηλά σιμά του να φθάσει και καιρό πολύ τον είχεν η Σικελία αναμένει. Σαν εκείνον ουδέποτε θνητός άλλος κανένας δεν βασίλεψε σε τούτο το νησί, το νιώθανε όλοι ότι με τα δαιμόνια του κόσμου ζούσε σε δεσμό. Με πιότερη ψυχή! Και όλους στη καρδιά σου τους δέχτηκες εσύ! Αλίμονο! Πρέπει λοιπόν γι' αυτό ατιμασμένος από χώρα σε χώρα τώρα να τραβάς, στον κόρφο σου το δηλητήριο, που μαζί σου 'χουνε δώσει; 94
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Ιδού μαζί του τι έχετε διαπράξει! Ω ούτε κι εμένα λοιπόν μη μ' αφήνετε, σοφοί δικαστές, ατιμώρητη να διαφύγω. Τον τιμώ, ναι, και, αν δεν το γνωρίζετε, καταπρόσωπο εγώ θα σας το πω, και πετάξτε με τότε κι εμένα έξω από την πόλη σας. Και, αν ο παράφρων, ο πατέρας μου, τον καταράστηκε, χα χα!, τότε ας με καταραστεί κι εμένα! Ω άνθη τ' ουρανού, ωραία αστέρια, κι εσείς λοιπόν θα μαραθείτε; Και νύχτα θ' απλωθεί τότε πια στην ψυχή σου μέσα, πατήρ Αιθέρα; Όταν τ' αγόρια σου τ' αστραφτερά ενώπιόν σου θα στέκονται σβησμένα; Το ξέρω, να δύσει πρέπει ό,τι είναι θεϊκό. Σε μάντισσα με μεταμόρφωσεν η πτώσις σου και όπου ένα ωραίο με συναπαντήσει πνεύμα, είτε άνθρωπος ονομάζεται τούτο είτε θεός, ξέρω εγώ την ώρα που αρεστή δεν θα του είναι. ΔΗΛΙΑ
Ω Πάνθεα! Τρομάζω σαν έτσι μες στους θρήνους βρίσκεις λυτρωμό. Είναι λοιπόν κι εκείνος σαν κι εσένα, που το υπερήφανό του πνεύμα η οδύνη να το θρέφει και σφοδρότερος ακόμη να γίνεται μέσα στα πάθη; Δεν επιθυμώ να το πιστέψω γιατί το φοβάμαι. Άραγε ποιαν απόφαση να έχει λάβει;
95
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΠΑΝΘΕΑ
Πας εμέναyOL τρομάξεις; Λοιπόν τι είπα; Ούτε και θέλω καν άλλωστε τώρα πια. — Ναι, υπομονετική να είμαι θέλω, θεοί! Δεν θέλω μάταια πια να κυνηγώ αυτό που εσείς μακριά μου έχετε πάρει. Και ό,τι και αν μου δώσετε θα το δεχτώ. Ιερέ εσύ! Κι ας μη σε βρίσκω πουθενά, να χαίρομαι μπορώ παρ' όλ' αυτά που υπήρξες. Ήσυχη να παραμείνω θέλω, μην τυχόν κι από τον ξαγριεμιένο μέσα λογισμό μιακριά μου η ευγενής πετάξει εικόνα και της ημέρας ο θόρυβος τον ίσκιο μην τύχει και ταράξει τον αδελφικό, που, όπου κι αν βαδίζω, σιγαλά με συνοδεύει. ΔΗΛΙΑ
Αγαπημένη, ονειροπόλα! Ζει ωστόσο ακόμη εκείνος. ΠΑΝΘΕΑ
Ζει; Ναι, βεβαίως! Ζει! Βαδίζει μες στα πλατιά χωράφια νύχτα μιέρα. Σκέπη του είναι της θύελλας τα νέφη και τη γης έχει για στρωμνή. Άνεμοι τα μαλλιά του ανακατώνουν και βροχή σταλάζει απ' το πρόσωπό του με τα δάκρυά του μαζί, και το φόρεμά του ο ήλιος το στεγνώνει ξανά, μες στο καυτό το μεσημέρι, στον ανίσκιο πάνω άμμο καθώς βαδίζει. Γνώριμα δεν γυρεύει μονοπάτια. Μες στα βράχια, σ' εκείνους σιμά που από τη λεία θρέφονται, που ξένοι κι ύποπτοι παντού καθώς κι ο ίδιος είναι, 96
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
εκεί κατάλυμα γυρεύει. Τούτοι τίποτε δεν ξέρουνε για την κατάρα, απ' την τραχιά τους του προσφέρουνε να φάει τροφή, δύναμη για το δρόμο τα μιέλη του να λάβουν. Έτσι ζει! Αλίμονο! Κι ούτε καν τούτο σίγουρο δεν είναι! ΔΗΛΙΑ
Ναι, είναι τρομακτικό. Πάνθεα! ΠΑΝΘΕΑ
Είναι τρομακτικό; Φτωχή μου εσύ παρηγορήτρια, ίσως καιρός πολύς δεν θα διαβεί και θα 'ρθουν και θα λένε ο ένας στον άλλον, η κουβέντα σαν το φέρει, πως δολοφονημένος κείτεται στη στράτα. Μιας και σίγουρα θα τ' ανεχτούνε οι θεοί, που και τότε σωπαίνανε, όταν ατιμασμένον στην αθλιότητα, απ' την πατρίδα του έξω, τον πετούσαν. Ω εσύ! - Το τέλος σου τάχατε ποιο θα 'ναι; Αποκαμωμένος παλεύεις, κιόλας στη γης πάνω πεσμιένος, υπερήφανε αητέ! Και το μονοπάτι σου μ' αίμα το γράφεις. Και κάποιος απ' τους δειλούς σου σε τσακώνει κυνηγούς, στους βράχους πάνω την ετοιμοθάνατη σου θρυμματίζει κεφαλή και λέγατε πως ήτανε του Διός ο χαϊδεμένος; ΔΗΛΙΑ
Αχ αγαπημένο μου ωραίο πνεύμα! Μόνον έτσι όχι! Μόνον τέτοιες κουβέντες όχι! Αν ήξερες 97
FRIEDRICH HÖLDERLIN
πόσο η έγνοια σου μ' αναστατώνει! Γονατιστή να σε ικετέψω, αν ωφελεί. Ημέρωσε μόνο. Να φύγουμε έλα. Πολλά μπορεί ν' αλλάξουνε ακόμη, Πάνθεα! Ίσως ο λαός σύντομα το μετανιώσει. Αφού το ξέρεις πώς τον αγαπούσαν. Έλα! Στον πατέρα σου θ' αποτανθώ κι εσύ να με βοηθήσεις πρέπει. Ίσως και καταφέρουμε να τον κερδίσουμε με τη μεριά μας. ΠΑΝΘΕΑ
Ω, θα έπρεπε, θα έπρεπε θεοί.
98
Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Η
Π Ρ Α Ξ Η
Στην περιοχή γύρω από την Αίτνα. Καλύβα ενός χωρικού.
1η σκψη [Εμπεδοκλής, Παυσανίας]
ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Πώς είσαι^^; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω τι καλά που είπες και μια κουβέντ' αγαπημένε! Το συλλογίστηκες κι εσύ; Εδώ ψηλά βεβαίως δεν ισχύει άλλο πια η κατάρα και είν' η χώρα μιας μακριά. Σε τούτα εδώ τα ύψη ανασαίνεις πιο ελεύθερα και δύνανται τα μ^τια τον ήλιο να θωρούν και πάλι. Κι η έγνοια τον ύπνο μιας δεν αποδιώχνει. Και ίσως κάποιο χέρι ανθρωπινό ξανά κανονική τροφή να μας προσφέρει. Έχεις ανάγκη από φροντίδα, αγαπημένε! Και σίγουρα το ιερό βουνό, το πατρικό, θα τους δεχτεί τους δύο παραδαρμένους ξένους στη γαλήνη του. Αν θες, ας ξαποστάσουμε για λίγο 99
FRIEDRICH HÖLDERLIN
σε τούτο το καλύβι. - Μου επιτρέπεις να ρωτήσω αν μας αφήνουν; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Δοκίμασε! Να, κιόλας καταφθάνουν.
100
2irj σκψη
[Ot προηγούμενοι, ένας χωρικός]
ΧΩΡΙΚΌς
Tt θέλετε; Κάτω εκε( πηγαίνει η στράτα. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Άσε μας να ξαποστάσουμε στο σπίτι σου κι από την όψη μας μη σκιάζεσαι, καλέ μου άνθρωπε. Γιατί δύσκολος είν' ο δρόμος που βαδίζουμε κι ύποπτος φαίνεται συχνά εκείνος που υποφέρει. Είθε να σου το μαρτυρήσουνε οι θεοί σαν τι λογής είμαστ' εμείς. ΧΩΡΙΚΌς
Σίγουρα η θέση σας ήτανε κάποτε καλύτερη. Μετά χαράς να το πιστέψω. Όμως η πόλη δεν βρίσκεται μακριά. Και θα 'χετε οπωσδήποτε ως κι εσείς κάποιον εκεί να σας φιλοξενήσει. Σ' αυτόν κάλλιο παρά σε ξένους πάτε. ΙΟΙ
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Αχ! Εύκολα θα ντρεπόντανε για μας ο οικοδεσπότης μέσα στη δυστυχία μας αν καταφθάναμε μπροστά του. Κι ο ξένος πάλι δωρεάν δε θα μας δώσει αυτά τα λιγοστά που του ζητάμε. ΧΩΡΙΚΌς
Από πού έρχεστε; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ Τι θα ωφελήσει κι αν το μάθεις; Χρυσάφι θα σου δώσουμε κι εσύ θα μας φιλοξενήσεις. ΧΩΡΙΚΌς
Πράγματι ανοίγει κάποιες πόρτες το χρυσάφι. Όχι όμως τη δική μου. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Τι είν' αυτά τα λόγια; Ψωμί φέρε μας τότε και κρασί και ζήτα πόσα θες. ΧΩΡΙΚΌς
Αυτά κάλλιο αλλού πάτε να τα γυρέψτε. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω είναι σκληρό! Λίγο πανί όμως ίσως θα μου δώσεις, του ανδρός αυτού τα πόδια να τυλίξω, ματώνουνε απ' τα βράχινα τα μονοπάτια. - Ω κοίταξέ τον 102
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
μόνον! Το αγαθό πνεύμια της Σικελίας είναι χι απ τους ηγεμόνες σας ανώτερος! Και στέκεται ωχρός από τα βάσανα στην θύρα σου μπροστά και της καλύβας σου τον ίσκιο ζητιανεύει και ψωμί. Και του τ' αρνιέσαι; Και πεθαμιένον απ' τον κάματο και διψασμιένον έξω τον αφήνεις μια μέρα σαν και τούτη, που ως και τα τραχιά τ' αγρίμια ζητάν μέσα στα σπήλαια καταφύγιο απ' του ήλιου την πυρά; ΧΩΡΙΚΌς
Σας γνωρίζω! Αλίμονο! ϋ καταραμένος είναι του Ακράγαντος. Αμέσως το ψυχανεμίστηκα. Δρόμο από 'δω! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Μα τον Βροντητή! Δρόμο δεν πρόκειται να πάρουμε από 'δω! Για την ζωή σου, εγγυήσεις θα μου δώσει, τούτος, ιερέ αγαπημένε! Στο μεταξύ τροφή πηγαίνω να γυρέψω. Ξαπόστασε σ' αυτό εδώ το δέντρο. - Κι εσύ, άκου. Κακό αν τυχόν και πάθει, κι ας είν' απ' όποιον θέλει, εγώ νύχτα θα 'ρθω και θα στην κάψω, προτού καλά καλά το καταλάβεις, την αχυρένια σου καλύβα! Ζύγιασέ το!
103
3·η σκψ-ή [Εμπεδοκλής, Παυσανίας
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Γιε μου, μην σκοτίζεσαι! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Πώς μιλάς έτσι; Για μένανε καμιά φροντίδα δεν υπάρχει που αντάξια της ζωής σου να μην είναι! Κι όμως θαρρεί τούτος εδώ πως τίποτε δεν πρέπει να χαραμιστεί προς χάρη ενός ανθρώπου, που τέτοιος ξεστομίστηκε για κείνον λόγος, όπως έγινε μ' εμάς. Κι εύκολα θα του 'ρχόταν όρεξη να τον σκοτώσει, έστω και για να του κλέψει τον μανδύα. Γιατί ξέταιρο του φαίνεται που τούτος, όπως κι οι ζωντανοί, εδώ κι εκεί ακόμη τριγυρνά. Για δεν το ξέρεις; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω ναι, το ξέρω. 104
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Κι έτσι, χαμογελώντας, μιου το λες; Ω Εμπεδοκλή! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Πιστή καρδιά! Σε πόνεσα. Δεν το 'θελα. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Αχ! Είμαι ανυπόμονος μονάχα. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Καλέ μου, να 'σαι ήσυχος για μένα! Σύντομα όλα θα 'χουνε περάσει. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Πιστεύεις; ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Θα το ιδείς. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Τι σου συμβαίνει; Για τους αγρούς θα 'πρεπε τώρα να κινήσω, τροφή για να βρω. Μ' αν δεν την χρειάζεσαι, μιένω καλύτερα εδώ. Για θα 'ταν προτιμότερο πρώτα καταφύγιο στα όρη να γυρέψουμε;
105
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Κοίτα! Σιμά λαμπυρίζει μια νεροπηγή. Τούτη τουλάχιστον είναι και δική μας. Το κύπελλο σου πάρε να γεμίσεις, την κούφια την κολοκύθα, το νάμα την ψυχή να μου δροσίσει. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ (στην πηγή)
Διάφανο και δροσερό κι ορμητικό αναβρύζει μέσ' απ' τη γης την σκοτεινή, πατέρα! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Πρώτα εσύ πιες. Μετά πάρε και φέρε και σ' εμένα. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ (ενώ του το προσφέρει)
Είθε 01 θεοί να στο ευλογούνε^^! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Πίνω, λοιπόν σ' εσάς, παλιοί μου, φιλικοί, θεοί μου! Και στην επιστροφή μου, φύσις! Κιόλας είναι αλλιώς. Ω πανάγαθοι! Βρίσκεστ' εδώ προτού καλά καλά να φθάσω; Κι έμελλε να 'ρθει η άνοιξις προτού σημάνει η ώρα; Ήσυχα, γιε μου! Κι άκουσε, άλλο πια δεν θα ξαναμιλήσουμε για όσα έχουν συμβεί. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Μεταμορφωμένος μοιάζεις και λάμπουνε τα μάτια σου καθώς των νικητών. Ασύλληπτο μου είναι. ιο6
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Μαζί, σαν αγόρια, και τούτην τη μέρα θα περάσουμε και πολλά θα πούμε. Εύκολα δα στη γης την πατρική ένας (σκιος θα βρεθεί, που κάτωθέ του αμέριμνοι οι δύο πιστοί παλιοί σύντροφοι ερωτευμένη να πιάσουνε συνομιλία. - Χαϊδεμένε μου! Πόσες φορές εσύ κι εγώ, σαν δύο αγαθά αγόρια, σε ωραίες στιγμές την καρδιά μας από το ίδιο δεν χορτάσαμε τσαμπί; Και τάχατε δε χρειάστηκε να 'ρθεις μαζί μου μέχρι κι ως εδώ, ώστε απ' τις ώρες μας τις εορταστικές καμία, ούτε καν τούτη, χαμένη να μην πάει δίχως να την μοιραστούμε; Κι αν εσύ με κόπο σου βαρύ το εξαγόρασες αυτό ούτε κι εμένα δωρεάν δεν μου το δώσανε οι θεοί. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω φανέρωσ' τα μου όλ' απ' άκρη σ' άκρη, σαν κι εσένα κι εγώ για να χαρώ. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Λοιπόν, δεν βλέπεις; Επιστρέφει ο ωραίος της ζήσης μου καιρός σήμερα γι' άλλη μια φορά. Κι αυτό που επίκειται είναι τρανότερο ακόμη. Ψηλά, γιε μου, στην κορυφή, της γηραιάς ιερής Αίτνας, ας ανεβούμε. Επειδή πιότερο παρόντες είναι στα ύψη οι θεοί. Από 'κει πάνω επιθυμώ σήμερ' ακόμη, μ' ετούτα εδώ τα μιάτια. 107
FRIEDRICH HÖLDERLIN
τους ποταμούς και τα νησιά xat την θάλασσα να ιδώ. Εκεί, διστακτικό, από χρυσαφένια επάνω νερά, τον μισεμό μου του ήλιου το φέγγος θα ευλογήσει, το εξαίσια νεανικό, αυτό που κάποτε πρώτο το είχα αγαπήσει. Κι αργότερα θ' αστράφτει ολόγυρά μας και θα σιωπά το αιώνιο στερέωμα, ενώ της γης η πυρά από τα βάθη μέσα του όρους θ' αναβρύζει κι απαλά ο τα πάντα κινών, το πνεύμα, ο αιθήρ θα μας θωπεύει, ω αργότερα! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Με τρομάζεις μόνο. Γιατί ασύλληπτος μου είσαι. Αίθριος μοιάζεις κι ομιλείς εξαίσια όμως παρ' όλ' αυτά εγώ να πενθείς θα προτιμούσα. Αχ! Κάλλιο η ταπείνωσις που υπέστης τα στήθη να σου κατάκαιγε και για ένα τίποτε τον εαυτό σου να θαρρούσες μέγας όσο κι αν είσαι. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Ω θεοί, ούτε καν τούτος εδώ δεν θα μ' αφήσει σε ησυχία τώρα στα στερνά και θα ταράζει με κουβέντες χοντρές τον λογισμό μου; Αν αυτό είναι που γυρεύεις τότε φεύγα! Μα τον θάνατο και τη ζωή! Δεν είναι πλέον καιρός λόγος να γίνεται πολύς για το σε τι έσφαλα και το ποιος είμαι. Τούτο ήδη έχει γίνει επαρκώς. Άλλο δεν θέλω να το ξέρω. ιο8
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Δρόμο από 'δω! Τέτοιοι δεν είναι οι πόνοι, που χαμογελώντας, που μ' ευλάβεια θρεμμένοι, σε χαιρολυπούμενα μέσα στήθη φωλιάζουνε σαν τα παιδιά. — Οχιάς δαγκωματιές είναι και ούτ' εγώ είμαι ο πρώτος, που οι θεοι τέτοιους φαρμακερούς εκδικητές κατάστηθα του 'χουν εξαποστείλει. Το άξιζα; Όμως θα στο συγχωρήσω που βρήκες λάθος ώρα για να με προειδοποιήσεις. Έχεις στα μάτια σου μπροστά τον ιερέα και στ' αυτιά σου αντηχεί του όχλου η χλευαστική κραυγή, τ' αδελφικό το μοιρολόι, που μέχρι ως έξω απ' την αγαπημιένη μας κατευόδωνε την πόλη. Χα χα! Εμένα - μα όλους τους θεούς που με θωρούνε δε θα μου το 'χαν κάνει αυτό, εάν ήμουν ακόμη ο παλιός. Τι λοιπόν; Ω ατιμωτικά με πρόδωσε από της ζήσης μου τις μέρες μία μόνον - εμένα, σ' ετούτους τους δειλούς. — Ήσυχα! Βαθιά πρέπει ετούτο να ταφει, τόσο βαθιά όσο τίποτε το θνητό ουδέποτες ετάφη. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Αχ! Ασχήμια του την αναστάτωσα την αιθριά του την καρδιά, την έξοχη, και τώρα με σκιάζει ακόμα πιο πολύ παρά πρωτύτερα η έγνοια. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Πάψε τους θρήνους τώρα 109
FRIEDRICH HÖLDERLIN
και μη μ' αναστατώνεις άλλο πια. Σαν φθάσει η ώρα όλα είναι αγαθά, και σύντομα θα 'χω συμφιλιωθεί και με θνητούς και με θεούς! Συνέβη κιόλας. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Είναι δυνατόν; Έγιανεν ο τρομακτικά θολωμένος λογισμός κι άλλο πλέον δεν θαρρείς μοναχός σου πως είσαι και φτωχός, υψηλέ άνδρα^^ και των ανθρώπων οι πράξεις αθώες, σαν της εστίας σού φαίνονται το πυρ, κι όσα κάποτε μίλησες βγαίνουνε τώρα και πάλι αληθινά; Ω για ιδές! Τότε την ευλογώ κι εγώ την καθάρια την πηγή, όπου η νέα σου αρχίνησε ζωή, κι ολόχαροι ας κατηφορίσουμε αύριο προς τη θάλασσα, που σε σίγουρες όχθες θα μας βγάλει. Ποιος λογαριάζει του ταξιδιού τους πόνους και τους κόπους; Αίθριο είναι το πνεύμα κι οι θεοί του! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω παιδί! — Παυσανία, το λησμόνησες αυτό; Στους θνητούς τίποτε δεν παρέχεται δωρεάν. Κι Ένα βοηθάει. - Ω έφηβε με την ηρωική ψυχή! Μην χλομιάζεις! Κοίτα τι την ευτυχία μου την παλιά, την ασύλληπτη, πίσω μου την ξαναδίνει, με θεϊκή νεότητα μαζί, στον φυλλοροούντα εμιένανε, κόκκινα τα μάγουλά μου βάφοντας, κακό να είναι τούτο δεν μπορεί! Πήγαινε, γιε μου Δεν επιθυμώ τον λογισμό 1 ΙΟ
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
και τη χαρά μου απ' άκρη ως άκρη να σου φανερώσω. Δεν ειν' αυτά για σένα — x o l i δικά σου μην τα κάνεις— σε μένανε άφησέ τα, όπως κι εγώ σου αφήνω, ό,τι σ' εσέν' ανήκει. Τι συμβαίνει; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ένα πλήθος λαού! Ανεβαίνουν! Από 'κει! ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Αναγνωρίζεις ποιοι είναι; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Δεν πιστεύω στα μάτια μου. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Τι; Αυσσομανώντας είναι λοιπόν ανάγκη να μισέψω; - Τι; Σ' αλόγιστο μέσα πόνο και θυμό να φθάσω πρέπει εκεί, όπου ειρηνικά να κατεβώ ποθούσα; Είν' Ακραγαντινοί; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Δεν είναι δυνατόν! ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Ονειρεύομαι λοιπόν; Ο ευγενής αντίπαλός μου είναι, ο ιερεύς. 111
FRIEDRICH HÖLDERLIN
xt η συνοδεία του - αίσχος! Τόσο ανίερος είναι λοιπόν ο αγώνας που με γέμισε λαβωματιές, και δεν υπήρχανε αξιότερες δυνάμεις ενάντια μου για να πολεμήσουν; Ω είναι φρικτό με αξιοκαταφρόνητους να φιλονικείς και μάλιστα ως κι αυτήν εδώ την ιερή στιγμή, που κιόλας με της Παντελεήμονος φύσης τους τόνους εναρμονίζεται προετοιμαζόμενη η ψυχή! Ακριβώς τώρα βρίσκει να μου ξαναριχτεί η συμμορία και τα θυμωμιένα της, τ' αλόγιστα, ξεφωνητά της με το κύκνειό μου ν' ανακατώσει άσμα. Εμπρός λοιπόν, ας είναι! Μα θα μου το πληρώστε! Πάντα μου τον επαραχάιδευα τον χυδαίο λαό, και πολλούς κακούς ζητιάνους εγώ τους είχα σαν παιδιά μου. Ακόμη να μου συγχωρήστε που σας έχω ευεργετήσει; Μα ούτε κι εγώ το θέλω άλλο πια τώρα! Ω ελάτε άθλιοι! Αν είναι χρεία δύναμαι και μέσα σε οργή για τους θεούς να φύγω. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Σαν τι τέλος θα πάρουνε όλ' αυτά;
112
4η σκηνή [Οι προηγούμενοι, Ερμοκράτης, Κριτίας, λαός]
ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Τίποτε μη φοβάσαι! Και να σε σκιάξουν μην αφήνεις των ανδρών που σ' εξόρισαν οι φωνές. Σε συγχωρούνε. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ξεδιάντροποι! Καλύτερο δεν ξέρατε; Τι άλλο πλέον ζητάτε; Σίγουρα με γνωρίζετε, μιας και με στιγματίσατε! Αλλά ο άψυχος λαός φιλονικεί μονάχα για να νιώθει πως υπάρχει. Δεν πρόφτασαν καλά καλά ταπεινωμένον τον άνδρα που σκιαζόνταν έξω απ' την πόλη να πετάξουν κι αμέσως πίσω πάλι τον καλούνε τον λογισμό τους με τον πόνο του για να δροσίσουν. Ω τα μάτια σας ανοίξτε και δείτε πόσο είσαστε μικροί, μήπως τυχόν κι η οδύνη τις ηλίθιες, τις μιαρές σας γλώσσες παραλύσει. Ούτε καν να κοκκινίστε δεν μπορείτε; Ω φτωχοί! Συμπονετική η φύσις 113
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ξεδιάντροπο τον κατώτερον άνθρωπο αφήνει, οι καλύτεροι του μην τυχόν μέχρι θανάτου τον τρομάξουν. Αλλιώς πώς θα μπορούσε μπροστά σ' ανώτερούς του να σταθεί; ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Για το έγκλημα που διέπραξες έχεις πλέον πληρώσει. Αρκετά η αθλιότητα στιγμάτισε το πρόσωπό σου. Ανάρρωσε λοιπόν και πίσω ξαναγύρνα. Στην πατρίδα του σε δέχεται και πάλι ο αγαθός αυτός λαός. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Πράγματι! Μεγάλη ευτυχία μου αναγγέλλει ο ευσεβής πρόξενος της ειρήνης. Μέρα με τη μέρα τον αποτρόπαιο να θωρώ κι εγώ χορό, όπου αλληλοκυνηγιέστε κι αλληλοεμπαίζεστε, όπου χωρίς αναπαμό και τρελοί και σκιαγμένοι, σαν άταφες σκιές, στριφογυρνάτε ο ένας γύρω από τον άλλον, έν' άθλιο συνονθύλευμα στην ένδειά σας μέσα, εσείς απ' το θεό παρατημένοι, και την γελοία σας την επαιτεία από κοντά να ζω, αυτό, ναι, είναι πράγματι τιμή. Χα χα! Αν άλλο τίποτε δεν ήξερα, κάλλιο θα προτιμούσα άγλωσσος και ξένος αντάμια μιε τ' αγρίμια του βουνού να ζω, μες στη βροχή και μες στο λιοπύρι, και την τροφή μου με τα ζώα να την μοιράζομαι, παρά ποτέ ξανά στην τυφλή σας αθλιότητα πίσω να επιστρέψω. 114
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Αυτό είναι το ευχαριστώ σου; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω για πες το αυτό ακόμη μια φορά κι αν μπορείς κοίτα ετούτο εδώ το φως τα πάντα που θωρεί! Αλλά γιατί δεν απόμεινες μακριά, μα ενώπιόν μου γεμάτος θράσος καταφθάνεις και με το στανιό τον λόγο τον στερνό μου αποσπάς ως τον Αχέροντα για κατευόδιο να τον έχεις; Ξέρεις τι διέπραξες; Τι σου 'χα κάμει; Τον γνώριζες τον κίνδυνο και για καιρό πολύ δεμένα τα χέρια σου ο φόβος τα κρατούσε, και για καιρό πολύ λυσσομανούσε στα δεσμά της μέσα η λύσσα σου. Το πνεύμα μου ήτανε που δέσμια την κρατούσε κι ας μην μπορούσες να ησυχάσεις, κι ας ήτανε για σένα μια τέτοια τιμωρία η ζωή μου. Βεβαίως παραπάνω κι απ' την πείνα κι απ' την δίψα είναι το ευγενέστερό του που τυραννάει τον δειλό. Ήσυχα να καθίσεις δεν μπορούσες; Κι έπρεπε, δύσμορφο ον, πάνω μου να ριχτείς; Και θάρρευες πως θα γινόμουνα όμοιός σου, την όψη μου αν πασάλειβες με την ντροπή σου; Ήτανε τούτη μια ηλίθια σκέψη, άνθρωπε! Ως και το φαρμάκι σου το ίδιο μες στο ποτό μου να 'χες ρίξει, ουδέποτε το πνεύμα μου εμιένα δεν θα 'σμίγε με το δικό σου, και θα σε ξέχυνε μακριά, 145
FRIEDRICH HÖLDERLIN
μαζί με τούτο εδώ το αίμα, το ατιμασμιένο από σένα. Είναι μάταιο, άλλους βαδίζουμε δρόμους. Πέθαν' εσύ από θάνατο χυδαίο, στον άψυχο καθώς αρμόζει δούλο, μι' άλλη μοίρα εμένα μου έχει φυλαχτεί, έν' άλλο μονοπάτι μου προφητέψατε, όταν γεννιόμουνα, θεοί, σιμά μου εκεί παρόντες τότε. Ο μέγας παντογνώστης τι απορεί; Έληξε το έργο σου και για το δόλο σου είν' άφθαστη η χαρά μου. Εννόησέ το! ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Πώς να εννοήσω έναν μαινόμενο; ΚΡΙΤΙΑΣ
Αρκετά πλέον, Ερμοκράτη! Την οργή κεντρίζεις έτσι μοναχά ενός βαθιά θιγμιένου. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Τι τον κουβαλήσατε μαζί σας, άφρονες, τον ψυχρό τον ιερέα, αν γυρεύατε καλό; Κι ορίζετε για συμφιλιωτή τον απ' τους θεούς παρατημένο, τον γι' αγάπη ανήμπορο, τον για διχόνοια και για θάνατο, καθώς κι οι όμοιοί τουσπαρμένο μιέσα στη ζωή, όχι για ειρήνη! Τώρα το νιώθετε! Ω και να 'χε γίνει αυτό πριν από χρόνια, πολλά δεν θα συμβαίναν τότε στον Ακράγαντα! Πολλά κακά έχεις διαπράξει στη ζωή σου, Ερμοκράτη, πολλές γλυκιές χαρές των θνητών με φοβέρες έδιωξες μακριά, ιι6
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
πολλούς νιογέννητους ήρωες στραγγάλισες μέσα στο λίκνο τους ακόμη, και σαν ανθολίβαδο έπεφτε νεκρή της φύσεως η δύναμις η νεανική απ' το δρεπάνι σου κάτω. Κάποια απ' αυτά τα είδα με τα ίδια μου τα μάτια, άλλα τα 'χω ακουστά. Όταν είναι ν' αφανιστεί ένας λαός δεν χρειάζεται παρά οι Ερινύες τον άνθρωπο να στείλουν, που τους πάντες και τα πάντα εξαπατώντας, στο έγκλημα τους μεστούς από ζωή θα παρασύρει ανθρώπους. Στα στερνά, έμπειρος πλέον στη τέχνη, εναντίον του ενός αυτού εδώ εστράφηκεν ανδρός ο πανούργος ανίερος φονιάς και στάθηκε στο έργο του τόσο επιτυχής, ώστε ό,τι με τους θεούς ομοιότερο ν' αφανιστεί απ' ό,τι πιο χυδαίο. Εμπεδοκλή μου! — Τον δρόμο πήγαινε που μοναχός σου επέλεξες. Να το εμποδίσω δεν μπορώ κι ας φλέγεται μέσα στις φλέβες μου το αίμα. Όμως εκείνον που τη ζωή σου ατίμασε, των πάντων τον διαφθορέα, εγώ θα πάω να τον γυρέψω, τότε που εσύ θα μ' έχεις πλέον αφήσει, θα πάω να τον γυρέψω καταφύγιο και στον βωμό ακόμη κι αν ζητήσει, τίποτε δε θα τον βοηθήσει, μ' εμένα θα 'χει να λογαριαστεί, ξέρω εγώ το στοιχείο του ποιο είναι. Στον ψόφιο τον βάλτο θα τον σύρω και, ικετευτικά σαν θα ψελλίζει, τόσο λίγο 117
FRIEDRICH HÖLDERLIN
θα ελεηθώ τα γκρίζα του μαλλιά όσο κι εκείνος τους άλλους ελεήθη. Κάτω! (στον Ερμοκράτη) Τ' άκουσες; Τον λόγο μου θα τον κρατήσω. ΠΡΩΤΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Δεν είν' ανάγκη να περιμένεις Παυσανία! ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ
Πολίτες! ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Τολμάς ακόμη και μιλάς; Εσύ, εσύ 'σαι που μας χάλασες και με τις φλυαρίες σου πέρα για πέρα μας ξεμυάλισες. Του ημίθεου την αγάπη εσύ μας την έκλεψες! Δεν είναι άλλο πλέον ο παλιός. Δεν μας γνωρίζει. Αχ! Με ήμερο μάτι άλλοτε μας θωρούσε ο άνδρας ο ανακτορικός. Τώρα το βλέμμα του μου συνταράζει την καρδιά. ΤΡΙΤΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Αλίμονο! Ήμασταν σαν τους παλαιούς, στου Κρόνου τους καιρούς, τότε που ακόμη ζούσε ανάμεσά μας φιλικά ο Τψηλός κι είχε ο καθένας μας χαρά στο σπιτικό του κι απ' όλα είχαμε αρκετά. Προς τι λοιπόν στους ώμους μας επάνω την κατάρα να φορτώσεις, την αλησμόνητη, που εκείνος εξεστόμισε; Αχ! Έτσι σίγουρα θα έπρεπε να πράξει κι οι γιοι μας, σαν θα μεγαλώσουνε θα λεν, τον άνδρα τον θεόσταλτο εσείς μας τον δολοφονήσατε. ιι8
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Κλαίει! - Τρανότερος κι ακόμα πιο αγαπημένος παρά πιο πριν μου φαίνεται. Κι ακόμα εσύ τον πολεμάς; Και στέκεις εκεί πέρα λες κι ήσουνα τυφλός; Και δεν λυγίζουνε τα γόνατά σου ενώπιόν του; Άνθρωπε, καταγής! ΠΡΩΤΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Κι ακόμη μας παριστάνεις τον ψευτοθεό; Κι έτσι έχεις κατά νου να συνεχίσεις; Καταγής σε θέλω! Το σβέρκο σου με το πόδι μου θα πατώ, έως ότου επιτέλους να παραδεχτείς ότι μέχρι τα Τάρταρα βγήκες ξεγελασμένος. ΤΡΙΤΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Ξέρεις τι διέπραξες; Κάλλιο ναό να 'χες συλλήσει, χα χα! Τον ικετεύαμε και μας εισάκουγε. Μαζί του θα 'χαμε λευτερωθεί απ' τους θεούς. Μα πέραν κάθε προσδοκίας, σαν πανούκλα, το πνεύμα σου πέφτει επάνω μας το κακό, και φτερά κάναν και η καρδιά και ο λόγος και ολάκερη η χαρά, που εκείνος μας εχάριζεν, σε μιαν αποτρόπαια μέσα παραφορά. Χα χα! Αίσχος! Αίσχος! Σαν παράφρονες αγαλλιάζαμε, τότε που εσύ τον άνδρα, τον πολυαγαπημένο, μέχρι θανάτου είχες προσβάλει. Δεν παίρνει τούτο 119
FRIEDRICH HÖLDERLIN
γιατρειά. Κι εφτά φορές να πέθαινες πάλι ν' αλλάξεις δεν μπορούσες αυτό που 'καμες και σ' εκείνον και σ' εμάς. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ο ήλιος γέρνει προς τη δύση του και πρέπει τη νύχτα τούτη παρακάτω να τραβήξω. Παιδιά μου, παρατήστε τον! Απ' την φιλονικία μας καιρός έχει διαβεί κιόλας πολύς. Ό,τι κι αν έγινε πλέον έχει περάσει και μελλοντικά ο καθένας μας τον άλλονα στην ησυχία του θε ν' αφήσει. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Εις μάτην είναι λοιπόν όλα; ΤΡΙΤΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Ω αγάπησε μας ξανά ! ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Έλα και ζήσε στον Ακράγαντα! Κάποτες ένας Ρωμαίος είχε πει ότι το μεγαλείο τους στον Νούμα^^ τους το χρεωστούσαν. Έλα, θεϊκέ, Νούμα δικό μας να σε κάνουμε. Από παλιά σκεπτόμασταν πως βασιλιάς^^ θα σου 'πρεπε να είσαι. Ω γίνε, γίνε, ο βασιλιάς μας! Πρώτος εγώ σε χαιρετώ και όλοι το ποθούνε. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Παρήλθε πια ο καιρός των βασιλέων. 120
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
0 1 ΠΟΛΙΤΕΣ (τρομαγμιένοΟ
Άνδρα! Ποιος λοιπόν είσαι; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Έτσι τ' αρνιούνται τα στέμματα, πολίτες! ΠΡΩΤΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Ασύλληπτος είναι ο λόγος που μίλησες, Εμπεδοκλή! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Φυλάει τάχατες τα παιδιά του παντοτινά στη φωλιά μέσα ο αητός; Τυφλά όσο ακόμα είναι βεβαίως και τα γνοιάζεται, και γλυκοκοιμισμένοι κάτω απ' τις φτερούγες του περνούν οι αφτέρωτοι νεοσσοί της ζήσης τους το χάραγμα. Όταν όμως τα μάτια τους της ημέρας έχουνε ιδεί πλέον το φως τα φτερά τους όταν έχουνε πλέον ωριμάσει, τότες έξω αμέσως τα ρίχνει από το λίκνο μοναχά πέταγμα για να μάθουν. Ντροπή σας να γυρεύετε ακόμη βασιλιάδες. Έχετε παραμεγαλώσει πια. Στων πατέρων σας τον καιρό θα 'τανε αλλιώς. Εσάς κανείς να σας βοηθήσει δεν μπορεί, τον εαυτό σας αν εσείς οι ίδιοι δεν βοηθήστε. ΚΡΙΤΙΑΣ
Δώσε μ^ς άφεση! Εν ονόμιατι όλων των επουρανίων! Είσαι 121
FRIEDRICH HÖLDERLIN
μεγάλος άνδρας, προδομένε! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Κακιά ήταν η μέρα που μας χώρισε, άρχοντα. ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Δώσε μας άφεση κι έλα μαζί μας! Για σένα στην πατρίδα φιλικότερα θα φέγγει ο ήλιος παρ' αλλού, κι αν πάλι τη δύναμη που θα σου άρμοζε δεν την επιθυμείς, έχουμ' εμείς κι άλλα δώρα τιμητικά να σου προσφέρουμε, πράσινα φύλλα για στεφάνια κι ονόματα ωραία και για έναν ανδριάντα^^ αγέραστο χαλκό. Ω έλα! Υπηρέτες σου τ' αγόρια μας θα είναι, τ' αγνά, αυτά που ουδέποτε σε πρόσβαλαν. Σιμά μας μόνο ας κατοικείς κι είν' αρκετό. Και θα το αποδεχθούμε αν θα μας αποφεύγεις και στους κήπους σου μέσα ολομόναχος θα ζεις,
έως ότου αυτό που σου συνέβη λησμονήσεις. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω ακόμη μια φορά! Της πατρίδος μου, εσύ, φως, που μ' ανάστησες, κήποι, εσείς, της νεότητάς μου και της ευτυχίας μου, ακόμη να σας αναθυμάμαι πρέπει, ημέρες της τιμής μου, τότε που καθάριος κι αλώβητος μ' αυτόν εδώ μαζί ζούσα τον λαό! Ήδη συμφιλιωθήκαμε καλοί μου! - Και τώρα εγκαταλείψτε με! 122 Κάλλιο το πρόσωπο που ταπεινώσατε
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ενώπιον σας άλλο πια να μην θωρείτε, ευκολότερα έτσι ο άνδρας που αγαπήσατε στο νου σας θα ξαναγυρνά και δεν θα πλανευτεί ποτέ ξανά ο αθόλωτός σας λογισμός. Σε μιαν αιώνια νεότητα μαζι σας η εικόνα μου θα ζει και ακόμη ωραιότερα θα ηχούν, τότε που εγώ θα 'μαι μακριά, τ' άσματα της χαράς που μου 'χετε ταγμένα. Ω ας χωρίσουμε, προτού η μωρία και τα γερατειά, εκείνα μας χωρίσουν. Μιας και ειδοποιηθήκαμε. Και μένουν ενωμένοι όσοι την σωστή στιγμή μόνοι τους επιλέγουνε του χωρισμού την ώρα. ΤΡΙΤΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Έτσι λοιπόν αμήχανους θα μας εγκαταλείψεις; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Μου προσφέρατε, . άνδρες, ένα στέμμα! Ως αντάλλαγμα το ιερό των ιερών μου λάβετε από μένα. Καιρό πολύ το φύλαγα κρυφό σ' αίθριες μέσα νυχτιές συχνά, σαν πάνωθέ μου ο κόσμος ανοιγόντανε ο ωραίος και η ιερή αύρα, μ' όλα της μαζί τ' άστρα, με πνεύμα όμοια λογισμούς χαρμόσυνους γεμάτο, με θώπευε. Τότε, πλήθαινε συχνά εντός μου η ζωή. Σκεφτόμουνα, η μέρα σαν θα χάραζε, τον λόγο να σας πω τον αυστηρό, τον για καιρό πολύ αξεστόμιστο, και όλο χαρμόσυνη ανυπομονησία κιόλας καλούσα τη χρυσή νεφέλη του πρωινού από την ανατολή 123
FRIEDRICH HÖLDERLIN
σε μια νέα να έρθει γιορτή. Όπου το άσμα μου το μοναχικό με το δικό σας άσμα μαζί, σε χορωδία μία θα 'σμίγε της χαράς. Όμως πάντοτε σφάλιζε μετά ξανά η καρδιά μου, έλπιζα μόνον ότι κάποτε της ωριμάνσεως θα σημάνει η ώρα. Του φθινοπώρου μου είναι σήμερα η μέρα και πέφτει μοναχός του ο καρπός. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω και να 'χε νωρίτερα μιλήσει! Ίσως και να μην του συμβαίνανε όλ' αυτά! ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Αμήχανους δε θα σας εγκαταλείψω, αγαπημένοι! Τίποτε όμως μην φοβάστε! Σκιάζονται της γης τα τέκνα τις πιο πολλές φορές με ό,τι νέο είναι και ξένο. Σπίτι της, στον εαυτό της ν' απομένει, τούτο μοναχά ποθεί των βλαστών η ζωή. Και τα ολόχαρα τα ζώα κι αυτά. Μες στο έχει τους κλεισμένα το πώς θα επιβιώσουνε μόνον κοιτάν και παραπέρα ο λογισμός τους δεν φθάνει στη ζωή. Ωστόσο στα στερνά είναι χρεία έξω τα περίφοβα να βγούνε και πεθαίνοντας πίσω, στο στοιχείο του, το καθετί ξαναγυρνάει, όπου σε μιαν καινούρια νεότητα σαν σε λουτρό θ' αναζωογονηθεί. Στους ανθρώπους η μεγάλη έχει δοθεί χαρά να ξανανιώνουνε από μόνοι τους και πάλι. Και μιέσ' από τον καθαρτήριο θάνατο, που αυτοί οι ίδιοι επάνω στη σωστή επιλέξανε ώρα. 124
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
αναδύονται, όπως μιέσ' από τη Στύγα ο Αχιλλεύς^^, οι λαοί. Ω δοθείτε από μόνοί σας στη φύση, προτού εκείνη να σας πάρει! Καιρό πολύ διψάτε για το ασύνηθες και σαν απ' άρρωστο κορμί αγκομαχάει να βγει του Ακράγαντος το πνεύμα απ' τις ράγες του τις παλιές. Λοιπόν τολμήστε το! Ό,τι κληρονομήσατε, ό,τι αποχτήσατε, ό,τι των πατέρων σας τα στόματά σας διηγήθηκαν, σας δίδαξαν, νόμους και έθιμα και των παλαιών θεών τα ονόματα, με θάρρος λησμονήστε το, και σαν νεογνά προς την φύση, τη θεϊκή, τη ματιά σας ανυψώστε! Και τότε, όταν από των ουρανίων το φέγγος το πνεύμα σας θα πυρπολείται, όταν γλυκιά ζωής ανάσα τα στήθη σας, η πρώτη λες κι ήτανε φορά, θα μεθά και χρυσούς γεμάτα καρπούς τα δάση θα θροίζουν και πηγές μιέσ' απ' τα βράχια θ' αναβρύζουν, όταν από του κόσμου τη ζωή θα έχετε κυριευτεί, από το πνεύμα της το ειρηνικό, που σαν ιερό νανούρισμα την ψυχή θα γαληνεύει, τότε από της τέρψεως μιέσα τ' ωραίο λυκόφως για σας της γης το πράσινο θα λάμψει ξανά, και τα όρη και η θάλασσα και τα σύννεφα και τ' άστρα, οι ευγενείς δυνάμεις, με ήρωες όμοιες αδελφούς, στα μάτια σας μπροστά θ' αναφανούν, που η καρδιά σας, σαν των πολεμιστών, για δράση θα χτυπήσει και για έναν δικό της κόσμον ωραίο. Τότε το χέρι δώστε 125
FRIEDRICH HÖLDERLIN
0 ένας στον άλλον ξανά, λόγο δώστε και μοιραστείτε το αγαθό! Ω τότε, αγαπημένοι, δράση και δόξα όμοια με τους πιστούς Διοσκούρους^® μοιραστείτε! Ας είναι ο καθένας όπως όλοι, - σαν σε λιγνούς κίονες αποθεμένη, ας αναπαύεται στους ορθούς σχηματισμούς επάνω η νέα ζωή και τον δεσμό σας ο νόμος ας τον εδραιώνει! Τότε, ω πνεύματα, εσείς, της μεταβαλλόμενης φύσεως, προσκαλέστε την τότε ανάμεσά σας, αίθριοι εσείς, εκείνην που απ' τα βάθη και τα ύψη παίρνει τη χαρά και σαν μιέριμνα κι ευτυχία κι ηλιόφως και βροχή στων έγκλειστων θνητών την φέρνει τις καρδιές από έναν κόσμο ξένον, μακρινό. Αυτήν ο ελεύθερος λαός για τις εορτές του ας προσκαλέσει! Φιλόξενος! Ευσεβής! Διότι ερωτευμένος δίνει ό,τι καλύτερο έχει ο θνητός, τα στήθη του όταν δουλεία δεν φράζει ούτε και στενεύειΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω πατέρα! ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Απ' τις καρδιές βγαλμένο τότε, γης, θα 'ναι και πάλι τ' όνομά σου και, όπως μέσ' από τα σκότη σου τ' άνθη προβάλλουν, έτσι θ' ανθίζει προς χάρη σου το κόκκινο στα μάγουλα των ευγνωμόνων από στήθη ανεβαίνοντας ζωή γεμάτα. Και χαμόγελα μακάρια. 126
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
KOLI Κατάφορτη από στεφάνια του έρωτα θα θροίζει τότε κατηφορίζοντας η πηγή, κάτω από ευλογίες θα τρανεύει και ποταμός θα γίνεται, κι αντάμα με την ηχώ δονούμενων ακτών θα ηχεί, αντάξιό σου ξανά, ω πατέρα ωκεανέ, από ελεύθερες μέσα καρδιές βγαλμένο, το άσμα σου το επαινετικό. Την ουράνιά του μ' εσένανε συγγένεια, ω θεά του ήλιου, των ανθρώπων το δαιμόνιο εκνέου θα αισθανθεί κι ό,τι κι αν κτίζει θα 'ναι τόσο δικό σου όσο και δικό του. Απ' την χαρά και το θάρρος και της ζωής την πληρότητα εύκολα, σαν τις αχτίδες σου, οι πράξεις θα προχωρούν κι η ωραιότητα δεν θα πεθαίνει άλλο πια μέσα σε στήθη από τη θλίψη βουβαμένα. Μένει αποκοιμισμένη συχνά, σαν ευγενής κόκκος σταριού, των θνητών η καρδιά σε κέλυφος μέσα νεκρό, ο καιρός της έως ότου να φθάσει. Ανασαίνει ολόγυρά της ερωτευμένος ο αιθέρας παντοτινά, και με τους αετούς μαζί φως πίνει το μάτι της πρωινό, αλλά ευλογία δεν δίδεται στους ονειρευομιένους και πενιχρά θρέφεται απ' το νέκταρ, που οι θεοί της φύσεως χαρίζουν καθημερινά, η βυθισμένη ύπαρξίς τους. Έως ότου πλέον ν' αποκάμουνε μες στα δεσμά και, σαν την Νιόβη, αισθανθούν τα στήθη τους σε μια ψυχρή μέσα φυλακισμένα ξενιτιά. Έως ότου το πνεύμα τον εαυτό του απ' όλους τους θρύλους ισχυρότερα αισθανθεί 127
FRIEDRICH HÖLDERLIN
και την καταγωγή της αναθυμούμενη η ζωή ζωντανή αναζητήσει ωραιότητα και μετά χαράς της ενώπιον του καθάριου εκπτυχθεί. Τότε μια νέα ημέρα θ' αναλάμψει. Αχ! Αλλιώς απ' ό,τι κάποτε η φύσις κι απορώντας, απίστευτο πώς ύστερ' απ' ανέλπιδους καιρούς, του ιερού ξανάιδωμού την μιέρα, οι αγαπημένοι ξανά μ' αγαπημένους σμίγουνε που για νεκρούς τούς θάρρευαν, πώς η καρδιά ενωμένη είν' αυτοί που για καιρό τους στερηθήκαμε πολύ! Οι ζωντανοί, οι αγαθοί θεοί, μαζί με τ' άστρο δύοντας της ζωής! ΊΕχετε γεια! Ήταν τα λόγια ενός θνητού, που αυτήν εδώ την ώρα ερωτευμένος διστάζει ανάμεσα σ' εσάς, και στους θεούς του, που τον έχουνε καλέσει. Της αποδημίας την ημέρα προφητεύει το πνεύμα μας και την αλήθεια ομιλούν αυτοί που δεν ξαναγυρίζουν. ΚΡΙΤΙΑΣ
Για πού μισεύεις; Ω εν ονόματι του ζωντανού Ολύμπου, που στον γέροντα εμένα τώρα, στα στερνά —σ' εμένα τον τυφλόαποκάλυψες! Μην φεύγεις! Μ' εσένα μοναχά σιμά μας θα ευδοκιμήσει μέσα στον λαό 128
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
και θα προβάλει, κλώνους γεμάτη καί καρπούς, η νέα ψυχή. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Θα μιλάν, αντί για μένα όταν εγώ θα 'μαι μακριά, τ' ουρανού τ' άνθη, τ' άστρα τ' ανθηρά. Και τ' άλλα, της γης, μυριάδες θα βλασταίνουνε φορές. Η θεϊκά παρούσα φύσις του λόγου δεν έχει την ανάγκη. Και μοναχούς ποτέ της δεν θα σας εγκαταλείψει, εφόσον σας εσίμωσε κάποτε μια φορά. Διότι άσβεστη είναι η δική της η στιγμή. Και νικήτρια διασχίζει απ' άκρη ως άκρη τους καιρούς η δράσις η εμψυχωτική της φλόγας της ουράνιας. Και όταν πλέον οι ευτυχισμένες κρόνιες ημέρες, οι νέες και ανδρειότερες^"^, θα έχουν επέλθει, τότε ξανά τον παρελθόντα καιρό αναλογιστείτε, τότε και πάλι το δαιμόνιο του λόγου των πατέρων σας τη ζωή σας να θερμαίνει αφήστε! Για τη γιορτή, απ' το βασίλειο των σκιών, ας ανεβεί ως εδώ ψηλά, ο λησμονημένος κόσμος των ηρώων και, με το χρυσό του πένθους νέφος, μνήμη σ' εσάς, ολόχαροι, ας επιφέρει.— ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Κι εσύ; Κι εσύ; Αχ, να τ' ονομάσω δεν επιθυμώ σ' αυτούς εδώ τους ευτυχείς εμπρός ι129
FRIEDRICH HÖLDERLIN
μην τυχόν xt εκδίκηση γυρέψουνε γι' αυτό που μιέλλει να συμβεί. Όχι!
Δεν το μπορείς!
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω πόθοι! Παιδιά είστε κι όμως να μιάθετε ζητάτε τι νοητό είναι και τι ορθό. Πλανιέσαι! Προς την δύναμη, άφρονες, μιλάτε, που ισχυρότερη είναι παρά εσείς, μα δεν βοηθάει κι ασυγκράτητη σαν τ' άστρα ορμά μπροστά στης ευοδώσεως την οδό η ζωή. Των θεών τις φωνές δεν τις γνωρίζετε; Πριν καν μιε στυλωμιένο τ' αυτί των γονιών μου να μιάθω τη γλώσσα, με την πρώτη κιόλας πνοή, με την ματιά την πρώτη, τις ακροάστηκα και πάντα πιο πολύ απ' των ανθρώπων τις σεβόμουνα τα λόγια. Έλα εδώ ψηλά! Μου κράζανε κι η καθεμιά μικρούλα αύρα ισχυρότερη μέσα μου ξυπνούσε την περίφοβη τη νοσταλγία. Κι αν γύρευα εδώ ακόμη ν' απομείνω, θα 'τανε σαν όπως όταν αβοήθητος ο έφηβος στων παιδικών του χρόνων το παιχνίδι ζητάει ακόμη να 'βρει τη χαρά. Χα χα! Άψυχος, σαν τους δούλους, θα 'πρεπε τότε να σταθώ, μέσα σε νύχτα και ντροπή, ενώπιόν σας κι ενώπιον των θεών μου. Έζησα! Όπως απ' των δέντρων τις κορφές βροχή πέφτουν ανθοί και χρυσοί καρποί 130
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
και λουλούδια και στάρι από την σκοτεινή αναβρύζουν γη έτσι γεννιόταν και για μιένα μέσ' απ' τον κόπο κι από την ανάγκη η χαρά και φιλικές οι ουράνιες δυνάμεις χαμήλωναν. Συνάζονται στα βάθη μέσα, φύσις, οι πηγές των υψών και των χαρών σου, ήρθανε όλες τους στα στήθη μου ν' αναπαυθούνε κι ήτανε τέρψις μία. Και την ωραία ζωή σαν αναλογιζόμουν, συχνά απ' την καρδιά μου μέσα για ένα μόνον τους θεούς παρακαλούσα: Όταν κάποτε την ιερή μου την ευτυχία με της νεότητας το σθένος άλλο πλέον ακλόνητος δεν θα δυνόμουνα να την αντέξω και, καθώς συνέβη και με τους παλαιούς χαϊδεμένους των επουρανίων, σε μωρία θα μετατρεπόταν του πνεύματός μου η πληρότης αμέσως προειδοποίηση γοργά να μου στείλουν, με μιαν αιφνίδια κατάστηθα να με πλήξουν μοίρα, σημείον ότι επήλθε πλέον ο καιρός του καθαρμού, ώστ' έγκαιρα τη σωτηρία σε μιαν καινούρια νεότητα ν' αναζητήσω και των θεών ο φίλος για τους ανθρώπους να μην καταντήσει παίγνιο και χλεύασμα και σκάνδαλο. Η επιθυμία μου εκπληρώθη. Κατέφθασε , ισχυρή η προειδοποίηση. Κι ας ήταν μια μοναχά, ωστόσο αρκούσε. Κι αν δεν την είχα αισθανθεί όμοιος με πρόστυχο άλογο 131
FRIEDRICH HÖLDERLIN
θα ήμουν, που δεν ξέρει τα σπφούνια να τιμάει και χρειάζεται καμτσίκι για να υπακούσει. Γι' αυτό μην απαιτείτε την επιστροφή του ανδρός που σας αγάπησε, μα που ωστόσο σαν ένας ξένος έζησε ανάμεσά σας και που για λιγοστό μόνον γεννήθηκε καιρό^®. Ω μην ζητάτε απ' αυτόν προς χάρη των θνητών σε κίνδυνο να θέσει των ιερών του το ιερό και την ψυχή του. Τπήρξε ωραίος ωστόσο ο χωρισμός που μας χαρίσθηκε και μπόρεσα τώρα στερνά ό,τι έχω πιο ακριβό, την καρδιά της καρδιάς μου να σας δώσω. Γι' αυτό ούτε λέξη πλέον! Τι γυρεύω ακόμη ανάμεσά σας; ΠΡΩΤΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Έχουμε ανάγκη από τη συμβουλή σου. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ρωτήστε αυτόν εδώ τον έφηβο! Και μην ντραπείτε. Από νωπό πνεύμα οι σοφότερες πηγάζουνε αποκρίσεις, για τα μεγάλα θέματα το ερώτημα στα σοβαρά εάν του τεθεί. Από νεαρή πηγή ελάμβανεν η ιέρεια, η παλαιά η Πυθία, τις ρήσεις τις θεϊκές, και είν' έφηβοι κι οι ίδιοι οι θεοί σας. — Χάιδεμιένε μου! Μισεύω μετά χαράς μου, ζήσ' εσύ στο κατόπι μου, υπήρξα μοναχά η πρωινή νεφέλη, άεργος και διαβατικός. Και κοιμόντανε, όσο άνθιζα μοναχικά, ο κόσμος. Όμως εσύ, εσύ έχεις γεννηθεί για την καθάρια ημέρα. 132
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω να σωπάσω πρέπει! ΚΡΙΤΙΑΣ
Τον εαυτό σου, άριστε, να καταπεισεις μη γυρεύεις. Ούτε κι εμάς μαζί σου. Σκότος στα μάτια μου εμπρός έχει απλωθεί και δεν μπορώ να δω τι τάχα είναι αυτό που ξεκινάς ούτε και μείνε να σου πω μπορώ. Ανάβαλέ το για μια μέρα. Συχνά η στιγμή αλλόκοτα μας παρασέρνει, κι οδεύουμε προς το χαμό, οι φευγαλέοι εμείς, αντάμα με το φευγαλέο. Συχνά μιας φαίνεται λες κι οι αποφάσεις μιας μόνο στιγμής έχουν από καιρό πολύ μέσα μας ωριμάσει. Κι ωστόσο δεν είναι παρά μόνο η στιγμή που μας θαμπώνει, κι εκείνη μοναχά θωρούμε μες στα περασμένα. Δώσε μας άφεση! Ενός ισχυροτέρου μου το πνεύμα ν' ατιμάσω δεν επιθυμώ ούτε και την σημερινήν ημέρα. Καλά το βλέπω ότι πρέπει να σ' αφήσω. Και άλλο δεν μπορώ παρά να μιένω θεατής, ας είναι όλο έγνοια η ψυχή μου. ΤΡΙΤΟΣ ΠΟΑΙΤΗΣ
Όχι! —Ω όχι!— Δεν θα μισέψει, στους ξένους δεν θα πάει, ούτε απ' τη θάλασσα αντίπερα, στις Ελλάδος τις ακτές ή στην Αίγυπτο^^, στους αδελφούς του που καιρό δεν τον έχουνε 133
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ι8εί, τον υψηλό σοφό, - ικετέψτε τον, ω να μείνει ικετέψτε τον! Δέος μ' έχει κατακυριέψει και ρίγη, απ' τον γαλήνιο τούτον κινώντας τον άνδρα, τον ιερό και φρικαλέο, τη ζήση μου διασχίζουνε και φωτεινότερα εντός μου είναι, και σκοτεινότερα συνάμα, απ' ό,τι στους καιρούς τους περασμένους! - Ναι, αντέχεις κι εντός σου θωρείς μια μοίρα δική σου μεγάλη, και μετά χαράς σου την αντέχεις, και είναι καθεμιά σκέψη σου έξοχη. Συλλογίσου όμως κι αυτούς που σ' αγαπάνε, τους αγνούς, μα και τους άλλους, που σφάλανε, τους μετανοημένους. Αγαθέ τόσα πολλά μας έχεις δώσει, τι θ' απογίνουμε χωρίς εσένα; Ω και να 'θελες λίγον καιρό μονάχ' ακόμη τον εαυτό σου, αγαθέ, να μας χαρίζεις! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω αγνωμοσύνη! Λες και δεν σας έχω δώσει μέχρι τώρα αρκετά που να έχετε απ' αυτά να ζείτε. Εσάς σας είν' επιτρεπτό όσο βαστά η ανάσα σας να ζήστε. Όχι εμένα. Έγκαιρα ν' αποχωρεί πρέπει εκείνος που διαμέσου του ομίλησε το πνεύμα. Η θεϊκή φύσις αποκαλύπτεται συχνά θεϊκά, διαμέσου ανθρώπων. Έτσι το γένος τα πολλά αποπειρώμενο και πάλι την αναγνωρίζει. Άπαξ όμως και ο θνητός, του οποίου την καρδιά η τέρψη της επλήρωσε, την έχει πλέον διακηρύξει, ω τότε πλέον αφήσετέ την το σκεύος να τσακίσει, άλλον κανέναν για να μην υπηρετήσει σκοπό 134
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
και σ' έργο ανθρωπινό μετατραπεί το θείο. Nat, αφήστε τους να πεθάνουνε τους ευτυχείς αυτούς, αφήστε τους, καφός όσο είν' ακόμη, ελεύθερα στους θεούς να θυσιαστούνε, προτού μες στην αυθαιρεσία και την ασημιαντότητα και τ' όνειδος, οι ελεύθεροι, χαθούν. Τούτο και σε μένα έχει λάχει. Και καλά την τύχη μου γνωρίζω. Και ήδη από πολύ παλιά, από τα χρόνια μου τα νεανικά, την είχα ψυχανεμισθεί. Σεβαστείτε το μου τούτο. Κι αν αύριο δεν με ξαναβρείτε, έτσι πείτε: Νά γεράσει δεν του 'πρεπε ούτε τις μέρες του να μιετρά. Δεν του 'πρεπε της έγνοιας και της αρρώστιας να γίνει ο υπηρέτης, αθέατος έφυγε κι ανθρώπου χέρι δεν τον έθαψε και μάτι κανένα την στάχτη του δε θώρησε. Διότι έτσι, και μόνον έτσι, αρμόζει σ' εκείνον, ενώπιον του οποίου σε ώρα θανατόχαρη, την ημέρα την ιερή, το θείον αποτίναξε από πάνω του τα πέπλα. Σ' εκείνον που φως και γης τον αγαπήσανε και που το πνεύμα του το πνεύμα, του κόσμου το πνεύμα, είχε αφυπνίσει. Όπου κι εκείνοι βρίσκονται στους οποίους πεθαίνοντας, πίσω ξαναγυρίζω. ΚΡΙΤΙΑΣ
Αλίμονο! Αμείλικτος είναι και τον εαυτό της τον ίδιο 135
FRIEDRICH HÖLDERLIN
θα ντρεπόντανε η καρδιά, έστω και μια λέξη παραπάνω να του πει. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Έλα, δως μου το χέρι σου, Κριτία! Kt εσείς! Όλοι εσείς! — Σιμά μου εσύ ακόμη θ' απομείνεις απ' όλους πιότερο ακριβέ μου, εσύ, παντοτινά πιστό αγαθό αγόρι! Στον φίλο σιμά μέχρι να 'ρθει το βράδυ. - Μην πενθείτε! Καθότι ιερό είναι το τέλος μου και ήδη — ω αύρα, αύρα, εσύ, που τον νιογέννητο θε να θωπεύεις σε νέα, ψηλά εκεί, σαν θα βαδίζει μονοπάτια, ήδη σ' οσφραίνομαι! Όπως ο θαλασσινός, όταν στ' ανθόδασος του μητρικού του νησιού σιμώνει και ήδη πιο ερωτευμιένα τα στήθη του φουσκώνουν και την γερασμένη του την όψη της πρώτης χαράς η μνήμη ξαστερώνει ξανά! Και ω λήθη! Συμφιλιώτρια! Πλήρης από ευλογίες είν' η ψυχή μου, ακριβοί μου! Πηγαίνετε λοιπόν και την πόλη χαιρετήστε μου την πατρική, και τους αγρούς της! Σε ημέρες ωραίες, όταν έξω θα βγαίνετε στο άλσος το ιερό, στους θεούς της φύσεως τελετή για να προσφέρετε, τα μάτια σας από της μιέρας τον κάμιατο για να ελευθερώστε κι εκείνο λες και μ' άσματα θα σας υποδέχεται φιλικά, απόκριση από τα αίθρια φέρνοντας ύψη τότε θα πνέει ένας τόνος κι από μένα μέσα στο τραγούδι, 136
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
του φίλου ο λόγος, στην χορωδία μέσα της αγάπης τυλιγμένος του ωραίου κόσμου. Αφουγκραστείτε τον ερωτευμένα ξανά και όλα θα 'vat τότε ακόμη πιο έξοχα. Όσα είπα τον καιρό που ακόμη ζούσα εδώ υπήρξαν λιγοστά, ίσως όμως του φωτός η αχτίδα μαζί της να τα πάρει στην γαλήνια την πηγή, που είθε την ευλογία της να σας στέλνει από τ' αχνόφεγγα μέσα τα νέφη. Και να με συλλογιέστε! ΚΡΙΤΙΑΣ
Ιερέ! Με υπερβαίνεις, άνθρωπε ιερέ! Θα σεβαστώ αυτό που σου συμβαίνει και όνομα δεν θα του δώσω. Ω έπρεπε να 'χε τάχατες συμβεί; Τόσο γοργά λάβανε όλα χώρα! Τότες που ακόμη, γαλήνια βασιλεύοντας, ζούσες μες στο Ακράγαντα δεν το προσέχαμε. Τώρα μακριά μας σ' έχουν πάρει, προτού καλά καλά το αντιληφθούμε. Έρχεται και φεύγει η χαρά, των θνητών όμως ποτέ δεν γίνεται κτήμα κι ανερώτητο το πνεύμα γοργά το μονοπάτι του βαδίζει. Αχ! Άραγε μπορούμε να λέμε ότι υπήρξες;
137
ÖTj σκψη
[Εμπεδοκλής, Παυσανίας]
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ -/ /
Πάει έληξε! Διώξε με τώρα πλέον χι εμιένα μακριά! Εύκολο θα σου είναι! ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Ω μη! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ναι, το ξέρω, δεν αρμόζει έτσι να μιλώ προς τον ιερό τον ξένο, μα δεν θέλω την καρδιά μες στα στήθη μου να τιθασέψω. Εσύ μου την επαραχάιδεψες, εσύ που έτσι την ανάθρεψες! Και σαν ισος κι όμοιός μου φαινόντανε στα μάτια μου ο έξοχος, τότε που έν' άξεστο ακόμα ήμουν αγόρι, όταν στην φιλική πάνω συνομιλία ευμένεια γεμάτος στρεφόταν προς εμένα. Κι ήταν για μένα γνώριμα λες κι από παλιά του ανδρός τα λόγια. Πέρασαν πια, περάσανε όλ' αυτά! Ω Εμπεδοκλή! 138
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Ακόμη σε καλώ με τ' όνομα σου, τον φίλο που μισεύει ακόμη απ' το πιστό του το χέρι τον κρατώ. Και, ιδές! Μου φαίνεται, μου φαίνεται ακόμη, πως λες και δεν θα το δυνόσουνα, ερωτευμένε, να μ' αφήσεις! Πνεύμα της ευτυχισμένης μου νεότητας, μάταια μ' αγκάλιασες λοιπόν, κι εγώ μάταια τούτην εδώ την καρδιά ενώπιόν σου ξετύλιξα σε νικητήρια μέσα χαρά και σε μεγάλες ελπίδες; Δεν σε γνωρίζω άλλο πια. Είν' ένα όνειρο. Δεν το πιστεύω. ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Παραδέξου λοιπόν πως και για τη δική μου την καρδιά υπάρχει μία τιμή. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ Υπάρχει μόνον στον θάνατο τιμή; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Τ' άκουσες κι η ψυχή σου μου το καταμαρτυράει, άλλη για μένα δεν υπάρχει. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Αχ! Αλήθεια είναι λοιπόν; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Σαν τι θαρρείς πως είμαι; 139
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ (με ζέση)
Ω γιε της Ουρανίας^^! Πώς μπορείς να το ρωτάς; ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ (με αγάπη)
Kt ωστόσο πρέπει, σαν κανένας δούλος, την ημιέρα της ταπείνωσης μου να επιζήσω; ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Όχ^!
Εν ονόματι του πνεύματός σου του μαγικού, να σε ταπεινώσω δεν ζητώ, κι ας το προστάζει της αγάπης η ανάγκη, αγαπημένε! Λοιπόν ας πεθάνεις και τον εαυτό σου έτσι ας καταμαρτυρήσεις! Μιας και δεν γίνεται αλλιώς. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Λοιπόν το ήξερα εγώ πως στερημένο από χαρά να μισέψω δεν θα μ' άφηνες, ηρωική ψυχή! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Πού έχει πάει λοιπόν η οδύνη; Την κεφαλή σου πρωινό ερυθριασμα την στεφανώνει και τα μάτια σου ακόμη μια φορά τις δυνατές τους μου χαριζουνε αχτίδες. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Κι εγώ, κι εγώ επαγγελίες επάνω στα χείλη σου φιλώ. Ισχυρός θα γίνεις. 140
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
θα φωτίσεις φλόγα νεανική. Ό,τι θνητό είναι εσύ σε ψυχή και σε φλόγα θα το μεταμορφώσεις, μαζί σου στον ιερό αιθέρα να το πάρεις. Ναι απ' όλους πιότερο ακριβέ μου! Μάταια εγώ δεν έζησα μαζί σου! Και κάτω από έναν ήπιο ουρανό απ' την πρώτη κιόλας χρυσή, ευτυχισμένη στιγμή για μας τους δύο ανατείλαν πλήθος χαρές μοναδικές. Και συχνά όλα τούτα στον νου σου πίσω θα τ' ανακαλούνε το άλσος μου το σιωπηρό και η σπηλιά μου, σιμά τους άνοιξη σαν θα διαβαίνεις. Και το πνεύμα, που υπήρξε ανάμεσα σ' εσένα και σ' εμιένα, θα σε κυριεύει. Ευχαρίστησέ το τότε κι ευχαρίστησέ το και τώρα! Ω γιε! Της ψυχής μου γιε! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Πατέρα! Ευχαριστίες θέλω ν' αποτίσω τότε μόνο που η μεγάλη πίκρα για μένανε θα έχει πια περάσει. ΕΜΠΕΔΟΚΑΗΣ
Κι όμως, αγαπημένε, είναι ωραία η ευχαριστία επίσης και όσο ακόμα η χαρά, η απερχόμενη, για τους απερχόμενους διαρκεί. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω γιατί λοιπόν πρέπει να σβήσει; Ασύλληπτο μου είναι. Κι εσύ; Σε τι θα βοηθούσε; 141
FRIEDRICH HÖLDERLIN
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Θνητός δεν μου το επέβαλε κανείς χι άφοβος, στο θάλλος μου επάνω, το μονοπάτι κατεβαίνω, που εγώ ο ίδίος έχω επιλέξει; Τούτη είναι εμένα η ευτυχία μου και το προνόμιο το δικό μου. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω πια σταμάτησε δεινά να μου προαναγγέλλεις! Ακόμη ανασαίνεις και του φίλου τα λόγια ακούς κι ορμητικό αναβρύζει τ' ακριβό αίμα της ζωής απ' τη καρδιά σου μέσα, στέκεσαι και θωρείς και φωτεινός είναι ολόγυρα ο κόσμος και το μάτι σου καθάριο ενώπιον των θεών. Ο ουρανός στο ξέσκεπό σου μέτωπο αναπαύεται και τους ανθρώπους όλους χαρμόσυνα με την λάμψη του σκεπάζει, έξοχε! Και τη γης το δαιμόνιό σου! Και θα 'πρεπε αυτά όλα να χαθούν; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Να χαθούν; Που αν εδώ απομένανε με ποταμό θα έμοιαζαν από τον πάγο αιχμάλωτο πιασμένο; Ανόητο πλάσμα! Αποκοιμιέται για σταματάει τάχα πουθενά το ιερό πνεύμα της ζωής και θέλεις να το δέσεις; Το καθάριο εσύ; Το παντοτινά ολόχαρο, που ουδέποτε προς χάριν σου δεν θ' απομείνει ν' άγχεται σε φυλακές κλεισμένο, ανέλπιδα στο ίδιο αδιάκοπα διστάζοντας σημείο; 142
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Για πού τραβάει ρωτάς; Τις τέρψεις ενός κόσμιου πρέπει να διασχίσει κι αυτός δεν έχει τέλος. Ω Δια ελευθερωτή! — Πήγαινε τώρα μέσα και το γεύμα προετοίμασε, των σταχυών τον καρπό άλλη μια φορά για να γευθώ και της αμπέλου τη δύναμη. Και μεστός από χαρμόσυνη ευγνωμοσύνη ας είναι ο μισεμός μου. Κι ακόμη, προς τις μούσες, τις ευμενείς, που μ' αγαπήσανε, τον ύμνο ας ψάλλουμε τον επαινετικό. - Έλα γιε μου! ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ο λόγος σου αλλόκοτα με τιθασεύει. Να ενδώσω πρέπει, να σ' υπακούσω πρέπει, είτε το θέλω είτε δεν το θέλω. (φεύγει)
143
βη σκηνή [Εμπεδοκλής (μόνος)]
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
Χα χα! Δία ελευθερωτή^Μ Σιμότερα χι ολοένα σ^μότερα η ώρα μου πλησιάζει και μέσ' απ' τις χαράδρες κιόλας φθάνει προς τα εμένα της νυχτός μου ο εμπιστεμιένος αγγελιοφόρος, ο βραδυνός ο άνεμος, του έρωτα ο αγγελιοφόρος. Συντελείται! Ώριμος προσμένει ο καρπός! Ω χτύπα τώρα καρδιά και τα κύματά σου όρθωσε, είναι το πνεύμα πάνωθέ σου σαν άστρο φεγγερό, την ώρ' αυτή που τ' ουρανού η απάτριδη νεφέλη, η παντοτινά φευγαλέα, γι' αντίπερα μισεύει. Τι τάχα μου συμβαίνει; Έκπληκτος στέκω, λες και για πρώτη μου φορά τώρα να ζω αρχινούσα, διότι τα πάντα είναι αλλιώς και τώρα είμαι, είμαι για πρώτη μου φορά. - Και ήταν τάχατες γι' αυτό, που τόσο συχνά, στην ευλαβική μέσα την ησυχία, 144
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
απράγμονα εσένα, έπεφτε πάνω σου μ^α νοσταλγία; Kt ήταν γι' αυτό τόσο εύκολη για σένανε η ζωή, που όλες μαζι της νίκης τις χαρές σε μια και μόνον πλήρη πράξη να τις ανακαλύπτεις τώρα στα στερνά; Έρχομαι! Να πεθάνει κάνεις; Ένα βήμα είναι μονάχα στα σκοτεινά, κι ωστόσο να βλέπετε ποθείτε ακόμη μάτια μου! Πρόθυμοι υπηρέτες, η υπηρεσία σας έχει λήξει! Η νύχτα πρέπει τώρα για καιρό την κεφαλή μου να κυκλώσει. Χαρμόσυνα όμως αναβρύζει από θαρραλέα μέσα στήθη η φλόγα. Φρικαλέος πόθος! Τι; Είναι λοιπόν ο θάνατος που μου φλογίζει στερνά τώρα τη ζωή; Και του τρόμου είναι το κύπελλο που μου προσφέρεις, εμένα, το αναβράζον, φύσις; Ο τραγουδιστής σου απ' αυτό ως και την ύστατη των εμπνεύσεων για να ρουφήξει; Ικανοποίηση με γεμίζει, κι άλλο τίποτε πλέον δεν γυρεύω παρά της θυσίας μου τον τόπο. Ωραία νιώθω. Ω της Ίριδος τόξο επάνω από τους καταρράκτες των νερών, όταν τα κύματ' ασημένια γίνονται νέφη και πετάν ψηλά! Όπως είσ' εσύ, τέτοια είναι και η χαρά μου.
145
7η σκψη [Πάνθεα, Δηλία]
ΔΗΛΙΑ
Μου 'χουνε πει: Σκέπτονται αλλιώς οι θεοί παρά οι θνητοί. Ό,τι μοιάζει στους μεν για σοβαρό οι άλλοι ένα σκέρτσο το θαρρούνε. Θεία σοβαρότης είναι το πνεύμα κι η αρετή. Όμως ένα παιχνίδι φαντάζει ενώπιον τους ο καιρός ο μακρύς των πολυάσχολων ανθρώπων. Και μάλλον σαν τους θεούς, παρά σαν τους θνητούς, μοιάζει ο φίλος σας να σκέπτεται. ΠΑΝΘΕΑ
Όχι! Εγώ δεν απορώ, που για τους θεούς του να μισέψει λαχταράει. Σαν τι του δώσανε οι θνητοί; Τάχατε του 'θρεψε ποτές ο ηλίθιος ο λαός του τον υψηλό του λογισμό; Η ασήμιαντή τους η ζωή τάχατες ποτέ 146
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
τούτην εδώ την καρδιά του την εθώπευσε; Πάρε τον, εσύ όλα του τα 'δωσες, εσύ και σ' εμάς τον έδωσες, ω μακριά πάρε τον, φύσις! Διαβατικότεροι είναι οι χαϊδεμένοι σου, καλά το γνωρίζω, τρανεύουνε κι οι άλλοι ούτε καν να πουν μπορούνε πώς συνέβη. Αχ! Κι έτσι και χάνονται, οι ευτυχείς, ξανά! ΔΗΛΙΑ
Κοίτα! Εμένα πάντως ακόμη μεγαλύτερη μου φαίνετ' ευτυχία στους ανθρώπους ανάμεσα ολόχαρος να υπάρχεις. Ας μου το συγχωρήσει ο Ασύλληπτος. Κι είν' παρ' όλα αυτά ο κόσμος εδώ πολύ ωραίος^^. ΠΑΝΘΕΑ
Ναι, είναι ωραίος, και τώρ' ακόμη ωραιότερος παρά ποτέ. Δεν αρμόζει αδώρητος ν' αποχωρεί απ' τον κόσμο ένας δριμύς. Αραγε ν' ανυψώνει ακόμη την ματιά του προς τα εσένα, ουράνιο φως; Κι εσύ, ακόμη τον θωρείς εκείνον που τώρα πια εγώ ίσως ποτέ μου δε θα ξανάιδώ; Δηλία! Έτσι κοιτιούνται, ακόμη πιο βαθιά στα μάτια μέσα οι ήρωες αδελφοί, στο δείπνο, πριν για του ύπνου την ώρα ν' αποχωριστούν. Και το πρωί δεν ξαναβλέπονται άλλο πια. Ω λόγια! Βεβαίως κι αναριγεί κι εμιένανε, καλή μου, η καρδιά μου, έτσι όπως κι εσένα. Και μετά χαράς μου 47
FRIEDRICH HÖLDERLIN
θα ευχόμουνα να 'ταν τα πάντ' αλλιώς. Μα ντρέπομαι γι' αυτό. Λοιπόν, ας το διαπράξει! Δεν είναι άλλωστε ως κι αυτό ακόμα ιερό; ΔΗΛΙΑ
Ποιος ειν' εκείνος ο ξένος έφηβος, που κατεβαίνει απ' το βουνό; ΠΑΝΘΕΑ
Ο Παυσανίας! Αχ έμελλε λοιπόν έτσι να ξανασυναντηθούμε, ορφανεμένε;
148
8η
σκψή
[Παυσανίας, Πάνθεα, Δηλία]
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Etv' ο Εμπεδοκλής εδώ; Ω Πάνθεα, τον τιμάς, έρχεσαι ως εδώ ψηλά, έρχεσαι^^ γι' άλλη μια φορά εκείνον, τον διαβάτη τον σοβαρό, στο σκοτεινό του μονοπάτι για να ιδείς! ΠΑΝΘΕΑ
Πού είναι;
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Δεν το γνωρίζω. Μακριά του μ' έστειλε και σαν άλλο δεν τον ξανάδα πιά. Στα όρη μέσα τον εφώναζα, μα δεν τον έβρισκα. Σίγουρα θα επιστρέψει. Τάχατε φιλικά τον λόγο του δε μου 'δωσεν εδώ μέχρι τη νύχτα ν' απομείνει; Ω και να 'ρχόνταν μοναχά! Οι πιο γλυκές στιγμές περνούν και φεύγουνε γοργότερα κι από τα βέλη. 149
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Πρέπεί γι' ακόμη μια φορά ολόχαρος μαζί του να ξαναβρεθώ κι εσύ το ίδιο Πάνθεα. Καθώς χι αυτή, η ευγενής ξένη, που σαν υπέροχη ονείρου μορφή, μια μονάχα τον είδε φορά. Σας τρομάζει το τέλος του που ολονών τα μάτια το θωρούνε^^, όμως κανείς να τ' ονομάσει δεν επιθυμεί. Ναι το πιστεύω. Αλλά που ωστόσο θα το λησμονήστε, τον ζώντα στον ανθό του επάνω, όταν θ' αντικρίσετε. Διότι αλλόκοτ' απ' τον άνδρα τούτον ξεμακραίνει ό,τι θλιβερό για τους θνητούς και φοβερό φαντάζει. Και είν' όλα φως στα μάτια τα μακάρια. ΔΗΛΙΑ
Πόσο τον αγαπάς! Κι ωστόσο μάταια τάχατε δεν τον επαρακάλεσες κι εσύ, όσο σου ήταν μπορετό τάχατε δεν τον παρακάλεσες, τον σοβαρό, εδώ πέρα ν' απομείνει και στους ανθρώπους ανάμεσα κι άλλον καιρό να ζήσει. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Τάχατες πέτυχα πολλά; Την ψυχή μου δαμάζει απόκριση όταν μου δίνει ποια η βούλησή του είναι. Ω και γΓ αυτό χαρά μόνον προσφέρει, ως και σαν απαγορεύει. Κι απ' ακόμη πιο βαθιά η καρδιά αυτόν και πάλι αντηχεί κι ένα μαζί του γίνεται όσο πιο ακλόνητα, ο παντοτινά ανεξιχνίαστος, πιστός στον εαυτό του μένει. Δεν είναι 150
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
τούτο πίστεψέ με, απλή πειθώ, της ζωής όταν εκείνος γίνεται ο κυρίαρχος. Συχνά, σκοτεινά ψυχανεμίσματα γεμάτος, τον θωρούσα, τον υπερήφανα ταπεινό, καθώς μέσα στον κόσμο του πλανιόνταν. Πλήρης ήτανε η ψυχή μου κι εγρηγορούσε, κι ωστόσο να την νιώσω δεν μπορούσα. Άγχος γεννούσ' εντός μου του καθάριου, του ανέγγιχτου, η παρουσία. Όταν όμως αποφασιστικός από τα χείλη του ξεπρόβαλλεν ο λόγος, τότες ήταν λες κι ένας ουρανός χαράς εντός του κι εντός μου αντηχούσε. Και δίχως αντίλογο με κατακυριαρχούσε. Κι ακόμη πιο ελεύθερος αισθανόμουνα παρ' όλ' αυτά. Αχ! Ακόμη κι αν γινότανε να σφάλει, και πάλι θα τον αναγνώριζα τον ανεξαντλήτως αληθή, ακόμη πιο βαθιά, και σαν πεθάνει θα υψωθεί μέσ' απ' τη στάχτη του για μένανε ακόμη φεγγερότερο το πνεύμα. ΔΗΛΙΑ
Χα χα! Μεγάλη ψυχή! Εσένα του μεγάλου ο θάνατος σ' εξυψώνει, εμένα με συντρίβει μοναχά. Σαν τι να συλλογιστώ; Ανοίχθηκε προς τον κόσμον ο θνητός, ο ξένος σαν το παιδί, και, μόλις που 'νιώσε τη θαλπωρή και πήρε ολόχαρος να συνηθίζει, μοίρα ψυχρή πίσω και πάλι τον πετάει, τον καλά καλά ούτε καν γεννημένο. 151
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Kt απείραγος μες στη χαρά του ν' απομείνει δεν δικαιούται ούτε καν ο πιο αγαπημιενος. Αχ! Ως κι οι καλύτεροι προς του θανάτου των θεών οδεύουνε τα μιερη κι όλο λαχτάρα χάνονται. Και καταντάει ντροπή για μας μες στους θνητούς να μένουμε. ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Ω εν ονόματι των μακαρίων! Μην καταριέσαι τον έξοχο, αυτόν που έτσι έγινε η τιμή του η δυστυχία του που να πεθάνει έπρεπε, επειδή υπέρμετρα ωραία είχε ζήσει, επειδή υπέρμετρα τον αγαπήσανε όλοι οι θεοί. Διότι, εάν οποιοσδήποτε άλλος καθυβρισθεί τούτο είν' εξαλείψιμο τι να πράξει των θεών ο γιος; Απέραντο είναι του απέραντου το πλήγμα. Αχ ουδέποτε προσβολή εξοργιστικότερη δεν έγινε σε πρόσωπο ευγενές! Έπρεπε να ιδώ
152
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Όλες οι παρακάτω αναφορές από το: «Hölderlin, Werke und Briefe» / Herausgegeben von Friedrich Beissner und Jochen Schmidt / Band 3 / Insel Verlag/1969
1. Ολυμπία: Ο Διογένης ο Λαέρτιος (8,51/8,53) αναφέρεται στον παππού του Εμπεδοκλή, ο οποίος ονομαζόταν επίσης Εμπεδοκλής, ως νικητή της 71ης Ολυμπιάδας (496 π.Χ.). Η σύμπτωση των ονομάτων και η ασαφής παρουσίαση, κάνουν κατανοητή τη σύγχυση. Ο ίδιος ο Εμπεδοκλής βρέθηκε βέβαια μια φορά στην Ολυμπία, αλλά μόνον ως επισκέπτης. 2. Μιλούσανε πολύ για κείνον τότε: Διογένης Λαέρτιος, 8,66: «Κατά το διάστημα της παρουσίας του στους Ολυμπιακούς αγώνες αξιώθηκε ιδιαίτερα μεγάλης προσοχής, έτσι ώστε στις διάφορες συζητήσεις που λάμβαναν χώρα κανένας άλλος να μην αναφέρεται τόσο συχνά όσο ο Εμπεδοκλής». 3. Στην θεραπεία της Πάνθεας γίνεται αναφορά και σε άλλα σημεία του δράματος. Διογένης Λαέρτιος, κυρίως 8,69: «Ο Έρμιππος αφηγείται ότι θεράπευσε κάποια Πάνθεα, μιαν Ακραγαντινή για την περίπτωση της οποίας οι γιατροί είχανε σηκώσει τα χέρια». Φαίνεται ότι ο Hölderlin πήρε από εδώ το όνομα Πάνθεα, το οποίο στο τρίτο σχεδίασμα, όπου εμφανί153
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
ζεται πιο απελευθερωμένος, μεταφέρει στην αδελφή του Εμπεδοκλή. 4. Μες στους ίσκιους του: (Στα γερμανικά seine αντί ihre ως προσδιορισμός του Pflanzenwelt): Φανερώνει τον δεσμό του Εμπεδοκλή με τους «ίσκιους» του «σιωπηρού κόσμου των φυτών». 5. Παυσανίας: Σχετικά με το όνομα του φίλου υπάρχει επιβεβαίωση και από τον ίδιο τον Εμπεδοκλή, ο οποίος στο διδακτικό του ποίημα «Περί φύσεως» τον προσφωνεί με το όνομά του. Επίσης του αποδίδεται κι ένα επίγραμμα για τον Παυσανία. 6. Πως εξαφανίστηκε: Ανάμεσα στις αφηγήσεις τις σχετικές με το τέλος του Εμπεδοκλή, που μνημονεύει ο Διογένης ο Λαέρτιος (8, 68), υπάρχει κι εκείνη του Ηρακλείδη, όπου δε γίνεται ρητά λόγος για τον θάνατο στην Αίτνα. 7. Η φήμη η αλλόκοτη, για την οποία μιλάει εδώ το δράμα, μπορεί να ανάγεται στο εξής γεγονός: Μετά την γιορτή, η οποία έλαβε χώρα με αφορμή την ανάρρωση της Πάνθεας, οι καλεσμένοι πέρασαν τη νύχτα τους στην ύπαιθρο, ενώ ο Εμπεδοκλής παρέμεινε καθισμένος στη θέση του στο τραπέζι. Το πρωί όμως είχε εξαφανισθεί. Ο Παυσανίας έβαλε ανθρώπους να τον ψάξουν, μετά όμως τους ξανακάλεσε πίσω με τον ισχυρισμό ότι συνέβησαν πράγματα αντάξια δέησης και ότι θα έπρεπε να γίνουν στον Εμπεδοκλή θυσίες, όπως σε κάποιον ο οποίος έγινε θεός. 8. Θεός αυτοαπεκλήθη: Α ν α φ ο ρ ά στο γεγονός και σε άλλα σημεία του δράματος. Στο περιθώριο του χειρόγραφου η εξής σημείωση: «Για μας αυτό αποτελεί μάλλον ένα αμάρτημα απέναντι στη λογική, για τους αρχαίους ήτανε από αυτή την πλευρά κάτι το συγχωρητέο, γιατί τους ήταν πιο κατανοητό. Για εκείνους αυτό δεν ήταν 'κάτι το άτοπο, ήταν έγκλημα. Όμως δεν το συγχωρούσανε, γιατί το αίσθημα της ελευθερίας τους δεν μπορούσε να επιτρέψει μια τέτοια λέξη. Περισσότε154
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ρο φοβόνταν την αλαζονεία του δαιμόνιου, γιατί το τιμούσαν και το κατανοούσαν. Για μας δεν είναι επικίνδυνο, γιατί δεν είμαστε σε θέση να μας αγγίξει». Στη γλώσσα του Hölderlin αυτό σημαίνει: Όχι κάτι το (απλώς) άτοπο, έγκλημα ήτανε γι' αυτούς. Ως αμάρτημα απέναντι στη λογική ήταν λοιπόν για τους αρχαίους σε μεγαλύτερο βαθμό συγχωρητέο* όμως όχι ως το θρησκευτικό έγκλημα της ύβρεως. 9. Όμοια μ' εκείνον μεθυσμένος είναι κι ο λαός: Σχετική αναφορά και σε άλλα σημεία του δράματος. Ότι στον Εμπεδοκλή απονέμονται θεϊκές τιμές μνημονεύεται από τον Διογένη τον Λαέρτιο (8,70). 10. Που αυτοανακηρύχθηκε θεός: Ως κυριότερη μαρτυρία για την αυτοανακύρηξη του Εμπεδοκλή σε θεό θεωρείται η αρχή του ποιήματός του «Καθαρμοί» (Διογένης Λαέρτιος 8,
62). 11. Τάνταλος: Ο Εμπεδοκλής συσχετίζει την μοίρα του με αυτήν του Τάνταλου. Για τον μύθο «του παλαιού Τάνταλου», ο οποίος δέχθηκε μεγαλύτερο μερίδιο στο θεϊκό απ' ό,τι του ήταν δυνατό να χωνέψει (επιστολή της 4ης Δεκεμβρίου 1801) μιλάει ο πρώτος πινδαρικός Ολυμπιόνικος. Ο Hölderlin γράφει τους σχετικούς στίχους αυτού του ποιήματος ελληνικά στην πίσω μεριά του φύλλου στου οποίου την μπροστινή μεριά τελειώνει η πρώτη πράξη του πρώτου σχεδιάσματος. 12. Το στεφάνι το δελφικό: Σίγουρα πρόκειται για στεφάνι. Ο Διογένης (8,73) αναφέρει ρητά ότι ο Εμπεδοκλής φορούσε το δάφνινο στεφάνι του Απόλλωνος, του δελφικού θεού. 13. Τότε που τ' άγριο κράτος μορφή από σένα ελάμβανε και νόημα: Ως μαρτυρία για την πολιτική δράση του Εμπεδοκλή παραθέτει ο Διογένης ο Λαέρτιος (8,72) τον Νεάνθη από την Κύζικο: «... μετά τον θάνατο του πατέρα του Εμπεδοκλή εγκαθιδρύθηκε τυραννίδα. Τότε ο Εμπεδοκλής έπεισε τους Ακραγαντινούς να βάλουν τέλος στις εχθροπραξίες και να φροντίσουν για πολιτική ισορροπία». 155
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
14. Στο περιθώριο του χειρόγραφου η εξής σημείωση: «Το αμάρτημα του είναι το αρχέγονο αμάρτημα, γι' αυτό και τίποτε το λιγότερο από μιαν αφαίρεση, κατά τον ίδιο τρόπο που και η υψηλότερη χαρά αποτελεί επίσης μιαν αφαίρεση, με τη διαφορά ότι αυτή πρέπει να παρουσιάζεται ως γενετικά ζωντανή». 15. Πιθανή αναφορά στο περιστατικό του Χριστού και των παιδιών. Επίσης ο Διογένης ο Λαέρτιος (8,73) αναφέρει ότι η ακολουθία του Εμπεδοκλή αποτελούνταν από αγόρια. 16. Ερημωμένη Θ' απλώνεται... η πόλις: Αυτοί οι στίχοι αργότερα σβήνονται με μια διαγώνιο γραμμή. Επίσης στο περιθώριο η εξής σημείωση: «Όχι κατάρες! Πρέπει ν' αγαπήσει μέχρι το απέραντο, μετά πεθαίνει για να ζήσει χωρίς αγάπη και χωρίς το δαιμόνιο. Πρέπει κατά κάποιον τρόπο να καταναλώσει τα υπολείμματα της συμφιλιωτικής δύναμης, η οποία ίσως αλλιώς θα μπορούσε να τον βοηθήσει να επιστρέψει στην παλιά αιθριότητα της ζωής του». 17. Ούτε κι εννοείς... υπερέχουσα ύπαρξις: Ακούγεται από πίσω η ομιλία του Αβραάμ μετά του Κυρίου για τα Σόδομα. 18. Για την Ηλεία ή για την Δήλο: Ηλεία ονομάζεται η περιοχή στην οποία βρίσκεται η Ολυμπία. Η Δήλος είναι το νησί στο οποίο γεννήθηκε ο Απόλλων και συγχρόνως ένας από τους σημαντικότερους ιερούς τόπους της Ελλάδας. 19. Σημείωση στο περιθώριο του χειρογράφου: «Εδώ τα πάθη και οι ταπεινώσεις που υπέστη πρέπει να παρουσιαστούν με τέτοιον τρόπο ώστε κάθε επιστροφή να καθίσταται αδύνατη και η απόφασή του ν α φύγει για τους θεούς να εμφανίζεται μάλλον ως ανάγκη παρά ως αυθαιρεσία. Κι επίσης έτσι ώστε η συμφιλίωσή του με τους Ακραγαντινούς να παρουσιάζεται ως μια αποκορύφωση μεγαλοψυχίας». 20. Είθε OL Θεοί να στο ευλογούνε: Στο χειρόγραφο δύο σημειώσεις: Η πρώτη: «Κατά το δυνατόν ακόμη λυρικότερα!» Επίσης από επάνω και από κάτω: «Από εδώ και στο εξής πρέ156
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
πει να εμφανίζεται ως ανώτερο ον, εντελώς μέσα στην παλιά του αγάπη και δύναμη». 21. Ω φανέρωσ' τα μου όλ' απ' άκρη σ' άκρη... δε Θαρρείς μοναχός σον πως είσαι και φτωχός, υψηλέ άνδρα: Στο πρώτο προσχέδιο του μέρους αυτού οι εξής δύο παρατηρήσεις: «Εδώ πρέπει να εκδηλώσει την πλέον ασυμφιλίωτη ευαισθησία (μέσα στον χρόνο) σχετικά με τα όσα συνέβησαν, η οποία κατόπιν θα προβάλει και στο σημείο αυτό ακόμη φυσικότερη, καθώς εκείνο που θίγεται είναι η ακριβοπληρωμένη του ειρήνη». Και από κάτω: «(περαιτέρω περιγραφή του γεγονότος ότι δεν επιθυμεί να του θυμίζουνε τη συμφορά του)». 22. Numa: Ο Numa Pompilius, ο δεύτερος βασιλιάς της Ρώμης. Ο Hölderlin γνώριζε ενδεχομένως κοντά στις αρχαίες πηγές επίσης και τον Jacob Brucker («Σύντομα ερωτήματα απο τη φιλοσοφική ιστορία»). Εδώ γίνεται λόγος για τον Numa σαν έναν «... ευφυή πολιτικό, ο οποίος έχυσε ολόκληρη τη δημοκρατία σ' ένα διαφορετικό καλούπι...». 23. Βασιλιάς: Ο Διογένης ο Λαέρτιος (8,63) παραθέτει τον Αριστοτέλη και τον Ξάνθο: «Επίσης λέει σχετικά μ' αυτόν ο Αριστοτέλης ότι ήταν από φρόνημα φιλελεύθερος και πολέμιος κάθε επιβολής. Σύμφωνα δε με τον Ξάνθο απέρριψε με περιφρόνηση το προσφερθέν σ' αυτόν βασιλικό αξίωμα, άρα αγάπησε υπεράνω όλων την απλότητα». 24. Ανδριάντα: Ο Διογένης ο Λαέρτιος (8, 72) μιλάει για κάποιον ανδριάντα του Εμπεδοκλή στον Ακράγαντα. Ήδη το «Σχεδίασμα της Φρανκφούρτης» αναφέρεται στο «άγαλμα». 25. Όπως μέ& από την Στνγα ο Αχιλλεύς: Α ν α φ ο ρ ά στη βύθιση του Αχιλλέως στα νερά της Στυγός για να γίνει άτρωτος. 26. Όμοια με τους πιστούς Διόσκονρονς: Α ν α φ ο ρ ά στους Διόσκουρους ως το σύμβολο της αδελφικής φιλίας. 27. Οι ευτυχισμένες κρόνιες ημέρες/οι νέες και ανδρειότερες: Ο Κρόνος είναι ο θεός της χρυσής εποχής, για την επι157
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
στροφή της οποίας γίνεται λόγος εδώ. Ανδρειότερες σημαίνει: Όχι ως απλοϊκά-ασυνείδητη φυσική κατάσταση, όπως κάποτε, αλλά ως ένα συνειδητά επιτευχθέν ιδανικό. (Και αλλού στον Hölderlin, δ. «Natur und Kunst» (Φύση και Τέχνη) ή «Saturn und Jupiter» (Κρόνος και Ζευς)). 28. Πον για λιγοστό μόνον γεννήθηκε καιρό: Σχετική αναφορά και σε άλλα σημεία του δράματος. Α ς παραβληθεί με το: «Αυτός που τον αγαπάν οι θεοί πεθαίνει νέος». 29. Στην Αίγυπτο/στους αδελφούς τον: Η παραμονή του Εμπεδοκλή στην Αίγυπτο δεν επιβεβαιώνεται από τον Διογένη τον Λαέρτιο. Την πληροφορία ότι έμαθε την επιστήμη κοντά στους αιγύπτιους ιερείς ο Hölderlin πρέπει να την άντλησε από άλλες πηγές. 30. Ω γιε της ΟυρανίαςΙ: Η OvQavia είναι η μούσα της Αστρονομίας και ενσαρκώνει για τον Hölderlin, ο οποίος βλέπει σ' αυτήν και την Αφροδίτη-Ουρανία, την κοσμική αρμονία. 31. Αιά ελευθερωτή!: Η λέ^χ] «ελευθέριος» είναι ένα συχνά απαντώμενο όνομα του Δία. 32. Κοίτα!,,, ωραίος: Στην αρχή της απάντησης της Δηλίας υπάρχει στο προσχέδιο η εξής σημείωση: «Παρά πολύ έντονη αντίθεση!». Η σημείωση επαναλαμβάνεται και επάνω από το τέλος της απάντησης. 33. Έρχεσαι ως εδώ ψηλά: Η Πάνθεα και η Δηλία έρχονται λοιπόν τώρα για πρώτη φορά στο βουνό και δεν έχουν ήδη ανέβει μαζί με τον λαό στην 4η σκηνή της 2ης πράξης. Πιθανότατα έχει εξευρεθεί γι' αυτές μια καινούρια δραματική λειτουργία, συγκεκριμένα να πείσουν τον Εμπεδοκλή ν' αλλάξει γνώμη και να τον παρακινήσουν να γυρίσει πίσω. 34. Το τέλος του, που ολονών τα μάτια το θωρούνε: Η απόφαση του Εμπεδοκλή ν' αποχωρήσει απ' τη ζωή είναι στο αναμεταξύ γνωστή σε όλους. Αυτό γίνεται καθαρότερο στο δεύτερο σχεδίασμα. Ο στίχος λοιπόν δεν λέει ότι ο Εμπεδοι158
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
κλής έχει ήδη πραγματοποιήσει την απόφασή του. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει καθαρά και από τα συμφραζόμενα του πρώτου σχεδιάσματος. Για τον παραπάνω λόγο και μόνον, η σκηνή αυτή —καθώς και η αντιστοιχή της του δεύτερου σχεδιάσματος— δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως το τέλος του δράματος.
59
ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΕΠΑΝΩ ΣΤΟΝ «ΕΜΠΕΔΟΚΑΗ» ΤΟΥ HÖLDERLIN
Όλα τα παραπάνω στοιχεία από το: «Hölderlin, Werke und Briefe» / herausgegeben von Friedrich Beissner und Jochen Schmidt / Band 3, Eriäuterungen / Insel Veriag /1969.
Ο Τίτλος Α π ό τα τρια σχεδιάσματα του «Εμπεδοκλή», που ο Hölderlin άφησε πίσω του σε χειρόγραφη αποσπασματική μορφή, μόνο το καθαρογραμμένο χειρόγραφο του δεύτερου σχεδιάσματος φέρει τον τίτλο «Ο θάνατος του Εμπεδοκλή. Ένα δράμα σε πέντε πράξεις». Στο «Σχεδιάγραμμα της Φρανκφούρτης» (Frankfurter Plan), με το οποίο ξεκινάει το καλοκαίρι του 1797 η εργασία επάνω στον Εμπεδοκλή, αναγράφεται μόνο το όνομα «Εμπεδοκλής» με τον υπότιτλο «Ένα δράμα σε πέντε πράξεις». Επειδή η δομή του δράματος στα πρώτα δύο σχεδιάσματα, τα οποία έχουν ως αφετηρία τους το «Σχεδιάγραμμα της Φρανκφούρτης», παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες, θεωρείται θεμιτή η μεταφορά του τίτλου του δεύτερου σχεδιάσματος και στο πρώτο.
ι6ι
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Τα σχεδιάσματα Οι πρώτοι εκδότες πρέπει να ήταν πεπεισμένοι ότι όλα τα ευρισκόμενα αποσπάσματα προέχονταν από ένα και μοναδικό σχεδίασμα, αφού μάλιστα και από την αλληλογραφία του Hölderlin απουσιάζει κάθε νύξη σχετικά με μια εκ νέου επεξεργασία του δράματος. Η σωστή σειρά των σχεδιασμάτων ανακαλύφθηκε από τον Wilhelm Böhm. Η σειρά των αποσπασμάτων αναγνωρίζεται και από την αλλαγή του στυλ. Η ιδιαίτερη μετρική μορφή του δεύτερου σχεδιάσματος το διακρίνει απαραγνώριστα από το πρώτο. Το παραδεδομένο χωριστά τρίτο σχεδίασμα διαμορφώνει τον ιαμβικό στίχο με διαφορετικό τρόπο απ' ό,τι το πρώτο και χαρακτηρίζεται επίσης από το ώριμο, «όψιμο» γλωσσικό στυλ. Η ουσιαστική πρόοδος, εντούτοις, παρατηρείται στη σύνθεση του συνόλου, στην ποιητική διαμόρφωση του θέματος, ακόμη και εκεί όπου από τα διάφορα σχεδιάσματα αποπερατώθηκαν ή διασώθηκαν μόνο ελάχιστα τμήματα. Από το «Σχεδιάγραμμα της Φρανκφούρτης» και μέχρι το τέλος του τρίτου σχεδιάσματος παρατηρείται μια προοδευτική «απόρριψη του περιστασιακού (επιστολή της 3ης Ιουλίου 1799), μια μείωση του αριθμού των προσώπων, μια μείωση του αριθμού των σκηνών οι οποίες εξυπηρετούν αποκλειστικά τη δράση και μια συγκέντρωση στο ουσιώδες. Το τρίτο σχεδίασμα αποτελεί μια εξ ολοκλήρου νέα σύλληψη. Τα χρονικά όρια της μετάβασης από το ένα σχεδίασμα στο άλλο δεν μπορούν να προσδιορισθούν με ακρίβεια, καθώς στις ευρισκόμενες επιστολές του Hölderlin υπάρχουν ελάχιστες αναφορές στην γένεση του «Εμπεδοκλή». Για πρώτη φορά το όνομα «Εμπεδοκλής» αναφέρεται από τον ποιητή στην επιστολή της 4ης Ιουνίου 1799, προηγουμένως αναφέρεται αόριστα μόνο στο «δράμα» του (επιστολή της 12ης Νοεμβρίου 1798), σε μία «εργασία», με την οποία είναι απασχολημένος κα62
ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΕΠΑΝΩ ΣΤΟΝ «ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ»
τά την εποχή εκείνη, στο «βιβλίο» το οποίο γράφει. Εντούτοις ανακοινώνει οτις 4 Ιουνίου 1799 στον Neuffer την «μέχρι και την τελευταία πράξη αποπεράτωση» της εργασίας του επάνω στον «Θάνατο του Εμπεδοκλή», ενώ την ίδια ακριβώς ημέρα αντιγράφει για τον αδελφό του ένα χωρίο του δευτέρου σχεδιάσματος του έργου. Επομένως ο Hölderlin είχε ήδη απορρίψει το από δύο πράξεις αποτελούμενο πρώτο σχεδίασμα και ήταν απασχολημένος με το σε συντομευμένους ιάμβους γραμμένο δεύτερο σχεδίασμα. Το τρίτο σχεδίασμα προετοιμάζεται νοητά στο «Υπόβαθρο για τον Εμπεδοκλή», από το οποίο και απορρέει άμεσα το σχεδιάγραμμά του. Στο τέλος ανευρίσκεται ένα προσχέδιο της συνέχειας του τρίτου σχεδιάσματος. Το γεγονός ότι ο Hölderlin αναφέρεται συχνά αόριστα μόνο στο «δράμα» του ή στην «εργασία» του ενισχύει την άποψ η ότι από το 1797 μέχρι το 1799 εργαζόταν επίσης επάνω σε κάποιο άλλο δραματικό υλικό.
OL πηγές Το υλικό για το δράμα ο Hölderlin το άντλησε κατά κύριο λόγο από το έργο του Διογένη του Λαέρτιου, ο οποίος κατά τον 3ο μ.Χ. αιώνα συνέλεξε σε δέκα βιβλία περιγραφές της ζωής, της διδασκαλίας, καθώς και αποφθέγματα γνωστών φιλοσόφων. Τον Εμπεδοκλή τον πραγματεύεται στο 8ο βιβλίο. Η ανάγνωση της πηγής αυτής επιβεβαιώνεται πάντως για πρώτη φορά ρητά στις 24 Δεκεμβρίου 1798 και κάνει επίσης εντύπωση το γεγονός ότι στο «Σχεδιάγραμμα της Φρανκφούρτης» δεν γίνεται μνεία του ονόματος του από τον Διογένη τον Λαέρτιο αναφερόμενου Παυσανία. Ορισμένες γνώσεις γύρω από τη διδασκαλία και τη ζωή του Εμπεδοκλή ο Hölderlin πρέπει, εν πάσει περιπτώσει, να τις είχε αποκομίσει από διάφορες επιτομές εκείνης της εποχής. Είναι ευνόητο ότι ο «Εμπεδοκλής» Ι63
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
δεν αποτελεί ιστορικό δράμα και ότι τόσο το πρόσωπο όσο και η διδασκαλία του δεν παρουσιάζονται από τον Hölderlin με πλήρη ιστορική πιστότητα. Ιο σχεδίασμα Α υ τ ό το σχεδίασμα αποτελεί στην ουσία την εκτέλεση του «Σχεδιαγράμματος της Φρανκφούρτης» του καλοκαιριού του 1797. Δεν είναι ολοκληρωμένο. Καθώς κατά το πρώτο διάστημα ο Hölderlin πρέπει να ήταν ακόμη απασχολημένος με το δεύτερο βιβλίο του «Υπερίωνα», η συγγραφή του «Εμπεδοκλή» πρέπει στην πραγματικότητα να άρχισε μετά την εγκατάστασή του στο Homburg. Η πρώτη σχετική μαρτυρία βρίσκεται στην επιστολή της 12ης Νοεμβρίου 1798 προς τον Neuffer. Βασική μετρική μορφή του σχεδιάσματος είναι ο ίαμβος, με δισύλλαβες άρσεις εδώ κι εκεί, καθώς και διάφορες άλλες ελευθερίες εκ μέρους του ποιητή. 2ο σχεδίασμα Δεν μπορεί να διαπιστωθεί ακριβώς πότε ο Hölderlin εγκατέλειψε το πρώτο σχεδίασμα και άρχισε το δεύτερο. Οι κυριότερες σχετικές μαρτυρίες είναι οι δύο προαναφερθείσες επιστολές της 4ης Ιουνίου 1799. Επίσης, όπως συμπεραίνεται από γράμμα του φίλου του Hölderlin, Böhlendorff, προς τον ποιητή, πρέπει ο τελευταίος να είχε μιλήσει μαζί του για την προσδοκώμενη κατά τις αρχές του 1800 αποπεράτωση του έργου (επιστολή του Böhlendorff της 24ης Οκτωβρίου 1799). Το μέτρο του δεύτερου σχεδιάσματος είναι βασισμένο στον ίαμβο. Οι στίχοι αυτοί, οι οποίοι δεν πρέπει κατά κανένα τρόπο να θεωρηθούν «ελεύθερου ρυθμού» περιέχουν αναπαιστικά στοιχεία. ι164
ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΕΠΑΝΩ ΣΤΟΝ «ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ»
3ο σχεδίασμα Το τρίτο σχεδίασμα ξεκινάει κατά πάσα πιθανότητα (το νωρίτερο) τον Σεπτέμβριο του 1799. Με την εντελώς νέα του σύλληψη διαφέρει ουσιαστικά από τα δύο πρώτα, τα οποία ανάγονται στο «Σχεδιάγραμμα της Φρανκφούρτης». Θεωρητική του βάση πρέπει να αποτελεί το «Υπόβαθρο για τον Εμπεδοκλή» (Grund zum Empedokles). Στιλιστικά νέα είναι εδώ η εμφάνιση του χορού. Μετρικά έχουμε επιστροφή στον ιαμβικό στίχο, ο οποίος εδώ, εντούτοις, είναι αυστηρότερος από εκείνον του πρώτου σχεδιάσματος. Το «Σχεδιάγραμμα της Φρανκφούρτης» Το «Σχεδιάγραμμα της Φρανκφούρτης» για τον «Εμπεδοκλή» καταρτίστηκε το καλοκαίρι του 1797. Α υ τ ό προκύπτει από το γεγονός ότι βρίσκεται μαζί με τα προσχέδια του «Υπερίωνα» μέσα σ' ένα σχολικό τετράδιο του Henry Gontard και σίγουρα αυτό το σχεδιάγραμμα έχει υπόψη του ο Hölderlin στην επιστολή του, του τέλους Αυγούστου ή των αρχών Σεπτεμβρίου προς τον αδελφό του, όπου γράφει ότι: «Έχω καταρτίσει το εντελώς λεπτομερειακό σχεδιάγραμμα ενός δράματος, του οποίου το υλικό με συναρπάζει». Το «Υπόβαθρο για τον Εμπεδοκλή» Αυτό τό κείμενο ανήκει στις τελευταίες θεωρητικές εργασίες της εποχής του Homburg και γράφτηκε, το νωρίτερο, τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 1799. Η λέξη «υπόβαθρο» ως όρος σημαίνει «γενική φιλοσοφική βάση» και βρίσκεται σε συμφωνία με την θεωρία της τέχνης του Homburg. Παρόλο που το κείμενο ολοκληρώθηκε, έχει διασωθεί μόνο αποσπασματικά. 165
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
στην ομίχλη μέσα ο ήλιος. Οι ωραίοι θεοί της Ελλάδας τέτοιες είναι κι αυτοί απεικονίσεις των ωραιότερων λογισμών ενός ολόκληρου λαού». Στην δε ερώτηση που επακολούθησε, «Πιστεύετε ότι κι εσείς ο ίδιος είσαστε με την έννοια αυτήν αθάνατος;», ο Hölderlin απάντησε: «Εγώ, εννοείτε το εγώ αυτό που βρίσκεται καθισμένο απέναντί σας; Όχι. Εμένα οι συλλήψεις μου δεν είναι πλέον ωραίες. Α λ λ ά το εγώ που πριν από δέκα χρόνια ήταν δικό μου, εκείνο, ναι, μάλιστα, είναι αθάνατο». Και συλλογισμένα, λες κι επικυρώνοντας τα λόγια του, πρόσθεσε: «Εκείνο, ναι, μάλιστα, ήταν αθάνατο». Παρά τις αλλοιώσεις, που συνεπάγεται η αναδιήγηση του παραπάνω διαλόγου, καθώς και η μεταφορά της από μια ξένη γλώσσα (η συνομιλία διαμείφθηκε στα γαλλικά), τα παραπάνω λόγια απηχούν ωστόσο άμεσα και απευθείας μιαν εξήγηση εκείνου του κόσμου των παραστάσεων...
ι66
NORBERT ν. HELLINGRATH: Ο HÖLDERLIN KAI Η ΑΘΑΝΑΣΙΑ
[Από μια ομιλία του Ν. ν. Η., επιμελητή της πρώτης κριτικής έκδοσης των έργων του Hölderlin, με τον τίτλο «Ο Hölderlin και οι Γερμανοί», το 1915. Α π ό το: «Hölderlin-Vermächtnis, München 1994, α. 145-147.]
Από συνομιλία, η οποία διαμείφθηκε ανάμεσα στον Hölderlin και σε μιαν ηλικιωμένη κυρία κατά την επιστροφή του από την Γαλλία στα 1802: «Αυτό είναι η αθανασία: Καθετί το καλό, κάθε μας ωραία σύλληψη, μεταμορφώνεται σε πνεύμα, το οποίο δεν μας εγκαταλείπει πλέον ποτέ, αλλ' αθέατο κι εντούτοις ωραιότατο ως προς την μορφή μάς συνοδεύει κατά τη διάρκεια όλης μας της ζωής έως τον τάφο. Απ' την πλάκα του τάφου μας επάνω πετάει ψηλά και σμίγει με τις ορδές των πνευμάτων που πληρούν τον κόσμο και απεργάζονται την τελείωση και την εκλάμπρυνσή του. Τούτα τα πνεύματα είναι γεννήματα, ή, μέρη, αν θέλετε, της ψυχής μας, και μόνον ως προς τα τμήματά της αυτά είναι η ψυχή μας αθάνατη. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες μάς έχουν αφήσει στα έργα τους μέσα τις απεικονίσεις των πνευμάτων τους, εντούτοις αυτές δεν είναι τα ίδια τα πνεύματα. Οι κατοπτρισμοί τους είναι μονάχα μες στους ατμούς που τυλίγουν την γη μας, έτσι όπως καθρεφτίζεται στη λίμνη μέσα, όχι, 167
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
στην ομίχλη μέσα ο ήλιος. Οι ωραίοι θεοί της Ελλάδας τέτοιες είναι κι αυτοί απεικονίσεις των ωραιότερων λογισμών ενός ολόκληρου λαού». Στην δε ερώτηση που επακολούθησε, «Πιστεύετε ότι κι εσείς ο ίδιος είσαστε με την έννοια αυτήν αθάνατος;», ο Hölderlin απάντησε: «Εγώ, εννοείτε το εγώ αυτό που βρίσκεται καθισμένο απέναντί σας; Όχι. Εμένα οι συλλήψεις μου δεν είναι πλέον ωραίες. Α λ λ ά το εγώ που πριν από δέκα χρόνια ήταν δικό μου, εκείνο, ναι, μάλιστα, είναι αθάνατο». Και συλλογισμένα, λες κι επικυρώνοντας τα λόγια του, πρόσθεσε: «Εκείνο, ναι, μάλιστα, ήταν αθάνατο». Παρά τις αλλοιώσεις, που συνεπάγεται η αναδιήγηση του παραπάνω διαλόγου, καθώς και η μεταφορά της από μια ξένη γλώσσα (η συνομιλία διαμείφθηκε στα γαλλικά), τα παραπάνω λόγια απηχούν ωστόσο άμεσα και απευθείας μιαν εξήγηση εκείνου του κόσμου των παραστάσεων...
ι68
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Η ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΟΙΤΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Το παρακάτω κείμενο από το: Friedrich Hölderiin - Frankfurter Ausgabe - Entwürfe zur Poetik, 1979, Roter Stern, τόμος 14, σσ. 95-96, Historisch-kritische Ausgabe, Herausgegeben von D.E. Sattlev. Από τον ίδιο τόμο προέρχεται και το απόσπασμα της επιστολής του Neuffer.
Η καλλιτεχνική δημιουργία είναι ένα θέμα το οποίο απασχολεί τον Friedrich Hölderlin όχι μόνο στην ποίησή του αλλά και σε πάρα πολλά θεωρητικά πεζά του. Το παρακάτω κείμενο, από τα ανολοκλήρωτα του Hölderlin, είναι κατά πάσα πιθανότητα γραμμένο μετά τον Ιούλιο του 1799, πρέπει δηλαδή ν' ανήκει στην ίδια ευρύτερη χρονική περίοδο κατά την οποία γράφηκαν τα σχεδιάσματα του «Εμπεδοκλή». Η ένταξη του κειμένου στον παρόντα τόμο θεωρήθηκε σκόπιμη, γιατί καθώς το θέμα του είναι η σχέση καλλιτέχνη-παράδοσης, ανήκει στον ίδιο κύκλο αναζήτησης με εκείνον του «Εμπεδοκλή». Μια και, όπως είδαμε, το δράμα αυτό έχει για θέμα του την σχέση του ανθρώπου με τα παραδεδομένα, υψηλότερη έκφανση των οποίων είναι εκείνη του θεϊκού. Αφορμή για το κείμενο πρέπει να έδωσε μια επιστολή του στενού φίλου του Hölderlin, Neuffer. Στην επιστολή του αυτή ο Neuffer σημειώνει τα εξής: 169
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
«Θυμάμαι μία συζήτηση μου με τον Schiller επάνω στις μορφές της ποιητικής τέχνης. Την εποχή εκείνη ο Schiller απέρριπτε τα ποσοτικά ελληνικά μέτρα. Πίστευε ότι αυτά δεν συμβιβάζονται με το πνεύμα και τους τόνους της δικής μας γλώσσας. Αντίθετα, εκείνο που προσιδιάζει σ' εμάς είναι, έλεγε, ο ρυθμός. Μόλις τον εγκαταλείπουμε αρχίζουμε να περιπλανιόμαστε σ' έναν τόπο ξένο και γεμάτο επικίνδυνες περιπέτειες. Τι γρήγορα που αναθεώρησε όμως τις απόψεις του ο Schiller! Ίσως οι Ελεγείες του Goethe να του άλλαξαν τις προτιμήσεις...»
«Η οπτική γωνία από την οποία πρέπει να κοιτάζουμε την αρχαιότητα» Ονειρευόμαστε τη μόρφωση, την ευσέβεια, κτλ. όμως δεν τις έχουμε, ό,τι έχουμε το έχουμε δανειστεί. Ονειρευόμαστε την αυθεντικότητα και την αυτάρκεια, νομίζουμε ότι λέμε μόνο νέα πράγματα. Κι αυτό δεν είναι παρά μια αντίδραση, η ήπια εκδίκησή μας, για την δουλοπρέπεια με την οποία συμπεριφερόμαστε απέναντι στην αρχαιότητα. Πράγματι, καθώς φαίνεται, δεν υπάρχει για μας άλλη επιλογή από το ν' αφήνουμε να μας συνθλίβει το βάρος του παραδεδομένου και του θεσπισμένου. Ή αλλιώς, σ' ένα ξέσπασμα αλαζονείας, ν' απορρίπτουμε καθετί το μαθημένο, παραδεδομένο, θεσπισμένο, ως μια ζωντανή δύναμη. Το χειρότερο όμως απ' όλα είναι πως η αρχαιότητα φαίνεται να εναντιώνεται στην πιο πηγαία μας ορμή, εκείνη που τείνει προς τη μορφοποίηση του άμορφου, προς την ολοκλήρωση του φυσικού και πηγαίου. Έτσι ώστε ο άνθρωπος της τέχνης να στρέφεται αυθόρμητα, εντελώς φυσικά και κατά προτίμηση, μάλλον προς το ακατέργαστο, αδίδαχτο και παιδικό. Και να μην καταπιάνεται με ήδη μορφοποιημένα υλικά, στα οποία επάνω έχει ήδη γίνει μια προεργασία. 170
Η ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΟΙΤΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Έτσι μοιάζει να είναι και δική μας μοίρα αυτό που υπήρξε γενικό αίτιο της παρακμής όλων των λαών: Ότι η αυθεντικότητα τους, η ιδιαίτερη ζωντανή φύση τους, έσβησε κάτω από τα κατατεθειμένα σχήματα τα οποία θέσπισαν οι πρόγονοί τους, κάτω από το υπέρμετρο του πλούτου, τον οποίο έφεραν στο φως οι πρόγονοι εκείνοι. [...] Μόνον που τώρα ακόμη περισσότερο, αφού σ' εμάς επάνω βαραίνει κι επιδρά ένας σχεδόν απέραντος παρελθόντας κόσμος, τον οποίο προσεγγίζουμε άλλοτε δια της διαδοχής και άλλοτε δια της εμπειρίας μας. [...] Από την άλλη μεριά δεν υπάρχει, καθώς φαίνεται, τίποτε το ευνοϊκότερο από τις ιδιαίτερες συγκυρίες κάτω από τις οποίες βρισκόμαστε. Στο σημείο αυτό πρέπει να επεκταθώ κάπως περισσότερο και παρακαλώ να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις παρακάτω σκέψεις: Πράγματι δεν είναι το ίδιο^ αν η μορφοποιητική μας ορμή εργάζεται τυφλά ή ενσυνείδητα^ εν επιγνώσει του από πού προήλθε και του προς τα πού τείνει. Γιατί αυτό είναι το μοναδικό σφάλμα το οποίο διαπράττουν οι άνθρωποι: Ότι η μορφοποιητική τους ορμή παρεκτρέπεται από την πορεία της ακολουθώντας όχι επάξιές της και γενικότερα εσφαλμένες κατευθύνσεις. Ή, πάλι, ότι αποτυγχάνει ως προς την εξεύρεση του συγκεκριμένου τόπου ο οποίος της προσιδιάζει. Ή, εφόσον η εξεύρεση του τόπου επιτευχθεί, ότι απομένει στα μισά της πορείας της, στα μέσα δηλαδή, τα οποία θα έπρεπε κανονικά να την είχαν οδηγήσει στον σκοπό
τηςΛ-] Αυτό όμως δε συμβαίνει και τόσο συχνά, όταν γνωρίζουμε από πού προέρχεται και προς τα πού τείνει η μορφοποιητική μας ορμή. Όταν γνωρίζουμε τις κυριότερες κατευθύνσεις διά των οποίων αυτή προχωρεί προς τον στόχο της. Όταν δεν μας είναι άγνωστοι ούτε και οι δρόμοι τους οποίους θα ήταν δυνατό να ακολουθήσει. Όταν θεωρούμε ότι όλα όσα έχουν και είχαν την προέλευσή τους στην ορμή αυτή προέρχονται από ένα 171
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
και μοναδικό αρχέγονο κοινό έδαφος, το ίδιο έδαφος από το οποίο πηγάζει και η ίδια αυτή μαζί με τα παράγωγα της. Όταν είμαστε σε θέση ν' αναγνωρίζουμε τις κυριότερες από τις κατευθύνσεις που η ορμή αυτή έχει ακολουθήσει και ακολουθεί, καθώς και τις εκτροπές της. Και πλέον, από το έδαφος αυτό, το για μας —ως η πηγή κάθε μορφοποιητικής ορμής— πανταχού ζωντανό και ομοιογενές, ορίζουμε την ιδιαίτερη κατεύθυνση η οποία αρμόζει σ' εμάς αποκλειστικά και η οποία με την σειρά της καθορίζεται απ' όλες τις προηγούμενες καθαρές ή όχι κατευθύνσεις, που, ωστόσο, εμείς συνειδητά δεν ακολουθούμε ξανά. Έτσι ώστε στο αρχέγονο έδαφος όλων των έργων και των πράξεων των ανθρώπων να αισθανόμαστε με όλους (XJOL και με όλους σε συμφωνία, μικρούς και μεγάλους, και παρ' όλ' αυτά στην ιδιαίτερη κατεύθυνση την οποία ακολουθούμε εμείς αποκλειστικά.
Επεξηγηματικό σχόλιο Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του παραπάνω κειμένου έγκειται κυρίως στην πρωτοτυπία της βασικής του θέσης. Αυτή είναι συνοπτικά η εξής: Ότι ο καλλιτέχνης, είτε το θέλει είτε όχι, βρίσκεται ήδη μέσα στην παράδοση. Επομένως δεν εναπόκειται σ' εκείνον ν' αποφασίσει αν θα δεχτεί ή αν θ' απορρίψει την παράδοση. Το μόνο που μπορεί να κάνει ο καλλιτέχνης είναι να μάθει ν' αφήνεται σωστά στην έλξη όσων τον συγκινούν, να μάθει να μην προδίδει δηλαδή τον εαυτό του. Πρόκειται με άλλα λόγια για ένα κείμενο, που μιλάει πέραν του τρέχοντος διλήμματος «παράδοση - μη παράδοση», καθιστώντας το δίλημμα αυτό περιττό. Οι παρακάτω σκέψεις αποτελούν μιαν απόπειρα διασαφήνισης ορισμένων κεντρικών σημείων του κειμένου.
172
Η ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΟΙΤΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
1. Ξεκινώντας από τη δουλοπρέπεια, η οποία κατά την άποψη του χαρακτηρίζει την σχέση επιγόνων-παράδοσης, ο Hölderlin παρατηρεί ότι αυτή εμφανίζεται όχι μόνο με την μορφή μιας απόλυτης υποταγής των πρώτων στη δεύτερη, αλλά και με την μορφή της βιαίας άρνησης κάθε παράδοσης. Ένα παράδειγμα της πρώτης περίπτωσης έχουμε, όταν η απλή απομίμηση παλαιών έργων φτάνει να θεωρείται τέχνη. Ένα παράδειγμα της δεύτερης περίπτωσης έχουμε, όταν ο καλλιτέχνης κόβει θεληματικά όλες τις γέφυρες με το παρελθόν και γυρεύει να προχωρήσει παρακάτω βασισμένος μόνο σε ό,τι ονομάζεται «ένστικτο» ή «φύση». «Θεληματικά» σημαίνει εδώ ανεξάρτητα από το αν η παράδοση του μιλάει, από το αν υπάρχουν μέσα στην παράδοση έργα με τα οποία αυτός βρίσκεται σε διάλογο, σε σχέση. Μορφές εξάρτησης αποτελούν και οι δύο παραπάνω περιπτώσεις, επειδή ο καλλιτέχνης δεν είναι ελεύθερος από την παράδοση ούτε στην μία ούτε στην άλλη. Συγκεκριμένα στην πρώτη περίπτωση είναι τόσο «θαμπωμένος», θα μπορούσε να πει κανείς, από την παράδοση, ώστε να μην βλέπει για τον εαυτό του άλλη δυνατότητα από το να την μιμείται. Και στην δεύτερη περίπτωση είναι τόσο «οργισμένος» εναντίον της, ώστε να μη θέλει να παραδεχτεί την προσήλωσή του σ' αυτήν, κάτι που εντούτοις υπάρχει κι επιμένει. Τόσο στην υποταγή πάντως στην παράδοση όσο και στην άρνησή της καταπνίγεται η ζωντάνια του καλλιτέχνη, μια κι αυτός, τόσο στην μια όσο και στην άλλη περίπτωση, δεν μπορεί να είναι ο εαυτός του, δεν επιτρέπει δηλαδή στον εαυτό του να υπάρξει ως εκείνος που πραγματικά είναι. Στην πρώτη γιατί κοιτάζει τον κόσμο με ξένα μάτια και, κυρίως, επειδή δημιουργεί σύμφωνα μέ ξένα πρότυπα, μέσα στα έργα του δηλαδή δε βρίσκεται αποτυπωμένος ο τρόπος με τον οποίο αυτός 173
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
και μόνον αυτός συλλαμβάνει τον κόσμο. Στη δεύτερη περίπτωση πάλι ο καλλιτέχνης κάνει κάτι άλλο, εξίσου βλαβερό: καταργεί ηθελημένα ζωντανές του δυνατότητες, την «φυσική του ζωντάνια»: δεν στρέφεται δηλαδή προς αυτό που τον ελκύει αυθόρμητα, αλλά ενεργεί απλώς ενάντια στα δοσμένα πρότυπα. Και στις δύο περιπτώσεις πάντως το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: Η απουσία αυθεντικότητας και αυτονομίας από τα έργα της τέχνης. Στην αληθινή τέχνη, αντιθέτως, οδηγεί, κατά τον Hölderlin, η στροφή προς εκείνο που στο παραπάνω κείμενο ονομάζεται «μορφοποιητίκή ορμή». Έτσι ονομάζει ο Hölderlin την ορμή, την δύναμη, που κινεί τον καλλιτέχνη ωθώντας τον προς την τέχνη. Στροφή προς την μορφοποιητίκή ορμή θα πει λοιπόν: Στροφή του καλλιτέχνη προς ό,τι μιλάει σ' αυτόν και μόνον, προς ό,τι συγκινεί αυτόν και μόνον, δηλαδή προς τη δική του ιδιαίτερη αντίληψη. Το ιδιαίτερο που διαφαίνεται μέσ' από τα λόγια του Hölderlin: Πως η στροφή του καλλιτέχνη προς τον εαυτό του είναι μαζί και μια απο-στροφή από τους άλλους. Η στροφή προς την μορφοποιητίκή ορμή είναι λοιπόν και μια απελευθέρωση του καλλιτέχνη για τις δικές του δυνατότητες, μια αυτονόμησή του. Βλέπουμε λοιπόν πως κατά τον Hölderlin η αληθινή τέχνη προκύπτει μαζί με την αυθεντικότητα και την αυτονόμηση. Ακόμα, ως προς αυτήν (την αληθινή τέχνη) είναι αδιάφορο, αν αυτό που θα πιάσει ο καλλιτέχνης στα χέρια του είναι κάτι το ολότελα αδιαμόρφωτο (φύση) ή κάτι το ήδη διαμορφωμένο (παράδοση).
2. Στη συνέχεια ο Hölderlin μιλάει για την ίδια την μορφοποιητίκή ορμή, προσπαθώντας να περιγράψει την ιδιαίτερή της φύση. Σ' αυτήν λοιπόν μοιάζουν να συγκλίνουν δύο πράγματα 174
Η ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΟΙΤΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
που συνήθως θεωρούνται αντίπαλα: το «κουνά» και το «ιδιαίτερο». Έτσι η μορφοποιητική ορμή από την μία μεριά ονομάζεται «κοινό έδαφος όλων των έργων και των πράξεων των ανθρώπων» κι από την άλλη συμπίπτει με την ίδια εκείνη ιδιαιτερότητα που κάνει τις μεμονωμένες εποχές και τους μεμονωμένους καλλιτέχνες να διαφέρουν μεταξύ τους. Στην μορφοποιητική ορμή έχουμε δηλαδή ένα συναπάντημα της παράδοσης, ως του στοιχείου της «κοινότητας», με ό,τι θεωρούμε ιδιαίτερο και «ατομικό». Και αυτή επίσης η σκέψη του Hölderlin είναι πέρα ως πέρα ανατρεπτική, για όσους τουλάχιστον συνηθίζουν να θέτουν στον εαυτό τους το δίλημμα «παράδοση-μη παράδοση», για όσους δηλαδή αναρωτιούνται αν θα έπρεπε να δεχτούν ή να απορρίψουν την παράδοση. Γιατί όσοι θέτουν ένα τέτοιο ζήτημα νομίζουν μόνον ότι μπορούν να επιλέξουν. Ενώ κατά τον Hölderlin δεν μπορούν καθόλου να επιλέξουν, γιατί τέτοιο ζήτημα δεν τίθεται καν, μιας και όντας άνθρωποι είμαστε ήδη σε μια παράδοση.
175
PETER SZONDI
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΤΡΑΓΩΔΙΩΝ*
Α π ό το: Die Bedeutung der Tragödien, στο: Hölderlin-Studien, Frankfurt a.M., 1967, σσ. 170-172.
Η σημασία των τραγωδιών συλλαμβάνεται ευκολότερα μέσ' από το παράδοξο. Μια και πάντα το πηγαίο, καθότι πάντα οι δυνατότητες είναι δίκαια και όμοια κατανεμημένες, δεν φανερώνεται βεβαίως μέσα στο πηγαίο σθένος του αλλά κατουσίαν από την ασθενή του πλευρά, έτσι ώστε όντως κατουσίαν το φως της ζωής και το φαινόμενο ν α ανήκουν στην ασθενικότητα του καθέκαστου συνόλου. Στο τραγικό τώρα είναι το σημείο αυτό καθεαυτό ασήμαντο και αναποτελεσματικό, το πηγαίο όμως μπορεί ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο ν α προβάλλει. Δηλαδή το πηγαίο μπορεί κατουσίαν ν α φανερώνεται μόνον ως προς την ασθενή πλευρά του, όμως καθόσον το σημείο αυτό καθεαυτό εξισώνεται ως ασήμαντο με το Ο (=0), μπορεί το πηγαίο, ως το λανθάνον υπόβαθρο κάθε φύσεως, ν α παρουσιάζεται επίσης κι αυτό. Εάν η φύση παρουσιάζεται κατουσίαν στην ασθενικότερή της δωρεά, τότε, όταν αυτή παρουσιάζεται στην πλέον σθεναρή δωρεά της, το σημείο είναι = Osw 4/274.
177
ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ
Σχόλίο Το μεταξύ 1798 και 1800 γραμμένο απόσπασμα, όπως και τα άλλα δύο κείμενα του Homburg επί του τραγικού —, το Grund zum Empedokles και το δοκίμιο Das werden im Vergehen— έχει ως σημείο αφετηρίας την έννοια της φύσης. Όπως εκείνα, γράφεται με σκοπό να εκχωρήσει στον άνθρωπο μια θέση απέναντι στην φύση, η οποία να καταδεικνύει εκείνον μεν ως υπηρέτη της, την ίδια τη φύση δε ως έχουσα την ανάγκη του. Στην επιστολή προς τον αδερφό του της 4ης Ιουνίου 1799 ο Hölderlin μιλά για το παράδοξο [...] ότι το ορμέμφντο της τέχνης και της μόρφωσης με όλες τις παραλλαγές και τις ποικιλίες τον είναι βασικά μια υπηρεσία την οποία οι άνθρωποι παρέχουν στην φύση (sw 6/329). Μέσ' απ' αυτό το παράδοξο το απόσπασμα διευκρινίζει τη σημασία των τραγωδιών. Η βασική του ιδέα βρίσκεται στην επιστολή προς τον Sinclair της 24ης Δεκεμβρίου 1798, όπου ως ο πρώτος όρος κάθε ζωής και κάθε οργάνωσης χαρακτηρίζεται το γεγονός ότι καμία δύναμη δεν υπάρχει μοναρχικά στον ουρανό και επί γης (sw 6/300). Επειδή κατ' αυτόν τον τρόπο οι δυνατότητες είναι κατανεμημένες δίκαια και όμοια, το ως προς την ουσία του πηγαίο, η φύση, δεν δύναται να εμφανισθεί συνάμα ως προς το πηγαίο του σθένος αλλά κατουσίαν, που θα πει: ως προς την ιδιαίτερη δυνατότητά του, μέσ' από τις ιδιαίτερες δυνάμεις του, μόνον από την ασθενή του πλευρά. Αυτή η διαλεκτική, ότι το σθεναρό μπορεί να εμφανίζεται αφεαυτού του μόνον από την ασθενή του πλευρά και χρειάζεται το ασθενές, ώστε το σθένος του να δύναται να προβάλλει, θεμελιώνει την αναγκαιότητα κάθε τέχνης. Σ' αυτήν, η φύση δεν εμφανίζεται πλέον κατουσίαν αλλά διαμεσολαβημένη από ένα σημείο. Αυτό το σημείο στην τραγωδία είναι ο ήρωας. Καθώς δεν δύναται να κατορθώσει τίποτε εναντίον της δύναμης της φύσης και εκμηδενίζεται απ' αυτήν είναι ασήμαντος και αναποτελεσματικός. Όμως κατά τον 178
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΤΡΑΓΩΔΙΩΝ
χαμό του τραγικού ήρωα, όταν το σημείο =0, η φύση συνάμα εμφανίζεται μέσα στην σθεναρότερη της δωρεά, το πηγαίο έχει προβάλει. Έτσι ο Hölderlin ερμηνεύει την τραγωδία ως θυσία, την οποία ο άνθρωπος προσφέρει στην φύση, ώστε να την υποβοηθήσει στην επαρκή της εμφάνιση. Η τραγικότητά του συνίσταται στο ότι αυτήν την υπηρεσία, η οποία προσδίδει σημασία στην ύπαρξή του, μπορεί να την παράσχει μόνον με τον θάνατό του, καθώς τίθεται ως σημείο καθεαυτό ασήμαντο=0. Όταν αυτή η έριδα φύσης και τέχνης, σκοπός της οποίας βεβαίως είναι η συμφιλίωση των δύο, εκπτύσσεται ως τέτοια κατά την αντίληψη του Hölderlin στην τραγωδία, τότε σ' εκείνην ακριβώς την τραγωδία, την δημιουργία της οποίας συνοδεύουν τα θεωρητικά κείμενα γίνεται αυτή θεματική. Διότι ο Εμπεδοκλής είναι για τον Hölderlin ένας υιός των πελώριων αντιπαραθέσεων φύσης και τέχνης, εντός των οποίων φανερώθηκε ενώπίόν τον ο κόσμος. Ένας άνθρωπος, στο πρόσωπο τον οποίον εκείνες οι αντιθέσεις σννενώνονται τόσο φίλια, ώστε να γίνονται εντός τον ένα. Όμως η τραγικότητά του είναι ότι ακριβώς χάριν της συμφιλίωσης την οποία ενσαρκώνει, και ακριβώς επειδή την ενσαρκώνει, που θα πει την παρουσιάζει αισθητά, πρέπει να χαθεί. Διότι αφενός μεν η συμφιλίωση, όπως αναπτύσσει το Grund zum Empedokles είναι τότε μόνον αναγνωρίσιμη, όταν τα σε φίλια ενότητα συνδεδεμένα χωρίζονται στον αγώνα, αφετέρου δε η αισθητή συνένωση πρέπει να είναι απλώς φαινομενική και παροδική και πρέπει να αρθεί, δώτι διαφορετικά το γενικό θα χανόταν μέσα στο άτομο και η ζωή ενός κόσμον θα απέθνησκε μέσα σε μια λεπτομέρεια (sw 4/157). Έτσι ο Εμπεδοκλής είναι ένα θύμα της εποχής τον (sw 4/157), η φθορά του οποίου ωστόσο καθιστά δυνατή μία γέννηση, και αυτή η μοίρα δεν είναι προσωπική του, αλλά, όπως τονίζει ο Hölderlin, η μοίρα λιγότερο ή περισσότερο όλων των τραγικών προσώπων (sw 4/157). ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Κ Ω Σ Τ Α Σ Γ Ε Μ Ε Ν Ε Τ Ζ Η Σ
179
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ TOr FRIEDRICH HÖLDERLIN'
1770 20 Μαρτίου. Γέννηση του Johann Christian Friedrich Hölderiin στο Lauffen επί του Neckar. 1772 Ιούλιος. Θάνατος του πατέρα του, Heinrich Friedrich Hölderiin, σε ηλικία 36 ετών. Αύγουστος. Γέννηση της αδελφής του, Heinrike. 1774 Οκτώβριος. Δεύτερος γάμος της μητέρας του, Johanna Christiana, το γένος Heyn με τον δήμαρχο του Nürtingen, Johann Christoph Gok. 1776 Σχολείο στο Nürtingen. Οκτώβριος. Γέννηση του ετεροθαλούς αδελφού του, Karl Gok. 1779 Μάρτιος. Θάνατος του πατριού. 1780 Μαθήματα πιάνου, αργότερα και φλογέρας. 1782 Ιδιαίτερα μαθήματα (μέχρι την μετάβαση στο Denkendorf και την αλλαγή σχολείου), με τον δεύτερο ιερέα του Nürtingen, Nathanael Köstlin. 1783 Πρώτη γνωριμία με τον κατά πέντε χρόνια νεότερο Friedrich Wilhelm Joseph Schelling (1775-1854), ο οποίος για δύο χρόνια ζει κοντά στον θείο του, Köstlin. 1784 Οκτώβριος. Εγγραφή στην κατώτερη μοναστική σχολή 1. Τίτλοι έργων σε απλή κατά λέξη μετάφραση.
ι8ι
FRIEDRICH HÖLDERLIN
1786
1787 1788
1789
1790
1791
Denkendorf, κοντά στο Nürtingen. Πρώτες σωζόμενες ποιητικές δοκιμές. Οκτώβριος. Είσοδος στην μοναστική σχολή του Maulbronn. Νοέμβριος. Έρωτας, που βρίσκει ανταπόκριση, προς την Louise Nast, κόρη του διαχειριστή της μονής. Απρίλιος. Πρώτες αμφιβολίες σχετικά με τον προορισμό του για το ιερατικό αξίωμα. Ιούνιος. Πρώτο μεγάλο ταξίδι στον Ρήνο. Οκτώβριος. Ως υπότροφος στην Ευαγγελική σχολή του Tübingen. Φιλικός και ποιητικός δεσμός με τους Ludwig Neuffer (1769-1839) και Rudolf Magenau (1767-1846). Διάλυση του αρραβώνα με την Luise Nast. Γνωριμία με τους εκδότες Christian Friedrich Daniel Schubart (1739-1791) και Gotthold Friedrich Stäudlin (1758-1793). Ιούλιος. Έκρηξη της Γαλλικής επανάστασης. Νοέμβριος. Αρχή αυστηρότερου ελέγχου της σχολής από τον δούκα Karl Eugen. Ποιήματα επαναστατικού περιεχομένου. Σεπτέμβριος. Διπλωματικές εξετάσεις. Οκτώβριος. Εγγραφή του Schelling στην σχολή. Έκτοτε εκπαιδευτική κοινότητα και φιλία μεταξύ Hölderlin, Hegel (1770-1831) και Schelling. Έρωτας προς την Ehse Lebret, κόρη του πρυτάνεως του πανεπιστημίου, και δεσμός μαζί της μέχρι το τέλος των σπουδών του. Απρίλιος. Ταξίδι με δύο φίλους στην Ελβετία. Επίσκεψη στον Lavater στη Ζυρίχη. Σεπτέμβριος. Στο «Musenalmanach του έτους 1792» του Stäudlin τα εξής ποιήματα: «Hymne an die Muse», «Hymne an die Freiheit», «Hymne an die Göttin der Harmonie», «Meine Genesung». (Ύμνος στη Μούσα / Ύμνος στην ελευθερία / Ύμνος στην θεά της αρμονίας. / Η ανάρρωσή μου). 82
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Οκτώβριος. Θάνατος του Schubart, ο οποίος λόγω της εκδοτικής του δραστηριότητας είχε φυλακιστεί από το 1777 ως το 1787 στο Hohenasperg. Νοέμβριος. Ο Stäudlin συνεχίζει να εκδίδει το «Vaterlandsschronik» του Schubart και αποτείνει έκκληση για ποιητικά έργα τα οποία απεικονίζουν το «πνεύμα των καιρών». 1792 Απρίλιος. Έναρξη του πολέμου μεταξύ Γαλλίας και Αυστροπρωσσικής Συμμαχίας. Μάιος. Έναρξη της εργασίας επάνω στον «Υπερίωνα». Γνωριμία με τον, ρεπουμπλικανικών φρονημάτων, Leo von Seckendorf (1775-1809). Σεπτέμβριος. Στο «Poetische Blumenlese του έτους 1793» του Stäudlin, τα εξής ποιήματα: «An die Menschheit», «An die Schönheit», «An den Genius der Jugend», «An die Freundschaft», «Kanton Schweiz», «An die Freiheit», «An die Liebe» (Στην ανθρωπότητα / Στην ωραιότητα / Στο δαιμόνιο της νεότητας / Στην φιλία / Καντόνι της Ελβετίας / Στην ελευθερία / Στον έρωτα). Οκτώβριος. Γάμος της αδελφής του «Rike» με τον Theodor Breunlin (1752-1800). Παράδοση του σε παστέλ ζωγραφισμένου πορτραίτου του. 1793 Σεπτέμβριος. Ο Hegel ως οικοδιδάσκαλος στη Βέρνη. Αποχωρισμός από τον Hölderlin με το σύνθημα: «Βασίλειο του Θεού» (Reich Gottes). Οκτώβριος. Στον Schiller στο Ludwigsburg, ο οποίος με διαμεσολάβηση του Stäudlin τον συστήνει ως οικοδιδάσκαλο στην Scharlotte von Kalb. Δεκέμβριος. Πτυχιακές εξετάσεις. Θέση οικοδιδάσκαλου και παιδαγωγού στο Waltershausen. Στο «Einsiedlerlinn aus den Alpen» το ποίημα: «An eine Rose» (Προς ένα ρόδο). 1794 Μελέτη της Καντιανής φιλοσοφίας, ανάγνωση των κειμένων του Fichte. Εργασία επάνω στον «Υπερίωνα». Φιλία με την συνοδό της Scharlotte von Kalb, Marianne Kirms. 183
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Νοέμβριος. Αναχώρηση με τον μαθητή του, Fritz von Kalb, για την Ιένα. Στις παραδόσεις του Fichte, συναντήσεις με τους Fichte, Niethammer, Herder, Goethe. Συχνές επισκέψεις στον Schiller. Στο «Neue Thalia» του Schiller τα εξής ποιήματα: «Fragmente vom Hyperion», «Griechenland», «Dem Genius der Kühnheit», «Das Schicksaal» (Αποσπάσματα από τον Υπερίωνα / Ελλάς / Στο δαιμόνιο της δριμύτητας / Η μοίρα). 1795 Ιανουάριος. Διακοπή της υπηρεσιακής σχέσης. Διακοπές στην Ιένα. Μάρτιος. Με διαμεσολάβηση του Schiller, ο Cotta αναλαμβάνει την έκδοση του «Υπερίωνα». Φιλία με τον Isaac von Sinclair (1775-1815). Ταξίδι πεζή σε Halle, Dessau και Λειψία. Μάιος. Συνάντηση με τους Fichte και Novalis. Αιφνίδια αναχώρηση από την Ιένα. Ιούνιος. Επίσκεψη στον Johann Gottfried Ebel (17641830), ο οποίος του διαμεσολαβεί μια θέση οικοδιδασκάλου στον οίκο του τραπεζίτη Gontard στην Φρανκφούρτη. Ιούλιος. Γέννηση της Louise Agnese Kirms, πιθανώς κόρης του Hölderlin. Δεκέμβριος. Αναχώρηση από το Nürtingen για τη Φρανκφούρτη. Στο «Einsiedlerinn» τα εξής ποιήματα: «An die Liebe», «An Neuffer» (Στον έρωτα / Στον Neuffer). Και στο «Urania»: «Griechenland» (Ελλάς). 1796 Ιανουάριος. Έναρξη της υπηρεσίας στον οίκο Gontard. Επίσκεψη του Isaac von Sinclair στο Homburg. Φεβρουάριος. Στο «Musenalmanach του έτους 1796» του Schiller το ποίημα «Der Gott der Jugend» (Ο Θεός της νεότητας). Απρίλιος. Φιλοσοφικές συνομιλίες με τον Schelling. Μάιος. Αρχή του αμοιβαίου αισθήματος μεταξύ της Susette Gontard (1769-1802) και του Hölderlin. 184
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ιούλιος. Η Susette Contard, η Marie Rätzer, παιδαγωγός των τριών κοριτσιών, ο Hölderiin και ο μαθητής του, Henry Gontard, κυνηγημένοι από την ταραχή του πολέμου, φεύγουν αρχικά για το Kassel και κατόπιν, μαζί με τον συγγραφέα Wilhelm Heinse (1749-1803), για το Bad Driburg. Σεπτέμβριος. Ο Ebel φεύγει για το Παρίσι. Θάνατος του Stäudlin στο Ρήνο. Θάνατος της Louise Agnese Kinns. Επιστροφή στην Φρανκφούρτη. 1797 Ο Hegel αναλαμβάνει μια από τον Hölderlin διαμεσολαβημένη θέση οικοδιδασκάλου στην Φρανκφούρτη. Αύγουστος. Ακρόαση από τον Goethe, που βρίσκεται στην Φρανκφούρτη. Plan zum Empedokles (Σχέδια για τον «Εμπεδοκλή»). Στον Cotta: «Hyperion, Erster Band» (Υπερίων, πρώτος τόμος). Και στο «Hören» του Schiller: «Der Wanderer», «Die Eichbäume» (Ο οδοιπόρος / Οι δρυς). Επίσης στο «Tashenbuch für häusliche und gesellschaftliche Freuden»: «An eine Rose», «Lebensgenuss» «Freundeswunsch» (Σ' ένα ρόδο / Απόλαυση ζωής / Επιθυμία χαράς). 1798 Σεπτέμβριος. Σκάνδαλο στον οίκο Gontard. Εγκατάσταση στο Homburg. Μυστικές συναντήσεις και αλληλογραφία με τη Susette. Νοέμβριος. Με τον Sinclair, στο μεταξύ κυβερνητικό σύμβουλο του Hessen-Homburg. Στο «Musenalmanach» του Schiller το ποίημα: «An den Äther» (Στον αιθέρα). 1799 Στο «Musenalmanach» του Schiller τα εξής ποιήματα: «Sokrates und Alcibiades», «An unsere grosse Dichter» (Σωκράτης και Αλκιβιάδης / Στους μεγάλους μας ποιητές). Και στου Neuffer το «Taschenbuch für Frauenzimmer von Bildung»: «Das Unverzeihliche» «Ehmals und Jezt», «Die Liebenden», «An die Deutschen», «Ihre Genesung», «An 185
FRIEDRICH HÖLDERLIN
die jungen Dichter», «Lebenslauf (I)», «Die Kürze», «An die Parzen», «Abbitte», «Diotima (I)», «Der gute Glaube», «An ihren Genius», «Die Heimath (I)» (To ασυγχώρητο / Κάποτε και τώρα / Οι ερωτευμένοι / Στους Γερμανούς / Η ανάρρωση της / Στους νέους ποιητές / Πορεία ζωής I / Η βραχύτητα / Στις μοίρες / Αίτηση συγγνώμης / Διοτίμα I / Η καλή πίστη / Στο δαιμόνιο της / Πατρίδα I). Μάρτιος. Επαινετικά σχόλια για τα παραπάνω ποιήματα από τον August Wilhelm Schlegel στην «Allgemeine Literatur-Zeitung» Απρίλιος έως Ιούνιος. Παραμονή του ρεπουμπλικάνου Casimir Ulrich Böhlendorff (1775-1825) στο Homburg. Εργασία επάνω στον «Εμπεδοκλή». Σχέδια για ένα περιοδικό με τον τίτλο «Iduna». Οκτώβριος. Τον Οκτώβριο στον Cotta: «Hyperion, Zweiter Band» (Υπερίων, δεύτερος τόμος). Και στο «Taschenbuch für Frauenzimmer von Bildung» του Neuffer τα εξής ποιήματα: «EmiUe vor Ihrem Brauttag», «Diotima», «Menschenbeifall», «Die Launischen», «Der Tod für das Vaterland», «Stimme des Volks», «Sonnenuntergang», «Der Zeitgeist», «Die scheinheiligen Dichter» (H Αιμιλία πριν την ημέρα του γάμου της / Διοτίμα / Οι επευφημίες των ανθρώπων / Οι ιδιότροποι / Ο θάνατος για την πατρίδα / Η φωνή του λαού / Δύση του ηλίου / Το πνεύμα των καιρών / Οι υποκριτές ποιητές). Και στο «Britischer Damenkalender und Taschenbuch für das Jahr 1800»: «Des Morgens», «Abendphantasie», «Der Main» (To πρωί / Βραδινή φαντασία / Ο Μάιν). 1800 Ιούνιος. Επιστροφή στο Nürtingen. Έπειτα έως τον Δεκέμβριο στην Στουτγάρδη, όπου παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα. Στο «Aglaia, Jahrbuch für Frauenzimmer auf 1801» τα εξής ποιήματα: «Die Götter», «Heidelberg», «Der Nekar», «Empedokles» (Oi θεοί / Χαϊδελβέργη / Ο Νέκαρ / Εμπεδοκλής). 86
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Και στο: «Für Herz und Geist» του Cotta: «Rückkehr in die Heimat» (Επιστροφή στην πατρίδα). 1801 Ιανουάριος. Θέση οικοδιδασκάλου στον οίκο Gonzenbach στο Hauptwil, στην Ελβετία. Φεβρουάριος. Η ειρηνευτική συμφωνία του Luneville, από την οποία ο Hölderlin προσδοκεί την απαρχή μιας νέας εποχής. Απρίλιος. Ο Gonzenbach απολύει τον Hölderlin. Επιστροφή στο Nürtingen. Ιούνιος. Γράμματα στους Schiller και Niethammer με την παράκληση να του διαμεσολαβήσουν μια πανεπιστημιακή θέση (Dozentur) για ελληνική λογοτεχνία στην Ιένα. Μένουν αναπάντητα. Αύγουστος. Ο εκδότης Cotta σχεδιάζει την έκδοση ποιημάτων του Hölderlin σε βιβλίο (για την πασχαλινή έκδοση του 1802). Στο «Flora» του Cotta: «Der Wanderer (II)» (Ο οδοιπόρος (II)). Δεκέμβριος. Αναχώρηση πεζή για το Bordeaux, όπου πρόκειται ν' αναλάβει μια θέση οικοδιδασκάλου στον οίκο του πρέσβεως Meyer. Στο «Musen-Almanach» του Vermeheren τα εξής ποιήματα: «Menons Klagen um Diotima (V. 1-56)», «Unter den Alpen gesungen» (Θρήνος του Μένωνος για τη Διοτίμα (στ. 1-56) / Τραγούδι κάτω από τις Αλπεις). 1802 Ιανουάριος. Αφιξη στο Bordeaux. Μάιος. Επιστροφή μέσω Παρισίων. Ιούνιος. Σε κατάσταση διάλυσης και εξάντλησης, ο Hölderlin φτάνει πίσω στην πατρίδα του. 22 Ιουνίου. Θάνατος της Susette Gontard. Ιούλιος. Ο Hölderlin πληροφορείται το θάνατό της στη Στουτγάρδη μέσω ενός γράμματος του Sinclair. Επιστροφή στο Nürtingen. Σεπτέμβριος-Οκτώβριος. Μετά από πρόσκληση του Sinclair, στο Regensburg. Νοέμβριος. Θάνατος του φίλου και εκδότη, Friedrich 187
FRIEDRICH HÖLDERLIN
Emerich, στο Würzburg. Στο «Flora» τα εξής ποιήματα: «Heimkunft», «Die Wanderung», «Dichterberuf», «Stimme des Volks» (Άφιξη στην πατρίδα / Η περιήγηση / Το επάγγελμα του ποιητή / Η φωνή του λαού). Και στο «Musen-Almanach» του Vermeheren: «Menons Klagen um Diotima (v. 57-130)» (Θρήνος του Μένωνος για τη Διοτίμα (στ. 57-130)). 1803 Μάρτιος. Θάνατος του Klopstock. Ιούνιος. Επίσκεψη στον Schelling στο Murrhardt. Θάνατος του Wilhelm Heinse ακριβώς έναν χρόνο μετά τη Susette Gontard. 1804 Ιούνιος. Ο Sinclair παίρνει τον Hölderlin από το Nürtingen στο Homburg. Στο Würzburg τελευταία συνάντηση με τον Schelling. Αύγουστος. Ο Hölderlin διορίζεται στο Homburg βιβλιοθηκάριος. Με δική του επιθυμία ο Sinclair αναλαμβάνει τη μισθοδοσία του. Τον Απρίλιο στον Friedrich Wilmann: «Die Trauerspiele des Sophokles» (Oi τραγωδίες του Σοφοκλή). Και στο «Vierteljährliche Unterhaltungen» (Cotta): «Der Archipelagus» (To αρχιπέλαγος). Επίσης στο «Taschenbuch für das Jahr 1805» τα εξής ποιήματα: «Chiron», «Thränen», «An die Hofnung», «Vulkan», «Blödigkeit», «Ganymed», «Hälfte des Lebens», «Lebensalter», «Der Winkel von Hahrdt» (Χείρων / Δάκρυα / Στην ελπίδα / Ηφαίστειο / Συστολή / Γανυμήδης / Τα μισά της ζωής / Ηλικία). 1805 Φεβρουάριος. Ο Sinclair συλλαμβάνεται από απεσταλμένους του πρίγκιπα (Kurfürst) της Βυρτεμβέργης για συνωμοσία με σκοπό την ανατροπή και δολοφονία του τελευταίου. Η καταγγελία στηρίζεται σε συνομιλίες, οι οποίες λέγεται ότι έλαβαν χώρα τον Ιούνιο του 1804 στη Στουτγάρδη παρουσία του Hölderlin. Μάιος. Θάνατος του Schiller. 88
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
1806
1807
1822 1828 1829
1838 1843
Ιούλιος, ο Sinclair αφήνεται ελεύθερος. Στο «Württembergisches Taschenbuch auf das Jahr 1806»: «Die Heimat (II)» (H πατρίδα (II)). Ιούλιος. Ενσωμάτωση του Homburg στο Hessen-Darmstadt. Ο Sinclair ειδοποιεί τη μητέρα του Hölderlin ότι η μισθοδοσία του δεν είναι πλέον δυνατή και παρακαλεί να έρθουν να τον πάρουν. Σεπτέμβριος. Ο Hölderlin μεταφέρεται διά της βίας στην κλινική Autenrieth στο Tübingen. Στο «Musenalmanach für das Jahr 1807» του Seckendorf τα εξής ποιήματα: «Brod und Wein» (ν. 1-18) υπό τον τίτλο "Die Nacht"», «Stutgard» (υπό τον τίτλο "Die Herbstfeier")», «Die Wanderung» (Άρτος και οίνος (στ. 1-18) υπό τον τίτλο "Η νύχτα") / Στουτγάρδη (υπό τον τίτλο «Η φθινοπωρινή γιορτή») / (Η περιήγηση). Η δημοσίευση στον Seckendorf κάνει τον Hölderlin να διαμαρτυρηθεί για «ανεπίτρεπτη παρέμβαση στα δικαιώματά του». Ο ξυλουργός Ernst Zimmer παίρνει τον Hölderlin κοντά του, στο χτισμένο δίπλα στον Neckar σπίτι του. Στο «Musenalmanach» του Seckendorf: «Patmos», «Der Rhein», «Andenken» (Πάτμος / Ο Ρήνος / Ενθύμηση). Φθινόπωρο. Δεύτερη έκδοση του «Υπερίωνα». Νοέμβριος. Θάνατος της μητέρας του Hölderlin. Ιούνιος. Με επιμέλεια των Uhland και Schwab εμφανίζονται στον Cotta τα: «Gedichte von Friedrich Hölderlin». («Ποιήματα του Friedrich Hölderlin»). Στην είδηση ότι οι Uhland και Schwab επιμελήθηκαν πολύ καλά τα ποιήματά του, ο Hölderlin περιπίπτει σε βαθιά δυσθυμία και δηλώνει ότι «αυτή την βοήθεια δεν την χρειάζεται, μπορεί κι ο ίδιος να επιμεληθεί ό,τι έγραψε». Νοέμβριος. Θάνατος του Ernst Zimmer. Η κόρη του Lotte, αναλαμβάνει την περαιτέρω φροντίδα του Hölderlin. 7 Ιουνίου. Θάνατος του Hölderlin δίχως προηγούμενο κλινήρες στάδιο. Τα αδέλφια του κληρονομούν 12.959 Gulden. 189
TO ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ FRIEDRICH HÖLDERLIN Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗ ΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ Α. ΣΠΑΝΙΟΛΕΤΟΥ ΚΑΙ ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΕ ΧΙΛΙΑ ΑΝΤΙΤΥΠΑ ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ ΤΟΥ 1997 ΣΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ Γ. ΑΜΟΥΡΓΗ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ Μ Α Ρ Α Θ Ι Α